Κατά τη διαδικασία της τελικής διαμόρφωσης του κειμένου "Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον" και μετά από πολύωρες διαπραγματεύσεις και αντεγκλήσεις η Εκκλησία της Ελλάδος με ανακοίνωσή της ενημέρωνε ότι επιτεύχθηκε ομοφωνία των μελών της Συνόδου της Κρήτης με την αποδοχή της φράσης «Η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν ονομασίαν άλλων ετεροδόξων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών».
Η φράση αυτή αντικατέστησε την αρχική που έλεγε ότι «Η Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών». Τόσο μάλιστα επιτυχή έκρινε την τροποποίηση αυτή ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ώστε δήλωσε πως «Μέ τήν τροπολογίαν αὐτήν πετυχαίνουμε μία συνοδική ἀπόφαση πού γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία περιορίζει τό ἱστορικό πλαίσιο τῶν σχέσεων πρός τούς ἑτεροδόξους ὄχι στήν ὕπαρξη, ἀλλά ΜΟΝΟ στήν ἱστορική ὀνομασία αὐτῶν ὡς ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν ἤ Ὁμολογιῶν».
Πόσο κοντά όμως ή πόσο μακριά βρίσκεται η "ονομασία" από την "ύπαρξη"; Ας ακολουθήσουμε τον θεόπτη Μωυσή στο όρος Χωρήβ.
Ο Μωυσής ενώπιον της φλεγόμενης βάτου και καθώς ο Θεός του αναθέτει το έργο της εξόδου του λαού από την Αίγυπτο ρωτά τον Θεό: "ἰδοὺ ἐγὼ ἐξελεύσομαι πρὸς τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραήλ, καὶ ἐρῶ πρὸς αὐτούς· ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν ἀπέσταλκέ με πρὸς ὑμᾶς. ἐρωτήσουσί με· τί ὄνομα αὐτῷ; τί ἐρῶ πρὸς αὐτούς;" (Εξ.3, 13). Η απάντηση του Θεού στο Μωυσή είναι γνωστή: "καὶ εἶπεν ὁ Θεὸς πρὸς Μωυσῆν λέγων· ἐγώ εἰμι ὁ ὤν"(Εξ. 3,14). Η ερώτηση του Μωυσή αφορούσε στο όνομα του Θεού. Η απάντηση του Θεού παρουσίαζε σε εκείνον και στο λαό την ίδια την ύπαρξη του Θεού.
Ονοματίζουμε κάτι που έχει ύπαρξη. Ο τρόπος που αποκαλούμε κάποιον είναι δηλωτικός της ίδιας του της ύπαρξης. Δεν μπορούμε να πούμε "εκκλησία" τον Παπισμό, ακόμη κι αν ιστορικά χρησιμοποιήθηκε σε δεδομένες στιγμές ο όρος αυτός, γιατί οι Παπικοί σήμερα επιζητούν εκκλησιαστική αναγνώριση από τους Ορθοδόξους στα πλαίσια της σχεδιαζόμενης οικουμενιστικής ενότητας. Η Σύνοδος της Κρήτης έπρεπε ξεκάθαρα να απορρίψει από τούδε και στο εξής τη χρήση του όρου "εκκλησία" όταν γίνεται λόγος για τους ετεροδόξους, να επαναλάβει τις αιρετικές κακοδοξίες που απέκοψαν Παπικούς και Προτεστάντες από την Μία Ορθόδοξη Εκκλησία και να απευθύνει προς αυτούς κάλεσμα μετανοίας και επιστροφής στην Αγία Εκκλησία. Η τελική διατύπωση του κειμένου δεν προστατεύει την ορθόδοξη εκκλησιολογία. Άλλωστε αυτή δεν έχει ανάγκη προστασίας! Έχει διατρανωθεί από τους αγίους Πατέρες και τις Οικουμενικές Συνόδους της Εκκλησίας. Το ορθόδοξο πλήρωμα έχει ανάγκη προστασίας από λεκτικούς ακροβατισμούς που μεθοδικά κατασκευάζονται για την εξυπηρέτηση των οικουμενιστικών οραματισμών δήθεν ενότητας όλων των χριστιανών, Ορθοδόξων και αιρετικών.
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 8/7/2016), Θρησκευτικά