Ὁ εὐαγγελισμός, δηλαδή τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου πρός ὅλους τούς λαούς, εἶναι στή φύση τῆς Ἐκκλησίας καί ὡς ἀρχή καί κρηπίδα ἔχει τούς γνωστούς λόγους τοῦ Κυρίου: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. κη΄ 19-20).
Ὁ εὐαγγελισμός λοιπόν, εἶναι μία ἀποστολή τήν ὁποία ἀναθέτει ὁ Κύριος στούς μαθητές του. 'Επειδή δέ τό ἀντικείμενό της εἶναι ἱερό, χαρακτηρίζεται ὡς μία ἱερά - ἀποστολή, ἐξ οὗ καί ὁ ὄρος «Ἱεραποστολή».
Ἱεραποστολή εἶναι μία λέξη μέ εὐρεία ἔννοια. Σημαίνει διδασκαλία, κατήχηση κ.λπ., πού μπορεῖ νά κάνουμε σέ ἄλλους ἀνθρώπους ἤ σέ ἄλλους λαούς ἤ ἄλλες φυλές, σέ ὅλα τά κράτη, ἤ ἠπείρους καί ὄχι μόνον ἐκεῖ, ἀλλά καί στόν δικό μας χῶρο, στό κράτος μας, στήν κοινωνία μας, στήν οἰκογένειά μας, στόν ἴδιο μας τόν ἑαυτό.
Ἔτσι, ὥστε νά ταυτίζεται ἐν πολλοῖς ἡ ἔννοια τοῦ χριστιανοῦ μέ τήν τοῦ Ἱεραποστόλου· δηλαδή ὁ κάθε χριστιανός νά εἶναι ταυτόχρονα καί Ἱεραπόστολος, ὅπως καί κατωτέρω θά δείξουμε. Ἡ κλασική της βέβαια μορφή, εἶναι ἡ προσπάθειά μας, νά κηρύξουμε τό Ἱερό Εὐαγγέλιο σέ ἄλλα ἔθνη καί νά συμπεριλάβουμε στούς κόλπους τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας διά τοῦ Ἁγ. Βαπτίσματος ἀνθρώπους ἀπ' ὅλη τήν γῆ, ἀπό πάντα τά ἔθνη, διακονώντας μέ τόν τρόπο αὐτό τήν σωτηρία τους.
Ξεκινώντας ὅμως τήν προσπάθειά μας αὐτή, εἶναι ἀναγκαῖο νά γνωρίζουμε ὅτι αὐτή θά πρέπει νά κινεῖται μέσα σέ ὁρισμένα πλαίσια καί ὑπό ὁρισμένες προϋποθέσεις. Στή συνέχεια θ᾿ ἀναπτύξουμε τίς πιό βασικές ἀπό αὐτές, ὥστε νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ἡ διακονία μας στήν Ἱεραποστολή γίνεται κατά Θεόν καί ὄχι κατά τήν προσωπική ἑκάστου ἀντίληψη.
Ὅταν λοιπόν ξεκινᾶμε τόν ἐπίπονο ἀλλά εὐλογημένο δρόμο τῆς Ἱεραποστολῆς, θά πρέπει πάντοτε νά ἔχουμε κατά νοῦν κάτι βασικό. Ὅσα κάνουμε καί ὅποιο ἀποτέλεσμα προκύψει ἀπό τίς ἐνέργειες καί προσπάθειές μας, ὅσες ψυχές κι ἄν σωθοῦν ἀπό τόν εὐαγγελισμό αὐτόν, θά εἶναι ἔργο τῆς θείας Χάριτος, τήν ὁποία πρέπει πάντοτε νά ἐπιζητοῦμε καί νά ἐπικαλούμεθα. Δέν πρέπει ποτέ νά δώσουμε τόπο στόν λογισμό ὅτι, ὅλα ἤ κάτι ἀπό αὐτά, ὀφείλονται στίς δικές μας ἱκανότητες. Κι ἄν παρατηροῦμε ὅτι οἱ ἀγῶνες μας εὐοδοῦνται, πάντοτε νά ἔχουμε κατά νοῦ τό ἁγιογραφικό: «Ὅταν ποιήσητε πάντα τά διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὅ ὠφείλομεν ποιῆσαι, πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17,10). Καί «...ὅτι χωρίς ἐμοῦ, οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. 15,5).
Μιά ἄλλη βασική ἀρχή, εἶναι ὅτι τό ἔργο τῆς Ἱεραποστολῆς τίθεται πάντοτε ὑπό τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό Αὐτήν ξεκινάει, ἀπό Αὐτήν ἀντλεῖ δύναμη καί στό τέλος ὅ,τι κατορθωθεῖ σ' Αὐτήν ὀφείλεται. Ἰδιωτικές πρωτοβουλίες, ὅσο καλές κι ἄν φαίνονται, ὅταν κινοῦνται σέ ἀτομικά πλαίσια, ἔξω ἀπό τήν ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, εἶναι πνευματικά ἐπικίνδυνες.
Ἄς θυμηθοῦμε τόν Ἅγ. Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, ὁ ὁποῖος ἄν καί εἶχε τόσες ἱκανότητες καί τόσο μεγάλο πόθο γιά τό θεάρεστο αὐτό ἔργο, δέν τό ἐπεχείρησε, παρά μόνον ἀφοῦ ἔλαβε εὐλογία ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη.
Μέσα σ' αὐτά τά πλαίσια ἐκινήθη καί ὁ π. Κοσμᾶς Γρηγοριάτης, ὁ γνωστός Ἱεραπόστολος τοῦ Ζαΐρ καί ἀδελφός τῆς Ἱ. Μονῆς μας, τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου, ὁ ὁποῖος εἶναι καί ὁ βασικός θεμελιωτής τῆς Ἱεραποστολῆς μας στό Κολουέζι τοῦ Κονγκό. Αὐτός, ἔχοντας τό σχετικό χάρισμα καί τόν μεγάλο πόθο γιά τήν Ἱεραποστολή, δέν ξεκίνησε ἀκολουθώντας τόν λογισμό του, ἀλλά τόν ἔθεσε πρῶτα στήν κρίση διακριτικῶν πατέρων, συγκεκριμένα τοῦ Γέροντος, καί νῦν Ὁσίου, Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου. Ἐκεῖνος τόν συμβούλευσε νά συνδεθεῖ μέ τήν Ἱερά Μονή μας τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου, καί κατόπιν ν᾿ ἀρχίσει τόν ἱεραποστολικό του ἀγώνα, κάνοντας ὑπακοή σ᾿ αὐτήν. Ἔτσι ἔπραξε ὁ παπα-Κοσμᾶς καί ξεκίνησε τό βαρύ αὐτό ἔργο τῆς προσφορᾶς, αὐταπαρνήσεως καί ἀγάπης.
Βλέπουμε δέ σήμερα, 38 περίπου χρόνια μετά τήν ἔναρξη τοῦ ἱεραποστολικοῦ του ἔργου, πῶς ὁ Κύριος τό εὐλόγησε καί τό ἐπηύξησε, ὥστε σήμερα ἡ Ἱ. Μητρόπολη Κατάνγκα, πού εἶναι σέ ἔκταση δύο φορές περίπου μεγαλύτερη ἀπό τήν Ἑλλάδα ν' ἀριθμεῖ περί τούς 60.000 ὀρθοδόξους χριστιανούς μέ 145 ἑνορίες, 72 κληρικούς, 75 ἐκπαιδευτήρια μέ 25.000 μαθητές καί 605 διδασκάλους καί καθηγητές.
Ὀφείλουμε νά ἐπισημάνουμε ἐδῶ ὅτι ἔργα, ὅπως τά ἀνωτέρω, καί οἱ ἐν γένει δραστηριότητες, εἶναι καλά καί ἀναγκαῖα, δέν ἀποτελοῦν ὅμως τόν κύριο σκοπό τῆς ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς, ἀλλά τό μέσον γιά τήν ἐπίτευξή της.
Ἄλλως θά κινδυνεύσουμε νά πέσουμε στόν κοινωνικό ἀκτιβισμό. Δηλαδή, νά δώσουμε μεγάλη βαρύτητα στά ἔργα καί στήν κοινωνική προσφορά, τόν δέ εὐαγγελισμό καί τήν κατήχηση νά θέσουμε σέ δευτερεύουσα μοῖρα. Αὐτό ἀκριβῶς ἐκφράζει τό πνεῦμα τῆς Δύσεως, τό ὁποῖο ἀκολουθοῦν κατά τό μᾶλλον ἤ ἧττον ὅσες χριστιανικές ὁμολογίες δραστηριοποιοῦνται στήν Ἀφρική. Σ' αὐτές, ἡ ἀπουσία τῆς θείας Χάριτος ἀναπληρώνεται μέ τήν ἀνθρώπινη ὑπερδραστηριότητα. Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ὑπάρχουν σχολές Ἱεραποστολῆς, ὅπως στά δυτικά πρότυπα. Ἡ Ἱεραποστολή μας στό Κολουέζι δέν γίνεται μέ κάποιον ἰδιάζοντα καί ἐξειδικευμένο τρόπο. Ἁπλά, ὁ λαός ἐκεῖ διδάσκεται τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή, βιώνοντας τήν λειτουργική ζωή ὅπως τίς διδασκόμεθα καθημερινά ἀπό τό Συναξάρι, τίς ἀκολουθίες τῶν Ἁγίων, τά λοιπά ἱερά βιβλία (Παρακλητική, Τριώδιο, Πεντηκοστάριο, Μηναῖα), τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ὅλη τήν ἀσκητική καί λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Κάθε ἡμέρα στίς ἐνορίες μας, τελοῦνται ὅλες οἱ ἱερές ἀκολουθίες, Ὄρθρου, Ἑσπερινοῦ καί Ἀποδείπνου. Σαββατοκύριακα καί τίς μεγάλες ἑορτές τελεῖται Θεία Λειτουργία.
Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς σχετικά μέ τό θέμα αὐτό λέγει: «Οἱ ἀσκητές εἶναι οἱ μοναδικοί Ἱεραπόστολοι τῆς Ἐκκλησίας, καί ὁ ἀσκητισμός εἶναι ἡ μόνη ἱεραποστολική σχολή μέσα στήν Ὀρθοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἄσκηση καί ζωή, γι' αὐτό καί μονάχα διά τῆς ἀσκήσεως καί τῆς ζωῆς ἐπιτελεῖται τό κήρυγμα καί ἡ Ἱεραποστολή». Ἀπό τήν ἐκκλησιαστική δέ ἱστορία γνωρίζουμε ὅτι οἱ Ἅγ. Κύριλλος καί Μεθόδιος, οἱ μεγάλοι φωτιστές τῶν Σλαύων προήρχοντο καί αὐτοί ὅπως καί ὁ Ἅγ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἀπό τήν μοναχική τάξη.
Καί ἄλλοι φορεῖς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας βέβαια προσφέρουν ἀξιόλογο ἔργο στήν Ἐξωτερική Ἱεραποστολή, ὅπως τό Ἱεραποστολικό Κλιμάκιο τῆς Κανάνγκα, πού ἐπιτελεῖ ἕνα θαυμάσιο καί σημαντικό ἔργο.
Ὁμιλοῦντες ἀνωτέρω περί τῶν ἱερῶν βιβλίων, Παρακλητικῆς κ.λπ. κάνουμε γνωστό ὅτι στίς καθημερινές ἀκολουθίες τῆς Ἱεραποστολῆς μας, οἱ ψάλτες μας, ἀφρικανόπουλα ἀπό 10-20 ἐτῶν παιδιά τοῦ Οἰκοτροφείου μας, ἤ τῶν Ἐνοριῶν μας, ψάλλουν ἀπ' αὐτά τά βιβλία στά ἑλληνικά, στά σουαχίλι καί στά γαλλικά, σέ ὅλους τούς ἤχους. Ἀπό τήν καθημερινή δέ ἀνάγνωση καί ψαλμωδία, σιγά-σιγά τά ἱερά λόγια τῶν ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων τυπώνονται μέσα τους, καί ἡ ἑλληνική γλώσσα πού μαθαίνουν νά ὁμιλοῦν, εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική. Τό παρακάτω χαριτωμένο παράδειγμα, ἐκφράζει ἀκριβῶς τά προλεχθέντα. Μιά ἡμέρα, ἕνας τρόφιμος τοῦ οἰκοτροφείου 13 ἐτῶν, ἔρχεται καί μᾶς λέει παρακλητικά: «Πάτερ, σᾶς παρακαλῶ, παράσχου μοι ἕνα μπίκ (BIC)». Δέν εἶχα διανοηθεῖ ποτέ ὅτι στήν Ἀφρική θά ἄκουγα αὐτή τήν ἔκφραση, δυσπιστώντας δέ τοῦ εἶπα: «Γιά ἐπανάλαβε, παιδί μου». «Παράσχου μοι ἕνα BIC», ἀπαντᾶ μέ ἁπλότητα ὁ μικρός καί μέ φανερή ἀπορία πῶς δέν τό καταλάβαμε ἀμέσως. Τότε πράγματι, κατάλαβα ὅτι ζητοῦσε ἕνα στυλό BIC καί χαμογέλασα ἐλαφρῶς μέ θαυμασμό καί ἔκπληξη γιά τίς λέξεις πού χρησιμοποίησε. Ὁ μικρός, βλέποντας τό χαμόγελο, μέ ἀπορία ρωτάει: «Μήπως δέν τό εἶπα σωστά;». «Ὄχι, ὄχι, πολύ καλά τό εἶπες καί ἔτσι νά συνεχίσεις νά μιλᾶς», τοῦ ἀπάντησα ἀπορώντας καί θαυμάζοντας, πῶς τήν αὐθεντική γλώσσα μας, πού ἐμεῖς ἐδῶ τήν βάλαμε στό περιθώριο, τήν χρησιμοποιοῦν τώρα οἱ μικροί ἀφρικανοί ἀδελφοί μας, πού μᾶς διδάσκουν μέ τό παράδειγμά τους.
Ἕνα ἄλλο πρώτιστο μέλημα τοῦ Ἱεραποστόλου εἶναι νά μπεῖ στήν ψυχολογία τοῦ Ἀφρικανοῦ, νά τόν ἀγαπήσει καί νά θελήσει νά προσφερθεῖ ὁλοκληρωτικά στήν ὑπηρεσία του ἀψηφώντας καί τήν ἴδια του τήν ζωή. Ἱεραποστολή μέ κρατούμενα δέν νοεῖται. Ξεκινώντας τό ἔργο του, πρέπει νά εἶναι ἀποφασισμένος ν' ἀφήσει τά κόκκαλά του, ἄν χρειασθεῖ, στήν ἀφρικανική γῆ, ὅπως ἔλεγε καί ἔπραξε καί ὁ μακαριστός παπα-Κοσμᾶς. Τό «ἐγώ του», σιγά σιγά πρέπει νά σβήνει καί νά ἀφήσει νά εἰσέλθει ὁ ἀφρικανός ἀδελφός μέσα του. Νά τόν ἀγαπήσει μέ μιά ἀγάπη ὄχι συναισθηματική ἀλλά μακρόθυμη. Νά τόν ἀγκαλιάσει καί νά τόν ἀποδεχθεῖ ἔτσι ὅπως εἶναι, μέ τίς ἁμαρτίες του, τό βαρύ παρελθόν του, τήν ἐπιπολαιότητά του ἴσως, καί νά σκεπάζει τίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες του. Θυμᾶμαι τόν μικρό Νικολά, 6 ἐτῶν, πού ἐνῶ μέ τό ἕνα χέρι μέ χαιρετοῦσε, κι ἐγώ τοῦ θώπευα τό κεφαλάκι, μέ τό ἄλλο ἔψαχνε ταχυδακτυλουργικά τήν τσέπη μου, γιά νά βρεῖ κάποια καραμέλα. Ἔ! πῶς ἐμεῖς πρέπει ν' ἀντιμετωπίσουμε τό γεγονός, παρά μόνον μέ τήν ἀγάπη καί τήν ἀνοχή. Ἔτσι, θά μπορεῖ καί ὁ Ἀφρικανός ἀντίστοιχα νά ξεθαρρεύσει. Νά μᾶς δεῖ μέ ἐμπιστοσύνη μετά ἀπό τίς πικρές ἐμπειρίες πού εἶχε στό παρελθόν ἀπό τούς ἀποικιοκράτες. Νά μᾶς πλησιάσει, νά ἀνοιχθεῖ, καί κατ' αὐτόν τόν τρόπο νά ἐπιτευχθεῖ μία οὐσιαστική καί ὄχι συμβατική συνάντηση μεταξύ εὐαγγελιζόντων καί εὐαγγελιζομένων. Νά γίνει δηλαδή μία ἀλληλοπεριχώρηση, πού μέ αὐτόν τόν τρόπο θά περάσει ἁπλά καί ἀβίαστα τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Αὐτή ἡ ἀγάπη θά σέ κάνει νά ἀψηφᾶς τόν ὁποιοδήποτε κίνδυνο καί νά ἐνστερνιστεῖς αὐτό πού λέγει ὁ Ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης «ὁ ἀδελφός μας εἶναι ἡ ζωή μας». Θυμᾶμαι τή μικρή διακονία μας στό Kazenze, τήν πόλη τῶν λεπρῶν, ὅπου συγκεντρώνουν ὅλους ὅσους πάσχουν ἀπό αὐτήν τήν ἀσθένεια. Ἄνθρωποι χωρίς χέρια, χωρίς πόδια, μύτη ἤ αὐτιά, μέ παραμορφωμένο πρόσωπο πού ζητοῦν λίγα ψιχία ἀπό αὐτήν τήν ἀγάπη. Ἤ ἄλλους πού πάσχουν ἀπό ἔϊτζ, καί τό γνωρίζουν ὅτι εἶναι καταδικασμένοι σέ θάνατο, καί περιμένουν ἀπό σένα κάτι, ἔστω καί τό ἐλάχιστο, γιατί δέν ἔχουν κάπου ἀλλοῦ νά στραφοῦν καί νά ζητήσουν ἀνθρώπινη βοήθεια.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολή πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι δέν ἀρκεῖται μόνον στό κοινωνικό ἀνθρωπιστικό ἔργο, δηλαδή στήν προσφορά μιᾶς ἁπλῆς ἀνθρωπιστικῆς βοήθειας, καί κατόπιν νά σταματήσει ἐκεῖ, ἀλλά προχωρεῖ πιό βαθιά. Προσπαθεῖ νά βοηθήσει καί τήν ψυχή τοῦ προσώπου, στό ὁποῖο παρέχει τήν ἀνθρωπιστική βοήθεια. Ἄν διαπιστώσει καί πνευματική ἀσθένεια, προσπαθεῖ νά τήν θεραπεύσει μέ τόν τρόπο πού μᾶς ἔχουν διδάξει οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλον αὐτόν τόν πλοῦτο τῆς Πατερικῆς διδασκαλίας γιά τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς, πού διαφυλάσσει ὡς πολύτιμο θησαυρό ἡ Ἐκκλησία μας, καί πού ἐμεῖς τήν ἔχουμε διδαχθεῖ καί ζήσει στίς Ἱ. Μονές μας, μποροῦμε νά τόν χρησιμοποιήσουμε καί ἀξιοποιήσουμε στήν Ἱεραποστολή, ὥστε ἡ παρεχόμενη βοήθεια νά εἶναι ὁλοκληρωμένη.
Ἔτσι, μόνον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, πού προσπαθεῖ νά παράσχει ὄχι μόνον ὑλική, ἀλλά πνευματική κυρίως βοήθεια, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἀκολουθεῖ τήν ὀρθή ἱεραποστολική ὁδό, ἐπιτελώντας ταπεινά καί οὐσιαστικά τό ἱεραποστολικό Της ἔργο βοηθώντας, θεραπεύοντας καί σώζοντας ψυχές.
Αὐτήν τήν ὁδό προσπαθοῦμε νά ἀκολουθοῦμε κι' ἐμεῖς, στήν Ἱεραποστολή τοῦ Κολουέζι. Θά ἀναφέρουμε ἐν συνεχείᾳ ἕνα παράδειγμα, ἐξιστορώντας ἕνα περιστατικό, ὥστε τά προαναφερόμενα νά γίνουν κατανοητά. Συνέβη στό Κολουέζι πρό ὀλίγων ἐτῶν: Ἦταν μεσημέρι, ἡ ὥρα πού τελείωναν οἱ ἐργασίες τῆς ἡμέρας, καί οἱ ἐργάτες ἐρχόντουσαν καί μᾶς παρέδιδαν τά κλειδιά τῶν διακονημάτων τους. Ἐκείνη τήν ὥρα μᾶς τηλεφώνησαν ἀπό ἕνα κοντινό χωριό, τό Μουσονόϊ, ὅτι κάποιος ἐργάτης μας ἀρρώστησε καί θά πρέπει νά στείλουμε αὐτοκίνητο νά τόν μεταφέρει στό ἰατρεῖο μας, στό Κολουέζι.
Πράγματι ἔτσι ἔγινε, τόν πήραμε καί τόν ὁδηγήσαμε στό ἰατρεῖο μας, ὅπου ἄρχισαν οἱ ἐξετάσεις. Τήν ἑπομένη διαπιστώθηκε ὅτι ὁ ἀσθενής, 33 ἐτῶν πατέρας τεσσάρων παιδιῶν, ἔπασχε ἀπό ἔϊτζ καί θά ἔπρεπε νά τόν μεταφέρουμε στό κεντρικό δημοτικό Νοσοκομεῖο. Στείλαμε τό αὐτοκίνητό μας νά τόν μεταφέρει, μέ τήν ἐντολή στόν ὁδηγό νά περάσει πρῶτα ἀπό τήν Ἱεραποστολή μας, γιά νά τόν δοῦμε καί νά τοῦ μιλήσουμε. Τό θέαμα ἦταν οἰκτρό. Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος πού φαινόταν ὅτι μετά βίας κρατιόταν στή ζωή.
Τό δέρμα του ἦταν κολλημένο στά κόκκαλά του, καί οἱ ἡμέρες του, ἄν ὄχι οἱ ὧρες του, ἦταν μετρημένες. Ρωτήσαμε ἄν ἦταν βαπτισμένος, ὥστε νά μπορέσει νά ἐξομολογηθεῖ καί νά κοινωνήσει. Δυστυχῶς δέν ἦταν. Ἀμέσως ἀναθέσαμε στόν ἰθαγενή ἱερέα μας π. Θεόφιλο, νά τόν ρωτήσει ἄν θέλει νά βαπτισθεῖ, χωρίς νά τόν πιέσει. Ἡ ἀναμονή ἕως ὅτου ἐπιστρέψει ὁ π. Θεόφιλος ἀπό τό αὐτοκίνητο, πού ἦταν σταθμευμένο ἔξω ἀπό τά γραφεῖα τῆς Ἱεραποστολῆς καί μέσα ἦταν ὁ ἀσθενής, ἦταν ἀγωνιώδης. Ἄραγε θά δεχόταν τό βάπτισμα, πού θά ἦταν καί ἡ ἀρχή τῆς σωτηρίας του; Ἡ ἀπάντηση δέν ἄργησε νά ἔλθει. Ὁ ἀσθενής εἶπε ἁπλά καί ἀβίαστα, ὅτι ἤθελε νά βαπτισθεῖ.
Ἀρχίσαμε τότε ἕναν ἀγώνα δρόμου νά προλάβουμε νά γίνει ἡ βάπτιση, μήπως ἐν τῷ μεταξύ ἐπέλθει ὁ θάνατος. Ὁ π. Θεόφιλος γρήγορα ἑτοίμασε τά ἀπαραίτητα, καί ξεκίνησαν μέ ὁρισμένα παιδιά τοῦ οἰκοτροφείου μας γιά τό πιό κοντινό ποτάμι. Πέρασε ἀρκετή ὥρα περιμένοντας μέ ἀνυπομονησία τήν ἐπιστροφή τους. Κάπως καθυστερημένα, ἀργά τό ἀπόγευμα ἐπέστρεψαν ἀστράπτοντες ὅλοι ἀπό χαρά. Ὁ π. Θεόφιλος μᾶς ἐνημέρωσε ὅτι τά δύο Μυστήρια τοῦ Ἁγ. Βαπτίσματος καί Χρίσματος ἔγιναν κανονικά, καί τοῦ δόθηκε τό ὄνομα τοῦ προστάτου τῆς Ἱεραποστολῆς μας, Ἁγίου Γεωργίου. Ἡ χαρά βέβαια ἦταν γενική σέ ὅλους μας, διότι τήν τελευταία στιγμή σώθηκε μία ψυχή, γεγονός πού σέ κάνει νά λησμονεῖς ὅλες τίς πίκρες, πού μπορεῖ νά σοῦ δημιουργοῦνται στήν ἱεραποστολή. Ἐκείνη τήν ὥρα ὅμως, μία δυσάρεστη σκέψη σκίασε σάν σύννεφο τήν γενική χαρά. Ρωτήσαμε τόν π. Θεόφιλο: «Μετά τό ἅγιο Βάπτισμα καί Χρίσμα, τόν κοινώνησες;». Δυστυχῶς τόν εἶχαν ξαναπάει στό νοσοκομεῖο, χωρίς νά περάσουν ἀπό τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγ. Γεωργίου νά τόν κοινωνήσουν. Ὁπότε τώρα ἀρχίζει νέα ἀγωνιώδης προσπάθεια νά προλάβουμε νά κοινωνήσει, μήπως ἐν τῷ μεταξύ ἐπέλθει ὁ θάνατος. Ἤδη ἔχει πέσει τό σκοτάδι, καί ὅλοι προσευχόμαστε ὁ Κύριος νά τόν κρατήσει ὡς τά ξημερώματα πού θά πήγαινε ὁ π. Λάζαρος γιά νά τόν μεταλάβει. Ὁ π. Λάζαρος πρόθυμος ὅπως πάντοτε, κατά τά ξημερώματα μπῆκε στό Ἱερό Βῆμα τοῦ Ἁγ. Γεωργίου, πῆρε προηγιασμένο Ἄρτο, καί ξεκίνησε μέ τό αὐτοκίνητο γιά τό Νοσοκομεῖο. Σέ λίγο ἔρχονται στήν Ἱεραποστολή ὅλοι οἱ ἐργάτες μας, γιά νά τούς ὁρισθοῦν οἱ ἐργασίες τῆς ἡμέρας, ὅπως γίνεται καθημερινά. Ἡ σκέψη μας ὅμως εἶναι στόν νεοβαπτισθέντα Γεώργιο καί τόν π. Λάζαρο. Ἄραγε θά τόν προλάβει ζωντανό; Μετά ἀπό ἀναμονή ὁρισμένου χρόνου, φαίνεται τό αὐτοκίνητο νά ἐπιστρέφει μέ τόν π. Λάζαρο στή θέση τοῦ συνοδηγοῦ, σοβαρό, φορώντας τό πετραχήλι καί μέ τά Ἅγια Μυστήρια στά χέρια του. Τρέχουμε μέ ἀγωνία καί ἐλπίδα νά μάθουμε. Ὁ π. Λάζαρος τό ἀντιλήφθηκε καί κάνοντας ἕνα νεῦμα ἀπό μακρυά, μᾶς ἔδωσε νά καταλάβουμε ὅτι τόν βρῆκε ζωντανό καί τόν κοινώνησε, καί ὅτι ὅλα τελείωσαν καλά. Ἴσως δέ θά ὑπάρχουν λόγια νά περιγράψουμε κάπως τά συναισθήματα ἐκείνης τῆς στιγμῆς. Τό μόνο πού κατορθώσαμε καί ψελλίσαμε ἦταν: «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλο σου, Δέσποτα...».
Τήν μεθεπομένη ἡμέρα, ὁ Γεώργιος ἐκοιμήθη. Ὅλοι τό περιμέναμε. Τώρα ὅμως δεχθήκαμε τό γεγονός χωρίς φόβο καί ἀγωνία, διότι εἶχε γίνει ἤδη μέλος τῆς Ἐκκλησίας μας, καί ἡ ψυχή του ἁγνή πλέον καί πεντακάθαρη πέταξε κοντά στόν Κύριο, ὅπου θά πρεσβεύει πάντοτε γιά ὅλους τούς Ἀφρικανούς ἀδελφούς του, ἀλλά καί γιά ὅλους μας.
Τό ἀνωτέρω περιστατικό ἦταν μιά μικρή μνεία, γιά τό πῶς ἐργάζεται ἡ Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολή, πού ἀντιμετωπίζει τό θέμα πνευματικά, μέ συναίσθηση καί πόνο. Μία ἐντελῶς ἀντίθετη δηλαδή ἀντιμετώπιση μέ τόν τρόπο δράσεως διαφόρων διεθνῶν ἀνθρωπιστικῶν ὀργανισμῶν, οἱ ὁποῖοι μέ μεγάλες καμπάνιες καί τεράστιες προβολές κατορθώνουν καί συγκεντρώνουν τεράστια χρηματικά ποσά, μέρος τῶν ὁποίων, ὅπως διαβάζουμε στόν τύπο, τά διαθέτουν γιά ἐκτρώσεις.
Ἐδῶ θά πρέπει νά ἐκφράσουμε θερμές εὐχαριστίες στούς Ἑλληνικούς Ἱεραποστολικούς Συλλόγους ὅπως ὁ ὑμέτερος, πού ἐνισχύουν οἰκονομικά τίς Ὀρθόδοξες Ἱεραποστολές, ἐκδηλώνοντας ἔτσι ἔμπρακτα τήν ἐμπιστοσύνη τους πρός τούς ἀγωνιζομένους στίς πρῶτες γραμμές τοῦ μετώπου τῆς Ἱεραποστολῆς.
τοῦ μοναχοῦ Ν. Γ.
Πηγή: Ιεραποστολικός Σύνδεσμος "Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός" - Ορθόδοξη Ιεραποστολή