«Ρήτορες σοφίας θεοειδής, στύλοι Εκκλησίας ουρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε πάτερ, Γρηγόριε θεόφρων, και Θείε Ιωάννη, κόσμω εδείχθητε» |
Στις 30 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών και Οικουμενικών Διδασκάλων που υπήρξαν άξιοι εκκλησιαστικοί ποιμένες, κοινωνικοί επαναστάτες και υπέρμαχοι της παιδείας.
Η εορτή τους μας δίνει την αφορμή για προβληματισμό πάνω σε ένα καίριο θέμα: Ποια Εκκλησία οραματιζόμαστε; Πώς αντιλαμβανόμαστε το ρόλο της στο σύγχρονο κόσμο; Ποια είναι η δική μας ευθύνη;
«Έζησαν, γράφει ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος Γιαννουλάτος, σε μια κοσμογονική εποχή που παρουσίαζε βαθιές ρωγμές, πολιτικοκοινωνικές αναστατώσεις, τολμηρές αναζητήσεις».
Έτσι κι εμείς ζούμε σε μια εποχή έξαρσης του ρατσισμού-εθνικισμού, όξυνσης των οικονομικών-κοινωνικών ανισοτήτων, πολιτιστικής βαρβαρότητας και σύγχυσης των ιδεολογικών ρευμάτων.
Οι Τρεις Ιεράρχες με τη ζωή και το έργο τους καταξίωσαν το ιερατικό αξίωμα σε όλες τις βαθμίδες∙ από τη θέση του διακόνου μέχρι και του Πατριάρχη. Γι΄ αυτούς η εξουσία (εκκλησιαστική ή πολιτική) δεν είναι μέσο πλουτισμού ή δόξας ή δεσποτισμού, αλλά μέσο διακονίας του λαού «Άρχοντος μηδέν τους αρχομένους, γράφει ο ιερός Χρυσόστομος, ωφελούντος μηδέν αθλιώτερον».
Η Εκκλησία μας έχει μια εσωτερική ελευθερία, γιατί ο Χριστός είναι ο αρχηγός της. Αυτό όμως δεν σημαίνει, ότι τα μέλη της (κλήρος και λαός) είναι απελευθερωμένα από κάθε είδους εξαρτήσεων. Οι εκκλησιαστικοί ποιμένες οφείλουν να συνειδητοποιήσουν, ότι η επιτυχής ποιμαντορία τους προϋποθέτει εξάλειψη κάθε μορφής δέσμευσης από πρόσωπα ή εξουσιαστικούς μηχανισμούς ή υλικά αγαθά.
Οι Τρεις Θεοφόροι Πατέρες αναδείχτηκαν άξιοι εκκλησιαστικοί ηγέτες, γιατί:
- διέσωσαν την ευαγγελική αλήθεια
- διένειμαν την περιουσία τους
- αρνούνταν την υποταγή σε πρόσωπα και γι΄ αυτό δεν δίστασαν να συγκρουστούν ακόμη και με τα τότε πανίσχυρα πολιτικά πρόσωπα (π.χ. την αυτοκράτειρα Ευδοξία και τον πρωθυπουργό Ευτρόπιο).
Η στάση του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου αποτελεί πρότυπο, γιατί ο ίδιος, αν και εκλεγμένος από το λαό, παραιτήθηκε από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο για να ειρηνεύσει η Εκκλησία. Θυσίασε τις προσωπικές φιλοδοξίες του προς όφελος της ενότητας της Εκκλησίας. Γι΄ αυτόν οι διασυνδέσεις με παραεκκλησιαστικά πρόσωπα ή παρασκηνιακά κυκλώματα ήταν άγνωστη πρακτική.
Τα φαινόμενα της διαφθοράς δεν τους άγγιζαν, γιατί οι ίδιοι ήταν φορείς μιας εσωτερικής πνευματικότητας που διαπνεόταν από τη θεία χάρη.
Σε μια εποχή, όπου η διαφθορά έχει διεισδύσει σε όλους τους χώρους(πολιτικό, εκκλησιαστικό ακόμη και δικαστικό) οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε τα ακόλουθα:
Πρώτον∙ Η εξάλειψη της διαφθοράς δεν διασφαλίζεται μόνον με τη διαμόρφωση ενός υγιούς πολιτικού ή νομικού πλαισίου ή την εξασφάλιση των ισορροπιών σε πολιτικό ή οικονομικό επίπεδο. Αντίθετα η αντιμετώπιση της προϋποθέτει ανθρώπους με ήθος και πνευματικότητα. Ακέραιος ηθικά άνθρωπος είναι ο εν Χριστώ άνθρωπος που έχει τη θεία πνοή μέσα του.
Δεύτερον∙ Γιατί αγνοούμε, ότι τα φαινόμενα της πολιτικής και οικονομικής σήψης είναι γέννημα θρέμμα του πολιτισμού και της παιδείας που υιοθετούμε δηλ μιας παιδείας εγωκεντρικής και ορθολογιστικής;
Δυστυχώς το νεοελληνικό κράτος θεμελιωμένο σε βαυαροκρατικά πρότυπα υιοθέτησε ένα εκπαιδευτικό μοντέλο (κι αυτό κάνει μέχρι σήμερα) που χρησιμοποιεί τον άνθρωπο ως εξάρτημα της κρατικής μηχανής και της εκάστοτε κρατικής ιδεολογίας. Τα εκπαιδευτικά συστήματα και οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις (από το 1958) ορίζουν ως σκοπό της παιδείας «την πνευματική και ηθική αγωγή» του νέου. Αυτό όμως δεν αρκεί, γιατί «τις τελευταίες δεκαετίες, σημειώνει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, δεν είναι μόνο η Πατερική παράδοση που παραγνωρίζεται, αλλά συμπιέζεται και ο κλασσικός ανθρωπισμός στις αδυσώπητες απαιτήσεις της τεχνολογίας».
Αντίθετα οι Τρεις Ιεράρχες τονίζουν, ότι σκοπός της Παιδείας είναι «ο κατά Θεόν βίος», «η πρός Θεόν ευαρέστησις» και «η μόρφωσις της ευσεβείας» στον άνθρωπο. Πριν λίγες μέρες ξεκίνησε ο Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία που επιδιώκει την προώθηση των αναγκαίων τομών σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Θεωρώ, ότι είναι η κατάλληλη ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε τους στόχους και να διαμορφώσουμε ένα υγιές πλαίσιο αρχών που αφενός δεν θα αγνοεί τη σύγχρονη ευρωπαϊκή εμπειρία και αφετέρου δεν θα αγνοεί τη ξεχωριστή ιστορική και πολιτιστική μας ταυτότητα.
Η κρίση της Παιδείας δεν οφείλεται αποκλειστικά στην έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής, διδακτικού προσωπικού ή της ανεπάρκειας των αναλυτικών προγραμμάτων. Συνδέεται με την έλλειψη οραμάτων και πνευματικών στόχων, την επικράτηση του κομματισμού δογματισμού, την παροχή γνώσεων αποκομμένων από τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Σε ότι αφορά το ρόλο της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο έχουν διατυπωθεί αρκετές απόψεις: μια από αυτές δέχεται, ότι η Εκκλησία έχει αποκλειστικά πνευματικό ρόλο και συνεπώς δεν έχει θέση στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Μια άλλη άποψη δέχεται και τον κοινωνικό ρόλο της Εκκλησίας, που μπορεί να παρεμβαίνει στα κοινωνικά δρώμενα.
Οι Τρεις Ιεράρχες δείχνουν με τη βιωτή τους, ότι η Εκκλησία οφείλει να διασφαλίζει την ευαγγελική αλήθεια, να υπηρετεί το λαό, να αγωνίζεται για τα δικαιώματα του, να αφουγκράζεται τις αγωνίες του, να στηρίζει ηθικά-πνευματικά τον πάσχοντα άνθρωπο και να υπερασπίζεται την ιερότητα-αξιοπρέπεια του.
Η αντίληψη ότι η εκκλησία δεν έχει δικαίωμα παρέμβασης στο ιστορικο-κοινωνικό γίγνεσθαι είναι άκρως συντηρητική άποψη και εξυπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες.
Οι Τρεις Θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας ανέπτυξαν ένα τεράστιο κοινωνικό έργο :
- οργάνωση καθημερινού συσσιτίου σε απόρους
- ίδρυση και λειτουργία ιδρυμάτων (π.χ. η περίφημη Βασιλειάδα)
- ενίσχυση των ψυχικώς πασχόντων ανθρώπων και
- υπεράσπιση των αδυνάτων από την αυταρχικότητα της κρατικής εξουσίας.
Ακόμη ανέπτυξαν μια ολοκληρωμένη διδασκαλία για την κοινωνική δικαιοσύνη. Ο Θεός είναι ο ιδιοκτήτης και ο άνθρωπος «έστι, γράφει ο Μ. Βασίλειος, οικονόμος παρά του Θεού».Επιπλέον, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γράφει «Βλέπε την πρώτην ισονομίαν, μη την τελευταία διαίρεση».
Κατά τους Τρεις Ιεράρχες η κοινωνική ευαισθησία δεν είναι η εκδήλωση μιας στιγμιαίας φιλανθρωπίας ή ελεημοσύνης. Αντίθετα συνδέεται με την ευχαριστιακή σύναξη κι είναι κορυφαία έκφραση της εν Χριστώ ζωής.
Η πρόσφατη τραγωδία στη Ν.Α. Ασία προκάλεσε ένα τεράστιο κύμα αλληλεγγύης και ανθρωπιάς. Αυτό όμως δεν λύνει το πρόβλημα. Η δημοσιογράφος κ. Μαρία Χούκλη έκανε μια σημαντική επισήμανση στη προχτεσινή συναυλίας αγάπης (26-1-05) για τα παιδιά της Ασίας «όταν σταματήσει το κύμα της συμπόνιας, οφείλουμε να εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τον Τρίτο κόσμο».
Έχει αναλογιστεί η χριστιανική Ευρώπη την ευθύνη της για τη λιμοκτονία των λαών της Αφρικής και της Ασίας;
Γιατί οι αναπτυγμένες χώρες δεν δίνουν, ενώ έχουν δεσμευτεί το 0,7% του Α.Ε.Π. για την ανάπτυξη των φτωχών κρατών; Αν ερχόταν ο Μ. Βασίλειος θα επαναλάμβανε το λόγο του «Εσύ δεν είσαι πλεονέκτης; Δεν είσαι άρπαγας; Αυτά που δέχτηκες για να τα διαχειριστείς καλά, τα κρατάς για τον εαυτό σου».
Επιτρέψτε με να κάνω ένα επιπλέον βήμα ∙ Η πολιτική μας έναντι των κρατών της Ασίας και της Αφρικής είναι πολιτική βίας, εκμετάλλευσης (πολιτικής, οικονομικής ακόμη και σεξουαλικής) και ανελευθερίας. Αυτό με μαθηματική ακρίβεια θα προκαλέσει ένα ιδιαίτερο τσουνάμι∙ της βίας, της οργής και της εκδίκησης εκ μέρους αυτών των κρατών. Ο λόγος του Ιωάννη Χρυσοστόμου είναι πάντα επίκαιρος «Δεν φρίττεις άνθρωπε, δεν κοκκινίζεις από ντροπή ονομάζοντας επιτιθέμενο αυτόν που αγωνίζεται για το ψωμί του; Αυτό είναι δείγμα της δικής σου ωμότητας».
Επιπλέον, ωθούμε με την πολιτική μας αυτά τα κράτη να εγκλωβιστούν σε ιδεολογίες ή μηχανισμούς που θεωρούν την τρομοκρατία ως τη μόνη λύση στην αντιμετώπιση των προβλημάτων τους.
Κατά τους Τρεις Ιεράρχες η κοινωνική ευαισθησία δεν έχει όρια (χρονικά, εθνικά, θρησκευτικά ή φυλετικά) και αγγίζει τα όρια της θυσίας. Έτσι, η στάση του Μ. Βασιλείου έναντι των λεπρών καθορίζει το μέτρο της δικής μας στάσης έναντι των σημερινών αποδιοπομπαίων τράγων π.χ. των ναρκομανών και των φορέων του Aids. Ο Γρηγόριος Θεολόγος γράφει για τη συμπεριφορά του Μ. Βασιλείου έναντι των λεπρών « Δια τούτο ουδέ τοις χείλεσιν απηξίου τιμάν την νόσον, ευγενής και των ευ γεγονότων, και την δόξαν υπέρλαμπρος, αλλ΄ ως αδελφός ησπάζετο».
Ποια σχέση έχει αυτή η στάση με τη δική μας ; Ο ιός του Aids προκαλεί έναν χειρότερο ιό∙ της αναλγησίας και της απανθρωπιάς. Αρνούμαι να δεχτώ , ότι μια κοινωνία είναι χριστιανική, όταν διαιρεί τους πολίτες της σε κατηγορίες ή αντιμετωπίζει ορισμένα άτομα ως παιδιά ενός κατώτερου Θεού κτλ. Ο Μ. Βασίλειος είχε δημιουργήσει ειδικά λεπροκομεία περιθάλποντας ο ίδιος τους λεπρούς. Αντίθετα εμείς αρνούμαστε τη λειτουργία έστω και ξενώνα για φορείς του Aids στην περιοχή Αμπελοκήπων της Θεσσαλονίκης ή τη λειτουργία ακόμη και των διοικητικών υπηρεσιών του Ο.ΚΑ.ΝΑ.
Είναι, λοιπόν, χριστιανική μια κοινωνία, όταν σιωπά στην εκμετάλλευση ή στον εξευτελισμό ή στον κοινωνικό αποκλεισμό αυτών των ατόμων; Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε, ότι η ποιότητα πολιτισμού μιας κοινωνίας κρίνεται έναντι των ατόμων με ειδικές ανάγκες ή ατόμων που υποφέρουν από σύγχρονες μάστιγες (ναρκωτικά, Αids).
Τέλος, οι Τρεις Ιεράρχες είχαν την τόλμη να ξεπεράσουν το πνεύμα μισαλλοδοξίας που κυριαρχούσε στη σύγκρουση του ελληνικού και χριστιανικού κόσμου. Έτσι οι ίδιοι δεν απέρριψαν την ελληνική (τη λεγόμενη θύραθεν παιδεία) έχοντας αποκτήσει πολύπλευρη μόρφωση (ιατρική, νομική, αστρονομία, θεολογία, φιλοσοφία, μουσική κτλ).
Ο Μ. Βασίλειος στο λόγο του «Προς τους νέους, όπως εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» προτρέπει τους νέους να μελετούν την κλασσική παιδεία έχοντας κριτικό πνεύμα.
Ο Χριστιανισμός δεν εχθρεύεται τον Ελληνισμό, απλά απορρίπτει κατά την έκφραση του Γρηγορίου Θεολόγου «ό,τι εις δαίμονας φέρει».
Οι Οικουμενικοί Διδάσκαλοι κατάφεραν τη σύνθεση του Ελληνισμού και Χριστιανισμού δείχνοντας το δρόμο της συνύπαρξης και κοινής πορείας των διαφορετικών αντιλήψεων και ρευμάτων στο σύγχρονο κόσμο.
Οφείλουμε να αντιληφθούμε, ότι η σύνθεση των αντιθέτων και η ανοχή της διαφορετικότητας αποτελούν αντίδοτο στα φαινόμενα εθνικισμού, ρατσισμού και εσωστρέφειας. Είναι πάντα επίκαιρη η επισήμανση ενός ξένου στοχαστή «Νιώθω το ίδιο, αν ακούσω ένα ζεϊμπέκικο, ένα ποίημα του Ελύτη ή βυζαντινή μουσική. Υπάρχει ένα φως που ενώνει την αρχαία και τη σύγχρονη Ελλάδα».
Η εορτή των Τριών Ιεραρχών αποτελεί πρόκληση και πρόσκληση∙ αφενός μας προκαλεί να υπερβούμε την φιλαυτία μας και τον απομονωτισμό μας και αφετέρου μας προσκαλεί να υιοθετήσουμε το εν Χριστώ ήθος που μας απελευθερώνει από κάθε μορφής δουλείας και υποταγής.
Σας ευχαριστώ
Υ.Γ. Η ομιλία εκφωνήθηκε από τον κ. Γεώργιο Λαδόπουλο (εκπαιδευτικό-θεολόγο του Γυμνασίου Ν. Ευκαρπίας) στον Ι. Ν. Αγίου Γεωργίου Ν. Ευκαρπίας στις 28-1-2005 και 30-1-2005.