Ἡ διδακτικὴ τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τόσο στὴν Πρωτοβάθμια, ὅσο καὶ στὴν Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση, δὲν μπορεῖ νὰ καθορίζεται μὲ βάση πολιτικὰ ἰδεολογήματα καὶ ἰδιαιτέρως ἀπὸ πολιτικοὺς χώρους μὲ γνωστὴ στάση ἔναντι στὴν Ἐκκλησία στὴν Πίστη καὶ στὸ Θεό. Ὁ καθορισμὸς τῆς ἐκπαιδευτικῆς δομῆς τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, δὲν μπορεῖ νὰ γίνεται μὲ βάση τὸ δογματισμὸ μίας πολιτικῆς ἰδεολογίας, μὲ δεδηλωμένη μάλιστα στάση ἀπέναντι στὴν πίστη στὸ Θεό.
Προβάλλονται ἀπὸ κάποιους ἐνστάσεις γιὰ τὸν ὁμολογιακὸ χαρακτῆρα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Ἡ ἐκπαιδευτικὴ κατάρτιση τῶν μαθητῶν καὶ στὸ ὁμολογιακὸ ἐπίπεδο, ποσῶς δὲν πυροδοτεῖ ἀντιπαλότητα μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Τὸ νὰ διδάσκονται οἱ μαθητὲς θέματα ποὺ ἀφοροῦν τὶς δογματικὲς ἀλήθειες τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης, δὲν προάγεται ἡ διανθρώπινη ἀντιπαλότητα. Τὸ δόγμα μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀλήθειας τῆς Πίστης δὲν πρέπει νὰ ἐκλαμβάνεται μὲ τὴν ἀρνητικὴ σημασία ποὺ ἔχει ἐκλάβει ὁ ὅρος “δογματισμὸς” καὶ ποὺ ταλανίζει ἰδιαιτέρως πολιτικοὺς χώρους, ὅπου καλλιεργεῖται ὄχι μόνο ἀντιπαλότητα, ἀλλὰ ἀρκετὲς φορὲς καὶ μῖσος.
Ἀναφερόμενος ὁ ἐκπαιδευτικὸς θεολόγος στοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, δὲν μπορεῖ νὰ “ἀφαιρέσει” τὶς δογματικὲς ἀλήθειες τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης. “Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ τῆς γῆς ζοῦν τὰς ἁγίας, θείας ἀληθείας. Δι’ αὐτὸ καὶ οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» ἀποτελοῦν εἰς τὴν πραγματικότητα τὴν ἐφηρμοσμένην Δογματικήν, ἐπειδὴ ἔχουν βιωθῆ ἀπὸ αὐτοὺς ὅλαι αἱ ἅγιαι καὶ αἰώνιαι δογματικαὶ ἀλήθειαι, εἰς ὁλόκληρον τὴν ζωογόνον καὶ δημιουργικὴν δύναμίν των”*, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς.
Ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους δὲν θὰ ἐπιτευχθεῖ μὲ τὸν συγκρητιστικὸ “ἀποχρωματισμό”. Ὑπάρχει μεγαλύτερη καὶ τελειότερη ἀγαπητικὴ προτροπὴ ἀπὸ τὸ “ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν”; Θεωροῦν ὅτι καὶ στὸν δικό τους ἰδεολογικὸ χῶρο ποὺ ἐκπροσωποῦν “χωρεῖ” τέτοια προτροπή; “Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς” (Ματθ. 5, 44), λέγει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Στοὺς μουσουλμάνους τῆς Ἑλλάδας τί μάθημα Θρησκευτικῶν διδάσκεται; Αὐτὸ γιατί τὸ προσπερνοῦν; Δὲν διάβασαν τὶς προτροπὲς μίσους καὶ βίας στὸ κοράνι; Τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ποὺ διδάσκονται οἱ μουσουλμάνοι τῆς Ἑλλάδας δὲν εἶναι ὁμολογιακὸ μάθημα, τὸ ὁποῖο πολεμεῖ τὴν πίστη στὸν Ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὴν Θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ; Τὸ λεγόμενο μειονοτικὸ δικαίωμα ὑπέρκειται τοῦ πλειονοτικοῦ δικαιώματος;
Συχνὰ γίνεται λόγος γιὰ τὸν κατηχητικὸ χαρακτῆρα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Γιατί ὑπάρχει τόση προκατάληψη; Αὐτὴ τὴ λανθασμένη γιὰ τὸν κατηχητικὸ χαρακτῆρα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στάση τηροῦν καὶ κάποιοι ἀπὸ τοὺς λεγόμενους “προοδευτικοὺς” θεολόγους. Τὴν ἔννοια τοῦ ὅρου κατήχηση θὰ πρέπει νὰ τὴν ἀναζητήσουμε στὴν ἐτυμολογία τῆς λέξης κατήχηση, καθότι ἐπεξηγεῖ τὴν ἐννοιολογικὴ σημασία της. Ἂν καὶ ἡ ρίζα τῆς λέξης “κατήχηση” συνθετικὰ ἕλκει τὴν καταγωγὴ σὲ δύο ἀρχαιοελληνικὲς λέξεις, ἀπὸ τὸ “κάτω” καὶ “ἦχος” (δὲν ὑπάρχει ἡ λέξη “κατηχῶ”στὴν ἀρχαιοελληνικὴ γραμματεία), ἐν τούτοις ἡ δημιουργία τῆς λέξης ἔχει τὴν ἀναφορά της στὸ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς.
Διαβάζουμε στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων «Καὶ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέρα τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας» (Πράξ. 2,1-2). Αὐτὸς ὁ «ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος», ὁ ἦχος ἐκ τῶν ἄνω πρὸς τὰ κάτω, ἦταν ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὴ δημιουργία αὐτῆς τῆς σύνθετης λέξης καὶ τῆς ἐπακόλουθης σημασίας της ὡς διδασκαλίας τῆς Χριστιανικῆς Πίστης.
Ἡ μεθόδευση τῆς διδασκαλίας ὅσο καὶ τὸ διδακτικὸ περιεχόμενο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, δὲν μπορεῖ νὰ καθορίζεται μὲ βάση ἕνα πολιτικὸ ἰδεολόγημα, ποὺ ὁδηγεῖ σὲ μία παιδαγωγικὴ προοπτική, ἡ ὁποία στὸ τέλος θὰ ἐξυπηρετεῖ μία πολιτικὴ θέση. Ἀπὸ κομματικοὺς χώρους ποὺ οὔτε νὰ κάνουν τὸν σταυρό τους δὲν θέλουν, θὰ καθοριστεῖ ἡ δομὴ τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν;
* Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς “Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος”
Πηγή: Ακτίνες