|
Επιστημονική Ημερίδα: Τα νέα βιβλία Θρησκευτικών Δημοτικού και Γυμνασίου
Πορίσματα
Στην Θεσσαλονίκη συνήλθε στις 3 Μαΐου 2007 και διεξήγαγε με μεγάλη επιτυχία τις εργασίες της «Επιστημονική Ημερίδα» με θέμα: «Τα νέα βιβλία Θρησκευτικών Δημοτικού και Γυμνασίου». Η ημερίδα οργανώθηκε από το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Με βάση τις ενδιαφέρουσες εισηγήσεις και την συζήτηση επ΄ αυτών η Επιστημονική Ημερίδα κατέληξε σε σημαντικές διαπιστώσεις και προτάσεις. Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από τις διαπιστώσεις και ολόκληρες τις προτάσεις.
Α΄ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
- Τα νέα σχολικά βιβλία των Θρησκευτικών για πρώτη φορά απομακρύνονται από το σταθερό διαχρονικά περιεχόμενο της Ορθόδοξης Χριστιανικής Αγωγής, ως θεόθεν αποκεκαλυμμένης αληθείας με μοναδική παιδαγωγική και διαπλαστική δύναμη, και προσαρμόζονται στο αίτημα της «πολυπολιτισμικότητας» κατά τις επιταγές της «Παγκοσμιοποίησης». Αποβάλλουν με δειλά και προσεκτικά βήματα τον ομολογιακό και κατηχητικό χαρακτήρα του μαθήματος και ενισχύουν τα γνωσιολογικά και θρησκειολογικά στοιχεία. Ο ομολογιακός και κατηχητικός χαρακτήρας του μαθήματος, επιβαλλόμενος μέχρι τώρα από το Σύνταγμα και από την σχετική νομολογία, δεν αποκλείει την μετάδοση γνώσεων για τις άλλες ομολογίες και θρησκείες, ούτε αδιαφορεί για τον διάλογο με την σύγχρονη διανόηση και επιστήμη. Η υποβάθμιση όμως και η τελική κατάργησή του οδηγεί τους μαθητές σε σύγχυση και σε βαθμιαία απώλεια της πολιτιστικής τους ιδιοπροσωπείας. Οι εμφανιζόμενες παγκοσμίως αντικοινωνικές και αντιεξουσιαστικές συμπεριφορές των νέων οφείλονται εν πολλοίς στο γκρέμισμα των παραδεδομένων αρχών και αξιών, που επιβάλλει η δήθεν πλουραλιστική πολυπολιτισμικότητα, η οποία, αν ήταν αληθινή, έπρεπε να ενισχύει και όχι να υποβαθμίζει τις πολιτιστικές ετερότητες.
- Την πολυπολιτισμική, γνωσιολογική και θρησκειολογική αυτή κατεύθυνση, δεν επινόησαν οι συγγραφείς των βιβλίων. Απλώς την διακονούν. Την πολιτική ευθύνη για το ιδεολογικό αυτό αναπροσανατολισμό των ανθρωπιστικών, ιστορικών και κοινωνιολογικών μαθημάτων, ο οποίος, όπως έδειξε ιδιαίτερα το βιβλίο της ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού, οδηγεί σε γενοκτονία της μνήμης και σε νέο παιδομάζωμα με ήπιες μεθόδους, φέρει η Υπουργική Απόφαση υπ΄ αριθμ. 21072α/Γ2/2003, υπογεγραμμένη από τον τότε υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων με τίτλο «Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.) και Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (Α.Π.Σ.) Δημοτικού και Γυμνασίου» (ΦΕΚ 303, 13 Μαρτίου 2003). Η απόφαση αυτή είναι η ιδεολογική μήτρα της «Παγκοσμιοποίησης» από την οποία γεννήθηκαν τα νέα εν χρήσει σχολικά εγχειρίδια των φιλολογικών, ιστορικών, κοινωνιολογικών και θρησκευτικών μαθημάτων του Δημοτικού και του Γυμνασίου. Την πολιτική αυτή ευθύνη του ιδεολογικού αναπροσανατολισμού της παιδείας συμμερίσθηκε και συνανέλαβε και η σημερινή πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων με τη διατήρηση σε ισχύ της εν λόγω Υπουργικής Απόφασης και με τη διανομή των νέων βιβλίων.
- Για την Θρησκευτική Αγωγή στην Προσχολική Εκπαίδευση, δηλαδή στο Νηπιαγωγείο, διαπιστώθηκε ότι αποτελεί μέρος όλων των Αναλυτικών Προγραμμάτων από το 1895 μέχρι σήμερα. Μέχρι και το Αναλυτικό Πρόγραμμα του 1980 η Θρησκευτική Αγωγή κατείχε την πρώτη θέση στην ιεραρχία των γνωστικών αντικειμένων. Από το 1989 υποβιβάσθηκε στην 6η θέση, τώρα δε με την μνημονευθείσα Υπουργική Απόφαση του 2003 έχασε την αυτονομία της και εντάχθηκε στο μάθημα της Μελέτης του Περιβάλλοντος. Συγχρόνως παρατηρείται έκπτωση μέχρι και απώλεια του βιωματικού στοιχείου και έμφαση περισσότερο στον κοινωνικό παρά στον θρησκευτικό και θεολογικό προσανατολισμό. Στον «Οδηγό της Νηπιαγωγού», που είναι το αντίστοιχο βιβλίο του δασκάλου για την νηπιαγωγό, δεν προτείνεται ούτε μία δραστηριότητα θρησκευτικού περιεχομένου. Σχεδόν πλήρης αποχριστιάνιση και εξαφάνιση της Θρησκευτικής Αγωγής στην τόσο κρίσιμη και θεμελιακή νηπιακή ηλικία. Πραγματικό πνευματικό παιδομάζωμα.
- Τα ίδια περίπου ισχύουν και για το μάθημα των Θρησκευτικών στις Α΄ καί Β΄ τάξεις του Δημοτικού Σχολείου.
- Στο βιβλίο της Α΄ τάξης Γυμνασίου για την Π. Διαθήκη υιοθετείται η ιστορικοκριτική μέθοδος της δυτικής, κυρίως της προτεσταντικής, Θεολογίας, και όχι η ιστορικοθεολογική μέθοδος που υιοθετεί η ίδια η Βίβλος και ακολουθούν σταθερά και με συνέπεια οι Άγιοι Πατέρες στην εκκλησιαστική μας Παράδοση. Η υιοθέτηση αυτής της μεθόδου οδήγησε τους συγγραφείς στην αποδοχή και παρουσίαση στους μαθητές, για πρώτη φορά, θεωριών που ανατρέπουν την ίδια την βιβλική ιστορία και την δισχιλιετή παράδοση της Εκκλησίας, οι οποίες θα εδικαιούντο να παρουσιάζονται ως προβληματισμός στην ειδική επιστημονιή έρευνα και όχι ως κατασταλαγμένη θέση σε σχολικό εγχειρίδιο. Ίσως και κάποια παρεπίμπτουσα αναφορά θα εδικαιολογείτο, όχι όμως και ως γενικά αποδεκτή και αδιαμφισβήτητη θέση. Στο βιβλίο, ως συνέπεια αυτής της μεθόδου, απορρίπτεται η μωσαϊκότητα της Πεντατεύχου, το ότι δηλαδή ο Μωυσής συνέγραψε και τα πέντε βιβλία της Πεντατεύχου, και κυρίως προσβάλλεται η διήγηση του πρώτου βιβλίου της Αγίας Γραφής, της Γένεσης, για τη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου, η οποία έτσι χάνει το κύρος της, ως μη προερχόμενη από τον θεοφάντορα, τον θεόπτη και θεόπνευστο προφήτη Μωυσή· παρουσιάζεται ως πολύ μεταγενέστερη διήγηση των μετά την Βαβυλώνεια αιχμαλωσία χρόνων.
- Για το βιβλίο της Γ΄ Γυμνασίου «Θέματα από την ιστορία της Εκκλησίας», όπου βέβαια έπρεπε κατ΄ εξοχήν να παρουσιάζεται η ιστορία της αδιαίρετης Εκκλησίας και της συνέχειάς της στην Ορθόδοξη Εκκλησία, διατυπώθηκε στην Ημερίδα η θέση ότι πρόκειται για ιστορία που δεν απευθύνεται σε ορθοδόξους μαθητές με την επιδίωξη της τόνωσης και διαμόρφωσης της ορθόδοξης αυτοσυνειδησίας, αλλά γκρεμίζοντας όλα τα όρια στα πλαίσια της πολυπολιτισμικότητας και του οικουμενιστικού συγκρητισμού, παρουσιάζει γενικά και ουδέτερα την εκκλησιαστική ιστορία, όπως θα μπορούσε να διδαχθεί και σε ένα ρωμαιοκαθολικό η προτεσταντικό σχολείο. Στα τρία από τα έξι κεφάλαια του βιβλίου (Δ΄, Ε΄ καί Στ΄) κυριαρχούν οι αναφορές στον Δυτικό Χριστιανισμό, με ωραιοποίηση της εικόνας του. Οι σταυροφορίες, η κατάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως (1204) και τα φραγκικά κράτη στον ελληνορθόδοξο χώρο παρουσιάζονται σε μόνο πέντε σειρές της σελ. 104, ενώ στο κατ΄ εξοχήν οικουμενιστικό κεφάλαιο, το τελευταίο του βιβλίου, η Ορθόδοξη Εκκλησία παρουσιάζεται ως μία από τις «διαιρεμένες χριστιανικές Εκκλησίες». Ειδικότερες παραλείψεις και λάθη ιστορικά επισημάνθηκαν επίσης αρκετά.
(Ακολουθεί το Β΄ μέρος: ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ)
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως
(Aλλα Aρθρα Του Ιδιου) |