Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Χαρακτηριστικὸ γνώρισμα, ἀγαπητοί μου,εἶνε τὸἑξῆς· ἡ ἀλήθεια διαιρεῖ τὸν κόσμοσὲ δύο ἀντίθετα στρατόπεδα· ἄλλοι τάσσονται ὑπὲρ τῆς ἀληθείας καὶ ἄλλοι κατὰ τῆς ἀληθείας.
Στις 3 Μαΐου 1810 ο γνωστός φιλέλληνας και μεγάλος ρομαντικός ποιητής Λόρδος Βύρων διέπλευσε τον Ελλήσποντο, μιμούμενος τον μυθικό Λέανδρο.1 Κολύμβησε περίπου 3 μίλια (4 χλμ) σε 1 ώρα και 10 λεπτά. Σύμφωνα με τις σημειώσεις του ίδιου του Λόρδου Βύρωνα, στον Ελλήσποντο είχε πάει με τη φρεγάτα «Σάλσετ» («Salsette»). Διήνυσε μαζί με τον υποπλοίαρχο Έκενχεντ (Ekenhead) απόσταση περίπου τεσσάρων αγγλικών μιλίων, ενώ το πλάτος του κόλπου ήταν περίπου ένα μίλι από την Άβυδο, που βρίσκεται στην ευρωπαϊκή πλευρά του Ελλησπόντου, στη Σηστό, η οποία βρίσκεται στην ασιατική πλευρά.
Συμπληρώνονται εφέτος 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή και μεταξύ άλλων διαστάσεων της ιστορικής αυτής περιόδου, το κοινό απασχολεί κατά καιρούς το «σκοτεινό» πρόσωπο του Αριστείδη Στεργιάδη.
Η Αγία Ξενία, γεννήθηκε το 291 μ.Χ. στην Καλαμάτα της Πελοποννήσου. Οι γονείς της Αγίας ονομαζόταν Νικόλαος και Δέσποινα. Ήσαν και οι δύο Χριστιανοί και πολύ ευσεβείς και πάντα προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τις εντολές του Θεού. Αυτοί δεν ήσαν καλαματιανοί και προέρχονταν από τα Ανατολικά μέρη της Ιταλίας. Εξαιτίας όμως των μεγάλων διωγμών, πού γίνονταν εκείνα τα χρόνια εναντίον των Χριστιανών, έφυγαν από εκεί και ήλθαν στην Καλαμάτα. Εγκαταστάθηκαν σ’ ένα αγροτικό κτήμα, έξω από την πόλη, ο πατέρας της Αγίας ήταν γεωργός.
Εκεί, λοιπόν, απέκτησαν και την χαριτωμένη θυγατέρα τους, την Ξενία. Η μικρή κόρη από τα πρώτα της χρόνια άρχισε να ξεχωρίζει από τις άλλες n συνομήλικες κοπέλες. Αυτή έμενε μέσα στο σπίτι με την μητέρα της. Άκουγε τις συμβουλές και τις διδασκαλίες, πού της έδινε η ευλαβής μητέρα της, για την πίστη του Χριστού και τους Αγίους.
Ενάρετη Νέα
Η Ξενία ήταν στην μορφή ωραιότατη. Ήταν υψηλή με ξανθά και μακριά μαλλιά και λυγερή κορμοστασιά. Ανθούσε πάντα στο πρόσωπο της το παρθενικό και αθώο χαμόγελο, η καλοσύνη και η χριστιανική απλότητα. Λόγω όμως της μεγάλης φτώχειας τους, η Ξενία δεν επήγε στο σχολείο. Αλλά έμαθε απλώς ανάγνωση από την μητέρα της για να διαβάζει το Ευαγγέλιο. Κάθε Κυριακή η Αγία δεν έλειπε από την Εκκλησία. Ήταν η μακαρία πολύ φιλακόλουθη. Από μικρή νήστευε και προσευχόταν πολύ. Καθώς προχωρούσε η ηλικία της Αγίας, μεγάλωναν και πλήθαιναν και οι αρετές της.
Έδειχνε μεγάλη συμπάθεια στους φτωχούς, στις χήρες και ατά ορφανά. Ήταν πονόψυχη. Εάν καμιά φορά ερχόταν κανένας φτωχός και ζητούσε ελεημοσύνη, του έδινε ότι είχε. Πολλές φορές, μάλιστα, καθόταν νηστική η ιδία για να προσφέρει το φαγητό της στους φτωχούς. Ο πονηρός, όμως, πού δεν ανεχόταν να βλέπει την Ξενία να προοδεύει στην αρετή, θέλησε να την παρασύρει στην αμαρτία και την ανηθικότητα. Της έφερε πολλούς και διαφόρους πειρασμούς για να την σκανδαλίσει.
Η παγίδα
Την εποχή εκείνη έπαρχος στην Καλαμάτα ήταν ο Δομετιανός. Ήταν άνθρωπος, πού φημιζόταν για την σκληρότητά του και τους κακούς του τρόπους. Αυτός μια μέρα επέστρεφε από το κυνήγι και συνάντησε στον δρόμο την όμορφη Ξενία. Μόλις ο Δομετιανός αντίκρισε τη νέα, θαμπώθηκε από την ομορφιά της και το ωραίο της παράστημα. Τρελάθηκε. Κεραυνοβόλο έρωτα του έβαλε ο σατανάς για την νέα. Τόσο μάλιστα γοητεύθηκε από την ομορφιά της, ώστε θέλησε να την πάρει γυναίκα του. Της το πρότεινε. Η Ξενία αρνήθηκε.
Δεν μπορούσε ποτέ αυτή να πάρει έναν ειδωλολάτρη. Σκέφθηκε τότε ο Δομετιανός να την κατακτήσει, καταφεύγοντας σε κάποιο ονομαστό μάγο της εποχής. Προσπάθησε κι εκείνος με τα μάγια του, αλλά αυτά δεν έπιαναν την Ξενία. Η Αγία, με την δύναμιν του Τιμίου Σταυρού, φυλάχθηκε αβλαβής από κάθε δύναμη του πονηρού. Τούς πιστούς, τους ανθρώπους του Θεού, δεν τους πιάνουν τα μάγια. Τα μάγια πιάνουν όσους είναι μακριά από το Θεό και τα μυστήρια.
Βλέποντας όμως ο Δομετιανός, ότι το σατανικό σχέδιο του μάγου απέτυχε, μεταχειρίσθηκε την βία. Διέταξε να φέρουν την Αγία μπροστά του στο Διοικητήριο. Ενώ οδηγούσαν την Αγία εκεί, αυτή σ’ όλο τον δρόμο προσευχόταν. Παρακαλούσε το Θεό να την φυλάξει και να της δώσει δύναμη, για ν’ αντιμετωπίσει με χριστιανικό θάρρος τον ασεβή έπαρχο.Και έτσι να μπορέσει κι αυτή να πάρει τον στέφανο του μαρτυρίου. Όταν έφθασε στο Διοικητήριο η Αγία, ο έπαρχος διέταξε να την φέρουν μπροστά του και την ερώτησε ποια είναι και ποια είναι η θρησκεία της. Και αποκρίθηκε με θάρρος:
› Ονομάζομαι Ξενία. Είμαι κόρη Χριστιανών γονέων. Κατάγομαι απ’ αυτήν εδώ την πόλη κι εύχομαι ολόψυχα να αξιωθώ να γίνω δούλη του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Τότε ο Δομετιανός προσπάθησε με άλλον τρόπον να την παρασύρει.
› Σου υπόσχομαι, της είπε, δώρα και ζωή ονειρώδη, εάν δεχτείς ν’ αλλάξεις την πίστη σου στον Εσταυρωμένο και να γίνεις σύζυγος μου. Εάν όμως δεν υπακούσεις στην θέληση μου, τότε σε περιμένουν βασανιστήρια, σκληρές τιμωρίες και στο τέλος φρικτός θάνατος. Σκέψου και πράξε.
› Δεν με τρομάζουν, έπαρχε, του αποκρίθηκε, ούτε τα βασανιστήρια, ούτε ακόμη και αυτός ο σκληρός θάνατος με τα οποία με φοβερίζεις. Θα τα υπομείνω όλα με θάρρος και καρτερικότητα, για να ενωθώ μια ώρα γρηγορότερα με τον Νυμφίο μου Χριστό.
Τρομερά βασανιστήρια
Μόλις άκουσε ο Δομετιανός τα λόγια αυτά της Ξενίας, θύμωσε πολύ. Διέταξε να κλείσουν την Αγία μέσα σ’ ένα σκοτεινό θάλαμο. Εκεί όλη τη νύχτα η Αγία προσευχόταν στο Χριστό να την δυναμώσει. Την επομένη ήλθε ο έπαρχος στο σκοτεινό θάλαμο και προσπάθησε, έστω και διά της βίας, να την πείσει να γίνει γυναίκα του. Οικτρά, όμως απατήθηκε και αυτή τη φορά, διότι η Αγία αρνήθηκε κάθε πρόταση, βρίζοντάς τον για την ελεεινή διαγωγή του, πού έδειχνε. Τότε ο έπαρχος γεμάτος οργή και τυφλωμένος, όπως ήταν, από το πάθος του, άρπαξε την αγία από τα μαλλιά και την παρέδωσε στους φύλακες. Τούς διέταξε να την γυμνώσουν και να την βασανίσουν σκληρά.
Την άρπαξαν και την κρέμασαν και επί πολλή ώρα την κτυπούσαν. Της τσακίσανε με τα ξύλα τα πλευρά. Η Αγία όμως άντεξε στο σκληρό μαρτύριο. Έπειτα της έκοψαν τους μαστούς. Το αίμα έτρεχε ποτάμι. Κατόπιν της έκαιγαν με αναμμένες λαμπάδες τις πληγές, αλλά και ολόκληρο μαζί το σώμα της Αγίας. Οι φλόγες είχαν ζώσει το άχραντο σώμα της Αγίας. Αυτή όμως προσευχόταν και παρακαλούσε τον Θεό να της δώσει μέχρι τέλους δύναμη και θάρρος για να αντιμετωπίσει την αγριότητα του έπαρχου.
Ο Θεός την άκουσε και επενέβη αμέσως. Και τότε συνέβη το παράδοξο θαύμα. Η Αγία, ενώ οι φλόγες την είχαν ζώσει, το σώμα της δεν καιγόταν, γιατί μαζί της ήλθε και παραστεκόταν Άγγελος Κυρίου, πού την δρόσιζε. Απέκαμαν να την καίγουν οι στρατιώτες, χωρίς όμως και να μπορούν να την κάψουν. Τέλος ο ασεβής τύραννος διέταξε να λύσουν την Αγία και να την κλείσουν πάλι στον πρώτο θάλαμο.
Της παρουσιάστηκε ο Χριστός
Την νύχτα, πού η Αγία προσευχόταν, είδε κάποιο ουράνιο, γλυκύτατο φώς, να φωτίζει όλον τον θάλαμο. Και ξαφνικά παρουσιάσθηκε μπροστά της ο Σωτήρας μας, λέγοντάς της:
› Μη φοβάσαι τα βάσανα, διότι η χάρις μου θα σε προστατέψει και θα σε γλυτώσει από κάθε πειρασμό.
Συγχρόνως όμως, την θεράπευσε από κάθε πληγή και αμέσως έγινε άφαντος. Το άλλο πρωί οι στρατιώτες του έπαρχου έφεραν την Αγία πάλι μπροστά του. Αυτός, μόλις την είδε θεραπευμένη από κάθε πληγή, θαύμασε και της είπε:
› Βλέπεις, Ξενία, πόσο σε αγαπούν οι μεγάλοι θεοί; Για να μη χάσης την ωραιότητα σου, σου γιάτρεψαν τις χθεσινές, πληγές. Και συ τόσο αχάριστη είσαι, ώστε δεν θυσιάζεις προς τιμήν τους και δεν τους προσκυνάς.
› Όχι οι θεοί σου, αλλά ο αληθινός Θεός, πού εγώ πιστεύω, με γιάτρεψε από τις πληγές.
Συντρίβει τα είδωλα
Ο άρχοντας όμως επέμεινε να θυσιάσει. Η Αγία τότε δέχθηκε να πάει μαζί του στον ναό των ειδωλολατρών. Μόλις έφθασαν εκεί, η Ξενία στάθηκε στην μέση του ναού και άρχισε θερμή προσευχή προς τον Χριστό. Παρεκάλεσε στην προσευχή της τον Κύριο, να γκρεμίσει και να αφανίσει τα άψυχα είδωλα, για να γνωρίσουν όλοι αυτοί, πού παρευρίσκονταν εκεί τον αληθινό Θεό και την δύναμη Του. Πράγματι! Προτού η Αγία τελειώσει την προσευχή της, έγινε μεγάλος σεισμός και γκρεμίσθηκαν μπροστά τους όλα τα είδωλα, τα αγάλματα.
Ο Δομετιανός, βλέποντας το θαύμα, τα έχασε και αντί να πιστέψει στον αληθινό Θεό, έγινε ο ταλαίπωρος εκτός εαυτού. Διέταξε να επαναλάβουν τις τιμωρίες. Την έκαψαν πάλι την Αγία, με αναμμένες λαμπάδες, όπως και την προηγουμένη ημέρα, αλλά τώρα με περισσότερη σκληρότητα.
Βλέποντας ο έπαρχος, ότι δεν πετύχαινε τίποτε, σκέφθηκε άλλον τρόπο για να βασανίσει την νεαρή κόρη. Διέταξε κι έφεραν ένα άλογο. Έδεσαν την Αγία στα πίσω πόδια του αλόγου και την έσυρε κατόπιν το άλογο, σε μέρη γεμάτα από μυτερές πέτρες. Αλλά και τότε δεν την άφησε αβοήθητη ο Κύριος την Αγία. Και να τι συνέβη. Όταν έδεσαν την Αγία και άφησαν ελεύθερο το άλογο, αυτό αντί να ορμήσει και να τρέξει, όπως σκέφθηκε ο τύραννος, δεν κινήθηκε καθόλου από την θέση του, παρά τα κτυπήματα των στρατιωτών. Παρατηρώντας ο Δομετιανός, το γεγονός αυτό, πήρε ο ίδιος τα χαλινάρια του αλόγου και κεντούσε το άλογο να τρέξει. Αλλά τότε έγινε το μεγάλο θαύμα. Το άλογο, όπως η όνος του Βαλαάμ, έβγαλε ανθρώπινη φωνή και επέπληξε τον έπαρχο για την αγριότητα και τα βασανιστήρια, πού έκαμε στην νεαρή κόρη. Την ίδια στιγμή λύθηκαν τα σχοινιά, πού ήταν δεμένη η Αγία, και Άγγελος Κυρίου την έστησε όρθια στα πόδια της. Όλοι τότε, όσοι είδαν το θαύμα, επίστεψαν στο Θεό της Ξενίας και τον δόξαζαν. Μόνον ο σκληροτράχηλος έπαρχος δεν μετανόησε. Διέταξε μάλιστα, για μια ακόμη φορά, να ρίξουν την Αγία στην σκοτεινή φυλακή.
Ήταν μεσάνυχτα και η Ξενία προσευχόταν. Ξαφνικά ο θάλαμος φωτίσθηκε από θειο φως. Πριν όμως προφθάσει να καταλάβει τί συνέβαινε, εμφανίζεται ο Κύριος ανάμεσα από λαμπροφορεμένους Αγγέλους. Tης λέγει:
› Ξενία, μη φοβάσαι. Λίγο ακόμη και ο αγώνας σου θα έχει καλό τέλος.
Μετά από αυτά τα λόγια, ο Κύριος έγινε άφαντος. Παρέμεινε μόνο μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο μια ωραία ευωδία. Την άλλη ημέρα επισκέφθηκε την Αγία πάλι ο τύραννος και προσπάθησε τώρα με λόγια κολακευτικά να την κάμει να θυσιάσει στους θεούς του. Η Αγία όμως δεν υπεχώρησε και του είπε:
› Άκουσε, τύραννε, θα είναι καλύτερα να κάμεις, ότι έχεις στο νου σου, μια ώρα γρηγορότερα. Έτσι θα με ενώσεις ταχύτερα με τον μεγάλο μου Νυμφίο.
Ξίφει τελειούται
Πείσθηκε επί τέλους ο απαίσιος τύραννος, ότι δεν θα κατόρθωνε με τίποτε τον σκοπό του. Εξέδωσε τότε την έξης καταδικαστική απόφαση για την Αγία:
«Επειδή η Ξενία αρνείται να θυσιάσει στους θεούς, διατάσσω να θανατωθεί με ξίφος και ν’ αφαιρεθεί η καρδιά της και την βάλουν μέσα σ’ ένα πιάτο, το δε σώμα της να κοπεί σε πολύ μικρά κομμάτια και ριχτεί μαζί με πίσσα μέσα σε φωτιά για να καεί τελείως.»
Πράγματι! οι στρατιώτες, σύμφωνα με τη διαταγή του έπαρχου, παρέλαβαν την Αγία και την πήγαν έξω από την πόλη. Ζήτησε εκεί η Αγία από τους στρατιώτες, μέχρις ότου ετοιμάσουν τα σύνεργα για το μαρτύριο, να την αφήσουν να προσευχηθεί. Δεν της επέτρεψαν. Αλλά η Αγία γονάτισε και άρχισε να προσεύχεται προς τον ουράνιο Πατέρα. Ζήτησε από τον Κύριο, αυτή να είναι η τελευταία της ημέρα. Ζήτησε επί πλέον να συγχωρήσει και αυτούς, πού θα την θανάτωναν, χαρίζοντάς τους την θεία φώτιση, για να μετανοήσουν. Μόλις απέσωσε την προσευχή της η Αγία, ακούσθηκε από ψηλά μια φωνή βροντερή πού έλεγε:
› Άκουσα την προσευχή σου, Ξενία. Θα γίνει, όπως θέλεις.
Τότε η Αγία, με μεγάλη χαρά, είπε στον δήμιό της να εκτελέσει την διαταγή του έπαρχου. Έσκυψε το κεφάλι της, για να δεχτεί ευκολότερα το χτύπημα. Ο στρατιώτης με φόβο, έκοψε το κεφάλι της Αγίας γυναίκας. Ήταν 3η Μαΐου 318 μ.Χ. Μαρτύρησε σε ηλικία 27 ετών. Σύμφωνα με την διαταγή του έπαρχου, τεμάχισαν το σώμα της και το έριξαν στη φωτιά. Την καρδιά της όμως την έβαλαν μέσα σ’ ένα πιάτο και την έφεραν στον μιαρό έπαρχο. Την ώρα όμως, πού το σώμα της καιγόταν, μεγάλη και ωραία ευωδία έβγαινε απ’ αυτό! Μοσχοβόλησε όλη η περιοχή.
Η θεία δίκη όμως δεν άφησε ατιμώρητο τον σκληρό έπαρχο. Κάποια ημέρα πού βγήκε για κυνήγι, έπεσε ένας κεραυνός και κατάκαψε το σώμα του. Κάηκε και αυτός, όπως έκαψε την Αγία Ξενία.
Ευχή της Αγίας Ξενίας
Του Κυρίου δεηθώμεν. Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός μου, ο ρυσάμενος με εκ χειρός του αποστάτου Δομετιανού. Ο επαμβλύνας πάσας τάς κατ΄εμού επινοίας και μηχανάς αυτού. Ο τη αηττήτω δυνάμει του Σταυρού Σου κατασφαλίσας με και σώαν εκ του διασυρμού των ίππων διαφυλάξας. Ο παρασχών μοι την ισχύν καταβαλείν τον πολυμήχανον εχθρόν εν τω σκάμματι του μαρτυρίου. Αυτός και νυν, Δέσποτα, λύτρωσαι την μιανθείσαν ταις βιοτικαίς ηδοναίς ψυχήν μου εκ του βυθού της απωλείας, εν τω απέρχεσθαι με εκ του φθαρτού τούτου κόσμου, και δια της μετανοίας καθαράν παράστησον προ του αδεκάστου και φρικτού βήματός σου. Δός δόξαν τω ονοματί Σου και ενισχυσόν με έως τέλους κατισχύσαι των ορατών και αοράτων εχθρών μου. Παντί δε τω επικαλουμένω Σε μετά πίστεως, δι’ εμού της δούλης Σου Ξενίας, ή την ημέραν της προς Σε τον αθάνατον και μόνον αληθινόν Θεόν εκδημίας μου μεμνημένω και ταύτην εορτάζοντι ή την εμήν εικόνα κατέχοντι και ταύτη πιστώς προσπελάζοντι, ή την δέησίν μου ταύτην αναγινώσκοντι και το μαρτύριον μου μελετώντι βοήθειαν εν παντί και ψυχικήν σωτηρίαν. Και ως έλυσας Κύριε, πάσαν κατ΄εμού του απεχθούς τυράννου μου μαγείαν και επαοιδίαν και ανωτέραν της επηρείας αυτών ετήρησσάς με, ούτως αφάνισον τη ανυπερβλήτω και κραταιά δυνάμει σου, και εκ του δούλου σου (όνομα πασχόντος), του αιτούντος βοήθειαν παρά Σού, δι΄εμού της ταπεινής Σου δούλης, πάσαν γοητείαν ή μαγγανείαν, πάσα φαρμακείαν ή επαοιδίαν και πάσαν βασκανίαν ή αστρομαντείαν, εν παντί αντικειμένω ή τόπω ανήκοντι αυτώ γενομένην, εν τω αιθέρι , εν τη γή και υποκάτω της γής, εν τω αέρι, εν τοις γλυκέσιν ύδασι των λιμνών και ποταμών και των φρεάτων και τοις αλμήεσι των θαλασσών. Και όν τρόπον εκρύπτει ο άνεμος χνούν από προσώπου της γής, ούτω διασκορπισθήτωσαν και αφανισθήτωσαν και λυθήτωσαν υπό των φθονερών ανθρώπων της μαγείας έργα, τα δι΄επικλήσεως του μισοκάλου δαίμονος ένθα κείνται και ώτινι τρόπω ή σημείο ή οργάνω ή ύλη ποιηθέντα και εν οιωνδήτινι αριθμώ μετρηθέντακαι ώτινι των αστερισμών κατονομασθέντα εν νυκτί ή εν ημέρα εν τω φωτί ή εν τω σκότει. Απάλλαξον δε πάσης της εξ αυτών επηρείας τον προς Σε τον φιλάνθρωπον και εύσπλαχνον Θεόν καταφυγόντα πιστόν δούλον σου (όνομα πασχόντος) και την ταπεινή σου Μάρτυρα Ξενίαν εις πρεσβείαν προσάγοντα, παντός ψυχικού και σωματικού δεσμού ή ασθενείας ή γοητείας ή μαγγανείας ή αστρολογίας ή νεκρομαντείας ή επαοιδίας και βλάβης του πονηρού δι΄έργου ή διά λόγου ή διά δαιμόνων ή δι΄ανθρώπων ενεργηθείσης. Τήρησον αυτόν φυλάττοντα τάς εντολάς σου και αβλαβή πάσης των πονηρών πνευμάτων κακώσεως, και αξίωσον γενέσθαι μέτοχον των αιωνίων Σου αγαθών, ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας. ᾿Αμήν
(Πηγή: «Η Αγία Ξενία η Μεγαλομάρτυρας και θαυματουργή, προστάτης των καρδιοπαθών και κατά της μαγείας. 3 Μαΐου», Χώρα Του Αχωρήτου)
Θαύματα της Αγίας Ξενίας
Πολλά θαύματα έκανε η Αγία. Αναφέρω όμως λίγα εδώ, είναι μια μικρή εικόνα της μεγάλης δυνάμεως της Αγίας.
1. Θεραπεύει την Πατρινιά
Εκείνο τον καιρό ήταν άρρωστη από σοβαρή αρρώστια μια γυναίκα από την Πάτρα. Την έλεγαν Μαρία. Οι γιατροί, τους όποιους είχε επισκεφτεί η άτυχη άρρωστη, δεν μπορούσαν να διαγνώσουν την αρρώστια της και να την θεραπεύσουν. Η άρρωστη, όμως, είχε μεγάλη πίστη. Δεν έπαψε να επικαλείται τον Θεό και τους Άγιους Μάρτυρες, για να την κάμουν καλά. Κάποια ημέρα ήλθε από την Καλαμάτα μια εξαδέλφη της, για να την δει. Μόλις είδε την κατάσταση, πού βρισκόταν η άρρωστη, της συνέστησε να πάει στην Καλαμάτα και να ζητήσει την βοήθεια της Αγίας Ξενίας. Μόλις η άρρωστη έμαθε για την Αγία Ξενία, άρχισε να προσεύχεται σ’ αυτήν νύχτα και ημέρα. Παρακαλούσε την Αγία Ξένια, να την απαλλάξει από την βαριά ασθένεια της.
Την άκουσε η Αγία και μια νύχτα η άρρωστη βλέπει την Αγία στον ύπνο της να της λέγει:
› Αν με συναντήσεις, θα λυθείς από την ασθένεια σου και θα θεραπευτείς.
Χαρούμενη ξύπνησε η γυναίκα και διηγήθηκε το όνειρο στον άνδρα της. Αυτός, χωρίς να χάση καιρό, την έφερε στον νεόκτιστο Ναό της Καλαμάτας, πού ήταν αφιερωμένος, στη μνήμην της Αγίας Ξενίας. Εκεί η γυναίκα σπάσθηκε την εικόνα της Αγίας και ανεγνώρισε την Αγία. Ήταν ακριβώς, όπως την είχε δη στο όνειρο της.
Την τρίτη ήμερα η Αγία φάνηκε πάλι στον ύπνο της. Της φάνηκε, σαν να έπαιρνε λάδι από το κανδήλι της και της άλειφε το σώμα της. Ξύπνησε η γυναίκα και κατάλαβε, ότι ήταν τελείως καλά! Δόξασε τότε τον Θεό και την μεγαλομάρτυρα Ξένια, πού την έσωσε από την φοβερή αρρώστια.
2. Στέλλει τον σεληνιασμένο στον Ιερέα
Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας θεράπευσε η Αγία τον γιό κάποιου γεωργού, πού έπασχε από σεληνιασμό. Μόλις τον έπιανε το πάθος του, φώναζε:
› Η Αγία Ξενία με παιδεύει.
Ο πατέρας και η μητέρα του ζητούσαν πάντοτε και συνεχώς, την βοήθεια της Αγίας. Τότε η Αγία παρουσιάσθηκε στον ύπνο της μητέρας του αρρώστου, και την συμβούλεψε να καταφύγει στον ιερέα της ενορίας τους. Της έδωσε όμως υπόσχεση, ότι και αυτή θα βοηθούσε να γίνει καλά το άρρωστο παιδί της. Όταν ξύπνησε η γυναίκα, έκανε ότι της είπε η Αγία. Μέσα σε λίγο χρόνο το παιδί τους έγινε εντελώς καλά.
3. Και αλλά θαύματα
Κατά τον ίδιο τρόπο, θεραπεύθηκε και άλλος παράλυτος, πού λεγόταν Νικόλαος. Και αυτός είχε ζητήσει την βοήθεια της Αγίας και τον άκουσε. Του έδωσε την υγεία του και ο παράλυτος σηκώθηκε και περπατούσε και εργαζόταν, όπως και πριν παραλύσει.
Κάποια δε νεαρή γυναίκα, πού έπασχε από παράλυση του προσώπου, έγινε τελείως καλά, ευθύς ως ζήτησε την βοήθεια της Αγίας Ξενίας.
Έτσι πολλοί καταφεύγουν στην Αγία και βρίσκουν την υγεία τους. Πολλούς θεραπεύει, πού πάσχουν από παράλυση, σεληνιασμό, ασθένειες της καρδιάς, εξανθήματα και αρρώστιες των νεύρων.
(Πηγή: αποσπάσματα από το βιβλίο «Η Αγία Ξενία», Ιερά Δέησις)
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
Βαφαῖς τῶν αἱμάτων σου, φαιδράν στολήν σεαυτή, Ξενία, ἐπέχρωσας, παρισταμένη Χριστῷ ὡς νύμφη πανάσπιλος, εἴληφας δέ τήν χάριν, μαγγανείας τοῦ λύειν, δαίμονας ἐκδιώκειν, καί τάς νόσους ἰάσθαι. Ἱκέτευε ἐκτενῶς, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Κοντάκιον Ἦχος β΄. Τά ἄνω ζητῶν.
Αἱμάτων ροαῖς, τόν σόν ἐχθρόν ἀπέπνιξας, Ξενία, τό πῦρ, τῆς πλάνης ἐναπέσβεσας καί Χριστῷ παρίστασαι. Ὅθεν πόθω πάντες σοί κράζομεν, ἐκτενῶς μή παύση ἀεί, πρεσβεύουσα Μάρτυς, ὑπέρ πάντων ἠμῶν.
Μεγαλυνάρια
Χαίροις τῶν καλούντων σέ βοηθός, καί παραμυθία, θλιβομένων ἡ ταχινή, χαίροις καθαιρέτις παντός μαγείας εἴδους, ἐξ ἤς τους σέ τιμώντας, Ξενία, φύλαττε.
Τούς ἀσπαζομένους πανευλαβῶς, Μάρτυς στεφανηφόρε, τήν εἰκόνα σου τήν σεπτήν, νόσων τῆς καρδίας, καί νεύρων ταῖς λιταίς σου, καί σεληνιασμοῦ τέ, Ξενία, φύλαξον.
Στίχος
Ξενίας ὤφθης ἐργάτις, ὤ Ξενία, Ξενία, σεμνή, οὐρανῶν σύ ποθοῦσα, Ξενία τρίτη καμίνω βλήθη τμηθεῖσα.
Πηγή: Χώρα Του Αχωρήτου, Ιερά Δέησις
ΟΣΟ, ἀγαπητοί μου, προχωρεῖ ἡ ἀκολουθία καὶ πλησιάζει ἡ στιγμὴ τῆς σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ, τόσο οἱ ὕμνοι καὶ τὰ τροπάρια γίνονται γλυκύτερα.
Το εντυπωσιακό βίντεο και οι φωτογραφίες της 11 Aviation που το DP έχει τη χαρά να φιλοξενεί σε αυτή την ανάρτηση, αποτελούν τον καλύτερο επίλογο για την Πολυεθνική Αεροπορική Άσκηση «ΗΝΙΟΧΟΣ 2024», η οποία άρχισε τη Δευτέρα 8 Απριλίου 2024 και ολοκληρώθηκε την Πέμπτη 18 Απριλίου 2024.
Οι παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου και οι παραβάσεις του FIR Αθηνών από την τουρκική αεροπορία αποτελούν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο στους αιθέρες του Αιγαίου. Χαρακτηριστική είναι άλλωστε, η πρόσφατη υπερπτήση τουρκικού F-16, το οποίο παρενόχλησε το ελικόπτερο του υπουργού Εθνικού Άμυνας, Νίκου Παναγιωτόπουλου, και του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, Κωνσταντίνου Φλώρου.
Η Οσία Ματρώνα γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1881, στο χωριό Σέμπινο της Ρωσίας. Οι γονείς της Δημήτριος και Ναταλία ήταν φτωχοί χωρικοί αλλά πολύ ευλαβείς. Η Αγία ήταν το μικρότερο παιδί από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας. Η μητέρα της λόγω της φτώχειας σκεφτόταν να αφήσει την Οσία σε ένα ορφανοτροφείο μια διπλανής πόλης αλλά μετά από θαυματουργική επέμβαση,- είδε στο όνειρο της ότι ήλθε και κάθησε στο χέρι της ένα άσπρο πουλί με ανθρώπινη φωνή αλλά χωρίς μάτια , την κράτησαν άν και γεννήθηκε αόμματη (δηλαδή χωρίς οφθαλμούς, με κενές τις κόγχες). Βαπτίστηκε Ματρώνα προς τιμήν της Οσίας Ματρώνας της εν Κωνσταντινουπόλει.
Καθώς η νύχτα αρχίζει να φεύγει, η νηοπομπή που οι Σμυρναίοι την είχαν ονομάσει "ΙΕΡΗ ΘΕΩΡΙΑ", πλησιάζει το λιμάνι της μεγαλύτερης Ελληνικής πόλης! Τα μεταγωγικά "Θεμιστοκλής", "Πατρίς", "Συρία", "Αθηνά", "Καλουτάς", "Ατρόμητος", "Ρέπουλης", "Αντιγόνη", "Άρης", "Ξενία", "Ουρανία", "Αργολίς", "Δελφίν", "Έλδα" και τα Αντιτορπιλικά "Σφενδόνη", "Λόγχη", "Αλκιών" και "Αίγλη" προσεγγίζουν, πλησιάζουν τα πλοία της λευτεριάς. Για να υπογραμμιστεί η κάλυψη της συμμαχίας στο όλο εγχείρημα, αλλά και για να προληφθεί οποιαδήποτε ιταλική ενέργεια, την νηοπομπή συνόδευαν και τέσσερα βρετανικά Αντιτορπιλικά.
Η 1η Ελληνική Μεραρχία αποβιβάστηκε στην Σμύρνη.
Από τα ξημερώματα, χιλιάδες Έλληνες της Σμύρνης συνωστίζονταν στην προκυμαία για να υποδεχτούν τον Ελληνικό στρατό.
Όταν το πρώτο υπερωκεάνιο φάνηκε να μπαίνει στο λιμάνι, χιλιάδες σημαίες ξεδιπλώθηκαν.
Ο σαλπιγκτής του «Πατρίς» σαλπίζει το Ελευθερωτήριο και μέσα σε φρενίτιδα ενθουσιασμού αποβιβάζονται οι Εύζωνοι του 1/38. Ο πρώτος Εύζωνας σκύβει και φιλά το χώμα της ελεύθερης Σμύρνης, αγκαλιές ανοίγουν να υποδεχτούν, δάκρυα, φιλιά, κουνιέται η γη, κτυπούν οι καμπάνες της Σμύρνης χαρμόσυνα, ο λαός φωνάζει "Ελλάς Ανέστη" και ο Χρυσόστομος, ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης, γονατίζει με λυγμούς μπροστά στην Λέσχη των Κυνηγών και ευλογεί την σημαία ψάλλοντας "Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου".
Χιλιάδες λαού ψάλουν το "Υπερμάχω Στρατηγώ", οι σειρήνες των πλοίων δονούν την ατμόσφαιρα, πλήθος Ελληνικές σημαίες στα χέρια μικρών και μεγάλων. Οι Σμυρνιωτοπούλες ραίνουν με άνθη και ροδόνερο το τάγμα του Τζαβέλα, οι Σμυρνιοί στολίζουν με λουλούδια τα όπλα των Ευζώνων και η φωτογραφία του Βενιζέλου παντού στα χέρια όλων.
Αυτή ήταν η Σμύρνη για τον στρατό που κατέβαινε από τα πλοία μια μεγάλη αγκαλιά, και αφού είδαν τον στρατό μας έτρεξαν στο νεκροταφείο όπου εκτυλισσόντουσαν σκηνές που δεν ξαναείδε ανθρώπινο μάτι: Με στεφάνια, όπως στην ανάσταση, πήγαν στους κεκοιμημένους προγόνους για να αναγγείλουν το μεγάλο γεγονός "Σήκω πατέρα, ήρθαν…", "Ήρθαν ξυπνήστε…".
Πρώτη φάλαγγα που ξεκίνησε για τα ενδότερα ήταν αυτή του Ταγματάρχη Κ. Τζαβέλα. Οι άνδρες παρατάχθηκαν κατά τετράδες και προχώρησαν, ενώ δεξιά κι αριστερά τους ο κόσμος έτρεχε παραληρώντας από συγκίνηση και ενθουσιασμό.
Σε μια στροφή, με το που φάνηκε κρατώντας υψωμένη την σημαία ο σημαιοφόρος με τους παραστάτες Εύζωνες, μια ομοβροντία ακούστηκε. Ο σημαιοφόρος κι ένας Εύζωνας χτυπήθηκαν! Ο Βασίλειος Δάλαρης και Γεώργιος Παπακώστας, ήταν οι πρώτοι Έλληνες στρατιώτες που έπεσαν στην γη της Ιωνίας!
Ταυτόχρονα, άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί από παράθυρα ξενοδοχείων και σπιτιών. Οι Έλληνες είχαν πέσει σε τουρκική ενέδρα!
Ανασυντάχθηκαν γρήγορα και ξεκίνησαν συστηματική εκκαθάριση των οπλισμένων Τούρκων. Η τάξη αποκαταστάθηκε γύρω στις 4 μετά το μεσημέρι, με νεκρούς και τραυματίες πολλούς Έλληνες και Τούρκους. Στην διάρκεια της αναταραχής, σημειώθηκαν και πολλές λεηλασίες και βανδαλισμοί”.
Χιλιάδες λαού αγρύπνησε εκείνη την νύχτα στην προκυμαία, στην Αγία Φωτεινή τελέστηκε εσπερινός και οι Σμυρνιοί δοξολογούσαν με την χαρά ζωγραφισμένη στα πρόσωπα για την λευτεριά που έφτανε....
Γι’ αυτόν τον λαό που παραληρούσε, υπήρχε μόνο η Ελλάδα που έστελνε τα παιδιά της να τους ελευθερώσει. Σε κάθε πόλη που έμπαινε ο Εύζωνας, αυτή την συμπεριφορά του επεφύλασσαν οι Μικρασιατές! Έτσι ένοιωθαν για τον στρατό μας, παντού ανοίχτηκε το καλύτερο δωμάτιο για να τον φιλοξενήσει, παντού του προσέφεραν άδολα πολλές φορές και από το στέρημα... Η Μικρά Ασία υποδεχόταν τον ελευθερωτή αδελφό από την άλλη πλευρά του Αιγαίου και μετά από λίγο χιλιάδες παιδιά της ανατολής πρόθυμα μπήκαν στις γραμμές αυτού του στρατού για να υπερασπιστούν την γη των αγίων.
Μεραρχία Κυδωνιών, Μεραρχία Σμύρνης, κάθε πόλη και μια Μεραρχία και οι άρχοντες ο πλούτος του τόπου άνοιξαν τα κεμέρια τους να ενισχύσουν οικονομικά την προσπάθεια. Ένα Έθνος ενωμένο, μέχρι που η διχόνοια του διχασμού Βενιζελικοί - Βασιλικοί μούχλιασαν τον αγέρα, σάπισαν τα μυαλά, σκλήρυναν τα ματιά, αδελφός κατά αδελφού, αλλά τώρα όλα αυτά ήταν μακριά...
Τώρα ΗΡΘΑΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΔΕΛΦΙΑ!
Πηγή: Περί Πάτρης
Τον Μάιο του 1945 την χώρα συντάραξε το τραγικό ναυάγιο του ναρκαλιευτικού "Σπερχειός", που είχε διατεθεί από το Ναυτικό για την εξυπηρέτηση των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών. Περισσότερα από 100 άτομα έχασαν την ζωή τους στο ναυάγιο αυτό, που έπληξε ιδιαίτερα την Σύρο, η οποία θρήνησε έναν μεγάλο αριθμό θυμάτων!
Το Ελληνικό ναρκαλιευτικό Σπερχειός, ήταν πρώην Νορβηγικό φαλαινοθηρικό που επιτάχθηκε από το Βασιλικό Ναυτικό της Νορβηγίας με το όνομα NOBLE NORAH και διαρκούντος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου παραχωρήθηκε στο τότε Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό στην Μέση Ανατολή.
Το πλοίο αυτό ήταν καθ΄ όλα όμοιο με το ναρκαλιευτικό "Αλφειός" και παραλήφθηκε τον Αύγουστο του 1943 για γρίππιση ναρκών (ναρκαλιεία) στις ακτές και προσβάσεις παρά την Αλεξάνδρεια και το Πορτ Σάιδ καθώς και για συνοδείες τοπικών νηοπομπών μεταξύ των δύο αυτών λιμένων και της Κύπρου.
Μετά την απελευθέρωση ο Σπερχειός κατέπλευσε με τα λοιπά πλοία του Στόλου στον Πειραιά και χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες αποστολές καθώς και σε μεταφορά αξιωματικών υπαλλήλων και άλλων προσώπων στα νησιά του Αιγαίου, δεδομένου ότι όλα τα Ελληνικά επιβατηγά πλοία είχαν βυθισθεί διαρκούντος του πολέμου.
2 Μαΐου 1945. Η μάχη του Βερολίνου έχει λήξει αλλά στην Ελλάδα η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα θα παραμείνουν για λίγες ακόμη μέρες υπό Γερμανική κατοχή. Όμως στον Σαρωνικό θα χαθούν και άλλες ζωές, όχι από κάποια τορπίλη ή νάρκη αλλά από ένα ατύχημα.
Eνώ ο Σπερχειός έπλεε 5 ναυτικά μίλια βόρεια της Άκρας Ζούρβας της Ύδρας, στις 08.30 μ.μ. λόγω υπερφόρτωσης ανατράπηκε και βυθίστηκε, γεμάτο επιβάτες, παρασύροντας στο βυθό περισσότερα από 80 άτομα (επιβάτες και μέλη πληρώματος). Το πλοίο είχε αποπλεύσει από τον Πειραιά με προορισμό Σύρο, Χίο, Μυτιλήνη και Σάμο. Μιας και ήταν Μεγάλη Τετάρτη, τα πλοίο ήταν κατάμεστο από περίπου 120 επιβάτες, πολύ παραπάνω απʼ όσους επιτρεπόταν να μεταφέρει!
Το πλοίο δεν ακολούθησε την αναμενόμενη πορεία, παραπλέοντας τις ακτές της Αττικής. Ο λόγος ήταν πιθανότατα ότι δεν είχε καθαριστεί ακόμη το Γερμανικό ναρκοπέδιο που εκτεινόταν από την Αίγινα ως τις Φλέβες...
Έτσι, το ΣΠΕΡΧΕΙΟΣ είτε έπλευσε εντός κάποιου δίαυλου που είχε καθαριστεί (πορεία Α), είτε από το Στενό των Μεθάνων (πορεία Β). Έτσι μετά από τρεις και μισή ώρες πλεύσης είχε φτάσει 6-7 μίλια βόρεια του Ακρωτηρίου Ζούρβα της Ύδρας και εκεί ο πλοίαρχος Δ. Βογιατζής έστρεψε το πλοίο για να βάλει ρότα για Σύρο. Τότε το πλοίο μπατάρισε και σε λίγα λεπτά είχε βυθιστεί συμπαρασύροντας πάνω από 80 άτομα στο βυθό.
Τα σκάφη που έφτασαν σε βοήθειά του, περισυνέλεξαν 36 ναυαγούς, ενώ άλλο ένα άτομο έφτασε στην ακτή κολυμπώντας επί 9 ώρες! Κυβερνήτης του πλοίου ήταν ο έφεδρος ανθυποπλοίαρχος Δ. Βογιατζής. Στο ναυάγιο αυτό πνίγηκε και ο Πλοίαρχος του Β.Ν. Ι. Βλαχόπουλος που επέβαινε ως επιβάτης.
Ο πλοίαρχος καταδικάστηκε σε ανθρωποκτονία εξ αμελείας στις 3 Ιουνίου 1945. Εις μνήμη των συριανών νεκρών του ναυαγίου κεντρική οδός της Ερμούπολης ονομάστηκε οδός Θυμάτων Σπερχειού.
Πηγή: Περί Πάτρης
Εἴπαμε, ἀγαπητοί μου, ὅτι ἀπόψε θὰ μιλήσουμε σύντομα. Θὰ ἑρμηνεύσουμε τὴ φράσι ἑνὸς τροπαρίου τῆς Μεγάλης Τετάρτης ποὺ λέει·
Ὁ μὲν δὴ περὶ τοῦ υἱοῦ λόγος τοιοῦτος· καὶ οὕτω διαπέφευγε τοὺς λιθάζοντας, διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν. ὁ λόγος γὰρ οὐ λιθάζεται, λιθοβολεῖ δέ, ὅταν ἐθέλῃ, καὶ σφενδονᾷ θηρία, λόγους κακῶς τῷ ὄρει προσβαίνοντας. τί δ᾿ ἂν εἴποις, φασί, περὶ τοῦ ἁγίου πνεύματος; πόθεν ἡμῖν ἐπεισάγεις ξένον θεὸν καὶ ἄγραφον; τοῦτο ἤδη καὶ οἱ περὶ τὸν υἱὸν μετριάζοντες.
Ο Ν. Χριστοδουλίδης, γνήσιος πολιτικός κλώνος του Αναστασιάδη, επιμένει να εκλιπαρεί τον Τούρκο για συνομιλίες διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, που του βροντοφωνάζει ότι απαιτεί όλη την Κύπρο και όχι απλώς δύο κράτη.
Ἀπόψε, ἀγαπητοί μου, ψάλλεται τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, ποὺ ἑλκύει σὰν μαγνήτης πολλὲς ψυχές. Ἡ ἀκολουθία ἀρχίζει καὶ συνεχίζεται μὲ ὕμνους ποὺ κατ᾿ ἐπανάληψιν ἀναφέρουν τὴ λέξι «πόρνη».
Η AstraZeneca παραδέχτηκε στο δικαστήριο για πρώτη φορά ότι το εμβόλιο κατά του Covid μπορεί να προκαλέσει μια θανατηφόρα παρενέργεια της πήξης του αίματος, σύμφωνα με τη DailyMail.
Στις 27 Απριλίου του 1997, ένα νεαρός λοχαγός καταδρομέας, γάζωσε με 1.300 σφαίρες, ένα Τούρκικο υποβρύχιο που μπήκε στα Ελληνικά χωρικά ύδατα και πλησίασε βραχονησίδα μας.
Η Jessica Hanna, σύζυγος και μητέρα τεσσάρων παιδιών, έφυγε προ ημερών από τη ζωή, αφού πολέμησε γενναία με τον καρκίνο που διαγνώσθηκε ενώ ήταν έγκυος. Αρνήθηκε την έκτρωση
Η δίκη του Κολοκοτρώνη άρχισε στις 30 Απριλίου 1834 και διήρκεσε μέχρι τις 26 Μαΐου του ιδίου έτους. Διεξήχθη στο τουρκικό τζαμί του Ναυπλίου – το σημερινό Βουλευτικό. Εισαγγελέας ορίσθηκε ο Εδουάρδος Μάσον, «ο εμπαθής εκείνος πολέμιος», όπως γράφει ο ιστορικός Μέντελσον, «της ρωσικής μερίδος και του Κολοκοτρώνη, που υπερασπιίσθηκε με πάθος τον φονιά του Καποδίστρια Γεώργιο Μαυρομιχάλη» και κατηγόρησε με άκαμπτο πείσμα τον Κολοκοτρώνη.
Σκωτσέζος, νομικός, θεολόγος και φιλόσοφος, είχε έλθει το 1824 στην Ελλάδα με την ιδιότητα του φιλέλληνα. Δεν είχε σπουδαία δράση κατά τον Αγώνα, μετά την απελευθέρωση δε άρχισε να δικηγορεί, έως ότου ο Όθωνας τον διόρισε καθηγητή της ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αναμίχθηκε στις εσωτερικές μας διενέξεις και υπηρέτησε, ουσιαστικά, την αγγλική πολιτική. Ένας ξένος, και αυτός, που κάτω από την ηθική δικαίωση του φιλελληνισμού, αναμίχθηκε, κατά τρόπο εξοργιστικό, στις εσωτερικές υποθέσεις των Ελλήνων. Τον κατείχε, όπως και άλλους παρεμφερείς φιλέλληνες, η εγωιστική πεποίθηση ότι οι μικρές ή μεγάλες υπηρεσίες που είχαν προσφέρει στην αγωνιζόμενη χώρα τούς έδιναν ιδιαίτερα δικαιώματα, ακόμα και το ύπατο δικαίωμα να κρίνουν επί της ζωής των επιφανέστερων ανδρών αυτού του τόπου.
Η τακτική του Μάσον κατά το στάδιο της προανάκρισης έδειξε ότι έλειπε από τη νομική και φιλοσοφική του σκέψη η βαθύτερη έννοια της δικαιοσύνης. Προσπάθησε με διάφορα τεχνάσματα, να κατασκευάσει ψευδομάρτυρες ή να διαστρέψει τις μαρτυρικές καταθέσεις. Απέφυγε συστηματικά να αναζητήσει την αλήθεια, όση κρυβόταν κάτω από την καιροσκοπική δίωξη του Κολοκοτρώνη και διακήρυττε ότι ήταν ακλόνητα πεπεισμένος περί της ενοχής του γέρου. Όταν πήγε στο Ιτς Καλέ, όπου ήταν φυλακισμένος ο Γέρος του Μοριά, για να ανακρίνει τον εγκάθειρκτο στρατηγό και τον πίεζε επί ώρες να ομολογήσει ότι «είχε προπαρασκευάσει αποστασίαν εναντίον της κυβερνήσεως», ο Κολοκοτρώνης, με πολύ πικρή θυμοσοφία, τον αποστόμωσε, αναφέροντας την ιστορία του λύκου και της προβατίνας, του λύκου ο οποίος για να βρει δικαιολογία να φάει την προβατίνα, άρχισε να της φωνάζει: «μου θόλωσες το νερό της πηγής και δεν μπορώ να πιω». Ανάλογους δικολαβισμούς επικαλέσθηκε ο Μάσον και κατά τη διάρκεια της δίκης και κατά τη σύνταξη του κατηγορητηρίου, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο (7 Μαρτίου 1834) ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας είχαν οργανώσει την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1833 και είχαν από κοινού κατευθύνει συνομωσία που αποσκοπούσε να διαταράξει την δημόσια ασφάλεια, να παρασύρει τους υπηκόους του βασιλιά σε ληστείες και σε εμφύλια διαμάχη και να ανατρέψει την καθεστηκυία τάξη.
Από όλες τις δεινές κατηγορίες, καμία δεν αποδείχτηκε κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο. Και αν ακόμη υπήρχαν κάποιες ενδείξεις, αοριστίες, κατά το πλείστον, έλλειπαν όμως τα αδιαφιλονίκητα εκείνα στοιχεία που θα θεμελίωναν την παραπομπή του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα, και μάλιστα «επί εσχάτη προδοσία». Οι 44 μάρτυρες κατηγορίας, που παρουσιάστηκαν, δεν κατέθεσαν στοιχεία που να μη μπορούν να αμφισβητηθούν. Αντιστρόφως οι 115 μάρτυρες υπεράσπισης που εξετάσθηκαν διέψευσαν τα περισσότερα σημεία της κατηγορίας.
Οι κατηγορούμενοι στρατηγοί, με απλή στολή καπετάνιου χωρίς παράσημα οδηγούνται στην αίθουσα και κάθονται στον πάγκο τους συνοδευόμενοι από όργανα τάξης και τους συνηγόρους τους. Συνήγοροι και χωροφύλακες παίρνουν κι αυτοί τις θέσεις τους. Η εμφάνιση του Κολοκοτρώνη στο εδώλιο συγκλόνισε το ακροατήριο. Όταν μάλιστα ο Γέρος, ρωτήθηκε «Τι επάγγελμα έχεις;» και έδωσε την ιστορική απάντηση «Στρατιωτικός! Κρατάω σαράντα εννιά χρόνους στο χέρι το ντουφέκι και πολεμώ για την πατρίδα!», ρίγος και δέος κατέλαβε ακόμη και τους εχθρούς του στρατηλάτη.
Επί είκοσι ημέρες παρέλασαν προ του δικαστηρίου οι μάρτυρες και ήταν σαν να παρέλαυναν όλα τα κομματικά πάθη που είχαν έως τότε συγκλονίσει τη μαχόμενη Ελλάδα. Εκ πρώτης όψεως δικαζόταν ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας. Στην ουσία όμως επρόκειτο περί της δίκης ολόκληρου του φατριαστικού πνεύματος, που σαν δαίμονας αλάστωρ είχε κατακυριεύσει, διαδοχικά, κατά καιρούς, όχι μόνο τους κομματιζόμενους ηγέτες, αλλά ακόμη και τις ευγενέστερες, τις πατριωτικές καρδιές. Πίσω από την ατελείωτη αυτή σειρά των κατηγορουμένων διαγράφονταν οι άλλοι, οι μεγαλύτεροι ίσως ένοχοι, οι αρχηγοί των ξένων ανακτοβουλίων και οι μακιαβελίσκοι της ευρωπαϊκής διπλωματίας.
Στην ερώτηση του προέδρου «Τι επάγγελμα κάνεις;» ο Γέρος του Μοριά απάντησε; «Στρατιωτικός. Στρατιώτης ήμουνα. Κράταγα επί 49 χρόνια στο χέρι το ντουφέκι και πολεμούσα νύχτα μέρα για την πατρίδα. Πείνασα, δίψασα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ΄ αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω».
Η τελευταία ερώτηση ήταν: «Γιατί αντενέργησες στο βασιλιά σου και στην Αντιβασιλεία;» Απάντηση: «Εγώ ν’ αντενεργήσω; Μα δε ξέρετε λοιπόν κι εσείς οι ίδιοι κι όλοι οι Έλληνες πόσο πάσκισα στον καιρό του σηκωμού ν’ αποχτήσει το έθνος κεφαλή και να μου λείψουν οι φροντίδες; Άμα ο Θεός μου ‘δωσε Βασιλέα, εγώ είπα σ’ όλους τους φίλους μου: «Τώρα είμ’ ευτυχισμένος. Θα κρεμάσω την κάπα μου στον κρεμανταλά και θα πλαγιάσω στην καλύβα μου ν’ αποθάνω ήσυχος κι ευχαριστημένος».
Ακολούθησε η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα, στο τέλος της οποίας τόνισε (μετά από ερώτηση του Προέδρου αν έχει να συμπληρώσει κάτι): «Τούτα δω μονάχα. Κατηγορούν εμένα και τον Γέρο, πως τάχα σηκώσαμε κεφάλι ενάντια στην Αντιβασιλεία και το Βασιλιά. Μα μήπως εγώ δε συνόδεψα τη Μεγαλειότη του και μπήκα εγγυητής για να ‘ρθει να καθίσει το θρονί; Μας ανακατεύουν πάλι με ληστές και κάτι ασήμαντους ανθρώπους. Εμείς το ‘χουμε ψηλά και καθαρό το κούτελο και δε μηχανευόμαστε βρομοδουλειές όπως η αφεντιά εκείνων που μας κατηγορούν γι’ αναρχικούς. Ό,τι έχουμε να πούμε το λέμε ντρέτα και σταράτα (ειρωνικά και υπονοώντας τον Επίτροπο). Κύριοι δικαστές, είμαστε αθώοι. Άλλοι είναι οι εχθροί και προδότες της Πατρίδας».
Η αγόρευση του Μάσον που κράτησε πεντέμισι ώρες, στην ουσία ήταν μια επανάληψη του Κατηγορητηρίου και των όσων είχαν υποστηρίξει οι μάρτυρες κατηγορίας, κατέληγε δε ως εξής: «Επιμένω εις την κατηγορίαν και με τα δόντια και με τα νύχια θα την υποστηρίξω. Διακηρύττω (θεωρώ), λοιπόν τους εγκαλουμένους ως ενόχους, και απαιτώ τον θάνατόν τους!».
Ακολούθησαν οι αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης, Π. Βαλσαμάκη (συνήγορος του Κολοκοτρώνη) και Χ. Κλωνάρη (συνήγορος του Πλαπούτα), αλλά «μυστηριωδώς» ένα σημαντικό μέρος των σελίδων των πρακτικών της συνεδρίασης, που αφορούν τις αγορεύσεις αυτές, έχουν…εξαφανιστεί.
Ο Κλωνάρης ολοκλήρωσε το αποδεικτικό έργο, για να καταλήξει με ένα πανηγυρικό εγκώμιο των μεγάλων εθνικών υπηρεσιών που είχαν προσφέρει ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας. Και όταν μέσα στο τούρκικο τζαμί αντήχησαν τα ονόματα των ιστορικών τοποθεσιών όπου άπειρες φορές είχαν προμαχήσει οι σημερινοί κατηγορούμενοι επί «εσχάτη προδοσία», οι παρευρισκόμενοι συμπολεμιστές τους άφησαν ελεύθερα τα δάκρυά τους, πνίγοντας αδιάκοπα τους λυγμούς που τάραζαν τα λάσια στήθη τους.
Πριν από την έναρξη της δίκης ο Μάσον είχε καλέσει στο σπίτι του και τα πέντε μέλη του δικαστηρίου και αφού τους παρουσίασε όσα στοιχεία είχε συγκεντρώσει, τους ρώτησε αν τα έβρισκαν αρκετά για να καταδικάσουν τους δυο στρατηγούς. Ο Πολυζωίδης εξεγέρθηκε και δήλωσε αμέσως: «Θάπτω εις τους κρυψώνας της σιωπής την αντάμωσίν μας εδώ, το διατί και το πώς. Αν είναι ανάγκη να προείπομεν τι, προλέγω ότι, αν οι στρατιωτικοί Έλληνες είναι αθώοι, έχομεν τιμιότητα να τους αθωώσωμεν, αν ένοχοι, αγάπην Πατρίδος να τους καταδικάσομεν εις δεσμά, εις θάνατον».
Προσπάθησαν επίσης να εξαγοράσουν και τον Τερτσέτη ενώ η δίκη διαρκούσε ακόμη.
Ήταν ξεκάθαρο ότι εκτός από τον Τερτσέτη και τον Πολυζωίδης, οι άλλοι τρεις δικαστές ήταν αποφασισμένοι να καταδικάσουν σε θάνατο τους στρατηγούς.
Στην αίθουσα της διάσκεψης του δικαστηρίου διαδραματίστηκαν, σκηνές συγκλονιστικές. Ο Πολυζωίδης και ο Τερτσέτης με επιχειρήματα προσπαθούν να προκαταλάβουν τους τρεις «καταδικαστικούς» δικαστές.
Επιφανής λόγιος ο Τερτσέτης, προσπάθησε με μια δραματική έξαρση, να συγκινήσει τους τρεις καταδικαστικούς. «Ναι» παραδέχτηκε αργότερα, «έκλαυσα ενώπιον των τριών, θέλοντας να βοηθήσω τα δικαιώματα δυο υπηκόων της Βασιλείας. Μου έκαιε την καρδιά η μοίρα πολλών άλλων Ελλήνων, τους οποίους ανακροάστους σχεδόν συναποφασίζαμεν με την καταδίκην των δυο Πελοποννησίων (στρατηγών). Ναι! Σχεδόν εγονάτισα, φιλώντας τα χέρια των τριών!».
Τα αντρικά δάκρυα του Τερτσέτη δεν επηρέασαν τους «μιλημένους» δικαστές. Ακόμα και όταν ο Τερτσέτης τους φώναξε, «με τέτοια αποδεικτικά, ούτε δυο γάτοι δεν καταδικάζονται εις θάνατον!», αυτοί παρέμειναν αμετακίνητοι στις εντολές που είχαν λάβει.
Τώρα ο Πολυζωίδης, αποφασίζει να δώσει την ύστατη μάχη του. Με ιερή αγανάκτηση δηλώνει στους τρεις καταδικαστικούς: «Θεωρώ την απόφασίν σας εντελώς άδικον. Δεν στηρίζεται εις τας δημοσίως διαξαχθείσας αποδείξεις, αλλά επί ψευδεστάτης βάσεως. Είναι αντίθετος της κοινής γνώμης, κρίσεως και πεποιθήσεως. Και αποτελεί προσβολήν και αυτού του ιερού ονόματος της αληθείας».
Οι τρεις, ατάραχοι, τον καλούν να υπογράψει πρώτος την απόφαση και προσπαθούν να πείσουν τον Τερτσέτη να υπογράψει, και τον απειλούν ότι «τυχόν άρνησίς του αποτελεί τουλάχιστον πράξιν τιμωρουμένην υπό του νόμου». Ο Τερτσέτης απαντά: «Ποτέ! Όποιαι και αν είναι αι συνέπειαι, δεν θα γίνω συνεργός δικαστικού εγκλήματος».
Αναλαμβάνει δράση ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Σχινάς όπου σε έντονο ύφος καλεί τον Πολυζωίδη να υπογράψει την απόφαση. Εκείνος αρνείται και ακολούθησε ο εξής διάλογος:
- Σας διατάσσω να την υπογράψετε.
- Προτιμώ να μου κόψουν το χέρι, αλλά δεν την υπογράφω!
- Εσείς τουλάχιστον, Τερτσέτη, θα υπογράψετε, ναι ή όχι;
- Όχι! Δεν θα με έχετε συνεργόν στον φόνον δυο ανθρώπων.
Ο Σχινάς απευθύνεται στον Πολυζωίδη και τον Τερτσέτη λέγοντας: «Δεν το θεωρώ σπουδαίον ότι δεν υπογράφετε. Τούτο ίσως είναι δικαίωμά σας. Σας διατάσσω όμως, εν ονόματι του νόμου, να αναλάβετε τας έδρας σας εις την αίθουσαν συνεδριάσεων δια να απαγγελθεί αμέσως η απόφασις».
Οι άλλοι δικαστές τρέχουν να συμμορφωθούν. Ο Μάσον σπεύδει να καθίσει στον εισαγγελικό του θώκο. Αλλά ο Πολυζωίδης μένει «βιδωμένος» στην καρέκλα του, ενώ ο Τερτσέτης κοιτάζει από το παράθυρο το πλήθος που συνωστίζεται στην πλατεία. Ο υπουργός με παθιασμένη αυταρχικότητα φωνάζει: «Ε, και η υπομονή έχει τα όριά της. Κλητήρες πιάστε τους και φέρτε τους στις έδρες!». Οι χωροφύλακες ορμούν, αρπάζουν τον Πρόεδρο του δικαστηρίου. Εκείνος αμύνεται, κρατιέται από το τραπέζι, από τις καρέκλες, από τις πόρτες φωνάζοντας «σεβαστείτε την ατομική μου ελευθερία». Οι χωροφύλακες, παρουσία του υπουργού, τον βλασφημούν, τον χτυπούν, τον σπρώχνουν, του σκίζουν τα ρούχα και δια της βίας τον φέρνουν στο κάθισμα της προεδρίας. Τον Τερτσέτη τον άρπαξαν τέσσερις χωροφύλακες και τον έφεραν στην έδρα. Ο Τερτσέτης φώναζε: «Το σώμα μου μπορείτε να το κάνετε ό,τι θέλετε. Τον στοχασμό μου όμως και την συνείδησή μου δεν μπορείτε να την παραβιάσετε!». Η σκηνή είναι ασύλληπτη, εφιαλτική.
Ο υπουργός διατάζει το γραμματέα να διαβάσει την απόφαση, επειδή ο Πολυζωίδης, ως πρόεδρος, δεν ήθελε να διαβάσει την απόφαση που δεν είχε υπογράψει. Καθώς ανακοινώνεται η απόφαση, ο Πολυζωίδης γέρνει το κεφάλι και κλείνει τα μάτια, με τα χέρια του. Σ’ αυτή τη στάση, οδύνης και ντροπής για όσα γίνονταν, θα μείνει ως το τέλος.
Όσο διαρκούσε η ανάγνωση της απόφασης, ο Κολοκοτρώνης διατηρεί την ψυχραιμία του παίζοντας απαλά τις χάντρες του κομπολογιού του. Δε δείχνει ιδιαίτερη συγκίνηση ούτε όταν ακούει την τρομερή φράση, «Ο Δημήτριος Πλαπούτας και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης καταδικάζονται εις θάνατον ως ένοχοι εσχάτης προδοσίας». Έκανε μόνο το σταυρό του και είπε: «Κύριε ελέησον! Μνήσθητί μου, Κύριε όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου». Ύστερα πήρε από την ταμπακιέρα του μια πρέζα ταμπάκο, τον ρούφηξε και πρόσφερε σε όσους τον είχαν περιτριγυρίσει. Στους δικηγόρους του είπε με σταθερή φωνή: «Αντίκρυσα τόσες φορές το θάνατο και δεν τον φοβήθηκα. Ούτε τώρα τον φοβούμαι». Σε έναν οπαδό του που του φώναξε συγκινημένος: «Άδικα σε σκοτώνουν, στρατηγέ», αποκρίθηκε με πικρή θυμοσοφία: «Γι’ αυτό λυπάσαι; Καλύτερα που με σκοτώνουν άδικα, παρά δίκαια».
Ο Πλαπούτας είχε αντίθετα ταραχτεί και δάκρυα έπεφταν από τα μάτια του. Συλλογιζόταν την ορφάνια των παιδιών του, επτά κοριτσιών και ενός γιου ανήλικου. Ο Κολοκοτρώνης με συμπόνια, τον κοίταξε και του είπε: «Εγώ δε λυπάμαι για τον εαυτό μου, μα γι’ αυτόν που έχει εφτά κόρες». Καθώς ο Πλαπούτας βούρκωσε στα λόγια αυτά, ο Γέρος τον αποπήρε: «Βρε συ, δε ντρέπεσαι; Εσύ δε φοβήθηκες τους Τούρκους και τώρα κλαις; Κουράγιο ξάδερφε! Τ’ όνειρό μας ήταν να λευτερώσουμε την πατρίδα. Μη λυπάσαι το λοιπόν. Εμείς κάναμε το χρέος μας και αυτοί ας μας καταδικάσουν».
Ο Κολοκοτρώνης, τελικά, έλαβε χάρη μετά την ενηλικίωση του Όθωνα το 1835. Οι συνθήκες διαβίωσης των δυο στρατηγών στους έντεκα μήνες που έμειναν φυλακισμένοι στο Ιτς Καλέ, αλλά και τους άλλους έντεκα μήνες που έμειναν φυλακισμένοι στο Παλαμήδι, θα ταίριαζαν μόνο σε κακούργους. Εκεί μάλιστα ο Κολοκοτρώνης αρρώστησε βαριά και χωρίς καμία περίθαλψη κινδύνεψε να πεθάνει.
Η Δίκη των Πολυζωίδη και Τσερτσέτη.
(στην φωτογραφία οι προτομές των Πολυζωίδη και Τσερτσέτη έξω από το Δικαστικό Μέγαρο Ναυπλίου)
Ο υπουργός Σχινάς και ο Μάσον παρέπεμψαν σε δίκη τους έντιμους δικαστές Πολυζωίδη και τον Τερτσέτη, επειδή είχαν αρνηθεί να υπογράψουν τη θανατική καταδίκη των δυο στρατηγών. Η νέα δίκη έγινε στο ίδιο τζαμί του Ναυπλίου, «ενώπιον του Εγκληματικού Δικαστηρίου», στις 27 Σεπτεμβρίου 1834. Επίτροπος πάλι ο Μάσον. Αυτή τη φορά όμως είχε να αντιμετωπίσει δυο κατηγορούμενους οι οποίοι ήταν κάτοχοι και της δικαστικής επιστήμης και της τέχνης του λόγου. Οι απολογίες τους αποτέλεσαν δεινό κατηγορητήριο κατά του Μάσσον και κάποια στιγμή ο Τερτσέτης του φώναξε από το εδώλιό του: «Ποιος είσαι εσύ, Επίτροπε ποιος είσαι εσύ που με το πρόσχημα της παιδείας έλαβες από την βασιλεία επάγγελμα τόσον επικίνδυνον δια την τιμήν και την ζωήν των υπηκόων; Ποιος είσαι εσύ που παίζεις με ημάς εις την γην της γεννήσεως μας»; Και στον ίδιο μαχητικό τόνο ο δικαζόμενος δικαστής διακήρυξε ότι δεν είχαν υπογράψει τη θανατική καταδίκη Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα, διότι εκτός από το νόμο τους εμπόδιζε και ένα άλλο αίτιο κατά πολύ ανώτερο: «Ο Εθνισμός μας!… Ο Εθνισμός μας, ω Επίτροπε, είναι θεμελιωμένος εις τα αίματα οκτακοσίων χιλιάδων Ελλήνων φονευθέντων εις τον αγώνα. Και δεν ήταν θέλημα Θεού ημείς, εις την 26 Μαΐου, να φθάσομεν εις τόσην αναισθησίαν, ώστε να εξαλείψει την λατρείαν του εθνισμού από τα σπλάχνα μας η επωμίδα του Υπουργού. Το έργον εκείνης της ημέρας ήταν το νομιμότατον σχόλιον της επαναστάσεως και η ωραιότατη ημέρα της βασιλείας. Τι ήταν η επανάστασίς μας; Ήταν άλλο παρά μια ορμή προς τον πολιτισμό, πόθος να χαρούμεν τους καρπούς του; Και τι άλλο ήταν η υπογραφή μας;»…
Από το εδώλιό του ο Τερτσέτης με την απολογία του έδωσε υψηλό δίδαγμα προς εκείνους που καυχιόνταν ότι είχαν έλθει να μας φέρουν τον ανώτερο πολιτισμό τους και αντ’ αυτού μας έδιναν αναίσχυντα μαθήματα βιασμού της δικαιοσύνης. Η μαχητική αυτή απόλογία ή μάλλον το αντικατηγορώ του Τερτσέτη, καθώς και του Πολυζωίδη, επηρέασε αποφασιστικά το δικαστήριο που στάθηκε κι αυτό στο ύψος της αποστολής του και αθώωσε πανηγυρικά τους δυο κατηγορούμενους.
Το ακροατήριο ζητοκραύγασε την απόφασή τους. Έπειτα ακολούθησαν σκηνές λαϊκού ενθουσιασμού με δάκρυα χαράς και πανηγυρικά επιφωνήματα. Σήκωσαν στους ώμους τον Πολυζωίδη και τον Τερτσέτη και περιέφεραν στη μεγάλη πλατεία του Ναυπλίου. Τους αποκαλούσαν: «νέους Αριστείδες» και η λαϊκή κρίση τους ύψωσε, «κοινή βοή», στη θέση των εθνικών ειδώλων
Η δίκη των δικαστών Πολυζωίδη και Τερτσέτη για απείθεια και η πανηγυρική τους αθώωση κατά τη διάρκεια της αντιβασιλείας στην Ελλάδα του Όθωνος. Μια πραγματική σελίδα της Ελληνικής ιστορίας.
Η Δίκη Των Δικαστών
Η ταινία ‘Η Δίκη Των Δικαστών’ προβλήθηκε στις αίθουσες Αθηνών - Πειραιώς - προαστίων το 1974 και έκοψε 98.299 εισιτήρια. Ήρθε στην 2η θέση σε 47 ταινίες.
Σκηνοθεσία: Πανος Γλυκοφρυδης, Μουσική: Χρήστος Λεοντής
Ένα τεράστιο καστ, το μισό ελληνικό θέατρο με επικεφαλής τον Νίκο Κούρκουλο και με "ευγενώς προσφερθέντες" του Μάνου Κατράκη στον ρόλο του Κολοκοτρώνη και τον Δημήτρη Μυράτ στο ρόλο του Καποδίστρια. Η ταινία γυρίστηκε στην Αθήνα και στο Ναύπλιο. Άλλοι ηθοποιοί: Νικηφόρος Νανέρης, Χρήστος Τσάγκας, Σπύρος Καλογήρου, Χρήστος Καλαβρούζος, Μάκης Ρευματάς, Γιώργος Μοσχίδης, Γιώργος Παληός, Κώστας Μεσσάρης κ.α.
Μάνος Κατράκης- Θεόδωρος Κολοκοτρώνης από την Τράπεζα Ἰδεῶν .
Πηγή: Κόκκινος Ουρανός
Το κατόρθωμα του Πιπίνου και του Μιαούλη.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...