σ.σ.: «Η Ιουδαιο-χριστιανική μας παράδοση ήταν η βάση της Αμερικάνικης νομοθεσίας και θα συνεχίσει να είναι η δύναμη που θα μας οδηγεί στην δημιουργία της μελλούσης νομοθεσίας» - Sarah Palin (Αμερικανίδα πολιτικός, πρωην κυβερνήτης της πολιτείας της Αλάσκα, 2006-2009) στο Fox News.
Ο όρος "Judeo-Christian" (Ιουδαιο-χριστιανικός) χρησιμοποιείται στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1940 και αναφέρεται στα «κοινά ηθικά πρότυπα» του Ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού. Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης θέλοντας να τονίσει τη αρχαία σύνδεση μεταξύ Χριστιανισμού και Ιουδαϊσμού. Η παλαιότερη χρήση του όρου "Judeo-Christian" καταγράφεται το 1829 στο περιοδικό του Εβραίου χριστιανού ιεραποστόλου Joseph Wolff. Η παλαιότερη γερμανική χρήση του όρου "judenchristlich" είχε μία αρνητική έννοια και μπορεί να βρεθεί στα γραπτά του Φρίντριχ Νίτσε, και στο βιβλίο του «Ο Αντίχριστος», του 1895.
Οι υποστηρικτές της ιουδαιο-χριστιανικής αντίληψης θεωρούν ότι ο Χριστιανισμός είναι ο κληρονόμος του Βιβλικού Ιουδαϊσμού, καθώς και ότι η όλη λογική του χριστιανισμού ως θρησκεία είναι ότι υπάρχει (μόνο) ως θρησκεία που βασίζεται στον Ιουδαϊσμό! Η χριστιανική Δεξιά στις ΗΠΑ επικαλούνται τον όρο σε μια προσπάθεια:
«... να αποκαταστήσουν τις ιουδαιο-χριστιανικές αξίες σε μια χώρα που βρίσκεται σε βαθιά ηθική παρακμή.»
Κατά τη δεκαετία του 1950 οι αμερικάνοι συντηρητικοί τονίζουν τις ιουδαιο-χριστιανικές ρίζες των αξιών. Ο οικονομολόγος Elgin Groseclose εξηγεί το 1958, ότι ήταν οι ιδέες
«... που προέρχονται από τις ιουδαιο-χριστιανικές Γραφές που έκαναν αυτή τη χώρα οικονομική και βιομηχανική δύναμη.»
Η χρήση του όρου φαίνεται να εξασθενεί μετά το 2001 και τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, με τα mainstream μέσα ενημέρωσης να κάνουν χρήση του όρου λιγότερο, προκειμένου να τονισθεί το πολυπολιτισμικό πρόσωπο της Αμερικής.
Το άρθρο που ακολουθεί είναι από το New Dawn Magazine Νο.23 Φεβρουάριος-Μάρτιος 1994 - το βρήκα στο Information Clearing House / Μετ. ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ (λίγο πρόβλημα είχα στην απόδοση των όρων ‘Jew’, ‘Jewish’, ‘Judaism’ ‘Judean’).
Αυτή είναι μια εποχή στην οποία την θέση της είδησης έχει πάρει η προπαγάνδα, και της εκπαίδευσης η πλύση εγκεφάλου και η κατήχηση. Από τις διαφημίσεις που χρησιμοποιούνται για την πώληση κακής ποιότητας προϊόντων, με τις τάξεις στα σχολεία που αποσκοπούν να καταστήσουν τα παιδιά υποχείρια ρομπότ του κράτους, η τέχνη της πειθούς έχει εκτοπίσει την απλή αρετή της αλήθειας.
Από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, έχουμε βομβαρδιστεί από όλες τις πλευρές, με αναφορές για την «ιουδαιο-χριστιανική θρησκεία» του δυτικού κόσμου και την «ιουδαιο-χριστιανική κληρονομιά μας». Μας λένε ακόμα και οι εκκλησιαστικοί ηγέτες ότι η κοινωνία μας στηρίζεται σε μια υποτιθέμενη «ιουδαιο-χριστιανική παράδοση». Η έννοια της «ιουδαιο-χριστιανικής θρησκείας» αποτελεί αναμφισβήτητα – ένα σχεδόν ιερό και απαραβίαστο - μέρος τόσο της κοσμικής όσο και της εκκλησιαστικής σκέψης. Ο Αμερικάνος χριστιανός ηγέτης Καθ. Χ. Franklin Littel, υποστηρικτής του σιωνιστικού κράτους, με ειλικρίνεια δήλωσε ότι:
«... το να είσαι Χριστιανός, σημαίνει να είσαι Εβραίος.»(!)
Και ότι, κατά συνέπεια, είναι καθήκον του κάθε χριστιανού να υποστηρίζει την «γη του Ισραήλ» πάνω απ' όλα.(!)
Ο Pat Boon, ο τραγουδιστής και ευαγγελιστής, είπε ότι υπάρχουν δύο είδη Ιουδαϊσμού, ένας ο ορθόδοξος και άλλος ο χριστιανικός.
Ωστόσο, μια τέτοια αποφασιστική προοπτική Χριστιανικού Σιωνισμού είναι να πούμε το λιγότερο, άγρια απλουστευτική και βαθιά ανιστόρητη, δεδομένου ότι ο έξυπνος Εβραίος συγγραφέας, Joshua J. Adler επισημαίνει:
«Οι διαφορές μεταξύ του Χριστιανισμού και του Ιουδαϊσμού είναι πολύ περισσότερες από ότι απλά πιστεύεται ότι έγκειται μόνο στην διαφορά για το αν ο Μεσσίας έχει ήδη εμφανιστεί ή αναμένεται ακόμα, όπως ορισμένοι θέλουν να λένε.»
Οι παρατηρήσεις του Εβραίου συγγραφέα S. Levin, μπορουν να εξηγήσουν την ανάγκη των χριστιανών για τον ιουδαιο-χριστιανικό μύθο. Γράφοντας στο ισραηλινό περιοδικό Biblical Polemics, ο Levin καταλήγει:
«Το "Εξάλλου, λατρεύουμε τον ίδιο Θεό", είναι το μόνιμο επιχείρημα των χριστιανών προς τους Εβραίους, αλλά ποτέ των Εβραίων προς τους χριστιανούς. Ο Εβραίος ξέρει ότι δεν λατρεύει τον Χριστό-Θεό αλλά τα "χριστιανικά ορφανά" πρέπει να λατρεύουν το Θεό του Ισραήλ και έτσι, έχει την πρώτη κίνηση (πλεονέκτημα) εύκολα και αβασάνιστα βγαλμένη από τα χείλη του. Πρόκειται για μια αυστηρά μονομερή επιβεβαίωση, που περιορίζεται στον ισχυρισμό του Θεού του Ισραήλ, αλλά χωρίς καμία αναφορά σε άλλους θεούς. Ο Χριστιανός ποτέ δεν αντιμετωπίζει τον μουσουλμάνο ή τον ινδουιστή με το "Άλλωστε, λατρεύουμε τον ίδιο Θεό".»
Πίσω το 1992, τόσο το περιοδικό Newsweek όσο και η ισραηλινή εφημερίδα Jerusalem Post ταυτόχρονα παρουσίασαν εκτενή άρθρα που εξέταζαν τις ρίζες του ιερού χριστιανο-ϊουδαϊκού μήνα του μέλιτος! Η επικεφαλίδα του άρθρου στο Newsweek ήταν η εξής: «Οι πολιτικοί καταφεύγουν στην ιουδαιο-χριστιανική παράδοση, αλλά οι θρησκευτικοί μελετητές λένε ότι δεν υπάρχει πια». Το άρθρο της Jerusalem Post έλεγε: «Ο αντισημιτισμός είναι ένα άμεσο αποτέλεσμα της διδασκαλίας της Εκκλησίας, την οποία οι χριστιανοί ίσως πρέπει να επανεξετάσουν».
Δηλώνει το Newsweek:
«Για τους μελετητές της αμερικανικής θρησκείας, η ιδέα μιας ενιαίας ιουδαιο-χριστιανικής παράδοσης είναι ένας "made-in- America μύθος" που πολλοί από αυτούς δεν τον θεωρούν πλέον ότι ισχύει.»
Παραθέτει τα λόγια διαπρεπούς μελετητή του Ταλμούδ, του Jacob Neusner:
«Θεολογικά και ιστορικά, δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, η ιουδαιο-χριστιανική παράδοση. Είναι ένας κοσμικός μύθος που ευνοείται από ανθρώπους που δεν είναι πραγματικά πιστοί οι ίδιοι...»
Το Newsweek επικαλείται αρχές που αναφέρουν ότι:
«... η ιδέα μίας κοινής ιουδαιο-χριστιανικής παράδοσης εμφανίστηκε πρώτα στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά δεν κέρδισε τη λαϊκή υποστήριξη μέχρι το 1940, ως μέρος της αμερικανικής αντίδρασης στο ναζισμό...»
Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι:
«Από τότε, τόσο οι Εβραίοι όσο και οι χριστιανοί μελετητές έχουν αναγνωρίσει ότι – πέρα από γεωπολιτικά παιχνίδια – ο Ιουδαϊσμός και ο Χριστιανισμός είναι διαφορετικές, ακόμα και αντίπαλες θρησκείες.»
Η Jerusalem Post κατηγόρησε την Χριστιανική Εκκλησία ότι είναι υπεύθυνη για το Ολοκαύτωμα.(!) Ο Γάλλοεβραίος μελετητής Ζυλ Ισαάκ ανέφερε:
«... χωρίς τους αιώνες της χριστιανικής κατήχησης, του κηρύγματος και της ύβρης, οι Χιτλερικές διδασκαλίες, η προπαγάνδα και η ύβρις δεν θα ήταν δυνατές...»
Καταλήγει η Jerusalem Post:
«Το πρόβλημα, δεν είναι, όπως ορισμένοι υποστηρίζουν, ότι ορισμένοι χριστιανοί ηγέτες παρεξέκλιναν από την χριστιανική διδασκαλία και συμπεριφέρθηκαν με έναν μη-χριστιανικό τρόπο. Είναι οι ίδιες οι διδασκαλίες που φταίνε.»
Ο Joshua Jehouda, εξέχων Γαλλο-εβραίος ηγέτης, παρατήρησε στα τέλη του 1950 (L'Antisemitisme Miroir du Monde σελ. 135-6):
«Η σημερινή έκφραση "ιουδαιο-χριστιανικό, ιουδαιο-χριστιανική, κλπ", είναι ένα σφάλμα που άλλαξε την πορεία της παγκόσμιας ιστορίας από την σύγχυση που έχει σπαρθεί στο μυαλό των ανθρώπων, σαν από αυτό κάποιος θα έπρεπε να κατανοήσει την εβραϊκή καταγωγή του Χριστιανισμού... Αν ο όρος "Judaeo-Christian" δείχνει μια κοινή καταγωγή, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά επικίνδυνη ιδέα. Στηρίζεται σε μία "contradictio in abjecto", η οποία έχει ορίσει τη διαδρομή της ιστορίας σε λάθος δρόμο. Συνδέει σε μία ανάσα δύο ιδέες που είναι εντελώς ασυμβίβαστες, επιδιώκει να αποδείξει ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ημέρας και της νύχτας ή του ζεστού και του κρύου ή του μαύρου και του άσπρου, και, συνεπώς, εισάγει ένα θανατηφόρο στοιχείο σύγχυσης σε μια βάση πάνω στην οποία ορισμένοι, ωστόσο, προσπαθούν να κατασκευάσουν έναν πολιτισμό.»
Ποια είναι η αλήθεια;
Υπάρχει συνεπώς, κάποια αλήθεια σε αυτό τον όρο «ιουδαιο-χριστιανικό»; Είναι ο Χριστιανισμός που προέρχεται από τον Ιουδαϊσμό; Μήπως ο Χριστιανισμός έχει κάτι κοινό με τον Ιουδαϊσμό;
Επανεξετάζοντας την δυτική χριστιανική ιστορία των τελευταίων δύο χιλιάδων χρόνων, δεν υπάρχει πραγματικά κανένα αποδεικτικό στοιχείο μιας «ιουδαιο-χριστιανικής παράδοσης» και αυτό δεν έχει διαφύγει της προσοχής των ειλικρινών χριστιανών και εβραίων σχολιαστών. Ο Εβραίος μελετητής και σιωνιστής δρ Joseph Klausner στο βιβλίο του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ» εξέφρασε την ιουδαϊκή άποψη ότι στη διδασκαλία του Χριστού:
«... υπάρχει κάτι που βρίσκεται σε αντίθεση με τη θεώρηση του Ισραήλ για τον κόσμο, μια νέα διδασκαλία τόσο ασυμβίβαστη με το πνεύμα του Ιουδαϊσμού, που περιέχει μέσα της τα μικρόβια από τα οποία θα μπορούσε και θα έπρεπε να αναπτυχθεί σε βάθος χρόνου μία μη-εβραϊκή και ακόμα και αντι-εβραϊκή διδασκαλία.»
Ο Δρ Klausner αναφέρει τον διαπρεπή χριστιανικό θεολόγο, Adolf Harnack, ο οποίος στο τελευταίο του έργο απέρριψε την υπόθεση της εβραϊκής καταγωγής του δόγματος του Χριστού:
«Σχεδόν κάθε λέξη που δίδαξε έμελε να προέλθει από οριστικό και καθολικό ενδιαφέρον για τον άνθρωπο. Τα μεσσιανικά χαρακτηριστικά καταργούνται εξ ολοκλήρου, και ουσιαστικά καμία σημασία δεν αποδίδεται στον Ιουδαϊσμό στα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος του Ιησού.»
Ο Gershon Mamlak, ένας βραβευμένος Εβραίος σιωνιστής πνευματικός, πρόσφατα ισχυρίστηκε ότι η:
«... παράδοση του Ιησού είναι ουσιαστικά η απόλυτη επέκταση του αρχαίου Ελληνισμού και έρχεται σε άμεση σύγκρουση με το ρόλο της Ιουδαϊκής θρησκείας "του Εκλεκτού λαού".»
Ο Δρ Mamlak, γράφοντας στο περιοδικό του Jewish thought Midstream του Ιδρύματος Theodor Herzl Foundation, υποστηρίζει ότι η επικρατούσα θεωρία, ο Χριστιανισμός, ξεκίνησε στην πνευματική σφαίρα του Ιουδαϊσμού:
«... είναι αγκυροβολημένη σε μια διττή παρανόηση:
1) ότι η μοναδικότητα του Ιουδαϊσμού περιορίζεται στη μονοθεϊστική ιδέα περί Θεού, και,
2) ο διαχωρισμός μεταξύ της "κλίκας" του Ιησού και του Ιουδαϊσμού θεωρείται ως το αποτέλεσμα της υιοθέτησης των πρώτων δογμάτων της Χριστολογίας.»
Η πρώτη παρανόηση σημαίνει:
«Όταν η σχέση της κλίκας του Ιησού με τον Ιουδαϊσμό αξιολογείται από την κοινή πίστη στον Έναν, την υποχρέωση του πιστού να εκτελέσει το Νόμο του Ενός και την αναγνώριση του Εκλεγμένου Έθνους του Ισραήλ ως το πιστού οργάνου του Ενός, γίνεται κατ' εξοχήν αντι-Ιουδαϊσμός!»
Κατά την άποψη του Gershon Mamlak:
«Η σύγκρουση μεταξύ Ιουδαϊσμού και της παράδοσης του Ιησού υπερβαίνει το πλαίσιο της θεολογίας. [Η παράδοση του Ιησού], ήταν η κοσμοπολίτικη παραίτηση του εθνικού φαινομένου σε μία γενική και ακραία εχθρότητα προς την ιδέα περί Ισραήλ ως Εκλεγμένου Έθνους ως του θεϊκού μέσου για την τελειοποίηση του κόσμου.»
Προφανώς η έννοια της κοινής ιουδαιο-χριστιανικής παράδοσης έχει να κάνει περισσότερο με τις μετά το 1945 πολιτικές και ένα συγκεκριμένο πλαίσιο «δημοσίων σχέσεων» από ό, τι με την ιστορική και βιβλική πραγματικότητα. Παρόλα αυτά αρκετοί σύγχρονοι χριστιανοί συγγραφείς έχουν καταφέρει να παρουσιάσουν ορισμένους στίχους της Καινής Διαθήκης στην προσπάθεια να δοθεί μια Βιβλική βάση για την επιχειρηματολογία τους. Η σύγχυση όσον αφορά την προέλευση του Ραββινικού Ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού είναι η ρίζα του εβραιο-χριστιανικού μύθου.
Οι Βιβλικοί μελετητές Robert and Mary Coote δείχνουν καθαρά στο βιβλίο τους «Power, Politics and the Making of the Bible» («Εξουσία, Πολιτική και η Δημιουργία της Βίβλου») ότι ούτε ο Χριστιανισμός είναι ένα "μπάλωμα" του Ιουδαϊσμού, ούτε ο Ραββινικός Ιουδαϊσμός είναι αυτόματα συνώνυμος με την θρησκεία του Μωυσή και των αρχαίων Εβραίων. Οι Cootes παρουσιάζουν το θρησκευτικό κλίμα στην Ιουδαία δύο χιλιετίες πριν:
«Οι σέκτες, οι πρακτικές και οι γραφές και των δύο ομάδων, των ραβίνων και των επισκόπων, διέφεραν από αυτές του ναού. Έτσι διατηρούμε τους όρους Εβραίος, εβραϊκό και Ιουδαϊσμός για τους ραβίνους και εκείνους ήταν υπό την κυριαρχία τους και χρησιμοποιούμε το Ιουδαίος, σε αντίθεση με το έθιμο, για την κοινή πηγή του Ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού...
Παρά την φαινομενική συγχώνευση των Ιουδαίων και των Εβραίων, ακόμη και σε ορισμένα χωρία της Καινής Διαθήκης και από τους ραβίνους που έγιναν ηγεμόνες της Παλαιστίνης στον τρίτο αιώνα και συνέχισαν να χρησιμοποιούν τα εβραϊκά και τα αραμαϊκά περισσότερο από τα ελληνικά, οι ρίζες του Χριστιανισμού δεν ήταν εβραϊκές. Ο Χριστιανισμός δεν ήταν απόρροια του Ιουδαϊσμού των Φαρισαίων, αλλά προέκυψε όπως και ο Ιουδαϊσμός, από τον ευρύτερο Ιουδαϊκό περίγυρο του πρώτου αιώνα. Τόσο οι Χριστιανοί όσο και οι Εβραίοι προήλθαν από τον προ του 70 μ.Χ. Ιουδαϊσμό ως κληρονόμοι των ομάδων που επρόκειτο να αναλάβουν το ρόλο των πρώτων φυλάκων ή διερμηνέων των Γραφών, καθώς αναπτύσσονται σε παράλληλες διαδρομές η μία με την άλλη.» (Power, Politics, and the Making of the Bible)
Τα λίγα «αποδεικτικά χωρία» της Καινής Διαθήκης που χρησιμοποιούνται από τους Χριστιανούς Σιωνιστές και κοσμικούς υποστηρικτές του σύγχρονου ιουδαιο-χριστιανικού μύθου είναι προϊόν κακής μετάφρασης. Ο Μεσσιανικός Εβραίος συγγραφέας Malcolm Lowe στο άρθρο του «Ποιοι είναι οι Ιουδαίοι;» («Who Are the Ioudaioi?») καταλήγει στο συμπέρασμα, όπως ο Ρόμπερτ και Μαίρη Coote, ότι η ελληνική λέξη «Ioudaioi» στην Καινή Διαθήκη θα πρέπει να μεταφραστεί ως «Ιουδαίοι» («Judeans») και όχι με το συνηθισμένο «Εβραίοι» («Jews»). Ο Ισραηλινός λόγιος Ντέιβιντ Στερν, επίσης, κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα, όταν μετέφρασε την Εβραϊκή Καινή Διαθήκη.
Λίγοι Χριστιανοί γνωρίζουν ότι οι μεταφραστές της Αγίας Γραφής μεταφράζουν συχνά λάθος τη λέξη «Εβραίος» από τέτοιες λέξεις όπως «Ioudaioi» (που σημαίνει από την γεωγραφική περιοχή, την Ιουδαίας). Η λέξη Ιουδαίος, μεταφράζεται λάθος ως «Εβραίος» στην Καινή Διαθήκη, χωρίς να εννοεί κάποια σταθερή θρησκευτική χροιά, αλλά απλά χρησιμοποιούταν για τον προσδιορισμό των μελών του αυτόχθονος πληθυσμού της γεωγραφικής περιοχής που είναι γνωστή ως Ιουδαία.
(Σχόλιο Τ.Ι.: το παραπάνω σχόλιο προκύπτει από τη μετάφραση του αγγλικού κειμένου αλλά ούτε αυτή η ερμηνεία είναι σωστή βέβαια.)
Επίσης, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι στις Γραφές, οι όροι «Ισραήλ», «Ιούδας» και «Εβραίος» δεν είναι συνώνυμοι, ούτε είναι ο Οίκος του Ισραήλ, συνώνυμος με τον Οίκο του Ιούδα. Το μάθημα της ιστορίας είναι πολύ διαφορετικό για τους λαούς που ταξινομούνται ορθά κάτω από αυτούς τους τίτλους. Κατά συνέπεια, το έγκυρο εβραϊκό Αλμανάκ του 1980 λέει:
«Για την ακρίβεια είναι λάθος να λέτε έναν αρχαίο Ισραηλίτη «Εβραίο» (Jew) ή να λέτε ένα σύγχρονο Εβραίο «Ισραηλίτη» (Israelite) ή Εβραίο (Hebrew).»
Ένας αρθρογράφος γράφοντας στην The Dearborn Independent, στο Μίτσιγκαν πίσω το 1922, συνόψισε τα προβλήματα ως εξής:
«Ο άμβωνας έχει επίσης την αποστολή να απελευθερώσει την Εκκλησία από το λάθος ότι ο Ιούδας και ο Ισραήλ είναι έννοιες συνώνυμες. Η ανάγνωση των Γραφών που συγχέουν τη φυλή του Ιούδα με το Ισραήλ, και που ερμηνεύουν κάθε αναφορά για το Ισραήλ ότι ισοδυναμεί με τους Εβραίους, αποτελεί τη ρίζα της μισής σύγχυσης και διαίρεσης που είναι ανιχνεύσιμες στη χριστιανική δογματική.»
Ο Ιησούς Χριστός και οι Φαρισαίοι
Τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης αποκαλύπτουν μια έντονη σύγκρουση μεταξύ του Ιησού και των Φαρισαίων, μία από τις δύο κύριες Ιουδαϊκές αιρέσεις (βλ. Ματθαίος κεφάλαιο 3, στίχος 7, Ματθαίος κεφάλαιο 5, στίχος 20, Ματθαίον κεφάλαιο 23, στίχοι 13-15, 23-29, Μάρκος κεφάλαιο 8, στίχος 15, Λουκάς κεφάλαιο 11, στίχος 39). Μεγάλο μέρος αυτής της διαμάχης ήταν επικεντρωμένο σε αυτό που επρόκειτο αργότερα να γίνει το θεμέλιο και η ανώτατη αρχή του Ιουδαϊσμού, το Ταλμούδ. Στην εποχή του Ιησού Χριστού, αυτό έφερε την ονομασία «Η παράδοση των Πρεσβυτέρων» (βλέπε Κατά Ματθαίον κεφάλαιο 15, στίχοι 1-9).
Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος γράφει:
«Αυτό που θα ήθελα τώρα να εξηγήσω είναι αυτό, ότι οι Φαρισαίοι είχαν παραδώσει στους ανθρώπους πάρα πολλά έθιμα και τελετές που πήραν από τους πατέρες τους, αλλά που δεν είναι γραμμένα στο νόμο του Μωυσή...»
Αν και οι Φαρισαίοι αναγνώριζαν τους νόμους του Μωυσή, ισχυρίστηκαν ότι υπήρχε ένα μεγάλο σώμα προφορικής παράδοσης που είχαν τουλάχιστον την ίδια εξουσία με το γραπτό νόμο - και πολλοί υποστήριξαν ότι η παράδοση είχε μεγαλύτερη εξουσία. Με την παράδοσή τους, δεσμεύτηκαν να εξηγήσουν και να επεξεργαστούν το νόμο. Αυτή ήταν η «Παράδοση των Πρεσβυτέρων», που αργότερα πήρε την ονομασία Ταλμούδ. Είχε την αρχή του στη Βαβυλώνα, κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας του λαού του Ιούδα από τους Βαβυλώνιους, όπου αναπτύχθηκε με την μορφή των σχολίων των διαφόρων ραβίνων, οι οποίοι αναλάμβαναν να εξηγήσουν και να εφαρμόσουν το νόμο. Αυτό ήταν το θεμέλιο του Ραβινικού Ιουδαϊσμού.
Αυτός ο Ιουδαϊσμός ήταν πολύ διαφορετικός από τη θρησκεία των αρχαίων Ισραηλιτών. Ο ραβίνος Rabbi Stephen S. Wise, ο οποίος ήταν ο αρχιραβίνος των Ηνωμένων Πολιτειών, εξέφρασε αυτό με τρόπο πειστικό όταν είπε:
«Η επιστροφή από τη Βαβυλώνα, και η υιοθέτηση του Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, σηματοδοτεί το τέλος του Εβραϊσμού, καθώς και των αρχών του Ιουδαϊσμού.»
Η Εβραϊκή εγκυκλοπαίδεια μας λέει ότι το Ταλμούδ είναι στην πραγματικότητα «το προϊόν Παλαιστινιακών και Βαβυλωνιακών σχολών» και αναφέρεται γενικά ως «Βαβυλωνιακό Ταλμούδ». Ο Δρ Boaz Cohen στο «Everyman's Talmud» λέει ότι το Ταλμούδ είναι το έργο:
«... πολλών Εβραίων μελετητών σε μια περίοδο περίπου 700 ετών, χονδρικά, μεταξύ του 200 [π.Χ.] και 500 [μ.Χ.].»
Ο ραβίνος Louis Finkelstein στον «Volume 1 of The Pharisees, the Sociological Background of their Faith» λέει:
«... ο φαρισαϊσμός έγινε ταλμουδισμός και ο ταλμουδισμός έγινε μεσαιωνικός ραβινισμός και ο μεσαιωνικός ραβινισμός έγινε σύγχρονος ραβινισμός. Αλλά σε όλες αυτές τις αλλαγές ονομάτων, τις αναπόφευκτες προσαρμογές εθίμων και προσαρμογή των Νόμου, το πνεύμα των αρχαίων Φαρισαίων επιβιώνει ως έχει.»
Σύμφωνα με την Οικουμενική Εβραϊκή Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. VIII, (1942) p.474:
«Η εβραϊκή θρησκεία, όπως είναι σήμερα ανιχνεύεται χωρίς διάλειμμα, μέσω όλων των αιώνων, από τους Φαρισαίους. Οι κατευθυντήριες ιδέες και μέθοδοί τους βρήκαν έκφραση σε μια λογοτεχνία τεράστιας έκτασης, από την οποία πάρα πολλά, συνεχίζουν να υφίστανται. Το Ταλμούδ είναι το μεγαλύτερο και πιο σημαντικό μέλος αυτής της λογοτεχνίας.»
Ο Moshe Menuhim εξηγεί ότι το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ περιλαμβάνει όλους τους νόμους και τους θρύλους, όλη την ιστορία και την «επιστήμη» το σύνολο της θεολογίας και της λαογραφίας, όλων των προηγούμενων αιώνων στην εβραϊκή ζωή - ένα μνημειώδες έργο ενοποίησης. Στο Ταλμούδ, οι Εβραίοι μελετητές και ιδεαλιστές βρήκαν αποκλειστική διέξοδο και ενασχόληση σε όλη τη διάρκεια των αιώνων, σε όλη τη διαδρομή μέχρι την εποχή του Διαφωτισμού. Έγινε ο κύριος οδηγός για τη ζωή και το αντικείμενο της μελέτης, και έδωσε στον Ιουδαϊσμό την ενότητα, τη συνοχή και την ανθεκτικότητα σε όλους τους σκοτεινούς αιώνες.
Το Ταλμούδ, περισσότερο από κάθε άλλη λογοτεχνία, καθόρισε τον Ιουδαϊσμό, ώστε ο ραβίνος Ben Zion Bokser παραδέχθηκε (Judaism and the Christian Predicament, 1966, p.159):
«Ο Ιουδαϊσμός δεν είναι η θρησκεία της Βίβλου. Είναι το Ταλμούδ που καθοδηγεί τη ζωή και το πνεύμα του εβραϊκού λαού. Το Ταλμούδ είναι μέχρι και σήμερα το αίμα που κυκλοφορεί στο κέντρο της εβραϊκής θρησκείας. Όποιος νόμους, τα έθιμα, ή τελετές εμείς [οι Εβραίοι] ακολουθούμε - αν είμαστε ορθόδοξοι, συντηρητικοί, μεταρρυθμισμένοι ή απλώς σπαστικοί αισθηματίες - ακολουθούμε το Ταλμούδ. Είναι ο κοινός μας νόμος.» (A History of the Jews, Solomon Grayzel)
Και οι Εβραίοι και οι χριστιανοί μελετητές συμφωνούν ότι ήταν η κατάφωρη απόρριψη από τον Ιησού Χριστού αυτής της «Παράδοσης των Πρεσβυτέρων» και η ανοικτή αντιπαράθεσή του με τους πανίσχυρους Φαρισαίους που δημιούργησε το κλίμα που οδήγησε στο θάνατό Του. Ιστορικά, οι χριστιανοί διανοούμενοι υποστήριξαν ότι το Ταλμούδ ήταν άμεσα υπεύθυνο για την απόρριψη του Χριστού. Κατά την άποψή τους αυτές οι «παραδόσεις» τύφλωσαν τα μάτια του λαού από το να κατανοήσει πραγματικά τις προφητείες που σχετίζονται με την έλευση του Μεσσία.
Καθορίζοντας τον Χριστιανισμό
Αν, όπως είδαμε, οι Φαρισαίοι και το Ταλμούδ πάντοτε καθόρισαν τον Ιουδαϊσμό, τότε σίγουρα τα γραπτά των μετά-Αποστολικών χριστιανών ηγετών της εκκλησίας μας βοηθούν στην κατανόηση της σχέσης της αρχαίας χριστιανικής πίστης με την ειδωλολατρεία και τον Ιουδαϊσμό.
Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας (περ. 100-165 μ.Χ.), ήταν όντως ο πρώτος και πιο σημαντικός από αυτούς τους μετα-Αποστολικούς απολογητές της εκκλησίας. Ακολουθώντας τα θεολογικά βήματα του απ. Παύλου, ο οποίος δίδαξε ότι το Ευαγγέλιο ήταν η εκπλήρωση του Μωυσή και των προφητών, ο Ιουστίνος υποστήριξε ότι το Ευαγγέλιο ήταν στο μυαλό του Θεού από την αρχή και δόθηκε στον Αβραάμ και στους δίκαιους Πατριάρχες πολύ πριν υπάρξει ο Ιουδαϊσμός. Για αυτό, σύμφωνα με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου, οι Εβραϊκές Γραφές βρίσκουν την «άνθησή» τους στη ζωή, τον σκοπό και τα έργα του Ιησού Χριστού. Ως εκ τούτου, ο χριστιανός πιστός παραδοσιακά εννοεί τη Παλαιά Διαθήκη, μέσα από την Καινή Διαθήκη.
Στο διάλογό του με τον Τρύφωνα, ο Ιουστίνος προσπαθεί να πείσει έναν Εβραίο για την αλήθεια του Χριστιανισμού. Αντίθετα με τους άλλους απολογητές, επικεντρώνονται κυρίως στην φύση και την έννοια του Χριστού. Ο Χριστός ήταν ο Λόγος, που ενέπνευσε τους Έλληνες φιλοσόφους και είναι παρών σε όλους τους ανθρώπους ως «σπερματικός Λόγος». Μέσω αυτού, οι καλύτεροι των φιλοσόφων ήταν σε θέση να παράγουν σημαντικά έργα της θεολογίας και της φιλοσοφίας. Οι ιδέες τους θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως φάροι της αλήθειας, (Σχόλιο Τ.Ι.: ούτε αυτή η ερμηνεία είναι εκατό τοις εκατό σωστή) όπως ακριβώς τα εμπνευσμένα γραπτά της Παλαιάς Διαθήκης. Όσοι έζησαν σύμφωνα με τον Λόγο, ακόμη και πριν από τον Χριστό, ήταν χριστιανοί. Στην Παλαιά Διαθήκη ήταν ο Λόγος, που αποκαλύφθηκε ως Θεός, γιατί ο υπερβατικός Ουράνιος Πατέρας δεν θα μπορούσε έτσι να μιλήσει στον άνθρωπο.
Ο Ιουστίνος έγραψε στην απολογία:
«Έχουμε διδαχθεί ότι ο Χριστός είναι ο Λόγος εκ του οποίου όλη η ανθρωπότητα μετέχει. Όσοι έζησαν με τον Λόγο είναι Χριστιανοί, ακόμη κι αν έχουν κληθεί άθεοι Για παράδειγμα: μεταξύ των Ελλήνων, ο Σωκράτης, ο Ηράκλειτος και οι άνδρες σαν αυτούς. Μεταξύ των βαρβάρων [μη Έλληνες], ο Αβραάμ ... και πολλοί άλλοι των οποίων οι ενέργειες και τα ονόματα τώρα δεν μπορούμε να αριθμήσουμε, γιατί θα ήταν κουραστικό.»
Ο Χριστιανισμός, ιδωμένος μέσα από τα γραπτά του Ιουστίνου του Μάρτυρα, παίρνει ένα «κοσμικό», πλάτος:
«Εγώ αγωνίζομαι με όλες μου τις δυνάμεις να βρεθώ ως ένας Χριστιανός ... Οτιδήποτε λέχθηκε σωστά από κάθε άνθρωπο, ανήκει σε μας τους Χριστιανούς. Γιατί δίπλα στο Θεό λατρεύουμε και αγαπάμε τον Λόγο, ο οποίος είναι από τον άφθαρτο Θεό, αφού Εκείνος, επίσης, έγινε άνθρωπος για χάρη μας, κουβαλώντας τα βάσανά μας για να μας δώσει ίαση.»
Ο Ιησούς Χριστός είχε έρθει, υποστήριξε ο Ιουστίνος, να αποκαταστήσει την αληθινή θρησκεία και να καταγγείλει την υποκρισία της θρησκείας της Ιουδαίας. Για αυτό του το έγκλημα ο Ιησούς σταυρώθηκε. Κατά συνέπεια, ο χριστιανισμός δεν είναι μια μορφή του Ιουδαϊσμού ή απλώς η εκπλήρωση των εβραϊκών προφητειών, αλλά «η αληθινή φιλοσοφία». Οι Ρωμαίοι σκότωσαν τον Ιουστίνο για τη πίστη του. Ο Χριστιανισμός για αυτό ήταν η επαναβεβαίωση της των πολύ παλιών δογμάτων της Παλαιάς Διαθήκης και των μεγάλων αληθειών των αρχαίων. Δύο αιώνες αργότερα ο Αυγουστίνος διευκρίνισε και πάλι τη χριστιανική πίστη με αυτούς τους όρους όταν έγραψε:
«Αυτό που καλείται τώρα η χριστιανική θρησκεία υπήρχε μεταξύ των αρχαίων, και ποτέ δεν ήταν απούσα από τη δημιουργία της ανθρώπινης φυλής μέχρι που ο Χριστός ήρθε εν σαρκί, οπότε η αληθινή θρησκεία που ήδη υπήρχε άρχισε να καλείται χριστιανισμός.»
Ο Ιουστίνος όχι μόνο έδειξε ότι ο Χριστός είναι το αποκορύφωμα και η ολοκλήρωση όλης της επί μέρους γνώσης της αλήθειας κατά την ελληνική φιλοσοφία, αλλά ότι Αυτός είναι και το αποκορύφωμα της ιστορίας του αρχαίου Ισραήλ. Σύμφωνα με τον Ιουστίνο, ο Ιησούς Χριστός είναι το Ισραήλ και λόγω Εκείνου η εκκλησία σήμερα φέρει το όνομα του Ισραήλ.
Αυτό σημαίνει, επομένως, ότι το κεντρικό μήνυμα της Παλαιάς Διαθήκης έχει εκπληρωθεί στην Καινή Διαθήκη. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι αυτή ήταν η θέση της χριστιανοσύνης για τουλάχιστον 1900 χρόνια. Ήταν η θέση, όχι μόνο του Ιουστίνου του Μάρτυρα, αλλά και άλλων αγίων, όπως ο Ειρηναίος και ο Ιππόλυτος. Μία θέση που υιοθέτησε ο Μαρτίνος Λούθηρος και ο Καλβίνος, οι δύο εξέχουσες φυσιογνωμίες της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης.
Εδώ δεν έχουμε μόνο ένα σαφή διαχωρισμό μεταξύ του Χριστιανισμού και του Ιουδαϊσμού, αλλά μια άμεση πρόκληση προς το βασικό δόγμα του Ιουδαϊσμού περί «Εκλεκτού Έθνους». Ένα σημείο το οποίο παραμένει ζωντανό στους Εβραίους συγγραφείς.
Διαβάζουμε έτσι, στο βιβλίο του σιωνιστή συγγραφέα Uri Zimmer «Ο Ιουδαϊσμός του Τορά και το Κράτος του Ισραήλ»:
«Οι Εβραίοι, ο Ραβίνος Judah Halevy (ο περίφημος μεσαιωνικός ποιητής και φιλόσοφος) εξηγεί στο έργο του "Kuzari", βλέπει μια χωριστή οντότητα, ένα είδος μοναδικό στην δημιουργία, που διαφέρει από τα υπόλοιπα έθνη με τον ίδιο τρόπο όπως ο άνθρωπος διαφέρει από το θηρίο ή το θηρίο από το φυτό... αν και οι Εβραίοι είναι φυσικά παρόμοιοι με όλα τα άλλα άτομα, ωστόσο είναι προικισμένοι με μια "δεύτερη ψυχή", που τους καθιστά ένα ξεχωριστό είδος.»
Απάτη
Οι παραδοσιακοί Εβραίοι μελετητές, όπως έχουμε δείξει, ήταν ιδιαίτερα επικριτικοί για τον εβραιο-χριστιανικό μύθο. Υπάρχουν πολλοί άλλοι, κάτω από την επιρροή του μοντερνισμού και του κοσμικού Σιωνισμού, οι οποίοι βλέπουν κάποιο πλεονέκτημα σε αυτό. Ο Ραβίνος Martin Siegel, αντικατοπτρίζοντας ένα μεσσιανικό ζήλο, λέει σε μια έκδοση του New York Magazine της 18 Ιανουαρίου 1972:
«Αφιερώνω την διάλεξη μου σε αυτό το σεμινάριο σε μια συζήτηση για το ενδεχόμενο ότι μπαίνουμε τώρα σε ένα εβραϊκό αιώνα, μια εποχή όπου το πνεύμα της κοινότητας, το μη ιδεολογικό μίγμα του συναισθηματισμού και της ορθολογικής και η αντίσταση σε κατηγορίες και φόρμες θα προέλθει από τις δυνάμεις του αντι-εθνικισμού για να μας δώσει ένα νέο είδος κοινωνίας. Καλώ αυτή τη διαδικασία εξιουδαϊσμού του Χριστιανισμού, επειδή ο Χριστιανισμός θα είναι το όχημα μέσω του οποίου αυτή η κοινωνία θα γίνει Εβραϊκή.»
Σύμφωνα με Σιωνιστές ηγέτες ο Ταλμουδικός Ιουδαϊσμός έχει το ζήλο στο «... να οδηγήσει σε μία γη κατοικήσιμη για τον τέλειο άνθρωπο» (Gershon Mamlak, Midstream, Jan., 1989, p.31).
Ο Δρ Mamlak παραδέχεται ότι «... πολλοί Εβραίοι έχουν γεμίσει τις τάξεις διαφόρων επαναστατικών κινημάτων» (σ. 32), προκειμένου να ικανοποιήσουν αυτήν την επιθυμία. [Αλλά ποιος μπορεί να συμφωνήσει για τους όρους του κοινωνικού συμβολαίου; Ήταν οι συμμορίες της σιωνιστικής Irgun και Stern που τρομοκρατούσαν και έσφαζαν Παλαιστίνιους Άραβες στην εκστρατεία για τη δημιουργία του ισραηλινού κράτους, λαμπερά πρότυπα για τους νέους Εβραίους; Τι γίνεται με την ανηθικότητα του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»;]
Ο ραβίνος Μάικλ Higger, διάσημος μελετητής του Ταλμούδ, στο βιβλίο του «Η Ιουδαϊκή Ουτοπία», συζητά την αναμόρφωση του κόσμου ώστε να μεταμορφωθεί σε μία εβραϊκή Εδέμ. Η νίκη αυτής της ουτοπίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον ερχομό του εβραϊκού Μεσσία.
Ο εύγλωττος Εβραίος σιωνιστής συγγραφέας Leon Simon υποστηρίζει (Studies in Jewish Nationalism):
«Και η Μεσσιανική Εποχή σημαίνει για τον Εβραίο όχι απλώς την εγκαθίδρυση της ειρήνης στη γη και της ευδοκίας στους ανθρώπους, αλλά την καθολική αναγνώριση του Εβραίου και του Θεού του... Γιατί ο Ιουδαϊσμός δεν έχει το μήνυμα της σωτηρίας για την ατομική ψυχή, όπως έχει ο Χριστιανισμός. Όλες του οι ιδέες του συνδέονται με την ύπαρξη του εβραϊκού έθνους.»
Καθοδηγούμενος από πολιτικές ατζέντες ο συμβιβασμός Εβραίων και Χριστιανών άρχισε, μόνο σε αυτόν τον αιώνα, να διαδίδει το μέχρι τότε ανήκουστο δόγμα ότι ο χριστιανισμός προήλθε από τον Ιουδαϊσμό και ότι και οι δύο μοιράζονται μία κοινή κοσμοθεωρία. Ο Δρ Gordon Ginn, ένας Αμερικάνος χριστιανός μελετητής, έκανε μία πολύ έγκυρη σημείωση, όταν ο ίδιος τόνισε (Smyrna, August, 1993):
«Είναι πιο ενδιαφέρον, μάλιστα, ότι οι ραβίνοι καθώς και οι Εβραίοι μελετητές όπως ο Mamlak και ο White συμφωνούν με τον ορθόδοξο, ιστορικό χριστιανισμό, ότι ο όρος "ιουδαιο-χριστιανικός" αποτελεί μια αντίφαση, αν και η αλήθεια είναι ότι ανακαλύφθηκε από σύγχρονους ευαγγελιστές και φονταμενταλιστές χριστιανούς.»
Ο Χριστιανισμός και ο Ιουδαϊσμός αποτελούν δύο διαφορετικές θρησκευτικές κληρονομιές, παρ' όλες τις επιφανειακές προσπάθειες από τους σύγχρονους μελετητές για την κατασκευή ενός αφελούς «ιουδαιο-χριστιανισμού». Ο ίδιος ο όρος «ιουδαιο-χριστιανικός» είναι ένα κακό όνομα χωρίς κανένα ιστορικό ή Βιβλικό κύρος. Ο «Ιουδαιο-χριστιανισμός» θα πρέπει να ιδωθεί ως αυτό που είναι – μία άλλη κοσμική απάτη του εικοστού αιώνα, που κατασκευάστηκε για στενά πολιτικούς σκοπούς, κάτι που είναι απόλυτα ασεβές για όλους τους αληθινούς πιστούς, οποιασδήποτε ακόμα θρησκείας.
(Πηγή: «The Myth of a Judeo-Christian Tradition», άρθρο από το New Dawn Magazine, Νο. 23, Φεβρουάριος-Μάρτιος 1994, Information Clearing House)
Πηγή: Κόκκινος Ουρανός (Μέρος 1o) , Κόκκινος Ουρανός (Μέρος 2o)