Διαβάσαμε στὸν Ὀρθόδοξο Τύπο στὶς 2 Ἰουνίου 2021 τὴν “Ἀπάντηση πρὸς τὴν Ἐφημερίδα Κυθηραϊκά”, ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κυθήρων Σεραφεὶμ “εἰς ἀπάντησιν δημοσιεύματος περὶ αὐτοῦ”. Στὸν Ὀρθόδοξο Τύπο παρετίθετο καὶ ἡ ἐν λόγῳ ἐπιστολὴ τοῦ κ. Νικολάου Ἐμμ. Παπαδάκη, τὴν ὁποία ὑπογράφει ὡς Διδάκτωρ Δογματικῆς καὶ τὴν ὁποία ἀπέστειλε στὴν ἐφημερίδα “Κυθηραϊκά”.
Παρατηρήσαμε ὅτι ἀντὶ νὰ ἀρκεσθεῖ ὁ γράφων τὴν ἐπιστολὴ αὐτή, στὸ νὰ ἐκφράσει τὴν ἀντίθετη ἄποψή του γιὰ τὸ θέμα ποὺ ἀναφερόταν, ἀναφέρθηκε καὶ στὸ οὐκρανικὸ καθὼς καὶ σὲ θέματα ποιμαντικῆς. Δὲν περιορίσθηκε ὁ γράφων τὴν ἐπιστολὴ αὐτή, στὴ χριστιανικὴ εὐπρέπεια πρὸς ἕνα Ἐπίσκοπο, καὶ τοῦ ἀνέφερε μὲ ὕφος ποὺ λυπεῖ τὸ ἑξῆς καταληκτικό: «Προσέξατε Ἅγιε Κυθήρων. Ἀπὸ τὰ Κύθηρα στοὺς ΓΟΧ ὁ δρόμος εἶναι πολὺ μικρὸς καὶ ἂς περνάει ἀπὸ τὸ Κίεβο! Ἀποφασίστε πρὶν ἀποφασίσουν ἄλλοι γιὰ ἐσᾶς, διότι τότε “τὰ στερνὰ δὲν θὰ τιμοῦν τὰ πρῶτα”». Πρόσθεσε μάλιστα τὴν καταληκτικὴ παροιμία “τὰ στερνὰ δὲν θὰ τιμοῦν τὰ πρῶτα”, σὲ μία προσπάθεια νὰ δειχθεῖ ἀσυνέπεια στὰ λόγια καὶ στὰ ἔργα τοῦ ἐν λόγῳ Ἐπισκόπου.
Λαμβάνει ἀφορμὴ ὁ γράφων τὴν ἐπιστολὴ αὐτή, γιὰ νὰ ἀναφερθεῖ καὶ στὸ “Οὐκρανικό”, ποὺ ὅπως φαίνεται τὸν ἐνόχλησε ἀρκετὰ ἡ στάση τοῦ Σεβ. Κυθήρων στὸ ζήτημα τοῦτο, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ σχετικὴ ὑπόδειξη γιὰ τοὺς ΓΟΧ. στὴν κατακλεῖδα τῆς ἐπιστολῆς του.
Εἶναι γνωστὴ ἡ στάση τοῦ Σεβ. Κυθήρων στὸ λεγόμενο “Οὐκρανικὸ” ζήτημα. Σὲ παλαιότερη ἐγκύκλιό του ὁ Σεβ. Κυθήρων ἀναφέρθηκε, στὴν ἐκκλησιαστικὴ διάσπαση ποὺ προκλήθηκε ἀπὸ τὴν κληθεῖσα “Ἑνωτικὴ Σύνοδο” στὴν Οὐκρανία. Τὴν Ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα ἔπρεπε νὰ διακονήσει ὁ γράφων τὴν ἐπιστολὴ καὶ ὄχι μία μονομερῆ πράξη, ὅπου ἡ συναίνεση τῶν ὑπολοίπων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν κατ’ οὐσία ἐξουδετερώθηκε. Τελικὰ ἐκεῖνο ποὺ “πέρασε ἀπὸ τὸ Κίεβο”, ἀναμφίβολα εἶναι ὁ κλονισμὸς τῆς Ἐκκλησιαστκῆς ἑνότητας.
Γιατί ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὴ στάση τοῦ Σεβ. Κυθήρων γιὰ τὸ “Οὐκρανικό”; Ἐφόσον ἀναφέρεται ὁ γράφων τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ στὸν μ. Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος Χριστόδουλο, εἶναι χρήσιμο νὰ διαβάσει τὴ μελέτη τοῦ μ. Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου ποὺ τιτλοφορεῖται “Μελέτιος ὁ Πηγᾶς – Κεφάλαιον Γ΄: Ὁ Μελέτιος ὡς Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας”, εἰδικότερα μάλιστα σὲ αὐτὸ ποὺ ἀναφέρεται στὸ Ρωσικὸ θέμα καὶ τὴ Σύνοδο τοῦ 1593μ.Χ.
Παραθέτουμε τὸ ἀκόλουθο ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴ μελέτη αὐτὴ τοῦ μ. Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου: «Κατ’ ἐκεῖνον τὸν καιρὸν ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Ἰερεμίας Β΄ τὴν κανονικὴν τάξιν παριδών, ἀνεκήρυξεν αὐτοβούλως εἰς Πατριαρχεῖον τὸν Μητροπολιτικὸν θρόνον Μοσκοβίας. Πληροφορηθεὶς τοῦτο ὁ Μελέτιος ἀπηύθυνεν ἐπιστολὴν πρὸς τὸν Πατριάρχην Ἰερεμίαν δριμέως ψέγων αὐτὸν διὰ τὴν τολμηθεῖσαν παραβίασιν τῆς Κανονικῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τάξεως. “Οἶδα”, ἔγραφε, “ἐπὶ τῇ ἀναγωγῇ εἰς Πατριαρχεῖον τῆς Μοσκόβου Μητροπόλεως, οὐ γάρ σε διαλανθάνει οὐχ ἑνὸς εἶναι τοῦτο Πατριάρχου (εἰ μὴ τῇ Παλαιᾷ Ρώμῃ ἐπανακολουθεῖν ἔγνωκεν ἡ Νέα) ἀλλὰ Συνόδου καὶ Συνόδου Οἰκουμενικῆς (τῶν Ὀρθοδόξων δηλαδή). Τοῦτον γὰρ τρόπον καὶ τὰ μέχρι σήμερον Πατριαρχεῖα κατέστη, διὰ τοῦτο ἔδει σου τὴν ἱερὰν ψυχὴν καὶ τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν συμπαραλαβεῖν τὴν ψῆφον. Δεῖ γὰρ πάντας εἰδέναι (ὡς κατὰ τὴν Γ΄ Σύνοδον οἱ Πατέρες διορίζονται) τὸ πραττόμενον ὅτι περὶ κοινοῦ τινὸς πράγματός ἐστιν ἡ σκέψις· φανερὸν δὲ ὅτι θρόνος οὐδείς Πατριαρχικὸς ἑτέρῳ ὑπόκειται, ἀλλὰ τῇ καθολικῇ συνδέεται Ἐκκλησίᾳ”. Διὰ τῆς ἐπιστολῆς ταύτης ἐπὶ τῆς Κανονικῆς αὐτοῦ βάσεως τὸ θέμα τῆς ἀνακηρύξεως τοῦ αὐτοκεφάλου καὶ τῆς ἀνυψώσεως Μητροπόλεώς τινος εἰς Πατριαρχικὴν ἀξίαν, γεγονὸς ἐνέχον μεγάλην σημασίαν διὰ τὴν πορείαν τῆς Ἐκκλησίας».
Ἂς προσεχθεῖ τὸ «διὰ τῆς ἐπιστολῆς ταύτης ἐπὶ τῆς Κανονικῆς αὐτοῦ βάσεως τὸ θέμα τῆς ἀνακηρύξεως τοῦ αὐτοκεφάλου καὶ τῆς ἀνυψώσεως Μητροπόλεώς τινος εἰς Πατριαρχικὴν ἀξίαν, γεγονὸς ἐνέχον μεγάλην σημασίαν διὰ τὴν πορείαν τῆς Ἐκκλησίας», ποὺ τονίζει ὁ μ. Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος.
Ὅπως γίνεται ἀντιληπτό, σὲ θέματα ὁμολογίας Πίστεως καὶ Κανονικότητας, εἶναι ἀτυχέστατη ἡ παραπομπὴ στὸ παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Ὡς γνωστὸ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος συκοφαντήθηκε ἀπάνθρωπα καὶ ὁ μεγάλος αὐτὸς Ἅγιος ὑπέμεινε μὲ χριστιανικὴ καρτερία. Τί σχέση ἔχει αὐτὸ μὲ τὴν περίπτωση τοῦ Σεβ. Κυθήρων, γιὰ τὰ θέματα ποὺ θίγονται στὴν ἐν λόγῳ ἐπιστολή;
Καλὸ θὰ ἦταν νὰ γίνει ἀνασκευὴ ἀπὸ τὸν γράφοντα τὴν ἐν λόγῳ ἐπιστολή, στὶς δογματικὲς καὶ ἄλλες στρεβλώσεις, καθὼς καὶ στὶς ἀνυπόστατες παραπομπὲς στὴν Ἁγία Γραφή, ποὺ σκοπὸ εἶχαν νὰ προσδώσουν ἐξουσιαστικότητα καὶ μία ἄλλη ὑπεροχὴ στὰ πρεσβεῖα τιμῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, γεγονὸς ποὺ ἔχει προσδώσει ἄλλοθι στὸν Παπισμό.
Ἀντὶ νὰ ὁμιλεῖ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο πρὸς τὸν Σεβασμιώτατο Κυθήρων, ἕνα Ἱεράρχη ποὺ ἔχει ὁμιλήσει γιὰ τὶς συμπροσευχὲς καὶ τὰ ἄλλα θλιβερὰ ποὺ γίνονται στὸ ὄνομα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καλὸ θὰ ἦταν νὰ πληροφορηθεῖ καὶ γιὰ τὴν ἐμπειρία τοῦ Ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Κατουνακιώτη γιὰ τὴν ἀντιεκκλησιαστικὴ αὐτὴ λαίλαπα, ποὺ περιέγραψε ὁ Ὅσιος μὲ τὴν φράση “ἔχει δαιμόνια ὁ Οἰκουμενισμός”. Ὁ ἐννοιολογικὸς καθορισμὸς τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὡς παναίρεσης, ἀπὸ τὸν Ὁμολογητὴ Ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, μεθερμηνεύει ἐπακριβῶς τὸ ρόλο του.
Μήπως ἔπρεπε νὰ συνηγορήσει ὁ Σεβασμιώτατος Κυθήρων καὶ σὲ ὅσα συμφωνήθηκαν στὴ Σύνοδο τῆς Κρήτης, μιᾶς Συνόδου ποὺ ἀκόμα καὶ τὸ δικαίωμα τῆς ἄτυπης ὑπογραφῆς παραβιάσθηκε; Ἂν ἐπιθυμεῖ ὁ ὑπογράφων ὡς “Διδάκτωρ Δογματικῆς” νὰ διακονήσει τὴν Ἐκκλησία στὰ θέματα Πίστεως, καλὸ θὰ ἦταν νὰ ἀνασκευάσει τὶς ἀντιεκκλησιαστικὲς στρεβλώσεις τῆς Δήλωσης τοῦ Τορόντο, ποὺ ὡς μὴ ὤφειλαν παρεισέφρησαν στὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης. Σ’ αὐτὲς τὶς κληθεῖσες “ἐκκλησιαστικὲς προϋποθέσεις”, ἀναφέρεται ὅτι «οἱ ἐκκλησίες – μέλη τοῦ Π.Σ.Ε. ἀναγνωρίζουν στὶς ἄλλες ἐκκλησίες στοιχεῖα τῆς ἀληθοῦς ἐκκλησίας»*, «οἱ ἐκκλησίες-μέλη εἰσέρχονται σὲ πνευματικὲς σχέσεις, γιὰ νὰ οἰκοδομηθεῖ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἀνακαινισθεῖ ἡ ζωή τῶν ἐκκλησιῶν»* καὶ ὅτι «οἱ ἐκκλησίες ἀναγνωρίζουν ὅτι τὸ νὰ ἀποτελεῖ κάποιος μέλος τῆς ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι πιὸ περιεκτικὸ ἀπὸ τὸ νὰ ἀποτελεῖ μέλος τῆς ἴδιας του τῆς ἐκκλησίας»*.
Δὲν εἶναι φρόνιμο νὰ ὑποδεικνύει κανεὶς σὲ ἕνα διδάκτορα δογματικῆς τὶς ἐκκλησιολογικὲς στρεβλώσεις τῆς Δήλωσης τοῦ Τορόντο, ποὺ ὡς μὴ ὤφειλαν παρεισέφρησαν στὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης. Ἂς ἔχει ὑπόψη του, ὅτι ὅσον ἀφορᾶ τὶς ἀνασκευὲς ποὺ ἔχουν γίνει γιὰ τὶς ἀντιεκκλησιαστικὲς στρεβλώσεις τῆς Δήλωσης τοῦ Τορόντο, καμιὰ ἀπάντηση δὲν τολμήθηκε οὔτε ἀκροθιγῶς, ἀλλ’ οὔτε καὶ θὰ τολμηθεῖ.
Ἐφόσον ὁ γράφων εἶναι Διδάκτωρ Δογματικῆς, ὅπως ὑπογράφει, καλὸ θὰ ἦταν νὰ ἀνασκευάσει καὶ τὶς ὡραιολογίες Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὸ κοράνι, ποὺ φθάνουν μέχρι καὶ στὸ ἀτόπημα νὰ τὸ καλοῦν “ἱερό”, ἕνα βιβλίο ποὺ βλασφημεῖ τὴν Ἁγία Τριάδα καὶ τὴ Θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Πιθανότατα ἂν προσμετρήσει ὁ ὑπογράφων ὡς “Διδάκτωρ Δογματικῆς”, στὰ περὶ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὴν παναίρεση κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, καὶ τὸ ἀνεπίτρεπτο τῶν ὡραιολογιῶν γιὰ τὸ κοράνι, νὰ ἀνακαλέσει τὶς ἄστοχες ὑποδείξεις του στὴν ἐν λόγῳ ἐπιστολή.
Τέλος δὲν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ μὴ σχολιάσει καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀναφέρεται ὁ γράφων τὴν ἐπιστολὴ αὐτή, σὲ λεχθέντα ἀπαξιωτικὰ σχόλια ἀπὸ μέλη τῆς Συνόδου, σύμφωνα μὲ τὸν ἰσχυρισμό του, γιὰ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κυθήρων Σεραφείμ, ὅσον ἀφορᾶ τὴ θέση του στὸ “Οὐκρανικὸ” ζήτημα. Ἡ σιωπὴ ἐκ μέρους τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ τὸ θέμα τοῦτο, δὲν ἀφήνει περιθώρια ἀνασκευῆς τῶν ἀπαξιωτικῶν ποὺ ἀναφέρει ὁ γράφων τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ καὶ ὡς ἐκ τούτου ὀφείλεται μία ἀπάντηση πρὸς τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κυθήρων.
*«Ἡ συμβολὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ θεολογίας στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» (Στυλιανοῦ Χ. Τσομπανίδη).
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος