Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Είπατε μια φράση, μια ονομασία, που θα ήθελα να είναι και η βάση της σημερινής εκπομπής: Οικουμενισμός. Πραγματικά ζούμε μέσα στην Εκκλησία τον Οικουμενισμό. Μπορείτε να μας πείτε -γιατί ο πολύς κόσμος δέχεται αυτά τα μηνύματα έντονα πάνω του πλέον, αλλά δεν ξέρουν τι είναι-, μπορούμε να σκιαγραφήσουμε τι είναι ακριβώς αυτό που λέμε Οικουμενισμός;
Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Ναι. Είναι μία ονομασία η οποία τα τελευταία χρόνια ακούγεται πάρα πολύ συχνά αλλά συνήθως δεν γίνεται αυτή η επιστημονική παρουσίασή του, δηλαδή να δοθούν τα περιγράμματα εκείνα τα οποία μας διασφαλίζουν για ποιο πράγμα μιλούμε.
Με δυο λόγια και όσο μπορώ πιο απλά, μπορώ να σας πω ότι ο Οικουμενισμός, ή διαφορετικά η οικουμενική κίνηση όπως λέγεται, είναι ένα θρησκευτικό κίνημα που αποβλέπει να ενώσει τις θρησκείες όλου του κόσμου με ένα συγκεκριμένο δόλωμα που λέγεται «αγάπη». Είναι το αγαθό της ενότητας το οποίο έτσι κι αλλιώς υπάρχει μέσα σε όλη την ανθρωπότητα, στις προδιαγραφές θα λέγαμε του κατ’ εικόνα του ανθρώπου, μία ενότητα μεταξύ μας και με τον Θεό. Επιχειρεί δηλαδή μέσα σε ένα επίπεδο θρησκευτικό ό,τι επιχειρεί και η πολύ γνωστή σε όλους μας πλέον παγκοσμιοποίηση σε ένα οικονομικο-πολιτικό επίπεδο. Επιχειρεί να ομογενοποιήσει τις πεποιθήσεις, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, των ανθρώπων για μια σταδιακή ένωση, πρωτίστως των Χριστιανών.
Δηλαδή, η οικουμενική κίνηση ξεκίνησε από τον χώρο του Προτεσταντισμού συγκεκριμένα, να ενώσει τον πολυδιασπασμένο Προτεσταντισμό από το 1948 και εξής. Στη συνέχεια προχώρησε με την προσχώρηση .. των Ορθοδόξων Τοπικών Εκκλησιών .. και σήμερα έφτασε και ο Ρωμαιοκαθολικισμός ουσιαστικά να τον αποδεχτεί με σκοπό την ενότητα όλων των Χριστιανικών ομολογιών, δηλαδή Ορθοδοξίας, Ρωμαιοκαθολικισμού και Προτεσταντισμού. Πάντως ενώ διαφορετικά ξεκίνησε, τώρα ο πάπας θέλει να είναι αυτός ο ηγέτης, γι’ αυτό το αποδέχονται ακόμη και οι Ρωμαιοκαθολικοί αυτό. Στη συνέχεια έχει ένα άλλο όραμα επεκτάσεως αυτής της ενότητας με τις μονοθεϊστικές θρησκείες που είναι ο Χριστιανισμός, ο Ιουδαϊσμός και το Ισλάμ και στη συνέχεια ακόμα και με τις άλλες θρησκείες φτάνοντας μέχρι και την ειδωλολατρία. Και αυτό το είδαμε στην πράξη σε κάποιες συναντήσεις συμπροσευχών στις οποίες μπορούμε να αναφερθούμε αναλυτικότερα παρακάτω.
Αυτό το πράγμα, το οποίο έτσι εξωτερικά φαίνεται να συγκινεί έναν εκκοσμικευμένο άνθρωπο, είναι κάτι βέβαια απηγορευμένο με κάθε σαφήνεια στον χώρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας παρά το γεγονός ότι με πολύ ευκολία πολλοί, και θρησκευτικοί ηγέτες στον χώρο της Ορθοδοξίας, έχουν προσχωρήσει και μάλιστα έχουν γίνει και σημαιοφόροι αυτής της προσπάθειας θεωρώντας ότι κατευθύνονται και στο ζητούμενο θέλημα του Θεού, μέσα στην προοπτική αυτού του καθρέφτη που είπατε: ἵνα ὦσιν ἕν.
Μάλιστα υπάρχει και μία διαστροφή αυτού του κορυφαίου λόγου της Αρχιερατικής προσευχής του Χριστού που άλλο είναι το νόημά της, το οποίο βέβαια βγάζει μάτι, είναι τόσο ξεκάθαρο μέσα από το ίδιο το κείμενο, και απορώ με την διαστροφή που γίνεται. Εντάξει, ως προς τους ετεροδόξους θα έλεγε κανείς φυσικά οι άνθρωποι δεν βλέπουν, δεν έχουν την καθαρότητα του Πνεύματος του Αγίου και του Πνεύματος της Αληθείας. Αλλά να το λένε και Ορθόδοξοι, ότι εμείς θα συνθέσουμε τον σπασμένο καθρέφτη τη στιγμή κατά την οποία ήδη λέγεται το πώς θα γίνει και ότι είναι δεδομένο, τη στιγμή κατά την οποία ο Χριστός ο ίδιος στην Αρχιερατική του προσευχή παραδείγματος χάριν λέει: «… τὴν δόξαν ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν …». Άρα μας δίνει τον τρόπο με τον οποίον θα είμαστε ένα.
Η δόξα λοιπόν αυτή είναι η άκτιστη δόξα του Θεού, είναι η θέωση την οποία μας προσφέρει, είναι η ομοίωση με τον Θεό η οποία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από τον άνθρωπο, διότι η ομοίωση αυτή είναι σε ένα άκτιστο επίπεδο, είναι μια δωρεά του ίδιου του Θεού. Είναι η ιδιότητα του Θεού, η αγιότητα του Θεού -αυτή είναι η δόξα του-, η οποία μας ενώνει και αυτή είναι μία προσφορά του Θεού δια του Χριστού μέσα στην Εκκλησία.
Κατά συνέπεια εάν δεν βαπτισθεί κανείς, εάν δεν γεννηθεί δηλαδή άνωθεν, δεν μπορεί να δει την Βασιλεία του Θεού. Αυτή είναι η δόξα του Θεού. Αυτό όμως είναι δεδομένο, δεν είναι ζητούμενο από εμάς. Εμείς δεν καλούμαστε να το κάνουμε αλλά να το φανερώσουμε, εφόσον δηλαδή το αποδεχτούμε αγαπητικά. Και πρακτικά, ‘αγαπητικά’ σημαίνει τήρηση των προδιαγραφών που μας έδωσε ο ίδιος ο Χριστός. Άρα η δόξα «… ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς …» έχει γίνει. Έχει γίνει μέσα από την Πεντηκοστή. Γίνεται μέσα στην προσωπική μας Πεντηκοστή κατά το Άγιο Χρίσμα αμέσως μετά το Άγιο Βάπτισμα. Το παίρνουμε αυτό το πράγμα, είναι δεδομένο.
Η ενότητα αυτή δεν μπορεί να διασπαστεί από κανέναν, ούτε από τον διάβολο, ούτε από τον θάνατο. Έχουν υπερβαθεί αυτά από τον ίδιο τον Χριστό, τον Αναστημένο Χριστό. Ο Αναστημένος Χριστός είναι η πραγματικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας η Οποία είναι Μία οντολογικώς. Το ζητούμενο βεβαίως, όπως είπα και προηγουμένως, είναι αυτό το οποίο εμείς πρέπει να αποδεχθούμε ελεύθερα και να θελήσουμε να το κάνουμε πράξη, γιατί και μόνοι μας δεν μπορούμε να τηρήσουμε τις εντολές αφού ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν μας είπε ο Χριστός. Κατά συνέπεια εμείς καλούμαστε σε ένα διαρκές «ναι» στον Θεό, και το «ναι» αυτό είναι η τήρηση αυτών ων προδιαγραφών που η Εκκλησία μέσα από Οικουμενικές Συνόδους καθόρισε με κάθε ακρίβεια το πως θα γίνεται.
Άρα ο οικουμενισμός είναι ένα συνονθύλευμα και μία παραγωγή αυτής της θολούρας και της σύγχυσης που προωθείται στον σύγχρονο κόσμο, γιατί μόνο μέσα από μία τέτοια κατάσταση συγχύσεως μπορεί να γίνονται αυτά αποδεκτά ως συνθήματα, με το δόλωμα -όπως είπα- της ενότητας και της αγάπης. .. Και αυτό, θέλω να σημειώσω, ότι έχει και εδώ τον χαρακτήρα αυτής της βλασφημίας. Πως εμείς θα κάνουμε εκείνο το οποίο μόνον ο Θεός μπορούσε να κάνει. Δηλαδή ακυρώνουν στην πράξη -γι’ αυτό έγινε ο Θεός άνθρωπος- με όσα λένε αυτοί οι άνθρωποι που εκπροσωπούν αυτές τις θέσεις, χωρίς να το αντιλαμβάνονται βεβαίως, ακυρώνουν αυτό το ίδιο το έργο του Χριστού. Δηλαδή το ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος στο πρόσωπό Του και ίδρυσε την Εκκλησία Του της Οποίας η παρουσία θα μένει έως της συντελείας. Και πύλαι ἅδου δεν μπορούν, δηλαδή ο θάνατος δεν μπορεί να την αγγίξει, γιατί είναι η ίδια αναστημένη ζωή του ίδιου του Χριστού. Γι’ αυτό λέω ότι είναι βλάσφημο να υποστηρίζεται ότι εμείς με τις κτιστές δυνατότητές μας θα κάνουμε εκείνο που άπαξ δια παντός έκανε ο Θεός. Και το έκανε και με έναν τέτοιον συγκλονιστικό τρόπο: να γίνει ο Θεός άνθρωπος και να παραμένει ως θεάνθρωπος εις τους αιώνας. Δηλαδή να παραμένουμε εμείς μέσα στην Αγιοτριαδική αυτή ζωή καθώς ο γέγονε δι ημάς γέγονε ..
Το κορυφαίο γεγονός που μας περιμένει μετά την ανάσταση είναι να είμαστε στα δεξιά του Πατρός, εις το διηνεκές. Αυτή είναι η μεγίστη προσφορά της Εκκλησίας. Αυτό είναι το πλέον χαρούμενο άγγελμα και μάλιστα αυτό δεν είναι έτσι στατικά, νοείται πάντα δυναμικά. Γιατί ο άνθρωπος είναι κτιστός και η ελευθερία του αυτή και το αυτεξούσιό του λειτουργεί σ’ αυτήν την κατεύθυνση της αποδοχής αυτού του θελήματος, που σημαίνει σε τελευταία ανάλυση μία διαρκής διεύρυνση του είναι και βάθεμα του είναι σ’ αυτήν την προσέγγισή του στην προσφερόμενη ζωή στο πλαίσιο της Εκκλησίας, όχι μόνο στην παρούσα αλλά και στην μέλλουσα ζωή, να διευρύνεται διαρκώς. Γιατί ο Θεός είναι άπειρος, ο άνθρωπος είναι περιορισμένων δυνατοτήτων. Όμως μέσα στην Εκκλησία, και εδώ και τώρα δηλαδή στην παρούσα ζωή δια της Εκκλησίας, παίρνουμε μέσα σ’ αυτήν την ενότητα αυτήν την δυνατότητα εις το διηνεκές· να διευρυνόμεθα και να βαθαίνουμε και να αυξάνουμε έως ότου φθάσουμε στο μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού, όπως λέγεται από τον Απόστολο Παύλο, το οποίο βέβαια είναι άληκτο. Διαρκώς θα αυξανόμαστε σε αυτήν την σχέση, σε αυτήν την θέωση, όπως την λένε, την χαρισματική οι Πατέρες.
Αυτό νομίζω ότι είναι το μήνυμα και το κάλεσμα της ανθρωπότητας και όχι να δημιουργήσουμε εμείς ενότητα, την οποία προσέφερε και προσφέρει ο Θεός μέσα στην Εκκλησία, με δική μας συνεισφορά μόνον την κατάφαση σ’ αυτήν την προσφορά. Η κατάφαση αυτή, αυτό το «ναι», εκφράζεται δυναμικά και συγκεκριμένα, όχι αόριστα: ὁ τηρῶν τὰς ἐντολάς μου … ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με. Αυτή βεβαίως η αγάπη είναι απλώς αγάπη στα πλαίσια της κτιστότητάς μας. Όταν τηρούμε τις εντολές του Θεού κάνουμε κάτι κτιστό. Η προσφορά του Θεού είναι άλλη, είναι άκτιστη. Είναι η άκτιστη αγάπη, δηλαδή η Αγιοτριαδική ζωή, η οποία έρχεται μέσα μας και γίνεται αυτό το θεανθρώπινο στο δικό μας πρόσωπο, στη δική μας προσωπικότητα δηλαδή, και για την παρούσα και για τη μέλλουσα ζωή.
(συνεχίζεται)
Απομαγνητοφώνηση (από 13:24 έως 23:58)