Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Θα μπορούσατε να μας πείτε πώς εξελίσσεται τις τελευταίες δεκαετίες αυτή η, οικουμενιστική θα λέγαμε, κίνηση; Έχω διαβάσει ότι η Β’ Βατικανή Σύνοδος πάνω στην προσπάθεια να αναδείξει τη δικιά της, αυτή τη νέα αγάπη, που είναι έξω από τη διδασκαλία του Θεού -ήδη το αναφέρατε- υιοθέτησε και διακήρυξε ότι οι τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες, Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Μουσουλμανισμός, έχουν ένα κοινό: και οι τρεις πιστεύουν στον ίδιο Θεό, άρα υπάρχει βάση για την ενότητα. Μπορείτε να μας πείτε πως εξελίσσεται, πως προσπαθεί αυτό το πνεύμα του οικουμενισμού να διεισδύσει μέσα στους πιστούς; Υπάρχουν κάποιοι φορείς που προβάλλουν, που προωθούν κάποιες συνδιασκέψεις που γίνονται;
Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Ναι. Αυτό είπαμε προηγουμένως ότι βρίσκεται μέσα στο DNA μας υπό την έννοια του κατ’ εικόνα, θεολογικά το να είμαστε ένα και μεταξύ μας –να θέλουμε να είμαστε ένα- και με τον Θεό. Η δυνατότητα όμως αυτή δεν είναι κτιστή, δεν είναι του είναι μας, δεν μπορούμε να το πραγματώσουμε, γι’ αυτό ακριβώς έγινε, είπα, ο Θεός άνθρωπος.
Αυτό που προβάλλεται και προωθείται, θεωρητικά θα έλεγε κανείς δεν είναι κακό. Όταν όμως το δει με τις προδιαγραφές της Εκκλησίας η οποία με κάθε ακρίβεια ορίζει τι είναι ο Θεός -ο Θεός δεν είναι κάτι γενικό και αόριστο αλλά είναι Πρόσωπο και ότι είναι Τρία Πρόσωπα και αυτό είναι το μυστήριο του Θεού, ότι ενώ είναι Τρία Πρόσωπα, τρεις υποστάσεις δηλαδή, ο Θεός είναι Ένας- δεν μπορούμε να ταυτίσουμε τον Θεό αυτόν της Εκκλησίας, με τον Θεό των μονοθεϊστικών θρησκειών.
Όπως είπα προηγουμένως, παραδείγματος χάριν ο Ιουδαϊσμός δεν δέχτηκε τον Χριστό, «… εἰ γὰρ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν …». Τον εσταύρωσαν με το αιτιολογικό που βρίσκεται από τον Πιλάτο ως επιγραφή στον Σταυρό του Χριστού· ότι είπε, όπως Τον κατηγόρησαν, ότι είναι Υιός του Θεού και Βασιλεύς του Ισραήλ. Το επιβεβαίωσε ο Χριστός, δεν αρνήθηκε και αυτός ήταν ο λόγος που Τον εσταύρωσαν, η βλασφημία Του κατ’ αυτούς, ότι είπε πως είναι ο Υιός του Θεού.
… Ο Χριστός είναι η υποστατική οδός και η μέθοδος πρόσβασης στον Θεό Πατέρα και αν κάποιος δεν Τον αποδέχεται δεν μπορεί να έχει καμία πρόσβαση και δεν μπορεί να έχει πρόσβαση στη ζωή του Θεού γιατί είπε εγώ είμαι η ζωή … Φυσικά ζωή είναι και το Άγιο Πνεύμα, είναι και ο Θεός Πατέρας αλλά αυτά δόθηκαν μέσα από μία τάξη θα λέγαμε. Ο αυτουργός της αποκάλυψης του Θεού στον κόσμο και της σύνδεσης είναι έργο του Θεού Λόγου που γίνεται άνθρωπος. Δηλαδή όπως ο Θεός Λόγος είναι Εκείνος ο οποίος δημιούργησε όλη την κτίση και δεν έγινε τίποτε χωρίς Αυτόν, ως αυτουργού γιατί είναι η βούληση του Θεού Πατέρα και είναι η συνεργεία του Αγίου Πνεύματος και όλα γίνονται Αγιοτριαδικά. Αλλά υπάρχει έργο ιδιάζον. Είναι το ιδιάζον έργο του Υιού ο Οποίος είναι ο κατασκευαστής των πάντων, ο κτίστης των πάντων και είναι Εκείνος ο οποίος είναι ο σωτήρας των πάντων αφού τὰ πάντα δι’ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν ἔκτισται κατά τον Απόστολο Παύλο. Έχουν τον λόγο της υπάρξεώς τους και της ενότητάς τους εν αυτώ, εν τω Χριστώ.
Οπότε όταν καταλύσεις το Πρόσωπο του Χριστού, εν τοιαύτη περιπτώσει θα λέγαμε είναι σα να θέλεις να κάνεις, πρακτικά και να με συγχωρείτε για το λαϊκό της εκφράσεως που μου έρχεται τώρα στο μυαλό, να θέλεις να κάνεις ομελέτα χωρίς αυγά, να θέλεις να κάνεις σκορδαλιά χωρίς σκόρδο. Δεν γίνεται αυτό το πράγμα, να καταλύσεις τον Χριστό δηλαδή τον Θεάνθρωπο και να λες ότι μπορούμε να έχουμε σχέση πραγματική αγάπης, … αυτής της αγάπης που λέει ο Θεός την οποία μας την έβαλε μέσα μας σε κτιστό επίπεδο στο κατ’ εικόνα, και να το πραγματοποιήσουμε. Γιατί το έργο του διαβόλου που είναι η διαβολή του θελήματος του Θεού είναι διασπαστικό και η αμαρτία έχει διασπαστικό χαρακτήρα … παρά το γεγονός ότι το κατ’ εικόνα μας προσεγγίζει με τους άλλους ανθρώπους -και όχι μόνο, και με όλη την κτίση γιατί ο άνθρωπος είναι η σύνοψη της δημιουργίας και είναι εκείνο το δημιούργημα μέσα από το οποίο η κτίση όλη προσάγεται δια της Εκκλησίας στον Θεό.
Είναι φυσιολογικό δηλαδή να αναζητείται αυτός ο ρόλος που όμως δεν μπορεί να γίνει έτσι αυτονομημένα με μία θεωρία ότι πιστεύουμε σε έναν Θεό, γιατί ο Θεός δεν είναι θεωρητικός. Είναι το όντως ον αλλά πολύ συγκεκριμένα με πολύ χειροπιαστό τρόπο ο Θεός έγινε άνθρωπος. Και είπε και όταν αναστήθηκε ακόμα, ελάτε να δείτε ότι έχω τους τύπους των ήλων, απ’ όπου όμως όπως αποδείχθηκε μέσα από την περίπτωση της φανερώσεως του Χριστού στον αγαπητό μαθητή εκεί τον Θωμά, εξέρχεται από αυτούς τους τύπους των ήλων και εκ της πλευράς Αυτού -γιατί αυτό είδε ο Θωμάς- η θεότητα. Αυτή η θεότητα μεταγγίζεται ως περιεχόμενο ζωής σε εμάς. Γι’ αυτό και είπε ο Θωμάς τότε, δεν είπε Ραββί, δεν είπε Διδάσκαλέ μου, δεν είπε Ιησού μου -ο Χριστός δεν ήτανε ο Λάζαρος που αναστήθηκε- αλλά «ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Αυτή ο ομολογία γίνεται μόνο εν Αγίω Πνεύματι .. όταν το Άγιο Πνεύμα μας κατακλύσει. Αυτήν την θεότητα είδε λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εξερχομένη. Επομένως δεν μπορούν να γίνουν με έναν μηχανιστικό, θεωρητικό τρόπο … ότι αφού έχουμε όλοι έναν Θεό απροσδιόριστο, μην Τον καθορίζετε, μπορούμε να γίνουμε ένα.
Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Άρα ο οικουμενισμός δεν έχει Άγιο Πνεύμα.
Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Φυσικά και δεν έχει Άγιο Πνεύμα.
Ερώτηση π. Κωνσταντίνου Καντάνη:
Είναι αίρεση.
Καθ. Δημήτριος Τσελεγγίδης:
Είναι παναίρεση, δεν είναι απλή αίρεση, αυτό είναι το τραγικό. Εδώ μιλώ πλέον και ως ακαδημαϊκός θεολόγος με καθαρά επιστημονικά κριτήρια και βλέποντας την εκκλησιαστική ιστορία στο σύνολό της. Διαπιστώνουμε ότι ο οικουμενισμός είναι το φαινόμενο αυτό το οποίο ουδέποτε υπήρξε ποτέ ως αίρεση στην Εκκλησία γιατί όλοι οι αιρετικοί υποστηρίζουν μία επιμέρους αίρεση. Ο οικουμενισμός είναι η συμπερίληψη όλων αυτών και το χειρότερο είναι ο μινιμαλισμός τον οποίον υποστηρίζουν και η δυνατότητα της αποδοχής όλων των αιρέσεων μαζί. Αυτό δεν υπήρξε ούτε ως θεωρητική σύλληψη ποτέ στα δύο χιλιάδες χρόνια της ιστορίας. Σήμερα όμως αυτό ακριβώς είναι το χειρότερο γιατί σου λέει: μπορείς να είσαι αυτός που είσαι, να παραμείνεις εκεί που είσαι, δεν σου ζητούμε να αλλάξεις, απλώς να αποδεχθείς και τον άλλον έτσι όπως είναι, με μία άλλη δηλαδή θεώρηση του Θεού, με έναν άλλον τρόπο προδιαγραφών ζωής.
Αυτό είναι τελείως παρανοϊκό στην πράξη, δεν γίνεται. Μα γι’ αυτό ήρθε ο Χριστός και είπε ότι εγώ είμαι η Αλήθεια και οριοθέτησε το θέλημά Του εν σχέση με τον κόσμο λέγοντας ότι ο κόσμος κείται εν τω πονηρώ και ότι εμείς είμαστε μέσα στον κόσμο -ο Θεός δεν θέλει να βγούμε από τον κόσμο όπως είπε στους μαθητές Του- αλλά ότι δεν είμαστε εκ του κόσμου. Δεν είμαστε εκ του κόσμου, είμαστε ετέρου «γένους» άνθρωποι, πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε ως Ορθόδοξοι, υπό την έννοια ότι εμείς έχουμε γεννηθεί εκ Πνεύματος Αγίου χαρισματικώς τηρούμενων των αναλογιών. Δηλαδή όπως κατά φύσιν γεννάται ο Υιός εκ του Πατρός, εμείς γεννηθήκαμε εν Χριστώ και ενδυθήκαμε τον Χριστό, πήραμε την υιοθεσία χαρισματικώς. Ό,τι είναι ο Χριστός κατά φύσιν, εμείς κατά χάριν με έναν τρόπο θεϊκό μέσα στην Μήτρα της Εκκλησίας που όπως είπαμε είναι η Κολυμβήθρα. Και πήραμε αυτήν την υιοθεσία, τον αρραβώνα του Αγίου Πνεύματος, επομένως γίναμε κενή κτίση.
Είμαστε μία νέα πραγματικότητα, ενώ διατηρούμε όλα τα άλλα χαρακτηριστικά, και τα προσωπικά και τα γενικότερα τα ανθρώπινα. Εκείνο όμως που ουσιωδώς μας διαφοροποιεί και για το οποίο συνέστησε στους μαθητές Του είναι αυτή η κενή κτίση. Αυτή δηλαδή η νέα πραγματικότητα η οποία χωρίς να καταργεί κάτι από το ανθρώπινο είναι το εμποτίζει, το εμπλουτίζει και το καθιστά ικανό να έχει την Αγιοτριαδική ζωή μέσα στην κοσμική πραγματικότητα, η οποία δεν μπορεί να συγχέεται με τον κόσμο όπως δεν υπάρχει αυτός στο πρόσωπο το ιστορικό του Χριστού, που παρέμεινε τόσο άνθρωπος σε βαθμό που να μην πιστέψουν ότι είναι ο Θεός, γιατί όπως είπαμε … εἰ γὰρ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν …
Έτσι δεν είναι περίεργο που ο Ορθόδοξος υπάρχει σε αυτόν τον κόσμο αόρατος ως προς αυτήν του τη γέννηση και ως προς αυτήν του τη σχέση και αναφορά αλλά όταν έρχεται εν τοις πράγμασι σε οριακά σημεία φαίνεται αυτή η διαφορά του «γένους», εντός εισαγωγικών. Ότι εμείς εκ του Θεού εγενήθημεν όπως στην περίπτωση του Χριστού, όπου ενεργούμε με έναν άλλον τρόπο και αυτός ο άλλος τρόπος … είναι τα λεγόμενα καλά έργα με τα οποία δοξάζεται ο Θεός, τα οποία όμως ο Θεός Πατέρας κάνει δι ημών όταν εμείς κενώσουμε το εγώ μας δηλαδή το θέλημά μας -γιατί αυτό εκφράζει το εγώ μας- εκούσια, συνειδητά και αγαπητικά κάνοντας το θέλημα του Θεού το οποίο γίνεται δι ημών στον κόσμο.
Αυτό είναι το φως του κόσμου που δοξάζει τον Θεό Πατέρα. Αυτό είναι το αλάτι το οποίο συντηρεί τις υγιείς τροφές, θα μας πει ο Ιερός Χρυσόστομος, όχι τα σάπια. Δεν θα σώσουμε με έναν τέτοιο τρόπο που θέλει ο οικουμενισμός τους άλλους, ούτε καν θα τους βελτιώσουμε γιατί το αλάτι είναι όπως ξέρουμε στην καθημερινή μας ζωή για τις υγιείς τροφές και δεν το βάζουμε στις σάπιες τροφές. Η ανθρωπότητα, λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, η οποία έχει απομακρυνθεί από τον Χριστό, δεν έχει δεχτεί τον Χριστό, βρίσκεται σ’ αυτήν την κατάσταση της αποσύνθεσης.
Δεν μπορεί να γίνει μία σύνθεση παρά μόνο μία αναγέννηση, γι’ αυτό δεν πάμε με τον Χριστό όπως είμαστε -όπως θέλουν να λένε κάποιοι- γιατί ο Χριστός δεν είπε ελάτε όπως είστε. Ελάτε όπως εγώ σας θέλω. Δηλαδή και εγώ σας θέλω να άρετε τον σταυρό σας, να κόψετε το θέλημά σας, να κάνετε το θέλημά μου, που σημαίνει να κενωθείτε από όλα αυτά τα κοσμικά. Τότε μπορούμε να μπούμε στη διαδικασία της μαθητείας στον Χριστό. Από εκεί και πέρα μπορούμε να ευαρεστήσουμε τον Θεό αλλά αυτά δεν γίνονται χωρίς να υπάρχουμε και υπάρχουμε μόνον δια της χαρισματικής γεννήσεώς μας στο πλαίσιο της Εκκλησίας.
(συνεχίζεται)
Απομαγνητοφώνηση (από 13:24 έως 23:58)
Πηγή: Επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι , Αβέρωφ