Η «Χριστιανική Επιστήμη» (Christian Science) είναι γνωστή αιρετική και παραχριστιανική κίνηση, που ιδρύθηκε από την Mary Baker Eddy (1821-1910), έχει διεθνή παρουσία, χωρίς φυσικά να απουσιάζει και από την Ελλάδα. Μεταξύ των άκρως αντιχριστιανικών και αιρετικών δοξασιών που πιστεύει και διαδίδει συμπεριλαμβάνονται και οι κακόδοξες και παράδοξες θέσεις της για τις ανθρωπολογικές διηγήσεις (Κεφ. 1-3) του βιβλίου της Γενέσεως.
Ι) Για την «Χριστιανική Επιστήμη» η χριστιανική θέση ότι ο άνθρωπος αποτελείται από ψυχή και σώμα, συγκροτείται από πνευματικό και υλικό στοιχείο είναι μία πλάνη, ένα λάθος που πρέπει, κατά τους ισχυρισμούς της, να καταστραφεί με την αλήθεια, που ταυτίζεται με τις δοξασίες της αίρεσης. Δεν υπάρχει κανένα υλικό στοιχείο. Για την αίρεση η θέση, ότι υπάρχει υλικό στοιχείο μαζί με το πνευματικό στον άνθρωπο είναι το μεγάλο λάθος των θνητών.
ΙΙ) Το «κατ’ εικόνα», για την αίρεση, είναι απόδειξη για την ανυπαρξία οποιουδήποτε υλικού στοιχείου στον άνθρωπο. Η βιβλική διήγηση για την πτώση του ανθρώπου, σύμφωνα με την «Χριστιανική Επιστήμη», είναι μύθος. Είναι ιστορικό λάθος. Δεν είναι πραγματικό γεγονός. Δεν συνέβη ποτέ. Οι προπάτορες ποτέ δεν υπήρξαν ως ιστορικά πρόσωπα. Οι βιβλικές ανθρωπολογικές διηγήσεις πρέπει να εκλαμβάνονται μόνο αλληγορικά.
ΙV) Πραγματικό και αληθινό είναι για την αίρεση το αναμαρτησία του ανθρώπου. Η βιβλική διήγηση για την πτώση είναι μόνο μια αλληγορία, που προσδιορίζει το αναληθές. Κατ’ επέκταση, για την «Χριστιανική Επιστήμη», δεν υπάρχει η αμαρτία ούτε ως θεολογικό δεδομένο. Ο άνθρωπος είναι ανίκανος για το κακό και για την αμαρτία.
V) Η αντίληψη ότι αμαρτάνουν οι άνθρωποι είναι μια ψευδαίσθηση. Ο άνθρωπος που νομίζει ότι είναι αμαρτωλός είναι απλώς θύμα ψευδαίσθησης. Για την αίρεση ο άνθρωπος δεν μπορεί να θεωρηθεί χωρισμένος από την αγιότητα.
Οι θέσεις της «Χριστιανικής Επιστήμης» και στο κεφάλαιο της ανθρωπολογίας βρίσκονται σε κάθετη αντίθεση, όχι μόνο με την πραγματικότητα και την Αγία Γραφή, αλλά και με το σύνολο του χριστιανικού κόσμου. Και στην αίρεση αυτή διαπιστώνουμε τη χρήση χριστιανικής ορολογίας, που όμως είναι σε απόλυτη αναντιστοιχία ως προς την νοηματοδότησή της με την παραδοσιακή χριστιανική και εκκλησιαστική θεώρηση των όρων αλλά και με αυτή την κοινή λογική.
Ύστερα από τις παραπάνω επισημάνσεις ποιος θα διαφωνήσει με την αυστηρή αξιολογική κρίση, που είχε διατυπώσει, παλαιότερα, ο λουθηρανός θεολόγος P. Scheurlen, υποστηρίζοντας, ότι η «Χριστιανική Επιστήμη»: «δεν είναι καμμία επιστήμη, αλλά είναι μία γελοιογραφία του Χριστιανισμού» . (Βλ. P. Scheurlen, Die Sekten der Gegenwart, [3η έκδ], 1923, σ. 118). Νομίζουμε κανείς.
Ορθόδοξος Τύπος, Αριθμός Φύλλου 2044, 7 Νοεμβρίου 2014