Ὁ Νόμος 3984/2011 περί μεταμοσχεύσεων εἰσήγαγε τήν ἔννοια τῆς εἰκαζόμενης συναίνεσης πού διατυπώνεται στό ἄρθρο 9, παράγραφος 2 ὡς ἐξῆς: «Ἡ ἀφαίρεση ἑνός ἤ περισσοτέρων ὀργάνων ἀπό ἐνήλικο, θανόν πρόσωπο, πραγματοποιεῖται ἐφόσον, ὅσο ζοῦσε, δέν εἶχε ἐκφράσει τήν ἀντίθεσή του, σύμφωνα μέ τήν παράγραφο 3». Καί μέ ἔναρξη ἰσχύος τήν 1-6-2013.
Ἡ διάταξη αὐτή δημιούργησε θόρυβο καί μεγάλη ἀντίδραση, πού τελικά ὁδήγησε στήν τροποποίησή της, μέ τό ἄρθρο 55, παράγραφος 4 τοῦ Νόμου 4075/2012. Ἡ τροποποίηση ἔγινε μέ τήν προσθήκη, στήν ἀρχική διατύπωση τῆς ἐπίμαχης διάταξης, τῆς περιοριστικῆς πρότασης «καί κατόπιν συναίνεσης τῆς οἰκογενείας του».
Τόσο ἡ ἀρχική ὅσο καί ἡ τροποποιημένη διάταξη βασικά ἀντιστρατεύονται τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου καί τήν αὐτονομία του, ἀφοῦ γιά ἕνα τόσο κρίσιμο ζήτημα τῆς ζωῆς του, ἄλλοι καλοῦνται νά ἀποφασίσουν γι’ αὐτόν, εἰκάζοντες τή βούλησή του ἤ συναινοῦντες ἐρήμην αὐτοῦ. Ἐπιπλέον ὁ Νόμος 4075/2012 δέν καθορίζει ἐπακριβῶς τήν ἔννοια τῆς «οἰκογενείας του». Εἶναι ὁ πρῶτος, ὁ δεύτερος ἤ ὁ τρίτος βαθμός συγγένειας πού ἔχει τό δικάιωμα νά ἀποφασίζει; Πῶς ἀποδεικνύεται ἡ οἰκογένεια;
Ἀπό πού πηγάζει τό δικαίωμα τῶν συγγενῶν τοῦ ἐγκεφαλικά νεκροῦ νά ἀποφασίζουν γιά τήν τύχη του;
Τί θά γίνει, ὅταν δέν ὑπάρχει οἰκογένεια ἤ ὅταν δέν ἐνημερωθεῖ ἤ δέν ἐμφανισθεῖ; Τότε θά ἐφαρμοσθεῖ ἡ εἰκαζόμενη συναίνεση, χωρίς τή συναίνεση τῆς οἰκογένειας;
Πρόσφατα γιά τό ζήτημα τῆς συναίνεσης ἀσχολήθηκε καί ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.). Στή συνεδρίασή της στίς 31-8-2013 ἡ Δ.Ι.Σ., κατόπιν σχετικῆς εἰσήγησης τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Βιοηθικῆς, ἔλαβε ἀπόφαση γιά πληροφόρηση τοῦ πληρώματός της, σχετικά μέ τή διάταξη τῆς εἰκαζόμενης συναίνεσης καί τήν ἐν συνεχείᾳ τροποποίησή της. Στίς 28-9-2013 στό ἐπίσημο διαδικτυακό ἱστοχῶρο της ἡ Δ.Ι.Σ. ἀνήρτησε ἕνα κείμενο μέ τίτλο: «Περί τοῦ ζητήματος τῆς ΕΙΚΑΖΟΜΕΝΗΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗΣ συμφώνως τοῖς Ν. 3984/2011 καί 4075/2012» μέ ἀριθ. Πρωτοκόλλου 4035 καί ἀριθ. Διεκπ. 1778.
Στό κείμενό της ἡ Δ.Ι.Σ. χαιρετίζει τήν τροπολογία καί τήν εἰσαγωγή τῆς συναίνεσης τῆς οἰκογένειας διότι, ὅπως ὑποστηρίζει, «καταργεῖ κατ’ οὐσίαν τήν εἰκαζόμενη συναίνεση καί ὑπερέχει τοῦ παλαιότερου νόμου 2737/1999, διότι ἐκεῖ ἀρκοῦσε ἡ σιωπή τῶν στενῶν συγγενῶν, ἐνῶ τώρα ἀπαιτεῖται ὁπωσδήποτε ἡ συναίνεσή τους». Τό κείμενο καταλήγει λέγοντας ὅτι «ἡ ἀντίληψη ὅτι ἀπό 1-6-2013 ὅλοι εἴμαστε ἐν δυνάμει δότες, ἀποδεικνύεται πασιφανῶς ἐσφαλμένη».
Δυστυχῶς ἡ εἰκαζόμενη συναίνεση δέν καταργεῖται, ἁπλά περιορίζεται ἀπό τήν ὕπαρξη οἰκογένειας, ἄν φυσικά αὐτή ἐνημερωθεῖ καί ἐμφανισθεῖ. Ὅμως μέ τήν παρέμβασή της αὐτή ἡ Δ.Ι.Σ., ἠθελημένα ἤ ἀθέλητα, συναινεῖ καί καλύπτει τήν πολιτεία, ἀποδεχομένη ἐμμέσως τήν ἔννοια τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου καί δίδουσα τήν ἐσφαλμένη ἐντύπωση ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐλληνική Ἐκκλησία γιά τό ζήτημα τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, μέχρι σήμερα, δέν ἔχει διατυπώσει ἐπίσημη θέση. Ἐπιπλέον θά πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι μέσα στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει σεβαστή μερίδα ἱεραρχῶν, κληρικῶν, θεολόγων καί πιστῶν πού ἀντιτίθενται καί δέν ἀποδέχονται τόν λεγόμενο ἐγκεφαλικό θάνατο ὡς ταυτόσημο μέ τόν θάνατο τοῦ ἀτόμου. Καί παλαιότερα, ἀλλά κυρίως πρόσφατα, αὐτή ἡ ἐναντίωση πρός τόν ἐγκεφαλικό θάνατο ἀναδείχθηκε μέ τήν ἡμερίδα γιά τίς μεταμοσχεύσεις, πού πραγματοποιήθηκε τόν Ἀπρίλιο τοῦ 2013 στό Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας, μέ πάνω ἀπό χίλιους συμμετέχοντες καί μέ διοργανωτές τίς Ἱερές Μητροπόλεις Πειραιῶς καί Γλυφάδας καί τήν Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν. Τό ζήτημα τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, παρά τή νομική κατοχύρωσή του στίς δυτικές κοινωνίες, παραμένει ἀνοικτό τόσο γιά τήν Ἰατρική ὅσο καί γιά τή Θεολογία καί τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Τό ζήτημα τῆς ἐγκυρότητας τῆς συναίνεσης πού δίδεται ἀπό τόν δυνητικό δότη, ὅταν ὑπογράφει τήν κάρτα δωρητοῦ, ἤ ἀπό τούς συγγενεῖς του, εἶναι πολύ σοβαρό. Σέ κάθε ἰατρική πράξη, χειρουργική, φαρμακευτική ἤ ἄλλη, ὑπάρχει ἡ ἠθική ὑποχρέωση καί ἡ νομική ἀπαίτηση ὄχι ἁπλά συναίνεσης (consent), ἀλλά συναίνεσης μετά ἀπό πλήρη ἐνημέρωση (informedconsent). Μέ δεδομένο ὅτι μέχρι σήμερα δέν ὑπάρχει, ὁμόφωνη ἰατρική θέση γιά τό ταυτόσημο ἐγκεφαλικοῦ θανάτου καί βιολογικοῦ θανάτου καί ἡ ἀντιπαράθεση σέ ἰατρικό, βιοηθικό, φιλοσοφικό, νομικό καί θεολογικό ἐπίπεδο καλά κρατεῖ, τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι τό ἀκόλουθο: Ποιά θά πρέπει νά εἶναι ἡ πληροφόρηση τοῦ δότη ἤ τῶν συγγενῶν του, ὥστε ἡ χορηγούμενη ἀπό αὐτούς συναίνεση νά εἶναι ἔγκυρη; Τήν ἀπάντηση μᾶς τή δίνει ὁ DavidHill, ἐπίτιμος Διευθυντής Ἀναισθησιολόγος στό Addenbrook’ sHospital, στό Καίμπριτζ τῆς Ἀγγλίας, διεθνῶς γνωστό μεταμοσχευτικό κέντρο, μέ ἐμπειρία πολλῶν ἑκατοντάδων μεταμοσχεύσεων νεφρῶν καί ἥπατος. Ὁ Hill σέ παρέμβασή του τό 2007 στό περιοδικό BritishMedicalJournal καί μέ τίτλο «θάνατος ἀπό ἐξαπάτηση» γράφει:
«Ἐάν ἕνας δυνητικός ἤ πραγματικός δότης δέν γνωρίζει ὅτι τά ὄργανά του θά ἀφαιρεθοῦν «μετά τό θάνατό του», ἐνῶ ἀκόμη ἀναπνέει, μέ αὐτόματη λειτουργία τῆς καρδιᾶς καί τῆς κυκλοφορίας, μέ λειτουργοῦντα ζωντανά ὄργανα (ἀλλιῶς δέν θά ἦταν χρήσιμα γιά μεταμόσχευση), μέ ὑπολειπόμενη δραστηριότητα τοῦ ἐγκεφάλου καί τοῦ κεντρικοῦ νευρικοῦ συστήματος, τέτοια πού νά ἀπαιτεῖ κάποιας μορφῆς ἀναισθησία γιά τόν ἔλεγχο τῶν ἀπαντήσεων στό ἐγχειρικό τραῦμα, τότε ἡ συναίνεση πού δίνει δέν εἶναι καθόλου συναίνεση μετά ἀπό πληροφόρηση».
Ὁ Hill, ἐμμέσως πλήν σαφῶς, ὑποστηρίζει ὅτι μία συναίνεση χωρίς πραγματική πληροφόρηση πουθενά δέν γίνεται, γιά εὐνόητους λόγους. Ἡ μόνη πληροφόρηση τοῦ δότη ἤ τῶν συγγενῶν του εἶναι ὅτι τά ὄργανα θά ἀφαιρεθοῦν μετά τόν θάνατο, δημιουργώντας τήν ἐσφαλμένη ἐντύπωση ὅτι τά ὄργανα θά ἀφαιρεθοῦν, ὅταν ὁ δότης θά εἶναι νεκρός, δηλαδή πτῶμα. Μάλιστα αὐτή ἡ ἐντύπωση ἐνισχύεται καθώς ὁμιλοῦν γιά πτωματικές μεταμοσχεύσεις, πτωματικούς δότες καί πτωματικά ὄργανα. Ὅμως ὁ ἐγκεφαλικά νεκρός ἀσθενής σέ καμία περίπτωση δέν εἶναι πτῶμα, γιατί δέν ἔχει τά χαρακτηριστικά τοῦ πτώματος οὔτε αὐτά τοῦ ἄρτι θανόντος. Εἶναι ἕνας βαριά ἀσθενής σέ πορεία θανάτου ἤ ὅπως εὐφυῶς ἐγράφη, εἶναι ἕνας ἀρκετά νεκρός γιά νά μπορεῖ νά ταφεῖ καί ταυτόχρονα ἕνας ἀρκετά ζωντανός γιά νά εἶναι δότης ὀργάνων.
Συνεπῶς ἡ διδόμενη σήμερα συναίνεση γιά τήν ἀφαίρεση τῶν ὀργάνων ἀπό ἕναν ἐγκεφαλικά νεκρό ἀσθενή δέν εἶναι ἔγκυρη οὔτε ἠθικά οὔτε νομικά λόγῳ ἐλλιποῦς πληροφόρησης τοῦ δυνητικοῦ δότη ἤ τῶν συγγενῶν του.
Ἁπλά ἡ διδόμενη συναίνεση ἀποτελεῖ τό ἄλλοθι γιά τήν ἐξαπάτηση τοῦ δότη καί τή νομιμοποίηση τῆς ὑφαρπαγῆς τῶν ὀργάνων του.
Πηγή: Ορθόδοξο Παρατηρητήριο