
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η Αγία Μητέρα Ορθόδοξος κατ’ Ανατολάς Εκκλησία του Χρστού την 30η Ιανουαρίου εορτάζει τους τρεις μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου Θεότητος, Βασίλειον τον Μέγα, Γρηγόριον τον Θεολόγον και Ιωάννην τον Χρυσόστομον. Οι τρεις Ιεράρχες και Οικουμενικοί διδάσκαλοι υπήρξαν κατά την εποχή τους όντως Πανεπιστήμονες και πολυγραφότατοι θεολογικοί συγγραφείς. Εθεράπευσαν με την μελέτη και τα πνευματικά πονήματά τους, τόσον την εκκλησιαστική, όσον και την θύραθεν παιδεία και γι’ αυτό η πολιτεία ανεγνώρισε αυτούς ως προστάτες των γραμμάτων.
Οι τρεις Ιεράρχες έλαβαν πλήρη και πολύπλευρη φιλοσοφική και θεολογική μόρφωση, συνάμα όμως έλαβαν γνώση και όλων των τότε γνωστών και ολοκληρωμένων επιστημών, όπως της ιατρικής, της νομικής, της ρητορικής, της αστρονομίας κ.α.
Από τους τρεις φωστήρες Ιεράρχες, εκείνος που περισσότερο ησχολήθη με την νομική επιστήμη και ήσκησε το επάγγελμα του μαχόμενου νομικού, δικηγόρου, την Καισάρεια, διδάσκοντας παράλληλα και την ρητορική τέχνη, ήταν ο Βασίλειος, πριν βεβαίως εγκαταλείψει τα εγκόσμια και αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο Θεό. Τότε συνέγραψε τρία σημαντικά ασκητικά συγγράμματα τα οποία τιτλοφορούνται: “όροι κατά πλάτος”, “όροι κατ’ επιτομήν” και “όροι Ηθικοί”.
Στους μεν “όρους κατά πλάτος” πραγματεύεται περί των γενικών προβλημάτων του μοναχικού βίου, του οποίου ως θεμέλιο χαρακτηρίζει την αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον. Στους δε “’όρους κατ’ επιτομήν”, αναλύονται τα γενικά προβλήματα, αλλά και τα ειδικότερα ζητήματα που αφορούν εν τοις πράγμασιν την ορθοπραξία, την εφαρμογή δηλαδή στην πράξη της ορθοδόξου διδασκαλίας της Εκκλησίας από τους μοναχούς και τις μοναχές. Πρόκειται ουσιαστικά για πρακτικές απαντήσεις, υπό την μορφή συστήματος μοναχικού τρόπου βιώσεως του αγγελομίμη του βίου, που δίδονται για κάθε ειδική περίπτωση. Τέλος, στους “όρους Ηθικούς” περιέχονται κείμενά της Αγίας Γραφής, τα οποία αναφέρονται στον πνευματικό και ηθικό βίο των Χριστιανών.
Ο Μέγας Βασίλειος όμως, πριν από την εισαγωγή του στον Ιερό κλήρο, επειδή όπως προ αναφέραμε ήσκησε το επάγγελμα του μαχόμενου δικηγόρου και τους διδασκάλου της ρητορικής τέχνης στην Καισάρεια, συνέγραψε 99 πολύ σημαντικούς κανόνες τους οποίους επεσφράγισε και επικύρωσε δια του Β’ κανόνος αυτής η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος, η οποία συνεκλήθη το 691 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη.
Στο παρόν άρθρο θα παραθέσουμε τους σπουδαιότερους από τους 92 κανόνες του Μεγάλου Βασιλείου. Έτσι, στον Α’ κανόνα ο Ιεράρχης δίδει με μοναδική ακρίβεια, σαφήνεια και περιεκτικότητα τους ορισμούς των μεγάλων “εκκλησιαστικών αδικημάτων”, τα οποία είναι αιρέσεις, τα εκκλησιαστικά σχίσματα και οι παρασυναγωγές εντός του εκκλησιαστικού σώματος.
Στη συνέχεια προβαίνει δια του Η’ κανόνος του στην οριοθέτηση και διάκριση του ακούσιου και του εκούσιου φόνου. Με τα σημερινά δεδομένα του ποινικού δικαίου κάνει λόγο για την ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, την ανθρωποκτονία εξ’ αμελείας, για το σημερινό έγκλημα εκ του αποτελέσματος, για την θανατηφόρο σωματική βλάβη. Η δε αναφορά του στα “εμβρυοκτόνα δηλητήρια” συνδέεται προφανώς με τα αδικήματα της ετεραμβλώσεως και αυταμβλώσεως.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι ο Μέγας Βασίλειος, συλλαμβάνει και τη σημερινή θεωρία του “Ενδεχόμενου δόλου” για τον οποίο ορίζει ότι “αν κάποιος προσφέρει σε άλλο πρόσωπο “περίεργον φάρμακον” για να τον ελκύσει σε σαρκικό έρωτα και το άτομο αυτό αποθάνει, τότε ο προσφέρων το φάρμακο, όπως λέγει, είναι υπεύθυνος για τον θάνατο του προσώπου, όπως εκείνος που διαπράττει ανθρωποκτονία εκ προθέσεως με ευθύ δόλο.
Στο Β’ κανόνα του κάνει λόγο για τα αδικήματα της αμβλώσεως, εκτρώσεως, αλλά ακόμη και για την θεωρία της αληθούς συρροής ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως κα αμβλώσεως.
Στο Δ’ κανόνα του ασχολείται με τους δίγαμους και τρίγαμους. Ο ίδιος όμως ακολουθεί τους παλαιούς Πατέρες της Εκκλησίας και αποδέχεται μόνο την μονογαμία, ενώ απορρίπτει με κάθε τρόπο τη διγαμία και τριγαμία. Μόνο δε σε ορισμένες περιπτώσεις κατ’ οικονομία δέχεται την διγαμία, μόνο και μόνο, για να μην χαρακτηρισθεί μοιχεία.
Στο Ζ’ κανόνα ο Μέγας Βασίλειος αναφέρεται στις ακόλαστες και ανήθικες σαρκικές πράξεις της “αρσενοκοιτίας” και την “κτηνοβασίας”, τις οποίες εξομοιώνει με τον φόνο εκ προθέσεως. Για δε τους εν αγνοία τελέσαντες κάποια από τα ως άνω αδικήματα, λέγει ότι είναι άξιοι συγγνώμης ύστερα όμως από τριάντα έτη ειλικρινούς μετάνοιας. Εν προκειμένω, εμμέσως πλην σαφώς κάνει λόγο για την θεωρία του ποινικού δικαίου περί τις λεγομένης πραγματικής πλάνης.
Στον Θ’ κανόνα του ο νομομαθής Ιεράρχης καταγράφει τους λόγους του διαζυγίου. Ως λόγους διαζυγίου αναγνωρίζει την πορνεία, την μοιχεία, αλλά και την διγαμία, για την οποία αναφέρεται στον ΙΒ’ κανόνα του.
Το ιδιαιτέρως οξύ στις ημέρες μας ζήτημα της τοκογλυφίας απασχολεί και τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος στον ΙΔ’ κανόνα του αναφέρει ότι ο τοκογλύφος μπορεί να γίνει Ιερεύς εάν το άδικο κέρδος το δώσει στους πτωχούς. Είναι ωσάν να οριοθετεί την έννοια της εξαλείψεως του αξιοποίνου.
Στο ΙΑ’ κανόνα του ασχολείται με το λεπτό ζήτημα του ποινικού μας δικαίου, το οποίο αφορά την δύσκολη διάκριση ανάμεσα στο αδίκημα της
θανατηφόρου σωματικής βλάβης και της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως. Τελικώς, ο Μέγας Βασίλειος καταλήγει να υπογραμμίσει ότι το όλο νομικό ζήτημα μπορεί να επιλυθεί επί τη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, αναλόγως, βέβαια με την κρινομένη περίπτωση.
Κατά τον ΚΑ’ κανόνα ο σεπτός Ιεράρχης ορίζει ότι εάν ένας νυμφευμένος άνδρας αμαρτήσει με άλλη νυμφευμένη γυναίκα, τότε λογίζεται ως πόρνος και τιμωρείται βαρύτερα από έναν ανύπανδρο άνδρα που πορνεύει. Καταλήγει δε στην άποψη αυτή επειδή ο ανύπανδρος αναγκάζεται προς το πορνεύειν λόγω της φυσικής επιθυμίας του, ενώ δεν χωρεί συγκατάβαση στον ύπανδρο επειδή εκείνος έχει παρηγοριά της επιθυμίας του την νόμιμη γυναίκα του.
Πολύ σημαντικός είναι και ο ΚΒ’ κανών του Μεγάλου Βασιλείου στον οποίο γίνεται λόγος για το αδίκημα της απαγωγής. Ορίζεται δηλαδή ότι τιμωρούνται όλοι όσοι απαγάγουν γυναίκες είτε ελεύθερες, είτε “προμεμνηστευμένες”. Κατά κανόνα όμως γίνονται δεκτοί εις μετάνοια εκείνοι που αποδίδουν τις γυναίκες αυτές στους άνδρες ή τους γονείς τους. Αν πάλι οι τελευταίοι επιθυμούν να τις δώσουν στους πρώην απαγωγείς τους, τότε το “συνοικέσιον” θεμελιούται. Στον δε ΚΓ’ κανόνα εισάγεται η απαγόρευση να μην πανδρεύεται κάποιος της αποθανούσας γυναικός του την αδελφή, όπως το ίδιο πρέπει να ισχύει και για την χήρα γυναίκα η οποία δεν πρέπει να πανδρεύεται τον αδελφό του αποθανόντος ανδρός αυτής.
Στον ΛΓ’ κανόνα εμμέσως αναφέρεται στο ποινικό αδίκημα της “Εκθέσεως” σε κίνδυνο ζωής, δια το οποίο φέρει ως παράδειγμα την εγκατάλειψη του βρέφους από την μητέρα του επί της οδός αμέσως μετά την γέννηση του.
Ο ΛΗ’ κανών του Ιεράρχου αναφερόμενος στο αδίκημα της εκούσιας απαγωγής ορίζει ότι οι γυναίκες, που παρά την αντίθετη γνώμη των γονέων τους ακολουθούν τον άνδρα που αγαπούν, θεωρούνται ως πόρνες, ενώ εάν δώσουν την συγκατάθεση τους οι γονείς τους, τότε αναγνωρίζεται ως νόμιμη η έγγαμη συμβίωση τους.
Ο Μέγας Βασίλειος ως σύγχρονος, θα λέγαμε, ποινικολόγος, κάνει λόγο στον ΜΓ’ κανόνα του για την υπέρβαση των ορίων της άμυνας, την οποία δεν συγχωρεί ως πράξη όταν είναι δυσανάλογα υπερβολική ως προς την επίθεση που δέχεται ο αμυνόμενος, ο οποίος τιμωρείται με ελαττωμένη ποινή.
Ο ΝΖ’ κανών ορίζει ότι εκείνος που προκαλεί ακούσιο φόνο, πρέπει να απέχει επί 10 έτη από το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Αυτό δε ο κανών πρέπει να τύχει ιδιαιτέρας προσοχής από τους κληρικούς μας που οδηγούν αυτοκίνητο, αφού κινδυνεύουν ανά πάσα ώρα και στιγμή να προκαλέσουν ακούσιο φόνο, οπότε είναι πολύ δύσκολη, βάσει των ιερών κανόνων της Εκκλησίας, η άσκηση των ιερατικών τους καθηκόντων. Παρά ταύτα, ο Μέγας Βασίλειος δέχεται ως ελαφρυντικό την έμπρακτη μετάνοια του προκαλέσαντος τον ακούσιο φόνο.
Επί πνευματικών ακραιφνώς ζητημάτων ο σοφός ιεράρχης ορίζει ότι ο επίορκος πρέπει για 10 έτη, να παραμένει ακοινώνητος. Την ίδια δε ποινή επιβάλλει ο ΞΣΤ’ κανών και στον τυμβωρύχο. Ο δε ΞΖ’ κανών επιλαμβάνεται του ζητήματος της αιμομιξίας μεταξύ των αδελφών, την οποία χαρακτηρίζει απερίφραστα ως έγκλημα. Θεωρεί επίσης ότι “αδελφομιξία” υφίσταται και στην περίπτωση των ετεροθαλών αδελφών. Την ίδια μάλιστα ποινική αντιμετώπιση εφαρμόζει ο ιερός πατήρ και σε εκείνους που έχουν ερωτικές σχέσεις με την μητριά τους.
Ως προς τα λεγόμενα από την νομική επιστήμη “κωλύματα του γάμου”, ο Μέγας Βασίλειος ορίζει ότι απαγορεύεται ο γάμο συγγενούς εξ’ αίματος μέχρι και του δεύτερου βαθμού του ενός των συζύγων και του δεύτερου βαθμού του άλλου συζύγου. Το δε κώλυμα του το υφίσταται και μετά την λύση η ακύρωση του γάμου, αλλά δεν χαρακτηρίζεται ως μοιχεία εάν τυχόν συμβεί.
Ο Μέγας Βασίλειος στον ΠΑ’ κανόνα ορίζει ότι εκείνος που αρνήθησαν την εις Χριστόν πίστη τους “εξ’ ανάγκης και εκ βασάνων φρικτών” μπορούν κα πρέπει ν’ αντιμετωπισθούν από την Εκκλησία με περισσότερη επιείκεια και πνεύμα συγχωρήσεως. Ενώ είναι ασυγχώρητοι και παντελώς εκτός του εκκλησιαστικού σώματος όλοι όσοι άνευ ανάγκης ή μαρτυρίου, αλλά εξ’ ιδιοτέλειας και αδιαφορίας περί την πίστη του Ιησού Χριστού, επρόδωσαν την πίστη τους και έγιναν αρνησίθρησκοι και επίορκοι.
Στον 90ο κανόνα του ο Μέγας Βασίλειος αναφέρεται στο ιδιαίτερο εκκλησιαστικό αδίκημα της σιμωνίας (φιλαργυρία των κληρικών). Ενώ επαινεί και εξυμνεί την αφιλαργυρία και την ανιδιοτέλεια των ιερέων, οι οποίοι τελούν τα μυστήρια της Εκκλησίας χωρίς να απαιτούν από τους πιστούς χρήματα για να επιτελέσουν τα μυστηριακά και ιερατικά τους καθήκοντα. Γι’ αυτό θεωρεί μέγα αμάρτημα την φιλαργυρία, την δε σιμωνία των κληρικών χαρακτηρίζει ως ειδωλολατρεία και βαρεία εκτροπή.
Από όσα παραπάνω εκθέσαμε, νομίζουμε ότι φανερούται η νομική κατάρτιση και συγκρότηση του αγίου ανδρός, ο οποίος χωρίς υπερβολή υπήρξε ένας “σύγχρονος” ποινικολόγος και αστικολόγος που μέχρι και σήμερα οι κοσμικοί και εκκλησιαστικοί του κανόνες έχουν εφαρμογή στο ποινικό και αστικό μας δίκαιο. Τέτοιους λοιπόν πανεπιστήμονες φωστήρες και οικουμενικούς διδασκάλους τιμούμε και δοξολογούν σήμερα μαθητές, φοιτητές, δάσκαλοι και καθηγητές της εκπαιδευτικής κοινότητας της χώρας μας. Είναι δε γεγονός ότι απετέλεσαν και οι τρεις την ενσαρκωμένη κοσμική σοφία και επιστήμη, αλλά κυρίως τα αδιάψευστα στόματα της θεολογίας και θεογνωσίας, της ορθοδοξίας και της ορθοπραξίας. Έθεσαν την γνώση τούτου του κόσμου και την επιστήμη στην υπηρεσία της Εκκλησίας και των συνανθρώπων τους. Γι’ αυτό υπήρξαν μέγιστοι θεολόγοι και μέγιστοι άνθρωποι, που δια της ακτίστου ενέργειας του Παναγίου πνεύματος κατέκτησαν και κυρίως βίωσαν προσωπικά και εμπειρικά την άνωθεν δοθείσα σ’ αυτούς θεία σοφία.
Τέτοιους δασκάλους θέλουμε και σήμερα προκειμένου και η νεολαία μας να έχει πρότυπα γνήσια για να μιμηθεί και να βρει μια πυξίδα ορθοπορείας στον σύγχρονο κόσμο των τρελών αντιθέσεων, των ατέρμονων αναζητήσεων και των απραγματοποίητων ονείρων. Χρόνια πολλά, σε όλους εκείνους που καλλιεργούν το πνεύμα και αναζητούν βήμα-βήμα την θεογνωσία και τον άνωθεν φωτισμό της τρισηλίου θεότητος.
Ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος σε συνέντευξή του στην Πεμπτουσία μιλά για την παρουσία και θέση της Εκκλησίας στα σύγχρονα προβλήματα όπως την οικονομική κρίση, τον ρατσισμό, τον εθνικισμό, την ομοφυλοφιλία κ.ά.
ΠΗΓΗ: http://www.pemptousia.gr
Νόμιμες και συνταγματικές έκρινε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας τις περικοπές των αποδοχών στους υπαλλήλους του Υπουργείου ΟΙκονομικών καθώς και της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Υπενθυμίζεται ότι ο πρόεδρος και οι εργαζόμενοι στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ζητούσαν να ακυρωθεί, ως αντίθετη στην Ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία, η υπουργική απόφαση που εκδόθηκε σε εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου (Ν. 4024/2011) και καθορίζει τις αποδοχές των απασχολούμενων στις Αρχές (επιστημονικό προσωπικό, δικηγόροι κ.λπ.). Με την προσφυγή τους δε, είχαν ζητήσει να ακυρωθεί η απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2012 των υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Οικονομικών, η οποία καθόριζε τις αποδοχές του ειδικού επιστημονικού προσωπικού και των δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής, των Ανεξάρτητων Διοικητικών ή Ρυθμιστικών Αρχών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων.
Από την πλευρά τους , οι υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών ζητούσαν να ακυρωθούν ως αντισυνταγματικά και παράνομα τα εκκαθαριστικά φύλλα μισθοδοσίας τους, με τις περικοπές των αποδοχών τους, σύμφωνα με την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου του Ν. 4024/2011.
Τέλος, οι υπάλληλοι στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είχαν ζητήσει να κριθεί αντισυνταγματική και παράνομη και κατά συνέπεια να ακυρωθεί η απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου για την καθιέρωση των αποδοχών του ειδικού επιστημονικού προσωπικού και την κατάταξη και εξέλιξή τους σε μισθολογικά κλιμάκια. Η δημοσίευση των τριών αποφάσεων αναμένεται μέσα στο επόμενο τρίμηνο.
Πηγή: http://www.lawnet.gr/
Ἐν τῷ παρόντι ποήματι, ἐν ἠρωϊκοῖς στίχοις 733, συζητεῖ ὁ ἱερὸς ποιητὴς περὶ τοῦ ποῖος ἀπὸ τοὺς δύο βίους ἐν τῷ κόσμω τούτω εἶναι ἀνώτερος, ὁ γάμος ἢ ἡ ἀγαμία· ὁ ἔγγαμος βίος ἢ ὁ μοναχικός.
Ως βασική αρχή του Γρηγορίου για την αντιμετώπιση των ταραχών, των διενέξεων και διχονοιών πού προκαλούσαν την διάσπαση της ενότητος και τη διατάραξη της ειρήνης της Εκκλησίας, είχε το ειρηνεύομεν εννόμως μαχόμενοι και πάντοτε μέσα στα πλαίσια των όρων του πνεύματος1. Προσπαθούσε να συνδυάζει άριστα τον έλεγχο και την παρρησία με την αγάπη και την ταπεινοφροσύνη. Διότι, όπως αναφέρει, εστίν ανδρός μεγαλόφρονος φίλων αποδέχεσθαι ελευθερίαν ή εχθρών κολακίαν2.
Στις οποιεσδήποτε παρουσιαζόμενες διαφορές μεταξύ των Ορθοδόξων, ο ίδιος ηγωνίζετο για το ύψιστο αγαθό της ειρήνης, υπέρ της οποίας εξεφώνησε ειδικά προς τούτο μία σειρά τριών λόγων «περί ειρήνης», και το σπουδαιότερο, υπέρ της οποίας προσέφερε τον ίδιο τον εαυτό του. Οι ειρηνικοί αυτοί λόγοι του Γρηγορίου συνδέονται άμεσα με την ειρηνευτική δραστηριότητα, την οποία ανέπτυξε για την επικράτηση της ειρήνης μέσα στην Εκκλησία.
Όπως από τους πέντε θεολογικούς του λόγους, πού εξεφώνησε, επονομάσθηκε θεολόγος και με την προσωνυμία αυτή έμεινε στην ιστορία της Εκκλησίας «Γρηγόριος ο Θεολόγος», κατά παρόμοιο και ανάλογο τρόπο με τους τρεις εκφωνηθέντες λόγους του ο Γρηγόριος μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ειρηνοποιός. Ο Γρηγόριος δεν περιορίσθηκε μόνο στη θεωρητική διατύπωση της περί ειρήνης διδασκαλίας του, αλλά ό ίδιος την έκανε πράξη με την ίδια τη ζωή του.
Τον Α' ειρηνικό λόγο3 εξεφώνισε το 364 ο Γρηγόριος, όταν διεπίστωσε ότι αποφεύχθηκε το σχίσμα στην Εκκλησία της επισκοπής Ναζιανζού, αιτία του οποίου θεωρήθηκε ο επίσκοπος της Ναζιανζού Γρηγόριος, πατέρας του Γρηγορίου, ο οποίος, φαίνεται από απλότητα και μάλλον από άγνοια των δογματικών λεπτομερειών, υπέγραψε κάποιο ομοουσιανό φιλοαρειανικού περιεχομένου σύμβολο, το οποίο, ας σημειωθεί, ότι τότε εχαρακτηρίζετο ως τόπος ειρήνης. Η ενέργεια αυτή του επισκόπου Γρηγορίου προκάλεσε την εξέγερση μεγάλου μέρους του ορθοδόξου λαού και ιδία των μοναχών της περιοχής με αποτέλεσμα να επέλθει διακοπή κοινωνίας με τον επίσκοπό τους και να οδηγείται σε σχίσμα η Εκκλησία της Ναζιανζού.
Με την παρέμβαση όμως του, υιού, Γρηγορίου, ο οποίος εγνώριζε ότι ο πατέρας του ουδέποτε είχε αρνηθεί το Σύμβουλο Νικαίας, καθώς και με τη μεσολάβηση του Μ. Βασιλείου, επείσθη ο επίσκοπος, (πατήρ του), Γρηγόριος και εδέχθη ορθόδοξη ομολογία, ταχθείς υπέρ του Ομοουσίου4 και έτσι αποφεύχθηκε το σχίσμα, αποκαταστάθηκε η κοινωνία του επισκόπου με το ποίμνιό του και τους μοναχούς και επιτεύχθηκε η ενότητα και η ειρήνη στην Εκκλησία της Ναζιανζού.
Με τον εκφωνηθέντα Α' λόγο του ο Γρηγόριος εκφράζει την χαρά του για την επιτευχθείσα συμφιλίωση και αποκατάσταση της διασαλευθείσης ειρήνης στους κόλπους της Εκκλησίας. Λέγει σχετικά ότι Θεού μεν και των θείων εγγύς, όσοι το της ειρήνης αγαθόν ασπαζόμενοι φαίνονται, και τω εναντίω τη στάσει απεχθανόμενοί τε και δυσχεραίνοντες5. Και κατακλείει τον λόγον του λέγων: ταύτα ειδότες, αδελφοί, περιλάβωμεν αλλήλους, περιπτυξώμεθα, γενώμεθα γνησίως εν, μιμησώμεθα τον το μεσότοιχον τον φραγμού λύσαντα και δια τον αίματος αυτού πάντα συναγαγόντα και ειρηνεύσαντα. . . αλλά πάντες μένωμεν εν ενί πνεύματι, μια ψυχή συναθλούντες τη πίστει του ευαγγελίου, σύμψυχοι, το εν φρονούντες…6
Έτσι, κατά τον Γρηγόριο, η ειρήνη είναι αναγκαία και αυτονόητη κατάσταση στη ζωή της Εκκλησίας, η δε απουσία της επιφέρει κλονισμό της βάσεως του Χριστιανισμού. Χωρίς ειρήνη, αγάπη και ενότητα δεν νοείται σωστή χριστιανική ζωή και εκκλησιαστική κοινωνία μεταξύ των μελών της είτε λαϊκοί είναι αυτοί είτε κληρικοί. Διότι η αγάπη, η ειρήνη και η ενότητα αποτελούν τα βασικότερα και ουσιαστικότερα γνωρίσματα κάθε ενσυνειδήτου μέλους της Εκκλησίας, δεδομένου ότι ο Θεός είναι Θεός αγάπης, ειρήνης και ενότητος.
Τον Β' ειρηνικό λόγο7 τον εξεφώνισε στην Κωνσταντινούπολη το 379, όταν ο κίνδυνος από το λεγόμενο Αντιοχειανό σχίσμα απείλησε την ενότητα και ειρήνη και της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Στον λόγο του αυτόν ο Γρηγόριος απεικονίζει με τα μελανότερα χρώματα8 τις εσωτερικές διχόνοιες και εκκλησιαστικές διενέξεις μεταξύ των Ορθοδόξων. Σχετικά με τη διένεξη αυτή των Ορθοδόξων της Εκκλησίας της Αντιοχείας, την οποία χαρακτηρίζει έναγχον ημίν επαναστάσαν ζυγομαχίαν αδελφικήν9 και θέλοντας να μείνει πιστός στη μνήμη του Μ. Βασιλείου, αλλά και ακολουθώντας την ίδια με εκείνον εκκλησιαστική πολιτική, τάχθηκε με τη μερίδα των Ορθοδόξων, που ανεγνώριζε και ακολουθούσε τον επίσκοπο Μελέτιο. Ο ίδιος διεκήρυσσε με έμφαση ότι αυτός, ο αγωνιστής της ειρήνης, θα συνεχίζει να αγωνίζεται για το ύψιστο αυτό αγαθό και ότι θα επιμένει με τις άοκνες ειρηνευτικές προσπάθειές του για την οριστική επικράτηση της ειρήνης στους κόλπους της Εκκλησίας γενικότερα.
Είναι φανερό ότι ο Γρηγόριος αντιμετώπισε με επιτυχία και αυτή την εκκλησιαστική κρίση, γιατί αρχίζει τον ειρηνικό αυτό λόγο του, αναφωνών: Ειρήνη φίλη, το γλυκύ και πράγμα και όνομα. . . ειρήνη φίλη, το εμόν μελέτημα και καλλώπισμα, ην Θεού τε είναι ακούομεν και ης Θεός τον Θεόν και αυτόθεον, ως εν τω «ειρήνη του Θεού» και «Θεός της ειρήνης» και «Αυτός εστίν η ειρήνη ημών». . . Ειρήνη φίλη, το παρά πάντων μεν επαινούμενον αγαθόν υπ' ολίγων δέ φυλασσόμενον, που ποτε απέλιπες ημάς. . . και πότε επανήξεις ημίν; Ελθέ, ελθέ, τάχιον-τάχιον10. Και διερωτάται, απορών: Εχρήν γάρ, επειδή θεότης ήνωται, διαιρείσθαι την ανθρωπότητα και περί τον νουν ανοηταίνειν τους τάλλα σοφούς;11 Και παρατηρεί: αιδεσθώμεν το δώρον του ειρηνικού, την ειρήνην. . . και ένα πόλεμον ειδώμεν, τον κατά της αντικείμενης δυνάμεως. . . Ηττηθώμεν, ίνα νικήσωμεν12.
Ο Γρηγόριος με όσα ανέφερε στο λόγο εννοεί προφανώς ότι επήλθε επί τέλους ειρήνευση ανάμεσα στο ορθόδοξο ποίμνιό του και αποκαταστάθηκε και πάλιν η ηρεμία στα εκκλησιαστικά πράγματα από το Αντιοχειανό σχίσμα.
---------------------------------------------
1. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 42, 13, PG 36, 473Α (= ΒΕΠ 60, 127, 41128,2 και Επιστ. 16, PG 37, 49Α (= ΒΕΠ 60, 214).
2. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, αυτόθι βλ. και Δ. ΤΣΑΜΗ, Η διαλεκτική φύσις της διδασκαλίας Γρηγορίου του Θεολόγου, Θεσσαλονίκη 1971, σ. 71 έ.
3. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 6, Ειρηνικός Α', επί τη ενώσει των μοναζόντων, μετά την σιωπήν, επί τη παρουσία του πατρός αυτού, PG 35, 721 (= ΒΕΠ 59, 11).
4. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 18, Επιτάφιος εις τον πατέρα, παρόντος Βασιλείου, PG 35, 10051008 (= ΒΕΠ 59, 119, 2840): Και γαρ ηνίκα παρά θερμοτέρω μέρους της Εκκλησίας, κατεστασιάσθημεν γράμματι κλαπέντες και ρήμασι τεχνικοίς εις πονηράν κοινωνίαν, μόνος μεν επιστεύθη την διάνοιαν άτρωτον έχειν, και μη τω μελάνι την ψυχήν συμμελαίνεσθαι, ει και απλότητι συνηρπάσθη, και τον δόλον εκ του της ψυχής άδολου μη εφυλάξατο μόνος δε, μάλλον πρώτος, το στασιάζον προς ημάς, ζήλω της ευσέβειας εαυτώ και τοις άλλοις κατήλλαξε, τελευταίον τ' αποδραμόν, και πρώτον προσδραμόν, αιδοί τε του ανδρός και τη του δόγματος καθαρότητι ώστε και τον πολύν σάλον των Εκκλησιών κατασβεσθήναι και στήναι την καταιγίδα εις αύραν, ταίς εκείνου λυθείσαν ευχαίς τε και παραινέσεσιν, ει τι δει και νεανιεύεσθαι, μεθ' ημών κοινωνών και της ευσέβειας και της ενεργείας.
5. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 6, 1314, Ειρηνικός Α', PG 35, 740Α749 (= ΒΕΠ 59, 18, 1921).
6. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 6, 21 και 22, Ειρηνικός Α', PG 35, 748ϋ749 (= ΒΕΠ 59, 21, 1022 2628).
7. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 22, Ειρηνικός Β', λεχθείς εν Κωνσταντινουπόλει επί τη γενομένη τω λαώ φιλονεικία, περί επισκόπων τινών διενεχθέντων προς αλλήλους, PG 35, 1132 (= ΒΕΠ 59, 166174).
8. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 22, 1, Ειρηνικός Β', PG 35, 1132Α1152Α (= ΒΕΠ 59, 166174).
9. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 22, 1, 3, Ειρηνικός Β', PG 35, 1145Β(=ΒΕΠ59, 172, 10).
10. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 22, 1, Ειρηνικός Β', PG 35, 1132ΑΒ(= ΒΕΠ 59, 166, 814).
11. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 22, 13, Ειρηνικός Β', PG 35, 11450 (= ΒΕΠ 59, 172, 1820).
12. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Λόγος 22, 16, Ειρηνικός Β', PG 36, 11490 (= ΒΕΠ 59, 173, 3538).
Στρέψτε τὰ αὐτιὰ σας σ’ ἐμένα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί· θὰ σᾶς διηγηθῶ μιὰ ὡραιότατη διήγηση. Διότι εἶναι σωστὸ νὰ κρύβει κανεὶς τὶς ἀποφάσεις τῶν βασιλέων, εἶναι ὅμως καλὸ νὰ ἀποκαλύπτει τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀφορμή τούς πιστοὺς δούλους του στηρίζει τοὺς ἀδύναμους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρῶτος εἶμαι ἐγώ. Ὑπάρχει λοιπὸν σ’ ἐμένα ὁ πόθος νὰ ἀγγίξω γεγονότα πού ἔχουν συμβεῖ γιὰ τὴ θεραπεία τῆς ταλαίπωρης ψυχῆς μου. Θέλω νὰ βάλω σήμερα στὸν ἀργαλειὸ στημόνι ἀπὸ τὸ ὡραῖο μαλλὶ τοῦ λογικοῦ προβάτου.
Ποθῶ νὰ ὑφάνω κεντημένο χιτώνα ἀπὸ τὸ μαλλὶ τῆς λογικῆς καὶ προσευχητικῆς γλώσσας. Διότι εἶδα κάποτε ἕνα κριάρι πού εἶχε ὡραία ἐμφάνιση καὶ πνευματικὰ κέρατα, τὰ ὁποῖα ἠχοῦσαν μὲ λόγια τοῦ Θεοῦ· καὶ ἀφοῦ τὸ πλησίασα μὲ μεγάλη ἀγωνία, ἀφαίρεσα ἀπ’ αὐτό ἀθόρυβα μιὰ μικρὴ τούφα.
Μὲ κυρίευσε ὅμως ἕνας ἀβάσταχτος φόβος, διότι ἀποτόλμησα τέτοιες φοβερὲς πράξεις, ἐπειδὴ δὲν ἤμουν συνετός.
Θέλετε λοιπὸν νὰ φανερώσω ποιὸ ἦταν αὐτό τὸ κριάρι πού ἦταν στολισμένο μὲ τόσο ὡραῖα χρώματα; Αὐτό τὸ κριάρι ἦταν ὁ σοφὸς καὶ πιστὸς Βασίλειος, ὁ ὁποῖος ἐπισκόπευσε στὴ χώρα τῶν Καππαδοκῶν καὶ κήρυξε στὴν πόλη τῶν Καισαρέων σωτήριες διδασκαλίες γιὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Ὁ Βασίλειος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀληθινὰ ἡ βάση τῶν ἀρετῶν, τὸ βιβλίο τῶν ἐπαίνων, ὁ βίος τῶν θαυμάτων· αὐτός πού βαδίζει μὲ τὴ σάρκα καὶ προχωρεῖ μὲ τὸ πνεῦμα· αὐτός πού ζεῖ μὲ τὰ γήινα καὶ ἔχει τὸ βλέμμα του στραμμένο στὰ οὐράνια· αὐτός πού εἶναι τὸ βηρύλλιο πλῆκτρο τῆς μυστικῆς κιθάρας, αὐτό πού ἔτερψε τὴ χορεία τῶν ἁγίων Ἀγγέλων· αὐτός πού εἶναι τὸ σταθερὸ ἀρνί τῆς μάνδρας τῆς ζωῆς, πού καταβρόχθισε τὸ χορτάρι τοῦ ἱεροῦ Πνεύματος· αὐτός πού εἶναι τὸ ἀρνί πού πήδησε ἀπὸ τὸν πόθο καὶ ἅρπαξε τὸ ἄνθος ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ τιμίου Σταυροῦ· αὐτός πού εἶναι τὸ παχνὶ τῶν δογμάτων, ἡ γλώσσα τῶν λόγων, τὸ βραβεῖο τῶν ὀρθῶν καὶ ὠφέλιμων νοημάτων· αὐτός πού βύθισε τὸν ἑαυτό του στὸ βυθὸ τῶν Γραφῶν καὶ ἀνέσυρε τὸ λαμπρὸ μαργαριτάρι· αὐτός πού εἶναι τὸ ὥριμο σταφύλι τῆς θεϊκῆς κληματαριᾶς, πού ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πῆρε τὴ θεία γλυκύτητα· αὐτός πού εἶναι ἡ ὡραία μεμβράνη τῆς ἱερῆς σοφίας, στὴν ὁποία γράφηκαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τὰ θεία χαράγματα· αὐτός πού εἶναι τὸ εὔφορο χωράφι τῆς οὐράνιας βασιλείας, τὸ ὁποῖο καρποφόρησε γιὰ τὸν Θεὸ καρποὺς δικαιοσύνης· αὐτός πού εἶναι βουνὸ στολισμένο μὲ τὰ ἄνθη τῆς μυστικῆς τριανταφυλλιᾶς, πού ἡ εὐωδιὰ του ἔφθασε στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό· αὐτός πού ἔψαλε ἐπάνω στὴ γῆ ἄσματα ἀρεστά στὸν Θεὸ καὶ πῆρε ἀπ’ τοὺς οὐρανούς στεφάνια εὐπρόσδεκτα· αὐτός πού ἀντιλήφθηκε τὴ χάρη καὶ διακήρυξε, ὅπως ὁ Ἰώβ, τὴν ὁμολογία του στὸν Σωτήρα τῶν ὅλων, λέγοντας: «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό πού μὲ δημιούργησε, καὶ ἡ ἔμπνευση τοῦ Παντοκράτορος εἶναι αὐτή πού μὲ διδάσκει»· βεβαιώνοντας ὅτι μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κήρυττε σὲ ὅλους τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ποθῶ ἀκόμη νὰ προσθέσω καὶ ἄλλη ὕφανση στὸ λόγο γιὰ τὰ ἐγκώμια, ὥστε μὲ τὴν ἀπόλαυση καὶ μὲ τὴν ἀνάμνηση τοῦ δίκαιου ἄνδρα νὰ βροῦμε στὶς προσευχὲς μας γνώση καὶ κατάνυξη. Πρέπει λοιπὸν νὰ πάρουμε στὰ χέρια μας τὴ σαΐτα τοῦ Πνεύματος καὶ νὰ τακτοποιοῦμε τὸ νῆμα τῶν νοημάτων μας. Ἔπειτα πρέπει νὰ ἑτοιμαζόμαστε γι’ αὐτή τὴν ἐργασία ἔτσι., ὥστε νὰ κλείνουμε μέσα στὸ στημόνι καὶ τὸ ὑφάδι. Ἂν λοιπὸν κάποιος κλώσει αὐτό τὸ μαλλὶ μὲ προσοχή, θὰ προσφέρει στολὴ ἀθανασίας σ’ ἐκείνους πού ποθοῦν αὐτὴ τὴ στολή.
Τέτοιες εἶναι οἱ ἀπαρχές τοῦ μυστικοῦ θρέμματος· τέτοιες εἶναι οἱ σοδειὲς τοῦ ἅγιου κτήματος. Ἔτσι ἄφθονος ἦταν στὴ διδασκαλία, ὥστε νὰ ντύνει ὅσους τύχαινε νὰ εἶναι παρόντες. Ἦταν πνευματοφόρο κριάρι τοῦ κοπαδιοῦ τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο ἀνθοῦσε μέσα στὸ ἔλεος τῆς λαμπρῆς Ἐκκλησίας· ἀπὸ τὴ μιὰ προσφέροντας ζεστασιὰ στοὺς φτωχοὺς μὲ τὸ μαλλί του, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁδηγώντας σὲ κατάνυξη τοὺς πλούσιους μὲ τὰ χτυπήματα τῶν κεράτων του. Καθὼς παρέμενε νύχτα καὶ μέρα στὰ ἴδια ἄδυτα, δέχθηκε τὴ Χάρη ἀπὸ τὸν οὐρανό. Γι’ αὐτό καὶ κάθε μέρα βγάζοντας ἄφθονα ἄνθη ὡς πρὸς τὸ λόγο, ἀνανέωνε γιὰ τὶς ψυχὲς τὸν ἀναλλοίωτο στολισμό. Καὶ παρόλο πού μοίραζε τὸν ἑαυτό του στὸν καθένα χωριστά, δὲν ἀλαζονεύονταν γιὰ τὴν ποικιλία του.
Ἐπειδὴ λοιπὸν πλήθαινε στὰ ἄφθαρτα ἄνθη, ἐπειδὴ τρεφόταν μὲ τοὺς ἅγιους κάλυκες, ἐπειδὴ ἔβρισκε ἀνάπαυση πάντοτε μέσα στὶς Γραφὲς καὶ ἀπὸ αὐτές ἔβοσκε ἄφθονο τὸ θεϊκὸ χορτάρι, καί ἀπολάμβανε τὴ χλόη στὰ βοσκοτόπια τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας, καὶ εὐφραινόταν μέσα στὶς ἱερατικὲς αὐλὲς, γι’ αὐτό καὶ ὁ λόγος του κυλοῦσε σὰν ποταμός, καὶ ἡ ἀρετὴ του προχωροῦσε σὰν τὰ κύματα τῆς θάλασσας. Ἐκεῖ τρεφόταν μὲ θεία νοήματα, καὶ ἐδῶ κήρυττε μὲ δυνατὴ φωνὴ ἀθάνατα λόγια· ἐκεῖ ἔτρωγε ἐνάρετα φαγητά, καὶ ἐδῶ διακήρυττε εὐπρόσδεκτα λόγια. Δὲν ἦταν δηλαδὴ ἡ τροφὴ του στρύχνος καὶ βάτος, ἀλλά ἦταν ρόδο καὶ κρίνο, κρόκος καὶ κιννάμωμο. Ἀκολουθοῦσε δηλαδὴ πίσω ἀπὸ τέτοιο χορτάρι, ἀρωματίζοντας τὴν τροφή του μὲ μυστικὰ βλαστάρια. Γι’ αὐτό καὶ τὸ μαλλὶ του γίνονταν λαμπρό, καὶ ἦταν κατάλληλο γιὰ τὴν ὕφανση τῶν θείων διδαγμάτων.
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο πρέπει νὰ λέω πολλὰ γι’ αὐτό τὸ κριάρι, ὅπου ὁλόκληρο ἔγινε σκεῦος ἕτοιμο, ὄχι σκεῦος τυχαῖο, ἀλλά τέτοιο πού εἶδε ὁ Πέτρος νὰ κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανό, πιασμένο ἀπὸ τὶς τέσσερες ἄκρες; Ἀλλά ἐκεῖνο κατεβαίνοντας στὴ γῆ, ἔδειξε ὅτι εἶχε πτηνὰ καὶ τετράποδα· ὁ Βασίλειος ὅμως πού βρῆκε τὴν ἄνοδο στὸν οὐρανό, παρουσίασε σ’ ἐμᾶς λόγια ἔνδοξα καὶ παράδοξα. Καὶ ἐκεῖνο βέβαια τὸ σκεῦος φάνηκε γιὰ λίγο, καὶ ἀνασύρθηκε ἡ ἐμφάνισή του, ἀφοῦ ἀποκαλύφθηκε μόνο σὲ ἕναν· αὐτὸς ὅμως ἀνυψωμένος πολλὰ χρόνια, χορήγησε σὲ πολλοὺς τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος. Γιὰ ἐκεῖνο τὸ σκεῦος ὁ Πέτρος ἄκουσε ἀπὸ τὸν οὐρανό, «Ἀπὸ ἐκεῖνα πού ἐγώ καθάρισα, φάγε»· καὶ γι’ αὐτὸν εἰπώθηκε σὲ ὅλους· «Αὐτόν πού ἐγώ ἁγίασα, καὶ σεῖς νὰ τὸν τιμήσετε».
Ποιὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἐπαινοῦσε ἐκεῖνον πού δόξασε ὁ Πατέρας; ἤ ποιὸς δὲν θὰ τιμοῦσε ἐκεῖνον πού ἁγίασε ὁ Υἱός; Καὶ ποιὸς δὲν θὰ μακάριζε ἐκεῖνον πού μακάρισε τὸ σοφὸ καὶ νοερὸ καὶ σεβάσμιο Πνεῦμα;
Πωπώ, πῶς εὐδόκησε ἡ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ νὰ κατοικήσει μέσα του καὶ νὰ περπατήσει μέσα του! «Βρίσκω ἀνάπαυση, εἶπε ὁ Θεός, στὸν ταπεινὸ καὶ ἥσυχο, καὶ σ’ αὐτόν πού φοβᾶται τὰ λόγια μου». Ἔτσι ἡ Χάρη τοῦ πλημμύρισε τὸ νοῦ, μὲ ἐκεῖνα τὰ σεμνὰ καὶ ἀστείρευτα ρεύματα, ὥστε νὰ παρουσιάσει κόσμιους καὶ αὐτούς πού μολύνθηκαν μέσα στὰ ἁμαρτήματά τους, ὅπως καὶ αὐτούς πού βαπτίσθηκαν.
Γιὰ νὰ δείξει λοιπὸν ὁ Κύριος τὴν εὐσπλαχνία του καὶ σ’ ἐμένα, ὅταν μοῦ δόθηκε ἀφορμή γιά νά προσφέρω ἐλεημοσύνη σὲ κάποια πόλη, ἄκουσα ὅταν βρέθηκα ἐκεῖ φωνὴ νὰ μοῦ λέει: «Σήκω, Ἐφραίμ, καὶ φάγε νοήματα». Καὶ ἀφοῦ ἀπάντησα, εἶπα μὲ πολλὴ ἀγωνία: «Ἀπὸ ποῦ, Κύριε, νὰ φάω;». Καὶ μοῦ ἀπάντησε: «Νά, στὸν οἶκο μου, τὸ βασιλικό σκεῦος θά σοῦ προσφέρει τὸ φαγητό». Καὶ ἀφοῦ θαύμασα πολὺ γιὰ τὰ λεγόμενα, σηκώθηκα καὶ πῆγα στὸ ναὸ τοῦ Ὕψιστου, καὶ ἀφοῦ προχώρησα ἀθόρυβα στὸ προαύλιο καὶ ἔσκυψα ἀπὸ τὸν πόθο στὰ πρόθυρα, εἶδα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων τὸ σκεῦος τῆς ἐκλογῆς νὰ εἶναι ἁπλωμένο λαμπρὰ μπροστὰ στὸ ποίμνιο, νὰ εἶναι ὁλόκληρο στολισμένο μὲ θεοπρεπῆ λόγια, καὶ τὰ μάτια ὅλων νὰ εἶναι στραμμένα σ’ αὐτόν. Εἶδα τὸ λαὸ νὰ τρέφεται ἀπὸ αὐτόν μὲ πνεῦμα, καὶ τὴ χήρα καὶ τὸ ὀρφανὸ νὰ ἐλεεῖται πάρα πολύ. Εἶδα ἐκεῖ νὰ κυλοῦν πρὸς αὐτόν τὰ δάκρυα σὰν ποτάμι, καὶ τὸ μαλλὶ τῆς ζωῆς νὰ λάμπει σὲ ὅλους σὰν χρυσάφι, καὶ τὸν ἴδιο τὸν ποιμένα νὰ στέλνει ψηλὰ μὲ τὰ φτερὰ τοῦ Πνεύματος δεήσεις καὶ νὰ κατεβάζει ἀπαντήσεις. Εἶδα τὴν ‘Ἐκκλησία νὰ καλλωπίζεται ἀπὸ αὐτόν, καὶ τὴν ἀγαπημένη νὰ στολίζεται μὲ πολλὰ στολίδια. Εἶδα τὰ δόγματα τοῦ Παύλου, τὰ διδάγματα τῶν Προφητῶν, τὸ νόμο τῶν Εὐαγγελίων, τὸ φόβο τῶν μυστηρίων. Εἶδα ἐκεῖ τὸν ὠφέλιμο καὶ σωτήριο λόγο νὰ ὑψώνεται πιστὰ στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό, καὶ γενικὰ ὅλη ἐκείνη τὴ Σύναξη νὰ λάμπει ἀπὸ τὶς ἀκτῖνες τῆς Χάρης. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὅλοι αὐτοί τόσο πολὺ προόδευαν στὴν εὐσέβεια, καθὼς ἀντλοῦσαν ἀπὸ τὸ ἐκλεκτό σκεῦος τῆς βασιλείας, ἀνύμνησα τὸν σοφὸ καὶ ἀγαθό Κύριο, ὁ Ὁποῖος τόσο πολὺ δοξάζει ἐκείνους πού τὸν δοξάζουν.
Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὸ κήρυγμα, δόθηκε στὸν ἄνδρα πληροφορία γιὰ μένα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ ἀφοῦ ἔστειλε καὶ κάλεσε ἐμένα τὸν τιποτένιο, ἀπευθύνθηκε σέ μένα διὰ μέσου τοῦ διερμηνέα, καί μέ ρώτησε: «Ἐσύ εἶσαι ὁ Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος ἔσκυψες τέλεια τὸν τράχηλό σου καὶ σήκωσες τὸ ζυγὸ τοῦ σωτήριου λόγου;». Καὶ ἀφοῦ ἀπάντησα καί εἶπα, «ἐγώ εἶμαι ὁ Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος ἄφησα τὸν ἑαυτό μου πίσω ἀπὸ τὸν οὐράνιο δρόμο». Καὶ ἀφοῦ μὲ πλησίασε ὁ θεόπνευστος αὐτός ἄνδρας, πρόσφερε σ’ ἐμένα τὸ ἅγιο φίλημά του καὶ ἀφοῦ ἔστρωσε τραπέζι μὲ τὰ φαγητὰ τῆς σοφῆς καὶ ἅγιας καὶ πιστῆς ψυχῆς του, ὄχι τραπέζι καρυκευμένο μὲ φθαρτὰ φαγητά, ἀλλά γεμάτο μὲ ἄφθαρτα νοήματα, ἔλεγε μὲ ποιὲς δηλαδὴ καλὲς πράξεις μποροῦμε νὰ δείξουμε τήν τέλεια μετάνοιά μας στὸν Κύριο πῶς θὰ ἐμποδίσουμε τὶς ἐπιθέσεις τῶν ἁμαρτημάτων, καὶ πῶς θὰ κλείσουμε τὶς εἰσόδους τῶν παθημάτων· πῶς θὰ ἀποκτήσουμε τὴν ἀποστολικὴ ἀρετή, καὶ πῶς θὰ κάμψουμε τὸν ἀδωροδόκητο Κριτή. Καὶ ἀφοῦ ἔκλαψα, κραύγασα καὶ εἶπα: «Ἐσύ, πάτερ, φρούρησε ἐμένα τὸν πλαδαρὸ καὶ ράθυμο· ἐσύ ὁδήγησέ με στὸν ἴσιο δρόμο· ἐσύ φέρε σὲ κατάνυξη τὴ σκληρὴ σὰν πέτρα καρδιά μου· διότι σ’ ἐσένα μὲ ἀνέθεσε ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων, γιὰ νὰ θεραπεύσεις τὴν ψυχή μου. Ἐσύ προσόρμισε τὸ σκάφος τῆς ψυχῆς μου στὸ ἥσυχο λιμάνι».
Καὶ πρόσεξε τὴ φροντίδα τοῦ καλοῦ διδασκάλου, ἀπὸ ποῦ δηλαδὴ ἄδραξε τὸ παράδειγμα τῆς ἀρετῆς μου. Κράτησε σφιχτά, γιὰ νὰ τὸ πῶ ἔτσι, τὸ ραβδὶ τοῦ σώματος, καὶ ἀφοῦ μάδησε τὴ συνήθεια τῶν ἀνόητων παθῶν, ἀφαίρεσε τὰ λέπια μου, δηλαδὴ τὴν ἀδυναμία τῶν ματιῶν μου· καὶ ἀφοῦ ἐλάττωσε τὴν ὠχρότητα καὶ ἀνωριμότητα τοῦ λόγου, μὲ πῆρε μὲ τὸ ζῆλο καὶ μὲ βύθισε στὰ βάθη τῶν διδαγμάτων του. Τότε τὰ σπλάχνα μου πόθησαν πολὺ νὰ συνθέσουν τὸν ἔπαινο τῶν Σαράντα Μαρτύρων· διότι ὁ ἐκλεκτός πληροφόρησε τὰ αὐτιά μου γιὰ κάθε πράξη τῆς καρτερίας τους· πῶς δηλαδὴ προτίμησαν νὰ πεθάνουν γιὰ τὸν Χριστό, καὶ πόσους κινδύνους περιφρόνησαν, γιὰ νὰ Τὸν κερδίσουν, καὶ πόσοι ἦταν οἱ ἅγιοι ὡς πρὸς τὸν ἀριθμό· καὶ ἐξιστοροῦσε τὰ ὑπόλοιπα κατορθώματα τῆς εὐσέβειάς τους.
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ πιστὸς ἀρχιερέας μᾶς ἔκανε ἄξιους γιὰ μιὰ τέτοια λαμπρὴ ἐργασία, ἀφοῦ ἀφήσουμε τοὺς ἐπαίνους αὐτῶν τῶν τροπαιούχων καλλινίκων ἀνδρῶν γιὰ ἄλλη διήγηση, ἂς μακαρίσουμε αὐτόν, τὸν ὅσιο τοῦ Χριστοῦ, τὸν ἄνδρα πού εἶχε τὸν ἴδιο ζῆλο καὶ τὴν ἴδια τιμὴ μ’ αὐτούς. Διότι, ὅπως οἱ Ἅγιοι ἀντιστάθηκαν μὲ ἀνδρεία στὸν τύραννο Λικίνιο καὶ στὸν ἄρχοντα Δούκα, ἔτσι καὶ ὁ Ὅσιος ἀντιπαρατάχθηκε στὸν Οὐάλη καὶ στὸν Ἄρειο καὶ στὸν ἀλαζονικὸ ἔπαρχο. Ἐκεῖνοι οἱ Ἅγιοι ξερίζωσαν τὰ ἀγκάθια τῆς πλάνης, καὶ αὐτὸς ξερίζωσε τὰ τριβόλια τῆς αἱρετικῆς μανίας. Ἐκεῖνοι διέλυσαν τὰ ἀγωνίσματα τοῦ Λικίνιου, καὶ αὐτός κατάργησε τὰ προστάγματα τοῦ Οὐάλη. Ἐκεῖνοι κατάργησαν τὶς προσταγὲς τοῦ Δούκα, καὶ αὐτός καταντρόπιασε τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ Ἄρειου. Ἐκεῖνοι διέλυσαν τὴν ἀλαζονεία τοῦ ἄρχοντα, καὶ αὐτός τσάκισε τὴ μανία τοῦ ἔπαρχου Μόδεστου.
Ἀφοῦ λοιπὸν ὁπλίσθηκε ἀπὸ τὴν ἄθλησή τους μὲ κεντρί, ὅπως ὁ Φινεές, τρύπησε τὶς γλῶσσες πού ἔφυγαν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτό καὶ ποθοῦσε πολὺ ἔντονα νὰ πιεῖ τὸ ποτήρι τοῦ μαρτυρίου καὶ βιαζόνταν νὰ στήσει τρόπαιο μὲ τὸ μαρτύριό του. Οἱ Μάρτυρες, χάρη στὴν πίστη τους στὸν Χριστό, σήκωσαν ἐπάνω τους ὅλη μαζὶ τὴ θλίψη καὶ τὴν ὑπέ-μειναν μὲ γενναιότητα· ὁ Βασίλειος ἐπίσης, χάρη στὴν ἐλπίδα του στὸν Χριστό, ὑπέφερε μὲ ἀνδρεία τὴ χιονοθύελλα τῶν πειρασμῶν. Ἐκεῖνοι πέταξαν τοὺς χιτῶνες τους καὶ πρόσφεραν τὰ μέλη τους στὰ βασανιστήρια· καὶ αὐτός βιάζονταν νὰ πετάξει ἀπὸ πάνω του ἀκόμη καὶ τὸ κουρέλι πού εἶχε γύρω ἀπὸ τὸν τράχηλό του καὶ τὸ σῶμα. Ἐκεῖνοι στὴ λίμνη τράβηξαν πρὸς τὸν ἑαυτὸ τους αὐτόν πού πλανιόταν στὴν ἀσέβεια καὶ τὸν ἔκαναν ἄξιο γιὰ τὴ δόξα· αὐτός ἐπίσης βαφτίζοντας τοὺς ἄπιστους στὴν κολυμβήθρα, ἔγινε γι’ αὐτοὺς πρόξενος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖνοι μέσα στὰ νερά, φλεγόμενοι ἀπὸ τὸν πόθο, εἶδαν τὸ φῶς μαζὶ μὲ τὰ στεφάνια πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τους· καὶ αὐτός πυρπολούμενος ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας Τριάδας, πῆρε τὰ βραβεῖα γιὰ τὸν ἀγώνα του ἐνάντιον τῶν κακοδόξων.
Πόσες πανουργίες μεταχειρίσθηκε ὁ πονηρὸς Βελίαρ γιὰ νὰ χωρίσει τὸν Βασίλειο ἀπὸ τὴν οὐράνια βασιλεία! Ἐξόργισε βασιλιάδες, ἄρχοντες καὶ ὄχλους, ἀλλά ὁ Βασίλειος ἔγινε βάση τῶν πιστῶν. Ἐξαγρίωσε ὅλες τὶς καταιγίδες του, ἀλλά δὲν τάραξε διόλου τὸν σοφὸ ἔμπορο. Προκάλεσε θύελλα μὲ τοὺς βοηθούς του, δηλαδὴ μὲ τὶς αἱρέσεις, ἀλλά ἡ τέχνη τοῦ κυβερνήτη ἀποδεικνύονταν περισσότερο. Ξεσήκωσε τρικυμίες ἐνάντιον τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά δὲν μπόρεσε νὰ βυθίσει τὸ πλοῖο τῆς πίστης τοῦ Βασιλείου. Τὸν πολέμησε μὲ αἱρετικὰ λόγια, ἀλλά ἀμέσως τραυματίζονταν ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς θεολογίας. Ἐξόπλισε ἐναντίον του τὸν Ἄρειο, ὅπως τὸν Γολιάθ, ἀλλά χτυπιόταν ἀπ’ αὐτόν, σὰν μὲ σφενδόνη, μὲ τὰ τρία λιθάρια τῆς πίστης. Ἐπιτέθηκε μὲ ὁρμή στὸν πύργο του μὲ τοὺς ἀνέμους τῆς κακοδοξίας —ἄνεμοι δηλαδὴ ἦταν οἱ λόγοι τῶν ἀσεβῶν— ἀλλά δὲν τὸν ἔπεισαν, διότι εἶχε ὀχυρωθεῖ μὲ τὰ τρία ἀπόρθητα τείχη τῆς ἄχραντης Τριάδας. Ἐκτόξευσε τὰ βέλη τῆς πολυθεΐας, ἀλλά ἀμέσως τράπηκε σὲ φυγὴ ἀπὸ τὴ μονοθεΐα. Ἔρχονταν στρατεύματα σκυλιῶν πού γαύγιζαν, ἀλλά μὲ τὴ ράβδο τοῦ σταυροῦ τὰ τραυμάτιζε. Οἱ λύκοι φοροῦσαν πάλι τὸ δέρμα τῶν προβάτων, ἀλλά ἀμέσως ἔλεγχε τὴν ὑποκρισία τους. Βιαζόταν ἡ ἀδικία νὰ τὸν ταράξει, ἀλλά ἀμέσως νικιόταν ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη τοῦ ἀνδρός. Φιλονεικοῦσαν οἱ ἄπιστοι νὰ μιμηθοῦν τὴν πίστη καὶ τὴ διδασκαλία του, ἀλλά ἀμέσως διακηρυσσόταν ἡ κακόπιστη καὶ ἀσεβής γνώμη τους. Μεταχειρίζονταν κολακεῖες γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὴν παρρησία του, ἀλλά ἀμέσως ἀποκαλυπτόταν ἡ ἀφροσύνη τους.
Ἐπειδὴ δηλαδὴ γνωρίζουν καὶ οἱ ἔχθροι νὰ σέβονται καὶ νὰ τιμοῦν τὴν ἀρετή καὶ τὴν ἀνδρεία, ὅταν τὸ παιδὶ τοῦ τυράννου βασανιζόταν ἀπὸ φοβερὴ ἀρρώστια, παρακαλοῦσαν τὸν ἄνδρα νὰ προσευχηθεῖ γι’ αὐτό ·ἐκεῖνος ὅμως πρότεινε, λέγοντας: «θὰ προσευχηθῶ, ἂν μοῦ τὸ δώσεις νὰ τὸ ὁδηγήσω στὴν ἀψεγάδιαστη πίστη καὶ νὰ τὸ ἀπαλλάξω ἀπὸ κάθε δυσσέβεια τῶν μαθημάτων τοῦ Ἀρείου»· καὶ ὅταν ὁ πατέρας συμφώνησε, ἀμέσως ὁ Βασίλειος ἔγινε μεσολαβητὴς γιὰ τὸν ἐπίγειο βασιλιὰ πρὸς τὸν οὐράνιο· προσκόμιζε τὴν ὑπόσχεση τοῦ ἄνδρα, καὶ ἔφερνε σ’ αὐτόν τὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ του.
Μόλις λοιπὸν εἶδαν τὰ φίδια νὰ ἔχει σωθεῖ τὸ παιδί, ξανὰ ἔβλαψαν ὕπουλα τὴ θέληση τοῦ ἀνόητου βασιλιᾶ, καὶ ἀφοῦ πῆραν τὸ γιό του, τὸν βάφτισαν μὲ νερό, ὄχι ὅμως μὲ Πνεῦμα. Δίδασκαν νὰ ἀρνηθεῖ τόνΥἱό τοῦ Θεοῦ. Ἐξωτερικά ντύνοντας καὶ ἐσωτερικὰ ξεντύνοντας· ἐξωτερικὰ ντύνει τὸν Χριστὸ καὶ ἐσωτερικὰ τὸν ξεσχίζει. Γι’ αὐτό καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο ἀφαίρεσε τὸ πνεῦμα τοῦ δύστυχου παιδιοῦ, κηρύττοντας τὴν ἀχαριστία τους.
Αὐτά δὲν εἶναι δευτερότερα ἀπὸ τὰ καταπληκτικὰ ἔργα τοῦ Ἠλία, καὶ δὲν εἶναι κατώτερα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ἐλισσαίου. Ὅπως ἐκεῖνοι ἐπανέφεραν στὴ ζωὴ τοὺς νεκρούς, ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς Βασίλειος μὲ τὴν προσευχὴ του ἅρπαξε ἀπὸ τὸ θάνατο τὸ παιδὶ πού ἐπρόκειτο νὰ πεθάνει. Καὶ ὅπως ἐπίσης ὁ Πέτρος τὸν Ἀνανία καὶ τὴ Σαπφείρα, πού ἔκλεψαν, τοὺς θανάτωσε, ἔτσι καὶ ὁ Βασίλειος, κατέχοντας τὴ θέση τοῦ Πέτρου, καὶ συγχρόνως μετέχοντας στὴν παρρησία ἐκείνου, ἔλεγξε τὸν Οὐάλη, πού ἀθέτησε τὴν ὑπόσχεσή του, καὶ θανάτωσε τὸ γιό του. Ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτό κυρίευσε πολλὴ λύπη καὶ ἀμηχανία τοὺς ἐλεεινοὺς καὶ ἐκεῖνο τὸν ἄπιστο βασιλιά.
Καὶ ποιὸς θὰ μπορέσει νὰ διηγηθεῖ ἀντάξια τὸ πλῆθος τῶν θαυμάτων, πού παρουσίασε ὁ μακάριος καὶ πιστὸς Βασίλειος, μέσα στὰ ἴδια τὰ γεγονότα; Ἐπειδὴ λοιπὸν εἴμαστε ἀδύνατοι νὰ ἐξηγήσουμε τὰ τόσα πολλὰ κατορθώματα τοῦ ἄνδρα, παραλείποντας ὅλα, καὶ ἀναφέροντας ἕνα, ἂς δείξουμε πῶς καὶ τὰ ἀναίσθητα συμμαχοῦσαν μὲ τὸν ἄνδρα. Ἐπειδὴ δηλαδὴ τὰ γεννήματα τῆς ὀχιᾶς μεταχειρίζονταν κάθε τρόπο νὰ φονεύσουν τὸν δίκαιο, διότι συνεχῶς πολεμοῦνταν μὲ τὰ λόγια ἐκείνου καὶ συγχρόνως μὲ τὰ θαύματά του, σὰν μὲ βέλη, προσῆλθαν στὸ βασιλιὰ ζητώντας νὰ τὸν ἁρπάξει καὶ νὰ τὸν ἐξορίσει: «Εἶναι ἀνυπόφορος, εἶπαν, ἀκόμη καὶ νὰ τὸν βλέπουμε· διότι ἐναντιώνεται πάρα πολὺ σ’ ἐμᾶς μὲ τὰ λόγια του· γι’ αὐτό εἶναι ἀδύνατο, βασιλιά, νὰ προοδεύσει ἡ δική μας πίστη, ὅσο αὐτός εἶναι παρών».
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ βασιλιὰς παρασύρθηκε ἀπὸ τὰ λόγια τους, ἀποφάσισε νὰ ἐξορισθεῖ αὐτός· ἡ γραφίδα ὅμως ἀμέσως, ἐπειδὴ δὲν ἄντεξε νὰ ὑπηρετήσει τὴν παράνομη ἀπόφαση, συντρίφθηκε ἀπὸ μόνη της, διδάσκοντας στὸν ἀνόητο πόσο μεγάλη ἀσέβεια θέλει νὰ διαπράξει στὸ δοῦλο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος κήρυττε μία θεότητα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἀποδείκνυε ἐντελῶς μὲ σοφία ὅτι εἶναι σκυλιὰ λυσσασμένα ἐκεῖνοι πού φρονοῦσαν ἡ ὁμολογοῦσαν τὴ διαίρεση. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἀντιλαμβάνονταν ὁ ἀναισθητότερος ἀπὸ τὴν ἄψυχη γραφίδα, ὁ ὁποῖος ἦταν γιὸς τῆς πλάνης, πῆρε καὶ δεύτερη γραφίδα γιὰ νὰ ὑπογράψει καὶ νὰ ἀποτελειώσει τὴν πονηρὴ ἐπιθυμία του. Εἶδε ὅμως καὶ αὐτή τὴ γραφίδα νὰ θραύεται καὶ νὰ μὴ δέχεται νὰ συμμετάσχει στὸ κακὸ πού ἔσπευδε νὰ διαπράξει. «Γιατί σπεύδεις, βασιλιά, νὰ ἐξορίσεις σὲ ξένη χώρα αὐτόν πού ἔχει ἔνοικο μέσα του Ἐκεῖνον πού γεμίζει τὰ πάντα; Γιατί θέλεις νὰ ἐξοντώσεις αὐτόν πού εἶναι σέ ὅλα ἀδιάβλητος; Γιατί διώχνεις ἀπὸ τὴν πόλη τὸν οὐρανοπολίτη; Ἂν μάλιστα πάρεις καὶ τρίτη γραφίδα, θὰ τὴν δεῖς νὰ κομματιάζεται καὶ νὰ μὴ δέχεται κι αὐτή νὰ συνεργεῖ», πράγμα πού τελικά ἔγινε.
Τότε διακηρύχθηκε φανερὰ σὲ ὅλους ἡ νίκη καὶ τὸ λαμπρὸ τρόπαιο τοῦ ἀκατανίκητου ἄνδρα. Οἱ τρεῖς γραφίδες ἔγιναν ὑπερασπιστὲς αὐτοῦ πού κήρυττε τὴν ὁμοούσια Τριάδα. Τὸ χέρι ἔσπευδε νὰ βγάλει τὴν ἀπόφαση, οἱ γραφίδες ἀποδείκνυαν ὅτι αὐτή εἶναι ἄδικη. Τὸ χέρι βιαζόταν νὰ δώσει πονηρὴ ψῆφο, οἱ γραφίδες ἐμπόδιζαν τὴν ἀνωφελῆ βιασύνη. Καὶ ὅπως τὸ ραβδὶ τοῦ Μωυσῆ ντρόπιαζε ὅλους τούς γητευτὲς καὶ τοὺς ὑπόλοιπους μάγους τῆς Αἰγύπτου, ἔτσι καὶ οἱ γραφίδες κατάργησαν ἀμέσως τὴν ἀπόφαση τῶν ἀσεβῶν καὶ τῶν παιδιῶν τοῦ σκότους.
Πῶς νὰ σὲ μακαρίσουμε, πάτερ Βασίλειε, ἐσένα πού μὲ τὸ κεντρὶ τῆς ἀλήθειας κεντρίζεις καὶ διώχνεις τὴν πλάνη· ἐσένα πού ἀναχωρεῖς συνετὰ μαζὶ μὲ τὶς μέλισσες καὶ κατασκηνώνεις στὸ λιβάδι τῶν θεόπνευστων Γραφῶν, καὶ ἀπὸ κεῖ ἀνθολογεῖς γιὰ μᾶς ἄνθη προφητικά, δροσιὰ ἀποστολική, ζωὴ εὐαγγελική· ἐσένα πού διαρκῶς κάθεσαι στὶς κυψέλες τῶν ἀρετῶν, καὶ ἀπ’ αὐτές κατασκευάζεις γιὰ μᾶς τὴ θεία πρόπολη· ἐσένα πού παρήγαγες σοφά, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ μέλι τῆς θείας καὶ ἀψεγάδιαστης πίστης· ἐσένα πού μᾶς διδάσκεις νὰ καταφρονοῦμε τὶς πονηρὲς σφῆκες καὶ νὰ κατευθύνουμε τὸ πέταγμα στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό· ἐσένα πού κραύγασες ὅπως ὁ Δαβίδ, «εἶναι γλυκὰ τὰ λόγια σου στὸ λάρυγγά μου, εἶναι γλυκύτερα ἀπὸ τὸ μέλι στὸ στόμα μου»!
Πιστὲ Βασίλειε, ἔγινες δεκτὸς ὅπως ὁ Ἄβελ, μεταφέρθηκες στὸν οὐρανό ὅπως ὁ Ἐνώχ, σώθηκες ὅπως ὁ Νῶε, ὀνομάσθηκες φίλος τοῦ Θεοῦ ὅπως ὁ Ἀβραάμ, προσφέρθηκες θυσία στὸν Θεὸ ὅπως ὁ Ἰσαάκ, ὑπέφερες πειρασμοὺς μὲ γενναιότητα ὅπως ὁ Ἰακώβ, καὶ δοξάσθηκες πολὺ ὅπως ὁ Ἰωσήφ. Βύθισες μὲ τὴ ράβδο τοῦ σταυροῦ τὸν δεύτερο Φαραώ, ὅπως ὁ Μωυσῆς, κόβοντας τὴ θάλασσα τῶν παθῶν, ἀναδείχθηκες ἀρχιερέας τοῦ Κυρίου ὅπως ὁ Ἀαρών, ἔτρεψες σὲ φυγὴ τοὺς ἐχθρούς ὅπως ὁ Ἰησοῦς ὁ γιὸς τοῦ Ναυῆ, ἀξιώθηκες νά δεχθεῖς τὴ Χάρη, ἐπειδὴ ἔδειξες ζῆλο ὅπως ὁ Φινεές, ὑψώθηκες ὅπως ὁ Σαμουήλ, διαφυλάχθηκες ὅπως ὁ Δαβίδ, ἁρπάχθηκες στὸν οὐρανό ὅπως ὁ Ἠλίας, ἀξιώθηκες διπλὴ χάρη ὅπως ὁ Ἐλισσαῖος. Καθαρίσθηκες μὲ τὴ νοητὴ φωτιὰ ὅπως ὁ Ἠσαΐας καὶ ἁγιάσθηκες ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς μητέρας σου ὅπως ὁ Ἱερεμίας. Εἶδες, ὅπως ὁ Ἰεζεκιήλ, Ἐκεῖνον πού κάθεται ἐπάνω στὰ Χερουβείμ, φίμωσες, ὅπως ὁ Δανιήλ, τὰ στόματα τῶν λιονταριῶν, καὶ ὅπως οἱ Τρεῖς Παῖδες καταπάτησες ἐντελῶς τὴ φλόγα τῶν ἐχθρῶν. Κήρυξες ὅπως ὁ Πέτρος, δίδαξες ὅπως ὁ Παῦλος, ὁμολόγησες ὅπως ὁ Θωμᾶς ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Θεός, Αὐτός πού ἔπαθε γιά μᾶς. Ἐσύ θεολόγησες ὅπως ὁ Ματθαῖος, ὁ Μάρκος, ὁ Λουκᾶς καὶ ὁ Ἰωάννης· καὶ ὅπως οἱ Ἀπόστολοι, δίδαξες τοὺς ἄνομους, ἐπέστρεψες τοὺς ἀσεβεῖς, εὐαρέστησες στὸν Θεό.
Μεσίτευε γιὰ μένα τὸν πολὺ ἐλεεινό, καὶ ἐπανάφερέ με στήν εὐθεία ὁδό μὲ τὶς πρεσβεῖες σου, πάτερ· ἐσύ ὁ ἀνδρεῖος ἐμένα τὸν χαῦνο, ὁ ἀγωνιστής τὸν ὀκνηρό, ὁ πρόθυμος τὸν ράθυμο, ὁ σοφὸς τὸν ἀνόητο· ἐσύ πού θησαύρισες γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὸ θησαυρὸ τῶν ἀρετῶν, ἐμένα τὸν στερημένο ἀπὸ κάθε καλό· διότι ἐσένα δόξασε ὁ Πατέρας τῆς εὐσπλαχνίας, καὶ ἐσένα μακάρισε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ· ἐσένα σὲ καθιέρωσε ναὸ ἅγιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα· στὸ Ὁποῖο πρέπει ἡ δόξα, ἡ ἐξουσία, ἡ μεγαλοπρέπεια, στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Πηγή: Η άλλη όψη
Έπρεπε βέβαια, ω πάγχρυσε Ιωάννη, όσοι επιχειρούν να συνθέσουν τα εγκώμιά σου, να σου εκφωνούν χρυσόρροο λόγο, έχοντας προηγουμένως την τύχη να έχουν γλώσσα χρυσή. Σ’ αυτούς όμως έπρεπε να υπάρχει η δική σου φωνή, γιατί αυτή μόνο θα πετύχαινε αντάξια την ευφημία σου και μάλιστα τώρα. Γιατί για σένα που έζησες πάνω στη γη μαζί με τους ανθρώπους, ήδη πριν από την εκδημία σου σε αγώνα για το πρωτείο στους λόγους η λήθη των κατορθωμάτων σου ήταν κατήγορος της καλής σου φήμης. Γιατί στην περίπτωση των σοφών κρύβουν κατά κάποιο τρόπο τα κατορθώματά τους, ώστε να μη διαφύγει η πραγματικότητα κάτω από τα φαινόμενα, ενώ στην περίπτωση των πατέρων θαυμάζουν αυτοί και τα ψελλίσματα των παιδιών τους και τα δύο λεπτά είναι προσφιλέστερα στο Θεό από τα λαμπρά κατορθώματα. Γιατί είναι φυσικό να κρίνονται αυτά από την προαίρεση και όχι από το αποτέλεσμα. Επιπλέον δεν πρέπει ν’ αποκρούομε και την προτροπή ενός ανθρώπου που αγαπά το Θεό, γιατί αυτός είναι σεβαστός και του χρεωστούμε πολλές χάρες. Γι’ αυτό αρχίζω το λόγο μου, όχι με θράσος και δίχως συστολή, αλλά με δισταγμό και φόβο σου προσφέρω ό,τι καλύτερο από τα δικά σου θεία και ιερά διδάγματα. Γιατί, αναπτύσσοντας ένα τέτοιο θέμα, δε θα είναι ο έπαινός μου ασήμαντος, εάν πλησιάσω το άξιο, αν όμως δεν το επιτύχω, που βέβαια άριστο είναι να μην το πάθω, αν και αμφίβολο, μου αξίζει συγχώρεση, γιατί υπέκυψα σε δικαιολογημένη ήττα. Δος μου λοιπόν την πυρίπνοη χάρη του Πνεύματος, γιατί και συ χρημάτισες στόμα του Χριστού, βγάζοντας απ’ το μηδαμινό σπουδαίο. Και όχι ένα και δύο, γιατί αυτό μπορεί ίσως να το επιτύχει ο καθένας, αλλά οικοδομώντας σπίτια ολόκληρα και χωριά και πόλεις.
Σαν υπηρέτης του Λόγου, είσαι γεμάτος από λόγους, με τους οποίους κήρυξες τον θείο και ενυπόστατο Λόγο του Θεού Πατέρα, με τη χάρη του Πνεύματος, ομοούσιο με τον Πατέρα, κι οι τρεις ν’ αναγνωρίζονται μονάδα που προσκυνείται σε Τριάδα, και Τριάδα που ανακεφαλαιώνεται σε μονάδα, που τη χαρακτηρίζει κάποια παράδοξη ένωση και διαίρεση. Γιατί ούτε η ενότητά της είναι συγκεχυμένη, ούτε η τριαδικότητά της διαιρείται τελείως, αλλά το ένα διατηρείται μέσα στο άλλο και μέσα στην ενότητα της ουσίας η ενότητα των υποστάσεων και η απαράλλαχτη φύση. Αυτά δίδαξες όλη την οικουμένη, μια θεότητα τρισυπόστατη που ακέρια επικοινώνησε μαζί μας με μια από τις υποστάσεις της. Κι αυτή είναι ο Υιός του Θεού, ο απαθής, ο ενωμένος με την παθητή φύση, και που παθαίνει ό,τι και η παθητή φύση, έχει αρχή της ύπαρξής του, παίρνει σάρκα και αυξάνεται, και ο απλός στη φύση, γίνεται σύνθετος προσλαμβάνοντας τη φύση μας, και αναγνωρίζεται αληθινά με δύο φύσεις, γιατί φέρει μετά την ένωση δύο φύσεις, από τις οποίες, όπως κηρύττεται, απαρτίζεται ένα. Κάθε μία από τις δύο αυτές φύσεις είναι τέλεια σύμφωνα με τον ορισμό και την αιτία της, η μια χωρίς αρχή και άκτιστη, η άλλη με αρχή και κτιστή˙ η μια απαθής, αόρατη, που δεν αγγίζεται και δεν περιγράφεται˙ η κάθε μία έχει τη θέλησή της κι είναι αυτεξούσια και ενεργεί, και τούτο κι εκείνο το κάνει ο ίδιος, ο ένας Χριστός και Υιός και Κύριος, με οργανική υπηρεσία της μιας και δεσποτική ενέργεια της άλλης, επειδή κάθε μία έχει την οικεία ενέργεια και την αυτεξούσια κίνηση. Κι ενώ αυτός ο ένας εκτελεί και τούτο κι εκείνο, πραγματοποίησε και με τα δύο τη σωτήρια ανακαίνισή μας, πράγμα για το οποίο από φιλανθρωπία ΄εκένωσε΄ τον εαυτό του.3
Αυτά δίδαξες, αφού τα έμαθες, και σ’ αυτά επάνω χτίζεις την ομορφιά των άριστων έργων που λάμπει σαν το χρυσάφι και το ασήμι, ώστε, πλησιάζοντας τη φωτιά που διαχωρίζει, να μη μας κατακάψει σα να είμαστε φρύγανα, αλλά να καθαρθούμε όλο και πιο πολύ αποβάλλοντας όποιο στοιχείο είναι κίβδηλο και μένοντας στον αιώνα καθαροί μαζί με τον καθαρό που μας περνά από τη φωτιά και μας θεώνει. Ποιός θα μου δώσει γλώσσα άξια να σ’ επαινέσει; Ποιός θα με φέρει στην προηγούμενη ημέρα, όταν φώτιζε η θεία φλόγα σε γλώσσες μοιρασμένη, κι αναπαυόμενη στον καθένα από τους αποστόλους ενιαία και πολύτροπα, ώστε η ενιαία διδαχή της πίστης να κηρυχθεί με χίλιες γλώσσες, συνάγοντας σ’ ενότητα όσα είχαν διασπαστεί, αφού πρώτα είχε καταλυθεί η πολύσχιστη πλάνη, αυτή που σαν κακή ομόνοια ένωσε παλιά τους χτίστες του πύργου, για να πάρουν το μισθό της ασέβειάς τους, τη σύγχυση της γλώσσας, κι από αυτήν τη διαίρεση της γνώμης τους; Ποιός θα μου δώσει αυτή τη γλώσσα του Πνεύματος, ώστε να διακηρύξω τις υπερφυσικές αρετές αυτού του πνευματοφόρου αγίου; Ας έρθει και εδώ ωκεανός λόγων, άβυσσος νοημάτων˙ μα η χάρη του Πνεύματος σε λόγια δεν υποχωρεί. Γιατί, όποιος θέλει να μιλήσει δίχως Πνεύμα για το Πνεύμα, θέλει να βλέπει δίχως φως και έχει οδηγό στην όρασή του το σκοτάδι. Γι’ αυτό γυρίζω πάλι στον ίδιο αυτόν που τώρα εγκωμιάζομε, ανάβοντας το λύχνο της γνώσης μου από αυτόν σαν από θείο πυρσό, για να είναι ο ίδιος το αντικείμενο του εγκωμιασμού και μαζί ο προμηθευτής των επαίνων.
Ποιός είναι τόσο πλούσιος στο λόγο και έξοχος στη φρόνηση, πράγματα ασύγκριτα μεταξύ τους, ώστε να είναι αδύνατο να ξεχωρίσεις σε ποιο απ’ τα δύο ήταν πιο αξιοθαύμαστος; Ποιός ήταν τόσο χαρακτηριστικό παράδειγμα αρετής ακόμα και στην πρώτη ματιά, ώστε να μη χρειάζεται να το διδάξει κανείς με λόγο; Ποιός σκορπούσε τόσες νιφάδες λόγων, που ακολουθούσαν τα έργα του, και που απ’ αυτόν αντλούσαν τη δύναμή τους, ώστε και γι’ αυτόν να λέγεται «για όσα άρχισε να πράττει και να λέει», αυτό που λέει ο θεσπέσιος Λουκάς για τον Ιησού το Θεό μου από τον οποίο έλαβε το είναι και το εύ είναι;4 Ποιός άσκησε τη θεωρία και την πράξη, καταπατώντας τις ηδονές, σα να ήταν άσαρκος, και εξετάζοντας μαζί με το Θεό τα θεία; Ποιός περιέβαλε την πίστη αρμονικά με τα έργα, όπως την ψυχή περιβάλλουν τα μέλη του σώματος, και τα υπέταξε σ’ αυτήν, ώστε το ένα δίχως το άλλο να ‘ναι άχρηστο κι ανώφελο, αν και στην πίστη δε θα δώσει κανένας λανθασμένα το προβάδισμα; Ποιός απέβαλε σε τέτοιο βαθμό τη λαιμαργία, υποδουλώνοντας αυτήν με τόση εξουσία και φιμώνοντάς την, αν και μάνιαζε, με τον ευσεβή λογισμό του και στάθηκε αυτοκυριαρχημένος κι όχι δούλος της;
Κι ήταν τόσο περίσσεια η εγκράτειά του, ώστε να μην μπορεί να καταλάβει κανείς αν δεχόταν και τι και πόση τροφή και πόσο ποτό. Γιατί η υγεία του ήταν επισφαλής και η σάρκα του ασθενική και πλαδαρή και σαν να του έλειπε η πνοή. Γιατί είναι αδύνατο να ζει κανείς χωρίς αναπνοή, αφού έτσι είναι απαραίτητο ν’ αναπληρώνεται και η έλλειψη των άλλων στοιχείων. Αυτά που εξαντλούνται είναι τρία˙ το ξηρό, το υγρό και η αναπνοή˙ η πρόσφορη αναπλήρωση καθενός από αυτά είναι ορισμένο από τον κτίστη να συγκρατεί τη φυσική κατάσταση του σώματος. Η χάρη όμως του Πνεύματος δεν υποτάσσεται στους φυσικούς νόμους. Γιατί λέει, «ο άνθρωπος δε θα ζήσει μόνο τρώγοντας ψωμί, αλλά ακούοντας κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού».5 Ποιός είναι τόσο καθαρός εκτός από το σώμα και στην ψυχή και στο νου, ώστε να του προσμαρτυρείται και η ηλιθιότητα στη σχέση με τη σαρκική ηδονή; Δεν ήταν όμως πραγματικά ηλιθιότητα, γιατί δεν ήταν ανοησία ούτε κάποια φυσική ανικανότητα, αλλά η υπερίσχυση του λόγου, που κρατάει τα ηνία του αλόγου, κι εντείνοντας όλον τον πόθο του προς το Θεό, που γι’ αυτό και έχει δημιουργηθεί, αποκρούει την απαλότητα της ηδονής σαν προσάναμμα της φωτιάς και διαλέγει την τραχύτητα της αρετής που οδηγεί στην αιώνια ανάπαυση. Σ’ αυτά συνηθίζοντας τον εαυτό του από μικρή ηλικία, γινόταν μέρα με τη μέρα όλο και πιο κυρίαρχος του εαυτού του, ώσπου αποκοίμισε τελείως το πάθος, τιθασεύοντάς το με την ασκητική τέχνη και κάνοντάς το υπάκουο, για ν’ αποχτήσει με τον καιρό τη συνήθεια μεταβάλλοντάς την γρήγορα σε δεύτερη φύση. Γιατί η προσπάθεια, όταν επιτύχει τη θεία βοήθεια, έχει τη δυνατότητα να χαρίζει την απάθεια.
Ποιος απέβαλε τη φιλαργυρία μαζί με την οποία και τα χρήματα, ποθώντας τη μη απόκτησή τους τόσο, όσο άλλος την απόχτησή τους, πράγμα που είναι το στήριγμα των παθών, η στέρηση της ελπίδας, ο αντίπαλος της πίστης; Γι’ αυτό κι ο Παύλος, η θεόφθογγη λύρα του Πνεύματος, το πολύηχο στόμα των αποστολικών γλωσσών, την ονομάζει καίρια δεύτερη ειδωλολατρία.6 Γιατί, παραλείποντας κάποιος να δέσει την άγκυρα της ελπίδας από τη θεία πρόνοια, στηρίζεται στη συλλογή των χρημάτων. Προτιμώντας αυτά από το αγαθό, σα να πρόκειται να ζήσει αιώνια και σαν θάλασσα που δε γεμίζει ποτέ, έστω κι αν εισρέουν μεγάλα ποτάμια από χρυσάφι, δεν τα προτίμησε αυτά αυτός που τώρα εγκωμιάζομε, αλλά αποκρούοντάς τα όλα, να, καυχιέται για πατρίδα ένδοξη και περίφημη, λέγω την πόλη του Αντιόχου, που κρατάει τα σκήπτρα της Ανατολής. Γενιά κι αίμα περίφημα, χρυσάφι κι ασήμι και πετράδια πολύτιμα και ρούχα απαλά και φημισμένα τα παραχώρησε σε άλλους, ακόμα και τη φήμη και τη δύναμη του λόγου.
Πηγαίνει στο Μελέτιο, τον προκαθήμενο της Εκκλησίας των Αντιοχέων, που ήταν προικισμένος με πλούσια θεία χαρίσματα, ξακουστός σ’ όλους για το λόγο και το βίο του. Αυτός τον δέχτηκε στα δεκαοχτώ του χρόνια κι έγινε εραστής της ομορφιάς της καρδιάς του, γιατί με προβλεπτικά μάτια έβλεπε τι θα γινόταν ο νέος. Αφού του έδωσε τα θεμελιώδη διδάγματα της ευσέβειας και μόρφωσε ικανοποιητικά το ήθος και τη συμπεριφορά του και προδιέγραψε την ομορφιά της αλήθειας, μορφώνει μέσα του με το λουτρό της παλιγγενεσίας το Χριστό, που ξεπερνά στην ομορφιά τους υιούς των ανθρώπων,7 γιατί άστραφτε από την ομορφιά της θεότητας. Ήταν τριάντα περίπου ετών και φτάνοντας στη σωματική και την πνευματική ωριμότητα έγινε αναγνώστης των θείων λόγων μαζί και δάσκαλος, από σφοδρότητα θείου έρωτα μεταβαίνει στην έρημο, θέλοντας να καταμαράνει τη σάρκα που σφριγούσε κι οργιούσε από τα πάθη, για να μην υποδουλωθεί το ανώτερο στο κατώτερο. Αλληλομαχούν αυτά τα δύο και η φθαρτότητα του σώματος παραχωρεί την επικράτηση στην ψυχή.
Αφού επισκέφθηκε τα γύρω βουνά, βαδίζει σ’ ένα γέροντα, που μιλούσε συριακά, αλλά δεν ήταν ευκαταφρόνητη η γνώση του, κι ασκούσε άκρα εγκράτεια. Κι αφού επί τέσσερα χρόνια πήρε από αυτόν τη σκληραγωγία του και νίκησε ήσυχα κάθε ηδυπάθεια, έχοντας πια λόγο που αμιλλόταν με τους τρόπους του, λαχταρώντας την αφάνεια, γίνεται κάτοικος κάποιου απομακρυσμένου μέρους, που φημιζόταν ως σπήλαιο, μετατρέποντάς το σε καταφύγιο και παλαίστρα και κονίστρα αρετής. Πόσους άθλους ανέλαβε εδώ κι ανάλογα με το πλήθος των πόνων του, έπαιρνε την παράκληση από το Πνεύμα; Πόσες ψυχικές αναβάσεις επέτυχε με τη βοήθεια του Πνεύματος; Προχωρούσε από δύναμη σε δύναμη και με τα δύο μαζί, και με την πράξη και με τη θεωρία, εξορίζοντας από την ψυχή του και το σώμα κάθε αιγυπτιακό νόημα.
Ήταν ένας άλλος Μωυσής χαρισμένος στη ζωή, που είχε εγκαταλείψει τον εδώ αιγυπτιακό βίο κι όλα τα σχετικά με το βίο αυτόν και, βγαίνοντας κατά κάποιο τρόπο έξω από αυτόν, είδε το Θεό να λάμπει μέσα από την τραχύ βάτο της ζωής. Κι όπως από το αγκάθι βγαίνει το ρόδο, έτσι κι από τους κόπους κατά φυσική ακολουθία φυτρώνει το ευωδιαστό φυτό της αρετής για να το μυρίζει ο Θεός. Έτσι, αφού ελευθερώθηκε από χαμαίζηλα φρονήματα και άφησε σαν πέδιλα τις γήινες φροντίδες στον τόπο του Θεού, γίνεται κύριος του νου του και βλέπει το Θεό όσο είναι δυνατό να τον δει άνθρωπος, και πηγαίνει πάλι στην Αίγυπτο, για να μεταφερθεί ο ίδιος και να μεταφέρει πλήθη άπειρα κι αμέτρητα από την Αίγυπτο και τη σκληρή τυραννία του κοσμοκράτορα Φαραώ στην ουράνια γη της επαγγελίας μέσα από την Ερυθρά θάλασσα του θείου ύδατος και αίματος, που έζησαν μέσα στην έρημο των παθών και ξέφυγαν από τον Αμαλήκ, με χέρια απλωμένα, κατά τον τύπο του σταυρού, σ’ αυτόν που άπλωσε στο σταυρό τα χέρια του για χάρη μας, δεχόμενοι από αυτόν την τροπαιοφόρα δύναμη. Έζησε λοιπόν στο σπήλαιο δυο χρόνια, διαφυλάσσοντας άγρυπνη την ψυχή και το σώμα του και, ασχολούμενος, σα να μην είχε σώμα, με τη μελέτη των θείων λόγων εξοστράκισε κάθε είδους άγνοια, εγκαθιστώντας μέσα του το φως της αληθινής γνώσης. Κι αν χρειαζόταν να κοιμηθεί και λίγο για την φυσική του αναζωογόνηση, εκτελούσε τη φυσική αυτή λειτουργία όλα αυτά τα δυο χρόνια χωρίς να ξαπλωθεί ούτε τη νύχτα ούτε τη μέρα. Έτσι νεκρώνονται τα υπογάστρια και παραλύουν οι δυνάμεις των νεφρών και σβήνει η πύρα στα ομφάλια μέρη και δεν έχει τη δύναμη να χρησιμεύσει στον εαυτό του.
Ξαναγυρίζοντας στην πατρίδα, αφού εισήλθε στην τάξη των πρεσβυτέρων της Εκκλησίας κι αφού πλήρωσε σ’ αυτήν όπως το παιδί που έχει ευγνωμοσύνη στην τροφό μητέρα του τα τροφεία, με θεία πρόνοια μετατίθεται προς τη βασιλική πόλη και νυμφεύεται την κόρη του μεγάλου αρχιερέα. Γιατί δεν ήταν δυνατό να κρυφτεί κάτω από το μόδιο ένας τέτοιος φωστήρας, που πάνω του αναπαυόταν το άχρονο και αίδιο φως, αλλά έπρεπε να τοποθετηθεί πάνω σε λυχνοστάτη ψηλό και περίβλεπτο, ώστε, φωτίζοντας από ψηλά κι από σκοπιά κεντρικότατη, να αντηχήσει σαν σάλπιγγα χρυσόφτιαχτη σ’ όλα τα πέρατα. Ποιός κυβέρνησε και ρύθμισε με όμοιο τρόπο την Εκκλησία και έδειξε ταπεινό φρόνημα σε τόσο υψηλό προβάδισμα του αξιώματος; Ποιός χαλιναγώγησε τόσο το θυμό και την οργή του, ώστε ν’ αποχτήσει την επιβαλλόμενη πραότητα, που αποστρέφεται ό,τι είναι αντίθετο στην αρετή και διεκδικεί το δίκαιο από τα χέρια των άδικων; Ποιός είχε τόση αγάπη από την οποία πηγάζει το έλεος, της αρετής του οποίου τα σύμβολα τα έχουν μέχρι σήμερα στήλες ζωντανές; Κάθε λόγος του είχε θέμα την ελεημοσύνη, για να οδηγήσει σε έξη συμπάθειας και μετάδοσης όσους άκουαν τα λόγια του. Γιατί τους έπεισε να δανείζουν στο Θεό τ’ αγαθά τους, να δίνουν φθαρτά και παροδικά και να παίρνουν σ’ αντάλλαγμα τα μόνιμα κι άφθαρτα και να θησαυρίζουν στους ουρανούς το κέρδος της συμπάθειας που δεν ξοδεύεται, που δεν το λεηλατεί ο κλέφτης, να καθαίρουν τις αμαρτίες μ’ ελεημοσύνες και τις αδικίες τους μ’ ευσπλαχνία προς τους φτωχούς, να μοιράζουν, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, το ψωμί στους πεινασμένους, και στους διψασμένους να δίνουν το ποτήρι του νερού˙ να ντύνουν τη γύμνια των γυμνών, να δίνουν ρούχα σ’ όσους δεν έχουν και στέγη σ’ όσους μένουν άστεγοι στο ύπαιθρο, να επισκέπτονται τους άρρωστους, να οδηγούν τα βήματά τους στη φυλακή, να κερδίζουν τη συμπάθεια με συμπάθεια.
Ποιός απέκρουσε την οργή κι έπεισε και το ποίμνιό του να την αποκρούσει, αυτήν που όποιοι την έχουν τους κλείνει τη θεία πηγή της ευσπλαχνίας; Γιατί λέει, ό,τι έκανες στους άλλους, αυτό θα γίνει και σ’ εσένα˙ «με το μέτρο που μετράς, θα σου αντιμετρηθεί».8 Αν δηλαδή συγχωρέσεις, θα συγχωρεθείς. Και πάλι κατ’ ακολουθία αυτού φωνάζει και το αντίθετο˙ δε θα συγχωρεθείς αν δε συγχωρέσεις. Ποιός καταδίκασε το φθόνο και τη ζήλεια και δίδαξε την κατάκριση; Είναι άριστο να σε φθονούν˙ γιατί είναι αγαθό ό,τι επισύρει το φθόνο. Είναι όμως αυτοκατάκριτη, εκτός του ότι κι αισχρότατη, η βάσκανη ζήλεια, το πιο άδικο και πιο αδικαιολόγητο από όλα τα πάθη, αντίπαλο της ευσπλαχνίας, αφού ευσπλαχνία είναι να πονά κανένας για τις συμφορές των άλλων, ενώ ζήλεια να υποφέρει για τις χαρές τους, όχι για χάρη του εαυτού του, αλλά εκείνου που υποφέρει, και την αύξηση των ξένων καλών να την κάνει δυνάμωμα του σαρακιού που τον τρώει, προσβάλλοντας πρώτα αυτόν που το έχει. Κι αφού μας δίδαξε να μην κρίνομε τον σύνδουλό μας για να μην κριθούμε, αφού ο μόνος δίκαιος κριτής ζυγίζει τη δίκη μας με δίκαια σταθμά, ούτε να ιδιοποιούμαστε αρπακτικά το αξίωμα του κυρίου μας. Γιατί μόνο ένας κριτής υπάρχει που από τη φύση του δεν κρίνεται, επειδή είναι ο μόνος έξω από την αμαρτία, Κύριος ο ίδιος που δεν έχει άλλον κύριό του, που φωνάζει στο Ευαγγέλιο˙ «συγχωρέστε, και θα συγχωρεθείτε».9
Ποιός έδιωξε τη λύπη που οδηγεί στο θάνατο και δίδαξε τη λύπη που προκαλεί τη χαρά, από τις οποίες η μια, που εκδηλώνεται ως πένθος για την αμαρτία προς το Θεό, είναι σωτήρια, εφόσον αμαρτία θεωρούν οι δεινοί σ’ αυτά την αποτυχία, ενώ η άλλη λύπη, που προέρχεται από τη στέρηση των ηδονών, καταστρέφει στ’ αλήθεια την ψυχή και καθόλου δεν επιδοκιμάζεται; Γιατί δεν είναι δυνατό, δεν είναι δυνατό να προξενηθεί λύπη, παρά αν δεν πραγματοποιηθεί κάποια επιθυμία. Όποια είναι λοιπόν η επιθυμία, τέτοια είναι και η λύπη απ την στέρησή της˙ αγαθή η επιθυμία, άριστη η λύπη, διαφορετική η επιθυμία, και η λύπη διαφορετική. Η άριστη από τις επιθυμίες είναι μία, αυτή που κατευθύνεται προς το μοναδικό άριστο. Σε αντίθετα πράγματα είναι και οι επιθυμίες αντίθετες. Την αδράνεια της ακηδίας δεν την τονώνει η μνήμη του θανάτου; Δίδαξε λοιπόν να την αποτινάζομε, επειδή κόβει το νεύρο της ίδιας της ψυχικής δύναμης, και έβαλε στη θέση της το θείο φόβο, και παρότρυνε με πόθο το λαό να προσεύχονται και να ξεριζώνουν κυριολεκτικά τη ραθυμία από τις ψυχές και να φυλάγουν με όλη τη δύναμή τους τις καρδιές τους για να μη διεισδύσει σ’ αυτές ο θάνατος από τις αισθήσεις σαν από κάποιες θυρίδες.
Μας δίδαξε ο άγιος να ερευνούμε τις Γραφές, αφού έγινε εξηγητής τους και δάσκαλος κι αφού με προφητικό πνεύμα ερεύνησε τα κρυμμένα βάθη του Πνεύματος και έσπασε το κάλυμμα του γράμματος και φανέρωσε το κάλλος που είχε αποτεθεί, κι όλα αυτά με φρόνημα μακριά από κάθε αλαζονεία και κενοδοξία. Γιατί ήξερε πολύ καλά να καταπατεί την κούφια δόξα, το κούφιο ξόδεμα των κόπων, που καταστρέφει τη γη των αρετών, γιατί γνωρίζει να τρυπάει, σαν κάποιο πιθάρι, το πνευματικό δοχείο των αρετών και, θεωρώντας ως γέμισμα το άδειασμα, δεν κάνει καθόλου λιγότερο κενό το πιθάρι, σκορπίζοντας ανώφελο ιδρώτα και προξενώντας κόπο που δεν απολαμβάνει το κέρδος του. Γιατί γνώριζε ότι κάθε δόξα και κάθε έπαρση ταιριάζει στο Θεό, ενώ στον άνθρωπο ταιριάζει η ταπείνωση, που γίνεται για τον άριστο δρόμο, ανύψωσης και για τον Ισραήλ κλίμακα, που ανεβάζει τον άνθρωπο στο Θεό και κάνει το Θεό προστάτη της καρδιάς του.
Στεκόταν ταπεινά μπροστά σε κάθε πλάσμα εξαιτίας του Κυρίου που το έχει πλάσει, εκεί βέβαια που δεν προσβαλλόταν ο Χριστός και δεν γινόταν παράβαση κι ανατροπή του νόμου. Απέκρουε κάθε περιφάνεια και βλοσυρότητα και ακαταδεξιά. Ήταν μειλήχια η όψη του σ’ αυτούς που συναναστρεφόταν κι ο λόγος του ήπιος και αρτυμένος από θείο άλας. Ο τρόπος του ήταν ευχάριστος, και γλυκύ το χαμόγελό του που δεν έφτανε σε γέλιο αχαλίνωτο. Γιατί, γνωρίζοντας ότι οι κακίες ήταν εγκατεστημένες δίπλα στις αρετές και ότι οι πόρτες τους γειτονεύουν, υπακούοντας σ’ αυτόν που τον συμβούλευε τα άριστα, πρόσεχε τον εαυτό του και γινόταν τραπεζίτης με ορθή πίστη, απορρίπτοντας κάθε κίβδηλο νόμισμα και δεχόμενος τη δραχμή με την εικόνα του βασιλιά, τίναζε από την καρδιά του κάθε κακία, σα να ήταν χώμα, με το φύσημα του θείου Πνεύματος, και ποτιζόταν και γινόταν γόνιμος με τις αντίθετες στις κακίες αρετές, γνωριζόμενος σαν ελιά κατάκαρπη και αειθαλής μέσα στην Εκκλησία, τον οίκο του Θεού και προσφέροντας ώριμο καρπό στο Θεό το πλήθος εκείνων που μ’ ενέργειά του σώζονταν, ή σαν ένα φοίνικα περιφραγμένο με τους πασσάλους των άριστων ελέγχων. Και ήλεγχε άριστα αυτούς που ένωναν μαζί σπίτι με σπίτι και που βιάζονταν να λεηλατήσουν το αμπέλι του Ναβουθαί, αφού δεν υπήρχε ο Ηλιού να τους ελέγξει. Σήκωσε όμως αμέσως το Πνεύμα το άγιο τον Ηλία, εισδύοντας στις ψυχές των δικαίων. Από γενιά σε γενιά σηκώνει προφήτες, ζηλωτές αγαθών έργων, που μισούν κι αποκρούουν ό,τι φαύλο και άτοπο, και εγκαθιστούν μέσα τους στη θέση αυτών κάθε τι σύμφωνο με το νόμο και δίκαιο.
Έτσι ο θείος πατέρας γινόταν κριτής της αδικίας, όχι κρίνοντας με αδικία, μακριά από τέτοια σκέψη˙ γιατί πώς ήταν δυνατό; Αλλά κατακρίνοντας και δείχνοντας ότι έπρεπε αυτή ν’ αποβάλλεται, κι εμπόδιζε από τις θείες αυλές όσους αδικοπραγούσαν. Μια χήρα για παράδειγμα τον πίεζε ενοχλώντας τον συνέχεια, επειδή την έτρωγε μέσα της μια αδικία. Αρπάζει σαν ένα καταφύγιο οχυρό και ακλόνητο αυτόν τον άνθρωπο του Θεού κι ασφαλώς η σκέψη της δεν ήταν η χειρότερη. Γιατί ποιόν άλλον θα έβρισκε να τη βοηθήσει σ’ ό,τι είχε πάθει; Μήπως άρχοντα; Αλλά άρχοντας πάνω από τους άρχοντες ήταν αυτή που αυθαιρετούσε σ’ αυτά. Το βασιλιά μήπως; Αλλά με την προσκόλλησή του στη γυναίκα του παρέλυσε η δική του γνώμη. Γιατί ήταν οστούν και σάρκα από τη σάρκα του αυτή που έκανε την αδικία. Κι εκείνη που έπρεπε να βάζει χαλινάρι στους άλλους, αυτή έτρεχε ν’ αδικήσει η ίδια. Τί κάνεις, παράνομο γυναικάριο; Φοράς το βασιλικό ένδυμα, έχοντάς το σαν φύλακα του νόμου, και καταπατείς το νόμο; Πόσο απερίγραπτη είναι η σοφία εκείνου που είπε, « μη δώσετε τα άγια στα σκυλιά και μη ρίξετε τα μαργαριτάρια σας μπροστά στους χοίρους».10 Γιατί αυτή, αφού καταπάτησε τον θείο κι άγιο νόμο, δηλαδή το πολύτιμο μαργαριτάρι, γύρισε και τσάκισε τη φτωχή χήρα, αρπάζοντάς της το μέσο για την καθημερινή ζωή της.
Τί κάνεις, γυναικάριο άπληστο κι αχάριστο; Έχεις τη γη και τη θάλασσα να σου προσφέρουν αδιάκοπα τα δώρα τους, και κυνηγάς την άπορη χήρα για το μικρό χωραφάκι της που θα ήταν δίκαιο ν’ αλλάζατε τις ζωές σας; Κι ενώ με τα λόγια επιβεβαιώνεις το νόμο, τον αποκηρύττεις με τα έργα σου; Δεν σεβάστηκες τον πατέρα των ορφανών και κριτή των χηρών;11 Εκείνος όμως που τρέφεται πάντοτε με τους θείους λόγους άκουσε τη θεόπνευστη ρήση, «κρίνατε ορθά το ορφανό και αποδώστε δικαιοσύνη στη χήρα»,12 και έχοντας οδηγό πυρίπνοο στο ζήλο του τον Ηλία, ακολουθεί την παρρησία του Ιωάννη λέγοντας, ΄Δε σου επιτρέπεται να έχεις το αμπέλι της αδελφής σου΄. Νομίζεις αλήθεια ότι βγήκες από τα όρια της ανθρώπινης φύσης, επειδή με το βασιλικό αξίωμα βρέθηκες σε ανώτερη θέση; Γιατί η αρχή που συγκροτείται από το νόμο γίνεται βασιλεία, ενώ η αρχή που θεμελιώνεται με την παρανομία ονομάζεται όχι άδικα τυραννία. Δεν διάβασες τί έκανε η Ιεζάβελ; Πώς μπαίνεις σ’ αυτόν τον ιερό ναό; Μακριά από τα θεία ανάκτορα. Ο ναός του Θεού είναι λουτήρας, που καθαρίζει τα αμαρτήματα. Όταν ο τελώνης δέχτηκε στο σπίτι του τον Ιησού δεν σκόρπισε καλά, όσα είχε αδίκως φορολογήσει; Εσύ, κόρη μου (γιατί είσαι ακόμα μέλος, αν και δύσχρηστο, και σε περιλαμβάνω στην εκκλησία με την ελπίδα της σωτηρίας σου, αλλά σωτηρία χωρίς μετάνοια είναι από τ’ αδύνατα), απόδωσε σωστά όσα έχεις αρπάξει ενώ δεν έπρεπε.
Αυτά της έλεγε, αλλά δεν την έπειθε. Είχε κλείσει την ακοή της σαν με μια ασπίδα και δεν άκουγε αυτόν που εφάρμοζε σ’ αυτήν θεραπεία φιλόθεη και σοφή. Κι επειδή έβλεπε ότι η αρρώστια της ήταν τελείως ανίατη, διώχνει από τον ιερό θάλαμο εκείνην που δεν είχε φόρεμα γάμου. Και τί επακολουθεί; Η Ιεζάβελ επιτίθεται πάλι κατά του προφήτη και ο κήρυκας της αλήθειας δε φεύγει καθόλου ούτε ρίχνεται στη φυλακή όπως ΄φωνή βοώντος΄, αλλά καταδικάζεται σε εξορία. Ώ φρόνημα άτοπο! Η γοητεία του φιδιού βιάζεται άλλη μια φορά να εξορίσει από την Εκκλησία τον άνθρωπο του Θεού και δεν αστόχησε στον πόθο του…
…
Αυτά είναι τα ψελλίσματά του σ’ εσένα, Πατέρα των Πατέρων. Είθε όμως να παρακολουθείς από ψηλά εμάς που έχουμε το όνομά σου και σαν δώρο σ’ εμάς να μας κάνεις φίλους του Πλάστη, που είναι ο Χριστός, η αιώνια χαρά, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη τώρα και πάντοτε και στους ατελείωτους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Ψαλμ. 18,5. Ρωμ. 10, 18.
2. Α’ Κορ. 1, 24.
3. Φιλ. 2, 6.
4. Πράξ. 1, 1.
5. Δευτ. 8, 3. Ματθ. 4, 4.
6. Έξ. 5, 5.
7. Ψαλμ. 44, 3.
8. Ματθ. 7, 2.
9. Λουκά 6, 37.
10. Ματθ. 7, 6.
11. Ψαλμ. 67, 6.
12. Ψαλμ. 81, 3….
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=3010
Οὔτε ἱστορικᾶς περγαμηνᾶς θὰ ἐκπτύξω σήμερον πρὸ Ὑμῶν ἴνα ἀποδείξω τὴ ἀπὸ αἰώνων Ἑλληνικότητα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, οὔτε δὲ καὶ τὸν χρόνον ὑμῶν θὰ κατατρίψω ἐν τῇ ἀπαριθμήσει τῶν δυσυπολογίστως μεγάλων ὑπηρεσιῶν, ἃς ἡ ἀριστοτόκος Μικρὰ Ἀσία παρέσχεν εἰς τὴν ἀνθρωπότητα σύμπασαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
Σύλλογος "Ἀνατολή", ἱδρυθεῖς τῷ 1891. Διάλεξις... γενομένη ἐν τῇ αἰθούση τοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου "Παρνασσοῦ" τὴ 4η Μαρτίου 1921.
Συνεχὲς σφυροκόπημα ὑφίσταται ἡ Ἑλλάδα τὰ τελευταῖα τριάντα χρόνια, ποὺ ἐκτοξεύεται ἀπὸ τὸν ἐσμὸ τῶν δημοσιευμάτων, τοῦ πλήθους τῶν περιοδικῶν ἐντύπων καθὼς καὶ ἀπὸ τὸν τύπο καὶ τὴν τηλεόραση, ποὺ ἀποσκοποῦν στὴν ἀλλοίωση, ὑποτίμηση καὶ καταστροφὴ ὅλων τῶν γνωρισμάτων τῆς Ἑλληνικότητας, ὥστε νὰ πάψουν νὰ ἀποτελοῦν εἰδοποιὰ χαρακτηριστικά της τὰ ὁποῖα ὑπενθυμίζουν διαχρονικὰ ὅτι διακρίνεται ὁ Ἑλληνισμὸς ἀπὸ ὅλα τὰ Ἔθνη τῆς γῆς καὶ ὅτι εἶναι ἀνάδελφος.
Εἶναι γεγονὸς ὅτι ποτὲ δὲν ἔμεινε ἀλώβητος στὴ διαχρονική του ἱστορία ὁ Ἑλληνισμός, ἀντίθετα, τροφοδοτοῦσε, ἄθελά του, πάντοτε, τὴν ἀδηφάγο πολεμικὴ ὅλων αὐτῶν, ποὺ ἐκσφενδόνιζαν καταιγισμὸ ἐπικρίσεων καὶ λοιδοριῶν καὶ ἔφθαναν μέχρι τῆς ἰσοπέδωσης ὅλων τῶν Ἑλληνορθόδοξων χαρακτηριστικῶν. Ἕνα συνονθύλευμα ἀποτελούμενο ἀπὸ χαλκευμένα ἀνόμοια πράγματα, πηγὲς καὶ θεωρίες, ἦταν πάντοτε τὸ ὁπλοστάσιο τῶν λογοκόπων ἐπικριτῶν παντὸς ἑλληνικοῦ ἀπὸ πρόσωπα μέχρι ἱστορικὰ γεγονότα καὶ ἀξίες πολιτιστικὲς καὶ θρησκευτικές. Ἡ βαθμιαία συσσώρευση τῶν ἔργων αὐτῶν τῶν νοσηρῶν σοφιστῶν, ποὺ ἐπὶ χρόνια ἐπιχειροῦν νὰ κατεδαφίσουν ὅ,τι Ἑλληνικὸ καὶ Ὀρθόδοξο, ἐκτοξεύοντας τὰ δηλητηριώδη βέλη τους, μᾶς προκαλοῦν νὰ ἀναζητήσουμε τὴν ταυτότητά τους, ὥστε νὰ ἀποκρυπτογραφήσουμε τὰ κίνητρα καὶ τὰ βαθύτερα αἴτια αὐτῆς τῆς δολερῆς καὶ ἀσύστολης συμπεριφορᾶς.
Ἀναζητώντας λοιπὸν πρῶτα τὰ αἴτια αὐτῆς τῆς συνεχοῦς πολεμικῆς κατὰ τῆς Ἑλλάδας ἐντοπίσαμε καὶ τοὺς παράγοντες ποὺ προκαλοῦν αὐτὲς τὶς συμπεριφορές. Οἱ κυριότεροι παράγοντες αὐτοῦ τοῦ λυσσαλέου μένους, ποὺ κωδικοποιοῦνται σὲ ἄρνηση ἢ ἐκμηδένιση τῆς ἑλληνικότητας, τῆς ταυτότητας, τῆς καταγωγῆς, καί τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι ἡ ἀκατάβλητη ἀντοχὴ τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ ἡ δύναμή του νὰ μεταρσιώνεται πάνω ἀπ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο, ὅπως τοῦ ἔμαθαν οἱ νηπτικοὶ Πατέρες τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Σ᾿ αὐτὴ τὴν ἐξύψωση δὲν μποροῦν νὰ τὸν παρακολουθήσουν οἱ πανοῦργοι ἐπικριτές του. Αὐτοὶ εἶναι «διαφωτιστὲς» δὲν εἶναι φωτισμένοι, εἶναι ἐμετικοὶ ἐγκωμιαστὲς καὶ ἀνιαρὰ φερέφωνα τῆς λεγόμενης «Γαλλικῆς Ἐπανάστασης», δηλαδὴ τοῦ γαλλικοῦ ἐμφύλιου τῶν ἀπειράριθμων σφαγῶν καὶ ἐγκλημάτων, μὲ τὸ ἐπινοημένο καὶ οὐδέποτε ἐφαρμοσμένο θεωρητικό τους τρίπτυχο τῆς ἐλευθερίας, ἰσότητας, ἀδελφότητας. Ἐνοχλεῖ τοὺς δόλιους «νεωτεριστὲς» καὶ «προοδευτικούς», ὅπως αὐτοπροσδιορίζονται καὶ αὐτοανακηρύσσονται σὲ «πνευματικοὺς ἡγέτες», ποὺ περιφρονοῦν κατάφωρα τούς «ὀπισθοδρομικούς», «παραδοσιακούς», «συντηρητικοὺς» Ἕλληνες, ποὺ δὲν προσαρμόζονται στὶς ἰδεοληψίες τους. Γιατί γιὰ ἰδεοληπτικοὺς πρόκειται. Αὐτοὶ εἶναι οἱ σκοταδιστὲς τοῦ «διαφωτισμοῦ», ποὺ φυσικὰ δὲν ἔχουν οὔτε ὑποψία τί σημαίνει νὰ εἶσαι κληρονόμος τῆς Φιλοκαλίας, τοῦ Εὐεργετινοῦ, τοῦ ἡσυχασμοῦ, τῶν Νεομαρτύρων καὶ τῶν Ἐθνομαρτύρων ἡρώων τῆς Παλιγγενεσίας. Τὸ σινάφι αὐτῶν ποὺ καταφέρονται κατὰ τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους εἶναι ἕνας ἀνευλαβὴς χορός, μία συντεχνία, ποὺ τὰ γεμᾶτα ἰδεολογήματα συγγράμματά τους προκαλοῦν ἀπέχθεια καὶ ἀποστροφὴ πρῶτα στοὺς φοιτητὲς καὶ ἀκολούθως στοὺς ἀναγνῶστες καὶ ἐρευνητές, ποὺ δὲν τοὺς ἔχει κατακυριεύσει ὁ πνευματικὸς ζόφος, ὅπως συμβαίνει μὲ τὰ ἔργα αὐτῶν τῶν σκοταδιστῶν, ἀφοῦ τὸ μόνο μέλημά τους εἶναι νὰ ἀποκρύπτουν τὴν ἱστορικὴ ἀλήθεια, ὅταν δὲν ἐξυπηρετῆ τὰ καταχθόνια σχέδια τὰ δικά τους καὶ τῶν χορηγῶν ἐντολέων τους, γιατί οἱ περισσότεροι ἀπ᾿ αὐτοὺς εἶναι δυστυχεῖς ἐντολοδόχοι.
Ἂς ἀναζητήσουμε τώρα τὴν προέλευση καὶ τὶς πράξεις τῶν κατ᾿ ἐξακολούθηση δολοπλόκων ποὺ ροκανίζουν τὸν Ἑλληνισμό. Εἶναι ἐλάχιστοι καὶ αὐτοαποκαλοῦνται πανεπιστημιακοὶ καὶ πνευματικὴ ἡγεσία καὶ ἐπίσης λίγοι, ἀλλὰ καταστροφικοὶ ἐξίσου τῆς λεγόμενης πολιτικῆς ἡγεσίας καὶ ἀπὸ τοὺς τελευταίους κυρίως οἱ τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, Πολιτισμοῦ καὶ Ἐξωτερικῶν. Ὅλοι αὐτοὶ συμπεριφέρονται, προκειμένου νὰ ἀποκρύψουν τὰ σχέδιά τους, ὅπως ὁ Ἀσσύριος στρατηγὸς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ Ῥαψάκης πού δὲν μιλοῦσε στὴ γλῶσσα του, τὰ ἀσσυριακά, κατὰ τὴν εἰσβολή του στὴν Ἰουδαία, στοὺς πολιορκημένους Ἱεροσολυμίτες, ἀλλὰ χρησιμοποιοῦσε τὴν Ἰουδαϊκὴ γλῶσσα, γιὰ νὰ τοὺς παρασύρη εὔκολα στὰ σχέδιά του καὶ νὰ τοὺς ὑποδουλώση. Ἔτσι καὶ οἱ λίγοι ἐντολοδόχοι ἱστορικοί, οἱ πολιτικοὶ ἐπιστήμονες, οἱ φιλόσοφοι σὲ ἀγαστὴ συνεργασία μὲ ὅμοιούς τους πολιτικούς, ἀποτελοῦν τούς Νέους Ῥαψάκηδες, γιατί παριστάνουν τοὺς ὁμόγλωσσους, ὡς δῆθεν ἀδελφοὶ ζηλωτὲς καὶ ἔμπειροι τῆς Ἱστορίας καὶ ὡστόσο εἶναι ἐχθροί τοῦ γένους τῶν Ἑλλήνων καὶ τῆς Θρησκείας τους.
Καταλαβαίνουμε ὅτι δὲν εἶναι Ἕλληνες, ἀλλὰ θνητόψυχοι, φθορεῖς καὶ συκοφάντες τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, τῆς ἱστορίας του καὶ τῶν παραδόσεών του, καὶ φανερὰ ψεύδονται καὶ ἐξαπατοῦν ὡς ἀσεβεῖς καὶ ἄθεοι καὶ γράφουν καὶ λαλοῦν ἑλληνιστί, ὡς Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι, οἱ φρενόπληκτοι, μισάδελφοι καὶ οἱ ἐπιθετικὲς ἐπιχειρήσεις τους ἔχουν ὡς στόχους τὰ ὀχυρὰ ποὺ συνθέτουν ὡς συστατικὰ στοιχεῖα τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία: Ἱστορία, Ἰδεολογία, Γλῶσσα, Πίστη, Πατριωτισμό, Ἐθνικὴ συνείδηση, Ἐθνικὴ ταυτότητα, Γεωγραφικὸ χῶρο, Παραδόσεις, συμπεριφορές, ἱστορικὲς μνῆμες, ἦθος, πάνθεο ἡρώων, ψυχικὰ χαρακτηριστικά. Ἡ ἐπιδιωκόμενη ἅλωση ἀπὸ τοὺς νέους Ῥαψάκηδες πρέπει νὰ συμπεριλάβη ὅλα τὰ κάστρα τῶν πολιορκούμενων. Σήμερα ἀποσκοποῦν καὶ στὴν ἐξ ἐφόδου ἅλωση ἢ στὸν ἐξαναγκασμὸ σὲ παράδοση καὶ τὴν ἀποστέρηση τῶν μέσων ἐφοδιασμοῦ. Προδίδουν αὐτοὶ ποὺ τοὺς πιστεύαμε γιὰ φύλακες καὶ αὐτοὶ ἀντὶ γιὰ φύλακες βεβήλωσαν τὸ χῶρο καὶ τὰ Ἱερὰ καὶ τὰ Ὅσια καὶ πολεμοῦν ἀπὸ μέσα. Εἶναι οἱ ἐσωτερικοὶ πολέμιοι. Ὅταν τὸ 1979 ὑπογράφτηκε ἡ συμφωνία ἔνταξής μας στὴν Εὐρωπαϊκὴ Οἰκονομικὴ Κοινότητα τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας ἑόρτασε τὸ γεγονός, ὡς ἔτος τῆς Ἑλληνικῆς Παράδοσης!!
Ἀδιαφόρησε γιὰ τὴν παρακαταθήκη:
Ὁ θεμελιώδης ρυθμὸς ἂς στυλωθεῖ στὸ κέντρο τῆς ἐθνικότητας καὶ ἂς ὑψώνεται κάθετα.
Ἀλλὰ στὰ νομοθετικὰ διατάγματα καὶ στὰ ἐκπαιδευτικὰ προγράμματα μιλοῦν σὰν ξένοι «φιλέλληνες», ὅπως εὔστοχα παρατήρησε ὁ καθηγητὴς Θεόδωρος Παπακωνσταντίνου.
Ἡ πνευματικὴ ἡγεσία δίνει, ὡς πρότυπα στοὺς ἐκπαιδευόμενους ὅλων τῶν βαθμίδων, τοὺς ἄθεους δολοφόνους τοῦ Γαλλικοῦ Ἐμφύλιου, ὄχι τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ ᾿21, καὶ ἡ πολιτικὴ ἡγεσία τὸ 2000 ἀλλοιώνει τὴν Ἐθνικὴ ταυτότητα στὸ κυριότερο συστατικό της, τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἐπιβάλλει τὴν «πολυπολιτισμικότητα» καταργώντας μὲ Ὑπουργικὴ ἐγκύκλιο τὴν ἀναγραφὴ τοῦ Θρησκεύματος (καὶ τῆς ὑποκοότητας) στὶς ταυτότητες. Οἱ «ἐκσυγχρονιστὲς» πολιτικοὶ τὸ ἔπραξαν, ἀλλὰ ὄχι χωρὶς ἀντιδράσεις ἀπὸ ἄλλους σώφρονες πολιτικούς, ποὺ ὑπογράμμισαν ὅτι «ἐνισχύονται οἱ ὑποψίες γιὰ ὓ π ο π τ ε ς ἐ ξ α ρ τ ή σ ε ι ς» καὶ ὅτι «ἀφήνουν τούς μασσόνους νὰ ὑπογράφουν ἐλεύθερα μὲ τὰ διακριτικά τους».
Ὁ πρώην Πρωθυπουργὸς Γ. Παπανδρέου σὲ δημόσια ὁμιλία του, ὡς ἀρχηγὸς τοῦ ΠΑΣΟΚ, εἶχε πεῖ ὅτι πρέπει νὰ ἐπινοήσουμε ἕνα «νέο πατριωτισμό» καὶ οἱ πανεπιστημιακοὶ συνεργάτες τῶν πολιτικῶν καὶ ἀπ᾿ αὐτοὺς ἐπιχορηγούμενοι –καὶ ὄχι μόνο ἀπ᾿ αὐτοὺς– στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καλοῦν ἕναν Βρεττανὸ τοῦ διαβόητου (γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἀποφοίτους του καὶ τὰ ἀπίστευτα ἀνθελληνικὰ ἰδεολογήματά τους) London School of Economics, γιὰ νὰ μᾶς διδάξη, οὐσιαστικὰ νὰ ἐπιχειρήση νὰ σβήση τὶς ἐθνικὲς ταυτότητες ἀπὸ τὴν ἐκπαιδευτικὴ πρακτική, κάνοντας λόγο γιὰ ἄχρηστες ἀναδρομικές ταυτότητες, ποὺ εἶναι ὅπως τὶς προσδιόρισε: ἐθνικές, θρησκευτικές, πολιτισμικὲς μὲ μεγαλοπρεπεῖς ἀφηγήσεις τοῦ παρελθόντος. Καὶ ἐπειδὴ αὐτές, κατὰ τὴ θεωρία του, σταθεροποιοῦν τὸ παρελθὸν μέσα στὸ μέλλον ὑπάρχει μία παθολογία στὰ ἐκπαιδευτικὰ ἱδρύματα. Σήμερα, γράφει, ὅτι ὁ παιδαγωγικὸς λόγος καθοδηγεῖται ἀπὸ τὴν ἀγορά. Τὴν ἀπόδοση στὰ Ἑλληνικὰ ἔκανε ὁ Ἰ ω σ ή φ Σ ο λ ο μ ώ ν. (Ἐπίσημοι λόγοι, τ. 31, μέρος Γ΄, Ἀθήνα 2002, σ.σ. 2143-2195). Οἱ κυρίες τοῦ τμήματος Νηπιαγωγῶν ποὺ κάλεσαν τὸν Βρεττανὸ καὶ τὸν ἐγκωμίασαν εἶναι οἱ ἴδιες ποὺ ἀναρωτιοῦνται «Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας» καὶ εἶναι αὐτὲς ποὺ καυτηριάζουν τὸν «ἐθνοκεντρισμό», κ.λ.π.
Ἀπὸ τοὺς ἰσχυροὺς πολέμιους τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶναι οἱ ἐπιδιδόμενοι σὲ ἀνίερες συγκρίσεις μεταξὺ Γαλλικῆς καὶ Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης. Αὐτοὶ θέλουν νὰ ἀγνοοῦν ὅτι τὰ Γαλλικὰ ἱστορικὰ φαινόμενα ποὺ ἀναφέρουν δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ τὴν ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς παράδοσης καὶ μάλιστα τὴς Ἱ ε ρ ῆ ς Π α ρ ά δ ο σ η ς. Καταβάλλεται ἐδῶ καὶ χρόνια ἐπίμονη προσπάθεια μὲ σωρεία συγγραμμάτων, ἀπὸ τοὺς δικολάβους τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης, γιὰ νὰ μᾶς πείσουν ὅτι τὸ θαῦμα ποὺ λέγεται ᾿21 καὶ ἔχει παγκόσμιες διαστάσεις εἶναι ἕνα ἀσήμαντο συμφεροντολογικὸ γεγονὸς ἀνθρώπων ποὺ ἀντιγράφανε τὴν «μεγαλειώδη» Ἐπανάσταση τῶν Γάλλων. Ὅλα αὐτὰ βέβαια ἀτεκμηρίωτα μὲ φετφάδες ποὺ ἐκδίδουν οἱ ἴδιοι οἱ συγγραφεῖς αὐθαίρετα καὶ ἀνεξέλεγκτα. Ὡστόσο ὑπάρχουν ἀπαντήσεις τὶς ὁποῖες ἐπιμελῶς ἀποκρύπτουν ἐπὶ χρόνια καὶ προέρχονται ὄχι ἀπὸ Ἕλληνες, ἀλλὰ ἀπὸ ὁμόφρονες καὶ ὁμογάλακτους. Παράδειγμα ἀκόμη καὶ ὁ γνωστὸς ἀπὸ πολλὲς «εὐεργεσίες» του γιὰ τὸν Ἑλληνισμό, ὁ πολὺς Χένρυ Κίσσιγκερ τοὺς διαψεύδει, γράφοντας γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση ὅτι:
«Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση δὲν ἦταν Ἐπανάσταση τῆς μεσαίας τάξης μὲ σκοπὸ τὴν ἀπόκτηση πολιτικῆς ἐλευθερίας, ἀλλὰ κίνημα ἐθνικὸ σὲ βάση θρησκευτικὴ ἐνάντια σὲ δύναμη μὲ τὴν ὁποία ὁ τότε πρέσβης τῆς Ρωσσίας στὴν Κωνσταντινούπολη εἶχε συζητήσεις καὶ διαπραγματεύσεις γιὰ συνεχεῖς κυνικὲς παραβιάσεις τῶν Ὀθωμανῶν σὲ βάρος τῶν Ἑλλήνων», ἐνῶ στὴ συνέχεια παρέχει μία ἀποκαλυπτικὴ ἀξιολόγηση τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης γράφοντας ὅτι: «Ἡ νίκη τῶν Ἑλλήνων στὸ Μοριὰ ἔκανε τὸ Ἀνατολικὸ Ζήτημα κεντρικό τῆς Εὐρωπαϊκῆς διπλωματίας, δηλαδὴ ἔδωσε ὅπως καὶ ἦταν τὴν παγκόσμια σημασία τοῦ 1821» (Βλ. Χ. Κίσσιγκερ, Ἕνας ἀποκατεστημένος κόσμος, ὁ Μέττερνιχ, ὁ Κάσλρη καὶ τὰ προβλήματα τῆς Εἰρήνης, 1812-1822, Πρόλογος – μετάφραση – σχόλια – ἐπιμέλεια Δημήτρης Μιχαλόπουλος, ἔκδ. Παπαζήσης, Ἀθήνα 2003, σελ. 504 & 507-508.
Καὶ ὁ ἴδιος γιὰ τὴ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση γράφει τὸ πραγματικὸ γεγονός, ὅτι αὐτὴ εἶχε ξεπεραστεῖ [πολὺ σύντομα] ἀπὸ τὴν Αὐτοκρατορία τοῦ Ναπολέοντα μὲ τὸν ὁποῖο, ἄλλωστε, εἶχε ταυτιστεῖ (441). Ἀκόμη δίνει καὶ δείγματα «ἠθικῆς» καὶ «ἀκλόνητης ἰδεολογίας!» τῶν ἀνθρώπων τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης: π.χ. ὁ Ταλλεϋράνδος πρῶτα ἔγινε ἐπίσκοπος μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀπαρνηθῆ τὴν Ἐκκλησία κατὰ τὴν Ἐπανάσταση, μετὰ ἔγινε Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν τοῦ Ναπολέοντα καὶ μετὰ ἔστηνε συνωμοσία γιὰ τὴν παλινόρθωση τῶν Βουρβώνων (250, 253, 254). Γιὰ τὸν Μέττερνιχ: Αὐτὸ ποὺ λέγεται «βρεττανικὴ σχολὴ» στάθηκε ἡ αἰτία τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης (362).
Ἄλλοι, διαπρεπεῖς ἱστορικοί, ἐπίσης ὁμογάλακτοι καὶ ὁμόδοξοι τοῦ δόλιου συγκροτήματος τῶν Ἑλλήνων πλαστογράφων τοῦ ᾿21, ἀντιθέτως ὅμως πρὸς αὐτούς, τονίζουν καθαρὰ ποιὸς ἦταν ὁ χαρακτήρας τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης καὶ δίνουν ἔτσι καὶ σὲ μᾶς τὰ ἀδιάσειστα τεκμήρια νὰ τοὺς ἀποδείξουμε χαλκευτὲς τῆς ἀλήθειας, ἀφοῦ οὔτε αὐτοὺς ὑπολογίζουν ἢ τοὺς ἀναφέρουν ἀπαξιωτικὰ ὡς «συντηρητικούς». Ὡστόσο αὐτοὶ οἱ «συντηρητικοὶ» ἀποκαλύπτουν στὰ ἴδια χρόνια ποὺ συντελεῖται ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση ὅσα ἀπέκρυπταν οἱ λεγόμενοι «ἐπαναστάτες» καὶ ὅσα ἀπέκρυπταν ἀπὸ τότε ὅλοι οἱ ἱστορικοί τῆς Εὐρώπης καὶ κυρίως οἱ ἐθελόδουλοι Ἕλληνες, προσπαθώντας νὰ ὑποτιμήσουν ἢ καὶ νὰ γελοιοποιήσουν τὸ ᾿21. Ἂς πάρουμε μία γεύση ἀπ᾿ ὅσα καταγγέλλει ὁ Ζοζὲφ ντὲ Μέστρ, («Κατὰ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως», μετφρ. Τ. Ἀθανασόπουλος, ἐκδ. Καστανιώτης, Ἀθ. 1999).
«Ἡ ἐλευθερία καί ἡ ἰσότητα σᾶς παρουσιάστηκαν μεταμφιεσμένες σὲ θεές, ἀλλά, πολὺ σύντομα, πετώντας τὰ πλανερά τους ροῦχα καὶ ξεδιπλώνοντας τὰ πένθιμα φτερά τους, πέταξαν πάνω ἀπὸ τὴ δόλια γῆ μας, δείχνοντας τὰ ματωμένα κουρέλια καὶ τὰ φίδια τῶν μαινάδων» (σελ. 11).
«Ἕνα πλῆθος σκοτεινῶν ἀνθρώπων ποὺ μόνο ἡ οἰκογένεια τοὺς ἤξερε πὼς τοὺς λένε. Καθάρματα πρώτης τάξεως βαθιὰ ἀνήθικοι καὶ μεγαλόσχημοι προδότες. Ἰδοὺ οἱ ἐκπρόσωποι, οἱ νομοθέτες, ἀναγεννητὲς τῆς Γαλλίας. Ὁ λαὸς ξεγελάστηκε πλήρως» (σ. 139).
«Εἴδαμε τὴ Γαλλία νὰ ἀτιμάζεται ἀπὸ χιλιάδες ἐγκλήματα, ὁλόκληρο τὸ ἔδαφος αὐτοῦ τοῦ ὄμορφου βασιλείου γεμᾶτο ἰκριώματα καὶ αὐτὴ τὴ δυστυχισμένη γῆ ποτισμένη ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν παιδιῶν τους ποὺ σφάχτηκαν μὲ τὸν νόμο. Ποτὲ ἀκόμα καὶ ὁ πιὸ αἱμοσταγὴς τύραννος, δὲν ἔπαιξε μὲ τόση θρασύτητα, μὲ ζωὲς ἀνθρώπων καὶ ποτὲ κάποιος παθητικὸς λαὸς δὲν ὁδηγήθηκε στὸ σφαγεῖο τόσο ἀδιαμαρτύρητα» (σ. 180).
«Δὲν ὑπάρχει πουθενὰ ἡ θεϊκὴ σφραγίδα στὸ Γαλλικὸ Σύνταγμα» (σ. 270).
«Αὐτὸς ποὺ κερδίζει τὶς μάχες εἶναι πάντα ὁ Ροβεσπιέρος καὶ ὁ σιδερένιος δεσποτισμός του, ποὺ ὁδηγεῖ τοὺς Γάλλους στὴ σφαγὴ καὶ τὴ νίκη σκορπώντας χρυσάφι καὶ αἷμα» (σ. 285).
«Ὅλες οἱ φατρίες τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης θέλησαν τὸν ἐξευτελισμὸ καὶ τὴν καταστροφὴ μάλιστα τοῦ οἰκουμενικοῦ Χριστιανισμοῦ […] ἐξ οὐ καὶ ἕπεται ὅτι ὅλες οἱ προσπάθειές τους θὰ καταλήξουν μόνο στὴν ἐξύψωση τοῦ Χριστιανισμοῦ» (σ. 336).
«Διαχώρισαν τοὺς Γάλλους ἀπὸ τὸ Θεό, τὴν ἀστήρευτη πηγὴ κάθε ὕπαρξης» (σ. 347).
«Ἀτίμασαν τὸν αἰῶνα μας καὶ κατέστρεψαν τὴ Γαλλία (σ. 346). Γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση, χρειάστηκε νὰ ἀνατραπεῖ ἡ θρησκεία, νὰ προσβληθεῖ ἡ ἠθική, νὰ διαπραχθοῦν ὅλα τὰ ἐγκλήματα. Γι᾿ αὐτὸ τὸ σατανικὸ ἔργο χρειάστηκε νὰ χρησιμοποιηθοῦν τόσοι διεφθαρμένοι, ὅσοι ποτὲ πρὶν» (σ. 343).
«Ὁ γάμος εἶναι πιὰ νόμιμη ἐκπόρνευση» (σ. 349).
Καὶ μία σημαντικότατη παρατήρηση γιὰ τὶς αἱρέσεις ἀπὸ τὸν ἴδιο. Εἶναι γνωστὸ ὅτι στὴν Ἑλλάδα σήμερα πρωταγωνιστοῦν αἱρέσεις καί Στοές μὲ σκοπὸ νὰ τὴν καταπνίξουν. Ἂς σημειώσω ἐδῶ ὅτι δὲν εἶναι οἱ Ἑβραῖοι γενικά, ὅπως ὑπάρχει κοινὴ ἀντίληψη, αὐτοὶ ποὺ μᾶς πολεμοῦν, γιατί, οἱ ἀπόψεις ποὺ παρέθεσα ἀπὸ Ἑβραίους προέρχονται. Θὰ πρέπει νὰ γίνει διάκριση ἀνάμεσα σὲ Ἑβραίους, κυρίως Ἕλληνες καὶ Σιωνιστές. Ὑπάρχει τεράστια διαφορά, ὅπως ἔχουν ἀποκαλύψει ἐπίσης Ἑβραῖοι διακεκριμένοι παγκοσμίως ἐπιστήμονες, ὅπως ὁ φιλόσοφος Ροζὲ Γκαροντί, ὁ ὁποῖος εἶπε ὅτι: «Ὁ σιωνισμὸς εἶναι εἰδωλολατρία» (Βῆμα, 24.11.1996) καὶ ὁ Ἀκαδημαϊκός τῆς Ὀργανικῆς Χημείας Ἰσραὴλ Σαχάκ (Ἑβραϊκὴ Ἱστορία, Ἑβραϊκὴ θρησκεία, β. ἔκδ., «Ἐναλλακτικὲς ἐκδόσεις», Ἀθ. 2009) γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραψαν ὁμόφυλοί του ὅτι εἶναι ὁ τελευταῖος τῶν μεγάλων προφητῶν, καὶ ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται μὲ παρρησία σὲ ὅρο ποὺ χρησιμοποίησε ἀπὸ τοὺς πρώτους, τὸ «Ἰουδαιο-ναζισμὸς» καὶ καταγγέλλει τὶς βιαιότητες τοῦ σιωνισμοῦ καὶ τοῦ Ταλμουδικοῦ ἑβραϊκοῦ σωβινισμοῦ, ὅπου μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι καὶ ἡ Κύπρος περιλαμβανόταν στοὺς χάρτες τῆς «ἑβραϊκῆς πολιτείας» ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ Ἰωσὴφ Νάζη (σ. 160). Προσθέτει ἐπίσης τὴν τυραννία ποὺ ἀσκοῦσαν οἱ ῥαβίνοι ἐνάντια στοὺς ἄλλους ἑβραίους (σ. 162) καὶ τὴν πιὸ ἀδιάντροπη ἐκμετάλλευση τῶν φτωχῶν Ἑβραίων ἀπὸ τοὺς πλούσιους Ἑβραίους, ποὺ εἶχαν συμμαχήσει μὲ τοὺς ῥαβίνους (σ. 171).
Γιὰ νὰ ἐπανέλθω, λοιπόν, μετὰ ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἀναγκαία, κατὰ τὴ γνώμη μου, παρένθεση, ἔγραψε ὁ Ζοζὲφ ντὲ Μέστρ γιὰ τὶς αἱρέσεις:
«Ὅταν μία αἵρεση θέλει νὰ εἰσδύσει σὲ μία χώρα, δὲν σταματᾶ ταπεινὰ στὰ σύνορα καὶ δὲν ρωτάει ἀπὸ ἐκεῖ ἂν θέλουν νὰ τὴ δεχθοῦν. Γλιστρᾶ σιωπηλὰ σὰ φίδι, σπέρνει τὰ δόγματά της στὴ σκιὰ κρυφὰ καὶ αἴφνης ἀνασηκώνεται ἀπότομα» (σ. 449).
Ἔκανα ἐκτενῆ ἀναφορὰ στὴ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση γιὰ νὰ δείξω πόσο ἀσύστολοι πλαστογράφοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ συσσωρεύουν συστηματικὰ τὰ προπαγανδιστικὰ βιβλία τους, γιὰ νὰ τὴ συγκρίνουν μὲ τὴν ἀνεπανάληπτη Ἑλληνικὴ ποὺ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Πίστης ἦταν, ἀκόμη καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἐθνικὴ Ἐλευθερία, ὡς αἴτημα ἀρχηγῶν καὶ λαοῦ. Στεροῦνται ντροπῆς οἱ συγκρίνοντες τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση μὲ τὴ Γαλλικὴ Ἀνταρσία τῶν Ἰακωβίνων καὶ τῶν Μασσόνων ἰλλουμινάτων. Ἄλλωστε ὁ λόγος ποὺ δολοφόνησαν τὸν πραγματικὸ Ἕλληνα Καποδίστρια εἶναι καὶ ἡ πολεμικὴ ἐναντίον τους σὲ τελευταῖα ἐγκύκλιό του.
Πότε ἀσύστολοι κόλακες τῆς Γαλλικῆς ἀνταρσίας οἱ Ἕλληνες Ἐπαναστάτες καρατόμησαν χιλιάδες «ἐχθρούς τοῦ λαοῦ!!;». Πότε, ἀνθέλληνες φιλόσοφοι καὶ πολιτικοὶ ἐπιστήμονες, οἱ Ἕλληνες ἐπαναστάτες καρατόμησαν συντρόφους τους, ὅπως ὁ Δαντὼν γιὰ ἀπόκλιση πρὸς τὰ δεξιά; Πότε ἔγιναν οἱ Ἀρχιστράτηγοι τοῦ Ἀγῶνα «μεγάλοι ἱερεῖς» προσωπικῆς θρησκείας, ὅπως ὁ Ροβεσπιέρος; Ὑπάρχει στοὺς Ἕλληνες ἀμφισβήτηση ἐθνικῆς συνείδησης καὶ ἀνυπαρξία πατρίδας; Γι᾿ αὐτὸ μᾶς βομβαρδίζετε συνεχῶς μὲ τὰ ὕποπτα καὶ δόλια «διεθνῆ σας Συνέδρια» ἐδῶ καὶ ἀλλοῦ (ὅπως στὴν Ἀκαδημία Ἐπιστημῶν τοῦ Βερολίνου, ποὺ ἡ γράφουσα μετεῖχε) γιὰ τὴ «Διασπορά», προσπαθώντας νὰ καρφώσετε στὴν ψυχὴ τῶν Ἑλλήνων ὅτι οἱ Ἕλληνες ἦταν πάντα σὲ διασπορὰ καὶ ὅτι, ὅπως οἱ Ἑβραῖοι, δὲν εἶχαν ποτὲ Πατρίδα!! Οἱ Ἕλληνες ζοῦσαν πάντα στὴν πατρίδα τους κάτω ἀπὸ ὁποιαδήποτε κατοχὴ καὶ ὁ πατριωτισμὸς τῶν Ἑλλήνων εἶναι παροιμιώδης. Οἱ Ἕλληνες, δὲν εἶναι «πολίτες τοῦ κόσμου», ὅπως θέλετε νὰ τοὺς καταντήσετε μὲ τὰ σχέδιά σας γιὰ τὴν Παγκόσμια Νέα Τάξη. Μὲ τὶς δῆθεν ἱστορικές σας προσεγγίσεις, ἀφελληνίζεται τὸν Ἑλληνισμὸ χλευάζοντες διαρκῶς τὴν Ἑλληνικότητά του. Γιατί δὲν καταπιάνεστε μὲ ἄλλες ἐθνικὲς ταυτότητες, ὅπως τῆς Ἑβραϊκότητας, Γαλλότητας κ.ἄ.; Γιατί τέτοια ἀποκλειστικότητα γιὰ τὴν «πλαστὴ» ὅπως ἰσχυρίζεστε Ἑλληνικὴ ταυτότητα; Ἐσεῖς ποιὰ ταυτότητα ἔχετε, νέοι Ῥαψάκηδες;
Δὲν θέλετε νὰ ἀκούσετε οὔτε τὸν διαπρεπῆ Βρεττανὸ πολιτικὸ φιλόσοφο Ἔντμουντ Μπὲρκ (Στοχασμοὶ γιὰ τὴν ἐπανάσταση στὴ Γαλλία ὁ μτφρ. Χ. Γρηγορίου, ἐκδ. Σαββάλας 2010) ποὺ κάνει λόγο γιὰ ψεύτικα φῶτα, γιὰ προδοσία ἡγετῶν, σκοτεινὲς φιλύποπτες ἀρχὲς καὶ ὑπογραμμίζει τὶς διαφορὲς τῆς Γαλλίας, ποὺ «ἀτίμασε τὴν ἀρετή της» σὲ ἕνα συνδυασμὸ δόλιων καὶ ἄπιστων ἀνθρώπων τῆς ἐξουσίας, μὲ τὰ ἄλλα ἔθνη γράφοντας: ὅλοι οἱ ἄλλοι λαοὶ ἔχουν θεμελιώσει τὴν πολιτικὴ ἐλευθερία στὰ πιὸ ἄκαμπτα ἤθη, καὶ σὲ ἕνα σύστημα περισσότερο αὐστηρῆς καὶ ἀνδροπρεποῦς ἠθικῆς (σελ. 79).
Σταματῶ ἐδῶ γιὰ νὰ ὑπογραμμίσω ὅτι, ὅταν οἱ φύλακες προδίδουν, ὅταν οἱ ποιμένες γίνονται λύκοι, ἀπ᾿ ὅπου καὶ ἂν προέρχονται καὶ ὑπονομεύουν τὴν ἐθνικὴ ταυτότητα τῶν Ἑλλήνων, πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζωνται ὡς λύκοι ἀπὸ τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, ὥστε, παραφράζοντας τὸν Καποδίστρια, «νὰ κυματίζει πάλι ἐπὶ τῶν τειχῶν τῆς Ἑλλάδος τὴ σημαία τοῦ Σταυροῦ».
Μαρία Μαντουβάλου
Ἀν. Καθ. Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
ΓΙΑ ΤΗΝ ΄΄ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ΄΄ 08/12/2013
Το γύρο του κόσμου κάνει ενα βίντεο με τον τίτλο “To be Greek” και υπενθυμίζει στον Έλληνα το μεγαλείο αυτής της ένδοξης χώρας που μένει ανεξίτηλο στο χρόνο .
Όλα αυτά που υπο το βάρος της κρίσης και του σύγρονου τρόπου ζωής τείνουμε να ξεχάσουμε , παραδόσεις που χάνονται στο πέρασμα του χρόνου και η λήθη που σβήνει τα επιτεύγματα των Ελλήνων στο πέρασμα των χρόνων .
Το ευρωπαϊκό τμήμα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας συστήνει να εφαρμοστεί μια πολύ ιδιαίτερη σεξουαλική μύηση από πολύ μικρή ηλικία.
Σε ένα έγγραφο με τίτλο Πρότυπα για την Σεξουαλική Εκπαίδευση στην Ευρώπη , προδιαγράφει επισήμως την εκμάθηση της «απόλαυσης και της ευχαρίστησης όταν αγγίζουμε το ίδιο το σώμα μας»... μεταξύ 0 και 4 χρονών!
Την ονομάζει «βρεφικός αυνανισμός»: να κάτι που εκφράζεται με πολύ σαφήνεια!
4 χρονών, σύμφωνα με το ΠΟΥ, τα παιδιά είναι σε θέση να «εκφράσουν ανάγκες, επιθυμίες και όρια», Π.Χ. «να παίζουν το γιατρό» (sic) . Μεταξύ 4 και 6 ετών, είναι μια ιδανική περίοδος για να μελετήσουν τις «σχέσεις του ίδιου φύλου τους», να «παγιώσουν τη ταυτότητα του φύλου» και έτσι… πορεία για την ομοφυλοφιλία ... Μεταξύ 6 και 9 χρονών, τα παιδιά θα πρέπει να είναι σε θέση να είναι έτοιμα να γνωρίζουν και να υπερασπιστούν τα «σεξουαλικά δικαιώματα των αγοριών και των κοριτσιών».
Ως μελλοντικοί πολίτες στρατολογημένοι στο Brave New World (Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος) α-λα Huxley; Ποιος ξέρει;
Μεταξύ 9 και 12 χρονών, καθώς ο ΠΟΥ είναι επιστημονικά προνοητικός, πρέπει να προειδοποιήσουμε τα παιδιά για το πρόβλημα της ακούσιας εγκυμοσύνης και, συνεπώς, πορεία για … το οικογενειακό «σχεδιασμό», την επιλογή ενός σχεδίου ζωής, την αντισύλληψη και την άμβλωση.
Από την ηλικία των 9 χρόνων, συνιστάται τα παιδιά να γνωρίζουν πού να βρούνε αντισυλληπτικά και πού να πραγματοποιήσουν μια εθελοντική η μη «διακοπή» εγκυμοσύνης, δηλαδή μια άμβλωση.
Μεταξύ 9 και 15 ετών, συμβουλεύεται στις κυβερνήσεις να προειδοποιήσουν για ένα κίνδυνο: τον ιδεολογικό αντίπαλο που αποτελεί η χριστιανική θρησκεία, εμπόδιο για την απόλαυση και τη σεξουαλική ευχαρίστηση ...
Στην ηλικία των 15, μεγάλη αναχώρηση για τις ολόπλευρες περιπέτειες, ιδιαίτερα την ομοφυλοφιλία, την αμφιφυλοφιλία και άλλες ποικίλες πρακτικές, για να μην αναφέρουμε τις πληρωμένες σεξουαλικές σχέσεις και την πορνογραφία, για τους μελλοντικούς βασικούς πολίτες της Ευρώπης της αναψυχής όπου θα έχουμε ξεχάσει την ανεργία, με τα χέρια και το μυαλό απασχολημένα αλλού και το πνεύμα σε μαύρα και θολά σύννεφα.
Και μην ανησυχείτε! Το κράτος, μεγάλος διευθυντής των δραστηριοτήτων διασκέδασης, θα είναι πάντα η «επίσημη και επιστημονική πηγή» για την εκπαίδευση των παιδιών.
Οι γονείς, γινόμενοι πολίτες δεύτερης κατηγορίας ενός μεγάλου αδιάφορου Συνόλου, δεν θα είναι παρά μόνο «ανεπίσημες πηγές».
Και η οικογένεια σε όλα αυτά;
Υπό την αιγίδα αυτού του αντισυλληπτικού και αμβλωτικού ατομικισμού, απλά δεν γίνεται πια λόγος.
Πηγή: Α) του πρωτότυπου ξενόγλωσσου άρθρου: http://www.libertepolitique.com/Actualite/Le-fil/Les-etranges-normes-d-education-sexuelle-de-l-OMS-avant-l-age-de-4-ans-et-ensuite
Β) Μετάφραση στα ελληνικά: http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2013/12/4.html#.UuWCgLTQDIW
Ἀπό ἱστολόγιο ΚΑΙΟΜΕΝΗ ΒΑΤΟΣ, ἀφιερωμένο στούς οἰκουμενιστές, στά φερέφωνά τους, στίς βλάσφημες συμπροσευχές τους καί στά βλάσφημα συλλείτουργά τους!
«πᾶς ὁ παραβαίνων
καί μή μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ
Θεόν οὐκ ἔχει»
(Β΄ Ἰωάν. 9)
Οἱ Ἱ. Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, μέ οἰκουμενικό κῦρος, πού ἀναφέρονται στήν ἀπαγόρευση συμπροσευχῆς μέ αἱρετικούς εἶναι:
1. Κανών Ι' τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων:
"Εἴ τις ἀκοινωνήτῳ κᾄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, οὖτος ἀφοριζέσθω".
2. Κανών ΙΑ΄τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων:
"Εἴ τις καθῃρημένῳ , κληρικός ὤν, κληρικῷ συνεύξηται, καθαιρείσθω καί αὐτός".
3. Κανών ΜΕ' τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων:
"Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἥ Διάκονος αἱρετικοῖς συνευξάμενος, μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δέ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς Κληρικοῖς, ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω".
4. Κανών ΞΕ' τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων:
"Εἴ τις Κληρικός, ἤ Λαϊκός εἰσέλθοι εἰς συναγωγήν Ἰουδαίων, ἤ αἱρετικῶν προσεύξασθαι, καί καθαιρείσθω, καί ἀφοριζέσθω".
5. Κανών ΟΑ΄ τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων:
"Εἴ τις Χριστιανός ἔλαιον ἀπενέγκοι εἰς ἰερόν ἐθνῶν, ἤ εἰς συναγωγήν Ἰουδαίων ἐν ταῖς ἑορταῖς αὐτῶν, ἤ λύχνους ἅπτοι, ἀφοριζέσθω".
6. Κανών ΣΤ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου:
"Περί τοῦ μή συγχωρεῖν τοῖς αἱρετικοῖς εἰσιέναι εἰς τόν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ἐπιμένοντας τῇ αἱρέσει".
7. Κανών Θ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τποικῆς Συνόδου:
"Περί τοῦ μή συγχωρεῖν εἰς τά κοιμητήρια, ἤ εἰς τά λεγόμενα μαρτύρια πάντων τῶν αἱρετικῶν ἀπιέναι τούς τῆς Ἐκκλησίας, εὐχῆς ἤ θεραπείας ἕνεκα, ἀλλά τούς τοιούτους, ἐάν ὧσι πιστοί, ἀκοινωνήτους γίνεσθαι μέχρι τινός, μετανοοῦντας δέ, καί ἐξομολογουμένους ἐσφάλθαι, παραδέχεσθαι".
8. Κανών ΛΒ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου:
"ὅτι οὐ δεῖ αἵρετικῶν εὐλογίας λαμβάνειν, αἵτινες εἰσίν ἀλογίαι μᾶλλον, ἤ εὐλογίαι".
9. Κανών ΛΓ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου:
"ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἤ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι".
10. Κανών ΛΔ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου:
"ὅτι οὐ δεῖ πάντα χριστιανόν ἐγκαταλείπειν Μάρτυρας Χριστοῦ, καί ἀπιέναι πρός τούς ψευδομάρτυρας, τοῦτ' ἐστιν αἱρετικῶν, ἤ αὐτούς πρός τούς προειρημένους, αἱρετικούς γινομένους· οὗτοι γάρ ἀλλότριοι τοῦ Θεοῦ τυγχάνουσιν. Ἔστωσαν οὖν ἀνάθεμα οἱ ἀπερχόμενοι πρός αὐτούς".
11. Κανών ΛΖ΄ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου:
"ὅτι οὐ δεῖ παρά τῶν Ἰουδαίων ἤ αἱρετικῶν τά πεμπόμενα ἑορταστικά λαμβάνειν, μηδέ συνεορτάζει αὐτοῖς".
12. Κανών Θ' τοῦ Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας:
"Ἐρώτησις.
Εἰ ὀφείλει Κληρικός εὔχεσθαι, παρόντων Ἀρειανῶν, ἤ ἄλλων αἱρετικῶν; ἠ οὐδέν αὐτόν βλάπτει, ὁπόταν αὐτός ποιῇ τήν εὐχή, ἤγουν τήν προσφοράν;
Ἐν τῇ θεία ἀναφορᾷ ὁ Διάκονος προσφωνεῖ πρό τοῦ ἀσπασμοῦ: "Οἱ ἀκοινώνητοι περιπατήσατε". Οὐκ ὀφείλουσιν οὖν παρεῖναι, εἰ μή ἄν ἐπαγγέλλωνται μετανοεῖν καί ἐκφεύγειν τήν αἵρεσιν".
Στούς πιό πάνω Κανόνες θά πρέπει νά προστεθοῦν καί οἱ:
13. Κανών Β' τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου:
"Πάντας τούς εἰσιόντας εἰς τήν Ἐκκλησίαν, καί τῶν Ἱερῶν Γραφῶν ἀκούοντας, μή κοινωνοῦντας δέ εὐχῆς ἅμα τῷ λαῷ ἤ ἀποστρεφομένους τήν μετάληψιν τῆς Εὐχαριστίας, κατά τινά ἀταξίαν, τούτους ἀποβλήτους γίνεσθαι τῆς Ἐκκλησίας, ἕως ἄν ἐμομολοηγσάμενοι καί δείξαντες καρπούς μετανοίας κάι παρακαλέσαντες, τυχεῖν δυνηθῶσι συγγνώμης. Μή ἐξεῖναι δέ κοινωνεῖν τοῖς ἀκοινωνήτοις, μηδέ ἐν ἑτέρᾳ Ἐκκλησίᾳ ὑποδέχεσθαι τούς ἐν ἑτέρᾳ Ἑκκλησίᾳ μή συναγομένους. Εἰ δέ φανείῃ τις τῶν
Επισκόπων,η Πρεσβυτέρων ἤ Διακόνων, ἤ τις τοῦ κανόνος τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνώ, καί τοῦτον ἀκοινώνητον εἶναι, ὥς ἄν συγχέοντα τόν κανόντα τῆς Ἐκκλησίας".
14. Κανών Α' τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
(ἐπικυρώνει τούς Κανόνες τῶν ἐν Λαοδικείᾳ καί Ἀντιοχείᾳ Τοποικῶν Συνόδων καί τοῦ Ἁγ. Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας).
15. Κανών Β΄ τῆς ΣΤ' Οικουμενικῆς Συνόδου
(ἐπικυρώνει τούς Ἀποστολικούς Κανόνες, τούς Κανόνες τῶν ἐν Λαοδικείᾳ καί Ἀντιοχείᾳ Τοπικῶν Συνόδων καί τοῦ Ἁγ. Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας).
16. Κανών Α΄ τῆς Ζ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου
(ἐπικυρώνει τούς Ἀποστολικούς Κανόνες, τούς Κανόνες τῶν ἐν Λαοδικείᾳ καί Ἀντιοχείᾳ Τοπικῶν Συνόδων καί τοῦ Ἁγ. Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας).
Ἡ Συμπροσευχή μέ αἱρετικούς
Προσεγγίζονας τήν κανονική πράξη τῆς Ἐκκλησίας
"οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἤ σχισματικο[ςι συνεύχεσθαι"
Τρεῖς λέξεις πού πολύ πρόσφατα διεκδικοῦν τήν παρουσία τους στό χῶρο τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων. Τρεῖς λέξεις πού δίδεται ἡ ἐντύπωση ὅτι κομίζουν κάτι τό νέο καί τό προοδευτικό στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων. Ἀκούγοντας τες γιά πρώτη φορά ἔνιωσα μιά ἀπορία, ἀλλἀ καί μιά αἴσθηση ὅτι κάτι δέν ταιριάζει καλά.
Προσπαθῶ νά καταλάβω τήν πρόταση καί συνειδητοποιῶ ὅτι πρόκειται γιά τρεῖς λέξεις ὅπου ἡ μία ἀναιρεῖ τήν ἄλλη. Πόσο ἐλεύθερη μπορεῖ νά εἶναι μιά σχέση ἡ ὁποία χρειάζεται σύμφωνο; Τό σύμφωνο δέν ἔρχεται νά περιορίσει αὐτή τήν ἐλευθερία; Πόσο ἐλεύθερη μπορεῖ νά εἶναι μιά σχέση πού τήν ὀνομάζουμε συμβίωση; Ἡ συν+βίωση σάν πραγματικότητα δέν προϋποθέτει μιά ἐκχώρηση τῆς ἐλευθερίας σου στόν ἄλλο; Ἐάν μιλούσαμε γιά σύμφωνο συμβίωσης αὐτό θά ἦταν κατανοητό. Γιατί ὅμως προσθέτουμε τήν λέξη «ἐλεύθερης»;Γιά νά δείξουμε ὅτι εἴμαστε κάτι ἄλλο ἤ γιά νά κρύψουμε τήν γύμνια τῆς ψυχῆς μας; Ἀλλά σύμφωνο συμβίωσης εἶναι ὁ πολιτικός Γάμος. Γιατί χρειάζεται κάτι ἄλλο, κάτι διαφορετικό; Σέ τί συνίσταται λοιπόν αὐτή ἡ διαφορά;
Μέ προβληματίζει λοιπόν ἡ λέξη «ἐλεύθερη» ἀνάμεσα στίς ἄλλες δύο λέξεις: «σύμφωνο συμβίωσης». Ἀλήθεια! ἀπό ποιόν κινδυνεύει ἡ ἐλευθερία τῶν προσώπων ἐκείνων πού θά κάνουν τό σύμφωνο καί ἐπιχειροῦν νἀ τήν κατοχυρώσουν; Γιατί ἐπιμένουν τόσο πολύ στόν ψευδεπίγραφο τίτλο «ἐλεύθερη συμβίωση»; Σέ ποιά περίπτωση αὐτή ἡ συμβίωση θά ἦταν ἀνελεύθερη; Νομίζω ὅτι πίσω ἀπό ὅλη αὐτή τήν ἱστορία προσπαθοῦμε νά κρύψουμε τήν κρίση καί τήν χρεοκοπία τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων πού χαρακτηρίζει πλέον τήν ζωή μας. Προσπαθοῦμε νά κρύψουμε τήν ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης, προφανῶς τήν ἀπουσία τῆς ἀγάπης, τήν βεβαιότητα μας γιά τήν ἀνεντιμότητα τοῦ ἄλλου. Ποιοῦ ἄλλου; Μά, αὐτοῦ μέ τόν ὁποῖο θέλουμε νά συζήσουμε! Φοβόμαστε δηλαδή ὅτι ὁ ἄλλος, ἐάν δέν πάει καλά ἡ συμβίωσή μας, θά προσπαθήσει νά μᾶς ρίξει, δέν θά φερθεῖ μέ ἐντιμότητα στήν διανομή ὅσων ἀγαθῶν ἀποκτήσαμε μαζί. Μιά ἐλεύθερη σχέση, μέ τήν ἔννοια βέβαια τῆς ἐλευθερίας ὅπως τήν ἐννοῦμε, δέν προϋποθέτει σύμφωνα, ἀλλοιῶς δέν εἶναι ἐλεύθερη. Στό σύμφωνο λοιπόν μᾶς ὁδηγεῖ τό ὅτι στήν οὐσία αὐτοί οἱ δύο ἄνθρωποι πού συζοῦν δέν ἐμπιστεύονται ὁ ἕνας τόν ἄλλο καί προσπαθοῦν ὁ καθένας νά κατοχυρωθεῖ ἀπέναντι σ’αὐτόν «τόν ξένο» καί τόν «ἐν δυνάμει» ἐχθρό μέ τόν ὁποῖον θά συζήσει. Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια καί ἡ μόνη πραγματικότητα
Ὁ Πολιτικός Γάμος εἶναι ἐπί τῆς οὐσίας ἕνα σύμφωνο συμβίωσης. Στήν περίπτωση διαλύσεώς του προφανῶς προβλέπονται ὅλες ἐκεῖνες οἱ διαδικασίες κατοχυρώσεως τῶν προσώπων καί βέβαια ὁ γάμος αὐτός εἶναι ἡ νομιμοποίηση μιᾶς σχέσης. Ἀφοῦ λοιπόν ὑπάρχει ὁ πολιτικός Γάμος διατί ἐπινοήθηκε «τό σύμφωνο ἐλεύθερης συμβίωσης»; Πιθανῶς, ἀπ’ὅ,τι ἀκούγεται, μέ αὐτό θά μπορεῖ νά διαλυθεῖ πιό εὔκολα, πιό γρήγορα. Ἀλλά αὐτό ἀκριβῶς ἐπιβεβαιώνει τόν φόβο καί τήν ἔλλειψη τῆς ἐμπιστοσύνης ἀπέναντι στόν ἄλλο. Ἐκεῖ καταντήσαμε τίς ἀνθρώπινες σχέσεις μας στόν ἐσώτατο πυρήνα τους. Ἀλλά αὐτό δέν συνιστᾶ πρόοδο, οὔτε εἶναι κάτι νέο. Εἶναι ἡ ἐπιστροφή στήν βαρβαρότητα. Ἐπιβεβαιώνει τήν ἀνικανότητα τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου νά ἐρωτεύεται καί νά ἀγαπᾶ. Τό σύμφωνο μιᾶς τέτοιας συμβίωσης ἔρχεται νά κατοχυρώσει τόν ὀγκόλιθο τοῦ ἐγωϊσμοῦ τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀγάπη εἶναι μιά κίνηση ἐκστατική. Βγαίνεις ἀπό τόν ἑαυτό σου γιά νά συναντήσεις τόν ἄλλο. Ἀνοίγεις τόπο στήν καρδιά σου γιά νά ζήσει ὁ ἄλλος. Δέν χρησιμοποιεῖς ἁπλῶς τόν ἄλλο γιά τίς ὅποιες ἀνάγκες σου καί ὅταν τόν βαρεθεῖς ἤ συναντήσεις κάποιον ἄλλο πού σοῦ ἀρέσει περισσότερο τότε λύεις τήν σύμβαση.
Ὅταν ἀγαπᾶς, ὅταν μπορεῖς νά ἀγαπᾶς, τότε ὁ ἄλλος δέν εἶναι ἡ ἀπειλή σου ἤ ἀκόμη χειρότερα ἡ κόλασή σου. Τότε ὁ ἄλλος εἶναι ἡ χαρά σου καί ὁ πλουτισμός σου. ΜΙά σχέση εἶναι ἀληθινά ἐλεύθερη ὅταν τήν συνέχει καί τήν συγκροτεῖ ἡ ἀγάπη. Στήν Ἐκκλησία καί στό Μυστήριο τοῦ Γάμου δέν ἀναζητοῦμε τή νομιμοποίηση μιᾶς σχέσης, ἀλλά τόν πλουτισμό της μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ ὁποίου οἱ πρῶτοι καρποί εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά καί ἡ εἰρήνη.
Στήν προοπτική τοῦ «συμφώνου ἀν-ελεύθερης συμβίωσης» οἱ δύο ἄνθρωποι ἀκόμα κι’ἄν εἶναι μαζί εἶναι μόνοι, ὁ καθένας μένει στήν μοναξιά ἡ ὁποία δέν ὑπερβαίνεται μέ τό νά συνευρίσκονται στό ἴδιο κρεββάτι, ἀλλά μέ τό νά ἀγαπιοῦνται.
Φθάνουν πιά οἱ ψευδεπίγραφοι τίτλοι, φθάνουν τά ὡραῖα χρυσόχαρτα μέ τά ὁποῖα ἐπιχειροῦμε νά καλύψουμε τήν ἀσχήμια μας.. Φτάνει ἡ ψευτιά πού γέμισε τή ζωή μας
Ἡ Πολιτεία πού θεσπίζει αὐτό τό σύμφωνο ἐπικαλεῖται τήν εὐρωπαϊκή πρακτική. Μά τόσο καιρό κατηγοροῦμε τήν Εὐρώπη γιατί «μᾶς πίνει τό αἷμα», γιατί μᾶς ἀφαιρεῖ τό ὀξυγόνο, γιατί μᾶς «πατάει στό λαιμό». Ξαφνικά ἀνακαλύψαμε τήν Εὐρώπη! Ξαφνικά ἡ Εὐρώπη ἔγινε τό πρότυπο καί τό παράδειγμά μας. Ἀκόμα ἕνα δεῖγμα ὑποτέλειας, φθηνοῦ μιμητισμοῦ καί ἄγνοιας τῆς δικῆς μας ἀρχοντικῆς παράδοσης πού ἤθελε τόν ἄνθρωπο, πρόσωπο ἀγάπης καί ὄχι ἀντικείμενο ἀπρόσωπης χρήσης.
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=3006
Οι μηνύσεις των πολιτών εναντίον μελών των τελευταίων Κυβερνήσεων με κατηγορίες όπως εσχάτη προδοσία, εξαπάτηση εκλογέων, απάτη κλπ έφθασαν τις 136 (!) μέχρι το τέλος του 2013 και δεν εκδικάσθηκε ΟΥΤΕ ΜΙΑ, διότι στο λίκνο της "Δημοκρατίας" σύμφωνα με τον νόμο περί ευθύνης Υπουργών πρέπει να αποφασίσει η Βουλή για τη δίωξή των μελών της !
Δείτε τον κατάλογο που διαβιβάστηκε στη Βουλή :
Οἱ τῶν καλῶν ἐρῶντες, οὐδὲν ἀπέχουσι τῶν διψώντων, ὦ ἀγαπητοί. Ὅσῳ γὰρ οὐχ εὑρίσκουσι τὸ ζητούμενον, τοσούτῳ πρὸς τὴν δίψαν τῶν ποθουμένων καίονται· καὶ νύκτωρ μὲν φαντάζονται τὰς ποθουμένας, ὡς διψῶντες, πηγάς· μεθ’ ἡμέραν δὲ τόπον ἐκ τόπου περιερχόμενοι, ὅμμασι πολυκινήτοις περιβλεπόμενοι, ζητοῦσι τὰ τῆς καρδίας ποθούμενα. |
Ὅσοι ἐπιθυμοῦν τὰ καλά, δέ διαφέρουν ἀπὸ τοὺς διψασμένους, ἀγαπητοί. Ὅσο δὲ βρίσκουν αὐτὸ ποὺ ζητοῦνε, τόσο ἀνάβει ἡ δίψα τους γιὰ ὅ,τι ποθοῦν. Καὶ τὴ νύχτα ὀνειρεύονται σὰ διψασμένοι τίς πηγές τῶν πόθων τους. Κι ὅταν ξημερώση πηγαίνοντας ἀπό τόπο σέ τόπο, μέ ἀεικίνητα μάτια βλέποντας γύρω, ἀναζητοῦν αὐτά πού ποθεῖ ἡ καρδιά τους. Κι ὅπως ὁδοιπόροι, πού σέ ὥρα μεσημεριοῦ διασχίζουν ἄνυδρο τόπο, ἀναγκασμένοι ἀπὸ τὴ δίψα βλέπουν γύρω τους πηγές· καὶ πολλὲς φορὲς θὰ τοὺς δῆς ν’ ἀνεβαίνουν καὶ βουνὰ ὅπου ὑπάρχει πηγή· κι ὅταν ἀπό μακριὰ τὴ δοῦν, χαίρονται καὶ συνεχίζουν τὴν πορεία τους πρὸς αὐτὴ μέ βιάση· ἔπειτα φθάνουν στὴν πηγὴ καὶ σβήνουν μὲ τὸ νερὸ τὴ δίψα τους· τέτοιοι εἶναι κι οἱ φίλοι τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ἡμέρα ἀναζητοῦν τὸν ποθητό τους Χριστὸ μὲ καλά ἔργα καὶ τὴ νύχτα εἶναι κοντά του μὲ τὴν προσευχή κι ὅταν κοιμοῦνται βλέπουν στὸ ὄνειρό τους ὅτι περπατοῦν μαζί του. Ὅταν στὰ ὁράματά τους τὸν ἰδοῦν ἀπὸ μακριά χαίρονται κι ἀναγαλλιάζουν καθὼς οἱ διψασμένοι, ὅταν βροῦν τὶς πηγὲς ποὺ ποθοῦν. Κι ὅταν ξυπνήσουν θέλουν νά ξανακοιμηθοῦν, γιὰ ν’ ἀντικρύσουν στὸν ὕπνο τους τὴν ἴδια πάλι ὁπτασία. Τέτοιος καὶ ὁ Ζακχαῖος ποὺ διαβάσαμε πρὶν ἀπὸ λίγο στὸ Εὐαγγέλιο. Δῆτε τον ποὺ τρέχει καὶ ὁ θεῖος πόθος τὸν πυρπολεῖ· σκαρφαλώνει στὸ δένδρο καὶ ψάχνει γύρω τὸν Ἰησοῦ, γιὰ νὰ δῆ τὴ ζωοδότρα πηγή. Κι ὅταν ὁ Ζακχαῖος ἀντίκρυσε τὸν Κύριο, ξεκούρασε τὴν ὅραση του, περισσότερο ὅμως ἀναρρίπισε τὸν πόθο στὴν καρδιά του· «Μπῆκε λοιπόν ὁ Ἰησοῦς στὴν Ἱεριχὼ καὶ περιπατοῦσε στὸν δρόμο. Βρῆκε κάποιον λεγόμενο Ζακχαῖο. Ἦταν ἀρχιτελώνης καὶ πολὺ πλούσιος. Ἤθελε πολὺ νὰ ἰδῆ τὸν Ἰησοῦ ποὺ ἦταν νὰ περάση ἀπὸ κεῖ». Πρόσεξε, ἀγαπητέ μου, τόν πόθο τῆς ψυχῆς του. Δέν μποροῦσε ὅμως νὰ δῆ ἀπὸ τὸ πλῆθος, γιατὶ ἦταν μικρὸ τὸ ἀνάστημά του. Τρέχει λοιπὸν μπροστά κι ἀνεβαίνει σὲ μιὰ μουριὰ γιὰ νὰ δῆ τὸν Ἰησοῦ, ποὺ ἦταν νὰ περάση ἀπὸ κεῖ. Ὁ Ζακχαῖος μὲ τὸ μικρὸ ἀνάστημα καὶ τὴν πολλὴ γνώση ζητοῦσε νὰ δῆ τὸν Χριστὸ, ἐπιθυμοῦσε νὰ δῆ τὸ θεὸ μέσα στοὺς ἀνθρώπους πού χάριζε τὸν οὐρανό, ἤθελε νὰ δῆ τὸ δημιουργὸ τῶν ἀγγέλων, νὰ δῆ νὰ βαδίζη μὲ βήματα ἀνθρώπου ὁ φωτοδότης τοῦ οὐρανοῦ, ὑπέργειου φωτός. Ζητοῦσε νὰ δῆ πῶς ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης καθισμένος στὸ νέφος πλημμύρισε μὲ φῶς τῶν πιστῶν τὰ ψυχικὰ μάτια. Ζητοῦσε νὰ δῆ τὸ θεὸ Ἰησοῦ, τὸν ὡραῖο, τὸν ποθητὸ, τὸ γλυκύ, ποὺ μὲ τὄνομά του δηλώνει καὶ τὴν πράξη. Νὰ δῆ τὸ πορφυρόμαλλο πρόβατο, ποὺ τὸ αἶμα του ἔγινε τὸ τίμημα τῆς οἰκουμένης καὶ τὸ μαλλί του ἔντυσε τοὺς γυμνοὺς ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ ὡς τὸ τέλος. Ἐπιθυμοῦσε νὰ δῆ ὁ αἰχμάλωτος στρατιώτης τὸ βασιλιά του, τὸ πρόβατο τὸ βοσκό του, ὁ παραπλανημένος τὸ δρόμο του, ὁ σκοτισμένος τὸ φῶς. Ἐπιθυμοῦσε νὰ δῆ τὸν κήρυκα τῆς εὐσεβείας, αὐτὸς ποὺ δὲν εἶχε γευτῆ τὴ γλυκύτητα τῆς θεογνωσίας. Ζητοῦσε νὰ δῆ ὁ ἄρρωστος τὴν ὑγεία του, ὁ πεινασμένος τὴν οὐράνια τροφή, ὁ διψασμένος τὴν ζωοδότρα πηγή. Ἐπιθυμοῦσε νὰ δῆ τὸν ἐμψυχωτὴ τῶν ἱερέων καὶ τὸν ξυπνητὴ τοῦ Λαζάρου. Ὤ, τὸ θεϊκὸ ἔρωτα! Ὤ, τὴν ἐπιθυμία! Ὤ, τὸ χρυσόφτερο ἔρωτα, ἤ καλύτερα τὸν ἔρωτα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀνεβάζει στὸν οὐρανὸ τὴν ψυχὴ ποὺ τὸν ἔχει. Ὁ θεϊκὸς ἔρωτας ποὺ τὸν ἐσήκωσε ἀπὸ τὴ γῆ, τὸν ἔκαμε κιόλα ν’ ἀνεβῆ στὸ δένδρο. Δὲν τὸν ἄφησε νὰ ἐξακολουθήση νὰ βλέπη τὰ πράγματα τῆς γῆς, οὔτε καὶ νὰ συναστρέφεται τοὺς ἀνθρώπους. Ἀλλὰ τὴ θεία ἀγάπη ποθῶντας σρέφει τὸ βλέμμα στὰ οὐράνια ἀγαθά. Ἀπὸ τὰ γήινα τρέχει πρὸς τὰ οὐράνια, ποὺ προκαλοῦσαν τὴν προθυμία του κι ἀφοῦ σκαρφάλωσε στὸ δέντρο ἔψαχνε γύρω ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ μὲ φαντασία βρισκόταν στὸν οὐρανό. Κι ὅταν εἶδε ὁ Ζακχαῖος τὸ Χριστὸ τοῦ μίλησε ταιριαστά. Σ’ ἐσένα σήκωσα τὰ μάτια μου ποὺ κατοικεῖς στὸν οὐρανό. Εἶδε τὸν Κύριο ὁ Ζακχαῖος καὶ δυνάμωσε ἡ ἐπιθυμία του περισσότερο. Τὸν ἄγγιξε στὴν ψυχή κι ἔγινε διαφορετικὸς ἄνθρωπος· ἀπὸ τελώνης ζηλωτής, ἀπὸ ἄπιστος πιστός, ἀπὸ λύκος πρόβατο σφραγισμένο γιὰ τὴ σφαγή. Ποιός νιώθει τέτοια ἐπιθυμία γιὰ τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα του, ποιός ἀγάπησε τὴ γυναίκα ἤ τὰ παιδιὰ του, ὅπως ὁ Ζαχκαῖος τὸν Κύριο, ὅπως φανερώνουν τὰ ἴδια τὰ πράγματα; Μοίρασε ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς φτωχοὺς καὶ τετραπλάσια ἔδωσε σ’ ὅποιους ἐσυκοφάντησε. Συμπεριφορὰ ἄριστη μαθητοῦ, καὶ δασκάλου ἐπιείκεια καὶ δύναμη θεϊκή· ἀπὸ τὴ θέα του μόνο ὁ Ἰησοῦς ὁδηγεῖ στὴν πράξη. Κανένα διδακτικό λόγο δὲν εἶχε πεῖ ὁ Κύριος στὸ Ζακχαῖο, παρουσιάστηκε μόνο σ’ αὐτὸν ποὺ τὸν ποθοῦσε καὶ ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς του τραβιόταν ἐπάνω ἡ δύναμη τῆς πίστεως. Παρόμοιο ἔγινε καὶ στὴν αἱμορροοῦσα· ἦρθε κοντὰ στὸν Κύριο καὶ ζητοῦσε νὰ τὴ θεραπεύση, μὰ δὲ δεχόταν νὰ τοῦ ἀγγίξη τὸ χέρι. Κι ἐκείνη τοῦ ἀγγίζει κρυφά τὴν ἄκρη ἀπ’ τά ροῦχα του. Καὶ τῆς θεραπείας τὴ δύναμη σὰ σφουγγάρι μὲ τὸ ἄγγιγμά της τὴν τράβηξε. Κι ὁ Ζαχκαῖος ἐνεργοῦσε ἀσυναίσθητα, κινημένος ἀπὸ βία θεϊκὴ καὶ ἀπὸ πνευματικὸν ἔρωτα ἀναμμένος ἀνέβαινε στὴ μουριὰ. Ὁ Κύριος ὅμως ἀνακαλύπτοντας κάποιο μυστικὸ τοῦ λέει, κατέβα. Γνώρισα τὴν ψυχή σου, γνώρισα τὸν ἱερὸ ἔρωτά σου· Κατέβα. Θυμήσου ὅτι κι ὁ Ἀδὰμ ὅτνα ἔνιωσε τὴ γυμνότητά του, κρύφτηκε πίσω ἀπὸ τὴ συκιά. Καὶ σὺ ποὺ θέλεις νὰ σωθῆς, μὴν τρέχῃς πάνω στὴ μουριά. Πρέπει νὰ τὴν ξηράνω αὐτὴ τὴ μουριὰ καὶ νὰ φυτέψω ἄλλη, τὸ σταυρό. Ἐκεῖνος εἶναι τὸ εὐλογημένο δέντρο καὶ σ’ αὐτὸ νὰ ὁδηγῆς τὰ βήματα τῆς ψυχῆς σου. Ἀπὸ αὐτὸ ἀκοντίζεσαι ἀμέσως στὸν οὐρανό. Ἐνῶ στῆς μουριᾶς τὰ φύλλα καὶ τὸ φίδι περιπλέκεται, καὶ σ’ αὐτὴ κρύβεται καὶ σ’ αὐτὴν ἐκλώσσησε τὰ μικρά του. Κατέβα γρήγορα, προτοῦ ἀρχίση νὰ ψιθυρίζη στὴν ψυχή σου, ὅπως καὶ στὴν Εὔα ποὺ τὴν ἔπεισε νὰ δοκιμάση τὴ γλυκειὰ ἡδονή. Κατέβα γρήγορα. Ὅσο στέκομαι ἐγώ, κατέβα ἀπ’ αὐτή· ὅταν τὸ βλέπω ἐγώ, ἐκεῖνο φιμώνεται. Κατέβα γρήγορα, δὲ θέλω νὰ σ’ ἀφήσω πάνω στὴ μουριά, δὲ θέλω νὰ χαθῇς. Δικὸ μου πρόβατο εἶσαι, σ’ ἐμένα ἔτρεξες. Κατέβα γρήγορα καὶ περίμενέ με στὸ σπίτι σου. Πρέπει νὰ ξεκουραστῶ ἐκεῖ. Ὅπου ὑπάρχει πίστη, ἐκεῖ ξεκουράζομαι. Ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη, ἐκεῖ πηγαίνω. Ξαίρω τί θὰ κάμης σὲ λιγο· ξαίρω ὅτι θὰ δώσης ὅλα τὰ ὑπάρχοντά σου στοὺς φτωχοὺς καὶ πρῶτα ὅτι θὰ ἐπιστρέψης τὸ τετραπλάσιο σ’ ὅσους ἐσυκοφάντησες. Σὲ τέτοιους ἀνθρώπους μ’ εὐχαρίστηση φιλοξενοῦμε. Κι ὁ Ζακχαῖος κατέβηκε βιαστικός, πῆγε στὸ σπίτι του κι ὑποδέχτηκε τὸν Ἰησοῦ. Καὶ γεμᾶτος χαρά, εἶπε ἀφοῦ στάθηκε –οὔτε περπατῶντας, οὔτε καθισμένος ἀλλὰ ἀλλὰ ἀφοῦ στάθηκε, γιὰ νὰ δείξη τὴν ἀμετάθετη ἀπόφασή του- καὶ ἀφοῦ στάθηκε μίλησε, ὅταν μὲ θερμὴ ψυχὴ κι ἀμεταμέλητη ἀπόφαση ἀποδυόταν στὸν ἀγῶνα. Ἤξαιρε ποῦ σπέρνει καὶ ποῦ ἦταν νὰ θερίση καὶ εἶπε· Δίνω στοὺς φτωχοὺς τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου καὶ γυρίζω τὸ τετραπλάσιο σ’ ὅσους ἐσυκοφάντησα. Ὤ ἄδολη ἐξομολόγηση, ποὺ βγαίνει ἀπὸ καρδιὰ καθαρή. Ἐξομολόγηση ἀθάμπτωτη –μπροστὰ στὴν ἀθάμπωτη δόξα τοῦ θεοῦ- πού εἶναι ἡ πίστη ἡ πνοή της κι ἡ δικαιοσύνη τὸ ἄνθος της. Αὐτῆς τῆς δικαιοσύνης ἄς μᾶς κάμη ἄξιους ὁ Θεὸς τῶν ὅλων μὲ τὴ χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν. |
ΠΗΓΗ: http://anavaseis.blogspot.gr/2012/01/blog-post_2802.html
\Ο σχεδιαστής του θρυλικού αυτόματου όπλου ΑΚ-47, Μιχαήλ Καλάσνικοφ, σε επιστολή που έστειλε στον Πατριάρχη προτού αποβιώσει, εξέφρασε την ψυχική οδύνη...
και τη μεταμέλειά του για το «δημιούργημά» του που στάθηκε αιτία να αφαιρεθούν πολλές ανθρώπινες ζωές.
Θα έπρεπε να έχει ο Καλάσνικοφ τύψεις γιατί εφηύρε το όπλο; Το ερώτημα έγινε αντικείμενο πολλών συζητήσεων σε όλη τη διάρκεια της ζωής του σχεδιαστή. Όπως και να’ χει, μετά τον θάνατό του, έγινε γνωστό ότι έξι μήνες προτού αποβιώσει, είχε γράψει στον Πατριάρχη Μόσχας και Πάσης της Ρωσίας, Κύριλλο, μια επιστολή μεταμέλειας.
Η επιστολή έχει ημερομηνία 7 Απριλίου, γράφτηκε σε υπολογιστή και φέρει την ιδιόχειρη υπογραφή του σχεδιαστή. Σε αυτή ο Καλάσνικοφ θέλει να μοιραστεί με τον Κύριλλο τις πνευματικές ανησυχίες και τον προβληματισμό του σχετικά με την ευθύνη του για τους ανθρώπους που σκοτώθηκαν από το αυτόματο όπλο που ο ίδιος δημιούργησε. «Ο ψυχικός πόνος μου –γράφει- είναι αβάσταχτος και το αναπάντητο ερώτημα παραμένει: Εφόσον το αυτόματό μου αφαίρεσε ανθρώπινες ζωές, επομένως και εγώ, ο Μιχαήλ Καλάσνικοφ, 93 ετών, γιός αγρότισσας, Χριστιανός Ορθόδοξος, είμαι ένοχος για το θάνατο ανθρώπων, έστω και εκείνων ήταν εχθροί;»
Αισθήματα ενοχής από τους δημιουργούς όπλων
Είναι συχνό το φαινόμενο οι σχεδιαστές και επιστήμονες που έχουν δημιουργήσει όπλα να αισθάνονται προς το τέλος της ζωής τους μια απογοήτευση για ό,τι έφτιαξαν. Ο δημιουργός της ατομικής βόμβας, Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, είχε συγκλονιστεί από την καταστρεπτική δύναμη του όπλου που είχε δημιουργήσει, μετά τους βομβαρδισμούς της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι. Ένιωθε ένα αίσθημα ενοχής και από τότε ανέπτυξε φιλειρηνική δράση, πάλεψε ενεργά κατά της χρήσης του και της ανάπτυξης νέων ανάλογων όπλων.
Αξιοσημείωτο είναι το ότι στο γράμμα του ο Καλάσνικοφ αποκαλεί το ΑΚ-47 «όπλο-θαύμα», και τον «κύριο αντίπαλο, τους Αμερικανούς», ως «φίλους σε ανθρώπινο –όμως- επίπεδο». Ειδικότερα, σημειώνει: «Συμβαδίζαμε πάντοτε με την εποχή, σε κάποια πράγματα ήμασταν μπροστά σε σχέση με τον κύριο αντίπαλο, τους Αμερικανούς, ενώ ταυτόχρονα, σε ανθρώπινο επίπεδο ήμασταν φίλοι, παρόλο που υπηρετούσαμε διαφορετικά, ασυμβίβαστα εκείνα τα χρόνια, κοινωνικά συστήματα», γράφει ο σχεδιαστής.
Επίσης, στην επιστολή του μοιράζεται τις σκέψεις του για τις τύχες της χώρας και της ανθρωπότητας. «Ναι, αυξάνεται ο αριθμός των εκκλησιών και των μοναστηριών στη γη μας, αλλά το κακό δεν εξαλείφεται ούτως ή άλλως. Το καλό και το κακό ζουν, γειτονεύουν, παλεύουν, και το χειρότερο είναι ότι υποτάσσονται το ένα στο άλλο στις ψυχές των ανθρώπων. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο έφτασα στη δύση της επίγειας ζωής μου. Προκύπτει ένα είδος αέναης κίνησης, την οποία τόσο πολύ ήθελα να είχα ανακαλύψει στα χρόνια της νεότητάς μου. Το φως και η σκιά, το καλό και κακό, είναι τα δυο αντίθετα τους ενός ενιαίου, το οποίο δεν είναι ικανό να υπάρξει αν δεν υπάρχει το ένα ή το άλλο; Είναι δυνατό ο Παντοδύναμος να τα έχει ρυθμίσει όλα έτσι; Μπορεί ο άνθρωπος να κινείται αιώνια μέσα σε αυτή την αναλογία;» αναρωτιέται ο Καλάσνικοφ.
Αναφερόμενος στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, γράφει ότι «φέρνει στον κόσμο τις ιερές αξίες του αγαθού και του ελέους». Και προσθέτει: «Και σε εμένα ο Κύριος υπέδειξε στα γεράματά μου, με τη βοήθεια των φίλων μου, να πλησιάσω τα άγια μυστήρια του Χριστού, να εξομολογηθώ και να κοινωνήσω το Σώμα και Αίμα του Χριστού». Απευθυνόμενος δε, στον Κύριλλο, σημειώνει: «Εκμυστηρεύομαι τους αμαρτωλούς στοχασμούς μου σε σας, στον ποιμαντικό λόγο σας, στη διορατική σοφία σας. Βλέπω και ακούω τα κηρύγματα και τις απαντήσεις σας στα γράμματα των απλών ανθρώπων, των οποίων οι ψυχές βρίσκονται στη σύγχυση της καθημερινότητας. Βοηθάτε πολλούς με το Λόγο του Θεού, οι άνθρωποι έχουν μεγάλη ανάγκη από πνευματική στήριξη».
Δεν έκανε ούτε τον σταυρό του
Ο γραμματέας Τύπου του Πατριάρχη Κυρίλλου, Αλεξάντρ Βολκόφ, ανέφερε ότι το γράμμα του Καλάσνικοφ το έλαβε ο Πατριάρχης, και μάλιστα απάντησε σε αυτό. «Η επιστολή αυτή είναι πολύ σημαντική, σε μια εποχή που η Εκκλησία δέχεται επιθέσεις», παρατήρησε. Και συνέχισε: «Ο Πατριάρχης ευχαρίστησε τον σχεδιαστή-θρύλο για την προσοχή του και τις θέσεις που εξέφρασε και απάντησε, ότι ο Μιχαήλ Τιμοφέγεβιτς Καλάσνικοφ αποτέλεσε παράδειγμα πατριωτισμού και ορθής στάσης απέναντι στη χώρα».

Πρόσθεσε ακόμα ότι σχετικά με την ευθύνη του σχεδιαστή του όπλου για το θάνατο ανθρώπων η Εκκλησία έχει απόλυτα ξεκάθαρη θέση, σύμφωνα με την οποία, όταν τα όπλα υπηρετούν την υπεράσπιση της πατρίδας, η Εκκλησία υποστηρίζει και τους δημιουργούς τους και τους στρατιώτες που τα χρησιμοποιούν. «Εφηύρε αυτό το όπλο για την προστασία της χώρας του και όχι για να το χρησιμοποιούν οι τρομοκράτες της Σαουδικής Αραβίας», διευκρίνισε ο Βολκόφ.
Από τη μεριά της, η κόρη του σχεδιαστή, Ελένα, είπε για την επιστολή του πατέρα της: «Κανείς δεν μπορεί να πει ότι ο πατέρας μου πήγαινε τακτικά στη Θεία Λειτουργία και ότι τηρούσε αυστηρά τους εκκλησιαστικούς κανόνες. Πρέπει να γίνει κατανοητό για ποια γενιά μιλάμε. Μπορεί κάποιος να μιλά για πίστη, αλλά να μην πιστεύει στον Θεό. Όπως μπορεί και να πιστεύει, αλλά να μην το λέει αυτό ποτέ. Ο Μιχαήλ Τιμοφέγεβιτς δεν έβγαζε ποτέ προς τα έξω αυτό που ένιωθε. Θυμάμαι το 1999 του είχα φέρει ένα σταυρουδάκι, του το φόρεσα, μπορώ να πω ότι τον ανάγκασα να το φορέσει, και του είπα: “Κάνε το σταυρό σου”. Και αυτός μου απάντησε: “Δεν μπορώ. Το ίδιο το χέρι δεν σηκώνεται”. Και έβαλε απλώς το χέρι στην καρδιά, θυμάται η κόρη του Καλάσνικοφ.
Μέσα σ᾿ ἕνα τέτοιο πνεῦμα εἶχα κινηθῆ ἄλλοτε, ὅταν ἔλεγα ὅτι ἕνα τοπίο δὲν εἶναι, ὅπως τὸ ἀντιλαμβάνονται μερικοί, κάποιο ἁπλῶς σύνολο γῆς, φυτῶν καὶ ὑδάτων. Εἶναι ἡ προβολὴ τῆς ψυχῆς ἑνὸς λαοῦ ἐπάνω στὴν ὕλη.
Θέλω νὰ πιστεύω — καὶ ἡ πίστη μου αὐτὴ βγαίνει πάντοτε πρώτη στὸν ἀγῶνα της μὲ τὴν γνώση — ὅτι, ὅπως καὶ νὰ τὸ ἐξετάσουμε, ἡ πολυαιώνια παρουσία τοῦ ἑλληνισμοῦ πάνω στὰ δῶθε ἢ ἐκεῖθε τοῦ Αἰγαίου χώματα ἔφτασε νὰ καθιερώση μιὰν ὀρθογραφία, ὅπου τὸ κάθε ὠμέγα, τὸ κάθε ὕψιλον, ἡ κάθε ὀξεία, ἡ κάθε ὑπογεγραμμένη δὲν εἶναι παρὰ ἕνας κολπίσκος, μιὰ κατωφέρεια, μιὰ κάθετη βράχου πάνω σὲ μιὰ καμπύλη πρύμνας πλεούμενου, κυματιστοὶ ἀμπελῶνες, ὑπέρθυρα ἐκκλησιῶν, ἀσπράκια ἢ κοκκινάκια, ἐδῶ ἢ ἐκεῖ, ἀπὸ περιστεριῶνες καὶ γλάστρες μὲ γεράνια.
Εἶναι μία γλῶσσα μὲ πολὺ αὐστηρὴ γραμματική, ποὺ τὴν ἔφκιασε μόνος του ὁ λαός, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ δὲν ἐπήγαινε ἀκόμη σχολεῖο. Καὶ τὴν τήρησε μὲ θρησκευτικὴ προσήλωση κι ἀντοχὴ ἀξιοθαύμαστη, μέσα στὶς πιὸ δυσμενεῖς ἐκατονταετίες. Ὥσπου ἤρθαμ᾿ ἐμεῖς, μὲ τὰ διπλώματα καὶ τοὺς νόμους, νὰ τὸν βοηθήσουμε. Καὶ σχεδὸν τὴν ἀφανίσαμε. Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τῆς φάγαμε τὰ κατάλοιπα τῆς γραφῆς της καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο τῆς ροκανίσαμε τὴν ἴδια της τὴν ὑπόσταση, τὴν κοινωνικοποιήσαμε, τὴν μεταβάλαμε σὲ ἕναν ἀκόμα μικροαστό, ποὺ μᾶς κοιτάζει ἀπορημένος ἀπὸ κάποιο παραθυράκι κάποιας πολυκατοικίας τοῦ Αἰγάλεω.
Δὲν ἀναφέρομαι σὲ καμμιὰ χαμένη γραφικότητα. Οὔτε θυμᾶμαι νά ᾿χω ζήσει σὲ καμμιὰ καλὴ...
ἐποχὴ γιὰ νὰ τὴν νοσταλγῶ. Ἁπλῶς, δὲν ἀνέχομαι τὶς ἀνορθογραφίες. Μὲ ταράζουν. Νοιώθω σὰν ν᾿ ἀνακατώνωνται τὰ γράμματα στὸ ἴδιο μου τὸ ἐπώνυμο, νὰ μὴ ξέρω ποιὸς εἶμαι, νὰ μὴν ἀνήκω πουθενά. Τόσο πολὺ αἰσθάνομαι νὰ εἶναι ἡ ζωή μου συνυφασμένη μ᾿ αὐτὴν τὴν «ὑδρόγεια λαλιά», ποὺ δὲν εἶναι παρὰ ἡ ὀπτικὴ φάση τῆς ἑλληνικῆς λαλιᾶς, τῆς ἱκανῆς μὲ τὴν διπλή της ὑπόσταση νὰ ὁμιλῆ καὶ νὰ ζωγραφίζη συνάμα. Καὶ ποὺ ἐξακολουθεῖ ἀθόρυβα ὅσο καὶ δραστικά, παρὰ τὶς ἄνωθεν ἐπεμβάσεις, νὰ εἰσχωρῆ ὁλοένα μέσα στὴν ἱστορία καὶ μέσα στὴν φύση ποὺ τὴν γέννησαν, ἔτσι ὥστε νὰ μετατρέπη τεράστιες ποσότητες παρελθόντος χρόνου σὲ παρόν, καὶ νὰ μετατρέπεται ἀπὸ τὸ παρὸν αὐτὸ σὲ ὄργανο προικισμένο μὲ τὴν δύναμη νὰ ὁδηγῆ τὰ στοιχεῖα τῆς ζωῆς μας στὴν πρωτογενῆ φυσική τους ἀλήθεια.
* ἡ ἐπικεφαλὶς δική μας
ΠΗΓΗ: http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2014/01/blog-post_283.html
Μεταξύ του 1897 και του ξεσπάσματος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, το Γαλλικό περιοδικό Revue Générale des Sciences Pures et Appliques οργάνωσε πενήντα εκπαιδευτικές κρουαζιέρες ανοιχτές σε όποιον (ή οποια)δήποτε μπορούσε να πληρώσει τα έξοδα. Οι πρώτες κρουαζιέρες πέρασαν και από τον Άθωνα.
Η διαφήμιση υποσχόταν στους επιβάτες όλα τα μεγάλα παράκτια μοναστήρια σε μία μέρα.
Στα μοναστήρια οι μεν άνδρες θα μπορούσαν να θαυμάσουν τις τοιχογραφίες, την αρχιτεκτονική, αλλά και διάφορες τυπολογίες μοναχών, οι δε γυναίκες να ικανοποιηθούν με την εξωτερική θέα των μοναστηριών.
Και οι δύο προσεγγίσεις στον Άθωνα (από μακριά και από κοντά) όμως ήταν εφήμερες. Στα μοναστήρια οι άνδρες φωτογράφισαν διάφορες λεπτομέρειες (όπως κάνουν οι σημερινοί τουρίστες).
Από το καράβι, οι γυναίκες υποκλίθηκαν στο Άγιον Όρος σαν σε μία εικόνα, ή μάλλον σαν σε μια οπτασία, ή μία ταινία που ξετυλιγόταν μπροστά στα μάτια τους, ενώ το πλοίο περνούσε από τα μοναστήρια. Μεταξύ των επισκεπτών και των μοναχών ήταν ο φακός της φωτογραφικής μηχανής. Μεταξύ των μη-επισκεπτριών και του Αγίου Όρους ήτανε η θάλασσα. Πάντα μία απόσταση: σωματική και ιδεολογική.
Αυτή η εμπειρία εμφανίζεται έντονα στην περιγραφή της περίφημης Αμερικανίδας συγγραφέως Edith Wharton, η οποία το 1888 ταξίδεψε σε ιδιωτική ενοικιασμένη θαλαμηγό μαζί με τον άνδρα της και .....Δείτε τη συνέχεια στο βίντεο.
ΠΗΓΗ: https://vimeo.com/84456680
Ὁ αἰώνιος καί παντοδύναμος Θεός
δέν ξέχασε τό πλάσμα του, ἐσένα.
Ἔκανε τό πᾶν, γιά νά σέ σώσει·
προσπάθησε νά σέ ξυπνήσει ἀπό τό λήθαργο
τῆς πλανερῆς αὐτάρκειας μέ χίλιους τρόπους.
Ἔστειλε δικαίους καί προφῆτες, σοῦ ἔδωσε νόμο,
ἐμφάνισε σημεῖα σέ οὐρανό καί γῆ.
Ὡστόσο, τό κακό εἶχε προχωρήσει.
Χρειαζόσουν ἄλλο φάρμακο, ἰσχυρότερο.
Τότε κι Αὐτός, ὁ ἴδιος ὁ προαιώνιος Θεός Λόγος,
ὁ δημιουργός σου, ἀφοῦ ἄλλη λύση δέν ὑπῆρχε,
γίνεται γιά χάρη σου ἄνθρωπος
καί γιά χάρη σου γεννιέται ἀδύναμο βρέφος,
καί γιά σένα καί μόνο, ἐνῶ εἶναι πάμπλουτος,
πτωχεύει, ἀδειάζει...
Ὥστε ἐσύ νά πλουτίσεις τή φύση σου μέ τή θεότητά Του,
κι ἔτσι νά ἐπανέλθεις στήν ἀρχαία ἐκείνη ὀμορφιά...
Αὐτό λέγεται τέλεια κι ἀκατάσχετη ἀγάπη.
Ἀληθινά δέν ξέρω πῶς ἀλλιῶς νά τό ἐκφράσω.
Καί ὁ Θεός δέν ἀποφάσισε
νά σέ γλυτώσει σάν βασιλιάς τόν δοῦλο του,
μά σάν ὁ ἀδελφός τόν ἀδελφό.
Δέν εἶσαι ζῶο νά σοῦ βάλει χαλινάρι.
Ἐλεύθερο σέ θέλει γιά δικό Του.
Νά τ᾿ ἀψηφήσεις ὅλα
καί νά τοῦ πεῖς μ᾿ ἀπόφαση παλληκαρίσια
κι ἀγύριστη: «Ἰδού ἐγώ, Κύριε...»
...καί νά γυρίσεις στό σπίτι τοῦ Πατέρα σου πού ἄφησες.
Πρῶτο κι αἰώνιο κι ἀπύθμενο,
πού σ᾿ ὅλα δίνει νόημα κι ἀξία, εἶναι ἕνα:
ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Καί πόσο ἄραγε εἶσαι ἕτοιμος νά τή δεχτεῖς;...
ΠΗΓΗ: http://www.apolytrosis.gr/web/guest/30ian
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...