
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Σε πλήρη αμφισβήτηση της ελληνικής και κυπριακής υφαλοκρηπίδας και του δικαιώματος του Καστελόριζου σε θαλάσσιες ζώνες προχώρησε, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του Liberal.gr, η Τουρκία με επιστολή της στον Γ.Γ. του ΟΗΕ, αντιδρώντας στην κατάθεση στο διεθνή οργανισμό του Κοινού Ανακοινωθέντος της Τριμερούς Ελλάδας – Κύπρου - Αιγύπτου.
Η επιστολή αυτή επιχειρεί να λειτουργήσει ως προειδοποίηση και για το Κάιρο, καθώς η Άγκυρα δεν κρύβει την ανησυχία της, λόγω και των εχθρικών σχέσεων με το καθεστώς Σισί, να προχωρήσουν και να καταλήξουν οι συνομιλίες Ελλάδας - Αιγύπτου για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Επιχειρείται ακόμη η αμφισβήτηση της συνεργασίας της Κύπρου με την Αίγυπτο που έχει πάρει εντατικούς ρυθμούς και ήδη δρομολογούνται οι διαδικασίες για την κατασκευή υποθαλάσσιου αγωγού από την Κυπριακή ΑΟΖ στην Αιγυπτιακή ακτή για την μεταφορά του προς υγροποίηση φυσικού αερίου.
Με την επιστολή του, με ημερομηνία 27 Μαρτίου 2018, ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Τουρκίας στα Ηνωμένα Έθνη, Φ. Σινιρίογλου, αμφισβητεί την αναφορά σε ύπαρξη «κοινών θαλασσίων συνόρων» μεταξύ των τριών χωρών και επαναλαμβάνει τη μονομερή διεκδίκηση της χώρας του για δικαιώματά της επί όλης της υφαλοκρηπίδας της Ανατολικά της Κύπρου και μέχρι την Κρήτη και την Ρόδο. Οι ρηματικές διακοινώσεις της, στις οποίες παραπέμπει η Τουρκία, αναφέρονται στη μονομερή και αυθαίρετη «οριοθέτηση» της υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο, που θεωρεί ότι πρέπει να γίνει στη βάση της μέσης γραμμής μεταξύ των τουρκικών και αιγυπτιακών ακτών, «εξαφανίζοντας» την ελληνική και κυπριακή υφαλοκρηπίδα στην Μεσόγειο, ενώ υπάρχουν παραπομπές και στην παράνομη παραχώρηση δικαιώματος ερευνών στην τουρκική εταιρία ΤΡΑΟ, σε «Οικόπεδο» το οποίο επικαλύπτει την υφαλοκρηπίδα της Ρόδου και του Καστελόριζου.
Η τουρκική επιστολή που δημοσιεύθηκε ως επίσημο έγγραφο της Γενικής Συνέλευση (Α/72/820 6 Απριλίου 2018) αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:
«Σχετικά με την επιστολή που περιείχε την Τριμερή Διακήρυξη με ημερομηνία 13 Φεβρουαρίου 2018 εκφράζω της ενστάσεις της κυβέρνησής μου. Τα εξωτερικά όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο δυτικά του μεσημβρινού 32°16'18"E εχουν καθορισθεί με τουρκικές ρηματικές διακοινώσεις και με σειρά επιστολών προς τον ΓΓ του ΟΗΕ και έχουν δημοσιευθεί στην Division for Ocean Affairs and the Law of the Sea καθώς και στο Law of the Sea Bulletin.
Υπό το φως των ανωτέρω η αναφορά στα αποκαλούμενα «κοινά θαλάσσια σύνορα» στην προαναφερόμενη κοινή επιστολή, είναι άκυρη και αβάσιμη υπό τους ορούς του Διεθνούς Δίκαιου, περιλαμβανομένου του εθιμικού δικαίου.
Θα ήθελα να επαναλάβω ότι η Τουρκία έχει δεσμευθεί να προστατεύσει τα ipso facto and ab initio κυριαρχικά δικαιώματα της στην υφαλοκρηπίδα της….
Φεριντούν Σινιρίογλου
Μόνιμος Αντιπρόσωπος».
Στις 13 Φεβρουαρίου με επιστολή τους οι Μόνιμοι Αντιπρόσωποι της Ελλάδας ,Κύπρου και Αιγύπτου Μαρία Θεοφιλή, Κορνήλιος Κορνηλίου και Μοχαμεντ Ομαρ Γκαντ, (Α/72/760) είχαν καταθέσει στον ΟΗΕ το κείμενο της Κοινής Διακήρυξης της Τριμερούς Συνάντησης Κορυφής Τσίπρα -Σίσι- Αναστασιάδη που έγινε στις 21 Νοεμβρίου 2017 στην Λευκωσία.
Στη Διακήρυξη υπήρχε μια παράγραφος αφιερωμένη στον σεβασμό των τριών χωρών στους κανόνες της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας και εκτός των άλλων υπήρχε σαφής αναφορά στην «δέσμευση τους να προωθήσουν χωρίς καθυστέρηση τις συνομιλίες για οριοθέτηση των κοινών θαλασσίων συνόρων», ενώ συγχρόνως καλούσαν την Τουρκία να σταματήσει τις παράνομες δραστηριότητες στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου και να αποφύγει ανάλογες ενέργειες στο μέλλον».
Πηγή: Liberal
Η Εκκλησία της Ελλάδος προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας – Ζητά να κριθούν αντισυνταγματικές ορισμένες διατάξεις για το νέο οργανισμό του υπουργείου Παιδείας.
Νέα αντιπαράθεση ξεκίνησε μεταξύ της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Κυβέρνησης και ειδικά με τον υπουργό Παιδείας Κωνσταντίνο Γαβρόγλου.
Αφορμή για τη νέα αυτή αντιπαράθεση είναι ο νέος Οργανισμός του υπουργείου Παιδείας από τον οποίο αφαιρέθηκε από την αποστολή του υπουργείου η «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης». Δηλαδή αφαιρέθηκε από την αποστολή του υπουργείου η θρησκευτική αγωγή των νέων και παράλληλα περιόρισε το δικαίωμα αυτοδιοίκησης της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ειδικότερα, η Εκκλησία της Ελλάδος προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ζητεί να κριθούν αντισυνταγματικές ορισμένες διατάξεις του Προεδρικού Διατάγματος 18/2018 που αφορά το νέο οργανισμό του υπουργείου Παιδείας. Ο επίμαχος Οργανισμός καθορίζει τους σκοπούς, τους επιχειρησιακούς στόχους, τις αρμοδιότητες και την οργάνωση γενικότερα του υπουργείου Παιδείας.
Ο νέος οργανισμός στο πρώτο του άρθρο μεταβάλει την αποστολή του υπουργείου Παιδείας σε σχέση με το προγενέστερο καθεστώς, στο θέμα της ανάπτυξης της θρησκευτικής συνείδησης, επισημαίνει η Εκκλησία της Ελλάδος.
Στην αίτηση ακύρωσης η Εκκλησία της Ελλάδος υποστηρίζει ότι είναι αντίθετη στο άρθρο 16 του Συντάγματος η παράλειψη του νέου οργανισμού του υπουργείου Παιδείας να εντάξει την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης στους σκοπούς του υπουργείου, κάτι που υπήρχε στον προγενέστερο οργανισμό του έτους 2014 (Π.Δ. 114/2014).
Συγκεκριμένα, στο Π.Δ. 114/2014, μεταξύ των άλλων, ανέφερε ότι αποστολή του υπουργείου Παιδείας είναι «η προαγωγή της παιδείας με σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και την διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες».
Με άλλα λόγια υπογραμμίζει η Εκκλησία της Ελλάδος το υπουργείο Παιδείας αφαιρεί τη θρησκευτική αγωγή των νέων από την αποστολή του υπουργείου, τη στιγμή μάλιστα που σύμφωνα με το Σύνταγμα η «κρατική αποστολή της θρησκευτικής εκπαίδευσης των νέων αφορά σε μείζονα βαθμό τα μέλη της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Ακόμη, παραβιάζουν τόσο το Σύνταγμα, όσο και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), οι διατάξεις εκείνες του νέου οργανισμού του υπουργείου Παιδείας που περιορίζουν το δικαίωμα αυτοδιοίκησης επί των εσωτερικών ζητημάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος και των νομικών προσώπων που αυτή εποπτεύει.
Δηλαδή, διευκρινίζεται στην αίτηση ακύρωσης, οι νέες ρυθμίσεις θεσπίζουν κρατική εποπτεία και αποδίδουν αρμοδιότητες στη υπό σύσταση Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του υπουργείου Παιδείας για την άσκηση εποπτείας και συνδιοίκησης στην Εκκλησία της Ελλάδος επί θρησκευτικών και εκκλησιαστικών ζητημάτων.
Έτσι, όμως παραβιάζεται το δικαίωμα της θρησκευτικής αυτονομίας, σημειώνει η Εκκλησία της Ελλάδος και προσθέτει ότι οι εν λόγω διατάξεις του Π.Δ. 18/2018 είναι αντίθετες στα άρθρα 3,12 και 13 του Συντάγματος και στα άρθρα 9 και 11 της ΕΣΔΑ, καθώς παρεμβαίνουν στην διοίκηση της θρησκευτική κοινότητας (Εκκλησία της Ελλάδος και τα εποπτευόμενα από αυτήν νομικά πρόσωπα) και παραβιάζουν το δικαίωμα της θρησκευτικής αυτονομίας.
Τέλος, σημειώνει ότι η αρμοδιότητες που ανατίθενται στη νέα υπό σύσταση Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του υπουργείου Παιδείας, είναι μη νόμιμες, καθώς δεν παρέχονται από καμία ειδική ή γενική νομοθετική εξουσιοδότηση.
Πηγή: Πρώτο ΘΕΜΑ, Θρησκευτικά
Σχετικά άρθρα:
1. Σύλλογος Υπαλλήλων ΥΠΠΕΘ προς Αρχιεπίσκοπο: Μας αφαίρεσαν από τον Οργανισμό το συνταγματικά κατοχυρωμένο σκέλος "της ανάπτυξης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης"
Μια εντυπωσιακή επίδειξη των δυνατοτήτων των δυνάμεων αυτοάμυνας στο νήσο Κω, καταγεγραμμένες σε ένα σύντομο αλλά περιεκτικό βίντεο.
Προσέξτε την γωνία της κάννης των α/κ πυροβόλων Μ109Α3G για την εκμετάλλευση του μέγιστου βεληνεκούς και την παροχή πυρών υποστήριξης σε γειτονικά νησιά ή την εμπλοκή εχθρικών δυνάμεων στη μικρασιατική ακτή.
Πηγή: YouTube
Ο οξυδερκής γυναικολόγος μας διακρίνοντας, πολύ πρώιμα, καρδιοπάθεια στο κυοφορούμενο βρέφος, ζήτησε να κάνουμε καρδιολογική εξέταση. Ο ονομαστός παιδοκαρδιολόγος επιβεβαίωσε την διάγνωση του μαιευτήρα. Μας είπε δε, περίλυπος, ότι το χειρότερο δεν ήταν η καρδιοπάθεια, αλλά αυτό που έβλεπε πίσω από αυτήν: το παιδί φαινόταν να έχει σοβαρή νοητική υστέρηση.
Με τον τρόπο του, μας πρότεινε διακοπή κύησης. Το ανέφερε, μάλιστα, και τις δύο φορές που τον επισκεφθήκαμε για εξέταση. Μετά την άρνησή μας, δεν παρέλειψε να σημειώσει στην γνωμάτευση που μας παρέδωσε ότι εκείνος μας ενημέρωσε, αλλά εμείς επιμείναμε στην συνέχιση της εγκυμοσύνης. Χωρίς να παραστήσουμε τους «ήρωες», θεωρούμε κάθε ζωή δώρο του Θεού και δεν θέλαμε σε καμία περίπτωση να παρέμβουμε.
Αν και δεν επιβεβαιώνονται πάντα οι γιατροί (είτε λόγω λανθασμένης εκτίμησης, είτε λόγω θαυματουργικής επέμβασης του Θεού, πράγμα που έχουμε πολλές φορές ζήσει), αυτήν την φορά προέβλεψαν σωστά. Πριν προλάβουμε να το συνειδητοποιήσουμε, χρειάστηκε να γίνει το πρώτο, «παρηγορητικό» χειρουργείο καρδιάς και αργότερα το δεύτερο, πολύ σοβαρό. Όλα πήγαν εξαιρετικά καλά. Ήδη νιώθαμε ευγνώμονες στον Θεό, που ο μικρός μαχητής κέρδιζε τη μία μάχη μετά την άλλη. Συγχρόνως, δενόμασταν μαζί του όλο και πιο ουσιαστικά.
Αυτό που διαπιστώναμε ήταν ότι δεν καθόριζε την ζωή μας και δεν χαρακτήριζε το παιδί μας απρόσωπα και αδυσώπητα «η πάθηση». Στην πραγματικότητα, μαζί με την κλινική εικόνα, βλέπαμε άλλο ένα παιδί της οικογένειάς μας, που μεγάλωνε με τις παραστάσεις των αδερφιών του, μέσα στην δική μας καθημερινότητα, που εξελισσόταν με τον δικό του τρόπο, όπως, άλλωστε, και καθένα από τα υπόλοιπα αδέρφια του. Η δε αγάπη από το οικογενειακό περιβάλλον και η συμμετοχή στην εκκλησιαστική ζωή έπαιξε και παίζει καθοριστικό ρόλο για μια εξέλιξη που μας εκπλήσσει και συνεχίζεται ανοδικά. Ο αγώνας, υπαρκτός, αλλά όχι απαρηγόρητος. Αντιθέτως, ζήσαμε και ζούμε πολλές ευλογίες, που νιώθουμε ότι οφείλονται σ΄αυτό το «διαφορετικό» μας παιδί. Η χαρά του, ανεξάντλητη, μοιράζει στους γύρω του φως, που τόσο λείπει στην ζοφερή, κοσμική καθημερινότητα. Όλοι αποζητάμε την δική του παρουσία, την δική του αγκαλιά, γυρίζοντας στο σπίτι από τις μέριμνες της ημέρας. Κι αυτός, εκεί, να μας «σηκώνει» στα τρυφερά του μπράτσα, να «διαβάζει» στα μάτια μας τυχόν αγωνία ή στενοχώρια και να κάνει το παν να την μετατρέψει σε χαρά.
Η αποδοχή κυοφορίας και γέννησης ενός παιδιού κατά κόσμον «προβληματικού» χρειάζεται μεγάλο θάρρος, όχι όμως τόσο λόγω των θυσιών που απαιτούνται – γιατί αυτές φέρνουν τελικώς γλυκύτητα στην ψυχή- αλλά κυρίως λόγω της πίεσης των γιατρών, των «ειδικών», των «μορφωμένων», του γύρω κόσμου. Με επωδό ότι η έκτρωση θα λυτρώσει το ίδιο το παιδί (αυτοί ξέρουν καλύτερα από τον ζωοδότη Θεό το καλό όλων μας!), λοιδορούν και οικτίρουν όποιον θελήσει να σεβαστεί την ζωή, ακόμα και όταν αυτή δεν θεωρείται «φυσιολογική». Αν διαγράψουμε την πνευματική παράμετρο, η κυοφορία και γέννηση ενός τέτοιου παιδιού είναι «μωρία», αδιανόητη ταπείνωση για τους γονείς και μια άσκοπη θυσία. Αν, όμως, εμπιστευθούμε τον Θεό, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα αντλήσουμε μεγάλη δύναμη, θα καταλάβουμε πως δεν έχουμε «σταυρό», αλλά μεγάλο θησαυρό και πως πίσω από κάθε κόπο κρύβονται μυστικές χαρές, που η κοσμική λογική δεν μπορεί να διανοηθεί…
Αν μπορούσαμε να ξαναγυρίσουμε πίσω τον χρόνο και να επηρεάσουμε την ροή των γεγονότων, ούτε εμείς ως γονείς, ούτε τα αδέρφια του θα θέλαμε να αλλάξει κάτι και να μην είχαμε στην οικογένειά μας αυτό το παιδί, αφού όλους μας καλλιεργεί και μας προάγει…
Πηγή: Αφήστε με να ζήσω!
Τὸ διαβάσαμε καὶ δὲν πιστεύαμε στὰ μάτια μας. Μὲ ἡμερομηνία 27 Μαρτίου, μὲ ἀφορμὴ τὴ γνωστοποίηση τῆς ἀποφάσεως τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ποὺ ἀπορρίπτει τὸ νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τὸ Διοικητικὸ Συμβούλιο τοῦ Θεολογικοῦ Συνδέσμου «Καιρός», μέλη τοῦ ὁποίου συνέταξαν τὸ συγκεκριμένο Πρόγραμμα, ἐξέδωσε σχετικὴ ἀνακοίνωση μὲ τὸν τίτλο «Ὁ “Kαιρὸς” δικαιώνεται…». Τίτλο ποὺ χρησιμοποιοῦμε καὶ στὸ σχόλιό μας.
Μείναμε ἄναυδοι. Διότι γράφουν ὅτι ὁ «Καιρὸς» «αἰσθάνεται δικαιωμένος ἀπέναντι στὴ θεολογικὴ ἐκπαιδευτικὴ κοινότητα γιὰ τὴν ἐπιλογή του νὰ ὑπερασπιστεῖ – ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς ἱδρύσεώς του – μὲ θεολογικὰ καὶ παιδαγωγικὰ ἐπιχειρήματα τὴν ἀνάγκη ἀναβάθμισης τῆς θρησκευτικῆς ἐκπαίδευσης στὴ χώρα μας».
Θὰ ἔλεγε ἐκ πρώτης ὄψεως κανεὶς ὅτι τὰ μέλη τοῦ θεολογικοῦ αὐτοῦ συνδέσμου δὲν ἔχουν καταλάβει περὶ τίνος πρόκειται. Νὰ λένε ὅτι αἰσθάνονται δικαιωμένοι μετὰ τὴν ἀπόφαση – καταπέλτη τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ποὺ ἀποδεικνύει μὲ συντριπτικὰ ἐπιχειρήματα τὸν ἀπαράδεκτο χαρακτήρα τοῦ Προγράμματος ποὺ δημιούργησαν; Εἶναι δυνατόν;
Ὅμως ὄχι. Ἔχουν καταλάβει πολὺ καλὰ οἱ τοῦ «Καιροῦ» τί ἔχει συμβεῖ. Γιὰ ἄλλο πράγμα αἰσθάνονται δικαιωμένοι. Αἰσθάνονται δικαιωμένοι, διότι κινοῦνται στὸ ἴδιο μῆκος κύματος μὲ τὶς ἀντιδράσεις τῶν δύο (πρώην καὶ νῦν) ὑπουργῶν Παιδείας πού, ἐπικρίνοντας τὴν ἀπόφαση τοῦ ἀνωτάτου Δικαστηρίου, μίλησαν γιὰ σκοταδισμό, γιὰ μεσαίωνα καὶ γιὰ παραβίαση τοῦ Συντάγματος. (Παραβίαση τοῦ Συντάγματος ἀπὸ ποιόν; Ἀπὸ τὸ Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας! Τὸ κατεξοχὴν θεσμικὸ ὄργανο ποὺ κρίνει τὴ συνταγματικότητα τῶν κυβερνητικῶν πράξεων).
Τὸ ὅτι αὐτὸ ἐννοοῦν φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ κείμενό τους, στὸ ὁποῖο ξεκαθαρίζουν τὴ θέση τους. Γράφουν: «Γιὰ τὸ σύλλογό μας ὁ στόχος παραμένει καὶ θὰ παραμένει, ἕνα ἀναβαθμισμένο μάθημα ποὺ δὲν θὰ χωρίζει τοὺς μαθητὲς μέσα στὴν τάξη ἀνάλογα μὲ τὴ θρησκεία τους, ἀλλὰ θὰ τοὺς διδάσκει μαζὶ μὲ τὴ δική μας καὶ τὴ θρησκεία τοῦ διπλανοῦ τους μὲ τρόπο εὔληπτο ὅσο καὶ διακριτὸ χωρὶς νὰ συγχέει τὶς θρησκεῖες μεταξύ τους. Αὐτὸ εἶναι γιὰ μᾶς ἕνα παιδαγωγικὸ καὶ ἐπιστημονικὸ αἴτημα, ἀλλὰ καὶ αἴτημα ὀρθόδοξης θεολογίας πέρα καὶ πάνω ἀπὸ δικαστικὲς μάχες καὶ νομικὲς ἔριδες, ποὺ λειτουργοῦν ὑπονομευτικὰ καὶ διχαστικά. Τὸ μάθημα ποὺ ὁραματιζόμαστε ὑπηρετεῖται καλύτερα μὲ τὸ σχεδιασμό του στὰ νέα Προγράμματα καὶ τοὺς Φακέλους Ὑλικοῦ, ποὺ ἔτυχαν καταρχὴν ἔγκρισης ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο».
Τελικὰ εἶναι νὰ τὰ χάνει κανείς. Μιλοῦν γιὰ διχασμὸ αὐτοὶ ποὺ δημιούργησαν τὴ φράξια (διασπαστικὴ ὁμάδα) τοῦ «Καιροῦ», διχάζοντας τὸν θεολογικὸ κόσμο. Μιλοῦν γιὰ ὑπονόμευση αὐτοὶ ποὺ μὲ χρήση ὕπουλων πολιτικῶν μεθοδεύσεων δικτυώθηκαν μέσα στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας καὶ προώθησαν τὸ χρηματοδοτούμενο ἀπὸ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση Πρόγραμμά τους. Ὅσο γιὰ τὸν ἰσχυρισμό τους ὅτι τὰ Προγράμματά τους «ἔτυχαν καταρχὴν ἔγκρισης ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο», γνωρίζουν πολὺ καλὰ ὅτι εἶναι ἀνακριβής. Διότι, ὅπως σαφῶς ἔγραψε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, ἡ Σύνοδος κατὰ τὴ Συνεδρίαση τῆς 27ης Ἰουνίου 2017 «ἁπλῶς ἐνημερώθηκε», «ἐπιφυλάχθηκε καί δέν ἐνέκρινε» τὰ νέα Προγράμματα.
Ὡστόσο τουλάχιστον ὑπῆρξαν εἰλικρινεῖς στὴ διαβεβαίωσή τους ὅτι θέλουν νὰ διδάξουν στὰ παιδιὰ «καὶ τὴ θρησκεία τοῦ διπλανοῦ τους». Ὅσο γιὰ τὸν ἰσχυρισμό τους ὅτι αὐτὸ θὰ γίνεται μὲ τρόπο ποὺ δὲν θὰ «συγχέει τὶς θρησκεῖες μεταξύ τους», ἐδῶ πραγματικὰ σηκώνουμε ψηλὰ τὰ χέρια. Ἀφοῦ οἱ πάντες ἐπικρίνουν τὸ Πρόγραμμά τους ἀκριβῶς γι᾿ αὐτὴ τὴ φοβερὴ σύγχυση ποὺ ἐπιφέρει στὶς ψυχὲς τῶν παιδιῶν. Ὅπως καὶ πάλι τονίζει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, ἡ θεματικὴ μέθοδος ποὺ χρησιμοποιεῖ τὸ νέο Πρόγραμμα «κατήργησε τὴν ἱστορικὴ διάρθρωση τῆς ὕλης» καὶ «στὰ μὲν Θρησκευτικὰ δημιουργεῖ τὸν θρησκευτικὸ συγκρητισμό, στὴ δὲ ἱστορία τὸν ἀκραῖο διεθνισμό». «Δὲν πρόκειται, δηλαδή», ὑπογραμμίζει ὁ Σεβασμιώτατος, «γιὰ μερικὰ ἐπὶ μέρους προβλήματα καὶ στοιχεῖα γνωσιολογικά, οὔτε γιὰ μερικὰ τραγούδια καὶ ἀποσπάσματα, ἀλλὰ γιὰ ὑπονόμευση τῆς σοβαρῆς ἀναλυτικῆς μεθόδου ποὺ εἶναι ἡ βάση κάθε ἐπιστήμης».
Τὸ Πρόγραμμά τους εἶναι ἄκρως ἀντιπαιδαγωγικό, δημιουργεῖ σύγχυση καὶ προετοιμάζει τὸ ἔδαφος γιὰ τὴν ἀντίχριστη Πανθρησκεία. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὠμὴ ἀλήθεια.
Καὶ εἰλικρινά, δὲν ξέρουμε πῶς νὰ κλείσουμε τοῦτο τὸ θλιβερὸ σχόλιό μας…
Πηγή: Ο Σωτήρ
Φιλοκαλικοί Πατέρες του 18ου αιώνος
Η αγάπη του Θεού εχάρισε στην Εκκλησία αγιασμένους πατέρες, οι οποίοι εσφράγισαν τον 18ο και τον 19ο αιώνα με την φωτεινή παρουσία τους, την ορθόδοξη θεολογία τους, την αυστηρή ασκητική τους ζωή, τα θεοφώτιστα συγγράμματά τους και τις παραδοσιακές μοναστικές τους αρχές. Οι πατέρες μας αυτοί άφησαν ανεξίτηλη την σφραγίδα τους στην εκκλησιαστική ζωή μέχρι τις ημέρες μας. Ωνομάσθηκαν σκωπτικά «κολλυβάδες» και η πνευματική τους δραστηριότητα «κολλυβαδικό κίνημα», επειδή την αφορμή για την εμφάνισί της έδωσε το γεγονός ότι οι μοναχοί της Ιεράς Σκήτης της Αγίας Αννης τελούσαν τα «μετά κολλύβων» μνημόσυνα των κτιτόρων του ανακαινιζομένου τότε καθολικού ναού (Κυριάκου) της Σκήτης κατά την ημέρα της Κυριακής αντί του Σαββάτου. Στην συνείδησι της Εκκλησίας όμως οι «κολλυβάδες» θα παραμείνουν ως «οι Φιλοκαλικοί Πατέρες του 18ου και 19ου αιώνος» και το πολύπλευρο έργο τους ως «Φιλοκαλική Αναγέννησις», όπως εύστοχα τους ονομάζει ο Σεβ. Μητροπολίτης Μαυροβουνίου Αμφιλόχιος[1]. Οι επιφανέστεροι και γνωστότεροι από αυτούς τους πατέρες είναι ο άγιος Μακάριος επίσκοπος Κορίνθου, ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και ο άγιος Αθανάσιος ο Πάριος.
Λόγω της θεολογικής τους μαρτυρίας, οι αοίδιμοι «Φιλοκαλικοί πατέρες» υπέστησαν διωγμούς και εξορίες από το Αγιον Όρος. Ο άγιος Αθανάσιος ο Πάριος μάλιστα αδίκως αφορίσθηκε. Εν τούτοις η ακούσια διασπορά τους, στα νησιά του Αιγαίου κυρίως, δημιούργησε μία θαυμάσια πνευματική κίνησι με πολλούς και εύχυμους καρπούς. Τα χαρακτηριστικά αυτής της Φιλοκαλικής Αναγεννήσεως είναι επιγραμματικώς τα εξής[2]:
α) Ανανέωσαν την αυθεντική Ορθόδοξη πνευματική ζωή, καθώς οι ίδιοι, ασκηταί και θεολόγοι ταυτόχρονα, την εβίωσαν και την εδίδαξαν με τα θεόσοφα συγγράμματά τους.
β) Αντιστάθηκαν στην αλλοτρίωσι που προκαλούσε ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός μεταξύ των Ορθοδόξων[3].
γ) Στήριξαν στην Πίστι τους Ορθοδόξους λαούς. Ισχυρό ανάχωμα έναντι της λατινικής προπαγάνδας και του προτεσταντικού προσηλυτισμού υπήρξε το θεολογικό έργο των προκρίτων και μεγάλων «κολλυβάδων» θεολόγων, με το οποίο η Ορθόδοξος Εκκλησιολογία εύρισκε την απαραίτητη για την εποχή και τα προβλήματά της θεολογική κατοχύρωσι.
δ) Ανεπτέρωσαν το ηθικό των υποδούλων Ορθοδόξων καλλιεργούντες μαρτυρικό ήθος[4]. Ύπηρξαν αλείπται πολλών νεομαρτύρων.
ε) Έδειξαν ότι με την πιστότητά τους στην Ορθόδοξο Παράδοσι δεν καλλιεργούσαν την μισαλλοδοξία και τον σκοταδισμό, όπως εκατηγορούντο, αλλα επιβεβαίωναν την διαχρονικότητα του ευαγγελικου μηνύματος.
στ) Έδωσαν απάντησι στα αιτήματα των καιρών. Ανάμεσα σε αυτά ήταν η ανάγκη να επανασυνδεθή ο «κανών της προσευχής» με τον «κανόνα της πίστεως», δηλαδή να επανευρεθή το αυθεντικό λειτουργικό ήθος.
ζ) Ανέδειξαν νέους αγίους στην Εκκλησία. Η ίδια η ζωη των «κολλυβάδων» πατέρων ήταν προσανατολισμένη στην προοπτικη της κατά Χάριν θεώσεως και γι’ αυτό ωρισμένοι έδειξαν σημεία αγιότητος ή ανεκηρύχθησαν επισήμως άγιοι, αλλά και προέβαλαν με τα συγγράμματά τους την αγιότητα των αγίων νεομαρτύρων και συγχρόνων τους οσίων ανδρών.
Η παρακαταθήκη των ιερών αυτών ανδρών είναι πολύτιμη και στις ημέρες μας, καθώς η πρόκλησις από το παλαιό και πάντοτε παρόν στην εκκλησιαστική μας ζωή νεωτερικό ήθος μας υποχρεώνει να μετρούμε τις ενέργειές μας με τον γνώμονα του δικού τους ήθους. Οι άγιοι «κολλυβάδες» προέταξαν την θεολογία από την πρακτική ζωή. Η θεολογία και η ευσεβής παρόδοσις έπρεπε να καθορίζουν τον τρόπο της εκκλησιαστικης δράσεως. Η εποχή τους παρουσίαζε συμπτώματα παρόμοια με την δική μας. Στις ημέρες τους κατόπιν προσκλήσεως του Παροναξίας Ιωσήφ Δόξα καπουτσίνοι ιερομόναχοι εξομολογούσαν Ορθοδόξους πιστούς, γεγονός που προεκάλεσε την σφοδρή αντίδρασι του ιεροδιακόνου Μακαρίου του Πατμίου. Αλλά και ο οικουμενικός πατριάρχης Κύριλλος ο Ε’, ο οποίος με την συμφωνία των πατριαρχών της Ανατολής πλην του Αντιοχείας συνοδικώς απέρριψε ως άκυρο το λατινικό ράντισμα, απομακρύνθηκε από τον θρόνο του μετα από ενέργειες μητροπολιτών που διαφώνησαν με την απόφανσί του με κίνητρα μη θεολογικά και από σκοπιμότητες. Οι άγιοι «κολυββάδες» είχαν ταχθή θεολογικώς υπέρ της απόψεως του πατριάρχου Κυρίλλου Ε’[5]. Οι συμπροσευχές με ετεροδόξους, η τάσις αναγνωρίσεως του βαπτίσματος των ετεροδόξων και κάποιες κοινές ποιμαντικής φύσεως πρωτοβουλίες με τους ετεροδόξους, χάριν πρακτικών σκοπών και άλλων σκοπιμοτήτων, παρακάμπτουν και σήμερα τον «κανόνα της πίστεως».
Εξίσου αντίθετη προς το πνεύμα της Φιλοκαλικής Αναγεννήσεως των «κολλυβάδων» είναι η εκκοσμίκευσις, που παρατηρείται σε διαφόρους τομείς της εκκλησιαστικής μας ζωής και αλλοιώνει την πιστότητά μας στο αποστολο-παράδοτο ευαγγελικό ήθος της Εκκλησίας. Οι όσιοι «κολλυβάδες» πατέρες με τα φιλοκαλικα κείμενα που εξέδωσαν και με τα δικά τους θεόσοφα νηπτικά και ερμηνευτικά συγγράμματα προσέφεραν στον λαό του Θεού το αναλλοίωτο βίωμα της πατερικής Παραδόσεως. Στην Φιλοκαλία, την οποία επεξεργάσθηκαν οι άγιοι Μακάριος Κορίνθου και Νικόδημος ο Αγιορείτης, καταγράφονται η αγιοπνευματικη εμπειρία και η απλανής μέθοδος της νηπτικής εργασίας, όπως την έζησαν και την εδίδαξαν μεγάλοι θεολόγοι και ησυχασταί πατέρες της Εκκλησίας απ’ αρχής και μέχρι του 14ου αιώνος. Κατα τον κρίσιμο για την Βυζαντινή αυτοκρατορία αυτόν αιώνα, το ανθρωποκεντρικό (ουμανιστικό) ρεύμα της ευρωπαϊκής Αναγεννήσεως κατέκλυζε την Ορθόδοξη Ανατολή και απειλούσε με οριστικη αλλοίωσι το θεανθρωποκεντρικό της ήθος. Η ήσυχαστικη όμως θεολογία είχε επιτύχει να το διάσωση. Επιπλέον είχε δημιουργήσει στους κουρασμένους πολιτικά και κοινωνικά Ορθόδοξους λαούς ένα ακμαίο πνευματικό φρόνημα, το οποίο κατα τον Σεβ. Μαυροβουνίου Αμφιλόχιο:
«… δεν ήταν μόνο ορθόδοξη θεωρητική απάντησι στο σύγχρονό τους φιλοσοφικό και θεολογικό προβληματισμό της Δύσεως ή της αρχαίας ελληνικής σκέψεως. Ταυτόχρονα είχε και συγκεκριμένη ιστορική αποτελεσματικότητα, πολύτιμη για την επιβίωσι των ορθοδόξων λαών και τη διατήρησι της καθολικης αυτοσυνειδησίας της Εκκλησίας στους καιρους των δεινών της τουρκοκρατίας[6].»
Κατα παρόμοιο τρόπο η Φιλοκαλική Αναγέννησις του 18ου αιώνος, η οποία δεν αφορούσε μόνο την πλούσια συγγραφική παραγωγή των «κολλυβάδων» πατέρων αλλά και την δημιουργία πολλών εστιών Ορθοδόξου λατρείας, ήθους και βιοτής (στα κολλυβάδικα μοναστήρια και γύρω από εκκλησιαστικά πρόσωπα στον κόσμο), προσέφερε στην Ορθόδοξο Εκκλησία ισχυρή προστασία από την δυναμική επέλασι του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού κατα τον 19ον αιώνα. Οι Φιλοκαλικοι Πατέρες εγνώριζαν πολύ καλά τα «φώτα» του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και διέκριναν εύστοχα ότι αυτός ο διαφωτισμός απεμάκρυνε τον άνθρωπο από την προσδοκία και την θέα του άκτιστου Φωτός, του οποίου είχαν προσωπική και βιωματική εμπειρία. Γι’ αυτό όλη τους η προσπάθεια ήταν να διασώσουν τον τρόπο και την μέθοδο της ησυχαστικής Ορθοδόξου εκκλησιαστικής ζωής. Το επέτυχαν με πολλές θυσίες. Καρπός του αγώνος των είναι τα χαριτόβρυτα λείψανά τους, τα απαραμίλλου αξίας δογματικά, ποιμαντικά, ερμηνευτικά και λειτουργικά τους έργα, τα μοναστήρια τους. Τα κολλυβαδικά μοναστήρια επί δύο αιώνες κράτησαν την παράδοσι των αγιασμένων κτιτόρων τους. Οι κατανυκτικές αγρυπνίες του Παπαδιαμάντη και του Μωραϊτίδη στον άγιο Ελισαίο της Πλάκας, η αφανής στα μάτια των «φωτισμένων» λάτρεων της ευρωπαϊκής σοφίας λατρευτική και ποιμαντική δραστηριότης του αγίου παπα-Πλανά, ο όσιος Αρσένιος της Πάρου, ο στρατηγός Μακρυγιάννης, ήταν η ώριμη συνέπεια της προηγηθείσης Φιλοκαλικης Αναγεννήσεως. Η ολοφώτεινη παρουσία του αγίου Νεκταρίου και η υπ’ αυτού ανασύστασις του γυναικείου μοναχισμού στην Ελλάδα, καθώς και η λαμπρή σειρά των αγίων μορφών του 20ου αιώνος, ήταν επίσης καρπός του φιλοκαλικου ήθους. Η αναγέννησις της ησυχαστικής ζωής στην Ρουμανία και την Ρωσσία με τον όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ και τους μεγάλους στάρετς μαρτυρεί την ουσιαστική σημασία που είχε η Φιλοκαλικη Αναγέννησις του 18ου αιώνος για τους Ορθοδόξους του Βορρά, οι οποίοι υπέστησαν και άντεξαν την αθεϊστική λαίλαπα του 20ου αιώνος. Οι νεομάρτυρες και ομολογηταί στην Ρωσσία, την Σερβία, την Ρουμανία είναι καρπός της ησυχαστικής παραδόσεως που μεταλαμπαδεύθηκε εκεί από τον ίερό Άθωνα δια των επιγόνων των «κολλυβάδων» πατέρων.
Η Φιλοκαλικη Αναγέννησις δεν είναι μόνον ιστορία. Είναι κυρίως τρόπος Ορθοδόξου ζωής και μήνυμα Ορθοδόξου φρονήματος. Είναι επίσης πρόσκλησις προς εμάς τους Ορθοδόξους του 21ου αιώνα να μένουμε πιστοί σε ό,τι παρελάβαμε από τους αγιασμένους «κολλυβάδες» πατέρες ως Ορθόδοξο εκκλησιαστικό δόγμα και Ορθόδοξο εκκλησιαστικό ήθος. Τους ευχαριστούμε και τους παρακαλούμε να μας βοηθήσουν με την ευχή τους και την πρεσβεία τους προς τον Άγιον Θεόν να τιμήσουμε τους αγώνες τους με την συνέπειά μας στην ιερά τους παρακαταθήκη, τώρα που νέες προκλήσεις ξενόφερτων και δελεαστικών «διαφωτισμών» απειλούν να ανακόψουν και την ιδική μας πορεία προς το αληθινό Φως της ανεσπέρου Βασιλείας του Αναστάντος Κυρίου μας Ιησού Χριστου.
Άγιον Όρος, 20/4/2009
Παραπομπές:
[1] Αρχιμ. Αμφιλοχίου Ράντοβιτς, Η Φιλοκαλικη Αναγέννησι του XVIII και XIX αι. και οι Πνευματικοί Καρποί της, εκδ. ιδρ. Γουλανδρη – Χόρν, Αθληναι 1984.
[2] Βλ. Ίερομ. Λουκά Γρηγοριάτου, Οι Αγιορείται Κολλυβάδες και οι σχέσεις των με την Ύδρα, στον τόμο Πρακτικά Διορθοδόξου επιστημονικού Συνεδρίου «Κωνσταντίνος ο Υδραίος -Νεομάρτυρες, προάγγελοι της αναστάσεως του Γένους», εκδ. Ιερας Μητροπόλεως Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης,Ύδρα 2007.
[3] Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνού, Σχέσεις και Αντιθέσεις, έκδ. Ακρίτας 1998.
[4] Αρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονης Οσίου Γρηγορίου, Η προσφορά των Αγίων Νεομαρτύρων στην Εκκλησία και το Γένος, εκδ. Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 1991.
[5] Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, Η Εκκλησιολογική Αυτοσυνειδησία των Ορθοδόξων από της Αλώσεως μέχρι των αρχών του 20ου αιώνος, στο συλλογικό τόμο ΕΙΚΟΣΙΠΕΝΤΑΕΤΗΡΙΚΟΝ (αφιέρωμα στον Μητροπολίτη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Διονύσιο), Θεσσαλονίκη 1999.
[6] Αρχιμ. Αμφιλοχίου Ράντοβιτς, Η Φιλοκαλικη Αναγέννησι…, ενθ’ άνωτ. σελ. 12.
(Πηγή: «Φιλοκαλικοί Πατέρες του 18ου αιώνος», άρθρο του Πανοσιολογιότατου Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου της Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, Μηνιαίο περιοδικό Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, Πειραϊκή Εκκλησία, έτος 18ο, αρ.φύλ. 205, Ιούνιος 2009, Αγιορείτικες Mνήμες)
Σχόλιο Τ.Ι.: Ακολουθεί κείμενο σχετικό με το Ιστορικό, Πολιτισμικό, και Θεολογικό υπόβαθρο της εποχής κατά την οποία εμφανίστικε το Κολλυναδικό Κίνημα τον 18ο αιώνα. Πρόκειται για την εργασία του Νικολάου Ντανυλέβιτς, Ρώσου Φοιτητή της Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας.
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ
Ὁ μοναχισμὸς ὑπῆρχε πάντοτε ὁ σθεναρὸς πρόμαχος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ὁ θεματοφύλακας τῶν ἱερῶν παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας. Πολὺ συχνὰ ὅμως οἱ μοναχοὶ ἐδιώχθηκαν καὶ βασανίστηκαν ἐξ αἰτίας τῶν ἀκλονήτων θρησκευτικῶν πεποιθήσεών τους καὶ τοῦ ἀγῶνα τους ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἔτσι εἶναι γνωστοὶ οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπὲρ τῶν ἱερῶν Εἰκόνων, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Εἰκονομαχίας τὸν Ηʹ καὶ Θʹ αἰ. Μὲ αὐτὴ τὴν στάση ὁ μοναχισμὸς πολλὲς φορὲς διατηροῦσε ὄχι μόνον τὴν καθαρότητα τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἐνίσχυε τὴν πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ καὶ τὸν βοηθοῦσε νὰ ἐπιζήσει, «νὰ διασώσει τὴν αὐτοσυνειδησία του καὶ τὴν ἱερὴ ἀνάμνηση ὅτι ἀποτελεῖ ἕνα περιούσιο λαὸ τοῦ Θεοῦ» (1).
Τὸν ΙΔʹ αἰῶνα, στὰ χρόνια τῆς παρακμῆς τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, μέσα στὶς ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικὲς ἀκαταστασίες, ποὺ εἶχαν ἤδη προκαλέσει ὄχι μόνο μία κρίση κοινωνικῶν δομῶν, ἀλλὰ καὶ μία βαθύτερη πνευματικὴ κρίση, ἐμφανίσθηκε ὁ Ἡσυχασμός. Αὐτὸ τὸ φαινόμενο, ποὺ ἦταν γνήσια ἔκφραση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ πεμπτουσία της, θὰ λέγαμε, δὲν ἦταν μόνον μία ὀρθόδοξη θεωρητικὴ ἀπάντηση στὰ σύγχρονά του φιλοσοφικὰ καὶ θεολογικὰ προβλήματα, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπόβαθρο τῆς ἐπιβιώσεως τῶν ὀρθοδόξων λαῶν καὶ τῆς καθολικῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς Ἐκκλησίας στὰ ἐπερχόμενα χρόνια τῶν δεινῶν τῆς Τουρκοκρατίας (2). Τὸ κίνημα τοῦ Ἡσυχασμοῦ ξεκίνησε ἀπὸ τὴν «Ἀκρόπολη τῆς Ὀρθοδοξίας», τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὁ ἐξοχώτερος ἐκπρόσωπός του ἀνεδείχθη ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀρχικὰ ἁγιορείτης μοναχὸς καὶ μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (+1359).
Γενικὰ στὴν ἱστορία τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀναφέρονται πολλὲς προσπάθειες τῶν μοναχῶν του νὰ ἐμβαθύνουν στὸ πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ μία ἀπὸ αὐτὲς, ὅπως ἀναφέραμε, ἦταν ἡ διδασκαλία τοῦ Ἡσυχασμοῦ. Ἀλλὰ σιγὰ-σιγὰ αὐτὴ ἡ διδασκαλία τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως φαίνεται νὰ λησμονήθηκε. Ἀπὸ τὴν πολύχρονη ἀφάνειά της, ὅμως, τὴν ἔβγαλε καὶ τὴν ξαναζωντάνευσε ἕνα ἄλλο μοναχικὸ κίνημα, λιγότερο γνωστὸ, ἀλλὰ ἐξ ἴσου σπουδαῖο, σύμφωνα μὲ τὰ ἀποτελέσματά του, τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων. Τὸ ἀντικείμενο τοῦ ἀγῶνα τους ἦταν ἡ ἀναγέννηση τῆς λειτουργικῆς καὶ πνευματικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ κατὰ τὸν ΙΗʹ αἰῶνα. Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ἢ ὅπως τὸ ὀνομάζει ὁ Σέρβος ἀρχιμ. Ἀμφιλόχιος Ράντοβιτς, (νῦν Μητροπολίτης Μαυροβουνίου), ἡ «Φιλοκαλικὴ ἀναγέννησις» (3), ἔδωσε τὴν ὀρθόδοξη ἀπάντηση στὶς ἀπαιτήσεις καὶ τὸ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς: στὸν Διαφωτισμὸ καὶ τὸν δυτικὸ ὀρθολογισμὸ, δικαιώνοντας τὴν γενικὴ προσδοκία τῆς ἀναγεννήσεως τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.
1. Η ΕΠΟΧΗ
Γιὰ νὰ καταλάβομε καλύτερα τὸν χαρακτῆρα τοῦ ἀφυπνιστικοῦ αὐτοῦ κινήματος πρέπει νὰ ποῦμε λίγα λόγια γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἑλλάδος κατὰ τὸν ΙΗʹ αἰῶνα.
Μετὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1453) πολλοὶ Ἕλληνες λόγιοι ἄρχισαν νὰ φεύγουν στὴν Δύση. Ἔφευγε ἐκεῖ καὶ ἡ νεολαία μὲ σκοπὸ νὰ ἀποκτήσει τὶς γνώσεις, ἀφοῦ δὲν εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ κάνει αὐτὸ στὴν πατρίδα της, ποὺ παρέμενε στὸ σκοτάδι τῆς ἀμαθείας. Πολλοὶ, ὅμως, ἀπὸ αὐτοὺς ἐπέστρεφαν πάλι μὲ εὐγενεῖς σκοποὺς νὰ ἐξαλείψουν τὸ σκοτάδι αὐτό, νὰ βοηθήσουν τὸ γένος τους. Τὸ φαινόμενο αὐτὸ διευρύνθηκε περισσότερο κατὰ τὸν ΙΗʹ αἰῶνα. Ἦταν μία περίοδος κατὰ τὴν ὁποία ὅλοι ἀναζητοῦσαν τὴν ἀναγέννηση τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ ὑπόδουλου ὀρθοδόξου γένους. Ἡ ἀντίληψη, ὅμως, περὶ τῆς ἀναγεννήσεως διεχώρισε τοὺς ὀπαδοὺς αὐτῆς τῆς προσπαθείας σὲ δύο ὁμάδες: σὲ Φιλελευθέρους καὶ σὲ Παραδοσιακούς.
Οἱ πρῶτοι στηρίζονταν στὴν πολιτιστικὰ πιὸ ἀναπτυγμένη Δύση, προβάλλοντας τὶς δυτικὲς ἀρχὲς τῆς φιλοσοφίας, παιδείας καὶ ἐπιστήμης. Οἱ δεύτεροι δέχονταν κυρίως τὴν ἐκκλησιαστικὴ παιδεία καὶ στηρίζονταν στὴν πατροπαράδοτη κληρονομιά. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι οἱ πρῶτοι εἶχαν περισσότερους ὀπαδούς, οἱ ὁποῖοι γοητεύθηκαν ἀπὸ τὴν Δύση, ἀπὸ τὸ πρακτικὸ πνεῦμα της, ἀπὸ τὴν πειστικότητα τῆς λογικῆς της καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιστημονική της πρόοδο. Σὲ μεγάλο βαθμὸ οἱ Φιλελεύθεροι κέρδισαν λόγῳ τῆς ἀδυναμίας τῶν Παραδοσιακῶν νὰ δικαιολογήσουν θεωρητικὰ καὶ λογικὰ τὴν στάση τους καὶ νὰ ὑπερασπισθοῦν τὴν παράδοση καὶ τὸν ἐκκλησιαστικὸ τρόπο ζωῆς, ἔναντι τοῦ δυτικοῦ Διαφωτισμοῦ.
Σὲ αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ στιγμὴ ἐμφανίσθηκε τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ποὺ ἦλθε γιὰ νὰ δώσει ἀπάντηση σὲ αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα καὶ παρουσιάσθηκε ὡς ἰσχυρὸ ἀντίβαρο στὸν ὀρθολογισμὸ τῶν «νέων φιλοσόφων» (4). Ἔτσι ὄχι μόνο προσέφερε στὶς χορεῖες τῶν Ἁγίων νέα ὀνόματα, ὅπως: τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Νοταρᾶ καὶ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου, ἀλλὰ καὶ ἄσκησε βαθειὰ ἐπίδρασι στὴν κοινωνικὴ καὶ πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἑλλάδος. Ἐπηρέασε λ.χ. σὲ μεγάλο βαθμὸ τοὺς δύο μεγάλους λογοτέχνες, τοὺς δύο Ἀλεξάνδρους τῆς Σκιάθου, τὸν Παπαδιαμάντη καὶ τὸν Μωραϊτίδη. Ἀλλὰ πρὶν νὰ βγάλομε συμπεράσματα γιὰ τὸ τί προσέφερε αὐτὸ τὸ κίνημα, πρέπει νὰ δοῦμε ἐν συντομίᾳ τὴν ἱστορία του.
2. Η ΑΦΟΡΜΗ
Τὸ ἀναμορφωτικὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων ξεκίνησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος:
«Ἡ ἀρχὴ του θὰ μποροῦσε ἴσως νὰ ξαφνιάσει κάποιον ἢ νὰ τὸν ἐξαπατήσει μὲ τὴν ἐντύπωση ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ μιὰ ρηχὴ, ἐπιφανειακὴ κίνησι, γενομένη ἀπὸ ἀνθρώπους μὲ στενὲς ἀντιλήψεις. Ἀλλ᾿ εἴπαμε ὅτι αὐτὸ θὰ ἦταν μιά ἀπάτη, γιατὶ ἡ συνέχεια ἀποκαλύπτει ἀπροσδόκητες πτυχὲς καὶ ἡ ἔρευνα φέρνει στὸ φῶς λαμπρὲς σελίδες καὶ μεγάλες μορφές (5).»
Τὸ Κίνημα αὐτὸ ἐμφανίσθηκε ἀπὸ μία ἔριδα. Ἡ πρώτη ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἔριδα αὐτὴ δόθηκε ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τῆς Σκήτης τῆς Ἁγίας Ἄννης, τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Οἱ μοναχοὶ αὐτοὶ ἄρχισαν τὸ 1750 νὰ κτίζουν τὸ καινούργιο Κυριακό, (δηλαδὴ τὴν κεντρικὴ ἐκκλησία τῆς Σκήτεώς τους), γιὰ τὶς θρησκευτικές τους ἀνάγκες, ἀφοῦ αὐξήθηκε ἡ ἀδελφότητά τους. Τότε ἐμφανίσθηκαν πολλοὶ εὐεργέτες, ποὺ ἔδωσαν χρήματα γιὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ, ἀλλὰ ζητοῦσαν συγχρόνως ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς νὰ προσεύχονται γιὰ τοὺς κεκοιμημένους συγγενεῖς τους. Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο μαζεύτηκαν πολλὰ ὀνόματα, ὥστε οἱ μοναχοὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ τελοῦν πιὸ ἐκτενεῖς ἐπιμνημόσυνες ἀκολουθίες ἀπὸ τὶς συνηθισμένες.
Κατὰ τὸ Τυπικό τῆς Ἐκκλησίας, ἀρχικὰ μετὰ τὸν ἑσπερινὸ τῆς Παρασκευῆς καὶ τελικὰ τὸ πρωΐ τοῦ Σαββάτου μετὰ τὴν Θ. Λειτουργία γίνεται ἡ εὐλογία τῶν κολλύβων, (δηλαδὴ τοῦ βρασμένου σιταριοῦ, ποὺ χρησιμοποιεῖται κατὰ τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων καὶ συμβολίζει τὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων, σύμφωνα μὲ τὸ κατὰ Ἰωάννην ιβ΄, 24-25: «Ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει. Ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει». Μέχρι τότε, σὲ ὅλες τὶς ἱερὲς Μονὲς καὶ Σκῆτες τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἔψαλλαν τὶς ἐπιμνημόσυνες ἀκολουθίες στὰ παρεκκλήσια τῶν κοιμητηρίων κάθε Σάββατο. Οἱ Ἁγιαννανίτες μοναχοί, ὅμως, λόγῳ τῶν πολλῶν ὀνομάτων τῶν κεκοιμημένων, κι ἐπειδὴ κάθε Σάββατο γινόταν ἐπίσης ἡ καθιερωμένη ἀγορὰ στὶς Καρυὲς, τὸ διοικητικὸ κέντρο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου αὐτοὶ πουλοῦσαν τὰ ἐργόχειρά τους, ἀπεφάσισαν νὰ μεταφέρουν τὰ μνημόσυνα ἀπὸ τὸ Σάββατο στὴν Κυριακή.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ σκανδάλισε μερικοὺς μοναχοὺς, μεταξὺ τῶν ὁποίων τὸν Καυσοκαλυβίτη διάκονο Νεόφυτο τὸν Πελοποννήσιο, ὁ ὁποῖος ἄρχισε ἐναντίον τῶν Ἁγιαννανιτῶν «δογματικὸν ἀγῶνα». Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἡ ἔριδα αὐτὴ χώρισε ὅλη τὴν μοναχικὴ πολιτεία σὲ δύο ἀντιμαχόμενα στρατόπεδα καὶ τάραξε κυριολεκτικὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Οἱ μοναχοί, ποὺ ὑπερασπίσθηκαν τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων κατὰ τὸ Σάββατο μόνον, κατὰ τὴν παλαιὰ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὀνομάσθηκαν περιφρονητικὰ «Κολλυβάδες». Ὅμως, μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου τὸ ὄνομα αὐτὸ ἔγινε σὰν ἐγκώμιο γιὰ ὅλους τοὺς παραδοσιακοὺς μοναχούς. Μὲ αὐτὴ τὴν πλευρὰ τάχθηκαν, μετὰ ἀπὸ τὸν Νεόφυτο (+1784), ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Νοταρᾶς, Μητροπολίτης πρώην Κορίνθου (+1805), ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (+1809), ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος (+1813) καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Ἀντίθετα, οἱ μοναχοὶ ποὺ ἀποδέχθηκαν τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων καὶ κατὰ τὴν Κυριακή, ὀνομάστηκαν "Ἀντικολλυβάδες", γνωστότεροι τῶν ὁποίων εἶναι ὁ Θεοδώρητος ὁ ἐξ Ἰωαννίνων καὶ ὁ Βησσαρίων ὁ ἐκ Ραψάνης τῆς Θεσσαλίας.
Στὴν συνέχεια οἱ Κολλυβάδες ἐπανεμφανίσθηκαν στὸν πνευματικὸν ὁρίζοντα τοῦ Ἁγίου Ὄρους μὲ δημοσίευση τοῦ βιβλίου «Περὶ τῆς Θείας Μεταλήψεως» (1777). Αὐτὸ τὸ βιβλίο ἐκδόθηκε ἀνώνυμα στὴν Βενετία, ἀλλὰ σίγουρα προῆλθε ἀπὸ τοὺς κολλυβαδικοὺς κύκλους, ἀφοῦ τὸ περιεχόμενό του ἀντιστοιχεῖ στὶς ἀπόψεις τους. Καὶ μάλιστα οἱ ἐρευνητὲς λένε πὼς τὸ ἔγραψε ὁ Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης καὶ ὅτι τὸ ἐπεξεργάστηκαν ὁ Ἅγιος Μακάριος καὶ ὁ Ὅσιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος καὶ τὸ ἐμπλούτισε μὲ πολλὰ πατερικὰ κείμενα στὴν β΄ ἔκδοση (1783). Ὁ σκοπὸς τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἦταν:
«... νὰ ἀνακαλέσῃ τὴν χαριτωμένην συνήθειαν τῶν παλαιῶν Χριστιανῶν, καὶ ἔρχεται νὰ ἀποδείξῃ μὲ Γραφικὰς, Ἀποστολικὰς καὶ Πατερικὰς μαρτυρίας ὅτι εἶναι ἀναγκαῖον καὶ ψυχοσωτήριον νὰ μεταλαμβάνῃ συχνὰ πᾶς ὀρθόδοξος Χριστιανὸς, ὅταν δὲν ἔχῃ ἐμπόδιον» (ἀπὸ τὸν πρόλογο τῆς ἐκδ. τοῦ 1783).
Ἡ αἰτία ποὺ προκάλεσε τὴν ἔκδοση αὐτοῦ τοῦ βιβλίου ἦταν, κατὰ τὸν Ὅσιο Νικόδημο, ἡ μεγάλη ἀμέλεια καὶ καταφρόνηση ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ οὐράνια τροφὴ τῆς Θ. Μεταλήψεως, καὶ γι' αὐτὸ «ἐξέλιπεν ἡ ἁγιότης ἀπὸ ἡμᾶς, ὠλιγόστευσεν ἡ ἀρετή, ηὔξησεν ἡ κακία». Τὸ βιβλίο ἀρχικὰ καταδικάσθηκε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τῆς Κων/πόλεως τὸ 1785, γιατὶ δῆθεν δημιουργοῦσε σκάνδαλα καὶ διχόνοιες. Ἀργότερα ὅμως τὸ ἴδιο τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, στὸ πρόσωπο τοῦ Πατριάρχου Νεοφύτου Ζʹ (1799-1801), ἀκύρωσε τὴν καταδίκη (6).
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ζήτημα τῆς συχνῆς Θείας Μεταλήψεως δημιουργήθηκαν καὶ ἄλλα ζητήματα, ὅπως τὸ ζήτημα τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Εἰκόνων, τοῦ ἀφορισμοῦ, τοῦ Μεγάλου καὶ τοῦ μικροῦ Ἁγιασμοῦ, τῆς σχέσεως τῶν Τιμίων Δώρων καὶ τοῦ Ἀντιδώρου, τῆς γονυκλισίας κατὰ τὶς Κυριακές, κ.τ.λ. (7). Ἀλλὰ δὲν θὰ ἐξετάσομε ἐδῶ αὐτὰ τὰ θέματα, λόγῳ τῆς μικρῆς διαστάσεως τῆς ἐργασίας μας, καὶ θὰ στραφοῦμε πρὸς ἄλλα πιὸ σημαντικὰ καὶ χαρακτηριστικὰ ζητήματα τοῦ κινήματος αὐτοῦ.
Ὅπως ἤδη ἔχομεν ἀναφέρει, ἡ ἔριδα αὐτὴ τάραξε ὅλο τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κ/πόλεως στὴν ὁποία καὶ ὑπάγεται ἡ μοναχικὴ χερσόνησος. Βλέποντας πὼς ἐξελίσσονται τὰ γεγονότα στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία, ἀνησύχησε καὶ θέλησε νὰ ἐπαναφέρει τὴν τάξη στὴν μοναχικὴ πολιτεία. Καὶ κατὰ συνέπεια βγῆκε τὸ 1772 ἡ ἐπιστολὴ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Θεοδόσιο Βʹ (1769-73) ἡ ὁποία ἀφήνει τὶς δύο μερίδες τῶν ἀντιμαχομένων νὰ εἶναι ἐλεύθερες στὴν ἐκλογὴ τῆς ἡμέρας τῆς τελέσεως τῶν μνημοσύνων καὶ στὸ ζήτημα τῆς Θ. Μεταλήψεως δὲν καθορίζει τὸ χρονικὸ διάστημα, δηλ. κατὰ πόσο συχνὰ μπορεῖ νὰ κοινωνάει κανεὶς, ἀλλὰ σὰν ἀπαραίτητη προϋπόθεση εἶναι ἡ προετοιμασία πρὸ τῆς Θ. Μεταλήψεως. Εἶναι φανερὸ πὼς μὲ αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ τὸ Οἰκ. Πατριαρχεῖο προσπάθησε νὰ ἐπαναφέρει τὴν γαλήνη στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὅμως ἡ γαλήνη δὲν ἦλθε. Καὶ
«οἱ μὲν παραδοσιακοὶ κατηγοροῦσαν τοὺς φιλελευθέρους ὡς «καταπατοῦντας καὶ μὴ τηροῦντας τὸ Τυπικὸν τῆς Ἐκκλησίας». Ἐκεῖνοι δὲ τοὺς παραδοσιακοὺς ὡς «Κολλυβάδες, Σαββατίνους, αἱρετικοὺς, κακοδόξους», ἀκόμη δὲ καὶ «Φραγμασόνους» (8).»
Μὲ αὐτὴν τὴν ἐπιστολὴ δὲν ἔπαψαν οἱ προσπάθειες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου νὰ εἰρηνεύσει τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀκολούθησαν καὶ ἄλλες ἐπιστολὲς στὶς ὁποῖες διατάσσονταν νὰ ἀκολουθοῦν οἱ Σκῆτες στὸ ζήτημα τῶν Μνημοσύνων τὴν πρακτικὴ τῶν Μοναστηρίων στὰ ὁποῖα ὑπάγονταν. Ἀλλὰ χωρὶς ἀποτέλεσμα. Οἱ Ἁγιαννανίτες δὲν ὑπάκουσαν καὶ πῆγαν στὴν Κ/Πολη νὰ παρουσιάσουν ἐκεῖ τὰ ἐπιχειρήματά τους. Πῆγαν ἐκεῖ καὶ οἱ κολλυβάδες, ὅμως ἄνευ ἐπιτυχίας. Τελικὰ τὸ 1774 σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὴν Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου συγκλήθηκε Σύνοδος γιὰ νὰ ἐρευνήσει αὐτὸ τὸ θέμα. Ἡ Σύνοδος προσκάλεσε τοὺς Κολλυβάδες, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν ἦρθαν, ἀφοῦ εἶδαν πὼς κατὰ τὸ πλεῖστον ἡ Σύνοδος ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς τελοῦντες τὰ μνημόσυνα κατὰ τὶς Κυριακές, δηλ. Ἀντικολλυβάδες. Τὸτε ἡ Σύνοδος διαμαρτυρήθηκε κατὰ τῶν Κολλυβάδων στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ἔστειλαν τὸν γνωστὸ ἀντίπαλο τῶν Κολλυβάδων, τὸν μοναχὸ Βησσαρίωνα τὸν ἐκ Ραψάνης, ἀντιπρόσωπο τῆς συνόδου στὴν Κ/Πολη, ἔχοντάς τον ἐφοδιάσει μὲ ἐπιστολὲς, (ποὺ εἶχαν νοθεύσει τὸ περιεχόμενο), τῶν Ἀθανασίου Παρίου καὶ Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου (9).
Στὴν Κ/Πολη οἱ προσπάθειες τοῦ Βησσαρίωνος εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τὴν σύγκληση τῆς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὸ 1776 καὶ τὴν καταδίκη τῶν Κολλυβάδων. Ἔχοντας αὐτὴ τὴν ἀπόφαση τοῦ Πατριαρχείου οἱ ἀντίπαλοι τῶν Κολλυβάδων τοὺς ἔδιωξαν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀλλὰ ἡ κακὴ αὐτὴ ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος ἐκ μέρους τῶν Ἀντικολλυβάδων, συνέβαλε στὴν διάδοση τοῦ κινήματος σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα καὶ μάλιστα ἔξω ἀπὸ τὰ ὅριά της. Ἀργότερα, ὅμως, οἱ Κολλυβά δες δικαιώθηκαν ἐπὶ Πατριάρχου Γαβριὴλ Δ΄, τὸ 1807, καὶ ἡ τελική τους δικαίωση ἔγινε τό 1819 ἐπὶ Πατριάρχου ἁγίου Γρηγορίου Ε΄, τοῦ ἐθνομάρτυρος.
3. ΟΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΙ
α΄. Τῶν Κολλυβάδων.
Δὲν ξέρομε δυστυχῶς πόσοι μοναχοὶ κρατοῦσαν τὴν παραδοσιακὴ γραμμή. Εἶναι δύσκολο νὰ παρουσιάσουμε τὸν ἀριθμὸ. Σίγουρο εἶναι πώς ἦταν πολλοὶ. Ἐμεῖς θὰ ἀναφερθοῦμε στὰ κυριώτερα πρόσωπα ἀπὸ τοὺς ἀρχηγέτες τους.
1. Ὁ Νεόφυτος ὁ Καυσοκαλυβίτης.
Ὅπως ἤδη εἴπαμε, ὁ πρῶτος χρονικὰ Κολλυβᾶς ἦταν ὁ Νεόφυτος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἦταν λόγιος ἁγιορείτης, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο. Γεννήθηκε στὴν Πάτρα περὶπου τὸ 1713 καὶ σπούδασε στὴν Κ/Πολη, στὴν Πάτμο καὶ στὰ Ἰωάννινα. Ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα στὴν Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων καὶ δίδαξε στὴν Ἀθωνιάδα Σχολὴ, δηλαδὴ τὸ σχολεῖο τοῦ Ἁγίου Ὄρους γιὰ τοὺς νέους μοναχούς. Τὸ 1749 ἀνέλαβε τὴν σχολαρχία τῆς Ἀθωνιάδος. Ἡ συντηρητικότητά του προκάλεσε ἰσχυρὰ ἀντίδραση ἀπὸ τοὺς μαθητὲς καὶ ὁ Νεόφυτος ἐγκατέλειψε τὴν θέση του. Ἐξ αἰτίας τῆς συμμετοχῆς του στὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ἐδιώχθηκε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Μετὰ ἀπὸ τὴν ἐξορία του παύει νὰ ἀναμιγνύεται στὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων καὶ τὸν συναντοῦμε σχολάρχη στὴν Χίο (1760), στὴν Ἀδριανούπολη (1767) καί, μάλιστα ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Ἑλλάδος, στὴν Ρουμανία, στὸ Βουκουρέστι, ὅπου καὶ πεθαίνει τὸ 1784. Τὸ γεγονὸς ὅτι καταγόταν, ἐκ μέρους τοῦ πατέρα του, ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους τὸ ἐκμεταλλεύτηκαν οἱ ἀντίπαλοί του λέγοντας πώς ὁ Νεόφυτος ὑπερασπιζόταν τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων κατὰ τὰ Σάββατα, γιατὶ δῆθεν νοσταλγοῦσε τὴν ἰουδαϊκὴ ἀργία τοῦ Σαββάτου καὶ μάλιστα κατηγόρησαν ὅλο τὸ κίνημα ὅτι ἦταν ἰουδαϊκῆς προελεύσεως. Σὲ ἀπάντηση αὐτῶν τῶν κατηγοριῶν ὁ Νεόφυτος ἔγραψε τὸ ἔργο: «Ἀνατροπὴ τῆς θρησκείας τῶν Ἑβραίων»(10). Ἦταν «φιλοπονώτατος, πολυμαθέστατος καὶ προκομμένος , κατὰ τὴν μαρτυρία τοῦ συγχρόνου του λογίου μοναχοῦ Καισαρίου Δαπόντε (11).
2. Ὁ Ἅγιος Μακάριος (Νοταρᾶς).
Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Νοταρᾶς κρατοῦσε τὴν φλέβα του ἀπὸ τὴν μεγάλη καὶ ἱστορικὴ οἰκογένεια τῶν Νοταράδων, ποὺ εἶναι γνωστὴ ἀκόμη ἀπὸ τὰ Βυζαντινὰ χρόνια. Πιὸ συγκεκριμένα ὁ Μακάριος ἕλκει τὴν καταγωγή του ἀπὸ τὸν Ἀγγελῆ Νοταρᾶ, ἀδελφὸ τοῦ Λουκᾶ Νοταρᾶ, μεγάλου Δούκα (πρωθυπουργοῦ) τοῦ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου Παλαιολόγου τοῦ Ἐθνομάρτυρος, μὲ διαταγὴ τοῦ Πορθητοῦ Σουλτάνου. Μετὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κ/Πόλεως ὁ Ἀγγελὴς Νοταρᾶς μὲ ἄλλους ἐγκαταστάθηκαν στὴν περιοχὴ μεταξὺ Ἰσθμοῦ τῆς Κορίνθου καὶ Καλαβρύτων, στὰ Τρίκαλα τῆς ὀρεινῆς Κορινθίας, ὅπου τὸ 1731 καὶ γεννήθηκε ὁ Μιχαὴλ (ἔπειτα Μακάριος) Νοταρᾶς, ἀπὸ τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Ἀναστασία. Μεταξὺ τῶν διασήμων συγγενῶν τοῦ Ἁγ. Μακαρίου πρέπει νὰ μνημονεύσουμε ἐπίσης τὸν Ἅγιο Γεράσιμο τὸν πολιοῦχο τῆς Κεφαλληνίας, τοὺς δύο Πατριάρχες Ἱεροσολύμων Δοσίθεο καὶ Χρύσανθο καὶ τὸν λόγιο Θεοφάνη Ἐλεαβοῦλκο Νοταρᾶ. Μὲ μιὰ λέξη ἡ οἰκογένεια τῶν Νοταράδων στὴν ἱστορικὴ πορεία της ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία καὶ στὴν πολιτεία πολλοὺς ἐπιφανεῖς ἄνδρες, ἕνας ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀναδείχθηκε καὶ ὁ Ἅγ. Μακάριος.
Στὰ νεανικὰ του χρόνια σπούδασε στὴν Κεφαλληνία. Ἔχοντας κλίση στὴν μοναχικὴ ζωὴ μετέβηκε στὴν μονὴ τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου, ἀλλὰ ἐκεῖ δὲν ἔγινε δεκτὸς γιατὶ δὲν εἶχε τὴν συγκατάθεση τῶν γονέων του. Ἀναγκάστηκε νὰ ἐπανέλθει στὸ σπίτι τοῦ πατέρα του στὴν Κόρινθο ὅπου καὶ ἔγινε διδάσκαλος στὸ σχολεῖο. Τὸ 1765 στὴν ἠλικία τῶν 34 χρόνων χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Κορίνθου μετὰ ἀπὸ ἀπαίτηση κλήρου καὶ λαοῦ. Ἀλλὰ ἡ ποιμαντορία του στὴν Κόρινθο ἦταν σύντομη. Τὰ γεγονότα τῆς ἐξέγερσης στὴν Πελοπόννησο τὸ 1769, τὰ λεγόμενα Ὀρλωφικὰ, τὸν στεροῦν τῆς καθέδρας. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ γεγονότα ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἔλαβε τὴν ἐντολὴ ἀπὸ τὴν Ὑψηλὴ Πύλη νὰ ἀποστείλει νέους ἀρχιερεῖς στὴν Πελοπόννησο. Καὶ ἀπὸ τότε ὁ Ἁγιος Μακάριος ἀφοσιώθηκε στὴν ἀσκητικὴ ζωή. Πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος ὅταν ἡ ἔριδα τῶν μνημοσύνων βρισκόταν σὲ ἔξαρση καὶ ἀμέσως συντάχθηκε μὲ τὴν μερίδα τῶν Κολλυβάδων. Ἀλλὰ ἡ κυρία προσφορά του ὄχι μόνον στὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ἀλλὰ καὶ σ' ὅλον τὸν ὀρθόδοξο κόσμο ἦταν ἠ συλλογὴ τῶν ἁγιοπατερικῶν κειμένων καὶ ἡ ἔκδοση τῆς λεγομένης «Φιλοκαλίας». Ὁ Ἅγιος Μακάριος ἐπισκέφθηκε πολλὲς μοναστηριακὲς βιβλιοθῆκες μαζεύοντας τὰ ξεχασμένα κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ δίνοντάς τα γιὰ ἐπεξεργασία στὸν Ἅγιο Νικόδημο. Ὁ καρπὸς τῆς ἐργασίας τους εἶναι ἡ συλλογὴ τῆς «Φιλοκαλίας» καὶ τοῦ «Εὐεργετινοῦ» καὶ πολλῶν ἄλλων βιβλίων.
Ὁ ἅγιος Μακάριος ἦταν ὑπόδειγμα ἱεράρχου. Συνδύαζε τὴν πνευματικὴ καὶ διδασκαλικὴ ἰκανότητα. Μολονότι ζοῦσε πτωχικὰ ὁ ἴδιος ἔγινε γνωστὸς γιὰ τὴν φιλανθρωπία του, βοηθῶντας περισσότερο τοὺς σπουδαστὲς στὴν ἀποπεράτωση τῶν σπουδῶν τους. Ὅσον ἀφορᾶ τὴν θέση του στὸ κίνημα ἦταν ὁ ἐμψυχωτὴς καὶ γενάρχης του.Πέθανε στὶς 16 Ἀπριλίου τοῦ 1805 στὴν Χίο καὶ ἀμέσως ἡ ἁγιότης του ἀναγνωρίσθηκε διὰ μέσου πολλῶν θαυμάτων.
3. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.
Ὁ τρίτος ἐκπρόσωπος τῆς παραδοσιακῆς γραμμῆς ἦταν ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (κατὰ κόσμον Νικόλαος Καλλιβούρτσης). Γεννήθηκε στὴν Νάξο τὸ 1749 ὅπου καὶ ἔμαθε τὰ πρῶτα γράμματα. Μετὰ σπούδασε στὴν Σμύρνη. Λίγο ἀργότερα στὸ νησὶ Ὕδρα γνωρίστηκε μὲ τὸν Ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ μὲ τὸν ὁποῖο ἀνέπτυξε στενὲς καὶ ἰσόβιες πνευματικὲς σχέσεις αἰσθάνοντας πρὸς αὐτὸν ἀγάπη καὶ βαθειὰ ἐκτίμηση (12). Τὸ 1775 κουρεύτηκε μοναχὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγ. Διονυσίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἦταν κατὰ κάποιον τρόπον ὁ θεολογικὸς νοῦς τοῦ κινήματος τῶν κολλυβάδων. Ὅταν κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους του γιὰ αἵρεση καὶ κακοδοξία ἐξ αἰτίας τῆς συμμετοχῆς του στὸ κίνημα, τότε ἔγραψε τὴν «Ὁμολογία πίστεως» (1807) -ἔργο ποὺ μποροῦμε νὰ θεωρηθῆ σὰν ἀπολογία ὁλοκλήρου τοῦ κινήματος. Ἦταν ἐξαιρετικὸς ἄνθρωπος, μεγάλη προσωπικότητα. Διακρινόταν γιὰ τὶς γνώσεις του, τὴν ἀπέραντη μνήμη του καὶ τὸ ἀκέραιον τοῦ χαρακτῆρα του. Ἔγραψε καὶ ἐπεξεργάστηκε πολλὰ βιβλία, μεταξὺ τῶν ὀποίων τὴν «Φιλοκαλία» σὲ συνεργασία μὲ τὸν Ἅγιο Μακάριο. Μετέφρασε καὶ δυτικὰ βιβλία τὰ ὁποῖα καθάρισε ἀπὸ τὸ ἀντιπατερικὸ στοιχεῖο καὶ βάπτισε στὴν ὀρθόδοξη παράδοση. Ἐξ αἰτίας τῶν ἔργων του ὀνομάστηκε «πολυγραφότατος» ἀπὸ τοὺς βιογράφους του. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἔγινε ἓνας ἀπὸ τοὺς πρώτους ἐρευνητὲς τῶν χειρογράφων μετὰ τὴν Ἅλωσι τῆς Κ/Πόλεως.
Μετὰ τὴν καταδίκη τοῦ κινήματος καὶ τὴν ἐξορία καὶ αὐτοεξορία τῶν Κολλυβάδων ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὁ Ἅγιος Νικόδημος δὲν ἔφυγε, ἀφοῦ δὲν καταδικάσθηκε, ἀλλὰ συνέχισε στὴν ἡσυχία τοῦ κελλιοῦ του τὸ συγγραφικὸ του ἔργο. Τὸ σύνολο τῶν ἔργων του, ἐκδοθέντων καὶ ἀνεκδότων, ἀνέρχεται στὸν ἀριθμὸ περίπου τῶν 112 τόμων, ὅπου βρίσκει κανεὶς ἐκεῖ συγκεντρωμένη καὶ κατασταλλαγμένη ὁλόκληρη τὴν πατερικὴ σοφία.
«Χάρις στὰ ἔργα τοῦ Νικοδήμου καὶ τὴν ἐπιστροφὴ στὶς σωστὲς ἀρχὲς τοῦ ἡσυχαστικοῦ ἀσκητισμοῦ τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων παίρνει μία πνευματικὴ εὐρύτητα ποὺ ξεπερνᾶ κατὰ πολὺ τὴν ἔριδα γιὰ τὰ μνημόσυνα (13).»
Ὅλοι οἱ σύγχρονοί του τὸν τιμοῦσαν πολὺ καὶ τὸν θεωροῦσαν ὡς Ἅγιο. Πέθανε τὸ 1809 καὶ ἀνεγνωρίσθηκε σὰν Ἅγιος τὸ 1955.
4. Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος.
Ἀπὸ τοὺς σπουδαιοτέρους πρωταγωνιστὲς τοῦ κινήματος ἦταν ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, κατὰ κόσμον Ἀθανάσιος Τούλιος. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κόστος τοῦ νησιοῦ Πάρος τὸ 1725. Ἀργότερα ἐγκαταλείπει τὸ οἰκογενειακὸ ὄνομα «Τούλιος» καὶ ὑπογράφεται ὡς «Πάριος». Τὰ πρῶτα του γράμματα ἔμαθε στὸ πατρικὸ νησὶ καὶ κατόπιν μετέβηκε γιὰ σπουδὲς στὴν Σμύρνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ ἐπὶ τέσσερα χρόνια ἦταν ἀκροατὴς τῆς διδασκαλίας τοῦ Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου καὶ Εὐγενίου τοῦ Βουλγάρεως στὴν Ἀθωνιάδα Ἀκαδημία(1752-56). Περὶ τὰ τέλη τοῦ 1758 ἀναχώρησε στὴν Θεσσαλονίκη ὅπου ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση μιᾶς ἐκ τῶν δύο σχολῶν της. Ἐξ αἰτίας τῆς πανώλης ποὺ ξέσπασε ἐκεῖ διέκοψε τὰ μαθήματα καὶ πῆγε πρῶτα στὴν Κέρκυρα καὶ μετὰ ἀφοῦ προσκλήθηκε ἀπὸ τὸν διδάσκαλο Παναγιώτη Παλαμᾶ, μετέβηκε στὸ Μεσολόγγι ὡς διδάσκαλος τῆς σχολῆς καὶ ἱεροκήρυκας τοῦ θείου λόγου. Τὸ 1771 μὲ πατριαρχικὴ ἀπόφαση ἀναλαμβάνει τὴν σχολαρχία τῆς Ἀθωνιάδας σχολῆς. Ἀλλὰ τὴν ἴδια ἐποχὴ ἐξ αἰτίας τῆς ἐνεργητικῆς συμμετοχῆς του στὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, συκοφαντήθηκε, κατηγορήθηκε γιὰ αἵρεση καὶ καθαιρέθηκε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ γεγονότα ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος φεύγει γιὰ τὸ νησὶ τῆς Χίου ὅπου ἀναλαμβάνει τὴν σχολαρχία τῆς σχολῆς. Ἐκεῖ καὶ παραμένει μέχρι τὸν θάνατόν του τὸ 1813. Ὅπως βλέπουμε ἀπὸ τὶς εξωτερικὲς περιστάσεις τῆς ζωῆς του ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος πάντοτε βρισκόταν σὲ δράση. Αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ μαχητικὸς τοῦ κινήματος τῶν Κολλυβάδων. Ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν ἀνύψωση τοῦ πνευματικοῦ ἐπιπέδου τῶν συμπατριωτῶν του. Μὲ ζῆλο πολέμησε τὸν βολταιρισμό, ἀθεϊσμὸ καὶ εὐρωπαϊκὴ παιδεία καὶ ὑπεράσπισε τὴν ἐκκλησιαστικὴ παιδεία καὶ φιλοσοφία λέγοντας ὅτι οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς δίνουν λύσεις σὲ ὅλα τὰ φιλοσοφικὰ θέματα. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἀκλόνητης στάσης ἦρθε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν ἐπιφανέστερο ἀλλὰ δυτικίζοντα λόγιο τῆς ἐποχῆς, τὸν Ἀδαμάντιο Κοραῆ.
Ἔγραψε πολλὰ ἔργα ἀπολογητικοῦ, λειτουργικοῦ καὶ παιδαγωγικοῦ περιεχομένου. Κατὰ τὸν ρωμαιοκαθολικὸ ἐπίσκοπο L. Petit, ὁ Πάριος ὑπῆρξε «ὁ πλέον διάσημος ἕλληνας τοῦ 18ου αἰῶνος μετὰ τὸν Εὐγένιο Βούλγαρη»(14). Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐκτιμῶντας τὸ ἔργο καὶ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του, τὸν συγκατέλεξε στὴν χορεία τῶν Ἁγίων τὸ ἔτος 1995.
5. Μεταξὺ τῶν γνωστῶν ὁπαδῶν τοῦ κολλυβαδικοῦ κινήματος συγκαταλέγονται ἐπίσης ὁ ὁσίας μνήμης καθηγούμενος τῆς Μονῆς Εὐαγγελισμοῦ Σκιάθου ἱερομόναχος Νήφων ὁ Κοινοβιάρχης, ὁ Γέρων Ἱερόθεος καθηγούμενος τῆς Μονῆς Προφήτου Ἠλιοὺ Ὕδρας, ὁ Ἰάκωβος ὁ Πελοποννήσιος, ὁ Ἀγάπιος ὁ Κύπριος, ὁ Χριστόφορος Προδρομίτης καὶ ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος τῆς Πάρου.
β΄. Τῶν Ἀντικολλυβάδων.
Ἀπὸ τὶς πηγὲς φαίνεται ὅτι οἱ ἀντικολλυβάδες ἦταν πολυαριθμότεροι τῶν Κολλυβάδων. Οἱ κυριώτεροι ἀπὸ τοὺς ἀρχηγοὺς τους ἦταν ὁ Θεοδώρητος ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα καὶ ὁ Βησσαρίων ἀπὸ τὴν Ραψάνη τῆς Θεσσαλίας.
1. Ὁ Θεοδώρητος ὁ ἐξ Ἰωαννίνων.
Λόγιος καὶ αὐτὸς ἁγιορείτης τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνα, γνωστὸς γιὰ τὸν φιλελευθερισμό του. Μοναχὸς τῆς Σκήτεως τῆς Ἁγίας Ἄννης καὶ γιὰ ἕνα ὁρισμένο χρονικὸ διάστημα ἡγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Ἐσφιγμένου.
Ὁ Θεοδώρητος ἦταν γιὰ τοὺς Ἀντικολλυβάδες ὅ,τι καὶ ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος γιὰ τοὺς Κολλυβάδες, ὁ μαχητικὸς τῆς ὁμάδας (15). Ἦταν ὁ πρωτεργάτης τῆς ἔριδας, τηρῶντας στάση ἀντικολλυβαδική. Θεωρεῖται ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους ἐρευνητὲς τῶν βιβλιοθηκῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους τοῦ ὁποίου τὴν ἱστορία συνέγραψε. Τὸ 1799 ἐκδόθηκε στὴν Λειψία ἀνώνυμος ἑρμηνεία του στὴν Ἀποκάλυψη, ἡ ὁποία καταδικάστηκε γιὰ δογματικὰ σφάλματα καὶ ἀπαγορεύτηκε ἡ κυκλοφορία της ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ὁ Θεοδώρητος ἐνήργησε καὶ στὴν τύπωση τοῦ «Πηδαλίου» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου, ἀλλὰ παρενέβηκε γράφοντας σημειώσεις φιλελευθέρου πνεύματος, πρᾶγμα ποὺ κατελύπησε τὸν Ἅγιον, ὁ ὁποῖος ἀπεκάλεσε τὸν Θεοδώρητο «ψευδάδελφο». Ἀλλὰ καὶ ἀργότερα ἀποσφράγισε καὶ νόθευσε ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου κατηγορῶντας τον μπροστὰ στὴν Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου γινόμενος κατ'αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ κύριος κατήγορος τῶν Κολλυβάδων ἐνώπιον τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας.
2. Ὁ Βησσαρίων ὁ ἐκ Ραψάνης.
Ἐλάχιστες πληροφορίες διασώθηκαν δυστυχῶς γιὰ τὸν Βησσαρίωνα. Γεννήθηκε στὴν κωμόπολη Ραψάνη τῆς Θεσσαλίας περίπου τὸ 1738. Σπούδασε στὰ Ἰωάννινα καὶ στὴν Ἀθωνιάδα ὡς μαθητὴς τοῦ Εὐγενίου Βουλγάρεως καὶ κατόπιν στὴν Κ/Πολη. Ἐκεῖ ἦταν γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα διδάσκαλος τῶν παιδιῶν τοῦ Μεγάλου Λογοθέτη, Ἀλεξάνδρου Μαυροκορδάτου. Ἀργότερα ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα στὸ Ἅγιον Ὄρος μετονομαζόμενος ἀπὸ Βασίλειος σὲ Βησσαρίωνα καὶ ἔζησε στὴν Νέα Σκήτη. Εἶχε φήμη πεπαιδευμένου καὶ ἐναρέτου μοναχοῦ τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος καὶ ἀπελάμβανε μεγάλης ἐκτιμήσεως τόσο στὸν Ἄθωνα ὅσο καὶ στὴν Κ/Πολη. Ὁ ρόλος τοῦ Βησσαρίωνα στὴν χορεία τῶν Ἀντικολλυβάδων δὲν ἦταν καὶ τόσο καλός. Μετέβηκε στὴν Κ/Πολη ὅπου συκοφάντισε στοὺς ταγοὺς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὴν θεώρησι τῶν Ἱερῶν Μνημοσύνων καὶ τῆς συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως τῶν Κολλυβάδων μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι δικαίως καὶ ἀπέδωσαν τὴν καταδίκη τους ἀπὸ τὴν Μεγάλη Ἐκκλησία σὲ αὐτὲς τὶς ἐνέργειες τοῦ Βησσαρίωνα.
4. ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ
Ἐξετάζοντας, λοιπόν, τὴν ἔριδα αὐτὴ μέσα στὰ γενικὰ πλαίσια τῆς ἐποχῆς καὶ τῶν πνευματικῶν τάσεών της ἀνακαλύπτομε τὰ ἐσωτερικὰ αἴτια καὶ τὶς προϋποθέσεις, ποὺ τὴν δημιούργησαν. Κατ᾿ ἀρχὴν πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, μολονότι ξεκίνησε ἀπὸ μία φαινομενικά μικρὴ ἀφορμή, πολὺ γρήγορα παίρνει μία πνευματικὴ εὐρύτητα, ποὺ ξεπερνᾶ κατὰ πολὺ τὴν ἔριδα τῶν μνημοσύνων. Εἶναι ἕνα κίνημα ἐμμονῆς στὶς σωστὲς βάσεις τῆς Ὀρθοδοξίας, στήν πεμπτουσία της, στὸ βασικό της θεμέλιο, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν λατρεία της. Γι᾿ αὐτὸ γίνεται σαφὲς ὅτι ἡ ἔριδα ἔθεσε οὐσιαστικὰ τὸ πρόβλημα τοῦ θεολογικοῦ νοήματος τῆς λειτουργικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἐρώτημα ποὺ πρέπει νά λύσομε εἶναι τὸ ἑξῆς: Ὑπάρχει ἄραγε κάποια σχέσι ἢ κάποια μυστικὴ ἑνότητα μεταξὺ τοῦ συμβόλου καὶ τῆς πραγματικότητος, ποὺ αὐτὸ ἐκφράζει, μεταξὺ τοῦ παρελθόντος καὶ τοῦ παρόντος, δηλαδὴ μεταξὺ τῆς καθ᾿ αὑτὸ παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἱστορικῶν «ἐνσαρκώσεων» καὶ μορφῶν της; Καὶ ἐὰν ὑπάρχει, τότε ποιά;
«Ναί, ὑπάρχει», ἀπήντησαν οἱ φιλοκαλικοὶ Κολλυβάδες, γιατὶ στὴν Ὀρθοδοξία αὐτὲς οἱ δύο πλευρὲς τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἀχώριστες. Ὁ «κανόνας τῆς λατρείας» τῆς προσευχῆς καὶ τὸ Τυπικὸ πρέπει ὀργανικὰ νὰ πηγάζουν ἀπὸ τὸν «κανόνα τῆς πίστεως». Μὲ ἄλλα λόγια ἡ θεολογία, σὰν θεωρία, εἶναι στενὰ συνδεδεμένη μὲ τὴν λατρεία καὶ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτό, ἐὰν θὰ ἀλλάξωμε τὶς θεολογικὲς ἀπόψεις μας, ἀλλάζει καὶ ἡ πνευματικὴ ζωή μας. Ἀκριβῶς γι᾿ αὐτὸ τὸν λόγο οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀγωνίζονταν γιὰ τὴν ἀκεραιότητα τῆς πίστεως ἔναντι τῶν αἱρετικῶν. Ἀντιθέτως, ἐὰν θὰ ἀλλάξωμε κάτι στὴν λατρεία μας, τότε διασαλεύεται ἡ θεολογία καὶ ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρες ὑπάρχει κάποια μυστικὴ μετοχὴ καὶ κοινωνία μεταξὺ τοῦ συμβόλου καὶ τῆς πραγματικότητος, ποὺ αὐτὸ ἐκφράζει· γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀχώριστα μεταξύ τους. Αὐτὴ ἡ ἀντίληψη ὑπογραμμίζεται ἰδιαίτερα στὰ συγγράμματα τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, στοὺς εἰκονοφίλους Πατέρες τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ἄλλους Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς. Γι᾿ αὐτὸ ἐὰν θέλωμε νά ἀλλάξωμε κάτι στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, πρέπει νά εἴμαστε πολὺ προσεκτικοὶ γιὰ νὰ μήν ἐγγίσωμε τὰ οὐσιώδη στοιχεῖα καὶ νὰ μὴν ἀνατρέψωμε, ἐξ αἰτίας τῆς ἀναισθησίας μας, τὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐπάνω σὲ αὐτὸ ἀκριβῶς οἱ ἀντίπαλοι τῶν Κολλυβάδων δὲν ἔχουν καμμία αἴσθηση, εἴτε λόγῳ ἀγνοίας εἴτε πάλι λόγῳ φιλοσοφικῶν καὶ θεολογικῶν ἐπιδράσεων τῆς Δύσεως. Ὁ Ρωμαιοκαθολικισμὸς στὸ πρόσωπο τῆς σχολαστικῆς θεολογίας, καὶ περισότερο ὁ Προτεσταντισμός, εἶχαν κηρύξει τὸν χωρισμὸ καὶ τὴν ἀνεξαρτησία τῆς λατρείας ἀπὸ τὸ δόγμα τῆς πίστεως. Οἱ Ἀντικολλυβάδες, λοιπόν, ἔχοντας τέτοια ἐσφαλμένη θεολογικὴ βάση πολὺ εὔκολα, καὶ χωρὶς ἐμβάθυνση στὸ νόημα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Τυπικοῦ καὶ τῆς λατρείας, προσάρμοζαν τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας στὶς ἱστορικὲς συνθῆκες καὶ τὶς καθημερινὲς ἀνάγκες τους. Αὐτοὶ δὲν εἶχαν συναίσθηση ὅτι οἱ ἀλλαγὲς πρέπει νὰ γίνωνται πάντοτε ἀνάλογα μὲ τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεως, καὶ ὄχι ἀνάλογα μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ κόσμου, γιατὶ ἔτσι:
«... ὁ χρόνος καὶ οἱ ἀνάγκες τῆς ζωῆς γίνονται κριτήριο τῶν λειτουργικῶν πράξεων καὶ συμβόλων. Δηλαδὴ μὲ ἕνα ἐξωτερικὸ τρόπο καὶ χωρὶς βάθος ἀντιμετωπίζεται ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας (16).»
Ἀντίθετα, οἱ Κολλυβάδες δὲν ἤθελαν νὰ ἐξυπηρετοῦν τὶς θρησκευτικὲς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἤθελαν νὰ λατρεύουν τὸν Θεό. Ἡ λατρεία, κατὰ τοὺς Κολλυβάδες, πρέπει νὰ εἶναι μία προσφορά, ἕνα δῶρο ἀγάπης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό, καὶ ὄχι ἕνα ἁπλὸ σύστημα ἐξυπηρετήσεως τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου. Εἶχαν τὴν ἄποψη ὅτι πρέπει νὰ ἀνεβαίνωμε ἐμεῖς πρὸς τοὺς οὐρανούς, καὶ ὄχι νὰ τραβοῦμε τὸν οὐρανὸ πρὸς τὴν γῆ. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι οἱ θεολογικὲς ἀπόψεις τῶν Κολλυβάδων εἶναι θεοκεντρικές, στραμμένες πρὸς τὸν Θεό, ἐνῶ τῶν Ἀντικολλυβάδων εἶναι οὐμανιστικές, στραμμένες πρὸς τὸν κόσμο.
Ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἰπώθηκαν γίνεται σαφὲς ὅτι ἡ ἔριδα τῶν μνημοσύνων ἦταν ἀντικατοπτρισμὸς αὐτῶν τῶν δύο θεολογικῶν στάσεων καὶ ὄχι μία ἀσήμαντη διαμάχη κάποιων ἀργόσχολων μοναχῶν. Ἂς δοῦμε, λοιπόν, ποιά ἐπιχειρήματα παρέχουν οἱ Κολλυβάδες ὑποστηρίζοντας τὶς θέσεις τους.
Κατὰ τὸν ἅγιο Ἀθανάσιο τὸν Πάριο, ἡ τέλεση τῶν μνημοσύνων κατὰ τὴν Κυριακὴ εἶναι «ἀνοίκειον», δηλαδὴ ἀπαράδεκτο, καὶ «ἁμαρτιῶδες» γεγονός. Ἀνοίκειον, γιατὶ δὲν πρέπει νὰ ψάλλωνται νεκρώσιμες καὶ θρηνώδεις Ἀκολουθίες, κατὰ τὴν χαρμόσυνη αὐτὴν ἡμέρα. Ἁμαρτιῶδες, γιατὶ παραβαίνονται οἱ Ἀποστολικὲς Διαταγές, οἱ ὁποῖες ἀναφέρουν: «Ἔνοχος ἔσται ὁ κατηφῶν ἡμέραν ἑορτῆς Κυρίου» (17).
Ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὴν «Ὁμολογία πίστεώς» του παρουσιάζει περισσότερα ἐπιχειρήματα ἀπὸ τὸν ἅγιο Ἀθανάσιο τὸν Πάριο γιὰ τὴν ἀπαγόρευση τῆς τελέσεως τῶν μνημοσύνων κατὰ τὴν Κυριακή. Πρῶτα ἀπὸ ὅλα ἐξηγεῖ ὅτι ὑπαρχουν δύο εἴδη μνημοσύνων:
α΄). Ὅταν ὁ ἱερέας μνημονεύει τὰ ὀνόματα τῶν κεκοιμημένων στὴν Προσκομιδὴ, κατὰ τὴν Θ. Λειτουργία, καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση τὸ μνημόσυνο, ἢ μᾶλλον ἡ μνημόνευση, γίνεται χωρὶς κανένα πένθος ἢ θρῆνο, καὶ
β΄). Ὅταν τὰ μνημόσυνα τελοῦνται «μετὰ κολλύβων», καὶ τότε πένθος ὑπάρχει καὶ «θρῆνος εἰσάγεται». Δηλαδή, κατὰ τὸν ὅσιο Νικόδημο, ἀπαγορεύεται τὴν Κυριακὴ τὸ δεύτερο εἶδος τῶν μνημοσύνων, ποὺ προκαλεῖ θρῆνο, ἐνῶ δὲν ἀπαγορεύεται τὸ πρῶτο εἶδος, δηλαδὴ ἡ ἁπλὴ μνεία τῶν ὀνομάτων καὶ οἱ εὐχές ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων στὴν Προσκομιδή, ἔστω καὶ ἂν εἶναι Κυριακή, ἀφοῦ δὲν προκαλεῖ πένθος, ποὺ δὲν ταιριάζει στὴν ἀναστάσιμη αὐτήν ἡμέρα. Ἐξ ἄλλου ἀπαγορεύονται τὰ μνημόσυνα κατὰ τὶς Κυριακὲς σύμφωνα καὶ μὲ τὶς Ἀποστολικές Διαταγές, ποὺ ἀναφέρουν ὅτι: «Οὐ χρὴ πενθεῖν ἐν ἡμέρᾳ ἑορτῆς».
Ὅπως βλέπομε, γιὰ τοὺς Κολλυβάδες τὰ μνημόσυνα καὶ τὰ κόλλυβα δὲν εἶναι μόνο προσευχὴ γιὰ τοὺς νεκρούς, ἀλλ᾿ εἶναι:
«... ταυτόχρονα καὶ λειτουργικὴ μαρτυρία καὶ κήρυγμα τοῦ σαββατισμοῦ τοῦ Θεοῦ μετὰ τὴν πρώτη δημιουργία τοῦ κόσμου· ἀλλὰ καὶ ἡ μαρτυρία τοῦ θανάτου καὶ τῆς καθόδου τοῦ Κυρίου στὸν Ἅδη, τὴν ἡμέρα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, γιὰ τὴν λύτρωσι τῶν κεκοιμημένων. Τὰ κόλλυβα συμβολίζουν τὸ νεκρὸ ἄνθρώπινο σῶμα, ποὺ περιμένει τὴν Ἀνάστασι (18).»
Τὸ Σάββατο, λοιπόν, εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς λύπης καὶ τοῦ θρήνου γιὰ τοὺς νεκρούς, ἐνῶ ἡ Κυριακὴ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς χαρᾶς καὶ τῆς εὐφροσύνης γιὰ τὴν ἀναμενόμενη κοινὴ Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Ἀφοῦ ἡ Κυριακὴ ἔχει τέτοιο συμβολισμό, αὐτὸ πρέπει νὰ μαρτυρεῖται καὶ νὰ διακηρύσσεται,
«... καὶ τίποτε δὲν πρέπει νά ἀμαυρώση ἢ νὰ σκεπάση ἢ νά κρύψη αὐτὸ τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς ἡμέρας τοῦ Κυρίου, μὲ τὴν ὁποία ὅλες οἱ ἡμέρες, ἑπομένως καὶ τὸ Σάββατο, ἀποκτοῦν τὸ πραγματικὸ καὶ αἰώνιο νόημά τους (19)».
Τὸ κάθε σύμβολο ἀντιστοιχεῖ σὲ μία ὁρισμένη πραγματικότητα καὶ, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Νικόδημος, δὲν πρέπει νὰ ἀμιγνύωνται τὰ διάφορα σύμβολα, οὔτε οἱ διάφορες, μεταξύ τους. Ἀλλὰ, θὰ μποροῦσε νά ρωτήσει κανείς, τί σημασία ἔχουν τὰ σύμβολα γιὰ τὴν ζωή μας; Τί μποροῦν νὰ μᾶς προσφέρουν; Ὅσο περισσότερο συναρμόζεται καὶ ταυτίζεται ὁ φυσικὸς ρυθμὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν Θεανθρώπινη οἰκονομία, τὰ ἱστορικὰ γεγονότα μὲ τὴν λειτουργικὴ ἀνάμνηση καὶ συμβολισμὸ τῆς ἑορτῆς, τόσο περισσότερο ριζώνει ὁ ἄνθρωπος μέσα στό μυστήριο τῆς Θείας ζωῆς, καὶ ἤδη ἐδῶ στὴν γῆ ἀρχίζει νά συνηθίζει πρὸς τὴν αἰώνια ζωή, ἀρχίζει νά ζῆ σὲ ἄλλες διαστάσεις. Ἔτσι ὁ χρόνος μέσα στὸν ὁποῖο μένομε τώρα, ἑνώνεται μὲ τγην αἰω νιότητα, μέσα στὴν ὁποῖα θά ζήσομε στὸ μέλλον. Ὁ κόσμος μεταμορφώνεται καὶ ὁ ἄνθρωπος θεοῦται καὶ ἠ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά προετοιμάσει ἤδη ἐδῶ στὴν γῆ τὰ τέκνα της γιὰ τὴν ἄλλη, αἰώνια ζωή.
Τὸ βασικώτερο μέσο προετοιμασίας γιὰ τὴν μέλλουσα ζωὴ εἶναι ἡ Θ. Μετάληψη, μέσῳ τῆς ὁποίας ἐμεῖς, ποὺ ζοῦμε ἐπὶ τῆς γῆς, ἑνωνώμαστε κατὰ χάριν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ προγευόμαστε τὴν αἰώνια ζωή. Ἐδῶ πρέπει νὰ ὑπογραμμίσωμε ὅτι ἡ ἐπιστροφὴ τῶν Κολλυβάδων πρὸς τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ τάξη τῆς συχνῆς θείας Μεταλήψεως δὲν εἶναι ἁπλὴ ἀποκατάσταση τῆς παλαιᾶς παραδόσεως, ἀλλ᾿ ὑπαρξιακὴ ἀνάγκη. Προκειμένου νὰ ζοῦν πνευματικά, νὰ προσηλώνονται πρὸς τὸν Θεό, πρέπει νὰ ἔχουν καὶ τὴν ἀντίστοιχη πνευματικὴ ἐνίσχυση, τὴν θεία τροφή, τὸν «οὐράνιο Ἄρτο».
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ εἶχε ἐπικρατήσει ἡ συνήθεια μεταξύ τῶν χριστιανῶν νὰ μεταλαμβάνουν μόνο δύο ἢ τρεῖς φορὲς τὸν χρόνο, γιὰ νὰ μὴν ὐποτιμοῦν δῆθεν τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς Θ. Κοινωνίας. Αὐτὴ τὴν στάση, δηλαδὴ τὴν ἀραιὰ Θ. Κοινωνία, ὑπερασπίσθηκαν οἱ Ἀντικολλυβάδες, μολονότι αὐτὴ δὲν ἦταν ποτὲ κανόνας τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ᾿ ἀντίθετα ἕνα παροδικὸ γέννημα κάποιων ἱστορικῶν συνθηκῶν. Οἱ Κολλυβάδες, ὅμως, εἶχαν:
«... τὴν πεποίθησι ὅτι ἡ Θ. Μετάληψις δὲν εἶναι ἐπιβράβευσις τῶν τελείων, ἀλλ᾿ ἐνίσχυσις τῶν ἀτελῶν εἰς τὸν πνευματικό τους ἀγῶνα καὶ ἐπιμελοῦντο καὶ συνιστοῦσαν τὴν συχνὴ προσέλευση στὸ ποτήριο τῆς ζωῆς (20)».
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ βλέπομε τοὺς ἱεροπρεπεῖς Κολλυβάδες νὰ ἐνδιαφέρονται πρωτίστως γιὰ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς, νὰ ψάχνουν γιὰ τὴν οὐσιαστικὴ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ θὰ μπορέσει νὰ ἀναγεννήσει τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ τοὺς προετοιμάσει γιὰ τὴν χριστοειδῆ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ζωή. Γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶναι τυχαῖο πὼς οἱ Κολλυβάδες ἔστρεψαν τὰ βλέμματά τους πρός τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀντλώντας μέσα ἀπὸ τὰ συγγράμματά τους τὴν ἀληθινὴ φιλοσοφία.
5. Η ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
α΄. Στὴν Ἑλλάδα.
Μία ἀπὸ τὶς πιὸ σημαντικὲς προσφορὲς τῶν Κολλυβάδων εἶναι καὶ ἡ ἔκδοση τῆς «Φιλοκαλίας». Ὅπως ἔχομε ἀναφέρει ἡ περισσότερη τιμὴ γιὰ τὴν συλλογή της ἀνήκει στὸν ἅγιο Μακάριο, ἀλλὰ πρέπει νὰ προσθέσωμε ἐδῶ καὶ τὸ ὄνομα τοῦ ἀόκνου "θεολόγου τοῦ κινήματος", τοῦ ὁσίου Νικοδήμου, ὁ ὁποῖος ἐπεξεργάσθηκε ὅλα τὰ πατερικὰ κείμενα ποὺ τοῦ προσέφερε ὁ ἅγιος Μακάριος.
Ἀφοῦ στερήθηκε τήν Μητρόπολή του, ὁ ἅγιος Μακάριος, ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε ὑλικὸ βάρος, πάμπτωχος, ἀνεχώρησε πρὸς τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀλλὰ πρῶτα ἐπισκέφθηκε πολλὲς μοναστηριακὲς βιβλιοθῆκες τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδος καὶ τῶν νησιῶν, ἐρευνώντας γιὰ τὰ νηπτικὰ, ἡσυχαστικὰ κείμενα τῶν Πατέρων. Ὅμως, τί παρεκίνησε τὸν Ἅγιο πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση; Ὅπως εἴπαμε ἤδη, ὁ ἅγιος Μακάριος πρὶν νὰ γίνει Μητροπολίτης Κορίνθου ἦταν δάσκαλος καὶ γνώρισε ἐμπειρικὰ τὴν πνευματικὴ κατάσταση τοῦ Γένους. Ἀπό τότε ἤδη εἶχε ὀρθὰ διαβλέψει ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκτήσει φρόνημα γνήσια ὀρθόδοξο, χωρὶς θεολογικὸ ἦθος καὶ ὀρθοπραξία. Ἐξ ἴσου καὶ ὁ πνευματικὸς ἀγῶνας καὶ ὁ μοναχισμὸς δὲν μποροῦν νὰ προκόψουν καὶ νὰ ἔχουν καρποὺς χωρὶς θεολογικὴ θεμελίωσι καὶ πρακτικὸ ὁδηγό, γέροντα. Καὶ ὅλα αὐτὰ ὁ Ἅγιος Μακάριος τὰ εἶδε συγκεντρωμένα στὰ ἔργα τῶν Νηπτικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Γι'αὐτὸ ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωὴ του ἀφιέρωσε σὲ αὐτὸν τὸν σκοπό.
Ἔχοντας φθάσει λοιπὸν στὸ Ἅγιον Ὄρος ὁ Ἅγιος Μακάριος εἶχε ἤδη πολλὰ κείμενα τὰ ὁποῖα ἐμπλούτησε περισσότερο μετὰ ἀπὸ τὴν ἔρευνα στὶς ἐκεῖ βιβλιοθῆκες καὶ συγκεκριμένα στὴν Ἱ.Μονὴ Βατοπαιδίου ποὺ
«... ἀνεκάλυψε θησαυρὸν, ἤτοι βιβλίον περὶ ἑνώσεως τοῦ νοὸς μετὰ τοῦ Θεοῦ συλλεχθὲν εἰς ἀρχαίους χρόνους ἀπὸ μεγάλων ζηλωτῶν ἐκ πάντων τῶν Ἁγίων (21).»
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἐγκαταστάθηκε στὴν Σκήτη τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου στὶς Καρυὲς καὶ ἀκριβῶς ἐκεῖ ἐκάλεσε τὸν νεαρὸ ἀκόμα μοναχὸ Νικόδημο, ποὺ εἶχε τότε ἡλικία εἰκοσιοκτὼ ἐτῶν, καὶ τὸν παρεκάλεσε νὰ θεωρήσει τὴν Φιλοκαλία.
Τὴν ὀγκώδη συλλογὴ αὐτὴ ποὺ συμπεριέλαβε ὅλα τὰ κείμενα ἀσκητικῶν συγγραφέων ἀπὸ τὸν Δʹ μέχρι ΙΔʹ αἰῶνα, ὁ Ἅγιος Μακάριος ὀνόμασε «Φιλοκαλία». Τὴν ὀνομασία αὐτὴ ἐπῆρε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο (+381), ὁ ὁποῖος πρῶτος ἔτσι ὀνόμασε τὴν ἐπιλογὴ τῶν τμημάτων ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Ὡριγένη καὶ τὴν ὁποία παρουσίασε στὸν φίλο του Μέγα Βασίλειο. Ἡ λέξη Φιλοκαλία σημαίνει ἀγάπη πρὸς τὴν ὀμορφιά, πρὸς τὸ κάλλος.
Στὸν Ἅγιο Νικόδημο ἔμελλε νὰ θεωρήσει αὐτὸ τὸν τεράστιο ὄγκο χαρτιῶν ποὺ τοῦ παρουσίασε ὁ Ἅγιος Μακάριος. Ἔπρεπε νὰ διαβάσει, νὰ ἐπιλέξει καὶ νὰ ἐπεξεργαστεῖ αὐτὸν τὸν «θησαυρὸ», νὰ γράψει σύντομες βιογραφίες τῶν συγγραφέων τῆς συλλογῆς καὶ νὰ συντάξει τὸ προοίμιο. Ἡ δουλειὰ ἦταν μεγάλη ἀλλὰ εὐχάριστη, ἐπειδὴ συνέβαλε στὴν πνευματικὴ πρόοδο τοῦ ἰδίου τοῦ Νικοδήμου. Ἐπεξεργάζοντας τὰ κείμενα τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, ἂν μποροῦμε νὰ ἐκφραστοῦμε ἔτσι, κυριολεκτικὰ ἀφομοίωσε ὅλα ὅσα γράφτηκαν ἐκεῖ. Φυσικὰ αὐτὴ ἡ δουλεία ἐκτελέστηκε ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τοῦ Ἁγίου Μακαρίου. Ἡ συνεργασία τῶν δύο Ἁγίων ἄρχισε τὸ 1777 καὶ τελείωσε σὲ πολὺ σύντομο χρονικὸ διάστημα. Ἤδη τὸ 1782 στὴν Βενετία ἐκδόθηκε ἡ «Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν».
«Τὴν ἀξία τῶν προσπαθειῶν τους ἀποτιμᾶ κανεὶς βαθύτερα ἀναλογιζόμενος ὅτι τόσο εὐρὺ καὶ χρήσιμο ἔργο δὲν εἶχε μέχρι τότε ἀναληφθεῖ, ἀλλ' οὔτε μέχρι σήμερα νὰ ἔχει ὑποκατασταθεῖ ἀπὸ κάποιο καλύτερο (22).»
β΄. Στὴν Ρουμανία, Ρωσσία, κτλ.
Ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι τὸ φιλοκαλικὸ κίνημα ἐπηρέασε τὴν πνευματικὴ ζωὴ ὄχι μόνον τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ καὶ ἔμμεσα τῶν ὑπολοίπων Βαλκανικῶν λαῶν καὶ τῆς Ρωσίας. Ἡ ἀναγέννηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς σὲ αὐτὲς τὶς χῶρες εἶναι δεμένη μὲ τὸ ὄνομα τοῦ οὐκρανικῆς καταγωγῆς μολδαβοῦ στάρετς (γέροντος) Ἁγίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι (1722-94), ὁ ὁποῖος μετέφρασε τὴν «Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν» στὴν ἐκκλησιαστικο-σλαβονικὴ γλῶσσα.
Λίγο πρὶν ξεσπάσει ἡ ἔριδα τῶν μνημοσύνων, τὸ 1746 ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος ὁ Ἅγιος Παΐσιος ζητῶντας πνευματικὸ ὁδηγὸ τὸν ὁποῖο δὲν μποροῦσε νὰ βρεῖ οὔτε στὴν Ρωσία οὔτε στὴν Μολδαβία. Δὲν πραγματοποιήθηκε ὅμως ἡ ἐπιθυμία του καὶ ἐκεῖ. Διψῶντας γιὰ πνευματικὲς ὁδηγίες ἔστρεψε τὸ βλέμμα του πρὸς τὰ ἔργα τῶν Ἁγίων Πατέρων, τὰ ὁποῖα τὴν ἐποχὴ ἐκείνη δὲν εἶχαν ἀπήχηση. Ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ γεγονὸς τὸν παρεκίνησε νὰ μάθει τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ νὰ ψάχνει στὶς βιβλιοθῆκες τοῦ Ὄρους τὰ χειρόγραφα τῶν πατερικῶν κειμένων. Ἐγκαταστάθηκε στὴν Σκήτη τοῦ Προφήτου Ἠλιοὺ καὶ σιγὰ σιγὰ γύρω ἀπὸ αὐτὸν συναθροίστηκε ἡ ἀδελφότητα, ἡ ὁποία αὐξήθηκε σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἱερὰ χερσόνησο καὶ νὰ ἐπανέλθει στὴν Βλαχία, ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχαν συνθῆκες γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῆς ἀδελφότητος.
Φεύγοντας τὸ 1764 γιὰ τὴν Μολδαβία ἄφησε στὸ Ὄρος τὸν μαθητή του Γρηγόριο. Αὐτὸς προσκολήθηκε στὸν Ἅγιο Μακάριο τὸν ὁποῖο βοηθοῦσε στὴν ἀντιγραφὴ κωδίκων καὶ ταυτόχρονα ἐνημέρωνε σχετικὰ τὸν Ἅγιο Παΐσιο, τὸν ὁποῖο καὶ προμήθευε μὲ χειρόγραφα νηπτικοῦ περιεχομένου (23). Μόλις τὸ 1782 ἐκδόθηκε ἡ «Φιλοκαλία» ὁ Παΐσιος τὴν ἐπῆρε καὶ μετέφρασε στὴν σλαβονικὴ γλῶσσα.
Στὴν ρωσσικὴ Φιλοκαλία ὀφείλεται ἡ ἀναγέννηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῆς Ρωσσίας τοῦ ΙΗʹ αἰῶνα, ἐξοχώτερος ἐκπρόσωπος τῆς ὁποίας ἦταν ἡ Μονὴ τῆς Ὄπτινα, ποὺ ἄσκησε ἀποφασιστικὴ ἐπίδραση καὶ στὴν ὁμάδα τῶν σλαβοφίλων στοχαστῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν καμμία ἀπολύτως σχέση μὲ τοὺς πανσλαβιστές. Οἱ ἀπόψεις τῶν σλαβοφίλων συμπίπτουν μὲ τὶς ἀπόψεις τῶν παραδοσιακῶν τῆς Ἑλλάδος, ὥστε
«... ἡ χώρα ξαναβρίσκοντας τὶς λαϊκὲς, ὀρθόδοξες ρίζες της θὰ μποροῦσε νὰ προικισθεῖ μὲ μία παιδεία σύμφωνη μὲ τὸ αὐθεντικὸ πνεῦμα τοῦ Χριστιανισμοῦ (24).»
Αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ γεγονὸς τῆς πνευματικῆς ἐπιδράσεως τῶν Κολλυβάδων ἔδωσε τὸ δικαίωμα στὸν Ἀρχιμ. Ἀμφιλόχιο Ράντοβιτς νὰ μιλάει γιὰ «Φιλοκαλικὸ κίνημα» ἀντὶ γιὰ «κολλυβαδικὸ», λέγοντας ὅτι μία τέτοια ὀνομασία δὲν μπορεῖ «... νὰ ἐκφράζει, οὔτε νὰ συμπεριλάβει ὅλες τὶς διαστάσεις αὐτοῦ τοῦ πολύπλευρου κινήματος (25)». Ὅμως σύμφωνα καί μὲ ὅσα ἔχουν ἀναφερθεῖ, ὁ ὅρος «κολλυβαδικό» κίνημα, δὲν ἀποκλείει καθόλου τὴν «φιλοκαλικὴ» ἔννοιά του.
6. Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Μετὰ τὴν ἔριδα τῶν μνημοσύνων, οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς Κολλυβάδες τοῦ Ἄθω ἐξακολούθησαν νὰ ἀφήνουν τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ νὰ σκορπίζονται στὴν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα, ἰδιαιτέρως στὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου, ἱδρύοντας μοναστήρια ποὺ ἔγιναν οἱ ἑστίες τῆς διαδόσεως τῶν ἰδεῶν τοῦ ἀφυπνιστικοῦ αὐτοῦ κινήματος.
Μία σημαντικὴ ὄψη τοῦ ρόλου τους ὑπῆρξε τὸ λειτούργημα τοῦ πνευματικοῦ πατρός-γέροντος καὶ συμβούλου τοῦ ὑπόδουλου λαοῦ. Πολλὲς φορὲς στάθηκαν οἱ καθοδηγητὲς καὶ ἐμψυχωτὲς τῶν Νεομαρτύρων τῆς Ὀθωμανικῆς κυριαρχίας. Αὐτοὶ συνήθως ἦταν χριστιανοὶ ποὺ σὲ μία στιγμὴ ἀδυναμίας, ἐγκατέλειψαν τὴν πίστη τους καὶ ἀσπάστηκαν τὸν ἰσλαμισμὸ ἀπὸ φόβο ἢ συμφέρον. Κυριευμένοι ἀπὸ μετάνοια, ἔμπαιναν στὴν καθοδήγηση κάποιου ὀνομαστοῦ μοναχοῦ, περνοῦσαν μερικὰ χρόνια σὲ μία αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ ἀκριβὴ τακτικὴ τῆς ἡσυχαστικῆς προσευχῆς, καὶ μετὰ πήγαιναν νὰ μαρτυρήσουν ἐπισήμως τὴν ἐπιστροφὴ τους ἐνώπιον τῶν Ὀθωμανῶν, ὅπου καὶ καταδικάζονταν σὲ θάνατο. Τὸ παράδειγμά τους ὑπῆρξε ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια στηρίγματα τῆς πίστεως τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ὑπὸ τὴν κυριαρχία τῶν μουσουλμάνων (26).
Ἀλλὰ ἡ προσφορὰ τῶν ἁγίων Γερόντων Κολλυβάδων ἐπεκτάθηκε καὶ σὲ ἄλλους τομεῖς τῆς ἐθνικῆς ζωῆς, ὅπως τὴν ὑποστήριξη τῶν ἀγωνιστῶν γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ γένους ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγό. Χαρακτηριστικὸ τὸ παράδειγμα τῆς κολλυβαδικῆς Μονῆς Εὐαγγελισμοῦ στὴ νῆσο Σκιάθο.
«Κάθε φορὰ ποὺ ἡ παραμονὴ τῶν ἁρματωλῶν τῆς Θεσσαλίας καὶ Μακεδονίας στὴν στεριὰ καταντοῦσε ἀδύνατη, εὕρισκαν καταφύγιο στὴν γειτονικὴ Σκιάθο, ὅπου οἱ φιλόξενοι μοναχοὶ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τοὺς προσέφεραν μὲ κάθε προθυμία ὅλη τὴν δυνατὴ περίθαλψη "ἄρτους, κρέατα, τυροὺς καὶ οἶνον" (27).»
Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἐθνικῆς του προσφορᾶς τὸ μοναστῆρι ἐξαιρέθηκε ἀπὸ τὴν φορολογία μὲ ἀπόφαση τῆς τότε Κυβερνήσεως.
Ἀλλὰ δὲν περιορίστηκε μόνον σὲ αὐτὲς τὶς προσφορὲς καὶ ἐπιδράσεις ἡ Μονὴ Εὐαγγελισμοῦ Σκιάθου. Ἡ Μονὴ ἀνέπλασε πνευματικὰ, προετοίμασε ψυχικὰ καὶ χάρισε στὴν Ἑλλάδα τοὺς δύο μεγάλους χριστιανοὺς λογοτέχνες της, τοὺς δύο Σκιαθίτες Ἀλεξάνδρους, τὸν Παπαδιαμάντη καὶ τὸν Μωραϊτίδη, τῶν ὁποίων ἡ θρησκευτικότητα, ἢ πιὸ σωστὰ χριστιανικότητα, στάθηκε ἕνα φαινόμενο μοναδικὸ ὣς τώρα στὴν νεοελληνικὴ λογοτεχία (28).
Ἐδῶ δὲν θὰ μιλήσομε γιὰ τὴν βιογραφία τῶν δύο λογοτεχνῶν, ἀλλὰ θὰ στρέψομε τὴν προσοχή μας πρὸς τὶς ρίζες τῆς πνευματικότητάς τους. Μολονότι γεννήθηκαν ἕναν αἰῶνα ἀργότερα ἀπὸ τὴν περίοδο ἀκμῆς τοῦ κολλυβαδικοῦ κινήματος, ἐπηρεάστηκαν πολὺ ἀπὸ τὴν διαχρονικότητα τῆς φιλοκαλικῆς πνοῆς του, ποὺ ἁπλώθηκε στὴ ὄμορφη νῆσο Σκιάθο μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, τὸ «νέο μοναστῆρι», ὅπως τὸ ἀποκαλοῦσαν οἱ ντόπιοι. Ἱδρυτὲς του τὸ 1794 οἱ ἐξορισμένοι ἁγιορεῖτες Κολλυβάδες, ὁ ἱερομόναχος Γρηγόριος Σκιαθίτης καὶ ὁ γέροντάς του ἱερομόναχος Νήφων ὁ Χίος, ὁ ὁποῖος στάθηκε καὶ ὁ πρῶτος ἡγούμενος ἐκεῖ, ἐπικληθεὶς ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του «νέος κοινοβιάρχης», γνήσιος ἐνσαρκωτὴς τοῦ κολλυβαδικοῦ πνεύματος ποὺ τὸ μετέδωσε ἀνόθευτο στὸ κοινόβιό του. Τὸν διαδέχθηκε ὁ μαθητὴς του Γρηγόριος, τοῦ ὁποίου ἡ ἡγουμενία ἦταν πολὺ σύντομη, ἀφοῦ πέθανε μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια.
Τὸν Γρηγόριο διαδέχθηκε ὁ Φλαβιανὸς, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθηκε ἕνας ἀπὸ τοὺς σπουδαιοτέρους στυλοβάτες τοῦ κοινοβίου αὐτοῦ. Αὐτὸν διαδέχθηκε ὁ Ἀλύπιος, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀδελφὸς τοῦ λόγιου Ἐπιφανείου Δημητριάδη, «τοῦ Λογιωτάτου», ὅπως τὸν ἀποκαλοῦσαν τότε. Ὁ γιὸς τοῦ Δημητριάδη καὶ ἀνεψιὸς τοῦ Ἀλυπίου ἦταν ὁ περίφημος γέρων Διονύσιος. Αὐτὸς, παραφυάδα τῶν ἱεροπρεπῶν ἐκείνων Κολλυβάδων, ἦταν συγγενὴς ἐξ αἵματος μὲ τὸν παπα-Ἀδαμάντιο Μωραΐτη, τὸν πατέρα τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη καὶ θεῖο τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη. Ὁ γέρων Διονύσιος ἐκτιμᾶτο τόσο πολὺ ἀπὸ τὰ πνευματικὰ του τέκνα, ὥστε νά γράψει γι᾿ αὐτὸν ὁ Παπαδιαμάντης:
«Ἐὰν ἐγεννᾶτο πρὸ τοῦ Δ΄ αἰῶνος, θὰ ἦτο μάρτυς· ἐὰν μετὰ τὸν Δ΄ αἰῶνα, ὅσιος (29).»
Ἀπὸ τέτοια περίφημη γενιὰ κρατοῦσαν τὴν φλέβα τους οἱ δύο αὐτοὶ ἐξάδελφοι. Νεκρολογῶντας τὸν ἱερέα πατέρα του ὁ Παπαδιαμάντης τὸ 1895 γράφει ὅτι αὐτὸς «ἐδιδάχθη τὴν τέλεσιν τῶν μνημοσύνων παρὰ τῶν ἱεροπρεπῶν Κολλυβάδων (30)».
Συνειδητοποιώντας οἱ δύο Ἀλέξανδροι αὐτὴν τὴν πνευματικὴ καὶ σαρκικὴ καταγωγὴ τους ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς Κολλυβάδες, τοὺς σέβονται, τοὺς τιμοῦν, τοὺς ἀγαποῦν, ἀλλὰ καὶ ἐμβαπτίζουν τὴν πέννα τους στὸ κολλυβαδικὸ πνεῦμα τους. Ὁ Μωραϊτίδης πλέκει τὸ ἐγκώμιο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ὀνομάζοντάς τον «μέγαν Διδάσκαλον τοῦ αἰῶνος». Ἀλλὰ καὶ ὁ Παπαδιαμάντης στὸ διήγημά του «Τὸ Χατζόπουλο», μιλῶντας γιὰ τὸν π. Νήφωνα, τόν π. Γρηγόριο καὶ τοὺς ἄλλους συνασκητές τους, προσθέτει ἐπεξηγηματικά:
«Οὗτοι... ἦσαν οἱ λεγόμενοι Κολλυβάδες ὑποστάντες διωγμὸν καὶ εἰς αὐτὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, διότι ἐπέμενον εἰς τὴν ἀκρίβειαν, καὶ δι᾿ ἄλλα πολλὰ πράγματα, καὶ ὅπως μὴ τὰ μνημόσυνα τῶν νεκρῶν τελῶνται τὰς Κυριακάς. Ψυχοσάββατον ὑπάρχει, ἀλλὰ ψυχοκυριακὴν ἠκούσατε ποτέ σας χριστιανοί; (31).»
Ἡ σημασία, ποὺ δίνει ὁ Παπαδιαμάντης στὴν λειτουργικὴ καὶ λατρευτικὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, μᾶς φανερώνει πάλι τοὺς πνευματικοὺς προγόνους του.
Τὰ παιδικὰ χρόνια γιὰ κάθε ἄνθρωπο εἶναι πολύτιμα, ἐπειδὴ προσφέρουν τὶς ἀνεξάλειπτες ἀναμνήσεις μιᾶς ἀμέριμνης καὶ εὐτυχισμένης ζωῆς. Ἀλλὰ περισσότερο αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ἀνθρώπους μὲ καλλιεργημένη ψυχή, ὅπως τοὺς δύο Ἀλεξάνδρους, οἱ ὁποῖοι ἀναπολοῦν συχνὰ αὐτὰ τὰ θαυμάσια χρόνια, ὅταν μὲ μεγάλη χαρὰ ἔτρεχαν στὸ μοναστήρι τῆς Εὐαγγελιστρίας, στοὺς καλοὺς καὶ εὐλαβεῖς μοναχούς. Νοσταλγικὲς εἶναι οἱ ἀναμνήσεις γιὰ τὶς κατανυκτικὲς ψαλμωδίες τῶν νυκτερινῶν ἀγρυπνιῶν καὶ τὰ μελωδικὰ κελαηδήματα τῶν ἀηδονιῶν τῆς αὐγῆς.
Δὲν θὰ εἶχε ἡ Ἑλλάδα ἕναν Μωραϊτίδη ἐὰν δὲν τοῦ ἔλεγε ὁ γέρων Διονύσιος: «Πήγαινε νὰ μάθης γράμματα!», ὅταν ὁ ἔφηβος Ἀλέξανδρος ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία νὰ γίνει μοναχός. Ἔτσι μὲ αὐτὴν τὴν προτρεπτικὴ συμβουλὴ τοῦ Γέροντος κέρδισε τὸν Μωραϊτίδη ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ λογοτεχνία (32). Ἀλλ᾿ αὐτός, μένοντας πιστὸς στὸν νεανικό του πόθο, ἔγινε μοναχὸς στὰ τέλη τὴς ζωῆς του μὲ τὸ ὄνομα Ἀνδρόνικος.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ἄραγε, μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτά, μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ «σκοταδιστὲς καὶ στενόμυαλους» Κολλυβάδες, ἢ μήπως πρόκειται γιὰ τοὺς ἐκπροσώπους ἑνὸς ἀναγεννητικοῦ κινήματος στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ ὁποῖο ἔδωσε καινούρια πνοὴ στὴν πνευματικὴ ζωὴ τοῦ γένους; Ἡ ἀπάντηση εἶναι μᾶλλον αὐτονόητη...
Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων ἀπασχόλησε ζωηρὰ κατὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη σχεδὸν ὅλους. Πλῆθος κληρικῶν καὶ λαϊκῶν ἀσχολήθηκε μὲ τὸ πρόβλημα τῆς ἐποχῆς, γεγονὸς ποὺ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ, κατὰ τὸν γερμανὸ θεολόγο N. Bonwetsch, «ὡς ἕνα ἀκόμη δεῖγμα τῆς ἀφυπνιζομένης πνευματικῆς ζωῆς τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους κατὰ τὸν ΙΗ΄ αἰῶνα (33)».
Ἔτσι τελειώνοντας, καὶ ὡς ἀνακεφαλαίωση τῆς παρούσης ἐργασίας, νομίζω πὼς δὲν θὰ μπορέσω νὰ προσθέσω τίποτε παραπάνω ἀπὸ ὅσα ἀναφέρει ἐπὶ τοῦ θέματος ὁ καθηγητὴς π. Γ. Μεταλληνός:
«Ἡ ἐμφάνιση τῶν Κολλυβάδων τὸν ΙΗ΄ αἰῶνα στὸν Ἁγιορειτικό, καὶ εὐρύτερα στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, σημειώνει μία δυναμικὴ ἐπιστροφὴ στὶς ρίζες τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως, στὸ κέντρο τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Τὸ "κίνημά" τους, ὅπως ὀνομάσθηκε, εἶναι ἀναγεννητικό, ὅσο καὶ παραδοσιακό· προοδευτικό, ὅσο καὶ πατερικό· μὲ μία λέξη: γνήσια ὀρθόδοξο. Δέχθηκε πολλὲς ἐπιθέσεις, παρεξηγήθηκε, διαβλήθηκε ἀπὸ ὅλους ἐκείνους, ποὺ θρεμμένοι μὲ τὸ σκοτάδι τοῦ δυτικοῦ, φραγκικοῦ σχολαστικισμοῦ καὶ ἀποκομμένοι ἀπὸ τὶς Πατερικὲς ρίζες, δὲν μποροῦσαν νὰ τὸ καταλάβουν, γιατὶ εἶχαν μάθει νὰ βλέπουν τὸ ξένο σὰν δικό τους καὶ τό δικό τους σὰν ξένο...
Στὸν δύσκολο ἱστορικὰ ΙΗ΄ αἰῶνα θέλησαν οἱ Κολλυβάδες νὰ ἀντιτάξουν στὸ ρεῦμα τοῦ διαφωτισμοῦ, ποὺ μὲ τὸν ὑπερτροφικὸ λογικισμό του ἀπειλοῦσε τὴν πίστη καὶ τὴν ἐκκλησιαστική παράδοση τοῦ τόπου, τὴν μυστικὴ ἐμπειρία τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ σώζει τὸν ἄνθρωπο θεώνοντάς τον. Μία ὁμάδα μοναχῶν, ποὺ ζῆ μέσα στὴν Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ παράδοση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, παίρνει τὴν ἀφορμὴ ἀπὸ κάποιο συγκεκριμένο γεγονός, ὄχι δίχως θεολογικὲς προεκτάσεις, γιὰ νὰ φωτίσει τὴν σωστὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας (34).»
Ἰούνιος 2001.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ἁγίου Ἀθανασίου Παρίου, "Δήλωσις τῆς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ταραχῶν ἀληθείας", Ἀθήνα 1988.
Ἀρχ. Ἀμφιλοχίου Ράντοβιτς, "Ἡ Φιλοκαλικὴ Ἀναγέννησι τοῦ XVIII καὶ XIX αἰ. καὶ οἱ πνευματικοὶ καρποί της", ἔκδ. "Ἱδρύματος Γουλανδρῆ-Χόρν", Ἀθήνα 1984.
Βερίτη Γ., "Τὸ ἀναμορφωτικὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων καὶ οἱ δύο Ἀλέξανδροι τῆς Σκιάθου", περιοδ. "Ἀκτῖνες", τ. 6, σ. 99-110, Ἀθήνα 1943.
"Βίος καὶ πολιτεία Ἱεροθέου τοῦ μακαρίου γέροντος", ἔκδ. "Τῆνος", Ἀθήνα 1994.
Ἐπιφανιάδη Π., "Ὁ γέροντας Διονύσιος", Ἀθήνα 1983.
Θ.Η.Ε. (Θρησκευτικὴ κι Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία), Ἀθήνα 1965.
π. Γ. Μεταλληνοῦ, "Μικρὰ ἱστορικά", σελ. 27-30, ("Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων"), ἔκδ. Πολιτιστικοῦ Ὁμίλου "Οἱ Ρίζες", Λευκωσία 1988.
Μπαστιᾶ Κ., "Παπαδιαμάντης", Ἀθήνα 1974.
Παπαδοπούλου Σ., "Ἅγιος Μακάριος Κορίνθου", ἔκδ. "Ἀκρίτας", Ἀθήνα 2000.
Παπουλίδη Κ., "Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων", ἔκδ. "Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1971.
Παπουλίδη Κ., "Μακάριος Νοταρᾶς (1731-1805)", ἔκδ. "Ἀποστ. Διακ. Ἐκκλ. Ἑλλ.", Ἀθήνα 1974.
Πάσχου Π., "Ἐν ἀσκήσει καὶ μαρτυρίῳ", ἔκδ. "Ἁρμός", Ἀθήνα 1996.
Ἀρχιμ. Πλακίδα Deseille, "Φιλοκαλία", ἔκδ. "Ἀκρίτας", Ἀθήνα 1999.
Ταχιάου Α., "Ὁ Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ (1722-94) καὶ ἡ ἀσκητικοφιλολογικὴ σχολή του", ἔκδ. "Ἰνστιτούτου Βαλκανικῶν Σπουδῶν", Θεσσαλονίκη 1973.
Τζώγα Χ., "Ἡ περὶ μνημοσύνων ἔρις ἐν Ἁγίῳ Ὄρει κατὰ τὸν ΙΗ΄ αἰ.", Θεσ/νίκη 1969.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1) Ἀμφιλοχίου, σελ. 11.
(2) Ἀμφιλοχίου, σελ. 12.
(3) Ἀμφιλοχίου, σελ. 8.
(4) Ἀμφιλοχίου, σελ. 16.
(5) Βερίτη, σελ. 100.
(6) Παπουλίδη, σελ. 28.
(7) Ἀμφιλοχίου, σελ. 23.
(8) Παπουλίδη, σελ. 52.
(9) Τζώγα, σελ. 59.
(10) Τζώγα, σελ. 28.
(11) "Βίος Ἱεροθέου...", σελ. 24.
(12) Τζώγα, σελ. 47.
(13) Μπαστιᾶ, σελ. 42.
(14) Βλ. Παπουλίδη, σελ. 39.
(15) Παπουλίδη, σελ. 41.
(16) Ἀμφιλοχίου, σελ. 25.
(17) Βλ. Παπουλίδη, σελ. 43.
(18) Ἀμφιλοχίου, σελ. 27.
(19) Ἀμφιλοχίου, σελ. 28.
(20) "Βίος Ἱεροθέου...", σελ. 12.
(21) Ταχιάου, σελ. 109-110.
(22) Βλ. Παπαδοπούλου, σελ. 51.
(23) Παπαδοπούλου, σελ. 46.
(24) Πλακίδα, σελ. 258.
(25) Ἀμφιλοχίου, σελ. 10.
(26) Πλακίδα, σελ. 249-250.
(27) Βερίτη, σελ. 104.
(28) Βερίτη, σελ. 99.
(29) Βερίτη, σελ. 108.
(30) Μπαστιᾶ, σελ. 37.
(31) Μπαστιᾶ, σελ. 38.
(32) Ἐπιφανιάδη, σελ. 134.
(33) Θ.Η.Ε., τόμ. 7, σελ. 742.
(34) Μεταλληνοῦ, σελ. 27.
(Πηγή: «ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ», Νικολάου Ντανυλέβιτς, Φοιτητοῦ τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας, Η Άλλη Όψις)
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Κολλυβάδων Πατέρων τὴν χορείαν τιμήσωμεν, Πνεύματος Ἁγίου τοὺς μύστας, οἰκονόμους τῆς χάριτος, Χριστοῦ τὸ Εὐαγγέλιον ἡμῖν, ἐδίδαξαν ἐν χρόνοις χαλεποῖς· καὶ ἀστέρες ὡς ὑπέρφωτοι τῶν ψυχῶν, τῆς πλάνης σκότος λύουσιν· χαίροις, τῶν θεοφόρων ἡ πλειάς, χαίρετε γένους στήριγμα, χαίρετε ἀληθείας οἱ πυρσοί, καὶ πίστεως ἐκφάντορες.
Κοντάκιον Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Κατὰ χρέος ἅπαντες, τῶν Κολλυβάδων, τὴν χορείαν μέλψωμεν, τοὺς ἐν ὑστέροις τοῖς καιροῖς, τρανῶς ἡμῖν ἐκδιδάξαντας· τῆς ἀληθείας, τὸ μέγα μυστήριον.
Ἕτερον Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῶν Κολλυβάδων τόν χορόν ἐγκωμιάσωμεν, τόν ἐν ὑστέροις τοῖς καιροῖς μεγαλουργήσαντα, ἐν σοφίᾳ καί συνέσει θεοκινήτῳ. Ἐκ τοῦ Ἀθωνος αἰθρίως ἁνατείλαντα, καί τήν κτίσιν ὑπερκάλως ὡραΐσαντα· πόθῳ μέλποντες· Λόγου χαίρετε σάλπιγγες.
Κάθισμα Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ. (Μετά τήν α' στιχολογιάν).
Τἁς σάλπιγγας Χριστοῦ, τάς ἠχούσας τῷ κόσμῳ, ζωῆς ἀληθινῆς, τόν θεόσδοτον νόμον, Πατέρας οὐρανόφρονας, Κολλυβάδας θαυμάσωμεν τούτοις χαίρετε, ἀπό καρδίας βοῶντες· τῆς ἀμείνονος, χαρᾶς ἡμᾶς κοινωνῆσαι, ἀξίους ποιήσατε.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος πλ. δ΄. Τὸ προσταχθέν. (Μετά τήν β' στιχολογιάν).
Τούς θεωρούς τῆς λαμπρᾶς φωτοχυσίας, καί κοινωνοῦντας τῆς ὑψίστης κληρουχίας, τούς ὡς Παῦλος τά κάλλη, οὐρανοῦ ὁρῶντας, Πατέρας τούς Κολλυβάδας οἱ γηγενεῖς, τιμῶντες ἐν ἐτησίοις ἑορτασμοῖς· πόθῳ κρείττονι εἴπωμεν, τῆς Ἀναστάσεως ἰδεῖν, ἡμᾶς καταξιώσατε· τήν ἀγήρω τερπνότητα.
Ἕτερον Κάθισμα Ἠχος δ' Κατεπλάγη Ἰωσήφ. (Μετά τόν Πολυέλεον).
Τά κειμήλια πιστοί, τῶν θεοσδότων δωρεῶν, καί χαρίτων δαψιλῶν, τοὺς πληρεστάτους ποταμούς, τούς Κολλυβάδας Πατέρες μεγαλυνοῦμεν. Τούτων τήν πολλήν ἐκθειάζοντες, δόξαν ἐκ Θεοῦ, ἥν ἐκτήσαντο· ὅτι φθαρτῶν ἠλὸγησαν ἐμφρόνως, ἵνα Κυρίῳ ἀρέσωσιν· Αὐτῶν ζηλοῦντες τήν πολιτείαν, τῶν κακῶν ἀποστῶμεν.
Ἕτερον Κάθισμα Ὴχος πλ. δ'. Ἀνέστης ἐκ νεκρῶν.
Πατὲρων Ἱερῶν, Κολλυβάδων τήν μνήμην, αἰνέσωμεν πιστοί, χαρμονικῶς βοῶντες· χαίρετε μαργαρίτες, τῆς Ἐκκλησίας οἱ πολυτίμητον χαίρετε, εὐλογίας· τῆς οὐρανίου πηγαί ἀθόλωτοι, Θεοφανείας ἔσοπτρα λαμπρά, καί φίλοι τῆς σοφίας.
Μεγαλυνάριον
Χαίρετε Πατέρες θεοειδεῖς, Κολλυβάδες θεῖεοι, Ἐκκλησία σάλπιγξ χρυσῆ· χαίρετε οἱ πράξει, καὶ λόγῳ δαδουχοῦντες, πιστοὺς εἰς τὸ γινώσκειν, δόγματα ἅγια.
Ὁ Οἶκος
Ἄπρατον τοῦ Κυρίου καί ἀνώνητον χάριν ἐκτήσασθε σοφοί Κολλυβάδες· ἐν ὁσίοις τρόποις ἐπί γῆς καλῶς αὐτήν ἐμπορευσάμενοι, καί ἄχρι βίου τελευτῆς ὑμῶν, ἐν ἀκριβεῖ συνέσει καί καρδίας καθαρότητι, φυλάξαντες ταύτην ἀμέμπτως. Διό καί χορηγεῑτε δαψιλεῖ χρηστότητι τὰς δωρεάς, τοῖς ἐπαινοῦσι τά ἐξαίρετα τῆς πολιτείας ὑμῶν ἔπαθλα, καί ψάλλουσιν ἀνεμποδίστως ταῦτα·
Χαίρετε ἔσοπτρα τῆς σοφίας·
χαίρετε ἄροτρα ἀληθείας.
Χαίρετε τοῦ θείου λόγου οἱ ἀκάματοι σπορεῖς·
χαίρετε θεολογίας οὐρανίου σκαπανεῖς.
Χαίρετε τούς ἐν τῇ πλάνῃ σώσαντες Χριστοῦ σαγήνη
χαίρετε ψυχάς πεινώντων θρέψαντες δικαιοσύνῃ.
Χαίρετε Σταυρόν Κυρίου ἄραντες προθύμῳ γνώμῃ·
χαίρετε ζυγόν τοῦ σκότους ἐκτινάξαντες ὡς κόνιν.
Χαίρετε Εὐαγγελίου οἱ κηρύξαντες τούς νόμους·
χαίρετε καρδίας δέει στέρξαντες θεσμοὺς πατρῴους.
Χαίρετε τῆς ἡσυχίας τῆς καλλίστης ἐρασταί·
χαίρετε τοῦ Παραδείσου λαμπροφόροι οἰκισταί.
Πηγή: Αγιορείτικες Mνήμες, Η Άλλη Όψις, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Φιλοκαλικοί Πατέρες του 18ου αιώνος
Η αγάπη του Θεού εχάρισε στην Εκκλησία αγιασμένους πατέρες, οι οποίοι εσφράγισαν τον 18ο και τον 19ο αιώνα με την φωτεινή παρουσία τους, την ορθόδοξη θεολογία τους, την αυστηρή ασκητική τους ζωή, τα θεοφώτιστα συγγράμματά τους και τις παραδοσιακές μοναστικές τους αρχές. Οι πατέρες μας αυτοί άφησαν ανεξίτηλη την σφραγίδα τους στην εκκλησιαστική ζωή μέχρι τις ημέρες μας. Ωνομάσθηκαν σκωπτικά «κολλυβάδες» και η πνευματική τους δραστηριότητα «κολλυβαδικό κίνημα», επειδή την αφορμή για την εμφάνισί της έδωσε το γεγονός ότι οι μοναχοί της Ιεράς Σκήτης της Αγίας Αννης τελούσαν τα «μετά κολλύβων» μνημόσυνα των κτιτόρων του ανακαινιζομένου τότε καθολικού ναού (Κυριάκου) της Σκήτης κατά την ημέρα της Κυριακής αντί του Σαββάτου. Στην συνείδησι της Εκκλησίας όμως οι «κολλυβάδες» θα παραμείνουν ως «οι Φιλοκαλικοί Πατέρες του 18ου και 19ου αιώνος» και το πολύπλευρο έργο τους ως «Φιλοκαλική Αναγέννησις», όπως εύστοχα τους ονομάζει ο Σεβ. Μητροπολίτης Μαυροβουνίου Αμφιλόχιος[1]. Οι επιφανέστεροι και γνωστότεροι από αυτούς τους πατέρες είναι ο άγιος Μακάριος επίσκοπος Κορίνθου, ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και ο άγιος Αθανάσιος ο Πάριος.
Λόγω της θεολογικής τους μαρτυρίας, οι αοίδιμοι «Φιλοκαλικοί πατέρες» υπέστησαν διωγμούς και εξορίες από το Αγιον Όρος. Ο άγιος Αθανάσιος ο Πάριος μάλιστα αδίκως αφορίσθηκε. Εν τούτοις η ακούσια διασπορά τους, στα νησιά του Αιγαίου κυρίως, δημιούργησε μία θαυμάσια πνευματική κίνησι με πολλούς και εύχυμους καρπούς. Τα χαρακτηριστικά αυτής της Φιλοκαλικής Αναγεννήσεως είναι επιγραμματικώς τα εξής[2]:
α) Ανανέωσαν την αυθεντική Ορθόδοξη πνευματική ζωή, καθώς οι ίδιοι, ασκηταί και θεολόγοι ταυτόχρονα, την εβίωσαν και την εδίδαξαν με τα θεόσοφα συγγράμματά τους.
β) Αντιστάθηκαν στην αλλοτρίωσι που προκαλούσε ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός μεταξύ των Ορθοδόξων[3].
γ) Στήριξαν στην Πίστι τους Ορθοδόξους λαούς. Ισχυρό ανάχωμα έναντι της λατινικής προπαγάνδας και του προτεσταντικού προσηλυτισμού υπήρξε το θεολογικό έργο των προκρίτων και μεγάλων «κολλυβάδων» θεολόγων, με το οποίο η Ορθόδοξος Εκκλησιολογία εύρισκε την απαραίτητη για την εποχή και τα προβλήματά της θεολογική κατοχύρωσι.
δ) Ανεπτέρωσαν το ηθικό των υποδούλων Ορθοδόξων καλλιεργούντες μαρτυρικό ήθος[4]. Ύπηρξαν αλείπται πολλών νεομαρτύρων.
ε) Έδειξαν ότι με την πιστότητά τους στην Ορθόδοξο Παράδοσι δεν καλλιεργούσαν την μισαλλοδοξία και τον σκοταδισμό, όπως εκατηγορούντο, αλλα επιβεβαίωναν την διαχρονικότητα του ευαγγελικου μηνύματος.
στ) Έδωσαν απάντησι στα αιτήματα των καιρών. Ανάμεσα σε αυτά ήταν η ανάγκη να επανασυνδεθή ο «κανών της προσευχής» με τον «κανόνα της πίστεως», δηλαδή να επανευρεθή το αυθεντικό λειτουργικό ήθος.
ζ) Ανέδειξαν νέους αγίους στην Εκκλησία. Η ίδια η ζωη των «κολλυβάδων» πατέρων ήταν προσανατολισμένη στην προοπτικη της κατά Χάριν θεώσεως και γι’ αυτό ωρισμένοι έδειξαν σημεία αγιότητος ή ανεκηρύχθησαν επισήμως άγιοι, αλλά και προέβαλαν με τα συγγράμματά τους την αγιότητα των αγίων νεομαρτύρων και συγχρόνων τους οσίων ανδρών.
Η παρακαταθήκη των ιερών αυτών ανδρών είναι πολύτιμη και στις ημέρες μας, καθώς η πρόκλησις από το παλαιό και πάντοτε παρόν στην εκκλησιαστική μας ζωή νεωτερικό ήθος μας υποχρεώνει να μετρούμε τις ενέργειές μας με τον γνώμονα του δικού τους ήθους. Οι άγιοι «κολλυβάδες» προέταξαν την θεολογία από την πρακτική ζωή. Η θεολογία και η ευσεβής παρόδοσις έπρεπε να καθορίζουν τον τρόπο της εκκλησιαστικης δράσεως. Η εποχή τους παρουσίαζε συμπτώματα παρόμοια με την δική μας. Στις ημέρες τους κατόπιν προσκλήσεως του Παροναξίας Ιωσήφ Δόξα καπουτσίνοι ιερομόναχοι εξομολογούσαν Ορθοδόξους πιστούς, γεγονός που προεκάλεσε την σφοδρή αντίδρασι του ιεροδιακόνου Μακαρίου του Πατμίου. Αλλά και ο οικουμενικός πατριάρχης Κύριλλος ο Ε’, ο οποίος με την συμφωνία των πατριαρχών της Ανατολής πλην του Αντιοχείας συνοδικώς απέρριψε ως άκυρο το λατινικό ράντισμα, απομακρύνθηκε από τον θρόνο του μετα από ενέργειες μητροπολιτών που διαφώνησαν με την απόφανσί του με κίνητρα μη θεολογικά και από σκοπιμότητες. Οι άγιοι «κολυββάδες» είχαν ταχθή θεολογικώς υπέρ της απόψεως του πατριάρχου Κυρίλλου Ε’[5]. Οι συμπροσευχές με ετεροδόξους, η τάσις αναγνωρίσεως του βαπτίσματος των ετεροδόξων και κάποιες κοινές ποιμαντικής φύσεως πρωτοβουλίες με τους ετεροδόξους, χάριν πρακτικών σκοπών και άλλων σκοπιμοτήτων, παρακάμπτουν και σήμερα τον «κανόνα της πίστεως».
Εξίσου αντίθετη προς το πνεύμα της Φιλοκαλικής Αναγεννήσεως των «κολλυβάδων» είναι η εκκοσμίκευσις, που παρατηρείται σε διαφόρους τομείς της εκκλησιαστικής μας ζωής και αλλοιώνει την πιστότητά μας στο αποστολο-παράδοτο ευαγγελικό ήθος της Εκκλησίας. Οι όσιοι «κολλυβάδες» πατέρες με τα φιλοκαλικα κείμενα που εξέδωσαν και με τα δικά τους θεόσοφα νηπτικά και ερμηνευτικά συγγράμματα προσέφεραν στον λαό του Θεού το αναλλοίωτο βίωμα της πατερικής Παραδόσεως. Στην Φιλοκαλία, την οποία επεξεργάσθηκαν οι άγιοι Μακάριος Κορίνθου και Νικόδημος ο Αγιορείτης, καταγράφονται η αγιοπνευματικη εμπειρία και η απλανής μέθοδος της νηπτικής εργασίας, όπως την έζησαν και την εδίδαξαν μεγάλοι θεολόγοι και ησυχασταί πατέρες της Εκκλησίας απ’ αρχής και μέχρι του 14ου αιώνος. Κατα τον κρίσιμο για την Βυζαντινή αυτοκρατορία αυτόν αιώνα, το ανθρωποκεντρικό (ουμανιστικό) ρεύμα της ευρωπαϊκής Αναγεννήσεως κατέκλυζε την Ορθόδοξη Ανατολή και απειλούσε με οριστικη αλλοίωσι το θεανθρωποκεντρικό της ήθος. Η ήσυχαστικη όμως θεολογία είχε επιτύχει να το διάσωση. Επιπλέον είχε δημιουργήσει στους κουρασμένους πολιτικά και κοινωνικά Ορθόδοξους λαούς ένα ακμαίο πνευματικό φρόνημα, το οποίο κατα τον Σεβ. Μαυροβουνίου Αμφιλόχιο:
«… δεν ήταν μόνο ορθόδοξη θεωρητική απάντησι στο σύγχρονό τους φιλοσοφικό και θεολογικό προβληματισμό της Δύσεως ή της αρχαίας ελληνικής σκέψεως. Ταυτόχρονα είχε και συγκεκριμένη ιστορική αποτελεσματικότητα, πολύτιμη για την επιβίωσι των ορθοδόξων λαών και τη διατήρησι της καθολικης αυτοσυνειδησίας της Εκκλησίας στους καιρους των δεινών της τουρκοκρατίας[6].»
Κατα παρόμοιο τρόπο η Φιλοκαλική Αναγέννησις του 18ου αιώνος, η οποία δεν αφορούσε μόνο την πλούσια συγγραφική παραγωγή των «κολλυβάδων» πατέρων αλλά και την δημιουργία πολλών εστιών Ορθοδόξου λατρείας, ήθους και βιοτής (στα κολλυβάδικα μοναστήρια και γύρω από εκκλησιαστικά πρόσωπα στον κόσμο), προσέφερε στην Ορθόδοξο Εκκλησία ισχυρή προστασία από την δυναμική επέλασι του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού κατα τον 19ον αιώνα. Οι Φιλοκαλικοι Πατέρες εγνώριζαν πολύ καλά τα «φώτα» του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και διέκριναν εύστοχα ότι αυτός ο διαφωτισμός απεμάκρυνε τον άνθρωπο από την προσδοκία και την θέα του άκτιστου Φωτός, του οποίου είχαν προσωπική και βιωματική εμπειρία. Γι’ αυτό όλη τους η προσπάθεια ήταν να διασώσουν τον τρόπο και την μέθοδο της ησυχαστικής Ορθοδόξου εκκλησιαστικής ζωής. Το επέτυχαν με πολλές θυσίες. Καρπός του αγώνος των είναι τα χαριτόβρυτα λείψανά τους, τα απαραμίλλου αξίας δογματικά, ποιμαντικά, ερμηνευτικά και λειτουργικά τους έργα, τα μοναστήρια τους. Τα κολλυβαδικά μοναστήρια επί δύο αιώνες κράτησαν την παράδοσι των αγιασμένων κτιτόρων τους. Οι κατανυκτικές αγρυπνίες του Παπαδιαμάντη και του Μωραϊτίδη στον άγιο Ελισαίο της Πλάκας, η αφανής στα μάτια των «φωτισμένων» λάτρεων της ευρωπαϊκής σοφίας λατρευτική και ποιμαντική δραστηριότης του αγίου παπα-Πλανά, ο όσιος Αρσένιος της Πάρου, ο στρατηγός Μακρυγιάννης, ήταν η ώριμη συνέπεια της προηγηθείσης Φιλοκαλικης Αναγεννήσεως. Η ολοφώτεινη παρουσία του αγίου Νεκταρίου και η υπ’ αυτού ανασύστασις του γυναικείου μοναχισμού στην Ελλάδα, καθώς και η λαμπρή σειρά των αγίων μορφών του 20ου αιώνος, ήταν επίσης καρπός του φιλοκαλικου ήθους. Η αναγέννησις της ησυχαστικής ζωής στην Ρουμανία και την Ρωσσία με τον όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ και τους μεγάλους στάρετς μαρτυρεί την ουσιαστική σημασία που είχε η Φιλοκαλικη Αναγέννησις του 18ου αιώνος για τους Ορθοδόξους του Βορρά, οι οποίοι υπέστησαν και άντεξαν την αθεϊστική λαίλαπα του 20ου αιώνος. Οι νεομάρτυρες και ομολογηταί στην Ρωσσία, την Σερβία, την Ρουμανία είναι καρπός της ησυχαστικής παραδόσεως που μεταλαμπαδεύθηκε εκεί από τον ίερό Άθωνα δια των επιγόνων των «κολλυβάδων» πατέρων.
Η Φιλοκαλικη Αναγέννησις δεν είναι μόνον ιστορία. Είναι κυρίως τρόπος Ορθοδόξου ζωής και μήνυμα Ορθοδόξου φρονήματος. Είναι επίσης πρόσκλησις προς εμάς τους Ορθοδόξους του 21ου αιώνα να μένουμε πιστοί σε ό,τι παρελάβαμε από τους αγιασμένους «κολλυβάδες» πατέρες ως Ορθόδοξο εκκλησιαστικό δόγμα και Ορθόδοξο εκκλησιαστικό ήθος. Τους ευχαριστούμε και τους παρακαλούμε να μας βοηθήσουν με την ευχή τους και την πρεσβεία τους προς τον Άγιον Θεόν να τιμήσουμε τους αγώνες τους με την συνέπειά μας στην ιερά τους παρακαταθήκη, τώρα που νέες προκλήσεις ξενόφερτων και δελεαστικών «διαφωτισμών» απειλούν να ανακόψουν και την ιδική μας πορεία προς το αληθινό Φως της ανεσπέρου Βασιλείας του Αναστάντος Κυρίου μας Ιησού Χριστου.
Άγιον Όρος, 20/4/2009
Παραπομπές:
[1] Αρχιμ. Αμφιλοχίου Ράντοβιτς, Η Φιλοκαλικη Αναγέννησι του XVIII και XIX αι. και οι Πνευματικοί Καρποί της, εκδ. ιδρ. Γουλανδρη – Χόρν, Αθληναι 1984.
[2] Βλ. Ίερομ. Λουκά Γρηγοριάτου, Οι Αγιορείται Κολλυβάδες και οι σχέσεις των με την Ύδρα, στον τόμο Πρακτικά Διορθοδόξου επιστημονικού Συνεδρίου «Κωνσταντίνος ο Υδραίος -Νεομάρτυρες, προάγγελοι της αναστάσεως του Γένους», εκδ. Ιερας Μητροπόλεως Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης,Ύδρα 2007.
[3] Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνού, Σχέσεις και Αντιθέσεις, έκδ. Ακρίτας 1998.
[4] Αρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονης Οσίου Γρηγορίου, Η προσφορά των Αγίων Νεομαρτύρων στην Εκκλησία και το Γένος, εκδ. Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 1991.
[5] Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, Η Εκκλησιολογική Αυτοσυνειδησία των Ορθοδόξων από της Αλώσεως μέχρι των αρχών του 20ου αιώνος, στο συλλογικό τόμο ΕΙΚΟΣΙΠΕΝΤΑΕΤΗΡΙΚΟΝ (αφιέρωμα στον Μητροπολίτη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Διονύσιο), Θεσσαλονίκη 1999.
[6] Αρχιμ. Αμφιλοχίου Ράντοβιτς, Η Φιλοκαλικη Αναγέννησι…, ενθ’ άνωτ. σελ. 12.
(Πηγή: «Φιλοκαλικοί Πατέρες του 18ου αιώνος», άρθρο του Πανοσιολογιότατου Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου της Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, Μηνιαίο περιοδικό Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, Πειραϊκή Εκκλησία, έτος 18ο, αρ.φύλ. 205, Ιούνιος 2009, Αγιορείτικες μνήμες http://agioritikesmnimes.blogspot.gr/2013/07/3386-18.html )
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ
Ὁ μοναχισμὸς ὑπῆρχε πάντοτε ὁ σθεναρὸς πρόμαχος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ὁ θεματοφύλακας τῶν ἱερῶν παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας. Πολὺ συχνὰ ὅμως οἱ μοναχοὶ ἐδιώχθηκαν καὶ βασανίστηκαν ἐξ αἰτίας τῶν ἀκλονήτων θρησκευτικῶν πεποιθήσεών τους καὶ τοῦ ἀγῶνα τους ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἔτσι εἶναι γνωστοὶ οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπὲρ τῶν ἱερῶν Εἰκόνων, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Εἰκονομαχίας τὸν Ηʹ καὶ Θʹ αἰ. Μὲ αὐτὴ τὴν στάση ὁ μοναχισμὸς πολλὲς φορὲς διατηροῦσε ὄχι μόνον τὴν καθαρότητα τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἐνίσχυε τὴν πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ καὶ τὸν βοηθοῦσε νὰ ἐπιζήσει, "νὰ διασώσει τὴν αὐτοσυνειδησία του καὶ τὴν ἱερὴ ἀνάμνηση ὅτι ἀποτελεῖ ἕνα περιούσιο λαὸ τοῦ Θεοῦ" (1).
Τὸν ΙΔʹ αἰῶνα, στὰ χρόνια τῆς παρακμῆς τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, μέσα στὶς ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικὲς ἀκαταστασίες, ποὺ εἶχαν ἤδη προκαλέσει ὄχι μόνο μία κρίση κοινωνικῶν δομῶν, ἀλλὰ καὶ μία βαθύτερη πνευματικὴ κρίση, ἐμφανίσθηκε ὁ Ἡσυχασμός. Αὐτὸ τὸ φαινόμενο, ποὺ ἦταν γνήσια ἔκφραση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ πεμπτουσία της, θὰ λέγαμε, δὲν ἦταν μόνον μία ὀρθόδοξη θεωρητικὴ ἀπάντηση στὰ σύγχρονά του φιλοσοφικὰ καὶ θεολογικὰ προβλήματα, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπόβαθρο τῆς ἐπιβιώσεως τῶν ὀρθοδόξων λαῶν καὶ τῆς καθολικῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς Ἐκκλησίας στὰ ἐπερχόμενα χρόνια τῶν δεινῶν τῆς Τουρκοκρατίας (2). Τὸ κίνημα τοῦ Ἡσυχασμοῦ ξεκίνησε ἀπὸ τὴν "Ἀκρόπολη τῆς Ὀρθοδοξίας", τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὁ ἐξοχώτερος ἐκπρόσωπός του ἀνεδείχθη ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀρχικὰ ἁγιορείτης μοναχὸς καὶ μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (+1359).
Γενικὰ στὴν ἱστορία τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀναφέρονται πολλὲς προσπάθειες τῶν μοναχῶν του νὰ ἐμβαθύνουν στὸ πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ μία ἀπὸ αὐτὲς, ὅπως ἀναφέραμε, ἦταν ἡ διδασκαλία τοῦ Ἡσυχασμοῦ. Ἀλλὰ σιγὰ-σιγὰ αὐτὴ ἡ διδασκαλία τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως φαίνεται νὰ λησμονήθηκε. Ἀπὸ τὴν πολύχρονη ἀφάνειά της, ὅμως, τὴν ἔβγαλε καὶ τὴν ξαναζωντάνευσε ἕνα ἄλλο μοναχικὸ κίνημα, λιγότερο γνωστὸ, ἀλλὰ ἐξ ἴσου σπουδαῖο, σύμφωνα μὲ τὰ ἀποτελέσματά του, τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων. Τὸ ἀντικείμενο τοῦ ἀγῶνα τους ἦταν ἡ ἀναγέννηση τῆς λειτουργικῆς καὶ πνευματικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ κατὰ τὸν ΙΗʹ αἰῶνα. Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ἢ ὅπως τὸ ὀνομάζει ὁ Σέρβος ἀρχιμ. Ἀμφιλόχιος Ράντοβιτς, (νῦν Μητροπολίτης Μαυροβουνίου), ἡ "Φιλοκαλικὴ ἀναγέννησις" (3), ἔδωσε τὴν ὀρθόδοξη ἀπάντηση στὶς ἀπαιτήσεις καὶ τὸ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς: στὸν Διαφωτισμὸ καὶ τὸν δυτικὸ ὀρθολογισμὸ, δικαιώνοντας τὴν γενικὴ προσδοκία τῆς ἀναγεννήσεως τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.
1. Η ΕΠΟΧΗ
Γιὰ νὰ καταλάβομε καλύτερα τὸν χαρακτῆρα τοῦ ἀφυπνιστικοῦ αὐτοῦ κινήματος πρέπει νὰ ποῦμε λίγα λόγια γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἑλλάδος κατὰ τὸν ΙΗʹ αἰῶνα.
Μετὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1453) πολλοὶ Ἕλληνες λόγιοι ἄρχισαν νὰ φεύγουν στὴν Δύση. Ἔφευγε ἐκεῖ καὶ ἡ νεολαία μὲ σκοπὸ νὰ ἀποκτήσει τὶς γνώσεις, ἀφοῦ δὲν εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ κάνει αὐτὸ στὴν πατρίδα της, ποὺ παρέμενε στὸ σκοτάδι τῆς ἀμαθείας. Πολλοὶ, ὅμως, ἀπὸ αὐτοὺς ἐπέστρεφαν πάλι μὲ εὐγενεῖς σκοποὺς νὰ ἐξαλείψουν τὸ σκοτάδι αὐτό, νὰ βοηθήσουν τὸ γένος τους. Τὸ φαινόμενο αὐτὸ διευρύνθηκε περισσότερο κατὰ τὸν ΙΗʹ αἰῶνα. Ἦταν μία περίοδος κατὰ τὴν ὁποία ὅλοι ἀναζητοῦσαν τὴν ἀναγέννηση τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ ὑπόδουλου ὀρθοδόξου γένους. Ἡ ἀντίληψη, ὅμως, περὶ τῆς ἀναγεννήσεως διεχώρισε τοὺς ὀπαδοὺς αὐτῆς τῆς προσπαθείας σὲ δύο ὁμάδες: σὲ Φιλελευθέρους καὶ σὲ Παραδοσιακούς.
Οἱ πρῶτοι στηρίζονταν στὴν πολιτιστικὰ πιὸ ἀναπτυγμένη Δύση, προβάλλοντας τὶς δυτικὲς ἀρχὲς τῆς φιλοσοφίας, παιδείας καὶ ἐπιστήμης. Οἱ δεύτεροι δέχονταν κυρίως τὴν ἐκκλησιαστικὴ παιδεία καὶ στηρίζονταν στὴν πατροπαράδοτη κληρονομιά. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι οἱ πρῶτοι εἶχαν περισσότερους ὀπαδούς, οἱ ὁποῖοι γοητεύθηκαν ἀπὸ τὴν Δύση, ἀπὸ τὸ πρακτικὸ πνεῦμα της, ἀπὸ τὴν πειστικότητα τῆς λογικῆς της καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιστημονική της πρόοδο. Σὲ μεγάλο βαθμὸ οἱ Φιλελεύθεροι κέρδισαν λόγῳ τῆς ἀδυναμίας τῶν Παραδοσιακῶν νὰ δικαιολογήσουν θεωρητικὰ καὶ λογικὰ τὴν στάση τους καὶ νὰ ὑπερασπισθοῦν τὴν παράδοση καὶ τὸν ἐκκλησιαστικὸ τρόπο ζωῆς, ἔναντι τοῦ δυτικοῦ Διαφωτισμοῦ.
Σὲ αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ στιγμὴ ἐμφανίσθηκε τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ποὺ ἦλθε γιὰ νὰ δώσει ἀπάντηση σὲ αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα καὶ παρουσιάσθηκε ὡς ἰσχυρὸ ἀντίβαρο στὸν ὀρθολογισμὸ τῶν "νέων φιλοσόφων" (4). Ἔτσι ὄχι μόνο προσέφερε στὶς χορεῖες τῶν Ἁγίων νέα ὀνόματα, ὅπως: τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Νοταρᾶ καὶ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου, ἀλλὰ καὶ ἄσκησε βαθειὰ ἐπίδρασι στὴν κοινωνικὴ καὶ πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἑλλάδος. Ἐπηρέασε λ.χ. σὲ μεγάλο βαθμὸ τοὺς δύο μεγάλους λογοτέχνες, τοὺς δύο Ἀλεξάνδρους τῆς Σκιάθου, τὸν Παπαδιαμάντη καὶ τὸν Μωραϊτίδη. Ἀλλὰ πρὶν νὰ βγάλομε συμπεράσματα γιὰ τὸ τί προσέφερε αὐτὸ τὸ κίνημα, πρέπει νὰ δοῦμε ἐν συντομίᾳ τὴν ἱστορία του.
2. Η ΑΦΟΡΜΗ
Τὸ ἀναμορφωτικὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων ξεκίνησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. " Ἡ ἀρχὴ του θὰ μποροῦσε ἴσως νὰ ξαφνιάσει κάποιον ἢ νὰ τὸν ἐξαπατήσει μὲ τὴν ἐντύπωση ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ μιὰ ρηχὴ, ἐπιφανειακὴ κίνησι, γενομένη ἀπὸ ἀνθρώπους μὲ στενὲς ἀντιλήψεις. Ἀλλ᾿ εἴπαμε ὅτι αὐτὸ θὰ ἦταν μιά ἀπάτη, γιατὶ ἡ συνέχεια ἀποκαλύπτει ἀπροσδόκητες πτυχὲς καὶ ἡ ἔρευνα φέρνει στὸ φῶς λαμπρὲς σελίδες καὶ μεγάλες μορφές" (5).
Τὸ Κίνημα αὐτὸ ἐμφανίσθηκε ἀπὸ μία ἔριδα. Ἡ πρώτη ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἔριδα αὐτὴ δόθηκε ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τῆς Σκήτης τῆς Ἁγίας Ἄννης, τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Οἱ μοναχοὶ αὐτοὶ ἄρχισαν τὸ 1750 νὰ κτίζουν τὸ καινούργιο Κυριακό, (δηλαδὴ τὴν κεντρικὴ ἐκκλησία τῆς Σκήτεώς τους), γιὰ τὶς θρησκευτικές τους ἀνάγκες, ἀφοῦ αὐξήθηκε ἡ ἀδελφότητά τους. Τότε ἐμφανίσθηκαν πολλοὶ εὐεργέτες, ποὺ ἔδωσαν χρήματα γιὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ, ἀλλὰ ζητοῦσαν συγχρόνως ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς νὰ προσεύχονται γιὰ τοὺς κεκοιμημένους συγγενεῖς τους. Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο μαζεύτηκαν πολλὰ ὀνόματα, ὥστε οἱ μοναχοὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ τελοῦν πιὸ ἐκτενεῖς ἐπιμνημόσυνες ἀκολουθίες ἀπὸ τὶς συνηθισμένες.
Κατὰ τὸ Τυπικό τῆς Ἐκκλησίας, ἀρχικὰ μετὰ τὸν ἑσπερινὸ τῆς Παρασκευῆς καὶ τελικὰ τὸ πρωΐ τοῦ Σαββάτου μετὰ τὴν Θ. Λειτουργία γίνεται ἡ εὐλογία τῶν κολλύβων, (δηλαδὴ τοῦ βρασμένου σιταριοῦ, ποὺ χρησιμοποιεῖται κατὰ τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων καὶ συμβολίζει τὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων, σύμφωνα μὲ τὸ κατὰ Ἰωάννην ιβ΄, 24-25: "Ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει. Ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει). Μέχρι τότε, σὲ ὅλες τὶς ἱερὲς Μονὲς καὶ Σκῆτες τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἔψαλλαν τὶς ἐπιμνημόσυνες ἀκολουθίες στὰ παρεκκλήσια τῶν κοιμητηρίων κάθε Σάββατο. Οἱ Ἁγιαννανίτες μοναχοί, ὅμως, λόγῳ τῶν πολλῶν ὀνομάτων τῶν κεκοιμημένων, κι ἐπειδὴ κάθε Σάββατο γινόταν ἐπίσης ἡ καθιερωμένη ἀγορὰ στὶς Καρυὲς, τὸ διοικητικὸ κέντρο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου αὐτοὶ πουλοῦσαν τὰ ἐργόχειρά τους, ἀπεφάσισαν νὰ μεταφέρουν τὰ μνημόσυνα ἀπὸ τὸ Σάββατο στὴν Κυριακή.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ σκανδάλισε μερικοὺς μοναχοὺς, μεταξὺ τῶν ὁποίων τὸν Καυσοκαλυβίτη διάκονο Νεόφυτο τὸν Πελοποννήσιο, ὁ ὁποῖος ἄρχισε ἐναντίον τῶν Ἁγιαννανιτῶν "δογματικὸν ἀγῶνα". Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἡ ἔριδα αὐτὴ χώρισε ὅλη τὴν μοναχικὴ πολιτεία σὲ δύο ἀντιμαχόμενα στρατόπεδα καὶ τάραξε κυριολεκτικὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Οἱ μοναχοί, ποὺ ὑπερασπίσθηκαν τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων κατὰ τὸ Σάββατο μόνον, κατὰ τὴν παλαιὰ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὀνομάσθηκαν περιφρονητικὰ "Κολλυβάδες". Ὅμως, μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου τὸ ὄνομα αὐτὸ ἔγινε σὰν ἐγκώμιο γιὰ ὅλους τοὺς παραδοσιακοὺς μοναχούς. Μὲ αὐτὴ τὴν πλευρὰ τάχθηκαν, μετὰ ἀπὸ τὸν Νεόφυτο (+1784), ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Νοταρᾶς, Μητροπολίτης πρώην Κορίνθου (+1805), ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (+1809), ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος (+1813) καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Ἀντίθετα, οἱ μοναχοὶ ποὺ ἀποδέχθηκαν τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων καὶ κατὰ τὴν Κυριακή, ὀνομάστηκαν "Ἀντικολλυβάδες", γνωστότεροι τῶν ὁποίων εἶναι ὁ Θεοδώρητος ὁ ἐξ Ἰωαννίνων καὶ ὁ Βησσαρίων ὁ ἐκ Ραψάνης τῆς Θεσσαλίας.
Στὴν συνέχεια οἱ Κολλυβάδες ἐπανεμφανίσθηκαν στὸν πνευματικὸν ὁρίζοντα τοῦ Ἁγίου Ὄρους μὲ δημοσίευση τοῦ βιβλίου "Περὶ τῆς Θείας Μεταλήψεως" (1777). Αὐτὸ τὸ βιβλίο ἐκδόθηκε ἀνώνυμα στὴν Βενετία, ἀλλὰ σίγουρα προῆλθε ἀπὸ τοὺς κολλυβαδικοὺς κύκλους, ἀφοῦ τὸ περιεχόμενό του ἀντιστοιχεῖ στὶς ἀπόψεις τους. Καὶ μάλιστα οἱ ἐρευνητὲς λένε πὼς τὸ ἔγραψε ὁ Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης καὶ ὅτι τὸ ἐπεξεργάστηκαν ὁ Ἅγιος Μακάριος καὶ ὁ Ὅσιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος καὶ τὸ ἐμπλούτισε μὲ πολλὰ πατερικὰ κείμενα στὴν β΄ ἔκδοση (1783). Ὁ σκοπὸς τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἦταν "νὰ ἀνακαλέσῃ τὴν χαριτωμένην συνήθειαν τῶν παλαιῶν Χριστιανῶν, καὶ ἔρχεται νὰ ἀποδείξῃ μὲ Γραφικὰς, Ἀποστολικὰς καὶ Πατερικὰς μαρτυρίας ὅτι εἶναι ἀναγκαῖον καὶ ψυχοσωτήριον νὰ μεταλαμβάνῃ συχνὰ πᾶς ὀρθόδοξος Χριστιανὸς, ὅταν δὲν ἔχῃ ἐμπόδιον" (ἀπὸ τὸν πρόλογο τῆς ἐκδ. τοῦ 1783). Ἡ αἰτία ποὺ προκάλεσε τὴν ἔκδοση αὐτοῦ τοῦ βιβλίου ἦταν, κατὰ τὸν Ὅσιο Νικόδημο, ἡ μεγάλη ἀμέλεια καὶ καταφρόνηση ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ οὐράνια τροφὴ τῆς Θ. Μεταλήψεως, καὶ γι' αὐτὸ "ἐξέλιπεν ἡ ἁγιότης ἀπὸ ἡμᾶς, ὠλιγόστευσεν ἡ ἀρετή, ηὔξησεν ἡ κακία". Τὸ βιβλίο ἀρχικὰ καταδικάσθηκε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τῆς Κων/πόλεως τὸ 1785, γιατὶ δῆθεν δημιουργοῦσε σκάνδαλα καὶ διχόνοιες. Ἀργότερα ὅμως τὸ ἴδιο τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, στὸ πρόσωπο τοῦ Πατριάρχου Νεοφύτου Ζʹ (1799-1801), ἀκύρωσε τὴν καταδίκη (6).
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ζήτημα τῆς συχνῆς Θείας Μεταλήψεως δημιουργήθηκαν καὶ ἄλλα ζητήματα, ὅπως τὸ ζήτημα τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Εἰκόνων, τοῦ ἀφορισμοῦ, τοῦ Μεγάλου καὶ τοῦ μικροῦ Ἁγιασμοῦ, τῆς σχέσεως τῶν Τιμίων Δώρων καὶ τοῦ Ἀντιδώρου, τῆς γονυκλισίας κατὰ τὶς Κυριακές, κ.τ.λ. (7). Ἀλλὰ δὲν θὰ ἐξετάσομε ἐδῶ αὐτὰ τὰ θέματα, λόγῳ τῆς μικρῆς διαστάσεως τῆς ἐργασίας μας, καὶ θὰ στραφοῦμε πρὸς ἄλλα πιὸ σημαντικὰ καὶ χαρακτηριστικὰ ζητήματα τοῦ κινήματος αὐτοῦ.
Ὅπως ἤδη ἔχομεν ἀναφέρει, ἡ ἔριδα αὐτὴ τάραξε ὅλο τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κ/πόλεως στὴν ὁποία καὶ ὑπάγεται ἡ μοναχικὴ χερσόνησος. Βλέποντας πὼς ἐξελίσσονται τὰ γεγονότα στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία, ἀνησύχησε καὶ θέλησε νὰ ἐπαναφέρει τὴν τάξη στὴν μοναχικὴ πολιτεία. Καὶ κατὰ συνέπεια βγῆκε τὸ 1772 ἡ ἐπιστολὴ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Θεοδόσιο Βʹ (1769-73) ἡ ὁποία ἀφήνει τὶς δύο μερίδες τῶν ἀντιμαχομένων νὰ εἶναι ἐλεύθερες στὴν ἐκλογὴ τῆς ἡμέρας τῆς τελέσεως τῶν μνημοσύνων καὶ στὸ ζήτημα τῆς Θ. Μεταλήψεως δὲν καθορίζει τὸ χρονικὸ διάστημα, δηλ. κατὰ πόσο συχνὰ μπορεῖ νὰ κοινωνάει κανεὶς, ἀλλὰ σὰν ἀπαραίτητη προϋπόθεση εἶναι ἡ προετοιμασία πρὸ τῆς Θ. Μεταλήψεως.
Εἶναι φανερὸ πὼς μὲ αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ τὸ Οἰκ. Πατριαρχεῖο προσπάθησε νὰ ἐπαναφέρει τὴν γαλήνη στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὅμως ἡ γαλήνη δὲν ἦλθε. Καὶ «οἱ μὲν παραδοσιακοὶ κατηγοροῦσαν τοὺς φιλελευθέρους ὡς "καταπατοῦντας καὶ μὴ τηροῦντας τὸ Τυπικὸν τῆς Ἐκκλησίας". Ἐκεῖνοι δὲ τοὺς παραδοσιακοὺς ὡς "Κολλυβάδες, Σαββατίνους, αἱρετικοὺς, κακοδόξους", ἀκόμη δὲ καὶ "Φραγμασόνους"» (8).
Μὲ αὐτὴν τὴν ἐπιστολὴ δὲν ἔπαψαν οἱ προσπάθειες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου νὰ εἰρηνεύσει τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀκολούθησαν καὶ ἄλλες ἐπιστολὲς στὶς ὁποῖες διατάσσονταν νὰ ἀκολουθοῦν οἱ Σκῆτες στὸ ζήτημα τῶν Μνημοσύνων τὴν πρακτικὴ τῶν Μοναστηρίων στὰ ὁποῖα ὑπάγονταν. Ἀλλὰ χωρὶς ἀποτέλεσμα. Οἱ Ἁγιαννανίτες δὲν ὑπάκουσαν καὶ πῆγαν στὴν Κ/Πολη νὰ παρουσιάσουν ἐκεῖ τὰ ἐπιχειρήματά τους. Πῆγαν ἐκεῖ καὶ οἱ κολλυβάδες, ὅμως ἄνευ ἐπιτυχίας. Τελικὰ τὸ 1774 σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὴν Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου συγκλήθηκε Σύνοδος γιὰ νὰ ἐρευνήσει αὐτὸ τὸ θέμα. Ἡ Σύνοδος προσκάλεσε τοὺς Κολλυβάδες, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν ἦρθαν, ἀφοῦ εἶδαν πὼς κατὰ τὸ πλεῖστον ἡ Σύνοδος ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς τελοῦντες τὰ μνημόσυνα κατὰ τὶς Κυριακές, δηλ. Ἀντικολλυβάδες. Τὸτε ἡ Σύνοδος διαμαρτυρήθηκε κατὰ τῶν Κολλυβάδων στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ἔστειλαν τὸν γνωστὸ ἀντίπαλο τῶν Κολλυβάδων, τὸν μοναχὸ Βησσαρίωνα τὸν ἐκ Ραψάνης, ἀντιπρόσωπο τῆς συνόδου στὴν Κ/Πολη, ἔχοντάς τον ἐφοδιάσει μὲ ἐπιστολὲς, (ποὺ εἶχαν νοθεύσει τὸ περιεχόμενο), τῶν Ἀθανασίου Παρίου καὶ Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου (9).
Στὴν Κ/Πολη οἱ προσπάθειες τοῦ Βησσαρίωνος εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τὴν σύγκληση τῆς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὸ 1776 καὶ τὴν καταδίκη τῶν Κολλυβάδων. Ἔχοντας αὐτὴ τὴν ἀπόφαση τοῦ Πατριαρχείου οἱ ἀντίπαλοι τῶν Κολλυβάδων τοὺς ἔδιωξαν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀλλὰ ἡ κακὴ αὐτὴ ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος ἐκ μέρους τῶν Ἀντικολλυβάδων, συνέβαλε στὴν διάδοση τοῦ κινήματος σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα καὶ μάλιστα ἔξω ἀπὸ τὰ ὅριά της. Ἀργότερα, ὅμως, οἱ Κολλυβά δες δικαιώθηκαν ἐπὶ Πατριάρχου Γαβριὴλ Δ΄, τὸ 1807, καὶ ἡ τελική τους δικαίωση ἔγινε τό 1819 ἐπὶ Πατριάρχου ἁγίου Γρηγορίου Ε΄, τοῦ ἐθνομάρτυρος.
3. ΟΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΙ
α΄. Τῶν Κολλυβάδων.
Δὲν ξέρομε δυστυχῶς πόσοι μοναχοὶ κρατοῦσαν τὴν παραδοσιακὴ γραμμή. Εἶναι δύσκολο νὰ παρουσιάσουμε τὸν ἀριθμὸ. Σίγουρο εἶναι πώς ἦταν πολλοὶ. Ἐμεῖς θὰ ἀναφερθοῦμε στὰ κυριώτερα πρόσωπα ἀπὸ τοὺς ἀρχηγέτες τους.
1. Ὁ Νεόφυτος ὁ Καυσοκαλυβίτης.
Ὅπως ἤδη εἴπαμε, ὁ πρῶτος χρονικὰ Κολλυβᾶς ἦταν ὁ Νεόφυτος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἦταν λόγιος ἁγιορείτης, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο. Γεννήθηκε στὴν Πάτρα περὶπου τὸ 1713 καὶ σπούδασε στὴν Κ/Πολη, στὴν Πάτμο καὶ στὰ Ἰωάννινα. Ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα στὴν Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων καὶ δίδαξε στὴν Ἀθωνιάδα Σχολὴ, δηλαδὴ τὸ σχολεῖο τοῦ Ἁγίου Ὄρους γιὰ τοὺς νέους μοναχούς. Τὸ 1749 ἀνέλαβε τὴν σχολαρχία τῆς Ἀθωνιάδος. Ἡ συντηρητικότητά του προκάλεσε ἰσχυρὰ ἀντίδραση ἀπὸ τοὺς μαθητὲς καὶ ὁ Νεόφυτος ἐγκατέλειψε τὴν θέση του. Ἐξ αἰτίας τῆς συμμετοχῆς του στὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ἐδιώχθηκε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Μετὰ ἀπὸ τὴν ἐξορία του παύει νὰ ἀναμιγνύεται στὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων καὶ τὸν συναντοῦμε σχολάρχη στὴν Χίο (1760), στὴν Ἀδριανούπολη (1767) καί, μάλιστα ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Ἑλλάδος, στὴν Ρουμανία, στὸ Βουκουρέστι, ὅπου καὶ πεθαίνει τὸ 1784. Τὸ γεγονὸς ὅτι καταγόταν, ἐκ μέρους τοῦ πατέρα του, ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους τὸ ἐκμεταλλεύτηκαν οἱ ἀντίπαλοί του λέγοντας πώς ὁ Νεόφυτος ὑπερασπιζόταν τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων κατὰ τὰ Σάββατα, γιατὶ δῆθεν νοσταλγοῦσε τὴν ἰουδαϊκὴ ἀργία τοῦ Σαββάτου καὶ μάλιστα κατηγόρησαν ὅλο τὸ κίνημα ὅτι ἦταν ἰουδαϊκῆς προελεύσεως. Σὲ ἀπάντηση αὐτῶν τῶν κατηγοριῶν ὁ Νεόφυτος ἔγραψε τὸ ἔργο: "Ἀνατροπὴ τῆς θρησκείας τῶν Ἑβραίων" (10). Ἦταν "φιλοπονώτατος, πολυμαθέστατος καὶ προκομμένος", κατὰ τὴν μαρτυρία τοῦ συγχρόνου του λογίου μοναχοῦ Καισαρίου Δαπόντε (11).
2. Ὁ Ἅγιος Μακάριος (Νοταρᾶς).
Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Νοταρᾶς κρατοῦσε τὴν φλέβα του ἀπὸ τὴν μεγάλη καὶ ἱστορικὴ οἰκογένεια τῶν Νοταράδων, ποὺ εἶναι γνωστὴ ἀκόμη ἀπὸ τὰ Βυζαντινὰ χρόνια. Πιὸ συγκεκριμένα ὁ Μακάριος ἕλκει τὴν καταγωγή του ἀπὸ τὸν Ἀγγελῆ Νοταρᾶ, ἀδελφὸ τοῦ Λουκᾶ Νοταρᾶ, μεγάλου Δούκα (πρωθυπουργοῦ) τοῦ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου Παλαιολόγου τοῦ Ἐθνομάρτυρος, μὲ διαταγὴ τοῦ Πορθητοῦ Σουλτάνου. Μετὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κ/Πόλεως ὁ Ἀγγελὴς Νοταρᾶς μὲ ἄλλους ἐγκαταστάθηκαν στὴν περιοχὴ μεταξὺ Ἰσθμοῦ τῆς Κορίνθου καὶ Καλαβρύτων, στὰ Τρίκαλα τῆς ὀρεινῆς Κορινθίας, ὅπου τὸ 1731 καὶ γεννήθηκε ὁ Μιχαὴλ (ἔπειτα Μακάριος) Νοταρᾶς, ἀπὸ τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Ἀναστασία. Μεταξὺ τῶν διασήμων συγγενῶν τοῦ Ἁγ. Μακαρίου πρέπει νὰ μνημονεύσουμε ἐπίσης τὸν Ἅγιο Γεράσιμο τὸν πολιοῦχο τῆς Κεφαλληνίας, τοὺς δύο Πατριάρχες Ἱεροσολύμων Δοσίθεο καὶ Χρύσανθο καὶ τὸν λόγιο Θεοφάνη Ἐλεαβοῦλκο Νοταρᾶ. Μὲ μιὰ λέξη ἡ οἰκογένεια τῶν Νοταράδων στὴν ἱστορικὴ πορεία της ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία καὶ στὴν πολιτεία πολλοὺς ἐπιφανεῖς ἄνδρες, ἕνας ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀναδείχθηκε καὶ ὁ Ἅγ. Μακάριος.
Στὰ νεανικὰ του χρόνια σπούδασε στὴν Κεφαλληνία. Ἔχοντας κλίση στὴν μοναχικὴ ζωὴ μετέβηκε στὴν μονὴ τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου, ἀλλὰ ἐκεῖ δὲν ἔγινε δεκτὸς γιατὶ δὲν εἶχε τὴν συγκατάθεση τῶν γονέων του. Ἀναγκάστηκε νὰ ἐπανέλθει στὸ σπίτι τοῦ πατέρα του στὴν Κόρινθο ὅπου καὶ ἔγινε διδάσκαλος στὸ σχολεῖο. Τὸ 1765 στὴν ἠλικία τῶν 34 χρόνων χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Κορίνθου μετὰ ἀπὸ ἀπαίτηση κλήρου καὶ λαοῦ. Ἀλλὰ ἡ ποιμαντορία του στὴν Κόρινθο ἦταν σύντομη. Τὰ γεγονότα τῆς ἐξέγερσης στὴν Πελοπόννησο τὸ 1769, τὰ λεγόμενα Ὀρλωφικὰ, τὸν στεροῦν τῆς καθέδρας. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ γεγονότα ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἔλαβε τὴν ἐντολὴ ἀπὸ τὴν Ὑψηλὴ Πύλη νὰ ἀποστείλει νέους ἀρχιερεῖς στὴν Πελοπόννησο. Καὶ ἀπὸ τότε ὁ Ἁγιος Μακάριος ἀφοσιώθηκε στὴν ἀσκητικὴ ζωή. Πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος ὅταν ἡ ἔριδα τῶν μνημοσύνων βρισκόταν σὲ ἔξαρση καὶ ἀμέσως συντάχθηκε μὲ τὴν μερίδα τῶν Κολλυβάδων. Ἀλλὰ ἡ κυρία προσφορά του ὄχι μόνον στὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ἀλλὰ καὶ σ' ὅλον τὸν ὀρθόδοξο κόσμο ἦταν ἠ συλλογὴ τῶν ἁγιοπατερικῶν κειμένων καὶ ἡ ἔκδοση τῆς λεγομένης "Φιλοκαλίας". Ὁ Ἅγιος Μακάριος ἐπισκέφθηκε πολλὲς μοναστηριακὲς βιβλιοθῆκες μαζεύοντας τὰ ξεχασμένα κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ δίνοντάς τα γιὰ ἐπεξεργασία στὸν Ἅγιο Νικόδημο. Ὁ καρπὸς τῆς ἐργασίας τους εἶναι ἡ συλλογὴ τῆς "Φιλοκαλίας" καὶ τοῦ "Εὐεργετινοῦ" καὶ πολλῶν ἄλλων βιβλίων.
Ὁ ἅγιος Μακάριος ἦταν ὑπόδειγμα ἱεράρχου. Συνδύαζε τὴν πνευματικὴ καὶ διδασκαλικὴ ἰκανότητα. Μολονότι ζοῦσε πτωχικὰ ὁ ἴδιος ἔγινε γνωστὸς γιὰ τὴν φιλανθρωπία του, βοηθῶντας περισσότερο τοὺς σπουδαστὲς στὴν ἀποπεράτωση τῶν σπουδῶν τους. Ὅσον ἀφορᾶ τὴν θέση του στὸ κίνημα ἦταν ὁ ἐμψυχωτὴς καὶ γενάρχης του.Πέθανε στὶς 16 Ἀπριλίου τοῦ 1805 στὴν Χίο καὶ ἀμέσως ἡ ἁγιότης του ἀναγνωρίσθηκε διὰ μέσου πολλῶν θαυμάτων.
3. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.
Ὁ τρίτος ἐκπρόσωπος τῆς παραδοσιακῆς γραμμῆς ἦταν ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (κατὰ κόσμον Νικόλαος Καλλιβούρτσης). Γεννήθηκε στὴν Νάξο τὸ 1749 ὅπου καὶ ἔμαθε τὰ πρῶτα γράμματα. Μετὰ σπούδασε στὴν Σμύρνη. Λίγο ἀργότερα στὸ νησὶ Ὕδρα γνωρίστηκε μὲ τὸν Ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ μὲ τὸν ὁποῖο ἀνέπτυξε στενὲς καὶ ἰσόβιες πνευματικὲς σχέσεις αἰσθάνοντας πρὸς αὐτὸν ἀγάπη καὶ βαθειὰ ἐκτίμηση (12). Τὸ 1775 κουρεύτηκε μοναχὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγ. Διονυσίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἦταν κατὰ κάποιον τρόπον ὁ θεολογικὸς νοῦς τοῦ κινήματος τῶν κολλυβάδων. Ὅταν κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους του γιὰ αἵρεση καὶ κακοδοξία ἐξ αἰτίας τῆς συμμετοχῆς του στὸ κίνημα, τότε ἔγραψε τὴν "Ὁμολογία πίστεως" (1807) -ἔργο ποὺ μποροῦμε νὰ θεωρηθῆ σὰν ἀπολογία ὁλοκλήρου τοῦ κινήματος. Ἦταν ἐξαιρετικὸς ἄνθρωπος, μεγάλη προσωπικότητα. Διακρινόταν γιὰ τὶς γνώσεις του, τὴν ἀπέραντη μνήμη του καὶ τὸ ἀκέραιον τοῦ χαρακτῆρα του. Ἔγραψε καὶ ἐπεξεργάστηκε πολλὰ βιβλία, μεταξὺ τῶν ὀποίων τὴν "Φιλοκαλία" σὲ συνεργασία μὲ τὸν Ἅγιο Μακάριο. Μετέφρασε καὶ δυτικὰ βιβλία τὰ ὁποῖα καθάρισε ἀπὸ τὸ ἀντιπατερικὸ στοιχεῖο καὶ βάπτισε στὴν ὀρθόδοξη παράδοση. Ἐξ αἰτίας τῶν ἔργων του ὀνομάστηκε "πολυγραφότατος" ἀπὸ τοὺς βιογράφους του. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἔγινε ἓνας ἀπὸ τοὺς πρώτους ἐρευνητὲς τῶν χειρογράφων μετὰ τὴν Ἅλωσι τῆς Κ/Πόλεως.
Μετὰ τὴν καταδίκη τοῦ κινήματος καὶ τὴν ἐξορία καὶ αὐτοεξορία τῶν Κολλυβάδων ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὁ Ἅγιος Νικόδημος δὲν ἔφυγε, ἀφοῦ δὲν καταδικάσθηκε, ἀλλὰ συνέχισε στὴν ἡσυχία τοῦ κελλιοῦ του τὸ συγγραφικὸ του ἔργο. Τὸ σύνολο τῶν ἔργων του, ἐκδοθέντων καὶ ἀνεκδότων, ἀνέρχεται στὸν ἀριθμὸ περίπου τῶν 112 τόμων, ὅπου βρίσκει κανεὶς ἐκεῖ συγκεντρωμένη καὶ κατασταλλαγμένη ὁλόκληρη τὴν πατερικὴ σοφία. "Χάρις στὰ ἔργα τοῦ Νικοδήμου καὶ τὴν ἐπιστροφὴ στὶς σωστὲς ἀρχὲς τοῦ ἡσυχαστικοῦ ἀσκητισμοῦ τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων παίρνει μία πνευματικὴ εὐρύτητα ποὺ ξεπερνᾶ κατὰ πολὺ τὴν ἔριδα γιὰ τὰ μνημόσυνα" (13). Ὅλοι οἱ σύγχρονοί του τὸν τιμοῦσαν πολὺ καὶ τὸν θεωροῦσαν ὡς Ἅγιο. Πέθανε τὸ 1809 καὶ ἀνεγνωρίσθηκε σὰν Ἅγιος τὸ 1955.
4. Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος.
Ἀπὸ τοὺς σπουδαιοτέρους πρωταγωνιστὲς τοῦ κινήματος ἦταν ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, κατὰ κόσμον Ἀθανάσιος Τούλιος. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κόστος τοῦ νησιοῦ Πάρος τὸ 1725. Ἀργότερα ἐγκαταλείπει τὸ οἰκογενειακὸ ὄνομα "Τούλιος" καὶ ὑπογράφεται ὡς "Πάριος". Τὰ πρῶτα του γράμματα ἔμαθε στὸ πατρικὸ νησὶ καὶ κατόπιν μετέβηκε γιὰ σπουδὲς στὴν Σμύρνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ ἐπὶ τέσσερα χρόνια ἦταν ἀκροατὴς τῆς διδασκαλίας τοῦ Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου καὶ Εὐγενίου τοῦ Βουλγάρεως στὴν Ἀθωνιάδα Ἀκαδημία(1752-56). Περὶ τὰ τέλη τοῦ 1758 ἀναχώρησε στὴν Θεσσαλονίκη ὅπου ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση μιᾶς ἐκ τῶν δύο σχολῶν της. Ἐξ αἰτίας τῆς πανώλης ποὺ ξέσπασε ἐκεῖ διέκοψε τὰ μαθήματα καὶ πῆγε πρῶτα στὴν Κέρκυρα καὶ μετὰ ἀφοῦ προσκλήθηκε ἀπὸ τὸν διδάσκαλο Παναγιώτη Παλαμᾶ, μετέβηκε στὸ Μεσολόγγι ὡς διδάσκαλος τῆς σχολῆς καὶ ἱεροκήρυκας τοῦ θείου λόγου. Τὸ 1771 μὲ πατριαρχικὴ ἀπόφαση ἀναλαμβάνει τὴν σχολαρχία τῆς Ἀθωνιάδας σχολῆς. Ἀλλὰ τὴν ἴδια ἐποχὴ ἐξ αἰτίας τῆς ἐνεργητικῆς συμμετοχῆς του στὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, συκοφαντήθηκε, κατηγορήθηκε γιὰ αἵρεση καὶ καθαιρέθηκε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ γεγονότα ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος φεύγει γιὰ τὸ νησὶ τῆς Χίου ὅπου ἀναλαμβάνει τὴν σχολαρχία τῆς σχολῆς. Ἐκεῖ καὶ παραμένει μέχρι τὸν θάνατόν του τὸ 1813. Ὅπως βλέπουμε ἀπὸ τὶς εξωτερικὲς περιστάσεις τῆς ζωῆς του ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος πάντοτε βρισκόταν σὲ δράση. Αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ μαχητικὸς τοῦ κινήματος τῶν Κολλυβάδων. Ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν ἀνύψωση τοῦ πνευματικοῦ ἐπιπέδου τῶν συμπατριωτῶν του. Μὲ ζῆλο πολέμησε τὸν βολταιρισμό, ἀθεϊσμὸ καὶ εὐρωπαϊκὴ παιδεία καὶ ὑπεράσπισε τὴν ἐκκλησιαστικὴ παιδεία καὶ φιλοσοφία λέγοντας ὅτι οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς δίνουν λύσεις σὲ ὅλα τὰ φιλοσοφικὰ θέματα. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἀκλόνητης στάσης ἦρθε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν ἐπιφανέστερο ἀλλὰ δυτικίζοντα λόγιο τῆς ἐποχῆς, τὸν Ἀδαμάντιο Κοραῆ.
Ἔγραψε πολλὰ ἔργα ἀπολογητικοῦ, λειτουργικοῦ καὶ παιδαγωγικοῦ περιεχομένου. Κατὰ τὸν ρωμαιοκαθολικὸ ἐπίσκοπο L. Petit, ὁ Πάριος ὑπῆρξε "ὁ πλέον διάσημος ἕλληνας τοῦ 18ου αἰῶνος μετὰ τὸν Εὐγένιο Βούλγαρη" (14). Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐκτιμῶντας τὸ ἔργο καὶ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του, τὸν συγκατέλεξε στὴν χορεία τῶν Ἁγίων τὸ ἔτος 1995.
5. Μεταξὺ τῶν γνωστῶν ὁπαδῶν τοῦ κολλυβαδικοῦ κινήματος συγκαταλέγονται ἐπίσης ὁ ὁσίας μνήμης καθηγούμενος τῆς Μονῆς Εὐαγγελισμοῦ Σκιάθου ἱερομόναχος Νήφων ὁ Κοινοβιάρχης, ὁ Γέρων Ἱερόθεος καθηγούμενος τῆς Μονῆς Προφήτου Ἠλιοὺ Ὕδρας, ὁ Ἰάκωβος ὁ Πελοποννήσιος, ὁ Ἀγάπιος ὁ Κύπριος, ὁ Χριστόφορος Προδρομίτης καὶ ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος τῆς Πάρου.
β΄. Τῶν Ἀντικολλυβάδων.
Ἀπὸ τὶς πηγὲς φαίνεται ὅτι οἱ ἀντικολλυβάδες ἦταν πολυαριθμότεροι τῶν Κολλυβάδων. Οἱ κυριώτεροι ἀπὸ τοὺς ἀρχηγοὺς τους ἦταν ὁ Θεοδώρητος ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα καὶ ὁ Βησσαρίων ἀπὸ τὴν Ραψάνη τῆς Θεσσαλίας.
1. Ὁ Θεοδώρητος ὁ ἐξ Ἰωαννίνων.
Λόγιος καὶ αὐτὸς ἁγιορείτης τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνα, γνωστὸς γιὰ τὸν φιλελευθερισμό του. Μοναχὸς τῆς Σκήτεως τῆς Ἁγίας Ἄννης καὶ γιὰ ἕνα ὁρισμένο χρονικὸ διάστημα ἡγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Ἐσφιγμένου.
Ὁ Θεοδώρητος ἦταν γιὰ τοὺς Ἀντικολλυβάδες ὅ,τι καὶ ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος γιὰ τοὺς Κολλυβάδες, ὁ μαχητικὸς τῆς ὁμάδας (15). Ἦταν ὁ πρωτεργάτης τῆς ἔριδας, τηρῶντας στάση ἀντικολλυβαδική. Θεωρεῖται ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους ἐρευνητὲς τῶν βιβλιοθηκῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους τοῦ ὁποίου τὴν ἱστορία συνέγραψε. Τὸ 1799 ἐκδόθηκε στὴν Λειψία ἀνώνυμος ἑρμηνεία του στὴν Ἀποκάλυψη, ἡ ὁποία καταδικάστηκε γιὰ δογματικὰ σφάλματα καὶ ἀπαγορεύτηκε ἡ κυκλοφορία της ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ὁ Θεοδώρητος ἐνήργησε καὶ στὴν τύπωση τοῦ "Πηδαλίου" τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου, ἀλλὰ παρενέβηκε γράφοντας σημειώσεις φιλελευθέρου πνεύματος, πρᾶγμα ποὺ κατελύπησε τὸν Ἅγιον, ὁ ὁποῖος ἀπεκάλεσε τὸν Θεοδώρητο "ψευδάδελφο". Ἀλλὰ καὶ ἀργότερα ἀποσφράγισε καὶ νόθευσε ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου κατηγορῶντας τον μπροστὰ στὴν Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου γινόμενος κατ'αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ κύριος κατήγορος τῶν Κολλυβάδων ἐνώπιον τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας.
2. Ὁ Βησσαρίων ὁ ἐκ Ραψάνης.
Ἐλάχιστες πληροφορίες διασώθηκαν δυστυχῶς γιὰ τὸν Βησσαρίωνα. Γεννήθηκε στὴν κωμόπολη Ραψάνη τῆς Θεσσαλίας περίπου τὸ 1738. Σπούδασε στὰ Ἰωάννινα καὶ στὴν Ἀθωνιάδα ὡς μαθητὴς τοῦ Εὐγενίου Βουλγάρεως καὶ κατόπιν στὴν Κ/Πολη. Ἐκεῖ ἦταν γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα διδάσκαλος τῶν παιδιῶν τοῦ Μεγάλου Λογοθέτη, Ἀλεξάνδρου Μαυροκορδάτου. Ἀργότερα ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα στὸ Ἅγιον Ὄρος μετονομαζόμενος ἀπὸ Βασίλειος σὲ Βησσαρίωνα καὶ ἔζησε στὴν Νέα Σκήτη. Εἶχε φήμη πεπαιδευμένου καὶ ἐναρέτου μοναχοῦ τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος καὶ ἀπελάμβανε μεγάλης ἐκτιμήσεως τόσο στὸν Ἄθωνα ὅσο καὶ στὴν Κ/Πολη. Ὁ ρόλος τοῦ Βησσαρίωνα στὴν χορεία τῶν Ἀντικολλυβάδων δὲν ἦταν καὶ τόσο καλός. Μετέβηκε στὴν Κ/Πολη ὅπου συκοφάντισε στοὺς ταγοὺς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὴν θεώρησι τῶν Ἱερῶν Μνημοσύνων καὶ τῆς συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως τῶν Κολλυβάδων μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι δικαίως καὶ ἀπέδωσαν τὴν καταδίκη τους ἀπὸ τὴν Μεγάλη Ἐκκλησία σὲ αὐτὲς τὶς ἐνέργειες τοῦ Βησσαρίωνα.
4. ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ.
Ἐξετάζοντας, λοιπόν, τὴν ἔριδα αὐτὴ μέσα στὰ γενικὰ πλαίσια τῆς ἐποχῆς καὶ τῶν πνευματικῶν τάσεών της ἀνακαλύπτομε τὰ ἐσωτερικὰ αἴτια καὶ τὶς προϋποθέσεις, ποὺ τὴν δημιούργησαν. Κατ᾿ ἀρχὴν πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, μολονότι ξεκίνησε ἀπὸ μία φαινομενικά μικρὴ ἀφορμή, πολὺ γρήγορα παίρνει μία πνευματικὴ εὐρύτητα, ποὺ ξεπερνᾶ κατὰ πολὺ τὴν ἔριδα τῶν μνημοσύνων. Εἶναι ἕνα κίνημα ἐμμονῆς στὶς σωστὲς βάσεις τῆς Ὀρθοδοξίας, στήν πεμπτουσία της, στὸ βασικό της θεμέλιο, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν λατρεία της. Γι᾿ αὐτὸ γίνεται σαφὲς ὅτι ἡ ἔριδα ἔθεσε οὐσιαστικὰ τὸ πρόβλημα τοῦ θεολογικοῦ νοήματος τῆς λειτουργικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἐρώτημα ποὺ πρέπει νά λύσομε εἶναι τὸ ἑξῆς: Ὑπάρχει ἄραγε κάποια σχέσι ἢ κάποια μυστικὴ ἑνότητα μεταξὺ τοῦ συμβόλου καὶ τῆς πραγματικότητος, ποὺ αὐτὸ ἐκφράζει, μεταξὺ τοῦ παρελθόντος καὶ τοῦ παρόντος, δηλαδὴ μεταξὺ τῆς καθ᾿ αὑτὸ παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἱστορικῶν "ἐνσαρκώσεων" καὶ μορφῶν της; Καὶ ἐὰν ὑπάρχει, τότε ποιά;
"Ναί, ὑπάρχει", ἀπήντησαν οἱ φιλοκαλικοὶ Κολλυβάδες, γιατὶ στὴν Ὀρθοδοξία αὐτὲς οἱ δύο πλευρὲς τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἀχώριστες. Ὁ "κανόνας τῆς λατρείας" τῆς προσευχῆς καὶ τὸ Τυπικὸ πρέπει ὀργανικὰ νὰ πηγάζουν ἀπὸ τὸν "κανόνα τῆς πίστεως". Μὲ ἄλλα λόγια ἡ θεολογία, σὰν θεωρία, εἶναι στενὰ συνδεδεμένη μὲ τὴν λατρεία καὶ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτό, ἐὰν θὰ ἀλλάξωμε τὶς θεολογικὲς ἀπόψεις μας, ἀλλάζει καὶ ἡ πνευματικὴ ζωή μας. Ἀκριβῶς γι᾿ αὐτὸ τὸν λόγο οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀγωνίζονταν γιὰ τὴν ἀκεραιότητα τῆς πίστεως ἔναντι τῶν αἱρετικῶν. Ἀντιθέτως, ἐὰν θὰ ἀλλάξωμε κάτι στὴν λατρεία μας, τότε διασαλεύεται ἡ θεολογία καὶ ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρες ὑπάρχει κάποια μυστικὴ μετοχὴ καὶ κοινωνία μεταξὺ τοῦ συμβόλου καὶ τῆς πραγματικότητος, ποὺ αὐτὸ ἐκφράζει· γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀχώριστα μεταξύ τους. Αὐτὴ ἡ ἀντίληψη ὑπογραμμίζεται ἰδιαίτερα στὰ συγγράμματα τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, στοὺς εἰκονοφίλους Πατέρες τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ἄλλους Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς. Γι᾿ αὐτὸ ἐὰν θέλωμε νά ἀλλάξωμε κάτι στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, πρέπει νά εἴμαστε πολὺ προσεκτικοὶ γιὰ νὰ μήν ἐγγίσωμε τὰ οὐσιώδη στοιχεῖα καὶ νὰ μὴν ἀνατρέψωμε, ἐξ αἰτίας τῆς ἀναισθησίας μας, τὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐπάνω σὲ αὐτὸ ἀκριβῶς οἱ ἀντίπαλοι τῶν Κολλυβάδων δὲν ἔχουν καμμία αἴσθηση, εἴτε λόγῳ ἀγνοίας εἴτε πάλι λόγῳ φιλοσοφικῶν καὶ θεολογικῶν ἐπιδράσεων τῆς Δύσεως. Ὁ Ρωμαιοκαθολικισμὸς στὸ πρόσωπο τῆς σχολαστικῆς θεολογίας, καὶ περισότερο ὁ Προτεσταντισμός, εἶχαν κηρύξει τὸν χωρισμὸ καὶ τὴν ἀνεξαρτησία τῆς λατρείας ἀπὸ τὸ δόγμα τῆς πίστεως. Οἱ Ἀντικολλυβάδες, λοιπόν, ἔχοντας τέτοια ἐσφαλμένη θεολογικὴ βάση πολὺ εὔκολα, καὶ χωρὶς ἐμβάθυνση στὸ νόημα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Τυπικοῦ καὶ τῆς λατρείας, προσάρμοζαν τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας στὶς ἱστορικὲς συνθῆκες καὶ τὶς καθημερινὲς ἀνάγκες τους. Αὐτοὶ δὲν εἶχαν συναίσθηση ὅτι οἱ ἀλλαγὲς πρέπει νὰ γίνωνται πάντοτε ἀνάλογα μὲ τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεως, καὶ ὄχι ἀνάλογα μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ κόσμου, γιατὶ ἔτσι "ὁ χρόνος καὶ οἱ ἀνάγκες τῆς ζωῆς γίνονται κριτήριο τῶν λειτουργικῶν πράξεων καὶ συμβόλων. Δηλαδὴ μὲ ἕνα ἐξωτερικὸ τρόπο καὶ χωρὶς βάθος ἀντιμετωπίζεται ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας" (16).
Ἀντίθετα, οἱ Κολλυβάδες δὲν ἤθελαν νὰ ἐξυπηρετοῦν τὶς θρησκευτικὲς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἤθελαν νὰ λατρεύουν τὸν Θεό. Ἡ λατρεία, κατὰ τοὺς Κολλυβάδες, πρέπει νὰ εἶναι μία προσφορά, ἕνα δῶρο ἀγάπης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό, καὶ ὄχι ἕνα ἁπλὸ σύστημα ἐξυπηρετήσεως τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου. Εἶχαν τὴν ἄποψη ὅτι πρέπει νὰ ἀνεβαίνωμε ἐμεῖς πρὸς τοὺς οὐρανούς, καὶ ὄχι νὰ τραβοῦμε τὸν οὐρανὸ πρὸς τὴν γῆ. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι οἱ θεολογικὲς ἀπόψεις τῶν Κολλυβάδων εἶναι θεοκεντρικές, στραμμένες πρὸς τὸν Θεό, ἐνῶ τῶν Ἀντικολλυβάδων εἶναι οὐμανιστικές, στραμμένες πρὸς τὸν κόσμο.
Ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἰπώθηκαν γίνεται σαφὲς ὅτι ἡ ἔριδα τῶν μνημοσύνων ἦταν ἀντικατοπτρισμὸς αὐτῶν τῶν δύο θεολογικῶν στάσεων καὶ ὄχι μία ἀσήμαντη διαμάχη κάποιων ἀργόσχολων μοναχῶν. Ἂς δοῦμε, λοιπόν, ποιά ἐπιχειρήματα παρέχουν οἱ Κολλυβάδες ὑποστηρίζοντας τὶς θέσεις τους.
Κατὰ τὸν ἅγιο Ἀθανάσιο τὸν Πάριο, ἡ τέλεση τῶν μνημοσύνων κατὰ τὴν Κυριακὴ εἶναι "ἀνοίκειον", δηλαδὴ ἀπαράδεκτο, καὶ "ἁμαρτιῶδες" γεγονός. Ἀνοίκειον, γιατὶ δὲν πρέπει νὰ ψάλλωνται νεκρώσιμες καὶ θρηνώδεις Ἀκολουθίες, κατὰ τὴν χαρμόσυνη αὐτὴν ἡμέρα. Ἁμαρτιῶδες, γιατὶ παραβαίνονται οἱ Ἀποστολικὲς Διαταγές, οἱ ὁποῖες ἀναφέρουν: "Ἔνοχος ἔσται ὁ κατηφῶν ἡμέραν ἑορτῆς Κυρίου" (17).
Ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὴν "Ὁμολογία πίστεώς" του παρουσιάζει περισσότερα ἐπιχειρήματα ἀπὸ τὸν ἅγιο Ἀθανάσιο τὸν Πάριο γιὰ τὴν ἀπαγόρευση τῆς τελέσεως τῶν μνημοσύνων κατὰ τὴν Κυριακή. Πρῶτα ἀπὸ ὅλα ἐξηγεῖ ὅτι ὑπαρχουν δύο εἴδη μνημοσύνων: α΄). Ὅταν ὁ ἱερέας μνημονεύει τὰ ὀνόματα τῶν κεκοιμημένων στὴν Προσκομιδὴ, κατὰ τὴν Θ. Λειτουργία, καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση τὸ μνημόσυνο, ἢ μᾶλλον ἡ μνημόνευση, γίνεται χωρὶς κανένα πένθος ἢ θρῆνο, καὶ β΄). Ὅταν τὰ μνημόσυνα τελοῦνται "μετὰ κολλύβων", καὶ τότε πένθος ὑπάρχει καὶ "θρῆνος εἰσάγεται". Δηλαδή, κατὰ τὸν ὅσιο Νικόδημο, ἀπαγορεύεται τὴν Κυριακὴ τὸ δεύτερο εἶδος τῶν μνημοσύνων, ποὺ προκαλεῖ θρῆνο, ἐνῶ δὲν ἀπαγορεύεται τὸ πρῶτο εἶδος, δηλαδὴ ἡ ἁπλὴ μνεία τῶν ὀνομάτων καὶ οἱ εὐχές ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων στὴν Προσκομιδή, ἔστω καὶ ἂν εἶναι Κυριακή, ἀφοῦ δὲν προκαλεῖ πένθος, ποὺ δὲν ταιριάζει στὴν ἀναστάσιμη αὐτήν ἡμέρα. Ἐξ ἄλλου ἀπαγορεύονται τὰ μνημόσυνα κατὰ τὶς Κυριακὲς σύμφωνα καὶ μὲ τὶς Ἀποστολικές Διαταγές, ποὺ ἀναφέρουν ὅτι: "Οὐ χρὴ πενθεῖν ἐν ἡμέρᾳ ἑορτῆς".
Ὅπως βλέπομε, γιὰ τοὺς Κολλυβάδες τὰ μνημόσυνα καὶ τὰ κόλλυβα δὲν εἶναι μόνο προσευχὴ γιὰ τοὺς νεκρούς, ἀλλ᾿ εἶναι "ταυτόχρονα καὶ λειτουργικὴ μαρτυρία καὶ κήρυγμα τοῦ σαββατισμοῦ τοῦ Θεοῦ μετὰ τὴν πρώτη δημιουργία τοῦ κόσμου· ἀλλὰ καὶ ἡ μαρτυρία τοῦ θανάτου καὶ τῆς καθόδου τοῦ Κυρίου στὸν Ἅδη, τὴν ἡμέρα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, γιὰ τὴν λύτρωσι τῶν κεκοιμημένων. Τὰ κόλλυβα συμβολίζουν τὸ νεκρὸ ἄνθρώπινο σῶμα, ποὺ περιμένει τὴν Ἀνάστασι" (18). Τὸ Σάββατο, λοιπόν, εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς λύπης καὶ τοῦ θρήνου γιὰ τοὺς νεκρούς, ἐνῶ ἡ Κυριακὴ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς χαρᾶς καὶ τῆς εὐφροσύνης γιὰ τὴν ἀναμενόμενη κοινὴ Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Ἀφοῦ ἡ Κυριακὴ ἔχει τέτοιο συμβολισμό, αὐτὸ πρέπει νὰ μαρτυρεῖται καὶ νὰ διακηρύσσεται, "καὶ τίποτε δὲν πρέπει νά ἀμαυρώση ἢ νὰ σκεπάση ἢ νά κρύψη αὐτὸ τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς ἡμέρας τοῦ Κυρίου, μὲ τὴν ὁποία ὅλες οἱ ἡμέρες, ἑπομένως καὶ τὸ Σάββατο, ἀποκτοῦν τὸ πραγματικὸ καὶ αἰώνιο νόημά τους" (19).
Τὸ κάθε σύμβολο ἀντιστοιχεῖ σὲ μία ὁρισμένη πραγματικότητα καὶ, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Νικόδημος, δὲν πρέπει νὰ ἀμιγνύωνται τὰ διάφορα σύμβολα, οὔτε οἱ διάφορες, μεταξύ τους. Ἀλλὰ, θὰ μποροῦσε νά ρωτήσει κανείς, τί σημασία ἔχουν τὰ σύμβολα γιὰ τὴν ζωή μας; Τί μποροῦν νὰ μᾶς προσφέρουν; Ὅσο περισσότερο συναρμόζεται καὶ ταυτίζεται ὁ φυσικὸς ρυθμὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν Θεανθρώπινη οἰκονομία, τὰ ἱστορικὰ γεγονότα μὲ τὴν λειτουργικὴ ἀνάμνηση καὶ συμβολισμὸ τῆς ἑορτῆς, τόσο περισσότερο ριζώνει ὁ ἄνθρωπος μέσα στό μυστήριο τῆς Θείας ζωῆς, καὶ ἤδη ἐδῶ στὴν γῆ ἀρχίζει νά συνηθίζει πρὸς τὴν αἰώνια ζωή, ἀρχίζει νά ζῆ σὲ ἄλλες διαστάσεις. Ἔτσι ὁ χρόνος μέσα στὸν ὁποῖο μένομε τώρα, ἑνώνεται μὲ τγην αἰω νιότητα, μέσα στὴν ὁποῖα θά ζήσομε στὸ μέλλον. Ὁ κόσμος μεταμορφώνεται καὶ ὁ ἄνθρωπος θεοῦται καὶ ἠ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά προετοιμάσει ἤδη ἐδῶ στὴν γῆ τὰ τέκνα της γιὰ τὴν ἄλλη, αἰώνια ζωή.
Τὸ βασικώτερο μέσο προετοιμασίας γιὰ τὴν μέλλουσα ζωὴ εἶναι ἡ Θ. Μετάληψη, μέσῳ τῆς ὁποίας ἐμεῖς, ποὺ ζοῦμε ἐπὶ τῆς γῆς, ἑνωνώμαστε κατὰ χάριν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ προγευόμαστε τὴν αἰώνια ζωή. Ἐδῶ πρέπει νὰ ὑπογραμμίσωμε ὅτι ἡ ἐπιστροφὴ τῶν Κολλυβάδων πρὸς τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ τάξη τῆς συχνῆς θείας Μεταλήψεως δὲν εἶναι ἁπλὴ ἀποκατάσταση τῆς παλαιᾶς παραδόσεως, ἀλλ᾿ ὑπαρξιακὴ ἀνάγκη. Προκειμένου νὰ ζοῦν πνευματικά, νὰ προσηλώνονται πρὸς τὸν Θεό, πρέπει νὰ ἔχουν καὶ τὴν ἀντίστοιχη πνευματικὴ ἐνίσχυση, τὴν θεία τροφή, τὸν "οὐράνιο Ἄρτο".
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ εἶχε ἐπικρατήσει ἡ συνήθεια μεταξύ τῶν χριστιανῶν νὰ μεταλαμβάνουν μόνο δύο ἢ τρεῖς φορὲς τὸν χρόνο, γιὰ νὰ μὴν ὐποτιμοῦν δῆθεν τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς Θ. Κοινωνίας. Αὐτὴ τὴν στάση, δηλαδὴ τὴν ἀραιὰ Θ. Κοινωνία, ὑπερασπίσθηκαν οἱ Ἀντικολλυβάδες, μολονότι αὐτὴ δὲν ἦταν ποτὲ κανόνας τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ᾿ ἀντίθετα ἕνα παροδικὸ γέννημα κάποιων ἱστορικῶν συνθηκῶν. Οἱ Κολλυβάδες, ὅμως, εἶχαν "τὴν πεποίθησι ὅτι ἡ Θ. Μετάληψις δὲν εἶναι ἐπιβράβευσις τῶν τελείων, ἀλλ᾿ ἐνίσχυσις τῶν ἀτελῶν εἰς τὸν πνευματικό τους ἀγῶνα", καὶ ἐπιμελοῦντο καὶ συνιστοῦσαν τὴν συχνὴ προσέλευση στὸ "ποτήριο τῆς ζωῆς" (20).
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ βλέπομε τοὺς ἱεροπρεπεῖς Κολλυβάδες νὰ ἐνδιαφέρονται πρωτίστως γιὰ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς, νὰ ψάχνουν γιὰ τὴν οὐσιαστικὴ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ θὰ μπορέσει νὰ ἀναγεννήσει τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ τοὺς προετοιμάσει γιὰ τὴν χριστοειδῆ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ζωή. Γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶναι τυχαῖο πὼς οἱ Κολλυβάδες ἔστρεψαν τὰ βλέμματά τους πρός τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀντλώντας μέσα ἀπὸ τὰ συγγράμματά τους τὴν ἀληθινὴ φιλοσοφία.
5. Η ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
α΄. Στὴν Ἑλλάδα.
Μία ἀπὸ τὶς πιὸ σημαντικὲς προσφορὲς τῶν Κολλυβάδων εἶναι καὶ ἡ ἔκδοση τῆς "Φιλοκαλίας". Ὅπως ἔχομε ἀναφέρει ἡ περισσότερη τιμὴ γιὰ τὴν συλλογή της ἀνήκει στὸν ἅγιο Μακάριο, ἀλλὰ πρέπει νὰ προσθέσωμε ἐδῶ καὶ τὸ ὄνομα τοῦ ἀόκνου "θεολόγου τοῦ κινήματος", τοῦ ὁσίου Νικοδήμου, ὁ ὁποῖος ἐπεξεργάσθηκε ὅλα τὰ πατερικὰ κείμενα ποὺ τοῦ προσέφερε ὁ ἅγιος Μακάριος.
Ἀφοῦ στερήθηκε τήν Μητρόπολή του, ὁ ἅγιος Μακάριος, ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε ὑλικὸ βάρος, πάμπτωχος, ἀνεχώρησε πρὸς τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀλλὰ πρῶτα ἐπισκέφθηκε πολλὲς μοναστηριακὲς βιβλιοθῆκες τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδος καὶ τῶν νησιῶν, ἐρευνώντας γιὰ τὰ νηπτικὰ, ἡσυχαστικὰ κείμενα τῶν Πατέρων. Ὅμως, τί παρεκίνησε τὸν Ἅγιο πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση; Ὅπως εἴπαμε ἤδη, ὁ ἅγιος Μακάριος πρὶν νὰ γίνει Μητροπολίτης Κορίνθου ἦταν δάσκαλος καὶ γνώρισε ἐμπειρικὰ τὴν πνευματικὴ κατάσταση τοῦ Γένους. Ἀπό τότε ἤδη εἶχε ὀρθὰ διαβλέψει ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκτήσει φρόνημα γνήσια ὀρθόδοξο, χωρὶς θεολογικὸ ἦθος καὶ ὀρθοπραξία. Ἐξ ἴσου καὶ ὁ πνευματικὸς ἀγῶνας καὶ ὁ μοναχισμὸς δὲν μποροῦν νὰ προκόψουν καὶ νὰ ἔχουν καρποὺς χωρὶς θεολογικὴ θεμελίωσι καὶ πρακτικὸ ὁδηγό, γέροντα. Καὶ ὅλα αὐτὰ ὁ Ἅγιος Μακάριος τὰ εἶδε συγκεντρωμένα στὰ ἔργα τῶν Νηπτικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Γι'αὐτὸ ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωὴ του ἀφιέρωσε σὲ αὐτὸν τὸν σκοπό.
Ἔχοντας φθάσει λοιπὸν στὸ Ἅγιον Ὄρος ὁ Ἅγιος Μακάριος εἶχε ἤδη πολλὰ κείμενα τὰ ὁποῖα ἐμπλούτησε περισσότερο μετὰ ἀπὸ τὴν ἔρευνα στὶς ἐκεῖ βιβλιοθῆκες καὶ συγκεκριμένα στὴν Ἱ.Μονὴ Βατοπαιδίου ποὺ "ἀνεκάλυψε θησαυρὸν, ἤτοι βιβλίον περὶ ἑνώσεως τοῦ νοὸς μετὰ τοῦ Θεοῦ συλλεχθὲν εἰς ἀρχαίους χρόνους ἀπὸ μεγάλων ζηλωτῶν ἐκ πάντων τῶν Ἁγίων" (21). Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἐγκαταστάθηκε στὴν Σκήτη τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου στὶς Καρυὲς καὶ ἀκριβῶς ἐκεῖ ἐκάλεσε τὸν νεαρὸ ἀκόμα μοναχὸ Νικόδημο, ποὺ εἶχε τότε ἡλικία εἰκοσιοκτὼ ἐτῶν, καὶ τὸν παρεκάλεσε νὰ θεωρήσει τὴν Φιλοκαλία.
Τὴν ὀγκώδη συλλογὴ αὐτὴ ποὺ συμπεριέλαβε ὅλα τὰ κείμενα ἀσκητικῶν συγγραφέων ἀπὸ τὸν Δʹ μέχρι ΙΔʹ αἰῶνα, ὁ Ἅγιος Μακάριος ὀνόμασε "Φιλοκαλία". Τὴν ὀνομασία αὐτὴ ἐπῆρε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο (+381), ὁ ὁποῖος πρῶτος ἔτσι ὀνόμασε τὴν ἐπιλογὴ τῶν τμημάτων ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Ὡριγένη καὶ τὴν ὁποία παρουσίασε στὸν φίλο του Μέγα Βασίλειο. Ἡ λέξη Φιλοκαλία σημαίνει ἀγάπη πρὸς τὴν ὀμορφιά, πρὸς τὸ κάλλος.
Στὸν Ἅγιο Νικόδημο ἔμελλε νὰ θεωρήσει αὐτὸ τὸν τεράστιο ὄγκο χαρτιῶν ποὺ τοῦ παρουσίασε ὁ Ἅγιος Μακάριος. Ἔπρεπε νὰ διαβάσει, νὰ ἐπιλέξει καὶ νὰ ἐπεξεργαστεῖ αὐτὸν τὸν "θησαυρὸ", νὰ γράψει σύντομες βιογραφίες τῶν συγγραφέων τῆς συλλογῆς καὶ νὰ συντάξει τὸ προοίμιο. Ἡ δουλειὰ ἦταν μεγάλη ἀλλὰ εὐχάριστη, ἐπειδὴ συνέβαλε στὴν πνευματικὴ πρόοδο τοῦ ἰδίου τοῦ Νικοδήμου. Ἐπεξεργάζοντας τὰ κείμενα τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, ἂν μποροῦμε νὰ ἐκφραστοῦμε ἔτσι, κυριολεκτικὰ ἀφομοίωσε ὅλα ὅσα γράφτηκαν ἐκεῖ. Φυσικὰ αὐτὴ ἡ δουλεία ἐκτελέστηκε ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τοῦ Ἁγίου Μακαρίου. Ἡ συνεργασία τῶν δύο Ἁγίων ἄρχισε τὸ 1777 καὶ τελείωσε σὲ πολὺ σύντομο χρονικὸ διάστημα. Ἤδη τὸ 1782 στὴν Βενετία ἐκδόθηκε ἡ "Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν".
"Τὴν ἀξία τῶν προσπαθειῶν τους ἀποτιμᾶ κανεὶς βαθύτερα ἀναλογιζόμενος ὅτι τόσο εὐρὺ καὶ χρήσιμο ἔργο δὲν εἶχε μέχρι τότε ἀναληφθεῖ, ἀλλ' οὔτε μέχρι σήμερα νὰ ἔχει ὑποκατασταθεῖ ἀπὸ κάποιο καλύτερο" (22).
β΄. Στὴν Ρουμανία, Ρωσσία, κτλ.
Ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι τὸ φιλοκαλικὸ κίνημα ἐπηρέασε τὴν πνευματικὴ ζωὴ ὄχι μόνον τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ καὶ ἔμμεσα τῶν ὑπολοίπων Βαλκανικῶν λαῶν καὶ τῆς Ρωσίας. Ἡ ἀναγέννηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς σὲ αὐτὲς τὶς χῶρες εἶναι δεμένη μὲ τὸ ὄνομα τοῦ οὐκρανικῆς καταγωγῆς μολδαβοῦ στάρετς (γέροντος) Ἁγίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι (1722-94), ὁ ὁποῖος μετέφρασε τὴν "Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν" στὴν ἐκκλησιαστικο-σλαβονικὴ γλῶσσα.
Λίγο πρὶν ξεσπάσει ἡ ἔριδα τῶν μνημοσύνων, τὸ 1746 ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος ὁ Ἅγιος Παΐσιος ζητῶντας πνευματικὸ ὁδηγὸ τὸν ὁποῖο δὲν μποροῦσε νὰ βρεῖ οὔτε στὴν Ρωσία οὔτε στὴν Μολδαβία. Δὲν πραγματοποιήθηκε ὅμως ἡ ἐπιθυμία του καὶ ἐκεῖ. Διψῶντας γιὰ πνευματικὲς ὁδηγίες ἔστρεψε τὸ βλέμμα του πρὸς τὰ ἔργα τῶν Ἁγίων Πατέρων, τὰ ὁποῖα τὴν ἐποχὴ ἐκείνη δὲν εἶχαν ἀπήχηση. Ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ γεγονὸς τὸν παρεκίνησε νὰ μάθει τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ νὰ ψάχνει στὶς βιβλιοθῆκες τοῦ Ὄρους τὰ χειρόγραφα τῶν πατερικῶν κειμένων. Ἐγκαταστάθηκε στὴν Σκήτη τοῦ Προφήτου Ἠλιοὺ καὶ σιγὰ σιγὰ γύρω ἀπὸ αὐτὸν συναθροίστηκε ἡ ἀδελφότητα, ἡ ὁποία αὐξήθηκε σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἱερὰ χερσόνησο καὶ νὰ ἐπανέλθει στὴν Βλαχία, ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχαν συνθῆκες γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῆς ἀδελφότητος.
Φεύγοντας τὸ 1764 γιὰ τὴν Μολδαβία ἄφησε στὸ Ὄρος τὸν μαθητή του Γρηγόριο. Αὐτὸς προσκολήθηκε στὸν Ἅγιο Μακάριο τὸν ὁποῖο βοηθοῦσε στὴν ἀντιγραφὴ κωδίκων καὶ ταυτόχρονα ἐνημέρωνε σχετικὰ τὸν Ἅγιο Παΐσιο, τὸν ὁποῖο καὶ προμήθευε μὲ χειρόγραφα νηπτικοῦ περιεχομένου (23). Μόλις τὸ 1782 ἐκδόθηκε ἡ "Φιλοκαλία" ὁ Παΐσιος τὴν ἐπῆρε καὶ μετέφρασε στὴν σλαβονικὴ γλῶσσα.
Στὴν ρωσσικὴ Φιλοκαλία ὀφείλεται ἡ ἀναγέννηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῆς Ρωσσίας τοῦ ΙΗʹ αἰῶνα, ἐξοχώτερος ἐκπρόσωπος τῆς ὁποίας ἦταν ἡ Μονὴ τῆς Ὄπτινα, ποὺ ἄσκησε ἀποφασιστικὴ ἐπίδραση καὶ στὴν ὁμάδα τῶν σλαβοφίλων στοχαστῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν καμμία ἀπολύτως σχέση μὲ τοὺς πανσλαβιστές. Οἱ ἀπόψεις τῶν σλαβοφίλων συμπίπτουν μὲ τὶς ἀπόψεις τῶν παραδοσιακῶν τῆς Ἑλλάδος, ὥστε "ἡ χώρα ξαναβρίσκοντας τὶς λαϊκὲς, ὀρθόδοξες ρίζες της θὰ μποροῦσε νὰ προικισθεῖ μὲ μία παιδεία σύμφωνη μὲ τὸ αὐθεντικὸ πνεῦμα τοῦ Χριστιανισμοῦ" (24).
Αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ γεγονὸς τῆς πνευματικῆς ἐπιδράσεως τῶν Κολλυβάδων ἔδωσε τὸ δικαίωμα στὸν Ἀρχιμ. Ἀμφιλόχιο Ράντοβιτς νὰ μιλάει γιὰ "Φιλοκαλικὸ κίνημα" ἀντὶ γιὰ "κολλυβαδικὸ", λέγοντας ὅτι μία τέτοια ὀνομασία δὲν μπορεῖ "νὰ ἐκφράζει, οὔτε νὰ συμπεριλάβει ὅλες τὶς διαστάσεις αὐτοῦ τοῦ πολύπλευρου κινήματος" (25). Ὅμως σύμφωνα καί μὲ ὅσα ἔχουν ἀναφερθεῖ, ὁ ὅρος "κολλυβαδικό" κίνημα, δὲν ἀποκλείει καθόλου τὴν "φιλοκαλικὴ" ἔννοιά του.
6. Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Μετὰ τὴν ἔριδα τῶν μνημοσύνων, οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς Κολλυβάδες τοῦ Ἄθω ἐξακολούθησαν νὰ ἀφήνουν τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ νὰ σκορπίζονται στὴν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα, ἰδιαιτέρως στὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου, ἱδρύοντας μοναστήρια ποὺ ἔγιναν οἱ ἑστίες τῆς διαδόσεως τῶν ἰδεῶν τοῦ ἀφυπνιστικοῦ αὐτοῦ κινήματος.
Μία σημαντικὴ ὄψη τοῦ ρόλου τους ὑπῆρξε τὸ λειτούργημα τοῦ πνευματικοῦ πατρός-γέροντος καὶ συμβούλου τοῦ ὑπόδουλου λαοῦ. Πολλὲς φορὲς στάθηκαν οἱ καθοδηγητὲς καὶ ἐμψυχωτὲς τῶν Νεομαρτύρων τῆς Ὀθωμανικῆς κυριαρχίας. Αὐτοὶ συνήθως ἦταν χριστιανοὶ ποὺ σὲ μία στιγμὴ ἀδυναμίας, ἐγκατέλειψαν τὴν πίστη τους καὶ ἀσπάστηκαν τὸν ἰσλαμισμὸ ἀπὸ φόβο ἢ συμφέρον. Κυριευμένοι ἀπὸ μετάνοια, ἔμπαιναν στὴν καθοδήγηση κάποιου ὀνομαστοῦ μοναχοῦ, περνοῦσαν μερικὰ χρόνια σὲ μία αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ ἀκριβὴ τακτικὴ τῆς ἡσυχαστικῆς προσευχῆς, καὶ μετὰ πήγαιναν νὰ μαρτυρήσουν ἐπισήμως τὴν ἐπιστροφὴ τους ἐνώπιον τῶν Ὀθωμανῶν, ὅπου καὶ καταδικάζονταν σὲ θάνατο. Τὸ παράδειγμά τους ὑπῆρξε ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια στηρίγματα τῆς πίστεως τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ὑπὸ τὴν κυριαρχία τῶν μουσουλμάνων (26).
Ἀλλὰ ἡ προσφορὰ τῶν ἁγίων Γερόντων Κολλυβάδων ἐπεκτάθηκε καὶ σὲ ἄλλους τομεῖς τῆς ἐθνικῆς ζωῆς, ὅπως τὴν ὑποστήριξη τῶν ἀγωνιστῶν γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ γένους ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγό. Χαρακτηριστικὸ τὸ παράδειγμα τῆς κολλυβαδικῆς Μονῆς Εὐαγγελισμοῦ στὴ νῆσο Σκιάθο. «Κάθε φορὰ ποὺ ἡ παραμονὴ τῶν ἁρματωλῶν τῆς Θεσσαλίας καὶ Μακεδονίας στὴν στεριὰ καταντοῦσε ἀδύνατη, εὕρισκαν καταφύγιο στὴν γειτονικὴ Σκιάθο, ὅπου οἱ φιλόξενοι μοναχοὶ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τοὺς προσέφεραν μὲ κάθε προθυμία ὅλη τὴν δυνατὴ περίθαλψη "ἄρτους, κρέατα, τυροὺς καὶ οἶνον"» (27). Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἐθνικῆς του προσφορᾶς τὸ μοναστῆρι ἐξαιρέθηκε ἀπὸ τὴν φορολογία μὲ ἀπόφαση τῆς τότε Κυβερνήσεως.
Ἀλλὰ δὲν περιορίστηκε μόνον σὲ αὐτὲς τὶς προσφορὲς καὶ ἐπιδράσεις ἡ Μονὴ Εὐαγγελισμοῦ Σκιάθου. Ἡ Μονὴ ἀνέπλασε πνευματικὰ, προετοίμασε ψυχικὰ καὶ χάρισε στὴν Ἑλλάδα τοὺς δύο μεγάλους χριστιανοὺς λογοτέχνες της, τοὺς δύο Σκιαθίτες Ἀλεξάνδρους, τὸν Παπαδιαμάντη καὶ τὸν Μωραϊτίδη, τῶν ὁποίων ἡ θρησκευτικότητα, ἢ πιὸ σωστὰ χριστιανικότητα, στάθηκε ἕνα φαινόμενο μοναδικὸ ὣς τώρα στὴν νεοελληνικὴ λογοτεχία (28).
Ἐδῶ δὲν θὰ μιλήσομε γιὰ τὴν βιογραφία τῶν δύο λογοτεχνῶν, ἀλλὰ θὰ στρέψομε τὴν προσοχή μας πρὸς τὶς ρίζες τῆς πνευματικότητάς τους. Μολονότι γεννήθηκαν ἕναν αἰῶνα ἀργότερα ἀπὸ τὴν περίοδο ἀκμῆς τοῦ κολλυβαδικοῦ κινήματος, ἐπηρεάστηκαν πολὺ ἀπὸ τὴν διαχρονικότητα τῆς φιλοκαλικῆς πνοῆς του, ποὺ ἁπλώθηκε στὴ ὄμορφη νῆσο Σκιάθο μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, τὸ "νέο μοναστῆρι", ὅπως τὸ ἀποκαλοῦσαν οἱ ντόπιοι. Ἱδρυτὲς του τὸ 1794 οἱ ἐξορισμένοι ἁγιορεῖτες Κολλυβάδες, ὁ ἱερομόναχος Γρηγόριος Σκιαθίτης καὶ ὁ γέροντάς του ἱερομόναχος Νήφων ὁ Χίος, ὁ ὁποῖος στάθηκε καὶ ὁ πρῶτος ἡγούμενος ἐκεῖ, ἐπικληθεὶς ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του "νέος κοινοβιάρχης", γνήσιος ἐνσαρκωτὴς τοῦ κολλυβαδικοῦ πνεύματος ποὺ τὸ μετέδωσε ἀνόθευτο στὸ κοινόβιό του. Τὸν διαδέχθηκε ὁ μαθητὴς του Γρηγόριος, τοῦ ὁποίου ἡ ἡγουμενία ἦταν πολὺ σύντομη, ἀφοῦ πέθανε μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια.
Τὸν Γρηγόριο διαδέχθηκε ὁ Φλαβιανὸς, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθηκε ἕνας ἀπὸ τοὺς σπουδαιοτέρους στυλοβάτες τοῦ κοινοβίου αὐτοῦ. Αὐτὸν διαδέχθηκε ὁ Ἀλύπιος, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀδελφὸς τοῦ λόγιου Ἐπιφανείου Δημητριάδη, "τοῦ Λογιωτάτου", ὅπως τὸν ἀποκαλοῦσαν τότε. Ὁ γιὸς τοῦ Δημητριάδη καὶ ἀνεψιὸς τοῦ Ἀλυπίου ἦταν ὁ περίφημος γέρων Διονύσιος. Αὐτὸς, παραφυάδα τῶν ἱεροπρεπῶν ἐκείνων Κολλυβάδων, ἦταν συγγενὴς ἐξ αἵματος μὲ τὸν παπα-Ἀδαμάντιο Μωραΐτη, τὸν πατέρα τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη καὶ θεῖο τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη. Ὁ γέρων Διονύσιος ἐκτιμᾶτο τόσο πολὺ ἀπὸ τὰ πνευματικὰ του τέκνα, ὥστε νά γράψει γι᾿ αὐτὸν ὁ Παπαδιαμάντης: "Ἐὰν ἐγεννᾶτο πρὸ τοῦ Δ΄ αἰῶνος, θὰ ἦτο μάρτυς· ἐὰν μετὰ τὸν Δ΄ αἰῶνα, ὅσιος" (29). Ἀπὸ τέτοια περίφημη γενιὰ κρατοῦσαν τὴν φλέβα τους οἱ δύο αὐτοὶ ἐξάδελφοι. Νεκρολογῶντας τὸν ἱερέα πατέρα του ὁ Παπαδιαμάντης τὸ 1895 γράφει ὅτι αὐτὸς "ἐδιδάχθη τὴν τέλεσιν τῶν μνημοσύνων παρὰ τῶν ἱεροπρεπῶν Κολλυβάδων" (30).
Συνειδητοποιώντας οἱ δύο Ἀλέξανδροι αὐτὴν τὴν πνευματικὴ καὶ σαρκικὴ καταγωγὴ τους ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς Κολλυβάδες, τοὺς σέβονται, τοὺς τιμοῦν, τοὺς ἀγαποῦν, ἀλλὰ καὶ ἐμβαπτίζουν τὴν πέννα τους στὸ κολλυβαδικὸ πνεῦμα τους. Ὁ Μωραϊτίδης πλέκει τὸ ἐγκώμιο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ὀνομάζοντάς τον "μέγαν Διδάσκαλον τοῦ αἰῶνος". Ἀλλὰ καὶ ὁ Παπαδιαμάντης στὸ διήγημά του "Τὸ Χατζόπουλο", μιλῶντας γιὰ τὸν π. Νήφωνα, τόν π. Γρηγόριο καὶ τοὺς ἄλλους συνασκητές τους, προσθέτει ἐπεξηγηματικά: "Οὗτοι...ἦσαν οἱ λεγόμενοι Κολλυβάδες ὑποστάντες διωγμὸν καὶ εἰς αὐτὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, διότι ἐπέμενον εἰς τὴν ἀκρίβειαν, καὶ δι᾿ ἄλλα πολλὰ πράγματα, καὶ ὅπως μὴ τὰ μνημόσυνα τῶν νεκρῶν τελῶνται τὰς Κυριακάς. Ψυχοσάββατον ὑπάρχει, ἀλλὰ ψυχοκυριακὴν ἠκούσατε ποτέ σας χριστιανοί;" (31). Ἡ σημασία, ποὺ δίνει ὁ Παπαδιαμάντης στὴν λειτουργικὴ καὶ λατρευτικὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, μᾶς φανερώνει πάλι τοὺς πνευματικοὺς προγόνους του.
Τὰ παιδικὰ χρόνια γιὰ κάθε ἄνθρωπο εἶναι πολύτιμα, ἐπειδὴ προσφέρουν τὶς ἀνεξάλειπτες ἀναμνήσεις μιᾶς ἀμέριμνης καὶ εὐτυχισμένης ζωῆς. Ἀλλὰ περισσότερο αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ἀνθρώπους μὲ καλλιεργημένη ψυχή, ὅπως τοὺς δύο Ἀλεξάνδρους, οἱ ὁποῖοι ἀναπολοῦν συχνὰ αὐτὰ τὰ θαυμάσια χρόνια, ὅταν μὲ μεγάλη χαρὰ ἔτρεχαν στὸ μοναστήρι τῆς Εὐαγγελιστρίας, στοὺς καλοὺς καὶ εὐλαβεῖς μοναχούς. Νοσταλγικὲς εἶναι οἱ ἀναμνήσεις γιὰ τὶς κατανυκτικὲς ψαλμωδίες τῶν νυκτερινῶν ἀγρυπνιῶν καὶ τὰ μελωδικὰ κελαηδήματα τῶν ἀηδονιῶν τῆς αὐγῆς.
Δὲν θὰ εἶχε ἡ Ἑλλάδα ἕναν Μωραϊτίδη ἐὰν δὲν τοῦ ἔλεγε ὁ γέρων Διονύσιος: "Πήγαινε νὰ μάθης γράμματα!", ὅταν ὁ ἔφηβος Ἀλέξανδρος ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία νὰ γίνει μοναχός. Ἔτσι μὲ αὐτὴν τὴν προτρεπτικὴ συμβουλὴ τοῦ Γέροντος κέρδισε τὸν Μωραϊτίδη ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ λογοτεχνία (32). Ἀλλ᾿ αὐτός, μένοντας πιστὸς στὸν νεανικό του πόθο, ἔγινε μοναχὸς στὰ τέλη τὴς ζωῆς του μὲ τὸ ὄνομα Ἀνδρόνικος.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ἄραγε, μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτά, μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ "σκοταδιστὲς καὶ στενόμυαλους" Κολλυβάδες, ἢ μήπως πρόκειται γιὰ τοὺς ἐκπροσώπους ἑνὸς ἀναγεννητικοῦ κινήματος στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ ὁποῖο ἔδωσε καινούρια πνοὴ στὴν πνευματικὴ ζωὴ τοῦ γένους; Ἡ ἀπάντηση εἶναι μᾶλλον αὐτονόητη... Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων ἀπασχόλησε ζωηρὰ κατὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη σχεδὸν ὅλους. Πλῆθος κληρικῶν καὶ λαϊκῶν ἀσχολήθηκε μὲ τὸ πρόβλημα τῆς ἐποχῆς, γεγονὸς ποὺ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ, κατὰ τὸν γερμανὸ θεολόγο N. Bonwetsch, "ὡς ἕνα ἀκόμη δεῖγμα τῆς ἀφυπνιζομένης πνευματικῆς ζωῆς τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους κατὰ τὸν ΙΗ΄ αἰῶνα" (33).
Ἔτσι τελειώνοντας, καὶ ὡς ἀνακεφαλαίωση τῆς παρούσης ἐργασίας, νομίζω πὼς δὲν θὰ μπορέσω νὰ προσθέσω τίποτε παραπάνω ἀπὸ ὅσα ἀναφέρει ἐπὶ τοῦ θέματος ὁ καθηγητὴς π. Γ. Μεταλληνός: " Ἡ ἐμφάνιση τῶν Κολλυβάδων τὸν ΙΗ΄ αἰῶνα στὸν Ἁγιορειτικό, καὶ εὐρύτερα στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, σημειώνει μία δυναμικὴ ἐπιστροφὴ στὶς ρίζες τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως, στὸ κέντρο τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Τὸ "κίνημά" τους, ὅπως ὀνομάσθηκε, εἶναι ἀναγεννητικό, ὅσο καὶ παραδοσιακό· προοδευτικό, ὅσο καὶ πατερικό· μὲ μία λέξη: γνήσια ὀρθόδοξο. Δέχθηκε πολλὲς ἐπιθέσεις, παρεξηγήθηκε, διαβλήθηκε ἀπὸ ὅλους ἐκείνους, ποὺ θρεμμένοι μὲ τὸ σκοτάδι τοῦ δυτικοῦ, φραγκικοῦ σχολαστικισμοῦ καὶ ἀποκομμένοι ἀπὸ τὶς Πατερικὲς ρίζες, δὲν μποροῦσαν νὰ τὸ καταλάβουν, γιατὶ εἶχαν μάθει νὰ βλέπουν τὸ ξένο σὰν δικό τους καὶ τό δικό τους σὰν ξένο... Στὸν δύσκολο ἱστορικὰ ΙΗ΄ αἰῶνα θέλησαν οἱ Κολλυβάδες νὰ ἀντιτάξουν στὸ ρεῦμα τοῦ διαφωτισμοῦ, ποὺ μὲ τὸν ὑπερτροφικὸ λογικισμό του ἀπειλοῦσε τὴν πίστη καὶ τὴν ἐκκλησιαστική παράδοση τοῦ τόπου, τὴν μυστικὴ ἐμπειρία τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ σώζει τὸν ἄνθρωπο θεώνοντάς τον. Μία ὁμάδα μοναχῶν, ποὺ ζῆ μέσα στὴν Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ παράδοση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, παίρνει τὴν ἀφορμὴ ἀπὸ κάποιο συγκεκριμένο γεγονός, ὄχι δίχως θεολογικὲς προεκτάσεις, γιὰ νὰ φωτίσει τὴν σωστὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας" (34).
Ἰούνιος 2001.
* * * * * *
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ἁγίου Ἀθανασίου Παρίου, "Δήλωσις τῆς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ταραχῶν ἀληθείας", Ἀθήνα 1988.
Ἀρχ. Ἀμφιλοχίου Ράντοβιτς, "Ἡ Φιλοκαλικὴ Ἀναγέννησι τοῦ XVIII καὶ XIX αἰ. καὶ οἱ πνευματικοὶ καρποί της", ἔκδ. "Ἱδρύματος Γουλανδρῆ-Χόρν", Ἀθήνα 1984.
Βερίτη Γ., "Τὸ ἀναμορφωτικὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων καὶ οἱ δύο Ἀλέξανδροι τῆς Σκιάθου", περιοδ. "Ἀκτῖνες", τ. 6, σ. 99-110, Ἀθήνα 1943.
"Βίος καὶ πολιτεία Ἱεροθέου τοῦ μακαρίου γέροντος", ἔκδ. "Τῆνος", Ἀθήνα 1994.
Ἐπιφανιάδη Π., "Ὁ γέροντας Διονύσιος", Ἀθήνα 1983.
Θ.Η.Ε. (Θρησκευτικὴ κι Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία), Ἀθήνα 1965.
π. Γ. Μεταλληνοῦ, "Μικρὰ ἱστορικά", σελ. 27-30, ("Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων"), ἔκδ. Πολιτιστικοῦ Ὁμίλου "Οἱ Ρίζες", Λευκωσία 1988
Μπαστιᾶ Κ., "Παπαδιαμάντης", Ἀθήνα 1974.
Παπαδοπούλου Σ., "Ἅγιος Μακάριος Κορίνθου", ἔκδ. "Ἀκρίτας", Ἀθήνα 2000.
Παπουλίδη Κ., "Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων", ἔκδ. "Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1971.
Παπουλίδη Κ., "Μακάριος Νοταρᾶς (1731-1805)", ἔκδ. "Ἀποστ. Διακ. Ἐκκλ. Ἑλλ.", Ἀθήνα 1974.
Πάσχου Π., "Ἐν ἀσκήσει καὶ μαρτυρίῳ", ἔκδ. "Ἁρμός", Ἀθήνα 1996.
Ἀρχιμ. Πλακίδα Deseille, "Φιλοκαλία", ἔκδ. "Ἀκρίτας", Ἀθήνα 1999.
Ταχιάου Α., "Ὁ Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ (1722-94) καὶ ἡ ἀσκητικοφιλολογικὴ σχολή του", ἔκδ. "Ἰνστιτούτου Βαλκανικῶν Σπουδῶν", Θεσσαλονίκη 1973.
Τζώγα Χ., "Ἡ περὶ μνημοσύνων ἔρις ἐν Ἁγίῳ Ὄρει κατὰ τὸν ΙΗ΄ αἰ.", Θεσ/νίκη 1969.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1) Ἀμφιλοχίου, σελ. 11.
(2) Ἀμφιλοχίου, σελ. 12.
(3) Ἀμφιλοχίου, σελ. 8.
(4) Ἀμφιλοχίου, σελ. 16.
(5) Βερίτη, σελ. 100.
(6) Παπουλίδη, σελ. 28.
(7) Ἀμφιλοχίου, σελ. 23.
(8) Παπουλίδη, σελ. 52.
(9) Τζώγα, σελ. 59.
(10) Τζώγα, σελ. 28.
(11) "Βίος Ἱεροθέου...", σελ. 24.
(12) Τζώγα, σελ. 47.
(13) Μπαστιᾶ, σελ. 42.
(14) Βλ. Παπουλίδη, σελ. 39.
(15) Παπουλίδη, σελ. 41.
(16) Ἀμφιλοχίου, σελ. 25.
(17) Βλ. Παπουλίδη, σελ. 43.
(18) Ἀμφιλοχίου, σελ. 27.
(19) Ἀμφιλοχίου, σελ. 28.
(20) "Βίος Ἱεροθέου...", σελ. 12.
(21) Ταχιάου, σελ. 109-110.
(22) Βλ. Παπαδοπούλου, σελ. 51.
(23) Παπαδοπούλου, σελ. 46.
(24) Πλακίδα, σελ. 258.
(25) Ἀμφιλοχίου, σελ. 10.
(26) Πλακίδα, σελ. 249-250.
(27) Βερίτη, σελ. 104.
(28) Βερίτη, σελ. 99.
(29) Βερίτη, σελ. 108.
(30) Μπαστιᾶ, σελ. 37.
(31) Μπαστιᾶ, σελ. 38.
(32) Ἐπιφανιάδη, σελ. 134.
(33) Θ.Η.Ε., τόμ. 7, σελ. 742.
(34) Μεταλληνοῦ, σελ. 27.
(Πηγή: «ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΚΟΛΛΥΒΑΔΩΝ», Νικολάου Ντανυλέβιτς, Φοιτητοῦ τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας, Η Άλλη Όψις http://www.alopsis.gr/alopsis/kolybade.htm )
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Κολλυβάδων Πατέρων τὴν χορείαν τιμήσωμεν, Πνεύματος Ἁγίου τοὺς μύστας, οἰκονόμους τῆς χάριτος, Χριστοῦ τὸ Εὐαγγέλιον ἡμῖν, ἐδίδαξαν ἐν χρόνοις χαλεποῖς· καὶ ἀστέρες ὡς ὑπέρφωτοι τῶν ψυχῶν, τῆς πλάνης σκότος λύουσιν· χαίροις, τῶν θεοφόρων ἡ πλειάς, χαίρετε γένους στήριγμα, χαίρετε ἀληθείας οἱ πυρσοί, καὶ πίστεως ἐκφάντορες.
Κοντάκιον Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Κατὰ χρέος ἅπαντες, τῶν Κολλυβάδων, τὴν χορείαν μέλψωμεν, τοὺς ἐν ὑστέροις τοῖς καιροῖς, τρανῶς ἡμῖν ἐκδιδάξαντας· τῆς ἀληθείας, τὸ μέγα μυστήριον.
Ἕτερον Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῶν Κολλυβάδων τόν χορόν ἐγκωμιάσωμεν, τόν ἐν ὑστέροις τοῖς καιροῖς μεγαλουργήσαντα, ἐν σοφίᾳ καί συνέσει θεοκινήτῳ. Ἐκ τοῦ Ἀθωνος αἰθρίως ἁνατείλαντα, καί τήν κτίσιν ὑπερκάλως ὡραΐσαντα· πόθῳ μέλποντες· Λόγου χαίρετε σάλπιγγες.
Κάθισμα Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ. (Μετά τήν α' στιχολογιάν)
Τἁς σάλπιγγας Χριστοῦ, τάς ἠχούσας τῷ κόσμῳ, ζωῆς ἀληθινῆς, τόν θεόσδοτον νόμον, Πατέρας οὐρανόφρονας, Κολλυβάδας θαυμάσωμεν τούτοις χαίρετε, ἀπό καρδίας βοῶντες· τῆς ἀμείνονος, χαρᾶς ἡμᾶς κοινωνῆσαι, ἀξίους ποιήσατε.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος πλ. δ΄. Τὸ προσταχθέν. (Μετά τήν β' στιχολογιάν)
Τούς θεωρούς τῆς λαμπρᾶς φωτοχυσίας, καί κοινωνοῦντας τῆς ὑψίστης κληρουχίας, τούς ὡς Παῦλος τά κάλλη, οὐρανοῦ ὁρῶντας, Πατέρας τούς Κολλυβάδας οἱ γηγενεῖς, τιμῶντες ἐν ἐτησίοις ἑορτασμοῖς· πόθῳ κρείττονι εἴπωμεν, τῆς Ἀναστάσεως ἰδεῖν, ἡμᾶς καταξιώσατε· τήν ἀγήρω τερπνότητα.
Ἕτερον Κάθισμα Ἠχος δ' Κατεπλάγη Ἰωσήφ. (Μετά τόν Πολυέλεον)
Τά κειμήλια πιστοί, τῶν θεοσδότων δωρεῶν, καί χαρίτων δαψιλῶν, τοὺς πληρεστάτους ποταμούς, τούς Κολλυβάδας Πατέρες μεγαλυνοῦμεν. Τούτων τήν πολλήν ἐκθειάζοντες, δόξαν ἐκ Θεοῦ, ἥν ἐκτήσαντο· ὅτι φθαρτῶν ἠλὸγησαν ἐμφρόνως, ἵνα Κυρίῳ ἀρέσωσιν· Αὐτῶν ζηλοῦντες τήν πολιτείαν, τῶν κακῶν ἀποστῶμεν.
Ἕτερον Κάθισμα Ὴχος πλ. δ'. Ἀνέστης ἐκ νεκρῶν.
Πατὲρων Ἱερῶν, Κολλυβάδων τήν μνήμην, αἰνέσωμεν πιστοί, χαρμονικῶς βοῶντες· χαίρετε μαργαρίτες, τῆς Ἐκκλησίας οἱ πολυτίμητον χαίρετε, εὐλογίας· τῆς οὐρανίου πηγαί ἀθόλωτοι, Θεοφανείας ἔσοπτρα λαμπρά, καί φίλοι τῆς σοφίας.
Ὁ Οἶκος
Ἄπρατον τοῦ Κυρίου καί ἀνώνητον χάριν ἐκτήσασθε σοφοί Κολλυβάδες· ἐν ὁσίοις τρόποις ἐπί γῆς καλῶς αὐτήν ἐμπορευσάμενοι, καί ἄχρι βίου τελευτῆς ὑμῶν, ἐν ἀκριβεῖ συνέσει καί καρδίας καθαρότητι, φυλάξαντες ταύτην ἀμέμπτως. Διό καί χορηγεῑτε δαψιλεῖ χρηστότητι τὰς δωρεάς, τοῖς ἐπαινοῦσι τά ἐξαίρετα τῆς πολιτείας ὑμῶν ἔπαθλα, καί ψάλλουσιν ἀνεμποδίστως ταῦτα·
Χαίρετε ἔσοπτρα τῆς σοφίας·
χαίρετε ἄροτρα ἀληθείας.
Χαίρετε τοῦ θείου λόγου οἱ ἀκάματοι σπορεῖς·
χαίρετε θεολογίας οὐρανίου σκαπανεῖς.
Χαίρετε τούς ἐν τῇ πλάνῃ σώσαντες Χριστοῦ σαγήνη
χαίρετε ψυχάς πεινώντων θρέψαντες δικαιοσύνῃ.
Χαίρετε Σταυρόν Κυρίου ἄραντες προθύμῳ γνώμῃ·
χαίρετε ζυγόν τοῦ σκότους ἐκτινάξαντες ὡς κόνιν.
Χαίρετε Εὐαγγελίου οἱ κηρύξαντες τούς νόμους·
χαίρετε καρδίας δέει στέρξαντες θεσμοὺς πατρῴους.
Χαίρετε τῆς ἡσυχίας τῆς καλλίστης ἐρασταί·
χαίρετε τοῦ Παραδείσου λαμπροφόροι οἰκισταί.
Μεγαλυνάριον
Χαίρετε Πατέρες θεοειδεῖς, Κολλυβάδες θεῖεοι, Ἐκκλησία σάλπιγξ χρυσῆ· χαίρετε οἱ πράξει, καὶ λόγῳ δαδουχοῦντες, πιστοὺς εἰς τὸ γινώσκειν, δόγματα ἅγια.
Πηγή: , , Ορθόδοξος Συναξαριστής http://www.saint.gr/4361/saint.aspx
Νά ἀγαπᾶς τόν Θεό ἔτσι ὅπως Ἐκεῖνος μᾶς πρόσταξε νά Τόν ἀγαπᾶμε καί ὄχι ὅπως Τόν ἀγαποῦν τάχα οἱ πλανεμένοι ὀνειροπόλοι. Μήν ἐπιδιώκεις ἐκστάσεις, μήν προξενεῖς στόν ἑαυτό σου νευρική ἔξαψη, μή φλογίζεις τήν καρδιά σου μέ φλόγα σαρκική, μέ τή φλόγα τοῦ αἵματος σου. Θυσία εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ ταπείνωση τῆς καρδιᾶς καί ἡ συντριβή τοῦ πνεύματος. Ἀποστρέφεται ὁ Κύριος τή θυσία πού Τοῦ προσφέρεται μέ αὐτοπεποίθηση, μέ ὑπερηφάνεια, ἔστω κι ἄν πρόκειται γιά ὁλοκαύτωμα. Ἡ ὑπερηφάνεια ταράζει τά νεῦρα, θερμαίνει τό αἷμα, διεγείρει τή φαντασία, συντηρεῖ τή ζωή τῆς πτώσεως. Ἡ ταπείνωση γαληνεύει τά νεῦρα, κατευνάζει τήν κυκλοφορία τοῦ αἵματος, καταπαύει τήν ὀνειροπόληση, τερματίζει τή ζωή τῆς πτώσεως, δίνει τή ζωή πού ἔφερε ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
«Ἡ ὑπακοή εἶναι γιά τόν Κύριο καλύτερη ἀπό κάθε θυσία καί ἡ ὑποταγή στό θέλημά Του ἀνώτερη ἀπό τό λίπος τῶν κριαριῶν», εἶπε ὁ προφήτης Σαμουήλ στόν βασιλιά Σαούλ, πού τόλμησε νά προσφέρει στόν Θεό θυσία ἀνάρμοστη1. Ἄν, λοιπόν, θέλεις νά προσφέρεις στόν Θεό τή θυσία τῆς ἀγάπης, μήν τήν προσφέρεις αὐθαίρετα καί ἀλόγιστα· νά τήν προσφέρεις μέ ταπείνωση, ὅταν καί ὅπου ὅρισε ὁ Θεός. Ὁ πνευματικός τόπος, ὅπου μᾶς δόθηκε ἐντολή νά προσφέρουμε πνευματικές θυσίες, εἶναι ἡ ταπείνωση.
Ὁ Κύριος προσδιόρισε μέ ἀκριβή καί ἀξιόπιστα κριτήρια ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού Τόν ἀγαπᾶ καί ποιός ὄχι. Εἶπε: «Ὅποιος μέ ἀγαπᾶ, θά τηρήσει τόν λόγο μου. Αὐτός πού δέν μέ ἀγαπᾶ, δέν ἀκολουθεῖ τά λόγια μου»2.
Θέλεις νά διδαχθεῖς τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό; Ἀπόφευγε κάθε ἔργο, λόγο σκέψη ἤ αἴσθημα πού ἀποδοκιμάζει τό Εὐαγγέλιο. Μισώντας τήν ἁμαρτία, τήν τόσο μισητή στόν πανάγιο Θεό, φανέρωσε καί ἀπόδειξε τήν ἀγάπη σου σ᾿ Ἐκεῖνον. Τά ἁμαρτήματα, στά ὁποῖα θά συμβεῖ νά πέσεις ἀπό ἀδυναμία, ἀφάνισέ τα δίχως χρονοτριβή μέ τή μετάνοια. Προσπάθησε, ὅμως νά ἀποφεύγεις κι αὐτά τά ἁμαρτήματα πού κάνεις ἀπό ἀδυναμία, μέ τήν ἄγρυπνη παρακολούθηση τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Θέλεις νά διδαχθεῖς τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό; Μέ ἐπιμέλεια νά μελετᾶς στό Εὐαγγέλιο τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου καί νά προσπαθεῖς νά τίς ἐφαρμόζεις στήν πράξη, ἀποκτώντας ἔτσι σιγά-σιγά τίς εὐαγγελικές ἀρετές καί κάνοντάς τες ἕξεις σου, ἰδιότητες τῆς ψυχῆς σου. Χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπου πού ἀγαπᾶ εἶναι ἡ ἀκριβής ἐκπλήρωση τοῦ θελήματος τοῦ ἀγαπημένου του προσώπου.
«Ἀγάπησα τίς ἐντολές Σου», λέει ὁ προφήτης, «περισσότερο ἀπό τό χρυσάφι καί τό τοπάζι· γι᾿ αὐτό συμμορφωνόμουνα μ᾿ ὅλες τίς ἐντολές Σου, κάθε ἀδικία τή μίσησα»3. Ἡ διαγωγή αὐτή εἶναι ἀπαραίτητη γιά τή διατήρηση τῆς πιστότητας στόν Θεό. Ἡ πιστότητα εἶναι ὁ πιό ἐπιτακτικός ὅρος τῆς ἀγάπης. Χωρίς αὐτόν τόν ὅρο ἡ ἀγάπη καταλύεται.
Μέ τή σταθερή ἀπομάκρυνση ἀπό τό κακό καί τήν οἰκείωση τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν φτάνουμε στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Μέ τόν ἴδιο τρόπο παραμένουμε σ᾿ αὐτή τήν ἀγάπη: «Ἄν τηρήσετε τίς ἐντολές μου, θά μείνετε πιστοί στήν ἀγάπη μου», εἶπε ὁ Σωτήρας4.
Ἡ τελειότητα τῆς ἀγάπης βρίσκεται στήν ἕνωση μέ τόν Θεό. Ἡ πρόοδος στήν ἀγάπη συνοδεύεται ἀπό ἀνέκφραστη πνευματική παρηγοριά, γλυκύτητα καί φώτιση. Ἀλλά στήν ἀρχή τοῦ ἀγώνα του ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης πρέπει νά πολεμήσει σκληρά μέ τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, μέ τή βαριά ἀρρωστημένη φύση του. Τό κακό, λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ἔγινε στοιχεῖο τῆς φύσεώς μας, ἔγινε νόμος γι᾿ αὐτή τή μεταπτωτική φύση, νόμος πού ἀντιστρατεύεται τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, τόν νόμο τῆς ἁγίας ἀγάπης5.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό θεμελιώνεται στήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Ὅταν ἡ καρδιά σου ἀπαλλαγεῖ ἀπό κάθε μνησικακία, τότε βρίσκεσαι κοντά στήν ἀγάπη. Καί ὅταν ἡ καρδιά σου, ἀποκτήσει τήν εὐλογημένη εἰρήνη πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους, τότε βρίσκεσαι μπροστά στήν πύλη τῆς ἀγάπης. Ἡ πύλη αὐτή, ὅμως ἀνοίγεται μόνο ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι δῶρο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, δῶρο πού δίνεται σ᾿ ὅποιον ἑτοιμάζεται νά τό δεχθεῖ μέ τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ, τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος. Ἀνάλογο μέ τήν ἑτοιμασία εἶναι καί τό δῶρο, γιατί ὁ Θεός εἵναι ἀγαθός ἀλλά καί δίκαιος.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ὁλωσδιόλου πνευματική: «ὅ,τι γεννιέται ἀπό τό Πνεῦμα εἶναι πνευματικό»6. Ἀντίθετα, «ὅ,τι γεννιέται ἀπό τόν ἄνθρωπο εἶναι ἀνθρώπινο»7, γι᾿ αὐτό ἡ ἀγάπη ἡ ἀνθρώπινη, ἡ φυσική καί σαρκική, ἔχει τίς ἰδιότητες τῆς σάρκας, τῆς φθαρτῆς ὕλης. Εἶναι ἀσταθής καί μεταβλητή. Ἡ φωτιά της, ἡ θέρμη της, ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἀπό τήν ὕλη.
Διαβάζοντας στή Γραφή πώς ὁ Θεός εἶναι φωτιά8 καί νιώθοντας νά καίει μέσα σου ἡ φωτιά τῆς φυσικῆς ἀγάπης, μή νομίσεις πώς οἱ δυό αὐτές φωτιές συνταυτίζονται. Ὄχι. Ἀπεναντίας, μάλιστα, εἶναι ἀσυμβίβαστες μεταξύ τους. Ἡ μία ἐναντιώνεται στήν ἄλλη, ἡ μία σβήνει τήν ἄλλη9. «Ἄς λατρεύουμε τόν Θεό μέ τρόπο εὐάρεστο, μέ σεμνότητα καί εὐλάβεια, γιατί ὁ Θεός μας εἶναι φωτιά πού κατακαίει»10.
Ἡ φυσική ἀγάπη, τό ξαναλέω, εἶναι ἀγάπη μεταπτωτική, θερμαίνει τό αἷμα, ταράζει τά νεῦρα, διεγείρει τή φαντασία. Ἡ ἁγία ἀγάπη γαληνεύει καί τήν ψυχή καί τό σῶμα, ἐνῶ συνάμα βυθίζει τόν ἐσωτερικό ἄνθρωπο στήν προσευχητική σιωπή, στή νηφάλια μέθη τῆς ταπεινώσεως καί στήν πνευματική γλυκύτητα.
Πολλοί ἀγωνιστές, πού πῆραν τή φυσική ἀγάπη γιά θεϊκή, προξένησαν ὑπερδιέργερση στίς σωματικές καί ψυχικές λειτουργίες τους. Καί ἡ μετάπτωση ἀπό τήν κατάσταση τῆς ὑπερδιεγέρσεως στήν κατάσταση τῆς παραφροσύνης εἶναι πολύ εὔκολη. Ἔτσι, δέν ἦταν λίγοι ἐκεῖνοι πού θεώρησαν πώς εἶχαν γεμίσει ἀπό χάρη καί ἁγιότητα, ἐνῶ στήν πραγματικότητα δέν ἦταν παρά ἐλεεινά θύματα τῆς πλάνης τους. Στή Δυτική Ἐκκλησία, ἀφότου αὐτή ξέπεσε στόν παπισμό, ὅπου σ᾿ ἕναν ἄνθρωπο ἀποδίδεται βλάσφημα ἡ θεϊκή ἰδιότητα τοῦ ἀλάθητου καί τιμή πού ἀνήκει μόνο στόν Θεό, ὑπῆρξαν πολλοί τέτοιοι ἀγωνιστές. Αὐτοί ἔγραψαν καί βιβλία, ὅπου, μέσα στήν ψυχοσωματική τους ἔξαψη, παρουσιάζουν τήν πλάνη ὡς θεία ἀγάπη καί, μέ τή νοσηρή φαντασία τους, περιγράφουν πλήθη ὁραμάτων, σταλμένων τάχα ἀπό τόν Θεό, τά ὁποῖα ἄλλο δέν κάνουν παρά νά γιγαντώνουν τήν ὑπερηφάνεια καί τή φιλαυτία τους.
Ἐσύ, παιδί τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, νά ἀποφεύγεις τήν ἀνάγνωση τέτοιων βιβλίων, νά ἀποφεύγεις τή μίμηση τῶν πλανεμένων. Νά χειραγωγεῖσαι ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί τούς ἁγίους Πατέρες τῆς μοναδικῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀνεβαίνεις μέ ταπείνωση στά πνευματικά ὕψη τῆς θεϊκῆς ἀγάπης μέσω τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ.
Νά θυμᾶσαι πάντα πώς ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ὕψιστη δωρεά τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τό μόνο πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι νά ἑτοιμάσει τόν ἑαυτό του μέ τήν καθαρότητα καί τήν ταπεινοφροσύνη, γιά νά δεχθεῖ αὐτή τή δωρεά, μέ τήν ὁποία ἀλλοιώνονται ὁ νοῦς, ἡ καρδιά καί τό σῶμα.
Μάταια κοπιάζουμε, μάταια καί ἄκαρπα καί ἐπιζήμια, ὅταν ἐπιδιώκουμε νά ἀποκτήσουμε πρόωρα τά ὑψηλά πνευματικά χαρίσματα. Αὐτά τά δίνει, στόν κατάλληλο καιρό, ὁ εὔσπλαχνος Θεός σ᾿ ἐκείνους πού σταθερά, ὑπομονετικά καί ταπεινά τηροῦν τίς εὐαγγελικές ἐντολές.
__________________
1 Α΄ ΒΑΣ. 15:22 2 Ἰω. 14:23, 24. 3 Ψαλμ. 118:127-128. 4 Ἰω. 15:10. 5 Πρβλ. Ρωμ. 7:23. 6 Ἰω. 3:6. 7 Ἰω. 3:6. 8 Δευτ. 4:24· 9:3. 9 Πρβλ. Ὅσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, ὅ.π., ΙΕ΄, 2. 10 Ἑβρ. 12:28-29.
(ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ», Τόμος Α΄, Ἱ. Μ. Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς)
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή. Ἀρχ.Σάββας Ἁγιορείτης HristosPanagia3.blogspot.com
Πηγή: Η άλλη όψη
Η Εκκλησία θα πρέπει να επιδιώκει πάντοτε, σύμφωνα και με τον Καταστατικό της Χάρτη, να διαλέγεται και να συνεργάζεται ουσιαστικά με την πολιτεία για θέματα χριστιανικής αγωγής της νεότητας. Η Εκκλησία επίσης πράττει ορθώς, που βάζει κανόνες και όρους σε αυτήν τη συνεργασία, όπως έπραξε, κατά τον τελευταίο διάλογό της με την πολιτεία, θέτοντας ως όρο συνεργασίας τον Ορθόδοξο Προσανατολισμό του μαθήματος των Θρησκευτικών, που όμως δεν τηρήθηκε.
Ωστόσο, το περιεχόμενο αυτού του όρου, αποτελεί το κυρίαρχο θέμα, το οποίο αναπτύσσεται και αναλύεται, λεπτομερώς και εξονυχιστικά, στο σκεπτικό της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), που αφορά στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών Δημοτικού και Γυμνασίου, μερικά από τα σημεία της οποίας είναι τα εξής:
«Με το πρόγραμμα σπουδών για τις Γ’ – ΣΤ’ τάξεις του Δημοτικού και για το Γυμνάσιο, φαλκιδεύεται ο επιβεβλημένος από τη συνταγματική αυτή διάταξη σκοπός, η ανάπτυξη δηλαδή της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών, που ανήκουν στην επικρατούσα θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού». «Με αυτό (ενν. το Πρόγραμμα), δεν παρέχεται μία αμιγώς ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία, αλλά προκαλείται σύγχυση στη θρησκευτική συνείδηση των ορθοδόξων χριστιανών μαθητών». «Ενώ… θα έπρεπε… να κατατείνει στην εμπέδωση και ενίσχυση της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεώς τους, με τη σύγχυση που προκαλείται… κλονίζει την ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση, την οποία, ήδη, πριν από την έναρξη του σχολικού βίου, διαμορφώνουν οι μαθητές αυτοί, στο πλαίσιο του οικογενειακού τους περιβάλλοντος». Η συγκεκριμένη αλλοίωση της θρησκευτικής τους αγωγής «είναι ικανή… να τους εκτρέψει από την ορθόδοξη χριστιανική συνείδησή τους, διότι προσβάλλει το δικαίωμα των ανηκόντων στην επικρατούσα θρησκεία ορθόδοξων χριστιανών γονέων να διασφαλίσουν τη μόρφωση και εκπαίδευση των παιδιών τους σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις». «…Η διδασκαλία αυτή α) είναι ελλιπής κατά το περιεχόμενο, β) δεν είναι αυτοτελής, αμιγής και διακριτή, σε σχέση με τη διδασκαλία στοιχείων αναφερομένων σε άλλα δόγματα ή θρησκείες, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στους μαθητές, ως προς το περιεχόμενο της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας, και γ) δεν είναι επαρκής από την άποψη του χρόνου που διατίθεται για αυτήν». Επίσης, προσβάλλει «την συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητος, διότι στερεί από τους μαθητές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος το δικαίωμα να διδάσκονται αποκλειστικώς τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ενώ η νομοθεσία προβλέπει, για μαθητές Ρωμαιοκαθολικούς, Εβραίους και Μουσουλμάνους, τη δυνατότητα να διδάσκονται αποκλειστικώς τα δόγματα της πίστεώς τους (όχι δε και τα δόγματα άλλων θρησκειών), μάλιστα δε, από δασκάλους προτεινόμενους από την οικεία θρησκευτική κοινότητα».
Τα παραπάνω σημεία της απόφασης του ΣτΕ και πολλά άλλα, μάς θυμίζουν επακριβώς τις θέσεις που διατύπωσε, στην Επιστολή του προς τον Πρωθυπουργό και τους Αρχηγούς των Κομμάτων, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος για το νέο Πρόγραμμα Σπουδών τον Σεπτέμβριο του 2016, εκφράζοντας, αφενός, τη γενικότερη θέση της Ιεράς Συνόδου ως προς τον Ορθόδοξο προσανατολισμό, την υποχρεωτικότητα και τις ώρες διδασκαλίας του μαθήματος και, αφετέρου, την πλήρη αντίθεσή του, τότε, με το Πρόγραμμα που έθεσε σε εφαρμογή ο πρ. Υπουργός κ. Φίλης.
Το πολύ σοβαρό ερώτημα, όμως, που τίθεται επί τάπητος είναι το εξής: Το Πρόγραμμα του κ. Γαβρόγλου είναι το ίδιο ή είναι διαφορετικό α) από το Πρόγραμμα του κ. Φίλη, που τότε είχε απορρίψει ο Μακαριώτατος και β) από το Πρόγραμμα που, λίγους μήνες μετά, ακυρώθηκε από το ΣτΕ; Το πρόγραμμα του κ. Γαβρόγλου, το οποίο υποτίθεται ότι κατάργησε το Πρόγραμμα του κ. Φίλη, κατάργησε και τα πάμπολλα δομικά παιδαγωγικά και θεολογικά προβλήματά του ή πρόκειται απλώς για μια προσχηματική «κατάργηση» - φάντασμα, η οποία στην πράξη αποτέλεσε μεθοδευμένο τέχνασμα για να στηριχθεί πάνω σε αυτήν η άρνηση να εφαρμοστεί η ακυρωτική απόφαση κατά του Προγράμματος του κ. Φίλη, με τη δικαιολογία ότι το ισχύον Πρόγραμμα Σπουδών είναι νέο και διαφορετικό;
Διαβάσαμε και ακούσαμε κάποιες δηλώσεις ορισμένων εκκλησιαστικών προσώπων, αμέσως μετά τη δημοσίευση της απόφασης του ΣτΕ, σχετικά με το Πρόγραμμα Σπουδών και τον τρόπο αντίδρασης της Εκκλησίας, με τις οποίες δεν συμφωνούμε. Θεωρούμε ότι η Εκκλησία αποφασίζει Συνοδικά για τέτοια μεγάλα και σπουδαία θέματα, αφού τα μελετήσει επαρκώς και αντικειμενικά και αυτό αναμένουμε να πράξει και τώρα.
Η πλήρης αλήθεια είναι ότι το Πρόγραμμα του κ. Γαβρόγλου είναι πανομοιότυπο, στον πολυθρησκειακό του προσανατολισμό, σκοπό, πυρήνα και περιεχόμενο, με εκείνο του κ. Φίλη, γεγονός που το επιβεβαιώνουν με δηλώσεις που έχουν κάνει τόσο ο κ. Γαβρόγλου όσο και ο κ. Φίλης. Ο κ. Φίλης, μάλιστα, ισχυρίζεται ότι το δικό του Πρόγραμμα Θρησκευτικών παρέμεινε και διατηρείται το ίδιο και απαράλλακτο σε ισχύ, κατά ποσοστό 99%, με ελάχιστες ανούσιες αλλαγές, στο Πρόγραμμα που υπέγραψε ο κ. Γαβρόγλου.
Επιπρόσθετα, όμως, συγκριτική ερευνητική μελέτη που υλοποιήθηκε ανάμεσα στα δύο Προγράμματα, του κ. Φίλη και του κ. Γαβρόγλου, επιστημονικά τεκμηριωμένη, που δημοσιοποιείται αυτές τις ημέρες, αποδεικνύει ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο Προγραμμάτων είναι απειροελάχιστες και άνευ ουσίας και ότι, τελικά, το Πρόγραμμα Γαβρόγλου διαφέρει σχεδόν μόνον στο αριθμό του ΦΕΚ και στην Υπουργική υπογραφή. Ουσιαστικές αλλαγές, επομένως, που να αγγίζουν την πολυθρησκειακή δομή, δεν έγιναν στο Πρόγραμμα Γαβρόγλου και, επομένως, δεν ισχύει ο ως άνω ισχυρισμός ότι ο κ. Γαβρόγλου είχε ήδη καταργήσει το Πρόγραμμα Φίλη πριν το ακυρώσει το ΣτΕ και διαπιστώνεται ότι ο όρος που έθεσε η Εκκλησία για Ορθοδοξο Προσανατολισμό, ουδέποτε εφαρμόσθηκε από την κοινή επιτροπή διαλόγου Εκκλησίας – Πολιτείας, γεγονός που εύκολα αποδεικνύεται.
Εσπευσμένες επίσης δηλώσεις εκκλησιαστικών προσώπων, όπως: «το νέο πρόγραμμα που κυκλοφορεί πλέον στα σχολεία είναι συμφωνία Εκκλησίας-Πολιτείας», εκθέτουν πρωτίστως όσους τις κάνουν, και σε κάθε περίπτωση δεν εκφράζουν την αλήθεια των γεγονότων.
Και τούτο, διότι στα Πρακτικά της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, που συνεδρίασε την 27η Ιουνίου 2017 και που όλοι μπορούμε να διαβάσουμε, δεν μαρτυρείται καμιά τέτοια συμφωνία. Αντίθετα, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος, στο τέλος της συνεδρίασης έκλεισε με τα εξής: «Έτσι, λοιπόν, σήμερα δεν θα πούμε ότι εγκρίνεται ή απορρίπτεται το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών, αλλά ότι η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας ενημερώθηκε από τα μέλη της Επιτροπής και τους ευχαριστούμε...». Δεν υπήρξε, συνεπώς, καμιά συμφωνία, παρά μόνον ενημέρωση στους Αρχιερείς.
Η δική μας επομένως απάντηση στο αρχικό ερώτημα, που μπορεί να εκληφθεί και ως ταπεινή πρόταση, είναι ότι η Εκκλησία, πρωταρχικά και εν Συνόδω, θα πρέπει να εκφράσει τον σεβασμό και την ευπείθειά της στην απόφαση του ΣτΕ, να ζητήσει άμεσα να αποσυρθεί το ακυρωθέν από το ΣτΕ νέο Πρόγραμμα Σπουδών του κ. Γαβρόγλου, αφού είναι το ίδιο με εκείνο του κ. Φίλη, να σταματήσει η ίδια την οποιαδήποτε σύμπραξή της στο Πρόγραμμα και στα βιβλία του κ. Γαβρόγλου και να ζητήσει την έναρξη διαλόγου σε νέα βάση, όπως ορίζεται από το ΣτΕ.
Ταυτόχρονα, μπορεί να προτείνει, εκείνη αυτή τη φορά, νέα συντακτική ομάδα, προκειμένου να αρχίσει η συγγραφή Αναλυτικού Προγράμματος και βιβλίων, με βάση α) τις αποφάσεις, τις κατευθύνσεις και τις προδιαγραφές που έδωσε συνοδικά η ίδια, κατά τις δύο Συνόδους της (Διαρκής Σύνοδος, Ιανουάριος 2016 και Σύνοδος της Ιεραρχίας, Μάρτιος 2016), β) το θεσμικό πλαίσιο και σκεπτικό, όπως αυτό οριοθετείται από την ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ και γ) τη συνεργασία των ειδικών στελεχών της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων, οι θέσεις της οποίας συνάδουν τόσο με τις ως άνω αποφάσεις των δύο Συνόδων όσο και με το σκεπτικό της ακυρωτικής αποφασεως του ΣτΕ. Τελος, να ζητήσει να επανέλθουν σε ισχύ το προηγούμενο Πρόγραμμα και τα βιβλία (2003-2006), έως ότου ετοιμαστούν το νέο Πρόγραμμα και τα νέα βιβλία.
Κηδεύεται σήμερα στο χωριό του, το Μορφοβούνι Καρδίτσας, ο Γιώργος Μπαλταδώρος (14.04.2018, 14:00) - Θερμό χειροκρότημα από πλήθος κόσμου όταν η σορός έφτασε στον Ιερό Ναό - Σκεπασμένο με τη γαλανόλευκη το φέρετρό του - Ραγίζει καρδιές το μήνυμα στο στεφάνι από τα παιδιά του Γιώργου Μπαλταδώρου: "Μπαμπάκα μας, καμάρι μας, δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ" - Συγκλονιστικός επικήδειος: «Η 114 Πτέρυγα Μάχης θα σε έχει πάντα στη μνήμη της – Η πατρίδα σε κατατάσσει για πάντα στους ήρωές της» - Στην κηδεία του 34χρονου Σμηναγού ο Πάνος Καμμένος, ο Φώτης Κουβέλης, η ηγεσία όλων των Σωμάτων του Στρατού, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Βασίλης Λεβέντης
Ο θρήνος ανείπωτος. Η οδύνη «σκεπάζει» τα πάντα. Ο Γιώργος Μπαλταδώρος, ο ήρωας της Πολεμικής Αεροπορίας που έχασε τη ζωή του από τη συντριβή του Mirage 2000-5 την περασμένη Πέμπτη ανοιχτά της Σκύρου, συνοδεύεται σήμερα (14.04.2018, 14:00) στην τελευταία του κατοικία. Στον τόπο όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, στο Μορφοβούνι Καρδίτσας.
Μια ολόκληρη χώρα έχει βυθιστεί στο πένθος. Ένα ολόκληρο χωριό αποχαιρετά το άξιο τέκνο του, που έπεσε υπηρετώντας την πατρίδα. Το φέρετρο του Γιώργου Μπαλταδώρου ήταν σκεπασμένο με τη γαλανόλευκη, εκείνη που υπηρετούσε ως την τελευταία στιγμή. Προηγούνταν το ξίφος και πηλήκιο του. Η σορός του τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα και εκατοντάδες κόσμου περίμενε υπομονετικά στη σειρά για το ύστατο χαίρε.
Τραγικές φιγούρες η σύζυγός του Μαίρη, οι γονείς του και ο αδερφός του Χρήστος. Η κραυγή της μητέρας του, Φωτεινής, όταν τελείωσε ο επικήδειος που εκφώνησε συνάδελφος και φίλος του, ήταν σπαρακτική. «Που αφήνεις τα παιδιά σου» φώναξε η χαροκαμμένη μάνα. Πως να πιστέψει ότι δεν θα ξαναδεί το σπλάχνο της…
Η σύζυγός του δεν άντεξε τον πόνο. Κατέρρευσε, όπως ανέφερε η απεσταλμένη του Epsilon στην Καρδίτσα, λίγο πριν ξεκινήσει η κηδεία του. Λίγο πριν αποχαιρετίσει τον άνθρωπό της, τον πατέρα των παιδιών της, τον άνθρωπο που το 2007 ξεκίνησε το ταξίδι της κοινής τους ζωής. Δεν άντεξε και λιποθύμησε. Χρειάστηκε να την πάρει φορείο για να τη μεταφέρει στο ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ που βρισκόταν στην εκκλησία για να της παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες.
Στο πλευρό τους όλοι οι κάτοικοι του χωριού και όχι μόνο. Εκεί είναι συνάδελφοί του, φίλοι του, άνθρωποι που τον γνώριζαν.
Ραγίζει καρδιές το μήνυμα των δυο παιδιών του. «Μπαμπάκα μας, καμάρι μας, θα είσαι πάντα στην καρδιά μας».
Ένας από τους φίλους του Γιώργου Μπαλταδώρου ανέλαβε το βαρύ φορτίο να εκφωνήσει επικήδειο. Η φωνή του έσπασε από τη συγκίνηση. Τα λόγια ήταν λίγα για να περιγράψει τα συναισθήματα… «Η 114 Πτέρυγα Μάχης θα σε έχει πάντα στη μνήμη της. Η πατρίδα σε κατατάσσει για πάντα στους ήρωές της», είπε με δυσκολία.
Κι όταν το φέρετρο βγήκε από την εκκλησία, ο κόσμος είχε «ανοίξει» διάδρομο για να περάσει. Και το χειροκρότημα «έσπασε» ξανά τη σιωπή…
Πηγή: Newsit
Δελτίο Τύπου
«Αφήστε με να ζήσω!»
13-3-2018
Μία νέα προσπάθεια, ένα νέο κίνημα δημιουργήθηκε από εκείνους που σέβονται το θαύμα της νέας Ζωής, από τη σύλληψή της, και αγωνίζονται να την προστατέψουν.
Σωματεία και Φορείς συνεργάζονται με στόχο την ενημέρωση για το λυπηρό φαινόμενο των εκτρώσεων, στις οποίες για ποικίλους λόγους καταλήγουν αρκετές νέες γυναίκες και όχι μόνο.
Το κίνημα «Αφήστε με να ζήσω!» σας προσκαλεί να το γνωρίσετε από κοντά και ερχόμενοι «αντιμέτωποι» με τη δημογραφική κατάρρευση στην Ελλάδα, να σώσουμε όλοι μαζί, όσους περισσότερους αθώους ανθρώπους από φριχτό θάνατο.
Ας δώσουμε χαρά, ελπίδα και προοπτική στην Οικογένεια και στην Πατρίδα μας!
Ακολουθείστε το:
https://facebook.com/profile.php?id=100024894848169
https://twitter.com/afistemenaziso
https://vimeo.com/afistemenaziso
Η συντονιστική επιτροπή του κινήματος
«Αφήστε με να ζήσω!»
Πηγή: Αφήστε με να ζήσω!
Πέρυσι τήν Διακαινήσιμο Ἑβδομάδα εἴχαμε θρηνήσει 4 Ἀξιωματικούς μέ τή μοιραία πτώση τοῦ ἑλικοπτέρου τῆς Ἀεροπορίας Στρατοῦ.
Σήμερα πανελληνίως θρηνοῦμε, τήν ἀπώλεια ἐν ὥρα καθήκοντος, τοῦ Σμηναγοῦ τῆς Πολεμικῆς μας Ἀεροπορίας Γεωργίου Μπαλταδῶρου. Τό ἀεροσκάφος τοῦ κατέπεσε βορειοανατολικά τῆς Σκύρου μετά ἀπό ἀναχαίτηση τουρκικῶν ἀεροσκαφῶν ὑπὸ ἀδιευκρίνιστες συνθῆκες.
Τί στιγμὴ ποὺ κάποιοι ξεπουλοῦν τά πρωτοτόκια μας, αὐτός ἔκανε τό καθῆκον του ὡς πραγματικός ΕΛΛΗΝ, ἀφοσιωμένος στήν ὑπηρεσία τῆς Πατρίδος μας.
Τὸ πάνθεον τῶν ἡρώων ἀπέκτησε ἕνα ἀκόμα μέλος. Μέ τό ἀεροπλάνο του δέν πέταξε μόνο πάνω από τό Αἰγαίο, ἀλλά πῆγε ἀκόμα πιό ψηλά στήν οὐράνια κοινωνία τῶν Ἀγγέλων. Τό πέταγμά του ξεπέρασε τόν αἰθέρα, ἔσχισε μέ μιᾶς τούς Οὐρανούς.
Τό παράδειγμά του καί τό ἡρωϊκό τοῦ πέταγμα, μᾶς κάνει περήφανους γιατί μιά τέτοια Πατρίδα συνεχίζει νά βγάζει τέτοια παλληκάρια.
Ὄχι κλάματα γιά τόν Σμηναγό ! Μόνο τραγούδια καί ψάλματα, ὅπως ταιριάζουν στήν ἑβδομάδα ! Ὁ Ἀναστᾶς Κύριος ἤδη τόν ἔχει στήν ἀγκαλιά Του. Αὐτές οἱ θυσίες δέν πᾶνε χαμένες. Οἱ Ἀετοί τοῦ Αἰγαίου μας πεθαίνουν ὄρθιοι καί ἐλεύθεροι. Πετᾶνε καί θυσιάζονται γιά τήν ΕΛΛΑΔΑ μας.
«Στή γῆ σάν πέσει ὁ ἀετός
πέφτει κι ὁ οὐρανός μαζί του
τόν στέλνει δῶρο ὁ Θεός
γιά νά σκεπάσει τό κορμί του».
(Πηγή: Ζερβάκη Μαριάννα)
ΑΘΑΝΑΤΟΣ!
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ , ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΕΛΛΗΝΑ ΗΡΩΑ!
Ἱστορικό
Ἡ διάδοση τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ στήν ἱστορία τοῦ κόσμου εἶχε μιά δραματική ἐπίδραση στήν πρόοδο τῆς ἀνθρωπότητος καί τήν διαμόρφωση τῆς ἐξελίξεως τῆς ἀνθρωπίνης ἱστορίας. Βλέπουμε παραδείγματα γιά αὐτή τήν διάδοση στούς αἰῶνες π.Χ. στόν ἀποικισμό τῶν Ἑλλήνων κατά μῆκος τῶν ἀκτῶν τοῦ Αἰγαίου, τῆς Μεσογείου, τῆς Μαύρης Θάλασσας καί τῆς θάλασσας τοῦ Μαρμαρᾶ, στίς ἀποστολές τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί στίς κατακτήσεις μέ τίς ὁποῖες ἔχουν ἐξελληνιστῆ οἱ διάφορες ἐθνικές ὁμάδες τῆς Ἀσίας∙ ἐνῶ ἀργότερα ἡ ἀνατολική ρωμαϊκή αὐτοκρατορία ἦταν ἡ ἴδια ἐξελληνισμένη καί ἐξάπλωσε τήν ἑλληνική γλῶσσα, καθώς ἐπίσης, διέδωσε καί τόν πολιτισμό της. Ἐπίπλέον κανένας ἱστορικός δέν μπορεῖ νά ἀγνοῆ τίς προφανεῖς ἑλληνικές ἐπιρροές στήν Ἀναγέννηση μετά τήν ἑλληνική ἔξοδο πού συνέβη κατά τήν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1453.
Ἀπό αὐτές τίς διάφορες ἀποστολές, πολέμους, ἀποικισμούς καί μεταναστεύσεις πού ἐμφανίστηκαν κατά τήν διάρκεια τῶν αἰώνων, οἱ σπόροι τῶν Ἑλλήνων ἔχουν φυτευτῆ στά πέρατα τῆς γῆς, καί πιό πρόσφατα, ἡ φυγή τῶν Ἑλλήνων κατά τήν διάρκεια τῶν δύο τελευταίων αἰώνων εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά ἱδρυθοῦν Ἑλληνικές κοινότητες σέ κάθε γωνιά τοῦ κόσμου. Ἡ χώρα τοῦ Καναδᾶ δέν ἀποτελεῖ ἐξαίρεση ἀπ᾿ αὐτήν τήν μετεγκατάσταση, ὅπου στήν ἀχανῆ αὐτή γῆ οἱ Ἕλληνες ἐπεδίωξαν μιά νέα ζωή, καινούργιες εὐκαιρίες καί ὑψηλώτερα ἐπιτεύγματα. Ὁ Καναδάς ἔχει γίνει χώρα διαμονῆς γιά περίπου 252.960 Ἕλληνες μέχρι σήμερα, μέ ἀκμάζουσες Κοινότητες καί ὀργανώσεις πού συνεχίζουν νά καλλιεργοῦν τό ἑλληνικό πνεῦμα τῶν προηγουμένων γενεῶν.
Ἡ χώρα τοῦ Καναδᾶ εἶναι μιά μεγάλη ἔκταση γῆς πού ἐκτείνεται μεταξύ τοῦ Εἰρηνικοῦ, τοῦ Ἀτλαντικοῦ καί τοῦ Ἀρκτικοῦ Ὠκεανοῦ. Εἶναι ἡ δεύτερη μεγαλύτερη χώρα στόν κόσμο, τῆς ὁποίας ἡ φυσική γεωγραφία εὐρέως ποικίλλει καί ἀποτελεῖται ἀπό ἀρκτικά δάση, ὀρεινό ἀνάγλυφο τοῦ ἐδάφους, τούς πάγους τῆς Ἀρκτικῆς καί ἔχει ἄφθονη γεωργία, στό πλαίσιο τῶν κατ᾿ ἀποκοπή ἐπαρχιῶν, γνωστές ὡς τά ″Prairies″ (λιβάδια). Ἀρχικά, καταλήφθηκε μόνο ἀπό τούς ἰθαγενεῖς πού ζοῦσαν ἐκεῖ, ἔπειτα ἐξερευνήθηκε καί ἀποικίστηκε ἀπό τούς Βίκινγκς στά τέλη τοῦ 10ου αἰῶνα καί στήν συνέχεια ἀπό τούς Βρεττανούς καί Γάλλους κατά τά τέλη τοῦ 15ου αἰῶνα. Μετά ἀπό μακρές περιόδους πολέμου, ἡ χώρα παραχωρήθηκε στό Βρεττανικό κράτος ἀπό τούς Γάλλους τό 1763 καί ὁ Καναδάς τελικά ἔγινε ἐπίσημη χώρα τό 1867 καί πῆρε τό ὄνομά του ἀπό τήν λέξη τῶν Ἰρόκων «Κανάτα» πού σημαίνει «χωριό». Ἡ ἐπίσημη γλῶσσα τῆς χώρας εἶναι τά ἀγγλικά καί τά γαλλικά, ἐνῶ ἡ συνολική κουλτούρα εἶναι ἕνα μεῖγμα ἀπό τούς Ἄγγλους, Γάλλους καί αὐτόχθονες λαούς, μαζί μέ τούς μετανάστες ἀπό τά διάφορα μέρη τοῦ κόσμου.
Τό πρῶτο γνωστό ἄτομο πού ὑποκίνησε τήν ἑλληνική Ὀδύσσεια στόν Καναδᾶ ἦταν ἕνας ἔμπειρος ἐξερευνητής τοῦ 16ου αἰῶνα κατά τήν διάρκεια τῆς ἱσπανικῆς ἐξερευνήσεως καί κατακτήσεως τῶν Δυτικῶν Ἰνδιῶν, ὁ Juan de Fuca, ἐπίσης γνωστός, ὡς ὁ Ἰωάννης Φωκᾶς. Οἱ πρόγονοι τοῦ Ἰωάννου κατάγονταν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη πού στό 1453 ὁ παππούς του Ἐμμανουήλ Φωκᾶς καί οἱ ὑπόλοιποι συγγενεῖς, διέφυγαν ἀπό τήν ἀγαπημένη πόλη καί κατέφυγαν στήν Πελοπόννησο καί τά Ἰόνια Νησιά. Ὁ Ἐμμανουήλ τελικά ἐγκαταστάθηκε στήν Κεφαλλονιά, στό χωριό πού εἶναι γνωστό ὡς Βαλεριάνο.
Ἡ ἐπέκταση τῆς ἱσπανικῆς κυριαρχίας στίς γειτονικές ἀκτές τῆς Ἰταλίας ἔδωσε τήν εὐκαιρία στόν Ἰωάννη καί τούς ναῦτες τοῦ Ἰονίου νά ὑπηρετήσουν στά ἱσπανικά πλοῖα ὡς μέλη τοῦ πληρώματος. Ὁ βασιλιάς τῆς Ἱσπανίας ὁ Φίλιππος Β΄ , διόρισε τόν Ἰωάννη ὡς πλοηγό τοῦ ναυτικοῦ στίς Δυτικές Ἰνδίες, μιά θέση πού κράτησε γιά σαράντα χρόνια. Στό 1592 στάλθηκε γιά νά μελετήση τήν ἀκτή τοῦ Εἰρηνικοῦ καί νά βρῆ τό θρυλικό στενό τοῦ Anian, (πιστευόταν ὅτι εἶναι ἕνα Βορειοδυτικό Πέρασμα, μιά θαλάσσια ὁδός πού συνδέει τόν Ἀτλαντικό καί τόν Εἰρηνικό Ὠκεανό) γιά νά τούς ὀχυρώση ἐναντίον τῶν Ἄγγλων. Ἀντί τό στενό τοῦ Anian, βρῆκε τό στενό πού χωρίζει τό νησί Βανκούβερ τοῦ Καναδᾶ ἀπό τήν Πολιτεία τῆς Οὐάσιγκτον πού τελικά ὀνομάστηκε ἀργότερα ἀπό τόν ἴδιο ἐξερευνητῆ καί πρῶτο Ἕλληνα τῆς χώρας ὡς ″Strait of Juan de Fuca″.
Οἱ ἑπόμενοι γνωστοί πρωτοπόροι Ἕλληνες τοῦ Καναδᾶ ἐμφανίστηκαν δύο αἰῶνες ἀργότερα, στίς ἀρχές τοῦ 1800, στήν καναδική ἐπαρχία τοῦ Κεμπέκ. Εἶναι γνωστό ὅτι τότε οἱ Ἕλληνες ναυτικοί διέπλευσαν τόν ποταμό τοῦ Ἁγίου Λαυρεντίου, ἐγκατέλειψαν τά πλοῖα τους καί ἐγκαταστάθηκαν ἐκεῖ, ἀφοῦ παντρεύτηκαν μέ Γαλλίδες τοῦ Καναδᾶ. Ἕνα περιστατικό πού τεκμηριώνει τό προαναφερθέν, ἦταν τόν χειμῶνα τοῦ 1908 πού τρεῖς Ἕλληνες φίλοι ταξίδευαν ἀνάμεσα σέ δύο χωριά τοῦ Κεμπέκ καί ἔχασαν τό ἄλογό τους πού τραβοῦσε τό βαγόνι. Ἀπό τό ἰσχυρό κρύο ἀναζήτησαν καταφύγιο σέ μιά κοντινή ἀγροικία. Ἐκεῖ τούς φιλοξένησε ἕνας ἑβδομηντάχρονος Γάλλος ἀγρότης πού μέ ἔκπληξη ἔμαθε ὅτι οἱ ἐπισκέπτες του ἦταν Ἕλληνες καί τούς ἀνέφερε ὅτι ὁ πατέρας του ἦταν Ἕλληνας, μίλησε μέ πολύ σεβασμό γιά τόν πατέρα του καί τούς ἔδειξε μία εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν πού ἔφερε ὁ πατέρας του ἀπό τήν Ἑλλάδα.
Ἡ ἄφιξη τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν στόν Καναδᾶ ξεκίνησε, ὡστόσο ἐπισήμως, σέ μικρούς ἀριθμούς μετά τήν ἐπανάσταση κατά τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ τό 1821 ― 1827. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς Ἕλληνες μετανάστες προέρχονταν ἀπό τήν Πελοπόννησο κυρίως, ἀπό τίς μή παραγωγικές ἐπαρχίες τῆς Ἀρκαδίας καί Λακωνίας, ἐπίσης ἀπό τά νησιά καί τά ὑποβαθμισμένα χωριά ἀπό τήν ἠπειρωτική χώρα. Πρίν ἀπό τό 1900 ἡ μετανάστευση τῶν Ἑλλήνων ἦταν σποραδική, κατά τό 1871 ἡ ἀπογραφή ἔδειχνε μόνον τριάντα ἐννέα ἄτομα ἑλληνικῆς καταγωγῆς στόν Καναδᾶ καί τό 1900 οἱ ἀριθμοί αὐξήθηκαν στά 200. Ἀπό τήν 1η Ἰουλίου 1900 ἕως τίς 31 Δεκεμβρίου 1907, 2.540 Ἕλληνες μετανάστες ἦρθαν στόν Καναδᾶ, ἀπό τούς ὁποίους οἱ περισσότεροι ἦταν ἀπό τήν Πελοπόννησο καί μερικοί ἀπό τήν Μακεδονία καί, ἰδιαίτερα ἀπό τήν Καστοριά, οἱ ὁποῖοι συνέχισαν νά ἀσχολοῦνται μέ τό ἐμπόριο γούνας ἀπό τήν μητρική τους πόλη.
Ἐπιρροές / Μετανάστευση
Ὑπῆρχαν πολλοί παράγοντες πού ἐπηρέασαν τούς Ἕλληνες νά ἐγκαταλείψουν τήν ἀγαπημένη πατρίδα τους καί νά ἐγκατασταθοῦν σέ χῶρες τοῦ ἐξωτερικοῦ, ὅπως καί στόν Καναδᾶ. Ἡ μετανάστευση ὀφείλεται κυρίως σέ μιά ἐπαναλαμβανομένη ἀποτυχία τῶν καλλιεργειῶν στήν Ἑλλάδα, στήν καταπιεστική φορολογία καί τήν αὔξηση τῆς φτώχειας στήν χώρα μας. Εἴτε ἑκουσίως, εἴτε χωρίς ἐπιλογή, πολλές περιοχές στήν πατρίδα μας ἐκκενώθηκαν ἀπό τόν νεαρό ἀνδρικό πληθυσμό στήν προσπάθειά τους γιά νέα μόνιμη ζωή σέ ″χώραν μακράν″ ἤ καί γιά προσωρινή παραμονή γιά τήν ἐπίτευξη κέρδους. Μιά ἄλλη αἰτία τῆς μεταναστεύσεως εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστολῆς τῶν γραμμάτων καί τῶν χρημάτων στήν Ἑλλάδα. Ἡ προβολή τῆς ἐπιτυχίας τους εἶχε ἐξαπλωθῆ σέ ὑπερβολική μορφή καί σταδιακά ἔγινε μόδα γιά νά πηγαίνουν οἱ Ἕλληνες στήν Ἀμερική.
Ἀντίθετα στίς διάφορες περιοχές πού ἔμειναν κάτω ἀπό τήν τουρκική κατοχή, ὅπως ἡ Μακεδονία, ἡ Ἤπειρος, ἡ Λέσβος καί τά Δωδεκάνησα, ἀρκετοί νέοι Ἕλληνες ἀναγκάστηκαν νά φύγουν γιά τόν νέο κόσμo ἐξ αἰτίας τοῦ νέου τουρκικοῦ συντάγματος τοῦ 1908, τό ὁποῖο ὑποχρέωνε τούς Ἕλληνες νά ὑπηρετήσουν στόν τουρκικό στρατό. Οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς τούς Ἕλληνες ἦταν εὔποροι καί μορφωμένοι, μερικοί ἦταν ἀπόφοιτοι ἀπό ἀμερικανικά κολλέγια καί συνολικά δέν εἶχαν καμμία ἀνάγκη γιά τίς νέες εὐκαιρίες καί τά κίνητρα τοῦ ἐξωτερικοῦ.
Ἐργασία
Παρέλαση νέων ὁμογενῶν.
Ἀπό τό ἀρχεῖο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, Τορόντο.
Οἱ πρῶτοι μετανάστες ἦταν σχεδόν ὅλοι ἄνδρες, ἐλεύθεροι ἤ παντρεμένοι, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἀγράμματοι καί εἶχαν ἀφήσει τίς οἰκογένειές τους πίσω στήν Πατρίδα γιά οἰκονομικούς λόγους γιά νά ζήσουν σάν ξένοι ἀνάμεσα στούς ξένους καί μέ καμμιά ἐμπειρία τῆς ἀγγλικῆς γλώσσας. Κανόνισαν νά ζήσουν πολλοί μαζί σέ καταλύμματα, ἐνῶ ἄλλοι ζοῦσαν σέ πολυσύχναστα οἰκοτροφεῖα κοντά στόν χῶρο ἐργασίας τους, μέ τήν πρόθεση νά διατηρήσουν τά κέρδη τους (καθώς τά ποσά πού εἶχαν, μικρή σημασία στόν Καναδᾶ, εἶχαν μεγάλη ἀξία στήν Ἑλλάδα), εἴτε νά φέρουν τίς οἰκογένειές τους στόν Καναδᾶ ἤ νά φέρουν τά κέρδη τους πίσω στήν Ἑλλάδα. Οἱ πρῶτοι Ἕλληνες ἦταν γνωστοί γιά τήν ἀνδρεία τους, γιά σκληρή δουλειά καί οἰκονομική πρόοδο. Οἱ δύσκολες οἰκονομικές ἐμπειρίες τους πίσω στήν Ἑλλάδα ἦταν κίνητρο γιά νά ξεπεράσουν τά πολλά ἐμπόδια πού ἀντιμετώπισαν σέ αὐτή τήν ξένη χώρα, τήν κοινωνικο ― οἰκονομική ἀπομόνωση, συμπεριλαμβανομένων καί τῶν γλωσσικῶν, πολιτιστικῶν διακρίσεων. Οἱ περισσότεροι Ἕλληνες ἦταν ὑποχρεωμένοι νά ἀναλάβουν σκληρή ἐργασία στόν ἰδιωτικό τομέα, λόγῳ τοῦ ὅτι εἶχαν ἐλάχιστη ἐκπαίδευση καί δεξιότητες. Τελικά μέ τήν ἐκμάθηση τῆς ἀγγλικῆς γλώσσας καί τήν συγκέντρωση ἀρκετῶν χρημάτων ἦταν σέ θέση νά ἀνοίξουν μικρές ἐπιτυχημένες ἐπιχειρήσεις πού ἄρχισαν ἐπίσημα τό 1860 στό Μόντρεαλ. Μέχρι τό 1910 οἱ ἐπιχειρήσεις τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν προχώρησαν γρήγορα καί βρέθηκαν στίς πιό γνωστές πόλεις τῆς χώρας, ὅπως στό Τορόντο, Μόντρεαλ, Λονδίνο, Γουΐνιπεγκ καί τό Βανκούβερ. Στό Τορόντο, γιά παράδειγμα, ὁ πληθυσμός τῶν Ἑλλήνων τό 1918 ἦταν περίπου 3.000 ἄτομα πού ἦταν τό ἥμισυ τοῦ 1% τοῦ συνολικοῦ πληθυσμοῦ τῆς πόλεως, εἶχαν ὅμως 31% ἀπό τίς ἐπιχειρήσεις τῆς πόλεως σέ σχέση μέ τά ἑστιατόρια, καφενεῖα, παντοπωλεῖα καί αἴθουσες στιλβωτήρια.
Κουλτούρα
Κατάθεση στεφάνου ἀπό τήν ὁμογένεια, στό μνημεῖο πεσόντων,
μπροστά στό παλαιό δημαρχεῖο τοῦ Τορόντο. Ἀπό τό ἀρχεῖο Clara
Thomas τῆς πανεπιστημιακῆς βιβλιοθήκης τοῦ York Univercity.
Ἐπειδή ὑπῆρχαν λίγες καί σπάνιες εὐκαιρίες σέ ξένη χώρα νά βροῦν οἱ ἄνδρες συζύγους Ἑλληνίδες στά πρῶτα χρόνια, ἔγραφαν γράμματα στούς γονεῖς νά τούς βροῦν σύζυγο. Ὅταν βρίσκονταν τά πιθανά ἄτομα, ἀντάλλαζαν φωτογραφίες καί αὐτό ὁδηγοῦσε τελικά σέ γάμο. Ἀντίθετα ἀπό τόν παραδοσιακό τρόπο, ἀρκετοί ἄνδρες παντρεύτηκαν καί ξένες γυναῖκες μέ τίς ὁποῖες σέ πολλές περιπτώσεις εὕρισκαν δυσκολία νά συνεννοηθοῦν ἐξ αἰτίας θεμάτων σχετικῶν μέ τήν διατροφή, τά ἔθιμα, τόν τρόπο ζωῆς, τό θρήσκευμα καί τήν γλῶσσα. Ὅταν οἱ πρῶτες ἑλληνικές οἰκογένειες ἐγκαταστάθηκαν στίς μεγάλες πόλεις συνέχισαν τίς πολιτιστικές τους δραστηριότητες, ὅπως στήν Πατρίδα τους. Σημαντικές ἐκδηλώσεις, ὅπως οἱ παρελάσεις γιά τήν 25η Μαρτίου καί 28η Ὀκτωβρίου ὀργανώθηκαν γιά νά περάσουν μέσα ἀπό τίς κεντρικές ὁδούς τῶν πόλεων, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 1900. Ἐτήσιοι χοροί, ἑλληνικά φεστιβάλ καί πίκ ― νίκ ὀργανώθηκαν ἀπό τίς ἑλληνικές Κοινότητες, ὅπου συγκεντρώθηκαν ἑκατοντάδες ἙλληνοΚαναδοί πού εἶναι ἕνα μεῖγμα ἀνθρώπων ἀπό τίς διάφορες ἐπαρχίες τῆς Ἑλλάδος
Πολυπολιτισμικότητα
Παρέλαση νέων ὁμογενῶν μέ παραδοσιακές στολές στήν
Queen street τοῦ Τορόντο. Ἀπό τό ἀρχεῖο Clara Thomas
τῆς πανεπιστημιακῆς βιβλιοθήκης τοῦ York Univercity.
Σέ ὅλη τήν χώρα ἀρκετές ἐθνοκεντρικές Κοινότητες ἔχουν ἀναπτυχθῆ, συμπεριλαμβανομένου τοῦ γνωστοῦ καί διασήμου “Greek Town” στό Τορόντο πού βρίσκεται ἐπί τῆς Λεωφόρου Ντάνφορθ, ὅπου πολλά ἑλληνικά ἑστιατόρια, ζαχαροπλαστεῖα καί καταστήματα ἀνήκουν καί λειτουργοῦν ἀπό τούς Ἕλληνες κατοίκους. Μία φορά τόν χρόνο ἡ πόλη διοργανώνει μιά ἀμιγῶς Ἑλληνική πολιτιστική ἐκδήλωση πού ὀνομάζεται «Ἡ γεύση τοῦ Ντάνφορθ», ἡ ὁποία εἶναι στήν πραγματικότητα τό μεγαλύτερο φεστιβάλ τροφίμων σέ ὅλη τήν χώρα καί προσελκύει 1,5 ἑκατομμύρια ἀνθρώπους κάθε χρόνο γιά τρεῖς ἡμέρες κατά τήν διάρκεια τοῦ καλοκαιριοῦ. Ξεκίνησε τό 1994 καί ἔγινε ἕνας σημαντικός πόλος ἕλξεως γιά τούς τουρῖστες ἔξω ἀπό τήν πόλη, ὅπου οἱ συμμετέχοντες βιώνουν τόν Ἑλληνικό πολιτισμό συμπεριλαμβανομένων τῆς ἐκλεκτῆς κουζίνας, τῆς μουσικῆς καί τοῦ χοροῦ της. Ἡ ἐκδήλωση αὐτή εἶναι μιά ἀγαπημένη γιά τούς κατοίκους τῆς πόλεως, καθώς προσβλέπουν καί στό νά τρῶνε τό σουβλάκι καί τόν αὐθεντικό γῦρο. Οἱ πρωτοπόροι Ἕλληνες τοῦ Καναδᾶ πέρασαν ἀπό πολλές κακουχίες στήν πατρίδα καί στόν νέο κόσμο πού ἐκτέθηκαν σέ ἕνα περιβάλλον μέ ἄγνωστες γλῶσσες, πολιτισμικές διαφορές καί ἐπίσης διακρίσεις (ὑπῆρχε ἐπίσης ζήλεια γιά τήν ἱκανότητα τῶν Ἑλλήνων, ἐπειδή ἐργάστηκαν σκληρά γιά νά εἶναι ἐπιτυχημένοι).
Οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς προέρχονταν ἀπό τά χωριά καί ἦταν ἀγράμματοι, κάτι πού αὔξανε τήν δυσκολία τῆς προσαρμογῆς σέ μιά νέα κοινωνία, ὡστόσο ἦταν πολύ ἐργατικοί, πάντα ἔψαχναν γιά αὐτοβελτίωση καί ἀνάπτυξη τῶν δεξιοτήτων τους. Οἱ Ἕλληνες πρωτοπόροι ἔσπειραν τούς πρώτους σπόρους γιά τίς μελλοντικές γενιές τους καί συνέχισαν νά ἀγωνίζωνται γιά μία νέα καί καλύτερη ζωή, ἀλλά καί νά παράγουν ἀσταμάτητα καρπούς γιά τόν Ἑλληνικό Πολιτισμό στόν Καναδᾶ. Γιά τούς Ἕλληνες πού ζοῦν ἐκεῖ, τό κάθε ἄτομο εἶναι ἀντιπρόσωπος τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς του. Οἱ μή Ἕλληνες ἔχουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον καί θαυμάζουν ὅταν ἀκοῦν Ἑλληνο ― Καναδούς νά μιλοῦν τήν μητρική τους γλῶσσα ἤ νά μάθουν γιά τήν ἱστορία μας, τόν πολιτισμό, καί κυρίως τά ἐπιτεύγματά μας. Οἱ Ἕλληνες θαυμάζονταν γιά τήν ἐπιρροή τους καί ἔτσι κυριάρχησαν, πρόσφεραν στόν ὑπόλοιπο κόσμο καί εἶναι πάντα πολύ σεβαστοί στόν τομέα αὐτόν. Ὡς ἐκ τούτου ἔχει μεγάλη σημασία γιά τίς ἑλληνικές Κοινότητες πού ζοῦν στό ἐξωτερικό γιά νά λάβουν αὐτήν τήν ἄποψη καί νά συνεχίσουν νά καλλιεργοῦν αὐτούς τούς καρπούς καί νά διατηρήσουν τήν πολιτιστική τους ταυτότητα, ἀλλά τό πιό σημαντικό εἶναι πού διατηροῦν τήν γλῶσσα τους.
Ἡ πολιτιστική ἐπιρροή τῶν ξένων χωρῶν ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἔρχεται σέ ἀντίθεση κατά καιρούς μέ τίς παραδόσεις τοῦ ἑλληνικοῦ νοικοκυριοῦ, ὅμως, τό πλῆθος τῶν Ἑλλήνων «πρέσβεων» πού ἀντιπροσωπεύει τήν πολιτιστική μας κληρονομιά, δημιουργεῖ μοναδικά παραδείγματα σέ μία ξένη κοινωνία.
Βιβλιογραφία
Athenagoras, (1961). The Greek Orthodox Church in Canada: Report of His Eminence Metropolitan Athenagoras of Elaia. –. Toronto: s.n..
Burry, J. (2009) Violent August: The 1918 Anti ―Greek Riots in Toronto [DVD]. Canada: A Burgeoning Communications Inc. Documentary
Film
Chimbos, P. D. (1980). The Canadian odyssey: The Greek experience in Canada. Toronto: McClelland and Stewart.
Dictionary of Canadian Biography, Juan de Fuca. Retrieved November 5th, 2014, from http://www.biographi.ca/en/bio/fuca_juan_de_1E.html
Findlay, S. (2011, November 2). King City, home to Greek resistance movements, The Toronto Star, Retrieved November 20, 2014, from http://www.thestar.com/news/world/2011/11/02/king_city_home_to_greek_resistance_movements.html
Government of Canada, Discover Canada, Canada’s History. Retrieved November 25, 2014, from http://www.cic.gc.ca/english/resources/publications/discover/section-06.asp
Konstantinou, K.(1973). Greek Immigrants: Their Cultural Background and Problems in Acculturation. Toronto : Curriculum Dept., Ontario Institute for Studies in Education.
Krinos Taste of the Danforth, About the Festival. Retrieved November 20th, 2014, from http://tasteofthedanforth.com/
Saloutos, T. (1964). The Greeks in the United States. Cambridge: Harvard University Press.
Statistics Canada, Immigration to Canada by country of last permanent residence, 1956 to 1976. (n.d.). Retrieved November 5, 2014, from http://www.statcan.gc.ca/pub/11-516-x/sectiona/A385_416-eng.csv
Statistics Canada, Ethnic origins, 2011 counts, for Canada, provinces and territories (n.d.). Retrieved November 30, 2014, from http://www12.statcan.ca/census-recensement/2006/dp-pd/hlt/97-562/pages/page.cfm?Lang=E&Geo=PR&Code=01&Table=2&Data=Count&StartRec=1&Sort=3&Display= All&CSDFilter=5000
Statistics Canada, Facts and Figures 2012 ― Immigration overview: Permanent and temporary residents, Retrieved November 5,2014,
from http://www.cic.gc.ca/English/resources/statistics/facts2012/permanent/10.asp
“United States Border Crossings from Canada to United States, 1895·1956,” index, FamilySearch (https:llfamilysearch.org/pal:/MM9.1.1IXPRV·96V : accessed 16 Aug 2014), Ambrosio Paraschakes, 18 Oct 1912;citing “Border Crossings: From Canada to U.S., 1895·1954”, Ancestry.com. Ship, arrival port Buffalo, New York, line, NARA microfilm publication M1480, roll 110, Library and Archives Canada, Ottawa, Ontario.
Vlassis, G. D. (1942). The Greeks in Canada. Ottawa, Can.
Xenides, J. P. (1922). The Greeks in America. New York: G.H. Doran Co.
Throng Churches to Hear of War: Greeks and Bulgarians Ready to Return Home. (1912, October 7). The Globe, p. 8.Balkan Residents of Toronto Wax Warlike and Boisterous. (1912, October 7). Toronto Daily Star, p. 3.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Ποια η φιλολογική μορφή των ευαγγελίων
Στοιχεία για τη γνησιότητά τους - Αντίλογος σε απλοϊκές εικασίες περί του Ιστορικού Ιησού
Σχόλιο Ο.Ο.Δ.Ε.: Το άρθρο αυτό που θα ολοκληρωθεί σε τρεις συνέχειες, θα ασχοληθεί με ένα παράγωγο του λαϊκισμού που χαρακτηρίζει τις διαδικτυακές κυρίως εκφάνσεις του αθεο-νεοπαγανισμού[1]. Πρόκειται για ένα προχειροφτιαγμένο ερωτηματολόγιο, που σκοπό έχει να ειρωνευτεί τις μετά την Ανάσταση ευαγγελικές διηγήσεις. Για να δημιουργηθεί, παρακάμφτηκαν τα επιστημονικά πορίσματα που αφορούν τα ευαγγέλια και τη φιλολογική τους μορφή, ενώ στις ερωτήσεις υπάρχουν ανακρίβειες και ανακαλύπτονται προβλήματα «αντιφάσεων» ακόμα και εκεί που είναι αδύνατον να υπάρξουν.
Στο παρόν, Α΄ Μέρος του άρθρου, θα κάνουμε μια εκτενή εισαγωγή επάνω σε ζητήματα που αφορούν άμεσα το «κουίζ» ώστε να αναδείξουμε τα σαθρά του θεμέλια. Στο Β΄ και Γ΄ Μέρος, θα απαντήσουμε μία προς μία στις 17 υποτιθέμενες «αντιφάσεις»)
Περιεχόμενα
1. Το σπουδαιότερο ερώτημα, που το «Quiz» δεν έλαβε υπόψη του: Τι είναι τα ευαγγέλια;
2. Ήταν δυνατόν να εδραιωθούν 4 ευαγγέλια γεμάτα «σκανδαλώδεις αντιφάσεις», τη στιγμή που απορρίφθηκαν χωρίς δισταγμό εκατοντάδες απόκρυφα κείμενα;
3. Λίγα για τον ιστορικό Ιησού
1. Το σπουδαιότερο ερώτημα που το «Quiz» δεν έλαβε υπόψη του: Τι είναι τα ευαγγέλια;
Η πρώτη μας αποκάλυψη για τις μεθόδους των παραχαρακτών, έχει να κάνει με τον φιλολογικό χαρακτήρα των κειμένων της Καινής Διαθήκης. Έχουμε συνειδητοποιήσει άραγε με ποια μέθοδο ανακαλύπτουν «αντιφάσεις» στα ευαγγέλια; Η απάντηση είναι απλή: εντελώς αυθαίρετα δηλώνουν ότι σκοπός των ευαγγελιστών ήταν να κάνουν λεπτομερή ιστοριογραφία, και επάνω σε αυτό το ανύπαρκτο δεδομένο, χτίζουν όσες «αντιφάσεις» θέλουν. Όμως, σε ποια επιστημονικά πορίσματα κοινώς αποδεκτά, το είδαν αυτό; Για να το πληροφορηθούμε κι εμείς δηλαδή…
Δυστυχώς, χωρίς να δίνουν σημασία στην αναγνωρισμένες φιλολογικές τεχνικές των ευαγγελίων, τους ασκούν κριτική με μεθοδολογία που εφαρμόζεται σε άλλα λογοτεχνικά είδη. Θα ήταν όμως ποτέ δυνατόν, η μέθοδος της ιστοριογραφίας του Θουκυδίδη, να βρει εφαρμογή στις φόρμες που ακολουθούν τα Ομηρικά Έπη; Θα ήταν ποτέ δυνατόν τα κριτήρια που εφαρμόζονται στη Ρητορική, να εφαρμοσθούν και σε μια κριτική για τη Λυρική ποίηση; Αυτά είναι παράλογα πράγματα. Εξίσου παράλογο είναι να κρίνεις τα ευαγγέλια με κριτήρια που δεν έχουν ισχύ. Και βεβαίως, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σκέψη: εφόσον αρνείσαι ν’ αποδεχτείς τα επιστημονικά πορίσματα που αφορούν ένα κείμενο, και είσαι ιδεολογικά αντίθετος προς αυτό, άρα, σε τι άλλο αποτέλεσμα θα μπορούσες να καταλήξεις εκτός από αρνητικό;!
Αξίζει στο σημείο αυτό να διαβάσουμε τις παρακάτω γραμμές από τον καθηγητή Ιω. Καραβιδόπουλο που αφορούν την φιλολογική μορφή των ευαγγελίων (αποδίδουμε στη δημοτική για ευκολότερη ανάγνωση):
«Έχοντας ως προϋπόθεση τις αρχές της Σχολής που προαναφέραμε [ενν. της Μορφοϊστορικής Σχολής] αλλά συγχρόνως και υπερβαίνοντας αυτές, επιβλήθηκε στη διεθνή επιστημονική έρευνα κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες η ονομαζόμενη μέθοδος της ‘’ιστορίας της αναθεωρήσεως’’ των ευαγγελίων (Redaktionsgeschichte)… Με τη μέθοδο αυτή, το κέντρο βάρους πέφτει όχι στην πιθανή ύπαρξη επί μέρους ενοτήτων πριν από την τελική καταγραφή των διηγήσεων, αλλά στο συντακτικό και συγγραφικό έργο των ιερών ευαγγελιστών, οι οποίοι αναδεικνύονται με τον τρόπο αυτό, ως συγγραφείς που έχουν ο καθένας ιδιαίτερη θεολογική τάση, με ιδιαίτερο σκοπό, με διαφορετικά για τον καθένα επικρατούντα στοιχεία. Έτσι καταδείχθηκε ότι το ίδιο ακριβώς επεισόδιο είναι δυνατόν να παρατίθεται απ’ όλους τους ευαγγελιστές, αλλά με διαφορετική έξαρση των κοινών στοιχείων ή με έξαρση διαφορετικών στοιχείων του ίδιου όμως επεισοδίου. Χωρίς λοιπόν να το ομολογούν ή ίσως και να το υποψιάζονται οι οπαδοί της Redaktionsgeschichte επιστρέφουν στην ίδια θεώρηση των ευαγγελιστών ως συγγραφέων, με αυτή που έκαναν οι Πατέρες της Εκκλησίας, με τη διαφορά ότι, ενώ οι ερμηνευτές Πατέρες ενδιαφέρονται για τα κοινά στοιχεία που συναντάμε σε όλους τους ευαγγελιστές ως συγγραφείς, τα οποία αποδίδουν στην έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, ενώ οι οπαδοί της νεώτερης αυτής ερευνητικής κατεύθυνσης, αναζητούν το ιδιαίτερο σε κάθε ευαγγελιστή στοιχείο ως συγγραφέα, κινούμενοι όχι στο επίπεδο του θείου παράγοντα, αλλά στον καθαρά ανθρώπινο, κατά τη σύνταξη των ευαγγελίων[2].»
Κρατώντας τα παραπάνω, ας διαβάσουμε και έναν περιεκτικό ορισμό του R.V.G. Tasker για τις φιλολογικές ιδιαιτερότητες των ευαγγελίων, τον οποίο παραθέτει ο Σάββας Αγουρίδης:
«Είναι (τα ευαγγέλια) λεπτομερείς κι αναλυτικές βιογραφίες του I. Χριστού; Είναι έργα ιστορικά, όπως αυτά του Θουκυδίδη ή του Ιώσηπου ή άλλων ιστορικών; Τα Ευαγγέλια δεν είναι ακριβώς ιστορία, αν και περιέχουν ιστορία, εφόσον αφηγούνται πραγματικά γεγονότα, τα οποία όχι μόνον συνέβησαν στην ανθρώπινη ιστορία, αλλά και την επηρέασαν δυναμικά. Δεν είναι βιογραφίες, αν και εμπεριέχουν βιογραφικές λεπτομέρειες […] Είναι προ παντός και κυρίως διηγήσεις ωρισμένων έργων και λόγων […] εκείνου, τον οποίον μία ομάς ανθρώπων εδέχθη ως Κύριο και Σωτήρα[3].»
Όπως γράφει και ο ευαγγελιστής Ιωάννης:
«Αυτό που είδαμε κι ακούσαμε, το αναγγέλλουμε σ’ εσάς, για να συμμετάσχετε κι εσείς μ’ εμάς στην ίδια κοινωνία, που είναι η κοινωνία με τον Πατέρα και με τον Υιό του τον Ιησού Χριστό» (Α΄ Ιωάν. 1,3)
Τα ευαγγέλια λοιπόν δεν είναι ιστοριογραφία. Οι ευαγγελιστές δεν είχαν καν την πρόθεση να κάνουν ιστοριογραφία. Δεν μας λένε ότι «αυτό που είδαμε κι ακούσαμε, το αναγγέλλουμε σ’ εσάς» απλά για να μάθετε τα ιστορικά γεγονότα της εποχής του Ιησού. Αυτό που έκαναν οι συγγραφείς της Κ.Δ. ήταν να συνθέσουν μια σειρά από επιλεγμένα ιστορικά γεγονότα, είτε από προσωπικά τους βιώματα, είτε από βιώματα της πρώτης Εκκλησίας, τοποθετημένα όχι πάντα κατά απόλυτη χρονολογική σειρά[4], με σκοπό να τα ερμηνεύσουν θεολογικά ως προς τη σημασία τους για τη Σωτηρία του ανθρώπου.
Οι διηγήσεις λοιπόν,
«αναδεικνύουν τους ευαγγελιστάς ουχί απλώς συλλέκτας της παραδόσεως της Εκκλησίας και μεταδότας αυτής … αλλά θεολόγους … με κοινά εις άπαντας χαρακτηριστικά αλλά και με ιδιαιτέρας εις έκαστον εξ αυτών τάσεις … Αι … διηγήσεις … αποτελούν … μάλλον θεολογικήν αποτίμησιν και ερμηνείαν … Τούτο βεβαίως δεν σημαίνει ότι αδιαφορούν οι ι. ευαγγελισταί διά την ιστορικήν ακρίβειαν αλλ’ ότι υποτάσσουν αύτην εις την θεολογίαν. Ούτως εξηγείται το ότι διάφορος είναι ενίοτε η διαδοχή των επί μέρους γεγονότων από του ενός ευαγγελιστού εις τον άλλον, διάφορος η διατύπωσις των αυτών λόγων του Ιησού ή των λόγων ετέρων προσώπων προς τον Ιησούν[5]».
Υπάρχει λοιπόν ένα επιστημονικό πλαίσιο το οποίο καλύπτει τα εκάστοτε ζητήματα της φιλολογικής παραγωγής. Οι αθεο-νεοπαγανιστές αυτό το καταπατούν με το «έτσι θέλω», και μετά εντελώς αυθαίρετα βρίσκουν τα ευαγγέλια να έχουν «αντιφάσεις». Μα για να μιλάμε περί «αντιφάσεων», θα πρέπει να έχουμε εγγυήσεις εσωτερικές (μέσα από τα κείμενα δηλαδή) και εξωτερικές (από τα επιστημονικά πορίσματα) οι οποίες πέρα από κάθε αμφιβολία να αποδεικνύουν ότι υπήρξε πρόθεση από την πλευρά των ιερών συγγραφέων να δημιουργήσουν αναλυτική και λεπτομερή ιστοριογραφία. Όμως από πουθενά δεν προκύπτει μια τέτοια πρόθεση. Κατά συνέπεια, οι διαφορές στις διηγήσεις από την Ανάσταση και μετά, δεν ερμηνεύονται έτσι. Δεν πρόκειται για σφάλματα, δεν είναι λάθη, δεν είναι άγνοια που τάχα οφείλεται σε μια «πλαστή» ιστορία: υπάρχουν μια σειρά από κοινές περιγραφές γεγονότων που αποδεικνύουν ότι η Εκκλησία σαφέστατα και είχε ενιαία Παράδοση, στην οποία ιεραρχούσε διαφορετικά τα κύρια γεγονότα και διαφορετικά τις ήσσονος αξίας λεπτομέρειες που δεν είχαν καμία επίπτωση στον Σωτηριολογικό σκοπό της.
Άρα, η διάψευσή των ψευδολόγων βρίσκεται στα κοινά σημεία των τεσσάρων ευαγγελίων, τα οποία οι ιεροί συγγραφείς τα διατήρησαν ως τον βασικό κορμό της εκκλησιαστικής πίστης:
1. Ο Ιησούς πέθανε πραγματικά (Μαρκ. 15,37· Ματθ. 27,50· Λουκ. 23,46· Ιωαν. 19,33).
2. Όλοι γνωρίζουν την θέση του τάφου και τον τόπο ταφής Του (Μαρκ. 15,46-47· Ματθ. 27,60-61· Λουκ. 23,53· Ιωαν. 19,41-42).
3. Όλοι γνωρίζουν για τον Κενό Τάφο (Μαρκ. 16,7· Ματθ. 28,6· Λουκ. 24,3· Ιωαν. 20,2.6). Μάλιστα, ο Ματθαίος δεν διστάζει να φέρει ως μάρτυρες για τον Κενό Τάφο ακόμη και τους εχθρούς του Ιησού (Ματθ. 28,11-15).
4. Όλοι γνωρίζουν ότι ο Ιησούς Αναστήθηκε (Μαρκ. 16,6· Ματθ. 28,7· Λουκ. 24,6· Ιωαν. 20,9).
Επίσης, όλοι γνωρίζουν ότι:
5. Η Ανάσταση έγινε την τρίτη από το Πάθος ημέρα,
6. Η Ανάσταση έγινε σε πολύ πρωινή ώρα της μίας των Σαββάτων,
7. Υπήρξε παρουσία των μυροφόρων και σίγουρα της Μαγδαληνής,
8. Υπήρξε αγγελοφάνεια,
9. Γνωρίζουν όλοι μέχρι και πώς ήταν ενδεδυμένοι οι άγγελοι,
10. Γνωρίζουν όλοι ότι άγγελοι στάθηκαν στο εσωτερικό του τάφου,
11. Οι γυναίκες ανακοίνωσαν την Ανάσταση στους μαθητές οι οποίοι δυσπιστούσαν,
12. Οι Ιησούς εμφανίζεται μπροστά τους,
13. Το φρόνημα των μαθητών μεταβάλλεται, κ.λπ., κ.λπ.
Αν λοιπόν οι διαφορές, δήθεν δηλώνουν ότι ήταν μια «πλαστή ιστορία», δέχονται εξίσου οι ψευδολόγοι ότι τα κοινά σημεία δηλώνουν μια πραγματική ιστορία; Ή μήπως παίζουν το απατηλό παιχνίδι, «δύο μέτρα και δύο σταθμά»;
2. Ήταν δυνατόν να εδραιωθούν 4 ευαγγέλια γεμάτα «σκανδαλώδεις αντιφάσεις», τη στιγμή που απορρίφθηκαν χωρίς δισταγμό εκατοντάδες απόκρυφα κείμενα;
Θα πρέπει να θυμίσουμε και κάτι ακόμα που έχει σημασία: την ανυποχώρητη στάση που έδειξαν οι χριστιανικές κοινότητες απέναντι στα λεγόμενα απόκρυφα κείμενα. Μιλάμε για τους πρώτους αιώνες που ο χριστιανισμός βρισκόταν υπό διωγμό. Αυτό που ονομάζουμε Εκκλησία, δεν είχε ενιαία γεωγραφική παρουσία, ούτε δυνατότητα κοινών αποφάσεων, ούτε υπαγόταν σε κάποια «κεντρική Αρχή» όπως ήταν π.χ. τον 4ο αιώνα η Κων/πολη[6]. Η ανάγκη για οικουμενικά αποδεκτές αποφάσεις, ικανοποιήθηκε μόνο μετά το τέρμα των διωγμών, ξεκινώντας με την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο το 325 μ.Χ. Μέχρι τότε λοιπόν, η Εκκλησία απέρριψε τις εκατοντάδες αιρετικές, μυθολογικές, ψευδείς και ευφάνταστες διηγήσεις που εμφανίστηκαν, χωρίς καμία κοινή απόφαση, ενώ στη συνείδηση του γεωγραφικά διασκορπισμένου Σώματος της Εκκλησίας, αναγνωρίστηκαν από πολύ νωρίς, ως αυθεντικοί φορείς της Παράδοσης μόνο αυτά τα 4 ευαγγέλια, μέσα από μια «θάλασσα» απόκρυφων κειμένων.
Από το σύνολο των αποκρύφων, τον τελικό Κανόνα της Κ.Δ. (4ος αιώνας) κατάφεραν να πλησιάσουν μόνο πέντε κείμενα (Βλ. σχετικό πίνακα στο Ορθόδοξο Wiki) και τα πέντε αυτά μάλιστα, περιείχαν σοβαρή εκκλησιαστική μαρτυρία: ο «Ποιμένας του Ερμά», η «επιστολή Βαρνάβα», η «Διδαχή των 12 Αποστόλων», η «Αποκάλυψη Πέτρου», και η «επιστολή Κλήμεντος Α΄». Και βεβαίως, τελικά απορρίφθηκαν και αυτά, και το έργο της πρώτης Εκκλησίας να διατηρήσει ανόθευτη την Παράδοσή της, επιτεύχθηκε χωρίς ουδέποτε να έχει οριστεί από κάποια «διοίκηση» ένα συγκεκριμένο σώμα κειμένων! Οριστικό κλείσιμο του Κανόνα της Κ.Δ. έχουμε μόλις στο 367 μ.Χ., «διά της 39ης Επιστολής του Μεγάλου Αθανασίου»[7]! Κι όμως, χωρίς να υπάρχει αποκρυσταλλωμένος Κανόνας ιερών κειμένων, «το κριτήριον της Εκκλησίας εις την έγκρισιν ή απόρριψιν υπήρξε πράγματι αλάνθαστον», και ουδέποτε αναγνωρίστηκαν κείμενα που «περιείχαν είτε αιρέσεις είτε ανακρίβειας»[8]. Κατά συνέπεια, η Εκκλησία ήταν ένα ζωντανό σώμα που ασκούσε αυστηρό έλεγχο στην αυθεντικότητα της Παραδόσεως και μάλιστα, χωρίς να έχει ουδεμία πυραμιδοειδή ιεραρχία.
Έτσι γίνεται φανερό ότι τα ευαγγέλια ήταν απολύτως δεκτά με τη μορφή που τα ξέρουμε. Τα μέλη της Εκκλησίας γνώριζαν την αυθεντική Παράδοση, την βρήκαν μέσα στα κείμενα αυτά ανόθευτη, και από εκεί και πέρα, αυτά που κάποιοι ονομάζουν «αντιφάσεις», κατανοούνταν ως δευτερευούσης σημασίας λεπτομέρειες που δεν έθιγαν σε τίποτα την Παράδοση και οφείλονταν είτε στο προσωπικό ύφος του κάθε συγγραφέα, είτε στα πλαίσια της θεολογικής ερμηνείας τους. Αυτός είναι και ο λόγος που τέτοια «κουίζ» είναι εντελώς αντιεπιστημονικά και προορίζονται αποκλειστικά για ιδεολογική κατανάλωση από τους οπαδούς της σχετικής υποκουλτούρας.
3. Λίγα για τον ιστορικό Ιησού
Είναι λοιπόν φανερό ότι θα ήταν αδύνατο να ξεφύγουν από τον έλεγχο της Εκκλησίας τέσσερα κείμενα που θα είχαν άγνοια της γνήσιας Παράδοσης και θα περιείχαν τόσο «εξόφθαλμες ανακρίβειες». Έτσι, οι παραχαράκτες στηρίζονται αποκλειστικά σε μια επιτηδευμένη αδιαφορία που δείχνουν προς τα επιστημονικά πορίσματα που αφορούν την πρωτότυπη φιλολογική μορφή των ευαγγελίων. Ένας από τους σκοπούς που υπηρετούν τέτοια «κουίζ» είναι και η δημιουργία εντυπώσεων, με επαναφορά στα ξεπερασμένα πλέον από την επιστήμη επιχειρήματα, για την ιστορικότητα των διηγήσεων ή την ιστορικότητα του Ιησού! Πόσο αστείο όμως είναι να μιλούν κάποιοι μετά από τόσους αιώνες για την ιστορικότητα του Ιησού, όταν είναι δεδομένη η…
«…απουσία κάθε ιστορικής αρνήσεως της υπάρξεως του Ιησού κατά την αρχαιότητα, ακόμα κι από τους εχθρούς του χριστιανισμού κι από τους αιρετικούς που ήθελαν ν’ απαλλαγούν από την ανθρώπινη φύση του Χριστού[9]!»
Βλέπουμε ενδεικτικά, τον τρόπο με τον οποίο αναφέρονται στον ιστορικό Ιησού, οι αρχαιότεροι και μεγαλύτεροι εχθροί του χριστιανισμού:
(α) Οι χριστιανοί, ως «νομοθέτη και αρχηγό … ακόμη … λατρεύουν τον άνθρωπο που σταυρώθηκε στην Παλαιστίνη» (Λουκιανός, Περί της Περεγρίνου Τελευτής, 11).
(β) «Ο δάσκαλος τους καρφώθηκε στον σταυρό και ήταν μαραγκός στο επάγγελμα» (Κέλσος, Αληθής Λόγος 6,34).
(γ) Ο Χριστός, «ανεχόταν να τον χτυπούν μ' ένα καλάμι, να τον φτύνουν και να του φορέσουν ακάνθινο στεφάνι» (Πορφύριος, Κατά Χριστιανών, διασωθέν απόσπασμα στο: Μακαρίου Μάγνητος, «Αποκριτικός» 3,1).
Έρχονται λοιπόν μετά από 18, 19, 20 αιώνες να μιλήσουν για την ιστορικότητα του Ιησού, όταν δεν τόλμησαν να την αμφισβητήσουν ούτε οι μεγαλύτεροι εχθροί Του; Τρανταχτό παράδειγμα ο Λουκιανός και ο Κέλσος, που έγραψαν και οι δύο μόλις στα 170-180 μ.Χ.! Δυστυχώς, τέτοια ασόβαρα εφευρήματα ταιριάζουν απόλυτα σε ανθρώπους που λαϊκίζουν σε τέτοιο βαθμό ώστε να μιλάνε και για… ανύπαρκτη Ναζαρέτ, βασισμένοι είτε σε ξεχασμένες θεωρίες του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, είτε σε ανυπόληπτα δημιουργήματα της παραφιλολογίας. Και μάλιστα, τη στιγμή που για τους αρχαιολόγους είναι ένα ζήτημα οριστικά λυμένο. Η Ναζαρέτ, ήταν:
«... ένα μάλλον άσημο χωριουδάκι στους λόφους της Κάτω Γαλιλαίας … φαίνεται να ήταν ένα αγροτικό χωριό που περιβαλλόταν από σειρά οπωρώνων και αμπελώνων, ενώ ασκούνταν επίσης και κτηνοτροφία. Λιγοστές ταφικές σπηλιές της περιόδου, πατητήρια κρασιού και βιοτεχνία παραγωγής λίθινων αγγείων είναι γνωστά στα πέριξ του χωριού. Σε καμία περίπτωση, όμως, η Ναζαρέτ δεν ήταν απομονωμένη και απομακρυσμένη. Βρισκόταν κοντά σε μία μεγάλη και ευημερούσα πόλη, τη Σεπφώριδα … Κρίνοντας από τις σχετικές διαστάσεις των αγροτικών χωριών της Παλαιστίνης εκείνης της περιόδου, η Ναζαρέτ μάλλον ήταν αρκετά μικρή, ίσως με μόλις διακόσιους κατοίκους[10].»
Η διαπίστωση αυτή είναι αρκετή, για να συμπεράνουμε ότι η ασημαντότητά της είναι η αιτία που δεν αναφέρεται η Ναζαρέτ στην Παλαιά Διαθήκη ή στον Ιώσηπο, πράγμα που συχνά επικαλούνται οι αθεο-νεοπαγανιστές. Όμως, «το επιχείρημα δεν ευσταθεί και διά τον λόγον ότι ούτε η Π. Διαθήκη, ούτε ο Ιώσηπος αναφέρουν όλας τας μέχρις ημών γνωστάς πόλεις της Παλαιστίνης[11]».
Πέρα από αυτά:
«... σε μια πλάκα του 3ου ή 4ου αι. π.Χ., η οποία ανακαλύφθηκε κατά την ανασκαφή της Καισαρείας τον Αύγουστο του 1962, ήταν καταγεγραμμένο το δεδομένο ότι η 18η ιερατική πατριά είχε εγκατασταθεί στη Ναζαρέτ. Μεταξύ 1955 και 1960 έγιναν επίσης ανασκαφές στην περιοχή και ανακαλύφθηκαν τάφοι από το 2000-1500 π.Χ., κεραμικά από την περίοδο 900-539 π.Χ. και κατασκευές από την ελληνιστική περίοδο. Η Ναζαρέτ βρίσκεται στο νότιο άκρο της πυκνοκατοικημένης Κάτω Γαλιλαίας, 3-4 μίλια μακριά από την πρωτεύουσα της Γαλιλαίας Σεπφώριδα, η οποία αναδείχθηκε μετά το θάνατο του Ηρώδη το 4 π.Χ. σε επαναστατικό κέντρο του Ιούδα του Τιού Εζεκία. Μάλλον το 2ο αι. π.Χ. ανακατασκευάστηκε η πολίχνη και οι κάτοικοι της ζούσαν από τη γεωργία[12].»
Φτάνουν ακόμα και στο σημείο να πουν ότι ο Χριστός δεν ήταν ιστορικό πρόσωπο, αλλά αντίγραφο των μυθικών, παγανιστικών θεοτήτων! Όμως, πόσο αφελής μπορεί να είσαι για να πεις κάτι τέτοιο; Οι Ιουδαίοι μισούσαν τον παγανισμό. Πώς θα καταδέχονταν να δημιουργήσουν ένα λαμπρό πρόσωπο, έστω και μυθικό, με πνευματικά «υλικά» που απεχθάνονταν; Αυτά τα σενάρια:
«... προσκρούουν στα ιουδαϊκά στοιχεία και ειδικότερα στα παλαιστινιακά, που αφθονούν στα Συνοπτικά Εύαγγέλια και αποκλείουν έτσι την κατοπινή δημιουργία μιας Εκκλησίας πλατύτατα εξελληνισμένης[13].»
Κι αν πάλι ήταν οι μυθοπλαστικές δυνάμεις του ελληνισμού που έφτιαξαν αυτόν τον «μύθο» με πρότυπο τους παγανιστικούς «θεούς», πώς θα ήταν δυνατόν να φτιάξουν έναν Ιησού που να απεχθάνεται τους «θεούς» αυτούς; Πως είναι δυνατόν δηλ. να βάλω τα δυνατά μου για να φτιάξω έναν «μύθο», που όμως θα… απεχθάνεται τις αξίες μου και τους θεούς μου; Πόσο παράλογο επιχείρημα θα ήταν αυτό; Οι παγανιστές άλλωστε, προσπάθησαν όντως να φτιάξουν έναν παγανιστικό «θαυματοποιό». Τον Απολλώνιο τον Τυαννέα. Αυτός, πράγματι, ήταν ένα τέτοιο δημιούργημα, αφού προσεύχεται στον Δία και τιμά το Δωδεκάθεο. Τουλάχιστον ως προς τους «θεούς» λοιπόν, αυτό θα έπρεπε να κάνει και ο Ιησούς Χριστός αν τον είχαν «φτιάξει» ελληνιστικές μυθοπλαστικές δυνάμεις με πρότυπο τις παγανιστικές θεότητες, και όχι να διδάσκει ότι οι «θεοί» αυτοί είναι ψεύτικοι και δαιμονικοί! Κι αν πάλι τον είχαν «φτιάξει» οι μυθοπλαστικές δυνάμεις του ιουδαϊσμού (οι ποιες;), θα τον τοποθετούσαν ασφαλώς εξαρχής στην Ιερουσαλήμ ως έναν ένδοξο εθνικιστή ηγέτη, και όχι ως έναν φτωχό, ξυπόλητο και μάλιστα σταυρωμένο ανθρωπιστή, που ενδιαφερόταν για τη Σωτηρία όλων των ανθρώπων, όλων των εθνών[14]. Αλλά κι αν τον είχαν «φτιάξει» οι μυθοπλαστικές δυνάμεις του ελληνισμού, αντί να τοποθετήσουν τον Ιησού σε ένα μεγάλο κέντρο των ελληνικών γραμμάτων, θα τον έβαζαν να μεγαλώσει σε μια άγνωστη άκρη της ιουδαϊκής Κάτω Γαλιλαίας; Θα ήταν άραγε δυνατόν, κατ’ αντιστοιχία σημερινή, να φτιάξουν οι Έλληνες ένα υπέροχο «μυθικό πρόσωπο» με στοιχεία ελληνικά και να το έβαζαν π.χ. να κατάγεται από τα Σκόπια;
Και ενώ ο σκοπός των συγγραφέων της Κ.Δ. ήταν υποτίθεται να φτιάξουν έναν μύθο στα πρότυπα τα ελληνιστικά, δηλαδή γεμάτο εγκώμια για την καταγωγή και την ένδοξη ιστορία του, αυτοί θα τον τοποθετούσαν σ’ ένα ασήμαντο και κακόφημο (Ιω. 1,47) ιουδαϊκό χωριό, και θα έγραφαν μάλιστα ότι ο «μυθικός θεός» τους σταυρώθηκε ως… εγκληματίας; Όλα αυτά τα στοιχεία, στην εποχή που γράφτηκαν τα ευαγγέλια, αποτελούσαν τη μέθοδο της απόλυτης αποτυχίας και όχι της δημιουργίας ενός ένδοξου «μύθου»! Όπως λοιπόν σημειώνει ο καθ. Πέτρος Βασιλειάδης:
«Για μεγάλο χρονικό διάστημα η αρνητική κριτική κατά της χριστιανικής θρησκείας στηριζόταν στη μυθική ερμηνεία του χριστιανισμού. Παρά το γεγονός, ότι η άποψη για ιστορική ανυπαρξία του Ιησού του από Ναζαρέτ, μόνο για ελάχιστο χρόνο υποστηρίχτηκε στα σοβαρά στην επιστημονική έρευνα […] Σήμερα υπάρχει μεγάλη ποικιλία εντύπων, που έχουν κυριολεκτικά κατακλύσει το εμπόριο, πολλά από τα οποία στηρίζονται στην ξεχασμένη πια και αποτυχημένη αυτή απόπειρα ερμηνείας των καινοδιαθηκικών δεδομένων[15].»
Ευτυχώς όμως, ο Θεός στο σχέδιό Του δεν έπραξε όπως θα κάναμε εμείς. Ο Ιησούς Χριστός αποφάσισε να γεννηθεί στο μοναδικό μέρος που κανείς δεν θα αποδεχόταν να θεοποιήσει έναν άνθρωπο. Κατά συνέπεια, αυτό μας βεβαιώνει ότι οι ακραία μονοθεϊστές ιουδαίοι (ευαγγελιστές, απόστολοι, η πρώτη Εκκλησία), που ποτέ δεν θα έφταναν στο σημείο να ομολογήσουν ισοθεΐα για άνθρωπο, ούτε καν για τον μεγαλύτερο προφήτη, θα πρέπει να ήρθαν αντιμέτωποι με μια πρωτοφανή και συγκλονιστική δύναμη την οποία εξέπεμπε ο Χριστός. Πόσο μάλλον, όταν δέχονταν πως ο Ιησούς ζούσε ως ευλαβής πιστός, κι όμως μιλούσε με ένα κύρος που άγγιζε την ισοθεΐα! Υπάρχει έτσι ένα ακόμα σοβαρό πρόβλημα για τους ψευδολόγους. Αν δεν το βίωναν ως αλήθεια, πώς θα δέχονταν από έναν άνθρωπο που τον θεωρούσαν ευσεβή, να μιλά σαν αναμάρτητος και να λέει «τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας» (Ιω. 8,46), όταν ξέρουμε ότι, «εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν» (Α' Ιωάν. 1,8); Αντίθετα, το λογικό για έναν ευσεβή άνθρωπο θα ήταν να πει, όπως ο Παύλος, ότι από τους «αμαρτωλούς … πρώτος ειμί εγώ» (Α΄ Τιμ. 1,15). Πώς θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός ως ευσεβής ο Χριστός και να λέει τόσο «επιπόλαια» και απερίσκεπτα «τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» (Μαρκ. 2,5), φράση που σύμφωνα με τους νομομαθείς της εποχής αποτελούσε ξεκάθαρη βλασφημία («τι ούτος ούτω λαλεί βλασφημίας; Τις δύναται αφιέναι αμαρτίας ει μη εις, ο Θεός», Μαρκ. 2,7); Πώς θα μπορούσαν να γίνουν δεκτές για έναν πεπερασμένο άνθρωπο, εκφράσεις όπως, κανείς δεν γνωρίζει τον Παντοδύναμο, Παντογνώστη, τον Αιώνιο και Άπειρο Θεό, «εκτός από ΕΜΕΝΑ» (όπως στο Ματθ. 11,27);! Πώς θα μπορούσαν να γίνουν δεκτές για έναν απλό ευσεβή άνθρωπο, εκφράσεις όπως «ΕΓΩ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. 14,6) ή «ο εωρακώς ΕΜΕ εώρακε τον Πατέρα» (Ιω. 14,9), αν δεν βιώνονταν ως αληθινές;
Σήμερα λοιπόν ξέρουμε με σιγουριά ότι κανείς που θα σκόπευε να «φτιάξει μια θρησκεία» δεν θα χρησιμοποιούσε ούτε ένα από τα στοιχεία αυτά για να πείσει για το μεγαλείο του «θεού» του. Όμως, ο Χριστός πέτυχε στο έργο Του, χρησιμοποιώντας όλα τα συστατικά της αποτυχίας! Έπραξε όλα τα αντίθετα από αυτά που η κοινή λογική θα επέβαλλε για να αποκτήσει πιστούς, κι όμως σαν να ήταν ένα πνευματικό big bang, η διδασκαλία του εξαπλώθηκε στα πέρατα του κόσμου. Και έχουμε μια σειρά μαρτυριών που δηλώνουν το ασύλληπτο ότι, όχι απλά κάποιος προφήτης μίλησε για τον Θεό, αλλά ότι ο ίδιος ο Θεός ήρθε στη γη μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, δίδαξε ως ιστορικό πρόσωπο, έκανε θαύματα ως ιστορικό πρόσωπο, πέθανε πραγματικά ως ιστορικό πρόσωπο, και Αναστήθηκε ως ιστορικό πρόσωπο! Και για ένα σύνολο πραγμάτων που αγγίζουν και ξεπερνούν το αδιανόητο, οι πρώτοι χριστιανοί όχι μόνο προκαλούν την ιστορία, αλλά μπροστά στα μάτια εχθρών και φίλων του Ιησού, επικαλούνται ως μάρτυρες τους αντιπάλους Του:
«Ακούστε αυτά που θα σας πω: Ποιος ήταν ο Ιησούς ο Ναζωραίος σάς το απέδειξε ο Θεός με τα θαύματα και τα καταπληκτικά έργα που έκανε μέσω αυτού ανάμεσά σας. Αυτά τα ξέρετε εσείς οι ίδιοι πολύ καλά. 23 Κι όμως εσείς τον Ιησού τον θανατώσατε, βάζοντας ανθρώπους που δεν έχουν το νόμο του Θεού να τον καρφώσουν στο σταυρό.» (Πράξ. 2,22-23)
Μετά από αυτή την απίστευτη δήλωση (και άλλες αντίστοιχες), οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η Κ.Δ. εννοεί έναν Ιησού τόσο πραγματικό, τόσο ιστορικό και τόσο χειροπιαστό, όσο θεωρούμε π.χ. τον Πλάτωνα ή τον Μ. Αλέξανδρο! Και δυστυχώς, συχνά αναλωνόμαστε σε μια διαρκή πολεμική και δεν διαβάζουμε κάποια σημεία των διηγήσεων πραγματικά συγκλονιστικά. Τα ίδια τα ευαγγέλια, που μιλούν για την Ανάσταση, δεν θεωρούν καθόλου δεδομένα και αυτονόητα αυτά που συνέβησαν!
Οι μαθητές, έχουν δει μεν την Ανάσταση του Λαζάρου, όμως εδώ τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά: για τον Λάζαρο τους είπαν άλλοι ότι ήταν νεκρός. Δεν βίωσαν τον θάνατό του. Βλέπουν τον Λάζαρο να βγαίνει από τον Τάφο, όμως είχαν δίπλα τους έναν μεγάλο διδάσκαλο. Είχαν καταλάβει ότι ο Θεός τον είχε υπό την προστασία του. Αυτός ο Θεός στον οποίο πάντα πίστευαν έκανε το θαύμα Του, απλά το έκανε μέσω του προσευχόμενου διδασκάλου τους. Τέλος πάντων, ένας άνθρωπος του Θεού μπορούσε να κάνει ακόμα κι αυτό, με τη δύναμη του Θεού φυσικά. Για τον Ιησού όμως ξέρουν καλά ότι βασανίστηκε σκληρά και πέθανε στον Σταυρό. Πήραν το νεκρό σώμα του, το έβαλαν στον Τάφο. Ήξεραν καλά ότι ήταν νεκρός, βίωσαν πικρά το θάνατό του. Δεν πίστευαν ούτε στο ελάχιστο οτιδήποτε άλλο, εκτός από το ότι είχε πεθάνει και θα παρέμενε νεκρός. Απόδειξη είναι όχι μόνο η δυσπιστία τους προς την Ανάστασή Του, αλλά και το γεγονός ότι οι γυναίκες ξεκίνησαν να τον μυρώσουν επειδή ήξεραν καλά ότι θα βρουν εκεί το νεκρό σώμα του. Θα ήταν ίσως πιο εύκολο να τα δεχτούν όλ’ αυτά, αν τον είχε αναστήσει κάποιος προσευχόμενος προφήτης με τη δύναμη του Θεού.
Και ο Ιησούς ήταν νεκρός, θαμμένος, και χωρίς την δυνατότητα ο ίδιος να προσευχηθεί για ένα θαύμα. Κι όμως, συμβαίνει κάτι που δεν χωράει στο μυαλό τους: το πρόσωπο αυτό, ο δάσκαλός τους, ενώ κείται νεκρός, ξαφνικά και εξ ιδίας δυνάμεως, ξυπνά, ζει ξανά, αποκτά τον πλήρη έλεγχο της αυτοσυνειδησίας του και σηκώνεται μόνος του από τον Τάφο! Αν θέλαμε να δώσουμε ένα μέτρο για το δέος που ένιωσε η πρώτη Εκκλησία από τα γεγονότα αυτά, αρκεί να πούμε ότι σε κανέναν από τους ευαγγελιστές δεν θα βρούμε περιγραφές, ούτε καν εικασίες, για την ώρα της Ανάστασης του Χριστού! Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η σχέση που είχε με τον ζωοδότη Θεό ο Δάσκαλός τους ήταν πρωτόγνωρη. Και φυσικά, από τη στιγμή που πραγματοποιούνται οι εμφανίσεις του Ιησού, ουδεμία άλλη ανάσταση μοιάζει με τη δική του: το σώμα του είναι άφθαρτο και με ιδιότητες πρωτόγνωρες. Ξέρουν λοιπόν καλά οι απόστολοι πως όταν διηγηθούν αυτό που είδαν και έζησαν, όσοι το ακούσουν θα τους κοιτάξουν περίεργα. Μήπως και αυτοί οι ίδιοι, έτσι δεν ένιωσαν; Δεν έχουν κανένα πρόβλημα να το ομολογήσουν:
«Επέστρεψαν λοιπόν απ’ το μνήμα και τα ανάγγειλαν όλα αυτά» (Λουκ. 24,9). «Όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς ζει ... δεν ... πίστεψαν» (Μαρκ. 16,11). «Τα λόγια αυτά τους φάνηκαν φλυαρίες.» (Λουκ. 24,11)
Αν δεν είχαν ζήσει αυτό που διηγούνται, θα έπρεπε με τον θάνατό του Ιησού να σημάνει η οριστική διάλυση της ομάδας τους. Κι όμως, εκείνοι αφήνουν τα πάντα για να «κερδίσουν» μόνο κακουχίες και έναν μαρτυρικό θάνατο! Κανείς δεν μπορεί να θυσιαστεί, αν δεν γνωρίζει ότι θυσιάζεται γι’ αυτό που ξέρει και βιώνει ως αλήθεια. Πως λοιπόν θα ήταν δυνατόν, αντί να ξεκινήσουν εκστρατεία δυσφήμισης εναντίον Του, αντιθέτως, να θυσιάσουν τη ζωή τους για χάρη ενός «απατεώνα» τον οποίο θα έπρεπε να μισούν για τις «υποσχέσεις» και τα «ψέματά» Του; Αυτά όλα, συντελούν στο να κατανοήσουμε ότι κάθε προσπάθεια ερμηνείας του Χριστιανισμού και του ιστορικού Ιησού με τις γνωστές μεθόδους, τελικά αφήνει κενά που κανείς δεν μπόρεσε να τα συμπληρώσει πειστικά:
«Κάθε ιστορικός, που μελετά απροκατάληπτα τα κείμενα της Κ.Δ., μπορεί να διαπιστώσει δυο ιστορικές πραγματικότητες. Η πρώτη είναι ότι στον κύκλο των μαθητών του Ιησού συντελέσθηκε μια απροσδόκητη μεταβολή μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Η σύλληψη και ο σταυρικός θάνατος του Ιησού Χριστού βύθισαν τους μαθητές του στη θλίψη, στην απογοήτευση και στην απελπισία. "Και αφέντες αυτόν έφυγον πάντες" (Μαρκ. 14, 50). Έπειτα από λίγο οι ίδιοι μαθητές εμφανίσθηκαν δημόσια στην Ιερουσαλήμ και κήρυτταν, ότι ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς και ήσαν έτοιμοι να πεθάνουν για την πίστη τους. Πώς πρέπει να εξηγηθεί η ριζική αυτή μεταβολή των μαθητών; Ο ιστορικός πρέπει να αναγνωρίσει πως πρέπει στο μεταξύ να συνέβη "κάτι", το οποίο κάνει κατανοητή τη μεταβολή αυτή. Χωρίς το "κάτι" αυτό η γένεση της πρώτης Εκκλησίας μένει ιστορικά ανεξήγητη. Τι είναι αυτό το "κάτι" που προκάλεσε τη ριζική μεταβολή των μαθητών; Ο Πέτρος και οι άλλοι μαθητές υποστήριζαν σύμφωνα με τη σαφή και ενιαία μαρτυρία της Κ.Δ. ότι ο σταυρωμένος Ιησούς «ηγέρθη εκ νεκρών» … τα συμβάντα εκείνα, που οδήγησαν τους μαθητές στην πεποίθηση ότι ο Ιησούς αναστήθηκε … είναι ο κενός τάφος του Ιησού και οι εμφανίσεις του στους μαθητές[16].»
Κατά συνέπεια:
«Ένας αντικειμενικός ερμηνευτής μπορεί να δεχτεί ακόμη και την εγελιανή και μετεγελιανή αρχή της φιλοσοφίας της ιστορίας και να αποδώσει την επικράτηση των μεγάλων κινημάτων της ιστορίας όχι στην ακτινοβολία των σημαντικών προσωπικοτήτων, αλλά στη δράση των μαζών. Μπορεί ακόμη να δεχτεί πως η επιβολή τους μπορεί να οφείλεται σε ένα είδος υποκειμενικού ιδεαλισμού των μαζών. Για την ερμηνεία όμως της διάδοσης και επικράτησης του χριστιανισμού μια τέτοια αρχή και τέτοιου είδους διαδικασία πολύ δύσκολα θα μπορούσαν να εφαρμοστούν. Κι ο λόγος απλούστατα είναι πως δύσκολα θα μπορούσε κανείς να παρακάμψει το γεγονός του σταυρικού θανάτου του Ιησού […] Και μόνο η ιδέα ενός μεσσία, που θανατώθηκε με τον πιο ατιμωτικό τρόπο, ήταν δυνατό στα πρώτα βήματα της χριστιανικής κοινότητας να διαθέσει αρνητικά τόσο τους Ιουδαίους, όσο και τους εθνικούς[17].»
Ελπίζουμε λοιπόν ότι τα παραπάνω, θα βοηθήσουν ακόμα περισσότερο να κατανοήσουμε πόσο άτοπο και αφελές είναι αυτό το «Quiz», από το οποίο, το μόνο που μένει, είναι ένας χαρακτήρας φτηνού λαϊκισμού.
[Τέλος Α΄ Μέρους. Η συνέχεια στο Β΄ Μέρος]
Σημειώσεις
[1] Όπως έχουμε ξαναπεί, τους εντάσσουμε σε μία ομάδα ως «αθεο-νέο-παγανιστές», λόγω της αντιχριστιανικής συμμαχίας τους, καθώς αρκεί ένα κείμενο να είναι αντιχριστιανικό και το προσυπογράφουν όλοι παρά τις χαώδεις ιδεολογικές διαφορές που υποτίθεται πως έχουν.
[2] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Προβλήματα των περί του Πάθους του Χριστού διηγήσεων των Συνοπτικών Ευαγγελίων», ΕΕΘΣΘ, τόμ. 19, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 176.
[3] Αγουρίδης Σάββας, «Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην», 3η έκδ., Γρηγόρης, Αθήνα 1991, σελ. 84.
[4] Όπως σημειώνει αλλού ο καθ. Καραβιδόπουλος: «Δεν πρέπει να αναζητεί κανείς αυστηρή ακρίβεια στους χρονικούς προσδιορισμούς της Κ.Δ. αλλά την κατά προσέγγιση τοποθέτηση των γεγονότων. Άλλωστε και οι ευαγγελιστές συνοδεύουν τη μνεία της ώρας με προσδιορισμούς που δηλώνουν το περίπου (π.χ. ωσεί, περί, ως κλπ.) … Οι ευαγγελιστές είναι κατά πρώτο και κύριο λόγο θεολόγοι [...] και κατά δεύτερο λόγο ενδιαφέρονται για την αυστηρή και λεπτομερή χρονική τοποθέτηση των γεγονότων που αφηγούνται» (Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 493).
[5] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Προβλήματα των περί του Πάθους…», ό.π., σελ. 190.
[6] «Διά των αποφάσεων της Β΄ Οικουμενικής συνόδου [381] ανεγνωρίσθησαν τα πρεσβεία τιμής του θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως και η πρωτοκαθεδρία αυτού εν τη Ανατολή (γ΄κανών)» (Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Ο θεσμός της Πενταρχίας των Πατριαρχών», τόμ. Α΄. Προϋποθέσεις διαμορφώσεως του θεσμού (απ’ αρχής μέχρι το 451), Αθήναι 1977, σελ. 190).
[7] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Εισαγωγή Στην Καινή Διαθήκη», 2η έκδ., Πουρναράς, θεσσαλονίκη 1998, σελ. 113.
[8] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Προβλήματα των περί του Πάθους…», ό.π., σελ. 190.
[9] Trocme Etienne, «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ όπως τον είδαν όσοι τον γνώρισαν», Άρτος Ζωής, Αθήνα 1983, σελ. 23.
[10] Gibson Shimon, «Οι τελευταίες ημέρες του Ιησού, με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα», εκδ. Ουρανός, Αθήνα 2010, σελ. 39.
[11] Γ. Γρατσέας, «Ναζαρέτ», ΘΗΕ, τόμ 9 (1966), στ. 291.
[12] Δεσπότης Σ. Σωτήριος, «Ο Ιησούς ως Χριστός και η πολιτική εξουσία στους Συνοπτικούς Ευαγγελιστές», Άθως, Αθήνα 2005, σελ. 161, σημ. #299.
[13] Trocme Etienne, «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ…», ό.π., σελ. 23.
[14] Το γεγονός ότι ο Χριστός και η διδασκαλία Του αφορούν όλο τον κόσμο, όλα τα έθνη, είναι αναμφισβήτητο:
«Και κηρυχθήσεται τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τή οικουμένη εις μαρτύριον πάσιν τοίς έθνεσι» (Ματθ. 24,14). «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Ματθ. 28,18-19). «Και εις πάντα τα έθνη δεί πρώτον κηρυχθήναι το ευαγγέλιον» (Μάρκ. 13,10). «Αμήν λέγω υμίν, όπου εάν κηρυχθή το ευαγγέλιον τούτο εις όλον τον κόσμον» (Μάρκ. 14,9). «Πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τή κτίσει» (Μάρκ. 16,15). «Και κηρυχθήναι επί τώ ονόματι αυτού μετάνοιαν και άφεσιν αμαρτιών εις πάντα τα έθνη» (Λουκ. 24,47). «Τό φώς τό αληθινόν, ό φωτίζει πάντα άνθρωπον, ερχόμενον εις τόν κόσμον» (Ιωάν. 1,9). «Απέστειλεν ο θεός τόν υιόν εις τόν κόσμον ... ίνα σωθή ο κόσμος δι’ αυτού» (Ιωάν. 3,17). «Καγώ απέστειλα αυτούς εις τόν κόσμον» (Ιωάν. 17,18). «Ιδού στρεφόμεθα εις τα έθνη. ούτω γάρ εντέταλται ημίν ο Κύριος» (Πράξ. 13,46-47). «Αλήθειαν λέγω εν Χριστώ, ου ψεύδομαι, διδάσκαλος εθνών εν πίστει και αληθεία» (Α' Τιμ. 2,7). «Πρώτον μέν ευχαριστώ τώ Θεώ μου διά Ιησού Χριστού υπέρ πάντων υμών, ότι η πίστις υμών καταγγέλλεται εν όλω τώ κόσμω» (Ρωμ. 1,8). «Μη ουκ ήκουσαν; μενούνγε εις πάσαν την γήν εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών» (Ρωμ. 10,18). «Εν δυνάμει σημείων και τεράτων, εν δυνάμει Πνεύματος Θεού, ώστε με από Ιερουσαλήμ και κύκλω μέχρι τού Ιλλυρικού πεπληρωκέναι το ευαγγέλιον τού Χριστού» (Ρωμ. 15,19). «Της αληθείας τού ευαγγελίου 6 τού παρόντος εις υμάς, καθώς και εν παντί τώ κόσμω» (Κολ. 1,5-6). «Τού ευαγγελίου ού ηκούσατε, τού κηρυχθέντος εν πάση τή κτίσει» (Κολ. 1,23). «Έχοντα ευαγγέλιον αιώνιον ευαγγελίσαι επί τους καθημένους επί της γής και επί πάν έθνος και φυλήν και γλώσσαν και λαόν» (Αποκ. 14,6).
[15] Βασιλειάδης Πέτρος, «Παύλος. Τομές στη Θεολογία του», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 65.
[16] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία…», ό.π., σελ. 161.
[17] Βασιλειάδης Πέτρος, «Παύλος…», ό.π., σελ. 65-66.68.
(Πηγή: «Quiz για τις μέρες του Πάσχα - Απαντήσεις σε ένα αφελές ερωτηματολόγιο Μέρος Α΄: Ποια η φιλολογική μορφή των ευαγγελίων - Στοιχεία για τη γνησιότητά τους - Αντίλογος σε απλοϊκές εικασίες περί του Ιστορικού Ιησού», του Papyrus 52 για την Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας)
Οι πρώτες 8 ερωτήσεις
Περιεχόμενα
1. Το σκεπτικό των απαντήσεών μας
2. Απάντηση στο Κουίζ, 1η από 17: «Ποιός προσήλθε πρώτος στο μνήμα την Κυριακή το πρωί;»
3. Απάντηση στο Κουίζ, 2η από 17: «Πότε πήγε (πήγαν) στο μνήμα η γυναίκα(ες);»
4. Απάντηση στο Κουίζ, 3η από 17: «Οι γυναίκες πήγαν στο μνήμα, προκειμένου να…»
5. Απάντηση στο Κουίζ, 4η από 17: «Οι γυναίκες απόκτησαν κι ετοίμασαν τα αρώματα…»
6. Απάντηση στο Κουίζ, 5η από 17: «Ο πρώτος επισκέπτης (ες) στο μνήμα συνάντησε (-αν)…»
7. Απάντηση στο Κουίζ, 6η από 17: «Που βρισκόταν αυτός (οι), που συνάντησαν στο μνήμα;»
8. Απάντηση στο Κουίζ, 7η από 17: «Αφού βρήκε (αν) τον τάφο άδειο η γυναίκα (ες)…»
9. Απάντηση στο Κουίζ, 8η από 17: «Ο αναστηθείς Ιησούς εμφανίστηκε πρώτα…»
10. Επίλογος
1. Το σκεπτικό των απαντήσεών μας
Πριν ξεκινήσουμε τις απαντήσεις μας στο «Κουίζ» των μυθολόγων, για να ξεκαθαρίσουμε το σκεπτικό του άρθρου αυτού, θα προσθέσουμε τα εξής:
Όσοι ασχολούνται με τα βιβλικά θέματα, ξέρουν ότι η εναρμόνιση των διηγήσεων των ευαγγελίων ουδέποτε υπήρξε πρωτεύον θέμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτό συνέβη επειδή όπως προείπαμε, η αυθεντικότητα της Παράδοσης αναγνωρίστηκε ως δεδομένη στα Ευαγγέλια. Ζήτημα ουσιαστικό για τους Πατέρες, θα υπήρχε μόνο αν συναντούσαν ασυμφωνίες σε ζητήματα ουσιώδη, π.χ. αν ο Ιησούς πέθανε πραγματικά ή φαινομενικά, ή αν ο Τάφος βρέθηκε ή όχι κενός. Πληροφορίες σχετικές με το αν «αγοράστηκε» ή αν «ετοιμάστηκε» το μύρο, δεν μπορούσαν να πλήξουν την αυθεντική πίστη της Εκκλησίας ούτε τότε, ούτε και σήμερα ασφαλώς, και γι’ αυτό αντιμετωπίστηκαν πάντα ως ζητήματα ήσσονος σημασίας, οφειλόμενα στο προσωπικό ύφος του κάθε συγγραφέα και στο ιδιαίτερο ύφος της θεολογικής ερμηνείας τους.
Στις περιστασιακές αναφορές που έχουμε από εκκλησιαστικούς συγγραφείς σχετικά με λεπτομερείς εναρμονίσεις των διηγήσεων μετά την Ανάσταση, συναντάμε ερμηνείες που για να απαντήσουν στα διάφορα ζητήματα, αναφέρονται σε πολλαπλές επισκέψεις στον Τάφο του Ιησού από διαφορετικές ομάδες ανθρώπων. Μια τέτοια ερμηνεία μπορούμε να διαβάσουμε στο διαδίκτυο σε μετάφραση, από τον Αντώνιο Κραποβίτσκυ (1863-1936), Μητροπολίτη Κιέβου. Υπάρχει μάλιστα και ένας συνοπτικός πίνακας των σχετικών διηγήσεων. Σκοπός όμως των δικών μας απαντήσεων στο παρόν άρθρο, είναι να δούμε κάτι άλλο: αν θεωρήσουμε ότι οι τέσσερις ευαγγελιστές διηγούνται μία και μοναδική ιστορία, πόσο έξω από την λογική είναι να εναρμονιστούν οι τέσσερις διηγήσεις; Η πιθανότητα να αφηγούνται οι ευαγγελιστές μία και μόνο ιστορία, είναι άραγε τόσο «ακραία» για τη λογική του σημερινού ανθρώπου, όσο θα ήθελαν οι γνωστοί συκοφάντες;
2. Απάντηση στο Κουίζ, 1η από 17:
«Ποιός προσήλθε πρώτος στο μνήμα την Κυριακή το πρωί;»
α. Μία γυναίκα
β. Δύο γυναίκες
γ. Τρεις γυναίκες
δ. Περισσότερες από τρεις γυναίκες
Όπως είπαμε ήδη από την εισαγωγή μας, όλα τα ζητήματα του «κουίζ» εκμεταλλεύονται την φιλολογική μορφή των ευαγγελίων, και τον τρόπο γραφής που επέλεξαν οι ευαγγελιστές. Όμως, ούτε ένα από τα ζητήματα αυτά δεν αγγίζει την αναστάσιμη αλήθεια της πρωτοχριστιανικής κοινότητας: ο βασικός άξονας της Παράδοσης, επάνω στον οποίο στηρίζεται όλη η μαρτυρία της Εκκλησίας παραμένει ακλόνητος και ενιαίος για όλους. Και πάλι, όμως, παρά τις διαφορές που εκ πρώτης όψεως μπορεί κάποιος να επισημάνει στις ευαγγελικές διηγήσεις, τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα για τους ψευδολόγους. Θα πρέπει καταρχάς, ν’ αναγνωρίσουμε μια ισχυρή ιστορική βάση σχετικά με τη μαρτυρία των γυναικών. Οι διηγήσεις όπου, σημαντικές μαρτυρίες για την ουσία του αναστάσιμου μηνύματος αποδίδονται σε γυναίκες, θα πρέπει να θεωρούνται ιστορικά αξιόπιστες[1]. Εάν επρόκειτο για κατασκευασμένες, επινοημένες αφηγήσεις, με κανέναν τρόπο δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι θα απέδιδαν τις μαρτυρίες αυτές σε γυναίκες, οι οποίες, «θεωρούνταν την εποχή εκείνη ως ανίκανες προς μαρτυρίαν»[2]. Αυτό ισχύει και για τις πρώτες εμφανίσεις του Ιησού και για την μαρτυρία του Κενού Τάφου φυσικά.
Αυτό λοιπόν, είναι ένα ισχυρό ιστορικό επιχείρημα που δύσκολα μπορεί να υποτιμηθεί. Ως προς τον αριθμό τώρα των γυναικών αυτών, αξίζει να εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι ευαγγελιστές ξεπερνούν ζητήματα όπως ο αριθμός των προσώπων που συμμετέχουν σε μια διήγηση. Ας ξεκινήσουμε μ’ ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στο ευαγγέλιο του Λούκα, εξετάζοντάς κατά γράμμα τον στίχο 24,12 που μας λέει ότι «ο Πέτρος σηκώθηκε κι έτρεξε στο μνήμα», θα θεωρούσαμε βέβαιο ότι μόνο ο Πέτρος ήταν αυτός που πήγε στον Τάφο του Ιησού. Κι όμως δεν είναι έτσι. Ο ίδιος συγγραφέας, ο Λουκάς, δώδεκα στίχους μετά (24,24) διαψεύδει τις υποθέσεις μας και λέει ότι, «απήλθόν τινες των συν ημίν επί το μνημείον»! Κατά συνέπεια, ενώ αναφέρει μόνο τον Πέτρο στο 24,12, με τον πληθυντικό του στίχου 24,24 καταλαβαίνουμε ότι ο Πέτρος τελικά, δεν ήταν μόνος του! Κάτι αντίστοιχο κάνει και ο Ιωάννης: ενώ στο Ιω. 20,1 αναφέρεται η Μαγδαληνή σαν να ήταν μόνη της κατά την επίσκεψη στον τάφο, ακριβώς στον επόμενο στίχο, ο ευαγγελιστής γράφει: «δεν ΞΕΡΟΥΜΕ πού τον έβαλαν» (Ιω. 20,2)! Άρα, όπως σημειώνει ο Παν. Τρεμπέλας, με τον πληθυντικό αυτό:
«... ο Ιωάννης προϋποθέτει, ότι η Μαγδαληνή κατά την πρώτην επίσκεψιν του τάφου συνωδεύετο και υπό άλλων γυναικών[3].»
Αυτομάτως λοιπόν, η διατύπωση της 1ης ερώτησης του «κουίζ» έχει πρόβλημα. Νομίζουν ότι ο Ιωάννης μιλάει για μία γυναίκα (βλ. υποερώτημα ‘ α ’), τη Μαγδαληνή, επειδή λαμβάνουν υπόψη τους μόνο τον στίχο 20,1. Τελικά όμως, από το Ιω. 20,2 συμπεραίνουμε ότι θα μπορούσαν οι γυναίκες να είναι και δύο, και τρεις, ή και περισσότερες. Κατά συνέπεια, η πρώτη σκέψη που κάνουμε, είναι πως όταν βλέπουμε καταλόγους ονομάτων, δεν μπορούμε πάντα να αποκλείσουμε την παρουσία περισσοτέρων προσώπων από τα επονομαζόμενα, εκτός εάν ο συγγραφέας το αποκλείει ρητώς. Κάνει κάτι τέτοιο ο Ματθαίος; Όχι. Μήπως κάνει κάτι τέτοιο ο Μάρκος; Και πάλι όχι. Μάλιστα, δεν πρέπει να ξεχνάμε και κάτι βασικό: η επιστημονική έρευνα μας έχει πει ότι ο Ματθαίος, όταν γράφει, γνωρίζει το ευαγγέλιο του Μάρκου. Κατά συνέπεια βλέπουμε μια προσωπική, συνειδητή επιλογή του Ματθαίου, που μειώνει τα τρία επονομαζόμενα πρόσωπα (Μαρκ. 16,1) σε δύο, μην αναφέροντας τη Σαλώμη (Ματθ. 28,1). Και αυτό είναι ενδεικτικό για το τι σημαίνει προσωπικό ύφος και αυτονομία ενός συγγραφέα, το οποίο ουδόλως αποτελεί «αντίφαση». Υπάρχει λοιπόν μια εύλογη ερμηνεία που λαμβάνει υπόψη όλ’ αυτά τα δεδομένα:
«... αι μυροφόροι ήσαν πολλοί, αλλ’ οι Ευαγγελισταί, "των επισήμων μόνον ποιησάμενοι μνείαν τας άλλας παρείδον"[4].»
Αυτό, έχει μια εξαιρετικά λογική βάση. Και σήμερα ακόμα, εάν κάποιος είχε μια πληροφορία που του μεταφέρθηκε από ένα σύνολο προσώπων, όταν θα αποφάσιζε να την αναμεταδώσει, για να γίνει πειστικός, θα επέλεγε να αναφέρει ως πληροφοριοδότες εκείνους που κατά την άποψή του θα παρείχαν τον υψηλότερο βαθμό αξιοπιστίας στο μήνυμά του. Έτσι λοιπόν, από τις διηγήσεις των ευαγγελιστών είναι προφανές ότι υψηλότερη θέση στην ιεραρχία της αξιοπιστίας, λαμβάνει η Μαρία η Μαγδαληνή. Ακολούθως, επιλέγονται και τα λοιπά πρόσωπα σύμφωνα με την αναγνώριση που είχαν λάβει από την κοινότητα ή και κατά την κρίση των ευαγγελιστών. Το Λουκ. 8,1-3 δείχνει καθαρά ότι κάποια πρόσωπα ξεχωρίζουν. Κατά συνέπεια, ο Λουκάς και ο Ιωάννης είναι πιθανόν να συμφωνούν σε έναν μεγάλο αριθμό γυναικών, ενώ την ίδια στιγμή, ούτε ο Μάρκος αποκλείει άλλα πρόσωπα, αλλά ούτε και ο Ματθαίος, για τον οποίο μάλιστα γνωρίζουμε ότι επέλεξε να μην αναφέρει τη Σαλώμη ενώ σίγουρα γνώριζε το όνομα. Η εξήγηση λοιπόν της κατ’ επιλογή αναφοράς προσώπων ανάλογα με τη βαρύτητα της μαρτυρίας τους, είναι μια ιδιαίτερα λογική και πειστική ερμηνεία που συμβαδίζει με το όλο ύφος των ευαγγελιστών.
3. Απάντηση στο Κουίζ, 2η από 17:
«Πότε πήγε (πήγαν) στο μνήμα η γυναίκα(ες);»
α. Όταν ήταν ακόμα σκοτάδι
β. Αφού είχε ανατείλλει (sic) ο Ήλιος
Βλέπουμε πως και οι ίδιοι οι μυθολόγοι, εντοπίζουν δύο διαφορετικές ώρες στις τέσσερις διηγήσεις. Η ώρα που ονομάζουν «αντίφαση», είναι αυτή που συναντάμε στο Κατά Μάρκον, όμως δεν είναι τόσο απλό να χαρακτηριστεί έτσι. Ο Μάρκος γράφει:
«Και λίαν πρωί της μιας σαββάτων έρχονται επί το μνημείον, ανατείλαντος του ηλίου» (δηλ., «ήρθαν στο μνήμα πολύ πρωί την επομένη του Σαββάτου, μόλις ανέτειλε ο ήλιος»[5], Μαρκ. 16,2).
Αυτοί όμως οι δύο χρονικοί προσδιορισμοί, αν ερμηνευτούν κατά κυριολεξία, δεν μπορούν να συσχετιστούν διότι τότε θα είχαμε το ακραίο και παράδοξο, να διαφωνεί ο Μάρκος με τον… εαυτό του. Είναι αδύνατον να δεχτούμε κατά γράμμα τα «λίαν πρωί» και «ανατείλαντος του ηλίου» μέσα σε μία και μόνο πρόταση, διότι την εποχή εκείνη προσδιόριζαν διαφορετικούς χρόνους της ημέρας! Γράφει για παράδειγμα ο εκκλησιαστικός συγγραφέας και ερμηνευτής Ευθύμιος Ζιγαβηνός (11ος αι.):
«Και εάν ήν ‘ λίαν πρωί ’, πώς είπεν, ότι ‘ ανατείλαντος του ηλίου ’ [6];»
Όπως εξηγεί ο Νικόλαος Δαμαλάς:
«... ‘ ανατείλαντος του ηλίου ’ τούτο εν τη κυρία σημασία πάντη ασύμφωνον και ασυμβίβαστον τω ‘ λίαν πρωί ’, όπερ νοείται πάντοτε περί του λυκόφωτος[7].»
Παρόμοια, ο καθηγητής Λουκάς Φίλης, γράφει:
«… δημιουργείται η εντύπωση της αντιθέσεως και αντιφάσεως του ιδίου [του Μάρκου] προς τον ίδιο τον εαυτό του, γιατί μνημονεύει ταυτόχρονα και τα δύο χρονικά σημεία, ήτοι ‘ λίαν πρωί ’ και ‘ ανατείλαντος του ηλίου ’ [8].»
Αυτά, μας οδηγούν να σκεφτούμε ότι το «ανατείλαντος του ηλίου» θα έπρεπε να μην εκληφθεί κατά γράμμα, αλλά να το «τραβήξει» χρονικά κοντά του ο προσδιορισμός «λίαν πρωί» και έτσι να μην εννοεί πλήρη ανατολή του ηλίου. Δηλαδή, σύμφωνα και με την ερμηνεία του Ζιγαβηνού την οποία μας εξηγεί ο καθ. Παν. Τρεμπέλας:
«... είναι πιθανόν, ότι ο Μάρκος ενταύθα εννοεί ουχί πλήρη ανατολήν του ηλίου, αλλά το λυκαυγές το μαρτυρούν την εμφάνισίν του[9].»
Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι με το «ανατείλαντος του ηλίου» δεν εννοεί ο Μάρκος παρά το λυκαυγές, βλέπουμε πόσο ταιριάζουν οι τέσσερις μαρτυρίες, ακόμη κι αν τις τοποθετήσουμε όλες μαζί σε μια δική μας σύνθεση:
«Ήρθαν την επομένη ημέρα απ' το Σάββατο. Ήταν "βαθιά χαράματα" [Λουκ. 24,1], τα "ξημερώματα της επόμενης ημέρας" [Ματθ. 28,1]. Έφτασαν "μόλις ανέτειλε ο ήλιος". Ήταν πάντως "πολύ πρωί" ακόμα [Μαρκ. 16,2], και "ήταν ακόμη σκοτεινά" [Ιωάν. 20,1].»
Όσο άχαρη κι αν είναι η ένωση τεσσάρων εδαφίων που λένε το ίδιο πράγμα, εντούτοις γίνεται φανερό ότι ακόμα και με μια ερασιτεχνική προσπάθεια μπορούν να ταιριάξουν. Έτσι, η φράση "μόλις ανέτειλε ο ήλιος" αυτομάτως παίρνει την χροιά του λυκαυγούς και όχι την έννοια της κατά κυριολεξία ανατολής όπου τα πάντα πλέον έχουν φωτιστεί. Άρα λοιπόν, η δήθεν «ασυμφωνία» του Quiz, που θέλει τον Μάρκο να διαφωνεί με τον εαυτό του, (και κατά προέκταση, και με τους άλλους τρεις), δεν έχει πραγματική βάση[10].
4. Απάντηση στο Κουίζ, 3η από 17:
«Οι γυναίκες πήγαν στο μνήμα, προκειμένου να…»
α. Αλείψουν το σώμα του Ιησού με αρώματα
β. Δούν μόνο το μνήμα
Νομίζουμε ότι αυτή η ερώτηση του «Κουίζ» είναι από τις πιο απαράδεκτες που συναντήσαμε... Το γεγονός ότι ο Ματθαίος αναφέρει πως «η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία ήρθαν να δουν τον τάφο του Ιησού» (Ματθ. 28,1) είναι αναμφισβήτητο. Όμως, το κείμενο του Ματθαίου δεν αποτελείται από έναν μόνο στίχο! Αν έκαναν τον κόπο να διαβάσουν και το υπόλοιπο κείμενο, θα έβλεπαν πως ο ίδιος ο Ματθαίος, τέσσερις μόλις στίχους παρακάτω γράφει: «Ο άγγελος είπε στις γυναίκες ... Ξέρω ποιον γυρεύετε, τον Ιησού» (Ματθ. 28,5)! Ο στίχος αυτός, διαψεύδει όσους υποστηρίζουν ότι σύμφωνα με τον Ματθαίο, οι γυναίκες πήγαν απλά… βόλτα για να «δουν μόνο το μνήμα». Είναι σαφές ότι πήγαν για να βρουν τον νεκρό Ιησού, όπως μας λένε όλες οι διηγήσεις. Και το γεγονός ότι ο Ματθαίος ήξερε την πρόθεση των γυναικών να μυρώσουν τον Κύριο (παρά το γεγονός ότι το θεωρεί δευτερεύον και δεν το αναφέρει) είναι δεδομένο, αν μη τι άλλο, αφού το ευαγγέλιο του Μάρκου, το αρχαιότερο όλων, αποτέλεσε βασική πηγή για το Κατά Ματθαίον[11].
5. Απάντηση στο Κουίζ, 4η από 17:
«Οι γυναίκες απόκτησαν κι ετοίμασαν τα αρώματα…»
α. Την Παρασκευή, προτού νυκτώσει
β. Αφού νύκτωσε το Σάββατο και μετά
Στην 4η αυτή ερώτηση, ας επισημάνουμε πρώτα την απαράδεκτα μεθοδευμένη διατύπωσή της: οι δύο ευαγγελιστές πουθενά δεν λένε από κοινού, ότι οι γυναίκες «απόκτησαν κι ετοίμασαν τα αρώματα» και κατόπιν, ο ένας λέει ότι αυτό έγινε πριν το Σάββατο και ο άλλος λέει μετά το Σάββατο! Βεβαίως, ακόμα και στην περίπτωση αυτή, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε απλά, ότι η Παράδοση δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στον χρόνο αγοράς και ετοιμασίας του μύρου. Ακόμα και ένας αυτόπτης δικαιολογείται, όταν γράφει μια διήγηση που συνέβη πριν από 30-40 χρόνια. Εντούτοις, οι δημιουργοί του κουίζ ψεύδονται καθώς δεν υπάρχει καν η διαφωνία που μας παρουσιάζουν. Στα κείμενα, ο μεν Μάρκος μιλάει μόνο για «αγορά», ο δε Λουκάς μιλάει μόνο για «ετοιμασία», και αυτό είναι σημαντικό. Ας ξεκινήσουμε όμως από το αν υπάρχει λόγος να μιλήσει κάποιος για «αντίφαση». Για να ισχύει κάτι τέτοιο, θα έπρεπε οι ευαγγελιστές να αυτοσχεδιάζουν χωρίς κοινά σημεία. Όμως, στην πραγματικότητα το γεγονός δεν είναι καθόλου άγνωστο στους ιερούς συγγραφείς. Κανείς τους δεν «μπερδεύεται», διότι στα Μαρκ. 16,1-2 και Λουκ. 24,1 οι ευαγγελιστές δείχνουν πως γνωρίζουν καλά ότι:
α) Οι γυναίκες έχουν σκοπό να αλείψουν με μύρο τον Ιησού.
β) Για την αποστολή αυτή πήγαν ξημερώματα της Κυριακής.
γ) Το Σάββατο δεν πραγματοποίησαν καμία σχετική ενέργεια (Μαρκ. 16,1 και Λουκ. 23,56).
Αυτά αποδεικνύουν ότι τα γεγονότα είναι γνωστά και συγκεκριμένα, άρα στο κεντρικό θέμα της διήγησης υπάρχει απόλυτη συμφωνία. Το θέμα του «πότε αποκτήθηκαν τα μύρα» και «πότε ετοιμάστηκαν» τα μίγματα, φαίνεται σαφώς ότι το θεωρούν δευτερεύον. Ο Μάρκος μας λέει μόνο ότι «αγόρασαν αρώματα». Όμως δεν μπορεί να μην τα προετοίμασαν, καθώς γνωρίζουμε ότι υπήρχε μια διαδικασία για να γίνει το τελικό μίγμα[12] που έβαζαν στον νεκρό. Από την άλλη, ο Λουκάς δεν αναφέρει καθόλου την αγορά των αρωμάτων. Θα πρέπει όμως να παραδεχτούμε ότι, αν κρίνουμε από την περιγραφή του Ιωάννη, που μας λέει πως ο Νικόδημος είχε φέρει μαζί του για την Ταφή του Ιησού «εκατό περίπου λίτρες» μίγμα «σμύρνης και αλόης» (Ιω. 19,39), μοιάζει αδύνατον να μπορεί να βρεθεί διαθέσιμη στα σπίτια μια παρόμοια ποσότητα, όταν μάλιστα ξέρουμε ότι τα αρώματα κόστιζαν ακριβά[13].
Στην πραγματικότητα, τα υλικά θα πρέπει και να αγοράστηκαν και να ετοιμάστηκαν. Ιδιαίτερα η εκδοχή του Λουκά ο οποίος δεν αναφέρει πουθενά αν αγοράστηκε το μύρο, είναι στην πραγματικότητα μάλλον αδύνατη, και με το «ητοίμασαν», χωρίς άλλες λεπτομέρειες, δείχνει να ξεπερνά το όλο θέμα ως δευτερεύον. Διότι φαίνεται πολύ πιο πιθανό να χρειάστηκε να αγοράσουν μύρο όπως λέει ο Μάρκος, διότι η αναγκαία ποσότητα ήταν και μεγάλη αλλά και ακριβή, για να υπάρχει πρόχειρη. Είναι υπερβολή όμως να μιλήσουμε για «αντίφαση». Θα μπορούσαν κάλλιστα οι διηγήσεις να είναι συμπληρωματικές. Οι μυροφόρες να ξεκίνησαν την προετοιμασία την Παρασκευή, συγκεντρώνοντας όσα υλικά μπόρεσαν να βρουν, και μόλις πέρασε η αργία του Σαββάτου να αγόρασαν την υπόλοιπη ποσότητα που χρειάζονταν[14], καθώς μοιάζει βέβαιο ότι μια ποσότητα θα έπρεπε να την αγοράσουν. Περισσότερο λοιπόν ο Λουκάς θεωρεί το ζήτημα δευτερεύον και δεν έχει σκοπό να παραθέσει λεπτομέρειες για το μύρο. Μην ξεχνάμε ότι ο Ματθαίος δεν θεωρεί αναγκαίο ούτε καν να το αναφέρει, παρ’ όλο ότι το γνωρίζει (τουλάχιστον από το ευαγγέλιο του Μάρκου).
6. Απάντηση στο Κουίζ, 5η από 17:
«Ο πρώτος επισκέπτης (ες) στο μνήμα συνάντησε (-αν)…»
α. Έναν άγγελο
β. Ένα νέο
γ. Δύο άνδρες
δ. Κανέναν
Καταρχάς, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι μία από τις παραπάνω διατυπώσεις είναι παραπλανητική και απαράδεκτη. Στο υποερώτημα «γ» που μιλάει για τους «δύο άνδρες» που αναφέρονται στο Λουκ. 24,4 δεν είδαν οι ψευδολόγοι ότι ο Λουκάς στο 24,23 μας λέει ξεκάθαρα ότι οι γυναίκες κατάλαβαν κανονικότατα ότι ήταν άγγελοι; «Μας έλεγαν ότι είδαν οπτασία αγγέλων» (Λουκ. 24,23)! Και ασφαλώς, πέρα από αυτό, η Καινή Διαθήκη μαζί με την Παλαιά Διαθήκη μας προσφέρουν ένα ολόκληρο θρησκευτικό πλαίσιο, ώστε με ευκολία να ξεπεράσουμε τις προκαταρκτικές δυσκολίες. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, και μόνο η ενδυμασία που αναφέρεται στις περιγραφές των ευαγγελίων, μαζί με την ατμόσφαιρα των διηγήσεων, δεν αφήνουν το παραμικρό περιθώριο να σκεφτεί κάποιος ότι «οι άνδρες» ή «ο νέος» δεν ήταν άγγελοι. Τα λευκά και απαστράπτοντα ρούχα, μας μεταφέρουν πάντα σε ένα σκηνικό θείας δόξας (π.χ. Δαν. 7,9. Μάρκ. 9,3. Πράξ. 1,10. Αποκ. 6,11). Όσο για το αν ο «νέος» μπορεί να ονομαστεί και «άνδρας», τι να πει κανείς. Σίγουρα πάντως, δεν θα ονομαστεί… γυναίκα!
Το ζήτημα λοιπόν που προκύπτει από την ερώτηση, είναι αν επρόκειτο για έναν ή δύο αγγέλους, ή και για «κανέναν». Όπως προείπαμε, για να μιλήσει κάποιος για «αντίφαση» θα πρέπει να βρίσκει στις διηγήσεις μόνο αυτοσχεδιασμούς χωρίς κοινά σημεία. Όμως τα κοινά σημεία υπάρχουν. Είπαμε ήδη για την ενδυμασία των αγγέλων:
«Ρούχα ολόλευκα σαν το χιόνι» (Ματθ. 28,3)
«Λευκή στολή» (Μαρκ. 16,5)
«Αστραφτερές στολές» (Λουκ. 24,4)
«Ντυμένοι στα λευκά» (Ιω. 20,12)
Επίσης, οι τέσσερις ευαγγελιστές συμφωνούν ότι υπήρξε παρουσία αγγέλου στις γυναίκες. Επιπλέον, η παρουσία αυτή έγινε μέσα στον Τάφο του Ιησού:
«Μόλις μπήκαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό με λευκή στολή» (Μαρκ. 16,5)
«Όταν μπήκαν … φάνηκαν μπροστά τους δύο άντρες με αστραφτερές στολές» (Λουκ. 24,3-4)
«Σκύβει να δει μέσα στο μνήμα, και βλέπει δυο αγγέλους» (Ιω. 20,11-12)
«Ο άγγελος είπε … Δεν είναι εδώ … [και τις προσκαλεί μέσα:] Ελάτε να δείτε το μέρος όπου βρισκόταν» (Ματθ. 28,5-6)
Και βεβαίως, όλοι συμφωνούν για τον Κενό Τάφο (Μαρκ. 16,7· Ματθ. 28,6· Λουκ. 24,3· Ιωαν. 20,2.6), και το μήνυμα ότι ο Ιησούς Αναστήθηκε (Μαρκ. 16,6· Ματθ. 28,7· Λουκ. 24,6· Ιωαν. 20,9).
Τελικά, πόσο λογικό και πιθανό είναι, οι τέσσερις ευαγγελιστές:
α) να γνωρίζουν ότι υπήρξε αγγελοφάνεια,
β) να γνωρίζουν ότι υπήρξε αγγελοφάνεια μέσα στον Τάφο,
γ) να γνωρίζουν πώς ήταν ενδεδυμένοι οι άγγελοι,
δ) να γνωρίζουν ότι οι άγγελοι μίλησαν, κι όμως, να μην ξέρουν πόσοι ήταν;
Αν υποθέσουμε ότι ήξεραν πόσοι ήταν οι άγγελοι, υπάρχει λόγος να αναφερθούν σε έναν άγγελο, τη στιγμή που ήταν δύο; Θεωρούμε ότι υπάρχει, και πολύ λογικός μάλιστα. Έχουμε και λέμε:
α) ένας άγγελος που μιλά: «Ο άγγελος είπε στις γυναίκες» (Ματθ. 28,5).
β) ένας άγγελος που μιλά: «Αυτός όμως τους είπε» (Μαρκ. 16,6).
γ) δύο άγγελοι που μιλούν: «τις ρώτησαν» (Λουκ. 24,5).
δ) δύο άγγελοι που μιλούν: «Της λένε τότε εκείνοι» (Ιω. 20,13).
Αυτοί λοιπόν που κόπτονται τάχα για την ακρίβεια και τις λεπτομέρειες, γιατί δεν παρατήρησαν το παράδοξο οι δύο άγγελοι να μιλούν ταυτόχρονα όπως κατά γράμμα αναφέρουν τα Λουκ. 24,5 και Ιω. 20,13;
Για το λόγο αυτό, είμαστε υποχρεωμένοι να παραδεχτούμε πως όταν λένε ο Λουκάς και ο Ιωάννης «τις ρώτησαν», ή «της λένε», κάθε φυσιολογικός άνθρωπος σκέφτεται και καταλαβαίνει ότι ο ΕΝΑΣ άγγελος μίλησε! Αλλιώς θα πρέπει να φανταστούμε τους αγγέλους σα να λένε… ποίημα στο σχολείο, μιλώντας λέξη προς λέξη και οι δύο μαζί, μετατρέποντας την όλη σκηνή σε θέατρο του παραλόγου. Δεδομένης της απόλυτα λογικής σκέψης ότι δεν μπορεί παρά ο ΕΝΑΣ από τους δύο αγγέλους να μίλησε κάθε φορά, για ποιο λόγο είναι παράλογο οι δύο ευαγγελιστές να εξελίσσουν την σκηνή τους με βάση τον ΕΝΑ άγγελο που μίλησε και άρα πρωταγωνιστούσε στο συμβάν; Και μάλιστα τη στιγμή που είναι ολοφάνερο πως ουδεμία άγνοια των λεπτομερειών της σκηνής υπήρξε: οι ευαγγελιστές γνώριζαν την αγγελοφάνεια, γνώριζαν το σημείο που στάθηκαν οι άγγελοι, γνώριζαν τα ρούχα που φορούσαν, γνώριζαν ότι οι άγγελοι μίλησαν.
Ως προς το «δ» ερώτημα τώρα, με το οποίο αναφέρονται στη διήγηση του Ιωάννη, πουθενά δεν λέει ο ευαγγελιστής ότι οι πρώτοι επισκέπτες δεν είδαν «κανέναν»! Οι δύο άγγελοι της διήγησης, προφανώς θα εμφανίζονταν μέσα στο μνήμα, όμως ο Ιωάννης προσθέτει ότι η Μαρία Μαγδαληνή είδε τους δύο αγγέλους μόνο στη δεύτερη επίσκεψή της. Αν διαβάσουμε προσεκτικά τη διήγηση του Ιωάννη θα καταλάβουμε αμέσως το γιατί. Καθώς οι μυροφόρες πήγαιναν στον Τάφο του Ιησού, είδαν τον λίθο να έχει μετακινηθεί, όμως η Μαγδαληνή μόλις «βλέπει την πέτρα μετατοπισμένη», δεν μπήκε καν στο μνήμα με τις άλλες, άρα δεν θα δει τους αγγέλους, και φεύγει τρέχοντας για να το πει στους μαθητές. Από τη φράση «δεν ΞΕΡΟΥΜΕ πού τον έβαλαν» (Ιω. 20,2), καταλαβαίνουμε ότι δεν ήταν μόνη της αλλά μαζί με άλλες μυροφόρες, και από τη φράση, «τρέχει, λοιπόν, και πηγαίνει στο Σίμωνα Πέτρο» (Ιω. 20,1) καταλαβαίνουμε ότι έφυγε η Μαγδαληνή, και όσες παρέμειναν, πηγαίνοντας μέσα στον Τάφο είδαν τους αγγέλους που αναφέρει ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ματθαίος. Οι άγγελοι έκαναν αισθητή την παρουσία τους και πάλι, ώστε να τους δει η Μαγδαληνή, όταν εκείνη κλαίγοντας κοίταξε μέσα στο μνήμα (Ιω. 20,11).
Για το γεγονός ότι η αγγελοφάνεια δεν ήταν αναγκαία να πραγματοποιηθεί στην περίπτωση των μαθητών, έχουμε ως απόδειξη τα επαινετικά σχόλια του Ιωάννη για τους μαθητές: «τα είδε αυτά και πίστεψε» (Ιω. 20,8) και «ως τότε δεν είχαν καταλάβει» (Ιω. 20,9). Με αυτά, τονίζει την αυξημένη πίστη των Αποστόλων οι οποίοι θυμούνται όσα τους είχε πει ο Δάσκαλός τους, ενώ η Μαγδαληνή, αν και βλέπει το μνημείο ανοιχτό, δεν της περνάει καν από το μυαλό αυτό που τελικά συνέβη (Ιω. 20,2).
7. Απάντηση στο Κουίζ, 6η από 17:
«Που βρισκόταν αυτός (οι), που συνάντησαν στο μνήμα;»
α. Καθισμένος σε μία πέτρα έξω από το μνήμα
β. Καθισμένος μέσα στο μνήμα
γ. Όρθιοι μέσα στο μνήμα
Καταρχάς να ρωτήσουμε: που είδαν ο Λουκάς να λέει ότι οι άγγελοι ήταν μέσα στο μνήμα «όρθιοι»; Η διήγηση γράφει, «φάνηκαν μπροστά τους δύο άντρες» (Λουκ. 24,4). Ούτε μας λέει αν ήταν καθιστοί, ούτε αν ήταν όρθιοι…
Αντιστρόφως, να ρωτήσουμε, που είδαν ότι το ρήμα «κάθημαι», σημαίνει μόνο «κάθομαι κάτω»; Υπό μεταφορική έννοια σημαίνει και αυτόν που βρίσκεται κάπου, που παραμένει σε μία θέση ή κατάσταση (Ματθ. 4,16. Λουκ. 1,79. 21,35. Αποκ. 14,6. Β΄ Θεσ. 2,4). Δεν μπορούμε λοιπόν να είμαστε απόλυτα σίγουροι ούτε αν οι άγγελοι μέσα στο μνήμα ήταν καθιστοί, ούτε αν ήταν όρθιοι. Ακολούθως, χαιρόμαστε που παρατηρούν ότι ο Μάρκος συμφωνεί με τον Λουκά ότι υπήρξε παρουσία αγγέλου μέσα στο μνήμα:
«Μόλις μπήκαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό με λευκή στολή» (Μαρκ. 16,5)
Εξετάζοντας τώρα τους τρεις ευαγγελιστές, εκτός από τον Ματθαίο, βρίσκουμε μια ενδιαφέρουσα ομοφωνία:
«Παρατήρησαν ότι η πέτρα είχε κυλήσει από τον τόπο της» (Μαρκ. 16,4)
«Βρήκαν τότε την πέτρα κυλισμένη από το μνήμα» (Λουκ. 24,2)
«Βλέπει την πέτρα μετατοπισμένη από την είσοδο του μνήματος» (Ιω. 20,1)
Αυτή η ομοφωνία, μαζί με το γεγονός ότι οι τρεις συνοπτικοί συνήθως συμφωνούν μεταξύ τους στις περισσότερες διηγήσεις, μας επιτρέπει να σκεφτούμε ότι η διήγηση του Ματθ. 28,2-4 δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια επεξηγηματική προσθήκη που ερμηνεύει την κατάσταση που επικρατούσε λίγο πριν βρεθεί ο λίθος μετατοπισμένος σύμφωνα με τα τρία παραπάνω εδάφια. Άρα, ταιριάζει απόλυτα η ερμηνεία ότι:
«... ως προς την περιγραφήν της αποκυλίσεως του λίθου υπό του αγγέλου, αύτη έλαβε χώραν προ της αφίξεως των μυροφόρων εις το μνημείον[15].»
Και
«... ο σεισμός και η Ανάσταση συνέβησαν, σχεδόν, ταυτόχρονα, ακολούθησε δε μετά από λίγο η άφιξη των γυναικών στο μνήμα[16].»
Έτσι λοιπόν, ο Ματθαίος γνωρίζει για τον μετατοπισμένο λίθο, επεξηγεί όμως τον λόγο της μετατόπισης με την εξής εμβόλιμη διήγηση:
«Ξαφνικά έγινε μεγάλος σεισμός, γιατί ένας άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό, ήρθε, κύλησε την πέτρα από την είσοδο και καθόταν πάνω της. Η όψη του ήταν σαν αστραπή και τα ρούχα του ολόλευκα σαν το χιόνι. Τόσο τον φοβήθηκαν οι φρουροί, που άρχισαν να τρέμουν κι έγιναν σαν νεκροί.» (Ματθ. 28,2-4)
Αν όμως αφαιρέσουμε αυτό το συμβάν από την περιγραφή του Ματθαίου, έχουμε μια παράλληλη με τους άλλους ευαγγελιστές διήγηση που έχει ως εξής:
«Μετά το Σάββατο, τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας, η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία ήρθαν να δουν τον τάφο του Ιησού [...] Ο άγγελος είπε στις γυναίκες: "Εσείς μη φοβάστε! Ξέρω ποιον γυρεύετε: τον Ιησού, τον σταυρωμένο"» (Ματθ. 28,1.5)
Έτσι λοιπόν, η μόνη συνάντηση που είχαν με άγγελο, ήταν κατά τη στιγμή που πήγαν «να δουν τον τάφο», οπότε ο άγγελος τους δίνει θάρρος και τις καλεί μέσα: «Ελάτε να δείτε το μέρος όπου βρισκόταν» (Ματθ. 28,6).
Το έχουμε ξαναπεί: αν μη τι άλλο, ο Ματθαίος γνωρίζει το Κατά Μάρκον. Κατά συνέπεια είναι απόλυτα λογικό να αναφέρει την ίδια ακριβώς αγγελοφάνεια. Το κάλεσμα από το εσωτερικό του τάφου, «ελάτε να δείτε το μέρος όπου βρισκόταν» που λέει ο άγγελος (Ματθ. 28,6), ταιριάζει με την αγγελοφάνεια του Μάρκου: «Μόλις μπήκαν … είδαν ένα νεαρό … [που τους λέει] Να και το μέρος όπου τον είχαν βάλει» (Μαρκ. 16,5-6). Άρα λοιπόν, όλες οι αγγελοφάνειες στις μυροφόρες έγιναν μέσα στο μνήμα, χωρίς να έχουμε επαρκείς πληροφορίες αν οι άγγελοι ήταν… «όρθιοι» ή «καθιστοί».
8. Απάντηση στο Κουίζ, 7η από 17:
«Αφού βρήκε (αν) τον τάφο άδειο η γυναίκα (ες)…»
α. Έσπευσαν να το πουν στους μαθητές
β. Έφυγαν από το μνήμα, γιατί τρόμαξαν και δεν είπαν σε κανέναν τίποτε
Μια διόρθωση οφείλουμε να κάνουμε ευθύς εξαρχής: ο Μάρκος γράφει ότι τις μυροφόρες κατέλαβε «τρόμος και έκστασις» (16,8) άρα δεν μιλά μόνο για «τρόμο» αλλά και για θαυμασμό, κατάπληξη ή δέος. Η 7η αυτή ερώτηση των «μεγάλων ερευνητών» αγνοεί προκλητικά τα δεδομένα της περικοπής. Ας δούμε τη διήγηση:
«Πηγαίνετε τώρα και πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο: "πηγαίνει πριν από σας στην Γαλιλαία και σας περιμένει· εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε". Οι γυναίκες βγήκαν κι έφυγαν από το μνήμα γεμάτες τρόμο και δέος· δεν είπαν όμως τίποτα σε κανέναν, γιατί ήταν φοβισμένες […] ο Ιησούς, το πρωί της Κυριακής, εμφανίστηκε πρώτα στη Μαρία τη Μαγδαληνή … Εκείνη πήγε και το είπε στους μαθητές … Αυτοί όμως, όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς ζει και τον είδε η Μαρία, δεν την πίστεψαν.» (Μάρκ. 16,7-11)
Αν δεν υπήρχε η προστακτική, «πηγαίνετε … και πείτε», πράγματι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το, «τρόμαξαν και δεν είπαν σε κανέναν τίποτε» έχει κάποια βάση. Θα ήταν όμως ποτέ δυνατόν, πιστοί ιουδαίοι, να μην υπάκουσαν σε ρητή εντολή του αγγέλου; Όταν ξέρουμε το δέος που ένιωθαν για τον Θεό; Θα κάθονταν χωρίς να μιλήσουν ΠΟΤΕ για το ζήτημα, παρά την εντολή «πηγαίνετε τώρα και πείτε»; Και τέλος πάντων, ο «τρόμος και η έκστασις» δεν κρατούν για πάντα. Είναι απόλυτα λογικό ότι κάποια στιγμή συνήλθαν, και τότε θα υπερίσχυσε η αίσθηση του καθήκοντος που είχαν απέναντι στην εντολή που έλαβαν. Άρα, τα συμπεράσματα οφείλουν να προκύπτουν από τον συνολικό έλεγχο του κειμένου και όχι απ’ όπου βολεύει. Και βεβαίως, η εμμονή των δημιουργών του «κουίζ» για τις «κατά γράμμα» ερμηνείες μας οδηγεί στο να τους ρωτήσουμε με τη σειρά μας:
«Αν θεωρείτε πως κάθε τι που εξιστορείται στον Μάρκο θα πρέπει να λαμβάνεται κατά γράμμα, τότε βλέπετε λογικό ότι η Μαγδαληνή, ενώ είπε στους μαθητές ότι είδε τον Ιησού ζωντανό (Λουκ. 16,11), δεν έκανε τον κόπο ή… ξέχασε να τους πει ότι είδε τον τάφο ανοιχτό, ώστε να γίνει περισσότερο πειστική;»
Βλέπουμε λοιπόν ότι μεγαλύτεροι παραλογισμοί προκύπτουν από τις απαιτήσεις των αθεο-νεοπαγανιστών, παρά από τις «αντιφάσεις» που βρίσκουν. Είναι εύλογο λοιπόν ότι ο Μάρκος αναφέρει το «τρόμος και έκστασις» για τονίσει τα αισθήματά τους κατά τη στιγμή εκείνη. Η εντολή του αγγέλου όμως δεν επιτρέπει να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για μόνιμη σιωπή. Οπότε, είτε εννοεί ότι φεύγοντας οι γυναίκες δεν είπαν τίποτα σε κανένα πέρα του στενού κύκλου τους, είτε δεν είπαν τίποτα σε κανένα για μικρό χρονικό διάστημα ή δεν είπαν τίποτα σε κανένα κατά τη διαδρομή της επιστροφής. Δεν μπορεί όμως να μην το είπαν ποτέ, παρακούοντας την διαταγή του αγγέλου. Μάλιστα, ο Λουκάς, ο οποίος γνωρίζει το Κατά Μάρκον ευαγγέλιο, αφού το χρησιμοποιεί ως πηγή, μας λέει για τις μυροφόρες αυτές: «Επέστρεψαν λοιπόν απ’ το μνήμα και τα ανάγγειλαν όλα αυτά» (Λουκ. 24,9).
9. Απάντηση στο Κουίζ, 8η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς εμφανίστηκε πρώτα…»
α. Στη Μαρία τη Μαγδαληνή
β. Στον Κλεόπα και σε έναν άλλο μαθητή
γ. Στη Μαρία τη Μαγδαληνή και την άλλη Μαρία
δ. Μόνο στον Κηφά
Ως προς την τελευταία ερώτηση με την οποία θα ασχοληθούμε στο παρόν άρθρο, δεν καταλαβαίνουμε τη διατύπωση «εμφανίστηκε πρώτα». Γιατί ρωτούν κάτι τέτοιο, αφού το μόνο κείμενο που αναφέρει ρητά ποια ήταν η πρώτη εμφάνιση του Ιησού, είναι του Μάρκου; «Ο Ιησούς, το πρωί της Κυριακής, εμφανίστηκε πρώτα στη Μαρία τη Μαγδαληνή» (16,9). Από τη στιγμή που τέτοιος προσδιορισμός δεν υπάρχει ούτε στον Λουκά, ούτε στον Ματθαίο, ούτε στον Παύλο, μπορούμε να δεχτούμε ότι η ορθή απάντηση μας δίδεται από τον Μάρκο. Άρα, η πρώτη εμφάνιση έγινε στη Μαρία Μαγδαληνή (Μαρκ. 16, 9) και δεν προκύπτει από κάπου ότι ο Ιωάννης δεν συμφωνεί με αυτό (Ιω. 20,14). Η Μαγδαληνή έχει φύγει (Ιω. 20,2), είπε στους μαθητές ότι ο λίθος έχει μετακινηθεί, και ξαναγυρίζει στον τάφο την ώρα που οι άλλες μυροφόρες έχουν φύγει από το μνήμα. Τότε γίνεται στη Μαγδαληνή η πρώτη εμφάνιση του Ιησού.
Οι μυροφόρες που παρέμειναν στον τάφο μετά τη φυγή της Μαγδαληνής (Ιω. 20,1), βλέπουν την αγγελοφάνεια και καθώς γυρίζουν να την αναγγείλουν, συναντούν τον Ιησού. Αυτή είναι η δεύτερη εμφάνιση (Ματθ. 28,9) και συμβαίνει μετά από την εμφάνιση στην Μαγδαληνή. Ως προς το υποερώτημα «γ» του κουίζ, υπενθυμίζουμε ότι λόγω του περιστατικού στο Ιω. 20,1 η Μαγδαληνή δεν βρίσκεται με τις γυναίκες του Ματθ. 28,8. Υπενθυμίζουμε επίσης ότι η απάντησή μας στην 1η ερώτηση του «κουίζ», δείχνει ότι το πιθανότερο είναι οι γυναίκες να είναι πολλές και όχι μόνο οι δύο που επιλέγει να αναφέρει ο Ματθαίος στο 28,1.
Θα επαναλάβουμε εδώ την επιστημονική αξιολόγηση των μαρτυριών: το γεγονός ότι οι γυναίκες, «θεωρούνταν την εποχή εκείνη ως ανίκανες προς μαρτυρίαν»[17] μας βεβαιώνει σε μεγάλο βαθμό ότι η αναφορά του Μάρκου για την πρώτη εμφάνιση του Ιησού στην Μαγδαληνή έχει ιστορική βάση, διότι αν επρόκειτο για κατασκευασμένη διήγηση, το λογικό θα ήταν να αποδοθεί σε άνδρα για να γίνει περισσότερο πειστική[18].
Η τρίτη εμφάνιση και, σύμφωνα με τον Οικουμένιο Τρίκκης (10ος αιώνας), πρώτη για τους άνδρες[19], έγινε στον Πέτρο (Λουκ. 24,34), την ώρα που οι δύο μαθητές πήγαιναν στους Εμμαούς (Λουκ. 24,13-15). Ο Παύλος (βλ. υποερώτημα «δ») δεν αναφέρει ρητά στο Α΄Κορ. 15,5 ως πρώτη την εμφάνιση στον Πέτρο. Αυτό σημαίνει ότι ο Παύλος, από τις διάφορες εμφανίσεις του Ιησού που γνωρίζει, επιλέγει συνειδητά να αναφέρει μόνο αυτές στον Πέτρο και τους Δώδεκα, καθώς στην επιστολή του σκοπεύει να δώσει την επίσημη μαρτυρία της πρώτης Εκκλησίας για την Ανάσταση, με αναφορά στα ηγετικά της πρόσωπα[20]. Ενδεικτικό της σκέψης αυτής είναι το γεγονός ότι αναφέρεται στους «Δώδεκα» το οποίο «αποτελεί επίσημον όνομα δηλούν τον κύκλον των αποστόλων, διότι άλλως κατά την πρώτην εμφάνισιν εις τους αποστόλους μόνον δέκα ήσαν παρόντες»[21].
Η τέταρτη εμφάνιση πραγματοποιήθηκε στους δύο μαθητές (Λουκ. 24,13-15), ένας από τους οποίους ήταν ο Κλεόπας (Λουκ. 24,18). Στη διήγηση αυτή, βλέπουμε ότι οι δύο μαθητές, ενώ διηγούνται διάφορα στον Ιησού (δεν έχουν καταλάβει ακόμα ποιος είναι), δεν αναφέρουν το γεγονός ότι ο Ιησούς εμφανίστηκε στη Μαγδαληνή και στις άλλες μυροφόρες. Ο λόγος είναι, ότι οι μαρτυρίες των γυναικών θεωρήθηκαν κενές περιεχομένου:
α) η «μαρτυρία» της Μαγδαληνής έχει ήδη απορριφθεί ως μη πραγματική (Μαρκ. 16,11) οπότε δεν έχει ιδιαίτερη αξία ν’ αναμεταδοθεί, και
β) η μαρτυρία των άλλων μυροφόρων θεωρείται επίσης ανάξια λόγου: στο Λουκ. 24,23 με τα «λέγουσαι» και «λέγουσιν» χαρακτηρίζονται οι διηγήσεις των γυναικών ως αερολογίες/φαντασιοπληξίες[22]. Σε αυτά που θεωρούν αερολογίες, συγκαταλέγεται και η αναφορά των γυναικών στον άγγελο που τους είπε ότι ο Ιησούς αναστήθηκε (Λουκ. 24,6). Αυτό σημαίνει ότι κανέναν λόγο δεν είχαν να αναφέρουν οι δύο μαθητές την εμφάνιση του Ιησού στις μυροφόρες (Ματθ. 28,9), αφού απέκλειαν κάθε ενδεχόμενο ο Ιησούς να ζει (Λουκ. 24,23. Βλ. και Λουκ. 24,21: «είναι η τρίτη μέρα σήμερα … και δεν έχει συμβεί τίποτα»).
[Σημείωση: στον στίχο Λουκ. 24,10 ο ευαγγελιστής αναφέρει όλες μαζί τις γυναίκες. Άρα, βάζει γυναίκες που ξέρει ότι είδαν διαφορετικά πράγματα, να λένε ότι είδαν τα ίδια. Πώς ξέρει ότι είδαν διαφορετικά πράγματα; Μα φυσικά από το γεγονός, ότι γνωρίζουμε σήμερα πως χρησιμοποίησε ως πηγή για το ευαγγέλιό του και το Κατά Μάρκον. Άρα, είναι αδύνατον ο Λουκάς να μην γνωρίζει την εμφάνιση του Ιησού στη Μαγδαληνή (Μαρκ. 16,9) (ακόμα και αν υποθέσουμε ότι δεν γνώριζε την εμφάνιση στις μυροφόρες που αναφέρει ο Ματθαίος στο 28,9). Όταν λοιπόν βλέπουμε στο Λουκ. 24,9 όλες οι γυναίκες, μαζί και η Μαγδαληνή, να μιλούν μόνο για μετατοπισμένο λίθο και για αγγελοφάνεια, καταλαβαίνουμε ότι ο Λουκάς συμπυκνώνει τη διήγηση, και επιλέγει να δώσει βάση στην εμφάνιση του Ιησού που έγινε στους μαθητές στο δρόμο για τους Εμμαούς.]
10. Επίλογος
Αυτό ήταν το πρώτο μέρος των απαντήσεών μας. Σίγουρα οι πληροφορίες είναι πολλές και η ανάγνωση καλό θα ήταν να γίνει με την Κ.Δ. κοντά μας για να βλέπουμε τις διηγήσεις. Μια εναρμόνιση σαν αυτή που καταγράφουμε στο παρόν άρθρο, έχει βασικό σκοπό να δώσει απαντήσεις ώστε να κινητοποιήσει τη λογική όσων με επιπολαιότητα αναδημοσιεύουν ένα ανόητο κουΐζ στο οποίο κυριαρχεί η νοοτροπία καφενείου, η ίδια ακριβώς που επικρατεί και σε δήθεν «ψαγμένες» ενασχολήσεις με την ιστορία που δημοσιεύονται με την ίδια επιπολαιότητα (και που στην πραγματικότητα μπορούν να πείσουν μόνο αμαθείς, ημιμαθείς ή φανατικά προκατειλημμένους αναγνώστες). Αφού λοιπόν τίθενται ερωτήσεις, χαρά μας να τις απαντήσουμε. Είναι επίσης χαρά μας, όταν κάποιοι μας προτείνουν να διαβάσουμε το «κουίζ» ή μας το παραθέτουν ως «σεντόνι» σε διαδικτυακές συζητήσεις, να έχουμε πρόχειρη μια επαρκή απάντηση ώστε να αφιερώνουμε το χρόνο των συζητήσεών μας σε θέματα πιο ουσιαστικά από τις ρηχές και κακόπιστες ερμηνείες των ευαγγελίων από διαστρεβλωτές, συνειδητούς και μη.
Επισημαίνουμε ότι μια τέτοια εναρμόνιση των διηγήσεων δεν την χρειάζεται ο Ορθόδοξος. Το παράδειγμα του Χρυσοστόμου, είναι ισχυρό για εμάς. Όπως αναφέρει ο Ευθύμιος Ζηγαβηνός, επί του σημαντικού ζητήματος των αφίξεων των μυροφόρων: «ο μεν Χρυσόστομος ουδέν τι περί της τοιαύτης διαφοράς επολυπραγμόνησεν»[23]. Ο Χρυσόστομος στα υπομνήματά του αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος στα σωτηριώδη διδάγματα που προκύπτουν από τις ευαγγελικές διηγήσεις.
Στο ζήτημα των διηγήσεων, η προσωπική μας θέση συμβαδίζει φυσικά με την δύναμη της Παράδοσης: ο κατάλληλος χρόνος για να εκληφθούν οι διαφορές των διηγήσεων ως «αντιφάσεις» από τους γνώστες των γεγονότων, ήταν στους πρώτους αιώνες (όπως και έγινε) και όχι μετά από 1.800 χρόνια. Η Εκκλησία αποδείχτηκε απόρθητο κάστρο ως προς την Παράδοση αυτή. Κάθε κείμενο με νοθευμένη Παράδοση απορρίφθηκε ως «απόκρυφο». Από τη στιγμή που σε μια Εκκλησία χωρίς «κεντρική διοίκηση» βλέπουμε να κατορθώνουν να περάσουν τις δύσκολες «εξετάσεις» της αποδοχής μόνο αυτά τα τέσσερα ευαγγέλια, αυτό σημαίνει για εμάς πως το ζήτημα είναι οριστικά τελειωμένο. Επιπλέον, νομίζουμε ότι με τις πληροφορίες και ερμηνείες που δώσαμε στο Α΄ Μέρος του τριμερούς αυτού άρθρου, φάνηκε πόσο στενόμυαλες προσεγγίσεις είναι αυτές με τα «κουίζ» και πόση παραφιλολογία και λαϊκισμό κρύβουν μέσα τους.
Ένα τρίτο μέρος με τις υπόλοιπες 9 απαντήσεις θα ακολουθήσει αργότερα, όταν ο χρόνος μας το επιτρέψει. Μέχρι τότε, ας ευχηθούμε ότι το αναστάσιμο φως του Χριστού θα μας φωτίσει όλους ώστε να αλλάξουμε μυαλά…
[Τέλος Β΄ Μέρους. Η συνέχεια στο Γ΄ Μέρος και τελευταίο]
Σημειώσεις
[1] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία των μαρτυριών της Κ. Δ. για την ανάσταση του Ιησού Χριστού στη σύγχρονη εποχή», ΟΕΔΒ, Αθήνα 1986, σελ. 135.
[2] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία…», ό.π., σελ. 136.
[3] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Απολογητικαί Μελέται», τόμ. Ε΄, 6η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1994, σελ. 79-80.
[4] «Μυροφόροι», ΘΗΕ, τόμ. 9 (1966), στ. 215.
[5] Οι μεταφράσεις των εδαφίων από το: «Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) - Μετάφραση από τα πρωτότυπα κείμενα», Βιβλική Εταιρεία, Αθήνα 1997.
[6] PG 129,748 B.
[7] Δαμαλάς Νικόλαος, «Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην», τόμ. Γ΄, εν Αθήναις 1892, σελ. 744.
[8] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο των παράλληλων χωρίων Μαρκ 16,2. Ματθ 28,1. Λουκ 24,1. Ιωαν 20,1», στο συλλογικό έργο: «Η Μετάφραση της Αγίας Γραφής στην Ορθόδοξη Εκκλησία», Εισηγήσεις Δ΄ Συνάξεως Ορθοδόξων Βιβλικών Θεολόγων (Θεσ-νίκη, 25-28 ΟΚΤ 1986), Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 175.
[9] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον», 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1993, σελ. 313β.
[10] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 180.
[11] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Εισαγωγή Στην Καινή Διαθήκη», 2η έκδ., Πουρναράς, θεσσαλονίκη 1998, σελ. 186-187.
[12] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1990, σελ. 685β-686α.
[13] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», ό.π., σελ. 686α.
[14] Βλ. Δαμαλάς Νικόλαος, «Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην», τόμ. Γ΄, εν Αθήναις 1892, σελ. 724-725.
[15] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Απολογητικαί Μελέται», τόμ. Ε΄, ό.π., σελ. 565.
[16] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 177.
[17] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία…», ό.π., σελ. 136.
[18] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία…», ό.π., σελ. 135.
[19] Βλ. Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς της Κ. Διαθήκης», τόμ. Α', 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1989, σελ. 397.
[20] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397α.
[21] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397β.
[22] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397α.
[23] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον», 3η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1983, σελ. 664α.
(Πηγή: «Quiz για τις μέρες του Πάσχα - Απαντήσεις σε ένα αφελές ερωτηματολόγιο Μέρος Β΄: Οι πρώτες 8 ερωτήσεις», του Papyrus 52 για την Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας)
Οι υπόλοιπες 9 ερωτήσεις
Περιεχόμενα
1. Απάντηση στο Κουίζ, 9η από 17: «Ο Ιησούς παρουσιάστηκε για πρώτη φορά…»
2. Απάντηση στο Κουίζ, 10η από 17: «Οι μαθητές πρωτοείδαν τον Ιησού…»
3. Απάντηση στο Κουίζ, 11η από 17: «Ο αναστηθείς Ιησούς…»
4. Απάντηση στο Κουίζ, 12η από 17: «Ο αναστηθείς Ιησούς…»
5. Απάντηση στο Κουίζ, 13η από 17: «Οι μαθητές είδαν τον αναστημένο Ιησού…»
6. Απάντηση στο Κουίζ, 14η από 17: «Όταν ο Ιησούς παρουσιάστηκε στους μαθητές του ήταν…»
7. Απάντηση στο Κουίζ, 15η από 17: «Ο αναστηθείς Ιησούς …»
8. Απάντηση στο Κουίζ, 16η από 17: «Ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό…»
9. Απάντηση στο Κουίζ, 17η από 17: «Οι μαθητές έλαβαν την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος…»
10. Επίλογος
1. Απάντηση στο Κουίζ, 9η από 17:
«Ο Ιησούς παρουσιάστηκε για πρώτη φορά…»
α. Κάπου μεταξύ του μνήματος και της Ιερουσαλήμ
β. Ακριβώς έξω από το μνήμα
γ. Στη Γαλιλαία
δ. Στο δρόμο για το χωριό Εμμαούς, που απείχε εξήντα στάδια από την Ιερουσαλήμ [α. Ματθ. 28,8-9, β. Ιωάν. 20,11-14, γ. Στη Γαλιλαία Μαρκ. 16,6-7, δ. Λουκ. 24,13-15.]
Εάν κάποιος διάβασε στο Β΄ Μέρος του άρθρου την 8η τοποθέτησή μας, θα γνωρίζει ήδη την απάντηση. Επαναλαμβάνουμε λοιπόν ότι:
Η πρώτη εμφάνιση ήταν στην Μαγδαληνή έξω από το μνήμα (Μαρκ. 16,9. Ιω. 20,14), η δεύτερη εμφάνιση ήταν στις Μυροφόρες κατά την επιστροφή τους από τον Τάφο (Ματθ. 28,9-10), η τρίτη εμφάνιση ήταν στον Απόστολο Πέτρο (Λουκ. 24,34. Α΄ Κορ. 15,5) και η τέταρτη εμφάνιση ήταν στους δύο μαθητές εκτός του στενού κύκλου των δώδεκα, στο δρόμο για τους Εμμαούς (Λουκ. 24,13-35).
[Bεβαίως από εκεί και πέρα αριθμούνται και άλλες: πέμπτη εμφάνιση στους δέκα μαθητές χωρίς τον Θωμά (Λουκ. 24,36-43. Ιω. 20,19-24), έκτη εμφάνιση στους έντεκα μαθητές μαζί με το Θωμά (Ιω. 20,26-29), έβδομη εμφάνιση στους επτά μαθητές στην Τιβεριάδα (Ιω. 21,1-23) κ.λπ.]
Ας εξετάσουμε τώρα το υποερώτημα «γ». Όπως είδαμε στο Β΄ μέρος του άρθρου από την ανάλυση των κειμένων, ο άγγελος παραγγέλλει μεν στις μυροφόρες, «πείτε στους μαθητές … [ο Ιησούς] "πηγαίνει πριν από σας στην Γαλιλαία και σας περιμένει εκεί θα τον δείτε…"» (Μαρκ. 16,7), όμως η μαρτυρία των μυροφόρων δεν έγινε πιστευτή· για παράδειγμα, ο Μάρκος μας λέει ότι οι μαθητές δεν πίστεψαν ούτε καν την Μαγδαληνή που τους είπε ότι είδε τον Ιησού (Μαρκ. 16,11), άρα ποιος ο λόγος να πιστέψουν τις μυροφόρες; Επιπλέον, υπάρχει και η αντίστοιχη μαρτυρία του Λουκά (βλ. και 8η ερώτηση του κουίζ): οι δύο μαθητές που πηγαίνουν στους Εμμαούς, δείχνουν μέσω της συνομιλίας τους με τον Ιησού (που δεν έχουν καταλάβει ακόμα ποιος είναι), ότι οι μαρτυρίες των γυναικών θεωρήθηκαν κενές περιεχομένου και γι’ αυτό δεν τις αναφέρουν καν. Απέκλειαν κάθε ενδεχόμενο ο Ιησούς να ζει, και αυτό φαίνεται καθαρά από τη φράση τους: «είναι η τρίτη μέρα σήμερα … και δεν έχει συμβεί τίποτα» (Λουκ. 24,21).
Άρα, οι μαθητές δεν έφυγαν για τη Γαλιλαία και παρέμειναν στα Ιεροσόλυμα μην ξέροντας τι να κάνουν (Ιω. 20,19) για τουλάχιστον οκτώ ημέρες ακόμα (Ιω. 20,26). Έπρεπε ο Ιησούς να φανερωθεί πρώτα στους μαθητές ώστε να αρχίσουν να πιστεύουν στην πραγματικότητα της Ανάστασής Του. Έτσι κι έγινε. Ο Ιησούς εμφανίζεται πρώτα μπροστά στους μαθητές χωρίς να είναι παρόν ο Θωμάς (Λουκ. 24,36-43. Ιω. 20,19-24), κατόπιν ξαναείδαν τον Χριστό όλοι μαζί, όπου κάμπτεται η δυσπιστία του Θωμά (Ιω. 20,26-29) και μετά ξεκινούν το ταξίδι τους για τη Γαλιλαία όπου θα πραγματοποιηθεί η τρίτη εμφάνιση του Ιησού στον στενό κύκλο των μαθητών (Ιω. 21,14).
2. Απάντηση στο Κουίζ, 10η από 17:
«Οι μαθητές πρωτοείδαν τον Ιησού…»
α. Στη Γαλιλαία,
β. Στην Ιερουσαλήμ [α. Ματθ. 28, 7, Μάρκ. 16,7-10, β. Λουκ. 24, 33-36, Ιωάν. 20,19, Πράξεις 1,4.]
Τώρα ασφαλώς αναμασάμε τα ίδια και τα ίδια… Όπως είπαμε στην προηγούμενη απάντηση, οι μαθητές πρωτοείδαν τον Ιησού στην Ιερουσαλήμ και κατόπιν, αφού πείστηκαν για την Ανάσταση, ταξίδεψαν για τη Γαλιλαία. Ως προς την ερώτηση αυτή του «κουίζ» αξίζει να μείνουμε λίγο περισσότερο στο γνωστό «κόλπο» που επικαλούνται όσοι μιλούν για «αντιφάσεις», και αφορά μια ρήση του Ιησού που σημειώνει ο Λουκάς και στο Ευαγγέλιό του και στο βιβλίο των Πράξεων: «Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με τη δύναμή του» (Λουκ. 24,49). Kαι «Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένετε από τον Πατέρα την εκπλήρωση της υποσχέσεως για την οποία σας μίλησα» (Πραξ. 1,4). Αυτά τα εδάφια, οι παραχαράκτες τα ετεροχρονίζουν ώστε να μας παραπλανήσουν και να πουν ότι αφού ο Ιησούς τους είπε να μείνουν στην Ιερουσαλήμ άρα δεν μπορεί να έφυγαν για τη Γαλιλαία ποτέ, ούτε μετά τις 8 ημέρες και την εμφάνιση στον Θωμά.
Όμως, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία για να καταλάβουμε ότι η ρήση αυτή του Ιησού είναι πολύ μεταγενέστερη από το ταξίδι στη Γαλιλαία! Προφανώς, ξεχνάνε ότι και το Κατά Λουκάν αλλά και οι Πράξεις των Αποστόλων έχουν γραφτεί από τον Λουκά. Άρα, το μεγάλο εμπόδιο στην παραχάραξη που επιδιώκουν, είναι ότι φέρνουν αντιμέτωπο τον Λουκά με τον… εαυτό του, πράγμα εντελώς παράλογο. Στις Πράξεις λοιπόν, ο Λουκάς μας λέει ότι η εντολή του Ιησού για μή απομάκρυνση από την Ιερουσαλήμ, δόθηκε μετά από 40 ημέρες παραμονής και παρουσίας Του στους μαθητές. Μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε σ’ αυτούς ζωντανός με πολλές αποδείξεις· για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν και τους μιλούσε σχετικά με τη βασιλεία του Θεού. Ενόσω ήταν μαζί τους κι έτρωγε, τους παρήγγειλλε: «Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένετε από τον Πατέρα την εκπλήρωση της υποσχέσεως για την οποία σας μίλησα» (Πραξ. 1,3-4).
Άρα το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα», ειπώθηκε αφού πρώτα έγιναν οι εμφανίσεις που προείπαμε στην Ιερουσαλήμ και στη Γαλιλαία. Και μπορεί ο Λουκάς στο (Λουκ. 24,42-45) να μην αναφέρει τις 40 ημέρες, όμως για κακή τύχη των ψευδολόγων, αναφέρει το παράλληλο εδάφιο, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ …» (Λουκ. 24,49). Από αυτό καταλαβαίνουμε ότι το διάστημα των 40 ημερών ο Λουκάς δεν έχει σκοπό να το αναφέρει, ίσως επειδή έχει την πρόθεση να το γράψει στις Πράξεις των Αποστόλων. Όπως και να’ χει, τα τελευταία εδάφια του Λουκά επιβεβαιώνουν τους ειδικούς μελετητές που μας λένε ότι τα ευαγγέλια δεν είναι παρά στιγμιότυπα από τον βίο της πρώτης Εκκλησίας, και μάλιστα συνδεδεμένα μεταξύ τους χωρίς αυστηρή χρονολογική σύνδεση. Συχνά, το ένα στιγμιότυπο ακολουθεί το άλλο με πολύ χαλαρές χρονολογικές συνδέσεις, και βεβαίως δεν μπορούμε αυθαίρετα να εκλαμβάνουμε όλα τα στιγμιότυπα σαν να ήταν συνεχής αφήγηση.
Έτσι, σύμφωνα με τους μελετητές, η σκηνή της εμφάνισης του Ιησού στους 10 μαθητές τελειώνει στο (Λουκ. 24,36-43). Στο εδάφιο 44 («ύστερα τους είπε…») αρχίζει η αποχαιρετιστήρια σκηνή που οδηγεί στην Ανάληψη, η οποία ο Λουκάς μας λέει ότι λαμβάνει χώρα 40 ημέρες μετά την Ανάσταση (Πραξ. 1,3). Που τοποθετούνται λοιπόν οι 40 ημέρες στο Κατά Λουκάν; Προφανώς ανάμεσα στο 24,43 και 24,44 και αυτό μας το αποδεικνύει το, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ…» (Λουκ. 24,49) που είναι παράλληλο με το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα…» (Πραξ. 1,4), και μάλιστα παράλληλο από τον ίδιο ακριβώς συγγραφέα που γνωρίζει αναμφίβολα για το διάστημα των 40 ημερών.
3. Απάντηση στο Κουίζ, 11η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Αναγνωρίσθηκε από αυτούς που τον είδαν
β. Δεν ήταν αναγνωρίσιμος [α. Ματθ., 28,9, Μάρκ. 16,9-10, Λουκ. 24,31, β. Μάρκ. 16,12, Λουκ. 24,15-16, 36-37, Ιωάν. 20,14-15.]
Νομίζουμε ότι έχουμε μπροστά μας άλλη μια εντελώς γελοία ερώτηση, η οποία παρέα με την επόμενη (αρ. 11) που διερωτάται αν ο Ιησούς ήταν… «φυσικός» ή όχι, παίρνουν επάξια το πρώτο βραβείο ανοησίας όλου του προχειροφτιαγμένου «κουίζ». Και το λέμε αυτό, γιατί έχουμε μια υποψία… Επειδή τα εδάφια που προτείνουν μοιάζουν εντελώς ατυχή και κακοεπιλεγμένα, σκεφτόμαστε μήπως στην ερώτηση 11, αυτό που θεωρούν ως «αντίφαση» είναι το γεγονός πως ο Ιησούς -κατά την άποψή τους- θα έπρεπε να είναι υποχρεωμένος(!), να εμφανίζεται ΠΑΝΤΑ, είτε ως αναγνωρίσιμος, είτε ως μη αναγνωρίσιμος! Αν τυχόν θεωρούν ΑΥΤΟ ως «αντίφαση», εμείς ρωτάμε: Μήπως θέλουν να μας τρελάνουν; Αν θέλουν να βασίζονται στα κείμενα των ευαγγελίων, ας μας πουν, από πού είναι δυνατόν να προκύψει μια τέτοια δέσμευση ή υποχρέωση για τον… δημιουργό του κόσμου (Ιω. 1,3); Πως μπορεί να υποθέτουν ότι ο παντοδύναμος Χριστός θα έπρεπε να είναι «υποχρεωμένος» να εμφανίζεται ΠΑΝΤΑ σε μια συγκεκριμένη κατάσταση; Έχουν διαβάσει άραγε τι γράφουν τα ευαγγέλια επί του θέματος αυτού;
«Εφανέρωσεν εαυτόν πάλιν ο Ιησούς» (Ιω. 21,1)
«Άφαντος εγένετο απ’ αυτών» (Λουκ. 24,31)
«Εφανερώθη εν ετέρα μορφή» (Μαρκ. 16,12), κ.λπ., κ.λπ.
Από τα εδάφια αυτά και άλλα πολλά ακόμη, προκύπτει σαφέστατα ότι το «πού», το «πότε» και το «πώς» των εμφανίσεων του Ιησού, ήταν στην απόλυτη εξουσία Του. Αυτή είναι ρητή δήλωση των ιερών κειμένων και άρα το να εμφανίζεται ο Ιησούς κατ’ επιλογήν, είτε ως αναγνωρίσιμος, είτε «εν ετέρα μορφή» δεν αποτελεί καμία «αντίφαση»! Ασφαλώς όμως δεν θα μείνουμε εκεί, αλλά θα εξετάσουμε και τα εδάφια που προσκομίζουν. Καταρχάς, και ένα παιδάκι του δημοτικού αν ρωτούσαμε, τι είναι αυτό που θα χαρακτήριζες «αντίφαση» σε δύο διηγήσεις περί εμφανίσεων του Ιησού, θα μας έλεγε: Να μιλάνε δύο ευαγγελιστές για το ίδιο ακριβώς γεγονός, και να λέει ο ένας ευαγγελιστής ότι ο Ιησούς ήταν μή αναγνωρίσιμος και την ίδια στιγμή ο άλλος ευαγγελιστής να το αποκλείει ρητά και χωρίς να υπάρχει τρόπος να εξηγηθεί η διαφωνία αυτή. Υπάρχει άλλος τρόπος για να ονομαστούν δύο διηγήσεις περί εμφανίσεων «αντιφατικές» και δεν το ξέρουμε; Ε, δείτε λοιπόν ποια εδάφια επέλεξαν για να μιλήσουν περί «αντιφάσεων»:
α) Ματθ., 28,9: Ο Ιησούς εμφανίζεται στις μυροφόρες. Όμως… Αν εμφανίστηκε ως αναγνωρίσιμος ή όχι, με ποια παράλληλη διήγηση θα το συγκρίνουν για να μιλήσουν για «αντίφαση», αφού μόνο ο Ματθαίος αναφέρει την εμφάνιση αυτή;! Όντως, είναι ν’ απορεί κανείς… Από εκεί και πέρα, το αν ήταν άμεσα αναγνωρίσιμος από τις μυροφόρες στο Ματθ., 28,9 ή αν έγινε κάτι άλλο, ο Ματθαίος το αποσιωπά (μπορεί π.χ. να τον αναγνώρισαν οι μυροφόρες μόλις είπε το «Χαίρετε!», όπως περίπου έγινε με την Μαγδαληνή). «Αντίφαση» όμως δεν μπορεί να ανιχνευτεί στην εμφάνιση αυτή, αφού δεν υπάρχει παράλληλη διήγηση ώστε να τις συγκρίνουν. Πάμε παρακάτω.
β) Μαρκ. 16,9-10 & Ιω. 20,14-15: Πρόκειται για την εμφάνιση στη Μαγδαληνή. Στο Ιω. 20,18 γράφει: «η Μαρία η Μαγδαληνή … αναγγέλλει: "Είδα τον Κύριο!"». Στο Μαρκ. 16,9 γράφει: «ο Ιησούς … εμφανίστηκε … στη Μαρία τη Μαγδαληνή». Στο Ιω. 20,16 η Μαγδαληνή αναγνωρίζει τον Ιησού, και το ίδιο μας λέει και το Μαρκ. 16,9. Άρα, συμφωνούν απόλυτα. Πού ακριβώς βρίσκουν την «αντίφαση»; Μήπως μάς δίνει λεπτομέρειες ο Μάρκος για το πόση ώρα πέρασε πριν αναγνωρίσει η Μαγδαληνή τον Ιησού; Ασφαλώς όχι. Ο Μάρκος δίνει περιληπτικά το ίδιο γεγονός που ο Ιωάννης το αναφέρει με λεπτομέρειες. Άρα, πού «αντιφάσκει» ο Μάρκος με τον Ιωάννη; Και προχωρούμε.
γ) Λουκ. 24,15-16 & Λουκ. 24,31 & Μαρκ. 16,12: Πρόκειται για την εμφάνιση στους δύο μαθητές που πηγαίνουν προς τους Εμμαούς. Στο Λουκ. 24,15-16 βλέπουμε ότι οι μαθητές στην αρχή δεν αναγνωρίζουν τον Ιησού, όπως συμβαίνει αντίστοιχα και με την Μαγδαληνή (Ιω. 20,14). Η διήγηση συμφωνεί και με το Μαρκ. 16,12 όπου ο Ιησούς αρχικά «εμφανίστηκε με διαφορετική μορφή» στους δύο μαθητές. Στο Λουκ. 24,31 τελικά αναγνωρίζουν τον Ιησού, (έτσι συνέβη και με την Μαγδαληνή στο Ιω. 20,16). Επειδή πουθενά δεν υπάρχει αντίφαση στα εδάφια, μήπως θέλουν να μας πουν οι παραχαράκτες ότι στο Μαρκ. 16,12-13, οι δύο μαθητές δεν αναγνώρισαν τον Ιησού; Όμως, δεν είδαν άραγε ότι ο Μάρκος γράφει:
«[Η Μαγδαληνή] είπε στους μαθητές … ότι ο Ιησούς ζει και … δεν την πίστεψαν … [οι δύο μαθητές] πήγαν και τα διηγήθηκαν … αλλά ΟΥΤΕ ΚΙ ΑΥΤΟΥΣ τους πίστεψαν … Ο Ιησούς … τους επέπληξε γιατί … επέμεναν να μην πιστεύουν ΑΥΤΟΥΣ που Τον είδαν αναστημένο.» (Μαρκ. 16,10-14)
1ον Η φράση: «ΟΥΤΕ ΚΙ ΑΥΤΟΥΣ τους πίστεψαν» δείχνει ότι η Μαγδαληνή και οι μαθητές ανακοίνωσαν γεγονότα με το ΙΔΙΟ περιεχόμενο, δηλ. την εμφάνιση του Ιησού.
2ον: Αν μόνο η Μαγδαληνή αναγνώρισε τον Ιησού, γιατί ο Μάρκος μιλάει στον πληθυντικό για «ΑΥΤΟΥΣ που Τον είδαν»;
Μα ας είμαστε σοβαροί επιτέλους! Και πάμε στο τελευταίο εδάφιο.
δ) Λουκ. 24,36-37: Πρόκειται για την εμφάνιση στους μαθητές χωρίς τον Θωμά. Εδώ οι μαθητές αναγνωρίζουν τον Ιησού αλλά φοβούνται γιατί εμφανίστηκε ξαφνικά περνώντας μέσα από τους τοίχους και τις κλειστές πόρτες, οπότε τον θεωρούν «φάντασμα». Ο Ιησούς τους δείχνει τις πληγές του στα χέρια, τα πόδια και τα πλευρά του (Λουκ. 24,39-40. Ιω. 20,20) για να πειστούν ότι είναι ο ίδιος και είναι πραγματικός. Αντίφαση όμως δεν μπορεί να προκύψει από εδώ.
4. Απάντηση στο Κουίζ, 12η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Ήταν «φυσικός»
β. Δεν ήταν «φυσικός»
[α. Ματθ. 28,9, Λουκ. 24,41-43, Ιωάν. 20,27, β. Δεν ήταν «φυσικός» (Μάρκ. 16,9, 12, 14, Λουκ. 24,15-16, 31, 36-37, Α΄ Κορ. 15,8-9.]
Για την 12η ερώτηση ήδη είπαμε ότι είναι εντελώς ανούσια όπως και η προηγούμενη. Η θεματολογία τους είναι ίδια ακριβώς. Στηρίζονται στην παράλογη επιθυμία, να βάλουν σε συγκεκριμένα καλούπια τον Χριστό λες και συζητάμε για τον… γείτονά μας! Δεν βλέπουν για Ποιον μιλάμε; «Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν» (Ιωάν. 1,3)! Εδώ συζητάμε για το ότι Αναστήθηκε, ότι Αναλήφθηκε, ότι εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν, ότι θα καθίσει στα Δεξιά του Πατρός… Τι πάει να πει λοιπόν «ήταν φυσικός», «δεν ήταν φυσικός»; Τι αστείες εκφράσεις είναι αυτές; Είδαμε και πριν πόσο αφελείς είναι τέτοιες ερωτήσεις:
«Εφανέρωσεν εαυτόν πάλιν ο Ιησούς» (Ιω. 21,1)
«Άφαντος εγένετο απ’ αυτών» (Λουκ. 24,31)
«Εφανερώθη εν ετέρα μορφή» (Μαρκ. 16,12)
«Ενώ μιλούσαν … στάθηκε ανάμεσά τους» (Λουκ. 24,36-37)
«Με κλειστές τις πόρτες … ήρθε ο Ιησούς» (Ιω. 20,19)
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο Ιησούς υπάρχει σε μια εντελώς διαφορετική σωματική κατάσταση από πριν. Σαφώς είναι πραγματικός, όμως δεν υπόκειται στους περιορισμούς της ύλης και διατηρεί υπό τον έλεγχό Του όλες τις ιδιότητες του αναστημένου σώματος. Από εκεί και πέρα τι σημαίνει «ήταν φυσικός»; Όσο «φυσικός» είναι κάποιος που ελέγχει την ίδια του την ύλη, δεν τον εμποδίζουν κλειστές πόρτες και τοίχοι, εμφανίζεται και εξαφανίζεται κατά βούληση χωρίς να τον περιορίζουν καταστάσεις, διαστάσεις και αποστάσεις… Με βεβαιότητα λοιπόν, μπορούμε να προσθέσουμε και τα εξής, τα οποία βεβαίως είπαν πριν από εμάς οι Πατέρες της Εκκλησίας:
«Άξιον δε διαπορήσαι πως σώμα άφθαρτον τύπους εδείκνυτο των ήλων, και απτόν ην θνητή χειρί. Αλλά μη θορυβηθής· συγκαταβάσεως γαρ ην το γινόμενον. Το γαρ ούτω λεπτόν και κούφον, ως κεκλεισμένων εισελθείν των θυρών, παχύτητος πάσης απήλλακτο· αλλ’ ώστε πιστευθήναι την ανάστασιν, τούτο δείκνυται, και ώστε μαθείν, ότι αυτός ην ο σταυρωθείς, και ουκ άλλος αντ΄ αυτού ανέστη. Δια τούτο ανέστη έχων τα σημεία του σταυρού, και τρώγει δια τούτο[1].»
Εφόσον λοιπόν το σώμα Του ήταν άφθαρτο, ο Ιησούς διατηρούσε θαυματουργικά τα αποτυπώματα των πληγών στο σώμα Του, για χάρη των μαθητών του.
Οι άνθρωποι μπορούσαν να τον αγγίξουν επειδή το ήθελε ο Ίδιος. Επίσης, τρώει μαζί τους μόνο για χάρη των μαθητών του, και μια απόδειξη γι’ αυτό είναι η ρήση του Λουκά: «Του έδωσαν … ψητό ψάρι και … κηρύθρα με μέλι … τα έφαγε μπροστά τους» (Λουκ. 24,42-43). Τα έφαγε δηλαδή για να τον δουν, να πιστέψουν ότι είναι αυτός ο ίδιος και είναι πραγματικός. Οι ιδιότητες του σώματος του Χριστού σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπουν να πούμε ότι θα μπορούσε ο Αναστημένος Ιησούς να υπόκειται σε οποιοδήποτε περιορισμό του φθαρτού μας σώματος (πείνα, κούραση, πόνο κ.λπ.). Κατά τη γνώμη μας, το ερώτημα «ήταν φυσικός» ή «δεν ήταν φυσικός», όταν διαβάζουμε όλ’ αυτά για τον Αναστημένο Ιησού, μετατρέπεται σε μνημείο αφέλειας…
5. Απάντηση στο Κουίζ, 13η από 17:
«Οι μαθητές είδαν τον αναστημένο Ιησού…»
α. Μια φορά μόνο
β. Τρεις φορές
γ. Πολλές φορές
[α. Ματθ. 28,16-17, β. Ιωάν. 20,19,26, 21,1,14, γ. Πράξεις 1,3.]
Ασφαλώς, οι εμφανίσεις του Ιησού στους μαθητές ήταν πολλές, όπως μας λέει ο Λουκάς στο Πραξ. 1,3 και την ίδια στιγμή ούτε ο Ματθαίος, ούτε ο Ιωάννης το αποκλείουν. Ο Ιωάννης μάλιστα, όχι μόνο δεν το αποκλείει, αλλά γράφει: «Υπάρχουν κι άλλα πολλά που έκανε ο Ιησούς, που, αν γραφτούν … ούτε ο κόσμος ολόκληρος δε θα χωρούσε … τα βιβλία» (Ιω. 21,25). Η διαπίστωση των ερευνητών όπως έχουμε ξαναπεί, είναι ότι οι ευαγγελιστές επιλέγουν όσα στιγμιότυπα από τον ιστορικό βίο της πρώτης Εκκλησίας θεωρούν ότι υπηρετούν το σκοπό του ευαγγελίου τους. Για να γίνει όμως λόγος για «αντίφαση», γνωρίζουν καλά οι παραχαράκτες ότι θα πρέπει η διήγηση ενός ευαγγελιστή να αποκλείει ρητά και αναμφισβήτητα την μαρτυρία ενός άλλου ευαγγελιστή. Αυτό δεν συμβαίνει εδώ σε καμία περίπτωση.
6. Απάντηση στο Κουίζ, 14η από 17:
«Όταν ο Ιησούς παρουσιάστηκε στους μαθητές του ήταν…»
α. Ένδεκα μαθητές παρόντες
β. Δώδεκα μαθητές παρόντες
[α. Ματθ. 28,16-17, Λουκ. 24,33-36, β. Α΄ Κορ. 15,5.]
Άντε πάλι… Την ερώτηση αυτή την απαντήσαμε ήδη, στα πλαίσια της 8ης ερώτησης, στο Β΄ μέρος του «κουίζ». Είχαμε γράψει ότι ο Παύλος, από τις διάφορες εμφανίσεις του Ιησού που γνωρίζει, επιλέγει συνειδητά να αναφέρει στο Α΄ Κορ. 15,5 αυτές στον Πέτρο και στον βασικό κύκλο των μαθητών, καθώς στην επιστολή του σκοπεύει να δώσει την επίσημη μαρτυρία της πρώτης Εκκλησίας για την Ανάσταση, με αναφορά στα ηγετικά της πρόσωπα[2]. Ενδεικτικό της σκέψης αυτής είναι το γεγονός ότι αναφέρεται στους «Δώδεκα» το οποίο «αποτελεί επίσημον όνομα δηλούν τον κύκλον των αποστόλων, διότι άλλως κατά την πρώτην εμφάνισιν εις τους αποστόλους μόνον δέκα ήσαν παρόντες»[3] (πλην του Ιούδα και του Θωμά). Άρα, η αναφορά στους «Δώδεκα» δεν είναι καταμέτρηση αλλά τίτλος. Εκτός από τον Παύλο, τα ευαγγέλια μας προσφέρουν άλλη μια απόδειξη ότι το «Δώδεκα» δεν έχει έννοια στατιστική, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επίσημο όνομα για τον στενό κύκλο των μαθητών ακόμα και όταν είναι έντεκα. Ο Ιωάννης, ακόμα και μετά τον θάνατο του Ιούδα χρησιμοποιεί τον όρο «Δώδεκα»: «Ο Θωμάς όμως, ένας από τους δώδεκα μαθητές … δεν ήταν μαζί τους» (Ιω. 20,24). Πέφτει λοιπόν στο κενό και η ερώτηση αυτή.
7. Απάντηση στο Κουίζ, 15η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Επιθυμούσε να τον αγγίξουν
β. Δεν επιθυμούσε να τον αγγίξουν
γ. Δεν έδινε σημασία στο άν θα τον άγγιζαν ή όχι
[α. Ιωάν. 20,27, β. Ιωάν. 20,17, γ. Ματθ. 28,10.]
Πολύ γελάσαμε με τις παραπάνω διατυπώσεις… Ας ξεκινήσουμε από τα πιο ανούσια: Η περίπτωση του Θωμά στο Ιω. 20,27 δεν έχει σχέση με κάποια «επιθυμία» του Ιησού! Ο Ιησούς απλά έδειξε την αγάπη του προς τον μαθητή και του έδωσε την ευκαιρία να τον αγγίξει για να πιστέψει. Το κείμενο ίσως υπονοεί ότι τελικά ο Θωμάς δεν Τον άγγιξε καθώς λέει ο Ιησούς: "Πείστηκες επειδή με είδες με τα μάτια σου". Επίσης, η προσκύνηση των μυροφόρων στο Ματθ. 28,10 ούτε αυτή είναι θέμα κάποιας «επιθυμίας» του Ιησού! Όπως βλέπουμε και σε άλλα εδάφια, όπως το Ματθ. 8,2 ή στο Ματθ. 14,33, η προσκύνηση είναι έκφραση σεβασμού και αναγνώρισης της αγιότητάς Του, όχι μόνο από τους μαθητές προς τον δάσκαλό τους, αλλά και από πρόσωπα που δεν τον γνώριζαν, ζούσαν όμως την ακτινοβολία της προσωπικότητας του Ιησού. Ας δούμε τώρα την περίπτωση του περίφημου «μη μου άπτου» (Ιω. 20,17) για το οποίο έχουν γραφτεί πολλά, κυρίως βέβαια για την αιτιολογία της απαγόρευσης: «λέγει αυτή Ιησούς· μή μου άπτου, ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον πατέρα».
[Σημείωση: Ο θεολόγος Νικόλαος Σωτηρόπουλος, γράφει:
«Η μεγάλη δυσκολία δια την ερμηνείαν του χωρίου παραμερίζεται αμέσως, αν τον σύνδεσμον «γαρ» μεταφράσωμεν «βεβαίως», διότι ο σύνδεσμος έχει και βεβαιωτικήν σημασίαν (Ιδέ Δ. Δημητράκου, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης). Ούτω το χωρίον αποδίδεται ως εξής: "Μη με εγγίζης, δεν έχω βεβαίως αναβή ακόμη εις τον πατέρα μου, ύπαγε όμως προς τους αδελφούς μου και ειπέ εις αυτούς, αναβαίνω προς τον πατέρα μου".
Πράγματι, με την ερμηνεία αυτή το νόημα γίνεται ομαλότερο και μάλιστα, αν το «γαρ» αποδοθεί ως βεβαιωτικό, τότε μπορεί και να παραληφθεί: «Μη μ’ αγγίζεις της λέει ο Ιησούς […] δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου· πήγαινε όμως στους αδερφούς μου και πες τους: «ανεβαίνω…». Έχει μάλιστα σημασία το γεγονός ότι, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερμηνεύει το εδάφιο (βλ. PG 59,469) χωρίς να ασχολείται με την κατά γράμμα ερμηνεία του «γαρ»[4].]
Καταρχάς, ας κλείσουμε το ζήτημα της 15ης ερώτησης του «κουίζ». Οι μαρτυρίες είναι πολλές για να δικαιούται το αφελές κουίζ να γράφει ότι ο Ιησούς δεν ήθελε να τον αγγίζουν. Ο Ιησούς καλεί ο ίδιος τον Θωμά να βάλει το δάκτυλο του στον τύπο των ήλων (Ιω. 20,27) και βεβαίως, οι διηγήσεις της Καινής Διαθήκης υπογραμμίζουν σαφώς την υλική και σωματική διάσταση του Χριστού. Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη ο αναστάς Κύριος μοιράζει στους μαθητές με τα χέρια Του άρτο και ψάρια, στο κατά Ματθαίον οι μυροφόρες «εκράτησαν αυτού τους πόδας» (Ματθ. 28,9), στο κατά Λουκάν ο Ιησούς πιάνει το ψωμί, το ευλογεί, το κόβει και το μοιράζει στους δύο μαθητές καθ’ οδόν προς τους Εμμαούς (Λουκ. 24,30), σε άλλη σκηνή τρώει ένα κομμάτι από ψητό ψάρι (Λουκ. 24,43) και βεβαίως, η έκφραση «συναλιζόμενος», που αναφέρεται συνολικά στην τεσσαρακονθήμερη επικοινωνία του Χριστού με τους μαθητές του (Πραξ. 1,4) δηλώνει σαφώς ότι ο Ιησούς μετά την ανάσταση και μέχρι την ανάληψη συνέτρωγε με τους μαθητές και γενικά είχε πολύ στενή και συχνή επαφή μαζί τους. Άρα, δεν μπορεί να μπει καν θέμα ότι ο Ιησούς δεν επιθυμούσε να τον αγγίξουν.
Ας δούμε λοιπόν τα κυριότερα σημεία που θα μας βοηθήσουν να εξηγήσουμε την φράση «μη μου άπτου»[5]:
α) Όπως επισημαίνεται από τους ερμηνευτές, η απόσταση που δημιουργεί ο Ιησούς από την Μαγδαληνή με τη φράση αυτή, θυμίζει ανάλογα περιστατικά της επίγειας ζωής Του, κατά τα οποία δημιούργησε με λόγους ή ενέργειές του απόσταση από αγαπητά του πρόσωπα. Για παράδειγμα, με την χαρακτηριστική φράση που απευθύνει στην Παναγία, «τι εμοί και σοι γύναι;» (Ιω. 2,4) θέλει να γίνει κατανοητό πως ο Θεός δεν μπορεί να καθοδηγηθεί από ανθρώπινες ανάγκες και επιθυμίες, αλλά έχει τον πλήρη έλεγχο των καταστάσεων και ενεργεί όταν και όπως ο ίδιος θέλει.
β) Ποιος όμως είναι ο λόγος που θέλει να κρατήσει απόσταση από την Μαγδαληνή, μια απόσταση που δεν θέλησε να κρατήσει π.χ. από τον Θωμά; Η εξήγηση βρίσκεται στο γεγονός ότι η Μαγδαληνή δεν είχε συνειδητοποιήσει περί τίνος επρόκειτο. Αντί να χαίρεται με την απουσία του σώματος του Κυρίου ενθυμούμενη τα λόγια Του, εκείνη δεν κατανοεί τη σημασία των γεγονότων και κλαίει διαρκώς έξω από τον Τάφο στενοχωρημένη. Όταν ο Ιησούς εμφανίζεται και τον νομίζει για κηπουρό, ακόμα πιστεύει ότι κάποιος έχει πάρει το σώμα του Ιησού και θέλει να μάθει που το έχουν βάλει. Έτσι, ακολουθεί η σκηνή του Ιω. 20,16-17 που είναι χαρακτηριστική: ο Ιησούς της λέει, «Μαρία!» εκείνη γυρίζει ξαφνιασμένη, τον αναγνωρίζει, τον φωνάζει «Διδάσκαλε» και προφανώς είναι έτοιμη να εκφραστεί με την οικειότητα που είχαν συνηθίσει οι μαθητές όλον αυτόν τον καιρό που Τον ακολουθούσαν.
Όμως, ο καιρός αυτός έχει παρέλθει οριστικά. Ο Ιησούς δεν είναι πλέον ο επίγειος διδάσκαλός τους. Ο Θωμάς αυτό το κατάλαβε, και στην προτροπή του Ιησού «μην αμφιβάλλεις και πίστεψε» ομολογεί την πίστη του με τα λόγια, «είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Το ίδιο και οι μυροφόρες, που αμέσως «έπεσαν στα πόδια του και τον προσκύνησαν» και μάλιστα με ιδιαίτερο δέος, καθώς ο Ιησούς τους λέει: «Μη φοβάστε!» (Ματθ. 28,9-10). Η Μαγδαληνή όμως δεν έχει καταλάβει ακόμα. Γι’ αυτό σταματά τις εκδηλώσεις της ο Ιησούς λέγοντάς «μη μου άπτου» και συνεχίζει: «ανεβαίνω σ’ εκείνον που είναι δικός μου και δικός σας Πατέρας, δικός μου και δικός σας Θεός». Της θυμίζει έτσι, τα λόγια του Ιω. 16,5-13:
«... σας συμφέρει να φύγω εγώ. Γιατί, αν εγώ δεν φύγω, δε θα έρθει σ’ εσάς ο Παράκλητος … θα ελέγξει τους ανθρώπους ως προς την αμαρτία, ως προς τη δικαιοσύνη και ως προς την κρίση του Θεού … εγώ πηγαίνω δικαιωμένος στον Πατέρα, και δε θα με βλέπετε πια … θα έρθει εκείνος, το Πνεύμα της Αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια.»
Άρα, με αυτά που έπραξε ο Ιησούς έφερε σε συναίσθηση την Μαγδαληνή. Δεν μοιάζει η ανάστασή Του με του Λαζάρου, δεν ζει πλέον την προηγούμενη ζωή της ταπεινώσεως, αλλά είναι ο ίδιος ο Κύριος και Θεός που ανυψώνεται δοξασμένος προς τον Πατέρα Του και Θεό όλων. Τώρα οφείλουν όλοι να Τον αναγνωρίζουν όχι απλώς ως τον αγαπημένο διδάσκαλο, αλλά ως τον σαρκωθέντα Λόγο του Θεού.
8. Απάντηση στο Κουίζ, 16η από 17:
«Ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό…»
α. Την ίδια ημέρα της ανάστασης
β. Σαράντα ημέρες μετά την ανάσταση
γ. Δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού
[α. Μάρκ. 16, 9, 19, Λουκ. 24,13, 28-51, 50-51, β. Πράξεις, 1,3-9, γ. Ματθ. 28,19-20, Ιωάν. 21,23-τέλος.]
Ασφαλώς, το κουίζ είναι για άλλη μια φορά παραπλανητικό. Να ξεκαθαρίσουμε εξαρχής ότι για το επιχείρημα «γ», «δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού», δεν μπορούν να επικαλεστούν το ευαγγέλιο του Ιωάννη. Η φράση «τι θα γίνει αν δείτε τον Υιό του Ανθρώπου ν’ ανεβαίνει εκεί που ήταν πρωτύτερα;» (Ιω. 6,62) δεν αφήνει το περιθώριο να πούμε ότι ο Ιωάννης δεν κάνει λόγο για την Ανάληψη. Επίσης και ο Ματθαίος, αν και δεν αναφέρεται ευθέως στην Ανάληψη, εντούτοις χρησιμοποιεί παράλληλες εκφράσεις με το ίδιο περιεχόμενο. Λέει για παράδειγμα ο Μάρκος στη σκηνή της Ανάληψης: «Ο Κύριος, αναλήφθηκε στον ουρανό και κάθισε στα δεξιά του Θεού» (Μαρκ. 16,19). Και ο Ματθαίος γράφει σ’ ένα σαφέστατο παράλληλο: «Σας λέω πως σύντομα θα δείτε τον Υιό του Ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά του Θεού» (Ματθ. 26,64). Άλλωστε πώς αλλιώς οι άνθρωποι θα «δουν τον Υιό του Ανθρώπου να έρχεται πάνω στα σύννεφα» (Ματθ. 24,30), αν δεν ανέβει πρώτα στους ουρανούς; Οπότε είναι μάλλον υπερβολικό να πούμε ότι οι ακροατές του Ματθαίου θα περίμεναν ότι ο Ιησούς θα έμενε για πάντα εδώ στη γη.
Ας δούμε τώρα, πότε έγινε η Ανάληψη, την ημέρα της Ανάστασης, ή 40 ημέρες μετά; Θεωρούμε ότι τα Μαρκ. 16,9 και 19 πολύ κακώς τα επικαλούνται για το ζήτημα αυτό. Το Μαρκ. 16,9 μας λέει μόνο, ότι μετά την ανάστασή του ο Ιησούς, το πρωί της Κυριακής, εμφανίστηκε στη Μαρία τη Μαγδαληνή. Από πού κι ως που όμως αυτό μας υποχρεώνει να συμπεράνουμε ότι ο Ιησούς αναλήφθηκε την ίδια ημέρα; Όπως σημειώνεται στο «Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας» (μτφρ. Σάββας Αγουρίδης):
«Στο χωρίο 16,19 του κατά Μαρκον ευαγγελίου, που εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος από το Λουκά, η Ανάληψη εξιστορείται ύστερα από διαδοχικές εμφανίσεις, οι οποίες δεν καταλαβαίνουμε αν έγιναν μέσα σε μια ή σε περισσότερες μέρες[6].»
Αυτό συμβαίνει διότι σύμφωνα με τον κριτικό έλεγχο του κειμένου, προκύπτει ότι οι στίχοι 16,9-20 δεν υπήρχαν σε όλα τα αρχαία χειρόγραφα και «πατερικές μαρτυρίες δείχνουν ότι το ερώτημα περί του τέλους του ευαγγελίου είχε αντιμετωπισθεί ήδη κατά τους πρώτους αιώνες»[7]. Κατά συνέπεια, πρόκειται ίσως για μεταγενέστερη προσθήκη στο ευαγγέλιο, αναμφισβήτητης πάντως Κανονικότητας[8], και «οι στίχοι αυτοί [δηλ. 16,9-20] αποτελούν σύνθεση και περίληψη όλων των ευαγγελικών διηγήσεων για τις εμφανίσεις του Αναστημένου Χριστού[9]».
Τα εδάφια του Μάρκου λοιπόν που αναφέρονται στην Ανάληψη, βρίσκονται στα πλαίσια μιας αφήγησης η οποία δεν μπορεί να χρονολογηθεί επακριβώς ώστε να αποδειχθεί ότι τα συμβάντα στους στίχους Μαρκ. 16,9-20 έγιναν όλα την ίδια ημέρα. Άρα, και αυτό το δεύτερο επιχείρημα των ψευδολόγων πέφτει στο κενό. Τώρα, ως προς τις διηγήσεις του Λουκά για την Ανάληψη τις οποίες διαβάζουμε στις Πράξεις και στο Ευαγγέλιό του, μιλήσαμε ήδη στην ερώτηση 10 του «κουίζ». Ξαναλέμε λοιπόν: Ο Λουκάς γράφει και το Κατά Λουκάν αλλά και τις Πράξεις των Αποστόλων. Στις Πράξεις λοιπόν, σαφέστατα ο Λουκάς δηλώνει ότι η Ανάληψη του Ιησού έγινε μετά από 40 ημέρες παραμονής και παρουσίας Του στους μαθητές:
«3 Μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε σ’ αυτούς ζωντανός με πολλές αποδείξεις· για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν και τους μιλούσε σχετικά με τη βασιλεία του Θεού […] 9 ανυψώθηκε προς τον ουρανό, και μια νεφέλη τον έκρυψε από τα μάτια τους.» (Πραξ. 1,3.9)
Βεβαίως, το διάστημα των 40 ημερών ο Λουκάς το γράφει μόνο στις Πράξεις αλλά το παραλείπει στο ευαγγέλιό του, ίσως έχοντας σκοπό να αναφέρει περισσότερα στο βιβλίο των Πράξεων. Θα ήταν όμως παράλογο να πούμε ότι δεν γνωρίζει για τις 40 ημέρες, όταν το έχει ήδη γράψει στις Πράξεις. Αφού λοιπόν είναι παράλογο να υποθέσουμε ότι ο Λουκάς αντιφάσκει με τον εαυτό του, ως επιπλέον απόδειξη για το θέμα των 40 ημερών θα χρησιμοποιήσουμε την εντολή παραμονής στα Ιεροσόλυμα: «... για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν … τους παρήγγειλλε: "Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα"» (Πραξ. 1,3-4). Η εντολή αυτή επαναλαμβάνεται στο Λουκ. 24,49: «Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με τη δύναμή του». Έχοντας λοιπόν ως δεδομένο ότι τα ευαγγέλια δεν είναι παρά στιγμιότυπα από τον βίο της πρώτης Εκκλησίας συνδεδεμένα μεταξύ τους χωρίς αυστηρή χρονολογική σύνδεση, συμπεραίνουμε ότι η σκηνή της εμφάνισης του Ιησού στους 10 μαθητές τελειώνει στο Λουκ. 24,36-43. Στο εδάφιο 44 (ύστερα τους είπε…) αρχίζει η αποχαιρετιστήρια σκηνή που οδηγεί στην Ανάληψη, η οποία ο Λουκάς μας λέει ότι λαμβάνει χώρα 40 ημέρες μετά την Ανάσταση (Πραξ. 1,3).
Που τοποθετούνται λοιπόν οι 40 ημέρες στο Κατά Λουκάν; Προφανώς ανάμεσα στο 24,43 και 24,44 και αυτό μας το αποδεικνύει το, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ…» (Λουκ. 24,49) που είναι παράλληλο με το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα…» (Πραξ. 1,4). Συνεπώς:
α) Για κανένα από τα ευαγγέλια δεν μπορούμε να πούμε πως «δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού». Μπορεί ο Ιωάννης και κυρίως ο Ματθαίος να μην την αναφέρουν ευθέως, όμως υπάρχουν εδάφια στα οποία γίνεται έμμεσα λόγος για Ανάληψη του Ιησού.
β) Από πουθενά δεν προκύπτει ότι η Ανάληψη δεν έγινε 40 ημέρες μετά από την Ανάσταση.
9. Απάντηση στο Κουίζ, 17η από 17:
«Οι μαθητές έλαβαν την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος…»
α. Το βράδυ της ίδιας ημέρας της ανάστασης
β. Πενήντα ημέρες μετά την ανάσταση
[α. Ιωάν. 20,19-22, β. Πράξεις, 2,1-13.]
Και η τελευταία ερώτηση δεν νομίζουμε ότι έχει κάποια ιδιαίτερη δυσκολία να απαντηθεί. Οι αθεο-παγανιστές αναφέρονται στη φράση του Ιησού: «φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: "Λάβετε Πνεύμα Άγιο"» (Ιω. 20,22) και θέλουν να μας πουν ότι αυτό το εδάφιο αναφέρεται στην… Πεντηκοστή. Όμως, για να μιλήσουν για «αντίφαση» οι ψευδολόγοι, συγκρίνουν αυθαίρετα το Ιω. 20,22 με το εδάφιο Πραξ. 2,1-13. Είναι όμως δυνατόν τα δύο αυτά εδάφια να υπονοούν το γεγονός της Πεντηκοστής ώστε να μιλάμε για «αντίφαση»; Ασφαλώς όχι. Διότι τότε, θα πρέπει να βρουν πειστικά στοιχεία που να μας λένε ότι ο Ιωάννης διαφωνεί με τον εαυτό του! Ας δούμε γιατί.
Η σκηνή που περιγράφει το Πραξ. 2,1-13 είναι η Πεντηκοστή, δηλ. η έλευση του Αγίου Πνεύματος ΜΕΤΑ την αποχώρηση του Ιησού, δηλαδή μετά την Ανάληψή Του. Όμως, και ο Ιωάννης ξέρει καλά ότι το γεγονός της Πεντηκοστής θα συμβεί ΜΕΤΑ την αποχώρηση του Ιησού:
«Σας συμφέρει να φύγω εγώ. Γιατί, αν εγώ δεν φύγω, δε θα έρθει σ’ εσάς ο Παράκλητος … θα έρθει εκείνος, το Πνεύμα της Αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια.» (Ιω. 16,5-13)
Ο Ιωάννης λοιπόν ξεκαθαρίζει ότι αν δεν φύγει ο Ιησούς, δεν θα έλθει το Πνεύμα το Άγιο. Ακριβώς το ίδιο δηλαδή που μας διηγείται ο Λουκάς στις Πράξεις. Άρα, πιάνουμε εμείς τους ψευδολόγους να αντιφάσκουν. Γιατί «απορούν» αν το εδάφιο Ιω. 20,22 αναφέρεται στην Πεντηκοστή, αφού είναι τόσο «ικανοί» μελετητές; Δεν είδαν τα εδάφια Ιω. 16,5-13 που δείχνουν καθαρά πως ο Ιωάννης ξέρει ότι για να γίνει η Πεντηκοστή, ο Ιησούς πρέπει πρώτα να φύγει;
Επειδή λοιπόν μόνο τυφλός δεν θα έβλεπε ότι ο Ιωάννης όταν λέει «Λάβετε Πνεύμα Άγιο» δεν εννοεί την Πεντηκοστή, το ζήτημα που θέτει η 17η ερώτηση του «κουίζ» είναι εντελώς άστοχο και ανούσιο και οι αθεο-παγανιστές το επικαλούνται μόνο για λόγους εντυπώσεων…
Πριν κλείσουμε το άρθρο μας, ας δούμε την ορθόδοξη ερμηνεία του εδαφίου, «φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: "Λάβετε Πνεύμα Άγιο"» (Ιω. 20,22). Όπως ερμηνεύει ο άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς:
«Μερικήν του πνεύματος ενέργειαν διά του εμφυσήματος έδωκεν[10].»
Δεν πρόκειται λοιπόν για τον «ερχομό» του Αγίου Πνεύματος με τα «σημεία» της Πεντηκοστής, αλλά για την χορήγηση του Αγιοπνευματικού χαρίσματος της άφεσης των αμαρτιών: «Λάβετε Πνεύμα Άγιο, σε όποιους συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρημένες, σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι».
10. Επίλογος
Αυτό ήταν λοιπόν το «κουίζ» των 17 ερωτήσεων που έσπευσαν να αντιγράψουν οι καλοθελητές σε blog αντιχριστιανικής παραπληροφόρησης. Πιστεύουμε ότι έγινε φανερό πως μόνο ένας επιπόλαιος αναγνώστης της Κ.Δ. θα μπορούσε να φτιάξει ή να δώσει βάση σε ένα τέτοιο κατασκεύασμα. Υπάρχει μια πανίσχυρη Παράδοση 2.000 χρόνων που συνοδεύει τα κείμενα της Κ.Δ. και οι πολέμιοι του χριστιανισμού δεν μπορεί να ελπίζουν ότι με τέτοιες αλχημείες θα καταφέρουν οτιδήποτε. Ας μας φωτίσει ο Χριστός όλους, και ας μας φέρει σε συναίσθηση να καταλάβουμε τον Λόγο Του.
[Τέλος Γ΄ Μέρους, και τέλος του άρθρου]
Σημειώσεις
[1] Ιωάννης Χρυσόστομος, «Στο Κατά Ιωάννην», PG 59.474.
[2] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397α.
[3] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397β.
[4] Βλ. Σωτηρόπουλος Νικόλαος, «Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της Γραφής», τόμ. Α΄, Αθήνα 1985, σελ. 123.
[5] Για την ερμηνεία της περικοπής, βλ. κυρίως τα εξής:
α) Καρακόλης Κ. Χρήστος, «Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις», Αποστολική Διακονία, 2η έκδ., Αθήνα 2005, σελ. 85-95.
β) Σωτηρόπουλος Νικόλαος, «Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της Γραφής», τόμ. Α΄, Αθήνα 1985, σελ. 121-124.
γ) Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1990, σελ. 698-701.
[6] «Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας» (μτφρ. από τα Γαλλικά με εποπτεία Σάββα Αγουρίδη, Σταύρου Βαρτανιάν), Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980, στ. 78.
[7] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 511.
[8] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον…», ό.π., σελ. 513.
[9] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον…», ό.π., σελ. 514.
[10] Λόγος Αποδεικτικός Β΄, 6. Η παράθεση από το: Γιαγκάζογλου Σταύρος, «Κοινωνία θεώσεως. Η σύνθεση Χριστολογίας και Πνευματολογίας στο έργο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», Δόμος, Αθήνα 2001, σελ. 354.
(Πηγή: «Quiz για τις μέρες του Πάσχα - Απαντήσεις σε ένα αφελές ερωτηματολόγιο Μέρος Γ΄: Οι υπόλοιπες 9 ερωτήσεις», του Papyrus 52 για την Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας, Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας http://www.oodegr.com/neopaganismos/ag.grafi/quiz_3.htm )
Πηγή: Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας, Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας,
Η Πολεμική μας Αεροπορία έχει τα τελευταία χρόνια επωμιστεί το κύριο βάρος της αποτρεπτικής στρατηγικης των Ενόπλων Δυνάμεων, έναντι των παγίων επιδιώξεων της Τουρκίας στο Αιγαίο.
Σημερα, κατα την εκτελεση του καθήκοντος, απωλέσαμε έναν ακόμη χειριστή, κατά την πτώση ενός αεροσκάφους της Π.Α, βορειοανατολικά της Σκύρου.
Εκτελούσε την αποστολή του υπερασπίζονταν ότι μας παρέδωσαν οι πατεράδες μας, γη, θάλασσα και ουρανό.
Συλλυπητήρια στην οικογένειά του, συλλυπητήρια στην Πολεμική μας Αεροπορία.
Τιμή και δόξα στον Φυλακα Άγγελό του Αιγαίου, που έπεσε για την Πατριδα.
Κλείνουμε ευλαβικά το γόνυ στην θυσία σου Σμηναγέ.
ΑΘΑΝΑΤΟΣ
"............Πεταω για τον Πατέρα μου που καμαρώνει στην άκρη στο χωράφι όταν περνούν τα μαχητικά μας, Πεταω για το παιδί στη Φλώρινα που περπατάει στο χιόνι να πάει στο σχολειό του Πεταω για τον Παπά μας που κάνει χιλιόμετρα να κάνει Ανάσταση με τους τσοπαναραίους στο ύψωμα της Παναγιάς!
Πετάω για το ψαρά που βγήκε 4 το πρωί με την ψαρόβαρκα να φέρει το μεροκάματο στη φαμελιά του, Πεταωγια το δασκαλάκο που πληρώνει απο την τσέπη του τις φωτοτυπίες στα Άγραφα της Καρδίτσας.
Για αυτούς πετάω. Για να μπορούν να κάνουν αυτό που χρόνια κάνουν και να κρατάνε την Πατρίδα μας ζωντανή!
Ούτε αυτοί,ούτε εγώ θα ζητήσω υπερωρίες γιορτές και Κυριακές,γιατί εγώ πετάω για την Πατρίδα μου.Πετάω για τους δικούς μου ανθρώπους,αυτούς που γλεντάνε με την ψυχή τους,ζούν για μιά στιγμή και όταν πεθαίνουν ξεπροβοδίζουν τους δικούς τους ανθρώπους με τραγούδια και εύχονται καλήν αντάμωση. Πετάω για την ΕΛΛΑΔΑ.
Αυτος ειναι ο Σταυραετος της Πολεμικής μας Αεροπορίας, αυτος ειναι ο Σταυραετος του ΘΕΣΑΛΙΚΟΥ ΚΑΜΠΟΥ Ο ΣΜΗΝΑΓΟΣ ΜΠΑΛΤΑΔΩΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
(Πηγή: Κωνσταντίνος Ζιαζιάς)
Στη γη σαν πέσει ο αετός,
πέφτει κι ο ουρανός μαζί του,
τον στέλνει δώρο ο θεός,
για να σκεπάσει το κορμί του,
Στον Γιώργο που πέρασε στους AΘΑΝΑΤΟΥΣ
(Πηγή: Ζερβάκη Μαριάννα)
Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Χρύσανθος (1707-1731), ἐπιφανὴς καὶ διακεκριμένος ἱεράρχης, «ὁ πολὺς ἐν σοφίᾳ καὶ φρονήσει», περιοδεύοντας τὰ μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τὴν ἐποχὴ ποὺ ἡ φήμη τοῦ Ἀκακίου διέτρεχε μέσα καὶ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Ἀθωνικῆς Χερσονήσου καὶ «ἀκούοντας πολλὰ» περὶ τοῦ Ὁσίου, διέκοψε τὴν περιοδείαν του διὰ νὰ τὸν ἐπισκεφθῆ εἰς τὸ ἐρημικόν του σπήλαιον τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἐκεῖ, μετὰ τὴν πρώτην συνάντησιν καὶ γνωριμίαν καὶ ἔπειτα ἀπὸ μακρὰν συνομιλίαν ποὺ εἶχε μαζί του «ἐπὶ ἀποῤῥήτων πραγμάτων καὶ θείων μυστηρίων», δὲν ἀπέκρυψε κατὰ τὴν ἀναχώρησίν του τὸν θαυμασμὸν του, τόσον διὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου τοῦ Ὁσίου, ὅσον καὶ διὰ τὸν πλοῦτον τῆς πνευματικῆς του δυνάμεως. Ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἐπιστροφὴν ἐκ τοῦ ταξιδίου του ὁ Πατριάρχης, δὲν ἔπαυσε νὰ διακηρύττη «πανταχοῦ μετὰ παῤῥησίας», ὅτι εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Ἀκακίου διέκρινε ἕναν νέον Προφήτην Ἠλίαν καὶ ἕναν ἄλλον Βαπτιστὴν Ἰωάννην.
Σημείωμα ποιητή Κυριάκου Σαμαρά:
Ο ποιητής, και δή ο ερασιτέχνης, μοιάζει σαν μια σταγόνα μέσα στο πλήθος. Πιο μικρός κι από μια ακίδα από αγριόχορτο, απ’ αυτά που πατούν οι διαβάτες βιαστικοί, καθώς τρέχουν να κερδίσουν τη μοίρα τους.
Έτσι, φαινομενικά εύθραυστος, συνήθως συνθλίβεται απ’ την ορμή της κάθε επαφής, καλής η κακής, στάζοντας αίμα και δάκρυ επηρεασμένος από την δύναμη των συναισθηματων του.
Σαν σταγόνα λοιπόν που κυλά, αθόρυβα κι αβίαστα ανάμεσα στις εξελίξεις, γίνεται παρατηρητης, αποδέκτης και συμμέτοχος της ομορφιάς ή της κατάρας, ταξιδεύοντας αόρατος θαρρείς και καταρρίπτοντας τους νόμους της φύσης, καθώς γίνεται ικανός να ζει μέσα στο παραμύθι που οραματίζεται κι ακόμη δεν έχει γραφτεί.
Ένας παραποιητής της αλήθειας απλά.
Ο χρόνος κι ο τόπος, του είναι αδιάφορες έννοιες, ψάχνει την αλήθεια στην ρίζα των πραγμάτων,που καταλήγει στην αρχή της δημιουργίας.
Ταξιδεύοντας λοιπόν μέσα στο άχρονο άπειρο, όταν σταθεί να ξαποστάσει θα γράψει την δικη του εκθεση για το τι ειδε στο καθε του ταξιδι.
Ερασιτέχνης ποιητής, μια ανάγκη που κρύβουμε όλοι μέσα μας, ο τρόπος έκφρασης αλλάζει, κι έτσι συντηρείται η τέχνη.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Μεταμψύχωση ή Ανάσταση
«...ο πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον...»
«...και εγώ αναστήσω αυτόν τη εσχάτη ημέρα...»
«...Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή...»
Κύριος Ιησούς Χριστός
Τη θεωρία της μετεμψύχωσης την πίστευαν πολλοί αρχαίοι λαοί. Με την επικράτηση της Χριστιανικής Αλήθειας αυτή η πλάνη μαζί με το υπόλοιπο οικοδόμημα της ειδωλολατρείας έπαυσε να ταλαιπωρεί τις ζωές των ανθρώπων. Κάποιοι προσπαθούν να την «περάσουν» και στους σημερινούς ανθρώπους της Δύσης.
Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, ο κόσμος είναι ένα σχολείο από το οποίο μια ψυχή θα περάσει χιλιάδες φορές. Μετά από το θάνατό της, θα ξαναγεννηθεί σε άλλο σώμα, είτε ανδρικό είτε γυναικείο, είτε ακόμα σε κάποιο σώμα ζώου η ακόμα και φυτού.
Οι συνθήκες της καινούργιας γένεσης εξαρτώνται από τις πράξεις της προηγούμενης ζωής. Έτσι αν κάποιος έζησε με άσχημο τρόπο, όταν θα ξαναγεννηθεί θα είναι φτωχός η και ζώο ακόμα.
Αποκρύπτουν όμως από τους οπαδούς τους ότι, σύμφωνα με το αρχαίο βιβλίο τους «Οι νόμοι του Μανού» που μετατρέπει τη διδασκαλία των Βεδών σε κοινωνικούς νόμους, είναι πιθανότερο να μετενσαρκωθεί κανείς σε ζώο η δαιμονικό ον παρά σε άνθρωπο . Σ' αυτό το βιβλίο αναφέρεται η εξής παραβολική ιστορία: Μία χελώνα ζει στα βάθη της θάλασσας και βγάζει το κεφάλι της έξω στην επιφάνεια κάθε εκατό χρόνια. Ένα δαχτυλίδι πλέει στην επιφάνεια των νερών. Όσο πιθανό είναι να περάσει το κεφάλι της χελώνας μέσα από το δαχτυλίδι, άλλο τόσο είναι πιθανό και να ενσαρκωθεί ένα ον μετά τον θάνατό του σε ανθρώπινο σώμα.
Πρόκειται λοιπόν για μια άποψη για «γεγονότα» μετά και πέρα από το φυσικό κόσμο, έξω από τα όρια που μπορεί να ελέγξει με το λογικό του ο άνθρωπος. Είναι λοιπόν μία μεταφυσική πίστη.
Κι' όμως, σ' αυτή την πίστη, αναφέρονται όλα τα επί μέρους κινήματα της «Νέας Εποχής» (New Age) που θέλουν ταυτόχρονα να παρουσιάζονται και ως επιστήμες. Η «επιστήμη» της Γιόγκα, σου λένε!...Και όχι μόνο αυτό, αλλά αν τους βολέψει θα πουν ότι «...και οι χριστιανοί σαν και μας πιστεύουν...η ξέρεις ο Χριστός ήταν ένας μεγάλος γιόγκι...η δεν έχουμε διαφορές ... η απλά οι Χριστιανοί βρίσκονται σε ένα χαμηλότερο επίπεδο...» και άλλα τέτοια ευτράπελα. Σπέρνουν τη σύγχυση, ψαρεύουν σε θολά νερά, μιλούν γενικά, αφηρημένα, πλην ...γοητευτικά, εξωτικά. Σερβίρουν όμορφα παραμύθια... Ποιος μπορεί να τους ελέγξει; Πόσοι γνωρίζουν το Ευαγγέλιο, για να καταλάβουν τα ψέματά τους; Σίγουρα οι περισσότεροι θα το «φάνε» το παραμύθι.
Όμως υπάρχουν τεράστιες διαφορές! Αυτοί πιστεύουν στη μετεμψύχωση, οι Χριστιανοί στην Ανάσταση. Αξίζει να σημειώσουμε ότι δεν υπήρχε πάντοτε στους Ινδούς αυτή η θεωρία. «Η ιδέα της μετενσαρκώσεως (samsara) ήταν άγνωστη στους Αρείους. Μπήκε και αυτή στην Ινδική θρησκεία και φιλοσοφία, για να μπορέσει η ηθική να αποκτήσει ένα υποκείμενο που να φέρει το βάρος της ευθύνης των πράξεών του (Karma) πέραν του θανάτου. Οι όροι «αναγένεση» η «μετενσάρκωση» που δηλούν ένα και το αυτό, είναι κάπως απατηλοί. Όπως θα δούμε στην ανάλυση των έξι φιλοσοφικών συστημάτων (Darshanas), εκείνο που μετενσαρκώνεται δεν είναι η εμπειρική ψυχή, αλλά κάποια ακαθόριστη, ασαφής, λεπτεπίλεπτη ουσία που βρίσκεται μεταξύ του atman, της εμπειρικής ψυχής, και του σώματος. Πραγματικά, η εμπειρική ψυχή δεν μετενσαρκώνεται, αφού είναι άθροισμα των συνειδητών καταστάσεων. Το atman... η ουσία του εγώ, δεν είναι δυνατόν να μετενσαρκωθεί, αφού ως απόλυτο, δεν υπόκειται στην επίδραση του Κάρμα, της «ηθικής» ευθύνης. Μπροστά στη δυσκολία αυτή, η συστηματική ινδική φιλοσοφία διανοήθηκε τη «λεπτεπίλεπτη ουσία» (matiere subtile), το «αιθέριο σώμα» (corps subtil), ως τον από μηχανής Θεό που σώζει τη σκέψη από ένα άτοπο, χωρίς φυσικά να την κάμει εκ του λόγου αυτού και περισσότερο πειστική» («Ιστορία της Ινδικής φιλοσοφίας»,Δ.Κ. Βελισσαρόπουλος Γ' έκδοση).
Όταν λοιπόν οι απόψεις τους φθάνουν σε λογικά άτοπα, τότε επινοούν κάποια καινούργια θεωρία, για να βολέψουν τα πράγματα. Μετά βέβαια θα ισχυρίζονται και θα επιμένουν ότι το «αιθέριο σώμα» όντως...υπάρχει στην πραγματικότητα. Ότι δεν είναι φαντασία η ιδεολογικό κατασκεύασμα.
Υπάρχουν βέβαια και άλλα λογικά άτοπα σ' αυτή τη θρησκευτική δοξασία. Όπως:
α) Εάν, όπως λένε, σ' αυτή τη ζωή βρισκόμαστε «για να πάρουμε το μάθημά μας» και να προχωρήσουμε, τότε πως γίνεται να μη θυμόμαστε τις πράξεις για τις οποίες πληρώνουμε; Πως θα διδαχθούμε απ' αυτές, αφού δεν τις θυμόμαστε;... Ισχυρίζονται ότι μερικοί «θυμούνται» τις προηγούμενες ζωές... αλλά μόνο αυτοί «θα πάρουν το μάθημα»;...Τι γίνεται με τα δισεκατομμύρια των άλλων ανθρώπων... Αδυνατούν να δικαιολογήσουν αυτή την απουσία μνήμης.
β) Αφού λένε ότι οι ψυχές μετενσαρκώνονται, και μάλιστα μέσα σε 49 μέρες, και γίνονται ζώα, φυτά η δαιμονικά όντα, αφού είναι τρομερά απίθανο να γίνουν ξανά άνθρωποι (ιστορία με τη χελώνα), τότε με ποιες ψυχές πεθαμένων επικοινωνούν τα μέντιουμ; Με ποιους συζύγους, αδελφούς, μανάδες, παιδιά λένε ότι επικοινωνούν τα μέντιουμ;
Άρα η θεωρία της μετενσάρκωσης έρχεται σε αντίθεση με τον πνευματισμό. Ή η μία είναι ψέμα ή η άλλη. Εμείς βέβαια γνωρίζουμε ότι και τα δύο είναι ψέματα. Υπάρχουν ωστόσο νεοεποχίτες που μέσα στη σύγχυσή τους πιστεύουν και στα δύο.
Η άποψη της ορθόδοξης ανατολικής Εκκλησίας είναι τελείως διαφορετική. Ο άνθρωπος έχει αρχή, αλλά όχι τέλος. Γεννιέται κάποια στιγμή του χρόνου για να ζήσει αιώνια. Μια φορά θα ζήσουμε σ' αυτή τη ζωή. Μετά το θάνατο κάθε ψυχή κρίνεται από το Θεό και ανάλογα με τα έργα της θα κερδίσει τον Παράδεισο η όχι. Στη διάρκεια αυτής της ζωής ο Θεός δίνει πάμπολλες ευκαιρίες στον άνθρωπο να κερδίσει το γλυκύ Παράδεισο.
Οι κακοπροαίρετοι άνθρωποι, που αρέσκονται στο κακό και αποστρέφονται το Θεό και τα έργα του Θεού, μόνοι τους διαλέγουν και τις εδώ παρέες τους αλλά και τη μετά θάνατον «κατοικία» τους.
Κάποτε ο Γέροντας π. Παΐσιος, απευθυνόμενος σε μια ομάδα νέων τους είπε: «Βρε, το καταλάβατε ότι ήρθαμε εδώ, για να δώσουμε εξετάσεις; Να κοιτάξουμε να πιάσουμε την πνευματική βάση, ένα πενταράκι, για να κερδίσουμε τον Παράδεισο. Τώρα, γιατί εδώ δεν έχει μετεξεταστέους για Σεπτέμβρη».
Κάποια άλλη φορά που συζητούσαμε οι δυό μας και τον ρώτησα για τη μετεμψύχωση, μου είπε, «Κοίταξε να δεις. Αυτή είναι η μεγαλύτερη παγίδα του Διαβόλου. Ε!, σου λέει ο άνθρωπος, αν δεν τα καταφέρω σ' αυτή τη ζωή δεν πειράζει, θα τα καταφέρω στην άλλη. Έτσι χαλαρώνει πνευματικά. Ο Διάβολος όμως ξέρει ότι δε θα υπάρξει άλλη φορά. Κάτσε να σε τσακώσω εγώ μια φορά, σκέφτεται ο πονηρός, και μετά βλέπουμε». Με κοίταξε και μου είπε, «Να το γράψεις αυτό. Να το γράψεις!!...».
Το ίδιο πράγμα διακηρύσσουν και οι Γραφές. Ο Απόστολος Παύλος λέει «καθ' όσον απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Εβρ. 9,27). Μια φορά θα πεθάνουμε, γιατί μια φορά θα ζήσουμε.
Ο Ίδιος ο Κύριος, ο Ιησούς Χριστός θα είναι ο Κριτής όλων των ανθρώπων. Μας το λέει ο ίδιος στο Ευαγγέλιό Του:
«Όταν δε έλθη ο υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ' αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφοριεί αυτούς απ' αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων, και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ ευωνύμων. Τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού, δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Επείνασα γαρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ με, γυμνός, και περιεβέλετέ με, ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλθετε προς με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες, κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν, η διψώντα και εποτίσαμεν; Πότε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν, η γυμνόν και περιεβάλομεν; Πότε δε σε είδομεν ασθενή η εν φυλακή, και ήλθομεν προς σε; Και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς, αμήν λέγω ημίν, εφ' όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε. Τότε ερεί και τοις εξ ευωνύμων, πορεύεσθε απ' εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού.» (Ματθ. 25, 31 - 41)
Η διδασκαλία του Ευαγγελίου δε συμβιβάζεται με τη θεωρία της μετενσάρκωσης. Είναι αντίθετες διδασκαλίες. Είναι δικαίωμα του καθενός να πιστεύει ό,τι θέλει και να γεμίζει τη ζωή του με τις καλές η τις κακές συνέπειες της πίστης του. Μέχρι εδώ καμία αντίρρηση. Εκείνο που με ενοχλεί αφάνταστα είναι η πονηριά μερικών που σπέρνουν τη σύγχυση. Λένε, όλοι είμαστε περίπου ίδιοι, και οι Χριστιανοί σαν και μας τους Ινδουιστές πιστεύουν περίπου, μόνο που είναι λίγο πιο...χαμηλά.
«Η γιόγκα, λέει, θα σε βοηθήσει να γίνεις καλύτερος Χριστιανός!»
Κοροϊδεύουν, εξαπατούν τον κόσμο.
Όχι, δεν είμαστε το ίδιο πράγμα. Έχουμε τεράστιες διαφορές. Διαφέρουμε όσο διαφέρει το φως από το σκοτάδι.
Μια ακόμα τεράστια διαφορά φαίνεται και στους επιδιωκόμενους πνευματικούς σκοπούς από τις παραδόσεις. Οι μεν Ινδουιστές πιστεύουν ότι, όταν κανείς φθάσει στην τελειότητα, χάνεται το πρόσωπο, δεν υπάρχει πρόσωπο, αλλά ταυτιζόμενο με τον απόλυτο Θεό, με το Βράχμαν εξαφανίζεται. Σαν μια σταγόνα που πέφτει στον ωκεανό. Αυτό είναι το τέλος. Ένας τέτοιος άνθρωπος δε θα ξαναγεννηθεί. Παύει να υπάρχει ως πρόσωπο, γίνεται ένα με το απρόσωπο θείο.
Οι χριστιανοί πιστεύουν ακριβώς το αντίθετο. Το ανθρώπινο πρόσωπο δεν πεθαίνει ποτέ. Υπάρχει αιώνια.
Σ' αυτή τη ζωή το ανθρώπινο πρόσωπο εγκαινιάζει συνειδητά μια προσωπική σχέση μ' έναν προσωπικό Θεό, μια σχέση που θα διατηρηθεί στην αιωνιότητα.
Βλέπουμε λοιπόν με πόσο μεγάλη αξία και τιμή περιβάλλεται το ανθρώπινο πρόσωπο στη διδασκαλία του Ιησού Χριστού.
Δεν είναι τεράστια η διαφορά; Πως λοιπόν αυτοί διακηρύσσουν την πνευματική ομοιότητα με μας; Προφανώς προσπαθούν να ξεγελάσουν ανθρώπους που δεν έχουν σαφή γνώση της διδασκαλίας του Ιησού. Ανθρώπους που ... κάτι έχουν ακούσει για το Χριστό.
Αυτή την τακτική τους τη θεωρώ ανέντιμη. Γιατί οι γκουρού ξέρουν πολύ καλά τις διαφορές που έχουν με το Χριστό. Άλλους προσπαθούν να ξεγελάσουν:
«Πας ο παραβαίνων και μη μένων εν τη διδαχή του Χριστού Θεόν ουκ έχει, ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος και τον πατέρα και τον υιόν έχει» (Β' Ιω. 9).
«Αγαπητοί, μη παντί πνεύματι πιστεύετε, αλλά δοκιμάζετε τα πνεύματα ει εκ του Θεού εστίν, ότι πολλοί ψευδοπροφήται εξεληλύθασιν εις τον κόσμον» (Ιω. α' 4,1).
(Πηγή: από το βιβλίο «Οι Γκουρού ο νέος και ο Γέροντας Παΐσιος», Διονύσιος Φαρασιώτης, Ιδιωτική Έκδοση, 2002, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου )
Άγιος Παΐσιος: Η μετεμψύχωση
› Γέροντα, πώς μερικοί άνθρωποι, ακόμη καί μορφωμένοι, πιστεύουν στήν μετεμψύχωση;
› Ή μετεμψύχωση βολεύει τούς ανθρώπους, καί ειδικά τούς άθεους, τούς άπιστους. Είναι ή μεγαλύτερη πονηριά τού διαβόλου. Τούς κρατά ό διάβολος στήν ζωή τής αμαρτίας, μέ τον λογισμό ότι ή ψυχή έρχεται καί ξανάρχεται σε αυτόν τον κόσμο. Έ, καί αυτήν τήν φορά άν δεν πετύχης, τούς λέει ό διάβολος, θά ξαναρθης στήν ζωή καί θά πετύχης τήν επόμενη φορά καί άν πάλι δέν πετύχης, θά ‘ρθής, θά ξαναρθης, θά εξελίχθης…! Όποτε καί αυτοί λένε: δέν πειράζει κι άν κάνω καί αυτήν τήν αμαρτία καί τό ρίχνουν έξω ζούν απρόσεκτα, δέν μετανοούν. Βλέπεις πώς τούς τυφλώνει ό διάβολος καί τούς γαντζώνει στήν κόλαση! Δέν έχω δει μεγαλύτερη πονηριά καί τέχνη τού διαβόλου, γιά νά μαζεύη τούς ανθρώπους στήν κόλαση! Κι άν σέ γαντζώση μιά φορά ό διάβολος, θά σ’ άφήση νά γυρίσης πίσω; Αυτή είναι ή χειρότερη θεωρία άπό όλες τις Ίνδουϊστικές θεωρίες. Κάποτε, άργά τό απόγευμα, πέρασε άπό τό Καλύβι ένας νεαρός. Τέτοια ώρα, παλληκάρι, θέλω νά διαβάσω και εσπερινό, του λέω. Μ’ αυτά ασχολείσαι ακόμη; μου είπε και έφυγε. Την άλλη μέρα ξαναήρθε και μου έλεγε γιά κάτι οράματα. Είχες πάρει προηγουμένως καθόλου χασίς;, τόν ρωτάω. Παλιά, ναί. Τότε όμως πού είδα τά οράματα, δέν είχα πάρει, μου λέει. Μήπως διάβασες γιά μετεμψύχωση;. Ναί, μού λέει. Εκεί τήν έπαθε. Διάβασε γιά μετεμψύχωση, μπήκε ό εγωισμός μέσα καί έπλασε όνειρα ότι πρίν άπό χιλιάδες χρόνια ήταν μεγάλος άνθρωπος, πλούσιος! Είδε μετά σε όραμα ότι πήγε επάνω στον ουρανό, αλλά δέν τόν είχαν γραμμένο εκεί καί του είπαν νά κατεβή. Ό διάβολος του δημιούργησε αυτήν τήν κατάσταση. Όλα αυτά, του λέω, είναι παραμύθια κι έσύ τά πιστεύεις;
› Καί δυστυχώς υπάρχουν καί μορφωμένοι άνθρωποι πού πιστεύουν σέ τέτοιες χαζομάρες. Εκεί κοντά στο Καλύβι έναν γάιδαρο τόν είχα ονομάσει Νασέρ, επειδή ήταν ζωηρός. Μιά μέρα ήρθε ένας Έλληνας πού ζούσε στήν Ελβετία καί άκουσε πού τόν φώναζα Νασέρ. Όταν μετά άπό ένα διάστημα ξαναήρθε, έφερε ένα κουτί με άπλά γλυκά καί ένα μέ επίσημα. Αυτά είναι γιά σένα, μού είπε καί μου έδωσε τά άπλά γλυκά. Αυτά τά καλά γλυκά, μου λέει, είναι γιά τόν Νασέρ. Έγώ κατάλαβα, λέει, άπό τήν προηγούμενη φορά ότι ήταν ό Νασέρ. Όταν τόν συνάντησα, μέ κοίταξε μέ ένα θλιμμένο βλέμμα πού μου ράγισε τήν καρδιά! Νόμιζε ότι ό Νασέρ μετεμψυχώθηκε καί έγινε γάιδαρος! Καί τό πίστευε! Βρέ, είσαι στά καλά σου; του λέω. Έγώ τόν είπα Νασέρ, γιατί ήταν ζωηρός γάιδαρος. Μέ κανέναν τρόπο δέν καταλάβαινε.
› Καί αυτό δεν είναι τίποτε! Νά σας πω ένα άλλο: Πρίν άπό χρόνια είχαν πάει Γερμανοί στήν Κρήτη, γιά νά κάνουν ένα μνημόσυνο γιά τούς Γερμανούς πού είχαν σκοτωθή εκεί στήν Κατοχή. Τήν ώρα πού έκαναν τό μνημόσυνο περνούσε ένας Κρητικός μέ τόν γάιδαρο του φορτωμένο μέ τις πραμάτειες του. Ό γάιδαρος, όταν είδε τούς ανθρώπους εκεί μαζεμένους, άρχισε νά γκαρίζη. Ένας άπό τούς Γερμανούς νόμιζε ότι ό γάιδαρος ήταν ό αδελφός του πού είχε σκοτωθή στον πόλεμο καί μετεμψυχώθηκε! Τόν γνώρισε καί τον χαιρέτισε μέ τό γκάρισμα! Καί ό Γερμανός στάθηκε προσοχή, καί τάκ, τόν χαιρέτισε στρατιωτικά… Κλάματα!… Πάει αμέσως στον Κρητικό καί τού λέει: Πόσα θέλεις, γιά νά τόν αγοράσω;. Βρέ, φύγε άπό ‘δώ, τού λέει ό Κρητικός. Ό Γερμανός τού μετρούσε τά μάρκα: τόσα, τόσα. Φύγε, άσε με, έλεγε εκείνος. Τελικά τού λέει κάποιος: Βρέ χαμένε, τόν πληρώνει τόν γάιδαρο γιά μερσεντές, δώσ’ τον. Ξεφόρτωσε τά πράγματα του ό Κρητικός, τόν ξεσαμάρωσε, τόν ελευθέρωσε, καί τόν πήρε ό Γερμανός μέ βουρκωμένα μάτια καί τόν πήγε στήν Γερμανία!
› Σοβαρά, Γέροντα;
› Γεγονός! Άν δέν τό είχα ακούσει άπό σοβαρό άνθρωπο, δέν θά τό πίστευα κι εγώ.
(Πηγή: από το βιβλίου «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΛΟΓΟΙ (ΤΡΙΤΟΣ ΤΟΜΟΣ) ΠΑΙΣΙΟΣ (ΓΕΡΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ)», Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης, Δεκέμβριος 2011, Γέροντες της εποχής μας )
Η δοξασία της Μετενσάρκωσης
Μετενσάρκωση (μετενσωμάτωση) ή Μετεμψύχωση καλείται η πίστη ότι η ψυχή τού ανθρώπου μετά το σωματικό θάνατό του, αφού παραμείνει για κάποιο χρονικό διάστημα στον ουράνιο χώρο (αστρικό πεδίο), επανέρχεται στον υλικό κόσμο εισερχόμενη σε διάφορα σώματα ανθρώπων, ακόμη φυτών και ζώων, και διανύει και άλλη ζωή προκειμένου να καθαρθεί ηθικά ή και να τιμωρηθεί για τις αμαρτίες πού έπραξε στην προηγούμενη ζωή της. Πολλές φορές πρόκειται περί συνεχούς ανακυκλήσεως υπάρξεων, περί διαδοχικών μετενσωματώσεων, έως ότου επέλθει μία πλήρης κάθαρση της ψυχής. Ή ανακύκληση αυτή μπορεί να κρατήσει και ολόκληρες χιλιετίες. Ο Βούδας για παράδειγμα, όπως υποστηρίζουν οι οπαδοί του, υπέστη 550 μετενσαρκώσεις. Τον αριθμό των μετενσωματώσεων αλλά και τις νέες μορφές πού θα λάβει η ψυχή, καθορίζει πάντοτε η ηθική εξέλιξή της, το «κάρμα» (οι πράξεις της προηγούμενης ζωής).
Ο όρος «μετενσάρκωση» (ή μετενσωμάτωση) είναι ορθότερος εκείνου της «μετεμψύχωσης», διότι δεν πρόκειται για «εμψύχωση» της ψυχής, αλλά για την είσοδό της σε διάφορα εκάστοτε σώματα:
«Η μετενσάρκωση -σύμφωνα με τούς υποστηρικτές, της- είναι μία πολύ απλή έννοια. Οι άνθρωποι, όπως κι όλες οι άλλες μορφές ζωής στη φύση, ακολουθούν έναν κύκλο ζωής, θανάτου και επαναγέννησης, έναν κύκλο πού διέπεται από τούς νόμους τού κάρμα (αίτιο και αποτέλεσμα) και είναι εξελικτικός οδηγεί, τελικά στην ένωση τού ανθρώπου με το Σύμπαν, και το «Θεό». Μία συνέπεια αυτής της πεποίθησης είναι ότι ο καθένας μας είναι προσωπικά υπεύθυνος για τις πράξεις του και για τα αποτελέσματά τους.» (Γουίλλιστον, Ανακαλύπτοντας τις προηγούμενες ζωές μας, σελ. 39)
Η μετενσάρκωση λαμβάνει χώρα σ' ολόκληρο το σύμπαν, όχι μόνο στο ανθρώπινο βασίλειο, αλλά σε όλη τη φύση. Μπορεί κανείς να μετενσαρκωθεί είτε στον ίδιο πλανήτη, όπου έζησε την τελευταία του ύπαρξη, είτε σε άλλον (Παπύς, Μετενσάρκωση σελ. 11).
Η διδασκαλία της μετενσάρκωσης δεν είναι ενιαία. Κι αυτό γιατί άλλη άποψη για τη μετενσάρκωση εκφράζουν οι Ανατολικές θρησκείες και άλλη μετενσάρκωση διδάσκει η λεγόμενη «δυτική άποψη».
Η αρχαιοελληνική άποψη
Η άποψη αυτή συνδέεται με τη θεωρία της «ενσάρκωσης». Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή - διατυπώθηκε πρώτα από τούς Ορφικούς και κατόπιν από τον Πλάτωνα, ενώ οι ψυχές των ανθρώπων αρχικά ήσαν πνεύματα, εξέπεσαν από τον ουράνιο χώρο, όπου κατοικούσαν, στη γη και περιβλήθηκαν υλικό σώμα. Έτσι η ύλη και η απόλαυση τού υλικού κόσμου θεωρείται ως κάτι το αμαρτωλό και ακάθαρτο το υλικό σώμα είναι δεσμωτήριο της ψυχής, απ' το οποίο εκείνη πρέπει να απελευθερωθεί για να ενταχθεί και πάλι στον ουράνιο κόσμο, στο «Επέκεινα».
Η εκάστοτε, λοιπόν, μετενσάρκωση της ψυχής και η μορφή και το είδος τού σώματος το οποίο αυτή θα ενδυθεί πάλι, προσδιορίζεται από το ηθικό ποιόν της προηγουμένης ζωής και μάλιστα από το βαθμό της κλίσης και της συμμετοχής της στις ηδονές και απολαύσεις τού υλικού κόσμου. Έτσι, κατά τον Πλάτωνα:
«...αί ψυχαί των φαύλων ενδούνται, ώσπερ εικός, εις τοιαύτα ήθη όποί'; απ'; αν μελετηκυίας τύχωσιν εν τω βίω... Οίον τας μεν γαστριμαργίας τε και ύβρεις και φιλοποσίας μεμελέτη κότας και μη διευλαβημένoυς εις τα όνων γένη και των τοιούτων θηρίων εικός ενδύεσθαι... τούς δε γε αδικίας τε και τυραννίδας καί άρπαγας προτετιμηκότας εις τα των λύκων τε και ιεράκων και ικτίνων γένη... οι την δημοτικήν και πολιτικήν αρετήν επιτετηδευκότες... εικός εστίν εις τοιούτον πάλιν αφικνείσθαι πολιτικόν τε καί ήμερον γένος, ή πού μελιπών ή σφηκών ή μυρμήκων, ή και εις ταύτον γε πάλιν το ανθρώπινον γένος, και γίγνεσθαι εξ αυτών άνδρας μετρίους...» (Φαίδων, ΧΧΧΙ)
(Μτφ: ...Οι ψυχές των φαύλων ανθρώπων θα ενδυθούν τέτοιο σώμα πού θα είναι ανάλογο με το ηθικό ποιόν της προηγουμένης ζωής τους... Εκείνοι πού έγιναν υποχείρια της ασυδοσίας, της βιαιότητας, της λαιμαργίας και της μέθης χωρίς καμιά ντροπή, είναι επόμενο ότι θα εισέλθουν στα διάφορα γένη των όνων και άλλων παρομοίων ζώων... Εκείνοι πού δεν αγάπησαν παρά την αδικία, την τυραννία και την αρπαγή θα γίνουν λύκοι, γεράκια και γύπες... Ακόμη και οι φαύλοι πολιτικοί θα μετενσωματωθούν σε κάποιο γένος εντόμων πού δημιουργούν μικρές κοινωνίες, όπως οι μέλισσες, οι σφήκες και τα μυρμήγκια, ή σ'; αυτό πάλι το ανθρώπινο γένος, θα είναι όμως μέτριοι άνδρες, χωρίς κάποια δημοσιότητα...)
Η Ανατολική άποψη
α) Σύμφωνα με τον Ινδουισμό, η ατομική ψυχή του κάθε ανθρώπου, το Ατμαν, βρίσκεται εγκλωβισμένο μέσα στη φύση (στο κοσμικό γίγνεσθαι) και δεν μπορεί να απελευθερωθεί προς το Βράχμαν, την οικουμενική ψυχή (Συμπαντικό Είναι) και να ταυτιστεί μαζί του. Ο εγκλωβισμός αυτός της ψυχής και η εξάρτησή της από τον υλικό κόσμο την καταδικάζουν σε συνεχείς μετενσωματώσεις με συνεχείς γεννήσεις (σανσάρα) πού είναι ένας κύκλος επώδυνος, γιατί είναι εξαρτημένος από το νόμο του αιτίου και του αποτελέσματος (Κάρμα).
Αυτό σημαίνει ότι όσο η ζωή του ανθρώπου παρουσιάζει κακές όψεις τόσο και η ταλαιπωρία με τις συνεχείς μετενσαρκώσεις είναι μεγαλύτερη. Η μόνη λύση είναι να ξεφύγει ο άνθρωπος από τον κύκλο των μετενσαρκώσεων (Σανσάρα, σανσκριτική λέξη που στην κυριολεξία σημαίνει: πέρασμα, διέλευση, συνεχή αλλαγή και μεταμόρφωση τού άτομου ή της ψυχής) με τον εκμηδενισμό του Κάρμα. Στην περίπτωση αυτή λυτρώνεται. Η λύτρωση (Μόξα) είναι η απελευθέρωση του άνθρώπου από τον κόσμο της απάτης και η ταύτιση - εξαφάνισή του στο απρόσωπο Βράχμαν. Έτσι χάνει πλέον το πρόσωπο του ο άνθρωπος, όπως η σταγόνα πού βυθίζεται στον ωκεανό.
β) Ο Βουδισμός είναι περισσότερο μία βιοθεωρία, παρά θρησκεία. Ξεκινά από τη διαπίστωση ότι η ζωή είναι βασικά πόνος. Επιπλέον η ζωή δε τελειώνει με το θάνατο, αλλά ανακυκλώνεται με συνεχείς αναβιώσεις και μετενσωματώσεις, με συνεχείς γεννήσεις.
Η Δυτική άποψη
Η δοξασία της μετενσάρκωσης γνωρίζει τις τελευταίες δεκαετίες - κυρίως απ' το 1960 κι έπειτα - ευρεία διάδοση σrό χώρο της Δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής. Η δοξασία της μετενσαρκώσεως στο χώρο της δυτικής σκέψης, δεν κινείται στα πλαίσια μιας απλής, αυτονομημένης πίστης. Αποτελεί βασική διδασκαλία του Αποκρυφισμού, της Θεοσοφίας και του Πνευματισμού, τα όποια συνιστoύν τούς τρεις άξονες του συγκρητιστικού πανθρησκειακού συστήματος της «Νέας Εποχής».
Ο Παπύς (Papus), ο μεγαλύτερος Γάλλος αποκρυφιστής, γράφει στις αρχές του αιώνα μας το βιβλίο «Μετενσάρκωση», στο οποίο αναλύει «μία απ' τις κυριότερες και βασικότερες διδασκαλίες του Αποκρυφισμού» (σ. 9). Αλλά και οι σύγχρονοι οπαδοί της μετενσάρκωσης όπως ο Ίρβιvγκ Κούπερ, ο Ρόμπερτ Νατζεμι, ο Έvτγκαρ Κέϊσυ, ο Γκλέν Γoυίλλιστoν κ.ά. είναι βασικά στελέχη της Παγκόσμιας Θεοσοφικής Εταιρείας και του Αποκρυφισμού.
Ο Ριβέιλ, ο όποιος είναι περισσότερο γνωστός με το Ψευδώνυμο Άλαν Καρντέκ, ο δημιουργός του σύγχρονου Πνευματισμού «προσέφερε μεγάλη υπηρεσία στην ανθρωπότητα εκλαϊκεύοντας το δόγμα της μετενσαρκώσεως... και συνετέλεσε στη διάδοση στον κόσμο ενός τόσο σημαντικού πνευματικού εργαλείου»! (Παπύς, Μετενσάρκωση, σελ. 123).
Ο σκοπός της μετενσάρκωσης σύμφωνα με τούς οπαδούς της δυτικής άποψης είναι «η εκπαίδευση (ή η μάθηση). Για τον σκοπό αυτόν ερχόμαστε και ξαναρχόμαστε πάνω στη γη... Το ελατήριο πού μας ωθεί προς τη μετενσάρκωση είναι η εσωτερική μας δίψα για εμπειρίες, η επιθυμία του να γνωρίσουμε...» (Ι. Κούπερ, από το βιβλίο του Γ. Μελέτη, Μετά το θάνατο, σελ. 155).
Η μάθηση για την ψυχή αρχίζει κατά την διάρκεια της παραμονής της στο ψυχικό επίπεδο (ή Αστρικό πεδίο, ή Ενδιάμεσο κόσμο). «Οι συνεχείς διαδοχικές ζωές μοιάζουν με μια σχολική τάξη, κάθε ζωή μοιάζει με ένα μάθημα στο όποιο πρέπει να μάθεις διαφορετικά πράγματα» (Γουίλιστον, Αναδρομές, σ. 251). Η μάθηση αναφέρεται στην αφύπνιση των ψυχικών ικανοτήτων, στην ανάπτυξη των αδυνατοτήτων του πνεύματος και στην ηθική κάθαρση της ψυχής. Η επιτυχία της μάθησης αυτής δίνει τη δυνατότητα στην ψυχή να ζήσει στη νέα μετενσάρκωσή της μια καλύτερη ζωή κατά τη διάρκεια της όποιας καλείται να εφαρμόσει τα όσα διδάχτηκε και να επιτύχει έτσι ένα καλό «κάρμα». Η συσσώρευση ενός καλού «κάρμα» θα βοηθήσει στην περαιτέρω εξέλιξη της ψυχής, πού σημαίνει ότι οι συνθήκες της ζωής κατά την επόμενη μετενσάρκωσή της θα είναι ακόμη καλύτερες.
Ο κύκλος αυτός των μετενσαρκώσεων δεν συνεχίζεται έπ' άπειρον. Όταν η ψυχή διέλθει όλα τα σταδία της πνευματικής εξέλιξής της, δε θα υπάρχει η ανάγκη να ενσαρκωθεί πάλι. Τότε θα επέλθει η ένωσή της με τη Συμπαντική Αρχή (τον «Θεό»), ο σκοπός θα έχει εκπληρωθεί.
Η τωρινή μας μοίρα - ισχυρίζονται οι οπαδοί της μετενσάρκωσης, είναι αποτέλεσμα των πράξεων του παρελθόντος μας. Και η μοίρα μας αύτη, το Κάρμα, θα βελτιωθεί και θα διορθωθεί με τις συνεχείς μετενσαρκώσεις (Ιρβιvγκ Κούπερ, από το βιβλίο τού Γ. Μελέτη, «Μετά το Θάνατο», σελ. 131). Και αλλού:
«... κατά την απαρχή της ανθρώπινης εξελίξεως μας ήμασταν άγριοι, γιατί τόσο οι ηθικές όσο και οι διανοητικές μας ικανότητες ήταν ελάχιστα αφυπνισμένες. Αφού διανύσαμε πολλές ζωές μέσα στις πρωτόγονες αυτές συνθήκες, αρχίσαμε να εμφανίζουμε μια ελαφρά τάση για ηθικές και διανοητικές ικανότητες και τότε ήλθαμε να γεννηθούμε μέσα σ' ένα περιβάλλον πιο εξελιγμένο...» (οπ. πρ.)
Η αντίφαση των ισχυρισμών αυτών είναι φανερή. Πως συμβιβάζεται το ότι «κατά την απαρχή της ανθρώπινης εξελίξεως μας ήμασταν άγριοι» με το γεγονός ότι δεν προηγήθηκε κάποια κακή ή εφάμαρτη ζωή και δεν συσσωρεύτηκε «κακό» Κάρμα; Η μετενσάρκωση δέχεται ότι η αθλιότητα της ζωής οφείλεται σε κακές πράξεις τού παρελθόντος. Επομένως η πρώτη εμφάνιση της ζωής, πού δεν ήταν βεβαρημένη από κάποιες τέτοιες κακές πράξεις, θα έπρεπε να είναι καλή. Γιατί άραγε συμβαίνει το αντίθετο;
Ο Χριστιανισμός βέβαια έχει δώσει την απάντηση για το κακό από τη δημιουργία του ανθρώπου μέχρι σήμερα. Και την απάντηση αύτη αποτελεί το προπατορικό αμάρτημα, το όποιο απορρίπτουν οι οπαδοί της μετενσάρκωσης. Γράφουν:
«Το προπατορικό αμάρτημα δεν ικανοποιεί πλέον το νου του σύγχρονου ανθρώπου.» (Απ' το βιβλίο του Γ. Μελέτη, Μετά τον θάνατο, σελ. 132)
Οι μετενσαρκωτές δέχονται μεν πως γεννιόμαστε με τα σπέρματα της κακίας μέσα μας, αδύνατον όμως να δώσουν μιά απάντηση στο γεγονός αυτό και μένουν σε μια στείρα άρνηση.
Και όμως χωρίς το προπατορικό αμάρτημα θα παρέμενε ανεξήγητο όχι μόνον ο άνθρωπος, αλλά και ο ενανθρωπήσας Χριστός και ολόκληρο το έργο της σωτηρίας. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει πως γεννιόμαστε με την κλίση και την ροπή προς το κακό; Πως «έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού» (Γεν. η' 21).
Από που έχει την αρχή της η βαρύτητα του κακού πού μας τραβάει προς αυτό; Πως υπάρχει ο «έτερος νόμος» μέσα μας, πού αντιστρατεύεται «τω νόμω του νοός» και μας αιχμαλωτίζει «τω νόμω της αμαρτίας» (Ρωμ. ζ' 23).
Στα ερωτήματα αυτά δεν υπάρχουν παρά μονάχα δύο απαντήσεις: Ή ο Θεός μας δημιούργησε ελαττωματικούς, η μας έπλασε «καλούς λίαν» και κάτι άσχημο μεσολάβησε πού αλλοίωσε. την πρώτη μας ωραιότητα. Η πρώτη περίπτωση αντιβαίνει στην πανσοφία και αγάπη του Θεού. Η δεύτερη είναι φυσική και παραδεκτή. Ο αυτεξούσιος άνθρωπος έκανε κακή χρήση των θεϊκών δώρων με τα οποία προικίστηκε κατά τη δημιουργία του. Αμάρτησε, αστόχησε δηλαδή στον προορισμό του, αποξενώθηκε από το Θεό και έτσι εισήλθε το κακό και όλος ο θολός χείμαρρός του στην ανθρωπότητα και στην κτίση.
Ηθική κάθαρση, τελειοποίηση της ψυχής
Ακόμη γνωρίζουμε από την ανατολική άποψη της μετενσάρκωσης, ότι κατά την νέα ενσάρκωση της η ψυχή, εξαιτίας της ανήθικης και ζωώδους ζωής της, μπορεί να περιπέσει σε κατώτερο επίπεδο ζωής από το προηγούμενο. Ποια πρόοδος μπορεί να συντελεσθεί τότε, όταν η ψυχή μετενσαρκώνεται και στα ζώα, ακόμη και στα φυτά, από τα όποια ελλείπουν ως γνωστόν και η ηθική κρίση (συνείδηση) και η ελευθερία, πού είναι οι προϋποθέσεις της ηθικής ζωής;
Εξαλλου η έλλειψη της «μνήμης» της προηγούμενης ζωής και των πράξεών της ακυρώνει βασικό κανόνα του δικαίου, το όποιο στη δοξασία της μετενσάρκωσης ταυτίζεται με το Κάρμα (νόμος της ανταπόδοσης). Δεν υπάρχει τιμωρία, όταν δεν υπάρχει η συναίσθηση της παράβασης . Και όταν δεν υπάρχει η συναίσθηση της παράβασης, δεν υπάρχει και η διαπαιδαγώγηση. Έτσι, λοιπόν - ας λάβουμε ένα παράδειγμα - εφόσον δεν υπάρχει η μνήμη της προηγούμενης ζωής, η μετενσάρκωση του Χίτλερ θα υποφέρει για τα τρομερά εγκλήματα πού διέπραξε, χωρίς ωστόσο να έχει κάποια ανάμνηση πού να του φανερώνει τις απεχθείς πράξεις της προηγούμενης ζωής του. Κι αυτό βέβαια δεν τον εμποδίζει να αυξήσει στη νέα του ζωή ακόμη περισσότερο το «κακό» Κάρμα, αντί να τελειοποιηθεί ηθικά και να οδηγηθεί κατά τη νέα μετενσάρκωση σε ένα ανώτερο επίπεδο ζωής.
Ακόμη, σύμφωνα με το σκοπό της μετενσάρκωσης, θα έπρεπε ύστερα από την παρέλευση τόσων χιλιάδων ετών από τη ζωή της ανθρωπότητας να υπάρχει στον κόσμο μας μια σημαντική πρόοδος (εξέλιξη) ηθική και διανοητική σε σύγκριση με το παρελθόν. Πως όμως θα μπορούσε να εξηγηθεί στις μέρες μας το φαινόμενο της αυτοκαταστροφής της ανθρωπότητας (οικολογική καταστροφή, εγκληματικότητα, βία); Πως θα μπορούσε να εξηγηθεί το γεγονός των δύο μεγαλύτερων και καταστρεπτικότερων (παγκοσμίων) πολέμων του αιώνα μας. Είναι άραγε καλύτερη η σημερινή κοινωνία και ο άνθρωπος από παλαιότερα;
Επίσης και η διανοητική πρόοδος, κατά τη δοξασία της μετενσάρκωσης, είναι αποτέλεσμα αγωγής χιλιετηρίδων πού υφίστανται οι ψυχές κατά τις συνεχείς ενσαρκώσεις τους, και όχι συνέπεια του κοινωνικού-φυσικού περιβάλλοντος και της κληρονομικότητας. Πως όμως θα μπορούσε να εξηγηθεί η ύπαρξη υπανάπτυκτων λαών, διανοητικά καθυστερημένων ατόμων, ψυχοπαθών κ.ά.; Τι ανάπτυξη (αγωγή) χιλιετηρίδων αντιπροσωπεύουν και σε τι εξέλιξη υπάγονται; Μήπως οι ψυχές τους προέρχονται από το ζωικό βασίλειο και δε γνώρισαν ακόμη τη διανοητική εξέλιξη;
Οι οπαδοί της μετενσάρκωσης στην προκείμενη ένσταση αμφισβητούν τις επιδράσεις του κοινωνικού - φυσικού περιβάλλοντος, την κληρονομικότητα και κατά συνέπεια την επιστήμη (Ψυχολογία - Ανθρωπολογία - Κοινωνιολογία). Διατυπώνουν το επιχείρημα ότι οι διαφορές στη διανοητική κατάσταση των ανθρώπων δεν προέρχονται από τις αιτίες πού προσδιορίζει η επιστήμη (περιβάλλον, κληρονομικότητα), αλλά από τη διαφορά της «ηλικίας» των ψυχών (παραμονή στον «αόρατο κόσμο»).
Ανάμνηση των προηγούμενων ζωών - ύπνωση
Τα μεγάλα κενά και τα πολλά αναπάντητα ερωτήματα πού γεννά η διδασκαλία της μετενσάρκωσης προσπαθούν οι υποστηρικτές της να τα καλύψουν με τις συνεχείς αναθεωρήσεις, πού όμως τούς οδηγούν σε πολλές αντιφάσεις.
Έτσι, ενώ αρχικά διατύπωναν ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα της «μνήμης» ή της συνειδητότητας των προηγούμενων ζωών, όταν αντελήφθησαν το κενό πού δημιουργήθηκε, αναθεώρησαν την αρχική τους θέση ισχυριζόμενοι ότι:
«... η έλλειψη συνειδητότητας των προηγούμενων ζωών είναι ο κανόνας, αλλά δεν υπάρχουν κανόνες χωρίς εξαιρέσεις. Όπως ορισμένοι διατηρούν τις μνήμες των ονείρων τους όταν ξυπνούν, έτσι υπάρχουν και μερικά άτομα πού θυμούνται ότι έχουν ξαναζήσει. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις η αφύπνιση παλαιοτέρων εντυπώσεων έγινε εντελώς φυσικά.» (Παπύς, Μετενσάρκωση, σελ 149-150)
Ακόμη, ενώ αρχικά διατύπωναν πως:
«... αύτη η απώλεια μνήμης των προηγούμενων ζωών είναι απαραίτητη, για να αποφευχθεί η αυτοκτονία τού ανθρώπου πάνω στη γη... διότι εάν ο άνθρωπος είχε συνείδηση τού τι έπρεπε να εξαγοράσει με τη γήινη ύπαρξη του, κατά τη νέα ενσάρκωση, δε θα ήθελε ούτε καν να ξεκινήσει τη φυσική (γήινη) ζωή θα αυτοκτονούσε αμέσως» (Παπύς, Μετενσάρκωση, σελ 59,78),
στη συνέχεια αντιφάσκουν προβάλλοντας τον ισχυρισμό πως οι αναμνήσεις των προηγούμενων ζωών
«... επιφέρουν θετικά αποτελέσματα, αφού μπορούν να επισημανθούν διάφορα ψυχικά τραύματα πού συνοδεύουν την ύπαρξη από παλαιότερες μετενσαρκώσεις και στη συνέχεια να θεραπευθούν.» (Γουίλλιστον, σελ 34)
Οι αναμνήσεις των προηγούμενων ζωών, σύμφωνα με τούς οπαδούς της μετενσάρκωσης, προέρχονται είτε από «αυθόρμητες αναμνήσεις» διαφόρων ατόμων, είτε από «αναδρομές» σε προηγούμενες ζωές πού γίνονται με τη μέθοδο της ύπνωσης. Οι «αναμνήσεις» αυτές εκλαμβάνονται από τούς οπαδούς ως «ντοκουμέντα» υπέρ της μετενσαρκώσεως και προβάλλονται για να «αποδείξουν» τη δοξασία αύτη. Βέβαια οι «μαρτυρίες» αυτές, δεν στέκουν ως επιχειρήματα και δεν αντέχουν σε καμία επιστημονική κριτική.
Οι λεγόμενες «αυθόρμητες αναμνήσεις», αλλά και οι «αναδρομές» μέσω της ύπνωσης, προϋποθέτουν το ζητούμενο ως δεδομένο, δηλαδή τις αναφέρουν άνθρωποι πού ήδη δέχονται τη δοξασία της μετενσάρκωσης. Αυτές μπορεί να είναι κατασκευασμένες, πρόκειται δηλαδή για συνειδητή απάτη από διαφόρους οπαδούς. Κυρίως όμως πρόκειται για αυταπάτες. Οι τελευταίες οφείλονται σε φανταστικές επινοήσεις τού υποσυνειδήτου, στο οποίο ως γνωστόν αποθηκεύονται (εντυπώνονται σαν σε κασέτα) διάφορες εικόνες και παραστάσεις από δραστηριότητες του παρελθόντος, ιδιαίτερα της παιδικής ηλικίας, ακόμη και από βιβλία πού έχουν διαβαστεί, και πού όταν αναδύονται από αυτό (το υποσυνείδητο) και γίνονται αντικείμενο συνειδητής πια επεξεργασίας (συγκεκριμένα της μνήμης), ερμηνεύονται από άτομα πού ήδη δέχονται τη μετενσάρκωση, ως γεγονότα - αναμνήσεις μιας άλλης, περασμένης ζωής.
Πολλές τέτοιες περιπτώσεις «αυθόρμητων αναμνήσεων» αποδείχθηκαν ύστερα από έρευνα δημιουργίες της φαντασίας των ατόμων πού τις επικαλέστηκαν. Αρκετές όμως από αυτές σχετίζονται άμεσα με τον πνευματισμό (μεντιουμισμό) και γενικά τον αποκρυφισμό και είναι δύσκολο να γίνουν αντικείμενο ερεύνης .Ας εξετάσουμε όμως και την περίπτωση της ύπνωσης. Σύμφωνα με τούς οπαδούς της μετενσάρκωσης:
«... η ύπνωση είναι η πιο άμεση μέθοδος για να επιτύχει κανείς την αναδρομή σε προηγούμενες ζωές του.» (Γουίλιστον, σελ. 33)
«Γιατροί» και «Ψυχολόγοι», μέλη παραθρησκευτικών ομάδων και απλοί άνθρωποι, όλοι οπαδοί της μετενσάρκωσης, επιδίδονται συστηματικά σε αναδρομές προηγούμενων ζωών μέσω της ύπνωσης, με σκοπό
«... την ψυχολογική ανάταση και τη μείωση του άγχους (στρες), πού οφείλεται σε διάφορες τραυματικές εμπειρίες από προηγούμενες ζωές.» (οπ. πρ.)
Οι «υπνωτιστές» υπνωτίζουν και καθοδηγούν τα άλλα άτομα, ώστε να έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, τα όποια ερμηνεύουν πάντα με βάση τη δοξασία της μετενσάρκωσης. Είναι αυτονόητο πως το άτομο πού υπνωτίζεται έχει ζωηρό ενδιαφέρον για τη δοξασία αύτη και είναι πρόθυμο να συνεργασθεί. Αυτό διευκολύνει αφάνταστα τον υπνωτιστή ο όποιος οδηγεί με κατάλληλη μεθόδευση, δυνάμει της υποβολής πού ασκεί, τον υπνωτιζόμενο στην αποκάλυψη δήθεν καταπληκτικών λεπτομερειών από προηγούμενες ζωές. Ας μη λησμονούμε πως η υποβολή - όπως χαρακτηρίζεται η μετάδοση μιας παραστάσεως, μιας επιθυμίας ή θελήσεως από ένα άτομο σ' ένα άλλο, όταν υπάρχει μεταξύ τους αμοιβαιότης και εμπιστοσύνη, του υποβαλλομένου στον υποβάλλοντα - κατά την ύπνωση, μπορεί να φθάσει στην απόλυτη κυριαρχία του υπνωτιστού πάνω στον υπνωτιζόμενο και στη χρησιμοποίηση του δευτέρου ως απλό αντικείμενο στα χέρια του πρώτου.
«H τεχνητή ύπνωση ως ιατρικοψυχολογική μέθοδος, αποσκοπεί στην αποκάλυψη του ασυνειδήτου χώρου του άτομου και στην ανίχνευση των τραυματικών εμπειριών και βιωμάτων του, πού είναι αποτέλεσμα των λεγόμενων "απωθημένων καταστάσεων" οι όποιες εμφωλεύουν μέσα σ' αυτό. Έχει λοιπόν, η τεχνητή ύπνωση, κατά πρώτο λόγο, διαγνωστικό χαρακτήρα, των αίτίων των ψυχικών ανωμαλιών του άτομου, και κατά δεύτερο λόγο θεραπευτικό, ιαματικό και οριστικό προκειμένου περί απλών νευρώσεων, και ανασταλτικών προκειμένου περί ψυχικών παθήσεων.» (Νικολάου Νησιώτη, Ψυχολογία της Θρησκείας, σελ. 49)
Αναμνήσεις από τον «αόρατο κόσμο
Σχετικό προς όσα αναφέρθηκαν για τις αναμνήσεις από τις προηγούμενες ζωές, προκύπτει κι άλλο ένα ερώτημα: Οι ψυχές μετά το θάνατο τού ανθρώπου πηγαίνουν στον «αόρατο κόσμο» πριν από τη νέα ενσάρκωση τους. Εφ' όσον οι μέθοδοι της ύπνωσης, κατά τούς οπαδούς της μετενσάρκωσης, εξασφαλίζουν διηγήσεις προηγούμενων ζωών, γιατί δεν αποκαλύπτουν και αναμνήσεις από τον «αόρατο κόσμο» στον οποίο παραμένουν οι ψυχές για μεγάλο χρονικό διάστημα;
Ό ίδιος ο φιλόσοφος Πλάτων, την διδασκαλία τού όποιου οι οπαδοί της μετενσάρκωσης επικαλούνται για να ενισχύσουν τη δοξασία τους, ομιλεί στα έργα του «Μένων» και «Φαίδων» για την «ανάμνηση», κατά την όποια η ψυχή θυμάται στον επίγειο κόσμο, στη διάρκεια της ενσάρκωσης της, ό,τι είχε δει και ζήσει ευρισκόμενη στον «αόρατο κόσμο» (στο Επέκεινα). Μέχρι πριν μερικά χρόνια οι οπαδοί της μετενσάρκωσης δεν έδιναν απάντηση στο ερώτημα αυτό. Αργότερα προέκυψαν τόσες διαφορετικές περιγραφές του αοράτου κόσμου και της κατάστασης των ψυχών πού βρίσκονται εκεί, όσες και οι οπαδοί της μετενσάρκωσης.
Η αύξηση του πληθυσμού της γης
Μια ακόμη σοβαρή ένσταση κατά της δοξασίας της μετενσάρκωσης, στην όποια οι οπαδοί της αδυνατούν να αντιπαραθέσουν πειστικά και σοβαρά επιχειρήματα, αποτελεί ο πληθυσμός της γης. Με βάση τη διδασκαλία της μετενσάρκωσης ότι οι ψυχές προϋπάρχουν (δε γίνεται δεκτή η διδασκαλία τού χριστιανισμού, και θέση της πλειονότητας των επιστημόνων, για τη δημιουργία -γένεση- της ψυχής «εξ άκρας συλλήψεως» τού εμβρύου, δηλαδή την ταυτόχρονη δημιουργία σώματος και ψυχής κατά την σύλληψη) δεν μπορεί να εξηγηθεί η αυξητική τάση τού πληθυσμού της γης. Εάν δεχθούμε την άποψη της μετενσάρκωσης, ο πληθυσμός της γης δεν θα έπρεπε να αυξάνει. Όμως τα δισεκατομμύρια των ψυχών (ο πληθυσμός της γης) πού υπάρχουν σήμερα, προϋπήρχαν όταν οι άνθρωποι πάνω στη γη ήταν 1.000, 100, 2; Και εάν προϋπήρχαν από πού προήλθαν; Από ποια σώματα, μήπως από τούς δεινόσαυρους;
Παρά ταύτα οι οπαδοί της μετενσάρκωσης δεν πείθονται, ισχυρίζονται ότι ο πληθυσμός της γης δεν αυξάνει και αμφισβητούν τις διάφορες επίσημες και τεκμηριωμένες στατιστικές.
Στην πραγματικότητα - ισχυρίζονται - ο παγκόσμιος πληθυσμός δεν αυξάνει... Τίποτα δεν αποκλείει να ήταν μεγαλύτερος από ό,τι είναι σήμερα. Αν δεχτούμε την ύπαρξη τού αρχαίου πολιτισμού, της Ατλαντίδος, ο οποίος πρέπει να υπήρχε πριν από εκατομμύρια χρόνια, θα πρέπει να πιστέψουμε επίσης και τις πληροφορίες πού μάς έχουν δώσει οι αναδρομές σχετικά με τον πληθυσμό εκείνης της εποχής. Πολλοί πελάτες έχουν αναφέρει (στις αναδρομές μέσω της ύπνωσης) ότι υπήρχε υπερπληθυσμός, πόλεις πού εξαπλώνονταν τόσο πολύ ώστε να συναντιούνται με άλλες πόλεις, μέτρα για τον έλεγχο τού πληθυσμού καθώς και μετανάστευση σε μακρινούς τόπους για να μειωθεί το πρόβλημα τού υπερπληθυσμού στη χώρα. Συχνά έχει αναφερθεί ότι ο πληθυσμός της Ατλαντίδος έφτανε τα δισεκατομμύρια. Αλήθεια πως αποδεικνύεται αυτό επιστημονικά;
«Εξάλλου, τίποτα δεν επιβάλλει οι ζωές των διάφορων ψυχών να περιορίζονται μόνο στο δικό μας πλανήτη. Μερικά άτομα έχουν κάνει αναδρομές σε ζωές πού έζησαν σε άλλους πλανήτες(!) ενώ αρκετοί Ανώτεροι Εαυτοί έχουν δηλώσει ότι όλο το σύμπαν είναι πατρίδα των Ψυχών. Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας τη θεωρία ότι οι Ψυχές ενσαρκώνονται σε κύκλους πού διαρκούν από μία ή δύο γενιές μέχρι εκατοντάδες χρόνια. Επομένως, τώρα μπορεί να βρισκόμαστε σε μια περίοδο με μεγάλο πληθυσμό, ο όποιος όμως να μειωθεί στο μέλλον!» (Γουίλλιστον, σελ,. 286)
Ό αναγνώστης μπορεί να διαπιστώσει πόσο αφελή και παιδαριώδη είναι τα παραπάνω επιχειρήματα, τα όποια δεν αντέχουν σε καμία επιστημονική (αντικειμενική) κριτική. Σήμερα δεν υπάρχει κανείς σοβαρός επιστήμονας πού να δέχεται ότι ο πληθυσμός της γης, από την πρώτη εμφάνιση τού ανθρώπινου γένους στον πλανήτη, δεν έχει υποστεί αύξηση. Ο πληθυσμός της γης, υπολογίζεται από τούς ερευνητές (Έκθεση τού Ο.Η.Ε.), πως το 1.000 μ.Χ. αριθμούσε 254.000.000 ανθρώπους και το 1900 έφτασε τα 4.415.000.000. Το 1994 έφτασε τα 5.300.000.000 και στο τέλος τού αιώνα ο πληθυσμός θα ξεπεράσει τα 6.500.000.000 («Το Βήμα», 27.5.1990, σ. Α2). Όλοι οι ειδικοί μιλούν για την παγκόσμια «δημογραφική ή πληθυσμιακή έκρηξη», την όποια θεωρούν ως το μείζον πρόβλημα τού πλανήτη μας -προσωπικά δε συμφωνώ ότι αποτελεί πρόβλημα. Οι μόνοι πού εξακολουθούν να την αρνούνται είναι οι οπαδοί της μετενσάρκωσης!
Παράξενος «ερμαφροδιτισμός»
Το αδιέξοδο της δοξασίας της μετενσάρκωσης φαίνεται και στο πρόβλημα τού φύλου. Η μετενσάρκωση δέχεται την εναλλαγή των φύλων: Ένας άνδρας στην επόμενη ενσάρκωση μπορεί να πάει σε γυναικείο σώμα, όπως και μια γυναίκα σε ανδρικό.
«Θα συναντήσουμε ευγενικούς χαρακτήρες και στα δύο φύλα, πού κατέχουν ιδιότητες αναπτυγμένες από πριν στο άλλο φύλο, έτσι πού η δύναμη, η σταθερότητα, το θάρρος, πού αποκτήθηκαν προ πάντων από το αρσενικό γένος, είναι ενωμένα με την τρυφερότητα, την αγνότητα, την καρτερία, πού συναντώνται συχνότερα στο θηλυκό γένος» (Μπεσάντ, απ' το βιβλίο τού Γ. Μελέτη, Μετά θάνατο, σ. 157)
Είναι όμως δυνατόν να διατηρήσει η ανθρώπινη προσωπικότητα την ομοιομορφία και ιδιοτυπία της, όταν εναλλάσσονται στο ίδιο πρόσωπο το ανδρικό και το γυναικείο φύλο; Αυτός ο παράξενος «ερμαφροδιτισμός» είναι αφύσικος και απορρίψιμος τόσο από μια ανθρωπολογική και ψυχολογική σκοπιά, όσο και από μια ηθική θεώρηση. Η προσωπικότητα ενός τέτοιου άνθρώπου όχι μόνο διχάζεται, αλλά αλλοιώνεται και παραμορφώνεται.
Είναι δεδομένο από την επιστήμη της ανθρωπολογίας και της ψυχολογίας ότι το κάθε φύλο έχει την ιδιομορφία και φυσιογνωμία του. Για τη διατήρηση αυτής της ιδιαιτερότητας της φυσιογνωμίας, την ασύγχυτη, εργάζεται όλος ο ψυχοσωματικός κόσμος του ανθρώπου. Η εναλλαγή και το μπέρδεμα των φύλων, πού ισχυρίζεται η δοξασία της μετενσάρκωσης ότι μπορεί να συμβεί στις διάφορες ενσαρκώσεις της ψυχής, δεν είναι φυσιολογική, γιατί δημιουργεί ανωμαλίες και ψυχοπαθολογικές καταστάσεις. Οι ίδιοι οι οπαδoί της μετενσάρκωσης αντιλαμβανόμενοι τη δυσκολία της εναλλαγής των φύλων ομολογούν ότι:
«... η ψυχή δυσκολεύεται να υιοθετήσει αμέσως την ανδρική ή γυναικεία ψυχοσύνθεση(!)» (όπ. πρ.)
Οι αρρενωπές γυναίκες (ανδρογυναίκες, όπως τις αποκαλεί ο λαός) και οι θηλυπρεπείς άνδρες δεν ερμηνεύονται με τη μετενσάρκωση, όσο κι αν το επιθυμούν οι οπαδοί της. Σύμφωνα με τη θεωρία τους, πού έχει γενική ισχύ, οι παραπάνω υπάρξεις θα έπρεπε να αποτελούν τον κανόνα κι όχι την εξαίρεση. Δεν θα είχαμε δηλαδή μεμονωμένες περιπτώσεις, άλλά γενικό φαινόμενο. 'Όλοι σχεδόν δηλαδή οι άνδρες θα έπρεπε να είναι θηλυπρεπείς κι όλες οι γυναίκες αρρενωπές, αφού όλοι ανεξαιρέτως έχουν μια ανάλογη προϊστορία και οι ψυχές προϋπάρχουν εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Δυστυχώς οι οπαδοί της μετενσάρκωσης σ' ένα καθαρά ψυχοπαθολογικό πρόβλημα, στο όποιο κύριο λόγο έχει η ιατρική και η ψυχολογία, αυτοί δίνουν φανταστικό και μυθολογικό χαρακτήρα.
Το πρόβλημα της σύντομης ζωής
Μια μοναδική γήινη ζωή - λέγουν οι οπαδοί της μετενσάρκωσης, παραμένει συχνά χωρίς αποτελέσματα. Κάποιες ανθρώπινες υπάρξεις κατορθώνουν να ζήσουν τα εβδομήντα χρόνια της γήινης ζωής τους και αποκομίζουν κάποιες εμπειρίες. Αλλά καθώς γνωρίζουμε χιλιάδες παιδιά πεθαίνουν ύστερα από μερικά χρόνια η ακόμη και μερικές ώρες ζωής. Στην περίπτωση αύτη ποιο όφελος θα αποκομίσει η αθάνατη ψυχή από μερικές μόνο ώρες, φυσικής υπάρξεως; (Κούπερ, «Η μετενσάρκωση, μία έλπίδα για τον κόσμο», από το βιβλίο του Γ. Μελέτη, «Μετά το θάνατο», σελ. 136).
Οι οπαδοί της μετενσάρκωσης προβάλουν τη σύντομη ζωή ως επιχείρημα υπέρ της δοξασίας αυτής, ισχυριζόμενοι ότι η ψυχή πρέπει να επανασαρκωθεί, αφού δεν αποκόμισε κανένα όφελος. Το «επιχείρημα» αυτό όμως στρέφεται εναντίον τους. Αν μία τέτοια σύντομη ζωή δεν έχει κανένα όφελος και νόημα, γιατί η ψυχή έκανε τον κόπο να ξανασαρκωθεί για λίγες μέρες ή και ώρες, αφού δεν πρόκειται να κερδίσει τίποτε; Αφού σύμφωνα με τη δοξασία της μετενσάρκωσης κάθε νέα γέννηση έχει σαν σκοπό την πρόοδο και τη τελείωση του ανθρώπου, πως δικαιολογείται η σύντομη ζωή ενός ανθρώπου; Ερωτήματα αναπάντητα από τούς οπαδούς της μετενσάρκωσης.
Βέβαια κατά τη χριστιανική θεώρηση, όσο σύντομη κι αν είναι η ζωή, έχει ένα νόημα κι ένα σκοπό να επιτελέσει στο σχέδιο τού Θεού. Για τη μετενσάρκωση όμως, αν θέλει να είναι συνεπής στις αρχές της, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα, αφού δεν συνοδεύεται από την αναμενόμενη πρόοδο και βελτίωση της προηγούμενης ζωής.
Το μητρικό φίλτρο και τα ένστικτα
Εκεί πού η αυθαιρεσία των οπαδών της μετενσάρκωσης γίνεται παραμύθι είναι όταν θέλουν να ερμηνεύσουν το μητρικό φίλτρο και τα ένστικτα. Η μητρική αγάπη και στοργή είναι έμφυτη και βαθιά ριζωμένη στη γυναικεία φύση. Σ' αυτό το μητρικό ένστικτο οι μετενσαρκωτές δίνουν τη δική τους «λογική» ερμηνεία:
«Το μητρικό ένστικτο, είναι κάτι το πολύ συνηθισμένο στα μικρά κορίτσια, αλλά το συναντά κανείς κάποτε και στα αγόρια. Έχουμε όμως σκεφτεί ποτέ ότι ένα μικρό κορίτσι πού παίζει με την κούκλα του, μπορεί να θυμάται αόριστα τις προηγούμενες ζωές της κατά τις όποιες είχε κρατήσει στην αγκαλιά του αληθινά παιδιά;» (Απ' το βιβλίο του Γ. Μελέτη «Μετά τον θάνατο», σελ. 162)
Το μητρικό φίλτρο ως έμφυτο στο θήλυ δεν ερμηνεύεται, απλά διαπιστώνεται. Αν θελήσει κανείς να το ερμηνεύσει με δικές του «λογικές» κατηγορίες και υποθέσεις θα φτάσει να δημιουργήσει ένα παραμύθι, σαν κι αυτό των οπαδών της μετενσάρκωσης.
Αξίζει όμως να επισημάνουμε και κάτι άλλο στην παραπάνω «ερμηνεία» τού μητρικού ενστίκτου. Είναι δυνατόν, ισχυρίζονται, το μητρικό ένστικτο να το συναντήσει κανείς και σε αγόρια. Και το αναφέρουν αυτό για να δικαιολογήσουν την θεωρία τους, πως ένα αγόρι μπορεί στην προηγούμενη ζωή του να υπήρξε κορίτσι. Άρα αν το αγόρι κρατήσει καμιά φορά κούκλα στην αγκαλιά του παίζοντας, αυτό σημαίνει ότι σε προηγούμενη ζωή του είχε κρατήσει, ως γυναίκα, στην αγκαλιά του αληθινά παιδιά.
Αλλά, αν αυτό δεν ξεπερνάει κάθε όριο αυθαιρεσίας και δεν είναι κατάφωρη παραβίαση και των πιο στοιχειωδών κανόνων της ψυχολογίας και της βιολογίας, τότε τι είναι;
Βέβαια, οι οπαδοί της μετενσάρκωσης δεν γνωρίζουν από όρια αυθαιρεσίας, δε γνωρίζουν από ψυχολογία ούτε από βιολογία, και συνεχίζουν:
«... όλα τα ένστικτα και οι έμφυτες τάσεις εξηγούνται λογικά με τη μετενσάρκωση. Γιατί άραγε ένα κλωσσόπουλο μόλις βγει από το αυγό του τρέχει γρήγορα να κρυφτεί, όταν η σκιά ενός γερακιού σκοτεινιάζει το έδαφος; Λέμε: είναι το ένστικτο του. Αλλά με το να κατονομάσουμε ένα πράγμα, δεν το έχουμε ερμηνεύσει συγχρόνως. Αν όμως στο ένστικτο του πουλιού δούμε το αποτέλεσμα μιας αναμνήσεως από προηγούμενες ζωές, πού συνδέεται με πολλούς άλλους θανάτους εξ αιτίας γερακιών, τότε θα έχουμε δώσει σ' αυτό μια λογική ερμηνεία(!)» (όπ. προσελ. 162)
Δηλαδή, το πουλί μόλις βγει από το αυγό θυμάται οπό την προσωπική του τραγική εμπειρία, βάσει τού ενστίκτου του, πως μόλις δει γεράκι πρέπει να προφυλαχθεί, γιατί διαφορετικά κινδυνεύει να καταβροχθισθεί από αυτό, κάτι πού συνέβη πολλές φορές στο παρελθόν (προηγούμενες ζωές του).
Εμείς ρωτάμε: τα πουλιά πού δεν είχαν μια τέτοια τραγική εμπειρία (δεν μπορεί όλα τα πουλιά να καταβροχθίζονται από γεράκια ή οτιδήποτε άλλο), διαθέτουν το ένστικτο της αυτοπροφυλάξεως σε οποιοδήποτε κίνδυνο; Σύμφωνα με τη θεωρία των οπαδών της μετενσάρκωσης, τα πουλιά αυτά κανονικά δεν θα έπρεπε να το διαθέτουν, αφού δεν είχαν προηγούμενη εμπειρία. Αλλά αύτη η θέση είναι εντελώς αντίθετη με τούς νόμους τού φυσικού κόσμου πού θέλει τα ζώα και τα πτηνά να διαθέτουν απ' την πρώτη κιόλας στιγμή της υπάρξεως τους το ένστικτο της αυτοπροφύλαξης και αυτοσυντήρησης τους. Αν η παραπάνω θεωρία των οπαδών της μετενσάρκωσης λέγεται «λογική ερμηνεία», τότε ποιος είναι ο παραλογισμός.
(Πηγή: απόσπασμα από το βιβλίο «ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΛΑΝΗ Ασυμβίβαστη με το Χριστιανισμό», Ευάγγελου Γ. Καρακοβούνη Θεολόγου, Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Έκδοσις Α΄, Αθήνα, 1996, Φιλούμενος )
Καινή Διαθήκη και Μετενσάρκωση
Η θέση της Καινής Διαθήκης έναντι της Μετενσάρκωσης
α) Η εν Χριστώ ελπίδα
Αν πάρουμε σαν βάση, πως η σύνδεση της ψυχής με το σώμα αξιολογείται αρνητικά, πρέπει να απορρίψουμε ολόκληρο το έργο του Χριστού.
Οι χριστιανοί πιστεύουν πως στο πρόσωπο του Χριστού ενώθηκε ο άνθρωπος με το Θεό. Αυτή η ένωση στο ένα και μοναδικό πρόσωπο του Χριστού αποτελεί σωτηρία για την ανθρωπότητα· σωτηρία, όχι πτώση!
Ο Χριστός ενίκησε το θάνατο, όχι με την έννοια της εκμηδένισης του σώματος ή της "απελευθέρωσης", αλλά με την έννοια της ανάστασης του σώματος. Όχι με την έννοια του τελικού χωρισμού ή της "απαλλαγής" από το σώμα, αλλά με την έννοια της αφθαρσίας και της αθανασίας του σώματος.
Η δική μας ελπίδα είναι η ανάσταση του σώματος κατά την παρουσία του Κυρίου και η ολοκλήρωση του ανθρώπου με την επανένωση της ψυχής με το σώμα, σε κατάσταση αφθαρσίας και αθανασίας. Ο Χριστός ανελήφθη με το άφθαρτο σώμα Του και το οδήγησε μέχρι το ύψος της δόξης του Θεού. Έτσι έδειξε και σε μάς πως η πορεία μας δεν είναι από τον ουρανό στη γη, αλλά από τη γη στην ουράνια δόξα.
Ο Χριστός βεβαίωσε: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή» (Ιωάν. ια' 25). Αν η διδαχή του Χριστού περιελάμβανε τη δοξασία της μετενσάρκωσης δε θα μπορούσε ποτέ ο Χριστός να πει αυτό το λόγο. Όπως ορθά παρατηρεί ο J. Aagard, θα έλεγε: «Είμαι ο αιώνιος Εαυτός και η τελική απελευθέρωση»! (Areopagus3/1989, σ. 23).
Η ανάσταση είναι το θεμέλιο της πίστης μας, και ο χριστιανός δεν μπορεί να το αγνοήσει αυτό. Σ' αυτή στηρίζεται ολόκληρη η ελπίδα μας. Η προσμονή των πιστών είναι η ανάσταση· όχι η εξουδετέρωση του σώματος και η επιστροφή της ψυχής στην "άμορφη Ουσία". Ο απόστολος Παύλος ταυτίζει τη χριστιανική ελπίδα με την ανάσταση και την αφθαρσία του σώματος:
«Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών· έτι εστέ εν ταις αμαρτίαις υμών.» (Α' Κορ. ιε' 17)
Στόχος του χριστιανού είναι η κατάργηση του "έσχατου εχθρού", του θανάτου, δηλαδή η ανάσταση των σωμάτων (Α' Κορ. ιε' 26).
«Ει νεκροί ουκ εγείρονται, φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν. Μη πλανάσθε...» (Α' Κορ. 22-23)
Η ελπίδα του χριστιανού αποτελεί μυστήριο· η σωτηρία του ταυτίζεται με το μεγάλο μυστήριο της ενανθρώπησης του Θεού (Α' Τιμ. γ' 16). Ο απόστολος Παύλος διασαφηνίζει:
«Ιδού μυστήριον υμίν λέγω πάντες μεν ου κοιμηθησόμεθα, πάντες δε αλλαγησόμεθα, εν ατόμω, εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγι σαλπίσει γαρ, και νεκροί εγερθήσονται άφθαρτοι, και ημείς αλλαγησόμεθα. Δει γαρ το φθαρτόν τούτο ενδύσασθαι αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδύσασθαι αθανασίαν, τότε γενήσεται ο Λόγος ο γεγραμμένος κατεπόθη ο θάνατος εις νίκος πού σου, θάνατε, το κέντρον; Πού σου, Άδη, το νίκος;» (Α' Κορ. ιε' 51-55)
Το μήνυμα αυτό δεν ήταν δυνατό να το δεχθούν οι άνθρωποι που ήσαν επηρεασμένοι από τη φιλοσοφία της εποχής, ιδιαίτερα οι Έλληνες. Έτσι κατανοούμε τις δυσκολίες του αποστόλου Παύλου στην Αθήνα. Μεταξύ των ακροατών του υπήρχαν και επικούρειοι και στωϊκοί φιλόσοφοι, που ήθελαν να ακούσουν τι είχε να πει «ο σπερμολόγος ούτος». Ο απόστολος κατηγορήθηκε ως «ξένων δαιμονίων καταγγελεύς», επειδή «τον Ιησούν και την ανάστασιν ευηγγελίζετο αυτοίς» (Πράξ. ιζ' 31-33).
Αυτοί άκουσαν την ομιλία του αποστόλου στον Άρειο Πάγο, η οποία κατέληξε με τη διακήρυξη της ανάστασης του Χριστού. Η αντίδραση των ακροατών περιγράφεται με τα λόγια:
«... ακούσαντες δε ανάστασιν νεκρών οι μεν εχλεύαζον, οι δε είπον ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου. Και ούτως ο Παύλος εξήλθεν εκ μέσου αυτών» (Πράξ. ιζ' 31-33)
Η πίστη στην ανάσταση αποκλείει τη δοξασία της μετενσάρκωσης βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση. Η "αλλαγή", η είσοδός μας στη ζωή της αφθαρσίας και της αθανασίας δεν περνάει μέσα από διαδοχικές γεννήσεις και θανάτους, αλλά συντελείται «σε μια στιγμή, σε μια ματιά, κατά την τελευταία σάλπιγγα»! (Α' Κορ. ιε' 51).
Για τον πιστό η ανάσταση είναι ήδη από αυτή τη ζωή πραγματικότητα, γιατί στη θεία ευχαριστία μετέχει αυτού του ανεστημένου και άφθαρτου σώματος του Χριστού. Στη θεία ευχαριστία ο πιστός ενώνεται με τον αναστάντα Κύριο. Αν αφαιρέσουμε αυτή την ελπίδα, αν την αντικαταστήσουμε με την πίστη στην μετενσάρκωση, η όλη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας χάνει το νόημά της.
Ο ίδιος ο Χριστός βεβαιώνει:
«Αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς. Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον, και εγώ αναστήσω αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα.» (Ιωάν. στ' 53-54)
Φυσικά ο Χριστός δεν μιλούσε εδώ για νεκρές σάρκες, αλλά για το αναστημένο και αφθαρτοποιημένο Σώμα Του, που ήταν ενωμένο με το Πνεύμα.
«Το πνεύμα εστί το ζωοποιούν, η σαρξ ουκ ωφελεί ουδέν τα ρήματα α εγώ λαλώ υμίν, πνεύμα εστί και ζωή εστίν» , υπογραμμίζει ο Κύριος (Ιω. στ' 63).
Αυτού του αναστημένου Σώματος του Κυρίου αποτελεί κοινωνία η θεία ευχαριστία (πρβλ. Α' Κορ. Γ 16-21). Αν απορρίψουμε την ελπίδα της ανάστασης και εγκολπωθούμε τις δοξασίες του κάρμα και της μετενσάρκωσης, ακυρώνουμε το νόημα της λατρευτικής μας ζωής, που κορυφώνεται στη θεία ευχαριστία.
Οι ομάδες που δέχονται τις δοξασίες του κάρμα και της μετενσάρκωσης υποστηρίζουν πως η τύχη του ανθρώπου κρίνεται σε κάθε ζωή. Κάθε ζωή, υστέρα από μία νέα γέννηση, προσδιορίζεται, λένε, ανάλογα με το κάρμα από προηγούμενες ζωές. Αυτό είναι αντίθετο με τη χριστιανική πίστη. Οι χριστιανοί πιστεύουν πως ο άνθρωπος δεν υφίσταται τις συνέπειες των πράξεων του, με το να ενσαρκωθεί και πάλι ανάλογα μ' αυτές, αλλά τις υφίσταται κατά την τελική κρίση μπροστά στο βήμα του Χριστού. Αυτό βεβαιώνει ο απόστολος Παύλος:
«Θαρρούμεν δε και ευδοκούμεν μάλλον εκδημήσαι εκ του σώματος και ενδημήσαι προς τον Κύριον. Διο και φιλοτιμούμεθα, είτε ενδημούντες είτε εκδημούντες, ευάρεστοι αυτώ είναι. Τους γαρ πάντας ημάς φανερωθήναι δει έμπροσθεν του βήματος του Χριστού, ίνα κομίσηται έκαστος προς α έπραξεν, είτε αγαθόν είτε κακόν.» (Β' Κορ. ε' 8-10)
Όχι στα πλαίσια αναρίθμητων μετενσαρκώσεων, αλλά σε ένα συγκεκριμένο χρόνο, μπροστά στο βήμα του Χριστού, θα λάβουμε αυτό που αρμόζει στον καθένα· όταν αναστηθεί το σώμα μας, με το όποιο πράξαμε αυτά που πράξαμε. Τότε θα λογοδοτήσει ο άνθρωπος ως ολότητα, όχι μόνο σαν ψυχή!
Ο άνθρωπος δεν πεθαίνει σωματικά πολλές φορές, ούτε ενσαρκώνεται κάθε φορά σε άλλο σώμα. Ο απόστολος Παύλος υπογραμμίζει ακριβώς το αντίθετο:
«... καθ' όσον απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις.» (Εβρ. θ' 27)
Δεν πεθαίνει ο άνθρωπος πολλές φορές, αλλά μόνο μία. Και μετά από αυτό το θάνατο, τον αναμένει η κρίση·όχι αλλεπάλληλες κρίσεις, αλλά μία! Αυτό το "άπαξ αποθανείν" και η μία κρίση, αποκλείουν τη διδαχή του κάρμα και της μετενσάρκωσης.
Όλα αυτά αποδεικνύουν πως η δοξασία της μετενσάρκωσης ακυρώνει την εν Χριστώ ελπίδα, που αποβλέπει στην ανάσταση και την αφθαρσία του σώματος, όχι στην εξουδετέρωση του (αναλυτικά για την έννοια της εν Χριστώ σωτηρίας βλ. βιβλία μας "Η Ορθόδοξη Εκκλησία. Πίστη-Λατρεία-Ζωή", Πρέβεζα 1991 και "Αυτογνωσία, Αυτοεξέλιξη, Σωτηρία", Πρέβεζα 1991).
β) "Ευαγγέλιο" του όφεως
Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο "κατ' εικόνα Του" και με προορισμό το "καθ' ομοίωσιν". Όμως αυτό θα γινόταν όταν ο άνθρωπος ακολουθούσε το δρόμο που προσδιόρισε ο Θεός, όχι με τη δική του συνταγή, ή με τη συνταγή του "όφεως", που παρέσυρε τον άνθρωπο στο δρόμο της αυτονομίας και της αυτοσωτηρίας.
Οι οπαδοί της μετενσάρκωσης ακολουθούν αυτό το "ευαγγέλιο" του όφεως, γιατί υπερτονίζουν και απολυτοποιούν την αξία των έργων του ανθρώπου, κηρύττοντας την "αυτοεξέλιξη" και την "αυτοσωτηρία". Οι πράξεις του ανθρώπου είναι εκείνες που προσδιορίζουν το μέλλον του και την επίτευξη της επιθυμητής "απελευθέρωσης". Βέβαια στη χριστιανική πίστη ο όρος αυτός με την έννοια που του δίδουν οι ομάδες που πρεσβεύουν τη μετενσάρκωση, απορρίπτεται. Ο χριστιανός δεν επιδιώκει την "απελευθέρωση" από τη ζωή μέσα στο σώμα, αλλά την ελευθερία από την αμαρτία και από το θάνατο . Αυτή η ελευθερία, που ταυτίζεται με τη σωτηρία μας, δεν αποκτάται με ανθρώπινες προσπάθειες, αλλά είναι δώρο του Θεού.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει αμαρτήσει, λέγει ο απόστολος Ιωάννης:
«... εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ εστίν εν ημίν.» (Α' Ιω. α' 8)
Κανένας δεν μπορεί μόνος του να απαλλαγεί από την αμαρτία, και να εισέλθει στην «ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού» (Ρωμ. η' 21). Αυτό που έχει να κάνει ο άνθρωπος, είναι να αναγνωρίσει και να ομολογήσει την αποτυχία του. Μόνο τότε ο Χριστός μάς συγχωρεί τις αμαρτίες και μάς καθαρίζει «από πάσης αδικίας» (Α' Ιωάν. α' 9). Οι πράξεις του ανθρώπου δεν έχουν εξιλεωτικό χαρακτήρα. Αποτελούν έκφραση της βούλησης του ανθρώπου, έμπρακτη μετάνοια και στροφή προς την αγάπη του Θεού. Η ταύτιση του θελήματος του ανθρώπου με το θέλημα του Θεού αποτελεί απόδειξη πως ο άνθρωπος επιθυμεί να δεχθεί την αγάπη του Θεού και να ανταποκριθεί σ' αυτήν με τη δική του αγάπη. Αυτό που ακολουθεί είναι καρπός της αγάπης του Θεού, όχι αποτέλεσμα της ανθρώπινης προσπάθειας. Η επιλογή του ανθρώπου να εκτελέσει το θέλημα του Θεού, όπως διατυπώνεται στο νόμο του Θεού, δεν έχει εξιλεωτικό χαρακτήρα, γιατί καμία "σάρκα" δεν δικαιώνεται με τα έργα του νόμου (Ρωμ. γ' 20). Η δικαίωση είναι καρπός της πίστης και της εμπιστοσύνηςσ' Εκείνον, από τον όποιον προέρχεται η δικαίωση (Ρωμ. γ' 28. Γαλ. β' 16), είναι δηλαδή δώρο του Θεού (Εφεσ. β' 9).
Αυτό λοιπόν που οδηγεί στην ελευθερία από την αμαρτία δεν είναι η προσπάθεια του ανθρώπου, αλλά η αγάπη του Θεού. Μόνο που ο άνθρωπος πρέπει να ομολογήσει την αποτυχία του και την ολοκληρωτική αδυναμία του να ελευθερωθεί από τα δεσμά της αμαρτίας και του θανάτου. Ακριβώς το αντίθετο κηρύττουν οι οπαδοί της μετενσάρκωσης. Η βοήθεια δεν αναμένεται από κάποιο θεό έξω από τον άνθρωπο, αλλά από τον ίδιο τον άνθρωπο. Αυτό ήταν εκείνο που συνέστησε και ο αρχαίος όφις στους πρωτόπλαστους:
«Θα γίνετε θεοί, όχι με τον τρόπο που σας υπέδειξε ο Θεός, αλλά μόνοι σας· ορθώνοντας το δικό σας θέλημα εναντίον του θελήματος του Θεού!»
γ) Μνήμη - παιδαγωγία
Η Καινή Διαθήκη διδάσκει πως οι ψυχές ενθυμούνται εκείνα που διέπραξαν σ' αυτή τη ζωή, όταν ήταν συνδεδεμένες με το σώμα (Λουκ. στ' 19-31). Αν εκλάβουμε στα σοβαρά το δόγμα της μετενσάρκωσης, θα έπρεπε να συμβαίνει και το αντίθετο. Ο άνθρωπος θα έπρεπε να θυμάται τις πράξεις που διέπραξε σε προηγούμενη ζωή η ψυχή μαζί με το σώμα. Γι' αυτές ακριβώς τις πράξεις τιμωρείται τώρα, μάς λέγουν οι οπαδοί του κάρμα και της μετενσάρκωσης!
Όμως οι άνθρωποι που υποφέρουν σ' αυτή τη ζωή δεν θυμούνται κάποια άλλη, προηγούμενη ζωή, ούτε κάποιες πράξεις τους, που τους ανάγκασαν δήθεν να ξανάρθουν στη ζωή, για να ξεπληρώνουν το "κάρμα " τους. Τα διάφορα αποκρυφιστικά "πειράματα" με τις ονομαζόμενες "αναδρομές" που προβάλλουν οι αποκρυφιστές, δεν αποτελούν απάντηση στο ερώτημά μας, γιατί κινούνται σε "θρησκευτικό χώρο", αντίθετο με τη χριστιανική πίστη. Επομένως έχουν μόνο θρησκευτική αξία και ισχύουν μόνο για όσους εγκολπωθούν τον αποκρυφισμό και δεχθούν τα πνευματιστικά και άλλα πειράματα. Ο χριστιανός γνωρίζει πως τα "φαινόμενα" που συνοδεύουν τις αποκρυφιστικές πρακτικές δεν προέρχονται από το πνεύμα της αληθείας, αλλά από το πνεύμα της πλάνης.
Στην αγία Γραφή οι ψυχές θυμούνται όσα διέπραξαν με το σώμα. Αν δεν μπορεί να γίνει το αντίθετο, αν δηλαδή, ο άνθρωπος, με σώμα και ψυχή, δεν θυμάται όσα η ψυχή διέπραξε χωρίς το σώμα, τότε πρέπει να συμπεράνουμε πως το σώμα είναι ανώτερο από την ψυχή, αφού, όπως μάς λέει η Γραφή, η ψυχή θυμάται τις πράξεις του σώματος, ενώ, αν παραδεχθούμε τη διδαχή του κάρμα, δεν θυμάται τις πράξεις που διέπραξε μόνη, πριν από την ενσάρκωσή της και για τις οποίες τιμωρήθηκε με την ένωση με το σώμα. Και εδώ αποδεικνύεται ανυπόστατη Γραφικά η δοξασία του κάρμα και της μετενσάρκωσης.
Αλλά, όπως αναφέραμε, η έλλειψη της "μνήμης" ακυρώνει βασικό κανόνα του δικαίου. Δεν υπάρχει τιμωρία εκεί που δεν υπάρχει η συναίσθηση της παράβασης. Και εκεί που δεν υπάρχει η "μνήμη" της παράβασης, δεν υπάρχει και διαπαιδαγώγηση. Για να δεχθούμε τη δοξασία του κάρμα και ταυτόχρονα τη δικαιοσύνη του Θεού, έπρεπε να θυμόμαστε την αιτία της καταδίκης μας. Χωρίς απαγγελία του κατηγορητηρίου, δεν υπάρχει καταδίκη. Έκτος εάν καταλύσουμε την έννοια της δικαιοσύνης.
Αλλά ας πούμε πως δεν έχει σημασία το αν θυμάται κανείς η όχι την αιτία της τιμωρίας του, και πως οι ψυχές σαρκώνονται για να διαπαιδαγωγηθούν σ' αυτή τη ζωή. Αν αυτό είναι ορθό, τότε πρέπει αυτή η ζωή να σημαίνει για τον άνθρωπο παιδαγωγία σε κάθε περίπτωση. Όμως πολλές φορές βλέπουμε ακριβώς το αντίθετο. Σ' αυτή τη ζωή πολλοί άνθρωποι, όχι μόνο δεν παιδαγωγούνται, αλλά αμαρτάνουν ρέπουν περισσότερο προς το κακό και όχι προς το καλό. Η άποψη πως οι ψυχές δεν παιδαγωγούνται οπωσδήποτε με διαδοχικές ζωές σε νέα σώματα αποτελεί θεμέλιο για τη δοξασία πολλών ομάδων, που πρεσβεύουν την μετενσάρκωση και κηρύττουν πως αν κανείς δεν προσέξει στη ζωή του, ιδιαίτερα στις σκέψεις και στις επιθυμίες του, υπάρχει κίνδυνος να "πέσει" σε κατώτερο εξελικτικό επίπεδο να ξαναγεννηθεί ως ζώο ή και ως έντομο! Μια τέτοια ομάδα είναι λόγου χάρη οι "Χάρε Κρίσνα".
Η αντίληψη πως οι ψυχές "αμάρτησαν" και τιμωρήθηκαν με "φυλάκιση" σ' αυτή τη βιολογική ζωή δεν είναι χριστιανική. Η αγία Γραφή βεβαιώνει πως η ψυχή αμαρτάνει όσο μένει ενωμένη με το σώμα, δηλαδή στη διάρκεια της βιολογικής ζωής του ανθρώπου. Αντίθετα, όταν η ψυχή χωρισθεί από το σώμα, δεν αμαρτάνει, γιατί δεν υπάρχει το όργανο της αμαρτίας, το σώμα «ο γαρ αποθανών δεδικαίωται από της αμαρτίας» , λέγει ο απόστολος (Ρωμ. στ' 7).
Η έλλειψη λοιπόν της "μνήμης" και το γεγονός ότι αυτή η ζωή δεν σημαίνει αναγκαστικά παιδαγωγία, αποκλείουν τις δοξασίες του κάρμα και της μετενσάρκωσης και τις αποδεικνύουν αντίθετες με τη διδασκαλία της Καινής Διαθήκης.
δ) Το άλλο ήθος
Αυτός που πιστεύει στην ανάσταση ως δώρο του Θεού Πατέρα, δέχεται με ευγνωμοσύνη τις ευλογίες του Θεού και αναζητάει Εκείνον που αποτελεί την πηγή των ευλογιών αυτών. Γι' αυτόν η ζωή έχει βαθύτερο νόημα, που ξεπερνάει τα όρια αυτής της βιολογικής ύπαρξης.
Αλλά για τον άνθρωπο που πιστεύει στη μετενσάρκωση, δεν υπάρχει ελπίδα έξω από τον εαυτό του. Όλες τις ευλογίες τις αποδίδει στον εαυτό του και δεν αναζητάει κανένα θεό έξω από τον ίδιο τον εαυτό του. Είναι βυθισμένος σε τρομακτική μοναξιά, γιατί πιστεύει πως δεν οφείλει σε κανένα τίποτε. Επομένως το συναίσθημα της ευγνωμοσύνης, η ευχαριστία, είναι καταστάσεις ξένες γι' αυτόν.
Όμως το αίσθημα της ευγνωμοσύνης και η ευχαριστία αποτελεί κεντρικό στοιχείο στο φρόνημα που προβάλλεται στην Καινή Διαθήκη:
«Ευχαριστώ τω Θεώ μου πάντοτε περί υμών επί τη χάριτι του Θεού, τη δοθείση υμίν εν Χριστώ Ιησού» (Α' Κορ. α' 4), υπογραμμίζει ο απόστολος Παύλος.
Σε άλλο σημείο αναφέρει:
«Διά τούτο και ημείς ευχαριστούμεν τω Θεώ αδιαλείπτως, ότι παραλαβόντες λόγον ακοής παρ' ημών του Θεού εδέξασθε ου λόγον ανθρώπων, αλλά καθώς εστιν αληθώς, λόγον Θεού, ος και ενεργείται εν υμίν τοις πιστεύουσιν.» (Α' Θεσ. β' 13)
Ο άνθρωπος είναι από τη φύση του "κατ' εικόνα" του Τριαδικού Θεού και, επομένως, κοινωνία προσώπων. Γι' αυτό και από τη φύση του, ενστικτωδώς, αισθάνεται πως κάτι χρωστάει στους άλλους. Γι' αυτό και διψάει για κοινωνία αγάπης με τους άλλους. Και αν αυτό δεν επιδιώκεται ή δεν επιτυγχάνεται, ο άνθρωπος νοιώθει εσωτερικό κενό. Έτσι η διδαχή της μετενσάρκωσης που χαρακτηρίζει συνήθως τη στροφή προς τον άλλο "προσκόλληση", αντιτίθεται στην ίδια τη φύση του ανθρώπου και στη βασική αίσθηση ευγνωμοσύνης. Το ήθος λοιπόν που διαμορφώνεται με τη διδαχή του κάρμα και της μετενσάρκωσης αποδεικνύεται ανήθικο και καταστροφικό για την κοινωνία.
Όταν κανείς ευτυχεί, νοιώθει υπερβολική αυτοικανοποίηση και αυτοσιγουριά, αφού το παν οφείλεται στις δικές του πράξεις, έστω σε προηγούμενη ζωή. Αντίθετα, όταν υποφέρει, οδηγείται σε παθητική αποδοχή της δυστυχίας του.
Ανάλογα με τη στάση που θα πάρει ο άνθρωπος στη μετενσάρκωση ή στην ανάσταση, προσδιορίζεται και ο τρόπος της ζωής του. Η πίστη στην ανάσταση προσδιορίζει μια άλλη συμπεριφορά απέναντι στη ζωή, διαφορετική από τη συμπεριφορά του ανθρώπου που πιστεύει στα δόγματα του κάρμα και της μετενσάρκωσης.
Δεν θέλει να αναζητήσει λύση στο πρόβλημά του, αλλά πρέπει να παραδοθεί στη "μοίρα" του . Ούτε μπορεί να ελπίσει στην παρουσία και στην βοήθεια ενός Θεού, γιατί έξω από τον εαυτό του δεν παραδέχεται κανένα άλλο διαμορφωτή της "μοίρας" του.
Ακόμη και αν δεχθεί κανείς το λεγόμενο "νόμο της χάριτος" που διακηρύττει ο Κέϋση, μένει και πάλι μόνος του, με τις δικές του ατομικές προσπάθειες:
«Ο νόμος της χάριτος είναι μια διαρκώς διαθέσιμη εναλλακτική λύση για την ψυχή - η εκπλήρωση συσσωρευμένων χρεών, με ανιδιοτελή αφοσίωση στην ευημερία των άλλων που είναι λιγώτερο τυχεροί από αυτή...» (Λάνγκλεϋ, σ. 45-46)
Εδώ δεν πρόκειται για το δώρο του Θεού, που είναι αποτέλεσμα της θείας βουλήσεως, αλλά για καρπό μηχανιστικής διαδικασίας του ίδιου του ανθρώπου, που δεν μπορεί να δημιουργήσει μέσα του το συναίσθημα της ευγνωμοσύνης. Αλλά η ευγνωμοσύνη που νοιώθει ο πιστός, αναζητάει αντικείμενο για να εκφρασθεί. Ο πιστός γνωρίζει από ποιόν μπορεί να περιμένει ανακούφιση και νόημα στη ζωή του, ακόμη κι αν η ζωή του, εξωτερικά, φαίνεται να μην έχει νόημα. Πιστεύει πως ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει ποτέ και βρίσκεται σε κάθε τι που μας αφορά, ακόμη κι αν νομίζουμε πως βρισκόμαστε μπροστά σε αδιέξοδα.
Για τον πιστό υπάρχει βέβαια το κακό, η αμαρτία και ο θάνατος. Αλλά ο συνειδητός χριστιανός πιστεύει πως ακόμη και όταν τον κτυπά η κακοτυχία, ο Θεός δεν είναι απών. Θα επέμβει στην πιο κρίσιμη στιγμή θα σηκώσει Εκείνος το βάρος που δεν μπορεί να σηκώσει ο άνθρωπος. Γι' αυτό ο πιστός μπορεί να λέει στην προσευχή του: «Μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν» , όπως επίσης, «γενηθήτω το θέλημά Σου».
Αντίθετα μ' αυτή τη θέση, η διδαχή της μετενσάρκωσης υπογραμμίζει πως ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τις προσωπικές του δυστυχίες και πρέπει να υποστεί το βάρος μόνος του.
Κατά την αντίληψη αυτή ο Θεός είναι έξω από τον κύκλο της μετενσάρκωσης και δεν γνωρίζει τίποτε από ταλαιπωρίες. Ούτε ο Θεός, ούτε κανένας άλλος μπορεί να επέμβει ή να συμμετέχει στην προσωπική δυστυχία ενός ανθρώπου. Αυτός θερίζει τη δική του σπορά, ενώ οι άλλοι θερίζουν τη δική τους αυτά που έσπειραν στο παρελθόν!
Δεν υπάρχουν εδώ εξαιρέσεις: οι άρρωστοι, οι αδικημένοι, οι πτωχοί, εκείνοι που πεινούν, οι άστεγοι, οι γυμνοί, πρέπει μόνοι τους να υποστούν τις συνέπειες των πράξεων που έκαναν σε προηγούμενες ζωές. Και όπως ορθά παρατηρεί ο Aagard, η λύπη μένει χωρίς ανακούφιση. Αυτό είναι το άμεσο αποτέλεσμα της διδαχής του κάρμα, με την οποία σήμερα είναι συνδεδεμένη η πίστη στη μετενσάρκωση.
Οι οπαδοί της μετενσάρκωσης δεν μπορούν να δουν ένα βαθύτερο νόημα στη θλίψη. Γι’ αυτούς το θείο πάθος αποτελεί μωρία. Η ιδέα της μετενσάρκωσης απαλλάσσει τον άνθρωπο από τη σχέση του με ένα Θεό, γιατί η όποια κατάσταση του είναι αποτέλεσμα των δικών του προσπαθειών ή παραλείψεων. Η έννοια της υπευθυνότητας για τον πλησίον και το κοινωνικό σύνολο, αυτό που ονομάζουμε συνείδηση ή συναίσθηση ευθύνης, βρίσκει θεμελίωση και δικαίωση μόνο στο χώρο της χριστιανικής πίστης.
Για το χριστιανό δεν υπάρχει αμετάβλητη "μοίρα", που προσδιορίζει τη ζωή του. Υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα της αλλαγής. Μπορεί να αντισταθεί στο κακό, και αποβλέπει στην παρουσία του Θεού, που κάνει τα πάντα καινούργια. Αντίθετα, όπου υπάρχει η πίστη στη δοξασία του κάρμα και της μετενσάρκωσης, ο άνθρωπος γίνεται παθητικός και αποβάλλει τη συναίσθηση της ευθύνης και της υπευθυνότητας μέσα στον κόσμο. Στόχος του ανθρώπου δεν είναι πλέον η αλλαγή και μεταβολή, αλλά ακριβώς το αντίθετο: παθητικότητα!
Αυτό τουλάχιστον μπορούμε να υποστηρίξουμε για την ασιατική αντίληψη περί μετενσαρκώσεως.
Η Nellie Kostling αναφέρεται στην αξιολόγηση του προσώπου με βάση τη δοξασία της μετενσάρκωσης και υπογραμμίζει:
«Το ζήτημα είναι ότι ο άνθρωπος που πιστεύει στο κάρμα και στη μετενσάρκωση δεν παίρνει στα σοβαρά ούτε τον εαυτό του ούτε τους άλλους ανθρώπους, αφού πρόκειται για μια από τις χιλιάδες ενσαρκώσεις του καθενός.
Εάν ο γιατρός σκοτώσει τον ασθενή με λάθος θεραπεία, δεν φταίει ο γιατρός, διότι το κάρμα του ασθενούς προκάλεσε το θάνατο. Ο Ινδός που ζει τις τελευταίες του στιγμές σκουληκιασμένος σε κάποιο υπόνομο της Ινδίας, δεν πρέπει να βοηθηθεί με την περίθαλψη των πληγών του, γιατί πληρώνει το κάρμα του η βοήθεια θα παρεμπόδιζε την τελική πληρωμή!
Έτσι ο άνθρωπος σαν πρόσωπο δεν μετράει τίποτα. Η οντολογική και πνευματική εξαφάνιση του ανθρώπου-προσώπου, ο ουσιαστικός θάνατος, έχει ήδη συντελεστεί από τον ίδιο τον άνθρωπο, με την αποδοχή του δόγματος της μετενσάρκωσης. Αντίθετα η αποδοχή του ελέους του Θεού-Πατέρα και η πίστη στην ανάσταση του σώματος καταξιώνει, καθολικά το ανθρώπινο πρόσωπο, που αποκτά ανυπολόγιστη αξία.»
(Πηγή: από το βιβλίο «Μετενσάρκωση ή Ανάσταση; Ορθόδοξη Θεώρηση του Κακού», π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας, ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΓΟΝΕΩΝ, 1995, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου )
Η ανάσταση των νεκρών
Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου Βλάχου
Στενά συνδεδεμένη με την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού είναι και η ανάσταση των νεκρών, που είναι βεβαιοτάτη πίστη της Εκκλησίας, γι' αυτό και στο Σύμβολο της Πίστεως ομολογούμε: «προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Όταν κάνουμε λόγο για ανάσταση των νεκρών, εννοούμε την ανάσταση των σωμάτων, ότι, δηλαδή, οι ψυχές θα εισέλθουν πάλι στα νεκρά σώματα και θα ζωοποιηθούν, και έτσι θα συγκροτηθεί πάλι ολόκληρος ο άνθρωπος. Αυτό είναι πολύ φυσικό και δικαιολογημένο, γιατί οι ψυχές δεν πεθαίνουν ποτέ οντολογικά αφού η αθανασία της ψυχής είναι ένα δώρο που το έδωσε από την αρχή ο Θεός. Τα σώματα πεθαίνουν, γι’ αυτό με τον όρο ανάσταση νεκρών πάντοτε εννοούμε την ανάσταση των σωμάτων.
Στο σημείο αυτό φαίνεται και η διαφορετική αντιμετώπιση για την ανάσταση των σωμάτων, που κάνει η φιλοσοφία και η ορθόδοξη θεολογία. Η κλασσική φιλοσοφία δεν μπορεί ποτέ να δεχθεί την άποψη ότι τα σώματα θα αναστηθούν, ακριβώς γιατί πιστεύει σε κατά φύσιν αθάνατη ψυχή και σε κατά φύσιν θνητό σώμα. Κατά την αρχαία φιλοσοφική σκέψη η αθάνατη κατά φύσιν ψυχή, που βρισκόταν προηγουμένως στον κόσμο των ιδεών, περικλείστηκε στο σώμα σαν σε φυλακή και, επομένως, σωτηρία και λύτρωση της ψυχής είναι η αποδέσμευσή της από το σώμα. Με αυτήν την έννοια το σώμα είναι κακό και ο εγκλεισμός της ψυχής σε αυτό συνιστά και εκφράζει την πτώση της.
Έτσι εξηγείται το ότι οι Αθηναίοι αντέδρασαν όταν ο Απόστολος Παύλος μίλησε για ανάσταση νεκρών πάνω στον Άρειο Πάγο. Ο Απόστολος Παύλος έκανε λόγο για τον Χριστό που θα έλθει να κρίνει την οικουμένη. Μεταξύ των άλλων είπε: «έστησεν ημέραν εν η μέλλει κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη, εν άνδρι ώ ώρισε, πίστιν παράσχων πάσιν αναστήσας αυτόν εκ νεκρών». Στο σημείο αυτό οι Αθηναίοι τον διέκοψαν, όπως σημειώνουν οι Πράξεις των Αποστόλων: «ακούσαντες δε ανάστασιν νεκρών οι μεν εχλεύαζον, οι δε είπον' ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου» (Πράξ. ιζ', 31-32). Η αντίδραση αυτή δεν ήταν άσχετη από την ακατανόητη γι' αυτούς αντίληψη περί αναστάσεως νεκρών σωμάτων.
Όμως, σε όλη την Βιβλικοπατερική παράδοση φαίνεται καθαρά ότι θα γίνει, οπωσδήποτε, η ανάσταση των σωμάτων για να συγκροτηθεί ολόκληρος ο άνθρωπος, ο οποίος, βέβαια, και με τον αποχωρισμό της ψυχής από το σώμα δεν έχασε την υπόσταση του.
Θα προσπαθήσουμε στην συνέχεια να δούμε με κάθε συντομία τι λέγει η Αγία Γραφή και η πατερική παράδοση για την ανάσταση των σωμάτων, αλλά και για το πώς θα είναι τα σώματα στην μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού ζωή. Θα φανεί ότι αυτό αποτελεί βεβαία πίστη και βασικό σημείο της Ορθοδόξου Παραδόσεως... Το σώμα δεν ήταν εξ αρχής κακό, δεν είναι φυλακή της ψυχής, είναι θετικό δημιούργημα του Θεού.
Κατ' αρχάς πρέπει να αναφέρουμε μερικά χωρία της Αγίας Γραφής στα οποία γίνεται λόγος για την ανάσταση των σωμάτων. Ο Προφήτης Ησαΐας ομολογεί: «αναστήσονται οι νεκροί και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις, και ευφρανθήσονται οι εν τη γη» (Ήσ. κστ'. 19). Στο βιβλίο του Προφήτου Ιεζεκιήλ παρουσιάζεται ένα καταπληκτικό γεγονός αναστάσεως σωμάτων, οπού φαίνεται ότι με τον λόγο του Θεού τα ξηρά οστά απέκτησαν νεύρα, σάρκες και δέρμα, και στην συνέχεια δόθηκε και το πνεύμα, δηλαδή, η ψυχή (Ιεζ. λζ', 1-14). Το υπέροχο αυτό θαυματουργικό γεγονός δείχνει πώς θα γίνει η ανάσταση των νεκρών κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, γι' αυτό η Εκκλησία διαβάζει αυτήν την περικοπή κατά την ακολουθία του επιταφίου, και μάλιστα όταν επιστρέφουμε στον Ναό μετά την περιφορά. Η ανάσταση του Χριστού είναι προοίμιο της δικής μας αναστάσεως, αφού ο Χριστός με τον θάνατο και την Ανάσταση Του νίκησε το κράτος του θανάτου και έδωσε σε όλους τους ανθρώπους ως δώρο την μελλοντική ανάσταση.
Οι Ιουδαίοι είχαν ακλόνητη πεποίθηση ότι θα γίνει στο μέλλον η ανάσταση των νεκρών. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την συνάντηση του Χριστού με την Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου, μετά τον θάνατο του τελευταίου, ο Χριστός την διαβεβαίωσε ότι θα αναστηθεί ο αδελφός της. Η Μάρθα τότε απήντησε: «οίδα ότι αναστήσεται εν τη άναστάσει εν τη εσχάτη ημέρα» (Ιω. ια'. 22-23). Οι τρεις αναστάσεις που έκανε ο Χριστός, δηλαδή της θυγατρός του Ιαείρου, του υιού της χήρας της Ναϊν και του Λαζάρου, καθώς επίσης και η δική Του ανάσταση, που έγινε με την Θεότητα Του, είναι βεβαιώσεις και προοίμια της αναστάσεως όλων των ανθρώπων κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Στην διδασκαλία του Χριστού βρίσκουμε πολλά χωρία που αναφέρονται στην ανάσταση των νεκρών. Σε μια ομιλία Του ο Χριστός είπε: «έρχεται ώρα εν η πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσονται της φωνής αυτού» (Ιω. ε', 28). Άλλοτε είπε: «εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή» (Ιω, ια', 25).
Την διδασκαλία αυτή παραλαμβάνουν οι άγιοι Απόστολοι, και είναι διάχυτη μέσα στις επιστολές τους. Ιδιαιτέρως ο Απόστολος Παύλος πολλές φορές κάνει λόγο για την ανάσταση των σωμάτων στις επιστολές του, που απηύθυνε στις Εκκλησίες που δημιουργούσε, και οι όποιες, λόγω του ότι βρίσκονταν σε ειδωλολατρικά περιβάλλοντα, οπού ήταν διάχυτη η αντίληψη ότι το σώμα είναι κακό είχαν επηρεαστεί. Θα αναφέρουμε μερικά χαρακτηριστικά χωρία. Στους Ρωμαίους αναφέρεται στην απολύτρωση του σώματος, όπου σαφώς θίγει το θέμα της αναστάσεως του σώματος: «και ημείς αυτοί εν εαυτοίς στενάζομεν υιοθεσίαν απεκδεχόμενοι, την απολύτρωσιν του σώματος ημών» (Ρωμ. η', 23). Στους Θεσσαλονικείς λέγει ότι η ανάσταση θα γίνει με την δύναμη του Χριστού, κατά την Δευτέρα Παρουσία Του:
«Αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταθήσεται απ ουρανού, και οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον» (Α' Θεσ. δ', 16).
Στα κείμενα της Αγίας Γραφής δεν βλέπουμε μόνον την πίστη της Εκκλησίας στην ανάσταση των νεκρών, κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, αλλά και το πώς θα είναι τα σώματα αυτά. Ξέρουμε από όλη την Ορθόδοξη Παράδοση ότι τα σώματα θα είναι πνευματικά. Ο Χριστός δηλώνει ότι οι άνθρωποι στην μέλλουσα ζωή δεν θα έχουν τα στοιχεία της σαρκικότητος. Είναι γνωστόν ότι μετά την πτώση ο άνθρωπος φόρεσε την φθαρτότητα και την θνητότητα, και, επομένως, ο τρόπος της συλλήψεως του, της κυοφορίας του, του θηλασμού ανήκει στην μετά την πτώση ζωή, τον οποίο, βέβαια, ευλόγησε ο Θεός για την αύξηση του ανθρωπίνου γένους. Όμως μετά την ανάσταση θα καταργηθούν όλες αυτές οι καταστάσεις και οι άνθρωποι θα διάγουν ως άγγελοι. Λέγει ο Χριστός:
«οι δε καταξιωθέντες τού αιώνος εκείνου τυχείν και της αναστάσεως της εκ νεκρών ούτε γαμούσι ούτε γαμίζονται' ούτε γαρ αποθανείν έτι δύνανται· ισάγγελοι γαρ εισι και υιοί εισι του θεού, της αναστάσεως υιοί όντες.» (Λουκ. κ', 35-36)
Τα σώματα των άγιων, ενώ από τώρα προγεύονται της δόξης του Θεού, επειδή έχουν την άχτιστη Χάρη του Χριστού, τότε θα μεταμορφωθούν και θα γίνουν σώματα δόξης. Ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι Ο Χριστός:
«μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών εις το γενέσθαι αυτό σύμμορφον τω σώματι της δόξης αυτού...» (Φιλ, γ', 21)
Όπως το σώμα του Χριστού λάμπει από την Θεότητα, έτσι θα λάμπουν και τα σώματα των δικαίων στον ουρανό, θα υπάρχει, βέβαια, μεγάλη διαφορά μεταξύ του σώματος του Χριστού και του σώματος των αγίων. Γιατί, το θεανθρώπινο σώμα έγινε πηγή της ακτίστου Χάριτος του Θεού, ενώ το σώμα των αγίων αγιάζεται από την Χάρη του Θεού. Άλλωστε, γνωρίζουμε καλά από την παράδοση μας ότι ο άνθρωπος πάσχει την θέωση, ενώ ο Χριστός ποιεί την θέωση.
Εκεί που αναπτύσσει ο Απόστολος Παύλος την διδασκαλία περί της αναστάσεως των νεκρών είναι η Α' προς Κορινθίους επιστολή του. Φαίνεται ότι μερικοί Κορίνθιοι ήταν επηρεασμένοι από φιλοσοφικές ιδέες για το ανθρώπινο σώμα. Ο Απόστολος Παύλος γράφει ότι αν δεν πρόκειται να αναστηθούν τα σώματα τότε ούτε ο Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών (Α' Κορ.ε'. 12-16). Έπειτα απαντά σε ερωτήματα τα οποία ενδεχομένως έθεταν οι Κορίνθιοι, για το πώς θα αναστηθούν οι νεκροί και τι σώμα θα έχουν (Α' Κορ. ιε', 35-41). Απαντώντας σε αυτά τα ερωτήματα φέρνει παράδειγμα από τον αισθητό κόσμο. Ο άνθρωπος σπέρνει ένα μικρό κόκκο και ο Θεός σε αυτόν τον κόκκο δίνει διαφορετικό σώμα. Το επιχείρημα είναι ότι ο άνθρωπος δεν φυτεύει σιτάρι, άλλα σπόρο και από τον σπόρο αυτόν εξάγεται διαφορετικό σώμα, ανάλογα με το σπέρμα. Αυτό θα συμβεί και κατά την ανάσταση των νεκρών, θα γίνει η ανάσταση των σωμάτων, με την δύναμη του Χριστού, και, φυσικά, τα σώματα ενώ θα είναι τα ίδια, εν τούτοις θα έχουν διαφορετική λειτουργία. Οι νεκροί θα εγερθούν άφθαρτοι, γιατί, όπως χαρακτηριστικά λέγει, «δει το φθαρτόν τούτο ενδύσασθαι αφθαρσιαν και το θνητόν τούτο ενδύσασθαι αθανασίαν» (Α' Κορ. ιε', 53).
Είναι πολύ σημαντικό ότι ο Απόστολος Παύλος παρουσιάζει λεπτομερέστατα την κατάσταση των σωμάτων κατά την ανάσταση των νεκρών. Γράφει στους Κορινθίους:
«σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία· σπείρεται εν ατιμία, εγείρεται εν δόξη' σπείρεται εν ασθένεια, εγείρεται εν δυνάμει· σπείρεται σώμα ψυχικόν, εγείρεται σώμα πνευματικόν.» (Α' Κορ. ιε', 43-44)
Εδώ φαίνεται η διαφορά μεταξύ του σώματος προ και μετά τον θάνατο του ανθρώπου και του σώματος μετά την ανάσταση, κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Στο αποστολικό αυτό χωρίο βλέπουμε τα τέσσερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που θα έχει το σώμα μετά την ανάσταση. Το ένα, ότι θα είναι άφθαρτο σε αντίθεση με το φθαρτό της διαλογικής ζωής. Το δεύτερο γνώρισμα, ότι θα είναι δοξασμένο σε αντίθεση με την ατιμία. Το τρίτο, ότι θα είναι δυνατό, σε αντίθεση με την ασθένεια, και το τέταρτο γνώρισμα, ότι θα είναι πνευματικό σε αντίθεση με το πρώτο, που ήταν ψυχικό. Αυτό σημαίνει ότι ενώ το σώμα της διαλογικής ζωής ήταν φθαρτό, άτιμο, ασθενικό και ψυχικό, δηλαδή κυβερνώμενο από τις ψυχικές λειτουργίες, το σώμα της αναστάσεως θα είναι άφθαρτο, δοξασμένο, δυνατό και πνευματικό. Αν ερμηνεύσουμε την διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου με βάση την πατερική παράδοση, μπορούμε να πούμε ότι τα σώματα των ανθρώπων μετά την ανάσταση τους θα είναι άφθαρτα, δεν θα έχουν ανάγκη τροφής και ύπνου, δεν θα υπόκεινται σε αλλοιώσεις. Οι Πατέρες λένε ότι θα είναι όπως το σώμα του Χριστού, που εξήλθε από τον τάφο, χωρίς να το αντιληφθεί κανείς, που εισερχόταν και εξερχόταν στο υπερώο, κεκλεισμένων των θυρών, δεν είχε ανάγκη τροφής, διήνυε μεγάλες αποστάσεις. κ.λ.π. Βέβαια, έφαγε ο Χριστός μετά την ανάσταση όχι γιατί το είχε ανάγκη, αλλά για να καταλάβουν οι μαθητές ότι δεν ήταν φάντασμα. Η τροφή εκείνη κάηκε από την Θεότητα Του, αφού δεν υπήρχε πεπτικό σύστημα και όλες οι διεργασίες, που είναι γνωρίσματα της φθαρτότητος και της θνητότητος.
Και το σώμα των αμαρτωλών θα αποβάλει την φθαρτότητα και την θνητότητα, αλλά δεν θα είναι πνευματικό και δοξασμένο, όπως των αγίων. Και, φυσικά και των αγίων το σώμα θα έχει δόξα ανάλογα με την κατάσταση της ψυχής. Ο Απόστολος Παύλος θα πει: «αστήρ γαρ αστέρος διαφέρει εν δόξη» (Α' Κορ. ιε'. 41). Όπως άλλο είναι το φως του ηλίου, άλλο το φως της σελήνης και άλλο των αστέρων, το ίδιο θα συμβαίνει και με την δόξα των αγίων. Ανάλογα με την κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση, που απέκτησε ο άνθρωπος από αυτήν την ζωή θα ακτινοβολεί και στην αιώνια ζωή. Δεν πρόκειται για κάποια προσωποληψία εκ μέρους του Θεού, αλλά ο άνθρωπος θα λαμβάνει την χάρη ανάλογα με την χωρητικότητα Του. Ο Θεός θα στέλνει την χάρη Του σε όλους και ο καθένας θα λάμπει και θα ακτινοβολεί ανάλογα με την πνευματική του κατάσταση.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια πρέπει να δούμε και το γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι τότε θα αποκτήσουν μία ηλικία. Σε ένα τροπάριο ψάλλουμε: «και ηλικία μια πάντες γενήσονται». Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι θα αποκτήσουν την ηλικία ενός ώριμου ανθρώπου. Και το νήπιο που κοιμήθηκε σε μικρή ηλικία, αλλά και εκείνος που κοιμήθηκε σε βαθειά γηρατειά θα έχουν την ίδια ηλικία που όπως λέγεται, θα είναι η ηλικία του Χριστού. Πάντως, είναι φυσικό να αποκτήσουν την ηλικία ενός ωρίμου ανθρώπου, που βρίσκεται περίπου στην ηλικία των τριάκοντα ετών. Ο άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος σε ποίημα του γράφει ότι οι ψυχές των ανθρώπων, που θα ενωθούν πάλι με τα σώματα τους, «εκάστη κατ' αξίαν ευρίσκει το κατάλυμμα φωτός ή σκότους πλήρες». Όσες άναψαν την λαμπάδα τους από αυτήν την ζωή θα είναι σε φως ανέσπερο και όσες ήταν ακάθαρτες και είχαν τα μάτια της καρδιάς τυφλά δεν πρόκειται να δουν το θειο φως. Και τα σώματα των αγίων θα είναι άγια σκεύη του Αγίου Πνεύματος. Όπως ήταν καθαρότατα εδώ, έτσι και θα εγερθούν δοξασμένα «λάμποντα, αστράπτοντα ως φως το θείον».
Θα μπορούσα να παραθέσω την διδασκαλία πολλών αγίων τόσο για την βεβαιότητα της αναστάσεως των σωμάτων και την αιώνια ζωή, όσο και για το πώς θα γίνει η ανάσταση τους. Θα αρκεστώ όμως στην παράθεση της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου Νύσσης για την ανάσταση των σωμάτων, θα δούμε μερικές πτυχές αυτής της διδασκαλίας. Πιστεύω πως είναι αρκετά διαφωτιστική και χαρακτηριστική. Κατ' αρχάς ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης διδάσκει ότι, όταν ομιλούμε για ανάσταση ή αναβίωση ή μετακόσμηση, και όταν χρησιμοποιούμε πολλά αλλά ονόματα, χαρακτηρίζουμε το σώμα που υπόκειται στην φθορά και όχι την ψυχή, η οποία, ως άφθαρτη, ανώλεθρη και αθάνατη, δεν πρόκειται να αναστηθεί, γιατί δεν πεθαίνει [*]. Η ανάσταση των σωμάτων συνδέεται και με την ανάσταση όλων των μελών που με ποικίλες αιτίες καταστράφηκαν. Κατά την ημέρα της αναστάσεως και το μέρος εκείνο του ανθρωπίνου σώματος το οποίο πριν από χιλιάδες χρόνια έφαγαν τα σαρκοβόρα πουλιά θα ευρέθη «μη λείπον». Αλλά και τα μέλη εκείνα τα οποία έφαγαν τα κήτη και τα σκυλόψαρα και όλα τα θαλάσσια ζώα θα συναναστηθούν με τον άνθρωπο. Τα σώματα που κατέκαψε η φωτιά και κατέφαγαν τα σκουλήκια στους τάφους, και, γενικά, όλα τα σώματα τα οποία εξηφάνισε η φθορά, «ανελλιπή και ακέραια αναδοθήσεται εκ της γης».
Επομένως, όλα τα ελλείποντα μέλη θα αναπληρωθούν και θα παρουσιασθεί ολόκληρος ο άνθρωπος. Αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε το δικό μας σώμα, το όποιο, όμως, δεν θα υπόκειται στην φθορά και τον θάνατο. Αυτό θα γίνει οπωσδήποτε γιατί συνδέεται με την δημιουργία του ανθρώπου από τον Θεό. Δεν έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο για να πεθάνει, αλλά ο θάνατος είναι αποτέλεσμα και καρπός της αμαρτίας. Και εάν ο ποιμήν των προβάτων θέλει να είναι υγιές το κοπάδι του και σχεδόν αθάνατο, εάν ο βουκόλος με διάφορες θεραπείες θέλει να αυξάνει τα βόδια του, εάν ο γιδοβοσκός εύχεται να γεννούν οι αίγες του δίδυμα και όλοι αποβλέπουν σε κάτι ωφέλιμο, το ίδιο θέλει και ο Θεός. Είναι φανερό από αυτά τα παραδείγματα ότι ο Θεός θέλει να ανάπλαση «το φθαρέν ποίημα». Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης στην ομιλία του αυτή που εξεφώνησε κατά την ημέρα του Πάσχα και αναφέρεται στην ανάσταση του Χριστού και την ανάσταση των σωμάτων, κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, υποστηρίζει ότι θα γίνει οπωσδήποτε η ανάσταση των νεκρών, ότι δεν είναι αδύνατη για τον Θεό, και επί πλέον αναλύει τον τρόπο με τον όποιο θα γίνει. Είναι πολύ σημαντικά όσα λέγονται από τον άγιο Γρηγόριο, τα οποία θα παραθέσουμε με συντομία. Η ανάσταση των σωμάτων δεν είναι αδύνατο να γίνει. Για πολλούς λόγους.
Π ρ ώ τ ο ν
Ο Θεός που θα αναστήσει τα σώματα των νεκρών είναι ο Ίδιος που δημιούργησε τον άνθρωπο από το χώμα. Εμείς, λέγει ο άγιος Γρηγόριος, θεωρούμε δεδομένη την δημιουργία, όμως αν σκεφθούμε καλύτερα θα δούμε ότι είναι κάτι το θαυμαστό. Πραγματικά, πώς ο λεπτός χους συγκεντρώθηκε και έγινε σάρκα, και από το ίδιο το υλικό έγιναν τα οστά, το δέρμα, το λίπος και οι τρίχες, δηλαδή, πώς ενώ είναι μια σάρκα εμφανίζονται διαφορετικά τα μέλη. Περιγράφει την διαφορετική υφή κάθε μέλους του σώματος. αφού ο πνεύμονας είναι απαλός, το συκώτι τραχύ και κόκκινο, η καρδία σφικτό όργανο κ.λ.π. Ακόμη, είναι πολύ παράδοξο ότι η Εύα έγινε από ένα μικρό μέρος, από την πλευρά του Αδάμ. Πώς, δηλαδή, η πλευρά έγινε κεφαλή, πόδια, χέρια, κ.λ.π. Ο Θεός που δημιούργησε τον άνθρωπο με αυτόν τον τρόπο έχει την δύναμη να τον αναδημιουργήσει πάλι και να διορθώσει το μέλος του σώματος που εφθάρη. Άλλωστε, ο Ίδιος ο Θεός είναι ο δημιουργός και της πρώτης κτίσεως και της δευτέρας μετακοσμήσεως. Γι' αυτό είναι γνώρισμα των ευγνωμόνων και σωφρονούντων να πιστεύουν σε αυτά που λέγει ο Θεός και να μην εξετάζουν τους τρόπους και τα αίτια, τα οποία ξεπερνούν τις δυνάμεις τους.
Δ ε ύ τ ε ρ ο ν
Τα διάφορα παραδείγματα που υπάρχουν στην φύση δείχνουν ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος και ότι τίποτε δεν είναι αδύνατο και αμήχανο γι' Αυτόν. Η παντοδυναμία του Θεού φαίνεται στην ποικίλη και πολυσύνθετη φύση. Ολόκληρη η φύση κηρύττει μεγαλοφώνως το μεγαλείο του Θεού και την δύναμη Του. Οι αναστάσεις που έκανε ο Χριστός, όπως του τετραημέρου Λαζάρου, του υιού της χήρας της Ναΐν και της θυγατρός του Ιαείρου, δείχνουν ότι είναι δυνατόν να αναστήσει κατά τον αυτόν τρόπο και όλους τους ανθρώπους, όταν εκείνος το θέληση. Ο τεχνίτης που κατασκευάζει έναν ανδριάντα μπορεί να κατασκευάσει και άλλους. Έτσι και ο Χριστός που ανάστησε τρεις ανθρώπους μπορεί να το κάνη και σε πολλούς άλλους. Γι' αυτό, στην ερώτηση, πώς ανασταίνονται οι νεκροί, άπαντα ερωτηματικώς: «πώς ο τετραήμερος ηγέρθη Λάζαρος;».
Όχι μόνον στην πρώτη δημιουργία, αλλά και στην συνέχεια, σε αυτήν που συντελείται στην φύση φαίνεται η δύναμη και η παντοδυναμία του Θεού. Ξέρουμε ότι η γέννηση ενός ανθρώπου είναι καρπός της ενέργειας του Θεού. Δια της Χάριτος του Θεού ο άνθρωπος συλλαμβάνεται, κυοφορείται, γεννάται και μεγαλώνει. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης λέγει ότι η ανάσταση των νεκρών μπορεί να γίνει κατά τον τρόπο που γεννιέται ο άνθρωπος . Είναι αρκετά παράδοξο, κατά την ανθρώπινη λογική, πώς το σπέρμα, που στην αρχή είναι άμορφο, αποκτά στην συνέχεια μορφή και δημιουργούνται τα επί μέρους μέλη του ανθρωπίνου σώματος. Αν από το άμορφο σπέρμα γίνεται ο άνθρωπος, δεν είναι καθόλου ασυμβίβαστο η ύλη που βρίσκεται στους τάφους και η οποία είχε μια μορφή ευθύς να ανακαινισθεί στην παλαιά διάπλαση και να γίνει πάλι ο χους άνθρωπος, όπως έγινε κατά την πρώτη δημιουργία.
Μερικοί άνθρωποι θεωρούν απίθανη την εξανάσταση των σωμάτων και τον απαρτισμό του ανθρώπου μετά τον θάνατο, και θεωρούν πολύ φυσική την διάπλαση του εμβρύου και την ανάπτυξη του ανθρώπου με την φυσική του γέννηση. Άλλα, αν το δεύτερο είναι δυνατόν να γίνει, το ίδιο δυνατό είναι και το πρώτο αφού ο Ίδιος Θεός είναι που δημιουργεί και το Ένα και το άλλο. Χρησιμοποιεί ακόμη και την περίπτωση του κεραμοποιού, ο οποίος είναι δυνατόν, όταν κατασκευάζει από τον πηλό ωραία αντικείμενα, μετά από μια διαδικασία, να εισέρχεται κάποιος στο εργαστήριο του και να τα καταστρέφει. Ο καλός κεραμεύς όμως αν θέλει μπορεί να επανόρθωση αυτό που συνέβη, κατασκευάζοντας πάλι τα ίδια αντικείμενα όχι κατώτερα από ό,τι ήταν προηγουμένως. Είναι ανόητο να πιστεύουμε ότι ο κεραμοποιός, που είναι τόσο μικρό κτίσμα της δυνάμεως του Θεού, μπορεί να κάνη κάτι τέτοιο και δεν πιστεύουμε ότι ο Θεός μπορεί να ανακαινίσει τον νεκρό.
Ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί την εικόνα του σπόρου του σιταριού που πέφτει στην γη και πεθαίνει και από εκεί φυτρώνει ένα μεγάλο σιτάρι. Ο άγιος Γρηγόριος προσαρμόζει θαυμάσια αυτήν την εικόνα. Αφού αναλύει διεξοδικά τι γίνεται από εκείνο τον μικρό σπόρο σίτου και πόσα μυστήρια κρύπτει μέσα του, λέγει ότι είναι θαυμαστό πώς ένας ξηρός κόκκος σίτου όταν σαπίζει θαυματουργεί, αφού μόνος του πέφτει στην γη και φυτρώνει πλήθος. Η ανακαίνιση του ανθρώπου είναι ευκολότερη από την ανακαίνιση του σιταριού. Ο άνθρωπος με την ανάσταση του δεν λαμβάνει τίποτε περισσότερο από εκείνο που είχε.
Οι άγιοι Πατέρες χρησιμοποιούν πολλές εικόνες από την φύση και τις παρουσιάζουν στο ποίμνιό τους. Αυτό το βλέπουμε σε πολλές ομιλίες τους, και στην ομιλία του αγίου Γρηγορίου που εξετάζουμε στο σημείο αυτό. Για να δείξει ότι είναι δυνατή η ανάσταση των νεκρών, αναλύει πολύ ωραία, ρεαλιστικά και παραστατικά, με ζωηρά χρώματα και λογοτεχνικό ταλέντο, πώς τα δένδρα κατά την διάρκεια του χειμώνας είναι ξερά και με την έναρξη της ανοίξεως ανθοφορούν και γίνονται χώρος, όπου συγκεντρώνονται τα πουλιά, που ευχαριστούν τον άνθρωπο. Ακόμη και τα ερπετά και τα φίδια κρύβονται κατά την χειμερινή νάρκη στην γη, και μόλις έλθει ο κατάλληλος καιρός και ακουσθεί μια βροντή που αντηχεί σαν σύνθημα ζωής, τότε αναπηδούν και εκτελούν τις εργασίες τους. Όπως τα φίδια ξυπνούν από την νάρκη τους με την ακοή αυτής της βροντής της ζωής, το ίδιο και τα νεκρά σώματα των ανθρώπων θα δεχθούν τις ψυχές και θα αναστηθούν, όταν θα ακουσθεί η σάλπιγγα του Θεού. Κάνει μια θαυμάσια περιγραφή του ανθρώπου από την γέννηση μέχρι τον θάνατό του. Παρατηρεί ότι η ζωή των ανθρώπων, όπως και των ζώων, υφίσταται την αλλοίωση και την μεταβολή. Ο άνθρωπος, μετά την γέννηση του, διαδοχικά αυξάνεται, αποκτά διάφορες λειτουργίες, και καθώς μεγαλώνει και φθάνει στο τέρμα της ζωής του γίνεται πάλι βρέφος που ψελλίζει, ανοητεύει και έρπει με τα χέρια και τα πόδια, όπως στην αρχή της ζωής του. Όλα αυτά δείχνουν ότι και προ του θανάτου ο άνθρωπος δέχεται μεταβολές επί μεταβολών, αλλοιώσεις και ανακαινίσεις. Αυτό, φυσικά, θα γίνει και κατά την ανάσταση. Εφ' όσον το φθαρτό φθείρεται με τον νόμο της φθοράς, πολύ περισσότερο θα ανακαινισθεί με την δύναμη και την ενέργεια του Θεού.
Αλλά και ο ύπνος, που είναι αναγκαίος για την καθημερινή μας ξεκούραση, καθώς επίσης και η έγερσή μας από τον ύπνο, δείχνουν το μυστήριο της αναστάσεως των νεκρών. Άλλωστε, ο ύπνος είναι εικόνα του θανάτου και η εγρήγορση είναι εικόνα της αναστάσεως. Πολλοί έχουν χαρακτηρίσει τον ύπνο αδελφό του θανάτου, γιατί ο άνθρωπος τότε μοιάζει σαν νεκρός, αναίσθητος. Δεν αναγνωρίζει φίλους και εχθρούς, δεν παρατηρεί όσους βρίσκονται γύρω του, γι' αυτό και μπορεί κανείς εύκολα να βλάψει τους κοιμισμένους. Όταν ξυπνά ο άνθρωπος ανακτά βαθμιαία τις δυνάμεις του και φαίνεται σαν να έχει ζωντανεύσει. Αν στον άνθρωπο γίνονται αλλοιώσεις και εκστάσεις, κατά την διάρκεια της ημέρας και της νύκτας, είναι πολύ ανόητο και φιλόνικο να μην πιστεύουμε στον Θεό που επαγγέλλεται «τον έσχατον ανακαινισμόν».
Από όλα αυτά τα παραδείγματα φαίνεται ότι είναι πολύ φυσικό γεγονός η ανάσταση των σωμάτων. Όπως θεωρούμε φυσικό γεγονός την γέννηση του ανθρώπου, τις εναλλαγές στην φύση, την αύξηση των φυτών και, γενικά, όπως θεωρούμε φυσικά όλα τα γεγονότα που συμβαίνουν στην φύση, άλλο τόσο φυσικό πρέπει να θεωρήσουμε την ανακαίνιση και αναδημιουργία του ανθρώπου, την ανάσταση των σωμάτων. Γιατί ο Θεός που έκανε τα πρώτα, μπορεί να κάνη και τα έσχατα.
Τ ρ ί τ ο ν
Το σώμα μετά την έξοδο της ψυχής από αυτό δεν καταστρέφεται ολοσχερώς. Διαλύεται μεν «εις τα εξ ων συνετέθη», αφού αποτελείται από τέσσερα στοιχεία, το νερό, τον αέρα, το πυρ και την γη, αλλά όμως δεν εξαφανίζεται. Σε άλλο κεφάλαιο είδαμε τις απόψεις του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, ότι η ψυχή, καίτοι χωρίζεται από το σώμα, εν τούτοις όμως θυμάται τα στοιχεία και τα μέλη του σώματος της, εφάπτεται με αυτά και στον κατάλληλο καιρό, με την δύναμη του Θεού, θα τα συγκέντρωση και θα αποτελεστεί το πνευματικό σώμα. Αυτό δείχνει ότι, παρά τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, δεν καταργείται η υπόσταση. Στην ομιλία αυτή που μελετάμε, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης λέγει ότι το σώμα δεν αφανίζεται ολοσχερώς αλλά διαλύεται στα στοιχεία από τα οποία αποτελέσθηκε, «και εστίν εν ύδατι και αέρι και γη και πυρί». Το ότι παραμένουν τα πρωτότυπα στοιχεία και προσχωρούν σε αυτά όσα προέρχονται από εκείνα, μετά την διάλυση του σώματος, δείχνει ότι μέσα στα γενικά σώζονται και τα επί μέρους. Και όταν ακόμη τα τέσσερα αυτά στοιχεία, από τα οποία αποτελείται ο άνθρωπος, προσχωρήσουν στα πρωτότυπα τους, και πάλι, σωζόμενα τα πρωτότυπα, σώζονται και τα ειδικά, τα επί μέρους. Ξέρουμε πολύ καλά ότι όλος ο κόσμος έγινε από το μηδέν, από μη υπάρχουσα ύλη. Αν στον Θεό είναι εύκολο να ξαναδημιουργήσει κάτι από το μηδέν, είναι ευκολότερο να δημιουργήσει από τα υπάρχοντα στοιχεία . Έτσι, αφού υπάρχουν αυτά τα πρωτότυπα, είναι δυνατόν στον Θεό να κατασκευάσει πάλι τον άνθρωπο.
Τ έ τ α ρ τ ο ν
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης για την ανάσταση των σωμάτων χρησιμοποιεί και παραδείγματα από τις απόψεις των ανθρώπων της εποχής του. Πολλοί θεωρούσαν και θεωρούν πολύ φυσικό να μεταβαίνουν τα γνωρίσματα των σωμάτων που σάπισαν, στους απογόνους τους, και ακόμη γνωρίσματα ξένων σωμάτων να μεταδίδωνται σε άλλα σώματα, και όμως δεν πιστεύουν ότι είναι δυνατόν να ανανεωθούν τα ίδια γνωρίσματα σε αυτούς που τα είχαν κάποτε δικά τους. Θα παραθέσω τον λόγο του άγιου Γρηγορίου Νύσσης, γιατί είναι άξιος παρατηρήσεως. Λέγει ότι είναι ακατανόητο:
«...τα δε ίδια και εξαίρετα περί αυτών των ποτέ κεκτημένων ανανεούσθαι και αναβιώσκεσθαι μη συνομολογείν.»
Παρατηρώντας αυτό το χωρίο, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι κατά την ανάσταση των σωμάτων οι άνθρωποι θα παραλάβουν το δικό τους σώμα με τα ιδιαίτερα γνωρίσματα, αλλά όμως μεταμορφωμένα. Αφού το σώμα θα αναστηθεί «εν δυνάμει και αφθαρσία» σημαίνει ότι δεν θα έχει επάνω του τα στίγματα της φθοράς, της θνητότητας και της ασθενείας. Φυσικά, περισσότερες λεπτομέρειες δεν γνωρίζουμε πάνω σε αυτό το θέμα. αλλά νομίζω όσα παρατέθηκαν είναι πολύ εκφραστικά.
Π έ μ π τ ο ν
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης όμως, επιμένει πολύ ότι είναι αναγκαία η ανάσταση των νεκρών και για την καλή διαβίωση των ανθρώπων. Γιατί, αν ο θάνατος είναι το τέλος της ζωής, τότε ο φονιάς, ο μοιχός, ο πλεονέκτης, ο επίορκος, ο ψεύτης, ο άσπλαχνος θα γίνονται χειρότεροι, θα αυξάνονται στην κακία. Αν δεν υπάρχει ανάσταση, δεν υπάρχει κρίση. Αν δεν υπάρχει κρίση, τότε χάνεται και ο φόβος του Θεού και, φυσικά, όπου δεν σωφρονίζει ο φόβος, «εκεί χορεύει μετά της αμαρτίας ο διάβολος» .
Έτσι, όταν η Εκκλησία μιλάει για την μέλλουσα ζωή και το δικαστήριο, αυξάνει στους ανθρώπους τον φόβο του Θεού. Αυτός ο φόβος εξανθρωπίζει περισσότερο την ζωή. Γι' αυτό, η διδασκαλία περί του θανάτου και της αναστάσεως των σωμάτων κάνει τον άνθρωπο κοινωνικό στοιχείο. Όποιος εκδιώκει τον φόβο, αυτός γίνεται υποχείριος των δαιμόνων, παίγνιο όλων των παθών. Το συμπέρασμα είναι ότι θα γίνει ανάσταση των νεκρών. Αυτό μαρτυρεί ο λόγος του Θεού, αυτό μας απεκάλυψε ο Θεός, αυτό επιβεβαιώνουν οι άγιοι με την ζωή και την διδασκαλία τους, αυτό μαρτυρεί και η ανθρώπινη πείρα. Γι' αυτό και στεκόμαστε με σεβασμό στο ανθρώπινο σώμα. Το σεβόμαστε, το αγαπούμε, αγωνιζόμαστε να καθαριστούμε από τις αμαρτίες, ώστε και αυτό να δοξαστεί. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο ησυχασμός των λεγομένων νηπτικών Πατέρων απέβλεπε και στο σώμα, το όποιο τιμούμε πολύ. Αυτό παρατηρούμε στα έργα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Ο σεβασμός στο ανθρώπινο σώμα εκδηλώνεται και στον ενταφιασμό του. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υιοθετείται η καύση ή η αποτέφρωση των σωμάτων, αλλά ο ενταφιασμός τους. Βέβαια, όπως είπαμε προηγουμένως, κατά την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, και όσων τα σώματα κάηκαν, θα αναστηθούν, αλλά αν ο άνθρωπος με την δική του θέληση επιθυμεί την καύση του σώματος του δείχνει ότι δεν πιστεύει στην ανάσταση του . Δεν είναι καθόλου παράδοξο ότι, εκεί που επικράτησε η καύση των σωμάτων, επικρατούσαν αντιλήψεις ότι το σώμα είναι φυλακή της ψυχής, που πρέπει να αποβληθεί, για να ελευθερωθεί η ψυχή. Εμείς σεβόμαστε το σώμα. το ενταφιάζουμε και περιμένουμε την ανάσταση του. Οι άγιοι κοιμούνται με την νοσταλγία της αναστάσεως. Ομολογούν «προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος».
[*] Γρηγορίου Νύσσης έργα, 10 ΕΠΕ. σελ. 436.
(Πηγή: από το βιβλίο «Η ζωή μετά τον θάνατο», Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου Βλάχου, Ιερά Μονά Γενεθλίου Θεοτόκου (Πελαγίας), Θ΄ Έκδοση, Ακταίφνιο Θηβών, 2005, Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας )
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου , Γέροντες της εποχής μας , Φιλούμενος , Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου , Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας
Ερευνητές του Πανεπιστημίου ΜΙΤ των ΗΠΑ δημιούργησαν την πρώτη συσκευή που μπορεί να «ακούσει» την εσωτερική φωνή στο μυαλό ενός ανθρώπου και να την καταγράψει σε υπολογιστή.
Η λευκή πλαστική συσκευή με την ονομασία AlterEgo, που φοριέται στο κεφάλι, χρησιμοποιεί τέσσερα ηλεκτρόδια εφαρμοσμένα στο δέρμα, για να «διαβάσει» το νου και την εσωτερική φωνή που όλοι οι άνθρωποι έχουν, ακόμη κι όταν εξωτερικά φαίνονται σιωπηλοί. Τα ηλεκτρόδια μπορούν να «πιάσουν» τα αμυδρά νευρομυικά σήματα που δημιουργούνται στο πρόσωπο και στο σαγόνι, όταν ένας άνθρωπος μιλάει στον εαυτό του.
Καθώς οι λέξεις κυκλοφορούν μέσα στο νου του, το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης της συσκευής μπορεί να συσχετίσει τα ελαφρώς διαφορετικά νευρομυικά σήματα με τις διαφορετικές λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτά. Οι λέξεις στέλνονται μετά σε έναν υπολογιστή και μετατρέπονται σε φράσεις.
Μάλιστα η μυοηλεκτρική προσθετική συσκευή βρίσκεται σε διάλογο με τον άνθρωπο, αφού μπορεί να απαντήσει σε ερωτήσεις που κάνει κάποιος από μέσα του. Σιωπηλά σκέφτεται μια ερώτηση και η AlterEgo την απαντά - ή τέλος πάντων φιλοδοξεί να την απαντήσει, καθώς το σύστημα θέλει ακόμη βελτίωση.
Με τον τρόπο αυτό, ένας άνθρωπος στο μέλλον θα μπορούσε να «γκουγκλάρει» απλώς με τις σκέψεις του, θέτοντας ερωτήματα και αναμένοντας απαντήσεις πάντα μέσα στο μυαλό του. Ακούγεται μαγικό, αλλά αυτή είναι η υπόσχεση της AlterEgo, σύμφωνα με το «New Scientist» και την «Γκάρντιαν».
Η συσκευή είναι ένα ακόμη βήμα προς ένα κόσμο όπου οι άνθρωποι θα αλληλεπιδρούν με τις μηχανές μόνο με τη σκέψη τους. Οι δημιουργοί της AlterEgo οραματίζονται ένα μέλλον στο οποίο δεν θα χρειάζεται κανείς να πληκτρολογήσει κάτι στη μηχανή αναζήτησης της Google, ούτε καν να θέσει το ερώτημα με τη φωνητική εντολή «OK Google», αλλά θα το κάνει πια καθαρά νοητικά.
Όπως είπε ο επικεφαλής ερευνητής Αρνάβ Καπούρ του εργαστηρίου Media Lab του ΜΙΤ, «η ιδέα μας ήταν: μπορούμε να έχουμε μια υπολογιστική πλατφόρμα που να είναι πιο εσωτερική, που να αναμιγνύει τον άνθρωπο και την μηχανή με κάποιο τρόπο και η οποία να μοιάζει με εσωτερική επέκταση της δικής μας νόησης;».
Οι ερευνητές, που χαρακτηρίζουν την AlterEgo «συσκευή επαυξημένης νοημοσύνης», την παρουσίασαν για πρώτη φορά σε συνέδριο τεχνητής νοημοσύνης στο Τόκιο. Μέχρι στιγμής, όπως έδειξαν οι δοκιμές με δέκα εθελοντές, οι οποίοι κλήθηκαν να πουν στο μυαλό τους φράσεις με έως 20 λέξεις και αριθμούς, η συσκευή έχει μέση ακρίβεια 92% στη μεταγραφή της εσωτερικής φωνής. Το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον, όπως και το εύρος του εσωτερικού λεξιλογίου που είναι δυνατό να «διαβασθεί».
Ο τελικός στόχος είναι ένα σύστημα που θα επιτρέπει στον χρήστη να επικοινωνεί άνετα με τους προσωπικούς ψηφιακούς βοηθούς (Google Assistant, Amazon Alexa, Apple Siri κα) με σιωπηλό τρόπο, κάτι που ακούγεται σαν επιστημονική φαντασία, αλλά φαίνεται πως δεν είναι.
Το πρόβλημα είναι ότι οι χρήστες θα πρέπει να φοράνε τη συσκευή στο κεφάλι τους, κάτι που ίσως εμποδίσει τη συσκευή να γίνει δημοφιλής. Από την άλλη, οι ερευνητές διαβλέπουν πρακτικές εφαρμογές αυτής της πρωτοποριακής τεχνολογίας σε άλλα πεδία όπως ο στρατός και η βιομηχανία, όπου οι άνθρωποι υποχρεώνονται να βρίσκονται σε θορυβώδη περιβάλλοντα και είναι καλύτερα να επικοινωνούν σιωπηλά παρά με τη φωνή τους.
Για άλλη μια φορά ο επιχειρηματίας Έλον Μασκ, ιδρυτής της Tesla και της Space X, εξέφρασε τις ανησυχίες του για την τεχνητή νοημοσύνη.
Μάλιστα, αυτή τη φορά, μιλώντας στο πλαίσιο ενός νέου ντοκιμαντέρ με τίτλο «Εμπιστεύεστε αυτόν τον υπολογιστή;», ανέφερε ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί κάποτε να μετατραπεί σε «αθάνατο δικτάτορα».
Έχοντας άμεση πρόσβαση στην παραμικρή πληροφορία για κάθε άνθρωπο του πλανήτη και μπορώντας να κάνει εκατομμύρια υπολογισμούς σε κλάσμα του δευτερολέπτου και να παίρνει κρίσιμες αποφάσεις, η τεχνητή νοημοσύνη ίσως κάποτε είναι σε θέση όχι μόνο να ελέγχει την παγκόσμια οικονομία και τα οπλικά συστήματα, αλλά τελικά να ενδυθεί τον μανδύα του διδάκτορα - και μάλιστα του αθάνατου, αφού δεν θα πεθαίνει.
Αυτό το σκοτεινό σενάριο μπορεί να γίνει πραγματικότητα, σύμφωνα με τον Μασκ, αν οι έρευνες για την τεχνητή νοημοσύνη δεν τεθούν έγκαιρα υπό έλεγχο και ρυθμιστική εποπτεία.
«Κατευθυνόμαστε ταχέως προς μια ψηφιακή υπερνοημοσύνη που θα υπερβαίνει κατά πολύ οποιονδήποτε άνθρωπο», δήλωσε ο Μασκ και προειδοποίησε ότι «αν μια εταιρεία ή μια μικρή ομάδα ανθρώπων καταφέρει να αναπτύξει θεϊκή ψηφιακή υπερνοημοσύνη, θα κυριαρχήσει στον κόσμο». «Τουλάχιστον όταν υπάρχει ένας κακός δικτάτορας, είναι ένας άνθρωπος που κάποτε θα πεθάνει.
Όμως για την τεχνητή νοημοσύνη δεν υπάρχει θάνατος. Μπορεί να ζει για πάντα και έτσι θα υπάρχει ένας αθάνατος δικτάτορας από τον οποίο δεν θα μπορούμε ποτέ να ξεφύγουμε», πρόσθεσε.
«Αν η τεχνητή νοημοσύνη έχει ένα στόχο και η ανθρωπότητα απλώς συμβαίνει να παρεμβάλλεται σε αυτόν, θα καταστρέψει την ανθρωπότητα σαν κάτι φυσικό, χωρίς καν να το σκεφτεί», ανέφερε ο Μασκ. «Είναι σαν να φτιάχνουμε ένα δρόμο και ένα μυρμήγκι συμβεί να βρεθεί στο δρόμο μας. Δεν μισούμε τα μυρμήγκια, απλώς φτιάχνουμε ένα δρόμο. Κι, έτσι, αντίο μυρμήγκι...».
Ήδη από το 2014 ο Μασκ έχει αποκαλέσει την τεχνητή νοημοσύνη «τη σοβαρότερη απειλή για την ύπαρξη της ανθρωπότητας». Μεταξύ άλλων, έχει δηλώσει ότι «αποτελεί άπειρα μεγαλύτερη απειλή από ό,τι η Βόρεια Κορέα» και ότι «η υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης είναι σαν να κάνεις επίκληση στο Διάβολο». Επίσης έχει εκφράσει φόβους ότι εξαιτίας της θα πυροδοτηθεί ο επόμενος παγκόσμιος πόλεμος.
Ο Μασκ πλήρωσε τα έξοδα για να προβάλλεται δωρεάν το ντοκιμαντέρ «Do you trust this computer?» μέσα στο σαββατοκύριακο, ώστε να μπορεί να το δει όποιος θέλει ελεύθερα. Σπεύσατε!
Πηγή: CNN, ID-on't renounce my freedom
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...