Το 1877 ξέσπασε ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος. Οι Ρώσοι κινήθηκαν από τη Ρουμανία προς Νότο αλλά σταμάτησαν στην Πλέβνα της Βουλγαρίας. Η μικρή Ελλάδα παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις εξελίξεις. Ο τότε πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κουμουνδούρος σκόπευε να εκμεταλλευτεί την εμπλοκή των Τούρκων ώστε να κερδίσει η Ελλάδα εδάφη σε Ήπειρο, Θεσσαλία και Μακεδονία.
Για τον λόγο αυτό μέσω των ελληνικών προξενείων ξεκίνησαν επαναστάσεις στις αλύτρωτες τότε ελληνικές επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στις αρχές του 1878, καθώς οι Ρώσοι είχαν πλέον νικήσει και επίκειτο ανακωχή. Παράλληλα με τα επαναστατικά κινήματα, χωρίς να έχει κηρυχθεί πόλεμος, ελληνική στρατιωτική δύναμη περίπου 24.000 ανδρών υπό τον υποστράτηγο Σκαρλάτο Σούτσο είχε συγκεντρωθεί στη Λαμία έτοιμη να εισέβαλε στα τουρκοκρατούμενα εδάφη.
Τελικά το πρωί της 21ης Ιανουαρίου 1878 δύναμη 8.000 ανδρών εισέβαλε στο τουρκοκρατούμενο έδαφος και έφτασε μέχρι τον Δομοκό. Οι Τούρκοι απλώς υποχώρησαν χωρίς να πολεμήσουν. Ακολούθησε και η λοιπή ελληνική δύναμη. Το βράδυ όμως της 24ης Ιανουαρίου, πριν αρχίσουν εχθροπραξίες, ένα τηλεγράφημα διέτασσε τον Έλληνα υποστράτηγο να υποχωρήσει άμεσα… Τι είχε συμβεί;
Στις 22 Ιανουαρίου 1878 η Αθήνα πληροφορήθηκε ότι είχε τελικά υπογραφεί ανακωχή μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το ίδιο βράδυ έφτασε στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ένα ακατάληπτο κρυπτογραφημένο τηλεγράφημα του Έλληνα πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη Ανδρέα Κουντουριώτη στο οποίο οι υπεύθυνοι υπάλληλοι μπόρεσαν μόνο να αποκρυπτογραφήσουν τις λέξεις «διαβατήριο» και «Χόβαρτ πασάς» (Βρετανός ναύαρχος στην υπηρεσία του σουλτάνου και αρχηγός του οθωμανικού στόλου).
Αμέσως δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ο Τούρκος πρέσβης θα ζητούσε το διαβατήριό του, δηλαδή η Οθωμανική αυτοκρατορία θα κήρυσσε πόλεμο στην Ελλάδα και ότι το τουρκικό ναυτικό θα βομβάρδιζε τα ελληνικά λιμάνια, μεταξύ αυτών και του Πειραιά. Το τηλεγράφημα δεν έλεγε βέβαια αυτά. Απλώς δεν ελήφθη ποτέ ολόκληρο.
Ο τουρκικός στόλος όμως, στην πραγματικότητα, δεν μπορούσε καν να κινηθεί στερούμενος γαιανθράκων. Και ναι μεν υπήρξαν φωνές στο σουλτανικό συμβούλιο που έκαναν λόγο για άμεση επίθεση κατά της Ελλάδας, αλλά με τον ρωσικό στρατό στην Αδριανούπολη, αυτό ήταν πιο εύκολο στα λόγια παρά στην πράξη.
Σοφά σκεπτόμενος ο Τούρκος σουλτάνος διέταξε να μη γίνει καμία κίνηση κατά της Ελλάδας. Ωστόσο για την Ελλάδα ήταν ήδη αργά… Το περίφημο «τηλεγράφημα Κουντουριώτη» είχε διαρρεύσει και είχε προκαλέσει κύμα πανικού.
Τον πανικό υποδαύλισαν Βρετανοί και Γάλλοι με τηλεγραφήματα και κινήσεων των διπλωματικών αποστολών τους στην Ελλάδα. Αυτό που ακολούθησε όμως δύσκολα μπορεί να περιγραφεί με άλλες λέξεις πλην της λέξης «ρεζίλεμα».
Στα ελληνικά νησιά χιλιάδες κάτοικοι μπήκαν στα πλοία και ήρθαν στον Πειραιά για να γλιτώσουν από τα τουρκικά καράβια που δεν είχαν αποπλεύσει ποτέ από τις βάσεις τους…. Οι δε Πειραιώτες είχαν κατασκηνώσει στα γύρω υψώματα αναμένοντας τους Τούρκους. Και η εμφάνιση μιας μικρής βάρκας ακόμα προκαλούσε πανικό. Η φράση “οι Τούρκοι στο Φάληρο” ακουγόταν συχνά – πυκνά…
Όσον αφορά τον στρατό έσπευσε να τοποθετήσει τα καλύτερα του πυροβόλα στον Πειραιά για να σταματήσει τα τουρκικά πολεμικά… Ο δε διοικητής της Εθνικής Τράπεζας ζήτησε άγημα Γάλλων πεζοναυτών να προστατεύσει την τράπεζα ώστε οι Τούρκοι που… έρχονταν, να μην αρπάξουν τον ελληνικό χρυσό.
Πιεζόμενη από τις τρεις «προστάτιδες» δυνάμεις, η πανικόβλητη Ελλάδα απέσυρε τον στρατό της από τη Θεσσαλία, χωρίς παράλληλα να διατάξει και αναστολή των επαναστατικών κινημάτων σε Θεσσαλία, Μακεδονία και Ήπειρο… Τα κινήματα συνεχίστηκαν και απλώς έσβησαν υπό ξένη πίεση σύντομα.
Πηγή: history-point.gr