Στις 30 Μαρτίου 1827, η Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, εξέλεξε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδας, με θητεία επτά ετών. Ο Κυβερνήτης, αφού επισκέφθηκε κατά σειρά την Αγία Πετρούπολη, το Λονδίνο και το Παρίσι, κατευθύνθηκε, στη συνέχεια, στην Αγκώνα, όπου έφτασε στις 8 Νοεμβρίου. Εκεί, όπως είχε κανονιστεί, θα επιβιβαζόταν σε αγγλικό πλοίο για να έρθει στην Ελλάδα, με μια ενδιάμεση στάση στην αγγλοκρατούμενη Κέρκυρα, για να προσκυνήσει τους τάφους των προγόνων του.
Οι Βαυαροί επελαύνουν και ο Ντρες προσμένει να τους αντιμετωπίσει.
Και τότε άρχισαν τα παράδοξα. Αφού τον κράτησαν στην Αγκώνα σε αναμονή 49 μέρες(!), στη συνέχεια, το πλοίο που τον παρέλαβε, τον μετέφερε, αντί για την Ελλάδα, στην Μάλτα! Εκεί, αφού δέχθηκε τις διπλωματικές "νουθεσίες" του ναυάρχου Κόδριγκτον, επιβιβάστηκε, στις 14 Ιανουαρίου, στο αγγλικό πολεμικό πλοίο Warspite 74. Με συνοδεία δύο ακόμη πολεμικών πλοίων, ενός γαλλικού κι ενός ρωσικού, στις 18 Ιανουαρίου 1828 (δέκα μήνες μετά την απόφαση της Γ' Εθνοσυνέλευσης), έφτασε επιτέλους στο Ναύπλιο, όπου ανέλαβε καθήκοντα.
Το Ναύπλιο μετά την Επανάσταση.
Δύο χρόνια μετά, στις 3 Φεβρουαρίου του 1830, υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου από τις "προστάτιδες δυνάμεις" (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία), με το οποίο κατοχυρωνόταν η ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους. Και τα παράδοξα συνεχίζονται. Ενώ η Ελλάδα είχε εκλεγμένο Κυβερνήτη, τον Καποδίστρια, στη Συνθήκη οριζόταν ότι πολίτευμα του ελληνικού κράτους θα ήταν η μοναρχία!
Και, μάλιστα, γινόταν και ονομαστική αναφορά στο ποιόν προόριζαν για τη θέση του μονάρχη οι συμβαλλόμενες χώρες. Όπου, όχι μόνο δεν ρώτησαν τους Έλληνες (αυτό δα έλλειπε), αλλά δεν είχαν ρωτήσει ούτε και αυτόν τον προοριζόμενο για τον θρόνο! Για την ιστορία, επρόκειτο για τον πρίγκιπα του Σαξ, Κόμπουργκ και Γκότα, Λεοπόλδο (μετέπειτα Βασιλιά του Βελγίου), ο οποίος δεν δέχτηκε.
Ο Όθωνας βασιλιάς των Ελλήνων
Τελικά, για τον θρόνο, επελέγη ο μόλις 15 χρονών τότε, πρίγκιπας Όθωνας, των Βίττελσμπαχ της Βαυαρίας (δευτερότοκος γιος του φανατικού φιλέλληνα Λουδοβίκου Α' της Βαυαρίας). Από τα ανωτέρω επιβεβαιώνεται το αρχαίο ρητό: «Άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε θεός κελεύει», όπου την θέση του θεού, στην προκείμενη περίπτωση, κατείχαν (και κατέχουν) οι "προστάτιδες δυνάμεις"…
Η δολοφονία του Καποδίστρια.
Έτσι, η δολοφονία του Κυβερνήτη, ενάμιση χρόνο μετά (27 Σεπτεμβρίου 1831 με το Ιουλιανό ημερολόγιο - 9 Οκτωβρίου με το Γρηγοριανό), έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, θα πρέπει να θεωρηθεί "λογική" νομοτέλεια. Ο βασιλιάς Όθωνας και τα μέλη της Αντιβασιλείας φτάνουν στο Ναύπλιο, με την αγγλική φρεγάτα "Μαδαγασκάρη" στις 20 Ιανουαρίου του 1833. Σύντομα αρχίζουν τα "παρατράγουδα"!
Οι αγωνιστές παραγκωνίζονται, η Ορθοδοξία βάλλεται, ο λαός πεινάει και φως δεν φαίνεται πουθενά! Το Φεβρουάριο του 1833 ο Κολοκοτρώνης έστειλε επιστολή στον υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας εκφράζοντας την ανησυχία του για την εκκλησιαστική πολιτική της αντιβασιλείας. Την ίδια περίοδο οι "Ναπαίοι", το Ρωσικό Κόμμα, κυκλοφορούσε προς υπογραφή ένα κείμενο απευθυνόμενο προς τον Τσάρο, με το οποίο ζητούσε να αναλάβει καθήκοντα άμεσα ο Όθωνας (και βέβαια την ανάκληση της αντιβασιλείας).
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην παραλία της Δαλαμανάρας, απέναντι από το Ναύπλιο και ο Δημήτριος Πλαπούτας.
Η σύλληψη και η δίκη Κολοτρώνη
Το Σεπτέμβριο του 1833 συλλαμβάνονται και παραπέμπονται σε δίκη ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Δημήτριος Πλαπούτας, καθότι, σύμφωνα με το κατηγορητήριο: «είχαν οργανώσει από κοινού την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1833 συνωμοσία που αποσκοπούσε να διαταράξει την δημόσια ασφάλεια, να παρασύρει τους υπηκόους του βασιλιά σε ληστείες και σε εμφύλια διαμάχη και να ανατρέψει την καθεστηκυία τάξη»!
Τη διαταγή την υπέγραψαν οι αντιβασιλείς Μάουρερ και Άβελ και την έδωσαν στον Γερμανό υπουργό των Στρατιωτικών, τον στρατηγό Σμαλτς, να την εκτελέσει. Η δίκη του Κολοκοτρώνη και του Δημήτριου Πλαπούτα ξεκίνησε στις 16 Απριλίου 1834 και διήρκεσε μέχρι τις 26 Μαΐου του ιδίου έτους. Διεξήχθη στο τουρκικό τζαμί του Ναυπλίου (το σημερινό Βουλευτικό) και η απόφαση ήταν: «Θάνατος»!
Η ποινή, τελικά, δεν εκτελέστηκε και οι στρατηγοί παρέμεναν έγκλειστοι στις φυλακές του Παλαμηδιού. Στις 31 Μαΐου 1834, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, επειδή δεν συμφωνούσε με την πολιτική της Αντιβασιλείας, αποχώρησε από την κυβέρνηση και στην θέση του ανέλαβε ο Ιωάννης Κωλέττης. Στις 21 Ιουλίου 1834 ο πατέρας του Όθωνα, Λουδοβίκος Α' της Βαυαρίας, ανακάλεσε τον Μάουρερ και τον Άμπελ.
Οι Σουλιμοχωρίτες - Ντρέδες
Περί το 1380, στο οροπέδιο του Δωρίου, στην Βορειοδυτική Μεσσηνία, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν ως συνοριοφύλακες του Δεσποτάτου του Μορέως, σαράντα αρβανίτικες φάρες με διακόσια γυναικόπαιδα (σκληροτράχηλοι άνθρωποι, πιστοί υπερασπιστές της Ρωμανίας και Χριστιανοί Ορθόδοξοι).
Αρβανίτες πολεμιστές (πίνακας του Amedeo Preziosi).
Ο τόπος της εγκατάστασής των είναι μια φυσική οχυρή τοποθεσία, περί τα 120 τετραγωνικά χιλιόμετρα, προστατευμένη από βουνά, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι στη Νέδα, στην επαρχία Ολυμπίας (περιοχή που διαφέντευαν τότε οι Φράγκοι). Στον τόπο αυτό έφτιαξαν τα χωριά τους, τα Σουλιμοχώρια, που πήραν το γενικό τους όνομα από το Σουλιμά (Άνω Δώριο), το κεφαλοχώρι της περιοχής.
Τα χωριά αυτά είναι το Σουλιμά (από το "Σούλι μαδ", δηλαδή μεγάλο Σούλι) και το Κάτω Σουλιμά (Δώριο), ο Άγιος Γεώργιος, τα Γουβαλάρια (Άγιος Πέτρος), το Ψάρι και το Άνω Ψάρι, η Κλέσουρα (Αμφιθέα), το Λάπι (Ριζοχώρι), το Πιτσά (Σιτοχώρι), του Γκλιάτα (Ηλέκτρα), το Ρίπεσι (Κεφαλόβρυση), το Βλάκα (Χρυσοχώρι), του Κούβελα, του Χαλκιά, η Αγριλιά και το Κατσούρα (Άνω Βασιλικό).
Οι Σουλιμοχωρίτες, καταγράφονται στην ιστορία με το προσωνύμιο Ντρέδες. "Ντρες" σημαίνει ευθύς, ειλικρινής, ντόμπρος και προέρχεται από την αρβανίτικη λέξη "ντρέιτ" που σημαίνει "ίσιος". Η δημογεροντία των Σουλιμοχωρίων είχε την έδρα της στο Σουλιμά και τη συγκροτούσαν οι εκλεγόμενοι εκπρόσωποι όλων των χωριών.
Τους έτρεμαν μέχρι και οι Τούρκοι
Τα Σουλιμοχώρια, κατά τη Τουρκοκρατία, ήταν ένας από τους ελληνικούς τόπους που φοβούνταν να πλησιάσουν οι κατακτητές. Από το Κακόρεμα και του Μπούγα κανένας απρόσκλητος δεν τολμούσε να μπει στον αυτοδιοικούμενο, απρόσιτο για τους ξένους τόπο, πολύ δε περισσότερο ο αλλόθρησκος δυνάστης του γένους:
«Το Ψάρι και του Σουλιμά τα δυο κεφαλοχώρια, χαράτσι δεν πληρώνουνε, Τούρκο δεν προσκυνάνε, γιατί ‘ναι ο Ντάρας το θεριό και ο Τάσης Παπατσώρης, πιάνουν και στέλνουν μήνυμα σ’ όλα τα παλικάρια, πάρτε τα καρυοφύλλια σας και πιάστε καραούλι, ποδάρι Τούρκου να μην μπει μεσ’ στα Σουλιμοχώρια, γιατί ’ναι οι Ντρέδες ξακουστοί και πρώτοι στο σημάδι, βόλι δεν πάει αλάθευτο και γιαταγάνι κούφιο».
Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω περιστατικό: Κάπου γύρω στα 1790, Τούρκος Αγάς από την Αρκαδιά (Κυπαρισσία) πέρασε από του Κούβελα. Φτάνοντας στο χωριό κατευθύνθηκε στην αγορά, όπου απαίτησε από τους παρευρισκόμενους Κουβελαίους να τον προσκυνήσουν. Ο Γιαννάκης Μέλιος, θείος (αδελφός της μητέρας) και νονός του Γιαννάκη Γκρίτζαλη (μετέπειτα οπλαρχηγός και γενικός αρχηγός των Ντρέδων), παιδί τότε, έπαιζε την φλογέρα του, αγνοώντας προκλητικά τον Τούρκο.
Ο Τούρκος θυμωμένος του έδωσε έναν δυνατό μπάτσο, με αποτέλεσμα ο Μέλιος να τον σφάξει, χωρίς άλλη κουβέντα, με το μαχαίρι του. Ακολούθησε η σφαγή της συνοδείας του, από τους Κουβελαίους! Λογική και συνεπακόλουθη του απροσκύνητου χαρακτήρα και του πατριωτισμού τους ήταν η μεγάλη και διαρκής συμμετοχή των Ντρέδων σε όλα τα προεπαναστατικά κινήματα του Μοριά.
Ο Ιμπραήμ "έσπασε" τα μούτρα του στα Σουλιμοχώρια.
Στην δε Επανάσταση (1821-1828), οι Σουλιμοχωρίτες-Ντρέδες, έλαβαν μέρος συνολικά σε τριάντα έξι μάχες. Απ’ αυτές, τέσσερις νικηφόρες έδωσαν απέναντι στις πολυπληθέστερες στρατιές του Ιμπραήμ, που προσπάθησε (αμέτι-μουχαμέτι αλλά μάταια να πατήσει τα Σουλιμοχώρια).*
__________________
*Θα ακολουθήσει η εξιστόρηση της Μεσσηνιακής Επανάστασης.
Κύριες πηγές του άρθρου: Ιωάννου Αθ. Πιπιλή "Η Ζούρτσα και η Κίνησις κατά της Βαυαρικής Αντιβασιλείας", Γιάννη Κατσαμπάνη (πανηγυρικός 2004): "Η Μεσσηνιακή Επανάσταση του 1834 - Η πρώτη κοινωνική Επανάσταση στη νεώτερη Ελληνική Ιστορία".
Πηγή: slpress.gr