Όπως είναι γνωστό, όταν έπεσε η Πόλη (το 1453), το θλιβερό γεγονός αντιμετωπίστηκε μοιρολατρικά: «ήτανε θέλημα θεού η Πόλη να τουρκέψει», είπαν πολλοί. Ακολούθησαν χρόνοι δύσκολοι και σκοτεινοί...
Κατά τον 18ο αι. οι Έλληνες που ζούσαν στις παροικίες, αλλά και πολλοί που ζούσαν στα παράλια του Ελλαδικού χώρου, οικοδομούσαν οικονομική και πνευματική ακμή, που τους έδινε αυτοπεποίθηση. Παράλληλα οι εξελίξεις στον ευρωπαϊκό χώρο γεννούσαν κάποτε την ελπίδα ότι με την παρέμβαση κάποιων ευρωπαίων ηγεμόνων, του Τσάρου ή του Ναπολέοντα, ήταν δυνατό να αποτινάξουν οι Έλληνες τον τουρκικό ζυγό. Γρήγορα οι ελπίδες αυτές διαψεύδονταν και στην θέση τους καλλιεργούνταν σκέψεις τολμηρές αλλά και ρεαλιστικές ή πραγματοποιήσιμες: ότι μπορούν οι ραγιάδες, αν οργανωθούν σωστά και προετοιμαστούν ψυχικά, να διεκδικήσουν μόνοι τους την λευτεριά!
Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός – εκπαιδευτική δραστηριότητα που συνδύαζε την πολιτισμική κληρονομιά των Ελλήνων και την νεότερη ευρωπαϊκή επιστήμη είχε βοηθήσει για την αφύπνιση των συνειδήσεων και την τολμηρή μετακίνηση των Ελλήνων από την προσδοκία ξένης βοήθειας προς την αυτοπεποίθηση για τις δικές τους δυνατότητες. Ο Ρήγας Βελεστινλής (Φεραίος) έκανε την πρώτη οργανωτική προσπάθεια. Κι αν προδόθηκε και είχε τέλος τραγικό (1798), άφησε κληρονομιά κάτι σημαντικό: τα Επαναστατικά κείμενά του που προέτρεπαν όλους τους ραγιάδες να διεκδικήσουν με τις δυνάμεις τους το δικαίωμα να ζήσουν ελεύθεροι.
Λίγα χρόνια μετά ο Ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας (1806) καλούσε το γένος σε αυτογνωσία και τις μικρές κοινωνικές ομάδες (Φαναριώτες, Πρόκριτους και ηγεσία της Εκκλησίας), που είχαν κατ’ ανάγκη συμπράξει με τον κατακτητή, τις έψεξε σκληρά για την ταπεινωτική προσαρμογή τους στο κλίμα ανελευθερίας ή δουλικότητας που περιβάλλονταν όσοι υπηρετούσαν τον κατακτητή. Ταυτόχρονα επισήμανε τις αδυναμίες ή τα συμπτώματα διάλυσης του Οθωμανικού Κράτους. Και είχε αφιερώσει το έργο του στην μνήμη του αδικοχαμένου Ρήγα.
Ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας (1814)
Το Έμβλημα της Φιλικής Εταιρείας
Ένα βράδυ του 1814 τρεις Έλληνες που ζούσαν στην Οδησσό, οι: Νικ. Σκουφάς, Εμμ. Ξάνθος, Αθαν. Τσακάλωφ, είχαν μια φιλική συνάντηση και ανάμεσα σε άλλα θέματα το κύριο που συζήτησαν ήταν τα δεινά που υπέφεραν οι ομογενείς στην υπόδουλη Πατρίδα. Εκεί φαίνεται ότι ο Ξάνθος έριξε την ιδέα να ιδρύσουν μια οργάνωση μυστική, που κύριο στόχο είχε να μυήσει τους ραγιάδες στην ιδέα μιας απελευθερωτικής κίνησης με τις δυνάμεις τους. Και «απεφάσισαν οι ειρημένοι να επιχειρισθώσιν την σύστασιν τοιαύτης Εταιρίας και να εισάξωσιν εις αυτήν όλους τους εκλεκτούς και ανδρείους των ομογενών, δια να ενεργήσωσι μόνοι των ό,τι ματαίως και προ πολλού χρόνου ήλπιζον από την φιλανθρωπίαν των Χριστιανών βασιλέων».
Διαδικασία Μύησης: Όρκος, Κρυπτογραφικός Κώδικας
Στους χρόνους που ακολούθησαν διαμόρφωσαν οι Φιλικοί κανόνες οργανωτικής δράσης σύμφωνα με τους οποίους προβλέπονταν:
- Διαδικασία μύησης νέων μελών, αφού θα εξακριβωνόταν η αφοσίωσή τους στον ιερό σκοπό της Φιλικής.
- Βαθμοί ιεραρχίας, όπου τα μέλη θα προωθούνταν ανάλογα με την δραστηριότητα και τις ικανότητές τους.
Ο όρκος
Ελαιογραφία του Δ. Τσόκου (1849)
- Ειδικός Όρκος και τελετουργικό ορκωμοσίας.
- Ειδικός κρυπτογραφικός κώδικας για την αλληλογραφία και την αμοιβαία αναγνώριση των μελών μεταξύ τους.
Σύμφωνα με τον κώδικα αυτό:
- Χρησιμοποιούσαν τα γνωστά γράμματα του αλφαβήτου αλλά με φωνητική αξία διαφορετική (λόγου χάρη αντί για τα α, β, γ,... οι Φιλικοί έγραφαν αντίστοιχα: η, ζ, ψ).
- Για τα κύρια ονόματα στελεχών της Εταιρίας είχαν γράμματα συνθηματικά
(Για τον Αθαν. Τσακάλωφ Α.Β., για τον Νικ. Σκουφά Α.Γ., για τον Εμμ. Ξάνθο Α.Ζ., για τον Γρηγόριο Δικαίο Α.Μ.).
- Για μερικά ονόματα ιδιαίτερης αξίας για την Εταιρία χρησιμοποιούσαν οι Φιλικοί ιδιαίτερη προσωνυμία ενδεικτική και της υπόληψης που ένιωθαν γι’ αυτά. (Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης επονομαζόταν Καλός ή Ανδρέας Ραδάμανθυς, ο Καποδίστριας Ευεργετικός, ο Παπαφλέσσας Αρμόδιος).
- Για μερικές κοινωνικές ομάδες με ιδιαίτερη σημασία για τους Φιλικούς χρησιμοποιήθηκαν επωνυμίες δηλωτικές ίσως και των αισθημάτων τους (έτσι: οι Πρόκριτοι του Μοριά φέρονται ως Εκδικητικοί, ο Φαναριώτες Οινοπόται, οι Αρχιερείς της Συνόδου δυστυχείς).
- Για κάποιες έννοιες ειδικής σημασίας για μια Εταιρία μυστική βρίσκουμε λέξεις συνθηματικές ή συμβολικές. Έτσι:
το Αγκάθι = σήμαινε γι’ αυτούς εχθρός,
το άνθος = φίλος,
τα δένδρα = τουφέκια,
ο ελέφας = το μεγάλο καράβι,
η καμήλα = εμπορικό πλοίο,
το κοπάδι = στόλος,
ο Κύκλωψ = κατάσκοπος,
ο τραγουδιστής = κανόνι,
τα σύννεφα = μέλη της Εταιρίας.
Τέλος, για τις προσωπικές συναντήσεις τους επινόησαν διάφορα συνθηματικά αναγνώρισης όχι μόνο του προσώπου αλλά -κυρίως- της σχέσης του με την Εταιρία και του βαθμού ενημέρωσής του. Λόγου χάρη, αν κάποιος μετέφερε μήνυμα (προφορικό συνήθως) σε άλλον: πρώτα του έκανε νεύμα με το χέρι (φέρνοντας το δάχτυλο στο κάτω χείλος) ότι θέλει να του μιλήσει.
Αν εκείνος ήταν ενημερωμένος ως μέλος της Εταιρίας μυημένο - ορκισμένο, ανταποκρινόταν με άλλη συμβολική κίνηση: κινούσε το χέρι του προς το πτερύγιο του αυτιού του, για να δηλώσει έτσι ότι είναι πρόθυμος να ακούσει. Έπειτα για επιβεβαίωση έλεγαν και μερικά συνθηματικά γράμματα ο κομιστής του μηνύματος και ο αναζητούμενος αποδέκτης:
Ο πρώτος έλεγε: λ
Ο δεύτερος πρόσθετε: α
Ο α΄ ν
Ο β΄ τ
Ο α΄ ο
Ο β' ν
(Η λέξη που προκύπτει "λαντον"! Δεν γνωρίζουμε αν είχε κάποιο ειδικό νόημα ή ήταν τυχαίο άθροισμα των έξι γραμμάτων).
Η δραστηριότητα μύησης των νέων μελών απλωνόταν συστηματικά και ασταμάτητα. Μέσα στα επόμενα 4-5 χρόνια το μυστικό μεταδόθηκε σε χιλιάδες, σε όλο το γεωγραφικό χώρο το μητροπολιτικό και τον παροικιακό. Το τελετουργικό της ορκωμοσίας έφερνε συγκινήσεις και ενίσχυε την αυτοπεποίθηση πως οι ραγιάδες μπορούν με τις δυνάμεις τους επιτύχουν το μεγάλο ξεσηκωμό της Λευτεριάς.
Συνάντηση στο Ισμαήλι (Οκτώβριος 1820)
Η αίσθηση της ευθύνης και η εκτίμηση της κατάστασης οδήγησε τους κορυφαίους της Εταιρίας, που αποτελούσαν την Αόρατη Αρχή, στην αναζήτηση Αρχηγού. Η τελική επιλογή-αποδοχή έφερε στην ηγεσία τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Ήταν γόνος οικογενείας που είχε σταδιοδρομήσει στην υπηρεσία του Σουλτάνου, αλλά είχε δραπετεύσει (ο πατέρας Υψηλάντης με την πολυμελή οικογένειά του) στην Τσαρική Ρωσία. Εκεί είχε σταδιοδρομήσει ως Αξιωματικός του στρατού ο Αλέξανδρος. Ονομάστηκε από τους Φιλικούς Αρχηγός με την επωνυμία Καλός!
Στο Ισμαήλι η Αόρατη Αρχή και ο Αρχηγός προσκάλεσαν τους Αποστόλους της Εταιρίας (ανάμεσά τους ο Παπαφλέσσας) και αναμένοντας εκεί (μέσα στο λοιμοκαθαρτήριο) τις αφίξεις των καλεσμένων συνεδρίαζαν μυστικά για το πότε και πώς θα δράσουν. Συμφωνήθηκε εκκίνηση επαναστατική την Άνοιξη του ’21. Όσοι συγκεντρώνονταν από παροικίες του Ελληνισμού ως εθελοντές στην περιοχή της νοτιοδυτικής Ρωσίας επρόκειτο να περάσουν τα σύνορα προς την Μολδοβλαχία (τότε οθωμανική επικράτεια, αλλά με ιδιότυπο καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης). Πραγματικά, πέρασαν τον Προύθο προς το Ιάσιο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 με τις σημαίες της Λευτεριάς, υπό την ηγεσία του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Ο Φαναριώτης ηγεμόνας της Μολδαβίας Μιχ. Σούτσος προσχώρησε στους επαναστάτες.
Από το Ιάσιο κυκλοφόρησε (24-2-1821) η Προκήρυξη της Επανάστασης, όπου ανάμεσα σε άλλα υπήρχε:
Διευκρίνιση ότι η Επανάσταση είναι εθνική-απελευθερωτική (μήνυμα προς τους ηγεμόνες της Ιερής Συμμαχίας) και υπαινιγμός για κάποια κραταιά Προστασία (μήνυμα προς τους ραγιάδες): «Κινηθείτε, αδελφοί, και θέλετε ιδεί μίας κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθή τα δίκαιά μας».
Οι Φιλικοί είχαν κάνει το καθήκον τους
Παράλληλες ενέργειες των Φιλικών, κατά την συνάντηση αυτή στο Ισμαήλι:
- Επιστολές του Αρχηγού προς διάφορους αποδέκτες, π.χ. προς τους Καπεταναίους του Αιγαίου: «Η Αγγλία, η φιλοδέσποτος εκείνη και μισάνθρωπος… Δύναμις αγωνίζεται με παντοίους τρόπους… να βάλει εμπόδια… και εντελή εξολοθρεμό να μας επιφέρει. Και τώρα θεωρεί τον επαυξάνοντα αριθμόν των εμπορικών ημών πλοίων με όμματα ζηλότυπα και φθονερά».
- Αναχώρηση των Αποστόλων για να μεταφέρουν στα πλήθη των μυημένων μελών το τελικό μήνυμα: την άνοιξη Ανάσταση.
Σ’ αυτό το πλαίσιο μέσα παρακολουθούμε τον Παπαφλέσσα προς την Πελοπόννησο. Πρώτος επίσημος σταθμός του η Μυστική Συνάντηση με Πρόκριτους και Αρχιερείς στη Βοστίτσα (Αίγιο, 26-30 Ιανουαρίου 1821).
Εκεί διαπιστώθηκε πλήρης διάσταση απόψεων ανάμεσα στον ενθουσιώδη Απόστολο της Φιλικής και τους διστακτικούς Προκρίτους και Αρχιερείς. Εκεί ο Παλαιών Πατρών Γερμανός εκτίμησε ότι ο Παπαφλέσσας ήταν: «απατεών και εξωλέστατος περί ουδενός άλλου φροντίζων ειμή πώς να πλουτήση εκ των αρπαγών». Ευτυχώς για τον Ελληνισμό επικράτησε ο «απατεών».
Πηγή: Περί Πάτρης