O ἑλληνικὸς εὐεργετισμὸς ἀποτελεῖ φαινόμενο μὲ ἰδιαίτερη θέση στὴ νεοελληνικὴ ἱστορία, καθὼς συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν πορεία τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ ἱστορική πορεία τοῦ ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 18ου αἰώνα καὶ μέχρι τὰ τέλη τοῦ 20ου αἰώνα εἶναι στενὰ συνδεδεμένη μὲ ἐκείνη τῶν εὐεργετῶν καὶ ἰδιαίτερα τῶν ἐθνικῶν μας εὐεργετῶν.
Ἐμεῖς, ὡς Ἠπειρῶτες, ἔχουμε κάθε λόγο νὰ εἴμαστε περήφανοι, διότι ἡ περιοχή μας ἀνέδειξε τόσους πολλοὺς εὐεργέτες καὶ εὐγνώμονες, διότι ἡ προσφορά τους δὲν περιορίστηκε μόνο στὴ γενέτειρά τους, ἀλλὰ σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἁπλώθηκε σὲ ὁλόκληρο τὸ ἔθνος. Ἀπόδειξη τούτου ἀποτελεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν τριάντα εὐεργετῶν, ποὺ ἡ πολιτεία ἔδωσε τὸν τίτλο τοῦ ἐθνικοῦ εὐεργέτη, οἱ δέκα πέντε εἶναι Ἠπειρῶτες.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐθνικοὺς εὐργέτες εἶναι καὶ ὁ Γεώργιος Χατζηκώστας. Γεννήθηκε στὰ Ἰωάννινα τὸ 1753 καὶ ἦταν τὸ τρίτο κατὰ σειρὰ παιδὶ τῆς οἰκογένειας τοῦ Κωνσταντίνου καὶ τῆς Μαργαρίτας Χατζηκώστα. Τὰ ἄλλα ἀδέρφια του ἦταν ὁ πρωτότοκος Ἰωάννης, ὁ Ἀναστάσιος, ὁ Παῦλος καὶ ἡ Αἰκατερίνη. Τὸ 1768 (σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν) στάλθηκε ἀπὸ τὸν πατέρα του στὴν Κωνσταντινούπολη προκειμένου νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ ἐμπόριο. Ὁ ἀδελφός του Ἀναστάσιος εἶχε ἤδη ἐγκατασταθεῖ στὴ Μόσχα γιὰ τὸν ἴδιο σκοπό. Στὶς πρωτεύουσες τῆς Ἀνατολῆς καὶ τοῦ Βορρᾶ τὰ δυὸ ἀδέρφια ἐπιδόθηκαν ἀρχικὰ στὸ κερδοφόρο ἐμπόριο πολύτιμων εἰδῶν.
Σὲ ἡλικία 48 χρόνων ὁ Γεώργιος Χατζηκώστας νυμφεύτηκε τὴν Αἰκατερίνη Μελαχρινοῦ – Καμινάρη, κόρη ἀξιωματούχου τῶν Παραδουνάβιων Ἡγεμονιῶν καὶ ἀπέκτησαν συνολικὰ ὀχτὼ παιδιά.
Τὸ 1815 πέθανε στὴ Μόσχα ὁ ἀδελφός του Ἀναστάσιος, ὅποτε καὶ ἀναγκάστηκε νὰ μεταβεῖ ἐκεῖ προκειμένου νὰ διευθετήσει τὶς ἐμπορικὲς ὑποθέσεις τοῦ ἀδελφοῦ του. Στὴ Ρωσία, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἔρθει σὲ ἐπαφὴ μὲ τοὺς συμπατριῶτες ἐμπόρους, ἀδερφοὺς Ζωσιμάδες καὶ Ριζάρηδες, τὸν Ζώη Καπλάνη καθὼς καὶ μὲ τοὺς ὑπόλοιπους Γιαννιῶτες ποὺ ζοῦσαν ἐκεῖ. Παράλληλα μὲ τὸ ἐμπόριο ὁ Γ. Χατζηκώστας, ἔχοντας πάντα στὸ νοῦ τὴ σκλαβωμένη πατρίδα, ὅπως ἄλλωστε καὶ οἱ περισσότεροι ἐκεῖ συμπατριῶτες του, ἀνέπτυξε τεράστιο ἐθνικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο. Ἔτσι ἐνίσχυσε οἰκονομικὰ τὸ κίνημα τοῦ Ἀλέξανδρου Ὑψηλάντη, φρόντισε γιὰ τὴν ἀποφυλάκιση αἰχμαλώτων στὴν πατρίδα, καταβάλλοντας σημαντικὰ ποσά. Συμμετεῖχε στὴν ἀποστολὴ τροφίμων καὶ πολεμοφοδίων πρὸς τὶς ἐπαναστατημένες ἐπαρχίες, διέθεσε σημαντικὰ ποσὰ γιὰ τὴν ἀποπεράτωση τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγ. Νικολάου Ἀγορᾶς (τὴν ἀνακατασκευὴ τῆς ὁποίας εἶχαν ἀρχίσει οἱ Ζωσιμάδες), γιὰ τὴν ἐνίσχυση τοῦ μητροπολιτικοῦ ναοῦ, τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σωσίνου, καθὼς καὶ ἄλλων ἐκκλησιῶν τῶν Ἰωαννίνων. Ἐπιπλέον, ἕναν μήνα περίπου προτοῦ ἀποβιώσει, κληροδότησε στὴν «Ἱερὰν πόλιν τοῦ Μεσολογγίου» ἱκανὸ ποσὸ γιὰ τὴν ἵδρυση Νοσοκομείου.
Ὄντως, μετὰ τὸν θανατό του, ἱδρύθηκε τὸ Νοσοκομεῖο μὲ τὴν ἐπωνυμία «Νοσοκομεῖο Γεωργίου Χατζηκώστα», τὸ ὁποῖο ἀρχικὰ διεύθυνε ὁ Βαυαρὸς φιλέλληνας γιατρός, Φ. Ξ. Νίδερ, ποὺ εἶχε ἐγκατασταθεῖ (1871) στὸ Μεσολόγγι. Ἀργότερα ἱδρύθηκε τὸ Ὀρφανοτροφεῖο στὴν Ἀθήνα ποὺ φέρει τὴν ἐπωνυμία: «Ὀρφανοτροφεῖο Γεωργίου καὶ Αἰκατερίνης Χατζηκώστα». Ὁ Γ. Χατζηκώστας πέθανε στὴ Μόσχα στὶς 31/08/1845, σὲ ἡλικία 92 χρόνων καὶ ἐνταφιάστηκε στὸ μοναστήρι τοῦ Δονσκόϊ. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων, ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀνεγερθεῖ στὰ Ἰωάννινα Νοσοκομεῖο ὅπου θὰ νοσηλεύονται φτωχοὶ ἀσθενεῖς ὡς αἰώνιο μνημόσυνο τοῦ ἰδίου καὶ τῶν γονέων του. Γιὰ τὴν ἀνέγερσή του ἄφησε 2.877,14 ρούβλια ἀργυρὰ καὶ διατύπωσε τὴ θέλησή του νὰ κατασκευαστεῖ πλησίον τοῦ Ἁγ. Νικολάου (Ἀγορᾶς) στὰ Μποστάνια, ὅπου ἦταν τὸ παλαιὸ Νοσοκομεῖο.
Ὁ εὐεργέτης ἄφησε ἐντολὴ στοὺς ἐπιτρόπους του στὴ Μόσχα νὰ καταθέσουν, ὡς αἰώνια κεφάλαια, στὸ Αὐτοκρατορικὸ Ὀρφανοτροφεῖο τῆς Μόσχας τὰ παρακάτω ποσά: i) ὑπὲρ τοῦ νοσοκομείου τὸ ποσὸ τῶν 100.000 ρ. ἀσσιγνάτσιας (ἤτοι 28.571,43 ρ. ἀργυρά), ἐπ̓ ὀνόματι τῶν ἐπιτρόπων τῶν παραπάνω Ἐκκλησιῶν, ii) ὑπὲρ Ἁγ. Νικολάου Ἀγορᾶς 5.000 ρ. ἀσσιγνάτσιας (ἤτοι 1.428,57 ρ. ἀργυρά) καὶ iii) 5.000 ρ. ἀσσιγνάτσιας (ἤτοι 1.428,57 ρ. ἀργυρά) ἐπ̓ ὀνόματι τῶν ἐπιτρόπων τοῦ Ἁγ. Ἀθανασίου, Ἁγίου Νικολάου καὶ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ἀρχιμανδρειοῦ. Ἐπιπλέον ὅρισε στοὺς ἐκτελεστὲς νὰ στείλουν μεγάλα ποσά γιὰ ἀνέγερση καὶ καλλωπισμὸ ἐκκλησιῶν καὶ ἄλλων ἀγαθῶν σκοπῶν.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Γ. Χατζηκώστα οἱ ἐκτελεστές της διαθήκης, ἀφοῦ παρέλαβαν τὴν περιουσία, κατέθεσαν στὸ Αὐτοκρατορικὸ Ὀρφανοτροφεῖο τῆς Μόσχας τὰ παρακάτω ποσά: i) 100.000 ρ. ἀσσιγνάτσιας μὲ τὸ ὑπ̓ ἀριθμ. 43241 γραμμάτιο, ii) 5.000 ρ. ἀσσιγνάτσιας μὲ τὸ ὑπ̓ ἀριθμ. 43244 γραμμάτιο καὶ iii) 100.000 ρ. ἀσσιγνάτσιας μὲ τὸ ὑπ̓ ἀριθμ. 43245 γραμμάτιο, γιὰ τὸ ὁποῖο ὅρισε νὰ μένει κατατεθειμένο γιὰ μία τριακονταετία, προκειμένου οἱ ἐτήσιοι τόκοι νὰ κεφαλαιοποιοῦνται. Στὴ συνέχεια, τὰ παραπάνω αἰώνια κεφάλαια καὶ οἱ ἐτήσιοι τόκοι αὐτῶν κατανεμήθηκαν σύμφωνα μὲ τὴ βούληση τοῦ εὐεργέτη καὶ τὶς διατάξεις τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἀναστασίου ὡς ἑξῆς:
α. ὑπὲρ τοῦ Νοσοκομείου Ἰωαννίνων 50.500 ρ. ἀργυρά,
β. ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Νικολάου 1.428 ρ. ἀργυρά,
γ. ὑπὲρ τῶν φυλακισμένων γιὰ χρέη 21.929 ρ. ἀργυρά,
δ. ὑπὲρ τῶν φτωχῶν 21.929 ρ. ἀργυρὰ καὶ
ε. ὑπὲρ προικοδοτήσεων ἀπόρων κορασίδων 21.929 ρ. ἀργυρά.
Τὸ κληροδότημα σήμερα εἶναι ἀνενεργὸ καὶ αὐτὸ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι τὸ καθεστὼς ποὺ προέκυψε στὴ Ρωσία μετὰ τὸ 1917 δέσμευσε ὅλα τὰ περιουσιακὰ στοιχεῖα τῆς ἐπικράτειας βάσει τοῦ δόγματος «δὲν χρωστᾶμε σὲ κανέναν τίποτα καὶ δὲν μᾶς χρωστάει κανένας τίποτα». Ἔτσι, χάθηκαν ὅλα τὰ κεφάλαια τοῦ Χατζηκώστα, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ἀοιδίμων εὐεργετῶν, ποὺ ἦταν κατατεθειμένα στὴ Ρωσία καὶ μαζί τους σταμάτησαν νὰ εἰσρέουν στὴν πατρίδα οἱ ἐτήσιοι πρόσοδοι-τόκοι αὐτῶν.
Ἡ Ἵδρυση τοῦ Νοσοκομείου Γεωργίου Χατζηκώστα στὰ Ἰωάννινα
Τὸ παλαιὸ Νοσοκομεῖο «Γ. ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ» στὰ Ἰωάννινα
Στὴ διαθήκη τῶν εὐεργετῶν Ἰωάννου καὶ Ἀναστασίου Βρεττοῦ, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, ἀναφέρεται ὅτι τὸ 1793 ἀγόρασαν οἰκόπεδο στὰ Ἰωάννινα καὶ στὴ θέση «Σπιτάλι» (δίπλα ἀπὸ τὴν πλατεία Ἀρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος) γιὰ τὴν ἀνέγερση Νοσοκομείου. Στὴ συνέχεια, πολλοὶ ἄλλοι εὐεργέτες πρόσφεραν σημαντικὰ γιὰ τὴν ἐποχὴ χρηματικὰ ποσὰ προκειμένου, ἀφενὸς νὰ ὁλοκληρωθοῦν τὰ ἔργα τῆς ἀνέγερσης καὶ, ἀφετέρου νὰ καλυφθοῦν τὰ λειτουργικὰ τοῦ ἔξοδα.
Τὸ Νοσοκομεῖο, ἐκτὸς ἀπὸ νοσηλευτικὸ ἵδρυμα, λειτούργησε παράλληλα ὡς Πτωχοκομεῖο καὶ ὡς χῶρος ὅπου ἔβρισκαν καταφύγιο οἱ ἄστεγοι καὶ οἱ ἐπαῖτες τῆς ἐποχῆς. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα, ἀφενὸς τὸ Νοσοκομεῖο νὰ πάρει τὴ μορφὴ Πτωχοκομείου καὶ, ἀφετέρου νὰ μὴν μπορεῖ νὰ καλύψει τὶς ἀνάγκες γιὰ νοσηλευτικὴ περίθαλψη ποὺ συνεχῶς αὐξάνονταν. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ εἶχε ἱδρυθεῖ καὶ δεύτερο Νοσοκομεῖο, διάδοχος τοῦ ὁποίου εἶναι τὸ σημερινὸ Γενικὸ Νοσοκομεῖο Γ. Χατζηκώστα, ποὺ βρισκόταν στὴν τοποθεσία «Τουρκοπάλουκον», δίπλα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀγορᾶς.
Ὅμως, λόγῳ τῆς μετατροπῆς τοῦ Νοσοκομείου «Βρεττοῦ» σὲ Πτωχοκομεῖο τὸ Νοσοκομεῖο «Μάτσια» δεχόταν τὴν πλειονότητα τῶν ἀσθενῶν ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Ἰωαννίνων, ἀλλὰ καὶ τὴν εὐρύτερη περιφέρεια τῆς Ἠπείρου, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ ἐγκαταστάσεις του νὰ μὴν ἐπαρκοῦν γιὰ τὴν κάλυψη τῶν νοσηλευτικῶν ἀναγκῶν. Ὅποτε, τὸ 1845 ἔρχεται ἀρωγὸς ὁ ἐξ Ἰωαννίνων ἔμπορος τῆς Μόσχας Γ. Χατζηκώστας προσφέροντας 2.857,14 ρ. ἀργυρὰ γιὰ τὴν ἐκ θεμελίων ἀνοικοδόμηση τοῦ νοσοκομείου «Μάτσια» καὶ τὴν ἀνέγερση 20 – 25 κλινῶν, μαγειρείου καὶ δωματίου γιὰ τὸν ἐπιστάτη.
Οἱ ἁρμόδιοι ἐπίτροποι κάθε χρόνο ἔστελναν ἀπὸ τὴν Μόσχα τὰ ἐμβάσματα γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ Νοσοκομείου ἐπ̓ ὀνόματι τοῦ ἑκάστοτε προέδρου τῆς Ἐφοροεπιτροπείας τῶν Ἐλεῶν Ἰωαννίνων. Στὸ σημεῖο αὐτό, ἀξίζει ν̓ ἀναφέρουμε ὅτι τὸ ἔτος 1846 δαπανήθηκαν 50.000 γρόσια γιὰ τὴ συντήρηση καὶ λειτουργία τοῦ Νοσοκομείου. Τὸ ὑπάρχον Νοσοκομεῖο λειτούργησε ἀδιάκοπα μέχρι τὸ 1904 ὑπὸ τὴν ἐποπτεία τῆς Ἐφοροεπιτροπείας τῶν Ἐλεῶν, ὅποτε καὶ ἀποφάσισε τὴν κατεδάφιση καὶ τὴν ἐκ νέου ἀνέγερσή του. Οἱ ἐργασίες ἄρχισαν τὸν Μάϊο τοῦ 1905 καὶ ὁλοκληρώθηκαν τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1907. Τὸ κόστος ἀνῆλθε σὲ 213.063 γρόσια καὶ ἄρχισε τὴ λειτουργία του τὴν 01/09/1907. Τὸ χρονικὸ διάστημα 1931 – 1932 στὸν περίβολο χῶρο τοῦ Νοσοκομείου ἀνεγέρθηκε εἰδικὸ κτήριο γιὰ τὴν προσωρινὴ νοσηλεία τῶν φυματικῶν. Τὴν περίοδο 1946 – 1947 ἔγινε ἡ ἀνέγερση τῆς δεύτερης πτέρυγας, ἡ ὁποία συνδέθηκε μὲ κλειστοῦ τύπου τσιμεντένια φυσούνα μὲ τὴν παλαιὰ πτέρυγα.
Ἀπὸ τὸ 1996 τὸ ἀρχικὸ κτήριο, ποὺ στεγαζόταν τὸ Νοσοκομεῖο, ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Ὑγείας στὸ Ε.Κ.Α.Β. μὲ σύμβαση χρησιδανείου ἀορίστου χρόνου, ἐνῷ τὸ ὑπόλοιπο κτηριακὸ συγκρότημα παραμένει μέχρι τὶς ἡμέρες μας ἐγκαταλελειμμένο. Τὸ μόνο ποὺ ἔμεινε γιὰ νὰ θυμίζει, ἰδιαίτερα στοὺς νεότερους, τὴν ὕπαρξη αὐτοῦ τοῦ Νοσοκομείου εἶναι ἡ ἐπιγραφὴ ποὺ παραμένει, σὲ πεῖσμα τῶν καιρῶν, ἀνεξίτηλη στὶς δυὸ ὄψεις τοῦ ἀρχικοῦ κτηρίου: «ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ Γ. ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΗΓΕΣ
Στέφανος Μπέττης, Ἠπειρωτικὴ Εὐποιΐα.
Στέφανος Π. Παπαγεωργίου, Ἕλληνες εὐεργέτες «Ἄξιοί της Ἐθνικῆς εὐγνωμοσύνης».
Λεύκωμα ἐβδομηκονταπενταετηρίδος (1856-1930), Ὀρφανοτροφεῖον Γ. καὶ Αἰκ. ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ, ἔκδοση τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου, τύποις «ΠΥΡΣΟΥ» Α.Ε., Ἀθήνα 1931.
Ἀλέξη Δημαρᾶ, Βάσω Βασιλικοῦ – Παπαγεωργίου, Ἀπὸ τὸ κοντύλι στὸν Ὑπολογιστὴ 1830-2000, ἐκδόσεις «Μεταίχμιο».
Ἀρχεῖο Ἀγαθοεργῶν Καταστημάτων Ἰωαννίνων, φάκελος «Κληροδότημα Γεωργίου Χατζηκώστα».
Διαθῆκαι τῶν Ἀειμνήστων Εὐεργετῶν τῶν Ἰωαννίνων, διαθήκη τοῦ Μπαλάνου Τροφίμωφ Μάτσιου.
Διαθήκη Γεωργίου Χατζηκώστα.
Ἀρχεῖο Ἀγαθοεργῶν Καταστημάτων Ἰωαννίνων, Λογιστικὸ Βιβλίο Καθολικὸ ἔτους 1846.
Ὑπ̓ ἀρίθ. 708/13-05-1904 πρακτικὸ τῆς Ἐφοροεπιτροπείας τῶν Ἐλεῶν.
Ἀναστάσιος Δ. Βλαχόπουλος, Ἱστορική περιγραφὴ ἱδρύσεως ἐν Ἰωαννίνοις τοῦ Νοσοκομείου Γ. Κ. Χατζηκώστα, Ἰωάννινα 1962.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη