Ελλάς και Θάλασσα
Η Ελλάδα, η πατρίδα μας, όχι μόνο ως γεωγραφικός χώρος αλλά και ως ιδέα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη θάλασσα. Για τον Έλληνα, η θάλασσα δεν είναι απλά ένα ταξίδι ή μια περιπέτεια. Είναι τρόπος ζωής που μονιάζει και μανιάζει μαζί της ένας λαός ολάκερος, μια ιστορία απέραντη.
Μια ιστορία που ξεκινά από την ένδοξη ναυμαχία της Σαλαμίνας κατά των Περσών (480 π.Χ), συνεχίζεται με το «θαύμα του ’21» όπου οι Έλληνες ποτέ δεν νικήθηκαν στη θάλασσα, με επισφράγισμα τη ναυμαχία του Ναβαρίνου (1827), ξαναζωντανεύει με τις νικηφόρες ναυμαχίες των Βαλκανικών πολέμων, της Έλλης (1912) και της Λήμνου (1913) και φτάνει στο Έπος του ’40.
Η σημασία της θάλασσας, στο διάβα των αιώνων, αποκρυσταλλώνεται στη ρήση του Περικλή «Μέγα το της θαλάσσης κράτος», που κοσμεί το Θυρεό του Πολεμικού Ναυτικού.
Η Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
Σήμερα, στην επέτειο του Έπους του ’40, το οποίο αναμφίβολα γράφτηκε στην Πίνδο, το Γράμμο και το Βίτσι, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε και στην ένδοξη συμμέτοχη της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας.
Ελληνικά φορτηγά πλοία είχαν συμμετοχή στην επιχείρηση αποχώρησης των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Δουνκέρκη (Μάιος 1940), στις επικίνδυνες νηοπομπές για τον εφοδιασμό της Σοβιετικής Ενώσεως, στο αρκτικό λιμάνι Μούρμανσκ (1941-1944), αλλά και στην απόβαση στην Νορμανδία (Ιούνιος 1944) που έκρινε και τη συντριβή των ναζιστικών δυνάμεων.
Οι θυσίες του Ελληνικού Εμπορικού Ναυτικού ξεκίνησαν από την πρώτη μέρα της κήρυξης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με τη βύθιση, μετά από βομβαρδισμό, του φορτηγού «ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΡΑΣ» στο λιμάνι της Γδύνιας (Πολωνία), καθώς και τη βύθιση, μετά από πρόσκρουση σε νάρκη, του φορτηγού «ΚΩΣΤΗΣ» στη Βαλτική Θάλασσα, στις 4 Σεπτεμβρίου 1939, παρότι η Ελλάδα δεν είχε εμπλακεί ακόμα στον πόλεμο.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα τη δράση και τη συμβολή της Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας στο Έπος του ’40, θα διαιρέσουμε όλο το χρονικό διάστημα, από την έναρξη μέχρι και τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, σε τρεις περιόδους.
Α΄ Περίοδος (Σεπτέμβριος 1939 - Οκτώβριος 1940)
Από την 1η Σεπτεμβρίου 1939, με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου και τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία, μέχρι τις 27 Οκτωβρίου 1940, την παραμονή της εισβολής των Ιταλών στην Ελλάδα.
Το Σεπτέμβριο του 1939 η Ελλάδα διέθετε την ένατη ναυτιλία στον κόσμο
(Βρετανία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Νορβηγία, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Γαλλία, Ελλάδα) με 583 ποντοπόρα πλοία (506 φορτηγά, 55 επιβατηγά, 1 υπερωκεάνιο και 21 διαφόρων τύπων) και 124 ελληνικής πλοιοκτησίας υπό ξένη Σημαία.
Η κήρυξη του πολέμου βρήκε την ελληνική ναυτιλία να εκτελεί μεταφορές κατεσπαρμένη σε όλες τις θάλασσες του κόσμου.
Οι έλληνες εφοπλιστές από την αρχή του πολέμου, μολονότι η Ελλάδα ήταν ουδέτερη, δεν δίστασαν να διαθέσουν τα πλοία τους για τις ανάγκες των Βρετανικών μεταφορών. Από το Δεκέμβριο του 1939 ο ελληνικός εφοπλισμός, για τις ανάγκες της Βρετανίας, είχε διαθέσει 50 ελληνικά φορτηγά πλοία.
Για τη βοήθεια αυτή προς την κοινή συμμαχική υπόθεση η Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία την περίοδο αυτή πλήρωσε μεγάλο τίμημα. Από την πρώτη ημέρα του πολέμου τα ελληνικά φορτηγά, αν και ουδέτερα, τορπιλίζονταν και βομβαρδίζονταν χωρίς ενδοιασμό. 73 πλοία βυθιστήκαν και 17 κατασχέθηκαν.
Οι Γερμανοί, ενοχλημένοι από τη βοήθεια της ελληνικής ναυτιλίας, διετύπωσαν τις πρώτες αντιδράσεις τους τον Αύγουστο του 1940.
Χαρακτηριστικό είναι ένα από τα τηλεγραφήματα σχετικά με τη δραστηριότητα της Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας, του γερμανού υπουργού των Εξωτερικών Φον Ρίμπερντροπ, με ημερομηνία 24 Αυγούστου 1940, προς τον γερμανό πρέσβη στην Αθήνα που κοινοποιήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση :
«Το γεγονός ότι το μέγιστον της Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας εξακολουθεί να χρησιμοποιείται διά λογαριασμόν της Βρετανίας είναι ίσως το σοβαρώτερόν μας παράπονον έναντι της Ελλάδος. Αναμένομεν όπως η Ελλάς άρει αμέσως πάσαν υποχρέωσιν ελλήνων ναυτικών να ταξιδεύουν προς Βρετανίαν και όπως απαγορεύσει πάντα εν γένει πλουν προς την Βρετανίαν των πλοίων υπό Ελληνικήν Σημαίαν. Την καλλιτέραν δικαιολογίαν τοιαύτης ενεργείας, αποτελούν οι δηλώσεις Γερμανίας και Ιταλίας περί αποκλεισμού. Εάν αντιθέτως η Ελληνική Κυβέρνηση εμμείνει εις την αρχικήν της άποψιν, τούτο πιθανόν να οδηγήσει εις κινδύνους πολύ σοβαρωτέρους διά τα εν γένει συμφέροντα της Ελλάδος».
Β΄ Περίοδος (Οκτώβριος 1940 - Μάιος 1941)
Από την 28 Οκτωβρίου 1940, με την κήρυξη του πολέμου κατά της Ελλάδος, μέχρι την 28 Μαΐου 1941, που είχαμε την ολοκληρωτική κατάληψη του ελληνικού χώρου και της Κρήτης.
Με την έναρξη του πολέμου η ελληνική κυβέρνηση έλαβε τα ακόλουθα μέτρα για την προστασία της Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας και συγχρόνως την εξυπηρέτηση της πολεμικής προσπάθειας.
- Από το ραδιοφωνικό σταθμό του Λονδίνου μετεδίδετο το Μήνυμα της Ελληνικής Κυβερνήσεως «Κατ’ εντολήν της Ελληνικής Κυβερνήσεως άπαντα τα εις τον Ειρηνικόν ευρισκόμενα φορτηγά, εάν μεν κατευθύνονται προς την Αμερικήν να συνεχίσωσι τον πλουν των, εάν δε πλέουν προς την Ασίαν να αλλάξουν πορείαν και να πλεύσουν προς Βρετανικόν ή Ολλανδικόν λιμένα ή λιμένα των Ηνωμένων Πολιτειών ή ανήκοντα εις ταύτα. Τα εις τον Ατλαντικόν ευρισκόμενα ελληνικά φορτηγά εάν μεν κατευθύνονται προς δυσμάς, να συνεχίσουν τον πλουν των, εάν δε προς ανατολάς να πλεύσουν προς Βρετανικόν λιμένα. Τα ελληνικά πλοία δέον να μην πλεύσουν εις λιμένας Γαλλικούς ή Γαλλικών αποικιών».
- Εκδόθηκαν και δημοσιεύτηκαν αυθημερόν (28-10-1940) στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Α.Ν 2606/1940 που έθετε τη χώρα σε κατάσταση πολιορκίας, ο Α.Ν 2609/1940 που παρείχε εξουσιοδότηση στον έλληνα πρέσβη στο Λονδίνο να προβαίνει σε επιτάξεις και ναυλώσεις ελληνικών πλοίων και ο Α.Ν 2669/1940 που παρείχε εξουσιοδότηση στον υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας να θέτει σε επιστράτευση τους ναυτικούς.
- Η Ελληνική Κυβέρνηση συμφώνησε με το αρμόδιο βρετανικό υπουργείο για συλλογική χρονοναύλωση του ελληνικού ποντοπόρου εμπορικού στόλου μέχρι το τέλος του πολέμου.
- Η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών έκαψε όλα τα έγγραφα βάσει των οποίων θα μπορούσε ο κατακτητής να γνωρίζει τα στοιχεία κάθε ελληνικού πλοίου.
- Δημιουργήθηκε στο Λονδίνο η Ελληνική Επιτροπή Ναυτιλιακής Συνεργασίας (GSCC), γνωστή ως ‘Committee, η οποία λειτουργεί μέχρι και σήμερα.
Η περίοδος αυτή υπήρξε ιδιαίτερα καταστροφική για την ελληνική ναυτιλία και για τα περισσότερα ελληνικά επιβατηγά πλοία. Η γερμανική αεροπορία υπήρξε η αποκλειστική αιτία των μεγάλων απωλειών. Οι Γερμανοί έστρεψαν το αεροπορικό τους δυναμικό στην καταστροφή οποιουδήποτε πλωτού μέσου με το οποίο μπορούσαν να διαφύγουν προς Κρήτη και Αίγυπτο οι βρετανικές και οι ελληνικές δυνάμεις.
Παρ’ όλα αυτά αρκετά πλοία μπόρεσαν να διαφύγουν και συγχρόνως να πραγματοποιήσουν πολύτιμες μεταφορές προς όφελος του κοινού συμμαχικού αγώνα. Η συμβολή της εμπορικής ναυτιλίας κατά τη φάση αυτή ήταν τόσο σημαντική ώστε ο Αρχηγός του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου Sir Andrew Cunningham στην ημερήσια διαταγή του στις 11 Μαΐου 1941 τόνισε:
«Επιθυμώ να διαβιβάσω την ικανοποίησή μου και τον θαυμασμό μου διά την εργασία σας προς τους Πλοιάρχους, τους Αξιωματικούς και τα πληρώματα του Εμπορικού Ναυτικού και των συμμάχων εμπορικών σκαφών άτινα έλαβαν μέρος στην κίνηση των Αυτοκρατορικών Δυνάμεων προς Ελλάδα και εις τας προσφάτους επιχειρήσεις όταν αυτές απεσύρθησαν. Κατά το διάστημα των επιχειρήσεων τούτων υπό συνθήκας σημαντικών κινδύνων και δυσκολιών δεν υπήρξε ουδείς δισταγμός και ο αποφασιστικός τρόπος διά του οποίου τα πλοία αντεπετίθεντο κατά των αεροπορικών επιδρομών με τα αμυντικά των όπλα υπήρξεν υπέροχος. Ημείς του Βασιλικού Ναυτικού και άνδρες των Αυτοκρατορικών Δυνάμεων αντιλαμβανόμεθα την έκτασιν των προαναφερθεισών υπηρεσιών και το οφειλόμενο χρέος προς το Εμπορικό Ναυτικό διά την αφοσιωμένη εργασία του διαρκουσών των τελευταίων εβδομάδων».
Την περίοδο αυτή βυθιστήκαν 165 πλοία (126 από αεροπορική δράση, 21 από δράση υποβρυχίων, 7 από άγνωστη αιτία, 6 από νάρκες κα 5 από καταδρομικά). Στα ανωτέρω δεν περιλαμβάνονται οι απώλειες των ιστιοφόρων και μικρών πετρελαιοκινήτων, οι οποίες κατά το τέλος της περιόδου αυτής υπήρξαν ιδιαίτερα σημαντικές.
Στις απώλειες αυτής της περιόδου θα πρέπει να προστεθεί και η ολοκληρωτική σχεδόν καταστροφή της ανθούσας ελληνικής ποταμίου ναυτιλίας στον Δούναβη. Η δύναμη της ναυτιλίας αυτής δεν είναι ακριβώς γνωστή αλλά είναι γνωστό ότι διέθετε πολλά ποταμόπλοια και ρυμουλκά στα οποία υπηρετούσαν πολλοί Έλληνες. Μετά την προσχώρηση της Ρουμανίας στον Άξονα και την κατάληψη της Ελλάδας, όσα σκάφη βρέθηκαν εκεί θεωρήθηκαν λεία πολέμου και κατασχέθηκαν από τις γερμανικές αρχές.
Γ ΄ Περίοδος (Μάιος 1941 - Σεπτέμβριος 1945)
Από την 29 Μαΐου 1941, διάστημα στο οποίο η Ελλάδα βρέθηκε ακόμη και υπό τριπλή κατοχή (γερμανική, ιταλική και βουλγαρική), μέχρι το τέλος του πολέμου στις 2 Σεπτεμβρίου 1945, όταν πάνω στο Αμερικανικό Θωρηκτό Missouri, στον κόλπο του Τόκιο, υπογράφτηκε με τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας το τέλος του πολέμου.
Μετά τις 28 Μαΐου 1941 και την κατάληψη της Κρήτης, ελεύθερο ελληνικό έδαφος εθεωρείτο μόνο τα καταστρώματα των ελληνικών πολεμικών και εμπορικών πλοίων και μάλιστα σε αυτά βασίστηκε και η οικονομική επιβίωση της ελληνικής απόδημης κυβέρνησης.
Η θέση της εμπορικής ναυτιλίας και των ανθρώπων που την υπηρετούσαν, κατά την περίοδο αυτή παρουσίαζε ορισμένες ιδιομορφίες και δυσμενείς ιδιαιτερότητες. Τα εμπορικά πλοία που επέζησαν, αυτά που διέφυγαν και αυτά που βρέθηκαν μακριά από την Ελλάδα, μαζί με τα υπολείμματα των Ενόπλων Δυνάμεων που μπόρεσαν να φύγουν και να συγκροτηθούν, αποτέλεσαν τον πυρήνα και την κινητήρια δύναμη για τη συνέχιση του αγώνα ενάντια στον κατακτητή.
Στις 9 Δεκεμβρίου 1944, βυθίστηκε το φορτηγό «ΙΛΙΣΣΟΣ» και στις 22 Μαρτίου 1945, το τύπου liberty, Φ/Γ «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ».
Ο Αφανής Ναύτης και το επίσημο Ελληνικό Κράτος
Οι Έλληνες ναυτικοί, και τα χρόνια αυτά (1939-1945,) ταξίδευαν σε όλες τις θάλασσες της υδρογείου. Επιβίωναν ή χάνονταν, χωρίς κανένας να πληροφορείται την τύχη τους. Οι Έλληνες ναυτικοί ήταν οι αφανείς ναύτες.
Πάνω από 2.000 Έλληνες ναυτικοί έχασαν τη ζωή τους, κυρίως από τορπιλισμούς γερμανικών υποβρυχίων, ενώ άλλοι 2.500 κατέστησαν ανάπηροι εφ’ όρου ζωής και 150 έχασαν τα λογικά τους.
Ο Ελληνικός εμπορικός στόλος αποδεκατίσθηκε κατά τα δύο του τρίτα. Τα υπολείμματα του στόλου, στο τέλος του πολέμου ήταν 154 πλοία συνολικής χωρητικότητας 532.000 κόρων. Το 1947 οι Έλληνες πλοιοκτήτες απέκτησαν με ευνοϊκούς όρους 100 πλοία τύπου Liberty από το πλεόνασμα του στόλου ανεφοδιασμού των ΗΠΑ. Τα πλοία εκείνα χαρακτηρίσθηκαν «ευλογημένα» για την ανεκτίμητη συμβολή τους στην αναγέννηση της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Ελληνικής ναυτιλίας η οποία κρατά τα σκήπτρα της παγκόσμιας ναυτιλίας.
Το επίσημο Ελληνικό Κράτος, κάποτε θυμόταν και απότινε φόρο τιμής στον «Αφανή Ναύτη», μια φορά το χρόνο στην αρχή, και ανά διετία αργότερα, με «επιμνημόσυνη δέηση» και ρίψη στεφάνου στη θάλασσα «υπέρ του», στα πλαίσια του εορτασμού της "Ναυτικής Εβδομάδας". Δυστυχώς και αυτός ο θεσμός εξέλειπε καθώς για τελευταία φορά γιορτάστηκε το καλοκαίρι του 2008.
Η Ελληνική Πολιτεία, μόλις το Μάρτιο του 2015, μετά από εισήγηση του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού και Απόφαση του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων και του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων θυμήθηκε τη μεγάλη, την ανεπανάληπτη προσφορά του Εμπορικού της Ναυτικού και του Αφανούς Ναύτη.
Τότε, στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, στην πλατεία Συντάγματος, προστέθηκαν οι λέξεις «Αιγαίο», «Ιόνιο», «Μεσόγειος» και «Ατλαντικός» σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον άγνωστο Έλληνα ναύτη που έπεσε εν καιρώ πολέμου.
Μάλλον, η αξιοπρέπεια των ναυτικών μας ήταν το εμπόδιο για δημοσιότητα της προσφοράς τους. Μάλλον, η σεμνότητά τους, κράτησε τη θυσία τους τόσα χρόνια μακριά από μια τέτοια διαδικασία.
Ευτυχώς, είχαν προηγηθεί απλοί αλλά ευαίσθητοι πολίτες, στενοί συγγενείς ή φίλοι, σε ναυτότοπους της χώρας που ενδιαφέρθηκαν να στήσουν ένα Μνημείο ή μια Προτομή, για τον Αφανή Ναύτη. Τίμησαν αυτούς που έφυγαν για την αιώνια ζωή, αφίλητοι, άκλαυτοι, ασυντρόφευτοι, αστόλιστοι και ακήδευτοι μακριά από την πατρική γη.
Τους αναφέρω «τιμής ένεκεν». Χίος 1958, Άνδρος 1959, Πειραιάς (Ακτή Πειραϊκής1969 και Προαύλιο Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου 2019), Καλαμάτα 2006 και Πόρτο Ράφτη.
Σήμερα, ένας τσιμεντένιος Σταυρός που αγναντεύει τη θάλασσα στην Πειραϊκή ακτή, είναι ότι απέμεινε από τη σύνθεση ενός Μνημείου που όταν στήθηκε και εγκαινιάστηκε, το 1969, περιελάμβανε πέντε ορειχάλκινους γλάρους και μια μαρμάρινη πλάκα με την επιγραφή «ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΤΙΜΗ ΑΙΩΝΙΑ ΤΩΝ ΕΝ ΘΑΛΑΣΣΑΙΣ ΑΠΩΛΕΣΘΝΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΑΥΤΙΚΩΝ».
Αιωνία τους η μνήμη…
*Ο τίτλος : «Ελληνικό Εμπορικό Ναυτικό - Το τέταρτο όπλο», είναι παρμένος από το ΄Ημερολόγιο 2007’, Έκδοση του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος και Συγγραφέα τον Ιωάννη Παλούμπη, Αντιναύαρχο Π.Ν. ε.α.
Αλεξανδρούπολη Οκτώβριος 2019
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Υποναύαρχος Λ.Σ (ε.α)