Ποιος ήταν ο Κίμωνας
– Η πολιτική και στρατιωτική του σταδιοδρομία
– Οι αλλεπάλληλες νικηφόρες εκστρατείες του εναντίον των Περσών
– Η εξορία του
– Η εκστρατεία του στην Κύπρο και ο θάνατός του στη Μεγαλόνησο.
Μετά από μία εβδομάδα, όπου λόγω φόρτου άλλων επαγγελματικών υποχρεώσεων, δεν μπορέσαμε να γράψουμε κάποιο άρθρο, επανερχόμαστε σήμερα με ένα αφιέρωμα στον μεγάλο Αθηναίο στρατιωτικό και πολιτικό Κίμωνα. Γιος του Μιλτιάδη, του επικεφαλής των Αθηναίων στη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.) και της Ηγησιπύλης, κατάφερε να αναδειχθεί σε μία από τις σημαντικότερες μορφές της αρχαίας Αθήνας. Πολύ σπουδαίες ήταν οι επιτυχίες του εναντίον των Περσών στη Μικρά Ασία, που απάλλαξαν, προσωρινά έστω, τις ιωνικές πόλεις από αυτούς. Μετά από ένα σύντομο παραγκωνισμό του, ο Κίμωνας επανήλθε και εκστράτευσε εναντίον των Περσών στην Κύπρο, η οποία τότε (450 π.Χ.), δεν ήταν μακριά, όπως ειπώθηκε το 1974… Στη Μεγαλόνησο, ο σπουδαίος αυτός Αθηναίος στρατιωτικός και πολιτικός, άφησε την τελευταία του πνοή, ωστόσο ακόμα και μετά τον θάνατό του, οι άνδρες του, που αγνοούσαν ότι είχε πεθάνει, νίκησαν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα της Κύπρου σε ναυμαχία και πεζομαχία.
Τα νεανικά χρόνια του Κίμωνα
Ο Κίμωνας γεννήθηκε γύρω στο 506 π.Χ. Καταγόταν από τη γενιά των Φιλαϊδών. Πατέρας του ήταν ο Μιλτιάδης, ο νικητής των Περσών στον Μαραθώνα και μητέρα του η Ηγησιπύλη, κόρη του βασιλιά της Θράκης Όλορου. Πιθανότατα, ήταν συγγενής με τον Θουκυδίδη, ο πατέρας του οποίου ονομαζόταν επίσης Όλορος. Όμως, ο Θουκυδίδης καταγόταν από τον Δήμο των Αλιμουσίων, που ανήκε στη Λεοντίδα φυλή, ενώ η γενιά του Μιλτιάδη από τον Δήμο των Λακιαδών, που ανήκε στην Οινηίδα φυλή. Ο Κίμωνας ήταν ψηλόκορμος με πολύ πυκνά και σγουρά μαλλιά. Ο Πλούταρχος γράφει ότι αρχικά ζούσε στην Αθήνα κάνοντας άσωτη ζωή, καθώς ήταν ζωηρός και μέθυσος, όμοιος στον χαρακτήρα με τον παππού του Κίμωνα, που του είχαν δώσει το όνομα Κοάλεμος (χαρακτηρισμός του ανόητου, του ηλιθίου, όπως αναφέρεται στους «Ιππής» του Αριστοφάνη). Το 489 π.Χ. όμως, ο πατέρας του Μιλτιάδης πέθανε στη φυλακή από γάγγραινα,μην έχοντας πληρώσει το βαρύ πρόστιμο των 50 ταλάντων που του είχε επιβληθεί για την αποτυχημένη εκστρατεία του στην Πάρο.
Γράφει επίσης, ότι μετά τον θάνατο του Μιλτιάδη, φυλακίστηκε ο Κίμωνας, ώσπου να πληρώσει το πρόστιμο των 50 ταλάντων του πατέρα του. Τότε, εμφανίστηκε ένας πλούσιος Αθηναίος, ιδιοκτήτης μεταλλείων, ο Καλλίας, που ζήτησε να παντρευτεί την Ελπινίκη, πληρώνοντας ο ίδιος το πρόστιμο των 50 ταλάντων. Ο Κίμωνας δεν δέχτηκε, ωστόσο η Ελπινίκη που δεν ήθελε να παραμείνει ο ετεροθαλής αδελφός της φυλακισμένος, με κίνδυνο ακόμα και να πεθάνει, συμφώνησε να παντρευτεί τον Καλλία, αν πραγματοποιούσε την υπόσχεσή του. Πραγματικά, αυτό έγινε και ο Κίμωνας όχι μόνο απελευθερώθηκε αλλά μπόρεσε στη συνέχεια να πολιτευτεί.
Αν και ο Στησίμβροτος ο Θάσιος σύγχρονος του Κίμωνα, γράφει ότι δεν είχε διδαχθεί ούτε κάποια από τα εγκύκλια μαθήματα που συνηθιζόταν στην αρχαία Ελλάδα και δεν διακρινόταν για τη ρητορική δεινότητα ή Αττική πολυλογία, αναγνωρίζει ότι είχε έμφυτη στον χαρακτήρα του τη γενναιότητα και την ειλικρίνεια και ότι στην ψυχοσύνθεσή του έμοιαζε περισσότερο με Πελοποννήσιο, «σκληρός, άξεστος, αλλά πολύ γενναίος».
Ο Κορνήλιος Νέπως, γράφει ότι διέθετε εξαιρετική ευγλωττία, πάρα πολύ μεγάλη ελευθεριότητα και μεγάλη εμπειρία τόσο σε θέματα ιδιωτικού δικαίου όσο και στρατιωτικών πραγμάτων, διότι από την παιδική του ηλικία συνόδευε τον πατέρα του στις εκστρατείες. Η μεγάλη δύναμη που απέκτησε στην παράταξη των αριστοκρατικών, οφειλόταν βέβαια στις ικανότητές του, αλλά και στην υποστήριξη τριών μεγάλων οικογενειών: της δικής του, των Αλκμεωνιδών, από την οποία καταγόταν η σύζυγός του Ισοδίκη και των Κηρύκων από την οποία καταγόταν ο Καλλίας, σύζυγος της αδελφής του Ελπινίκης. Πολλοί σπουδαίοι άνδρες της εποχής του, όπως ο Αισχύλος, ο ποιητής Ίων, ο ζωγράφος Πολύγνωτος (με τον οποίο λέγεται ότι είχε επίσης σχέσεις η Ελπινίκη) κ.ά., ήταν φίλοι του. «Δεν ήταν κατώτερος από τον Μιλτιάδη ούτε υστερούσε στη σύνεση σε σχέση με τον Θεμιστοκλή, αλλά είναι παραδεκτό ότι ήταν δικαιότερος από αμφότερους και ενώ δεν διέφερε ούτε στο ελάχιστο στην πολεμική αρετή από εκείνους, είναι πολύ δυσεξήγητο πόσο τους ξεπέρασε στην πολιτική, όσο ακόμη ήταν νέος και άπειρος στους πολέμους», γράφει ο Πλούταρχος.
Η στρατιωτική δράση του Κίμωνα
Οι στρατιωτικές ικανότητες του Κίμωνα, φάνηκαν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.). Όταν οι Πέρσες επιτέθηκαν στην Αθήνα και ο Θεμιστοκλής προσπάθησε να πείσει τον λαό να εγκαταλείψει την πόλη και την ύπαιθρο και να ανέβει στα πλοία για τη Σαλαμίνα για να πολεμήσει στη θάλασσα, πολλοί θεώρησαν παράτολμο αυτό το εγχείρημα. Τότε, πρώτος ο Κίμωνας ακολουθούμενος από τους φίλους του, εμφανίστηκε στον Κεραμεικό και όλοι μαζί ανέβηκαν στην Ακρόπολη. Εκεί αφιέρωσε χαλινάρι αλόγου στη θεά Αθηνά, κρατώντας το στο ένα χέρι, θέλοντας να δείξει ότι εκείνη τη στιγμή η Αθήνα δεν είχε ανάγκη από ιππείς, αλλά από ναυμάχους. Κι αφού αφιέρωσε το χαλινάρι, ξεκρέμασε και πήρε μια ασπίδα από τον ναό, κι αφού προσευχήθηκε στη θεά, κατέβαινε προς τη θάλασσα, κάνοντας την αρχή. Έτσι, πήραν θάρρος πολλοί ακόμα. Στη ναυμαχία αναδείχτηκε «λαμπρός και γενναίος» και σύντομα κέρδισε τη συμπάθεια των συμπολιτών του, που συγκεντρώνονταν κοντά του και τον καλούσαν να σκέφτεται και να ενεργεί αντάξια με τη μάχη στον Μαραθώνα.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα (476 π.Χ.), ο Αριστείδης αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του και θέλοντας να βάλει στο περιθώριο τον Θεμιστοκλή, του παραχώρησε την αρχηγία των αριστοκρατικών. Ο Κίμωνας εκλεγόταν συνεχώς στρατηγός από το 476 ως το 461 π.Χ. και μετά τον εξοστρακισμό του Θεμιστοκλή (471 π.Χ.), που ήταν αποτέλεσμα δικών του προσπαθειών, κυριάρχησε στην πολιτική ζωή της Αθήνας.
Αν και φλογερός πατριώτης, ο Κίμωνας επιδίωκε μεν την ανάδειξη της πόλης του σε ηγέτιδα δύναμη, όχι όμως σε βάρος της Σπάρτης την οποία θεωρούσε απαραίτητη για την υπεράσπιση του ελληνικού χώρου από τις επεκτατικές βλέψεις των Περσών. Και οι Σπαρτιάτες όμως εκτιμούσαν τον Κίμωνα και δεν τον εμπόδισαν στις προσπάθειές του να καταστήσει την Αθήνα ισχυρή ναυτική δύναμη. Η δράση του ως αρχιστράτηγος των συμμαχικών ελληνικών δυνάμεων ξεκίνησε το 476 π.Χ. από το Βυζάντιο (στη θέση του οποίου αργότερα, όπως είναι γνωστό, χτίστηκε η Κωνσταντινούπολη). Απελευθέρωσε τον Ελλήσποντο από τους Πέρσες και κατευθύνθηκε στις θρακικές ακτές όπου υπήρχαν περσικές φρουρές. Πολιόρκησε την πόλη Ηιόνα, στον ποταμό Στρυμόνα που την κατείχαν Πέρσες και ενοχλούσαν τους Έλληνες των γύρω περιοχών. Αρχικά, νίκησε τους Πέρσες και τους απέκλεισε μέσα στην πόλη. Στη συνέχεια αφού απομάκρυνε τους Θράκες που ζούσαν πάνω από τον Στρυμόνα και τροφοδοτούσαν τους Πέρσες της Ηιόνας με σιτάρι, έγινε κυρίαρχος όλης της περιοχής και οδήγησε σε αδιέξοδο τους πολιορκημένους. Ο Πέρσης στρατηγός Βούτης έβαλε φωτιά στην Ηιόνα και κάηκε μαζί με τους άλλους Πέρσες και τα υπάρχοντά τους. Αν και ο Κίμωνας κατέλαβε την Ηιόνα δεν ωφελήθηκε σημαντικά, γιατί τα περισσότερα αγαθά της κάηκαν μαζί με τους βάρβαρους.
Ωστόσο, η πόλη ήταν εύφορη και πανέμορφη και την παρέδωσε στους συμπολίτες του για να εγκαταστήσουν εκεί αποίκους. Να σημειώσουμε ότι ο Κίμωνας δεν ήταν μόνο σπουδαίος στρατιωτικός ηγέτης αλλά και εξαίρετος πολιτικός. Έδωσε στους φτωχούς πολλές ευκαιρίες απασχόλησης στα δημόσια έργα, στα πολεμικά πλοία και στις κληρουχίες, μέτρο που αυτός πρώτος εφάρμοσε. Οι κληρούχοι που διατηρούσαν όλα τα δικαιώματά τους ως Αθηναίοι πολίτες αποκτούσαν εύφορα κτήματα σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Έτσι όχι μόνο έλυναν τα βιοτικά τους προβλήματα αλλά εξυπηρετούσαν και τα συμφέροντά της πόλης τους, της Αθήνας, ελέγχοντας τις γύρω περιοχές.
Επανερχόμαστε στον θρίαμβο του Κίμωνα στην Ηιόνα. Η μεγάλη αυτή επιτυχία του οδήγησε τον Δήμο να του δώσει την άδεια να στήσει στην Αγορά τις λίθινες πλάκες του Ερμή με τρία επιγράμματα («… και τους Ερμάς αυτώ τους λίθινους ο δήμος αναθείναι συνεχώρησαν…»), όπως γράφει ο Πλούταρχος. Τα επιγράμματα αυτά που παραθέτει ο Βοιωτός ιστορικός αποτελούσαν ύψιστη τιμή για τον Κίμωνα καθώς ούτε ο Θεμιστοκλής ούτε ο Μιλτιάδης τιμήθηκαν με παρόμοιο τρόπο. Μάλιστα όταν ο πατέρας του Κίμωνα ζήτησε τιμητικό στεφάνι ελιάς, ο Σωφάνης από τη Δεκέλεια (γνωστότερη ως Τατόι σήμερα) πήρε τον λόγο στην Εκκλησία του Δήμου και αντέδρασε υποστηρίζοντας μια άποψη που έδειχνε αγνωμοσύνη αλλά βρήκε ανταπόκριση στους πολίτες της Αθήνας: «Όταν Μιλτιάδη, πολεμήσεις μόνος σου και νικήσεις τους βαρβάρους τότε να αξιώσεις να τιμηθείς μόνος εσύ». Ο Κίμωνας το 475 π.Χ. εκστράτευσε στη Σκύρο. Έδιωξε από εκεί τους Δόλοπες οι οποίοι ζούσαν από ληστείες στη θάλασσα και εγκατέστησε στο νησί Αθηναίους κληρούχους για να εξασφαλίσει την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στην περιοχή.
Γνωρίζοντας ότι στη Σκύρο είχε σκοτωθεί με δόλο ο Θησέας, ο Κίμωνας κατόρθωσε να ανακαλύψει τον τάφο του. Τοποθέτησε τα οστά του Αθηναίου ήρωα στην τριήρη του και φρόντισε όλα τα σχετικά με την ανακομιδή με ευλάβεια. Έτσι τα οστά του Θησέα, μεταφέρθηκαν στην Αθήνα 400 χρόνια περίπου μετά τον θάνατό του όπως γράφει ο Πλούταρχος, κάτι που μάλλον είναι ανακριβές. Τα οστά του Θησέα τοποθετήθηκαν στο Θησείο. Το 474 π.Χ. ο Κίμωνας εκστράτευσε εναντίον της Καρύστου που αρνιόταν να ενταχθεί στην Αθηναϊκή Συμμαχία και το 472 π.Χ. την υποχρέωσε να συνθηκολογήσει και να δεχτεί τους όρους της Αθήνας. Πλέον είχε γίνει ιδιαίτερα δημοφιλής στην πόλη του. Στην οστρακοφορία του 471 π.Χ. πέτυχε να εξοστρακιστεί ο Θεμιστοκλής. Οι δημοκρατικοί αποδυναμώθηκαν τελείως και ο Κίμωνας κυβέρνησε την Αθήνα ανεμπόδιστος.
Το 469 π.Χ. μετά την αποστασία της Νάξου, ο Κίμωνας έπλευσε στο νησί, το πολιόρκησε και ανάγκασε τους κατοίκους του να επιστρέψουν στην Αθηναϊκή Συμμαχία.
Η νίκη των Ελλήνων επί των Περσών στον Ευρυμέδοντα
Όταν ο Κίμωνας πληροφορήθηκε ότι οι Πέρσες ναυλοχούσαν (παρέμεναν αγκυροβολημένοι) στην Παμφυλία, παραθαλάσσια περιοχή της Μ. Ασίας, εκστράτευσε εναντίον τους με 200 αθηναϊκές τριήρεις και 100 συμμαχικές (468 π.Χ.). Οι τριήρεις είχαν ναυπηγηθεί αρχικά από τον Θεμιστοκλή και ήταν άριστες στην ταχύτητα και τους ελιγμούς ,ωστόσο ο Κίμωνας τις τροποποίησε σε πλάτος και μεγάλωσε τα καταστρώματά τους για να μπορούν να επιβαίνουν περισσότεροι οπλίτες και να επιτίθενται μαχητικότερα εναντίον των εχθρών.
Ο Ευρυμέδων σήμερα
Ο Έφορος (ιστοριογράφος από την Αιολική Κύμη) αναφέρει ότι αρχηγός του περσικού στόλου που απαρτιζόταν από 350 πλοία ήταν ο Τιθραύστης. Ο Φανόδημος ανεβάζει τον αριθμό των περσικών πλοίων σε 600. Αρχηγός του περσικού πεζικού ήταν ο Φερενδάτης. Ο Καλλισθένης αναφέρει ότι κοντά στον Ευρυμέδοντα (ποταμό της Παμφυλίας) ναυλοχούσε με τον στόλο ο Αριομάνδης του Γωβρύα, ο σπουδαιότερος αρχηγός της περσικής δύναμης.
Στη μάχη που έγινε στις εκβολές του Ευρυμέδοντα, το 467 π.Χ., οι ελληνικές δυνάμεις συνέτριψαν τους Πέρσες που απειλούσαν τις ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας και τα νησιά του Αιγαίου. Στη συνέχεια, σε σκληρή πεζομαχία με τα περσικά στρατεύματα που στρατοπέδευαν εκεί κοντά, το εχθρικό πεζικό διαλύθηκε και το γεμάτο πλούσια λάφυρα στρατόπεδο των Περσών έπεσε στα χέρια των Ελλήνων. Αμέσως μετά, ο Κίμωνας αιφνιδίασε και κατέστρεψε 80 φοινικικά πλοία που έρχονταν να ενωθούν με τους Πέρσες.
Πετυχαίνοντας δύο νίκες σε μία μέρα, ο Κίμωνας ξεπέρασε τις νίκες στη Σαλαμίνα (480 π.Χ.) και τις Πλαταιές (479 π.Χ.). Ο Θουκυδίδης γράφει σχετικά: «Εγένετο δε μετά ταύτα και η επ’ Ευρυμέδοντι ποταμώ πεζομαχία και ναυμαχία Αθηναίων και των ξυμμάχων προς Μήδους και ενίκων τη αυτή ημέρα αμφοτέρα Αθηναίοι Κίμωνος του Μιλτιάδου στρατηγούντος και είλον (κυρίευσαν) τριήρεις Φοινίκων και διέφθειραν τας πάσας ες διακόσιας».
Μετά την εντυπωσιακή αυτή νίκη, ενισχύθηκε το κύρος της Συμμαχίας στην οποία προσχώρησαν πολλές ελληνικές πόλεις της Καρίας, της Λυκίας και της Ιωνίας. Την άνοιξη του 465 π.Χ., ο Κίμωνας έπλευσε στη Χερσόνησο και ξεκαθάρισε τα υπολείμματα των περσικών δυνάμεων.
Πλέον η Αθήνα συγκέντρωσε μεγάλη δύναμη και απόκτησε το κύρος της προστάτιδας δύναμης όλης της Ελλάδας. Σύντομα όμως κάποιες πόλεις άρχισαν να δυσανασχετούν για τον υψηλό συμμαχικό φόρο και σκέπτονταν την αποστασία. Το 465/4 π.Χ. αποστάτησε η Θάσος. Ο Κίμωνας εκστράτευσε εναντίον της και το 463/2 π.Χ. την ανάγκασε να συνθηκολογήσει με πολύ σκληρούς όρους.
Στο μεταξύ, οι Πέρσες είχαν υπογράψει ειρήνη με όρους να απέχουν από την ελληνική θάλασσα (προς το εσωτερικό της Ασίας), όσο διάστημα καλύπτει καλπάζοντας ένα άλογο σε μία μέρα και να μην πλέει πολεμικό περσικό πλοίο με χάλκινο έμβολο δυτικά από τις Κυανές (νησίδες στην είσοδο του Βόσπορου) και τα Χελιδόνια (ερημονήσια στο ακρωτήριο της Αττάλειας με επικίνδυνα νερά για όσους έπλεαν εκεί).
Ο Κίμωνας εξορίζεται
Στο μεταξύ στην Αθήνα οι δημοκρατικοί δραστηριοποιήθηκαν και κατηγόρησαν τον Κίμωνα ότι μετά τη Θάσο απέφυγε να εισβάλει και στη Μακεδονία επειδή δωροδοκήθηκε από τον βασιλιά της Αλέξανδρο. Ανάμεσα στους κατηγόρους του ήταν και ο πρωτοεμφανιζόμενος τότε Περικλής. Ο Κίμωνας κατάφερε ν’ αθωωθεί ωστόσο οι δημοκρατικοί είχαν γίνει υπολογίσιμη δύναμη.
Το 464 π.Χ. ένας ισχυρότατος σεισμός έπληξε την Σπάρτη, στην οποία τότε βασίλευε ο Αρχίδαμος, γιος του Ζευξίδαμου. Όπως γράφουν οι Β. Παπαζάχος και Κ. Παπαζάχου στο βιβλίο τους «Οι Σεισμοί της Ελλάδας», ο σεισμός είχε μέγεθος 7 Ρίχτερ. Μόνο 5 σπίτια της Σπάρτης έμειναν όρθια και 20.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν. Στο έδαφος άνοιξαν πολλά χάσματα ενώ έγιναν κατολισθήσεις στον Ταΰγετο. Οι είλωτες βρήκαν ευκαιρία να εξεγερθούν και με τη σύμπραξη των Μεσσήνιων επιτέθηκαν στους Σπαρτιάτες.
Οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν στην Αθήνα τον Περικλείδα ζητώντας βοήθεια. Πραγματικά, ο Κίμωνας πέτυχε να εκστρατεύσει στην Σπάρτη με πολλούς οπλίτες. Όταν όμως το 462 π.Χ. οι Σπαρτιάτες κάλεσαν ξανά τους Αθηναίους εναντίον των Μεσσηνίων στην Ιθώμη, τελικά δεν τους δέχτηκαν και τους απέπεμψαν. Αυτό θεωρήθηκε τεράστια προσβολή για την Αθήνα και οδήγησε στη διάλυση της συμμαχίας της με τη Σπάρτη που είχε υπογραφεί το 481 π.Χ.
Αυτός ήταν και ο λόγος που το 461 π.Χ. ο Κίμωνας εξορίστηκε για δέκα χρόνια, με την κατηγορία του «φιλολάκωνος και μισόδημου».
Ο Κίμωνας επανέρχεται στο παρασκήνιο
Το 457 π.Χ., όταν οι Λακεδαιμόνιοι επέστρεφαν από την επιχείρηση απελευθέρωσης των Δελφών από τους Φωκείς και στρατοπέδευσαν στην Τανάγρα, οι Αθηναίοι βγήκαν να τους αντιμετωπίσουν. Ο Κίμωνας ήλθε ένοπλος και κατατάχθηκε στη φυλή του, την Οινηίδα έτοιμος να πολεμήσει. Η Βουλή των Πεντακοσίων όμως, δεν του επέτρεψε να κάνει κάτι τέτοιο, καθώς υπήρχε φόβος ότι θα προκαλέσει αναταραχή στο στράτευμα και θα οδηγήσει τους Λακεδαιμόνιους στην πόλη. Τότε εκείνος έφυγε, ζητώντας από τον Εύθιππο τον Αναφλύστιο και τους άλλους φίλους του, να πολεμήσουν γενναία εναντίον των εχθρών. Αυτοί, πήραν την πανοπλία του Κίμωνα και συγκρότησαν έναν λόχο από 100 άνδρες. Όλοι πολέμησαν γενναία και έπεσαν νεκροί στο πεδίο της μάχης. Οι Αθηναίοι στεναχωρήθηκαν για τον χαμό τους και μετάνιωσαν για τη συμπεριφορά τους προς τον Κίμωνα. Το 453 π.Χ., με ενέργειες του Περικλή ο Κίμωνας ανακλήθηκε από την εξορία, με τον όρο ότι δεν θα ασχοληθεί πάλι με τα εσωτερικά ζητήματα της Αθήνας, κάτι που έγινε. Το 451 π.Χ., κατόρθωσε να υπογράψει πενταετή ανακωχή με την Σπάρτη, ενώ τον επόμενο χρόνο (450 π.Χ.), ηγήθηκε μίας ακόμα εκστρατείας εναντίον των Περσών, στην Κύπρο αυτή τη φορά, που δυστυχώς, ήταν και η τελευταία του…
Η εκστρατεία στην Κύπρο (που τότε δεν ήταν μακριά) – Ο θάνατος του Κίμωνα
Με 200 αθηναϊκές τριήρεις και, πιθανότατα, άλλες 100 συμμαχικές, ο Κίμωνας το 450 π.Χ. έπλευσε στην Κύπρο. Εκεί ναυλοχούσε ο Πέρσης ναύαρχος Αρτάβαζος με 300 τριήρεις, ενώ στην απέναντι ακτή της Κιλικίας, στρατοπέδευε ο Μεγάβαζος με 300.000 άνδρες.
Ενώ ο στόλος ήταν έτοιμος ν’ αποπλεύσει, ο Κίμωνας είδε ένα όνειρο. Ο μάντης φίλος του Αστύφιλος ο Ποσειδωνιάτης, ερμηνεύοντας το, είπε στον Κίμωνα ότι αυτό «προαναγγέλλει» τον θάνατό του. Παρ’ όλα αυτά, ο Κίμωνας δεν ματαίωσε την εκστρατεία. Έστειλε 60 πλοία στην Αίγυπτο, με ανώτερο σκοπό να διαλύσει όλο το περσικό κράτος και με τα υπόλοιπα καταναυμάχησε τον περσικό στόλο που τον αποτελούσαν πλοία της Φοινίκης και της Κιλικίας. Έτσι, έγινε κύριος όλων των παράλιων περιοχών απέναντι από την Κύπρο. Αφού κυρίευσε το Μαρίον, πολιόρκησε το ισχυρό Κίτιον, αλλά στη διάρκεια της πολιορκίας αρρώστησε ή τραυματίστηκε και μετά από λίγο πέθανε. Λίγο πριν φύγει απ’ τη ζωή, διέταξε τους αξιωματικούς του να λύσουν την πολιορκία και να αποκρύψουν από τους άνδρες του τον θάνατό του. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να διατηρηθεί ψηλά το ηθικό των στρατιωτών, οι οποίοι λίγες μέρες αργότερα νίκησαν τους Πέρσες έξω από τη Σαλαμίνα της Κύπρου σε ναυμαχία και πεζομαχία, όπως γράφει ο Θουκυδίδης. Από τον διπλό αυτό θρίαμβο, έμεινε η φράση «και νεκρός ενίκα». Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Οι συμπολίτες του τον έθαψαν με μεγάλες τιμές μπροστά στις Μελίτιδες πύλες κοντά στους τάφους των προγόνων του.
Η γενναιοδωρία και τα σπουδαία έργα του Κίμωνα στην Αθήνα
Από τα λάφυρα που αποκόμισε από τις νίκες του επί των Περσών, ο Κίμωνας έχτισε το νότιο τείχος της Ακρόπολης.
Φρόντισε τα Μακρά Τείχη να θεμελιωθούν με ασφάλεια, καθώς η θεμελίωσή της έγινε σε βαλτώδεις και ελώδεις τόπους. Με δικά του χρήματα, τοποθετήθηκαν στο έλη μεγάλες ποσότητες χαλικιού και ογκόλιθοι. Φρόντισε επίσης για τον καλλωπισμό της πόλης με τη διαμόρφωση ελεύθερων χώρων, φύτεψε στην αγορά πολλά πλατάνια και μετέτρεψε την Ακαδημία από άνυδρη και ξερή σε άλσος γεμάτο νερά, στολισμένο με δρόμους καθαρούς και χώρους σκιερούς για περίπατο.
Η γενναιοδωρία του ήταν απίστευτη. Ας δούμε τι γράφει ο Κορνήλιος Νέπως (100-31 π.Χ.):
«Διότι ήταν τόσο μεγάλη η καλοσύνη του, ώστε, ενώ είχε σε πάρα πολλές τοποθεσίες αγροκτήματα και περιβόλια, ποτέ δεν έβαλε σ’ αυτά αγροφύλακα για να φυλάει τους καρπούς, για να μην εμποδίζεται να παίρνει από την παραγωγή του ό,τι επιθυμούσε ο καθένας. Πάντοτε τον ακολουθούσαν υπηρέτες με χρήματα, ώστε, αν κάποιος είχε την ανάγκη της βοήθειάς του, να έχει αυτό που θα έδινε αμέσως, για να μη δώσει την εντύπωση ότι με την αναβολή θα το αρνούνταν. Συχνά, όταν έβλεπε κάποιον χτυπημένο από την τύχη του να είναι ρακένδυτος, του έδινε τα ρούχα του. Σε καθημερινή βάση ετοίμαζε το δείπνο του με τέτοιο τρόπο, ώστε, όσους έβλεπε απρόσκλητους στην αγορά, τους καλούσε κοντά του, πράγμα που δεν παρέλειπε να κάνει κάθε μέρα. Από κανέναν δεν έλειψε η αγάπη του, από κανέναν η βοήθειά του, από κανέναν η περιουσία του. Πολλούς τους έκανε πλούσιους, πάμπολλους φτωχούς που είχαν πεθάνει και δεν είχαν αφήσει τα έξοδα της κηδείας τους, τους κήδεψε με δικά του έξοδα…».
Θεωρούμε ότι ο Κίμωνας είναι υποτιμημένος από την ίδια την ελληνική ιστορία. Πίστευε στην ηγεμονία της Αθήνας, αλλά ήθελε όλοι οι Έλληνες να συμμαχήσουν εναντίον του κοινού εχθρού, των Περσών. Χαρακτηριστικό είναι, ότι στους τρεις γιους του έδωσε τα ονόματα Λακεδαιμόνιος, Ηλείος και Θεσσαλός. Είχε γίνει ο φόβος και τρόμος των Περσών, τους οποίους τους συνέτριβε όπου τους συναντούσε και μάλιστα σε επιθετικούς πολέμους! Και επιπλέον, ακόμα και όταν εξορίστηκε δεν πρόδωσε την πατρίδα του και δεν μήδισε. Σαφώς, Μιλτιάδης, Θεμιστοκλής, Λεωνίδας και Παυσανίας, έμειναν στην ιστορία ως θρύλοι, αλλά πιστεύουμε ότι άξια δίπλα τους πρέπει να γραφτεί και το όνομα του Κίμωνα…
Πηγές: (Πλούταρχος, «Παράλληλοι Βίοι, Κίμων – Λούκουλλος» και «Ο Κίμωνας στον Κορνήλιο Νέπωτα», εκδόσεις Ζήτρος. Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό,τ.4, Εκδοτική Αθηνών.), Πρώτο Θέμα