H Αιθιοπία, γνωστή για αιώνες ως Αβησσυνία, είναι ένα από τα αρχαιότερα κράτη στην Αφρική. Με έντονο χριστιανικό στοιχείο, τον 16ο αιώνα βρέθηκε να δίνει αγώνα επιβίωσης έναντι των μουσουλμάνων του Αχμάντ Γκραν (Αχμέτ ο Αριστερόχειρας), τους οποίους υποστήριζε ο σουλτάνος Σουλεϊμάν ο λεγόμενος «Μεγαλοπρεπής».
Το σουλτανάτο του Αντάλ ήταν το ισχυρότερο μουσουλμανικό κράτος στο Κέρας της Αφρικής και ο ουσιαστικός ηγέτης του ο φανατικός ιμάμης Αχμάντ με ένα στρατό Σομαλών, κατοίκων της Χαράρ, Αράβων και Τούρκων, εφοδιασμένος και με πυροβόλα όπλα, επικράτησε των Αιθιόπων του αυτοκράτορα Δαβίδ Β’.
Ο σκληρός πόλεμος ξεκίνησε το 1529 και έληξε το 1543 με τη νίκη των Αιθιόπων, υπό τον αυτοκράτορα Κλαύδιο και των Πορτογάλων συμμάχων τους και τον θάνατο του Αχμάντ.
Πριν την άφιξη των Πορτογάλων ο στρατός της Αιθιοπίας ήταν απολύτως πρωτόγονος. Διέθετε αρκετό αλλά άτακτο ελαφρύ ιππικό και άτακτους πολεμιστές οπλισμένους με ακόντια, σπάθες και δερμάτινες ασπίδες.
Υπήρχαν και πολλοί πολεμιστές οπλισμένοι με τόξα. Οι δυνάμεις αυτές συγκροτούνταν σε φυλετική βάση από τους τοπικούς αρχηγούς που όφειλαν φεουδαρχική υποχρέωση στον εκάστοτε αυτοκράτορα.
Δεν υπήρχαν οργανωμένες μονάδες και ακόμα και τα «αυτοκρατορικά» στρατεύματα ήταν αναλόγως οργανωμένα αφού ο αυτοκράτορας δεν ήταν στην πραγματικότητα παρά ο ισχυρότερος αρχηγός. Πιθανότατα τα τμήματα ήταν οργανωμένα ανά δεκάδες, εκατοντάδες και χιλιάδες.
Λόγω της υπεροχής των μουσουλμάνων σε βάρος και ποιότητα ιππικού, οι τοξότες κάλυπταν τα πλευρά του πεζικού που τάσσονταν στο κέντρο της παράταξης. Οι Αιθίοπες ελαφροί ιππείς, οπλισμένοι με ακόντια και μικρές ασπίδες δεν άντεχαν στην κρούση των οπλισμένων με λόγχες, φέροντες θωρακίσεις, φανατικούς μουσουλμάνους ιππείς.
Το πεζικό τάσσονταν σε χαλαρούς σχηματισμούς ώστε οι άνδρες να μπορούν να εκτοξεύουν τα ακόντιά τους πριν την κρούση με το αντίπαλο πεζικό. Ενίοτε τα ακόντια δεν εκτοξεύονταν αλλά χρησιμοποιούνταν ως δόρατα. Οι πεζοί πολεμιστές ήταν οπλισμένοι με τα περίφημο αιθιοπικό σπαθί, το σοτέλ, που θύμιζε ρομφαία ή δρεπάνι.
Ενίοτε τμήματα πολεμιστών τάσσονταν σε διάταξη ακροβολισμού και πολεμούσαν όπως οι αρχαίοι Ψιλοί. Και τμήματα τοξοτών μπορούσαν να αναπτυχθούν σε διάταξη ακροβολισμού. Οι τοξότες πέραν του τόξου διέθεταν συνήθως εγχειρίδιο ή μικρού μήκους σπαθί.
Στη μάχη σώμα με σώμα η σύγκρουση με αντίπαλο πεζικό εξελισσόταν σε μια ιδιαίτερα αιματηρή συγκεχυμένη πάλη όπου η δεξιοτεχνία στη χρήση των όπλων, η σωματική ρώμη και ο φανατισμός ήταν τα στοιχεία που έδινα τη νίκη. Ωστόσο οι Αιθίοπες πεζοί κινδύνευαν ιδιαίτερα από την κρούση του μουσουλμανικού βαρέως ιππικού καθώς δεν διέθεταν όπλα ικανά να το αναχαιτίσουν.
Οι πεζοί δεν διέθεταν στρατιωτική εκπαίδευση πέραν της εμπειρικής, αποκτηθείσας στο πεδίο της μάχης με τα χρόνια. Οι περισσότεροι ήταν ακόλουθοι διαφόρων τοπαρχών, ή αγρότες και κτηνοτρόφοι. Πυροβόλα όπλα διατέθηκαν στους Αιθίοπες από τους Πορτογάλους, αρκεβούζια αρχικά και μουσκέτα κατόπιν, σε περιορισμένες ποσότητες.
Σημαντική ενίσχυση αποτέλεσε ένα σώμα 400 περίπου Πορτογάλων που βοήθησε τους Αιθίοπες στον αγώνα κατά του Αχμάντ. Άλλωστε ο τελευταίος έπεσε νεκρός από βολίδα Πορτογάλου αρκεβουζιοφόρου, το 1543 στη μάχη της Ουάινα Ντάγκα.
Στη μάχη αυτή ο αυτοκράτορας Κλαύδιος παρέταξε 8.000 Αιθίοπες πεζούς και 500 ιππείς, 60 Πορτογάλους ιππείς και 70 Πορτογάλους αρκεβουζιοφόρους. Ο Αχμάντ διέθετε 12.000 πεζούς, 1.200 ιππείς και 200 Τούρκους αρκεβουζιοφόρους.
Αργότερα σχηματίστηκαν τακτικά σώματα αρκεβουζιοφόρων και μουσκετοφόρων εκπαιδευμένα από τους Πορτογάλους που παρέμειναν στη χώρα και μετά το πέρας του πολέμου.
Παρά τις αδυναμίες του και τις αρχικές ήττες τους οι Αιθίοπες μαχητές κατάφεραν να επικρατήσουν στον μακροχρόνιο πόλεμο κατά των φανατικών αντιπάλων τους.
Πηγή: slpress.gr