Η Αγία Χριστίνα γεννήθηκε, όπως μας λέει το Συναξάρι, στην Τύρο, στην πόλη και στην πατρίδα του Αποστόλου Παύλου. Και γεννήθηκε εκεί κατά τα χρόνια της βασιλείας του Σεβήρου γύρω στο 200 μ.Χ., όπου είχαν αρχίσει ήδη οι μεγάλοι διωγμοί εναντίον των Χριστιανών.
Καταγόταν από πολύ πλουσίους γονείς· ο πατέρας της ήταν άρχων της Τύρου, ηγεμών της Τύρου, στρατηγός της Τύρου κι όπως σημειώνει εδώ ο Συναξαριστής, κι αυτό είναι πολύ διδακτικό, από γονείς εις μεν το γένος πλουσίους εις δε την ψυχή φτωχούς.
Και ήταν φτωχοί στην ψυχή γιατί δεν είχαν τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, δεν ήσαν Χριστιανοί, επειδή ήσαν εμπόρων θεραπευταί και των ειδώλων, ήσαν ειδωλολάτραι. Να λοιπόν η Αγία Χριστίνα, μία μοναχοκόρη, γεννιέται μέσα σ’ ένα πλούσιο περιβάλλον, παμπλούτη η Αγία Χριστίνα και πανέμορφη, όπως θα δούμε, από γονείς ειδωλολάτρες.
Ο πατέρας της λοιπόν ο Ουρβανός, ηγεμών της πόλεως της Τύρου, βλέποντας πόσα προσόντα και πόσο πανέμορφη ήσαν η κόρη του και υποθέτοντας πως θα την γλιτώσει από τις ενοχλήσεις των νέων της εποχής εκείνης τις διαρκείς, αποφάσισε να την κλείσει σ’ ένα πολύ μεγάλο πύργο, πολυτελέστατο πύργο, να της δώσει εκεί πολλούς υπηρέτες και πολλές υπηρέτριες, να εγκαταστήσει μέσα στο σπίτι αγάλματα των θεών, των ειδώλων, και να την προτρέπει εκεί να προσκυνεί αυτά τα είδωλα.
Παρά ταύτα η Χριστίνα χωρίς να έχει καμία αίσθηση Χριστιανισμού, μέσα σε ειδωλολατρικό περιβάλλον γεννήθηκε, εντούτοις όπως λέει το Συναξάρι, βλέποντας κάθε μέρα τριγύρω την ομορφιά έξω της φύσεως, την ομορφιά του κόσμου και σκεπτόμενη ότι δεν είναι δυνατόν αυτός ο κόσμος μ’ αυτή την ωραιότητα, με τα κάλλη του ουρανού, της γης και της θάλασσας να έχει δημιουργηθεί μόνος του, να τον έχουν δημιουργήσει αυτά τα είδωλα τα άξεστα και ανόητα, μόνη της σκέφτηκε ότι υπάρχει Δημιουργός, υπάρχει Θεός. Ήταν δε τόσο καλής προθέσεως ώστε, όπως λέει το Συναξάρι, την έστειλε ο Θεός άγγελο κι αυτός της εδίδαξε όλα τα σχετικά με τη Χριστιανική Πίστη.
Φωτίστηκε λοιπόν η Αγία Χριστίνα από τον άγγελο και σεβόταν τον αληθινό Θεό χωρίς καν να βαπτιστεί ακόμη και επιδιδόταν σε προσευχές και σε νηστείες. Κι αντιλαμβανόμαστε τώρα ότι όταν κάποια μέρα ο πατέρας της ο ηγεμών, ο στρατηγός, ο ειδωλολάτρης μαζί με τη μητέρα της, οι δύο γεννήτορες, οι δύο γονείς ανέβηκαν στον πύργο να την δουν και να προσφέρουν θυσία στους θεούς, αντιλαμβάνεστε τι σκηνές εκτυλίχθηκαν εκεί.
Η Αγία Χριστίνα αρνήθηκε να προσκυνήσει τους θεούς με συνέπεια να προκαλέσει την οργή και τον θυμό και τις απειλές του πατέρα της· η δε μητέρα της πολύ στενοχωρημένη και περίλυπη την παρεκάλεσε: σε παρακαλώ, κάνε αυτό που θέλει ο πατέρας σου, διότι όπως τον ξέρεις είναι πολύ οργίλος και θυμώδης και δε θα διστάσει ακόμη και να σε σκοτώσει επειδή δεν προσκυνάς τους παραδοσιακούς θεούς, τους θεούς των ειδώλων.
Η Αγία Χριστίνα όμως επανειλημμένως στις άλλες παρατηρήσεις και του πατέρα της και της μητέρας της, κατ’ αρχήν τους είπε ότι, δεν σας θεωρώ πλέον ως πατέρα και ως μητέρα με αυτά τα οποία μου συνιστάτε να κάνω, να ασεβήσω προς τον αληθινό Θεό· εγώ ως πατέρα μου αναγνωρίζω μόνο τον Κύριο ημών Ιησού Χριστόν. Πολλές φορές ο πατέρας της την επίεσε, την κολάκευσε, αλλά τελικώς δεν μπόρεσε να κάμψει την Αγία Χριστίνα και να προσκυνήσει τα είδωλα και κάποια φορά λοιπόν άρχισε να την απειλεί. Ενωρίτερα μόνον, το προηγούμενο βράδυ πριν αρχίσουν τα βασανιστήρια από τον ίδιο τον πατέρα της, ήρθε ένας άγγελος και την προειδοποίησε ότι, Χριστίνα, πρέπει να δείξεις θάρρος ανδρικό, ανδρίσου και κραταιούσθω η καρδία σου, διότι όχι μόνον ο πατέρας σου πρόκειται να σε βασανίσει αλλά και δύο άλλοι ηγεμόνες άρχοντες μετά από τον πατέρα σου θα σε υποβάλλουν σε φριχτά βασανιστήρια. Η Χριστίνα εζήτησε την ενίσχυση του Αγίου Θεού και του Αγγέλου και έμεινε σταθερή στην Πίστη της.
Το πρωί λοιπόν ανέβηκε και πάλι ο πατέρας της και την προέτρεψε να προσκυνήσει τα είδωλα· είδωλα όμως δεν υπήρχαν διότι το προηγούμενο βράδυ η Αγία Χριστίνα πήρε μια αξίνα, πήρε ένα τσεκούρι και όλα τα χρυσά και αργυρά αγάλματα που υπήρχαν μέσα στον πύργο τα έκανε κομμάτια και κατέβηκε κάτω και τα εμοίρασε στους φτωχούς.
Όταν το πληροφορήθηκε αυτό ο πατέρας της εθύμωσε πάρα πολύ. Παραλίγο να έδινε εντολή να θανατώσουν και όλους τους υπηρέτας και όλες τις υπηρέτριες και εν πάση περιπτώσει διέταξε εν πρώτοις να μαστιγώσουν και να δείρουν άγρια την κόρη του τη Χριστίνα. Την εμαστίγωσαν, όπως λέει το Συναξάρι, δώδεκα άνδρες, οι οποίοι κουράστηκαν, έπεσαν κάτω κατάκοποι, ενώ η Αγία Χριστίνα παρά το μαστίγωμα έμεινε όρθια και δυνατή. Τότε λοιπόν ο Ουρβανός θύμωσε διότι η Αγία Χριστίνα δεν εκάμπτετο και την έστειλε και τη φυλάκισε.
Και μέσα στη φυλακή όμως παρά τις παρακλήσεις και πάλι της μητέρας της, η οποία πήγε και της έλεγε, σε παρακαλώ, κόρη μου, είσαι το μόνο μας παιδί, σε παρακαλώ μη μου προκαλέσεις μεγαλύτερες θλίψεις γιατί δεν έχω άλλο παιδί εκτός από εσένα, εντούτοις η Αγία Χριστίνα επέμενε στην πίστη στον Χριστό.
Όταν λοιπόν και η μητέρα της κατάλαβε ότι η κόρη της είναι αμετάπειστη το μετέφερε αυτό προς τον πατέρα της, ο οποίος της είπε ότι, λυπούμαι, Χριστίνα, διότι δεν έχω άλλη επιλογή και μολονότι είσαι παιδί μου, είσαι τέκνον μου, δεν πρόκειται να σε λυπηθώ αλλά θα σου δώσω τόσες τιμωρίες έως ότου κάνω τις σάρκες σου να διαλυθούν. Και του αποκρίθηκε η Αγία Χριστίνα, σε παρακαλώ μην με ονομάζεις τέκνον σου, δεν είμαι πλέον τέκνο σου, είμαι μόνον τέκνο του Επουρανίου Πατρός.
Οργίστηκε λοιπόν ο πατέρας και διέταξε να την κρεμάσουν και να της ξεσκίσουν τις σάρκες της. Την εβασάνισαν λοιπόν την Αγία Χριστίνα χωρίς οίκτο. Την άλλη μέρα αφού την εφυλάκισαν, την έβαλε ο πατέρας της πάλι σε έναν φοβερό τροχό κάτω από τον οποίο καιγόταν ένα πυρ. Πάλι η Αγία Χριστίνα δεν έπαθε τίποτε και μάλιστα αυτά τα απέδιδε ο πατέρας της πως ήταν δήθεν μάγισσα! Τι μαγείες είναι αυτές που κάνεις και δεν υποκύπτεις στα βασανιστήρια;
Ο Θεός όμως έστειλε αγίους αγγέλους, έλυσαν το σχοινί της πέτρας και κράτησαν την Αγία Χριστίνα επάνω στη θάλασσα και όχι μόνον αυτό· εξαιτίας αυτής της Πίστεως και της επιμονής της αξιώθηκε η Αγία Χριστίνα –σπάνια Χάρις- εκείνο το βράδυ, εκεί μέσα στη θάλασσα να βαπτιστεί από τον ίδιο τον Κύριό μας τον Ιησού Χριστόν.
Κατέβηκε ο Σωτήρ μας, ο οποίος την σήκωσε και της λέει: Εγώ είμαι ο Χριστός, Χριστίνα, ο οποίος φωτίζω αυτούς, οι οποίοι με επικαλούνται. Ήρθα λοιπόν να σε λυτρώσω από τα είδωλα και να σε βαπτίσω, όπως μου εζήτησες. Ο ίδιος λοιπόν ο Χριστός βάπτισε την Αγία Χριστίνα μέσα στα νερά της θάλασσας, την κατέδυσε στην θάλασσα λέγοντας: Βαπτίζω σε, Χριστίνα, εις το όνομα του Πατρός, εις το όνομα το Εμόν και εις το όνομα του Αγίου Πνεύματος.
Όταν λοιπόν ξημέρωσε την άλλη μέρα ξαφνικά μπροστά στο σπίτι εμφανίστηκε, στο σπίτι του πατέρα της, τελείως αβλαβής. Και πάλι ο πατέρας της τα απέδωσε όλα αυτά σε μαντείες και σε μαγείες, την ξαναφυλάκισε και την άλλη την ημέρα είχε κατά νου να την αποκεφαλίσει, να την τελειώσει με τον αποκεφαλισμό. Δεν πρόλαβε όμως γιατί ο Θεός το βράδυ εκείνο έστειλε τον θάνατο και απέθανε πολύ κακώς ο πατέρας της Αγίας Χριστίνας.
Μετά από λίγες όμως ημέρες αναπαύσεως κατέλαβε άλλος άρχοντας το αξίωμα του πατέρα της, ο οποίος ονομαζόταν Δίων. Και επαναλήφθηκε εδώ η ίδια ιστορία, με κολακείες, με απειλές κτλ, προσπάθησε κι αυτός να πείσει την Αγία Χριστίνα να προσκυνήσει τα είδωλα. Δεν το κατόρθωσε κι αυτός, παρότι την υπέβαλε κι αυτός σε πολύ φριχτά βασανιστήρια, σε μαστίγωμα, τη μαστίγωσε κι αυτός, την έβαλε τελικώς μέσα σε μία σιδηρά σκάφη, σ’ ένα σιδηρούν κοφίνι και μέσα εκεί έριξε (……), αλλά και εκεί πάλι η Αγία Χριστίνα βγήκε αβλαβής.
Τελικώς ο δεύτερος άρχων, ο Δίων, διέταξε να ξυρίσουν το κεφάλι της και να την περιφέρουν γυμνή μέσα στην πόλη και να την διαπομπεύσουν και έτσι. Την άλλη μέρα θεώρησε ο άρχων πως αν πήγαινε την Αγία στο ναό του Απόλλωνος, μήπως εκεί θα την έπειθε να προσκυνήσει το άγαλμα του Απόλλωνος. Εκεί όμως η Αγία Χριστίνα έκανε τα εξής δύο, πολύ μεγάλα θαύματα.
Εν πρώτοις προσευχήθηκε για να δείξει πόσο δυνατός είναι ο Θεός σε σχέση με τα αδύναμα είδωλα, προσευχήθηκε και το άγαλμα του Απόλλωνος έγειρε από τη θέση του και βγήκε έξω, σαράντα μέτρα περίπου. Και όχι μόνον αυτό, όταν το είδε αυτό ο άρχων φοβήθηκε, έπεσε κάτω στο πρόσωπο της γης και είπε, πάλι μπόρεσαν οι μαγείες σου να μετατοπίσουν τον μέγα θεόν Απόλλωνα; Τώρα θα δεις, λέει η Αγία Χριστίνα, ότι όχι μόνον τον μετατόπισα, αλλά θα τον συντρίψω για να δεις ότι είναι τελείως αδύναμα τα αγάλματά σου και οι θεοί, τους οποίους προσκυνάς. Προσευχήθηκε λοιπόν και ξαφνικά το άγαλμα του Απόλλωνος έγινε συντρίμμια μπροστά στα πόδια όλων. Παρ’ όλα αυτά ο άρχων δεν επίστευσε αλλά ένιωσε τόσο πολύ μεγάλη λύπη για τη συντριβή των θεών του ώστε το ίδιο βράδυ πέθανε κι αυτός.
Και ήρθε ο τρίτος άρχων, όπως της είχε πει ο Άγγελος στο όνειρό της, ήρθε ο τρίτος άρχων, ο Ιουλιανός, ο οποίος έκαψε τρεις μέρες ένα πολύ μεγάλο καμίνι και μέσα στο καμίνι αυτό της φωτιάς έκλεισε την Αγία Χριστίνα, υπολογίζοντας ότι θα τη βγάλουν από μέσα κατακαμμένη και νεκρή. Πέρασαν λοιπόν πέντε ημέρες και την πέμπτη, την έκτη ημέρα πήγαν ν’ ανοίξουν το καμίνι. Εν τω μεταξύ ορισμένοι από τους εργάτες εκεί και τους υπηρέτες άκουγαν μέσα από το καμίνι ψαλμωδίες. Η μάρτυς έψαλλε με τους Αγίους Αγγέλους μέσα, δοξάζουσα κι ευχαριστούσα τον Θεό. Κι όταν βγήκε δε έξω, έμοιαζε σαν να βγήκε από λουτρό, από δροσιά και όχι μέσα από καμίνι.
Τότε λοιπόν πρόσταξε να την υποβάλλουν σε άλλη βάσανο· διέταξε τον θηριοδαμαστή, τον γητευτή των θηρίων κι έφεραν ερπετά, φίδια, έξι δηλητηριώδη φίδια, έξι: δύο αστρίτες, δύο έχιδνες και δύο όφεις. Κι άφησαν την Αγία σ’ ένα δωμάτιο με τα φίδια αυτά, υπολογίζοντας πως τα φίδια θα αποτελειώσουν την Αγία Χριστίνα. Εκείνα όμως δεν προξένησαν καμία βλάβη!
Όταν μάλιστα πήγε αυτός, ο θηριοδαμαστής, να τα παρατηρήσει, να τα πιέσει, να δαγκάσουν, να δήξουν την Αγία Χριστίνα, αντί να δαγκάσουν την Αγία Χριστίνα εδάγκασαν τον θηριοδαμαστή, ο οποίος απέθανε αμέσως. Και δέστε τώρα δόξα που είχε η Αγία Χριστίνα ακόμη και εν ζωή· αυτόν τον θηριοδαμαστή, ο οποίος πέθανε από τα δαγκάματα των φιδιών, παρακάλεσε η Χριστίνα και αναστήθηκε. Κύριε Ιησού Χριστέ, προσευχήθηκε, ο εγείρας εκ νεκρών τον Λάζαρο επάκουσόν μου της δούλης Σου και ανάστησον τούτον τον άνθρωπον, δια να δοξασθεί το Άγιόν Σου όνομα και να πιστέψουν οι περιεστώτες ότι Συ είσαι ο μόνος Θεός, ο ποιών θαυμάσια. Πραγματικά αναστήθηκε αυτός, ο οποίος είχε θανατωθεί από τα φίδια.
Ο τυφλωμένος όμως τύραννος από την κακία του, επειδή νόμιζε πως όλα αυτά είναι μαγείες, προσέταξε και έκοψαν τώρα τους μαστούς της Αγίας, το στήθος της Αγίας, ο άσπλαχνος και στη συνέχεια την έβαλαν πάλι μέσα φυλακή. Και εκεί μέσα στη φυλακή –προηγουμένως μου διέφυγε να σας πω και λησμόνησα- προηγουμένως όταν έγινε το θαύμα το μεγάλο εκεί και έπεσε το άγαλμα του Απόλλωνος τρεις χιλιάδες ειδωλολάτρες επίστευσαν στο Χριστό γιατί ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός και μόνος δυνατός Θεός. Και τώρα λοιπόν μέσα στη φυλακή που κρατούσαν την Αγία Χριστίνα, συνετέλεσε ώστε πολλές γυναίκες που βλέπαν τα θαυμάσια αυτά, να γίνουν και αυτές Χριστιανές.
Εκεί λοιπόν μέσα στη φυλακή, άλλη μέρα, έδωσε εντολή ο Ιουλιανός και απέκοψαν τη γλώσσα της Αγίας Χριστίνας και επειδή, βέβαια, και σ’ αυτό η Αγία Χριστίνα δεν υπέκυψε έδωσε τελικώς εντολή σε δύο στρατιώτες, οι οποίοι με τα ακόντιά τους την ακόντισαν, με τους πέλτες, με ακόντια, ακόντισαν ο ένας την καρδιά και ο άλλος τα πλευρά κι έτσι η Αγία Χριστίνα με αυτόν τον τρόπο ετελειώθη, με το μαρτύριο του ακοντισμού και ανήλθε στους ουρανούς.
Αγαπητοί μου, πολύ σύντομα σας παρουσίασα, είναι πολύ εκτενής ο βίος της Αγίας Χριστίνης, σας το παρουσίασα όμως όπως λέει ο στίχος εδώ: Kτείνουσι πέλται Xριστέ την σην Xριστίναν, την Xριστιανών πίστιν ουκ αρνουμένην. Οι πέλτες, τα ακόντια φόνευσαν, Χριστέ μου, την Χριστίνα, η οποία όμως δεν αρνήθηκε την Πίστη της.
Θεώρησα, λοιπόν, σημαντικό να σας παρουσιάσω σήμερα τον βίο της Αγίας Χριστίνας, από μία πλευρά επειδή κι εμείς ζούμε σε δύσκολες εποχές, όχι βέβαια σε εποχές διωγμών και σ’ εποχές μαρτυρίων σωματικών, αλλά σε πολύ δύσκολες εποχές κατά τις οποίες η Πίστις μας έχει αρχίσει και εξασθενεί, αδυνατίζει η Πίστη μας· από τους βίους των Αγίων παίρνουμε πολύ θάρρος και πολύ κουράγιο. Παίρνουμε, μάλιστα, πολύ θάρρος και πολύ κουράγιο γιατί πιστεύουμε ότι όλα αυτά, τα οποία στις ημέρες μας λέγονται για τις θρησκείες, με τους περίφημους διαθρησκειακούς διαλόγους και διαχριστιανικούς διαλόγους, από τους οποίους προσπαθούν να μας παρουσιάσουν ότι και οι άλλες θρησκείες είναι αληθινές. Μα οι Άγιοι Μάρτυρες εδώ εμαρτύρησαν μόνο για τον Χριστό! Μόνον η Πίστις η Χριστιανική είναι αληθής. Όπως έλεγε και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός όλες αι πίστες είναι ψεύτικες. Να καυχάσθε γιατί γεννηθήκατε ανθρώποι Χριστιανοί και να ντέπεστε και να λυπάστε για τους αιρετικούς που γεννήθηκαν μέσα στο σκοτάδι.
Από τους Αγίους λοιπόν κι από την Αγία Χριστίνα, όπως και από τον Εκατόνταρχο της προηγουμένης Κυριακής κι όπως κι από τον σημερινό παραλυτικό βλέπουμε πόσο πρέπει η Πίστις μας να είναι σθένουσα. Ακούσαμε από τον άγιο Απόστολο, το πνεύματι ζέοντες (Ρωμ., 12, 11). Έχουμε χαλαρώσει οι Χριστιανοί, γίναμε χαλαροί, παρασυρόμαστε από την καθημερινότητά μας, μας παρασύρουν το ένα και το άλλο και ξεχνούμε πόσο ζεστή και θερμή πρέπει να είναι η Πίστη μας.
Από το παράδειγμα λοιπόν αυτής της πολύ μεγάλης Αγίας, της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Χριστίνης, η οποία γεννήθηκε ειδωλολάτρισσα, γεννήθηκε μέσα σ’ ένα σπίτι πλούσιο με όλες τις ανέσεις· είχε όλα τα προσόντα, ήταν πανέμορφη, θα μπορούσε να κάνει έναν απ’ τους καλυτέρους γάμους, εντούτοις τα αφήνει όλα για να ακολουθήσει το Χριστό. Το σημαντικότερο μάλιστα, το οποίο πρέπει να τονίσουμε, μια που βρισκόμαστε εδώ σε ένα μοναστήρι, και μ’ αυτό τελειώνω, ότι όχι μόνο αρνήθηκε τα πλούτη και τις δόξες του κόσμου, αλλά αρνήθηκε ακόμη και τους γονείς της.
Φανταστείτε τι μαρτύριο εσωτερικό πέρασε η Αγία Χριστίνα όταν έβλεπε τη μητέρα της δίπλα κι έλεγε: Κόρη μου, είσαι το μονάκριβο παιδί μου. Σε παρακαλώ, κάνε το χατίρι του πατέρα σου, προσκύνησε τα είδωλα διότι αυτός θα σε σκοτώσει. Φανταστείτε πόσο σπάραζε τότε η καρδιά της μάνας και πόσο σπάραζε και η καρδιά της Αγίας Χριστίνας. Αλλά γνωρίζουμε οι Χριστιανοί ότι ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος (Ματθ., 10, 37). Όταν οι γονείς μας μάς οδηγούν και μας προτρέπουν σε ασέβεια παύουν να είναι γονείς μας. Δεν είστε γονείς μου, είπε η Αγία Χριστίνα, δεν σας αναγνωρίζω πλέον ως γονείς μου. Τους γονείς μας τους σεβόμαστε όταν μας βοηθούν στην ευσέβεια και όταν, τουλάχιστον, δεν αντιδρούν στον δρόμο τον οποίον εμείς επιλέξαμε.
Κι εδώ στο μοναστήρι έχουμε τις μοναχές, την Αγία Ηγουμένη και τη συνοδεία της, οι οποίες και αυτές όπως και η Αγία Μαρίνα την προηγουμένη Κυριακή πριν την Αγία Χριστίνα, εδιάλεξε αυτόν τον παρθενικό βίο και τον βίο τον μαρτυρικό, τον μοναχικό. Ο μοναχικός βίος είναι βίος μαρτυρίου, ένα συνεχές μαρτύριο δι’ όλης της ζωής, διότι και οι μοναχοί όλοι και οι μοναχές και εμείς πρέπει να αγαπήσουμε τον Χριστό με τόση ζέση, εις τρόπον ώστε να τα εγκαταλείψουμε όλα. Ας έχουμε λοιπόν την Χάρη όλων των Αγίων και την ευλογία όλων των Αγίων, ιδιαίτερα μάλιστα τη Χάρη της εορταζούσης σήμερα μεγάλης Αγίας, της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Χριστίνης.
Η Αγία, παρέδωσε το πνεύμα της την 24ην Ιουλίου, ημέραν Πέμπτη, εις δόξαν Πατρός και Υιού και Αγίου Πνεύματος της Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος.
Απόσπασμα από απομαγνητοφωνημένο κήρυγμα του πρωτοπρεσβύτερου π. Θεοδώρου Ζήση στην Κυριακή Στ” Ματθαίου στις 24/07/2011
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’.
Ἡ ἀμνάς σου Ἰησοῦ, κράζει μεγάλη τῇ φωνῇ. Σὲ Νυμφίε μου ποθῶ, καὶ σὲ ζητοῦσα ἀθλῶ, καὶ συσταυροῦμαι καὶ συνθάπτομαι τῷ βαπτισμῷ σου· καὶ πάσχω διὰ σέ, ὡς βασιλεύσω σὺν σοί, καὶ θνήσκω ὑπὲρ σοῦ, ἵνα καὶ ζήσω ἐν σοί· ἀλλ᾽ ὡς θυσίαν ἄμωμον προσδέχου τὴν μετὰ πόθου τυθεῖσάν σοι. Αὐτῆς πρεσβείαις, ὡς ἐλεήμων, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Τοῦ πατρός σου τὴν πλάνην λιποῦσα πάνσεμνε, τῆς εὐσεβείας ἐδέξω τὴν θείαν ἔλλαμψιν, καὶ νενύμφευσαι Χριστῷ ὡς καλλιπάρθενος- ὅθεν ἠγώνισαι στερρῶς, καὶ καθεῖλες τὸν ἐχθρόν, Χριστίνα Μεγαλομάρτυς. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς
Φωτοειδὴς περιστερὰ ἐγνωρίσθης, ἔχουσα πτέρυγας χρυσᾶς, καὶ πρὸς ὕψος, τῶν οὐρανῶν κατέπαυσας Χριστίνα σεμνή· ὅθεν σου τὴν ἔνδοξον, ἑορτὴν ἐκτελοῦμεν, πίστει προσκυνοῦντές σου, τῶν λειψάνων τὴν θήκην, ἐξ ἧς πηγάζει πᾶσιν ἀληθῶς, ἴαμα θεῖον, ψυχῆς τε καὶ σώματος.
Μεγαλυνάριον
Κάλλει διαπρέπουσα τῆς σαρκός, τῆς ψυχῆς τὸ κάλλος, καθιέρωσας τῷ Χριστῷ· σὺ γὰρ ὦ Χριστῖνα, τὴν πλάνην ἐβδελύξω, καὶ ὑπὲρ φύσιν ἄθλων, ἤγειρας τρόπαια.
Πηγή: Χώρα του Αχωρήτου