Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, στο χωριό Μέλαμπες της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης, γεννήθηκαν οι Άγιοι Τέσσερις Νεομάρτυρες. Τα ονόματά τους ήταν Αγγελής, Μανουήλ που ήταν αδέλφια, υιοί Ιωάννου Ρετζέπη, και Γεώργιος, υιός Κων/νου Ρετζέπη, και Νικόλαος, υιός Ιωάννου Ρετζέπη, που ήταν εξάδελφοι των πρώτων. Το επώνυμό τους ήταν Βλατάκη.
Ήταν έγγαμοι, ενάρετοι στο βίο και οι πρόγονοί τους ήταν Κρυπτοχριστιανοί. Οι Τούρκοι είχαν κάψει εφτά φορές το χωριό τους, και οι κάτοικοι για να κερδίσουν την συμπάθεια των Τούρκων αναγκάζονταν να ομολογούν πίστη στο Ισλάμ. Με αυτόν τον τρόπο σταμάτησαν τις επιδρομές οι Τούρκοι και το χωριό ξαναχτίστηκε.
Όμως ποτέ δεν έπαψαν να είναι χριστιανοί, να εκτελούν τα θρησκευτικά καθήκοντά τους σε απόμακρα μέρη και να βαφτίζουν τα παιδιά τους.
Οι Τέσσερις Νεομάρτυρες, όταν ξέσπασε η επανάσταση το 1821 πήραν τα όπλα ενάντια στους βάρβαρους Τούρκους, και πολέμησαν γενναία υπέρ πίστεως και πατρίδος. Όμως ως γνωστόν, το 1824 κατεστάλη η επανάσταση στην Κρήτη, με τη βοήθεια Αιγυπτιακών στρατευμάτων και η Τουρκική κυριαρχία επανήλθε στο Νησί.
Έτσι οι Τούρκοι συνέλαβαν όλους τους επαναστάτες και υποκινητές της επανάστασης. Αμέσως συνέλαβαν τους Αγίους Μάρτυρες, τους έδεσαν και μετά από πεζοπορία 12 ωρών τους οδήγησαν στον Μεχμέτ Πασά του Ρεθύμνου.
Ο Πασάς προσπάθησε με υποσχέσεις κατ’ αρχήν και στη συνέχεια με τετράμηνη φυλάκιση και σκληρά βασανιστήρια να τους πείσει να ασπαστούν τον Μωαμεθανισμό. Οι Άγιοι παρά τα φοβερά μαρτύρια που περνούσαν απάντησαν με παρρησία και γενναιότητα στον Πασά ότι:
› Ἐμεῖς Χριστιανοί γεννηθήκαμε καί Χριστιανοί θά μείνομε μέχρι θανάτου.
Ο Μεχμέτ Πασάς είδε ότι οι προσπάθειές του πήγαν χαμένες, και αποφάσισε να τους εκτελέσει και να κάψει το χωριό τους τις Μέλαμπες. Ο Βάρβαρος Πασάς όμως ήθελε πιο πολύ ακόμα να τους εξευτελίσει στα μάτια των Χριστιανών, και γι’ αυτό έβαλε έναν τελάλη την παραμονή του αποκεφαλισμού τους, να καλεί τον κόσμο για να δει το αποτρόπαιο θέαμα. Με αυτόν τον τρόπο νόμιζε ότι οι υπόλοιποι χριστιανοί θα φοβόντουσαν και δεν θα σήκωναν κεφάλι εναντίον του, και θα ασπαζόντουσαν το Ισλάμ.
Ο τελάλης έλεγε
› Αύριο τα λαδομάγαζα και τα ντουκιάνια να ‘ναι κλειστά, να ‘ρθείτε Τούρκοι και Ρωμιοί στη Μεγάλη Πόρτα, γιατί θα σφάξουμε γκιαούρηδες.
όπως και έγινε.
Στις 28 Οκτωβρίου 1824 ο δήμιος τους έκοψε τα κεφάλια, στη θέση Μεγάλη Πόρτα στο κέντρο του Ρεθύμνου. Εκεί στη Μεγάλη Πόρτα άφησαν τα κεφάλια τους για να κερδίσουν τις ψυχές τους. Εκεί έδωσαν το κορμί τους για την πίστη τους.
Εκεί έμεινε η τελευταία αναπνοή τους, για να εισπνέουν οι επερχόμενες γενεές την αύρα της χριστιανικής χαραυγής. Εκεί έγινε η ομολογία τους:
› Χρισθιανοί εγεννηθήκαμενε και χρισθιανοί θα ποθάνομενε
Τα Άγια Σώματά του παρέμειναν άταφα για τρεις ημέρες, τα οποία ανέδυαν φως, ορατό και για τους Χριστιανούς αλλά και για τους Τούρκους. Οι Χριστιανοί με επικεφαλή τον διερμηνέα του Πασά Μανουήλ Παπαδάκη, ζήτησαν την Άδεια από το Μεχμέτ για να ενταφιάσουν τα λείψανα. Τότε κάτοικοι των Περιβολίων (Γεώργιος Λαγός και Αντώνης Πουρδούνης) μαζί με άλλους χριστιανούς, πήραν και ενταφίασαν πλάι στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου στα Περιβόλια τα λείψανα των Αγίων Τεσσάρων, σημείο στο οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα ο τάφος τους. Μετά την εκταφή τους, το 1827 τα μεν Ιερά Λείψανα των Αγίων φυλάχτηκαν στην Ιερά Μονή Αρκαδίου, ενώ οι κάρες τους στο Ρέθυμνο. Σήμερα Ιερά Λείψανα των Αγίων έχουν μεταφερθεί σε πλείστους Ιερούς ναούς της Κρήτης και της Ελλάδος προς αγιασμό και ευλογία.
Αξίζει να αναφέρουμε κάποια θαύματα των Αγίων Τεσσάρων Νεομαρτύρων τις πρώτες κιόλας μέρες τις κοιμήσεώς τους. Πρώτο είναι το θαύμα με το φως που φαινόταν αναμμένο πάνω στα λείψανα των Αγίων στον τόπο του αποκεφαλισμού τους.
Δεύτερο θαύμα έγινε με το αίμα τους, στο μαχαίρι του Δημίου. Ο Δήμιος γυρνώντας στο σπίτι του σκούπισε το μαχαίρι μ’ ένα πανί και πήγε στο ντουκιάνι (καφενείο). Η μητέρα του ήταν τυφλή και ενώ σηκώθηκε να πλυθεί, σκουπίστηκε χωρίς να το ξέρει με το πανί που είχε το αίμα των Αγίων. Αμέσως είδε το φως της, και γυρίζοντας από το καφενείο ο γιος της είδε το θαύμα και την ρώτησε πώς είδε το φως της. Αυτή του είπε πως σκουπίστηκε με εκείνο το πανί, και αυτός της ομολόγησε ότι πάνω στο πανί υπήρχε το αίμα τεσσάρων χριστιανών που είχε σφάξει, αυτή του είπε ότι είναι Άγιοι αφού μόλις σκουπίστηκε με το αίμα τους έγινε καλά. Το Μαχαίρι που έκοψε τις Άγιες Κεφαλές των 4 Μαρτύρων, βρίσκεται στον Άγιο Νικόλαο της Σπλάντζια στα Χανιά.
Οι νεομάρτυρες τιμήθηκαν ως άγιοι, στη συνείδηση του κόσμου από την πρώτη στιγμή. Σήμερα υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες που βεβαιώνουν ότι οι Άγιοι τιμήθηκαν για πρώτη φορά στις 25/10/1825 (ένα χρόνο μετά τη θυσία τους) και στη μνήμη τους έψαλαν την Ακολουθία των Αγίων Πάντων, όπως γίνεται και σε παρόμοιες περιπτώσεις Αγίων που δεν υπάρχει ακολουθία.
Χαρακτηριστικό σημάδι Αγιότητος αποτελεί η Εικόνα των Αγίων του 1836, που σήμερα φυλάσσεται στο Μητροπολιτικό Ναό. Επίσης έγγραφο του 1837 βεβαιώνει ότι οι Τέσσερις Μάρτυρες γιορτάστηκαν στις 28 Οκτωβρίου της χρονιάς αυτής, στην Εκκλησία των Εισοδίων της Θεοτόκου.
Πιθανότατα την ίδια χρονιά το 1837 να γράφτηκε η πρώτη Ακολουθία προς τιμή τους από τον Επίσκοπο Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Καλλίνικο Νικολετάκη και το Μητροπολίτη Κρήτης Μελέτιο Νικολετάκη.
Με αυτά τα δεδομένα συμπεραίνουμε ότι τουλάχιστον σε επίπεδο Κρήτης η επίσημη αναγνώριση των Νεομαρτύρων ως Αγίων ήταν γεγονός.
Ωστόσο, η επίσημη αναγνώριση και Ανακήρυξη των Αγίων σε πανορθόδοξο επίπεδο, άργησε πολύ. Χρειάστηκαν δυναμικές παρεμβάσεις του αείμνηστου Μητροπολίτου Ρεθύμνης κυρού Τίτου, για να γίνει. Ο οποίος στις 15 Μαρτίου το 1977 έστειλε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο επίσημη επιστολή, με την οποία, αφού αναφερόταν στη ζωή και στο μαρτυρικό τέλος των Αγίων, καθώς και στο σεβασμό που έτρεφαν κλήρος και λαός του Ρεθύμνου, ζητούσε την επίσημη ένταξή τους στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας.
Ο Πατριάρχης Δημήτριος απάντησε τον ίδιο χρόνο με δυο έγγραφα. Το πρώτο, ήταν μια επιστολή προς το Μητροπολίτη Ρεθύμνης. Και το δεύτερο ήταν η επίσημη ένταξη των Τεσσάρων Μαρτύρων στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας. Έτσι χρειάστηκαν συνολικά 153 χρόνια από το μαρτύριό τους για να αποκτήσει η μνήμη τους πάνδημο χαρακτήρα, με την Πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Οι Άγιοι Τέσσερις Μάρτυρες ενέπνευσαν πολύ και την Βυζαντινή τέχνη, Αγιογραφία, υμνολογία και την λαϊκή μας παράδοση και άφησαν έτσι το δικό τους ανεξίτηλο αποτύπωμα στις ψυχές του Κρητικού λαού, ο οποίος καυχάται για τους Αγίους Τέσσερις Νεομάρτυρες Αγγελή, Μανουήλ, Γεώργιο και Νικόλαο.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Τῆς Κρήτης γεννήματα, καί Λάμπης θρέμματα, τούς τετραρίθμους Νεομάρτυρας ἀνευφημήσωμεν, Γεώργιον, Ἀγγελήν, Μανουήλ καί Νικόλαον. Οὗτοι γάρ διά πίστιν, τοῦ Κυρίου σφαγέντες, τό αἷμα αὐτῶν ἐθελουσίως, ἐν τῇ Ρεθύμνῃ ἐξέχεαν διό καί παρρησίαν ἔχοντες πρός Χριστόν, πρεσβεύουσιν ἀεί, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.