«Ἡ ἐμὴ διδαχὴ οὐκ ἔστιν ἐμή, ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός με» (Ἰω. 7,16)
Ἑορτή, ἀγαπητοί μου, σήμερα. Μὰ τί θὰ πῇ ἑορτή; Ἑορτὴ εἶνε νὰ γλεντήσουμε καὶ νὰ ἀσωτεύσουμε; Ὄχι δά. Ἑορτὴ εἶνε· νὰ πᾷς στὴν ἐκκλησία, ν᾽ ἀνάψῃς κερί, νὰ προσκυνήσῃς τὴν εἰκόνα, ν᾽ ἀκούσῃς μὲ προσοχή τὸν ἀπόστολο καὶ τὸ εὐαγγέλιο, νὰ κάνῃς τὸ σταυρό σου, νὰ πῇς ἕνα «Κύριε, ἐλέησον», ἕνα «Δόξα σοι, ὁ Θεός», ἕνα «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου», νὰ κοινωνήσῃς τὰ ἄχραντα μυστήρια μὲ φόβο πίστι καὶ ἀγάπη, νὰ πάρῃς τὸ ἀντίδωρο· αὐτὸ εἶνε ἑορτή. Καὶ κάτι ἄλλο ἀκόμα· νὰ διαβάσῃς τὸν βίο τοῦ ἁγίου καὶ νὰ τὸν μιμηθῇς. Γιατὶ ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος «ἑορτὴ ἁγίου ἴσον μίμησις ἁγίου». Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἑορτὲς ἁγίων, τῶν ἀγγέλων, τῆς Θεοτόκου, τῶν ἁγίων πατέρων. Πάνω ἀπ᾽ ὅλα ἔχουμε τὶς δεσποτικὲς ἑορτές, καὶ ἡ πιὸ μεγάλη εἶνε τὸ Πάσχα, ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου, ἡ ῥίζα καὶ τὸ θεμέλιο τῆς πίστεώς μας. Αὐτὴ εἶνε ἡ ἡμέρα «ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος· ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» (Ψαλμ. 117,24). Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια τὴν ἑώρταζαν 40 μέρες καὶ ἀντὶ ἄλλου χαιρετισμοῦ ἔλεγαν «Χριστὸς ἀνέστη» - «Ἀληθῶς ἀνέστη». 40 μέρες μετὰ τὸ Πάσχα εἶνε ἡ Ἀνάληψις, καὶ στὶς 50 μέρες ἡ Πεντηκοστή. Ἂν τώρα μοιράσουμε τὸ 50 στὸ μέσον, στὶς 25 ἡμέρες, εἶνε ἡ ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα.
Θέλω τώρα νὰ πῶ λίγα λόγια ἐπάνω στὸ εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς ἡμέρας (βλ. Ἰω. 7,14-30).
* * *
Στὴν ἀρχὴ τὸ εὐαγγέλιο λέει, ἀγαπητοί μου, ὅτι ὁ Χριστὸς δίδασκε καὶ τὸν ἄκουγαν ὅλοι, μικροὶ - μεγάλοι, καὶ «ἐθαύμαζον» (ἔ.ἀ. 7,15). Ἔλεγαν μὲ ἀπορία· –Ποῦ ξέρει αὐτὸς αὐτὰ τὰ πράγματα; Ἐμεῖς ξέρουμε ὅτι εἶνε ἕνας φτωχός, ὅτι γεννήθηκε ἀπὸ φτωχὴ μάνα, σχολεῖο δὲν πῆγε, ἔμαθε ἀπὸ μικρὸς τὴν τέχνη τοῦ μαραγκοῦ καὶ ζοῦσε μ᾽ ἕνα μεροκάματο. Δὲν ἔμαθε γράμματα· πῶς τώρα λέει τέτοια πράγματα ποὺ πρώτη φορὰ τ᾽ ἀκοῦμε;… Ἀπαντώντας ὁ Χριστὸς στὴν ἀπορία τους εἶπε·
–Ναί, σχολειὸ δὲν πῆγα· αὐτὰ λοιπὸν ποὺ σᾶς λέω δὲν εἶνε δικά μου, εἶνε τοῦ οὐρανίου Πατρός· «ἡ ἐμὴ διδαχὴ οὐκ ἔστιν ἐμή, ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός με» (ἔ.ἀ. 7,16). Ἡ διδασκαλία μου δὲν εἶνε ἀνθρώπινη, εἶνε θεία διδασκαλία.
⃝ Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ πράγματι εἶνε θεϊκά, ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ὄχι ἀπὸ τὴ γῆ. Ἐδῶ πολλοὶ δάσκαλοι εἶπαν διάφορα πράγματα (Σωκράτης, Πλάτων, Ἀριστοτέλης, Μάρξ, Λένιν κ.ἄ.) καὶ τοὺς θαύμασαν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ οἱ διδασκαλίες τους μιὰ μέρα θὰ σβήσουν· ἡ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ μένει ἀθάνατη. Χρόνια, αἰῶνες, χιλιετίες θὰ περάσουν, μὰ τὰ λόγια του πάντα θ᾽ ἀγγίζουν τὶς καρδιές. Ὁ Χριστὸς εἶνε σὰν τὸν ἥλιο, ποὺ ἐνῷ ὅλα ἀλλάζουν αὐτὸς δὲν ἀλλάζει, δὲν ἀλλοιώνεται· εἶνε «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8). Ὅπως δηλαδὴ δὲν ἀλλάζει ὁ ἥλιος, ἔτσι δὲν ἀλλάζει καὶ ἡ διδασκαλία του. Κι ὅταν ὁ ἥλιος μιὰ μέρα σβήσῃ –γιατὶ θὰ σβήσῃ–, ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ θὰ μείνῃ. Τὸ εἶπε ὁ ἴδιος· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35).
⃝ Ἀθάνατη ἡ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ· εἶνε ἀκόμη ἀναγκαία γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους, ἀνεξαρτήτως φύλου, χρώματος, φυλῆς, ἐποχῆς, κοινωνικῆς καταστάσεως· ὅπως ὅλοι ἔχουν ἀνάγκη τὸν ἥλιο, ἔτσι καὶ γιὰ νὰ σωθοῦν ἔχουν ἀνάγκη τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.
⃝ Ἡ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶνε μόνο εὐχάριστη, γλυκειὰ σὰν τὸ μέλι καὶ δροσερὴ σὰν τὸ νερό, εἶνε καὶ ἀποτελεσματική· εἶνε σὰν τὸ φάρμακο ποὺ τὸ παίρνεις καὶ θεραπεύεσαι. Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ φέρνει μεγάλα ἀποτελέσματα. Τὸ βλέπουμε αὐτὸ π.χ. στὴν Ἀφρική. Ἐκεῖ ἰθαγενεῖς ἀνθρωποφάγοι ἄλλαξαν! Ποιός τοὺς ἄλλαξε; Ὁ Χριστός. Πῶς τοὺς ἄλλαξε; Πῆγαν ἐκεῖ μακριὰ ἱεραπόστολοι, κήρυκες δηλαδή, ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν πατρίδα, πλησίασαν, κατήχησαν τοὺς ἀγρίους καὶ τοὺς βάπτισαν Χριστιανούς (κάποτε ἡ Ἑλλάδα ἦταν χώρα ἱεραποστόλων· ἀπὸ ἐδῶ ἔφυγαν καὶ πῆγαν στὴ ῾Ρουμανία, στὴ Σερβία, στὴ Βουλγαρία, στὴ ῾Ρωσία· ἂν εἶνε σήμερα Χριστιανοὶ οἱ ῾Ρῶσοι, οἱ ῾Ρουμᾶνοι, οἱ Βούλγαροι, τὸ ὀφείλουν στοὺς Ἕλληνες ἱεραποστόλους). Τώρα τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος πᾶνε στὴν Ἀμερικὴ γιὰ δολλάρια, στὴ Γερμανία γιὰ μάρκα, στὴν Ἀγγλία γιὰ λίρες· δὲν πᾶνε ἐκεῖ ὡς ἱεραπόστολοι. Πῆγε λοιπὸν καὶ στοὺς ἀγρίους τῆς Ἀφρικῆς ἕνας ἱεραπόστολος, τοὺς δίδαξε, καὶ ἄλλαξαν· καὶ τὸ βράχο, ποὺ πάνω του ἔσπαζαν τὰ κεφάλια ἀνθρώπων κ᾽ ἔτρωγαν τὰ μυαλά, ἐκεῖνο τὸ βράχο τὸν σκάλισαν καὶ τὸν ἔκαναν κολυμβήθρα νὰ βαπτίζωνται Χριστιανοί! Ἄλλαξαν, τοὺς ἄλλαξε ἡ ἀθάνατη διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ μὴν πῇ κανεὶς ὅτι αὐτὰ γίνονταν «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», στὰ χρόνια τὰ παλιά. Ὅποιος ἀμφιβάλλει, ἂς δοκιμάσῃ νὰ δῇ. «Ἐάν τις θέλῃ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιεῖν, γνώσεται περὶ τῆς διδαχῆς, πότερον ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν ἢ ἐγὼ ἀπ᾽ ἐμαυτοῦ λαλῶ» (ἔ.ἀ. 7,17)· ἂν θέλῃς, λέει, νὰ μάθῃς ὅτι τὰ λόγια ποὺ λέω δὲν εἶνε δικά μου ἀλλὰ ἔχουν θεϊκὴ τὴν προέλευσι, τότε προσπάθησε νὰ τὰ ἐφαρμόσῃς στὴ ζωή σου. Δῶστε μου ἕναν ἄνθρωπο, μιὰ οἰκογένεια, ἕνα χωριό, μιὰ κοινωνία, μιὰ ἀνθρωπότητα ποὺ ὅλοι νὰ πιστεύουν καὶ νὰ ὑπακούουν στὸ Χριστό, καὶ θὰ δῆτε νά ᾽νε εὐτυχισμένοι. Ἡ εὐτυχία δὲν εἶνε στὶς ἀνέσεις καὶ στὶς γνώσεις, στὰ μέσα καὶ κέντρα διασκεδάσεως καὶ στὰ πανεπιστήμια.
Μακριὰ ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ὅλα τὰ ἐπιτεύγματα γίνονται φαρμάκι. Τί νὰ τὰ κάνῃς τὰ ῥαδιόφωνα, τὰ τηλέφωνα, τὶς τηλεοράσεις, τὰ λεφτά, τὶς γυναῖκες καὶ τὰ γλέντια, ὅταν στὸν οὐρανὸ παρουσιαστοῦν τὰ «μαυροπούλια» ποὺ εἶπε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, τ᾽ ἀεροπλάνα ποὺ ἀπὸ τὶς οὐρές τους θὰ σπέρνουν θάνατο… Νά ἡ κατάληξις. Ὅπως εἶπε ὁ Παπουλάκος, ἕνας ἄλλος προφήτης, «τὰ ἄθεα γράμματα θὰ καταστρέψουν τὸν κόσμο».
* * *
Δὲν ὑπάρχει λοιπόν, ἀγαπητοί μου, καμμιά ἄλλη διδασκαλία ἀνώτερη ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Κι ἂν ἀκόμα ὑποτεθῇ ὅτι στὰ ἄστρα κατοικοῦν ἄλλα λογικὰ ὄντα, κ᾽ ἐκεῖ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουν ἄλλη διδασκαλία ἀνώτερη ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τί ὑπολείπεται· νὰ τὴν ἐφαρμόσουμε. Πάρε λοιπὸν στὰ χέρια σου τὸ Εὐαγγέλιο. Ἂν εἶσαι τόσο φτωχὸς ποὺ δὲν ἔχεις χρήματα νὰ τὸ ἀγοράσῃς, ἐν ἀνάγκῃ πούλησε τὸ πουκάμισό σου καὶ πάρε ἕνα Εὐαγγέλιο – τόσο ἀναγκαῖο νὰ τὸ θεωρῇς. Καὶ ἄρχισε νὰ τὸ μελετᾷς. Διάβαζέ το τὸ πρωί,
τὸ μεσημέρι, τὸ βράδυ, τὴ νύχτα.
Μὴ μοῦ πῇς, ὅτι δὲν ἔχεις χρόνο. Μπορεῖς νὰ ἐξοικονομήσῃς χρόνο. Ἄφησε κατὰ μέρος ἄλλα πράγματα, περιττὰ ἢ καὶ βλαβερά, ποὺ τώρα σὲ δεσμεύουν. Καὶ πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα ἐλευθερώσου ἀπὸ τὴν τηλεόρασι, αὐτὸ τὸ δαίμονα. Κάποια προφητεία ἔλεγε, ὅτι θὰ ᾽ρθῇ καιρὸς ποὺ ὁ διάβολος θὰ βρῇ ἕνα κουτὶ καὶ θὰ τρελάνῃ μ᾽ αὐτὸ τὴν ἀνθρωπότητα. Νά τὸ κουτὶ τοῦ διαβόλου ποὺ τρέλανε τὴν ἀνθρωπότητα.
Ρώτησα ἕνα παιδὶ στὴ Φλώρινα· –Πόσο διαβάζεις; –Ἔ, καμμιὰ ὥρα. –Παραπάνω; –Ὄχι, λέει. –Πόση ὥρα παίζεις; –Δυὸ ὧρες. –Καὶ πόση ὥρα βλέπεις τηλεόρασι; –Πέντε ὧρες… Πέντε ὧρες! ἀποβλακώθηκαν τὰ παιδιά. Καὶ ἕνας μικρὸς ἀπὸ τὶς Πρέσπες ἔβλεπε στὴν τηλεόρασι σπαθιά, κουμπούρια, σκοτωμούς. Μεταξὺ τῶν ἄλλων εἶδε καὶ κάποιον νὰ τὸν κρεμᾶνε. Καὶ αὐτὸ ποὺ εἶδε ἐκεῖ, ἤθελε νὰ τὸ ἀναπαραστήσῃ· πῆρε λοιπὸν ἕνα καλώδιο, κλείστηκε σὲ μιὰ ἀποθήκη στὴν Πτολεμαΐδα καὶ τὸ ἀπομιμήθηκε· τὸν βρῆκαν κρεμασμένο!…
Ἀνάθεμα στὴν τηλεόρασι! Εἶνε ἡ χειρότερη τηλεόρασι στὸν κόσμο, γιατὶ κυβερνᾶνε ἄθεοι. Φταῖνε λοιπὸν αὐτοί, οἱ καλικάντζαροι τοῦ διαβόλου, φταίει ἡ κυβέρνησι· ἀλλὰ φταῖς κ᾽ ἐσύ, ποὺ χαζεύεις μπροστά της. –Καὶ τί νὰ κάνω; θὰ πῇς, πῶς θὰ περάσω τὴν ὥρα μου;
Ν᾽ ἀνοίξῃς ἄλλη τηλεόρασι. Θὰ σοῦ δείξω ἐγὼ μιὰ ἄλλη τηλεόρασι, πάμφθηνη, ποὺ ἂν τὴν ἀνοίξῃς θὰ δῇς ἐκεῖ θαυμάσια - ἔξοχα πράγματα! Ποιά εἶνε ἡ τηλεόρασι αὐτή; Ἡ ἁγία Γραφή. Ἂν τὴν ἀνοίξῃς, βλέπεις ἐκεῖ τὸ Χριστὸ σὲ ὅλη τὴ δόξα καὶ τὸ μεγαλεῖο του. Σὲ κάθε σπίτι νὰ ὑπάρχῃ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τώρα τὸ ἔχουμε καὶ ὀρθόδοξα ἑρμηνευμένο.
Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε ἡ ἀλήθεια, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἐλευθερία, ἡ ἀγάπη, ἡ εἰρήνη, ὁ παράδεισος· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, ἐκεῖ τὸ ψέμα, ἡ ἀδικία, σκλαβιά, τὸ μῖσος, ὁ πόλεμος, ἡ καταστροφή, ἡ κόλασι. Καὶ κόλασι γίναμε, γιατὶ φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό. Καὶ ἕνα μόνο θὰ μᾶς σώσῃ, νὰ ἐπιστρέψουμε σ᾽ αὐτόν.
Σᾶς ὁρκίζω, ἀδέρφια μου, μὲ ὠμοφόριο στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ· κλεῖστε τὶς τηλεοράσεις! γιατὶ ἂν δὲν τὶς κλείσετε, θὰ θρηνήσουμε κι ἄλλα θύματα. Κλεῖστε τις, κι ἀνοῖξτε τὸ Εὐαγγέλιο. Διαβάστε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θὰ πεισθῆτε ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀνώτερο ἀπὸ τὴ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὁ δὲ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ πρεσβειῶν τῶν ἁγίων τῆς πίστεώς μας εἴθε νὰ σκέπῃ καὶ νὰ φυλάῃ τὸν τόπο μας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: Ακτίνες