Α] Ο Κύριος όχι σπάνια πήγαινε και σε σπίτια Φαρισαίων για γεύμα ή για δείπνο ανάλογα. Πρώτα, πρέπει να πούμε, ότι δεν πήγαινε ποτέ ακάλεστος ο Χριστός. Χαρακτηριστικό - και φαινομενικά αντίθετο – φαίνεται να είναι το παράδειγμα με τον Αρχιτελώνη Ζακχαίο. Εκεί, ναι μεν δεν τον κάλεσε τον Χριστό μας ο Ζακχαίος, αλλά ο Καρδιογνώστης Χριστός ανταποκρίθηκε στη βαθύτερη επιθυμία του επίσημου εφοριακού, που ποθούσε και ζητούσε να δεί τον Ιησού από κοντά. Τη συνέχεια βέβαια την ξέρουμε...
Συμβολική επίσης - αλλά και ουσιαστική - είναι η εικόνα της Ιεράς Αποκαλύψεως που παρουσιάζει τον Χριστό να στέκεται έξω από την πόρτα ενός σπιτιού, μιας καρδιάς, και να χτυπά να Του ανοίξουν. Δεν παραβιάζει κλειστές πόρτες ο Ιησούς.
Ο Ίδιος δεν είπε στους μαθητές Του, ότι αν σας διώχνουν από μια πόλη να πηγαίνετε σε άλλη και να τινάζετε και τη σκόνη από τα υποδήματά σας; Αυτός δεν είπε ότι αν σας φιλοξενήσει κάποιος στο σπίτι του, εκεί να μένετε και να μη τριγυρνάτε από σπίτι σε σπίτι και παρουσιάζεστε έτσι άστατοι, αχόρταγοι και ενοχλητικοί, επιβαρύνοντας τους άλλους ανθρώπους; Ασφαλώς, ναι!
Άρα ο Χριστός όχι μόνο σέβεται την ελευθερία των άλλων, αλλά είναι διακριτικός και ευγενικός. Αυτό βέβαια είναι ένας κόλαφος για όσους ξημεροβραδιάζονται σε ξένα σπίτια και μπαινοβγαίνουν σε αυλές και σε ώρες ακατάλληλες και δεν ξεκολλάνε, τη στιγμή μάλιστα που η άλλη οικογένεια καίγεται από δουλειές, έχει μικρά παιδιά και δεν μπορεί να σηκώσει όλο αυτό το βάρος οικονομικά, πρακτικά και διατροφικά.
Β] Το ερώτημα λοιπόν είναι, γιατί πήγαινε ο Ιησούς σε ανθρώπους δεληλωμένους από πριν αντίθετους με Αυτόν; Ωραία, δεν πήγαινε ακάλεστος, αλλά γιατί πήγαινε;
1. Προφανώς πήγαινε, γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι πλάσματα του Θεού. Ένας μάλιστα που καλεί τον Χριστό ή κάποιον εκπρόσωπό του, δείχνει ότι δεν είναι φανατικός. Κάτι καλό λοιπόν μπορεί να βγεί. Ύστερα ο Χριστός μας μπορεί να μη ήταν αδιάκριτος, αλλά δεν ήταν και ακατάδεχτος.
2. Σε τέτοιες ευκαιρίες ευρίσκονταν και άλλοι καλοδιάθετοι άνθρωποι που ήθελαν να δούνε και να ακούσουν τον Χριστό, ίσως από περιέργεια, μπορεί και από ενδιαφέρον. Ο Χριστός μας το είπε στη φιλοξενία και στο τραπέζι στο σπίτι του τελώνη Ματθαίου μετά την κλήση του, ότι “ανάγκη δεν έχουν οι υγιείς, αλλά οι άρρωστοι και ότι ο Χριστός ήρθε να αναζητήσει και να σώσει το χαμένο πρόβατο. Ο Χριστός είναι συμπαθής προς όλους και συμπάθεια πρώτιστα ζητάει από τους χριστιανούς προς όλους”.
3. Είναι όμως και κάτι άλλο. Εκεί που πήγαινε ο Χριστός δεν πήγαιναν μόνο διψασμένοι πνευματικά και ψυχικά άνθρωποι, αλλά και άρρωστοι στο σώμα και “οχλούμενοι υπό πνευμάτων ακαθάρτων”, για να βρούνε τη γιατρειά τους.
4. Ασφαλώς ήταν εκεί και οι κακοί και οι κατάσκοποι και οι ψευτοενδιαφερόμενοι και οι εγκάθετοι και οι καλοθελητές, που ζητούσαν αφορμή να πιαστούν από κάποιο λόγο ή κάποια πράξη του Χριστού και να τον καταγγείλουν είτε στη θρησκευτική είτε στην πολιτική εξουσία, είτε απευθείας στο λαό, όπως νόμιζαν. Κι από αυτούς ακόμη δεν ξέρει κανείς τι θα μπορούσε να βγεί κάποτε έστω και ετεροχρονισμένα...
5. Δεν είναι δε τυχαίο ότι πολλά θαύματα ο Χριστός τα έκανε το Σάββατο, που ήταν αργία για τους Εβραίους. Δεν το έκανε για να τους μπεί στο μάτι, αλλά για να τιμήσει την ημέρα του Σαββάτου με αγαθοεργίες και να διδάξει πως πρέπει να αγιάζουμε την ημέρα του Κυρίου. Δηλαδή απαντούσε ουσιαστικά στο ερώτημα: θα μείνουμε κολλημένοι στο γράμμα του νόμου και αδρανοποιημένοι, αδιάφοροι στις ανάγκες των άλλων ή θα επιλέξουμε την ελευθερία της αγάπης παντού και πάντοτε; Ο Χριστός επέλεξε και επέλεγε πάντοτε το δεύτερο.
Γ] Σε ένα τέτοιο σπίτι Φαρισαίου, ημέρα Σάββατο μάλιστα , που πήγε ο Χριστός μας, τον πλησίασε ένας ταλαίπωρος υδρωπικός, βασανισμένος και αποκρουστικός, παραμορφωμένος και άρρωστος. Δεν τολμούσε να μιλήσει. Να ζητήσει τί; Ασφαλώς τη θεραπεία του. Αλλά ήταν μέρα Σάββατο κι είχε τόσα πολλά ακούσει να λένε για τον Χριστό, ότι “δεν τηρεί το Σάββατο” (Λουκ. Ιδ' 1-6). Στάθηκε εκεί κοντά και περίμενε σιωπηλά, αλλά, όπως άλλοτε ο Μωϋσής παρά το χείλος της Ερυθράς θάλασσας, βοούσε καρδιακά προς τον Θεόν και ζητούσε λύση στο πρόβλημά του.
Το κλίμα ήταν όντως τελείως αρνητικό και όλοι παρατηρούσαν τι θα έκανε ο Κύριος; Δεν λυπόντουσαν οι ανάλγητοι την ταλαιπωρία του ανθρώπου, αλλά περίμεναν να δούνε αν θα τους πέσει το λαχείο για να κατηγορήσουν τον Κύριο... “Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά...”, αντί να πούνε με μια φωνή:”Κύριε, θεράπευσέ τον εδώ και τώρα, τον ξέρουμε τον άνθρωπο ταλαιπωρείται από καιρό”.
Αυτό όμως που δεν έκαναν αυτοί όχι μόνο το έκανε ο Χριστός μας, - πως άλλωστε ήταν δυνατό να μη το κάνει; - αλλά στο ενδόμυχο και εναγώνιο ερώτημά τους, τι θα κάνει επιτέλους ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, ο Χριστός αντέστρεψε το ερώτημα και τους ρώτησε εμμέσως πλήν σαφώς: “αν επιτρέπεται κάποιος να θεραπεύει την ημέρα του Σαββάτου ή όχι”.
Ο Χριστός τελικά με ένα άγγιγμα θεράπευσε τον υδρωπικό και τον έκανε καλά.
Μετά όμως δίδαξε αποστομωτικά και τους κακεντρεχείς φαρισαίους λέγοντας χαρακτηριστικά, ότι “εσείς αν πέσει το βόδι σας ή το παιδί σας στο πηγάδι ημέρα Σάββατο, πάτε και με κόπους και προσπάθειες το βγάζετε... και ασφαλώς αυτό δεν θεωρείται αμαρτία και παράβαση... Ποιός λογικός άνθρωπος θα έλεγε το αντίθετο; Εμένα γιατί με κατηγορείτε για ένα άγγιγμα και ένα λόγο, που έκανα καλά ολόκληρο άνθρωπο;”
Δ] Αλήθεια, γιατί ο Χριστός έκανε καλά τον υδρωπικό;
Πρώτα πρώτα για την εσωτερική του πίστη και επιμονή του να μπει σε ξένο και επίσημο σπίτι, φαρισαίου μάλιστα και ημέρα σάββατο και εκεί να στέκεται σε κοινή θέα, χωρίς να μιλάει με την πίστη ότι κάτι θα κάνει η δύναμη και η καλοσύνη του Χριστού, και ότι μπορεί να το κάνει, έστω και αν δεν μιλήσει ο ίδιος. Ο Χριστός ξέρει. Αυτό ήταν μια φοβερή κίνηση ψυχής του υδρωπικού με πολλά ρίσκα για τον ίδιο και κορυφαία πίστη.
Δεύτερο είναι ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν θύμα μέσα σε εκείνη τη λυκοφωλιά και την απανθρωπιά, αστήρικτος και ανυπεράσπιστος, μόνος μέσα σε κόσμο εχθρικό και για τον Χριστό και για τον ίδιο προφανώς. Αλλά στους κολασμένους όλης της γης ο Χριστός είναι η μοναδική ελπίδα.
Το τρίτο είναι, ότι για λόγο δικαιοσύνης και οι συνδαιτυμόνες να δούνε το θαύμα και να ακούσουν τη θεία διδασκαλία περί της ημέρας του Σαββάτου και του αληθούς νοήματός της.
Ε] Εμείς τώρα στην Ορθοδοξία έχουμε αντί για το Σάββατο την Κυριακή. Την Κυριακή λοιπόν τη σεβόμαστε και την αφιερώνουμε στο Θεό, στην Εκκλησία, στην ψυχή μας, στην οικογένεια και με καλοσύνες και ιεραποστολή και στον συνάνθρωπο. Αυτή τη μέρα έχουν λάβει χώρα όλα τα άγια γεγονότα της Ανάστασης του Χριστού.