Η ΕΛΕΗΜΩΝ ΠΙΣΤΗ
Η αγία Ταβιθά, όπως μας αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ήταν μια πολύ φιλάνθρωπος χριστιανή, η οποία σε όλη της τη ζωή έκανε καλά έργα και ελεημοσύνες. Στη συριακή γλώσσα η λέξη Ταβιθά ερμηνεύεται ως «η Δορκάς», που στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «ζαρκάδι». Η αγία Ταβιθά κατοικούσε στην πόλη Ιόππη, κι όπως πληροφορούμαστε από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, ασκούσε την τέχνη της υφάντριας, υφαίνοντας χιτώνες και ιμάτια, τα οποία πωλούσε και τα λεφτά που μάζευε, εκτός από μικροποσά απαραίτητα για τη διατροφή της, τα διέθετε για την ανακούφιση των φτωχών και ειδικά των χηρών και των ορφανών.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΑΠ.ΠΕΤΡΟΥ
Τη μέρα που ο Απόστολος Πέτρος έφτασε στη Λύδδα της Παλαιστίνης για να διαδώσει το λόγο του Ευαγγελίου, την ίδια μέρα η Ταβιθά αρρώστησε και πέθανε, οπότε ο θρήνος ήταν μεγάλος ανάμεσα σε αυτούς που προστατεύονταν από αυτήν. Κι ενώ οι πιστοί ετοιμάζονταν για την ταφή της, έμαθαν ότι ο Απόστολος Πέτρος βρισκόταν στη Λύδδα και έστειλαν δύο απεσταλμένους για να τον βρουν και να τον παρακαλέσουν να έλθει στην πόλη. Πράγματι, ο Απόστολος ανταποκρίθηκε στο αίτημά τους και φτάνοντας στην Ιόππη τον ανέβασαν στο υπερώο, όπου κειτόταν νεκρή η Ταβιθά.
Εκεί ο Απόστολος βρήκε πολλές φτωχές γυναίκες τις οποίες βοηθούσε η Ταβιθά, που έδειχναν τα ιμάτια και τους χιτώνες που τους είχε προσφέρει σ' αυτές η νεκρή: «πάσαι αι χήραι κλαίουσαι και επιδεικνύμεναι χιτώνας και ιμάτια όσα εποίει.» (Πράξ. θ΄39). Τότε, χωρίς να μιλήσει, ο Απόστολος τους έβγαλε όλους έξω κι αφού γονάτισε και προσευχήθηκε θερμά είπε: "Ταβιθά ανάστηθι". Και αμέσως η νεκρή Δορκάς αναστήθηκε. Τότε, όλοι οι παρευρισκόμενοι γέμισαν από χαρά και το νέο της ανάστασής της διαδόθηκε σ' όλη την πόλη μ' αποτέλεσμα πολλοί να πιστέψουν στον Χριστό. Η αγία Ταβιθά έκτοτε έζησε πολλά χρόνια γεμάτα από αγαθοεργίες και ελεημοσύνες, μέχρι την ειρηνική τελείωσή της σε βαθιά γεράματα.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαθήτρια ἔνθεος, ἐν τῇ Ἰόππῃ σεμνή, Χριστοῦ ἐχρημάτισας, καὶ ἐν πολλοῖς οἰκτιρμοῖς, αὐτὸν ἐθεράπευσας· ὅθεν ὑπὸ τοῦ Πέτρου, ὡς ἠγέρθης θανοῦσα, ἐδειξας τοῦ σοῦ βίου, Ταβιθᾶ μακαρία, πᾶσι τὴν κεκρυμμένην, θείαν λαμπρότητα.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τοῖς θεαρέστοις σου ἔργοις καὶ πράξεσι, θεοπρεπῶς τῷ Σωτῆρι λατρεύουσα, ἀγάπης ὑπόδειγμα πέφηνας, ὦ Ταβιθᾶ ὡς θεόφρων μαθήτρια· διό σου τὴν μνήμην γεραίρομεν.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις θεοδόξαστε Ταβιθᾶ, στήλη θείων ἔργων, ὡς μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ· ἐλεημοσύνης, πηγὴ γὰρ ἀνεδείχθης, ἐν πόλει τῇ Ἰόππῃ, γνώμῃ θεόφρονι.
Πηγή: Ακτίνες, Μέγας Συναξαριστής