«Ἔλεγε γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ ὅτι οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18)
Ἑορτή, ἀγαπητοί μου, ἑορτὴ καὶ πανήγυρις μεγάλη. Σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἑορτάζει τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ καὶ Προδρόμου.
Νὰ τὸν ἐγκωμιάσουμε, νὰ τὸν ἐπαινέσουμε; Εἴμαστε ἀνάξιοι. Ἄλλωστε ὁ Πρόδρομος δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ δικά μας ἐγκώμια· τὸν ἐπαίνεσε ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος. Εἶπε γιὰ τὸν Ἰωάννη ὅτι «Οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ»· ἀπ᾽ ὅσους γεννήθηκαν στὸν παλαιὸ κόσμο δὲν ὑπάρχει ἄλλος μεγαλύτερος (Ματθ. 11,11). Αὐτὸ ψάλλει καὶ ἡ Ἐκκλησία· «Μνήμη δικαίου μετ᾿ ἐγκωμίων, σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου, Πρόδρομε» (ἀπολυτίκιο). Στὸ σύντομο αὐτὸ κήρυγμα ἂς δοῦμε τὸ μαρτυρικὸ τέλος του, ὅπως τὸ ἱστορεῖ σήμερα ἡ ἑορτὴ τῆς Ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου.
* * *
Στὴν ἐποχὴ τοῦ Ἰωάννου, ἀγαπητοί μου, στὴν Ἰουδαία βασίλευε ὁ Ἡρῴδης. Ποιός Ἡρῴδης; Στὰ Εὐαγγέλια ἀναφέρονται δυὸ Ἡρῷδες, ὁ Ἡρῴδης ὁ Μέγας καὶ ὁ Ἡρῴδης Ἀντίπας.
Ὁ Ἡρῴδης ὁ Μέγας ἦταν μία ἐγκληματικὴ φυσιογνωμία, ἐγκληματίας μὲ στέμμα. Σκότωσε μὲ τὸ χέρι του τὴ γυναῖκα καὶ τοὺς δύο γυιούς του. Ἐπὶ τῆς βασιλείας του γεννήθηκε ὁ Χριστός. Καὶ τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημά του ἦταν ὅτι διέταξε νὰ σφάξουν ὅλα τὰ βρέφη τῆς περιοχῆς Βηθλεέμ ἀπὸ δύο ἐτῶν καὶ κάτω, 14.000 νήπια, τῶν ὁποίων τὴ μνήμη ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας στὶς 29 Δεκεμβρίου. Καὶ ὅπως ἀπὸ μιὰ ῥίζα βγαίνουν κλωνάρια, ἔτσι ἀπ᾽ αὐτὸν βγῆκαν παιδιὰ ἐγκληματικὰ σὰν τὸν πατέρα τους.
Μεγάλη σημασία ἔχει ὁ νόμος τῆς κληρονομικότητος. Πατέρα καὶ μάνα, δὲν μπορεῖτε νὰ ζῆτε ὅπως θέλετε· ἂν δὲν εἶστε ἐγκρατεῖς καὶ ἐνάρετοι, θὰ τυραννήσετε τὴν ἀνθρωπότητα, γιατὶ τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔχετε θὰ μεταδοθοῦν στὸ παιδί σας. Οἱ ἐξαιρέσεις δὲν καταργοῦν ἀλλὰ ἐπιβεβαιώνουν τὸν κανόνα.
Ὁ Ἡρῴδης ὁ Μέγας λοιπόν, μεταξὺ τῶν ἄλλων παιδιῶν του, εἶχε καὶ ἕνα γυιὸ μὲ τὸ ἴδιο ὄνομα· ἦταν ὁ Ἡρῴδης Ἀντίπας, ἀντάξιος τοῦ πατέρα του στὴ σκληρότητα καὶ τὴν ἀσωτία. Νυμφεύθηκε μία σεμνὴ κόρη θυγατέρα τοῦ βασιλέως Ἀρέτα τῆς Ἀραβίας, ἀλλὰ δὲν φάνηκε πιστὸς σ᾽ αὐτήν. Σὲ ἕνα ταξίδι του στὴ Ῥώμη ἔπεσε στὰ δίχτυα αἰσχροῦ ἔρωτος· ἡ Ἡρῳδιάς, γυναίκα τοῦ Φιλίππου τοῦ ἀδελφοῦ του, νύφη του δηλαδή, αἰχμαλώτισε τὴν καρδιά του. Ἔτσι καὶ αὐτὴ ἐγκατέλειψε τὸν σύζυγό της, τὸν ἀδελφὸ τοῦ Ἡρῴδη, καὶ αὐτὸς ὁ Ἡρῴδης ἐγκατέλειψε τὴ νόμιμη γυναῖκα του γιὰ νὰ πάρῃ τὴ συγγενῆ του· ἔγινε αἱμομίκτης. Ὅταν ἦρθαν στὰ Ἰεροσόλυμα κ᾽ ἐγκαταστάθηκαν στὰ ἀνάκτορα, ὁ Ἡρῴδης ἔδιωξε τὴ νόμιμη γυναῖκα του, τὴ θυγατέρα τοῦ Ἀρέτα· ἐκείνη κατέφυγε στὸν πατέρα της, κ᾽ ἐκεῖνος ἐξωργισμένος κήρυξε πόλεμο ἐναντίον τοῦ Ἡρῴδου.
Στὰ ἀνάκτορα τώρα πιὰ ἡ Ἡρῳδιάς, ἡ παλλακίδα καὶ ἀνδροχωρίστρα, καμάρωνε ὡς βασίλισσα. Τὸ σκάνδαλο ἦταν μεγάλο, τὸ συζητοῦσαν παντοῦ. Μέσα στὰ Ἰεροσόλυμα ἦταν τόσοι ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, γραμματεῖς, φαρισαῖοι, νομομαθεῖς, διδάσκαλοι. Αὐτοί, ὡς φύλακες τοῦ θείου νόμου, ἔπρεπε νὰ ἐλέγξουν τὴν παράβασι αὐτή, τὸ δημόσιο σκάνδαλο. Ἤλεγξε κανείς;
«Ἄκρα τοῦ τάφου σιωπή». Ἐὰν ἤλεγχαν, θὰ ἔχαναν τὶς θέσεις καὶ τὴ ζωή τους. Κανείς δὲν τολμοῦσε. Ἕνας μόνο, μέσ᾿ στὸ νεκροταφεῖο αὐτὸ ποὺ δημιουργοῦσε ἡ δικτατορία τοῦ Ἡρῴδου, ἕνας παρουσιάστηκε· ἀνέβηκε στὰ ἀνάκτορα κ᾽ ἔρριξε τὸν κεραυνό. Βασιλιᾶ, εἶπε, «οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου», δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ ἔχῃς σύζυγο τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου (Μᾶρκ. 6,18).
Πόσες λέξεις εἶν᾽ αὐτές; Οὔτε δέκα, ἀλλὰ ζυγίζουν περισσότερο ἀπὸ χιλιάδες κηρύγματα. Ὁ Ἰωάννης ἔβαλε τὸν δάκτυλο εἰς «τὸν τύπον τῶν ἥλων» (πρβλ. Ἰω. 20,25), ἤλεγξε σφοδρῶς τὴ διαφθορὰ τοῦ Ἡρῴδου. Τὸ ἀποτέλεσμα· ὅπως ἦταν ἑπόμενο, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔρριξαν στὶς φυλακὲς τοῦ φρουρίου τῆς Μαχαιροῦντος, ἀνατολικὰ τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης.
Στὶς φυλακὲς ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ, καὶ στὰ ἀνάκτορα ἡ παλλακίδα καὶ αἱμομίκτρια μαζὶ μὲ τὴν κόρη της, ποὺ ἦταν κι αὐτὴ σὰν τὴ μάνα της. Καὶ αὐτὸ τὸ κορίτσι ἔγινε αἰτία νὰ φονευθῇ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Πῶς;
Ἡ κόρη τῆς Ἡρῳδιάδος, ἡ Σαλώμη, βρῆκε εὐκαιρία νὰ ἐπιδείξῃ τὸ χορευτικό της ταλέντο ὅταν ὁ Ἡρῴδης ἑώρταζε τὰ γενέθλιά του κ᾽ ἔκανε στὰ ἀνάκτορα χοροεσπερίδα καὶ δεῖπνο μὲ προσκεκλημένους τοὺς ἀξιωματούχους του. Ἐκεῖ ἔτρωγαν κ᾽ ἔπιναν, καὶ στὸ τέλος ἄρχισε ὁ χορός, χορὸς ἀνατολίτικος, ἀνήθικος, ὅπου διέπρεψε ἡ Σαλώμη. Οἱ συνδαιτυμόνες τὴ χειροκροτοῦσαν, ἡ μάνα της καμάρωνε, κι ὁ Ἡρῴδης μεθυσμένος πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν ἡδονοβλεψία τῆς λέει· –Μὲ ἐνθουσίασες, μὲ αἰχμαλώτισες, μὲ κυρίευσες· εἶμαι ἕτοιμος νὰ σοῦ δώσω ὅ,τι ζητήσῃς, μέχρι καὶ τὸ μισὸ βασίλειό μου!
Ἡ κόρη πολλὰ μποροῦσε νὰ ζητήσῃ· παλάτια, κτήματα, ἐκτάσεις, χρυσάφι, ἀσήμι… Δὲν ζήτησε τίποτε ἀπ᾽ αὐτά. Τί ζήτησε; Πῆγε στὴ μάνα της, κι αὐτὴ τὴ συμβούλεψε· –Ὅσο ὁ Ἰωάννης ζῇ καὶ ἐλέγχει, ἐμεῖς δὲν εἴμαστε ἀσφαλεῖς. Ἀσφάλειά μας εἶνε ὁ θάνατός του. Γι᾽ αὐτὸ νὰ ζητήσῃς ἕνα καὶ μόνο· τὸ κεφάλι τοῦ Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ… Ὤ κακία γυναικός! ἀναφωνεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· σὲ τί βάραθρο μπορεῖ νὰ ὁδηγήσῃ τὴ γυναῖκα ἡ ἐκδίκησι!
Ὁ Ἡρῴδης ἀναγκάστηκε νὰ ὑποκύψῃ· στρατιῶτες του πῆγαν στὴ φυλακὴ καὶ ἔκοψαν τὴν κεφαλὴ τοῦ τιμίου Προδρόμου.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, μὲ συντομία εἶνε τὸ ἱστορικὸ τῆς σημερινῆς ἑορτῆς.
* * *
Ἀπὸ τότε, ἀγαπητοί μου, ποὺ μαρτύρησε ὁ ἅγιος Ἰωάννης πέρασαν 19 αἰῶνες, μὰ ἡ διαφθορὰ ποὺ βασίλευε στὰ ἀνάκτορα τοῦ Ἡρῴδου ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχῃ καὶ σήμερα, καὶ σὲ μεγαλύτερες διαστάσεις μπορῶ νὰ πῶ. Ὁ αἰώνας μας ὀνομάζεται αἰώνας τῶν φώτων, θὰ μείνῃ ὅμως στὴν ἱστορία ὡς ὁ πλέον διεφθαρμένος καὶ ἐγκληματικὸς αἰώνας.
Στὸν αἰῶνα αὐτόν, στὴν τόσο διεφθαρμένη κοινωνία μας, χρειαζόταν ἕνας Ἰωάννης! Ὄχι ἕνας Αὐγουστῖνος ἢ ἄλλοι μικροὶ κήρυκες, ἀλλὰ ἕνας Πρόδρομος! Ἂν ζοῦσε στὴ γῆ ἐκεῖνος, ἀσφαλῶς δὲν θὰ χαριζόταν σὲ κανένα.
Σὰ νὰ τὸν βλέπω νὰ πηγαίνῃ – ποῦ;
� Πρῶτα – πρῶτα στὶς ντισκοτὲκς καὶ στὰ νυκτερινὰ κέντρα, ποὺ φύτρωσαν ἀμέτρητα στὴν πατρίδα μας, σὰν μανιτάρια στὴν κοπριά, καὶ διαφθείρουν τὴ νεολαία. Ἐκεῖ θὰ πήγαινε καὶ θά ᾽λεγε· Παιδιὰ τοῦ Χριστοῦ, μακριὰ ἀπὸ ᾽δῶ! «Οὐκ ἔξεστί σοι», δὲν σᾶς ἐπιτρέπεται νὰ ὀργιάζετε ἔτσι, αὐτὸ εἶνε ἔξω ἀπὸ τὰ ἤθη σας!…
� Μετὰ θὰ πήγαινε στὰ σπίτια ποὺ ζοῦν ἀστεφάνωτοι, ποὺ δὲν εἶνε ἕνα καὶ δυὸ ἀλλὰ πλῆθος. Πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια δὲν ὑπῆρχε οὔτε ἕνα διαζύγιο, τὸ διαζύγιο ἦταν ἄγνωστο. Τώρα; οἱ δικηγόροι ζοῦν κ᾽ ἔχουν πλουτίσει ἀπ᾽ τὰ διαζύγια, κι ὁ τόπος γέμισε ἀπὸ σπίτια παράνομα μὲ παλλακίδες. Δὲν εἶνε πλέον μία, εἶνε πολλὲς οἱ Σαλῶμες καὶ Ἡρῳδιάδες. Ἐκεῖ λοιπὸν θ᾽ ἀκουγόταν σὰν κεραυνὸς ἡ φωνὴ τοῦ Προδρόμου· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν» αὐτὴ τὴ γυναῖκα!…
� Καὶ ὁ Πρόδρομος θὰ συνέχιζε τὸν ἔλεγχο πηγαίνοντας – ποῦ; Ἐπιτρέψτε μου νὰ μιλήσω ἀδιαφορώντας γιὰ τὶς συνέπειες. Θὰ πήγαινε στὴ βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, ποὺ νομοθετεῖ αὐτόματο διαζύγιο καὶ ἀποποινικοποιεῖ τὴ μοιχεία, καὶ θὰ καταντήσῃ αὐτὴ ἡ πατρίδα, νὰ μπορῇ νὰ ἀσελγῇ κάθε ἀσελγὴς δημοσίᾳ στὸ δρόμο, κι ὁ ταλαίπωρος ὁ ἀστυνόμος θὰ κρατάῃ τὸ φανάρι νὰ τοὺς προστατεύῃ, κι ἀλλοίμονο σ᾽ ἐκείνους ποὺ θὰ διαμαρτύρωνται γιὰ τὴν ἀκολασία τῆς διαφθορᾶς. Ὤ, ἐδῶ χρειαζόταν ἕνας Πρόδρομος, ὄχι ἡ ἀσθενὴς φωνὴ ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ Αὐγουστίνου καὶ ἄλλων ἱεροκηρύκων.
� Τέλος ὁ Ἰωάννης θὰ πήγαινε στὴν Ἱ. Σύνοδο, ἐκεῖ ποὺ συνεδριάζουν οἱ ἐπίσκοποι, καὶ θὰ ἔλεγε καὶ σ᾽ αὐτοὺς τὰ δικά τους «Οὐκ ἔξεστί σοι».
* * *
Ἀδελφοί μου, ζοῦμε σὲ ἐποχὴ μεγάλης διαφθορᾶς, τὰ ἔσχατα. Οἱ θεομηνίες (σεισμοὶ κ.λπ.) δὲν μᾶς σωφρονίζουν. Ἐξακολουθοῦμε τὸ βιολί μας, τὴν ἁμαρτία μας. Κλῆρος καὶ λαός, μικροὶ καὶ μεγάλοι, πλούσιοι καὶ φτωχοί, ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι, ὅλοι ἔχουμε φύγει ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Θ᾽ ἀκούσουμε σήμερα τὸν Ἰωάννη τὸν Προδρόμο; θ᾽ ἀνοίξουμε τὰ αὐτιά μας; Μακάρι. Δὲν τὰ ἀνοίγουμε; τὰ κλείνουμε; Ἔ τότε, δὲν συνεχίζω. Πιάστε τὰ βιβλία, ρωτῆστε νὰ μάθετε ποιό ἦταν τὸ τέλος τῆς Σαλώμης, τῆς Ἡρῳδιάδος καὶ τοῦ Ἡρῴδου, καὶ θὰ φρίξετε· τέλος ἐλεεινὸ καὶ τρισάθλιο.
Εἴθε ὁ Κύριος, διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καὶ πάντων τῶν ἁγίων, ν᾽ ἀνοίξῃ τὰ αὐτιὰ ὅλων μας, ν᾽ ἀκούσουμε τὸ σάλπισμα τῆς μετανοίας, γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὸν ὄλεθρο, ποὺ ὁπωσδήποτε μᾶς περιμένει.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἰωάννου πόλεως Πτολεμαΐδος τὴν 29-8-1978, Τρίτη πρωί, μὲ ἄλλο τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 25-7-2017.), π. Αυγουστίνος Καντιώτης