Ο Μέγας Κωνσταντίνος
Από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου ξεκινά μία άλλη διάσταση της Ελληνικής ιστορίας, της ένδοξης και πολύπαθης Ρωμηοσύνης της οποίας υπήρξε ο πατέρας της. Ο πολιτισμός της αρχαίας Ελλάδας είχε ήδη διαδοθεί με τον Μέγα Αλέξανδρο στον ανατολικό κόσμο, ενώ με την ρωμαϊκή κυριαρχία διαδόθηκε και στη Δύση...
Ο Μέγας Κωνσταντίνος γεννήθηκε στη Νίσσα της Σερβίας το 274μ.Χ. Πατέρας του ήταν ο Ιλλυριός Κωνστάντιος και μητέρα του η Ελληνίδα Ελένη από την οποία γαλουχήθηκε την ευσέβεια προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, διδασκόμενος τις βασικές αρχές της ελληνικής παιδείας. Μέσα του ενσταλάχθηκε το άριστο μέτρο του ελληνικού πνεύματος που τον έκανε ενάρετο, δίκαιο και συνεπή άνθρωπο. Ο πατέρας του τον εισήγαγε στην στρατιωτική ζωή, μαθαίνοντας την τέχνη και την πειθαρχία, εξελισσόμενος ως ο πιο μεγαλοφυής στρατιωτικός στον κόσμο, έχοντας ως ίνδαλμα τον Μέγα στρατηλάτη Αλέξανδρο.
Την εποχή εκείνη ο πραξικοπηματίας Διοκλητιανός χώρισε το αχανές Ρωμαϊκό κράτος σε Ανατολικό με έδρα την Νικομήδεια, όπου Αύγουστος ήταν ο ίδιος και σε Δυτικό τμήμα με έδρα την Ρώμη, τοποθετώντας ως Καίσαρα τον Κωνστάντιο με τις εκβιαστικές προϋποθέσεις να χωρίσει την Ελένη, που θλιμμένη έφυγε για τη γενέτειρά της την Δρεπάνη Βιθυνίας, και να άφηνε από κοντά του τον γιό του Κωνσταντίνο που μετά τον αποχωρισμό της μητέρας του θα απομακρυνόταν και από τον πατέρα του. Ο Διοκλητιανός φοβόταν το θρόνο του και γι’ αυτό διαιρούσε όποια πρόσωπα ζήλευε, ώστε να βασιλεύει εκείνος και επειδή ο δαίμονας του Μαντείου Δελφών δεν μπορούσε να του δώσει χρησμό γιατί προσεύχονταν οι Χριστιανοί, δαιμονίσθηκε ξεσπώντας σε έναν άγριο διωγμό εναντίον τους.
Ο μεγαλοφυής Κωνσταντίνος αναγορεύθηκε χιλίαρχος του Ρωμαϊκού στρατού στη Νικομήδεια και αγαπήθηκε όσο κανείς άλλος από όλους τους αξιωματικούς και στρατιώτες για την ανδρεία, το ρωμαλέο παράστημα και το φρόνημά του. Από το ήθος και τη λεβεντιά των στρατιωτών του διέκρινε τους Χριστιανούς. Τους αγαπούσε ιδιαιτέρως γιατί ήταν γενναίοι, υπάκουοι, τίμιοι, εργατικοί, πειθαρχημένοι και θυσιαζόντουσαν για την πατρίδα. Ακολουθούσε τα βήματα του πατέρα του που διάλεγε πάντα τους Χριστιανούς και τους εμπιστευόταν τις πιο καίριες θέσεις γιατί ήταν οι καλύτεροι. Μόνο αυτοί υπάκουαν στους νόμους. Εκτίμησε ιδιαίτερα τον Γεώργιο, τον ήδη Άγιο! Ήταν αναγκασμένος όμως να παρακολουθεί δυσαρεστημένος και προβληματισμένος την κακία, την αδικία και τα ακατονόμαστα φρικτά μαρτύρια που επέβαλαν ο διώκτης Διοκλητιανός και ο αιμοβόρος Καίσαρας Γαλέριος που συνέχιζαν τους διωγμούς των αιμοσταγών Νέρωνα, Δομετιανού, Δέκιου, Τραϊανού κ.α. Σταυρώσεις, φωτιά, ρίξιμο στα θηρία, πνιγμοί, ξιφισμοί, κρεματόρια, βασανιστήρια κατά των αθώων Χριστιανών.
Ο Κωνσταντίνος διαφωνούσε φανερά για όλα αυτά τα αποτρόπαια που συνέβαιναν. Καταλάβαινε ότι κινδύνευαν οι φίλοι του Χριστιανοί, ακόμα και η μητέρα του που τον προέτρεπε να σταματήσει τους διωγμούς. Δεν μπορούσε όμως να αποτρέψει τα μαρτύρια γιατί οι ηγεμόνες ήταν τυφλωμένοι από το μίσος. Θλιμμένος παρακολουθεί τα βασανιστήρια και το μαρτύριο του Αγίου Γεωργίου. Ακόμα και η γυναίκα του Διοκλητιανού έγινε Χριστιανή και αποκεφαλίσθηκε βλέποντας τον Άγιο καρτερικά να παραμένει αβλαβής σε όσα του έκαναν! Μόνο για κάτι που είναι Αλήθεια μπορεί να υπομένουν όλα αυτά, σκεπτόταν ο Κωνσταντίνος! Από τότε υπεραγαπούσε τους Μάρτυρες. Μάθαινε ότι παντού υπήρχαν τέτοιοι Άγιοι. Στη Θεσσαλονίκη ο Δημήτριος, στην Αίγυπτο ο Μηνάς, στην Αντιόχεια ο Προκόπιος κ.α. Ήταν οι γενναιότεροι και οι επίλεκτοι του ρωμαϊκού στρατού που η θανάτωσή τους αποδυνάμωνε τον στρατό. Αλλά και η κοινωνία στερούνταν πολλούς ενάρετους Χριστιανούς. Αφάνιζαν τη νεότητα της αυτοκρατορίας. Ο Κωνσταντίνος έσφιγγε την καρδιά του και έκλεινε τα μάτια του να μην βλέπει την φρίκη. Μα, και εκείνος κινδύνευσε πολλές φορές από τον πανούργο Γαλέριο σε πονηρές ενέδρες που του έστησαν. Όμως οι στρατιώτες που τον αγαπούσαν και η προστασία του Θεού τον γλίτωναν. Το 296 ο Κωνσταντίνος βρέθηκε στα Ιεροσόλυμα. Οι Άγιοι Τόποι είχαν μετατραπεί από τους ειδωλολάτρες σε σκουπιδότοπο! Δεν διακρινόταν ούτε ο Γολγοθάς, ούτε ο Σταυρός, ούτε ο τάφος που έγινε η Ανάσταση. Έφυγε βαθιά στενοχωρημένος επιθυμώντας να συναντήσει την αγαπημένη μητέρα του, που την αντάμωσε συγκινημένος στη γενέτειρά της.
Ο Κωνστάντιος, πατέρας του Κωνσταντίνου, αναγορεύθηκε Αύγουστος στην Δύση μετά την απόσυρση του Μαξιμιανού. Αλλά ασθένησε και απέθανε στο Εβόρακο. Εκεί πήγε ο Κωνσταντίνος αναλαμβάνοντας τους πολέμους στη Γαλατία και τη Βρετανία. Ο στρατός του αγωνίζεται νικηφόρα εναντίον Γερμανικών, Γαλατικών και Φραγκικών φύλων. Την εποχή εκείνη παντρεύτηκε την Μινερβίνα, αποκτώντας γιο τον Κρίσπο. Το 306 σε ηλικία 32 ετών ανακηρύχθηκε ομόφωνα Αύγουστος. Ενθρονίστηκε ως ανεξάρτητος αυτοκράτορας στη Δύση, ταυτόχρονα με τον Σεβήρο που δεν τον ήθελε ο λαός και εν συνεχεία ηττήθηκε από τον Μαξέντιο. Εν μέσω δολοπλοκιών, ο Κωνσταντίνος εξαναγκάζεται να ξαναπαντρευτεί με την ψυχρή Φαύστα με την οποία έκανε τρία παιδιά. Ήταν αδελφή του Μαξέντιου, ο οποίος για να κυριαρχήσει με δολιότητα σ’ όλη τη Δύση, κηρύττει πόλεμο με υπερδιπλάσιο στρατό κατά του Κωνσταντίνου ο οποίος πορεύεται άφοβα προς την Ρώμη. Προσεύχεται ζητώντας τη βοήθεια του Θεού. Βλέπει σημάδι στον ουρανό τον τίμιο Σταυρό και σχηματισμένη την επιγραφή «Εν τούτω νίκα»! Κατάλαβε ότι ο Χριστός ήταν μαζί του και θα νικούσε. Τον είδε και σε όραμα. Αμέσως κατασκευάζει λάβαρο με το Σταυρό που γράφει «Εν τούτω νίκα». Χαράσσει στις ασπίδες και στις περικεφαλαίες των στρατιωτών το σύμβολο του Σταυρού. Η τελική μάχη δίνεται στις 28 Οκτωβρίου 312 έξω απ’ την Ρώμη. Οι σχεδιασμοί του στους πολέμους ήταν αλάνθαστοι, μαχόταν και εκείνος με ανδρεία επιβάλλοντας τέλεια πειθαρχία στους στρατιώτες. Δεν έχασε ποτέ καμία μάχη! Ο Μαξέντιος ηττάται και ο ίδιος πνίγεται στον Τίβερη ποταμό. Ο Κωνσταντίνος εισέρχεται θριαμβευτής στην Ρώμη. Στήνει ανδριάντα του, κρατώντας δόρυ σε σχήμα σταυρού, γράφοντας ότι με αυτό το σωτηριώδες σύμβολο απελευθέρωσε την πόλη και χαράσσει το σημείο του Σταυρού πάνω σε μνημεία.
Η ρωμαϊκή εξουσία των αυτοκρατόρων της Ρώμης ήταν έως τότε απάνθρωπη. Στο Κολοσσαίο εκατομμύρια άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους από τις θηριωδίες των διεφθαρμένων. Ο Κωνσταντίνος αναλαμβάνει να βελτιώσει την κατάσταση ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα του. Στόχοι του είναι το κράτος δικαίου, η προστασία της παιδείας, η κατοχύρωση της εργασίας για τους πολίτες. Και το σημαντικότερο γι’ αυτόν ήταν η πίστη του πως οι Χριστιανοί ήταν το πιο υγιές κομμάτι της αυτοκρατορίας και όχι οι υπόλοιποι ανήθικοι πολίτες της ακολασίας που υποστήριζαν οι προηγούμενοι ηγεμόνες για να καλοπερνάνε. Ανασυγκροτεί το κράτος και πιστεύει ότι ο Χριστιανισμός είναι προϋπόθεση για την ευημερία του κράτους. Καταργεί τους διωγμούς με το διάταγμα των Μεδιολάνων και κτίζει χριστιανικούς ναούς. Επαναφέρει τον διωγμένο Επίσκοπο Ρώμης Σίλβεστρο και συνδέεται μαζί του πνευματικά. Επιστράφηκαν τα κτήματα της Εκκλησίας που είχαν δημευθεί. Μελετά με ζήλο τις Γραφές. Εξ’ αρχής απέφευγε τις ειδωλολατρικές τελετές στους θεούς του δωδεκάθεου, σιχαινόταν τις θυσίες ζώων και ανθρώπων. Δεν εμπόδιζε όμως όσους πίστευαν στα είδωλα. Σεβόταν την διαφορετικότητά τους, κάτι που δεν έκαναν εκείνοι για τους Χριστιανούς. Εντυπωσιαζόταν από την λαμπρότητα της αναίμακτης χριστιανικής λατρείας και για την πίστη στην ζωή πέραν του τάφου.
Το 313, το δυτικό τμήμα του Ρωμαϊκού κράτους υπό τον Κωνσταντίνο προοδεύει και αναπτύσσεται αλματωδώς, ενώ το ανατολικό υπό του Λικινίου υποβαθμίζεται και λησμονώντας την ανεξιθρησκία διώκει πάλι με μίσος τους Χριστιανούς, σκοτώνοντας κατά χιλιάδες τους Μάρτυρες. Μ’ αυτό τον τρόπο επεδίωκε την σύγκρουση με τον Κωνσταντίνο, που όταν έμαθε τα μαρτύρια ειδικά των Τεσσαράκοντα παλικαριών στην παγωμένη λίμνη της Σεβάστειας, έδωσε διαταγή στο στρατό του να ετοιμαστεί για πόλεμο. Το λάβαρο με τον Σταυρό προπορευόταν. Ο Λικίνιος ηττήθηκε σε Ανδριανούπολη, Βυζάντιο, Χρυσούπολη Βιθυνίας στη Χαλκηδόνα, στον Ελλήσποντο από το ναυτικό και τράπηκε σε φυγή. Ο Κωνσταντίνος το Σεπτέμβρη του 324 μπαίνει θριαμβευτής στη Νικομήδεια, την αρχαία αποικία των Μεγαρέων και των Αθηναίων. Του επιφυλάσσεται πάνδημη υποδοχή. Ο κόσμος μετά από δύο αιώνες έβλεπε για πρώτη φορά ήμερο άνθρωπο-ηγέτη. Η μάνα του Ελένη τον αγκαλιάζει ως αυτοκράτορα. Θα έμενε μαζί του στο παλάτι ως Αυγούστα!
Η κατάσταση που έχουν να αντιμετωπίσουν στην Ανατολή είναι τραγική: Αξιωματούχοι άνεργοι, περιουσίες δημευμένες, εξόριστοι, πουλημένοι δούλοι, άμισθοι εργάτες, διαλυμένο κράτος. Ξεκινάει η αναδιάρθρωση. Σύντομα βάζει τάξη, νομοθετεί και γίνεται σκληρός στους ισχυρούς και φιλάνθρωπος στους αδύνατους, επηρεασμένος από τον πολιτισμό και τις αρχαιοελληνικές φιλοσοφικές και φιλάνθρωπες αρετές, κυρίως όμως από τον Χριστιανισμό. Περιορίζει την διαφθορά του κρατικού μηχανισμού. Θεσπίζει νόμους ασφάλισης, δίκαιης φορολογίας, κληρονομιάς κ.α. Δείχνει ενδιαφέρον για την παιδεία και την υγεία. Καταργεί νόμους όπως το να ρίχνουν αιχμαλώτους στα θηρία για να διασκεδάζουν. Καταργεί την σταύρωση. Απαγορεύει την πώληση παιδιών. Επισιτίζει απόρους και προστατεύει ορφανά και χήρες. Περιφρουρεί τον θεσμό της ελληνικής οικογένειας. Οι πολίτες αισθάνονται ασφάλεια. Τα αντιδραστικά στοιχεία εξουδετερώθηκαν. Στόχος του είναι να απολαμβάνουν όλοι οι πολίτες ειρήνη και ησυχία. Τον ενδιέφερε και η ενότητα Εκκλησίας-κράτους. Αναγνωρίζεται η Κυριακή ως αργία δίνοντας εκείνος πρώτος το παράδειγμα, αρχίζουν οι εορτές του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων. Πρότεινε να τηρείται νηστεία την ημέρα της Παρασκευής επειδή Σταυρώθηκε ο Χριστός, καθώς και την Μεγάλη Εβδομάδα. Προέτρεψε να εορτάζεται παντού το Πάσχα την ίδια ημέρα.
Όμως, το μεγαλύτερο πρόβλημα ξεπηδάει από εκεί που δεν το περίμενε. Στην Αίγυπτο ο Άρειος δίνει διαφορετική ερμηνεία σε χωρία της Αγίας Γραφής λέγοντας ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός. Αυτό γίνεται αιτία να διχαστούν φιλονικώντας ακόμα και κάποιοι Επίσκοποι. Η φοβερή αυτή αίρεση κλονίζει την Εκκλησία. Ο Κωνσταντίνος προβληματίζεται γιατί μόνο με την αγάπη του Χριστιανισμού πίστευε ότι θα ειρήνευε και θα ενωνόταν ο κόσμος. Αποφασίζει να συγκαλέσει για την επίλυση του θέματος Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας, ώστε οι περίπου 318 Επίσκοποι, ως επί το πλείστον Ελληνικών πόλεων, να ρυθμίσουν το πρόβλημα με συνοδικό σύστημα. Μορφή της συνόδου ανεδείχθη ο Μέγας Αθανάσιος. Υπογράφθηκε ο θρίαμβος της Ορθοδοξίας, η ομολογία της Θεότητας και σφραγίσθηκαν τα πρώτα άρθρα του συμβόλου της Πίστεως που απάγγειλε για πρώτη φορά ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, «Πιστεύω εις ένα Θεόν...».
Το 326 επιστρέφει στην ειδωλολάτρισσα Ρώμη όπου επικρατούσε αναρχία. Αρνείται να θυσιάσει στο Καπιτώλιο. Σιχαινόταν! Η ειδωλολατρία θεοποιούσε τις νοσηρές και ακόλαστες πράξεις, γι αυτό ήταν αποδεκτή από όσους προτιμούσαν την ανήθικη ζωή. Μία «ελίτ» ανθρώπων συμπεριφερόντουσαν στους υπόλοιπους σαν να ήταν ζώα. Η διοίκηση λειτουργούσε αυθαίρετα. Οι Ρωμαίοι ειδωλολάτρες που είχαν μάθει να ζουν με βία σαν απολίτιστοι, δεν τον ήθελαν γιατί προστάτευε τους Χριστιανούς. Δεν καταλάβαιναν ότι ο Κωνσταντίνος προτιμούσε την χριστιανική ηθική γιατί αυτή τον εξέφραζε επειδή ήταν φιλάνθρωπη, ειρηνική. Προτιμούσαν τον γιο του τον Κρίσπο, που θεωρούσαν ότι παραγκωνιζόταν στην Γαλατία. Με τις διαβολές της γυναικός του Φαύστας, ο Κωνσταντίνος πείθετε να διατάξει την επιστροφή στη Ρώμη του πρωτότοκου Κρίσπου που η μητριά του Φαύστα καραδοκεί για να τον εκδικηθεί. Τον θεωρούσε νόθο. Η ραδιούργα γυναίκα μηχανεύεται ερωτικό σκάνδαλο προσπαθώντας να ερωτοτροπήσει με τον Κρίσπο που αρνείται. Η μητριά του δεν χάνει ευκαιρία και συκοφαντεί στον Κωνσταντίνο τον γιο του ως βιαστή, παριστάνοντας την κακοποιημένη. Πετυχαίνει τον σκοπό της! Ο αυτοκράτορας θολωμένος, πριν προλάβει να απολογηθεί ο γιος του, έπρεπε να εφαρμόσει για πρώτη φορά το νόμο για την μοιχεία που προσφάτως είχε θεσπίσει. Φυλακίζει το γιο του και τον εξορίζει στην Πόλα. Ο Κρίσπος θανατώνεται, αλλά κανείς δεν γνωρίζει από ποιον βγήκε το διάταγμα αυτό. Ο Κωνσταντίνος άρχισε να υποπτεύεται την γυναίκα του. Διαπιστώνει ότι η Φαύστα είχε άστατη ζωή πριν βρεθεί νεκρή κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Ο Κωνσταντίνος απόμεινε μόνος. Δεν ήθελε να μείνει πιά στην Ρώμη. Εκτός των οικογενειακών του προβλημάτων, διάφοροι άξεστοι Βόρειοι λαοί εξορμούσαν απειλητικά. Η αγαπημένη του Ανατολή τον έλκυε. Ο Κωνσταντίνος παίρνει μόνο τ’ όνομα της Ρώμης και πηγαίνει στην πόλη Βυζάντιο. Εκεί αρχίζει να κτίζει την Κωνσταντινούπολη, τη Νέα Ρώμη! Διάλεξε τον ομορφότερο τόπο στον Βόσπορο. Τον γοήτευε το μέρος εκείνο, γιατί ήταν κόμβος Ανατολής και Δύσης! Οικοδομήθηκαν πολυάριθμα κτίρια, πλατείες, ιππόδρομος, λουτρά, παλάτι κ.α. Στο φόρουμ υψώθηκαν δύο στήλες της Ελένης και του Κωνσταντίνου, στο μέσον ο Σταυρός με επιγραφή: «Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός, Αμήν». Ο Κωνσταντίνος ως φορέας του κράτους και η Ελένη σύμβολο της μητρός αθάνατης Εκκλησίας.
Ταυτόχρονα η μητέρα του τον παρακινεί να της ετοιμάσει Ιερή εκστρατεία στους Αγίους Τόπους για να βρεί τα προσκυνήματα και να κτίσει ναούς. Ξεκινάει το 326, φθάνουν στην ερειπωμένη από το 70μ.Χ. Ιερουσαλήμ. Οι Ιουδαίοι είχαν διασκορπιστεί στα πέρατα του κόσμου. Η Αυγούστα Ελένη συντονίζει τις εργασίες. Βρίσκουν τον Γολγοθά και άσηπτο τον Σταυρό του Χριστού! Θεμελιώνεται ο ναός της Αναστάσεως που περιλαμβάνει τους ιερούς τόπους των Παθών και της Ανάστασης και γίνεται το μεγαλύτερο μνημείο της Χριστιανοσύνης. Κτίζει ναούς στο Σπήλαιο της Βηθλεέμ και στο Όρος των Ελαιών. Βοηθάει εργάτες, στρατιώτες, φυλακισμένους, εξόριστους, φτωχούς κατοίκους της Παλαιστίνης, ντύνει γυμνούς και επιστρέφει στη Νικομήδεια φέρνοντας μαζί της μέρος του Τιμίου Σταυρού για να το έχουν ως ευλογία στην νέα πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη.
Ο Κωνσταντίνος συνέλεξε στην Πόλη εγκαταλελειμμένα αρχαία μνημεία από την κυρίως Ελλάδα (όσα άφησε τα κατακλέψανε οι Δυτικοί). Έκτισε ναούς, του Αγίου Στεφάνου, της Αγίας Ειρήνης και των Αγίων Αποστόλων και θεμελίωσε την Αγιά Σοφιά. Στις 11 Μαΐου 330 εγκαινιάστηκε η Κωνσταντινούπολη. Στην Πόλη αυτή κτυπούσε η καρδιά όλου του κόσμου επί 1128 χρόνια. Το ρωμαϊκό κράτος το έλεγαν πλέον «Ρωμανία» και όταν το πήραν οι Τούρκοι το ονόμασαν οι Φράγκοι «Βυζάντιο» για να νομίζονται εκείνοι διάδοχοι της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και όχι οι Έλληνες! Η Βυζαντινή αυτοκρατορία, η Ρωμηοσύνη, δημιουργήθηκε υπό την επίδραση της παιδείας και των αξιών του Ελληνισμού, καθώς και της πίστεως και αγάπης του Χριστιανισμού έχοντας ως βάση το ρωμαϊκό δίκαιο, μεταμορφώνοντας έτσι την ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Δεν κατήργησε την Ρώμη, αλλά άλλαξε τον πολιτικό και θρησκευτικό προσανατολισμό της. Ελλάδα και Ρώμη ενώθηκαν άρρηκτα.
Ο Κωνσταντίνος ονομάστηκε Ισαπόστολος επειδή βοήθησε και στην εξάπλωση του Χριστιανισμού. Επεδίωκε να πιστέψει όλος ο κόσμος στον Χριστό. Όλοι οι λαοί να γίνουν Χριστιανοί, γιατί έτσι ήταν σίγουρος ότι θα ζούσαν ενωμένοι, ειρηνικά. Εκχριστιάνισε Κέλτες, Γαλάτες, Γότθους, Σαμάρτες και άλλα βάρβαρα φύλα, πιστεύοντας ότι με τον Χριστιανισμό θα ημερεύσουν. Έστελνε ιεραποστολές για να διδάξουν την χριστιανική πίστη έως την Ινδία όπως οι ίδιοι το ζητούσαν. Ομοίως και στην Αιθιοπία, την Άρκτο και την Περσία όταν οι λαοί αυτοί ζητούσαν από μόνοι τους να συνάψουν φιλία με την Κωνσταντινούπολη. Στις καλύτερες περιοχές της Περσίας είχαν ασπασθεί τον Χριστιανισμό αν και διώκονταν από τύραννο βασιλιά. Οι Ίβηρες και οι Αρμένιοι ζητούσαν και αυτοί να διδαχθούν τον Χριστιανισμό και να συμμαχήσουν. Σεβόντουσαν όλοι τον αήττητο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο και δεχόντουσαν τον Χριστιανισμό. Μόνο το όνομά του προκαλούσε δέος! Στα μελανά σημεία ήταν η εξόριση προσώπων όπως του Μ. Αθανασίου, λόγω διαβολών και συκοφαντιών που δέχθηκε ο αυτοκράτορας από ανήθικους που τον περιτριγύριζαν κατά καιρούς και τον επηρέασαν αρνητικά.
Σε ηλικία 62 ετών κτίζει το Ναό των Αγίων Αποστόλων στην Πόλη, που επιστατεί ο ίδιος κανονίζοντας να ετοιμασθεί ακόμα και ο τάφος του εντός του Ναού. Συντάσσει λόγους παιδευτικούς για να ωφελήσει τους υπηκόους του: «…Μην κάνετε κατάχρηση της εξουσίας. Μην αρπάζετε από τον φτωχό, μην κλέβετε τον ξένο πλούτο. Μην αδικείτε τους ταπεινούς. Μη συσσωρεύετε αγαθά για τον εαυτό σας, στερώντας τα από κάποιους άλλους». Όταν τον χειροκροτούσαν τους έκανε νεύμα να κοιτάζουν στον ουρανό, να τιμούν μόνο τον Θεό. Μέσα στο παλάτι είχε φτιάξει μικρό Ναό όπου απομονωνόταν για πολύωρη προσευχή. Με τους αυλικούς μελετούσε καθημερινά την Αγία Γραφή. Σεβόταν τους ασκητές και τον μοναχισμό. Αν και αυτοκράτορας, υποδεχόταν στο παλάτι τους ασκητές με εδαφιαία μετάνοια και τους ασπαζόταν στα χέρια και στο πρόσωπο. Πίστευε ακράδαντα ότι αν ο λαός του είχε το φρόνημα των μοναχών τότε η Βασιλεία του Θεού θα ήταν το βασίλειό του.
Στη Νικομήδεια βαπτίσθηκε Ορθόδοξος. Ήταν ο πρώτος Χριστιανός βασιλιάς. Δεν ξαναφόρεσε την πορφύρα, αλλά μόνο τον λευκό χιτώνα της βαπτίσεως! Τις τελευταίες ημέρες της ζωής του κοινωνούσε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, προσευχόμενος. Ασχολείται μόνο με την μετά θάνατο ζωή. Την ημέρα της Πεντηκοστής ο Άγιος Κωνσταντίνος έφυγε απ’ αυτό τον κόσμο για να συναντήσει τον Κύριό Του. Το σκήνωμά του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη από μία λαοθάλασσα κόσμου που θρηνούσε και κηδεύτηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων κατ’ επιθυμίαν του.
Ο Μέγας Άγιος Κωνσταντίνος υπήρξε ένα παγκόσμιο θαύμα και θεωρήθηκε φαινόμενο της ιστορίας. Ήταν ο δημοφιλέστερος αυτοκράτορας όλων των εποχών. Εκείνος που εγκαθίδρυσε τον ισχύοντα μέχρι σήμερα Ελληνορθόδοξο πολιτισμό, την ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ.
Πηγή: http://stratisandriotis.blogspot.com/2011/05/blog-post_20.html