ΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΓΙΟΡΤΗ ΧΑΡΑΣ
Ἀνάσταση! Ἡ πιὸ μεγάλη, ἡ πιὸ χαρμόσυνη, ἡ πιὸ εὐφρόσυνη γιορτὴ τῆς χριστιανοσύνης. Ἡ «ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν καὶ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων» κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο. «Ἡ κλητὴ καὶ ἁγία ἡμέρα, ἡ μία τῶν Σαββάτων, ἡ βασιλὶς καὶ κυρία» κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνό. Εἶναι ὅ,τι καὶ ἡ ἄνοιξη ἀνάμεσα στὶς ἐποχές, ὁ ἥλιος ἀνάμεσα στ’ ἀστέρια, τὸ χρυσάφι ἀνάμεσα στὰ μέταλλα καὶ ἡ βασίλισσα ἀνάμεσα στὶς ἡμέρες τοῦ χρόνου, κατὰ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη. Εἶναι ἡ μόνη γιορτὴ ποὺ τὴ γιορτάζουμε οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ σαράντα συνεχόμενες ἡμέρες ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα μέχρι τὸν ἑσπερινὸ τῆς Ἀναλήψεως, ἀλλὰ καὶ ὅλες τὶς Κυριακὲς τοῦ χρόνου.
Ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ πλάτη τῆς ὑδρογείου ἀκούεται ὁ νικητήριος παιάνας: «Χριστὸς ἀνέστη! Ἀληθῶς ἀνέστη!» Χτυποῦν οἱ ἀργυρόηχες καμπάνες καὶ διαλαλοῦν τὸ τρισχαρούμενο μήνυμα. Ὁ Λυτρωτὴς ἀναστημένος καὶ τοῦ θανάτου νικητής. Σκύβουν οἱ ἄγγελοι στὸν ἄδειο Τάφο. «Οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ’ ἠγέρθη» (Λουκ. κδ΄ 6)). Ὅλη ἡ δημιουργία συνεορτάζει. Λάμπουν τὰ πρόσωπα, σκιρτοῦν οἱ καρδιές. «Ἡ ἱερὰ καὶ μεγαλόφωνος πανήγυρις τῶν Ὀρθοδόξων ἀγάλλεται»! «Σήμερον πᾶσα κτίσις ἀγάλλεται καὶ χαίρει, ὅτι Χριστὸς ἀνέστη καὶ ᾅδης ἐσκυλεύθη»! «Χαρᾶς τὰ πάντα πεπλήρωται τῆς ἀναστάσεως τὴν πεῖραν εἰληφότα»!
Στὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως συμμετέχει ὅλος ὁ ἀόρατος κόσμος τῶν ἀσωμάτων Δυνάμεων. «Ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσιν ἄγγελοι»! Δοξάζουν τὸν Ἀναστάντα μὲ «ᾆσμα καινόν»! Τέρπεται καὶ ἀγάλλεται ἡ θεοχαρίτωτος Ἁγνὴ «ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου της», ἡ «μητρικῶς πάντων ὑπεραλγήσασα» κατὰ τὸ θεῖο Πάθος του. Ἀγάλλεται, διότι τὸν ὑπεραγαποῦσε «ὡς γέννημα τῶν σπλάγχνων της, ἀλλὰ καὶ ὡς μονογενῆ αὐτῆς υἱὸν καὶ ὡς μόνη οὖσα μήτηρ αὐτοῦ χωρὶς πατρός», καθὼς λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Συγχαίρουν οἱ Μυροφόρες γυναῖκες, οἱ ὁποῖες πήγαιναν κλαίγοντας στὸ μνημεῖο, γιὰ νὰ μυρώσουν «νεκρόν, καὶ ἠπήντησαν ζῶντα Θεόν, καὶ Πάσχα τὸ μυστικὸν τοῖς μαθηταῖς εὐηγγελίσαντο»! Συγχαίρουν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ κάνουν φτερὰ «οἱ ὡραῖοι πόδες» τους, γιὰ νὰ εὐαγγελισθοῦν στοὺς ἐγγὺς καὶ στοὺς μακρὰν τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως! Συγχαίρουν οἱ Ἅγιοι, οἱ Ὅσιοι, οἱ Μάρτυρες, οἱ Νεομάρτυρες καὶ οἱ σύγχρονοι Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἀναστάντος ὑπέμειναν τροχούς, τηγάνια πυρακτωμένα καὶ ἄφησαν τὴν τελευταία ἀναπνοή τους ψάλλοντας τὸ «Χριστὸς ἀνέστη»! Συγχαίρουν οἱ ἐν τῷ ἅδῃ προπάτορες, διότι ὁ ἀναστὰς Κύριος «πύλας χαλκᾶς συνέτριψε· ψυχάς, ἃς κατεῖχε τὸ πρὶν ὁ ᾍδης, Θεὸς ὢν ἀνέστησε»! Μπροστὰ στὸ θάνατο ἔτρεμαν οἱ πάντες, ἀλλὰ μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀχρηστεύθηκε τὸ θανατερὸ κεντρί του. «Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος;» (Α΄ Κορ. ιε΄ 55). Ποῦ εἶναι, θάνατε, τὸ φαρμακερὸ κεντρί σου; Ποῦ εἶναι, ἅδη, ἡ νίκη σου; «Ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι»!
Στὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως συμμετέχει καὶ σύμπασα ἡ δημιουργία. «Σ’ ὅλη τὴν πλάση λαμπρὸ γιορτάσι, ἡ φύση ἁπλώνεται σὰ χοροστάσι». Γράφει ὁ Φώτης Κόντογλου στὸ βιβλίο του Μυστικὰ ἄνθη: «Τὸ Πάσχα τὸ μοσχοβόλημα ποὺ βγάζουνε τὰ ἄνθια καὶ τὰ βότανα, τὸ κελάηδημα τῶν πουλιῶν, τὸ λεπτὸ ἀγέρι ποὺ σαλεύει τὰ χλωρὰ κλαριά, τ’ ἀλαφρὸ κύμα ποὺ γλυκομουρμουρίζει στὴν ἀκρογιαλιά, ὅλα τὰ νιώθεις νὰ πανηγυρίζουνε τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ… Ὡς καὶ οἱ ξέρες τοῦ πελάγου κι ἐκεῖνες γιορτάζουνε. Οἱ πέτρες θαρρεῖς πὼς εἶναι κι ἐκεῖνες
ζωντανὲς καὶ χαρούμενες. Τίποτα δὲν εἶναι νεκρὸ καὶ ἄψυχο. Πουθενὰ δὲν ὑπάρχει πιὰ θάνατος, πουθενὰ δὲν ἀπόμεινε σκοτάδι».
Ἂς εἶναι πεπληρωμένες καὶ οἱ δικές μας καρδιὲς ἀπὸ τὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως. Διότι «ἡ πάντων χαρά, Χριστὸς ἡ ἀλήθεια», ὅλη μας τὴ ζωὴ τὴν ἔκανε γιορτή, γιορτὴ χαρᾶς, καθὼς λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ἂς εἶναι καὶ ἡ δική μας χαρὰ ἀνεκλάλητη καὶ δεδοξασμένη, διότι μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ νικήθηκε ὁ θάνατος, νικήθηκε ὁ διάβολος, νικήθηκε ἡ ἁμαρτία, νικήθηκαν οἱ ἐχθροὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Σκιρτοῦμε ἀπὸ χαρὰ οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ «καὶ σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τὸν αἴτιον»! Ἀκόμη καὶ ὅταν θλιβόμαστε, μᾶς προτρέπει ὁ ἀπόστολος Παῦλος νὰ μὴ στενοχωρούμεθα. Κι ὅταν βρισκόμαστε σὲ δύσκολη θέση, νὰ μὴν ἀπελπιζόμαστε. Κι ὅταν διωκόμαστε, νὰ μὴν πανικοβαλλόμαστε, διότι δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει ὁ ἀναστὰς Κύριος. Φαίνεται ὅτι μᾶς κατανικοῦν καὶ μᾶς ρίχνουν κάτω στὴ γῆ σὰν τοὺς παλαιστές, ἀλλὰ δὲν χανόμαστε (Β΄ Κορ. δ΄ 8)! Κι ὅταν ἀδικούμαστε, νὰ ἀνοίγουμε ἀγκαλιὲς εἰρηνοφόρες καὶ νὰ ἀλληλοσυγχωρούμαστε! Νὰ δίνουμε καὶ νὰ παίρνουμε ὁλόψυχη τὴ συγγνώμη μας. Ὅ,τι λυπηρὸ συνέβη μεταξύ μας, νὰ τὸ ξεχνοῦμε. Δὲν ὑπάρχει πιὸ χαρούμενη ἡμέρα ἀπὸ τὴ Λαμπρή. Δὲν ταιριάζει νὰ τὴ γιορτάζουμε μὲ σκυθρωπὰ πρόσωπα καὶ πικραμένες καρδιές. Νὰ δίνουμε τὰ χέρια καὶ νὰ ἀλληλοσυγχωρούμαστε. Νὰ λέμε τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» ἐχθροὶ καὶ φίλοι!
Ἀνάσταση, γιορτὴ τῆς χαρᾶς, γιορτὴ τῆς ἀγάπης! Στὸν Ἀναστάντα τὰ χέρια ὑψώνει κάθε ψυχὴ σ’ ὅποια φυλή. Μαζὶ κι ἐμεῖς νὰ ὑψώσουμε τὰ χέρια μας στὸν Ἀναστάντα καὶ νὰ Τοῦ ποῦμε: Ἀναστημένε Κύριε, ἀνάστησε κι ἐμᾶς σὲ νέα ζωὴ εἰρήνης καὶ χαρᾶς. Κι ἀξίωσέ μας νὰ ἀκολουθήσουμε τὴν ἀναστάσιμη πορεία σου στὸν οὐρανό, αἰώνια νὰ ζήσουμε μαζί σου, θεῖε Λυτρωτή. Ἀμήν.