Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ δὲν συµβαδίζει µὲ τὴν ἀπόκτηση περιουσίας. Ὁ πλοῦτος ἐµποδίζει τὴν ταπείνωση, ἐνῶ ἀποτελεῖ τὸ πρόσφορο ἔδαφος γιὰ τὴν ὑπερηφάνεια.
Ὁ πλούσιος ἔχει ἕνα ἀέρα ὑπεροχῆς. Νοµίζει ὅτι οἱ ἄλλοι εἶναι ὑποδεέστεροι καὶ ἀδύναµοι, ἐνῶ αὐτὸς µὲ τὸν πλοῦτο µπορεῖ νὰ πραγµατοποιήσει ὅ,τι θέ- λει καὶ νὰ ἱκανοποιήσει ὅλες τὶς ἐπιθυµίες του.
Ὁ πλοῦτος δὲν βοηθάει στὴν πνευµατικὴ πρόοδο οὔτε καὶ ἐξασφαλίζει τὴν πραγµατικὴ εὐτυχία. Καθηµερινὰ βλέπουµε στὴν κοινωνία πλούσιους ἀνθρώπους νὰ εἶναι δυστυχισµένοι καὶ φτωχοὺς νὰ εἶναι ἀµέριµνοι, ἥσυχοι καὶ χαρούµενοι. Οἱ πρῶτοι καταπονοῦνται µὲ τὸν πλοῦτο καὶ οἱ δεύτεροι χαίρονται τὴ ζωὴ µὲ τὴν ὀλιγάρκεια.
Τὸ µαρτύριο τοῦ πλουσίου τὸ βλέπουµε στὴ γνωστὴ παραβολὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὅσο αὐξανόταν ἡ σοδειὰ τῶν ἀγρῶν του τόσο ἀνησυχοῦσε, γιατὶ εἶχε τὴν ἔγνοια νὰ τὴν ἀποθηκεύσει, νὰ µὴ τὴ χάσει, νὰ µὴ τὴν ἁρπάξουν κακοὶ ἄνθρωποι. Τελικὰ πέθανε χωρὶς νὰ προλάβει νὰ ἀπολαύσει τὸν πλοῦτο του.
Ὁ ἀββᾶς Εὐπρέπιος, ὅταν τὸν ρώτησε κάποιος ἀδελφὸς πῶς ἔρχεται στὴν ψυχὴ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, εἶπε: «Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀκτηµοσύνη, ἔρχεται µέσα του ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ». ∆ηλαδὴ ἡ ἀκτηµοσύνη καὶ ἡ αὐτάρκεια ὁδηγοῦν στὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἡ ἀγωνία γιὰ τὴν ἀπόκτηση καὶ διαφύλαξη τοῦ πλούτου ἐµποδίζει τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστός, ἀναφερόµενος στοὺς πλούσιους καὶ τὴν αἰώνια ζωή, εἶχε πεῖ στοὺς µαθητές του τοῦτο τὸ συγκλονιστικὸ λόγο: «Ἀµὴν λέγω ὑµῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Πάλιν δὲ λέγων ὑµῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάµηλον διὰ τρυπήµατος ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν» (Ματθ. ιθ´ 23-24). Μόνο ἡ ἀπάρνηση τοῦ πλούτου καὶ ἡ διανοµή του στοὺς φτωχοὺς καθιστᾶ εὔκολη τὴν εἴσοδο στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι στοχαστοῦν πάνω στὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ πιστέψουν στὴν ὀρθότητά του, θὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὴν ἑκούσια αἰχµαλωσία στὸν πλοῦτο καὶ θὰ βιώσουν τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ µέσα στὴν ψυχή τους.
Ἡ ἀµµᾶς Εὐγενία ἔλεγε: «Μᾶς συµφέρει νὰ ζοῦµε σὰν ζητιάνοι, ἀρκεῖ µόνο νὰ εἴµαστε µαζὶ µὲ τὸν Ἰησοῦ. Γιατὶ ὅποιος εἶναι µαζὶ µὲ τὸν Ἰησοῦ, εἶναι πλούσιος καὶ ὅταν ἀκόµα ὑλικὰ εἶναι φτωχός». Καὶ συµπλήρωνε: «Αὐτὸς ποὺ προτιµᾶ τὰ γήινα ἀπὸ τὰ πνευµατικά, θὰ χάσει καὶ τὰ δύο• ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ ἐπιθυµεῖ τὰ οὐράνια, θὰ βρεῖ ὁπωσδήποτε καὶ ἐπίγεια ἀγαθά». Εὔκολα συµπεραίνει κανεὶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀσχολεῖται µὲ τὰ πνευµατικὰ ἔχει διπλῆ ὠφέλεια, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀσχολεῖται µὲ τὰ γήινα ἔχει διπλῆ ἀπώλεια. Ὁ πρῶτος εἶναι κοντὰ στὸ Χριστὸ καὶ θὰ βρεθεῖ στὴ µακαριότητα τοῦ παραδείσου, ἐνῶ ὁ δεύτερος εἶναι µακριὰ ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ δὲν θὰ σωθεῖ. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ αὐτάρκεια σώζει καὶ ἡ ἀφθονία καταστρέφει.
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 5/2/2016), Θρησκευτικά