
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Θεωρώ σημαντική την σημερινή εκδήλωση γιατί θα παρουσιασθή η έκδοση της μετάφρασης των πρώτων πέντε τόμων της Παλαιάς Διαθήκης από την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και είναι σημαντικό αυτό το γεγονός, αφ’ ενός μεν γιατί είναι μια έκδοση που δεν είναι εμπορική και, ενδεχομένως, δεν θα ευρισκόταν άλλος εκδοτικός οίκος που θα έκανε αυτό το έργο, αφ’ ετέρου δε γιατί έτσι μας δίνεται η δυνατότητα να δούμε την αξία της Παλαιάς Διαθήκης και την θεολογία της. Αυτό δείχνει και την εκκλησιολογία που διακρίνει την Αποστολική Διακονία, αφού ενδιαφέρεται για την έκδοση τέτοιων σημαντικών, μη εμπορικών εκκλησιαστικών κειμένων.
Θα περιορίσω το θέμα μου σε δύο σημεία. Το πρώτον η θεολογία της Παλαιάς Διαθήκης και το δεύτερον η έκδοση των πρώτων πέντε τόμων της Παλαιάς Διαθήκης από την Αποστολική Διακονία.
Η θεολογία της Παλαιάς Διαθήκης
Τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης έχουν σημαντική θέση μέσα στην Εκκλησία και αυτό φαίνεται από την ερμηνεία που κάνουν οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και από την ένταξή τους στην λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Δεν υπάρχει ιερή ακολουθία στην οποία να μην αναγιγνώσκωνται κείμενα από την Παλαιά Διαθήκη, κυρίως στην ακολουθία τού Εσπερινού και τού Όρθρου. Έπειτα, οι Πατέρες της Εκκλησίας ερμηνεύουν πολλά κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης μέσα από τα γεγονότα που συνέβησαν στην Καινή Διαθήκη. Με άλλα λόγια δεν μελετάμε την Παλαιά Διαθήκη για να κατανοήσουμε στην συνέχεια την Καινή Διαθήκη, αλλά μέσα από την αποκάλυψη του Θεού, που έγινε εν Χριστώ στην Καινή Διαθήκη, μπορούν να ερμηνευθούν πολλά γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης.
Στην συνέχεια θα εντοπισθούν μερικά σημεία που δείχνουν την θεολογία της Παλαιάς Διαθήκης.
α) Η ιερά Ιστορία
Όταν ομιλούμε γενικά για ιστορία, εννοούμε τα διάφορα γεγονότα τα οποία συνέβησαν στον χρόνο και τον χώρο, και τα οποία καθορίζουν το μέλλον των λαών, των Εθνών και των ανθρώπων στο Ιστορικό επίπεδο και γίγνεσθαι.
Όμως, πέρα από αυτήν την ιστορία, την οποία καθορίζουν τα διάφορα γεγονότα η οι χαρισματικές προσωπικότητες, υπάρχει και η ιερά Ιστορία, που την καθορίζουν οι Προφήτες στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, που δέχθηκαν την αποκάλυψη τού Θεού και την μετέφεραν στους ανθρώπους, με αποτέλεσμα να καθορίζουν ακόμη και τον ιστορικό βίο τού ανθρώπου. Ο Μωϋσής, για παράδειγμα, ανέβηκε στο Σινά, είδε τον άσαρκο Λόγο, έλαβε τον νόμο Του και στην συνέχεια αυτός ο νόμος έγινε καθοδηγητικός για τον Ισραηλιτικό λαό. Έτσι, πέρα από την εξέλιξη του Ιστορικού βίου -κοινή ιστορία- υπάρχει και η ιερά Ιστορία, που δείχνει τον τρόπο με τον όποιο ο Θεός προετοίμασε τους ανθρώπους για να δεχθούν την υπέρτατη αλήθεια, την ενσάρκωση τού Λόγου Του και την κοινωνία των ανθρώπων μαζί Του.
Ο Απόστολος Παύλος κάνει λόγο για την ποικιλότροπη αποκάλυψη τού Θεού στους ανθρώπους. «Πολυμερώς και πολυτρόπως πάλαι ο Θεός λαλήσας τοίς πατράσιν εν τοίς προφήταις, επ’ εσχάτου των ημερών τούτων ελάλησεν ημίν εν Υιώ, ον έθηκε κληρονόμον πάντων» (Εβρ. α', 1-2). Σε άλλη περίπτωση κάνει λόγο για το ότι ο νόμος έγινε παιδαγωγός εις Χριστόν: «ο νόμος παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν» (Γαλ. γ', 24). Η ιερά ιστορία περιλαμβάνει το πως ο Θεός προετοίμαζε τους Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη να φθάσουν στην μέθεξη του ασάρκου Λόγου, και πως προετοίμαζε γενικά τον Ισραηλιτικό λαό, δια των Προφητών, να φθάσουν στην μέθεξη τού σεσαρκωμένου Λόγου.
Αυτό ακριβώς είναι και η ουσία της λεγομένης Ιεράς Παραδόσεως, όπως έλεγε στις προφορικές του παραδόσεις ο αείμνηστος π. Ιωάννης Ρωμανίδης. Ο πυρήνας της παραδόσεως είναι η μέθοδος εκείνη δια της όποιας ο άνθρωπος περνά από την κάθαρση της καρδιάς στον φωτισμό τού νού, δια της νοεράς προσευχής, και στην συνέχεια στην θεωρία τού Θεού, που είναι και η θεολογία Όλα τα άλλα είναι η περιφέρεια της παραδόσεως. Οπότε, η μετάδοση της Παραδόσεως από γενιά σε γενιά είναι μετάδοση της μεθόδου, δια της όποιας ο άνθρωπος οδηγείται στην θέωση, την θεοπτία. Αυτή η μετάδοση της Παραδόσεως γίνεται από τον Ίδιο τον Χριστό, στους μεν Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη ασάρκως, στους δε Προφήτες της Καινής Διαθήκης εν σαρκί. Αυτό σημαίνει ότι κάθαρση, φωτισμός και θέωση υπάρχει τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη.
Ο νόμος που δόθηκε από τον Θεό στην Παλαιά Διαθήκη έχει σαφώς ασκητικό χαρακτήρα, γιατί προετοίμαζε τον άνθρωπο να φθάση στην θεωρία τού Λόγου, στην μέθεξη τού σεσαρκωμένου Λόγου. Δεν δόθηκε ο νόμος για να γίνη μια νομοθεσία σε ένα έθνος, όπως υπάρχουν νόμοι και σε όλα τα έθνη. Μπορεί ο νόμος της Παλαιάς Διαθήκης να έχη ομοιότητες με άλλους νόμους, αλλά όμως έχει σαφή προσανατολισμό, αφού σκοπός του είναι να οδηγήση τον λαό από την κάθαρση στον φωτισμό και την θέωση. Με αυτήν την έννοια πρέπει να δούμε και τις τελετές καθάρσεως που έχουν νομοθετηθή στην Παλαιά Διαθήκη. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να θεωρηθή και η Σκηνή τού Μαρτυρίου, ότι, δηλαδή, είναι μια κτιστή παραλλαγή τού άκτιστου Ναού, που είναι ο Ίδιος ο Λόγος.
Έτσι, ο ίδιος ο Λόγος είναι και άκτιστος Νόμος τον όποιον είδε ο Μωϋσής επάνω στο όρος Σινά και τον μετέφερε με κτιστά ρήματα και νοήματα, αλλά και άκτιστος Ναός που ο Μωϋσής βίωσε και έπειτα τον σχεδίασε με κτιστό τρόπο. Άκτιστος Ναός είναι ο Λόγος, γιατί ο Λόγος είναι εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν τω Λόγω. Η Σκηνή τού Μαρτυρίου, που αργότερα περιελήφθηκε στον Ναό τού Σολομώντος, είναι ο κτιστός σχεδιασμός τού άκτιστου Ναού, και φυσικά με την ενσάρκωση τού Χριστού καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε με τον κτιστό ναό που είναι η ανθρώπινη φύση τού Χρίστου. Έτσι πρέπει να ερμηνευθή ο λόγος τού Ευαγγελιστού Ιωάννου ότι «ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθε- ασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιω. α', 14). Η κτιστή Σκηνή τού Μαρτυρίου αντικαταστάθηκε από την κτιστή σκηνή της σαρκός τού Χριστού, την οποία προσέλαβε από την Παναγία, και την ένωσε με την άκτιστη φύση ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως και ασυγχύτως.
Συνεπώς, η Παλαιά Διαθήκη, με τον λόγο των Προφητών, τον νόμο τού Μωϋσέως, τις τελετές καθάρσεως, την λατρεία κλπ. δεν είναι μια εβραϊκή ιστορία, αλλά η Ιερά ιστορία, ο τρόπος με τον όποιο προετοίμασε ο Θεός την αθρωπότητα να φθάση στην θεωρία της δόξης Του στην ανθρώπινη φύση του Λόγου, δηλαδή να περάση από την πνευματική Εκκλησία της Παλαιάς Διαθήκης, στην εν σαρκί τού Χριστού Εκκλησία της Καινής Διαθήκης. Αυτή η προετοιμασία γίνεται με την μέθεξη της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας τού Θεού, που υπάρχει πλούσια και στην Παλαιά Διαθήκη.
β) Η Παλαιά Διαθήκη έργο της Εκκλησίας
Από τα προηγούμενα φαίνεται ότι η Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, είναι έργο της Εκκλησίας και μέσα από αυτήν την προοπτική πρέπει να μελετάται και να ερμηνεύεται.
Λέγοντας Εκκλησία εννοούμε την κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό, εν Χριστώ Ιησού. Με αυτήν την έννοια η Εκκλησία υπήρχε και στην Παλαιά Διαθήκη. Ο άγιος Κλήμης, Επίσκοπος Ρώμης, θα πη ότι η Εκκλησία στην Παλαιά Διαθήκη ήταν πνευματική, ενώ στην Καινή Διαθήκη εκφράζεται εν τη σαρκί τού Χριστού. Η Εκκλησία είναι «άνωθεν πρώτη, προ ηλίου και σελήνης εκτισμένη, πνευματική· πνευματική δε ούσα, εφανερώθη εν τη σαρκί τού Χριστού»[2]. Έτσι εξηγείται και ο λόγος του αγίου Ιωάννου τού Χρυσοστόμου ότι ο Χριστός με την ενσάρκωσή Του «Εκκλησίας σάρκα ανέλαβε»[3] και τού αγίου Γρηγορίου Νύσσης ότι ο Χριστός ενώθηκε μαζί της, όπως η κεφαλή με το σώμα της, «σωματοποιήσας την Εκκλησίαν ο Λόγος»[4].
Γίνεται αντιληπτό ότι η διαφορά μεταξύ της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης βρίσκεται στο ότι στην Παλαιά Διαθήκη καταγράφονται οι εμφανίσεις τού ασάρκου Λόγου, ενώ στην Καινή Δαθήκη καταγράφονται οι αποκαλύψεις τού Λόγου εν σαρκί. Είναι χαρακτηριστικό το τροπάριο που αναφέρεται στον Χριστό και στις αποκαλύψεις Του: «πρότερον μεν άσαρκον ως Λόγον ύστερον δε δι’ ημάς σεσαρκωμένον».
Η Αγία Γραφή είναι γεμάτη από αποκαλύψεις, προ της ενσαρκώσεως, μετά την ενσάρκωση, προ της Αναστάσεως τού Χριστού, μετά την Ανάστασή Του, προ της Αναλήψεως και μετά την Ανάληψή Του. Όταν κάνουμε λόγο για αποκάλυψη εννοούμε την θέωση τού ανθρώπου και την θεοπνευστία, αφού ο Χριστός αποκαλύπτεται σε εκείνον που έχει καθαρή καρδιά και, επομένως, έχει υποστή την κάθαρση, και ακόμη ο άνθρωπος που δέχεται την αποκάλυψη βρίσκεται στην κατάσταση της θεώσεως. Η αποκάλυψη του Θεού γίνεται δια της θεώσεως του ανθρώπου και τότε ο άνθρωπος που αποκαλείται θεούμενος είναι θεόπνευστος, ομιλεί απλανώς περί τού αποκαλυφθέντος Θεού. Δεν στοχάζεται, δεν ομιλεί φανταστικώς, αλλά αποκαλυπτικώς, θεοπνεύστως. Ο Προφήτης της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, όπως έλεγε ο π. Ιωάννης Ρω- μανίδης, κοινωνεί με τον άσαρκο και σεσαρκωμένο Λόγο, βλέπει τον Θεό υπερβαίνοντας τα κτιστά ρήματα και νοήματα και στην συνέχεια εκφράζει αυτήν την εμπειρία με κτιστά ρήματα και νοήματα, τα οποία, όμως, ποτέ δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την αποκάλυψη, δηλαδή την εμπειρία της θεώσεως. Στην εμπειρία της θεώσεως καταργείται και η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη, και αυτή η θεολογία.
Ο Βαρλαάμ, ακολουθώντας την αυγουστίνεια παράδοση, ισχυριζόταν ότι τα οράματα των Προφητών στην Παλαιά Διαθήκη ήταν σύμβολα, έξωθεν πραγματικότητες, κάτι που γίνονταν και απογίνονταν, και γι’ αυτό οι Προφήτες ήταν κατώτεροι των φιλοσόφων και οι αποκαλύψεις τους «χείρω της ημετέρας νοήσεως». Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο περιφρονούσε και περιφρονεί η δυτική θεολογία την Παλαιά Διαθήκη. Όμως, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ανήρεσε αυτήν την άποψη, υποστηρίζοντας ότι τα οράματα των Προφητών δεν ήταν σύμβολα και φαντάσματα, κάτι που γίνεται και απογίνεται, αλλά αποκαλύψεις τού ασάρκου Λόγου και ταύτισε τις αποκαλύψεις των Προφητών με τις αποκαλύψεις των Αποστόλων και των Πατέρων της Εκκλησίας, γι’ αυτό, μεταξύ των άλλων έγραφε: «τούτο τελειότης εστί σωτήριος εν τε γνώσει και δόγμασι, το ταύτα φρονείν προφήταις, αποστόλοις, πατράσι, πάσιν απλώς, δι’ ων το άγιον Πνεύμα μαρτυρείται λαλήσαν περί τε Θεού και των κτισμάτων αυτοϋ»[5].
Έτσι, αποκάλυψη του Θεού υπάρχει τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη. Η διαφορά, όμως, μεταξύ των αποκαλύψεων στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, βρίσκεται σε δύο βασικά σημεία, σύμφωνα με την διδασκαλία του π. Ιωάννου Ρωμανίδη.
Το πρώτο στην ενσάρκωση, αφού η Παλαιά Διαθήκη ομιλεί για τον αποκαλυπτόμενο στους Προφήτες Λόγο, ενώ η Καινή Διαθήκη κάνει λόγο για τον Χριστό, τον ενσαρκωθέντα Λόγο. Έτσι, στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχει θέωση, που συνδέεται με την αποκάλυψη, αλλά χωρίς την ανθρώπινη φύση του Χριστού, που σημαίνει ότι ο Προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης έφθανε στην θέωση, ήταν φίλος του Λόγου, χωρίς, όμως, να βλέπη την ανθρώπινη φύση του Χριστού, την οποία ακόμη ο Χριστός δεν είχε προσλάβει. Άλλωστε, το όνομα Χριστός, δηλώνει την χρίση της ανθρωπίνης φύσεως από την Θεότητα, ενώ στην Παλαιά Διαθήκη ο Λόγος δεν ήταν κεχρισμένος. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Χριστός ήταν άγγελος Κυρίου, Κύριος της δόξης, Γιαχβέ, Κύριος Σαβαώθ, Μεγάλης Βουλής Άγγελος. Είναι σημαντικό ότι στην Πεντάτευχο γίνεται αναφορά στον Κύριο της δόξης, τον άγγελο Κυρίου, και στην ερμηνεία της που γίνεται από την Σοφία Σολομώντος, αυτός ο άγγελος της δόξης χαρακτηρίζεται ως «Σοφία του Θεού». Πρόκειται περί του Λόγου του Θεού, τον όποιο αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης και περί της Σοφίας τού Θεού για την οποία κάνει λόγο ο Απόστολος Παύλος.
Το δεύτερο σημείο διαφοράς μεταξύ της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης βρίσκεται στο ότι στην Παλαιά Διαθήκη η μέθεξη της δόξης τού Θεού είναι προσωρινή και γι’ αυτό οι θεούμενοι πέθαιναν σωματικά και κατέβαιναν στον Άδη, ενώ στην Καινή Διαθήκη οι θεούμενοι μετέχουν κατά μόνιμο τρόπο στην δόξα της Αγίας Τριά- δος, διότι μετέχουν της θεωθείσης σάρκας του Χριστού, και διότι καταργήθηκε ο θάνατος. Ο Προφήτης στην Παλαιά Διαθήκη μετέχει του ασάρκου Λόγου, ενώ στην Καινή Διαθήκη μετέχει τού σεσαρκωμένου Λόγου, μέσω της τεθεωθείσης ανθρωπίνης φύσεως τού Χριστού.
Πέρα από αυτά πρέπει να κατανοηθή ο λόγος τού Χριστού στους Αποστόλους ότι θα τους αποστείλη το Άγιον Πνεύμα που θα τους οδηγήση «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιω. ιστ', 13). Πρέπει να αναλυθή αυτή η υπόσχεση τού Χριστού, διότι μπορεί να εκληφθή ότι στην Παλαιά Διαθήκη δεν υπάρχει αλήθεια, ότι δήθεν οι αποκαλύψεις στην Παλαιά Διαθήκη είναι φάσματα της αληθείας, και ότι δήθεν ο άνθρωπος ανεβαίνει προοδευτικά στην αλήθεια, περνώντας από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη. Αυτό δεν είναι σωστό, γιατί, όπως είδαμε προηγουμένως, και στην Παλαιά Διαθήκη έχουμε μέθεξη τού ασάρκου Λόγου δια της θεώσεως του Προφήτου, έστω και κατά προσωρινό τρόπο. Και αυτό φαίνεται από το ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας, για να ομιλήσουν για τον Τριαδικό Θεό και την Θεοφάνειά Του, ανέφεραν χωρία από την Παλαιά Διαθήκη και τα ερμήνευσαν ως πραγματικές Θεοφάνειες.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως για παράδειγμα ο Μ. Αθανάσιος, στα έργα τους, αντιμετωπίζοντας τους αρειανούς που ισχυρίζονταν ότι στην Παλαιά Διαθήκη δεν υπάρχει θεοπτία, αλλά οσάκις οι Προφήτες έβλεπαν τον Θεό, έβλεπαν τον κτιστό Λόγο, Τον έβλεπαν δια τού κτίσματος που ήταν ένα σύμβολο και δεν ήταν άκτιστο, αντέδρασαν λέγοντες ότι ο Λόγος που αποκαλυπτόταν στους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος ήταν ο άκτιστος Λόγος. Οπότε, η συζήτηση μεταξύ αρειανών και Πατέρων της Εκκλησίας ήταν, εάν ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος, που εμφανιζόταν στην Παλαιά Διαθήκη στους Προφήτες, ήταν κτιστός ή άκτιστος. Οι αρειανοί υποστήριζαν ότι ήταν κτιστός και αυτός ο κτιστός λόγος σαρκώθηκε, ενώ οι Πατέρες της Εκκλησίας υποστήριζαν ότι ο Λόγος που εμφανιζόταν στους Προφήτες ήταν άκτιστος Λόγος. Οπότε, στην πραγματικότητα η διαμάχη ήταν για την θεοπτία, αν ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος, ο Λόγος, είναι ομοούσιος με τον Πατέρα ή ανόμοιος με Αυτόν. Αυτό σημαίνει ότι οι Πατέρες έφθασαν στην θεωρία τού Θεού Λόγου και γνώρισαν ότι ο Κύριος της δόξης έχει την ίδια δόξα με τον Πατέρα και γι’ αυτό είναι ομοούσιος με Αυτόν, ενώ οι αρειανοί δεν είχαν αυτήν την θεοπτική εμπειρία και κατέληξαν στην αίρεση. Επομένως, προηγείται η θεωρία και ακολουθεί η έκφρασή της με τον όρο ομοούσιος, που είναι το ρητό. Αυτό σημαίνει ότι, το ομοούσιος είναι το νέο που εμφανίζεται, αλλά στην πραγματικότητα αυτός είναι ένας όρος που εκφράζει την εμπειρία της άκτιστου δόξης, που έβλεπαν και βλέπουν οι θεόπτες, και βεβαίως κατ’ επέκταση σημαίνει ότι το ομοούσιος δεν κατανοείται φιλοσοφικώς, αλλά εμπειρικώς. Όταν λέμε ότι ο Λόγος είναι ομοούσιος με τον Πατέρα, σημαίνει ότι είναι άκτιστος και αυτό βεβαιώνεται από την εμπειρία της άκτιστου δόξης του Θεού. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μ. Αθανάσιος προκειμένου να αντιμετωπίση τα επιχειρήματα τού Αρείου αντλούσε επιχειρήματα και από τις δύο Διαθήκες, ήτοι από την Παλαιά και την Καινή.
Έτσι, όταν ο Χριστός υποσχόταν στους Αποστόλους ότι το Άγιον Πνεύμα θα τους οδηγήση «εις πάσαν την αλήθειαν» δεν εννοούσε ότι στην Παλαιά Διαθήκη υπήρχε ψεύδος ή μερική αλήθεια, αλλά αναφερόταν στην διαφοροποίηση της Εκκλησίας, αφού στην Παλαιά Διαθήκη η Εκκλησία ήταν πνευματική, υπήρχε μέθεξη με τον άσαρκο Λόγο, χωρίς ανθρώπινη σάρκα, ενώ στην Καινή Διαθήκη υπάρχει μέθεξη με τον Χριστό στην τεθεωθείσα ανθρώπινη φύση Του. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Προφήτης που είδε τον Θεό έγινε ναός του, ενώ στην Καινή Διαθήκη είναι κατοικητήριο της τεθεωθείσης ανθρωπίνης φύσεως τού Χριστού. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός «μερίζεται αμερίστως εν μεριστοίς» σε κάθε Προφήτη, χωρίς να τεμαχίζεται, και στην Καινή Διαθήκη, μετά την Πεντηκοστή, όπως ομολογείται στην θεία Λειτουργία «μελίζεται και διαμερίζεται ο αμνός του Θεού, ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος». Έτσι, την ημέρα της Πεντηκοστής έχουμε την άλλη διάσταση της Εκκλησίας, την σωματική -είναι Σώμα του Χριστού- και αυτό δηλώνει ο λόγος τού Χριστού ότι το Άγιον Πνεύμα θα αποκαλύψη την πάσαν αλήθειαν την ημέρα της Πεντηκοστής. Αυτή είναι η υπερτάτη αλήθεια και πέρα από αυτήν την αλήθεια της Εκκλησίας, ως Σώματος τού Χριστού, μέσα στην οποία ο άνθρωπος μετέχει της τεθεωθείσης σαρκός τού Χριστού και υπερβαίνει τον θάνατο, δεν υπάρχει άλλη αλήθεια.
γ) Η ερμηνεία υπό των θεουμένων
Γίνεται φανερό από όσα μέχρι τώρα ελέχθησαν ότι η Παλαιά Διαθήκη μπορεί να ερμηνευθή με τα κριτήρια της εθνικής Ιστορίας ενός λαού, αλλά παράλληλα μπορεί να ερμηνευθή και με τα κριτήρια της ιεράς ιστορίας, ότι, δηλαδή, περιγράφει την προετοιμασία της ανθρωπότητας από τον άσαρκο Λόγο για να ενανθρωπήση για την σωτηρία τού ανθρώπου και την δημιουργία της Εκκλησίας ως τού ενδόξου Σώματός Του. Αυτήν την δεύτερη ερμηνεία συναντάμε στα έργα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, των Προφητών της Καινής Διαθήκης.
Οι Πατέρες είναι θεούμενοι, έφθασαν στην μέθεξη της άκτιστου δόξης τού Θεού εν τη σαρκί τού Χριστού και απέκτησαν την ίδια εμπειρία των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, οπότε είναι και οι πλέον κατάλληλοι για να την ερμηνεύσουν με κτιστά ρήματα και νοήματα. Αυτό σημαίνει ότι οι θεοφάνειες της Παλαιάς Διαθήκης ερμηνεύονται μέσα από την θεωρία των αγίων της Καινής Διαθήκης. Οι άγιοι αποκρυπτογραφούν την προνοητική ενέργεια τού Θεού μέσα στην κτίση και την ιστορία. Άλλωστε, μέσα στην κτίση δεν υπάρχουν μερικοί φυσικοί νόμοι που την διευθύνουν απρόσωπα και μηχανικά, αλλά ενεργεί σε αυτήν η άκτιστη συντηρητική και προνοητική ενέργεια τού Θεού. Όσοι βρίσκονται σε κατάσταση φωτισμού και θεώσεως, είναι σε θέση να βλέπουν αυτούς τους πνευματικούς λόγους, τους λόγους των όντων, να τους κατανοούν και να τους ερμηνεύουν.
Θα μπορούσαν να αναφερθούν πολλά παραδείγματα από την ερμηνευτική διδασκαλία των Αποστόλων και των Πατέρων της Εκκλησίας που πιστοποιούν αυτήν την πραγματικότητα. Θα καταγραφούν, όμως, μερικά ενδεικτικά.
Η προς Εβραίους Επιστολή τού Αποστόλου Παύλου φανερώνει ότι υπάρχει ταυτότητα εμπειριών μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και ότι όλα όσα έγιναν στην Παλαιά Διαθήκη αποτελούν την ιερά ιστορία, που δείχνει το πως ο Θεός προετοίμασε τον λαό για την έλευση τού Χριστού. Στην Επιστολή αυτή φαίνεται η δόξα τού άκτιστου, ασάρκου και σεσαρκωμένου Λόγου, η ανωτερότητά Του από τους κτιστούς αγγέλους, από τον Μωϋσή και τον Ααρών, η ανωτερότητα της αρχιερωσύνης του Χριστού από την Ιουδαϊκή ιερωσύνη, η σχέση και η διαφορά μεταξύ της σκηνής και της λατρείας της Παλαιάς Διαθήκης με τον λαό και την λατρεία της Καινής Διαθήκης, η πίστη των δικαίων και των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης που είναι πίστη εκ θεωρίας, η είσοδός μας στην κατάπαυση τού Θεού, που είναι ο Ιερός ησυχασμός, η παρότρυνση να προχωρήσουμε στην θεωρία του Θεού, όπως ο Μωϋσής ανέβηκε στο όρος Σινά, και η προτροπή να υπακούσουμε στους ηγουμένους που αποστέλλει ο Θεός, όπως απέστειλε τους ηγουμένους - Προφήτες στον ιουδαϊκό λαό. Είναι φανερό ότι η προς Εβραίους Επιστολή τού Αποστόλου Παύλου δείχνει πως ερμηνεύεται Χριστο- λογικά και αγιοπνευματικά η Παλαιά Διαθήκη και πως υπάρχει ταυτότητα εμπειριών μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, με την ουσιαστική διαφορά ότι στην Καινή Διαθήκη υπάρχει η τεθεωθείσα ανθρώπινη φύση τού Λόγου, ως η πραγματική σκηνή τού Θεού στην ιστορία.
Ο αγνός Ιωάννης ο Χρυσόστομος, πέρα από τις ερμηνευτικές αναλύσεις σε διάφορα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης, έχει ασχοληθή σε δύο ομιλίες του με την ασάφεια των προφητειών στην εποχή που ελέχθησαν, καθώς επίσης και με την σύνοψη της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης «ως εν τάξει υπομνηστικού», όπου ανευρίσκουμε ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης μέσα από το «πνεύμα» της Καινής Διαθήκης.
Κάπου αναφέρει ότι η Παλαιά Διαθήκη έχει τρία μέρη: «το ιστορικόν», «το συμβουλευτικόν» και «το προφητικόν». Όμως, στην πραγματικότητα, όπως γράφει, ο χωρισμός αυτός είναι εξωτερικός, γιατί υπάρχει μια σχέση μεταξύ τους, αφού «εν ταίς ιστορίαις εύροι τις αν προφητείαν και των προφητών ακούσειεν αν πολλά ιστορικά διαλεγομένων. Και το της συμβουλής δε είδος και το της παραινέσεως, εν εκατέρω τούτων, εν τε τη προφητεία, εν τε τη ιστορία». Και τα τρία αυτά είδη -η ιστορία, η συμβολή και η προφητεία- αποβλέπουν σε ένα, «την των ακουόντων διόρθωσιν»[6]. Αλλού γράφει ότι η Καινή Διαθήκη χαρακτηρίζεται Καινή - Νέα, από τον χρόνο και την φύση των γεγονότων που συνέβησαν, γιατί όλα ανακαινίσθηκαν και έτσι είναι «καινά τα μυστήρια». Όμως, ο «σκοπός εκατέρωθεν των διαθηκών εις, των ανθρώπων η διόρθωσις»[7].
Οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης ομοιάζουν με αινίγματα, γι’ αυτό και τα βιβλία είναι δυσνόητα, ενώ η Καινή Διαθήκη ομιλεί «σαφέστερα και ευκολότερα». Αυτό, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους. Ο ένας στο ότι έπρεπε να πραγματοποιηθούν τα γεγονότα και να ενανθρωπήση ο Χριστός για να γίνουν σαφέστερα, και ο δεύτερος γιατί τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης εγράφησαν σε άλλη γλώσσα, την εβραϊκή, και εμείς την διαβάζουμε στην δική μας γλώσσα, και είναι γνωστόν ότι «όταν γλώττα ερμηνευθή εις ετέραν γλώτταν, πολλήν έχει την δυσκολίαν»[8].
Ερμηνεύοντας, όμως, σε άλλα κείμενά του ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος την Παλαιά Διαθήκη βλέπει αυτήν την ιερά ιστορία και παρατηρεί ότι στους δικαίους και τους προπάτορες, που είναι πατέρες μας, ήτοι προπάτορες των Πατέρων μας, ενεργεί η καθαρτική, φωτιστική και θεοποιός ενέργεια τού Θεού. Για παράδειγμα, παρουσιάζοντας τους πρωτοπλάστους, πριν την πτώση, περιγράφει την αγγελική ζωή που ζούσαν, και το προφητικό χάρισμα που είχε ο Αδάμ, αφού είδε, μετά που ξύπνησε από την έκσταση και την ύπνωση, το πως δημιουργήθηκε η Εύα, αλλά και τα άλλα που θα ακολουθούσαν μετά την πτώση. Επίσης, αναλύοντας την ζωή της προφήτιδος Άννης, της μητρός τού Προφήτου Σαμουήλ, γράφει ότι είχε νοερά προσευχή, που φανερώνει ότι είχε φθάσει στον φωτισμό τού νού.
Ακόμη, πρέπει να αναφερθή ότι ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, αναλύοντας τι είναι η τελειότητα, αναφέρει ως πρότυπο τελειότητος τον Προφήτη Μωϋσή, που έφθασε στην θεωρία του Θεού και είδε τον άκτιστο Λόγο. Αλλά και ο Μέγας Βασίλειος, όταν αναλύη τους ψαλμούς τού Δαυίδ, ερμηνεύει διάφορα γεγονότα και πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης, όπως τους Μακκαβαίους, και τα θέτει υποδείγματα στους Χριστιανούς της εποχής του. Το ίδιο κάνουν όλοι οι άγιοι Πατέρες πράγμα που δείχνει ότι έβλεπαν την ενότητα που υπάρχει μεταξύ της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης και ότι και στις δύο Διαθήκες διασώζεται η ίδια παράδοση που οδηγεί τον άνθρωπο στην τελείωση και τον αγιασμό.
[1] Ομιλία πού έγινε κατά την παρουσίαση τής εκδόσεως τής ερμηνείας τής Πεντατεύχου του Σεβ. Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίου, την οποία διοργάνωσε η Αποστολική Διακονία, στην Στοά του Βιβλίου, στην Αθήνα, στις 14-1-2008
[2] Ιωάννου Καρμίρη, Δογματική, τμήμα Ε', Ορθόδοξος Εκκλησιολογία, Αθήναι 1973, σελ. 31
[3] PG, 52, 429. και Ιω. Καρμίρη, ένθ. άνωτ. σελ. 75
[4] PG, 44, 929. και Ιω. Καρμίρη, ένθ. ανωτ.
[5] Γρηγορίου Παλαμά, Έργα, τόμ. 2, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 342
[6] Ιω. Χρυσοστόμου, Έργα, τόμ. 1, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 394
[7] Ενθ. άνωτ. σελ. 388
[8] Ένθ. άνωτ. σελ. 316 καί 342
Πηγή: (Από το βιβλίο: Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου «Θεολογία γεγονότων», Ήγουν η σχέση μεταξύ θεολογίας και ιστορίας, αποκαλύψεως και εμπειρίας), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 23 Ὀκτωβρίου 2016
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ (1)
ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ
1. Στό προηγούμενο κήρυγμά μου, ἀδελφοί χριστιανοί, λέγαμε ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι μιά ἀνώτερη ἀφηρημένη δύναμη, ἀλλά εἶναι Πρόσωπο. Εἶναι ζωντανή ὕπαρξη. Ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ἀπό παλαιά στόν Μωυσῆ, λέγοντάς του, «Ἐγώ εἰμι ὁ Ὤν». Καί εἴπαμε ἀκόμη στό προηγούμενο κήρυγμα ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι Τριάς. Ἁγία Τριάς. Ἀλλά θά ρωτήσει κανείς: Δέν εἶναι καλύτερα νά λέμε ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι ἕνας, ὅπως τόν πιστεύουν οἱ Μωαμεθανοί, καί ὄχι ὅτι εἶναι Τριάς; Αὐτό θά σᾶς ἐξηγήσω σήμερα καί παρακαλῶ προσέξτε:
Οἱ Ἕλληνες φιλόσοφοι τήν θεότητά τους τήν χαρακτήριζαν ὡς ἀκίνητη, γιατί νόμιζαν ὅτι ἄν κινεῖται ὁ Θεός, τότε εἶναι ἀδύνατος καί ἀτελής. Ὁ Ἀριστοτέλης ἔλεγε ὅτι τό θεῖον εἶναι «ἀκίνητον» καί «ἀκοινώνητο», ὅτι δέν ἔχει δηλαδή κοινωνία μέ ἄλλα πρόσωπα καί ὅτι εἶναι τελείως ὑπερβατικό, δηλαδή, ὅτι ζεῖ ἐκεῖ πολύ ψηλά, μακρυά ἀπό μᾶς, χωρίς καμμία σχέση μαζί μας.
Ὁ δικός μας ὅμως Θεός, ἀδελφοί μου, ὅπως Τόν παρουσιάζει ἡ Ἁγία Γραφή καί τόν ἔζησαν οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι «κινητικός» καί «κοινωνικός». Εἶναι Θεός Ἀγάπη. Καί ὡς Πρόσωπο καί ὡς Ἀγάπη, λοιπόν, ὁ Θεός εἶναι καί κοινωνικός καί κινητικός. Θέλει νά ἔχει κοινωνία καί μέ ἄλλα πρόσωπα. Κοινωνία ἐννοῶ ὄχι μιά ἁπλῆ σχέση, ὅπως μέ τήν κτίση καί ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, ἀλλά κοινωνία στενοτέρα, κοινωνία κατά τήν οὐσία Του. Κοινωνία μέ ὁμοούσια πρόσωπα. Ἔτσι ὁ Θεός μας εἶναι ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ. Ἀλλά γιατί Τριάς; Τό νά εἶναι ἕνα πρόσωπο ὁ Θεός, τό νά εἶναι Μονάδα, ἀποκλείεται. Γιατί ἡ μονάδα σημαίνει ἀπομόνωση. Ὁ Θεός εἴπαμε, ὡς πρόσωπο καί ἀγάπη θέλει κατ᾽ οὐσίαν κοινωνία καί μέ ἄλλα πρόσωπα. Ἀλλά καί τό νά εἶναι δύο πρόσωπα, τό νά εἶναι δυάδα ὁ Θεός, καί αὐτό ἀποκλείεται. Γιατί δυάδα σημαίνει ἀντίθεση τῶν δύο καί περιορισμό. Αὐτή ἡ ἀντίθεση καί αὐτός ὁ περιορισμός αἵρεται μέ τήν Τριάδα. Ἤ γιά νά τό ποῦμε καλύτερα, ὅπως τό εἶπε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος, ὁ Θεός μας, ἀντίθετα σ᾽ αὐτά πού ἔλεγαν οἱ Ἕλληνες πολυθεϊστές, ὁ Θεός μας, λέγω, εἶναι τέλεια καί πλούσια Μονάδα, ἡ ὁποία κινήθηκε (γιατί ὁ Θεός εἶναι κινητικός, εἴπαμε) καί ἔφθασε καί ὑπερέβηκε τήν δυάδα καί σταμάτησε στήν τριάδα. Λέγει ἐπί λέξει ὁ ἅγιος Πατέρας: «Μονάς ἀπ᾽ ἀρχῆς εἰς δυάδα κινηθεῖσα μέχρι τριάδος ἔστη»!
2. Οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί ὁμολογοῦμε στήν Ἐκκλησία μας ἕνα Θεό, ἀλλά τρισυπόστατο. Στήν Ἁγία Τριάδα ἔχουμε αὐτά τά τρία: Οὐσία, Πρόσωπα (ἤ Ὑποστάσεις) καί Ἐνέργεια. «Τριῶν ὄντων τοῦ Θεοῦ, οὐσίας, ἐνεργείας, τριάδος ὑποστάσεων θείων» (ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς). Τά Πρόσωπα εἶναι τρία: Ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τά τρία ὅμως αὐτά θεῖα Πρόσωπα ἔχουν μία καί τήν αὐτή θεία Οὐσία, γι᾽ αὐτό καί λέγονται ὁμοούσια. Ὁμοίως, ἀφοῦ ἔχουν μία καί τήν αὐτή θεία Οὑσία, ἔχουν καί μία καί τήν αὐτή θεία Ἐνέργεια. Καί ἡ κοινή Ἐνέργεια πάλι τῶν Τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος φανερώνει τήν ἑνότητά τους. Καί σημαίνει τήν συμμετοχή καί τῶν Τριῶν θείων Προσώπων σέ κάθε ἔργο. Λέγει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος: «Ὁ Πατήρ διά τοῦ Λόγου ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ τά πάντα ποιεῖ καί οὕτως ἡ ἑνότης τῆς Ἁγίας Τριάδος σώζεται».
Τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι οἱ τρεῖς «ἄναρχοι» (χωρίς ἀρχή) τρόποι ὕπαρξης καί σχέσης μεταξύ τους. Στούς κόλπους τῆς Τριαδικῆς Θεότητας, μέσα στόν ἴδιο τόν Θεό, ὑπάρχει μιά κίνηση ζωῆς «ἄρρητη», δηλαδή δέν μποροῦμε νά τήν ποῦμε πῶς εἶναι, ἀλλά οὔτε κἄν νά τήν νοήσουμε. Ἄς τήν ποῦμε «δραστηριότητα» τήν κίνηση αὐτή. Καί αὐτή ἡ κίνηση συνιστᾶ τόν τρόπο τῆς ὕπαρξής Του, πού εἶναι βέβαια ἐντελῶς διαφορετικός ἀπό τήν ὕπαρξη τῶν κτιστῶν ὄντων. Μποροῦμε ὅμως νά ποῦμε ὅτι ἡ «κινητικότητα» αὐτή τοῦ Θεοῦ στήν κτίση εἶναι μιά ἀντανάκλαση, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, τῆς κίνησης τοῦ Θεοῦ στόν Ἴδιο Του τόν Ἑαυτό, στούς κόλπους τῆς τριαδικῆς θεότητας. Καί μποροῦμε πάλι ἀπό τήν κινητικότητα τοῦ Θεοῦ στήν κτίση καί τήν ἱστορία νά συμπεράνουμε τήν κινητικότητα καί ἐνεργητικότητά Του καθ᾽ Ἑαυτόν, στόν Ἴδιο τόν Θεό.
3. Ἐδῶ ὅμως πρέπει νά κάνουμε μιά ἄλλη διάκριση στόν Θεό, διάκριση μεταξύ τῆς φύσεως καί τῆς βουλήσεως σ᾽ Αὐτόν. Ἀπό τήν φύση τοῦ Θεοῦ Πατέρα γεννᾶται ὁ Υἱός καί ἀπό τήν φύση Του πάλι ἐκπορεύεται τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι καί ὅλα τά κτιστά ἐγίναμε ἀπό τήν βούληση τοῦ Θεοῦ. Στόν Θεό προηγήθηκε τό «κατά φύσιν» (αὐτό εἶναι προαιώνιο), ἡ γέννηση, δηλαδή τοῦ Υἱοῦ καί ἡ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί ἔπειτα ἔγινε «ἐν χρόνῳ» τό «κατά βούληση», ἡ δημιουργία τῶν κτιστῶν.
4. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅπως μᾶς λένε γιά τήν κινητικότητα καί κοινωνικότητα τοῦ Θεοῦ, μᾶς λένε καί γιά τήν περιχωρητικότητά Του καθ᾽ Ἑαυτόν πάλι. Στήν ἴδια τήν ὕπαρξή Του. Ἔτσι κατά τό ἰδιώμα αὐτό, πού προσδίδουν οἱ ἅγιοι Πατέρες στόν Θεό καθ᾽ Ἑαυτόν, τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος περιχωροῦνται ἄλληλα (μεταξύ τους). Αὐτό συμβαίνει γιατί τά τρία θεῖα Πρόσωπα εἶναι ὁμοούσια, ὅπως εἴπαμε. Γιά τήν περιχώρησή Του μέ τόν Πατέρα ὁ Υἱός Του, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, εἶπε: «Ἐγώ ἐν τῷ Πατρί καί ὁ Πατήρ ἐν ἐμοί ἐστιν» (Ἰωάν. 14,10).
Ἀλλά θά συνεχίσουμε τό περί Ἁγίας Τριάδος μάθημα.
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Ακτίνες
Η Παλαιοχριστιανική Βασιλική του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, αποτελεί ένα από του σπουδαιότερους Ναούς της Ορθοδοξίας. Η πόλη της Θεσσαλονίκης δικαίως καυχάται για τη Παλαιοχριστιανική Βασιλική του Μυροβλύτου Μεγαλομάρτυρος Αγίου Δημητρίου.
Η Παλαιοχριστιανική Βασιλική του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης είναι κτισμένη στο χώρο που έχει μαρτυρήσει ο Άγιος. Ο Άγιος Δημήτριος αποτελεί καύχημα της Θεσσαλονίκης, για τούτο δικαίως ψάλλομε στην Λιτή κατά την Εσπερινή Ακολουθία του Αγίου το Στιχηρό Ιδιόμελο «Ευφραίνου εν Κυρίω πόλις Θεσσαλονίκη, αγάλλου και χόρευε, πίστει λαμπροφορούσα, Δημήτριον τον πανέδοξον αθλητήν, και Μάρτυρα της αληθείας, εν κόλποις κατέχουσα ως θησαυρόν, απόλαβε των θαυμάτων τας ιάσεις καθορώσα, και βλέπε καταράσσοντα των βαρβάρων τα θράση, και ευχαρίστως τω Σωτήρι ανάκραξον· Κύριε δόξα σοι».
Ο Ναός έχει κτιστεί κατά τον 4ο αιώνα μ. Χ. Είναι ξυλόστεγη πεντάκλιτη Βασιλική χωρίς θόλο με εγκάρσιο κλίτος, όπως είχε διαμορφωθεί ο Ναός κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ. Ο Ναός κοσμείται από ψηφιδωτά και τοιχογραφίες.
Τα ψηφιδωτά του Ναού είναι εξαίρετα και κυρίως έχουν αποκαλυφθεί μετά την μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης του έτους 1917. Παρατηρούμε ανάμεσα στα ψηφιδωτά του Ναού εκείνο το οποίο εικονίζει τον Άγιο Δημήτριο μεταξύ Αγγέλλων, τον Άγιο Δημήτριο με κάποιο κληρικό, τον Άγιο Δημήτριο ανάμεσα σε δύο μικρά παιδιά, τον Άγιο Δημήτριο μαζί με τον Επίσκοπο Ιωάννη και τον Έπαρχο Λεόντιο, οι οποίοι είναι και κτήτορες του Ναού του Αγίου Δημητρίου, το ψηφιδωτό όπου εικονίζει τον Άγιο Δημήτριο μαζί με τρεις κληρικούς, τον Άγιο Δημήτριο δεόμενο, το ψηφιδωτό που εικονίζει την Υπεραγία Θεοτόκο μαζί με τον Άγιο Θεόδωρο τον Στρατηλάτη, το ψηφιδωτό εικονίζει τον Χριστό μέσα σε δόξα και το ψηφιδωτό που εικονίζει τον Άγιο Σέργιο δεόμενο.
Οι τοιχογραφίες του Ναού είναι επίσης εξαίρετες. Παρατηρούμε ανάμεσα στις τοιχογραφίες του Ναού την τοιχογραφία που εικονίζει τον Χριστό ένθρονο, όπου υπάρχει η επιγραφή «Αντιφωνητής», την τοιχογραφία η οποία εικονίζει τον Άγιο Ιωάσαφ και τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και άνω δεξιά εικονίζεται η Υπεραγία Θεοτόκος Βρεφοκρατούσα σε δόξα, την τοιχογραφία που εικονίζει τον Όσιο Λουκά δεόμενο και ολόσωμη παράσταση του Αγίου Δημητρίου.
Κάτω από το Ιερό Βήμα στο Ναό του Αγίου Δημητρίου υπάρχει η Κρύπτη. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το μαρμάρινο Κιβώριο και μπροστά από το μαρμάρινο Κιβώριο η μυροδόχος λεκάνη. Διασώζεται επίσης η αρχαία Κρήνη, η οποία κατά τον 10ο αιώνα είχε συνδεθεί με το Μύρο, το οποίο συνέλεγαν οι Χριστιανοί από της δεξαμενές της. Στο χώρο της Κρύπτης υπάρχει Παρεκκλήσιο. Εδώ μάλλον ήταν ο χώρος μαρτυρίου του Αγίου Δημητρίου.
Εντός του Ναού του Αγίου Δημητρίου, προς ανατολάς βρίσκεται μικρός Ναός του Αγίου Ευθυμίου. Ο μικρός αυτός Ναός είναι κτίσμα του 13ου ή 14ου αιώνα. Βάσιμες απόψεις θεωρούν ότι ο Ναΐσκος αυτός έχει τοιχογραφηθεί από τον σπουδαίο αγιογράφο Εμμανουήλ Πανσέληνο. Δικαίως λοιπόν η πόλη της Θεσσαλονίκης καυχάται για τη Παλαιοχριστιανική Βασιλική του Μεγαλομάρτυρος Αγίου Δημητρίου.
Πηγή: Ακτίνες
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 16 Ὀκτωβρίου 2016
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ
ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ
1. Tά παιδιά τῶν Σχολείων, ἀδελφοί μου χριστιανοί, κάθε χρόνο μαθαίνουν ὅλο καί περισσότερα ἀπό τούς δασκάλους τους. Ἀλλοίμονο ἄν παραμείνουν στήν «Ἀλφαβήτα» μόνο. Τό ἴδιο πρέπει νά συμβαίνει καί μέ σᾶς τούς χριστιανούς. Ἐμεῖς οἱ δάσκαλοί Σας πρέπει καιρό μέ τόν καιρό νά σᾶς διδάσκουμε ὅλο καί τά ὑψηλότερα μαθήματα τῆς πίστης μας. Εἶναι πολύ φοβερό αὐτό πού συμβαίνει μέ τούς σημερινούς χριστιανούς: Δέν ξέρουν οὔτε τό «Ἀλφαβητάρι» τῆς πίστης μας. Καί πῶς λοιπόν θά ἀντιμετωπίσουμε τούς αἱρετικούς, τούς ἐχθρούς τῆς πίστης μας, ἀφοῦ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δέν ξέρουμε τήν πίστη μας; Γι᾽ αὐτό καί τά κηρύγματά μας πρίν ἀπό λίγο καιρό ἔγιναν κάπως δυσκολώτερα, γιατί εἶναι ὑψηλότερα. Ἀναφέρονται στά δόγματα τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας. Παρακαλῶ, λοιπόν, νά τά παρακολουθεῖτε μέ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον.
2. Στό προηγούμενο κήρυγμά μας λέγαμε ὅτι τόν Θεό δέν μποροῦμε νά Τόν νοήσουμε καί νά τόν καταλάβουμε. Γι᾽ αὐτό καί λέγεται «ἀκατάληπτος». Τόν Θεό «φράσαι ἀδύνατον, νοῆσαι δέ ἀδυνατώτερον», μᾶς εἶπε, στό προηγούμενο κήρυγμά μας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος. Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός μᾶς εἶπε, πάλι, «ἄπειρον τό θεῖον καί ἀκατάληπτον». Ἔτσι καταλαβαίνουμε τώρα αὐτό πού λέει ὁ Θεός στήν Παλαιά Διαθήκη ὅτι δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό Πρόσωπό Του καί νά ζήσει: «Οὐ μή ἴδῃ ἄνθρωπος τό πρόσωπόν μου καί ζήσεται» (Ἐξ. 33,20). Καί ὅμως, ἀγαπητοί μου, ὁ Ἰακώβ λέγει ὅτι «εἶδον τόν Θεόν πρόσωπον πρός πρόσωπον καί ἐσώθη μου ἡ ψυχή» (Γεν. 32,30). Καί ὁ Κύριός μας εἶπε ὅτι οἱ καθαροί στήν καρδιά θά δοῦν τόν Θεό (Ματθ. 5,8). Πῶς ἑρμηνεύονται αὐτά τά ἀντίθετα; Ἑρμηνεύονται μέ αὐτά πού εἴπαμε στό προηγούμενο κήρυγμα. Ὅτι, δηλαδή, ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀντίθετα πρός τούς Παπικούς, κάνουμε διάκριση Οὐσίας καί Ἐνεργείας στόν Θεό. Κατά τήν οὐσία Του ὁ Θεός εἶναι παντελῶς ἀκατάληπτος. Γίνεται ὅμως καταληπτός διά τῶν θείων Του ἐνεργειῶν. Καί ἔχει Ἐνέργειες ὁ Θεός. Καί ὅπως Αὐτός εἶναι ἄκτιστος, ἔτσι καί οἱ ἐνέργειές Του εἶναι ἄκτιστες.
3. Ἔτσι, λοιπόν, ἔχουμε θεογνωσία, ἔχουμε γνώση περί τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς ἅγιες θεοφάνειές Του, λέγαμε στό προηγούμενο κήρυγμά μας. Αὐτές οἱ «θεοφάνειες» λέγονται «Ἀποκάλυψη Θεοῦ». Καί οἱ Ἀποκαλύψεις αὐτές τοῦ Θεοῦ, καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη, ἔγιναν διά τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, πού σαρκώθηκε στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά πού ἐμφανιζόταν καί ὡς ἄσαρκος, ὡς Ἄγγελος Κυρίου, στήν Παλαιά Διαθήκη. Ἀπό Αὐτόν, τόν Ἰησοῦ Χριστό, ξαναλέμε, ἔγιναν οἱ ἀποκαλύψεις περί τοῦ Θεοῦ καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ἐνῶ μᾶς εἶπε γιά τόν Θεό ὅτι δέν τόν «εἶδε κανείς» («Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε»), δηλαδή, δέν μπορεῖ νά Τόν νοήσει κανείς, ὅμως στήν συνέχεια λέγει ὅτι «ὁ Μονογενής Υἱός, ὁ ὤν εἰς τόν κόλπον τοῦ Πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο» (Ἰωάν. 1,18).
4. Ναί, ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη μᾶς ἀποκάλυψε τόν Θεό. Μᾶς γνώρισε τόν Θεό, ὤν ὁ Ἴδιος Θεός.
Καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη οἱ ἄνθρωποι «δι᾽ αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ) πιστεύουν εἰς Θεόν» (Α´ Πέτρ. 1,21). Τί λοιπόν εἶναι ὁ Θεός; Στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Θεός μᾶς ἀποκαλύπτεται ὄχι ὡς μία ἀνώτερη ἀφηρημένη καί τυφλή δύναμη, ἀλλά ὡς «πρόσωπο». Γι᾽ αὐτό – λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος – ὅταν ὁ Θεός ἀποκαλύφθηκε στόν Μωυσῆ, δέν τοῦ εἶπε «Ἐγώ εἶμαι ἡ Οὐσία» (= μία ἀφηρημένη δύναμη), ἀλλά «Ἐγώ εἰμι ὁ Ὤν». «Ἐγώ», πού ὑπάρχω ὡς Πρόσωπο. Τήν ἴδια παρατήρηση κάνει καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ὁ Θεός λοιπόν, χριστιανοί μου, εἶναι Πρόσωπο. Εἶναι ζωντανή ὕπαρξη. Πᾶψτε, λοιπόν, νά λέτε γιά τόν Θεό αὐτό πού λέγουν πολλοί ἀκατήχητοι ὅτι τάχα εἶναι ἐκεῖ ψηλά μιά ἀνώτερη δύναμη, πού βροντάει καί ἀστράφτει πρός τά κάτω. Ὄχι! Ὁ Θεός εἶναι ὁ Ζῶν Θεός. Εἶναι Πρόσωπο. Εἶναι Ὕπαρξις. Ἀκόμη δέ περισσότερο στήν Καινή Διαθήκη ὁ Ἰησοῦς Χριστός μᾶς ἀποκάλυψε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ. Ὡς Ἁγία Τριάς δρᾶ ὁ Θεός καί στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά τό δόγμα αὐτό ἐκεῖ φαίνεται σκιασμένα. Γιατί; Γιατί, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ἦταν χαμηλό τό ἐπίπεδο τῶν ἀνθρώπων στήν Παλαιά Διαθήκη καί ἄν ἀποκαλυπτόταν καθαρά στούς ἀνθρώπους της ὅτι ὁ Θεός εἶναι Τριάς θά ἔπεφταν στήν πολυθεΐα. Ἔτσι ὡς Ἁγία Τριάς ἀποκαλύφθηκε ὁ Θεός στήν Καινή Διαθήκη καί μάλιστα κατά τήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τό ψάλλουμε, «Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου Σου, Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις»! Ἔτσι τώρα θά ἑρμηνεύσουμε τόν λόγο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὅτι «ἐφανέρωσε τό ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις» (Ἰωάν. 17,6). Ποιό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἐφανέρωσε ὁ Χριστός; Ὅτι εἶναι Ἁγία Τριάς!
5. Tά ὅσα γνωρίζουμε γιά τόν Θεό, ἀδελφοί χριστιανοί, ὅτι Αὐτός εἶναι Ἁγία Τριάς καί τήν ὅλη «θεογνωσία» περί Αὐτοῦ, τήν γνωρίζουμε, ξαναλέγω, διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἐρχομός τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο καί τό ὅλο ἔργο πού ἔκανε γιά τήν σωτηρία μας λέγεται στήν θεολογική μας γλώσσα μέ μία λέξη «Οἰκονομία». Κατ᾽ οἰκονομίαν, δηλαδή, ὁ Θεός, γιατί μᾶς εὐσπλαγχνίστηκε, ἔστειλε τόν Μονογενῆ Του Υἱό νά σαρκωθεῖ, νά διδάξει, νά πάθει, νά ἀναστηθεῖ καί νά ἀναληφθεῖ γιά τήν σωτηρία μας. Ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, λοιπόν, πού λάβαμε διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀνήκει στήν «οἰκονομία». Πέρα ὅμως ἀπό τήν «οἰκονομία» εἶναι καί ἡ «θεολογία», πού δέν τήν γνωρίζουμε. Εἶναι καλόν, χριστιανοί μου, νά γνωρίζετε τήν διάκριση αὐτή μεταξύ «θεολογίας» καί «οἰκονομίας». Ὅταν λέμε «θεολογία» ἐννοοῦμε τήν Ἁγία Τριάδα, τόν Τριαδικό Θεό καθ᾽ Ἑαυτόν. «Θεολογία» εἶναι ἡ προαιώνια ὕπαρξη τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Πατέρα, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί οἱ προαιώνιες σχέσεις τῶν Προσώπων Αὐτῶν. Τήν θεολογία αὐτή δέν τήν γνωρίζουμε οὔτε πρόκειται νά τήν μάθουμε ποτέ. Γνωρίζουμε μόνο τήν «οἰκονομία». «Οἰκονομία» εἶναι ἡ σχέση, ἡ ἀποκάλυψη τῆς Ἁγίας Τριάδος στήν κτίση καί τόν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ παρουσία τῆς Ἁγίας Τριάδος στήν κτίση καί τούς ἀνθρώπους διά τῶν ἀκτίστων θείων Ἐνεργειῶν Της. Αὐτή τήν γνωρίζουμε. Τήν γνωρίζουμε ὅμως ἀνάλογα μέ τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς πού ἔχουμε. Ὅσο περισσότερο καθαρεύει ἡ ψυχή μας ἀπό τήν ἁμαρτία, τόσο καί περισσότερο νοεῖ καί γεύεται τόν Θεό. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἦταν ἅγιοι, γι᾽ αὐτό καί ἐθεολόγησαν σωστά τήν «οἰκονομία» τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς τούς ἐμπιστευόμεθα. – Θά συνεχίσουμε περί τοῦ Δόγματος τῆς Ἁγίας Τριάδος στά ἑπόμενα κηρύγματα.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Ακτίνες
Διάφοροι εχθροί της Αγίας Γραφής στην προσπάθειά τους να θίξουν το κύρος της, παραθέτουν ορισμένα εδάφια και προσπαθούν να δημιουργήσουν εντυπώσεις περί δήθεν ύπαρξης αντιφάσεων στην Βίβλο ! Με μία τέτοια θεομάχο σοφιστεία θα ασχοληθούμε στο παρόν άρθρο.
«καὶ ἐρρέθη πρὸς ῞Αβραμ· γινώσκων γνώσῃ ὅτι πάροικον ἔσται τὸ σπέρμα σου ἐν γῇ οὐκ ἰδίᾳ, καὶ δουλώσουσιν αὐτοὺς καὶ κακώσουσιν αὐτοὺς καὶ ταπεινώσουσιν αὐτοὺς τετρακόσια ἔτη » Γένεση 15:13.
«ἡ δὲ κατοίκησις τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ, ἣν κατῴκησαν ἐν γῇ Αἰγύπτῳ καὶ ἐν γῇ Χαναάν, ἔτη τετρακόσια τριάκοντα . καὶ ἐγένετο μετὰ τὰ τετρακόσια τριάκοντα ἔτη, ἐξῆλθε πᾶσα ἡ δύναμις Κυρίου ἐκ γῆς Αἰγύπτου νυκτός» Έξοδος 12:40-41.
«ἐλάλησε δὲ οὕτως ὁ Θεός, ὅτι ἔσται τὸ σπέρμα αὐτοῦ πάροικον ἐν γῇ ἀλλοτρίᾳ, καὶ δουλώσουσιν αὐτὸ καὶ κακώσουσιν ἔτη τετρακόσια » Πράξεις 7:6
«τοῦτο δὲ λέγω· διαθήκην προκεκυρωμένην ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς Χριστὸν ὁ μετὰ ἔτη τετρακόσια καὶ τριάκοντα γεγονὼς νόμος οὐκ ἀκυροῖ, εἰς τὸ καταργῆσαι τὴν ἐπαγγελίαν» Γαλάτας 3:17
Ερωτούν λοιπόν οι ποικίλοι κατήγοροι της Θεόπνευστης Γραφής : Πόσα χρόνια έμειναν οι Ισραηλίτες στην Αίγυπτο 400 ή 430 ;;;
Επίσης η Γραφή αναφέρει:
«καὶ ταῦτα τὰ ὀνόματα τῶν υἱῶν Λευὶ κατὰ συγγενείας αὐτῶν. Γεδσών, Καὰθ καὶ Μεραρεί· καὶ τὰ ἔτη τῆς ζωῆς Λευὶ ἑκατὸν τριακονταεπτά. καὶ οὗτοι υἱοὶ Γεδσών· Λοβενεὶ καὶ Σεμεεί, οἶκοι πατριᾶς αὐτῶν. καὶ υἱοὶ Καάθ· ᾿Αμβρὰμ καὶ ᾿Ισαάρ, Χεβρὼν καὶ ᾿Οζειήλ· καὶ τὰ ἔτη τῆς ζωῆς Καὰθ ἑκατὸν τριακοντατρία ἔτη. καὶ υἱοὶ Μεραρεί· Μοολεὶ καὶ ῾Ομουσεί. οὗτοι οἱ οἶκοι πατριῶν Λευὶ κατὰ συγγενείας αὐτῶν. καὶ ἔλαβεν ᾿Αμβρὰμ τὴν ᾿Ιωχαβὲδ θυγατέρα τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ ἑαυτῷ εἰς γυναῖκα, καὶ ἐγέννησεν αὐτῷ τόν τε ᾿Ααρὼν καὶ τὸν Μωυσῆν καὶ Μαριὰμ τὴν ἀδελφὴν αὐτῶν» Έξοδος 6: 16-20
«Ταῦτα δὲ τὰ ὀνόματα τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ τῶν εἰσελθόντων εἰς Αἴγυπτον ἅμα ᾿Ιακὼβ τῷ πατρὶ αὐτῶν . ᾿Ιακὼβ καὶ υἱοὶ αὐτοῦ· πρωτότοκος ᾿Ιακὼβ Ρουβήν. υἱοὶ δὲ Ρουβήν· ᾿Ενὼχ καὶ Φαλλούς, ᾿Ασρὼν καὶ Χαρμί. υἱοὶ δὲ Συμεών· ᾿Ιεμουὴλ καὶ ᾿Ιαμεὶν καὶ ᾿Αὼδ καὶ ᾿Ιαχεὶν καὶ Σαὰρ καὶ Σαοὺλ υἱὸς τῆς Χανανίτιδος. υἱοὶ δὲ Λευΐ· Γηρσών, Καὰθ καὶ Μεραρί» Γένεση 46: 8-11
Ο Καάθ εισήλθε στην Αίγυπτο μαζί με τον Ιακώβ. Ο Καάθ έζησε συνολικά 133 χρόνια. Ο Καάθ είναι ο πατέρας του Αμβράμ ο οποίος με την σειρά του είναι ο πατέρας του Μωυσή. Δηλαδή ο Καάθ είναι ο παππούς του Μωυσή. Συνεπώς από τον Καάθ που εισήλθε στην Αίγυπτο με τον Ιακώβ μέχρι τον Μωυσή που έγινε η έξοδος έχουμε δύο μόνο γενεές. Ερωτούν λοιπόν και πάλι οι Άθεοι : Πως σε 400 ή 430 χρόνια έχουμε μόνο 2 γενεές ;;;
Τελικά οι Ισραηλίτες στην Αίγυπτο έζησαν μόνο δύο γενεές ; 400 έτη; 430 έτη;
1) Η Γραφή λέγει ότι :
«καὶ ἐρρέθη πρὸς ῞Αβραμ· γινώσκων γνώσῃ ὅτι πάροικον ἔσται τὸ σπέρμα σου ἐν γῇ οὐκ ἰδίᾳ, καὶ δουλώσουσιν αὐτοὺς καὶ κακώσουσιν αὐτοὺς καὶ ταπεινώσουσιν αὐτοὺς τετρακόσια ἔτη» Γένεση 15:13.
«ἐλάλησε δὲ οὕτως ὁ Θεός, ὅτι ἔσται τὸ σπέρμα αὐτοῦ πάροικον ἐν γῇ ἀλλοτρίᾳ, καὶ δουλώσουσιν αὐτὸ καὶ κακώσουσιν ἔτη τετρακόσια» Πράξεις 7:6
400 έτη λέγει η Γραφή θα είναι πάροικον το σπέρμα του Αβραάμ. Όχι το σπέρμα του κατοπινού Πατριάρχη Ιακώβ.
Τα 400 έτη αρχίζουν να μετράνε με τον Ισαάκ όχι με τον Ιακώβ.
2) Η προφητεία περί 400 ετών παροικίας του σπέρματος του Αβραάμ δόθηκε από τον Θεό 30 χρόνια πριν την γέννηση του Ισαάκ. Συνολικά 430 έτη πριν τον Νόμο του Μωυσή. Μήπως οι Άθεοι μπορούν να αποδείξουν το αντίθετο ;
«τοῦτο δὲ λέγω· διαθήκην προκεκυρωμένην ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς Χριστὸν ὁ μετὰ ἔτη τετρακόσια καὶ τριάκοντα γεγονὼς νόμος οὐκ ἀκυροῖ , εἰς τὸ καταργῆσαι τὴν ἐπαγγελίαν» Γαλάτας 3:17.
3) Η Γραφή λέγει σαφώς (σύμφωνα με το κείμενο των Εβδομήκοντα) ότι : «ἡ δὲ κατοίκησις τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ, ἣν κατῴκησαν ἐν γῇ Αἰγύπτῳ καὶ ἐν γῇ Χαναάν, ἔτη τετρακόσια τριάκοντα . καὶ ἐγένετο μετὰ τὰ τετρακόσια τριάκοντα ἔτη, ἐξῆλθε πᾶσα ἡ δύναμις Κυρίου ἐκ γῆς Αἰγύπτου νυκτός» Έξοδος 12:40-41.
Τα 430 χρόνια αφορούν όχι μόνο την Αίγυπτο αλλά και στην Χαναάν. Από την στιγμή που ο Θεός έκανε την συμφωνία με τον Αβραάμ. Τα 400 έτη κακώσεως του σπέρματος του Αβραάμ ξεκινούν με τον εμπαιγμό του Ισαάκ από τον Ισμαήλ.
«ἰδοῦσα δὲ Σάρρα τὸν υἱὸν ῎Αγαρ τῆς Αἰγυπτίας, ὃς ἐγένετο τῷ ῾Αβραάμ, παίζοντα μετὰ ᾿Ισαὰκ τοῦ υἱοῦ αὐτῆς· καὶ εἶπε τῷ ῾Αβραάμ· ἔκβαλε τὴν παιδίσκην ταύτην καὶ τὸν υἱὸν αὐτῆς· οὐ γὰρ μὴ κληρονομήσει ὁ υἱὸς τῆς παιδίσκης ταύτης μετὰ τοῦ υἱοῦ μου ᾿Ισαάκ» Γένεση 21:9-10.
«ἡμεῖς δέ, ἀδελφοί, κατὰ ᾿Ισαὰκ ἐπαγγελίας τέκνα ἐσμέν. ἀλλ' ὥσπερ τότε ὁ κατὰ σάρκα γεννηθεὶς ἐδίωκε τὸν κατὰ πνεῦμα, οὕτω καὶ νῦν. ἀλλὰ τί λέγει ἡ γραφή; ἔκβαλε τὴν παιδίσκην καὶ τὸν υἱὸν αὐτῆς· οὐ μὴ γὰρ κληρονομήσει ὁ υἱὸς τῆς παιδίσκης μετὰ τοῦ υἱοῦ τῆς ἐλευθέρας»Γαλάτας 4: 28-30.
4) Από τον Καάθ μέχρι τον Μωυσή έχουμε πράγματι δύο γενεές αλλά αυτό καμία σχέση δεν έχει με 400 ή 430 χρόνια όπως δείξαμε. Τα 430 χρόνια μετράνε από την συμφωνία Θεού – Αβραάμ, τα 400 χρόνια αφορούν την πραγματοποίηση της προφητείας αρχής γενομένης με τον Ισαάκ, 30 χρόνια μετά την προφητεία του Θεού στον Αβραάμ. Το δε διάστημα που οι υιοί του Ιακώβ παρέμειναν στην Αίγυπτο περιορίζονται σε δύο γενεές.
Δεν υπάρχει αντίφαση στην Αγία Γραφή.
Πηγή: Ακτίνες
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 9 Ὀκτωβρίου 2016
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
ΒΑΣΙΚΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ (2)
1. Τά κυριακάτικα κηρύγματά μας, ἀδελφοί χριστιανοί, ἀναφέρονται στά Δόγματα τῆς πίστης μας, τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας. Καί εἴπαμε στό προηγούμενο κήρυγμά μας ὅτι τά ὀρθόδοξα Δόγματα ἔχουν κάποια βασικά σημεῖα, πού δέν τά ἔχουν οἱ ἄλλες χριστιανικές αἱρετικές κοινότητες. Σᾶς ἀνέφερα τρία ἀπό αὐτά τά σημεῖα στό προηγούμενο κήρυγμά μου. Τό ἕνα εἶναι ὅτι στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας δέν δημιουργοῦμε, ὅπως οἱ Παπικοί, καινούργια Δόγματα, ἀλλά κρατοῦμε τήν παραδοθεῖσα πίστη τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς νά προσθέτουμε οὔτε καί νά ἀφαιροῦμε τίποτε σ᾽ αὐτήν.
Τό ἄλλο βασικό τῶν Ὀρθοδόξων Δογμάτων πού σᾶς εἶπα εἶναι ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Δογματική διδασκαλία, μιλῶντας γιά τόν Θεό, κάνει διάκριση μεταξύ Οὐσίας καί Ἐνέργειας σ᾽ Αὐτόν. Τήν διάκριση αὐτή δέν τήν κάνουν οἱ Παπικοί καί γι᾽ αὐτό μᾶς παρουσιάζουν ἕνα φρικτό θεό ὡς Οὐσία μόνο. Ἡ ἴδια ἡ νεολαία τῶν Καθολικῶν ἀποκρούει αὐτόν τόν θεό καί καταλήγει στόν... θάνατό του! Σέ πινακίδες τους γράφουν: «Πέθανε ὁ θεός»! Ὁ δικός τους θεός πέθανε, τοῦ Βαρλαάμ ὁ θεός, ὁ οὐσία μόνον. Καί τό τρίτο βασικό πού σᾶς ἀνέφερα, χριστιανοί μου, στό προηγούμενο κήρυγμά μου εἶναι ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Δογματική κάνει διάκριση μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου, μεταξύ Ὄντος καί μή Ὄντος. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος, καί οἱ Ἐνέργειές Του εἶναι ἄκτιστες, ἐνῶ ὅλοι ἐμεῖς εἴμαστε κτιστοί. Οἱ Παπικοί δέχονται ὡς κτιστές τίς Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Στό σημερινό μου κήρυγμα θά σᾶς ἀναφέρω ἄλλα τρία βασικά τῶν Ὀρθοδόξων Δογμάτων. Παρακαλῶ προσέξετε:
2. Τά Δόγματα τῆς πίστης μας, ἀγαπητοί μου, δέν εἶναι κάποιες θεωρητικές ἀλήθειες, πού μορφώνουν τό μυαλό, ἀλλά εἶναι ἀλήθειες πού μᾶς βοηθοῦν νά «φτιάξουμε» τήν ψυχή μας. Νά καθαρίσουμε δηλαδή τήν ψυχή μας ἀπό τά ἁμαρτωλά πάθη καί νά βροῦμε ἔτσι τόν Θεό μας. Γιατί μόνο μέ καθαρή ψυχή μποροῦμε νά «δοῦμε», νά γευθοῦμε τόν Θεό μας. Ἔτσι εἶπε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός: «Οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. 5,8). Τά ὀρθόδοξα λοιπόν Δόγματα μέ τόν ἀσκητικό μας ἀγώνα «καθαρίζουν» τήν ψυχή μας ἀπό τήν ἁμαρτία. Αὐτό τό «καθαρίζουν» πού εἶπα, λέγεται καλύτερα «θεραπεύουν» τήν ψυχή μας. Γιατί ἡ ψυχή μας «ἀρρωσταίνει» μέ τήν ἁμαρτία, καί ὁ ἀσθενής καί λαβωμένος ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος ἔρχεται στήν Ἐκκλησία, σάν νά πηγαίνει σέ θεραπευτήριο. Καί ἐκεῖ οἱ ἱερεῖς, πού εἶναι σάν πνευματικοί ἰατροί, μέ τήν σωστή μέθοδο (αὐτά εἶναι τά ὀρθόδοξα Δόγματα!), θεραπεύουν τήν ψυχή καί γίνεται ὑγιής. Αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία, χριστιανοί μου! Εἶναι θεραπευτήριο! Ἀκοῦστε ἕνα ὡραῖο λόγο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, λόγο πού λέγει τήν ἀλήθεια αὐτή: «Ἰατρεῖον ὁ οἶκος οὗτος (δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία) ἕστηκε πνευματικόν, ἵνα ἅπερ ἄν λάβωμεν ἔξωθεν τραύματα, ἐντεῦθεν θεραπεύσωμεν». Προσέξετε τό «θεραπεύσωμεν», πού λέγει ὁ ἅγιος πατέρας. Τά ὀρθόδοξα λοιπόν Δόγματα εἶναι «θεραπευτικά». Ἀλλά ὅταν θεραπευόμαστε, σωζόμαστε. Ἔτσι, τά ὀρθόδοξα Δόγματα ἔχουν «σωτηριολογικό» χαρακτῆρα.
2. Ἕνα ἄλλο βασικό τῆς Ὀρθόδοξης Δογματικῆς, εἶναι ὅτι τόν Θεό δέν μποροῦμε νά τόν νοήσουμε καί οὔτε βεβαίως νά τόν ἐκφράσουμε. Εἶναι σπουδαῖο νά μάθουμε ἀπέξω αὐτόν τόν ὡραῖο λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Θεόν φράσαι ἀδύνατον, νοῆσαι δέ ἀδυνατώτερον»! Καί βέβαια ἔτσι εἶναι, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἄπειρος καί ἀκατάληπτος. Καί ὅσο κανείς ἐρευνᾶ τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ καταλαβαίνει αὐτό ἀκριβῶς: Τήν ἀπειρία Του καί τήν ἀκαταληψία Του! Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ μεγάλος δογματολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, λέγει σχετικά: «Ἄπειρον τό θεῖον καί ἀκατάληπτον, καί τοῦτο μόνον αὐτοῦ καταληπτόν, ἡ ἀπειρία καί ἡ ἀκαταληψία»! Ἀξίζει καί αὐτόν τόν λόγο νά τόν μάθουμε ἀπέξω.
3. Ἀλλά, ἐάν δέν γνωρίζουμε γιά τόν Θεό, ἐπειδή εἶναι ἄπειρος καί ἀκατάληπτος, τότε, ἀπό ποῦ γνωρίζουμε τά τόσα ὡραῖα γι᾽ Αὐτόν, γιά τά ὁποῖα μᾶς μιλᾶνε τά Ὀρθόδοξα Δόγματα; Ναί, σωστή ἐρώτηση. Τά σχετικά μέ τόν Θεό, ἀδελφοί μου χριστιανοί, γιά τά ὁποῖα μιλᾶνε τά Δόγματα τῆς πίστης μας, τά γνωρίζουμε ἀπό τήν «αὐτο-αποκάλυψη» τοῦ Θεοῦ. Αὐτή τήν «αὐτο-αποκάλυψη» τοῦ Θεοῦ τήν λέμε καί «θεοφάνεια Θεοῦ». Ἡ πηγή λοιπόν γιά τήν Ὀρθόδοξη Θεολογία μας, γιά τά Ὀρθόδοξα Δόγματά μας, εἶναι οἱ θεοφάνειες τοῦ Θεοῦ. Καί ποῦ μαθαίνουμε γι᾽ αὐτές τίς θεοφάνειες; Γι᾽ αὐτές μαθαίνουμε στήν Ἁγία Γραφή! Ναί! Ἡ Ἁγία Γραφή, χριστιανοί μου, εἶναι βιβλίο θεοφανειῶν. Καί συγκεκριμένα εἶναι βιβλίο θεοφανειῶν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα! Καί ἡ Παλαιά καί ἡ Καινή Διαθήκη, καί τά δυό αὐτά μέρη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, μιλᾶνε γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ. Ἡ μέν Παλαιά Διαθήκη μιλάει γιά τόν Χριστό, πού δέν σαρκώθηκε ἀκόμη, ἀλλά ἐμφανιζόταν στά χρόνια της ὡς Ἄγγελος Κυρίου· ἡ δέ Καινή Διαθήκη μιλάει γιά τόν σαρκωθέντα αὐτόν Ἄγγελο τοῦ Κυρίου, στήν Κοιλία τῆς Παναγίας μας. Ἔτσι πρέπει νά βλέπουμε τήν Ἁγία Γραφή, ὡς βιβλίο θεοφανειῶν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὄχι ἁπλᾶ ὡς ἕνα βιβλίο μέ «καλά» λόγια, ἀλλά ὡς βιβλίο θεοφανειῶν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός λοιπόν καί στήν Παλαιά Διαθήκη, ὡς ἄσαρκος ἀκόμη, ἀλλά πολύ περισσότερο στήν Καινή Διαθήκη, ὡς σαρκωμένος Υἱός τοῦ Θεοῦ, μᾶς ἀπεκάλυψε τήν ἀλήθεια περί τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής μᾶς λέγει τόν ἑξῆς ὡραῖο, σχετικό μέ τά παραπάνω, σύντομο λόγο: «Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε»! Εἶναι αὐτό πού εἴπαμε, ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά γνωρίσει τόν Θεό, γιατί εἶναι ἄπειρος καί ἀκατάληπτος. Ἀλλά λέγει στήν συνέχεια ὁ Εὐαγγελιστής: «Ὁ μονογενής Υἱός, ὁ ὤν εἰς τόν κόλπον τοῦ Πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο» (Ἰωάν. 1,18). Παρά, δηλαδή, τό ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀκατάληπτος, ὅμως ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού σαρκώθηκε καί γνωρίζει ἀπόλυτα τόν Θεόν Πατέρα, ὡς ὁμοούσιος μέ Αὐτόν (αὐτό σημαίνει τό «ὁ ὤν εἰς τόν κόλπον τοῦ Πατρός»), Αὐτός μᾶς ἀποκάλυψε γιά τόν Θεό («ἐκεῖνος ἐξηγήσατο»).
Ἔτσι, ἀγαπητοί μου, πηγή τῶν Δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἡ ἀποκάλυψη πού μᾶς ἔφερε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ Χριστός μας λοιπόν εἶναι ὁ μόνος «διδάσκαλος», ὁ μόνος «καθηγητής» (βλ. Ματθ. 23,8.10), ὁ μόνος «θεολόγος», ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Ακτίνες
Σχετικά άρθρα:
1. Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ.κ. Ιερεμίας: Βασικά της Ορθόδοξης Δογματικής (1)
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Μὲ μεγάλη τιμὴ σᾶς προσκαλοῦμε στὴ Θεία Λειτουργία ποὺ θὰ τελεσθεῖ στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Γεωργίου (Ροτόντα), τὴν παλαιὰ Μητρόπολη τῆς Θεσσαλονίκης, τὸν πρῶτο χριστιανικὸ αὐτοκρατορικὸ Ναὸ μετὰ τὸ τέλος τῶν διωγμῶν.
Ἃς βρεθοῦμε γιὰ λίγο μέσα στὸ μεγαλοπρεπὲς οἰκοδόμημα, μὲ τὸν θαυμάσιο χριστιανικὸ διάκοσμο, ὅπως τὰ ψηφιδωτά τῆς ζώνης τῶν μαρτύρων, ποὺ προβάλλουν μπροστά μας, μέσα σὲ μιὰ ὑπερκόσμια λιτανεία.
Ἐλᾶτε νὰ ζήσουμε μέσα στὸν ὑπέροχο αὐτὸν Ναὸ τὴ δόξα τοῦ Βυζαντίου, τὴν ἱστορία καὶ τὰ θαύματα τῆς Θεσσαλονίκης.
Κυριακὴ 16 Ὀκτωβρίου 2016
Ὥρα ἐνάρξεως 8.00 π.μ.
Φίλοι καὶ Προσκυνητὲς τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Γεωργίου Ροτόντας Θεσσαλονίκης
(Κατεβάστε τo φυλλάδιo σε Pdf εδώ)
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Ακτίνες
ΤΟ ΟΝΟΜΑ «ΠΑΛΑΙΑ», ΠΡΟΣ ΔΙΑΚΡΙΣΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ «ΚΑΙΝΗ» ΔΙΑΘΗΚΗ
ΠΟΛΛΟΙ, οἱ ὁποῖοι ἀγνοοῦν τά πράγματα πού ἔχουν σχέσι μέ τά θέματα τῆς πίστεώς μας, παραγκωνίζουν ἤ παραθεωροῦν ἐντελῶς τήν Παλαιά Διαθήκη. Θέτουν δέ καί τό ἐρώτημα: «Διατί ἡ Ἐκκλησία, μάλιστα δέ ἡ Ὀρθόδοξος, περιέλαβε τήν», κατ’ αὐτούς, «Ἑβραϊκήν ἤ Ἰουδαϊκήν βίβλον» εἰς τήν Ἁγίαν Γραφήν της καί τήν προέταξε τῆς Καινῆς, ὡς τήν Παλαιάν Διαθήκην της;»
Ὄλοι αὐτοί θεωροῦν τήν Παλαιά Διαθήκη ὡς «ξεπερασμένην» ἀπό τότε πού ἐγράφη ἡ Καινή Διαθήκη. Φέρουν μάλιστα ὡς ἐπιχείρημα τόν ἀποστολικό λόγο: «τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονε καινά τά πάντα» (Β’ Κορ. ε΄ 17), ἤ τό τοῦ ὑμνογράφου: «Παρῆλθεν ἡ σκιά τοῦ νόμου (τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης), τῆς χάριτος (τῆς Καινῆς Διαθήκης) ἐλθούσης». Διά τοῦτο ἐπιμένουν μόνο στήν παραδοχή καί στή μελέτη τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς πρέπει νά τονίσωμεν ὅτι ὁ ὅρος «Παλαιά» ἔχει καθαρῶς χριστιανική προέλευσι. Καθιερώθη μετά τήν συγγραφή τῆς Καινῆς Διαθήκης, πρός διάκρισιν ἀπό τήν «Καινή». Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος, ὁ φιλόσοφος καί μάρτυς, διδάσκει «Τί ἐστιν ὁ νόμος; Εὐαγγέλιον προκατηγγελμένον (= τί εἶναι ἡ Παλαιά Διαθήκη; Εὐαγγέλιον πού ἔχει προαναγγελθῆ, ἔχει προκηρυχθῆ). Τί δέ τό Εὐαγγελιον; Νόμος πεπληρωμένος (= τί δέ ἡ Καινή Διαθήκη; Νόμος ὁλοκληρωμένος, συμπληρωμένος)». Ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης ὀνομάζει πολύ ἐπιτυχῶς τήν Παλαιάν Διαθήκην «πρεσβυτέραν» (= προγενέστερη, παλαιότερη). Εἰς ἐπιστολήν του πρός τόν Ἀμμώνιον τόν Σχολαστικόν γράφει: «Τήν ἡμετέραν θρησκείαν δύο πυκταί διδάξουσιν, ὧν ἡ μέν Πρεσβυτέρα, ἡ δέ Νέα Διαθήκη προσαγορεύεται». Δηλαδή: Τή θρησκεία μας, τόν Χριστιανισμό, θά σέ διδάξουν δύο βιβλία (πίνακες – κώδικες) Ἀπό αὐτά τό μέν ἕνα ὀνομάζεται Παλαιότερη Διαθήκη τό δέ ἄλλο Νέα Διαθήκη.
Ἐξ ἄλλου ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὑπογραμμίζοντας ὅτι ἕνας εἶναι ὁ νομοθέτης τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, τονίζει ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος θεωρεῖ «ἀδιαίρετον τήν Παλαιάν καί Καινῆν Διαθήκην» καί παρατηρεῖ: Ὁ Ἀπόστολος «καλεῖ αὐτήν Καινήν Διαθήκην, ἵνα δείξῃ πῶς ἀνεκαινίσθη (= πῶς ἐξεκαινουργώθησαν) τῆς οἰκουμένης τά πέρατα (….) Καλεῖ τοίνυν (= λοιπόν) Καινήν Διαθήκην πρός ἀντιπαράθεσιν τῆς γεγηρακυίας (= πρός σύγκρισι μέ αὐτήν πού ἔχει γηράσει) κρείττονα (= ἀνωτέραν) πρός ἀντιδιαστολήν τῆς ἐλάττονος, αἰώνιον, πρός ἀντιπαράθεσιν τῆς προσκαίρου. Καλεῖ αὐτήν καί δευτέραν Διαθήκην (….). Ἐπειδή ὁ Θεός ἐλάλησε καί ἐν τῇ πρώτῃ, καί ἐν τῇ δευτέρᾳ, ὁ αὐτός (= ὁ ἴδιος) καλεῖ πρώτην καί δευτέραν, τῷ ἀριθμῷ τήν συμφωνίαν ἐργαζόμενος (= ἀποδεικνύων διά τῆς ἀριθμήσεως τήν συμφωνίαν)».
Ἀλλοῦ δέ ὁ ἴδιος Πατήρ γράφει: «Καινή λέγεται ἀπό τοῦ χρόνου καί ἀπό τῆς φύσεως τῶν ἐν αὐτῇ γενομένων, ὅτι πάντα ἀνεκαινίσθη, καί πρῶτον ὁ ἄνθωπος, δι’ ὅν τά πάντα». Δηλαδή: Καινή Διαθήκη ὀνομάζεται ἀπό τό χρόνο καί ἀπό τή φύσι τῶν ὅσων συνέβησαν στήν περίοδό της, διότι ὅλα ἀνακαινίσθηκαν καί πρῶτα – πρῶτα ὁ ἅνθρωπος, γιά τόν ὁποῖον ἔγιναν τά πάντα. Καί συνεχίζει τό χρυσόφωνο στόμα: Γιά νά μή λέγῃ, λοιπόν, κάποιος «ὁ οὐρανός εἶναι ὁ ἴδιος, ἴδια καί ἡ γῆ, ἴδιος εἶναι καί ὁ ἄνθρωπος, τό σπουδαιότερο ὅλων τῶν δημιουργημάτων», καί νέος νόμος ἐδόθη, νέες ἐντολές, εἶναι (δέ) καινούργια ἡ χάρις πού δίδεται μέ τό βάπτισμα, νέος ὁ ἄνθρωπος, νέες οἱ ὑποσχέσεις(.....) Εἶναι νέα τά μυστήρια. Δέν εἶναι πιά ἐκεῖνα τά ὑλικά, δηλαδή πρόβατον καί αἷμα καί ὀσμή κρέατος πού ψήνεται καί ἀκαθαρσία, ἀλλά λογική καί ἐνάρετη λατρεία. Οἱ ἐντολές (εἶναι) νέες, ὁ Σταυρός πού ἀνεβάζει στούς οὐρανούς καί κάνει τούς ἀνθρώπους ἀνωτέρους. Σκοπός λοιπόν καί στίς δύο Διαθῆκες ἕνας εἶναι, ἡ διόρθωσι τῶν ἀνθρώπων. Εἰς ἄλλην δέ περίπτωσιν τονίζει ὅτι «διαφορά μόνον ἐστίν ὀνομάτων ἐν ταῖς Διαθήκαις, οὐ μάχη, οὐδε ἐναντίωσις (= ἀντίθεσι, διαφωνία). Τό γάρ παλαιόν ἐκ τοῦ καινοῦ γίνεται παλαιόν, τοῦτο δέ οὐ μάχης, οὐδέ ἐναντιώσεως, ἀλλά διαφορᾶς ὀνόματος μόνης».
Ἐδῶ διευκρινίζουμε ὅτι ἡ λέξι Διαθήκη σημαίνει συνθήκην ἤ ὑπόσχεσιν. Τό ἀναλύει ὡραῖα ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης: «Τήν συνθήκην, τουτέστι τήν ἐπαγγελίαν (= ὑπόσχεσιν), διαθήκην ἡ θεία καλεῖ γραφή, διά τό βέβαιον καί ἀπαράβατον. Συνθῆκαι μέν γάρ πολλάκις ἀνατρέπονται, διαθῆκαι δέ νόμιμοι οὐδαμῶς (= καθόλου, μέ κανένα τρόπον)».
Ἑπομένως ὁ ὅρος «Παλαιά» πού καθιερώθη ἀπό τήν Ἐκκλησία μετά τήν συγγραφήν τῆς «Καινῆς», χρησιμοποιεῖται κατά τρόπο συμβατικό. Ἁπλούστατα στόν Κανόνα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, δηλαδή στή συλλογή τῶν ἐπί μέρους θεοπνεύστων βιβλίων της, ἔχουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ ὅπως αὐτός κατεγράφη ἀπό θεοπνεύστους ἄνδρας. Ὁ λόγος αὐτός εἶχε ὡς ἀρχικόν ἀποδέκτην τόν παλαιόν Ἰσραήλ, τόν ὁποῖον ὁ Θεός ὠνόμασε «περιούσιον» λαόν δηλαδή «ἐξαίρετον» ἰδιαιτέρως ἀγαπητόν μεταξύ ὅλων τῶν ἐθνῶν, περιουσία ἰδική του.
Βεβαίως τίθεται τό ερώτημα: Γιατί ὁ Θεός ἐξέλεξε καί ὠνόμασε «περιούσιον» τόν Ἰσραήλ καί ὄχι ἄλλον λαόν; Τήν ἀπάντησι μᾶς τήν δίνει ὁ ἑρμηνευτής Θεοδώρητος Κύ(ρ)ρου. Γράφει: Τί σημαίνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πρός τούς Ἰσραηλίτες «ἔσεσθέ μοι λαός περιούσιος ἀπό πάντων τῶν ἐθνῶν ἐμή γάρ ἐστι πᾶσα ἡ γῆ» (Ἐξ. ιθ’ [19] 5). Σημαίνει τοῦτο, ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος: Εἶμαι δημιουργός καί Κύριος ὅλων καί ὡς δημιουργός φροντίζω γιά ὅλους: ἐσᾶς δέ, τόν Ἰσραηλιτικόν λαόν, ὡς - τρόπον τινά - ἕνα λαόν ἐξαίρετον, ἐκλεκτόν, ἀφιέρωσα εἰς ἐμέ. Διότι, ἐπρόσθεσε: Σεῖς δέ θά εἶσθε βασίλειον ἀπό ἱερεῖς, δηλαδή πολύ κοντά μου ἐν συγκρίσει πρός τά ἄλλα ἔθνη. Θά εἶσθε ἔθνος ξεχωριστό, ἀφιερωμένο εἰς ἐμέ (Ἐξ. ιθ’[19] 6) Διότι ὅπως τούς Λευΐτες, οἱ ὁποῖοι ἦσαν Ἰσραηλίτες, ἐπροτίμησε ἀπό τίς ἄλλες Ἰουδαϊκές φυλές καί τούς ἐνεπιστεύθη τήν λειτουργία στον Ναό, χωρίς νά παραμελῇ τίς ὑπόλοιπες φυλές, ἀλλά διά τῶν Λευϊτῶν ἐφρόντιζε γιά τήν διακονία ἐκείνων, ἔτσι ἐξέλεξε καί τούς ἀπογόνους τοῦ Ἀβραάμ, Ἰσαάκ καί Ἰακώβ. Πρῶτον, διότι ἀπό αὐτούς ἐπρόκειτο νά γεννηθῇ «κατά σάρκα» ὁ Χριστός, ὁ λυτρωτής τοῦ κόσμου. Ἔπειτα, διότι μέ ὅλα μέ ὅσα ἐγίνοντο στούς Ἰσραηλίτες ἐδείκνυε τήν δύναμί του καί ἐδίδασκε σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους τόν δρόμο τῆς θεογνωσίας. Ὅταν δέ ὁ Θεός εἶπε αὐτά τά λόγια, ὅλος ὁ λαός ἀπεκρίθη μέ μιά ψυχή: « Ὅλα ὅσα εἶπε ὁ Θεός θά τά ἐφαρμόσωμε καί θά κάνουμε ὑπακοή» (Ἐξ ιθ’ [19] 8). Αὐτή ἡ «συνθήκη» τοῦ λαοῦ ἦταν ὡς μιά ὑπογραφή ἑνός γραμματίου. Ἕνεκα τούτου, ὅταν παρέβησαν αὐτή τή δική τους ὁμολογία, ὑπέστησαν τίς τιμωρίες τοῦ Νόμου, ἀπό τίς ὁποῖες ὀ Χριστός ἐλευθέρωσε ὅλους ὅσοι ἐπίστευσαν εἰς Αὐτόν. Διότι, λέγει, ἀπό τήν κατάραν αὐτήν τοῦ Νόμου μᾶς ἐξηγόρασεν ὁ Χριστός, καταβάλλοντας ὡς λύτρα γιά τήν ἐξαγορά μας, τό ὅτι ἔγινε πρός χάριν μας καταραμένος (Γαλ. γ’ 13).
Ἐπομένως ὁ Κύριος ὡς αὐτεξούσιος, δημιουργός καί Κύριος «πάσης ὁρατῆς καί ἀοράτου κτίσεως» ὠνόμασε τούς Ἰσραηλίτες «λαόν περιούσιον» ὑπό ἕνα καί μοναδικόν ὅρον: ὅτι οἱ Ἰσραηλίτες θά ἀπεδέχοντο ὁλοψύχως καί θά ὑπήκουαν στόν λόγο του καί θά ἐτηροῦσαν τήν «διαθήκην» του, δηλαδή τήν συμφωνία πού εἶχε συνάψει μέ τούς προπάτορές των (βλ. Ἐξ. ιθ’ [19] 5).
Παραλλήλως πρός τήν Παλαιάν Διαθήκην, στόν Κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης ἔχουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτός ἔχει καταγραφῆ ἀπό τούς θεοπνεύστους Εὐαγγελιστάς καί Ἀποστόλους. Ὁ λόγος αὐτός ἕχει ὡς ἀποδέκτην τόν νέον Ἰσραήλ τῆς Χάριτος, δηλαδή τά εἰς ὅλην τήν οἰκουμένην καί εἰς ὅλους τούς αἰῶνας μέλη τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Πρόκειται περί τῆς «καινῆς διαθήκης», περί τῆς ὁποίας ἐπροφήτευσεν ὁ Ἱερεμίας (Ἱερ. λη’ [38] 31) ὅτι θά συνάψη ὁ Κύριος μέ τόν πιστούς τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι δέν θά προέρχωνται ἀποκλειστικῶς καί μόνον ἀπό τόν Ἰσραηλιτικό λαό, ἀλλ’ ἀπό ὅλα τά ἔθνη (βλ. Ἑβρ. η’ 8 -13). Ὁ Προφήτης ὠνόμασε τήν διαθήκην «καινήν» = νέαν (ἀπό ἐδῶ ἐλήφθη καί ἡ ὀνομασία τῶν τεσσάρων Εὐαγγελίων, τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, τῶν Ἐπιστολῶν καί τῆς Ἀποκαλύψεως – «Καινή Διαθήκη»), εἰς ἀντίθεσιν πρός τήν Παλαιάν Διαθήκην, τήν ὁποίαν ὁ Θεός εἶχε συνάψει στό Σινᾶ μέ τόν παλαιόν Ἰσραήλ (Ἱερ. λη’ [38] 32).
Παρ’ ὅλα, ὅμως, αὐτά ἡ Καινή Διαθήκη δέν ἔθεσεν εἰς ἀχρηστίαν, οὔτε παρεμέρισε τήν Παλαιά Διαθήκη.
Πηγή: (Ἀπὸ τὸ βιβλίο "Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη στὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν" τοῦ Νικολάου Π. Βασιλειάδη, Ἐκδόσεις "Ὁ Σωτὴρ")
Αυτοί οι Ελληνολάτρες είναι απερίγραπτοι.
Υποστηρίζουν με πάθος την ελληνική καταγωγή του Χριστού και της Παναγίας.
Δεν μπορούν όμως με κανένα τρόπο να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που γεννώνται από αυτή την παραδοχή.
Πρώτον, πως θα δικαιολογήσουν και θα εξηγήσουν τις προφητείες, που είναι πραγματικά και διαπιστωμένα επιστημονικά κείμενα, που γράφτηκαν εκατοντάδες χρόνια πρίν και μιλούν για τον βίο του Χριστού (καταγωγή, γέννηση, λόγο και έργο, πάθος και ανάσταση) προ Χριστού;
Δεύτερον , πως θα εξηγήσουν τις εσωτερικές μαρτυρίες της Βίβλου και μάλιστα της Κ. Διαθήκης, που ομιλούν για την Παλαιστίνη, τη γη Ισραήλ, τη Ναζαρέτ, την Ιερουσαλήμ, τόπους και πρόσωπα, άρχοντες και συνήθειες, έθιμα και νομίσματα, και τα οποία όλα αυτά συμφωνούν με την αρχαιολογία και τη λαογραφία της περιοχής και της εποχής, της ιστορίας δηλαδή της Κ. Διαθήκης;
Τρίτον, πως θα ερμηνεύσουν και θα δικαιολογήσουν τις εξωτερικές μαρτυρίες για το πρόσωπο του Χριστού, δηλαδή τις προερχόμενες από ιστορικούς Εβραίους και Ρωμαίους και οι οποίοι ήταν άσχετοι με την υπόθεση του Ιησού και όμως ομιλούν για τον διδάσκαλο του Ισραήλ;
Κι αν όλα αυτά ας υποτεθεί ότι τα παρακάμπτουμε και δεχθούμε ως ένα φανταστικό ενδεχόμενο ότι ο Χριστός ήταν Έλληνας κλπ, αυτόν λοιπόν τον ελληνικής υποτεθείσθω καταγωγής Χριστό, τον πιστεύουν ως Θεάνθρωπο και τον λατρεύουν ως σωτήρα; Όχι βεβαίως.
Εδώ έγκειται η ζημιά. Αυτό λοιπόν το τελευταίο, δηλ. η μη αποδοχή του θεανδρικού προσώπου του Χριστού είναι το δαιμονικό και αιρετικό στοιχείο και η θεωρία περί ελληνικότητος του Χριστού, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια πλάνη του διαβόλου με σκοπό την αποδυνάμωση της πίστεως σ΄ Αυτόν και την απώλεια της σωτηρίας μας.
Ας τους κάνουμε όμως το χατήρι και ας πούμε στους ελληνολάτρες, ότι τελικά ο Χριστός είναι και Έλληνας. Ανήκει σε όλους. Είναι ο πρωτότοκος αδελφός μας, το Αίμα Του κυλάει στις φλέβες μας, είμαστε ένα με τον Χριστό. Ούτε τον κλέβουμε από κάποιους ούτε μας τον πήραν κάποιοι στο παρελθόν. Στο πρόσωπο του Χριστού είμαστε όλοι ένα. Ο Χριστός ήρθε κι εδώ. Έγινε και Έλληνας με την Εκκλησία Του.
Ποιό είναι το πρόβλημά τους τελικά; Μόνο η Ελλάδα υπάρχει; Δεν υπάρχουν άλλοι λαοί; Εντάξει είμαστε οι καλύτεροι σε πολλά, αλλά μέσα στην Εκκλησία έχουν πέσει τα σύνορα και όλοι είμαστε αδέλφια. Είμαστε χριστιανοί και φέρουμε το ανώτερο και ωραιότερο όνομα του κόσμου. Είμαστε Ορθόδοξοι Έλληνες. Τι πλέον θέλουν;
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...