ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ
1. Ὁ 11ος ψαλμός, πού θά σᾶς ἑρμηνεύσω σήμερα, ἀδελφοί μου χριστιανοί, εἶναι πολύ ὡραῖος στό περιεχόμενό του, ἀλλά εἶναι δύσκολος στήν ἑρμηνεία του, γι᾽ αὐτό παρακαλῶ νά προσέξετε ἰδιαίτερα. Δέν φαίνεται ἀπό τήν ἀρχή ἡ ὑπόθεση τοῦ ψαλμοῦ, γιατί δέν καταλαβαίνουμε ποιός εἶναι αὐτός πού μιλάει καί γιατί.
Ὅμως, ἀπό τόν στίχ. 6, ὅπου μιλάει ὁ Θεός καί λέγει γιά τήν ταλαιπωρία τῶν πτωχῶν καί τῶν ἀδυνάτων («ἀπό τῆς ταλαιπωρίας τῶν πτωχῶν καί ἀπό τοῦ στεναγμοῦ τῶν πενήτων»), καταλαβαίνουμε ὅτι στήν ἀρχή τοῦ ψαλμοῦ μας ὁμιλεῖ κάποιος ἀντιπρόσωπος τῶν πτωχῶν ἀνθρώπων. Ὁμιλεῖ καί λέγει ἐναντίον τῶν ἀρχόντων τῆς ἐποχῆς του, οἱ ὁποῖοι, ὅπως συμβαίνει καί σέ ἄλλες ἐποχές, καταπίεζαν τούς πτωχούς πολίτες καί τούς ἐκμεταλλεύονταν μέ τίς ἀδικίες πού ἔκαναν ἐναντίον τους. Καί οἱ πτωχοί καί καταπιεζόμενοι αὐτοί ταλαίπωροι ἄνθρωποι, κατέφυγαν στόν Θεό καί, διά κάποιου ἀντιπροσώπου τους, τοῦ εἶπαν, «σῶσόν με, Κύριε» (στίχ. 2). Ἄρα πιστεύουν ὅτι ὁ Θεός μόνο μπορεῖ νά τούς δικαιώσει καί Αὐτός μόνο μπορεῖ νά ἀποκαταστήσει τήν ἠθική τάξη καί τήν κοινωνική δικαιοσύνη.
2. Ὁμιλοῦντες γιά τούς ἄρχοντές τους οἱ πτωχοί, τούς ὁποίους ὀνομάζουν τιμητικά «υἱούς τῶν ἀνθρώπων» (στίχ. 2), λέγουν γι᾽ αὐτούς πρῶτον, ὅτι «ἐκλέλοιπεν ὅσιος» καί δεύτερον, λέγουν ὅτι «ὠλιγώθησαν αἱ ἀλήθειαι» ἀπ᾽ αὐτούς (στίχ. 2). Συνήθως οἱ ἑρμηνευτές μέ μικρή διόρθωση στό Ἑβραϊκό κείμενο τό «ἐκλέλοιπεν ὅσιος» τό κάνουν νά λέγει «ἐκλέλοιπε ἡ ἀγάπη». Ἔτσι οἱ ἄρχοντες, ὅπως παραπονοῦνται ἐδῶ οἱ πτωχοί γι᾽ αὐτούς, δέν ἔχουν ἀγάπη οὔτε ἀλήθεια. Μέ τήν λέξη «ἀλήθεια» θά νοήσουμε τήν εἰλικρίνεια, τήν ἐμπιστοσύνη, τήν κοινωνική ἀλληλεγύη. Καί συνεχίζοντας ὁ ποιητής μας τόν λόγο περί τῶν ἀρχόντων λέγει ὅτι «μάταια ἐλάλησεν ἕκαστος πρός τόν πλησίον αὐτοῦ» (στίχ. 3). Ὁ καθένας ἀπ᾽ αὐτούς, δηλαδή, λέει «μάταια», ἀνυπόστατα, ψευδῆ πράγματα. Καί ὅταν οἱ ἄρχοντες εἶναι ψεῦτες, τότε στήν κοινωνία δέν ἐπικρατεῖ ἡ εἰλικρίνεια καί ἡ ἀλληλεγγύη. Τότε «οἱ πάντες τούς πάντας ἀπατοῦν καί οἱ πάντες τούς πάντας ὑποπτεύονται. Τοιαύτη κοινωνία δέν δύναται ἐπί μακρόν νά σταθῇ» (Βέλλας)! Πονηροί δέ ὄντες οἱ ἄρχοντες παρουσιάζουν τό ψέμα τους ἐξωτερικά μέ καλό τρόπο, ὥστε νά μήν γίνουν ἀντιληπτοί. Αὐτό θέλει νά πεῖ παρακάτω ὁ στίχος μας λέγοντας «χείλη δόλια ἐν καρδίᾳ καί ἐν καρδίᾳ ἐλάλησαν» (στίχ. 3β). Μάλιστα στό Ἑβραϊκό κείμενο τό ἡμιστίχιο αὐτό ἀποδίδεται πιό ἐκφραστικά, γιατί λέγει: «Ὁμιλοῦν (οἱ ἄρχοντες) μέ ὡραῖα χείλη, ἀλλά μέ διπλῆ καρδιά». Καί ὁ Χρυσόστομος, σάν Χρυσόστομος πού εἶναι, σχολιάζει σύντομα: «Πολλή διπλότης αὐτῶν ἐν καρδίᾳ» (MPG 55,145). Διπρόσωποι καί δόλιοι ἄνθρωποι!
3. Αὐτοί οἱ ἄρχηστοι ἄρχοντες, ἀφοῦ μέ ἀπάτη καί δόλια μέσα καί μέ ἐκμετάλλευση ἀπέκτησαν δύναμη καί πλοῦτο, ἔγιναν ὑπερήφανοι καί ἀλαζόνες. Μέθυσαν! Καί στήν μέθη τῆς ἀλαζονείας τους στρέφονται καί ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό καί ὁ ποιητής μας θέλει τήν ἐξολόθρευσή τους καί λέγει: «Ἐξολοθρεύσει Κύριος πάντα τά χείλη τά δόλια καί γλῶσσαν μεγαλορρήμονα» (στίχ. 4).
Αὐτήν δέ τήν κατά τοῦ Θεοῦ ἀλαζονεία τῶν ἀρχόντων θέλοντας νά στηλιτεύσει ὁ ποιητής μας μᾶς ἀναφέρει τά ἴδια τους τά λόγια· ἔλεγαν: «Μέ τήν γλῶσσα μας ἐγίναμε μεγάλοι καί δυνατοί («μεγαλυνοῦμεν»)· τά χείλη μας εἶναι μαζί μας, γιά νά μᾶς ἐξυπηρετοῦν. Ποιός μπορεῖ νά γίνει κύριος, ἀνώτερος ἀπό μᾶς;» (στίχ. 5). Κανένας, οὔτε αὐτός ὁ Θεός!... Καί ὁ Χρυσόστομος λέγει ὡραῖα: «Μαινομένων καί παραφρόνων τά ρήματα» (MPG 55,146).
4. Τελειώνει ἐδῶ ὁ ποιητής μας τόν λόγο του κατά τῶν ἐκμεταλλευτῶν καί ἀδίκων ἀρχόντων καί περιμένουμε τώρα μέ ἀγωνία νά ἀκούσουμε τήν ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ στήν προσευχή τῶν πενήτων. Ἡ ἀπάντηση, πού δίνεται ἀπό κάποιο ἱερέα ἤ προφήτη, ὡς ἀντιπρόσωπο τοῦ Θεοῦ, εἶναι παρήγορη: Ὁ Θεός δέν εἶναι ἀδιάφορος στήν ταλαιπωρία τῶν πτωχῶν καί τόν στεναγμό τῶν πενήτων καί τώρα θά ἐνεργήσει ὑπέρ αὐτῶν (στίχ. 6).
Ὁ Θεός ὑπόσχεται ὅτι θά φέρει τήν σωτηρία («θήσομαι ἐν σωτηρίᾳ») «στούς στενάζοντας» (στίχ. 6· ἔτσι πρέπει νά ἀναγνώσουμε στό Ἑβραϊκό κείμενο τήν ἀντίστοιχο φράση τοῦ «παρρησιάσομαι ἐν αὐτῷ» = ὁμιλῶ μέ παρρησία, μέ θάρρος καί ἐμπιστοσύνη). Ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ πραγματικά εἶναι παρήγορη σέ ὅλους ὅσους κατά καιρούς στενάζουν κάτω ἀπό τήν ὠμή βία καί ἀδικία τῶν ἀρχόντων.
5. Γεμάτοι χαρά καί παρηγορία οἱ πτωχοί καί ἀδικούμενοι πολίτες ἐγκωμιάζουν μέ χαρά τά παρήγορα λόγια τοῦ Θεοῦ καί τά χαρακτηρίζουν ἁγνά, καθαρά, ὅπως ὁ ἄργυρος, πού περνάει ἀπό τήν φωτιά καί εἶναι ἑπτά φορές καθαρισμένος (στίχ. 7). Τίποτε τό ψεύτικο καί τό δόλιο δέν ἔχουν τά λόγια τοῦ Θεοῦ, ἀντίθετα μέ τό ψέμα καί τήν δολιότητα τῶν ἀρχόντων, γιά τούς ὁποίους μίλησε ὁ ψαλμός μας. Βεβαιωμένοι τώρα στήν πίστη τους στά λόγια τοῦ Θεοῦ οἱ πτωχοί καί οἱ πένητες λέγουν μέ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός θά τούς φυλάξει καί θά τούς διατηρήσει σώους καί ἀβλαβεῖς ἀπό τήν γενεά τήν πονηρή, στήν ὁποία ζοῦν (στίχ. 8), ἔστω καί ἄν πολλοί ἀσεβεῖς τούς περικυκλώνουν, ἔστω καί ἄν ἐπικρατεῖ μεγάλη διαφθορά μεταξύ τῶν ἀνθρώπων (στίχ. 9).
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Ακτίνες