Θυμᾶσαι, πιστεύω, ὅτι ὁ χριστιανὸς δὲν εἶναι ἕνας κοινὸς ἄνθρωπος, ἀφοῦ διαμορφώνεται τόσο ἀπὸ τὴ φύση ὅσο καὶ ἀπὸ τὴ χάρη. Πρέπει νὰ διευκρινίσω, ὅμως, ὅτι ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς δὲν σώζονται ὅλοι. Σώζονται, μπαίνουν δηλαδὴ στὴν αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μόνο ἐκεῖνοι στοὺς ὁποίους ἐνοικεῖ ἡ χάρη, διαποτίζοντάς τους ὁλοκληρωτικά, μεταμορφώνοντας θὰ ἔλεγα, σύνολη τὴ φύση τους. Πρόσεξε τί λέει ὁ Κύριος! Λέει πὼς «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μοιάζει μὲ προζύμι, ποὺ τὸ πῆρε μία γυναίκα καὶ τὸ ἀνακάτεψε μ’ ἕνα σακὶ ἀλεύρι, ὥσπου ζυμώθηκε ὅλο» (Ματθ. 13:33). Τὸ ζυμάρι δὲν φουσκώνει ἀμέσως μόλις ἀνακατωθεῖ μὲ τὸ προζύμι. Φουσκώνει στὴν ὥρα του, ἀφοῦ πρῶτα τὸ προζύμι διεισδύσει καὶ ἁπλωθεῖ σιγὰ-σιγὰ μέσα του. Τὸ ψωμὶ ποὺ γίνεται ἔτσι, εἶναι ἀνάλαφρο, εὐωδιστό, νόστιμο. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴ χάρη. Ὅταν ἑνώνεται μὲ τὴ φύση μας, στὸ ἅγιο Βάπτισμα, δὲν τὴ διαποτίζει ἀμέσως. Ἁπλώνεται σιγὰ-σιγά. Κι ὅταν ἡ χάρη ἁπλωθεῖ παντοῦ, ὅταν σύνολη ἡ φύση μας χαριτωθεῖ, τότε, ὅλα ὅσα κάνουμε, παίρνουν ἕναν ἄλλο χαρακτήρα. Τότε οἱ ἐνέργειές μας, μολονότι φαινομενικὰ εἶναι οἱ ἴδιες μὲ ἄλλες ὅμοιες ὁποιουδήποτε ἀνθρώπου, ἀποκτοῦν ἕνα ἰδιαίτερο ἄρωμα, μίαν ἰδιαίτερη γεύση, ἕναν ἰδιαίτερο ἦχο. Ὁ Θεὸς δέχεται μόνο αὐτὲς τὶς ἐνέργειες, ποὺ Τοῦ εἶναι ἐξαιρετικὰ εὐάρεστες.
Θὰ κάνω ἄλλη μία παρομοίωση, γιὰ νὰ ἐξηγήσω τὸ πῶς ἡ χάρη, ὅταν τῆς δίνονται περιθώρια νὰ ἐνεργήσει, ἀφοῦ διαποτίσει σύνολη τὴ φύση μας, γίνεται καὶ ἐξωτερικὰ ὁρατὴ σὲ ὅλους ὅσοι εἶναι ἱκανοὶ νὰ τὴ δοῦν. Ἡ χάρη, λοιπόν, μοιάζει μὲ τὴ φωτιά, ποὺ διεισδύει στὸ σίδερο. Δὲν εἶναι μόνο μέσα στὸ σίδερο, μὰ καὶ στὸ ἐξωτερικό του. Τὴν πύρινη δύναμή της τὴ βλέπει ὁ καθένας. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὴ χάρη, ὅταν εἰσχωρήσει στὴ φύση μας. Γίνεται ἀντιληπτὴ ἀπ’ ὅλους. Ὅλοι ὅσοι ἔρχονται σὲ ἐπαφὴ μ’ ἕναν θεοχαρίτωτο ἄνθρωπο, αἰσθάνονται ὅτι αὐτὸς ἔχει μίαν ἀσυνήθιστη δύναμη, ποὺ ἐκδηλώνεται ποικιλότροπα. Ὅταν ἀρχίζει νὰ μιλάει γιὰ ὁτιδήποτε πνευματικό, λάμπει σὰν τὸν μεσημεριάτικο ἥλιο, καὶ τὰ λόγια του πηγαίνουν κατευθείαν στὴν ψυχὴ τοῦ ἀκροατῆ, διαμορφώνοντας μέσα του μὲ αὐθεντία ἀνάλογα συναισθήματα καὶ διαθέσεις. Μὰ κι ὅταν ἀκόμα δὲν μιλάει, ἐκπέμπει μία θερμότητα, ποὺ ἐπηρεάζει τὰ πάντα γύρω του, καὶ μία παράξενη δύναμη, ποὺ ἐπενεργεῖ στὶς ψυχὲς καὶ τοὺς ἐμπνέει προθυμία γιὰ πνευματικὸ ἀγώνα.
Παίρνουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ στὴ νηπιακή μας ἡλικία μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ἡ χάρη ἀρχίζει νὰ ἐνεργεῖ μέσα μας, μὲ τὴν προοπτικὴ καὶ τὴν ἐλπίδα ὅτι, μετὰ τὴν ἐνηλικίωση καὶ ὡρίμανσή μας, θὰ ἀναλάβουμε αὐτοθέλητα καὶ πρόθυμα τὸν ἀγώνα γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ὅταν οἱ γονεῖς εἶναι εὐσεβεῖς καὶ ἀνατρέφουν τὰ παιδιά τους, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος, «δίνοντάς τους ἀγωγὴ καὶ συμβουλὲς ποὺ ἐμπνέονται ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Κύριο» (Ἐφ. 6:4) , τότε ἡ θεία χάρη γεννάει τὴν εἰρήνη στὶς παιδικὲς ψυχές. Ἔτσι τὰ παιδιὰ γίνονται εὐγενικά, ταπεινά, ὑπάκουα, καλότροπα, θεοφοβούμενα. Παραδείγματα μπορεῖ νὰ δεῖ κανεὶς παντοῦ. Θὰ ἔλεγα πὼς κι ἐσὺ εἶσαι ἕνα τέτοιο παιδί, ἂν δὲν φοβόμουνα ὅτι θὰ τὸ ἔπαιρνες ἐπάνω σου, μολονότι κανένα χάρισμά σου δὲν ὀφείλεται σὲ δικές σου προσπάθειες. Ὑπάρχουν στὴν ψυχή σου πολλὰ καλὰ στοιχεῖα, ἀλλὰ τὰ ἔχεις πάρει ἀπὸ ἄλλους· εἶναι δῶρα εἴτε τοῦ Θεοῦ εἴτε τῶν ἀνθρώπων, καὶ συγκεκριμένα τῶν γονιῶν σου, πού σοῦ τὰ κληροδότησαν ἤ σοῦ τὰ ἔδωσαν μὲ τὴν ἀνατροφή. Μπροστά σου βρίσκεται τώρα ἕνα καθῆκον: Ν’ ἀγαπήσεις ὅλα αὐτὰ τὰ καλὰ στοιχεῖα, νὰ τὰ κλείσεις στὴν καρδιά σου, κι ἔπειτα νὰ τὰ αὐξήσεις καὶ νὰ τὰ πολλαπλασιάσεις. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι πατᾶς σὲ γερὰ θεμέλια καὶ ὅτι βρίσκεσαι στὸν σωστὸ δρόμο. Τίποτα, ὅμως, ἀπ’ ὅσα ἔχεις δὲν εἶναι καρπὸς τῆς ἐλεύθερης βουλήσεώς σου καὶ ἀποτέλεσμα ὑπεύθυνων ἀποφάσεών σου. Καὶ ἂν δὲν ἀρχίσεις τώρα νὰ καταβάλλεις τὶς δικές σου προσπάθειες γιὰ τὴ σταθεροποίηση τῶν καλῶν στοιχείων τῆς ψυχῆς σου, θὰ τὰ χάσεις ὅλα μὲ τὶς πρῶτες δυσάρεστες περιστάσεις. Ναί, θὰ σὲ ἐγκαταλείψουν, ἀφήνοντας πίσω τους μόνο μία γλυκειὰ – ἢ μήπως πικρή;- ἀνάμνηση.
Θυμᾶσαι τί ἔνιωσες, ὅταν βυθίστηκες στὴ δίνη τῆς κοσμικῆς ζωῆς; Πῶς ταλαιπωρήθηκες τότε; Πῶς ἡ λύπη πλημμύρισε τὴν καρδιά σου; Ὅ,τι καλὸ ἔχεις μέσα σου, τὸ πῆρες ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ τὴν οἰκογένειά σου. Γιατί, λοιπόν, οἱ ἐμπειρίες σου ἀπὸ τὴν κοσμικὴ ζωὴ σὲ στενοχώρησαν; Ἐπειδὴ ἄφησες τὸν ἑαυτό σου νὰ νιώσει κάποια συμπάθεια γιὰ τὴ ζωὴ αὐτή. Μολονότι δὲν τὸ ὁμολόγησες, εἶναι αὐταπόδεικτο ἀπὸ τὴ λύπη ποὺ σὲ ταλαιπώρησε ἀργότερα. Ἂν δὲν ὑπῆρχε συμπάθεια, δὲν θὰ ὑπῆρχε καὶ ταλαιπωρία. Σοῦ ἔγραψα ὅτι, ἂν κάποια ἀδήριτη ἀνάγκη σὲ ρίξει ξανὰ στὴν ἴδια δίνη, μὴν ἀφήσεις τὴν καρδιά σου νὰ προσκολληθεῖ σὲ κάτι ἀπ’ ὅσα βλέπεις ἢ ἀκοῦς ἐκεῖ. Ἂν ἡ καρδιά σου δὲν προσκολληθεῖ σὲ τίποτα, δὲν θὰ ξαναδοκιμάσεις λύπη. Δὲν ξέρω ἂν τώρα βρίσκεσαι πάλι σ’ αὐτὴ τὴ δίνη. Κι ἂν βρίσκεσαι, δὲν ξέρω ἂν τηρεῖς τὴ συμβουλή μου. Κάνε ὅ,τι νομίζεις. Εἶσαι αὐτεξούσια. Ὅπου νὰ ‘ναι, ἄλλωστε, ἐνηλικιώνεσαι.
Ἀπὸ τὴν πλευρά μου, πάντως, ὀφείλω νὰ σοῦ πῶ εἰλικρινὰ καὶ ξεκάθαρα ὅτι ἔχεις τρεῖς ἐπιλογές: Εἴτε νὰ γίνεις ἄνθρωπος πνευματικὸς καὶ θεοχαρίτωτος, εἴτε νὰ γίνεις ἄνθρωπος κοσμικός, κενός, ματαιόσχολος καὶ ἐμπαθὴς ὅσο ὅλοι σχεδὸν οἱ ἄλλοι, εἴτε, τέλος νὰ γίνεις ἄνθρωπος μετέωρος ἀνάμεσα στὴν πνευματικὴ καὶ τὴν κοσμικὴ ζωή. Ἐλπίζω καὶ εὔχομαι νὰ γίνεις ἄνθρωπος πνευματικός. Καὶ θὰ γίνεις, ἂν τὸ θελήσεις. Ἄνθρωπος κενὸς καὶ ματαιόσχολος, ἄνθρωπος κοσμικὸς καὶ ἄπιστος δὲν νομίζω ὅτι θὰ γίνεις ποτέ, γιατί σὲ γνωρίζω ἀρκετὰ καλά. Δὲν μπορῶ, ὡστόσο, ν’ ἀποκλείσω τὴν πιθανότητα τῆς τρίτης περιπτώσεως. Εἶναι πιθανὸ νὰ μὴ γίνεις οὔτε ἐντελῶς πνευματικὴ μὰ οὔτε καὶ ἐντελῶς κοσμική, οὔτε χριστιανὴ μὰ οὔτε καὶ ἄπιστη. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ συμβεῖ, ἂν δὲν φυλάξεις τὴν καρδιά σου ἀπὸ τὴν ἕλξη τῆς κοσμικῆς ζωῆς. Πρόσεξε! Μιλάω γιὰ ἕλξη καὶ ὄχι γιὰ συμμετοχὴ στὴν κοσμικὴ ζωή. Γιατί ἡ συμμετοχή, ὅπως λὲς κι ἐσύ, μερικὲς φορὲς εἶναι ἀναπόφευκτη. Ἂν λοιπόν, δὲν φυλάξεις τὴν καρδιά σου ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἕλξη, θὰ γεννηθεῖ μέσα σου μία συμπάθεια γιὰ τὴν κοσμικότητα, συμπάθεια ποὺ δὲν θὰ σὲ ἀποκόψει ἐντελῶς ἀπὸ τὶς χριστιανικὲς ἀρχές σου, ἀλλὰ θὰ σοῦ ἐμπνεύσει κάποια ψυχρότητα ἀπέναντί τους. Θὰ διατηρήσεις τὶς ἀρχές σου, ἢ μᾶλλον μερικὲς ἀπ’ αὐτές, ἀλλὰ μόνο ἀπὸ συνήθεια. Ἔτσι οὐσιαστικὰ δὲν θὰ βρίσκεσαι οὔτε στὸν κοσμικὸ χῶρο, οὔτε στὸν ἀληθινὰ πνευματικό· δὲν θὰ εἶσαι οὔτε κοσμικὸς οὔτε πνευματικὸς ἄνθρωπος.
Τὸ ἀποτέλεσμα ποιὸ θὰ εἶναι; Ὅποιο ἦταν καὶ γιὰ τὸν ἄγγελο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Λαοδικείας, ποὺ καταδικάστηκε ἀπὸ τὸν Κύριο στὴν Ἀποκάλυψη: «Ξέρω καλὰ τὰ ἔργα σου. Δὲν εἶσαι οὔτε κρύος οὔτε ζεστός. Μακάρι νὰ ἤσουνα εἴτε κρύος εἴτε ζεστός! Ἐπειδή, ὅμως, δὲν εἶσαι οὔτε κρύος οὔτε ζεστὸς ἀλλὰ χλιαρός, γι’ αὐτὸ θὰ σὲ ξεράσω ἀπὸ τὸ στόμα μου» (Ἀποκ. 3:15-16). Πρέπει νὰ εἶναι κανεὶς θερμὸς ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ σ’ ὅλα τὰ θεῖα, ἀλλὰ ψυχρὸς ἀπέναντι στὴν κοσμικότητα καὶ τὴν ἁμαρτία. Ἂν δὲν εἶσαι οὔτε ψυχρὴ ἀπέναντι στὴν κοσμικότητα οὔτε θερμὴ ἀπέναντι στὰ θεῖα, ἀλλὰ χλιαρὴ καὶ κρυερὴ ἀπέναντι σὲ ὅλα, ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἀποδοκιμάσει καὶ θὰ σὲ ἀπορρίψει.
Τί πρέπει, λοιπόν, νὰ κάνεις; Νὰ διαλέξεις μὲ τὴν καρδιά σου τὴν ἅγια καὶ θεάρεστη πνευματικὴ ζωή, τώρα μάλιστα ποὺ ἐνηλικιώνεσαι. Θὰ τὴ διαλέξεις; Ὁ Κύριος νὰ σὲ εὐλογήσει καὶ νὰ σὲ φωτίσει!