Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Το τελευταίο καιρό έχουν πάρει ανησυχητικές διαστάσεις τα μαχαιρώματα... Δεν είναι μόνο τα πρόσφατα περιστατικά της δολοφονίας ενός πατέρα, κατόπιν ενός αδελφού,
Αμερικανοί βιολόγοι φαίνεται πως πειραματίζονται με στελέχη του ιού της ευλογιάς, παρά τη ρητή απαγόρευση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, σύμφωνα με τα όσα δήλωσε ο επικεφαλής των στρατευμάτων ακτινοβολίας, χημικής και βιολογικής προστασίας των Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αντιστράτηγος Igor Kirillov.
Τα βιοηθικά ζητήματα από τη δημιουργία κατεψυγμένων «προσχεδιασμένων» εμβρύων.
Εκπομπή με τον π. Αρσένιο Βλιαγκόφτη της Κυριακής 14 Ιανουαρίου 2024.
Τόσο οι μακροοικονομικοί δείκτες, όσο και το διεθνές εμπόριο, έχουν δεχτεί μεγάλες μεταβολές την περίοδο Οκτωβρίου 2022 - Οκτωβρίου 2023.
Πολλοί άνθρωποι, μεταξύ των οποίων και μέλη της Εκκλησίας, εορτάζουμε, πανηγυρικά και, συνήθως, με κοσμικό τρόπο, το τέλος του παλαιού χρόνου και την αρχή του νέου.
Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 1853 : οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, βλέποντας τη στρατιωτική υπεροχή της ανερχόμενης Ρωσίας, αποφάσισαν να συνασπισθούν εναντίον της. Έτσι, έμμεσα, πήραν το μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που βρισκόταν σε ολομέτωπο αγώνα με τη Ρωσία. Στον αντιρωσικό συνασπισμό μόνη αντίθετη ήταν η φιλική προς τη Ρωσία, μικρή (σύνορα Αμβρακικού-Παγασητικού), αλλά ομόδοξη Ελλάδα. Στη ρωσοτουρκική σύγκρουση, γνωστή με το όνομα Κριμαϊκός πόλεμος, η Ρωσία τελικά ηττήθηκε. Ο πόλεμος αυτός στάθηκε αφορμή για την Ελλάδα να επιδιώξει την απελευθέρωση ελληνικών περιοχών που στέναζαν υπό τον οθωμανικό ζυγό.
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ : Ο ελληνικός λαός και η ηγεσία του, το ζεύγος Αμαλίας Όθωνα, πιστοί στα ιδανικά της Μεγάλης Ιδέας, πίστεψαν ότι παρουσιάστηκε η ευκαιρία επανένωσης του Ελληνισμού. Ο ίδιος ο Έλληνας μονάρχης έγινε αρχηγός της πολεμικής οργάνωσης στο ελεύθερο αλλά και στο σκλαβωμένο τμήμα της Ελλάδας. Αφορμές του ξέσπασματός της αποτέλεσαν η καταστροφή του τουρκικού στόλου στον Πόντο από τους Ρώσους και οι δηλώσεις του τσάρου ότι πολεμά για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των Χριστιανών της Τουρκίας και για τα προνόμια της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η επανάσταση εκδηλώθηκε πρώτα στην Ήπειρο (15/1/1854) αλλά σύντομα κατεστάλη1.
Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ: Από το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου συγκεντρώνονταν επαναστατικά σώματα στη Λαμία με σκοπό, μόλις θα δινόταν το σύνθημα, να εισβάλουν στη Θεσσαλία από το Δομοκό και τη Σούρπη. Στις αρχές Φεβρουαρίου, υπό την καθοδήγηση του στρατηγού Χριστόδουλου Χατζηπέτρου, ένοπλοι κάτω από την ηγεσία επιλέκτων αξιωματικών του ελληνικού στρατού όπως οι Ράγκος, Στουρνάρας, Μπασδέκης, και γνωστών Θεσσαλών ανταρτών, όπως οι Καταραχιάς, Ζητουνιάτης, Τζαμάλας, Φαρμάκης, Γριζάνος, Καραούλης, Παπακώστας, Βελέντζας, Θ. Ζιάκας, και άλλων, που είχαν συγκεντρωθεί από τα τέλη του 1853 στην περιοχή της Λαμίας, εισέβαλαν στη Θεσσαλία.
Την οργάνωση και τον εφοδιασμό τους ανέλαβε ο μοίραρχος χωροφυλακής Λαμίας, Γεώργιος Κροκίδας, σε συνεννόηση με τον υπουργό στρατιωτικών Σκαρλάτο Σούτσο. Οι κάτοικοι της Θεσσαλίας, δέχονταν με χαρά τους επαναστάτες, συμμετέχοντας με κάθε τρόπο στον κοινό αγώνα.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΣΤΑ ΑΓΡΑΦΑ : Το σύνθημα της εξέγερσης δόθηκε στη Δυτική Αργιθέα. Ο οπλαρχηγός Δημ. Τσιγαρίδας με 30 οπλοφόρους χτύπησε ένα τουρκικό απόσπασμα. Στη συνέχεια πρόκριτοι των χωριών της Αργιθέας συγκεντρώθηκαν στα Μικρά Βραγγιανά, στην ελληνοτουρκική μεθόριο και αποφάσισαν να στηρίξουν τον αγώνα, ενώ άλλοι οπλαρχηγοί, (Γ. Καραούλης, Ν. Μαντζούνης Γιαννούλης Οικονόμου) έδιωξαν από το Λιάσκοβο (Πετρωτό) τους Τουρκαλβανούς της εκεί φρουράς. Στη συνέχεια οι επαναστάτες συνενώθηκαν σε μια δύναμη 300 ανδρών, ενώ στην περιοχή της Στεφανιάδας προστέθηκε και μικρή δύναμη αγωνιστών του δασονόμου Κώτσιου Μανωλίδη από το Βάλτο. Ο Μανωλίδης πήρε με το μέρος του πολλούς οπλαρχηγούς, όπως τον Τσιγγέλη, τον Καραθανάση και το Φούρλη, και εν συνεχεία οργάνωσε στρατόπεδο στο Ανθηρό, (Μπουκοβίστα). Λίγες μέρες μετά, το επαναστατικό αυτό σώμα κατέλαβε τη Σκάλα Οξυάς, (Ανθοχώρι), και, αφού χτύπησαν ισχυρό άγημα Τουρκαλβανών, ετοιμάστηκαν να κατηφορίσουν στα Τρίκαλα. Αργότερα κατευθύνθηκαν στα Άγραφα και οι αρματολοί Ι. Ράγκος και Σωτ. Στράτος, ενώ στο Πετρίλο κατευθύνθηκε ο λοχαγός του ελληνικού στρατού Μ. Αδάμ, με τους οπλαρχηγούς Α. Μπουκουβάλα, Χρ. Μήλια, Ι. Τριανταφυλλάκη και Δ. Κατσουράκη.
ΑΛΛΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ : Στις αρχές Φεβρουαρίου έφτασαν στην Πόρτα (Πύλη) για να οργανώσουν την εκεί εξέγερση οι αξιωματικοί Τζακόπουλος, Κόρακας, Στουρνάρας και Καραμήτσος. Ο Θ. Ζιάκας πέρασε ανατολικότερα τη μεθόριο στις 20/2 με το σώμα του, που αποτελείτο από Μακεδόνες οπλαρχηγούς (Ζαχείλας, Ι. Διαμαντής, Λαζαίοι, Μπζιωταίοι, Ε. Κοροβάγκος) με την επωνυμία “Σώμα των Ολυμπίων ή Μακεδόνων”, και στρατοπέδευσε στο χωριό Καΐτσα (Μακρυρράχη). Τμήμα των επαναστατών με τον Γ. Καταραχιά, προχώρησε προς το Σμόκοβο και αφού συνενώθηκε με δυνάμεις του Ν. Λεωτσάκου και του Θ. Ζιάκα, κατέλαβε το Τσαμάσι (Ανάβρα) καταδιώκοντας την αλβανική φρουρά. Νωρίτερα, την 19/2, στη Ρεντίνα κάτοικοι έδιωξαν την αλβανική φρουρά υψώνοντας την επαναστατική σημαία, ενώ λίγο αργότερα ξεσηκώθηκαν οι κάτοικοι της Καστανιάς Αγράφων.
ΠΡΩΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ : Οι μπέηδες της Λάρισας και άλλων αστικών κέντρων, ανησυχώντας, ζήτησαν ενισχύσεις. Έτσι δύναμη 2.000 ανδρών του Αμπάζ Λαλιώτη κατευθύνθηκε στο Μεσενικόλα, διώχνοντας τους επαναστάτες από τα χωριά Παλιούρι και Άγιο Ιωάννη, ενώ άλλη οθωμανική δύναμη υπό τον Ισμαήλ Φράσαρη προωθήθηκε στον Ασπροπόταμο. Συγχρόνως η Πύλη έστειλε με πλοία 1.000 εμπειροπόλεμους για την υπεράσπιση του Βόλου διορίζοντας γενικό υπεύθυνο καταστολής της επανάστασης το Ζεϊνέλ πασά.
Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ (Χ. ΧΑΤΖΗΠΕΤΡΟΣ) : Στις 14/2 ο Χατζηπέτρος, υπασπιστής του Όθωνα, οργάνωσε στη Λαμία ένα σώμα, το “Αλκιβιάδειον”, 500 ανδρών και κατευθύνθηκε στο Φανάρι όπου συνενώθηκε με τις δυνάμεις του Στράτου του Ράγκου, του Καταραχιά και του Ζιάκα σχηματίζοντας ένα στράτευμα 2.000 ενόπλων, που επιδόθηκε στην πολιορκία του Φαναρίου, διοικητικού κέντρο των Οθωμανών της περιοχής των Αγράφων. Στις 7/3 κατόρθωσαν να κάνουν τον οθωμανική φρουρά να υποχωρήσει στο προστατευμένο μεσαιωνικό κάστρο του Φαναρίου.
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΚΑΛΥΒΙΑ ΤΡΙΚΑΛΩΝ : Στις αρχές Απριλίου, οι επαναστάτες των Αγράφων κατευθύνθηκαν ΒΔ με σκοπό να καταλάβουν τα Τρίκαλα, που φυλάσσονταν από 800 Οθωμανούς, ελπίζοντας στην υποστήριξη των Ελλήνων του κάμπου. Η πρώτη σύγκρουση κατά την πορεία αυτή έγινε στο Μαυρομάτι, όπου οι Ράγκος και Στράτος εκδίωξαν τους Τούρκους. Μετά τις μικροσυγκρούσεις γύρω από τα Μ. Καλύβια μεταξύ Ελλήνων και Αλβανών, στις 8/4, οι επαναστάτες αντιμετώπισαν συντονισμένη επίθεση 1.500 ενόπλων, διακοσίων ιππέων και δύο πυροβόλων. Σύντομα, όμως, οι Οθωμανοί αξιωματικοί του σώματος, Φράσαρης και Χοτόμπεης, διέταξαν υποχώρηση αφήνοντας πίσω τους 50 νεκρούς. Τότε ο Χατζηπέτρος κάλεσε στα Καλύβια όλους τους οπλαρχηγούς. Εκεί αποφασίστηκε να μοιράσουν τις δυνάμεις τους σε διάφορα επίκαιρα σημεία της Δυτ. Θεσσαλίας για να ελέγχουν καλύτερα την περιοχή και τις εχθρικές κινήσεις. Την 11/4 ο Χατζηπέτρος έστειλε ενόπλους στο Βελέσι, το Ζάρκο και τον Παλαμά για να ξεσηκώσουν κι εκεί τους κατοίκους. Εναντίον τους όμως κινήθηκε οθωμανικός στρατός, (Αλβανοί και Άραβες), που τους ανέκοψε στο Βελέσι. Προς ενίσχυση των Ελλήνων ήλθε ο Λεωτσάκος με 300 άνδρες αναγκάζοντας τους Οθωμανούς να αποχωρήσουν. Δύο ημέρες όμως μετά, επέστρεψαν στο Βελέσι και επιδόθηκαν σε λεηλασίες και ωμότητες.
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΠΑΚΑΣ : Ο στρατός του Χατζηπέτρου, ενισχυμένος με αφίξεις Κρητών και Πελοποννησίων, βρισκόταν στο στρατόπεδο της Καλαμπάκας, έξω από τα τείχη, όπου περίμενε Οθωμανικές ενισχύσεις από τον Σελήμ πασά. Πραγματικά στις 30 Απριλίου εμφανίστηκε ο Σελήμ επικεφαλής 1500 Τουρκαλβανών, 300 ιππέων με την υποστήριξη οκτώ κανονιών. Οι οθωμανικές δυνάμεις στρατοπέδευσαν στη όχθη του Πηνειού, ενώ οι Έλληνες κατείχαν επίκαιρες θέσεις στα υψώματα γύρω από την πόλη. Οι συγκρούσεις άρχισαν την Πρωτομαγιά και κράτησαν μέχρι την 4η Μαίου, ημέρα κατά την οποία ενισχύθηκαν περισσότερο οι ελληνικές θέσεις χάρις στην άφιξη Μακεδόνων αγωνιστών. Στις 5/5 ο Σελήμ επιχείρησε έφοδο κατά των ελληνικών θέσεων. Χτυπήθηκε όμως επιτυχώς από τους ακροβολισμένους Έλληνες αγωνιστές. Έτσι ο πασάς διέταξε υποχώρηση. Οι Οθωμανοί άφησαν πίσω τους 200 νεκρούς. Νέα προσπάθεια των Τούρκων την 9η Μαίου έφερε χειρότερα αποτελέσματα. Οι νεκροί τους αυτοί τη φορά ήταν περί τους 500. Τέλος οι Οθωμανοί πολιορκημένοι, αναλογιζόμενοι τη δεινή θέση που είχαν περιέλθει, επιχείρησαν ομαδική έξοδο προς τα Τρίκαλα. Όμως, στην επιχειρούμενη έξοδο, οι Τούρκοι νικήθηκαν κατά κράτος, αφήνοντας πολλούς νεκρούς από ελληνικά όπλα και από πνιγμό, καθόσον στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν αλαφιασμένοι έπεφταν στον Πηνειό. Στα χέρια των επαναστατών έπεσε πληθώρα λαφύρων και ένας αριθμός 200 Αράβων αιχμαλώτων. Η μάχη της Καλαμπάκας αναδείχτηκε η μεγαλύτερη, αλλά τελευταία, νίκη της επανάστασης. Η μεγάλη αυτή επιτυχία εορτάστηκε με Δοξολογία στη μητρόπολη της Καλαμπάκας, όπου διαβάστηκε η ημερήσια διαταγή του Χατζηπέτρου.
Η ΧΩΡΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΤΤΑ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ: Δυστυχώς, οι θυσίες του ελληνικού στρατού και των επαναστατών πήγαν χαμένες για εξωγενείς λόγους. Οι μεγάλες δυνάμεις που ήταν με το μέρος του “γίγαντα με τα πήλινα πόδια”, όπως αποκαλούνταν η παραπαίουσα Οθωμανική αυτοκρατορία, αφού έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για την παρεμπόδιση εφοδιασμού του ελληνικού στρατού, κατέλαβαν εκφοβιστικά τον Πειραιά. Έτσι ο υπουργός των στρατιωτικών, Μαυροκορδάτος, αναγκάστηκε να ανακαλέσει όλους τους αξιωματικούς του στρατού από τη Θεσσαλία διατάσσοντας τη διακοπή βοήθειας προς τους επαναστάτες. Συγχρόνως ο Όθων εξαναγκάστηκε να υπογράψει διακήρυξη ουδετερότητας και την αποκήρυξη της επανάστασης στις 12/5/1854. Μετά από αυτά, το στρατόπεδο της Καλαμπάκας άρχισε να αραιώνει από τους αξιωματικούς, μέχρι που διαλύθηκε οριστικά στις 6/6. Η αποτυχία της επανάστασης, που οφειλόταν στην ξενική κατοχή, ακολουθήθηκε από βιαιοπραγίες του τουρκικού όχλου εις βάρος των Χριστιανών των μεγάλων αστικών και μη κέντρων της Θεσσαλίας.
Πηγή: Ακτίνες
Ἀπόγονοι τοῦ σοφοῦ καὶ φιλανθρώπου Ἔθνους τῶν Ἑλλήνων, σύγχρονοι τῶν νῦν πεφωτισμένων καὶ εὐνομουμένων λαῶν τῆς Εὐρώπης καὶ θεαταὶ τῶν καλῶν, τὰ ὁποῖα οὗτοι ὑπὸ τὴν ἀδιάῤῥηκτον τῶν νόμων αἰγίδα ἀπολαμβάνουσιν, ἦτο ἀδύνατον πλέον νὰ ὑποφέρωμεν μέχρις ἀναλγησίας καὶ εὐηθείας τὴν σκληρὰν τοῦ Ὀθωμανικοῦ Κράτους μάστιγα, ἥτις ἤδη τέσσαρας περίπου αἰῶνας ἐπάταζε τὰς κεφαλὰς ἡμῶν, καὶ ἀντὶ τοῦ λόγου τὴν θέλησιν ὡς νόμον γνωρίζουσα, διώκει καὶ διέταττε τὰ πάντα δεσποτικῶς καὶ αὐτογνωμόνως.
Μετὰ μακρὰν δουλείαν ἠναγκάσθημεν τέλος πάντων νὰ λάβωμεν τὰ ὅπλα εἰς χεῖρας, καὶ νὰ ἐκδικήσωμεν ἑαυτούς, καὶ τὴν πατρίδα ἡμῶν ἀπὸ μίαν τοιαύτην φρικτήν, καὶ ὡς πρὸς τὴν ἀρχὴν αὐτῆς, ἄδικον τυραννίαν, ἥτις οὐδεμίαν ἄλλην εἶχεν ὁμοίαν, ἢ κἂν δυναμένην ὁπωσοῦν μετ᾿ αὐτῆς νὰ παραβληθῇ δυναστείαν.
Ὁ κατὰ τῶν Τούρκων πόλεμος ἡμῶν, μακρὰν τοῦ νὰ στηρίζεται εἰς ἀρχάς τινας δημαγωγικὰς καὶ στασιώδεις, ἢ ἰδιωφελεῖς μέρους τινὸς τοῦ σύμπαντος Ἑλληνικοῦ Ἔθνους σκοπούς, εἶναι πόλεμος ἐθνικός, πόλεμος ἱερός, πόλεμος, τοῦ ὁποίου ἡ μόνη αἰτία εἶναι ἡ ἀνάκτησις τῶν δικαίων τῆς προσωπικῆς ἡμῶν ἐλευθερίας, τῆς ἰδιοκτησίας καὶ τῆς τιμῆς, τὰ ὁποῖα, ἐνῶ τὴν σήμερον ὅλοι οἱ εὐνομούμενοι καὶ γειτονικοὶ λαοὶ τῆς Εὐρώπης τὰ χαίρουσιν, ἀπὸ ἡμᾶς μόνον ἡ σκληρὰ καὶ ἀπαραδειγμάτιστος τῶν Ὀθωμανῶν τυραννία ἐπροσπάθησεν μὲ βίαν νὰ ἀφαιρέσει, καὶ ἐντὸς τοῦ στήθους ἡμῶν νὰ τὰ πνίξῃ.
Εἴχομεν ἡμεῖς τάχα ὀλιγώτερον παρὰ τὰ λοιπὰ ἔθνη λόγον διὰ νὰ στερώμεθα ἐκείνων τῶν δικαίων, ἢ εἴμεθα φύσεως κατωτέρας καὶ ἀχρειεστέρας, διὰ νὰ νομιζώμεθα ἀνάξιοι αὐτῶν, καὶ καταδικασμένοι εἰς αἰώνιον δουλείαν, νὰ ἕρπωμεν ὡς κτήνη καὶ αὐτόματα εἰς τὴν ἄλογον θέλησιν ἐνὸς ἀπηνοῦς τυράννου, ὅστις ληστρικῶς καὶ ἄνευ τινὸς συνθήκης ἦλθεν μακρόθεν νὰ μᾶς καθυποτάξῃ; Δίκαια, τὰ ὁποῖα ἡ φύσις ἐνέσπειρε βαθέως εἰς τὴν καρδίαν τῶν ἀνθρώπων, καὶ τὰ ὁποῖα οἱ νόμοι, σύμφωνοι μὲ τὴν φύσιν, καθιέρωσαν, ὄχι τριῶν ἢ τεσσάρων, ἀλλὰ καὶ χιλίων καὶ μυρίων αἰώνων τυραννία δὲν δύναται νὰ ἑξαλείψη. Καὶ ἂν ἡ βία, ἢ ἡ ἰσχὺς πρὸς τὸν καιρὸν τὰ καταπλακώσῃ, ταῦτα πάλιν ἁπαλαίωτα καὶ ἀνεξάλειπτα καθ᾿ ἑαυτά, ἡ ἰσχὺς ἠμπορεῖ ν᾿ ἀποκαταστήσῃ καὶ ἀναδείξῃ, οἷα καὶ πρότερον καὶ ἀπ᾿ αἰώνων ἦσαν! Δίκαια τέλος πάντων τὰ ὁποῖα δὲν ἐπαύσαμεν μὲ τὰ ὅπλα νὰ ὑπερασπιζώμεθα ἐντὸς τῆς Ἑλλάδος, ὅπως οἱ καιροὶ καὶ αἱ περιστάσεις ἐπέτρεπον.
Ἀπὸ τοιαύτας ἀρχὰς τῶν φυσικῶν δικαίων ὁρμώμενοι, καὶ θέλοντες νὰ ἐξομοιωθῶμεν με τοὺς λοιποὺς συναδελφούς μας, Εὐρωπαίους Χριστιανούς, ἐκινήσαμεν τὸν πόλεμον κατὰ τῶν Τούρκων, μᾶλλον δὲ τοὺς κατὰ μέρος πολέμους ἑνώσαντες, ὁμοθυμαδὸν ἐκστρατεύσαμεν, ἀποφασίσαντες ἢ νὰ ἐπιτύχωμεν τὸν σκοπόν μας, καὶ νὰ διοικηθῶμεν μὲ νόμους δικαίους, ἢ νὰ χαθῶμεν ἐξ ὁλοκλήρου, κρίνοντες ἀνάξιον νὰ ζῶμεν πλέον ἡμεῖς οἱ ἀπόγονοι τοῦ περικλεοῦς ἐκείνου Ἔθνους τῶν Ἑλλήνων ὑπὸ δουλείαν τοιαύτην, ἰδίαν μᾶλλον τῶν ἀλόγων ζῴων, παρὰ τῶν λογικῶν ὄντων. Δέκα μῆνες ἤδη παρῆλθον ἀφ᾿ οὖ ἠρχίσαμεν νὰ τρέχωμεν τοῦτο τὸ στάδιον τοῦ ἐθνικοῦ πολέμου. Ὁ ὕψιστος Θεὸς μᾶς ἐβοήθησε, καίτοι ὄχι ἱκανὰ προπαρασκευασμένους, εἰς τὸ τοιοῦτον μέγα τῷ ὄντι ἐπιχείρημα· τὰ ὅπλα μας ἐφάνησαν πολλαχοῦ νικηφόρα, πλὴν καὶ πολλαχοῦ εὗρον, καὶ εἰσέτι εὐρίσκουσιν ἀντίστασιν ὄχι μικράν· περιστάσεις ἐναντίαι μᾶς ἀπήντησαν, καὶ ταύτας νὰ ἐξομαλήσωμεν ἕως ὥρας ἐνησχολούμεθα. Ὅθεν δὲν πρέπει νὰ φανῇ παράξενον ἂν ἄχρι τοῦδε ἀνεβάλλομεν τὴν πολιτικὴν τῆς πατρίδος μας διάταξιν, ἂν δὲν ἐπροφθάσαμεν νὰ κηρύξωμεν τὴν ἀνεξαρτησίαν ἡμῶν, καὶ νὰ ἀναφανῶμεν ὡς ἔθνος ἐνώπιον πάντων τῶν εὐνομουμένων λαῶν καὶ ἁπάσης τῆς οἰκουμένης. Πρὶν περὶ τῆς φυσικῆς ἡμῶν ὑπάρξεως ὁπωσοῦν βεβαιωθῶμεν, ἦτον ἀδύνατον νὰ σκεφθῶμεν καὶ περὶ τῆς πολιτικῆς. Ἔστωσαν λοιπὸν τὰ εἰρημένα εἰς μὲν τοὺς ἄλλους ἱκανὴ ἀπολογία τῆς ἀναβολῆς μας, εἰς ἡμᾶς δὲ παραμυθία διὰ τὴν ἐπικρατήσασαν ἀταξίαν.
Ἤδη δέ, ὅτε αἱ ἐναντίαι περιστάσεις ἤρχισαν νὰ ἐξομαλίζωνται, ἀπεφασίσαμεν ἢ μᾶλλον ἠναγκάσθημεν νὰ ὀργανίσωμεν καὶ Σύνταγμα Πολιτικὸν τῆς Ἑλλάδος· καὶ πρῶτον μὲν κατὰ μέρος, οἷον τὸ τῆς Ἀνατολικῆς χέρσου Ἑλλάδος, τὸ τῆς Δυτικῆς χέρσου Ἑλλάδος, τὸ τῆς Πελοποννήσου, τὸ τῶν Νήσων, κ.τ.λ. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ταῦτα ἀπέβλεπαν μᾶλλον τὰς μερικωτέρας σχέσεις, καθ᾿ ἃς ἑκάστη τῶν εἰρημένων Ἐπαρχιῶν καὶ Νήσων ὤφειλε νὰ διαταχθῇ καὶ διοικηθῇ· διὰ τοῦτο ἦτον ἀνάγκη πᾶσα ἑπομένως νὰ γένῃ καὶ ἓν ἄλλο γενικὸν Προσωρινὸν Πολίτευμα εἰς ὅλα τὰ πράγματα καὶ εἰς ὅλας τὰς ἐσωτερικὰς καὶ ἐξωτερικὰς σχέσεις τῆς Ἑλλάδος ἐπεκτεινόμενον. Πρὸς τούτου τὴν κατασκευὴν καὶ σύνταξιν αἱ κατὰ μέρος Ἐπαρχίαι καὶ Νῆσοι ἔπεμψαν τοὺς πληρεξουσίους Παραστάτας των. Οὗτοι λοιπόν, ἐν ἐθνικῇ συνελεύσει σκεφθέντες καὶ μελετήσαντες ἱκανῶς περὶ τῶν κοινὼν πραγμάτων, ὡργάνισαν μίαν προσωρινὴν Διοίκησιν, καθ᾿ ἣν ἡ Ἑλλὰς ἅπασα μέλλει νὰ κυβερνηθῇ ἐφεξῆς. Ταύτην, καὶ ἁπλῶς μὲν ὡς ἐπὶ τῆς βάσεως τοῦ Δικαίου καὶ τῶν ὀρθῶν Νόμων ἐστηριγμένην, καὶ ἐν μέρει δέ, καθὸ ὡργανισμένην κοινῇ τῶν Ἑλλήνων γνώμῃ, ὀφείλουσιν ὅλοι οἱ λαοί, κάτοικοι τῆς Ἑλλάδος ν᾿ ἀναγνωρίζωσι Μόνην ἔννομον καὶ ἐθνικὴν Διοίκησιν ἀναλόγως προσφερόμενοι.
Τὰ συνιστῶντα τὴν Διοίκησιν Σώματα εἶναι δύο: Τὸ Ἐκτελεστικὸν καὶ τὸ Βουλευτικόν, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διορίζεται καὶ τὸ Δικαστικόν, ἀνεξάρτητον ὅμως ἀπὸ ἐκεῖνα διόλου.
Ταῦτα διακυρύττει ἡ ἐθνικὴ Συνέλευσις πρὸς τὸ Πανελλήνιον, ἓν καὶ μόνον προσεπιφέρουσα, ὅτι αὐτῆς μὲν ἐπεραιώθη τὸ ἔργον, καὶ διαλύεται σήμερον. Ἔργον δὲ τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ χρέος εἶναι νὰ φανῇ εὐπειθὴς καὶ ὑπήκοος εἰς τοὺς νόμους καὶ τοὺς ἐκτελεστὰς καὶ ὑπουργοὺς τῶν νόμων. Ἕλληνες! Εἴπατε πρὸ ὀλίγου ὅτι δὲν θέλετε δουλείαν, καὶ ὁ τύραννος χάνεται καθημέραν ἀπὸ τὸ μέσον σας· ἀλλὰ μόνη ἡ μεταξύ σας ὁμόνοια καὶ ἀκριβὴς ὑποταγὴ εἰς τὴν διοίκησιν ἠμπορεῖ νὰ στερεώσῃ τὴν ἀνεξαρτησίαν σας. Εἴθε ὁ κραταιὸς τοῦ Ὑψίστου βραχίων ν᾿ ἀνυψώσῃ καὶ ἀρχομένους καὶ ἄρχοντας, τὴν Ἑλλάδα ὁλόκληρον, πρὸς τὴν πάρεδρον αὐτοῦ σοφίαν, ὥστε ν᾿ ἀναγνωρίσωσι τ᾿ ἀληθῆ των ἀμοιβαῖα συμφέροντα. Καὶ οἱ μὲν διὰ τῆς προνοίας, οἱ δὲ λαοὶ διὰ τῆς εὐπειθείας νὰ στερεώσωσι τῆς κοινῆς ἡμῶν Πατρίδος τὴν πολύευκτον εὐτυχίαν. Εἴθε! Εἴθε!
Ἐν Ἐπιδαύρῳ τὴν 15ην Ἰανουαρίου A´ τῆς Ἀνεξαρτησίας. ͵αωκβ´ (1822).
Ἰησοῦς ὁ Αἰώνιος Κατακτητής, Ἰησοῦς ὁ Μεγάλος Πυρπολητής, Ἰησοῦς ὁ Μπουρλοτιέρης τῶν ψυχῶν: Ἑκατοντάδες καρδιὲς συντονίζουν τοὺς παλμούς τους μ᾿ Ἐκεῖνον. Μυριάδες ἀνθρώπινες ὑπάρξεις δέχονται τὸ προσκλητήριο μήνυμα στ᾿ ἀκρογιάλι τῆς Γαλιλαίας τους. Ἀναρίθμητοι οἱ πιστοὶ ἀκόλουθοι τοῦ Ἰησοῦ. Ποικιλόμορφοι καὶ ἰδιόμορφοι κοσμοῦν τὸ πολύφωτο στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας. Στὴ δρᾶσι καὶ στὴν ἀφάνεια, στὸ κήρυγμα καὶ στὴ σιωπή, γίνονται Μάρτυρες Χριστοῦ, πρακτικοὶ μεταφραστὲς τοῦ Εὐαγγελίου, φλογεροὶ ἐραστὲς τοῦ Θείου Διδασκάλου.
Μιὰ μορφὴ συνηρπασμένη ἀπὸ τὸ Θεῖο Ἔρωτα εἶναι καὶ ὁ ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ὁ ΚΑΛΥΒΙΤΗΣ.
1. Ο Βίος του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου
Ο Όσιος Ιωάννης ο Καλυβίτης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 457 μ.χ και έζησε μέχρι το έτος 474 μ.χ. επί βασιλείας Λέοντος του Μεγάλου. Ο πατέρας του ονόματι Ευτρόπιος και η μητέρα του Θεοδώρα, ήταν ευσεβείς. Ο Ευτρόπιος ήταν άρχοντας, πολύ πλούσιος Συγκλητικός.
Μαζί με την Θεοδώρα απέκτησαν τρία παιδιά, ο νεότερος ήταν ο Ιωάννης. Οι άλλοι δύο αδελφοί του έλαβαν αξιώματα και βιοτική ευδαιμονία. Ο Ιωάννης από μικρός ήταν με τους γονείς του, του άρεσε να διαβάζει τα Ιερά Γράμματα, να πηγαίνει στην Εκκλησία, να ακούει τα Θεία λόγια.
Τον καιρόν εκείνο κάποιος Μοναχός από την Μονήν των Ακοιμήτων ήθελε να μεταβεί στα Ιεροσόλυμα οδοιπορικώς και περνούσε από την Κωνσταντινούπολη. Ήθελε να τελειώσει κάποια υπόθεση του στην Πόλη και διανυκτέρευσε πλησίον της οικίας του Ευτρόπιου.
Μόλις ο Ιωάννης τον είδε τον πλησίασε και θέλησε να μάθει για τη ζωή στο Μοναστήρι. Ο Μοναχός μόλις κατάλαβε τον πόθο και τον ζήλο του Ιωάννη άρχισε να του εξηγεί λεπτομερώς τα της Μοναστικής ζωής. Ο Ιωάννης άκουγε αχόρταγα για τις νηστείες, για την άσκηση της Μοναστικής ζωής, για τις ψαλμωδίες και τις λοιπές αρετές.
Πήρε τον Μοναχό σε κρυφό σημείο και του είπε:
› Σε Ορκίζω στον Τριαδικό Θεό, όταν επιστρέψεις για το Μοναστήρι να έρθεις εδώ να με πάρεις κρυφά μαζί σου να γίνω Μοναχός το συντομότερο, πριν μάθουν οι γονείς μου που είμαι, γιατί σκέπτονται να με παντρέψουν.
Τότε ο Μοναχός του υποσχέθηκε να εκπληρώσει τον πόθον του και ανεχώρησε για τα Ιεροσόλυμα.
Ο Ιωάννης άρχισε να ετοιμάζεται για την αναχώρηση σκεπτόμενος να πάρει ευλογία από τους γονείς του. Θα ζητήσω να έχω από τα χέρια τους ένα Ευαγγέλιο για να μάθω τις παραδώσεις του Χριστού. Πήγε στη Μητέρα του και της είπε. Μητέρα δεν μπορώ να πάω στο Σχολείο, διότι όλοι οι συμμαθητές μου έχον Ευαγγέλιο και διαβάζουν, ενώ εγώ κάθομαι μόνος και καταφρονεμένος γιατί δεν έχω. Πολύ σε παρακαλώ πάρε μου και εμένα ένα Ευαγγέλιο, να το κρατώ στα χέρια μου και να το διαβάζω. Μετά χαράς παιδί μου απάντησε η μητέρα του. Μόλις έλθει ο Πατέρας σου θα του πω να σου πάρει ένα Ευαγγέλιο.
Ο Πατέρας του μόλις το άκουσε κάλεσε έναν γραφέα επιτήδειο, του έδωσε πεντακόσια χρυσά φλουριά καθώς και πολύτιμους λίθους του χρυσοχόου να το κατασκευάσει. Όταν ετοιμάστηκε το Ευαγγέλιο, κάλεσε τον Ιωάννη και του παρέδωσε το Ευαγγέλιο. Ο Ιωάννης τότε ασπάσθηκε το χέρι του Πατρός του και της Μητρός του, πήρε το Ευαγγέλιο και το είχε πάντα μαζί του.
Όταν ο Αββάς επέστρεψε από τα Ιεροσόλυμα τον είδε ο Ιωάννης και χάρηκε πολύ. Συναντήθηκε μαζί του και του εξήγησε πως αν οι γονείς του μάθουν ότι θέλει να γίνει Μοναχός, θα προσπαθήσουν να τον σταματήσουν με δάκρυα και ικεσίες και θα του κόψουν τον θεάρεστο δρόμο, γιαυτό σε παρακαλώ Αββά μου να αναχωρήσουμε με μεγάλη μυστικότητα να μην το μάθει κανείς. Βλέποντας ο Αββάς την αγάπη και ζήλο του του Ιωάννη του είπε:
› Ο Θεός να πληρώσει κάθε επιθυμία σου.
Ο μακάριος Ιωάννης μαζί με τον Αββά πήγαν στο γιαλό κρυφά βρήκαν ένα πλοίο και συμφώνησαν με τον πλοίαρχο να του δώσουν εκατό φλουριά για να τους μεταφέρει στην Ιερά Μονή των Ακοιμήτων.
Κατόπιν Ο Ιωάννης πήγε και βρήκε την Μητέρα του και της είπε, Μητέρα όλα τα παιδιά με φίλεψαν και με κέρασαν πολλές φορές, εγώ όμως ποτέ δεν τους κέρασα . Θέλω να τους φιλέψω και εγώ γιατί ντρέπομαι. Όταν ήλθε ο Πατέρας του διηγήθηκε η Μητέρα του την παράκληση του Υιού της και αποφάσισαν να του δώσουν τα εκατό φλουριά, αλλά να του δώσουν και έναν υπηρέτη να τον φυλάγει στο δρόμο.
Κάλεσε ο Ιωάννης τον Αββά και τον ενημέρωσε για τα χρήματα, αλλά υπάρχει και το πρόβλημα, τι θα κάνουν με τον υπηρέτη. Στη συνέχεια ο Άγιος πήγε και βρήκε τον πλοίαρχο του εξήγησε πώς όταν είναι ο καιρός να αναχωρήσουν να τους κάνει νόημα κρυφά για να μπουν στο πλοίο.
Την επαύριο που ο καιρός ήταν καλός μόλις ο πλοίαρχος είδε τον Ιωάννη και τον Αββά τους έκανε νόημα πως είναι όλα έτοιμα. Τότε ο Ιωάννης είπε στον υπηρέτη, να πάει στο σχολείο να δει τους συμμαθητές του τι κάνουν και να επιστρέψει να τον ενημερώσει. Έφυγε ο υπηρέτης και αυτοί ανέβηκαν στο πλοίο και ανεχώρησαν.
Ο υπηρέτης επέστρεψε να ενημερώσει τον αφέντη του, αλλά, πουθενά ο Ιωάννης. Επέστρεψε στο σπίτι ο υπηρέτης να ενημερώσει την Μητέρα του Οσίου για όσα συνέβησαν. Η Μητέρα παράχθηκε μήπως έπαθε τίποτα και έστειλε και άλλους πολλούς υπηρέτες για την ανεύρεση του υιού της σε όλη την Κωνσταντινούπολη.
Όταν ο πατέρας του έμαθε τα γεγονότα άρχισε να κλαίει και να θρηνεί. Η δε μητέρα του όταν είδε ότι εξέλιπε κάθε ελπίδα να βρεθεί ο υιός της έκλαιγε απαρηγόρητη. Όταν το πλοίο έφτασε στη Μονή εξελθόντες μετέβησαν πρώτα στον Ναό για να προσκυνήσουν και να ασπασθούν τις Άγιες εικόνες.
Κατόπιν μετέβησαν και έβαλαν μετάνοια στον Ηγούμενο και τους λοιπούς αδελφούς, διηγήθηκε ο Αββάς στον Ηγούμενο τα πάντα για τον Ιωάννη, ότι είναι εξ ευγενών γονέων και τον μεγάλο πόθο του να λάβει το αγγελικό σχήμα. Ο Ηγούμενος όταν είδε τόσο νέο τον Ιωάννη θαύμασε και είπε προς αυτόν:
› Παιδί μου είσαι πολύ νέος και δεν θα δυνηθείς να υποφέρεις την άσκηση και τους κόπους των Μοναχών. Πρώτα θα κάνεις ένα χρόνο ως δόκιμος για να δούμε την αρετήν και μετά θα "κείρωμεν την κόμην της κεφαλής".
Ο δε Ιωάννης απάντησε:
› Δέσποτα μου άγιε και τίμιε πάτερ πολύ σε παρακαλώ με όλη την καρδιά μου σήμερα να με κείρης Μοναχόν, γιατί έχω μεγόλον πόθον να λάβω το Αγγελικό σχήμα.
Ειδών ο Ηγούμενος την επιμονήν του Ιωάννη εσπλαχνίσθει και τον έκανε Μοναχό, ευλογήσας αυτόν και ενδύσας το αγγελικό σχήμα.
Τρία χρόνια κάθισε ο Όσιος στο Μοναστήριον των Ακοιμήτων και από την πολλήν νηστεία και εγκράτεια έγινε αγνώριστος. Ο δε Ηγούμενος τον καθοδηγούσε και του έλεγε, πολύν κόπον και πολύ νηστεία κάνεις και αν συνεχίσεις θα αρρωστήσεις και δεν θα δύνασαι να κάνεις τον κανόνα σου. Αυτά τα είπε ο Ηγούμενος γιατί ο Όσιος έτρωγε μόνον την Κυριακή και μεταλάμβανε των Αχράντων Μυστηρίων.
Ο φθονερός διάβολος όμως βλέποντας να τον νικάει ο νεαρός Ιωάννης, του έβαλε την επιθυμία να επισκεφθεί τους γονείς του. Όσες φορές του έφερνε τέτοιους λογισμούς, ο Όσιος προσευχόταν και παρακαλούσε τον Θεό να τους διαλύσει, αλλά ο διάβολος τον επείραζε περισσότερο. Ο Όσιος τότε εξομολογήθηκε στον Ηγούμενο τις σκέψεις που τον βασανίζουν. Τότε ο Ηγούμενος του θύμισε όταν του έλεγε πως λόγω του νεαρού της ηλικίας δεν θα αντέξει να φέρει σε πέρας την άσκηση, γιατί ο διάβολος δεν θα σε αφήσει και θα σε πειράζει, και τον ρώτησε:
› Τώρα τι θέλεις να κάνεις;
Και ο Άγιος απάντησε:
› Να με συγχωρέσεις να πάω στους γονείς μου και εκεί να αγωνιστώ να τον νικήσω.
Αφού έκανε προσευχή έφυγε από το Μοναστήρι και στο δρόμο που περπατούσε συνάντησε Μοναχό φτωχό με παλιά ράσα και του είπε:
› Χαίρε, αδελφέ και συνοδοιπόρε, θέλεις να περπατήσουμε μαζί οι δυο μας;
› Μετά χαράς απάντησε ο Μοναχός, να περπατήσουμε.
Και συνέχισε ο Ιωάννης:
› Βλέπω τα ενδύματά σου είναι παλιά, δώστα σε εμένα και εσύ βάλε τα δικά μου να περπατούμε μαζί.
Και ευθύς άλλαξαν ενδύματα. Για αρκετές ημέρες περπατούσαν και κάποτε αποχωρήστηκαν ευχόμενοι αλλήλοις και ο Άγιος το βράδυ έφθασε έξω από το πατρικό σπίτι που μόλις το αντίκρισε έπεσε κάτω κλαίγοντας και παρακαλώντας τον Θεό να του δώσει δύναμη να κατανικήσει τον εχθρόν του.
Μόλις ξημέρωσε το πρωί βγήκε ως συνήθως ένας δούλος του πατρός του και όταν τον είδε ρώτησε, ποιος είσαι άνθρωπε και τι γυρεύεις; Φύγε από εδώ γιατί σε λίγο θα βγει ο οικοδεσπότης και αν σε δει θα σε βρίσει και εμάς θα μας τιμωρήσει. Τότε ο Όσιος απάντησε, σε παρακαλώ άφησέ με σε μια γωνιά να παραμείνω και δε θα σας ενοχλήσω και να είσαι σίγουρος θα σε ανταμείψει ο Δεσπότης Χριστός.
Όταν σε λίγο οι γονείς του βγήκαν και τους είδε, ευχαρίστησε τον Θεό και με δάκρυα στα μάτια είπε, Ιωάννη είδες και τους γονείς σου με την δύναμη του Χριστού και Θεού σου αλλά αγωνίσου να καταπατήσεις τις ενέδρες του διαβόλου. Σε λίγο ο πατέρας του βγήκε έξω και μόλις τον είδε έτσι ρακένδυτο τον λυπήθηκε και τον ρώτησε:
› Ποιος είσαι και από που έρχεσαι άνθρωπε;
Ο δε απεκρίθει προς τον πατέρα του:
› Ξένος είμαι ενδοξότατε και σε παρακαλώ μη με συχαθείς αλλά άφησέ με να μείνω σε μια γωνιά στο προπύλαιο.
Ο πατέρας του του είπε:
› Έλα μέσα να μείνεις σε ένα δωμάτιο.
Ο δε Όσιος απάντησε:
› Φτάνει εδώ μόνο βάλε έναν δούλο σου να μου κάνει μια καλύβη.
Ο Ευτρόπιος πρόσταξε να του ετοιμάσουν μιαν καλύβη και είπε στην σύζυγό του:
› Πολύ τον λυπάμαι αυτόν τον πτωχό.
Μια ημέρα η μητέρα του ήθελε να πάει στην Εκκλησία και ο Όσιος καθόταν έξω από την Καλύβη, η μητέρα του μόλις τον είδε τρόμαξε και είπε στους δούλους να του πουν να μπει μέσα στην καλύβη, γιατί δεν μπορεί να βλέπει την αγριότητα του προσώπου του.
Ο Όσιος με πολύ άσκηση και νηστεία πέρασε τρία χρόνια στην αυλή του πατρός του και εφάνη ο Κύριος Ιησούς Χριστός λέγοντάς του:
«Χαίρε Ιωάννη, άφησες τα πάντα φθαρτά και πρόσκαιρα του κόσμου τούτου, μάθε ότι πλησίασε ο καιρός της τελειώσεώς σου. Μάθε πως σε τρεις ημέρες θα έρθεις σε εμένα να χαίρεις μετά των Αγγέλων αιωνίως.»
Όταν ο Όσιος ξύπνησε προσευχήθηκε δόξασε τον Θεόν και εκκάλεσε έναν δούλον αυτόν που πρώτα είδε όταν ήλθε και τον παρακάλεσε να μεταφέρει στην οικοδέσποινα ένα μήνυμα. Μετά χαράς απάντησε ο δούλος.
› Πες στην κυρία σου ότι θέλω να με επισκεφθεί να την πω κάτι.
Μεταβάς ο δούλος είπε στην κυρία την επιθυμία του Οσίου. Αυτή αναρωτήθηκε, άραγε τι να θέλει να μου πει ο ρακένδυτος εκείνος άγριος άνθρωπος; Όταν επέστρεψε ο Ευτρόπιος του είπε η Θεοδώρα ότι τη ζήτησε ο άνθρωπος εκείνος να πάει να της πει κάτι, αλλά φοβάται να πάει γιατί έχει άγριο πρόσωπο. Τότε ο Ευτρόπιος της είπε να πάει γιατί είναι αμαρτία. Ο δούλος μετέφερε στον Όσιο την απάντηση της κυρίας και τότε ο Άγιος του απάντησε να της μεταφέρει πως σε τρεις ημέρες θα πεθάνει και αν δεν έλθει θα μετανοήσει πικρά.
Όταν η Θεοδώρα άκουσε πως θα πεθάνει διέταξε να πάνε άλλοι δυο δούλοι και να μεταφέρουν τον ξένο στο σπίτι της. Τότε ο Άγιος της είπε πως θα πεθάνει και της ζήτησε με όρκο να τον βεβαιώσει πως δεν θα παραβεί. Αφού η Θεοδώρα έβαλε όρκο της είπε, πρόσεχε κυρά μου όταν αποθάνω να μην μου εκβάλης τα ρούχα που φοράω, δεν θα μου βάλεις άλλα θα με θάψεις με αυτά.
Συνέχισε λέγοντας, αν και πτωχός έχω ένα τίμιο και πολύτιμο δώρο να σου χαρίσω για την καλοσύνη που μου κάνατε. Τότε έβγαλε το Ιερό Ευαγγέλιο, της το έδωσε λέγοντας:
› Δέξου τούτο το μέγα χάρισμα και είθε να γίνει τούτο αγάπη καθαρά και στερεά, χαρά και αγαλλίασης πνευματική, σου και του ανδρός σου.
Αφού είπε αυτά ο Άγιος επέστρεψε στην καλύβη του, η δε μητέρα του αφού είδε το Ευαγγέλιο με τα πετράδια που ήταν όμοιο με του υιού της Ιωάννου, το έδειξε στον άντρα της και το ανεγνώρισε και έστειλε αμέσως να φέρουν τον χρυσοχόον, ο οποίος βεβαίωσε ότι είναι το Ευαγγέλιο που έκανε για τον Ιωάννη. Πήγαν λοιπόν στον Όσιο και του είπαν:
› Άνθρωπε του Θεού σε ορκίζομαι εις τον τριαδικό Θεόν να ομολογήσεις που βρήκες αυτό το Ευαγγέλιο, το οποίο χαρίσαμε στον υιό μας Ιωάννη.
Βλέποντας ο Ιωάννης τους γονείς του να κλαίνε σκεπτόμενος ότι θα πεθάνει ομολόγησε πως αυτός είναι ο Ιωάννης. Ταύτα ακούσαντες οι γεννήτορες και αφού είδαν σημάδια που ήταν του Ιωάννη και αφού τον γνώρισαν τον αγκάλιασαν κλαίγοντας λέγοντας, η λύπη μας είναι μεγαλύτερη τώρα που σε βρήκαμε από τότε που σε χάσαμε. Καλύτερα να μη μας το έλεγες να τελείωνες με σιωπή. Σε είχαμε στην αγκαλιά μέσα και δεν γνωρίζαμε.
Τα νέα μαθεύτηκαν σε όλη την Κωνσταντινούπολη γρήγορα και άρχισε να τον επισκέπτεται κόσμος και όταν ήλθε η ώρα αφού ευχαρίστησε τον Θεό για την δύναμη που έλαβε αξιώθηκε τον Στέφανο της νίκης. Η μητέρα του ξέχασε τον όρκο της και νικηθείσα από την αγάπη παρήγγειλε λαμπρά χρυσοΰφαντα ενδύματα. Αλλ' ω του θαύματος, σεισμός έγινε και βροντή ηκούσθει.
«Βάλε τα ενδύματα του, τα οποία έβγαλες δια να μην παιδευτείς μεγάλως.»
Και αμέσως η Θεοδώρα έμεινε παράλυτος, άφωνος και το μυαλό σαλεμένο. Ο πατέρας τότε θυμήθηκε τον όρκο, αμέσως διέταξε και τον ενέδυσαν πάλι με τα ενδύματα τα ξεσκισμένα και τα παλιοράσα και εθεραπεύθει η μητέρα του Αγίου. Την ώραν που ο Άγιος παρέδωκεν το πνεύμα έγιναν πολλά θαύματα. Συνήχθη όλη η πόλις και όλη η Σύγκλητος μετά του Πατριάρχου και των κληρικών και ενταφιάστηκε ο Άγιος στην καλύβη του. Οι γονείς του εξόδευσαν πολλά χρήματα και έκτισαν και Ιερό Ναό στην καλύβη βιώσαντες και αυτοί εναρέτως και απήλθον εις την Βασιλείαν των Ουρανών μαζί με τον Υιόν των.
2. Ο εμπνευστής των παιδικών αγώνων και ασκήσεων του Αγίου Πορφυρίου
«Στην Εύβοια υπάρχει ένα χωριό, ο Άγιος Ιωάννης· απ’ αυτό το χωριό κατάγομαι. Οι γονείς μου ήταν φτωχοί, γι’ αυτό ο πατέρας μου έφυγε απ’ το χωριό και πήγε στην Αμερική. Εκεί δούλευε ως εργάτης στη διώρυγα του Παναμά. Εμείς τα παιδιά στο χωριό, από μικρά που ήμασταν κάναμε δουλιές. Ποτίζαμε τον κήπο, τα δέντρα, φέρναμε τα ζώα, τρέχαμε παντού, όπου μας λέγανε οι μεγάλοι. Εγώ μικρός έβοσκα τα ζώα στο βουνό. Ήμουνα κουτός και ντροπαλός. Στο σχολείο πήγα μια μόνο τάξη και σχεδόν δεν μάθαμε τίποτα, γιατί ο δάσκαλος ήταν άρρωστος. Εκεί που φύλαγα τα πρόβατα, διάβαζα συλλαβιστά το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου κι από κει μου ήρθε ο ζήλος να φύγω και να γίνω μοναχός. Χωρίς να ξέρω τίποτα. Ούτε μοναχό είχα δει, ούτε μοναστήρι. Τίποτα.»…
«Μια μέρα ήλθαν στο μπακάλικο που δούλευα δυο γέροι. Μου ζήτησαν δυο σαρδέλες και μισή οκά κρασί. Αμέσως τους τα πήγα. Σε μια στιγμή λέει ο ένας απ’ τους δυο γέρους:
› Πού να δεις το κρασί που ήπια στο Άγιον Όρος!
› Πήγες στο Άγιον Όρος; τον ρωτάει ο άλλος.
› Ναι, έφυγα μια φορά απ’ την πατρίδα μου, απ’ τη Μυτιλήνη, απ’ την Καλλονή κι επήγα στο Άγιον Όρος. Κι επίναμε εκεί και κρασί μονοξυλίτικο. Τι κρασί ήταν αυτό!
Τον ξαναρωτάει ο άλλος:
› Πήγες ν’ ασκητέψεις;
› Ναι, ήθελα να γίνω καλόγερος, αλλά δεν μπόρεσα, δεν άντεξα. Πόσο μετάνιωσα που δεν έμεινα εκεί!
Εγώ τ’ άκουγα με προσοχή, γιατί πριν από καιρό είχαν περάσει κάποιοι μοναχοί και μοιράζανε φυλλάδια. Ένα απ’ αυτά έγραφε για τη ζωή του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου, που την είχα διαβάσει συλλαβίζοντας, όταν έβοσκα τα πρόβατα στο χωριό μου, όπως σας είπα. Την είχα διαβάσει και πάλι στη σοφίτα με τη βοήθεια ενός κλεπτοφάναρου με δυσκολία, γιατί δεν ήξερα πολλά γράμματα. Τόσο μ’ ενθουσίασε η ζωή του Αγίου, που ήθελα να τον μιμηθώ· αλλ’ όμως για το Άγιον Όρος δεν ήξερα τίποτα. Σε λίγο φύγανε οι γέροι, αλλ’ εμένανε το μυαλό μου εκεί. Μου ήλθε ένας ζήλος από εκείνη τη στιγμή να πάω κι εγώ εκεί που έλεγε αυτός. Μου κόλλησε στο νου ότι θα μπορούσα να πραγματοποιήσω τ’ όνειρό μου, να μιμηθώ τον Άγιο Ιωάννη τον Καλυβίτη. Μου έγινε πόθος διακαής.
Πάρα πολύ αγάπησα τον Άγιο Ιωάννη και έκανα πάρα πολλές προσευχές σαν μικρό παιδί που ήμουνα –δώδεκα-δεκαπέντε χρόνων, δεν θυμάμαι ακριβώς καλά– και, θέλοντας να τον μιμηθώ, με πολύν αγώνα έφυγα από τους γονείς μου κρυφά και ήλθα στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους. Το απόγευμα που θα έφευγα για το Άγιον Όρος, άρχισαν να έρχονται και να μπαίνουν στο καράβι καλόγεροι. Τους εκοίταζα με θαυμασμό. Πρώτη φορά έβλεπα μοναχούς με τα ράσα. Εγώ ήμουνα στη σκάλα. Εκεί που ήμουνα, τους έβλεπα όλους που περνούσαν. Σε μια στιγμή ανέβηκε ένας ψηλός γέρος, σεβάσμιος, με μακριά γενειάδα, φορτωμένος με τα δισάκια του. Με πλησίασε. Κάθισε σ’ έναν πάγκο και μου είπε να καθίσω κι εγώ.
› Πού πας, παιδί μου; μου λέγει.
› Πάω στο Άγιον Όρος, του απάντησα.
› Και τι πάεις να κάνεις εκεί;
Εγώ του έκρυψα την αλήθεια και του λέγω:
› Πάω να δουλέψω.
› Έλα στα Καυσοκαλύβια, μου λέει. Εκεί μένω με τον αδελφό μου σ’ ένα καλύβι στην έρημο. Έλα, παιδί μου, εκεί, να δοξάζομε όλοι μαζί τον Χριστό μας. Τι βιβλία διαβάζεις, παιδί μου; με ρώτησε.
› Την επιστολή του Χριστού, την επιστολή της Παναγίας, το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου. Δεν ξέρω πολλά γράμματα.»…
«Πολλοί στο Άγιον Όρος ζήσανε μυστικά. Πεθάνανε χωρίς κανείς να τους γνωρίζει. Κι εγώ ήθελα να ζήσω έτσι μυστικά. Ούτε ιεροκήρυκας ήθελα να γίνω, ούτε κάτι άλλο. Ούτε είχα ποτέ σκεφθεί να βγω έξω απ’ το Άγιον Όρος. Παιδάκι μικρό σε τέλεια ερημιά! Για να καταλάβω το έρημον και το αβοήθητον, ανέβαινα στο βουνό, έμενα ώρες εκεί κι ήθελα να ζω σαν ερημίτης. Έβρισκα αγριάδες και τις έτρωγα. Το έκανα για άσκηση. Ήθελα να ζήσω μόνος μου, όπως ο άγιος που αγάπησα από μικρούλης, ο Άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης. Αυτός είναι ο αγαπητός μου άγιος. Αυτόν εγώ μιμήθηκα. Μου έκανε εντύπωση πώς άντεξε να μείνει εκεί, κοντά στους γονείς του, κι έστησε την καλύβα του δίπλα τους χωρίς να αποκαλυφθεί και τους ενίσχυε συνεχώς: “Ἔπηξας τὴν καλύβην πρὸ πυλῶν σῶν γονέων”. Έτσι λέει το τροπάριό του:
“Ἐκ βρέφους τὸν Κύριον ἐπιποθήσας θερμῶς, τὸν κόσμον κατέλιπες καὶτὰ ἐν κόσμῳ τερπνὰ καὶ ἤσκησας ἄριστα· ἔπηξας τὴν καλύβην πρὸ πυλῶν σῶν γονέων, ἔθραυσας τῶν δαιμόνων τὰς ἐνέδρας, παμμάκαρ· διό σε, Ἰωάννη, Χριστὸς ἀξίως ἐδόξασεν”.
Οι βίοι των αγίων, και πιο πολύ ο βίος του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου μού έκαναν εντύπωση.»...
«Αυτή η αγάπη προς τον Θεό και αυτός ο έρωτας και αυτός ο ενθουσιασμός σε φέρνει και στο μαρτύριο ακόμη. Σε κάνει να θυσιάζεσαι, να μη λογαριάζεις τίποτα. Να μη φοβάσαι τίποτα. Να φεύγεις μακριά, στα σπήλαια και στις οπές της γης. Αυτή τη θεία τρέλα είχε και ο Άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης, ο Άγιος που μ’ ενέπνευσε…»
3. Διήγησις θαύματος Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου
Ἤμουν τριῶν μηνῶν ἔγκυος καὶ μοῦ εἶχε συστήσει ὁ γιατρὸς μοῦ νὰ βρίσκομαι σὲ μιὰ σχετικὴ ἀκινησία μιὰ καὶ εἶχα προβλήματα αἰμόῤῥοιας καὶ ὑπῆρχε μεγάλος κίνδυνος νὰ ἀποβάλλω. Αὐτὸ ἦταν τὸ δεύτερο παιδί μου οὐσιαστικά, μιὰ καὶ εἶχα χάσει τὸ πρῶτό μου ἀπὸ αὐτόματη ἐκβολὴ λίγους μῆνες πρίν.
Ἕνα βράδυ, ἀφοῦ κατάφερα νὰ κοιμηθῶ, μιὰ καὶ οἱ ἐνοχλήσεις ἦταν συχνὰ ἔντονες, καὶ ἔπαιρνα σπασμολυτικὰ χάπια, βλέπω στὸν ὕπνο μου τὸν ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου πλάϊ σὲ ἕναν νεαρὸ μοναχὸ κουκουλωμένο μὲ ἕνα μαῦρο μανδύα (ῥάσο). Χαμογέλασε στὸν γέροντα Νεκτάριο κοιτάζοντάς τον καὶ μετὰ ἔστρεψε τὸ βλέμμα του σὲ μένα καὶ μοῦ εἶπε μὲ γαλήνιο ὕφος: Νὰ μὴ φοβᾶσαι, ὅλα θὰ πᾶνε καλά! Ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα σταμάτησε κάθε ταλαιπωρία ποὺ εἶχα μὲ τὴν ἐγκυμοσύνη μου καὶ μάλιστα ἐπέστρεψα στὴν δουλειά μου, ὅπου καὶ δούλεψα μέχρι τὸν ὄγδοο μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης μου. Καὶ ὅλα αὐτὰ γιατὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καλυβίτης θέλησε νὰ προστατέψει τὸ μωρό μου καὶ ἐμένα.
Ἄς εἶναι δοξασμένο τὸ ὄνομά του· πρὸς δόξα τοῦ ὀνόματός του, ἔταξα τὸ παιδί μου νὰ τὸ βαπτίσω στὸ ἐκκλησάκι τῆς Μονῆς.
Ὅταν τὸ μωρό μου, ἀγοράκι 4 μηνῶν τότε, μοῦ παρουσίασε οὐρολοίμωξη, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ διαγνωστεῖ στὴν Ἀθήνα γιὰ τὰ βασικά της αἴτια (ἀνεπάρκεια οὐροδόχου κ.ἄ.), ἐπισκεφτήκαμε μὲ τὸν σύζυγό μου καὶ τὸ μωρό μας τὸν γέροντα Νεκτάριο, ζητώντας νὰ μεσιτεύσει στὸν Ἅγιο νὰ μὴν ἔχει τὸ παιδὶ κάτι σοβαρό. Ὁ πατὴρ Νεκτάριος, βέβαιος γιὰ τὰ λόγια του, μᾶς εἶπε πὼς τὸ παιδὶ δὲν θὰ ἔχει τίποτα. Λίγες μέρες ἀργότερα, εἶδα στὸν ὕπνο μου ἕναν νεαρὸ μοναχό, ποὺ στεκόταν πίσω ἀπὸ μένα καὶ τὸ μωρό μου μέσα στὸ ἐκκλησάκι τῆς Μονῆς. Ἦρθε μπροστά μου, πῆρε τὸ παιδὶ στὴν ἀγκαλιά του καὶ μοῦ εἶπε: Μὴ στενοχωριέσαι, ἀφοῦ εἶναι δικό μου! Οἱ ἐξετάσεις στὴν Ἀθήνα ἔδειξαν μία τυχαία οὐρολοίμωξη, χωρὶς τίποτε τὸ ἀνησυχητικό.
Σ᾿ εὐχαριστῶ γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ Ἅγιέ μου Ἰωάννη!
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα), Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ἐκ βρέφους τόν Κύριον, ἐπιποθήσας θερμῶς, τόν κόσμον κατέλιπες, καί τά ἐν κόσμῳ τερπνά, καί ἤσκησας ἄριστα· ἔπηξας τήν καλύβην, πρό πυλῶν σῶν γονέων· ἔθραυσας τῶν δαιμόνων, τάς ἐνέδρας παμμάκαρ· διό σε Ἰωάννη ὁ Χριστός, ἀξίως ἐδόξασεν.
Κοντάκιον, Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.
Ποθήσας σοφέ, πτωχείαν Χριστομίμητον, γονέων τῶν σῶν, τόν πλοῦτον ἐγκατέλιπες, καί τό Εὐαγγέλιον ἐν χερσί σου κρατῶν ἠκολούθησας, Χριστῷ τῷ Θεῷ Ἰωάννη , πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Πλοῦτον ἀπανθοῦντα καταλιπών, ἐν πτωχείᾳ πλούτου, πλοῦτος ὤφθης πνευματικός· καὶ ἀντὶ καλύβης, φωτοφανῆ παστάδα, ὁ Λόγος Ἰωάννη, λαμπρῶς σοι δέδωκε.
Πηγή: Ιερός Ναός Παντανάσσης, (από το βιβλίο «Αγίου Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου: Βίος και Λόγοι», μέρος 1ο, Έκδοση Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής, κεφ. 2–3· μέρος 2ο, λόγ. 2 και 4, σελ. 31, 35, 42, 72, 228, 289, Χανιά Οκτώβριος 2009) Τὸ Εἰλητάριον, (από το βιβλίο «Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Καλυβίτης, ὁ διὰ Χριστὸν πτωχός», Νεκταρίου Ἱερομονάχου, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Ὁσίων 99 Πατέρων, Βουλευτήρια, Ἄγιον Ὄρος, 2010) users.uoa.gr/~nektar, Μέγας Συναξαριστής
Εξαιτίας της μεγάλης έκτασης των πληροφοριών, το κείμενο γύρω από το τεράστιο και πολυπλόκαμο πρόγραμμα MKUltra της CIA (χαρακτηρίζεται αντίστοιχο του γνωστού Manhattan project για την κατασκευή πυρηνικών όπλων) αναγκαστικά διαιρέθηκε σε 3 μέρη.
Όσο και ν΄ αναζητάς ανάπαυσι και παρηγοριά σ’ αυτόν τον πρόσκαιρο κόσμο δεν θα την βρης. Την ειρήνη και την παρηγοριά μπορεί να τη δώση στην ψυχή μόνον ο Κύριος, με τη χάρι Του.
Η γονική μέριμνα αποδίδεται στους φυσικούς γονείς αυτοδικαίως ή σε θετούς με δικαστική απόφαση.
Στις 14 Ιανουαρίου το 1822 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Δημήτριος Υψηλάντης κυριεύουν την Ακροκόρινθο.
Σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία παράδοση, ἡ ὁποία μέχρι σήμερα διαφυλάσσεται στὴν Γεωργία, καθὼς ἐπίσης καὶ σὲ ὅλη τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ πανάμωμος Μητέρα τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν πρόνοιά Του, ἐκλέχτηκε νὰ κηρύξη στὴν Γεωργία[1] τὴν σωτηρία των ἀνθρώπων, τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Υἱοῦ Της καὶ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Πιστὸς λαὸς περιμένει ἀπὸ μᾶς κήρυγμα, ἀλλὰ τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ λαλήσω; Σήμερα, ἀγαπητοί μου, δὲν χρειάζονται κηρύγματα· χρειάζονται δάκρυα. Ζοῦμε στὴν πιὸ σκοτεινὴ περίοδο τῆς ἀνθρωπότητος. Ἔρχεται – ἦρθε ὁ ἀντίχριστος! Τὰ βήματά του γιγαντιαῖα, ἡ φωνή του βραχνή, οἱ κήρυκές του πολλοί.
Έρχεται λοιπόν μία ημέρα Κυρίου σε κάθε υπερήφανο άνθρωπο και σε κάθε κοινωνία,σε κάθε λαό και κάθε έθνος, ο οποίος αρνείται το θέλημα του Θεού και κινείται μάλιστα αλαζονικά και εμφανίζει την αμαρτία του και την διακηρύττει χωρίς να ντρέπεται.
Μια οικογένεια με τρία παιδιά έζησε το θαύμα. Η μητέρα τους ξύπνησε από το κώμα μετά από πέντε χρόνια!
Το σημερινό μου άρθρο είναι ένα συνοπτικό συμπλήρωμα στο άρθρο μου στην Σημερινή 26 Δεκεμβρίου 2023, «Αιματηρά Χριστούγεννα 1963: Το πρώτο πραξικόπημα για διάλυση της ΚΔ για τα σχιζοφρενικά «δύο κράτη»».
Στις 5 Ιανουαρίου του 1822, ο Ηλίας Μαυρομιχάλης, επικεφαλής 600 Μανιατών, αποδεχόμενος την πρόσκληση του επισκόπου Καρυστίας Νεοφύτου, αποβιβάζεται στο Αλιβέρι και τίθεται επικεφαλής των Ελληνικών δυνάμεων για την απελευθέρωση της Καρύστου και της Νότιας Εύβοιας γενικότερα. Μολονότι οι ντόπιοι στρατιωτικοί είχαν ανακηρύξει αρχηγό τον Βάσο Μαυροβουνιώτη και υπήρχαν επίσης οι ηγετικές μορφές του Νικολάου Κριεζιώτη και του Αγγελή Γοβγίνα, η άφιξη του 27χρονου Ηλία Μαυρομιχάλη έγινε δεκτή με ενθουσιασμό, αφού ήταν γνωστές οι στρατιωτικές του ικανότητες. Νωρίτερα, ο επίσκοπος Καρυστίας, που χρηματοδοτούσε τις επαναστατικές δυνάμεις στην περιοχή, είχε απορρίψει πρόταση του Οδυσσέα Ανδρούτσου να συνδράμει στις επιχειρήσεις, επειδή τον θεωρούσε απρόβλεπτο!
Η είδηση για την άφιξη των Μανιατών στο Αλιβέρι ανησύχησε τον πανίσχυρο μπέη της Καρύστου και ικανό στρατιωτικό Ομέρ, που αμέσως σκέφθηκε να επιτεθεί κατά των Ελλήνων στο Αλιβέρι, προτού αυτοί επιχειρήσουν κάθοδο προς την Κάρυστο. Για κάθε ενδεχόμενο ενίσχυσε τα Στύρα, που ήταν υποχρεωτικό πέρασμα για τις Ελληνικές δυνάμεις, με 150 άνδρες και επικεφαλής τον γαμπρό του Γιουσούφ Αγά.
Μόλις ο Ηλίας Μαυρομιχάλης πληροφορήθηκε την άφιξη των ανδρών του Γιουσούφ στα Στύρα, κινήθηκε εναντίον του με 1.000 άνδρες και στις 11 Ιανουαρίου στρατοπέδευσε στις Κουβέλες, στα βόρεια περίχωρα των Στύρων. Υπό τις διαταγές του τέθηκαν οι τοπικοί πολέμαρχοι Μαυροβουνιώτης, Κόττας και Κριεζιώτης.
Την επομένη το πρωί, ο Μαυροβουνιώτης, χωρίς να συνεννοηθεί με τον Μαυρομιχάλη, όρμησε εναντίον των Τούρκων, που είχαν βγει από τα Στύρα για να χτυπήσουν το Ελληνικό στρατόπεδο, αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Τότε, ο Μαυρομιχάλης μπήκε στην μάχη με όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις. Κατόρθωσε να τους νικήσει στην θέση Άγιος Βασίλειος και στην συνέχεια να πολιορκήσει τα Στύρα. Οι Τούρκοι άφησαν στο πεδίο της μάχης 27 νεκρούς και πολλούς τραυματίες.
Στο μεταξύ, ο Ομέρ που είχε πληροφορηθεί τις κινήσεις των Ελλήνων, έσπευσε με 300 πεζούς και ιππείς στην Κάρυστο. Πέρασε σχεδόν ανενόχλητος από την θέση Διακόφτι (πλησίον του χωριού Κάψαλα, νότια των Στύρων), το μόνο πέρασμα που θα μπορούσαν να τον αναχαιτίσουν οι Έλληνες. Είναι αλήθεια ότι ο Κριεζιώτης το είχε επισημάνει στον Μαυρομιχάλη, αλλά αυτός τον άκουσε καθυστερημένα. Έστειλε τον θείο του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, τον Μαυροβουνιώτη και τον Κόττα, οι οποίοι όχι μόνο δεν κατόρθωσαν να εμποδίσουν τους άνδρες του Ομέρ, αλλά διασκορπίστηκαν από το ιππικό του και δεν μπόρεσαν στην συνέχεια να δώσουν χείρα βοηθείας στον Μαυρομιχάλη.
Με τον ελιγμό του Ομέρ, οι Ελληνικές δυνάμεις που πολιορκούσαν τα Στύρα βρέθηκαν περικυκλωμένες. Τότε, οι περισσότεροι Μανιάτες βλέποντας το μάταιο του αγώνα, εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης. Ο Μαυρομιχάλης, παρά την προτροπή του Κριεζιώτη να υποχωρήσουν και να δώσουν άλλη ημέρα την μάχη, θεώρησε αδιανόητο να λιποψυχήσει. Κλείσθηκε με επτά συντρόφους του στον Κοκκινόμυλο, έναν ερειπωμένο ανεμόμυλο των Στύρων και αποφάσισε να αντιτάξει άμυνα μέχρις εσχάτων.
Επί δύο ώρες οι γενναίοι Μανιάτες αγωνίσθηκαν με αυτοθυσία. Μετά την εξάντληση των πυρομαχικών τους, όσοι είχαν απομείνει άρχισαν να λιθοβολούν τους εχθρούς τους! Σε μια στιγμή, ο τραυματισμένος Μαυρομιχάλης προσπάθησε να σπάσει τον εχθρικό κλοιό με το σπαθί του, αλλά έπεσε νεκρός από την σπαθιά ενός Τούρκου. Από τους επτά γενναίους συντρόφους του μόνο ένας διασώθηκε!
Αμέσως μετά την κατάληψη του Κοκκινόμυλου, ο τούρκος σημαιοφόρος ονόματι Μερτάνης, έκοψε το κεφάλι του Μαυρομιχάλη και πήρε ως λάφυρο το σπαθί του. Το κεφάλι του μεταφέρθηκε ενώπιον του Ομέρ, ο οποίος θαυμάζοντας την γενναιότητα και την ομορφιά του γενναίου Μανιάτη οπλαρχηγού, είπε: «Κρίμα τον άνδρα!».
Τα κεφάλια των σκοτωμένων Μανιατών καρφώθηκαν σε πασσάλους και εκτέθηκαν στο κέντρο των Στύρων προς υποδήλωση του θριάμβου των Τούρκων και προς εκφοβισμό του Ελληνικού άμαχου πληθυσμού. Τελικά, το κεφάλι του Ηλία Μαυρομιχάλη στάλθηκε ως δώρο στον σουλτάνο Μαχμούτ από τον Ομέρ Μπέη.
Πηγή: Περί Πάτρης
Γεννήθηκε στην Κυπαρισσία, Μεσσηνίας στις 4 Μάιου 1858.
Κατατάχθηκε στο Στρατό ως εθελοντής στις 24 Ιουλίου του 1878. Αποφοίτησε από την Στρατιωτική Σχολή Υπαξιωματικών και προήχθη σε ανθυπολοχαγό στις 22 Σεπτεμβρίου 1885, σε υπολοχαγό στις 26 Μάιου 1895, σε λοχαγό στις 24 Μαρτίου 1899, σε ταγματάρχη στις 16 Μάιου 1909, σε αντισυνταγματάρχη στις 6 Ιουλίου 1911 και σε συνταγματάρχη στις 25 Σεπτεμβρίου 1913.
Ήταν απόφοιτος Γυμνασίου και γνώριζε γαλλικά και ιταλικά. Μετέφρασε το «Δοκίμιο Κανονισμών» του Στρατηγού Πεταίν και του Ταγματάρχη Ζακεμό.
Μετείχε στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 και στους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913. Η δράση του στους Βαλκανικούς Πολέμους υπήρξε αξιοσημείωτη. Υπήρξε Διοικητής του 21ου Συντάγματος Πεζικού στις μάχες Τιρνάβου, Κατερίνης, Λουδία, κ.λ.π. Διέσωσε από βέβαιη καταστροφή την πόλη της Δράμας και προς τιμή του έχει δοθεί το όνομά του σε μια από τις οδούς της.
Διετέλεσε Φρούραρχος Αθηνών. Αποστρατεύθηκε με το βαθμό του Υποστρατήγου στις 26 Σεπτεμβρίου 1921. Απεβίωσε στις 12 Ιανουαρίου 1943. Ο τάφος βρίσκεται στο Α Νεκροταφείο Αθηνών.
Την 15η Οκτωβρίου 1912 επί κεφαλής του 21ου Συντάγματος Πεζικού συμμετείχε σε μάχες εναντίον Τούρκων και Βουλγάρων. Την 1η Ιουλίου 1913 επί κεφαλής του 21ου Συντάγματος Πεζικού και μίας Μοίρας Πυροβολικού βρίσκεται κοντά στη Δράμα.
Με τη στρατιωτική εμπειρία και τη διορατικότητά του, γνωρίζοντας και τον χαρακτήρα των αντιπάλων, συνειδητοποίησε έγκαιρα ότι απειλείτο άμεσα η πόλη της Δράμας με πυρπόληση και σφαγή των κατοίκων της, όπως είχε συμβεί στο μαρτυρικό, Δοξάτο.
Χωρίς να χάσει τον ελάχιστο χρόνο διέταξε ταχεία και ορμητική προέλαση του Συντάγματος στις νοτιοδυτικές παρυφές της πόλεως, ενώ ταυτόχρονα το πυροβολικό προσέβαλε τις εχθρικές δυνάμεις. Ετσι ο εχθρός υποχρεώθηκε να διασκορπιστεί σε διάφορες κατευθύνσεις, να διαλυθεί και να αποχωρήσει.
Στη συνέχεια ο Ελληνικός Στρατός εισήλθε στη πόλη της Δράμας όπου εκτυλίχτηκαν συγκλονιστικές στιγμές χαράς, ενθουσιασμού και συγκίνησης.
Ο τότε Μητροπολίτης Αγαθάγγελος υποδέχθηκε τον συνταγματάρχη, του παρέδωσε την πόλη και τον συνεχάρη για τη νίκη. Σε βιβλίο, που έγραψε ο ίδιος ιεράρχης αναφέρει ότι, ο συνταγματάρχης Μιχαλόπουλος– Αρκαδικός απάντησε: «Την νίκην μας την οφείλουμε εις τον Θεόν και ότι από όλους αναμένει να τον βοηθήσωμεν, ως πνευματικοί αρχηγοί, συμβουλεύοντες εις όλους ευταξίαν και ότι ουδείς ουδένα έχει δικαίωμα να βλάψη, ο δεν βλάπτων, οιονδήποτε, αυστηρώς θα τιμωρείται». Τους λόγους του Μιχαλόπουλου επηκολούθησαν ζωηρώταται ζητοκραυγαί.
Ο Κυπαρίσσιος συνταγματάρχης Νικόλαος Μιχαλόπουλος – Αρκαδικός εις την έκθεσή του σημειώνει: «Ούτω τη βοηθεία του Υψίστου εσώθη η ωραία πόλις της Δράμας εκ βεβαίας και εχθρικής καταστροφής, ως μετά δακρύων ανωμολόγουν οι κάτοικοι πάσης φυλής και θρησκεύματος, μη εξαιρουμένου και του Βούλγαρου Αρχιμανδρίτη, όστις παρέμεινε τεθείς υπό την προστασίαν του μητροπολίτου, επί δε των προσώπων των ήτο ζωγραφισμένη η φρίκη και ο φόβος».
Και ο ιεράρχης Αγαθάγγελος σημειώνει: «Η πόλη είναι ελεύθερη. Η υποδοχή του ελληνικού στρατού υπήρξε φρενιτιώδης. Άνδρες γυναίκες έκλαιον εκ της χαράς. Τα ζήτω εκ μέρους Ελλήνων, Μουσουλμάνων και Ισραηλιτών ήσαν συνεχή. Γυναίκες και κοράσια έρραινον και εστεφάνωνον τους στρατιώτας. Οι Έλληνες στρατιώτες, πεζοί και ιππείς, έκλαιον και εκείνοι.»
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...