Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Μία από τις πλέον ιστορικές και επικές ενέργειες του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν έλαβε την δημοσιότητα που θα έπρεπε.
Ο ανθ/γός του Ε.Σ. Αντώνιος Λεοντακιανάκης (ή Λεοντακιανάκος) ήταν Μανιάτης εθελοντής στον πόλεμο της ανεξαρτησίας της Β.Ηπείρου ως λοχαγός του στρατού της αυτόνομης Βορείου Ηπείρου. Το Σεπτέμβριο του 1914 υπέστη ηρωικό θάνατο («ήθλησε» κατά την εκκλησιαστική ορολογία) από τον εχθρό. Τον θάνατό του περιγράφουν ο Περικλής Δρέλλιας στο βιβλίο του «Κατάληψις του Βερατίου» και ο Κ. Σκενδέρης στον «Βορειοηπειρωτικό Αγώνα» (Αθήνα, 1929), σελ. 216-217, ως εξής.
Μια από τις περιοχές που έχουν πληγεί σφοδρά από τη νέα κακοκαιρία, είναι η Καρδίτσα. Μόνο που η περιοχή έχει ζήσει ξανά παρόμοιες καταστάσεις, το 1994 με ΠΑΣΟΚ και το 2020, όταν είχε ξεσπάσει η κακοκαιρία «Ιανός».
Ἕνας ἄλλος σπουδαῖος μαθητής τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, εἶναι καὶ ὁ βιογραφούμενος ἐδῶ ὅσιος Ρωμύλος. Αὐτὸς ἐγεννήθη περὶ τὸ 1310 μ.Χ. εἰς τὴν περίδοξο πόλι τῆς Βιδύνης, ὅπου εὑρίσκεται εἰς τὸ ΒΔ ἄκρο τῆς Βουλγαρίας. Ὁ πατέρας του «ρωμαῖος ἦν τὸ γένος», δηλαδὴ Ἕλληνας, καὶ ἡ μητέρα του «ἐκ τῶν βουλγάρων».
Ἡ νεανικὴ σύνεσι καὶ ἡ ἄρετὴ του γίνονται γνωστές εἰς ὅλους, ἀλλὰ οἱ γονεῖς του προσπαθοῦν νὰ τὸν νυμφεύσουν, ἔστω καὶ χωρίς τὴν συγκατάθεσί του. Οἱ ἀρνήσεις του γιὰ ἕνα ἐπίγειο γάμο δέν εὕρισκουν κατανόησι ἔτσι ἀποφασίζει νὰ ἀσπασθῆ τὸν βίο τῆς ἀσκήσεως, ἔστω καὶ ἄνευ τῆς πατρικῆς συγκαταθέσεως, διότι ἐγνώριζε πὼς «ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος».
Ἔρχεται ἀνατολικότερα εἰς τὴν περιοχὴ τῆς Ζαγορᾶς καὶ εἰς τὴν τότε πρωτεύουσα τοῦ κράτους, τὸ κάστρο τοῦ Τυρνόβου. Ὡς «ἡ διψητικοτάτη ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων», ἔτσι καὶ αὐτὸς φλεγόμενος ἀπὸ θεῖο πόθο, εἰσέρχεται εἰς τὸ ἐκεῖ μοναστήρι τῆς Θεομήτορος Ὁδηγητρίας καὶ λαμβάνει τὸ ἀγγελικὸ Σχῆμα, μετονομαζόμενος ἀπὸ Ράϊκος εἰς Ρωμανό.
Εἰς ὀλίγο χρονικὸ διάστημα, οἱ πολλὲς ἀρετές του, καὶ προπαντός «ἡ ἐνοικοῦσα τῇ ψυχῇ αὐτοῦ ταπείνωσις», τὸν καθιστοῦν ἀγαπητὸ εἰς ὅλους, ὅπου τὸν ὀνομάζουν πλέον Καλορώμανο. Εἶναι ἡ εὐλογημένη ἐποχὴ ὁποὺ ἦλθε εἰς τὰ Παρόρια ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης. Ἡ φήμη του ἐξαπλώνεται παντοῦ καὶ ὁ θεῖος Ρωμανὸς ζητεῖ καὶ λαμβάνει τὴν εὐχὴ τοῦ γέροντός του νὰ ὑποταχθῆ εἰς τὸν Ἕλληνα ἡσυχαστή.
Τὸ διακριτικὸ βλέμμα τοῦ ἱεροῦ Σιναΐτου πατρὸς διακρίνει ὅτι ὁ νέος μοναχὸς εἶναι ἐργάτης τῆς ἀρετῆς, γι ̓ αὐτὸ καὶ δέν ἀμελεῖ νὰ τοῦ προσθέση κοπιώδη διακονήματα. Εἰς ὅλα ἀνταποκρίνεται πλήρως πρὸς τὶς προσδοκίες τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, καὶ μετὰ τὸν θάνατον αὐτοῦ, περὶ τὸ 1346 μ.Χ., «διὰ τόν πειρασμὸν τῶν ληστῶν», ἀναχωρεῖ «τῶν Παρορίων καὶ εἰς τὴν Ζαγοράν» πάλι ἐπιστρέφει.
Μετ' ὀλίγoν, μαθαίνοντας ὅτι ὁ βασιλεὺς Ἰωάννης Ἀλέξανδρος ἀπεδίωξε τούς ληστάς, ἐπανέρχεται εἰς «τὴν ἔρημο τῶν Παρορίων», συνεχίζων τὴν ἄκρως ἀσκητικὴ βιοτή του καὶ κοσμούμενος μὲ «τὴν τῶν δακρύων δωρεὰν καὶ χάριν». Ὁ φόβος, ὅμως τῶν ἀγαρηνῶν δὲν τοῦ ἐπιτρέπει ἐπὶ πολὺ νὰ ἀπολαύση τὴν ἐκεῖ ἡσυχία καὶ «ἄκων εἰς τὴν Ζαγορὰν ἀπέρχεται», ἀλλ ̓ ἐκ νέου «εἰς τὰ Παρόρια ἀφικνουται, ἐπειδὴ φιλέρημος ἦν».
Ἐδῶ λαμβάνει τὸ μέγα ἀγγελικὸ Σχῆμα καὶ «Ρωμύλος μετονομάζεται». Παραμένει ἐπὶ πενταετίαν «παλαίων μετὰ δαιμόνων», ἀλλ ̓ ἐπιστρέφει πάλι διὰ τελευταίαν φορὰν εἰς τήν Ζαγορά, ἐξ αἰτίας τῶν ἐπιδρομῶν «τῶν τῆς Ἄγαρ ἀπογόνων». Ἀπ ̓ ἐκεῖ συντόμως ἀναχωρεῖ διὰ «τὸ ἅγιον ὄρος τοῦ Ἄθωνος» καὶ ἐγκαθίσταται «πλησίον τῆς ἱερᾶς λαύρας», ὅπου ἤδη ἀνθεῖ ἡ ἡσυχαστικὴ κίνησι καὶ πολλοὶ «πατέρες ὁμότροποι oἰκοῦν».
Ἀλλὰ τώρα πλέον, οἱ ἀρετές του εἶναι πολλὲς καὶ δὲν ἠμπορεῖ νὰ κρυφθῆ, ὡς «πόλις ἐπάνω ὄρους κειμένη». «Πεπειραμένος ὢν τὰ τῶν μοναχῶν» προσελκύει πλήθη «ἀναχωρητῶν καὶ μιγάδων», οἱ ὁποῖοι σαγηνεύoνται ἀπὸ τοὺς θείους λόγους του, «ὡς ἡ μαγνῆτις λίθος ἕλκει τὸν σίδηρον». Βλέπει κανεὶς «κατηφεῖς, ξηρούς, σκληρούς, ἐκ δαιμόνων ἢ ἐξ ἀνθρώπων τοῦτο πάσχοντας», καὶ διὰ τῆς πλήρους χάριτος καὶ δυνάμεως νουθεσίας του, ἀλλα καὶ τῆς νηπτικῆς διδασκαλίας του, νὰ φεύγουν «φαιδροὶ τῷ προσώπῳ καὶ τῇ ψυχῇ».
Οἱ τραγικές, ὅμως, ἱστορικὲς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς, καθὼς πλέον ἡ χιλιετὴς Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία συνταράσσεται ἀπὸ τὶς μουσουλμανικὲς βαρβαρικὲς ὀρδές, δὲν ἀφήνουν ἀνεπηρεάστους οὔτε τοὺς μοναχοὺς τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Τότε, «οἱ πλείους τῶν ἀναχωρητῶν ἐξέφυγον», καὶ μαζί των οὗτος ὁ Ἅγιος, ὁ ὁποῖος φθάνει εἰς τὸν Αὐλῶνα τῆς Ἀλβανίας. Ἐδῶ, πρὸς χάριν τῶν «μυριοπαθῶν» ἐκείνων ἀνθρώπων, ἀναδεικνύεται «ἰσαπόστολος, πάντας εἰς ἑνότητα τῆς ἀληθοῦς πίστεως συγκαλῶν» μὲ τὸν «κεχαριτωμένον λόγον του».
Ἐπειδή, ὅμως, «μεγάλως ὑπερετίμων αὐτόν, εἰς τὴν Σερβίαν ἀπέρχεται», πλησίον τοῦ Μοναστηρίου τῆς Ραβενίτσης, ὅπου τελειώνει τὸν πολύαθλο ἐπίγειο βίο του περὶ τὸ 1380. Ὁ Θεός, καὶ μετὰ τὴν κοίμησί του, τὸν δοξάζει μέ «τὴν χάριν τοῦ ἰᾶσθαι πᾶσαν ἀσθένειαν καὶ πᾶν πάθος», ὥστε νὰ προσέρχωνται πλήθη ἀνθρώπων διὰ νὰ προσκυνήσουν τὸν τάφο καὶ τὰ τίμια αὐτοῦ λείψανα, τὰ ὁποῖα μέχρι σήμερον φυλάσσονται εἰς τήν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ραβανίτσης.
Τὸ γεγονὸς τῆς συντάξεως Ἀκολουθίας πρός τιμήν του, ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Βιδυνίου Ἰωάσαφ, δεκαετία μόλις ἀπὸ τῆς κοιμήσεώς του, δείχνει τὴν γρήγορο ἐξάπλωσι τῆς φήμης του ὡς θαυματουργοῦ καὶ τήν ἄμεσο ἀναγνώρισί του ὡς Ἁγίου ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ τῇ ιη ́ τοῦ μηνὸς Σεπτεμβρίου. (Ἡ ἡμερoμηνία αὐτὴ ἀναφέρεται τὸ πρῶτον εἰς μίαν παράφρασι τοῦ Βίου ἐν ἔτει 1904 -ὅρα σχετικῶς κατωτέρω καὶ εἰς ὅλους τοὺς νεωτέρους Συναξαριστάς. Εἰς τὸν κώδικα 73, ὅμως, τῆς Ἱ. Μ. Δοχειαρίου σημειώνεται: «Μὴν Νοέμβριος κατὰ α ́». Ὁ μακαριστὸς Σέρβος π. Ἰουστίνος Πόποβιτς [ἅγιος] καταχωρεῖ τήν μνήμη του τῇ ιϛ ́Ἰανουαρίου, ἐνῶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης δέν τὸν ἀναφέρει καθόλου).
Ἕνα ζήτημα τὸ ὅποιον θὰ ξενίση ἴσως τούς φιλοθέους ἀναγνωστας καὶ τὸ ὁποῖον ἀξιζει, ὅμως, νὰ ἐξετασθῆ εἶναι οἱ συχνὲς μετακινήσεις τοῦ βιογραφουμένου Ὁσίου. Καθ' ὅσον μάλιστα συνέβαιναν εἰς μίαν παλαιοτέρα ἐποχή, ὁπού οἱ μετακινήσεις ἦσαν δυσκολώτερες, ἀλλ ̓ ἰδίως ἐπειδὴ ὁ ὅσιος Ρωμύλος ἀνῆκε εἰς τὴν χορεία τῶν ἡσυχαστῶν Ἁγίων. Τί νὰ εἴπη ὁ σημερινὸς μοναχός, ὁ ὁποῖος ἔχει μέν δώσει ὑπόσχεσι νὰ «παραμείνη τῷ Μοναστηρίῳ ἕως ἐσχάτης του ἀναπνοῆς», ἀλλα τὸν δελεάζει ἡ εὐκολία τῆς μετακινήσεως ὁπού εἶναι πολὺ μεγάλη, καὶ δὲν τὸν ἐνισχύει ἡ ἡσυχαστικὴ πνευματικότης ὁποὺ εἶναι τόσο χαμηλή; Εἶναι βεβαίως γεγονὸς ὅτι σήμερον δὲν μᾶς «χωρὰ ὁ τόπος», καὶ ὅλοι μας, εἴτε μοναχοὶ εἴτε λαϊκοί, μετακινούμεθα συνεχῶς, εὑρισκόμενοι εἰς μίαν διαρκῆ καὶ ἄσκοπο περιπλάνησι.
Ὅμως, δεν μᾶς «χωρᾶ ὁ τόπος», ὄχι χάριν τῆς μεγάλης κινητικότητος τῆς ἐποχῆς μας, ἀλλὰ διότι ἔχομε, κατὰ βάθος, ἕνα ἀνυπότακτο «Ἐγώ», ὅπου δὲν θέλει νὰ δεσμευθῆ εἰς ἕνα ὁρισμένο τόπο, νὰ σταθῆ εἰς ἕνα σημεῖο ἐφ ̓ὅρου ζωῆς. Νιώθομε τὸν χῶρο ὡς ἕνα ἀφηρημένο πεδίο καὶ ἡ ἀντίληψί μας γι ̓ αὐτόν, ὡς ἄμεσο ἀποτέλεσμα τῆς φυσιοκρατικῆς παιδείας μας, εἶναι μηχανιστικὴ ἢ ἔστω συναισθηματική. Δὲν διανοούμεθα νὰ δημιουργήσωμε ἕνα τύπο σχέσεως μὲ τὸν χῶρο, νὰ δεθοῦμε μὲ ἕνα τόπο, νὰ περιορισθοῦμε εἰς ἕνα μέρος, ὅπως τὸ οἰκιακὸ δωμάτιο ἢ τὸ μοναχικὸ κελλί, τὸ ὁποῖο εἶναι ἱκανὸ νὰ «μᾶς διδάξη τὰ πάντα», κατὰ τὸν ἀββα Μωϋσῆ.
Ἀλλ' οἱ μετακινήσεις τοῦ βιογραφουμένου Ὁσίου εἶχαν ἕνα διαφορετικὸ χαρακτήρα ἀπὸ τὸν σημερινὸ ἀενάως περιπλανώμενο τρόπο ζωῆς μας, γιατὶ δὲν συνδέονται τόσο μὲ τὴν ἐσωτερική του παρόρμησι, ὅσο μὲ τὶς ἐξωτερικὲς ἱστoρικὲς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ὁ ἴδιος ἦτο ἕνας μοναχὸς ἄκρας ἡσυχαστικῆς νοοτροπίας, μὲ πλήρη ἀποταγὴ τῶν ἐγκοσμίων, βαθὺ πόθο τῆς ἐρημικῆς ζωῆς, μεγάλη διάθεσι ὑπακοῆς, συνεχῆ ἀποφυγὴ τῆς συγχύσεως καὶ τῶν ματαίων μεριμνῶν.
Εἶχε τὴν συνείδησι κάθε φορὼ πῶς, εἰς τὸν τόπο ὁποὺ ἐξ ἀνάγκης μετεκινεῖτο, θὰ διέμενε ἕως τέλους τῆς ζωῆς του, κάτι ὁποὺ ἀποτελεῖ ἀσφαλὲς κριτήριο ἀπλανοῦς ἀσκητικοῦ βίου. Ἀλλ ̓ οἱ συνεχεῖς ἐπιδρομὲς τῶν Τούρκων, ὁποὺ ὁλοὲν καὶ περισσότερον εἰσέδυαν εἰς τὰ ἐδάφη τῆς ἐξησθενημένης Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, δὲν ἐπέτρεπαν ἐπὶ πολὺ εἰς τοὺς κατοίκους, καὶ ἰδιαιτέρως εἰς τοὺς μοναχούς, νὰ ἡσυχάζουν καὶ νὰ ζοῦν ἀπερισπάστως.
Μέσα εἰς τέτοιες τραγικὲς συνθῆκες ἀκουσίου ξερριζωμοῦ, ἡ μόνη μετὰ Θεὸν παρηγορία των ἦτο ἡ οἰκουμενικὴ συνείδησι, τὴν ὁποίαν ἐνέπνεαν οἱ ἀρχαὶ τοῦ ἡσυχασμοῦ καὶ ἐνεθάρρυνε ἡ πανορθόδοξος ἔννοια τοῦ Ρωμαίου (Ρωμηοῦ ἢ Βυζαντινοῦ) πολίτου, ὥστε μετακινούμενοι εἰς ὅλο τὸ πλάτος τῆς Βαλκανικῆς Χερσονήσου νὰ αἰσθάνωνται γνώριμοι καὶ οἰκεῖοι, ὡσὰν εἰς τὴν ἰδιαιτέρα πατρίδα των.
(ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν Εἰσαγωγὴ [ὑπὸ τοῦ Ἀρχιμ. Νικοδήμου Μπαρούση, ἡγουμ. Ἱ. Μ. Παναγίας Χρυσοποδαριτίσσης Νεζερῶν] τοῦ βιβλίου: «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΡΩΜΥΛΟΥ ΤΟΥ ΕΡΗΜΙΤΟΥ», σειρά «ΑΝΘΗ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ» τ. 6, Ἐκδόσεις «ΤΗΝΟΣ» ©)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α´. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Βιδυνίου τὸν γόνον Βαλκανίων τὸ καύχημα, καὶ τῶν Ὀρθοδόξων ἁπάντων, τὸν σεπτὸν ἀντιλήπτορα•Ῥωμύλον τοῦ Κυρίου ἀσκητήν, ὑμνήσωμεν συμφώνως οἱ πιστοί, δι᾽ αὐτοῦ γὰρ φωτισθέντες τὸ ἡσυχάζειν ἐν Κυρίῳ ἐδιδάχθημεν. Δόξα τῷ ἀναδείξαντί σε ἡμῖν καθηγητῇ, δόξα τῷ σὲ χαριτώσαντι, δόξα τῷ τῶν ὀρθοδόξων λαῶν, κοινὸν προστάτην σε δείξαντι.
14 Αυγούστου 1922: Ο Συνταγματάρχης Νικόλαος Πλαστήρας, ενεργούμενο του Ελευθερίου Βενιζέλου, ανοίγει την κερκόπορτα στον Μουσταφά Κεμάλ – Κατάρρευση του Μετώπου Μικράς Ασίας
H πορεία αναγέννησης του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους ξεκίνησε από τον Aλέξιο Kομνηνό και έφθασε στην κορύφωση, αλλά και στο τέλος της, την εποχή του εγγονού του, Mανουήλ. Kαταλύτης σε αυτή την εξέλιξη ήταν η μάχη στο Mυριοκέφαλο.
Οι άγιοι του Θεού και όλοι οι συγγενείς μας, πού πέρασαν από αυτόν τον κόσμο, στον οποίο εμείς τώρα βρισκόμαστε, είναι μόνο ζώσες ψυχές στον άλλο τον κόσμο, χωρίς σώμα και χωρίς περιουσία.
Μεταξύ των αρχαιότερων μαρτύρων της χριστιανικής πίστεως συγκαταλέγονται η αγία Σοφία και οι τρεις θυγατέρες της Πίστις, Ελπίς και Αγάπη, αφού πρόσφεραν την ζωή τους ως «λογική λατρεία» στον Ιησού Χριστό, κατά τα χρόνια που αυτοκράτορας στην Ρώμη ήταν ο Αδριανός (117-138).
Βιογραφία
Ο Άγιος Ιωακείμ ο Πάνυ, πρώτος Πατριάρχης Αλεξανδρείας μετά την τουρκική κατάκτηση της Αιγύπτου (1517 μ.Χ.) όταν ο Σουλτάνος Σελίμ Α΄ νίκησε τους Μαμελούκους και απέσπασε από εκείνους την κυριότητα της Αιγύπτου και την χαλιφεία, γεννήθηκε στην Αθήνα τό έτος 1448 μ.Χ. και εμόνασε στην Ιερά Μονή του Σινά και στη Λαύρα του Οσίου Σάββα του Ηγιασμένου, στην Παλαιστίνη.
Ανήλθε στον παλαίφατο και Αποστολικό Θρόνον του Αγίου Μάρκου τον Αύγουστο του έτους 1487 μ.Χ.
Ανηλώθη στην αναδιοργάνωση του Πατριαρχείου με οξύνοια και πρακτικό πνεύμα. Έλαβε μέρος στην Σύνοδο των Ιεροσολύμων (1526 μ.Χ.), στην οποία συζητήθη και επελύθη το λεγόμενο Σιναϊτικό Ζήτημα. Ανεζήτησε και εξασφάλισε οικονομική στήριξη για τον χειμαζόμενο Πατριαρχικό Θρόνο Του από τον τσάρο Βασίλειο Δ΄.
Αντεστάθη σθεναρώς προς τις κρούσεις, κυρίως, του Ενετού Αρχιεπισκόπου Κρήτης Πάτρου Λάνδου, ώστε να συναινέσει στην ένωση των Εκκλησιών και να συμμετάσχει, κατά το έτος 1562 μ.Χ., στην Ρωμαιοκαθολική Σύνοδο του Τριδέντου.
Η στάση του μάλιστα αυτή ενίσχυσε, ακόμη περισσότερο, την εντύπωση του Χριστεπωνύμου πληρώματος της Εκκλησίας περί της αγιότητός του και της εμμονής του στα πάτρια και τα παραδεδομένα.
Διασώζονται διηγήσεις, από χρονικογράφους της εποχής, περί θαυμαστών σημείων τα οποία ο Άγιος Πατριάρχης επετέλεσε δια της πίστεώς του.
Εκοιμήθη σε βαθύτατο γήρας, το έτος 1567 μ.Χ., άγων το 117ο έτος της επιγείου ζωής του, πατριαρχεύσας ογδόντα έτη.
Η ιερά Ακολουθία του Αγίου Ιωακείμ του Πάνυ, συνετέθη από τον Σεβ.Μητροπολίτη Ρόδου κ.Κύριλλο, υμνογράφο, και εξεδόθη το έτος 2009 μ.Χ., προνοία της ΑΘΜ του Πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ.κ. Θεοδώρου Β’, εις μνημόσυνον του αοιδίμου Προκατόχου Του, Πατριάρχου Πέτρου Ζ’, επί της πατριαρχίας του οποίου ενεγράφη το όνομα του Αγίου Ιωακείμ στις αγιολογικές δέλτους της Εκκλησίας, δι’ επισήμου Πατριαρχικής και Συνοδικής Πράξεως αγιοκατατάξεως (17η Σεπτεμβρίου 2002 μ.Χ.).
Η τιμία κάρα του Αγίου Ιωακείμ, ευρίσκεται τεθησαυρισμένη στην Ιερά Μονή Οσίου Σάββα.
Το θαύμα του Ντουρ Νταγ (Βουνό Στάσου)
Κατὰ τὸν 16ο αἰώνα (1536) στὴν Ἀλεξάνδρεια εἶχε γίνει ἕνα μεγάλο θαῦμα:
Στὴν Ἀλεξανδρινὴ Ἐκκλησία, ἐπὶ 75 χρόνια Πατριάρχης ἦταν «Ἰωακεὶμ ὁ πάνυ», δηλ. ὁ μέγας. Ἦταν ἐνάρετος, ταπεινός, ἁπλὸς καὶ ἀγαθὸς μὲ πολλὰ χαρίσματα πλουτισμένος καὶ κατὰ τὴ μακρόχρονη περίοδο τῆς Πατριαρχίας του, πολλὰ θαύματα δι’ αὐτοῦ ἐνήργησεν ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἀφοῦ ἐποίμανε θεάρεστα τὸ πλήρωμα τῶν χριστιανῶν, κοιμήθηκε σὲ ἡλικία 135 χρόνων (ἴδε Ἀθαν. Ὑψηλάντη, βιβλ. «Τὰ μετὰ τὴν ἅλωσιν»).
Στὶς ἡμέρες τοῦ εὐλογημένου αὐτοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Ἀλεξανδρινῆς Ἐκκλησίας, ἕνας ὑπουργὸς τοῦ Σουλτάνου τῆς Αἰγύπτου, Ἑβραῖος τὴν καταγωγή, διέβαλε τοὺς χριστιανοὺς ὅτι στὸ εὐαγγέλιό τους λένε πολλὰ ψέματα καὶ διαστρέφουν μ’ αὐτὰ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Μουσουλμανισμοῦ καὶ τοὺς παίρνουν ἀπὸ τὴ θρησκεία τοῦ Προφήτη.
«Μεγαλειότατε, εἶπε στὸ Σουλτάνο ὁ ἑβραῖος, λένε πὼς ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητές του: «Ἐὰν ἔχητε πίστιν –ὡς κόκκον συνάπεως– καὶ μὴ διακριθῆτε, οὐ μόνον τὸ τῆς συκῆς ποιήσητε, ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε, ἄρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, γενήσεται» καὶ «κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει» (Ματθ. ΚΑ’ 21, Μάρκ. ΙΣΤ’ 18).
Ὁ Σουλτᾶνος, ποὺ κι αὐτὸς ἀφορμὴ ζητοῦσε, μὲ «Φιρμάνι» διέταξε τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας νὰ ἀποδείξουν ἄν εἶναι ἀλήθεια αὐτὰ ποὺ γράφει τὸ εὐαγγέλιό τους, καὶ πὼς ἄν, σύμφωνα μ’ αὐτὰ ποὺ διδάσκουν, δὲν μεταθέσουν τὸ βουνὸ ποὺ εἶναι κοντὰ στὴν Πόλι τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ νὰ τὸ διατάξουν νὰ πάει νὰ σταθεῖ στὸ ἀπέναντι μέρος, θὰ βάλει γενικὴ σφαγὴ σ’ ὅλους τοὺς χριστιανούς.
Ὁ ἐνάρετος καὶ ἅγιος Πατριάρχης Ἰωακείμ, ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὴ μεγάλη του πίστι στὸ Δεσπότη Χριστὸ καὶ στὰ ἀψευδὴ ἱερὰ λόγια τοῦ εὐαγγελίου, πῆγε στὸν τόπο ποὺ ὥρισε ὁ Σουλτάνος, ἔκαμε θερμὴ προσευχὴ καὶ δέησι στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, θυμίασε πρὸς τὴν κατεύθυνσι τοῦ βουνοῦ, ἔκαμε τὸ σταυρό του καὶ εἶπε: «Μέγα τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», καὶ ἀπευθυνόμενος στὸ βουνὸ εἶπε, σύμφωνα μὲ τὰ ἱερὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, σήκω ἀπὸ τὸ μέρος αὐτὸ ποὺ εἶσαι καὶ νὰ πᾶς νὰ σταθεῖς στὴν ἀπέναντι παραλία τοῦ λιμανιοῦ. Μὲ τὸ λόγο αὐτὸν τοῦ Πατριάρχη, σηκώθηκε τὸ βουνὸ στὸν ἀέρα γιὰ νὰ πάει καὶ νὰ σταθεῖ ’κεῖ, ποὺ ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ, τὸ διέταξε ὁ Πατριάρχης.
Ὁ Σουλτᾶνος, ἅμα εἶδε τὸ βουνὸ νὰ σηκώνεται, νόμισε πὼς θἄπεφτε πάνω τους καὶ ἀπὸ τὸν πολὺ φόβο καὶ τρόμο ποὺ τὸν ἔπιασε, ἄρχισε νὰ φωνάζει: «Ντούρ – ντάγ, Ντούρ – ντάγ», δηλαδή, πές του νὰ σταματήσει, καὶ τὸ βουνό, μὲ προσταγὴ καὶ πάλι τοῦ Πατριάρχη, σχίστηκε σὲ τρία κομμάτια καὶ ἔπεσε στὴ θάλασσα, ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ μέχρι σήμερα βρίσκεται, στὴν εἴσοδο τοῦ λιμανιοῦ τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Σὲ συνέχεια, μὲ διαταγὴ τοῦ Σουλτάνου, ἔδωκαν στὸν ἁγιώτατο Πατριάρχη Ἰωακεὶμ νὰ πιεῖ φοβερὸ δηλητήριο, μὲ τὴν αὐστηρὴ σύστασι τοῦ Σουλτάνου, νὰ μὴ κάνει αὐτὰ «τὰ μάγεια» ποὺ κάνουν οἱ χριστιανοί, δηλαδὴ αὐτὰ ποὺ λένε «Σταυρό» καὶ σημειώνουν μ’ αὐτὸ τὸ σῶμα τους ἢ τὰ ἀντικείμενα ποὺ θὰ χρησιμοποιήσουν καὶ θὰ μεταχειριστοῦν.
Ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ, πῆρε τὸ δοχεῖο μὲ τὸ δηλητήριο στὰ χέρια του, καὶ ἀφοῦ ἔκανε πὼς τὸ περιεργάζονταν, μέσα του εἶπε θερμὴ προσευχὴ στὸν Πανάγαθο Θεὸ καὶ τότε γύρισε στὸ Σουλτᾶνο καὶ τὸν ρώτησε: «Μεγαλειότατε, ἀπὸ ποῦ θέλετε νὰ πιῶ αὐτὸ τὸ ὡραῖο ποτό, θέλετε ἀπὸ δῶ, θέλετε ἀπ’ ἐκεῖ, θέλετε ἀπ’ ἀλλοῦ, ἀπ’ ὅπου θέλετε θὰ τὸ πιῶ», κι ἔτσι δείχνοντας μὲ τὸ στόμα του, ἀπὸ ποῦ νὰ τὸ πιεῖ, ἔκαμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ μὲ τὸ κεφάλι του, ἀφοῦ ἔδειξε τὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ δοχείου, χωρὶς ὁ Σουλτᾶνος νὰ καταλάβει τὸν τρόπο ποὺ ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ.
Ὁ Σουλτᾶνος τοῦ ἀπήντησε, «ἀπὸ ὅποιο σημεῖο θέλεις πιέστο». Ὁ Πατριάρχης, ἤπιε τὸ δηλητήριο ὅλο, μόνον ἔμειναν λίγοι ἀφροὶ τοῦ δηλητηρίου στὸ ποτήρι, καὶ τότε εἶπε, ὁ Πατριάρχης στὸ Σουλτᾶνο: «Μεγαλειότατε, τώρα μὲ τὴ σειρά μου νὰ σᾶς ζητήσω μιὰ χάρι, θέλω βασιλιά μου, γιὰ νὰ καταλάβει ἡ μεγαλειότης σου κι ἐκεῖνος ποὺ ἑτοίμασε τὸ τρομερὸ αὐτὸ δηλητήριο καὶ σᾶς εἶπε αὐτὰ τὰ ψέματα ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, νὰ δοκιμάσει τὴ δύναμι τοῦ ποτοῦ αὐτοῦ καὶ νὰ πιεῖ ὁ (τάδε) ὑπουργός Σας, τὰ ὑπολείμματα αὐτὰ τοῦ δηλητηρίου».
Ὁ Ἑβραῖος ὑπουργός, ποὺ γνώριζε τὴ δύναμι τοῦ τρομεροῦ δηλητηρίου αὐτοῦ, δὲ δέχονταν νὰ τὸ πιεῖ, ἀλλὰ κατόπιν διαταγῆς τοῦ Σουλτάνου, ἐξαναγκάστηκε νὰ πιεῖ τὰ ξεπλύματα τοῦ ποτηριοῦ ποὺ εἶχε τὸ δηλητήριο, κι ἀμέσως ἅμα τὸ ἦπιε ἔσκασε καὶ ἔμεινε ἐπὶ τόπου νεκρός. Ἐνῶ ὁ Πατριάρχης, ποὺ ἤπιε ὅλο τὸ δηλητήριο, μὲ τὴ θερμὴ πίστι καὶ δύναμι τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔπαθε τίποτε καὶ ἔτσι ἐπαλήθευσε τὰ λόγια τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου καὶ θριάμβευσε ὁ χριστιανισμός.
Πηγή: Ορθόδοξη Δικτυακή Παρουσία, (Από το βιβλίο «Γεροντικό του Αγίου Όρους» του Αρχιμαδρίτη Ανδρέα Θεοφιλόπουλου, σελ. 246-248) Χριστιανική Φοιτητική Δράση
Ὁ Ἡρακλείδης ἦταν γιὸς ἱερέα εἰδωλολάτρη, τοῦ Ἱεροκλέα, ποὺ ἱεράτευε κατὰ τὴν Σολέα τῆς Κύπρου, στὸ χωριὸ Λαμπαδιστό. Ὁ ἱερέας διακρινόταν γιὰ τὰ φιλόξενα αἰσθήματά του καὶ γι’ αὐτὸ δὲν δίστασε νὰ φιλοξενήσει τὸν Παῦλο καὶ τὸν Βαρνάβα καὶ τὸν Μαρκο, ὅταν αὐτοὶ βρέθηκαν στὸ ἔδαφος τῆς Κύπρου. Τότε εἵλκυσαν στὸν Χριστὸ τὸν γιὸ τοῦ Ἡρακλείδη καὶ αὐτὸς στὴ συνέχεια ἔφερε στὸν Χριστὸ τοὺς γονεῖς του.
Γιὰ τὸν Ἅγιο Ἡρακλείδη διαβάζουμε τὰ ἑξῆς :
«Τίς σοῦ τὸν βίον ἰσχύσει ἐκδιηγήσασθαι;... Χαῖρε ὅτι ἐχρίσθης Ἱεράρχης θεόθεν. Χαῖρε ὅτι ἐφάνης ὁδηγὸς παιδιόθεν...»
Δικαιολογημένη ἡ ἀπορία. Δίκαιος καὶ ὁ ἔπαινος. Γιατί ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος, ποὺ γιορτάζουμε στὶς 17 τοῦ Σεπτέμβρη, δὲν εἶναι μόνο ὁ πρῶτος Ἱεράρχης τῆς ξακουστῆς Ταμασοῦ, ἀλλὰ καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους καὶ πιὸ σπουδαίους Ἱεράρχες τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων, τῆς εὐλογημένης Κύπρου μας. Γεννήθηκε στὴ Λαμπαδοὺ ἢ Λαμπαδιστό, ἕνα χωριὸ κοντὰ στὸ σημερινὸ Μιτσερό, κι ἦταν γιὸς εἰδωλολάτρη ἱερέα. Κάποια μέρα ποὺ πατέρας καὶ γιὸς καταγινόντουσαν μὲ τὴν προσφορὰ θυσίας στοὺς θεούς, δυὸ ξένοι πλησίασαν, κι ἀφοῦ χαιρέτησαν μὲ καλοσύνη, ζήτησαν νὰ μάθουν ἀπὸ αὐτοὺς τὸν δρόμο ποὺ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε πρὸς τὴν Πάφο. Οἱ δυὸ ξένοι, ποὺ φαινόντουσαν νὰ ἔρχονται ἀπὸ μακριά, ἦταν οἱ ἀπόστολοι Βαρνάβας καὶ Μάρκος ποὺ εἶχαν ἔρθει στὸ νησὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο γιὰ τὴν πρώτη τους ἀποστολικὴ περιοδεία, γύρω στὸ 45 – 46 μ.Χ.
Ὁ εἰδωλολάτρης ἱερέας Ἱεροκλῆς ἡ Ἱερόκλεως, ὁ πατέρας τοῦ Ἠρακλειδίου, μὲ τὴν εὐγένεια καὶ τὴ φιλοξενία ποὺ διακρίνει τοὺς Ἕλληνες, ἔσπευσε νὰ καλέσει τοὺς ξένους νὰ παραμείνουν στὸ σπίτι του, ἐκεῖ στὸ χωριὸ, τὴν Λαμπαδού, γιὰ νὰ ξεκουραστοῦν. Οἱ Ἀπόστολοι ὅμως ἐπέμεναν νὰ προχωρήσουν καὶ αὐτός, γιὰ νὰ τοὺς διευκολύνει, ἔστειλε τὸν γιὸ του τὸν Ἠρακλέωνα, νὰ τοὺς συνοδεύσει ὡς ἔξω ἀπὸ τὸ χωριό, καὶ νὰ τοὺς δείξει τὸν δρόμο. Εὐλογημένη συνάντηση! Καὶ τρισευλογημένη ἀπόφαση! Μόλις οἱ Ἀπόστολοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ ἐκεῖ, ἄρχισαν τὴ συζήτηση μὲ τὸν νεαρό.
› Τί ἐκάμνατε, παιδί μου, ἐκεῖ ποὺ σᾶς συναντήσαμε, ρώτησε ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτούς, ὁ Βαρνάβας.
› Προσφέραμε θυσία στοὺς θεούς μας, ἀπήντησε ὁ Ἠρακλείδιος.
› Θεοὶ οἱ πέτρες καὶ τὰ ξύλα; Ὄχι, παιδί μου. Αὐτὰ δὲν εἶναι θεοί. Εἶναι δημιουργήματα. Εἶναι ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων. Ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας. Αὐτός, ποὺ ἐδημιούργησε «τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, τὴν Θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὔτοις». Ὁ Θεός, ὁ ἀληθινὸς Θεός, δὲν κατοικεῖ μέσα σὲ χειροποίητους ναούς, οὔτε καὶ ὑπηρετεῖται ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων, γιατί δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τίποτα. Ἀντίθετα! Αὐτὸς εἶναι ποὺ δίδει σὲ ὅλα ζωὴ καὶ ἀναπνοὴ καὶ ὅλα ὅσα τοὺς χρειάζονται γιὰ τὴ συντήρησή τους. Αὐτός, ἀπὸ ἕνα ζευγάρι, ἔκανε ὅλα τὰ ἔθνη τῶν ἀνθρώπων ποὺ κατοικοῦν πάνω στὴ γῆ. Καὶ Αὐτός, ὅταν οἱ ἄνθρωποι πλανηθήκαμε, ἀπὸ ἀγάπη ἄπειρη ἔστειλε σ’ ἐμᾶς τὸν γιό του, τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, γιὰ νὰ μᾶς σώσει...
Ὁ Ἡρακλέων μὲ κατάνυξη ἄκουε τὰ λόγια τῶν Ἀποστόλων. Ἡ ψυχή του, σὰν τὴ διψασμένη γῆ, ρουφοῦσε κυριολεκτικὰ τὴν διδασκαλία γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα; Εὐλογημένο! Ὁ νεαρὸς προσήλυτος, ὅταν ἔφθασαν στὸν ποταμὸ Σέτραχο, (μερικοὶ φρονοῦν πὼς ὁ ποταμὸς στὸν ὅποιο βαπτίσθηκε ὁ Ἠρακλείδιος εἶναι ὁ Καρκώτης, ὁ ποταμὸς τῆς Σολέας, ποὺ τρέχει κάτω ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Μαραθάσας, τὸν Καλοπαναγιώτη, σὰν τὸν Εὐνοῦχο τῆς Κανδάκης τῆς βασίλισσας τῶν Αἰθιόπων), ρώτησε μὲ λαχτάρα:
› Ποιὸς μὲ ἐμποδίζει νὰ βαπτιστῶ;
› Κανένας, ἦταν ἡ ἀπάντηση. Ἀρκεῖ νὰ τὸ θελήσεις.
› Τὸ θέλω! φώναξε ὁ Ἡρακλέων. Τὸ θέλω μὲ τὴν καρδιά μου!
Τότε οἱ Ἀπόστολοι, γεμάτοι χαρά, κατέβηκαν στὸν ποταμό, τὸν βάφτισαν «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», καὶ τοῦ ἔδωκαν τὸ ὄνομα Ἠρακλείδιος. Μετὰ προχώρησαν σὲ μία σπηλιὰ κοντὰ στὸν ποταμό, στὴν ὁποία παρέμειναν μερικὲς μέρες συνεχίζοντες τὴ διδασκαλία.
Ἐκεῖ ἕνα πρωὶ ἦρθε ἀπροσδόκητα καὶ τοὺς συνήντησε κι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τὴν ἑπόμενη ἔφτασε κι ὁ Μνάσων, τὸν ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ὀνομάζει «ἀρχαῖον μαθητήν» (Πράξεις κα’ 16). Ἀφοῦ συμπληρώθηκε ἡ κατήχηση τοῦ νεοφώτιστου οἱ τρεῖς Ἀπόστολοι τὸν χειροτόνησαν ἐπίσκοπό της Ταμασοῦ καὶ τοῦ ἀνέθεσαν ὑστέρα ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τῆς ἁλιείας ψυχῶν στὴν πολυάνθρωπο πόλη. Μαζί του ἔμεινε καὶ ὁ Μνάσων. Οἱ δυὸ μαθητὲς ἀφοῦ ἀποχαιρέτησαν τοὺς Ἀποστόλους καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια κατευόδωσαν γιὰ τὴν Πάφο, ρίφθηκαν μὲ φλογερὸ ζῆλο στὸ ἔργο τους. Τὸ ἱερὸ ἔργο τῆς σωτηρίας ψυχῶν. Τόπος συνάξεων ἕνα ὑπόγειο. Ἕνα ὑπόγειο σπήλαιο, ποὺ σώζεται καὶ σήμερα καὶ ποὺ βρίσκεται μέσα στὸ ὁμώνυμο μοναστήρι. Τὸ σπήλαιο αὐτὸ χρησίμευσε ὄχι μονάχα ὡς ἐκκλησία στὴν ὁποία ὁ Ἠρακλείδιος συγκέντρωνε τοὺς πιστούς του, ἀλλὰ καὶ σὰν κατοικία καὶ ἀσκητήριό του. Κάτι περισσότερο. Τὸ σπήλαιο αὐτὸ ἔγινε ἀκόμη καὶ τάφος του, μὰ καὶ τάφος τῆς εἰδωλολατρίας.
Ἐδῶ θεμελιώθηκε ἡ πρώτη Ἐκκλησία ποὺ σιγά – σιγὰ ἁπλώθηκε σὲ ὅλη τὴν πόλη. Ἀνάμεσα στοὺς πρώτους ποὺ κλήθηκαν νὰ χαροῦν τὸ φῶς τῆς νέας ζωῆς, ὑπῆρξαν οἱ γονεῖς τοῦ φλογεροῦ καὶ ζηλωτὴ ἐργάτη τοῦ χριστιανικοῦ ἀμπελώνα. Τὰ λόγια τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ «εἴτις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἐστὶν ἀπίστου χειρῶν» (Ἀ Τιμ. ε’ 8), βρῆκαν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου ἕνα πιστὸ καὶ ἐνθουσιώδη ἐκτελεστή. Μὲ τὶς στοργικές του νουθεσίες καὶ τὶς θερμές του παρακλήσεις τόσο ὁ πατέρας, ὅσο κι ἡ μητέρα του ἀσπάσθηκαν μὲ χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη τὴν καινούργια θρησκεία καὶ βαφτίστηκαν. Πόση χριστιανικὴ ἀγαλλίαση καὶ ἱκανοποίηση δοκίμασε ὁ νεαρὸς ἱεραπόστολος τὴν ἥμερα ἐκείνη! Τὴν ἥμερα ποὺ οἱ γονεῖς του φόρεσαν τὸν λευκό τοῦ βαπτίσματος χιτώνα. Καλότυχοι γονεῖς. Εὐτυχισμένος γιός!
Μὲ τὶς ὑπεράνθρωπες προσπάθειες τοῦ Ἁγίου τὸ μικρὸ ποίμνιο ποὺ σχηματίστηκε στὴν ἀρχὴ γύρω του, μεγάλωνε μέρα μὲ τὴν ἡμέρα, ὥστε σὲ λίγο καιρὸ ἡ πόλη τῆς Ταμασοῦ νὰ γίνει ἕνα περίλαμπρο χριστιανικὸ κέντρο. Στὴν αὔξηση αὐτὴ μαζὶ μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὸν φλογερὸ ζῆλο του, πολὺ συνέβαλε καὶ τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα μὲ τὸ ὁποῖο πλούσια τὸν χαρίτωσε ὁ Κύριος. Πολλά, πάρα πολλὰ θαύματα ἀναφέρονται στὸν Ἅγιο καὶ παλαιά, μὰ καὶ στὴν ἐποχή μας. Θὰ σημειώσουμε ἐδῶ μερικά.
Μιὰ μέρα, ἕνα φίδι φαρμακερὸ (κουφή) δάγκασε τὸ μονάκριβο παιδὶ κάποιας γυναίκας ποὺ ἦταν συγγενὴς τῆς συζύγου τοῦ κοινοτάρχη τῆς Ταμασοῦ, τῆς Μακεδονίας, τὴν ὁποία οἱ ἅγιοι ἔσωσαν νωρίτερα ἀπὸ βέβαιο θάνατο. Ἡ Τροφίμη – ἔτσι λεγόταν ἡ μητέρα – μαζὶ μὲ μερικοὺς ἄλλους φανεροὺς πιστοὺς ἔτρεξαν καὶ κάλεσαν τοὺς δυὸ Ἁγίους στὸ σπίτι ποὺ ἦταν τὸ παιδί. Οἱ Ἅγιοι μὲ προθυμία ἔσπευσαν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὴν παράκληση. Σὰν ἔφθασαν, ὁ Ὅσιος Ἠρακλείδιος γονάτισε μπροστὰ στὸ ἄτυχο παιδὶ καὶ σήκωσε τὰ χέρια. Τὴν στιγμὴ ποὺ μὲ κατάνυξη προσευχόταν καὶ ζητοῦσε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ ἀναστήσει τὸ νεκρὸ παιδί, ἡ μητέρα ἔξαλλη ἀπ’ τὴν λύπη κτύπησε τὸ κεφάλι στὸν τοῖχο καὶ ἔπεσε καὶ αὐτὴ κάτω νεκρή.
Ὁ Ὅσιος χωρὶς νὰ ταραχθεῖ, συνέχισε τὴν προσευχή του. Σὰν τέλειωσε, ἔκαμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ πάνω στὸ παιδί, τὸ πῆρε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸ τράβηξε. Ὁ Ἀέτιος — αὐτὸ ἦταν τὸ ὄνομά του – ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ σηκώθηκε σὰν νὰ ξυπνοῦσε ἀπὸ βαρὺ ὕπνο. Τὴν ἴδια στιγμὴ ὁ Ὅσιος Μνάσων ἀνέστησε καὶ τὴν Τροφίμη, τὴ νεκρὴ μητέρα καὶ τῆς παρέδωσε τὸ παιδί της. Οἱ παρευρισκόμενοι ξέσπασαν σὲ οὐρανομήκεις δοξολογίες. Ἀμέσως ἡ Τροφίμη, ἀφοῦ ντύθηκε τὴν πιὸ καλή της φορεσιὰ καὶ ἕντυσε λαμπρὰ καὶ τὸ παιδί της, ξεχύθηκε μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους, τὴν συγγενή της Μακεδονία καὶ τὸ πλῆθος στὸν δρόμο καὶ φώναξε μὲ πίστη καὶ παλμό:
› Πιστεύω στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ κηρύττουν ὁ Ἠρακλείδιος καὶ ὁ Μνάσων.
Μὲ συγκίνηση ἡ πομπὴ προχώρησε στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ κι ἐκεῖ τετρακόσια νέα πρόσωπα, ἄνδρες καὶ γυναῖκες βαπτίσθηκαν καὶ ἔγιναν χριστιανοί.
Ἄλλη φορά, ἐνῶ ὁ Ἠρακλείδιος καὶ ὁ Μνάσων ἱερουργοῦσαν στὸ ναὸ καὶ τὰ πλήθη τῶν πιστῶν ἔψαλλαν μὲ κατάνυξη τοὺς ἱεροὺς ὕμνους, ἕνας δαιμονισμένος ἀπὸ τὰ Πέρα, ποὺ ὑπέφερε ἀπὸ πνεῦμα πονηρό, ποὺ τὸν βασάνιζε γιὰ καιρό, μπῆκε στὴν ἐκκλησία, ὄρμισε πάνω στὸν Ἠρακλείδιο καὶ τοῦ ξέσχισε τὸ ἔνδυμα. Ἀμέσως ὅμως γιατρεύτηκε καὶ ἄρχισε νὰ δοξάζει τὸν Θεό. Στὸ ἄκουσμα τοῦ Θαύματος, πλήθη λαοῦ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες ἔφεραν στοὺς Ἁγίους διάφορους ἀρρώστους, καὶ αὐτοὶ τοὺς γιάτρεψαν καὶ ὑστέρα τοὺς βάπτισαν. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ὁ Ἅγιος θεράπευσε ἕναν τυφλὸ καὶ ἕναν κουτσὸ καὶ ἔκανε καλὰ ἕναν παράλυτο. Ἐπίσης ἔγινε αἰτία νὰ πιστέψει ἕνας ἄγαλματοποιὸς καὶ νὰ βαπτισθεῖ μὲ τὰ τρία παιδιά του καὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους.
Τὸ εὐεργετικὸ ἔργο τῶν Ἁγίων στὴν πόλη τῆς Ταμασοῦ ἦρθε νὰ διακόψει αὐτὸ τὸν καιρὸ μία ἐπιστολὴ ἀπὸ μέρους τῶν δυὸ Ἀποστόλων, τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Βαρνάβα. Τὴν ἔφερε ἀπὸ τὴν Πάφο κάποιος Νικόλαος. Στὸ «γράμμα» αὐτὸ οἱ Ἀπόστολοι ἔγραψαν στὸν Ἠρακλείδιο ὅσα τοὺς συνέβησαν ἐκεῖ, καὶ τοῦ ζητοῦσαν νὰ σπεύσει νὰ τοὺς συναντήσει καὶ νὰ βοηθήσει καὶ αὐτὸς στὸ κήρυγμα. Ὁ Ὅσιος ἀφοῦ ἀνήγγειλε στὰ πνευματικά του παιδιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς ἐπιστολῆς καὶ ζήτησε ἀπὸ αὐτὰ τὶς προσευχές τους, τέλεσε τὸ Μυστήριό τῆς Θείας Εὐχαριστίας, χειροτόνησε τὸν γιὸ τῆς Μακεδονίας, Γρηγόριο, σὲ πρεσβύτερο καὶ τοῦ ἀνέθεσε νὰ κατηχεῖ τὸν λαό, καὶ ξεκίνησε νὰ ἐκπληρώσει τὴν ἀποστολικὴ ἐντολή. Μαζί του πῆρε τὸν Μνάσωνα καὶ κάποιον ἄλλο, τὸν Ροδώνα.
Στὸν δρόμο πρὸς τὴν Πάφο, ἐκεῖ στὸ χωριὸ Ἀνώγυρα, ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος ἔκαμε καλὰ ἕναν τυφλό, ἀφοῦ τοῦ ἄγγιξε τὰ μάτια καὶ ἐπικαλέσθηκε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτός, γεμάτος εὐγνωμοσύνη, ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ θεραπευτῆ του κι ἄρχισε νὰ φωνάζει:
› Σ’ εὐχαριστῶ, καλέ μου ἄνθρωπε. Σ’ εὐχαριστῶ, καὶ πιστεύω μὲ τὴν καρδιὰ τὸν Θεό, ποὺ κηρύττεις.
Στὸ ἄκουσμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ μαζεύτηκαν πολλοὶ ἀπὸ τὰ γύρω χωριά, γιὰ νὰ δοῦν καὶ τὸν θεραπευθέντα καὶ νὰ γνωρίσουν καὶ τοὺς ξένους. Στὸ ἀντίκρισμα τοῦ τυφλοῦ ποὺ ξανάβλεπε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ τῶν ὁσίων μὲ ἔκσταση, ἄρχισαν κι αὐτοὶ νὰ φωνάζουν: Ἐλέησέ μας, Κύριε. Ἐλέησέ μας, σὲ παρακαλοῦμε, τοὺς δούλους σου. Οἱ Ἅγιοι μίλησαν καὶ σ’ αὐτοὺς γιὰ τὸν Ἰησοῦ καὶ τὴν σωτηρία ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο καὶ στὸ τέλος βάπτισαν περὶ τοὺς δεκαπέντε ἄνδρες. Ἕνας μάλιστα ἀπὸ τοὺς νεοφώτιστους, ποὺ εἶχε καὶ τὸ χέρι του ἀκίνητο, σὰν ξεραμένο θεραπεύθηκε μὲ τὸ βάπτισμα.
Οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδωλολατρῶν ποὺ ἄκουσαν καὶ εἶδαν ὅσα ἔγιναν, ξεσήκωσαν τὰ πλήθη ἐνάντια στοὺς Ἁγίους καὶ ἔτσι αὐτοὶ ἔφυγαν τὸ ταχύτερο γιὰ τὴν Πάφο. Ἀφοῦ γιὰ ἕνα διάστημα συνέδραμαν τὸ ἔργο τῶν ἀποστόλων, ξαναγύρισαν στὴν Ταμασὸ περνώντας ἀπὸ τὸ Κούριο, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ σημερινὸ χωριὸ Ἐπισκοπή. Στὴν ἐπιστροφή τους, μετὰ τὸ Κούριο, γιάτρεψαν μία δαιμονισμένη ποὺ ἔτρεχε ξωπίσω τους καὶ τοὺς φώναζε. Ὁ Ἠρακλείδιος τὴν σφράγισε τρεῖς φορὲς μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ἀμέσως τὸ δαιμόνιο ἔφυγε ἀπὸ τὸ δυστυχισμένο πλάσμα, ποὺ Θεραπεύθηκε καὶ δόξαζε τὸν Θεό.
Οἱ ζηλωτὲς Ἱεραπόστολοι μὲ τὴν καρδιὰ πλημμυρισμένη ἀπὸ χαρὰ συνέχισαν τὸν δρόμο τους. Ὅταν ἔφτασαν ἐκεῖ στὸ χωριὸ Μελίνη, ἔμαθαν ὅτι ἡ ἀδελφή τοῦ Ἠρακλειδίου ἡ Ἠρακλειδιανή, εἶχε ἀφήσει τὸν κόσμο αὐτὸ ἀπὸ μέρες καὶ εἶχε πετάξει στὸν οὐρανό. Οἱ Ἅγιοι τάχυναν τὸ βῆμα πρὸς τὴν Ταμασὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πρὸς τὸ βουνὸ Κορώνη, ὅπου εἶχε ταφεῖ ἡ Ὁσία. Μπροστὰ στὸν τάφο της σταμάτησαν, ἔψαλαν μερικοὺς νεκρώσιμους ὕμνους καὶ ὕστερα πῆγαν στὴν ἐκκλησία, ὅπου ὁ Ἅγιος μίλησε στὰ πλήθη, λόγους παρηγοριᾶς καὶ πνευματικῆς οἰκοδομῆς.
Δέκα μέρες μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ὁσίων στὴν Ταμασό, κάποιος εἰδωλολάτρης ἀπὸ τὴ Λαμπαδιστὸ ἢ Λαμπαδού, ποὺ εἶχε τὸ ὄνομα Τιμόθεος, παρουσιάσθηκε στὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο καὶ τοῦ εἶπε, πὼς πρὸ καιροῦ εἶχε ἐμπιστευθεῖ στὴν ἀδελφή του Ἠρακλειδιανὴ ἕνα ποσὸ χρημάτων, γιὰ νὰ τὸ φυλάξει. Ὁ Ἅγιος, στὴν παράκληση τοῦ Τιμοθέου νὰ τοῦ ἐπιστραφοῦν τὰ χρήματα, διέταξε νὰ δώσουν σ’ αὐτὸν νὰ φάγει καὶ ὑστέρα σηκώθηκε καὶ τράβηξε στὸν τάφο. Ξωπίσω του ἀκολούθησαν ὁ Μνάσων καὶ μερικοὶ ἄλλοι. Ὅταν ὁ Ἠρακλείδιος ἔφθασε ἐκεῖ, γονάτισε καὶ μὲ στοργὴ κάλεσε τὴν ἀδελφή του καὶ τῆς εἶπε γλυκά:
› Ἀδελφή μου ἀγαπημένη! Ξύπνα, σὲ παρακαλῶ, καὶ πές μου, ποῦ ἔβαλες τὰ χρήματα τοῦ Τιμοθέου;
› Τὰ χρήματα, πατέρα καὶ ἀδελφέ μου, ἀπήντησε ἡ νεκρή, θὰ τὰ βρεῖτε κάτω ἀπὸ μία πέτρα στὸ πάτωμα τοῦ κρεβατιοῦ.
› Κοιμήσου ἐν εἰρήνῃ, ἀδελφή μου, πρόσθεσε ὁ ἅγιος ἐπίσκοπος.
Τὰ χρήματα βρέθηκαν καὶ δόθηκαν στὸν Τιμόθεο, ποὺ ἀπὸ τὴν στιγμὴ ἐκείνη πίστεψε στὸν Χριστό, κατηχήθηκε καὶ δέχθηκε τὸ Ἅγιο Βάπτισμα.
Θὰ χρειαζόταν νὰ προστεθοῦν πολλὲς σελίδες ἀκόμη γιὰ νὰ καταγράψουν τοῦ Ἁγίου τὰ θαύματα. Τοῦτο ὅμως θὰ μάκραινε πολὺ τὸν λόγο, πράγμα ποὺ δὲν θέλουμε. Τὰ λίγα ποὺ ἀναφέρθηκαν εἶναι ἀρκετά, γιὰ νὰ δεῖ ὁ καθένας πόσο πλούσια ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ χαρίτωσε τὸν ἅγιο καὶ μάρτυρα ἐπίσκοπο.
Εἴπαμε τὸν ἅγιο μάρτυρα, γιατί ἡ θεμελίωση καὶ αὔξηση τῆς νέας θρησκείας στὴν πολυάνθρωπο πόλη ἐξήγειρε τὸ μίσος τῶν εἰδωλολατρῶν ἐνάντια στοὺς πρωτεργάτες. Κάποια μέρα ἐνῶ ὁ γηραιὸς ἐπίσκοπος βρισκόταν στὸ σπήλαιό του, ἄρρωστος μὲ πυρετό, μανιασμένοι εἰδωλολάτρες ὄρμισαν στὸ σπήλαιο, ἅρπαξαν τὸν Ὅσιο καὶ τὸν ἔσυραν στὴν πλατεία τῆς Ταμασοῦ. Ἐκεῖ, ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τὸν σκότωσαν μὲ τὸ ξίφος. Ὁ Ἅγιος πέθανε προσευχόμενος γιὰ τοὺς δημίους του. Ὁ θάνατός του ὅμως δὲν κόρεσε τὴν μανία τοῦ ὄχλου, ποὺ ἔσπευσε νὰ φέρει ξύλα, νὰ ἀνάψει φωτιά, καὶ νὰ ρίξει μέσα τὸ ἅγιο σκήνωμα, γιὰ νὰ τὸ κάψει. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη τὸ πλῆθος τῶν χριστιανῶν δὲν κρατήθηκε.
Μὲ τὸν Μνάσωνα μπροστὰ ὤρμησε, διάλυσε τοὺς εἰδωλολάτρες, ἔσβησε τὴν φωτιά, καὶ ἀφοῦ μάζεψε μὲ εὐλάβεια τὸ ἅγιο λείψανο, τὸ πῆρε καὶ τὸ ἔθαψε μέσα στὴν ὑπόγεια σπηλιὰ μὲ δάκρυα στοργῆς κι εὐγνωμοσύνης. Τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, ὅταν ἦταν στὴ ζωή, συνεχίστηκαν καὶ μετὰ τὸν θάνατό του, καὶ συνεχίζονται καὶ σήμερα.
«Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ.»
Ἡ θρησκεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἠρακλειδίου καὶ τὸν ζῆλο του, μὰ καὶ τὶς ὑπεράνθρωπες προσπάθειες μιᾶς μικρῆς ὁμάδας ἀνθρώπων σκόρπισε τὸ φῶς τῆς νέας ζωῆς σ’ ὅλη τὴν πολυάνθρωπη πόλη, καὶ ἀναγέννησε μυριάδες ψυχές. Ἀξίζει νὰ σημειωθοῦν ἐδῶ μερικὰ ὀνόματα τῆς Ἱεραποστολικῆς αὐτῆς ὁμάδας: Ἠρακλείδιος, Μνάσων, Ρόδων, Θεόδωρος, Προκλιανῆ διακόνισσα, Γρηγόριος, Μακεδόνιος, Μακεδονία, Ἠρακλειδιανή. Τὰ ὀνόματα αὐτὰ ἀντιπροσωπεύουν μερικὲς ἀπὸ τὶς ἅγιες μορφὲς ποὺ ἐργάστηκαν μὲ πίστη φλογερὴ καὶ αὐταπάρνηση γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τοῦ τόπου μας. Πόσα δὲν χρωστᾶμε σ' αὐτούς! Ἀλήθεια! Πόσα;
Ἀλλὰ καὶ ποιὰ καλύτερα παραδείγματα καὶ πρόσωπα μποροῦμε, ὅσοι πονοῦμε εἰλικρινὰ τὸν τόπο αὐτό, νὰ προβάλουμε καὶ σήμερα στὴ νεολαία μας ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς αὐτοὺς ἀγωνιστὲς τῆς πίστεως, τοὺς ἀγωνιστές ποὺ μέσα σ’ ἕναν κόσμο σάπιο ἀπ’ τὴν εἰδωλολατρία ὕψωσαν τὸ ἀνάστημά τους «ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταὶς ὀπαὶς τῆς γῆς» (Ἑβρ. ια’ 37 – 38) καὶ ἀγωνίσθηκαν καὶ ἔδωσαν τὰ πάντα γιὰ τὸ εὐγενέστερο ἰδανικό, γιὰ τὴν θρησκεία τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ Ἀναστάντος Χριστοῦ. Ἀξίζει στοὺς νέους νὰ ἀγωνίζονται καὶ νὰ πεθαίνουν γιὰ τὰ ἰδανικά τους. Καὶ ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος νέος ἔδωκε στὸν Χριστὸ τὴν καρδιά του, τὴν ὑγεία του, τὴν ζωή του. Οἱ αἰῶνες θὰ ξεθωριάζουν μέσα στὸν χρόνο. Ἕνα ὅμως θὰ μένει ἄφθαρτο κι ἀνέγγιχτο ἀπὸ τὴν καταλύτρια δύναμη τῶν καιρῶν. Τὸ ὄνομα ἐκείνων ποὺ ὑπέταξαν τὴν ζωή τους στὸν Χριστὸ καὶ ταύτισαν τὸ θέλημά τους μὲ τὸ δικό Του.
Ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος εἶναι ἕνας ἀπ' αὐτούς.
Ἂς μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά του.
Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ καλύτερος τρόπος νὰ δείξουμε σ’ αὐτὸν τὸν σεβασμό μας καὶ τὴ γνήσια ἀγάπη μας.
Γύρω στὰ 400 μ.Χ. πάνω ἀπὸ τὸ ὑπόγειο σπήλαιο, ποὺ περικλείει τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου κτίστηκε ἡ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου. Ἡ μονὴ αὐτὴ ἀνακαινίστηκε τὰ τελευταῖα χρόνια καὶ ἔγινε γυναικεία. Στὸν ναὸ, κάθε Κυριακη καὶ γιορτὴ, πλήθη εὐλαβῶν χριστιανῶν συνέρχονται ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη τῆς νήσου, γιὰ νὰ παρακολουθήσουν τὴ Θεία Λειτουργία καὶ τὶς ἄλλες ἱερὲς ἀκολουθίες. Συγχρόνως ὅμως καὶ νὰ προσκυνήσουν μ’ εὐλάβεια τὴν κάρα τοῦ Ἁγίου καὶ νὰ τονωθοῦν ψυχικά.
Εἴθε ἡ χάρη του νὰ σκέπει καὶ νὰ φυλάει πάντα τὸ μαρτυρικὸ νησί μας κι ὅλους μας.
(Πηγή: «Οἱ Ἅγιοι Ἡρακλείδης καὶ Μύρων Ἐπίσκοποι Ταμάσου τῆς Κύπρου», Μέγας Συναξαριστής)
Ο Άγιος Ηρακλείδιος,
του π. Παναγιώτη Ματθαίου
Ο Άγιος Ηρακλείδιος είναι αποστολικός άγιος, διάδοχος του Αποστόλου Βαρνάβα. Γεννήθηκε στο χωριό Λαμπαδού της Σολέας κοντά στα χωριά Γαλάτα › Σινά Όρος. Σχετικά με την καταγωγή τόσο του Αγίου Ηρακλειδίου όσο και του Οσίου Ιωάννου του Λαμπαδιστή, ο μοναχός Βασίλειος Μπάρσκυ Κιεβοπολίτης το 1735 καταγράφει τη μαρτυρία ότι ο Όσιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής,
«... ὠνομάσθη Λαμπαδιστὴς ἐκ τοῦ χωρίου Λαμπαδίς, ὅπου ἐγεννήθη ὁ ἅγιος, ὡς ἀναφέρεται ἐν τῇ βιογραφίᾳ του. Τὸ χωρίον ἔχει τώρα ἐγκαταλειφθεῖ ὡς διεπίστωσα ὅταν ἤμην εἰς τὴν Σολέαν…»
Το ότι η Λαμπαδού βρισκόταν στα όρια Σινά Όρους - Γαλάτας το μαρτυρούν και πολλές τοπικές παραδόσεις.
Ο Άγιος Ηρακλείδιος, λοιπόν, στην αρχή ονομαζόταν Ηρακλέων, αλλά μετά ονομάστηκε Ηρακλείδιος από τούς Αποστόλους Παύλο, Βαρνάβα και Μάρκο, κατά την πρώτη τους αποστολική περιοδεία στην Κύπρο γύρω στο 45-46μ.Χ. που με βάση την παράδοση μετά τη Σαλαμίνα πρέπει να πήγαν στο Κίτιον όπου χειροτόνησαν τον Άγιο Λάζαρο ως πρώτο επίσκοπο της πόλης.
Μετά όπως φαίνεται μέσα από τον βίο τού Αγίου Ηρακλειδίου, ακολούθησαν ορεινή διαδρομή, περνώντας μέσα από τα χωριά τής οροσειράς τού Τροόδους όπως τη Λαμπαδού κοντά στη σημερινή Γαλάτα τής Σολέας, έφτασαν στη Μαραθάσα στο ποταμό Σέτραχο όπου βάφτισαν τον Άγιο Ηρακλείδιο, πέρασαν από το Χιονώδες Όρος (Τρόοδος) στη Χιονίστρα, ή κοντά από αυτό και έφτασαν μέσα από διάφορα χωριά στην Πάφο.
Ο πατέρας του, ο Ιεροκλής, ιερέας των ειδώλων, τον παρέδωσε ως οδηγό και συνοδοιπόρο στους Αποστόλους Βαρνάβα, Παύλο και Μάρκο, όταν αυτοί περιόδευαν στην Κύπρο και έφτασαν στο χωριό Λαμπαδού. Στη διάρκεια της πεζοπορίας οι απόστολοι διέκριναν στον Ήρακλείδιο καλή διάθεση για την αλήθεια του Χριστού. Τού μίλησαν για την απάτη των ειδώλων, τούς ψεύτικους θεούς και άρχισαν να τον κατηχούν στην πίστη του αληθινού Θεού.
Αφού δέχθηκε το κήρυγμα από τον Απόστολο Παύλο, και πόθησε πολύ τον Χριστό, βαπτίστηκε στα νερά του ποταμού της Μαραθάσας Σέτραχου, που τρέχουν δίπλα από τη σημερινή Μονή του Αγίου Ιωάννου του Λαμπαδιστού. Μετά το βάπτισμα του ακολούθησε την οδό των αποστόλων και χρημάτισε για αρκετό διάστημα μαθητής και ακόλουθος τους. Αργότερα οι απόστολοι τον χειροτόνησαν και έγινε ο πρώτος επίσκοπος Ταμασσού, με έδρα το σημερινό χώρο της μονής του, το χωριό Πολιτικό. Ή Ταμασσός ήταν μέχρι τότε κέντρο λατρείας τής θεάς Άρτεμης και των άλλων θεών του Ολύμπου, γι αυτό αναλαμβάνει να οδηγήσει τούς ειδωλολάτρες στο δρόμο του Θεού.
Μαζί με τον Άγιο Ηρακλείδιο ήταν και ο Άγιος Μνάσων. Αυτοί συγκέντρωναν και δίδασκαν τούς πιστούς σ' ένα υπόγειο σπήλαιο το οποίο χρησιμοποιείτο και ως ναός.
Ως επίσκοπος υπήρξε ακούραστος εργάτης του θείου λόγου. Ποίμανε και στήριξε τούς πιστούς, έτσι πού ή πόλη της Ταμασσού κατάφερε να γίνει ένα περίλαμπρο χριστιανικό κέντρο, σ' αυτό συνέβαλε και ή θαυματουργική δύναμη του αγίου.
Μετά όμως από το λιθοβολισμό του Αποστόλου Βαρνάβα ο Απόστολος Παύλος του αποστέλλει επιστολή και ουσιαστικά τον τοποθετεί διάδοχο του Βαρνάβα.
Τότε ο άγιος περιέρχεται ολόκληρη τη νήσο και εγκαθιστά επισκόπους. Στην Πάφο τον Επαφρά και στη Νεάπολη (Λεμεσό) τον Τυχικό. Όταν έφτασε στους Σόλους δεν χρειάστηκε να χειροτονήσει επίσκοπο τον Άγιο Αυξίβιο, γιατί αυτός καταξιώθηκε να χειροτονηθεί από τον Απόστολο Μάρκο.
Ο Άγιος Ηρακλείδιος όμως παρότρυνε τον Άγιο Αυξίβιο να μπει στην πόλη και να φανερώσει την αλήθεια σε όλους τους κατοίκους. Στον τόπο που συναντήθηκαν ο Άγιος Ηρακλέιδιος χάραξε στο έδαφος μια μικρή εκκλησία και αφού δίδαξε στον Αυξίβιο τους εκκλησιαστικούς κανόνες, όπως αυτός του διδάχθηκε από τους αποστόλους, τον ασπάστηκε και ξεκίνησε για τη δική του πόλη.
Έφτασε όμως ο καιρός που ο άγιος έπρεπε να εγκαταλείψει τον φθαρτό τούτο κόσμο. Αρρώστησε βαριά και προαισθανόμενος το τέλος του και μη θέλοντας να αφήσει το ποίμνιό του χωρίς ποιμένα, καλεί τον Ιερέα Μνάσωνα, τον μέχρι τότε στενό του συνεργάτη και τον χειροτονεί επίσκοπο και διάδοχό του. Οι ειδωλολάτρες δεν έπαψαν ποτέ να αντιμάχονται την αληθινή πίστη και τα καλά έργα τού αγίου. Γεμάτοι μανία και μίσος όρμησαν εκεί πού έμενε ο Άγιος Ηρακλείδιος τον βασάνισαν τον έσυραν στην πλατεία τής Ταμασσού και τον αποκεφάλισαν. Μετά έριξαν το σεπτό σώμα του πάνω στη φωτιά. Τότε αρκετοί πιστοί μαζί με τον νέο επίσκοπο τον Άγιο Μνάσωνα, διέσωσαν το άγιο λείψανό του και το ενταφίασαν μέσα στο σπήλαιο όπου προηγουμένως ο άγιος τελούσε τη Θεία Λειτουργία.
Το σπήλαιο, καθώς και ή λάρνακα πού έφερε τα άγια λείψανα τού αγίου σώζονται μέχρι σήμερα. Ό άγιος και μετά τον θάνατό του παρέχει ιάσεις προς τούς πάσχοντες από κάθε νόσο και εκβάλλει τα δαιμόνια από τους κακώς έχοντας. Ή σορός του παρέχει πλούσια τα ιάματα και ή κάρα τού είναι τοποθετημένη στο καθολικό τής μονής πού είναι κτισμένη στο όνομα του δίπλα στο χωριό Πολιτικό.
Στην Ιερά Μονή του Λαμπαδιστή σώζεται η παλαιά εκκλησία του 11ου αιώνος, η οποία είναι αφιερωμένη στο όνομα του αγίου και αποτελεί το παλαιό καθολικό της Μονής. Διασώζεται επίσης στην κοίτη του ποταμού Σέτραχου Μαραθάσας ο τόπος της βαπτίσεως του αγίου. Στον τόπο της καταγωγής του μεταξύ των χωριών Τεμβριάς και Καλλιανών διασώζεται γέφυρα με την επωνυμία «Το γεφύρι του Αγίου Ηρακλειδίου». Ο Άγιος Ηρακλείδιος συνεορτάζει με τον Φωτιστή των Σόλων Άγιο Αυξίβιο τη 17η Σεπτεμβρίου.
(Πηγή: «Ο Άγιος Ηρακλείδιος», π. Παναγιώτης Ματθαίου, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν ποίμνην ἐποίμανας, τὴν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καὶ θείων, μακάριε, ναμάτων πάντων ψυχᾶς πλουσίως κατήρδευσος· ὅθεν τῶν σὲ τιμώντων ὁ χορὸς ἀναμέλπει, ὕμνους σοὶ καὶ γεραίρει, τὴν ἁγίαν σου μνήμην ἱκέτευε οὒν ἀεὶ ὑπὲρ ἡμῶν, ἱεράρχα Ἠρακλείδιε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Ποίημα τοῦ Μακ. Ἀρχ. Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου.
Μέγαν εὔρατο τῶν Ταμασέων, πόλις κήρυκα καὶ ποιμενάρχην, τῆς ἐκκλησίας Χριστοῦ καὶ διδάσκαλον. Τῶν γὰρ εἰδώλων τὴν πλάνην κατήργησας, φῶς ἀληθείας κηρύξας τοὶς ἔθνεσιν. Ὅθεν, ἅγιε ἱεράρχα Ἠρακλείδιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό της Παναγίας των Ξένων στην παλιά πόλη της Κέρκυρας λειτούργησε το πρωί της Παρασκευής 8 Σεπτεμβρίου 2023 με την ευκαιρία της εορτής του Γενεθλίου της Θεοτόκου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριος.
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, ἑώρτασε τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ, ποὺ μᾶς ὑπενθυμίζει ἕνα ἱστορικὸ γεγονός. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος εἶδε τὸ σταυρὸ στὸν οὐρανὸ μὲ τὸ «Ἐν τούτῳ νίκα», νίκησε τοὺς εἰδωλολάτρες ἀντιπάλους του καὶ ἵδρυσε τὴ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία. Ἡ δὲ μητέρα του ἡ ἁγία Ἑλένη πῆγε στὸ Γολγοθᾶ, ἔσκαψε καὶ βρῆκε τὸν τίμιο σταυρό, ὁ πατριάρχης Ἰεροσολύμων Μακάριος τὸν ὕψωσε ψηλά, καὶ οἱ Χριστιανοὶ ἔψαλλαν τὸ «Κύριε, ἐλέησον».
Η Αγία Ευφημία έζησε στους χρόνους της βασιλείας του Διοκλητιανού ( 284-305 μ.Χ.) και καταγόταν από τη Χαλκηδόνα. Ο πατέρας της ονομαζόταν Φιλόφρων και ήταν πλούσιος συγκλητικός, η δε μητέρα της ονομαζόταν Θεοδωρησιανή κι ήταν γυναίκα ευσεβής και φιλάνθρωπος.
Ο Αζέρος δικτάτορας Ιλχάμ Αλίεφ, που θεωρείται στη διεθνή κοινότητα ως ενεργούμενο του Ερντογάν, αφού κατέσφαξε πρώτα την Αρμενία με τις ευλογίες της Αγκυρας και την ένοχη σιωπή της κοινής γνώμης, προχώρησε χθες στην de facto αναγνώριση του ψευδοκράτους.
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η τελευταία βυζαντινή αναγέννηση ήταν μια εποχή ,οπού το κράτος κατέρρεε αλλά η μάθηση ποτέ δεν ακτινοβολούσε πιο εκτυφλωτικά.[1] Μέσα από αυτή την πρόταση, εκφράζεται με τον καλύτερο τρόπο η εντονότατη αντίθεση που παρουσιάζονταν τους τελευταίους δύο αιώνες της άλλοτε ακμάζουσας Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Γνήσιο τέκνο αυτής της εποχής είναι και το πρόσωπο που παρουσιάζεται σε αυτήν ομώνυμη μελέτη ο Κυπριανός, μητροπολίτης Κιέβου και Ρωσίας. Πρωτογενής πολύτιμη πηγή έρευνας για τον Κυπριανό, αποτέλεσε η διδακτορική διατριβή του ομότιμου καθηγητή κυρίου Α. Αιμ. Ταχιάου. Ο τίτλος της είναι, «Επιδράσεις του ησυχασμού εις την εκκλησιαστικήν πολιτικήν εν Ρωσία». Το δεύτερο μέρος της οποίας, είναι αφιερωμένο στον Κυπριανό και το έργο του.
Το βιβλίο του John Meyendorff, «Byzantium and the Rise of Russia, A study of Byzantino-Russian relations in the fourteenth century». Το οποίο αποτέλεσε βοήθημα, για την καλύτερη κατανόηση του ιστορικού πλαισίου, μέσα στο οποίο λειτουργεί ο Κυπριανός, αλλά κυρίως τον Βυζαντινό-Ρωσικών σχέσεων του 14ου αιώνα. Οι «Έξι βυζαντινές προσωπογραφίες»,του Dimitri Obolensky επίσης εμπλούτισε την έρευνα, φέρνοντας στο φως νέα βιογραφικά στοιχεία για τον Κυπριανό. Ο συγγραφέας είναι άριστος γνώστης τον πρωτότυπων στοιχείων της σλαβολογικής έρευνας του δευτέρου μισού του 20ου αιώνα. Πολύτιμα εργογραφικά στοιχεία προσέφερε το βιβλίο του κυρίου Α.-Α, Ταχιάου με τίτλο «Βυζάντιο-Σλάβοι-Άγιον Όρος, Αναδρομή σε αμοιβαίες σχέσεις και επιδράσεις».
2. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Υπήρξε έντονη βυζαντινή πολιτισμική εξάπλωση σε όλη την μη ελληνόφωνη ορθόδοξη ανατολική Ευρώπη. Οι σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί και οικοδομηθεί μεταξύ αυτών των χωρών και του Βυζαντίου, κρατούν τις ρίζες τους ήδη από τον 9ο αιώνα. Οι σχέσεις αυτές οφείλονταν κατά κύριο λόγω στις αμυντικές ανάγκες της εξωτερικής πολιτικής της αυτοκρατορίας[2].
Τον 14ο αιώνα η ησυχαστική κίνηση, υπήρξε μία από τις λαμπρότερες εκφάνσεις ζωτικότητας της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι Ησυχαστές δεν ενδιαφέρονταν μόνο για την ασκητική ζωή και πνευματικότητα, αλλά είχαν έντονο ενδιαφέρον για θέματα εκκλησιαστικής διακυβέρνησης [3]. Η βυζαντινή εξωτερική πολιτική του 14ου αιώνα, ήταν ανήμπορη να ασκήσει οποιαδήποτε σοβαρή εξωτερική επιρροή στα υπόλοιπα ορθόδοξα κράτη. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναλαμβάνει να καλύψει αυτό το κενό, αναδεικνύεται σε φορέα της πλούσιας παράδοσης του Βυζαντίου στον υπόλοιπο ορθόδοξο κόσμο.
Κατά το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα θιασώτες αυτών των παραδόσεων, είναι οι Ησυχαστές Πατριάρχες με κυριότερο το Φιλόθεο[4]. Την περίοδο αυτή ο οικουμενικός ρόλος του Πατριαρχείου, εκφράζεται από τα έγγραφα που ορίζονται, ως «κηδεμονία πάντων».
Oι μοναχοί, κυρίως οι Σλάβοι, αποτελούσαν τα όργανα μιας πανορθόδοξης πολιτικής. Ο στόχος της οποίας ήταν να πείσει τους ηγέτες των σλαβικών ορθοδόξων λαών να συνδράμουν στην αυτοκρατορία με όπλα και χρήματα. Η διάδοση στην ανατολική Ευρώπη της πίστης στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, εστιάζεται στην πεποίθηση πως είναι η πνευματική κεφαλή του μοναδικού σώματος της ορθόδοξης χριστιανοσύνης [5].
Επιστρέφοντας στον Κυπριανό το Βελίκο Τύρνοβο, το οποίο βρίσκεται στην βορειοανατολική Βουλγαρία, ήταν η γενέτειρα του. Το Τύρνοβο, κατέστη πρωτεύουσα του δεύτερου Βουλγαρικού κράτους το 1186, επί της βασιλείας του Ιωάννου Ασέν [6]. Η τεράστια ακμή του επιτελείται επί ημερών Ιωάννου Αλεξάνδρου (1331-1371), οπότε φθάνει και στο απόγειο της δόξας του. Το Τύρνοβο ανεδείχθει σε σημαντικό πνευματικό κέντρο, στις βιβλιοθήκες και στα πνευματικά εργαστήρια του οποίου, μεταφράζονταν πλήθος ελληνικών βιβλίων από τον κύκλο των μαθητών του Γρηγορίου του Σιναΐτη στην μονή του Κελιφάρεβο, λειτούργησε εποικοδομητικά στην πνευματική άνθηση της περιοχής [7]. Οι ησυχαστικές επιδράσεις της μονής του Κελιφάρεβο, αλλά και η αγάπη του τσάρου Ιωάννου Αλεξάνδρου για τα γράμματα, ανέδειξαν το Τύρνοβο σε σημαντικό πνευματικό κέντρο [8].
Το Άγιον Όρος του 14ου αιώνα, θεωρούνταν εκείνη την εποχή ως κέντρο της Ορθόδοξης παράδοσης [9]. Ο Κυπριανός υπήρξε για μερικά χρόνια μοναχός στο Άγιον Όρος. Η ησυχαστική προσευχή, η καλλιέργεια της χριστιανικής παιδείας και η αναγνώριση των θέσεων του Παλαμά, προσέλκυαν πλήθος Σλάβων μοναχών εκεί. Υπήρξε από τα κορυφαία μεταφραστικά κέντρα ελληνικών βιβλίων, στις σλαβικές γλώσσες αλλά και στην ρουμανική.
Ο κοσμοπολιτισμός και οι επιδράσεις που αποτυπώθηκαν στο χαρακτήρα του Κυπριανού από το Άγιον Όρος, ενδυναμώθηκαν από την παραμονή του δίπλα στον Πατριάρχη Φιλόθεο [10]. Οι υποστηρικτές του Βυζαντίου και της πανορθόδοξης ιδέας στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, ανήκαν όλοι στο ησυχαστικό κίνημα. Η εμφάνιση του μεγάλου δουκάτου της Λιθουανίας και του πριγκιπάτου της Μόσχας, το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, επηρέασαν σημαντικά τα εκκλησιαστικά ζητήματα της περιοχής σε τεράστιο βαθμό. Το ισχυρότερο σύμβολο της συνέχειας των παραδόσεων της Κωνσταντινούπολης, αποτελούσε ο προκαθήμενος της μητροπολίτης Ρωσίας [11]. Η μητρόπολη έστελνε συχνά στο Πατριαρχείο οικονομικές εισφορές, συχνά μεγάλης αξίας. Η αναγόρευση κάθε νέου αποτελούσε ,αφορμή σημαντικών δωρεών από πλευράς Ρώσων ηγεμόνων προς την Κωνσταντινούπολη.
Τα πλούσια εισοδήματα της μητρόπολης αποτελούσαν βαθειά οικονομική ανάσα για την παρηκμάζουσα αυτοκρατορία. Σημαντική συνεισφορά σ΄αυτές τις, είχαν οι εκάστοτε μητροπολίτες Ρωσίας οι οποίοι στην πλειοψηφία τους, ήταν Έλληνες [12]. Η ησυχαστική κίνηση στη Ρωσία εισήχθη επισήμως από τον Κυπριανό, μητροπολίτη Κιέβου και Μόσχας [13]. Προσπάθησε να συνενώσει τους Ορθόδοξους Σλάβους σε μια νεοφανή νομιμοφροσύνη προς την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, αντιμετωπίζοντας σοβαρές εθνικιστικές και αποσχιστικές δυνάμεις [14]. Η Λειτουργία, η Υμνογραφία της τοπικής Ρωσικής εκκλησίας, έχει έντονο Βυζαντινό αντίκτυπο, τον διοικητικό μηχανισμό της οποίας κατεύθυνε ο εκάστοτε μητροπολίτης [15].
* * * * * *
[1] S. Runciman, The Last Byzantine Renaissance, Cambridge 1970, σ.7.
[2] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σ.282.
[3] A.-A.Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.15.
[4] J. Meyendorff, Byzantium, σσ.346-348.
[5] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ.291-292.
[6] G. Songeon, Historie de la Bulgarie, Paris 1913, σσ.228-289.
[7] A.-A. Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.65.
[8] E.Turdeanu. La litterature bulgare du XIV veke et sa diffusion eux pays romains, Paris 1947, σ.115.
[9] Α.-Α. Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.72.
[10] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ.288-289.
[11] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ.292-295.
[12] J. Meyendorff, Byzantium, σ.117.
[13] Α.-Α. Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.61.
[14] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σ.282.
[15] J. Meyendorff, Byzantium, σ.346.
3. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο Κυπριανός γεννήθηκε στο Βελίκο Τύρνοβο της Βουλγαρίας το 1331, σύμφωνα με την γενική άποψη.[1] Ήταν Βούλγαρος, όπως μας πληροφορεί ο σύγχρονος του Γρηγόριος Τσάμπλακ.[2] Μέχρι και το 1968, υπήρχε η εντύπωση ότι ο Κυπριανός ήταν θείος του Γρηγορίου, με βάση την φράση (ο Κυπριανός ήταν αδελφός του πατέρα μας).[3] Η πρόταση αυτή βρίσκεται στο εγκώμιο του Γρηγορίου για τον Κυπριανό. O γερμανός σλαβολόγος Johannes Holthusen, στο σλαβολογικό συνέδριο της Πράγας το 1968, ερμήνευσε τη φράση με την πνευματική της σημασία. Τονίζεται από τον ίδιο, ότι η «αδελφική» σχέση, αναφέρεται στην πνευματική σχέση του Κυπριανό με τον σύγχρονο του Πατριάρχη Βουλγαρίας Ευθύμιο.[4]
Δεν γνωρίζουμε το βαπτιστικό του όνομα, καθώς το Κυπριανός είναι το εκκλησιαστικό. Γίνεται φανερό από τα παραπάνω, ότι θα πρέπει να αφαιρεθεί το επώνυμο Τσάμπλακ, από τον Κυπριανό. Δεν γνωρίζουμε τίποτα από το οικογενειακό του υπόβαθρο. Οι Τσάμπλακ ήταν αριστοκρατική οικογένεια, πιθανότατα αρμενικής καταγωγής, η οποία είχε παρακλάδια στη Βουλγαρία και το Βυζάντιο.[5]
Για τα πρώτα σαράντα χρόνια της ζωής του, δεν γνωρίζουμε πολλά. Ένα βυζαντινό χειρόγραφο μας πληροφορεί ότι ο Κυπριανός, ήταν «οικείος» καλόγερος του Πατριάρχη Φιλόθεου, που απολάμβανε την απόλυτη εμπιστοσύνη του.[6] Υπήρξε πιθανόν παλαιότερα μοναχός στην βουλγαρική ησυχαστική μονή του Κελιφάρεβο, άλλα έλαβε την μοναστική του εκπαίδευση στο Άγιον Όρος.[7]
Το 1371 ο Πατριάρχης Φιλόθεος έλαβε επιστολή διαμαρτυρίας από τον Μεγάλο Δούκα των Λιθουανών Ότγκερντ. Τα παράπονα του Ότγκερντ είχαν ως αποδέκτη τον μητροπολίτη Κιέβου και Μόσχας Αλέξιο, τον οποίο κατηγορεί για πλήρη αδιαφορία προς την υπόλοιπη επικράτεια που περιλάμβανε και την Λιθουανία. Ο Φιλόθεος έστειλε ως απεσταλμένο του, τον Κυπριανό στο Κίεβο το 1373. Σκοπός του ταξιδιού του ήταν να πείσει τον Αλέξιο να επισκεφθεί και το υπόλοιπο της επικράτειας του, οι προσπάθειες του επέβησαν άκαρπες. Οι Λιθουανοί ζητούσαν, ξεχωριστό μητροπολίτη με πρεσβεία που έστειλαν στην Κωνσταντινούπολη.[8]
Ο Φιλόθεος βλέποντας να απειλείται η ενότητα της εκεί τοπικής εκκλησίας, διόρισε τον Κυπριανό μητροπολίτη Κιέβου και Λιθουανίας, μετά τον θάνατο του Αλεξίου. Η χειροτονία του έλαβε χώρα στις 2 Δεκεμβρίου του 1375 στην Κωνσταντινούπολη, ήταν όμως αντικανονική από πλευράς κανονικότητας της Εκκλησίας. Με βάση τα πρακτικά των Πατριαρχικών συνόδων του 1380 και 1389 υπάρχει πλήρης διαφωνία, ως προς την κανονικότητα αυτής της εκλογής αλλά και σε θέματα ουσίας.[9]
Η δύσκολη περίοδος για τον Κυπριανό ξεκίνησε μετά τον θάνατο του Αλεξίου το 1378 και διήρκησε δώδεκα χρόνια. Ο Κυπριανός μετά τον θάνατο του Αλεξίου ξεκίνησε το ταξίδι του με προορισμό την Μόσχα για να καταλάβει την χηρεύουσα θέση. Στο δρόμο του για την Μόσχα αισθάνθηκε ανεπιθύμητος από τις κρατικές αρχές της πόλης, ιδιαίτερα από τον Μέγα Πρίγκιπα της Μόσχας, Δημήτριο. Αντιμετώπισε εμπόδια, αλλά κατόρθωσε να φθάσει εκεί, από άλλον παρακαμπτήριο δρόμο. Συνελήφθη, υποβλήθηκε σε εξευτελισμούς και εκδιώχθηκε από την Μόσχα, καθώς ο Δημήτριος τον κατηγορούσε, ως πράκτορα των Λιθουανών.[10]
Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, τον περίμενε νέα απογοήτευση, ο νέος Πατριάρχης Νείλος διόρισε τον Ποιμένα μητροπολίτη Κιέβου και Μεγάλης Ρωσίας. Ο Κυπριανός, συγκαταβατικά διατήρησε στην δικαιοδοσία του, την Εκκλησία της Λιθουανίας, γεγονός που τον πίκρανε ιδιαίτερα, όπως και ο ίδιος αποκαλύπτει σε επιστολές του.[11]
Το 1381, ησυχαστές προσκείμενοι στον Κυπριανό, τον κάλεσαν να αναλάβει εκ νέου την ηγεσία της Μοσχοβίτικης εκκλησίας, με πρωτοβουλία του μοναχού Θεόδωρου. Η προτροπή αυτή δεν είναι τυχαία, καθώς προήλθε από την έντονη επιρροή που ασκούσαν οι ησυχαστές στον πρώην «εχθρό» του Κυπριανού πρίγκιπα Δημήτριο.[12] Ο κόσμος τον υποδέχθηκε με θερμό τρόπο στην Μόσχα, οπού Κυπριανός στράφηκε στην συγγραφή.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1382 οι Τάταροι έφθασαν έξω από τα τείχη της Μόσχας, ο Κυπριανός πιθανόν λιποψυχώντας έφυγε στην εχθρική προς την Μόσχα, αλλά ασφαλή πόλη Τβερ.[13] Ο πρίγκιπας Δημήτριος οργισμένος εκδίωξε τον Κυπριανό, ο οποίος βρήκε καταφύγιο στο Κίεβο. Ο Ποιμήν τοποθετήθηκε εκ νέου μητροπολίτης Κιέβου και Μόσχας τον Οκτώβριο του 1382, αφού συκοφαντήθηκε συστηματικά από τον Πατριάρχη Νείλο, ο Κυπριανός. Το 1389 αποφασίστηκε από Σύνοδο η οποία προήλθε από τον Πατριάρχη Αντώνιο, η παλινόρθωση στο θρόνο της Μόσχας του Κυπριανού.[14]
Επιστρέφοντας το 1390 στην έδρα του, είχε ως στόχο του την μεγαλύτερη σύνδεση των υπολοίπων σλαβικών ορθοδόξων εκκλησιών, με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ως άξονας αυτής της εκκλησιαστικής διπλωματίας, ήταν η αδιαίρετη «Μητρόπολη Κιέβου και Πασών των Ρωσίων», με έδρα την Μόσχα.[15]
Δεν υπάρχουν λεπτομερής πληροφορίες για τα τελευταία δεκαέξι χρόνια της ζωής του. Η προσφορά του σίγουρα ήταν χρήσιμη για την εξασφάλιση των απαραίτητων πόρων, κατά την τουρκική πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από το 1394 ως το 1402.[16] Ο Κυπριανός πέθανε στην εξοχική του κατοικία στα περίχωρα της Μόσχας στις 16 Σεπτεμβρίου του 1406. Τιμάται ως Άγιος, από την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία.[17]
4. ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Κυπριανός έχει εξέχουσα θέση στην Ιστορία των ρωσικών γραμμάτων. Διασώθηκαν χειρόγραφα που αντιγράφηκαν από τον ίδιο, κυρίως μεταφράσεις από τα ελληνικά στην εκκλησιαστική Σλαβονική. Το Ψαλτήριο, τα έργα του ψευδο-Διονύσιου, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της Ρωσικής Λειτουργικής. Εισήγαγε τη νέα διάταξη της λειτουργίας του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, η οποία ήταν τρέχουσα σε χρήση στο Βυζάντιο. Μετέφρασε την Κλίμακα του Αγίου Ιωάννου, ανασύνταξε το Ρωσικό Συνοδικό για την Κυριακή της Ορθοδοξίας,[18] έγραψε για τον Βίο του Αγίου Πέτρου,[19] (1308-1326) μητροπολίτη της Μόσχας, του τρίτου προγενέστερου από αυτόν. Τα τρία παραπάνω έργα του θα παρουσιάσουμε εκτενέστερα στην συνέχεια.
Τον Βίο του Αγίου Πέτρου της Μόσχας, τον έγραψε ο Κυπριανός το 1381. Περιέχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, οι σταδιοδρομίες τους παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες. Εκδιώχθηκαν παράνομα από τις έδρες τους, συκοφαντήθηκαν από τους εχθρούς τους στις αρχές της Κωνσταντινούπολης, αλλά και ενθρονίστηκαν ξανά μητροπολίτες στη Μόσχα.[20]
Η Κλίμακα εισήλθε στις ηγεμονικές αυλές των σλαβικών χωρών, σαν βασικό πνευματικό εγχειρίδιο, αμέσως μετά τον εκχριστιανισμό τους. Από τον 13ο αιώνα γνώρισε διάδοση η οποία κορυφώθηκε τον 14ο αιώνα, στην εξάπλωση της συντέλεσε και ο Γρηγόριος Σιναϊτης. Η Κλίμακα παρείχε ένα στάδιο άσκησης και τελείωσης για την νοερά προσευχή, μέσω αυτής στην μέθεξη των ενεργειών.[21] Ο Κυπριανός τελείωσε το χειρόγραφο το 1387 στη Μονή Στουδίου, το οποίο έφερε το 1390 στην Μόσχα, το οποίο είχε αξιόλογη και περίτεχνη διακόσμηση. Αντιγράφηκε και διαδόθηκε ευρύτατα, γινόμενο ένα προσφιλές ανάγνωσμα των μοναχών και των κληρικών.[22]
Το Ρωσικό Συνοδικό της Ορθοδοξίας, εισήχθη στην Ρωσία σε προγενέστερη εποχή, πρόκειται για ομολογιακό κείμενο. Η μορφή του όμως δεν αντιστοιχούσε σε αυτό που ήταν σε χρήση στην Κωνσταντινούπολη, ο Κυπριανός αποφάσισε να το βελτιώσει.
Σε μια επιστολή που έστειλε στον κλήρο της πόλης Ψκωφ το 1395, τους πληροφορεί ότι τους στέλνει το σωστό Συνοδικό. Το Συνοδικό που διαβάζονταν στο Πατριαρχείο. Σ΄ αυτό προστέθηκε, το πώς θα πρέπει να μνημονεύονται οι αυτοκράτορες και ηγεμόνες ζώντες και νεκροί. Περιχαράκωνε την διδασκαλία των Ησυχαστών και την καθιέρωνε στην εκκλησία ως επίσημη θέση της.[23]
5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Στόχος της παρούσης εργασίας, ήταν μια πρώτη γνωριμία με μια προσωπικότητα που τιμάται ως Άγιος για το έργο που προσέφερε στον ανατολικό σλαβικό κόσμο. Εισήγαγε τον Ησυχασμό στην Ρωσία, αγωνίστηκε για να συνενώσει τον σλαβικό κόσμο, κάτω από την σκέπη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Κυπριανός αντιμετώπισε αρκετά εμπόδια στη πορεία του ως μητροπολίτης Κιέβου και Μόσχας, γνώρισε διωγμούς, με την κατηγορία του πράκτορα των Λιθουανών από τον ηγεμόνα της Μόσχας Δημήτριο το 1378. Αλλά και το 1381 αμέσως μετά την πολιορκία της Μόσχας από τους Τάταρους, λόγω της λιποψυχίας που επέδειξε με την διαφυγή του Κυπριανού στην εχθρική προς την Μόσχα, πόλη Τβερ. Κατάφερε με την υπομονή και επιμονή του να υπερκεράσει αυτά τα εμπόδια. Αντιμετωπίστηκε θερμά από τους Πατριάρχες Φιλόθεο και τον Αντώνιο Δ΄, αλλά ιδιαιτέρως αρνητικά από τον Νείλο.
Παρουσιάζεται το πνευματικό του έργο εν συντομία, μεταφραστικό και αντιγραφικό. Η προσφορά του στην εκκλησιαστική Υμνογραφία και Λειτουργική της Ρωσικής εκκλησίας, αποτελεί σημαντική προσθήκη στην πνευματική παρακαταθήκη του 14ου αιώνα.
* * * * * *
[1] E. Golubinsky, Istoriya russkoy tserkvi, τομ.2/1, Μόσχα 1990, σσ. 298-299.
[2] Α.-Α. Ταχιάος, Επιδράσεις, σ.62,σημ. 1.
[3] Pokhvalno slovo za Kipriyan,185 ”brat beache nachem otsu”.
[4] M.Braun, Slavistisvhe Studien sum VI.International slavistenkongress in Prag, Munchen 1968, σσ.378-382.
[5] Γ.Ι. Θεοχαρίδης, «Οι Τζαμπλάκωνες», Μακεδονικά 5(1961-1963)1990, σσ. 125-189.
[6] APC, τομ.2, σ.118.
[7] V. Kiselkov, Sv. Teodosy Turnovski, Σόφια 1926, σ.34.
[8] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ. 296-298.
[9] APC, τομ.2, σσ.116-129.
[10] G.M. Prokhorov, Povesto Mityae:Rusi Vizantiya v epokhu,kylikovskoy bity, Leningrad 1978, σσ.195-201.
[11] ΑPC,τομ.2,σσ.12-18.
[12] D. Obolensky, Προσωπογραφίες,σ.309.
[13] D. Obolensky, Προσωπογραφίες,σ.311.
[14] APC, τομ2, σσ.121-123.
[15] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ.314-315.
[16] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σ. 320.
[17] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σ. 324.
[18] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ. 321-322.
[19] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σ. 309.
[20] D. Obolensky, Προσωπογραφίες, σσ. 323-326.
[21] Α.-Α. Ταχιάος, Βυζάντιο, σσ. 174-176.
[22] Α.-Α. Ταχιάος, Βυζάντιο, σσ. 178-179.
[23] Α.-Α. Ταχιάος, Βυζάντιο, σσ. 205-206.
Πηγή: Πεμπτουσία
Πρίν προλάβουμε νά καταλάβουμε ποιοί εἶναι οἱ «παραθρησκευτικοί», κυκλοφορήθηκε τίς τελευταῖες ἡμέρες στό διαδίκτυο, βίντεο τό ὁποῖο δείχνει χειροτονία εὐαγγελικοῦ ἱερέα, παρουσίᾳ τοῦ τοπικοῦ Μητροπολίτη Κίτρους κ. Γεωργίου,
Γεννήθηκε αγόρι και δήλωσε κορίτσι στα 5 του. Μετά από 8 χρόνια ζωής στο «αντίθετο φύλο», 4 επεμβάσεις «αλλαγής φύλου» και ατέλειωτες ορμονοθεραπείες, ο τρανς reality σταρ Jazz Jennings του show «I am Jazz» στο κανάλι TLC
Οι Άγγλοι, το ΚΚΕ και το Αντάρτικο - Ιωάννης Νασιούλας (Βεργίνα Τηλεόραση - 18.06.2022). Παρουσίαση του βιβλίου: Έτσι μεθόδευσαν οι Βρετανοί το αντάρτικο του ΚΚΕ στην Ελλάδα | Ιωάννης Νασιούλας
ΟΜΙΛΙΑ
τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν
καί Πάσης Ἑλλάδος κ.κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
στή Λαοσύναξη τῆς Θεσσαλονίκης1
Πιστέ καί ἀγαπημένε Λαέ, Ἀδελφοί τῆς Μακεδονίας καί τῆς Θράκης μας, τῆς καρδιᾶς τῆς Ἑλλάδας,
Προσέρχομαι ταπεινά ἐνώπιόν σας, ὡς ὁ ἔσχατος τῶν Ἀδελφῶν μου Ἀρχιερέων, γιά νά σᾶς ἐκφράσω τήν κοινή μας θέση στό ζήτημα πού μᾶς ἀπασχολεῖ. Δέν ἦλθα νά σᾶς φανατίσω. Ἦλθα νά σᾶς ἐνημερώσω.
Βλέποντας αὐτή τή συγκλονιστική εἰκόνα τῆς λαοθάλασσας μ' αὐτή τή μεγαλειώδη παρουσία σας ἐδῶ, ἀντιλαμβάνομαι πόσο δίκαιο εἶχε ἡ Ἱ. Σύνοδος νά ὁρίσει νά γίνει πρῶτα στή Θεσσαλονίκη, στήν ἱερή πόλη τοῦ ἁγίου Δημητρίου καί τοῦ Γένους, τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ καί τῶν ἱεραποστόλων Κυρίλλου καί Μεθοδίου, τήν πόλη τῶν Μαρτύρων, τῶν Ὁσίων, τῶν Ἱεραρχῶν καί τῶν ὁμολογητῶν τῆς πίστεως, τή πόλη τοῦ πολιτισμοῦ καί τῶν μεγάλων ἀναστημάτων τοῦ Πνεύματος, ἡ σημερινή εἰρηνική καί πρωτοφανής σέ παλμό καί ὄγκο Λαοσύναξη τῶν πιστῶν. Γιατί πρῶτοι ἐσεῖς μέ αὐτή τή συγκλονιστική μαρτυρία σας ἐδῶ δίνετε σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα τό Μήνυμα ἑνός ἀξεπέραστου εἰρηνικοῦ δυναμισμοῦ, ἀλλά καί ἑνός ἀπαράμιλλου χριστιανικοῦ ἤθους.
Εἶχε δίκαιο νά περιμένει ἡ Ἱ. Σύνοδος ὅτι οἱ Μακεδόνες καί Θρακιῶτες, οἱ Ἠπειρῶτες καί οἱ Θεσσαλοί θά ἔδιναν ἐδῶ ἕνα ἐπιβλητικό καί πολυσήμαντο παρόν στήν πρόσκληση τῆς Ἐκκλησίας τους, γιά νά διατρανώσουν τήν ἀμετακίνητη θέλησή τους νά προασπίσουν ἱερά καί ὅσια πού κινδυνεύουν νά ὑπονομευθοῦν καί στή συνέχεια νά ἀλλοτριωθοῦν.
Εἶχε δίκαιο νά στηρίζεται στήν πανθομολογούμενη εὐσέβειά σας, τήν εὐσέβεια πού στό βόρειο χῶρο τῆς Πατρίδας μας ἔχει νά ἐπιδείξει πρωτόφαντα ἔργα πνοῆς καί χριστιανικῆς ἀλληλεγγύης, πού ἀγκαλιάζουν ὅλους τούς ἀνθρώπους, χωρίς διακρίσεις. Εἴμαστε μιά ἀνθρώπινη κοινωνία ἀγάπης, ἀλληλεγγύης καί κατανόησης. Καί τό ἀποδεικνύουμε κάθε μέρα.
Εὐλογημένε Λαέ τοῦ Θεοῦ, πιστοί τῆς Ἐκκλησίας μας!
Πρίν ἀπό 13 χρόνια σ’ αὐτή τή πόλη ἡ ὀρθόδοξος χριστιανικός Λαός τῆς Ἐκκλησίας ἔδωσε πρός κάθε κατεύθυνση τό εἰρηνικό μήνυμα τῆς ἤρεμης ψυχικῆς του δύναμη πού διατράνωνε τή θέληση γιά νά μείνει ἀπρόσβλητο τό αὐτοδιοίκητο τῆς Ἐκκλησίας. Σήμερα πάλι ὁ ἴδιος Λαός, πολύ περισσότερος ἀπό τότε, καί πολύ πιό ἐνημερωμένος, συνάζεται, γιά νά διατρανώσει τήν ἀπόφασή του νά προασπίσει τήν κληρονομιά του, νά ἐπαναβεβαιώσει τή θέλησή του νά μείνει ἡ Ἑλλάδα χώρα ὀρθόδοξη, ἀληθινά προοδευτική καί σύγχρονη.
Εἶναι ἄκρως συγκινητικό καί συγκλονιστικό τό θέαμα πού ἀτενίζουμε ὅλοι μας σ’ αὐτό τό χῶρο. Ἑκατοντάδες χιλιάδες ἄνθρωποι κάθε τάξεως καί κάθε ἡλικίας ἦλθαν σήμερα ἐδῶ χωρίς καμμιά εἰδική ὀργάνωση, μέ μοναδικό ἐφόδιο τό πύρωμα τῆς καρδιᾶς τους καί δίνουν τό παρόν στή Λαοσύναξη ἐτούτη, τήν εἰρηνική μέν ἀλλά ἀποφασιστική, πού διεκδικεῖ καί ἀξιώνει ἀπό τήν ἐξουσία τό σεβασμό γιά τήν παράδοση καί γιά τή διάρκεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ, πού ἐξασφαλίζεται μόνο μέ τή στενή καί ὀργανική ἑνότητά του μέ τή ζωηφόρα πηγή τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως αὐτό συμβαίνει ἐπί αἰῶνες τώρα. Σᾶς εὐχαριστῶ καί σᾶς ἐπαινῶ γι’ αὐτή τήν ἐκκλησιαστική, τήν πολιτισμένη καί δυναμική σας παρουσία. Στηρίζει ὁ Λαός μας τούς ποιμένες του στή διεκδίκηση τῶν δικαίων τῆς παράδοσής μας.
Εἴμαστε ἐδῶ ἀνεξαιρέτως ὅλοι οἱ πιστοί, ἑνωμένοι ἐν Χριστῷ. Παραμερίζοντας τά κοινωνικά καί πολιτικά ἐμπόδια, δίνοντας τό παρόν στό κάλεσμα τῆς Μάνας Ἐκκλησίας, γιατί νοιώθουμε ὅτι κινδυνεύουν οἱ πατροπαράδοτες ἀξίες τῆς φυλῆς μας, τά δομικά καί γνήσια στοιχεῖα τῆς αὐτοσυνειδησίας μας.
Ἐδῶ εἶναι μεταξύ τῶν πρώτων οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας, πού εὐλογοῦν μέ τή παρουσία τους τήν ἐκδήλωση καί διαδηλώνουν ἀποφασιστικά τήν ἑνότητα τοῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας, τό ὁποῖο ἀταλάντευτα καθοδηγεῖ τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας πρός τό λιμάνι τῆς σωτηρίας καί τῆς ἐλπίδας. Καί μαζί μας εἶναι πολλές ἄλλες ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, καί ἡ Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, πού συμπαρίστανται στόν ἀγῶνα μας.
Ἐδῶ εἶναι καί οἱ ἱερεῖς μας. Οἱ ἁπλοί, ἔντιμοι καί ἀφοσιωμένοι παπᾶδες τοῦ Λαοῦ μας, πού μέ τήν ὑποβλητική τους παρουσία θεμελιώνουν κάθε μέρα μέσα στίς ψυχές καί οἰκοδομοῦν τούς πύργους τῆς πνευματικῆς ἰδιοπροσωπίας μας ὡς Χριστιανῶν καί Ἑλλήνων.
Ἐδῶ καί τά μοναστήρια μας, τά μετερίζια αὐτά τῆς Ὀρθοδοξίας μας, τά θυμιατήρια τῆς εὐλάβειάς μας, τά ἄπαρτα κάστρα πού στηρίζουν μέ τίς προσευχές τους τόν καθημερινό μας ἀγῶνα.
Ἐδῶ εἶναι καί ἡ Θεολογική μας Σχολή, τοῦ Ἀριστοτελείου, πού μέ τά ψηφίσματα τῶν δύο Τμημάτων της στάθηκε ἀπό τήν ἀρχή στό πλευρό μας καί δικαίωσε τόν ἀγῶνα μας. Μαζί της καί οἱ ἐκκλησιαστικές μας Σχολές, πού προετοιμάζουν τά νέα στελέχη τῆς Ἐκκλησίας μας.
Βλέπω ἐδῶ πολιτικούς ἄνδρες, ἀπό ὅλους τούς κομματικούς χώρους, αὐτούς πού ὅλες αὐτές τίς ἡμέρες βάσταξαν στούς ὤμους των τό βάρος τῆς ἀλήθειας καί ἀντιπαρατέθησαν στό ψεῦδος καί στή μαύρη προπαγάνδα. Ἀλλά καί τούς ἄρχοντες τῆς Τοπικῆς Αὐτοδιοίκησης με ἐπικεφαλῆς τόν Δήμαρχο τῆς πόλεως τοῦ Ἁγίου Δημητρίου.
Ἐδῶ εἶναι καί οἱ πιστοί μας ὅλων τῶν ἡλικιῶν, ἄνδρες καί γυναῖκες, πού συνέρρευσαν στήν πόλη αὐτή, ὁ καθένας μέ τό δικό του παλμό φέρνοντας μαζί καί τό μήνυμα τῆς κοινῆς προσπάθειας γιά τή διάσωση τῆς ἁγίας Παράδοσής μας.
Ἄφησα τελευταίους νά μνημονεύσω τιμητικά τους ἐλπιδοφόρους νέους μας, τά ἅλικα παιδιά μας, τή ζωντανή καί δυναμική νεολαία μας, πού μέ τόν ἐνθουσιασμό καί τό παλμό τους ὀμορφαίνουν αὐτή μας τή Σύναξη δίνοντας μιά μαρτυρία ὀδύνης γιά τό μέλλον τοῦ τόπου, ἕνα συγκλονισμό γιά ὅ,τι μέλλει γενέσθαι στή χώρα αὐτή, στήν ὁποία γεννήθηκαν καί ἐπιθυμοῦν διά παντός νά ζήσουν ὡς χριστιανοί ὀρθόδοξοι.
Χρόνια τώρα σ’ αὐτό τόν τόπο συμπορεύονται θεσμικά καί ἀποφασιστικά Ἑλληνισμός καί Χριστιανισμός. Καί ὅλοι ξέρουν ὅτι δέν ὑπάρχει πτυχή τοῦ ἰδιωτικοῦ καί δημοσίου βίου πού νά μή διαποτίζεται ἀπό τά νάματα τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Αὐτό εἶναι πλέον θεσμός, εἶναι ἔθιμο, εἶναι ἱστορική νομοτέλεια. Καί τό ἔθνος στηρίζεται στούς θεσμούς του. Μέσα καί γύρω ἀπό τήν Ἐκκλησία ἀνελίσσεται ἡ ζωή τοῦ Ἕλληνα ἀπό τότε πού γεννιέται μέχρι τότε πού πεθαίνει. Τά πανηγύρια μας, οἱ χαρές μας, οἱ λύπες μας, τά τραγούδια μας, οἱ χοροί μας, τά πάντα ἀρχίζουν καί τελειώνουν στήν Ἐκκλησία. Ἐκεῖ βαφτιζόμαστε καί μυρωνόμαστε, ἐκεῖ παντρευόμαστε, ἐκεῖ ἁγιαζόμαστε, ἐκεῖ παρηγοριόμαστε, ἐκεῖ προσευχόμαστε, σέ στιγμές μεγάλης λύπης καί εὐτυχίας, ἐκεῖ τέλος μέ συγκλονιστική στοργή μᾶς πᾶνε, ὅταν παίρνουμε τό δρόμο τῆς αἰωνιότητας. Μέσα στήν Ἐκκλησία κάνουμε τίς ἐθνικές τελετές μας, ἐκεῖ ἡ μνήμη τοῦ τόπου μένει ἄσβεστη. Ἐκεῖ ἡ σημαία μας ἀνεμίζει, ἐκεῖ ἡ ἱστορία μας ξεδιπλώνεται.
Σέ κανένα ἄλλο μέρος τοῦ κόσμου Λαός καί θρησκεία δέν εἶναι τόσο πολύ συνδεδεμένοι, γιατί πουθενά ἀλλοῦ ἡ ἱστορία τοῦ Λαοῦ δέν γονιμοποιήθηκε τόσο πολύ μέσα στή πίστη, καί πουθενά ἀλλοῦ οἱ ἄνθρωποι δέν ἔνοιωσαν τήν Ἐκκλησία τους τόσο πολύ μέσα στή ζωή τους. Ρίξτε ἕνα βλέμμα σ’ αὐτήν ἐδῶ τή βυζαντινή πόλη, τήν ὄμορφη καί ἁγιότοκο Θεσσαλονίκη. Παντοῦ ἐκκλησίες, παντοῦ ὁ Σταυρός, παντοῦ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Κορυφαῖος ἅγιός της ὁ Μεγαλομάρτυρας Δημήτριος καί μαζί του μιά πλειάδα ἁγίων πού τήν περιζώνουν ἀπό παντοῦ καί τήν προστατεύουν. Καί δέν ὁμιλῶ μόνο γιά τά μοναδικά μνημεῖα τοῦ κλεινοῦ Βυζαντίου, οὔτε γιά ἕνα ἔνδοξο παρελθόν. Ὁμιλῶ καί γιά τό σήμερα. Σήμερα ὅπου ἡ πίστη μεγαλύνεται καί ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ ὑψώνει καθημερινά ναούς, νέες ἑστίες πολιτισμοῦ μέ ἐπίκεντρο τήν τοπική Ἐκκλησία καί τόν πολιό Ἐπίσκοπό της, τόν Μητροπολίτη της κ. Παντελεήμονα, νέα σεβάσματα πού μᾶς κάνουν ὅλους ὑπερήφανους. Παντοῦ σ’ αὐτή τήν πατρίδα οἱ ἄνθρωποι μπορεῖ νά δραστηριοποιοῦνται, νά ἐκσυγχρονίζονται, νά βρίσκονται στήν πρωτοπορία τῆς προόδου, νά νοιώθουν εὐρωπαῖοι, νά δείχνουν τόν ἀγῶνα τους, νά ἔχουν καί τίς ἀδύνατες στιγμές τους. Ὅμως μή τούς πῆς νά ἀφήσουν τή πίστη τους, νά προδώσουν τίς ἀρχές τους. Ἰδιαίτερα σήμερα πού τή σκυτάλη τῆς ἐπιστροφῆς στίς ρίζες μας τήν ἔχουν πάρει στά στιβαρά τους χέρια οἱ νέοι μας. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς μοῦ ἔλεγε πρό ἡμερῶν. «Ἁμαρτωλοί μπορεῖ νά εἴμαστε. Προδότες ὅμως δέν εἴμαστε». Μπράβο στά νέα μας παιδιά. Ὅταν οἱ νέοι μας ἔτσι σκέπτονται, ἡ Ἑλλάδα δέν πεθαίνει ποτέ.
Ζητᾶ εὔλογα ὁ ἁπλοϊκός ἄνθρωπος αὐτοῦ τοῦ τόπου, νά πληροφορηθῆ, γιατί αὐτή ἡ βιασύνη, γιατί μέ τήν εὐκαιρία τῶν ταυτοτήτων, ἡ ἔκφρασης τόσης ἐμπάθειας σέ βάρος τῆς Ἐκκλησίας, γιατί αὐτή ἡ πεισματική ἐμμονή σέ μιά ἀπόφαση πού διχάζει, πού δέν τήν θέλει, δέν τήν ἀποδέχεται ὁ πιστός λαός μας, γιατί αὐτή ἡ περιφρόνηση πρός τήν Ἱεραρχία, γιατί αὐτός ὁ αἰφνιδιασμός;
Ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ἀφήσει ἀναπάντητα αὐτά τά κρίσιμα ἐρωτήματα. Καί δίδει τήν ἀπάντησή της νηφάλια, ὑπεύθυνα καί πειστικά.
1. Καί κατ’ ἀρχήν πρέπει νά ποῦμε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει διαχωρίσει τή θέση της ἀπό κάθε εἶδος φανατισμοῦ, φονταμενταλισμοῦ καί μισαλλοδοξίας. Ἡ Διακήρυξη τοῦ Φαναρίου τό 1994 εἶναι σαφής: «Τό διαπραττόμενον ἐν ὀνόματι τῆς θρησκείας ἔγκλημα εἶναι ἐναντίον αὐτῆς τῆς θρησκείας». Ἀλλά ἡ θλιβερή καί ἀντορθόδοξη ὑστερία μερίδας τοῦ δυτικοῦ τύπου, πού καλῶς γνωρίζουμε ἀπό ποῦ παρακινεῖται, φαίνεται νά βρῆκε θιασῶτες καί στήν Ἑλλάδα. Δέν μνησικακοῦμε ἐναντίον κανενός καί δέν ὑποτιμοῦμε κανέναν. Ὅμως γιά τή πίστη μας γινόμαστε λέοντες, γιά νά μή περάσει ἡ παρακμή καί ἡ ἀλλοτρίωση.
2. Τήν ἀξία ὡστόσο τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ πολιτισμοῦ καί τοῦ πνεύματος ἀναγνωρίζουν σήμερα πιά ὅλοι οἱ σώφρονες ἄνθρωποι. Γι’ αὐτό καί ἡ Εὐρώπη, ἀναζητώντας μιά σταθερή βάση ἑνότητας τῶν Λαῶν της, δέν στηρίζεται πιά ἀποκλειστικά στήν οἰκονομία καί τήν ἀνάπτυξη. Στρέφεται κυρίως πρός τίς πνευματικές ἀξίες, πρός τόν πολιτισμό. Ἐκεῖ δηλαδή πού ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες ἔχουμε νά ἐπιδείξουμε πρωτόγνωρες ἐπιδόσεις. Ἡ πνευματική κρίση στήν Εὐρώπη προῆλθε ἀπό τήν περιθωριοποίηση καί τήν ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας, πού δέν κατώρθωσε νά στηρίξει τούς Λαούς τήν ὥρα πού ἔπρεπε. Σήμερα οἱ ἑτερόδοξες Ἐκκλησίες στή Δύση ἀγωνίζονται νά ξαναφέρουν τό Χριστό μέσα στίς κοινωνίες,νά ξαναδώσουν νόημα ζωῆς στούς νέους, νά ξανααναστήσουν τό χαμένο ὅραμα τής εὐτυχίας. Ἐμεῖς ἐδῶ, δόξα τῷ Θεῷ, μέχρι στιγμῆς διατηροῦμε ἄθικτα τά πνευματικά μας ἐρείσματα. Ὑπάρχει κανένας λόγος νά τά γκρεμίσουμε; Θέλουμε νά πριονίσουμε τό κλαδί πάνω στό ὁποῖο καθόμαστε; «Οἱ Ἕλληνες – γράφει ὁ Ράνσιμαν - ἔχουν μιά κληρονομιά γιά τήν ὁποία μποροῦν νά αἰσθανόνται ὑπερήφανοι. Μιά κληρονομιά πού δέν πρέπει νά χαθῆ μέσα στίς ἐναλλασσόμενες ὑλικές καταστάσεις». Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἱστορική πρόκληση. Ἄν οἱ Ἕλληνες θέλουμε νά ἐπιβιώσουμε μέσα στή παγκοσμιοποιημένη χοάνη, πρέπει νά διαφυλάξουμε τή μορφή μας, τή στερεά μορφή πού μᾶς χαρίζει διαχρονικά καί συγχρονικά ἡ παράδοσή μας. Ἀλλοιῶς θά ἀφομοιωθοῦμε καί θά ἐξαφανισθοῦμε. Ἔχουμε οἱ ὀρθόδοξοι τό μεγάλο προνόμιο νά ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία μας τήν ἐπιβίωση μέ μέτρο καί ἁρμονία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σοφίας. Μέσα μας ὑπάρχει ἕνας ὁλόκληρος θησαυρός, ἕνας ἀδαπάνητος πλοῦτος πού δέν ἔχει παραποιηθῆ μέχρι τώρα πού συνέχει ὅλο τό Γένος μας. Ἡ ἱστορική ἀλληλεγγύη μεταξύ Ἑλληνισμοῦ καί Ὀρθοδοξίας δέν μπορεῖ εὔκολα νά διασπασθῆ, γιατί βιώνεται καθημερινά μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία ἀναδεικνύεται ἕνα ζωντανό προπύργιο αὐτοσυνειδησίας, ἕνα μετερίζι διάσωσης τῆς πνευματικῆς καί ἐθνικῆς μας ταυτότητας, ἕνα «τζιβαϊρικόν πολυτίμητον», ὅπως τό ἔλεγε ὁ Στρατηγός Μακρυγιάννης. Οἱ πνευματικοί μας Πατέρες, τά μοναστήρια μας, οἱ ἐνορίες μας, οἱ παπάδες μας, οἱ ἐπίσκοποί μας, ὅλοι εἶναι μιά δύναμη πού θά διαλύσει κάθε ἐναντίωση εἰρηνικά καί συστηματικά. Μιά ἁπαλή πνοή πού χαρίζει τήν ἐλπίδα καί στηρίζει τήν ἀντίσταση ἐνάντια στήν διάσπαση καί στήν ἀλλοτρίωση. Μέσα ἀπό τή Θεία Λειτουργία ξεπηδάει τό πνεῦμα τῆς ἑνότητας καί τῆς δύναμης. Πονᾶμε, γιά ὅσα συμβαίνουν γύρω μας. Γιατί ἀγαπᾶμε τόν τόπο μας, τή θρησκεία μας καί τά παιδιά μας. Τό ἔνστικτο τοῦ Λαοῦ λειτουργεῖ σωστικά. Καί δέν θά ἐπιτρέψει ὁ κίνδυνος τῆς ἀφομοίωσης νά πραγματωθῆ. Θά μείνουμε αὐτό πού εἴμαστε, πρῶτα Ἕλληνες καί Χριστιανοί καί μετά Εὐρωπαῖοι.
Ὤ κι ἄν ἐσηκώνονταν ἀπό τούς τάφους των τά μεγάλα παλληκάρια τοῦ ἔθνους μας, οἱ Κολοκοτρώνηδες καί οἱ Μακρυγιάννηδες, οἱ Μιαούληδες καί οἱ Μποτσαραῖοι, οἱ παπᾶδες καί οἱ δεσποτάδες τοῦ μεγάλου Ἀγώνα, ὁ Γρηγόριος ὁ Ε’ , ὁ Διάκος, ὁ Παπαφλέσσας, οἱ πρόκριτοι τῆς Τροιζηνίας, κι ἔπειτα οἱ μεγάλοι μας διανοούμενοι, οἱ ποιητές καί οἱ πολιτικοί, ὁ Καποδίστριας κι ὁ Παπαρρηγόπουλος, ὁ Τρικούπης καί ὁ Ζαμπέλιος, ὁ Σολωμός, ὁ Κάλβος κι ὁ Μαβίλης, ὁ Παπαδιαμάντης καί ὁ Ἐλύτης, ὁ Καραολῆς κι ὁ Δημητρίου, ὤ! Κι ἄν ἐσηκώνονταν αὐτοί καί χιλιάδες ἄλλοι, πού μέ τό λόγο καί τίς πράξεις των ἐθεμελίωσαν καί ἐστήριξαν καί ὕμνησαν τήν πνευματική ὑπόσταση αὐτοῦ τοῦ ἔθνους, τί θά ἔλεγαν ἄν ἔβλεπαν τό γκρέμισμα πού ἐπιχειροῦν σήμερα κάποια παιδιά τους στήν ἑλληνορθόδοξη παρουσία μέσα στή κοινωνία, καί τά ραπίσματα πού δίνουν στήν Μάνα τους, τήν Ἐκκλησία.
3. Στ’ ἀλήθεια δέν μπορῶ νά ἀντιληφθῶ αὐτά πού συμβαίνουν. Οὔτε καταλαβαίνω τή σκοπιμότητά των. Μᾶς λένε. Στήν Ἑλλάδα δέν ζοῦνε μόνο ὀρθόδοξοι πολίτες, ζοῦνε καί πολίτες Ἕλληνες ἄλλων δογμάτων καί ἄλλων θρησκειῶν. Καί πρέπει καί αὐτοί νά προστατευθοῦν. Κι ἐμεῖς ἀπαντᾶμε, ναί νά προστατευθοῦν, ὅσο λίγοι καί ἄν εἶναι. Καί προστατεύονται. Ἀλλά γιατί τάχα ἡ προστασία τους περνάει μέσα ἀπό τήν ταπείνωση τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν ἐξουδετέρωσή της; Τό κράτος δέν προστατεύει σήμερα τίς μειονότητες τῶν γνωστῶν θρησκειῶν, ὅπως ἐπιτάσσει τό Σύνταγμα; Ἄν δέν τίς ἐπροστάτευε πῶς οἱ ἑτερόδοξοι ἔχουν ἐλεύθερα τίς ὅσες θέλουν μεγαλοπρεπεῖς ἐκκλησίες τους, τά πολυδιαφημισμένα σχολεῖα τους, τίς κλινικές καί τά νοσοκομεῖα τους, τά ἄλλα κτίριά τους, τίς ἐπισκοπές, τίς ἐφημερίδες τους, τίς περιουσίες τους; Ἄν δέν τούς ἐπροστάτευε, πῶς οἱ Μουσουλμάνοι στή Θράκη ἔχουν τά τζαμιά τους, τά σχολεῖα τους, τίς περιουσίες τους; Πῶς οἱ Χιλιαστές ἀναγνωρίζονται ὡς ἀντιρρησίες συνειδήσεως καί δέν πολεμοῦν γιά τήν Πατρίδα, ἀλλά τυγχάνουν προνομιακῆς μεταχείρησης σέ σχέση μέ τά ἄλλα στρατευμένα παιδιά μας; Πῶς οἱ Ἰσραηλίτες ἔχουν τίς Συναγωγές τους, τά μουσεῖα τους, τά γραφεῖα τους, τίς κοινότητές τους; Τό κράτος ἐπιτελεῖ τό καθῆκον του κι ἐμεῖς ὡς Ἐκκλησία δέν ἔχουμε ποτέ ἐκφράσει ἀντίθετη γνώμη. Θέλετε νά συνεχίσω; Ἐδῶ προστατεύονται ὄχι μόνο οἱ ὀπαδοί τῶν γνωστῶν θρησκειῶν ἀλλά καί αὐτοί τῶν θρησκειῶν πού δέν θέλουν νά εἶναι γνωστές καί τῶν παραθρησκευτικῶν κινημάτων καί αὐτῶν ἀκόμη πού εἶναι ἐπικίνδυνα γιά τήν τύχη τῶν πολιτῶν πού θά παρασυρθοῦν σ’ αὐτά ἤ γιά τήν ἐθνική μας ἀσφάλεια. Δέν ἐπιτρέπεται νά πῶ τίποτε ἄλλο σ’ αὐτό τό σημεῖο, ἀλλά οἱ ἁρμόδιοι δέν τά ξέρουν αὐτά; Κι ἄν τά ξέρουν, γιατί ἐπιμένουν πῶς τάχα ἡ προστασία ὅλων αὐτῶν ἐπιβάλλει δῆθεν στό κράτος νά ἀπαρνηθῆ τήν Ὀρθοδοξία;
4. Mέσα στήν Ἐκκλησία καλλιεργοῦμε τό πνεῦμα τῆς ἀγάπης, τῆς ἀναγνώρισης τῆς ἀξίας τοῦ ἄλλου, τῆς ἑνότητας τοῦ Λαοῦ μας. Ἐδῶ μπροστά μας σήμερα ὁ κόσμος τῆς Ἐκκλησίας πού ἀνήκει σέ ὅλα τά κόμματα. Στήν Ἐκκλησία δέν κάνουμε διαχωρισμούς, δέν ρωτᾶμε ποῦ ἀνήκει ὁ καθένας. Γιατί ὁ Θεός θέλει ὅλοι νά σωθοῦν καί νά ἔλθουν σέ ἐπίγνωση ἀληθείας. Γι’ αὐτό καί αὐτή μας ἡ μεγαλειώδης Σύναξη σήμερα δέν ἔχει καμία σχέση μέ τίς πολιτικές συγκεντρώσεις. Δέν ἤλθαμε ἐδῶ γιά νά διακηρύξουμε τό μῖσος μας ἤ τήν ἀντίθεσή μας νόμιμη ἐξουσία ἤ καί σέ ὅσους διαφωνοῦν μαζί μας. Ἤλθαμε γιά νά στείλουμε μηνύματα. Εἴμαστε νομοταγεῖς πολίτες καί πονᾶμε γι’ αὐτό τόν τόπο, ὅπως τόσοι ἄλλοι. Ὅμως δέν ἀνεχόμαστε νά ξεπουλιέται ἡ πίστη μας. Καί διστάζουμε νά δεχθοῦμε - ὅπως λέγεται καί γράφεται – πώς ξένα κέντρα ἔξω ἀπό τήν Ἑλλάδα ἐπιβάλλουν κινήσεις καί ἀποφάσεις, ἐπειδή θέλουν νά ἐξασθενίσουν τίς ἀντιστάσεις τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ καί νά τόν στερήσουν ἀπό ἕνα ἰσχυρό ἔρεισμα πού ἀποδείχθηκε ἀνθεκτικό στίς λαίλαπες καί στίς περιπέτειες τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί ὡς κιβωτός διέσωσε τόν τόπο. Κι αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Τό ἀδυνάτισμα τῆς Ἐκκλησίας συνεπάγεται ἐξασθένηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀποθωράκισή του. Οἱ ἱστορικοί δεσμοί Ἑλληνισμοῦ καί Χριστιανισμοῦ σ’ αὐτό τόν τόπο εἶναι ἀκατάλυτοι καί κανένας δέν μπορεῖ, κανένας δέν ἔχει τό ἀνάστημα νά τούς διαλύσει.
5. Δυστυχῶς μερικοί διανοούμενοί μας, ἡ ἰντελλιγκέντσια ὅπως λέγεται, θέλουν πεισματικά νά ἀγνοοῦν αὐτούς τούς ἱστορικούς κανόνες καί τό ρόλο τῆς Ἐκκλησίας στή διαφύλαξη τῆς Παράδοσής μας. Μᾶς λέγουν πώς ἐν ὀνόματι τῆς προόδου καί τῆς ἀνάπτυξης ἐπιβάλλονται ἀλλαγές πού θά κάνουν τή χώρα ἀνταγωνιστική καί προοδευτική. Δέν διαφωνοῦμε. Δέν εἴμαστε ἐναντίον τῆς ἀνάπτυξης καί τῆς προόδου. Χαιρόμαστε γιά τίς πρωτοβουλίες τῆς ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας πού τό ἑλληνικό δαιμόνιο τῆς δίδει φτερά καί θαυματουργεῖ προβάλλοντας διεθνῶς τή χώρα μας. Ἡ παγκοσμιοποίηση ὡς ἰσοπέδωση πολιτισμῶν εἶναι ἐπικίνδυνη καί ἀπόβλητη. Ἕνα ἔθνος πορεύεται πρός τόν ἐκσυγχρονισμό ὄχι ἀντιγράφοντας μηχανικά ἄλλων Λαῶν τ’ ἀχνάρια, ἀλλά μέ βαθειά συναίσθηση τῆς ταυτότητάς του καί μέ ἰσχυροποίηση τῶν στοιχείων πού τήν ἀποτελοῦν. Πρῶτα ἰσχυροποιοῦμε τήν Πατρίδα μας, τήν ὀργανώνουμε καί τήν διασφαλίζουμε ἀπό κάθε κίνδυνο καί ὕστερα ἔχουμε ὅλο τό καιρό νά σκεφθοῦμε γιά τίς λεπτομέρειες τῶν ἰδεολογιῶν καί τῶν κατευθύνσεων πού θά ἀκολουθήσουν τάξεις καί στρώματα. Χωρίς αὐτή τή διαδικασία ὅλα τά ἄλλα δέν εἶναι μόνο περιττά, εἶναι καί ἀφελῆ. Τί ἔχουμε νά κερδίσουμε ἀπό τήν παγκοσμιοποίηση, ἄν χάσουμε τόν πλοῦτο της Παράδοσής μας, ἄν μεταβληθοῦμε σέ λαό χωρίς αὐτοσυνειδησία καί χωρίς πολιτισμό; Ἑπομένως, αὐτό πού σήμερα προέχει εἶναι τό πῶς αὐτός ὁ Λαός θά διατηρήσει ζωντανές τίς παραδόσεις τους καί τίς ἀξίες του. Τώρα δέ πού ἐπιχειρεῖται ἡ ἀποπροσωποίηση τοῦ καθενός μας μέ τή μετατροπή του σέ ἄψυχο καί ἀπρόσωπο ἀριθμό, τώρα πρέπει νά ἀντιδράσουμε ὅλοι καί ἡ Ἑλλάδα νά ἀρχίσει νά λειτουργεῖ καί ὡς ἐθνικό κέντρο μιᾶς Διασπορᾶς, πού ἀγωνίζεται, νά διατηρηθῆ στά δύσκολα χρόνια τῆς ἰσοπεδωτικῆς μανίας, τῆς παγκοσμιοποιημένης δυναμικῆς τόσο τοῦ πλούτου, ὅσο καί τῆς τεχνολογίας.
Καί μοὔρχονται τώρα στό μυαλό τά λόγια πού ἔγραφε στίς στίς ἀρχές τοῦ αἰώνα μας ὁ Παπαδιαμάντης, καί πού διατηροῦν καί σήμερα τήν ἐπικαιρότητά τους: «Ἄγγλος ἤ Γερμανός δύναται νά εἶναι κοσμοπολίτης ἤ ἀναρχικός ἤ ἄθεος ἤ ὅ,τιδήποτε. Ἔκαμε τό πατριωτικόν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα.... Ἀλλά Γραικύλος τῆς σήμερον, ὅστις θέλει νά κάμει δημοσίᾳ τόν ἄθεον ἤ τόν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μέ νάνον ἀνοθρούμενον ἐπ’ ἄκρων ὀνύχων καί τανυόμενον νά φθάσει εἰς ὕψος καί φανῆ καί αὐτός γίγας. Τό ἑλληνικόν ἔθνος, τό δοῦλον ἀλλ΄ οὐδέν ἧττον καί τό ἐλεύθερον ἔχει καί θά ἔχει διά παντός ἀνάγκην τῆς θρησκείας του».... Τήν Ἑλλάδα μας θέλουν νά τήν κάμουν νά προσποιεῖται δημοσίᾳ τήν ἄθεο, γιά νά ἀναγνωρίζεται προοδευτική, νά φαίνεται πώς ἀπαρνιέται τήν ἱστορία της καί τήν Παράδοσή της, πού εἶναι ἑλληνορθόδοξη. Ναί, ἡ Παράδοσή μας περνᾶ μέσα ἀπό Ὀρθοδοξία, ἐθνικότητα καί γλώσσα. Αὐτά τά τρία θά ἔπρεπε νά προσέχουν ὅλοι ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ, ἀντί νά βάλλουν καταιγιστικά ἐναντίον καί τῶν τριῶν. καί νά φαντασθῆτε ὅτι ἐφέτος ἡ Ε.Ε. δέχθηκε πρόταση γιά καθιέρωση τῆς διδασκαλίας τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας στά σχολεῖα ὅλης τῆς Εὐρώπης. Ὅλοι μας εἶμαστε ὑπερήφανοι καί γιά τήν Ὀρθοδοξία μας καί γιά τήν ἐθνικότητά μας καί γιά τήν γλώσσα μας. Καί δέν ἐπιτρέπουμε σέ κανένα νά μᾶς θίξει καί τό ἐλάχιστο ἀπό αὐτά.
Στούς προοδευτικούς αὐτούς τεχνοκράτες, πού θέλουν καλά καί σώνει νά μετατρέψουν τήν Ἑλλάδα σέ χώρα πού δέν θά ἀναγνωρίζει τήν Ὀρθοδοξία καί δέν θά στηρίζεται σ’ αὐτήν, λέμε ξεκάθαρα: Ματαιοπονεῖτε.... Ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ δέν σᾶς ἀκολουθεῖ. Θά μείνετε καί πάλι μόνοι σας. Δέν ἐκφράζετε τό Λαό, λέτε ὅτι μιλᾶτε γι’ αὐτόν, ἀλλά κατά βάσιν τόν ἀπεχθάνεστε καί τόν λοιδωρεῖτε, ὅταν διαπιστώνετε ὅτι δέν σᾶς ἀκολουθεῖ. Ἀπό τόν μεσοπόλεμο πασχίζετε λυσσωδῶς νά γκρεμίσετε τά βάθρα τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς καί δέν τό καταφέρνετε. Τώρα νομίσατε ὅτι ἦλθε ἡ ὥρα σας καί πώς μέ τή σπάθη τῆς ἐξουσίας θά ἐπιτύχετε τά σχέδιά σας. Εἶσθε γελασμένοι. Σᾶς τό ἐπαναλαμβάνω. Θά μείνετε καί πάλι μόνοι σας. Δέν σᾶς ἀκολουθοῦν στόν ὀλισθηρό σας δρόμο ὅλοι οἱ ἄλλοι ἐπώνυμοι καί ἐκλεκτοί διανοούμενοι, πολιτικοί, ἐπιστήμονες καί τεχνοκράτες, λογοτέχνες καί καλλιτέχνες, πού εἶχαν αὐτές τής ἡμέρες τό θάρρος νά ὁμολογήσουν ἐνώπιον ὅλου τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ τή πίστη τους καί στήν Ἑλλάδα καί στήν Ὀρθοδοξία. Ἀντιστέκεται στά σχέδιά σας ὅλος ὁ ἄλλος Ἑλληνικός Λαός. Καί μή νομίζετε ὅτι οἱ πνοές τῆς ζωῆς μποροῦν νά ἀντιμετωπίζονται μέ νόμους καί διατάγματα. Οἱ νόμοι, ὅταν ὁ Λαός δέν θέλει, δέν ἐφαρμόζονται, πέφτουν σέ ἀχρησία καί οὐσιαστικά καταργοῦνται. Τούς ἀπορρίπτει ἡ συνείδηση πού ἔχει τό ἔθνος γιά τό τί εἶναι ὀρθό καί τί ὄχι. Καί ὅσον ἀφορᾶ εἰδικότερα στήν πολεμική σας κατά τῆς Ἐκκλησίας, σᾶς ὑπενθυμίζουμε ὅτι πολλοί ἄλλοι πρίν ἀπό σᾶς ἔπεχείρησαν τό ἴδιο καί ἀπέτυχαν. Ἡ Ἐκκλησία, ἄν ἦταν ἀνθρώπινο δημιούργημα, θά εἶχε πρό πολλοῦ ἁλωθῆ καί καταποντισθῆ. Εἶναι ὅμως θεῖος ὀργανισμός, εἶναι πνοή τοῦ Παρακλήτου, εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Κανένας, μά κανένας δέν θά μπορέσει ποτέ νά τήν ἐξαφανίσει ἀπό προσώπου γῆς. Μπορεῖ νά τήν ταλαιπωρεῖτε, νά τήν συκοφαντεῖτε, νά τήν λιθοβολεῖτε. Μπορεῖ νά σηκώνονται ἐνάντιά της κύματα καί τυφῶνες. Ἡ Ἐκκλησία γιά λίγο «κλυδωνίζεται, ἀλλά ναυάγιον οὐχ ὑπομένει».
6. Ἀλλά νά καί ἄλλο ἕνα σοφιστικό ἐπιχείρημα πού τό ἀκούσαμε κατά κόρον αὐτές τίς ἡμέρες. Εἶναι τό ἐπιχείρημα περί τῶν διακριτῶν ρόλων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας μέσα στό κράτος. Κι ἐμεῖς παραδεχόμαστε, καί τό ἔχουμε τονίσει ἐπανειλημμένως, ὅτι ἀναγνωρίζουμε τούς διακριτούς μας ρόλους καί γι’ αὐτό δέν ἐπιδιώκουμε νά συγκυβερνήσουμε μέ τήν κυβέρνηση. Ἡ νόμιμη κυβέρνηση κυβερνᾶ. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δέν εἶναι κόμμα, δέν εἶναι πολιτική δύναμη. Ἡ Ἐκκλησία οὔτε ὀρέγεται τήν ἐξουσία, οὔτε θέλγεται ἀπό αὐτήν. Δέν διεκδικεῖ οὔτε ἀπαιτεῖ ἁρμοδιότητες ἀπό τό κράτος. Τό σύστημα τῆς συναλληλίας καί οἱ ἐξ αὐτοῦ ἀπορρέοντες ρόλοι εἶναι σαφῶς διακριτοί. Τό πιστεύουμε αὐτό καί ἐπανειλημμένα τό διεκηρύξαμε. Καί στό θέμα τῶν ταυτοτήτων ποτέ καί πουθενά δέν εἴπαμε ὅτι τίς ταυτότητες τῶν πολιτῶν θά τίς ἐκδίδουμε τάχα ἐμεῖς καί ὄχι ἡ Ἀστυνομία. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἄλλο ρόλο. Εἶναι ἡ πνευματική Μητέρα τοῦ πιστοῦ Λαοῦ καί εἶναι καί θεματοφύλακας τῆς Παράδοσής μας καί τῶν ἀξιῶν τοῦ πολιτισμοῦ μας. Διεκδικεῖ νά ὁμιλεῖ καί νά διαλέγεται, ὅπως τοῦτο συμβαίνει στή δημοκρατική χώρα μας πρίν ἀπό λήψη σημαντικῆς ἀπόφασης ἀπό τήν κυβέρνηση. Ὅταν οἱ ἐκπαιδευτικοί, οἱ ἐργαζόμενοι, οἱ δημόσιοι ὑπάλληλοι διαλέγονται μέ τήν κυβέρνηση γιά θέματα πού τούς ἐνδιαφέρουν, αὐτό σημαίνει ὅτι συγκυβερνοῦν; Τότε, γιατί μόνο στήν Ἐκκλησία ἀρνοῦνται τό δικαίωμα νά ἔχει γνώμη καί τῆς συμπεριφέρονται μέ αὐταρχισμό καί δέν θέλουν νά συζητήσουν μαζί της καί τῆς κλείνουν τήν πόρτα κατά πρόσωπον; Ἡ κάθε κοσμική ἐξουσία, ὅταν αὐτονομεῖται ἀπό τό Θεό καί τό Λαό καί δέν διαλέγεται μέ τήν Ἐκκλησία γιά θέματα πού ἀφοροῦν στό Λαό, τότε αὐτό συνιστᾶ αὐτοθέωσή της, πού ὁδηγεῖ στήν ἀλαζονία. Κι ἐμεῖς μέν ὡς πρόσωπα, δεχθήκαμε τόν κόλαφο τῆς ταπείνωσης με ταπείνωση καί ὑπομονή, ἐπειδή ἔτσι μαθαίνουμε στήν Ἐκκλησία, νά συγχωροῦμε καί νά ὑπομένουμε. Ὅμως ἡ προσβολή πέρασε στόν εὐσεβῆ Λαό πού ἡ Ἐκκλησία ἐκπροσωπεῖ. Καί μέσα στό Λαό αὐτό εἶναι καί ἐκεῖνοι πού μᾶς προσέβαλαν. Δέν κατάλαβαν ὅτι ταυτόχρονα προσέβαλαν καί τόν ἑαυτό τους;
7. Ἀγωνιζόμαστε, ναί γιά νά παραμείνει ἡ πατρίδα μας χώρα χριστιανική ὅπως ἦταν ἀνέκαθεν. Θά ἐρωτήσετε ὅμως. Καί ἀπό ποῦ συνάγεται ὅτι ἐπιδιώκεται μιά τέτοια ριζική ἀλλαγή; Συνάγεται ἀπό ἐπίσημες παλαιότερες καί πρόσφατες δηλώσεις καί καταγραφές ἑνός ὑπευθύνου φορέα τῆς σημερινῆς κρατικῆς ἐξουσίας – πού δέν εἶναι βέβαια ὁ μόνος, ὑπάρχουν καί ἔξω τῆς κυβερνήσεως θιασῶτες του - ὅτι θά πρέπει σιγά –σιγά νά γίνει σταδιακή ἀποκαθήλωση τῆς θρησκείας μας ἀπό τή δημόσια ζωή, χωρίς αὐτά νά διαψεύδωνται. Θέλετε παραδείγματα; Α) Νά φύγει ζητᾶνε, ἡ προμετωπίδα τοῦ Συντάγματός μας, πού ἀρχίζει μέ τή φράση πού ἐκεῖ οἱ εὐσεβεῖς πρόγονοί μας εὐθύς μετά τήν Ἐπανάσταση του 1821: «Εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος». Μά ἐπικλήσεις τοῦ Θεοῦ ὑπάρχουν καί σέ ἄλλα Συντάγματα τῆς Ἀμερικῆς, τῆς Γερμανίας καί κανείς δέν διανοήθηκε νά τίς διαγράψει. Γιά μᾶς εἶναι μιά ἐν δυνάμει ἱστορική μνήμη πού γίνεται μοχλός ζωῆς. β) Νά γίνει ὑποχρεωτικός γιά ὅλους ὁ πολιτικός γάμος, καί μόνο αὐτόν νά ἀναγνωρίζει τό κράτος. Γ) Νά ὑποβιβασθῆ ἡ Ἐκκλησία καί νά μήν ὑπάρχη στό Σύνταγμα τό ἄρθρο 3 πού τήν ἀνακηρύσσει ἐπικρατοῦσα. Δ) Νά μήν εἶναι, κατά τίς νομικές τής σχέσεις ν.π.δ.δ. Ε) Νά μήν ὁρκίζεται στό Εὐαγγέλιο, δηλ. θρησκευτικά, ἡ Βουλή καί ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας. Στ) Νά τροποποιηθῆ τό Σύνταγμα, ὥστε νά μήν περιλαμβάνεται στούς σκοπούς τῆς παιδείας μας ἡ ἀνάπτυξη καί τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν μαθητῶν, ὥστε νά καταργηθῆ τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Θέλετε καί ἄλλα μέτρα πού ἀσφαλῶς θά ἀκολουθήσουν; Νά μερικά. Θά ἀφαιρεθοῦν οἱ εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ ἀπό τίς αἴθουσες τῶν σχολείων καί τῶν δικαστηρίων καί τῶν νοσοκομείων καί τῶν στρατώνων. Θά ἀφαιρεθῆ ἀπό τούς κοντούς τῶν σημαιῶν ὁ Σταυρός. Ἤ καί ὁ ἐθνικός μας ὕμνος, ἐπειδή μιλάει γιά τό Σταυρό. Λές καί βάλθηκαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί νά γίνουν χριστιανομάχοι. Λές καί ἔβλαψε αὐτή τήν Πατρίδα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Σταυροῦ καί πρέπει νά τιμωρηθῆ.
8. Ὅλοι τώρα καταλαβαίνουν ὅτι τό θέμα δέν εἶναι ἁπλά οἱ ταυτότητες. Τό θέμα εἶναι ἡ πίστη μας. Κι αὐτήν δέν τήν διαπραγματευόμαστε, οὔτε τήν κρύβουμε. Ἀντίθετα, ὅπως οἱ ἄλλοι θέλουν νά μή τήν ἀναφέρουμε, ἐμεῖς θεωροῦμε καύχησή μας τό ὅτι εἴμαστε αὐτό πού εἴμαστε.
Θέλουν νά ἐξομοιωθοῦμε μέ τούς εὐρωπαίους, εἶπε κάποιος. Καί προσέθεσε ὅτι ἐμπόδιο σ’ αὐτό εἶναι τάχα ἡ Ἐκκλησία μας. Ἡ Ἐκκλησία μας ἀπό τήν ἀρχή εἶχε καί ἔχει εὐρωπαϊκό προσανατολισμό. Καί θέλει νά προβάλη πρός τήν Εὐρώπη τή χώρα μας ἀλλά καί τό δικό της πλοῦτο τήν ἀνατολική μας παράδοση, πού οἱ ξένοι ἐκτιμοῦν. Οἱ ξένοι γνωρίζουν ὅτι «γιά τούς Ἕλληνες ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τό σπίτι τους», ὅπως ἔγραψε πρό ἐτῶν στή γαλλική «Μόντ» ὁ κ. Λακαριέρ (24-11-98). Καί ἀπό μᾶς περιμένουν νά πᾶμε στήν Εὐρώπη μέ τήν ὀρθόδοξη παράδοσή μας καί μέ τήν ἱστορία μας καί τόν πολιτισμό μας. Μόνον ἔτσι μᾶς σέβονται καί μᾶς ὑπολογίζουν. Προσπαθοῦν κάποιοι νά μᾶς παραβιάσουν στό ἐξωτερικό φονταμενταλιστέ καί φανατικούς τοῦ ὀπισθοδρομισμοῦ καί τῆς ἄγονης συντήρησης. Μᾶς ἀποκαλοῦν ἐδῶ ἄδικα χομεϊνίδες καί στενόμυαλους, πού τάχα σύρουμε πρός τά πίσω τήν κοινωνία μας καί ἐμποδίζουμε τόν ἐκσυγχρονισμό της. Καί μέ αὐτά μᾶς διασύρουν στά μάτια τῶν ξένων, γιατί γιά τό δικό μας Λαό πού μᾶς ξέρει αὐτά δέν «πιάνουν». Ἐμεῖς ἐδῶ στήν Ἑλλάδα διδάσκουμε τό Λαό καί δίνουμε πρῶτοι τό παράδειγμα τῆς κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης, τῆς πραγματικῆς ἀγάπης, τῆς ἀληθινῆς προόδου, τῆς μεγαλοψυχίας καί τῆς ἀνεκτικότητας. Καί μέ τήν εὐκαιρία αὐτή καταδικάζουμε κάθε τρομοκρατία καί συμπαριστάμεθα στά θύματά της. Θέλουμε κοινωνία πού θά ζῆ εἰρηνικά μέ παραδόσεις καί σταθερή ὑποδομή. Καί ἔχουμε νά ἐπιδείξουμε μέσα στή κοινωνία μας ἄπειρα δείγματα τῆς συνεργασίας μας μέ ὅλους τούς φορεῖς, μέ τούς νέους, μέ ὅλο τόν κόσμο. Δέν μᾶς ἀποστρέφεται οὔτε μᾶς ἀποφεύγει ὁ Λαός μας. Τά μοναστήρια μας κάθε μέρα ἐπισκέπτονται χιλιάδες ἄνθρωποι καί ἀναπαύονται σ’ αὐτά. Πόσες χιλιάδες ἐξομολογοῦνται στήν Ἐκκλησία τή στοργική Μάνα πού σκύβει μέ ἀγάπη στό πόνο τῶν παιδιῶν της; Ποῦ εἶδαν οἱ ἐπικριτές μας τούς χομεϊνίδες; Καί δέν σκέπτονται τό κακό πού κάνουν στή χώρα μας, ὅταν πρός τά ἔξω βγάζουν τήν άποτρόπαιη εἰκόνα τοῦ φανατισμοῦ, πού δέν μᾶς ταιριάζει, οὔτε μᾶς χαρακτηρίζει;
9. Ζητοῦν οἱ θιασῶτες τοῦ ἄθεου καί ἄθρησκου κράτους τήν ἀποκαθήλωση τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν ὑψηλή καί τιμητική θέση, πού τῆς ἐξασφάλισε διαχρονικά ἡ συνείδηση τοῦ ἔθνους, καί τήν ἐξουδετέρωσή της. Ὅμως ἡ Εὐρώπη δέν ζητεῖ κάτι τέτοιο γιά κανένα κράτος-μέλος της. Ἀντιθέτως ἡ ΡΚ Εὐρώπη στηρίζει πολλές ἐλπίδες στήν Ἑλλάδα γιά τή χριστιανική της παράδοση καί αὐτό γιά νά διασώσει τήν ἐνοτητά της. Μέ τή Δήλωση δέ τοῦ Ἄμστερνταμ ἡ Ε.Ε. ἀφήνει πλήρη ἐλευθερία γιά τή ρύθμιση τῶν σχέσεων κράτους καί Ἐκκλησίας στίς ἐθνικές κυβερνήσεις, ἀνάλογα μέ τίς ἱστορικές καί ἄλλες συνθῆκες πού ἰσχύουν σέ κάθε κράτος. Ἑπομένως δέν μποροῦν νά ἐπικαλοῦνται τήν Εὐρώπη ὅσοι θέλουν νά «κοντήνουν» τήν Ἐκκλησία. Κι ἐπί τέλους ἄς ρωτήσουν καί τό Λαό ἄν θέλει μιά τέτοια ἐξέλιξη. Ἄν δηλ. θέλει ὁ Λαός τήν Ἐκκλησία του ταπεινωμένη, ἀπωθημένη, περιφρονημένη, περιθωριακή, προσωπική μόνο ὑπόθεση τοῦ κάθε πολίτη. Σήμερα μάλιστα πού παρατηρεῖται μιά ἐντυπωσιακή ὅσο καί πρωτόγνωρη στροφή τοῦ κόσμου καί ἰδίως τῶν νέων μας πρός τήν Ἐκκλησία, ἐπιβάλλεται σοφία καί σύνεση. Ἐμεῖς πιστεύουμε πώς ὁ Λαός μας καί μαζί καί οἱ νέοι μας πιστεύουν βαθειά στό Θεό. Τό δείχνουν οἱ δημοσκοπήσεις καί τό γέμισμα τῶν ἐκκλησιῶν ἀπό νέους κυρίως. Αὐτή τήν ὥρα πολλοί σημαδεύουν τήν Ἑλλάδα κι ἐκεῖνο πού μᾶς χρειάζεται δέν εἶναι ἡ ἐξασθένηση ἀλλά ἡ ἰσχυροποίηση τῶν ἐρεισμάτων τῆς πίστεως, τῆς ἑνότητος καί τῆς συνοχῆς. Καί τέτοιο εἶναι γιά τό Λαό ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία καλλιεργεῖ τή πίστη μέσα στίς καρδιές καί εἶναι ἀνάγκη νά τό τονίσω καί πάλι. Δέν εἶναι κοσμικός ὀργανισμός ἡ Ἐκκλησία, οὔτε μιμεῖται τίς κοσμικές μεθόδους ἐνέργειας. Ἡ δύναμή της δέν εἶναι στόν πλοῦτο ἤ κοσμική ἰσχύ. Μέσα ἀπό τίς δυσκολίες ἡ Ἐκκλησία ξαναβρίσκει τό δρόμο της, ἐπειδή τό σκάφος της τό κυβερνᾶ ὁ Χριστός. Ἄν ἡ ἑλληνική Πατρίδα διασώθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία, αὐτό δέν ἀλλάζει σέ τίποτα τόν πνευματικό χαρακτῆρα της. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία πρωτίστως ἐνδιαφέρεται νά μή διαγραφῆ ἀπό τίς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων ἡ πίστη. Ἐπειδή αὐτή ἡ πίστη, μετατρεπόμενη σέ βίωμα ζωῆς, καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο γενναῖο ἀγωνιστή τοῦ καλοῦ, φορέα σεβασμοῦ τῶν Χριστιανικῶν ἀξιῶν, ἀνυποχώρητο ὑπερασπιστή τῆς ἀγάπης, ἀκέραιο ἠθικό πρόσωπο, μόνιμα προσανατολισμένο πρός τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τόν ἄνθρωπο μέ ὅλα του τά προβλήματα. Κοντά της ὁ Λαός μας βρίσκει τό στήριγμα καί τήν ἀπαντοχή του. Ἀλλά ἐνδιαφέρεται τήν πίστη αὐτή νά τήν προβάλλει, νά τήν τιμᾶ καί νά τήν ὑποστηρίζει καί τό κράτος μας, πού ἔχει πολλούς λόγους νά τό κάνει. Γιά τό ἴδιο καί γιά τό Λαό τῆς Ἑλλάδας.
10. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μιλάει ἐξ ὀνόματος αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ. Καί διαμαρτύρονται μερικοί καθηγητές νομομαθεῖς καί μᾶς λένε: Δέν ἔχετε κανένα δικαίωμα νά ἐπικαλεῖσθε τό Λαό. Τό Λαό μόνο ἡ ἐκλεγμένη κυβέρνηση ἐκπροσωπεῖ. Ἀπαντᾶμε λέγοντας, ὅταν λέμε Λαό, ἐννοοῦμε τό Λαό τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι λέγονται κληρικοί καί λαϊκοί, στή γλῶσσα τῆς Θεολογίας, πού πιστεύουν. Γι’ αὐτό βέβαια τό Λαό μιλᾶμε, τό Λαό τῆς Ἐκκλησίας. Σ’ αὐτόν ἀσφαλῶς δέν συμπεριλαμβάνονται οὔτε οἱ ἄθεοι, οὔτε οἱ ἀλλόθρησκοι, οὔτε οἱ ἀλλόδοξοι. Περιλαμβάνονται μόνον οἱ ὀρθόδοξοι. Καί στήν εὐλογημένη χώρα μας αὐτοί εἶναι ἑκατομμύρια. Ἀλλά αὐτοί πού τά λένε αὐτά δέν ἔχουν μελετήσει τή Θεολογία καί μεταφέρουν στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἔννοιες πού δέν ἰσχύουν σ’ αὐτήν . Ὥρα εἶναι νά μᾶς ἀπαγορεύσουν κιόλας νά λέμε τό «Σῶσον, Κύριε, τόν Λαόν Σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν Σου»......
Καί ἄς ἔλθουμε τώρα καί στό πολυσυζητημένο ζήτημα τῶν ταυτοτήτων.
1. Τό θέμα αὐτό ὑπάρχει ἀπό παληά, ἡ ἀμφισβητούμενη ὅμως ρύθμισή του ἀνέκυψε τώρα ὡς κεραυνός ἐν αἰθρία. Ἡ Ἐκκλησία τό παρακολουθεῖ βέβαια ἀπό 15ετίας περίπου. Καί εἰδική Ἐπιτροπή συνέστησε ἔγκαιρα γιά νά τό μελετᾶ, ὥστε ν΄εἴμαστε ἕτοιμοι νά παρουσιάσουμε τίς ἀπόψεις μας. Ἐπί πολλά χρόνια τό ζήτημα ἔμεινε στά ἀζήτητα. Αἰφνιδίως τώρα ἀνεσύρθη ἀπό τήν ἀφάνεια, λίγο μετά τίς ἐκλογές. Μόλις διαπιστώσαμε κάποιες ὕποπτες κινήσεις, ἐπιδιώξαμε μιά συμφωνία κυρίων, πού προέβλεπε διάλογο μεταξύ Ἐκκλησίας καί Κυβέρνησης. Δέν μπλεχθήκαμε στό πρόβλημα ἀπό πολυπραγμωσύνη. Δέν φυτρώσαμε ἐκεῖ πού δέν μᾶς ἔσπειραν. Πρόκειται γιά τό Θρήσκευμα, ἕνα στοιχεῖο πού ἐνδιαφέρει ἄμεσα τήν Ἐκκλησία. Ἐμεῖς δέν μιλήσαμε, ἐπειδή δέν μᾶς πέφτει λόγος, οὔτε γιά τήν ἀπάλειψη τῆς ὑπηκοότητας οὔτε γιά τά δαχτυλικά ἀποτυπώματα κλπ. Καί τοῦτο γιατί ἔχουμε ἐπίγνωση τῶν διακριτῶν μας ρόλων. Ἀσχολούμεθα μέ ὅ,τι ὀργανικά καί λογικά ἐνδιαφέρει τίς ἀρχές μας, τή διδασκαλία μας. Μέ τήν ἴδια λογική τήν Ἐκκλησία ἄμεσα ἐνδιαφέρει στίς νέες ταυτότητες, ἐκτός ἀπό τό Θρήσκευμα καί τό ἠλεκτρονικό φακέλλωμα, ὁ ἀριθμός 666 καί ὁ ἑνιαῖος κωδικός ἀριθμός. Αὐτά ὅλα σχετίζονται ἄμεσα μέ τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, μέ τή διασφάλιση τοῦ ἀπορρήτου τῆς προσωπικῆς ζωῆς, μέ τό σεβασμό τπης ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας, μέ τή θρησκευτική συνείδηση τῶν πολιτῶν, γιά τά ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἀγωνίζεται ἐπί αἰῶνες. Ὅλα αὐτά συνιστοῦν βαρύτατη προσβολή τῆς ἰδιωτικῆς ζωῆς. Ἤδη ἀνεγράφη στόν τύπο ὅτι ἰδιωτικές ἑταιρίες ἐμπορεύονται προσωπικά στοιχεῖα ἀνυποψίαστων πολιτῶν, τά ὁποῖα πωλοῦν, μέ ἀποτέλεσμα κανένας πιά νά μή αἰσθάνεται ἀσφαλής σ’ αὐτόν τόν τόπο./
2. Ἡ συμφωνία πού ἐπιτύχαμε δέν τηρήθηκε. Καί αἰφνιδίως ἀνηγγέλθη στή Βουλή ἡ ἀπόφαση γιά τήν ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς νέες ταυτότητες. Γιά τήν ἀπόφαση αὐτή διετύπωσε τήν ἀντίθετη γνώμη της τόσο ἡ ΔΙΣ ὅσο καί ἡ ΙΣΙ. Ἡ τελευταία μάλιστα ἔκανε μιά ὕστατη προσπάθεια ἐπαφῆς μέ τόν κ. Πρωθυπουργό προκειμένου νά τοῦ ἀναπτύξει τίς θέσεις της, χωρίς ὅμως ἀποτέλεσμα.
3. τί ζητᾶμε ἐμεῖς καί ὁ πιστός Λαός; Στήν ἀρχή ζητούσαμε ὅ,τι προβλέπει καί ὁ ἰσχύων νόμος 1899/1991, δηλ. τήν ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ Θρησκεύματος. Μᾶς εἶπαν ὅτι αὐτό εἶναι ἀντισυνταγματικό. Κανείς δέν μπορεῖ νά ὑποχρεώσει κάποιον νά ἀναγράψει χωρίς τήν θέλησή του τό θρήσκευμά του στήν ταυτότητά του. Τήν ἀντισυνταγματικότητα ὅμως τῶν νόμων δέν τήν κρίνει ὁ κάθε ἐπιστήμων ἤ ἡ κάθε Ἀρχή. Ὑπάρχουν τά δικαστήρια πού τήν κρίνουν. Παρά ταῦτα ἐμεῖς κατανοήσαμε τήν ἀνάγκη νά μήν εἶναι ὑποχρεωτική ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος, σεβόμενοι τίς ἀπόψεις ἐκείνων πού δέν θέλουν αὐτή τήν ἀναγραφή καί ὑποχωρήσαμε. Καί εἴπαμε ἐν τάξει. Τότε ἄς ἀφεθῆ ὁ κόσμος ἐλεύθερος στήν προαιρετική ἀναγραφή. Ὅποιος θέλει νά γράφει τό Θρήσκευμά του καί ὅποιος δέν θέλει νά μή τό γράφει. Τί δημοκρατικότερο καί τί λογικότερο. Καί ὅμως τελικά οὔτε αὐτό ἔγινε δεκτό. Ἡ Ἀρχή ἐπεκαλέσθη τόν 4274/97, πού στό ἄρθρο 2 κατατάσσει τό Θρήσκευμα μεταξύ τῶν εὐαίσθητων στοιχείων τῆς προσωπικότητας, γιά τά ὁποῖα ἀπαγορεύεται κάθε ἐπεξεργασία. Ὅμως ἡ Ἀρχή ἀγνόησε τό ἄρθρο 5 τοῦ ἴδιου νόμου πού προβλέπει ἐξαίρεση καί ἐπιτρέπει κάθε ἐπεξεργασία καί σ’ αὐτά τά εὐαίσθητα στοιχεῖα, ὅταν πρός τοῦτο συναινεῖ ὁ ἐνδιαφερόμενος καί ἐγκρίνει ἡ Ἀρχή. Ἡ Ἐκκλησία προτείνουσα τήν προαιρετική ἀναγραφή ἐπικαλεῖται αὐτή τή διάταξη. Ἀλλ’ ὁμιλεῖ εἰς ὦτα μή ἀκουόντων...
4. Τό ὅλο θέμα στηρίχθηκε στή γνώμη τῆς Ἀρχῆς, πού ἔχει γνωμοδοτικό χαρακτῆρα. Καί εἶπε ἡ Ἀρχή: Ἡ προαιρετική ἀναγραφή εἶναι καί αὐτή ἀντισυνταγματική. Ἀλλά πῶς καί γιατί ἡ Ἀρχή καταστρατηγεῖ τό νόμο; Εἶναι πάνω ἀπό τούς νόμους; Δέν εἶναι δέ μόνο ἡ παραπάνω διάταξη πού ἐμνημονεύσαμε, πού εἰσάγει ἐξαίρεση στόν κανόνα τῆς μή ἀναγραφῆς, ὅταν τό θέλει ὁ πολίτης εἶναι καί ὁ ἄλλος νόμος, ὁ ἰσχύων σήμερα 1899/91, πού ἐπιβάλλει ὑποχρεωτικά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Γιατί τόν παραβιάζει ἡ Ἀρχή, πού εἶναι ταγμένη νά ἐνεργεῖ μέ τούς νόμους;
5. Εἰδικοί συνταγματολόγοι καί ἔγκριτοι νομομαθεῖς, πού συμβουλεύθηκε ἡ Ἐκκλησία, τήν διαβεβαίωσαν ὅτι ἡ προαιρετική ἀναγραφή δέν παραβιάζει τό Σύνταγμα. Ἄλλωστε τό 1993 τό κυβερνόν σήμερα κόμμα, ὡς ἀντιπολίτευση, εἶχε ὁμαδικά ὑποστηρίξει στή Βουλή τήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ Θρησκεύματος καί ἐπεκαλεῖτο μάλιστα ἀνάλογη τοποθέτηση τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Βουλῆς. Τότε λοιπόν ἡ προαιρετική ἀναγραφή ἦταν συνταγματική. Σήμερα, μέ τό ἴδιο Σύνταγμα, τί συνέβη καί δέν εἶναι; Ἑπομένως, ἡ ἀπόφαση τῆς Ἀρχῆς ὄχι μόνον δέν εἶναι θέσφατη ἀλλά καί ἀποδεικνύεται νομικῶς διάτρητη. Καί εἶναι νομικῶς διάτρητη ὄχι μόνο γιά τούς παραπάνω λόγους ἀλλά καί γιά τό γεγονός ὅτι ὁ Πρόεδρός της, πρίν κἄν συγκαλέσει τό Συμβούλιο τῆς Ἀρχῆς, γιά νά λάβει τή γνωστή ἀπόφαση, ἔσπευσεν ὁ ἴδιος μέ δηλώσεις του στόν τύπο καί ἔλαβε θέση στό ὑπό κρίσιν ζήτημα. Εἶπε μάλιστα, ταχθείς ἀναφανδόν μέ τίς ἀπόψεις τοῦ κ. Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης, ὅτι καθ’ ὅσον ἀφορᾶ στό Θρήσκευμα πρέπει ὁ πολίτης οὔτε κἄν νά ἐρωτᾶται ἄν θέλει νά ἀναγραφῆ στήν ταυτότητά του τό στοιχεῖο αὐτό. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἀπέδειξε ὅτι δέν εἶχε ἀμεροληψία καί δέν μποροῦσε νά προεδρεύσει τοῦ Συμβουλίου. Στήν ἀπόφαση λοιπόν τῆς Ἀρχῆς ὑπάρχει ἰσχυρός ἀντίλογος.
Θέλετε νά μάθετε τί ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ λέγει ἡ Ε.Ε.; Ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες δέν συνιστᾶ παραβίαση τῆς Εὐρωπαϊκῆς Συνθήκης περί τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων. Καί ἡ Εὐρωπαϊκή Ἐπιτροπή Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων στήν ἀπόφασή τῆς 8-9-1993 ἀποφαίνεται ὅτι, ὅποιος σιωπᾶ καί δέν δηλώνει τίς θρησκευτικές του πεποιθήσεις δέν δικαιοῦται νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι παραβιάστηκε ἡ θρησκευτική του ἐλευθερία, ἐπειδή ἄλλοι τίς δηλώνουν.
Γιατί οἱ ἐπιστήμονες, πού μᾶς λένε τά ἀκριβῶς ἀντίθετα, ἐδῶ δέν διδάσκονται ἀπό τήν Εὐρώπη; Ἡ ἴδια Ἐπιτροπή μέ ἄλλη ἀπόφασή της δέχθηκε ὅτι δέν θίγεται τό δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας κάποιου, ὅταν οἱ Ἀρχές τῆς χώρας του τόν καλοῦν νά δηλώσει τό θρήσκευμά του.
6. Εἶπε ἀκόμη ἡ Ἀρχή, πώς στήν ταυτότητα περιλαμβάνονται μόνον τά ἀπολύτως ἀπαραίτητα γιά τήν ἐξακρίβωση τῆς ταυτοπροσωπίας τοῦ κατόχου στοιχεῖα. Καί κατά συνέπειαν τό Θρήσκευμα δέν ἀνήκει σ’ αὐτά. Ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἄποψή μας ὅτι εἰδικά γιά μᾶς τούς Ἕλληνες τό θρήσκευμά μας εἶναι στοιχεῖο τῆς ταυτότητάς μας, ὁ νόμος τοῦ 1986 ὁρίζει ὅτι στήν ταυτότητα καταχωρίζονται καί ἄλλα στοιχεῖα πού ἐπέχουν θέση ἐπίσημης βεβαίωσης γιά τίς Ἀρχές τοῦ κράτους, χωρίς νά χρειάζονται ἄλλες γραφειοκρατικές διαδικασίες καί χρονοβόρες καί δραχμοβόρες γιά τόν πολίτη. Καί τό σημεῖο αὐτό εἶναι ἀξιοπρόσεκτο. Πρόκειται μέ ἄλλα λόγια γιά τή διευκόλυνση τῶν ἐννόμων σχέσεων. Αὐτή τή διάσταση ἐπιμένει νά τήν ἀγνοεῖ ἡ Ἀρχή.
7. Ἰσχυρίζονται οἱ ἀντιδρῶντες καί σ’ αὐτήν ἀκόμη τήν προαιρετική ἀναγραφῆ τοῦ Θρησκεύματος, ὅτι τό Θρήσκευμα γράφεται στίς ταυτότητές μας ἀπό τό 1942 μέ τήν πρωτοβουλία τῶν γερμανικῶν Ἀρχῶν Κατοχῆς καί αὐτό γιά νά μποροῦν τάχα νά ἐπισημαίνουν τούς Ἑβραίους. Ἀπαντᾶμε. Δέν εἶναι σωστή ἡ πληροφορία. Ἄν οἱ Γερμανοί ἔκαναν τότε κάτι τέτοιο τότε γιατί δέν ἔκαναν τό ἴδιο καί στίς ἄλλες κατεχόμενες χῶρες τῆς Εὐρώπης; Καί ἄν μέσῳ τῶν ταυτοτήτων συνελάμβαναν τούς Ἑβραίους οἱ Γερμανοί, τότε θά ἔπρεπε σέ ὅλες τίς ἄλλες εὐρωπαϊκές χῶρες, ὅπου δέν ὑπῆρχαν ταυτότητες, μέ τό Θρήσκευμα νά εἶχαν σωθῆ ὅλοι οἱ Ἑβραῖοι. Ὅμως τό ἀκριβῶς ἀντίθετο συνέβη. Μόνο στήν Ἑλλάδα πολλοί Ἑβραῖοι σώθηκαν χάρις στίς ταυτότητες. Γιατί ἔτσι δόθηκε ἡ εὐκαιρία στόν ἀοίδιμο Ἀρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, πού σέ συνεργασία μέ τόν τότε Ἀστυνομικό Διευθυντή Ἀθηνῶν ἀείμνηστο Ἄγγελο Ἔβερτ, νά ἀλλάζουν τίς ταυτότητες τῶν Ἑβραίων καί νά τούς παρουσιάζουν ὡς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς. Καί αὐτό τό ἔχουν ἀναγνωρίσει καί οἱ ἴδιοι οἱ Ἰσραηλίτες συμπολίτες μας, καί τό ἴδιο τό κράτος τοῦ Ἰσραήλ. Αὐτή ἡ ἀναγραφή, σέ τελευταία ἀνάλυση, εἶναι ἕνα κεκτημένο δικαίωμά μας καί δέν μπορεῖ ξαφνικά καί ἀπότομα νά διαγραφῆ.
8. Ζητοῦμε αὐτή τή στιγμή ἐπί πλέον ἀπό ὅλο τόν πολιτικό κόσμο, τούς δημοσιογράφους, τά ΜΜΕ καί ἄλλους φορεῖς τῆς Πολιτείας νά τοποθετηθοῦν μπροστά στό φαινόμενο τῶν ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων, καί τοῦ φακελλώματος τῶν πολιτῶν. Ὁ ἀγώνας μας σήμερα δέν εἶναι μόνο γιά τό θρήσκευμα, εἶναι καί γιά ὅλη τή φιλοσοφία πού διέπει τίς νέες ταυτότητες καί πού τελικά ὁδηγεῖ στόν ἐξανδραποδισμό τοῦ πολίτη.
Θεσσαλονικεῖς, Χριστιανοί Ἕλληνες,
Ἡ σιωπή, γράφει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, εἶναι ἡ φωνή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Τώρα ὅμως ὑπάρχουν στιγμές πού ἡ σιωπή παραχωρεῖ τή θέση της στόν ἐκφραστικό λόγο πού μπαίνει στίς καρδιές καί συντονίζει τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Βλέπω τόν παλμό σας καί ρίγη συγκινήσεως διαπερνοῦν τό σῶμα μου. Ἐμεῖς ἐδῶ δέν κάνουμε ἀνταγωνισμό ἰσχύος μέ κανένα. Κάνουμε μιά εἰρηνική κατάθεση μαρτυρίας. Εἰρηνική, τό τονίζω. Σήμερα ἡ Πατρίδα περνᾶ μεγάλη δοκιμασία γιά πολλά ἄλλα θέματα. Εἶναι ἄστοχη πολυτέλεια ἡ δημιουργία καί νέων. Ἡ Λαοσύναξή μας ἔδωσε ἤδη τό μήνυμα. Αὐτός ὁ κόσμος δέν πρέπει νά νοιώθει προδομένος. Αὐτά τά παιδιά δέν μποροῦν νά βλέπουν γύρω τους νά γκρεμίζονται τά θεμέλια τῆς ζωῆς του. Ἡ Ἱεραρχία, σήμερα, στράφηκε στό Λαό τοῦ Θεοῦ ζητώντας του νά διατρανώσει τή θέλησή του τήν ἀταλάντευτη νά ἀφεθῆ προαιρετική ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, νά ἀντιμετωπισθῆ τό φάσμα τοῦ ἠλεκτρονικοῦ φακελλώματος καί νά ἀποφευχθοῦν τά ἄλλα μέτρα σέ βάρος τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔχει προαναγγείλει ὁ θεωρητικός τοῦ ξηλώματος. Μέτρα πού τελικά βλάπτουν τό ἔθνος. Τή θέληση αὐτή ποιός μπορεῖ νά ἀγνοήσει; Ποιός μπορεῖ νά ἀντισταθῆ στή λαϊκή φωνή; Στράφηκε ἐπίσης ἡ Ἐκκλησία σήμερα καί πρός τή νόμιμη κυβέρνηση τῆς χώρας καί ἐζήτησε μαζί της διάλογο γιά τίς ταυτότητες.
Ἐλέχθη, ὅτι σήμερα δέν θά ὑπάρξουν νικητές καί ἡττημένοι. Πράγματι. Δέν ἤρθαμε ἐδῶ γιά νά φοβερίσουμε κανένα, οὔτε γιά νά ἐντυπωσιάσουμε μέ τόν ὄγκο μας τή διεθνῆ κοινή γνώμη. Δέν θέλουμε νά σκεφθῆ κανείς ὅτι κινούμεθα ἀπό κίνητρα πολιτικά. Πονᾶμε γιά τή τύχη τῆς Ἑλλάδας μας καί διαμαρτυρόμαστε ἔντονα, χωρίς ἐθνικιστικές ἐξάρσεις. Δέν ἐπιδιώκουμε νά διχάσουμε τό Λαό. Γι’ αὐτό καί δέν ζητᾶμε τίς δάφνες τοῦ νικητῆ. Μόνος νικητής θέλουμε νά εἶναι ὁ Χριστός καί ἡ Ἑλλάδα, αὐτά τά δύο, πού ὅπως ἔλεγε ὁ πατήρ Κοσμᾶς, κανείς δέν μπορεῖ νά μᾶς τά ἀφαιρέσει ἐκτός κι ἄν μόνοι μας τά ἀπαρνηθοῦμε. Ποιός ἀπό μᾶς εἶναι διατεθειμένος νά τά προδώσει καί νά τά ἀπαρνηθῆ; Νομίζω πώς κανείς. Ναί, κανείς. Πιστεύω σέ σᾶς. Πιστεύω στή νεολαία. Πιστεύω στόν ἱερό μας κλῆρο. Πάρτε στά χέρια σας τή μεγάλη ἐτούτη ὑπόθεση καρδιᾶς καί μή ὑποστέλλετε τίς σημαῖες καί τά λάβαρα. Ἡ Ἐκκλησία γιά ἄλλη μιά φορά θά προσφέρει ὑπηρεσίες στόν τόπο. Ἡ παράδοση θά διασωθῆ καί ὁ λαός θά ἀναπνεύσει. Ζητᾶμε μιά δίκαιη λύση. Καί ἡ φωνή μας, ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν, θά πετάξει στ’ ἀκρογυάλια, στά βουνά καί στίς πόλεις μας καί θά φθάσει ἐκεῖ κάτω στήν Ἀθήνα. Καί θά ἀκουσθῆ ὡς βροντή. Ἐμεῖς αὐτή τή στιγμή ἁπλώνουμε ἀπό τή Θεσσαλονίκη τό χέρι στήν Ἀθήνα. Κι΄ ἐλπίζουμε ὅτι θά ὑπάρξει κι’ ἀπό ἐκεῖ ἀνταπόκριση. Ἑλλάδα καί Ὀρθοδοξία εἶναι δίδυμο ἀδιάσπαστο. Ἡ νομοτέλεια τῆς ἱστορίας τό ἐπιβεβαιώνει. Ὁ Λαός τό βιώνει. Ἡ Πατρίδα τό ἀξιώνει. Ἡ Ἐκκλησία τό καμαρώνει. Ἐδῶ τώρα διαμαρτυρηθήκαμε εἰρηνικά, ὁμολογήσαμε τή πίστη μας εἰρηνικά καί θά πορευθοῦμε στά σπίτια μας εἰρηνικά. Ὅλους τούς ἀγαπᾶμε καί γιά ὅλους προσευχόμαστε. Ἄς ψάλουμε τώρα ὅλοι μαζί τό «Τῆ Ὑπερμάχῳ....».
14 Ἰουνίου 2000
Πηγή: Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἐκκλησία καὶ Ταυτότητες, Ἀθήνα 2000
Η Θεσσαλία ζει ξανά τον ίδιο εφιάλτη.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...