Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΣΗΜΕΡΑ ἡ Ἐκκλησία μας ὑψώνει καὶ προβάλλει τὸν τίμιο σταυρό. Πρὸ Χριστοῦ ὁ σταυρὸς προκαλοῦσε φρίκη, διότι ἦταν ὄργανο θανατικῆς ἐκτελέσεως. Μὲ τὴ θυσία ὅμως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἄλλαξε τελείως· ἔγινε «κοσμοπόθητος» (ὑμνολογ.).
Όπως είναι γνωστό, όταν έπεσε η Πόλη (το 1453), το θλιβερό γεγονός αντιμετωπίστηκε μοιρολατρικά: «ήτανε θέλημα θεού η Πόλη να τουρκέψει», είπαν πολλοί. Ακολούθησαν χρόνοι δύσκολοι και σκοτεινοί...
O “Kατσώνης”, στις 21.00 της 12ης Σεπτεμβρίου αποβίβασε στις νοτιοανατολικές ακτές της Εύβοιας το Συνταγματάρχη Φραδέλο για μυστική αποστολή, στα πλαίσια της επιχείρησης SELLING.
Το ίδιο βράδυ, στις 01.30 της 13ης Σεπτεμβρίου, κατά νηοψία σε δύο ιστιοφόρα, ο Λάσκος πληροφορήθηκε για κινήσεις του εχθρού.
Έτσι σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές στη Σκιάθο ελλιμενιζόταν σχεδόν κάθε βράδυ ένα Γερμανικό Ναρκαλιευτικό το οποίο την ημέρα εκτελούσε περιπολία στο στενό του Τρίκερι,ενώ από την Θεσσαλονίκη επρόκειτο να αποπλεύσει το υπό γερμανική κατοχή Γαλλικό μεταγωγικό “Simfra” μεταφέροντας στο Πειραιά αδειούχους Γερμανούς στρατιώτες.
Στις 18.30′ της 13ης Σεπτεμβρίου υποχρέωσε ένα νέο ιστιοφόρο με πέντε βολές πυροβόλου να σταματήσει, το οποίο ήταν κενό φορτίου και πήγαινε στη Σκύρο.
Τη νύκτα της 13ης προς 14ην Σεπτεμβρίου το Κατσώνης, υπό σεληνόφως και πλέοντας εν επιφανεία πέρασε το στενό Αλλονήσου – Σκοπέλου και εγκατέστησε περιπολία βόρεια της Σκιάθου και ανατολικά του Πηλίου, αναμένοντας να περάσει το μεταγωγικό “Simfra”.
Στις 04.00 της 14ης Σεπτεμβρίου έλαβε σήμα να μετακινηθεί προς την Ικαρία, επειδή όμως ξημέρωνε, ο Λάσκος αποφάσισε να παραμείνει στην περιοχή και το βράδυ να κινηθεί προς την Ικαρία. Όταν άρχισε να νυκτώνει,το υποβρύχιο πήρε πορεία να βγει από το στενό και να κινηθεί προς την Ικαρία.
Τότε εντόπισε ιστιοφόρο και όταν αναδύθηκε δίπλα του για έρευνα φάνηκε στον ορίζοντα καπνός. Αμέσως ο Λάσκος διέταξε το ιστιοφόρο να απομακρυνθεί και εκτιμώντας ότι πρόκειται για το αναμενόμενο μεταγωγικό,καταδύθηκε και πήρε πορεία προσεγγίσεως, διατάχθηκε πολεμική έγερση και προετοιμασία των πρωραίων και πρυμναίων τορπιλοσωλήνων.
Μόλις βράδιασε το υποβρύχιο αναδύθηκε,επειδή από το περισκόπιο η παρατήρηση ήταν αδύνατη και συνέχισε να πλησιάζει τον στόχο. Η ομοχειρία του πυροβόλου κατέλαβε τις θέσεις της και στην γέφυρα ευρίσκοντο πλην του Κυβερνήτου Αντιπλοιάρχου Βασίλη Λάσκου, ο Υποπλοίαρχος Στέφανος Τρουπάκης, ο Ανθυποπλοίαρχος Σοφοκλής Μυκόνιος και ο Έφεδρος Σημαιοφόρος Παύλος Λαμπρινούδης, εγγονός του Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη. Ο Ύπαρχος του υποβρυχίου,Υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς ευρίσκετο στο Κεντρικό Διαμέρισμα για να συντονίζει την εκτέλεση των διαταγών του Κυβερνήτου.
Ο “Κατσώνης” έπλεε εν επιφανεία προς το ερχόμενο προς αυτόν πλοίο, το οποίο αιφνιδίως όταν τούτο ευρίσκετο σε απόσταση 2.000 μέτρων, εξέπεμψε σήμα αναγνωρίσεως. Ήταν πλέον προφανές ότι ο στόχος δεν ήταν το Simfra αλλά πολεμικό πλοίο και ο Λάσκος διέταξε ταχεία κατάδυση και όλοι οι ευρισκόμενοι επί της γέφυρας πήδησαν από τον πυργίσκο στο εσωτερικό του υποβρυχίου.
Ο εχθρός ήταν μια γερμανική ανθυποβρυχιακή κορβέτα 1.000 τόνων που άρχισε να εκπέμπει με τη συσκευή εντοπισμού υποβρυχίων (A.S.D.I.G.), ενώ ήδη είχε βάλει την πρώτη δέσμη βομβών βάθους. Η δόνηση ήταν ισχυρή. Ακολούθησε βολή και δεύτερης και τρίτης δέσμης βομβών βάθους. Ο κύριος φωτισμός του υποβρυχίου έσβησε. Διαρροές άρχισαν να παρουσιάζονται. Ο σφυροκοπανισμός του Κατσώνη από την εχθρική κορβέτα συνεχίστηκε.
Η κάθοδος του πυργίσκου και η πρυμναία κάθοδος δεν άντεξαν, υποχώρησαν και τόνοι νερού μπήκαν μέσα στο υποβρύχιο, τα πηδάλια βάθους αχρηστεύθηκαν,έγινε σωρεία βραχυκυκλωμάτων, το χλώριο εκλύετο από την συστοιχία και οι πυξίδες ανετράπησαν. Το σκάφος πλέον διέρρεε και ήταν ακυβέρνητο.
Τότε ο Λάσκος διέταξε, την μοναδική λύση που είχε απομείνει,ανάδυση με την γενική εκδίωξη των θαλασσερμάτων και “εξόρμηση δια του πυροβόλου”. Το Κατσώνης αναδύθηκε και χωρίς δυνατότητα προώσεως αποφάσισε να αντιτάξει ότι του απέμεινε μέχρις εσχάτων μια και ούτε ο Λάσκος ήταν απ’ αυτούς που παραδίδονται ούτε το πλήρωμά του θέλησε ποτέ να μάθει πως υποστέλλεται η Ελληνική Σημαία του “Γέρο-ΚΑΤΣΩΝΗ” τους μπροστά στον εχθρό.
Το πυροβόλο επανδρώθηκε και άρχισαν επιτυχή βολή κατά της γερμανικής κορβέτας. Ταυτόχρονα ο Σημαιοφόρος Παύλος Λαμπρινούδης και ο Υποκελευστής Α’ Σημ. Σ. Χαρίδης βάλλουν εναντίον της κορβέτας με το πρυμναίο πολυβόλο. Το υποβρύχιο δέχεται τότε καταιγιστικά πυρά από την γερμανική κορβέτα και κυριολεκτικά φλέγεται από τις εκρήξεις.
Η αντίστροφη μέτρηση άρχισε. Η ομοχειρία του πυροβόλου προσπαθεί να κάνει τα αδύνατα δυνατά αλλά ένας-ένας όλοι οι άνδρες της σκοτώνονται και αντικαθίστανται απ’ αυτούς που άρχισαν να ανεβαίνουν από το εσωτερικό του υποβρυχίου. Ακόμα και ο ίδιος ο Λάσκος πήδηξε κοντά στο πυροβόλο και άρχισε να βοηθά την επεναγέμισή του.
Σε λίγο όμως θα τον βρει ένα εχθρικό βλήμα και θα πέσει νεκρός πάνω στο αγαπημένο του πλοίο, που και αυτό περνούσε τις τελευταίες του στιγμές, περνώντας στην αιωνιότητα μέσα από την Ελληνική Ιστορία.
Η εικόνα της καταστροφής ήταν πλήρης.
Μερικοί από το πλήρωμα είχαν πέσει στη θάλασσα, ο Ύπαρχος του υποβρυχίου, Υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς ευρισκόμενος στο εσωτερικό του προσπάθησε να θέση σε κίνηση τις μηχανές και πράγματι η δεξιά μηχανή λειτούργησε και το υποβρύχιο κινήθηκε προς τα εμπρός με συνέπεια η κορβέτα να αποτύχει στον πρώτο εμβολισμό που προσπάθησε, απομακρύνθηκε και επέστρεψε εμβολίζοντας το υποβρύχιο στο πρυμναίο μέρος της αριστεράς πλευράς, μεταξύ της αριστερής πετρελαιοδεξαμενής και του θαλασσέρματος Νο 5, σε στίγμα 39ο 20΄,5 Β και 23ο 23΄Α.
Κατά τον εμβολισμό το πλήρωμα της γερμανικής κορβέτας έβαλε ταυτόχρονα με φορητά όπλα και χειροβομβίδες εναντίον του υποβρυχίου. Από τις 12 βολές του υποβρυχίου 4 ή και 5 πέτυχαν το στόχο.
Οι εικόνες που ακολούθησαν ήταν γεμάτες χαλασμό, φρίκη, πόνο,θάνατο αλλά και αυτοθυσία, ηρωισμό και δόξα. Η επιφάνεια της θάλασσας γέμισε πετρέλαιο.
Το υποβρύχιο έπαιρνε θετικό εκκρεμές και έκλινε προς τα αριστερά, ο Ύπαρχος εξετέλεσε ο ίδιος τους απαιτούμενους χειρισμούς ώστε το υποβρύχιο να επανεύρει για λίγο την πλευστότητά του και διέταξε την εγκατάλειψη του σκάφους. Οι λίγοι που είχαν απομείνει εντός του υποβρυχίου έσπευσαν να εξέλθουν. Τέσσερις εξ αυτών, φονευθέντες από τα εχθρικά πυρά, σφηνώθηκαν στην κάτω κάθοδο του πυργίσκου και παρά τις προσπάθειες δεν κατέστη δυνατόν να απελευθερωθούν.
Εντός του υποβρυχίου η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική και αφόρητη από τις αναθυμιάσεις της συστοιχίας και τους καπνούς των πυρκαγιών. Και όταν ο Ύπαρχος απελπίσθηκε για την διάσωση των σφηνωμένων, άνοιξε τα εξαεριστικά των θαλασσερμάτων για να επιταχυνθεί η βύθιση του σκάφους. Στο επικρατούν σκότος και στην αποπνικτική ατμόσφαιρα έσπευσε προς την πρωραία κάθοδο και με τους Υποκελευστές Αριστείδη Αναστόπουλο, Κυριάκο Σελάκη και τον Άγγλο σύνδεσμο κατόρθωσαν να την ανοίξουν και ενώ το υποβρύχιο βυθιζόταν, εξήλθε τελευταίος και μαζί με τους άλλους έπεσαν στη θάλασσα.
Έπειτα από λίγα δευτερόλεπτα o “Κατσώνης” με το ιερό του φορτίο, το νεκρό του Λάσκου κ’ εκείνων που πέσανε στη γέφυρα, στο κανόνι, στον πυργίσκο, καταδύθηκε τελευταία του φορά, ανήμερα του Σταυρού ! Κατέβηκε ολόρθος,με την πρύμη, και δεν σταμάτησε, όπως συνήθως, στο βάθος το περισκοπικό!
Τράβηξε, συνέχεια, στις 10, τις 20, τις 30 οργιές…και κατέβαινε, κατέβαινε ασταμάτητα!.. Πέρασε το βάθος ασφαλείας, ξεπέρασε το όριο αντοχής, κ’ έφτασε στις 150…, στις 250…, στις 350 οργιές!…Τι φοβερό βάθος! Ποτέ Υ/Β δεν πήγε τόσο!
Μα σα βρήκε βυθό, ακούμπησε και σταμάτησε. Χώθηκε μες στην άμμο σα φέρετρο, με τους νεκρούς του, κ’ έπειτα έγειρε στο ένα του πλευρό. Μες στο πηχτό σκοτάδι της αβύσσου το βαθύχρωμο κουφάρι δε διακρινόταν πια !
Μόνο κάποιο μπακίρι, που το κάρφωσαν στη μπάντα του πυργίσκου τη μέρα που πρωτοβαφτίστηκε, φωσφόριζε τώρα μες στη θάλασσα και θα φωσφορίζει πάντα ως ψηλά στα περήφανα ελληνικά ακρογιάλια το διακριτικό αριθμό «Υ1».
Στη τελευταία του αυτή κατάδυση παρέσυρε μαζί του τριάντα δύο (32) ήρωες με πρώτο τον Λάσκο, ενώ άλλοι δέκα εννέα (19), οι περισσότεροι λαβωμένοι, πιάστηκαν αιχμάλωτοι από την γερμανική κορβέτα.
(Απόσπασμα από άρθρο του Θωμά Π. Κατωπόδη, Αντιναυάρχου Π.Ν. (ε.α.) Επιτίμου Αρχηγού Στόλου, που δημοσιεύθηκε στο 60ο τεύχος του περιοδικού «Περίπλους Ναυτικής Ιστορίας»,στα πλαίσια του αφιερώματος για την δράση των Ελληνικών Υποβρυχίων,σελ.16-40).
Πηγή: Αβέρωφ
Μια από τις πιο θλιβερές επετείους της νεότερης ελληνικής ιστορίας είναι αυτή της κατάρρευσης του μικρασιατικού μετώπου που οδήγησε στη στρατιωτική ήττα και συντριβή, αλλά και στον ξεριζωμό εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων από την μικρασιατική γη. Τα ιστορικά γεγονότα του Αυγούστου-Σεπτεμβρίου του 1922 έχουν καταγραφεί στο σύνολό τους με τον τίτλο «Μικρασιατική Καταστροφή».
Η ήττα του 1922 μπορεί να συγκριθεί με αυτήν του 1453 και να θεωρηθεί ακόμα και μεγαλύτερη, γιατί μ’ αυτήν ξεριζώθηκε η από χιλιάδων ετών ελληνική παρουσία στην ιωνική γη.
Η Ημέρα Εθνικής Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος καθιερώθηκε με ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων στις 24 Σεπτεμβρίου 1998 (ΦΕΚ Α 234/13.10.1998) και τιμάται κάθε χρόνο στις 14 Σεπτεμβρίου. Την πρωτοβουλία είχαν αναλάβει τρεις βουλευτές του ΠΑΣΟΚ με μικρασιατική καταγωγή, ο Γιάννης Καψής, ο Γιάννης Διαμαντίδης και ο Γιάννης Χαραλάμπους, οι οποίοι κατέθεσαν τη σχετική πρόταση νόμου στις 12 Μαΐου 1997.
Στην εισηγητική έκθεση ανέφεραν, μεταξύ άλλων: «Η κατάρρευση των ελληνικών δυνάμεων το 1922 στη Μικρά Ασία, οι σφαγές, λεηλασίες και η προσφυγιά που ακολούθησαν, αποτελούν το αποκορύφωμα μιας συστηματικής προσπάθειας εξόντωσης του ελληνικού στοιχείου από τα χώματα της Μικρά Ασίας, που έβαλε τέρμα στην τρισχιλιετή παρουσία του στην πέραν του Αιγαίου Ελλάδα, μια περιοχή όπου αναπτύχθηκε η ωριμότερη φάση του ελληνικού πολιτισμού […] την τερατώδη αυτή γερμανική σύλληψη πρώτοι οι Νεότουρκοι ανέλαβαν να κάνουν πράξη. Και κοντά στις βάρβαρες ασιατικές μεθόδους του βίαιου εξισλαμισμού, του γενιτσαρισμού και των κατά τακτά διαστήματα φυλετικών εκκαθαρίσεων ήρθε να προστεθεί η τευτονική ψυχρή μεθοδικότητα με τη λειτουργία των περίφημων ταγμάτων εργασίας».
Πηγή: Pontos-News
Όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι είχαν ως κύριο αντικείμενο την αντιμετώπιση αιρέσεων, που αφορούσαν το πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού. Έτσι, η Εκκλησία είχε να αντιμετωπίσει την θεότητα ή μη του Χριστού, την ομοιότητα, ανομοιότητα ή την ομοουσιότητά του προς τον Πατέρα, το αν το πρόσωπό του είναι θεϊκό ή ανθρώπινο, το εάν έχει δυο φύσεις ή μία, δυο θελήσεις ή μια, το αν επιτρέπεται η απεικόνισή του ή όχι και άλλες δευτερεύουσες θέσεις και απόψεις.
Η ΣΤ΄ Σύνοδος ασχολήθηκε με τον αν ο Χριστός έχει δυο θελήσεις και ενέργειες ή μια και δέχτηκε τις θέσεις των αγίων Μαξίμου ομολογητή, Ιωάννη Δαμασκηνού και Σωφρονίου Ιεροσολύμων, για τις δυο θελήσεις και τις δυο ενέργειες.
Για πρώτη φορά σε Οικουμενική Σύνοδο έχουμε καταδίκη Πάπα της Ρώμης, αλλά και πληθώρας Πατριαρχών Κ/Πόλεως, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας και αυτό το γεγονός δείχνει, ότι η Εκκλησία "δεν αστειεύεται".
Επίσης, για πρώτη φορά αναγνωρίστηκε πλήρως η θεότητα του αγίου Πνεύματος και η ομοουσιότητά του προς τον Πατέρα, παρεδέχθη δε η Σύνοδος, ότι δογματίζει «απλανώς», αλλά ουχί «αλαθήτως».
ΣΤ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος συνεκλήθη το 680 μ.Χ. (7.11.680-17.11.681) στην Κ/Πολη από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δ΄ Πωγωνάτο, με σκοπό την καταδίκη της αίρεσης του Μονοθελητισμού και Μονοενεργητισμού. Στη Σύνοδο μετείχαν 174 Επίσκοποι, μεταξύ των οποίων οι: ΚΠόλεως Γεώργιος, οι αντιπρόσωποι του Πάπα Αγάθωνα, πρεσβύτεροι Θεόδωρος και Γεώργιος και ο Διάκονος Ιωάννης, ο Αντιοχείας Μακάριος με τον μαθητή του Στέφανο (που καθηρέθησαν ως αιρετικοί), ο νεοεκλεγείς Αντιοχείας Θεοφάνης, ο αντιπρόσωπος του Αλεξανδρείας πρεσβύτερος Πέτρος, ο αντιπρόσωπος του Ιεροσολύμων πρεσβύτερος Γεώργιος, τρεις Ιταλοί Επίσκοποι (Πόρτου, Πατέρνου, Ρηγίου), οι: Εφέσου Θεόδωρος, Ηρακλείας Σισίννιος, Κυζίκου Γεώργιος, Νικομηδείας Πέτρος, Νικαίας Φώτιος, Χαλκηδόνος Ιωάννης κ.ά.
Οι εναπομείναντες Μονοφυσίτες δίδασκαν, ότι ο Χριστός είχε μια θέληση και μια ενέργεια και η διδασκαλία αυτή είναι γνωστή ως Μονοθελητισμός και Μονοενεργητισμός. Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος στράφηκε σ’ αυτούς επωφελούμενος από την απελευθέρωσή τους από τους Πέρσες, αλλά και από τον επαπειλούμενο Αραβικό κίνδυνο. Οι Μονοφυσίτες όμως δέχοντο με την προϋπόθεση να δεχτούν οι Ορθόδοξοι, ότι ο Χριστός έχει μια θέληση και μια ενέργεια. Ο Ηράκλειος ζήτησε τη συμβουλή του Σύρου Πατριάρχη Κ/Πόλεως Σέργιου, ο οποίος συγκατένευσε και μάλιστα συμπαρέσυρε και τους: Ρώμης Ονώριο, Φαράν Θεόδωρο και Φάσιδος Κύρο.
Ο Ηράκλειος έπεισε τους επισκόπους βασιζόμενος στη διδασκαλία του Διονυσίου Αρεοπαγίτη για τη μια «θεανδρική ενέργεια» του Χριστού. Γράφει ο άγιος Διονύσιος σε επιστολή του στον μοναχό Γάιο (Δ΄):
«Και το λοιπόν, ου κατά Θεόν τα θεία δράσας, ου τα ανθρώπεια κατά άνθρωπον, αλλ’ ανδρωθέντος θεού, καινήν τινα την θεανδρικήν ενέργειαν ημίν πεπολιτευμένος.»
Κατά τον Αντιοχείας Σεβήρο πρόκειται για μια ενέργεια, ενώ για τον άγιο Διονύσιο (ψευδο-Διονύσιο) είναι δυο, που εκφράζεται ως μια θεανθρώπινη ενέργεια.
Μια παραπλήσια διατύπωση βλέπουμε και στον δικό μας καθηγητή Π. Χρήστου. Στο έργο του, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, καταγράφει:
«Κατά ταύτα ο Χριστός, ως συνιστάμενος εκ δυο φύσεων, έχει δυο φυσικά θελήματα, ως αποτελών δε ενιαίον πρόσωπον έχει ενιαίον γνωμικόν θέλημα, ενιαίαν δύναμιν εκλογής.»
Στο κείμενο αυτό υπάρχει μια σύγχυση. Ο Χριστός παρουσιάζεται έχοντας «ενιαίο πρόσωπο». Αυτή η έκφραση είναι απαράδεκτη και φυσικά μπορεί να δημιουργήσει χίλιες δυο παρερμηνείες και νεστοριανικές παραστάσεις. Το δόγμα της Χαλκηδόνας λέγει ότι ο Χριστός έχει ένα πρόσωπο, ενώ το «ενιαίο» είναι κάτι άλλο και ανήκει μάλλον στο Νεστοριανισμό. Έπειτα εκτός από το «ενιαίο», υπάρχει και «ενιαίο γνωμικό θέλημα», οπότε ο Χριστός παρουσιάζεται να έχει τρία θελήματα: δυο φυσικά και ένα «ενιαίο γνωμικό θέλημα». Η πατερική όμως θεολογία απορρίπτει το γνωμικό θέλημα, ως θέλημα του Χριστού.
Ο Ηράκλειος εξέδωσε το 638 διάταγμα, την «Έκθεση», με το οποίον επέβαλλε τον Μονοθελητισμό και απηγορεύετο κάθε συζήτηση γύρω από τις δυο θελήσεις. Το διάταγμα αποδέχθηκαν οι: Κ/Πόλεως Σέργιος, Αλεξανδρείας Κύρος, Αντιοχείας Μακάριος, ενώ αντετάχθη ο Ιεροσολύμων Σωφρόνιος με τη συνοδική επιστολή του 634, την οποίαν συνοδική αυτή επιστολή ενέκρινε η Σύνοδος και την ψήφισε, ως αυθεντικό δογματικό κείμενο.
Εκτός του αγίου Σωφρονίου, αγώνα κατά του Μονοθελητισμού ανέλαβε και ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής με τη βοήθεια της Ρώμης, στο πρόσωπο των Παπών: Θεοδώρου Α΄, Ιωάννη Δ΄, που καταδίκασε την αίρεση με τη σύνοδο της Ρώμης το 641, Μαρτίνου Α΄, Ευγένιου Α΄ και Βιταλιανού, εκ των οποίων ο τρίτος καταδίκασε τον Μονοθελητισμό στη σύνοδο του Λατερανού το 649 και εκ του λόγου αυτού μαρτύρησε. Ο Κ/Πόλεως Πέτρος είχε μάλιστα διακόψει κοινωνία με τη Ρώμη, λόγω της απόρριψης της αίρεσης από αυτήν.
Ο νέος αυτοκράτορας Κώνστας Β΄ και αφού οι χώρες των Μονοφυσιτών είχαν καταληφθεί από τους Άραβες απέσυρε την «Έκθεση» του Ηράκλειου, εκδίδοντας τον «Τύπον», που απαγόρευε κάθε θεολογική συζήτηση για μια ή δυο θελήσεις, χωρίς όμως να επιτύχει ειρήνευση στη διαμάχη αυτή.
Οι Πάπας Μαρτίνος και Μάξιμος Ομολογητής συνελήφθησαν και δικάστηκαν στην Κ/Πολη, γιατί αρνήθηκαν τον «Τύπον». Και οι δυο εξορίσθηκαν και απέθαναν από τις κακουχίες. Μετά τη δολοφονία του Κώνσταντα Β΄, ανέλαβε ο Κων/νος Δ΄ Πωγωνάτος, ο οποίος αποφάσισε τη σύγκλιση Οικουμενικής Συνόδου το 680, για την καταδίκη του Μονοθελητισμού.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονισθεί η συμβολή του πάπα Αγάθωνα στην προετοιμασία της Συνόδου. Έτσι καταγράφεται, ότι Ρώμης άγιος Αγάθωνας (20 Φεβρουαρίου) (678-681), με την ευκαιρία που του δόθηκε, άσκησε και τόνισε ιδιαίτερα το Πρωτείο εξουσίας. Επί ποιμαντορίας του καταργήθηκε η «λογία» (Κορ. Α΄ 16. 1) για την επικύρωση της εκλογής του από τον αυτοκράτορα. Έκτοτε, η επικύρωση δεν συνοδευόταν από το τεράστιο χρηματικό ποσό που δινόταν στον αυτοκράτορα για την επικύρωση αυτή (σιμωνία;). Ενεργοποίησε την επιστολή του Κων/νου Δ΄ Πωγωνάτου, για τη σύσταση θεολογικών επιτροπών Ανατολικών και Δυτικών και την επίλυση του σχίσματος της Ραβέννας και της αίρεσης του Μονοενεργητισμού. Επ’ αυτών των θεμάτων παρακαλούσε ο αυτοκράτορας τον Πάπα να συγκαλέσει Οικουμενική Σύνοδο για την επίλυσή τους. Ο Πάπας δέχθηκε τη πρόταση και συγκάλεσε τοπική Σύνοδο στη Ρώμη για την προετοιμασία της Οικουμενικής Συνόδου, η οποία συνεκλήθη στην Κων/πολη ως ΣΤ΄ Σύνοδος και καταδίκασε τον Μονοθελητισμό και Μονοενεργητισμό.
Η Σύνοδος ξεκίνησε τις εργασίες της στις 7 Νοεμβρίου 680 και τις τερμάτισε στις 16 Σεπτεμβρίου 681, καταδίκασε δε τον Μονοθελητισμό, δηλ. ότι υπάρχει μια θέληση και μια ενέργεια στο Χριστό και αναθεμάτισε τους πρωτεργάτες: Πάπα Ρώμης Ονώριο Α΄, Πέργης Απέργιο και κάποιο Πολυχρόνιο, Πατριάρχες ΚΠόλεως: Σέργιο, Πύρρο, Παύλο, Πέτρο, Αλεξανδρείας Κύρο, Αντιοχείας Μακάριο και το μαθητή του Στέφανο και Φαράν Θεόδωρο, μετά των οπαδών αυτών. Βάση της δογματικής διδασκαλίας και θεολογίας της ΣΤ΄ Οικουμενικής αποτελεί η Δογματική και Χριστολογική διδασκαλία του αγίου Μαξίμου, δηλ. ότι στο Χριστό υπάρχουν δυο φυσικά θελήματα και ενέργειες και ότι δεν υπάρχει γνωμικό θέλημα σ’ αυτόν.
Η Σύνοδος επικύρωσε τις προηγούμενες πέντε Οικουμενικές Συνόδους, θεώρησε δε εαυτήν ως Οικουμενικήν. Εξέδωσε Όρο Πίστεως, στον οποίον καθορίζονται σαφώς οι δυο φυσικές θελήσεις και οι δυο φυσικές ενέργειες του Χριστού «αδιαιρέτως, ατρέπτως, αμερίστως, ασυγχύτως» λογιζόμενες. Δεν έχει δε κανένα γνωμικό θέλημα, διότι τούτο (κατά τον άγιο Μάξιμο) είναι κατώτερος βαθμός ελευθερίας, διότι επιτρέπει και τη «γνωμική» αμαρτία. Τη διδασκαλία του αγίου Μαξίμου (που βασίζεται στους προ αυτού Πατέρες, κυρίως Μ. Αθανάσιο και Καππαδόκες) ακολούθησε κατόπιν και ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός. Έτσι, στο ένα πρόσωπο του Χριστού, τη θεότητα, αποδίδονται ιδιώματα των δυο φύσεων, της κτιστής και της άκτιστης, της παθητής και της απαθούς. Η ένωση του Λόγου με τη σάρκα έγινε δια μέσου του νου.
Ο Πάπας Λέων Β΄ βεβαίωσε και δέχθηκε όλα όσα έκαμε η Σύνοδος και μάλιστα αναφέρει, ότι η Σύνοδος επικύρωσε, όσα προηγούμενως είχε αποφασίσει παρόμοια σύνοδος στη Ρώμη, αναθεματίζει δε και ο ίδιος τον προκάτοχό του Ονώριο:
«... ο οποίος αυτή την αποστολική (Ρωμαϊκή) Εκκλησία δεν φώτισε με τη διδασκαλία της αποστολικής παραδόσεως, αλλά άφησε την άσπιλη πίστη να μιανθεί με τη βέβηλη προδοσία.» (Mansi XI, 733A, 1055)
Οι Πάπες Ιωάννης Δ΄, Θεόδωρος και άγιος Αγάθωνας παραβλέπουν την καταδίκη του, ως αιρετικού, ο δε Αδριανός Β΄ προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Τελικά, η Α΄ Βατικανή σύνοδος (1870) απάλλαξε τον Ονώριο της κατηγορίας και κήρυξε το δόγμα, για το παπικό «αλάθητο».
Ο επόμενος αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β΄ Ρινότμητος υποστήριξε τα της ΣΤ΄ Οικουμενικής, ο ίδιος δε συγκάλεσε το 691 μεγάλη Σύνοδο από 215 Επισκόπους, οι οποίοι υπέγραψαν τις συνοδικές αποφάσεις της ΣΤ΄ και ασχολήθηκαν μόνο με κανονικά ζητήματα, θεωρείται δε αυτή, ως συνέχεια των Ε΄ και ΣΤ΄ Οικουμενικών Συνόδων, οι οποίες δεν εξέδωσαν κανένα κανόνα, αναφέρεται δε ως Πενθέκτη Οικουμενική ή συνέχεια της ΣΤ΄ Οικουμενικής. Εξέδωσε 102 Ιερούς Κανόνες, ορισμένοι των οποίων καταφέρονται κατά πρακτικών της Εκκλησίας της Ρώμης (αγαμία κλήρου, νηστεία Σαββάτου κ.λπ.), τους οποίους υπέγραψαν και οι αποκρισάριοι του Πάπα, πλην όμως αργότερα οι Επίσκοποι Ρώμης δεν αποδέχτηκαν. Αναφέρεται, ότι όταν ο Πάπας Κων/νος Α΄ επισκέφθηκε το 711 την Κ/Πολη, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β΄ τον υποδέχτηκε γονατίζοντας μπροστά του, προφανώς, ως ένδειξη υποταγής με την προοπτική της υπογραφής των Κανόνων της Πενθέκτης. Πράγματι, ο Πάπας υπέγραψε τους μισούς Κανόνες της Πενθέκτης (αυτούς που τον συνέφεραν), πάντως όχι και εκείνον, που έδιδε στον Κ/Πόλεως τα ίσα πρεσβεία τιμής με εκείνα της Ρώμης (λς΄ κανόνας).
Είναι αξιοσημείωτο, ότι η Σύνοδος αυτή άλλαξε την αρχή χρονολόγησης, που υπήρχε μέχρι τότε και είχε καθιερωθεί από την Α΄ Οικουμενική και ήταν από του θανάτου του Μ. Αλεξάνδρου. Έτσι, η Εκκλησία μέχρι της Πενθέκτης Οικουμενικής δεν είχε επίσημα καθορίσει σημείον αναφοράς ως αρχής χρονολόγησης. Βλέπουμε βέβαια, στην Α΄ Οικουμενική τη χρονολόγηση από Αλεξάνδρου. Έτσι, για πρώτη φορά στον γ΄ κανόνα της Πενθέκτης βρίσκουμε αρίθμηση από Κτίσεως Κόσμου (και όχι από Χριστού γεννήσεως) ως έτος 6199 από κτίσεως κόσμου (691 μ.Χ.), θέτουσα έτσι, ως έτος κτίσεως του κόσμου, το έτος 5508 π.Χ:
«…ώστε, τους μεν δυσί γάμοις περιπαρέντας, και μέχρι της πεντεκαιδεκάτης του διελθόντος Ιανουαρίου μηνός της παρελθούσης τετάρτης Ινδικτιώνος, έτους εξακισχιλιοστού εκατοστού εννενηκοστού εννάτου, δουλωθέντας τη αμαρτία, και μη εκνήψαι ταύτης προελουμένους, καθαιρέσει κανονική υποβαλείν.»
Η αρίθμηση αυτή από Κτίσεως Κόσμου διήρκεσε επί 1000 περίπου χρόνια, στην Ανατολή, μέχρις ότου, το Πατριαρχείο Κ/Πόλεως το άλλαξε (αλλάζοντας τον προσδιορισμό χρονολόγησης από Κτίσεως Κόσμου σε χρονολόγηση από Χριστού γεννήσεως) με τον Κύριλλο Α΄ Λούκαρι. Το ερώτημα είναι αν μια Πατριαρχική Σύνοδος μπορεί να αλλάξει χρονολόγηση, που υπάρχει σε Κανόνα μιας Οικουμενικής Συνόδου.
Ο επόμενος αυτοκράτορας Βαρδάνης Φιλιππικός άλλαξε στάση προς το Μονοθελητισμό. Σύνοδος στην Κ/Πολη (υπό τον Κ/Πόλεως Ιωάννη) καταδίκασε την ΣΤ΄ Οικουμενική και αποκατέστησε το Μονοθελητισμό. Η Ρώμη αντέδρασε και η προσπάθεια απέτυχε. Ο νέος αυτοκράτορας Αναστάσιος Β΄ συγκάλεσε Σύνοδο στην Κ/Πολη, η οποία καταδίκασε το Μονοθελητισμό και αποκατέστησε την ΣΤ΄ Οικουμενική.
Μεγάλο ρόλο στη Σύνοδο έπαιξε και η εγκύκλιος του Ιεροσολύμων Σωφρόνιου (634-638), για την Χριστολογία των δυο φύσεων, δυο θελήσεων και δυο ενεργειών, που είχε σαφέστατα διατυπωθεί στην εγκύκλιό του αυτή. Σ’ αυτήν διατυπώνεται επίσης για πρώτη φορά ξεκάθαρα η θεότητα του αγίου Πνεύματος, ότι είναι φως εκ φωτός, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού, καθώς και η ομοουσιότητα με τον Πατέρα:
«Πιστεύω τοίνυν, μακάριοι, καθάπερ αρχήθεν πεπίστευκα, εις ένα Θεόν, πατέρα, παντοκράτορα, άναρχον παντελώς και αϊδιον, πάντων ορατών τε και αοράτων ποιητήν. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον αϊδίως και απαθώς εξ αυτού γεννηθέντα του Θεού και Πατρός και ουκ άλλην αρχήν ή τον Πατέρα γινώσκοντα, αλλ’ ουδέ αλλόθεν πόθεν ή εκ του Πατρός την υπόστασιν έχοντα, φως εκ φωτός ομοούσιον, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού συναϊδιον. Εις εν Πνεύμα άγιον, το εκ Θεού Πατρός εκπορευόμενον, το φως και Θεόν και αυτώ γνωριζόμενον, και ον αληθώς Πατρί και Υιώ συναϊδιον, ομοούσιόν τε και ομόφυλον, και της αυτής ουσίας και φύσεως, και ωσαύτως δε και θεότητος.»
Όσα αναφέρονται στην εγκύκλιο αυτή έγιναν δεκτά από τους πατέρες της ΣΤ΄ Οικουμενικής.
Η Σύνοδος επίσης, για πρώτη φορά αναφέρει δι’ εαυτήν ότι δογμάτισε «απλανώς» (και όχι «αλαθήτως»). Ο όρος «απλανής και απλανώς» χρησιμοποιείται στην Ορθόδοξη παράδοση. Οι Σύνοδοι και οι Πατέρες δογμάτισαν «απλανώς» και όχι «αλαθήτως». Πρβλ. Mansi XI, 632A:
«... όρον εξεφώνησαν απλανή» και 632D: «και τη των αγίων και εκκρίτων πατέρων απλανώς ευθεία τρίβω κατακολουθήσασα...»
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1. Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε για την καταδίκη του Μονοθελητισμού και του Μονοενεργητισμού.
2. Η φροντίδα για τη σύγκλιση της Οικουμενικής Συνόδου ανατέθηκε από τον αυτοκράτορα στον Πάπα Ρώμης Αγάθωνα.
3. Ο Πάπας της Ρώμης φρόντισε, με την ευκαιρία που του δόθηκε, να ασκήσει το πρωτείο εξουσίας σ’ όλη την Εκκλησία, όπως οι προ αυτού Πάπες.
4. Στην απόφαση της Συνόδου έχουμε καταδίκη του Πάπα Ρώμης Ονώριου Α΄, η οποία ανεκλήθη από την Α΄ Βατικανή σύνοδο, διότι ήταν εμπόδιο στην καθιέρωση του αλαθήτου του Πάπα από τη σύνοδο αυτή.
5. Για πρώτη φορά σε Οικουμενική Σύνοδο αναγνωρίστηκε επίσημα η Θεότητα του αγίου Πνεύματος, καθώς και η ομοουσιότητά του με τον Πατέρα και ότι είναι και αυτό, Φως εκ Φωτός και Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού.
6. Η Σύνοδος αναφέρει ότι δογμάτισε «απλανώς» και δεν αναφέρει, ότι δογμάτισε «αλαθήτως».
7. Η Πενθέκτη Σύνοδος καθιέρωσε για πρώτη φορά χρονολόγηση από Κτίσεως Κόσμου και άλλαξε τη χρονολόγηση που ίσχυε μέχρι τότε και ήταν από του θανάτου του Μ. Αλεξάνδρου.
(Πηγή: «Η Αγία Έκτη Οικουμενική Σύνοδος», Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας(Ι))
ΟΡΟΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΗΣ ΣΤ' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Ἡ ἁγία καὶ μεγάλη καὶ οἰκουμενικὴ ἡμῶν Σύνοδος, ἡ κατὰ Θεοῦ χάριν καὶ πανευσεβὲς θέσπισμα τοῦ εὐλαβεστάτου καὶ πιστοτάτου μεγάλου βασιλέως Κωνσταντίνου συναχθεῖσα ἐν ταύτῃ τῇ θεοφυλάκτῳ καὶ βασιλίδι Κωνσταντινουπόλει νέᾳ Ῥώμῃ, ἐν τῷ σεκρέτῳ τοῦ θείου παλατίου τῷ ἐπιλεγομένῳ Τρούλλῳ, ὥρισε τὰ ὑποτεταγμένα.
Ὁ τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς μονογενὴς Υἱός τε καὶ Λόγος ὁ κατὰ πάντα ὅμοιος ἡμῖν χωρὶς ἁμαρτίας γενόμενος ἄνθρωπος Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν ἐν εὐαγγελικαῖς διαπρυσίως ἐκήρυξε φωναῖς· «᾿Εγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς»[1]· καὶ πάλιν· «Εἰρήνην τὴν ἐμὴν ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν»[2]. Ταύτῃ τοι τῇ θεολέκτῳ τῆς εἰρήνης διδασκαλίᾳ θεοσόφως ὁ πρᾳότατος ἡμῶν βασιλεὺς ὁδηγούμενος, ὁ τῆς μὲν ὀρθοδοξίας ὑπέρμαχος τῆς δὲ κακοδοξίας ἀντίμαχος, τὴν καθ’ ἡμᾶς ἁγίαν ταύτην καὶ οἰκουμενικὴν συναθροίσας ὁμήγυριν τὸ τῆς ἐκκλησίας ἅπαν ἥνωσε σύγκριμα. Ὅθεν ἡ καθ’ ἡμᾶς ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὴν ἀπό τινων καὶ ὧδε χρόνων τῆς δυσσεβείας πλάνην πόρρωθεν ἀπελάσασα καὶ τῇ τῶν ἁγίων καὶ ἐκκρίτων Πατέρων ἀπλανῶς εὐθείᾳ τρίβῳ κατακολουθήσασα, ταῖς ἁγίαις καὶ οἰκουμενικαῖς πέντε Συνόδοις ἐν ἅπασιν εὐσεβῶς ὡμοφώνησε· φαμὲν δὴ τῇ τῶν τριακοσίων δέκα καὶ ὀκτὼ ἐν Νικαίᾳ συνελθόντων ἁγίων Πατέρων κατὰ τοῦ μανιώδους Ἀρείου, καὶ τῇ μετ’ αὐτὴν ἐν Κωνσταντινουπόλει τῶν ἑκατὸν πεντήκοντα θεοφόρων ἀνδρῶν κατὰ Μακεδονίου τοῦ πνευματομάχου καὶ Ἀπολιναρίου τοῦ δυσσεβοῦς, ὁμοίως καὶ τῇ ἐν Ἐφέσῳ τὸ πρότερον κατὰ Νεστορίου τοῦ ἰουδαιόφρονος συναγηγερμένων διακοσίων θεσπεσίων ἀνδρῶν, καὶ τῇ ἐν Χαλκηδόνι τῶν ἑξακοσίων τριάκοντα θεοπνεύστων Πατέρων κατ’ Εὐτυχοῦς καὶ Διοσκόρου τῶν θεοστυγῶν, πρὸς ταύταις καὶ τῇ τελευταίᾳ τούτων πέμπτῃ ἁγίᾳ Συνόδῳ τῇ ἐνταῦθα συναθροισθείσῃ κατὰ Θεοδώρου τοῦ Μοψουεστίας, Ὠριγένους, Διδύμου τε καὶ Εὐαγρίου, καὶ τῶν συγγραμμάτων Θεοδωρήτου τῶν κατὰ τῶν δώδεκα κεφαλαίων τοῦ ἀοιδίμου Κυρίλλου καὶ τῆς λεγομένης Ἴβα ἐπιστολῆς πρὸς Μάρην γεγράφθαι τὸν Πέρσην· ἀκαινοτόμητα μὲν ἐν πᾶσι τὰ τῆς εὐσεβείας ἀνανεωσαμένη θεσπίσματα, τὰ βέβηλα δὲ τῆς δυσσεβείας ἐκδιώξασα δόγματα, καὶ τὸ παρὰ τῶν τριακοσίων δέκα καὶ ὀκτὼ Πατέρων ἐκτεθὲν καὶ αὖθις παρὰ τῶν ἑκατὸν πεντήκοντα θεοφρόνως βεβαιωθέν, ὅπερ καὶ αἱ λοιπαὶ ἅγιαι Σύνοδοι ἐπ’ ἀναιρέσει πάσης ψυχοφθόρου αἱρέσεως ἀσπασίως ἐδέξαντο καὶ ἐπεκύρωσαν Σύμβολον, καὶ ἡ καθ’ ἡμᾶς ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ θεοπνεύστως ἐπεσφράγισε Σύνοδος.
Ἔκθεσις Πίστεως τῶν ἐν Νικαίᾳ τριακοσίων δέκα καὶ ὀκτὼ ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων.
Πιστεύομεν εἰς ἕνα Θεόν, πατέρα, παντοκράτορα, πάντων ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων ποιητήν. Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, γεννηθέντα ἐκ τοῦ Πατρὸς μονογενῆ, τουτέστιν ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός, Θεὸν ἐκ Θεοῦ, φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο, τά τε ἐν οὐρανῷ καὶ τὰ ἐν τῇ γῇ· τὸν δι’ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα καὶ σαρκωθέντα ‹καὶ› ἐνανθρωπήσαντα, παθόντα καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανούς, καὶ ἐρχόμενον κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς. Καὶ εἰς τὸ ἅγιον Πνεῦμα. Τοὺς δὲ λέγοντας «ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν», καὶ «πρὶν γεννηθῆναι οὐκ ἦν», καὶ ὅτι «ἐξ οὐκ ὄντων» ἐγένετο, ἢ «ἐξ ἑτέρας ὑποστάσεως» ἢ «οὐσίας» φάσκοντας εἶναι, ἢ «κτιστὸν» ἢ «τρεπτὸν» ἢ «ἀλλοιωτὸν» τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, ἀναθεματίζει ἡ Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία.
Ἔκθεσις Πίστεως τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει ἑκατὸν πεντήκοντα ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων.
Πιστεύομεν εἰς ἕνα Θεόν, πατέρα, παντοκράτορα, ποιητὴν οὐρανοῦ καὶ γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων. Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων· φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο. Τὸν δι’ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου καὶ παθόντα καὶ ταφέντα. Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς Γραφάς. Καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός. Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος. Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν Προφητῶν. Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν. Ὁμολογοῦμεν ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Προσδοκῶμεν ἀνάστασιν νεκρῶν. Καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.
Ἡ ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ Σύνοδος εἶπεν· Ἤρκει μὲν εἰς ἐντελῆ τῆς ὀρθοδόξου Πίστεως ἐπίγνωσίν τε καὶ βεβαίωσιν τὸ εὐσεβὲς καὶ ὀρθόδοξον τοῦτο τῆς θείας χάριτος Σύμβολον· ἀλλ’ ἐπεὶ οὐκ ἐπαύσατο ἀρχῆθεν τῆς κακίας ὁ ἐφευρετὴς συνεργὸν τὸν ὄφιν εὑράμενος καὶ δι’ αὐτοῦ τὸν ἰοβόλον τῇ ἀνθρωπείᾳ φύσει προσαγόμενος θάνατον, οὕτω καὶ νῦν ὄργανα πρὸς τὴν οἰκείαν αὐτοῦ βούλησιν εὑρηκὼς ἐπιτήδεια, Θεόδωρόν φαμεν τὸν γενόμενον τῆς Φαρὰν ἐπίσκοπον, Σέργιον, Πύρρον, Παῦλον, Πέτρον τοὺς γενομένους προέδρους τῆς βασιλίδος ταύτης Πόλεως, ἔτι δὲ καὶ Ὁνώριον τὸν γενόμενον πάπαν τῆς πρεσβυτέρας Ῥώμης, Κῦρον τὸν Ἀλεξανδρείας ἐπισκοπήσαντα, Μακάριόν τε τὸν Ἀντιοχείας προσεχῶς γενόμενον πρόεδρον καὶ Στέφανον τὸν τούτου μαθητήν, οὐκ ἤργησε δι’ αὐτῶν τῷ τῆς ἐκκλησίας πληρώματι τῆς πλάνης ἐπεγείρειν τὰ σκάνδαλα, ἑνὸς θελήματος καὶ μιᾶς ἐνεργείας ἐπὶ τῶν δύο φύσεων τοῦ ἑνὸς τῆς ἁγίας Τριάδος Χριστοῦ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡμῶν, τῷ ὀρθοδόξῳ λαῷ καινοφώνως ἐνσπείρας τὴν αἵρεσιν τῇ Ἀπολιναρίου, Σεβήρου καὶ Θεμιστίου τῶν δυσσεβῶν φρενοβλαβεῖ κακοδοξίᾳ συνᾴδουσαν, καὶ τὸ τέλειον τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ αὐτοῦ ἑνὸς Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἀνελεῖν διά τινος δολερᾶς ἐπινοίας σπουδάζουσαν, ἀθέλητον ἐντεῦθεν καὶ ἀνενέργητον τὴν νοερῶς ἐψυχωμένην αὐτοῦ σάρκα δυσφήμως εἰσάγουσαν.
Ἐξήγειρε τοίνυν Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν τὸν πιστὸν βασιλέα, τὸν νέον Δαυίδ, «ἄνδρα κατὰ τὴν ἑαυτοῦ καρδίαν εὑρηκώς», ὃς «οὐκ ἔδωκε», κατὰ τὸ γεγραμμένον, «ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ καὶ τοῖς βλεφάροις αὐτοῦ νυσταγμόν»[3], ἕως ὅτου διὰ τῆς καθ’ ἡμᾶς θεοσυλλέκτου ταύτης καὶ ἱερᾶς ὁμηγύρεως τὸ τῆς ὀρθοδοξίας εὗρε τέλειον κήρυγμα· κατὰ γὰρ τὴν θεόλεκτον φωνὴν «ὅπου εἰσὶ δύο ἢ τρεῖς ἐπὶ τῷ ἐμῷ ὀνόματι συνηγμένοι, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν»[4]· ἥ τις παροῦσα ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ Σύνοδος πιστῶς δεξαμένη καὶ ὑπτίαις χερσὶν ἀσπασαμένη τήν τε τοῦ ἁγιωτάτου καὶ μακαριωτάτου πάπα τῆς πρεσβυτέρας Ῥώμης Ἀγάθωνος γενομένην ἀναφορὰν πρὸς τὸν εὐσεβέστατον καὶ πιστότατον ἡμῶν βασιλέα Κωνσταντῖνον, τὴν ἀποβαλλομένην ὀνομαστὶ τοὺς κηρύξαντας καὶ διδάξαντας, ὡς προδεδήλωται, ἓν θέλημα καὶ μίαν ἐνέργειαν ἐπὶ τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας Χριστοῦ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ὡσαύτως δὲ προσηκαμένη καὶ τὴν ἐκ τῆς ὑπὸ τὸν αὐτὸν ἁγιώτατον πάπαν ἱερᾶς Συνόδου τῶν ἑκατὸν εἴκοσι πέντε θεοφιλῶν ἐπισκόπων ἑτέραν συνοδικὴν ἀναφορὰν πρὸς τὴν αὐτοῦ θεόσοφον γαληνότητα, οἷά τε συμφωνούσας τῇ τε ἁγίᾳ ἐν Χαλκηδόνι Συνόδῳ καὶ τῷ Τόμῳ τοῦ πανιέρου καὶ μακαριωτάτου πάπα τῆς αὐτῆς πρεσβυτέρας Ῥώμης Λέοντος, τῷ σταλέντι πρὸς Φλαβιανὸν τὸν ἐν ἁγίοις, ὃν καὶ «στήλην Ὀρθοδοξίας» ἡ τοιαύτη Σύνοδος ἀπεκάλεσεν· ἔτι μὴν καὶ ταῖς συνοδικαῖς ἐπιστολαῖς ταῖς γραφείσαις παρὰ τοῦ μακαρίου Κυρίλλου κατὰ Νεστορίου τοῦ δυσσεβοῦς καὶ πρὸς τοὺς τῆς ἀνατολῆς ἐπισκόπους.
Ἑπομένη τε ταῖς ἁγίαις καὶ οἰκουμενικαῖς πέντε Συνόδοις καὶ τοῖς ἁγίοις καὶ ἐκκρίτοις Πατράσι καὶ συμφώνως ὁρίζουσα, ὁμολογεῖ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν, τὸν ἕνα τῆς ἁγίας ὁμοουσίου καὶ ζωαρχικῆς Τριάδος, τέλειον ἐν θεότητι καὶ τέλειον τὸν αὐτὸν ἐν ἀνθρωπότητι, Θεὸν ἀληθῶς καὶ ἄνθρωπον ἀληθῶς τὸν αὐτὸν ἐκ ψυχῆς λογικῆς καὶ σώματος, ὁμοούσιον τῷ Πατρὶ κατὰ τὴν θεότητα καὶ ὁμοούσιον ἡμῖν τὸν αὐτὸν κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα, κατὰ πάντα ὅμοιον ἡμῖν χωρὶς ἁμαρτίας[5]· πρὸ αἰώνων μὲν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα κατὰ τὴν θεότητα, ἐπ’ ἐσχάτων δὲ τῶν ἡμερῶν τὸν αὐτὸν δι’ ἡμᾶς καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν ἐκ Πνεύματος ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς παρθένου –τῆς κυρίως καὶ κατὰ ἀλήθειαν Θεοτόκου– κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα· ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν Χριστόν, Υἱόν, Κύριον, μονογενῆ, ἐν δύο φύσεσιν ἀσυγχύτως ἀτρέπτως ἀχωρίστως ἀδιαιρέτως γνωριζόμενον· οὐδαμοῦ τῆς τῶν φύσεων διαφορᾶς ἀνῃρημένης διὰ τὴν ἕνωσιν, σῳζομένης δὲ μᾶλλον τῆς ἰδιότητος ἑκατέρας φύσεως, καὶ εἰς ἓν πρόσωπον καὶ μίαν ὑπόστασιν συντρεχούσης· οὐκ εἰς δύο πρόσωπα μεριζόμενον ἢ διαιρούμενον, ἀλλ’ ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν Υἱὸν μονογενῆ Θεοῦ Λόγον, Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καθάπερ ἄνωθεν οἱ προφῆται περὶ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς ἡμᾶς Ἰησοῦς ὁ Χριστὸς ἐξεπαίδευσε καὶ τὸ τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῖν παραδέδωκε Σύμβολον.
Καὶ δύο φυσικὰς θελήσεις ἤτοι θελήματα ἐν αὐτῷ καὶ δύο φυσικὰς ἐνεργείας ἀδιαιρέτως ἀτρέπτως ἀμερίστως ἀσυγχύτως κατὰ τὴν τῶν ἁγίων Πατέρων διδασκαλίαν ὡσαύτως κηρύττομεν· καὶ δύο μὲν φυσικὰ θελήματα οὐχ ὑπεναντία, μὴ γένοιτο, καθὼς οἱ ἀσεβεῖς ἔφησαν αἱρετικοί, ἀλλ’ ἑπόμενον τὸ ἀνθρώπινον αὐτοῦ θέλημα καὶ μὴ ἀντιπῖπτον ἢ ἀντιπαλαῖον, μᾶλλον μὲν οὖν καὶ ὑποτασσόμενον τῷ θείῳ αὐτοῦ καὶ πανσθενεῖ θελήματι· «ἔδει γὰρ τὸ τῆς σαρκὸς θέλημα κινηθῆναι, ὑποταγῆναι δὲ τῷ θελήματι τῷ θεϊκῷ» κατὰ τὸν πάνσοφον Ἀθανάσιον· ὥσπερ γὰρ ἡ αὐτοῦ σὰρξ σὰρξ τοῦ Θεοῦ Λόγου λέγεται καὶ ἔστιν, οὕτω καὶ τὸ φυσικὸν τῆς σαρκὸς αὐτοῦ θέλημα ἴδιον τοῦ Θεοῦ Λόγου λέγεται καὶ ἔστι, καθά φησιν ὁ αὐτός, «ὅτι καταβέβηκα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, οὐχ ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός»[6]· ἴδιον λέγων θέλημα αὐτοῦ τὸ τῆς σαρκός, ἐπεὶ καὶ ἡ σὰρξ ἰδία αὐτοῦ γέγονεν· ὃν γὰρ τρόπον ἡ παναγία καὶ ἄμωμος ἐψυχωμένη αὐτοῦ σὰρξ θεωθεῖσα οὐκ ἀνῃρέθη, ἀλλ’ ἐν τῷ ἰδίῳ αὐτῆς ὅρῳ τε καὶ λόγῳ διέμεινεν, οὕτω καὶ τὸ ἀνθρώπινον αὐτοῦ θέλημα θεωθὲν οὐκ ἀνῃρέθη, σέσωσται δὲ μᾶλλον κατὰ τὸν θεολόγον Γρηγόριον λέγοντα· «τὸ γὰρ ἐκείνου θέλειν, τοῦ κατὰ τὸν Σωτῆρα νοουμένου, οὐδὲ ὑπεναντίον Θεῷ, θεωθὲν ὅλον»[7].
Δύο δὲ φυσικὰς ἐνεργείας ἀδιαιρέτως ἀτρέπτως ἀμερίστως ἀσυγχύτως ἐν αὐτῷ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ τῷ ἀληθινῷ Θεῷ ἡμῶν δοξάζομεν· τουτέστι θείαν ἐνέργειαν καὶ ἀνθρωπίνην ἐνέργειαν κατὰ τὸν θεηγόρον Λέοντα τρανότατα φάσκοντα· «ἐνεργεῖ γὰρ ἑκατέρα μορφὴ μετὰ τῆς θατέρου κοινωνίας, ὅπερ ἴδιον ἔσχηκε, τοῦ μὲν Λόγου κατεργαζομένου τοῦτο ὅπερ ἐστὶ τοῦ Λόγου, τοῦ δὲ σώματος ἐκτελοῦντος ἅπερ ἐστὶ τοῦ σώματος». Οὐ γὰρ δήπου μίαν δώσομεν φυσικὴν τὴν ἐνέργειαν Θεοῦ καὶ ποιήματος, ἵνα μήτε τὸ ποιηθὲν εἰς τὴν θείαν ἀναγάγωμεν οὐσίαν μήτε μὴν τῆς θείας φύσεως τὸ ἐξαίρετον εἰς τὸν τοῖς γεννητοῖς πρέποντα καταγάγωμεν τόπον. «Ἑνὸς γὰρ καὶ τοῦ αὐτοῦ τά τε θαύματα καὶ τὰ πάθη γινώσκομεν, κατ’ ἄλλο καὶ ἄλλο τῶν ἐξ ὧν ἐστι φύσεων καὶ ἐν αἷς τὸ εἶναι ἔχει», ὡς ὁ θεσπέσιος ἔφησε Κύριλλος. Πάντοθεν γοῦν τὸ ἀσύγχυτον καὶ ἀδιαίρετον φυλάττοντες συντόμῳ φωνῇ τὸ πᾶν ἐξαγγέλλομεν· ἕνα τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ μετὰ σάρκωσιν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν εἶναι πιστεύοντες, φαμὲν τὰς δύο αὐτοῦ φύσεις ἐν τῇ μιᾷ αὐτοῦ διαλαμπούσας ὑποστάσει, ἐν ᾗ τά τε θαύματα καὶ τὰ παθήματα δι’ ὅλης αὐτοῦ τῆς οἰκονομικῆς ἀναστροφῆς οὐ κατὰ φαντασίαν ἀλλ’ ἀληθῶς ἐπεδείξατο, τῆς φυσικῆς ἐν αὐτῇ τῇ μιᾷ ὑποστάσει διαφορᾶς γνωριζομένης τῷ μετὰ τῆς θατέρου κοινωνίας ἑκατέραν φύσιν θέλειν τε καὶ ἐνεργεῖν τὰ ἴδια· καθ’ ὃν δὴ λόγον καὶ δύο φυσικὰ θελήματά τε καὶ ἐνεργείας δοξάζομεν πρὸς σωτηρίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καταλλήλως συντρέχοντα.
Τούτων τοίνυν μετὰ πάσης πανταχόθεν ἀκριβείας τε καὶ ἐμμελείας παρ’ ἡμῶν διατυπωθέντων ὁρίζομεν ἑτέραν πίστιν μηδενὶ ἐξεῖναι προφέρειν ἢ γοῦν συγγράφειν ἢ συντιθέναι ἢ φρονεῖν ἢ διδάσκειν ἑτέρως, τοὺς δὲ τολμῶντας ἢ συντιθέναι πίστιν ἑτέραν ἢ προκομίζειν ἢ διδάσκειν ἢ παραδιδόναι ἕτερον Σύμβολον τοῖς ἐθέλουσιν ἐπιστρέφειν εἰς ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας ἐξ ἑλληνισμοῦ ἢ ἐξ ἰουδαισμοῦ ἢ γοῦν ἐξ αἱρέσεως οἱασοῦν, ἢ καινοφωνίαν ἤτοι λέξεως ἐφεύρεσιν πρὸς ἀνατροπὴν εἰσάγειν τῶν νυνὶ παρ’ ἡμῶν διορισθέντων, τούτους, εἰ μὲν ἐπίσκοποι εἶεν ἢ κληρικοί, ἀλλοτρίους εἶναι τοὺς ἐπισκόπους τῆς ἐπισκοπῆς καὶ τοὺς κληρικοὺς τοῦ κλήρου· εἰ δὲ μονάζοντες εἶεν ἢ λαικοί, ἀναθεματίζεσθαι αὐτούς.
* * * * * *
[1] Ἰω. 8,12.
[2] Ἰω. 14,27.
[3] Ψαλμ. 131,4.
[4] Ματθ. 18,20.
[5] Ἑβρ. 4,15.
[6] Ἰω. 6,38.
[7] Λογ. 30,12, MPG, 36,117.
(Πηγή: «Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας», Ἰωάννη Καρμίρη, τ. Α΄, ἔκδ. β΄, ἐν Ἀθήναις, 1960, σ. 221-224, sathanasoulias.blogspot.com/)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Του λίθου σφραγισθέντος.
Τὴν Σύνοδον τὴν Ἕκτην ἱερῶς συγκροτήσαντες, θεόσοφοι Πατέρες ἑκατὸν ἑβδομήκοντα, αἱρέσεων ἐλύσατε ἀχλύν, λαμπρότητι δογμάτων εὐσεβῶν· διὰ τοῦτο τὴν ἁγίαν μνήμην ὑμῶν, τιμῶμεν ἀνακράζοντες· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ βεβαιοῦντι δι’ ὑμῶν, πίστιν τὴν Ὀρθόδοξον.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς τῷ φωτὶ τῶν ἀρετῶν ἐκλάμψαντας, καὶ ἐν Συνόδῳ τῇ Ἕκτῃ κηρύξαντας, τὸν Χριστὸν διπλοῦν ταῖς φύσεσι, καὶ ἐνεργείαις καὶ θελήσεσι, Πατέρας τοὺς θεόφρονας τιμήσωμεν, ὡς μύστας εὐσεβείας καὶ ἐκφάντορας· Χριστῷ γὰρ ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύουσι.
Μεγαλυνάριον
Τοὺς τὴν ἕκτην Σύνοδον τὴν σεπτήν, ἐν τῷ Βυζαντίῳ, συγκροτήσαντας, εὐσεβῶς, ἱεροὺς Πατέρας, τιμήσωμεν συμφώνως, ὡς πρεσβευτὰς ἐνθέους, ἡμῶν πρὸς Κύριον.
Πηγή: Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας(Ι), sathanasoulias.blogspot.com/, Μέγας Συναξαριστής
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις πληροφορίες του Οδηγού του Πολίτη¹ αναφορικά με την έκδοση του νέου δελτίου ταυτότητας για τους Έλληνες πολίτες,
Ἡ δόξα Μωσέως, ἣν εἶχεν ἐν τῷ προσώπῳ, τύπος ἦν τῆς ἀληθινῆς δόξης. Ὃν γὰρ τρόπον ἐκεῖ ἀτενίσαι εἰς τὸ πρόσωπον Μωσέως οὐκ ἴσχυον Ἰουδαῖοι, οὕτω νῦν ἐκείνην τὴν δόξαν τοῦ φωτὸς ἐν ταῖς ψυχαῖς δέχονται οἱ Χριστιανοί, καὶ τὸ σκότος μὴ φέρον τὴν αὐγὴν τοῦ φωτὸς ἐκτυφλούμενον φυγαδεύεται.
Η Μεγάλη Φωτιά της Σμύρνης, με αυτό τον τρόπο αποκαλείται η φωτιά που κατέστρεψε την Σμύρνη, από τις 13 έως τις 17 Σεπτεμβρίου 1922. Με τρόπο συστηματικό και οργανωμένο, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις έκαψαν την πόλη και δολοφόνησαν Έλληνες και Αρμένιους κατοίκους. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από εκτεταμένες μαρτυρίες αυτοπτών, μελών των Δυτικών Δυνάμεων που είχαν σταλεί στην Σμύρνη κατά τη διάρκεια της εκκένωσής της από αλλοδαπούς διπλωμάτες και εργάτες, σύμφωνα με σμυρνέικες και εν γένει τουρκικές πηγές. (πηγή: Βικιπαίδεια)
Ο παππούς του Ρόμπερτ Νταβίντιαν, ονόματι Γεώργιος Μαραγκιάν, γεννημένος το 1895, φοίτησε στο Αμερικανικό Κολλέγιο της Κόνιας (Konya), στην Τουρκία και στη συνέχεια υπήρξε Διευθυντής της Χριστιανικής Ένωσης Νέων, κινηματογράφησε τη Σμύρνη, αμέσως μετά την γενοκτονία που έλαβε χώρα.
Το φίλμ που προέκυψε των 35 χιλιοστών, ήταν κρυμμένο στο διαμέρισμα της γιαγιάς μου, στη Νέα Υόρκη, για περισσότερα από 60 χρόνια. Ήμουν ευτυχής να καταφέρω να το μετατρέψω σε ψηφιακή μορφή, πριν καταστραφεί ολοκληρωτικά, δήλωσε ο Ρόμπερτ Νταβίντιαν, την 5η Μαρτίου 2008.
Πηγή: https://vimeo.com/10069165
Σήμερα επανέρχομαι στο ιστορικό του τουρκικού σχεδίου εποικισμού της Κύπρου για να μην ξεχνούν οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι και να μην επικρατούν λανθασμένες απόψεις που δεν ανταποκρίνονται στην ιστορική αλήθεια.
Οι έντονες ζυμώσεις, έριδες και πόλεμοι Καθολικών και Διαμαρτυρομένων στην Δυτική Ευρώπη, καθώς και η δραστηριότητα της προπαγάνδας τους στην Ανατολή, προκαλούν, πως είναι επόμενο, ποικιλότροπες επιδράσεις στα πνεύματα των Ορθόδοξων θεολόγων του 16ου και ιδίως του 17ου αι . Η Ορθόδοξη Εκκλησία συγκλονίζεται από την σφοδρότητα των νέων κυμάτων. Οι Θεολόγοι της, εκτεθειμένοι μέσα στην θύελλα, οφείλουν όχι μόνον να πάρουν θέση, αλλά και ν’ αγωνιστούν οι ίδιοι και να καθοδηγήσουν το πλήρωμά τους. Οι περισσότεροι, μολονότι έχουν κάνει τις σπουδές τους μένουν στην Ιταλία και γνωρίζουν πολύ καλά τους αντιπάλους και τις μεθόδους των, δοκιμάζουν για πρώτη φορά την ορμή των ιδεών μιας Ευρώπης που περνά βαθύτατη κρίση και βαίνει προς την διαμόρφωσή της. Οι Έλληνες βρίσκονται ανέτοιμοι και μάλλον αμύνονται. Ο μόνος ισχυρός φορέας φιλοσοφικών ιδεών είναι, όπως είδαμε στον δεύτερα τόμο, ο Θεόφιλος Κορυδαλλεύς, περισσότερο κοσμικός φιλόσοφος παρά θεολόγος, ο οποίος προετοιμάζει το έδαφος της Ανατολής για την διείσδυση της δυτικής φιλοσοφίας και επιστήμης. Μολαταύτα η πάλη των ιδεών και οι ανάγκες των τότε συνθηκών γονιμοποιούν την διάνοια των Ελλήνων θεολόγων και οξύνουν την μαχητικότητά τους. Ορισμένοι απ’ αυτούς, ευφυείς και μορφωμένοι, μελετούν τις νέες θρησκευτικές ιδέες και επηρεάζονται λίγο ή πολύ απ’ αυτές ή τις απορρίπτουν και εξελίσσονται σε κορυφαίους προμάχους της Ορθοδοξίας . Ο καθένας τους διαμορφώνει την δική του προσωπικότητα και κάτι έχει να προσφέρη. Τα έργα τους, τα περισσότερα αντιρρητικά, αναζωογονούν την θεολογική φιλολογία, αποτελούν την πρώτη ορμητική εκδήλωσή της στα χρόνια της τουρκοκρατίας και φέρνουν το προδρομικό μήνυμα της εποχής του ελληνικού διαφωτισμού. Αυτήν ακριβώς την προσφορά των πιο αξιόλογων θεολόγων στην υπόθεση της Εκκλησίας και του έθνους πρέπει ν’ αναζητήσουμε.
Η μόνη δυνατή προσωπικότητα, που θα μπορούσε ν’ αντιμετωπίση αποτελεσματικά τις κρίσιμες εσωτερικές και εξωτερικές περιστάσεις της Ορθοδοξίας, να δώση πνοή και ν’ αναζωογονήση την πνευματική της ζωή, είναι ο μεγάλος για την ταπεινοσύνη, για την μόρφωση και για το κύρος του Μελέτιος ο Πηγάς (1549 - 1601) από τον Χάνδακα ή Μεγάλο Κάστρο της Κρήτης. Ο Μελέτιος, ύστερ’ από τις πρώτες σπουδές στην πατρίδα του, πηγαίνει στην Πάδοβα, όπου σπουδάζει κλασσική φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική. Μετά την επιστροφή του στην πατρίδα του κείρεται μοναχός στην περίφημη μονή της Αγκαράθου, όπου ηγουμένευε ο Σίλβεστρος, μαθητής του Θεοφάνη Ελεαβούλκου και μετέπειτα Πατριάρχης Αλεξανδρείας.
Ο νεαρός μοναχός γρήγορα διακρίθηκε για το σεμνό του ήθος, για την αφοσίωσή του στις θεολογικές μελέτες και προ πάντων για το καρποφόρο κήρυγμά του εναντίον της Καθολικής προπαγάνδας . Εκτιμώντας οι συμπατριώτες του την μεγάλη μόρφωση και τους αγώνες του, του ανέθεσαν την διεύθυνση της ελληνικής σχολής του Χάνδακα. Δεν γνωρίζουμε πόσο έμεινε εκεί. Πιθανόν στα 1578 έφυγε για την Αίγυπτο και απ’ εκεί για το ερημητήριο της Αγίας Αικατερίνης στο «θεοβάδιστον» όρος Σινά. Εκεί έμεινε μόνον ένα ή ενάμιση χρόνο, γιατί ο γέρος Πατριάρχης Αλεξανδρείας και άλλοτε πνευματικός του πατέρας Σίλβεστρος, έχοντας ανάγκη βοηθού για την άσκηση των διοικητικών του καθηκόντων τον κάλεσε κοντά του, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο, κατόπιν τον προβίβασε σε πρωτοσύγκελλο (πιθανότατα τέλη του 1579) και λίγο αργότερα σε επίσημο ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου. Όπως και στην Κρήτη, έτσι και εδώ το κήρυγμά του στην ελληνική και αραβική του χάρισε μεγάλη φήμη. Επίσης προσπάθησε να επαναφέρη τους Κόπτες στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ν’ ανορθώση τον μοναχικό βίο στην Αίγυπτο. Στην Αλεξάνδρεια ο Πηγάς ίδρυσε την πρώτη ελληνική σχολή, όπου και δίδαξε . Για τους μαθητές του έγραψε το εγχειρίδιο «Στοιχειώσεις», που διαιρείται σε 3 μέρη· 1) γραμματική, 2) διαλεκτική και 3) ρητορική. Άλλην επίσης σχολήν ίδρυσε στο κοινόβιο της Αλεξανδρείας και διόρισε δάσκαλο τον Μάξιμο Πελοποννήσιο, τον γνωστό για τον «στηλιτευτικόν» του εναντίον του Μητροπολίτη Λαρίσης Διονυσίου.
Στην Αλεξάνδρεια είχε την ευκαιρία να γνωριστεί με επιφανείς Προτεστάντες, με τον Salomon Schweigger (Σιωπικός) στα 1581 και τον επόμενο χρόνο με τον Φραγκίσκο Billerbek και τον Ροβέρτο Dorndof, στους οποίους έκαναν μεγάλη εντύπωση οι ευγενείς τρόποι και η σπάνια για Έλληνες της εποχής εκείνης μόρφωση και γλωσσομάθειά του. Με την μεσολάβηση αυτών αλληλογραφεί με επιφανείς Διαμαρτυρομένους, αλλά κρατεί απέναντί τους επιφυλακτική στάση και δεν αφίσταται από το πνεύμα της Ορθοδοξίας . Είναι ευγενής και ήπιος στις εκφράσεις του απέναντι των Διαμαρτυρομένων, ενώ δεν τηρεί την ίδια στάση απέναντι των Καθολικών, κι’ αυτό ασφαλώς, γιατί από την περίοδο αυτή εντείνεται η Καθολική προπαγάνδα στην Ανατολή, όπως είχαμε την ευκαιρία να εξετάσουμε διεξοδικά στα προηγούμενα οικεία κεφάλαια. Από την εποχή αυτή χρονολογούνται, μεταξύ άλλων, η «Ορθόδοξος διδασκαλία» (1582), έργο δογματικό με πολεμικό χαρακτήρα, αφιερωμένο στην Μαργαρίτα της Ναβάρρας, γυναίκα του Ερρίκου Δ’ της Γαλλίας, και ο «Πρώτος Στρωματεύς», αφιερωμένο στον υπέρμαχο της Ορθοδοξίας τσάρο Θεόδωρο Α’ (1584 - 1598). Ο σκοπός ιδίως το πρώτου έργου, το οποίο τυπώθηκε δυο φορές (στα 1596 στην Βίλνα της Ρουθηνίας και 1769 στο Ιάσιο) είναι πολύ καθαρός: βλέπει ότι η Εκκλησία έχει περιέλθει σε δεινή θέση «και αυτό το της Ορθοδοξίας σύνθημα, το της πίστεως, φημί, σύμβολον εν συγχύσει πολυσχιδεί» και θέλει να βοηθήση, ώστε να επιστρέψουν στους κόλπους της εκείνοι που είχαν παρασυρθή από την Καθολική προπαγάνδα . Το έργο αυτό αποτελεί να είδος κατήχησης στην Ορθοδοξία. Είναι η εποχή των νέων κλυδωνισμών της Εκκλησίας από την απήχηση του Γρηγοριανού ημερολογίου, από την σύγκληση της συνόδου του 1583 στην Κωνσταντινούπολη για την αντιμετώπιση το ζητήματος αυτού, από την έκδοση του Τόμου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και του «ετέρου τόμου Αλεξανδρινού», που συντάσσει ο Μελέτιος Πηγάς και αποστέλλει στην Νοτιοδυτική Ρωσία, για να διαφωτίση τους κατοίκους σχετικά με την μεταρρύθμιση του ημερολογίου · από την εξορία του Ιερεμία Β’ στην Ρόδο, από την άνοδο του φαύλου Παχωμίου Πατέστα του Λεσβίου στον πατριαρχικό θρόνο· από τις απαιτήσεις του πρώην Αντιοχείας Μιχαήλ (που είχε παραιτηθή) να επανέλθη στον πατριαρχικό θρόνο που κατείχε τότε ο Ιωακείμ Β’. Δεν είχε καθησυχάσει ακόμη ο σάλος της Εκκλησίας, όταν ο Μελέτιος, προσκαλεσμένος από τον τσάρο της Ρωσίας Ιβάν Δ’ τον Τρομερό (1533 - 1584), ταξιδεύει στην Ρωσία με σκοπό να προσφέρη τις υπηρεσίες του στην ομόδοξη Εκκλησία της. Όταν όμως φθάνη στην Κωνσταντινούπολη, αναγκάζεται να διακόψη το ταξίδι του, γιατί διαπιστώνει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία κινδυνεύει από τον σάλο των εσωτερικών ανωμαλιών. Επί δυο χρόνια (1586 - 1587) ο Μελέτιος αγωνίζεται με σύνεση για ν’ αποκαταστήση την γαλήνη στην έδρα της Ορθοδοξίας, ενώ με το γραπτό και προφορικό του κήρυγμα ανανεώνει την δραστηριότητα, που είχε επιδείξει στην Κρήτη. Με κέντρο την Κωνσταντινούπολη επισκέπτεται τους κατοίκους διαφόρων μερών της Θράκης και της Μ. Ασίας αποστέλλει σε άλλους επιστολές και τονώνει το θρησκευτικό τους αίσθημα. Το έργο του θυμίζει την δράση των αποστόλων των πρώτων χριστιανικών χρόνων.
Στις αρχές του 1588 ο Μελέτιος καλείται ν’ αναλάβη την διοίκηση του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας με τον τίτλο του πατριαρχικού εξάρχου και μετά τον θάνατο του Σιλβέστρου εκλέγεται «πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας» (5 Αυγούστου 1590).
Ο Μελέτιος ξαναγυρίζει δυο φορές ακόμη στην Κωνσταντινούπολη, την πρώτη για να λάβη μέρος στην σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως της 12 Φεβρουαρίου 1593 (η οποία μεταξύ άλλων σκοπό είχε να κυρώση σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας την ανακήρυξη του Πατριαρχείου της Μόσχας) και την δεύτερη το 1594, για να ενισχύση με την παρουσία του ηθικά τον Πατριάρχη Ιερεμία Β’ και να συντελέση πάλι στην αποκατάσταση της γαλήνης μέσα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Γίνονται τώρα περισσότερο αισθητοί μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας οι κλονισμοί από την δράση των Ιησουιτών . Κατά τα ταξίδια του προς την Κωνσταντινούπολη είχε την ευκαιρία να διαπιστώση τον ζήλο και τις επιτυχίες τους. Και τρομαγμένος σημειώνει: «Παρασύρονται των ακεραιοτέρων αι ακοαί. Εις συνήθειαν ήλθον της διεστραμμένης διδασκαλίας... βαπτίσματα παρ’ εκείνων, προπομπαί των εξοδευόντων (αποθνησκόντων), επισκέψεις των ασθενούντων, παρακλήσεις των λυπουμένων, βοήθειαι των καταπονουμένων, αντιλήψεις παντοδαπαί, μυστηρίων κοινωνίαι, α πάντα δι’ εκείνων (των Ιησουϊτών) επιτελούμενα σύνδεσμος γίνεται τοις πολλοίς της προς αυτούς ομονοίας, ώστε μικρού χρόνου παρελθόντος μηδέ (ει γένοιτό τις άδεια) ελπίδα λοιπόν είναι τους υπό χρονίας απάτης κατασχεθέντας πάλιν προς την επίγνωσιν της αληθείας ανακληθήναι». Στην Χίο οι Ιησουίτες, όπως είδαμε, είχαν σημειώσει τόσες επιτυχίες, ώστε ν’ αναγκαστή να στείλη εκεί, κατά τα τέλη του 1589, τον ανεψιό και πρωτοσύγκελλό του Κύριλλο Λούκαρι και τον Ιερομόναχο Σωφρόνιο Παπαδόπουλο, για ν’ αναστείλουν τις προόδους των. Η παραμονή τους εκεί ήταν εφήμερη και είναι βέβαιο ότι δεν άφησε ουσιαστικές επιδράσεις, αλλά μάλλον σπέρματα αναταραχής και δυσάρεστες συνέπειες για τον Σωφρόνιο. Φαίνεται ότι Χιώτες λατινόφρονες με την υποκίνηση ασφαλώς των Ιησουϊτών, που αμύνονταν, αντεπιτέθηκαν και κατόρθωσαν να διαβάλουν στο Πατριαρχείο τον νεωτερίζοντα ίσως Σωφρόνιο για Λουθηροκαλβινισή με αποτέλεσμα να προκαλέσουν την καθαίρεσή του. Τον Λούκαρι τον στέλνει επίσης ο Μελέτιος το 1593 στην Πολωνία, για ν’ ανταπεξέλθη στην προπαγάνδα των Ιησουιτών, που κλόνιζαν εκεί τα θεμέλια της Ορθοδοξίας.
Κατά την επιστροφή του στην έδρα του διαπιστώνει ο Μελέτιος με μεγάλη λύπη τις ταλαιπωρίες των Ελλήνων και την αναξιότητα των αρχιερέων· «πολύς εσμός εκχείται παρά των ημετέρων τουτωνί, των αρχιερατευόντων, τη οικουμένη των κακιών». Και για να παρηγορήση τον Ιερεμία του γράφει· «Ου Θράκη μόνον πλουτεί των κακών, αλλά Θράκην Αίγυπτος υπερακοντίζει».
Στην Αίγυπτο τον αναμένουν νέοι αγώνες. Με επιμονή τώρα συνεχίζει τις προσπάθειες (που είχε αρχίσει άλλοτε ως πρωτοσύγκελλος) και κατορθώνει να φέρη στους κόλπους της Ορθοδοξίας πολλούς μονοφυσίτες Κόπτες. Δεν στέφθηκε όμως με την ίδια επιτυχία και το διάβημά του προς τον βασιλιά των Αβησσυνών Sagad Α’ (1563 - 1597), προς τον οποίο είχε γράψει (1595) προσκαλώντας τον να μιμηθή το παραπάνω παράδειγμα. Κατόρθωσε όμως ν’ αντιταχθή μ’ επιτυχία στην προπαγάνδα των Ιησουϊτών ανάμεσα στους Κόπτες και να την ανακόψη. Το κύρος του Μελετίου την εποχή αυτή έχει επιβληθή όχι μόνο στην Αίγυπτο, αλλά και σε όλο τον ελληνικό χώρο.
Μετά τον θάνατο του Ιερεμία Β’, υπείκοντας στις αλλεπάλληλες εκκλήσεις και πρεσβείες των κύκλων του Πατριαρχείου, κληρικών και κοσμικών, έρχεται στην Κωνσταντινούπολη και αναλαμβάνει στις 26 Μαρτίου 1597 την διακυβέρνηση του Οικουμενικού θρόνου ως «επιτηρητής» (τοποτηρητής), ωσότου εκλεγή ο νέος Πατριάρχης. Τότε τον γνωρίζει ο περιηγητής Dousa, που μας δίνει το πορτραίτο του: «ήταν πια ηλικιωμένος, το πρόσωπό του αξιοπρεπές και τα ψυχικά του χαρίσματα τόσο μεγάλα, ώστε να μη θεωρήται ότι ανάξια κατείχε την ανώτατη θέση της Ανατολικής εκκλησίας· γενικά με την εμφάνισή του κατακτούσε τις ψυχές των ανθρώπων».
Κατά το εικοσάμηνο περίπου διάστημα της τοποτηρητείας του ο Μελέτιος κατόρθωσε να οργανώση άριστα το πατριαρχικό δικαστήριο , που εκδίκαζε τελεσίδικα τις υποθέσεις των Χριστιανών ραγιάδων, να εξαγοράση το μοναστήρι του Μεγάλου Δημητρίου στην Ξυλόπορτα, όπου με δωρεές του ηγεμόνα της Μολδαβίας Ιερεμία (1595-1606) κτίστηκε το νέο πατριαρχικό οίκημα, και με τους εράνους και συνδρομές των Χριστιανών να εξοφλήση το μεγαλύτερο, φαίνεται, μέρος του πατριαρχικού χρέους προς Εβραίους τοκογλύφους , που το ονόμαζε «θηρίον της Εκκλησίας». Οι αντιδράσεις όμως που προκαλούσε η ανεξαρτησία της γνώμης του και η αυστηρότητα των μέτρων του εναντίον των παρεκτρεπομένων, καθώς και η αδυναμία του τελικά να επιβληθή στους ιδιοτελείς και ταπεινούς συνεργάτες του, του δημιούργησαν μια ανυπόφορη ατμόσφαιρα, γεμάτη από στεναχώριες και ψυχικές αναστατώσεις. Αυτοί ακριβώς κινήθηκαν εναντίον του και κάλεσαν ξαφνικά στον θρόνο, τον Απρίλιο του 1598, τον απαίδευτο επίσκοπο Ιωαννίνων Ματθαίο, τον οποίο με την σύμπραξη των Τούρκων τον έκαναν Πατριάρχη. Απογοητευμένος ο Μελέτιος εγκατέλειψε οριστικά την Κωνσταντινούπολη και ξαναγύρισε στην έδρα του, κατά το τέλος του 1598 αρχές του 1599. Επικρατούν οι εγωπαθείς και διεφθαρμένοι του πατριαρχικού περιβάλλοντος και συνεχίζονται οι μηχανορραφίες και οι αλλαξοπατριαρχείες. Οι νέοι αυτοί γραικύλοι εμπρός στην ικανοποίηση των συμφερόντων τους κάνουν ό,τι μπορούν, για να επιβαρύνουν τα οικονομικά του Πατριαρχείου και να σπιλώνουν την υπόληψη της Εκκλησίας του Χριστού. Ο φατριασμός και οι διχόνοιες είναι καθημερινή απασχόλησή τους. Η ελεεινή όμως αυτή κατάσταση αποκαρδίωνε και έσπρωχνε πολλούς Χριστιανούς κάθε χρόνο στον Ισλαμισμό.
Ο Μελέτιος πέθανε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1601 στις αγκάλες του πνευματικού του τέκνου Κυρίλλου Λούκαρι (1572 - 1638), που μόλις είχε φτάσει από την δεύτερη αποστολή του στην Πολωνία, όπου μάταια είχε προσπαθήσει ν’ αναστείλη την πρόοδο του Καθολικισμού.
Τα έργα του Μελετίου είναι δογματικά, απολογητικά της Ορθοδοξίας, και ιδίως πολεμικά , όπως ήταν φυσικό για την εποχή εκείνη. Κεντρικό σημείο του έργου του αποτελεί η υπεράσπιση των θέσεων της Ορθοδοξίας απέναντι των αποφάσεων της Φλωρεντινής συνόδου. Από τα έργα του η «Ορθόδοξος διδασκαλία», είχε, φαίνεται, την μεγαλύτερη απήχηση στον λαό, γι’ αυτό και μεταφέρθηκε σε απλή γλώσσα. Ενδιαφέρουσες είναι και οι πάμπολλες επιστολές του, εκδεδομένες και ανέκδοτες, που είναι ανάγκη να συγκροτηθούν σε σώμα και να εκδοθούν, γιατί απευθύνονται όχι μόνο σε επίσημα πρόσωπα, βασιλείς, ανώτερους κληρικούς, λογίους, αλλά και σε κατώτερους κληρικούς και απλούς ανθρώπους του λαού, και περιέχουν πλήθος ειδήσεων χρήσιμων για την γνώση της κοινωνικοπολιτικής, θρησκευτικής και πνευματικής ιστορίας του τόπου.
Πολύ μεγαλύτερη σπουδαιότητα όμως παρουσιάζουν τα κηρύγματά του, οι σωζόμενες ομιλίες με τον τίτλο «Ευαγγελικής διδασκαλίας περίοδος», γιατί άσκησαν μεγάλη επίδραση στον ελληνικό λαό. Το μυστικό της γοητείας του Μελετίου ήταν, κατά τον αυτόπτη μάρτυρα Dousa, ότι «μιλούσε με ευγλωττία και χρησιμοποιούσε διαλεχτές λέξεις, απαλλαγμένες από κάθε τάση για επίδειξη». Ο Πηγάς δηλαδή συνεπαρμένος από την επιθυμία του να πλησιάση τον λαό απομακρύνεται από την συνηθισμένη παλαιότερη παράδοση του κηρύγματος, την επηρεασμένη από την δυτική σχολή, που πρόσεχε πολύ την τεχνική επεξεργασία του κειμένου, δηλαδή την εσωτερική δομή του λόγου, την καλλιέπεια και το ύφος, και — παραμελώντας τους καθιερωμένους κανόνες του είδους αυτού της γραμματείας — αποβλέπει στην πηγαία απόδοση των συναισθημάτων του, στην ζωντανή εξεικόνισή τους με όργανο την δημοτική γλώσσα. Έτσι με τον αυθορμητισμό του ανανεώνει το κήρυγμα, του δίνει μορφή δική του, ελληνική, και ανοίγει ένα δρόμο πολύ δύσκολο και επικίνδυνο για θεολόγους που δεν είχαν ούτε την δική του θερμή πίστη ούτε και μην βαθιά φιλολογική και φιλοσοφική του κατάρτιση.
Οι ομιλίες του Πηγά αποτελούν ένα ζωντανό εθνικοθρησκευτικό κήρυγμα για εγκαρδίωση και ανάνηψη· καταδικάζει την πολυτέλεια, την τροφή, την μέθη, που οδηγούν τους νέους στο παραστράτημα και στην παραλυσία· στιγματίζει τις σωματικές ηδονές και εξαίρει τις πνευματικές, αποδοκιμάζει τις γυναίκες που τρέχουν στους μάγους, στις γητεύτρες, στις γύφτισσες κ. λ. π., ή εκείνες που πιστεύουν σε διάφορες δεισιδαιμονίες, κ. λ. Καταδικάζει τις αδικίες: «Ω άνθρωπε άσπλαχνε..., τι ελπίζεις να πάθης εσύ, οπού αρπάζεις τα αλλότρια, κλέπτεις τα ξένα, ιεροσυλείς τα θεία; Και πάντα διατί; Άλλος δια να μεθύση, άλλος δια να σπαταλήση, άλλος δια να λαμπροφορέση, άλλος δια να κερδίση, λέγει, θρόνους — ξεύρω για τι θρόνους — να δοξασθή και να κλονήται η Εκκλησία του Θεού, δια να ξοδιάζωνται τα στάμενα εις τους ασεβείς, εις τους εχθρούς του Χριστού, να ξεκουμπίση τον αδελφόν, να χαλάση την Εκκλησίαν, δια να στήση το θέλημά του» . Με αυστηρότητα καυτηριάζει τους ανάξιους κληρικούς: «Άνθρωπος κράζεται εκείνος του Θεού, Χριστιανός το όνομα, και τάχα και φορεί και σχήμα, δεν ηξεύρω πως να τον ειπώ τον ανίερον. Έπειτα τρέχει οπίσω σαρκός τέρας και δεν φοβάται Θεόν, μήτε το πυρ εκείνο ενθυμείται και τες φλόγες εκείνες [τες] σοδομιτικές, ω ουρανέ και ήλιε!.. Τις σε αναγκάζει να πωλήσης ή να αγοράσης ανάξιος Ιερωσύνην ή Αρχιερωσύνην και να θησαυρίσης κόλασιν; Ή δεν γνωρίζεις πως είναι πολλών κολάσεων άξιον το επιχείρημα; . . ». Υπάρχει έπειτα και η στιγμή της κρίσεως: «Πώς να απολογηθούμεν εκεί, όταν έλθη ο κριτής, όταν καθίση το κριτήριον το φοβερόν, όταν τεθώσι θρόνοι, όταν ανοιχθώσι τάφοι, οι βίβλοι των συνειδήσεών μας;»
Δεν ξεχνά την καταγωγή του και είναι περήφανος γι’ αυτήν. Το γένος του εξακολουθεί να είναι το φως του κόσμου:
«Εσείς είσθε το γένος εκείνο το περιφρονημένον των Ρωμαίων, το οποίον ποτέ εκυρίευσεν όλην την Οικουμένην με την δύναμιν των αρμάτων . Η πρώτη μοναρχία των Περσών μετετέθη εις Αιγυπτίους, από τους Αιγυπτίους εις Μακεδόνας, οι οποίοι ήσαν Έλληνες, το γνήσιον γένος σας. Από εκείνους δε ες τους Ρωμαίους, από τούς οποίους εσείς και κρατάτε και λέγεσθε. Εσείς είσθε εκείνοι, των οποίων οι πατέρες εφώτισαν την οικουμένην, την Ορθοδοξίαν της Χριστού πίστεως. Τα λείψανα είστε εσείς της βασιλείας των Ρωμαίων, εσείς τα λείψανα της Ορθοδοξίας. Από εσάς όλα τα έθνη, όσα ομολογούσι τον Χριστόν, αναμένουσι να πάρουσι το στερέωμα των δογμάτων της πίστεως και τους θεσμούς των εκκλησιαστικών πράξεων, τα ήθη και την πολιτείαν της θεαρέστου ζωής. Όλος ο κόσμος εις εσάς αναδρανίζει, εσάς ως φως του κόσμου».
Όπως βλέπουμε, ο ιερωμένος αυτός γνωρίζει καλά τις πηγές της πνευματικής και της εθνικής του υπόστασης, την αρχαία Ελλάδα μαζί με την Μακεδονία και το χριστιανικό Βυζάντιο. Κλαίει όμως τώρα για την κατάπτωση του γένους που έγινε περίπαιγμα των λαών της Δυτικής Ευρώπης και των «απίστων»:
«Κλαίω και εγώ την συμφοράν του γένους μας και θέλω την κλαύσει, δια να μη θαρρούσιν οι αιρετικοί και οι ασεβείς, οπού μας περιπαίζουσι και μας ονειδίζουσι ή πως δεν βλέπομεν την παντερημίαν μας ή πως την στέργομεν.»
Αλλά δεν πρέπει ν’ απελπίζωνται οι Έλληνες, αρκεί να μετανοήσουν για όσα έγιναν. Η μετάνοια είναι η σωτηρία. Ο Πηγάς αντιπαραθέτει την αξία της μετάνοιας προς την απαξία της αμαρτίας:
«Η αμαρτία εξορίζει, η μετάνοια προσοικειοί. Η αμαρτία πτωχαίνει, πλουτίζει η μετάνοια. Η αμαρτία σκορπίζει, η μετάνοια περιμαζώνει. Ασχημίζει η αμαρτία, καλλωπίζει [η μετάνοια]. Εκείνη κατασταίνει βοσκούς χοίρους, ετούτη μας κατασταίνει πάλιν υιούς».
Ας μην είναι λοιπόν οι Έλληνες απαισιόδοξοι. Μόνο στην μετάνοια και στα καλά έργα βρίσκεται η σωτηρία τους:
«. . . ας κλαύσωμεν από το ένα μέρος δια τας αμαρτίας μας, επιστρέφοντες εις μετάνοιαν, και από το άλλο μέρος, μη απελπίζου, μη απελπίζου ο λαός του Θεού, το έθνος το άγιον, βλέποντες πως σε κακουχούσιν και σκληραγωγούσιν οι ασεβείς. Αναθυμήσου, πως και το σπέρμα του Αβραάμ, το σπέρμα της επαγγελίας, παρέδωκεν ο Θεός ο δίκαιος εις δουλείαν τόσους χρόνους. Έπειτα ο αυτός Θεός έκρινε (καθώς είπα του Αβραάμ) το έθνος εκείνο των ασεβών... Πλην, παρακαλώ, να σπουδάσωμεν ημείς, να προφθάσωμεν με τα καλά έργα τες ασέβειες αυτών, δια να παρακινηθή ογληγορήτερα ο Θεός, δια την εργασίαν των καλών μας έργων, δια την ασέβειαν των εχθρών, να χαλάση και τόσην τυραννίαν και τόσον κακόν, ως επιθυμείτε, και να μας αξιώση των αγαθών εκείνων της βασιλείας των ουρανών. . . »
Απέραντη η πίστη του στην Ορθοδοξία. Αυτή θα σώση τους Έλληνες:
«Μόνον μη αμελησωμεν αδελφοί τοις ίχνεσιν επιβαίνειν των προγόνων ημων ειδότες ότι ου προσφατοις πόμεθα δόγμασιν αλλ’ αρχαίοις και πατροπαραδότοις τον Σωτηρα Χριστόν έχουσι νομοδότην και νομοθέτην τούς Αποστόλους δε και τούς Αγίους Πατέρας εκφαντορας...»
Παρακαλεί τον Χριστό να μην παύση να βασιλεύη και να μην επιτρέψη να βασιλεύη άλλος στην θέση του —· φράση που υπαινίσσεται τον φόβο για την ενδεχόμενη επικράτηση του Μουσουλμανισμού.
Αποσπάσματα εξ ομιλιών του Μελετίου
Α. Εξ ομιλίας τη Ε' Κυριακή των Αγίων Νηστειων (σελ. 103).
37. Είναι λοιπόν, λέγει ο απόστολος προς Γαλάτας, δύο διαθήκες: η μία η γεννώσα εις δουλείαν, ή συστοιχούσα τη νυν Ιερουσαλήμ. Η άλλη, ελευθέρα, η άνω Ιερουσαλήμ. Ακούεις, αδελφέ, πως τα πράμματα εκείνα, οπού εγινούντανε τον παλαιόν καιρόν, ήταν και τινά σημάδια και τύποι μυστηρίων μεγάλων, όχι παραδείγματα, να σε παρακινήσουν εσέναν εις άκρασίαν, εις αμαρτίαν;
38. Και κοντολογία, εσύ καν δεν μετράς με τον νουν σου, ότι επειδή είναι λόγια του πνεύματος, ανάγκη είναι να μη σου εγραφτήκασι, διά να κάμεις εσύ αμαρτίες, διότι ήθελες καταστήσει διδάσκαλον τες αμαρτίες. Ο Θεός να με φυλάγει από την βλασφημίαν ταύτην του Θεού ! Μη λοιπόν, αδελφέ, μη θέλεις τα κακά σου θελήματα. Την γυναίκα, οπού σου έδωκεν o Θεός, εκείνην έχε, και αν είναι στείρα, στείρα· αν είναι παιδογόνος, παιδογόνον. Και μη μου ευρίσκετε πρόφασιν και εαν και εσύ, να μολύνετε ο εις διά τούτην την πρόφασιν, ο άλλος διά κείνην την πρόφασιν, να μολύνετε, λέγω, το στέφανόν σας.
39. Τηράτε το αμόλυντον, τηράτε να το παραδώσετε τω φοβερώ Θεώ καθαρόν και αμίαντον. Δεν έχω καιρόν να σε ειπώ περισσότερον διά τούτην την ατοπίαν, οπού γίνεται ανάμεσά μας σήμερον και μολύνεται, μάλιστα και χωρίζεται, το ανδρόγυνον και επαίρνει εκείνος άλλην και εκείνη άλλον.
Β. Εξ ομιλίας τη Κυριακή των Βαΐων (σελ. 152 153).
10. Και εκείνη πάλιν, (η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου) ως ήκουσεν, εσηκώθη πάραυτα από το ξόδι και τα δάκρυα του αδελφού και καταφρονά τα πάντα, και λύπες και πικρίες και θλίψεις και κλαημούς, και τρέχει προς τον Χριστόν. Το εναντίον απ' ό,τι κάμνουσιν εδώ οι γυναίκες, θαρώ, και οι άνδρες οι εδικοί μας, οπού αφήνουσι την εκκλησίαν. Στερεύγουνται τα μυστήρια του Θεού, φεύγουσιν από Θεόν. Διατί; Διατί, λέγει, είναι θλιμμένοι -ώ κόσμε, έρημε κόσμε, και τότες είναι περισσότερος καιρός, όταν έχωμεν θλίψιν, να τρέξωμεν προς Θεόν. «Εκέκραξα, λέγει ο πατρόθεος προφήτης, εκέκραξα εν τω θλίβεσθαί με προς Κύριον και επήκουσάς μου εις την θλίψιν» μου, εκέκραξα προς Κύριον».
11. Και εμείς σήμερον, εις τες θλίψεις μας, τρέχομεν εις τους μάντεις, διατί, λέγει, διά να με παρηγορήσει, να κάμει ν' αγαπά ο δείνας, να κάμει να εύρω το τάδε τι, οπού έχασα, να μου απαγγέλλει διά τάδε τι οπού αναμένω. Ώ γυναίκες, πώς να σας ειπώ, γυναίκες, και αν ο μάντης ή η μάντισσα εμπορεί να κάμει τάδε ή τάδε, να σου κάμει αγάπες, να σου κάμει παιδία, να σου εύρει πλούτη, να σου γιάνει πληγές, δεν ήθελεν κάμει πρώτα του λόγου της; Πόσοι μάντες και μάντισσες είναι πυργωμένοι, παρδαλοί, κυλλοί, κακόμοιροι; Τριγυρίζουσι να εύρουσι καμμίαν λωλήν, να της φάγωσιν τέσσερες πέντε φόλες με το να της τάσσουσιν να την κάμνουσιν εκείνην γερήν, πλουσίαν, εκείνοι οπού είναι αυτοί τως κυλλοί και φτωχοί.
12. Ένα μου πέτε: αv σας έδιδεν ο διάβολος καλόν, οπού είναι των αδυνάτων, όσον μηδέ αυτός ατός του δεν είναι δυνατόν να είναι καλός, πλην, εθέλετέ το το διαβολικόν εκείνον και δαιμονικόν καλόν; Εγώ λογαριάζω, πως και μόνον το όνομα, το όνομα μόνον διαβολικόν, δαιμονικόν να είναι απατά διαβολικόν και δαιμονικόν, κακόν, όχι καλόν και φευκτόν. Ειπέ μου εσύ η ρίκτρα, οπού ρίκτει διά πλούτη καμμίαν και παίρνει σου έξη φόλες να σε κάμει πλούσιον, και του λόγου της πώς δεν πλουταίνει;
13. Ώ κόσμε λωλέ, οπού δεν γνωρίζεις, πώς, αν ήταν αλήθεια αυτάνα τα πράμματα, δεν ήθελες βλέπειν την κατζιβέλλαν γυμνή και ξεσκημένην να τα πει εσένα [τα] πλούτη, και αυτήνη να ψοφά διά έναν άσπρον. Πλην αφήτε τούτες τες λωλές μάντισσες! Εσείς μη πααίνετε πλέα. Αφήτε τούτες τες δαιμονισμένες και ας γιαγείρομεν εις την καλήν Μάρθαν καί Μαρίαν.
Γ. Εκ της αυτής ομιλίας (σελ. 170-171).
61. Ας γδυθής λοιπόν, άνθρωπε, από μάταια νεκρά πάθη της νεκρώσεως και λάβεις βαΐα φοινίκων αειθαλών, πράξεις ενάρετες και να υπαντήσεις τον Χριστόν, δεν θες ακούσεις μόνον, πως ανάστασε τον Λάζαρον, καθώς ακούεις πώς ακούουσιν εδώ οι λαοί, αμή θες αναβοήσει και εσύ το ωσανά, και θες λάβει το «σώσον δή Κύριε». Ώ Μελέτιε, πώς νάκαμνες την γλώσσαν μου, όχι κάλαμον γραμματέως οξυγράφου, επειδή δεν έχει να γράφεις μαλακά χαρτία, αμή, ή αδαμαντίνη, επειδή έχεις να χαράξεις, ωσάν πλάκες λίθινες, καρδίες σκληρές, ή πυρίνη, ωσάν εκείνες τες πυρίνες του πνεύματος, επειδή έχεις, ωσάν τότε εκείνος ο προφήτης τον τότε λαόν, ως καλάμιν νάκαιες, Μελέτιε, τόσην ύλην, όσην είναι φορτωμένη σήμερον τα στήθη μας και δεν αφήνει να φυτευθή o του Θεού φόβος, η του Χριστού υπακοή, οπού μας oρίζει με φοβερά και αφοριστικά από Θεού πρόσωπον λόγια να ταπεινωθούμεν, οπού μας ορίζει να μην μνησικακούμεν, μα να συγχωρούμεν με όσους έχομεν κακοσύνην, αλλέως πως δεν έχομεν να ιδούμεν πρόσωπον Θεού.
62. Πλήν, μην αναμένετε· ακούτε με και άνδρες και γυναίκες. Μην αναμένετε να μου θαυματουργήσει ο Θεός, και να μετασκευάσει την γλώσσαν μου οξυγράφον ή εις αδαμαντίνην και πυρίνην ή εις γλώσσαν αγγέλου, απ' εκείνες, οπού λέγει ο Παύλος. Εις στέκει να την καταστήσει και πυρίνην και αγγελικήν, αν δεκτείτε τον λόγον του Θεού πατρός και να ταπεινωθήτε και ν' αφήσετε και την μνησικακίαν, την αντίθεον, με τα λοιπά πάθη τα σαρκικά, διά την βασιλείαν των ουρανών, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν εν Χριστώ Ιησού, ω η δόξα και το κράτος συν πατρί και πνεύματι εις αιώνας. Αμήν.
Δ. Εξ ομιλίας τη Αγία και Μεγάλη Πέμπτη (σ. 203).
34. Τρέχει, ασπάζεται τους αχράντους εκείνους πόδας, ραίνει τους και βρέχει τους με τα δάκρνα της μετανοίας. Και oι στεναγμοί της καρδίας, η συντριβή η συνεχή, δεν αφήνουσι την κατάνυξιν να ειπεί λόγια. Με τα έργα, αυτά, που είναι ζωντανά λόγια, με τα αυτά τα έργα βοά η καλή εκείνη πόρνη, ήδη μη πόρνη, τω Χριστώ, και λέγει πώς είναι αμαρτωλή περισσά και πως δέεται συγχωρήσεως διά φιλανθρωπίας, μάλιστα δείχνει και τούτη έξω από ετούτο, την μεγάλην αγάπην, οπού εχει προς τον Χριστόν. Μύρον της ευρίσκεται. πολύτιμον εις αλάβαστρον άγγείον. Παίρνει το μύρον. Βαστά ατή της το αλάβαστρον. Σπα το αλάβαστρο, χύνει το μύρον αλείφει την ακήρατον εκείνην κορυφήν του Χριστού, της οποίας τα ποδάρια έβρεχε με δάκρυα και εσφούγγιζε με τες απαλές εκείνες πλεξούδες, οπού είχε πρώτα δίκτυα της αγάπης της αμαρτίας.
35. Ώ καλή πόρνη, πώς εύρες καλήν και σύντομον στράταν να ξεφκαιρώσεις το πέλαγός σου της αμαρτίας με τα δάκρυα της μετανοίας, με την κένωσιν του μύρου! Ώ καλή μετάνοια, πώς δύνασαι και σιμώνεις τας πόρνας τω Χριστώ και ανέχεται της δυσωδίας του βρώμον της άμαρτίας, ανέχεται ο Χριστός, όχι διά το μύρον, διά τα δάκρυα.
Ε. Εξ ομιλίας τη Κυριακή των Προπατόρων (σ.229-230).
60. Παρακαλώ σας λοιπόν, μην ευρεθούμεν εμείς από τους πολλούς τους καλεσμένους, μηδέ καταφρονήσωμεν το κάλεσμα του Κυρίου, μηδέ αγρούς, μηδέ ζεύγη βoώv, μηδέ γυναίκα, αλλά ας γενούμεν, από τους ολίγους, διά τους οποίους λέγει ο Σωτήρ, ότι «ολίγοι οι σωζόμενοι». Ας γενούμεν από τους εκλεκτούς με την στράταν, οπού μας ερμηνεύει ο Σωτήρ, διά του αποστόλου ότι «αποστήτω από αδικίας πας ονομάζων τον Κύριον». Και πάλιν «καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, ποιούντες αγιωσύνην εν πνεύματι αγίω».
61. Και μη μου προφασίζου, ώ δύστηνη Πόλη, πως έχεις κακούς ποιμένας. Έχεις και καλούς, καλά και ολίγους, πλην αν έχεις και κακούς, πείθου εσύ «τω λόγω της αληθείας» και μην ξετρέχεις τας πράξεις των κακών. Ξεύρεις, να σου ειπώ, πρώτον μεν ήθελα να είμεσθαν εμείς καλοί, αλλά θα νάμεσταν το φως του κόσμου, το άλας της γης, οι οδηγοί των τυφλών, οι παιδευταί των ασεβών, και να μην είμεσθαν φαρισαίοι, να λέγεται και περί ημών ότι «επί της Μωσέως καθέδρας εκάθισαν οι γραμματείς και οι φαρισαίοι· πάντα ουν όσα αν είπωσιν υμίν ποιήσαι, ποιήσατε, κατά δε τα έργα αυτών ου μη ποιήσητε· λέγουσιν γαρ και ου ποιούσιν».
62. Αλλά εγώ ήθελα να εκάναμεν και ημείς οπού διδάσκομεν τους άλλους. Πλήν εσύ ο ευσεβής, λάμβανε την καλήν διδασκαλίαν, λάμβανε τα μυστήρια της ευσεβείας και από τους αναξίους. Τίμα και τους αναξίους και θες έχεις μεγαλείτερον μισθόν. Μηδέ δίσταζε, ότι να σου κολομβώνει το μυστήριον της ευσεβείας πονηρία του αρχιερέως, ιερέως. Ξεύρεις τι είμεσθαν εμείς; Βουλωτήρια, σφραγίδες, τύποι. Και άλλος είναι χρυσος, άλλος ασημίτικος, άλλοι είμεσθεν σιδερένιοι. Και βαστώμεν όλοι έναν τύπον. Εσείς είστε το κερί.
63. Ειπέ μου, ωσάν τυπωθή το κερί και λάβει την εικόνα του βασιλέως, τόσον από σιδερένιον, ωσάν από ασημένιον, ωσάν από το χρυσόν βουλωτήρι, τι διαφέρεται προς τα βουλωτήρια εκείνα; Πασαένα ό,τι διά λόγου του είναι, διά λόγου του τιμάται, διά λόγου [του] ξάζει. Αν χρυσόν, πολύν. Αν αργυρόν, ολιγώτερον. Αν σίδερον, ολιγώτερον. Αμή ο τύπος των εικόνων όλος είναι ίσα ίσα εις το κερίν. Mόvov μη σκληρύνει σας, μα δέχου εις όλα τον τύπον της διδαχής, σωφρονίσου και εσύ απατά. Και εκείνοι οι κακοί ποιμένες τι αναμένετε; Τι σκορπίζετε εσείς τα πρόβατα του Κυρίου, ώ λύκοι άρπαγες, και εσείς, πως αφήνετε και σκορπίζεσθε έτζι. Δεν συντηράτε τον ποιμένα τον καλόν, οπού διά τα πρόβατα, ως πρόβατον, ήχθη εις σφαγήν; Εκνίψασθε δικαίως. Ξυπνήσατε, μη κοιμάσθε τον θάνατον του ύπνου. Ο θάνατος μας περιτρέχει. Ο δεσπότης και καλεί και αναμένει εις μετάνοιαν, διά να μας αξιώσει δείπνον μεγάλον και λαμπρόν εις την βασιλείαν των ουρανών, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν εν Χριστώ Ιησού, ώ η δόξα και το κράτος συν Πατρί και Πνεύματι εις τους αιώνας των αιώνων, αμήν.
Πηγή: (Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Γ’ τομ., Θεσσαλονίκη 1968) Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας , («Μελέτιος Πηγάς. Χρυσοπηγή», Αθήναι 1958) Μυριόβιβλος
Στις 13 Σεπτεμβρίου η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά και γεραίρει τη μνήμη του Αγίου Αριστείδου, του επιφανούς και ευγλωττότατου αυτού Αθηναίου φιλοσόφου και πανευφήμου μάρτυρος του Χριστού, ο οποίος έμεινε γνωστός στην Εκκλησιαστική Ιστορία και Πατρολογία από την περίφημη απολογία του υπέρ των διωκομένων χριστιανών.
Εκτιμούμε ότι το Πρόγραμμα ομογενοποίησης των πολιτών του πλανήτη αποτελεί μεγάλη επιχείρηση, που, όπως μπορεί κανείς να υποθέσει κάποιος, θα έχει και υψηλό κόστος.
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ
«Κανένας Γερμανός, δέν πρέπει νά ἐνοχληθῆ»
Γιὰ
τὸ Γραμματέα τῆς Ἐπιτροπῆς Πόλης
Ύστερα ἀπό διαπραγματεύσεις μέ τὴ Γερμανική Διοίκηση καταλήξαμε μαζί της σέ συμφωνίες πού θά πρέπη στό μέλλον νά τίς ἐφαρμόσουμε πιστά γιατί αὐτό ἐπιβάλλουν τά κομματικά μας συμφέροντα.
Σύμφωνα μέ αὐτές κάθε «σαμποτάζ» ἤ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐνέργεια μας ἐνάντια ὁπλιτῶν ἤ βαθμοφόρων τοῦ στρατοῦ κατοχῆς θά γίνεται ὕστερα ἀπό σχετικάς ὑποδείξεις τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Γκεστάπο.
Δόστε ἑπομένως ἐντολή στίς Ἀχτίδες νά πάψουν στό εξἤς οἱ ξεκάρφωτες. Ὁπλισμός μας ἐξασφαλίστηκε ἀρκετός..
Σὰν ὑπεύθυνο γιά τὴ δουλειά αὐτὴ ἡ Γερμανικἤ Διοίκηση ὁρίζει τὸν Ταγματάρχη Όττο τοῦ Β’ Γραφείου.
᾽Ακόμα ἀνέλαβαν τὴν ὑποχρέωση νά μας εἰδοποιοῦν γιά τὰ μπλόκα καί τίς συλλήψεις ὥστε κανείς νά μήν ὑπάρχη κίνδυνος γιά τὰ μέλη τῆς ὀργάνωσης μας.
Παράλληλη ὑποχρέωση ἀναλάβαμε καί μεῖς γιά τὴν περίπτωση τῆς ἀναχώρησης τους ἀπό τὴν Ελλάδα.
Κανένας δέν πρέπει νά ἐνοχληθῆ.
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΘΗΝΑ 13/9/44
.
ὑπογραφή
Γ. ΣΙΑΝΤΟΣ
.
Συμφωνίας μετά τῶν Γερμανῶν συνῆψε καί αὐτὴ ἡ ἡγεσία τοῦ Κ.Κ.Ε., εἰς τὰς Ἀθήνας. Ὁ Σιάντος καί ἡ Γκεστάπο ἀπεφάσισαν, ὅπως αἱ γερμανικαί ἀρχαί εἰδοποιοῦν τοὺς κομμουνιστάς διά νά ἀποφεύγουν τά περίφημα «μπλόκα» : «Κανένας Γερμανός, δέν πρέπει νά ἐνοχληθῆ», γράφει ὁ Σιάντος.
Πηγή: Αβέρωφ
Oι επιχειρήσεις και οι ιδιοκτήτες σπιτιού του Ηνωμένου Βασιλείου θα μπορούσαν να τιμωρηθούν με φυλάκιση έως και ένα χρόνο ή πρόστιμο 15.000 λιρών για μη συμμόρφωση με τους νέους κανονισμούς ενεργειακής απόδοσης που πρότεινε η κυβέρνηση.
Η Μάχη της Πέτρας υπήρξε η τελευταία μάχη του Αγώνα για την Ελληνική ανεξαρτησία. Έλαβε χώρα στην Πέτρα της Βοιωτίας, μεταξύ Θήβας και Λιβαδειάς όπου την εποχή εκείνη ήταν μία στενή δίοδος, που σχημάτιζαν οι όχθες της Λίμνης Κωπαΐδας και το βουνό Ζαγαρά (Ελικών). Επικεφαλής των Ελληνικών δυνάμεων ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης, που κατά περίεργη συγκυρία έθεσε τέρμα στον Αγώνα, τον οποίον είχε αρχίσει ο αδελφός του, Αλέξανδρος, με την διάβαση του Προύθου στις 24 Φεβρουαρίου 1821.
Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α’ Κομνηνός, γιος του Ισαάκιου Κομνηνού, έμεινε στο θρόνο από το 1183 μέχρι το 1185 οπότε και φημολογείται η δολοφονία του (υπάρχει και η εκδοχή ότι εξορίστηκε στην Κύπρο).
Η «Ελληνορθόδοξη Πολύτεκνη Οικογένεια» (Ε.Π.Ο.) είναι Τριμηνιαίο δημοσιογραφικό όργανο της «Πανελλήνιας Ενώσεως Φίλων των Πολυτέκνων» (Π.Ε.ΦΙ.Π.). ΙΔΡΥΤΗΣ: Αγιορείτης Μοναχός π. Νικόδημος Μπιλάλης (+ 2014)
Την Πέμπτη 13 Ιουλίου 2023, η Υπηρεσία ελέγχου Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ, Food and Drug Administration, (FDA), ενέκρινε στις ΗΠΑ την πώληση του αντισυλληπτικού σκευάσματος Opill (νοργεστρέλη) στις γυναίκες χωρίς ιατρική συνταγή και χωρίς να προαπαιτείται η φυσική εξέταση τους από γιατρό.
Εκπομπή με τον π. Αρσένιο Βλιαγκόφτη της Κυριακής 10 Σεπτεμβρίου 2023.
Ο Kennedy Mays ξεγέλασε ένα μεγάλο γλωσσικό μοντέλο - Ανάγκασε το chatbot να πει 9+10=21
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...