ΠΡΟΣ ΚΟΙΝΟ ΕΟΡΤΑΣΜΟ ΠΑΣΧΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ;
Μέ ἀφορμή συζήτηση μεταξύ «Πάπα» καί Πατριάρχη κατά τή συνάντησή τους στά Ἱεροσόλυμα
Ἐν Πειραιεῖ 2-6-2014
πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Ν. Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Αἴσθηση προκάλεσε ἡ δήλωση τοῦ «πάπα» Φραγκίσκου σχετικά μέ τό Πάσχα στούς δημοσιογράφους, πού τόν ρώτησαν στό ἀεροπλάνο κατά τήν ἐπιστροφή του στή Ρώμη ἀπό τούς Ἁγίους Τόπους γιά τήν σχέση του μέ τούς Ὀρθοδόξους:
«Συζητήσαμε ὥστε νά γίνει κάτι καί γιά τό θέμα τοῦ Πάσχα. Εἶναι ἀστεῖο νά ρωτᾶς πές μου ὁ Χριστός σου πότε ἀνασταίνεται; Ὁ δικός μου τήν ἑπόμενη ἑβδομάδα. Ὁ δικός μου ἀντιθέτως ἀναστήθηκε τήν προηγούμενη ἑβδομάδα. Μέ τόν Βαρθολομαῖο συζητᾶμε σάν ἀδέλφια, ἔχουμε μιά σχέση ἀγάπης, λέει ὁ ἕνας στόν ἄλλο τίς δυσκολίες, πού ἀντιμετωπίζει σέ θέματα διοίκησης»[1].
Ἄς πάρουμε, ὅμως, τά πράγματα ἀπό τήν ἀρχή.
Ὁ κοινός ἄξονας Παπισμοῦ - ΠΣΕ - Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου
Τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ προωθεῖ τὸ Βατικανὸν ἀπὸ τὸ 1960. Τὸν στόχο του αὐτὸν ἐπισημοποίησε κατὰ τὴν Β´ Βατικανὴ ψευδοσύνοδο καὶ τὸν ἀποδέχθηκε Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κυρὸς Ἀθηναγόρας, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τῆς ἰδέας αὐτῆς. Γιὰ πολλὰ ἔτη ὑπῆρχε ἄκρα τοῦ «τάφου σιωπὴ», διότι ὅλοι φοβοῦνταν τίς ἀντιδράσεις κυρίως, τῶν Ὀρθοδόξων. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἔτη, ὅμως, συζητούσαν μυστικῶς οἱ κεφαλές τοῦ Παπισμοῦ καί τῶν Ὀρθοδόξων μὲ σκοπὸ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα. Ὅπως ἀποκαλύπτεται στή συνέχεια ἔχει συγκροτηθεῖ γιὰ τὸ θέμα κοινός ἄξονας μεταξὺ Παπισμοῦ, Παγκοσμίου Συμβουλίου «Ἐκκλησιῶν» (μᾶλλον Αἱρέσεων-ΠΣΕ) καὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου. Ὁ ἄξονας αὐτὸς προέβλεπε, μετὰ τὸ 2001, νὰ ἑορτάζεται ἀπὸ κοινοῦ τὸ Πάσχα μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ ἄλλων πλανεμένων Χριστιανῶν. Τὸν στόχο τὸν ἔθεσε τὸ Βατικανὸ καὶ τὸν προώθησε δυναμικῶς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.
Ἡ Πατριαρχική Ἐγκύκλιος τοῦ 1995
Τὸ τελευταῖο μὲ τὴν ὑπ᾽ ἀριθ. 150 πρωτ. 420/26.5.1995 ἐγκύκλιόν του[2], ἡ ὁποία ἀναφερόταν:
«εἰς τὸν καθορισμὸν κοινῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ ὑφ᾽ ἁπάντων τῶν χριστιανῶν τῆς Μεγάλης ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πάσχα»,
ἔθεσε ἐπὶ τάπητος μία σειρὰν προβλημάτων ἱστορικοῦ, κανονικοῦ καὶ δογματικοῦ χαρακτῆρος.
«Ἡ ἀνακίνησις τοῦ ὅλου ζητήματος ἔδωσε τὴν εὐκαιρία νὰ κατανοηθῆ πλήρως ὅτι ὁ ἀπὸ κοινοῦ παγχριστιανικὸς ἑορτασμὸς τοῦ ῾Αγίου Πάσχα δὲν ἀπετέλεσε ποτὲ ἐσωτερικὸ ποιμαντικὸ πρόβλημα τῆς ῾Αγιωτάτης ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, ἀλλὰ προέκυψε σαφῶς ἀπὸ τὴν Οἰκουμενικὴ Κίνησι ἐντεῦθεν τοῦ 1920· αὐτὴ βλέπει, ὅτι - μέσῳ σταθερῶν πρακτικῶν βημάτων - ἐπιτυγχάνεται ἡ ἐξωτερικὴ (ὁμοσπονδιακὴ) ἑνότης τῶν διϊσταμένων Χριστιανῶν καὶ τοιουτοτρόπως προκαλεῖται στὸν κόσμο ἡ ψευδαίσθησις μιᾶς κοινῆς χριστιανικῆς μαρτυρίας, παρὰ τὶς ὑφιστάμενες ἀκόμη ἀγεφύρωτες δογματικὲς διαφορές»[3].
Δύο ἔτη μετὰ τὴν ἀνωτέρω ᾿Εγκύκλιο, ἕνα Δελτίο Τύπου τοῦ λεγομένου “Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν ᾿Εκκλησιῶν” (“Π.Σ.Ε.”) (24.3.1997), μὲ τίτλο «῾Η ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα: ἡ ἐπιστήμη προσφέρει λύσι σὲ ἕνα ἀρχαῖο θρησκευτικὸ πρόβλημα», ὑπογραμμίζει τὴν ἡγετικὴ συμβολὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ αὐτοῦ ᾿Οργανισμοῦ τῆς Γενεύης, ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα τῶν Οἰκουμενιστικῶν ᾿Οργανισμῶν, στὴν προώθησι τοῦ ζητήματος.
῾Η ὀργάνωσι μιᾶς παγχριστιανικῆς συσκέψεως, ὅπως ἀναφέρει τὸ Δελτίο Τύπου, στὸ Χαλέπιο τῆς Συρίας (5–10.3.1997) ἀπὸ τὸ “Π.Σ.Ε.” καὶ τὸ “Συμβούλιο ᾿Εκκλησιῶν Μέσης ᾿Ανατολῆς” (“Σ.Ε.Μ.Α.”) μὲ ἀντικείμενο τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα ἀπὸ τοῦ 2001 καὶ ἑξῆς, μᾶς δίδει τὴν εὐκαιρία νὰ προβοῦμε σὲ μία σύντομη ἱστορικὴ ἀναφορὰ σὲ μερικὲς πτυχὲς τοῦ ζητήματος.
1. Εἶναι γνωστό ὅτι μὲ τὸν πλέον ἐπίσημο τρόπο τὸ θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ἀπὸ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς τέθηκε μὲ πρωτοβουλία τοῦ “Π.Σ.Ε.” καὶ τῆς Γραμματείας ἐπὶ τῆς ῾Ενότητος τῶν Χριστιανῶν τοῦ Βατικανοῦ, κατὰ τὸ ἔτος 1975 στὴν Ε´ Γενικὴ Συνέλευσι τοῦ “Π.Σ.Ε.” στὴν Ναϊρόμπι τῆς Κένυας (23.11-10.12.1975)[4].
2. Τὸν ᾿Απρίλιο τοῦ 1994, ἐκπρόσωποι τῆς “Συνελεύσεως Εὐρωπαϊκῶν ᾿Εκκλησιῶν” (“Σ.Ε.Ε.”/ “Κ.Ε.Κ.”) (συμμετείχαν ὀρθόδοξοι καὶ προτεστάντες τῆς Εὐρώπης) καὶ τοῦ “Συμβουλίου Καθολικῶν ᾿Επισκοπικῶν Συνόδων Εὐρώπης” (“Σ.Κ.Ε.Σ.Ε.”/“C.C.E.E.”) συνῆλθαν στὸ Λεανυφάλου τῆς Οὑγγαρίας, γιὰ τὴν προετοιμασία καὶ ὀργάνωσι τῆς “Β´ Οἰκουμενικῆς Συναντήσεως ᾿Εκκλησιῶν Εὐρώπης” στὸ Γκρὰτς τῆς Αὐστρίας τὸν ᾿Ιούνιο τοῦ 1997. ῾Η προπαρασκευαστικὴ Μικτὴ ᾿Επιτροπὴ ἀσχολήθηκε ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ μὲ τὸ ζήτημα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα μετὰ τὸ ἔτος 2001 καὶ ἔθεσε τοῦτο ὡς θέμα συζητήσεως στὴν “Οἰκουμενικὴ Συνάντησι” τοῦ Γκράτς[5].
3. Μετὰ ἀπὸ πέντε μῆνες (14.9.1994), πραγματοποιήθηκε στὸ Φανάρι ἡ “Β´ Σύναξις τῆς ἐν ἐνεργείᾳ ῾Ιεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου”. ῾Ο Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας κ. Στυλιανὸς κατέκλεισε τὴν Εἰσήγησί του “Λειτουργικὰ προβλήματα ἐν τῇ Διασπορᾷ”, μὲ τὴν ἑξῆς χαρακτηριστικὴ ἀποστροφή:
«Κατακλείοντες, θὰ ἔπρεπεν ἴσως ἐκ τοῦ ὅλου κύκλου τῶν ἐν τῇ Διασπορᾷ λειτουργικῶν προβλημάτων, νὰ ὑπενθυμίσωμεν ἐνταῦθα ἰδιαιτέρως τὸ συνεχῶς μετὰ ηὐξημένου ἐνδιαφέροντος ἐπανατιθέμενον αἴτημα τῶν ἀποδήμων διὰ κοινὸν ἑορτασμὸν τοῦ Πάσχα μετὰ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν, ὅπερ διὰ τοῦτο καὶ ἀποβαίνει ἰδιαιτέρας ποιμαντικῆς ἀνάγκης ζήτημα. Τὸ κατ᾿ ἀρχὴν δικαιώτατον καὶ ἱερὸν τοῦτο αἴτημα, ἀπασχολεῖ ζωηρῶς τὸ πλῆθος καὶ τῶν ᾿Ορθοδόξων ἐν τῇ Διασπορᾷ πιστῶν, ὡς ἐκ τοῦ λόγου ὅτι, ζῶντες οὗτοι ὡς μειονότης ἐν μέσῳ πολυανθρώπων καὶ συμπαγῶν κοινωνιῶν ἑτεροδόξων χριστιανῶν, ἀπὸ κοινοῦ ἑορταζόντων τὸ Πάσχα, ὄχι μόνον αἰσθάνονται περιθωριοποιούμενοι ἤ καὶ πλήρως ἀποκεκομμένοι, ἀλλὰ καὶ ὑφίστανται ὀδυνηρὰς πολλάκις πρακτικὰς συνεπείας εἰς τὰς ἐπαγγελματικάς, κοινωνικὰς καὶ ἄλλας σχέσεις των ἐν γένει. Καὶ πρέπει νὰ λεχθῇ ἐνταῦθα ἀπεριφράστως ὅτι εἶναι αὐτόχρημα τραγελαφικὸν τὸ γεγονὸς ὅτι, τὴν μὲν Κυριακὴν ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος - ἥτις εἶναι τὸ ἐπαναλαμβανόμενον ἀντίγραφον τῆς μοναδικῆς ἡμέρας τῆς ᾿Αναστάσεως - δεχόμεθα νὰ ἑορτάζωμεν ἀπὸ κοινοῦ μετὰ πάντων τῶν ἑτεροδόξων, τῶν ἀλλοθρήσκων, ἀκόμη δὲ καὶ τῶν ἀθέων, αὐτὴν δὲ ταύτην τὴν ἡμέραν τῆς ᾿Αναστάσεως, ἥτις ἀποτελεῖ καὶ τὸ "πρωτότυπον", οὕτως εἰπεῖν, νὰ ἀρνούμεθα νὰ ἑορτάσωμεν ἀπὸ κοινοῦ[6].»
4. Τὸν ἴδιο μῆνα (14-19.9.1994), συνῆλθε στὸ Βουκουρέστι τῆς Ρουμανίας ἡ ᾿Εκτελεστικὴ ᾿Επιτροπὴ τοῦ “Π.Σ.Ε.”, ἡ ὁποία ἀποφάσισε, μεταξὺ ἄλλων, ὅπως τὸ Τμῆμα “Πίστις καὶ Τάξις” καὶ ἡ Γραμματεία ἐπὶ τῆς Λατρείας καὶ τῆς Πνευματικότητος «μελετήσουν ἐκ νέου τὸ θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα», μάλιστα δὲ ὁ Γενικὸς Γραμματεὺς τοῦ “Π.Σ.Ε.” Δρ Κ. Ρέϊζερ πρότεινε ὅτι πρέπει νὰ σχεδιασθῆ μία σειρὰ
«... εὐκαιριῶν γιὰ κοινὴ μαρτυρία καὶ ἑορτασμό, ἐκκινώντας ἀπὸ τὴν ῾Εβδομάδα Προσευχῆς τὸν ᾿Ιανουάριο τοῦ 2000 καὶ διὰ τῆς Πεντηκοστῆς καὶ τῶν Χριστουγέννων νὰ φθάσωμε στὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα τὸ ἔτος 2001[7].»
5. Μετὰ ἀπὸ δύο μῆνες (15-20.11.1994) συνῆλθε στὴν Λεμεσὸ τῆς Κύπρου ἡ ΣΤ´ Γενικὴ Συνέλευσις τοῦ “Συμβουλίου ᾿Εκκλησιῶν Μέσης ᾿Ανατολῆς” (“Σ.Ε.Μ.Α.”) καὶ στὰ πλαίσια τῶν δραστηριοτήτων τοῦ Τμήματος “Πίστις καὶ ῾Ενότης” συζητήθηκε τὸ θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, τελικῶς δὲ ἐγκρίθηκε σχετικὸ μήνυμα τοῦ αἱρεσιάρχου Πάπα ᾿Ιωάννου Παύλου Β´. ᾿Εκ μέρους τοῦ Βατικανοῦ, ὁ Καρδινάλιος ᾿Εδουάρδος Κάσσιντυ, Πρόεδρος τοῦ Ποντιφικίου Συμβουλίου γιὰ τὴν προώθησι τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος,
«... πρότεινε συνάντηση τῶν Προκαθημένων τῶν ᾿Εκκλησιῶν κατὰ τὸ ἔτος 2000 μὲ σκοπὸ τὴ λήψη ἀποφάσεως γιὰ κοινὴ ἡμερομηνία ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα καὶ γιὰ ἐργασία γιὰ τὴ χριστιανικὴ ἑνότητα.»
᾿Επίσης, ὁ Γενικὸς Γραμματεὺς τοῦ “Π.Σ.Ε.” Δρ Κ. Ρέϊζερ ὡμίλησε σχετικῶς καὶ
«... ἐξέφρασε τὴν εὐχὴ τὸ ἔτος 2001 νὰ γίνει αἰτία ἐξευρέσεως κοινῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ τῆς ᾿Αναστάσεως τοῦ Κυρίου”[8].»
Εἶναι προφανές ὅτι ἡ σχετικὴ ᾿Εγκύκλιος τοῦ Φαναρίου (150/420/26.5.1995) δὲν ἔπεσε ὡς κεραυνὸς ἐν αἰθρίᾳ, οὔτε ἔφερε στὸ φῶς ἕνα ἐνδο-ορθόδοξο ζήτημα, ἀλλὰ ἀποτελεῖ “ὁδηγία” τῶν διπλωματῶν Οἰκουμενιστῶν τῆς Γενεύης, τοῦ Βατικανοῦ καὶ τοῦ Φαναρίου, οἱ ὁποῖοι σύρουν τὴν ᾿Ορθοδοξία σὲ νέα σχίσματα καὶ τραγωδίες . Ἀκολούθησαν τά παρακάτω:
6. Κατά τήν τελέση τῆς πανευσήμου ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀγάπης τοῦ Πάσχα 2011 στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος καί ἡ περί αὐτόν Ἱερά Σύνοδος, ἀποδέχθηκαν ὅλως ἀντικανονικῶς τήν συμμετοχή μέ πλήρη ἐπίσημη λειτουργική ἀμφίεση κατεγνωσμένων αἱρετικῶν, δηλονότι ἑνός Παπικοῦ «ἱερέως» καί ἑνός Ἀρμενίου «διακόνου»[9].
7. Εἶναι γνωστή ἡ συμφωνία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Γερμανίας κ. Αὐγουστίνου μέ τόν Παπικό «Ἐπίσκοπο» τῆς Γερμανίας γιὰ τὴν ἔναρξη συζητήσεων μὲ σκοπὸ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς Παπικούς. Ἡ Μικτή Ἐπιτροπή τῆς Διάσκεψης Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν Ἐπισκόπων στή Γερμανία, στίς 13-3-2012 ἀνακοίνωσε τήν ὁλοκλήρωση τῆς συνάντησής τους στό Johann Adam Mohler Οἰκουμενικό Ἰνστιτοῦτο στό Paderborn. Σέ κοινή ἀνακοίνωση, πού ἐκδόθηκε στό τέλος τῆς Διάσκεψης, καλοῦν γιά ἕνα κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα σάν μιά ἔνδειξη τῆς ἑνότητας τῶν Χριστιανῶν σέ ὅλο τόν κόσμο. Ἐπικεφαλῆς τῶν δύο ἀντιπροσωπειῶν ὑπῆρξαν ὁ Ὀρθόδοξος Σεβ. Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αὐγουστίνος καί ὁ Παπικός «ἐπίσκοπος» Γκέρχαρντ Λούντβιχ Μίλερ[10].
8. Στίς 4-11-2012 τά παπικά Μ.Μ.Ε., ἀνέφεραν:
«Ὡς χειρονομία ὑπέρ τῆς ἑνότητας καί τοῦ οἰκουμενισμοῦ, οἱ Παπικοί τῆς Ἱερουσαλήμ ἀπό τό 2013 θά ἑορτάζουν τό Πάσχα στούς Ἁγίους Τόπους μέ τούς Ὀρθοδόξους[11].»
9. Σχετικά μέ τό Πάσχα στή Σύρο, διαβάζουμε στήν ἐφημερίδα τό "ΒΗΜΑ" τῆς 25ης Ἀπριλίου 2013:
«Δέν ὑπάρχει σχίσμα στό συριανό Πάσχα. Μπορεῖ τό ἐφετινό Πάσχα τῶν καθολικῶν νά ἑορτάστηκε μέ κάθε λαμπρότητα στίς 31 Μαρτίου, στό νησί τῆς Σύρου ὅμως οἱ καθολικοί θά γιορτάσουν ξανά τήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ μαζί μέ τούς ὀρθοδόξους. Ἡ Ἐρμούπολη εἶναι ἀπό τά λίγα σημεῖα στόν κόσμο ὅπου ὀρθόδοξοι καί καθολικοί γιορτάζουν μέ κατάνυξη τό Πάσχα, παραμερίζοντας τίς ὅποιες σχισματικές διαφορές τῶν δύο ἐκκλησιῶν[12].»
10. Κατά τήν τελέση τῆς πανευσήμου ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀγάπης τοῦ Πάσχα 2014 στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος καί οἱ περί αὐτόν, ἀποδέχθηκαν ὅλως ἀντικανονικῶς τήν συμμετοχή μέ πλήρη ἐπίσημη λειτουργική ἀμφίεση κατεγνωσμένων αἱρετικῶν, δηλονότι ἑνός Παπικοῦ «ἱερέως» καί ἑνός Προτεστάντου πάστορος, οἱ ὁποῖοι διάβασαν τό Εὐαγγέλιο καθένας στή γλώσσα τους καί ἔπειτα εἰσῆλθαν εἰς τό Ἅγιον Βῆμα, διά τῆς Ὡραίας καί Βασιλικῆς Πύλης, συνοδεία κληρικοῦ τοῦ Πατριαρχείου[13].
Ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω προκύπτει ὅτι:
1ον) οἱ πρωτοβουλίες τοῦ Βατικανοῦ, ὅπως εἶναι οἱ ἡμέρες οἰκουμενιστικῆς προσευχῆς ὑπὲρ διαφόρων ζητημάτων, ἀποβλέπουν μακροπροθέσμως στὴν ἄμβλυνση τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος, μὲ τὴν συμμετοχὴ Ἀρχιερέων καὶ Θεολόγων στις οἰκουμενιστικές αὐτές προσευχές, μὲ τελικὸ σκοπὸ τὴν ὑλοποίηση τῶν στόχων τῆς Β´ Βατικανῆς ψευδοσυνόδου. Καὶ ἕνας ἐξ αὐτῶν τῶν στόχων εἶναι ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα.
2ον) Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο φέρεται νά ὑλοποιεῖ τίς ἀποφάσεις τῆς Β´ Βατικανῆς ψευδοσυνόδου, ἀλλὰ καὶ τοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν ἢ μᾶλλον Αἱρέσεων. Σήμερα, διαπιστώνοντας τὴν παρακμὴ τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τὴν μὴ ἐνασχόλησή του μὲ ἐκκλησιαστικὰ καὶ πνευματικὰ θέματα, ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης οἰκονομικῆς κρίσεως καὶ τῶν προβλημάτων, που προέρχονται ἀπ΄ αὐτήν, πιστεύει ὅτι εἶναι ἡ κατάλληλη εὐκαιρία, γιὰ νὰ προωθοῦν τὰ σχέδια Βατικανοῦ-ΠΣΕ-Φαναρίου γιὰ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα μετὰ τῶν πλανεμένων Χριστιανῶν. Ἡ συμφωνία ἢ καλλύτερα τὸ προσύμφωνο τοῦ Σεβ. Γερμανίας μέ τόν τοπικό Παπικό «Ἐπίσκοπο», ἀποκαλύπτει τὰ «κρυφὰ σχέδια» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐν μέσῳ βαθυτάτης οἰκονομικῆς, πολιτικῆς, κοινωνικῆς καὶ πολιτιστικῆς κρίσεως στὴν Ἑλλάδα[14].
Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης: Σχισματικοί οἱ Λατῖνοι, ἐπειδή ἐκαινοτόμησαν τό πασχάλιο καί τό καλαντάριο
Ἄς δοῦμε, ὅμως, στό σημεῖο αὐτό, ποιά εἶναι ἡ θέση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιά τούς Λατίνους ὅσον ἀφορᾶ τό Πάσχα, ὅπως μᾶς τήν παρουσιάζει ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης[15]. Σχολιάζοντας τόν ζ’ Ἀποστολικό Κανόνα, ὁ ὁποῖος ὁρίζει ὅτι:
«Εἴτις Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος τήν ἁγίαν του Πάσχα ἡμέρα πρό της ἐαρινῆς ἰσημερίας μετά Ἰουδαίων ἐπιτελέσοι, καθαιρείσθω»,
ἀναφέρει ὅτι ὁ Ματθαίος Βλάσταρις λέει πώς ἡ Α΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος συνεκρότησε καί ἐξέδωσε ἐξαίρετο καί τό καλύτερο Κανόνιο περί της εὑρέσεως του Πάσχα, κατά τόν α΄ Κανόνα τῆς ἐν Ἀντιοχεία τοπικῆς Συνόδου. Ὁ ἑορτασμός τοῦ Ἁγίου Πάσχα ἀποτελεῖ ὅρο τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ἑπομένως εἶναι ὅρος πίστεως καί δέν μεταβάλλεται αἰωνίως. Γι’ αὐτό καί ἡ τυχόν ἀλλαγή τοῦ πασχαλίου κανόνος (ὅρα Ἐκκλησία τῆς Φιλανδίας) ἐνέχει τόν κίνδυνο καί νέων σχισμάτων καί ἐμπίπτει εἰς τόν ἀναθεματισμόν ὑπό τῶν Ἁγίων καί Θεοφόρων Πατέρων.
Στή συνέχεια ὁ Ὅσιος Νικόδημος ἀναφέρει ὅτι τέσσερεις εἶναι οἱ ἀναγκαῖες καί ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιά τόν ἑορτασμό τοῦ δικοῦ μας, τοῦ Ὀρθοδόξου Πάσχα. Πρῶτον, τό Πάσχα πρέπει νά γίνεται πάντοτε ὕστερα ἀπό τήν ἰσημερία τῆς ἀνοίξεως. Δεύτερον, τό Πάσχα δέν πρέπει νά γίνεται τήν ἴδια ἡμέρα μέ τό νομικό φάσκα των Ἰουδαίων (αὐτά τά δύο διορίζονται ἀπό τόν ζ΄ Ἀποστολικό Κανόνα). Τρίτον, τό Πάσχα νά μήν γίνεται ἁπλῶς καί ἀορίστως ὕστερα ἀπό τήν ἰσημερία, ἀλλά ὕστερα ἀπό τήν πρώτη πανσέληνο τοῦ Μαρτίου, πού θά τύχει μετά τήν ἰσημερία. Καί τέταρτον, τό Πάσχα νά γίνεται τήν πρώτη Κυριακή, πού θά τύχει ὕστερα ἀπό τήν πανσέληνο (αὐτά τά δύο τά ἔχουμε ἐκ παραδόσεως καί ὄχι ἀπό κανόνα). Γιά νά φυλάττονται καί οἱ τέσσερεις αὐτοί διορισμοί ἐξίσου σέ ὅλη τήν οἰκουμένη καί νά ἑορτάζουμε οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τόν ἴδιο χρόνο καί τήν ἴδια ἡμέρα τό Ἅγιον Πάσχα καί νά μήν χρειαζόμαστε κάθε χρόνο ἀστρονόμους καί συνόδους, συνήρμοσαν οἱ θεόσοφοι Πατέρες τό κανόνιο περί τοῦ Πάσχα.
Στό σημεῖο αὐτό, σημειώνει ὁ Ὅσιος ὅτι, ἐξαιτίας τῆς ἀνωμαλίας τῆς κινήσεως τῆς σελήνης, δέν φυλάττεται πάντα ὁ τέταρτος διορισμός, ἀλλά κάποτε παραβαίνεται, ἐπειδή, κατά τόν Βλάσταρη, μετά ἀπό τριακόσια (300) ἔτη καί δύο (2) ἡμέρες μετά τήν πρώτη πανσέληνο, συμβαίνει νά γίνεται τό νομικό φάσκα τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς. Αὐτές οἱ δύο ἡμέρες, πού περισσεύουν ἀπό αὐτή τήν ἀνωμαλία, προστιθέμενες, ὑπερβαίνουν κάποτε τήν πρώτη Κυριακή, πού τυχαίνει ὕστερα ἀπό τήν πανσέληνο τοῦ Μαρτίου, κατά τήν ὁποία Κυριακή τότε ἑορτάζουμε τά Βάϊα καί κατά τήν ἐρχομένη κάνουμε Πάσχα. Ἀπό τήν λίγη αὐτή παράβαση, δέν ἀκολουθεῖ καμμία παρατροπή τῆς εὐσεβείας, οὔτε κάτι ἄτοπο ἤ ψυχικός κίνδυνος. Γι'αὐτό καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος στόν λόγο του «εἰς τούς τά πρῶτα Πάσχα νηστεύοντας» λέει:
«Χρόνων ἀκρίβειαν καί ἡμερῶν παρατήρησιν δέν ἠξεύρει ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Ἐπειδή ὅσαις φοραῖς τρώγει τόν ζωοποιόν ἄρτον τοῦτον καί τό ποτήριον τοῦτο πίνει, καταγγέλλει τόν θάνατον τοῦ Κυρίου καί Πάσχα ἐπιτελεῖ· ἀλλ'ἐπειδή εἰς τήν πρώτην σύνοδον ἐσυνάχθησαν οἱ Πατέρες καί ἐδιώρισαν πότε νά γίνεται τό Πάσχα, τιμῶσα ἡ Ἐκκλησία πανταχοῦ τήν συμφωνίαν καί ἕνωσιν, ἐδέχθη τόν διορισμόν, ὁποῦ ἐκεῖνοι ἔκαμαν[16].»
Ἔπρεπε, λοιπόν, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, νά προτιμήσουν καί οἱ Λατίνοι τήν συμφωνία καί ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας, περισσότερο ἀπό τήν παρατήρηση τῶν χρόνων (τῆς ἰσημερίας δηλαδή, πού κατέβηκε τώρα στίς 11 Μαρτίου, ἐνῶ τόν καιρό τῆς Α΄ Συνόδου ἦταν στίς 21 Μαρτίου) καί νά ἑορτάζουν τό Πάσχα μ'ἐμᾶς τούς Γραικούς καί ὄχι νά ἀτιμάζουν τούς τριακοσίους δέκα καί ὀκτώ ἐκείνους θεοφόρους καί πνευματοφόρους Πατέρες, πού τό νομοθέτησαν, κατά θεῖο φωτισμό, νομίζοντάς τους ὡς ἀνοήτους καί ὑβρίζοντας τήν κοινή μητέρα ὅλων μας Ἐκκλησία, διότι (λέει ἀκολούθως ὁ χρυσούς ρήτωρ) ἄν καί ἡ Ἐκκλησία ἔσφαλλε, βέβαια δέν θά κατορθωνόταν τόσο μεγάλο κακό ἀπό αὐτή τήν ἀκριβή φύλαξη τοῦ καιροῦ, ὅσο μεγάλο κακό θά προξενοῦνταν ἀπό αὐτή τήν διαίρεση καί τό σχίσμα ἀπό τήν Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἐπειδή λέει:
«... δέν φροντίζει ὁ Θεός καί ἡ Ἐκκλησία διά τοιαύτην παρατήρησιν τῶν χρόνων καί ἡμερῶν, πάρεξ διά μοναχήν τήν ὁμόνοιαν καί εἰρήνην.»
Κατά τα ἄλλα ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος σχεδιάζει συνάντηση μέ τόν ἀθετοῦντα τούς 318 ὁσίους καί θεοφόρους πατέρας αἱρεσιάρχη «Πάπα» Φραγκίσκο τό 2025 στήν Νίκαια, ὅπου συνεκλήθη ἡ Α' οἰκουμενική σύνοδος[17].
Μᾶς παροτρύνει ὁ Ὅσιος Νικόδημος νά προσέξουμε πώς ὁ θεῖος Χρυσόστομος ὀνομάζει σχισματικούς τούς Λατίνους, ἐπειδή ἐκαινοτόμησαν τό πασχάλιό τους καί Καλαντάριο, ὄχι ἐπειδή αὐτό δέν εἶναι ὀρθό, κατά τήν ἰσημερία – διότι βλέπουμε ὅτι ἡ ἰσημερία ἀληθῶς ἔμεινε πίσω 11 ἡμέρες – ἀλλά γιατί χωρίσθηκαν γι'αὐτό ἀπό ’μᾶς, τό ὁποῖο εἶναι ἔγκλημα ἀσυγχώρητο, κατά τόν ἴδιο ἅγιο. Γιατί, λέει στόν ἴδιο λόγο, ὅτι τό νά νηστεύσει κανείς καί τό νά κάνει Πάσχα σ'αὐτόν τόν καιρό ἤ σ'ἐκείνον, μετά τήν 21η Μαρτίου, ὑποθετικά, ὅπως κάνουμε ἐμεῖς οἱ Γραικοί, ἤ μετά τήν 11η Μαρτίου, ὅπως κάνουν οἱ Λατίνοι, αὐτό δέν εἶναι ἔγκλημα.
«Τό δέ νά σχίση τινάς τήν Ἐκκλησίαν καί νά ἀντιστέκηται φιλονείκως καί νά κάμνη διχοστασίας καί διαιρέσεις καί νά χωρίζη τόν ἑαυτό του πάντοτε ἀπό τήν κοινήν σύνοδον της Ἐκκλησίας, τοῦτο εἶναι ἁμάρτημα ἀσυγχώρητον καί κατηγορίας ἄξιον καί πολλήν ἔχει κόλασιν καί τιμωρίαν.»
Γιατί, ἅς γνωρίζουν οἱ Λατίνοι ὅτι καί οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι, πού ἔγιναν μετά τήν πρώτη, καί οἱ ὑπόλοιποι Πατέρες, ἔβλεπαν καί αὐτοί, ὡς σοφοί πού ἦταν, πώς κατέβηκε πολύ ἡ ἰσημερία· ἀλλ'ὅμως δέν θέλησαν νά τήν μεταθέσουν ἀπό τήν 21η Μαρτίου, πού τήν βρῆκε ἡ Α΄ Σύνοδος, προτιμώντας περισσότερο τήν συμφωνία καί ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τήν ἀκρίβεια τῆς ἰσημερίας, ἡ ὁποία δέν προξενεῖ, οὔτε στήν εὕρεση τοῦ δικοῦ μας Πάσχα καμμία σύγχυση, οὔτε βλάβη στήν εὐσέβεια, μάλιστα δέ προξενεῖ αὐτή ἡ ἀκρίβεια στούς Λατίνους δύο μεγάλες ἀτοπίες, τό νά ἑορτάζουν δηλαδή τό Πάσχα ἤ μαζί μέ τούς Ἰουδαίους, τό ὁποῖο εἶναι ἐναντίον στόν ζ΄ Ἀποστολικό Κανόνα, ἤ πρίν τούς Ἰουδαίους.
Θαύματα πού ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός εὐαρεστεῖται εὐαρεστεῖται στήν τάξη τοῦ Ὀρθοδόξου καί ὄχι τοῦ Λατινικοῦ πασχαλίου - καλανταρίου
Τό ὅτι ὁ Θεός περισσότερο εὐαρεστεῖται στήν τάξη τοῦ πασχαλίου καί ἁπλῶς εἰπεῖν τοῦ καλανταρίου τοῦ δικοῦ μας, τοῦ Ὀρθοδόξου, παρά στήν ἀκρίβεια τοῦ πασχαλίου καί καλανταρίου τῶν Λατίνων, γίνεται φανερό ἀπό τά θαύματα, πού ἔδειξε καί δείχνει ἕως τώρα γι'αὐτό. Διότι:
α) στά μέρη τῆς Ἡλιουπόλεως τῆς Αἰγύπτου, ὅπου εἶναι οἱ δύο μεγάλες Πυραμίδες, ἐνεργεῖ ὁ Θεός κάθε χρόνο αὐτό τό παράδοξο· δηλαδή κατά τό ἑσπέρας τῆς Μεγάλης Πέμπτης τῆς δικῆς μας (ὄχι τῶν Λατίνων), ξερνᾶ ἡ γῆ λείψανα καί κόκκαλα παλαιά ἀνθρώπινα, ἀπό τά ὁποία γεμίζει ἕνας εὐρύχωρος κάμπος, τά ὁποία στέκονται ἕως τήν Πέμπτη τῆς Ἀναλήψεως, καί τότε κρύβονται καί παντελῶς δέν φαίνονται, μέχρι νά ἔλθει πάλι ἡ Μεγάλη Πέμπτη.
Αὐτό δέν εἶναι κανένας μύθος, ἀλλά ἀληθινό καί βέβαιο, μαρτυρημένο ἀπό παλαιούς καί νέους ἱστορικούς, μάλιστα δέ ἀπό τόν Γεώργιο Κορέσσιο τόν Χίο καί ἀπό τόν ἀοίδιμο πατριάρχη Ἱεροσολύμων Νεκτάριο[18], ὁ ὁποῖος τό διηγεῖται στόν ἀραβικό χρονογράφο, πού ἔγραψε, καί φαίνεται, ἀπ'ὅσα λέει παρακάτω, ὅτι τό εἶδε μέ τά μάτια του· (τά ἀνθρώπινα αὐτά κόκκαλα προμηνύουν τήν μέλλουσα ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ὅπως τά εἶδε καί ὁ προφήτης Ἱεζεκιήλ).
β) Ἐπίσης, ὁ ρηθείς Κορέσσιος γράφει ὅτι ὁ Πασχασίνος ἔγραφε πρός τόν Λέοντα ὅτι, ὅταν ἑόρταζαν κάποτε τό Πάσχα οἱ μέν ἀνατολικοί τήν 22α Ἀπριλίου, οἱ δέ δυτικοί τήν 25η Μαρτίου, μιά βρύση, ἡ ὁποία προηγουμένως ἦταν ξηρά, γέμισε ἀπό νερό τήν 22α Ἀπριλίου, δηλαδή στό δικό μας Πάσχα καί ὄχι τῶν Λατίνων.
γ) Τέλος, ὁ Δοσίθεος Ἱεροσολύμων[19] στό ιβ΄ βιβλίο του περί τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις πατριαρχευσάντων, διηγεῖται ὅτι, εὑρισκόμενος κάποτε ὁ Ἱεροσολύμων Παΐσιος στό Βελλιγράδι, ἀκολούθησε ἕνα θαῦμα, βεβαιωτικό μέν τοῦ δικοῦ μας καλανταρίου, ἀναιρετικό δέ τοῦ τῶν Λατίνων· δηλαδή ἡ ζύμη, πού ζυμώθηκε ἀπό κάποια Λατίνα κατά τήν ἡμέρα τοῦ προφήτου Ἠλιού, μεταβλήθηκε σέ πέτρα σκληρή, κίσσηρα[20].
Συνοδικός ἀναθεματισμός τοῦ Λατινικοῦ καλανταρίου ἀπό τή Σύνοδο τῆς Κων/λεως τοῦ 1593
Ὁ αὐτός Δοσίθεος ἀναφέρει ὅτι τόν Φεβρουάριο τοῦ 1593 συνεκλήθη Σύνοδος στήν Κων/λη στόν ναό τῆς Παμμακαρίστου, στήν ὁποία συμμετεῖχαν ὁ Κων/λεως Ἱερεμίας, ὁ Ἀλεξανδρείας Μελέτιος, ὁ ὁποῖος ἐπεῖχε καί τόν τόπο τοῦ Ἀντιοχείας Ἰωακείμ καί ὁ Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος, ἡ ὁποία καθόρισε νά γίνεται τό Πάσχα, ὅπως τό διόρισε ἡ Α΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος, καί ἀναθεμάτισε τό νέο καλαντάριο, πού ἐπινοήθηκε ἀπό τούς Λατίνους[21].
Διαφορά πίστεως στόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση
Πέραν τῶν ἀνωτέρω δέν μπορεῖ ἐκ τῶν πραγμάτων νά ὑπάρξει κοινό Πάσχα Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν, διότι αὐτοί δέν πιστεύουν στό Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση, ὅπως διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Ὑπάρχει μέγα χάσμα μεταξύ Παπισμοῦ καί Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σχετικά μέ τό Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση. Ὡς γνωστόν, οἱ αἱρετικοί Παπικοί ὑπερτονίζουν τή Σταύρωση καί ὑποτονίζουν τήν Ἀνάσταση. Κέντρο τους εἶναι ὁ Σταυρός καί ὄχι ἡ Ἀνάσταση. Τό γεγονός αὐτό, βεβαίως, ἔρχεται ὡς φυσικός ἀπότοκος καί ἀπόρροια τῆς κακόδοξης διδασκαλίας τους περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης, ἀλλά καί τῆς ἀπογυμνώσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν Θεότητα, μέ ἀποτέλεσμα τόν οὐμανισμό, ἀνθρωπισμό. Γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅμως, κέντρο παραμένει, ὄχι ὁ Ἐσταυρωμένος, ἀλλά ὁ Ἀναστημένος Θεάνθρωπος, χωρίς βεβαίως νά παραγνωρίζεται καί νά παραγκωνίζεται ἡ σημασία τῆς Σταυρικῆς Θυσίας . Χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι ὁ σταυροαναστάσιμος χαρακτήρας, ἡ χαρμολύπη. Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπου ἀσκούμασθε σταυρικά, λαμβάνουμε τήν πείρα τῆς Ἀναστάσεως. Ὅλα στήν Ἐκκλησία μας εἶναι ἀναστάσιμα, γιατί ὅλα εἶναι σταυρικά. Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως. Χωρίς Σταυρό δέν ὑπάρχει Ἀνάσταση. Ἀλλά οὔτε καί Σταυρός ὑπάρχει, πού νά μήν ἀκολουθεῖται ἀπό τήν Ἀνάσταση. Γι’αὐτό οἱ Ὀρθόδοξοι ἑορτάζουμε καί τή Μ. Παρασκευή ἀναστάσιμα, ἐνῶ οἱ Δυτικοί καί τό Πάσχα σταυρώσιμο[22].
Ἐπίλογος
Ἐν κατακλεῖδι, μετά τά ἀνωτέρω, πιστεύουμε ὅτι ἀπαιτεῖται ἄμεσα ἀντίδραση, γιά νά ματαιωθοῦν τά σχέδια τοῦ Βατικανοῦ, τοῦ ΠΣΕ καί τοῦ Φαναρίου. Κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει, ἐάν τό Βατικανό δέν ἀποκηρύξει τίς πλάνες του καί τίς αἱρέσεις του καί ἐάν ὁ Πάπας δέν ἀποκηρύξει τίς θέσεις του ὅτι εἶναι τοποτηρητής τοῦ Χριστοῦ στή γῆ, ἀλάθητος καί ἄρα ἡμίθεος κ.λπ. Ἐάν τό Βατικανό καί ὁ Παπισμός του δέν ἀποκηρύξει ὅλες τίς αἱρέσεις του, θά εἶναι σάν οἱ Ὀρθόδοξοι νά τίς νομιμοποιοῦν καί νά ἀποδέχονται τήν αἵρεση στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα προϋποθέτει καί Συλλείτουργο μεταξύ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καί Πάπα. Αὐτό σημαίνει ὅτι σέ μία τέτοια περίπτωση θά ἔχουμε καί κοινό ποτήριο, ἄνευ τῆς ἀποκηρύξεως ὑπό τοῦ παπισμοῦ τῶν αἱρέσεων, τῶν κακοδοξιῶν του καί τῆς διαστρεβλώσεως τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν διδαχῶν τῶν Ἀποστόλων, δηλ. ψευδοένωση μέ ἀπρόβλεπτες συνέπειες γιά την ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γιά τίς ὁποῖες μοναδικοί ὑπαίτιοι καί ὑπεύθυνοι θά εἶναι πρωτίστως ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος καί οἱ συνοδοιποροῦντες αὐτῶ.
* * * * * *
[1] Ἐφημερίδα La Stampa 27-5-2014: http://www.amen.gr/article18180.
[2] «Συνεορτασμόν τοῦ Πάσχα μέ τούς ἑτεροδόξους ἀνακινεῖ τό Πατριαρχεῖον», Ὀρθόδοξος Τύπος (9-2-1996).
[3] Περιοδικὸ «Ὀρθόδοξος Ἐνημέρωσις», ἀρ. 23 (Ἰανουάριος - Μάρτιος 1977) σσ. 83-84.
[4] ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Θ. ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ, ῾Ιστορία τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, ἔκδ. β´, σσ. 213-14, 223-24, 365-66, Θεσσαλονίκη 1984.
[5] ἐφημ.. “Καθολική”, ἀριθ. 2744/ 21.6. 1994, σ. 1.
[6] Περιοδ. “᾿Εκκλησία”, ἀριθ. 2/1.2. 1995, σ. 76 καὶ περιοδ. “᾿Επίσκεψις”, ἀριθ. 509/30.9.1994, σσ. 3–12.
[7] Περιοδ. “᾿Ενημέρωσις”, Ι-1994/9, σ. 6 καὶ περιοδ. “MECC News – Report”, Νο 11-12/November – December 1994, p. 4.
[8] Περιοδ. “᾿Απόστολος Βαρνάβας” Κύπρου, Μάρτιος 1995, σσ. 120 –130, περιοδ. “᾿Ενημέρωσις”, Ι– 1994/11–12, σσ. 3–4, ἐφημερ. “Καθολική”, ἀριθ. 2765/17.1.1995, σ. 1, περιοδ. “Πάνταινος” ᾿Αλεξανδρείας, ᾿Οκτώβριος – Δεκέμβριος 1994, σελ. 29, περιοδ. “MECC News - Report”, Νο 11-12/November – December 1994, p. 9, περιοδ. “Ecumenical News International” - Bulletin, Νο 6/21.11.1994, p. 15-17.
[9] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, «Συμμετοχή κατεγνωσμένων αἱρετικῶν στή θεία Λατρεία», Θεοδρομία ΙΓ΄ 2 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2011), 250-252.
[10] http://aktines.blogspot.gr/2012/03/blog-post_1650.html.
[11] http://aktines.blogspot.gr/2012/11/2013_30.html.
[12] http://katanixis.blogspot.gr/2013/04/blog-post_947.html.
[13] http://katanixis.blogspot.gr/2014/04/2-2014-2014.html.
[14] Γ. ΖΕΡΒΟΣ, «Νέαι ἀποκαλύψεις διά τόν κοινόν ἑορτασμόν τοῦ Πάσχα μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν», Ὀρθόδοξος Τύπος (9-11-2012): http://entoytwnika.blogspot.com/2012/11/blog-post_9.html#ixzz2QWv9E2qq
[15] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἐπιστολή πρός τήν Α.Θ.Π., τόν Ἀρχιεπίσκοπον Κωνσταντινουπόλεως καί Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαῖον, 27-6-2013.
[16] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος εἰς τούς τά πρώτα Πάσχα νηστεύοντας.
[17] http://www.agioritikovima.gr/oikpa/item/34148.
[18] ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Ἀραβικός χρονογράφος, σ. 266.
[19] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος· περί τῶν ἐν Ιεροσολύμοις πατριαρχευσάντων, βιβλίο 12ο, κεφ. 2ο, § β ΄, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 1983, σσ. 105-106.
[20] ἈΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ἈΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 8-9.
[21]ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, ἔνθ' ἀνωτ, σσ. 231-232.
[22] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἐπιστολή πρός τήν Α.Θ.Π., τόν Ἀρχιεπίσκοπον Κωνσταντινουπόλεως καί Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαῖον, 27-6-2013 καί ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ καί ἡ σημασία του στή ζωή μας, ἐκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 1993, σσ. 46-47.
(Πηγή: «π. Άγγελος Αγγελακόπουλος: Προς κοινό εορτασμό Πάσχα Ορθοδόξων και αιρετικών Παπικών;», πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Ο ΚΟΙΝΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
Ἐν Πειραιεῖ 18-6-2016
πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Οἱ οἰκουμενιστές, σπεύδοντας ὅπως-ὅπως σέ μία πρόωρη καί ψευδῆ ἕνωση μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῆς αἱρέσεως τοῦ παπισμοῦ, καί μάλιστα ἐν ὄψει τῆς, ἐκτός ἀπροόπτου, συγκληθησομένης «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τοῦ 2016, εἶναι ἑπόμενο νά ἀνακινοῦν καί τό θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα[1] μεταξύ Ὀρθοδόξων, παπικῶν καί προτεσταντῶν.
Μέσα σ’αὐτό τό πλαίσιο, ὁ αἱρεσιάρχης «πάπας» Φραγκίσκος, σύμφωνα μέ τό Ἀθηναϊκό Πρακτορεῖο, κατά τήν ὁμιλία του μέ τήν εὐκαιρία τῆς διεθνοῦς συνάντησης τῶν καθολικῶν κληρικῶν δήλωσε:
«Ἡ (Ρωμαιοκαθολική) Ἐκκλησία εἶναι διατεθειμένη νά ὁρίσει μιά σταθερή ἡμερομηνία γιά τό Πάσχα, ὥστε νά μπορεῖ νά γιορτάζεται τήν ἴδια ἡμέρα ἀπό ὅλους τούς χριστιανούς. Ἀπό τούς Καθολικούς, Ὀρθόδοξους καί Προτεστάντες.»
Σύμφωνα μέ τό τηλεγράφημα, ὁ «πάπας» πρόσθεσε ὅτι:
«... ἡ Καθολική Ἐκκλησία εἶναι διατεθειμένη νά σταματήσει νά ἀκολουθεῖ τήν καθορισμένη, ἕως τώρα, ἡμερομηνία, ἡ ὁποία ἀντιστοιχεῖ στήν πρώτη πανσέληνο μετά τήν ἐαρινή ἰσημερία[2].»
Ἡ δήλωση αὐτή ἔρχεται ὡς συνέχεια μιᾶς προηγουμένης δηλώσεως σχετικά μέ τό Πάσχα, πού εἶχε κάνει ὁ «πάπας» Φραγκῖσκος τόν Μάιο τοῦ 2014 στούς δημοσιογράφους, ὅταν τόν ρώτησαν στό ἀεροπλάνο, κατά τήν ἐπιστροφή του στή Ρώμη ἀπό τούς Ἁγίους Τόπους, ὅπου συναντήθηκε μέ τον οἰκουμενιστή Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, γιά τήν σχέση του μέ τούς Ὀρθοδόξους. Εἶπε τότε:
«Συζητήσαμε ὥστε νά γίνει κάτι καί γιά τό θέμα τοῦ Πάσχα. Εἶναι ἀστεῖο νά ρωτᾶς: "πές μου ὁ Χριστός σου πότε ἀνασταίνεται; Ὁ δικός μου τήν ἑπόμενη ἑβδομάδα. Ὁ δικός μου ἀντιθέτως ἀναστήθηκε τήν προηγούμενη ἑβδομάδα". Μέ τόν Βαρθολομαῖο συζητᾶμε σάν ἀδέλφια, ἔχουμε μιά σχέση ἀγάπης, λέει ὁ ἕνας στόν ἄλλο τίς δυσκολίες, πού ἀντιμετωπίζει σέ θέματα διοίκησης[3].»
Πρώτη ἡ Β΄ Βατικανή ψευδοσύνοδος ἀνεκίνησε τό θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Στίς 4-12-1963 δήλωσε:
«Ἡ Ἁγία Σύνοδος δέν ἐναντιοῦται εἰς τό νά ὁρισθῆ παγία Κυριακή διά τήν ἑορτήν τοῦ Πάσχα ἐν τῶ Γρηγοριανῶ Ἡμερολογίω, συγκατανευόντων ὅσων ἐνδιαφέρονται σχετικῶς, ἰδία δέ τῶν διϊσταμένων πρός τήν κοινωνίαν τῆς Ἀποστολικῆς Ἔδρας ἀδελφῶν…[4].»
Ὁ μέγας οἰκουμενιστής Οἰκουμενικός Πατριάρχης κυρός Ἀθηναγόρας, συστοιχούμενος στή δήλωση τῆς Β΄ Βατικανῆς, ἔγραψε:
«Καί αὔθις ἐπαναλαμβάνομεν εἰς ὅλον τόν χριστιανικόν κόσμον ὡς ἡμέραν κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα τήν δευτέραν Κυριακήν τοῦ Ἀπριλίου, ἐλπίζοντες ὅτι ὁ κοινός οὗτος ἑορτασμός, ὁ σταθερός, θά ἀποτελέση ὄχι μόνον ἕν σύμβολον, ἀλλά καί μίαν θετικήν συμβολήν εἰς τήν τελείωσιν τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος[5].»
Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης κυρός Ἀθηναγόρας ἔβλεπε τόν κοινό ἑορτασμό ὡς μέσο ἑνώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τήν αἵρεση τοῦ παπισμοῦ. Ἀλλοίμονο, ὅμως, ἐάν τό ἱερό θέμα τῆς ἑνώσεως ἀντιμετωπισθεῖ μέ μία πρώτη μεγάλη ὑποχώρηση τῶν Ὀρθοδόξων ἔναντι τοῦ κράτους τοῦ Βατικανοῦ στό θέμα τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα!
Σέ τί ἔβλαψε τήν ἑνότητα τῶν πρώτων χριστιανῶν τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Πολύκαρπος Ἐπίσκοπος Σμύρνης καί ὁ ἅγιος Ἀνίκητος Ἐπίσκοπος Ρώμης δέν συμφώνησαν ὡς πρός τήν ἡμέρα τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα; Ὡς γνωστόν, ἄλλη μέρα ἑόρταζαν τό Πάσχα οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ἀνατολῆς καί ἄλλη ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, κι ὅμως κανένα σχίσμα δέν προκλήθηκε, διότι ὑπῆρχε ἡ ἑνότητα τῆς πίστεως, τῆς λατρείας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως. Εἶναι χαρακτηριστική ἐν προκειμένω ἡ μαρτυρία τοῦ ἁγίου Εἰρηναίου:
«Οὔτε ὁ Ἀνίκητος μπόρεσε νά πείσει τόν Πολύκαρπο νά μήν τηρήσει αὐτά, τά ὁποία, μαζί μέ τόν Ἰωάννη, τόν μαθητή τοῦ Κυρίου μας, καί τούς ὑπολοίπους Ἀποστόλους, μέ τούς ὁποίους συναναστράφηκε, πάντοτε τηροῦσε· οὔτε καί ὁ Πολύκαρπος ἔπεισε τόν Ἀνίκητο νά τά τηρήσει, ἐπειδή ἔλεγε ὅτι ὀφείλει νά συνεχίσει τήν συνήθεια τῶν πρό αὐτοῦ πρεσβυτέρων. Ἔτσι ἐχόντων τῶν πραγμάτων, κοινώνησαν μεταξύ τους… καί μέ εἰρήνη χωρίσθηκαν, ἔχοντας ὅλη ἡ Ἐκκλησία εἰρήνη, καί αὐτοί, πού τηροῦσαν, καί αὐτοί, πού δέν τηροῦσαν[6].»
Σήμερα, ὅμως, ποιά τελείωση τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ μέσω τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ὅταν παραμένει ἄθικτο τό μεσότοιχο τοῦ φραγμοῦ, τό ὁποῖο ὕψωσε ὁ παπισμός, μέσω τοῦ πρωτείου, τοῦ ἀλαθήτου, τῆς οὐνίας καί τοῦ ὀρμαθοῦ τῶν ὑπολοίπων παπικῶν πλανῶν σχετικά μέ τήν πίστη καί τήν λατρεία;
Εἶναι ἀληθές ὅτι, μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, ἡ ἀσυμφωνία γιά τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα κορυφωνόταν μεταξύ κάποιων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν. Ἡ ἀσυμφωνία γινόταν ἀφορμή νά ἑορτάζεται συχνά δύο φορές τό Πάσχα μέσα στό ἴδιο ἔτος, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου[7]. Ἡ ἀσυμφωνία αὐτή ὀδηγοῦσε κάποιες Ἐκκλησίες καί στόν κοινό ἀκόμη ἑορτασμό μεταξύ Χριστιανικοῦ καί ἰουδαϊκοῦ Πάσχα! Ἡ ἐν Νικαία Α΄ Ἁγία καί Οἰκ. Σύν. συνεκλήθη, ἀκριβῶς γιά νά καταδικάσει τήν αἵρεση τοῦ Ἀρείου καί νά ὁρίσει ὅσα ἀφοροῦν τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, σύμφωνα μέ τόν Μ. Ἀθανάσιο[8]. Ὁ Κανών τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκ. Συν., πού θεσπίζει τά τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, δέν διασώθηκε. Ὅμως, στόν ἐν λόγω κανόνα, ἐκτός ἀπό τόν Μ. Ἀθανάσιο, ἀναφέρεται καί ἐπιστολή τοῦ Μ. Κων/νου[9]. Ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου, ἐκτός τῶν ἄλλων, ἦρε καί τό ἄτοπο τοῦ συνεορτασμοῦ τοῦ Πάσχα μέ τούς Ἰουδαίους, τούς «Πατροκτόνους καί Κυριοκτόνους»[10]. Στόν περί τοῦ Πάσχα ἱερό Κανόνα τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκ. Συν. ἀναφέρεται καί ὁ ἱστορικός Σωκράτης, ὁ ὁποῖος διέσωσε σχετική ἐπιστολή τῆς Συνόδου[11]. Στόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα ἀναφέρονται ἐπίσης ὁ Ζ΄ Κανών τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων[12] καί οἱ Διαταγές τῶν Ἀποστόλων[13]. Ὁ Α΄ Κανών τῆς ἐν Ἀντιοχεία Συνόδου (341) ἀπαιτεῖ τήν τήρηση τῶν θεσπισθέντων ἀπό τήν Α΄ Ἁγία καί Οἰκ. Σύν. σχετικά μέ τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα[14]. Στόν καθορισμό τῆς ἡμέρας τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα ἀναφέρεται ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος[15].
Οὔτε ἡ Α΄ Ἁγία καί Οἰκ. Σύν., οὔτε οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀναφέρονται στόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, κάνουν λόγο γιά «πάγια Κυριακή», κατά την ὁποία πρέπει νά ἑορτάζεται ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἡ Β΄ Βατικανή ψευδοσύνοδος καί ὁ μέγας οἰκουμενιστής Οἰκ. Πατριάρχης κυρός Ἀθηναγόρας, πού ἀκολουθοῦσε σέ ὅλα τόν αἱρεσιάρχη «πάπα» Παῦλο ΣΤ΄ - ὅπως καί σήμερα ὁ ἕτερος οἰκουμενιστής Οἰκ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἀκολουθεῖ τόν αἱρεσιάρχη «πάπα» Φραγκῖσκο - ἀνεκίνησαν θέμα «παγίας Κυριακῆς», ἐρχόμενοι σέ ἀντίθεση μέ τήν Α΄ Ἁγία καί Οἰκ. Σύνοδο. Οὔτε λίγο οὔτε πολύ οἱ οἰκουμενιστές θεωροῦν ὅτι ἡ μεταρρύθμιση τοῦ ἱεροῦ Κανόνος τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκ. Συν., σχετικά μέ τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, ἀποτελεῖ ἀπαρχή γενικότερης ἐκθεμελιώσεως τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί συνοδικῆς νομιμοποιήσεως τῆς μετακανονικῆς αἱρέσεως, ἡ ὁποία θά συντελεσθεῖ ἀπό τούς ψευδενωτικούς οἰκουμενιστές κατά τήν προσεχῆ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο . Καί μόνο αὐτή ἡ τοποθέτηση εἶναι ἰκανή νά χύσει ἄπλετο φῶς στούς σκοπούς, πού κρύβονται κάτω ἀπό τήν ἐπιθυμία τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Οὐσιαστικά, οἱ οἰκουμενιστές, θεωρώντας τόν ἱερό Κανόνα τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκ. Συν. σχετικά μέ τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, ὡς ἀπόφαση ἀνθρώπων, ὅπως ἐμεῖς, θέτουν τούς ἑαυτούς τους στό ἴδιο ἤ καί ἀνώτερο ἐπίπεδο μέ τούς ἁγίους θεοφόρους καί Οἰκουμενικούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας! Οἰ οἰκουμενιστές, χάριν τῶν ψευδενωτικῶν σχεδίων τους, θεωροῦν ὡς ξεπερασμένες παραδόσεις τούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκ. Συνόδου.
Ὁ ἀποθανών καθηγητής Ἰωάννης Φουντούλης ἐξέφρασε ἐπιφυλάξεις ὡς πρός τίς σοβαρές ἀνωμαλίες, πού ἐνδέχεται νά προκαλέσει ὁ κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εἶπε:
«Για κανένα λόγο, χάριν αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ (τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ), δέν μπορεῖ νά θυσιαστεῖ ἡ λειτουργική ἐν προκειμένω ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Εἶναι προτιμότερο νά ἑορτάζουμε τό Πάσχα σέ ἄλλη ἀπό τίς ἄλλες Ἐκκλησίες ἡμέρα… ὅλοι ὅμως οἱ Ὀρθόδοξοι μαζί, παρά νά προκληθεῖ λειτουργική διάσπαση, νέες ἔριδες, σκάνδαλα καί σχίσματα στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας μας. Στήν ἑορτολογική διαίρεση τοῦ Ἰουλιανοῦ καί τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου τῶν ἀκινήτων ἑορτῶν τοῦ ἔτους καί στό σχίσμα τῶν (ζηλωτῶν) παλαιοημερολογιτῶν, δέν πρέπει νά προστεθεῖ διάσπαση καί ὡς πρός τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα καί νέο σχίσμα Παλαιοπασχιτῶν[16].»
Ὁ Σεβ. Μητρ. Πρεβέζης κυρός Μελέτιος Καλαμαρᾶς, ἀναφερόμενος στό θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα εἶχε δηλώσει:
«Τό θέμα εἶναι σοβαρό καί πολύπλοκο, ὥστε νά ἐπιβάλει σύνεση πρός ἀποφυγή νέων σκανδάλων στήν Ἐκκλησία»[17].
Ὁ Μακ. Ἀρχιεπ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρός Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ἀναφερόμενος στό θέμα τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ἔγραψε:
«Κατά τόν 16ο αἰῶ., ἐπί πάπα Γρηγορίου ΙΓ΄, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, προβαίνοντας στήν διόρθωση τοῦ ἡμερολογίου, συμμετέβαλε καί τόν Πασχάλιο Κανόνα, μέ τρόπο πού ἀντιβαίνει στήν διάταξη τῆς Α΄ Οἰκ. Συν. Ἡ μεταβολή δέ αὐτή ἀποτελεῖ τό κυριότερο γνώρισμα τῆς Γρηγοριανῆς χρονολογήσεως ἀπό ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως. Ἡ Α΄ Οἰκ. Σύν. θέλησε νά συνεορτάζουν ὅλοι μαζί οἱ χριστιανοί τήν ἴδια ἡμέρα τό Πάσχα καί μάλιστα μετά τό Ἰουδαϊκό Πάσχα. Ἀλλά, ἡ Γρηγοριανή μεταρρύθμιση παραβίασε αὐτούς τούς ὅρους. Γι’αὐτό ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία οὔτε τήν παραδέχθηκε, οὔτε μπορεῖ νά τήν παραδεχθεῖ…[18].»
Στήν παπική καινοτομία περί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ἔχει ἀναφερθεῖ καί ὁ Κ. Τσιρπανλῆς. Ἔγραψε:
«Ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, ἐπειδή ἀποδέχθηκε καί ἐπεκύρωσε τό Γρηγοριανό Ἡμερολόγιο κατά τό ἔτος 1582, καινοτόμησε, ἀντίθετα μέ τήν ἀπόφαση τῆς Α΄ Οἰκ. Συν., πού ἀφορᾶ στόν προσδιορισμό τῆς ἡμερομηνίας τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα. Διότι, αὐτή ἔκτοτε ἔπαυσε νά παρακολουθεῖ τό Ἑβραϊκό Πάσχα, καί τελεῖ τό Πάσχα της, κάθε ἔτος, τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν πρώτη πανσέληνο τῆς ἑαρινῆς ἰσημερίας, ἀνεξαρτήτως τοῦ γεγονότος, ἐάν τό Ἑβραϊκό ἔχει προηγουμένως τελεσθεῖ ἤ ὄχι… Ἡ Ἀνατολική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀντιθέτως, πιστός φύλακας τῆς ἀποφάσεως τῆς ἐν Νικαία Συνόδου, ἐξακολουθεῖ μέχρι καί σήμερα νά τηρεῖ καί νά ἐφαρμόζει τόν Πασχάλιο Κανόνα, τόν ὁποῖο ὅλη ἡ Χριστιανοσύνη εἶχε ὁρίσει τότε…[19].»
Εἶναι ἄξιο ἰδιαίτερης προσοχῆς ὅτι ὁ Μακ. Ἀρχιεπ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρός Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, μολονότι εἰσηγήθηκε καί ἐπέβαλε τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου, δέν τόλμησε νά μεταβάλει ὅσα ἀφοροῦσαν στόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, κι αὐτό γιά νά μήν ἔρθει σέ ἀντίθεση μέ τήν διάταξη τῆς Α΄ Οἰκ. Συν. Στήν ἐγκύκλιο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τοῦ 1924, μέ τήν ὁποία ἐξήγγειλλε ὁ κυρός Χρυσόστομος τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου, διεκήρυξε κατηγορηματικῶς γιά τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα:
«Οἱ ἀκίνητες ἑορτές θά συμπίπτουν καί θά ἑορτάζονται κατά τίς ἀνέκαθεν ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καθορισμένες ἡμερομηνίες, οἱ δέ κινητές ἑορτές κατά τίς στό Πασχάλιο ἡμέρες, ὀνομαζόμενες ὅμως μέ τίς ἡμερομηνίες τοῦ διορθωμένου ἡμερολογίου… Ἀμετάβλητες μένουν καί ὅλες οἱ ἑορτές, πού ἐξαρτῶνται ἀπό τό Πάσχα, ἀριθμούμενες μόνο καί ὀνομαζόμενες κατά τή νέα χρονολόγηση τοῦ διορθωμένου Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου…[20].»
Κατά τούς χρόνους τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ὑπῆρχαν αὐτοί, πού ἀθετοῦσαν τήν διάταξη τῆς Α΄ Οἰκ. Συν. ὡς πρός τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα. Ὁ ἱερός Πατήρ, στηλιτεύοντας κάθε ἀθέτηση τῶν θεσπισθέντων ἀπό τήν Ἁγία Σύνοδο, γράφει:
«Τριακόσιοι Πατέρες ἤ καί περισσότεροι, ἀφοῦ συνῆλθαν στήν χώρα τῶν Βιθυνῶν, νομοθέτησαν αὐτά· καί ἀτιμάζεις ὅλους ἐκείνους;… Ἐσύ δέν καταφρονεῖς μόνο ἐκείνους, ἀλλά καί ὅλη τήν οἰκουμένη, παρ’ ὅλο πού αὐτή ἐπαίνεσε τήν γνώμη τους[21].»
Σ’αὐτούς, πού ἀθετοῦν τήν Α΄ Οἰκ. Σύν., χάριν χρονολογικῆς ἀκριβείας στόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, ἀπαντᾶ ὁ ἅγιος:
«Ἐσύ δέν προτιμᾶς τήν συμφωνία τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν χρόνο, καί, γιά νά φανεῖς ὅτι παρατηρεῖς τίς ἡμέρες, φαίρεσαι ἀπρεπῶς σάν μεθυσμένος στήν κοινή μητέρα ὅλων μας καί διασπᾶς τήν ἁγία σύνοδο. Καί πῶς θά ἦσουν ἄξιος συγνώμης, ἀφοῦ γιά μηδαμινό πρᾶγμα διαλέγεις νά ἁμαρτήσεις τόσο πολύ[22];»
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος προτιμᾶ ἀκόμη, χάριν τῆς πιστῆς τηρήσεως τῶν ἱερῶν Συνοδικῶν θεσπισμάτων, νά ἑορτάζουμε τό Πάσχα ἔστω καί μέ ἑσφαλμένη χρονολογία. Εἶναι προτιμότερος ὁ ἑορτασμός μέ ἐσφαλμένη χρονολογία ἀπό τήν ἀθέτηση τῆς Α΄ Οἰκ. Συν. καί ἀπό τά ἐπαπειλούμενα σχίσματα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, πού τυχόν προκύψουν ἀπό τήν ἀθέτηση. Γράφει:
«Παντοῦ ἀκολουθοῦμε τήν Ἐκκλησία μέ ἀκρίβεια, προτιμῶντας ἀπ’ὅλα τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη. Γιατί, ἀκόμη καί ἄν ἔσφαλλε ἡ Ἐκκλησία, δέν θά ἦταν τόσο μεγάλο κατόρθωμα ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν χρόνων, ὅσο μεγάλο ἔγκλημα εἶναι ἡ διαίρεση καί τό σχίσμα αὐτό… Γιατί, οὔτε ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει τήν ἀκρίβεια τῶν χρόνων· ἀλλά, ἐπειδή στήν ἀρχή φάνηκε καλό σέ ὅλους τούς πατέρες, πού ἦσαν διηρημένοι, νά συνέλθουν μαζί καί νά ὁρίσουν αὐτήν τήν ἡμέρα τοῦ ἑορτασμοῦ, ἡ Ἐκκλησία, πού παντοῦ τιμᾶ τήν συμφωνία καί ἀγαπᾶ τήν ὁμόνοια, δέχθηκε τό ἀποφασισθέν[23].»
Οἱ σαφεῖς καί κατηγορηματικοί λόγοι τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἀποτελοῦν ἀπάντηση σέ ὅλους τούς ψευδενωτικούς οἰκουμενιστές τῆς ἐποχῆς μας, οἱ ὁποῖοι θεωροῦν ξεπερασμένες παραδόσεις τούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Α΄ Οἰκ. Συν., ἐν ὀνόματι τῆς χρονικῆς ἀκριβείας τῶν ἀστρονομικῶν ὑπολογισμῶν. Ἐπειδή δηλ. ἡ πάντοτε καινοτομοῦσα αἱρετική παρασυναγωγή τοῦ παπισμοῦ κατά τόν 16ο αἰῶ., ἐπί «πάπα» Γρηγορίου ΙΓ΄, μετέβαλε τόν Πασχάλιο Κανόνα, κατά τρόπο πού ἀντιβαίνει στήν διάταξη τῆς Α΄ Οἰκ. Συν.[24], εἶναι ὑποχρεωμένη καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νά ἀθετήσει τήν Α΄ Οἰκ. Συν. καί νά εὐθυγραμμισθεῖ ἐν προκειμένω μέ τόν σχισματικό καί αἱρετικό παπισμό, χάριν μιᾶς ψευδοῦς ἑνώσεως;
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἀναφερόμενος στόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα, ὑπογραμμίζει ἰδιαιτέρως τούς λόγους τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, οἱ ὁποῖοι θέτουν τήν τήρηση τῆς διατάξεως τῆς Α΄ Οἰκ. Συν. ὑπεράνω τῆς χρονικῆς ἀκριβείας, πού ζητεῖται ἀπό τούς ἀστρονόμους. Σ’αὐτούς, πού ἐπιθυμοῦν μεταρρύθμιση, χάριν μεγαλύτερης χρονολογικῆς ἀκριβείας, ὡς πρός τήν ἡμέρα τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ἀπαντᾶ ὁ ἅγιος Νικόδημος:
«Γιατί, ἅς γνωρίζουν ὅτι καί οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι, πού ἔγιναν μετά τήν πρώτη, καί οἱ ὑπόλοιποι Πατέρες, ἔβλεπαν ναί καί αὐτοί, ὡς σοφοί πού ἦταν, πώς κατέβηκε πολύ ἡ ἰσημερία· ἀλλ'ὅμως δέν θέλησαν νά τήν μεταθέσουν ἀπό τήν 21η Μαρτίου, πού τήν βρῆκε ἡ Α΄ Σύνοδος, προτιμώντας περισσότερο τήν συμφωνία καί τήν ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τήν ἀκρίβεια τῆς ἰσημερίας, ἡ ὁποία δέν προξενεῖ, οὔτε στήν εὕρεση τοῦ δικοῦ μας Πάσχα καμμία σύγχυση, οὔτε βλάβη στήν εὐσέβεια, μάλιστα δέ καί προξενεῖ αὐτή ἡ ἀκρίβεια στούς Λατίνους δύο μεγάλες ἀτοπίες, τό νά ἑορτάζουν δηλ. τό Πάσχα ἤ μαζί μέ τούς Ἰουδαίους, τό ὁποῖο εἶναι ἐναντίον στόν ζ΄ Ἀποστολικό Κανόνα, ἤ πρίν τούς Ἰουδαίους[25].»
Ἄς σημειωθεῖ ὅτι ἡ Α΄ Οἰκ. Συν., κανονίζοντας τά τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ἀπευθυνόταν στίς ἀρχαῖες τοπικές Ἐκκλησίες τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς, Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Οὐδέποτε Οἰκουμενική Σύνοδος θά ἀσχολοῦνταν μέ τόν κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν αἱρετικῶν καί σχισματικῶν κοινοτήτων τοῦ παπισμοῦ καί τοῦ προτεσταντισμοῦ, ὅπως προτείνουν ὁ «πάπας» Φραγκῖσκος καί οἱ οἰκουμενιστές.
Συμπεραίνοντας, θά θέλαμε νά τονίσουμε γι’ἀκόμη μία φορά ὅτι κάθε ἀπόπειρα ἀπό μέρους τῶν οἰκουμενιστῶν γιά ἐπιβολή τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα μεταξύ Ὀρθοδόξων, παπικῶν, πού ἀθέτησαν τήν διάταξη τῆς Α΄ Οἰκ. Συν., καί προτεσταντῶν, στούς μέν κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας θά προκαλέσει ἀσφαλῶς καί νέο φοβερό σχίσμα Παλαιοπασχιτῶν, για το ὁποῖο μοναδικοί ὑπεύθυνοι θά εἶναι οἱ οἰκουμενιστές, ἀντί δέ τῆς προσεγγίσεως, θά δημιουργήσει μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως. Ἡ ἀληθής ἕνωση δέν ἐπιτυγχάνεται μέ τήν δουλική προσαρμογή τοῦ ὀρθοδόξου Πασχαλίου πρός τήν λατινική καινοτομία, ἀλλά μέ τήν ἐπιστροφή τῆς σχισματικῆς καί αἱρετικῆς παπικῆς παρασυναγωγῆς στούς κόλπους τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, μέσω τῆς ἀποκηρύξεως τῶν παπικῶν αἱρέσεων (ἰδίως τοῦ πρωτείου, τοῦ ἀλαθήτου και τῆς οὐνίας) καί τῆς τηρήσεως τῆς διατάξεως τῆς Α΄ Οἰκ. Συν. σχετικά μέ τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα[26].
* * * * * *
[1] Σχ. βλ. ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός· ἡ ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν, τ. Β΄, ἔκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος καί σύλλογος ‘Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης’, Ἀθήνα 2014, σσ. 570-579 καί ΜΟΝΑΧΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, «Οἰκουμενισμός καί ἀλλαγή Πασχαλίου», ἐν Οἰκουμενισμός· γένεση-προσδοκίες-διαψεύσεις, Πρακτικά διορθοδόξου ἐπιστημονικοῦ συνεδρίου, Αἴθουσα τελετῶν Α.Π.Θ. 20-24/9/2004, τ. Β΄, ἐκδ. Θεοδρομία, Θεσ/κη 2008, σσ. 915-959.
[2] 12-6-2015 Ὁ Πάπας Φραγκίσκος προτείνει κοινή ἡμερομηνία ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα γιά ὅλους τούς χριστιανούς: http://www.amen.gr/article/o-papas-fragiskos-proteinei-koini-imerominia-eortasmou-tou-pasxa-gia-olous-tous-xristianous
[3] Ἐφημερίδα La Stampa 27-5-2014, http://www.amen.gr/article18180, Βλ. καί ἡμέτερο κείμενο μέ τίτλο «Πρός κοινό ἑορτασμό Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν Παπικῶν»; 2-6-2014: http://www.impantokratoros.gr/2DCD94B2.el.aspx
[4] Πολυγραφημένα Πρακτικά Β΄ Οἰκουμενικοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Συμποσίου, Ἀθῆναι, 11-6-1969.
[5] «Καθολική» 1635 (18-6-1969) 3.
[6] ΑΓΙΟΣ ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ, Fragmenta III, PG 7, 1229B καί ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία Ε΄, 24, PG 20, 505AB, 508A.
[7] ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ, Κατά αἱρέσεων III, 9, PG 42, 356AB.
[8] Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, Ἐπιστολή περί τῶν γενομένων ἐν Ἀριμίνω τῆς Ἰταλίας καί ἐν Σελευκεία τῆς Ἰσαυρίας συνόδων, 5, PG 26, 688.
[9] ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ ΚΥΡΟΥ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία Θ΄, PG 82, 936, 937.
[10] Ὅ. π., 936 καί ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Εἰς τόν βίον Κων/νου τοῦ βασιλέως, Γ΄ 19, PG 20, 1077CD.
[11] ΣΩΚΡΑΤΗΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Θ΄, PG 67, 81C, 84A.
[12] «Εἴτις Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος τήν ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέρα πρό της ἐαρινῆς ἰσημερίας μετά Ἰουδαίων ἐπιτελέσοι, καθαιρείσθω» ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 8-11.
[13] ΔΙΑΤΑΓΕΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, Ε΄ 17, ΒΕΠΕΣ 2, 89.
[14] Ὅ. π., σσ. 406-407.
[15] ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ, Κατά αἱρέσεων II, 9, PG 41, 888BC.
[16] Πολυγραφημένα…
[17] «Καθολική» 1635 (18-6-1969) 3.
[18] «Ἐκκλησία» 41 (8-3-1924) 372.
[19] «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς» 611 (Μάιος - Ἰούνιος 1969) 276-277.
[20] «Ἐκκλησία» 41 (8-3-1924) 373.
[21] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Εἰς τούς τά πρῶτα Πάσχα νηστεύοντας, 3, Κατά Ίουδαίων 3, 3, PG 48, 865:
«Τριακόσιοι Πατέρες, ἤ καί πλείους, εἰς τήν Βιθυνῶν χώραν συνελθόντες ταῦτα ἐνομοθέτησαν· καί πάντας ἀτιμάζεις ἐκείνους;… Σύ δέ οὐ μόνον ἐκείνων καταγινώσκεις, ἀλλά καί τῆς Οἰκουμένης ἁπάσης, ἤ καί τήν ἐκείνων γνώμην ἐπήνεσεν.»
[22] Ὅ. π., 5, PG 48, 869:
«Σύ δέ οὐ προτιμᾶς τοῦ χρόνου τῆς Ἐκκλησίας τήν συμφωνίαν, ἄλλ’ἵνα δόξης ἡμέρας παρατηρεῖν, εἰς τήν κοινήν ἁπάντων ἡμῶν ἐμπαροινεῖς μητέρα καί τήν ἁγίαν διατέμνεις σύνοδον; Πῶς ἄν ἄξιος εἴης συγγνώμης, ὑπέρ τοῦ μηδενός τοσαῦτα ἁμαρτάνειν αἱρούμενος;»
[23] Ὅ. π., PG 48, 870-872:
«Πανταχοῦ τῆ Ἐκκλησία μετ’ἀκριβείας ἑπώμεθα, τήν ἀγάπην καί τήν εἰρήνην προτιμῶντες ἁπάντων. Εἰ γάρ καί ἐσφάλλετο ἡ Ἐκκλησία, οὐ τοσοῦτον κατόρθωμα ἀπό τῆς τῶν χρόνων ἀκριβείας ἦν, ὅσον ἔγκλημα ἀπό τῆς διαιρέσεως καί τοῦ σχίσματος τούτου… Οὐδέ γάρ ἡ Ἐκκλησία χρόνων ἀκρίβειαν οἶδεν· ἀλλ’ἐπειδή παρά τήν ἀρχήν πᾶσιν ἔδοξε τοῖς πατράσι διηρημένοις ὁμοῦ συνελθεῖν καί ταύτην ὁρίσαι τήν ἡμέραν, τήν συμφωνίαν πανταχοῦ τιμῶσα καί τήν ὁμόνοιαν ἀγαπῶσα, κατεδείξατο τό ἐπιταχθέν.»
[24] «Ἐκκλησία» 41 (8-3-1924) 372.
[25] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 8-9. Βλ. καί ἡμέτερο κείμενο μέ τίτλο «Πρός κοινό ἑορτασμό Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν Παπικῶν»; 2-6-2014: http://www.impantokratoros.gr/2DCD94B2.el.aspx
[26] Σχ. βλ. «Ρωσική ἀπάντηση στόν Πάπα γιά τόν κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα» 16-6-2015: http://ekklisiaonline.gr/ekklisiaonline/item/2717-rosiki-apantisi-ston-papa-gia-ton-koino-eortasmo-tou-pasxa
(Πηγή: «Ο κοινός εορτασμός του Πάσχα», πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου , Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου