Μέ θλίψη άναγνώσαμε ἀπό τήν πατριαρχική ἱστοσελίδα τήν ἀνακοίνωση (ἐδῶ) τῆς παρουσίας τοῦ Καθολικοῦ ἐκπροσώπου στήν Θεία Λειτουργία ἐπί τῆ θρονικῆ ἑορτῆ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μας.
Μέ ἀπορία ἀναρωτιέται ὁ καθένας μας : ἐάν ἀποτελεῖ διπλωματική ἀνάγκη νά παραστεῖ ὁ ἐν λόγω ἐκπρόσωπος στίς ἑόρτιες τελετές, γιατί αὐτό δέν θά μποροῦσε νά γίνει στίς προγραμματισμένες δεξιώσεις καί ἄλλες ἐκδηλώσεις, ἀλλά πρέπει κάθε φορά νά προκαλεῖται τό αἴσθημα τῶν Ὀρθοδόξων μέ τίς συμπροσευχές μέ τους κακοδόξους στήν ἱερή ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας ;
Τί νά ὑποθέσουμε ; Τό Πατριαρχεῖο δέν θεωρεῖ συμπροσευχή αὐτήν τήν συνύπαρξη, ἤ ἠθελημένα ἀγνοεῖ τούς ἱερούς κανόνες ;
Δέν θά ἔπρεπε νά τύχει κάποιας ἀπαντήσεως τό ὀρθόδοξο πλήρωμα, προκειμένου νά γαληνέψει ὁ λογισμός μας;