![ti_08_mobile.png](/images/template/ti_08_mobile.png)
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΕΟΡΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ 28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ!
Βρείτε πλήθος από σπάνια ΚΕΙΜΕΝΑ, ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ, ΗΧΗΤΙΚΑ, VIDEO
ΚΑΙ ΕΞΩΦΥΛΛΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ 1940, κατάλληλα για σχολικές γιορτές και
άλλες εκδηλώσεις.
Ένας από τους μεγάλους Ιεράρχες της Εκκλησίας και του Γένους μας, είναι και ο τελευταίος Μητροπολίτης Τραπεζούντος και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, ο Χρύσανθος Φιλιππίδης. Μια μορφή πού αγωνίστηκε για τα δίκαια της Εκκλησίας, αλλά και αυτού του ευλογημένου Ρωμαίικου λαού μας. Ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, κατά κόσμον Χαρίλαος, γεννήθηκε στην Κομοτηνή της όμορφης και ευλογημένης Θράκης μας το 1881.
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στην Ξάνθη. Στην συνέχεια εισήχθη στην Περίφημη Θεολογική Σχολή της Χάλκης από την οποία αποφοίτησε το 1904, υποβάλλοντας εναίσιμο Διατριβή με τον τίτλο: “Τα υπό το όνομα Διονυσίου του Αρεοπαγίτου φερόμενα συγγράμματα”. Κατά την διάρκεια των σπουδών του χειροτονήθηκε Διάκονος στον Ναό της Σχολής λαμβάνοντας το όνομα Χρύσανθος.
Το 1907 ο Χρύσανθος μεταβαίνει στην Λειψία της Γερμανίας και την Λωζάννη της Ελβετίας για σπουδές με την άδεια και την ευλογία του Μητροπολίτου Τραπεζούντος Κωνσταντίνου τον οποίο υπηρετεί.Το 1911 τελειώνει τις σπουδές του και επιστρέφει στην Πόλη, όπου ο Μεγάλος Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ’ ο Μεγαλοπρεπής τον κρατά κοντά του και τον διορίζει Αρχειοφύλακα των Πατριαρχείων.
Στις 18 Μαΐου του 1913 ο Χρύσανθος εκλέγεται Μητροπολίτης Τραπεζούντος επι της Πατριαρχίας του Γερμανού του Ε’ (1913 – 1918). Η ενθρόνιση του Χρυσάνθου συμπίπτει με σημαντικά γεγονότα.Στις 3 Απριλίου 1916 δέχεται τον Ρωσικό Στρατό στην Τραπεζούντα. Οι Τούρκοι κάτοικοι της περιοχής ζητούν από τον Χρύσανθο την προστασία του, και εκείνος ανταποκρίνεται με όλη του την καρδιά σε αυτό το αίτημα. Ένα χρόνο μετά όμως τα πράγματα αλλάζουν. Η Οκτωβριανή Επανάσταση, αναγκάζει τον Ρωσικό στρατό να εγκαταλείψει τον Πόντο. Τώρα οι Ρώσοι είναι αυτοί πού ζητούν την προστασία του Χρυσάνθου, φοβούμενοι τις αντιδράσεις των Τούρκων.
Τον Δεκέμβριο του 1918 επισκέπτεται μαζί με τον Τοποτηρητή του Οικουμενικού Θρόνου τον Μητροπολίτη Προύσης Δωρόθεο, το Λονδίνο, το Παρίσι και τον Σαν Ρἐμο συζητώντας με τους ηγέτες τα θέματα της Εκκλησίας, αλλά και των Ρωμηών της Μικράς Ασίας.
Το 1919 στην Συνδιάσκεψη της Ειρήνης στο Παρίσι παραβρίσκεται και ο ίδιος μαζί με μια αντιπροσωπεία Ποντίων, προσπαθώντας να προωθήσουν την ανεξαρτησία του Ποντιακού ζητήματος, καταθέτοντας μάλιστα και ένα Υπόμνημα με ημερομηνία 2 Μαΐου 1919. Η καταστροφή της Σμύρνης και γενικά του Μικρασιατικού Ελληνισμού, βρίσκει τον Χρύσανθο, τον Τελευταίο Αργοναύτη και Άγγελο της Εκκλησίας της Τραπεζούντος πρόσφυγα στην Αθήνα. Εκεί το Πατριαρχείο μας, τον διορίζει Αποκρισάριό του.
Το 1926 στέλνεται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Αλβανία για να διευθετήσει το θέμα της αναγνωρίσεως της Αλβανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Το 1928 και το 1930 επισκέπτεται το Άγιον Όρος για την συγκρότηση της Πανορθοδόξου Συνόδου.
Το 1929 επισκέπτεται το Βελιγράδι, τη Σόφια και το Βουκουρέστι για την ενημέρωση των Εκκλησιών αυτών σχετικά με το θέμα της Εκκλησίας της Αλβανίας.
Το 1931 επισκέπτεται την Συρία και το Πατριαρχείο Αντιοχείας και μαζί με τους Πατριάρχες Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων διευθετούν το θέμα πού είχε προκύψει εκεί σχετικά με την αναγνώριση του Πατριάρχου Αντιοχείας Αλεξάνδρου του Γ’, ενώ την ίδια χρονιά επισκέπτεται και την Κύπρο για την επίλυση του προβλήματος, ύστερα από την εξορία των Μητροπολιτών Κιτίου Νικοδήμου και Κυρηνείας Μακαρίου από τις Αγγλικές Αρχές.
Το 1937 αναγορεύεται επίτιμος Διδάκτωρ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και πιο συγκεκριμένα στην Θεολογική Σχολή, για το συγγραφικό και κοινωνικό έργο του.
Στις 13 Δεκεμβρίου ο τελευταίος “Άγγελος” της Εκκλησίας της Τραπεζούντος Χρύσανθος εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Και ως Αρχιεπίσκοπος ξεδιπλώνει τα πολλά του προσόντα. Ρυθμίζει σε συνεργασία με την Πολιτεία πολλά Εκκλησιαστικά ζητήματα.
Στις 28 Οκτωβρίου 1940, ο Ελληνικός λαός βρίσκεται μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα.
Η Φασιστική Ιταλία με αρχηγό τον Μπενίτο Μουσολίνι κηρύττει τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδος. Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Ιωάννης Μεταξάς, αρνείται με το ηρωικό του “ΟΧΙ” την είσοδο των Ιταλικών Στρατευμάτων στην Ελλάδα.
Σε αυτήν την κατάσταση δεν θα μπορούσε να απουσιάσει η Εκκλησία. Με διάγγελμά του προς τον λαό, ο Αθηνών Χρύσανθος αναφέρει τα εξής: “Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά και πέποιθεν οτι όλα τα τέκνα της Πατρίδος, ευπειθή εις το κέλευσμα αυτής και του Θεού, θα σπεύσωσιν εν μια ψυχή και καρδία να αγωνισθώσιν υπέρ βωμών και εστιών και της ελευθερίας και της τιμής και θα συνεχίσωσιν ούτως την απ’ αιώνων πολλών αδιάκοπον σειράν των τιμίων και ενδόξων αγώνων και θα προτιμήσωσι τον ωραίον θάνατον από την άσχημην ζωήν της δουλείας…”.
Στις 10 Νοεμβρίου τελεί Θεία Λειτουργία στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών υπέρ ενισχύσεως του Φιλοχρίστου Στρατού. Καθιερώνει καθημερινά συσσίτια, ενώ παραχωρεί το κτίριο το οποίο σήμερα στεγάζονται οι υπηρεσίες της Ιεράς Συνόδου, για την χρησιμοποίησή του από τον Στρατό ως Νοσοκομείο.
Η Γερμανική Κατοχή βρίσκει τον Χρύσανθο στην Αρχιεπισκοπή. Από το γραφείο του παρακολουθεί την υποστολή της Ελληνικής Σημαίας από την Ακρόπολη, και την έπαρση της Γερμανικής Σβάστιγγος.
Δέχεται τρία μηνύματα. Το ένα είναι να συμμετάσχει μαζί με τους άλλους προύχοντες στην επιτροπή παραδόσεως της πόλεως των Αθηνών. Η απάντησή του είναι μοναδική. “Οι Έλληνες Ιεράρχες δεν παραδίδουν τας πόλεις εις τον εχθρόν, αλλά καθήκον των είναι να εργασθούν δια την απελευθέρωσιν αυτών”.
Το δεύτερο μήνυμα λέει ότι θα πρέπει να μεταβεί στον Ναό για να τελέσει Δοξολογία. Και πάλι η απάντηση του Χρυσάνθου δείχνει την λεβέντικη και Ρωμαίϊκη ψυχή του: “Δοξολογία δεν έχει θέσιν επί τη υποδουλώσει της Πατρίδος μας. Η ώρα της Δοξολογίας θα είναι άλλη”.
Το τρίτο μήνυμα είναι ότι ο Ανώτατος Γερμανός Στρατιωτικός Διοικητής θέλει να τον επισκεφτεί. Η απάντηση μονολεκτική. “Να έρθει”.
Ο Γερμανός Διοικητής βρίσκεται στο Γραφείου του Χρυσάνθου. Η συζήτηση έγινε στα Γερμανικά. Ο διάλογος είναι συγκλονιστικός.
-Χρύσανθος: “Κύριε Στρατάρχα, πρωτίστως ο στρατός σας εισέβαλεν εις ένα τόπον του οποίου ο λαός ηγωνίσθη δια την ελευθερίαν του και εξακολουθεί να πιστεύει εις τα ιδανικά του. Και έχω καθήκον, ως Αρχηγός της Εκκλησίας της Ελλάδος να σας συστήσω να σεβαστή η Γερμανική Διοίκησις τον ηρωϊκόν λαόν της χώρας αυτής δια να αποφευχθούν τα δυσάρεστα”.
-Φόν Στούμε: “Είμεθα βέβαιοι ότι, η Ελληνική Εκκλησία θα συνεργαστή αρμονικά και εγκάρδια με τας στρατιωτικάς αρχάς κατοχής, ακριβώς για να αποφευχθούν τα δυσάρεστα”.
-Χρύσανθος: “Να είστε βέβαιος ότι η Ελληνική Εκκλησία θα κάνει το καθήκον της και κατά την κρίσιμον αυτήν περίοδον”.
-Φόν Στούμε: “Κατερχόμενοι είδομεν τας καταστροφάς που επροξένησαν εις την χώραν σας οι Άγγλοι. Ποιός θα πληρώσει δια τας ζημίας αυτάς;”
-Χρύσανθος: “Θα πληρώσει εκείνος, ο οποίος θα χάσει τον πόλεμον”, είπε με νόημα.
Στην συνέχεια ο Χρύσανθος αρνείται να ορκίσει την κατοχική Κυβέρνηση Τσολάκογλου λέγοντας: “Δεν μπορώ να ορκίσω Κυβέρνησιν προβληθείσαν υπό του εχθρού. Ημείς γνωρίζωμεν ότι τας Κυβερνήσεις ορίζει ο λαός και ο Βασιλεύς. Εδώ τώρα, ούτε ο λαός εψήφισεν την Κυβέρνησιν ούτε ο Βασιλεύς την όρισεν”.
Μετά από αυτό το γεγονός, ο Χρύσανθος επαύθη από τον θρόνο του στις 2 Ιουλίου του 1941. Αποτραβήχτηκε στο σπίτι του στην Κυψέλη στην οδό Σουμελά παρακολουθώντας τα γεγονότα, ενώ συγχρόνως λειτουργεί και παράνομο Ραδιοφωνικό Σταθμό, τον πρώτο αντιστασιακό Σταθμό στην Κατοχή με την ονομασία “Ασύρματος του Δεσπότη” . Ο Χρύσανθος υποβάλλει και επίσημα την παραίτησή του από τον θρόνο του στον Βασιλέα των Ελλήνων Γεώργιο τον Β’ με το τέλος της Κατοχής. Ο από Τραπεζούντος Αθηνών Χρύσανθος, πέθανε σε ηλικία 68 χρονών στις 28 Σεπτεμβρίου 1949. Στην κηδεία του πού έγινε στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών του απεδόθησαν οι τιμές Πρωθυπουργού εν ενεργεία. Η ταφή του έγινε στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών. Το 1991 τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Νέα Ιερά Μονή της Παναγίας του Σουμελά στο Βέρμιο της Ημαθίας. Ο Χρύσανθος αποδείχτηκε ένας ΜΕΓΑΛΟΣ ΗΓΕΤΗΣ.
Σήμερα πού η ελληνική κοινωνία μας περνά μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις, αυτό οφείλεται πρωτίστως στην πνευματική κρίση και εν συνεχεία στην έλλειψη ηγετών που να εμπνέουν και να καθοδηγούν. Εμείς οι Ρωμηοί έχουμε μια μεγάλη και μια μοναδική κληρονομιά. Και αυτή είναι η Ιστορία, η Πίστη μας στην Εκκλησία και οι Παραδόσεις μας.
Ας ξαναδιαβάσουμε την ιστορία και ας επιστρέψουμε στις ρίζες μας, ας παραδειγματιστούμε από τα λάθη του παρελθόντος και από τις πολιτικές κάποιων “ηγετών” που μας οδήγησαν στην καταστροφή και την συρρίκνωση. Η μορφή του Χρυσάνθου και όλων εκείνων πού αγωνίστηκαν για του “Χριστού την πίστην την αγίαν και της Πατρίδος την ελευθερίαν” ας γίνουν φωτεινά παραδείγματα για όλους μας, Κλήρο και Λαό, Άρχοντες και Aρχομένους.
Πηγή: Amen
Έχει παρατηρηθεί ότι πάρα πολλοί πολέμιοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας, βάλλουν κατ’ αυτής με αθεμελίωτες κατηγορίες. Δηλαδή κατηγορίες και μομφές αναπόδεικτες, που εκστομίζονται και κατασκευάζονται μόνο και μόνο για να σπιλωθεί το ηθικό ανάστημα της Εκκλησίας.
Ήδη από την σχολική, την μαθητική αλλά κυρίως την φοιτητική περίοδο, ιδιαίτερα κατά τα τέλη του εικοστού αιώνος, πολλά τέτοια «ζητήματα» που απασχολούσαν τους ανθρώπους, εύκολα γίνονταν αντικείμενο κακεντρεχούς προπαγάνδας με ευτελείς στόχους. Ένας από αυτούς ήταν να αμαυρωθεί η ιστορικά τεκμηριωμένη παρουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας στο διάβα των αιώνων. Και εδώ ακολουθείται το παράδειγμα των αιρετικών. Απομονώνουν ένα «συμβάν», του προσδίδουν τις διαστάσεις που επιθυμούν αλλοιώνοντάς το και μετά το εντάσσουν σε έναν κανόνα γενίκευσης. Έτσι υποτίθεται ότι θεμελιώνουν υποδείγματα γενικής ισχύος. Μία από τις σαθρές και αναπόδεικτες κατηγορίες, που μετά λύσσας υιοθετούν οι πολέμιοι της Εκκλησίας μας, είναι και αυτή: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία συνεργάστηκε με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα»! Αποσιωπούν ή σκόπιμα αγνοούν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας όχι μόνον αντετάχθη σε κάθε μορφής ολοκληρωτισμό, αλλά και ανέδειξε Αγίους με την σθεναρή της αυτήν στάση. Και ναι μεν στην περίπτωση του Σταλινικού ολοκληρωτισμού, οι περισσότεροι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, γνωρίζουν λαμπρά παραδείγματα Αγίων, Νεομαρτύρων και Ιερέων, που έδωσαν μαρτυρία αγωνιστικού πνευματικού ήθους κατά τόν εικοστό αιώνα. Στην χώρα μας, είναι γνωστή η περίπτωση του «από Τραπεζούντος» Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου, ο οποίος κατά την άνοιξη του 1941 αντέταξε το σθεναρό του φρόνημα στις κατοχικές Αρχές των Γερμανών, όταν αρνήθηκε να ορκίσει την διορισμένη κυβέρνηση Τσολάκογλου. Σχεδόν ποτέ δεν αναφέρονται στο ζήτημα αυτό οι πολέμιοι της Εκκλησίας.
Εκείνο όμως, πιστεύω, που δεν έχει καταστεί γνωστό, είναι ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, έχει αναδείξει Αγίους που μαρτύρησαν κατά του Ναζισμού.
Ένας από αυτούς είναι ο Άγιος Αλέξανδρος Schmorell, ο οποίος μάλιστα ήταν Γερμανός και μαρτύρησε τον Ιούλιο του 1943.
Ο Αλέξανδρος Schmorell είχε γεννηθεί στην Ρωσία το 1917 από Ρωσίδα μητέρα και Γερμανό πατέρα. Ο πατέρας του ο Hugo Schmorell ήταν γιατρός και είχε σπουδάσει στην Ρωσία κατά την προεπαναστατική περίοδο. Ο παππούς του Αλεξάνδρου από την πλευρά της μητέρας του, Nataliya Vvedenskaya, ήταν ιερέας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Το 1918 η μητέρα του Αλεξάνδρου πέθανε από τύφο και δύο χρόνια αργότερα ο Hugo Schmorell νυμφεύθηκε την Γερμανίδα Elisabeth Hoffman που ήταν ρωμαιοκαθολική. Το 1921 για να αποφευχθούν οι διώξεις που ασκούσαν απηνώς οι Μπολσεβίκοι, η οικογένεια Schmorell κατέφυγε και εγκαταστάθηκε στο Μόναχο. Μαζί τους είχαν παραλάβει και την «παραμάνα» του Αλέξανδρου, Θεοδοσία Lapschina. Αυτή ήταν που έδωσε Ορθόδοξη Χριστιανική αγωγή στον μικρό Αλέξανδρο, έστω και εάν η μητριά του στα δύο παιδιά της, που γεννήθηκαν στο Μόναχο, έδωσε ρωμαιοκαθολική αγωγή. Ο Αλέξανδρος από πολύ μικρή ηλικία αγάπησε την Ορθοδοξία και μάλιστα παρότρυνε την μητριά του καθώς και τα ετεροθαλή αδέλφια του να παρακολουθήσουν μαθήματα σε Ορθόδοξο Κατηχητικό Σχολείο στο Μόναχο. Αγαπούσε με έμφαση την Ορθόδοξη Εκκλησία και παρακολουθούσε κάθε Κυριακή την Θεία Λειτουργία. Ο Αλέξανδρος Schmorell ήταν ένας πιστός Χριστιανός, πλήρως συνειδητοποιημένος και με ευαίσθητη συνείδηση. Ένα χρόνο μετά την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σπούδαζε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου Ludwig-Maximilian Universitat.
Υποχρεωτικά κατετάγη στον Γερμανικό Στρατό και εστάλη στο Ανατολικό Μέτωπο. Υπηρετούσε ως βοηθός στρατιωτικού ιατρού. Ο Αλέξανδρος κατ’ επανάληψιν δήλωνε ότι του ήταν αδύνατον να πυροβολεί και να σκοτώνει είτε Ρώσο είτε Γερμανό. Ήταν κάτι που ήταν αντίθετο στην Χριστιανική του αγωγή. Υπηρέτησε αποκλειστικά ως στρατιωτικός ιατρός και έτσι ήλθε σε επαφή με τον ανθρώπινο πόνο και μάλιστα βοηθούσε στην περίθαλψη (εκτός των Γερμανών) και Ρώσων αιχμαλώτων που είχαν τραυματισθεί. Μετά από λίγο χρονικό διάστημα μετατέθηκε στο Μόναχο κατά τον Οκτώβριο του 1942.
Ο Αλέξανδρος με μερικούς του φίλους από το Πανεπιστήμιο του Μονάχου όπου σπούδαζε Ιατρική, ίδρυσε μια μυστική αντιναζιστική οργάνωση με ειρηνικό χαρακτήρα, είχε τον τίτλο «Λευκό Ρόδο». Μπορεί να πει κανείς μετά βεβαιότητος ότι το «Λευκό Ρόδο» ήταν ίσως η πιο σπουδαία μορφή αντίστασης κατά του ναζιστικού ολοκληρωτικού καθεστώτος του Χίτλερ, μέσα στην Γερμανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το «Λευκό Ρόδο» δεν προέβαινε σε καμιάν απολύτως βίαιη δραστηριότητα και αποσκοπούσε μόνο στην εκτύπωση και κυκλοφόρηση ενημερωτικών φυλλαδίων που ενημέρωναν τον Γερμανικό λαό για τα εγκλήματα που διέπραττε το ναζιστικό καθεστώς. Μάλιστα τα συνέδεε με την σατανική φύση τόσο της ναζιστικής ιδεολογίας όσο και με την αντιχριστιανική του υστερία. Ψυχή και έμπνευση του «Λευκού Ρόδου» ήταν ο Αλέξανδρος. Αυτός συνέτασσε τα κείμενα των αντικαθεστωτικών φυλλαδίων. Και μόνον αυτό το τόλμημα, κάτω υπό τρομερές συνθήκες απόλυτου τρόμου και ειδεχθούς ζόφου, συνιστά πράξη απαράμιλλης γενναιότητος. Το «Λευκό Ρόδο» πρόλαβε και εκτύπωσε έξι ενημερωτικά φυλλάδια. Κατά την διάρκεια της διανομής του έκτου φυλλαδίου (24 Φεβρουαρίου 1943) η Γκεστάπο συνέλαβε τα μέλη της αντιστασιακής ομάδας. Τελικά καταδικάσθηκε εις θάνατο τον Απρίλιο του 1943 και εκτελέσθηκε δι’ αποκεφαλισμού στις 13 Ιουλίου 1943.
Έχει ιδιαίτερη αξία να σταχυολογηθούν κάποια αποσπάσματα από τα κείμενα του Αλεξάνδρου στα κείμενα που εκυκλοφορήθησαν.
(Απόσπασμα από την τέταρτη προκήρυξη)
«Κάθε λέξη από το στόμα του Χίτλερ είναι ένα ψέμα. Όταν μιλά για ειρήνη, εννοεί τον πόλεμο και όταν κατά τρόπο βλάσφημο χρησιμοποιεί το όνομα του Παντοδύναμου, εννοεί τη δύναμη του κακού, τον εκπεσόντα άγγελο, το Σατανά. Το στόμα του είναι το δύσοσμο στόμιο της Κολάσεως και η ισχύς του εκ βάθρων καταραμένη.
Είναι αλήθεια ότι πρέπει να αγωνιστούμε κατά του εθνικοσοσιαλιστικού τρομοκρατικού κράτους με ορθολογικά μέσα. Όμως, οποιοσδήποτε εξακολουθεί να αμφισβητεί την πραγματικότητα, την ύπαρξη δαιμονικών δυνάμεων, θα έχει αποτύχει σε μεγάλο βαθμό να αντιληφθεί τη μεταφυσική διάσταση αυτού του πολέμου. Πίσω από τα συγκεκριμένα, ορατά περιστατικά, πίσω από όλες τις αντικειμενικές και λογικές διαπιστώσεις, βρίσκουμε το υπερλόγο στοιχείο: Τον αγώνα ενάντια στο δαίμονα, ενάντια στους υπηρέτες του Αντιχρίστου.
Παντού και πάντοτε, οι δαίμονες παραμόνευαν στο σκοτάδι, περιμένοντας τη στιγμή που ο άνθρωπος είναι αδύναμος: όταν με τη δική του βούληση εγκαταλείπει τη θέση του στην τάξη της Δημιουργίας, όπως δημιουργήθηκε γι’ αυτόν από το Θεό εν ελευθερία –όταν υποχωρεί στη δύναμη του κακού και αποχωρίζεται από τις άνωθεν δυνάμεις– κι αφού θεληματικά κάνει το πρώτο βήμα, οδηγείται ολοένα στο επόμενο με ραγδαία επιταχυνόμενο ρυθμό.
Παντού και σε όλους τους καιρούς της μεγαλύτερης κρίσης, έχουν εμφανισθεί άνθρωποι, προφήτες και άγιοι, που αγαπάνε την ελευθερία τους, κήρυξαν τον Μοναδικό Θεό, και με τη βοήθειά Του οδήγησαν το λαό στην αντιστροφή της πτωτικής του πορείας.
Ο άνθρωπος είναι, βέβαια, ελεύθερος, αλλά χωρίς τον αληθινό Θεό είναι ανυπεράσπιστος ενάντια στο κακό. Είναι σαν καράβι χωρίς πηδάλιο, στο έλεος της θύελλας, σαν μικρό παιδί χωρίς τη μητέρα του, σαν σύννεφο που διαλύεται στον αέρα. Και σε ρωτάω, σαν Χριστιανό που αγωνίζεσαι για τη διαφύλαξη του πιο πολύτιμου θησαυρού σου, μήπως διστάζεις, μήπως ξεπέφτεις στη δολιότητα, τον υπολογισμό και την αναβλητικότητα, με την ελπίδα ότι κάποιος άλλος θα σηκώσει το χέρι για να σε υπερασπίσει; Δεν σου έδωσε ο Θεός τη δύναμη και τη θέληση να αγωνιστείς; Πρέπει να χτυπήσουμε το κακό εκεί που είναι πιο δυνατό, και είναι πιο δυνατό στην εξουσία του Χίτλερ».
(Απόσπασμα από την δεύτερη προκήρυξη)
«Γιατί σας τα λέμε όλα αυτά, αφού τα ξέρετε πολύ καλά, κι αν όχι τα συγκεκριμένα, άλλα, το ίδιο σοβαρά εγκλήματα που διέπραξε αυτή η τρομακτική συμμορία υπανθρώπων;»
«Ο κάθε άνθρωπος επιθυμεί να απαλλαγεί από μια τέτοιου είδους ενοχή, και ο καθένας ακολουθεί το δρόμο του με την πιο ήρεμη και ήσυχη συνείδηση. Όμως, δεν μπορεί να απαλλαγεί: είναι ένοχος, ένοχος, ένοχος! Δεν είναι, όμως, αργά, να απαλλαγούμε από αυτή την εξόχως κατακριτέα και υπόλογη για όλες τις πλάνες κυβέρνηση, για να απαλλαγούμε από ακόμη μεγαλύτερη ενοχή…»
«Ποτέ μη ξεχνάτε το Θεό!…»
Στην τελευταία του επιστολή προς τους οικείους του έγραφε μεταξύ των άλλων:
«Με τη θέληση του Θεού, η επίγεια ζωή μου θα κλείσει, προκειμένου να μεταβώ σε μίαν άλλη, που ποτέ δεν θα τελειώσει, όπου όλοι μας θα συναντηθούμε… Δυστυχώς, το χτύπημα αυτό θα είναι πιο σκληρό για σας παρά για μένα, γιατί φεύγω με τη βεβαιότητα ότι υπηρέτησα την αλήθεια. Αυτό με αφήνει με ήσυχη τη συνείδηση, παρά το γεγονός ότι είναι κοντά η ώρα του θανάτου.
Και συνεχίζει
«Πρόσφατα διάβασα κάτι σ’ ένα πολύ καλό και με πολλά νοήματα βιβλίο, που ταιριάζει σε όλους εσάς: «Όσο μεγαλύτερη είναι η τραγωδία της ζωής, τόσο πιο δυνατή πρέπει να είναι η πίστη μας, όσο πιο καταδικασμένοι μοιάζουμε, με τόση μεγαλύτερη εμπιστοσύνη πρέπει να αφήνουμε τις ψυχές μας στα χέρια του Θεού Πατέρα.» Έγραφε ο Αββάς Θεόδωρος από το Βυζάντιο, [Θεόδωρος ο Στουδίτης] «Για το λόγο αυτό ευχαρίστησα το Θεό για τις δοκιμασίες μου, και άφησα τον εαυτό μου εντελώς στις ανεξερεύνητες βουλές της Προνοίας Του…»
Αυτό είναι το πνευματικό ηθικό ανάστημα αλλά και το απαράμιλλο σθένος του Αγίου Αλεξάνδρου Schmorell. Είναι δύσκολο στον εικοστό αιώνα να βρει κάποιος τέτοιες μορφές πνευματικής αντίστασης αλλά και ηθικής ανδρείας, που δεν μετακυλίουν σε πράξεις βίας. Μόνον το ήθος της Αγιότητος αναδεικνύει τέτοιες μορφές. Η Αγιοκατάταξη του Αλεξάνδρου έγινε από την Ρωσική Ορθόδοξη
Εκκλησία και η μνήμη του τιμάται στις 13 Ιουλίου.
Βασίλης Μακρής, Μεταλλειολόγος
Η είδηση του τορπιλισμού προκάλεσε σοκ και αποτροπιασμό στην κοινή γνώμη λόγω της θρασύτητας του εγχειρήματος. Η επίσημη επιβεβαίωση από την ελληνική κυβέρνηση για την ταυτότητα του «δολοφόνου» θα ερχόταν στις 30 Οκτωβρίου 1940, δυο μέρες μετά την έναρξη του πολέμου στην Πίνδο. Κανείς Έλληνας ωστόσο δεν έτρεφε αυταπάτες.
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 οι σειρήνες σήμαναν την επίσημη είσοδο της Ελλάδας στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην πραγματικότητα όμως, η χώρα μας είχε δεχθεί επίθεση δυόμιση μήνες νωρίτερα, όταν τρείς ιταλικές τορπίλες έσκισαν τα νερά του Αιγαίου βυθίζοντας το καταδρομικό «Έλλη» και σφραγίζοντας το πεπρωμένο της χώρας για πάντα.
Το διεθνές σκηνικό
Το καλοκαίρι του 1940 ήταν ιδιαίτερα θερμό και αγωνιώδες. Ο ευρωπαϊκός πόλεμος μετρούσε ήδη 11 μήνες από τότε που η εισβολή των Γερμανών στην Πολωνία σήμανε την επίσημη έναρξη της δεύτερης πράξης του πολεμικού δράματος. Για τους λαούς της Ευρώπης η λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου δεν ήταν το τέλος αλλά η αρχή μιας ιδιαίτερα οδυνηρής διαδικασίας όπου οικονομικό συμφέρον και γεωπολιτικά υποκινούμενοι εθνικισμοί παρήγαγαν την μεγαλύτερη ανθρωποσφαγή της σύγχρονης εποχής. Οι συνθήκες ειρήνης του Μεγάλου Πολέμου αντί να αποτελέσουν την στέρεα βάση μιας διαρκούς και ειλικρινούς συνεννόησης μεταξύ των λαών προσέφεραν «μια ανακωχή είκοσι χρόνων» κατά τα προφητικά λόγια του στρατάρχη Φως μέχρι τη νέα αναμέτρηση[i].
Ειδικά η Ελλάδα, έχοντας βιώσει τα δεινά μιας μακράς πολεμικής αναμέτρησης που οδήγησε στον ξεριζωμό του μικρασιατικού ελληνισμού και πέρασε μια εικοσαετία οικονομικής κατάπτωσης και πολιτικού αναβρασμού, επιθυμούσε όσο τίποτα άλλο την αποχή από μια νέα περιπέτεια. Η ελληνική οικονομία έδειχνε ενθαρρυντικά σημεία ανάκαμψης, οι εσωτερικές έριδες είχαν καταλαγιάσει ενώ η οργάνωση του κράτους και των ενόπλων δυνάμεων παρουσίαζαν σημαντική βελτίωση, έστω και υπό καθεστώς προστασίας υπό τις διαταγές του Ιωάννη Μεταξά, που σαν παλιός στρατιωτικός διοικούσε από τον Αύγουστο του 1936 τη χώρα σαν μεγάλο στρατόπεδο. Έχοντας ζήσει στις δύσκολες πρώτες δεκαετίες του αιώνα τα γεγονότα του αποκλεισμού του Πειραιά και του Εθνικού Διχασμού, ο Μεταξάς είχε διαμορφώσει μια ξεκάθαρη άποψη για τον τρόπο που η Ελλάδα όφειλε να πολιτευτεί σε διεθνές επίπεδο. Η Ελλάδα δεν είχε συμφέροντα από την συμμετοχή της στον ευρωπαϊκό πόλεμο. Αντιμετωπίζοντας τον αναθεωρητισμό των γειτονικών της κρατών αφενός και ούσα εκτεθειμένη στα πυροβόλα των θωρηκτών του βρεττανικού και γαλλικού στόλου αφετέρου, όφειλε να ακολουθήσει μια συγκρατημένη ουδετερόφιλη πολιτική ίσων αποστάσεων ελπίζοντας ότι θα παρέμενε εκτός του πεδίου σύγκρουσης των ισχυρών. Επρόκειτο σίγουρα για μια συνετή και ρεαλιστική πολιτική, η οποία όμως δεν είχε επαληθευτεί είκοσι χρόνια νωρίτερα, όταν το πεδίο ενδιαφέροντος των αντιμαχομένων εστιάστηκε στην περιοχή της νότιας βαλκανικής και οι αντίπαλοι στρατοί εκβίασαν την είσοδο της χώρας στον πόλεμο. Στο προσκήνιο είχε δυναμικά κάνει την παρουσία της η Ιταλία, η οποία στα πλαίσια της πολιτικής για έλεγχο της Μεσογείου και των Βαλκανίων, κατέφευγε από τη δεκαετία του 1920 σε ένταση των διπλωματικών και πολιτικών πιέσεών της προς την Ελλάδα. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 η στάση της Ιταλίας εκτραχύνθηκε βαθμιαία, ενθαρρυμένη τόσο από την ήπια πολιτική Αγγλίας και Γαλλίας όσο και τους οραματισμούς των Ελλήνων πολιτικών για μια βαλκανική συνενόηση. Μετά την ήττα όμως και της Γαλλίας (22 Ιουνίου 1940) οι προκλήσεις κατά της κυριαρχίας της Ελλάδος βάλλονται με ταχύτητα πολυβόλου. Μια σειρά σοβαρών διπλωματικών και πολεμικών επεισοδίων [ii] που έλαβαν χώρα από τα τέλη Ιουνίου μέχρι τις αρχές Αυγούστου έδειχναν πέρα από κάθε αμφιβολία την επιθετική πολιτική της Ιταλίας που επεδίωκε είτε να εκβιάσουν την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο είτε να την εξαναγκάσουν να υποκύψει χωρίς αγώνα στις υποδείξεις του ισχυρότερου.
Το «Έλλη» με ανεπτυγμένα τα επιστεγάσματα από καραβόπανο κάποια καλοκαιρινή ημέρα. Κάπως έτσι έστεκε το μοιραίο πρωινό της 15ης Αυγούστου 1940.
Το «Έλλη» στην Τήνο
Αντιμέτωποι με τον πόλεμο νεύρων της Ιταλίας, ο Μεταξάς και η στρατιωτική ηγεσία διέταξαν την διασπορά των μονάδων του στόλου ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε μια αιφνιδιαστική ενέργεια των Ιταλών είτε από τα Δωδεκάνησα, όπου διατηρούσαν ισχυρή αεροναυτική παρουσία, είτε από την ίδια την Ιταλία. Η διασπορά έγινε παρά τις αντιρρήσεις του στόλαρχου, υποναυάρχου Επαμεινώνδα Καββαδία, που έβλεπε τα πολύτιμα αντιτορπιλικά του να καταπλέουν σε έρημους και απροστάτευτους όρμους μακρυά από την κάλυψη των ναυτικών φρουρίων της Αττικής και της Εύβοιας. Ο Μεταξάς όμως ήταν ανένδοτος. Οι μνήμες του 1916, όταν οι Αγγλογάλλοι εισήλθαν στον Ναύσταθμο και αφόπλισαν τον ελληνικό στόλο, ήταν ακόμα νωπές. Με παρέμβαση του στόλαρχου ωστόσο, τα νεώτερα και ταχύτερα αντιτορπιλικά παρέμειναν στη Σαλαμίνα ενώ στη Μήλο στάλθηκαν το εύδρομο «Έλλη» [iii] και το αντιτορπιλικό «Αετός» [iv]. Τα πλοία τελούσαν σε κατάσταση αυξημένης ετοιμότητας, ο ένας λέβητας του ευδρόμου ήταν διαρκώς σε λειτουργία, το πλοίο κινείτο μέσα στον όρμο και φυλακές (βάρδιες παρατήρησης) επιτηρούσαν το πέλαγος και τον αέρα [v]. Αν και η επιφυλακή του στόλου δεν άφηνε ελεύθερα πλοία για παρουσία στον εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Τήνο, η ανάγκη να τονιστεί το αίσθημα ασφάλειας και περηφάνειας του λαού στις δύσκολες ώρες και το χρέος του ελληνικού πολεμικού ναυτικού στην τήρηση των παραδόσεών του, οδήγησε την ηγεσία του να εγκρίνει την αποστολή του ευδρόμου «Έλλη» στην Τήνο. Το βράδυ της 14/15 Αυγούστου το «Έλλη» απέπλευσε από τον όρμο Αδάμαντος της Μήλου με προορισμό την Τήνο. Κατά την πορεία τηρήθηκε αυστηρή επαγρύπνιση με τον κυβερνήτη και τον ύπαρχο να βρίσκονται στη γέφυρα και φυλακές περιμετρικά του σκάφους. Το «Έλλη» δεν διέθετε σύγχρονα μέσα κατάδειξης, όπως συσκευές radar ή sonar και η οπτική και ακουστική παρατήρηση ήταν τα μόνα μέσα του πλοίου. Στις 06:25 πρωινή της Πέμπτης 15 Αυγούστου 1940 το εύδρομο αγκυροβόλησε έξω από το λιμάνι της Τήνου σε μια συνάντηση με το πεπρωμένο του.
Η μοιραία ώρα
Ο ήλιος υψώθηκε μεγαλοπρεπής. Η προκυμαία της Τήνου έσφιζε από χιλιάδες προσκυνητές. Τα ατμόπλοια «Έσπερος» και «Έλση» κατάφορτα κόσμου γέμιζαν το μικρό λιμάνι ενώ δεκάδες βάρκες και ατμάκατοι πηγαινοέρχονταν μεταφέροντας κόσμο. Πάνω στο σημαιοστολισμένο «Έλλη» το άγημα ναυτών ετοιμαζόταν να αποβιβαστεί για να συμμετάσχει στην περιφορά της εικόνας και το πλήρωμα αναπαυόταν μετά από μια νύχτα γεμάτη ένταση. Ξαφνικά, στις 08:25 μια ισχυρή δόνηση κάνει κάθε βλέμα στην προκυμαία να στραφεί προς το πολεμικό. Το θέαμα είναι συγκλονιστικό: «το πλοίο υψώθη ολόκληρον» από πλώρη ως πρύμνη αρκετά μέτρα πάνω από την θάλασσα. Κλονισμένο το «Έλλη» παλινδρόμησε βίαια μερικές φορές ενώ μια υπόκοφη βοή ακολουθούμενη από υπερπίεση το συντάραξε από άκρο σε άκρο. Στο πλοίο σήμανε συναγερμός. Η έκρηξη έδειχνε να έχει προέλθει από το λεβητοστάσιο καθώς τμήμα του καταστρώματος μεταξύ των καπνοδόχων είχε εκτιναχθεί στον αέρα αφήνοντας κρατήρα διαμέτρου δύο μέτρων, το μεσόστεγο είχε καταστραφεί και τμήμα του πρωραίου ιστού κατέπεσε. Στο κατάστρωμα κομματιασμένες λέμβοι και τραυματίες και συντρίμια συνέθεταν ένα χαοτικό σκηνικό. Μαύροι καπνοί έβγαιναν από την τρύπα πάνω από τους λέβητες. Πολλοί ναύτες είχαν εκσφενδονιστεί στη θάλασσα από το ωστικό κύμα, τα αυτιά όλων βούϊζαν και εκκωφαντικοί κρότοι από θραύσεις ελασμάτων, θυρών και εξαρτημάτων αντηχούσαν σε όλο το σκάφος. Το πλήρωμα γρήγορα συνήλθε και άρχισε να αντιδρά: Ο κυβερνήτης διέταξε αναφορά ζημιών και απωλειών. Ρωγμή πλάτους δέκα εκατοστών ανακαλύφθηκε στα δεξιά του πλοίου στο ύψος του λεβητοστασίου. Οργανώθηκαν ομάδες ερευνών που διέτρεξαν το εύδρομο σπάζοντας πόρτες και βοηθώντας εγκλωβισμένους ναύτες αφού οι περισσότερες είχαν στρεβλώσει από την έκρηξη. Δέκα λεπτά μετά το πλήγμα στο καταδρομικό δύο απανωτές εκρήξεις συγκλόνησαν το νησί. Η πρώτη τίναξε στον αέρα τον λιμενοβραχίονα δημιουργώντας ένα ρήγμα επτά μέτρων, θρυμμάτισε τα τζάμια των παραλιακών κτιρίων και «ψέκασε» με πέτρες και νερό το συγκεντρωμένο πλήθος. Σαν από θαύμα δεν σημειώθηκαν θάνατοι αλλά μόνο μικροτραυματισμοί. Πέντε δευτερόλεπτα μετά μία ακόμα έκρηξη μπροστά από τον λιμενοβραχίονα σε φυσικό εμπόδιο. Πανικός κατέλαβε το πλήθος των προσκυνητών που άρχισαν να τρέχουν προς τους λόφους στο εσωτερικό του νησιού.
Η στιγμή της έκρηξης της τορπίλης στον λιμενοβραχίωνα. Της τρομερής έκρηξης ακολούθησε βροχή από πέτρες και κομμάτια του που κατέπεσαν πάνω στο συγκεντρωμένο πλήθος των προσκυνητών. Το γεγονός ότι σημειώθηκαν μόνο μωλοπισμοί και μικροτραυματισμοί αποδόθηκε από τον Τύπο και απλούς πολίτες σε θαύμα της Παναγίας.
Στο μεταξύ, στο λαβωμένο πλοίο, οι προσπάθειες να κλείσει το ρήγμα απέτυχαν διότι με την καταστροφή των λεβήτων κάθε ηλεκτρομηχανική λειτουργία είχε πάψει, ενώ αν και ζητήθηκε βοήθεια για ρυμούλκηση από τα ατμόπλοια που ναυλοχούσαν στο λιμάνι, αυτά άργησαν υπερβολικά. Το «Έλλη» άρχισε να παίρνει κλίση 15-20 μοιρών και όταν το νερό έφτασε στο ύψος των φινιστρινιών ο κυβερνήτης πλοίαρχος Χατζόπουλος έδοσε εντολή εγκατάλειψης του πλοίου, η οποία έγινε με τάξη και με τη βοήθεια των αλιευτικών που είχαν φτάσει αφού μόνο μία λέμβος είχε γλυτώσει από την έκρηξη. Σε ένδειξη συναίσθησης του καθήκοντος και των παραδόσεων του ναυτικού μας ο κυβερνήτης έμεινε τελευταίος αρνούμενος να εγκαταλείψει το πλοίο. Μόνο με παρέμβαση των αξιωματικών αποβιβάστηκε σχεδόν δια της βίας. Το «Έλλη» βυθίστηκε στο σημείο αγκυροβολίας του 550 μέτρα από τον λιμενοβραχίονα σε πλήρη σημαιοστολισμό και με την σημαία να κυματίζει ακόμα στις 10:20 το πρωί και σε κλίμα απόγνωσης και τρομοκρατίας. Ένα ερωτηματικό πλανάτο πάνω από το αφρισμένο και μαύρο από τα καύσιμα και ορυκτέλαια νερό που το σκέπασε.
Ενέργειες μετά τη βύθιση
Ο ύπαρχος του ευδρόμου πλωτάρχης Κ. Δούσης έφτασε από τους πρώτους στο λιμάνι μετά το τριπλό χτύπημα και μέσα σε κλίμα γενικής σύγχισης και πανικού οργάνωσε τη βοήθεια στο πλοίο και την περίθαλψη των τραυματιών. Ήταν ο πρώτος που τηλεγράφησε στην Αθήνα τα νέα του τορπιλισμού. Αν και κανείς δεν αμφέβαλε για την ταυτότητα του δράστη, ο ίδιος ο Μεταξάς συνέστησε σιωπή και αυτοσυγκράτηση. Δεν είχε ακόμα εξασφαλίσει την υλική συνδρομή της Μεγάλης Βρεττανίας για έναν πόλεμο που θεωρούσε ήδη από μήνες αναπόφευκτο. Οι τραυματίες του «Έλλη» μεταφέρθηκαν σε πρόχειρα οργανωμένα νοσοκομεία και έτυχαν της φροντίδας όλου του πληθυσμού που συγκλονισμένος συνέπασχε μαζί τους. Η λιτανεία της εικόνας εκτελέστηκε κανονικά με τιμητικό απόσπασμα χωροφυλακής σε βαρύ κλίμα συγκίνησης πέρασε από την προκυμαία και κατέληξε στους θαλάμους τραυματιών του πολεμικού. Την επόμενη μέρα οι εφημερίδες δημοσίευσαν ότι το εύδρομο βυθίστηκε αιφνιδιαστικά από «υποβρύχιο αγνώστου εθνικότητας». Ήδη όμως από το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο ύπαρχος Δούσης είχε ανελκύσει με δική του πρωτοβουλία τα θραύσματα της τορπίλης που έπληξε τον λιμενοβραχίονα. Οι επιγραφές πρόδιδαν τορπίλες που χρησιμοποιούσε αποκλειστικά το ιταλικό ναυτικό. Τα θραύσματα όμως περέμειναν κλειδωμένα στον «Αβέρωφ» και οι εμπλεκόμενοι τηρούσαν σιγή. Μόνο την 30ή Οκτωβρίου, δύο μέρες μετά την κήρυξη του πολέμου αποκαλύφθηκε η πληροφορία στον Τύπο. Η Ελλάδα στο μεταξύ μετρούσε τις πληγές της: Ένα ελαφρύ καταδρομικό χαμένο, εννέα υπαξιωματικοί και ναύτες νεκροί [vi], εικοσιεπτά τραυματίες. Από τους χιλιάδες προσκυνητές και επισκέπτες μόνο μία γυναίκα πέθανε από καρδιακή προσβολή, ενώ αρκετοί τραυματίστηκαν ελαφρά από τις πέτρες, τα θρυμματισμένα τζάμια και τον πανικό [vii]. Στους νεκρούς του «Έλλη» απονεμήθηκε μεταθανατίως το μετάλλιο εξαιρέτων πράξεων.
Τμήμα της ιταλικής τορπίλης τύπου 053 Whitehead Fiume, που προσέκρουσε στο λιμενοβραχίονα της Τήνου. Σήμερα εκτίθεται στο Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος, στη μαρίνα Ζέας. ©Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος
Ποιος βύθισε το «Έλλη»;
Ο πόλεμος κηρύχθηκε δυόμιση μήνες αργότερα και η υπόθεση του «Έλλη», αν και ποτέ δεν λησμονήθηκε από τους Έλληνες πέρασε στη λήθη στα χρόνια που ακολούθησαν, είτε διότι η Ιταλία πέρασε στο στρατόπεδο των Συμμάχων είτε η Ελλάδα έπεσε στη δίνη πιο σημαντικών βασάνων. Οι Ιταλοί τήρησαν σιγήν ιχθύος για τις ευθύνες του τορπιλισμού. Μάλιστα, εξουσιοδότησαν τον ναυτικό τους ακόλουθο στην Αθήνα να μεταφέρει τα συλλυπητήριά του στην ελληνική κυβέρνηση διαβεβαιώνοντας ότι κανένα ιταλικό υποβρύχιο δεν βρισκόταν τη χρονική εκείνη στιγμή στο κεντρικό Αιγαίο. Ο ιταλικός Τύπος, κυβερνητικά ελεγχόμενος από το 1927, προσπάθησε να αποπλανήσει το κοινό αίσθημα διαδίδοντας αρχικά ότι επρόκειτο για βρεττανική προβοκάτσια ώστε να σύρουν την Ελλάδα στον πόλεμο όπως το 1916. Χρησιμοποίησαν μάλιστα την περίπτωση του θανάτου του λόρδου Κίτσενερ το 1916, για να δείξουν ότι η βρεττανική πολιτική ηγεσία μετέρχεται μακιαβελικών μεθόδων για να πετύχει τους σκοπούς της [viii]. Διέρευσαν ακόμα το εξόφθαλμο ψεύδος ότι βρεττανικό υποβρύχιο βύθισε το «Έλλη» επειδή η κυβέρνηση δεν το είχε αποπληρώσει, παρά το γεγονός ότι το εύδρομο ήταν αμερικανικής ναυπήγησης και η Μεγάλη Βρεττανία δεν είχε καμία σχέση. Τέλος, υποδαύλισαν το ζήτημα της Τσαμουριάς στην Αλβανία με αφορμή τον θάνατο Αλβανού ληστή, τον οποίο προέβαλαν ως πατριώτη που δολοφόνησε το ελληνικό καθεστώς, σε μια προσπάθεια να αναστρέψουν το εχθρικό κλίμα εναντίον τους αλλά μάταια. Τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό κοινή είναι η πεποίθεση ότι οι Ιταλοί είναι οι δράστες του τορπιλισμού.
Οι λεπτομέριες πίσω από μυστήριο του τορπιλισμού παρέμειναν επί μακρον άγνωστες. Γεγονός είναι ότι οι ιταλικές προκλήσεις είχαν ενταθεί ιδιαίτερα το καλοκαίρι του 1940. Μάλιστα την ίδια μέρα του τορπιλισμού, δύο ιταλικά αεροπλάνα επιτέθηκαν εναντίον του ατμόπλοιου «Φρίντων» στη θέση Μπάλι της Κρήτης, επτά μίλια ανατολικά της Πανόρμου και δύο μόλις μίλια από την ακτή. Οι βόμβες των βομβαρδιστικών αστόχησαν αλλά εξεράγησαν τόσο κοντά που θρυμμάτισαν όλα τα τζάμια στο πλοίο. Άποψη πολλών ιστορικών κατατείνει ότι ο Μουσσολίνι μετά τις θεαματικές επιτυχίες της Γερμανίας στην Πολωνία και τη Γαλλία ένιωσε να επισκιάζεται από έναν μικρόσωμο ανθρωπάκο που θεωρούσε εν πολλοίς ότι είχε ο ίδιος εμπνεύσει. Η κατάληψη της Αλβανίας ήταν ασήμαντο τρόπαιο. Έτσι, μετά την εξάλειψη της απειλής του γαλλικού στόλου ξεκίνησε να εφαρμόζει το σχέδιο μεσογειακής επέκτασης προς την Ελλάδα και την Αίγυπτο. Με τις προκλητικές ενέργειές τους οι Ιταλοί μετρούσαν τα περιθώρια αντίδρασης της Ελλάδας. Όταν είδαν την συγκρατημένη στάση της κυβέρνησης Μεταξά συμπέραναν ότι ούτε στρατιωτικά ισχυρή ούτε διπλωματικά καλυμένη ήταν η Ελλάδα. Υπολόγιζαν λοιπόν ότι με ένα χτύπημα εξαιρετικής σημασίας θα προκαλούσαν τόσο το δημόσιο αίσθημα, ώστε να εξαναγκάσουν την Ελλάδα να βγεί στον πόλεμο εναντίον τους. Στον πόλεμο αυτό η Ελλάδα θα έχανε ως συνεπεία της καταθλιπτικής υπεροχής της Ιταλίας σε μέσα και ανθρωπινο δυναμικό. Αν πάλι δεν έβγαινε στον πόλεμο και ακολουθούσε πολιτική κατευνασμού, θα μετατρεπόταν σε κράτος-προτεκτοράτο. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, η Ιταλία θα κέρδιζε μια θεαματική εδαφική επέκταση, μετατρεπόμενη σε κυρίαρχη δύναμη στην ανατολική Μεσόγειο, ενώ η Αγγλία θα έχανε το αφανές πόδιο του ουδετέρου κράτους που της εξασφάλιζε βάσεις εναντίον της Ιταλίας και των κτήσεών της στη Βαλκανική. Έτσι, ο Μουσσολίνι θα εμφανιζόταν με ενδυναμωμένο γόητρο έναντι του Χίτλερ, όχι μόνο ως στρατηλάτης του Νότου αλλά και και ως σωτήρας, αφού θα του εξασφάλιζε τα νώτα «κλειδώνοντας» το μαλακό υπογάστριο της βαλκανικής χερσονήσου εν όψει της εκστρατείας στη Ρωσία. Όλα αυτά βέβαια βασίζονται στην ιταλική οπτική, η οποία, αν και δεν στερείται βάσης στα βασικά της σημεία, εμπνέεται από υπερβολική αισιοδοξία και το κατακτητικό πνεύμα της εθνικιστικής περιόδου της Ιταλίας, που διαψεύστηκε σε όλα τα πεδία των μαχών.
Τo υποβρύχιο “Delfino” πλέει κάπου στη Μεσόγειο. Προσέξτε τη βαφή παραλλαγής που συνηθιζόταν τότε.
Τί συνέβη;
Όπως αναφέρθηκε ήδη, η ιταλική πλευρά αποσιώπησε τα στοιχεία γύρω από τον τορπιλισμό του ευδρόμου «Έλλη» σε σημείο που οι γνώσεις μας να είναι ελάχιστες. Ο Υπουργός Εξωτερικών και γαμπρός του Μουσσολίνι κόμης Γκαλεάτσο Τσιάνο αναφέρει στο ημερολόγιό του ότι η ιταλική ηγεσία αγνοούσε το παν και ότι η υπόθεση του τορπιλισμού του ελληνικού πολεμικού ήταν μια δολοπλοκία ανώτατου στελέχους του φασιστικού κόμματος, του κόμητος Ντε Βέκκι, ο οποίος την επίμαχη περίοδο είχε την διοίκηση της ιταλοκρατούμενης Δωδεκανήσου . Ωστόσο, από αρθρογραφία του τότε πρεσβευτή στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι το 1945 και του Ντε Βέκκι σε αντιπαραβολή με τον κυβερνήτη του υποβρυχίου «Delfino» υποπλοίαρχο Αϊκάρντι στον ιταλικό Τύπο το 1960 καταλήγουμε σε ορισμένα ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Συγκεκριμένα, ο Γκράτσι προβαίνει σε εκπληκτικές αποκαλύψεις σε συνέντευξή του στην Εφημερίδα Giornale di Matino (φ. 19/08/1945) όπου αναπτύσει το σενάριο πως ο τορπιλισμός του ευδρόμου έγινε με αφορμή έκρηξη θυμού του Μουσσολίνι, συνέπεια δηλώσεων του Μεταξά περί θαλασσοκρατορίας της Βρεττανίας στη Μεσόγειο. Ο Μεταξάς είχε ζητήσει στις 13 Αυγούστου 1940 μέσω του Γερμανού πρεσβευτή φον Έρμπαχ την μεσολάβηση της Γερμανίας για να ανακουφιστεί η Ελλάδα από τις ιταλικές προκλήσεις. Ο φον Έρμπαχ μετέφερε τα όσα του είπε ο Μεταξάς στον Γκράτσι ώστε να μάθει τις προθέσεις της Ιταλίας, ο δε Γκράτσι επιφυλασσόμενος να απαντήσει μέχρι να λάβει οδηγίες από την Ρώμη μετέδοσε τις πληροφορίες στο ιταλικό υπουργείο εξωτερικών. Στο σημείο αυτό ο Γκράτσι θεωρεί ότι ο Τσιάνο ψεύδεται στο ημερολόγιό του και ότι ο Ντούτσε, που θεωρούσε τη Μεσόγειο de facto και de jure «ιταλική λίμνη», έδοσε εντολή στον De Vecchi να δράσει εν λευκώ και να αποδείξει σε όλους ποιός ήταν κυρίαρχος της Μεσογείου. Το γεγονός έλαβε χώρα κατά τον Grazzi στις 13/8/1940, δύο μέρες πριν τον τορπιλισμό. Η απόψη του Γκράτσι είναι ότι ο Ντε Βέκκι σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να δράσει αυτοβούλως αλλά έλαβε σαφή εντολή από την Ρώμη, η γνώμη του αυτή δε καταδεικνύεται από την κατάφωρη αναντιστοιχία των σκέψεων του Τσιάνο με το κρεσέντο των ιταλικών προκλήσεων από τα τέλη Ιουνίου. Ο ίδιος ο Τσεζάρε Μαρία Ντε Βέκκι, επιβίωσε του πολέμου και στα απομνημονεύματά του επιβεβαιώνει ότι το υποβρύχιο «Delfino» βύθισε το «Έλλη» και ότι η πράξη αυτή, «ατυχής στην πραγματικότητα», έβλαψε τα ιταλικά συμφέροντα. Ο κυβερνήτης του «Delfino» Γκιουζέπε Αϊκάρντι (Giuseppe Aicardi) υπέβαλε μήνυση κατά του Ντε Βέκκι και σε άρθρα του που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες φανερώνει το παρασκήνιο. Ο ίδιος ο Ντε Βέκκι κατέφτασε στις 14 Αυγούστου 1940 στην ναυτική βάση του ιταλικού στόλου στη Λέρο συνοδευόμενος από τον αντιναύαρχο Μπιανκέρι και επέδειξε στον Αϊκάρντι άκρως απόρρητο έγγραφο του αρχηγού του ιταλικού ναυτικού (Reggia Marina) αντιναυάρχου Ντομίνικο Καβανιάρι με ημερομηνία 11 Αυγούστου 1940. Στο έγγραφο γινόταν λόγος για πληροφορίες ότι εμπορικά πλοία υπό σημαία ουδετέρου ανεφοδίαζαν κρυφά τους Άγγλους μέσω Δαρδανελίων-Αιγαίου. Προκειμένου να αναχαιτιστούν με μια μυστική ενέργεια, ο Ντε Βέκκι έπρεπε να επιλέξει τον ικανότερο κυβερνήτη υποβρυχίων και να τον ενημερώσει προφορικά για την ανάληψη μιας επιθετικής περιπολίας «μέχρις εσχάτων» κατά του εχθρού στα ύδατα του Αιγαίου μεταξύ Δαρδανελίων-στενού του Ταινάρου. Στη διάρκεια της περιπολίας το πλήρωμα όφειλε να τηρήσει πλήρη σιγή ασυρμάτου και να παραμείνει απαρατήρητο από κάθε επαφή βυθίζοντας κάθε πλοίο το οποίο πίστευε ότι μετέφερε προμήθειες του εχθρού. Ενδεικτικό της μυστικότητας της αποστολής, κατά τον Αϊκάρντι, ήταν ότι ακόμα και η αναχώρηση και η επιστροφή του υποβρυχίου από τον ναύσταθμο έπρεπε να μείνει απαρατήρητη ενώ η φύση της αποστολής θα ανακοινωνόταν στο πλήρωμα μετά τον απόπλου. Επιπλέον, το έγγραφο δεν όριζε ημερομηνία έναρξης της αποστολής ενώ ο Ντε Βέκκι δεν διέκρινε μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών πλοίων ούτε του υπέδειξε να μην προσβάλει επιβατηγά. Αντίγραφο της επιστολής δεν δόθηκε στον Αϊκάρντι, ο οποίος όμως αναφέρει ότι ο Ντε Βέκκι του έδειξε ένα χαρτί όπου σημειωνόταν η Τήνος και η Σύρος με την πληροφορία ότι εκεί είχε επισημανθεί πρόσφατα ναυτική κίνηση. Ο Αϊκάρντι απέπλευσε κανονικά το ίδιο βράδυ και το επόμενο πρωί επισήμανε στο λιμάνι της Τήνου «δύο οπλιταγωγά» που έκαναν ελιγμούς μέσα στο λιμάνι, όταν ξαφνικά φάνηκε να καταφθάνει καταπάνω του και από πίσω του το «Έλλη». Φοβούμενος, ανέστρεψε και το τορπίλισε. Όπως είναι προφανές η ιστορία του Αϊκάρντι δεν γίνεται να επαληθευτεί. Αν είναι αλήθεια, ο ίδιος ανέλαβε μια εξαιρετικά ευαίσθητη και επικίνδυνη αποτολή πέρα από ηθικούς κανόνες και το δίκαιο του πολέμου. Την ανέλαβε δε χωρίς καμία εξασφάλιση αφού δεν του δόθηκε ούτε καν αντίγραφο της διαταγής ή έστω εξουσιοδότηση δράσης από τον Ντε Βέκκι. Στη συνέχεια, πέφτει σε περίεργες αντιφάσεις αφού ο άνθρωπος που κατά τον Ντε Βέκκι ήταν ο «ικανότερος» διοικητής υποβρυχίων του στόλου στα Δωδεκάνησα εξέλαβε τα σημαιοστολισμένα επιβατηγά για οπλιταγωγά και το αγκυροβολημένο εύδρομο για πολεμικό που κινήθηκε εναντίον του. Κατά τον δημοσιολόγο Μάριο Τσέρβι τα γεγονότα είναι αληθινά πλην όμως η αρχική εντολή παρανοήθηκε μεταφερόμενη από βαθμίδα σε βαθμίδα εξουσίας καταλήγοντας το μοιραίο πρωϊνό σε μια πρωτοβουλία του υποπλοιάρχου [x]. Ο Τσέρβι απορρίπτει τα περί ρητής διαταγής, θεωρώντας, βασισμένος στον επιθετικό και σκληρό χαρακτήρα του Αϊκάρντι, ότι ο υπερβάλων ζήλος και η ατμόσφαιρα της στιγμής ώθησαν τον κυβερνήτη του «Delfino» να ξεπεράσει τα όρια της αποστολής του και να αλλάξει πλήρως τον σκοπό της. Ο Γκράτσι, περισσότερο καυστικός, ξεκαθαρίζει ότι ο υποπλοίαρχος ήξερε πολύ καλά τί έκανε, γνώριζε εκ των προτέρων τί θα εύρισκε στο λιμάνι και την κατάλληλη στιγμή δεν δίστασε να κατευθύνει τις τορπίλες του. Ο Γκράτσι θεωρεί ότι ο Αϊκάρντι είχε λάβει σαφείς εντολές να βυθίσει το σκάφος και εκτέλεσε στην εντέλεια την αποστολή του [xi]. Ο ίδιος ο Αϊκάρντι μιλώντας σε συνέντευξη του περιοδικού «Ταχυδρόμος» στον δημοσιογράφο Ιωάννη Τσένη το 1980 (δημοσιεύτηκε στα τεύχη 42 και 43) δήλωσε ότι εκτέλεσε διαταγές για τις οποίες δεν ένοιωσε ούτε δισταγμό ούτε αβεβαιότητα, χαρακτήρισε δε το γεγονός δίκαιη τιμωρία για το «παιχνίδι» που έπαιζε η Ελλάδα με τους Εγγλέζους εκείνο το καλοκαίρι του 1940. Για τον τορπιλισμό του «Έλλη» αφήνει να εννοηθεί ότι υπήρξε δική του πρωτοβουλία διότι αν η Ιταλία οδηγείτο μοιραία σε πόλεμο με την Ελλάδα θα είχε βγάλει από τη μέση το μόνο σκάφος που θα μπορούσε να ενοχλήσει κάπως τις ιταλικές δυνάμεις στο Αιγαίο [xii].
Ελάχιστα έχουν απομείνει πλέον να θυμίζουν την τραγική κατάληξη του ευδρόμου με το ένδοξο όνομα, που προδόθηκε δύο φορές στην πορεία του. ©Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος
Νέμεσις και Ύβρις-ο διπλός θάνατος του «Έλλη»
Τα αινιγματικά λόγια του Αϊκάρντι φαίνεται να συμπληρώνουν τα κενά που αφήνουν οι επίσημες αναφορές. Ο τορπιλισμός δείχνει να είναι το τελικό προϊόν μιας αόριστης εντολής που σταδιακά ολοκληρώνεται σε μια αδίστακτη στρατιωτική ενέργεια, ενώ παράλληλα ενσωματώνει επιθυμίες του ιταλικού ναυτικού. Τα γεγονότα της 15/8/1940 δείχνουν ότι το «Delfino» κινήθηκε εξαρχής κατά του καταδρομικού επιζητώντας την καταβύθισή του. Το κενό των 10 λεπτών μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης τορπίλης προδίδει ότι το υποβρύχιο περίμενε να επιβεβαιώσει την εξουδετέρωση του πολεμικού, που έτσι κι αλλιώς δεν είχε εξοπλισμό εντοπισμού και αντιμετώπισης υποβρυχίων και να εκτελέσει διορθωτικό ελιγμό με στόχο την βύθιση των «Έλση» και «Έσπερος» μέσα στο λιμάνι πολλαπλασιάζοντας το θύματά του. Όσο για την απειλή που το «Έλλη», ένα πολεμικό 30 ετών και παρωχημένης τεχνολογίας, αποτελούσε για τους Ιταλούς, μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε [xiii]. Το «Delfino» διέφυγε ανενόχλητο εκείνο το πρωϊνό. Η Νέμεσις όμως το πρόλαβε λίγα χρόνια αργότερα. Στις 23 Μαρτίου 1943, καθώς το υποβρύχιο έβγαινε από τον λιμένα του Τάραντα, συγκρούστηκε με το ρυμουλκό που το συνόδευε και βυθίστηκε σε λίγα λεπτά παίρνοντας και το μεγαλύτερο μέρος του πληρώματός του μαζί στον υγρό τάφο. Ο Αϊκάρντι είχε μετατεθεί λίγο πριν και δεν επέβαινε στο σκάφος. Όσο για το «Έλλη», στην δεκαετία του 1980 μια κίνηση να το μετατρέψει σε μνημείο ανελκύοντας μέρος αυτού προσέκρουσε σε μια συγκλονιστική ανακάλυψη: δύτες που καταδύθηκαν ανακάλυψαν ότι το καταδρομικό των 2600 τόνων είχε εξαφανιστεί! Για χρόνια μετά τον πόλεμο, τοπικοί παράγοντες σε συνεργασία με δύτες ανέβαζαν κομμάτι-κομμάτι το βυθισμένο πολεμικό και το εκποιούσαν για μέταλλο. Επί σαράντα σχεδόν χρόνια το ελληνικό κράτος κατέθετε λουλούδια και στεφάνια στο… κενό! Μόνο στη μνήμη και την συνείδηση των κατοίκων της Τήνου και του ελληνικού λαού το «Έλλη», το «πλοίο της Παναγιάς», δικαιώθηκε σαν μνημείο της ιταλικής ανανδρίας και του δικαίου του αγώνα των Ελλήνων για την ελευθερία τους. Μιας συνείδησης που κάποιοι απέδειξαν ότι δεν είχαν.
Σημειώσεις:
[i] Ferdinard Foch, Maréshal de France, ανώτατος αρχηγός των Συμμαχικών Δυνάμεων στο Συνέδριο Ειρήνης των Παρισίων το 1919.
[ii] Στις 26 Ιουνίου 1940 το Ιταλικό υπουργείο των εξωτερικών απαίτησε την αντικατάσταση του Έλληνα πρέσβη στην Άγκυρα κατηγορώντας τον για φιλοαγγλική δράση.
Στις 30 Ιουνίου η ιταλική μομφή επαναλαμβάνεται και από τον ίδιο τον υπουργό εξωτερικών κόμη Γκαλεάτσο Τσιάνο. Την ίδια μέρα ιταλικό αεροπλάνο υπερίπταται παράνομα πάνω από την Κρήτη.
Στις 3 Ιουλίου ο Τσιάνο ελέγχει τον Έλληνα πρέσβη στη Ρώμη, Νικόλαο Πολίτη για επεισόδιο επίθεσης βρεττανικών αεροπλάνων εναντίον τριών ιταλικών υποβρυχίων ανοιχτά των επτανήσων. Παρά το γεγονός ότι ο Πολίτης απέριψε τον ισχυρισμό περί χρήσης του ελληνικού εδάφους από βρεττανικά αεροσκάφη, ο Τσιάνο απείλησε μάλιστα με πόλεμο Ιταλίας και Γερμανίας κατά της Ελλάδας για παραβίαση της αρχής της ουδετερότητας.
Στις 12 Ιουλίου τρία βομβαρδιστικά με αλλοιωμένα τα διακριτικά εθνοσήμων επιτέθηκαν κατά του πλοίου ανεφοδιασμού φάρων «ΩΡΙΩΝ» του ελληνικού στόλου στον κόλπο του Κισσάμου. Σε βοήθειά του έσπευσε το αντιτορπιλικό «ΎΔΡΑ». Όταν τα αεροπλάνα στράφηκαν εναντίον του το «ΎΔΡΑ» άνοιξε πυρ διασκορπίζοντάς τα.
Στις 30 Ιουλίου Ιταλικό αεροπλάνο ρίπτει βόμβες εναντίον των αντιτορπιλικών «Βασιλεύς Γεώργιος» και « Βασίλισσα Όλγα» καθώς και δύο υποβρυχίων που προσορμίζονταν στη Ναύπακτο. Την ίδια μέρα δέκα ιταλικά βομβαρδιστικά προερχόμενα από την Αλβανία παραβιάζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο πετώντας πάνω από το Καλπάκι και το Μέτσοβο.
Την 1η Αυγούστου ο πρέσβης Ν.Πολίτης διαμαρτύρεται στο ιταλικό υπουργείο εξωτερικών για την επίθεση αλλά λαμβάνει την απάντηση ότι τα ιταλικά αεροσκάφη επιτέθηκαν όχι σε ελληνικά αλλά βρεττανικά πλοία.
Στις 2 Αυγούστου ιταλικό αεροπλάνο προερχόμενο από τον Κορινθιακό ρίπτει έξι βόμβες εναντίον της καταδιωκτικής ακάτου Α6 της Οικονομικής αστυνομίας ένα μόλις μίλι από τον φάρο Λαγούσης μεταξύ Αίγινας και Σαλαμίνας.
Στις 3 Αυγούστου Ο Τσιάνο ζητά την άμεση ανάκληση του Έλληνα πρεσβευτή στην Τεργέστη χρησιμοποιώντας ιδιαίτερα προσβλητικές εκφράσεις.
Όλες οι ιταλικές προκλήσεις κατέτειναν στην εμπέδωση κλίματος αμφισβήτησης της ελληνικής κυβέρνησης και να καταδείξουν ότι τα ελληνικά πλοία δεν ήταν ασφαλή ακόμα και μέσα στα ελληνικά χωρικά ύδατα.
[iii] Κατά την ορολογία του ελληνικού πολεμικού ναυτικού το «ΕΛΛΗ» αποδίδεται στην βιβλιογραφία ως «εύδρομον», εννοώντας το πλοίο που συνδύαζε τα χαρακτηριστικά αντιτορπιλικού (υψηλή ταχύτητα και ευελιξία) και ελαφρού θωρηκτού (ισχυρό πυροβολικό και σημαντικό εκτόπισμα). Ο όρος άρχισε να ατονεί ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα όταν εύδρομα χαρακτηρίστηκαν εξοπλισμένα εμπορικά πλοία που εκτελούσαν αποστολές επιτήρησης και συνοδείας. Έτσι πλοία όπως το «ΕΛΛΗ» χαρακτηρίζονταν ως ελαφρά καταδρομικά για αποφυγή σύγχισης.
[iv] Ναυπήγησης 1912 και 1909 αντίστοιχα.
[v] Αξίζει να σημειωθεί ότι ιταλικά αεροσκάφη παρατήρησης πετούσαν δύο φορές την ημέρα πάνω από το αγκυροβόλιο της Μήλου σε χαμηλό ύψος. Τα ελληνικά πλοία είχαν εντολή να μην ανοίξουν πυρ αν δεν δέχονταν επίθεση.
[vi] Οι αρχικές ανακοινώσεις έκαναν λόγο για ένα νεκρό, εικοσιεννέα τραυματίες και έξι αγνοουμένους. Μέσα στις επόμενες μέρες δύο απεβίωσαν από τα τραύματά τους. Από τους έξι που δηλώθηκαν αρχικά ως αγνοούμενοι, οι τέσσερις είχαν βάρδια στο λεβητοστάσιο Νο2 το οποίο εξεράγη δευτερόλεπτα μετά την έκρηξη της τορπίλης. Παρά το ότι άγημα έρευνας τους αναζήτησε σχολαστικά δεν βρέθηκαν ποτέ ίχνη τους.
[vii] Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 10.000 προσκυνητές, επισκέπτες και εντόπιοι βρίσκονταν εκείνο το πρωϊνό στο λιμάνι της Τήνου.
[viii] Ο στρατάρχης λόρδος Κίτσενερ (Horatio Herbert Kitchener), Γραμματέας του Υπουργείου Πολέμου της Μεγάλης Βρεττανίας στον Α΄Π.Π. πνίγηκε στις 5/6/1916 όταν το καταδρομικό HMS Hampshire που τον μετέφερε στην Ρωσία για συνομιλίες βυθίστηκε σχεδόν αύτανδρο ανοιχτά των ακτών της Σκωτίας. Αν και την δεκαετία του ’30 αποδείχθηκε ότι ευθυνόταν νάρκη γερμανικού υποβρυχίου, η ξαφνική βύθιση, η φήμη του Κίτσενερ και το γεγονός ότι το πτώμα του δεν ανευρέθη πυροδότησαν σωρεία από θεωρίες συνομωσίας.
[ix] «…κατ’ εμέ, η ενέργεια οφείλεται εις την προπέτειαν του Ντε Βέκκι. Συζητώ με τον Ντούτσε, ο οποίος θέλει να διακανονισθή ειρηνικώς αυτό το επεισόδιον, το οποίον θα ημπορούσε και να έλειπε…» “The Ciano Diaries, 1939-1943”, the complete unabridged diaries of Count Galeazzo Ciano, Italian Minister for Foreign Affairs, 1936-1943- NEW YORK, 1946 σελ. 284
[x] Τσέρβι Μάριο, «Ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος», Alvin Redman Hellas -ΑΘΗΝΑ 1967
[xi] Γκράτσι Εμμαν., «Η Αρχή του Τέλους (η επιχείρηση κατά της Ελλάδος)» ΑΘΗΝΑ 1980, σελ. 204.
[xii] Η πληροφορία περιέχεται στην αναφορά του Αϊκάρντι προς τον Ντε Βέκκι. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Tempo» στις 15/3/1960 από τον Ντε Βέκκι, σελ. 170.
[xiii] Κατά τα έτη 1925-1927 κατ’εφαρμογήν του προγράμματος ανανέωσης του στόλου, το Θωρηκτό «Αβέρωφ» και το ελαφρύ καταδρομικό «Έλλη» πέρασαν από πρόγραμμα αναβάθμισης του οπλισμού τους και των συστημάτων διοίκησης και ελέγχου στα γαλλικά ναυπηγεία “La Seyne sur Mer”. Μετά την εκτέλεση των εργασιών το «Έλλη» απέκτησε δυνατότητα μεταφοράς 100 περίπου ναρκών μετατρεπόμενο σε ταχεία ναρκοθέτιδα. Συνδυάζοντας υψηλή ταχύτητα και μεταφορά μεγάλου αριθμού ναρκών, το «Έλλη» θα μπορούσε να φράξει τα κύρια δρομολόγια κίνησης του ιταλικού στόλου που ναυλοχούσε στα Δωδεκάνησα περιορίζοντας σημαντικά την δράση του στο Αιγαίο.
Πηγή: e-Amyna
Το ΟΧΙ του Ιωάννου Μεταξά και του ελληνικού λαού κατά του αυθάδους Μουσσολίνι ήταν μόνον η αρχή.
Ακολούθησαν πολλά ΟΧΙ από επώνυμα πρόσωπα και από απλούς Έλληνες αγωνιστές.
Μία μορφή που δεν προβάλλεται όσο θα έπρεπε από τα σχολικά βιβλία και τις τηλεοράσεις υπήρξε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος, ο οποίος κράτησε στάση εθνικώς αξιοπρεπή, όπως αρμόζει σε Ορθόδοξο Έλληνα Ιεράρχη.
Ας θυμηθούμε τα τρία ΟΧΙ που εξεστόμισε κατά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα.
Ο Χρύσανθος Φιλιππίδης γεννήθηκε στην Κομοτηνή και σε ηλικία 32 ετών εξελέγη Μητροπολίτης Τραπεζούντος του Πόντου. Μετά τη σφαγή του Ποντιακού Ελληνισμού από τους Τούρκους ήλθε στην Αθήνα και ορίσθηκε εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Με σπουδές στη Χάλκη και σε ξένα πανεπιστήμια εκλέγεται το 1938 Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Τον αγώνα των στρατιωτών μας στα βουνά της Βορείου Ηπείρου στήριξε και ο ίδιος και η Εκκλησία της Ελλάδος με κάθε τρόπο, ηθικό και υλικό.
Στις 27 Απριλίου 1941 οι Γερμανοί εισήλθαν στην Αθήνα ως κατακτητές. Ο Χρύσανθος εκλήθη να μετάσχει της επιτροπής, η οποία θα παρέδιδε επισήμως την πόλη στον Γερμανό Διοικητή. Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε και απήντησε: «Οι Έλληνες Ιεράρχες δεν παραδίδουν τας πόλεις εις τον εχθρόν, αλλά καθήκον των είναι να εργασθούν δια την απελευθέρωσιν αυτών». Ήταν το πρώτο ΟΧΙ του Χρυσάνθου.
Ο Δήμος Αθηναίων τον ειδοποίησε ότι θα τελεσθεί Δοξολογία στον Μητροπολιτικό Ναό κα τον καλούσαν να προσέλθει. Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε και πάλι λέγοντας: «Δοξολογία δεν έχει θέσιν επί τη υποδουλώσει της Πατρίδος μας. Η ώρα της Δοξολογίας θα είναι άλλη». Ήταν το δεύτερο ΟΧΙ του Χρυσάνθου.
Υπήρξε στη συνέχεια άλλη απαίτηση: Να ορκίσει τη γερμανοπρόβλητη κυβέρνηση Τσολάκογλου. Και ο Αρχιεπίσκοπος απήντησε: «Δεν μπορώ να ορκίσω κυβέρνησιν προβληθείσαν υπό του εχθρού. Ημείς γνωρίζομεν ότι τας Κυβερνήσεις ορίζει ο Λαός και ο Βασιλεύς. Εδώ τώρα ούτε ο Λαός εψήφισεν την Κυβέρνησιν ούτε ο Βασιλεύς την ώρισεν». Ήταν το τρίτο ΟΧΙ του Χρυσάνθου.
Αντικαταστάθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, ο οποίος διεφύλαξε τα εθνικά συμφέροντα κατά την Κατοχή. Ο Χρύσανθος εκοιμήθη στις 28.9.1949. Το 1991 τα οστά του μεταφέρθηκαν από το Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών στη Μονή Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο.
Τα ΟΧΙ του εμψύχωσαν την αγωνιστικότητα των Ελλήνων.
Κ.Χ. 22.10.2013
ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2013/10/ta-tria-ohi-tou-archiepiskopou-hrusanthou.html#ixzz2ixA0oXD0
ΣΤΙΣ 22 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 ο υπουργός των εξωτερικών της Ιταλίας κόμης Τσιάνο, έγραφε στο ημερολόγιο του:
«Ο Ντούτσε επανέρχεται. Συνέταξε μια επιστολή δια τον Χίτλερ επί της γενικής καταστάσεως. Υπαινίσσεται επίσης εις αυτήν την επικειμένην ενέργεια μας εις την Ελλάδα, αλλά δεν καθορίζει ούτε την μορφήν ούτε την ημερομηνίαν, διότι φοβείται μήπως τον σταματήσουν δια μίαν ακόμη φοράν. Πολλαί ενδείξεις μας κάνουν να πιστεύσουμε ότι εις το Βερολίνον δεν βλέπουν με πολύ ενθουσιασμό την πορεία μας προς Αθήνας. Η ορισθείσα τώρα ημερομηνία είναι η 28η Οκτωβρίου... Αρχίζω να συντάσσω το τελεσίγραφο, το οποίον ο Γκράτσι θα επιδώσει εις τον Μεταξά εις τας 2 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου. Φυσικά είναι ένα κείμενον το οποίον δεν αφήνει διέξοδον εις την Ελλάδα. Ή θα δεχθεί κατάληψιν ή θα υποστεί επίθεση...».
Η ημερομηνία της εισβολής στην Ελλάδα αναβλήθηκε από την 26η στην 28η Οκτωβρίου 1940, κατόπιν επιμονής του Γενικού Επιτελείου Στρατού.
Την ίδια μέρα (22 Οκτωβρίου) ο Τσιάνο έστειλε προς τον τοποτηρητή της Αλβανίας Γιακομόνι το ακόλουθο σήμα:
«Ημερομηνία ωρίσθη η 28η Οκτωβρίου. Ανάγκη όπως μεταθέσητε δια την 26ην τα ορισθέντα επεισόδια...». Και ο Γιακομόνι την επομένη ανακοίνωσε στον Μπενίνι υφυπουργό επί των Αλβανικών υποθέσεων, ότι αποφάσισε όπως: την εσπέρα της 25ης Οκτωβρίου εκραγεί βόμβα στο λιμάνι της Αυλώνος, την πρωία της 26ης γίνει εικονική επίθεση εναντίον Ιταλικού συνοριακού Φυλακίου στην περιοχή Κορυτσάς και την αυγή της 27ης ριφθούν προκηρύξεις στο αλβανικό έδαφος από υποτιθέμενο Ελληνικό η αγγλικό αεροπλάνο.
Στις 23 Οκτωβρίου 1940 ο Έλληνας Πρεσβευτής στην Ρώμη, θαυμάσια πληροφορημένος τηλεγραφούσε στην Ελληνική κυβέρνηση ότι: «κατά πληροφορίες στρατιωτικής πηγής, η εναντίον της Ελλάδος ενέργεια έχει προσδιορισθεί για τις 25 έως 28 Οκτωβρίου...».
Στο μεταξύ ο Πρεσβευτής στην Αθήνα της Ιταλίας Γκράτσι, με τις οδηγίες της κυβερνήσεως του, έπαιζε το τελευταίο και γραφικώτερο μέρος του ρόλου του:
Με την ευκαιρία που στην Αθήνα το Εθνικό Θέατρο, ως νεοσύστατη «Λυρική Σκηνή», ανέβαζε το μελόδραμα του Τζάκομο Πουτσίνι «Μαντάμ Μπατερφλάυ», είχε προτείνει να κληθεί ο υιός του διασήμου συνθέτη για να παρακολουθήσει την πρώτη επίσημη παράσταση. Θα ήταν μια ευκαιρία να αναθερμανθούν οι σχέσεις των δύο λαών στο καλλιτεχνικό και κοινωνικό τομέα, γιατί η Ιταλική Πρεσβεία θα έδινε την επομένη μία δεξίωση όπου θα καλούσε την γνωστή Αθηναϊκή κοινωνία. Θα ήταν «μεγίστη τιμή» αν στην δεξίωση αυτή δεχόταν να προσέλθει και ο Πρωθυπουργός...
Ο Ιωάννης Μεταξάς συμφώνησε -ίσως για να εξαντλήσει έτσι όλες τις δυνατότητες - και γι’ αυτό είπε: «Έστω... ας έλθει ο κύριος Πουτσίνι. Ας δοθεί η εορτή. Αλλά να ξέρει ο κ. Γκράτσι ότι εγώ δεν θα παραστώ. Ούτε η κυβέρνησις...». Και εξηγούσε κάτω από ποιες συνθήκες μπορούσε η Ιταλία, αν ήθελε να αποκατασταθούν οι σχέσεις.
Ο Αντώνιος Πουτσίνι συνοδευόμενος από την γυναίκα του ήρθε. Στον σταθμό Λαρίσης τον υποδέχθηκε η Διοίκηση του Εθνικού Θεάτρου και ανώτερα στελέχη του. Η παράσταση της «Μαντάμ Μπατερφλάυ» δόθηκε στο Εθνικό Θέατρο το βράδυ της 25ης Οκτωβρίου 1940 με πολλή επισημότητα και επιτυχία, παρά την παγερή ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί από τα προηγηθέντα γεγονότα.
Η δεξίωση στην Ιταλική Πρεσβεία έγινε την νύκτα της 26ης προς 27η Οκτωβρίου 1940. Πάνω στο μεγάλο τραπέζι είχαν τοποθετηθεί μικρές σημαίες των δύο κρατών. Την ίδια ώρα πίσω από τους σκοτεινούς διαδρόμους της Πρεσβείας, μέσα στα γραφεία της οι δύο γραμματείς αποκρυπτογραφούσαν το τελεσίγραφο προς την Ελλάδα, που έφθανε με δόσεις, με τρόπο πρωθύστερο, σε τέσσερα μακροσκελή τηλεγραφήματα. Ο Γκράτσι ειδοποιημένος να το περιμένει με προηγούμενο τηλεγράφημα από το πρωί˙ ήταν νευρικός και ανήσυχος. Πολλαπλασίαζε τις περιποιήσεις του στους καλεσμένους, σερβίριζε μόνος του τις κυρίες, μερικές όμως στιγμές στεκόταν σαν απορροφημένος σε σκέψεις και είχε τότε βλέμματα ακατανόητα για τους εκεί Έλληνες. Νόμιζε ότι η εισβολή θα άρχιζε την ίδια εκείνη νύκτα και ότι θα αναγκάζονταν να διακόψει την δεξίωση του. Μόνον όταν τις πρωινές ώρες έφυγαν και οι τελευταίοι προσκεκλημένοι και τα τηλεγραφήματα μπήκαν στην κανονική τους σειρά, μόνο τότε πληροφορήθηκε δτι η επίθεση θα γίνονταν τα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου. Το τελεσίγραφο αυτό έπρεπε να το επιδώσει, δίχως προειδοποίηση στον Έλληνα πρωθυπουργό στις 3 το πρωί (2 ώρα Ιταλίας).
Στις 27 Οκτωβρίου το βράδυ ο κόμης Τσιάνο ανακοίνωσε επίσημα στον Πρεσβευτή της Γερμανίας στην Ρώμη Όττο Φόν Μπίσμπαρη ότι αύριο και ώρα 3η πρωϊνή, η Ιταλία θα επέδιδε προς την Ελλάδα ρηματική διακοίνωση και ότι οπωσδήποτε την 6η πρωϊνή τα Ιταλικά στρατεύματα θα εισέβαλαν στην Ελλάδα
Στο μεταξύ με την πρωτοβουλία του υπουργού των εξωτερικών της Γερμανίας Φόν Ρίμπεντρομπ, είχε ορισθεί από την 25η Οκτωβρίου, συνάντηση του Χίτλερ και του Μουσσολίνι στην Φλωρεντία το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940.
Τις δύο αυτές τραγικές μέρες ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Ιωάννης Μεταξάς, έγραφε στο προσωπικό του ημερολόγιο:
• Σάββατο 26 Οκτωβρίου
«Ούτε σήμερα επίθεσις. Ενισχύεται η χθεσινή μου γνώμη. Πανταχόθεν ειδήσεις ησυχίας για Ελλάδα. Αλλά Ισπανία; Γαλλία;...»
• Κυριακή 27 Οκτωβρίου
«Τι νύκτα! Κατά τας 2 το πρωί (26ης προς 27η Οκτωβρίου) Νικολούδης (υπουργός τύπου) τηλεφωνεί καταγγελίαν εναντίον μας Στεφάνι (Ιταλικό πρακτορείο Ειδήσεων) ότι Ελληνική συμμορία εισήλθεν εις Αλβανικό ν έδαφος, συνεπλάκη κ.λ.π. Συνδυάζων πληροφορίας και φήμας και ημερομηνίας (25 έως 28 Οκτωβρίου) απέκτησα πεποίθησιν ότι πρόκειται περί σκηνοθεσίας δι' επικειμένην αύριον ίσως επίθεσιν. Νικολούδης σπίτι μου. Συνεννόησις κ.λ.π. με Παπάγο (Αρχηγός Γενικού Επιτελείου Στρατού) και σύνορα. Τέλος έως 4 π. μ. δημοσίευσις ανακοινωθέντων Αθηναϊκού Πρακτορείου διαψεύσεων...».
Αυτά έγραφε στο ημερολόγιο του, τις δύο τραγικές αυτές μέρες του Οκτωβρίου, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Ιωάννης Μεταξάς, ενώ έδιδε τις τελευταίες οδηγίες του προς τον Στρατηγό Αλέξανδρο Παπάγο, για την αντιμετώπιση της αναμενόμενης από στιγμής σε στιγμή Ιταλικής εισβολής και την υπεράσπιση του πατρίου εδάφους από τον Ελληνικό Στρατό.
Από το περιοδικό ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ (τεύχος 226-227- έτος 1991)
Οι Έλληνες στη νεώτερη εποχή διακρίνονται περισσότερο στο εξωτερικό, παρά μέσα στην ίδια τους την πατρίδα. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (Β΄ ΠΠ), υπάρχουν σημαντικοί τομείς, στους οποίους οι Έλληνες διαπρέπουν στο εξωτερικό. Ενδεικτικά και χαρακτηριστικά παραδείγματα μεταξύ άλλων είναι:
• Η Ελληνόκτητη ποντοπόρος Εμπορική Ναυτιλία διατηρεί συνεχώς σταθερά την πρώτη θέση σε συνολική χωρητικότητα πλοίων τα τελευταία 25 περίπου έτη, ενώ η Ακτοπλοΐα μέσα στην Ελλάδα παραμένει προβληματική.
• Έλληνες Επιστήμονες αποτελούν κορυφαία στελέχη ξένων μορφωτικών και άλλων ιδρυμάτων σε όλο τον κόσμο, ενώ μέσα στην Ελλάδα η παιδεία δεν έχει ακόμη αναβαθμισθεί επαρκώς και πολλοί σπουδαστές καταφεύγουν στο εξωτερικό για να επιμορφωθούν.
• Ελληνικές Αθλητικές Ομάδες διακρίνονται επάξια στο εξωτερικό, παρά το ότι μέσα στην Ελλάδα, ακόμη και πολύ διαδεδομένα αθλήματα, όπως π.χ. το ποδόσφαιρο, προσπαθούν ανεπιτυχώς να επιλύσουν μακροχρόνια προβλήματα που τα κατατρέχουν.
Υπάρχει όμως μία σημαντική εξαίρεση στο πρόσφατο παρελθόν, κατά την οποία οι Έλληνες διέπρεψαν συλλογικά μέσα και έξω από τη χώρα τους. Αυτό συνέβη στον Β΄ ΠΠ, κατά τον οποίο, η μικρή Ελλάδα έδωσε την πρώτη συμμαχική Νίκη, αμυνόμενη εναντίον του μέχρι τότε αήττητου Άξονα Γερμανίας-Ιταλίας και έκανε φίλους και εχθρούς να αναγνωρίσουν «ότι η ήρωες μάχονται σαν Έλληνες». Η 7μηνη συνολικά Ελληνική άμυνα έναντι των Ιταλικών αρχικά και ακολούθως Γερμανικών επιθέσεων, συνέβαλε ουσιαστικά στη Συμμαχική Νίκη κατά τον Β΄ ΠΠ, όπως έχουν αναγνωρίσει εχθροί και φίλοι. Αξίζει να θυμηθούμε ότι αυτή η Ελληνική διάκριση, ήταν αποτέλεσμα προετοιμασίας, σύμπνοιας, ηγεσίας και μαχητικότητας....
Όλο το βιβλίο στο Όταν Έλληνας συναντά Έλληνα (.pdf, 7.7 ΜΒ)
Για να κατεβάσετε το παραπάνω αρχείο στον υπολογιστή σας:
1) Με αριστερό "κλικ" και επιλέξτε την τοποθεσία αποθήκευσης του αρχείου στον υπολογιστή σας
2) Με δεξί "κλικ", επιλέξτε "Αποθήκευση προορισμού ως" και επιλέξτε την τοποθεσία αποθήκευσης του αρχείου στον υπολογιστή σας
Σε λίγες ημέρες θα εορταστεί η 73 επέτειος του ΟΧΙ του 1940 και η Ελληνική Πολιτεία, διατηρεί μια οφειλή, για την απόδοση ταφικών τιμών στους νεκρούς του Έπους του 1940, που έπεσαν μαχόμενοι για την ελευθερία της Πατρίδας μας στην Αλβανία.
Κατά τη διάρκεια της νικηφόρου προελάσεως των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων που κατεδίωκαν τους Ιταλούς μέσα στα Ιταλοκρατούμενα Βορειοηπειρωτικά και Αλβανικά εδάφη κατά το Έπος του 1940, έπεσαν ηρωικά περί τους 10.000 Έλληνες μαχητές. Στο διάστημα εκείνο οι νεκροί ετάφησαν είτε σε παρακείμενα Ελληνικά Νεκροταφεία, είτε σε άλλους χώρους υπό συνθήκες εκστρατείας. Μετά την επικράτηση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία και τη νομοθέτηση του αθεϊσμού στη Χώρα αυτή, οι περισσότεροι Ελληνικοί τάφοι καταστράφηκαν.
Έπειτα από την επικράτηση της Δημοκρατίας στην Αλβανία, θα ανεμένετο ότι ένα από τα πρώτα μελήματα των Ελληνικών Κυβερνήσεων θα ήταν και η αποκατάσταση των εκεί Τάφων των ηρωικών νεκρών του Έπους του ’40. Αυτό όμως δεν ολοκληρώθηκε ακόμη, 73 χρόνια αργότερα. Όταν περί τον Μάιο του 1997 εστάλη στην Αλβανία Ελληνικό Στρατιωτικό Κλιμάκιο γιά να βοηθήσει στην εμπέδωση της τάξεως, ενώ συγχρόνως είχαν αρχίσει οικονομικές σχέσεις με την γείτονα, οι Ενώσεις Αποστράτων Μονίμων και Εφέδρων Αξιωματικών Στρατού-Ναυτικού-Αεροπορίας απηύθυναν έγγραφη έκκληση στον τότε Υπουργό Εθνικής Άμυνας, γιά να επιδείξει προσωπικό ενδιαφέρον, ώστε να διασφαλιστεί ότι χωρίς άλλη καθυστέρηση θα αποδοθούν οι οφειλόμενες ταφικές τιμές σ’ αυτούς στους ηρωικούς νεκρούς. Παρά τις πολλές εν συνεχεία τηλεφωνικές οχλήσεις των Αποστράτων προς το Γραφείο του, ο κ. Υπουργός δεν έκρινε ότι πρέπει να απαντήσει. Οι Ενώσεις επανήλθαν με δεύτερη επιστολή τους προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, γιά να μάθουν τι θα γίνει ως προς το εν λόγω θέμα. Και αυτή τη φορά ο κ. Υπουργός δεν τους απήντησε.
Μετά πολλά νεώτερα τηλεφωνήματα των Ενώσεων, εδέησε τελικώς το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας να μοιράσει ένα συναφές Δελτίο Τύπου, το οποίο δημοσιεύτηκε σε διάφορες Εφημερίδες την παραμονή της 28ης Οκτωβρίου 1997. Σύμφωνα με αυτό, επετεύχθη Ελληνοαλβανική συμφωνία, βάσει της οποίας ανεμένετο να ρυθμιστεί πολύ σύντομα το θέμα αποδόσεως ταφικών τιμών στους Έλληνες νεκρούς του 1940, που έπεσαν στην Αλβανία. Γιά το σκοπό αυτό θα συνεκροτούντο Επιτροπές που θα μεριμνούσαν γιά τη συντήρηση και συμπλήρωση της κατασκευής του Στρατιωτικού νεκροταφείου των Βουλιαράτων Αργυροκάστρου, την κατασκευή οδικής προσβάσεως προς αυτό, την κατασκευή Στρατιωτικού νεκροταφείου στη Κορυτσά και την εξέταση της ανεγέρσεως Μνημείου στη Κλεισούρα.
Έχουν περάσει 73 χρόνια, από τότε που οι ηρωικοί αυτοί νεκροί θυσιάστηκαν γιά την Παρτίδα μας και η Πολιτεία οφείλει επί τέλους να τους αποδώσει ταφικές τιμές. Το θέμα δεν είναι μόνο υποχρέωση του εκάστοτε Υπουργού Αμύνης και Εξωτερικών, αλλά πρέπει να απασχολεί προσωπικά τον Πρωθυπουργό, καθ' ένα από τους 300 Βουλευτές και καθ' ένα από εμάς.
Υποναύαρχος Σωτήριος Γεωργιάδης ΠΝ, ε.α.
Ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα των Ναζί στην κατεχόμενη Ελλάδα. Το πρωί της 10ης Ιουνίου 1944 γερμανική στρατιωτική φάλαγγα των Ες-Ες ξεκίνησε από τη Λιβαδειά για την Αράχωβα, με σκοπό την εκκαθάριση της περιοχής από τις αντάρτικες δυνάμεις. Στο Δίστομο ενώθηκε με άλλη γερμανική ομάδα που είχε ξεκινήσει από την Άμφισσα και προχώρησαν προς το Στείρι. Οι κάτοικοι έλαβαν εντολή να μην απομακρυνθούν από το χωριό, μέχρι την επιστροφή των γερμανικών δυνάμεων.
Στη θέση Καταβόθρα οι Γερμανοί δέχθηκαν επίθεση από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Μετά από σύντομη, αλλά σφοδρή μάχη, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 15 νεκρούς και άλλους τόσους τραυματίες. Οι γερμανικές απώλειες ανήλθαν σε 6 νεκρούς και 15 τραυματίες.
Οι Γερμανοί απέδωσαν την επίθεση του ΕΛΑΣ σε ειδοποίηση των κατοίκων του Διστόμου και επέστρεψαν στο χωριό για να εκδικηθούν. Με διαταγή του διοικητή τους, υπολοχαγού Χανς Ζάμπελ, το Δίστομο πυρπολήθηκε και 218 κάτοικοι (114 γυναίκες και 104 άνδρες) εκτελέστηκαν απάνθρωπα. Μεταξύ των νεκρών, 45 παιδιά και έφηβοι και 20 βρέφη.
Η πρωτοφανής θηριωδία έγινε αμέσως γνωστή μέσω του BBC στο εξωτερικό και προκάλεσε την κατακραυγή της διεθνούς κοινής γνώμης. Η Γερμανική Διοίκηση της Αθήνας επέρριψε την ευθύνη αποκλειστικά στους κατοίκους του Διστόμου, επειδή, όπως ανέφερε σε ανακοίνωσή της, δεν συμμορφώθηκαν με τις στρατιωτικές εντολές.
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, το Ελληνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου μπόρεσε να ανακαλύψει τον υπεύθυνο της Σφαγής, Χανς Ζάμπελ, ο οποίος είχε καταφύγει στο Παρίσι και είχε συλληφθεί. Οι γαλλικές αρχές τον παρέδωσαν στις ελληνικές, οι οποίες τον προφυλάκισαν.
Τον Αύγουστο του 1949 ομολόγησε την έκταση των γερμανικών θηριωδιών στο Δίστομο, αλλά δικαιολογήθηκε ότι εκτελούσε διαταγές ανωτέρων του. Κατά τη διάρκεια της προφυλάκισής του, ο Ζάμπελ εκδόθηκε προσωρινά στη Δυτική Γερμανία για άλλη υπόθεση, αλλά δεν επέστρεψε ποτέ στην Ελλάδα για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεών του.
[Πηγή sansimera.gr]
6 Απριλίου 1940: "ΤΑ ΟΧΥΡΑ ΔΕΝ ΠΑΡΑΔΙΔΟΝΤΑΙ. ΚΑΤΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ" ! Το Όχυρό Ιστίμπεη στην κορυφή του Μπέλες, απέναντι από το Ρούπελ, που έμεινε στην ιστορία για την αυτοθυσία των ανδρών του κατά τις σκληρότατες και πολύνεκρες μάχες κατά την γερμανική εισβολή στην Ελλάδα στις 6/4/1941.
Το Οχυρό είχε ως αποστολή την απαγόρευση της οδού από Πετρίτσι δια Τραπέσκας (Τραπέζι) Λέτσιτσας (Γέρακα) προς Νέο Πετρίτσι, σε συνδυασμό με τα οχυρά Άσπρη Πέτρα και Στήριγμα και την υποστήριξη για κατάληψη των υψωμάτων πυραμίδας 36 για να χρησιμοποιηθούν ως βάση εξόρμησης για επιθετική ενέργεια προς Πετρίτσι Βουλγαρίας. Η δύναμή του ήταν 13 αξιωματικοί και 350 οπλίτες. Διοικητής ήταν ο Ταγματάρχης Πεζικού Ξανθός Πικουλάκης.
Η επίθεση των Γερμανών εναντίον της Ελλάδας στις 6 Απριλίου 1941 ανακοινώνεται με ένα σεμνό και αξιόλογο ιστορικό ανακοινωθέν. «Από της 05:15, ο εν Βουλγαρία Γερμανικός Στρατός προσέβαλεν όλως απροόπτως τα ημέτερα στρατεύματα επί της Ελληνοβουλγαρικής μεθορίου. Τα στρατεύματά μας αμύνονται του πατρίου εδάφους». Στις 05:15 ώρα άρχισε ο βομβαρδισμός του Οχυρού Ιστίμπεη με πυροβολικό και με πυροβόλα ευθυτενούς τροχιάς ταγμένα επί της μεθορίου σε αποστάσεις 250-600 μέτρων από αυτήν, και με αεροπλάνα «κάθετης εφόρμησης» (Στούκας). Στις 06:00 ώρα, πολυάριθμα σμήνη αεροπλάνων άρχισαν να σφυροκοπούν την επιφάνεια του Οχυρού, καταστρέφοντας το μοναδικό αντιαεροπορικό πολυβόλο με το οποίο είχαν καταρρίψει οι υπερασπιστές τού Οχυρού 4 γερμανικά αεροπλάνα. Στις 07:00 ώρα, αφού σταμάτησε ο σφοδρός βομβαρδισμός, εκδηλώθηκε η επίθεση στην περιοχή της Κερκίνης από την 5η Ορεινή Μεραρχία (85 Σύνταγμα Ορεινών Καταδρομών, 100 Σύνταγμα Ορεινών Καταδρομών, 95 Σύνταγμα Μηχανικού, 95 Σύνταγμα Ορειβατικού Πυροβολικού κ.ά.). Σκληρός και φονικός αγώνας διεξάγεται και ολόκληρα εχθρικά τμήματα αποδεκατίζονται. Επανειλημμένες προσπάθειες των Γερμανών για την κατάληψη του Οχυρού αποτυγχάνουν με βαρύτατες απώλειες. Στο μεταξύ 200 περίπου Γερμανοί δυναμιστές έχουν επικαθήσει στην επιφάνεια του Οχυρού και με ηλεκτρικά τρυπάνια επιδιώκουν να ανοίξουν τρύπες στο μπετό και με εκρηκτικές ύλες, δέσμες δυναμίτιδας προσπαθούν να καταστρέψουν τα έργα, αλλά εξουδετερώνο¬νται και έτσι παρά τις λυσσαλέες επιθέσεις το Οχυρό ακόμη αντέχει στο σκληρό και άνισο αυτόν αγώνα. Προσπάθειες αντεπίθεσης ή ενίσχυσής του από εφεδρικά τμήματα αποτυγχάνουν.
Ύστερα από τον ολοήμερο αγώνα έρχεται η νύκτα. Αρχίζει ο πόλεμος των υπόγειων στοών, όπου έχουν αποσυρθεί οι μαχητές του Οχυρού, αποφασισμένοι να αμυνθούν με όλα τα μέσα που διαθέτουν, και, κυρίως, με την αδάμαστη ελληνική ψυχή που έχουν. Οι Γερμανοί λόγω απωλειών (40 νεκροί και 41 τραυματίες) κατά την πρώτη ημέρα στο Οχυρό, αντικαθιστούν με νέες δυνάμεις τα επιτεθέμενα τάγματα.
Κατά τις πρώτες νυκτερινές ώρες 100 Γερμανοί που τόλμησαν να διεισδύσουν στο Οχυρό έπεσαν νεκροί ή βαριά τραυματισμένοι. Οι στοές του Οχυρού είχαν γεμίσει από ανθρώπινα πτώματα, που κολυμπούσαν στο αίμα. Το πρωί της 7ης Απριλίου βρήκε το Οχυρό να συνεχίζει τον επικό του αγώνα. Όλα τα επιφανειακά έργα γύρω από το Οχυρό έχουν καταστραφεί και οι Γερμανοί έχουν φράξει τα φατνώματα (θυρίδες) των πολυβολείων και των άλλων έργων και διοχετεύουν ασφυξιογόνα αέρια, καπνογόνα, βενζίνη, κροτίδες, δέσμες δυναμίτιδας και εκρηκτικές ύλες μέσα στις στοές, κάνοντας έτσι την όλη κατάσταση ανυπόφορη. Κόλαση! Φρίκη! Θάνατος!
Το βράδυ της 7ης Απριλίου, εξαιτίας της σθεναρής αντίστασης σ’ όλη τη «Γραμμή Μεταξά», η Ανώτατη Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση, διέταξε τη 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία να κινηθεί διαμέσου της κοιλάδας του Στρούμνιτσα ποταμού και αφού ανέτρεψε τη γιουγκοσλαβική αντίσταση κατέλαβε τη Νέα Δοϊράνη και Γευγελή. Στη συνέχεια κινήθηκε προς τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα, την κοιλάδα του Αξιού ποταμού και δυτικά της λίμνης της Δοϊράνης, εισήλθε στον ελλαδικό χώρο, ενώ συνεχίζονταν οι επιθέσεις στα οχυρά με αμείωτη ένταση και ισχυρή υποστήριξη από πυροβολικό και αεροπορία στη μεθόριο γραμμή. Στις 06:00 ώρα της 7ης Απριλίου το πλησιέστερο προς το Οχυρό, Σπανή Πέτρα (Κελκαγιά) ανέφερε ότι παραδινόταν, γιατί δεν μπορούσε πλέον να αντισταθεί, αφού τα αέρια είχαν κάνει αφόρητη τη ζωή τους μέσα στις στοές του οχυρού τους. Υπόψη ότι τα δυο αυτά οχυρά αποτελούσαν το «κλειδί» της τοποθεσίας της Κερκίνης.
Η φρουρά του Οχυρού (Ιστίμπεη) εξαιτίας των ασφυξιογόνων αερίων που είχαν διοχετευθεί στις υπόγειες στοές και της φλεγόμενης βενζίνης που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί υποχρεώθηκε στις 1600 ώρα της 7 Απριλίου να παραδοθεί. Αξιωματικοί και οπλίτες κατάκοποι, λυπημένοι, εξαντλημένοι από το διήμερο αγώνα, αλλά υπερήφανοι, γιατί έκαναν το καθήκον τους συλλαμβάνονται και οδηγούνται αιχμάλωτοι στο βουλγαρικό έδαφος, (Πετρίτσι, Άνω Τζουμαγιά), όπου παρέμειναν κάτω από άθλιες συνθήκες. Αργότερα, μετά το Πρωτόκολλο Συνθηκολόγησης (9 Απριλίου 1941), οδηγήθηκαν στη μεθόριο και αφέθηκαν ελεύθεροι. Οι απώλειες της φρουράς του Οχυρού ανήλθαν σε 30 νεκρούς και 70 τραυματίες, και των Γερμανών ήταν πολλαπλάσιες.
Το οχυρό Παπαδοπούλα υπέκυψε στις 1900 ώρα της 8 Απριλίου μετά από ένα σκληρό τριήμερο αγώνα και παραδόθηκαν οι 3 αξιωματικοί και οι 120 άνδρες της φρουράς. Οι απώλειες ήταν 8 νεκροί. Μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές της αντίστασης των οχυρών είναι αυτή του οχυρού Παλιουριώνες της Κερκίνης (Μπέλες), το οποίο παρέμεινε απόρθητο. Ωστόσο, στις 1730 της 9ης Απριλίου Γερμανοί κήρυκες πληροφορούσαν τη φρουρά για τη συνθηκολόγηση που είχε προηγηθεί. Ύστερα από την επιβεβαίωση του γεγονότος αυτού αποφασίστηκε να γίνει η εκκένωση κατά τη διάρκεια της νύκτας. Εντωμεταξύ έλαβε τη διαταγή παράδοσης, η οποία έγινε στις 0900 της 10 Απριλίου.
Κατά την παράδοση ο Γερμανός Συνταγματάρχης παρέταξε έξω από το οχυρό γερμανικό τάγμα για απόδοση τιμών. Ο Διοικητής του οχυρού Ταγματάρχης Πεζικού Αλέξανδρος Χατζηγεωργίου και η φρουρά βγήκαν από το οχυρό, πέρασαν ένοπλοι μπροστά από το γερμανικό τάγμα και «κλαμένοι» έφυγαν. Η γερμανική σημαία υψώθηκε στο οχυρό ΜΟΝΟ μετά την αποχώρηση των ηρωικών υπερασπιστών του, που τελικά οι απώλειές του ήταν 3 νεκροί. Οι απώλειες των άλλων οχυρών της Κερκίνης ήταν της Σπανής Πέτρας 18 και του Στηρίγματος 22 νεκροί. Ανάλογες τιμητικές εκδηλώσεις έγιναν και προς τους Διοικητές των οχυρών Οχυρό (Ιστίμπεη), Σπανή Πέτρα (Κελκαγιά) κ.ά.
Δείτε το περιεκτικό ντοκυμαντέρ :
Πληροφορίες για το Μουσείο του Οχυρού : http://www.imma.edu.gr/macher/museums/show.html?museum_id=3
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...