Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ανάμεσα σʹ όλες τις προσευχές και τους ύμνους της Μεγάλης Σαρακοστής μια σύντομη προσευχή μπορεί να oνομαστεί η προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Παράδοση την αποδίδει σ' έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον γιο Εφραίμ το Σύρο. Να τα κείμενο της προσευχής:
Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, και αργολογίας μη μοι δως.
Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής, και αγάπης χάρισε μοι τω σω δούλω.
Ναι Κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα, και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου˙ ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Σαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή (δεν τη λέμε το Σάββατο και την Κυριακή, όπως θα δούμε και πιο κάτω, γιατί οι ακολουθίες αυτές τις δύο μέρες δεν έχουν το τυπικό της Σαρακοστής). Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μια μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «ελέησαν με τον αμαρτωλόν». Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μια τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής.
Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μʹ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ' όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στο Θεό.
Η βασική ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατό νʹ αλλάξουμε και επομένως δε χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματική πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει τη ζωή μας μια απέραντη πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην πιο βαθιά της πηγή.
Το αποτέλεσμα της «αργίας », είναι η λιποψυχία. Είναι μια κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν το μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό ή θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στʹ αλήθεια μια δαιμονική δύναμη μέσα μας γιατί ο Σατανάς είναι βασικά ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για το Θεό και για τον κόσμο˙ γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής, γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ' αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να τα επιθυμήσει.
Πνεύμα φιλαρχίας! φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντας την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν νʹ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μια ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα. Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς το Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου αυτοϊκανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω να εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις. Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται η βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μια αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους «άλλους». Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους. Έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία.
Τέλος είναι η αργολογία. Απ' όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σʹ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της Θείας εικόνας στον άνθρωπο γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφτηκε σαν Λόγος (Ιωάν. 1,1). Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, έτσι είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει , ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι το μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για το δαιμονικό ψέμα. Έχοντας μια βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μια τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος δηλαδή δημιουργεί θετικά ή αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη Θεία καταγωγή και το θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. Ενισχύει την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας.
Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετάνοιας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γιʹ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μια κραυγή από τα βάθη της καρδιάς του αβοήθητου ανθρώπου. Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετάνοιας που πάλι είναι τέσσερις.
Σωφροσύνη! Αν δεν περιορίσουμε - πράγμα που συχνά και πολύ λαθεμένα γίνεται - την έννοια της λέξης «σωφροσύνη» μόνο στη σαρκική σημασία της, θα μπορούσε να γίνει κατανοητή σαν τα θετικό αντίστοιχο της λέξης «αργία». «Αργία» πρώτα απ' όλα, είναι η αδράνεια, το σπάσιμο της διορατικότητας και της ενεργητικότητας μας, η ανικανότητα να βλέπουμε καθολικά, σφαιρικά . Επομένως αυτή η ολότητα είναι το εντελώς αντίθετο από την αδράνεια. Αν συνηθίζουμε με τη λέξη σωφροσύνη να εννοούμε την αρετή την αντίθετη από τη σαρκική διαφθορά είναι γιατί ο διχασμένος χαρακτήρας μας, πουθενά άλλου δεν φαίνεται καλύτερα παρά στη σαρκική επιθυμία, που είναι αλλοτρίωση του σώματος από τη ζωή και τον έλεγχο του πνεύματος. Ο Χριστός επαναφέρει την «ολότητα» (τη σωφροσύνη) μέσα μας και το κάνει αυτά αποκαθιστώντας την αληθινή κλίμακα των άξιων, με το να μας οδηγεί πίσω στο Θεό.
Ο πρώτος και υπέροχος καρπός της σωφροσύνης είναι η ταπεινοφροσύνη. Ήδη έχουμε μιλήσει γιʹ αυτή. Πάνω απ' όλα είναι η νίκη της αλήθειας μέσα μας, η απομάκρυνση του ψεύδους μέσα στο οποίο συνήθως ζούμε . Μόνη η ταπεινοφροσύνη είναι άξια της αλήθειας∙ μόνο μʹ αυτή δηλαδή μπορεί κανείς να δει και να δεχτεί τα πράγματα όπως είναι και έτσι να δει το Θεό, το μεγαλείο Του, την καλοσύνη Του και την αγάπη Του στο καθετί. Να γιατί, όπως ξέρουμε, ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».
Μετά τη σωφροσύνη και την ταπεινοφροσύνη, κατά φυσικό τρόπο, ακολουθεί η υπομονή. Ο «φυσικός» ή «πεπτωκώς» άνθρωπος είναι ανυπόμονος, γιατί είναι τυφλός για τον εαυτό του, και βιαστικός στο να κρίνει και να καταδικάσει τους άλλους. Με διασπασμένη, ατελή και διαστρεβλωμένη γνώση των πραγμάτων που έχει, μετράει τα πάντα με βάση τις δικές του προτιμήσεις και τις δικές του ιδέες. Αδιαφορεί για τον καθένα γύρω του εκτός από τον εαυτό του, θέλει η ζωή του να είναι πετυχημένη τώρα, αυτή τη στιγμή. Υπομονή, βέβαια, είναι μια αληθινά θεϊκή αρετή. Ο Θεός είναι υπομονετικός όχι γιατί είναι «συγκαταβατικός» αλλά γιατί βλέπει το βάθος όλων των πραγμάτων, γιατί η εσωτερική πραγματικότητα τους, την οποία εμείς με την τυφλότητα μας δεν μπορούμε να δούμε, είναι ανοιχτή σʹ Αυτόν. Όσο πιο κοντά ερχόμαστε στο Θεό τόσο περισσότερο υπομονετικοί γινόμαστε και τόσο πιο πολύ αντανακλούμε αυτή την απέραντη εκτίμηση για όλα τα όντα, πράγμα που είναι η κύρια ιδιότητα του Θεού.
Τέλος, το αποκορύφωμα και ο καρπός όλων των αρετών, κάθε καλλιέργειας και κάθε προσπάθειας, είναι η αγάπη. Αυτή η αγάπη που, όπως έχουμε πει, μπορεί να δοθεί μόνο από το Θεό, είναι το δώρο που αποτελεί σκοπό για κάθε πνευματική προετοιμασία και άσκηση.
Όλα αυτά συγκεφαλαιώνονται στην τελική αίτηση της προσευχής του Αγίου Εφραίμ με την οποία ζητάμε: «...δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου...» . Εδώ τελικά δεν υπάρχει παρά μόνο ένας κίνδυνος: η υπερηφάνεια. Υπερηφάνεια είναι η πηγή του κάκου και όλο το κακό είναι η υπερηφάνεια. Παρʹ όλα αυτά δεν είναι αρκετό για μένα να βλέπω τα «εμά πταίσματα » γιατί ακόμα και αυτή η φαινομενική αρετή μπορεί να μετατραπεί σε υπερηφάνεια. Τα πατερικά κείμενα είναι γεμάτα από προειδοποιήσεις για την ύπουλη μορφή ψευτοευσέβειαςη οποία στην πραγματικότητα με το κάλυμμα της ταπεινοφροσύνης και της αυτομεμψίας μπορεί να οδηγήσει σε μια πραγματικά δαιμονική υπερηφάνεια. Αλλά όταν βλέπουμε τα δικά μας σφάλματα και δεν κατακρίνουμε τους αδελφούς μας, όταν με άλλα λόγια, η σωφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η υπομονή και η αγάπη γίνονται ένα σε μας, τότε και μόνο τότε ο αιώνιος εχθρός - η υπερηφάνεια - θʹ αφανιστεί μέσα μας.
Μετά από κάθε αίτηση στην προσευχή τούτη κάνουμε μια μετάνοια (γονυκλισία). Οι μετάνοιες δεν περιορίζονται στην προσευχή του Αγίου Εφραίμ αλλά αποτελούν ένα από τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά ολόκληρης της λατρείας της Μεγάλης Σαρακοστής. Εδώ πάντως το νόημά τους αποκαλύπτεται περισσότερο απ' οπουδήποτε αλλού.
Στη συνεχή και δύσκολη προσπάθεια της πνευματικής ανάρρωσης, η Εκκλησία δεν ξεχωρίζει την ψυχή από το σώμα. Ο όλος άνθρωπος απομακρύνθηκε από το Θεό∙ ο όλος άνθρωπος πρέπει να ανορθωθεί, ο όλος άνθρωπος πρέπει να γυρίσει. Η καταστροφή της αμαρτίας υπάρχει όταν νικάει η σάρκα - το ζωώδες, το παράλογο, η σαρκική επιθυμία μέσα μας - τα πνευματικό και το θείο. Αλλά τα σώμα είναι δοξασμένο, το σώμα είναι άγιο, τόσο άγιο που ο ίδιος ο Θεός «σαρξ εγένετο». Η σωτηρία και η μετάνοια, επομένως, δεν είναι η περιφρόνηση του σώματος ούτε η παραμέλησή του, αλλά είναι αποκατάσταση του σώματος στην πραγματική του λειτουργικότητα που είναι η έκφραση και η ζωή του πνεύματος, ο ναός της ανεκτίμητης ανθρώπινης ψυχής. Η χριστιανική ασκητική είναι αγώνας όχι κατά αλλά υπέρ του σώματος. Γιʹ αυτό το λόγο ο όλος άνθρωπος - ψυχή και σώμα - μετανοεί. Το σώμα παίρνει μέρος στην προσευχή της ψυχής καθώς αυτή προσεύχεται μέσα στο σώμα και δια του σώματος. Έτσι οι γονυκλισίες, τα «ψυχοσωματικά» δείγματα της μετάνοιας, της ταπεινοφροσύνης, της λατρείας και της υπακοής, είναι μια ιεροτελεστία κατʹ εξοχήν της Μεγάλης Σαρακοστής.
Πηγή: (Από το βιβλίο «Μεγάλη Σαρακοστή», του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν, εκδ. Ακρίτας), Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον
Πώς θα μπορούσε η Μεγάλη Σαρακοστή να έχει όχι μια απλή επιφανειακή, αλλά μια αληθινή επίδραση στην ύπαρξή μας; Πώς είναι δυνατόν να εφαρμόσουμε στη ζωή μας τη διδασκαλία της Εκκλησίας σχετικά με τη Μεγάλη Σαρακοστή όπως μας μεταδίδεται κυρίως μέσα από τη λατρεία αυτής της περιόδου;
Τούτη η ζωή είναι πολύ διαφορετική από τη ζωή των ανθρώπων εκείνων που ζούσαν τον καιρό που γράφονταν αυτοί οι ύμνοι και οι Ακολουθίες και συντάσσονταν οι κανόνες και τα τυπικά. Ζούσε τότε κανείς σε μια σχετικά μικρή και βασικά αγροτική κοινωνία, μέσα σ' ένα οργανωμένο ορθόδοξο κόσμο και η Εκκλησία διαμόρφωνε το γενικό ρυθμό της ζωής του. Τώρα όμως ζούμε σε τεράστια αστικά κέντρα, σε τεχνοκρατούμενες κοινωνίες, πληθωρικές στα θρησκευτικά «πιστεύω» τους με εκκοσμικευμένες απόψεις για τον κόσμο, και μέσα σ' αυτές εμείς οι ορθόδοξοι αποτελούμε μια ασήμαντη μειονότητα. Η Μεγάλη Σαρακοστή δεν είναι πια «αισθητή», όπως ήταν παλιά στην Ελλάδα ή στην Ρωσία, ας πούμε. Η ερώτησή μας λοιπόν είναι πολύ ουσιαστική: πώς μπορούμε εμείς -πέρα από το να κάνουμε μια ή δυο «συμβατικές» αλλαγές στην καθημερινή ζωή μας - να τηρήσουμε τή Σαρακοστή;
Είναι φανερό, λόγου χάρη, ότι για τους πιο πολλούς από τους πιστούς το να παρακολουθούν καθημερινά τις Ακολουθίες αυτής της περιόδου είναι πέρα από κάθε συζήτηση. Εξακολουθούν, φυσικά να εκκλησιάζονται την Κυριακή, αλλά, όπως έχουμε πει, τις Κυριακές της Σαρακοστής η Θεία Λειτουργία, τουλάχιστον εξωτερικά, δεν αντανακλά κάτι από τη Μεγάλη Σαρακοστή και έτσι δεν μπορεί κανείς να έχει ούτε καν την αίσθηση του λατρευτικού τυπικού της Σαρακοστής, δεδομένου μάλιστα ότι η λατρεία είναι το μόνο μέσο που μας μεταφέρει στο πνεύμα της Σαρακοστής.
Και εφ' όσον η Σαρακοστή με κανένα τρόπο δεν χρωματίζει τον πολιτισμό στον οποίο ανήκουμε, δεν είναι ν' απορεί κανείς που αρνητικά καταλαβαίνουμε τη Σαρακοστή, δηλαδή, σαν μια περίοδο στην οποία απαγορεύονται μερικά πράγματα, όπως το κρέας, τα λίπη, οι χοροί και οι διασκεδάσεις. Η συνηθισμένη ερώτηση: «τι προσπαθείς να στερηθείς τούτη τη Σαρακοστή;» συνοψίζει τέλεια την αρνητική προσέγγιση της Σαρακοστής. Σαν θετική προσέγγιση, θεωρείται η αντίληψη ότι η Σαρακοστή είναι ο καιρός για την πραγματοποίηση της ετήσιας «υποχρέωσης» της Εξομολόγησης και της θείας Κοινωνίας («... και όχι αργότερα από την Κυριακή των Βαΐων...» έγραφε ένα φυλλαδιάκι μιας ενορίας). Και αφού εκπληρωθεί αυτή η υποχρέωση τότε το υπόλοιπο της Σαρακοστής φαίνεται να χάνει όλα τα θετικά νοήματα.
Έτσι είναι φανερό ότι έχει αναπτυχθεί μια, μάλλον βαθιά, διαφωνία ανάμεσα στο πνεύμα ή τη «θεωρία» της Σαρακοστής, που προσπαθούμε να σκιαγραφήσουμε με βάση τη λατρεία, και στην κοινή και συνηθισμένη αντίληψη που επικρατεί και υποστηρίζεται όχι μόνο από τους λαϊκούς αλλά ακόμα και από τους ίδιους τους κληρικούς. Γιατί είναι πάντοτε πολύ πιο εύκολο να περιορίσεις κάτι πνευματικό μέσα σε κάτι τυπικό παρά ν' αναζητήσεις το πνευματικό μέσα στο τυπικό.
Μπορούμε να πούμε, χωρίς καμιά υπερβολή, ότι αν και η Μεγάλη Σαρακοστή "τηρείται" ακόμα, όμως έχει χάσει την επίδρασή της στη ζωή μας, σταμάτησε να είναι το λουτρό της μετανοίας και της ανανέωσης που είχε σαν σκοπό της, σύμφωνα με τη λειτουργική καί πνευματική διδασκαλία της Εκκλησίας. Αλλά τότε, μπορούμε άραγε να ξαναβρούμε και να ξανακάνουμε τη Μεγάλη Σαρακοστή μια πνευματική δύναμη για την καθημερινή πραγματικότητα της ύπαρξής μας;
Η απάντηση σ' αυτή την ερώτηση εξαρτάται πρώτα πρώτα - θα έλεγα και μοναδικά - από το αν επιθυμούμε να πάρουμε στα σοβαρά τη Μεγάλη Σαρακοστή ή όχι. Όσο και αν είναι νέες ή διαφορετικές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούμε σήμερα, όσο και αν είναι πραγματικές οι δυσκολίες και τα εμπόδια που υψώνονται από το σύγχρονο κόσμο μας, τίποτε απ' αυτό δεν αποτελεί αμετάκλητο εμπόδιο, τίποτε δεν κάνει τη Μεγάλη Σαρακοστή «αδύνατη».
Η πραγματική αιτία για την οποία βαθμιαία χάνουμε την επίδραση της Σαρακοστής στη ζωή μας βρίσκεται βαθύτερα. Είναι η δική μας συνειδητή ή ασυνείδητη μείωση της θρησκείας σε ένα επιπόλαιο τυπικισμό και συμβολισμό, πράγμα που αποτελεί ακριβώς το ξεστράτισμα και μετριάζει τη σοβαρότητα των απαιτήσεων της θρησκείας από τη ζωή μας, την αίτηση για δέσμευση και προσπάθεια.
Αυτή η μείωση, θα πρέπει να προσθέσουμε, είναι, κατά κάποιο τρόπο, ιδιόμορφη στην Ορθοδοξία. Οι χριστιανοί της Δύσης, Καθολικοί ή Προτεστάντες, όταν αντιμετωπίζουν αυτό που εκείνοι θεωρούν «αδύνατον» αλλάζουν την ίδια τη θρησκεία, την «προσαρμόζουν» στις νέες συνθήκες έτσι ώστε να την κάνουν «εφαρμόσιμη». Πρόσφατα, λόγου χάρη, είδαμε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία πρώτα να ελαττώνει τη νηστεία στο κατώτατο όριο και ύστερα να την ξεφορτώνεται τελείως.
Με σωστή και δικαιολογημένη αγανάκτηση, καταγγέλλουμε μια τέτοια «προσαρμογή» σαν προδοσία της χριστιανικής παράδοσης και σαν περιορισμό στο ελάχιστο της χριστιανικής πίστης. Και πραγματικά, η αλήθεια και η δόξα της Ορθοδοξίας είναι ότι δεν «προσαρμόζεται» και δεν συμβιβάζεται με τις χαμηλότερες επιδιώξεις και δεν κάνει το Χριστιανισμό «εύκολο». Αυτό είναι η δόξα για την Ορθοδοξία αλλά φυσικά, όχι για μας, τους ορθόδοξους.
Δεν είναι σήμερα, ούτε και χθες, αλλά πολύ παλιότερα που βρήκαμε ένα τρόπο να συμφιλιώνουμε τις απόλυτες απαιτήσεις της Εκκλησίας με την ανθρώπινη αδυναμία μας• και αυτό δεν γίνεται μόνο με «απώλεια του προσώπου» αλλά και με πρόσθετες αφορμές για αυτοδικαίωση και ήσυχη συνείδηση. Ο τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι η εκπλήρωση αυτών των απαιτήσεων συμβατικά, και ο συμβολικός τυπικισμός που διαποτίζει σήμερα όλη τη θρησκευτική μας ζωή. Έτσι, λόγου χάρη, δε θα σκεπτόμασταν ποτέ να αναθεωρήσουμε τη Λειτουργία μας και τους μοναστικούς κανονισμούς της -Θεός φυλάξοι!- θα συνεχίζαμε όμως να ονομάζουμε την Ακολουθία της μιας ώρας «ολονύκτια αγρυπνία» και υπερήφανα θα εξηγούσαμε ότι αυτή είναι η ίδια Ακολουθία που έκαναν οι μοναχοί στη Λαύρα του Αγίου Σάββα τον 9ο αιώνα!
Σε σχέση με τη Μεγ. Σαρακοστή, αντί να κάνουμε ουσιαστικές ερωτήσεις -«τι είναι νηστεία; ή «τι είναι Σαρακοστή»;- εμείς ικανοποιούμαστε με τα σύμβολά της. Στα εκκλησιαστικά περιοδικά και φυλλάδια εμφανίζονται συνταγές για «ένα υπέροχο νηστήσιμο πιάτο»! Μπορεί ακόμα η ενορία και να συγκεντρώσει μερικά πάρα πάνω χρήματα οργανώνοντας ένα καλοδιαφημισμένο «σαρακοστιανό γεύμα».
Είναι τόσα πολλά εκείνα που στις εκκλησίες μας εξηγούνται συμβολικά σαν ενδιαφέροντα, πολύχρωμα και διασκεδαστικά έθιμα και παραδόσεις, σαν κάτι δηλαδή που μας δένει όχι τόσο πολύ με τον Θεό και με μια νέα ζωή «εν Αυτώ», όσο με το παρελθόν και τις συνήθειες των προγόνων μας, ώστε γίνεται όλο και περισσότερο δύσκολο να διακρίνουμε πίσω απ' αυτά τα λαϊκά έθιμα τη σοβαρότητα της θρησκείας σε όλη της την έκταση.
Θέλω να τονίσω ότι δεν υπάρχει τίποτε το άσχημο στα διάφορα έθιμα. Όταν αυτά πρωτοεμφανίστηκαν ήταν τα μέσα με τα οποία η κοινωνία μπορούσε να δείξει ότι έπαιρνε στα σοβαρά τη θρησκεία. Τότε τα έθιμα δεν ήταν σύμβολα, αλλά η ίδια η ζωή. Αυτό που συνέβηκε πάντως ήταν το ότι καθώς άλλαξε η ζωή και έπαψε λίγο λίγο η θρησκεία να τη διαμορφώνει στην ολότητά της, λίγα από τα έθιμα διασώθηκαν σαν σύμβολα ενός τρόπου ζωής που δεν υπήρχε πια. Και αυτό που διασώθηκε ήταν εκείνο που, αφ' ενός είναι έντονα ζωντανό και αφ' ετέρου είναι λιγότερο δύσκολο.
Ο πνευματικός κίνδυνος εδώ είναι ότι σιγά σιγά αρχίζει κανείς να καταλαβαίνει τη θρησκεία σαν ένα σύστημα από σύμβολα και έθιμα μάλλον, παρά να ερμηνεύει όλα αυτά σαν μια πρόκληση για πνευματική ανανέωση και προσπάθεια. Μεγαλύτερη είναι η προσπάθεια που γίνεται για να προετοιμάζονται νηστίσιμα φαγητά ή για το πασχαλινό τραπέζι, παρά για τη νηστεία και τη συμμετοχή στην πνευματική πραγματικότητα του Πάσχα. Αυτό σημαίνει ότι, όσο τα έθιμα και οι παραδόσεις δεν συνδεθούν και πάλι με τη γενική θρησκευτική αντίληψη από την οποία προέρχονται, όσο δηλαδή δεν παίρνουμε στα σοβαρά τα σύμβολα, η Εκκλησία θα παραμένει χωρισμένη από τη ζωή και δεν θα την επηρεάζει καθόλου. Αντί να παριστάνουμε με σύμβολα την «πλούσια κληρονομιά» μας καιρός είναι ν' αρχίσουμε να την ενσωματώνουμε στην καθημερινή ζωή μας.
Το να πάρουμε λοιπόν στα σοβαρά τη Μεγάλη Σαρακοστή σημαίνει ότι θα τη θεωρούμε, πρώτα απ' όλα με την πιο βαθιά έννοια, μια πνευματική πρόκληση που απαιτεί αντίδραση, απόφαση, πρόγραμμα και συνεχή προσπάθεια. Kαι ακριβώς για το λόγο αυτό, όπως ξέρουμε, θεσπίστηκαν από την Εκκλησία οι εβδομάδες προετοιμασίας για τη Μεγάλη Σαρακοστή. Η περίοδος αυτή είναι καιρός για δράση, για απόφαση, για προγραμματισμό. Και ο καλύτερος και ευκολότερος τρόπος είναι ν' ακολουθήσουμε την καθοδήγηση της Εκκλησίας που είναι η μελέτη και ο στοχασμός πάνω στα πέντε ευαγγελικά θέματα που μας προσφέρονται τις πέντε Κυριακές της περιόδου πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή.
Τα θέματα αυτά είναι: η διακαής επιθυμία (Ζακχαίος), η ταπείνωση (Τελώνης και φαρισαίος), επιστροφή από την εξορία (Άσωτος), η κρίση (Κυριακή της Απόκρεω) και η συγχωρητικότητα (Κυριακή της Τυροφάγου). Αυτές οι ευαγγελικές περικοπές δεν διαβάζονται μόνο και μόνο για ν' ακουστούν στην Εκκλησία• σκοπός είναι να τις «πάρω μαζί μου στο σπίτι» και να στοχαστώ πάνω σ' αυτές σχετίζοντάς τις μάλιστα με τη ζωή μου, την οικογενειακή μου κατάσταση, τις επαγγελματικές υποχρεώσεις μου, το ενδιαφέρον μου για τα υλικά πράγματα, τις σχέσεις μου με τους συγκεκριμένους ανθρώπους με τους οποίους ζω. Αν σ' αυτή την προσπάθεια περισυλλογής προσθέσει κανείς και την προσευχή αυτής της περιόδου: «της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλαις ζωοδότα...» και τον ψαλμό 136 «επί των ποταμών της Βαβυλώνος εκεί εκαθήσαμεν...» μπορεί να καταλάβουμε τι σημαίνει να «νιώθεις ότι είσαι με την Εκκλησία», και πώς μπορεί μια λειτουργική περίοδος να χρωματίσει τη καθημερινή ζωή.
Επίσης είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να διαβάσει κανείς κάποιο θρησκευτικό βιβλίο. Ο σκοπός δε αυτού του διαβάσματος δεν είναι μόνο ν' αυξήσουμε τις θρησκευτικές γνώσεις μας• είναι βασικά να καθαρίσουμε το μυαλό μας απ' όλα όσα συνήθως το πλημμυρίζουν. Είναι πραγματικά απίστευτο πόσο στο μυαλό μας συνωστίζονται όλων των ειδών οι έννοιες, τα ενδιαφέροντα, οι αγωνίες και οι εντυπώσεις και πόσο ελάχιστο έλεγχο ασκούμε πάνω σ' όλα αυτά. Διαβάζοντας ένα θρησκευτικό βιβλίο συγκεντρώνουμε την προσοχή μας σε κάτι εντελώς διαφορετικό από το συνηθισμένο περιεχόμενο των σκέψεών μας• δημιουργείται έτσι μια άλλη διανοητική και πνευματική ατμόσφαιρα. Όλα αυτά, φυσικά, δεν είναι «συνταγές», ίσως να υπάρχουν άλλοι τρόποι για να προετοιμαστεί κανείς για τη Σαρακοστή.
Το βασικό σημείο είναι ότι, στη διάρκεια αυτής της περιόδου βλέπουμε τη Μεγάλη Σαρακοστή σαν να βρίσκεται σε κάποια απόσταση, σαν κάτι δηλαδή που ακόμα έρχεται και που μας το στέλνει ο ίδιος ο Θεός σαν ευκαιρία για αλλαγή, για ανανέωση, για εμβάθυνση, και ότι παίρνουμε αυτή την επερχόμενη ευκαιρία πολύ στα σοβαρά.
Έτσι, όταν την Κυριακή της Συγγνώμης αφήνουμε το σπίτι μας και πάμε στον Εσπερινό, μπορεί να είμαστε έτοιμοι να κάνουμε δικά μας - έστω και για λίγο - τα λόγια από το Μεγάλο Προκείμενο που ανοίγει τη Μεγάλη Σαρακοστή:
Mη αποστρέψης το πρόσωπόν σου
από του παιδός σου, ότι θλίβομαι...
Πηγή: (Από το βιβλίο «Μεγάλη Σαρακοστή», του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν, εκδ. Ακρίτας), Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Φανερωμένης Χολαργού
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν
Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ ἀπέστειλε ἐπί τῇ εἰσόδῳ εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Τεσσαρακοστήν καί τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας τίς κάτωθι Ποιμαντορικές Ἐγκυκλίους πρός τόν εὐαγῆ Κλῆρον καί τόν φιλόχριστον Λαόν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς.
Ἐκ τῆς Ἱ. Μητροπόλεως
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ ΚΑΙ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ
Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ
ΕΠΙ ΤΗι ΕΝΑΡΞΕΙ
ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ 2017
* * * * *
Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,
Εἰσερχόμενοι στὴν εὐλογημένη περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, φέρνουμε στὸ νοῦ μας τοὺς λόγους τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ: «῞Οταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν» (Μτθ. 6,16).
Τούτη ἡ προτροπὴ τοῦ Κυρίου, ἔρχεται νὰ τοποθετηθεῖ ἔναντι ἑνὸς ἐρωτήματος, ποὺ ὁ καθένας μᾶς θέτει κατὰ τὶς ἡμέρες αὐτές. Καὶ τὸ ἐρώτημα δὲν εἶναι ἄλλο, ἀπὸ τὸ «πῶς πρέπει νὰ νηστεύσω κατὰ τὴν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς;».
Ἡ Ἐκκλησία μας μέσα ἀπό τὶς τυπικές της διατάξεις, ὁρίζει ἕνα τρόπο νηστείας. Κατὰ τὶς ἔξι ἑβδομάδες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστής, καθὼς καὶ τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα, καλούμαστε νὰ απέχουμε ἀπὸ τὸ κρέας, από τὰ αὐγά, ἀπὸ τὸ γάλα καὶ τὰ προϊόντα ποὺ παράγονται ἀπὸ αὐτὸ, καθὼς καὶ ἀπὸ τὰ ψάρια. Ἀπὸ τὴν Δευτέρα ἕως καὶ τὴν Παρασκευὴ τῆς κάθε ἑβδομάδος ἡ τράπεζά μας πρέπει νὰ στερεῖται ἀκόμα καὶ τοῦ οἴνου καὶ τοῦ ἐλαίου, ἐνῶ τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή, τὰ δύο αὐτὰ εἴδη ἐπιστρέφουν πρὸς ἐνίσχυση καὶ παρηγορία.
Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ὅμως νηστεία δὲν περιορίζεται στὸν καθορισμὸ τῶν τροφῶν, ὅπως συμβαίνει στὸ πλαίσιο ἑνὸς διαιτολογίου, ἀλλὰ ἐπεκτείνεται στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ νηστεύουμε καὶ κατ’ ἐπέκταση, στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο καλούμαστε νὰ ζήσουμε.
Ἀναζητώντας λοιπὸν τὸν τρόπο, ἐρχόμαστε νὰ προσεγγίσουμε μία ἐπισήμανση τοῦ μεγάλου ἀσκητοῦ τῆς Σιναϊτικῆς ἐρήμου, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ὁ ὁποῖος παρατηρεῖ, πὼς σὲ ὅλες τὶς κατὰ Θεὸν προσπάθειές μας, οἱ δαίμονες, μᾶς σκάπτουν ὕπουλα τρεῖς λάκκους. Πρῶτα ἀγωνίζονται νὰ μᾶς ἐμποδίσουν νὰ πράξουμε τὸ καλό. Ἄν ἀποτύχουν σ᾿ αὐτό, τότε ἀγωνίζονται νὰ νοθεύσουν τὸ ἀγαθό, ὥστε νὰ μὴ γίνη κατὰ τρόπο θεάρεστο. Τέλος ἂν δὲν ἐπιτύχουν οὔτε τὴν νόθευση, προσπαθοῦν νὰ ρίξουν τὴν ψυχὴ στὴν ὑπερηφάνεια, μὲ ἀφορμὴ τὴ δῆθεν ἀρετή της (ἀπὸ τὸν 26ο Λόγο τῆς Κλίμακος: «Περὶ διακρίσεως λογισμῶν καὶ παθῶν καὶ ἀρετῶν»).
Τὶς τρεῖς αὐτὲς παγίδες ἀγαπητοὶ ἀδελφοὶ πρέπει νὰ προσέξουμε στὸν ἀγώνα ποὺ ξεκινοῦμε σὲ αὐτὴν τὴν Σαρακόστη. Ἂς ὑπερπηδήσουμε τὸν πρῶτο λάκκο, ὁ ὁποῖος προσπαθεῖ νὰ μᾶς ἐγκλωβίσει στὸν λογισμὸ ὅτι «ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ νηστεύσω». Οἱ ὑποχρεώσεις, ἡ ὑγεία, ἡ ἀδυναμία, ἡ καθημερινότητα ἔρχονται νὰ συμμαχήσουν σὲ τούτη τὴν παγίδευση. Ὅμως τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ σταθεῖ οὐσιαστικὰ ὡς ἐμπόδιο στὴν ἐπιθυμία τοῦ πιστοῦ νὰ νηστεύσει. Καὶ ἂν δὲν μπορεῖ κανεὶς τὸ ἄλαδο, καὶ ἂν δὲν μπορεῖ νὰ στερηθεῖ κάποια τροφή, καὶ ἂν χρειάζεται ἀσβέστιο, καὶ ἂν τοῦ λείπει ὁ σίδηρος, καὶ ἂν ὁ χαρακτήρας τοῦ εἶναι ἀδύναμος, ξέρει ἡ Ἐκκλησία νὰ ἀσκεῖ οἰκονομία. Ἂς καταφύγουμε στοὺς πνευματικούς μας, καὶ ἐκεῖνοι δὲν θὰ μᾶς στερήσουν οὔτε τὰ ἀπαραίτητα, οὔτε τὴν χαρὰ τῆς νηστείας. Ὑπάρχουν τρόποι κανεὶς καὶ νὰ νηστεύει καὶ νὰ οἰκονομεῖται στὰ ἀπαραίτητα. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ θὰ ἀποφύγουμε τὸν πρῶτο δαιμονικὸ πειρασμὸ τῆς ἄρνησης τῆς νηστείας, καὶ δὲν θὰ δώσουμε τὴν ἱκανοποίηση στὸν πονηρό, πὼς μᾶς παγίδευσε στὰ εὔκολα.
Ὁ δεύτερος λάκκος ἀπαιτεῖ μεγαλύτερη προσπάθεια γιὰ νὰ τὸν ὑπερβεῖ κανείς, κι αὐτὸ γιατί εἶναι διττὸς ὁ πειρασμὸς ποὺ κρύβει.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης περιγράφει τὴν νέα αὐτὴ ἐνέδρα τοῦ πονηροῦ ὡς «νόθευση τοῦ ἀγαθοῦ». Τούτη ἡ νόθευση μπορεῖ νὰ εἶναι γέννημα εἴτε τῆς αὐθαιρεσίας εἴτε τῆς ὑποκρισίας.
Ὁ τρόπος τῆς αὐθαιρεσίας εἶναι αὐτὸς ποὺ μᾶς κάνει νὰ ἐνεργοῦμε τὴ νηστεία μὲ κριτήριο τὸ ἴδιον θέλημα. Νηστεύω ὅπως μου ἀρέσει, ὅποτέ μου ἀρέσει, χωρὶς καμία ἀναφορὰ καὶ χωρὶς καμία εὐλογία. Ἔτσι ὁ ὅποιος κόπος, ἡ ὅποια προσπάθεια καταβάλουμε μὲ τὴν ἐγωκεντρικὴ αὐτὴ «νηστεία» γίνονται τροφὴ γιὰ τὰ πάθη μας. Οἱ ἀρετὲς πνίγονται μέσα στὰ ζιζάνια τῶν παθῶν μας ποὺ θεριεύουν καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀπογοητεύεται καὶ θυμώνει, χωρὶς νὰ κατανοεῖ τὸ γιατί.
Ὁ τρόπος τῆς ὑποκρισίας εἶναι αὐτὸς ποὺ μᾶς κάνει νὰ ἐνεργοῦμε τὴ νηστεία μὲ κριτήριο τὴν ἰδεατή μας εἰκόνα. Νηστεύω γιὰ νὰ ἀποκαλύψω στοὺς ἄλλους τὴ σπουδαιότητά μου, τὴν δύναμή μου, τὸν πνευματικό μου πλοῦτο. Ἡ ἀφετηρία τοῦ ἀγώνα μου δὲν εἶναι ὁ ἔλεγχος τοῦ ἑαυτοῦ, ἡ θλίψη γιὰ τὸ κατάντημά μου, ἡ μετάνοια, ἀλλὰ ἡ βεβαιότητα «ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί». Τούτη ἡ στάση μὲ ὁδηγεῖ σὲ ἕνα πνευματικὸ αὐτισμό. Δὲν εἶμαι σὲ θέση οὔτε νὰ ἐπικοινωνήσω, οὔτε πολὺ περισσότερο νὰ ἀγαπήσω τοὺς ἀνθρώπους καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἶμαι σὲ θέση νὰ κοινωνήσω ἀληθινὰ μετὰ τοῦ Θεοῦ. Κατ’ οὐσία ἔχω ὀλισθήσει χωρὶς νὰ τὸ κατανοῶ σὲ μία ἰδιότυπη εἰδωλολατρία, ὅπου στὴ θέση τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ἔχω ἐγκαταστήσει τὸ εἴδωλο τοῦ ἰδεατοῦ ἑαυτοῦ μου.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης μᾶς συμβουλεύει ὅσους θέλουμε νὰ ξεπεράσουμε καὶ αὐτὸν τὸν λάκκο, νὰ καταφύγουμε στὴν ὑποταγὴ καὶ στὴν ἐξουδένωση. Μὲ τὴν ὑποταγὴ θὰ νικήσουμε τὸν πειρασμὸ τῆς αὐθαιρεσίας, μὲ τὴν ἐξουδένωση θὰ στερήσουμε τὸν ἐγωισμό μας ἀπὸ τὶς δυνάμεις ποὺ τὸν ἑδραιώνουν. Ἂς ἀσκηθοῦμε στὴν τούτη τὴ μεγάλη Τεσσαρακοστὴ στὸ πνεῦμα τῆς ὑπακοῆς, πρῶτα στὴν Ἐκκλησία, στοὺς πνευματικοὺς πατέρες, καὶ ἔπειτα ὁ ἕνας χριστιανὸς στὸν ἄλλον, οἱ σύζυγοι μεταξύ τους, τὰ παιδιὰ πρὸς τοὺς γονεῖς, καὶ οἱ γονεῖς πρὸς τὶς ἀλήθειες τῶν παιδιῶν τους καὶ τότε θὰ ἐπιτύχουμε νὰ ὑπερβοῦμε τὸν δεύτερο λάκκο ποὺ χαίνει μπροστά μας. Ἡ νηστεία καὶ ὁ ἀγώνας μας ἐν γένει δὲν θὰ νοθευτοῦν ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό μας, ὑπηρετώντας ἀλλότριες ἐπιδιώξεις.
Ἂν κανεὶς καταφέρει νὰ ξεπεράσει τοὺς δύο πρώτους λάκκους, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τὸν προειδοποιεῖ πὼς τὸν περιμένει καὶ ἕνα τρίτο ὄρυγμα, προπαρασκευασμένο ἀπὸ τὸν διάβολο γιὰ νὰ μᾶς ρήξει ἐντός του. Τούτη ἡ φοβερὴ παγίδα εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια.
Ἀκόμα καὶ ἂν κάποιος καταφέρει μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀκολουθήσει τὴν νηστεία ὅπως τοῦ ὅρισε ὁ πνευματικός του, χωρὶς νὰ τὴν νοθεύσει, ἐνεργώντας τὴν μὲ ἀγωνιστικὴ διάθεση καὶ πνεῦμα ὑπακοῆς, ὑπάρχει ἀκόμα καὶ τότε ὁ φόβος νὰ ξεγελαστεῖ ὡς πρὸς τὸ μέγεθος τῶν κατορθωμάτων του. Ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τῆς ἔπαρσης ποῦ γεννοῦν ἡ προσπάθεια, ἡ ἀνταπόκριση, ἡ ἐπιτυχία.
Τοῦτος ὁ λάκκος εἶναι πιὸ φοβερὸς ἀπὸ τοὺς ἄλλους, γιατί δὲν εἶναι ἀπότομος, ἀλλὰ κατέρχεσαι σὲ αὐτὸν σταδιακά, ὅπως κατεβαίνει κανεὶς σὲ μία κατηφόρα. Μὰ κι ὅταν βρεθεῖς ἐντός του, δὲν σκιάζεσαι ὅπως σὲ μία ἄβυσσο, γιατί μοιάζει μὲ πλατειὰ ὁδὸ καὶ μὲ γνώριμα μέρη. Εἶναι σκοτεινὸς μὲν καὶ χωρὶς οὐρανὸ ὁ τόπος αὐτός, ὅμως ἐσὺ ξεγελιέσαι, ἀφοῦ πιστεύεις ὄτι ὡς προχωρημένος πλέον στὰ πνευματικά, ὀφείλεις νὰ περάσεις καὶ ἀπὸ τέτοια δύσκολα μονοπάτια. Καὶ ἔτσι νηστεύεις καὶ προσεύχεσαι, ὑπακούεις καὶ ὑπομένεις, ἀσκεῖς φιλανθρωπία καὶ ἀγαθοργεῖς, ὅμως ὅλα αὐτὰ σὲ πᾶνε ὅλο καὶ πιὸ βαθειά, σὲ ἀκόμα μεγαλύτερο σκότος, σὲ τόπο ποὺ συναντιέσαι μὲ τὸν ἑωσφορικὸ ἐγωισμό, ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἱκανὸς γιὰ τὴν μεγαλύτερη πτώση.
Γιὰ νὰ διασωθεῖ κανεὶς ἀπὸ τούτη τὴν πλάνη, πρέπει νὰ καλλιεργήσει τὴν αὐτομεμψία, μᾶς συμβουλεύει ὁ ἅγιος Ἰωάννης. Ἡ αὐτομεμψία εἶναι ἐκεῖνο τὸ μέσο μὲ τὸ ὁποῖο ὁ χριστιανὸς ἐλέγχει τὸν ἑαυτὸ τοῦ εἰς βάθος καὶ μὲ αὐστηρότητα. Τούτη ἡ αὐστηρότητα δὲν ἔρχεται νὰ ζορίσει τὸν ἄνθρωπο, προκαλώντας τοῦ αἰσθήματα ἐνοχῆς ἢ κατωτερότητας. Ἀντιθέτως κατεργάζεται τὴν ψυχικὴ ὑγεία τοῦ πιστοῦ. Ἡ αὐτομεμψία μοιάζει μὲ ἐκεῖνον τὸ χειρουγρὸ ὁ ὁποῖος θέλοντας νὰ σώσει τὸν ἀσθενῆ του, ἀφαιρεῖ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ καρκίνωμα καὶ λίγο ὑγιῆ ἱστὸ ἀπὸ τὴν γύρω περιοχή, γιὰ νὰ εἶναι σίγουρος πὼς τὸν καθάρισε πλήρως. Ἔτσι καὶ τὸ πρόσωπο ποὺ αὐτομέμφεται, προτιμᾶ νὰ ἀδικήσει λίγο τὸ ἴδιο του τὸν ἑαυτό, παρὰ νὰ ἀφήσει τὸν καρκίνο τῶν παθῶν ἐντός της ψυχῆς του.
Ὁ διαρκὴς αὐστηρὸς ἔλεγχος τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὁδηγεῖ στὴν ἁγία ταπείνωση, ἡ ὁποία καταξιώνει τὸν πνευματικό μας ἀγώνα. Ὅταν ἀποκτηθεῖ ἡ ταπείνωση ὁ ἄνθρωπος κατανοεῖ πὼς ὅ,τι καλὸ ὑπάρχει σὲ αὐτὸν εἶναι δώρημα θεϊκό, τὸ ὁποῖο ἔχει χορηγηθεῖ γιὰ νὰ προσφερθεῖ στὴ διακονία τῶν ἀδελφῶν μας. Μέσα στὸ πνεῦμα αὐτὸ οἱ ἀρετὲς δὲν κατανοοῦνται σὰν ἀτομικὰ κατορθώματα, ποὺ αὐτοδικαιώνουν καὶ καταξιώνουν τὸν πιστό, ἀλλὰ ὡς θεῖες ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες ἔχουν κατοικήσει στὴ ψυχή μας καὶ μᾶς κινοῦν καὶ μᾶς φωτίζουν. Ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει χῶρος γιὰ τὴν ἔπαρση τοῦ Ἐγώ, ἀλλὰ μόνο εὐχαριστία καὶ δοξολογία πρὸς τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος ἐπιβλέπει ἐπὶ τοὺς ταπεινούς του δούλους.
Ἂς πορευτοῦμε ἀγαπητά μου παιδιὰ σὲ τούτη τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ὄχι σκυθρωποί, μὰ μὲ χαρὰ μεγάλη. Τὴ χαρὰ τῆς νηστείας, τὴν χαρὰ τῆς ἀσκήσεως, τὴ χαρὰ τῆς ὑπέρβασης τῶν παθῶν, τὴ χαρὰ τῆς καρποφορίας τῶν ἀρετῶν, τὴ χαρὰ τῆς νίκης ἐπὶ τοῦ θανάτου.
Εὐχόμαστε διὰ τὸν πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, τοῦ καθηγητοῦ τῆς Σιναϊτικῆς ἐρήμου, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς νὰ συνοδοιπορήσει μαζί μας σὲ τούτη τὴν πνευματικὴ πορεία, ἐνισχύοντας καὶ ἁγιάζοντας ὅλους.
Εὔχομαι εὔδρομον τό Στάδιον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς!
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Ἡ παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου ποὺ τὴν διαβάζουμε τὴν δεύτερη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου κρύβει πλούσια μηνύματα καὶ νοήματα. Ἀρχίζει μὲ μιὰ ἀπαιτητικὴ κίνηση τοῦ μικροῦ υἱοῦ πρὸς τὸν πατέρα, ὁ ὁποῖος ζητάει τὸ «ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας», κομμάτι δηλαδὴ τῆς περιουσίας τὸ ὁποῖο δικαιοῦται, καὶ ὁ πατέρας ἀμέσως τοῦ τὸ ἐκχωρεῖ. Ἀκολουθεῖ μιὰ ἱστορία ὑποδοχῆς ἀπὸ τὸν πατέρα, πανηγυριοῦ καὶ χαρᾶς, ἡ ὁποία ὅμως στιγματίζεται ἀπὸ τὴν ἀρνητικὴ ἀντίδραση τοῦ μεγάλου υἱοῦ, τοῦ «καλοῦ παιδιοῦ». Θὰ μποροῦσε κανεὶς ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν παραβολὴ νὰ δανειστεῖ κάτι γιὰ νὰ κατανοήσει τὴν ἀγάπη τοῦ πατέρα, κάτι ἴσως γιὰ νὰ συνειδητοποιήσει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς μετανοίας τοῦ υἱοῦ, κάτι γιὰ νὰ διακρίνει αὐτὴ τὴ σχέση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, κάτι γιὰ νὰ καταλάβει πῶς μπορεῖ μὲν νὰ εἶναι κανεὶς καλὸς καὶ σωστὸς ἀλλα παράλληλα ὅμως νὰ βρίσκεται στὸ κατάντημα τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ.
Ἂς μείνουμε στὸ πρῶτο, στὴ σχέση αὐτοῦ τοῦ πατέρα μὲ τὸ παιδί του, καὶ ἂς δοῦμε κάποια βασικὰ χαρακτηριστικὰ τόσο ἀναγκαῖα νὰ τὰ ἔχουμε κι ἐμεῖς, ἰδίως οἱ γονεῖς.
Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ τόσο ἐντυπωσιακὰ φαίνεται εἶναι αὐτὴ ἡ ἐλευθερία τοῦ πατέρα. Τοῦ ζητάει τὸ παιδί του τὸ «ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας». Ἐπιβάλλον σημαίνει ὅτι ἦταν...
ὑποχρεωμένος νὰ τοῦ τὸ δώσει. Δὲν ἦταν ἐπιβάλλον. Ἂν ἤθελε τοῦ τὸ ἔδινε. Καὶ ὁ πατέρας χωρὶς νὰ πεῖ τίποτε -κανένας ἀπὸ μᾶς δὲν θὰ τὸ ἔκανε ἴσως- «διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον». Ἀμέσως διήρεσε τὴν περιουσία καὶ τοῦ τὴν ἐξεχώρησε γνωρίζοντας τὶς ἐπιπτώσεις. Μιὰ κίνηση παράξενη. Δὲν τὸν βομβάρδισε μὲ συμβουλές, οὔτε πάλι τὸν πολιόρκησε μὲ περιορισμούς, ἀλλὰ τοῦ δημιούργησε ἕνα κλῖμα τέτοιο ποὺ δὲν ἀπηγόρευε τὴν πτώση στὴν ἐκτροπὴ καὶ τὴν ἁμαρτία. Ἀντιθέτως δημιουργοῦσε θαυμάσια καὶ ὅλες τὶς προϋποθέσεις τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς ὑποδοχῆς. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο σημεῖο.
Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ ὑπακοή• ἡ ὑποταγὴ τοῦ πατέρα πρὸς τὸ παιδί. Δὲν ἀπαίτησε ἀπὸ τὸ παιδί του νὰ ὑποταχθεῖ σ´ αὐτὸν, παρὰ μὲ τὴν κίνηση καὶ τὴν ἐνέργειά του αὐτὴν ὑπετάγη ἐκεῖνος στὸ παιδί.
Κι ἂς προχωρήσουμε στὸ τρίτο χαρακτηριστικό. Ὁ πατέρας ἀπὸ μακρυὰ κοίταζε, παρατηροῦσε μήπως ἐπιστρέψει ὁ υἱός του• πότε θὰ γυρίσει. Ἄρα εἶχε προσδοκία, εἶχε ἐλπίδα. Πόσες φορὲς ἐμεῖς ἔχουμε χάσει αὐτὴν τὴν ἐλπίδα, αὐτὴ τὴν προσδοκία. Καὶ εἶδε ἀπὸ μακρυὰ τὸ παιδί του τὴν ὥρα ποὺ ἐπέστρεφε καὶ «δραμών», ἔτρεξε ὁ ἴδιος νὰ τὸ συναντήσει. Δὲν σκέφτηκε: «Τὸ παλιόπαιδο, ἂς ἔλθει ἐδῶ πέρα νὰ ζητήσει συγγνώμη καὶ θὰ τὰ ποῦμε». Αὐτὴ εἶναι μιὰ συνήθης ρήση. Ἀντ᾿ αὐτοῦ ὁ πατέρας κάνει μιὰ νέα κίνηση. Ζώντας τόσο καιρὸ μυστικὰ τὸ δράμα καὶ τὸν πόνο του, ὑπερβαίνει τὸν ἑαυτό του καὶ τρέχει αὐτὸς στὸ παιδί του μ᾿ ἕναν ἐκστατικὸ τρόπο. Αὐτὸ σημαίνει ἐκστατικός, τὸ νὰ ξεπεράσει τὸν ἑαυτό του. Τὸ τέταρτο λοιπὸν στοιχεῖο εἶναι αὐτὴ ἡ ἐκστατικότητα.
Καὶ «ἐπιπεσὼν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ κατεφίλησεν αὐτόν». Ἔπεσε στὸ λαιμό του, τὸν ἀγκάλιασε καὶ τὸν ἔπνιξε στὰ φιλιά, ὅπως θὰ λέγαμε στὴ σημερινὴ διάλεκτο, ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ πατέρας αὐτὸς διατήρησε μέσα στὴν καρδιά του, πέρα ἀπὸ τὴ δοκιμασία τὴν ὁποία πέρασε, αἰσθήματα στοργικότητας καὶ τρυφερότητας, δηλαδὴ συγχωρητικότητα. Αὐτὸ εἶναι τὸ τέταρτο στοιχεῖο.
Ἂν προσέξει κανεὶς βλέπει ὅτι ἐνῶ γίνεται αὐτὴ ἡ ἐπιστροφή, ὁ πατέρας δὲν τοῦ λέει τίποτα, κάποιες συμβουλὲς νὰ τοῦ δώσει, κάποιες παρατηρήσεις καὶ ὑποδείξεις νὰ τοῦ κάνει. Ὅλοι εἴμαστε σίγουροι ἀπὸ τὸ σκηνικὸ αὐτῆς τῆς ἱστορίας ὅτι μὲ πολλὴ εὐκολία θὰ τὶς δεχόταν αὐτὸ τὸ παιδί. Καὶ δὲν τοῦ τὶς κάνει. Ἀλλὰ σὰν νὰ μὴν εἶχε συμβεῖ τίποτα, τὸν δέχτηκε στην ἀγκαλιά του. Τότε ὁ πατέρας ζήτησε νὰ τοῦ ἀλλάξουν τὰ ροῦχα καὶ ἀπὸ τὰ κουρέλια ποὺ φοροῦσε νὰ τοῦ δώσουν καινούργιο ἔνδυμα, νὰ τοῦ βάλουν δαχτυλίδι, νὰ τοῦ δώσουν παπούτσια ποὺ ἦταν ξυπόλυτος καὶ νὰ σφάξουν τὸ καλύτερο θρεφτάρι ποὺ εἶχαν γιὰ νὰ τοῦ προσφέρει δεῖπνο πανηγύρεως. Σὰν νὰ εἶχε φύγει αὐτὸ τὸ παιδὶ καὶ σὰν νὰ εἶχε πολλαπλασιάσει τὴν περιουσία καὶ νὰ τοῦ ὄφειλε ὁ πατέρας ἕνα βραβεῖο καὶ ἕναν ἔπαινο. Ἠταν ὑπερβατικὸς ὁ πατέρας, πληθωρικός στὰ αἰσθήματα. Πολὺ περισσότερα ἀπὸ ὅσα ὄφειλε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς πρόσφερε στὸ παιδί του.
Ἐπιπλέον εἶχε ἀντοχὴ καὶ δύναμη νὰ ὑπομένει τὰ ἀναπάντεχα χτυπήματα. Τὸ πρῶτο χτύπημα ἦταν ἡ ἀπαίτηση τοῦ παιδιοῦ του νὰ πάρει τὴν περιουσία ποὺ βέβαια δὲν τοῦ ἀνῆκε καὶ σίγουρα νὰ τὴν κατασπαταλήσει. Τὸ δεύτερο, ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὸ ἀγαπημένο του παιδί, γιὰ τὸ ὁποῖο γνώριζε πολὺ καλὰ τὸ πῶς τελικὰ ζοῦσε. Μόλις τόλμησε νὰ νοιώσει λίγα σπέρματα χαρᾶς καὶ παρηγοριᾶς ἀπὸ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ παιδιοῦ του, ὁ μεγάλος γυιός του, τὸ «καλό» του παιδί, τοῦ φέρθηκε τόσο σκληρὰ καὶ τόσο ἀπάνθρωπα. Ἀντοχὴ καὶ δύναμη λοιπόν τὸ πέμπτο χαρακτηριστικό.
Ὁ πατέρας αὐτὸς γνώριζε πολὺ καλὰ πότε νὰ μιλάει καὶ πότε νὰ σιωπᾶ. Στὸ μικρό του τὸ παιδί, τὸ ἄσωτο, ποὺ ἀποστάτησε, οὔτε μιὰ κουβέντα δὲν λέει. Στὸ «καλό» του τὸ παιδί, ποὺ τελικὰ ἀποδείχτηκε σκληρόψυχο καὶ σκληρόκαρδο, φέρεται μὲ ἕναν τρόπο παρακλητικό. Ἦταν παρακλητικὸς ὁ πατέρας. Πήγαινε καὶ παρακαλοῦσε τὸν μεγάλο του γυιὸ νὰ ἔλθει κι αὐτὸς νὰ συμμετάσχει στὴν εὐφροσύνη καὶ στὴν πανήγυρη.
Τί φοβερὸς ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς αὐτῆς! Εἶχε μοναδικὰ χαρίσματα: ἐλευθερία, ὑπακοή, ἀντοχή καὶ δύναμη, συγχωρητικότητα, ἐκστατικότητα καὶ ὑπερβατικότητα, παρακλητικότητα, καὶ πληθωρισμὸ αἰσθημάτων. Ἕνας πατέρας τόσο ἀνώτερος δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἔβγαζε δύο καρπούς, οἱ ὁποῖοι πραγματικὰ νὰ τοῦ πρόσφεραν ἱκανοποίηση καὶ ἀνάπαυση; Ἔχει δυὸ γυιοὺς ποὺ ὁ ἕνας μέσα ἀπὸ τὴν καλωσύνη του τὸν τυραννάει. Κι ὁ ἄλλος μέσα ἀπὸ τὴν πιστότητα καὶ τὴ συνέπειά του, μένοντας στὸ σπίτι, ἀποδεικνύεται σκληρὸς καὶ βασανιστικός, σφιχτὸς καὶ δύσκολος.
Τὸ ἕνα τὸ παιδί του, τὸ «κακό» κάνει τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ ζεῖ μὲ τὴν συναίσθηση ὅτι εἶναι παιδί του. Τὴ λέξη «πατέρας» τὴν ἀναφέρει 3-4 φορὲς σ᾿ αὐτὴν τὴν παραβολή. Ὁ γυιὸς ποὺ μένει στὸ σπίτι, τὸ «καλὸ» παιδί, δὲν τὸν ἀποκαλεῖ πατέρα, ἀλλά, ὅπως πολὺ ὡραία ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, αἰσθάνεται μέσα στὴν ἀγκαλιά τῆς οἰκογένειας του σὰν ἕνας δοῦλος. Ὁ πρῶτος γυιὸς μόλις δεῖ τὴν πτώση του, καὶ τὸ κατάντημά του συναισθάνεται καὶ τὴν ἐνοχή του καὶ πολὺ ἁπλᾶ τὴν ὁμολογεῖ. Ὁ δεύτερος ἀρκεῖται μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν ἀρετὴ καὶ κακῶς ἐννοούμενη συμμόρφωσή του καὶ τὸ μόνο ποὺ ξέρει νὰ κάνει εἶναι νὰ διαμαρτύρεται καὶ νὰ ἐπιρρίπτει τὶς εὐθύνες στὸν πατέρα.
Γι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο τὸν ἀδελφό του δὲν τὸν ὀνομάζει ἀδελφό, ἀλλὰ τὸν ὀνομάζει «παιδί σου» ὅταν ἀπευθύνεται στὸν πατέρα. Σὰν νὰ τοῦ ἔλεγε μ´ ἕναν τρόπο ἐλεγκτικὸ: «Αὐτὸς εἶναι ὁ καρπὸς ὁ δικός σου». Ἕνας ἄνθρωπος διαρκοῦς ἀρνητικότητας: «Ποτὲ δὲν μοῦ ἔδωσες ἕνα κατσίκι νὰ σφάξω γιὰ νὰ γλεντήσω κι ἐγώ μὲ τοὺς φίλους μου, ὁ ὁποῖος δούλεψα πραγματικὰ στὸ σπίτι σου σὰν ἕνας πιστὸς δοῦλος». «Ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ».
Ὑπάρχουν πολλὲς γλῶσσες, διάλεκτοι καὶ τρόποι ἐπικοινωνίας. Ὅταν ἡ καρδιὰ πλατύνεται, τότε αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ ἄνεση ἐκφράζεται στὴν περίπτωση τοῦ πατέρα ὡς ἐλευθερία καὶ στὴν περίπτωση τοῦ ἀσώτου υἱοῦ ὡς αἴσθηση καὶ βίωμα υἱοθεσίας. Ἀντιθέτως, στὸν πρεσβύτερο καὶ «καλὸ» υἱὸ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ στενότητα τῆς καρδιᾶς καί, ἐνῶ ζεῖ μέσα στὸ πατρικὸ σπίτι, νοιώθει ὡς δοῦλος.
Ἡ ἐπικοινωνία τοῦ πατέρα μὲ τὸν ἄσωτο υἱὸ δὲν ἔχει λόγια, δὲν χρειάζεται λόγια. Ὑπάρχει ἡ ἀγκαλιά, τὸ φίλημα• αὐτὸς εἶναι ὁ τρόπος καὶ ἡ διάλεκτος ἐπικοινωνίας. Καὶ ὁ καρπὸς εἶναι ἡ εὐφροσύνη, ἡ χαρὰ καὶ ἡ πανήγυρις. Ἐνῶ στὴν περίπτωση τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ ὑπάρχει ὁ διάλογος, χρειάζεται τὸ δίκαιο, εἶναι ἀνάγκη νὰ παρουσιαστοῦν τὰ ἐπιχειρήματα. Καὶ ἀντὶ εὐφροσύνης καὶ πανηγύρεως, ἔρχεται ἡ ἀπομάκρυνση, ἡ ἀπομόνωση καὶ ἡ ὀργή γιὰ τὴν ὁποία μᾶς μιλάει τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα.
Προχωροῦμε στὸ Τριώδιο. Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἴσως ἡ Ἐκκλησία μας βάζει αὐτὴν τὴν παραβολὴ στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ στὸ πρόγραμμα μας. Τὸ κάνει γιὰ νὰ μᾶς ἀφυπνίσει καὶ ἔτσι μὲ τὴν αἴσθηση ὅτι σὰν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ σὰν δικοί Του ἄνθρωποι θὰ ἀγωνιστοῦμε κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου, ἐν ἐλευθερίᾳ νὰ πορευθοῦμε πρὸς τὸ Πάσχα, καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς χαρᾶς καὶ τῆς πανηγύρεως τῆς αἰωνίου Ἀναστάσεως καὶ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός της. Ἀμήν.
Τριώδιο 2017
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ήταν δυό αδέλφια τα οποία, αφού μοιράστηκαν αναμεταξύ τους την πατρική περιουσία, ο ένας έμεινε στο σπίτι, ενώ ο άλλος έφυγε σε μακρινή χώρα. Εκεί, αφού κατέφαγε όλα όσα του δόθηκαν, δυστύχησε και υπέφερε μη υπομένοντας τη ντροπή από τη φτώχεια. (Λουκά 15: 11 κ.ε.) Αυτή την παραβολή θέλησα να σάς την πω, για να μάθετε, ότι υπάρχει άφεση αμαρτημάτων και μετά το Βάπτισμα, εάν είμαστε προσεκτικοί. Και το λέγω αυτό όχι για να σάς κάνω αδιάφορους, αλλά για να σάς απομακρύνω από την απόγνωση. Γιατί η απόγνωση μας προξενεί χειρότερα κακά και από τη ραθυμία.
Αυτός λοιπόν ο υιός αποτελεί την εικόνα εκείνων που αμάρτησαν μετά το Βάπτισμα. Και ότι φανερώνει εκείνους που αμάρτησαν μετά το Βάπτισμα, αποδεικνύεται από το ότι ονομάζεται υιός. Γιατί κανένας δεν μπορεί να ονομασθεί υιός χωρίς το Βάπτισμα. Επίσης διέμενε στην πατρική οικία και μοιράστηκε όλα τα πατρικά αγαθά, ενώ πριν από το Βάπτισμα δεν μπορεί κανείς να λάβει την πατρική περιουσία, ούτε να δεχθεί κληρονομία. Ώστε μ όλα αυτά μας υπαινίσσεται το σύνολο των πιστών.
Επίσης ήταν αδελφός εκείνου που είχε προκόψει. Αδελφός όμως δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς την πνευματική αναγέννηση. Αυτός λοιπόν, αφού έπεσε στη χειρότερη μορφή κακίας, τι λέγει: «Θα επιστρέψω στον πατέρα μου» (Λουκά 15:18). Γι αυτό ο πατέρας του τον άφησε και δεν τον εμπόδισε να φύγει στην ξένη χώρα, για να μάθει καλά με την πείρα, πόση ευεργεσία απολάμβανε όταν βρισκόταν στο σπίτι. Γιατί πολλές φορές ο Θεός, όταν δεν πείθει με το λόγο του, αφήνει να διδαχθούμε από την πείρα των πραγμάτων, πράγμα βέβαια που έλεγε και στους Ιουδαίους.
Επειδή δηλαδή δεν τους έπεισε ούτε τους προσέλκυσε, απευθύνοντάς τους αμέτρητους λόγους με τους προφήτες, τους άφησε να διδαχθούν με την τιμωρία, λέγοντάς τους: «Θα σε διδάξει η αποστασία σου και θα σε ελέγξει η κακία σου» (Ιερ. 2, 19). Γιατί έπρεπε να Του είχαν εμπιστοσύνη από πριν. Επειδή όμως ήταν τόσο πολύ αναίσθητοι, ώστε να μη πιστεύουν στις παραινέσεις και τις συμβουλές Του, θέλωντας να προλάβει την υποδούλωσή τους στην κακία, επιτρέπει να διδαχθούν από τα ίδια τα πράγματα, ώστε έτσι να τους κερδίσει και πάλι.
Αφού λοιπόν ο άσωτος έφυγε στην ξένη χώρα και από τα ίδια τα πράγματα έμαθε πόσο μεγάλο κακό είναι να χάσει κανείς το πατρικό του σπίτι, επέστρεψε, και ο πατέρας του τότε δεν του κράτησε κακία, αλλά τον δέχτηκε με ανοιχτή αγκαλιά. Γιατί άραγε; Επειδή ήταν πατέρας και όχι δικαστής. Και στήθηκαν τότε χοροί και συμπόσια και πανηγύρια και όλο το σπίτι ήταν φαιδρό και χαρούμενο. Τι μου λες τώρα άνθρωπέ μου; Αυτές είναι οι αμοιβές της κακίας; Όχι της κακίας, άνθρωπε, αλλά της επιστροφής. Όχι της πονηρίας, αλλά της μεταβολής προς το καλύτερο.
Και ακούστε και το σπουδαιότερο: Αγανάκτησε γι αυτά ο μεγαλύτερος υιός. Ο πατέρας όμως τον έπεισε κι αυτόν μιλώντας του με πραότητα και λέγοντας, «συ πάντοτε ζούσες μαζί μου, ενώ αυτός ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξαναβρήκε τη ζωή του» (Λουκά 15:31-32). Όταν πρέπει να διασώσει τον χαμένο, λέγει: «Δεν είναι ώρα τώρα για δικαστήρια, ούτε για λεπτομερή εξέταση, αλλά είναι ώρα μόνο φιλανθρωπίας και συγγνώμης.» Κανένας ιατρός, που έχει αμελήσει ο ίδιος να δώσει φάρμακο στον ασθενή, δεν ζητεί ευθύνες απ αυτόν για την αταξία του και ούτε τον τιμωρεί. Και αν ακόμα χρειαζόταν να τιμωρηθεί ο άσωτος, τιμωρήθηκε αρκετά ζώντας στην ξένη χώρα.
Τόσο λοιπόν χρόνο στερήθηκε τη συντροφιά μας και έζησε παλεύοντας με την πείνα, την ατίμωση και τα χειρότερα κακά. Γι αυτό λέγει ο πατέρας: «ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξαναβρήκε τη ζωή του». Μη βλέπεις, λέγει, τα παρόντα, αλλά σκέψου το μέγεθος της προηγούμενης συμφοράς. Αδελφό βλέπεις, όχι ξένο. Στον πατέρα του επέστρεψε, που ξεχνάει τα περασμένα η καλύτερα που θυμάται εκείνα μόνο τα οποία μπορούν να τον οδηγήσουν σε συμπάθεια και έλεος, σε στοργή και ευσπλαγχνία τέτοια που ταιριάζει στους γονείς. Γι αυτό δεν είπε, εκείνα που έπραξε ο άσωτος, αλλά εκείνα που έπαθε. Δεν λυπήθηκε ότι κατέφαγε την περιουσία του, αλλ' ότι περιέπεσε σ' αμέτρητα κακά.
Έτσι έψαχνε με τόση προθυμία και με ακόμα μεγαλύτερη να βρει το χαμένο πρόβατο. Και εδώ βέβαια γύρισε πίσω ο ίδιος ο υιός, ενώ στην παραβολή του καλού Ποιμένος έφυγε ο ίδιος ο ποιμένας. Και αφού βρήκε το χαμένο πρόβατο το έφερε πίσω, και χαιρόταν πολύ περισσότερο γι αυτό, παρά για όλα τα άλλα τα σωσμένα. Και πρόσεχε πως έφερε πίσω το χαμένο πρόβατο: Δεν το μαστίγωσε, αλλά μεταφέροντάς το και βαστάζοντάς το στους ώμους του, το παρέδωσε πάλι στο κοπάδι.
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ότι όχι μόνο δεν μας αποστρέφεται όταν επιστρέφομε κοντά Του, αλλά μας δέχεται το ίδιο αγαπητικά με τους άλλους που έχουν προκόψει στην αρετή. Και ότι όχι μόνο δεν μας τιμωρεί, αλλά και έρχεται ν αναζητήσει τους πλανημένους. Και όταν τους βρει, χαίρεται περισσότερο απ όσο χαίρεται για εκείνους που έχουν σωθεί. Ούτε πρέπει ν απελπιζόμαστε όταν είμαστε στην κατηγορία των κακών, αλλά ούτε όταν είμαστε καλοί να έχουμε θάρρος.
Ασκώντας την αρετή να φοβόμαστε μήπως πέσομε, στηριζόμενοι στο θάρρος μας. Και όταν αμαρτάνουμε να μετανοούμε. Και εκείνο που είπα αρχίζοντας την ομιλία, αυτό λέγω και τώρα: Είναι προδοσία της σωτηρίας μας αυτά τα δύο, δηλαδή και το να έχουμε θάρρος όταν είμαστε ενάρετοι, και το ν απελπιζόμαστε όταν είμαστε πεσμένοι στην κακία.
Γι αυτό ο Παύλος, για ν' ασφαλίσει εκείνους που ασκούν την αρετή, έλεγε: «Εκείνος που νομίζει ότι στέκεται, ας προσέχει μήπως πέσει» (Α' Κορ. 10, 12). Και πάλι: «Φοβάμαι μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ ο ίδιος βρεθώ ανάξιος» (Β' Κορ. 11, 3). Ανορθώνοντας πάλι τους πεσμένους και διεγείροντάς τους σε μεγαλύτερη προθυμία διακήρυττε έντονα στους Κορινθίους γράφοντας τα εξής: «Μήπως πενθήσω πολλούς που αμάρτησαν προηγουμένως και δεν μετανόησαν» (Β' Κορ. 12, 21). Για να δείξει ότι είναι άξιοι θρήνων όχι τόσο εκείνοι που αμαρτάνουν, όσο εκείνοι που δεν μετανοούν για τα αμαρτήματά τους. Και ο προφήτης πάλι λέγει: «Μήπως εκείνος που πέφτει δεν σηκώνεται, η εκείνος που παίρνει στραβό δρόμο δεν επιστρέφει;» (Ιερ. 8, 4). Γι αυτό και ο Δαυίδ παρακαλεί αυτούς ακριβώς, λέγοντας: «Σήμερα, εάν ακούσετε τη φωνή Αυτού, μη σκληρύνετε τις καρδιές σας όπως τότε που Τον παραπίκραναν οι πατέρες σας» (Ψαλμ. 94, 8).
Όσο λοιπόν θα υπάρχει το σήμερα, ας μη απελπιζόμαστε, αλλ έχοντας ελπίδα προς τον Κύριο και έχοντας κατά νουν το πέλαγος της φιλανθρωπίας Του, αφού αποτινάξουμε κάθε τι το πονηρό από τη σκέψη μας, ας ασκούμε με πολλή προθυμία και ελπίδα την αρετή, και ας επιδείξουμε μετάνοια με όλη τη δύναμή μας.
Έτσι αφού απαλλαχθούμε απ' όλα τ αμαρτήματά μας εδώ στη γη, να μπορέσουμε με θάρρος να σταθούμε μπροστά στο βήμα του Χριστού, και να επιτύχουμε τη βασιλεία των ουρανών, την οποία εύχομαι να επιτύχουμε όλοι μας με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν
Πηγή: http://asiminakisangelos.blogspot.gr/2011/02/blog-post_20.html
Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς τοῦ 2016 εἰδοποιήθηκε ἐπειγόντως ἡ Ἀσφάλεια Ἀττικῆς. Περίπου 100 ἀναρχικοί, κρατώντας ἀναμμένες λαμπάδες, εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἔξω ἀπό ἕνα ναό τῶν Ἐξαρχείων καί περίμεναν νά βγεῖ ὁ Ἐπιτάφιος. Πολλοί φοβήθηκαν ὅτι θά γίνονταν ἐπεισόδια, φωτιές κ.λπ., καί κάλεσαν τήν Ἀστυνομία. Πράγματι κατέφθασε ἐπί τόπου ὁμάδα ΜΑΤ, γιά νά περιφρουρήσει τήν πομπή. Ἀστυνομικοί πού βρέθηκαν ἐκεῖ καταγράφουν τί ἀκολούθησε ἐντέλει…
Οἱ νεαροί καί οἱ νεαρές, περίπου 100 ἄτομα, ἀκολούθησαν μέ τά ἀναμμένα κεριά τους τήν πορεία τοῦ Ἐπιταφίου, μαζί μέ τόν ὑπόλοιπο κόσμο, καί κατά διαστήματα φώναζαν τά ἑξῆς συνθήματα:
Μετὰ τὴν πομπὴ διαλύθηκαν εἰρηνικά.
Γιά νά ἐπιβεβαιώνονται οἱ σύγχρονοι προορατικοί, ὅπως ὁ ὅσιος Παΐσιος, πού εἶπε:
«Οι νέοι σήμερα έχουν καλές και καινούργιες μηχανές, όμως έχουν παγωμένα λάδια και θέλει να βοηθήσουμε πολύ να ζεσταθούν. Όταν ζεσταθούν, τότε όλα θα πάνε καλά».
Ἄς τό εὐχόμαστε!
Χριστὸς ἀνέστη! Ἀληθῶς ἀνέστη!
Χ.
Χριστιανός σημαίνει μικρός Χριστός κι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἐσταυρωμένος, ἄρα χριστιανός εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ σταυροῦ. Γι᾿ αὐτό εἶναι ἀνάρμοστο καί ξένο στόν χριστιανό νά ἀναζητᾶ τίς εὐκολίες καί τήν ἀνάπαυση. Ὁ Κύριός σου καρφώθηκε στό σταυρό κι ἐσύ ἐπιζητᾶς τήν ἄνεση καί ζῆς μέ πολυτέλεια;
Ἄν ἀγαπᾶς τόν Κύριό σου, πέθανε ὅπως Ἐκεῖνος. Σταύρωνε τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν δέν σέ σταυρώνει κανείς. Καί σταυρός εἶναι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς κακίας καί τῆς ζήλειας σου. Σταυρώνεις τό «ἐγώ» σου, ὅταν ἀρνεῖσαι νά ἱκανοποιήσεις τίς κακές ἐπιθυμίες σου. Κρεμᾶς τόν ἑαυτό σου στό σταυρό, ὅταν ἀφήνεις τόν Θεό νά κατευθύνει τή ζωή σου χωρίς τίς δικές σου λογικές παρεμβάσεις. Πεθαίνεις σάν τόν Κύριό σου, ὅταν ὑποτάσσεσαι στό θέλημά του χωρίς τά ἀτέλειωτα «γιατί».
Ὁ Κύριος ζήτησε καί ζητᾶ νά τόν ἀκολουθήσουν ὅσοι εἶναι ἀποφασισμένοι νά σηκώσουν τό σταυρό τους, ὅσοι εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν, νά ἀρνηθοῦν τίς ἀπολαύσεις καί τήν τρυφή. Διότι ὅποιος ἀγαπᾶ τήν ἀσφάλεια καί τίς ἡδονές τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι ἐχθρός τοῦ σταυροῦ, αὐτοῦ τοῦ σταυροῦ πού ὁ χριστιανός ἀγαπᾶ καί σηκώνει μέ ὑπομονή γιά χάρη...
τοῦ Ἐσταυρωμένου του Κυρίου!
Πηγή: imaik, Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Μία σταγόνα δάκρυ γιὰ τὸ ἀγαπημένο καὶ πολυαδικημένο σπλάχνο της.
Καινούργιο μὰ καὶ τόσο παλαιό, ἀπὸ τότε ποὺ διωγμένη ἔφυγε μαζί του, βρέφος τότε, πρὸς στὴν Αἴγυπτο.
Τὸ δάκρυ τῆς Παναγίας γιὰ ὅλους ἐμᾶς, γιὰ τὸν καθένα μας προσωπικά, ὁ πόνος τῆς Παναγίας μας ποὺ συμπονᾶ καὶ μὲ τὸν δικό μας πόνο στὸ διάβα τῆς ζωῆς μας.
Δάκρυ λύπης ἅδου μὰ καὶ χαρᾶς παραδεισένιας σὰν ἀντικρυσε Τὸν Υἱό της νὰ λάμπει αὐγαζόμενος μέσα στὴν λαμπρή τῆς Ἀναστάσεώς του.
Τὰ δάκρυ κάθε Μητέρας πάνω στὴν γῆ ποὺ τὰ σπλάχνα της ποὺ ἔχουν γίνει τόσο πλατειὰ νὰ ἀγκαλιάσουν ὅλη τὴν πλάση.
Μία σταγόνα, μὰ ἕνας ὁλόκληρος ὠκεανὸς μαζὶ ποὺ ἀνέπλασε ὁλάκερο τὸ σύμπαν.
Τὸ δάκρυ τῆς Παναγίας Μητέρας μας!
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Το Άγιο και Μεγάλο Σάββατο είναι μια ξεχωριστή ημέρα για την Εκκλησία μας. Τιμάμε κατ’ αυτή τη θεόσωμη ταφή και την εις Άδου κάθοδο του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού. Την οδύνη μας για τα σωτήρια παθήματα του Λυτρωτή μας διαδέχεται η θλίψη, η σιωπή και η περισυλλογή.
Με την καρδιά σφιγμένη από τη βίωση των Αγίων Παθών της Μεγάλης Παρασκευής, βιώνουμε την αγία αυτή ημέρα έναν μεγάλο θρίαμβο, το μυστήριο της μεγαλύτερης πάλης όλων των εποχών, της μάχης του Χριστού με τον Άδη. Της πάλης της ζωής με το θάνατο.
Εκεί στο σκοτεινό και ανήλιο τόπο των βασάνων, στο φοβερό και αδυσώπητο δεσμωτήριο των ψυχών, στο θλιβερό μεταθανάτιο προορισμό του ανθρώπου, εκείνο το υπερευλογημένο Σάββατο ο Αρχηγός της Ζωής νίκησε το θάνατο με το δικό Του θάνατο και απάλλαξε την ανθρωπότητα από την τυραννία του Σατανά. Τον σύντριψε και κατέλυσε το σκοτεινό του βασίλειο. Για τους πιστούς του Χριστού η κυριαρχία του διαβόλου, ο θάνατος και ο Άδης αποτελούν πια εφιαλτικό παρελθόν, ένα φρικιαστικό όνειρο, το οποίο δε μπορεί να επαναληφτεί, διότι η βασιλεία του Χριστού μας είναι πια η μόνη πραγματικότητα, η ατέρμονη πορεία προς τη θέωσή μας και καμιά αντίθεη δύναμη δε μπορεί να την ματαιώσει και να την καταλύσει!
Ο Θεάνθρωπος Λυτρωτής μας, αφού καταδέχτηκε να υποστεί τα επώδυνα παθήματα και να θανατωθεί επάνω στο σταυρό, το πνεύμα Του, ενωμένο αδιάσπαστα με τη θεότητά Του, κατήλθε «εν τοις κατωτάτοις της γης και συνέτριψε μοχλούς αιωνίους» κατά τον ιερό υμνογράφο του Πάσχα. Κατέβηκε στον παμφάγο Άδη για να συνεχίσει και εκεί το απολυτρωτικό Του έργο. Κατέβηκε στο φοβερό εκείνο τόπο, όπου βρισκόταν τα πνεύματα όλων των ανθρώπων φυλακισμένα και διατελούντα σε αφάνταστη διαρκή τυραννία για να λύσει τα πικρά προαιώνια δεσμά τους.
Ο Άδης υπήρξε εφεύρημα του διαβόλου για να κατακρατεί τα πνεύματα των ανθρώπων σε παντοτινή αιχμαλωσία και τιμωρία και να τα εμποδίζει να αναχθούν στην σφαίρα της κατά χάριν θεώσεώς των, όπως ήταν πλασμένα και προορισμένα, εκεί όπου «ο σκώληξ ου τελευτά και το πυρ ου σβέννυται» (Μαρκ.9,43). Παρακινημένος από ασύλληπτο μίσος κατά του Θεού και μη μπορώντας να πλήξει Αυτόν, ξέσπασε κατά του κορυφαίου δημιουργήματός Του, τον άνθρωπο. Δεν άντεχε να βλέπει τον άνθρωπο να ευδαιμονεί κοντά στο Θεό και γι’ αυτό τον παρέσυρε στην αμαρτία και τον απομάκρυνε από Εκείνον.
Η βαριά πύλη του Άδη, της φρικτής κολάσεως, άνοιξε την αποφράδα εκείνη ημέρα της πτώσεως των πρωτοπλάστων, όχι την ώρα που «έφαγαν τον καρπό» της γνώσεως του καλού και του κακού, αλλά την ώρα του φοβερού διαλόγου τους με το Θεό, όπου δεν εξεδήλωσαν ίχνος μεταμέλειας για την παρακοή τους. Όταν μετέθεταν την ευθύνη της παρακοής τους ακόμη και σ’ αυτόν το Δημιουργό τους! Την ίδια ημέρα ο «Κήπος της Εδέμ» έκλεισε οριστικά για κάθε ανθρώπινο πρόσωπο. Το χερουβίμ με την φλόγινη ρομφαία φύλαγε την πύλη του Παραδείσου, ώστε να μην εισέλθει κανένας, όσο δίκαιος και αν ήταν (Γεν.3,24). Προορισμός λοιπόν πάντων, δικαίων και αδίκων ήταν το φρικτό δεσμωτήριο του σκοτεινού Άδη.
Είναι θεμελιώδης πίστη της Εκκλησίας μας πως τα «πεπεδημένα» πνεύματα των ανθρώπων στον Άδη ανέμεναν και αυτά την απολύτρωσή τους. Οι θεόπνευστοι προφήτες και οι δίκαιοι της παλιάς εποχής προανήγγειλαν και καλλιεργούσαν τη βέβαιη ελπίδα της απολυτρώσεώς τους από τα βάσανα της κολάσεως στο Θείο Πρόσωπο του αναμενόμενου Μεσσία, ο Οποίος θα έσωζε «παγγενή τον Αδάμ». Ο Κύριος «θανατοί και ζωογονεί, κατάγει εις άδου και ανάγει» (Α΄ Βασιλ.2,6).
Ο Ωσηέ είχε προφητεύσει: «Υγιάσει (ο Κύριος) ημάς μετά δύο ημέρας, εν τη τρίτη ημέρα εξαναστηθώμεθα και ζησόμεθα ενώπιον αυτού» (Ωσηέ 6,1). Ο Ησαΐας προείπε: «Αναστήσονται οι νεκροί και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις» (Ησ.26,19). Επίσης ο Ψαλμωδός προφήτευσε: «Κατέβη εις άδου η δόξα σου, η πολλή ευφροσύνη σου» (Ησ.14,13), προαναγγέλλοντας σαφώς την κάθοδο του Μεσσία στον Άδη. Βεβαίως δεχόμαστε την εκδοχή πως, όπως και στη γη, υπήρχαν και στον κόσμο των ψυχών άπιστοι, οι οποίοι δεν είχαν την ελπίδα της σωτηρίας και φυσικά δεν πίστεψαν στο κήρυγμα του Χριστού και εν τέλει αποτέλεσαν τους ένοικους του Άδη μετά τη συνανάσταση των νεκρών.
Ο απόστολος Πέτρος αναφέρει κατηγορηματικά πως ο Κύριος μετά την εκπνοή Του ως άνθρωπος επί του σταυρού «θανατωθείς μεν σαρκί, ζωοποιηθείς δε πνεύματι, εν ω και τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν» (Α΄Πετρ.3,19). Κατέβηκε στον Άδη για να κηρύξει το ευαγγέλιο της σωτηρίας και στις αιχμάλωτες ψυχές. Το ίδιο και ο απόστολος Παύλος αναφέρει πως: ο Χριστός «κατέβη εις τα κατώτερα μέρη της γης . ίνα πληρώσει τα πάντα» (Εφεσ.4,9), θέλοντας να δηλώσει την κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, σύμφωνα με την αντίληψη της εποχής του, περί «υπογείου δεσμωτηρίου».
Σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία αντλήθηκε από θεόπνευστες μαρτυρίες, η κάθοδος του Κυρίου στον Άδη υπήρξε επεισοδιακή. Μπήκε σαν τον πιο δοξασμένο στρατηλάτη, ματωμένο από τις νικηφόρες μάχες, καταλαμβάνοντας το κάστρο των αντιπάλων του, για να εκδικηθεί σκληρά τους τυράννους του λαού του. Ο προφητάναξ Δαβίδ προείδε ως εξής το φοβερό αυτό γεγονός στον 23ο Ψαλμό, (στ.7-10): Οι άγιοι άγγελοι, οι οποίοι συνόδευαν το πνεύμα του Κυρίου στάθηκαν έξω από τη φοβερή και ζοφερή φυλακή των ψυχών, τον τρομερό τόπο της βασάνου, τον Άδη και φώναζαν γοερά: «άρατε πύλας οι άρχοντες υμών, και επάρθητε πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης».
Οι σκοτεινοί δαίμονες της κολάσεως ρωτούσαν: «Τις εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης;». Οι άγγελοι απάντησαν: «Κύριος κραταιός και δυνατός, Κύριος δυνατός εν πολέμω»! Ο Ησαΐας είχε προφητεύσει την ήττα του Άδη: «Ο άδης κάτωθεν επικράνθη συναντήσας σοι, συνηγέρθησαν (εν Αυτώ) πάντες» (Ησ.53,4). Και επίσης ο Ιώβ προείπε: «Ανοίγονται δε σοι πύλαι θανάτου, πυλωροί δε άδου ίδονταί σε έπτηξαν» (Ιωβ 38,17). Ο προφήτης Ωσηέ σκιρτώντας από άκρατο ενθουσιασμό φώναζε να το ακούσουν όλοι οι άνθρωποι «Πού σου η δίκη σου, θάνατε, πού το κέντρον σου άδη;» (Ωσηέ 13,14).
Αμέσως σωριάστηκαν οι μεγάλες πύλες και εισήλθε ο Χριστός στα απόρθητα ως τότε βασίλεια του Διαβόλου, ως ελευθερωτής των ψυχών, που ήταν δέσμιες από την αρχή της ιστορίας. Άπλετο ουράνιο φως φώτισε για πρώτη φορά τον ανήλιο καταχθόνιο τόπο της κολάσεως. Για πρώτη φορά αγαλλίασαν οι δύσμοιρες δέσμιες ψυχές. Περισσότερο χάρηκαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, οι οποίοι είδαν να πραγματοποιείται το προφητικό τους κήρυγμα, διότι έφθασε η πολυπόθητη ημέρα της σωτηρίας του κόσμου. Ο πλέον περιχαρής ήταν ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο οποίος σύμφωνα με την εκκλησιαστική μας παράδοση, υπήρξε ο προδρομικός κήρυκας του Χριστού και στον Άδη. Ο Χριστός κήρυξε στα εκεί πνεύματα το ευαγγέλιο της σωτηρίας και όσα από αυτά πίστεψαν στο κήρυγμά Του συναναστήθηκαν μαζί Του, «λύσας τας ωδύνας του θανάτου» σ’ αυτούς (Παρξ.2,24).
Οι ιεροί υμνογράφοι του Μεγάλου Σαββάτου απέδωσαν με άφθαστη ποιητικότητα και λυρισμό το μέγα γεγονός της ευλογημένης καθόδου του Κυρίου στον Άδη, της θριαμβευτική Του νίκη κατά του διαβόλου και της καταργήσεως του θανάτου. «Σήμερον. υπνοί η ζωή και Άδης τρέμει, και Αδάμ των δεσμών απολύεται.» (1ο τροπ. αίνων, όρθρου Μ. Σαββάτου). «Δεύτε ίδωμεν την ζωήν ημών εν τάφω κειμένην, ίνα τους εν τάφοις κειμένους ζωοποιήση.» (3ο τροπ.αίνων, όρθρου Μ. Σαββάτου). «Σήμερον ο Άδης στένων βοά, κατελύθη μου η εξουσία. εγώ είχον τους νεκρούς απ’ αιώνος, αλλά ούτος ιδού πάντας εγείρει.»
(2ο στιχ. Εσπερινού του Πάσχα). «Σήμερον ο Άδης στένων βοά, κατεπόθη μου το κράτος. Ο Ποιμήν εσταυρώθη, και τον Αδάμ ανέστησεν, ώνπερ εβασίλευον εστέρημαι, και ους κατέπιον ισχύσας, πάντας εξήμεσα. Εκένωσε τους τάφους ο σταυρωθείς, και ου ισχύει του θανάτου το κράτος.» (3ο στιχ. Εσπερινού Πάσχα)!
Ο θάνατος του Κυρίου και η εκ νεκρών ανάστασή Του συντέλεσαν στη δική μας ζωοποίηση και αναγέννηση: «αυτός παραπλησίως μετέσχε των αυτών, ίνα δια του θανάτου καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτ’ έστι τον διάβολον, και απαλλάξη τούτους, όσοι φόβω θανάτου διά παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας» (Εβρ.2,14-15). Δεν υπάρχει πια θάνατος για τους πιστούς του Χριστού, διότι «ο εγείρας τον Χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήσει και τα θνητά σώματα ημών» (Ρωμ.8,11). Δεν υπάρχει αιώνιο δεσμωτήριο να τους κατακρατεί σε ανήλια και αραχνιασμένα διαμερίσματα, μακριά από το ανέσπερο φως του Χριστού. Ο φοβερός άδης υπάρχει για τους αμετανόητους αρνητές και εχθρούς του Χριστού, οι οποίοι θα βασανίζονται εκεί αιωνίως μαζί με τους εντολοδόχους τους αγγέλους της κολάσεως (Ματθ.25,41). Αντίθετα με αυτούς, οι δίκαιοι θα κληρονομήσουν «την ητοιμασμένην βασιλείαν (Του) από καταβολής κόσμου» (Ματθ.25,34).
Αφού νικήθηκε πια ο διάβολος, καταργήθηκε ο θάνατος και έκλεισαν οι πύλες του Άδη, έχουμε κάθε λόγο να βρισκόμαστε σε ψυχική κατάσταση μόνιμης χαράς και ευφροσύνης, διότι ο Αναστάς Κύριος έχει καταργήσει το χειρότερό μας εχθρό, το θάνατο με το δικό Του θάνατο! «Ο Θεός ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέστησεν εις την βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού, εν ω έχομεν την απολύτρωσιν, την άφεσιν των αμαρτιών» (Ρωμ.6,15). Υπάρχει μεγαλύτερη ευεργεσία από αυτή; Ο εξαίσιος υμνογράφος του Πάσχα δικαιολογημένα προτρέπει ολόκληρη τη δημιουργία σε αέναη ευφροσύνη και ατελεύτητη πανήγυρη: «Ουρανοί μεν επαξίως ευφραινέσθωσαν, γη δε αγαλλιάσθω, εορταζέτω δε κόσμος, ορατός τε άπας και αόρατος! Χριστός γαρ εγήγερται ευφροσύνη αιώνιος»!
Στους νοητούς στεναγμούς του Άδη, στους απέλπιδες καγχασμούς των εχθρών του Αναστάντος Χριστού μας και στους θλιβερούς γρυλλισμούς των αρνητών της Αναστάσεώς Του, εμείς οι λελυτρωμένοι, εν «χαρά ανεκλαλήτω και δεδοξασμένη» (Α΄Πετρ.1,8), αντιπαραθέτουμε την ιλαρότητά μας και καταρτίζουμε ασίγαστο αίνο και επινίκια ωδή στο Μεγάλο Νικητή του Πάσχα. Η πίστη μας σ’ Αυτόν δεν είναι ένα ρηχό θεωρητικό σχήμα και ο εορτασμός της λαμπροφόρου Αναστάσεώς Του, δεν είναι μια επετειακή και ευκαιριακή ανάπαυλα, αλλά μόνιμη και βαθύτατη οντολογική βίωση του υπέρτατου μυστηρίου της εν Χριστώ απολυτρώσεώς μας.
Με άκρατο ενθουσιασμό, κραυγάζουμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας, για να ακουστεί σε όλους τους κόσμους, για να χαροποιήσει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη: «μηδείς φοβείσθω θάνατον΄ ηλευθέρωσεν γαρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Έσβεσεν αυτόν, υπ’ αυτού κατεχόμενος. Εσκύλευσε τον Άδην ο κατελθών εις τον Άδην»(Migne P.G.59,721)!
Στη Θεόσωμη Ταφή του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού
και στον Ιωσήφ από την Αριμαθαία, και στην κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, που έγινε κατά παράδοξο τρόπο μετά το σωτήριο πάθος.
***
1. Τι είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα; Μεγάλη σιωπή είναι απλωμένη στη γη. Μεγάλη σιωπή και ηρεμία. Μεγάλη σιωπή γιατί κοιμάται ο Βασιλιάς. Η γη φοβήθηκε και ησύχασε, επειδή ο Θεός με το σώμα κοιμήθηκε. Ο Θεός με το σώμα πέθανε, και τρόμαξε ο Άδης. Ο Θεός για λίγο κοιμήθηκε, και ανέστησε αυτούς που βρίσκονταν στον Άδη. Πού είναι τώρα οι προ ολίγου ταραχές και οι φωνές και οι παράνομοι θόρυβοι κατά του Χριστού; Πού είναι οι όχλοι και οι εξεγέρσεις και οι στρατιωτικές φρουρές και τα όπλα και οι λόγχες; Πού είναι οι βασιλιάδες και οι ιερείς και οι δικαστές οι καταδικασμένοι; Πού είναι οι αναμμένες δάδες και τα μαχαίρια και οι άτακτες κραυγές; Πού είναι οι όχλοι που εφρύαξαν και η άσεμνη κουστωδία; Εξαφανίστηκαν πραγματικά, γιατί στ’ αλήθεια πραγματικά οι όχλοι έκαναν σχέδια ανόητα και μάταια. Σκόνταψαν πάνω στον ακρογωνιαίο λίθο, τον Χριστό και συντρίφτηκαν οι ίδιοι. Χτύπησαν με μανία τη στέρεη Πέτρα, αλλά διαλύθηκαν σε αφρούς, όπως τα κύματα που κτυπούν στο βράχο. Χτύπησαν πάνω στο ανίκητο αμόνι και οι ίδιοι κομματιάστηκαν. Ανύψωσαν στο ξύλο του Σταυρού την πέτρα και αυτή κύλησε και τους θανάτωσε. Όπως οι Φιλισταίοι τον δυνατό Σαμψών, έδεσαν και αυτοί τον Ήλιο Χριστό, αυτός όμως έσπασε τις πανάρχαιες αλυσίδες και εξόντωσε τους αλλοφύλους και παράνομους. Έδυσε ο Θεός, ο Ήλιος της δικαιοσύνης Χριστός, στη γη και πλάκωσε με πηχτό σκοτάδι τους Ιουδαίους.
2. Σήμερα ήλθε η σωτηρία σ’ αυτούς που βρίσκονται στη γη και σ’ αυτούς που απ’ την αρχή των αιώνων βρίσκονται κάτω απ’ τη γη. Σήμερα ήλθε η σωτηρία στον ορατό και αόρατο κόσμο. Σήμερα είναι διπλή η παρουσία του Δεσπότη Χριστού. Διπλή η φιλανθρωπία, διπλή η κατάβαση μαζί και συγκατάβαση, διπλή η επίσκεψη προς τους ανθρώπους. Κατεβαίνει ο Θεός από τον ουρανό στη γη κι από τη γη στα καταχθόνια. Ανοίγονται οι πύλες του Άδη. Χαρείτε όλοι εσείς που κοιμάσθε απ’ την αρχή των αιώνων. Υποδεχτείτε το μέγα φώς όσοι κάθεστε στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου. Ερχεται ο Δεσπότης ανάμεσα στους δούλους. Ερχεται ο Θεός ανάμεσα στους νεκρούς. Ερχεται η ζωή ανάμεσα στους θνητούς. Ερχεται ο αθώος ανάμεσα στους ενόχους. Ερχεται το φώς που δεν σβήνει ανάμεσα σ’ αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι. Ερχεται ο ελευθερωτής ανάμεσα στους αιχμαλώτους. Ερχεται Αυτός που βρίσκεται πιο πάνω από τους ουρανούς, μεταξύ αυτών που βρίσκονται κάτω απ’ τη γη. Ήλθε ο Χριστός στη γη και πιστέψαμε. Κατέβηκε ο Χριστός στους νεκρούς, ας κατεβούμε μαζί Του κι ας δούμε τα μυστήρια που έγιναν εκεί. Ας γνωρίσουμε του κρυμμένου Θεού τα κρυμμένα θαυμάσια που έκαμε κάτω απ’ τη γη. Ας μάθουμε πως έλαμψε το κήρυγμα και στους κατοίκους του Άδη.
3. Τί συνέβη λοιπόν; Κατεβαίνοντας ο Θεός στον Άδη τους σώζει όλους χωρίς εξαίρεση; Όχι βέβαια, αλλά κι εκεί σώζει όσους πίστεψαν. Χθες είδαμε το έργο της σωτηρίας, σήμερα την εκδήλωση της εξουσίας. Χθες είδαμε την αδυναμία, σήμερα την κυριαρχία Του. Χθες φάνηκαν τα σημάδια της ανθρώπινης φύσεως Του, σήμερα της θεϊκής φύσεως. Χθες Τον ράπιζαν, σήμερα ραπίζει με την αστραπή της θεότητος τον χώρο του Άδη. Χθες τον έδεναν, σήμερα Αυτός δένει τον τύραννο – διάβολο με άλυτα δεσμά. Χθες καταδικαζόταν, σήμερα χαρίζει ελευθερία στους καταδίκους. Χθες Τον περιγελούσαν οι υπηρέτες του Πιλάτου, σήμερα οι θυρωροί του Άδη όταν Τον είδαν γέμισαν φρίκη.
4. Ακουσε όμως το πάθος του Χριστού, που ξεπερνά τη δύναμη του λόγου. Ακουσε και ύμνησε. Ακουσε και δόξασε του Θεού τα μεγάλα θαυμάσια. Πως υποχωρεί πλέον ο Μωσαϊκός Νόμος και ανθίζει η Χάρη του Χριστού. Πως τα σύμβολα και οι τύποι φεύγουν και διακηρύσσεται η αλήθεια. Πως χάνονται οι σκιές και ο ήλιος γεμίζει την οικουμένη. Πως η Παλαιά Διαθήκη αχρηστεύθηκε πια και πως η Καινή Διαθήκη επικυρώνεται. Πως τα παλιά πέρασαν και τα νέα άνθισαν. Δύο λαοί παραβρέθηκαν στη Σιών κατά το χρόνο του πάθους του Χριστού, ( ο Ιουδαϊκός μαζί με τον ειδωλολατρικό). Δύο βασιλιάδες, ο Πιλάτος και ο Ηρώδης. Δύο Αρχιερείς, ο Αννας και ο Καϊάφας. Έτσι τελούνται μαζί και τα δύο Πάσχα. Και παύει οριστικά το Ιουδαϊκό, αρχίζει δε το Χριστιανικό Πάσχα.
Το ίδιο βράδυ προσφέρονται δύο θυσίες, επειδή και δύο σωτηρίες – των ζωντανών και των νεκρών – έγιναν. Και ο μεν λαός των Ιουδαίων έδενε για να σφάξει τον Αμνό του Θεού, ο δε λαός των ειδωλολατρών γνώριζε το σαρκωμένο Θεό. Και οι μεν Ιουδαίοι αφού έδεναν τον Χριστό, τον έδιωχναν ( όπως τον αποδιοπομπαίο τράγο), ενώ οι ειδωλολάτρες τον υποδέχονταν με προθυμία. Έτσι, ταυτόχρονα, οι μεν Ιουδαίοι πρόσφεραν θυσία ζώου, οι δε ειδωλολάτρες θυσία του Θεού που φόρεσε ανθρώπινο σώμα.
5. Τη θυσία αυτού του Πάσχα οι μεν Ιουδαίοι την πρόσφεραν σε ανάμνηση της διαβάσεως τους από την Αίγυπτο, οι δε ειδωλολάτρες προανήγγελλαν με αυτή τη λύτρωση από την πλάνη των ειδώλων. Και πού συνέβαιναν αυτά; Στη Σιών, την πόλη του Βασιλέως του μεγάλου, στην οποία πραγματοποίησε τη σωτηρία του κόσμου στο κέντρο της γης, ο Ιησούς ο Υιός του Θεού που φανερώθηκε με τη γέννησή του ανάμεσα σε δύο ζώα (βόδι και γαϊδούρι). Ανάμεσα στις δύο υπάρξεις, της σαρκός και του πνεύματος, τις οποίες συμβόλιζαν τα δύο ζώα. Αυτός που φανερώθηκε ζωή, γεννημένος από τη ζωή, και χορηγός της ζωής. Που γεννήθηκε στη φάτνη, ανάμεσα σε αγγέλους και ανθρώπους. Που στάθηκε ανάμεσα στους δύο λαούς και τους ένωσε σαν λίθος ακρογωνιαίος. Αυτός που προφητεύθηκε μεταξύ του Νόμου και των Προφητών. Που εμφανίστηκε μεταξύ του Μωυσή και του Ηλία πάνω στο Θαβώρ. Που ανάμεσα στους δύο ληστές, αποκαλύφθηκε σαν Θεός στον ευγνώμονα Ληστή. Αυτός που κάθεται ως Κριτής αιώνιος εκεί που τελειώνει η παρούσα ζωή και αρχίζει η μέλλουσα. Και εμφανίζεται σήμερα μεταξύ των ζωντανών και των νεκρών, χαρίζοντας διπλή γέννηση μαζί και αναγέννηση. Και άκουσε τα περιστατικά και χειροκρότησε τα θαύματα της διπλής γεννήσεως του Χριστού.
6. Άγγελος ευαγγελίσθηκε στη Θεοτόκο Μαρία τη μητρική γέννηση του Χριστού και άγγελος έφερε στη Μαρία τή Μαγδαληνή το χαρμόσυνο άγγελμα της αναστάσεως του Χριστού από τον τάφο. Νύχτα γεννιέται ο Χριστός στη Βηθλεέμ και νύχτα πάλι στη Σιών ξαναγεννιέται από τους νεκρούς. Σε σπήλαιο από πέτρα γεννιέται ο Χριστός και σε σπήλαιο πάλι από πέτρα ξαναγεννιέται. Με σπάργανα καταδέχεται να τυλιχθεί και στη γέννηση και στην ταφή του. Εκεί δέχεται σμύρνα που του προσφέρουν οι Μάγοι και εδώ καταδέχεται σμύρνα και αλόη και ταφή από τα χέρια του Ιωσήφ και του Νικόδημου.
Εκεί τον υπηρετεί ο Ιωσήφ ο άνδρας της Μαρίας που δεν ήταν άνδρας της και εδώ ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία. Εκεί πρώτοι οι ποιμένες ευαγγελίζονται τη γέννηση του Χριστού, αλλά και ποιμένες πρώτοι απ’ όλους, οι Μαθητές του Χριστού, ευαγγελίσθηκαν την αναγέννηση του από τους νεκρούς. Εκεί ο Αγγελος φώναξε στην Παρθένο το «χαίρε» και εδώ ο Χριστός, ο Αγγελος της μεγάλης αποφάσεως «χαίρετε» φώναξε στις Μυροφόρες. Στην πρώτη του γέννηση ο Χριστός, ύστερα από σαράντα ημέρες, μπήκε στην επίγεια Ιερουσαλήμ, στο Ναό, και πρόσφερε στο Θεό, σαν πρωτότοκος, ένα ζευγάρι τρυγόνια. Αλλά και κατά την αναγέννηση του από τους νεκρούς ο Χριστός, ύστερα από σαράντα ημέρες αναλήφθηκε στην άνω Ιερουσαλήμ, την οποία δεν είχε αποχωριστεί, στα πραγματικά Άγια των Αγίων, σαν άφθαρτος πρωτότοκος από τους νεκρούς, και πρόσφερε στο Θεό Πατέρα δύο πάναγνα τρυγόνια:τη ψυχή και τη σάρκα τη δική μας. Και εκεί πάνω τον υποδέχτηκε ο Συμεών, ποιός; « Ο παλαιός των ημερών», ο προαιώνιος Θεός, σαν σε αγκαλιά, μέσα στον κόλπο του, απερίγραπτα από γλώσσα ανθρώπινη. Εάν δε όλα αυτά τα ακούς σαν μύθο και όχι με αληθινή πίστη, τότε σε κατηγορούν οι απαραβίαστες σφραγίδες του Δεσποτικού μνήματος της Αναστάσεως του Χριστού. Γιατί, όπως ο Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο, αφήνοντας σφραγισμένες τις κλειδαριές της παρθενίας, αυτές που είναι τοποθετημένες εκ φύσεως σ’ όλες τις γυναίκες και τις ανοίγει η μητρότητα, έτσι ακριβώς έγινε και η εκ νεκρών Ανάσταση του Χριστού, χωρίς να ανοίξουν οι σφραγίδες του τάφου.
7. Πώς δε και πότε και από ποιον ενταφιάζεται ο Χριστός, η ζωή; Ας ακούσουμε τι λένε τα ιερά γράμματα: « Όταν βράδιασε, ήρθε ένας πλούσιος άνθρωπος, που λεγόταν Ιωσήφ. Αυτός τόλμησε και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού» (Ματθ. 27, 57, Μαρκ. 15, 43). Παρουσιάστηκε θνητός στο θνητό, ζητώντας να πάρει τον Θεόν των ανθρώπων! Ο πηλός ζητά από τον πηλό να πάρει τον Πλάστη των όλων! Το χορτάρι από το χορτάρι, να πάρει την ουράνια φωτιά! Η τιποτένια σταγόνα ζητά από την άλλη σταγόνα να της δώσει τόν ωκεανό! Ποιός είδε; Ποιός άκουσε ποτέ αυτό το ανήκουστο; Ένας άνθρωπος να χαρίζει στόν άλλο τον Ποιητή των όλων! Ένας κριτής άκριτος τον Κριτή των κριτών, να επιτρέπει σαν κατάδικο να τον θάψουν! Όταν, λοιπόν, βράδιασε, ήρθε ένας πλούσιος άνθρωπος, ονομαζόμενος Ιωσήφ. Πραγματικά πλούσιος, εφόσον πήρε ολόκληρη την υπόσταση του Κυρίου. Αληθινά πλούσιος, εφόσον έλαβε από τον Πιλάτο την διπλή ύπαρξη του Χριστού. Πλούσιος, γιατί αξιώθηκε να πάρει τον πολύτιμο μαργαρίτη. Πραγματικά πλούσιος, γιατί πήρε στα χέρια του θησαυροφυλάκιο, που ήταν γεμάτο με το θησαυρό της θεότητος! Πώς να μην είναι πλούσιος, αυτός που απόκτησε τη ζωή και τη σωτηρία του κόσμου; Πώς να μην είναι πλούσιος ο Ιωσήφ, αφού δέχτηκε σαν δώρο Αυτόν που τρέφει και κυβερνά τους πάντας; « Όταν δε βράδιασε». Αρα είχε δύσει πια στον Άδη ο ήλιος της δικαιοσύνης. Γι αυτό ήρθε ένας πλούσιος άνθρωπος, λεγόμενος Ιωσήφ, από την Αριμαθαία, που έμενε κρυμμένος γιατί φοβόταν τους Ιουδαίους. Μαζί του ήρθε και ο Νικόδημος, που είχε επισκεφθεί τον Ιησού κάποια νύχτα ( Ιωαν. 3, 1-2, 19, 39).
8. Ω μυστήρια, πιο απόκρυφα από όλα τα μυστήρια! Δύο κρυφοί μαθητές έρχονται να κατακρύψουν τον Ιησού στον τάφο. Και με τη δική τους απόκρυψη, διδάσκονται το κρυμμένο στον Αδη μυστήριο του Θεού που κρύφτηκε κάτω από τη σάρκα, ξεπερνώντας ο ένας τον άλλο στη θερμή διάθεση προς τον Χριστό. Ο μεν Νικόδημος μεγαλόδωρος στην προσφορά της σμύρνας και της αλόης, ο δε Ιωσήφ αξιέπαινος για την τόλμη και το θάρρος που έδειξε απέναντι στον Πιλάτο. Γιατί αφού πέταξε από πάνω του κάθε φόβο, παρουσιάστηκε με τόλμη στον Πιλάτο, ζητώντας το σώμα του Ιησού. Όταν δε παρουσιάστηκε, φέρθηκε με πολλή εξυπνάδα, για να πετύχει το σκοπό του. Γι αυτό δεν χρησιμοποιεί, μιλώντας στον Πιλάτο, υπερήφανες εκφράσεις, μήπως τον κάνει να θυμώσει και χάσει το αίτημά του. Ούτε του λέει, δος μου το σώμα του Ιησού, που σκοτείνιασε πριν λίγο τον ήλιο, που έσχισε τις πέτρες, που άνοιξε τη γη και έσχισε στα δύο το καταπέτασμα του ναού. Τίποτε τέτοιο δεν λέει στον Πιλάτο. Αλλά τι του λέει;
9. Ένα μηδαμινό αίτημα, άρχοντά μου, και μικρό για όλους ήρθα να σου ζητήσω. Δος μου να θάψω το νεκρό σώμα εκείνου, που συ καταδίκασες σε θάνατο, του Ιησού του Ναζωραίου, του Ιησού του ξένου, του Ιησού του φτωχού, του Ιησού του αστέγου, του Ιησού που κρέμμεται γυμνός, του Ιησού, του γιού του περιφρονημένου μαραγκού, του δεμένου, που βρίσκεται εκτεθειμένος στο ύπαιθρο, του ξένου και αγνώριστου ανάμεσα στους ξένους και κοντά σ’ όλα αυτά βρίσκεται κρεμμασμένος και αξιοκαταφρόνητος.
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί ήρθε εδώ από μακρινή χώρα, για να σώσει τον άνθρωπο, τον ξενιτεμένο από την ουράνια πατρίδα του.
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί κατέβηκε στη σκοτεινή γη, για να ανυψώσει τον ξένο.
Δος μου αυτόν τον ξένο, επειδή, μόνο αυτός είναι πραγματικά ξένος.
Δος μου αυτόν τον ξένο, του Οποίου τη χώρα δεν γνωρίζουμε εμείς οι ξενιτεμένοι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, του Οποίου τον Πατέρα, δεν ξέρουμε εμείς οι αποξενωμένοι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, του Οποίου τον τρόπο και τον τόπο αγνοούμε εμείς οι ξένοι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που έζησε τη ζωή και το βίο του ξενητεμένου, ανάμεσα στους ξενητεμένους.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που δεν έχει εδώ που να γύρει το κεφάλι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που σαν ξένος ανάμεσα στους ξένους, άστεγος, γεννήθηκε στη φάτνη.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που σαν βρέφος ακόμη από τη φάτνη, έφυγε για να σωθεί από τον Ηρώδη.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που από τα σπάργανά του ακόμη ξενιτεύθηκε στην Αιγυπτο.
Δος μου αυτόν, που δεν είχε ούτε πόλη, ούτε χωριό, ούτε σπίτι, ούτε καμιά μόνιμη κατοικία, ούτε κανένα συγγενή. Αλλά σε ξένη χώρα κατοίκησε μαζί με τη μητέρα Του, αυτός που κατέχει τα πάντα.
Άρχοντά μου, επίτρεψε μου να σκεπάσω αυτόν που κρέμμεται γυμνός στο ξύλο του Σταυρού, γιατί Αυτός σκέπασε της δικής μου φύσεως τη γυμνότητα.
Δος μου να θάψω αυτόν το νεκρό, ο Οποίος έθαψε την αμαρτία μου στα νερά του Ιορδάνη. Για ένα νεκρό σε ικετεύω, που αδικήθηκε από όλους, που προδόθηκε από το μαθητή του, που εγκαταλείφθηκε από τους φίλους του, που διώχθηκε από τα αδέλφια του που τον έδειρε ο δούλος του!
Για ένα νεκρό σε παρακαλώ, ο Οποίος καταδικάστηκε από αυτούς που ο ίδιος ελευθέρωσε από τη σκλαβιά, πληγώθηκε από αυτούς που θεράπευσε, εγκαταλείφθηκε από τους Μαθητές Του, στερήθηκε την ίδια τη Μητέρα του!
Για ένα νεκρό σε δυσωπώ Πιλάτε, που κρέμμεται στο Σταυρό. Δεν έχει κανένα να του συμπαρασταθεί. Δεν έχει πατέρα στη γη, δεν έχει φίλο, δεν έχει μαθητή, ούτε συγγενή, ούτε κανένα για να τον θάψει, αλλά είναι μόνος, μονογενής Υιός του μόνου Πατρός, Θεός στον κόσμο αυτό και κανείς άλλος.
10. Με τέτοια λόγια παρακάλεσε ο Ιωσήφ και ο Πιλάτος διέταξε να του δοθεί το σώμα του Ιησού. Ήρθε λοιπόν, στο Γολγοθά και αποκαθήλωσε τον σαρκοφόρο Θεό από το Σταυρό και ξάπλωσε πάνω στο χώμα γυμνό το σώμα του Θεού! Και να τώρα, φαίνεται ξαπλωμένος κάτω, Αυτός που ανέσυρε όλους επάνω, και μένει για λίγο χωρίς πνοή, Αυτός που είναι όλων η ζωή και η πνοή.
Φαίνεται αόμματος, Αυτός που δημιούργησε τα πολυόμματα Χερουβίμ. Βρίσκεται ξαπλωμένος, Αυτός που είναι η Ανάσταση όλων. Νεκρώνεται σωματικά ο Θεός, Αυτός που ανασταίνει τους νεκρούς. Και σωπαίνει κατά το σώμα η βροντή του Θεού Λόγου. Και ανθρώπινες παλάμες σηκώνουν Αυτόν που κρατά στη παλάμη Του ολόκληρη τη γη!
Άραγε, Ιωσήφ, αφού ζήτησες και έλαβες ξέρεις καλά Ποιόν πήρες; Άραγε αφού πλησίασες το Σταυρό και αποκαθήλωσες τον Ιησού, ξέρεις καλά ποιόν κράτησες στα χέρια σου; Αν πραγματικά κατάλαβες, τώρα έγινες πλούσιος! Γιατί πώς αλλιώς κάνεις αυτή τη θεόσωμη και φρικωδέστατη κηδεία του Ιησού;
Αξιέπαινος βέβαια ο πόθος σου. Αλλά περισσότερο αξιέπαινος ο τρόπος της ψυχής σου. Δεν φρίττεις, άραγε, καθώς σηκώνεις στα χέρια σου, Αυτόν που φρίττουν τα Χερουβίμ;
Με πόσο φόβο, λοιπόν, θα απογύμνωνες το θείο αυτό σώμα από το λίγο ρούχο που το σκέπαζε; Και με πόση ευλάβεια θα έκλεινες τα μάτια, τρομάζοντας να κυτάζεις τη σωματική φύση του υπερ φύσιν Θεού;
11. Πες μου, λοιπόν, Ιωσήφ, άραγε έθαψες στραμμένο προς ανατολάς, όπως όλους τους νεκρούς, τον Ιησού, την ανατολή των ανατολών; Έκλεισες με τα δάκτυλά σου, όπως κάνουμε στους νεκρούς, τα μάτια του Ιησού, που άνοιξε τα μάτια του τυφλού με το άγιο δάκτυλό Του; Έκλεισες το στόμα Εκείνου που άνοιξε του κωφάλαλου το στόμα; Έδεσες τα χέρια Εκείνου, που άπλωσε τα παράλυτα χέρια; Έδεσες και τα πόδια του Ιησού, που χάρισε το περπάτημα στα ακίνητα πόδια; Μήπως σήκωσες επάνω σε νεκροκράββατο, Αυτόν που διέταξε τον παράλυτο να σηκώσει το κρεββάτι του; Μήπως περιέχυσες με μύρα, Αυτόν που άδειασε τον εαυτό του σαν ουράνιο μύρο και ανακαίνισε τον κόσμο; Τόλμησες, άραγε να σφογγίσεις την αιμορροούσα θεόσωμη πλευρά του Ιησού, του Θεού που θεράπευσε τη δυστυχισμένη εκείνη αιμορροούσα; Έπλυνες με νερό το σώμα του Θεού, που ξέπλυνε όλων τις αμαρτίες και χάρισε την κάθαρση; Και τι είδους λαμπάδες άναψες για το φως το αληθινό, που φωτίζει κάθε άνθρωπο; Έψαλλες, άραγε και επιτάφια άσματα σ’ Εκείνον που υμνούν ακατάπαυστα όλες οι αγγελικές δυνάμεις; Έχυσες δάκρυα για τον Ιησού, που δάκρυσε και ανάστησε το νεκρό φίλο του Λάζαρο; Θρήνησες Αυτόν, που δώρησε σ’ όλους τη χαρά και σταμάτησε τη λύπη της Εύας;
12. Όμως μακαρίζω, Ιωσήφ, τα χέρια σου που ψηλάφησαν τα θεόσωμα χέρια και τα πόδια του Ιησού, που έσταζαν ακόμη αίμα. Μακαρίζω τα χέρια σου, που άγγιξαν την πλευρά του Θεού, νωρίτερα από τα χέρια του πιστού Θωμά με τήν αξιέπαινη περιέργεια. Μακαρίζω το στόμα σου, που χόρτασε αχόρταγα και ενώθηκε με το στόμα του Ιησού και γέμισε από αυτό με Άγιο Πνεύμα. Μακαρίζω τα μάτια σου, που ήλθαν σε επαφή με τα μάτια του Ιησού και πήραν από αυτά το φως το αληθινό. Μακαρίζω το πρόσωπό σου, που πλησίασε το πρόσωπο του Ιησού. Μακαρίζω τους ώμους σου, που σήκωσαν Αυτόν που σήκωσε όλους. Μακαρίζω το κεφάλι σου, που το άγγιξε ο Ιησούς η κεφαλή όλων. Μακαρίζω τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο, γιατί έγιναν Χερουβίμ προ των Χερουβίμ, καθώς σήκωσαν και κράτησαν πάνω τους τον Θεό. Πριν από τα εξαπτέρυγα Σεραφίμ, έγιναν υπηρέτες του Θεού, καθώς σκέπασαν και τίμησαν τον Χριστό όχι με φτερά, αλλά με σεντόνια. Αυτόν που τρέμουν τα Χερουβίμ, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος τον σηκώνουν στους ώμους και τον μεταφέρουν μαζί με όλες τις στρατιές των αγγέλων.
13. Ήλθε ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος. Συνεπώς ήρθε μαζί τους και όλος ο χορός των αγγέλων. Προφθάνουν τα Χερουβίμ, συντρέχουν τα Σεραφίμ, υποβαστάζουν οι Θρόνοι, σκεπάζουν μαζί τα Εξαπτέρυγα και φρίττουν τα Πολυόμματα, καθώς βλέπουν τον Ιησού αόμματο κατά το σώμα. Συγκαλύπτουν οι Δυνάμεις, ψάλλουν οι Αρχές, φρίττουν οι τάξεις και πέφτουν σε έκσταση οι αγγελικές δυνάμεις, μένουν έκθαμβες και ρωτούν με μεγάλη απορία: Τί είναι αυτός ο φοβερός λόγος, και φόβος και τρόμος και τρόπος; Τί είναι αυτό το μέγα και παράδοξο και ακατάληπτο θέαμα; Αυτός που εμείς πάνω οι ασώματοι δεν τολμούμε να τον κοιτάξουμε από φρίκη, εδώ κάτω στη γη φαίνεται άνθρωπος γυμνός και νεκρός! Αυτόν που τα Χερουβίμ στέκονται μπροστά Του με πολλή ευλάβεια, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος τον κηδεύουν με θάρρος. Πότε κατέβηκε στη γη Αυτός που δεν εγκατέλειψε τον ουρανό; Πώς βγήκε έξω Αυτός που βρίσκεται μέσα; Πώς ήρθε και περιορίστηκε στη γη, Αυτός που γεμίζει τα πάντα με την παρουσία του; Πώς γυμνώθηκε Αυτός που φόρεσε όλους; Αυτός που βρίσκεται αδιάκοπα στον ουρανό σαν Θεός μαζί με τον Πατέρα, τώρα ζει συνεχώς κάτω στη γη μαζί με τη Μητέρα του σαν αληθινός άνθρωπος! Και Αυτός που ουδέποτε εμφανίστηκε σαν Θεός στους ανθρώπους, πώς τώρα εμφανίζεται σαν άνθρωπος ταυτόχρονα και φιλάνθρωπος;
14. Πώς έγινε ορατός ο αόρατος; Πώς ο άυλος έλαβε σάρκα; Πώς έπαθε ο απαθής; Πώς ο Κριτής στάθηκε σε κριτήριο; Πώς η ζωή γεύθηκε θάνατο; Πώς ο αχώρητος χώρεσε σε τάφο; Πώς κατοικεί στο μνήμα, Αυτός που δεν εγκατέλειψε τον κόλπο τον Πατρικό; Πώς εισέρχεται από την πύλη του σπηλαίου, Αυτός που δεν άνοιξε τις πύλες των ουρανών; Πώς άνοιξε τις πύλες του Παραδείσου, ενώ δεν έσπασε τις πύλες της Παρθένου; Πώς συνέτριψε τις πύλες του Άδη, ενώ δεν άνοιξε τις πύλες του υπερώου, όπου τον περίμενε ο Θωμάς; Πώς άνοιξε στους ανθρώπους τις πύλες της Βασιλείας των ουρανών, ενώ τις πύλες και τις σφραγίδες του τάφου τις άφησε να ανοίξουν μόνες τους; Πώς συγκαταλέγεται με τους νεκρούς, Αυτός που είναι ελεύθερος ανάμεσα στους νεκρούς; Πώς το ανέσπερο φώς, έρχεται στο σκοτάδι και στη σκιά; Πού πηγαίνει; Πού κατεβαίνει Αυτός που δεν έχει τη δύναμη να τον κρατήσει ο θάνατος; Ποιός ο λόγος; Ποιός ο τρόπος; Ποιός είναι ο σκοπός της καθόδου του στον Άδη; Μήπως κατεβαίνει για να ανεβάσει τον Αδάμ τον κατάδικο και σύνδουλό μας; Πραγματικά! Πορεύεται οπωσδήποτε να αναζητήσει το πρωτόπλαστο και χαμένο πρόβατο και θέλει να επισκεφθεί αυτούς που βρίσκονται μέσα στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου. Οπωσδήποτε πορεύεται να ελευθερώσει απο τους πόνους τον αιχμάλωτο Αδάμ και τη συναιχμάλωτη Εύα ο Θεός και υιός τους.
15. Ας κατεβούμε μαζί με τον Χριστό, ας συγχορέψουμε, ας σπεύσουμε, ας κάνουμε γρήγορα, βλέποντας τη συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους, την απελευθέρωση των καταδίκων που κάνει ο αγαθός Κύριος. Γιατί πορεύεται Αυτός που από τη φύση Του είναι φιλάνθρωπος, να αποφυλακίσει τους πανάρχαιους δεσμώτες, με ανδρεία και πολλή δύναμη , αυτούς που βρίσκονται στους τάφους, που κατάπιε τυραννικά ο πικρός και ανήμερος τύραννος, αφού τους υπέταξε και ως ληστής τους άρπαξε από την αγκαλιά του Θεού.
Εκεί βρίσκεται δέσμιος ο Αδάμ, ο πρωτόπλαστος και πρώτος απέθανε, και είναι πιο κάτω από όλους τους καταδίκους. Εκεί βρίσκεται ο Αβελ ο ποιμένας, ο πρώτος δίκαιος και το πρώτο αθώο θύμα, ο τύπος της άδικης σφαγής του Ποιμένα Χριστού. Εκεί ο Νώε, ο τύπος της μεγάλης κιβωτού του Χριστού, ο κατασκευαστής της Εκκλησίας του Θεού, η οποία με το περιστέρι του Αγίου Πνεύματος, διέσωσε όλα τα θηριώδη έθνη από τον κατακλυσμό της ασεβείας και έδιωξε από αυτήν τον μαύρο κόρακα τον ζοφερό διάβολο. Εκεί είναι και ο Αβραάμ, ο πρόγονος του Χριστού και θύτης του γιου του, που πρόσφερε στον Θεό την υπέροχη, με μαχαίρι και χωρίς μαχαίρι, με θάνατο και χωρίς θάνατο, θυσία. Εκεί βρισκόταν δέσμιος και ο Ισαάκ, ο παλαιός τύπος του Χριστού, ο δεμένος για τη θυσία από τον Αβραάμ. Εκεί και ο Ιακώβ καταλυπημένος στον Άδη, όπως πριν ήταν καταλυπημένος επάνω στη για τον Ιωσήφ. Εκεί ο φυλακισμένος Ιωσήφ, που φυλακίστηκε στην Αίγυπτο και προτύπωνε τον Χριστό, δεσμώτης και δεσπότης. Εκεί κάτω στα σκοτεινά ο Μωυσής, όπως κάποτε μέσα στο σκοτεινό πισωμένο καλάθι επάνω στη γη. Εκεί ο προφήτης Δανιήλ μέσα στον κατώτατο του Αδη, όπως όταν ζούσε μέσα στο λάκκο των λεόντων. Εκεί και ο προφήτης Ιερεμίας, μέσα στον λάκκο του Άδη και της φθοράς του θανάτου, όπως κάποτε ήταν ριγμένος από τους συμπατριώτες του μέσα στο λάκκο του βορβόρου. Εκεί μέσα στο στόμα του Άδη που καταπίνει τον κόσμο και ο προφήτης Ιωνάς, εικονίζοντας τον αιώνιο Χριστό.
Εκεί και ο Θεοπάτωρ Δαβίδ, από τον οποίο κατά σάρκα γεννήθηκε ο Χριστός. Και γιατί αναφέρω μόνο τον Δαβίδ, τον Ιωνά και τον Σολομώντα; Εκεί βρισκόταν και ο βαπτιστής Ιωάννης, ο μεγαλύτερος από όλους τους προφήτες, σαν μέσα από σκοτεινή μήτρα προαναγγέλοντας σ’ όλους τους αιχμαλώτους του Άδη τον Χριστό, ο διπλός Πρόδρομος και κήρυκας σε ζωντανούς και νεκρούς.
Αυτός από τη φυλακή του Ηρώδη στάλθηκε – με τον αποκεφαλισμό του – στην πανανθρώπινη φυλακή του Άδη, στους κεκοιμημένους από αιώνες δικαίους και αδίκους.
16. Από εκεί, απ’ τόν Άδη, όλοι οι προφήτες καί οι δίκαιοι ικέτευαν τόν Θεό μέ ενδόμυχες καί αδιάκοπες προσευχές, ζητώντας λύτρωση από τήν καταπονεμένη, σκυθρωπή, εξουσιαζόμενη από τόν εχθρό διάβολο, ζοφερή καί κατασκότεινη ατελείωτη νύχτα. Καί ο μέν ένας έλεγε πρός τόν Θεό· « Από τήν κοιλιά τού Άδη άκουσε τήν κραυγή τής φωνής μου» (Ιωνάς 2,3). Αλλος φώναζε· «Μέσα απ’ τά βάθη τής καρδιάς μου έκραξα πρός Εσένα, Κύριε. Κύριε άκουσε τή φωνή μου»( Ψαλμ. 129,1-2).
Ένας άλλος ικέτευε· «Φανέρωσε τό πρόσωπό Σου σέ μάς καί θά σωθούμε». Αλλος παρακαλούσε· « Εσύ πού κάθεσαι πάνω στό Χερουβικό θρόνο, φανερώσου σέ μάς».Κάποιος άλλος δεόταν: «Κύριε, οπλίσου μέ τήν αήττητη δύναμη σου καί έλα νά μάς σώσεις». Αλλος παρακαλούσε θρηνητικά: «Κύριε, άς μάς λυπηθεί καί άς προφθάσει η ευσπλαχνία Σου». Αλλος έκραζε: « Σώσε τή ψυχή μου απ’ τά κατάβαθα τού Άδη». Αλλος φώναζε: «Κύριε, βγάλε τη ψυχή μου από τόν Άδη». Ένας άλλος παρακαλούσε: «Κύριε, μή εγκαταλείψεις τή ψυχή μου στόν Άδη». Καί άλλος ακόμη ικέτευε· « Ας ανεβεί η ζωή μου από τήν απώλεια εδώ κάτω πρός Εσένα, Κύριε καί Θεέ μου»( Ιωνά 2,7).
Ολους αυτούς άκουσε ο πολυεύσπλαγχνος Θεός, καί δέν έκρινε δίκαιο νά προσφέρει τή φιλανθρωπία Του μόνο σ’ αυτούς πού έζησαν καί βρίσκονταν μαζί του, αλλά καί σ’ όλους τούς άλλους πού έμενα αιχμάλωτοι στόν Άδη, στό σκοτάδι καί στή σκιά τού θανάτου προτού έλθει ο ίδιος.
Καί γι’ αυτό αυτούς πού ζούσαν πάνω στή γή τούς επισκέφθηκε ο Θεός Λόγος μέ τό έμψυχο σώμα. Στίς δέ ψυχές πού είχαν αφήσει τό σώμα τους στή γή φανερώθηκε μέ τήν ένθεη και αχραντη ψυχή Του στόν Άδη, χωρίς τό σώμα, όχι όμως καί χωρίς τη Θεότητά Του.
17. Ας τρέξουμε λοιπόν γρήγορα με το νου κι ας βαδίσουμε στον Άδη, για να δούμε πως εκεί με πανίσχυρη δύναμη νικά ολοκληρωτικά τον τύραννο των σκλαβωμένων ψυχών και πως με μεγάλη πανστρατιά, με τη λάμψη Του αιχμαλωτίζει χωρίς χέρια τις αθάνατες φάλαγγες των δαιμόνων. Σηκώνει από τη μέση πύλες χωρίς πόρτες και πύλες που δεν είναι ξύλινες τις σπάζει με το Σταυρό του ο Χριστός. Και με τα θεϊκά καρφιά συντρίβει αιώνιους μοχλούς. Και με τα δεσμά των θεϊκών χεριών Του λειώνει σαν κερί τις άλυτες αλυσίδες. Και με τη λόγχη που χτύπησε τη θεϊκή πλευρά Του, διατρυπά την άσαρκη καρδιά του τυράννου. Εκεί συντρίβει τη δύναμη των τόξων του, όταν τέντωσε σαν τόξο επάνω στο Σταυρό τα θεϊκά Του χέρια. Γι’ αυτό, αν ακολουθήσεις με ησυχία τον Χριστό, θα δεις τώρα, που έδεσε τον τύραννο και που κρέμασε το κεφάλι του. Πως ανέσκαψε τη φυλακή του Άδη και ελευθέρωσε τους φυλακισμένους. Πως πάτησε το αρχαίο φίδι και που κρέμασε το κεφάλι του. Πως ελευθέρωσε τον Αδάμ και πως ανέστησε την Εύα. Πως γκρέμισε τον μεσότοιχο, και που καταδίκασε τον φαρμακερό δράκοντα. Που θανάτωσε τον θάνατο. Πως έφθειρε τη φθορά και πως επανέφερε τον άνθρωπο στο πρώτο βασιλικό του αξίωμα.
18. Εκείνος που χθες, μέσα στην άπειρη συγκατάβασή του δεν καλούσε να τον βοηθήσουν οι λεγεώνες των Αγγέλων, λέγοντας στον Πέτρο, ότι είναι στο χέρι μου να παρατάξω τώρα αμέσως, περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες Αγγέλων (Ματθ. 26, 53), σήμερα κατέρχεται με τον θάνατό Του κατά του Άδου και του θανάτου, του τυράννου, όπως ταιριάζει σε Θεό και Κυρίαρχο, επί κεφαλής των αθανάτων και ασωμάτων στρατευμάτων και των αοράτων ταγμάτων, όχι με δώδεκα μόνο λεγεώνες, αλλά με μύριες μυριάδες και χίλιες χιλιάδες Αγγέλων, Αρχαγγέλων, Εξουσιών, Θρόνων, Εξαπτερύγων, Πολυομμάτων, ουρανίων ταγμάτων, τα οποία, ως Βασιλέα και Κύριό τους, προπέμπουν, δορυφορούν και τιμούν τον Χριστό. Όχι, ότι συμμαχούν και συμπολεμούν μαζί Του. Όχι, ποτέ! Γιατί από ποια συμμαχία έχει ανάγκη ο παντοδύναμος Χριστός; Τον συνοδεύουν γιατί χρωστούν πάντοτε και ποθούν να είναι κοντά στον Θεό τους. Οι άγγελοι έτρεχαν σαν δορυφόροι οπλίτες, ωπλισμένοι με ξίφη και σαν αστραπόμορφοι κεραυνοβόλοι, ωπλισμένοι με τους θεϊκούς και παντοδύναμους κεραυνούς του Βασιλιά τους, οι οποίοι πρόφθαιναν με πολύ ζήλο και ξεπερνούσαν ο ένας τον άλλο στη γρηγοράδα, υπακούοντας στο θεϊκό μόνο νεύμα και κάνοντας έργο και πράξη τη διαταγή και στεφανωμένοι με το στέφανο της νίκης κατά της παρατάξεως των εχθρών και τυράννων. Γι αυτό και κατέβαίνουν στα υποχθόνια δεσμωτήρια των πανάρχαιων νεκρών, που ήταν μέσα στην καρδιά του Άδη και βαθύτερα απ’ όλη τη γη, για να βγάλουν από εκεί μέσα τους αλυσοδεμένους και από αιώνες τώρα κεκοιμημένους.
19. Μόλις δε φάνηκε στα κλεισμένα απ’ όλες τις πόρτες, τα ανήλια και κατασκότεινα δεσμωτήρια, στα υπόγεια και τα σπήλαια του Άδη η θεϊκή και λαμπρή παρουσία του Κυρίου, προβαίνει εμπρός απ’ όλους ο αρχιστράτηγος Γαβριήλ, επειδή είχε συνηθίσει να φέρνει χαράς ευαγγέλια στους ανθρώπους, και με φωνή δυνατή, αρχαγγελικότατη, έντονη και λιονταρίσια φωνάζει προς τις αντίπαλες δυνάμεις: «άρατε πύλας οι άρχοντες υμών». Και μαζί του φωνάζει ο Μιχαήλ: «γκρεμισθήτε προαιώνιες πύλες». Έπειτα οι Δυνάμεις συμπληρώνουν: «κάνετε πέρα παράνομοι θυρωροί». Οι δε Εξουσίες διατάζουν με εξουσία: «Σπάστε άλυτες αλυσίδες». Κι ένας άλλος Αρχάγγελος προσθέτει: «Αίσχος σε σας, ανάλγητοι τύραννοι».
Και καθώς συμβαίνει όταν παρουσιασθεί μια φοβερή, αήτητη και παντοδύναμη βασιλική στρατιωτική παράταξη, φρίκη μαζί και τρόμος και ταραχή και οδυνηρός φόβος κυριεύει τους εχθρούς του ακαταγώνιστου Στρατηγού, το ίδιο έγινε ξαφνικά, μόλις παρουσιάσθηκε τόσο παράδοξα ο Χριστός στα καταχθόνια του Άδη. Από επάνω μια δυνατή αστραπή τύφλωνε τα πρόσωπα των εχθρικών δυνάμεων του Άδη και ταυτόχρονα ακούονταν βροντερές στρατιωτικές φωνές που διέταζαν: «Αρατε πύλας, όχι ανοίξετε, αλλά ξερριζώστε τις από τα θεμέλια, βγάλτε τις τελείως από τον τόπο τους, ώστε να μη μπορούν πιά να ξανακλείσουν. Αρατε πύλας οι άρχοντες υμών, όχι γιατί δεν μπορεί να τις ανοίξει ο Κύριός μας, που όταν θέλει, διατάζει και μπαίνει με κλεισμένες τις πόρτες, αλλά σας διατάζει, σαν δραπέτες δούλους, να σηκώσετε και να μεταφέρετε αυτές τις προαιώνιες πύλες. Γιά τούτο και δεν διατάζει τους όχλους σας, αλλά σας που παρουσιάζεσθε σαν αρχηγοί τους: άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών» (Ψαλμ. 23´ 7-10).
Από τώρα και έπειτα δε θα είστε πια άρχοντες κανενός, παρόλο που κάκιστα κυριαρχήσατε πάνω στους μέχρι τώρα κεκοιμημένους. Ούτε αυτών θα είστε πλέον άρχοντες, ούτε άλλων, ούτε των εαυτών σας ακόμη. Αρατε πύλας, γιατί ήρθε ο Χριστός, η ουράνια θύρα. Ανοίξτε δρόμο σ’ Αυτόν που έβαλε το πόδι Του στη φυλακή του Άδη. Το όνομά του είναι Κύριος και ο Κύριος έχει το δικαίωμα και τη δύναμη να περάσει τις πύλες του θανάτου. Γιατί την μεν είσοδο του θανάτου τη φτιάξατε σεις, Αυτός δε ήρθε για να επιτύχει το πέρασμά της. Γι αυτό ανοίξτε γρήγορα και μη αργοπορείτε. Ανοίξτε και κάντε γρήγορα. Ανοίξτε και μη αναβάλλετε. Αν νομίζετε πως θα σας περιμένουμε, κάνετε λάθος. Θα διατάξουμε τις ίδιες τις πύλες να ανοίξουν αυτομάτως και χωρίς να βάλουμε χέρι: Ανοίξτε πύλες αιώνιες!
20. Και μόλις οι αγγελικές δυνάμεις εβόησαν, την ίδια στιγμή άνοιξαν οι πύλες! Την ίδια στιγμή έσπασαν οι αλυσίδες και οι μοχλοί. Έπεσαν τα κλειδιά και συγκλονίσθηκαν τα θεμέλια της φυλακής. Οι εχθρικές δυνάμεις ετράπησαν σε άτακτη φυγή, ο ένας έσπρωχνε τον άλλο, άλλος μπερδευόταν στα πόδια του άλλου και καθένας φώναζε στο διπλανό του να φεύγει γρήγορα. Έφριξαν, συγκλονίσθηκαν, τα έχασαν, ταράχθηκαν, άλλαξε το χρώμα τους, φοβήθηκαν, στάθηκαν και απόρησαν, απόρησαν και τρόμαξαν. Ο ένας έμεινε με ανοιχτό στόμα. Αλλος έκρυψε το πρόσωπο μέσα στα γόνατά του. Αλλος έπεσε κάτω, παγωμένος από το φόβο. Αλλος στάθηκε ακίνητος, σαν νεκρός. Αλλος κυριεύθηκε από δέος και άλλος έτρεξε να σωθεί σε βαθύτερο μέρος.
21. Την ώρα αυτή ο Χριστός αποκεφάλισε τους σαστισμένους τυράννους. Τότε χαλάρωσαν τα χαλινάρια τους και ρωτούσαν: «Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης; Ποιός είναι αυτός που ήρθε εδώ, κάνοντας τόσα παράδοξα πράγματα; Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης, που κατορθώνει τώρα στον Άδη, αυτά που δεν έγιναν ποτέ; Ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης, που βγάζει από εδώ τους προαιώνιους φυλακισμένους; Ποιός είναι αυτός που διέλυσε και κατέλυσε το αήτητο κράτος και το θράσος μας; »
Σ’ αυτούς απαντούσαν οι δυνάμεις του Κυρίου και τους έλεγαν: «Θέλετε να μάθετε ποιός είναι αυτός ο βασιλεύς της δόξης; Είναι ο Κύριος, ο κραταιός και δυνατός, ο Κύριος, ο δυνατός και πανίσχυρος και αήττητος στον πόλεμο. Είναι εκείνος, ελεεινοί και παράνομοι τύραννοι, που σας εξόρισε και σας έρριξε κάτω από τις ουράνιες αψίδες. Είναι αυτός που συνέτριψε μέσα στα νερά του Ιορδάνη τις κεφαλές των δρακόντων σας. Είναι εκείνος που πάνω στο Σταυρό του σας έκανε θέατρο, σας διαπόμπευσε και σας αφαίρεσε κάθε δύναμη. Είναι αυτός που σας έδεσε και σας έρριξε στο ζόφο και στην άβυσσο. Αυτός είναι που θα σας εξοντώσει τελειωτικά μέσα στην αιώνια φωτιά και τη γέεννα. Μην αργείτε, μην περιμένετε, αλλά τρέξτε γρήγορα και βγάλτε τους φυλακισμένους, τους οποίους μέχρι τώρα κακώς έχετε καταπιεί. Από εδώ κι εμπρός καταλύεται το κράτος σας. Καταργείται η τυραννική εξουσία σας. Η αλαζονεία σας καταπατήθηκε οικτρά. Η υπερήφανη καύχησή σας ξεκουρελιάσθηκε. Η δύναμή σας έσβησε και χάθηκε για πάντα»
22. Αυτά φώναζαν οι νικήτριες δυνάμεις του Κυρίου στις δυνάμεις του εχθρού και συγχρόνως ενεργούσαν με βιασύνη. Αλλοι γκρέμιζαν τη φυλακή από τα θεμέλια της. Αλλοι καταδίωκαν τους εχθρούς που έφευγαν για να σωθούν στα βαθύτερα μέρη. Αλλοι έτρεχαν και ερευνούσαν τα υπόγεια, τα φρούρια καα τα σπήλαια. Και όλοι, από διάφορες κατευθύνσεις καθένας, έφερναν τους δεσμώτες εμπρός στον Κύριο. Αλλοι έδεναν τον τύραννο, ενώ άλλοι απελευθέρωναν τους προαιώνιους δεσμώτες. Και άλλοι μεν έτρεχαν μπροστά από τον Κύριο, καθώς προχωρούσε βαθύτερα. Αλλοι δε τον ακουλουθούσαν νικηφόροι, ως Θεό και Βασιλέα.
23. Ενώ λοιπόν αυτά διαδραματίζονταν και ελέγοντο στον Άδη και σείονταν τα πάντα, ο δε Κύριος πλησίαζε να φθάσει στα πιο έσχατα βάθη, ο Αδάμ ο πρωτοδημιούργητος και πρωτόπλαστος και πρωτόθνητος που βρισκόταν δεμένος γερά και βαθύτερα από όλους, άκουσε τα βήματα του Κυρίου, που ερχόταν στους φυλακισμένους και αμέσως αναγνώρισε τη φωνή Του, καθώς περπατούσε μέσα στη φυλακή. Στράφηκε τότε προς όλους τους επί αιώνες συγκρατουμένους του και τους φώναξε: Ω φίλοι μου! Ακούω να πλησιάζει σ’ εμάς ο ήχος των βημάτων Κάποιου. Αν πραγματικά μας αξίωσε να έρθει ως εδώ, τότε είμαστε ελεύθεροι! Αν τον δούμε ανάμεσά μας, σωθήκαμε από τον Άδη!
24. Και την ώρα που ο Αδάμ έλεγε αυτά προς τους συγκαταδίκους του, εισέρχεται ο Κύριος, κρατώντας το νικηφόρο όπλο του Σταυρού. Μόλις τον αντίκρυσε ο Αδάμ, χτύπησε το στήθος από τη χαρούμενη έκπληξη και φώναξε προς όλους τους επί αιώνες κεκοιμημένους: «ο Κύριός μου ας είναι μαζί με όλους»! Και ο Χριστός απάντησε στον Αδάμ: «Και μετά του πνεύματός σου».
Ύστερα τον πιάνει από το χέρι, τον σηκώνει πάνω και του λέει: «Σήκω συ που κοιμάσαι και ανάστα από τους νεκρούς, γιατί σε καταφωτίζει ο Χριστός! (Εφεσ. 5, 14). Εγώ ο Θεός, που για χάρη σου έγινα γιός σου, έχοντας δικούς μου πλέον και σένα και τους απογόνους σου, με την θεϊκή εξουσία μου δίνω ελευθερία και λέω στους φυλακισμένους: εξέλθετε. Σ’ αυτούς που είναι μέσα στο σκοτάδι: ξεσκεπασθήτε. Και σ’ εκείνους που είναι πεσμένοι κάτω: σηκωθείτε!
Εσένα, Αδάμ, σε προστάζω: σήκω από τον αιώνιο ύπνο σου. Δεν σε έπλασα, για να μένεις φυλακισμένος στον Άδη. Ανάστα εκ των νεκρών, γιατί εγώ είμαι η ζωή των θνητών. Σήκω επάνω, πλάσμα δικό μου, σήκω επάνω συ που είσαι η μορφή μου, που σε δημιούργησα κατ’ εικόνα μου. Σήκω να φύγουμε από εδώ. Γιατί συ είσαι μέσα σε μένα και εγώ μέσα σε σένα! Για σένα ο Κύριος έλαβε τη δική σου μορφή του δούλου. Για δική σου χάρη, εγώ που βρίσκομαι ψηλότερα από τους ουρανούς, κατέβηκα στη γη και πιο κάτω από τη γη. Για σένα τον άνθρωπο έγινα σαν ένας ανυπεράσπιστος άνθρωπος, βρέθηκα χωρισμένος κι εγώ από τη ζωή, ανάμεσα σ’ όλους τους άλλους νεκρούς (Ψαλμ. 87, 5). Για σένα που βγήκες μέσα από τον κήπο του παραδείσου, μέσα σε κήπο παραδόθηκα στους Ιουδαίους και μέσα σε κήπο σταυρώθηκα (Ιωάν. 19, 41).
Κύτταξε στο πρόσωπό μου τα φτυσίματα, που καταδέχθηκα για χάρη σου, για να σε αποκαταστήσω στην παλιά σου δόξα, που σου είχα δώσει με το φύσημά μου (Γεν. 2, 7). Κύτταξε στα μάγουλά μου τα ραπίσματα, που καταδέχθηκα, για να επανορθώσω τη διεστραμμένη μορφή σου και να τη φέρω στην όψη που είχε σαν εικόνα μου. Κύτταξε στη ράχη μου τη μαστίγωση που καταδέχτηκα, για να διασκορπίσω το φορτίο των αμαρτημάτων σου. Κύτταξε τα καρφωμένα χέρια μου, που τα άπλωσα καλώς πάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να συγχωρεθείς συ που άπλωσες κακώς το χέρι σου στο απαγορευμένο δένδρο. Κύτταξε τα πόδια μου που καρφώθηκαν και τρυπήθηκαν στο Σταυρό, για να εξαγνισθούν τα δικά σου πόδια που έτρεξαν κακώς στο δένδρο της αμαρτίας.
Την έκτη ημέρα βγήκε εις βάρος σου τότε η καταδικαστική απόφαση. Γι αυτό πάλι την έκτη ημέρα σε αναπλάττω και ανοίγω τον παράδεισο. Προς χάριν σου γεύθηκα τη χολή, για να σου θεραπεύσω την πικρή ηδονή που γεύθηκες από εκείνον τον γλυκό καρπό. Γεύθηκα το ξύδι, για να βγάλω από τη ζωή σου το πικρό και έξω από τη φύση σου ποτήρι του θανάτου. Δέχθηκα το σπόγγο, για να σβήσω το κατάστιχο των αμαρτιών σου. Δέχθηκα το καλάμι, για να υπογράψω την απελευθέρωση του ανθρωπίνου γένους. Ύπνωσα στο Σταυρό και τρυπήθηκα με λόγχη στην πλευρά μου, για σένα που ύπνωσα στον παράδεισο και έβγαλα απο την πλευρά σου την Εύα. Η πληγωμένη πλευρά μου θεράπευσε τον πόνο της πλευράς σου. Ο δικός μου ύπνος θα σε βγάλει από τον ύπνο σου μέσα στον Άδη. Η ρομφαία που χτύπησε εμένα, σταμάτησε τη ρομφαία που στρεφόταν εναντίον σου (Γεν. 3, 24).
Σήκω, λοιπόν. Ας φύγουμε από εδώ. Τότε σε εξώρισα απο τον γήϊνο παράδεισο. Τώρα σε αποκαθιστώ, όχι πλέον σ’ εκείνον τον παράδεισο, αλλά σε ουράνιο θρόνο. Τότε σ’ εμπόδισα να φας από το ξύλο της ζωής (Γεν. 3, 22). Να όμως τώρα που ενώθηκα πλήρως με σένα, εγώ που είμαι η ίδια η ζωή. Έταξα τα Χερουβίμ να σα φρουρούν σαν δούλο. Τώρα οδηγώ τα Σεραφίμ να σα προσκυνήσουν σαν Θεό. Κρύφθηκες τότε μπροστά στον Θεό, επειδή ήσουν γυμνός. Να όμως που αξιώθηκες να κρύψεις μέσα σου γυμνό τον ίδιο τον Θεό. Γι αυτό σηκωθείτε, ας φύγουμε από εδώ. Από τον θάνατο στη ζωή. Από τη φθορά στην αφθαρσία. Από το σκοτάδι στο αιώνιο φώς. Από την οδύνη στην ελευθερία. Από τη φυλακή του Άδη στην άνω Ιερουσαλήμ. Από τα δεσμά στην άνεση. Από τη σκλαβιά στην τρυφή του Παραδείσου. Από τη γη στον ουρανό.
25. Γι αυτό το σκοπό ο Χριστός απέθανε και ανέστη: για να γίνει Κύριος και νεκρών και ζώντων (Ρωμ. 14, 9). Σηκωθείτε, λοιπόν. Ας φύγουμε από εδώ. Ο ουράνιος Πατέρας περιμένει με λαχτάρα το χαμένο πρόβατο. Τα ενενήντα εννέα πρόβατα των αγγέλων (Ματθ. 18, 12) περιμένουν το σύνδουλό τους Αδάμ, πότε θα αναστηθεί, πότε θα ανέλθει και θα επανέλθει προς τον Θεό. Ο χερουβικός θρόνος είναι έτοιμος. Αυτοί που θα σας ανεβάσουν είναι γρήγοροι και βιάζονται. Ο νυμφικός θάλαμος έχει προετοιμαστεί. Το μεγάλο εορταστικό δείπνο είναι στρωμένο (Αποκ. 19, 9, Λουκ. 14, 16). Τα θησαυροφυλάκια των αιωνίων αγαθών άνοιξαν. Η βασιλεία των Ουρανών έχει ετοιμαστεί «από καταβολής κόσμου» (Ματθ. 25, 34). Αγαθά που μάτια δεν τα είδαν και αυτιά δεν τα άκουσαν περιμένουν τον άνθρωπο (Α´ Κορ. 2, 9).
Αυτά και άλλα παρόμοια είπε ο Κύριος. Και αμέσως ανασταίνεται μαζί Του ο ενωμένος σ’ αυτόν Αδάμ και μαζί τους και η Εύα. Ακόμη δε και «πολλά σώματα δικαίων, που είχαν πεθάνει πριν από αιώνες, αναστήθηκαν» (Ματθ. 27,52), διακηρύσσοντας την τριήμερο Ανάσταση του Χριστού.
Αυτήν ας τήν υποδεχθούμε και ας την αγκαλιάσουμε οι πιστοί με πολλή χαρά, χορεύοντας με τους αγγέλους και γιορτάζοντας με τους αρχαγγέλους και δοξάζοντας τον Χριστό, που μας ανέστησε από τη φθορά. Σ’ Αυτόν αρμόζει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον αθάνατο Πατέρα και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό και ομοούσιο Πνεύμα, σε όλους τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Πηγή: (Έκδοσις Ι. Μ. Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής 1978), Διακόνημα
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...