Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ό καλός Σαμαρείτης πού έσωσε την ανθρωπότητα από τις πληγές πού της είχαν προξενήσει οι ληστές, έπεσε ό ίδιος στα χέρια τους. Γύρω από τον Κύριο υπήρχαν επτά είδη κακούργων. Το πρώτο είδος αντιπροσωπεύει ό Σατανάς, το δεύτερο οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες του Ισραηλινού λαού, το τρίτο ό Ιούδας, το τέταρτο ό Πιλάτος, το πέμπτο ό Βαραββάς, το έκτο ό αμετανόητος ληστής πού συσταυρώθηκε μαζί Του και το έβδομο ό ληστής πού μετάνιωσε. ’Άς σταματήσουμε για λίγο κι ας ατενίσουμε τη συντροφιά αυτή των κακούργων. Ανάμεσα τους στέκεται ό Υιός του Θεού, σταυρωμένος, πληγωμένος κι αιμόφυρτος.
Το πρώτο είδος είναι ό σατανάς. Είναι εκείνος πού θέλει να κάνει το μεγαλύτερο κακό στο ανθρώπινο γένος. Είναι ό πατήρ του ψεύδους, ό κακούργος των κακούργων. 0ι πειρασμοί πού χρησιμοποιεί για να πειράξει τούς ανθρώπους και να τούς κάνει κακό είναι δύο ειδών: τούς πειράζει με τις ανέσεις και με τα βάσανα. Στην αρχή πείραξε τον Κύριο στο Όρος των Πειρασμών με την υπόσχεση ανέσεων, με δύναμη και πλούτο- τώρα, στο τέλος, τον πειράζει με τα βάσανα, με το πάθος. Όταν κατατροπώθηκε στον πρώτο πειρασμό, άφησε τον Κύριο, έφυγε μακριά Του. Δεν τον εγκατέλειψε τελείως όμως, αλλά προς καιρόν. Όπως αναφέρει το ευαγγέλιο, «ό διάβολος άπέστη απ’ αυτού άχρι καιρού» (Λουκ. δ'13).
Ό καιρός αυτός πέρασε και τώρα ξαναπαρουσιάζεται. Αυτή τη φορά δέ χρειάζεται να εμφανιστεί φανερά, ανοιχτά. Τώρα δουλεύει με ανθρώπους. Χρησιμοποιεί τούς υιούς του σκότους πού, τυφλωμένοι από την εκτυφλωτική λάμψη του Χριστού, παραδίδονται στα χέρια του Σατανά. Κι αυτός τούς χρησιμοποιεί σαν όπλο εναντίον του Κυρίου Χριστού. Είναι κοντά τους όμως, είναι δίπλα σέ κάθε γλώσσα πού βλασφημεί το Χριστό, σέ κάθε στόμα πού φτύνει το πάντιμο πρόσωπό Του, σέ κάθε χέρι πού τον μαστιγώνει και του βάζει το αγκάθινο στεφάνι, σέ κάθε καρδιά πού φλέγεται από φθόνο και μίσος εναντίον Του.
Το δεύτερο είδος είναι μια ομάδα κακούργων, είναι οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ και οι πολιτικοί, θρησκευτικοί και πνευματικοί άρχοντες. Είναι οι γραμματείς και οι φαρισαίοι, οι Σαδδουκαίοι κι οι ιερείς, με το βασιλιά Ηρώδη επικεφαλής. Ό φθόνος κι ό φόβος τούς έσπρωξε να εγκληματήσουν στον Κύριο. Τούς κατέτρωγε ό φθόνος γιατί ό Κύριος ήταν ισχυρότερος, σοφότερος και καλλίτερος απ’ αυτούς. Είχαν φόβο για τη θέση τους, για την εξουσία, για τη δόξα και τον πλούτο, σέ περίπτωση πού οι άνθρωποι θα τάσσονταν με το Χριστό. Γι’ αυτό και κραύγαζαν, «θεωρείτε ότι ουκ ωφελείτε ουδέν; ίδε ό κόσμος όπίσω αυτού άπήλθεν» (Ιωάν. ιβ'19). Ήταν από το φόβο, την αδυναμία και το φθόνο τους.
Ποιό ήταν το χειρότερο από τα κακουργήματά τους ενάντια στον Κύριο; Το ότι τον συνέλαβαν και τον θανάτωσαν χωρίς νόμιμη δίκη και καταδίκη. Αναφέρεται στο ευαγγέλιο: «Τότε συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι του λαού εις την αύλήν του αρχιερέως του λεγομένου Καϊάφα, και συνεβουλεύσαντο ίνα τον Ιησού δόλω κρατήσωσι και άποκτείνωσιν» (Ματθ. κστ'3-4). Δέ συζητούν μεταξύ τους τί κατηγορίες να του προσάψουν και πώς θα τον σύρουν στο δικαστήριο, άλλ’ ίνα τον Ιησού δόλω κρατήσωσι και άποκτείνωσιν. Το μόνο πού τούς ένδιαφέρει είναι να τον συλλάβουν με δόλιο τρόπο και να τον θανατώσουν. Όταν ό νομοταγής Νικόδημος τούς συμβουλεύει πώς στον Κύριο πρέπει πρώτα να δοθεί ακρόαση στο δικαστήριο, για να του γνωρίσουν σέ τί τον κατηγορούν, απορρίπτουν την εισήγησή του με δυσαρέσκεια και ειρωνικά χαμόγελα (βλ. Ίωάν. ζ'50-52).
Τρίτος κακούργος ήταν ό Ιούδας, ό φαινομενικός απόστολος αλλά στην ουσία επαίσχυντος προδότης. Ό Σατανάς συμμετείχε στην άδικη αιματοχυσία του Χριστού από μίσος για το Θεό και τον άνθρωπο. Οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες του Ισραήλ συμμετείχαν από φθόνο και φόβο. Ό Ιούδας συνδέεται με τη συντροφιά του Σατανά και των πρεσβυτέρων του λαού από απληστία. Τ ό έγκλημά του συνίσταται στο ότι πρόδωσε το Διδάσκαλο και Ευεργέτη Τ ου για τριάντα αργύρια. Αργότερα αναγνώρισε ό ίδιος το λάθος του στους ίδιους πρεσβυτέρους, πού τον είχαν δωροδοκήσει για την πράξη της προδοσίας: «Ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον... και ρίψας τα αργύρια εν τω ναώ άνεχώρησεν, και άπελθών άπήγξατο» (Ματθ. κζ'4-5). Ό οικτρός θάνατός του μαρτυρεί το τραγικό σφάλμα του. Όπως αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων γι’ αυτόν, «και πρηνής γενόμενος έλάκησε μέσος, και εξεχύθη πάντα τα σπλάγχνα αυτού» (Πράξ. α'18). Κι αφού κρεμάστηκε έπεσε κάτω, άνοιξε ή κοιλιά του και τα σπλάχνα του χύθηκαν έξω.
Τέταρτος κακούργος ήταν ό Πιλάτος, εκπρόσωπος του Καίσαρα στην 'Ιερουσαλήμ, πού κατά κάποιο τρόπο εκπροσωπούσε τον άθεο ειδωλολατρικό κόσμο στην καταδίκη του Υιού του Θεού. Ό Πιλάτος περιφρονεί τούς Ιουδαίους κι οι Ιουδαίοι περιφρονούν τον ίδιο. Στην αρχή δεν έχει καμιά διάθεση ν’ αναμιχτεί στην καταδίκη του Χριστού: «Λάβετε αυτόν υμείς και κατά τον νόμον υμών κρίνατε αυτόν» (Ίωάν. ιη' 31), είπε στους κατήγορους του Χριστού. Αργότερα παίρνει θέση υπέρ του Χριστού και, μετά από μια μορφή δίκης, λέει στους Ιουδαίους: «Εγώ ούδεμίαν αιτίαν ευρίσκω κατ’ αυτού» ( Ιωάν. ιη'38) Τελικά, υποχωρώντας σέ απειλές όπως, «εάν τούτον απόλυσης, ουκ ει φίλος του Καίσαρος» (ιθ'12), ό Πιλάτος «επέκρινε γενέσθαι το αίτημα αυτών» (Λουκ. κγ'24) και δίνει διαταγή να μαστιγωθεί και να σταυρωθεί ό Χριστός.
Το έγκλημα του Πιλάτου συνίσταται στο ότι μπορούσε να προστατέψει τον Δίκαιο και δεν το έκανε. Ό ίδιος είπε στον Κύριο: «Ουκ οιδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαί σε και εξουσίαν έχω άπολΰσαί σε;» (Ίωάν. ιθ'10). Με τη δήλωσή του αυτή ό Πιλάτος παίρνει αιώνια πάνω του την ευθύνη για το θάνατο του Χριστού. Τί είναι εκείνο πού σπρώχνει τον Πιλάτο να κάνει το έγκλημα αυτό και τί είναι αυτό πού τον κατατάσσει κι αυτόν στη χορεία των άλλων κακούργων; Είναι ή μικρόνοια κι ό φόβος του. Ή μικρόνοια για την προστασία του δίκαιου, καθώς κι ό φόβος για τη θέση του και για την εύνοια του Καίσαρα.
Πέμπτος κακούργος είναι ό Βαραββάς. Εκείνη την εποχή ήταν στη φυλακή «διά στάσιν τινά... και φόνον» (Λουκ. κγ'19). Είχε κατηγορηθεί για ανατρεπτικές ενέργειες και για φόνο και ήταν υπόδικος στον Ιουδαϊκό και τον Ρωμαϊκό νόμο, με προβλεπόμενη ποινή το θάνατο. Προσωπικά δεν είχε αμαρτήσει με κανένα τρόπο ενάντια στο Χριστό. Εκείνοι πού αμαρτάνουν είναι οι Ιουδαίοι, αυτοί πού τον βάζουν πάνω από το Χριστό, πού τον προτιμούν αντί γι’ Αυτόν. Ό Πιλάτος σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει το Βαραββά σαν μέσο για να σώσει το Χριστό από τη θανατική καταδίκη. Οι Ιουδαίοι όμως χρησιμοποιούν το Χριστό για να σώσουν το Βαραββά. Ό Πιλάτος έθεσε στους Ιουδαίους το δίλημμα να διαλέξουν το Χριστό ή το Βαραββά, στην ουσία δηλαδή, το Θεό ή έναν εγκληματία; Αλλά «όμοιος όμοίω αεί πελάζει». Έτσι οι κακούργοι διάλεξαν τον κακούργο.
Ό έκτος κακούργος, όπως κι ό έβδομος, είναι εκείνοι πού συσταυρώθηκαν με το Χριστό, ό ένας στ’ αριστερά κι ό άλλος στα δεξιά Του στο Γολγοθά. Ό προφήτης Ησαΐας το είχε προφητέψει αυτό: «Και μετά άνομων έλογίσθη» (Ήσ. νγ'12). Ό ένας απ’ αυτούς, αν και βρίσκεται στο κατώφλι του θανάτου, βλασφημεί, ό άλλος όμως προσεύχεται.
Έδώ έχουμε δύο ανθρώπους με την ίδια τύχη: κι οι δύο τους είναι καρφωμένοι στο σταυρό, κι οι δύο τους πρόκειται να εγκαταλείψουν αυτόν τον κόσμο και δεν περιμένουν τίποτα πια απ’ αυτόν. Υπάρχει όμως μια μεγάλη διαφορά. Έδώ είναι ή απάντηση σ’ όλους αυτούς πού λένε: Βάλε τούς ανθρώπους στις ίδιες υλικές συνθήκες, δώσε σ’ όλους την ίδια τιμή και τα ’ίδια υπάρχοντα, κι όλοι τους θα έχουν το ίδιο πνεύμα. Ό ένας εγκληματίας, πού σέ λίγο δέ θα ανασαίνει, εμπαίζει τον Υιό του Θεού: «Ει συ ει ό Χριστός, σώσον σεαυτόν και ημάς» (Λουκ. κγ'39). Ό άλλος όμως ικετεύει τον Κύριο:
«Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν ελθης εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. κγ'42). Ό πόνος της σταύρωσης σκοτώνει τον ένα σωματικά και ψυχικά. Του άλλου όμως σκοτώνει μόνο το σώμα, ή ψυχή του σώζεται. Ό σταυρός του Χριστού στον 'έναν είναι σκάνδαλο, στον άλλον σωτηρία.
Αυτά είναι τα επτά είδη των κακούργων γύρω από το Χριστό. Κύριε, βοήθησε μας να παρατηρήσουμε τη δική μας ζωή προτού καταδικάσουμε τούς κακούργους αυτούς πού κάρφωσαν τον Θεό της αγάπης στο σταυρό. ’Άς διερωτηθούμε: μήπως ανήκουμε κι εμείς στην ομάδα αυτή; ’Άς ήμασταν τουλάχιστο σαν τον έβδομο απ’ αυτούς, εκείνον πού μετάνιωσε πάνω στο σταυρό και μέσα στους φοβερούς πόνους του αναζήτησε και βρήκε τη σωτηρία από τις αμαρτίες του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται. Η σταύρωση του Χριστιανισμού συνεχίζεται. Το ζούμε, το ψηλαφούμε!
Κάθε φορά που κάποιος βρίζει το πανάγιο Όνομα του Χριστού μας δίπλα μας και μείς σφυρίζουμε αδιάφορα, σαν να μη συμβαίνει τίποτε,
Κάθε φορά που ένα αγέννητο παιδί χάνεται στους υπονόμους των νοσοκομείων και κλινικών και πηγαίνει στην άλλη ζωή τυφλό και αβάπτιστο, σκοτωμένο από γονείς και ιατρούς,
Κάθε φορά που ένα σπίτι διαλύεται και ένας ορθόδοξος γάμος ναυαγεί στο πέλαγος της ζωής,
Κάθε φορά που ένα βαπτισμένο μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας αρνείται το βάπτισμά του και γίνεται άθεος, άθεος εκ πεποιθήσεως δήθεν, αθεράπευτα άθεος τελικά, αιρετικός, σχισματικός,
Κάθε φορά που ένα νέο κορίτσι ξεστρατίζει από την οδό του Κυρίου πλανεμένο από τις σειρήνες της αμαρτίας,
Κάθε φορά που ένας νέος αφήνει την τελευταία του πνοή σε ένα παγκάκι τρυπημένος από τη σύριγγα του λευκού θανάτου και της δικής μας αδιαφορίας,
Κάθε φορά που κάποιος άνθρωπος της διπλανής μας πόρτας ανακαλύπτεται κρεμασμένος στις σωλήνες του λουτρού του απογοητευμένος από την έλλειψη αγάπης και στήριξης,
Κάθε φορά που το μίσος οπλίζει το χέρι και αδελφός σκοτώνει τον αδελφό του,
Κάθε φορά που ένας ορθόδοξος κληρικός μας χάνεται στα μονοπάτια των σκανδάλων κι ένας αποίμαντος λαός αποπροσανατολίζεται από τη θέα του Εσταυρωμένου Κυρίου,
Κάθε φορά που ο Κύριος αιμάσσει επάνω στο σταυρό του «κρανίου τόπου» τραυματισμένος από το ακάνθινο στεφάνι της αντορθόδοξης δημοσιογραφίας ή της εκκλησιόμαχης πολιτικής και όλοι τον αρνούνται και δε μιλάει κανένας,
Κάθε φορά που εγώ αρνούμαι ως ορθόδοξος Χριστιανός να απαρνηθώ τον εαυτό μου, να σηκώσω το σταυρό μου και να ακολουθήσω τον Χριστό μου, περιφρονώ τους αδελφούς μου και εναγκαλίζομαι τους αιρετικούς και σταυρωτές του Κυρίου μου.
Κάθε τέτοια φορά, και όλες αυτές τις φορές, τις πρώτες και τις έσχατες, ο Χριστός ξανασταυρώνεται και η σταύρωση του Χριστιανισμού, δηλαδή της Ορθοδοξίας, συνεχίζεται.
Ναι, αυτή είναι η αλήθεια. «Ιησούς Χριστός, χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας». Ο Χριστός μας είναι ο Εσταυρωμένος, η Εκκλησία μας είναι η Εσταυρωμένη, Εσταυρωμένη και η Ορθοδοξία μας, στο Σταυρό και η Ορθόδοξη Ελλάδα μας και από πίσω χιλιάδες σταυροί ακολουθούν, εσταυρωμένοι δηλαδή χριστιανοί, όσιοι και μάρτυρες, καθημερινοί άγιοι μέσα στον κόσμο, ανεβαίνουν στους αιώνες, την τεθλιμμένη οδό του Γολγοθά, σηκώνοντας το δικό τους σταυρό και ως άλλοι Κυρηναίοι, σηκώνουν και τον Σταυρό της πληγωμένης Ορθόδοξης Νύμφης του κεκοπιακότος Κυρίου.
Ανεβαίνει όντως καθημαγμένος και παραμένει καθηλωμένος στο Σταυρό ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός. Ο Σταυρός είναι ο κλήρος μας, σε μας τους Ορθοδόξους! Για πάντα; Ασφαλώς όχι! Διότι τελικά αυτός ο σταυρός είναι και η δόξα μας.
Και τούτο διότι μετά το Σταυρό ακολουθεί η Ανάσταση. Μετά τον Γολγοθά το κενό Μνημείο. Μετά το σκοτάδι, το Φως του Παναγίου Τάφου. Μετά τον διωγμό η ανεξιθρησκεία και το διάταγμα των Μεδιολάνων, μετά τις αιρέσεις η αλήθεια των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων, μετά την Άλωση η υπομονή των Αγίων και η Επανάσταση της Αγίας Λαύρας, μετά τον φονικό κομμουνισμό η δόξα της Ορθοδοξίας, μετά τους δημίους οι χαροποιοί μάρτυρες και τα θαύματα των αγίων, μετά τον Αντίχριστο ο Θριαμβευτής Κύριος!
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
«Ιδε ό άνθρωπος!», κραύγασε ό Πιλάτος στον Ιουδαϊκό όχλο, όταν τούς παρουσίασε το Χριστό πού φορούσε το αγκάθινο στεφάνι και το πορφυρό ιμάτιο. Γιατί το είπε αυτό ό Πιλάτος; Ήταν από θαυμασμό για την επιβλητικότητα, τη γαλήνη και τη σιωπή του Χριστού, ή με σκοπό να προκαλέσει τη συμπάθεια των Ιουδαίων; Ίσως και το ένα και το άλλο. Άς κραυγάσουμε κι εμείς με θαυμασμό: «Ίδε ό άνθρωπος!» Αυτός είναι ό πραγματικός, ό αληθινός και ένδοξος Άνθρωπος, ό άνθρωπος όπως τον είχε στο νου Του ό Θεός όταν έπλασε τον Αδάμ.
Αυτός είναι ό Άνθρωπος, πράος, ταπεινός και υπάκουος στο θέλημα του Θεού, όπως ήταν ό Αδάμ στον Παράδεισο προτού αμαρτήσει και εκβληθεί απ’ αυτόν. Αυτός είναι ό Άνθρωπος πού δεν έχει φθόνο και κακία, πού έχει αδιατάραχτη γαλήνη μέσα στην καταιγίδα του μίσους και της κακίας πού προκαλούν άνθρωποι και δαίμονες! Τη μάχη Του την έδωσε στον κήπο της Γεθσημανή. Τη στιγμή πού αναφώνησε για τρίτη φορά πλην μη το θέλημά μου, αλλά το σον γενέσθω, ή ψυχή Του ειρήνεψε. Ή ειρήνη αυτή τον κάλυψε ολόκληρο με μια επιβλητικότητα πού προκάλεσε τούς Ιουδαίους κι έκανε τον Πιλάτο να τον θαυμάσει.
Παρέδωσε το σώμα Του στο θέλημα του Πατέρα Του, όπως λίγο αργότερα θα παρέδινε το πνεύμα Του στα χέρια Του. Υπόταξε ολοκληρωτικά το ανθρώπινο θέλημά Του στο θεϊκό θέλημα του ουράνιου Πατέρα Του. Χωρίς να ευχηθεί το κακό για κανέναν άνθρωπο, ό Αθώος Αμνός γονάτισε από το βάρος του σταυρού στο δρόμο για το Γολγοθά. Δεν ήταν τόσο το βάρος του σταυρού, όσο οι αμαρτίες του κόσμου ολόκληρου πού βάραιναν. Οι αμαρτίες πού θα καρφώνονταν μαζί με το σώμα Του στο ξύλο του σταυρού.
Τί εννοούμε όταν λέμε πώς ό Χριστός δεν ευχόταν κακό για κανέναν άνθρωπο τη φοβερή αυτή στιγμή; Με αυτό είπαμε το μισό μόνο. Ό Χριστός όχι μόνο δεν ήθελε το κακό, αλλά ευχόταν το καλό σέ όλους τούς ανθρώπους, σέ όλη τη φύση. Ακόμα και τώρα όμως δεν είπαμε όλη την αλήθεια. Όχι μόνο ευχήθηκε το καλό, αλλά εργάστηκε για το καλό όλων ως την τελευταία Του αναπνοή. Και πάνω στο σταυρό ακόμα εργαζόταν για το καλό όλων, ακόμα και για τούς σταυρωτές Του. ‘Ότι μπορούσε να κάνει γι’ αυτούς, ακόμα και μέσα στους πόνους πού υπόφερε πάνω στο σταυρό, το έκανε: Συχώρεσε την αμαρτία τους.
«Πάτερ, άφες αύτοίς’ ου γάρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. κγ’34). Αυτά δεν είναι απλά καλά λόγια, αλλά σωστό έργο, το μέγιστο καλό έργο πού μπορούν να ζητήσουν από το Θεό οι αμαρτωλοί άνθρωποι. Πάνω στο σταυρό, ενώ ό θάνατος καραδοκούσε κι όλοι είχαν καμφθεί από τον πόνο, ό Κύριος πλημμύριζε από το ενδιαφέρον Του για τη σωτηρία των ανθρώπων. Συγχωρεί την άγνοια τους. Προσεύχεται για τούς κακούργους πού τον κάρφωσαν στο σταυρό και τον κέντησαν με τη λόγχη.
Την ώρα της σταύρωσης ο Χριστός τήρησε τις μεγάλες εντολές πού είχε δώσει στους ανθρώπους: εντολές για αδιάλειπτη προσευχή, για αγάπη και συγχωρητικοτητα. Ποιός έπεσε ποτέ στα χέρια κακούργων και προσευχήθηκε γι’ αυτούς, για τη σωτηρία τους, ποιός συχώρεσε τις κακουργίες τους; Ακόμα κι οι καλλίτεροι άνθρωποι, όταν πέσουν στα χέρια κακούργων προσεύχονται στο Θεό για τη δική τους σωτηρία, σκέφτονται το δικό τους καλό, ενδιαφέρονται για τον εαυτό τους και τον δικαιολογούν. Πριν από την έλευση τού Χριστού, ακόμα κι ό πιο δίκαιος άνθρωπος δέ θα σήκωνε τα χέρια του να προσευχηθεί για εκείνους πού τον έβλαψαν. Όλοι τους θα ζητούσαν από το Θεό και τούς ανθρώπους να τον βοηθήσουν να εκδικηθεί εκείνους πού τού έκαναν κακό. Να όμως πού ό Κύριος συγχωρεί τούς εχθρούς, νοιάζεται γι’ αυτούς. Τούς συγχωρεί και προσεύχεται γι’ αυτούς.
Εμείς πόσα μικροπράγματα δέ θυμόμαστε και τα παίρνουμε για κακά! Για πόσα μικροπράγματα δεν ζητάμε οργισμένοι εκδίκηση! Και το κάνουμε εμείς αυτό, πού κάθε μέρα παροργίζουμε το Θεό, παραβαίνουμε τις εντολές Του με τις ακάθαρτες σκέψεις μας, με ακάθαρτες επιθυμίες και έφάμαρτες πράξεις. Κανένας μας δεν μπορεί να ονομαστεί άνθρωπος, αν δεν αγαπά το συνάνθρωπό του. Από μόνη της ή αγάπη για το συνάνθρωπό μας μπορεί να μάς κάνει ανθρώπους πραγματικούς, αληθινούς.
Άδικα κοιτάζουμε τον Κύριο στο σταυρό, μάταια ακούμε την τελευταία Του προσευχή για τούς αμαρτωλούς, αν δεν έχουμε αγάπη για τούς συνανθρώπους μας κι ανήκουμε στην ομάδα των κακούργων πού τον καταδίκασαν άδικα σέ θάνατο. Γι` αυτό ας μην περιοριστούμε μόνο στο να θαυμάζουμε την αγάπη του Κυρίου για το ανθρώπινο γένος. Ό θαυμασμός μας αυτός πρέπει να μάς γεμίσει ντροπή, αν σκεφτούμε πόσο αφορά κι εμάς ή προσευχή Του από το σταυρό.
«Όσο μεγαλύτερη είναι ή αγάπη, τόσο μεγαλύτερος είναι ό πόνος», λέει ό άγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης. Αν δεν μπορούμε ακόμα να μετρήσουμε το μεγαλείο της Αγάπης πού έχει ό Κύριος Ιησούς για μάς, ας προσπαθήσουμε να μετρήσουμε το μέγεθος του πάθους Του για μάς. Τα πάθη Του ήταν τόσο μεγάλα και τόσο φοβερά, ώστε ακόμα κι ή γη τα ένιωσε και σείστηκε ό ήλιος τα ένιωσε και σκοτίστηκε- τα ορη και κομματιάστηκαν το καταπέτασμα του ναού και σχίστηκε στα δύο- τα μνήματα και άνοιξαν οι νεκροί και βγήκαν από τούς τάφους τους ό κεντυρίων πού βρισκόταν κάτω από το σταυρό κι ομολόγησε τον Υιό του Θεού• ό ληστής στο σταυρό και μετάνιωσε.
Είθε οι καρδιές μας να μη γίνουν πιο τυφλές από τη γη, πιο σκληρές από τα ορη, πιο αναίσθητες από τούς τάφους και πιο νεκρές από τούς νεκρούς. Είθε να μετανιώσουμε όπως ό ληστής στο σταυρό, να προσκυνήσουμε τον Υιό του Θεού πως ό κεντυρίων του Πιλάτου κάτω από το σταυρό. Έτσι θα μπορέσουμε, μαζί με πολλούς αγίους αδελφούς και αδελφές μας, να λυτρωθούμε από το θάνατο με τα πάθη του Χριστού, να καθαριστούμε από τις αμαρτίες μας με το τίμιο αίμα Του, ν’ αξιωθούμε να μάς αγκαλιάσουν τα άχραντα χέρια Του πού απλώθηκαν στο σταυρό και να μπούμε στην αιώνια βασιλεία Του.
Όποιος τ’ αμελεί αυτά, σ’ αυτή τη ζωή θα παραμείνει με την απαίσια συντροφιά του Αντίχριστου και στη μέλλουσα ζωή θα ’χει τη θέση του δίπλα στον αμετανόητο ληστή, μακριά πολύ από τη θέα του προσώπου του Θεού. Αν κι ό Θεός έζησε κάποτε στη γη ανάμεσα σέ αμαρτωλούς, στον ουρανό δέ θα είναι ποτέ μαζί τους.
Ας σκύψουμε λοιπόν κι ας προσκυνήσουμε τα πάθη του Χριστού, Εκείνον πού σταυρώθηκε για τις αμαρτίες μας. ’Ας τον ομολογήσουμε κι ας δοξάσουμε το άγιο όνομα Του. Σ’ Αυτόν πρέπει ή δόξα κι ό ύμνος, στον αληθινό Άνθρωπο και τον αληθινό Θεό, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ
Λίγο πρὶν γραφτεῖ ὁ ἐπίλογος τῆς δηµοσίας δράσεως τοῦ Κυρίου· λίγο πρὶν ἀνηφορίσει στὸ λόφο τοῦ Γολγοθᾶ γιὰ νὰ ἀνοίξει τὰ πανάχραντα χέρια Του πάνω στὸν τίµιο Σταυρὸ καὶ νὰ ἀγκαλιάσει ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα, ρίχνει ἕνα βλέµµα καὶ θωπεύει µὲ αὐτὸ τὴν ἱερὴ πόλη. Τὴν Ἱερουσαλήµ.
Τὴν πόλη ποὺ διέτρεξαν τὰ πανάγια πόδια Του. Τὴν πόλη ἡ ὁποία ἄκουσε τὴ σωτήρια διδασκαλία Του. Τὴν πόλη ἡ ὁποία ἔγινε µάρτυρας τῶν πολλῶν Του θαυµάτων.
Τούτη τὴν ὥρα κάνει ὁ Κύριος σύγκριση τῶν δικῶν Του πεπραγµένων μὲ τὴν ἀνταπόκριση ποὺ βρῆκε ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς ἱερῆς πόλεως.
Ὑπενθυμίζει τὶς τόσες εὐεργεσίες Του πρὸς αὐτήν. «Ποσάκις...», λέει, «ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου...» (Ματθ. κγ΄ [23] 37).
Ἀλήθεια, πόσες φορές, ἐπιλήσµων Ἱερουσαλήµ, δὲν γεύθηκες τὸ πατρικὸ χάδι τῆς σαρκωµένης Ἀγάπης;
«Ποσάκις»! Θυμήσου τήν ἀναστροφή Του µετὰ τῶν διδασκάλων, ὅταν ἦταν δωδεκαετής, παιδὶ ἀκόµη στὸ Ναὸ τοῦ Σολοµώντα. Τὸ θαῦµα τῆς ἀναβλέψεως τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ.
«Ποσάκις»! Σκέψου πάλι τὴ θεραπεία τοῦ ἐπὶ 38 ὁλόκληρα χρόνια παραλύτου.
«Ποσάκις»! Καὶ δὲς ξανὰ τὴν παιδαγωγικὴ ἐπέµβασή Του στοὺς «πωλοῦντας καὶ ἀγοράζοντας ἐν τῷ ἱερῷ» (Μάρκ. ια΄ [11] 15). Θυµήσου τὸ φραγγέλιο τῆς ἀγάπης Του µπροστὰ στὴν κατάπτωση τοῦ Ναοῦ σὲ οἶκο ἐµπορίου.
«Ποσάκις»! Ἀναλογίσου τὴν πρόσφατη νεκρανάσταση τοῦ τετραηµέρου φίλου Του Λαζάρου.
«Ποσάκις»!...
Σ’ αὐτὸ ὁ Κύριος συμπυκνώνει τὸ παρελθόν, συμπεριλαμβάνει ὅµως καὶ τὸ µέλλον ὡς Παντογνώστης. Καὶ συγκαταλέγει σ’ αὐτὸ τὸ «ποσάκις» καὶ τὶς µέλλοντικὲς πατρικές Του κινήσεις:
Νὰ συγκολλήσει τὸ αὐτὶ τοῦ Μάλχου τὴ στιγµὴ τῆς συλλήψεώς Του στὴ Γεθσηµανῆ, ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος τὸ ἀποκόπτει.
Νὰ ἀπευθύνει τὸ ἐρώτηµα, σπάζοντας τὴν αἰνιγµατικὴ σιωπή Του, στὸ δοῦλο ποὺ Τὸν ραπίζει µπροστὰ στὸν ἀρχιερέα, ὄχι γιὰ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸν ἑαυτό Του, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀφυπνίσει τὴν ὑπνώττουσα συνείδηση τοῦ δούλου καὶ ὅλων ὅσοι ταυτίζονται μὲ τὴ συµπεριφορά του.
Νὰ χαρίσει στοὺς σταυρωτές Του τὴν ἀπύθµενη συγχωρητικότητά Του πάνω στὸ Σταυρό.
Νὰ φέρει σὲ συναίσθηση τὸν λαό Του μὲ τὸ καταπέτασµα τοῦ Ναοῦ ποὺ σχίζεται στὰ δύο. Μὲ τὸ ἄνοιγµα τῶν µνηµείων. Μὲ τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν κατὰ τὴν Ἀνάστασή Του.
Ἡ δηµόσια δράση Του τελειώνει. Ἡ θεία κένωσή Του ἀγγίζει σχεδὸν τὴν ὁλοκλήρωσή της. Κι αὐτὸ τὸ «ποσάκις» εἶναι ἀπὸ τὴ µιὰ ἡ καταγραφὴ τῆς ἀπροσµέτρητης ἀγάπης Του, εἶναι ὅµως ταυτόχρονα καὶ τὸ ἄγγιγµα τῆς ἀνθρώπινης σκληροκαρδίας.
Γιὰ νὰ καταδείξει πὼς ἡ ἀπερινόητη εὐεργεσία συναντᾶ τὴν ἀδιανόητη ἀδιαφορία καὶ σκληροκαρδία.
Θὰ συγκινηθοῦµε ἀσφαλῶς καὶ τούτη τὴ Μεγάλη Ἑβδοµάδα. Θὰ κλάψουµε ἴσως γιὰ τὸν ἀθῶο Κατάδικο. Θὰ καταδικάσουµε γιὰ ἄλλη µιὰ φορὰ τὸ ἀνάλγητο καὶ ἀλλοπρόσαλλο τῶν κατοίκων τῆς Ἱερουσαλήµ.
Ὅµως ὁ Κύριος δὲν ἀποζητᾶ συµµάχους στὸ γεµάτο πόνο παράπονό Του. Δὲν ἐπιδιώκει τὴ συναισθηµατικὴ φόρτισή µας γιὰ τὸ ἀνοσιούργηµα ποὺ διέπραξαν οἱ θεοκτόνοι Ἰουδαῖοι.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς στέκεται καὶ πάλι καὶ ψελλίζει γιὰ τὸν καθένα µας: «Ποσάκις ἠθέλησα» νὰ σᾶς μαζέψω κοντά μου.
Νὰ µᾶς «ἐπισυναγάγει» «ὃν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας» (Ματθ. κγ΄ [23] 37).
Λέει «ποσάκις», καὶ στρέφει τὸ ἐταστικό Του βλέµµα στὴν ὕπαρξή µας.
Εἶναι ἡ κρίσιµη στιγµὴ ποὺ ἡ ἀγάπη Του γιὰ ἐµᾶς ἐµφανίζεται ἐνώπιόν Του.
«Ποσάκις», λέει ὁ Κύριος γιὰ τὸν καθένα µας προσωπικά· γιὰ τὸν καθένα μας, ὁ ὁποῖος γνωρίζει πολὺ καλὰ τί ἔχει κάνει ὁ Κύριος µέχρι τώρα στὴ ζωή του. Πόσες εὐεργεσίες ἀπὸ τὰ παιδικά µας χρόνια. Πόσες εὐλογίες. Ἀκόµη καὶ τότε ποὺ οἱ δοκιµασίες µᾶς λύγιζαν, δίπλα µας ἦταν, βοηθός, συµπαραστάτης καὶ ἐργαζόταν καὶ δι’ αὐτῶν τῶν δοκιµασιῶν τὸ καλὸ τῆς ψυχῆς µας. Τὴν πνευµατική µας πρόοδο. Τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς µας.
Ἂς ἀνατρέξουµε λοιπὸν κι ἂς σταχυολογήσουµε, εἰδικὰ τοῦτες τὶς ἅγιες ἡµέρες τῶν Παθῶν Του, τὶς πολλαπλὲς ἐπεµβάσεις τῆς ἀγάπης Του στὴ ζωή µας, στὴν οἰκογένειά µας, στὸ ἔθνος µας, γιὰ νὰ ἀνταποκριθοῦµε συγκινηµένοι στὶς τόσες ἐπισκέψεις τῆς Χάριτός Του.
Πηγή: Ο Σωτήρ
1. ΛΙΓΟ πρὶν ἀπὸ τὴν θριαμβευτικὴ εἴσοδό του στὰ Ἱεροσόλυμα ὁ Χριστὸς ἔρχεται στὴ Βηθανία. Ἐπισκέπτεται τὸν φίλο του Λάζαρο καὶ τοὺς ἄλλους φίλους του ἐκεῖ σὲ μιὰ ἀποχαιρετιστήρια ἐπίσκεψη πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος του. Κάποιος μάλιστα κάλεσε τὸν Χριστὸ σὲ δεῖπνο.
Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ δείπνου ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου Μαρία, κυριευμένη ἀπὸ τὴν μυστικὴ ἀγαλλίαση τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου, ἀφήνει νὰ ξεχειλίσει ἡ εὐγνωμοσύνη της γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ ἀδελφοῦ της. Παίρνει, λοιπόν, ἕνα πολύτιμο μύρο καὶ ἀλείφει μ᾽ αὐτὸ τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἡ ποσότητα καὶ ἡ ποιότητα τοῦ μύρου δείχνουν τὴν ἀγάπη καὶ ἀφοσίωση τῆς γυναίκας πρὸς τὸν Διδάσκαλο. Γι᾽ αὐτὸ ἡ πρωτοβουλία της, ποὺ ἔχει τὴν ἔννοια τῆς λατρείας καὶ τιμῆς πρὸς τὸν Μεγάλο Εὐεργέτη τοῦ ἀνθρώπου Χριστό, ἀσφαλῶς θὰ συγκίνησε, ὅπως συγκινεῖ καὶ σήμερα, σὰν ἐκδήλωση πίστεως καὶ εὐλαβείας.
2. Ὑπάρχει ὅμως καὶ κάποιος, ποὺ σκέπτεται διαφορετικά. Εἶναι ὁ σκοτεινὸς Ἰούδας, ποὺ σπεύδει νὰ κατακρίνει τὴν ἐνέργεια τῆς γυναίκας. Ἀσυγκίνητος μπροστὰ στὸ μεγαλειῶδες θέαμα τῆς εὐγνωμονούσας ἀγάπης, ψυχρὸς καὶ ἀδιάφορος γιὰ τὴν συγκινητικὴ ἐκδήλωση, ἀφήνει νὰ φανοῦν οἱ ὑλιστικές του διαθέσεις. Δὲν τολμᾶ ὅμως νὰ ἀποκαλύψει τὸν πραγματικὸ ἑαυτό του. Καλύπτει τὴν στειρότητα τῆς καρδιᾶς του μὲ τὸ πέπλο τῆς ὑποκρισίας. Φορεῖ προσωπεῖο, φαντασμαγορικὸ προσωπεῖο. Τὸ προσωπεῖο τοῦ φιλάνθρωπου καὶ τοῦ φιλόπτωχου...
καὶ παρουσιάζεται διαμαρτυρόμενος (δῆθεν) χάρη τῶν πτωχῶν. «Διατὶ τοῦτο τὸ μῦρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς;» Τὸ ἐπιχείρημά του φαινομενικὰ εἶναι ὀρθὸ καὶ δίκαιο. Καὶ ἐντυπωσιάζει. Καταδικάζει μίαν ἄδικη σπατάλη -ἂν ὅμως εἶναι ποτὲ δυνατὸ νὰ θεωρηθεῖ σπατάλη ὅ,τι καθ᾽ οἱονδήποτε τρόπο προσφέρεται στὸν Θεό! Τὰ λόγια τοῦ Ἰούδα, ἀκουόμενα σὲ κάθε ἐποχή, ἔχουν τὴν δύναμη νὰ κλονίσουν τὸν θαυμασμὸ γιὰ τὴν πράξη τῆς Μαρίας. Διατὶ κατορθώνει πρὸς στιγμὴ ὁ Ἰούδας, νὰ παρουσιάζει τὴν ἀγάπη τῆς Μαρίας σὰν ἀδικία, καὶ τὴν ἀρετή της σὰν κακία. Τὸν ξεσκεπάζει ὅμως ὁ ἱ. Εὐαγγελιστής: «Εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ᾽ ὅτι κλέπτης ἦν καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζε». Εἶναι σαφὴς ἡ ἀπουσία κάθε δυνατότητας σχέσεως ψυχικῆς μεταξὺ Μαρίας καὶ Ἰούδα. Αὐτὸς προφασίζεται τὸν φιλόπτωχο («προσχήματι δῆθεν εὐλαβείας» λέγει ὁ Χρυσόστομος), ἐνῷ κατ᾽ οὐσίαν δὲν σκέπτεται καὶ δὲν ἀγαπᾶ τίποτε ἄλλο παρὰ τὸν ἑαυτό του. Ἡ Μαρία ὅμως ἀποκάλυψε τὸν πλοῦτο τῆς ψυχῆς της, ποὺ εἶναι πρόθυμη, χάρη τοῦ Χριστοῦ, νὰ κάμει κάθε θυσία. Ἡ ἰδιοτέλεια δὲ καὶ ἡ ἀγάπη ἀπέχουν ὅσο ἡ ἡμέρα ἀπὸ τὴν νύκτα.
3. Μέσα στὴ ζωή τῆς Ἐκκλησίας ὁ τύπος τῆς Μαρίας ἐκφράζει τὴν τάξη ὅσων εἰλικρινὰ πιστεύουν στὸν Χριστό, ὅσων εἶναι ἀφοσιωμένοι σ' αὐτὸν μὲ ὁλόκληρη τὴ ζωή τους, δοσμένοι σ᾽ Ἐκεῖνον καὶ ζοῦν μονάχα γιὰ χάρη Ἐκείνου. Εἶναι τὰ «γνήσια μέλη» τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι δέχθηκαν μὲ ὅλη τους τὴν ὕπαρξη τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ προσπαθοῦν νὰ ρυθμίσουν σύμφωνα μ᾽ αὐτὸ τὴ ζωή τους. Ὅσοι δέχονται τὸν Χριστὸ ὡς τὸν μοναδικὸ βασιλέα καὶ Κύριο τῆς ζωῆς τους.
Παράλληλα ὅμως μὲ αὐτοὺς τοὺς χριστιανοὺς ὑπάρχουν πάντα καὶ οἱ Ἰοῦδες. Χριστιανοὶ κατ' ὄνομα, ποὺ δὲν εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἀναζητῶνται μόνο στὴν τάξη τῶν λαϊκῶν! Μὲ στενότερο δεσμὸ μὲ τὸν κόσμο καὶ ὄχι μὲ τὸν Χριστό. Καλυπτόμενοι μὲ διάφορα προσωπεῖα καὶ αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ μαθητῆ καὶ συνεργάτη τοῦ Χριστοῦ, σὰν τὸν Ἰούδα. Κόπτονται δῆθεν γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιό του, ἐνῷ στὴν οὐσία εἶναι τελείως ξένοι πρὸς αὐτὸ καὶ τὸ μισοῦν. Περιφρονητὲς τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, δὲν γνωρίζουν τὴν ἀναγεννητικὴ δύναμή τους, διότι, πωρωμένοι καὶ ἀνάλγητοι, δὲν ἔνοιωσαν ποτὲ τὴν ἀνάγκη νὰ μετανοήσουν. Δὲν διστάζουν, μάλιστα, νὰ εἶναι ὑλιστές, φροϋδιστὲς καὶ μέλη σκοτεινῶν Ἑταιρειῶν καὶ νὰ παρουσιάζονται σὰν θερμοὶ χριστιανοὶ στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων. Ὅλων αὐτῶν ὁ πτωχὸς καὶ ἀγωνιστὴς Χριστὸς δὲν ἀγγίζει καμμιὰ χορδὴ τῆς καρδιᾶς των. Γιατί τὸ μόνο, ποὺ δὲν ἔχει δοθεῖ ἀπ᾽ αὐτοὺς ποτὲ στὸν Χριστό, εἶναι ἀκριβῶς ἡ καρδιά τους. Γι᾽ αὐτὸ καὶ δὲν θὰ διστάσουν μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία νὰ προδώσουν τὸν Χριστό. Γιατί δὲν πίστευσαν ποτὲ σ´ Ἐκεῖνον, παρὰ στὸν ἑαυτό τους καὶ θεοποιοῦν τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη τους. Πιστεύουν στὸν Χριστό, τόσο μόνο, ὅσο «χρειάζεται», γιὰ νὰ κατορθώνουν μὲ τὴν καπηλεία τοῦ ὀνόματός Του νὰ ἔχουν ὠφέλη καὶ κατὰ κόσμον ἐπιτυχίες, σταδιοδρομίες ζηλευτὲς καὶ πλούτη.
4. Νὰ ὅμως ποὺ ἐπιμένουν αὐτοὶ ἀκριβῶς οἱ «κατ᾽ ὄνομα χριστιανοὶ» νὰ θέλουν, ὅπως ὁ Ἰούδας, νὰ ρυθμίσουν τὴν ζωή καὶ τὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας,ὅσων δηλαδὴ γνήσια πιστεύουν στὸν Χριστό. Εἶναι οἱ ἐκσυγχρονιστὲς καὶ οἰκουμενιστές, ποὺ τίποτε δὲν βρίσκουν στὴ ζωή τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ὀρθό. Θέλουν τὴν Ἐκκλησία κομμένη καὶ ραμμένη στὰ μέτρα τους. Νὰ πορεύεται ὄχι κατὰ τὸ αἰώνιο θέλημα τοῦ θείου της Ἱδρυτοῦ, ἀλλὰ κατὰ τὶς δικὲς των ἐπιθυμίες καὶ ὀρέξεις. Καταγγέλλουν τὴν εὐσέβεια σὰν ὑπερβολή, τὴν ἐμμονὴ στὴν πίστη καὶ παράδοση τῶν Πατέρων ὡς «εὐσεβισμό», κατηγοροῦν τὴν ἐγκράτεια καὶ εὐλάβεια σὰν καλογηρισμὸ καὶ πολεμοῦν τὴν ἀγωνιστικότητα καὶ τὸ γενναῖο φρόνημα σὰν «ταλιμπανισμὸ» καὶ ἀκρότητα. Ἰοῦδες καὶ αὐτοί, λαθρεπιβάτες τοῦ σκάφους τῆς Ἐκκλησίας, θέλουν νὰ ὑποκλέψουν τὴν γνησιότητα τῶν κανονικῶν ἐπιβατῶν της. Ὁπότε γεννᾶται τὸ ἐρώτημα. Θὰ ἀνεχθεῖ ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ νὰ ρυθμίζουν Ἰοῦδες τὴν ζωή του;
Τὴν ἀπάντηση δίνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας μὲ ὅσα λέγει στὸν Ἰούδα. «"Ἄφες αὐτὴν» τοῦ ἀπαντᾶ. "Ἄφησέ την ἥσυχη καὶ νὰ μὴ τὴν ἐλέγχεις. Μὴ τὴν ἐμποδίζεις νὰ ἐκδηλώσει τὴν εὐλάβειά της. Τὴν ἀγάπη της πρὸς τὸν Θεό της. Μὴ τὴν πειράζεις. «Ἄφες αὐτήν»...
5. Ἰοῦδες ὅλων τῶν αἰώνων, σᾶς μιλεῖ ὁ Χριστός. Καὶ σᾶς λέγει: Ἀφῆστε ἥσυχους τοὺς πιστούς μου, τὸ ποίμνιό μου. Ζῆστε μέσα στὴν ὑποκρισία, στὰ συμφέροντα καὶ στοὺς ἐγωισμούς σας. Συνεχίστε, ἐφ᾽ ὅσον θέλετε, τὴν ζωή σας, «πλανῶντες καὶ πλανώμενοι» μέσα στὴν ματαιότητα. Κάτω τὰ χέρια σας ὅμως ἀπὸ τοὺς πιστούς μου. Ἀπὸ ὅσους λίγους μοῦ ἀπέμειναν στοὺς ἀποκαλυπτικοὺς αὐτοὺς καιρούς, ὅλοι ἐσεῖς ποὺ τοὺς ἐκμεταλλεύεσθε. Ποὺ ἐκμεταλλεύεσθε τὸ ὄνομά μου, γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖτε καὶ νὰ πλουτήσετε. Ποὺ διαστρέφετε τὸ εὐαγγέλιό μου, γιὰ νὰ ὑποδουλώνετε καὶ νὰ ἀδικεῖτε. Μακριὰ οἱ Ἰοῦδες ἀπὸ τὴν ἐκκλησία μου, ἔστω καὶ ἂν προφασίζεσθε ὅτι διδάσκετε τὸν θεῖο λόγο. Ἔστω καὶ ἂν φέρετε τὸ σχῆμα τοῦ κληρικοῦ, ἐνῷ δὲν παύετε νὰ πορεύεσθε κατὰ τὶς ἐπιθυμίες τῶν καρδιῶν σας, διδάσκοντας ἔτσι τοὺς ἀνθρώπους. Ἀφῆστε ἥσυχη τὴν Μαρία. Κάθε ψυχὴ ποὺ μὲ δέχεται, ὅπως πράγματι εἶμαι, ὡς Θεὸ δηλαδὴ ἀληθινό, Σωτήρα καὶ Κύριο. Γιατί μόνο σ᾽ αὐτὲς τὶς ψυχὲς ἀνήκω καὶ μόνο αὐτὲς οἱ ψυχὲς ἀποτελοῦν καὶ ἐκφράζουν γνήσια καὶ αὐθεντικὰ τὴν Ἐκκλησία μου... Εἶναι γεγονὸς ὅτι πάνω ἀπὸ τὴν ἀθεΐα, τὸν ὑλισμό, τὶς αἱρέσεις καὶ κάθε κεκηρυγμένο ἐχθρό τοῦ Χριστιανισμοῦ, δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος ἀντίπαλος τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ προδίδουν τὸν Χριστὸ στοὺς ἐχθρούς Του. Ἀπὸ τοὺς Ἰοῦδες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι πολὺ βαρὺς ὁ λόγος ἐκεῖνος τοῦ Χριστοῦ μας στὴν πολιτικὴ ἐξουσία: «Ὁ παραδιδοὺς μὲ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει» (Ἰωάν. ιθ´11).
ΕΞΩ ΟΙ ΙΟΥΔΕΣ... Ναί, ἀλλὰ μὴ ξεχνᾶμε, ἀδελφοί μου! Τίποτε δὲν κάνει ὁ Θεὸς χωρὶς τὴν θέληση τὴ δική μας καὶ -τὸ σπουδαιότερο- χωρὶς τὰ χέρια τὰ δικά μας...
6. Κάπου εἶναι στημένος ἕνας παράξενος Σταυρός. Γιὰ ἐσταυρωμένο ἔχει ἕνα σῶμα χωρὶς χέρια. Καὶ στὴν βάση του εἶναι κρεμασμένη μιὰ ἐπιγραφὴ μὲ τὰ λόγια: Δὲν ἔχω ἄλλα χέρια ἀπὸ τὰ δικά σας... Πράγματι ὁ Θεὸς δὲν ἔχει χέρια ἄλλα ἀπὸ τὰ δικά μας. Ἐνεργεῖ μέσα στὴν ἱστορία -θέλει καὶ ἐνεργεῖ- μὲ τὰ δικά μας χέρια. Μὲ τὰ χέρια ἐκεῖνα, ποὺ εὐλογοῦν τὸν εὐχαριστιακὸ ἄρτο καὶ οἶνο, γιὰ νὰ μεταβληθεῖ σὲ ἄχραντο δεσποτικὸ Σῶμα καὶ Αἷμα. Δρᾶ ὁ Θεὸς μὲ τὰ δικά μας χέρια. Ὅπως καὶ βλέπει μὲ τὰ δικά μας μάτια, καὶ ἀκούει μὲ τὰ δικά μας αὐτιά. Τρέχει μὲ τὰ δικά μας πόδια. Μιλεῖ μὲ τὸ στόμα μας, ἀγαπᾶ μὲ τὴν καρδιά μας, ἀγωνίζεται μὲ τὴν ψυχή μας! Ἂν διαιωνίζεται τὸ δρᾶμα τῆς κοινωνίας, δὲν ὀφείλεται σὲ ἀδια- φορία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι γιατί τὰ μέλη μας καὶ ὅλη ἡ ὕπαρξή μας δὲν ἔγιναν ἀκόμη «μέλη Χριστοῦ» καὶ «καινὴ κτίσις». Εἶναι γιατί δὲν γίναμε ἀκόμη τὰ χέρια, τὰ πόδια, τὰ μάτια, τὰ αὐτιά, τὸ στόμα, ἡ καρδιά, ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι γιατί δὲν χριστοποιηθήκαμε ἀκόμη. Καὶ χωρὶς χριστοποιημένους χριστιανοὺς οἱ Ἰοῦδες δὲν ἀπομακρύνονται, ἡ Ἐκκλησία δὲν νικᾶ, οὔτε μεταμορφώνεται ἡ κοινωνία!
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 3/4/2015
1. Μέ ὠθεῖ νά μιλήσω ὁ ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τούς πατρικούς κόλπους καί κυοφορήθηκε ἀπερίγραπτα στά σπλάγχνα τῆς Παρθένου. Αὐτός πού ἔγινε γιά μένα ὅ,τι ἐγώ εἶμαι, Αὐτός πού εἶναι ἀπαθής ὡς πρός τήν θεότητά Του καί περιβλήθηκε ὡστόσο ὁμοιοπαθές μέ ἐμένα σῶμα. Αὐτός πού στόν οὐρανό ἐποχεῖται πάνω στά χερουβικά ἅρματα καί πάνω στή γῆ καβαλικεύει σέ γαϊδουράκι. Ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης, Αὐτός πού μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Πνεῦμα εὐφημεῖται ἀπό τά Σεραφίμ ὡς ἅγιος καί δέχεται τά ψελλίσματα τῶν παιδιῶν ἀπό τήν ἄκακη γλώσσα τους. Αὐτός πού εἶναι Θεός καί ἔχει τή μορφή δούλου καί πού ἔλαβε τή μορφή τοῦ δούλου. Αὐτός πού εἶναι ἄυλος καί ἀόρατος Θεός καί δέχτηκε νά λάβει ὁρατό καί ψηλαφητό σῶμα. Αὐτός πού βάδισε ἀκούσια στό πάθος, γιά νά μοῦ χαρίσει τήν ἀπάθεια. Αὐτός ὁ Ὁποῖος βλέποντας τόν ἄνθρωπο, πού ἔπλασε σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα Του καί τήν ὁμοίωσή Του, τό πλάσμα τῶν χεριῶν Του, νά ἔχει δελεαστεῖ ἀπό τήν ἀπάτη τοῦ φιδιοῦ, ἐκεῖνον νά ἔχει πέσει στήν παράβαση τῆς ἐντολῆς Του καί νά ἔχει γίνει ὑποχείριος τῆς φθορᾶς καί ὑπόλογος θανάτου, δέν ἄντεξε.
Ὁ γεμάτος συμπάθεια δέν μπόρεσε νά ὑπομείνει τή στέρηση ἐκείνου πού ποθοῦσε, ἀλλά τόν κάλεσε μέ πολλούς τρόπους σέ ἐπιστροφή καί μετάνοια, ἀφοῦ τόν παίδεψε σάν ἀχάριστο δοῦλο, σάν ἄμυαλο καί νήπιο γιό «πολυμερῶς καί πολυτρόπως» καί ἀφοῦ μηχανεύτηκε κάθε μέσο, γιά ν᾽ ἀποτινάξει τή δουλεία πού τόν τυραννοῦσε καί ἔτσι νά ἐπανέλθει στόν Πλάστη του. Ὅμως ἦταν ἀδύνατη ἡ ἐπιστροφή του, ἀφοῦ μιά γιά πάντα εἶχε καταδουλωθεῖ στήν ἁμαρτία καί εἶχε συζευχθεῖ θεληματικά μέ τήν ἐπιθυμία τῶν γήινων. Γι᾽ αὐτό ὁ ὑπεράγαθος Κύριος ἀναλαμβάνει τή φύση μας, ἐπειδή εἶδε ὅτι αὐτή εἶχε ἐξασθενήσει.
Βλέποντας δηλαδή τόν ἄνθρωπο νά μή ὑπακούει στό λόγο καί τίς ἐντολές καί τά προστάγματα τῆς σωτηρίας, τί λέει; «Πρέπει νά παιδαγωγήσω μέ ἔργα αὐτόν πού ἔχει ἄγνοια. Πρέπει νά τόν κατευθύνω στίς ἀρετές, γιά νά τίς συνηθίσει καί νά τίς ἐπιτελέσει ὁ ἴδιος. Πρέπει νά μέ δοῦν μέ τά μάτια τους ἀνάμεσά τους, καί ἔτσι νά θεραπεύσω τόν ἄρρωστο. Πρέπει νά κάνω νά ξαναγυρίσει τό πλανημένο πρόβατο καί νά τό ὁδηγήσω στήν ἀρχική του διαμονή, στόν παράδεισο. Πῶς ὅμως θά τό ἐπιστρέψω χωρίς νά μέ βλέπει; Πῶς θά ὁδηγήσω αὐτόν πού δέν βλέπει τά ἴχνη μου;»
Γι᾽ αὐτό ἔγινε ἄνθρωπος, ὥστε, μέ ὅσα ἔπραξε καί ἔπαθε, νά διδάξει ἔμπρακτα αὐτόν πού ἀγνοοῦσε, πῶς νά πράξει τήν ἀρετή. Ἔτσι βλέποντάς Τον νά κατεβαίνει κατ᾽ οἰκονομίαν γιά χάρη μας στή γῆ ἀπό τούς πατρικούς κόλπους, ν᾽ ἀνεβοῦμε καί ἐμεῖς μέ τή θέλησή μας πρός Αὐτόν ἀπό τή μητέρα μας γῆ. Σαρκώθηκε ἐπίσης γιά νά δείξει τόν ἀνυπέρβλητο πλοῦτο τῆς ἀγάπης Του πρός ἐμᾶς. Γιατί μεγαλύτερη ἀγάπη δέν μπορεῖ νά δείξει κανένας, παρά μόνο ἄν θυσιάσει τήν ψυχή του γιά χάρη τῶν φίλων του (Ἰω. ιε´ 13). Καί πῶς ὅποιος δέν ἔχει ἔνσαρκη ζωή θά δείξει τήν ἀγάπη του;
2. Γι᾽ αὐτό ἀναλαμβάνει τή σάρκα, γιά νά Τόν δοῦμε στή γῆ καί νά ζήσει ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους (Βαρούχ γ´ 38). Γι᾽ αὐτό ἀναλαμβάνει ψυχή, γιά νά θυσιάσει τήν ψυχή Του γιά χάρη τῶν φίλων Του. Καί φίλους δέν ἐννοῶ αὐτούς πού Τόν ἀγαποῦν, ἀλλά αὐτούς πού ποθεῖ Ἐκεῖνος. Γιατί ἐμεῖς Τόν μισήσαμε καί Τοῦ στρέψαμε τήν πλάτη καί γίναμε δοῦλοι σέ ἄλλον, ἐνῶ Αὐτός δέν μετέβαλε τήν ἀγάπη Του σ᾽ ἐμᾶς. Γιά τοῦτο ἔτρεξε πίσω μας. Ἦρθε σ᾽ ἐμᾶς πού Τόν μισήσαμε, προσπάθησε νά προλάβει ἐμᾶς πού φεύγαμε κι ὅταν μᾶς ἔφτασε, δέ μᾶς ἔλεγξε μέ σκληρότητα, δέ μᾶς γύρισε κοντά Του μέ τό μαστίγιο, ἀλλά σάν ἄριστος γιατρός πού τόν ὑβρίζει κάποιος μανιακός, πού τόν φτύνει καί τοῦ δίνει ραπίσματα, Αὐτός πρόσφερε τή θεραπευτική Του ὑπηρεσία. Σέ ἔνδειξη τοῦ μεγέθους τῆς θεραπείας πρόσφερε στήν ἀνθρώπινη φύση τήν ἴδια Του τήν θεότητα ὡς φάρμακο. Φάρμακο πολύ δραστικό, φάρμακο παντοδύναμο. Αὐτή ἀπέδειξε τό ἀσθενικό μας σαρκίο πιό ἰσχυρό ἀπό τίς ἀόρατες δυνάμεις. Ὅπως δηλαδή ὁ σίδηρος ὅταν ἑνωθεῖ μέ τή φωτιά εἶναι ἀδύνατο ν᾽ ἀγγιχτεῖ, ἔτσι καί τό χόρτο τῆς δικῆς μας φύσης, ἀφοῦ ἑνώθηκε μέ τή φωτιά τῆς θεότητας, ἔγινε ἀπλησίαστο ἀπό τό διάβολο. Κι ἐπειδή ἕνα πάθος θεραπεύεται μέ τά ἀντίθετά του -ὅπως λένε κι οἱ μαθητές τῶν γιατρῶν- καταβάλλει κι Αὐτός τά πάθη μας μέ τά ἀντίθετά τους, δηλαδή τήν ἡδονή μέ τούς μόχθους, τήν ὑπερηφάνεια μέ τήν ταπείνωση. Δέν ταπείνωσε δηλαδή μόνο τόν Ἑαυτό Του μέ τό νά γίνει ἄνθρωπος, ἐνῶ ἦταν πλούσιος στή θεότητα, ἀλλά ταπεινώθηκε καί ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους (πρβλ. Φιλιπ. β´ 6-8).
Πράγματι ποιός ἀπό τούς ἀνθρώπους ὑπῆρξε τόσο ταπεινός; «Δέν ἔχει ποῦ νά κλίνει τήν κεφαλή του» (Ματθ. 8, 20). Δέν εἶχε ὑποζύγιο, δέν εἶχε διπλό χιτώνα, δέν εἶχε ἄλλο ροῦχο. «Δεχόμενος προσβολές, δέν τίς ἀνταπέδιδε. Δέν ἀπειλοῦσε ὅταν τοῦ ἔκαναν κάποιο κακό»(Α’ Πέτρ. 2, 23). Ὁδηγοῦνταν σάν ἄκακο ἀρνί στή θυσία, χωρίς νά διαμαρτύρεται, χωρίς νά φωνάζει (Ἠσ. 53, 7). Τόν ράπιζαν κι ἔδινε πρόθυμα τή σιαγόνα Του σ᾽ ἐκεῖνον πού Τόν χτυποῦσε. Δέν ἔστρεψε τό πρόσωπό Του γιά ν᾽ ἀποφύγει τά αἰσχρά φτυσίματα. Ἐνῶ Τόν ἀποκαλοῦσαν Σαμαρείτη καί δαιμονισμένο (Ἰω. η´ 48) καί ἐνῶ Τόν καταδίωκαν, δείχνει ὑπομονή σ᾽ αὐτά, γιά ν᾽ ἀκολουθήσομε κι ἐμεῖς τά ἴχνη Του.
Τά ἔκανε ὅλα αὐτά μέ τήν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. Ὄντας δηλαδή δικός Του Υἱός Μονογενής καί Ὁμοούσιος, μᾶς γνώρισε τήν Πατρική ἀγάπη τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. Γιατί τόσο πολύ μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός καί Πατέρας, ὥστε ἔδωσε ὡς λύτρο γιά χάρη μας τόν Μονογενή Υἱό Του. Ὤ ἀγάπη ἀνυπέρβλητη! Ἔδωσε τόν Μονογενή Υἱό Του, πού ἦταν συμβασιλέας Του, γιά χάρη δούλων πού παράκουσαν, γιά χάρη ἐχθρῶν πού Τόν βλασφημοῦσαν καί λάτρευαν γιά θεό τους τόν ἐχθρό. Ὤ βάθος πλούτου τῆς ἀγαθότητας τοῦ Θεοῦ (Ρωμ. ια´ 33). Δέν ἀντιστάθηκε ὅμως ὁ Μονογενής Υἱός, δέν ἀθέτησε τό θέλημα τοῦ Πατέρα. Γιατί ἦταν Αὐτός ἡ βουλή καί ἡ θέληση τοῦ Πατέρα. Γι᾽ αὐτό λοιπόν, ἐπειδή ἦταν μέτοχος καί κοινωνός τῆς φύσης Του (γιατί εἶναι μία ἡ φύση τοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ), ἐκτελεῖ δικό Του θέλημα, γίνεται ἄνθρωπος καί ὑπήκοος τοῦ Πατέρα μέχρι θανάτου, καί μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ (Φιλ. β´ 8), θεραπεύοντας ἔτσι τή δική μου παρακοή.
3. Ἐπείγεται λοιπόν πρός τό πάθος καί βιάζεται νά πιεῖ τό ποτήρι τοῦ θανάτου, τό σωτήριο γιά ὅλο τόν κόσμο. Ἔρχεται πεινασμένος γιά τή σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας, καί δέ βρίσκει σ᾽ αὐτήν καρπό. Γιατί αὐτήν ὑπαινίσσεται μεταφορικά ἡ συκιά. Ποιός δηλαδή τρώει τό πρωί; Ὁ βασιλιάς, ὁ Κύριος, ὁ Δάσκαλος. Νιώθοντας πείνα πρωί-πρωί, δέν ἐμποδίζει τήν ἐπιθυμία τοῦ φαγητοῦ. Δέν συγκρατεῖ τή φύση Του, ἀλλά, σάν κάποιος ἀκρατής κι ἀκόλαστος, ὁρμᾶ ἀνόητα στό φαγητό, σέ ἀκατάλληλη ὥρα. Πῶς τότε παιδαγωγεῖ τούς μαθητές Του νά μήν τούς νικᾶ τό πάθος τῆς ἐπιθυμίας;
Δέν εἶναι ἔτσι τό πράγμα. Ἀλλά ὅπως μιλοῦσε διδάσκοντας μέ παραβολικούς λόγους, ἔτσι ἐκτελεῖ καί τίς παραβολές μέ ἔργο. Πλησίασε στή συκιά πεινώντας (Ματθ. ια´ 19). Ἡ συκιά ὑποδήλωνε τή φύση τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ καρπός τῆς συκιᾶς εἶναι γλυκύς, τά φύλλα της τραχιά κι ἄχρηστα κι ἕτοιμα γιά τή φωτιά. Ἀλλά καί ἡ φύση τῆς ἀνθρωπότητας εἶχε γλυκύτατο τόν καρπό τῆς ἀρετῆς, ἔχοντας ἀπό τό Θεό τήν ἐντολή νά τήν καρποφορεῖ, ἐξαιτίας ὅμως τῆς ἀκαρπίας της στήν ἀρετή ἔβγαλε τά τραχιά φύλλα.
Πράγματι τί ὑπάρχει τραχύτερο ἀπό τίς βιοτικές μέριμνες (Γεν. β´ 25); Ἦταν κάποτε γυμνοί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα καί δέν ἔνιωθαν ντροπή. Γυμνοί στήν ἁπλότητα καί τήν ἀπέριττη ζωή τους. Οὔτε τέχνη εἶχαν οὔτε βιοτικές μέριμνες. Δέν ἐπινοοῦσαν τρόπους πῶς νά σκεπάσουν τή γύμνια τοῦ σώματός τους. Δέν ντρέπονταν γιά τήν ἀκτημοσύνη τους οὔτε γιά τή λιτότητα τῆς ζωῆς τους, ἀλλά, ἄν καί ἦταν γυμνοί στό σῶμα, τούς σκέπαζε ἡ Θεία Χάρη. Δέν εἶχαν σωματικό φόρεμα, ἀλλά φοροῦσαν ἔνδυμα ἀφθαρσίας. Ὅταν ὅμως παράκουσαν, βρέθηκαν μακριά ἀπό τή Χάρη πού τούς σκέπαζε. Ἀπογυμνώθηκαν ἀπό τήν ἔκστασή τους πρός τόν Θεό καί τή θεωρία Του. Εἶδαν τή γύμνωση τοῦ σώματός τους (Γεν. γ´ 7). Πόθησαν τά εὐχάριστα τῆς ζωῆς. Βρέθηκαν μέσα στή φτωχική καί στερημένη ζωή. Ἔρραψαν φόρεμα ἀπό φύλλα συκιᾶς κι ἔκαναν περιζώματα, ἔκαναν πολλούς λογισμούς καί βρῆκαν τήν τραχιά καί γεμάτη μέριμνες καί πόνους ζωή. «Μέ τόν ἱδρώτα τοῦ προσώπου σου θά φᾶς τό ψωμί σου. Καταραμένη θά εἶναι γιά τά ἔργα σου ἡ γῆ, θά βγάλει γιά σένα ἀγκάθια καί τριβόλια καί θά καταλήξεις στή γῆ» (Γεν. γ´ 17, 19).
Ἀπέκτησες γήινα φρονήματα, γι᾽ αὐτό ἡ στροφή σου θά γίνει πρός τή γῆ. Ἔγινες ἕνα μέ τά ἄλογα ζῶα, ἀφοῦ δέν κατάλαβες ὅτι εἶχες τιμητική θέση (Ψαλμ. μη´ 13). Ἤσουν στούς κόλπους τοῦ Θεοῦ καί δέν κατάλαβες τήν καρποφόρο ἀρετή. Προτίμησες τήν ἀπόλαυση τῶν γήινων κι ἀγάπησες τή ζωή τῶν ἀλόγων ζώων. Εἶσαι γῆ καί θά καταλήξεις στή γῆ. Θά κληρονομήσεις τό θάνατο, ὅπως τά ἄλογα ζῶα. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού φοράει καί τούς δερμάτινους χιτῶνες (Γεν. γ´ 21). Ὄντας μέ τό σῶμα του ἀνάμεσα στή ζωή καί στό θάνατο – ἐνῶ πρῶτα ζοῦσε στόν παράδεισο τῆς τρυφῆς καί κατοικοῦσε σέ βασιλικά διαμερίσματα – ἀπέκτησε ἔπειτα θνητό καί παχύ σῶμα, ἱκανό νά ἀντέχει στούς κόπους. Εἶναι ἀληθινά τραχιά τά φύλλα τῆς συκιᾶς τῆς φύσης μας, τῆς ἀπειθάρχητης κακίας τῆς φύσης μας. Σ᾽ αὐτή τή συκιά, τή φύση δηλαδή τῆς ἀνθρωπότητας, πῆγε ὁ Σωτήρας πεινώντας καί ζητώντας ἀπό αὐτήν τό γλυκύτατο καρπό, δηλαδή τήν γλυκύτατη γιά τό Θεό ἀρετή, μέ τήν ὁποία πραγματοποιεῖ τή σωτηρία μας. Καί δέ βρῆκε καρπό, παρά φύλλα μονάχα, τήν τραχιά καί πικρή ἁμαρτία καί ὅ,τι κακό φυτρώνει ἀπό αὐτήν.
Γι᾽ αὐτό καί τῆς λέει ἐπιτιμητικά: «Ποτέ πιά δέν θά δώσεις καρπούς» (Ματθ. ια´ 19). Γιατί ἡ σωτηρία δέν προέρχεται ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἡ ἀρετή δέν προέρχεται ἀπό ἀνθρώπινη δύναμη. Ἐγώ θά φέρω τή σωτηρία σας καί μέ τό πάθος μου θά σᾶς χαρίσω τήν ἀνάσταση. Θά σᾶς χαρίσω ἐπιπλέον καί τήν ἀπαλλαγή σας ἀπό τήν πολύ σκληρή αὐτή ζωή πού τώρα ζεῖτε. Αὐτά εἶπε καί βέβαια ὅπως τά εἶπε καί τά πραγματοποίησε.
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ
(Ἀπόσπασμα ἀπό τήν Ὁμιλία στήν ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑ ΣΥΚΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ)
Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία
«Σὰν τὴν καταστολισμένη νύφη, ἔτσι εἶναι ἡ Ἑλλάδα μας, γεμάτη ἀπὸ ἐκκλησιές, μοναστήρια καὶ ἐρημοκλήσια τῆς Παναγίας, τὸ πνευματικὸ στολίδι τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Στὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ βρίσκεται τὸ σεβάσμιο εἰκόνισμά της, δεξιὰ ἀπὸ τὴν Ὡραία Πύλη, μὲ τὸ γυρτὸ κεφάλι της γιὰ νὰ ἀκούσει τὸν κάθε πόνο μας, τὴν κάθε χαρά μας. Πόσα εἶναι τὰ δάκρυα στὰ ἄχραντα χέρια της, δάκρυα τοῦ βασανισμένου λαοῦ μας;».
Μ’ αὐτὰ τὰ ὡραῖα λόγια, ὁ μεγάλος μας λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου, συμπυκνώνει τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ τοῦ λαοῦ στὴ Θεομάνα καὶ Ἐθνομάνα μας, τὴν Παναγία. Καὶ πόση παρηγοριὰ αἰσθάνεται ὁ πιστὸς λαὸς τοῦτες τὶς ἀνοιξιάτικες Παρασκευὲς τῶν χαιρετισμῶν. «Χαῖρε δι’ ἦς ἐχθροὶ καταπίπτουσιν».
Πάντοτε ὁ λαός μας εἴτε τὴν ἀρχαία ἐποχὴ εἴτε τὰ βυζαντινὰ χρόνια εἴτε τὰ νεώτερα, μάχεται ἔχοντας ὡς προμετωπίδα, ὡς σημαία του τὸ «ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος».
Στὴν ναυμαχία τῆς Σαλαμίνας, στὸν περίφημο παιάνα τοῦ ὁ Αἰσχύλος, διαλαλεῖ «Ἴτε παῖδες Ἑλλήνων ἐλευθεροῦτε πατρίδα… Θεῶν πατρώων ἔδη». Ἐλευθερῶστε τὰ ἱερὰ τῶν θεῶν σας…
Στὸ Βυζάντιο ἡ πολεμικὴ ἰαχὴ εἶναι «Σταυρὸς νικᾶ». Τοῦ βυζαντινοῦ στρατοῦ ἡγοῦνται πιστοὶ αὐτοκράτορες. Ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς στὸν πόλεμο φοροῦσε κάτω ἀπὸ τὸ θώρακά του ἕνα παλιοράσο τοῦ θείου του, ἀσκητῆ ἁγίου Γεωργίου τοῦ ἐν τῷ Μαλεῷ.
Ὁ Ἰωάννης Τσιμισκὴς γονάτιζε σὰν παιδὶ μπροστὰ ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ὁδηγήτριας, πρὶν ξεκινήσει τοὺς νικηφόρους πολέμους του. Ὁ Ἀλέξιος Κομνηνὸς ὅποτε ἦταν νὰ ἐκστρατεύσει, ἔβαζε τὰ πολεμικά του σχέδια κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ προσευχόταν ὅλη τὴ νύχτα. Ὁ Θεόδωρος Δούκας Λάσκαρης, συνέθεσε τὸν Μέγα Παρακλητικὸ κανόνα τῆς Παναγίας. Μὰ καὶ ὅταν ἔπεσε ἡ Πόλη καὶ ἀκούστηκε ἡ σπαρακτικὴ κραυγὴ «Ἑάλω ἡ πόλις Σου Θεοτόκε», ἀμέσως ὁ λαὸς σπεύδει καὶ παρηγορεῖ τὸ Ρόδον τὸ Ἀμάραντον τῆς Ὀρθοδοξίας, δὲν ζητᾶ ὁ ἴδιος παρηγοριά. «Σώπασε κυρὰ Δέσποινα καὶ μὴν πολυδακρύζεις, πάλι μὲ χρόνους μὲ καιρούς, πάλι δικά σου θά ᾽ναι».
Στὴν εὐλογημένη ἐπανάσταση τοῦ 1821 πάλι τὴ βοήθεια τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ ἐπικαλοῦνται οἱ ἀγωνιστές.
Στὴν ἀρχὴ τῆς ἐπανάστασης, ὁ Κολοκοτρώνης, μένει κάποια στιγμὴ μόνος, ἀπὸ τὸν φόβο τῶν Τούρκων ὅλοι τὸν ἐγκαταλείπουν. Γράφει στὰ Ἀπομνημονεύματά του: «Ἦταν μία ἐκκλησιὰ εἰς τὸν δρόμον, ἡ Παναγία στὸ Χρυσοβίτσι. Ἔκατσα ἐκεῖ καὶ ἔκλαιγα τὴν Ἑλλάς. Παναγία μου βοήθησε καὶ τούτην τὴ φορὰ τοὺς Ἕλληνες γιὰ νὰ ἐμψυχωθοῦν». Βοήθησε ἡ Παναγία καὶ ἐλευθερώθηκε τὸ Γένος, γι’ αὐτὸ καὶ τὸ δημοτικὸ τραγούδι ἔτσι προσκαλεῖ:
«Τ’ ἀντρειωμένου τ’ ἅρματα
δὲν πρέπει νὰ πουλιῶνται,
μόν’ πρέπει τους στὴν Ἐκκλησιὰ
κι ἐκεῖ νὰ λειτουργιῶνται».
Ἀλλὰ καὶ στοὺς μετέπειτα ἀγῶνες τοῦ ἔθνους γιὰ ἀπελευθέρωση σκλαβωμένων πατρίδων καὶ πάλι στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Θεομήτορος προστρέχει. «Ἔκαμα χθὲς ἕνα τάμα εἰς τὴν Θεοτόκο Παρθένα, τὴν πλατυτέρα, νὰ βοηθήσει τὴν Μακεδονία μας», γράφει ὁ ἀντρειωμένος Παῦλος Μελᾶς σὲ γράμμα του, στὴ γυναίκα τοῦ Ναταλία.
Στὸν πόλεμο τοῦ 1940, τότε ποὺ ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς φώτιζε μὲ τὸν ἡρωισμό του τὴν πανικοβλημένη Εὐρώπη, ἡ Ἁγία Σκέπη τῆς Παναγίας κρατοῦσε ὄρθιους στῆς ἱστορίας τὸ διάσελο, τὰ ἡρωικὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδας.
Γράφει ὁ Ἠλίας Βενέζης σ’ ἕνα κείμενό του στὶς 28 Δεκεμβρίου 1940: «Λέγανε οἱ ξένοι ἄνθρωποι, ποὺ βλέπανε τὰ γινόμενα, τί θὰ κάμει τόσο μικρὸς λαὸς μὲ τόσον μεγάλο γείτονα; Θὰ γονατίσει μία μέρα. Μὰ ὁ λαὸς πίστευε πὼς θὰ τὸν βοηθήσει ἡ προσβεβλημένη Παναγία. Καλὰ περιμένετε νὰ δεῖτε. Περιμένετε ὕστερα ἀπὸ ἕνα μήνα, στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου, ἔλεγαν οἱ μάνες τῶν στρατιωτῶν. Καὶ πῆγαν οἱ στρατιῶτες καὶ πολέμησαν καὶ ἔψαλλαν στὶς ἀετοράχες Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ καὶ νίκησαν».
Συνεχίζεται στὶς μέρες μας αὐτὴ ἡ παράδοση τῆς τιμῆς τοῦ στρατοῦ μας στὴν Θεοτόκο. Οἱ ἔνοπλες δυνάμεις τῆς χώρας μας καὶ στοὺς τωρινοὺς ταραγμένους καιροὺς ποὺ ζοῦμε, στὴν συνείδηση τοῦ λαοῦ μας στέκονται πολὺ ψηλά. Ἀπὸ ὅλους τοὺς θεσμοὺς τοῦ κράτους, ὁ στρατὸς ἀπολαμβάνει τὴν μεγαλύτερη ἐμπιστοσύνη. Ὁ Στρατός μας, παρόλη τὴν δολερὴ πολλὲς φορὲς πολεμικὴ ποὺ ὑφίσταται ἀπὸ ἐντὸς ἢ ἐκτὸς τῶν τειχῶν ἐχθρούς, παραμένει ἰσχυρὸς φύλακας τῆς ἐθνικῆς μας ἀξιοπρέπειας, ἀπαντοχὴ τοῦ λαοῦ.
Μπορεῖ νὰ μᾶς χαρακτηρίζουν μικρὸ κράτος. Ὅμως «ἡ μεγαλοσύνη στὰ ἔθνη δὲν μετριέται μὲ τὸ στρέμμα, μὲ τῆς καρδιᾶς τὸ πύρωμα μετριέται καὶ μὲ τὸ αἷμα», θὰ πεῖ ὁ ἐθνικός μας ποιητὴς Κωστὴς Παλαμᾶς.
Τὸ αἷμα τοῦ Ἕλληνα ἄγνωστου στρατιώτη καὶ ἀξιωματικοῦ ἔκανε τὴν πατρίδα μας μεγάλη, πολὺ μεγάλη ἔναντι ἰδίως κάποιων σπιθαμιαίων γειτόνων ποὺ προσπαθοῦν νὰ σταθοῦν στὰ πόδια τους πατώντας πάνω σὲ κλεμμένα μεγαλεῖα ἢ ἄλλων παραφουσκωμένων ἀπὸ ἔπαρση ψευτογιγάντων, ποὺ ὅταν ὁ στρατός μας κατασκοτωνόταν στὰ βουνὰ τῆς Βορείου Ἠπείρου αὐτοὶ ἀπολάμβαναν οὐδετερότητα. (Τουρκία, Ἱσπανία, Σουηδία κλπ) «Ἦρθαν ντυμένοι φίλοι/ Ἀμέτρητες φορὲς οἱ ἐχθροί», γράφει γιὰ κάτι τέτοιους ὁ Ἐλύτης.
Ὅσο ὑπάρχει ἡ ἀτρόμητη ἀσπίδα τοῦ ἔθνους ποὺ λέγονται Ἔνοπλες Δυνάμεις καὶ ὅσο αὐτὴ ἡ ἀπίδα θὰ ἔχει ἱστορημένη πάνω της τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἂς ὀνειροφαντάζονται ὅ,τι θέλουν οἱ ἐπίβουλοι.
«Ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια εἴμαστε ἡ πρώτη νίκη καταπάνω στὴν ἀπρόσωπη βαρβαρότητα. Τὰ βουνά μας, τὰ χώματά μας, δώσανε νόημα στὴν ὕπαρξη πολλῶν». Στὴν γλώσσα μας γράφτηκαν γράμματα ποὺ τὰ διαβάζουνε οἱ ἀγράμματοι κι ἁγιάζουνε. Ἐμεῖς ἀνακαλύψαμε τοὺς νόμους κι ὀργανώσαμε τὸ χάος. Ἐμεῖς, οἱ Ἕλληνες, κρατημένοι ἀπὸ τὴ Ζώνη τῆς Παναγίας, ποὺ πάντα θὰ προστατεύει τὸν φιλόπχριστο στρατό μας.
Τοῦτες τὶς πονηρὲς ἡμέρες, τὸ ἀνήμερο ἐξ ἀνατολῶν θηρίο τροχίζει τὰ νύχια του καὶ τρίζει τὰ δόντια του. Τὸ μόνο ποὺ φοβᾶται εἶναι τὶς Ἔνοπλες Δυνάμεις μας, ποὺ παραμένουν ὁ φρουρὸς καὶ ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς Πατρίδας μας.
Πηγή: Χριστιανική Βιβλιογραφία, Αβέρωφ
Ρε πως περνάει ο καιρός! Προχθές ευχόμασταν «καλή Πρωτοχρονιά» και σήμερα ευχόμαστε «καλό Πάσχα»! O χρόνος, πράγματι, «τρέχει» αλλά πόσοι από εμάς πήραμε την απόφαση να τον εκμεταλλευτούμε κάνοντας κάτι διαφορετικό το οποίο, ίσως (ίσως λέμε), μας καλυτερεύσει ως ανθρώπους; Θέλω να πώ πως τόσα και τόσα δοκιμάσαμε κατά την διάρκεια της μέτριας ζωής μας, γιατί να μην δοκιμάσουμε στο κάτω κάτω και κάτι το οικείο με αφορμή το φετινό Πάσχα, μεσούσης της οικονομοκοινωνικής κρίσης; Παράδειγμα, πολλοί από εμάς δοκιμάσαμε εξαντλητικές δίαιτες και «διατροφές» αλλά σπάνια νηστεύσαμε. Πολλοί από εμάς ασχοληθήκαμε με γιόγκα, ζα ζεν, φεγκ σούι και διαλογισμούς αλλά σπάνια αποπειραθήκαμε να προσευχηθούμε. Πολλοί από εμάς τρέξαμε σε ψυχολόγους, σε ψυχιάτρους, σε γιατρούς αλλά σπάνια εμπιστευτήκαμε έναν πνευματικό ιερέα (και τζάμπα, έέέ). Πολλοί από εμάς μιλάμε ακατάσχετα αργολογώντας-μπουρδολογώντας, «ξεβρακωνόμαστε» στο φεϊσμπουκ, στο σκάϊπ και στους κολλητούς μας αλλά ποτέ δεν σκεφτήκαμε να κάνουμε κάτι ουσιαστικό και να συνομιλήσουμε –εξομολογηθούμε ενώπιον εξομολόγου. Πολλοί από εμάς διαβάσαμε από Καζαντζάκη και Γιαλόμ μέχρι Λένα Μαντά, Λιακόπουλο και Άρλεκιν αλλά δεν διανοηθήκαμε να ανοίξουμε, μπας και ξεστραβωθούμε, την Καινή Διαθήκη ή κάποιο άλλο πατερικό κείμενο. Πολλοί από εμάς σηκωνόμαστε το πρωί για να πάμε για γυμναστική, για καφέ, για δουλειά, για σκι, για ψώνια, για βόλτα, τον σκύλο για κατούρημα αλλά ποτέ δεν μας πέρασε από το μυαλό να διαθέσουμε ελάχιστο χρόνο και να πάμε σε κάποιαν εκκλησία, μία Κυριακή στις τόσες, να πούμε ένα «ευχαριστώ» προς τον Τριαδικό Θεό ή να προσευχηθούμε για κάποιον δικό μας. Πολλοί από εμάς δικαιολογούμε τα αδικαιολόγητα, διυλίζοντας τον κώνωπα και καταπίνοντας την κάμηλον, αλλά η «ηθική» μας και η «λογική» μας δεν δικαιολογεί «τα της εκκλησίας» και βάζει φρένο στο να πλησιάσουμε την Πίστη μας, έστω και από περιέργεια, καθώς μας φταίνε οι «κατηχητικούρες με τις κοτσίδες», οι «χοντροί παπάδες», οι «ιερείς που είναι αδερφές», τα «λαμόγια που βάζουν χέρι στο παγκάρι», οι «επιτήδειοι που κάνουν τους μεγάλους σταυρούς», οι «συντηρητισμοί που είναι για οπισθοδρομικούς», ο «Άνθιμος Θεσσαλονίκης με το κήρυγμά του» και άλλες προφάσεις εν αμαρτίαις οι οποίες, στην ουσία, αυτό-δικαιολογούν τις αναστολές μας, αυτό-αθωώνουν τις ενοχές μας, αυτό-επικροτούν τις πρακτικές μας και γενικώς αυτό-ικανοποιούν τον θηριώδη εγωισμό μας. Πάσχα έρχεται μωρέ, κι όχι Γιουροβίζιον. Ας δοκιμάσουμε, έστω από περιέργεια, να κάνουμε κάτι διαφορετικό μετέχοντας στο όλο Θείο δράμα αλλά και στην Ανάσταση που έρχεται, μπας και «αναστηθούμε» συλλογικά…
Πηγή: (Εφημερίδα «ΑΝΤΙΦΩΝΗΤΗΣ», 1 Απριλίου 2015), Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Σήμερα, Κυριακή των Βαϊων, φθάνει στα Ιεροσόλυμα ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, που έλαβε μορφή δούλου για να ελευθερώσει το ανθρώπινο γένος. Ο ουράνιος Βασιλεύς παραγίνεται στην Σιών, γι’ αυτό, ας χαρεί η Εκκλησία του Θεού, διότι ο Νυμφίος της έρχεται καθήμενος επάνω σε πώλο όνου. Ας εξέλθουμε για να Τον προϋπαντήσουμε, ας τρέξουμε για να δούμε την δόξα Του, ας τιμήσουμε την είσοδό Του στην πόλη την Αγία.
H σωτηρία προσφέρεται στον κόσμο. Ο Θεάνθρωπος έρχεται στο Σταυρό. Ο Βασιλεύς της Σιών, που είναι η προσδοκία των εθνών, έρχεται στην Αγία Πόλη για να χαρίσει την σωτηρία στους ανθρώπους. Το Φως φανερώνεται, η πλάνη καταργείται, ανθίζει η Αλήθεια, η Εκκλησία των Ορθοδόξων χορεύει, η Συναγωγή των Ιουδαίων χηρεύει, οι δαίμονες ντροπιάζονται, η κατάρα του Αδάμ λύεται, οι Εβραίοι ταράσσονται, τα έθνη ευφραίνονται και ο Δαίμων συντρίβεται,. Ο Χριστός καθήμενος πάνω σε πώλο όνου έρχεται! Οι ουρανοί αγάλλονται· οι άγγελοι υμνούν· οι Εκκλησίες χαίρουν· οι ιερείς υμνούν· οι προφήτες προφητεύουν· οι μαθητές κηρύττουν. Όλη η δημιουργία, όλη η φύση και κάθε τι που έχει πνεύμα ζωής, ας υπαντήσουν τον Βασιλέα των όλων και μαζί με τα παιδιά των Εβραίων ας φωνάξουν το: «Ωσαννά εν τοις υψίστοις. Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου· Θεός Κύριος, και επέφανεν ημίν, επέφανε τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις ημίν».
Η Κυριακή των Βαϊων αποτελεί για εκείνους που έπεσαν ανάσταση, για τους αιχμαλώτους ελευθέρωση, για τους τυφλούς ανάβλεψη, για τους πενθούντας παράκληση, για τους κοπιώντας ανάπαυση, για τους απεγνωσμένους παρηγτριά και λύτρωση, και γενικά για όλους εκείνους που καταπονούνται είναι η ειρήνη και η γαλήνη. Γι’ αυτό και εμείς λέγομε το «Ωσαννά», που σημαίνει: Σώσε μας Κύριε που είσαι ο Ύψιστος Θεός!
Χθές ο Χριστός ανάστησε από τους νεκρούς τον τετραήμερο Λάζαρο, σήμερα ο Ίδιος έρχεται θεληματικά προς τον θάνατο. Χθές χάρισε την ζωή σ’ άλλον, σήμερα ο Ζωοδότης έρχεται προς τον θάνατο. Χθες έλυσε τα σπάργανα του Λαζάρου, σήμερα ο Ίδιος θεληματικά σπαργανούται. Χθες έβγαλε τον άνθρωπο από το σκοτάδι, σήμερα ο Ίδιος τοποθετείται στα σκοτεινά μέρη του τάφου και μπαίνει κάτω από τη σκιά του θανάτου για να σώσει τον άνθρωπο. Χθές χάρισε στη Μαρία τον τετραήμερο νεκρό αδελφό της, σήμερα ο Χριστός με την τριήμερο αναστασή Του χαρίζει τον Εαυτό Του στην Εκκλησία. Τότε, μόνον η Βηθανία θαυμάζει, τώρα όλη η Εκκλησία γιορτάζει. Γιορτάζει η Ορθόδοξος Εκκλησία, όχι τυπικά, όχι σωματικά, αλλά πνευματικά. Διότι, σήμερα, γιορτάζομε την πτώση των ειδώλων και την ανάσταση των εκκλησιών. «Τα αρχαία παρήλθον· ιδού γέγονε τα πάντα καινά».
Και μόλις ο Ιησούς κατέβηκε από το όρος, ο όχλος έλαβε βάϊα φοινίκων και κλάδους ελιάς και βγήκαν να Τον προϋπαντήσουν. Και τα παιδά φώναζαν: «Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Αυτή είναι η Δεσποτική παρουσία· αυτή είναι η επιδημία του Βασιλέα των βασιλευόντων· αυτή είναι η λαμπρά έλευση του Δημιουργού των όλων. Γι’ αυτό και εμείς που ήλθαμε στη σημερινή γιορτή, ας βγούμε για να Τον προϋπαντήσουμε ακολουθώντες τον πώλο με ταπεινή καρδιά και πίστη ορθή. Γιατί, σήμερα, τα ουράνια μαζί με τα επίγεια και τα καταχθόνια Τον υμνούν. Τα Χερουβίμ, φωνάζουν το «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ· πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης αυτού». Όλοι μαζί, ας γονατίσουμε και ας φωνάξουμε· «Πάσα η γη προσκυνησάτω σοι».
Σήμερα, εισήλθε στα Ιεροσόλυμα ο Κύριος καθήμενος πάνω σε πώλο όνου. Πάνδημος υπήρξε η συμφωνία και τα παιδιά και βρέφη θεολόγησαν και αναγνώρισαν τον Ιησούν ως Θεό και Κύριο και έλεγαν· «Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Πράγματι, πόσα καινούργια και παράδοξα γεγονότα πραγματοποιούνται κατά τη σημερινή γιορτή! Τα παιδιά θεολογούν και οι ιερείς των Εβραίων βλασφημούν! Τα νήπια, που θηλάζουν, Τον Προσκυνούν και οι δάσκαλοι του Νόμου ασεβούν! Τα παιδά φωνάζουν το «Ωσαννά» και οι Εβραίοι το «Σταυρωθήτω»! Τα παιδιά έφεραν βάϊα και οι Εβραίοι έφεραν φονικά όπλα, μαχαίρια και σπαθιά! Τα παιδιά κόπτουν κλάδους και οι Εβραίοι ετοιμάζουν τον Σταυρό! Τα νήπια στρώνουν τους χιτώνες και οι σταυρωτές Του μοιράζουν τα ρούχα και τον χιτώνα! Τα νήπια προσκυνούν τα πόδια του Χριστού και οι Εβραίοι τα καρφώνουν στο Ξύλο του Σταυρού! Τα παιδιά προσάγουν δοξολογία και οι Εβραίοι προσφέρουν ξίδι με χολή! Τα παιδιά σείουν τα κλαδιά των βαϊων και οι Εβραίοι κτυπούν τα φονικά όπλα! Τα παιδιά υμνούν τον Χριστό και οι Εβραίοι πωλούν τον Δημιουργό του κόσμου!
Τα παιδιά και τα νήπια, με την αθώα παιδική τους ψυχή, αναγνώρισαν την Θεότητα του Ιησού, που χάρη των ανθρώπων έλαβε δούλου μορφή, αλλά ουδέποτε χωρίσθηκε από τους πατρικούς κόλπους. Ο Ιησούς βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους με σάρκα αληθινή, αλλά ταυτόχρονα ως Θεός τέλειος συμπαρίσταται μαζί με τον Πατέρα στους ουρανούς, αψευδής, αληθινός, παντοκράτωρ, κοσμοκράτωρ, εθνοκράτωρ, ζωής χορηγός, αληθής Θεός και Σωτήρας όλων των ανθρώπων. Αυτός εισέρχεται ταπεινά στην κάτω Ιερουσαλήμ και ανοίγει με την παντοδυναμία Του τις πύλες της άνω Σιών.
Με την Χάρη του Θεού από σήμερα εισερχόμεθα στην περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδας. Ας εισέλθουμε μαζί με τον Χριστό στην πνευματική Ιερουσαλήμ με πίστη ορθή, με μετάνοια και συντριβή καρδίας. Ας αποτινάξουμε από πάνω μας κάθε είδος μίσος και κακίας και ας δεχθούμε μέσα στην καρδιά μας την αγάπη και την φιλανθρωπία. Η Κυριακή των Βαϊων πρέπει να είναι και η δική μας είσοδος μέσα στην Αγία Πόλη των αρετών. Ας ανοίξουμε, λοιπόν, τις πόρτες της δικής μας Σιών στον Κύριο και Θεό μας, διότι, σ’ Αυτόν ανοίκει η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση. Αμήν.
Πηγή: Αναβάσεις
1. Μὲ θάρρος καὶ ἀποφασιστικότητα
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς πορεύεται πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα. Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι κάτι Τὸν συνέχει. Προχωρεῖ μπροστὰ ἀπὸ τοὺς μαθητές Του, οἱ ὁποῖοι Τὸν παρατηροῦν μὲ θαυμασμὸ καὶ δέος. Βαδίζει μὲ βῆμα ταχὺ ἀλλὰ καὶ -σταθερό, καὶ μὲ τὸ βλέμμα Του προσηλωμένο στὴν Ἁγία Πόλη, ἐκεῖ ὅπου πρόκειται νὰ προσφέρει τὸν ἑαυτὸ Του θυσία ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
Κάποια στιγμὴ καλεῖ ἰδιαιτέρως τοὺς μαθητές Του. Θέλει νὰ τοὺς προετοιμάσει γιὰ ὅσα μοναδικὰ πρόκειται νὰ συμβοῦν: «ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα», τοὺς λέει, «καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι»· «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου», ὁ Μεσσίας, θὰ παραδοθεῖ στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς Γραμματεῖς, κι αὐτοὶ θὰ Τὸν καταδικάσουν σὲ θάνατο καὶ θὰ Τὸν παραδώσουν στοὺς εἰδωλολάτρες στρατιῶτες τῆς Ρώμης. Ὕστερα ἐκεῖνοι θὰ Τὸν ἐμπαίξουν, θὰ Τὸν μαστιγώσουν, θὰ Τὸν ἐμπτύσουν καὶ θὰ Τὸν θανατώσουν. Ὅμως τὴν τρίτη μέρα ἀπὸ τὸν θάνατό Του θὰ ἀναστηθεῖ!
Τρομερὲς καταστάσεις καὶ μόνο νὰ τὶς σκέπτεται κανείς... Σύλληψη, καταδίκη, ἐκτελεστικὸ ἀπόσπασμα... Καὶ μαζὶ μὲ αὐτά, ἐμπαιγμοὶ καὶ ἐμπτυσμοί, μαστιγώσεις καὶ φραγγελλώσεις, καὶ τέλος, τὸ φοβερότερο: θάνατος!
Εἶναι πράγματι ἀξιοθαύμαστη ἡ ἀφοβία καὶ τὸ θάρρος ποὺ διακατέχουν τὸν Κύριο, ἐνῶ προχωρεῖ πρὸς τὰ φοβερὰ αὐτὰ μαρτύρια καὶ τὸν σταυρικὸ θάνατο. Δὲν λυγίζει οὔτε ὑποχωρεῖ. Ἀντίθετα, προχωρεῖ μὲ σπουδὴ καὶ σταθερότητα, ἐνῶ γνωρίζει τὴν ἀφόρητη ὀδύνη ποὺ πρόκειται νὰ δοκιμάσει. Ἐκεῖνο ποὺ προέχει γιὰ τὸν Θεάνθρωπο εἶναι ἡ ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ὁ πόθος Του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, ἡ μέχρι αὐτοθυσίας ἀγάπη Του γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ καὶ συνεχίζει ἀποφασιστικὰ τὸν δρόμο πρὸς τὸ φρι-κτὸ Πάθος.
Αὐτὴ ἡ μεγαλειώδης στάση τοῦ Θεανθρώπου ἀπέναντι στὸ Μαρτύριο καὶ τὸν θάνατο ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ δυνάμεως γιὰ τὰ ἑκατομμύρια τῶν Μαρτύρων ποὺ βάδισαν τὸν μαρτυρικὸ δρόμο μὲ παρόμοια ἀποφασιστικότητα καὶ ἀξιοθαύμαστη τόλμη. Ἂς τοὺς δοῦμε, καθὼς τοὺς συλλαμβάνουν καὶ τοὺς ὁδηγοῦν στὰ μαρτύρια: Δὲν ἐπιχειροῦν νὰ γλυτώσουν τὴ ζωή τους, οὔτε προχωροῦν σὲ ἀντεπίθεση. Ὑπομένουν καρτερικὰ τὶς ὕβρεις καὶ τὶς ἀπειλὲς καὶ δίνουν μὲ παρρησία καὶ σθένος τὴν ὁμολογία πίστεως. Αὐτὸ ποὺ κυριαρχεῖ μέσα τους εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Νυμφίο Χριστό, τὸ Πρότυπο ὅλων τῶν Μαρτύρων. Ἐκεῖνον ποὺ καλεῖ καὶ κάθε χριστιανὸ νὰ ἀντιμετωπίζει μὲ πίστη καὶ ὑπομονὴ κάθε δυσκολία καὶ θλίψη γιὰ τὴν ἀγάπη Του.
2. Ὁ δρόμος πρὸς τὴν ἀληθινὴ δόξα
Ἐνῶ ὅμως ὁ Κύριος προφητικὰ ἀποκαλύπτει τὰ φοβερὰ παθήματα ποὺ πρόκειται νὰ ὑποστεῖ, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, Τὸν πλησιάζουν καὶ Τοῦ λένε:
–Διδάσκαλε, θέλουμε νὰ μᾶς κάνεις αὐτὸ ποὺ θὰ Σοῦ ζητήσουμε.
–Τί θέλετε νὰ σᾶς κάνω; τοὺς ρωτᾶ.
–Τώρα ποὺ θὰ ἔλθεις στὴ δόξα Σου καὶ θὰ γίνεις Βασιλιάς, νὰ μᾶς δώσεις τὸ δικαίωμα νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας ἀπὸ τὰ δεξιά Σου καὶ ὁ ἄλλος ἀπὸ τὰ ἀριστερά Σου.
–«Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε», τοὺς ἀπάντησε ὁ Κύριος· δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε. Μπορεῖτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήριο τοῦ θανάτου, ποὺ πρόκειται ὕστερα ἀπὸ λίγο νὰ πιῶ, καὶ νὰ δεχθεῖτε τὸ βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου ποὺ Ἐγὼ πρόκειται νὰ ὑποστῶ;
–Μποροῦμε, ἀπάντησαν βιαστικά, χωρὶς ἡ σκέψη τους νὰ ἔχει φύγει ἀπὸ τὸ αἴτημά τους.
–Καὶ τὸ ποτήριο τοῦ μαρτυρίου, τὸ ὁποῖο Ἐγὼ σὲ λίγο θὰ πιῶ, θὰ τὸ πιεῖτε, ἀποκρίθηκε ὁ Κύριος, καὶ τὸ βάπτισμα τὸ ὁποῖο θὰ δεχθῶ μέσα στὴ θάλασσα τῶν παθημάτων μου θὰ βαπτισθεῖτε κι ἐσεῖς. Ἡ τιμὴ ὅμως νὰ καθίσετε στὰ δεξιά μου καὶ στ’ ἀριστερά μου δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμένα νὰ τὴ δώσω σὲ ὅποιον μοῦ τὴ ζητήσει, ἀλλὰ ἔχει ἑτοιμαστεῖ καὶ θὰ δοθεῖ σὲ ὅποιον ἀγωνιστεῖ καὶ νικήσει στὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς.
Τὸ αἴτημα τῶν δύο μαθητῶν εἶχε προκαλέσει τὴν ἀγανάκτηση τῶν ὑπολοίπων, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος μὲ πολλὴ στοργὴ καὶ οἰκειότητα τοὺς κάλεσε ὅλους κοντά Του καὶ τοὺς εἶπε:
–Οἱ ἡγέτες τοῦ κόσμου θέλουν νὰ ἐπιβάλλουν τὴν κυριαρχία τους καταδυναστεύοντας τοὺς λαούς. Μεταξὺ σας ὅμως δὲν πρέπει νὰ συμβαίνει αὐτό. Ἀλλὰ ὅποιος θέλει νὰ γίνει μεγάλος, ἂς εἶναι ὑπηρέτης τῶν ἄλλων, δηλαδὴ πάντοτε ἐξυπηρετικός, καὶ ὅποιος θέλει νὰ γίνει πρῶτος, ἂς γίνει δοῦλος ὅλων, δηλαδὴ μὲ ταπεινὸ φρόνημα νὰ ἐξασκεῖ τὴν ἀγάπη. Διότι καὶ ὁ «υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» δὲν ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ ὑπηρετεῖται ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ ἦλθε γιὰ νὰ ὑπηρετήσει καὶ νὰ δώσει τὴ ζωή Του λύτρο γιὰ νὰ ἐξαγορασθοῦν καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦν πολλοὶ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Πόσο διαφορετικὴ εἶναι ἡ νοοτροπία τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴ ζωὴ ποὺ προτείνει ὁ Χριστός! Ἀληθινὰ μεγάλος δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐπιβάλλεται μὲ τὴ βία, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ὑπηρετεῖ ταπεινὰ καὶ μὲ ἀγάπη τὸν πλησίον. Τιμὴ καὶ δόξα δὲν ἀξίζει σ’ αὐτὸν ποὺ ἀντιδρᾶ στὶς δυσκολίες, ἀλλὰ σ’ αὐτὸν ποὺ τὶς ἀντιμετωπίζει μὲ πίστη, ὑπομονὴ καὶ γενναιότητα.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωὴ ποὺ προτείνει ὁ Χριστός. Ἡ ὁδὸς ποὺ ὁ Ἴδιος βάδισε καὶ καλεῖ κι ἐμᾶς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε, γιὰ νὰ γευθοῦμε τὴν ἀληθινὴ δόξα καὶ εὐτυχία!
Πηγή:Ο Σωτήρ
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...