Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«Κολοσσιαίας επιστημονικής σημασίας», αλλά και εθνικής θα συμπληρώναμε από την πλευρά μας, η ανακάλυψη του «υπεργιγαντιαίου» κοιτάσματος στα οικόπεδα 10 και 11, σύμφωνα με τον καθηγητή Αντώνη Φώσκολο, ο οποίος μίλησε αποκλειστικά για τους φίλους αναγνώστες του «defence-point.gr».
«Εκεί που βρέθηκε το κοίτασμα στην κυπριακή ΑΟΖ υπάρχουν 4 ενεργά λασποηφαίστεια» αριθμημένα ως 965, 966, 967 και 968 (κωδικοί από το πρόγραμμα ODP: Ocean Drilling Program) και τα οποία εκλύουν σύμφωνα με τον καθηγητή Φώσκολο «μεθάνιο πυρολιτικής προέλευσης». Σύμφωνα με τον καθηγητή όλα τα έως τώρα τεχνικά και γεωλογικά στοιχεία αποδείκνυαν πως θα «έπρεπε να υπάρχει κοίτασμα πετρελαίου στα 7.500 μέτρα», το οποίο είναι πλέον στη διάθεση της γαλλικής ΤΟΤΑL να το εκμεταλλευτεί επ’ ωφελεία φυσικά της ίδιας της εταιρείας, του Κύπρου αλλά και των ευρωπαίων καταναλωτών γενικά.
Ο «επιστημονικός» αλλά και ο «εθνικός» λόγος της ύπαρξης του συγκεκριμένου κοιτάσματος στη Κύπρο δεν είναι απλά η ύπαρξή του και το μέγεθός του το οποίο θα το μετατρέψει στο μεγαλύτερο κοίτασμα της Μεσογείου. Ο «κολοσσιαίας» σημασίας λόγος έχει να κάνει με τη συσχέτιση των γεωλογικών συνθηκών της Κύπρου με αυτή της Κρήτης και του Καστελόριζου.
«Κάτι ανάλογο περιμένω στη Κρήτη», ανέφερε ο καθηγητής, αφού υπογράμμισε πως το τεράστιο κυπριακό κοίτασμα βρέθηκε ακριβώς κάτω από τα 4 λασποηφαίστεια πολλαπλάσιο αριθμό εκ των οποίων βρίσκεται τόσο κάτω από τη Κρήτη όσο και νότια του Καστελόριζου, αφήνοντας μας άναυδους με την προοπτική που διάνοιξε σε μία τόσο μαύρη για τη πατρίδα μας περίοδο. Αυτό βέβαια εξηγεί και τη γκανγκστερική συμπεριφορά της Τουρκίας…
O καθ. Φώσκολος βλέπει συσχέτιση ενεργών ιλυοηφαιστείων ή λασποηφαιστείων και εντοπισμού κοιτασμάτων ενώ δεν σταμάτησε στα παραπάνω αλλά προχώρησε ακόμα πιο πέρα, πετώντας μας τη «βόμβα» αφού συμπλήρωσε πως «κάτω από την Κρήτη έχουμε περίπου 60 λασποηφαίστεια, κάτω από τους Καλούς Λιμένες, στο πεδίο Ολίμπι υπάρχουν 19 ιλυοηφαίστεια».
Για να το πούμε σε απλά ελληνικά, σύμφωνα με τον Α. Φώσκολο στην Ελλάδα εκτιμάται πως υπάρχουν ιδίου μεγέθους κοιτάσματα, περισσότερα όμως του ενός το οποίο ανακαλύφθηκε στη Κύπρο. Σύμφωνα λοιπόν με τον καθηγητή, είναι προφανές πως η νορβηγική PGS έχει στείλει το «σήμα» της στο οποίο αναφέρει «you have working petroleum at depths» («έχετε ενεργειακά πετρελαϊκά συστήματα σε βάθη στο βυθό σας», δηλαδή κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου»).
᾿Εν Πειραιεῖ τῇ 13ῃ Φεβρουαρίου 2013
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν
Ἀναμενομένη μπορεῖ νά θεωρηθῆ ἡ παραίτησις τοῦ κατέχοντος ἀντικανονικῶς τόν πάνσεπτο πρεσβυγενῆ θρόνο τοῦ Πατριαρχείου τῆς παλαιᾶς Ρώμης Βενεδίκτου ΙΣΤ΄ κατά «κόσμο» Γιόζεφ Ἀλόϊς Ράτσινγκερ διότι κατά τήν σύντομο διάρκεια τῆς ἀντικανονικῆς του ἀρχηγεσίας στήν αἱρετική θρησκευτική κοινωνία τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ, ἐξέσπασαν τρομακτικά σκάνδαλα πού καθιστοῦσαν πλέον τήν διαχειρισή τους ἀδύνατο ἀπό τόν «κεκμηκότα» Βενέδικτο ΙΣΤ΄. Αὐτή ἄλλωστε εἶναι καί ἡ βασική αἰτία τῆς παραιτήσεως πού συζητεῖται εὑρέως τόσον ἐντός τοῦ Βατικανοῦ, ὅσον καί στά διεθνῆ φόρα. Τό μεγαλύτερο πλῆγμα στή φήμη του τό δέχθηκε ὅταν ἄρχισε ὁ χορός τῶν ἀποκαλύψεων γιά τά εἰδεχθῆ καί αἴσχιστα σκάνδαλα παιδεραστίας τοῦ λεγομένου Ρωμαιοκαθολικοῦ «Κλήρου». Καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ 2010 τό θέμα τῶν παιδεραστῶν Ρωμαιοκαθολικῶν «λειτουργῶν» πρωτοστατοῦσε στίς ἀποκαλύψεις τοῦ διεθνοῦς τύπου μέ πρωτιστεῦον τό γεγονός ὅτι ἐνεχόμενος στήν διαδικασία συγκάλυψης αὐτῶν τῶν βορβορωδῶν καί ἀπαισίων κακουργημάτων ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Βενέδικτος ΙΣΤ΄,
ὅταν ὡς «Ἀρχιεπίσκοπος» Μονάχου εἶχε ἁπλῶς μεταθέσει τόν Ρωμαιοκαθολικό «ἱερέα» Πέτερ Χάλερμαν ἀπό τήν Ἔσση στό Μόναχο παρ’ ὅτι κατηγορεῖτο γιά παιδεραστία καί ὅταν κατεδικάσθη ὁ συγκεκριμένος ἐγκληματίας γιά βιασμό ἑνός παιδιοῦ τό 1986 συνέχισε τήν ἐγκληματική του δράση ἀνενόχλητος ἀπό τήν προϊσταμένη του «ἐκκλησιαστική» ἀρχή, τόν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Μονάχου Ράτσινγκερ καί ἐτέθη σέ διαθεσιμότητα κατόπιν τοῦ τεραστίου θορύβου μόλις τό 2010. Ἐπί τῶν ἡμερῶν του, ξέσπασε ἡ ὁμόθυμος ὀργή τῶν Ὀλλανδικοῦ καί Ἰρλανδικοῦ Κοινοβουλίων διά τίς χιλιάδες φρικώδη σκάνδαλα παιδεραστίας στίς χῶρες τους μέ ἀποκορύφωμα νά κλείση ἡ πρεσβεία τῆς Ἰρλανδίας στό Βατικανό σέ ἔνδειξη διαμαρτυρίας, ξεκίνησε παναυστραλιανή ἔρευνα τῆς ὁμοσπονδιακῆς κυβερνήσεως γιά σκάνδαλα παιδεραστίας στήν πέμπτη ἤπειρο καί «μακαριοποιήθηκε» ὁ προκάτοχός του Ἰωάννης Παῦλος ὁ Β΄ πού ἐπί τῶν ἡμερῶν του μεθοδικά συνεκαλύφθησαν ἑκατοντάδες χιλιάδες πράξεις παιδεραστίας Ρωμαιοκαθολικῶν «κληρικῶν» καθώς καί συνεχεῖς ἦταν οἱ ἀπολογίες στό διαδίκτυο τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν «καρδιναλίων καί ἀρχιεπισκόπων» στίς Η.Π.Α. καί ἑκατομμύρια τά δολλάρια τῶν ἀποζημιώσεων στά θύματα τῆς φρικώδους παιδεραστίας τοῦ Ρωμαιοκαθολικοῦ «χριστιανικοῦ ἤθους». Ταυτοχρόνως ἕνα ἄλλο τεράστιο σκάνδαλο πού ἄγγιξε προσωπικά τόν παραιτούμενο Βενέδικτο ΙΣΤ’ ἦταν τό σκάνδαλο Vatileaks κατά τό ὁποῖο εἴκοσι στελέχη τοῦ Βατικανοῦ καί ὁ προσωπικός του «μπάτλερ» διέρρευσαν πολλά διαβαθμισμένα ἔγγραφα ἀπό τό γραφεῖο του τά ὁποῖα ἀποτέλεσαν τό ὑλικό γιά τό βιβλίο τοῦ Τζιανουΐτσι Νούτσι «Τά μυστικά ἔγγραφα τοῦ Βενεδίκτου XVI» ὅπου ἀποκαλύπτεται πάρτυ ἑκατομμυρίων πού ἔχει στήσει τό Βατικανό μέ ἐργολάβους καί φιλικές ἑταιρεῖες, μέ ξέπλυμα μαύρου χρήματος καί πολλές παράνομες ἐνέργειες. Εἶναι ἐνδεικτικό τό γεγονός ὅτι τό Ἀμερικανικό Ὑπουργεῖο Οἰκονομικῶν προειδοποίησε ὅτι τό Βατικανό εἶναι «εὐάλωτο» στό ξέπλυμα βρώμικου χρήματος καί τό κατέταξε μαζί μέ τήν Ὑεμένη, τήν Ρουμανία καί τό Βιετνάμ. Ἡ Κεντρική Τράπεζα τῆς Ἰταλίας Bank Italia συμπεριέλαβε τό IOR (ἰδιοκτησίας τοῦ Βατικανοῦ) στούς ἐξωκοινοτικούς χρηματοοικονομικούς ὁμίλους πού θά πρέπει νά ἐλέγχωνται μέ βάση τήν Νομοθεσία γιά τήν καταπολέμηση τῆς ἀνακύκλωσης βρώμικου χρήματος, τό δέ Βατικανό ἀπέσυρε τά κεφάλαιά του ἀπό 9 ἰταλικές τράπεζες γιά νά τά μεταφέρει στήν Γερμανία. Ἡ ἰταλική δικαιοσύνη εἶχε δεσμεύσει τά ἑκατομμύρια Εὐρώ τοῦ IOR (ἰδιοκτησίας τοῦ Βατικανοῦ) πού ταξίδευαν χωρίς τίς νόμιμες διαδικασίες ἀπό τό θησαυροφυλάκιο τοῦ Βατικανοῦ στήν JP Morgan Frankfurt καί τήν Banca Fuccino ἐνῶ ἡ Τράπεζα Banco Artigiano εἶχε εἰδοποιήσει τίς εἰσαγγελικές ἀρχές ὅτι τό IOR (ἰδιοκτησίας τοῦ Βατικανοῦ) εἶχε ζητήσει τήν πραγματοποίηση δύο τραπεζικῶν συναλλαγῶν ἀποφεύγοντας τίς νόμιμες διαδικασίες. Σύμφωνα δέ μέ τήν Ἀπόφαση τοῦ Δικαστηρίου τῆς Ρώμης τό 2010 ἡ Cosa Nostra (Ἰταλική μαφία) εἶχε μεγάλες καταθέσεις στό IOR (ἰδιοκτησίας τοῦ Βατικανοῦ) καί στήν Banco Ambrosiano τοῦ Βατικανοῦ. Τό IOR (ἰδιοκτησίας τοῦ Βατικανοῦ) φυλάσσει τά οἰκονομικά μυστικά τοῦ Βατικανοῦ στόν φορολογικό παράδεισο τῶν νήσων Kaiman τῆς Καραϊβικῆς καί ἡ Κεντρική Τράπεζα τοῦ Βατικανοῦ APSA εἶχε πάρει τό πράσινο φῶς γιά τήν ἔκδοση κερμάτων σέ Εὐρώ παρά τό ὅτι δέν παρέχει κανένα ἐχέγγυο διαφάνειας μέ ἀποτέλεσμα τίς ἔντονες διαμαρτυρίες τῶν ἁρμοδίων δικαστικῶν ἀρχῶν τῆς Ἰταλίας.
Ὅλα αὐτά ἦτο δυνατόν ποτέ νά τά σηκώσουν οἱ γεροντικοί ὦμοι τοῦ ὀγδονταπεντάχρονου ἐνοίκου τοῦ Βατικανοῦ; Ἀλλά αὐτά εἶναι τά ὀψώνια τῆς σχάσεως ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπόδειξις πληρεστάτη γιά τό διαρκές ἔγκλημα τῆς βαναύσου καθυβρίσεως καί ἀρνήσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἀπό τήν Ρωμαιοκαθολική θρησκευτική κοινωνία εἶναι ἡ urbi et orbi περιφρόνησις τοῦ ΙΓ΄ ἱεροῦ κανόνος τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει τό ἔτος 680 Ἁγίας ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού ρητῶς ἀπαγορεύει «ἐν τῇ Ρωμαίων Ἐκκλησία» τήν γενική ἀγαμία τοῦ κλήρου στοιχοῦσα στόν μακάριο λόγο τοῦ Δομήτορος τῆς Ἐκκλησίας Κυρίου «οὐ πάντες χωροῦσι τόν λόγον τοῦτο ἀλλ’ οἷς δέδοται» (Ματθ. ιθ΄11) μέ πρόδηλο ἀποτέλεσμα τά χιλιάδες ἐγκλήματα παιδεραστίας. Ὅσον ἀφορᾶ δέ στήν δῆθεν φιλορθόδοξη στάσι τοῦ ἀπερχομένου ἡγέτου τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς αἱρετικῆς κοινωνίας ἀρνητική ἀπόδειξι παρέχουν ἡ κατάρρευσι τοῦ διεξαγομένου θεολογικοῦ διαλόγου μέ τά φληναφήματα περί δῆθεν Πετρείου δόγματος, ἐξ αἰτίας τῆς ἀμεταμελήτου ἐμμονῆς του στήν κακοδοξία, τήν στρέβλωση τῆς ἀποστολικοπαραδότου ἀληθείας καί τήν αἵρεση ἀλλά καί ἡ «ὀνομασία» στίς 25/5/2008 ψευδεπισκόπου τῶν Οὐνιτῶν τῆς Ἑλλάδος τοῦ «Καρακοβίας» κ. Δημητρίου Σαλάχα καί νῦν «Γρατιανουπόλεως» καθώς καί ἡ κατόπιν δικῶν του παρεμβάσεων στόν προκάτοχόν του ὡς Πρόεδρος τῆς ἁρμοδίας ἐπιτροπῆς γιά τήν «καθαρότητα τοῦ δόγματος» ἀναίρεσι τῆς συμφώνου ὑπογραφῆς τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἐκπροσώπων στόν διεξαγόμενο θεολογικό διάλογο διά τήν καταδίκη τῆς Οὐνίας στό περιώνυμο κείμενο τοῦ Freising. Ταπεινῶς εὐχόμεθα ὁ Θεός νά τοῦ χαρίση μετάνοια καί ἀνάνηψη.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
α΄. Ὁ δὲ Μάρκος φησίν, ὅτι ἠδυνήθη λαθεῖν. ἐλθῶν εἰς τὴν οἰκίαν. Τί δὲ ὅλως ἀπήει εἰς τὰ μέρη ταῦτα; Ὅτε τῆς τῶν βρωμάτων παρατηρήσεως ἀπήλλαξε, τότε καὶ τοῖς ἔνθεσι θύραν ἀνοίγει λοιπὸν ὁδῷ προβαίνων· ὥσπερ οὖν καὶ Πέτρος πρότερον τοῦτον ἐπιταγεῖς λῦσαι τὸν νόμον, πέμπεται πρὸς τὸν Κορνήλιον.
β΄ Τὶ οὖν ἡ γυνή, ἐπειδὴ ταῦτα ἤκουσεν; ἐσίγησε καὶ ἀπέστη: ἤ καθυφῆκε τῆς προθυμίας; Οὐδαμῶς· ἀλλὰ μᾶλλον ἐπέκειτο. Ἀλλ’ οὐχ ἡμεῖς οὕτως· ἀλλ’ ὅταν μὴ τύχωμεν, ἀφιστάμεθα, δέον διὰ τοῦτο ἐπικεῖσθαι μᾶλλον. Καίτοι τινα οὐκ ἄν ἐξηπόρησε τοῦτο τὸ τότε ρηθέν; Ἱκανὴ μὲ οὖν καὶ ἡ σιγὴ εἰς ἀπόγνωσιν αὐτὴν ἐμβαλεῖν· ἡ δὲ ἀπόκρισις καὶ πολλῷ μᾶλλον ἐποίει, Τὸ γὰρ μεθ’ ἑαυτῆς καὶ τοὺς συνηγόρους ἐξαπορηθέντας ἰδεῖν, καὶ τὸ ἀκοῦσαι, ὅτι καὶ τὸ πρᾶγμα γενέσθαι ἀμήχανον, εἰς ἄφατον ἀπορίαν ἐνέβαλεν.
Σὺ δὲ μοι μετὰ τῆς πίστεως ὅρα καὶ τὴν ταπεινοφροσύνην. Αὐτὸς μὲν γὰρ τέκνα ἐκάλεσε τοὺς Ἰουδαίους· αὕτη δὲ οὐκ ἠρκέσθη τούτῳ ἀλλὰ καὶ κυρίους ὠνόμασε· τοσοῦτον ἀπέσχεν ἀγλῆσαι τοῖς ἐτέρων ἐγκωμίοις. Καὶ γὰρ τὰ κυνάρια, φυσίν, ἐσθίει ἀπὸ τὼν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. Εἶδες γυναικὸς σύνεσιν, πῶς οὐδὲ ἀντειπεῖν ἐτόλμησεν, οὐδε ἐδήχθη τοῖς ἑτέρων ἐπαίνοις, οὐδὲ ἠγανάκτησε τῇ ὕβρει; Εἶδες εὐτονίαν; Αὐτὸς ἔλεγεν, Οὐ ἔστι καλόν· αὕτη δὲ ἔλεγε, Ναί, Κύριε· αὐτὸς τέκνα ἐκάλει, αὕτη δὲ κυρίους· αὐτὸς κυνάριον ὠνόμασεν, αὕτη δὲ καὶ τὸ ἔργον τοῦ κυναρίου προσέθηκεν. Εἶδες ταύτης τὴν ταπεινοφροσύνην; Ἄκουσον Ἰδουδαίων μεγαληγορίαν. Σπέρμα Ἀβραάμ ἐσμεν, καὶ οὐδενὶ δεδουλεύκαμεν πώποτε· καὶ, Ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγεννήμεθα.
γ΄. Σὺ δὲ μοι σκόπει, πῶς τῶν ἀποστόλων ἡττηθέντων καὶ οὐκ ἀνυσάντων, αὕτη ἤνυσε. Τοσοῦτόν ἐστι προσεδρεία εὐχῆς. Καὶ γὰρ ὑπὲρ τῶν ἡμετέρων παρ’ ἡμῶν βούλεται μᾶλλον τῶν ὑπευθύνων ἀξιοῦσθαι ἤ παρ’ ἑτέρων ὑπὲρ ἡμῶν. Καίτοι μείζονα παρρησίαν εἶχον ἐκεῖνοι· ἀλλὰ πολλὴν καρτερίαν ἐπεδείξατο αὕτη. Διὰ δὲ τοῦ τέλους πρὸς τοὺς μαθητὰς ἀπελογήσατο τῆς ἀναβολῆς ἕνεκα, καὶ ἔδειξεν, ὅτι δικαίως αὐτῶν ἀξιωσάντων οὐκ ἐπένευσε. Καὶ μεταβὰς ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς, ἦλθε παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας· καὶ ἀναβὰς εἰς τὸ ὄρος, ἐκάθητο ἐκεῖ. Καὶ προσῆλθον αὐτῷ ὄχλοι πολλοὶ ἔχοντες μεθ’ ἑαυτῶν χωλούς, τυφλοὺς, κολλούς, κωφούς· καὶ ἔρριψαν αὐτοὺς παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ· καὶ ἐθεράπευσεν αὐτοὺς ὥστε τοὺς ὄχλους θαυμάσαι, βλέποντας κωφοὺς λαλοῦντας, κολλοὺς ὑγιεῖς, χωλοὺς περιπατοῦντας καὶ τυφλοὺς βλέποντας· καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν Ἰσραήλ. Ποτὲ μὲν αὐτὸς περίεισι, ποτὲ δὲ κάθηται περιμένων τοὺς κάμνοντας, καὶ χωλοὺς εἰς τὸ ὄρος ἀνάγει. Καὶ οὐκέτι ἅπτονται οὐδὲ τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, ἀλλ’ ἐπὶ ὑψηλότερον ἀναβαίνουσι, ριπτόμενοι πρὸς τοὺς πόδας αὐτοῦ· καὶ διπλῆν τὴν πίστιν τὴν ἑαυτῶν ἐπεδείκνυντο, καὶ τῷ χωλεύοντες εἰς τὸ ὄρος ἀναβαίνειν, καὶ τῷ μηδενὸς δέεσθαι ἑτέρου, ἀλλὰ τοῦ ριφθῆναι πρὸς τοὺς πόδας μόνον. Καὶ ἦν πολὺ τὸ θαῦμα καὶ παράδοξον, τοὺς φερομένους περιπατοῦντας ἰδεῖν, τοὺς πηροὺς οὐ χρείαν ἔχοντας χειραγωγούντων. Καὶ γὰρ τὸ πλῆθος τῶν θεραπευομένων καὶ τὸ εὔκολον τῆς ἰατρείας αὐτοὺς ἐξέπληττεν. Εἶδες πῶς τὴν μὲν γυναῖκα μετὰ τοσαύτης μελλήσεως ἐθεράπευσε, τούτους δὲ εὐθέως; οὐκ ἐπειδὴ βελτίους ἐκείνης οὗτοι, ἀλλ’ ἐπειδὴ πιστοτέρα ἐκείνη τούτων. Διὰ τοῦτο ἐπ’ ἐκείνης μὲν ἀναβάλλεται καὶ μέλλει, τὸ εὔτονον, αὐτῆς ἐνδεικνύμενος· τούτοις δὲ εὐθέως παρέχει τὴν δωρεάν, ἐμφράττων τῶν ἀπίστων Ἰουδαίων τὰ στόματα, καὶ πᾶσαν αὐτῶν ἐκκόπτων ἀπολογίαν. Ὅσῳ γὰρ ἄν τις μείζονα εὐεργετῆται, τοσούτῳ μᾶλλον ἐστιν ὑπεύθυνος κολάσει ἀγνωμονῶν, καὶ μηδὲ τῇ τιμῇ γενόμενος βελτίων Διὰ δὴ τοῦτο καὶ οἱ πλουτοῦντες τῶν πενομένων μᾶλλον κολάζονται κακοὶ ὄντες, ὅτι μηδὲ ἐν εὐθηνίᾳ γεγόνασιν ἥμεροι. Μὴ γὰρ μοι λέγε, ὅτι ἔδωκαν ἐλεημοσύνην. Εἰ γὰ μὴ κατ’ ἀξίαν ἔδωκαν τῆς οὐσίας, οὐδ’ οὕτω διαφεύξονται. Οὐ γὰρ τῷ μέτρῳ τῶν διδομένων ἡ ἐλεημοσύνη κρίνεται, ἀλλὰ τῇ δαψιλείᾳ τῆς γνώμης. Εἰ δὲ οὗτοι δίκην διδόασι, πολλῷ μᾶλλον οἰ περὶ τὰ περιττὰ ἐπτοημένοι, οἱ τριώροφα καὶ τετραώροφα οἰκοδομοῦντες, τῶν δὲ πεινώντων καταφρονοῦντες, οἱ φιλαργυρίας μὲ ἐπιμελούμενοι, ἐλεημοσύνης δὲ ἀμελοῦντες. Ἀλλ’ ἐπειδὴ περὶ ἐλεημοσύνης λόγος ἐνέπεσε, φέρε δὴ τὸν λόγον ἐκεῖνον, ὅν πρὸ τριῶν ἡμερῶν περὶ φιλανθρωπίας ποιούμενος ἀτέλεστον εἴασα, ἀναλάβωμεν σήμερον. Μέμνησθε, ὅτε πρώην περὶ ὑποδημάτων περιεργίας διελεγόμην, καὶ τῆς ματαιοπονίας ἐκείνης, καὶ τῆς τῶν νέων βλακείας, τότε ἀπὸ ἐλεημοσύνης ἡμῖν εἰς ἐκεῖνα ὁ λόγος ἐξέπεσε τὰ ἐγκλήματα. Τίνα οὖν ἦν τὰ τὸτε κινούμενα; Ὅτι τέχνη τίς ἐστιν ἡ ἐλεημοσύνη, ἐν οὐρανῷ τὸ ἐργαστήριον ἔχουσα, καὶ διδάσκαλον οὐκ ἄνθρωπον, ἀλλὰ Θεόν. Εἶτα ζητοῦντες, τί τέχνη, καὶ τὶ οὐ τέχνη εἰς ματαιοπονίας καὶ κακοτεχνίας ἐνεπέσομεν, ἐν αἷς καὶ τῆς τέχνης ταύτης ἐμνηνονεύσαμεν τῆς τῶν ὑποδημάτων. Ἆρα ἀνεπολήσατε; Φέρε οὖν καὶ σήμερον τὰ τότε εἰρημένα ἀναλάβωμεν, καὶ δείξωμεν πῶς τέχνη καὶ ἀμείνων πασῶν τεχνῶν ἡ ἐλεημοσύνη. Εἰ γὰρ τέχνης ἴδιον τὸ πρὸς τι χρήσιμον τελευτᾶν, ἐλεημοσύνης δὲ οὐδὲν χρησιμώτερον, εὔδηλον ὅτι καὶ τέχνη καὶ τεχνῶν ἁπασῶν αὕτη ἀμείνων. Οὐ γὰρ ὑποδήματα ἡμῖν ἐργάζεται, οὐδὲ ἱμάτια ὑφαίνει, οὐδὲ οἰκίας οἰκοδομεῖ τὰς πηλίνας· ἀλλὰ ζωὴν αἰώνιον προξενεῖ, καὶ τῶν τοῦ θανάτου χειρῶν ἐξαρπάξει, καὶ ἐν ἑκατέρᾳ τῇ ζωῇ λαμπροὺς ἀποφαίνει, καὶ οἰκοδομεῖ τὰς μονὰς τὰς ἐν οὐρανοῖς, καὶ τὰς σκηνὰς ἐκείνας τὰς αἰωνίους. Αὕτη τὰς λαμπάδας ἡμῶν οὐκ ἀφίησι σβεσθῆναι, οὐδὲ ρυπαρὰ ἔχοντας ἱμάτια φανῆναι ἐν τῷ γάμῳ, ἀλλὰ πλύνει, καὶ χίονος καθαρώτερα ἐργάζεται. Ἐὰν γὰρ ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ. Οὐκ ἀφίησιν ἡμᾶς ἐμπεσεῖν ἔνθα ὁ πλούσιος ἐκεῖνος, οὐδὲ ἀκοῦσαι τῶν φοβερῶν ρημάτων, ἀλλ’ εἰς κόλπους χειραγωγεῖ τοῦ Ἀβραάμ. Καίτι τῶν τεχνῶν τῶν βιοωτικῶν ἕν ἑκάστη ἀπολαβοῦσα ἔχει κατόρθωμα· οἷον ἡ γεωργία, τὸ τρέφειν ἡ ὑφαντική, τὸ ἐνδύειν· μᾶλλον δὲ οὐδὲ τοῦτο· οὐδὲ γὰρ ἀρκεῖ μόνη τὰ παρ’ ἑαυτῆς ἡμῖν συνεισενεγκεῖν.
δ΄. Καὶ εἰ βούλει, τὴν γεωργικὴν ἐξετάσωμεν πρώτην. Ἄν γὰρ μὴ ἔχῃ τὴν χαλκευτικήν, ἵνα δίκελλαν καὶ ὕνην καὶ δρεπάνην καὶ πέλεκυν, καὶ ἕτερα πλείονα δανείζηται παρ’ αὐτῆς· καὶ τὴν τεκτονικήν, ὥστε καὶ ἄροτρον πῆξαι, καὶ ζεύγλην κατασκευάσαι, καὶ ἅμαξαν, ὥστε τρίβειν ἀστάχυας· καὶ τὴν σκυτοτομικήν, ὥστε καὶ ἄροτρον πῆξαι, καὶ ζεύγλην κατασκευάσαι, καὶ ἅμαξαν, ὥστε τρίβειν ἀστάχυας· καὶ τὴν σκυτοτομική, ὥστε και ἱμάντα ἐργάσασθαι· καὶ τὴν οἰκοδομικὴν, ὥστε καὶ τοῖς ἀροτριῶσι ταύροις βουστάσιον οἰκοδομῆσαι, καὶ τοῖς σπείρουσι, γεωργοῖς οἰκίας· καὶ τὴν δρυμοτομική, ὥστε ξύλα τέμνειν· καὶ τὴν ἀρτοποιητικὴν μετὰ ταῦτα πάντα, οὐδαμοῦ φαίνεται. Οὕτω καὶ ἡ ὑφαντική, ὅταν τι ποιῇ, πολλὰς μεθ’ ἑαυτῆς καλεῖ τέχνας, ὥστε αὐτῇ συνεφάψασθαι τῶν προκειμένων· κἄν μὴ παραγένωνται καὶ χεῖρα ὀρέξωσιν, ἔστηκε καὶ αὕτη κατ’ ἐκείνην ἀπορουμένη. Καὶ ἑκάστη δὲ τῶν τεχνῶν τῆς ἑτέρας δεῖται. Ὅταν δὲ ἐλεῆσαι δέῃ, οὐδενὸς ἠμῖν δεῖ ἑτέρου, ἀλλὰ γνώμης δεῖται μόνον. Εἰ δὲ λέγοις, ὅτι χρημάτων δεῖται, καὶ οἰκημάτων, καὶ ἱματίων, καὶ ὑποδημάτων, ἀνάγνωθι τὰ ρήματα τοῦ Χριστοῦ ἐκεῖνα, ἅ περὶ τῆς χήρας εἶπε, καὶ παῦσαι ταύτης τῆς ἀγωνίας. Κἄν γὰρ σφόδρα πένης ἧς, καὶ τῶν προσαιτούντων, δύο λεπτὰ ἄν βάλῃς τὸ πᾶν ἀπήρτισας· κἄν δῷς μάζαν, ταύτην ἔχων μόνον, πρὸς τὸ τέλος ἦλθες τῆς τέχνης. Ταύτην τοίνυν δεξώμενθα τὴν ἐπιστήμην, καὶ κατορθώσωμεν. Καὶ γὰρ βέλτιον ταύτην εἰδέναι, ἤ βασιλέα εἶναι, καὶ διάδημα περικεῖσθαι. Οὐ γὰρ δὴ τοῦτό ἐστι τὸ πλεονέκτημα αὐτῆς μόνον, ὅτι οὐ δεῖται ἑτέρων, ἀλλὰ καὶ ποικίλων πραγμάτων ἐστὶν ἀνυστική, καὶ πολλῶν καὶ παντοδαπῶν. Καὶ γὰρ οἰκίας οἰκοδομεῖ τὰς ἀεὶ μενούσας ἐν οὐρανοὶς, καὶ διδάσκει τοὺς κατωρθωκότας, αὐτήν, πῶς ἄν τὸν ἀθάνατον θάντον, διαφύγοιεν· καὶ θησαυρούς σοι δωρεῖται μηδέποτε δαπανωμένους, ἀλλὰ πᾶσαν διαφυγόντας βλάβην, καὶ τὴ ἀπὸ ληστῶν, καὶ τὴν ἀπὸ σκωλήκων, καὶ τὴν ἀπὸ σητῶν, καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ χρόνου. Καίτοιγε εἰ ἐπὶ πυρῶν φυλακῇ τοῦτο μόνον σέ τις ἐδίδαξε, τί οὐκ ἄν ἔδωκας, ὥστε σε δυνηθῆναι ἐπῖ πολλοῖς ἔτεσιν, ἀνάλωτον διατηρῆσαι τὸν σῖτον; Ἀλλ’ ἰδού σε αὕτη οὐκ ἐπὶ πυροῦ μόνον, ἀλλἀ ἐπὶ πάντων παιδεύει, καὶ πῶς ἄν καὶ τὰ ὑπάρχοντα καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα ἀνάλωτα μένοιεν δείκνυσι. Καὶ τί δεῖ κατὰ μέρος ἅπαντα λέγειν τῆς τέχνης ταύτης τὰ κατορθώματα; Αὕτη γὰρ σε διδάσκει, πῶς ἄν γένοιο Θεῷ ὅμοιος, ὅ πάντων ἐστὶ κεφάλαιον τῶν ἀγαθῶν. Ὁρᾷς πῶς οὐχ ἕν αὐτῆς τὸ ἔργον, ἀλλὰ πολλὰ; Οὐ δεομένη τέχνης ἑτέρας, οἰκίας οἰκοδομεῖ, ἱμάτια ὑφαίνει, θησαυροὺς ἀναλώτους κατασκευάζει, θανάτου περιγενέσθαι ποιεῖ, διαβόλου κρατεῖν, Θεῷ κατασκευάζει ὁμοίους. Τί τοίνυν τῆς τέχνης χρησιμώτερον γένοιτ’ ἄν; Αἰ μὲν γὰρ ἄλλαι, μετὰ τῶν εἰρημένων, καὶ τῷ παρότνι συγκαταλύονται βίῳ, καὶ νοσούντων τῶν τεχνιτῶν οὐδαμοῦ φαίνονται, καὶ τὰ ἔργα αὐτῶν διακρατεῖν οὐκ ἰσχύουσι, καὶ πόνου δέονται καὶ χρόνου πολλοῦ, καὶ μυρίων ἑτέρων· αὕτη δέ, ὅταν ὁ κόσμος παρέλθῃ τότε μάλιστα φαίνεται· ὅταν ἀποθάνωμεν, τότε μάλιστα διαλάμπει, καὶ τὰ ἔργα αὐτῆς τὰ γεγενημένα δείκνυσι· καὶ οὔτε χρόνου, οὔτε πόνου, οὔτε ἄλλης τινός δεῖται ἐργωδίας τοιαύτης ἀλλὰ καὶ νοοῦντός σου ἐνεργεῖ, καὶ γεγηρακότος, καὶ πρὸς τὴν μέλλουσάν σοι ζωὴν συναποδημεῖ, καὶ οὐδέποτέ σε ἀπολιμπάνει. Αὕτη σὲ καὶ σοφιστῶν καὶ ρητόρων δυνατώτερον κατασκευάζει. Οἱ μὲν γὰρ ἐν ἐκείναις εὐδοκιμοῦντες ταῖς τέχναις, πολλοὺς ἔχουσι τοὺς φθονοῦντας· οἱ δὲ ἐν ταύτῃ λάμποντες, μυρίους τοὺς εὐχομένους. Κἀκεῖνοι μὲν ἀνθρώπων παρεστήκασι βήματι, συνηγοροῦντες τοῖς ἀδικουμένοις, πολλάκις δὲ καὶ τοῖς ἀδικοῦσιν αὕτη δὲ βήματι παρέστηκε τοῦ Χριστοῦ, οὐ μόνον συνηγοροῦσα, ἀλλὰ καὶ αὐτὸν τὸν δικάζοντα πείθουσα συνηγορεῖν τῷ κρινομένῳ, καὶ τὰς ψήφους ὑπὲρ αὐτοῦ φέρειν· κἄν μυρία ἡμαρτηκώς ἦ, καὶ στεφανοῖ καὶ ἀνακηρύττει. Δεῦτε γὰρ ἐλεημοσύνην, καὶ πάντα ἔσται καθαρά. Καὶ τί λέγω τὰ μέλλοντα; Ἐν γὰρ τῷ παρόντι βίῳ, εἰ τοὺς ἀνθρώπους ἐροίμεθα, τί βούλονται μᾶλλον, σοφιστὰς εἶναι πολλοὺς καὶ ρήτορας, ἤ ἐλεήμονας καὶ φιλανθρώπους, ἀκούσῃ τὸ δεύτερον αἱρουμένους· καὶ μάλα εἰκότως. Εὐγλωττίας μὲν γὰρ ἀναιρεθείσης, οὐδὲν ὁ βίος βλαβήσεται· καὶ γὰρ καὶ πρὸ ταύτης συνειστήκει χρόνον πολὺν· ἐάν δὲ τὸ ἐλεεῖν περιέλῃς πάντα οἴχεται καὶ ἀπόλωλε. Καὶ καθάπερ τὴν θάλατταν οὐκ ἔνι πλεῖσθαι, λιμένων καὶ ὅρμων προσκεχωσμένων, οὕτως οὐδὲ τὸν βίον συνεστηκέναι τοῦτον, ἄν ἔλεον καὶ σγυγνώμην καὶ φιλανθρωπία ἀνέλῃς.
ε΄. Διὰ τοῦτο οὐδὲ λογισμῷ μόνον αὐτὰ ἐπέτρεψεν ὁ Θεὸς, ἀλλὰ πολλὰ μέρη αὐτοῦ καὶ τῇ τῆς φύσεως ἐνέσπειρε τυραννίδι. Οὕτω καὶ πατέρες παῖδας ἐλεοῦσιν, οὕτω μητέρας, οὕτω τέκνα γονεῖς· οὐκ ἐπ’ ἀνθρώπων δὲ μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ἀλόγων ἁπάντων· οὕτως ἀδελφοὺς ἀδελφοί, καὶ συγγενεῖς, καὶ προσήκοντες· οὕτως ἄνθρωπος ἄνθρωπον. Ἔχομεν γὰρ τι καὶ ἀπὸ φύσεως πρὸς ἔλεον ἐπιρρεπές. Διὸ καὶ ὑπὲρ τῶν ἀδικουμένων ἀγνανακτοῦμεν, καὶ σφαττομένους ὁρῶντες ἐπικαμπτόμεθα, καὶ πενθοῦντος βλέποντες δακρύσομεν. Ἐπειδὴ γὰρ σφόδρα αὐτὸ κατορθοῦσθαι βούλεται ὁ Θεός, ἐκέλευσε τῇ φύσει πολλὰ εἰς τοῦτο συνεινεγκεῖν, διεκνὺς ὅτι σφόδρα αὐτῷ τοῦτό ἐστι περισπούδαστον. Ταῦτ’ οὖν ἐννοοῦντες, καὶ ἡμᾶς αὐτοὺς καὶ τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς προσήκοντας, εἰς τὸ τῆς ἐλεημοσύνης ἀγάγωμεν διδασκαλεῖον καὶ τοῦτο πρὸ πάντων ἄνθρωπος μανθανέτω, ἐπειδὴ καὶ τοῦτο ἄνθρωπος. Μέγα γὰρ ἄνθρωπος· καὶ τίμιον ἀνήρ ἐλεήμων· ὡς ἄν μὴ τουτο ἔχῃ καὶ τοῦ εἶναι ἄνθρωπος ἐξέπεσε. Τοῦτο σοφοὺς ἐργάζεται. Καὶ τί θαυμάζεις, εἰ τοῦτο ἄνθρωπος; Τοῦτο Θεός. Γίνεσθε γάρ, φησίν, οἰκτίρμονες, ὡς ὁ Πατήρ ὑμῶν. Μάθωμεν τοίνυν εἶναι ἐλεήμονες ἁπάντων ἕνεκα· μάλιστα δέ, ὅτι καὶ ἡμεῖς πολλοῦς δεόμεθα ἐλέους. Καὶ μηδὲ ζῇν ἡγώμεθα τὸν καιρὸν ἐκεῖνον, ὅταν μὴ ἐλεῶμεν. Ἐλεημοσύνην δὲ λέγω τὴν πλεονεξίας καθαράν. Εἰ γὰρ ὁ τοῖς αὐτοῦ ἀρκούμενος καὶ μηδενὶ μεταδιδούς, οὐκ ἐλεήμων· ὁ τὰ ἑτέρων λαμβάνων πῶς ἐλεήμων, κἄν μυρία δῷ; Εἰ γὰρ τὸ ἀπολαύειν μόνον τῶν ὄντων, ἀπανθρωπίας, πολλῷ μᾶλλον τὸ ἑτέρους ἀφαιρεῖσθαι. Εἰ οἱ μηδὲν ἀδικήσαντες κολάζονται, ὅτι οὐ μετέδωκαν, πολλῷ μᾶλλον οἱ καὶ τὰ ἑτέρων λαμβάνοντες. Μὴ τοίνυν τοῦτο εἴπῃς, ὅτι ἄλλος ἠδίκηται, καὶ ἄλλος ἐλεεῖται. Τὸ γὰρ δεινὸν τοῦτό ἐστιν Ἔδει γὰρ τὸν ἀδικούμενον αὐτὸν εἶναι καὶ τὸν ἐλεούμενον· νυνὶ δὲ ἑτέρους τραυματίζων, οὕς οὐκ ἐτραυμάτισας θεραπεύεις, δέον ἐκείνους θεραπεύειν· μᾶλλον δὲ μηδὲ τραυματίζειν. Φιλάνθρωπος γὰρ οὐχ ὁ πλήττων καὶ θεραπεύων, ἀλλ’ ὁ τοὺς παρ’ ἑτέρων πληγέντας ἰώμενος. Τὰ σαυτοῦ τοίνυν ἴασαι κακά, μὴ τὰ ἑτέρου· μᾶλλον δὲ μηδὲ πλῆττε, μηδὲ κατάλβαλλε (τοῦτο γὰρ παίζοντός ἐστιν) , ἀλλ’ ἀνάστησον τοὺς καταβληθέντας. Οὐδὲ γὰρ δυνατὸν τῷ αὐτῷ μέτρῳ τῆς ἐλεημοοσύνης θεραπεῦσαι τὸ ἀπὸ τῆς πλεονεξίας κακόν. Ἄν γὰρ πλεονεκτήσῃς ὀβολόν, οὐκ ὀβολοῦ σοι δεῖ πάλιν εἰς ἐλεημοσύνην, ἵνα ἀνέλῃς τὸ ἀπὸ τῆς πλεονεξίας ἕλκος, ἀλλὰ ταλάντου. Διὰ τοῦτο ὁ κλέπτης ἁλοὺς τετραπλάσιον καταβάλλει· τοῦ δὲ κλέπτοντος ὁ ἁρπάζων χείρων. Εἰ δὲ ἐκεῖνον τετραπλασίονα δοῦνε δεῖ ᾧν ἔκλεψε, τὸ ἁρπάζοντα δεκαπλασίονα καὶ πολλῷ πλέον· καὶ ἀγαπητὸν τὸ καὶ οὕτω δυνηθῆναι τὴν ἀδικίαν ἐξιλεώσασθαι· ἐλεημοσύνης γὰρ οὐδὲ τότε λήψεται καρπὸν. Διὰ τοῦτο ὁ Ζακχαῖος, Ἀποτίσω, φησίν ὧν ἐσυκοφάντησα τετραπλασίονα, καὶ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου δώσω πτωχοῖς. Εἰ δὲ ἐν τῷ νόμῳ τετραπλασίονα δοῦναι δεῖ, πολλῷ μᾶλλον ἐν τῇ χάριτι· εἰ τὸν κλέπτοντα πολλῷ μᾶλλον τὸν ἁρπάζοντα. Μετὰ γὰρ τῆς ζημίας ἐνταῦθα καὶ ἡ ὕρβις πολλή. Ὥστε κἄν ἑκατονταπλασίονα δῷς, οὐδέπω τὸ πᾶν ἔδωκας. Ὁρᾷ ὡς οὐ μάτην ἔλεγον, Κἄν ὀβολὸν ἁρπάσῃς καὶ τάλαντον ἐπιδῷς μόλις καὶ οὕτω θεραπεύεις;
|
α΄. Ὁ Μάρκος λέει ὅτι δὲν μπόρεσε νὰ μπῆ στὸ σπίτι ἀπαρατήρητος Καὶ γιατί πήγαινε πάντα στὰ μέρη αὐτὰ; ἀφοῦ ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴ φροντίδα τῆς τροφῆς, προχωρῶντας ἀνοίγει τὴν πόρτα καὶ στὰ ἔθνη. Ἔτσι κι ὁ Πέτρος ὅταν ἔλαβε διαταγὴ νὰ καταργήση αὐτὸ τὸ νόμο στέλεται στὸν Κορνήλιο. Πῶς λοιπὸν ἐνῶ παραγγέλλει στοὺς μαθητάς του· Μὴν πάρετε τὸν δρόμο τῶν εἰδωλολατρῶν, δέχται αὐτὴ τὴ γυναῖκα; Πρῶτα θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι δὲν ἦταν ὑποχρεωμένος σὲ ὅ,τι πρόσταζε τοῦς μαθητάς του. Κι ἔπειτα ὅτι δὲν ἦρθε γιὰ νὰ κηρύξη ὅπως ὑπαινίσσεται κι ὁ Μᾶρκος λέγοντας ὅτι κρύφτηκε ἀλλὰ δὲν πέρασε ἀπαρατήρητος. Ὅπως ἦταν σύμφωνο μὲ τὰ πράγματα νὰ μὴν τρέξη σ’ αὐτοὺς πρῶτα, ἔτσι ἦταν καὶ τῆς φιλανθρωπίας του ἀνάξιο νὰ διώξη αὐτοῦς ποὺ τὸν πλησίαζαν. Ἄφοῦ ἔπρεπε νὰ κυνηγήση αὐτοὺς ποὺ ἔφευγαν πολὺ περισσότερο δὲν ἔπρεπε νὰ ἀποφεύγη αὐτοὺς ποὺ τὸν κυνηγοῦσαν. Προσέξετε πόσο ἡ γυναῖκα ἄξιζε γιὰ κάθε καλωσύνη. Δὲν ἐτόλμησε νὰ ἔρθη στὰ Ἱεροσόλυμα, γιατὶ φοβόταν καὶ θεωροῦσε ἀνάξιο τὸν ἑαυτό της. Ὅτι κι ἄν δὲν ἦταν ἔτσι θὰ ἔφτανε κι ἐκεῖ φαίνεται κι ἀπὸ τὴν τωρινὴ ἐπιμονή της κι ἀπ’ τὸ ὅτι βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὴν περιοχή τους. Μερικοὶ ἐφαρμόζοντας ἀλληγορικὴ ἐξήγηση ὑποστηρίζουν ὅτι ὅταν βγῆκε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὴν Ἰουδαία τότε τόλμησε νὰ τὸν πλησιάση ἡ Ἐκκλησία ἀφοῦ βγῆκε κι αὐτὴ ἀπὸ τὴ δική της περιοχή. Ξέχασε λέει ὁ θεῖος λόγος, τὸ λαό σου καὶ τὸ σπίτι τοῦ πατέρα σου. Γιατὶ κι ὁ Χριστὸς βγῆκε ἀπὸ τὴν περιοχὴ του καὶ ἡ γυναῖκα ἀπὸ τὴν δική της περιοχή· Κι ἔτσι μπόρεσαν νὰ συναντηθοῦν. Νὰ μιὰ Χαναναία, λέει, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν περιοχή της. Κατηγορεῖ τὴ γυναὶκα ὁ Εὐαγγελιστής γιὰ νὰ φανερώση τὸ θαῦμα καὶ νὰ τὴν ἐξυψώση περισσότερο. Ἄν ἀκούσης Χαναναία, φέρε στὸ νοῦ σου τὰ παράνομα ἐκεῖνα εἰδωλολατρικὰ ἔθνη, ποὺ ἀνέτρεψαν ἀπὸ τὸ θεμέλιο τοὺς νόμους τῆς φύσεως. Κι ἔπειτα ἀναλογίσου καὶ τὴ δύναμη τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοὶ ποὺ εἶχαν ἐκδιωχθῆ, γιὰ νὰ μὴ διαφθείρουν τοὺς Ἰουδαίους, φάνηκαν τόσο πιὸ κατάλληλοι ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, ὥστε κι ἀπὸ τὴ χώρα τους βγῆκαν καὶ τὸ Χριστὸ πλησίασαν, ἐνῶ ἐκεῖνοι κι ἄς πήγαινε κοντά τους τὸν ἀπόδιωχναν. Πλησίασε λοιπὸν καὶ τίποτ’ ἄλλο δὲν λέει παρὰ ἐλέησέ με καὶ κόσμο πολὺ μαζεύει γύρο της μὲ τὶς κραυγὲς της. Τὸ θέαμα προκαλοῦσε τόσο ἀλήθεια τὸν οἶχτο· μιὰ γυναῖκα νὰ κραυγάζη τόσο πονεμένα, μιὰ μητέρα νὰ παρακαλῆ γιὰ τὴ θυγατέρα της ποὺ ἦταν σὲ κακὴ κατάσταση. Οὔτε ποὺ τόλμησε νὰ φέρη τὴ δαιμονισμένη μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Δασκάλου. Τὴν ἀφήνει πλαγιασμένη στὸ σπίτι καὶ κάμει ἐκείνη τὶς παρακλήσεις της. Ἀναφέρει μόνο τὴν ἀρρώστεια καὶ δὲν προσθέτει τίποτ’ ἄλλο. Οὔτε τραβᾶ τὸ γιατρὸ στὸ σπίτι της, ὅπως ὁ παλατιανὸς ἐκεῖνος ποὺ ἔλεγε· Ἔλα καὶ βάλε ἐπάνω του τό χέρι σου, καὶ κατέβα πρὶν πεθάνη τὸ παιδὶ μου. Ἀλλὰ κι ἀφοῦ διηγήθηκε τὴ συμφορὰ της καὶ τὴν ἔνταση τῆς ἀρρώστειας, προβάλλει τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Κυρίου καὶ φωνάζει δυνατά. Καὶ δὲν λέει Σπλαχνίσου τὴ θυγατέρα μου ἀλλὰ Σπλαχνίσου με. Ἐκείνη δὲν αἰσθάνεται τὴ νόσο της ἐγὼ εἶμαι ποὺ πάσχω μύρια δεινά, γιατὶ εἶμαι ἄρρωστη καὶ τὸ νιώθω, μανιακή, καί τὸ γνωρίζω. Ἐκεῖνος δὲν τῆς ἔδωσε ἀπάντηση. Γιατὶ αὐτὸ τὸ πρωτοφανέρωτο καὶ παράδοξο; Τοὺς Ἰουδαίους, ἀγνωμοῦν καὶ τοὺς φέρνει κοντά του, τὸν βλασφημοῦν καὶ τοὺς παρακαλεῖ, τὸν πειράζουν καὶ τοὺς ἀφήνει. Δὲν θεωρεῖ ὅμως ἄξια οὔτε γι’ ἀπάντηση αὐτὴν ποὺ ἔρχεται τρέχοντας κοντά του καὶ παρακαλεῖ καὶ ἱκετεύει καὶ δείχνει τόση εὐλάβεια ἐνῶ δὲν ἔχει μεγαλώσει μὲ τὴ συντροφιὰ τοῦ νόμου καὶ τῶν προφητῶν. Ποιὸν δὲ θὰ ἐσκανδάλιζε αὐτὴ ἡ συμπεριφορὰ ποὺ ἦταν ἀντίθετη μὲ τὴν φήμη; Εἶχαν ἀκούσει ὅτι περιώδευε στὰ χωριὰ καὶ σκορποῦσε τὶς θεραπεῖες του αὐτὴν ὅμως τὴν ἀποκρούει ἐνῶ εἶχε ἔρθει ἡ ἴδια. Καὶ ποιὸν δὲ θὰ συγκινοῦσε ἡ ἀσθένεια καὶ ἡ παράκληση, ποὺ ἔκανε γιὰ τὴ θυγατέρα της ποὺ ἦταν σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση; Δὲν εἶχε ἔρθει ἐπειδὴ ἦταν ἄξια, οὔτε ἐπειδὴ ζητοῦσε κάποια ὀφειλή. Εἶχε ἀνάγκη νὰ τῆς δείξουν ἀγάπη καὶ παρουσιάζει τὴν τραγικὴ συμφορά της. Κι ὅμως δὲν τὴν κάνουν ἄξια οὔτε γι’ ἀπάντηση. Ἴσως πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ἄκουαν σκανδαλίστηκαν. Δὲν σκανδαλίστηκε ὅμως ἐκείνη. Τί λέγω ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ἄκουαν; Νομίζω ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ μαθηταί του θὰ ἐπηρεάστηκαν ἀπὸ τὴ συμφορὰ τῆς γυναίκας, θὰ ταράχτηκαν καὶ θὰ λυπήθηκαν. Καὶ μὲ ὅλη τὴν ταραχή τους ὅμως δὲν ἐτόλμησαν νὰ ποῦν, Κάμε της τὴ χάρη. Ἀλλὰ πῆγαν κοντά του καὶ τὸν παρακαλοῦσαν, Ἐλευθέρωσέ τήν γιατὶ φωνάζει πίσω μας. Κι ἐμεῖς ὅταν θέλωμε νὰ πείσωμε κάποιον, πολλὲς φορὲς λέμε τ’ ἀντίθετα. Κι ὁ Χριστὸς ἀπάντησε, Ἡ ἀποστολὴ μου δὲν ἔγινε παρὰ γιὰ τὰ χαμένα πρόβατα τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους. β΄. Κι ὅταν τ’ ἄκουσε αὐτὰ ἡ γυναῖκα σώπασε κι ἀποσύρθηκε κι ἐγκατάλειψε τὴν προθυμία της; Καθόλου· ἔγινε πιὸ ἐπιθετική. Δὲν κάνομε ἐμεῖς ἔτσι. Ὅταν δὲν ἐπιτύχωμε, ἀπομακρυνόμαστε, ἐνῶ πρέπει γι’ αὐτὸ νὰ γίνωμε πιὸ ἀπαιτητικοί. Καὶ ποιὸν δὲ θὰ ἔρριχνε στὴν ἀπελπισία αὐτὸς ὁ λόγος; Ἦταν κι ἡ σιγὴ του ἀρκετὴ νὰ τὴν ὁδηγήση στὴν ἀπόγνωση· ἡ ἀπόκριση προχωροῦσε πολὺ περισσότερο. Νὰ διαπιστώση ὅτι μαζί της εἶχαν ἀποστομωθῆ κι οἱ συνήγοροί της καὶ ν’ ἀκούση ὅτι τὸ πρᾶγμα εἶχε καταλήξει σ’ ἀδιέξοδο θὰ ἦταν δυνατὸ νὰ τὴ ρίξη σὲ ἀπέραντη ἀμηχανία. Ἡ γυναῖκα ὅμως δὲν ἀφοπλιζόταν. Ἀλλὰ ὅταν εἶδε ὅτι οἱ προστάτες της δὲν εἶχαν καμμιὰ δύναμη, ἔδειξε ὡραία ἀναισχυντία. Πρὶν ἀπ’ αὐτὸ μήτε στὰ μάτια τους νὰ φανῆ δὲν τολμοῦσε. Φωνάζει πίσω μας, λένε. Κι ὅταν ἦταν φυσικὸ νὰ πάη ἀκόμα πιὸ μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀμηχανία, τότε πλησιάζει περισσότερο καὶ πέφτει στὰ πόδια του. Κύριε, βοήθησέ με. Πῶς αὐτὸ, γυναῖκα; Ἔχεις μεγαλύτερο θάρρος ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους; Μεγαλύτερη δύναμη; Θάρρος καὶ δύναμη καθόλου βέβαια δὲν ἔχω κι ἀπὸ ντροπὴ εἶμαι γεμάτη. Ἀλλὰ αὐτὴν τὴν ἀναισχυντία τὴ χρησιμοποιῶ σὰν προπέτασμα· θὰ σεβαστῆ τὸ θάρρος μου. Τὶ σημαίνει αὐτό; Δὲν τὸν ἄκουσε νὰ λέη ὅτι Ἡ ἀποστολή μου δὲν ἔγινε παρὰ γιὰ τὰ χαμένα πρόβατα τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους; Τὸν ἄκουσα, ἀπαντᾶ. Ἀλλὰ αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριος. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τοῦ ἔλεγε, Παρακάλεσε καὶ προσευχήσου, ἀλλὰ Βοήθησέ με. Κι ὁ Χριστός; Οὔτε μ’ αὐτὰ δὲν ἱκανοποιήθηκε παρὰ ἐπιτείνει τὴν ἀμηχανία της λέγοντας πάλι. Δὲν εἶναι καλὸ νὰ πάρης τὸ ψωμὶ ἀπὸ τὰ παιδιὰ καὶ νὰ τὸ δώσης στοὺς σκύλους. Κι ὅταν τὴν ἔκαμε ἄξια νὰ τῆς μιλήση, τότε χειρότερα τὴν ἐπείραξε ἀπὸ ὅ,τι μὲ τὴ σιγή. Δὲν μεταφέρει πιὰ σ’ ἄλλον τὴν αἰτία οὔτε λέει «ἡ ἀποστολή μου ἔγινε». Ὅσο ἐντείνει αὐτὴ τὴν παράκλησή της, τόσο δυναμώνει κι αὐτὸς τὴν ἄρνησή του. Καὶ δὲν τοὺς ἀποκαλεῖ πιὰ πρόβατα παρὰ παιδιὰ καὶ κείνην σκυλί. Μὰ ἡ γυναῖκα ἀπὸ τὶς ἴδιες τὶς λέξεις του συναρμολογεῖ τὴν ὑπεράσπισή της. Ἄν εἶμαι σκυλί, δὲν εἶμαι ξένη. Δίκαια ἔλεγε ὁ Χριστός, Ἐγὼ ἦρθα στὸν κόσμο γιὰ νὰ γίνη ξεχώρισμα. Κι ἡ γυναῖκα φιλοσοφεῖ καὶ δείχνει κάθε καρτερία καὶ πίστη καὶ μάλιστα ἐνῶ δέχεται προσβολές. Ἐνῶ ἐκεῖνοι μ’ ὅλο ποὺ τοὺς γίνονται θεραπεῖες καὶ τιμὲς πληρώνουν μὲ τὰ ἀντίθετα. Ξέρω κι ἐγὼ πῶς εἶναι ἀπαραίτητη ἡ τροφὴ στὰ παιδιά· αὐτὸ ὅμως δὲν μ’ ἐμποδίζει ἐμένα, ἄν εἶμαι σκυλί. Ἄν δὲν εἶναι δίκαιο νὰ πάρω, δὲν εἶναι σωστὸ νὰ ἔχω μερίδιο οὔτε στὰ ψίλουλα; Ἄν ὅμως πρέπει νὰ ἔχω μερίδιο ἄς εἶναι καὶ μικρὸ, δὲν ἐμποδίζομαι κι ἄν εἶμαι σκυλί. Ἀλλὰ κι ἔτσι ἔχω μεγαλύτερο μέρος, ἄν εἶμαι σκυλί. Γι’ αὐτὸ ἀνέβαλλε ὁ Χριστός· ἤξερε ὅτι θὰ μιλοῦσε ἔτσι καὶ γι’ αὐτὸ ἀρνιόταν τὴ δωρεά· γιὰ νὰ δείξη τὴν πίστη της. Ἄν δὲν ἦταν νὰ τῆς δώση, δὲ θὰ τῆς ἔδιδε κι ὕστερ’ ἀπ’ αὐτό· οὔτε θὰ τὴν ἀποστόμωνε πάλι. Ὅπως εἶπε στὸν ἑκατόνταρχο, Ἐγὼ θαρθῶ καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω, γιὰ νὰ μάθωμε τὴν εὐλάβειά του καὶ νὰ τὸν ἀκούσωμε νὰ λέη, Δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ μπῆς στὸ σπίτι μου. Ὅπως ἔκαμε στὴν αἱμορροῦσα ποὺ τῆς λέει, ἐγὼ ἔνιωσα νὰ φεύγη ἀπὸ μένα κάποια δύναμη, γιὰ νά κάμη τὴν πίστη της καταφάνερη. Κι ὅ,τι κάμει μὲ τὴ Σαμαρείτισσα, γιὰ νὰ δείξη πὼς καὶ μὲ τὸν ἔλεγχο ποὺ τῆς γίνεται δὲν ἀπομακρύνεται. Τὰ ἴδια κάμει κι ἐδῶ.. Δὲν ἤθλε νὰ μείνη κρυφὴ τόση ἀρετὴ τῆς γυναίκας. Ὥστε δὲν ἤθελε νὰ προσβάλη μὲ τοὺς λόγους του ἀλλὰ νὰ προκαλέση καὶ τὸν κρυμμένο θηρσαυρὂ νὰ φανερώση. Σεῖς ὅμως μαζὶ μὲ τὴν πίστη προσέξετε καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη. Ἐκεῖνος ἀποκάλεσε παιδιά, τοὺς Ἰουδαίους. Αὐτὴ δὲ περιωρίσθηκε σ’ αὐτὸ ἀλλὰ τοὺς χαρακτηρίζει Κυρίους. Τόσο πολὺ δὲν τὴν πείραξαν οἱ ἔπαινοι γιὰ τοὺς ἄλλους. Τὰ σκυλιὰ παρατηρεῖ τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ Κυρίου τους. Εἵδατε τὴ φρόνηση τῆς γυναίκας; Μήτε ἀντίρρηση δὲν τόλμησε νὰ φέρη, οὔτε τὴν πείραξαν οἱ ἔπαινοι γιὰ τοὺς ἄλλους, οὔτε ἀγανάκτησε μὲ τὴν προσβολή. Βλέπετε εὐψυχία; Αὐτὸς ἔλεγε δὲν εἶναι καλό. Ναί, Κύριε, ἔλεγε ἐκείνη. Αὐτὸς τοὺς ἔλεγε παιδιά, κι ἐκείνη Κυρίους. Αὑτὸς ἀνέφερε τὸ ὄνομα τοῦ σκυλιοῦ ἐκείνη πρόσθεσε καὶ τὸ ἔργο του. Εἴδατε τὴν ταπεινοφροσύνη της; Ἀκοῦστε καὶ τὰ μεγάλα λόγια τῶν Ἰουδαίων. Εἴμαστε ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραὰμ καὶ κανενὸς δὲν ἐγίναμε δοῦλοι ὡς τώρα. Καί, ἔχομε γεννηθῆ ἀπὸ τὸ Θεό. Αὐτὴ ἀντίθετα αὐτοαποκαλεῖται σκυλὶ κι ἐκείνους τοὺς λέει κυρίους· καὶ γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἔγινε παιδί. Κι ὁ Χριστὸς τῆς λέει· Γυναῖκα, μεγάλη ἡ πίστη σου. Γι’ αὐτὸ ἔκαμε τὴν ἀναβολὴ, γιὰ νὰ φωνάξη αὐτὸ τὸ λόγο, γιὰ νὰ στεφανώση τὴ γυναῖκα. Ἄς γίνη ὅπως θέλεις. Ὁ λόγος του τοῦτο σημαίνει. Ἡ πίστις σου μπορεῖ καὶ μεγαλύτερα νὰ κατορθώση ἀλλὰ ἄς γίνη ὅπως θέλεις. Ἡ φράση αὐτὴ συγγενεύει μὲ τὴ φράση ποὺ ἔλεγε. Ἄς γίνη ὁ οὐρανός, καὶ ἔγινε. Καὶ θεραπεύτηκε ἡ κόρη της ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη. Εἴδατε πὼς δὲν βοήθησε κι ἐκείνη λίγο στὴ θεραπεία τῆς κόρης; Γι’ αὐτὸ δὲν εἶπε ὁ Χριστὸς· Ἄς θεραπευτῆ ἡ κόρη σου· ἀλλὰ Μεγάλη ἡ πίστη σου, ἄς γίνη ὅπως θέλεις. Γιὰ νὰ μάθωμε ὅτι δὲν ἦσαν λόγοι τυχαῖοι καὶ λόγοι κολακείας ἀλλὰ ὅτι εἶναι μεγάλη ἡ δύναμη τῆς πίστης. Τὸν ἀκριβῆ ἔλεγχο καὶ τὴν ἀπόδειξη ἄφησε στὴν ἔκβαση τὼν πραγμάτων. Θεραπεύτηκε ἀμέσως τὸ κοριστάκι. γ΄. Σεῖς προσέξατε πῶς, ἐνῶ νικήθηκαν οἱ ἀπόστολοι καὶ δὲν ἐπέτυχαν, πέτυχε αὐτὴ. Τόσο μεγάλλη εἶναι ἡ ἐπιμονὴ τῆς προσευχῆς. Γιὰ τὶς ἀνάγκες μας θέλει νὰ τὸν παρακαλοῦμε περισσότερο ἐμεῖς παρὰ οἱ ἄλλοι γιὰ χάρη μας. Εἶχαν ἐκεῖνοι μεγαλύτερο θάρρος ἀλλὰ αὐτὴ ἔδειξε περισσότερη καρτερία. Μὲ τὸ τέλος διακαιολογήθηκε στοὺς μαθητάς του γιὰ τὴν ἀναβολὴ καὶ ἔδειξε ὅτι δίκαια ἀρνήθηκε ὅταν τοῦ ζήτησαν ἐκεῖνοι. Ἔφυγε ἀπὸ κεῖ ὁ Ἰησοῦς καὶ πῆγε κοντά στὴ θάλασσα τῆς Γαλιλαίας· ἀνέβηκε καὶ κάθησε στὸ βουνό. Ἦρθε τότε κοντά του πολὺς κόσμος κουβαλῶντας μαζί του κουτσούς, τυφλούς, κουλλούς, κωφάλαλους ποὺ τοὺς ἔρριξαν στὰ πόδια του. Ἐκεῖνος τοὺς ἔκαμε καλὰ ὥστε θαύμασε ὁ κόσμος βλέποντας τοὺς βουβοὺς νὰ μιλοῦν, γεροὺς τοὺς κουλλοὺς, κουτσοὺς νὰ περπατοῦν, τοὺς τυφλοὺς νὰ βλέπουν. Γι’ αὐτὰ εὐχαριστοῦσαν τὸν Θεὸ τοῦ Ἰσραήλ. Πότε πηγαίνει ὁ ἴδιος, πότε κάθεται καὶ περιμένει ἀρρώστους καὶ τοὺς κουτσοὺς ἀνεβάζει στὸ βουνό. Καὶ μήτε τὸ ροῦχο δὲν ἀγγίζουν πιά, ἀνεβαίνουν ὅμως στὴν κορυφὴ καὶ πέφτουν στὰ πόδια του. Δείχνουν ἔτσι διπλὰ τὴν πίστη τους κι ὅτι ἄνεβαίνουν ἄν καὶ κουτσοὶ στὸ βουνό, κι ὅτι δὲ χρειάζονται τίποτ’ ἄλλο παρὰ νὰ ριχτοῦν μονάχα στὰ πόδια του. Κι ἦταν μεγάλο καὶ πρωτοφάνερο θαῦμα, νὰ βλέπη κανένας αὐτοὺς ποὺ τοὺς ἔφερναν ἄλλοι νὰ περπατοῦν, καὶ τοὺς ἀνάπηρους νὰ μὴν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ κείνους ποὺ τοὺς κρατοῦσαν. Προξενοῦσε κατάπληξη τὸ πλῆθος ἐκείνων ποὺ θεραπεύονταν καὶ ἡ εὐκολία τῆς θεραπείας. Βλέπετε μέ πόση βραδύτητα θεράπευσε τὴ γυναίκα ἐνῶ τούτους ἀμέσως; Ὄχι ἐπειδὴ αὐτοὶ ἦσαν καλύτεροι ἀπὸ ἐκείνην ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐκείνη ἦταν πιὸ πιστὴ ἀπ’ αὐτοὺς. Γι’ αὐτὸ στὴν περίπτωσή της ἀναβάλλει καὶ καθυστερεῖ θέλοντας νὰ παρουσιάση τὴν εὐψυχία της. Σὲ τούτους ὅμως παρέχει τὴ δωρεὰ ἀμέσως καὶ κλείνει ἔτσι τὰ στόματα τῶν ἀπίστων Ἰουδαίων, ἀφαιρῶντας τους κάθε δυνατότητα ἀπολογίας. Γιατὶ ὅσο μεγαλύτερες εὐεργεσίες δέχεται κάποιος, τόσο περισσότερο ἄξιος τιμωρίας γίνεται, ἐπειδὴ δείχνει ἀγνωμοσύνη, καὶ δὲ γίνεται καλύτερος μὲ τὴν τιμὴ. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς κι οἱ πλούσιοι τιμωροῦνται περισσότερο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ πένονται γιὰ τὴν κακία τους, νὰ μὴ γίνωνται ἥμεροι οὔτε μέσα στὴν ἀφοθνία τῶν ἀγαθῶν τους. Μὴ μοῦ πῆτε ὅτι ἔδωσαν ἐλεημοσύνη. Ἄν δὲν ἔδωσαν ἀπὸ τὴν περιουσία τους ὅπως πρέπει οὔτε ἔτσι δὲ θὰ διαφύγουν. Ἡ ἐλεημοσύνη δὲν κρίνεται μὲ τὸ μέτρο τῶν ὅσων δίνονται ἀλλὰ ἀνάλογα μὲ τὴ γενναιοδωρία τῆς διαθέσεως Κι ἄν τιμωροῦνται αὐτοί, πολὺ περισσότερον, αὐτοὶ ποὺ συναρπάζονται ἀπὸ τὰ περιττά, ποὺ χτίζουν τὰ τριώροφα καὶ τετραώροφα μέγαρα, καταφρονοῦν ὅμως τοὺς πεινασμένους, αὐτοὶ ποὺ ἱκανοποιοῦν τὴ φιλαργυρία τους, ἀδιαφοροῦν ὅμως γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη. Κι ἀφοῦ ὁ λόγος ἦρθε στὴν ἐλεημοσύνη ἄς συνεχίσω σήμερα τὶς σκέψεις ἐκείνες ποὺ ἄφησα ἀσυμπλήρωτες μιλῶντας πρὶν ἀπὸ τρεῖς μέρες γιὰ τὴ φιλανθρωπία. Θυμᾶστε ὅταν προηγούμενα μιλοῦσα γιὰ τὶς ἰδιοτροπίες τῶν παπουτσιῶν, τὴ μάταιη ἐκείνη ἀσχολία καὶ τὴ βλακεία τῶν νέων· τότε ὁ λόγος εἶχε παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν ἐλεημοσύνη στὰ ἁμαρτήματα ἐκεῖνα. Ἐλέγαμε τότε ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι κάποια τέχνη ποῦ ἔχεί στημένο τὸ ἐργαστήρι της στὸν οὐρανὸ καὶ δάσκαλο ὄχι τὸν ἄνθρωπο παρὰ τὸν Θεό. Ἔπειτα ἐρευνῶντας τί εἶναι τέχνη καὶ τί ὄχι τέχνη πέσαμε στὶς ματαιοπονίες καὶ κακοτεχνίες. Κι ἐκεῖ ἀναφέραμε καὶ τήν τέχνη αὐτὴ τῶν παπουτσιῶν. Θυμηθήκατε; Ἄς ξαναπάρωμε λοιπὸν σήμερα αὐτὸ ποὺ εἴπαμε τότε κι ἄς δείξωμε πῶς ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι τέχνη κι ἀπ’ ὅλες τὶς τέχνες ἀνώτερες. Γιατὶ ἄν χαρακτηριστικὸ τῆς τέχνης εἶναι νὰ καταλήξη σὲ κάτι χρήσιμο κι ἄν τίποτα δὲν εἶναι χρησιμώτερο ἀπὸ τὴν ἐλεημοσύνη, τότε εἶναι φανερὸ ὅτι αὐτὴ εἶναι τέχνη ἀπὸ ὅλες τὶς τέχνες ἀνώτερη. Γιατὶ δὲ μᾶς φτιάχνει ὑποδήματα, οὔτε μᾶς ὑφαίνει ροῦχα, οὔτε μᾶς χτίζει σπίτια ὑλικὰ. Γίνεται πρόξενος σὲ μᾶς τῆς παντοντινῆς ζωῆς, μᾶς ἁρπάζει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ θανάτου, σὲ κάθε μιὰ ἀπὸ τὶς δυὸ ζωὲς μᾶς παρουσιάζει λαμπρούς, μᾶς στήνει τὶς οὐράνιες κατοικίες μας, τὰ παντοτινὰ ἐκεῖνα σκηνώματά μας. Αὐτὴ δὲν ἀφήνει νὰ σβήσουν τὰ λυχνάρια μας, οὔτε νὰ παρουσιαστοῦμε στὸ γάμο μ’ ἀκάθαρτα φορέματα ἀλλὰ τὰ πλένει καὶ τὰ κάνει καθαρώτερα ἀπὸ τὸ χιονι. Δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ πέσωμε ὅπου ἔπεσε ἐκεῖνος ὁ πλούσιος, οὔτε ν’ ἀκούσωμε τοὺς φοβεροὺς λόγους ἀλλὰ μᾶς ὁδηγεῖ στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ. Κάθε μιὰ ἀπὸ τὶς τέχνες τῆς ζωῆς ἔχει βάλει καὶ θέλει νὰ κατορθώση ἕνα σκοπό. Ὅπως ἡ γεωργία τὴ διατροφή, ἡ ὑφαντικὴ τὴν ἔνδυση. Κι οὔτε αὐτὸ ἀκριβῶς· γιατὶ δὲν εἶναι ἀρκετὴ νὰ μᾶς προσφέρη μόνη της τὸ ἐπίτευγμά της.
δ΄. Ἄς ἐξετάσωμε ἄν θέλετε τὴ γεωργία πρώτη. Ἄν δὲν ἔχη σύμμαχό της σιδηρουργικὴ νὰ δανείζεται ἀπ’ αὐτὴ τὸ δικέλλι καὶ τὸ ὑνὶ καὶ τὸ δρεπάνι καὶ τὸ τσεκούρι καὶ ἄλλα πολλά. Κι ἄν δὲν ἔχη τὴν τεκτονικὴ νὰ τῆς ταιριάση τὸ ἀλέτρι καὶ νὰ τῆς συνδέση τὸ ζυγὸ καὶ τὸ ἁμάξι, γιὰ νὰ τρίβη τὰ στάχυα. Κι ἄν δὲν ἔχη τὴ σκυτοτομικὴ νὰ τὴς φτιάξη τοὺς ἱμάντες καὶ τὴν οἰκοδομικὴ γιὰ νὰ χτίση τὸ σταῦλο στὰ βόδια ποὺ ὀργώνουν καὶ τὰ σπίτια στοὺς γεωργοὺς ποὺ σπέρνουν καὶ τὴν ὑλοτομικὴ γιὰ τὸ κόψιμο τῶν ξύλων καὶ τὴν ἀρτοποιητικὴ ὕστερ’ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ, πουθενὰ δὲ θὰ φαινόταν ἡ γεωργία. Ἔτσι καὶ ἡ ὑφαντικὴ ὅταν κάνη κάτι καλεῖ πολλὲς ἄλλες τέχνες γιὰ βοηθούς, ὤστε νὰ τὴν βοηθήσουν στὸ ἔργο της. Κι ἄν δὲν ἔρθουν καὶ δὲν τῆς ἁπλώσουν χέρι στέκεται μόνη στὴν ἀμηχανία της. Κάθε τέχνη ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ὄταν ὅμως πρέπει νὰ κάνωμε ἐλεημοσύνη, τιποτ’ ἄλλο δὲ χρειαζόμαστε, παρὰ μόνο διάθεση. Κι ἄν νομίζης, πὼς χρειάζεσαι χρήματα καὶ σπίτια καὶ ροῦχα καὶ ὑποδήματα, διάβασε ἐκεῖνα τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶπε γιὰ τὴ χήρα καὶ διῶξε αὐτὴ τὴν ἀγωνία. Κι ἄν εἶσαι ὁλότελα φτωχός, σὰν τοὺς ζητιάνους, δῶσε δύο λεπτὰ κι αὐτὸ εἶναι τὸ πᾶν. Κι ἄν δώσης ψωμὶ ποὺ αὐτὸ μόνο ἔχεις ἔβαλες τὴν κρηπίδα στὴν τέχνη. Αὐτὴ λοιπὸν τὴν ἐπιστήμη ἄς παραδεχτοῦμε κι ἄς πραγματώσωμε. Εἶναι καλύτερο νὰ γνωρίζης αὐτὴ παρὰ νὰ εἶσαι βασιλιὰς καὶ νὰ φορῆς κορώνα. Γιατὶ δὲν εἶναι αὐτὸ μονάχα τὸ πλεονέκτημά της, ὅτι δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἄλλη τέχνη, ἀλλὰ καὶ πράγματα πετυχαίνει πολλὰ καὶ διάφορα. Οἰκοδομεῖ τὰ σπίτια ποὺ παραμένουν πάντα στὸν οὐρανὸ καὶ μαθαίνει σ’ ἐκείνους ποὺ τὴν κατώρθωσαν, πῶς θὰ ξεφύγουν τὸν αἰώνιο θάνατο. Καὶ σοῦ χαρίζει θησαυροὺς ποὺ ποτὲ δὲν ξοδεύονται καὶ διαφεύγουν κάθε κίνδυνο, εἴτε εἴναι ἀπὸ ληστὲς, εἴτε ἀπὸ σκουλήκια, εἴτε ἀπὸ τὸ σαράκι, εἴτε ἀπὸ τὸ χρόνο. Ἄν μᾶς τὸ δίδασκε αὐτὸ γιὰ τὴ φύλαξη τῶν σιτηρῶν μονάχα, τί δέ θὰ δίναμε, γιὰ νὰ μπορέσωμε νὰ ἐξασφαλίσωμε ἀπρόσβλητο τὸ σιτάρι μας γιὰ πολλὰ χρόνια. Ἀλλὰ νὰ ποὺ ἡ ἐλεημοσύνη ὄχι μόνο σχετικὰ μὲ τὸ σιτάρι ἀλλὰ καὶ μὲ ὅλα σὲ διδάσκει καὶ σοῦ δείχνει πῶς θὰ μείνουν παντοτινὰ ἀπρόσβλητα καὶ ἡ περουσία σου καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα. Καὶ τί χρειάζεται νὰ ἀναφέρωμε τὶς ἐπιτεύξεις τῆς τέχνης αὐτῆς μέ λεπτομέρειες; Αὐτὴ σὲ διδάσκει, πῶς θὰ γινόσουν ὅμοιος μὲ τὸ Θεό, ποὺ εἶναι ἡ κορωνίδα τῶν ἀγαθῶν. Βλέπετε πὼς δὲν εἶναι ἕνα ἀλλὰ πολλὰ τὰ ἔργα της; Χωρὶς νὰ χρειάζεται ἄλλη τέχνη χτίζει σπίται, ὑφαίνει ροῦχα, δημιουργεῖ θησαυροὺς ἀπρόσβλητους, μᾶς δίνει τὴ δύναμη νὰ νικοῦμε τὸ θάνατο, νὰ ὑπποτάσσωμε τὸ διάβολο, μᾶς κάμει ὅμοιους μὲ τὸν Θεό. Τί θὰ γινόταν χρησιμώτερο ἀπὸ τὴν τέχνη αὐτή; Οἱ ἄλλες ἐκτὸς ἀπὸ ὅσα εἴπαμε, ἐπιπρόσθετα καταστρέφονται κι αὐτὲς καὶ δὲν μποροῦν νὰ διατηρήσουν τὸ ἔργο τους -ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ κόπο καί χρόνο πολὺ καί ἄπειρα ἄλλα. Ἐκείνη ὅμως ὅταν περάση ὁ κόσμος, τότε ἀκριβῶς παρουσιάζεται. Ὅταν πεθάνωμε τότε λάμπει καὶ φανερώνει τὰ ἔργα της. Καὶ οὔτε ἀπὸ χρόνο ἔχει ἀνάγκη, οὔτε ἀπὸ κόπο, οὔτε ἀπὸ καμμιὰ παρόμοια δυσκολία ἀλλὰ κι ὅταν σὺ εἶσαι ἄρρωστος ἐκείνη ἐργάζεται κι ὅταν γεράσῃς σὲ ἀκολουθεῖ στὴ μέλλουσα ζωὴ καὶ ποτὲ δὲ σ’ ἐγκαταλείπει. Αὐτὴ σὲ κάμει κι ἀπὸ ρήτορες πιὸ δυνατό. Γιατὶ ὅσους διαπρέπουν σ’ αὐτὲς τὶς τέχνες τοὺς φθονοῦν πολλοί· γιὰ κείνους ὅμως ποὺ λάμπουν σ’ αὐτή, ἄπειροι προσεύχονται. Ἐκεῖνοι ἀνεβαίνουν σὲ ἀνθρώπινο βῆμα καὶ γίνονται συνήγοροι ὅσων ἀδικοῦνται καὶ πολλὲς φορὲς καὶ ὅσων ἀδικοῦν. Ἐκείνη ἀνεβαίνει στὸ βῆμα τοῦ Χριστοῦ ὄχι σὰν συνήγορος ἡ ἴδια μόνο, ἀλλὰ πείθοντας καὶ τὸ δικαστὴ νὰ συνηγορήση γι’ αὐτὸν ποὺ δικάζεται καὶ νὰ ψηφίση γιὰ τὴ σωτηρία του. Κι ἄν ἔχη πολλὲς ἁμαρτίες διαπράξει, τὸν στεφανώνει καὶ τὸν ἀνακηρύττει νικητή. Πράξετε λοιπὸν τὴν ἐλεημοσύνη καὶ ὅλα θὰ εἶναι καθαρά. Καὶ γιατὶ ν’ ἀποβλέπω στὸ μέλλον; Στὴν παροῦσα ζωὴ ἄν ρωτήσωμε τοὺς ἀνθρώπους, τί θέλουν πιὸ πολὺ, νὰ ὑπάρχουν πολλοὶ σοφιστὲς καὶ ρήτορες ἤ ἐλεήμονες καὶ φιλάνθρωποι, θ’ ἀκούσωμε νὰ ἐκλέγουν τὸ δεύτερο. Πολὺ φυσικά. Ἄν λείψη ἡ εὐγλωττία, τίποτα δὲν ζημιώνεται ἡ ζωή. Γιατὶ ὑπῆρχε καὶ πολὺν καιρὸ πρὶν ἀπ’ αὐτή. Ἄν ὅμως ἀφαιρέσης τὴν ἐλεημοσύνη, τὰ πάντα ἐξαφανίζονται καὶ χάνονται. Κι ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ταξιδέψη κανένας στὴ θάλασσα ἄν γίνη πρόσχωση στὰ λιμάνια καὶ τοὺς ὅρμους, ἔτσι κι ἡ ζωὴ αὐτὴ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχη ἄν ἀφαιρέσωμε τὴν ἐλεημοσύνη, τὴ συγνώμη καὶ τὴ φιλανθρωπία.
ε΄. Γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς δὲν τὰ ἐμπιστεύτηκε αὐτὰ μόνο στὸ λογισμὸ ἀλλὰ τὰ ἐμφύτευσε μέσα στὴν ἴδια τὴν φύση μας. Καὶ συμπαθοῦν οἱ πατέρες κι οἱ μητέρες τὰ παιδιὰ τους καὶ τὰ παιδιὰ τοὺς γονεῖς, ὄχι μόνο οἱ ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ τὰ ζῶα ὅλα. Ὅμοια καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ συγγενεῖς καὶ γνωστοί. Καὶ ὁ ἄνθρωπος τὸν ἄλλο ἄνθρωπο. Γιατὶ κι ἀπὸ τὴ φύση μας κάτι μᾶς ὡθεῖ στὴν εὐσπλαχνία. Γι’ αὐτὸ κι ἀγανακτοῦμε ἄν ἀδικῆται κάποιος, καὶ κλονιζόμαστε ὅταν βλέπωμε φόνους καὶ κλαῖμε ὅταν βλέπωμε λυπημένους. Ἐπειδὴ ἐπιθυμεῖ σφοδρὰ ὁ Θεὸς νὰ πραγματοποιῆται ἡ εὐσπλαχνία, ὥρισε νὰ ἐπικουρήση πολὺ σὲ τοῦτο ἡ φύση, ἀποδεικνύοντας ὅτι αὐτὸ εἶναι σφορδὴ του ἐπιθυμία. Ἔχοντας αὐτὲς τὶς σκέψεις στὸ νοῦ μας τὸν ἐαυτὸ μας, τὰ παιδιὰ μας, τοὺς δικούς μας, ἄς τοὺς ὁδηγήσουμε στὸ διδασκαλεῖο τῆς ἐλεημοσύνης. Αὐτὸ προπάντων ἄς μαθαίνῃ ὁ ἄνθρωπος ἐπειδὴ ἄνθρωπος εἶναι αὐτὸ ἀκριβῶς. Εἶναι μεγάλο πρᾶγμα ὁ ἄνθρωπος, καὶ πολύτιμο ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐλεεῖ. Ἄν δὲν ἔχει τὸ χάρισμα αὐτό, ξεπέφτει κι ἀπὸ τὴν ἰδιότητα τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ δημιουργεῖ τοὺς σοφούς. Τί ἀπορεῖτε, ποὺ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεημοσύνη; Αὐτὸ εἶναι ὁ Θεός. Γίνεσθε, λέει, σπλαχνικοί, ὅπως ὁ Πατέρας σας. Ἄς μάθωμε γιὰ ὅλα αὐτὰ νὰ εἴμαστε ἐλεήμονες, καὶ πιὸ πολὺ γιατὶ κι ἐμεῖς ἔχομε πολλὴ ἀνάγκη ἀπὸ εὐσπλαχνία. Κι ἄς νομίζωμε ὅτι οὔτε κἄν ζοῦμε τὸ καιρὸ ποὺ δὲν ἐλεοῦμε. Ἐλεημοσύνη θεωρῶ αὐτὴ ποὺ εἶναι καθαρὴ ἀπὸ πλεονεξία. Ἄν δὲ θεωρῆται ἐλεήμων αὐτὸς ποὺ ἀρκεῖται στὰ δικά του χωρὶς νὰ δίνη σὲ κανέναν πῶς εἶναι ἐλεήμων αὐτὸς ποὺ παίρνει τὰ ξένα ἀκόμα κι ἄν ἀμέτρητα δίνη; Ἄν εἶναι ἀπανθρωπία ν’ ἀπολαμβάνης μόνος τὴν περιουσία σου, πολὺ χειρότερο εἶναι νὰ παίρνης ὅ,τι ἀνήκει στοὺς ἄλλους. Ἄν τιμωροῦνται ἐκεῖνοι ποὺ δὲν διέπραξαν καμμιὰ ἀδικία γιὰ τὸ λόγο ὅτι δὲν ἔδωσαν στοὺς ἄλλους, πολὺ περισσότερο θὰ τιμωρηθοῦν αὐτοὶ ποὺ παίρνουν ὅσα ἀνήκουν σὲ ἄλλους. Μὴν ἀντιτείνης λοιπὸν ὅτι ἄλλος ἔχει ἀδικηθῆ κι ἄλλος δέχεται τὴν ἐλεημοσύνη. Τοῦτο εἶναι τὸ φοβερό· ἔπρεπε ὁ ἴδιος ποὺ ἀδικεῖται νὰ εἶναι κι αὐτὸς ποὺ δέχεται τὴν ἐλεημοσύνη. Τώρα ὅμως ἄλλους τραυματίζομε κι αὐτοὺς ποὺ δὲν τραματίσαμε θεραπεύομε, ἐνῶ ἔπρεπε τοὺς πρώτους. Θὰ μοῦ πῆτε δὲν ἔπρεπε νὰ τοὺς τραυματίσωμε καθόλου. Φιλάνθρωπος δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ πληγώνει καὶ θεραπεύει, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ἰατρεύει αὐτοὺς ποὺ ἄλλοι ἐπλήγωσαν. Τὶς πληγὲς ποὺ προξένησες ἐσὺ θεράπευσε, ὄχι αὐτὲς ποὺ προξένησε ἄλλος. Καλύτερα, μήτε νὰ πληγώνης, μήτε νὰ σωριάζης κάτω (αὐτὸ δὲν τὸ κάμει ἄνθρωπος μὲ συναίσθηση) ἀλλὰ σήκωσε τὸ σωριασμένο. Γιατὶ δὲν εἶναι δυνατὸ μὲ τὸ ἴδιο μέτρο τῆς ἐλεημοσύνης νὰ θεραπεύσης τὸ κακό ποὺ προξένησε ἡ πλεονεξία σου. Ἄν πάρης πλεονεκτικά ὀβολό, δὲ θὰ περιοριστῆ στὸν ὀβολὸ ἡ ἐλεημοσύνη σου, γιὰ νὰ ἐξαλείψης τὴν πληγὴ ποὺ ἔκαμε ἡ πλεονεξία σου, ἀλλὰ θὰ φτάσης στὸ τάλαντο. Γι’ αὐτὸ ὁ κλέφτης ποὺ τὸν ἔπιασαν πληρώνει τετραπλάσια· κι αὐτὸς ποὺ ἁρπάζει εἶναι χειρότερος ἀπὸ τὸν κλέφτη. Κι ἄν αὐτὸς πρέπει νὰ δώση τετραπλάσια ἀπὸ ὅσα ἔκλεψε, αὐτὸς ποὺ ἁρπάζει, δεκαπλάσια καὶ περισσότερα. Καὶ πρέπει νὰ εἶναι εὐχαριστημένος ἄν ἔτσι μπορέση νὰ συγχωρεθῆ γιὰ τὴν ἁμαρτία. Γιατὶ οὔτε τότε δὲ θὰ πάρη ἀμοιβὴ γιὰ ἐλεημοσύνη. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ζακχαῖος λέει, θὰ πληρώσω τετραπλάσια σὲ ὅσους ἐσυκοφάντισα καὶ τὴ μισὴ περιουσία μου θὰ τὴ μοιράσω στοὺς φτωχούς. Κι ἄν στὴ ἐποχὴ τοῦ (μωσαϊκοῦ) νόμου πρέπει νὰ δοθοῦν τετραπλάσια, στὴν ἐποχὴ τῆς χάριτος πρέπει νὰ δοθοῦν πολὺ περισσότερα κι ἄν πρέπει νὰ δώση ὁ κλέφτης, πολὺ περισσότερα ὁ πλεονέκτης. Γιατὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὴ ζημία ὑπάρχει ἐδῶ καὶ πολλὴ ἀσέβεια. Ὥστε κι ἄν ἐπιστρέψης στὸ ἑκατονταπλάσιο, ἀκόμα μένει ὀφειλή. Βλέπετε· ὅτι δὲν εἶπα ἀδικαιολόγητα μόλις ἀποκαθιστᾶς τὰ πράγματα κι ὅταν ἐπιστρέψης τάλαντο ἐνῶ ἔχει ἁρπάξει ὀβολό. Κι ἄν σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση γίνεται πολὺ σχετικὴ ἀποκατάσταση, στὴν ἀντίθεση, ὅταν ἐνῶ ἔχεις ἁρπάξει ὁλόκληρες περιουσίες καὶ δώσης ἐλάχιστα καὶ μάλιστα ὄχι σὲ κείνους ποὺ ἀδικήθηκαν παρὰ σὲ ἄλλους, τί λογῆς ἀπολογία θὰ μπορέσης νὰ κάμης; Τί λογῆς ἐλπίδα θὰ ἔχης καὶ συγνώμη καὶ σωτηρία; Θέλεις νὰ μάθης πόσο μεγάλο κακὸ διαπράττεις ἐλεῶντας κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο; Ἄκουσε τὴ Γραφὴ ποὺ λέει· Ὅπως αὐτὸς ποὺ σκοτώνει τὸ γιὸ μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ πατέρα του, ἔτσι εἶναι αὐτὸς ποὺ προσφέρει θυσία ἀπὸ χρήματα φτωχῶν. Αὐτὴ τὴν ἀπειλὴ ἄς χαράξωμε στὴν ψυχή μας κι ἄς ἀποχωρήσουμε. Αὐτὴν ἄς τὴ χαράξωμε στοὺς τοίχους, αὐτὴν στὴ συνείδηση, αὐτὴν παντοῦ. Ἔτσι αὐτὸς τουλάχιστον ὁ φόβος ζωηρὸς μέσα μας νὰ συγκρατῆ τὰ χέρια μας ἀπὸ καθημερινοὺς φόνους. Γιατὶ εἶναι χειρότερη ἡ ἀρπαγὴ ἀπὸ τὸ φόνο, σκοτώνοντας σιγά, σιγά τὸ φτωχό. Γιὰ νὰ εἴμαστε λοιπὸν καθαροὶ ἀπ’ αὐτὸ τὸ μίασμα, ἄς τὰ μελετοῦμε αὐτὰ καὶ μόνοι μας καὶ μεταξύ μας. Ἔτσι καὶ προθυμότεροι στὴν ἐλεημοσύνη θὰ γίνωμε, καὶ ἀμοιβή καθαρή γι’ αὐτὴν θὰ λάβωμε, καὶ τὰ αἰώνια ἀγαθὰ θὰ ἀπολαύσουμε μὲ τὴν χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν. |
( σ.σ. ξέρεις Ολυμπία πως νιώθαμε όταν περνάγαμε από τη ΡΩ για Καστελόριζο; κλαίγαμε Ολύμπια κλαίγαμε τιμώντας την ΚΥΡΆ…)
Οι πολύ κακές καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή του Ανατολικού Αιγαίου, επιφύλαξαν μια δυσάρεστη έκπληξη στο ζεύγος μαχητικών F-16 Block 52+ που είχε απογειωθεί από την 115 Πτέρυγα Μάχης (ΠΜ), προσπαθώντας να εξακριβώσει την ταυτότητα του αργοκίνητου ίχνους που είχε προηγουμένως εντοπιστεί από το εθνικό σύστημα αεράμυνας προχθές τη νύχτα λίγο πριν τα μεσάνυχτα (θα αναφερθούμε στο θέμα σύντομα…).
Ένα από τα μαχητικά κατά τη διάρκεια της νυκτερινής έρευνας κτυπήθηκε ξαφνικά από κεραυνό, με αποτέλεσμα να σημάνει αμέσως συναγερμός στο συντονιστικό κέντρο έρευνας και διάσωσης! Ελικόπτερο Super Puma τέθηκε σε επιφυλακή αναμένοντας εντολή για να προβεί σε διάσωση χειριστή, που ενδεχομένως θα είχε εγκαταλείψει το λαβωμένο μαχητικό. Μεσολάβησαν μερικά βασανιστικά και αγωνιώδη λεπτά κι ενώ οι διασώστες βρίσκονταν εντός του ελικοπτέρου, πριν από την αρνητική απάντηση του χειριστού του κεραυνόπληκτου μαχητικού.
Ο χειριστής – …. ένας από τους «ένστολους» που πληρώνουν τις εγκληματικές πολιτικές δεκαετιών, δηλαδή την κοροϊδία – όχι μόνο δεν έχασε την ψυχραιμία του, αλλά ενεργώντας ως πραγματικός έμπειρος ιπτάμενος, αποφάσισε να επιχειρήσει να προσγειώσει το μαχητικό και να διασώσει για την Πολεμική Αεροπορία και την Ελλάδα, το πολύτιμο επιχειρησιακά, αξίας 40 και πλέον εκατομμυρίων ευρώ, αεροσκάφος.
Δεν γνωρίζουμε το μέγεθος της βλάβης που προέκυψε, ούτε εάν το ΓΕΑ σκοπεύει να απονείμει ευαρέσκεια στον αξιωματικό της που κατάφερε και προσγείωσε το μαχητικό, το οποίο σύντομα θα βρίσκεται ξανά στον ουρανό του Αιγαίου στα χέρια κάποιου ιπτάμενου της Αεροπορίας προστατεύοντας την ακεραιότητα της πατρίδας.
Εκείνο όμως που αποδείχτηκε περίτρανα – με αποδέκτες όλους εκείνους που βυσσοδομούν με κάθε ευκαιρία κατά των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων – είναι ότι κάποιοι που παίζουν τη ζωή τους κορόνα γράμματα στον αέρα επί 24ώρου βάσεως, χωρίς αργίες και αποχές (σ.σ. αφορά χειριστές των μαχητικών, πληρώματα και διασώστες των Super Puma και φυσικά πολλούς από τις μάχιμες ειδικότητες πάνω στις οποίες στηρίζεται η έγκαιρη ειδοποίησης και η ασφαλής πτήση των προηγούμενων), αναγκάζονται κάτω από την πίεση των συνθηκών να λαμβάνουν από δύσκολες έως και επικίνδυνες για τη ζωή τους αποφάσεις, προκειμένου να μην χαθεί το πανάκριβο αεροσκάφος που τους εμπιστεύθηκε η πατρίδα.
Ένα μεγάλο μπράβο, μαζί με ένα ακόμη πιο μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΚΑΙ ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ από όλους εμάς που απολαμβάνουμε τις ειδήσεις googlάροντας (ακόμη ένας νεολογισμός…) στον υπολογιστή μας, προς τον Επώνυμο και μαζί Ανώνυμο χειριστή της Πολεμικής Αεροπορίας της 115 Πτέρυγας Μάχης για την επιτυχή προσγείωση του λαβωμένου μαχητικού.
Ίσως κάποιοι να σχολιάσουν «ε, και; Αφού έχει ξανασυμβεί…». Σε αυτούς τους ανειλικρινείς λοιπόν σχολιαστές μιας μόνιμα στρεβλωμένης πραγματικότητας, θα απαντήσουμε ότι η διαφορά μεταξύ ατυχήματος και δυστυχήματος είναι τόσο προκλητικά και συνάμα απελπιστικά μικρή, ώστε να αποκτά ουσία και περιεχόμενο η ευχή την οποία δίδουμε σε όλους ανεξαιρέτως τους Ίκαρους της Πολεμικής Αεροπορίας με την φράση: «ΚΑΛΕΣ ΠΡΟΣΓΕΙΩΣΕΙΣ»…
ΠΗΓΗ: olympia.gr
"Το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει, να διδάσκεται ως «ομολογιακό» και όχι ως γενική θρησκειολογία...ούτε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ούτε και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υποχρεώνουν ουδ' επ' ελάχιστον τα ευρωπαϊκά κράτη να διδάσκουν κατά τον Α ή Β τρόπον το μάθημα των θρησκευτικών (δηλ. ομολογιακό ή μη, υποχρεωτικό ή μη κ.λ.π.)".
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΡΙΠΠΑΣ
ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ΚΟΝΔΥΛΗ 35
174 55 ΑΛΙΜΟΣ
τηλεφ. 2111 029 275
κίν. 69 48 240 140
FAX 210 68 51 576
Email: gm@aepi.gr
Καν Μαρίαν Ρεπούση, Βουλευτήν
Καν Μαρίαν Γιαννακάκη Βουλευτήν
Κοινοποίηση
Αξ. κ. Υπουργόν Παιδείας, Πολιτισμού, Θρησκευμάτων, Αθλητισμού
Αθήνα 6.2.2013
Ερίτιμος Κα Ρεπούση
Ερίτιμος Κα Γιαννακάκη
Πληροφορηθείς, ότι κατεθέσατε ερώτηση προς τον Υπουργό Παιδείας δια το μάθημα των θρησκευτικών,την έβγαλα από το ΙΝΤΕRΝΕΤ και την ανέγνωσα. Διεπίστωσα όμως, ότι περιέχει πολλές ανακρίβειες, τις οποίες εικάζω, ότι αγνοείτε εντελώς καλοπίστως (δηλ. λόγω ελλειπούς ενημερώσεως) και όχι κακοπίστως, διότι πιστεύω, ότι αμφότερες είσθε έντιμες εις υπέρτατον βαθμόν και δεν προέβητε δολίως εις ουδεμίαν «πονηράν» απόκρυψη στοιχείων. Κατ' αρχήν δια να μην θεωρηθώ ως κάποιος «φανατικός» (από αυτούς που σας κατακρίνουν δριμύτατα εις τον τύπο σχεδόν καθημερινώς), πρέπει, να διευκρινίσω, ότι α) Η παρούσα μου έχει περιεχόμενο αυστηρώς επιστημονικό (παράθεση της επιστημονικής αληθείας) και β) Τυγχάνω άτομο πολύ υψηλού επιστημονικού επιπέδου και ουδέποτε αποστέλλω κείμενα μη αυστηρώς επιστημονικά, διευκρινίζω δε (εντελώς περιληπτικώς), ότι τυγχάνω αριστούχος διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου με μεταπτυχιακές σπουδές εις πανεπιστήμια Γερμανίας, Γαλλίας, Ελβετίας, τα επιστημονικά μου έργα που έχω εκδώσει ή δημοσιεύσει υπερβαίνουν τα διακόσια, έχουν δε βραβευθεί από την Ακαδημία Αθηνών δύο φορές και έχουν τύχει και άλλων διακρίσεων, επίσης έχουν κυκλοφορήσει και εις το εξωτερικό και μάλιστα από το Συμβούλιο της Ευρώπης, έχω έργο διδακτικό, τέλος έχω εκπροσωπήσει την Ελλάδα εις το εξωτερικό σε επιστημονικά συνέδρια και συνδιασκέψεις πάνω από διακόσιες φορές, ομιλώ δε απταίστως αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά. Υπ' όψιν, τέλος ότι μέγα πλήθος δικαστικών αποφάσεων, προκειμένου να στηρίξουν νομικά τις απόψεις τους παραπέμπουν σε ιδικά μου έργα, συγγράμματα και μελέτες.
Έρχομαι τώρα εις την ουσίαν της ερωτήσεως σας επισημαίνων τα κάτωθι, τα οποία φέρεσθε να αγνοείτε (πάντοτε καλοπίστως):
1) Ο Νόμος 702/1977 καθόρισε, ότι ορισμένες διοικητικές πράξεις, οι οποίες μέχρι τότε υπεβάλλοντο επί ακυρώσει εις το Συμβούλιο Επικρατείας, θα υποβάλλονται εφεξής επί ακυρώσει εις τα τριμελή διοικητικά εφετεία και όχι εις το Συμβούλιο Επικρατείας, το δε άρθρον 1 παράγραφος 1 εδάφιον (δ) του εν λόγω νόμου ως τοιαύτες πράξεις (υποβαλλόμενες εφεξής επί ακυρώσει εις τα τριμελή διοικητικά Εφετεία) αναφέρει και τις πράξεις που αφορούν παν θέμα εκπαιδευτικό. Η επί ακυρώσει αίτηση μπορεί, να υποβληθεί σε οποιοδήποτε Διοικητικό Εφετεία της χώρας (αναλόγως εντοπιότητος) και όχι απαραιτήτως εις το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, η δε απόφαση του ισχύει δι' όλην την Ελλάδα.
2) Εις εκτέλεση της ως άνω διατάξεως εξεδόθη λίαν προσφάτως η 115/2012 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Χανίων, η οποία δέχεται τα εξής διά το μάθημα των θρησκευτικών (τα οποία δεσμεύουν τον Υπουργό Παιδείας, ως ρητώς αναφέρει το άρθρον 95 παρ. 5 του Συντάγματος):
Α) Το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει, να διδάσκεται ως «ομολογιακό» και όχι ως γενική θρησκειολογία.
Β) Η παρακολούθηση του μαθήματος αυτού από τους μαθητές, που είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι είναι υποχρεωτική και δεν έχουν δικαίωμα απαλλαγής σε καμμία περίπτωση,
Γ) Δικαίωμα απαλλαγής έχουν μόνον οι αλλόθρησκοι, ετερόδοξοι ή άθεοι μαθητές, αφού όμως αιτιολογήσουν το τοιούτον αίτημα τους.
Δ) Ορθόδοξος μαθητής αιτούμενος απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών, τεκμαίρεται, ότι υποβάλλει ψευδή δήλωση ενώπιον δημοσίας αρχής, πράξη η οποία διώκεται ποινικώς κατ' άρθρον 22 παρ. 6 του Ν. 1599/1986 (επί του σημείου αυτού η εν λόγω απόφαση παραπέμπει σε ιδική μου μελέτη δημοσιευθείσαν εις τον έγκυρόν επιστημονικόν [νομικόν] τύπον), η δε παράγραφος 7 του ιδίου άρθρου αναφέρει, ότι πας δημόσιος υπάλληλος δεχθείς τέτοια ψευδή δήλωση, οφείλει αμέσως να την καταμηνύσει, άλλως τιμωρείται διά φυλακίσεως άνω των 6 μηνών.
Ε) Τέλος η εν λόγω απόφαση αναφέρει (παραθέτουσα επί λέξει αποσπάσματα από αντίστοιχες ad hoc αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων), ότι ούτε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ούτε και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υποχρεώνουν ουδ' επ' ελάχιστον τα ευρωπαϊκά κράτη να διδάσκουν κατά τον Α ή Β τρόπον το μάθημα των θρησκευτικών (δηλ. ομολογιακό ή μη, υποχρεωτικό ή μη κ.λ.π.).
ΣΤ) Θέμα αποκαλύψεως θρησκευτικών πεποιθήσεων δεν ανακύπτει εν προκειμένω. Προς απόδειξη τούτου επισημαίνω τα εξής: Όσοι Έλληνες επιθυμούν διά λόγους συνειδήσεως να απαλλαγούν από μίαν υποχρέωση ρητώς υπό του Συντάγματος επιβαλλομένην (άρθρον 4 παρ. 6 του Συντάγματος - υποχρέωση στρατεύσεως) υποχρεούνται να προσκομίσουν πλήρεις και λεπτομερείς αποδείξεις προς τούτο και να ελεγχθούν από ειδική επιτροπή (Νόμος 2510/1997 άρθρα 20 επ.). Όσοι Έλληνες επιθυμούν, να απαλλαγούν από μίαν άλλη υποχρέωση επίσης ρητώς υπό του Συντάγματος επιβαλλομένην (υποχρέωση συμμετοχής εις το μάθημα των θρησκευτικών άρθρον 16 παρ. 2 του Συντάγματος), διατί πρέπει, να διαφοροποιηθούν και να μην αιτιολογήσουν τους λόγους συνειδήσεως που προβάλλουν; Δύο μέτρα και δύο σταθμά θα εφαρμόσουμε επί των λόγων συνειδήσεως απαλλαγής από συνταγματικές υποχρεώσεις; Το επιτρέπει αυτό η βουλευτική σας συνείδηση; Υποθέτω όχι.
Ζ) Επειδή όμως αμφότερες είσθε και εκπαιδευτικοί υπολαμβάνω, ότι γνωρίζετε άριστα τα όσα διδάσκει η επιστήμη της παιδαγωγικής, η οποία είναι πολύ παλαιά και ανεπτύχθη εις ύψιστον βαθμόν από τους αρχαίους Έλληνες σοφούς. Αντί άλλων σας υπενθυμίζω, τι αναφέρει ο Πλούταρχος εις το πολύ σπουδαίο έργο του «Περί παίδων αγωγής» (παράγραφος 4 εδάφιον Β). Αναφέρει λοιπόν ο εν λόγω αρχαίος σοφός, ότι όπως ο γεωργός διά να καλλιεργήσει ένα χωράφι, πρέπει, να ξέρει εν τα πάντα για το χωράφι του αυτό (π.χ. εάν η γη είναι εύφορη, εάν οι σπόροι είναι γόνιμοι κ.λ.π.) έτσι πρέπει να δρα και ο παιδαγωγός, ο οποίος καλείται, να καλλιεργήσει μία ψυχή, να ξέρει δηλ. και αυτός τα πάντα διά τον μαθητήν του («ώσπερ δ' επί της γεωργίας πρώτον μεν αγαθή υπάρξαι δει την γην., είτα δε τον φυτουργόν επιστήμονα, είτα τα σπέρματα σπουδαία, τον αυτόν τρόπον γη μεν έοικε η φύσις γεωργώ δ' ο παιδεύων σπέρματι αι των λόγων υποθήκαι και τα παραγγέλματα»). Όπως βλέπουμε λοιπόν, ο εκπαιδευτικός οφείλει να διεισδύει στην ψυχή του μαθητού, διά να την «καλλιεργήσει» σωστά και επωφελώς. Όπως δε γνωρίζετε κάλλιον παντός άλλου (αφού είθε και εκπαιδευτικοί) ο δάσκαλος και ο καθηγητής εν τη εκτελέσει του «καλλιεργητικού ή διαπλαστικού του καθήκοντος», ήδη έχοντας κάθε μέρα τον μαθητή μπροστά του έχει φροντίσει να διεισδύσει εις τον ψυχικό του κόσμο και γνωρίζει εκ πείρας τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του μαθητού, χωρίς ποτέ ο ίδιος να του τις έχει αποκαλύψει. Ουαί και αλοίμονο εάν ο εκπαιδευτικός κατέχεται από τόση άγνοια διά τον ψυχικό κόσμο του μαθητού του και ξεκινάει να τον «καλλιεργήσει» βαδίζων στα τυφλά!!!!!
Η) Επίσης πρέπει, να διαλυθεί μία απόλυτη αναλήθεια. Ο Χριστιανός Ορθόδοξος μαθητής πόθεν προκύπτει (εφ' όσον πρεσβεύει την θρησκεία αυτή), ότι μπορεί, να έχει «λόγους συνειδήσεως» διά απαλλαγήν του από το μάθημα των θρησκευτικών; Κανείς μέχρι σήμερον δεν μας απέδειξε ποτέ, ότι μπορεί, να υπάρξει περίπτωση , ένας Ορθόδοξος μαθητής, να έχει πρόβλημα συνειδησιακό, επειδή παρηκολούθησε ένα μάθημα θρησκευτικών της θρησκείας την οποίαν πρεσβεύει (και εφ' όσον το μάθημα εδίδάσκετο κατά τους κανόνες της θρησκείας αυτής και όχι κατά διαστροφήν τους). Άλλωστε η Χριστιανική θρησκεία είναι υπέρ του μαθήματος των θρησκευτικών και όχι κατά. Ως γνωστόν ο Χριστός υπήρξε «Διδάσκαλος» και κανείς ποτέ δεν Τον απεκάλεσε με άλλη προσαγόρευση. Μάλιστα ακόμη και ο νομικός που Τον προσήγγισε επιδιώκων να Τον παγιδεύσει και εξυτελίσει και αυτός «Διδάσκαλο» Τον αποκαλεί (βλέπε Ματθ. κβ' 35). Τέλος ο Χριστός τις τελευταίες λέξεις που απηύθυνε την στιγμή της Αναλήψεως Του ήσαν «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη». Που βλέπετε λοιπόν ο Ορθόδοξος μαθητής να έχει ποτέ λόγους συνειδήσεως, που να μην του επιτρέπουν να παρακολουθήσει το μάθημα των θρησκευτικών; Ωραία να το λέτε, αλλά πρέπει και να το αποδεικνύετε. Ως επιστήμονες δε οφείλετε πάντοτε για ό,τι λέτε, να προσκομίζετε και τις ανάλογες αποδείξεις (κατ' εφαρμογή των απαράβατων κανόνων της αριστοτελικής λογικής).
3) Περαιτέρω επισημαίνω και το εξής (το οποίο υποθέτω επίσης, ότι δεν γνωρίζετε). Η εγκύκλιος, που υποστηρίζετε, ότι είναι ασαφής και επικαλείσθε τις προηγούμενες εγκυκλίους, σας πληροφορώ., ότι οι προηγούμενες εγκύκλιοι εξεδόθησαν κατ' απαίτηση του Συνηγόρου του Πολίτου, ισχυρισθέντος, ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εδέχθη, ότι το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει, να είναι προαιρετικό δι' όλους (και διά τους Ορθοδόξους μαθητές). Όμως η απόφαση που επεκαλείτο Ο Συνήγορος του Πολίτου, δεν είχε καμμία σχέση προς το μάθημα των θρησκευτικών. Αφορούσε την αποκλειστικώς και μόνον την άρνηση ενός δικηγόρου να ορκισθεί ενώπιον του Πρωτοδικείου, όταν έλαβε την άδεια του δικηγορείν και τίποτε άλλο. Αυτά ακριβώς λέει η απόφαση της 21.2.2008 του Ευρωπ. Δικαστηρίου Αλεξανδρίδης κατά Ελλάδος (την οποίαν μνημονεύετε) και όχι αυτά που ισχυρίζεσθε εσείς στην ερώτηση σας. Ετσι το Υπουργείο Παιδείας παγιδεύθηκε και εξέδωσε τις προηγούμενες εγκυκλίους . Όταν όμως επληροφορήθη (από εμένα), την αλήθεια και επίσης ότι το Ευρωπ. Δικ/ριο εδέχθη, ότι τα ευρωπ. κράτη είναι ελεύθερα, να διδάξουν το μάθημα των θρησκευτικών όπως αυτά επιθυμούν, χωρίς καμμία ανάμιξη του Ευρωπ. Δικ/ρίου εξέδωσε νέα διορθωτική εγκύκλιο (την οποίαν θεωρείτε ασαφή, εσφαλμένως κατά την γνώμη μου).
4) Και μία παρατήρηση ετυμολογική (δια διατύπωση απαράδεκτη διά φιλολόγους). Η λέξη «εγκύκλιος» είναι γένους θηλυκού και όχι αρσενικού. Εις την ερώτηση σας όμως υπάρχει η φράση «οι εγκύκλιοι
αυτοί»...........................Ε, όχι και να κακοποιούμε την γλώσσά μας σε τέτοιο σημείο.
5) Όπως βλέπετε, η ερώτηση σας εάν εξετασθεί επιστημονικώς, εγκύρως, και υπευθύνως, αποδεικνύεται ως μη έχουσα καμμία βάση και ως αναιρουμένη αφ’ εαυτής
6) Τελειώνοντας κρίνω σκόπιμο-, να επιστήσω την προσοχήν σας επί του εξής κρισίμου σημείου: Ως εδέχθη η προαναφερομένη λίαν πρόσφατη δικαστική απόφαση, η αίτηση απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών από Ορθόδοξο μαθητή συνιστά το έγκλημα της υποβολής ψευδούς δηλώσεως ενώπιον δημοσίας αρχής. ΠΡΟΣΟΧΗ: Εάν κάποιος μαθητής (ή γονεύς) υποβάλει τοιαύτην δήλωση ισχυριζόμενος, ότι ενήργησε κατ' εφαρμογήν ιδικής σας απόψεως ή ιδικής σας προτροπής, τότε κατ’ άρθρον 46 του Ποινικού Κωδικός κινδυνεύετε, να θεωρηθείτε ηθικοί αυτουργοί του παρόντος αδικήματος (θα χρειασθεί δε, να επικαλεσθείτε την βουλευτική ασυλία - άρθρα 61 και 62 του Συντάγματος- διά να μην διωχθείτε)..
Με την παρατήρηση ότι ως Ελλην πολίτης δικαιούμαι να ζητώ από τους εκπροσώπους μου που στέλνω στην Βουλή διά της ψήφου μου να υποβάλουν ερωτήσεις επιστημονικώς τεκμηριωμένες και με την δήλωση μου, ότι σέβομαι την τιμήν και την υπόληψη σας εις τον δέοντα βαθμόν και σας θεωρώ κατά πάντα έντιμες και ότι ουδόλως ενεργήσασες πονήρως ή κακοπίστως αλλά απλώς ότι ενεργήσατε εντελώς καλοπίστως λόγω εσφαλμένης πληροφορήσεως και θεωρών ότι θα πράξετε το καθήκον σας (ως εσείς το αντιλαμβάνεσθε και όχι ως εγώ), διατελώ
Μετά τιμής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΡΙΠΠΑΣ
Πηγή: http://thriskeftika.blogspot.gr/2013/02/blog-post_2116.html
Στις 5 Φεβρουαρίου καθαρογράφηκε και ισχύει επισήμως η απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία θεωρεί αντισυνταγματικό τον νόμο Ραγκούση περί ιθαγενείας. Η απόφαση αυτή δικαιώνει τον Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος εξ αρχής ετάχθη κατά του νόμου και παρέχει τη νομική βάση στην κυβέρνηση για να τροποποιήσει τη νομοθεσία περί ιθαγενείας και περί μεταναστεύσεως. Αναμένεται ένας νέος νόμος, ο οποίος θα καθορίζει πολύ αυστηρότερα κριτήρια και μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγενείας. Επίσης η απόφαση καταργεί τη δυνατότητα των αλλοδαπών να εκλέγουν και να εκλέγονται στις δημοτικές εκλογές.
Πιστεύω ότι με βάση την δικαστική απόφαση τίθεται εν αμφιβόλω η νομιμότητα πολλών εκλογικών αποτελεσμάτων στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, διότι ψήφισαν αλλοδαποί κατά τρόπο αντισυνταγματικό. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν θα προσφύγουν κάποιοι κατά της εκλογής του Δημάρχου Θεσσαλονίκης κ. Γιάννη Μπουτάρη, ο οποίος επικράτησε του Κ. Γκιουλέκα με διαφορά μερικών εκατοντάδων ψήφων. Αν αποδειχθεί ότι ψήφισαν παρανόμως αλλοδαποί για τον Δήμο Θεσσαλονίκης, τότε η νέα απόφαση του ΣτΕ ίσως οδηγήσει σε σοβαρή αμφισβήτηση της εκλογής Μπουτάρη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι περισσότεροι Δήμαρχοι, που επωφελήθηκαν από την παράνομη ψήφο των αλλοδαπών, ήταν εκείνοι που υποστηρίχθηκαν από την ανανεωτική αριστερά, την υπέρμαχο της παγκοσμίως καταδικασμένης πολυπολιτισμικότητας.
Το σημαντικότερο στοιχείο της αποφάσεως είναι η πολλαπλή παραπομπή στις διατάξεις του Συντάγματος, οι οποίες αναφέρονται στο Έθνος. Ο αλλοδαπός για να πολιτογραφηθεί πρέπει να αποδείξει τον δεσμό του με το Ελληνικό Έθνος. Τους τρόπους θα τους ορίσει η νέα νομοθεσία. Πάντως οι αξιέπαινοι δικαστές θυμίζουν σε κάθε κατεύθυνση ότι το ισχύον Σύνταγμα καθιερώνει μία Ελλάδα που είναι εθνικό κράτος με εθνική συνείδηση και με υποχρέωση όλων των εξουσιών και όλων των πολιτών να υπηρετούν το Έθνος. Το Σύνταγμα δεν επιτρέπει τη μετατροπή της χώρας μας σε πολυπολιτισμικό συνονθύλευμα χωρίς ιστορικές ρίζες, πολιτιστική ιδιοπροσωπεία και εθνικοθρησκευτικές αξίες. Οι θεωρίες του «μετα-εθνικού» κράτους είναι και ανιστόρητες και αντισυνταγματικές.
Βεβαίως δεν αρκεί να ρυθμισθεί μόνο το ζήτημα της ιθαγενείας. Είναι απαραίτητο να επανεξετασθεί συνολικά η μεταναστευτική πολιτική μας. Κάποια αρχικά βήματα άρχισαν να γίνονται. Πρέπει να εμπλέξουμε περισσότερο την Ευρώπη για να θωρακίσουμε τα σύνορά μας.
Κ.Χ. 5.2.2013
Κωνσταντίνος Χολέβας –Πολιτικός Επιστήμων
Ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος Κύριος κ. Ἱερώνυμος ἀπέστειλε τὸν ἀκόλουθο χαιρετισμὸ στὴν Ἡμερίδα μὲ θέμα: «Τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στὸν καιρὸ τῆς πανθρησκείας». Ἡ Ἡμερίδα ὀργανώθηκε ἀπὸ τὴν Ἀδελφότητα Θεολόγων «Ὁ Σωτὴρ» καὶ τὸν Τομέα Ἐπιστημόνων τοῦ Συλλόγου «Ὁ Μέγας Βασίλειος» τὴν 29η Δεκεμβρίου 2012. Δυστυχῶς ὅμως ὁ χαιρετισμὸς τοῦ Μακαριωτάτου ἔφθασε στὰ χέρια μας μετὰ τὴν 29η Δεκεμβρίου καὶ ἔτσι δὲν κατέστη δυνατὸν νὰ ἀναγνωσθεῖ στὴν Ἡμερίδα. Γι’ αὐτὸ καὶ δημοσιεύουμε τὸ περιεχόμενό του στὴ συνέχεια:
«Χαιρετίζω ἀσμένως τὴν ἡμερίδα μὲ θέμα ‘‘Τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στὸν καιρὸ τῆς πανθρησκείας’’, ἡ ὁποία συνδιοργανώνεται ἀπὸ τὴν Ἀδελφότητα Θεολόγων ‘‘Ο ΣΩΤΗΡ’’ καὶ τὸν Τομέα Ἐπιστημόνων τοῦ Συλλόγου Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολικῆς Δράσεως ‘‘Ὁ Μέγας Βασίλειος’’.
Ἡ Μαρτυρία τοῦ θανάτου καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ σαρκωθέντος Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ τὴν κύρια εὐθύνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐντολὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ πρὸς τοὺς Ἀποστόλους, διακονία ἀγάπης πρὸς τὸν κόσμο. Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι Ἀποστολική.
Ἡ Κατήχησις εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὑπηρέτησε καὶ πραγμάτωσε τὴν μόρφωσι καὶ τὴν δύναμι τῆς εὐσεβείας, ἅπλωσε τὴν μαρτυρία στὸν κόσμο. Στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία ἰδιαιτέρως, κοινωνία ζυμωμένη καὶ ταυτισμένη μὲ τὴν Ἐκκλησία, ἡ μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ δόθηκε πάντοτε μέσα καὶ ἀπὸ τὰ σχολεῖα. Τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν καθρέφτισε καὶ προέβαλε μὲ ρεαλισμὸ καὶ σεβασμὸ πρὸς τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία αὐτὴ τὴν ταύτισι, γενιὲς Ἑλλήνων μαθητῶν μορφώθηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ζωογόνο πνοὴ τῆς Πίστεώς μας. Ἀποτέλεσμα ἀγαθὸ εἶναι ἡ ταυτότης καὶ ἡ αὐτοσυνειδησία τῶν Ἑλλήνων, στοιχεῖα τόσο κρίσιμα καὶ χρήσιμα στὸ διάβα τῆς Ἱστορίας. Σήμερα σὲ μιὰ ἐποχὴ συγκρητισμοῦ καὶ συγχύσεως, ἡ ἀπώλεια τῆς ταυτότητος εἶναι πρόβλημα ὁρατὸ γιὰ τὴν πατρίδα μας. Ὁ ὁμολογιακὸς χαρακτήρας τοῦ μαθήματος εἶναι ἀνάγκη ἐπιτακτική. Τὸ θέμα εἶναι πολὺ μεγάλο, καὶ κάθε συζήτηση καὶ ἐνασχόλησι μ’ αὐτὸ μέσα στὰ πλαίσια τῆς ἐκκλησιαστικῆς προοπτικῆς εἶναι πολύτιμη συμβολὴ καὶ προσφορὰ στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία καὶ ἰδίως στὴν ἑλληνικὴ νεολαία.
Συγχαίρω ἐκ μέσης καρδίας τοὺς διοργανωτὲς τῆς Ἡμερίδος, παρέχω τὴν Ἀρχιεπισκοπική μου εὐλογία καὶ εὔχομαι ὁ τεχθεὶς Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς νὰ παράσχῃ λαμπρὴ τὴν ἐπιτυχία στὶς ἐργασίες τῆς Ἡμερίδος».
ΠΗΓΗ: Περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», Τεῦχ. 2061.
Οριστικά αντισυνταγματικές 3 χρόνια μετά την υπ' αριθμόν 6342/2010 αίτηση ακυρώσεως μου κρίθηκαν με την υπ' αριθμόν 460/2013 απόφαση Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) οι διατάξεις των άρθρων 1Α του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας & 14-21 & 24 του Ν. 3838/2010 & ακυρώθηκαν αντίστοιχα οι υπουργικές αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών για την απονομή ιθαγένειας σε αλλοδαπούς λόγω γέννησης στην Ελλάδα από αλλοδαπό γονέα - αλλοδαπούς γονείς με τουλάχιστον 5 ή 5+ έτη παραμονής & λόγω φοίτησης σε Ελληνικό Σχολείο, καθώς & για τη συμμετοχή αλλοδαπών στις Δημοτικές Εκλογές
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου έκανε δεκτή τόσο την αίτηση μου όσο & την υπ' αριθμόν 350/2011 απόφαση του Δ' Τμήματος επί της αιτήσεως μου, που είχε κηρύξει 2 χρόνια πριν τις ως άνω διατάξεις αντισυνταγματικές
......................................................................................................................................
Η είδηση, όπως την κατέγραψε η Δημοσιογράφος κ. Βασιλική Κόκκαλη της εφημερίδας ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ:
Δημοσιεύθηκε η απόφαση του ΣτΕ
Αντισυνταγματικές κρίθηκαν σχεδόν ομόφωνα από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας οι διατάξεις του Ν. 3838/2010 (νόμος Ραγκούση) που έδωσαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στους αλλοδαπούς που διαμένουν στην Ελλάδα με τη χορήγηση ιθαγένειας.
Η Ολομέλεια με την απόφασή της έκρινε ότι το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι επιφυλάσσεται από το Σύνταγμα μόνο στους Έλληνες πολίτες και δεν μπορεί να επεκταθεί και στους μη έχοντες την ιδιότητα αυτή, αν δεν γίνει αναθεώρηση της σχετικής διάταξης του Συντάγματος.
Μάλιστα, όπως επισημαίνουν νομικοί κύκλοι με την απόφαση αυτή της Ολομέλειας είναι δυνατόν να ακυρωθούν τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών του 2010, λόγω της συμμετοχής αλλοδαπών εγγεγραμμένων στους σχετικούς καταλόγους στην εκλογική διαδικασία.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η δημοσίευση της απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ αναμένονταν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς όταν είχαν γίνει γνωστά τα αποτελέσματα της διάσκεψης που είχε προηγηθεί ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, Χαράλαμπος Αθανασίου είχε ζητήσει το «πάγωμα» των διαδικασιών για χορήγηση ελληνικής ιθαγένειας. Πλέον με βάση την απόφαση της Ολομέλειας που δημοσιεύθηκε αναμένεται να χαραχτεί και η νέα «γραμμή» της κυβέρνησης πάνω στο θέμα αυτό.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ακόμη ότι ότι η πολιτογράφηση που προβλέπει ο Ν. 3838/2010 γίνεται με βάση τυπικές προϋποθέσεις, όπως είναι χρόνος νόμιμης διαμονής του αιτούντος αλλοδαπού ή της οικογένειας του, φοίτηση σε ελληνικό σχολείο επί ορισμένο χρόνο, κ.ά και χωρίς να γίνεται εξατομικευμένη κρίση. Δηλαδή, προβλέπεται χορήγηση ιθαγένειας χωρίς να εξετάζεται αν υπάρχουν πραγματικοί δεσμοί του αλλοδαπού που υποβάλλει την αίτηση πολιτογράφησης με το ελληνικό έθνος.
Στην απόφασή τους τα μέλη της Ολομέλειας του ΣτΕ σημειώνουν μεταξύ άλλων: «Ο νομοθέτης έχει μεν τη δυνατότητα να εκτιμά εκάστοτε τις συγκεκριμένες συνθήκες (πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές) και να καθορίζει τις προϋποθέσεις κτήσεως της ελληνικής ιθαγένειας κατά τρόπο χαλαρότερο ή αυστηρότερο, αλλά δεν μπορεί να παραγνωρίσει το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε και υπάρχει ως εθνικό κράτος με συγκεκριμένη ιστορία και ότι ο χαρακτήρας αυτός είναι εγγυημένος από το ισχύον Σύνταγμα. Επίσης, ότι το κράτος αυτό είναι εντεταγμένο σε υπερεθνική κοινότητα εθνικών κρατών με παρόμοιες συνταγματικές παραδόσεις (Ευρωπαϊκή Ένωση), η οποία σέβεται την εθνική τους ταυτότητα που είναι συμφυής με τη θεμελιώδη πολιτική και συνταγματική τους δομή.
Συνέπεια δε τούτων είναι ότι ελάχιστος όρος και όριο των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας είναι η ύπαρξη γνησίου δεσμού του αλλοδαπού προς το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία, τα οποία δεν είναι οργανισμοί ασπόνδυλοι και δημιουργήματα εφήμερα, αλλά παριστούν διαχρονική ενότητα με ορισμένο πολιτιστικό υπόβαθρο, κοινότητα με σχετικώς σταθερά ήθη και έθιμα, κοινή γλώσσα με μακρά παράδοση, στοιχεία τα οποία μεταβιβάζονται από γενεά σε γενεά με τη βοήθεια μικρότερων κοινωνικών μονάδων (οικογένεια) και οργανωμένων κρατικών μονάδων (εκπαίδευση). Εάν παραγνωριζόταν η προϋπόθεση του ουσιαστικού δεσμού και ο νομοθέτης - εναλλασσόμενος κατά θεμελιώδη αρχή του δημοκρατικού πολιτεύματος - μπορούσε να τον αγνοήσει και να ελαχιστοποιήσει τα προσόντα κτήσεως της ιθαγενείας, τότε πρακτικώς θα μπορούσε και να προσδιορίσει αυθαιρέτως τη σύνθεση του λαού, με την προσθήκη απροσδιορίστου αριθμού προσώπων ποικίλης προελεύσεως, με χαλαρή ή ανύπαρκτη ενσωμάτωση, με ό,τι τούτο θα συνεπαγόταν για τη συνταγματική τάξη και τη λειτουργία του πολιτεύματος, καθώς και την ομαλή, ειρηνική εξέλιξη της κοινωνικής
ζωής, λαμβανομένου σοβαρά υπόψη και του γεγονότος ότι το status της ιθαγένειας είναι αμετάκλητο, αφού η σχετική συνταγματική ρύθμιση απαγορεύει την αφαίρεση της ιθαγένειας».
Το ιστορικό της υπόθεσης
Η συγκεκριμένη υπόθεση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια από το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ που είχε κάνει δεκτή προσφυγή του δικηγόρου και κατοίκου του κέντρου της Αθήνας κ. Ιωάννη Ανδριόπουλου ο οποίος ζητούσε να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική η από 30.4.2010 απόφαση του τότε υπουργού Εσωτερικών που καθορίζει τα δικαιολογητικά που πρέπει να προσκομίζονται κατά την αίτηση εγγραφής στο δημοτολόγιο.
Επίσης, ο προσφεύγων ζητούσε να ακυρωθεί και η από 7.5.2010 εγκύκλιος του ίδιου υπουργού η οποία δίνει το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι (μόνο για τις θέσεις δημοτικών συμβούλων, συμβούλων δημοτικών διαμερισμάτων και τοπικών συμβούλων) στους ομογενείς και στους νομίμως διαμένοντες στην Ελλάδα υπηκόους τρίτων χωρών για την ανάδειξη τους στην πρωτοβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση.
http://www.protothema.gr/greece/article/?aid=255386
Την επόμενη εβδομάδα θα κοινοποιήσω με Δικαστικό Επιμελητή αντίγραφο της υπ' αριθμόν 460/2013 απόφασης Ολομέλειας ΣτΕ στον Υπουργό Εσωτερικών & αναμένω μέσα στο επόμενο τρίμηνο, που ακολουθεί τη συμμόρφωση της Διοίκησης με την απόφαση, ήτοι
α) Κατάργηση απονομής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς λόγω γέννησης στην Ελλάδα από αλλοδαπό γονέα-αλλοδαπούς γονείς με τουλάχιστον 5 ή 5+ έτη παραμονής, καθώς & λόγω φοίτησης σε Ελληνικό Σχολείο
β) Αφαίρεση όσων ιθαγενειών έχουν χορηγηθεί με τους ως άνω τρόπους
γ) Κατάργηση της συμμετοχής αλλοδαπών στις Δημοτικές Εκλογές
δ) Παύση εκλεγμένων μη κοινοτικών αλλοδαπών συμβούλων & ακύρωση των αποτελεσμάτων στα εκλογικά τμήματα που συμμετείχαν μη κοινοτικοί αλλοδαποί με επανάληψη των Δημοτικών Εκλογών 2010 σε αυτά τα τμήματα
Ιωάννης Ανδριόπουλος
Δικηγόρος-Διεθνολόγος
Αιτών στις υπ' αριθμόν 350/2011 & 460/2013 αποφάσεις ΣτΕ
Ακολουθεί το κείμενο της απόφασης από την ηλεκτρονική παρακολούθηση της υπόθεσης στο ΣτΕ προς ενημέρωση του Ελληνικού Λαού:
Αριθμός 460/2013
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 2 Δεκεμβρίου 2011, με την εξής σύνθεση: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος, Σωτ. Ρίζος, Νικ. Σακελλαρίου, Δημ. Πετρούλιας, Αθ. Ράντος, Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, Νικ. Ρόζος, Χρ. Ράμμος, Νικ. Μαρκουλάκης, Δ. Μαρινάκης, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Καραμανώφ, Μ. Βηλαράς, Ι. Μαντζουράνης, Αικ. Σακελλαροπούλου, Αικ. Χριστοφορίδου, Δ. Αλεξανδρής, Δ. Σκαλτσούνης, Α.-Γ. Βώρος, Γ. Ποταμιάς, Ε. Νίκα, Ι. Γράβαρης, Ε. Αντωνόπουλος, Γ. Τσιμέκας, Σπ. Μαρκάτης, Φ. Ντζίμας, Σπ. Χρυσικοπούλου, Ηρ. Τσακόπουλος, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινός, Α. Καλογεροπούλου, Εμμ. Κουσιουρής, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνης, Κ. Πισπιρίγκος, Μ. Πικραμένος, Σύμβουλοι, Φρ. Γιαννακού, Αικ. Ρωξάνα, Ουρ. Νικολαράκου, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Σπ. Χρυσικοπούλου και Α. Καλογεροπούλου καθώς και η Πάρεδρος Αικ. Ρωξάνα μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.
Για να δικάσει την από 5 Αυγούστου 2010 αίτηση:
του Ιωάννη Ανδριόπουλου, κατοίκου Αθηνών (Αγ. Μελετίου 41), ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Χριστίνα Τσαμπάζη (Α.Μ. 9173), που την διόρισε στο ακροατήριο, κατά του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ο οποίος παρέστη με τους : 1) Νικόλαο Μαυρίκα, Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και 2) Ανδρέα Ανδρουλιδάκη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,
και κατά των παρεμβαινόντων : 1) Έ. Γ., κατοίκου Αθηνών (...), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Νικόλαο Αλιβιζάτο (Α.Μ. 6976), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και 2) ΕΈΔΑ, που εδρεύει στην Αθήνα (...), η οποία παρέστη με τους δικηγόρους : α) Νικόλαο Αλιβιζάτο (Α.Μ. 6976), β) Χρήστο Πολίτη (Α.Μ. 2740) και γ) Φίλιππο Σπυρόπουλο (Α.Μ. 7310), που τους διόρισε με πληρεξούσιο ο Πρόεδρος της Ένωσης.
Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 350/2011 αποφάσεως του Δ´ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.
Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθούν : 1) η υπ’ αριθ. Φ.130181/23198/10/30.4.2010 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (ΦΕΚ Β΄ 562), 2) η υπ’ αριθ. 24592/7.5.2010 (6η εγκύκλιος) απόφαση του ίδιου ως άνω Υπουργού και 3) κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέση εισηγήσεως, από τον Εισηγητή Σύμβουλο Ευθ. Αντωνόπουλο.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξουσία του αιτούντος, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τους πληρεξουσίους των παρεμβαινόντων και τους αντιπροσώπους του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (1284940,1289507-8/2010 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).
2. Επειδή, μετά την αποχώρηση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Παν. Πικραμμένου, λόγω συμπληρώσεως του ορίου ηλικίας την 30-6-2012, αναπληρώνεται κατά την διάσκεψη της παρούσης υποθέσεως από τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο Σωτ. Ρίζο, ο οποίος μετείχε στη σύνθεση της Ολομελείας (βλ. απόφαση 2/2009 της Ολομελείας εν συμβουλίω και Πρακτικό Διασκέψεως της Ολομελείας του Δικαστηρίου 172/2012). Περαιτέρω, η Σύμβουλος Άννα Καλογεροπούλου, αναπληρωματικό μέχρι τώρα μέλος της συνθέσεως λαμβάνει μέρος στη διάσκεψη ως τακτικό μέλος (άρθρο 26 ν. 3719/2008, ΦΕΚ Α΄241).
3. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με το από 17-9-2010 δικόγραφο προσθέτων λόγων ζητείται η ακύρωση α) της υπ’ αριθμ’ Φ.130181/23198/ 30-4-2010 αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (ΦΕΚ Β΄562) με τίτλο «Καθορισμός δικαιολογητικών που πρέπει να συνοδεύουν τη δήλωση και αίτηση εγγραφής στο Δημοτολόγιο λόγω γέννησης ή φοίτησης σε σχολείο στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 Α του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας» και β) της με αριθμό πρωτοκόλλου 24592/7-5-2010 6ης Εγκυκλίου του ίδιου Υπουργού με τίτλο « Ασκηση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι από τους ομογενείς και τους νομίμως διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών για την ανάδειξη των αιρετών οργάνων της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης», κατά το μέρος που αναφέρεται μόνο στην παροχή δικαιωμάτων εκλέγειν και εκλέγεσθαι στους υπηκόους τρίτων χωρών.
4. Επειδή, με την υπ’ αριθμ. 350/2011 απόφαση του Δ΄ Τμήματος του Δικαστηρίου με επταμελή σύνθεση επιλύθηκαν οριστικώς τα ζητήματα του παραδεκτού της κρινομένης αιτήσεως, της συναφείας των προσβαλλομένων πράξεων, της παραδεκτής συμπροσβολής της υπ’ αριθμ. 29982/1-6-2010 αποφάσεως του ίδιου Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης με τίτλο «Παράταση προθεσμίας εγγραφής στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους των ομογενών και των νομίμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών για την ανάδειξη των αιρετών οργάνων της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης» (Β´ 754), του παραδεκτού της παρεμβάσεως υπέρ του κύρους των προσβαλλομένων πράξεων του Σωματείου «ΕΈΔΑ» (για την πρώτη από αυτές) και της Έ.Γ. (για την τρίτη από αυτές που εκρίθη συναφής και παραδεκτώς συμπροσβαλλόμενη με την πρώτη και αφορούσε στην παράταση της προθεσμίας εγγραφής στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους) και απερρίφθησαν με οριστική κρίση, επίσης, λόγοι ακυρώσεως που αφορούσαν στο κύρος και την συνταγματικότητα των διατάξεων του Ν.3838/2010 που ρύθμιζαν τον νέο τρόπο απονομής της ελληνικής ιθαγένειας, καθώς και την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος στις εκλογές των Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού από τους υπηκόους τρίτων χωρών. Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση παρεπέμφθησαν προς επίλυση στην Ολομέλεια, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 100 παρ.5 του Συντάγματος, τα ζητήματα της συμφωνίας ή μη προς το Σύνταγμα των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 1,2,6, των άρθρων 14-21 και του άρθρου 24 του Ν.3838/2010 ως προς τους μη κριθέντες οριστικώς λόγους, για τους οποίους το Τμήμα έκρινε ότι συνέτρεχε θέμα αντιθέσεως των διατάξεων αυτών προς διατάξεις του Συντάγματος που αναφέρονται στην παραπεμπτική απόφαση.
5. Επειδή, στο άρθρο 1 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος ορίζεται ότι «2. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία. 3. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα». Στο άρθρο 4 παρ. 3 ότι «Έλληνες είναι όσοι έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος. Επιτρέπεται να αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια μόνο σε περίπτωση που κάποιος απέκτησε εκούσια άλλη ιθαγένεια ή που ανέλαβε σε ξένη χώρα υπηρεσία αντίθετη προς τα εθνικά συμφέροντα, με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει ειδικότερα ο νόμος». Στο άρθρο 16 παρ. 2 ότι «Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες», ενώ στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου ότι «Τα έτη υποχρεωτικής φοίτησης δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα». Στο άρθρο 25 παρ. 4 ότι «Το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης». Στο άρθρο 29 παρ.1 ότι «Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. … »
6. Επειδή, από τις παρατεθείσες διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος συνάγονται τα ακόλουθα: Ο λαός αποτελεί ένα από τα τρία συστ ατικά στοιχεία του Κράτους και το κυρίαρχο όργανο αυτού, ο καθορισμός δε των προσώπων που εντάσσονται σ’ αυτόν ανήκει ως κυριαρχική αρμοδιότητα στον εθνικό νομοθέτη (πρβλ. Σ.τ.Ε 2279/1990 Ολομ.). Τούτο σημαίνει α) ότι ο εθνικός νομοθέτης δεν περιορίζεται, κατ’ αρχήν, από το διεθνές δίκαιο να ορίσει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες κτήσεως της ελληνικής ιθαγένειας- πλην της περιπτώσεως της δημιουργίας ανιθαγενών με αυθαίρετη πράξη ή της περιπτώσεως προσβολής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων- και β) ότι δεν υπάρχει ατομικό δικαίωμα, που γεννά αξίωση αποκτήσεως της ιθαγενείας, αφού επί του θέματος αυτού αποφαίνεται κυριαρχικώς το οικείο Κράτος μέσω των αρμοδίων οργάνων του (βλ απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης της 6-4-1955 επί της υποθέσεως Nottebohm- Λιχτενστάιν κατά Γουατεμάλας και Σ.τ.Ε. 2060/2008, 1242/2007,3070/2002, 209/1993). Εξ άλλου, το ότι ο κατά το Σύνταγμα καθορισμός των προσόντων του έλληνα πολίτη ανατίθεται στο νόμο, δεν σημαίνει ότι ο κοινός νομοθέτης είναι ανεξέλεγκτος εξ επόψεως εσωτερικών συνταγματικών ορίων για τον καθορισμό αυτό, ούτε ότι παύει να υπόκειται σε τυχόν προκύπτοντες από άλλες συνταγματικές διατάξεις και αρχές περιορισμούς. Ιδιαίτερη σημασία για τους περιορισμούς αυτούς έχουν εκείνες οι διατάξεις του Συντάγματος που συνδέουν με την νομική έννοια του πολίτη πλείστες όσες συνέπειες (δικαίωμα εκλέγειν- εκλέγεσθαι, δικαίωμα διπλωματικής προστασίας, υποχρέωση στρατεύσεως, εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων και καθήκοντος εθνικής αλληλεγγύης κλπ). Τούτο σημαίνει περαιτέρω, ότι ο νομοθέτης έχει μεν την δυνατότητα να εκτιμά εκάστοτε τις συγκεκριμένες συνθήκες (πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές) και να καθορίζει τις προϋποθέσεις κτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας κατά τρόπο χαλαρότερο ή αυστηρότερο, αλλά, εν πάση περιπτώσει, δεν μπορεί να παραγνωρίσει το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε και υπάρχει ως εθνικό κράτος με συγκεκριμένη ιστορία και ότι ο χαρακτήρας αυτός είναι εγγυημένος τουλάχιστον από τους ορισμούς του άρθρου 1 παρ.3 του ισχύοντος Συντάγματος, τέλος δε και ότι το κράτος αυτό είναι εντεταγμένο σε υπερεθνική κοινότητα εθνικών κρατών με παρόμοιες συνταγματικές παραδόσεις (Ευρωπαϊκή Ένωση), η οποία, μάλιστα, κατά το άρθρο 4 παρ. 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σέβεται την εθνική τους ταυτότητα που είναι συμφυής με την θεμελιώδη πολιτική και συνταγματική τους δομή. Συνέπεια δε τούτων είναι ότι ελάχιστος όρος και όριο των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας είναι η ύπαρξη γνησίου δεσμού του αλλοδαπού προς το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία, τα οποία δεν είναι οργανισμοί ασπόνδυλοι και δημιουργήματα εφήμερα αλλά παριστούν διαχρονική ενότητα με ορισμένο πολιτιστικό υπόβαθρο, κοινότητα με σχετικώς σταθερά ήθη και έθιμα, κοινή γλώσσα με μακρά παράδοση, στοιχεία τα οποία μεταβιβάζονται από γενεά σε γενεά με την βοήθεια μικρότερων κοινωνικών μονάδων (οικογένεια) και οργανωμένων κρατικών μονάδων (εκπαίδευση). Εάν παρεγνωρίζετο η προϋπόθεση του ουσιαστικού δεσμού και ο νομοθέτης - εναλλασσόμενος κατά θεμελιώδη αρχή του δημοκρατικού πολιτεύματος - μπορούσε να τον αγνοήσει και να ελαχιστοποιήσει τα προσόντα κτήσεως της ιθαγενείας, τότε πρακτικώς θα μπορούσε και να προσδιορίσει αυθαιρέτως την σύνθεση του λαού, με την προσθήκη απροσδιορίστου αριθμού προσώπων ποικίλης προελεύσεως, με χαλαρή ή ανύπαρκτη ενσωμάτωση, με ό,τι τούτο θα συνεπήγετο για την συνταγματική τάξη και τη λειτουργία του πολιτεύματος, καθώς και την ομαλή, ειρηνική εξέλιξη της κοινωνικής ζωής, λαμβανομένου σοβαρά υπόψη και του γεγονότος ότι το status της ιθαγένειας είναι αμετάκλητο, αφού η σχετική συνταγματική ρύθμιση (άρθρο 4 παρ.3) απαγορεύει την αφαίρεση της ιθαγένειας πλην δύο περιοριστικά καθοριζομένων περιπτώσεων (εκούσια απόκτηση άλλης ιθαγένειας, ανάληψη σε ξένη χώρα υπηρεσίας αντίθετης προς τα εθνικά συμφέροντα). Συνεπεία των ανωτέρω παραδοχών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο νομοθέτης, κατά τον καθορισμό των προϋποθέσεων αποκτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας από αλλοδαπούς, δύναται μεν, κατ’ απόκλιση από την βασική αρχή του δικαίου της καταγωγής (ius sanguinis) ως αυτόματου τρόπου κτήσεως της ελληνικής ιθαγένειας, να προβλέψει τρόπους κτήσεως της ιθαγενείας βάσει της αρχής του δικαίου του εδάφους (jus soli) και περαιτέρω, να θεσπίζει για τις περιπτώσεις αυτές και τυπικά κριτήρια, όπως είναι η νόμιμη παραμονή στην χώρα και η διάρκεια αυτής, αλλά θα πρέπει να τα συνδυάζει και με ουσιαστικά κριτήρια, ούτως ώστε να τεκμηριώνεται ο γνήσιος δεσμός του αλλοδαπού προς την ελληνική κοινωνία, δηλαδή η ενσωμάτωσή του σε αυτήν υπό την ανωτέρω εκτεθείσα έννοια. Οι Σύμβουλοι Δημ.Σκαλτσούνης, Σπ.Μαρκάτης, Ηρ.Τσακόπουλος και Μαρίνα Παπαδοπούλου με συγκλίνουσα γνώμη υπεστήριξαν τα εξής: η διάταξη του άρθρου 4 παρ.3 εδ α´ του Συντάγματος, προβλέποντας ότι «Έλληνες είναι όσοι έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος», αναθέτει στον κοινό νομοθέτη τον καθορισμό των προσόντων του πολίτη, μη ορίζοντας δε κριτήρια ιθαγένειας, παρέχει σ’ αυτόν ευρεία εξουσία καθορισμού των όρων και προϋποθέσεων κτήσεως αυτής. Η εξουσία αυτή δεν είναι απόλυτη, αλλά οριοθετείται από τρία διαφορετικά πεδία α) από τις λοιπές διατάξεις του Συντάγματος, υπό την έννοια ότι ο κοινός νομοθέτης οφείλει να σέβεται αυτές και να μη τις παραβιάζει κατά τον καθορισμό των όρων και προϋποθέσεων για απόκτηση από αλλοδαπούς της ελληνικής ιθαγένειας, μη δυνάμενος, λόγου χάριν, ενόψει του άρθρου 1 παρ.3 του Συντάγματος, να καθιστά δυνατή την κτήση της ελληνικής ιθαγένειας από αλλοδαπούς που αποδεδειγμένα βαρύνονται με πράξεις αντεθνικής συμπεριφοράς ή, εν όψει του άρθρου 13 παρ.1 του Συντάγματος, να εξαρτά την κτήση αυτή από συγκεκριμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις κ.ο.κ. β) από συγκεκριμένες υποχρεώσεις που προκύπτουν από διεθνείς συμβατικές δεσμεύσεις της χώρας, όπως λόγου χάριν, για τον περιορισμό των περιπτώσεων της ανιθαγένειας και γ) από την ίδια τη φύση του αντικειμένου της ρυθμίσεως, την οποία η ως άνω συνταγματική διάταξη προβλέπει ΄ πράγματι, κατ’ αρχήν, η απονομή της ελληνικής ιθαγένειας σε αλλοδαπό πολίτη αποτελεί το τελευταίο στάδιο εντάξεώς του στην ελληνική κοινωνία σε βαθμό τέτοιο που τον οδηγεί να ζητήσει, και να επιτύχει, κατόπιν εξατομικευμένης κρίσεώς του, την πολιτογράφησή του ως έλληνα πολίτη (βλ. τις διατάξεις των άρθρων 5 έως 19, τόσο του ισχύοντος, όσο και του προϊσχύσαντος Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας). Και ναι μεν ουδεμία συνταγματική διάταξη αποκλείει στον κοινό νομοθέτη την πολιτική επιλογή της απονομής βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, δηλαδή χωρίς εξατομικευμένη κρίση, της ελληνικής ιθαγένειας, σε αλλοδαπούς, οι οποίοι διαμένουν νομίμως στη χώρα, ως μέσου για την μελλοντική, ομαλή ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία, προς τούτο, όμως, το άρθρο 4 παρ. 3 εδ α´ του Συντάγματος, κατά την έννοιά του, απαιτεί από τον κοινό νομοθέτη να θέτει με τη σχετική ρύθμιση όρους και προϋποθέσεις βάσει των οποίων η ομαλή ένταξη των αλλοδαπών αυτών στην ελληνική κοινωνία να μπορεί να πιθανολογηθεί σε σοβαρό βαθμό. Oι Αντιπρόεδροι Δημοσθ. Πετρούλιας και Αγγ. Θεοφιλοπούλου και οι Σύμβουλοι Ν. Ρόζος, Χ. Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Μ. Βηλαράς, Ι. Μαντζουράνης, Αικ. Σακελλαροπούλου, Α.-Γ. Βώρος, Μ. Σταματελάτου, Ο. Ζύγουρα, Κ. Φιλοπούλου και Μ. Πικραμένος υπεστήριξαν την ακόλουθη γνώμη: Για την αναγνώριση της ιδιότητας του έλληνα πολίτη και κατά συνεκδοχή την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας, δηλαδή του νομικού δεσμού συγκεκριμένου προσώπου με το ελληνικό κράτος, (και όχι με το ελληνικό έθνος), το Σύνταγμα διαλαμβάνει ειδική ρύθμιση στο πρώτο εδάφιο της παραγρ. 3 του άρθρου 4, το οποίο ορίζει ότι «Έλληνες πολίτες είναι όσοι έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος». Με τη λιτή αυτή διάταξη, το Σύνταγμα εξουσιοδοτεί τον κοινό νομοθέτη να καθορίζει τις προϋποθέσεις, («τα προσόντα»), που απαιτούνται για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας, χωρίς να επιβάλλει κανένα, με την εν λόγω ειδική διάταξη, περιορισμό στη σχετική εξουσία του νομοθετικού σώματος. Εκτός από τη ρητή και μη καταλείπουσα καμία ως προς τούτο αμφιβολία, γραμματική διατύπωση της ανωτέρω διάταξης του πρώτου εδαφίου της παραγρ. 3 του άρθρου 4 του Συντάγματος, ενδεικτική της ελευθερίας, που παρέχεται με αυτή ν στο νομοθέτη, είναι και η αντιπαραβολή της με τη διάταξη του δευτέρου εδαφίου της ίδιας παραγράφου, στην οποία ρητώς ορίζονται οι περιπτώσεις, στις οποίες επιτρέπεται η αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας. Ο συνταγματικός νομοθέτης με τη διάταξη αυτή αναγνωρίζει ότι η ρύθμιση της απονομής της ελληνικής ιθαγένειας αποτελεί πολιτική κατ’ εξοχήν επιλογή, συναρτώμενη με την εκτίμηση τόσο της συνδρομής σκοπών δημόσιου συμφέροντος, όσο και του τρόπου εξυπηρέτησής τους, η οποία μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες, είτε εσωτερικές είτε διεθνείς, βάσει και των οποίων διαμορφώνεται η πολιτική της Χώρας, καθώς επίσης και τις κρατούσες στο νομοθετικό σώμα πολιτικές αντιλήψεις. Για το λόγο δε ακριβώς αυτό παρέχει στον κοινό νομοθέτη ευρύτατα περιθώρια πολιτικών εκτιμήσεων και, κατά συνέπεια, άσκησης διαφορετικών πολιτικών, όσον αφορά τον καθορισμό αφ’ ενός των δημόσιων σκοπών που εξυπηρετεί, την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η απονομή της ελληνικής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς, αφ’ ετέρου δε των κριτηρίων και της διαδικασίας που θεωρεί πρόσφορα για την επίτευξη των σκοπών αυτών. Υπέρ της έννοιας αυτής συνηγορεί και η ιστορική καταγωγή της ανωτέρω συνταγματικής διάταξης. Πράγματι, στο άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο του Συντάγματος της 18.3.1844 υιοθετήθηκε αντίστοιχη ρύθμιση, κατά την οποία «Πολίται είναι όσοι απέκτησαν ή αποκτήσωσι τα χαρακτηριστικά του πολίτου κατά τους Νόμους του Κράτους», προκειμένου, όπως προκύπτει από τα επίσημα πρακτικά συζητήσεων στην Εθνοσυνέλευση, να αναγνωρισθεί στο νομοθέτη ευρύτατη ευχέρεια καθορισμού των προσόντων του πολίτη κατ’ εκτίμηση των εκάστοτε συνθηκών (Επίσημα Πρακτικά, συνεδρ. ΚΣΤ´, 8.1.1844, σελ. 143-144). Και ορίζει μεν η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 του Συντάγματος ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό και «υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους…» ωστόσο, ούτε από τη διάταξη αυτή ούτε από άλλη συνταγματική διάταξη απορρέει υποχρέωση του νομοθέτη να θέτει ως προϋπόθεση για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας, την διαπίστωση γνήσιου δεσμού με το ελληνικό έθνος, δηλαδή την ύπαρξη ήδη διαμορφωθείσης εθνικής συνείδησης των πολιτογραφούμενων αλλοδαπών. Κατά μείζονα δε λόγο, όταν πρόκειται για απονομή ελληνικής ιθαγένειας σε ανήλικα τέκνα αλλοδαπών, τα οποία αφορούν οι επίμαχες διατάξεις του Ν. 3838/2010. Και τούτο διότι, άλλωστε, με την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας ο αλλοδαπός καθίσταται έλληνας πολίτης, συμπολίτης των λοιπών ελλήνων πολιτών και όχι ομοεθνής τους, δηλαδή δεν του αναγνωρίζεται και η ελληνική εθνική ταυτότητα. Είναι σαφής δε, κατά το Σύνταγμα, η διάκριση μεταξύ λαού και έθνους. Η διασφάλιση της ομαλής ένταξης στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Χώρας, δηλαδή στην ελληνική κοινωνία, των ανήλικων τέκνων αλλοδαπών που διαβιούν μόνιμα και νόμιμα στην Χώρα επί χρονικό διάστημα ικανό, κατά την ανέλεγκτη, κατ’ αρχήν, ουσιαστική εκτίμηση του κοινού νομοθέτη, για να θεμελιώσει τον αναγκαίο δεσμό με την ελληνική κοινωνία, και κατά συνεκδοχή, η διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και ειρήνης, αποτελεί προφανώς έναν θεμιτό σκοπό δημόσιου συμφέροντος για τη χορήγηση σε αυτά της ελληνικής ιθαγένειας. Ενόψει δε της ευρύτατης εξουσίας που της παρέχει το Σύνταγμα, η Βουλή δεν υποχρεούται να καθορίσει ειδική διαδικασία ουσιαστικής και εξατομικευμένης σε κάθε περίπτωση έρευνας, αλλά, έχει τη δυνατότητα να προβαίνει στη θέσπιση αντικειμενικών και μόνον κριτηρίων για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας και μάλιστα σε ανήλικα τέκνα αλλοδαπών, όπως είναι η γέννηση και διαμονή τους στην Ελλάδα, από γονείς που διαμένουν μόνιμα και νόμιμα στη Χώρα για ορισμένο χρόνο ή η επιτυχής φοίτησή τους σε ορισμένες τάξεις ελληνικού σχολείου στην Ελλάδα και μόνιμη και νόμιμη διαμονή τους σ’ αυτήν, εφ’ όσον ο νομοθέτης εκτιμά ότι, με τη συνδρομή των ως άνω αντικειμενικών κριτηρίων, δημιουργείται ένας επαρκής ουσιαστικός δεσμός τους με την ελληνική κοινωνία, ικανός να διασφαλίσει την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού, δηλαδή την ομαλή ένταξή τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Χώρας. Ανήκει συνεπώς στην ευχέρεια του νομοθέτη, αφού ούτε η ειδική διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3, ούτε άλλη συνταγματική διάταξη το επιβάλλει, να ορίσει, όταν κρίνει ότι τούτο είναι σκόπιμο, εκτός από τη συνδρομή αντικειμενικών κριτηρίων και διοικητική διαδικασία εξατομικευμένης εκτίμησης ουσιαστικών στοιχείων, η αξίωση της συνδρομής των οποίων, για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας, προσιδιάζει άλλωστε σε ενηλίκους, όπως πράγματι τούτο παγίως ισχύει για την πολιτογράφηση των ενηλίκων αλλοδαπών (βλ. άρθρο 6 του προϊσχύσαντος Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας – Ν. 3370/1955 – και άρθρα 5 και 7 του ισχύοντος Κώδικα – Ν. 3284/2004). Αντιθέτως, επίσης παγίως προβλέπεται η απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας με μόνη προϋπόθεση τη γέννηση του προσώπου σε ελληνικό έδαφος και χωρίς κανένα άλλο κριτήριο, (όπως ελάχιστος χρόνος μόνιμης διαμονής των αλλοδαπών γονέων στη χώρα ή ουσιαστικός δεσμός τους με την ελληνική κοινωνία), εφ’ όσον πρόκειται για ανιθαγενείς, δηλαδή για πρόσωπα τα οποία δεν αποκτούν με τη γέννησή τους αλλοδαπή ιθαγένεια ή είναι άγνωστης ιθαγένειας. (βλ. άρθρα 1 του Ν.Δ. 3370/1955, 1 του Ν. 1438/1984, και 1 του Ν. 3284/2004). Ούτε δε μπορεί να γίνει ευλόγως δεκτό ότι, μολονότι το Σύνταγμα αναθέτει χωρίς περιορισμούς, με την ειδική διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3, στη Βουλή τον καθορισμό των προϋποθέσεων απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας, παρά ταύτα δεν εμπιστεύεται την εκτίμησή της για την δημιουργία, εφ’ όσον συντρέχουν τα προβλεπόμενα αντικειμενικά κριτήρια, ουσιαστικού δεσμού των ανηλίκων αλλοδαπών και των γονέων τους με την ελληνική κοινωνία και απαιτεί επιπλέον εξατομικευμένη προς τούτο κρίση διοικητικών οργάνων. Τέλος, ναι μεν, κατά τα προεκτεθέντα, με την ανωτέρω ειδική συνταγματική διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγρ. 3 του άρθρου 4 εξουσιοδοτείται, χωρίς όρους, ο νομοθέτης να ορίζει τα κριτήρια απονομής της ελληνικής ιθαγένειας, ωστόσο οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις δεν είναι δικαστικώς ανέλεγκτες. Εν όψει όμως της ευρύτατης εξουσίας που παρέχει το Σύνταγμα στη Βουλή και των πολιτικών, προεχόντως, εκτιμήσεων, βάσει των οποίων αυτή προβαίνει στις κατάλληλες, κατά την ουσιαστική της κρίση, νομοθετικές επιλογές, το Δικαστήριο, προκειμένου να κρίνει αντίθετες προς το Σύνταγμα τις επίμαχες διατάξεις του Ν. 3838/2010, για τη χορήγηση της ελληνικής ιθαγένειας σε ανήλικα τέκνα αλλοδαπών, περιορίζεται να ελέγξει μόνον εάν οι ουσιαστικές εκτιμήσεις του νομοθέτη, όσον αφορά τόσον τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, όσον και την προσφορότητα των θεσπιζόμενων, για την επίτευξη του σκοπού αυτού, κριτηρίων απονομής της ελληνικής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς είναι, αντικειμενικά και λογικά, καταδήλως εσφαλμένες και συνεπώς παράλογες. Και τούτο διότι, άλλως, το Δικαστήριο, μέσω του δικαστικού ελέγχου, ουσιαστικά θα υποκαθιστούσε ανεπιτρέπτως, δηλαδή καθ’ υπέρβαση του συνταγματικού του ρόλου, τη Βουλή στην άσκηση του νομοθετικού της έργου, αφού θα ήλεγχε, παρεμβαίνοντας με τον τρόπο αυτό στο πεδίο των πολιτικών αντιπαραθέσεων, τη σκοπιμότητα των σχετικών νομοθετικών επιλογών, στις οποίες μάλιστα ο κοινός νομοθέτης προβαίνει, κατά το Σύνταγμα, βάσει θεωρήσεων κατ’ εξοχήν πολιτικού χαρακτήρα και ειδικώς σε ένα θέμα υψηλής πολιτικής, όπως είναι αυτό της απονομής της ελληνικής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς, το οποίο μάλιστα συνάπτεται και με τις διεθνείς σχέσεις της Χώρας. Κατά την ειδικότερη γνώμη του Συμβούλου Μιχ. Πικραμένου επιπροσθέτως των ανωτέρω, λεκτέα και τα εξής : Η ρήτρα «υπέρ του έθνους» που καθιερώνει το άρθρο 1 παρ. 3 του ισχύοντος Συντάγματος, ερμηνευόμενη ενόψει των σύγχρονων διεθνών κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών συνθηκών στο πλαίσιο των οποίων αναπτύσσονται, μεταξύ των άλλων, διαδοχικά μεταναστευτικά ρεύματα που διακρίνονται για τη μαζικότητά τους, αποβλέπει στη διατήρηση της συνέχειας και της ενότητας του ελληνικού έθνους. Ο σκοπός αυτός επιδιώκεται με την επεξεργασία και κατάστρωση διαφόρων δημοσίων πολιτικών οι οποίες μπορεί να λαμβάνονται είτε από την κυβέρνηση, η οποία καθορίζει και κατευθύνει τη γενική πολιτική της χώρας κατά το άρθρο 82 παρ. 1 του Συντάγματος, είτε από το νομοθετικό σώμα κατά τα άρθρα 73 επ. του Συντάγματος που ορ ίζουν τη νομοθετική λειτουργία της βουλής. Ως εκ τούτου, τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας έχουν την ευχέρεια να εντάξουν στις ανωτέρω δημόσιες πολιτικές την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας για συγκεκριμένες κατηγορίες αλλοδαπών, εφόσον πληρούν ειδικά κριτήρια και τηρείται ειδική διαδικασία, πέραν των γενικώς ισχυόντων κανόνων στο ελληνικό δίκαιο της ιθαγένειας, που εμφανίζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και κρίνονται, για το λόγο αυτό, πρόσφορες για την εφαρμογή της εν λόγω δημόσιας πολιτικής, με σκοπό να διασφαλισθεί, σε πρώτο επίπεδο, η ομαλή ένταξή τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας, δηλαδή στην ελληνική κοινωνία. Με την υιοθέτηση δε αυτής της δημόσιας πολιτικής, η οποία έχει ως άξονα την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας και τη συνακόλουθη ένταξη κατηγοριών αλλοδαπών στον ελληνικό λαό, ο νομοθέτης αποβλέπει και σ’ ένα δεύτερο μακροπρόθεσμο στόχο : στη δημιουργία των κατάλληλων όρων και προϋποθέσεων για να ενστερνισθούν οι εν λόγω κατηγορίες αλλοδαπών ή οι απόγονοι αυτών, θεμελιώδεις αξίες και αρχές του ελληνικού έθνους και με τον τρόπο αυτό να συμμετάσχουν στη διατήρηση και τη συνέχεια του πολιτισμού, της γλώσσας, των ηθών και εθίμων και άλλων προσδιοριστικών στοιχείων του ελληνισμού. Επί τη βάσει των ανωτέρω, ο κοινός νομοθέτης έχει την ευχέρεια, στα πλαίσια της δημόσιας πολιτικής για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού ζητήματος, να θεσπίζει ειδικά κριτήρια και ειδική διαδικασία για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας στα ανήλικα τέκνα αλλοδαπών που αποτελούν διακριτή κατηγορία με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το γεγονός ότι τα ανήλικα τέκνα αλλοδαπών μπορεί να αποτελέσουν διακριτή κατηγορία, προκύπτει άλλωστε και από το ίδιο το Σύνταγμα το οποίο έχει αναγάγει σε αντικείμενο ιδιαίτερης ρύθμισης τους ανήλικους καθιερώνοντας ειδικές ρυθμίσεις, όπως το άρθρο 21 παρ. 1 που προβλέπει την προστασία της παιδικής ηλικίας καθώς και το άρθρο 16 παρ. 2 το οποίο ορίζει τη βασική αποστολή της παιδείας που έχει ως βασικούς αποδέκτες τους ανήλικους. Έτσι, ο νομοθέτης έχει τη δυνατότητα να προβαίνει στη θέσπιση αντικειμενικών κριτηρίων για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας στα ανήλικα τέκνα αλλοδαπών, λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για άτομα που μεγαλώνουν μέσα στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας, χρησιμοποιούν την ελληνική γλώσσα ως μέσο επικοινωνίας, εξοικειώνονται με τα ήθη, τα έθιμα και την πολιτιστική παράδοση της χώρας, ενώ ταυτόχρονα μετέχουν της ελληνικής παιδείας φοιτώντας σε σχολεία τα οποία έχουν ως βασική αποστολή την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.
7. Eπειδή, ο έλληνας νομοθέτης, προκειμένου να αντιμετωπίσει τα μεταναστευτικά ρεύματα τα προερχόμενα, κατ’ αρχάς, από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, λόγω των πολιτικών μεταβολών και ανακατατάξεων στις χώρες αυτές, μεταγενεστέρως δε και από άλλες ηπείρους (Ασία, Αφρική) προέβη σε σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων σχετικά με την είσοδο, την παραμονή και την εργασία αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών στη χώρα. Αρχικώς, με τον Ν. 1975/1991 (Α΄184), ο οποίος όρισε ότι η είσοδος και παραμονή αλλοδαπών στην χώρα επιτρέπεται μόνον εφ’ όσον είναι εφοδιασμένοι με έγκυρα ταξιδιωτικά έγγραφα και θεώρηση εισόδου ή διαθέτουν προέγκριση εισόδου για εργασία ή άδεια διαμονής με σκοπό την εργασία και ρύθμισε τα της χορηγήσεως των αδειών αυτών διαμονής και εργασίας. Κατά τη διάρκεια της ισχύος του νόμου αυτού και ενόψει του γεγονότος της εισόδου και παραμονής στη χώρα αγνώστου αριθμού και προελεύσεως αλλοδαπών, χωρίς άδειες εργασίας και διαμονής εξεδόθησαν τα Προεδρικά Διατάγματα 358 και 359 /1997 (Α΄240), με τα οποία προβλέφθηκαν για τους παρανόμως διαμένοντες στη χώρα αλλοδαπούς «προσωρινή νομιμοποίηση» με την χορήγηση «προσωρινής άδειας παραμονής» (με το πρώτο διάταγμα) και χορήγηση «κάρτας παραμονής περιορισμένης χρονικής διάρκειας» (με το δεύτερο διάταγμα) προκειμένου να απασχοληθούν με σχέση εξηρτημένης εργασίας ή ως ανεξάρτητοι επαγγελματίες. Οι άδειες αυτές εξεδίδοντο υπό διαφορετικές, πολύ περισσότερο χαλαρές προϋποθέσεις από τις τασσόμενες στον αρχικό νόμο με δεδομένο ότι εκεί προϋπετίθετο ότι οι αλλοδαποί εισέρχονται νομίμως στη χώρα και εφοδιάζονται με άδεια εργασίας και παραμονής άμα τη εγκαταστάσει τους. Σκοπός των εκτάκτων αυτών ρυθμίσεων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παρ.1 του Π.Δ. 358/1997 ήταν η καταγραφή των αλλοδαπών που διέμεναν παράνομα στην Ελλάδα και είτε απασχολούνταν είτε αναζητούσαν απασχόληση και η έναρξη της διαδικασίας για την νομιμοποίησή τους υπό προϋποθέσεις. Επακολούθησε ο Ν.2910/2001 (Α΄91) που διατήρησε το καθεστώς του προηγουμένου νόμου, δηλαδή την είσοδο στη χώρα με έγκυρα ταξιδιωτικά έγγραφα και θεώρηση εισόδου και τον εφοδιασμό με άδεια διαμονής για λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στον νόμο (σπουδές, παροχή εξηρτημένης εργασίας, άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας, οικογενειακή συνένωση κλπ). Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρων 19, 20 και 21 του νόμου αυτού προκύπτει ότι η χορήγηση άδειας εργασίας αποτελεί προϋπόθεση για την χορήγηση άδειας εισόδου και άδειας παραμονής. Περαιτέρω, ότι η άδεια διαμονής, εκτός της προηγουμένης προϋποθέσεως χορηγείται μόνον εφ’ όσον ο αλλοδαπός έχει συνάψει σύμβαση εργασίας, είναι ασφαλισμένος για την κάλυψη των εξόδων νοσηλείας, ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως και εργατικού ατυχήματος και έχει εξασφαλίσει κατάλυμα για την διαμονή του. Εκ παραλλήλου, στα άρθρα 25-27 του ίδιου νόμου ρυθμίζονται τα της χορηγήσεως άδειας εισόδου και διαμονής για την άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας με προϋποθέσεις επαρκείας πόρων και συμβολής στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς και πλήρους ασφαλιστικής καλύψεως με παράλληλη εκπλήρωση των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Επίσης, στο κεφάλαιο του νόμου με τίτλο «δικαιώματα και υποχρεώσεις αλλοδαπών»ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: άρθρο 40 «1. Ανήλικοι αλλοδαποί, που διαμένουν στην ελληνική επικράτεια, υπάγονται στην υποχρέωση της ελάχιστης σχολικής φοίτησης, όπως και οι ημεδαποί…5. Αλλοδαποί που έχουν αποφοιτήσει από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα έχουν πρόσβαση στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, υπό τους αυτούς όρους και προϋποθέσεις όπως και οι ημεδαποί », στο άρθρο 41 «1…3. Αλλοδαπός, κάτοχος αδείας παραμονής, οφείλει να αναχωρήσει χωρίς άλλη ειδοποίηση μέχρι την τελευταία ημέρα της λήξης της ισχύος της, εκτός αν πριν από τη λήξη της έχει υποβάλει αίτηση για ανανέωσή της. 4. Αλλοδαπός, στον οποίο δεν εγκρίθηκε παραμονή ή ανανέωση της άδειας διαμονής του, υποχρεούται να εγκαταλείψει αμέσως το ελληνικό έδαφος χωρίς άλλες διατυπώσεις». Τέλος, στο άρθρο 66 του νόμου με τίτλο «παράνομοι αλλοδαποί» επετράπη η χορήγηση άδειας παραμονής εξάμηνης διάρκειας σε αλλοδαπούς που κατά την έναρξη ισχύος του νόμου διέμεναν παράνομα στην χώρα, εφ’ όσον είχε λήξει η κάρτα παραμονής περιορισμένης χρονικής διάρκειας χωρίς να ανανεωθεί ή η κάρτα προσωρινής άδειας παραμονής ή η άδεια παραμονής και εφ’ όσον διέμεναν αποδεδειγμένα στη χώρα μετά τη λήξη τους επί ένα έτος μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου. Το ίδιο δικαίωμα παρεσχέθη και στους αλλοδαπούς που είχαν ασκήσει προσφυγή κατά των αποφάσεων των αρμοδίων οργάνων του Ο.Α.Ε.Δ. για την χορήγηση κάρτας παραμονής περιορισμένης χρονικής διάρκειας και ενέπιπταν στην ρύθμιση του άρθρου 2 του Π.Δ. 359/1997 εφ’ όσον παραιτούνταν από την προσφυγή αυτή. Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του νόμου για το άρθρο αυτό, με τις ρυθμίσεις του αποσκοπείται η νομιμοποίηση των αλλοδαπών που διέμεναν παράνομα στην Ελλάδα, τούτο δε κατέστη αναγκαίο για να αντιμετωπισθεί ένα έντονο κοινωνικό πρόβλημα, δηλαδή, το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός αλλοδαπών διέμεναν παράνομα στην Ελλάδα και δεν μπορούσαν να συμμετέχουν στην οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου ισότιμα με τους Έλληνες και τους νόμιμους αλλοδαπούς. Η κατά τη διάταξη αυτή διάρκεια της εξάμηνης άδειας διαμονής παρετάθη αρχικώς με την παρ. 8 του άρθρου 21 του Ν.3013/2002 (Α’ 102) μέχρι τις 31-12-2002 . Εν συνεχεία δόθηκε νέα παράταση ισχύος των αδειών αυτών μέχρι 30-6-2003 με το άρθρο 23 του Ν.3103/2003 (Α΄23). Επακολούθησαν δε νέες, αυτοδίκαιες π αρατάσεις ισχύος των προσωρινών αυτών αδειών μέχρι 30-6-2004 (άρθρο 25 Ν.3242/2004 Α΄102). Ακολούθως, με τον Ν.3386/2005 (Α΄212) , ο νομοθέτης ενέμεινε στις πάγιες ρυθμίσεις των προηγουμένων νόμων (αναγκαιότητα θεωρήσεως εισόδου, χορηγουμένης από τα ελληνικά προξενεία των χωρών προελεύσεως, άρθρο 6 επ, απαίτηση για την παραμονή στη χώρα αδειών παραμονής και αδειών εργασίας με περιορισμένη χρονική διάρκεια και προσδιορισμένους από τον νόμο σκοπούς, άρθρο 9 επ, πρόβλεψη απελάσεων όσων στερούνται των νομίμων αδειών και εν γένει όσων παραβιάζουν τον νόμο, άρθρο 76 επ.). Εξ άλλου, προς ενίσχυση της διαδικασίας κοινωνικής εντάξεως, ο νέος νόμος προέβλεψε, σύμφωνα και με την Οδηγία 2003/109 / ΕΚ ( L16της 23-1-2004 ), το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος αλλοδαπού (άρθρο 67 επ.), το οποίο είναι ιδιαιτέρως ευνοϊκό για τους αλλοδαπούς με πιστοποιημένη υψηλού βαθμού κοινωνική ένταξη υπό προϋποθέσεις, όμως, αυστηρά οριοθετημένες (νόμιμη διαμονή στη χώρα τουλάχιστον επί πενταετία, επαρκής γνώση της ελληνικής γλώσσας, γνώση στοιχείων της ελληνικής ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού).Και ο νόμος αυτός, όμως, περιέλαβε στις μεταβατικές διατάξεις του (άρθρο 91 παρ.10 επ.) ρυθμίσεις νομιμοποιήσεως αγνώστου αριθμού αλλοδαπών, οι οποίοι, παρά τις νομιμοποιητικές διατάξεις των προηγουμένων νομοθετημάτων, διέμειναν στην χώρα παράνομα και είτε εργάσθηκαν παράνομα είτε δεν εργάσθηκαν καθόλου. Οι ρυθμίσεις αυτές συνοπτικώς είναι: α) νομιμοποιήσεις αλλοδαπών, με την αυτοδίκαιη παράταση μέχρι 31-12-2005 ισχύος αδειών διαμονής που είχαν αυτοδικαίως παραταθεί μέχρι 30-6-2004 με προηγούμενα νομοθετήματα είτε με την παράταση ισχύος μέχρι το ίδιο χρονικό σημείο αδειών διαμονής που είχαν λήξει μετά την ημερομηνία αυτή (παρ. 10), β) νομιμοποιήσεις αλλοδαπών που παρέμεναν στην χώρα χωρίς οιαδήποτε άδεια διαμονής, με την διευκόλυνση χορηγήσεως σχετικών αδειών, χωρίς τη συνδρομή των παγίων προϋποθέσεων, εφ’ όσον αποδεικνύουν την παραμονή τους στη χώρα μέχρι την 31-12-2004. Οι άδειες αυτές χορηγούνται, κατόπιν αιτήσεως υποβαλλομένης μέχρι 31-12-2005 με απόφαση του Γενικού Γραμματέως Περιφέρειας, έχουν ετήσια ισχύ και συγχρόνως επέχουν θέση άδειας εργασίας (παρ.11). Οι εξαιρετικές αυτές ρυθμίσεις θεσπίστηκαν, όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση «στο πλαίσιο οριστικής καταγραφής των υπηκόων τρίτων χωρών και προς οριστική εκκαθάριση του χρόνιου σχετικού προβλήματος…». Παρά ταύτα επαναλήφθηκαν με το άρθρο 18 παρ.4 του Ν.3536/2007 (Α΄ 42), με το οποίο δόθηκε και νέα προθεσμία υποβολής αιτήσεως νομιμοποιήσεως μέχρι 30-9-2007. Κρίσιμα για την κατανόηση των εξαιρετικών αυτών ρυθμίσεων («νομιμοποιήσεων») όσο και των αντιστοίχων των προηγουμένων νομοθετημάτων είναι όσα αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση του ν. 3886/2005: «Α) Γενικά Ι….ΙΙ…. ΙΙΙ. Το 1997 θεσμοθετήθηκε η πρωτοβουλία καθιέρωσης ενός συστήματος καταγραφής και ενσωμάτωσης του «αφανούς» πληθυσμού των παράνομων αλλοδαπών, μέσω των π.δ. 358 και 359/1997, με τα οποία καθιερώθηκε ένας νέος, παράλληλος με τους προβλεπόμενους στο ν. 1975/1991, τίτλος νόμιμης παραμονής και εργασίας αλλοδαπού στη Χώρα, η λεγόμενη «πράσινη κάρτα». Το εγχείρημα αυτό, παρά τον έκδηλα μεταβατικό του χαρακτήρα….ανέσυρε από την αφάνεια ένα μέρος των παρανόμων αλλοδαπών… IV). Ακολούθησε ο ν. 2910/2001, ο οποίος επιχείρησε να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες που είχαν ήδη επισημανθεί υπό το καθεστώς του ν. 1975/1991 και των προαναφερθέντων διαταγμάτων… Κατά γενική διαπίστωση δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Ο αρχικός στόχος του ίδιου νόμου για την καταγραφή και νομιμοποίηση όλων των αλλοδαπών, μέσω της χορήγησης προσωρινής άδειας σε αυτούς, δεν ολοκληρώθηκε…».
8. Επειδή, από τις παρατεθείσες διατάξεις των νομοθετημάτων που ρύθμισαν την είσοδο, διαμονή και εργασία των αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών κατά το μετά το έτος 1990 χρονικό διάστημα προκύπτουν τα εξής: οι πάγιες διατάξεις που οργάνωσαν σύστημα νόμιμης μεταναστεύσεως στη χώρα παραβιάσθηκαν λόγω των εκτάκτων συνθηκών της μαζικής εισόδου αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών διαφόρου προελεύσεως. Συνέπεια του γεγονότος αυτού ήταν ότι στη χώρα παρέμεινε άγνωστος αριθμός αλλοδαπών, που δεν πληροί τις προϋποθέσεις των παγίων διατάξεων και στους οποίους επανειλημμένως παρεσχέθη η δυνατότητα να νομιμοποιηθούν είτε με τη χορήγηση αδειών, χωρίς τις προϋποθέσεις των παγίων διατάξεων είτε με τις αυτοδίκαιες παρατάσεις αδειών διαμονής και εργασίας, χωρίς αντίστοιχες πιστοποιήσεις διοικητικής αρχής και χωρίς καν την συμμετοχή του ενδιαφερόμενου αλλοδαπού (υποβολή αιτήσεως). Περαιτέρω δε, ότι ο ακριβής χρόνος διαμονής των ως άνω προσώπων και πολύ περισσότερο η νομιμότητα της διαμονής αυτής δεν είναι δυνατόν να πιστοποιηθούν από τη Διοίκηση, όπως αυτό, άλλωστε, προκύπτει τόσο από τα κείμενα των νόμων, όσο, κυρίως και από τις αιτιολογικές τους εκθέσεις.
9. Επειδή, τέλος, ο επίμαχος νόμος 3838/2010 προβλέπει στο άρθρο 1 ότι στον ν. 3284/2004 (Α΄ 217 - «Κώδικας Ελληνικής Ιθαγενείας») προστίθεται ένα νέο άρθρο (το 1Α), με το οποίο εισάγεται ένας νέος τρόπος κτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας με τη γέννηση του αλλοδαπού στην Ελλάδα ή τη φοίτηση σε ελληνικό σχολείο και τη σχετική δήλωση των γονέων ή του ιδίου. Ειδικότερα, στο άρθρο 1Α προβλέπεται: «1. Τέκνο αλλοδαπών που γεννιέται και συνεχίζει να ζει στην Ελλάδα από γονείς που διαμένουν μόνιμα και νόμιμα και οι δυο στη Χώρα επί πέντε τουλάχιστον συνεχή έτη, αποκτά από τη γέννηση του την Ελληνική Ιθαγένεια, εφόσον οι γονείς του υποβάλουν κοινή σχετική δήλωση και αίτηση εγγραφής του τέκνου στο δημοτολόγιο του δήμου της μόνιμης κατοικίας του, μέσα σε τρία έτη από τη γέννηση. Σε περίπτωση μεταγενέστερης υποβολής της δήλωσης και αίτησης, η ιθαγένεια αποκτάται από την υποβολή τους. Αν το τέκνο γεννήθηκε πριν τη συμπλήρωση της πενταετούς νόμιμης διαμονής και από τους δύο γονείς στη Χώρα, η κοινή δήλωση και αίτηση εγγραφής υποβάλλεται με την παρέλευση της πενταετούς συνεχούς νόμιμης διαμονής και του δεύτερου γονέα, το δε τέκνο αποκτά την Ελληνική Ιθαγένεια από την υποβολή τους. 2. Τέκνο αλλοδαπών που έχει ολοκληρώσει επιτυχώς την παρακολούθηση έξι τουλάχιστον τάξεων ελληνικού σχολείου στην Ελλάδα και κατοικεί μόνιμα και νόμιμα στη Χώρα αποκτά την Ελληνική Ιθαγένεια από τη συμπλήρωση του εξαετούς χρόνου φοίτησης με κοινή δήλωση και αίτηση εγγραφής στο δημοτολόγιο του δήμου μόνιμης κατοικίας του που υποβάλλουν οι γονείς του μέσα σε τρία έτη από τη συμπλήρωση του χρόνου αυτού. Σε περίπτωση μεταγενέστερης υποβολής της δήλωσης και αίτησης και μέχρι την ενηλικίωση του τέκνου, η ιθαγένεια αποκτάται από την υποβολή της σχετικής δήλωσης και αίτησης. 3. Η Ελληνική Ιθαγένεια αποκτάται από τέκνα αλλοδαπών με δήλωση των γονέων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου, μόνον εφόσον και οι δύο γονείς τους διαμένουν νομίμως στην Ελλάδα δυνάμει σχετικού νόμιμου τίτλου σε ισχύ. …6. Εφόσον η δήλωση και αίτηση εγγραφής στο δημοτολόγιο, που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, δεν υποβλήθηκε από κοινού από τους γονείς μέχρι την ενηλικίωση του, το τέκνο αποκτά την Ελληνική Ιθαγένεια με δήλωση και αίτηση εγγραφής στο δημοτολόγιο, που το ίδιο δικαιούται να υποβάλει στον δήμο όπου κατοικεί νόμιμα και μόνιμα δυνάμει σχετικού νόμιμου τίτλου σε ισχύ, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών ετών από την συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του. Η αίτηση απορρίπτεται αν συντρέχει ποινικό κώλυμα, κατά την περίπτωση β` της παραγράφου 1 του άρθρου 5 ή λόγοι δημόσιας ή εθνικής ασφάλειας, κατά το άρθρο 5Β. Η διερεύνηση της συνδρομής των αρνητικών προϋποθέσεων του προηγούμενου εδαφίου διενεργείται με ανάλογη εφαρμογή της προβλεπόμενης στην παράγραφο 2 του άρθρου 7 διαδικασίας και εντός προθεσμίας έξι μηνών. Η σχετική διαδικασία και προθεσμίες αναστέλλονται σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 31. Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας εκδίδεται εντός έτους από την υποβολή της δήλωσης και αίτησης. Η Ελληνική Ιθαγένεια αποκτάται στην περίπτωση αυτή από την υποβολή της δήλωσης και αίτησης». Σύμφωνα δε με την μεταβατική διάταξη του άρθρου 24 του Γ΄ Κεφαλαίου του αυτού νόμου : «1. Στους αλλοδαπούς οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του νό μου αυτού ικανοποιούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1Α του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγενείας και έχουν ήδη ενηλικιωθεί, χορηγείται προθεσμία τριών ετών για να υποβάλουν την αίτηση και δήλωση που προβλέπεται από τις διατάξεις αυτές. Η ιθαγένεια αποκτάται από την υποβολή της δήλωσης και αίτησης με βάση τους εκεί προβλεπόμενους όρους και διαδικασία. 2. Την Ελληνική Ιθαγένεια αποκτούν επίσης σύμφωνα με το άρθρο 1Α παρ. 1 του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγενείας και όσα τέκνα αλλοδαπών έχουν γεννηθεί και συνεχίζουν να ζουν στην Ελλάδα από γονείς που διαμένουν νόμιμα και οι δύο στη Χώρα εφόσον κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου η νόμιμη διαμονή ενός τουλάχιστον εξ αυτών υπερβαίνει τα πέντε συνεχή έτη». Εξ άλλου, στο άρθρο 13 του Α΄ Κεφαλαίου ορίζεται : «Στο άρθρο 32 του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, όπως αυτός κυρώθηκε με το ν. 3284/2004 και ισχύει, προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής: «Τα δικαιολογητικά που πρέπει να συνοδεύουν τη δήλωση και αίτηση εγγραφής στο δημοτολόγιο που προβλέπεται στο άρθρο 1Α του παρόντος Κώδικα, καθώς και κάθε άλλο, σχετικό θέμα για την εκτέλεση των διατάξεων αυτού καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης». Οι ως άνω διατάξεις τροποποίησαν το υφιστάμενο νομικό καθεστώς αποκτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας, το οποίο βασίζεται, κατά κύριο λόγο στο «δίκαιο της καταγωγής» (jus sanguinis)και προσέθεσαν περιπτώσεις αποκτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας, μεταξύ των άλλων και βάσει του «δικαίου του εδάφους» (jus soli). Οι περιπτώσεις αυτές είναι α) απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από ανήλικα τέκνα αλλοδαπών υπηκόων που γεννιούνται στην Ελλάδα και των οποίων οι γονείς διαμένουν στην χώρα επί πέντε έτη. Η διαμονή απαιτείται να είναι μόνιμη και νόμιμη, η δε ιθαγένεια αποκτάται με δήλωση των γονέων β) απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από τέκνα αλλοδαπών που φοίτησαν επί έξι έτη σε ελληνικά σχολεία γ) απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από ενήλικους αλλοδαπούς με δήλωσή τους μεταξύ 18ου και 21ου έτους, εφ’ όσον εφοίτησαν επί έξη έτη σε ελληνικό σχολείο. Εξ άλλου, με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 24 παρέχεται αποκλειστική προθεσμία τριών ετών από την έναρξη ισχύος του νόμου σε ενήλικους αλλοδαπούς που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1 Α του νόμου να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια, εφ’ όσον υποβάλουν δήλωση και αίτηση (παράγραφος 1) και σε τέκνα αλλοδαπών, εφ’ όσον ο ένας από τους δύο γονείς διαμένει νόμιμα και μόνιμα πέραν της πενταετίας στην χώρα κατά την έναρξη ισχύος του νόμου 3838/2010 και πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1Α του νόμου αυτού (παράγραφος 2). Οι σκέψεις του νομοθέτη που υπαγόρευσαν τις επίμαχες ρυθμίσεις δηλαδή, την επιλογή απονομής ιθαγένειας αντί άλλων μέτρων ενσωματώσεως, εκτίθενται στην αιτιολογική έκθεση του νόμου. Μεταξύ των άλλων, η έκθεση αυτή αναφέρει: «Πριν από είκοσι περίπου χρόνια, η χώρα κατακλύσθηκε από το πρώτο κύμα μεταναστών της μεταπολεμικής της ιστορίας, καθώς χιλιάδες ανθρώπων προερχόμενοι ως επί το πλείστον από τη γειτονική μας Αλβανία εισήλθαν μαζικά και χωρίς καμία διατύπωση στην Ελλάδα, εκμεταλλευόμενοι την πολιτική συνόρων που είχε υιοθετήσει τότε η κυβέρνηση. Στη συνέχεια, οι δυσκολίες σχεδιασμού αποτελεσματικών πολιτικών για τη μετανάστευση σε συνδυασμό με την ενδημική της παραοικονομία κατέστησαν για χρόνια τη χώρα μας πόλο έλξης παρανόμως εργαζομένων με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός μόνιμου και διαρκώς αυξανομένου πληθυσμού που διαβιούσε στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής και της νομιμότητας. Οι απόπειρες των προηγουμένων ετών να αντιμετωπίσουν την κατάσταση θέτοντας νέους κανόνες δεν απέδωσαν ουσιαστικά αποτελέσματα. Επεδίωκαν να αποκτήσουν έλεγχο της κατάστασης με μαζικές νομιμοποιήσεις όσων ζούσαν και εργάζονταν ήδη παράνομα στη χώρα. Οι αυτόματες και μαζικές νομιμοποιήσεις, που εφαρμόσθηκαν και από άλλα ευρωπαϊκά κράτη υποχρέωσαν τα όργανα της Ε.Ε. στη συμπερίληψη της ρητής και αυστηρής αποδοκιμασίας τέτοιων επιλογών στο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Είναι σαφές ότι, εν όψει της μεταβολής των μεταναστευτικών ροών η πολιτική νομιμοποιήσεων, ιδίως στη πιο πρόσφατη εκδοχή της δεν συνέβαλε στην εξάλειψη της λαθρομετανάστευσης. Αντίθετα κατέστησε ασαφή τη διάκριση νόμιμης και παράνομης διαμονής και απασχόλησης και δημιούργησε προσδοκίες ότι θα επαναλαμβάνεται περιοδικά, λειτουργώντας ενθαρρυντικά για τις νέες ροές».
10. Επειδή, οι προαναφερόμενες διατάξεις του Ν.3838/2010 είναι αντίθετες προς τις συνταγματικές διατάξεις που παρατίθενται στην τέταρτη σκέψη. Και τούτο, διότι σε όλες τις περιπτώσεις που παρατίθενται στην προηγούμενη σκέψη ο νομοθέτης χρησιμοποιεί τυπικό απλώς κριτήριο για την απόδοση της ελληνικής ιθαγενείας, το οποίο μάλιστα είναι και επισφαλές. Ειδικότερα στην πρώτη περίπτωση το κριτήριο της διαμονής των γονέων επί πενταετία δεν τεκμηριώνει την ουσιαστική ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία, αφού δεν συνδυάζεται και με άλλα στοιχεία που θα προσέδιδαν στην διαμονή ουσιαστικά χαρακτηριστικά εντάξεως. Είναι δε το κριτήριο αυτό και επισφαλές, διότι, όπως εκτίθεται στην έβδομη σκέψη, η νόμιμη διαμονή, όπως διαμορφώθηκε με τα νομοθετήματα της περιόδου 1991-2008, αναφέρεται όχι μόνον σε αλλοδαπούς που συγκεντρώνουν τα κριτήρια των παγίων διατάξεων, δηλαδή τους εισελθόντες νομίμως στη χώρα και εφοδιασμένους με άδεια διαμονής και άδεια εξαρτημένης ή ανεξαρτήτου εργασίας, αλλά, και σε όσους εισήλθαν παράνομα στην χώρα και διέμειναν παράνομα επί διάφορα χρονικά διαστήματα, άγνωστα στην Διοίκηση, αποκτήσαντες άδεια διαμονής και εργασίας εκ των υστέρων, βάσει των νομιμοποιήσεων που έλαβαν χώρα κατά διαστήματα και μέχρι την ισχύ του εξεταζόμενου νόμου. Στη δεύτερη περίπτωση, ο νομοθέτης χρησιμοποιεί επίσης κριτήριο μη δυνάμενο να τεκμηριώσει την κατά τα ανωτέρω απαιτούμενη ουσιαστική ένταξη στην ελληνική κοινωνία του ανηλίκου τέκνου αλλοδαπών γονέων, αφού, μόνη η φοίτηση σε ελληνικό σχολείο, και μάλιστα μόνον επί μία εξαετία, δεν εγγυάται την επιζητούμενη ένταξη, δεδομένου ότι ο νόμος δεν αξιώνει και μία ουσιαστική σχέση των γονέων με τη χώρα, οι οποίοι γονείς είναι αρμόδιοι να αποφασίσουν για την απόκτηση ή μη της ιθαγένειας από το ανήλικο τέκνο τους. Εξ άλλου, η χρονική διάρκεια της εκπαιδεύσεως υπολείπεται και της εννεαετούς φοιτήσεως που απαιτεί υποχρεωτικώς το Σύνταγμα (άρθρο 16 παρ.3) για τα παιδιά των Ελλήνων, τα οποία μάλιστα πλεονεκτούν ήδη λόγω της βαθμιαίας γνώσεως της γλώσσας και της εξοικειώσεως με το δεδομένο κοινωνικό περιβάλλον από της γεννήσεώς τους και πολύ πριν αρχίσει η εκπαίδευσή τους. Εξομάλυνση των διαφορών αυτών και άρα εγγυημένο βαθμό εντάξεως θα πιστοποιούσε, κατ΄ αρχήν, η επιτυχής φοίτηση των αλλοδαπών σε όλο το φάσμα της δευτεροβαθμίου εκπαιδεύσεως με λήψη του αντιστοίχου τίτλου σπουδών. Τέλος, στην τρίτη περίπτωση ο νομοθέτης αρκείται επίσης στο ίδιο κριτήριο της εξαετούς φοιτήσεως, επιπλέον δε δεν απαιτεί την συνεχή παραμονή του αλλοδαπού υπηκόου στη χώρα από το χρονικό σημείο της αποφοιτήσεώς του μέχρι το χρονικό σημείο υποβολής της δηλώσεως περί αποκτήσεως της ιθαγενείας (μεταξύ 18ου και 21ου έτους), με συνέπεια να είναι δυνατή η υπαγωγή στην περίπτωση αυτή και αλλοδαπών ενηλίκων, που έχουν, εν τω μεταξύ, μετά το πέρας της φοιτήσεώς τους, απομακρυνθεί από τη χώρα, και μάλιστα χωρίς να υποχρεώνονται από το νόμο σε δήλωση αποβολής της μέχρι τότε ιθαγενείας τους. Τα ανωτέρω ισχύουν βεβαίως και για τα διαλαμβανόμενα στην μεταβατική διάταξη του άρθρου 24 του εξεταζόμενου νόμου. Περαιτέρω, ο Αντιπρόεδρος Ν. Σακελλαρίου και οι Σύμβουλοι Γ. Παπαγεωργίου, Δ. Αλεξανδρής, Γ. Ποταμιάς, Φ. Ντζίμας και Β. Αραβαντινός προσέθεσαν την εξής ειδικότερη γνώμη : Εν όψει του ότι, όπως έχει εκτεθεί στην έκτη σκέψη, το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε και υπάρχει ως εθνικό κράτος, η ύπαρξη δε γνησίου δεσμού του αλλοδαπού προς αυτό και προς την ελληνική κοινωνία αποτελεί τον ελάχιστο όρο και όριο των νομοθετικών ρυθμίσεων για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας, οι προϋποθέσεις που τάσσουν σχετικώς οι επίμαχες ρυθμίσεις, μη συνδεόμενες με την ύπαρξη του ως άνω γνησίου δεσμού, όχι μόνο δεν τεκμηριώνουν – όπως προεξετέθη – την ουσιαστική ένταξη των αλλοδαπών στην ελληνικών κοινωνία, αλλά, επί πλέον, δύνανται να οδηγήσουν σε αναίρεση του κατοχυρωμένου από το Σύνταγμα εθνικού χαρακτήρα του Κράτους (δοθέντος, μάλιστα, ότι δεν προβλέπεται στο νόμο δυνατότητα του Κράτους να αποτρέψει, για λόγους γενικότερων εθνικών συμφερόντων, την απόκτηση της ελληνικής ιθαγενείας από αλλοδαπούς σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, πρβλ. Ολομ. Σ.Ε. 2279/1990). Εν όψει, λοιπόν, των τασσομένων εν προκειμένω προϋποθέσεων αποκτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας, η νομοθετική εξουσία, θεσπίζοντας τις επίμαχες ρυθμίσεις, δεν λειτουργεί ούτε υπέρ του Λαού (του οποίου την σύνθεση κατά τα εκτεθέντα στην έκτη σκέψη επιχειρεί να προσδιορίσει αυθαιρέτως με την προσθήκη απροσδιόριστου αριθμού προσώπων ποικίλης προελεύσεως) ούτε υπέρ του Έθνους, παραβιάζοντας, συνεπώς, το άρθρο 1 παρ. 3 του Συντάγματος. Οι Σύμβουλοι Δημ. Σκαλτσούνης. Σπ. Μαρκάτης, Ηρ. Τσακόπουλος και Μαρίνα Παπαδοπούλου με συγκλίνουσα γνώμη υπεστήριξαν τα εξής: Οι προεκτεθείσες ρυθμίσεις του Ν.3838/2010, με τις οποίες απονέμεται η ελληνική ιθαγένεια σε τέκνα που γεννώνται στην Ελλάδα από αλλοδαπούς που διαμένουν στη χώρα νομίμως και μονίμως επί πενταετία ή σε όσους ανηλίκους και μη , έχουν φοιτήσει επιτυχώς σε ελληνικό σχολείο επί εξαετία, δεν προσκρούουν μεν σε άλλες διατάξεις του Συντάγματος, υπό την έννοια ότι δεν υιοθετούν κριτήρια κτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας μη συμβατά προς αυτό, ούτε έρχονται σε αντίθεση προς διεθνείς συμβατικές δεσμεύσεις, δεν είναι, όμως, σύμφωνες με την ίδια τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.3 εδ. α´ του Συντάγματος, από της απόψεως των όρων και προϋποθέσεων κτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας που ο σκοπός της εν λόγω διατάξεως επιβάλλει στον κοινό νομοθέτη να θέσει, διότι από μόνη τη νόμιμη και επί πενταετία μόνιμη διαμονή των γονέων στην Ελλάδα ή την εξαετή φοίτηση σε ελληνικό σχολείο δεν πιθανολογείται επαρκώς η μελλοντική ομαλή ένταξη στην ελληνική κοινωνία. Ομαλή δε νοείται η ένταξη αυτή όταν ο αποκτών την ιθαγένεια δεν αμφισβητεί τις συνταγματικές αξίες της δημοκρατίας, των ελευθεριών και της ανεκτικότητας, με βάση τις οποίες συγκροτείται η πολιτική και κοινωνική ζωή στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Και τούτο διότι, η επί πενταετία μόνιμη και νόμιμη απλώς διαμονή στη χώρα των αλλοδαπών γονέων (ποικίλων πολιτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών καταβολών) δεν είναι ικανή, κατά κοινή πείρα, να διασφαλίσει ότι οι γονείς αυτοί έχουν επιλέξει τη χώρα ως μόνιμο τόπο εγκαταστάσεώς τους συμμετέχοντας στην οικονομική ζωή και σεβόμενοι τις ανωτέρω αξίες και ότι, συνεπώς, τα τέκνα τους θα ανατραφούν σε οικογενειακό περιβάλλον που θα ευνοήσει την ένταξή τους υπό την ανωτέρω έννοια. Ούτε, εξ άλλου, μόνη η εξαετής φοίτηση σε ελληνικό σχολείο, χρόνος που υπολείπεται της εννεαετούς υποχρεωτικής εκπαιδεύσεως (άρθρο16 παρ3 του Συντάγματος), είναι ικανή να διασφαλίσει επαρκώς την ανωτέρω σκοπούμενη ομαλή ένταξη. Μειοψήφησαν οι Αντιπρόεδροι Δημοσθ. Πετρούλιας και Αγγ. Θεοφιλοπούλου και οι Σύμβουλοι Ν. Ρόζος, Χ. Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Μ. Βηλαράς, Ι. Μαντζουράνης, Αικ. Σακελλαροπούλου, Α.-Γ. Βώρος, Μ. Σταματελάτου, Ο. Ζύγουρα, Κ. Φιλοπούλου και Μ. Πικραμένος, οι οποίοι υπεστήριξαν τη γνώμη, ότι οι επίμαχες διατάξεις του Ν. 3838/2010 είναί σύμφωνες προς το Σύνταγμα, με τις εξής σκέψεις: Κατ’ αρχάς, πρέπει να επισημανθεί ότι με τις ανωτέρω διατάξεις του Ν. 3838/2010 θεσπίζονται ρυθμίσεις για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας σε ανήλικα τέκνα μεταναστών που διαβιούν νόμιμα στη Χώρα και όχι στους αλλοδαπούς γονείς τους. Ως προς αυτούς έχουν εφαρμογή οι γενικές για την πολιτογράφηση των ενηλίκων αλλοδαπών διατάξεις του Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας. Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 3838/2010, στην οποία αναλύονται εκτενώς οι λόγοι που υπαγόρευσαν τις επίμαχες ρυθμίσεις, ο νομοθέτης εκτιμά ότι με τη συνδρομή των θεσπιζομένων αντικειμενικών κριτηρίων, δηλαδή είτε με τη γέννηση των ανήλικων αλλοδαπών στην Ελλάδα, σε συνδυασμό και με την επί πενταετία νόμιμη διαμονή και των δύο γονέων τους στη Χώρα, είτε με την εξαετή επιτυχή φοίτησή τους σε ελληνικό σχολείο στην Ελλάδα, δημιουργείται ουσιαστικός δεσμός των αλλοδαπών ανηλίκων, και των γονέων τους, με την ελληνική κοινωνία, ικανός, κατά την ανέλεγκτη, κατ’ αρχήν, ουσιαστική του κρίση, να δικαιολογήσει την απονομή σε αυτά, δηλαδή στα ανήλικα παιδιά των μεταναστών (όχι και στους αλλοδαπούς γονείς τους), της ελληνικής ιθαγένειας, ώστε να διασφαλισθεί η ομαλή ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία και η κοινωνική συνοχή και ειρήνη. Συγκεκριμένα, στην ανωτέρω αιτιολογική έκθεση τονίζεται, μεταξύ άλλων, ότι «Με τις ρυθμίσεις του σχεδίου νόμου επιλέγεται η αναγνώριση της δυνατότητας απόκτησης της Ελληνικής Ιθαγένειας και πριν την ενηλικίωση των παιδιών της “δεύτερης γενιάς”… διότι κρίνεται ότι θα μπορούσαμε να διαπαιδαγωγήσουμε καλύτερα τα παιδιά των μεταναστών ως ελεύθερους και υπεύθυνους Έλληνες πολίτες του αύριο, όπως απαιτεί και το άρθρο 16 παραγρ. 2 του Συντάγματος… με τον τρόπο αυτό εξυπηρετείται αποτελεσματικότερα ο στόχος όχι μόνο της κοινωνικής αλλά και της εθνικής συνοχής στο πλαίσιο μιας σύγχρονης δημοκρατικής και ανοιχτής κοινωνίας, όπως η ελληνική». Δεν μπορεί, δε να θεωρηθεί, αντικειμενικά και λογικά, ότι η, κατ’ εξοχήν, πολιτική αυτή εκτίμηση του νομοθέτη είναι εσφαλμένη και μάλιστα καταδήλως εσφαλμένη και άρα παράλογη, ούτε ότι τα ανωτέρω κριτήρια είναι απρόσφορα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου με τις επίμαχες ρυθμίσεις σκοπού και μάλιστα προδήλως απρόσφορα, όπως απαιτείται προκειμένου να κριθούν από το Δικαστήριο οι σχετικές διατάξεις αντισυνταγματικές. Εξ άλλου, κατά τα εκτεθέντα, σύμφωνα με τη γνώμη αυτή, στη σκέψη 6, εν όψει της ευρύτατης εξουσίας, που παρέχει το Σύνταγμα με την ειδική διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3, η Βουλή δεν υποχρεούται να καθορίσει σε κάθε περίπτωση διαδικασία εξατομικευμένης εκτίμησης και ουσιαστικών στοιχείων από διοικητικά όργανα, αλλά ευχέρεια έχει να προβλέψει τέτοια διαδικασία, όταν κρίνει ότι τούτο είναι σκόπιμο, όπως ισχύει για την πολιτογράφηση των ενηλίκων αλλοδαπών. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να θεσπίσει μόνον αντικειμενικά κριτήρια, όπως είναι τα θεσπιζόμενα με τις επίμαχες διατάξεις του Ν. 3838/2010 για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας και μάλιστα σε ανήλικα παιδιά μεταναστών. Περαιτέρω δε, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι, αντιθέτως προς την ως άνω εκτίμηση του νομοθέτη, τα κριτήρια αυτά είναι επισφαλή ή δεν τεκμηριώνουν ή δεν εγγυώνται ή δεν διασφαλίζουν την ουσιαστική ένταξη των ανηλίκων αλλοδαπών στην ελληνική κοινωνία, όπως γίνεται από τις ανωτέρω γνώμες δεκτό, για το λόγο ότι είτε η διάρκεια της διαμονής των αλλοδαπών στη Χώρα είτε η φοίτηση των ανηλίκων τέκνων τους σε ελληνικό σχολείο στην Ελλάδα, θα έπρεπε να είναι μακρότερες, ή διότι θα έπρεπε να λαμβάνονται υπ’ όψη και ουσιαστικά και άρα υποκειμενικά για το σκοπό αυτό στοιχεία. Και τούτο διότι οι κρίσεις αυτές αποτελούν πράγματι ουσιαστικές εκτιμήσεις, ως προς την προσφορότητα των οριζόμενων κριτηρίων και την σκοπιμότητα των επιμάχων ρυθμίσεων απονομής της ελληνικής ιθαγένειας, ενώ κατά τα προεκτεθέντα, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται μόνον στο εάν τα θεσπιζόμενα κριτήρια είναι καταφανώς απρόσφορα και, ως εκ τούτου, η σχετική εκτίμηση του νομοθέτη είναι προδήλως εσφαλμένη, διότι διαφορετικά το Δικαστήριο θα υποκαθιστούσε τη Βουλή στο νομοθετικό της έργο. Τούτο δε, ότι δηλαδή δεν είναι αντικειμενικά υποστηρίξιμο, κατά τον ασκούμενο δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητας του νόμου, ότι η ως άνω ουσιαστική εκτίμηση του έλληνα νομοθέτη του ν. 3838/2010 είναι προδήλως εσφαλμένη, προκύπτει, χωρίς καμία αμφιβολία, και από το γεγονός ότι και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, τα οποία είναι ενταγμένα σε κοινότητα κρατών, δηλαδή την Ευρωπαϊκή Ένωση, με παρόμοιες, όπως και η πλειοψηφία ανωτέρω αναγνωρίζει, συνταγματικές παραδόσεις, ισχύουν ανάλογες ρυθμίσεις. Συγκεκριμένα και ενδεικτικά, στη Γερμανία αποκτά αυτοδικαίως τη γερμανική ιθαγένεια πρόσωπο που γεννάται στη Γερμανία από αλλοδαπούς γονείς, εφ’ όσον ο ένας από τους γονείς (όχι δε και οι δύο, όπως απαιτεί η σχετική διάταξη του Ν. 3838/2010) έχει νόμιμη συνήθη διαμονή στη Γερμανία για οκτώ (8) έτη και έχει δικαίωμα μόνιμης διαμονής στη Χώρα (άρθρο 4 παρ. 2 του νόμου για την ιθαγένεια). Στο Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.) αποκτά τη βρετανική ιθαγένεια πρόσωπο που γεννάται στην επικράτεια του Η.Β. από αλλοδαπούς γονείς, εφ’ όσον ο ένας από τους δύο γονείς είναι εγκατεστημένος στη Χώρα (άρθρο 1.1.b του νόμου για την ιθαγένεια). Στη Σουηδία, αποκτά με δήλωση των κηδεμόνων του τη σουηδική ιθαγένεια ανήλικος αλλοδαπής ιθαγένειας, εφ’ όσον διαθέτει μόνιμη άδεια διαμονής στη Σουηδία και κατοικεί σ’ αυτήν για πέντε (5) έτη, υποβληθεί δε η ανωτέρω δήλωση πριν ο ανήλικος συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του (άρθρο 7 του νόμου για την ιθαγένεια). Στη Γαλλία, αποκτά αυτοδικαίως τη γαλλική ιθαγένεια πρόσωπο που γεννάται στη Γαλλία από αλλοδαπούς γονείς, εκ των οποίων ο ένας έχει επίσης γεννηθεί στη Γαλλία, χωρίς καμία άλλη προϋπόθεση (άρθρο 19-3 του Αστικού Κώδικα). Περαιτέρω, το γεγονός ότι με σειρά νομοθετημάτων, που παρατίθενται στη σκέψη 7, (Ν. 1975/1991, Π.Δ. 358 και 359/1997, Ν. 2910/2001, Ν. 3013/2002, Ν. 3103/2003, Ν. 3242/2004, Ν. 3386/2005 και 3536/2007) η Βουλή, επιδιώκοντας να αντιμετωπίσει το σοβαρότατο πρόβλημα της εισροής και διαμονής παράνομων μεταναστών στην Ελλάδα, χορήγησε σ’ αυτούς τη δυνατότητα να νομιμοποιήσουν τη διαμονή τους στη Χώρα, δεν μπορεί να κλονίσει τη συνταγματικότητα του θεσπιζομένου με τις επίμαχες διατάξεις του Ν. 3838/2010 κριτηρίου της νόμιμης πενταετούς τουλάχιστον διαμονής και των δύο αλλοδαπών γονέων του ανηλίκου στην Ελλάδα, ως εκ του λόγου ότι οι διατάξεις αυτές αφορούν, χωρίς διάκριση, όχι μόνον αλλοδαπούς που εισήλθαν και διαμένουν νομίμως στη Χώρα, αλλά και όσους εισήλθαν και διέμεναν παρανόμως σ’ αυτήν, νομιμοποίησαν δε την διαμονή τους βάσει των ανωτέρω νομοθετημάτων. Αφ’ ενός μεν διότι για τη συμπλήρωση του απαιτουμένου χρόνου λαμβάνεται υπ’ όψη μόνον ο χρόνος της νόμιμης διαμονής των γονέων του αλλοδαπού ανηλίκου στην Ελλάδα, αφ’ ετέρου δε διότι οι διατάξεις των νομοθετημάτων αυτών, με τις οποίες παρασχέθηκε η δυνατότητα νομιμοποιήσεων των αλλοδαπών, εφαρμόζονται παγίως από το Συμβούλιο της Επικρατείας, χωρίς ουδέποτε να αμφισβητηθεί, ούτε τώρα αμφισβητείται η συνταγματικότητά τους, δεδομένου άλλωστε ότι από καμία συνταγματική διάταξη δεν προκύπτει δέσμευση του νομοθέτη να ρυθμίζει με συγκεκριμένο τρόπο τα ζητήματα της εισόδου, διαμονής και εργασίας των αλλοδαπών στη Χώρα. Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 3838/2010, ο νομοθέτης έχει συνεκτιμήσει το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή μεγάλος αριθμός μεταναστών είχαν εισέλθει και παρέμεναν παρανόμως στη Χώρα, νομιμοποίησαν δε την διαμονή τους σε αυτήν, με τη δυνατότητα που παρασχέθηκε με τα προαναφερόμενα αλλεπάλληλα νομοθετήματα, επισημαίνοντας όμως ότι «παρά τον εν τέλει απρόσφορο χαρακτήρα της πολιτικής αυτής [των νομιμοποιήσεων] όσον αφορά την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών, παραμένει γεγονός ότι σε τέτοια μέτρα νομιμοποίησης οφείλεται το γεγονός ότι στη Χώρα μας σήμερα ζουν και εργάζονται νόμιμα οι περισσότεροι από μισό εκατομμύριο μετανάστες». Εκτιμά δε περαιτέρω ο νομοθέτης, ότι «πολλές χιλιάδες από αυτούς ζουν ανάμεσα στον εγχώριο πληθυσμό» και εργάζονται κανονικά επί μακρό χρόνο, «έχουν αποκτήσει οικογένεια, στέγη και περιουσία, ανταποκρίνονται ως επί το πλείστον με τυπικότητα στις φορολογικές και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις και στέλνουν τα παιδιά τους στο ελληνικό σχολείο μαρτυρώντας έτσι το ολοένα και βαθύτερο ρίζωμά τους στην Ελλάδα». Εν όψει αυτών, η διατυπούμενη από την πλειοψηφία γνώμη ότι το κριτήριο της επί πενταετία διαμονής στην Ελλάδα των αλλοδαπών γονέων των ανηλίκων είναι επισφαλές, λόγω του ότι αφορά χωρίς διάκριση και τους παρανόμως εισελθόντες στη Χώρα αλλοδαπούς, οι οποίοι νομιμοποίησαν στη συνέχεια τη διαμονή τους σ’ αυτήν, βάσει των προαναφερόμενων νομοθετημάτων, συνιστά ανεπίτρεπτη αμφισβήτηση της ανωτέρω ουσιαστικής εκτίμησης του νομοθέτη, τόσο για την ύπαρξη ουσιαστικού δεσμού των αλλοδαπών αυτών με την ελληνική κοινωνία, όσο και για την ορθότητα της εν λόγω νομοθετικής επιλογής. Τέλος και η θέσπιση της επιτυχούς παρακολούθησης έξι τουλάχιστον τάξεων ελληνικού σχολείου στην Ελλάδα, ως προϋπόθεσης για την απόκτηση από ανήλικα τέκνα αλλοδαπών της ελληνικής ιθαγένειας, με δήλωση και των δύο γονέων τους, οι οποίοι, όπως ρητώς προβλέπεται, πρέπει και οι δύο να διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα (άρθρο 1 Α παρ. 2 και 3 του Ν. 3838/2010), αποτελεί επίσης προϊόν ουσιαστικής εκτίμησης του νομοθέτη, της οποίας δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί βασίμως η συνταγματικότητα. Και τούτο διότι, δεν μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ότι η εξαετής αυτή επιτυχής εκπαίδευση (σε ελληνικό σχολείο στην Ελλάδα) ανήλικων τέκνων αλλοδαπών, οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα δυνάμει νόμιμου τίτλου σε ισχύ, είναι προδήλως ανεπαρκής, προκειμένου αυτά να αποκτήσουν ικανοποιητική γνώση της ελληνικής γλώσσας και γενικότερα ελληνική παιδεία, ώστε να διασφαλισθεί η ομαλή ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία και, ως εκ τούτου, η αντίθετη ουσιαστική εκτίμηση του νομοθέτη είναι καταδήλως εσφαλμένη, για το λόγο ότι, κατά την γνώμη της πλειοψηφίας, αφ’ ενός η απαιτούμενη επιτυχής εξαετής εκπαίδευση υπολείπεται της, κατά το Σύνταγμα, υποχρεωτικής εννεαετούς εκπαίδευσης, αφ’ ετέρου δε, η ικανότητα χειρισμού της ελληνικής γλώσσας πιστοποιείται μόνον με την απόκτηση τίτλου σπουδών της ελληνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση, οι ανήλικοι, είτε είναι ημεδαποί είτε είναι αλλοδαποί, έχουν υποχρέωση ολοκλήρωσης της εννεαετούς υποχρεωτικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα (βλ. και άρθρο 40 παρ. 1 του Ν. 2910/2001). Εν’ όψει των ανωτέρω εκτεθέντων, οι επίμαχες διατάξεις του Ν. 3838/2010 είναι, κατά την μειοψηφούσα γνώμη, σύμφωνες με το Σύνταγμα.
11. Επειδή, το Σύνταγμα προβλέπει στο άρθρο 4 παρ. 4 ότι «Μόνο Έλληνες πολίτες είναι δεκτοί σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες, εκτός από τις εξαιρέσεις που εισάγονται με ειδικούς νόμους». Στο άρθρο 51 παρ. 3 ότι «Οι βουλευτές εκλέγονται με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία από τους πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωμα, όπως νόμος ορίζει. Ο νόμος δεν μπορεί να περιορίσει το εκλογικό δικαίωμα παρά μόνο αν δεν έχει συμπληρωθεί κατώτατο όριο ηλικίας ή για ανικανότητα δικαιοπραξίας ή ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα…». Στο άρθρο 52 ότι «Η ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, ως έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, τελεί υπό την εγγύηση όλων των λειτουργών της Πολιτείας, που έχουν υποχρέωση να τη διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση». Περαιτέρω το άρθρο 102 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι «Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για την διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Νόμος καθορίζει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων, καθώς και την κατανομή τους στους επί μέρους βαθμούς. Με νόμο μπορεί να ανατίθενται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους. 2.Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Οι αρχές τους εκλέγονται με καθολική και μυστική ψηφοφορία, όπως νόμος ορίζει 3… 4.Το Κράτος ασκεί στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης εποπτεία που συνίσταται αποκλειστικά σε έλεγχο νομιμότητας και δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους»
12. Επειδή, από τις παρατεθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις του Συντάγματος καθώς και από τις ήδη μνημονευθείσες (σκ. 5) των παρ. 2 και 3 του άρθρου 1 αυτού, συνάγονται τα ακόλουθα: α) ο συνταγματικός νομοθέτης χρησιμοποιεί παγίως κατά τρόπο ενιαίο τον όρο «λαός» ως συστατικό στοιχείο του Κράτους και ως ανώτατο όργανο αυτού. Δεν υφίστανται κατά το Σύνταγμα διάφοροι «λαοί» με διαφορετική σύνθεση έκαστος. Υπάρχει ένας Λαός, ο οποίος συντίθεται από όλους τους έλληνες πολίτες και μόνον, δηλαδή όλους τους κεκτημένους την ελληνική ιθαγένεια και ο λαός αυτός είναι φορέας της κυριαρχίας, τουτέστιν ο νομιμοποιητικός παράγων ασκήσεως της δημοσίας εξουσίας είτε αυτή αναφέρεται ευθέως στο Κράτος είτε στους κατά τόπον οργανισμούς ασκήσεως δημοσίας εξουσίας, δημιουργήματα του Κράτους, δηλαδή στους Οργανισμούς Τοπικ ής Αυτοδιοικήσεως οιασδήποτε βαθμίδας (πρβλ. απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της 31-10-1990, BVerfGE τόμος 83, σελ 37 επ. και απόφαση του Αυστριακού Συνταγματικού Δικαστηρίου G 218/03-16 της 30-6-2004) β) τη θέση αυτή δεν ανατρέπει το γεγονός ότι ο Λαός, παρίσταται με μειωμένη σύνθεση κατά την εκπλήρωση του ρόλου του ως οργάνου του δημοκρατικού πολιτεύματος, ήτοι κατά την άσκηση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, είτε προς ανάδειξη των εκπροσώπων του στην Βουλή είτε προς ανάδειξη των τοπικών αρχών των Ο.Τ.Α., για λόγους αντικειμενικούς αναφερόμενους στην σχετική με την ηλικία ωριμότητα ή στην ύπαρξη κωλυμάτων, λόγοι, οι οποίοι προβλέπονται στο ίδιο το Σύνταγμα γ) ο συνταγματικός νομοθέτης ενέταξε τις περί της αποκεντρώσεως της Διοικήσεως του Κράτους και περί της τοπικής αυτοδιοικήσεως διατάξεις στο κεφάλαιο Πρώτο με τίτλο « Οργάνωση της Διοίκησης » του Τμήματος ΣΤ΄ με τίτλο «Διοίκηση» του συνταγματικού κειμένου, πράγμα που μαρτυρεί την συνειδητή θεώρηση της τοπικής αυτοδιοικήσεως ως μέρους της δημοσίας διοικήσεως, πολλώ μάλλον που ο ίδιος συνταγματικός νομοθέτης κατά την αναθεώρηση του 2001 προέβλεψε ότι στους Ο.Τ.Α. μπορούν να ανατίθενται με νόμο και αρμοδιότητες που συνιστούν αποστολή του Κράτους- πρόβλεψη που υλοποιήθηκε σε μεγάλη, μάλιστα, έκταση, με το άρθρο 94 του Ν.3852/2010 ( Α΄87 ). Συνέπεια των παραδοχών αυτών είναι αφ’ ενός μεν ότι και το εκλογικό σώμα των Ο.Τ.Α. συντίθεται, κατ’ αρχήν, αποκλειστικώς από έλληνες πολίτες και ότι ο απλός νομοθέτης κωλύεται να διευρύνει αυτό προσθέτοντας και πρόσωπα που δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια, αφ’ ετέρου δε ότι στο καθεστώς αυτό ουδεμία μεταβολή επήλθε με την προσθήκη στο κείμενο της διατάξεως του άρθρου 102 παρ.2 του Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε το έτος 2001 των λέξεων «όπως νόμος ορίζει». Με την προσθήκη αυτή διευκρινίζεται απλώς η δυνατότητα του απλού νομοθέτη, την οποία είχε ούτως ή άλλως και προ της αναθεωρήσεως, να προβαίνει σε ειδικότερες ρυθμίσεις αφορώσες περαιτέρω προσόντα του εκλογικού σώματος ή τη διαδικασία της εκλογής. Ουδόλως, όμως, δύναται να συναχθεί από την προσθήκη αυτή ότι ο συνταγματικός νομοθέτης απέφυγε να προβεί ο ίδιος σε ριζική μεταβολή του συστήματος με ρητή συνταγματική μεταρρύθμιση και δη είτε θεσπίζοντας ευθέως στο κείμενο του συντάγματος την νέα ρύθμιση είτε αναθέτοντας, κατά τρόπο σαφή, στον κοινό νομοθέτη την ευχέρεια να θεσπίσει αυτός την αναγνώριση του σχετικού πολιτικού δικαιώματος σε αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών. Τελείως διάφορο είναι βεβαίως το ζήτημα της αναγνωρίσεως υπέρ των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως του δικαιώματος εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις εκλογές της τοπικής αυτοδιοικήσεως, καθ’ όσον πρόκειται περί εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 22 παρ.1 της Συνθήκης για την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως που καθιερώθηκε το 1992 με την Συνθήκη του Maastricht και εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 28 του Συντάγματος, εφ’ όσον πρόκειται για περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας χάριν της συμμετοχής της ελληνικής δημοκρατίας ως μέλους της Ενώσεως (βλ Σ.τ.Ε 122/2008 επταμ.). Μειοψήφησαν οι Αντιπρόεδροι Δημοσθ. Πετρούλιας και Αγγ. Θεοφιλοπούλου και οι Σύμβουλοι Ν. Ρόζος, Χ. Ράμμος, Μ. Βηλαράς, Ι. Μαντζουράνης, Α. Σακελλαροπούλου, Δ. Σκαλτσούνης, Α.-Γ. Βώρος, Σ. Μαρκάτης, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Ο. Ζύγουρα, Κ. Φιλοπούλου και Μ. Πικραμένος, οι οποίοι υπεστήριξαν την εξής γνώμη : Από την αντιπαραβολή των διατάξεων των άρθρων 51 παρ. 3 και 102 παρ. 2 εδάφιο δεύτερο του Συντάγματος, που παρατίθενται στη σκέψη 11, προκύπτει ότι, ενώ στο άρθρο 51 παρ. 3, που αφορά την ανάδειξη της Βουλής, ο συντακτικός νομοθέτης καθορίζει ευθέως τη σύνθεση του εκλογικού σώματος, προβλέποντας ρητώς ότι τούτο αποτελείται από έλληνες πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωμα κατά τους ορισμούς του νόμου, αντιθέτως στην, αφορώσα την εκλογή των αρχών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), διάταξη του άρθρου 102 παρ. 2 εδάφιο δεύτερο, η οποία στην αρχική της διατύπωση όριζε ότι «Αι αρχαί [των ΟΤΑ] εκλέγονται διά καθολικής και μυστικής ψηφοφορίας» και στην οποία με την αναθεώρηση του έτους 2001 προστέθηκε η φράση «όπως νόμος ορίζει», το Σύνταγμα δεν περιέχει καμία σχετική πρόβλεψη. Συνεπώς, ο καθορισμός του εκλογικού σώματος για την ανάδειξη των αρχών των ΟΤΑ επαφίεται, ρητώς πλέον μετά την αναθεώρηση του 2001, στον κοινό νομοθέτη, ο οποίος, ως εκ τούτου, δεν κωλύεται, κατ’ αρχήν, να διευρύνει τη σύνθεσή του και με τη συμμετοχή αλλοδαπών (είτε ομογενών είτε αλλογενών). Η ανωτέρω δε προσθήκη, με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, της επιφύλαξης υπέρ του νόμου, στην αρχική διατύπωση της επίμαχης διάταξης του άρθρου 102 παρ. 2 δεύτερο εδάφιο του Συντάγματος, απέβλεψε ακριβώς στο να παρασχεθεί στον κοινό νομοθέτη η δυνατότητα να επεκτείνει το ενεργητικό και παθητικό εκλογικό δικαίωμα για την ανάδειξη των αρχών των ΟΤΑ, όχι μόνο, όπως δέχεται η πλειοψηφήσασα γνώμη, στους πολίτες των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στους λοιπούς αλλοδαπούς. Πλήρη επιβεβαίωση της βούλησης αυτής του αναθεωρητικού νομοθέτη του 2001 παρέχουν και οι συζητήσεις ενώπιον της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος και της Ολομέλειας της Η´ Αναθεωρητικής Βουλής. Συγκεκριμένα, σε παρέμβασή του ενώπιον της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος της Η´ Αναθεωρητικής Βουλής, ο γενικός εισηγητής της πλειοψηφίας κατά την αναθεώρηση του 2001 στην Ζ´ Αναθεωρητική Βουλή, αφού επεσήμανε ότι «το άρθρο 102 για την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι μία κορυφαίας σημασίας διάταξη στο Σύνταγμά μας» και ότι «το 2001 προβήκαμε σε ριζική, συστηματική αναθεώρηση του άρθρου 102 με ευρύτατη πλειοψηφία», στη συνέχεια ανέφερε, μεταξύ άλλων, χαρακτηριστικά, ότι «Στην παράγραφο 2 [του άρθρου 102] προβλέψαμε τη δυνατότητα συμμετοχής των αλλοδαπών στις δημοτικές εκλογές. Το τονίσαμε αυτό, γιατί είναι μία πολύ μεγάλη καινοτομία» (βλ. Πρακτικά Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος, της 29.11.2006, σελ. 246). Ακολούθως, ενώπιον της Ολομέλειας της Η´ Αναθεωρητικής Βουλής, με αφορμή την πρόταση σαράντα (49) βουλευτών του τότε κυβερνώντος κόμματος και ενός ανεξάρτητου βουλευτή για την αναθεώρηση της κρίσιμης διάταξης του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 102 του Συντάγματος, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να αναγνωρισθεί η δυνατότητα στον κοινό νομοθέτη «να διαμορφώνει το εκλογικό σώμα, το οποίο αναδεικνύει τα όργανα των Ο.Τ.Α.», επεκτείνοντας «το εκλογικό δικαίωμα και στους νόμιμα εργαζομένους αλλοδαπούς στη χώρα μας» (βλ. την πρόταση αυτή στα Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Ολομέλειας της Βουλής, επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, Τόμος Α´, σελ. 317), ο τότε Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, αιτιολογώντας την μη αποδοχή της εν λόγω πρότασης, τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι «ο λόγος για τον οποίο… δεν χρειάζεται να μπει στο Σύνταγμα, δεν είναι γιατί δεν είναι σωστές οι προτάσεις. Αλλά τα θέματα των μεταναστών και σε ό,τι αφορά τη μεταναστευτική πολιτική και σε ό,τι αφορά το δικαίωμα ψήφου… δεν εμποδίζονται από καμιά διάταξη του Συντάγματος. Αν τα προσθέταμε, θα βάζαμε κάτι παραπάνω στο Σύνταγμα που δεν το χρειάζεται… Για το θέμα της ψήφου, μας εμπόδισε και εμποδίζει τίποτα να δώσουμε ψήφο στους μετανάστες; Και θα το κάνουμε μέσω του καθεστώτος των επί μακρόν διαμενόντων, εκεί που συνταγματικώς είναι επιτρεπτό και είναι για τις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές…» (βλ. Πρακτικά της Ολομέλειας Βουλής, της 21.2.2007, σελ. 4944 και 4945-46). Από τα ανωτέρω προκύπτει σαφώς, ότι δεν ευσταθεί η άποψη της πλειοψηφίας ότι ουδεμία μεταβολή επήλθε με την προσθήκη στο, αναθεωρηθέν το έτος 2001, άρθρο 102 παρ. 2 εδάφιο δεύτερο του Συντάγματος, της φράσης «όπως νόμος ορίζει», καθώς και ότι με την προσθήκη αυτή διευκρινίζεται απλώς η δυνατότητα του κοινού νομοθέτη να προβαίνει σε ειδικότερες ρυθμίσεις αφορώσες περαιτέρω προσόντα του συγκροτούμενου αποκλειστικά από έλληνες πολίτες εκλογικού σώματος ή τη διαδικασία της εκλογής και, ως εκ τούτου, δεν παρέχεται στον νομοθέτη η ευχέρεια να χορηγεί σε αλλοδαπούς το εκλογικό δικαίωμα, με την εξαίρεση της αναγνώρισης του εν λόγω δικαιώματος μόνον υπέρ των πολιτών των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωση ς που κατοικούν στην Ελλάδα, δυνάμει του ως άνω άρθρου 22 της ΣΛΕΕ και του άρθρου 28 του Συντάγματος. Εξ άλλου, η δυνατότητα αυτή του νομοθέτη να επεκτείνει το εκλογικό δικαίωμα για την ανάδειξη των οργάνων των Ο.Τ.Α. και στους αλλοδαπούς, (ομογενείς και αλλογενείς), εναρμονίζεται και με τη θεμελιώδη και μη αναθεωρήσιμη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος. Μάλιστα δε, συνιστά εξειδίκευση της διάταξης αυτής, με την οποία παρέχεται, κατ’ αρχήν, στον «καθένα» και όχι μόνον στους έλληνες πολίτες, η δυνατότητα συμμετοχής στην πολιτική ζωή της χώρας, στο μέτρο βεβαίως που το επιτρέπει ο νόμος, όσον αφορά τους αλλοδαπούς. Επίσης, μία τέτοια νομοθετική ρύθμιση συμπορεύεται και με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 4 του Συντάγματος, η οποία επιτρέπει τη θέσπιση, με ειδικούς νόμους, εξαιρέσεων στον κανόνα, ότι μόνον έλληνες πολίτες είναι δεκτοί στις «δημόσιες λειτουργίες». Τέλος, η διαφοροποίηση αυτή, μεταξύ του εκλογικού σώματος για την ανάδειξη της Βουλής και του εκλογικού σώματος για την ανάδειξη των αρχών των Ο.Τ.Α., δικαιολογείται πλήρως και από την διαφορετική συνταγματική φύση και αποστολή των οργάνων αυτών. Η Βουλή, άμεσο, και το κατ’ εξοχήν πολιτικό, όργανο του Κράτους, αποτελεί την έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, ασκεί τη νομοθετική λειτουργία και παρέχει εμπιστοσύνη στην Κυβέρνηση, η οποία καθορίζει τη γενική πολιτική της Χώρας. Αντιθέτως, κύρια αποστολή των Ο.Τ.Α. είναι, σύμφωνα με το άρθρο 102 παρ. 1 εδάφια πρώτο και δεύτερο του Συντάγματος, η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων και μάλιστα υπό την εποπτεία του Κράτους, κατά την παρ. 4 του ίδιου άρθρου. Και προβλέπεται μεν στο άρθρο 102, παρ. 1 εδάφιο τρίτο, η δυνατότητα άσκησης από τους Ο.Τ.Α. και αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους, πάντως η ανάθεση των αρμοδιοτήτων αυτών επιτρέπεται μόνον εφ’ όσον το προβλέψει τυπικός νόμος και, όσον αφορά δε την άσκηση κανονιστικής εξουσίας, εφ’ όσον παράσχει η Βουλή σχετική, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος, νομοθετική εξουσιοδότηση. Συνεπώς, εν όψει των προεκτεθέντων, μετά την συνταγματική αναθεώρηση του 2001, δεν κωλύεται, κατ’ αρχήν, ο κοινός νομοθέτης, να διευρύνει το εκλογικό σώμα για την ανάδειξη των οργάνων των Ο.Τ.Α., επιτρέποντας τη συμμετοχή σε αυτό και αλλοδαπών τρίτων χωρών, οι οποίοι μετέχουν στην τοπική κοινωνία και έχουν, ως εκ τούτου, δικαιολογημένο, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, ενδιαφέρον για την διαχείριση των τοπικών υποθέσεων, όπως είναι όσοι διαμένουν μόνιμα σε συγκεκριμένο Ο.Τ.Α. Είναι βεβαίως αυτονόητο, ότι θα πρόκειται για μία περιορισμένη συμμετοχή των αλλοδαπών, όσον αφορά τόσο τις δικαιούμενες κατηγορίες αλλοδαπών, όσο και τον βαθμό συμμετοχής τους στη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων, προκειμένου να μην αναιρείται ο καθοριστικός ρόλος των ελλήνων πολιτών.
13. Επειδή, ο ν. 3838/2010 στο άρθρο 14 με τίτλο «Δικαίωμα του εκλέγειν» προβλέπει ότι: «Ομογενείς και λοιποί αλλοδαποί υπήκοοι τρίτων χωρών μπορούν να συμμετέχουν στις εκλογές της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης με δικαίωμα ψήφου εφόσον: 1.Εχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας τους 2.Δεν έχουν καταδικασθεί τελεσίδικα για έγκλημα ή καταδίκη για το οποίο συνεπάγεται, αν είναι Έλληνες πολίτες, την αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 του Ποινικού Κώδικα.3. Εντάσσονται σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες νομίμως διαμενόντων στην χώρα αλλοδαπών α. είναι κάτοχοι Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς ή τίτλου διαμονής ως μέλη οικογένειας κατόχου τέτοιου Δελτίου και έχουν συμπληρώσει από την υποβολή της αίτησης για την απόκτηση του Δελτίου ή τίτλου αντίστοιχα, πενταετή συνεχή και νόμιμη διαμονή στη Χώρα, β. είναι κάτοχοι άδειας διαμονής αόριστης διάρκειας ή δεκαετούς διάρκειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2910/2001 ( ΦΕΚ 91 Α΄) και της παραγράφου 2 του άρθρου 91 του ν.3386/2005, όπως ισχύει, γ. έχουν υπαχθεί, στο καθεστώς των επί μακρόν διαμενόντων, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 150/2006 (ΦΕΚ 160 Α΄) ή στο προβλεπόμενο με την ειδική ρύθμιση της παραγράφου 7 του άρθρου 40 του ν. 3731/2008 (ΦΕΚ 263 Α΄) δ. είναι κάτοχοι « δελτίων μόνιμης διαμονής », ως μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη ή πολίτη κράτους- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 63 του ν.3386/2005 και του άρθρου 17 του π.δ. 106/2007 (ΦΕΚ 135 Α΄) καθώς και δελτίων ή αδειών παραμονής ως μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη ή πολίτη κράτους- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχοντας διανύσει πέντε συνεχή έτη νόμιμης διαμονής στη Χώρα, ε. είναι γονείς ανηλίκων Ελλήνων πολιτών, σύμφωνα με το άρθρο 94 του ν.3386/2005, όπως ισχύει, και έχουν συμπληρώσει πενταετή συνεχή και νόμιμη διαμονή στη Χώρα, στ. έχουν αναγνωριστεί ως πολιτικοί πρόσφυγες ή έχουν υπαχθεί στο καθεστώς επικουρικής προστασίας ή προστασίας για ανθρωπιστικούς λόγους, των μελών της οικογένειάς τους συμπεριλαμβανομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του προισχύσαντος προεδρικού διατάγματος 61/1999 (ΦΕΚ 63 Α΄), καθώς και των προεδρικών διαταγμάτων 90/2008 (ΦΕΚ 138 Α΄), 96/2008 (ΦΕΚ 152 Α΄), 167/2008 (ΦΕΚ 223 Α΄) και 81/2009 (ΦΕΚ 99 Α΄), όπως έχουν τροποποιηθεί, εφόσον έχουν συμπληρώσει συνεχή πενταετή και νόμιμη διαμονή στη Χώρα από την υποβολή του σχετικού αιτήματος ζ. είναι κάτοχοι ταξιδιωτικών εγγράφων ή ειδικού δελτίου που έχουν χορηγηθεί από ημεδαπή αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης της Νέας Υόρκης περί του καθεστώτος των ανιθαγενών, η οποία έχει κυρωθεί με το ν.139/1975 ( ΦΕΚ 176 Α΄) και έχουν συμπληρώσει πενταετή συνεχή και νόμιμη διαμονή στη Χώρα από την αίτηση χορήγησης των παραπάνω τίτλων η. έχουν τίτλο παραμονής ως ομογενείς και έχουν συμπληρώσει από τη χορήγησή του πενταετή συνεχή και νόμιμη παραμονή στη Χώρα, η οποία πιστοποιείται κατόπιν σχετικής βεβαίωσης της αρχής που τον εξέδωσε…». Στο άρθρο 15 παρ.1 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι «1. Τα πρόσωπα που ανήκουν σε μια από τις αναφερόμενες στο προηγούμενο άρθρο κατηγορίες και επιθυμούν να ασκήσουν το δικαίωμα του εκλέγειν οφείλουν να υποβάλλουν σχετική αίτηση εγγραφής τους σε ειδικό εκλογικό κατάλογο του δήμου στον οποίο υπέβαλαν την αίτηση για την χορήγηση του εν ισχύϊ τίτλου διαμονής τους, εφόσον κατοικούν μόνιμα εκεί. Τα πρόσωπα που ανήκουν στις περιπτώσεις 3 στοιχεία α΄, στ΄, ζ΄ και η΄ του προηγούμενου άρθρου οφείλουν να υποβάλλουν την αίτηση εγγραφής στο δήμο στον οποίο διαμένουν κατά τα δύο τουλάχιστον τελευταία έτη». Στο δε άρθρο 17 του ιδίου νόμου, με τίτλο «Δικαίωμα του εκλέγεσθαι» ορίζεται ότι: «1. Εκλογείς, εγγεγραμμένοι στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους του άρθρου 15 του παρόντος, που κατά την ημέρα διενέργειας των εκλογών έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας τους, μπορούν να εκλεγούν δημοτικοί σύμβουλοι, σύμβουλοι δημοτικών διαμερισμάτων και τοπικοί σύμβουλοι,…».Ακολούθως, με το άρθρο 20 γίνεται παραπομπή στην εκλογική νομοθεσία περί δήμων και κοινοτήτων, καθώς και στη νομοθεσία περί εκλογής βουλευτών για τα όρια ηλικίας, τη στέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν, τα κωλύματα, τα ασυμβίβαστα και στους λοιπούς περιορισμούς του δικαιώματος του εκλέγεσθαι και για κάθε άλλο ζήτημα που αφορά στην εκλογική διαδικασία και δεν ρυθμίζεται από τα άρθρα 14 έως και 19 του νόμου. Τέλος, με το άρθρο 21 παρέχονται εξουσιοδοτήσεις στον Υπουργό Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης για τη ρύθμιση λεπτομερειακών θεμάτων και για την παράταση της προθεσμίας εγγραφής στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους. Οι νέες ρυθμίσεις αιτιολογούνται στην εισηγητική έκθεση του νόμου, μεταξύ των άλλων, και με τις εξής σκέψεις: «Η ενταξιακή πορεία θα πρέπει σύμφωνα και με το κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο, να βρίσκει τρία στηρίγματα: i) τη δημιουργία καθεστώτος ασφάλειας της παραμονής των νομίμων αλλοδαπών, ii) τη διασφάλιση, σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, των ατομικών και κοινωνικών τους δικαιωμάτων και iii) τη σταδιακή ενθάρρυνση δικαιωμάτων συλλογικής δράσης που οδηγούν σε διαρκή εμβάθυνση της συμμετοχής τους στη δημόσια ζωή. Στο πλαίσιο αυτό η συμμετοχή στις δημοτικές εκλογές αναδεικνύεται ως καίριος ενδιάμεσος σταθμός στη δυναμική ενταξιακή πορεία του αλλοδαπού από το καθεστώς του απλού μετανάστη προς αυτό του πολίτη, ή, αλλιώς ένα δοκιμαστικό προστάδιο της ιθαγένειας. Ωστ όσο, σύμφωνα και με το γράμμα του Συντάγματος κορύφωση και επισφράγιση της πλήρους συμμετοχής στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας είναι μια εξ ίσου πλήρης συμμετοχή στην πολιτική ζωή, δηλαδή το εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις εθνικές εκλογές, δικαιώματα που μόνη η Ελληνική Ιθαγένεια προσφέρει στον κάτοχό της. Γι’ αυτό και η δυνατότητα των μεταναστών και των τέκνων τους, που γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν στην Ελλάδα, να αποκτήσουν την Ελληνική Ιθαγένεια σηματοδοτεί την απώτερη κατάληξη της ενταξιακής διαδικασίας».
14. Επειδή, κατά τα κριθέντα στην δωδέκατη σκέψη, οι ως άνω διατάξεις του Ν. 3838/2010 δεν είναι σύμφωνες προς το Σύνταγμα, καθ’ όσον αναγνωρίζουν σε αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών, μη έχοντες καν την ιδιότητα του ομογενούς, δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως α΄ βαθμού, παραβιάζοντας έτσι την αρχή ότι τα πολιτικά αυτά δικαιώματα ανήκουν αποκλειστικά σε έλληνες πολίτες, χωρίς να έχει επιρροή στην κρίση περί αντισυνταγματικότητος το γεγονός ότι ο εξεταζόμενος νόμος προέβλεψε με τις ίδιες διατάξεις και ορισμένες θετικές και αρνητικές προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών από τους αλλοδαπούς (πρβλ. και τις αναφερόμενες στη σκ. 12 αποφάσεις του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας και του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αυστρίας). Μειοψήφησαν οι Αντιπρόεδροι Δημοσθ. Πετρούλιας και Αγγ. Θεοφιλοπούλου και οι Σύμβουλοι Ν. Ρόζος, Χ. Ράμμος, Μ. Βηλαράς, Ι. Μαντζουράνης, Α. Σακελλαροπούλου, Δ. Σκαλτσούνης, Α.-Γ. Βώρος, Σ. Μαρκάτης, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Ο. Ζύγουρα, Κ. Φιλοπούλου και Μ. Πικραμένος, οι οποίοι υπεστήριξαν την εξής γνώμη : Από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15 του Ν. 3838/2010, που παρατίθενται στη σκέψη 13, προκύπτει ότι με αυτές παρέχεται δικαίωμα περιορισμένης συμμετοχής συγκεκριμένων κατηγοριών αλλοδαπών τρίτων χωρών (ομογενών και αλλογενών) στις εκλογές για την ανάδειξη των αρχών των ΟΤΑ. («Ομογενείς και λοιποί αλλοδαποί υπήκοοι τρίτων χωρών μπορούν να συμμετέχουν στις εκλογές…» κατά το άρθρο 14). Συγκεκριμένα : α) στους εν λόγω αλλοδαπούς αναγνωρίζεται η δυνατότητα συμμετοχής μόνον στις εκλογές της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης και συνεπώς αποκλείονται από τις περιφερειακές εκλογές, β) πρέπει αυτοί να εντάσσονται σε μία από τις οκτώ προβλεπόμενες κατηγορίες νομίμως διαμενόντων αλλοδαπών στη Χώρα και γ) οι αλλοδαποί μπορούν να εκλεγούν μόνον δημοτικοί σύμβουλοι, σύμβουλοι δημοτικών διαμερισμάτων και τοπικοί σύμβουλοι. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 3838/2010, ο νομοθέτης με τις ρυθμίσεις αυτές αποσκοπεί στην όσμωση των μεταναστών και των τοπικών κοινωνιών, όπου αυτοί διαβιούν μόνιμα, ώστε να διευκολυνθεί η ομαλή ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία και να διασφαλισθεί η κοινωνική συνοχή και ειρήνη. Κατά την αιτιολογική έκθεση, «και το κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο… υποδεικνύει ως θεμελιώδη προτεραιότητα και, μάλιστα, δεσμευτικά για τα κράτη μέλη την εντατική προώθηση της κοινωνικής ένταξης των νομίμων μεταναστών. Γι’ αυτό και τη χρηματοδοτεί γενναία. Το δε Πρόγραμμα της Στοκχόλμης που υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Δεκέμβριο του 2009 υπογραμμίζει την ανάγκη υιοθέτησης ενεργητικών πολιτικών ένταξης επισημαίνοντας ότι «Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διασφαλίσει δίκαιη μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια των κρατών μελών της. Μια πιο ενεργητική πολιτική ενσωμάτωσης πρέπει να έχει ως στόχο να τους αναγνωρίσει δικαιώματα και υποχρεώσεις αντίστοιχα με εκείνα των πολιτών της Ένωσης. Αυτό θα πρέπει να παραμείνει ως στόχος της κοινής μεταναστευτικής πολιτικής και να εφαρμοσθεί το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο έως το 2014». Ο ως άνω σκοπός των εξεταζομένων ρυθμίσεων συνιστά προφανώς έναν γενικού συμφέροντος θεμιτό σκοπό, τα δε θεσπιζόμενα κριτήρια δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι απρόσφορα και μάλιστα προδήλως απρόσφορα για την επίτευξή του. Ως εκ τούτου, οι επίμαχες διατάξεις του Ν. 3838/2010, με τις οποίες επιτρέπεται η περιορισμένη συμμετοχή αλλοδαπών τρίτων χωρών (ομογενών και μη) στις εκλογές για την ανάδειξη των αρχών των ΟΤΑ, είναι, κατά τα γενόμενα, από τη μειοψηφούσα αυτή γνώμη, δεκτά στη σκέψη 12, σύμφωνες με το Σύνταγμα.
15. Επειδή, κατά ταύτα, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Δέχεται την κρινόμενη αίτηση
Ακυρώνει α) την υπ’ αριθμ. Φ. 130181/23198/30.4.2010 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (ΦΕΚ Β΄562) β) την υπ’ αριθμ. 29982/1.6.2010 απόφαση του ίδιου Υπουργού (ΦΕΚ Β΄754), όπως εξειδικεύονται στις σκ. 3 και 4 της παρούσης.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου και επιβάλλει συμμέτρως στο Δημόσιο και στους παρεμβαίνοντες την δικαστική δαπάνη του αιτούντος, η οποία ανέρχεται σε χίλια τριακόσια ογδόντα (1380) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 19 Οκτωβρίου, 22 Οκτωβρίου και 9 Νοεμβρίου 2012
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας
Σωτ. Αλ. Ρίζος Μ. Παπασαράντη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 4ης Φεβρουαρίου 2013.
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Κ. Μενουδάκος Μ. Παπασαράντη
ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ
Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.
Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος.
Αθήνα, .............................................. Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Δεῖτε σέ video ὑψηλῆς ἀνάλυσης ὅλες τίς εἰσηγήσεις καί τά πορίσματα τοῦ 53ο Παιδαγωγικού Συνεδρίου με θέμα:
Σταυρική πορεία καί ἀνάσταση τοῦ Γένους
πού διεξήχθη στό Πολεμικό Μουσεῖο Ἀθηνῶν καί διοργάνωσε ὁ Σύλλογος Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολικῆς Δράσεως «Ὁ Μέγας Βασίλειος»
ΠΙΕΣΤΕ ΕΔΩ γιά τά VIDEO ,τά κείμενα τῶν περιλήψεων τῶν εἰσηγήσεων καί τά βιογραφικά τῶν εἰσηγητῶν.
Γκρεμίστε όλη την Ελλάδα σε βάθος 100 μέτρων. Αδειάστε όλα τα μουσεία σας, από όλον τον κόσμο. Γκρεμίστε κάθε τι Ελληνικό από όλο τον πλανήτη.
Έπειτα σβήστε την Ελληνική γλώσσα από παντού. Από την ιατρική σας, την. . φαρμακευτική σας. Από τα μαθηματικά σας (γεωμετρία, άλγεβρα). Από την φυσική σας, τη χημεία σας. Από την αστρονομία σας. Από την πολιτική σας. Από την καθημερινότητα σας.
Διαγράψτε τα μαθηματικά, διαγράψτε κάθε σχήμα, κάντε το τρίγωνο-οκτάγωνο, την ευθεία-καμπύλη, σβήστε την γεωμετρία από τα κτίρια σας, τους δρόμους σας, τα παιχνίδια σας, τα αμάξια σας, σβήστε την ονομασία κάθε ασθένειας και κάθε φαρμάκου, διαγράψτε την δημοκρατία και την πολιτική, διαγράψτε την βαρύτητα και φέρτε το πάνω κάτω, αλλάξτε τους δορυφόρους σας να έχουν τετράγωνη τροχιά, αλλάξτε όλα τα βιβλία σας (γιατί παντού θα υπάρχει και έστω μια ελληνική λέξη), σβήστε από την καθημερινότητα σας κάθε ελληνική λέξη, αλλάξτε τα ευαγγέλια, αλλάξτε το όνομα του Χριστού που και αυτό βγαίνει από τα Ελληνικά και σημαίνει αυτός που έχει το χρίσμα, αλλάξτε και το σχήμα κάθε ναού (να μην έχει την ελληνική γεωμετρία), σβήστε τον Μέγα Αλέξανδρο, σβήστε όλους τους Μυθικούς και Ιστορικούς ήρωες, αλλάξτε την παιδεία σας, αλλάξτε το όνομα της ιστορίας, αλλάξτε τα ονόματα στα πανεπιστήμια σας, αλλάξτε τον τρόπο γραφής σας, χρησιμοποιήστε τον αραβικό, διαγράψτε την φιλοσοφία, διαγράψτε, διαγράψτε, διαγράψτε.
Θα πείτε «δεν γίνεται».
Σωστά, δεν γίνεται γιατί μετά δεν θα μπορείτε να στεριώσετε ούτε μία πρόταση! Δεν γίνεται να σβήσει η Ελλάδα, ο Έλληνας, η προσφορά του πάνω σε αυτόν τον πλανήτη.
Η πρόκληση πάντως ισχύει.»
* Ο Ζαν Ρισπέν (Αλγερία 1849 – Παρίσι 1926) ήταν Γάλλος λογοτέχνης και δραματουργός.
Από τις πολλές μομφές των νεοειδωλολατρών κατά των Χριστιανών, τρείς είναι οι βασικώτερες.
Α) Η πρώτη κατηγορία, που προσάπτουν στον Χριστιανισμό, είναι ότι «οι ρίζες της Πίστεώς μας, και συγκεκριμένα η Παλαιά Διαθήκη, είναι δήθεν απλώς Εβραϊκή Ιστορία, συνεπώς εβραϊκή υπόθεση, που δεν αφορά εμάς τους Έλληνες»1 . Θεωρούν ότι ο Χριστιανισμός είναι «εβραϊκή αίρεση». Ουσιαστικά απορρίπτουν την Παλαιά Διαθήκη ως δήθεν «εβραϊκή μυθολογία» και επιτίθενται εμπαθώς κατά της Καινής Διαθήκης και των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας.
Ανασκευάζοντας αυτή την πλάνη των νεοειδωλολατρών, αναφέρουμε εν συνόψει τί διδάσκει η Ορθόδοξος Εκκλησία για την σχέση μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης.
Η Παλαιά Διαθήκη είναι η ιερά βίβλος των πρώτων Χριστιανών, ιδίως πριν η Εκκλησία αποφανθεί για τον Κανόνα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης. Οι άγιοι Απόστολοι και οι πρώτοι πιστοί στον Χριστό δεν διανοήθηκαν καν να την θεωρήσουν ‘ιουδαϊκή’ ή απλώς ως μια συλλογή της Εβραϊκής Ιστορίας, αλλά αντιθέτως από πολύ νωρίς την ένιωθαν ως ‘Λόγον Θεού’, την περιέβαλαν με πολύ σεβασμό και κύρος και τα αναγνώσματά της ήταν και είναι ιδιαίτερα προσφιλή και ενισχυτικά στον πνευματικό αγώνα όλων των Χριστιανών. Η Παλαιά Διαθήκη, μέρος ούσα της Αγίας Γραφής, είναι και αυτή θεόπνευστος.
Η Παλαιά Διαθήκη μας μιλά για τους ‘ανθρώπους του Θεού’, τους Προπάτορες του Κυρίου, κατά το ανθρώπινο, φανερώνοντας έτσι την άρρηκτη συνέχειά της με την βίβλο της εποχής της Χάριτος. Η Παλαιά Διαθήκη είναι η βάση για την Καινή Διαθήκη. Είναι η προετοιμασία για την έλευση του Θεανθρώπου Χριστού.
Είναι, επίσης, πασίδηλος ο παγκόσμιος χαρακτήρας και η προοπτική της για την σωτηρία όλων των ανθρώπων. Αυτό φαίνεται εμφανέστατα στους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Οι Προφήτες προετοίμαζαν με τις διδασκαλίες και τις προφητείες τους όλα τα έθνη για την παρουσία του Χριστού, ώστε να αποκτήσουν γνώση και ευσέβεια του αληθινού Θεού, ο Οποίος γνωριζόταν παλαιά μόνο από τους Εβραίους.
Ο άγιος Θεός, «ο ετάζων καρδίας και νεφρούς», δεν είναι προσωπολήπτης. Αγαπά εξ ίσου όλους τους ανθρώπους και όλους τους λαούς. Απευθύνει τα σωτήρια κελεύσματά του σε όλους αδιακρίτως και ευλογεί τους «αγαθούς τη καρδία». Η Παλαιά Διαθήκη είναι γεμάτη με σχετικά νοήματα, που αναφέρονται στον οικουμενικό και παγκόσμιο αυτόν χαρακτήρα της μελλούσης σωτηρίας όλων των λαών της γης διά της ευσεβείας πρς τον μόνο αληθή Θεό.
Οι Εβραίοι, που καυχώνταν ότι τάχα μόνο αυτούς (ως έθνος και φυλή) από τα υπόλοιπα έθνη προτίμησε ο Θεός και ότι δήθεν μόνο αυτούς αξίωσε των θείων επαγγελιών Του, καταισχύνονται τώρα από τις αποδείξεις του εναντίου, αφού μαρτυρείται (από τους ίδιους μάλιστα τους Προφήτες τους), πως δεν τους δόθηκε τίποτε περισσότερο ή ανώτερο απ’ό,τι σε όλα τα άλλα έθνη. Μάλιστα προβλέποντας τα μέλλοντα, μιλούν οι άγιοι Προφήτες εν Πνεύματι αγίω για την αποστροφή του Θεού προς τους αποστάτες Εβραίους, όπως επίσης και για την εκπλήρωση των επαγγελιών Του σε όλο τον κόσμο, σε όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα έθνη, που θα δεχθούν και θα εγκολπωθούν την Αλήθειά Του.
Όσοι αποδεχόμασθε την Παλαιά Διαθήκη του Θεού εν Χριστώ (όπως και εμείς οι Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί) καθιστάμεθα πραγματικοί υιοί των Πατέρων και Δικαίων και των Προφητών της και γινόμαστε κληρονόμοι της και οι υποθέσεις και τα νοήματά της γίνονται κληρονομιά μας προς Θεογνωσία και σωτηρία.
Η Πίστη μας δεν είναι «εκ του κόσμου τούτου». Η ευσέβειά μας δεν είναι υπόθεση των Εβραίων (άλλωστε αυτοί την κατεφρόνησαν). Δεν είναι μόνο γι’αυτό ή το άλλο έθνος. Είναι πανανθρώπινη, αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, σώζει όλο τον άνθρωπο και κατέχει την πληρότητα και ολότητα της αληθείας.
Έτσι κι εμείς οι πρώην εθνικοί, ειδωλολάτρες, Έλληνες δεχθήκαμε και σεβόμαστε την Παλαιά Διαθήκη, διότι έχει ως σκοπό και προοπτική της την πανανθρώπινη, την παγκόσμιο σωτηρία. Με την αποδοχή, λοιπόν, της Παλαιάς Διαθήκης (έχοντάς την ως στερεά βάση), δεν απορρίψαμε τον Ναζωραίο ή Γαλιλαίο (όπως ειρωνικά ή υποτιμητικά Τον αποκαλούν οι νεοειδωλολάτρες) Ιησού, τον Θεάνθρωπο Κύριο, αλλά Τον πιστέψαμε, Τον αναγνωρίσαμε ως Κύριο και αγαθό Δημιουργό του σύμπαντος 2.
Β) Η δεύτερη μομφή είναι ότι οι Χριστιανοί, εν ονόματι δήθεν της πίστεως στον Χριστό, κατέστρεψαν τα έξοχα έργα τέχνης του αρχαίου Ελληνικού κόσμου και πολιτισμού.
Ανασκευάζοντας αυτή την κατηγορία και μη έχοντας διάθεση να καλύψουμε κάποιες μεμονωμένες ενέργειες, μέσα στα συγκεκριμένα πάντοτε δεδομένα της τότε εποχής και φυσικά μετά από αιώνες απηνών διωγμών, αναφέρουμε σε αντιδιαστολή ότι υπάρχουν πολλές αναφορές για Χριστιανούς, που με προσωπική τους πρωτοβουλία έσωσαν και διατήρησαν έργα της αρχαιότητος.
Η εχθρική στάση των Χριστιανών προς τα παγανιστικά ιερά ούτε γενικό φαινόμενο υπήρξε, ούτε συστηματική πολιτική.
Η εκτίμηση προς όλα τα ωραία της αρχαιότητος είναι δεδομένη για τους Χριστιανούς. Για παράδειγμα, ο Μέγας Έλληνας και Χριστιανός Ιεράρχης άγιος Βασίλειος ο Μέγας προτρέπει τους νέους να επιλέγουν μεν, σαν τις μέλισσες, ό,τι καλό υπάρχει στα συγγράμματα των αρχαίων Ελλήνων, να αφήνουν και να αποφεύγουν δε ό,τι αισχρό.
Δεν θα πρέπει, επίσης, να παραβλέψουμε ότι τα πλείστα των ελληνικών χειρογράφων διασώθηκαν από την Εκκλησία, από τους Χριστιανούς και πιο συγκεκριμένα σε Μοναστήρια, όπως στο Άγιον Όρος.
Επομένως, αν οι ειδωλολάτρες άδικα μέμφονται τους Χριστιανούς για συστηματικές βιαιότητες στα έργα τέχνης και πολιτισμού και εν ονόματι μάλιστα της εις Χριστόν πίστεως, εμείς, αποκρούοντας και αντιστρέφοντας τις μομφές τους, τους καταγγέλλουμε για ανεπανάληπτες και αμίμητες σ’όλη την Ιστορία ωμότητες και φρικιαστικές εκτελέσεις εκατομμυρίων ανθρωπίνων προσώπων για λόγους και μόνο συνειδήσεως και πίστεως στον Χριστό.
Γ) Τέλος, η τρίτη μομφή κατά των Χριστιανών είναι ότι τάχα είμασθε μισέλληνες.
Απέναντι σ’ αυτή τη μομφή απαντάμε ότι καυχόμαστε, με την Χάριν του Θεού, που είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί Έλληνες, με μεγάλη πνευματική ευθύνη για την σύγχρονη παρουσία μας στον κόσμο. Καυχόμαστε με μια ταπεινή καύχηση, πρώτον για την αληθινή και αμώμητο Πίστη στον Θεάνθρωπο Χριστό, και δεύτερον και για την πατρίδα μας, για την ένδοξη καταγωγή μας, για την παγκοσμίως και διαχρονικά αναγνωρισμένη προσφορά των προγόνων μας στον πολιτισμό, τις τέχνες, τις επιστήμες, την παιδεία, την φιλοσοφία. Καυχόμαστε, επίσης, που οι αρχαίοι Έλληνες πρόγονοί μας ήταν πολύ θεοφοβούμενοι. Ενθυμούμασθε όλοι τί είπε ο Απ. Παύλος, όταν πέρασε από την Αθήνα, για να κηρύξει το Ευαγγέλιο :«Άνδρες Αθηναίοι, κατά πάντα ως δεισιδαιμονεστέρους υμάς θεωρώ»3. Παραλλήλως, είναι παροιμιώδης η έκφραση «από θεού άρχεσθαι» των αρχαίων Ελλήνων. Η ζωή τους δεν ήταν ανθρωποκεντρική, αλλά θεοκεντρική. Καυχόμαστε, που καταγόμαστε από μια τέτοια φυλή, που με το ανήσυχο πνεύμα της, πνεύμα προβληματισμού και ερεύνης, δεν αναπαυόταν σε μια υλιστική ζωή, με αποκλειστικά γήινο και εμπαθές περιεχόμενο, αλλά αναζητούσε το ανώτερο, το πνευματικό, το ουράνιο. Απ’αυτούς, παρά το σκότος της αγνωσίας και της ειδωλολατρείας, αναπτύχθηκε ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός. Τέλος, καυχόμαστε εμείς οι σύγχρονοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί Έλληνες, που στα πρόσωπα μεγάλων αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων αναγνωρίζουμε, κατά κάποιον τρόπο, Έλληνες προ Χριστού Προφήτες και τους εικονίζουμε στους εξωνάρθηκες των Εκκλησιών μας.
Όντως, λοιπόν, ηγέρθη ο Ελληνισμός. Από τα αινίγματα και τους μύθους πέρασε στην εξ ουρανού αποκάλυψη. Από την ασχημάτιστη και αόριστη ελπίδα πέρασε στην προσδοκία των Εθνών. Από τον βωμό του αγνώστου Θεού πέρασε στο ιερό βήμα της Εκκλησίας. Και, τέλος, από την ειδωλολατρεία πέρασε στην Ορθοδοξία.
Είναι εμφανής η αδυναμία των Ελλήνων νεοειδωλολατρών να αντιληφθούν την χριστιανική ιστορική συνέχεια του αρχαίου Ελληνισμού.
Η Εκκλησία προσέλαβε τον Έλληνα άνθρωπο, τον βάπτισε, τον καθάρισε, τον φώτισε και τον έκανε Χριστιανό Έλληνα. Tον μεταμόρφωσε. Εξαιτίας αυτής της μεταμόρφωσης μπορούμε να μιλάμε για ελληνορθοδοξία και για ελληνορθόδοξη παράδοση. Τώρα θέλουν τον φωτισμένο άνθρωπο να τον ξεβαπτίσουν και να τον υποτάξουν και πάλι στο σκοτάδι της ειδωλολατρείας και της αθεΐας.
Οφείλουμε σήμερα να μην αφήσουμε τους νεοπαγανιστές να μας περάσουν τα σχέδιά τους, τα οποία εξυπηρετούν το αντίχριστο κίνημα της «Νέας Εποχής» και της παγκοσμιοποιήσεως και που τελικά γι’αυτό δεν είναι μόνο αντιχριστιανικά, αλλά και ανθελληνικά.
1) Νεο-ειδωλολατρικές περιπλανήσεις και η αληθής εμπειρία της Εκκλησίας μας, εκδ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2002, σ. 42.
2) Νεο-ειδωλολατρικές..., σσ. 42-54.
3) Πράξ. 17, 22.
Εν Πειραιεί 10-2-2013
Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς
Τοῦτες τὶς μέρες ποὺ τὴν πατρίδα μας τὴ δέρνει ἡ φτώχεια καὶ ἡ πείνα, ἡ Χρυσούλα, μεγάλη ὥριμη γυναίκα μὲ δική της τώρα οἰκογένεια, φέρνει στὸ νοῦ τῆς τὴ συγχωρεμένη τὴ γιαγιά της. Χρυσούλα τὴν ἔλεγαν κι ἐκείνη, μὲ παπποὺ ἱερέα εὐλαβικὸ τὸν ὀνομαστὸ πάπα-Γιώργη τὸν Διακουμάτο στὴν περιοχὴ τῆς Οἰτύλου στὴ Λακωνία.
Ἀπ’ τὸ στόμα τοῦ πάπα-Γιώργη ἔβγαινε πάντα χρυσάφι ὁ θεῖος λόγος τοῦ Εὐαγγελίου. Αὐτὸν ἔσπερνε παντοῦ καὶ γλύκαινε τοὺς πονεμένους.Στὴ μικρή του τὴ Χρυσούλα ἔκανε μαθήματα μέσα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, τὸ Ὀκτωήχι καὶ τὸ Ψαλτήρι. Τί στιγμὲς ἦταν ἐκεῖνες! Σμίλευε ὁ ἀκούραστος λευΐτης μὲ τὴ σμίλη τοῦ Πνεύματος τὴν ἄκακη καὶ ἀθώα ψυχὴ τῆς ἐγγονούλας του, τὴν μάθαινε νὰ ἀγαπᾶ τὸν Θεό, νὰ συγχωρεῖ τοὺς ἀνθρώπους, νὰ σκορπίζει καλοσύνες σὲ ἐχθροὺς καὶ φίλους. Ποτὲ δὲν ξεχνοῦσε -ἡ μακαρίτισσα τώρα- γιαγιὰ τὴ μεγάλη μορφὴ τοῦ ἱερέα παπποῦ της ποὺ γιὰ τὸ χωριὸ δὲν ἦταν μόνο παπὰς ἀλλὰ καὶ δάσκαλος καὶ συμφιλιωτὴς καὶ παρηγορητής, ἄγγελος ἦταν γιὰ ὅλο τὸ χωριὸ τοὺς ὁ πάπα-Γιώργης. Μεγάλωσε κάποτε ἡ μικρὴ Χρυσούλα. Ἔκανε τὴ δική της οἰκογένεια, καὶ ἔμενε στὸ Ἐλαιοχώρι. Τέσσερα κορίτσια καὶ ἕνα ἀγόρι τῆς εἶχε χαρίσει ὁ Πανάγαθος. Μικρὰ ἦταν ὅλα τότε. Ποῦ νὰ τ’ ἀφήσει; Τὰ χωράφια τοὺς εἶχαν ἀπαιτήσεις. Ἤθελαν χέρια δυνατὰ καὶ....
σκληρὰ νὰ τὰ δουλεύουν. Καὶ κεῖνα ἄμειβαν. Καὶ δίναν πλούσιο τὸν καρπό τους γιὰ νὰ τρέφουν τὴ φτωχὴ οἰκογένειά τους.
Ἡ Χρυσούλα ἦταν πρώτη στὸ νοικοκυριό. Δὲν ὑστεροῦσε ὅμως καὶ στὰ ἀγροτικά. Ποτὲ δὲν ἤθελε ν’ ἀφήνει τὸν ἄνδρα τῆς μόνο του. Ἔτρεχε καὶ αὐτὴ ἀπὸ κοντά του. Πρωὶ-πρωί, πρὶν ἀκόμη καλὰ-καλὰ φέξει ὁ ἥλιος, ξεκινοῦσε μὲ τὴ δροσιά. Ἀπὸ κοντὰ καὶ τὰ παιδιά τους, μικρούλια τότε. Τ’ ἄφηνε ξένοιαστα νὰ παίζουν μὲ τὰ χώματα ἢ νὰ κυνηγᾶνε πεταλοῦδες ἢ ἄλλοτε νὰ παίζουν κρυφτὸ στὰ χαλάσματα τοῦ φράχτη τοῦ κτήματος.
Καὶ κατὰ τὸ μεσημεράκι ὅταν ἔφθανε ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ, μάζευε γύρω τὰ μικρά της. Ἔκαναν ὅλοι μαζὶ τὸ σταυρό τους κι ἔλεγαν τὸ «Πάτερ ἠμῶν». Σὲ κάποιο γεῦμα ἔβγαλε ἀπὸ τὸ ταγάρι τῆς τὸ καλοζυμωμένο καρβέλι καὶ κοίταξε τὰ παιδιά της στὰ μάτια. Πάντα εἶχε ἕνα μικρὸ λόγο σοφὸ νὰ τοὺς πεῖ τὴν ὥρα ἐκείνη. Αὐτὴ τὴ φορὰ ὅμως τοὺς εἶπε κάτι ἄλλο: «Αὐτὸ τὸ καρβέλι εἶναι δικό σας! Πῶς θέλετε, παιδιά μου, νὰ σᾶς τὸ μοιράσω τὸ ψωμί, σὰν Θεὸς ἢ σὰν ἄνθρωπος;».
Καὶ κεῖνα μ’ ἕνα στόμα εἶπαν: «Μαμά, σὰν Θεός!». Γιατί ἤξεραν, τὸ ‘χᾶν μάθει καλὰ τὸ μάθημα, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι Πατέρας καλοκάγαθος ποὺ ὅλα τὰ μοιράζει δίκαια. Καὶ ἤθελαν νὰ ἀπολαύσουν τὴ δίκαιη μοιρασιὰ τοῦ Θεοῦ.Πῆρε λοιπὸν τὸ καρβέλι ἡ μάννα, τὸ σταύρωσε, τὸ ἀσπάστηκε μὲ εὐλάβεια (ἔτσι ἔκανε πάντα) καὶ ἄρχισε μετὰ νὰ κόβει μὲ τὸ χέρι της καὶ νὰ δίνει στὸ καθένα τὸ μερίδιό του. Τὰ μικρὰ πεινασμένα ἅρπαξαν μὲ λαχτάρα τὸ ψωμάκι καὶ ἔβαλαν τὴν πρώτη μπουκιὰ κιόλας στὸ στόμα. Ὅμως ἡ μάννα φρόντισε ν’ ἀφήσει ἐκείνη τὴν ἡμέρα περίσσευμα τὸ μισὸ καρβέλι.
Τὰ μικρὰ τρώγοντας λοξοκοιτοῦσαν τὸ ἕνα τὸ ἄλλο ἂν κρατοῦσαν ὅλα τὴν ἴδια μερίδα. Εἶδαν μετὰ τὴ μητέρα τους ποὺ καλοδίπλωσε πίσω τους τὸ ὑπόλοιπο μισὸ καρβέλι καὶ τὸ ‘βάλε βιαστικὰ πάλι μέσα στὸ ταγάρι. Καὶ ἐκεῖνα ἀπορημένα ρώτησαν: «Μαμά, γιατί μᾶς στέρησες τὴ δίκαιη μοιρασιά; Ἐμεῖς σου εἴπαμε νὰ μᾶς μοιράσεις τὸ ψωμὶ σὰν Θεός, ὄχι σὰν ἄνθρωπος».
Κι ἐκείνη μὲ σοβαρότητα ἀπάντησε: «Καλά μου παιδιά, σὰν Θεὸς σᾶς τὸ μοίρασα. Ὁ Θεὸς φροντίζει γιὰ ὅλα τὰ παιδιὰ τοῦ κόσμου, καὶ γιὰ κεῖνα ποὺ δὲν ἔχουν νὰ φᾶνε. Τὸ ὑπόλοιπο καρβέλι ὁ Θεὸς θέλει νὰ τὸ πᾶμε στὰ φτωχὰ παιδάκια».
Ἔκπληκτα ἄκουσαν τὰ μικρὰ τὸ μεγάλο μάθημα γιὰ τὴν ἀγάπη. Καὶ ἔτρεξαν ἀμέσως μὲ χαρὰ νὰ βοηθήσουν στὶς φτωχογειτονιὲς τοῦ χωριοῦ ὅσα παιδάκια δὲν εἶχαν νὰ φᾶνε. Κι αὐτὸ δὲν τὸ ‘κάναν μόνο μία φορά…
Πέρασαν ἀπὸ τότε πολλὰ χρόνια. Δὲν ζοῦν κεῖνες οἱ ἁγιασμένες μορφὲς ποὺ ἔζησαν στὴ φτώχεια ἀλλὰ ἦταν τόσο πλούσιες.
Ἔφυγαν! Ἔφυγαν καὶ μᾶς ἄφησαν κληρονομιὰ βαριά, ἀτίμητη σὲ ἀξία, παράδειγμα ψυχῆς ἀρχοντικῆς, ποὺ ξέρει νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ σκορπίζει ὅπως ὁ Θεὸς δῶρα καὶ καλοσύνες μὲ δικαιοσύνη σὲ ὅλο τὸν κόσμο.
Τοῦτες τὶς μέρες ποῦ τὴν πατρίδα μας τὴ δέρνει ἡ φτώχεια καὶ ἡ πείνα, ἡ Χρυσούλα, ἡ ὥριμη γυναίκα, τὰ θυμήθηκε ὅλα. Καὶ τὰ λέει στὶς φίλες της ὅλα ὅσα ζοῦσαν καὶ ἔκαναν τότε οἱ παλιοί, οἱ φτωχοὶ οἱ δικοί μας πρόγονοι καί… ἡ δική της γιαγιά.
Σήμερα τὰ θυμήθηκε ὅλα ξανὰ καθὼς εἶδε κάτω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τῆς προσκλητήριο ἀγάπης, τυπωμένο χαρτὶ ἀπὸ τὸν ἐφημέριό της ἐνορίας της, ποὺ ἔλεγε:
«Σήμερα κανένας νὰ μὴ μείνει πεινασμένος στὴν ἐνορία μας. Βοήθησε καὶ σὺ ὅσο μπορεῖς».
Βούρκωσε!… Εἶναι καὶ αὐτὴ πνιγμένη στὰ χρέη, ὅμως τὸ ψωμὶ στὸ φτωχὸ θὰ τὸ δίνει καὶ αὐτή. Ζυμωμένο ἀπὸ τὰ δικά της τὰ χέρια. Κάθε μέρα θὰ τὸ πηγαίνει στὸν καλό τους ἱερέα ποῦ γνωρίζει καλὰ τὰ ἀνήμπορα σπίτια!…
Πηγή : περιοδικό «ο Σωτήρ» τεύχος 2059 σελ. 45
Τις δοκιμασίες και τις θλίψεις, που έρχονται και παρέρχονται και ξεχνιούνται, μην τις αντιμετωπίζης με άλογη απελπισία. Ο χρόνος φέρνει τη λήθη και η λήθη την παρηγοριά και τη θεραπεία κάθε κακού. Όλα είναι περαστικά και φευγαλέα, η ευτυχία και η δυστυχία, η χαρά και η λύπη, η ηδονή και ο πόνος, η ζωή και ο θάνατος. Τα μόνα μόνιμα και αμετάβλητα είναι η αιώνια ζωή και η αιώνια κόλασις. Αυτό μην το ξεχνάς ποτέ.
Ακόμη κι αν αμάρτησες τόσο όσο κανείς άλλος άνθρωπος πάνω στη γη, πάλι μην απελπίζεσαι. Δεν υπάρχει αμάρτημα ικανό να νικήση την ευσπλαχνία του Θεού. Όλα τα αμαρτήματα όλων των ανθρώπων μαζί δεν μπορούν να συγκριθούν με την άβυσσο του θείου ελέους. Η ευσπλαχνία του Θεού μας σώζει δωρεάν.
Όσο αμαρτωλός κι αν είσαι στρέψε το βλέμμα σου στον Κύριο, «τον δι' ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών», και θα σωθής κι εσύ όπως σώθηκαν χιλιάδες αμαρτωλών μέσα στους αιώνες. Μόνο σταμάτησε την αμαρτία, μετανόησε βαθιά και ειλικρινά, εξομολογήσου στον πνευματικό και ξεκίνα μια νέα εν Χριστώ ζωή. Ο ψαλμωδός σου δείχνει τον δρόμο: «Την αμαρτίαν μου εγνώρισα και την ανομίαν μου ουκ εκάλυψα. Είπα· εξαγορεύσω κατ' εμού την ανομίαν μου τω Κυρίω· και συ αφήκας την ασέβειαν της καρδίας μου» (Ψαλμ. 31. 5).
Μην αγανακτής που τα πράγματα δεν έρχονται πάντοτε όπως τα θέλεις εσύ στη ζωή σου. Δεν είναι δυνατόν, αλλά και συμφέρον σου δεν είναι, να γίνωνται όλα κατά τη σκέψι σου, κατά την επιθυμία σου, κατά το θέλημά σου. Η σκέψις σου πολύ συχνά είναι πλανεμένη, η επιθυμία σου εμπαθής, το θέλημά σου ολότελα εγωιστικό. Και ο παντογνώστης Θεός φυσικά το γνωρίζει αυτό, έστω κι αν εσύ δεν το συνειδητοποιής. Γι' αυτό και δεν επιτρέπει να εκπληρώνονται πάντα οι επιθυμίες σου, για να μη βλαφθή η ψυχή σου, ο πιο πολύτιμος θησαυρός που διαθέτεις. «Τί γαρ ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή;» (Ματθ. 16. 26).
Άφησε λοιπόν τον εαυτό σου στα χέρια του Θεού, εγκατάλειψέ τον στην πανάγαθη βούλησί Του. Έγινε κάτι όπως το ήθελες; Ευχαρίστησέ Τον. Δεν έγινε; Δόξασέ Τον. Τίποτε δεν σου είναι αναγκαίο, εφ' όσον δεν σου το δίνει ο Θεός. Τίποτε, εκτός από ένα: να μην αποξενωθής από Εκείνον και τη χάρι Του. Γι΄ αυτό «επίρριψον επί Κύριον την μέριμνάν σου, και αυτός σε διαθρέψει· ου δώσει εις τον αιώνα σάλον τω δικαίω» (Ψαλμ. 54. 23).
Για τρεις λόγους κυρίως ο πανάγαθος Θεός δεν εκπληρώνει τις επιθυμίες μας και παραχωρεί τις δοκιμασίες στη ζωή μας. Πρώτον, για να συναισθανθούμε την αδυναμία μας, ν' αποδεσμευθούμε από την αυτάρκεια και την εγωιστική αυτοπεποίθησή μας, και να αναθέσουμε με ταπείνωσι κάθε ελπίδα μας σ' Εκείνον. Δεύτερον, για να μας ασκήση στην καρτερία και την υπομονή, που φέρνει πολύ πνευματικό καρπό στην ψυχή, καθώς μας βεβαιώνει παρηγορητικά και ο απόστολος: «Πάσαν χαράν ηγήσασθε, αδελφοί μου, όταν πειρασμοίς περιπέσητε ποικίλοις, γινώσκοντες ότι το δοκίμιον υμών της πίστεως κατεργάζεται υπομονήν· η δε υπομονή έργον τέλειον εχέτω, ίνα ήτε τέλειοι και ολόκληροι, εν μηδενί λειπόμενοι» (Ιακ. 1. 2-4). Και τρίτον, σαν πάνσοφος και αλάθητος γιατρός ο Κύριος, ανατρέπει συχνά τις επιθυμίες μας και παραχωρεί πικρίες και χτυπήματα για ν' απομακρύνη τον νου και την καρδιά μας από τη λατρεία των υλικών πραγμάτων, από την αιχμαλωσία της γης, και να μας ωθήση στην αναζήτησι του ουρανού και των αιωνίων αγαθών. «Το γαρ παραυτίκα ελαφρόν της θλίψεως ημών καθ' υπερβολήν εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται ημίν, μη σκοπούντων ημών τα βλεπόμενα, αλλά τα μη βλεπόμενα· τα γαρ βλεπόμενα πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα αιώνια» (Β' Κορ. 4. 17-18).
Όσες θλίψεις υπομείνης με ευγνωμοσύνη και δοξολογία προς τον Θεό, που κατεργάζεται μ' αυτό τον τρόπο την ψυχή σου, τόσες άρρητες παρηγοριές θα λαβής απ' Αυτόν, καθώς βεβαιώνει και ο προφήτης: «Κύριε, κατά το πλήθος των οδυνών μου εν τη καρδία μου αι παρακλήσεις σου εύφραναν την ψυχήν μου» (Ψαλμ. 93. 19).
«Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε· αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον» (Ιω. 16. 33). Ο Κύριος επιβεβαιώνει, προειδοποιεί και ενθαρρύνει. Θέτει το πρόβλημα. Δίνει και τη λύσι. Οι θλίψεις αναπόφευκτες. Αλλά και η νίκη του πιστού, του πιστού που γνωρίζει καλά πως «δια πολλών θλίψεων δει εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού» (Πραξ. 14. 22), θα είναι ένδοξη και περίτρανη, σαν τη νίκη του Κυρίου μας, που «εξήλθε νικών και ίνα νικήση» (Αποκ. 6. 2).
«Πολλαί αι θλίψεις των δικαίων και εκ πασών αυτών ρύσεται αυτούς ο Κύριος» (Ψαλμ. 33. 20). Απορείς: Γιατί οι δίκαιοι ζουν συνήθως μέσα σε θλίψεις και δοκιμασίες, ενώ οι αμαρτωλοί και άδικοι μέσα στην άνεσι, τον πλούτο, τη δόξα, την ευμάρεια; Μη θαυμάζης; «Ον γαρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγεί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται» (Παροιμ. 3. 12). Όχι βέβαια για τιμωρία, «αλλ' εις νουθέτησιν μαστιγοί Κύριος τους εγγίζοντας αυτώ» (Ιουδίθ 8. 27). Δυστυχείς και θλίβεσαι και πειράζεσαι; Χαίρε, γιατί ο Κύριος ασχολείται μαζί σου, είναι δίπλα σου. Ευτυχείς και πλουτείς και δοξάζεσαι; Πρόσεξε μήπως απομακρυνθής από τον Κύριο και μείνης μόνος σου, πλούσιος σε επίγεια αλλά φτωχός σε ουράνια αγαθά. Φτωχός στη ζωή, φτωχός και στον θάνατο: «Μη φοβού, όταν πλουτήση άνθρωπος ή όταν πληθυνθή η δόξα του οίκου αυτού· ότι ουκ εν τω αποθνήσκειν αυτόν λήψεται τα πάντα, ουδέ συγκαταβήσεται αυτώ η δόξα αυτού» (Ψαλμ. 48. 17-19).
Όλοι οι άγιοι πέρασαν τη ζωή τους μέσα στον πόνο και τη θλίψι, στη στέρησι και την ασθένεια, στους διωγμούς και τα βάσανα. Κι εσύ; Θέλεις να ζήσης χωρίς αυτά τα ψυχοσωτήρια δώρα; Θέλεις λοιπόν ν' αποκοπής από τον χορό των εκλεκτών του Θεού;... Μη γένοιτο! Παρηγορήσου όμως με τη σκέψι ότι ο Κύριος δεν θα παραχωρήση ποτέ να σε βρη πειρασμός που να ξεπερνά την αντοχή σου, πνευματική ή σωματική. «Πιστός ο Θεός, ος ουκ εάσει υμάς πειρασθήναι υπέρ ο δύνασθε, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν» (Α' Κορ. 10. 13), διαβεβαιώνει ο απόστολος. Γι' αυτό και δεν υπάρχει θλίψις χωρίς τέλος, δεν υπάρχει δάκρυ που να μη στεφανωθή με τη χαρά. «Το εσπέρας αυλισθήσεται κλαυθμός και εις το πρωΐ αγαλλίασις» (Ψαλμ. 29. 6).
Οι Άγιοι Πάντες «εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον, έτι δε δεσμών και φυλακής· ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον, περιήλθον εν μηλωταίς, εν αιγείοις δέρμασιν, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ων ουκ ην άξιος ο κόσμος» (Εβρ. 11. 36-38), «οδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμών, κινδύνοις ληστών, κινδύνοις εκ γένους, κινδύνοις εξ εθνών, κινδύνοις εν πόλει, κινδύνοις εν ερημία, κινδύνοις εν θαλάσση, κινδύνοις εν ψευδαδέλφοις· εν κόπω και μόχθω, εν αγρυπνίαις πολλάκις, εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψύχει και γυμνότητι» (Β' Κορ. 11. 26-27). Και όμως, ολ' αυτά τα υπέμειναν και τ' αντιμετώπισαν «εν αγνότητι, εν γνώσει, εν μακροθυμία, εν χρηστότητι, εν Πνεύματι Αγίω» (Β' Κορ. 6. 6). Ενώ εσύ, με το παραμικρό συγχύζεσαι, απογοητεύεσαι, οργίζεσαι, ολιγοπιστείς. Εκείνοι, αν και άγιοι και ευάρεστοι στον Θεό, τα υπέμειναν όλα αγόγγυστα. Εσύ, που κάθε μέρα αμαρτάνεις και θλίβεις τον Θεό, δυσαρεστείσαι και με την πιο μικρή δυσκολία.
Διωγμένοι, βασανισμένοι, εξευτελισμένοι οι άγιοι, «επορεύοντο χαίροντες... ότι υπέρ του ονόματος αυτού (του Ιησού) κατηξιώθησαν ατιμασθήναι» (Πραξ. 5. 41). Εσύ, αναπαυμένος στην ευμάρειά σου, λυπάσαι και απελπίζεσαι και με την πιο ασήμαντη παιδαγωγική δοκιμασία του Θεού. Αλήθεια, πόσο μακριά Του είσαι!
Δεν έχεις φόβο Θεού, γι’ αυτό σε κυριεύει ο φόβος των δοκιμασιών. Δεν πενθείς για τις αμαρτίες σου, γι' αυτό είσαι λιπόψυχος. Δεν έχεις «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην» (Ψαλμ. 50. 19), γι' αυτό δεν είσαι ανδρείος στους πειρασμούς. Όποιος έχει φόβο Θεού, όποιος έχει κατά Θεόν πένθος, όποιος έχει ταπείνωσι δεν φοβάται ποτέ τις δοκιμασίες. Και δυναμωμένος με τη χάρι του Θεού πολεμά και νικά και αναμένει την εκπλήρωσι των λόγων Του: «Ο νικών έσται αυτώ ταύτα, και έσομαι αυτώ Θεός και αυτός έσται μοι υιός. Τοις δε δειλοίς και απίστοις και εβδελυγμένοις... το μέρος αυτών εν τη λίμνη τη καιομένη εν πυρί και θείω, ο εστίν ο θάνατος ο δεύτερος» (Αποκ. 21. 7-8).
Αν κάποιος σε προσβάλη, σε θίξη, σε συκοφαντήση, σε βλάψη άδικα και αδικαιολόγητα με οποιονδήποτε τρόπο, μην οργισθής εναντίον του, μη μνησικακήσης, μην κυριευθής από εκδικητικότητα. Αντίθετα, ταπεινώσου, κλάψε με συντριβή καρδίας και προσευχήσου ικετευτικά στον Κύριο να συγχωρήση τις αμαρτίες σου. Γι΄ αυτές τις αμαρτίες παραχωρεί ο Θεός να σου συμβαίνουν όλα αυτά, για να ταπεινωθής και να διορθωθής. Πίστεψε βαθιά μέσα σου πως είσαι άξιος τέτοιας, κι ακόμη χειρότερης συμπεριφοράς εκ μέρους των ανθρώπων. Και δέξου την με ευγνωμοσύνη σαν φάρμακο θεραπευτικό της άρρωστης ψυχής σου. Υπόμεινε τώρα εδώ άδικα, για να μην υποφέρης εκεί δίκαια. Καταδικάσου εδώ στη γη, έστω κι αν είσαι ανένοχος, για να μην καταδικασθής αιωνίως στον ουρανό σαν ένοχος. Δεν είναι σπουδαίο κατόρθωμα το να εκδικηθής αυτόν που σ' έβλαψε. Είναι όμως αληθινός ηρωισμός, είναι ψυχικό μεγαλείο το να υπομείνης το κακό αγόγγυστα και με ευγνωμοσύνη προς τον Θεό. Ούτε το να πάσχης δίκαια είναι σπουδαίο. «Ποίον γαρ κλέος, ει αμαρτάνοντες και κολαφιζόμενοι υπομενείτε; Αλλ' ει αγαθοποιούντες και πάσχοντες υπομένειτε, τούτο χάρις παρά Θεώ. Εις τούτο γαρ εκλήθητε» (Α' Πέτρ. 2. 20-21).
(Από το βιβλίο "Πνευματικό Αλφάβητο" του Αγίου Δημητρίου Ροστώφ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, 1996)
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1393
Για μια ακόμη φορά, οι Έλληνες Πομάκοι της Θράκης, μας κάνουν όλους περήφανους με τη στάση τους και τη αγάπη τους για την κοινή μας πατρίδα. Όπως διαβάσαμε στο «ΕΝ ΚΡΥΠΤΩ» ο Πανελλήνιος Σύλλογος Πομάκων με ανακοίνωση του εκφράζει την ικανοποίηση του για την τροποποίηση του νόμου 3536/2007 και ειδικότερα την αλλαγή του καθεστώτος διορισμού ιμάμηδων, κατηγορώντας τη Τουρκία για προσπάθεια «καπελώματος» της μουσουλμανικής μειονότητας.
Η σχετική ανακοίνωση-καταπέλτης για τις απαράδεκτες μεθοδεύσεις της Άγκυρας, ευχόμενοι να συνοδεύσουν κάποια στιγμή τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου θα βοηθηθούν αποτελεσματικά να θέσουν σε ευρωπαϊκό – τουλάχιστον – επίπεδο την καταπίεση που υφίστανται από τους μηχανισμούς του τουρκικού προξενείου:
«Ο Πανελλήνιος Σύλλογος Πομάκων χαιρετίζει την τροποποίηση του νόμου 3536/2007 αναφορικά με το διορισμό των μουσουλμάνων ιεροδιδασκάλων (ιμάμηδων). Συγχαίρουμε όλους τους βουλευτές που δεν υπέκυψαν στις πιέσεις και στους εκβιασμούς.
Η ψήφιση της τροποποίησης συμβάλλει τα μέγιστα στην ισονομία και ισοπολιτεία μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων. Οι διαδικασίες αυτές αποτελούν εσωτερικό ζήτημα της Ελληνικής Δημοκρατίας και δεν έχει κανένα δικαίωμα να αναμιγνύεται η Τουρκία ή άλλος ξένος παράγοντας. Το ζήτημα δεν σχετίζεται με κανένα τρόπο, νομικό ή ιστορικό με την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Εάν η Τουρκία επιθυμεί εκλογή μουφτήδων ή ιμάμηδων θα πρέπει να δώσει η ίδια το παράδειγμα και να εφαρμόσει τις εκλογές στην επικράτειά της. Άλλωστε η εκλογή ιερωμένων αντίκειται στον ίδιο τον ισλαμικό νόμο καθώς θα σπείρει μίσος, διχόνοια και ανταγωνισμό ανάμεσα στους πιστούς.
Η απαίτηση της Τουρκίας για εκλογές έχει καθαρά πολιτικές σκοπιμότητες οι οποίες στρέφονται τόσο κατά της κυριαρχίας της Ελλάδας στην ελληνική Θράκη όσο και κατά των μουσουλμανικών πληθυσμών της Θράκης, τους οποίους προσπαθεί να χειραγωγήσει και να τους στρέψει κατά της πατρίδας τους, της Ελλάδας».
Μία ἁγιορείτικη θεώρησι
Ἀρχιμ. Βασιλείου Ἰβηρίτου
Ἀκοῦμε τὸ θέμα ποὺ ὑπάρχει. Καταλαβαίνουμε τὰ προβλήματα. Δεχόμαστε τὶς δυσκολίες. Ὑπάρχουν καινούργιες συνθῆκες ζωῆς. Βρίσκονται μαζὶ μὲ τὰ ὀρθόδοξα παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος ξένα, ἄλλης καταγωγῆς καὶ ἄλλων παραδόσεων.
Πρέπει νὰ βρεθῆ ἕνας τρόπος νὰ μπορέσωμε νὰ συμβιώνωμε, νὰ ἀνεχόμαστε τὸν ἄλλον τῆς ἄλλης παραδόσεως. Βρισκόμαστε σὲ νέα ἐποχή. Εὔκολα μετακινοῦνται πληθυσμοί. Μεταφέρονται πληροφορίες, γνώσεις καὶ ἐμπορεύματα.Πρέπει νὰ εἶναι τὸ σχολεῖο ἀνοιχτό, ἀνεκτικό. Καὶ τὰ δικά μας παιδιὰ νὰ τὸ καταλάβουν, νὰ τὸ δεχθοῦν. Καὶ τὰ ξένα παιδιὰ νὰ μὴν αἰσθάνωνται ξένα, ἀλλὰ νὰ τρέφωνται ἀπὸ τὴ μιὰ πηγὴ τῆς ἀλήθειας.
Γίνεται συζήτησι. Προβληματίζονται πολλοί. Προτείνονται λύσεις: τὸ σχολεῖο νὰ ἔχη ἕνα χαρακτῆρα θρησκειολογικό. Νὰ μείνη ὁμολογιακὸ ἐφόσον ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία, σχεδὸν ὁλότης, εἶναι ὀρθόδοξη. Νὰ πάρη χαρακτῆρα πιὸ ἀνοιχτό, μὲ γνωσιολογικὸ περιεχόμενο.
Τὰ ἀκοῦμε, τὰ βλέπομε, τὰ κατανοοῦμε. Ὑπάρχει πρόβλημα. Ἀλλὰ ἔτσι ποὺ τίθεται προκαλεῖ δυσκολίες. Δημιουργοῦνται ἀντιμαχόμενες παρατάξεις.
Ὅλοι ἰσχυρίζονται ὅτι ξεκινοῦν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δὲν ἀρνοῦνται ἀλλὰ κηρύττουν τὴν Ὀρθόδοξη παράδοσι. Ἀλλὰ ἐνῶ αὐτὰ λέγονται οἱ διαφωνίες ὑπάρχουν. Τὸ χάσμα φαίνεται μεγάλο.
* * *
Βλέποντας τὸ θέμα ὅλο ἀπὸ τὴ δική μας πλευρὰ τὸ βλέπομε σοβαρὸ καὶ ταυτόχρονα ἀνύπαρκτο.
Ἐρχόμενοι στὸ Ἅγιον Ὄρος μπαίνομε σὲ ἕνα σχολεῖο. Γινόμαστε ἰσόβιοι μαθητές. Σπουδάζομε καὶ ζοῦμε τὴ λειτουργικὴ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐδῶ βρίσκομε τὴν ἀπάντησι γιὰ τὸ θέμα. "Ἐν αὐτῇ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καί ἐσμεν". Νοιώθομε νὰ εἶναι κάτι ἄλλο πανανθρώπινο καὶ θεϊκό. Δὲν εἶναι μιὰ θρησκευτικὴ ἄποψι. Εἶναι μιὰ θεοφάνεια· φανέρωσι τοῦ ἀοράτου, ἀκαταλήπτου καὶ ἀπροσίτου Θεοῦ.
Στὶς ἀντιρρήσεις ποὺ μπορεῖ νὰ προκληθοῦν ἀπὸ τὰ λεγόμενά μας, ἁπλῶς λέμε: ἀφῆστε μας νὰ μιλήσωμε γιὰ τὸ θέμα. Ἀφῆστε μας νὰ σιωπήσωμε. Νὰ πᾶμε στὴν ἄκρη. Νὰ μὴν ἐμποδίζωμε κανένα. Νὰ ποῦμε: "Ἔρχου καὶ ἴδε" (Ἰω. 1, 46). Δὲν μπορεῖς νὰ πῆς τὰ ἄρρητα.
* * *
Ζῶντας μέσα στὴν Ἐκκλησία ἐκπλήττεσαι. Δὲν πλησιάζεις τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς διανοητικά. Γνωρίζεις τὸν Θεὸ ὡς πλησμονὴ ἀγάπης, ἀλήθειας καὶ κάλλους. Βαφτίζεσαι ὁλόκληρος στὰ νάματα τῆς χάριτος.
Γνωρίζομε τὴν ἄφατη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ: Γίνεται ἄνθρωπος. Ταπεινώνεται. Θυσιάζεται. Δὲν κρίνει κανένα. Δέχεται νὰ κριθῆ ἀπὸ ὅλους. Τὰ πάντα ὑπομένει γιὰ νὰ σώση τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ σώση τὴν ἐλευθερία του. Παραξενεύεσαι καὶ μένεις ἄφωνος μπροστὰ σ' αὐτὴ τὴν ταπείνωσι, τὸ ἔλεος, τὴ φιλανθρωπία.
Βλέπεις πῶς ἐπεμβαίνει. Δὲν τιμωρεῖ τὸν ἀδύνατο. Αἴρει τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Κατακρίνει τὴν ἁμαρτία ἐν τῇ ἑαυτοῦ σαρκί. Σὲ ἐκπλήττει μὲ τὴ συμπεριφορά του.
Εἶναι ὁ Παντοκράτωρ καὶ παντοδύναμος. Πολιτεύεται ὡς ἀδύνατος καὶ ἀνύπαρκτος γιὰ νὰ μπορέση νὰ ἀναπτυχθῆ ὁ ἄνθρωπος.
Φεύγει ἀπὸ ἀγάπη. "Συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω". Καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ εἶναι ὁ ἀοράτως παρὼν ποὺ τὰ κάνει ὅλα γιὰ τὴ σωτηρία ὅλων. Εἶναι ὁ προσφέρων καὶ προσφερόμενος καὶ προσδεχόμενος καὶ διαδιδόμενος στὴ σωτηρία τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἡ διαγωγή Του μᾶς κρίνει.
Μέγα τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Μέγα τὸ μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου· τοῦ μικροῦ, τοῦ ἄρρωστου, φυλακισμένου καὶ ξένου.
Εἶναι Θεὸς καὶ γίνεται ἄνθρωπος. Εἶναι Θεάνθρωπος καὶ ὁμολογεῖ: "Ἐγώ εἰμι σκώληξ καὶ οὐκ ἄνθρωπος". Ταπεινώνεται. Πάει πιὸ κάτω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Θέλει νὰ σώση τὸν περιφρονημένο καὶ ἐλάχιστο. Θέλει νὰ θεώση τὸ ἀνθρώπινο.
Δὲν εἶναι ἄλλο ἡ ὁμολογία τῆς θεϊκῆς δυνάμεως καὶ τοῦ κύρους· καὶ ἄλλη ἡ συντριβὴ τῆς ταπεινώσεώς Του. Τὸ "ἐγώ εἰμι σκώληξ καὶ οὐκ ἄνθρωπος" λέει διὰ τῆς διαγωγῆς του ξεκάθαρα: Ἐγὼ εἶμαι Θεὸς καὶ ὄχι ἄνθρωπος.
Μόνον ἕνας Θεὸς μπορεῖ τόσο νὰ ταπεινωθῆ καὶ νὰ φανερώση τὴ θεϊκὴ δόξα τῆς ταπεινώσεως.
Καὶ γιὰ τὸν πιστὸ· δὲν εἶναι ἄλλο ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως καὶ ἄλλο ἡ προσφορὰ τῆς ἀγάπης πρὸς ὅλο τὸν κόσμο. Τὸ ἕνα πολύτιμο ποὺ ἔχει νὰ προσφέρη εἶναι ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεως.
Ἀμέσως δημιουργεῖται ἄλλο κλίμα. Ἀποκτᾶς ἄλλη συνείδησι τοῦ τί εἶναι Θεός, τί κόσμος καὶ τί ἄνθρωπος. Δὲν παίρνεις θέσι ἀμυνομένου, ἀλλὰ γεμίζεις μὲ τὸ δέος τοῦ προσκυνητοῦ ποὺ συγκλονίζεται ἀπὸ τὸ θεϊκὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης ποὺ σὲ περιβάλλει.
Ἀποκτᾶς ἄλλες αἰσθήσεις. Γίνεσαι μιὰ αἴσθησι. Κάνεις διάγνωσι τῆς ἀξίας τοῦ κάθε ἀνθρώπου καὶ πράγματος. Γνωρίζεις τὸν Ἄγνωστο. Πλησιάζεις τὸν ἄφθαστο. Αὐτὸς σὲ πλησιάζει. Γι' αὐτὸ τὸ "γνόντες τὸν Θεὸν" ἐκφράζεται μὲ τὸ "γνωσθέντες ὑπὸ τοῦ Θεοῦ" (Γαλ. 4, 9).
Ὅλα μετροῦνται διαφορετικά, μεταμορφώνονται θεϊκά. Ὅλα εἶναι φανέρωσι αὐτῆς τῆς ἀγάπης· καὶ ὅταν μᾶς συμπαραστέκεται στοργικὰ καὶ ὅταν μᾶς ἐγκαταλείπει διακριτικά.
Στὸν ἀπόστολο Πέτρο ποὺ ζητᾶ νὰ βαδίση ἐπὶ τῶν ὑδάτων καὶ νὰ ἔλθη πρὸς Αὐτόν, ἀπὸ ἀγάπη τοῦ δίδει τὴ δύναμι. Στὴ συνέχεια, ἀπὸ τὴν ἴδια ἀγάπη κινούμενος αἴρει τὴν χάρι Του, καὶ ὁ Πέτρος βυθίζεται. Τότε ἀπὸ μέσα του φυσιολογικὰ βγαίνει ἡ κραυγή· Ἐπιστάτα ἀπολλύμεθα, σῶσε μας.
Ἡ μεγαλωσύνη τοῦ Θεοῦ φανερώνεται στὴ θυσία τῆς ἀγάπης καὶ στὴν κένωσι τῆς προσφορᾶς. Τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου βρίσκεται καὶ ἀναπτύσσεται μέσα στὸ πνεῦμα τῆς εὐγνωμοσύνης, τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς εὐχαριστίας πρὸς Αὐτὸν ποὺ προσφέρεται ὡς τροφὴ τοῦ παντὸς κόσμου, ὡς ἄρτος οὐράνιος, μελιζόμενος καὶ μὴ διαιρούμενος, πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος. Στέλνει τὸ Πνεῦμα του, τὸ ἀπαθῶς μεριζόμενον καὶ ὁλοσχερῶς μετεχόμενον. Σὲ κάθε ἅγια μερίδα θείου Ἄρτου βρίσκεται ὅλος ὁ Χριστὸς. Σὲ κάθε χάρισμα ὅλα τὰ χαρίσματα τοῦ Πνεύματος. Ἔτσι ὁ καθένας τρέφεται μὲ τὴν χάρι τῆς αἰωνιότητος.
Μὲ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἀγάπη δέχεται ὁ ἄνθρωπος τὴ θεία ἐπίσκεψι. Ὅλα εἶναι εὐλογία: Ὅταν μᾶς χαρίζη τὴν ὑγεία, μᾶς τρέφει πνευματικά. Ὅταν ἐπιτρέπη δοκιμασίες, μᾶς χαρίζει τὰ ἀνέλπιστα. Στὸ τέλος πιὸ μεγάλη παράκλησι καὶ ἀστείρευτη χαρὰ ἔρχεται ἀπὸ τὶς δοκιμασίες. Οὔτε χαίρεσαι μόνο στὴ χαρά, οὔτε στυγνάζεις στὴ θλίψι. Ἀναπαύεσαι σὲ Αὐτὸν ποὺ εἶναι Θεὸς ἐλέους, οἰκτιρμῶν καὶ φιλανθρωπίας. Καταλήγεις σὲ μία αἴτησι: Γενηθήτω τὸ θέλημά σου. Χωρὶς αὐτὸν τίποτε δὲν ἔχει νόημα. Μὲ τὴ χάρι Του ὅλα μετατρέπονται, πρὸ παντὸς τὰ ἐπώδυνα, σὲ εὐλογίες.
Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ μιὰ ψυχὴ ποὺ ξεπερνᾶ τὴν ἀξία ὅλου τοῦ κόσμου, καὶ μὲ μιὰ δίψα ποὺ δὲν σβήνει μὲ ὅλες τὶς χαρὲς καὶ τὶς ἐπιτυχίες. Ὅλο τὸν κόσμο νὰ τοῦ δώσης μένει ἀνικανοποίητος καὶ νηστικός. Στὸ ἐλάχιστο τὸ θεϊκὸ χάρισμα βρίσκει τὸ πᾶν ποὺ ἀκατάπαυστα ξεπερνιέται καὶ πάει παραπέρα. Αὐτὸ τὸ ἐλάχιστο μὲ τὸν ἀτελεύτητο δυναμισμὸ δὲν κατορθώνεται μὲ ἱκανότητες καὶ προσπάθειες ἀνθρώπινες. Εἶναι δῶρο τοῦ Ἑνὸς ποὺ δίδεται ἐξαίφνης στὸν ἐλάχιστο καὶ ταπεινὸ ποὺ μόνον ἀγαπᾶ, ὑπομένει καὶ ἐλπίζει, ἀκόμα καὶ ὅταν ὅλα χάνωνται.
Ἔχει σαρκωθῆ ἡ ἀλήθεια τῆς ἀγάπης ποὺ καταργεῖ τοὺς χωρισμοὺς καὶ τὸν θάνατο. Αὐτὴ τὴ σαρκωθεῖσα ἀλήθεια καὶ τὴν ἀγάπη γνωρίζομε. Αὐτὴ μᾶς ἔφερε ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι. Αὐτὴ μᾶς σώζει δωρεάν. Αὐτὴν ὁμολογοῦμε καὶ κηρύττομε. Σ' αὐτὴν ἐγκαταλείπομε τὴν ζωὴν ἡμῶν ἅπασαν καὶ τὴν ἐλπίδα. Σ' αὐτὴν ἐγκαταλείπομε τὰ παιδιὰ ὅλου τοῦ κόσμου γιὰ νὰ προκόψουν.
* * *
Τὸ σύνολο τῆς ζωῆς στὴν Ἐκκλησία γνωρίζεται ὡς μία ἑορτή, ἕνα πανηγύρι χαρᾶς. Μέσα σ' αὐτὸ τὸ πανηγύρι τῆς ζωῆς καὶ τῆς εὐφροσύνης βάζει ἡ ὀρθόδοξη ἀγωγὴ τὰ παιδιά. Νοιώθουν τὴ ζεστασιὰ τῆς ἀγάπης καὶ τὴ χαρὰ τοῦ παιχνιδιοῦ.
Ὅσο περνᾶ ὁ καιρὸς καὶ μεγαλώνουν, γεννιοῦνται μέσα τους νέα ἐρωτήματα καὶ προβλήματα: Φυσιολογικὰ ἔρχονται καὶ οἱ ἀπαντήσεις. Τότε βλέπουν τὰ ἁπλὰ λόγια, οἱ ἦχοι καὶ οἱ εἰκόνες τῆς λειτουργικῆς θεολογίας, νὰ ἔχουν τόσο περιεχόμενο καὶ βάθος ποὺ οὔτε τὸ καταλάβαινες οὔτε τὸ χρειαζόσουν ὅταν ἤσουν μικρὸ παιδί.
Τὸ παιδὶ χαίρεται τὰ παιχνίδια καὶ τὴ ζωή. Λυπᾶται μιὰ στιγμὴ γιατὶ τὰ χάνει (τὰ παιχνίδια τοῦ παιδιοῦ καὶ τὴ νεότητα τοῦ ἐφήβου). Αὐτὰ ποὺ ἀκολουθοῦν εἶναι ἐκπληκτικώτερα καὶ μονιμώτερα. Μπαίνει στὴν παράδοσι τοῦ Ἀποστόλου ποὺ ὁμολογεῖ: "ὅταν ἀσθενῶ τότε δυνατός εἰμι". "Χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου". Καὶ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου. Ἔρχονται δυσκολίες. Δὲν σταματοῦν τὰ βάσανα. Ἀλλὰ τὰ πάντα μεταβάλλονται σὲ εὐλογία καὶ ἀγαλλίασι.
Ὁ δημιουργὸς καὶ προνοητὴς τῆς ζωῆς μας, κάθε φορὰ μᾶς δίδει αὐτὸ ποὺ χρειαζόμαστε. Ὅλα δι' Αὐτοῦ ἀποδεικνύονται καλά: ὁ σταυρός, οἱ πειρασμοί, οἱ δοκιμασίες.
Ἐνισχύεσαι ἀπὸ τὶς δοκιμασίες, καὶ δυναμώνεις ἀπὸ τὶς ἀσθένειες. Τρέφονται οἱ ρίζες σου ἀπὸ τὶς πίκρες τῆς ζωῆς καὶ βλαστάνουν τὰ κλαδιά σου στοὺς φωτεινοὺς οὐρανοὺς τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἐπεκτάσεως.
Δὲν διδάσκεσαι ἐγκυκλοπαιδικὰ τὸ φαινόμενο τῆς θρησκείας. Ζῆς τὴν πραγματικότητα ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη. Καὶ πλάθεσαι ἀπ' αὐτήν.
Ὁ Θεὸς εἶναι τόσο μεγάλος καὶ εὔσπλαγχνος ποὺ σὲ ἀφήνει νὰ τὸν ἀρνηθῆς ἂν πέσης στὸν πειρασμὸ τῆς ἀφροσύνης, ὅπως ἔγινε μὲ τὸν ἄσωτο υἱό. Ὁ πατέρας δὲν τὸν τιμωρεῖ (οὔτε περισσότερ τὸν θανατώνει) ἐπειδὴ τὸν ἀρνεῖται. Ἀλλὰ τὸν ἀφήνει νὰ πάη ὅπου θέλει. Καὶ ἡ πατρική του ἀγάπη πηγαίνει πρὶν ἀπ' αὐτόν. Τὸν συνοδεύει διακριτικά, χωρὶς νὰ τὸν βλέπη ὁ ἄσωτος. Καὶ ἀρνούμενος τὸν πατέρα ἀντιλαμβάνεται τὴν χάρι Του. Θυμᾶται τὸ σπίτι Του. Καὶ μόνος του γυρίζει στὴν ἐλευθερία τῆς ἀγάπης ποὺ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ὑπακοὴ στὴν ἀλήθεια ποὺ εἶναι ὁ Θεὸς πατέρας.
Ὅ,τι ἐπιτρέπει τὸ ἐπιτρέπει ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸ καλό μας. Πρέπει νὰ καλλιεργηθῆ τὸ χωράφι γιὰ νὰ δώση καρπό. Πρέπει νὰ περάση δοκιμασίες σταυρῶν καὶ πειρασμῶν ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ φτάση στὴν εὐαισθησία νὰ παίρνη δι' ὀλίγων τὰ πολλὰ καὶ ἀπὸ τὸν πόνο τὴν παρηγοριά.
Κάνοντας ὑπομονὴ στὸν ἀγῶνα σου, κατὰ τὴν πιὸ δύσκολη στιγμὴ ποὺ φτάνεις νὰ λυγίσης· ἔρχεται καὶ σὲ βρίσκει. Μένει μαζί σου καὶ σὲ παρηγορεῖ.
Παραξενεύεσαι τότε καὶ λές: "Πόθεν μοι τοῦτο"; Πῶς ἔγινε αὐτὸ σὲ μένα ποὺ ὅλοι μὲ περιφρόνησαν μὲ τὶς θεωρίες τους. Σὲ μένα ποὺ εἶμαι ἄξιος κάθε καταδίκης μὲ τὶς ἁμαρτίες μου. Καὶ ζῆς τὸ γεγονὸς τῆς θείας ἐπισκέψεως καὶ παρακλήσεως. Ζῆς τὸ θαῦμα τῆς θείας παρουσίας. Νοιώθεις τὸ θαῦμα πῶς δημιουργεῖται ὁ κόσμος ἐκ τοῦ μὴ ὄντος ἀπὸ περίσσευμα ἀγάπης. Πῶς σαρκοῦται ὁ Λόγος καὶ Θεός. Πῶς ἡ ἀνθρώπινη φύσι, ὁ ἄνθρωπος, ἡ Παρθένος Μαρία γεννᾶ τὸν Θεὸ καὶ ἀναδεικνύεται Θεοτόκος.
Αὐτὰ εἶναι ὑπὲρ φύσιν καὶ αἴσθησιν, ἀλλὰ ἔτσι ἐνεργεῖ ὁ Θεός. Καὶ γι' αὐτὰ τὰ θαυμάσια ἔχει πλάσει τὸν ἄνθρωπο.
Ὅλα τὰ μεγάλα γίνονται ἀκόπως, εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ· δίδονται ἐξαίφνης, χωρὶς νὰ τὸ περιμένης, στοὺς ἥρωες τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ὑπομονῆς.
Ζῆς μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ πόνων, γιὰ νὰ φτάσης σὲ μιὰ στιγμὴ ποὺ ταυτίζεται μὲ τὴν αἰωνιότητα· μὲ τὴν ἐλευθερία τῆς σωτηρίας.
Σὰν τὸν ληστὴ ποὺ καταλήγει κρεμασμένος πάνω στὸν σταυρὸ νὰ πῆ μιὰ φράσι: "Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθης ἐν τῇ βασιλείᾳ σου". Καὶ μπαίνει αὐθημερὸν στὸν παράδεισο.
Σὰν τὴν αἱμορροοῦσα τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ ὑποφέρει ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν. Δὲν βρίσκει καμμιὰ παρηγοριὰ καὶ θεραπεία μὲ τὶς ἀνθρώπινες ἐπεμβάσεις. Φτάνει στὸ ἀπροχώρητο. Καταφεύγει στὸν Χριστό. Ἀκουμπᾶ τὸ ἄκρο τοῦ ἱματίου Του. Ἀφήνει σ' Αὐτὸν τὴν ἀπόγνωσι τοῦ πόνου. Καὶ δέχεται τὴν ἴασι τοῦ πάθους. "Παραχρῆμα ἔστη ἡ ρῦσις τοῦ αἵματος" (Λουκ. 8, 44).
Τότε λές: ἄξιζε ὅλος ὁ κόπος, τὰ βάσανα καὶ ἡ ὑπομονὴ μιᾶς ζωῆς γιὰ νὰ ζήσω αὐτὸ τὸ ἄρρητο θαῦμα.
Ὅλη ἡ ἀνθρωπότης εἶναι ἕνας ἄνθρωπος. "Εἷς ἄνθρωπος κατωνομάσθη τὸ πᾶν" (Ἁγ. Γρηγόριος Νύσσης). Ὅλη ἡ ἱστορία μιὰ ζωή, μιὰ πορεία δοκιμασιῶν καὶ πόνου. Εἶναι καιρὸς νὰ δεχθῆ τὸ μήνυμα τῆς ζωῆς, τὸ ἕνα, τὴν ἀποκάλυψι τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι μιὰ τυφλὴ πορεία ποὺ καταλήγει στὸν θάνατο· ἀλλὰ εἶναι ἕνας δρόμος μὲ πολλοὺς σταυροὺς καὶ ἀπογνώσεις ποὺ καταλήγει στὴν Ἀνάστασι.
Εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ ἡ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος δημιουργία τοῦ κόσμου. Καὶ εἶναι μεγαλύτερο δῶρο τῆς ἴδιας ἀγάπης ἡ ἔκπληξι τῆς Ἀναστάσεως ποὺ καταργεῖ τὸν θάνατο καὶ ἐγκαινιάζει τὴν ἀτελεύτητη πορεία ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν.
* * *
Ἡ ζωὴ εἶναι ἐνδιαφέρουσα ἐπειδὴ εἶναι ἐπικίνδυνη καὶ ἀπρόβλεπτη. Συνέχεια ὅλα διακυβεύονται καὶ ὅλα εἶναι σίγουρα μὲ τὴν πίστι καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὴν ἀγάπη Του.
Συμβαίνουν ἀπρόσμενες ἐκπλήξεις: Οὔτε ὁ μακρυνὸς καὶ ξένος εἶναι ἀποκλεισμένος ἀπὸ τὴ σωτηρία, οὔτε ὁ κοντινὸς καὶ μαθητὴς εἶναι ἐξασφαλισμένος.
Ἕνας ληστὴς μπαίνει πρῶτος στὸν παράδεισο. Ἕνας μαθητὴς ἀρνεῖται τὸν Διδάσκαλο καὶ ἄλλος τὸν προδίδει. Ἕνας ἑκατόνταρχος πιστεύει. Καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζουν καὶ ζητοῦν τὴ σταύρωσι. Ὁ πιὸ σκληρὸς διώκτης γίνεται ὁ μεγαλύτερος Ἀπόστολος. Ὅλα εἶναι καλὰ καὶ ἐνδιαφέροντα γιατὶ ὅλα τὰ ρυθμίζει "ὁ ἐπὶ πάντων Θεός".
Συμπεριφέρεται μὲ στοργὴ στὸν παραστρατημένο καὶ ἐνοχλούμενο ἀπὸ ἀκάθαρτα πνεύματα. Κρίνει αὐστηρὰ τὸν ὑποκριτὴ ποὺ κάνει τὸν δάσκαλο τοῦ νόμου καὶ βασανίζει τὸν κόσμο. Θεραπεύει τοὺς ἀρρώστους. Καλεῖ κοντά του ὅλους τοὺς κουρασμένους καὶ ἀπεγνωσμένους. Πετᾶ ἔξω ἀπὸ τὸ ναὸ τοὺς κολλυβιστὲς καὶ ἀργυραμοιβοὺς ποὺ μεταβάλλουν τὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ σὲ οἶκο ἐμπορίου.
Συμβαίνουν παράξενα πράγματα. Συχνὰ αὐτοὶ ποὺ τὸν ἀντιπροσωπεύουν τὸν ἀγνοοῦν. Καὶ αὐτοὶ ποὺ τὸν ἀρνοῦνται τὸν ζητοῦν.
Ἔρχονται ἐξ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν καὶ ἀνακλίνονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ. Καὶ οἱ κατὰ φαντασία υἱοὶ τῆς Βασιλείας ἐκβάλλονται εἰς τὸ πῦρ τὸ ἐξώτερον.
Κάποιοι ποὺ λένε "Κύριε, Κύριε" καὶ παρουσιάζονται ὡς κήρυκες καὶ θαυματουργοὶ θὰ ἀκούσουν (δηλαδὴ ἀκοῦνε ἀλλὰ δὲν καταλαβαίνουν) "οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς".
Κάποιοι συντηρητικοὶ κηρύττουν ταγκιασμένη θεολογία· ἄλλοι προοδευτικοὶ νερουλιασμένη· καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνουν. Ἐνῶ τὴν ἴδια στιγμὴ ἀθορύβως προχέονται ποταμοὶ τῆς χάριτος ἀπὸ κάποιους πονεμένους, ταπεινοὺς καὶ ἄγνωστους.
Αὐτὸς εἶναι ἀγάπη ἀμετάπτωτη καὶ πάνσοφη. Ἐμεῖς ἐπιπολαιότης ἀδικαιολόγητη καὶ ἐπικίνδυνη. Ἀλλὰ μένει πάντα γιὰ ὅλους μας ἡ ὁδὸς τῆς μετανοίας.
* * *
"Δίδω ἀγωγὴ" σημαίνει ὅτι ξέρω τί εἶναι Θεός, κόσμος, ἄνθρωπος. Ξέρω τί εἶναι τὸ παιδί. Ἀπὸ ποὺ ξεκινᾶ. Ποιά εἶναι ἡ φιλοδοξία, ἡ προσδοκία καὶ οἱ δυνατότητές του. Ποιά ἐρωτήματα κυοφοροῦνται μέσα του καὶ ποιές ἀπαντήσεις δίδονται.
Ὅταν ἐγὼ ποὺ διδάσκω εἶμαι μισερὸς καὶ ἀνεπαρκὴς μὲ μειωμένα ἐνδιαφέροντα καὶ ἐλλιπῆ γνῶσι τοῦ μυστηρίου τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἀνθρώπου, εἶμαι ἀκατάλληλος γιὰ τὸ ἔργο τοῦ παιδαγωγοῦ.
Ὅταν τὸ παιδὶ εἶναι ἀετὸς τοῦ πνεύματος καὶ ἐγὼ τὸ βλέπω σὰν πουλερικό, γιὰ τὸ κοτέτσι τοῦ συστήματος, νὰ μοῦ δίδη αὐγὰ καὶ κρέας γιὰ πούλημα. Τότε ἀγνοῶ καὶ πνίγω τὰ αἰτήματα τοῦ ἀετοῦ ποὺ ἔχει ἄλλους ὁρίζοντες ζωῆς. Πετᾶ σὲ ἄλλα ὕψη. Καὶ φωλιάζει σὲ ἄλλες κορφές. Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει τί εἶναι ἄνθρωπος, ποιά ἡ φύσι καὶ ἡ ἀποστολή του.
Δὲν ἀσχολοῦμαι ἁπλῶς μὲ τὸ φαινόμενο θρησκεία. Δὲν ἔχω μπροστά μου σπουδαστὲς θρησκειολογικῶν ἀπασχολήσεων. Ἀλλὰ ἔχω εὐαίσθητα πλάσματα ποὺ θέλουν νὰ ζήσουν.
Ὀφείλω νὰ τοὺς προσφέρω τὴν κατάλληλη τροφὴ γιὰ νὰ ἀναπτυχθοῦν καὶ τὰ παιχνίδια γιὰ νὰ παίξουν. Δὲν τοὺς ἐκθέτω ὅ,τι κυκλοφορεῖ στὴ θρησκευτικὴ ἀγορὰ γιὰ νὰ διαλέξουν μόνα τους. Ἀπομακρύνω ὅλα τὰ αἰχμηρὰ ἀντικείμενα γιὰ νὰ μὴν κοποῦν παίζοντας καὶ ὅλα τὰ φάρμακα γιὰ νὰ μὴν δηλητηριαστοῦν δοκιμάζοντας.
Τὰ παιδιὰ τῆς ὁποιασδήποτε θρησκευτικῆς παραδόσεως, ὅταν δοῦν καὶ ἀκούσουν τὸν δάσκαλό τους εὔκολα καὶ ἀπροβλημάτιστα νὰ ἐκθέτη μπροστά τους ὅλες τὶς θρησκευτικὲς δοξασίες καὶ τὰ σύμβολα· αὐθόρμητα θὰ περιοριστοῦν στὸν ἑαυτόν τους, θὰ κλειστοῦν στὴν πίστι τους γιατὶ θὰ διακρίνουν τὸν κίνδυνο τῆς πνευματικῆς ἀδιαφορίας καὶ τοῦ θρησκευτικοῦ ἀμοραλισμοῦ. Ὁ δάσκαλός τους δὲν εἶναι παιδαγωγὸς ἀλλὰ μεταπράτης πληροφοριῶν.
Ὅταν παρουσιασθῆ ἡ ἀλήθεια τῆς Ἀγάπης ποὺ θυσιάζεται καὶ τοὺς ἐξασφαλίζει τὴ δυνατότητα τῆς προσωπικῆς ζωῆς καὶ ἐλευθερίας, τότε καθένα παιδὶ ἀνοίγει αὐθόρμητα τὴν καρδιά του ὅπως ἀνοίγει τὸ ἄνθος τὰ πέταλά του στὸ φῶς τοῦ ἥλιου. Καὶ ἀρχίζει ἡ ὀμορφιὰ τῆς ζωῆς καὶ τῆς εὐθύνης. Καθένας κρίνεται καὶ κρίνει αὐθόρμητα μέσα του.
Σέβομαι τὴν ἐλευθερία τοῦ ἄλλου σημαίνει ὅτι θυσιάζομαι γιὰ νὰ τὴν ἐξασφαλίσω. Καὶ ὁ ἐλεύθερος ἐν Πνεύματι ἄνθρωπος, ὅπου καὶ ἂν βρίσκεται εἶναι ἕνα μέρος τοῦ ἀληθινοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἓν σῶμα καὶ ἓν πνεῦμα ἐσμὲν οἱ πολλοί.
Οὔτε κατεβάζω τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς στὴν ἄψυχη πεζότητα τῆς ἀδιαφορίας. Οὔτε ἀγνοῶ τὴ δίψα καὶ τὴν προσδοκία τοῦ νέου ἀνθρώπου γιὰ τὰ θαυμαστὰ καὶ ἀνέφικτα. Ἡ Ἐκκλησία ἀνοίγει τὸ μυστήριο τοῦ κόσμου στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ. Γιὰ νὰ χαρῆ τὴν ὀμορφιὰ τῆς ζωῆς καὶ τὴν κατάργησι τοῦ θανάτου.
Εἶναι μεγάλη εὐλογία γιὰ ὅλο τὸν κόσμο ὅταν οἱ ὀρθόδοξοι εἴμαστε ἀληθινὰ ὀρθόδοξοι.
* * *
Συμπερασματικά: μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἐμπειρία καὶ ζωή, τὸ ὁμολογιακὸ μάθημα εἶναι ἀνοικτὸ καὶ ἀπεριόριστο. Τὸ ἀνοικτὸ ἀνθρωπίνως εἶναι τὸ κλειστὸ καὶ ἀνυπόφορο. Ἡ ὁποιαδήποτε ἐλευθερία του δὲν μπορεῖ νὰ βγῆ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς φθορᾶς τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου ποὺ δὲν χωροῦν τὸν ἄνθρωπο.
Θρησκευτικὰ γιὰ ὅλους εἶναι ἡ ἔκπληξι τῆς ἀγάπης, τῆς ταπεινώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, ποὺ θεώνει τὸν ἄνθρωπο. Θρησκευτικὰ γιὰ κανένα ἡ βάναυση ἐπέμβασι τοῦ ἀνθρώπου πάνω στὸν ἄνθρωπο.
Δὲν θὰ τὸ κάνω πιὸ ἀνθρώπινο, κατὰ τὸ λογισμό μου, τὸ μήνυμα τῆς ζωῆς ὅταν παρουσιάζω τὸν Χριστὸ ὄχι ὡς Θεάνθρωπο, ὅπως τὸν πιστεύει ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ ὡς ἕνα ἀρχηγὸ θρησκείας ἀπὸ τὶς πολλὲς ποὺ ὑπάρχουν.
Καὶ δὲν βοηθῶ κανένα ὅταν λέω ὅτι ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Θεανθρώπου δὲν εἶναι Θεοτόκος ἀλλὰ μιὰ καλὴ γυναῖκα.
Μὲ ἁπλότητα καὶ βεβαιότητα λέγονται τὰ ἄρρητα καὶ βιοῦνται τὰ ἀνέλπιστα: ὁ Θεὸς ἔχει τόση ἀγάπη ποὺ γίνεται ἄνθρωπος. Καὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει τέτοιες δυνατότητες, ποὺ μπορεῖ νὰ γίνη θεὸς κατὰ χάριν. Καὶ ἡ Παναγία Μητέρα Του δὲν εἶναι Χριστοτόκος ἀλλὰ Θεοτόκος, "ἐν ᾗ θεωροῦσα ἡ κτίσις ἀγάλλεται".
Αὐτὰ λέγονται καὶ βιοῦνται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καὶ οὔτε ἐπιβάλλεται διὰ τῆς βίας σὲ κανένα ἡ ἀλήθεια. Οὔτε ἀποκρύπτεται ἀπὸ δειλία τὸ θαῦμα.
Ἡ ἀλήθεια τῆς σεσαρκωμένης Ἀγάπης δὲν σκοτώνει οὔτε σταυρώνει κανένα. Ἀλλὰ δέχεται νὰ σταυρωθῆ γιὰ νὰ σώση τοὺς σταυρωτές της.
* * *
Στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχουν δυσκολίες καὶ πειρασμοί. Ὑπάρχει ὁ διάβολος ποὺ σπέρνει ζιζάνια μέσα στὸ καλὸ σπέρμα. Πολλοὶ θέλουν νὰ ἀφαιρέσουν τὰ ζιζάνια. Ὁ Κύριος τοῦ ἀγροῦ συμβουλεύει: Καλύτερα μὴν τὰ πειράζετε. Ἀφῆστέ τα νὰ συναυξάνωνται μέχρι τὴν ὥρα τοῦ θερισμοῦ. Τότε θὰ πῶ στοὺς ἀγγέλους νὰ βγάλουν τὰ ζιζάνια καὶ νὰ τὰ κάψουν.
Ἐμεῖς θέλομε νὰ ξεκαθαρίσωμε τὰ πράγματα ἀμέσως. Ἐκεῖνος πάλι συμβουλεύει: περιμένετε. Μήπως δὲν διακρίνετε ἀκριβῶς ποὺ βρίσκεται τὸ κακό. Δὲν διακρίνετε σωστὰ τὴν ἀρρώστια καὶ μαζὶ μὲ τὰ ζιζάνια κάψετε καὶ τὸν ἑαυτόν σας.
Ἐμεῖς ὅμως εἴμαστε σίγουροι γιὰ τὸ ἀλάθητο τῆς διαγνώσεώς μας. Καὶ ἐπεμβαίνομε δυναμικὰ γιὰ νὰ καθαρισθῆ ὁ ἀγρὸς τῆς ἱστορίας.
Καῖμε τὰ ζιζάνια τῶν αἱρετικῶν καὶ ἀπίστων γιὰ νὰ κρατήσωμε καθαρὴ τὴν πίστι.
Καῖμε τὰ μιάσματα τῆς κατώτερης ράτσας γιὰ νὰ διατηρήσωμε καθαρὴ τὴ λευκὴ φυλή μας.
Σκοτώνομε τοὺς ἐκμεταλλευτὲς τοῦ λαοῦ γιὰ νὰ ἐπιβάλωμε τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴν ἰσότητα μὲ τὴ βία τῆς ἀποφάσεως καὶ τὴν ἰσχὺ τῆς γροθιᾶς μας.
Ἀλλὰ δὲν βρίσκεται ἔτσι ἡ λύσις. Ὅλοι εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὅλοι περιμένουν τὴ σωτηρία. Ὅλοι εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ ὅλα.
Ἐνῶ τὸ ψέμα σκοτώνει τὸν ἄλλον γιὰ νὰ ἐπιβληθῆ· ἡ Ἀλήθεια σταυρώνεται γιὰ νὰ σώση τοὺς σταυρωτές της. Ἡ προτροπὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι: "Σταυρώθητι καὶ μὴ σταυρώσης. Ἀδικήθητι καὶ μὴ ἀδικήσης". Ὁ τελικὸς σκοπὸς τοῦ θείου θελήματος εἶναι: "πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν".
* * *
Ὅταν ἀνεξάρτητα τῆς δημιουργικῆς τῶν πάντων Ἀλήθειας θέλω νὰ ἐπιβάλλω τὴν ἄποψί μου: ἢ σκοτώνω τὸν ἄλλον γιὰ νὰ σώσω τὴ θεωρία μου, ἢ σκοτώνω τὴν ἀλήθεια (ἐξισώνω τὰ ὑγιῆ μὲ τὰ νοσηρὰ) γιὰ νὰ ζαλίσω τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ πετύχω τὰ σχέδιά μου.
Εἶναι ἀδιάσπαστη ἡ σχέσι ἀλήθειας καὶ ἀγάπης. Δὲν ὑπάρχει ἡ μία χωρὶς τὴν ἄλλη.
Ἡ ἀλήθεια τῆς ἀγάπης δημιουργεῖ τὸν κόσμο. Καὶ ἡ ἀγάπη τῆς ἀλήθειας ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο. "Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Ἰω. 8, 32).
Τὸ ψέμα: εἴτε σκοτώνει τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ σώση τὴ θεωρία του· εἴτε σκοτώνει τὴν ἀλήθεια -- ἐξισώνει τὴ φενάκη μὲ τὴν πραγματικότητα -- γιὰ νὰ ἀκυρώση τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀλήθεια εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ θυσιάζεται γιὰ νὰ σώση τὸν ἄνθρωπο, τὸν ἀδύνατο καὶ ἀδικαιολόγητο.
Ψέμα εἶναι ἡ βάναυση ἐπέμβασι ποὺ ἐπιβάλλεται διὰ τῆς βίας. Κλείνει τὸν ἄνθρωπο στὴν καταδίκη τῆς συμφορᾶς. Καὶ τὴν ὀνομάζει θρησκεία, ἐὰν ὁ αὐτουργός της παριστάνη τὸν προφήτη ἢ δημοκρατία ἐὰν παίζη τὸ ρόλο τοῦ πολιτικοῦ ἡγέτη.
Ἀλλὰ ἡ βαναυσότητα τοῦ πείσματος βασιλεύει ἀλλ' οὐκ αἰωνίζει. Βασανίζει μόνο μέσα στὴν ἱστορία τὸν ἄνθρωπο.
Ὁ χρόνος περνᾶ. Ἡ μανία σβήνει. Ἡ γροθιὰ λειώνει. Τὰ θύματα μένουν. Καὶ μέσα στὶς οἰμωγὲς τοῦ πόνου καὶ τοὺς ποταμοὺς τῶν αἱμάτων ποὺ χύνομε, βλέπομε ἤρεμα ἡ ἴδια ἀλήθεια τῆς Ἀγάπης νὰ παρουσιάζεται ἀλώβητη καὶ νὰ μᾶς περιμένη. . .
* * *
Καὶ ὅλοι ἐὰν ἐπαναστατήσωμε γιὰ νὰ ἀντικαταστήσωμε τὸν Ἕνα δημιουργὸ τοῦ παντὸς καὶ νὰ διορθώσωμε τὸ ἔργο Του, δὲν πετυχαίνομε τίποτε πέρα ἀπὸ συμφορὲς γιὰ τὸν κόσμο.
Καὶ ὅλοι μόνοι μας ἐὰν ἀποφασίσωμε νὰ Τὸν βοηθήσωμε μὲ τὸ λογισμό μας, πάλι στὸ κενὸ δουλεύομε.
Ὅταν μὲ δέος συνειδητοποιήσωμε τὴν ἱερότητα τῆς ζωῆς καὶ τὴν παντοκρατορία τῆς Ἀγάπης, συνερχόμεθα ἐν μετανοίᾳ. Ταπεινούμεθα εὐγνώμονα καὶ εὐχαριστοῦμε συνεσταλμένοι.
Ζητοῦμε νὰ γίνεται τὸ θέλημά Του καὶ ἐγκεντριζόμαστε στὴν καλλιέλαιο τῆς ζωῆς. Γίνονται παντοδύναμοι οἱ ἀδύνατοι. Αὐτοὶ εἶναι εὐλογία γιὰ ὅλους, γιατὶ ὅλοι εἴμαστε ἕνα.
Ἡ ἀποκαραδοκία τῶν ἐθνῶν καὶ ὁ τελικὸς σκοπὸς τῆς θείας βουλήσεως εἶναι: ἵνα πάντες ἓν ὦσι.
Ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὶς εὐαίσθητες ψυχές, ὅπου γῆς, ποὺ πονοῦν καὶ διψοῦν τὴν ἀλήθεια τῆς ἐλευθερίας· καὶ ἀπὸ σεβασμὸ πρὸς αὐτοὺς ποὺ πολτοποιήθηκαν - καὶ πολτοποιοῦνται - ἀπὸ τοὺς ὁλοκληρωτισμοὺς τοῦ ψεύδους, εἶναι καλὸ νὰ σεβαστοῦμε τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου ὅπως τὴν ἔπλασε ὁ Θεός.
Πρόσεξε δέ ὅτι παντοῦ δέν ἀπαιτεῖ ἀμέσως αὐτά πού ἐνεπιστεύθη. Διότι εἰς τήν παραβολήν τοῦ ἀμπελῶνος (Ματθ. 21, 33), ἀφοῦτόν παρέδωκεν εἰς τούς γεωργούς, ἀπεδήμησε. Καί ἐδῶ ἐνεπιστεύθη τά τάλαντα καί ἀπεδήμησε. Διά νά μάθῃς μ᾽ αὐτό τήν μακροθυμίαν Του. Ἐγώ δέ νομίζω ὅτι λέγοντας αὐτά ὑπαινίσσεται καί τήν Ἀνάστασιν. Μόνον πού ἐδῶ δέν ἀναφέρονται πλέον γεωργοί καί ἀμπελών,ἀλλά ὅλοι εἶναι ἐργάται. Διότι δέν ἀναφέρεται μόνον στούς ἄρχοντας, οὔτε στούς Ἰουδαίους, ἀλλά σέ ὅλους. Καί ἐκεῖνοι μέν πούπροσφέρουν ὁμολογοῦν μέ εὐγνωμοσύνη καί τά ἰδικά τους, ἀλλά καί ὅσα τούς ἔδωκεν ὁ δεσπότης. Ἔτσι ὁ μέν ἕνας λέγει: «Κύριε, πέντε τάλαντα μοῦ ἔδωσες», ὁ δέ ἄλλος λέγει «δύο», δεικνύοντες ὅτι ἀπό Ἐκεῖνον ἔλαβαν τό κεφάλαιον τῆς ἐργασίας των, καί Τοῦἀναγνωρίζουν μεγάλην χάριν, καί ἀποδίδουν τό πᾶν εἰς Αὐτόν.
Τί λέγει λοιπόν ὁ δεσπότης; «Εὖγε, δοῦλε καλέ» (διότι αὐτό εἶναι ἴδιον τοῦ ἀγαθοῦ, τό νά βλέπῃ εἰς τόν πλησίον) «καί πιστέ• εἰςὀλίγα ἐφάνηκες πιστός, εἰς πολλά θά σέ ἐγκαταστήσω. Εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου», δηλώνων μέ τήν ἀπάντησιν αὐτήν ὅλην τήν μακαριότητα. Δέν μιλάει ὅμως καί ὁ ἄλλος ἔτσι, ἀλλά πῶς; «Ἐγνώριζα ὅτι εἶσαι σκληρός ἄνθρωπος καί ὅτι θερίζεις ἐκεῖ ὅπου δένἔσπειρες καί μαζεύεις ἐκεῖ ὅπου δέν ἐσκόρπισες. Καί ἐπειδή ἐφοβήθηκα, ἔκρυψα τό τάλάντόν σου. Ὁρίστε, πάρε πίσω αὐτό πού εἶναιἰδικόν σου». Τί τοῦ ἀπαντᾶ λοιπόν ὁ Δεσπότης; «Ἔπρεπε νά βάλῃς τά χρήματά σου στούς τραπεζίτας», δηλαδή, ἔπρεπε νά ὁμιλήσῃ, νάπαραινέσῃ, νά συμβουλεύσῃ. Ἀλλά δέν πείθονται; Αὐτό δέν ἀφορᾷ ἐσένα. Τί θά μποροῦσε νά γίνῃ περισσότερο λογικό ἀπό αὐτό;
Οἱ ἄνθρωποι ὅμως δέν κάνουν ἔτσι, ἀλλά καθιστοῦν ὑπεύθυνον τοῦ ἀπαιτουμένου εἰσοδήματος τόν ἴδιον τόν δανειστήν των. Αὐτός ὅμως δέν ἐνεργεῖ ἔτσι, ἀλλά λέγει ὅτι σύ ἔπρεπε νά πληρώσῃς καί νά μοῦ ἐπιστρέψῃς τό ἀπαιτούμενον κέρδος. «Καί ἐγώ θά τάἔπαιρνα πίσω μέ τόκον»• τόκον ἐννοώντας τήν ἐπίδειξιν τῶν ἔργων. Σύ ἔπρεπε νά κάμῃς τό εὐκολώτερον καί νά ἀφήσῃς τόδυσκολώτερον εἰς ἐμέ. Ἐπειδή λοιπόν δέν ἔκαμεν αὐτό, λέγει: «Πάρετε τό τάλαντον ἀπό αὐτόν καί δῶστέ το εἰς ἐκεῖνον πού ἔχει τά δέκα τάλαντα, διότι εἰς ἐκεῖνον πού ἔχει θά δοθοῦν καί ἄλλα καί θά περισσεύσουν. Ὅμως ἀπό ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος δέν ἔχει, θά τοῦ ἀφαιρεθῇ καίαὐτό πού ἔχει».
Τί σημαίνει λοιπόν αὐτό; Ἐκεῖνος πού ἔχει τό χάρισμα τοῦ λόγου καί τῆς διδασκαλίας διά νά ὠφελῇ καί δέν χρησιμοποιεῖ τόχάρισμά του, θά χάσῃ καί τό χάρισμα. Ἐνῶ ἐκεῖνος πού καταβάλλει προσπάθειαν, θά δεχθῇ περισσοτέραν δωρεάν, ὅπως ἐκεῖνος χάνει καί αὐτό πού εἶχε λάβει. Δέν περιορίζεται ὅμως μόνο μέχρις ἐδῶ ἡ ζημιά γιά ὅποιον δέν ἐργάζεται, ἀλλά τόν ἀναμένει καί βαριά τιμωρία καί μαζί μέ τήν τιμωρία καί ἡ ἀπόφασις ἡ ὁποία εἶναι γεμάτη μέ βαριά κατηγορία. Διότι λέγει: «Τόν ἄχρηστον δοῦλον ρίξτε τον ἔξω στόσκοτάδι, ὅπου θά ὑπάρχῃ τό κλάμα καί τό τρίξιμο τῶν ὀδόντων».
Εἶδες ὅτι ὄχι μόνο ἐκεῖνος πού ἁρπάζει καί εἶναι πλεονέκτης, οὔτε ἐκεῖνος πού κάμνει κακά, ἀλλά τιμωρεῖται μέ τήν ἐσχάτη τιμωρίαν καί ἐκεῖνος πού δέν κάμνει ἀγαθές πράξεις. Ἄς ἀκούσωμεν λοιπόν τά λόγια αὐτά. Ὅσο εἶναι καιρός ἄς φροντίσουμε γιά τήσωτηρία μας. Ἄς πάρουμε λάδι στίς λαμπάδες.
Ἄς καλλιεργήσουμε τό τάλαντο. Διότι ἐάν ἀμελήσουμε καί ἐάν διερχώμεθα τό χρόνο μας ἐδῶ χωρίς νά ἐργαζώμεθα, δέν θά μᾶςἐλεήσῃ κανείς ἐκεῖ, ἔστω καί ἄν χύσουμε μύρια δάκρυα. Ἐκατηγόρησε τόν ἑαυτόν του καί ἐκεῖνος πού εἶχε βρωμερά ἐνδύματα, ἀλλά δένὠφέλησε τίποτε. Ἐπέστρεψε καί ὅ,τι τοῦ ἐνεπιστεύθη καί ἐκεῖνος πού εἶχε λάβει τό ἕνα τάλαντο, καί ὅμως καταδικάστηκε. Παρεκάλεσαν καί οἱ παρθένοι καί ἦρθαν καί χτύπησαν τήν πόρτα, ἀλλά μάταια. Γνωρίζοντας λοιπόν αὐτά, ἄς καταθέσουμε καί χρήματα καίπροθυμία καί προστασία καί ὅλα διά τήν ὠφέλειαν τοῦ πλησίον. Διότι τάλαντα ἐδῶ εἶναι ἡ δυνατότητα πού διαθέτει καθένας, εἴτε γιάνά προστατεύσει, εἴτε σέ χρήματα, εἴτε δυνατότητα διδασκαλίας, εἴτε εἰς ὁποιοδήποτε παρόμοιο πρᾶγμα.
Ἄς μή προφασίζεται κανείς ὅτι ἕνα μόνο τάλαντο ἔχω καί δέν μπορῶ νά κάμω τίποτε. Διότι μπορεῖς καί μέ ἕνα νά προκόψῃς. Δέν εἶσαι πτωχότερος ἀπό ἐκείνη τήν χήρα (Μάρκ. 12, 42). Δέν εἶσαι περισσότερον ἀκαλλιέργητος ἀπό τόν Πέτρον καί τόν Ἰωάννην (Πράξ. 3, 6), οἱ ὁποῖοι καί ἄπειροι ἦσαν καί ἀγράμματοι, ἀλλ᾽ ὅμως ἐπειδή ἔδειξαν προθυμία καί ἔκαναν τά πάντα διά τό κοινόν συμφέρον, κέρδησαν τούς οὐρανούς. Διότι τίποτε δέν ἀγαπᾶ ὁ Θεός τόσο, ὅσο τό νά ζοῦμε καί νά κάνουμε ὅτι καλό μποροῦμε γιά τούς ἄλλους.
Γι᾽ αὐτό μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός τή δυνατότητα τοῦ λόγου, καί τά χέρια καί τά πόδια καί τή σωματική δύναμι καί τόν νοῦν καί τήν φρόνησιν, διά νά τά χρησιμοποιήσουμε ὅλα αὐτά καί διά τήν ἰδικήν μας σωτηρίαν, ἀλλά καί γιά τήν ὠφέλεια τοῦ πλησίον. Διότι ὁ λόγος δέν εἶναι χρήσιμος μόνον διά νά ὑμνοῦμε καί εὐχαριστοῦμε, ἀλλ᾽ εἶναι χρήσιμος καί γιά νά διδάσκουμε καί νά συμβουλεύουμε.
Καί ἐάν μέν τόν χρησιμοποιήσουμε γιά αὐτό τό σκοπό, μιμούμεθα τόν Δεσπότη. Ἐάν ὅμως ὄχι, τότε μιμούμεθα τόν διάβολον. Διότι καί ὁ Πέτρος, ὅταν μέν ὡμολόγησε τόν Χριστό, ἐμακαρίσθη ἐπειδή ὡμολόγησε τά λόγια τοῦ Πατρός (Ματθ. 16, 16-18), ἐνῷ ὅταν παρεκάλεσε τόν Κύριον νά ἀποφύγῃ τήν σταύρωσιν, ἐπετιμήθη πολύ, διότι ἐφρόνει ἐκεῖνα πού ἀρέσουν στό διάβολο (Ματθ. 16, 22-23). Καί ἄν γι᾽ αὐτό πού εἶπε τότε ἀπό ἄγνοια ὁ Πέτρος τόση ἦταν ἡ κατηγορία, ποία συγγνώμη θά ἔχουμε ἐμεῖς, ὅταν ἁμαρτάνωμε πολύ καίἑκούσια;
Ἄς ὁμιλήσουμε λοιπόν ἔτσι, ὥστε ἀπό τήν ὁμιλία μας νά γίνωνται φανερά τά λόγια τοῦ Χριστοῦ. Διότι δέν λέγω τά λόγια τοῦΧριστοῦ, ἐάν πῶ μόνο «σήκω καί περπάτησε» (Πράξ. 3, 6), οὔτε ἄν εἴπω «Ταβιθά σήκω» (Πράξ. 9, 40). Ἀλλά πολύ περισσότερο, ὅταν ἐνῷμέ βρίζουν εὐλογῶ. Ἐνῷ μέ ἀπειλοῦν προσεύχομαι ὑπέρ ἐκείνου πού μέ ἀπειλεῖ (Ματθ. 5, 44).
Ἄλλοτε μέν λοιπόν ἔλεγα ὅτι ἡ γλῶσσα μας εἶναι χέρι τό ὁποῖο ψαύει τά πόδια τοῦ Θεοῦ. Τώρα ὅμως μέ πολλήν ἐπίτασιν λέγω, ὅτιἡ γλῶσσα μας εἶναι γλῶσσα, πού μιμεῖται τήν γλῶσσα τοῦ Χριστοῦ, ὅταν βέβαια ἐπιδεικνύῃ τήν πρέπουσα προσοχή, ὅταν λέμε ὅσαἘκεῖνος θέλει. Ποία δέ εἶναι αὐτά πού Ἐκεῖνος θέλει νά λέμε; Εἶναι τά γεμᾶτα ἐπιείκεια καί πραότητα λόγια. Ὅπως λοιπόν μιλοῦσε καίἘκεῖνος, λέγοντας σ᾽ αὐτούς πού Τόν ὕβριζαν: «Ἐγώ δέν ἔχω δαιμόνιον» (Ματθ. 11, 18), καί ἀλλοῦ: «Ἐάν μίλησα κακῶς ὁμολόγησε τόκακό πού εἶπα» (Ἰω. 18, 23). Ἐάν ἔτσι μιλᾶς καί σύ, ἄν μιλᾶς ἀποβλέποντας στήν διόρθωσι τοῦ πλησίον, ἔχεις γλῶσσα πού μοιάζει μέ τήγλῶσσα τοῦ Χριστοῦ. Καί αὐτά τά λέγει ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, μέ τό νά λέει: «αὐτός πού βγάζει ἔντιμο ἀπό ἀνάξιο, εἶναι σάν στόμα μου» (Ἰερ. 15, 19).
Ὅταν λοιπόν ἡ γλῶσσα σου εἶναι ὅπως ἡ γλῶσσα τοῦ Χριστοῦ, καί τό στόμα σου γίνῃ στόμα τοῦ Πατρός, καί εἶσαι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τότε μέ ποιά τιμή θά μποροῦσε νά συγκριθῇ αὐτή; Διότι οὔτε ἐάν τό στόμα σου ἦταν φτιαγμένο ἀπό χρυσάφι, οὔτε ἄν ἦτανἀπό πολυτίμους λίθους, θά ἔλαμπε τόσο, ὅπως λάμπει τώρα, πού φωτίζεται ἀπό τόν κόσμο τῆς ἐπιεικείας. Διότι τί εἶναι πιό ποθητό ἀπόἕνα στόμα πού δέν ξέρει νά βρίζει, ἀλλά ἔχει μάθει νά εὐλογῇ καί νά καλομιλάει; Ἐάν δέ δέν ἀνέχεσαι νά εὐλογῇς ἐκεῖνον πού σέκαταρᾶται, τότε σιώπα, καί αὐτό κάμε το στήν ἀρχή.
Ἔπειτα βαδίζοντας στήν ὁδό καί προσέχοντας, θά φτάσῃς καί σ᾽ ἐκεῖνο καί θά ἀποκτήσῃς στόμα τέτοιο σάν αὐτό πού ἀναφέραμε προηγουμένως. Καί μή νομίσῃς πώς εἶναι τολμηρό αὐτό πού εἶπα. Διότι ὁ Δεσπότης εἶναι φιλάνθρωπος καί αὐτό θά σοῦ δοθῇ σάν δῶρο τῆς ἀγαθότητάς Του. Τολμηρό εἶναι νά ἔχῃ στόμα πού νά μοιάζει στό διάβολο, νά ἔχῃ γλῶσσα ὅμοια μέ τοῦ πονηροῦ δαίμονα, ἰδιαίτερα μάλιστα ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συμμετέχει σέ τόσο μεγάλα μυστήρια καί κοινωνεῖ τήν Ἴδια τήν Σάρκα τοῦ Δεσπότου.
Ἔχοντας λοιπόν στό νοῦ σου αὐτά, γίνε ὅπως ταιριάζει σέ Ἐκεῖνον ὅσο μπορεῖς. Ὅταν λοιπόν γίνῃς ὅμοιος μέ Αὐτόν, δέν θάμπορέσῃ ὁ διάβολος πλέον νά σέ ἰδῇ κατά πρόσωπον. Διότι διακρίνει στή μορφή σου τόν χαρακτήρα τόν βασιλικόν. Γνωρίζει τά ὅπλα τοῦΧριστοῦ, μέ τά ὁποῖα ἡττήθηκε. Καί ποία εἶναι αὐτά; Ἡ ἐπιείκεια καί ἡ πραότης. Διότι, ὅταν κατά τούς πειρασμούς τόν ἐξέσχισεν στό ὄρος καί τόν ἐξέπληξε (Ματθ. 4, 1-11), δέν ἦταν γνωστό, ὅτι ἦταν ὁ Χριστός, ἀλλά τόν ἔδιωξε μέ τά λόγια μόνον. Τόν νίκησε μέ τήν ἐπιείκεια, τόν κατετρόπωσε μέ τήν πραότητα. Αὐτό κάνε καί σύ. Ὅταν δῇς ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἔγινε διάβολος καί σέ πλησιάζει, ἔτσι νίκησέ τον καίσύ. Σοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός τήν δύναμη νά Τοῦ μοιάσῃς ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό σένα. Μή φοβηθῇς ἀκούοντας τοῦτο. Φόβος εἶναι νά μή γίνῃςὅπως ἐκεῖνος.
Μίλησε λοιπόν ὅπως Ἐκεῖνος καί Τοῦ ἔμοιασες σ᾽ αὐτό, στά ἀνθρώπινα βέβαια μέτρα. Γι᾽ αὐτό εἶναι ἀνώτερος ἐκεῖνος πού μιλάειἔτσι, παρά ἐκεῖνος πού προφητεύει. Διότι ἡ μέν προφητεία ὁλόκληρος εἶναι χάρισμα. Ἐνῷ ἐδῶ, τό νά μιλᾶς δηλαδή ὅπως ὁ Χριστός, χρειάζεται καί κόπος δικός σου καί ἱδρώτας. Δίδαξε τήν ψυχήν σου νά σοῦ διαπλάσσῃ τό στόμα ἔτσι, πού νά μοιάζῃ μέ τό στόμα τοῦΧριστοῦ. Γιατί μπορεῖ ἐάν θέλη καί αὐτό νά κατορθώσῃ. Γνωρίζει τόν τρόπο, ἄν δέν εἶναι ράθυμη. Καί πῶς διαπλάσσεται τέτοιο στόμα; Μέ ποιά χρώματα; Μέ ποιό ὑλικό; Μέ κανένα ὑλικό βέβαια καί χρῶμα, παρά μόνο μέ ἀρετή καί ἐπιείκεια καί ταπεινοφροσύνη.
Ἄς δοῦμε πῶς διαπλάσσεται καί τό στόμα τοῦ διαβόλου, γιά νά μή φτιάξουμε ποτέ κάτι τέτοιο. Πῶς πλάσσεται λοιπόν; Μέκατάρες, μέ ὕβρεις, μέ βασκανίες, μέ ἐπιορκίες. Διότι ὅταν κάποιος χρησιμοποιῇ τά λόγια τοῦ διαβόλου παίρνει καί τήν γλῶσσαν του. Ποίαν λοιπόν συγχώρηση θά ἔχουμε, ἤ μᾶλλον ποία τιμωρία δέν θά ὑποστοῦμε, ὅταν ἐπιτρέπουμε στή γλῶσσα, μέ τήν ὁποία ἀξιωθήκαμε νά γευθοῦμε τῆς Σαρκός τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, νά χρησιμοποιῇ λόγια τοῦ διαβόλου;
Ἄς μή τῆς ἐπιτρέψουμε λοιπόν, ἀλλά ἄς καταβάλουμε κάθε προσπάθεια νά τήν ἐκπαιδεύσουμε νά μιμῆται τόν Δεσπότην της. Διότιἄν τήν διδάξωμε αὐτό, μέ πολλή παρρησία θά μᾶς τοποθετήσῃ στό Βῆμα τοῦ Χριστοῦ. Ἐάν κανείς δέν γνωρίζῃ νά μιλάῃ ἔτσι, οὔτε ὁΚριτής θά τόν ἀκούσῃ. Γιατί ὅπως, ὅταν συμβῇ νά εἶναι Ρωμαῖος ὁ δικαστής, δέν θά καταλάβῃ τί λέει ἐκεῖνος πού ἀπολογεῖται καί δέν γνωρίζει νά μιλάει Ρωμαϊκά, ἔτσι καί ὁ Χριστός. Ἄν δέν μιλᾶς μέ τό δικό Του τρόπο, δέν θά σέ ἀκούσῃ, οὔτε θά σέ προσέξῃ. Ἄς μάθουμε λοιπόν νά μιλᾶμε ἔτσι, ὅπως συνήθισε νά ἀκούῃ ὁ Βασιλιάς ὁ δικός μας. Ἄς προσπαθήσουμε νά μιμούμεθα τήν γλῶσσαν Ἐκείνη.
Καί ἄν βρεθῇς σέ πένθος, πρόσεχε νά μή σοῦ διαστρεβλώσῃ τό στόμα ἡ μεγάλη λύπη, ἀλλά νά μιλήσῃς ὅπως ὁ Χριστός. Διότιἐπένθησε καί Αὐτός τόν Λάζαρον (Ἰω. 11, 33-35) καί τόν Ἰούδα. Ἄν βρεθῇς σέ φόβο, φρόντισε πάλιν νά μιλήσῃς ὅπως Ἐκεῖνος. Διότι βρέθηκε καί Αὐτός σέ φόβο γιά σένα «κατ᾽ οἰκονομίαν». Εἰπέ καί σύ: «Ἄς μή γίνῃ ὅμως τό θέλημά μου ἀλλά τό δικό σου» (Λουκᾶ 22, 42). Καί ὅταν κλαῖς, δάκρυσε ἤρεμα ὅπως Ἐκεῖνος. Καί ὅταν βρεθῇς σέ σκευωρίες καί λύπη, καί αὐτά ἀντιμετώπισέ τα ὅπως ὁ Χριστός. Διότι καί μηχανορραφίες ἀντιμετώπισε καί λυπήθηκε, ἀλλά εἶπε: «Ἡ ψυχή μου εἶναι λυπημένη μέχρι θανάτου» (Ματθ. 26, 38). Καί σοῦ χάρισεὅλα τά ὑποδείγματα, διά νά τηρῇς αὐτά «ὡς μέτρον» καί νά μή καταστρατηγῇς τούς κανόνες, πού σοῦ ἔχουν δοθῇ.
Ἔτσι θά μπορέσῃς νά ἔχῃς στόμα, ὅμοιο μέ τό στόμα Ἐκείνου. Ἔτσι, ἐνῷ θά βαδίζῃς ἐπάνω στή γῆ, θά ἐπιδεικνύῃς σέ μᾶς γλῶσσαὅμοια μέ τήν γλῶσσαν Ἐκείνου πού βρίσκεται στόν οὐρανό, διατηρώντας τό μέτρο στή λύπη , στήν ὀργή, στό πένθος, στήν ἀγωνία. Πόσοιἀπό σᾶς εἶναι ἐκεῖνοι πού ἐπιθυμοῦν νά ἰδοῦν τήν μορφήν Του; Νά λοιπόν, ὅτι εἶναι δυνατόν ὄχι μόνον νά Τόν δοῦμε, ἀλλά καί νάγίνουμε ὅμοιοι μέ Αὐτόν, ἄν προσπαθήσουμε.
Ἄς μήν ἀναβάλλουμε λοιπόν. Διότι δέν ἀγαπᾷ τόσον τό στόμα τῶν προφητῶν, ὅσον ἐκεῖνο τῶν ἐπιεικῶν καί πράων ἀνθρώπων. «Πολλοί», λέγει, «θά μοῦ ποῦν: Δέν προφητεύσαμε στό ὄνομά Σου; Καί ἐγώ θά τούς εἰπῶ: Δέν σᾶς γνωρίζω» (Ματθ. 7, 22). Τό δέ στόμα τοῦ Μωυσέως, ἐπειδή ἦταν πολύ ἐπιεικής καί πρᾶος (διότι «ὁ Μωυσῆς», λέγει, «ἦταν ἄνθρωπος πρᾶος περισσότερο ἀπό ὅλους τούςἀνθρώπους τῆς γῆς» Ἀριθμ. 12, 3), τόσο πολύ τό ἀγαποῦσε, ὥστε νά πεῖ: «ὡμιλοῦσε ἀπό πολύ κοντά, στόμα μέ στόμα, ὅπως μιλάει ἕνας φίλος μέ τόν φίλο του» (Ἐξ. 33, 11 καί Ἀριθμ. 12, 8). Δέν θά δίνεις ἐντολές στούς δαίμονες τώρα, ἀλλά θά διατάσσῃς τότε ἐκεῖ τό πῦρ τῆς γεέννης, ἐάν βέβαια ἔχῃς τό στόμα σου ὅμοιο μέ τό στόμα τοῦ Χριστοῦ.
Θά διατάσσῃς τήν ἄβυσσο τοῦ πυρός καί θά λέγῃς: «Σιώπα φιμώσου» (Μάρκ. 4, 39), καί μέ πολλήν παρρησία θά ἀνέβῃς στούς οὐρανούς καί θά ἀπολαύσῃς τή βασιλεία, τήν ὁποία εἴθε νά ἐπιτύχουμε ὅλοι ἐμεῖς, μέ τήν Χάρη καί φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας ἸησοῦΧριστοῦ, στόν Ὁποῖον ἀνήκει, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἡ δόξα, ἡ δύναμη, ἡ τιμή, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
(Ἀπόσπασμα ἀπό τήν ὁμιλία ΟΗ’)
ΠΗΓΗ: http://nefthalim.blogspot.gr/2013/02/blog-post_222.html
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Τοῦ Ἁγίου: Β΄ Τιμ. β΄ 1-10
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Τῆς Κυριακῆς: Ματθ. κε΄ 14-30
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ
1. Ταλαντοῦχοι
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς παρουσιάζει τὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων. Ἕνας ἄνθρωπος – πλούσιος ἄρχοντας – ἐπρόκειτο νὰ φύγει γιὰ μακρινὸ ταξίδι. Κάλεσε λοιπὸν τοὺς δούλους του καὶ τοὺς παρέδωσε τὰ ὑπάρχοντά του, μοιράζοντάς τους διαφορετικὸ ποσὸ ταλάντων γιὰ νὰ τὰ διαχειρίζονται ὅσο θὰ ἀπουσίαζε. (Ἕνα τάλαντο ἀντιστοιχεῖ σὲ συγκεκριμένο βάρος χρυσοῦ).
Τὰ τάλαντα αὐτὰ τῆς παραβολῆς συμβολίζουν τὰ χαρίσματα ποὺ δίνει ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους. Ἡ πρόοδος στὰ γράμματα, οἱ εἰδικὲς γνώσεις καὶ οἱ τεχνικὲς ἱκανότητες, μιὰ ἰδιαίτερη ἔφεση σὲ κάποια ἐπιστήμη, στὴ μουσική, στὴν τέχνη ἢ σὲ κάποιο ἐπάγγελμα. Ἐπιπλέον ὑπάρχουν πολλὰ καὶ ποικίλα χαρίσματα ποὺ κρύβει ἡ προσωπικότητα τοῦ καθενός: Ἄλλος ἔχει ἡγετικὸ χάρισμα, ἄλλος ἔχει ἱκανότητα στὸ λόγο, ἄλλος ἔχει σύνεση, ἄλλος αὐθορμητισμό, ἄλλος εἶναι ὀργανωτικός, ἄλλος ἐνθουσιώδης καὶ τολμηρός.
Ὅπως κανεὶς δοῦλος τῆς παραβολῆς δὲν ἔμεινε χωρὶς τάλαντο, ἔτσι καὶ κανεὶς ἄνθρωπος δὲν μένει χωρὶς κάποιο θεϊκὸ δῶρο. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε χαρίσματα. Καὶ τὸ κάθε χάρισμα μᾶς τὸ δίνει ὁ ἅγιος Θεὸς μὲ σκοπὸ νὰ τὸ χρησιμοποιήσουμε γιὰ τὴ δική μας σωτηρία καὶτὴν ὠφέλεια τοῦ πλησίον.
2. Άδικη ἢ δίκαιη κατανομή;
Βέβαια ὁ Θεὸς δὲν δίνει σὲ ὅλους οὔτε τὸν ἴδιο ἀριθμό, οὔτε τὸ ἴδιο εἶδος ἀπὸ τάλαντα. Ἐκεῖνος ὡς παντογνώστης γνωρίζει τὴ δύναμη καὶ τὴν ἱκανότητα τοῦ καθενός, Ἐκεῖνος γνωρίζει καὶ τὶς ἀνάγκες μας καὶ δίνει «ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν». Στὴν παραβολὴ διαβάζουμε ὅτι στὸν ἕνα δοῦλο ἔδωσε πέντε τάλαντα, στὸν ἄλλο δύο, στὸν ἄλλο ἕνα.
Διαφορετικοὶ ἄνθρωποι, διαφορετικὰ χαρίσματα. Χαρίσματα τὰ ὁποῖα διανέμει ὁ Θεὸς κατὰ τὴ δική Του ἀλάνθαστη κρίση καὶ ἄπειρη σοφία ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἀντοχὴ τοῦ καθενός, ὥστε κανεὶς νὰ μὴν ἔχει παράπονο, κανεὶς νὰ μὴν αἰσθάνεται ὅτι ὑστερεῖ καὶ νὰ νιώθει μειονεκτικά. Ἄλλωστε ἡ κοινωνία προκειμένου νὰ ἀπαρτίζει ἕνα ἁρμονικὸ σύν ολο, χρειάζεται τὸν κάθε ἄνθρωπο μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρίσματά του. Μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε τὸ σῶμα νὰ ἀποτελεῖται μόνο ἀπὸ χέρια ἢ μόνο ἀπὸ μάτια;
Ἂς μὴν παραπονιόμαστε λοιπὸν γιὰ τὴν δῆθεν ἄνιση κατανομὴ κι ἂς μὴ ζηλεύουμε τοὺς ἄλλους γιὰ τὰ χαρίσματά τους. Μιὰ τέτοια ζηλότυπη στάση μόνο δυστυχία μπορεῖ νὰ προκαλέσει στὴ ζωή μας. Ἀντίθετα, ἂν ἀνακαλύψουμε ὁ καθένας τὰ δικά του χαρίσματα καὶ ἐρ γαστοῦμε γιὰ τὴν ἀξιοποίησή τους, τότε κι ἐμεῖς προσωπικὰ θὰ χαιρόμαστε, ἀλ λὰ καὶ στὸν πλησίον μας θὰ εἴμαστε εὐ εργετικοί.
3. Θὰ δώσουμε λόγο
Ὅπως ἀναφέρεται στὴν παραβολή, ὕστερα ἀπὸ πολὺ καιρὸ ἐπέστρεψε ὁ ἄρχοντας αὐτὸς καὶ ζήτησε ἀπὸ τοὺς δούλους του νὰ τοῦ ἀποδώσουν λογαριασμὸ γιὰ τὸ πῶς ἀξιοποίησαν τὰ τάλαντα ποὺ τοὺς εἶχε ἐμπιστευθεῖ.
Εἶναι πολὺ σημαντικὸ καὶ δὲν πρέπει κι ἐμεῖς νὰ ξεχνοῦμε ὅτι κάποτε ὅλοι θὰ κληθοῦμε νὰ δώσουμε λόγο γιὰ τὸ πῶς πε-ράσαμε τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μας. Πολλοὶ νομίζουν ὅτι ἡ ζωὴ τοὺς ἀνήκει καὶ δὲν ἔχουν νὰ δώσουν λόγο σὲ κανέναν... Πόσο λάθος κάνουν! Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι δική μας! Εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐπίσης δῶρο δικό Του εἶναι καὶ ἡ ἐλευθερία μας. Εἶναι τάλαντα. Γιὰ τὰ θαυμαστὰ αὐτὰ θεϊκὰ δῶρα θὰ δώσουμε λόγο. Θὰ ἔλθει ἡ ἡμέρα τῆς Τελικῆς Κρίσεως καὶ τότε θὰ ἀπολογηθοῦμε γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἀξιοποιήσαμε ὅλα τὰ χαρίσματα ποὺ μᾶς ἔδωσε ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ.
4. Η τιμωρία τῆς ὀκνηρίας
Ὁ ἄρχοντας τῆς παραβολῆς ἐπιβράβευσε τοὺς δούλους ποὺ ἐργάστηκαν καὶ πολλαπλασίασαν τὰ τάλαντά τους. Τιμώρησε ὅμως αὐστηρὰ τὸν δοῦλο ποὺ ἔφερε πίσω τὸ ἕνα τάλαντο ποὺ εἶχε λάβει.
Κάνει ἐντύπωση αὐτὴ ἡ αὐστηρὴ τιμωρία. Ὁ δοῦλος αὐτὸς δὲν ἔχασε τὸ τάλαντο τοῦ κυρίου του οὔτε τὸ σπατάλησε. Τοῦ τὸ ἔφερε πίσω ἀκέραιο. Δὲν ἔκανε λοιπὸν κάτι κακό‧ οὔτε ὅμως ἔκανε καὶ κάποιο καλό· καὶ γι’ αὐτὸ τιμωρεῖται.
Μποροῦσε νὰ ἐργαστεῖ, καὶ δὲν ἐργάστηκε. Γιὰ τὴν ἀδράνεια καὶ τὴν ὀκνηρία του αὐτὴ εἶναι ἄξιος καταδίκης. Ἔτσι ὁ Κύριος ἐπαινεῖ μὲν τὴν προθυμία καὶ ἀμείβει τὴν ἐπιμέλεια καὶ τὴν ἐργατικότητα τῶν δύο δούλων, τιμωρεῖ ὅμως παραδειγματικὰ τὴ ραθυμία καὶ τὴν ἀδιαφορία τοῦ ἄλλου δούλου.
΄Ἂς διδαχθοῦμε κι ἐμεῖς ἀπὸ τὴ διδακτικὴ αὐτὴ παραβολὴ κι ἂς ἐργαστοῦμε φιλότιμα γιὰ νὰ καλλιεργήσουμε τὰ τάλαντα ποὺ μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός, ὥστε νὰ ἔχουμε «καλὴν ἀπολογίαν» στὸ φοβερὸ βῆμα τῆς παγκοσμίου Κρίσεως
ΠΗΓΗ: Ο ΣΩΤΗΡ,1/2/2013
Όταν o λέων βρυχηθή, ποιός δεν θα φοβηθή; Όταν Κύριος ο Θεός ομιλή, ποιός δεν θα προφητεύση;». Ας αρχίσωμεν τον λόγον μας με τα προφητικά λόγια και ας πάρωμεν συνεργόν εις την ανάγκην των προκειμένων, δηλαδή τώρα που εκθέτομεν και την σκέψιν και την γνώμην διά αυτά που είναι συμφέροντα, τον θεοφόρον Αμώς, ο οποίος εθεράπευσε συμφοράς, όμοιας με τα κακά που υπερβολικά ενοχλούν ημάς. Διότι και ο προφήτης αυτός, κατά την διαδρομήν των παλαιοτέρων χρόνων, όταν ο λαός είχεν εγκαταλείψει την πατρικήν ευσέβειαν και είχε καταπατήσει την ακρίβειαν των νόμων και είχε ξεγλυστρίσει εις την λατρείαν των ειδώλων, εκήρυξε την μετάνοιαν, με το να συμβουλεύη την επιστροφήν και με το να εξαγγέλλη την απειλήν των τιμωριών. Εγώ δε μακάρι να επωφεληθώ μέχρι ενός σημείου από τον ζήλον τής παλαιάς ιστορίας, όχι όμως και το να ιδώ επί πλέον να ακολουθή η έκβασις των τότε γεγονότων. Αφού δηλαδή ο λαός απείθησε και ωσάν άγριον και δυσυπότακτον πουλάρι εδάγκασε τα χαλινάρια, δεν ωδηγήθη προς το συμφέρον· αλλά αφού εξέφυγεν από τον ίσιον δρόμον, έτρεξε τόσον πολύ άτακτα και εξηγριώθη εναντίον τού καβαλλάρη μέχρι του σημείου να πέση εις τα βάραθρα και τους κρημνούς και να υποστή πανωλεθρίαν, άξιαν προς την ανυπακοήν του. Αυτό μακάρι να μη συμβή τώρα εις ημάς, παιδιά μου, «που σας εγέννησα διά του Ευαγγελίου» και σας εσπαργάνωσα δια της ευλογίας των χεριών μου. Αλλ’ ας υπάρχη αγαθή ακοή, ψυχή πρόθυμος, που να δέχεται απαλά τας συμβουλάς, να υποχωρή εις τον ομιλητήν, όπως το κηρί εις τον σφραγιστήν, διά να λάβω και εγώ με μίαν τέτοιαν επιμέλειαν, γλυκύν καρπόν από τους κόπους και εσείς να επαινέσετε την συμβουλήν που γίνεται, όταν θα έχωμεν απαλλαγή από τας συμφοράς. Ποίον λοιπόν είναι αυτό που επισημαίνει μεν ο λόγος, αλλά κρατεί ακόμη εις αβεβαιότητα τας ψυχάς, με την ελπίδα να το ακούσουν, διότι βραδύνει να ανακοινώση το αναμενόμενον;
Βλέπομεν, αδελφοί, τον ουρανόν ερμητικά κλειστόν, γυμνόν και ανέφελον, να κάμνη μισητήν αυτήν την αιθρία και να προκαλή λύπην με την καθαρότητα, την οποίαν πάρα πολύ επεθυμούσαμεν προηγουμένως, όταν κάποτε, αφού εσκεπάσθη διά πολύν καιρόν με τα σύννεφα, μας έκαμε σκοτεινούς και ανήλιους. Και η γη αφού κατηξηράνθη εις το έπακρον είναι δυσάρεστος εις το να την ιδή κανείς· είναι στείρα δε και άγονος διά την γεωργίαν· έχει κομματιασθή εις σχίσματα και δέχεται κατάβαθα την ακτίνα να την φωτίζη. Και αι πλούσιαι και αστείρευτοι πηγαί μάς έλειψαν και τα νερά τών μεγάλων ποταμών εστείρευσαν, μικρότατα δε παιδιά τα διαβαίνουν πεζά και αι γυναίκες τα περνούν φορτωμέναι. Πολλούς από ημάς, μας έλειψεν ακόμη και το πόσιμον νερόν και κινδυνεύομεν διά τούτο να πεθάνωμεν. Ως νέοι Ισραηλίται, που αναζητούν νέον Μωυσήν και θαυματουργικόν ραβδί, διά να ικανοποιήσουν, αφού και πάλιν κτυπηθούν αι πέτραι, την ανάγκην τού λαού που διψά· σύννεφα δε παράδοξα να καταβρέξουν εις τους ανθρώπους τροφήν ασυνήθη, όπως το μάννα. Ας προσέξωμεν να μη γίνωμεν εις τους μεταγενεστέρους θλιβερόν διήγημα πείνης και τιμωρίας.
Αντίκρυσα τα χωράφια και έκλαψα πολύ διά την ακαρπίαν των, και εσκόρπισα τον θρήνον, επειδή εις ημάς δεν έπεσε βροχή. Αλλά μεν από τα σπέρματα έχουν ξηρανθή προτού φυτρώσουν, διότι παρέμειναν μέσα εις τους σβώλους, όπως τα εσκέπασε το αλέτρι. Αλλά, δε μόλις εφύτρωσαν ολίγον και εβλάστησαν, τα κατεμάρανεν αξιολύπητα ο καύσων, έτσι ώστε τώρα ευκαίρως να αντιστρέψη κάνεις τον ευαγγελικόν λόγον και να ειπή· οι μεν εργάται πολλοί, ο δε θερισμός ούτε ολίγος. Και οι γεωργοί, καθήμενοι εις τα χωράφια και πιάνοντες τα γόνατά τους με τα χέρια των (διότι αυτός είναι ο τρόπος αυτών που πενθούν), κλαίουν διά τους χαμένους κόπους των. Αντικρύζουν τα μικρά παιδιά και οδύρονται, ατενίζουν τας γυναίκας και θρηνούν, χαϊδεύουν και ψηλαφίζουν τα ξηρά χορτάρια τών γεννημάτων και κραυγάζουν δυνατά, ωσάν οι πατέρες που έχουν χάσει τα παιδιά των επάνω εις το άνθος τής ηλικίας των. Ας λεχθή λοιπόν και προς ημάς από τον ίδιον προφήτην, που ολίγον προηγουμένως εις το προοίμιον ανεφέραμεν «εγώ επίσης, λέγει, κατεκράτησα από σας την βροχήν τρεις μήνας προ του θερισμού και έβρεξα εις μίαν πόλιν και εις άλλην πόλιν δεν έβρεξα. Το ένα χωράφι εποτίσθη και το άλλο, εις το οποίον δεν έβρεξα, εξηράνθη. Και συνηθροίζοντο δύο ή τρεις πόλεις εις μίαν διά να πίουν νερόν, χωρίς να ημπορούν να κατασβέσουν την δίψαν των· και αυτά διότι σεις δεν επιστρέψατε εις εμέ, λέγει, ο Κύριος». Ας μάθωμεν λοιπόν ότι ο Θεός μάς δίδει αυτά τα χτυπήματα, διότι απεμακρύνθημεν από αυτόν και αμελήσαμεν. Δεν επιδιώκει να μας συντρίψη, αλλά φροντίζει να μας διορθώση, όπως κάμνουν οι καλοί από τους πατέρες και αυτοί που φροντίζουν διά τα τέκνα, οι οποίοι θυμώνουν εναντίον τών νέων και εξοργίζονται, όχι διότι θέλουν να τους κακοποιήσουν, αλλά διά να τους οδηγήσουν από την νηπιώδη αδιαφορίαν και τα αμαρτήματα της νεότητος εις την επιμέλειαν. Κυττάτε λοιπόν πως η πληθώρα των ιδικών μας αμαρτημάτων έβγαλε και τας εποχάς από την ιδίαν των την φύσιν και ήλλαξε τα είδη τών καιρών εις αλλόκοτα ανακατώματα. Ο χειμών δεν είχε την συνήθη υγρασίαν μαζί με την ξηρασίαν, αλλά όλην την υγρασίαν την έκαμε παγωνιάν και την απεξήρανε και επέρασε χωρίς χιόνια και βροχάς. Η άνοιξις πάλιν έδειξε μεν το ένα μέρος από τα χαρακτηριστικά της, εννοώ την θερμότητα, δεν είχεν όμως την βροχεράν περίοδον. Ζέστη δε και παγωνιά παραδόξως υπερέβησαν τα φυσικά όρια και αδίκως συνεφώνησαν εις το να μας βλάψουν και εξαποστέλλουν από τον βίον και την ζωήν τούς ανθρώπους. Ποία λοιπόν είναι η αιτία τής αταξίας και της συγχύσεως; Από πού προέρχεται αυτός ο νεωτερισμός των καιρών; Ως άνθρωποι μυαλωμένοι ας ερευνήσωμεν ως λογικοί ας συλλογισθούμεν. Μήπως ο κυβερνήτης τού σύμπαντος δεν υπάρχει; Μήπως ο αριστοτέχνης Θεός εξέχασε την πρόνοιάν του; Μήπως έχασε την εξουσίαν και την δύναμιν; Ή κατέχει μεν την ίδιαν δύναμιν και δεν απώλεσε την εξουσίαν, παρεφέρθη δε εις σκληρότητα και μετέβαλεν εις μισανθρωπίαν την υπερβολικήν αγαθότητα και την κηδεμονίαν του προς ημάς; Σώφρων άνθρωπος δεν θα ημπορούσε να το ειπή. Αλλ’ είναι ολοφάνερα τα αίτια λόγω των οποίων δεν κυβερνώμεθα. Ενώ ημείς λαμβάνομεν, δεν δίδομεν εις άλλους. Ενώ επαινούμεν την ευεργεσίαν, την αποστερούμεν από εκείνους που την χρειάζονται. Ενώ είμεθα δούλοι και ελευθερωνόμεθα, δεν ευσπλαγχνιζόμεθα τους συνδούλους μας. Ενώ πεινώμεν και τρεφόμεθα, περιφρονούμεν τον ενδεή. Ενώ έχομεν Θεόν, ανενδεή χορηγόν και ταμίαν, έχομεν γίνει σφιχτοχέρηδες και αμέτοχοι εις τας ανάγκας τών πτωχών. Τα πρόβατά μας είναι γόνιμα και όμως οι γυμνοί είναι περισσότεροι από τα πρόβατα. Αι αποθήκαι από το πλήθος των αποθηκευμένων αγαθών στενοχωρούνται και ημείς δεν ελεούμεν αυτόν που στενάζει. Διά τούτο η δικαία κρίσις μάς απειλεί. Διά τούτο και ο Θεός δεν ανοίγει το χέρι του, διότι ημείς απεκλείσαμεν την φιλαδελφίαν. Διά τούτο τα χωράφια είναι ξηρά, διότι η αγάπη επάγωσεν.
Η φωνή αυτών που κάμνουν λιτανείαν εις τα χαμένα βοά και διασκορπίζεται εις τον αέρα. Διότι ούτε ημείς ηκούσαμεν αυτούς που εζητούσαν από ημάς. Οποία δε η προσευχή μας και η δέησις; Οι άνδρες, πλην ολίγων, ασχολείσθε με το εμπόριον και αι γυναίκες τούς υπηρετείτε εις την εργασίαν του μαμωνά. Ολίγοι είναι μαζί μου και με την προσευχήν, και αυτοί αισθάνονται ζάλην, χασμωριούνται, συνεχώς γυρίζουν και παρακολουθούν πότε θα τελειώση ο ψάλτης τους στίχους, πότε θα απολυθούν από την εκκλησίαν, ωσάν από φυλακήν και από την ανάγκην τής προσευχής. Και μάλιστα τα παιδιά, οι μικροί αυτοί που άφησαν τα βιβλία των εις τα σχολεία και συμπροσεύχονται μαζί μας, περιτριγυρίζουν το πράγμα μάλλον ωσάν ευκολίαν και διασκέδασιν και μεταβάλλουν την λύπην μας εις εορτήν, διότι απαλλάσσονται δι’ ολίγον από την φορτικότητα του διδασκάλου και την φροντίδα τών μαθημάτων. Το πλήθος όμως των ώριμων ανδρών και ο λαός που είναι περιπεπλεγμένος εις τας αμαρτίας, αχαλίνωτος και ελεύθερος και χαρούμενος βολτάρει εις την πόλιν. Αυτός περιφέρει την αιτίαν τών κακών εις τας ψυχάς, αυτός υπεκίνησε και απειργάσθη την συμφοράν. Βρέφη δε που δεν νοιώθουν και είναι ακατηγόρητα σπεύδουν και συνωθούνται προς την εξομολόγησιν, χωρίς να έχουν ούτε την αιτίαν αυτών που προξενούν την λύπην ούτε την γνώσιν ή την δύναμιν της συνήθειας να προσευχηθούν. Εσύ, παρακαλώ, προχώρησε εις το μέσον, εσύ που είσαι ανακατωμένος με τας αμαρτίας. Εσύ γονάτισε και κλάψε και στέναξε. Αφησε το βρέφος να κάμνη αυτά που αρμόζουν εις την ηλικίαν. Διατί, ενώ κατηγορείσαι, κρύβεσαι και οδηγείς εις εξομολόγησιν το ανεύθυνον; Μήπως δηλαδή ξεγελιέται ο κριτής, ώστε να αντικαταστήσης κρυφά τον εαυτόν σου με άλλο πρόσωπον; Έπρεπε βέβαια και εκείνο να παρίσταται εξάπαντος
μαζί σου, όχι μόνον. Βλέπεις πως και οι Νινευίται, όταν με την μετάνοιαν παρακαλούσαν τον Θεόν και επενθούσαν διά τα αμαρτήματά των, αυτά που μετά την θάλασσαν και το κήτος ανεβόησεν ο Ιωνάς, δεν ωδήγησαν μόνον τα βρέφη εις την μετάνοιαν αλλά και τους μεγάλους. Οι ίδιοι δεν εζούσαν την ζωήν των με τρυφήν και ευωχίας, αλλ’ η νηστεία καθυπέταξε πρώτα τους πατέρας, αυτούς που είχαν αμαρτήσει. Και η τιμωρία εβασάνιζε τους πατέρας και κατά ένα λόγον παραπάνω εξ ανάγκης εθρηνούσαν και τα βρέφη, διά να κυριαρχήση εις κάθε ηλικίαν η σκυθρωπότης, και εις αυτήν που νοιώθει την αμαρτίαν και εις αυτήν που δεν την νοιώθει, και εις την μεν μίαν προαιρετικώς εις δε την άλλην κατ' ανάγκην. Και έτσι αφού ο Θεός τους είδε να ταπεινώνωνται, διότι κατεδίκασαν τους εαυτούς των εις πάνδημον κακουχίαν, εξαιρετικά υπερβολικήν, και ευσπλαγχνίσθη διά την συμφοράν και την τιμωρίαν επήρεν οπίσω και την χαράν εχάρισεν εις αυτούς που με συναίσθησιν επένθησαν. Ω πόσον φροντισμένη μετάνοια! Ω πόσον σοφή και συμπυκνωμένη θλίψις! Ούτε τα ζώα τα άφησαν έξω από την τιμωρίαν, αλλά και δι’ αυτά επενόησαν, ώστε κατ' ανάγκην να φωνάζουν. Πράγματι το μοσχάρι το εχώρισαν από την αγελάδα και το αρνί το απεμάκρυναν από το μητρικόν μαστάρι και το βρέφος που εβύζανε δεν εκρατείτο εις τας αγκάλας τής μητρός του. Εις ξεχωριστάς μάνδρας ήταν αι μητέρες και εις ξαχωριστάς τα τέκνα. Φωναί δε θλιβεραί από όλα που αντιβοούσαν και αντηχούσαν η μία προς την άλλην. Τα τέκνα που επεινούσαν, εζητούσαν τας πηγάς τού γάλακτος και αι μητέρες, που εσπάρασαν από το φυσικόν πάθος, με συμπαθείς φωνάς εκαλούσαν τα τέκνα τους. Τα βρέφη που καθ’ όμοιον τρόπον επεινούσαν, εξεσπούσαν εις δυνατόν κλάμα και εσπαρταρούσαν και αι μητέρες εκεντρίζοντο εις τα σπλάγχνα από τους πόνους τής συγγένειας. Και διά τούτο ο θεόπνευστος λόγος διετήρησε γραπτώς την μετάνοιαν εκείνων διά να γίνη κοινή διδασκαλία τής ζωής. Ο γέρων εθρηνούσε δι’ εκείνα· εμαδούσε τα λευκά μαλλιά του και τα ξερίζωνεν. Ο νέος και ο ώριμος δυνατώτερα έκλαιγαν. Ο πτωχός εστέναζε και ο πλούσιος, λησμονών την καλοπέρασιν, εζούσε την κακουχίαν ως καλήν. Ο βασιλεύς αυτών είχε μεταβάλει την λαμπρότητα και την δόξαν εις εντροπήν. Έβγαλε το στέμμα και εσκόνισε την κεφαλήν του. Έβγαλε το βασιλικόν ένδυμα και εφόρεσε τον σάκκον τού πένθους. Αφησε τον υψηλόν και μετάρσιον θρόνον και θλιμμένος εκυλίετο εις την γην. Αφησε την αξιοπρέπειαν που προσιδιάζει εις το βασιλικόν αξίωμα και εθρηνούσε μαζί με τον λαόν. Έγινεν ένας από τους πολλούς και αυτός, όταν είδε τον κοινόν Δεσπότην των όλων να οργίζεται.
Αυτό είναι το φρόνημα των ευαισθήτων δούλων. Τέτοια είναι η μετάνοια αυτών που ενέχονται εις αμαρτίας. Ημείς διαπράττομεν προθύμως μεν την αμαρτίαν, αλλά με ολιγωρίαν και οκνηρίαν αναλαμβάνομεν την μετάνοιαν. Ποιός προσευχόμενος χύνει δάκρυα, διά να λάβη βροχήν και σταγόνας εις τον κατάλληλον καιρόν; Ποιός, που καθαρίζει αμαρτίας, έβρεξε το κρεββάτι του με δάκρυα κατά το παράδειγμα του Δαβίδ; Ποιός έπλυνε τα πόδια τών ξένων και εκαθάρισε την σκόνην από την οδοιπορίαν, διά να εξευμενίση τον Θεόν κατά τον καιρόν που ζητά την λύσιν τής ξηρασίας; Ποιός έθρεψε το ορφανόν από πατέρα παιδί, διά να θρέψη τώρα ο Θεός τα σιτηρά προς χάριν μας, που σαν ορφανά πλήττονται από την κακήν σύγκρασιν των ανέμων; Ποιός περιέθαλψε χήραν που βασανίζεται από τας δυσκολίας τής ζωής, διά να του αποδοθή τώρα η αναγκαία τροφή; Ξέσχισε το άδικον γραμμάτιον, διά να λυθή έτσι η αμαρτία. Εξαφάνισε την ομολογίαν τών βαρυτάτων τόκων διά να γεννήση η γη τα συνηθισμένα προϊόντα. Διότι όταν ο χαλκός και ο χρυσός και τα άγονα παρά φύσιν γεννούν, τότε γίνεται στείρα αυτή που εκ φύσεως γεννά και καταδικάζεται εις ακαρπίαν προς τιμωρίαν τών κατοίκων της. Ας αποδείξουν λοιπόν αυτοί που τιμούν την πλεονεξίαν, αυτοί που συνάγουν υπερβολικά τον πλούτον, ποία είναι η δύναμις των αποθηκευθέντων, η ποιόν το όφελος, αν ο Θεός που έχει οργισθή επιτείνει περισσότερον την τιμωρίαν. Ίσως αυτοί γίνουν πιο κίτρινοι από τον χρυσόν που επισωρεύουν, εάν δεν αποκτήσουν το ψωμί, που μέχρι χθες και προχθές επεριφρονείτο, λόγω της ευκόλου προμηθειάς του. Ας υποθέσωμεν ότι δεν υπάρχει ο πωλητής, ούτε υπάρχει σιτάρι εις τας αποθήκας· ποία είναι τότε η χρησιμότης τών βαρυτάτων πορτοφολίων; Πες μου; Δεν θα ενταφιασθής μαζί μ’ αυτά; Δεν είναι χώμα ο χρυσός; Δεν θα κήται ως άχρηστος πηλός δίπλα εις το χωμάτινον σώμα; Όλα τα απέκτησες και όμως δεν κατέχεις ένα αναγκαίον πράγμα· την δύναμιν να τρέφης τον εαυτόν σου. Ένα σύννεφον εδημιούργησεν ολόκληρον τον πλούτον. Επινόησε τον πόρον ολίγων σταγονιδίων, εξανάγκασε την γην να καρποφορήση. Εξαφάνισε την συμφοράν με τον υπερήφανον και κρυμμένον πλούτον. Πιθανόν να παρακαλέσης κάποιον από τους ευλαβείς, διά να σου χαρίση με τας προσευχάς του, όπως ο Θεσβίτης Ηλίας, την απαλλαγήν από τα δεινά, δηλαδή άνθρωπον ακτήμονα, ωχρόν, ξυπόλυτον, άστεγον, ανέστιον, άπορον, που φορεί ένα χιτώνα, όπως ο Ηλίας την μηλωτήν, και που έχει σύντροφον την προσευχήν και τρέφεται με την εγκράτειαν. Και αν επιτύχης με την παράκλησίν σου την βοήθειάν του, δεν θα περιφρονήσης πολύ τα κτήματα που έχουν πολλάς φροντίδας; Δεν θα περιφρονήσης τον χρυσόν; Δεν θα διασκορπίσης, ωσάν κοπριάν, τον άργυρον, που, ενώ προηγουμένως τον αποκαλούσες παντοδύναμον και πολύ αγαπητόν, τώρα τον εγνώρισες οκνηρόν βοηθόν εις την ανάγκην; Διά σε έκρινεν αξίαν και την συμφοράν αυτήν. Διότι ενώ είχες δεν έδιδες, διότι παρέβλεπες τους πεινώντας, διότι δεν εγύριζες να κυττάξης αυτούς που ωδύροντο, διότι δεν έδιδες, ενώ σε επροσκυνούσαν. Τα κακά και εξ αιτίας των ολίγων ξεσπούν εις τον λαόν και ο λαός συνήθως τιμωρείται διά την μοχθηρίαν κάποιου. Ο Αχαρ διέπραξε ιεροσυλίαν, αλλ’ ολόκληρον το στρατόπεδον ετιμωρείτο. Ο Ζαμβρί επίσης επόρνευσεν εις τας γυναίκας τών Μαδιανιτών, αλλ’ ο Ισραήλ ετιμωρείτο.
Όλοι λοιπόν και ατομικώς και δημοσίως να εξετάσωμεν τον τρόπον τής ζωής μας. Να θεωρήσωμεν την ξηρασίαν ωσάν παιδαγωγόν, που υπενθυμίζει εις τον καθένα μας την ιδίαν αμαρτίαν. Να ειπωμεν και μάλιστα με συναίσθησιν τον λόγον τού γενναίου Ιώβ· «το χέρι τού Θεού είναι που με ήγγισε». Και μάλιστα μεν να καταλογίσωμεν την συμφοράν μας πρωταρχικώς εις τα αμαρτήματα. Εάν δε πρέπη να προσθέσωμεν και κάτι άλλο, ενίοτε αι κακοτυχίαι αυταί συμβαίνουν εις τους ανθρώπους και ως δοκιμασίαι εις τας ψυχάς, διά να αποδειχθούν οι δόκιμοι, είτε πτωχοί είτε πλούσιοι είναι αυτοί, επάνω εις τας δυσκολίας. Διότι και οι μεν και οι δε δοκιμάζονται ακριβώς διά της υπομονής. Και προ παντός κατά την περίοδον αυτήν αποδεικνύεται, εάν ο μεν είναι κοινωνικός και φιλάδελφος, εάν ο δε ευγνώμων και όχι αντιθέτως βλάσφημος, που αλλάσσει την διάθεσιν ταχέως μαζί με τας συμφοράς τής ζωής. Εγώ γνωρίζω πολλούς (και αυτό δεν το έμαθα εξ ακοής, αλλά εκ πείρας εγνώρισα τους ανθρώπους), οι οποίοι μέχρις ότου μεν ο βίος δι’ αυτούς προχωρεί ευνοϊκά, κατά την παροιμίαν, αναγνωρίζουν εμμέσως λοιπόν, αν και όχι τελείως, την χάριν εις τον ευεργέτην. Εάν δε κάποτε τα πράγματα τραπούν προς την αντίθετον κατάστασιν και γίνη ο μεν πλούσιος πτωχός, η υγεία τού σώματος ασθένεια, η δόξα και η περιφάνεια εντροπή και ατίμωσις, γίνονται αχάριστοι, ξεστομίζουν βλασφημίας, τεμπελιάζουν εις την προσευχήν. Δυσανασχετούν εναντίον τού Θεού, ως να είναι χρεώστης που καθυστερεί την οφειλήν και δεν συμπεριφέρονται ως προς Κύριον που αγανακτεί. Αλλά διώξε από τους λογισμούς την σκέψιν αυτήν. Όταν δε ιδής τον Θεόν να μη χαρίζη τα απαραίτητα, έτσι να συλλογίζεσαι μέσα σου· μήπως ο Θεός αδυνατεί να χορηγήση την τροφήν; Και πώς είναι δυνατόν; Αυτός που είναι Κύριος του ουρανού και ολοκλήρου της δημιουργίας, σοφός ρυθμιστής τών εποχών και των καιρών, κυβερνήτης των όλων, που ώρισεν ωσάν κάποιον εύτακτον χορόν, τας εποχάς και τας τροπάς τού ηλίου να διαδέχωνται η μία την άλλην, διά να επαρκούν με την ποικιλίαν των εις τας διαφόρους ανάγκας μας· και άλλοτε μεν να πίπτη βροχή εις τον κατάλληλον καιρόν, άλλοτε δε πάλιν η ζέστη και το κρύον να εναλλάσσωνται κατά την διάρκειαν του έτους, και να μη λείπη η ξηρασία. Ο Θεός λοιπόν είναι δυνατός. Αφού δε έχει και την δύναμιν και τούτο γίνεται παραδεκτόν, μήπως άραγε λείπει η αγαθότης; Και αυτός ο λόγος είναι ανύπαρκτος. Διότι ποία ανάγκη θα έπειθεν αυτόν που δεν είναι αγαθός να δημιουργήση κατ’ αρχήν τον άνθρωπον; Ποιός δε θα εξηνάγκαζε τον κτίστην να πάρη χώμα και μάλιστα χωρίς να το θέλη, και από την λάσπην να μορφοποιήση τέτοιο κάλλος; Ποιός είναι αυτός που κατ’ ανάγκην έπεισε να δωρήση τον λόγον εις τον άνθρωπον σύμφωνα προς την ιδικήν του εικόνα, διά να δεχθή, αφού απ’ εκεί ξεκινήση, την μάθησιν των τεχνών, και διά να μάθη να φιλοσοφή διά τα ουράνια, τα οποία δεν εγγίζει με τας αισθήσεις; Και εάν έτσι συλλογίζεσαι, θα εύρης να συνυπάρχη εις τον Θεόν η αγαθότης και μέχρι ακόμη και τώρα να μη απουσιάζη. Διότι τί θα ημπόδιζε, πες μου, να μη είναι ξηρασία αυτό που βλέπομεν, αλλά τελεία πυρπόλησις; Και ο ήλιος να παρεξέκλινεν ολίγον από την κανονικήν πορείαν και να επλησίαζε τα περίγεια σώματα και αυτομάτως να κατέκαιε κάθε τι που βλέπομεν; Ή να βρέξη φωτιάν από τον ουρανόν, καθ’ όμοιον τρόπον, που ετιμώρησεν ήδη τους αμαρτωλούς; Αυτοκυριαρχήσου και έλα εις τα σύγκαλά σου, άνθρωπε· μη κάμης αυτά που κάμνουν τα ανόητα παιδιά που, επειδή τα εμάλωσεν ο διδάσκαλος, ξεσχίζουν τα βιβλία τους· ξεσχίζουν δε το ένδυμα του πατρός των, που διά την ωφέλειάν των αναβάλλει την τροφήν, ή με τα νύχια τους καταγρατζουνίζουν το πρόσωπον της μητέρας. Διότι τον μεν κυβερνήτην δοκιμάζει και σκληραγωγεί η τρικυμία, τον αθλητήν το στάδιον, τον στρατηγόν το στρατόπεδον, τον γενναιόκαρδον η συμφορά, τον δε Χριστιανόν η δοκιμασία. Και αι λύπαι δοκιμάζουν την ψυχήν, όπως η φωτιά δοκιμάζει τον χρυσόν. Είσαι πτωχός; Μη καταλαμβάνεσαι από αθυμίαν. Διότι η υπερβολική κατήφεια γίνεται αιτία τής αμαρτίας. Η μεν λύπη καταβαραθρώνει την διάνοιαν και η αμηχανία εμβάλλει ζάλην, η δε έλλειψις των λογισμών γεννά την αχαριστίαν. Αλλά να ελπίζης εις τον Θεόν. Μήπως δηλαδή δεν παρατηρή την στενοχώριαν; Κρατά την τροφήν εις τα χέρια του και καθυστερεί την χορήγησιν, διά να δοκιμάση την σταθερότητά σου, διά να πληροφορηθή την διάθεσίν σου, εάν δεν είναι ομοία με αυτήν των ακολάστων και των αχαρίστων. Διότι και αυτοί, μέχρις ότου μεν συμβαίνει να έχουν την τροφήν εις το στόμα τους, ευφημούν, κολακεύουν, υπερθαυμάζουν, όταν δε επ’ ολίγον αναβληθή το τραπέζι, ωσάν λίθους αφήνουν τας βλασφημίας προς αυτούς που πριν ολίγου λόγω της τέρψεως επροσκυνούσαν ωσάν θεόν. Διάβασε την Παλαιάν Διαθήκην και την Καινήν και θα εύρης εκεί, εις την κάθε μίαν, πολλούς να έχουν τραφή κατά διάφορον τρόπον. Ο Κάρμηλος, βουνόν υψηλόν και ακατοίκητον, έρημον αυτό, εφιλοξενούσεν έρημον τον Ηλίαν. Διά τον δίκαιον η ψυχή του ήταν η όλη περιουσία και εφόδιον της ζωής η ελπίδα προς τον Θεόν. Με το να ζη έτσι, δεν απέθανεν από την πείναν, αλλά τα αρπακτικώτατα και τα πλέον λαίμαργα από τα όρνεα, αυτά έφεραν τα τρόφιμα και υπηρετούσαν τον δίκαιον εις την τροφήν. Αυτά που από την φύσιν των αρπάζουν τας ξένας τροφάς, με το πρόσταγμα του Δεσπότου ήλλαξαν την φύσιν και έγιναν πιστοί φύλακες των άρτων και των κρεάτων. Εμάθαμεν δε λοιπόν από την ιεράν ιστορίαν ότι τα κοράκια έφεραν τας τροφάς εις τον άνδρα. Επίσης και ο λάκκος τής Βαβυλώνος εκρατούσε τον νεαρόν Ισραηλίτην αιχμάλωτον μεν κατά την συμφοράν, ελεύθερον όμως εις την ψυχήν και το φρόνημα. Μήπως όμως έπαθε κάποιο κακόν από τα λεοντάρια; Όχι! Τα λεοντάρια μεν, παρά την φύσιν των, ενήστευαν, ο δε τροφεύς αυτού Αββακούμ ήρχετο διά μέσου του αέρος· ο άγγελος εκόμιζε μαζί με τα τρόφιμα και τον άνθρωπον. Και διά να μη δεινοπαθήση από την πείναν ο δίκαιος, ο προφήτης εις ελάχιστον χρόνον επέταξεν επάνω από τόσην ξηράν και θάλασσαν, όση εκτείνεται από την Ιουδαίαν μέχρι της Βαβυλώνος.
Επίσης τί έκαμνεν ο λαός τής ερήμου, του οποίου αρχηγός ήταν ο Μωυσής; Πώς οικονόμησε την ζωήν του επί σαράντα ολόκληρα χρόνια; Δεν υπήρχεν εκεί άνδρας που να σπέρνη, ούτε βόδι που να σύρη το αλέτρι, ούτε αλώνι, ούτε πατητήρι, ούτε αποθήκη, και όμως είχαν την τροφήν χωρίς σποράν και όργωμα, και ο βράχος εχορηγούσε τας πηγάς, που πρώτα δεν υπήρχαν, αλλ’ εξετινάχθησαν εις την ανάγκην. Παραλείπω να απαριθμήσω τα επί μέρους τής προνοίας τού Θεού, που πολλάς φοράς κατά τρόπον πατρικόν ενεφάνισεν εις τους ανθρώπους. Εσύ δε να υπομείνης ολίγον την συμφοράν, όπως ο γενναίος Ιώβ, και να μη λυγίσης από την τρικυμίαν, μήτε να αποβάλης τα εμπορεύματα της αρετής. Σαν πολύτιμον διαθήκην να διαφυλάξης εις την ψυχήν σου την ευχαριστίαν και θα λάβης και εσύ διά την ευγνωμοσύνην διπλάσιαν απόλαυσιν. Να ενθυμήσαι τον αποστολικόν λόγον «δι’ όλα να ευχαριστήτε». Είσαι πτωχός; έχεις εξάπαντος άλλον πτωχότερον από εσέ. Έχεις διά δέκα ημέρας τρόφιμα εσύ; εκείνος έχει διά μίαν. Σαν καλός και ευγνώμων να εξισώσης το περίσσευμά σου με τον ενδεή. Μη διστάσης να δώσης από το ολίγον. Μη προτιμήσης το συμφέρον σου εμπρός εις την κοινήν συμφοράν. Και αν ο άρτος σου περισσεύη κατά ένα ψωμί και σου κτυπήση την πόρταν ο ζητιάνος, πάρε από την αποθήκην το ένα ψωμί και αφού το βάλης εις τα χέρια του ύψωσε το βλέμμα σου εις τον ουρανόν και ειπέ λόγον θλιβερόν μαζί και ευγνώμονα· ένα ψωμί, όπως βλέπεις, Κύριε, και ο κίνδυνος είναι ολοφάνερος. Αλλ’ εγώ θέτω την εντολήν σου επάνω από εμέ και από το ολίγον δίδω εις τον αδελφόν μου που λιμοκτονεί. Δώσε λοιπόν και συ εις τον δούλον σου, που κινδυνεύει. Γνωρίζω καλά την αγαθότητά σου και ελπίζω εις την δύναμίν σου. Δεν αναβάλλεις επί πολύ τας δωρεάς, αλλά τας σκορπάς, όταν θέλης. Και αν έτσι ομιλήσης και ενεργήσης, τον άρτον που δίδεις εις καιρόν δυσκολίας, γίνεται σπόρος γεωργικός, αποφέρει πλούσιον τον καρπόν, είναι προκαταβολή τής τροφής, γίνεται πρόξενος ελέους. Πες και συ εις παρομοίας περιστάσεις τον λόγον τής χήρας τής Σιδωνίας. Θυμήσου επικαίρως την ιστορίαν. «Ζη Κύριος, δεν έχω τίποτε άλλο παρά μόνον μία χούφταν αλεύρου διά την διατροφήν εμού και των παιδιών μου». Και εάν δώσης από το υστέρημα, θα έχης και συ το λαδοδοχείον κατάμεστον από δωρεάν και την αλευραποθήκην ακένωτον. Διότι διά τους πιστούς φιλοτίμως η χάρις τού Θεού με το να εισάγη το διπλάσιον μιμείται τα πηγάδια, τα οποία πάντοτε αδειάζουν αλλά δεν εξαντλούνται. Δάνεισε συ ο άπορος, εις τον πλούσιον Θεόν. Δώσε εμπιστοσύνην εις αυτόν που πάντοτε θεωρεί προσωπικά τον εαυτόν του υπόχρεον, δι’ αυτά που δίδεις εις αυτόν που θλίβεται και ανταποδίδει την ευεργεσίαν από τα ιδικά του αγαθά. Είναι αξιόπιστος εγγυητής, διότι έχει απλωμένους τους θησαυρούς του εις όλα τα μέρη τής γης και της θαλάσσης. Και εάν, ενώ πλέεις, απαιτήσης το δάνειον, θα λάβης το κεφάλαιον μαζί με τους τόκους εις το μέσον τού πελάγους. Διότι φιλοδοξεί να δίδη περισσότερα.
Η πείνα είναι η αρρώστια αυτού, ο οποίος πεινά. Αυτή είναι φοβερά ασθένεια. Η πείνα είναι η πιο μεγάλη από τας συμφοράς των ανθρώπων και ο φοβερώτερος θάνατος από όλους τους θανάτους. Διότι εις τους άλλους κινδύνους ή η κόψη τού ξίφους ταχέως επιφέρει τον θάνατον ή η ορμή τής φωτιάς αποτόμως σβήνει την ζωήν ή τα θηρία με τα δόντια αφού κατασπαράξουν τα ζωτικώτερα από τα μέλη, δεν επιτρέπουν την τιμωρίαν με την διάρκειαν της οδύνης. Η πείνα όμως επιβραδύνει το κακόν. Παρατείνει τον πόνον με το να ενεδρεύη και να λουφάζη η αρρώστια και με το να κάμνη ώστε πάντοτε ο θάνατος να είναι παρών και πάντοτε να βραδύνη. Διότι δαπανά το υγρόν που υπάρχει εις τον οργανισμόν, καταστέλλει την θερμότητα, περιορίζει το βάρος, μαραζώνει ολίγον κατ’ ολίγον την δύναμιν. Η σάρκα κολλά ωσάν αράχνη εις τα κόκκαλα. Το χρώμα δεν είναι ανθηρόν. Διότι το κόκκινον υποχωρεί με την φθοράν τού αίματος και η λευκότης δεν υπάρχει, αφού η επιδερμίδα μελανιάζει από την ισχνότητα. Μαυροκιτρινίζει το σώμα, διότι από την νόσον ανακατώνεται οικτρώς η ωχρότης με το μαύρον. Τα γόνατα δεν αντέχουν, αλλά λυγίζουν από την ανάγκην. Η φωνή είναι λεπτή και αδύνατη. Τα μάτια ασθενικά εις τας κόγχας, παραμένουν ανώφελα εις τας κόγχας των, όπως εκείνοι από τους καρπούς που αποξηραίνονται εις τα κελύφη των. Η κοιλία αδειανή και ζαρωμένη, άμορφος, χωρίς βάρος, δεν έχει τον φυσικόν τόνον των σπλάγχνων και είναι κολλημένη εις τα κόκκαλα του οπισθίου μέρους. Αυτός λοιπόν που περιφρονεί ένα τέτοιο σώμα πόσας κολάσεις αξίζει; Ποίαν δε υπερβολήν σκληρότητος δεν θα ξεπεράση; Πώς δεν αξίζει να συγκαταριθμηθή εις τα ανήμερα από τα θηρία και να θεωρήται μολυσμένος και ανθρωποκτόνος; Διότι αυτός, που εις το χέρι του είναι να θεραπεύση το κακόν και που με την θέλησίν του αναβάλλει εξ αιτίας τής πλεονεξίας, ευλόγως θα ημπορούσε να καταδικάζεται εξ ίσου με αυτούς που ιδιοχείρως διαπράττουν τον φόνον. Το κακόν τής πείνης εξηνάγκασε πολλάς φοράς πολλούς να παραβιάσουν και τους φυσικούς νόμους. Να φάγη δηλαδή άνθρωπος τα σώματα των συγγενών, η μητέρα δε το παιδί της που από την κοιλίαν της εγέννησε να το δεχθή αδίκως και πάλιν εις την κοιλίαν της. Και τοο δράμα αυτό το διεκτραγώδησε η ιουδαϊκή ιστορία, που συνέταξεν ο σπουδαίος κατά την γνώμην μου Ιώσηπος, τότε που τα φοβερά πάθη κατέλαβαν τους κατοίκους τής Ιερουσαλήμ, που επλήρωναν έτσι τας δικαίας τιμωρίας διά την ασέβειάν των εις τον Θεόν. Βλέπεις ότι και ο ίδιος ο ιδικός μας Θεός τα μεν άλλα από τα παθήματα παραβλέπει, τους πεινώντας όμως με συμπάθειαν ευσπλαγχνίζεται. «Σπλαγχνίζομαι, λέγει, τον λαόν». Διά τούτο και εις την τελικήν κρίσιν, εκεί όπου προσκαλεί τους δικαίους ο Κύριος, την πρώτην θέσιν κατέχει αυτός που δίδει. Αυτός που τρέφει είναι πρώτος εις τους τιμωμένους. Αυτός που εχορήγησε τον άρτον προσκαλείται πρώτα απ’ όλους. Ο αγαθός και μεταδοτικός μεταβαίνει εις την ζωήν πρώτος από τους άλλους δικαίους. Αυτός που δεν κοινωνεί εις τας ανάγκας του πλησίον και ο τσιγκούνης παραδίδεται εις την φωτιάν πρώτος από όλους τους αμαρτωλούς. Ο καιρός σε καλεί εις την μητέρα τών εντολών. Και να φροντίσης πάρα πολύ διά να μη χάσης τον καιρόν τής πανηγύρεως και των εμπορικών συναλλαγών. Διότι ο χρόνος τρέχει και δεν περιμένει αυτόν που αργοπορεί. Αι ημέραι φεύγουν και προσπερνούν τον οκνηρόν. Και όπως δεν ημπορεί κανείς να σταματήση το ρεύμα του ποταμού, εκτός εάν κάποιος χρησιμοποιήση όπως πρέπει το νερόν, αφού το ανακόψη, κατά την πρώτην συνάντησιν και ορμήν, έτσι ούτε τον χρόνον, που τρέχει σύμφωνα με την αναγκαστικήν πορείαν, ημπορεί να συγκρατήση, ούτε αφού περάση να τον ανακαλέση εις τα οπίσω, εκτός εάν κάποιος τον προλάβη, όταν έρχεται. Και διά τούτο κράτησε την εντολήν ωσάν να φεύγη και εφάρμοσέ την και αφού την συλλάβης από παντού άρπαξέ την εις τας αγκάλας σου. Δώσε ολίγα και απόκτησε πολλά. Εξαφάνισε την πρωταρχικήν αμαρτίαν διά της μεταδόσεως της τροφής. Διότι, όπως ο Αδάμ που παρανόμως έφαγε, μετέδωσε την αμαρτίαν, έτσι ημείς εξαλείφομεν την πονηράν βρώσιν, εάν θεραπεύσωμεν την ανάγκην και την πείναν τού αδελφού.
Λαοί, ακούστε! Χριστιανοί, ακούστε προσεκτικά! Αυτά λέγει ο Κύριος. Δεν ομιλεί εις τον λαόν με την φωνήν του, αλλά με τα στόματα των δούλων του, ωσάν με όργανά του, σαλπίζει. Ας μη φανούμεν ημείς οι λογικοί σκληρότεροι από τα άλογα ζώα. Διότι εκείνα από κοινού χρησιμοποιούν αυτά που βλαστάνει εκ φύσεως η γη. Και τα κοπάδια τών προβάτων βοσκούν εις ένα και το ίδιον βουνόν. Πάμπολλα άλογα μίαν και την ιδίαν πεδιάδα καταλαμβάνουν ως βοσκότοπον. Και όλα τα είδη τών ζώων έτσι μεταξύ των το ένα προς το άλλο παραχωρούν την αναγκαίαν απόλαυσιν των τροφών. Ημείς όμως οικειοποιούμεθα τα κοινά και κατέχομεν μόνοι αυτά που ανήκουν εις τους πολλούς. Ας εντρεπώμεθα τα φιλάνθρωπα διηγήματα των ειδωλολατρών. Εις μερικούς εξ αυτών νόμος φιλάνθρωπος απειργάζετο μίαν τράπεζαν και κοινά τρόφιμα, και σχεδόν μίαν οικογένειαν τον πολυάνθρωπον λαόν. Ας αφήσωμεν τους εθνικούς και ας έλθωμεν εις το παράδειγμα των τριών χιλιάδων. Ας ζηλέψωμεν την πρώτην εκκλησίαν τών Χριστιανών, όπου τα πάντα ήταν κοινά εις αυτούς, δηλαδή η ζωή, η ψυχή, η συμφωνία, η κοινή τράπεζα, η αδιαίρετος αδελφότης, η ανυπόκριτος αγάπη, που ήνωνεν εις ενα τα πολλά σώματα, και συνήρμοζε τας διαφόρους ψυχάς εις μίαν ομόνοιαν. Από την Παλαιάν και την Νέαν Διαθήκην έχεις πολλά παραδείγματα φιλαδελφίας. Εάν αντικρύσης γέροντα που πεινά να τον καλέσης και να τον θρέψης, όπως ο Ιωσήφ τον Ιακώβ. Εάν εύρης εχθρόν που ευρίσκεται εις δυσκολίαν μη προσθέσης εις την οργήν που σε κατέχει την εκδίκησιν, αλλά να τον θρέψης όπως εκείνος έθρεψε τους αδελφούς, που τον επώλησαν. Εάν συναντήσης νεώτερον που καταπονείται, να κλαύσης έτσι, όπως εκείνος τον Βενιαμίν, το παιδί τών γερατειών. Ίσως να πειράζη και σε η πλεονεξία, όπως η κυρία τον Ιωσήφ· σε τραβά από τα ενδύματα, διά να παραβής την εντολήν και να αγαπήσης περισσότερον εκείνην που αγαπά τα χρυσαφικά και τα στολίδια, παρά την προσταγήν του Δεσπότου. Όταν λοιπόν έλθη λογισμός που καταπολεμεί την εντολήν αυτήν και προσελκύει τον εγκρατή νουν εις την φιλαργυρίαν, και σε εξαναγκάζει να αδιαφορήσης διά την φιλαδελφίαν και σε κρατά πλησίον της, ρίξε και συ κάτω τα ενδύματα, και ωργισμένος φύγε. Να διατηρήσης την πίστιν εις τον Κύριον, όπως εκείνος εις τον Πετεφρήν. Να μεριμνήσης δι’ έν ετος, όπως εκείνος εμερίμνησε δι’ επτά έτη. Μη δίδης τα πάντα εις την ηδονήν, δώσε και κάτι εις την ψυχήν. Και να πιστέψης πως έχεις δύο θυγατέρας· την καλοπέρασιν εδώ και την ουράνιον ζωήν. Εάν δεν θελήσης να τα δώσης όλα εις την ανωτέραν, μοίρασέ τα λοιπόν εξ ίσου και εις την ακόλαστον κόρην και εις την αγαθήν. Να μη παρουσιάσης την εδώ διαγωγήν σου βαθύπλουτον και την άλλην γυμνήν και ενδεδυμένην με εμβαλώματα, αλλ’ όταν χρειασθή να παραστής εις τον Χριστόν και αντιμετωπίσης τον κριτήν, η κατ’ αρετήν ζωή να έχη νυμφικόν ένδυμα και πρόσκλησιν. Μη λοιπόν παρουσιάσης εις τον νυμφίον την νύμφην δύσμορφον και αστόλιστον, διά να μη την ιδή και γυρίση το πρόσωπόν του και αφού την ιδή την μισήση και αρνηθή τον γάμον. Αλλά αφού την αρματώσης με τον στολισμόν που αρμόζει, να την διαφυλάξης όμορφην ως την προθεσμίαν τών γάμων. Διά να ανάψη και αυτή μαζί με τας φρονίμους παρθένους την λαμπάδα, να διατηρήση άσβεστον την φλόγα τής γνώσεως και να μη της λείψη το λάδι τών καλών έργων. Διά να επαληθευθή έτσι εμπράκτως η θεία προφητεία και εύρη εφαρμογήν εις την ψυχήν σου ο λόγος· «στέκεται εις τα δεξιά σου η βασίλισσα ενδεδυμένη και στολισμένη με ενδυμασίαν χρυσοκέντητον. Ακουσε κόρη, και ιδές και κλίνε το αυτί σου, ο βασιλεύς θα επιθυμήση την ομορφιάν σου». Αυτά βεβαίως γενικά προανήγγειλεν ο ψαλμωδός, προφητεύων την ωραιότητα ολοκλήρου του σώματος. Κατά κύριον λόγον δε θα εύρη εφαρμογήν και εις την ψυχήν του καθενός, αφού βέβαια η Εκκλησία αποτελείται από τα επί μέρους άτομα.
Σκέψου, παρακαλώ, λογικά το παρόν και το μέλλον, το οποίον μη προδίδης λόγω αισχροκερδίας. Το σώμα που είναι το χαρακτηριστικόν σου εις την ζωήν θα σε αφήση. Εις την εμφάνισιν του κριτού που αναμένεται και που αναμφιβόλως θα έλθη, θα αποκλείσης μεν διά τον εαυτόν σου την απονομήν τών τιμών και την επουράνιον δόξαν και θα ανοίξης την άσβεστον φωτιάν, την γέενναν, τα κολαστήρια και τους πικρούς από τας οδύνας αιώνας, αντί της αιωνίου και μακαρίας ζωής. Μη με πάρης, ωσάν κάποιαν μητέρα ή τροφόν, πως σου επισείω ψεύτικα μορμολύκεια, όπως εκείναι συνηθίζουν να κάμνουν εις τα μικρά παιδιά, όταν θρηνούν άτακτα και συνεχώς τα καθησυχάζουν με φανταστικά διηγήματα. Αυτά δεν είναι παραμύθι, αλλά λόγος που έχει κηρυχθή προ πολλού από αδιάψευστον φωνήν. Και γνώριζε επακριβώς ότι σύμφωνα με την ευαγγελικήν προφητείαν «ένα γιώτα ή ένα γράμμα δεν θα καταργηθή από τον νόμον μέχρις ότου γίνουν όλα». Αλλά και το σώμα που έχει εξαφανισθή εις τους τάφους θα αναστηθή και η ιδία η ψυχή που με τον θάνατον έχει αποχωρισθή, πάλιν θα κατοικήση εις το σώμα. Και θα γίνη ακριβής έλεγχος των πράξεων της ζωής κατά τον οποίον δεν θα μαρτυρήσουν άλλοι, αλλ’ η ιδία η συνείδησις θα καταθέση ως μάρτυς. Εις τον καθένα δε θα αποδοθή από τον δίκαιον δικαστήν το κατ’ αξίαν. Εις αυτόν πρέπει η δόξα, η δύναμις και η προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2589
«Ας μην αποδεχθούμε κανένα «αρραβώνα» με τον Ολοκληρωτισμό, ας μη δεχτούμε την «αχρήματη εποχή» που ανακοινώνουν για το 2013, ας πολεμήσουμε για τη Βιοτική Αξιοπρέπεια και την Ελευθερία μας, με τη δική σας αρωγή».
ΙΝΚΑ-ΔΤ 388/17.01.2013
Ανοικτή Επιστολή
Προς τον
Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο Πρόεδρο της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Σεβασμιωτάτους Αρχιερείς της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ο Νέος Ολοκληρωτισμός και η Βίαιη Φτωχοποίηση των Ελλήνων Πολιτών
Μακαριότατε,
Σεβαστοί Πατέρες της Εκκλησίας μας,
Το Ινστιτούτο Καταναλωτών (ΙΝΚΑ), με πάνω από 40 χρόνια δράσης και με περισσότερα από 100.000 μέλη, έχει δραστηριοποιηθεί ενάντια σε όσα συμβαίνουν στην πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα σε όσα αφορούν στην καταπάτηση της Ελευθερίας και την εξαθλίωση των πολιτών. Οι ενέργειές μας είναι γνωστές από την έκδοση δελτίων τύπου, τις διακηρύξεις, τις ομιλίες, αλλά και τις προσφυγές μας στη Δικαιοσύνη (χαράτσι της ΔΕΗ, διόδια, «πράσινα τέλη», αποτροπή του υποχρεωτικού εμβολιασμού για την «πανδημία της γρίπης των χοίρων», προσβολή της ΠΟΛ1077 στο ΣτΕ κ.λπ.)
Τα μέλη του ΙΝΚΑ είμαστε ενεργοί πολίτες, όλοι με κοινωνικές ευαισθησίες, για αυτό αντιστεκόμαστε σε οτιδήποτε είναι ενάντια στην Ζωή, Ελευθερία και Περιουσία του Ελληνικού Λαού.
Γνωρίζουμε ότι η Ιερά Σύνοδος έχει αποφασίσει από παλιά (το 1998 για τη Συνθήκη Schengen) τη μη αποδοχή ηλεκτρονικών μέσων, ή ταυτοτήτων, που θα χρησιμοποιούσαν τον αριθμό 666, αλλά και πρόσφατα, της «κάρτας του πολίτη».
Το ΙΝΚΑ συνεργάστηκε με ιερείς και λαϊκούς και συμμετείχε ενεργά σε δύο συγκεντρώσεις που πραγματοποιήθηκαν στις 27 Μαρτίου 2011 και στις 21 Οκτωβρίου 2012 που αφορούσαν στην «κάρτα του πολίτη», αλλά και γενικότερα στην αντιμετώπιση του Φακελώματος – Ξεγυμνώματος του Πολίτη, από τον Νέο Ολοκληρωτισμό.
Δεν είναι όμως μόνο οι προγραμματιζόμενες νέες αστυνομικές ταυτότητες («κάρτες πολίτη») που προωθεί ο Νέος Ολοκληρωτισμός, πρόκειται για συνεχόμενα μέτρα τα οποία στοχεύουν να φακελώσουν, να ξεγυμνώσουν, να αριθμοποιήσουν τον Άνθρωπο και να τον μετατρέψουν σε υποχείριό τους, σε αντικείμενο προς εκμετάλλευση. Ορισμένα από αυτά είναι: «κάρτα του πολίτη», «κάρτα του μετανάστη», «φοροκάρτα», «περιουσιολόγιο», «ηλεκτρονική συνταγογράφηση», «υποχρεωτική δωρεά οργάνων», «άρση του προσωπικού απορρήτου» κ.ά. Όλα αυτά συνθέτουν έναν ολοκληρωμένο-φασιστικό έλεγχο της προσωπικής ζωής των Ανθρώπων, με άμεσο κίνδυνο για τη Ζωή, την Ελευθερία και την Περιουσία τους.
Ο Φασισμός (μετά την πρώτη ήττα του το 1945) αναβιώνει, οι μέθοδοί του επαναχρησιμοποιούνται και εκσυγχρονίζονται και η Επιστήμη χρησιμοποιείται σε βάρος του Ανθρώπου.
Εμείς όχι μόνο αναγνωρίζουμε την ηγεσία της Εκκλησίας ως βασικό συναγωνιστή των κινημάτων του Ελληνικού Λαού ενάντια στον Ολοκληρωτισμό εν γένει, αλλά θεωρούμε και ότι μπορεί να παίξει βασικό και αναντικατάστατο ρόλο στην καταφυγή και στην άμυνα του Ελληνικού Λαού.
Νομίζουμε ότι είναι ο καιρός να ενημερώσουμε τους πολίτες, αλλά και να τους αποτρέψουμε, να παραλάβουν οτιδήποτε (ή να γνωστοποιήσουν οποιοδήποτε στοιχείο τους) που μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο για τη Ζωή, την Ελευθερία και την Περιουσία τους. Ήρθε η ώρα να θυμίσουμε ξανά τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου που είναι ξεκάθαρα ενάντια στην «ηλεκτρονική διακυβέρνηση», δηλαδή ενάντια στο όπλο του Ολοκληρωτισμού που μπορεί να μας οδηγήσει στην «εμφύτευση».
Με πρόσχημα την… «οικονομική κρίση» αλλά και την… «πάταξη της φοροδιαφυγής», στοχεύουν στην εξαθλίωση των Ελλήνων, που, αν χάσουν την Ελευθερία τους και την Περιουσία τους (προσωπική και δημόσια), τότε θα χάσουν την Εθνική τους Υπόσταση, ακόμα και τη Ζωή τους. Η Ιστορία μας δείχνει ότι η Εκκλησία έπαιξε ενεργό και αξιοσημείωτο ρόλο για την επίτευξη της Ελευθερίας μας, τόσο στην Εθνική Παλιγγενεσία, όσο και στις άλλες δύσκολες στιγμές της χώρας μας.
Σήμερα χιλιάδες συνάνθρωποί μας αυτοκτονούν κυριευμένοι από την απελπισία τους και πνιγμένοι στα χρέη, άλλοι πεθαίνουν πρόωρα από έλλειψη φαρμάκων, ενώ χιλιάδες άστεγοι, εκατομμύρια άνεργοι ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Σήμερα επικρατεί η αδικία, ο φόβος, το ψέμα, η απογοήτευση, η τρομοκρατία και κάθε μορφής βία, σήμερα όλο το έθνος συκοφαντείται.
Όλα αυτά τα γεγονότα κραυγάζουν και οδηγούν στα αυτονόητα συμπεράσματα, που έχει καταλήξει ο Ελληνικός Λαός, παρά το όργιο παραπληροφόρησης, τον οργανωμένο Ψυχολογικό Πόλεμο και την αντιστροφή της πραγματικότητας από την πλειοψηφία των «ΜΜΕ».
Δεν είναι θέμα τεχνολογικής διερεύνησης, δεν είναι θέμα παραπομπής σε μια «Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων». Είναι:
Απόφαση αντίστασης στην Κατοχή και στον Ολοκληρωτισμό,
ή πρόθεση υποταγής σε αυτόν.
Οι Έλληνες Πολίτες αναμένουν το κάλεσμα σας Μακαριότατε και Σεβαστοί Πατέρες της Εκκλησίας. Να τους ενθαρρύνετε να αντισταθούν, δεν τους αξίζει να είναι μόνοι.
Ας μην αποδεχθούμε κανένα «αρραβώνα» με τον Ολοκληρωτισμό, ας μη δεχτούμε την «αχρήματη εποχή» που ανακοινώνουν για το 2013, ας πολεμήσουμε για τη Βιοτική Αξιοπρέπεια και την Ελευθερία μας, με τη δική σας αρωγή.
Το Γραφείο Τύπου του ΙΝΚΑ
Ομιλία Μητροπολίτη Γόρτυνος στο συνέδριο ''Εκκλησία και Αριστέρα''
Εὐχαριστῶ τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Κον Κον Ἱερώνυμον, ὅπως καί τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι μεταξύ τῶν ἄλλων πατέρων Ἱεραρχῶν ὅρισε καί τήν ταπεινότητά μου ὡς ὁμιλητή σ᾽ αὐτό τό ἐπιστημονικό Συνέδριο, πού διοργάνωσε ἡ κλεινή θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης γιά τό ἐπίμαχο πρόβλημα ΕΚΚΛΗΣΙΑ καί ΑΡΙΣΤΕΡΑ καί μέ τό σημαντικό μάλιστα δοθέν εἰς ἐμέ ἐπί μέρους θέμα Ὁμοιότητες καί Διαφορές τῶν δύο, Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς.
Κατ᾽ ἀρχάς θέλω νά πῶ, καί μάλιστα νά τονίσω, αὐτά τά δύο βασικά, πρῶτον μέν ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ἐμπλέκεται στά πολιτικά κόμματα, δέν ταυτίζεται μέ καμμία πολιτική παράταξη, καί δεύτερον νά πῶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν παραθεωρεῖ τήν πολιτική, διότι θεωρεῖ τά πολιτικά κόμματα ὡς ἀνθρώπινες ἰδεολογίες, ἡ κάθε μιά ἀπό τίς ὁποῖες θέλει καί ἀγωνίζεται γιά μιά καλύτερη κοινωνία.
Μετά τό μικρό αὐτό εἰσαγωγικό σημείωμα εἰσέρχομαι κατ᾽ εὐθεῖαν στό θέμα μου καί δηλῶ ὅτι θά τό διεξέλθω μέ συντομία, λόγω στενότητος χρόνου, καί μέ ἁπλότητα, ὡς μία κατήχηση γιά τόν λαό. Ὅλοι μας γι᾽ αὐτόν τόν λαό τοῦ Θεοῦ νοιαζόμεθα καί ἐργαζόμεθα. Σέ κάθε παράγραφο τοῦ λόγου μου θά συμπλέκω καί τίς ὁμοιότητες καί τίς διαφορές Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς, αὐτό πού εἶναι τό θέμα μου, καί ἔτσι θά φαίνεται καλύτερα ἡ ἀντιπαράθεση τῶν δύο.
1. Ἡ Ἐκκλησία νοιάζεται καί ἀγωνίζεται οἱ χριστιανοί, καί ὄχι μόνο οἱ χριστιανοί, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, νά ἔχουν τά ἀναγκαῖα γιά τήν ζωή τους, ὅπως αὐτό τό δεικνύει καί τό ἀποδεικνύει περίτρανα τό φιλανθρωπικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μέ τά καθημερινά συσσίτια καί ὅλη τήν φιλανθρωπική της δράση. Δέν εἶναι λοιπόν ἀληθινή, ἀλλά εἶναι ἄδικη ἡ κατηγορία κατά τῆς ᾽Εκκλησίας, ὅτι αὐτή ἀδιαφορεῖ γιά τό παρόν τοῦ ἀνθρώπου, γιά τά ἐπίγεια ἀγαθά του. Θέλει καί εὔχεται καί φροντίζει οἱ ἄνθρωποι νά διάγουν μία ἄνετη ζωή χωρίς τήν στέρηση τῶν ἀναγκαίων. Τό ἴδιο ἐνδιαφέρον καί τόν ἴδιο ἀγώνα κάνει ἀσφαλῶς καί ἡ Ἀριστερά πολιτική παράταξη καί ἐμεῖς τό χαιρόμεθα βεβαίως αὐτό καί τό ἐπαινοῦμε. Σ᾽ αὐτό συναντώμεθα καί συμφωνοῦμε.
2. Ἀπό πολιτικές παρατάξεις καί ἰδιαίτερα ἀπό τήν Ἀριστερά ἀκούγεται ἀπό προηγούμενα ἤδη χρόνια ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ἐνδιαφέρεται γιά τό παρόν τοῦ ἀνθρώπου, γιά τήν ἄνετη ζωή του μέ τά ἐπίγεια ἀγαθά, ἀλλά ὅλο τονίζει τήν παραδείσια κατάσταση στήν μέλλουσα ζωή. Αὐτό τό εἶπε ἕνας προηγούμενος ἀριστερίζων πολιτικός σέ συγκέντρωση πολιτικῶν, ὅπου μάλιστα εὑρίσκοντο καί Ἀρχιερεῖς. «Αὐτοί εἶπε ὁ πολιτικός, δείχνοντας τούς Ἀρχιερεῖς – εἶναι γιά τούς ἀπερχομένους», γιά κηδεῖες δηλαδή καί γιά Τρισάγια. «Ἡμεῖς – εἶπε, ἀπευθυνόμενος στούς πολιτικούς – εἴμαστε γιά τούς ἐρχομένους»!…. Πρός τήν κατηγορία αὐτή ἔχω νά πῶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία βλέπει ψυχοσωματικά τόν ἄνθρωπο καί νοιάζεται γιά ὅλα τά ἀναγκαῖα του, ὄχι μόνο τῆς ψυχῆς τά ἀναγκαῖα ἀλλά καί τοῦ σώματος. Τό ἀντίθετο, τό νά ἐνδιαφέρεται ἡ Ἐκκλησία μόνο γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ γι᾽ αὐτήν αἵρεση μονοφυσιτική. Ἐπειδή ὁμιλῶ στήν Θεσσαλονίκη θά θυμίσω τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου στήν Α´ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολή του. Οἱ Θεσσαλονικεῖς χριστιανοί ἦταν ἐναγώνιοι γιά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία περίμεναν πολύ σύντομα. Καί ἀπορροφημένοι ἀπό τήν προσδοκία αὐτή εἶχαν ἐγκαταλείψει τίς ἐργασίες τους καί τίς ἄλλες ἐπίγειες ἀσχολίες τους καί συζητοῦσαν μόνο γι᾽ αὐτό τό ἐναγώνιο θέμα τους. Ἐν τῷ μεταξύ τό σῶμα ἤθελε νά τραφεῖ καί γι᾽ αὐτό αὐτοί οἱ χριστιανοί γίνονταν βάρος στούς ἄλλους, ἐπιβαρύνοντας τους γιά τήν διατροφή τους. Τά ἔμαθε αὐτά ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί τούς γράφει ἐπιτιμητικό λόγο. Μάθετε, τούς λέγει, «πῶς πρέπει νά περιπατεῖτε» (Α´ Θεσ. 4 )! Ὁ λόγος του εἶναι πολύ παραστατικός. Σάν νά μοῦ φαίνεται ὅτι ὁ Ἀπόστολος ἐδῶ παίρνει μέ τό χέρι του τά κεφάλια τῶν χριστιανῶν αὐτῶν, πού τά εἶχαν στραμμένα πρός τά πάνω, ἀναμένοντες τήν Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, καί τά στρέφει πρός τά κάτω, καί τούς λέγει νά προσέχουν πῶς περπατοῦν, γιά νά μή σκοντάψουν! Τούς συνιστᾶ δηλαδή νά στραφοῦν πρός τά καθήκοντα τῆς ἐπιγείου ζωῆς τους, στίς ὑποχρεώσεις τους πρός τήν οἰκογένειά τους καί πρός τήν κοινωνία. Αὐτό σημαίνει αὐτό πού τούς λέγει παρακάτω«πράσσειν τά ἴδια καί ἐργάζεσθαι ταῖς ἰδίαις χερσίν» καί νά φέρονται «εὐσχημόνως πρός τούς ἔξω», τούς ἀπίστους δηλαδή, ὥστε «νά μήν ἔχουν ἀνάγκη ἀπό κανέναν» (Α´ Θεσ. 4,11.12). Ἀλλά θά πῶ καί τό ἄλλο τό περισσότερο βασικό γιά τό θέμα πού ὁμιλῶ. Ἡ Παλαιά Διαθήκη, τό πρῶτο μέρος τῆς θείας Ἀποκαλύψεως, ἔχει ἐγκόσμιο χαρακτήρα, τονίζει δηλαδή πολύ τήν παρούσα ζωή. Εἶναι θεολογικό πρόβλημα τό γιατί συμβαίνει αὐτό στήν Παλαιά Διαθήκη. Ἡ ἑρμηνεία εἶναι ὅτι, ἐπειδή ἡ Παλαιά Διαθήκη πολέμησε τήν νεκρομαντεία τῶν Χαναναίων – ἡ ὁποία προϋποθέτει πίστη στήν ζωή μετά θάνατον – γι᾽ αὐτό, λόγω τοῦ πολέμου κατά τῆς νεκρομαντείας, ξαναλέγω, δέν ἀνέπτυξε ἡ Παλαιά Διαθήκη, στά πρῶτα της χρόνια τουλάχιστον, τήν διδασκαλία στήν μεταθανάτια ζωή. Αὐτό θά γίνει τόν 7ο αἰ., ὅταν θά καταπαύσει ὁ πόλεμος κατά τῆς νεκρομαντείας. Γι᾽ αὐτό λοιπόν ἡ Παλαιά Διαθήκη τονίζει τήν παρούσα ζωή, ἔχει ἐγκόσμιο χαρακτήρα, ξαναλέγω. Ἔτσι ἔχουμε τόν προφήτη Ἠσαΐα πού παριστάνει τόν Θεό λέγοντα: «Ἐάν θέλητε καί εἰσακούσητέ μου, τά ἀγαθά τῆς γῆς φάγεσθε» (Ἠσ. 1,19). Ὁ ἐγκόσμιος αὐτός χαρακτήρας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μαζί βέβαια μέ τήν ἔννοια τῆς ἀγάπης, εἶναι ἡ βάση γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς ὡραίας καί ἐκτενοῦς κοινωνιολογίας, τήν ὁποία βλέπουμε στήν Παλαιά Διαθήκη.
3. Ἡ σημαντική ὅμως καί κυρία διαφορά μας εἶναι ὅτι ὁ μέν Ἀριστερισμός-Κομμουνισμός θέλει τήν ἄνετη αὐτή παρούσα ζωή τοῦ ἀνθρώπου ἄνευ Θεοῦ ἤ, τέλος πάντων, παίρνοντας ἀδιάφορη θέση ὡς πρός τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων. Ἡ δέ Ἐκκλησία τήν ἄνευ Θεοῦ ζωή τοῦ ἀνθρώπου τήν θεωρεῖ ὡς ἀρειανική αἵρεση, ἡ ὁποία ἀποχωρίζει τήν θεία φύση ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί βλέπει σ᾽ αὐτό ἀνθρώπινη μόνο φύση. Κατά τήν Ἐκκλησία ἡ ζωή χωρίς τόν Θεό, ὅσο καί ἄν ἔχει πλούσια τά ὑλικά ἀγαθά, εἶναι ζωή χωρίς νόημα, εἶναι ζωή βαρετή (boring). Πολύ τό τονίζει στήν διδασκαλία της αὐτό ἡ Ἐκκλησία. Διδάσκει δηλαδή, ἀντίθετα πρός τά ἄλλα συστήματα, ὅτι ὅλα τά ἀγαθά τῆς γῆς δέν μποροῦν νά χαρίσουν τήν εὐτυχία στόν ἄνθρωπο, ἀκριβῶς διότι ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἄλλη θεώρηση περί τοῦ ἀνθρώπου, ἐντελῶς διάφορη ἀπό τά ἀριστερίζοντα συστήματα, ἀλλά καί τά ἄλλα κοσμικά συστήματα.
4. Πῶς βλέπει ἡ Ἐκκλησία τόν ἄνθρωπο; Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό γιά τό θέμα μας. Ὁ ἄνθρωπος κατά τήν Ἐκκλησία εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό μεγαλεῖο του καί ἡ μεγάλη του ἀξία. Ἀλλά θέλω νά πῶ κάτι ἄλλο, θεολογώντας μέ ἁπλότητα σέ ἕνα ἐρώτημα σχετικό μέ τό θέμα: Πῶς ἐγώ, ὁ ἄνθρωπος, εἶμαι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἐγώ ὁ ἄνθρωπος ἔχω σῶμα, ὁ δέ Θεός δέν ἔχει σῶμα; Γιά νά ποῦμε ἀκριβῶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, θά πρέπει νά βροῦμε Θεό μέ σῶμα! Ποιός εἶναι αὐτός; Εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ σαρκωθείς Υἱός τοῦ Θεοῦ, γι᾽ αὐτό καί οἱ ἅγιοι Πατέρες μας μιλώντας πιό συγκεκριμένα λέγουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ὄχι κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ γενικά, ἀλλά κατά τήν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γι᾽ αὐτό τό ὡραῖο νόημα ἔχουμε σχετικό χωρίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς στό βιβλίο τῆς Γένεσης. Στόν στίχ. 1,27 διαβάζουμε ὅτι«ὁ Θεός ἐποίησε τόν ἄνθρωπον κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ». Τό περίεργο τοῦ χωρίου αὐτοῦ εἶναι ὅτι εἰσάγει οἱονεί «δεύτερο» Θεό καί ἐρωτοῦμε: Κατ᾽ εἰκόνα ποίου Θεοῦ ὁ Θεός ἐποίησε τόν ἄνθρωπο; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἐποίησε τόν ἄνθρωπο κατά τήν εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ Του, πού ἐπρόκειτο νά ἐνανθρωπήσει! Ἡ ἀλήθεια αὐτή ἔχει μέσα της τήν τιμή καί πρός τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου καί πρός τήν κτίση ὅλη, γιατί αὐτό τό σῶμα μας, πού εἶναι μικρόκοσμος, ἔλαβε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐνανθρώπησή Του.
Ἐπανερχόμενοι λέγουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία βλέπει τόν ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Δίδουν διάφορες ἑρμηνεῖες γιά τό τί σημαίνει αὐτό, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Κατά τήν γνώμη μου ἡ καλυτέρα τῶν ἑρμηνειῶν εἶναι ἡ ἁπλή ἑρμηνεία τοῦ μακαριστοῦ διδασκάλου Βασιλείου Βέλλα, ὅτι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ φορά του, ἡ ὁρμή του πρός τόν Θεό, πού τοῦ δίνει τήν δυνατότητα νά κοινωνεῖ μαζί Του. Αὐτήν τήν τάση καί ὁρμή τήν συναντοῦμε σέ ὅλους τούς λαούς. Αὐτήν τήν ὑψηλή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ ἀνθρώπου, ὡς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, δέν τήν ἔχουν τά κοσμικά συστήματα, στά ὁποῖα ἐννοῶ καί τά ἀριστερίζοντα. Ἡ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου ὡς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ τόν καθιστᾶ ἄξιο τιμῆς καί σεβασμοῦ. Τό κλάμα του δέν εἶναι τρίξιμο μηχανῶν, ἀλλά εἶναι κλάμα καί πόνος ἑνός παιδιοῦ τοῦ Θεοῦ, γιά τό ὁποῖο σαρκώθηκε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί σταυρώθηκε στόν φρικτό Γολγοθᾶ. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ τέτοια εἶναι ἡ φύση του, ἄρα δέν μποροῦν νά τοῦ δώσουν τήν εὐτυχία μόνο τά ὑλικά ἀγαθά, γι᾽ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μαζί μ᾽ αὐτά, καί πρῶτα ἀπό αὐτά, θέλει νά τοῦ χαρίσει τήν κοινωνία μέ τόν Θεό, ἀπό τόν Ὁποῖο ἦλθε καί πρός τόν Ὁποῖο πηγαίνει. Αὐτή εἶναι ἡ κύρια διαφορά Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς ὡς πρός τά ἀγαθά τῆς παρούσης ζωῆς, τά ὁποῖα καί οἱ δύο, ἐπαναλαμβάνουμε, Ἐκκλησία καί Ἀριστερά, ἀγωνίζονται νά προσφέρουν στόν ταλαιπωρημένο ἄνθρωπο.
5. Μέ τήν εὐκαιρία πού δώσαμε τήν θεώρηση τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν ἄνθρωπο ὡς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, εἶναι πολύ ἀναγκαῖο γιά τό θέμα μας νά ποῦμε τί εἶναι ὁ Θεός, τοῦ Ὁποίου εἰκόνα εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἐπαναλαμβάνω ὅτι αὐτό δέν εἶναι ξένο πρός τό θέμα μας. Εἶναι δέ ἀνάγκη νά τό ποῦμε αὐτό, γιατί πολλοί, καί θρησκευόμενοι ἀκόμη ἄνθρωποι, δέν γνωρίζουν τό τί εἶναι ὁ Θεός. Λοιπόν: Κατά τήν Ἁγία Γραφή, πού ἔχει τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Θεός εἶναι αὐτά τά δύο: Εἶναι προσωπικό Ὄν (ὁ Ὤν Θεός) καί εἶναι ἀγάπη. Ἀκοῦστε τώρα: Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι πρόσωπο καί ἀγάπη, ἄρα καί ὁ ἄνθρωπος, πού εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἄρα καί αὐτός εἶναι πρόσωπο καί ἀγάπη. Καί ἀφοῦ εἴμαστε πρόσωπα καί ἀγάπη, ὡς κατ᾽ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πλασμένοι, ἄρα καί ἡ κοινωνία μας μέ τόν Θεό καί μεταξύ μας πρέπει νά εἶναι προσωπική καί ἀγαπητική. Αὐτό εἶναι ὅλο κι ὅλο, ἀγαπητοί μου ἀκροατές. Αὐτό φτιάχνει τέλεια κοινωνία ἀνθρώπων. Τό νά βλέπει ὁ ἕνας τόν ἄλλον σάν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, σάν τόν ἑαυτό του, σάν μικρό θεό του!… Παρακαλοῦμε τήν Ἀριστερά παράταξη, ἄν μπορεῖ, ἄν ἔχει, ἄς μᾶς δώσει ἀπό τά κείμενά της, παλαιότερα ἤ νεώτερα, μιά τέτοια θεώρηση περί τοῦ ἀνθρώπου καί ἕνα τέτοιο ὅραμα τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας, ἀγγελικά πλασμένης.
6. Αὐτή ἡ τέλεια κοινωνία, ὅπως τήν εἶπα παραπάνω, αὐτό εἶναι ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ἀγαπητοί μου. Εἶναι πολύ σημαντικό ὅτι στά πατερικά κείμενα δέν ὑπάρχει ὁρισμός τοῦ τί εἶναι Ἐκκλησία. Γι᾽ αὐτό καί πέφτουμε στά σύμβολα. Πραγματικά δέ ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία εἶναι συμβολική. Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία στήν Γραφή καί στά πατερικά κείμενα ἐκφράζεται δι᾽ εἰκόνων, τῆς ἀμπέλου καί τῶν κλημάτων, τῆς οἰκοδομῆς, τοῦ γάμου, τῆς οἰκογενείας, τοῦ σώματος, κ.ἄ. Στά κηρύγματά μου καί ἰδιαίτερα σέ κατηχητικά μαθήματα στά νέα παιδιά μοῦ ἀρέσει νά παριστάνω τήν Ἐκκλησία πιό ἁπλᾶ μέ τήν ἔννοια τῆς ἀγκαλιᾶς. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, στήν ὁποία χωρᾶμε ὅλοι. Ἀλλ᾽ ἔχουμε ἕναν παλαιό συμβολικό ὁρισμό περί Ἐκκλησίας, τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Θυσιαστήριο, αὐτό, δηλαδή, πού γίνεται πάνω στό Θυσιαστήριο. Καί πάνω στό Θυσιαστήριο τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία, τῆς ὁποίας τό τέλος εἶναι ἡ θεία Κοινωνία. Αὐτό εἶναι Ἐκκλησία: Κοινωνία μέ τόν Θεό καί κοινωνία μέ τούς ἀδελφούς χριστιανούς, γιατί ὅλοι οἱ κοινωνοῦντες γίνονται «σύσσωμοι» καί «σύναιμοι» ὡς κοινωνήσαντες τό αὐτό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτό οἱ χριστιανοί τό βιώνουμε, πρέπει νά τό βιώνουμε στήν πρακτική μας ζωή. Ἡ ὅλη μας δηλαδή συμπεριφορά πρέπει νά δείχνει ὅτι εἴμαστε ἑνωμένοι μέ τόν Θεό καί μεταξύ μας. Ὅτι δηλαδή ζοῦμε μέ ἀγάπη καί πλήρη κοινωνία μεταξύ μας σέ ὅλα. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ἐπειδή βίωναν τήν μεταξύ τους αὐτή κοινωνία – ἡ ὁποία ἐκκινοῦσε ἀπό τήν κοινωνία τους μέ τόν Θεό –, γι᾽ αὐτό εἶχαν «ἅπαντα κοινά» (Πράξ. 4,32). Ζοῦσαν κοινοβιακά. Δέν ὑπῆρχε μεταξύ τους φτωχός ἤ πλούσιος. Δέν ἀντέχω, δέν μπορῶ νά συγκρατήσω τήν ἐπιθυμία μου, στό νά παραθέσω μία περικοπή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, στήν ὁποία περιγράφει πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ ἀγαπητική
κοινωνία τῶν ἀδελφῶν στό μοναστήρι:
«Ἄριστη κοινωνία – λέγει – ἐγώ ὀνομάζω ἐκείνη, στήν ὁποία δέν ὑπάρχει ἰδιοκτησία, οὔτε ἀντιθέσεις καί δέν συμβαίνουν ταραχές, φιλονικίες καί ἔριδες. Ὅλα δέ σ᾽ αὐτή τήν κοινωνία νά εἶναι κοινά… Οἱ πολλοί νά εἶναι ἕνας καί ὁ ἕνας νά μήν εἶναι μόνος, ἀλλά μέσα στούς πολλούς. Τί εἶναι καλύτερο καί ὡραιότερο ἀπό μιά τέτοια κοινωνία; Τί πιό πολύτιμο μπορεῖ νά βρεθεῖ ἀπό αὐτήν τήν σύνδεση καί τήν ἕνωση τῶν πολιτῶν; Τί πιό ὡραῖο ἀπό τήν ἀνάμιξη τῶν ἠθῶν καί τῶν ψυχῶν; Ἄνθρωποι πού προέρχονται ἀπό διάφορη γενιά καί καταγωγή μόνιασαν τόσο πολύ, ὥστε νά φαίνονται σάν μιά ψυχή σέ πολλά σώματα καί τά πολλά σώματα νά φαίνονται ὅτι εἶναι ὄργανα ἑνός ἀνθρώπου. Ὁ ἄρρωστος στό σῶμα ἔχει πολλούς πού ὑποφέρουν μαζί του κατά τήν διάθεση· ὁ ἄρρωστος καί ἀπογοητευμένος στήν ψυχή ἔχει πολλούς πού τόν θεραπεύουν καί τόν ἀνορθώνουν. Ὁ ἕνας εἶναι δοῦλος στόν ἄλλο· ὁ ἕνας εἶναι κύριος στόν ἄλλο. Καί μέ τήν ἄμαχο ἐλευθερία τους δείχνουν τήν πλήρη δουλεία πού ἔχει ὁ ἕνας στόν ἄλλο… Μέ τήν ἀγάπη ὑποτάσσονται αὐτοί οἱ ἐλεύθεροι ὁ ἕνας στόν ἄλλο· καί μέ τό αὐθαίρετο τῆς γνώμης τους φυλάττουν τήν ἐλευθερία τους» (Ἀσκητικαί Διατάξεις κεφ. ιη´).
Αὐτόν τόν τρόπο ζωῆς τόν τονίζει πολύ ἡ Ἀριστερά παράταξη καί εἶναι κατ᾽ αὐτό σέ ἀγαστή, σέ θαυμαστή συμφωνία μέ τήν Ἐκκλησία. Πραγματικά, μᾶς ἀρέσουν οἱ κήρυκες τῆς Ἀριστερᾶς παράταξης, οἱ κηρύσσοντες τήν κοινοκτημοσύνη, πού γιά μᾶς εἶναι βίωμα μιᾶς σωστῆς καί ἀληθινῆς ἐκκλησιολογίας. Ἄς προσέξουμε ὅμως ὅτι στήν Ἐκκλησία αὐτή ἡ κοινοκτημοσύνη δέν γίνεται μέ καταναγκασμό, ἀλλά ἐλεύθερα καί εὐχάριστα, γιατί μέ αὐτό ζοῦν οἱ χριστιανοί τήν μεγάλη ἐντολή τῆς ἀγάπης στήν ἀδελφότητα τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾽ αὐτό, στήν προαναφερθείσα περικοπή τοῦ ἁγίου Βασιλείου, ὁ μέγας πατήρ, ὁμιλώντας γιά τό θαυμαστό καί παράδοξο πού εἶπε περιγράφοντας τήν μοναστική κοινωνία τῶν ἀδελφῶν, ὅτι ὁ ἕνας «ἔχει πλήρη δουλεία στόν ἄλλον», ἐξηγεῖ ὅτι αὐτήν τήν δουλεία «δέν ἔφερε μέ βία κάποια ἀνάγκη, πού δημιουργεῖ πολλή δυστροπία σ᾽ αὐτούς πού καταναγκάστηκαν σ᾽ αὐτήν, ἀλλά τήν δημιούργησαν μέ χαρά ἀπό μόνοι τους» οἱ κοινοβιάζοντες. Σ᾽ αὐτό ἀκριβῶς, γιά τό θέμα πού ὁμιλοῦμε, ἔχουμε τήν διαφορά μας μέ τήν Ἀριστερά παράταξη, γιατί θέλει ἐκεῖ ὅπου δέν ἀκούγεται ὁ λόγος της περί κοινοκτημοσύνης, νά πίπτει ἡ ράβδος της, νά ἐφαρμόζεται δηλαδή μέ βία τό ἀγαθό τῆς κοινοκτημοσύνης. Ἐπαναλαμβάνω ὅμως τόν λόγο τοῦ ἁγίου Βασιλείου ὅτι ὁ καταναγκασμός αὐτός καί ἡ βία αὐτή «δημιουργεῖ πολλή δυστροπία σ᾽ αὐτούς πού καταναγκάστηκαν σ᾽ αὐτήν». Καί αὐτό ἔπειτα φέρει τήν ἐξέγερση τῶν πολιτῶν.
7. Δυστυχῶς στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων καί αὐτῶν ἀκόμη τῶν χριστιανικῶν λαῶν δέν βλέπουμε νά βιώνεται τό περί τῆς ἀγάπης κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ, πού δημιουργεῖ τό ὄμορφο κοινοβιακό σύστημα μέ τήν κοινοκτημοσύνη τῶν ἀγαθῶν. Ἀντίθετα βλέπουμε ἐπικρατοῦσα τήν ἀδικία καί μάλιστα βλέπουμε σκληρή ἀδικία, ἡ ὁποία μᾶς παρουσιάζει τό θλιβερό φαινόμενο νά διαχωρίζει τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων σέ πλούσιους καί φτωχούς, σέ κύριους καί δούλους, σέ δυνάστες καί δυναστευομένους. Αὐτό, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία τό ἐλέγχει ἀπό παλαιά ἤδη μέ τίς δυνατές φωνές τῶν προφητῶν της καί μέ τά δυνατά κηρύγματα στήν συνέχεια τῶν ἀκολουθούντων τήν γραμμή τῶν προφητῶν, τῶν ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι μέ θαυμαστή παρρησία καυτηριάζουν τά ἀδικήματα τῶν ἀρχόντων, μή φοβούμενοι τίς ἀπειλές τους.
Λυπᾶμαι γιατί ὁ χρόνος δέν ἐπαρκεῖ νά ἀναπτύξω τό θέμα αὐτό μεταδίδοντας τά κατά τῆς ἀδικίας τῶν βασιλέων κηρύγματα τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἤ ἀναφέροντας περικοπές ἀπό τά σχετικά κηρύγματα τῶν Πατέρων τῆς ᾽Εκκλησίας μας. Ἤδη ὁ παλαιότερος τῶν προφητῶν, τοῦ ὁποίου κατέχουμε γραπτά κείμενα, ὁ προφήτης Ἀμώς ἐπιτίθεται μέ ὠμή γλώσσα ἐναντίον τῶν γυναικῶν τῶν ἀρχόντων, οἱ ὁποῖες ἐπίεζαν τούς συζύγους τους νά εἶναι καταπιεστικοί στόν λαό, ἀδικοῦντες αὐτόν, ὥστε νά πλουτοῦν καί νά διάγουν αὐτές περισσότερο ἄνετο καί τρυφηλό βίο. Τίς γυναῖκες αὐτές ὁ προφήτης τίς παραβάλλει πρός τίς ἀγελάδες τῆς εὐφόρου περιοχῆς Βασάν, τίς παχειές δηλαδή ἀγελάδες! Ἀκοῦστε, παρακαλῶ, τόν ὠμό ἔλεγχο τοῦ προφήτου κατά τῶν γυναικῶν αὐτῶν:
«Ἀκοῦστε τόν λόγο αὐτόν, σεῖς, ἀγελάδες τῆς Βασάν, πού κατοικεῖτε στό ὄρος τῆς Σαμάρειας, σεῖς, οἱ ὁποῖες καταπιέζετε τούς ἀδυνάτους καί καταθλίβετε τούς πτωχούς, σεῖς, οἱ ὁποῖες λέγετε στούς (ἄρχοντες) ἄνδρες σας “φέρε νά πιοῦμε”» (Ἀμ. 4,1)!
Ἡ καταδυνάστευση τῶν πτωχῶν εἶναι τό προσφιλές θέμα τοῦ προφήτου. Πιστεύει ὅτι ὁ Θεός ὅλα σχεδόν μπορεῖ νά τά συγχωρήσει, ἀλλά τήν καταδυνάστευση τῶν πτωχῶν, ὄχι, δέν τήν συγχωρεῖ! Λέγει ὁ προφήτης:
«Τάδε λέγει Κύριος: Γιά τρεῖς ἁμαρτίες τοῦ Ἰσραήλ, ἀκόμη καί γιά τέσσερις δέν θά τιμωρήσω αὐτήν (τήν πράξη). Ἐπειδή ὅμως πωλοῦν γιά χρήματα τόν δίκαιον καί τόν πτωχό γιά ἕνα ζευγάρι ὑποδημάτων, αὐτοί, οἱ ὁποῖοι κατασυντρίβουν τήν κεφαλή τῶν ἀδυνάτων καί φονεύουν τούς πτωχούς καί ξαπλώνουν πάνω στά ἐνεχυριασμένα ἐνδύματα (τῶν πτωχῶν), ἰδού (λέγει ὁ Κύριος) θά σᾶς κάνω νά τρέμετε, ὅπως τρέμει ἡ ἅμαξα ἡ γεμάτη ἄχυρα. Ἐπειδή καταπατεῖτε τόν ἀδύνατο καί δῶρα ἀπ᾽ αὐτόν λαμβάνετε θά κατασκευάσετε μέν οἰκίες ἀπό πελεκητούς λίθους, ἀλλά δέν θά κατοικήσετε σ᾽ αὐτές. Θά φυτέψετε ὡραῖα ἀμπέλια, ἀλλά δέν θά πιεῖτε τό κρασί τους» (Ἀμ. 2,6-8.13. 5,11)
Πολύ σύντομα ἀναφέρω καί τόν σκληρό πάλι ἔλεγχο τοῦ προφήτου Ἠλία πρός τόν βασιλέα Ἀχαάβ, ὁ ὁποῖος, παρακινηθείς ἀπό τήν σύζυγό του Ἰεζάβελ, ἐφόνευσε τόν πτωχό Ναβουθαί, γιά νά τοῦ πάρει τόν ἀγρό του. Τό ἀνοσιούργημα αὐτό καυτηρίασε ὁ προφήτης, ὁ ὁποῖος γεμάτος ὀργή παρουσιάστηκε μπροστά στόν βασιλέα καί, μέ θαυμαστή παρρησία ἀποκαλώντας τον «δολοφόνο» καί «ἄδικο κληρονόμο», τοῦ προφήτευσε ἐπί λέξει στήν συνέχεια: «Ἐκεῖ πού τά σκυλιά ἔγλειψαν τό αἷμα τοῦ Ναβουθαί, ἐκεῖ τά σκυλιά θά γλείψουν καί τό δικό σου αἷμα» (Γ´ Βασ. 20,19. Ἑβρ. 21,19)! Καί ἀποτεινόμενος στήν βασίλισσα Ἰεζάβελ τῆς εἶπε: «Τά σκυλιά θά σέ καταφάγουν στήν πεδιάδα Γιζρεέλ» (Γ´ Βασ. 20,23. Ἑβρ. 21,23)! Ἡ πρόρρηση αὐτή τοῦ προφήτου ἐξεπληρώθη πράγματι ἀργότερα (Γ´ Βασ. 22,1 ἑξ. Δ´ Βασ. 9,30 ἑξ.).
Τήν γλώσσα αὐτή τοῦ προφήτου Ἠλία τήν βλέπουμε νά ἀναζεῖ στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος σέ παρόμοια περίπτωση ἤλεγξε μέ ἰσχυρό καί σκληρό πάλι λόγο τήν βασίλισσα Εὐδοξία, στόν ὁποῖον ὅμως σκληρό ἔλεγχο ἀπήντησε καί αὐτή μέ σκληρό διωγμό κατά τοῦ ἁγίου πατρός, διωγμό πού τοῦ ἐπέφερε τό τέλος τῆς ζωῆς του.8
Ἐπειδή ὁ λόγος ἐδῶ γιά τόν ἔλεγχο κατά τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας, λίαν προσφιλές θέμα στούς ὀπαδούς τῆς Ἀριστερᾶς, θέλω νά ὑπενθυμίσω – νά ὑπενθυμίσω μόνο – τούς θαυμαστούς λόγους τοῦ Μεγάλου Βασιλείου κατά τῶν πλουσίων καί περί τοῦ πλούτου. Κατά τόν ἅγιο πατέρα ὁ πλοῦτος αὐτός καθ᾽ ἑαυτόν δέν ἔχει καμμία ἀξία. Ἀντίθετα ὁ πλοῦτος, μέ τήν ἄνιση κατανομή του, ἔγινε αἰτία ἀνατροπῆς τῆς ἐγκόσμιας τάξεως, ὅπως ἔτσι πάλι δίδασκαν καί πολλοί κοινωνιολογοῦντες Ἕλληνες (Εἰς τήν Ἑξαήμερον Ζ´ 3-5). Κατά τόν ἅγιο Βασίλειο, ἐφόσον τά ἀγαθά τοῦ πλουσίου προέρχονται ἀπό τόν Θεό, ὁ πλούσιος δέν πρέπει νά νοιώθει ὅτι εἶναι κάτοχος τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν, ἀλλά «οἰκονόμος»τους (βλ. τήν ὁμιλία του Περί φθόνου 5), ὥστε νά τά ἐπωφελοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Καί τελικά ὠφελεῖται πνευματικά καί ὁ ἴδιος ὁ πλούσιος, γιατί ὁ «ἐλεῶν πτωχόν δανείζει Θεῷ» (ὁμιλία Εἰς τόν ΙΔ´ Ψαλμόν 5). Ὅταν ὅμως ὁ πλούσιος δέν φέρεται ἔτσι, τότε ὁ Μέγας Βασίλειος τόν ἐλέγχει καί τόν ἀποκαλεῖ «ἅρπαγα», «πλεονέκτη», «ἐκμεταλλευτή τῶν συνανθρώπων του», «τοκογλύφο», κ.ἄ. Ὁ πραγματικά ὀπαδός τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ζεῖ φτωχικά. Μέ τό Εὐαγγέλιο δέν μπορεῖ κανείς νά πλουτίσει. Ἀδύνατον! Ὅποιος τό κάνει αὐτό καί λέγει μάλιστα ὅτι εἶναι χριστιανός, πλανᾶται. Δέν εἶναι σωστός χριστιανός, ἀλλά ὑποκριτής. Πραγματικά, πῶς μπορεῖ νά πλουτίζει ὁ χριστιανός, ἀφοῦ βλέπει γύρω του τόση κραυγαλέα φτώχεια;
Πρός τά παραπάνω ἀναφερθέντα νομίζουμε ὅτι οἱ ὀπαδοί τῆς Ἀριστερᾶς πρέπει νά εἶναι ὄχι ἁπλῶς σύμφωνοι, ἀλλά καί θαυμαστές τῶν ἱερῶν κειμένων τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἴδατε, ἀγαπητοί μας ἀκροατές τῆς Ἀριστερᾶς παράταξης, εἴδατε τί ὡραῖα, ὡραῖα καί ἠχηρά σαλπίσματα κατά τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας τῶν ἀρχόντων, πού ἔχει τό βιβλίο τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἁγία Γραφή καί τά ἱερά πατερικά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας; Θά ὠφεληθεῖτε πολύ καί θά ἔχετε σωστές καί ὡραῖες ἐμπνεύσεις, ἐάν τά μελετήσετε.
8. Ἀλλά, ἐπειδή ἐμνημόνευσα τόν ἅγιο Βασίλειο, θέλω πολύ συντόμως νά ἀναφέρω καί ἄλλο λόγο τοῦ ἱεροῦ πατρός, λόγο πολύ ἄμεσα συνδεόμενο μέ τό θέμα μας, γιά νά φανεῖ καί ἐδῶ ἡ συμφωνία τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν Ἀριστερά, ἀλλά καί ἡ διαφορά της. Ὁ ἅγιος Βασίλειος ἀσχολεῖται μέ τό θέμα τῆς ἐργασίας, τήν ὁποία ὁ ρωμαϊκός, ἀλλά καί ὁ ἑλληνικός κόσμος, παλαιά ὑποτιμοῦσε καί συνέδεε πάντα μέ τούς δούλους. Σέ ἀντίθεση ὅμως μέ τίς κρατοῦσες ἀντιλήψεις ὁ Βασίλειος τιμᾶ τήν ἐργασία καί τήν κηρύττει ὡς παράγοντα χαρᾶς, ὑγείας καί σωματικῆς καί πνευματικῆς ἰσορροπίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί ἁρμονίας τῆς κοινωνίας. Ναί! Ἡ ἁρμονία τῆς κοινωνίας εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἰσόρροπης κατανομῆς τῆς ἐργασίας. Ὁ ἅγιος Βασίλειος συνδέει τήν εὐημερία τῆς κοινωνίας μέ τόν τρόπο κατανομῆς τῆς ἐργασίας.
Στά παραπάνω περί ἐργασίας λεγόμενα ἀπό τόν ἅγιο πατέρα τῆς Ἐκκλησία μας συμφωνοῦν ἀσφαλῶς καί οἱ ὀπαδοί τῆς Ἀριστερᾶς. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει καθαρά:«Ὅποιος δέν θέλει νά ἐργάζεται δέν πρέπει καί νά τρώγει» (Β´ Θεσ. 3,10). Ἄκουσα ὅτι τόν λόγο αὐτόν τόν εἶχαν ἀναρτήσει σέ ὑψηλή πινακίδα στό Κρεμλῖνο, χωρίς ὅμως νά γράφουν ἀπό ποῦ προέρχεται ὁ λόγος αὐτός. Καί ἡ Ἐκκλησία λοιπόν καί ἡ Ἀριστερά παράταξη συμφωνοῦν στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἐργάζεται γιά νά σταθεῖ ἡ κοινωνία. Ἡ διαφωνία ὅμως τῶν δύο αὐτῶν εἶναι στήν διαφορετική θεώρηση τοῦ θέματος περί ἐργασίας. Ἀκοῦστε: Στόν χριστιανό τό «διδόναι» θεωρεῖται πάντοτε μακαριώτερο τοῦ «λαμβάνειν» (βλ. Πράξ. 20,35). Τό «διδόναι» ὅμως προϋποθέτει νά ἔχει κανείς γιά νά προσφέρει. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ἐργασία κατά τήν Ἁγία Γραφή γίνεται καί γιά ἕναν ἄλλο ἀκόμη σκοπό: Γιά τήν ἐλεημοσύνη! Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρός τούς χριστιανούς τῆς Ἐφέσου: «Ὁ κλέπτης ἄς μήν κλέπτει πλέον, ἀλλά ἄς ἐργάζεται τίμια μέ τά δικά του χέρια, γιά νά μπορεῖ νά δίνει καί σέ ὅποιον ἔχει ἀνάγκη» (4,28). Ἡ ἐργασία λοιπόν κατά τήν Ἐκκλησία δέν ἔχει σκοπό μόνο τήν αὐτοσυντήρηση, ἀλλά καί τήν ἄσκηση τῆς ἀγάπης στούς πτωχούς καί πένητες ἀνθρώπους. Ἀλλά οἱ χριστιανοί, ἐνῶ τιμοῦν τήν ἐργασία καί τήν ἐξασκοῦν μέ προθυμία ὡς θεία ἐντολή, ὅμως δέν τήν θεοποιοῦν, ὥστε νά ὑποβιβάζουν τόν ἄνθρωπο καί νά τόν θεωροῦν ὡς παραγωγικό μέσον. Δέν λέγουν δηλαδή οἱ χριστιανοί ὅτι ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι στό νά δουλεύει. Τέτοια ἀνθρωπολογία, πού ὑπάρχει σέ κοσμικά συστήματα, δέν ὑπάρχει στήν Ἐκκλησία.
9. Ἐπειδή δέν ἐπαρκεῖ ὁ χρόνος γιά περισσότερα καί ἤδη ἐξέφυγα τοῦ καθορισμένου γιά τούς ὁμιλιτές χρόνου, λέγω αὐτό τό σύντομο καί τελευταῖο: Ἡ Ἐκκλησία ἀποκρούει τήν ἀθεΐα καί τήν βία. Γι᾽ αὐτό ὁποιοδήποτε πολιτικό σύστημα ἔχει αὐτά τά δύο τό ἐλέγχει καί τό μάχεται. Ναί! Σέ ἄθεο δέν μποροῦμε νά δώσουμε ἐμπιστοσύνη νά μᾶς κυβερνήσει, διότι, ὅπως εἶπε καί ὁ Πολωνός Λέχ Βαλέσσα, «ὁ χωρίς Θεό ἄνθρωπος εἶναι ἐπικίνδυνος»!
Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1.Βλ. Π. Μπρατσιώτου, Ἡ κοινωνιολογική σημασία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (Θεολογία 1928, σ. 21 ἑξ., ἔνθα καί βιβλιογραφία.
2.Βλ. Jean Claude Larcet, Ἡ θεραπευτική τῶν πνευματικῶν νοσημάτων, Τόμος Α´, σ. 36, ἔνθα καί πατερικές παραπομπές, Ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας.
3.Βλ. Λεωνίδου Φιλιππίδου, Ἱστορία τῆς ἐποχῆς τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἐξ ἐπόψεως παγκοσμίου καί πανθρησκειακῆς, σ. 605-728. 769-805. Ἀθῆναι 1958.
4.Βλ. Ἰωάν. 15,1-8. Ἐφ. 2,19-22.Ἐφ. 5,25-30. Κολ. 1,18. Ἐφ. 1,22-23..Ρωμ. 12,5. Α´ Τιμ. 3,15.
5.Ἐφεσ. 5,2. Τραλλυαν. 7,2. Φιλιπ. 4.
6.Βλ. Ἰω. Δαμασκηνοῦ, MPG 96,1409D, κ.ἀ.
7.Ὅπ. Παραπ.
8.Βλ. Δημητρίου Σίμου Μπαλάνου, Πατρολογία, σ. 351.
9.Ὅπ. παρ. 1. Πρός πλουτοῦντας 2 κ.ἀ. Βλ. Στυλιανοῦ Παπαδοπούλου, Πατρολογία Β´, σελ. 387. 388.
10.Βλ. Ὅρους κατά πλάτος 37· 39· 42 κ.ἄ. Ὅρους κατ᾽ ἐπιτομήν 121· 143· 144· 145·146 κ.ἄ. εἰς Πατρολογία Στυλιανοῦ Παπαδοπούλου, τόμ. Β´, σελ. 388.
ΠΗΓΗ: http://www.romfea.gr/diafora-ekklisiastika/15340-2013-01-24-10-03-20
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...