
Ἐξεδόθη καί ἡ ὑπ’ ἀριθμ. 926/2018 ἀναμενόμενη ἀπόφαση τῆς Ὁλομέλειας τοῦ Σ.τ.Ε. γιά τό Πρόγραμμα Σπουδῶν τῶν Θρησκευτικῶν στά Λύκεια, ἡ ὁποία κινεῖται στήν ἴδια προοπτική μέ τήν ὑπ’ ἀριθμ. 660/2018 ἀπόφαση τῆς Ὁλομέλειας τοῦ Σ.τ.Ε. γιά τό Πρόγραμμα Σπουδῶν στό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά Δημοτικά Σχολεῖα καί τά Γυμνάσια.
Εἶναι σαφέστατο πλέον ὅτι τό Πρόγραμμα Σπουδῶν γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν σέ ὅλες τίς βαθμίδες τῆς Ἐκπαίδευσης εἶναι ἀντισυνταγματικό, γιά τούς πολίτες πού πιστεύουν στήν ἔννομη Πολιτεία καί στήν λειτουργία τοῦ Κράτους μέ βάση τό Σύνταγμα καί ὄχι μέ βάση τίς προσωπικές ἀπόψεις μερικῶν. Τό προηγούμενο Ἀναλυτικό Πρόγραμμα δέν ἦταν ἀντισυνταγματικό, παρά τίς ἐλλείψεις του.
Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ δομή αὐτοῦ τοῦ Προγράμματος πού ἰσχύει στά Σχολεῖα ἀπό τόν Σεπτέμβριο 2016 δέν μπορεῖ, μέ ὅσες βελτιώσεις καί νά ὑποστῆ, νά συντονισθῆ μέ τίς δύο σημαντικές ἀποφάσεις τοῦ Σ.τ.Ε. γιά τό θέμα αὐτό. Ἡ ἴδια ἡ δομή τοῦ Προγράμματος εἶναι προβληματική ἀπό κάθε πλευρά καί ὄχι μόνο ἀπό Συνταγματική.
Κατόπιν τούτου θεωρῶ ὅτι οἱ ἀπόψεις πού διετύπωσα ἀπό τόν Ἰανουάριο 2016 μέχρι σήμερα φανερώνουν μιά πλήρη ἄν καί ὅλως τραγική δικαίωση ἐπί τοῦ θέματος. Συγκεκριμένα:
1. Ἐπιβεβαιώθηκαν οἱ θέσεις πού ἐξέθεσα στήν Εἰσήγηση πού ἔκανα τόν Ἰανουάριο 2016 στήν κοινή Συνεδρίαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῶν Προέδρων καί Κοσμητόρων τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν ὡς καί τῶν Προέδρων τῶν Συλλόγων τῶν Θεολόγων, ἤτοι τήν Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων καί τόν Σύνδεσμο Θεολόγων «Καιρόν», μέ τήν συμμετοχή τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Καισαριανῆς κ. Δανιήλ ὡς Προέδρου τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί Ἐπιμορφώσεως τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου, παρόντος καί τοῦ Νομικοῦ Συμβούλου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κ. Θεοδώρου Παπαγεωργίου, ὅπως καί στίς θέσεις πού ἐξέφρασα στήν Εἰσήγηση ἐνώπιον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τόν Μάρτιο τοῦ 2016. Οἱ Εἰσηγήσεις αὐτές ἔχουν δημοσιευθῆ (ΦΑΚΕΛΟΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ http://www.parembasis.gr/index.php/el/metropolitan/menu-thrnskeutika).
2. Ἐπαληθεύθηκα στό ὅτι ἀρνήθηκα δύο φορές νά συμπεριληφθῶ στήν Ἐπιτροπή διαλόγου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τό Ἰνστιτοῦτο Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς (ΙΕΠ) τόσο κατά τήν Συνεδρίαση τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Μαρτίου τοῦ 2016, ὅσο καί κατά τήν Συνεδρίαση τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Ὀκτωβρίου 2016.
Ἐπειδή μερικοί δέν καταλαβαίνουν ἀκόμη καί τώρα γιατί ἀρνήθηκα νά συμμετάσχω στήν Ἐπιτροπή αὐτή τοῦ Διαλόγου, θέλω γιά ἀκόμη μιά φορά νά σημειώσω ὅτι διέκρινα εὐθύς ἀμέσως ὅτι τά πράγματα λάμβαναν ἄλλη τροπή καί θά ἔφθαναν στό σημεῖο αὐτό πού βρίσκονται σήμερα.
Διέγνωσα ὅτι γιά διαφόρους λόγους ὑπῆρχε διάθεση μιᾶς ἄλλης λύσης καί, φυσικά, δέν ἤθελα νά ἀναλάβω εὐθύνη γιά ὅλα ὅσα θά ἀκολουθοῦσαν, τά ὁποῖα ἤδη εἶχα ἐντοπίσει.
Εἶναι ἐνδεικτικό τό ὅτι ἔγινε ἡ διολίσθηση, ἀπό πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῆς, ἀπό τήν ἀπόφαση νά γίνη διάλογος πάνω στό προηγούμενο Ἀναλυτικό Πρόγραμμα στήν πρόταση γιά διάλογο ἀπό «μηδενική βάση» καί στήν συνέχεια στόν διάλογο πάνω στό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν.
Αὐτό σέ μένα ἔγινε ἀντιληπτό ἀπό τήν ἀρχή. Δέν εὐθύνομαι ἄν ἄλλοι δέν τό ἀντιλήφθησαν.
3. Ἔγιναν σέ πολλούς φανερά τά ὅσα ἔγραψα σέ διάφορα κείμενά μου γιά τό Πρόγραμμα Σπουδῶν στό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ὄχι μόνον ὡς πρός τήν δομή του, ἀλλά καί ὡς πρός τό περιεχόμενο του καί κυρίως ὡς πρός τήν βιβλιογραφία πού χρησιμοποιεῖται.
Γιατί ὅταν σέ ὅλο τό Πρόγραμμα χρησιμοποιοῦνται κείμενα ἀπό βιβλία Κληρικῶν καί Θεολόγων, οἱ ὁποῖοι εὐθύνονται γιά τήν ἀλλοίωση τῆς ὀρθοδόξου πατερικῆς θεολογίας στήν Ἑλλάδα, μέσα ἀπό τούς ὁποίους εἰσήχθησαν στήν ὀρθόδοξη θεολογία δυτικές ἀπόψεις τῆς λεγομένης νεορθοδοξίας καί τοῦ μεταπατερισμοῦ, τότε πράγματι ὑπάρχει ἔντονος προβληματισμός.
Ὕστερα ἀπό τίς τελευταῖες ἐξελίξεις, ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τό θέμα ἄμεσα μέ ἐρωτοῦν τί πρέπει νά γίνη μετά τίς δύο ἀποφάσεις τοῦ Σ.τ.Ε. γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν.
Νομίζω ὅτι ὑπάρχουν δύο θέσεις.
Ἡ πρώτη, ὅτι ἡ δομή τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν πού ἰσχύει ἀπό τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2016 δέν μπορεῖ νά βελτιωθῆ μέ τήν ἐναρμόνισή του πρός τίς ἀποφάσεις τοῦ Σ.τ.Ε. . Γιατί ἄν, γιά παράδειγμα, ἡ μηχανή ἑνός αὐτοκινήτου εἶναι προβληματική, τότε δέν βελτιώνεται μέ ἐξωτερικές ἀλλαγές στό σκάφος τοῦ αὐτοκινήτου, μέ προσθήκη διαφόρων ἐξωτερικῶν στοιχείων, ὅπως ὡραῖα καθρεπτάκια, ἀλλαγή χρώματος κλπ.
Ἡ δεύτερη, ὅτι ἡ συζήτηση τῆς Ἐκκλησίας μέ τό Ἰνστιτοῦτο Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς (ΙΕΠ) πρέπει νά γίνη πάνω στήν βελτίωση τοῦ προηγουμένου Ἀναλυτικοῦ Προγράμματος πού κινεῖται μέσα στά Συνταγματικά καί εὐρωπαϊκά πλαίσια, ὅπως ἔχω ἀναλύσει ἐπανειλημμένως.
Αὐτό σημαίνει τήν ἄμεση ἐπαναφορά τῶν βιβλίων πού ἴσχυαν μέχρι τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2016 καί τήν ἔναρξη διαλόγου γιά τήν βελτίωσή τους, σύμφωνα μέ τήν ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Ἰανουαρίου 2016 καί τήν ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Μαρτίου 2016. Ἡ παράταση τοῦ χρόνου συζητήσεως καί μάλιστα πάνω σέ ἐσφαλμένη βάση, ἐκτρέπει τήν συζήτηση γιά τήν κατάρτιση ἑνός Προγράμματος πού νά εἶναι συμβατό μέ τήν παράδοση τοῦ τόπου μας καί τήν συνταγματική ἐπιταγή.
Τό ὅτι πολλοί πού ἀσχολοῦνται μέ τό θέμα, δέν ἔχουν γνώση τοῦ σοβαροῦ αὐτοῦ ἀντικειμένου, φαίνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι κάνουν λόγο γιά τούς «φακέλους τοῦ μαθητοῦ», πού κατά τήν διάρκεια τοῦ σχολικοῦ ἔτους πού διανύουμε ἐστάλησαν στά Σχολεῖα, μέ τήν προοπτική ὅτι θά ἐκδοθοῦν ἀργότερα τά βιβλία.
Ὅμως, στήν πραγματικότητα δέν ὑπάρχουν «φάκελοι μαθητοῦ», ἀλλά, ὅπως χαρακτηρίζεται τό ὑλικό πού ἐστάλη στά Σχολεῖα, εἶναι «φάκελοι μαθήματος» (ὄχι φάκελοι μαθητοῦ), ἤτοι «ἔντυπο ὑλικό στά Θρησκευτικά» τῶν διαφόρων τάξεων, τά ὁποῖα εἶναι οἱονεί βιβλία. Ἑπομένως, καί ἡ ἐσφαλμένη ὁρολογία ἤ δείχνει ἄγνοια τοῦ θέματος ἤ περικλείει κάποια σκοπιμότητα.
Τελικά, ἡ ἐφαρμογή τοῦ Νέου Προγράμματος Σπουδῶν στά Σχολεῖα φανερώνει ὅτι ὑπῆρξε μιά μεθόδευση, τόσο μέ λόγους ὅσο καί μέ πράξεις, ἀπό διάφορες πλευρές.
Ἄν δέν γίνη ἀποδεκτή ἡ πρόταση αὐτή νά γίνη ὁ διάλογος πάνω στό Ἀναλυτικό Πρόγραμμα, τότε νομίζω ὅτι ἡ Ἐκκλησία θά μποροῦσε νά ἀπεμπλακῆ ἀπό τόν περαιτέρω διάλογο καί νά ἀναλάβη τήν εὐθύνη ἡ Πολιτεία, ἡ ὁποία ἄλλωστε χαρακτηρίζει τόν ἑαυτό της ὡς ὑπεύθυνη.
Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή δημοσιοποιῶ ἀφ’ ἑνός μέν τό ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 116/22-3-2018 ἔγγραφό μου πού ἔστειλα στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μετά τήν ἔκδοση τῆς πρώτης ἀποφάσεως τῆς Ὁλομελείας τοῦ Σ.τ.Ε., ἀφ’ ἑτέρου δέ τήν ἔρευνα πού ἔκανε ὁ συνεργάτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως κ. Ἀπόστολος Τσακούμης, Θεολόγος, πρώην Σχολικός Σύμβουλος καί Διευθυντής τοῦ 2ου Γυμνασίου Ναυπάκτου, στήν ὁποία παρατίθενται οἱ ἀπόψεις τῶν Μητροπολιτῶν καί τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων πάνω στό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, μέχρι τήν ἔκδοση τῶν ἀποφάσεων τοῦ Σ.τ.Ε.
1. Ἔγγραφό μου πρός τήν Ἱερά Σύνοδο
«Μακαριώτατε Πρόεδρε, Συνοδικοί Σύνεδροι,
Προάγομαι νά ἀναφέρω στήν Ἱερά Σύνοδο ὅτι μετά τήν σημαντική ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά Δημοτικά καί τά Γυμνάσια –ἀναμένεται δέ καί ἡ ἀπόφασή του γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά Λύκεια, πού ἐνδεχομένως θά ἔχη τό ἴδιο περιεχόμενο– ὡς Ἐκκλησία ἔχουμε τήν ἱστορική εὐθύνη νά λάβουμε σοβαρές ἀποφάσεις καί νά ἐφαρμόσουμε τήν ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 12ης Ἰανουαρίου 2016 καί τήν ὁμόφωνη ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς 9ης Μαρτίου τοῦ 2016 .
Νά θυμίσω ὅτι καί στίς δύο περιπτώσεις εἰσηγήθηκα τό θέμα καί οἱ προτάσεις μου ἔγιναν ὁμοφώνως ἀποδεκτές, στήν πρώτη δέ περίπτωση ἔγιναν ἀποδεκτές καί ἀπό τούς παρόντες Κοσμήτορες καί Προέδρους τῶν δύο Θεολογικῶν Σχολῶν Ἀθηνῶν καί Θεσσαλονίκης.
Στίς εἰσηγήσεις μου αὐτές, οἱ ὁποῖες δικαιώθηκαν ἀπό τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας, ἀφοῦ ἀνέλυσα τό θέμα ἀπό ἀπόψεως νομολογίας τῶν Ἀνωτάτων Δικαστηρίων, τῶν ἐπιστημονικῶν δεδομένων καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς προοπτικῆς, κατέληξα στό ὅτι ὑπάρχουν δύο μέθοδοι διδασκαλίας Θρησκευτικῶν, ἤτοι ἡ ἀναλυτική μέθοδος, πού ἴσχυε τότε καί ἐπί τῇ βάσει αὐτῆς εἶχαν γραφῆ τά βιβλία, καί ἡ μέθοδος τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν, ἐπί τῇ βάσει τῆς ὁποίας ἐγράφησαν τελικά οἱ φάκελοι πού διδάσκονται σήμερα στά Σχολεῖα. Καί ἡ πρόταση πού ἔγινε ὁμοφώνως ἀποδεκτή καί ἀπό τήν Ἱεραρχία καί ἀπό τούς ἐκπροσώπους τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν ἦταν:
«Νά ἐπικεντρωθῆ τό ἐνδιαφέρον στό τρέχον Πρόγραμμα (τό προηγούμενο πρόγραμμα) μέ τήν δική του μεθοδολογία, στό ὁποῖο ὅμως νά γίνουν μερικές βελτιώσεις, ἐντάσσοντάς το στά σύγχρονα παιδευτικά δεδομένα, ὁπότε νά εἰσαχθοῦν σέ κάθε βιβλίο –ὄχι σέ κάθε μάθημα– μερικά κεφάλαια θρησκειολογικά, ἀνάλογα μέ τήν θεματολογία τοῦ βιβλίου, ἀφοῦ ὅμως δοθῆ προτεραιότητα στήν ὀρθόδοξη παράδοση, τήν ὁποία ἀκολουθεῖ ἡ πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, ἀλλά καί νά χρησιμοποιηθοῦν ὡς ἐφαρμογές καί τά καλά στοιχεῖα τοῦ Νέου Προγράμματος Σπουδῶν».
Ἡ ἀπόφαση αὐτή τῆς Ἱεραρχίας τῆς 9ης Μαρτίου 2016 δέν κρίνεται ὡς μονομερής, ἀλλά ὡς ρεαλιστική καί συνθετική ὅλων τῶν τότε ἀπόψεων καί ἀποδεκτή ἀπό τήν συντριπτική πλειοψηφία τῶν τάσεων πού ὑπάρχουν στούς θεολογικούς κύκλους.
Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, θεωρῶ ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος πρέπει νά στηρίξη τήν ἀπόφαση τοῦ Ἰανουαρίου καί τοῦ Μαρτίου 2016, ἡ ὁποία ἦταν καί ἡ μόνη ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας –ἐνῶ στίς ἄλλες μεταγενέστερες Συνεδριάσεις της ἡ Ἱεραρχία ἔλαβε ἐπιφυλακτική στάση– ὥστε νά ἐπανέλθουν τά πράγματα στήν ὀρθή τους βάση.
Γράφω ὅτι στίς μεταγενέστερες Συνεδριάσεις ἡ Ἱεραρχία ἔλαβε ἐπιφυλακτική στάση, ἔχοντας ὑπ' ὄψη ὅτι στήν Ἱεραρχία τῆς 27ης Ἰουνίου 2017, μετά τήν εἰσήγηση τοῦ Μητροπολίτου Ὕδρας κ. Ἐφραίμ, ἔγινε διεξοδική συζήτηση καί διετυπώθησαν ἐπιφυλάξεις ἐκ μέρους πολλῶν Ἀρχιερέων γιά τήν ἔγκριση τῶν φακέλων. Ὕστερα ἀπό τίς συζητήσεις, ἡ Ἱεραρχία ἐνέκρινε τήν πρόταση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, πού ἦταν ἡ ἀκόλουθη:
«Ἑπομένως, ἡ Ἐπιτροπή διαλόγου θά συνεχίσει τόν διάλογο μέ τήν Πολιτεία καί θά παρακολουθεῖ τήν ἐξέλιξη τῶν θεμάτων ὡς πρός τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν. Ἔτσι, λοιπόν, σήμερα δέν θά ποῦμε ὅτι ἐγκρίνεται ἤ ἀπορρίπτεται τό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν, ἀλλά ὅτι ἡ ΙΣΙ ἐνημερώθηκε ἀπό τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς καί τούς εὐχαριστοῦμε».
Ἑπομένως, ἡ Ἐκκλησία, κατά τήν γνώμη μου, θά πρέπει νά συνεχίση τόν διάλογο μέ τήν Πολιτεία, ὕστερα μάλιστα καί ἀπό τήν πρόσφατη ἀπόφαση τοῦ Σ.τ.Ε. μόνον μέ βάση τήν οὐσιαστική ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς 9ης Μαρτίου 2016, ἡ ὁποία ἀναφέρθηκε προηγουμένως.
Ἐάν παρ' ἐλπίδα ἡ ὑπεύθυνη Ἡγεσία τῆς Πολιτείας ἐπιθυμεῖ διάλογο γιά τήν δῆθεν βελτίωση τῶν σημερινῶν φακέλων πού ἐκφράζουν τό Πρόγραμμα Σπουδῶν καί καταδικάστηκαν ἀπό τό Σ.τ.Ε., ἡ Ἐκκλησία νά ἀπεμπλακῆ ἀπό αὐτόν τόν διάλογο πού εἶναι ἀτελέσφορος καί ἐπικίνδυνος. Στήν περίπτωση αὐτή ἄς ἀναλάβη ἡ Πολιτεία τήν εὐθύνη, ὅπως ἡ ἴδια ἐπιθυμεῖ καί τό διακηρύσσει ὅτι εἶναι ὑπεύθυνη,χωρίς ἡ Ἐκκλησία νά γίνη περαιτέρω μέρος τοῦ προβλήματος.
Τό ὅτι τό ἰσχύον Πρόγραμμα Σπουδῶν, ὅπως ἐκφράζεται ἀπό τούς φακέλους πού δέν βελτιώνονται μέ κανένα διάλογο ὅσο ἐποικοδομητικός καί ἄν εἶναι, φαίνεται ἀπό τίς κατά καιρούς δηλώσεις πολλῶν Ἱεραρχῶν καί τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου.
Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή σᾶς ἀποστέλλω τίς δηλώσεις αὐτές, ὅπως τίς συγκέντρωσε ὁ Θεολόγος κ. Ἀπόστολος Τσακούμης, πρ. Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων, συνεργάτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μου.
Ἔγραψα τά ἀνωτέρω μέ πλήρη εὐθύνη ἔναντι τῆς ἱστορίας, τοῦ Γένους καί τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τῆς εὐθύνης πού ἔχουμε ἔναντι τῆς νέας γενιᾶς.
Εἶμαι στήν διάθεση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου γιά περαιτέρω ἐξηγήσεις.
Ἐπί τούτοις διατελῶ
Ἐλάχιστος ἐν Χριστῷ ἀδελφός
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος»
2. Μητροπολίτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν
Γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στά Σχολεῖα μετά τήν εἰσαγωγή τοῦ Νέου Προγραμμάτος Σπουδῶν ἔκαναν δηλώσεις ἤ διοργάνωσαν ἤ συμμετεῖχαν σέ Συνέδρια οἱ ἑξῆς Σεβ. Μητροπολίτες, κατά χρονολογική σειρά τῆς ἐκδήλωσης:
Φιλίππων Προκόπιος, Κυθήρων Σεραφείμ, Φθιώτιδος Νικόλαος, Κερκύρας Νεκτάριος, Κονίτσης Ἀνδρέας, Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας Κοσμᾶς, Σιδηροκάστρου Μακάριος, Πειραιῶς Σεραφείμ, Φλωρίνης Θεόκλητος, Γλυφάδας Παῦλος, Γόρτυνος Ἱερεμίας, Θηβῶν καί Λεβαδείας Γεώργιος, Πατρῶν Χρυσόστομος, Μεσογαίας Νικόλαος, Χίου Μᾶρκος, Ἠλείας Γερμανός, Βεροίας Παντελεήμων, Μαρωνείας Παντελεήμων, Νέας Σμύρνης Συμεών, Ξάνθης Παντελεήμων, Διδυμοτείχου Δαμασκηνός, Νέας Ἰωνίας Γαβριήλ, ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος Ἱερώνυμος, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης καί, βεβαίως, ἡ ἐλαχιστότητά μου.
Πιθανόν νά ὑπάρχουν καί ἄλλοι Μητροπολίτες, πού δέν ἐντόπισε ἡ ἔρευνα.
Γιά τήν ἀνάγνωση τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἔρευνας μπορεῖτε νά διαβάσετε στήν ἱστοσελίδα τῆς Μητροπόλεώς μας (http://parembasis.gr/files/Tsakoumis-March-2018.pdf).–
Πηγή: Ἐκκλησιαστική Παρέμβαση

Η συγκλονιστική επιστολή της Ντόουν Στεφάνοβιτς (που μεγάλωσε από ομοφύλους) προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ, με την οποία προειδοποιεί για τις τραγικές επιπτώσεις
Η Καναδή Ντόουν Στεφάνοβιτς μεγάλωσε σε ομόφυλη οικογένεια με γκέι πατέρα, ο οποίος πέθανε το 1991 από AIDS. Το 2007 αποφάσισε να δημοσιοποιήσει τις τραγικές συνέπειες που είχε στην ίδια η ανατροφή της σε ομόφυλη οικογένεια στο βιβλίο της «Η επίδραση των ομοφυλόφιλων γονέων». Τον Απρίλιο του 2015 συνέταξε μακροσκελή επιστολή με αποδέκτες την αμερικανική κυβέρνηση και την αμερικανική Δικαιοσύνη, στην προσπάθειά της να αποτρέψει τη νομιμοποίηση υιοθεσίας παιδιών από ομοφυλόφιλους γονείς. Εκτενή τμήματα αυτή της συγκλονιστικής επιστολής δημοσιεύει η «κυριακάτικη δημοκρατία», με την ευχή να διαβαστεί από όλους, ειδικά όμως από τους Ελληνες βουλευτές προτού βάλουν την υπογραφή τους στην προς ψήφιση εγκληματική διάταξη που θα επιτρέπει και στην Ελλάδα την υιοθεσία παιδιών από ομοφυλοφίλους.
«Είμαι ένα από τα έξι ενήλικα παιδιά ομοφυλόφιλων γονέων που πρόσφατα κατέθεσαν στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, ζητώντας από το δικαστήριο να σεβαστεί την αρχή των πολιτών να διατηρήσουν τον αρχικό ορισμό του γάμου: την ένωση μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας που αποκλείει όλους τους άλλους, έτσι ώστε τα παιδιά να γνωρίζουν και να μπορούν να ανατραφούν από τους βιολογικούς γονείς τους. Επίσης ζω στον Καναδά, όπου ο γάμος μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου κατοχυρώθηκε με ομοσπονδιακή εντολή το 2005. Είμαι η κόρη ενός γκέι πατέρα που πέθανε από AIDS. Περιέγραψα την εμπειρία μου στο βιβλίο μου “Η επίδραση των ομοφυλόφιλων γονέων”. Πάνω από 50 ενήλικα παιδιά που μεγάλωσαν με ομοφυλόφιλους γονείς έχουν επικοινωνήσει μαζί μου για να μοιραστούν τις ανησυχίες μου για τον γάμο ατόμων του ίδιου φύλου και την ανατροφή των παιδιών. Πολλοί από εμάς παλεύουμε με τη δική μας σεξουαλικότητα και την αίσθηση του φύλου, λόγω των επιδράσεων στα οικιακά περιβάλλοντα που μεγαλώνουμε. […] Θέλω να προειδοποιήσω την Αμερική για τις συνέπειες που διαδραματίζονται στον Καναδά 10 χρόνια τώρα, και είναι πραγματικά οργουελιανές στη φύση και την έκταση».
H εμπειρία του Καναδά
Στον Καναδά, οι ελευθερίες του λόγου, του Τύπου, της θρησκείας και του συνεταιρίζεσθαι υποφέρουν σε μεγάλο βαθμό λόγω της πίεσης από την κυβέρνηση. Η συζήτηση για τον γάμο ατόμων του ίδιου φύλου, που λαμβάνει χώρα στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν θα μπορούσε να έχει νομική υπόσταση στον Καναδά σήμερα. Λόγω των νομικών περιορισμών σχετικά με την ομιλία, αν πουν ή γράψουν οτιδήποτε θεωρείται “ομοφοβικό” (συμπεριλαμβανομένων, εξ ορισμού, οτιδήποτε αμφισβητεί τον γάμο ατόμων του ιδίου φύλου), θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν την πειθαρχία, τη λήξη της εργασίας ή δίωξη από την κυβέρνηση. […] Τα παιδιά δεν είναι εμπορεύματα που μπορούν να διαχωριστούν δικαιολογημένα από τους φυσικούς τους γεννήτορες και αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ μη συνδεδεμένων ενηλίκων. Τα παιδιά οικογενειών του ίδιου φύλου θα αρνηθούν πολλές φορές τη θλίψη τους και προσποιούνται ότι δεν τους λείπει ένας βιολογικός γονέας, νιώθουν πιεσμένα να μιλούν θετικά λόγω της πολιτικής γύρω από τα ομοφυλόφιλα νοικοκυριά. Ωστόσο, όταν τα παιδιά χάνουν οποιονδήποτε από τους βιολογικούς γονείς τους λόγω θανάτου, διαζυγίου, υιοθεσίας ή τεχνολογίας τεχνητής γονιμοποίησης, βιώνουν ένα οδυνηρό κενό. Είναι το ίδιο για εμάς, όταν ο γκέι γονιός μάς φέρνει τον/τη σύντροφο του ιδίου φύλου στη ζωή μας. Ο σύντροφός τους δεν μπορεί ποτέ να αντικαταστήσει τον χαμένο βιολογικό μας γονέα».
Τα μοναδικά δώρα του πατέρα και της μητέρας
«Ξανά και ξανά μας λένε ότι “το να επιτραπεί στα ζευγάρια του ίδιου φύλου η πρόσβαση στον χαρακτηρισμό του γάμου δεν θα στερήσει από κανέναν οποιαδήποτε δικαιώματα”. Αυτό είναι ψέμα. Οταν ο γάμος του ίδιου φύλου νομιμοποιήθηκε στον Καναδά το 2005, η ανατροφή των παιδιών αμέσως επαναπροσδιορίστηκε. Ο νόμος του Καναδά για τον γκέι γάμο περιελάμβανε μια διάταξη για να διαγραφεί ο όρος “φυσικός γονέας” και να αντικατασταθεί σε όλους τους τομείς με το ουδέτερο φύλου “νόμιμος γονέας” στον ομοσπονδιακό νόμο. Τώρα όλα τα παιδιά έχουν μόνο “νόμιμους γονείς”, όπως ορίζεται από το κράτος. Διαγράφοντας νομικά τη βιολογική γονεϊκότητα με αυτόν τον τρόπο, το κράτος αγνοεί το βασικότερο δικαίωμα των παιδιών: την αμετάβλητη, την εγγενή λαχτάρα τους να γνωρίζουν και να ανατραφούν από τους δικούς τους βιολογικούς γονείς. Οι μητέρες και οι πατέρες φέρουν μοναδικά και συμπληρωματικά δώρα στα παιδιά τους. Σε αντίθεση με τη λογική του γάμου ατόμων του ίδιου φύλου, το φύλο των γονέων έχει σημασία για την υγιή ανάπτυξη των παιδιών. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι η πλειονότητα των φυλακισμένων ανδρών δεν είχαν πατέρες στο σπίτι. Οι πατέρες από τη φύση τους ασφαλίζουν την ταυτότητά τους, ενσταλάζουν την κατεύθυνση, παρέχουν την πειθαρχία, τα όρια και την ανάληψη κινδύνων στις περιπέτειες, και δίνουν διά βίου παραδείγματα για τα παιδιά. Αλλά οι πατέρες δεν μπορούν να γαλουχήσουν τα παιδιά στη μήτρα ή να γεννήσουν και να θηλάζουν τα μωρά τους. Οι μητέρες γαλουχούν τα παιδιά με μοναδικούς και ευεργετικούς τρόπους που δεν μπορούν να αναπαραχθούν από τους πατέρες».
Η προπαγάνδα του «νέου λεξιλογίου» («Newspeak»)
«Δεν χρειάζεται να είσαι επιστήμονας πυραύλων για να γνωρίζεις ότι οι άνδρες και οι γυναίκες είναι ανατομικά, βιολογικά, φυσιολογικά, ψυχολογικά, ορμονικά και νευρολογικά διαφορετικοί μεταξύ τους. Αυτές οι μοναδικές διαφορές παρέχουν διά βίου οφέλη για τα παιδιά, τα οποία δεν μπορούν να αναπαραχθούν από τους “νομικούς” γονείς ίδιου φύλου παίζοντας διαφορετικούς ρόλους των δύο φύλων ή επιχειρώντας να υποκαταστήσουν το χαμένο αρσενικό ή θηλυκό πρότυπο στο σπίτι. Στην πραγματικότητα, ο γάμος του ίδιου φύλου όχι μόνο στερεί από τα παιδιά τα δικαιώματά τους στη φυσική συγγένεια, αλλά δίνει στο κράτος την εξουσία να παρακάμψει την αυτονομία των βιολογικών γονέων, πράγμα που σημαίνει ότι τα δικαιώματα των γονιών γίνονται αντικείμενο σφετερισμού από την κυβέρνηση. [...] Οταν ο γάμος του ατόμων του ίδιου φύλου δημιουργήθηκε στον Καναδά, η ουδέτερη γλώσσα από άποψη φύλου κατέστη νομική εντολή. Το “νέο λεξιλόγιο”' (“Newspeak”) διακηρύσσει ότι αποτελεί δυσμενή διάκριση να υποθέσεις ότι ένα ανθρώπινο ον είναι αρσενικό ή θηλυκό ή ετεροφυλόφιλο. Ετσι, για να είμαι περιεκτική, ειδική γλώσσα χωρίς φύλο χρησιμοποιείται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στην κυβέρνηση, στους χώρους εργασίας και, κυρίως, στα σχολεία, για να αποφευχθεί να εμφανίζεται αδαής, ομοφοβική ή ότι κάνει διακρίσεις. Στο τέλος αυτό σημαίνει ότι το κράτος υπαγορεύει ουσιαστικά αν και πώς οι πολίτες μπορούν να εκφραστούν. Η ελευθερία να συγκεντρωθείς και να μιλήσεις ελεύθερα για τον γάμο άνδρα - γυναίκας, την οικογένεια και τη σεξουαλικότητα είναι τώρα περιορισμένη...»
Πηγή: Δημοκρατία

Συνέχεια και συνέπεια πολιτικής προχειρότητας αλλά και κοινωνικής-πολιτισμικής παρακμής, αποτελεί η εκ του νομοσχεδίου «Μέτρα Προώθησης Αναδοχής-Υιοθεσίας», προωθούμενη δυνατότητα αναδοχής παιδιών ...από ομόφυλα ‘ζευγάρια’! Κατάλληλοι ανάδοχοι κατά το αρθ. 8, 1 θεωρούνται και οι «έχοντες συνάψει σύμφωνο συμβίωσης», οι οποίοι κατά τον Ν4356/2015 μπορούν να είναι και τα ομόφυλα ‘ζευγάρια’.
Εννοείται βέβαια, ότι το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό και τη διαφορετικότητα οφείλει με κάθε τρόπο να διασφαλίζεται, αποκλειόμενης φυσικά κάθε στοχοποιημένης σωματικής ή ψυχολογικής βίας• αντίληψη άλλωστε, που είναι ανάγκη να ενσταλάζεται συστηματικά στους νέους, στα πλαίσια της δημόσιας ή ιδιωτικής παιδείας.
Όμως, στο όνομα του οφειλόμενου προς όλους σεβασμού και αγάπης, δεν μπορεί να εκβιάζεται η κατάφαση ή η ανοχή απέναντι σε οποιεσδήποτε ενέργειες και επιδιώξεις• ή μια ατομική υπόθεση όπως είναι η ομοφυλοφιλία (ή και άλλες ...‘φιλίες’. βλ. Ευρώπη) αφενός να προωθείται και να προβάλλεται ως εξ’ ίσου φυσιολογικό σεξουαλικό πρότυπο και μάλιστα, ως ισότιμο οικογενειακό πρότυπο(!), αφετέρου ως τέτοιο, να αναβιβάζεται απροϋπόθετα σε θεσμό.
Αναφορικά με την ‘αναδυόμενη’ -και προθύμως υπό των ΜΜΕ προβαλλόμενη- ‘Ιδεολογία’ περί ίσης δήθεν ικανότητας ανατροφής παιδιών από ετερόφυλα και ομόφυλα ‘ζευγάρια’, εύστοχες παρατηρήσεις διετυπώθησαν στη Βουλή από βουλευτή του ΚΚΕ κατά τη συζήτηση του -περί επέκτασης συμφώνου συμβιώσεως στα ομόφυλα ‘ζευγάρια’- νομοσχεδίου. Ο κ. Γκιόκας μεταξύ άλλων επεσήμανε ότι:
«Στη συμβίωση των ομόφυλων ζευγαριών, αντικειμενικά το παιδί έχει παραποιημένη αντίληψη αυτής της βιολογικής σχέσης (ενν. σεξουαλικής σχέσης άντρα- γυναίκα, από την οποία συνίσταται μια οικογένεια και δια της οποίας προκύπτει βιολογικά το ίδιο το παιδί), αλλοιώνεται από τα βιώματά του. Το ανδρικό-πατρικό και το γυναικείο-μητρικό πρότυπο έχει τα δικά του χαρακτηριστικά, που πηγάζουν από τη ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ του ανθρώπινου είδουςκαι είναι απαραίτητα για την ομαλή ψυχοσωματική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού».
Χαρακτηριστική επ’ αυτού είναι η περίπτωση της DawnStefanowicz (ακτιβίστρια πλέον για τα δικαιώματα του παιδιού!), η οποία σε βιβλίο της μεταξύ άλλων αποκαλύπτει: «Πολλοί από εμάς παλεύουμε με την δική μας σεξουαλικότητα και την αίσθηση του φύλου, λόγω των επιδράσεων στα οικιακά περιβάλλοντα που μεγαλώνουμε».[1]
Γενικότερα δε, από τις λίγες περιπτώσεις όπου άτομα μεγάλωσαν σε ομόφυλες «οικογένειες» και μίλησαν (ως ενήλικοι πλέον, όπως απαιτείται για έγκυρη αποτίμηση) για την «εμπειρία» και τις συνέπειες στη ζωή τους, προκύπτουν σοβαρότατες ενστάσεις ως προς τους κινδύνους και τις τραγικές επιπτώσεις ενός τέτοιου εγχειρήματος.
Αν μη τι άλλο, αυτές οι ψυχοκοινωνικές προϋποθέσεις στο άμεσο ‘οικογενειακό’ περιβάλλον, συνιστούν για ένα παιδί καθημερινώς πρότυπα υπονόμευσης (ή και περιφρόνησης): για τη φυσική σεξουαλικότητα-την ετεροφυλοφιλία, για την έμφυλη ταυτότητά του και την προσωπικότητά του, για το ανθρώπινο σώμα, για το θεμέλιο μιας κοινωνίας-την οικογένεια, για τη γονεϊκότητα, για την περί Θεού αντίληψη, αν μη τι άλλο για τα Χρηστά Ήθη και για αυτά ακόμη τα ανθρώπινα δικαιώματα κ.α.
Θα λέγαμε ότι έτσι, παρέχεται σε ένα παιδί από την ίδια την Πολιτεία ένα ‘εκ θεμελίων’ νοσηρό οικογενειακό περιβάλλον, εντός του οποίου η ανατροφή από μόνη της -χωρίς άλλη ενέργεια- τρόπον τινά θα το ‘εκβιάζει’ στο εξής (όπως και την κοινωνία γενικότερα) να αποδέχεται διαρκώς και να ‘εγκολπώνεται’ έναν κατ’ ουσία ανύπαρκτο -όσο και επιβλαβή- τύπο «γονιού» και «οικογένειας»!
Σημειωτέον ότι η νοσηρότητα αυτού του ‘οικογενειακού’ τάχα περιβάλλοντος δεν αντιστοιχεί και δεν αντιπαραβάλλεται φυσικά με άλλες υπάρχουσες, πράγματι νοσηρές και με τραγικές συνέπειες οικογενειακές καταστάσεις. Εν προκειμένω, ουσιώδη μεταξύ άλλων διαφορά θα είναι το γεγονός πως ό,τι συμβαίνει, θα έχει τη θεσμική κατοχύρωση, συναίνεση αλλά και ...‘μέριμνα’ της ίδιας της Πολιτείας (όσο και της ‘συνένοχης’ εν πολλοίς κοινωνίας).
Με τον τρόπο αυτό τελικά κανείς, εκμεταλλευόμενος ή αλλιώς χρησιμοποιώντας την αδυναμία ενός ανυποψίαστου παιδιού να αμυνθεί και να υπερασπιστεί τον εαυτό του, πραγματώνει μεν μία προσωπική επιδίωξη, ενώ την ίδια στιγμή, καταδικάζει ευθύς εξ’ αρχής το παιδί αυτό σε ατελείωτα ψυχοκοινωνικά προβλήματα (και πειράματα) !!
Εν προκειμένω δηλαδή, πρόκειται για ολοκληρωτική υπονόμευση (και ‘παραχάραξη’) των δικαιωμάτων των προς αναδοχή παιδιών και της ψυχοκοινωνικής τους ανάπτυξης! Αλήθεια, πώς να αποκαλέσει κανείς σεβασμό ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αγάπη προς τα παιδιά, ...φροντίδα για το μέλλον τους και ...‘προοδευτικότητα’ το να ‘παραδίδεται’ από τις ...‘κοινωνικές’(?) υπηρεσίες με κάθε επισημότητα ένα παιδάκι στα χέρια ομόφυλων «γονιών»; (τη συνοδεία ίσως και των απαραίτητων για την περίσταση ευχών όπως: ...«να σας ζήσει», ...«καλή ανατροφή»!!)
Υπάρχει άραγε κανείς ή κάτι στην προαναφερθείσα εικόνα που σέβεται και εξασφαλίζει το δικαίωμα του παιδιού «...για ένα κατάλληλο επίπεδο ζωής που να επιτρέπει τη σωματική, πνευματική, ψυχική, ηθική και κοινωνική ανάπτυξη του»;; (ΟΗΕ, Σύμβαση Δικαιωμάτων του Παιδιού, αρθ. 27, παρ. 1)
(Μεταξύ άλλων, σε κρατικούς λειτουργούς που χειρίζονται τη διαδικασία αναδοχής, άραγε θα τους επιβληθεί να πράξουν όλως αντίθετα με τη συνείδησή τους, ερχόμενοι έτσι προ ενός φρικτού για τους ιδίους, εκβιαστικού διλλήματος;;)
Συν τοις άλλοις, τα δια του νομοσχεδίου προωθούμενα ήθη, αντιτίθεται σαφώς στα μη αναθεωρήσιμα συνταγματικώς «Χρηστά Ήθη» (Συντ. 110, 1) τα οποία, ως θεμελιώδη πηγή δικαίου (Σύνταγμα 5, 1• Αστ. Κωδ. 178, 281• ΑΠ398/1975) αποσκοπούν στο να «μη χάσει η συμβίωση και η συνύπαρξη την αξιοπρέπειά της». Χρηστά ήθη: «αι ιδέαι του εκάστοτε κατά την γενικήναντίληψην, χρηστώς και εμφρόνωςσκεπτομένου κοινωνικού ανθρώπου» (ΑΠ 398/1975). Όταν δε, γίνεται λόγος για «ιδέαι ...ΧΡΗΣΤΩΣσκεπτομένουανθρώπου», εννοούνται οι αντιλήψεις του ανθρώπου εκείνου «που σκέπτεται με σωφροσύνη και χρηστότητα» (ΑΠ1137/2005) δηλαδή ηθικά και ενάρετα.
Εάν δηλαδή καθ’ υπόθεση η αναδοχή-υιοθεσία παιδιών από ομόφυλα ‘ζευγάρια’ (η προαναφερθείσα ‘εικόνα’), θεωρείται κάποτε καθ’ όλα αποδεκτή κοινωνικά ή ηθικά, θεσμικά και παιδαγωγικά, εν προκειμένω θα μιλάνε ίσως κάποιοι για «ήθη», αλλά βεβαίως αυτά ...δεν θα είναι Χρηστά!
Το ζήτημα λοιπόν έχει ποικίλες προεκτάσεις και συνέπειες στην κοινωνία, στη δημόσια και την πολιτική ζωή, στις ανθρώπινες σχέσεις, γενικότερα στον πολιτισμό μας και τα πρότυπά του, στην επιστήμη και μάλιστα στην Παιδείακαθότι είναι αυτονόητο, ότι από τη στιγμή που η αναδοχή παιδιών από ομόφυλα ‘ζευγάρια’ θα γίνει νόμος, αναπόφευκτα θα εισαχθεί και στην Παιδεία (στην οικεία διδακτική θέση) ως ισότιμη μορφή ‘οικογένειας! Δια της Παιδείας επίσης, ήδη η Πολιτεία επιχειρεί να ‘κατηχήσει’ και να ‘εγκεντρίσει’ τη νέα γενιά-τα παιδιά μας, στην απολύτως αμφισβητούμενη και έωλη (‘επενδυόμενη’ όμως δι’ επιστημονικοφανούς ρητορικής) «Ιδεολογία των φύλων», θεσμική έκφραση της οποίας αποτελεί και η εν λόγω δυνατότητα του νομοσχεδίου. (βλέπε Θεματική Εβδομάδα, 3ος άξονας: «Έμφυλες ταυτότητες»).
Άλλωστε ο κ. Κουράκης, Αναπληρωτής Υπ. Παιδείας το 2015 στο gaypride της Θεσσαλονίκης, είχε με ειλικρίνεια τονίσει: «Πρέπει να μάθουν τα παιδιά στα σχολεία της χώρας ότι η ‘διαφορετικότητα’ είναι ...πλούτος...»!!
Συνοψίζοντας, η δυνατότητα που προωθείται απ’ το αρθ. 8 του νομοσχεδίου, προδήλως δεν αφορά σε κάποια αντικειμενικά «ανθρώπινα δικαιώματα», όπως προπαγανδίζεται, αλλά στην ικανοποίηση αιτημάτων μίας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, αιτήματα-‘καρπός’ ενός άκριτου ‘δικαιωματισμού’ όπου η έννοια «δικαίωμα», τείνει ενίοτε να ταυτιστεί ...με την έννοια «βούληση»!
Είναι πράγματι άξιο παρατηρήσεως η ευκολία με την οποία πολλοί, κυριολεκτικά ‘παίζουν’ με τα ζητήματα αυτά και τη ζωή ολόκληρη των ευάλωτων αυτών κοινωνιολογικά και παιδαγωγικά παιδιών, τα οποία αντιθέτως χρήζουν ειδικής προστασίας και διακριτικής μεταχείρισης. Και μεταξύ μας ...μην κοροϊδευόμαστε!
Η αναδοχή ή υιοθεσία[2] παιδιών από ομόφυλα ‘ζευγάρια’ συνιστά σαφώς ένα ιδεοληπτικό, αστήρικτο κι επικίνδυνο ΠΕΙΡΑΜΑ! Δεν θα ήταν ίσως υπερβολή εάν υποστηριζόταν ότι κάτι τέτοιο ψυχοκοινωνικά, προσιδιάζει μάλλον σε μιαιδιότυπη εγκατάλειψη ή και κακοποίηση παιδιού!
Θα ήταν τέλος συνεπές αλλά και συμβολικής σημασίας, οι προωθούντες και υποστηρίζοντες την εν λόγω δυνατότητα (κυρίως πολιτικοί) ....να πρόβαιναν σε δεσμευτικού χαρακτήρα συμβολαιογραφική πράξη κατά την οποία σε περίπτωση που παραστεί ανάγκη, θα εκχωρείται η κηδεμονία των παιδιών τους ...αποκλειστικά σε ομόφυλα «ζευγάρια»!
Εκτιμώ ωστόσο ότι κάτι τέτοιο, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ να το κάνει κάποιος που αγαπάει τα παιδιά (του)! Κάποιος που φροντίζει για το μέλλον τους...
Ως κοινωνία, έθνος και εν γένει πολιτισμός, δια σειράς αποδομητικών, εθνομηδενιστικών, ιδεοληπτικών, έως ανήθικων πρακτικών-θεσπισμάτων και αντιλήψεων, μοιάζουμε μάλλον σαν κάποιους που κόβουν με υπομονή και επιμονή τα κλαδιά ...πάνω στα οποία κάθονται!
Πού είσαι μπαρμπα-Γιάννη Καποδίστρια...
Ρέθυμνο, 24 Απριλίου 2018
[1] (http://www.briefingnews.gr/kosmos/paidi-gkei-gonion-proeidopoiei). ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ: «Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΩΝ ΓΟΝΕΩΝ», είναι διαθέσιμο στο http://www.dawnstefanowicz.org)
[2] Πρακτικά, η αναδοχή σε πολλές περιπτώσεις δεν απέχει πολύ από την υιοθεσία.
Πηγή: Ακτίνες
Σχόλιο Τ.Ι.: Σημαντικές ανησυχίες και κρίσιμα ζητήματα προστασίας των προσωπικών δεδομένων των Ελλήνων πολιτών εγείρει η ΥΑ που εκδόθηκε σχετικά με τις νέες ταυτότητες.

Ἡ ἵδρυση ἑλληνικῶν παροικιῶν στήν Αἴγυπτο στήν νεώτερη ἱστορία χρονολογεῖται κατά τά πρῶτα χρόνια τοῦ 19ου αἰῶνα. Οἱ παροικίες αὐτές δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τήν παρουσία τῶν Ἑλλήνων ἀπό τήν Μακεδονία, οἱ ὁποῖοι κατά τήν ἑλληνιστική περίοδο τῆς ἱστορίας δημιούργησαν τόν γνωστό ἀξιόλογο πολιτισμό στήν Ἀλεξάνδρεια κυρίως, οὔτε τήν βυζαντινή περίοδο στήν ἱστορία τῆς Αἰγύπτου, παρά μόνο ὡς πρός τήν καταγωγή τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ ἐκεῖ.
Γενικά Εἰσαγωγικά
Ἡ ἵδρυση ἑλληνικῶν παροικιῶν στήν Αἴγυπτο στήν νεώτερη ἱστορία χρονολογεῖται κατά τά πρῶτα χρόνια τοῦ 19ου αἰῶνα. Οἱ παροικίες αὐτές δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τήν παρουσία τῶν Ἑλλήνων ἀπό τήν Μακεδονία, οἱ ὁποῖοι κατά τήν ἑλληνιστική περίοδο τῆς ἱστορίας δημιούργησαν τόν γνωστό ἀξιόλογο πολιτισμό στήν Ἀλεξάνδρεια κυρίως, οὔτε τήν βυζαντινή περίοδο στήν ἱστορία τῆς Αἰγύπτου, παρά μόνο ὡς πρός τήν καταγωγή τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ ἐκεῖ.
Στήν Αἴγυπτο ὁ νεώτερος ἑλληνικός πληθυσμός ἀποτελέσθηκε ἀπό μισθοφόρους, πρῶτα στό πλευρό τῶν Γάλλων καί ὕστερα τῶν Μαμελούκων, ὅταν αὐτοί κυβερνοῦσαν τήν χώρα, ἐμπόρους καί γενικώτερα ἐμπορευομένους πού ἔφθαναν γιά καθαρά ἐπιχειρηματικούς λόγους, μαζί καί κάθε εἴδους μετανάστες πού εἶχαν σκοπό τήν καλυτέρευση τῆς ζωῆς τους. Ὅλοι αὐτοί, Ἕλληνες τό γένος, κατέφευγαν γιά νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τήν τουρκική κατοχή τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου δεχόμενοι ἀκόμη καί τίς στερήσεις πού συνεπαγόταν αὐτή ἡ μετανάστευση τήν ἐποχή τοῦ 19ου. Ὑπῆρχε καί μία τετάρτη κατηγορία Ἑλλήνων πού ἦσαν δοῦλοι τῶν στρατιωτῶν τοῦ Ἰμπραήμ πού ἀπό τήν Πελοπόννησο κυρίως, μεταφέρονταν στά σκλαβοπάζαρα τῆς Ἀνατολῆς. Αὐτοί εἴτε ἐξισλαμίσθηκαν μή δεχόμενοι οἱ ἴδιοι πολλές φορές νά ἐπαναπατρισθοῦν καί κάποιοι ἀπό αὐτούς ἔφθασαν σέ ἀνώτατα ἀξιώματα τῆς χώρας, εἴτε ἐπαναπατρίσθηκαν. Ἄς σημειωθῆ ὅτι πολλές γυναῖκες προσλαμβάνονταν στά χαρέμια.
Μισθοφόροι καί δοῦλοι δέν μπῆκαν στήν πορεία καί στήν διαδικασία ἱδρύσεως συλλογικῶν παροικιακῶν φορέων, οὔτε στήν δημιουργία ἐπιχειρήσεων ὅποιας μορφῆς. Μέ αὐτούς τούς δύο τομεῖς ἀσχολήθηκαν συστηματικά – ὀργανωτικά οἱ ἔμποροι καί οἱ συνεργαζόμενοι μέ αὐτούς μέ σχέση ἐξαρτημένης ἐργασίας, οἱ πολλές χιλιάδες, δηλαδή ἐργαζόμενοι εἴτε σέ ἑλληνική, εἴτε σέ μή ἑλληνική ἐπιχείρηση.
Ἦσαν δέ αὐτοί Ἕλληνες προερχόμενοι ἀπό τόν ἑλλαδικό νησιωτικό καί ἠπειρωτικό χῶρο. Χρονικά ἡ παρουσία Ἑλλήνων στήν Αἴγυπτο διαιρεῖται σέ τέσσερις περιόδους:
α. 1800 περίπου μέχρι 1881, ὁπότε ἱδρύονται Κοινότητες, Ἀδελφότητες, Σύλλογοι καί τίθενται οἱ βάσεις τῆς ὀργανώσεως τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν Αἴγυπτο,
β.1882 μέχρι 1913, ὁπότε γεννιοῦνται οἱ πρῶτες γενιές Ἑλλήνων στήν χώρα, ἐνῶ ἱδρύονται τά πρῶτα Ἱδρύματα καί δημιουργοῦνται οἰκονομικές δυνάμεις Ἑλλήνων,
γ. 1914 μέχρι 1940, ὁπότε συνεχίζεται ἡ ἀκμή τῆς παροικίας, ἐνῶ ταυτόχρονα ἐκδηλώνονται οἱ πρῶτες ἀνησυχίες τῶν Ἑλλήνων γιά τό μέλλον,
δ. 1940 μέχρι σήμερα, ὁπότε μιά φαινομενική ἔστω αἰσιοδοξία ἀκολουθεῖται ἀπό προβλήματα πού ὁδηγοῦν στήν διαρροή Ἑλλήνων πρός τήν Ἑλλάδα καί πρός ἄλλες χῶρες, τελικά δέ, ἡ συρρίκνωση κάθε δραστηριότητος συλλογικῆς καί ἀτομικῆς. Στήν δεκαετία τοῦ 1950 ἐπιτελεῖται ἡ ἀναχώρηση τῶν πρώτων Αἰγυπτιωτῶν γιά τήν Αὐστραλία καί ἀργότερα ὁ ἐπαναπατρισμός τοῦ μεγάλου ἀριθμοῦ τῶν Ἑλλήνων τῆς Αἰγύπτου.
Ἡ ἵδρυση φορέων, δηλαδή Κοινοτήτων, Ἀδελφοτήτων καί Συλλόγων – Σωματείων ἀποτέλεσε τήν πεμπτουσία τῆς παροικιακῆς ζωῆς τῶν Ἑλλήνων μέσα στό αἰγυπτιακό περιβάλλον, ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει μέ ὁλόκληρο τόν Ἀπόδημο Ἑλληνισμό σέ κάθε γωνιά τῆς γῆς. Ἔχοντας πρότυπο τίς ἱστορικές Ἑλληνικές Κοινότητες τῆς Βενετίας, Τεργέστης, Μασσαλίας, Βιέννης καί ἐκεῖνες τοῦ Βουκουρεστίου, τῆς Φιλιππουπόλεως, τοῦ Πύργου τῆς Βουλγαρίας καί ὄχι ἐκεῖνες τοῦ μικρασιατικοῦ καί ποντιακοῦ χώρου πού εἶχαν ἄλλες δομές καί ἐξηρτῶντο ἀπό τήν Ἐκκλησία ἀπόλυτα. Ἐκτός ἀπό τήν Ἑλληνορθόδοξη Κοινότητα Καΐρου πού ἱδρύθηκε τό 1856, μέ πρωτοβουλία τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας πού, ὅμως, ἔζησε μέχρι τό 1904 γιά νά τήν διαδεχθῆ ἡ σημερινή μορφή τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος Καΐρου, ὅλες – καί ἔφτασαν τόν ἀριθμό τῶν 40 περίπου, σέ ὅλη τήν αἰγυπτιακή γῆ – ὑπῆρξαν δημιουργήματα εὐπόρων ἀτόμων πού τίς διοίκησαν, τίς ἐπιχορήγησαν καί εἶναι οἱ Εὐεργέτες τοῦ παροικιακοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ἑλλάδος τῆς ἴδιας. Οἱ Κοινότητες ἦσαν νομικά πρόσωπα ἑλληνικά ἀναγνωρισμένα ἀπό τήν Αἴγυπτο καί τήν Ἑλλάδα, ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας, ἀλλά κοινοτικά πρός ὄφελος τοῦ κοινοῦ, δημοσίου χαρακτήρα, ὡς πρός τά δεδομένα στήν Ἑλλάδα (ἀναγνώριση τίτλου σπουδῶν κ.λπ.).
Σημαντική χρονολογία γιά τούς Ἀποδήμους Ἕλληνες τῆς Αἰγύπτου ἀποτέλεσε τό ἔτος 1843. Στίς 2 Ἀπριλίου αὐτοῦ τοῦ ἔτους, συγκεντρώθηκαν κάποιοι Ἕλληνες στήν Ἀλεξάνδρεια σέ συνέλευση καί συνέταξαν Πρακτικό πού προέβλεπε τήν ἵδρυση ὀργανωμένης Κοινότητος μέ φιλανθρωπικό σκοπό. Τό Πρακτικό αὐτό πολυτιμώτερο σήμερα, ἀποτελεῖ τόν πρῶτο Καταστατικό Χάρτη τῆς “Ἑλληνικῆς Κοινότητος Ἀλεξανδρείας”. Ὑπῆρχε ὡστόσο ἤδη μία ὑποτυπώδης ὀργάνωση μέ τήν ὀνομασία “Ἀντιπροσωπεία τῶν Συνδρομητῶν”. Εἶχε ἱδρυθῆ μέ τήν πρωτοβουλία τῶν ἀδελφῶν Τοσίτσα καί τοῦ συγγενῆ του Ν. Στουρνάρη στό “Σχολεῖο τῶν Γραικῶν” καί τό “Νοσοκομεῖο τῶν Γραικῶν” πού χρηματοδοτοῦσαν οἱ ἴδιοι. Ἄλλοι πόροι, συγκεκριμένα τοῦ νοσοκομείου, ἦσαν οἱ φόροι πού πλήρωναν ὅσα ἑλληνικά πλοῖα ἐλλιμενίζονταν στήν Ἀλεξάνδρεια. Τό 1847 ὁ Μ. Τοσίτσας δώρισε οἰκόπεδο γιά νά κτισθῆ ὁ πρῶτος κοινοτικός Ναός, ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου. Ἦταν ἡ “πρώτη Ἐκκλησία τοῦ κοινοῦ”, ὅπως ἀποκλήθηκε. Θεμελιώθηκε τό ἴδιο ἔτος καί ἐγκαινιάστηκε τό 1854. Τό ἔτος αὐτό ὁ πρῶτος πρόεδρος τῆς ἀλεξανδρεινῆς Κοινότητος καί πρῶτος γενικός Πρόξενος Μ. Τοσίτσας ἐγκατέλειψε τήν Αἴγυπτο, λόγῳ διακοπῆς τῶν ἑλληνοτουρκικῶν σχέσεων, ἐξ αἰτίας τῶν ἑλληνικῶν ἐπαναστάσεων στήν Ἤπειρο, Θεσσαλία καί Μακεδονία καί ἐφ᾿ ὅσον ἡ Αἴγυπτος ἀκόμη ἀποτελοῦσε τμῆμα τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας.
Στήν συνέχεια ἡ Κοινότητα δραστηριοποιήθηκε στόν φιλανθρωπικό τομέα καί στόν ἐκπαιδευτικό κυρίως, καί συνεχίζει νά ζῆ μέ τούς αὐτούς σκοπούς μέχρι σήμερα. Στήν αἰγυπτιακή πρωτεύουσα λειτουργεῖ σήμερα ἡ Ἑλληνική Κοινότητα ἀπό τό 1904, συνέχεια τῆς προηγουμένης, ὅπως ἀναφέρθηκε. Ἡ ἵδρυσή της ὑπῆρξε πρωτοβουλία τοῦ τότε διπλωματικοῦ πράκτορα στό Κάϊρο Ν. Γεννάδη καί ἐπιχειρηματιῶν τῆς ἐποχῆς, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦσαν ὁ Α. Ρόστοβιτς καί ὁ Ν.Τσανακλῆς, ἀργότερα πρόεδροί της. Στήν ὑπόλοιπη Αἴγυπτο ἀκολούθησε ἡ ἵδρυση καί ἄλλων Κοινοτήτων ἀπό τό 1860 μέχρι καί τήν πρώτη δεκαετία τοῦ 20οῦ αἰῶνα. Ἔτσι λειτούργησαν μέχρι τήν δεκαετία τοῦ 1960 οἱ Κοινότητες Δαμιέτης, Μινίας, Μανσούρας, Πόρτ Σάϊτ, Τάντας, Σουέζ, Σιμπίν ἔλ Κόμ, Κάφρ ἔλ Ζαγιάτ, Κάφρ ἔλ Νταουάρ, Ζίφτα, Μεχάλλα Κεμπίρ, Νταμαγχούρ, Μπέν Σουέφ, Ἀσιούτ, Φαγιούμ, Ἰσμαηλία, Μπέγχα, Ἀσουάν, Φακούς, Μίνετ ἔλ Γκάμχ, Λούξορ, Ντεϊρούτ, Σοχάγκ, Μίτ Γάμρ, Μάρσα Ματρούχ κ.ἄ.
1. Ἡ περίοδος τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου
Τό ἔτος 1949 ἀποτελεῖ γιά τήν ἱστορία τῶν Ἑλλήνων στήν Αἴγυπτο ὁρόσημο ἀποφασιστικῆς σημασίας. Εἶναι τότε πού ἀρχίζει νά ἐφαρμόζεται ἡ συνθήκη τοῦ Montreux κατά γράμμα. Εἶχε ὑπογραφῆ τό 1937 ἀπό τά ἐνδιαφερόμενα μέρη, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν ἡ Ἑλλάδα, ἀλλά λόγῳ τοῦ πολέμου συμφωνήθηκε νά παγώση μέχρι τό 1949. Σπουδαιώτερη διάταξη τῆς συμφωνίας διελάμβανε τήν κατάργηση τῶν Διομολογήσεων πού ὑπῆρχαν στά κράτη ὑπό τό ὀθωμανικό καθεστώς (Προξενικά καί Μεικτά Δικαστήρια κ.ἄ.). Τότε οἱ Ἕλληνες βρέθηκαν πρό ψηφίσεως ἀπό τήν αἰγυπτιακή πολιτεία καί ἐφαρμογῆς πρωτόγνωρων σχεδόν περιοριστικῶν νόμων ἐργασίας, ἄδειας παραμονῆς στήν χώρα κ.λπ. Προφανῶς ἄρχιζε ἡ ἀντίστροφη μέτρηση καί μάλιστα ἐπί βασιλείας καί ἀγγλικῆς ἐπιρροῆς στήν χώρα, ὡς πρός τήν παραμονή τοῦ ξένου στοιχείου, γεγονός πού δέν εἶχε προβληματίσει τήν συντριπτική πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων, ὅπου διαβιοῦσαν σχεδόν καλά μέχρι πολύ καλά, ἀνάλογα μέ τήν οἰκονομική τους δυνατότητα.
Εἶχε προηγηθῆ ἐκείνη ἡ θυελλώδης πενταετία καί πλέον τοῦ πολέμου κατά τόν ὁποῖο ἡ Αἴγυπτος δέν γνώρισε κατοχικά χρόνια, ὅπως ἡ Εὐρώπη, ἀλλά βρέθηκαν στό ἐπίκεντρο τῶν ἐχθροπραξιῶν τοῦ Ἄξονα μέ τούς Συμμάχους καί ἔβλεπε τό φάσμα τῆς εἰσόδου τοῦ Ρόμελ στό ἐσωτερικό της πού κάποιοι ἐπιθυμοῦσαν, ἀλλά πού δέν πραγματοποιήθηκε. Στήν λαίλαπα αὐτοῦ τοῦ πολέμου σημαντική ὑπῆρξε ἡ συμμετοχή τῶν Ἑλλήνων τῆς Αἰγύπτου στήν στράτευση, στήν ἀεράμυνα, στήν περίθαλψη, ὅσων τήν χρειάστηκαν. Περίπου ὁλόκληρος ὁ νεανικός πληθυσμός μέ ἡλικία ἀπό 10 μέχρι 29 ἐτῶν ἐπιστρατεύθηκε, ἐνισχύοντας τούς λίγους ἑλλαδικούς πού κατέφυγαν στήν Μέση Ἀνατολή, ὅλοι μαζί κάτω ἀπό τίς βρεττανικές διαταγές. Στήν Αἴγυπτο ξεκίνησαν οἱ ἐμφύλιες ἀντιθέσεις μεταξύ τῶν Ἑλλήνων, οἱ ὁποῖες ἀτυχῶς μεταφέρθηκαν στήν Ἑλλάδα μετά τήν ἀπελευθέρωση μέ τά γνωστά ὀλέθρια ἀποτελέσματα. Στήν Αἴγυπτο κατέφυγε ἀρχικά ἡ κυβέρνηση Ἐμ. Τσουδεροῦ καί ἡ τότε βασιλική οἰκογένεια μετά τήν πτώση τῆς Κρήτης, τό 1941. Ἐκεῖ λειτούργησε ἡ διοίκηση καί τά πολεμικά Ὑπουργεῖα, τό ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν καί ὅποια ἄλλα διοικητικά ὄργανα, ἐκεῖ τυπωνόταν ἡ Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως, ἐκεῖ στρατοπέδευσαν καί ἐλλιμενίζονταν οἱ ἑλληνικές Ἔνοπλες Δυνάμεις, ἐκεῖ νοσηλεύονταν οἱ τραυματίες πολέμου τοῦ Ἒλ Ἀλαμέϊν, στά δύο Κοινοτικά Ἑλληνικά Νοσοκομεῖα Ἀλεξανδρείας καί Καΐρου, ἐκεῖ ὁ Γ. Σεφέρης ἐμπνεύστηκε τά ἔργα του γιά τόν Μακρυγιάννη γιά παράδειγμα, τύπωσε τίς “Δοκιμές” του, προλόγισε ἄλλες ἐκδόσεις, κατανόησε, ὅπως ὁμολόγησε, τό καβαφικό ἔργο. Ὡς πρός τήν ἐπιστράτευση Ἑλλήνων τῆς Αἰγύπτου, κάποιοι ἀπό τούς ὁποίους ἔδωσαν τήν ζωή τους, ἔγινε δεκτή ἀπό τούς ταγούς τῆς παροικίας μέ ἐπιφύλαξη καί σχετική ἄρνηση, ἐνῶ ἀπό τούς ἴδιους τούς στρατευσίμους κατά κανόνα μέ ἐνθουσιασμό. Ἀτυχῶς ὁ ἐνθουσιασμός αὐτός ἐξανεμιζόταν, καθώς παρατεινόταν ἡ ἐπιστράτευση τούς μῆνες μετά τήν λήξη τοῦ πολέμου.
2. Ἀρχίζει τό β΄ μισό τοῦ 20οῦ αἰῶνα
Μέ ἐλπίδες μετά τήν ἐπικράτηση τῆς εἰρήνης, οἱ Ἕλληνες τῆς Αἰγύπτου εἰσῆλθαν στό δεύτερο μισό τοῦ 20οῦ αἰῶνα, χωρίς καλούς οἰωνούς ὅμως. Ἡ περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα ἐνεῖχε ἀνησυχίες μάλιστα μετά τόν ἀραβοϊσραηλινό πόλεμο πού προκαλοῦσαν λαϊκές ἐξεγέρσεις καί διαδηλώσεις, ὅταν ἀκόμη ἡ βρεττανική παρουσία ἴσχυε στήν χώρα. Ἐναντίον τῆς ἀποικιοκρατίας τῆς τελευταίας ἐστρέφονταν οἱ διαμαρτυρίες, ὅμως ἐθίγοντο καί οἱ Ἕλληνες. Τό 1949 ἐπιχειρεῖται δίχως ἀποτέλεσμα ἡ ὑπογραφή μεταξύ Ἑλλάδος καί Αἰγύπτου συμφωνίας ἐγκαταστάσεως τῶν Ἑλλήνων στήν χώρα. Τό ὅραμα τοῦ ἐπαναπατρισμοῦ ἴσχυε γιά ἐλαχίστους ὅταν μάλιστα ἡ Ἑλλάδα μόλις εἶχε βγῆ τραυματισμένη ἀπό τόν ἐμφύλιο σπαραγμό. Τά πράγματα ἔβαιναν ἤ φαίνονταν ὅτι βαίνουν ὁμαλά γιά τόν Ἑλληνισμό στήν Αἴγυπτο. Δύο, ὡστόσο κοινωνιολογικά φαινόμενα προμήνυαν τά μελλούμενα. Τό πρῶτο ἦταν ὅτι ἕνας, ἔστω καί μικρός ἀριθμός Ἑλλήνων, ἀποφάσισαν νά ἐπαναπατρισθοῦν, φαινόμενο πού εἶχε ἀρχίσει νά παρατηρῆται ἤδη ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 1930, τότε πού εἰσέρρεαν εἰσέτι Ἑλλαδῖτες στήν Αἴγυπτο. Τό δεύτερο ἦταν ὅτι οἱ μικρές πληθυσμιακά Κοινότητες τοῦ ἐσωτερικοῦ τῆς χώρας ἔβλεπαν νά φθίνη ὁ ἀριθμός τῶν μελῶν τους. Εἴτε κάποιοι ἐγκατέλειπαν τίς ἑστίες τους καί ἔφευγαν στό ἐξωτερικό (λίγοι ἀκόμη), εἴτε ζητοῦσαν νέα κατοικία στίς πόλεις, ὅπως τό Κάϊρο, ἡ Ἀλεξάνδρεια κ.ἄ. Στίς πόλεις αὐτές καί σέ κάποιες ἄλλες στό Δέλτα τοῦ Νείλου καί στήν Διώρυγα λειτουργοῦσαν ἀκόμη τά ἑλληνικά Ἐκπαιδευτήρια, συνεχιζόταν τό φιλανθρωπικό ἔργο τῶν ἐκεῖ Κοινοτήτων καί ἡ ζωή εἶχε τά χαρακτηριστικά μιᾶς προόδου στήν δραστηριότητα (οἰκονομία, δηλαδή ἐμπόριο, βιοτεχνία, βιομηχανία, τράπεζες).
3. Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1952
Ὅλα αὐτά μέχρι τό 1952, στίς 23 Ἰουλίου, ὁπότε κηρύχθηκε ἡ Ἐπανάσταση τῶν Ἐλευθέρων Ἀξιωματικῶν πού ὁλοκληρώθηκε στίς 26 Ἰουλίου μέ τήν ἐκθρόνιση τοῦ βασιλιᾶ Φαρούκ τοῦ Α΄, ἀπογόνου τοῦ Μωχάμετ Ἄλι, τοῦ εὐεργετήσαντος καί εὐεργετηθέντος ἀπό τό ἑλληνικό στοιχεῖο. Ἀμέσως ἡ ἱστορία τῆς χώρας ἀλλάζει, ὅπως ἦταν φυσικό. Τίθενται σέ ἐφαρμογή ἀπό τό νέο πολιτειακό καθεστώς περιοριστικοί νόμοι στήν ἐργασία, ἰδίως ἀπό τό 1957, δυσμενέστεροι ὅσων ἤδη ἐφαρμόζονταν, καθώς καί ἐθνικοποιήσεις – αἰγυπτιοποιήσεις περιουσιακῶν στοιχείων, μεσεγγυήσεις αὐτῶν κ.λπ. Μέ βάση τήν φιλοσοφία τῆς Ἐπαναστάσεως ὅτι δημιουργήθηκαν περιουσίες εἰς βάρος τοῦ λαοῦ. Ὁ πανικός μεταξύ τῶν Ἑλλήνων παίρνει διαστάσεις μεγάλες. Ἡ εὐχή “καλή πατρίδα” σχεδόν κυριαρχεῖ στά χείλη τῶν περισσοτέρων Αἰγυπτιωτῶν Ἑλλήνων.
4. Ἡ ἐπίσκεψη Κ. Καραμανλῆ καί ὁ Ἑλληνισμός τῆς Αἰγύπτου τό 1957
Ὁ Ἕλληνας πρωθυπουργός Κ. Καραμανλῆς σπεύδει στήν Αἴγυπτο, ὕστερα ἀπό ἐπίσημη πρόσκληση τοῦ προέδρου Γκαμάλ Ἄμπντελ Νάσερ. Κύρια φροντίδα του εἶναι νά προλάβη τήν συρρίκνωση καί διάλυση τοῦ ὀργανωμένου καί σχεδόν “εὐημεροῦντος”, σέ σύγκριση πάντα μέ τήν ἑλλαδική πραγματικότητα. Φυσικά στήν σκέψη του εἶναι νά ἀποτρέψη τόν ἀθρόο ἐπαναπατρισμό. Εἶναι ὁ Αὔγουστος τοῦ 1957. Οἱ ταγοί τῆς παροικίας στό μεταξύ, μεταξύ τῶν ὁποίων οἱ ἐπιφανέστεροι, δηλαδή οἱ πρόεδροι τῶν δύο Κοινοτήτων Ἀλεξανδρείας καί Καΐρου, Α. Θεοδωράκης καί Ν. Πιερράκος, ἐκ τῶν πλέον σημαντικῶν οἰκονομικῶν παραγόντων τῆς χώρας, ἐκφράζουν πρός τόν Κ. Καραμανλῆ τίς ἀνησυχίες γιά τό μέλλον τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Ὁ Κ. Καραμανλῆς συνοδευόμενος ἀπό τόν ὑπουργό Ἐξωτερικῶν Εὐάγγελο Ἀβέρωφ καί μέ συμπαράσταση τοῦ πρέσβη στό Κάϊρο Αἰγυπτιώτου, Δημητρίου Λάμπρου, προσωπικοῦ φίλου τοῦ Νάσερ, ἐπισκέπτεται τό Κάϊρο καί τήν Ἀλεξάνδρεια καί φυσικά τήν παροικία, συνομιλεῖ μέ τήν αἰγυπτιακή πλευρά, ὑπόσχεται ὑποστήριξη πρός τήν Αἴγυπτο. Ἔχει προηγηθῆ ἡ Γαλλο – Ἀγγλο – Ἰσραηλινή εἰσβολή τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1956, μετά τήν ἐθνικοποίηση τῆς Ἑταιρείας πού διαχειριζόταν τήν Διώρυγα τοῦ Σουέζ. Ἔχει κηρυχθῆ τό 1955 ὁ ἔνοπλος ἀπελευθερωτικός ἀγώνας τῆς ΕΟΚΑ κατά τοῦ Ἄγγλου κατακτητῆ στήν Κύπρο. Ἡ Ἑλλάδα ὑποστηρίζει τό δίκαιο τῆς Αἰγύπτου στόν Ὀργανισμό Ἡνωμένων Ἐθνῶν καί ἡ Αἴγυπτος μέ ἄλλες ἀδέσμευτες χῶρες θά στηρίξη τό δίκαιο τῆς Κύπρου στόν ἴδιο Ὀργανισμό.
5. Σύννεφα γιά τόν Ἑλληνισμό τῆς Αἰγύπτου. Ἐθνικοποιήσεις – Αἰγυπτιοποιήσεις
Ἡ ἐξαίρεση τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου τῆς Αἰγύπτου ἀπό τούς περιοριστικούς νόμους δέν μπορεῖ νά ἐξασφαλιστῆ, διότι ὅπως ἀνακοινώνεται πρός τήν ἑλληνική πλευρά, τά μέτρα ἀφοροῦν καί κάθε Ἄραβα Αἰγύπτιο ὑπήκοο κεφαλαιοῦχο. Ἔτσι ἡ πενταετία 1957 – 1962 θά μείνη στήν ἱστορία τῶν Ἑλλήνων τῆς Αἰγύπτου ὡς ἡ πλέον ἀρνητική γιά τό μέλλον τῶν παροικιῶν, πού ἔτσι θά ἀναγκαστοῦν νά συρρικνωθοῦν δραματικά. Ἀπό πληθυσμό στήν χώρα 200.000 Ἑλλήνων κατά τήν δεκαετία τοῦ 1930 (100.000 στήν Ἀλεξάνδρεια καί τό Δέλτα καί 100.000 στήν ὑπόλοιπη Αἴγυπτο), θά παραμείνουν μετά τό 1962 περίπου 28.000. Ὅλοι οἱ ἄλλοι θά ἐπαναπατρισθοῦν στήν μεγάλη πλειοψηφία τους καί στήν Αὐστραλία, Νότιο Ἀφρική, λοιπή Βόρειο Ἀφρική, Κεντρική Ἀφρική, Καναδᾶ, Ἡνωμένες Πολιτεῖες, Βραζιλία καί λίγοι σέ χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης (Ἰταλία, Γαλλία κ.λπ.). Σπουδαῖο γεγονός, καθόλου εὐχάριστο, ἀποτελεῖ τό 1966 ἡ πώληση ἀπό τήν διαχειρίστρια Ἑλληνική Κοινότητα Ἀλεξανδρείας ἐκ μέρους τοῦ ἑλληνικοῦ Δημοσίου στό ὁποῖο ἀνῆκε, τό Ἑλληνικό Νοσοκομεῖο Ἀλεξανδρείας “Θεοχάρης Κότσικας”, Ἵδρυμα πού ἐξυπηρέτησε ὄχι μόνο τήν παροικία, ἀλλά καί νοσήλευσε κατά τήν πολεμική περίοδο τοῦ 1941 – 1945 τούς Ἕλληνες καί συμμάχους στρατευσίμους.
6. Διαρροή τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου. Συρρίκνωση κάθε δραστηριότητος
Καθώς λήγει ἡ δεκαετία τοῦ 1960 καί κατά τήν δεκαετία τοῦ 1970 παρατηρεῖται συνεχής μείωση τῆς δραστηριότητος τῶν Ἑλλήνων σέ κάθε τομέα. Εἶναι ἐμφανής πλέον ἡ συρρίκνωση στήν οἰκονομία. Ὅσες ἐπιχειρήσεις, καί ἦσαν πάμπολλες, εὑρίσκονταν σέ ἑλληνικά χέρια στούς τομεῖς τοῦ ἐμπορίου, τῆς βιομηχανίας, τῆς βιοτεχνίας καί τοῦ τραπεζικοῦ συστήματος, διαλύονται. Ἰδιοκτῆτες τῶν ἐπιχειρήσεων καί ἐργαζόμενοι Ἕλληνες σέ αὐτές ἐγκαταλείπουν τήν χώρα. Ὁ φιλανθρωπικός καί κοινωνικός τομέας τῶν Κοινοτήτων, Ἀδελφοτήτων καί κάθε εἴδους Συλλόγων δέχεται πλῆγμα, λόγῳ αὐτῆς τῆς ἀποχωρήσεως τῶν Ἑλλήνων. Τά Ἐκπαιδευτήρια κλείνουν στήν πλειοψηφία τους, λόγῳ ἐλλείψεως μαθητῶν, ὅπως ἦταν φυσικό, μετά τήν πραγματικότητα πού δημιουργήθηκε καί ὅλα συγκεντρώνονται καί συμμαζεύονται στίς Κοινότητες Καΐρου, Ἀλεξανδρείας, Μανσούρας καί Πόρτ Σάϊτ καί Ἰμπραημίας (στό ὁμώνυμο προάστειο τῆς Ἀλεξανδρείας). Ἀλλά στήν δεκαετία τοῦ 1980 νέος περιορισμός τῶν δραστηριοτήτων βρίσκει τόν Ἑλληνισμό τῆς Αἰγύπτου. Θά παραμείνουν πλέον μόνο οἱ Κοινότητες Καΐρου καί Ἀλεξανδρείας μέ οὐσιαστικό ἔργο τῆς ἐκπαιδεύσεως καί τῆς φιλανθρωπίας μέχρι τίς ἀρχές τοῦ 21ου αἰῶνα, ὁπότε λειτουργοῦν τά ἑξῆς σχολεῖα: Πρόκειται γιά τά σχολεῖα πρωτοβάθμιας ἐκπαιδεύσεως, στό Κάϊρο ἡ Ἀχιλλοπούλειος Σχολή καί στήν Ἀλεξάνδρεια ἡ Τοσιτσαία – Πρατσίκειος, καθώς καί γιά τήν δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση, στό Κάϊρο ἡ Ἀμπέτειος Σχολή καί στήν Ἀλεξάνδρεια τό Ἀβερώφειο Γυμνάσιο – Λύκειο.
Ἡ ὑπόλοιπη Ἑλληνική παρουσία συνίσταται στό μέν Κάϊρο στό Νοσοκομεῖο καί Γηροκομεῖο τῆς ἐκεῖ Κοινότητος, στό Ἑλληνικό Κέντρο, στόν Ναυτικό Ὅμιλο, στήν Στέγη Ἡλιουπόλεως καί σέ κάποιους φιλανθρωπικούς Συλλόγους, στήν δέ Ἀλεξάνδρεια στό Ἀντωνιάδειο – Κανισκέρειο Γηροκομεῖο, στήν Ἕνωση Ἑλλήνων καί στόν Ναυτικό Ὅμιλο. Κτιριακῶς ἡ Ἑλληνική Κοινότητα Καΐρου ὑπάρχει στά γραφεῖα της στό κέντρο τῆς πόλεως καί στήν περιοχή τῆς Ἡλιουπόλεως, ὅπου τά Ἐκπαιδευτήρια, καί στήν Ἀλεξάνδρεια στό οἰκοδομικό τετράγωνο τῆς περιοχῆς Σάτμπυ, ὅπου ἡ διοίκηση, τά σχολεῖα καί τό ἐκεῖ Γενικό Προξενεῖο τῆς Ἑλλάδος. Ὅλα εἶναι ἐγκατεστημένα σέ κτιριακά συγκροτήματα πού κάποτε ἵδρυσαν οἱ Εὐεργέτες καί χρησίμευσαν κυρίως γιά ἐκπαιδευτήρια. Ἡ Ἑλλάδα ἐκπροσωπεῖται διπλωματικῶς ἀπό τήν πρεσβεία στό Κάϊρο καί δύο Γενικά Προξενεῖα στήν πρωτεύουσα καί στήν Ἀλεξάνδρεια.
7. Τό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας
Βάση καί συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν Αἴγυπτο ἀποτελεῖ ἀναμφισβήτητα τό Ἑλληνορθόδοξο Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας μέ δικαιοδοσία στόν ἀφρικανικό χῶρο. Μέ μικρό ἑλληνικό ποίμνιο στήν Αἴγυπτο, στό ὁποῖο περιλαμβάνονται καί κάποιες χιλιάδες ἀραβοφώνων ὀρθοδόξων χριστιανῶν, διατηρεῖ τήν Ἐπιτροπεία Ἀλεξανδρείας, τήν Ἐπιτροπεία Καΐρου καί τίς Μητροπόλεις Πηλουσίου (ἕδρα Πόρτ Σάϊτ), Ἑρμουπόλεως (ἕδρα Τάντα), Λεοντοπόλεως (ἕδρα Σουέζ), τήν Ἐπισκοπή Βαβυλῶνος (Κάϊρο), δηλαδή κάποιες “πάλαι ποτέ διαλάμψασες” Μητροπόλεις. Σήμερα, Πατριάρχης εἶναι ὁ Μακαριώτατος Θεόδωρος Β΄ Χορευτάκης ἀπό τήν Κρήτη (2004 -).
Ἱδρυμένο τό Πατριαρχεῖο τόν πρῶτο αἰῶνα μ.Χ. ἀπό τόν Εὐαγγελιστῆ Μᾶρκο, ἔχει διανύσει ὅλους τούς 20 αἰῶνες ἀνάμεσα σέ δυσκολίες, χωρίς νά λείψη ἀπό τό ἱεραποστολικό του ἔργο πού μέχρι σήμερα ἐπιτελεῖ στήν Ἀφρική διά τῶν Μητροπόλεων Καρθαγένης καί Τριπόλεως στήν Βόρειο Ἀφρική, Ἀξώμης στήν Αἰθιοπία, Σουδάν, Καμερούν, Νιγηρίας, Κεντρώας Ἀφρικῆς, Κένυας, Ζιμπάμπουε, Ἰωαννουπόλεως καί Καλῆς Ἐλπίδος στίς πόλεις Γιοχάνεσμπουργκ καί Κέϊπ Τάουν, καί τῶν Ἐπισκοπῶν Ζάμπιας, Γκάνας, Μαδαγασκάρης κ.ἄ. Διατηρεῖ Ἱερατική Σχολή ― Ἱεροδιδασκαλεῖο μέ τήν ἐπωνυμία “Μακάριος Γ΄ ” στό Ναϊρόμπι. Μετόχια στήν Ἀθήνα καί στήν Ὀδησσό, στίς δύο ἀρχαῖες Μονές τοῦ Ἁγίου Σάββα στήν Ἀλεξάνδρεια καί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στό παλαιό Κάϊρο, πλῆθος παλαιῶν καί νεωτέρων Ναῶν ἀνά τήν Ἀφρική, Βιβλιοθήκη καί χειροτονεῖ κληρικούς πού σπουδάζουν στήν Ἱερατική Σχολή τοῦ Ναϊρόμπι.
8. Σχέσεις τῶν Ἑλλήνων μέ τήν αἰγυπτιακή πραγματικότητα
Ὁ Ἕλληνας τῆς Αἰγύπτου κατά κανόνα, θεώρησε μέχρι τήν στιγμή πού ἐγκατέλειψε τήν χώρα δεύτερη πατρίδα του. Ὁ ἁπλός πολίτης δέθηκε κυρίως στό ἐσωτερικό μέ τόν Ἄραβα συνάνθρωπο. Ἀκόμη συνταυτίσθηκε μέ τούς ἀλλοεθνεῖς τῆς Αἰγύπτου, Ἰταλούς, Ἀρμενίους, τούς Κόπτες καί φυσικά τούς Μουσουλμάνους. Κατά τήν δύσκολη περίοδο 1956 ― 1957 παρατηρήθηκε συμπαράσταση τῶν Αἰγυπτιωτῶν Ἑλλήνων πού ἐκφράσθηκε μέ τήν παροχή ἐθελοντικῶν ὑπηρεσιῶν στίς αἰγυπτιακές Ἔνοπλες Δυνάμεις, στήν ἀεράμυνα, στήν περίθαλψη τραυματιῶν κ.λπ. Γιά τόν τελευταῖο αὐτόν τομέα οἱ Κοινότητες Ἀλεξανδρείας καί Καΐρου ἔθεσαν σέ λειτουργία Κέντρο Πρώτων Βοηθειῶν στά ἑλληνικά Νοσοκομεῖα ὑπό τό ἐπιστημονικό καί νοσηλευτικό προσωπικό, τότε. Ἂν μάλιστα ληφθῆ ὑπ᾿ ὄψη ἡ γενναία συμμετοχή τῶν Ἑλλήνων πλοηγῶν τῆς Διώρυγος τοῦ Σουέζ πού δέν ἀποχώρησαν ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἀλλά παρέμειναν στό ἔργο τους κατά τήν εἰσβολή τοῦ 1956, ἔχει τότε ὁ ἀναγνώστης πλήρη εἰκόνα αὐτῆς τῆς ἑλληνικῆς βοηθείας. Ἐν τούτοις οἱ Ἕλληνες Εὐεργέτες στήν Αἴγυπτο πού πρόσφεραν πολλά στίς ἑλληνικές παροικίες, στήν Ἑλλάδα καί τίς ἰδιαίτερές τους πατρίδες, δέν ἔδειξαν ἀνάλογο πνεῦμα εὐεργεσίας πρός τήν χώρα τῆς Αἰγύπτου καί τόν αἰγυπτιακό λαό. Ἐλάχιστες ὑπῆρξαν οἱ ἐξαιρέσεις, ὅπως γιά παράδειγμα, ἡ δωρεά τοῦ Γ. Ζαρβουδάκη γιά τήν ἵδρυση “Πολυτεχνικῆς Σχολῆς” τῆς Αἰγύπτου καί αὐτό στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα. Σημάδια φαίνονται ἀργότερα στίς πρόσφατες δεκαετίες μέχρι σήμερα (2005), κυρίως στόν πολιτιστικό τομέα. Τοποθετήθηκε στήν Ἀλεξάνδρεια ἄγαλμα, μέ ἔφιππο τόν Μέγα Ἀλέξανδρο. Ἐνισχύθηκαν τομεῖς, ὅπως ἡ ἀναβίωση τῆς Βιβλιοθήκης Ἀλεξανδρείας, ἐνῶ ἔγιναν ἐπενδύσεις στήν οἰκονομία τῆς Αἰγύπτου, μέ πρῶτο παράδειγμα τήν πρωτοβουλία γιά βιομηχανία χαρτιοῦ τοῦ Ὁμίλου Ζερίτη κ.ἄ. Ἀλλά καί πρός τήν Ἑλλάδα συνεχίσθηκαν μειωμένες βέβαια ἀλλά μέ πολύ πατριωτικό συναίσθημα εὐεργεσίας Αἰγυπτιωτῶν Ἑλλήνων. Μεταξύ ἄλλων συγκαταλέγονται οἱ δωρεές πού ἔγιναν ἀπό τόν Ἀλεξανδρινό ἐπιχειρηματία Παναγιώτη Σούλου στήν γενέτειρά του Λέρο, καί τῶν Καϊρινῶν Λαμπρίδη, Μάκκου καί Βίττη στήν γενέτειρά τους Ἤπειρο.
9. Τό σήμερα τῶν Ἑλλήνων σέ Αἴγυπτο καί Ἀφρική
Ἡ μικρή πλέον ἑλληνική παροικία στό Κάϊρο καί στήν Ἀλεξάνδρεια καθώς καί τῆς ἐλαχίστης πληθυσμιακά πάντοτε, στίς πόλεις Πόρτ Σάϊτ καί Ἰσμαηλία, ἀριθμεῖ χίλια περίπου ἄτομα. Στήν ὑπόλοιπη Ἀφρική ζοῦν σήμερα 40.000 Ἕλληνες στήν Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία, 1.500 στήν Ζιμπάμπουε καί λίγοι ἀκόμη ἐγκατεσπαρμένοι Ἕλληνες σέ χῶρες τῆς Κεντρικῆς, Δυτικῆς καί Ἀνατολικῆς Ἀφρικῆς πού ἀποτελοῦν, ὅπως ἀναφέρθηκε, μαζί μέ τούς Ἀφρικανούς τό ποίμνιο τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας καί πάσης Ἀφρικῆς, τό δεύτερο τῇ τάξει Ὀρθόδοξο Πατριαρχεῖο. Οἱ Ἕλληνες τῆς Ἀφρικῆς σήμερα ἀσχολοῦνται ἐπαγγελματικά μέ ἐπιχειρήσεις, κυρίως ἐμπορίου καί βιοτεχνίας καί μέ κάποια ἄλλα πρακτικά ἐπαγγέλματα (καταστήματα τροφίμων, ἑστιατόρια καί ἄλλα παρόμοια). Εἶναι ὀργανωμένοι σέ Κοινότητες, Ἀδελφότητες καί Συλλόγους στίς πόλεις Γιοχάνεσμπουργκ, Πρετόρια, Κέϊπ Τάουν, στό Χαράρε, στήν Ἀντίς Ἀμπέμπα καί σέ ἄλλες τῆς Κεντρικῆς καί λίγοι στήν Βόρειο Ἀφρική, ἐκτός Αἰγύπτου.
Πολιτιστικά καί ἄλλα νεώτερα καί σύγχρονα
Ἡ πνευματική ζωή τῶν Ἑλλήνων τῆς Αἰγύπτου στήν περίοδο 1949 μέχρι τά πρῶτα χρόνια τῆς δεκαετίας 1970 παρουσίασε τίς τελευταῖες ἀναλαμπές. Ἐκδηλώσεις σέ καθημερινή σχεδόν βάση, ἔκδοση βιβλίων, ἐφημερίδες, περιοδικά, ἔδειχναν ποιά ἀξιόλογη παράδοση εἶχε προηγηθῆ. Ἀτυχῶς κατέληξαν τόν βίον τους οἱ τελευταῖες ἐφημερίδες τῆς παροικίας “Ταχυδρόμος” στήν Ἀλεξάνδρεια καί “Φῶς” στό Κάϊρο. Ἔκλεισαν τά πολλά ἑλληνικά τυπογραφεῖα, σταμάτησαν κάποιες θεατρικές παραστάσεις, ἀκόμη καί θιάσων ἀπό τήν Ἑλλάδα πού ἐνθουσίαζαν τό ἑλληνικό κοινό στήν Αἴγυπτο. Πῶς ἀναπληρώνονται ὅλα αὐτά σήμερα;
Ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 1980 παρουσιάσθηκε μία εἰκόνα ἀρκετά σημαντική στόν τομέα αὐτό μέ πρωτοβουλία κυρίως τῶν διπλωματικῶν ὑπηρεσιῶν τῆς Ἑλλάδος στίς ἀφρικανικές χῶρες, καθώς καί μέ ἔμπνευση καί ἐκτέλεση ἐκ μέρους ἀτόμων καί Συλλόγων Αἰγυπτιωτῶν τῆς Ἑλλάδος. Ἐνίοτε ἀναλαμβάνεται πρωτοβουλία, κυρίως τῶν διπλωματικῶν ὑπηρεσιῶν τῆς Ἑλλάδος στίς ἀφρικανικές χῶρες, καθώς καί μέ ἔμπνευση καί ἐκτέλεση ἐκ μέρους ἀτόμων καί Συλλόγων Αἰγυπτιωτῶν τῆς Ἑλλάδος. Ἐνίοτε ἀναλαμβάνεται πρωτοβουλία ἐκ μέρους τοῦ Συμβουλίου Ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἑλλάδος. Ἔτσι διοργανώθηκαν καί διοργανώνονται σημαντικά γεγονότα, ὅπως ἐκθέσεις, συναυλίες, συμπόσια καί ἄλλα γεγονότα πού σκοπό ἔχουν νά ὑπογραμμίσουν τήν σημασία τῆς ἑλληνικῆς παρουσίας ἄλλοτε καί τώρα στόν ἀφρικανικό χῶρο. Στήν Ἑλλάδα ἐρευνᾶται ἡ Ἱστορία τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν Αἴγυπτο καί στήν λοιπή Ἀφρική, ἐνῶ τυπώνονται πλῆθος διατριβῶν, μελετῶν, καί λογοτεχνικῶν βιβλίων κατά πρωτοφανῆ τρόπο.
Ὡστόσο συνεχίζεται μία ἀξιόλογη ἐκδοτική δραστηριότητα ἐκ μέρους τοῦ Πατριαρχείου πού ἀφορᾶ τό σύνολο τῆς Ἀφρικῆς ἄλλοτε καί τώρα. Σήμερα ἡ τρέχουσα πραγματικότητα τῶν Μητροπόλεων ἀποτυπώνεται στό παλιό περιοδικό τοῦ Πατριαρχείου στόν “Πάνταινο”, ἡ ἐκκλησιολογική καί θρησκειολογική Ἱστορία στό ἐπίσης παλιό περιοδικό “Ἀνάλλεκτα”, ὅλα πατριαρχικῆς φροντίδος καί ἐκτυπώσεως. Ἐπίσης στά ἴδια πλαίσια ἐκδίδεται στό ἐτήσιο “Ἡμερολόγιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας”, ὅπου ἀποτυπώνεται ἡ σύγχρονη ζωή τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀφρικῆς κατά Μητροπόλεις, μέ χρήσιμα στοιχεῖα τῶν ἑλληνικῶν παροικιῶν, φορέων, καθώς καί τῶν διπλωματικῶν ἑλληνικῶν ἀρχῶν πού ὑφίστανται στίς μέρες μας.
10. Οἱ Ἕλληνες στήν Μέση Ἀνατολή. Ἡ Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή καί Μονή Ἁγίας Αἰκατερίνης Σινᾶ
Πυρῆνα τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν περιοχή τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, Μεσόγειο μέχρι τό Ἰράν, ἀποτέλεσαν τά παλαίφατα Πατριαρχεῖα Ἀντιοχείας, Ἱεροσολύμων καί ἡ ἀνεξάρτητος Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή καί Μονή τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης Σινᾶ. Πρόκειται γιά ὅσους Ἕλληνες περιστοίχιζαν αὐτές τίς χριστιανικές ὀρθόδοξες ἑστίες ἐκτός Ἑλλάδος, στίς χῶρες Συρία, Λίβανο, Ἰορδανία, Παλαιστίνη, Ἰράκ, Ἰράν, Περσικό Κόλπο, Σαουδική Ἀραβία
α. ΣΥΡΙΑ:
Ὁ νεώτερος ἑλληνισμός στήν χώρα αὐτή φθίνει συνεχῶς, καί σημερα δέν ὑπάρχει ὀργανωμένη ἑλληνική παρουσία. Οἱ Ἕλληνες στόν χῶρο αὐτό μετέβησαν ἀπό τήν Μ. Ἀσία μετά τήν καταστροφή τοῦ ἐκεῖ ἑλληνισμοῦ. Ἐπίσης ἔζησαν ἐκεῖ καί ζοῦν Ἕλληνες ἀπό τήν Κρήτη. Κάποτε οἱ ἑλληνικές Κοινότητες Δαμασκοῦ καί Χαλεπίου γνώρισαν ἄνθηση. Μετά τούς μεικτούς γάμους καί τήν στροφή τοῦ Πατριαρχείου μοιραῖα πρός τό ἀραβικό ὀρθόδοξο ποίμνιο, δέν ὑφίσταται ἑλληνικό στοιχεῖο.
β. ΛΙΒΑΝΟΣ:
Στόν Λίβανο οἱ Ἕλληνες διέλυσαν τήν δραστηριότητά τους διαρκοῦντος τοῦ ἐμφυλίου πολέμου. Ἐτράπησαν στήν Ἑλλάδα, τήν Κύπρο καί ἄλλες χῶρες. Ἡ ἄλλοτε ἀνθοῦσα Κοινότητα τῆς Βηρυττοῦ δέν ὑπάρχει, σχεδόν καθόλου, ἐνῶ στήν Τρίπολη λίγοι Ἕλληνες εἶναι συσπειρωμένοι γύρω ἀπό τήν Μητρόπολη Τριπόλεως πού ὑπάγεται, ὅπως καί ἡ Μητρόπολη Χαλεπίου, στό Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας.
γ. ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ:
Στήν χώρα αὐτή ἀπό τήν δεκαετία 1950 – 1960 ἐγκαταστάθηκε μετακινούμενος ἑλληνικός πληθυσμός πού ἐργάσθηκε σέ ἑλληνικές καί ἄλλων ἑταιρεῖες (οἰκοδομικές – ναυτιλιακές). Ἡ παρουσία τους βρισκόταν στό Ριάντ, στό Νταχράν, στήν Τζέντα καί στό Ράμπαχ. Ὑφίσταται ἐπίσης καί μικρός ἀριθμός Ἑλλήνων ναυτικῶν πού ἐργάζονται, τό πλήρωμα πλοίων πού ἀνήκουν σέ ναυτιλιακές Ἑταιρεῖες. Τό κράτος δέν δέχεται ἀλλοδαπούς, μή μουσουλμάνους, γιά μόνιμη ἐγκατάσταση στήν χώρα.
δ. ΙΣΡΑΗΛ – ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ:
Στό Ἰσραήλ – Παλαιστίνη, ὡς γνωστόν, διαβιοῖ μεγάλος ἀριθμός ἀτόμων ἑλληνικῆς καταγωγῆς, ὡς Ἕλληνες τοῦ Ἰουδαϊκοῦ κράτους ἤ ἐπίσης Ὀρθόδοξοι τοῦ χριστιανικοῦ θρησκεύματος, μερικοί τῶν ὁποίων εἶναι ἐγγεγραμμένοι στά Μητρῶα τῆς Ἑλληνικῆς Πρεσβείας στό Ἰσραήλ. Ἡ Ἑλληνική Κοινότητα Χάϊφας, λίγο μοιάζει μέ ἐκείνη τῆς δεκαετίας τοῦ 1910 – 1920. Στό Τέλ Ἀβίβ λειτουργοῦν ὁ Σύνδεσμος Φιλίας μέ τήν Ἑλλάδα καί ὁ Σύνδεσμος Μεταναστῶν ἐξ Ἑλλάδος (Ἰσραηλινῶν), μέ κάποια κοινωνική ἑλληνική δραστηριότητα.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί Ἰσραήλ καί Παλαιστίνης κάθε ἐθνικότητος, ὑπάγονται στήν ἐκκλησιαστική δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων. Ἡ δικαιοδοσία αὐτοῦ καλύπτει τήν Παλαιστίνη, τό Ἰσραήλ καί τήν Ἰορδανία, περιλαμβάνει δέ τήν Ἁγιοταφική Ἀδελφότητα τῶν μοναχῶν στήν Ἱερουσαλήμ, τόν ἐφημέριο κλῆρο, μοναχούς καί μοναχές διαφόρων Μονῶν καί Προσκυνημάτων καί μικρό ἀριθμό λαϊκῶν, στήν πλειοψηφία ἀραβοφώνων γενικά. Πνευματικά καί μόνο, καθ᾿ ὅτι εἶναι αὐτοκέφαλη, ὑπάγεται στό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων ἡ Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή καί Μονή τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης στήν χερσόνησο τοῦ Σινᾶ, καθώς καί κάποιες μικρότερες Μονές μέ ἀρχαιοτάτη παράδοση (Φαράν, Ραϊθώ) καί μερικά λεγόμενα Καθίσματα, Ἱεροσόλυμα καί Σινᾶ, διατηροῦν τήν ἀρχαία Ὀρθόδοξη Ἑλληνική παράδοση μέ ἀρκετές ἀντιξοότητες. Διοικεῖται ἀπό τόν Ἡγούμενο πού εἶναι καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος σήμερα, ὁ Σεβασμιώτατος Δαμιανός Σαμαρτζῆς, καί ἔχει μικρό ἀριθμό μοναχῶν.
Στήν παλιά πόλη τῶν Ἱεροσολύμων ζοῦν ἐλάχιστοι Ἕλληνες καταστηματάρχες, καθώς καί στήν νέα πόλη μέ Ἰορδανική κυρίως ὑπηκοότητα. Τό ἴδιο συμβαίνει στήν πόλη τῆς Γάζας, στήν Ραμάλα, στήν Ναμπλούς (Νεάπολη), χωρίς ὅμως δραστηριότητα μέ σκοπό τήν ἐξυπηρέτηση τοῦ κοινοῦ. Ἀτυχῶς βρίσκονται στήν καρδιά τῆς καταστροφικῆς πολεμικῆς συγκρούσεως τῶν τελευταίων δεκαετιῶν μέ ἄκρως ἀβέβαιο τό μέλλον. Γιά τό ἑλληνικό Προξενεῖο τῶν Ἱεροσολύμων ἀξίζει νά ὑπογραμμισθῆ ὅτι ἔχει μεγάλη παράδοση καί στήν δικαιοδοσία του ἀνήκουν ὅλα τά ἐδάφη τῶν Ἁγίων Τόπων, ἡ Δυτική Ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου καί ἡ Γάζα.
ε. ΙΟΡΔΑΝΙΑ:
Τήν πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων τῆς Ἰορδανίας ἀποτελοῦν Ἑλληνίδες πού ἐνυμφεύθησαν Ἰορδανούς ὑπηκόους, ἀποφοίτους ἑλληνικῶν Πανεπιστημίων, κυρίως στίς ἰατρικές ἐπιστῆμες. Οἱ Ἕλληνες τῆς Ἰορδανίας ἔχουν ἐγκατασταθῆ στό Ἀμάν, στό Ἰρμπίντ καί στήν Ζάρκα, ἀσχολοῦνται δέ μέ τό ἐμπόριο. Στό Ἀμάν λειτουργοῦν τρεῖς Σύλλογοι ἑλληνικοῦ ἐνδιαφέροντος, ὁ Ἑλληνο – Ἰορδανικός Σύνδεσμος Φιλίας, ἡ Λέσχη Ἀποφοίτων Ἑλληνικῶν Πανεπιστημίων καί ὁ Σύλλογος Ἑλληνίδων Ἰορδανίας
στ. ΚΡΑΤΗ ΤΟΥ ΠΕΡΣΙΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ:
Στά Ἡνωμένα Ἀραβικά Ἐμιράτα ἡ εἰκόνα τῆς ἑλληνικῆς παρουσίας εἶναι γενικά ἡ ἀκόλουθη: Στήν πρωτεύουσα Ἀμπού Ντάμπι διαβιοῦν μερικοί Ἕλληνες, ἐνῶ στίς πόλεις Σαρζάχ καί Φουζάϊραχ οἱ Ἕλληνες εἶναι εἴτε ἐπιχειρηματίες, εἴτε ἐργαζόμενοι σέ ναυτιλιακές Ἑταιρεῖες. Ἐκκλησιαστικά ὑπάγονται στήν Μητρόπολη Βαγδάτης τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας. Στά κράτη Κατάρ, Κουβέϊτ καί Μπαχρέϊν, δέν ἔχουμε σαφῆ εἰκόνα τῆς ἑλληνικῆς παρουσίας ἰδίως μετά τόν Πόλεμο τοῦ Κόλπου (1990 – 1991). Στήν Ὑεμένη ζοῦν μεμονωμένοι Ἕλληνες, στό Ἄντεν καί στήν Χοντέϊντα. Τέλος, στό Ὀμάν ζοῦν λίγοι, κυρίως Ἑλληνοκύπριοι.
ζ. ΙΡΑΚ:
Καί ἐδῶ ἡ νομοθεσία τῆς χώρας δέν δίνει εὐκαιρίες γιά ξένη δραστηριότητα. Ὑπάρχουν γόνοι μεικτῶν γάμων Ἑλλήνων μέ Ἰρακινές. Δέν ὑπάρχουν ἑλληνικές Ἑταιρεῖες πού εἶχαν κάποτε δραστηριοποιηθῆ ἐκεῖ (π.χ. Δοξιάδης). Τό ποίμνιο ἑπομένως τῆς Μητροπόλεως Βαγδάτης εἶναι στήν συντριπτική του πλειονότητα ἀραβόφωνο.
η. ΙΡΑΝ:
Ὅπως στό Ἰράκ ἔτσι καί στό Ἰράν δέν ὑπάρχουν περιθώρια ἑλληνικῆς δραστηριοποιήσεως. Ἰδίως μετά τήν ἰσλαμική ἐπανάσταση τοῦ 1979 καί τόν Ἰρακινο – Ἰρανικό πόλεμο τοῦ 1980 – 1988, οἱ Ἕλληνες συρρικνώθηκαν καί οἱ ἐλάχιστοι ἐναπομείναντες διατηροῦν τήν Ἰρανική ὑπηκοότητα. Ἡ Ἑλληνική Κοινότητα Τεχεράνης πού ἄλλοτε συντηροῦσε Σχολεῖο καί Ναό, σήμερα ἀποτελεῖται ἀπό μερικές Ἑλληνο – Ἀρμενικές καί Ἑλληνο – Ἰρανικές οἰκογένειες.
Βιβλιογραφία
Ι. Κ. Χασιώτης, Ἐπισκόπηση τῆς Ἱστορίας τῆς Νεοελληνικῆς Διασπορᾶς, ἐκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1993.
Π. Καζάκος ― Ε. Μάντζαρης ― Ρένα Ἀνδροπούλου ― Κυριακή Γεωργαντῆ, Ὁ Ἀπόδημος Ἑλληνισμός στίς χῶρες τῆς Ἀφρικῆς, ἐκδ. Γενικῆς Γραμματείας Ἀπόδημου Ἑλληνισμοῦ τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1998.
Ἐθνικό Κέντρο Κοινωνικῶν Ἐρευνῶν (ΕΚΚΕ), Ἀπόδημοι Ἕλληνες ― Greeks Abroad, Ἀθήνα 1972, κ. ἑξ.
Ἔκδοση Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν τῆς Ἑλλάδος, Ἑλληνισμός τοῦ Ἐξωτερικοῦ, Ἀθήνα 1987, κ. ἑξ.
Μανόλης Γιαλουράκης, Ἡ Αἴγυπτος τῶν Ἑλλήνων, Ἀθήνα 1967.
Ε. Θ. Σουλογιάννης, Ἡ θέση τῶν Ἑλλήνων στήν Αἴγυπτο. Α΄ ἔκδ. Ἀθήνα 1999, Β΄ ἔκδ. Ἀθήνα 2005.
Ε. Θ. Σουλογιάννης, Ἑλληνική Κοινότητα Καΐρου, Ἀθήνα 2001.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη


Έρχεται από τον Άρειο Πάγο ένα ιστορικό μήνυμα ΖΩΗΣ του αγέννητου παιδιούπου ταυτόχρονα αποτελεί και απάντηση στους επικριτές των Ιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού που αρνούνται να κάνουν εκτρώσεις και γίνονται «αντιρρησίες συνείδησης κατά των εκτρώσεων » :
Α.Π. 1033/2016 : «και πριν την ολοκλήρωση του τοκετού αλλά πάντως μετά την έναρξη αυτού υφίσταται «τέκνο», άνθρωπος, οπότε μπορεί να τελεσθεί ανθρωποκτονία».
Η απόφαση αυτή μπορεί να σταθεί η αφορμή να καταργηθεί επιτέλους ο νόμος των δολοφονικών εκτρώσεων των αθώων βρεφών, που είναι το μεγαλύτερο Εθνικό μας αμάρτημα.
Η απόφαση αυτή δεν σημαίνει ότι καταδικάζονται όσοι γονείς και γιατροί σκοτώνουν τα παιδιά τους πριν γεννηθούν... Όπως ξέρουμε εδώ και χρόνια, η έκτρωση δεν είναι ποινικό αδίκημα μέχρι τον 3ο μήνα της κύησης μετά την νομοθέτηση του σχετικού απάνθρωπου νόμου.. Απλά με την ευκαιρία αυτής της υπόθεσης ο Άρειος Πάγος εξέφρασε και νομικώς την θέση ότι το έμβρυο διαθέτει ανθρώπινη ζωή.
Πρόκειται για μια υπόθεση του 2008 κατά την οποία δικάστηκε γιατρός μαιευτήρας για ιατρική αμέλεια που προξένησε τον θάνατο νεογέννητου βρέφους.
Παρατίθεται περιληπτικά ένα σημαντικό απόσπασμα της Απόφασης με αριθ. 1033/2016 ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ του ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. (Ακολουθεί κατόπιν ολόκληρη η απόφαση).
«Εν όψει αυτών υπάρχει ειδική ευθύνη του ιατρού για ανθρωποκτονία από αμέλεια ασθενούς στις περιπτώσεις εκείνες που το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται σε παράβαση από αυτόν των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης για τους οποίους δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση και η ενέργεια ή παράλειψή του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικά επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας.
Η ιδιαίτερη δε νομική υποχρέωση του ιατρού να αποτρέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα του θανάτου του ασθενούς απορρέει από το νόμο και τον κώδικα ιατρικής δεοντολογίας και από την εγγυητική θέση αυτού έναντι της ασφάλειας της ζωής ή της υγείας του ασθενούς που δημιουργείται κατά την εκτέλεση της ιατρικής πράξης είτε αυτή αφορά ιατρική εξέταση είτε χειρουργική επέμβαση.
Εξάλλου η έναρξη της ανθρώπινης ζωής κατά το ποινικό δίκαιο δεν συμπίπτει προς την έναρξη του «προσώπου» κατά το αστικό, το οποίο αρχίζει να υπάρχει μόλις γεννηθεί ζωντανό και παύει να υπάρχει με το θάνατο του (ΑΚ 35), δηλαδή αφού ολοκληρωθεί ο τοκετός με τον αποχωρισμό του νεογνού από το μητρικό σώμα.
Το τελευταίο συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 303 ΠΚ περί παιδοκτονίας, η οποία μπορεί να διαπραχθεί και κατά τον τοκετό.
Συνεπώς και πριν την ολοκλήρωση του τοκετού αλλά πάντως μετά την έναρξη αυτού υφίσταται «τέκνο», άνθρωπος, οπότε μπορεί να τελεσθεί ανθρωποκτονία.
Από τη χρονική στιγμή που θα αρχίσει ο τοκετός και μαζί με αυτόν το τικτόμενο να προσλαμβάνει ανθρώπινη ιδιότητα, θεμελιώνεται ακόμη και από αμέλεια ποινική ευθύνη του δράστη που το προσβάλλει.
Με την έναρξη της ανθρώπινης ζωής προστατεύεται και η σωματική ακεραιότητα του νεογνού.
Ενόψει των σοβαρών κινδύνων τους οποίους συνεπάγεται δια το τικτόμενο το γεγονός του τοκετού, το ποινικό δίκαιο προστατεύει τούτο ως άνθρωπο πριν ακόμη του αναγνωρισθεί η ιδιότητα του «προσώπου» κατά το αστικό δίκαιο.
Ο τοκετός και μαζί με αυτόν η ανθρώπινη ιδιότητα άρχονται από τη στιγμή κατά την οποία, αδιακρίτως συμπτωμάτων, τεθεί σε κίνηση η φυσική εκείνη αλληλουχία φάσεων, η οποία κατά τα διδάγματα της μαιευτικής επιστήμης οδηγεί αδιαλείπτως στην ολοκλήρωση της γέννησης. .....
Διαβάστε ολόκληρη την απόφαση της υπόθεσης ΕΔΩ :
Αριθμός 1033/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Νομική περίληψη: Καταδίκη για ανθρωποκτονία εξ αμελείας νεογνού. Έναρξη της ανθρώπινης ζωής κατά το ποινικό δίκαιο. Δεν συμπίπτει με την έναρξη του προσώπου κατά το αστικό δίκαιο. Έναρξη της ανθρώπινης ιδιότητας κατά το ποινικό δίκαιο από την έναρξη του τοκετού και της θέσεως σε κίνηση της φυσικής αλληλουχίας των φάσεων του τοκετού. Αθώωση για πρόκληση σωματικής βλάβης από αμέλεια στην επίτοκο. Στοιχεία αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης. Πραγματικά περιστατικά. Ποινική ευθύνη για το ως άνω έγκλημα ιατρού με την ιδιότητα του μαιευτήρα - γυναικολόγου. Θάνατος νεογνού από περιγεννητική ασφυξία. Μη συνεχής και επισταμένη παρακολούθηση της εγκύου και μη άμεση υποβολή της σε καισαρική τομή όταν η καρδιοτοκογραφική καταγραφή παρουσίασε όψιμες επιβραδύνσεις. Η ύπαρξη της ανθρώπινης ζωής δεν αναιρείται από το γεγονός ότι το νεογνό τελικά δεν επέζησε. Ποινική Δικονομία. Αναίρεση. Λόγοι. Απόλυτη ακυρότητα. Υπερασπίσεως δικαιώματα. Δηλώσεις, εξηγήσεις και παρατηρήσεις του κατηγορουμένου σχετικά με την κατάθεση εκάστου μάρτυρος. Δεν υπεβλήθη αίτημα καταχώρισης στα πρακτικά του περιεχομένου των σχολιασμών του κατηγορουμένου. Επιπλέον δεν υπεβλήθη αίτημα παροχής άδειας για να προβεί σε τέτοιες εξηγήσεις. Έλλειψη ακροάσεως Εισαγγελέως επί υποβληθέντος αιτήματος για κλήτευση μάρτυρος. Δόθηκε ο λόγος τόσο στον Εισαγγελέα της έδρας όσο και στους συνηγόρους υπεράσπισης σχετικά με εξηγήσεις πάνω στο θέμα αυτό της κλήτευσης. Υπέρβαση εξουσίας. Χειροτέρευση της θέσεως. Αθώωση από το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο για τη σωματική βλάβη εξ αμελείας. Επιδίκαση ίδιας χρηματικής ικανοποίησης στους πολιτικώς ενάγοντες. Δεν επιδικάστηκε η ίδια χρηματική ικανοποίηση, αφού επιδικάστηκε το ίδιο ποσό για την ψυχική οδύνη για την ανθρωποκτονία, αλλά δεν επιδικάστηκε η χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη που είχε επιδικαστεί πρωτοδίκως. Ως εκ τούτου επιδικάστηκε ποσό συνολικά κατώτερο του επιδικασθέντος από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Ελλειψη αιτιολογίας. Εσφαλμένη ερμηνεία. Μέσα αποδείξεως. Πραγματογνωμοσύνη - πραγματογνώμονες. Αιτίαση περί μη λήψεως υπ΄ όψιν εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης, οι οποίες αναγνώσθηκαν. Ανεξαρτήτως του χαρακτήρα τους ως ιδιαίτερων αποδεικτικών μέσων, η πρώτη πραγματογνωμοσύνη λήφθηκε υπ΄ όψιν, αφού το Δικαστήριο υιοθέτησε το συμπέρασμά της, και η δεύτερη ουδέν πόρισμα διαλαμβάνει στο περιεχόμενό της, αφού η διορισθείσα ως πραγματογνώμονας παρέπεμψε σε ειδικό μαιευτήρα γυναικολόγο. Ορθή και αιτιολογημένη η απόφαση. Απορρίπτει αναίρεση.
Αριθμός 1033/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ευφημία Λαμπροπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Γεωργίου Γεωργέλλη, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ.../2016 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου), Μαρία Χυτήρογλου, Αρτεμισία Παναγιώτου, Χρήστο Βρυνιώτη και Ιωάννη Μαγγίνα - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Απριλίου 2016, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Άννας Ζαΐρη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Δ. Μ. του Α., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Στέφανο Παύλου και Αθανάσιο Ζαχαριάδη, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 3406/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1) Γ. Δ. του Χ. και 2) Σ. Χ. του Β., κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Κυριακή Πακιρτζίδου.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην υπ’ αριθμ.πρωτ. .../11-1-2016 αίτησή του αναιρέσεως και στους από 24 Μαρτίου 2016 προσθέτους λόγους, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 146/2016.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση και μόνο κατά το κεφάλαιο της που επιδικάζονται στους πολιτικώς ενάγοντες, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, το ποσό των 44 ευρώ εις έκαστο και να απορριφθεί κατά τα λοιπά η αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I] Η κρινόμενη από 8-1-2016 (αριθμ. πρωτ. ../11-1-2016) αίτηση του Δ. Μ. του Α. για αναίρεση της καταχωρηθείσας στις 21-12-2015 στο οικείο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 παρ. 3 ΚΠοινΔ 3406/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα με δήλωσή του η οποία επιδόθηκε στις 11-1-2016 στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Επομένως είναι παραδεκτή κατά τα άρθρα 473 παρ. 3 και 474 παρ. 1 και 2 ΚΠοινΔ και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω. Μαζί με αυτήν πρέπει να συνεξετασθούν ως συναφείς και οι από 24-3-2016 πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης οι οποίοι ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα με το κατατεθέν στη γραμματεία της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου κατ’ άρθρο 509 παρ. 2 ΚΠοινΔ ιδιαίτερο δικόγραφο.
II] Κατά το άρθρο 358 ΚΠοινΔ μετά την εξέταση κάθε μάρτυρα ο εισαγγελέας και οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να αναφέρουν εναντίον του ή εναντίον της μαρτυρίας του ο,τιδήποτε μπορεί να καθορίσει ακριβέστερα την αξιοπιστία του και που συντείνει στην αποκάλυψη της αλήθειας, ενώ μπορούν να προβαίνουν και σε δηλώσεις και εξηγήσεις σχετικά με τις καταθέσεις που έγιναν ή τα αποδεικτικά μέσα που εξετάστηκαν. Εξάλλου κατά το άρθρο 141 παρ. 1 ΚΠοινΔ τα πρακτικά της συνεδρίασης πρέπει να περιέχουν με συντομία τις καταθέσεις των μαρτύρων, ... τις απολογίες και τις δηλώσεις των κατηγορουμένων ......, τις προτάσεις και τις αιτήσεις του εισαγγελέα και των διαδίκων, τις αποφάσεις του δικαστηρίου και τις διατάξεις εκείνου που διευθύνει τη συζήτηση και γενικά κάθε αξιόλογο γεγονός κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης. Όποιος διευθύνει τη συζήτηση φροντίζει να καταχωρίζονται στα πρακτικά κατά λέξη εκείνα τα μέρη των μαρτυριών ή των δηλώσεων, που κρίνει ουσιώδη για τους σκοπούς της απόδειξης. Εξάλλου κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου ο εισαγγελέας και οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να ζητούν την καταχώρηση κάθε δήλωσης όσων εξετάζονται ή εκείνων που μετέχουν στη δίκη, αν έχουν συμφέρον και δεν είναι αντίθετο στον νόμο, και να παραδίδουν γραπτώς σ’ αυτόν που διευθύνει τη συζήτηση τις δηλώσεις τους που αναπτύχθηκαν προφορικά. Η απόφαση του δικαστηρίου που αρνείται ή περιορίζει την άσκηση των παραπάνω δικαιωμάτων η οποία εκδίδεται μετά από προσφυγή κατά της άρνησης του διευθύνοντος τη συζήτηση, προσβάλλεται με τα ένδικα μέσα που επιτρέπονται κατά της οριστικής απόφασης και μόνο μαζί με αυτήν. Από τις προαναφερόμενες διατάξεις σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 170 παρ. 2, 171 παρ. 1 εδ. δ’ , 333 παρ. 2 και 357 παρ. 3 ΚΠΔ συνάγεται ότι απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο για μη τήρηση των διατάξεων που αφορούν την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων του στις περιπτώσεις και με τις διατυπώσεις που επιβάλλει ο νόμος, η οποία θεμελιώνει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α ΚΠοινΔ, επέρχεται μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχει από το νόμο υποχρέωση στο δικαστή να δημιουργήσει αυτεπαγγέλτως τις προϋποθέσεις που καθιστούν δυνατή την άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων, χωρίς να είναι αναγκαία η υποβολή αντίστοιχης αίτησης από τον κατηγορούμενο. Αντίθετα ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο για έλλειψη ακρόασης του άρθρου 170 παρ. 2 ΚΠοινΔ, η οποία θεμελιώνει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β’ ΚΠοινΔ, επέρχεται στις περιπτώσεις που παρέχεται από το νόμο στον κατηγορούμενο ή στο συνήγορο του η ευχέρεια να ζητήσει, αν το θελήσει, την άσκηση δικαιώματος που παρέχεται ρητά σε αυτούς, όπως είναι και το δικαίωμα των διαδίκων για σχολιαστικές ή άλλες δηλώσεις σχετικές με τα αποδεικτικά μέσα που εξετάστηκαν, αποσκοπούν στον έλεγχο της αξιοπιστίας τους και την αποκάλυψη της αλήθειας. Για να προκληθεί όμως η εν λόγω ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο επειδή παραβιάστηκε το δικαίωμα του κατηγορουμένου ή του συνηγόρου του να κάνουν παρατηρήσεις σχετικές με τις καταθέσεις των μαρτύρων και την αξιοπιστία τους ή με εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης και έγγραφα που προσκομίστηκαν και αναγνώστηκαν, πρέπει να έχει υποβληθεί και απορριφθεί σχετικό αίτημα του κατηγορουμένου ή του συνηγόρου του με διάταξη του διευθύνοντος τη συζήτηση και να ασκήθηκε αμέσως κατ’ αυτής προσφυγή στο δικαστήριο, το οποίο να μην απάντησε ή να απέρριψε την προσφυγή παρά το νόμο, και όχι για λόγους ουσίας, αφού η εκτίμηση πραγμάτων είναι αναιρετικά ανέλεγκτη. Το ίδιο ισχύει και για την καταχώρηση στα πρακτικά του περιεχομένου των ερωτήσεων που απευθύνονται προς τους μάρτυρες ή των αιτήσεων, ενστάσεων και δηλώσεων του κατηγορουμένου ή του συνηγόρου του με αντικείμενο το σχολιασμό μαρτυρικών καταθέσεων, εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης ή άλλων εγγράφων που προσκομίστηκαν και αναγνώστηκαν κατά τη σχετική διαδικασία, για την οποία (καταχώρηση) δεν υπάρχει υποχρέωση του δικαστηρίου, εκτός αν αυτό ζητηθεί ρητά από τον κατηγορούμενο ή από το συνήγορο του. Στην προκείμενη περίπτωση με τον πρώτο λόγο αναίρεσης προβάλλεται η αιτίαση ότι επήλθε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που θεμελιώνει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ λόγω μη άσκησης του παρεχόμενου από το άρθρο 358 ΚΠοινΔ δικαιώματος στον αναιρεσείοντα να προβεί σε δηλώσεις, εξηγήσεις και παρατηρήσεις σχετικά με την κατάθεση καθενός από τους μάρτυρες κατηγορίας και υπεράσπισης. Όμως, ούτε ο αναιρεσείων επικαλείται ούτε προκύπτει από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης απόφασης ότι είχε υποβληθεί από τους συνηγόρους του κατηγορουμένου αίτημα για καταχώρηση στα πρακτικά του περιεχομένου των σχολιασμών του για την αποδεικτική αξία και βαρύτητα των εν λόγω αποδεικτικών μέσων ή για παροχή άδειας για να προβούν αυτοί σε δηλώσεις, εξηγήσεις ή παρατηρήσεις σχετικά με τις καταθέσεις των ως άνω μαρτύρων ούτε πολύ περισσότερο ότι αυτοί προσέφυγαν προς τούτο στο δικαστήριο. Επομένως, ο σχετικός λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος.
ΙΙΙ] Κατά τις διατάξεις του άρθρου 138 παρ. 2 και 3 του ΚΠοινΔ "Πριν από κάθε απόφαση ή διάταξη του δικαστή που εκδίδεται κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο παίρνουν το λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου ο εισαγγελέας ή ο δημόσιος κατήγορος, όπου υπάρχει... καθώς και οι παρόντες διάδικοι ..." και "Η παράβαση της παρ. 2 συνεπάγεται την ακυρότητα της απόφασης, του βουλεύματος και της διάταξης". Στην προκείμενη περίπτωση με το δεύτερο λόγο αναίρεσης προβάλλεται η αιτίαση ότι επήλθε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που θεμελιώνει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ λόγω μη τήρησης των διατάξεων των άρθρων 138 παρ. 2 και 3 και 171 παρ. 1 στοιχ. β’ και δ’ ΚΠοινΔ, καθόσον μετά την υποβολή από τον κατηγορούμενο αιτήματος για την κλήτευση ως μάρτυρα της ιατρού Α. Π. το δικαστήριο παρέλειψε την προηγούμενη ακρόαση του Εισαγγελέα και του κατηγορουμένου. Όμως, όπως προκύπτει από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης απόφασης στο επίμαχο σημείο (σελ. 21-22) μετά την υποβολή του σχετικού αιτήματος "Η Εισαγγελέας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, επιφυλάχθηκε να προτείνει περί της αποδοχής ή μη του ως άνω αιτήματος και πρότεινε το Δικαστήριο να προχωρήσει στην κατ’ ουσίαν εκδίκαση της υποθέσεως. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των πολιτικώς εναγόντων, στους οποίους δόθηκε ο λόγος, ζήτησαν την απόρριψη του ως άνω αιτήματος. Οι συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορουμένου, στους οποίους δόθηκε ο λόγος στη συνέχεια, δήλωσαν ότι εμμένουν στο ανωτέρω αίτημα και ζήτησαν την αποδοχή του από το δικαστήριο. Κατόπιν ο Πρόεδρος δήλωσε, ότι το Δικαστήριο επιφυλάσσεται να αποφανθεί επί του αιτήματος του κατηγορουμένου και διέταξε την πρόοδο της δίκης". Περαιτέρω από την επισκόπηση των ίδιων ως άνω πρακτικών στη σελίδα 53 προκύπτει ότι: "Μετά την ανάγνωση των ως άνω εγγράφων, η Εισαγγελέας, αφού πήρε το λόγο, πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος του κατηγορουμένου περί κλητεύσεως της υπογράφουσας την παθολογοανατομική έκθεση, Α. Π., Παθολογοανατόμου του ................. ........ . Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των πολιτικώς εναγόντων, στους οποίους δόθηκε ο λόγος, ζήτησαν την απόρριψη του ως άνω αιτήματος. Οι συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορουμένου, στους οποίους δόθηκε ο λόγος στη συνέχεια, δήλωσαν ότι εμμένουν στο ανωτέρω αίτημα και ζήτησαν την αποδοχή του από το Δικαστήριο. Το Δικαστήριο επιφυλάχθηκε εκ νέου να αποφανθεί επί του ανωτέρω αιτήματος.". Τέλος, από την επισκόπηση των ίδιων πρακτικών της προσβαλλόμενης απόφασης στις σελίδες 60-61 προκύπτει ότι, μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης και των μαρτύρων υπεράσπισης, το δικαστήριο διασκέφθηκε μυστικώς επί της έδρας του σχετικά με το αίτημα της κλήτευσης της υπογράφουσας την παθολογοανατομική έκθεση Α.Π. και με το εκεί σκεπτικό απέρριψε τούτο. Από τα παραπάνω είναι πρόδηλο ότι επί του αιτήματος δόθηκε ο λόγος τόσο στην εισαγγελέα της έδρας για την πρότασή της όσο και στους συνηγόρους υπεράσπισης του κατηγορουμένου για τις σχετικές με το υποβληθέν από αυτούς αίτημα δηλώσεις και εξηγήσεις, παρείλκε δε οποιαδήποτε νέα ανάπτυξη και επάνοδος επί του εν λόγω αιτήματος, η οποία άλλωστε δεν ζητήθηκε από το δικαστήριο που επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του σε επόμενο χρόνο, κάτι που δεν παρέλειψε να πράξει. Επομένως, ο σχετικός δεύτερος λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος.
IV] Κατά το άρθρο 470 ΚΠοινΔ "Στην περίπτωση που ασκήθηκε ένδικο μέσο εναντίον καταδικαστικής απόφασης από εκείνον που καταδικάστηκε ή υπέρ αυτού, δεν μπορεί να γίνει χειρότερη η θέση του ούτε να ανακληθούν τα ευεργετήματα που δόθηκαν με την απόφαση που προσβάλλεται. Δεν εμποδίζεται όμως η επιβολή παρεπόμενης ποινής, που από παραδρομή δεν επιβλήθηκε, αν και σύμφωνα με το νόμο έπρεπε υποχρεωτικά να επιβληθεί, ή η επιβολή μέτρου ασφαλείας προβλεπόμενου από τον ποινικό κώδικα". Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 65 παρ. 2 εδ. γ’ του ΚΠοινΔ "Το ποινικό δικαστήριο αποφασίζει ελεύθερα σε κάθε περίπτωση που εκδικάζει υπόθεση αποζημίωσης". Ως αποζημίωση κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης νοείται όχι μόνο η υλική ζημία αλλά και η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατ’ άρθρο 932 του ΑΚ, της οποίας το ύψος προσδιορίζει το δικαστήριο κατ’ελεύθερη κρίση με βάση τα αναφερόμενα σαφή κριτήρια και σε σχέση με το πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) του φερόμενου ως παθόντος που προσβλήθηκε από την αξιόποινη πράξη. Η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης από το εφετείο ποσού ίσου ύψους με το επιδικασθέν από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, έστω και αν επιβλήθηκε μικρότερη ποινή ή έπαυσε οριστικά η ποινική δίωξη για μερικές πράξεις του κατ’ εξακολούθηση τελεσθέντος εγκλήματος λόγω παραγραφής τους, δεν συνιστούν χειροτέρευση της θέσης του κατηγορουμένου, πολύ περισσότερο όταν ο πολιτικώς ενάγων είχε ζητήσει την επιδίκαση ενός συμβολικού ποσού, επιφυλασσόμενος να ζητήσει το υπόλοιπο από το αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο, το δε δευτεροβάθμιο δικαστήριο, σ’αυτήν την περίπτωση, δεν υπερβαίνει την εξουσία του και, έτσι, δεν δημιουργείται υπέρ του καταδικασθέντος κατηγορουμένου ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η’ του ΚΠοινΔ. Συνιστά όμως χειροτέρευση της θέσης του κατηγορουμένου η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης από το Εφετείο ποσού ίσου ύψους με το επιδικασθέν από πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αν ο κατηγορούμενος απαλλάχθηκε για μερικές από τις πράξεις για τις οποίες είχε πρωτόδικα καταδικαστεί και αναιρείται η απόφαση μόνο ως προς το κεφάλαιο της χρηματικής ικανοποίησης. Με τον τρίτο λόγο του κυρίως δικογράφου της αναίρεσης ο αναιρεσείων προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα διότι κατέστησε χειρότερη τη θέση του και έτσι υπέπεσε στην πλημμέλεια της υπέρβασης εξουσίας (ΚΠοινΔ 510 παρ. 1 στοιχ. Η’ ), εφόσον πρωτοδίκως καταδικάσθηκε για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και της σωματικής βλάβης από αμέλεια και επιδικάσθηκε εις βάρος του το ποσό των 44 ευρώ για καθένα από τους πολιτικώς ενάγοντες ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη και την ηθική βλάβη που οι τελευταίοι υπέστησαν και στη συνέχεια το ίδιο ποσό επιδικάσθηκε εις βάρος του από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, καίτοι αυτός είχε αθωωθεί για την πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια.
Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων παραπέμφθηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο προκειμένου να δικασθεί για τις αξιόποινες πράξεις: α) της ανθρωποκτονίας από αμέλεια που φερόταν ότι είχε τελεσθεί σε βάρος του νεογνού τέκνου των Σ. Χ. και Γ. Δ. και β) της σωματικής βλάβης από αμέλεια που φερόταν ότι είχε τελεσθεί σε βάρος της επιτόκου Σ. Χ.. Από την επισκόπηση των πρακτικών του πιο πάνω (πρωτοβάθμιου) δικαστηρίου προκύπτει ότι η παράσταση πολιτικής αγωγής δηλώθηκε κατά λέξη ως εξής: "Στη συνέχεια παρουσιάσθηκαν Α) 1. η Σ. Χ. του Β. και 2. ο Γ. Δ. του Χ. και δήλωσαν παράσταση πολιτικής αγωγής κατά του κατηγορουμένου για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατο του γιου τους, ο οποίος υπήρξε απότοκος της αποδιδομένης στον κατηγορούμενο πρώτης αξιοποίνου πράξεως και Β) η Σ. Χ. του Β. για την ηθική βλάβη που υπέστη από την αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο δεύτερη αξιόποινη πράξη και ότι ζητούν, για τη χρηματική τους ικανοποίηση, να υποχρεωθεί να τους καταβάλει αυτός το συμβολικό ποσόν των σαράντα τεσσάρων (44) ευρώ, σε έκαστο, με τη ρητή επιφύλαξή τους να επιδιώξουν υπέρτερη, εκ της αιτίας ταύτης, αποζημίωση στα πολιτικά Δικαστήρια...". Με την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κηρύχθηκε ο αναιρεσείων ένοχος και των δύο αποδιδομένων σ’ αυτόν αξιόποινων πράξεων, υποχρεώθηκε δε "να καταβάλει σε έκαστο πολιτικώς ενάγοντα ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των σαράντα τεσσάρων (44) ευρώ", όπως κατά λέξη αναγράφεται στο διατακτικό της. Εξάλλου από την επισκόπηση των ταυτάριθμων με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικών του εφετείου προκύπτει ότι κατά τη συζήτηση της έφεσης του αναιρεσείοντος οι πολιτικώς ενάγοντες δήλωσαν την ίδια παράσταση, όπως και πρωτοδίκως. Με την προσβαλλόμενη απόφασή του το εφετείο κήρυξε τον αναιρεσείοντα ένοχο μεν της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, αθώο δε της σωματικής βλάβης από αμέλεια. Στη συνέχεια, αφού στο σκεπτικό της απόφασής του δέχθηκε ότι "οι πολιτικώς ενάγοντες υπέστησαν ψυχική οδύνη από την αδικοπραξία του κατηγορουμένου για την οποία καταδικάσθηκε αυτός", υποχρέωσε αυτόν "να καταβάλει σε έκαστο των πολιτικώς εναγόντων το ποσό των σαράντα τεσσάρων [44,00] ευρώ". Από τα πιο πάνω σαφώς προκύπτει ότι: α) πρωτοδίκως και κατ’έφεση είχαν παραστεί ως πολιτικώς ενάγοντες (ζητώντας χρηματική ικανοποίηση ποσού 44 ευρώ ο καθένας) η Σ.Χ. για ψυχική οδύνη, ο Γ. Δ. για ψυχική οδύνη και η Σ. Χ. για ηθική βλάβη και β) με τη μεν πρωτόδικη απόφαση επιδικάσθηκε χρηματική ικανοποίηση 44 ευρώ σε καθένα από τους πολιτικώς ενάγοντες για τους λόγους για τους οποίους παρέστησαν, δηλαδή στη Σ. Χ. για ψυχική οδύνη, στο Γ. Δ. για ψυχική οδύνη και στη Σ. Χ. για ηθική βλάβη (44 ευρώ Χ 3), ενώ με την προσβαλλόμενη απόφαση επιδικάσθηκε χρηματική ικανοποίηση 44 ευρώ σε καθένα από τους Σ. Χ. και Γ. Δ. για ψυχική οδύνη (44 ευρώ Χ 2). Το τελευταίο προκύπτει ιδίως από το συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό της προσβαλλομένης, όπου, όπως ήδη έχει εκτεθεί, αναφέρεται ότι "οι πολιτικώς ενάγοντες υπέστησαν ψυχική οδύνη από την αδικοπραξία του κατηγορουμένου για την οποία καταδικάσθηκε αυτός", δηλαδή δεν επιδικάζεται με αυτήν το επί πλέον αιτηθέν από τη Σ. Χ. ποσό των 44 ευρώ για την ηθική της βλάβη. Με βάση τα ανωτέρω το εφετείο δεν κατέστησε χειρότερη τη θέση αναιρεσείοντος αφού, μετά την αθώωσή του για τη μία από τις αποδιδόμενες σ’ αυτόν αξιόποινες πράξεις, επιδίκασε σε βάρος του, ως χρηματική ικανοποίηση των παθόντων, ποσό συνολικά κατώτερο του επιδικασθέντος από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο για την ίδια αιτία. Συνεπώς ο σχετικός λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος.
V] Κατά τη διάταξη του άρθρου 302 παρ. 1 του ΠΚ "Όποιος επιφέρει από αμέλεια το θάνατο άλλου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών", κατά δε τη διάταξη του άρθρου 28 Π.Κ. "από αμέλεια πράττει όποιος από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει είτε δεν πρόβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του, είτε το πρόβλεψε ως δυνατό, πίστεψε όμως ότι δεν θα επερχόταν". Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι για τη θεμελίωση της αξιόποινης πράξης της ανθρωποκτονίας από αμέλεια απαιτείται η διαπίστωση αφενός ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την απαιτούμενη κατ’ αντικειμενική κρίση προσοχή την οποία οφείλει να καταβάλει κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και την κοινή πείρα και λογική, ότι είχε τη δυνατότητα να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο πρέπει να τελεί σε αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο με τη πράξη ή την παράλειψη. Όταν όμως η αμέλεια δεν συνίσταται σε ορισμένη παράλειψη αλλά σε σύνολο συμπεριφοράς που προηγήθηκε του αποτελέσματος, τότε για τη θεμελίωση της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, ως εγκλήματος που τελείται με παράλειψη, απαιτείται η συνδρομή των όρων του άρθρου 15 του ΠΚ. Κατά τη διάταξη αυτή όπου ο νόμος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόκλησή του με ενέργεια, αν ο υπαίτιος είχε ιδιαίτερη (δηλαδή ειδική και όχι γενική) νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος. Η ιδιαίτερη αυτή νομική υποχρέωση (προς ενέργεια τείνουσα στην παρεμπόδιση του αποτελέσματος) μπορεί να πηγάζει από ρητή διάταξη νόμου ή από σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων που συνδέονται με ορισμένη έννομη σχέση του υπόχρεου ή από σύμβαση ή από προηγούμενη συμπεριφορά του, από την οποία δημιουργήθηκε ο κίνδυνος επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος. Εν όψει αυτών υπάρχει ειδική ευθύνη του ιατρού για ανθρωποκτονία από αμέλεια ασθενούς στις περιπτώσεις εκείνες που το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται σε παράβαση από αυτόν των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης για τους οποίους δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση και η ενέργεια ή παράλειψή του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικά επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας. Η ιδιαίτερη δε νομική υποχρέωση του ιατρού να αποτρέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα του θανάτου του ασθενούς απορρέει από το νόμο και τον κώδικα ιατρικής δεοντολογίας και από την εγγυητική θέση αυτού έναντι της ασφάλειας της ζωής ή της υγείας του ασθενούς που δημιουργείται κατά την εκτέλεση της ιατρικής πράξης είτε αυτή αφορά ιατρική εξέταση είτε χειρουργική επέμβαση. Εξάλλου η έναρξη της ανθρώπινης ζωής κατά το ποινικό δίκαιο δεν συμπίπτει προς την έναρξη του "προσώπου" κατά το αστικό, το οποίο αρχίζει να υπάρχει μόλις γεννηθεί ζωντανό και παύει να υπάρχει με το θάνατο του (ΑΚ 35), δηλαδή αφού ολοκληρωθεί ο τοκετός με τον αποχωρισμό του νεογνού από το μητρικό σώμα. Το τελευταίο συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 303 ΠΚ περί παιδοκτονίας, η οποία μπορεί να διαπραχθεί και κατά τον τοκετό.
Συνεπώς και πριν την ολοκλήρωση του τοκετού αλλά πάντως μετά την έναρξη αυτού υφίσταται "τέκνο", άνθρωπος, οπότε μπορεί να τελεσθεί ανθρωποκτονία. Από τη χρονική στιγμή που θα αρχίσει ο τοκετός και μαζί με αυτόν το τικτόμενο να προσλαμβάνει ανθρώπινη ιδιότητα, θεμελιώνεται ακόμη και από αμέλεια ποινική ευθύνη του δράστη που το προσβάλλει. Με την έναρξη της ανθρώπινης ζωής προστατεύεται και η σωματική ακεραιότητα του νεογνού. Ενόψει των σοβαρών κινδύνων τους οποίους συνεπάγεται δια το τικτόμενο το γεγονός του τοκετού, το ποινικό δίκαιο προστατεύει τούτο ως άνθρωπο πριν ακόμη του αναγνωρισθεί η ιδιότητα του "προσώπου" κατά το αστικό δίκαιο. Ο τοκετός και μαζί με αυτόν η ανθρώπινη ιδιότητα άρχονται από τη στιγμή κατά την οποία, αδιακρίτως συμπτωμάτων, τεθεί σε κίνηση η φυσική εκείνη αλληλουχία φάσεων, η οποία κατά τα διδάγματα της μαιευτικής επιστήμης οδηγεί αδιαλείπτως στην ολοκλήρωση της γέννησης. Τέλος, η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ιδίου κώδικα λόγο αναίρεσης, υπάρχει προκειμένου για καταδικαστική απόφαση όταν εκτίθενται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, και αναφέρονται οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα που λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο για την καταδικαστική του κρίση, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ’ είδος προσδιορισμός τους, χωρίς να απαιτείται και αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Μεταξύ των αποδεικτικών μέσων περιλαμβάνεται κατά το άρθρο 178 περ. γ’ του ΚΠοινΔ και η πραγματογνωμοσύνη, η οποία διατάσσεται κατά το άρθρο 183 του ίδιου κώδικα υπό προϋποθέσεις από τον ανακριτικό υπάλληλο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση των διαδίκων ή του εισαγγελέα. Ως ιδιαίτερο δε είδος αποδεικτικού μέσου, η πραγματογνωμοσύνη πρέπει να προκύπτει από την αιτιολογία της απόφασης ότι λήφθηκε και αυτή υπόψη, όπως αυτό συμβαίνει όχι μόνο όταν αυτή μνημονεύεται ειδικώς μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, αλλά και όταν προκύπτει αναμφίβολα από τις παραδοχές της απόφασης ότι τα πορίσματα της πραγματογνωμοσύνης έγιναν δεκτά από το δικαστήριο και σε κάθε περίπτωση δεν είναι αντίθετα με αυτές. Επί εγκλήματος εξ αμελείας που συνίσταται σε παράλειψη πρέπει να προσδιορίζεται στην αιτιολογία της απόφασης και από πού πηγάζει η ιδιαίτερη υποχρέωση του υπαίτιου προς ενέργεια (αποτρεπτική του αποτελέσματος) και αν πρόκειται για επιτακτικό κανόνα δικαίου και ο κανόνας αυτός. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχέτισης, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠοινΔ λόγο αναίρεσης της απόφασης συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διάταξης υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ’ αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στην εφαρμοσθείσα διάταξη αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκείμενη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 3406/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης κηρύχθηκε, σε δεύτερο βαθμό, ο αναιρεσείων, μαιευτήρας γυναικολόγος ιατρός, ένοχος ανθρωποκτονίας από αμέλεια νεογνού και καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης δεκαοκτώ (18) μηνών, η οποία ανεστάλη επί τριετία, ενώ κρίθηκε αθώος για την πράξη της πρόκλησης σωματικής βλάβης από αμέλεια στην επίτοκο. Στο αιτιολογικό περί ενοχής του άνω δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, διαλαμβάνονται, κατά πιστή μεταφορά, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στην προκειμένη υπόθεση από τις ανωμοτί καταθέσεις των πολιτικώς εναγόντων, τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, την από 6-5- 2010 πραγματογνωμοσύνη, που διενήργησε ο πραγματογνώμονας, Γ. Μ., μαιευτήρας - γυναικολόγος, την ανάγνωση των εγγράφων που αναφέρονται στα πρακτικά, καθώς και των εγγράφων που νομίμως προσκομίσθηκαν από τους διαδίκους και αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο σε συνδυασμό με την απολογία του κατηγορουμένου, αποδείχθηκε και το Δικαστήριο πείσθηκε ότι ο κατηγορούμενος στα Γιαννιτσά, στις 15-7-2008, με την ιδιότητα του μαιευτήρα - γυναικολόγου, από έλλειψη της δέουσας επιμέλειας και σύνεσης που κάθε μέτρια συνετός, επιμελής και ευσυνείδητος ιατρός της αυτής ειδικότητας όφειλε κάτω από τις ίδιες περιστάσεις αλλά και που μπορούσε λόγω των προσωπικών του δυνατοτήτων, γνώσεων και ικανοτήτων να καταβάλει, δεν πρόβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσαν οι πράξεις του, παραβαίνοντας τους κοινώς αποδεκτούς και αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης στον κλάδο της μαιευτικής - γυναικολογίας και το αντικειμενικά επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας και ειδικότερα, με την παραπάνω ιδιότητά του, κατ’ εντολήν του, η επίτοκος Σ. Χ. του Β., που την παρακολουθούσε σε όλη τη διάρκεια της κύησης διανύοντας τη 40η εβδομάδα κύησης, εισήχθη την 15-7-2008 και ώρα 09:00, δύο ημέρες νωρίτερα από την πιθανή ημερομηνία τοκετού (17-7-2008), στην ιδιωτική μαιευτική - χειρουργική - γυναικολογική κλινική με την επωνυμία "...", που βρίσκεται στα Γιαννιτσά επί της οδού ... για τεχνητή πρόκληση φυσιολογικού τοκετού. Στη συνέχεια περί ώρα 10.00 τοποθετήθηκε σ’ αυτήν, πάντα κατόπιν εντολής του κατηγορούμενου, προσταγλαδίνη ενδοκολπικά και ετέθη υπό καρδιοτοκογραφική παρακολούθηση (καρδιοτοκογραφήματα διενεργήθηκαν στις 09.25 με διάρκεια έως 09.45, στις 10.25 με διάρκεια έως τις 10.45, στις 12.29 με διάρκεια έως τις 12.49, στις 13.54 με διάρκεια έως τις 14.02, στις 15.13 με διάρκεια έως τις 15.23, στις 16.14 με διάρκεια έως τις 16.45, στις 18.01 με διάρκεια έως τις 18.11, και τέλος στις 18.17 με διάρκεια έως 19.44). Στις 17.30 η ανωτέρω επίτοκος υπέφερε από έντονες ωδίνες. Κατόπιν παρακλήσεώς της και με τη σύμφωνη γνώμη του κατηγορούμενου ετέθη περί ώρα 18:00’ από τον αναισθησιολόγο Γ. Σ., σε επισκληρίδιο αναλγησία και της παρασχέθηκε οξυτοκίνη κατόπιν εντολής του κατηγορούμενου, ο οποίος, καίτοι είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση σε ενέργεια κατατείνουσα στην αποτροπή του επελθόντος αποτελέσματος του θανάτου, πηγάζουσα από το νόμο και δη από τον κώδικα της ιατρικής δεοντολογίας αλλά και από την εγγυητική θέση του ιατρού απέναντι στην ασφάλεια ζωής και της υγείας της επιτόκου και του κυοφορούμενου, που δημιουργήθηκε από την προηγούμενη παρακολούθησή της, καθ1 όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν παρακολουθούσε διαρκώς ως όφειλε την εξέλιξη του τοκετού, από την έναρξη του οποίου είχαν ήδη περάσει 8 ώρες, δεν είχε διαρκή οπτική επαφή με τις ενδείξεις του καρδιοτοκογράφου, επιπρόσθετα δε, όταν στις 18.48 η καρδιοτοκογραφική καταγραφή παρουσίασε όψιμες επιβραδύνσεις που αποτελούν δυσμενές προγνωστικό στοιχείο που καταδεικνύει πλημμελή αιμάτωση και οξυγόνωση του εμβρύου, παρέλειψε, κατά παράβαση των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης και δεοντολογίας, να υποβάλει άμεσα την επίτοκο σε καισαρική τομή, ή έστω να παρακολουθεί συνεχώς και επισταμένως την εξέλιξη της συχνότητας των καρδιακών παλμών του εμβρύου, να ελέγχει συχνά την οξεοβασική ισορροπία του εμβρύου και να προετοιμάζει τη με χειρουργικό τρόπο περάτωση του τοκετού (καισαρική τομή), όπως όφειλε και μπορούσε να πράξει, αλλά αντίθετα εξήλθε από την αίθουσα των τοκετών, χωρίς να προβεί σε καμία απολύτως ενέργεια, ακολούθως γύρω στις 19.30 και ενώ η επίτοκος βρισκόταν στην αίθουσα των τοκετών με παρόντα μόνο το σύζυγο της, να αισθανθεί ζάλη και τάση για εμετό, οπότε ο σύζυγος της ειδοποίησε την υπεύθυνη μαία, Π. Σ., η οποία με τη σειρά της, αφού διαπίστωσε βραδυκαρδία του εμβρύου, ειδοποίησε τον κατηγορούμενο, ο οποίος τηλεφωνικά της έδωσε οδηγίες (η ανωτέρω μαία γύρισε την επίτοκο στο πλάι, έκλεισε την ωδινοποίηση, σταματώντας τη χορήγηση οξυτοκίνης, άνοιξε τη ροή του Ringer και της εφάρμοσε μάσκα οξυγόνου), όταν δε ο κατηγορούμενος έφθασε στην αίθουσα των τοκετών, λόγω της παραπάνω αμελούς συμπεριφοράς του, αντιμετώπισε το φαινόμενο της έντονης βραδυκαρδίας του νεογνού, όταν αυτό πλέον είχε ενταθεί, σε σημείο επικίνδυνο για τη ζωή του, αφού η επίτοκος είχε ήδη αρχίσει να αιμορραγεί, το δε έμβρυο μετά από μία προσπάθεια απεμπέδωσης της προβάλλουσας μοίρας από τον κατηγορούμενο, παρουσίασε παρατεινόμενη βραδυκαρδία, ο δε τελευταίος αποφάσισε τη διενέργεια καισαρικής τομής μόλις στις 19.50. Αποτέλεσμα της ως άνω αμελούς συμπεριφοράς του κατηγορούμενου (μη συνειδητής αμέλειας) ήταν η ενδεδειγμένη ιατρικώς ενέργεια της καισαρικής τομής να διενεργηθεί με μεγάλη καθυστέρηση (ήτοι 1 ώρα και 17 λεπτά μετά την εμφάνιση των όψιμων επιβραδύνσεων), καθ’ όσον η καισαρική τομή ξεκίνησε στις 20.05, με συνέπεια το νεογνό να βγει από το σώμα της επιτόκου στις 20.10, ασφυκτικό, άσφυγμο, απνοϊκό, ωχροκύανο, να διασωληνωθεί, να διενεργηθεί επ` αυτού καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση, να τοποθετηθεί ομφαλικός καθετήρας και να μεταφερθεί σε κωματώδη κατάσταση στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών του "....................." Νοσοκομείου ...., όπου και απεβίωσε δύο ημέρες μετά από βαριά περιγεννητική ασφυξία, ήτοι συμπεριφορά που ως μόνη ενεργός αιτία επέφερε το θάνατο αυτού (του νεογνού). Πιο συγκεκριμένα, ο κατηγορούμενος παρακολουθούσε την πολιτικώς ενάγουσα, Σ. Χ., που ήταν έγκυος στο δεύτερο παιδί της, η οποία το έτος 2000 είχε γεννήσει με φυσιολογικό τοκετό ένα κορίτσι, ενώ προηγουμένως (τον Μάιο του 2007) είχε διαγνώσει σ’ αυτήν έναν ενδομήτριο πολύποδα τον οποίο και αφαίρεσε. Στις 14-7-2008 αυτός εξέτασε την κ. Χ., που βρισκόταν στην 40η εβδομάδα της κύησης, η οποία μέχρι τότε είχε εξελιχθεί φυσιολογικά και χωρίς κανένα πρόβλημα και ήδη υπήρχε ένα τελειόμηνο κύημα τεσσάρων κιλών, ο πλακούντας ήταν ώριμος και υπήρχε καλό καρδιοτοκογράφημα. Η πιθανή ημερομηνία γέννησης ήταν η 17-7- 2008 αλλά ο κατηγορούμενος της είπε να πάει την επόμενη ημέρα το πρωί (15-7-2008) στην ανωτέρω κλινική, προκειμένου να εισαχθεί για τεχνητή πρόκληση φυσιολογικού τοκετού. Έτσι λοιπόν η τελευταία πράγματι πήγε στις 15-7-2008 με το σύζυγο της στην κλινική το πρωί, με σκληρό τράχηλο, με άρρηκτο θυλάκιο και ένα εκατοστό διαστολή και περί ώρα 10.00 τοποθετήθηκε σ’ αυτήν από τη μαία, Π. Σ., κατόπιν εντολής του κατηγορουμένου, προσταγλαδίνη ενδοκολπικά και συγκεκριμένα 1/4 από το φαρμακευτικό σκεύασμα ...και ετέθη υπό καρδιοτοκογραφική παρακολούθηση. Στις 17.30 η εν λόγω επίτοκος, επειδή υπέφερε από έντονες ωδίνες, κατόπιν παρακλήσεώς της και με τη σύμφωνη γνώμη του κατηγορουμένου που την εξέτασε τότε και είδε ότι ο τράχηλος αυτής είχε τρία εκατοστά διαστολή, ετέθη περί ώρα 18.00 από τον αναισθησιολόγο Γ. Σ., σε επισκληρίδιο αναλγησία και της παρασχέθηκε οξυτοκίνη από τον ίδιο αναισθησιολόγο κατόπιν εντολής του κατηγορουμένου. Από ώρα όμως 18.48 παρουσιάστηκε αλλοίωση των εμβρυϊκών καρδιακών παλμών και ειδικότερα η καρδιοτοκογραφική καταγραφή παρουσίασε όψιμες επιβραδύνσεις που αποτελούν δυσμενές προγνωστικό στοιχείο που καταδεικνύει πλημμελή αιμάτωση και οξυγόνωση του εμβρύου και είναι ένδειξη για καισαρική τομή. Από δε ώρα 18.48 έως 19.34 ο καρδιοτοκογράφος κατέγραψε δεκαέξι (16) συνεχόμενες όψιμες επιβραδύνσεις, χωρίς διαφοροποίηση δηλαδή επιτάχυνση ή επιβράδυνση, και είκοσι (20) συσπάσεις μήτρας, το δε καρδιοτοκογράφημα αυτό χαρακτηρίζεται ως "παθολογικό". Στις 19.00 ο κατηγορούμενος είδε την επίτοκο, όταν δηλαδή υπήρχαν όψιμες επιβραδύνσεις και μετά από δέκα περίπου λεπτά (19.10) αποχώρησε από την αίθουσα, όπου βρισκόταν η τελευταία, ενώ στις 19.15 ο αναισθησιολόγος, Σ., χορήγησε δεύτερη δόση επισκληρίδιας αναλγησίας. Στις 19.30 η επίτοκος, που βρισκόταν στην αίθουσα των τοκετών με παρόντα μόνο το σύζυγο της, αισθάνθηκε δυσφορία, ζάλη και τάση για εμετό. Ο. σύζυγος της, Γ. Δ., ειδοποίησε την υπεύθυνη μαία, Π. Σ., η οποία, ως έμπειρη, διαπίστωσε βραδυκαρδία του εμβρύου και ειδοποίησε τον κατηγορούμενο, ο οποίος τηλεφωνικά της έδωσε οδηγίες, τις οποίες και αυτή εκτέλεσε, δηλαδή γύρισε την επίτοκο στο πλάι, έκλεισε την ωδινοποίηση, σταματώντας τη χορήγηση οξυτοκίνης, άνοιξε τη ροή του .... και της εφάρμοσε μάσκα οξυγόνου. Ειδικότερα, στις 19.32 οι εμβρυϊκοί παλμοί έπεσαν στους πενήντα (50), γεγονός που υποδηλώνει μια "προθανάτια κατάσταση" και ότι πρέπει ο γιατρός να ενεργήσει άμεσα καισαρική τομή. Ο κατηγορούμενος πήγε τότε στην επίτοκο, της άλλαξε θέση, την εξέτασε κολπικά, προσπάθησε να κάνει απεμπέδωση, είδε ότι δεν είχε μεγάλη διαστολή ο τράχηλος και περίμενε να γίνει ανάταξη των παλμών, όπως και ο ίδιος κατέθεσε στην απολογία του, παρόλο που το καρδιοτοκογράφημα τον ανησύχησε, αφού γνώριζε, ότι αυτό είναι δυσμενές προγνωστικό για την οξέωση του κυήματος. Ενώ δεν υπήρχε πλέον πεδίο για φυσιολογικό τοκετό, ο κατηγορούμενος άφησε να περάσει χαμένος και άλλος πολύτιμος χρόνος για τη ζωή και την υγεία του κυήματος και αποφάσισε καθυστερημένα τη διενέργεια καισαρικής τομής, η οποία ξεκίνησε στις 20.05 και στις 20.10 βγήκε από το σώμα της επιτόκου νεογνό, άρρεν, 4090 γραμμαρίων, ασφυκτικό, άσφυγμο, απνοϊκό, ωχροκύανο, το οποίο στη συνέχεια διασωληνώθηκε, διενεργήθηκε επ’ αυτού καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση, τοποθετήθηκε ομφαλικός καθετήρας και μεταφέρθηκε σε κωματώδη κατάσταση στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών του "...." Νοσοκομείου .... όπου και απεβίωσε δύο ημέρες μετά από "βαριά περιγεννητική ασφυξία", αποτέλεσμα που οφείλεται, όπως αναφέρεται παραπάνω, στην αμελή συμπεριφορά του κατηγορουμένου. Με βάση τα παραπάνω ο κατηγορούμενος τέλεσε την αποδιδόμενη σ’αυτόν με το κατηγορητήριο αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη αυτή.". Σύμφωνα με αυτά που δέχθηκε το κατ’ έφεση δικάσαν Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης διέλαβε στην προσβαλλόμενη 3406/2015 απόφασή του την απαιτούμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τις αποδείξεις οι οποίες το θεμελίωσαν και τις σκέψεις με τις οποίες υπήχθησαν τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26, 28, 15 και 302 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου και δεν στερείται νόμιμης βάσης. Όσον αφορά τις ειδικότερες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος λεκτέα τα ακόλουθα: Οι αιτιάσεις που ενσωματώνονται στους πρώτο και τρίτο λόγους του δικογράφου των προσθέτων, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 302 ΠΚ και έλλειψη αιτιολογίας και νόμιμης βάσης αντίστοιχα, καθόσον το νεογνό υπέστη περιγεννητική ασφυξία εντός της κοιλίας της επιτόκου και ο εγκεφαλικός του θάνατος προκλήθηκε πριν εξέλθει της εγκύου, με συνέπεια να μη στοιχειοθετείται το αδίκημα, είναι αβάσιμες, διότι στηρίζονται επί ελλιπών και ατελών παραδοχών, οι οποίες παραβλέπουν την επίδραση της αμελούς συμπεριφοράς του αναιρεσείοντος στην πρόκληση του ζημιογόνου αποτελέσματος (θανάτου του νεογνού), ενώ δεν υπηρετούνται ούτε υποστηρίζονται από το πραγματικό υλικό της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά το οποίο η επίτοκος είχε εισαχθεί στη μαιευτική - χειρουργική - γυναικολογική κλινική για τεχνητή πρόκληση φυσιολογικού τοκετού τις πρωινές ώρες της 15-7- 2008, της τοποθετήθηκε κατ’ εντολή του αναιρεσείοντος προσταγλαδίνη ενδοκολπικά και παρακολουθούνταν καρδιοτοκογραφικά, υποφέροντας δε από έντονες ωδίνες τέθηκε από τον αναιρεσείοντα στις 17.30 της ίδιας ημέρας σε επισκληρίδιο αναλγησία και της παρασχέθηκε οξυτοκίνη, πλην όμως ο τελευταίος, ενώ είχαν παρέλθει οκτώ ώρες από την έναρξη του τοκετού, δεν είχε διαρκή επαφή, ως όφειλε, με τις ενδείξεις του καρδιοτοκογράφου και επιπλέον, όταν στις 18.48 η καρδιοτοκογραφική καταγραφή παρουσίασε όψιμες επιβραδύνσεις, που αποτελούν δυσμενές προγνωστικό στοιχείο για την αιμάτωση και οξυγόνωση του εμβρύου, παρέλειψε να υποβάλει άμεσα την επίτοκο σε καισαρική τομή, καθώς και να πράξει το ελάχιστο, που ήταν η συνεχής και επισταμένη παρακολούθηση της συχνότητας των καρδιακών παλμών και ο συχνός έλεγχος της οξεοβασικής ισορροπίας του εμβρύου προετοιμάζοντας ταυτόχρονα τη χειρουργική περάτωση του τοκετού.
Ουδεμία αντίφαση προκαλείται στις παραπάνω παραδοχές από την παρουσία του αναιρεσείοντος στις 19.00 - 19.10 στο χώρο όπου βρισκόταν η επίτοκος, τη χορήγηση της δεύτερης δόσης επισκληρίδιας αναλγησίας στις 19.15 από τον αναισθησιολόγο, καθώς και την παροχή βοήθειας προς την αισθανθείσα εμετική τάση επίτοκο με εκτέλεση τηλεφωνικών οδηγιών του αναιρεσείοντος προς τη μαία που την παρακολουθούσε. Τούτο διότι ήδη από τις 18.48 εκδηλώθηκε το δυσμενές προγνωστικό στοιχείο που επέβαλε άμεση χειρουργική επέμβαση, όταν δε στις 19.50 αποφάσισε ο αναιρεσείων τη διενέργεια της καισαρικής τομής, το φαινόμενο της έντονης βραδυκαρδίας είχε ενταθεί σε σημείο επικίνδυνο για τη ζωή του νεογνού με αποτέλεσμα η εν λόγω, εξαιτίας της αμελούς συμπεριφοράς του αναιρεσείοντος, καθυστερημένη, πλέον στις 20.05, εκτελεσθείσα ενέργεια (μία ώρα και 17 λεπτά μετά την εμφάνιση των όψιμων επιβραδύνσεων) να έχει ως συνέπεια την έξοδο του νεογνού από το σώμα της επιτόκου στην άσχημη κατάσταση που περιγράφεται στην προσβαλλόμενη απόφαση και να καταλήξει αυτό, δύο ημέρες μετά, από βαριά περιγεννητική ασφυξία στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών του ... Νοσοκομείου ............... . Από το σύνολο των παραδοχών της προσβαλλομένης συνάγεται αναντιρρήτως και αναντιλέκτως ότι η μόνη ενεργός αιτία από την οποία προήλθε ο θάνατος του νεογνού υπήρξε η συμπεριφορά του αναιρεσείοντος, η οποία εκδηλώθηκε ενώ είχε τεθεί σε κίνηση η φυσική αλληλουχία φάσεων, η οποία, κατά τα διδάγματα της μαιευτικής επιστήμης, οδηγούσε αδιαλείπτως στην ολοκλήρωση της γέννησης του εν λόγω νεογνού. Η διαδικασία του τοκετού είχε αρχίσει και η ύπαρξη ανθρώπου ήταν αντικειμενικά διαπιστώσιμη. Η ύπαρξη της ανθρώπινης ζωής δεν αναιρείται από το γεγονός ότι το νεογνό τελικά δεν επέζησε. Περαιτέρω ο αναιρεσείων ζητεί την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης, κατ’ άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠοινΔ, προβάλλοντας στο δεύτερο λόγο του δικογράφου των προσθέτων την αιτίαση ότι το δικαστήριο της ουσίας για τη στήριξη της καταδικαστικής του κρίσης παρέλειψε να μνημονεύσει τόσο στην αρχή της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης όσο και στη συνέχεια κατά την παράθεση των σκέψεων και των πραγματικών περιστατικών ότι έλαβε υπόψη του, πέραν των λοιπών αποδεικτικών μέσων, την από 28-7-2008 ιατροδικαστική έκθεση του ιατροδικαστή Σ. Ν., καθώς και την από 20-10-2010 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της παιδιάτρου - νεογνολόγου Σ. Σ., τις οποίες ανέγνωσε στο ακροατήριο και αποτελούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο στην ποινική διαδικασία, με συνέπεια από τη μη αναφορά και αξιολόγηση των πορισμάτων των εν λόγω αποδεικτικών μέσων να προκαλείται ασάφεια για το αν αυτά συνεκτιμήθηκαν και συναξιολογήθηκαν από την προσβαλλόμενη απόφαση και να στερείται αυτή της αναγκαίας ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την έκθεση των αποδεικτικών μέσων από τα οποία έκρινε όπως προαναφέρθηκε. Από την επισκόπηση των παραπάνω, ιατροδικαστικής έκθεσης και έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, προκειμένου να αποφανθεί το παρόν δικαστήριο για το παραδεκτό και τη βασιμότητα του προβαλλόμενου λόγου αναίρεσης προκύπτει ότι η μεν ιατροδικαστική έκθεση αποτελεί έκθεση νεκροψίας και νεκροτομής του νεογνού, όπου ο θάνατος του αποδίδεται σε "βαρειά περιγεννητική ασφυξία" και συνεπώς αυτή, ανεξάρτητα από το χαρακτήρα της ως πραγματογνωμοσύνης, κατέληξε σε συμπέρασμα, το οποίο, όπως διαπιστώνεται από τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, υιοθετήθηκε πλήρως από αυτήν και ουδεμία ασάφεια προκαλείται περί του αν συνεκτιμήθηκε και συναξιολογήθηκε, η δε δεύτερη που τιτλοφορείται ως έκθεση πραγματογνωμοσύνης ουδέν πόρισμα διαλαμβάνει στο περιεχόμενο της, αφού η διορισθείσα ως πραγματογνώμονας Σ.Σ. αποφαίνεται ότι ως νεογνολόγος αδυνατεί να αξιολογήσει τη βαρύτητα και κλινική σημασία των αλλοιώσεων άλλως όψιμων επιβραδύνσεων στην περιγεννητική ασφυξία και για την απάντηση του ερωτήματος παρέπεμψε σε ειδικό μαιευτήρα γυναικολόγο.
Συνεπώς, σε κάθε περίπτωση, το πόρισμα και αυτής της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης δεν είναι αντίθετο προς τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης. Σημειωτέον ότι στον ανωτέρω δεύτερο κατά σειρά λόγο του δικογράφου των προσθέτων ο αναιρεσείων δεν αναφέρει ότι τα πορίσματα των επίμαχων εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης αφίστανται ή συγκρούονται προς τις πραγματικές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης. Επομένως οι πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι του δικογράφου των προσθέτων, με τους οποίους ο αναιρεσείων ζητεί την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης για α) εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης του άρθρου 302 ΠΚ (ΚΠοινΔ 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ ), β) έλλειψη αιτιολογίας ως προς την έκθεση των αποδεικτικών μέσων (ΚΠοινΔ 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ) και γ) έλλειψη αιτιολογίας και έλλειψη νόμιμης βάσης (ΚΠοινΔ 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’ ) είναι αβάσιμοι. Μετά ταύτα, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης για έρευνα, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης στο σύνολο της και οι πρόσθετοι λόγοι να απορριφθούν και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ), καθώς και στη δικαστική δαπάνη των παραστάντων πολιτικώς εναγόντων (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ -
Απορρίπτει την από 8-1-2016 (αριθμ. πρωτ. .../11-1-2016) αίτηση και τους από 24-3-2016 πρόσθετους λόγους του Δ. Μ. του Α. για αναίρεση της 3406/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης.
Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα από διακόσια πενήντα (250) ευρώ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη των παραστάντων πολιτικώς εναγόντων Σ.Χ. και Γ.Δ. από πεντακόσια (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Απριλίου 2016.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17 Μαΐου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Ρ.Κ.
Πηγή: Άρειος Πάγος

Ο ομότιμος καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης και Ερευνητής της Γεωλογικής Υπηρεσίας του Καναδά , Αντώνης Φώσκολος και ο ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας του πανεπιστημίου Μέριλαντ των ΗΠΑ Θέοδωρος Καρυώτης , ο «πατέρας» της Ελληνικής ΑΟΖ , αποκαλύπτουν τα σημεία «κλειδιά» για τους υδρογονάνθρακες στην Ελλάδα και τα κρίσιμα σημεία της Ελληνικής ΑΟΖ.
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά

Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τη ζωή και τη δράση του Αγίου Ιωάννη του Καλοκτένη. Η εποχή στην οποία έζησε ο Άγιος (12ος αιώνας μ.Χ.) χαρακτηρίζεται από σοβαρά ιστορικά γεγονότα και κοινωνικές ανακατατάξεις όχι μόνο στην περιοχή της Βοιωτίας, αλλά και σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τα βόρεια σύνορα της μέχρι τα ακρότατα, τα νοτιότατα σύνορα. Η Αυτοκρατορία επί βασιλείας Μανουήλ Α΄ του Κομνηνού απειλείται από παντού από εχθρούς οι οποίοι οραματίζονταν τον πλούτο του Κράτους. Οι Νορμανδοί με το βασιλιά τους Ρογήρο κατέρχονταν προς τα νότια καί απειλούσαν τις ακραίες περιοχές του Βυζαντίου. Οι πρώτοι Σταυροφόροι εγκαθιδρυμένοι από πολλά χρόνια στην περιοχή των Ιεροσολύμων, απειλούνταν από τους Σαρακηνούς και ζητούσαν βοήθεια από τη Δύση την οποία και έδωσαν οι βασιλείς της Γαλλίας Λουδοβίκος Ζ΄ καί της Γερμανίας Κονράδος Γ΄. Ταυτόχρονα οι Νορμανδοί εισβάλλουν στην Ελλάδα, καταλαμβάνουν την Κέρκυρα, περιπλέουν την Πελοπόννησο, λεηλατούν την Αιτωλοακαρνανία, εισπλέουν στον Κορινθιακό καί μέσω της Κρίσας (σημερινό Χρυσό) επιτίθενται εναντίον των Θηβών.
Ἀρχαγγελικὼς ὁμιλῶν τῇ Παρθένῳ,
Τὸ χαιρ᾿ ἀκούεις παρ᾿ αὐτῆς, Ἰωάννη.
Πτωχοὺς ἐλεῶν ὁ νέος Ἐλεήμων,
Μισθὸν λαμβάνει μὴ κενούμενον πλοῦτον.
Εἰκᾶδ᾿ ἐνάτη ὁ νέος Ἐλεήμων,
Ἔλαβε πότμον εἰρηναιον Ἰωάννης.
Βιογραφία
«Τῇ 29η τοῦ μηνός Ἀπριλίου μνήμη του εν Ἁγίοις Πατρός ημών Ἰωάννου Μητροπολίτου Θηβῶν καί ἐξάρχου πάσης Βοιωτίας τοῦ Καλοκτένους καί νέου Ἐλεήμονος.»
Κατά τον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας:
«… διά να μάθη τις τόν βίον ἀνθρώπου παλαιοτέρας ἐποχής, πρέπει νά γνωρίση την κοινωνικήν καί πολιτικήν κατάστασιν τῶν χρόνων ἐκείνων, να γνωρίζη τόν τρόπον τῆς ζωῆς τῶν τότε ἀνθρώπων, την χώραν, είς τήν ὁποίαν ἐκείνος ἔζησε, καί ἐπί τούτων στηριζόμενος ὡς ἐπί ἀσφάλῶν θεμελίων νά μελετήση καί περιγράψη τόν βίον τοῦ προσώπου.»
Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τη ζωή και τη δράση του Αγίου Ιωάννη του Καλοκτένη. Η εποχή στην οποία έζησε ο Άγιος (12ος αιώνας μ.Χ.) χαρακτηρίζεται από σοβαρά ιστορικά γεγονότα και κοινωνικές ανακατατάξεις όχι μόνο στην περιοχή της Βοιωτίας, αλλά και σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τα βόρεια σύνορα της μέχρι τα ακρότατα, τα νοτιότατα σύνορα. Η Αυτοκρατορία επί βασιλείας Μανουήλ Α΄ του Κομνηνού απειλείται από παντού από εχθρούς οι οποίοι οραματίζονταν τον πλούτο του Κράτους. Οι Νορμανδοί με το βασιλιά τους Ρογήρο κατέρχονταν προς τα νότια καί απειλούσαν τις ακραίες περιοχές του Βυζαντίου. Οι πρώτοι Σταυροφόροι εγκαθιδρυμένοι από πολλά χρόνια στην περιοχή των Ιεροσολύμων, απειλούνταν από τους Σαρακηνούς και ζητούσαν βοήθεια από τη Δύση την οποία και έδωσαν οι βασιλείς της Γαλλίας Λουδοβίκος Ζ΄ καί της Γερμανίας Κονράδος Γ΄. Ταυτόχρονα οι Νορμανδοί εισβάλλουν στην Ελλάδα, καταλαμβάνουν την Κέρκυρα, περιπλέουν την Πελοπόννησο, λεηλατούν την Αιτωλοακαρνανία, εισπλέουν στον Κορινθιακό καί μέσω της Κρίσας (σημερινό Χρυσό) επιτίθενται εναντίον των Θηβών.
Η Θήβα την εποχή εκείνη είχε μεγάλη ακμή. Ήταν σπουδαίο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Φημισμένα ήταν τα μεταξουργεία των Θηβών. Η πόλη κατείχε τα πρωτεία στη Στερεά Ελλάδα καί ήταν πρωτεύουσα της. Εκεί είχε την έδρα του ο Μητροπολίτης Θηβών ο οποίος έφερνε τον τίτλο «Έξαρχος πάσης Βοιωτίας». Στην πόλη αυτή επέδραμαν οι Νορμανδοί, την βρήκαν ανυπεράσπιστη, επειδή τα βασιλικά στρατεύματα φρόντιζαν την Κωνσταντινούπολη, και την κατέλαβαν. Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή του εθνικού μας Ιστορικού Παπαρρηγόπολου:
«Χρυσός, άργυρος, πολύτιμοι λίθοι, τα πάντα απήχθησαν, εμπορικαί αποθήκαι, ιδιωτικαί οικίαι, ιεροί Ναοί, τα πάντα εγυμνώθησαν καί έπειτα πάντες οι πολίται ηναγκάσθησαν να ομόσωσιν ότι ουδέν απέκρυψαν των πολυτίμων πραγμάτων, καί ουδέ τούτο ήρκεσεν, αλλά πολλοί ηχμαλωτεύθησαν και άνδρες καί γυναίκες, καί μάλιστα όσοι εφημίζοντο ως επιτήδειοι μεταξουργοί.»
Την ίδια εποχή λεηλατήθηκαν η Κόρινθος, η Ευβοια καί η Αθήνα. Οι Θηβαίοι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στο Πάνορμο της Σικελίας όπου δίδαξαν την τέχνη του μεταξιού στους κατοίκους.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες γεννήθηκε στα μέσα του 12ου αιώνα μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη από γονείς ευγενείς – τον Κωνσταντίνο Καλοκτένη και τη σύζυγό του Μαρία – ο Ιωάννης. Παρά όμως την κοινωνική καταξίωση και την οικονομική ευμάρεια, οι γονείς του, πριν φυσικά από την γέννηση του μονογενούς υιού τους, ήταν σε πνευματική δοκιμασία επειδή δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν.
Συντροφιά στον ψυχικό πόνο τους είχαν την αδιάλειπτη προσευχή και το πρόσωπο της Θεομήτορος στην οποία και υπεσχέθηκαν ότι εάν αποκτούσαν ένα παιδί θα το αφιέρωναν στην Εκκλησία. Εισακούστηκαν οι εκτενείς και ζώπυρες υποσχέσεις τους, οπότε μετ’ ολίγον εγεννήθη το πρωτότοκο παιδί τους, το οποίο εβάπτισαν και ονόμασαν Ιωάννη. Θαυμαστή η γέννηση του παιδίου και έκδηλη η παρουσία του θεού στη ζωή του. Καρπός προσευχής και πίστεως ο μικρός Ιωάννης και επρόκειτο να διακονήσει την Αγία Εκκλησία επαληθεύοντας την υπόσχεση των γονέων του ότι το παιδίον που θα αποκτούσαν, θα το αφιέρωναν στον Χριστό και την Εκκλησία του.
Οι ευσεβείς γονείς ανέθρεψαν το παιδί τους «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Ο μικρός Ιωάννης ήταν προικισμένος και κεκοσμημένος με τα χαρίσματα και τα τάλαντα που χορηγεί το Πανάγιο Πνεύμα. Ήταν ευφυής, επιμελής και αριστούχος μαθητής απολαμβάνοντας την αγάπη, την εκτίμηση και το δίκαιο έπαινο των διδασκάλων του. Στο πρόσωπο του παιδιόθεν υπήρχε ο συγκερασμός της κατά θεόν και κατά κόσμον σοφίας καθώς και το χριστιανικό ήθος σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελικού λόγου.
«Από μαθήσεως εις μάθησιν προβαίνων ο Άγιος, χάρις εις την μεγάλην αυτού επιμέλειαν καί ευφυΐαν, εγένετο πρότυπο αληθούς μαθητού.»
Ο μικρός Ιωάννης είχε ιδιαίτερη πνευματική σχέση με τη Θεοτόκο προς και την οποία αδιαλείπτως έψαλλε τους ύμνους της και εκείνη, όπως καταγράφει ο συγγραφέας πρωθιερεύς π. Γεώργιος Αθ. Παπαγεωργίου, τον απεκάλυψε θαυμαστώ τω τρόπω το μέλλον του μέσα στην Εκκλησία: «Χαίροις και συ των Θηβών προστάτα». Τούτο συνέβη, όταν ο μικρός Ιωάννης προσφωνούσε την Θεομήτορα με τον στίχο: «Χαίρε νύμφη ανύμφευτε». Και όντως απεδείχθη Επίσκοπος και προστάτης Θηβών.
Δωδεκαετή τον παρέδωσε ο πατέρας του στον Μέγα Δομέστικο της Βυζαντινής Αυλής, στον αρχηγό των στρατιωτικών, προκειμένου να τον εκπαιδεύσει στα στρατιωτικά. Όμως η κλίση του προς την Εκκλησία παρά προς το στρατό, η επίδραση της μητέρας του, αλλά και η ευχή που είχαν κάνει οι γονείς του, υποχρέωσαν τον Μέγα Δομέστικο να τον κατατάξει στην τάξη των ιερομονάχων. Έκτοτε ο Ιωάννης άρχισε να προετοιμάζεται με περισσότερη δραστηριότητα για το υψηλό αξίωμα. Από μικρή ηλικία έδειξε την κλήση του στα γράμματα. Σπούδασε τα «ἱερά γράμματα», Ρητορική, Φιλοσοφία άλλες «θύραθεν ἔπιστῆμες».
Εν τω μεταξύ η εκκλησιαστική κατάσταση στην πόλη των Θηβών ήταν απελπιστική. Ο Μητροπολίτης Θηβών από τη μεγάλη λύπη για την κατάσταση αυτή και λόγω των καταπιέσεων των Νορμανδών πέθανε. Ο νέος Μητροπολίτης που εκλέγεται στην Κωνσταντινούπολη, πεθαίνει καθ’ οδόν. Το Πατριαρχείο δεν είχε λάβει σοβαρά υπόψη την κατάσταση της Θήβας. Κάτω όμως από την πίεση των Θηβαίων επέλεξε ως καταλληλότερο πρόσωπο για την έδρα Πάσης Βοιωτίας τον Ιωάννη, ο οποίος μόναζε σε Μονή της Κωνσταντινούπολης. Εξελέγη Επίσκοπος Θηβών χειροτονηθείς στον τρίτο βαθμό της ιερωσύνης από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Λουκά Χρυσοβέργη (1156-1169) στον ναό της Του Θεού Σοφίας.
Ο λαός των Θηβών υπεδέχθη με πνευματική ευφροσύνη τον νέο Επίσκοπο και πνευματικό του πατέρα καθώς η φήμη για την πολύπλευρη μόρφωσή του και κυρίως για το ήθος και την πνευματικότητά του είχαν φθάσει πολύ πριν την άφιξή του. Η ενθρόνιση του Επισκόπου Ιωάννου έγινε στον Μητροπολιτικό ναό των Θηβών (Λόντζα) που και σήμερα είναι αφιερωμένος στην Θεοτόκο.
Ο Άγιος Ιωάννης υπήρξε άνθρωπος του πνεύματος και της δράσης. Ο νέος Επίσκοπος από της πρώτης στιγμής έγινε μέτοχος και κοινωνός των πνευματικών και υλικών δυσχερειών του ποιμνίου του. Δεν παρέμεινε εφησυχασμένος στις «δάφνες του επισκοπικού αξιώματος» και δεν επεδίωξε να γευθεί την κοσμική δόξα, τον υλικό πλούτο και την ραστώνη-ακηδία του θρόνου του. Πάντα ταύτα δεν υπήρχαν στη σκέψη, τις επιλογές και τις πράξεις του. Όχι μόνο ανακούφιζε τους πτωχούς Χριστιανούς της επαρχίας του με την ελεημοσύνη, αλλά αγωνίσθηκε και έδωσε ώθηση στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Βρήκε κατεστραμμένη την πόλη και την περιοχή και γι’ αυτό ξεκινά αμέσως το δύσκολο έργο του.
Και πράγματι με την είσοδο του ο Άγιος στην πόλη άρχισε αμέσως να εργάζεται για την ευτυχία της. Τα εμπόδια ήταν πολλά. Από τη μία οι Νορμανδοί είχαν στην κυριολεξία αφανίσει κάθε πλούτο από την περιοχή και από την άλλη οι 2.000 περίπου Εβραίοι, οι οποίοι εν τω μεταξύ είχαν καταφθάσει, προσπαθούσαν να αλλοιώσουν το φρόνημα των Θηβαίων προσφέροντες δουλειά και χρήματα. Η απουσία υλικών αγαθών και η διάβρωση της Χριστιανικής πίστης ήταν δύο μέτωπα εναντίον των οποίων έπρεπε να αγωνισθεί ο Άγιος.
Η ανέγερση του Ναού της Θεοτόκου με χρήματα από την πατρική του περιουσία, η πατρική διδασκαλία του, η διαρκής ελεημοσύνη του και βοήθεια έκανε πολλούς Εβραίους και Αρμένιους να ασπαστούν τη Χριστιανική πίστη, ο δε πιστός λαός από τότε του έδωσε το όνομα του Νέου Ελεήμονος. Ως άλλος Μέγας Βασίλειος, ο Επίσκοπος Θηβών Ιωάννης ο Καλοκτένης ως αφιλάργυρος και φιλάνθρωπος πνευματικός πατέρας κατασκεύασε στην πόλη των Θηβών την ονομαστή «Ιωαννιάδα» μια «Νέα Βασιλειάδα», ένα νέο οργανωμένο συγκρότημα ευαγών φιλανθρωπικών και κοινωφελών ιδρυμάτων υπέρ του ποιμνίου του. Πίστευε ότι ο Επίσκοπος δεν θα πρέπει να συγκεντρώνει αφειδώς χρήματα προς «ιδίον όφελος» αλλά για την διακονία και ψυχοσωματική ενίσχυση του λαού του με «έργα ευποιΐας». Στο πλαίσιο τούτο ανήγειρε Γηροκομείο, πτωχοκομείο και εξοπλισμένο για τα δεδομένα της εποχής του Νοσοκομείο στην πόλη των Θηβών.
Η μέριμνα του Αγίου επεκτάθηκε και στην εκπαίδευση των νέων κορασίδων και τούτο αποδεικνύεται εκ του γεγονότος ότι ανίδρυσε «Πρότυπο Παρθενώνα» (Σχολή Γυναικών) στον οποίο οι γυναίκες της πόλεως και της πέριξ περιοχής της Βοιωτίας ελάμβαναν την στοιχειώδη εκπαίδευση και μάθαιναν γράμματα και διάφορες τέχνες όπως ραπτική, κέντημα κ.α. Με τα χειροτεχνήματα τους, βοηθούσαν τους εμπερίστατους. Πολλές από τις κοπέλες που φοιτούσαν στον Παρθενώνα, όπου εδίδασκαν μοναχές, εκτός από τον οικογενειακό, ακολουθούσαν και τον μοναχικό βίο.
Εκτός από αυτά ο Άγιος έκανε πολλά έργα κοινής ωφέλειας στην πόλη. Η εκτροπή του ποταμού Ισμηνου προσέφερε στην πεδιάδα των Θηβών, αλλά και στα προάστια, Πυρί και Άγιος Θεόδωρος, γονιμότητα και δύναμη. Έθεσε σε λειτουργία 25 υδρόμυλους που λειτουργούσαν μέχρι και πριν από λίγες δεκαετίες, και θεμελίωσε υδραγωγεία. Το ποτάμι αυτό πήρε αργότερα το όνομα Αγίαννης. Στο σημείο της εκτροπής οι Θηβαίοι έκτισαν ναό προς τιμήν του Αγίου, ερείπια του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα. Με δική του πρωτοβουλία κατασκευάστηκαν πετρόκτιστες γέφυρες – μία εξ αυτών στον ποταμό Άσωπο σώζεται μέχρι και σήμερα και είναι γνωστή ως η «γέφυρα του Μητροπολίτη» ή «γέφυρα του Αγιάννη», διευκολύνοντας τη διέλευση των ανθρώπων.
Άοκνες όμως υπήρξαν οι προσπάθειες του και για την αποξήρανση της πεδιάδος στην επαρχία Θηβών όπου λόγω της ελονοσίας αποδεκατίζονταν οι κάτοικοι της περιοχής. Οι τάφροι που κατασκεύασε προς τον σκοπό τούτου φέρουν ακόμη και σήμερα το όνομά του: «Αγιάννης». Ο πολυπράγμων, ευφυής και δραστήριος Επίσκοπος Ιωάννης ενδιαφέρθηκε και για την οικονομική ανάπτυξη του τόπου με την καθιέρωση νέων μορφών καλλιέργειας για τους αγρότες της επαρχίας του. Έτσι έπεισε τον εντόπιο αγροτικό πληθυσμό να καλλιεργήσει συστηματικά μορεόδεντρα εκ των οποίων τα φύλλα χρησιμεύουν για την εκτροφή του μεταξοσκώληκα προκειμένου να παραχθούν τα λεγόμενα «κουκούλια» εκ των οποίων κατασκευάζονται οι μεταξωτές ίνες.
Όλα τα έργα τα επέβλεπε καθημερινά προσωπικώς:
«Δεν άφησε το πλοίον εις την διάκρισην των ανέμων και της τρικυμίας, αλλ’ως επιδέξιος κυβερνήτης προεφύλαττε τούτο από πάσης επικινδύνου πορείας, ίνα μη επιπίπτουν εις τους βράχους συντριβή» σημειώνει ο Συναξαριστής.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο Άγιος τη δύσκολη εκείνη εποχή όχι μόνο έσωσε την πόλη από ολοσχερή καταστροφή, τέτοια που ούτε τα θεμέλια της δεν θα βρίσκαμε σήμερα, αλλά και την ανύψωσε σε θέση περιωπής και την κατέστησε μεγάλο βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο. Γι’ αυτό οι Θηβαίοι ενόσω ακόμη ζούσε ο Άγιος τον είχαν ανακηρύξει προστάτη τους.
Ως επίσκοπος της Εκκλησίας ο Άγιος Ιωάννης διακρινόταν και για τη θεολογική του κατάρτιση την οποία χρησιμοποιούσε ως «πνευματικό εργαλείο» για την διαφύλαξη ανοθεύτου της ορθοδόξου πίστεως και Ευαγγελικής αληθείας από την κακόδοξη πλάνη και το εωσφορικό ψεύδος των αιρέσεων. Το υψηλό επίπεδο της Θεολογικής καταρτίσεως του Αγίου Πατρός πιστοποιείται και εκ του γεγονότος ότι έλαβε μέρος στην εν Κωνσταντινουπόλει συγκληθείσα Σύνοδο κατά το έτος 1166 μ.Χ. επί Αυτοκράτορος Μανουήλ Κομνηνού, στην οποία θεολόγησε ορθοδόξως σχετικά με την ερμηνεία του δύσκολου χωρίου του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου: «Ότι ο πατήρ μου μείζων μου εστί». Από τα πρακτικά αυτής της Συνόδου, διασώζεται η θεολογική διδασκαλία του Αγίου:
«Ἐρωτηθεὶς ὁ Θηβῶν Ἰωάννης εἶπεν: Ἐπεί τὸν Υἱὸν συγκτίστην καὶ συνδημιουργὸν τῷ Πατρὶ οἶδα, δι’ Αὐτοῦ γὰρ καὶ τοὺς αἰῶνας ἐποίησεν , ἴσον ἔχω Τοῦτον τῷ Πατρί. Ἐπεί δ’ εἶπεν ὅτι ὁ Πατήρ μου μείζων μού ἐστι, καὶ ἐτυπώθη τῆ προτεραία κατεξετασθῆναι, πῶς τινες τῶν Ἁγίων προσέθεντο. Καὶ κατὰ τὸ ἀνθρώπινον νοῶ τοῦτο εἰρῆσθαι παρ’ Αὐτοῦ διὰ τὴν ταπείνωσιν καὶ τὴν ἄκραν συγκατάβασιν πρὸς τὴν φύσιν τὴν ἀνθρωπίνην ἣν προσελάβετο, καθ’ ἣν παραπλησίως ἡμῖν σαρκὸς καὶ αἵματος κεκοινώνηκεν.»
Η μαρτυρία αυτή είναι πολύ σημαντική, διότι αποδεικνύει τη μεγάλη θεολογική κατάρτιση και τη βαθιά πίστη του Αγίου. Έλαβε δε μέρος και στην επί του ιδίου θεολογικού ζητήματος συγκληθείσα Σύνοδο του 1170.
Ο Άγιος Ιωάννης πιθανότατα εκοιμήθη ως Επίσκοπος Θηβών περί τα τέλη του ΙΒ΄ μ.Χ. αιώνος και ακριβέστερα περί το 1193. Η δε ιερά μνήμη του τιμάται υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας και από την τοπική Εκκλησία της αγιοτόκου Βοιωτίας, την 29η Απριλίου εκάστου έτους, καθώς είναι ο προστάτης, πολιούχος και πνευματικός Έφορος των Θηβών.
Το ιερό λείψανό του δεν ευρέθη ακόμη και υπεστηρίχθη κατά καιρούς από τους διαφόρους ερευνητές και μελετητές ότι το σκήνωμα του Αγίου Πατρός πιθανότατα ενταφιάσθηκε στον περίβολο του ιερού Μητροπολιτικού ναού της Θεοτόκο, τον οποίο ο ίδιος ως επίσκοπος Θηβών ανήγειρε, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι μετεφέρθη από τον Μητροπολιτικό ναό στον μετέπειτα ανεγερθέντα προς τιμήν του ναό των Θηβών ή ακόμη ότι μετεφέρθη στον ναό των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων της Κωνσταντινουπόλεως. Υπεστηρίχθη και η άποψη ότι το λείψανό του εκλάπη από τους Φράγκους και μετεφέρθη στο Βατικανό. Σήμερα σώζεται μόνο η προσωπική του σφραγίδα, ένα βυζαντινό μολυβδόβουλο με το οποίο κατά την βυζαντινή περίοδο οι αρχιερείς εσυνήθιζαν να σφραγίζουν τα επίσημα εκκλησιαστικά και άλλα κρατικά έγγραφα που τους αφορούσαν στο πλαίσιο της εν γένει εκκλησιαστικής και πνευματικής δικαιοδοσίας τους.
Μετά την εν Κυρίω Κοίμηση του Αγίου Ιωάννου Καλοκτένη ο ευσεβής λαός των Θηβών και της όλης επαρχίας ανήγειρε πολλούς ναούς προς τιμήν του εκ των οποίων άλλοι κατεστράφησαν κατά την περίοδο της οθωμανοκρατίας ενώ νέοι ανηγέρθησαν στην ίδια τοποθεσία που είχαν ανεγερθεί οι πρώτοι. Σήμερα και επί των ερειπίων του παλαιού καταστραφέντος ναού του Αγίου Ιωάννου δεσπόζει ο νέος ναός, ο οποίος ανηγέρθη κατά το έτος 1900 επί της κεντρικής πλατείας των Θηβών με εξ ολοκλήρου δαπάνη των Βασιλέων Γεωργίου Α΄ και της συζύγου του Όλγας.
Πολλά τα θαύματα που μέχρι και σήμερα επιτελεί ο Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης, καθώς έχει παρρησία ενώπιον του τρισάγιου Θεού. Στους δε δίσεκτους χρόνους που ζούμε και ο λαός μας αναζητά πολλές φορές απεγνωσμένα «το γνήσιο και αληθινό», την «ορθοδοξία και την ορθοπραξία» από τους Επισκόπους και εν γένει τους κληρικούς της Εκκλησίας, η μορφή, η βιοτή και το εν γένει πνευματικό, φιλανθρωπικό και κοινωφελές έργο του Επισκόπου και Μητροπολίτου Αγίου Ιωάννου του Καλοκτένη αποτελούν «κανόνα και πρότυπο» αξιομίμητο. Δεν είναι μάλιστα διόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο Άγιος Ιωάννης ονομάστηκε ως ο «Νέος Ελεήμων». Από «ελεήμονες επισκόπους» έχει ανάγκη η Εκκλησία και το πλήρωμά της, και όχι από διαχειριστές της εκκλησιαστικής εξουσίας που επαναπαύονται στις «δάφνες» του «επισκοπικού αξιώματος». Ο Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης ήταν Επίσκοπος και όχι δεσπότης. Στην σύγχρονη όμως εποχή και σε πολλές των περιπτώσεων ο όρος Επίσκοπος ως πράξη και διακονία είναι «νεκρός τίτλος» αφού έχει, δυστυχώς, αντικατασταθεί με τον όρο «Δεσπότης» και σε λόγους και σε πράξεις «δεσποτισμού».

Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'.
Ἐκ μέσης τὸν Κύριον, ἐπιποθήσας ψυχῆς, τὰ ῥέοντα ἔφυγες, καὶ ἐπιπόνῳ ζωή, τὴν σάρκα ἐξέτηξας· ἔσπευσας Ἱεράρχα, Βοιωτὼν Ἰωάννη, φίλος Χριστοῦ γενέσθαι, διὰ οἶκτον πενήτων· διὸ καὶ νέος ἐλεήμων, ἐκλήθης μακάριε.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ'. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ σοφὲ τοὺς οἴακας, ἐπιστημόνως χειρισθεὶς ταύτην ἀκύμαντον, διεχήρησας μακάριε Ἰωάννη, τὰς ζαλώδεις καταιγίδας ἐκκρουσάμενος, καὶ βιαίας τρικυμίας τῶν αἱρέσεων· ὅθεν κράζω Σοι· Χαίροις, Πάτερ πανεύσπλαγχνε.
Κάθισμα Ἦχος πλ. δ´. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ἀναβὰς εἰς τὰ ὕψη τῶν ἀρετῶν, καὶ τῇ θεία ἐκείνη καταυγασθείς, ὢ Πάτερ λαμπρότητι, τῶν δογμάτων τοῦ Πνεύματος, ἀληθῶς ἐδείχθης φωστὴρ διαυγέστατος, ἀστραπαῖς φωτίζων, τοῦ Πνεύματος ἅπαντας· ὅθεν καὶ ὁμίχλην, τῶν παθῶν ἐκδιώξας, λαὸν σου ἐποίμανας, θεαρέστως μακάριε· διὰ τοῦτο βοῶμεν σοι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν φωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος α´. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ποιμένα σε Θηβῶν, καὶ προστάτην τιμῶντες, χήρων καὶ ὀρφανῶν, μὴ κενούμενον πλοῦτον, ἀξίως δοξάζομεν, Ἰωάννη τὴν μνήμην σου, ἢν ἐδόξασεν, ὁ τῶν ἁπάντων Δεσπότης, ὃν ἱκέτευε, ἐκ πειρασμῶν καὶ κινδύνων, σωθῆναι τοὺς δούλους σου.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος γ´. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν καθαρότητα, Πάτερ τοῦ βίου Σου, καὶ τὴν λαμπρότητα,τῆς πολιτείας Σου, ἡ Θεοτόκος Μαριάμ, ἐδήλωσε παραδόξως· ὅθεν καὶ Ποιμένα σε, Βοιωτία προσήκατο, ἤν περ καὶ ἐποίμανας, θεία ῥάβδῳ τῶν λόγων σου, τὴν θάλασσαν παθῶν διαῤῥήξας, τὸν νέον Ἰσραὴλ ἐκλυτρούμενος.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος δ´. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῶ.
Τὸν Ἱεράρχην τοῦ Χριστοῦ Ἰωάννην, τὸν Βοιωτίας ἐλεήμονα νέον, χρεωστικὼς τιμήσωμεν φιλέορτοι, πόθῳ ἐκμιμούμενοι, τὴν αὐτοῦ πολιτείαν, ἵνα ὑπαντήσωμεν, τῷ Χριστῷ ἐν ἐλέω, λαμπαδηφόροι πάντες οἱ πιστοί, ἐν οὐρανίοις σκηναῖς ἀγαλλόμενοι.
Ὁ Οἶκος
Ἄγγελος σαρκοφόρος, ἐπὶ γῆς ἀνεφάνης, τὴν φλόγα τῆς σαρκὸς κατασβέσας· καὶ τὰ θανατηφόρα Σατάν, καὶ πυρφόρα βέλη κραταιῶς Ὅσιε, συνέτριψας· διὰ τοῦτο Σοι κράζω Ἰωάννη ταὐτά:
Χαῖρε, ποιμὴν λογικῶν προβάτων·
Χαῖρε, λιμὴν τῶν ἐν ζάλη τοῦ βίου.
Χαῖρε, τῶν πενήτων τροφὴ ἀδαπάνητε·
Χαῖρε, τῶν Ὁσίων ἁπάντων ἐφάμιλλε.
Χαῖρε, ὅτι διεσκέδασας τὴν ὁμίχλην τῶν παθῶν·
Χαῖρε, ὅτι κατεφώτισας τὰς καρδίας τῶν πιστῶν.
Χαῖρε, τοῦ Βυζαντίου ὁ θεοφυτος κλάδος·
Χαῖρε, τῆς Βοιωτίας ὁ σεπτὸς Ἱεράρχης.
Χαῖρε, λαμπρὸν Θεοῦ ἐνδιαίτημα·
Χαῖρε, σεπτὸν Ναοῦ ἐγκαλλώπισμα.
Χαῖρε, γυμνῶν ἀναπήρων τε σκέπη·
Χαῖρε, Θηβῶν μέγα κλέος καὶ στῦλε,
Χαίροις, Πάτερ πανεύσπλαγγνε.
Μεγαλυνάριον
Τῶν Ἀρχιερέων ἡ καλλονή, καὶ τῶν ἐν κινδῦνοις, ἀντιλήπτωρ καὶ βοηθός· Χαίροις ὁ τὸ χαῖρε, παρὰ τῆς Θεοτόκου, λαβὼν ω Ἰωάννη, Θηβῶν τὸ καύχημα.
Πηγή: Ελλήνων Εκκλησία , Ενωμένη Ρωμηοσύνη

Στὶς 19 καὶ 20 Ἀπριλίου 2018 διεξήχθη στὸ Α΄ Ἀμφιθέατρο τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Διεθνὲς Συνέδριο. Τὸ θέμα του ἦταν: «Ἀθηναγόρας καὶ Οἰκουμένη: 70 χρόνια ἀπὸ τὴν ἐκλογὴ τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα στὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο καὶ ἀπὸ τὴν ἵδρυση τοῦ Π.Σ.Ε.».
Τραγικὴ κατάπτωση μιᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς ποὺ παλαιότερα ἐκαυχᾶτο ὡς παραδοσιακὴ καὶ πιστὴ στὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας.
Σὲ μᾶς δὲν προξένησε ἔκπληξη ἡ διοργάνωση τέτοιου Συνεδρίου γιὰ νὰ τιμηθεῖ ὁ Ἀθηναγόρας. Γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ποῦ ὁδηγεῖται ἡ Ἐκκλησία στοὺς καιρούς μας. Τὸ πλανεμένο πνεῦμα τοῦ Ἀθηναγόρα ἔχουν ἐνστερνισθεῖ πολλοὶ σημερινοὶ ποιμένες μας, αὐτὸ ἐξυμνοῦν καὶ μὲ αὐτὸ ὠθοῦν τὴν Ὀρθοδοξία στοὺς γκρεμοὺς τῆς οἰκουμενιστικῆς καὶ πανθρησκειακῆς ἐκτροπῆς.
Θλιβόμαστε καὶ πονοῦμε γι᾿ αὐτό. Μνημονεύουμε τὰ κρυστάλλινα λόγια τῶν ἁγίων μας «ζώντων καὶ τετελειωμένων» καὶ μὲ σεβασμὸ ὑψώνουμε φωνὴ υἱικὴ πρὸς τοὺς θαυμαστὲς τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα καὶ τοὺς παρακαλοῦμε: Μὴ ρίχνετε ἄλλη φωτιὰ στὸν τάφο τοῦ ἐκτραπέντος Πατριάρχη! Ἀφῆστε τον στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ἀκοῦστε τὸν διάπυρο λόγο τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους τότε ποὺ ἐπαινοῦσε τὴ διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου του.
Ἀκοῦστε τὴν πονεμένη κραυγὴ τοῦ ἁγίου Παϊσίου ποὺ ἔγραφε: «Τὰ γραφόμενά μου δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνας βαθύς μου πόνος διὰ τὴν γραμμὴν καὶ κοσμικὴν ἀγάπην, δυστυχῶς, τοῦ πατέρα μας κ. Ἀθηναγόρα. Ὅπως φαίνεται, ἀγάπησε μίαν ἄλλην γυναίκα μοντέρνα, ποὺ λέγεται Παπικὴ Ἐκκλησία, διότι ἡ Ὀρθόδοξος Μητέρα μας δὲν τοῦ κάμνει καμμίαν ἐντύπωσι, ἐπειδὴ εἶναι πολὺ σεμνή…».
Ἀκοῦστε τὴ δραματικὴ κραυγὴ τοῦ μεγάλου ὁσίου πατρὸς Ἰουστίνου Πόποβιτς: «Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας; Αὐτὸς μὲ τὴν νεοπαπιστικὴν συμπεριφοράν του εἰς τοὺς λόγους καὶ εἰς τὰς πράξεις σκανδαλίζει ἐπὶ μίαν ἤδη δεκαετίαν τὰς ὀρθοδόξους συνειδήσεις, ἀρνούμενος τὴν μοναδικὴν καὶ πανσωστικὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀναγνωρίζων τὰς Ρωμαϊκὰς καὶ ἄλλας αἱρέσεις ὡς ἰσοτίμους μὲ τὴν Ἀλήθειαν, ἀναγνωρίζων τὸν Ρωμαῖον Ἄκρον Ποντίφηκα μὲ ὅλην τὴν δαιμονικὴν ἀντιεκκλησιαστικὴν ὑπερηφάνειάν του. Καὶ προετοιμάζει μὲ αὐτοκτονικὴν ταχύτητα καὶ ἐπιπολαιότητα, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Βατικανοῦ, αὐτὴν τὴν ἰδικήν του λεγομένην ‘‘Μεγάλην Πανορθόδοξον Σύνοδον’’… Τὸν τελευταῖον καιρὸν αὐτὸς ἔχει γίνει πηγὴ ἀναρχισμοῦ καὶ μηδενισμοῦ εἰς τὸν ὀρθόδοξον κόσμον».
Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι πνευματικοὶ ὁδηγοὶ τῆς ἐποχῆς τὸν ἐπέκριναν δριμύτατα: ὁ π. Φιλόθεος Ζερβάκος, ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ὁ π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, ὁ Φώτης Κόντογλου, οἱ καθηγητὲς Παναγιώτης Τρεμπέλας, Ἀνδρέας Θεοδώρου, Κωνσταντίνος Μουρατίδης.
Γι᾿ αὐτὸ γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ φωνάζουμε: Μὴ ρίχνετε ἄλλη φωτιὰ στὸν τάφο του!
Πηγή: Ο Σωτήρ

Τί μπορεῖ νά εἶναι πιό ὑπέροχο καί πιό εὐχάριστο ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον;
Τό νά ἀγαπᾶ κανεῖς εἶναι μακαριότητα, τό νά μισεῖ εἶναι βασανιστήριο.
Ὅλος ὁ νόμος καί οἱ προφῆτες συνοψίζονται στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον1.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον εἶναι τό μονοπάτι πού ὁδηγεῖ στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, γιατί ὁ Χριστός, ὁ ἀληθινός Θεός2, εὐδόκησε νά ντυθεῖ μυστικά τόν κάθε πλησίον μας.
Μή νομίζεις, ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, πώς ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον μας εἶναι μέσα ἤ ἔστω κοντά στήν πεσμένη καρδιά μας. Γιατί ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης εἶναι ἐντολή πνευματική, ἐνῶ ἡ καρδιά μας εἶναι σαρκική. Ἡ ἐντολή εἶναι νέα, ἐνῶ ἡ καρδιά μας εἶναι παλαιά.
Μέ τήν πτώση τῶν προπατόρων μας στήν παρακοή καί τήν ἁμαρτία, ἡ φυσική μας ἀγάπη ἀλλοιώθηκε ἀνεπανόρθωτα. Πρέπει, λοιπόν, νά τή νεκρώσουμε –ἔτσι μᾶς προστάζει ὀ Χριστός– καί νά ἀντλήσουμε ἀπό τό Εὐαγγέλιο τή θεία ἀγάπη πρός τόν πλησίον, τήν ἀγάπη «ἐν Χριστῶ».
Ὅλα τά χαρακτηριστικά τοῦ νέου ἀνθρώπου, τοῦ ἀναγεννημένου ἀπό τόν Χριστό, πρέπει νά εἶναι νέα, καινούρια. Κανένα ἀπό τά παλαιά χαρακτηριστικά του δέν τοῦ ταιριάζει πιά.
Μπροστά στό Εὐαγγέλιο δέν ἔχει καμιάν ἀξία ἡ ἀγάπη ἡ ἀνθρώπινη, ἡ ἐμπαθής, ἡ ἐγωιστική, ἡ αἰσθησιακή, ἡ σαρκική. Καί ποιάν ἀξία μπορεῖ νά ἔχει, ὅταν, πάνω σέ μιάν ἔξαρση ρηχοῦ ζήλου, ὑπόσχεται νά θυσιαστεῖ γιά τόν Κύριο, καί ἔπειτα ἀπό μερικές μόνο ὥρες, ὅταν ὁ φόβος νικᾶ τόν ζῆλο, ὁρκίζεται ὄτι δέν Τόν γνωρίζει3;
Τό Εὐαγγέλιο ἀπορρίπτει τήν ἀγάπη τοῦ αἵματος καί τῆς σαρκικῆς καρδιᾶς. Μᾶς λέει: «Μή νομίστετε πώς ἥρθα γιά νά ἐπιβάλω ἀναγκαστική ὁμόνοια μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Δέν ἥρθα νά φέρω τέτοιαν ὁμόνοια ἀλλά διαίρεση. Πράγματι, ὁ ἐρχομός μου ἔφερε τόν διχασμό τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν πατέρα του, τῆς θυγατέρας μέ τή μητέρα της, τῆς νύφης μέ τήν πεθερά της. Κι ἔτσι ἐχθροί τοῦ ἀνθρώπου εἶναι οἱ δικοί του»4.
Ἡ πτώση ὑποδούλωσε τήν καρδιά στή σάρκα, στό αἵμα, στόν κοσμοκράτορα. Τό Εὐαγγέλιο ἐλευθερώνει τήν καρδιά ἀπ᾿ αὐτή τή δουλεία καί τή φέρνει κάτω ἀπό τή χειραγωγία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς διδάσκει νά ἀγαπᾶμε τόν πλησίον μας.
Ἡ ἀγάπη πού τρέφεται καί συντηρεῖται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι φωτιά. Μ᾿ αὐτή τή φωτιά καταστέλλεται ἡ φωτιά τῆς φυσικῆς καί σαρκικῆς ἀγάπης. «Ὁ πόθος τοῦ Θεοῦ σβήνει τόν πόθο τῶν γονέων», γράφει ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης. «Κι αὐτός πού ἰσχυρίζεται ὅτι ἔχει καί τούς δύο πόθους, ἀπατᾶ τόν ἑαυτό του»5.
Σέ τί κατάπτωση βρίσκεται ἡ φύση μας! Ἐκεῖνος πού εἶναι κατά φύση ἱκανός νά ἀγαπᾶ ὁλόθερμα τόν πλησίον, πρέπει νά ἀσκήσει βία στόν ἑαυτό του, γιά νά τόν ἀγαπήσει ὅπως θέλει τό Εὐαγγέλιο.
Ἡ φλογερή φυσική ἀγάπη εὔκολα μεταβάλλεται σέ ἀπέχθεια, σέ ἀδιάλλακτο μίσος6.
Πόσο πληγωμένη εἶναι ἡ φυσική μας ἀγάπη! Πόσο βαριά εἶναι ἡ πληγή τῆς ἐμπάθειας πού ἔχει πάνω της! Ἡ καρδιά, ὄταν κυριευθεῖ ἀπό τήν ἐμπάθεια, εἶναι ἰκανή γιά κάθε ἀδικία, γιά κάθε ἀνομία, φτάνει νά ἱκανοποιήσει τήν ἀρρωστημένη ἀγάπη της.
«Τίς ζυγαριές πού κλέβουν τίς μισεῖ ὁ Κύριος, ἐνῶ τό ζύγι τό σωστό Τοῦ εἶναι εὐπρόσδεκτο»7.
Ἡ φυσική, ἡ σαρκική ἀγάπη δίνει στό ἀγαπημένο της πρόσωπο καθετί τό γήινο, γιά ὁτιδήποτε οὐράνιο οὔτε πού σκέφτεται. Ἀπεναντίας, μάλιστα, ἐναντιώνεται στόν οὐρανό καί στό Πνεῦμα τό Ἅγιο, γιατί Αὐτό ζητάει σταύρωση τῆς σάρκας· ἐναντιώνεται στόν οὐρανό καί στό Πνεῦμα τό Ἅγιο, γιατί κατευθύνεται ἀπό τό πνεῦμα τό πονηρό, τό πνεῦμα τό ἀκάθαρτο καί ὀλέθριο.
Ἄς πιάσουμε τό Εὐαγγέλιο, ἀδελφέ μου, καί ἄς κοιταχθοῦμε σ᾿ αὐτό σάν σέ καθρέφτη. Ἄς κοιταχθοῦμε καί ἄς πετάξουμε ἀπό πάνω μας τά παλιά ἐνδύματα, μέ τά ὁποῖα ντυθήκαμε λόγω τῆς πτώσεώς μας. Ἄς στολιστοῦμε μέ τό καινούριο ἔνδυμα πού μᾶς ἑτοιμάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ὁ Χριστός εἶναι τό καινούριο ἔνδυμά μας. Γιατί, ὅπως μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος, «ὅσοι βαπτιστήκατε στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ντυθήκατε τόν Χριστό»8. Ἀλλά καί τό Πνεῦμα τό Ἄγιο, ὁ Παράκλητος, εἶναι τό καινούριο ἔνδυμά μας. «Θά ντυθεῖτε μέ δύναμη πού θά σᾶς ἔρθει ἀπό τόν οὐρανό (μέ τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος)», εἵπε ὁ Κύριος9.
Οἱ χριστιανοί ντύνονται τίς ἰδιότητες τοῦ Χριστοῦ μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κάθε χριστιανός μπορεῖ νά φορέσει αὐτό τό ἔνδυμα. «Ντυθεῖτε τόν Κύριο μας Ἰησοῦ Χριστό καί μήν ἀφήνετε τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό σας νά σᾶς παρασύρει στήν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν σας», λέει ὁ ἀπόστολος10.
Πρῶτα-πρῶτα, μέ τή χειραγώγηση τοῦ Εὐαγγελίου, πέταξε ἀπό πάνω σου τήν ἔχθρα, τή μνησικακία, τήν ὀργή, τήν κατάκριση καί ὅλα, γενικά, ὅσα ἔρχονται σέ εὐθεία ἀντίθεση μέ τήν ἀγάπη. Τό Εὐαγγέλιο μᾶς προτρέπει νά προσευχόμαστε γιά τούς ἐχθρούς μας, νά δίνουμε εὐχές σ᾿ αὐτούς πού μᾶς μισοῦν, νά συγχωροῦμε αὐτούς πού μᾶς ἀδικοῦν11. Ἐσύ, πού θέλεις ν᾿ ἀκολουθήσεις τόν Χριστό, ἀγωνίσου νά ἐφαρμόζεις ὅλες αὐτές τίς ἐντολές. Δέν φτάνει, βλέπεις, νά θαυμάζεις τή σοφία καί ἀνωτερότητα τῶν ἐντολῶν του. Δυστυχῶς, ὄμως, πολλοί ἀρκοῦνται σ᾿ αὐτό.
Ὅταν ἀρχίσεις νά ἐφαρμόζεις τίς εὐαγγελικές ἐντολές, πεισματικά θά ἐναντιωθοῦν στήν προσπάθειά σου τά ἀφεντικά τῆς καρδιᾶς σου. Καί αὐτά εἶναι, πρῶτον, ἡ σαρκική σου κατάσταση, κατάσταση στήν ὁποία εἵσαι ὑποταγμένος, καί δεύτερον, τά πονηρά πνεύματα, οἱ δαίμονες, πού κυριαρχοῦν στή σαρκική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ σοφία σου ἡ ἀνθρώπινη, τό δικαίωμά σου τό ἐγωιστικό καί τά δικαιώματα πού τά πονηρά πνεύματα ἔχουν ἀποκτήσει ἐπάνω σου, θά ἀπαιτήσουν ἀπό σένα νά μήν ἐπιτρέψεις τή μείωση τῆς «τιμῆς» σου καί τῶν ἄλλων σαρκικῶν προτερημάτων σου, ἀλλά νά τά ὑπερασπιστεῖς. Ἐσύ, ὅμως, ὑπόμεινε μέ ἀνδρεία τόν ἀόρατο πόλεμό τους, χωρίς νά ὑποχωρεῖς, μέ τήν καθοδήγηση τοῦ Εὐαγγελίου, μέ τήν καθοδήγηση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου. Γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν θυσίασέ τα ὄλα. Χωρίς θυσία, δέν θά μπορέσεις νά τίς τηρήσεις. Ὁ Κύριος εἵπε στούς μαθητές Του: «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του»12.
Ὄταν εἶναι μαζί σου ὁ Κύριος, νά πιστεύεις στή νίκη. Δέν μπορεῖ παρά νά εἶναι Αὐτός ὁ νικητής. Ζήτα Του τή νίκη, ζήτα την ἀκατάπαυστα μέ προσευχή καί δάκρυα. Ἔτσι, κάποια στιγμή, ἀναπάντεχα θά ἐνεργήσει ἡ χάρη στήν καρδιά σου. Ξάφνου θά νιώσεις τή γλυκύτητα καί τήν τέρψη τῆς πνευματικῆς ἀγάπης πρός τούς ἐχθρούς.
Ἔχεις πολύν ἀγώνα ἀκόμα! Πρέπει νά καλλιεργήσεις μέσα σου γενναῖο φρόνημα. Ρίξε μιά ματιά στά ἀντικείμενα τῆς ἀγάπης σου. Σοῦ ἀρέσουν πολύ; Εἵσαι πολύ δεμένος μαζί τους; Ἀπαρνήσου τα!
Αὐτή τήν ἀπάρνηση ζητάει ἀπό σένα ὁ Κύριος, ὁ νομοθέτης τῆς ἀγάπης, ὄχι γιά νά σοῦ στερήσει τήν ἀγάπη καί τά πρόσωπα πού ἀγαπᾶς, ἀλλά γιά ν᾿ ἀρνηθεῖς τή σαρκική ἀγάπη, πού ἔχει μολυνθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία, καί νά γίνεις ἱκανός νά δεχθεῖς τήν πνευματική ἀγάπη, τήν καθαρή καί ἁγία, πού ἀποτελεῖ τήν ὑπέρτατη μακαριότητα. Ὅποιος ἀποκτᾶ τήν πνευματική ἀγάπη, μέ ἀπέχθεια ἀντικρίζει πιά τή σαρκική σάν μιά καρικατούρα ἀγάπης.
Πῶς θ᾿ ἀρνηθεῖς, ὅμως, τά ἀντικείμενα τῆς ἀγάπης σου, πού ἔχουν ριζώσει στήν καρδιά σου; Πές γι᾿ αὐτά στόν Θεό: “Δικά Σου εἶναι, Κύριε. Κι ἐγώ τί εἵμαι; Ἕνα ἀδύναμο πλάσμα ὁλότελα ἀσήμαντο. Σήμερα πατῶ ἀκόμα πάνω στή γῆ καί εἵμαι ἴσως λίγο χρήσιμος στά ἀγαπημένα μου πρόσωπα. Αὔριο, ὅμως, μπορεῖ νά φύγω ἀπό τή γῆ, καί τότε δέν θά εἵμαι πιά τίποτα γι᾿ αὐτούς. Εἴτε τό θέλω εἴτε ὄχι, ἔρχεται ὁ θάνατος, ἔρχονται διάφοες βιοτικές περιστάσεις καί ἀναγκαστικά μέ χωρίζουν ἀπ᾿ αὐτούς πού θεωροῦσα δικούς μου, μά ἤδη δέν εἶναι δικοί μου. Οὐσιαστικά ποτέ δέν ἦταν δικοί μου. Ὑπῆρχε μόνο κάποια σχέση ἀνάμεσά μας. Ἀπ᾿ αὐτή τή σχέση γελάστηκα καί τούς εἵχα σάν δικούς μου. Ἄν ἦταν πραγματικά δικοί μου, θά μοῦ ἀνῆκαν γιά πάντα. Ὅλα τά πλάσματα ἀνήκουν στόν Πλάστη, τόν Θεό καί Δεσπότη τους. Ὅ,τι λοιπόν, εἶναι δικό Σου, Κύριε, Σοῦ ἐπιστρέφω. Μάταια τό οἰκειοποιήθηκα. Ἔκανα λάθος”.
Γι᾿ αὐτούς πού ἀγαπᾶς, πιό ἀσφαλές εἶναι ν᾿ ἀνήκουν στόν Θεό. Ὁ Θεός εἶναι αἰώνιος, παντοδύναμος, πανάγαθος, «πανταχοῦ παρών». Σ᾿ ὅποιον γίνεται δικός Του, εἶναι ὁ πιό πιστός βοηθός καί ὁ πιό βέβαιος προστάτης.
Ὁ Θεός δίνει στόν ἄνθρωπο τούς δικούς Του. Καί γίνονται στόν ἄνθρωπο οἱ ἄνθρωποι «δικοί του», πρόσκαιρα ὡς πρός τή σάρκα καί αἰώνια ὡς πρός τό πνεῦμα, ὅταν ὁ Θεός εὐδοκήσει νά τοῦ τούς δώσει ὡς δῶρο.
Ἡ ἀληθινή ἀγάπη πρός τόν πλησίον εἶναι θεμελιωμένη πάνω στήν πίστη στόν Θεό, εἶναι ἀγάπη «ἐν τῷ Θεῷ». Ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου παρακαλοῦσε τόν Πατέρα Του: «Νά εἶναι ὅλοι (οἱ πιστοί) ἕνα, ὅπως Ἐσύ, Πατέρα, εἵσαι ἑνωμένος μ᾿ ἐμένα κι ἐγώ μ᾿ Ἐσένα· νά εἶναι κι αὐτοί ἑνωμένοι μ᾿ ἐμᾶς»13.
Ἡ ταπεινοφροσύνη καί ἡ ἀφοσίωση στόν Θεό θανατώνουν τή σαρκική ἀγάπη, ἡ ὁποία ζεῖ μέσω τῆς ὑπερηφάνειας καί τῆς ἀπιστίας.
Ὅ,τι ὠφέλιμο καί ὄ,τι ἐπιτρεπτό ἀπό τόν θείο νόμο μπορεῖς νά κάνεις στά ἀγαπημένα σου πρόσωπα, κάνε το, ἀλλά πάντα νά τά ἀναθέτεις στόν Θεό. Ἔτσι, σιγά-σιγά, ἡ τυφλή καί ἀλόγιστή σαρκική ἀγάπη σου θά μετατραπεῖ σέ πνευματική, διακριτική, ἁγία.
Ἄν ἡ ἀγάπη σου εἶναι ἐμπαθής καί ἀντίθετη στόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ἀπόρριψέ την σάν σίχαμα. Δέν εἶναι ἀπελευθερωμένη ἡ καρδιά σου; Εἶσαι ἐμπαθής. Εἶναι αἰχμάλωτη ἡ καρδιά σου; Ἔχεις μέσα σου πάθος ἄλογο καί ἁμαρτωλό. Ἡ ἁγία ἀγάπη εἶναι ἐλεύθερη, καθαρή, ὅλη «ἐν τῷ Θεῷ». Εἶναι ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού ἐνεργεῖ στήν καρδιά ἀνάλογα μέ τήν καθαρότητά της.
Διῶξε μακριά σου τήν ἔχθρα, βγάλε ἀπό μέσα σου τήν ἐμπάθεια, ἀπαρνήσου τή σαρκική ἀγάπη, ἀπόκτησε τήν ἀγάπη τήν πνευματική. «Φύγε μακριά ἀπό τό κακό καί κάνε τό καλό»14.
Νά τιμᾶς τόν πλησίον σου σάν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά τόν τιμᾶς μέσα στήν ψυχή σου, ἀόρατα στούς ἄλλους, φανερά μόνο στή συνείδησή σου. Ἡ ἀπόδοση τιμῆς ἄς εἶναι μυστική ἀλλά καί εἰλικρινής, ἄς ἀνταποκρίνεται δηλαδή στήν πραγματική ψυχική σου διάθεση.
Νά τιμᾶς τόν πλησίον σου ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἡλικία, τό φύλο ἤ τήν κοινωνική του θέση, καί σιγά-σιγά θ᾿ ἀρχίσει νά ἐμφανίζεται μέσα στήν καρδιά σου ἡ ἀγάπη. Αἰτία αὐτῆς τῆς ἀγάπης δέν εἶναι ἡ σάρκα καί τό αἵμα οὔτε ἡ κίνηση τῶν αἰσθημάτων, ἀλλά ὁ Θεός.
Ὅσοι στεροῦνται ἤ θά στερηθοῦν τή δόξα τ᾿ οὐρανοῦ, δέν εἶναι πάντως στερημένοι τῆς ἄλλης δόξας, ἐκείνης πού πῆρε ὁ ἄνθρωπος ὅταν πλάστηκε ἀπό τόν Δημιουργό. Ὅλοι εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν ἀκόμα, λοιπόν, ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ριχθεῖ στίς φλόγες τοῦ φοβεροῦ ἅδη, ἐγώ ὀφείλω νά τήν τιμῶ. Τί μέ νοιάζουν οἱ φλόγες καί ὁ ἅδης;! Ἐκεῖ ρίχτηκε ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ σύμφωνα μέ τή δικαιοκρισία Ἐκείνου. Τό δικό μου καθῆκον εἶναι νά διατηρήσω τόν σεβασμό μου πρός τή θεϊκή εἰκόνα καί μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο νά γλιτώσω τόν ἑαυτό μου ἀπό τόν ἅδη.
Καί στόν τυφλό καί στόν λεπρό καί στόν βλαμμένο καί στόν ἐγκληματία καί στόν εἰδωλολάτρη καί στό βρέφος νά ἀποδίδεις τήν τιμή πού πρέπει σέ εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Τί δουλειά ἔχεις μέ τίς ἀδυναμίες τους καί τά ἐλαττώματά τους; Νά παρακολουθεῖς ἄγρυπνα τόν ἐαυτό σου, γιά νά μή γίνει ἐλλειπτική ἡ ἀγάπη σου.
Τιμώντας τόν χριστιανό, τιμᾶς τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος, γιά νά μᾶς νουθετήσει, εἵπε αὐτό πού θά μᾶς πεῖ καί στήν τελική Κρίση: «Ἀφοῦ κάνατε τό καλό σ᾿ ἕναν ἀπό τούς ἄσημους τούτους ἀδελφούς μου, σ᾿ ἐμένα τό κάνατε»15. Κράτησε στή μνήμη σου αὐτά τά εὐαγγελικά λόγια, καί θά γίνεις ζηλωτής τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Ὁ ζηλωτής τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον πλησιάζει μ᾿ αὐτή τήν ἀγάπη τόν Θεό.
Ἄν νομίζεις ὅτι ἀγαπᾶς τόν Θεό, καί μέσα στήν καρδιά σου ὑπάρχει κακή διάθεση γιά ἕναν ἔστω ἄνθρωπο, τότε βρίσκεσαι σέ μεγάλη πλάνη. «Ἄν κάποιος πεῖ», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, «“ἀγαπῶ τόν Θεό”, μισεῖ ὅμως τόν ἀδελφό του, εἶναι ψεύτης… Αὐτή τήν ἐντολή μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός: Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Θεό, πρέπει ν᾿ ἀγαπᾶ καί τόν ἀδελφό του»16.
Ἡ πνευματική ἀγάπη πρός τόν πλησίον εἶναι γνώρισμα ψυχῆς ἀναγεννημένης ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. «Ἐμεῖς ξέρουμε», γράφει ὁ ἴδιος ἀπόστολος, «πώς ἀπό τόν θάνατο ἔχουμε περάσει στή ζωή· κι αὐτό τό ξέρουμε ἐπειδή ἀγαπᾶμε τούς ἀδελφούς μας· αὐτός πού δέν ἀγαπᾶ τόν ἀδελφό του, παραμένει στόν θάνατο»17.
Ἡ τελειότητα τοῦ χριστιανισμοῦ βρίσκεται στήν τελειότητα τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Ἡ τέλεια ἀγάπη πρός τόν πλησίον βρίσκεται στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, στήν ὁποία δέν ὑπάρχει τελειότητα, δέν ὑπάρχει τέλος. Ἀτέλειωτη εἶναι ἡ πρόοδος στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, γιατί ἀγάπη εἶναι ὁ ἄναρχος Θεός.
Ζήτα, ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, νά ἀνοιχθεῖ μέσα σου ἡ πνευματική ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Μπαίνοντας σ᾿ αὐτήν, θά μπεῖς στόν ἄπειρο χῶρο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ· θά περάσεις τίς πύλες τῆς ἀναστάσεως, τίς πύλες τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἀμήν.
____________
1 Ματθ. 22:40. 2 Α΄ Ἰω. 5:20. 3 Βλ. Ματθ. 26:35, 72-74. 4 Ματθ. 10:34-36. 5 Ὅ.π. Γ΄, 21. 6 Βλ. Β΄ Βασ.13:15. 7 Παροιμ. 11:1. 8 Γαλ. 3:27. 9 Λουκ. 24:49. 10 Ρωμ. 13:14. 11 Βλ. Ματθ. 5:44. 12 Ματθ. 16:24. 13 Ἰω. 17:21. 14 Ψαλμ. 33:15. 15 Ματθ. 25:40. 16 Α΄ Ἰω. 4:20, 21. 17 Α΄ Ἰω. 3:14.
Πηγή: (Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ἀπό τό βιβλίο “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Α΄, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ), hristospanagia3.blogspot.gr, Η άλλη όψη