
ΕΙΜΑΙ ανυπόμονος. Πιάνω την πένα μου και αρχίζω αμέσως να σου γράφω πάλι για την ομορφιά, τη θελκτικότητα, τη γλυκύτητα της θείας χάριτος και της θεοχαρίτωτης ψυχής. Το κάνω για ν’ αυξήσω τη γνώμη σου γύρω απ’ αυτό το θέμα, για να ενισχύσω τον ιερό πόθο σου και για να φουντώσω τον ένθεο ζήλο σου. Αυτή τη φορά, όμως, δεν θα χρησιμοποιήσω λόγια δικά μου, αλλά κάποιου θεόσοφου αγίου του Μεγάλου Μακαρίου, ο οποίος στη δέκατη όγδοη ομιλία του αναφέρει τα εξής: «Αν ένας άνθρωπος στον κόσμο τούτο είναι πολύ πλούσιος κι έχει στην κατοχή του κρυμμένο θησαυρό, με το θησαυρό και τον πλούτο του αποκτάει όλα όσα θέλει. Έτσι κι αυτοί που έχουν βρει και κατέχουν τον επουράνιο θησαυρό του Πνεύματος (δηλαδή τη θεία χάρη), αποκτούν κάθε αρετή απ’ αυτόν τον θησαυρό και μαζεύουν με τη δύναμή του περισσότερο ουράνιο πλούτο. Ο απόστολος λέει: «Εμείς, που έχουμε το θησαυρό τούτο, είμαστε σαν πήλινα δοχεία» (Β΄ Κορ. 4:7)∙ ενώ, δηλαδή, είμαστε ακόμα ενωμένοι με τη σάρκα, αξιωθήκαμε ν’ αποκτήσουμε μέσα μας το θησαυρό αυτό, που είναι η αγιαστική δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
»Αυτός λοιπόν, που βρήκε και έχει μέσα του τον επουράνιο θησαυρό του Αγίου Πνεύματος, μπορεί με τη δύναμή Του, να πραγματοποιεί κάθε έργο δικαιοσύνης, που απορρέει από τις εντολές του Θεού, και να εκτελεί κάθε έργο αρετής αγνά και καθαρά, εύκολα και αβίαστα.
»Ας παρακαλέσουμε κι εμείς τον Θεό, ας προσευχηθούμε και ας Του ζητήσουμε να μας χαρίσει το θησαυρό του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μπορέσουμε να εφαρμόσουμε τις εντολές Του με αγνότητα και καθαρότητα.
»Πρέπει να επιμένει κανείς στην ικεσία προς τον Κύριο, για ν’ αξιωθεί να βρει και να δεχθεί τον επουράνιο θησαυρό του Αγίου Πνεύματος. Όταν όμως τον βρει, άκοπα θα κατορθώσει να εφαρμόσει όλες τις εντολές του Κυρίου με αγνότητα και καθαρότητα, τις εντολές που πρωτύτερα δεν μπορούσε να εφαρμόσει ούτε με μεγάλο κόπο. Ο θησαυρός αυτός αποκτάται ύστερα από μεγάλη αναζήτηση, με πίστη και υπομονή».
Πώς, όμως, αισθάνονται εκείνοι στους οποίους η χάρη του Αγίου Πνεύματος έχει αρχίσει να εκδηλώνεται φανερά; Να τί λέει γι’ αυτό ο άγιος Μακάριος:
«Όσοι αξιώθηκαν “να γίνουν παιδιά του Θεού” (Ιω. 1:12) και να γεννηθούν από τον ουρανό, δηλαδή από το Άγιο Πνεύμα, έχουν τον Χριστό μέσα τους, που τους φωτίζει και τους αναπαύει. Αυτοί οδηγούνται με πολλούς και διάφορους τρόπους από το Πνεύμα. Δέχονται μυστικά μέσα στην καρδιά τους τη θεία χάρη, που τους δίνει πνευματική ανάπαυση. Μερικές φορές αισθάνονται σαν να βρίσκονται σε βασιλικό δείπνο, όπου χαίρονται και ευφραίνονται με τρόπο ανέκφραστο. Άλλοτε νιώθουν σαν την νεόνυμφη γυναίκα, που η παρουσία του συζύγου της της χαρίζει ασφάλεια και ανάπαυση. Άλλοτε, μολονότι ενωμένοι με το σώμα τους, νιώθουν σαν ασώματοι άγγελοι. Άλλοτε είναι σαν μεθυσμένοι από πιοτό, ενώ στην πραγματικότητα ευφραίνονται και μεθούν από το Πνεύμα με μια θεϊκή μέθη πνευματικών μυστηρίων. Άλλοτε καίγονται τόσο από τη μεγάλη αγαλλίαση που τους δίνει το Πνεύμα, ώστε, αν ήταν δυνατό, θα έβαζαν όλους τους ανθρώπους μέσα στην καρδιά τους, χωρίς να ξεχωρίζουν τους καλούς από τους κακούς. Άλλοτε ταπεινώνονται τόσο πολύ, με την ταπεινοφροσύνη που τους χαρίζει το Πνεύμα, ώστε να θεωρούν τον εαυτό τους τελευταίο και κατώτερο απ’ όλους τους ανθρώπους. Άλλοτε αναπαύονται σε πολύ μεγάλη ησυχία, γαλήνη και ειρήνη, μέσα σε μιαν ανέκφραστη πνευματική ευφορία. Άλλοτε αποκτούν τόσο μεγάλη σοφία, γνώση και σύνεση από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που είναι αδύνατο να τις εκφράσει γλώσσα ανθρώπινη. Άλλοτε, πάλι, γίνονται σαν απλοί άνθρωποι».
Τι υπέροχη, τι ποθητή κατάσταση! Να και μια σύντομη περιγραφή της ψυχής που έχει φωτιστεί από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος:
«Όταν η ψυχή φτάσει στην τελειότητα του Πνεύματος, αφού καθαριστεί εντελώς απ’ όλα τα πάθη και ενωθεί με τον Παράκλητο σε μιαν ανέκφραστη κοινωνία, αξιώνεται και η ίδια, ως ενωμένη με το Πνεύμα, να πνευματοποιηθεί. Τότε γίνεται όλη φως, όλη οφθαλμός, όλη χαρά, όλη ανάπαυση, όλη αγαλλίαση, όλη αγάπη, όλη ευσπλαχνία, όλη αγαθότητα, όλη καλοσύνη».
Να τι αγωνίζονταν να κατορθώσουν – και κατόρθωσαν – οι άγιοι ασκητές! Δεν αξίζει ν’ αγωνιστούμε κι εμείς γι’ αυτό; Η είσοδος στον κόσμο της χάριτος, τον κόσμο του Αγίου Πνεύματος, είναι ανοιχτή στον καθένα. Η βασιλεία του Θεού δεν είναι «κήπος κλεισμένος» (Άσμα 4:12). Τα αγαθά της τα έχει υποσχεθεί ο Κύριος σε όλους μας, και μπορούμε να τα αποκτήσουμε. Προκαταβολή της αποκτήσεώς τους είναι η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που μας δίνεται στα Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος. Εμείς δεν έχουμε παρά να «σκάψουμε» μέσα μας, στον κήπο της ψυχής μας, όπου είναι θαμμένος αυτός ο θησαυρός, για να τον βρούμε και να τον οικειοποιηθούμε. Ας πιάσουμε το φτυάρι μας κι ας αρχίσουμε να βγάζουμε το χώμα. Με τις πρώτες φτυαριές το χρυσάφι και το ασήμι θ’ αρχίσουν να λαμποκοπούν. Έπειτα από λίγο όλος ο θησαυρός θα βγει στο φως. Τότε η χαρά μας δεν θα έχει όρια.
Στο προηγούμενο γράμμα μου σου υπέδειξα το δρόμο της αποφασιστικότητας. Δε στο ανέφερα, όμως, πώς συγκεκριμένα γεννιέται στην ψυχή η αποφασιστικότητα και πώς καταλήγει σε θετική προσπάθεια. Αυτό θα κάνω τώρα.
Ακόμα κι ένα απλό ενδιαφέρον για κάποιο αντικείμενο μπορεί να κεντρίσει την ενεργητικότητα. Στην περίπτωση, ωστόσο, του απλού ενδιαφέροντος, είναι πιθανό να μην κινητοποιηθεί η ψυχή, αλλά να μεταθέσει την έναρξη της προσπάθειας σε μελλοντικό χρόνο. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η αναβολή αυτή να παραταθεί για πολύ. Από τη στιγμή, όμως, που η ψυχή θα αντιληφθεί ότι ένα αντικείμενο ή έργο είναι επιτακτικά αναγκαίο και εξαιρετικά επείγον, ανυπέρθετα παίρνει την απόφαση για την απόκτηση ή την εκτέλεσή του. Να ένα παράδειγμα: Κάποιος άνθρωπος, νωθρός και τεμπέλης, κάθεται στο δωμάτιό του. Αν το σπίτι πιάσει φωτιά, μην του φωνάξεις. Άφησέ τον να δει τη φωτιά, και θα πεταχτεί αμέσως έξω. Αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε κι εμείς: Να νικάμε τη νωθρότητα και την αναποφασιστικότητά μας με τη μνήμη της άσβεστης φωτιάς, που μας περιμένει, να παρακινούμε τον εαυτό μας σε αγώνα με την υπόμνηση του κινδύνου της αιώνιας καταστροφής μας. Όσο περισσότερο συνειδητοποιούμε αυτή την πραγματικότητα, τόσο ζωηρότερα εκδηλώνεται η ψυχική μας ενεργητικότητα, ωθώντας μας σε δράση.
Πάρε οποιαδήποτε μικρή δυσκολία της ζωής σου, για να καταλάβεις τι αναλογικά θα κάνεις και στην περίπτωση για την οποία μιλάμε. Εγώ θα έλεγα τούτο μόνο: Ο θάνατος μπορεί να έλθει οποιαδήποτε στιγμή. Τι θα μας συμβεί τότε; Ίσως ό,τι και στον κακό δούλο της παραβολής – το τάλαντο, το δώρο της χάριτος, του αφαιρέθηκε, και ο ίδιος πετάχτηκε στο αιώνιο σκοτάδι (Ματθ. 25 : 28-30)∙ ή ίσως ό,τι και στις άμυαλες παρθένες της άλλης παραβολής, που έμειναν έξω από τη γιορτή του γάμου, ακούγοντας το «δεν σας ξέρω» (Ματθ. 25:10-12 ). Στ’ αλήθεια, είτε η μία είτε η άλλη συμφορά θα μας βρει, αν δεν αναφλέξουμε τη χάρη μέσα μας κι αν δεν φωτιστούμε απ’ αυτήν. Βάλε νοερά τον εαυτό σου στην κατάσταση είτε του κακού δούλου είτε της άμυαλης παρθένας, και η αναποφασιστικότητά σου -αν, βέβαια, είσαι αναποφάσιστη- θα εξανεμιστεί. Τίποτα, βλέπεις, δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στη μνήμη του θανάτου, της κρίσεως και της κολάσεως. Ο σοφός Σειράχ λέει: «Να θυμάσαι πάντα τα στερνά σου, και δεν θα πέσεις ποτέ σε αμαρτία» (Σοφ. Σειρ. 7:36). Κράτα, λοιπόν, σταθερά στο νου σου αυτή τη θύμηση και μην την αφήσεις να εξασθενήσει ή να χαθεί. Καλό βοήθημα είναι το βιβλίο «Βοστάνι σπιάι»(*), που σου έχω δώσει.
Μια άλλη πλευρά είναι η ύπαρξη βοήθειας. Αυτή δίνει στην ψυχή θάρρος και αγαθή ελπίδα για την αποφυγή της συμφοράς, αυτή είναι που την εμπνέει και την παρακινεί σε δράση. Διαφορετικά, η αίσθηση της επικείμενης και αναπότρεπτης καταστροφής θα την βύθιζε στην απελπισία. Στο παράδειγμα που ανέφερα παραπάνω, δεν υπήρχε μήτε μια πόρτα ξεκλείδωτη, μήτε ένα παράθυρο ανοιχτό όταν έπιασε φωτιά το σπίτι, μόνο ένα πράγμα θα μπορούσε να κάνει ο άνθρωπος που τυλιγόταν στις φλόγες: Να τραβάει τα μαλλιά του! Το ίδιο συμβαίνει και με την ψυχή που κινδυνεύει να κολαστεί (γιατί δίχως τη χάρη αναπόφευκτα θα στερηθούμε τη βασιλεία των ουρανών): Προβλέποντας τον κολασμό της, δεν θα είχε παρά ν’ απελπιστεί, αν δεν γνώριζε ότι της παρέχεται βοήθεια. Δοξασμένος ας είναι ο Κύριος, που μας έχει προσφέρει ήδη τα μέσα της λυτρώσεώς μας από την αιώνια απώλεια. Όλα είναι προετοιμασμένα, όλα είναι στο χέρι μας, όλα είναι στην ψυχή μας. Δεν απομένει παρά να δραστηριοποιηθούμε και ν’ αγωνιστούμε. Τι θα κάνουμε, λοιπόν; Θα συνεχίσουμε ν’ αναβάλλουμε από μέρα σε μέρα;
Ας έρθω, όμως, σ’ εσένα. Νομίζω ότι δεν έχεις ν’ αρχίσεις κάτι το ιδιαίτερο, δεν έχεις ν’ αλλάξεις τίποτα στη ζωή σου. Συνέχισε να ζεις μέσα στο πνεύμα όπου ανατράφηκες. Κράτησε τις ευσεβείς αρχές της οικογένειάς σου. Αγάπησε ολόψυχα τον πνευματικό τρόπο ζωής και αποφάσισε αυτοπροαίρετα να ζήσεις πνευματικά ως το θάνατό σου. Η μέχρι τώρα χριστιανική σου ζωή δεν ήταν στην πραγματικότητα δική σου. Άλλοι σε οδηγούσαν σ’ αυτήν. Είναι, βέβαια, πολύ καλό το ότι σ’ έβαλαν στο δρόμο του Θεού. Μετά την ενηλικίωσή σου, όμως, δεν θα συνεχίσεις να βαδίζεις στον ίδιο δρόμο, αν δεν το θέλεις εσύ η ίδια, αν δηλαδή δεν επιλέξεις, συνειδητά πια και ακούσια, τη ζωή του πνεύματος. Και την επιλογή αυτή πρέπει να την κάνεις το συντομότερο, γιατί αλλιώς ή θα σαγηνευθείς ολοκληρωτικά από το πονηρό πνεύμα της κοσμικής ζωής ή θα καταλήξεις στη χλιαρότητα, όπως ήδη σου έχω πει.
Σκέψου το, για τον Θεό, και μην αργήσεις ν’ αποφασίσεις. Ο Κύριος να σ’ ευλογεί!
(*) Το «Βοστάνι σπιάι» («Έγειρε ο καθεύδων») είναι ένα μικρό βιβλίο με επιλογή κειμένων του αγίου Τύχωνος του Ζαντόνσκ.
Πηγή: («Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ, Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ γράμματα σε μια ψυχή», ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ), Η άλλη όψη

Μετά από εκατό και πλέον χρόνια, εξαπλώσεως και ωριμάνσεως της μάστιγος της παναιρέσεως του επαράτου οικουμενισμού, κρίθηκε αναγκαίο εφέτος να περάση πανηγυρικά και δια πύλης «Μ. Συνόδου». Για το κλίμα των ημερών αυτών το προ και μετά την «Σύνοδο» αυτή έχω να πω τα εξής:
Ενώ ορισμένες δυνάμεις θα μπορούσαν να σταματήσουν τον κατήφορο της οικουμενιστικής λαίλαπας με το αγωνιστικό τους φρόνημα ως ταγμένοι με την αφιέρωσή τους στην Εκκλησία του Χριστού, δεν το κάνουν η το κάνουν με υποκριτικό φρόνημα.
Ενώ πριν την «Σύνοδο» έδειχναν ότι είναι προβληματιζόμενοι και έκαναν ένα αγώνα διαμαρτυρίας γενικά δια τα θέματα και την λειτουργία της «Συνόδου», μετά από αυτήν (ίσως λόγω αμνησίας) την επικροτούν η τηρούν σιγήν ιχθύος η γράφουν κείμενα γρηφώδη και διπλωματικά. Επάνω σε αυτό το υποκριτικό είδος αγώνος έχω να πω τα εξής: Εάν η κορωνίδα όλων των αγίων αρετών είναι η ευλογημένη ταπείνωση, που κατέβασε από τους ουρανούς τον Λυτρωτήν του γένους των ανθρώπων, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, όπου με την αγιαστική του θυσία ανέστησε τον πεπτωκότα άνθρωπο και τον αποκατέστησε όπου ην το πρότερον, από την αντίπερα όχθη τώρα την κορωνίδα όλων των κακών στο ανθρώπινο γένος την κατέχει η φαρμακερή οχιά της υποκρισίας που μας κάνει υπολόγους σήμερα για την γενική αποστασία μας. Όλα τα παράνομα που πέρασαν και περνούν σήμερα στη ζωή μας και στο χώρο της Εκκλησίας και στο χώρο της πολιτείας πέρασαν φορώντας της υποκρισίας το ένδυμα.
Δεν μπορεί πριν την «Σύνοδο» να επισημαίνουμε προβληματιζόμενοι τα τρωτά σημεία της «Συνόδου» και μετά απ’ αυτήν, ενώ δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν τα σημεία αυτά να χρησιμοποιούμε διπλωματική γλώσσα και να κτυπούμε αλύπητα το σαμάρι του ζώου, προς μεγάλη χαρά των οικουμενιστών!
Η διπλωματία δεν αρμόζει στο σχήμα των ρασοφόρων, διότι η αθώα τάχα διπλωματία έχει μητέρα την υποκρισία, έχει μητέρα την υπερηφάνεια, ο δε γεννήτωρ της υπερηφανείας είναι ο ανθρωποκτόνος διάβολος. Βλέπουμε εδώ καθαρά ότι ο παππούς της αθώας τάχα διπλωματίας είναι ο ανθρωποκτόνος διάβολος. Γέγραπται γαρ εν τω αγίω Ευαγγελίω «Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου. Το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστι». Η «Σύνοδος» της Κρήτης αντί να καταδικάση την μάστιγα της παναιρέσεως του οικουμενισμού, έκανε πράξη αυτά που πιστεύουν και διακηρύττουν χρόνια οι οικουμενιστές, δηλαδή την αναγνώριση των αιρετικών εκκλησιών και έτσι με την Βούλα πλέον της «Συνόδου» θα συνεχίσουν τον παράνομο αγώνα τους.
Τα εύσημα για την «Σύνοδο» της Κρήτης εξέφρασε και ο μέγας αιρεσιάρχης Πάπας, δηλώσας ότι έγινε ένα βήμα προς τα εμπρός και όποιος δηλώνει τα όμοια γράφεται το όνομά του πίσω από τον Πάπα. Τα προηγούμενα χρόνια δεν ευδόκησε ο Θεός να συνέλθη Μ. Σύνοδος, έτσι και τώρα έδειξε σημείο, για τη μη σύγκληση Συνόδου, με τη μη προσέλευση τεσσάρων Πατριαρχείων.
Πολλοί μοναχοί εδώ στο Άγιον Όρος βλέποντες την παρουσία αιρετικών στην «Σύνοδο» και την λειτουργικότητα και θεματολογία της «Συνόδου» αναρωτιούνται για ποιό λόγο συνήλθε «Σύνοδος»;!
Για τις δυνάμεις που μπορούν να βάλουν φρένο σε αυτό τον κατήφορο των οικουμενιστών και δεν το κάνουν και τηρούν σιγή ιχθύος έχω να πω τα εξής. Σεις μόνοι κατοικήτε εν Ιερουσαλήμ και ουκ οίδατε τα γενόμενα;!
Αν στο εξής δεν υπάρξη συντονισμένος αγώνας κατά των παρανόμων ενεργειών των οικουμενιστών, το μεγάλο δώρο που πήραν οι οικουμενιστές από την ψευδοσύνοδο της Κρήτης θα μας οδηγήση πολύ σύντομα σε ασυγκρίτως μεγαλύτερο σχίσμα από το Μεταξάκειο ημερολογιακό σχίσμα.
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος , Ακτίνες

Έπεσαν οι μάσκες εκθέτοντας βαρύτατα όσους στην Ελλάδα ή την Κύπρο πιστεύουν ότι με αυτή την Τουρκία θα μπορέσουν να κάνουν συμφωνία για μια δίκαιη λύση του Κυπριακού, καθώς ο Ερντογάν με παρέμβασή του πριν από λίγη ώρα, ουσιαστικά παραδέχθηκε ότι το χρονοδιάγραμμα αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων για τους Τούρκους είναι προσχηματικό και στόχο έχουν το «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού»!
Ο Τούρκος πρόεδρος είπε ανερυθρίαστα ότι δεν θα πρέπει κανείς σε Ελλάδα και Κύπρο να περιμένει λύση χωρίς τουρκική εγγύηση, προσθέτοντας μάλιστα την άθλια δήλωση «θα μείνουμε για πάντα στην Κύπρο»! Σαφώς χαϊδεύει και τα αυτιά των εθνικιστών του MHP, καθώς στις ίδιες δηλώσεις ο Τούρκος πρόεδρος έκανε λόγο για την πιθανότητα πρόωρων εκλογών, με στόχο να μην μπουν στη Βουλή οι Κούρδοι…
Τί περισσότερο θέλουν όσοι πιστεύουν ότι η Τουρκία υπάρχει περίπτωση να ταχθεί υπέρ του ευρωπαϊκού κεκτημένου και να μην επιδιώκει στο διηνεκές, να ελέγχει γεωστρατηγικά το νησί, όχι μόνο λόγω γειτνίασης, αλλά και υπαγόρευσης των πάντων μέσω των Τουρκοκυπρίων αχυρανθρώπων της;
Πηγή: Defence-point
Συχνά είμαστε αδύναμοι να διδαχτούμε από τα μεγάλα πράγματα και διδασκόμαστε από τα μικρά. Αφού δεν μπορούμε να κατανοήσουμε πώς o Θεός βλέπει όλους τους ανθρώπους, ας παρατηρήσουμε πώς στέλνει ο ήλιος το φως του παντού στη γη, σ’ όλα τα πράγματα. Αν αδυνατούμε να κατανοήσουμε πως η ψυχή του ανθρώπου δεν μπορεί ούτε στιγμή να ζήσει χωρίς Θεό, ας δούμε πώς το σώμα του ανθρώπου δεν μπορεί ούτε στιγμή να ζήσει χωρίς τον αέρα.

Άλλοτε η ευθανασία είχε την έννοια του καλού, του έντιμου, του ευτυχισμένου θανάτου, ή του ήρεμου, του αιφνίδιου χωρίς αγωνία και πόνους θανάτου, ή του ένδοξου, π.χ. για την Πατρίδα ή για την Πίστη, με την έννοια της θυσίας. Αυτή την έννοια γνώριζε ο κόσμος, με το «εύ-καλώς θνήσκειν», ως ευθανασία.
Αυτή είναι η χωρίς εισαγωγικά ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ!
Σήμερα, η λέξη ευθανασία σημαίνει κάτι το διαφορετικό. Ο Francis Bacon, (1561-1626) μετέφερε την ελληνική λέξη ευθανασία στην αγγλική γλώσσα (Euthanasia) με τη σημασία της «επισπεύσεως του θανάτου, για να τεθεί τέρμα σε μια ζωή γεμάτη πόνο και ταλαιπωρίες».
Ως «ευθανασία» νοείται σήμερα: «η ηθελημένη θανάτωση ανιάτου, με τη συναίνεσή του ή χωρίς αυτήν, προς ανακούφιση ή απολύτρωσή του από την επιθανάτια οδυνηρή αγωνία, από αφόρητους πόνου που τα υπάρχοντα θεραπευτικά μέσα αδυνατούν να καταπραϋνουν». Με άλλα λόγια, πρόκειται για «μέθοδο προκλήσεως του θανάτου για κάποιους λόγους».
Αυτή είναι η εντός εισαγωγικών ευθανασία!
Η «ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ»
(Η εντός εισαγωγικών)
Η «ευθανασία» προσφέρεται ή παρέχεται και τότε λέγεται «ενεργητική». Όταν όμως είναι αποτέλεσμα παραλείψεως ή αποσύρσεως θεραπευτικών προσπαθειών χαρακτηρίζεται ως «παθητική». Σ’αυτήν ο άνθρωπος αφήνεται να πεθάνει.
Το ποιος και πώς παίρνει την απόφαση, είναι ένα μεγάλο θέμα, τα δημιουργούμενα δε προβλήματα δυσεπίλυτα.
Οι περιπλοκές αναδεικνύονται από την παράθεση των ειδών αυτής της «ευθανασίας»:
Η ενεργητική ευθανασία
Διακρίνεται σε: α) εκούσια και β) ακούσια, Την εκούσια τη ζητά ο ίδιος ο άρρωστος. Την ακούσια όχι. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για εσκεμμένη ή προμελετημένη ενέργεια τερματισμού της ζωής ενός προσώπου.
Α. Την εκούσια την εφαρμόζει αυτός που θέλει να θέσει τέρμα στη ζωή του, μόνος του ή με τη βοήθεια κάποιου άλλου. Στην πρώτη περίπτωση, πρόκειται περί «ευθανασίας δι’αυτοκτονίας». Στη δεύτερη πρόκειται για πράξη «συμμετοχής σε αυτοκτονία».
Η εκούσια ευθανασία εκτελείται με τη λήψη από τον ίδιο ή τη χορήγηση από κάποιον άλλο, μιας κάποιας ουσίας σε δόση τέτοια ώστε «να επιφέρει τον θάνατο γρήγορα και χωρίς ταλαιπωρίες. (6) Η προσφορά όμως τέτοιας «βοήθειας», ως πράξη «συμμετοχής σε αυτοκτονία», τιμωρείται κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 300, 301 του Ελληνικού Ποινικού Κώδικα (Π.Κ.) με βαριές ποινές, ως «φόνος εκ προμελέτης».
Εκτελείται η ενεργητική εκούσια ευθανασία και με συσκευή παροχής δηλητηριώδους ουσίας, το «κουμπί» της οποίας πατά... (ή τη «στρόφιγγα» χειρίζεται) ... «ο αυτόχειρ».
Στην εκούσια ενεργητική ευθανασία υπάγεται και η: Η θελημένη ευθανασία για ψυχολογικούς ή ψυχιατρικούς λόγους. Ακόμα και για κατάθλιψη. Η κατάθλιψη, βεβαίως, - όπως και πλήθος από ψυχιατρικά νοσήματα- είναι θεραπεύσιμη.
Ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία οδηγούν σε «απόγνωση», προκύπτουν σε πλήθος κόσμου κάθε μέρα. Και σε όλους μας, που κάποια στιγμή μπορεί να είπαμε ότι... «δεν τη θέλουμε την τέτοια ζωή». Όμως, «πέρασε» η στιγμή εκείνη και πολλές άλλες. Ενώ η «απόγνωση» δεν αποτελεί «καλό σύμβουλο» για μιά «τόσο σοβαρή απόφαση». Τα παραδείγματα, είναι άπειρα! Κάποιοι ακόμη, αυτοκτονούν με τη σκέψη ότι «προσφέρουν στον στον εαυτό τους ευθανασία» διότι φοβούνται ή νομίζουν ότι... «πάσχουν από ανίατη και βασανιστική, κατά τα επόμενα στάδιά της, ασθένεια». Με την... «για ψυχολογικούς ή ψυχιατρικούς λόγους ευθανασία», όμως, δημιουργούνται και «πολλά επικίνδυνα μονοπάτια».
Β. Στην ακούσια ενεργητική ευθανασία ο θάνατος «προσφέρεται από συγγενή ή φίλο ή από γιατρό» σε κάποιον, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του, ή σε περίοδο που δεν μπορεί ένα τέτοιο πρόσωπο να εκφράσει ή να διτυπώσει αντίθετη επιθυμία. Κατά τον νόμο, πρόκειται για «ανθρωποκτονία εκ προθέσεως» και τιμωρείται δια της ποινής του θανάτου ή της ισόβιας κάθειρξης, κατά το άρθρο 299 του Π.Κ.
Η παθητική ευθανασία
Η «ευθανασία» η οποία χαρακτηρίζεται ως «παθητική» εκτελείται με «παραλείψεις» ή «απόσυρση» θεραπευτικών φροντίδων ή προσπαθειών με φάρμακα ή μηχανήματα υποστηρίξεως βασικών λειτουργιών της ζωής.
Τα προβλήματα γύρω από το ποιος και πώς αποφασίζει είται τεράστια και πολλές φορές αξεπέραστα.
Τύποι παθητικής ευθανασίας
Είναι: α) δια της μη ανανήψεως, β) η «εθελοντική ευθανασία» (Living Will) και, γ) η εφαρμοζόμενη στις Μονάδες Εντατικής θεραπείας (Μ.Ε.Θ.).
Είναι όμως ο άρρωστος, και μάλιστα στις συνθήκες υπό τις οποίες εισάγεται στο Νοσοκομείο, επαρκώς και καταλλήλως ενημερωμένος, ώστε να γνωρίζει επακριβώς περί τίνος πρόκειται; Είναι τόσο νηφάλιος ή ανεπηρέαστος από τους φόβους του εξαιτίας αυτού από το οποίο πάσχει ή νομίζει ότι πάσχει; Ή μήπως υπογράφει χωρίς καν να ρίξει μια ματιά σ’αυτά που βάζει την υπογραφή του, επειγόμενος μάλιστα να βρεθεί μιά ώρα γρηγορότερα στο κρεβάτι του, δια την ιατρική βοήθεια από την οποία τόσα προσδοκά;
Ευθανασία του τύπου Living Will, ή Εθελοντική με «Συμβόλαιο ή Διαθήκη Θανάτου».
Με τη διαδικασία που τηρείται σε μια «συμβολαιογραφική πράξη», ενώπιον μαρτύρων. Στο έγγραφο αυτό περιγράφονται οι όροι και οι προϋποθέσεις, με τα οποία εκχωρεί το δικαίωμα να διακοπεί η θεραπεία και η μέσω αυτής διατήρησή του στη ζωή, την οποία δεν επιθυμεί, σύμφωνα με τα όσα διαλαμβάνονται στο «συμβόλαιο».
Η εφαρμοζόμενη ευθανασία στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας
Στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (Μ.Ε.Θ.) υπάρχουν οι εκ της πείρας «οδηγίες» και για το «άκαρπο» της συνεχίσεως των προσπαθειών περαιτέρω στηρίξεως μιάς ζωής, οπότε αποσύρονται η μία μετά την άλλη, ή άλλες δεν εφαρμόζονται κάν. Όπως όμως αποδεικνύεται από ευρύτατη ανασκόπηση της Παγκόσμιας Βιβλιογραφίας επί του τι τηρείται στις Μ.Ε.Θ., οι περισσότεροι «εντατικοθεραπευτές» αποφασίζουν και πέρα από τις οποιεσδήποτε «επιθυμίες», είτε του αρρώστου που εκφράστηκε από πρίν, είτε συγγενών ή φίλων, επιτρόπων ή πληρεξουσίων ή τοποτηρητών, αφού συνεκτιμήσουν μαζί μ’αυτά και πολλά άλλα. Απεδείχθη δε ότι, κάποιες περιπτώσεις από τις θεωρούμενες ως «μοιραίας εκβάσεως», αποκατεστάθησαν πλήρως στη ζωή.
Δυσθανασία
Είναι ένας νέος όρος, με τον οποίο χαρακτηρίζονται οι προσπάθειες παρατάσεως της ζωής ενός αρρώστου με υπερβολικές, δύσκολες και δαπανηρές φροντίδες, δυσανάλογες σε απόδοση προς το επιδιωκόμενο ή δυνάμενο να επιτευχθεί αποτέλεσμα.. Η «δυσθανασία» γίνεται σεβαστή (είτε αυτή είναι η επιθυμία του αρρώστου είτε εκφράζεται από συγγενείες ή φίλους) για να προλάβουν, π.χ., ζωντανό τον άνθρωπό τους κάποιοι συγγενείς, που πρόκειται να φθάσουν από μακριά και χρειάζονται κάποιες ώρες γι’αυτό. Ή για να τακτοποιηθούν και κάποιες «εκκρεμότητες». Ενδέχεται όμως κάποιοι «τρίτοι» να χρησιμοποιούν τον γιατρό με το «καθήκον του ακόμη και στη δυσθανασία»,... προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων, κάνοντας έτσι ακόμη πιό δύσκολο το ρόλο του γιατρού.
Ορθοθανασία
Χαρακτηρίζεται έτσι η μη προσφορά υπερβολικών φροντίδων, μεγαλυτέρας δηλαδή εκτάσεως από εκείνην η οποία είναι συμβατή με την κατάσταση του ατόμου, το οποίο πάσχει από ανίατη αρρώστια. Και αφήνεται να σβήσει ήρεμα με τη φυσική επέλευση του θανάτου, εφ’ όσον ο ίδιος ο ασθενής το επιθυμεί και εφ’ όσον ο θάνατος είναι ένα αναμενόμενο φυσικό γεγονός.
Επιταχυθανασία
Ονομάζεται έτσι η σκόπιμη επιτάχυνση των βιολογικών διαδικασιών του θανάτου σε περιπτώσεις αναπότρεπτης επελέυσεώς του και της ως εκ τούτου απωλείας των προϋποθέσεων για ένα «εύ ζήν». Η τέτοια ευθανασία, με την οποία όμως τίθεται τέρμα στη ζωή κάποιου «πριν την ώρα του», επισύρει και τις ποινές του άρθρου 299 του Π.Κ. περί «ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως».
Ποιος όμως μπορεί να είναι απολύτως βέβαιος για το αναπότρεπτο της επελεύσεως του θανάτου; ή και πώς ακόμη και για την οριστική απώλεια των προϋποθέσεων του «εύ ζήν» κάποιου άλλου;
Ευγονική ευθανασία
Πρόκεται για την «ευθανασία» σε παιδιά που γεννήθηκαν ή θα γεννηθούν με ατέλειες, σωματικές ανωμαλίες, χρωματοσωματικές ανωμαλίες, ανεγκέφαλα ή με μογγολοειδή ιδιωτία (σύνδρομο Down), με δισχιδή ράχη που η επιβίωσή τους είναι βραχεία, ή άλλες σωματικές δυσπλασίες. Πολλά δε από αυτά μπορούν να διαγνωσθούν και πριν από τον τοκετό με τα σημερινά τεχνολογικά μέσα, και να οδηγήσουν σε διακοή μιας κυήσεως «ανεπιθύμητης».
Πολλά από τα τέτοια νεογνά παρουσιάζουν ανωμαλίες ασυμβίβαστες με τη ζωή για περισσότερο από ένα βραχύ «χρόνο επιβίωσης». Άλλα, για να επιβιώσουν χρειάζονται σειρά από επανορθωτικές χειρουργικές επεμβάσεις, βαριές, επίπονες και πολυέξοδες. Αφιέμενα τα τέτοια παιδιά «εις εαυτά» συνήθως αποθνήσκουν σε σχετικώς βραχύ χρονικό διάστημα.
Το θέμα βεβαίως της διακοπής της κυήσεως ακόμη και όταν υπάρχουν ιατρικές ενδείξεις, δεν είναι μόνον πρόβλημα ευγονικής, ούτε κάν απλώς βιοηθικής. Αλλά και κοινωνικής, και οικονομικής, και ψυχολογικής, και νομικής, και θρησκευτικής ή πνευματικής φύσεως, και άλλα. Τα προβλήματα και τα διλήμματα είναι πολλά. Και όχι πάντοτε εύκολα προς λύση.
Κοινωνική ευθανασία
Χαρακτηριστική περίπτωση «κοινωνικής ευθανασίας» είναι η «γεροντοκτονία» στην αρχαία Κέα, το νησί γνωστό μας ως Τζιά. Με την αντίληψη ότι, όποιος δεν μπορεί να ζει καλά και να απολαμβάνει τη ζωή δεν θα έπρεπε να συνεχίσει να ζεί, όσοι ξεπερνούσαν τα εξήντα όφειλαν, να πιούν το κώνειο, για να πεθάνουν. Οι Κάσπιοι, τους γονείς τους, όταν έφθαναν τα εβδομήντα, τους εγκατέλειπαν κάπου χωρίς τροφή, για να πεθάνουν μιά ώρα γρηγορότερα. Ανάλογα οι Μασαγέτες, οι Έρουλοι, οι Βακτριανοί. Η δοκιμασία του «κοκκοφοίνικα» είναι τρόπος εκτελέσεως εκείνων, οι οποίοι δεν είναι ικανοί να ζούν, άρα «μη χρήσιμοι για την κοινωνία». Τους ανάγκαζαν δηλαδή να αναρριχηθούν σ’ένα κοκκοφοίνικα και, όσοι έπεφταν και σκοτώνονταν, αυτοί λοιπόν και δεν θα άξιζε να ζήσουν.
Κοινωνική και όχι ευγονική θα πρέπει να χαρακτηρισθεί και η θανάτωση από τους Ναζί, ύστερα από απόφαση της Εθνικοσοσιαλιστικής Κυβερνήσεως της Γερμανίας, των 80.000 Γερμανών που έπασχαν από «αθεράπευτες ασθένειες» (εφαρμογή της φιλοσοφίας του Νίτσε). Όπως και των 6 εκατομμυρίων Εβραίων τους οποίους, αφού τους κατέστησαν «άχρηστους» για δουλειά με τις ανυπόφορες συνθήκες σκληρής καταναγκαστικής εργασίας, τους θανάτωναν στους θαλάμους αερίων, εξαφανίζοντας τα πτώματά τους στα διάφορα κρεματόρια.
Η δήθεν «ευγονική» αυτή «τύπου Νίτσε» κοινωνική ευθανασία, εφαρμόστηκε ευρέως (όπως αποκαλύφθηκε τελευταίως δια πληθώρας δημοσιευμάτων) και από πολλά άλλα κράτη, είτε προς εξόντωση ανεπιθύμητων ομάδων ανθρώπων, είτε για την «κοινωνική» ή «φυλετική» ή την «εθνική καθαρότητα». Όπως: Σουηδία, Αυστρία, Δανία, Η.Π.Α., Βέλγιο, Τσεχοσλοβακία, Ιαπωνία, Ελβετία... Και κυρίως με την μέθοδο της στειρώσεως... «για να περιορισθούν οι δαπάνες»... σε ένα Κράτος Πρόνοιας(;) Ή, για να διατηρηθεί «καθαρή η φυλή» από τους: «διανοητικώς ανάπηρους ή καθυστερημένους, ανεπιθύμητους, τσιγγάνους, φτωχούς, αλκοολικούς, εγκληματίες, γυναίκες ελευθερίων ηθών ή σεξουαλικώς διεστραμμένους»... και διάφορα άλλα προσχήματα. Οι αριθμοί τέτοιων περιπτώσεων ανά χώρα, έφθαναν από 11.000 μέχρι 60.000 ανθρώπους ή και περισσότερο!
Περί την κοινωνική ευθανασία διακυβεύονται και τεράστια συμφέροντα φύσεως οικονομικής, όπως Ασφαλιστικών Εταιρειών, Ταμείων Υγείας, Κρατικών Οργανισμών και άλλων. Υπολογίζεται δε ότι, το 20% των δαπανών για την Υγεία στις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξοδεύονται για τις τελευταίες ώρες ζωής των ασθενών. Ότι, το κρεβάτι του ετοιμοθάνατου έχει κόστος δαπανών 4 φορές μεγαλύτερο από το κανονικό. Ενώ, «τα χρήματα δεν επαρκούν για όλους». Οπότε, πλέον η ζωή του ανθρώπου με την «ευθανασία» καταλήγει σε... «λογιστική πράξη».
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για την «ποιότητα της ζωής» ως στοιχείου εκτιμήσεως για την απόφαση εφαρμογής «ευθανασίας», χρησιμοποιώντας την εις βάρος της διάρκειας της ζωής των ηλικιωμένων, των με μόνιμη αναπηρία κ.α. Η οποία πάει σιγά-σιγά να αντικαταστήσει την αντίληψη περί της «ιερότητας» της ζωής. Όμως, κανείς δεν έχει το δικαίωμα να «φθείρει» τη ζωή του ανθρώπου (Α΄ Κορ.3,17) με οποιοδήποτε τρόπο, όποια και αν είναι, εφ’όσον δεν του ανήκει και επειδή η κάθε ζωή έχει άπειρη αξία. (Μάρκ.8,36), «ακόμη και όταν φαίνεται ότι δεν αξίζει τίποτε».
Η Ελληνική Νομοθεσία, πάντως, δεν συγχωρεί ούτε την «ευγονική» ούτε την «κοινωνική» ευθανασία.
Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ
(Είναι η χωρίς εισαγωγικά ευθανασία)
Για τη Χριστιανική θρησκεία και την Εκκλησία, ο θάνατος, εκτός από βιολογικό φαινόμενο, είναι και ένα πολυσύνθετο γεγονός με μεταφυσικές προεκτάσεις. Θεωρεί δε η Εκκλησία «όντως φοβερώτατον το του θανάτου μυστήριον». Και παραδίδει το σώμα στη φθορά, λέγοντας προς «τον νεκρόν του κοιμηθέντος» …»χους ει και εις χουν απελεύσει»« παρακαλώντας δε τον Θεό: «και το μεν σώμα αυτού εις τα εξ ων συνετέθη διάλυσον, την δε ψυχήν εν σκηναίς δικαίων τάξαι, εν κόλποις Αβραάμ αναπαύσαι και μετά δικαίων συναριθμήσαι», και… «μετά των αγίων ανάπαυσον την ψυχήν του δούλου Σου», όπως τόσο συχνά ακούμε στη Νεκρώσιμη Ακολουθία.
Η ψυχή, είναι οντότητα ανεξάρτητη του εγκεφάλου ενυπάρχουσα «εξ άκρας συλλήψεως», του οποίου η καταστροφή δεν επηρεάζει την ύπαρξή της και τις λειτουργίες της στα άλλα όργανα, που τώρα απλώς δεν γίνονται αντιληπτές λόγω της βλάβης ή καταστροφής του οργάνου εκφράσεώς της. Με τον θάνατο δε, «ως η γέφυρα η μετάγουσα εκ της κάτω ζωής εις την άνω», περνά στην αιώνια ζωή, όπου εξακολουθεί να ζει με διαφορετικό πλέον τρόπο, αφού έχει χωρισθεί από το σώμα. Με μία δε απλούστερη διατύπωση, είναι ωσάν με το θάνατο ως από μια «σκάλα», να περνά η ψυχή από το κάτω πάτωμα (της εδώ ζωής) στο επάνω πάτωμα (της άλλης ζωής), της αιωνίας.
Αυτά μας διδάσκει η Εκκλησία, η οποία στέκεται με σεβασμό μπροστά στον άνθρωπο που «ξεψυχά». Κατά την Εκκλησία, ο άνθρωπος διατηρεί επαφή και επικοινωνία με τα πνεύματα, με τις εσωτερικές μυστικές πνευματικές δυνάμεις της ψυχής, οι οποίες όμως δεν μπορούν να εκδηλωθούν προς τα «έξω» κατά τον κλινικό «εγκεφαλικό θάνατο», λόγω βλάβης του εγκεφάλου ως του οργάνου εκφράσεώς τους. Και με τις τέτοιες δυνάμεις αντιδρά στα ερεθίσματα που δέχεται από αυτές« και συμμετέχει στα δρώμενα των στιγμών αυτών που , για τους λόγους αυτούς, θεωρούνται ιερές.
Η ζωή, για την Εκκλησία είναι δώρον Θεού στον άνθρωπο, έχει απόλυτη αξία, άρα είναι αναντικατάστατη, και κανένας δεν έχει το δικαίωμα να αφαιρεί τη ζωή κανενός, ούτε τη δική του (αυτοκτονία) ούτε του άλλου (φόνος). Και η πράξη της ευθανασίας, είτε ενεργητικής, είτε παθητικής, αποτελεί φόνον.
Ενδιαφέρεται, βεβαίως, και πράγματι η Εκκλησία για έναν «αξιοπρεπή θάνατο». Όμως, με πολύ διαφορετική έννοια από εκείνη της ούτω πως… «λεγομένης ευθανασίας».
Η Χριστιανική Ευθανασία και ο Γιατρός
Η Εκκλησία δέχεται και το γιατρό στο έργο της… Όχι δε μόνον διότι και το γιατρό ο Θεός τον εδημιούργησε, αλλά και διότι έχει να εκπληρώσει μία αποστολή. Προστάζει δε δια της Σοφίας Σειράχ (Κεφ. 38): «… και ιατρώ δος τόπον, και γαρ αυτόν έκτισε Κύριος, και μη αποστήτω σου, και γαρ αυτού χρεία, και εν χερσίν αυτού ευωδία…». Δηλαδή λέγει: παραχώρησε στο γιατρό τη θέση που του πρέπει για να εργασθεί, μην τον αφήσεις να σου φύγει διότι σου χρειάζεται και από τα χέρια του, με τις προσπάθειές του και την ορθή καθοδήγησή του, θα προκύψει το καλό αποτέλεσμα για την αποκατάσταση της υγείας σου.
Ευλογεί δε η Εκκλησία και ενθαρρύνει τις προσπάθειες του γιατρού στην υπηρεσία της ζωής. Και ως ευθανασία δέχεται εκείνη για την οποία εύχεται … «ειρηνικά τα τέλη της ζωής, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα και καλήν απολογίαν…»« …δεχόμενη μάλιστα και ότι «κρείσσων θάνατος υπέρ ζωήν πικράν και ανάπαυσις αιώνιος ή αρρώστημα έμμονον» (Σοφ. Σειρ. 30, 17).
Ο γιατρός συμβάλλει στην τέτοια ευθανασία όταν εργάζεται για την καταπράυνση των πόνων, την ανακούφιση από τα ενοχλήματα, την καθησύχαση της αγωνίας, την υποβοήθηση προς καλύτερη ανοχή των ταλαιπωριών, ώστε να ζει ο άνθρωπος μέχρι τέλους με αξιοπρέπεια, μέχρι και τις εσχατότατες στιγμές της ζωής του. Με τη συντρόφευση και την ηθική συμπαράσταση, σε συνεργασία με το οικογενειακό του περιβάλλον, με πορεία δίπλα του στον ίδιο με εκείνον βηματισμό, ακρόαση στους φόβους και σιωπή στις εκρήξεις του« … ψελλίζοντας – αν μπορεί- και δύο λόγια προσευχής, αφού η τέτοια συμπαράσταση επεκτείνεται και στον ψυχικό κόσμο του αρρώστου και μάλιστα σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή με λεπτούς κλυδωνισμούς της ψυχής, μέχρι να περάσει στην… «αντίπερα όχθη»« μέχρι δηλαδή να «ξεψυχήσει» ο άνθρωπος και να πάρει η ψυχή του το δρόμο για το χώρο στον οποίο ανήκει, … στην αγκαλιά του Θεού.
Πόσοι και πόσοι δεν έχουν ξεψυχήσει έτσι, με μια γλυκιά έκφραση ηρεμίας στο πρόσωπο, μέχρι και απέραντης γαλήνης, ακόμη και μ’ ένα χαμόγελο στο στόμα!… Αυτή είναι η Χριστιανική Ευθανασία… προς την οποία συμπλέει έτσι και ο γιατρός.
Η τέτοια συμπαράσταση του γιατρού φέρνει και άλλα αποτελέσματα. Είναι εκπληκτικό το πόσοι από αυτούς που «έφτασαν μέχρι τον «τάφο» αλλά δεν πέθαναν, βγήκαν τελικά … «κερδισμένοι» από την ταλαιπωρία τους« διότι ρύθμισαν προβλήματα που τους «έτρωγαν», και διαταραγμένες σχέσεις με οικείους τους« ή ανακάλυψαν ότι «έχει τόσα πολλά και ωραία ακόμη, να τους προσφέρει η ζωή, που μέχρι τώρα τους ήσαν άγνωστα και που αν τα ήξεραν κανείς δεν θα ήθελε να πεθάνει». Και ευγνωμονούν την αρρώστια που τους «άλλαξε» ως ανθρώπους, τους ωρίμασε πνευματικά και αναθεώρησαν τη στάση τους στη ζωή, αφού η δοκιμασία τους έδωσε τη δυνατότητα της ψυχικής «κάθαρσης» και τους «έφερε πιο κοντά στο Θεό».
ΧΡΗΣΙΜΑ ΣΧΟΛΙΑ
«Η επίμονη απαίτηση του πάσχοντος» για «ευθανασία» είναι επισφαλής. Διότι, η απόφαση ή η συγκατάθεσή του να πεθάνει «ανώδυνα» δεν είναι πάντοτε προϊόν υγιούς λογικής σκέψης και ελεύθερης εκλογής της αποφάσεως. «Η ανίατη και επώδυνη ασθένεια» επιδρά επί της πνευματικής λειτουργίας του ασθενούς. Είναι σχεδόν αδύνατο το να έχει τη διαύγεια της σκέψης ή την ορθή κρίση, την οποία είχε πριν ασθενήσει.
Το «χωρίς ελπίδα», ποιος θα το κρίνει; Και ποιος θα πάρει την απόφαση; Ενώ θα τίθεται το αμείλικτο ερώτημα: «μήπως πρόκειται και για τραγικό λάθος»; Αυτό δε διότι υπάρχουν περιπτώσεις που ενώ χαρακτηρίσθηκαν «χωρίς ελπίδα», αποκαταστάθηκαν σε μία τελείως κανονική ζωή!
Ο άρρωστος, ακόμη και μέσα στον πιο ανυπόφορο πόνο του, πάντα ελπίζει. Σήμερα μάλιστα περισσότερο, διότι δεν υπάρχει σωματικός πόνος ο οποίος να μη μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο, με πολλούς και διαφόρους τρόπους.
Η ιατρική σε όλες τις περιστάσεις υπηρετεί το συνεχή σεβασμό της ζωής, της ηθικής αυτονομίας και της επιλογής του αρρώστου. Ωστόσο, ο γιατρός μπορεί σε περίπτωση αθεράπευτης και μοιραίας ασθένειας να περιορισθεί στην απάλυνση του πόνου, χορηγώντας στον άρρωστο τις κατάλληλες θεραπείες και εξασφαλίζοντάς του, όσο είναι δυνατόν, την ποιότητα μιας ζωής που σβήνει. Είναι επιτακτικό καθήκον να συνδράμει τον ετοιμοθάνατο μέχρι το τέλος, ενεργώντας με τρόπο που να επιτρέπει στον ασθενή τη διατήρηση της αξιοπρέπειάς του.
«Η έννοια του ανιάτου δεν στοιχειοθετεί δίκαιο για το γιατρό, ώστε να εγκαταλείψει τις προσπάθειές του» επειδή ο γιατρός ως το τέλος πρέπει να παραμένει αταλάντευτα πιστός στον όρκο του». Κανένας δεν δικαιούται να προωθεί διαδικασίες ευθανασίας, όταν υπάρχει και η ελπίδα, από τη μία στιγμή στην άλλη, η επιστήμη να μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικότερα για τη ζωή του κάθε ανθρώπου. Απόδειξη είναι η επινόηση της καρδιοαναπνευστικής αναζωογονήσεως με την οποία, άλλοτε «καταδικασμένοι» σε θάνατο άνθρωποι, επαναφέρονται τώρα στη ζωή με ευκολία και ρυθμούς «ρουτίνας», αποδιδόμενοι στην κοινωνία και επανερχόμενοι στις δραστηριότητές τους. Άλλα τέτοια παραδείγματα προέρχονται από τις άλλοτε ανίατες αρρώστιες, λέπρα και σύφιλη, πολύ βασανιστικές και για χρόνια, που τώρα όμως θεραπεύονται.
Ποτέ λοιπόν δεν μπορεί να είναι κανείς απολύτως βέβαιος για το ανίατο μιας οποιασδήποτε καταστάσεως« αφήνοντας και κάποια περιθώρια για πιθανό λάθος ή και για μια έκπληξη, ή ακόμη και ένα επιστημονικό «θαύμα».
Εκτός δε από ένα τέτοιο «επίτευγμα», υπάρχει και το «Θεϊκό Θαύμα», όπως το γνωρίζει η Χριστιανική Θρησκεία. Θαύματα, βεβαίως γίνονται και σήμερα. Αρκεί να υπάρχει πίστη και «τα μάτια εκείνα που μπορούν να τα βλέπουν».
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Ο ασθενής έχει το δικαίωμα να πεθάνει με αξιοπρέπεια. Έχει ακόμη το δικαίωμα να δέχεται ή να αρνείται μία θεραπεία, μετά τη λήψη των κατάλληλων πληροφοριών. Ο γιατρός είναι υποχρεωμένος να προσφέρει στον άρρωστο που του εμπιστεύεται –αυτό ή το περιβάλλον του- τις θετικές υπηρεσίες του «κατά την τελευταία λέξη της επιστήμης» -Lege Artis- με σεβασμό και του δικαιώματός του για έναν «αξιοπρεπή θάνατο».
Η βοήθειά του για τη βελτίωση της καταστάσεώς του σ’ αυτόν που πεθαίνει, αποτελεί ιδιαίτερο καθήκον του γιατρού. Και θα πρέπει να παρέχεται πάντοτε με ευσπλαχνία και σεβασμό προς την προσωπικότητα του ασθενούς για την ανακούφισή του, μέχρι να έρθει η ώρα «να κλείσει τα μάτια του». Όμως, κανείς δεν μπορεί ή δεν επιτρέπεται να επιβάλει στο γιατρό να ενεργήσει «ευθανασία», να συντομεύσει τη ζωή κάποιου ή να σκοτώσει κάποιον… «για το καλό του». Η ένσταση συνειδήσεως του γιατρού σε τέτοια θέματα είναι απαραβίαστη.
Ο όρος «ευθανασία» βρίσκεται έξω από τα διδάγματα και τις επιταγές της θεραπευτικής. Η ευ-θανάτωση δεν συμπεριλαμβάνεται στις υποχρεώσεις της αποστολής του γιατρού. Αυτός υπηρετεί τη ζωή, …. «ιατρεύει».
Είναι παράλογο να ζητά κάποιος που «θέλει να πεθάνει» ή κάποιοι που «θέλουν να τον πεθάνουν» να τον πεθάνουν «μία ώρα γρηγορότερα», να απαιτούν να επεκταθεί το δικαίωμα επί της ζωής του μέχρι και την «απαίτηση να φονευθεί από ένα γιατρό». Διότι, τότε γίνεται ένοχος ανθρωποκτονίας.
… Ο όρκος του φτάνει ως τα βάθη της ψυχής του και «κανείς δεν έχει το δικαίωμα, ούτε και με νόμους, να επεμβαίνει στη συνείδηση του γιατρού».
Αν η πολιτεία ήθελε κάποτε αποφασίσει να νομοθετήσει την ευθανασία, ας ψάξει να βρει ή να δημιουργήσει τους «δημίους» ως εκτελεστές των τέτοιων αποφάσεών της… σε άλλους χώρους. Φαντάζεται κανείς τι θα συνέβαινε αν φθάναμε –και ας ελπίζουμε ότι δεν θα φτάσουμε ποτέ- να έχουμε στον τόπο μας, μία (ας πούμε) «Ιατρική Εταιρεία Ευθανασίας»; Και δεν θα έτρεμε, τότε πλέον, ο κάθε άρρωστος στη θέα του γιατρού, με το φόβο ότι πιθανόν έρχεται με τη σύριγγα στο χέρι ένας, ίσως και πληρωμένος, δολοφόνος;
Στην Ελληνική Νομοθεσία δεν υπάρχει νομοθετημένη πράξη ιατρικής ευθανασίας. Στον Ποινικό Κώδικα δεν χρησιμοποιείται ο όρος «ευθανασία», αλλά μόνον «ανθρωποκτονία εξ οίκτου». Και, σύμφωνα με διάταξη του άρθρου 300 του Ποινικού Κώδικα: «όποιος αποφάσισε και εκτέλεσε ανθρωποκτονία ύστερα από σπουδαία και επίμονη απαίτηση του θύματος, και από οίκτο γι’ αυτόν που έπασχε από ανίατη ασθένεια, τιμωρείται με φυλάκιση».
Το συναίσθημα του οίκτου, ο Έλληνας νομοθέτης το έλαβε υπ’ όψη ως λόγο για ηπιότερη μεταχείριση του δράστη. Ενώ η ατιμωρησία του θα μπορούσε να οδηγήσει σε επικίνδυνες καταστάσεις. Και αν γινόταν αποδεκτή η κοινωνική ή η ευγονική ευθανασία, και αν καθιερωνόταν η πλήρης ατιμωρησία της επιθανάτιας ευθανασίας, πολλοί τότε δεν θα έπρεπε να νιώθουν ασφαλείς.
Είναι, επίσης, άλλο πράγμα, να εκφράζεται κανείς γενικά και αόριστα για το θέμα όταν πρόκειται για τους άλλους, και πολύ διαφορετικό όταν πρόκειται για τον εαυτό του.
Περί την ευθανασία υπάρχει, και μάλιστα πολύ δικαιολογημένα, μεγάλη ψυχολογική και συναισθηματική φόρτιση μεταξύ των ανθρώπων. Και τα διλήμματα είναι πολλά. Πολλοί επηρεάζονται από δυσάρεστες περιπτώσεις εκ του περιβάλλοντός των, και τάσσονται υπέρ της ευθανασίας. Αλλά και αυτοί μεταβάλλουν διαθέσεις, όταν π.χ. διαψεύδονται οι δυσμενείς προβλέψεις για μία μοιραία έκβαση εν μέσω ταλαιπωριών και βασάνων.
Τα συνειδησιακά ερωτήματα για τη ζωή και το θάνατο πολλές φορές είναι αξεπέραστα, ιδίως στους ανθρώπους χωρίς την απαιτούμενη υγιή κοσμοθεωριακή τοποθέτηση. Και αγωνιώδη… όταν ο άνθρωπος αισθάνεται μόνος. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η συμπαράσταση από ανθρώπους που γνωρίζουν το πραγματικό νόημα της ζωής στον κόσμο αυτόν, είναι πολύτιμη!
Το δικαίωμα του αυτεξουσίου επί της ζωής μας, ώστε να μπορούμε να τη διαθέτουμε «κατά το δοκούν», δηλαδή όπως μας αρέσει, δεν είναι απεριόριστο. Είναι άλλωστε αυτό και θέμα λογικής, τόσο από προσωπική άποψη όσο και από την άποψη των υποχρεώσεων μας έναντι του άμεσου περιβάλλοντός μας και των υποχρεώσεών μας έναντι της κοινωνίας. Είναι και θέμα της Φιλοσοφίας, από τα σπουδαιότερα. Είναι και θέμα Αρχών και Πιστεύω για τη ζωή, θέμα Θρησκείας και σχέσεων των ανθρώπων με το Θεό, στον οποίο πιστεύουν. Επομένως και η στάση του καθ’ενός μας έναντι της ευθανασίας, είναι ένα πολύ σοβαρό και περίπλοκο θέμα με πολλές προεκτάσεις.
ΕΠΙΜΥΘΙΟΝ
Και τώρα, κάτι για εμάς τους ανθρώπους της Εκκλησίας, ειδικότερα:
Η Χριστιανική Θρησκεία και η Εκκλησία πρεσβεύουν ότι η ζωή μας, η ίδια η δική μας η ζωή, δεν μας ανήκει διότι είναι δώρον Θεού προς χρήση, και μάλιστα επί αποδόσει λογαριασμού. Δεν είναι ιδιοκτησία μας για να την κάνουμε ό,τι θέλουμε, διότι είμεθα «ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος», το οποίον έχομε από τον Θεόν. Δεν ανήκομε στον εαυτό μας, διότι «ηγοράσθημεν τιμής» (Α’Κορ. 6, στ.19,20) και δεν δικαιούμεθα να την καταστρέψουμε με την οποιαδήποτε «ευθανασία».
Επίσης, «τίποτε και κανένας δεν μπορεί να εξουσιοδοτήσει άλλον για το φόνο ενός αθώου», να θανατώσει κάποιον, είτε με την ενεργητική είτε με την παθητική «ευθανασία», διότι η ζωή «δεν του ανήκει».
Η ανάκληση του δώρου της ζωής ανήκει μόνον εις τον δωρεοδότην Θεόν … «Ουδείς γαρ ημών εαυτώ ζη και ουδείς εαυτώ αποθνήσκει»…. «αποθνήσκωμεν, των Κυρίω αποθνήσκομεν. Εάν τε ουν ζώμεν, εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου εσμέν»! (Ρωμ. 14, στ. 7,8).
Οι Χριστιανοί, πιστεύουμε ότι οι δοκιμασίες μας στη ζωή, δεν μας συμβαίνουν χωρίς να το γνωρίζει ο Θεός. Ούτε χωρίς την άδειά Του. Τις επιτρέπει πάντοτε προς το συμφέρον μας… «επί το συμφέρον εις το μεταλαβείν της αγιότητος αυτού» (Εβρ. 12, 10). Για να δοκιμάζεται και να αυξάνεται η πίστη μας. Όπως έγινε και με τον Ιώβ. Γι’ αυτό και είναι λάθος μας, όταν μας συμβαίνει κάτι δυσάρεστο, να τα βάζουμε με το Θεό και λέμε «γιατί Θεέ μου σε μένα»;. Ωσάν να ελέγχομε το Θεό. Φθάνοντας ακόμη και σε θεοδικία! Και θα πρέπει, «ό,τι κι αν μας βρει στη ζωή», να διδασκόμεθα διερωτώμενοι και «τι το θέλημα του Κυρίου». Επειδή «αυτώ μέλει περί υμών» (1η Πετρ. 5,7), ακόμη και για τα καθημερινά προβλήματά μας. Και «προς το συμφέρον εκάστου». Αυτό θα πει «Πίστις»! .. το οποίον είναι και η «… ελπιζομένων υπόστασις» (Εβρ. 11,1).
Συνεπώς … «στώμεν καλώς»!
Πηγή: http://www.ecclesia.gr/, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

1. Ἐρώτηση: Σεβασμιώτατε, περιγράψτε μας σέ ποιές δράσεις ἔχει προχωρήσει ἡ Μητρόπολή σας στό πλαίσιο τῆς οἰκονομικῆς κρίσης πού μαστίζει τήν χώρα μας;
Ἀπάντηση: Ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας, ὅπως καί ὅλες οἱ Ἱερές Μητροπόλεις, δέν περίμεναν τήν οἰκονομική κρίση πού ἐνέσκυψε τά τελευταῖα χρόνια γιά νά δραστηριοποιηθοῦν, ἀλλά πάντοτε εἴμαστε εὐαίσθητοι στόν ἀνθρώπινο πόνο καί ἀνταποκρινόμαστε ὅσο μποροῦμε στήν ἀγωνία τῶν ἀνθρώπων.
Μέσα στά πλαίσια αὐτά ἱδρύσαμε ἐδῶ καί 20 χρόνια τούς Συνδέσμους Ἀγάπης σέ βασικούς Ἱερούς Ναούς τῆς Μητροπόλεως, στούς ὁποίους δραστηριοποιοῦνται οἱ γυναῖκες τῶν Ἐνοριῶν, καί οἱ ὁποῖοι Σύνδεσμοι προσφέρουν μεγάλη προσφορά στόν φιλανθρωπικό τομέα, ἰδιαιτέρως τόν τελευταῖο καιρό. Πάντοτε ὑπάρχουν οἰκονομικά ἐνδεεῖς.
Οἱ ἀνάγκες μέ τίς ὁποῖες ἔρχονται ἀντιμέτωποι οἱ Σύνδεσμοι Ἀγάπης τῶν Ἐνοριῶν τῆς Ναυπάκτου εἶναι πολλές, ποικίλες καί κάποιες φορές μεγάλες. Οἱ λεπτομερεῖς ἀπολογισμοί τοῦ ἔργου τους γίνονται στίς ἀρχές κάθε ἔτους. Ἐδῶ νά σημειώσουμε ἁπλῶς ὅτι συνεχίζεται σέ καθημερινή βάση ἡ προσφορά τους σέ ἀνθρώπους καί οἰκογένειες πού χρήζουν ἄμεσης βοήθειας καί στήριξης. Ἔτσι, παρασκευάζουν φαγητά, φροντίζουν ἡλικιωμένους καί ἀνήμπορους στά σπίτια τους, πληρώνουν ἀνεξόφλητους λογαριασμούς καί φροντιστήρια παιδιῶν ἀπό ἄπορες οἰκογένειες, διεκπεραιώνουν ὑποθέσεις ἀνθρώπων πού ἀδυνατοῦν νά κάνουν κάτι τέτοιο κλπ.
Ἡ λειτουργία τους βασίζεται κυρίως σέ προσφορές τῶν μελῶν τους, πού γνωρίζουν τό ἔργο τους καί δραστηριοποιοῦνται σ’ αὐτό. Μετά τό ξέσπασμα τῆς οἰκονομικῆς κρίσης στήν Χώρα μας τό ἔργο τους ἐνισχύεται κατά περίσταση καί ἀπό διαφόρους ὀργανισμούς καί ἑταιρεῖες.
Οἱ Σύνδεσμοι διαθέτουν πλήρη στοιχεῖα τῶν οἰκογενειῶν πού ἐνισχύουν μέ δικά τους ἀποθέματα, ὅπως ἀκριβῶς προαναφέρθηκε, ἤ μέσῳ τῶν ἐκτάκτων ἐνισχύσεων καί προγραμμάτων.
Ἐπίσης λειτουργεῖ τό Γενικό Φιλόπτωχο Ταμεῖο τῆς Μητροπόλεως καί τό Ταμεῖο Εὐποιΐας τοῦ Μητροπολίτου, πού προσφέρουν βοήθεια σέ συνανθρώπους μας πού καθημερινά ζητοῦν βοήθεια καί σέ φοιτητές. Γιά παράδειγμα, πρόσφατα ἀναλάβαμε ἄμεσα, χωρίς διατυπώσεις, ὡς Μητρόπολη τήν σίτιση νεαρῶν κρατουμένων προσφύγων στήν Ναύπακτο, γιά τούς ὁποίους δέν ἐπαρκοῦσε τό προβλεπόμενο κρατικό σιτηρέσιο.
2. Ἐρώτηση: Ἀναφέρετέ μας τήν ἄποψή σας γιά τό θέμα πού προέκυψε μέ τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν πού ἐπιχείρησε ὁ πρώην Ὑπουργός Παιδείας κ. Φίλης καί πῶς σκέφτεται ἡ Ἐκκλησία νά κινηθῆ στόν διάλογο πού ἔχει ξεκινήσει.
Ἀπάντηση: Τό θέμα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἀποτέλεσε ἀφορμή παραπληροφόρησης. Ὅμως, καί σεῖς λέτε εἶναι μάθημα Θρησκευτικῶν καί ὄχι μάθημα ἐκκλησιαστικό ἤ κατηχητικό ἤ ὁμολογιακό. Τό μάθημα ὅπως διδασκόταν μέχρι τώρα ἦταν γνωσιολογικό, πολιτιστικό μέ θρησκειολογική προοπτική καί ὄχι κατηχητικό. Ἐγώ ἀποροῦσα πού ἄκουγα τόν τότε Ὑπουργό νά ἰσχυρίζεται ὅτι τό μάθημα πού διδάσκονταν μέχρι τώρα οἱ μαθητές ἦταν κατηχητικό-ὁμολογιακό.
Tό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν πού εἰσήχθη στά Σχολεῖα μέ ὑπουργική ἀπόφαση δέν εἶναι θρησκειολογικό, ἀλλά κυρίως διαθρησκειακό, καί ἄλλοι τό χαρακτηρίζουν συγκρητιστικό. Δέν ἔχει μιά ἱστορική διάρθρωση, δέν ἐκτίθενται τά θέματα μέ ἐπαγωγικό καί ἐπιστημονικό τρόπο κλπ. Σέ μερικές περιπτώσεις εἶναι βιωματικό καί ὁμοιάζει μέ «κατηχητικό» ὅλων τῶν Θρησκειῶν.
Ἤδη συγκροτήθηκε Ἐπιτροπή διαλόγου ἀπό πλευρᾶς Ἐκκλησίας καί θά καθορίση τήν ὅλη στρατηγική, γι' αὐτό δέν γνωρίζω ἀκόμη τί θά γίνη. Πάντως, ἡ ὁμόφωνη ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας εἶναι ὅτι πρέπει νά γίνουν διορθώσεις στό παλαιό ἀναλυτικό πρόγραμμα καί νά προστεθοῦν περισσότερα θρησκειολογικά στοιχεῖα, χρησιμοποιώντας καί τά καλά στοιχεῖα τοῦ νέου προγράμματος.
3. Ἐρώτηση: Θά θέλαμε τήν ἄποψή σας γιά τήν ἀνέγερση μουσουλμανικοῦ τεμένους, ἕνα θέμα πού φαίνεται νά δημιουργῆ κάποιες τριβές ἀκόμη μέσα στήν ἴδια τήν Ἱεραρχία.
Ἀπάντηση: Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀποφασίσει γιά τό θέμα αὐτό στό παρελθόν (3-4-2006): «Κανείς δέ μπορεῖ νά ἀπαγορεύση στούς πιστούς μιᾶς γνωστῆς θρησκείας, ὅπως εἶναι τό Ἰσλάμ, νά ἀσκοῦν ἐλεύθερα τά θρησκευτικά τους καθήκοντα. Ἄλλωστε, ἡ ἐλευθερία τῆς λατρείας ἀποτελεῖ εἰδικότερη ἔκφανση συνταγματικά κατοχυρωμένης θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Ζοῦμε σέ μιά δημοκρατική χώρα, ἡ ὁποία ὀφείλει νά δείχνη καί δείχνει, σεβασμό καί ἀνοχή στή διαφορετικότητα. Ἐάν καί ἐφόσον ἡ Πολιτεία, διά τῶν ἁρμοδίων φορέων της, θέσει στήν Ἐκκλησία τό ζήτημα τῆς χωροθέτησης τοῦ ἰσλαμικοῦ τεμένους, ἡ Ἐκκλησία θά ἐκφέρη τή γνώμη Της. Ὅμως, τό ὅλο ζήτημα εἶναι σαφῶς ζήτημα τῆς ἀποκλειστικῆς ἁρμοδιότητας τῆς Πολιτείας».
Τελευταῖα, μέ τά ὅσα γίνονται μέ τούς πρόσφυγες ἤ μᾶλλον τούς μετανάστες ὑπάρχει ἔντονος προβληματισμός σέ πολλά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία προσφέρει τήν ἀγάπη της σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους κάθε φυλῆς, θρησκείας καί γλώσσας, γιατί κάθε ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Κανένας ἄνθρωπος δέν εἶναι δημιούργημα κάποιου κατώτερου Θεοῦ. Εἴμαστε ἀντιρατσιστές. Ἄλλωστε, ἡ Ἐκκλησία ἁπλώνεται σέ ὅλο τόν κόσμο.
Ὁ προβληματισμός γιά τό θέμα αὐτό πρέπει νά εἶναι προβληματισμός τῆς Πολιτείας, μήπως μέσα ἀπό τήν βίαιη μετακίνηση τῶν πληθυσμῶν προωθεῖται ἡ βία, ὁ φανατισμός, ὁ κοινωνικός καί θρησκευτικός ρατσισμός. Σέ μιά δημοκρατία πρέπει νά συνδυάζεται ἡ ἐλευθερία μέ τήν ὑπευθυνότητα, γιατί ἐλευθερία χωρίς ὑπευθυνότητα ἐξελίσσεται σέ ἀναρχία.
4. Ἐρώτηση: Οἱ σχέσεις μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας στό τώρα μέ τά θέματα πού ἔχουν ἀνακύψει;
Ἀπάντηση: Τά λεγόμενα θέματα Ἐκκλησίας καί Πολιτείας δυστυχῶς χρησιμοποιοῦνται κατά καιρούς γιά ἰδεολογικούς καί πολιτικούς λόγους. Ἤδη ἀπό τήν δεκαετία τοῦ '80 συγκροτήθηκε κοινή Ἐπιτροπή διαλόγου Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, προκειμένου νά ὁριοθετηθοῦν καλύτερα οἱ σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, καί ὕστερα ἀπό 36 πολύωρες συνεδριάσεις ἀποφασίσθηκε ἕνα σχέδιο νόμου μέ πολύ καλές προοπτικές. Ἀλλά αὐτό παραμένει σέ κάποια ὑπουργικά συρτάρια, δέν ὑλοποιήθηκε ποτέ. Αὐτό μπορεῖ νά βρεθῆ καί νά συζητηθῆ. Εἶναι ἀποτέλεσμα συναποφάσεως Ἐκκλησίας καί Πολιτείας.
Δέν φοβόμαστε τήν καλύτερη ὁριοθέτηση τῶν σχέσεων μεταξύ ἐκκλησιαστικῆς καί πολιτικῆς διοίκησης, ἀλλά προβληματιζόμαστε γιά τήν προσπάθεια διάσπασης Ἔθνους καί Ἐκκλησίας.
Ἐμεῖς, δέν φοβόμαστε τήν καλύτερη ὁριοθέτηση τῶν σχέσεων μεταξύ ἐκκλησιαστικῆς καί πολιτικῆς διοίκησης, ἀλλά προβληματιζόμαστε γιά τήν προσπάθεια διάσπασης Ἔθνους καί Ἐκκλησίας, πού προέρχεται ἀπό διάφορους κύκλους, τήν προσπάθεια ἀλλοιώσεως τοῦ πολιτισμοῦ τῆς Χώρας μας καί τήν κατά συνέπεια διατάραξη τοῦ κοινωνικοῦ ἱστοῦ, χάρη ἰδεολογικῶν σκοπῶν. Αὐτό εἶναι ὄντως τραγικό.
5. Ἐρώτηση: Τί ἀπαντᾶτε σέ αὐτούς πού σέ τακτά χρονικά διαστήματα ἀνοίγουν τό θέμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας καί τί κινήσεις κάνει ἡ Ἐκκλησία προκειμένου νά μπορέση νά ἐκμεταλλευτῆ ἡ ἴδια τῆς περιουσία της;
Ἀπάντηση: Ἡ Ἐκκλησία, ἄλλοτε μέ τήν θέλησή της, ἄλλοτε παρά τήν θέλησή της, ἔχει στερηθῆ γιά κοινωνικούς καί ἐθνικούς σκοπούς τό 96% τῆς περιουσίας της. Ἀπό τό 4% πού διαθέτει σήμερα, τό 3% εἶναι κατά διαφόρους τρόπους δεσμευμένο καί δέν μπορεῖ νά τό ἀξιοποιήση. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος Ἱερώνυμος γνωρίζει πολύ καλά τό θέμα αὐτό καί ἔχει δώσει ἱκανά ἐπιχειρήματα, καταγεγραμμένα σέ βιβλία, τά ὁποῖα δυστυχῶς δέν εἰσακούονται.
Φαίνεται ὅτι τό θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, πού εἶναι ἕνας μύθος, ὅπως καί τό θέμα τοῦ λεγομένου «χωρισμοῦ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας» τά χρησιμοποιοῦν διάφοροι κομματικοί μηχανισμοί γιά νά διαφοροποιοῦνται ἰδεολογικά, ὅταν σέ ὅλα τά ἄλλα θέματα –κοινωνικά, πολιτικά, εὐρωπαϊκά– δέν μποροῦν νά τεθοῦν διαχωριστικές γραμμές ἀπό τίς κεντροδεξιές καί κεντροαριστερές πολιτικές δυνάμεις.
6. Ἐρώτηση: Θά θέλαμε τήν γνώμη σας γιά τήν παραχώρηση τῶν σχολείων ὥστε τά προσφυγόπουλα ἀπό τή Συρία νά κάνουν μαθήματα.
Ἀπάντηση: Αὐτό εἶναι ἔργο τῆς Πολιτείας, ἡ ὁποία ἔχει καθῆκον νά προσφέρη παιδεία στά παιδιά πού βρίσκονται στήν Ἑλλάδα, γιά νά ἀναπτυχθοῦν. Ὑπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ δημοκρατίας καί μορφώσεως. Χωρίς προσφορά μορφώσεως, δέν ὑπάρχει ἀληθινή δημοκρατία. Ὅταν, ὅμως, κάνουμε λόγο γιά Πολιτεία, ἐννοοῦμε μιά Πολιτεία πού ἔχει ὅραμα καί σκοπό, μέθοδο καί προγραμματισμό καί ὄχι μιά Πολιτεία πού ἐνεργεῖ εὐκαιριακά.
Κάθε δημοκρατικό πολίτευμα δέν διακρίνεται μόνον γιά τήν ἐλευθερία καί τήν προσφορά οὐσιαστικῆς βοήθειας σέ βασανισμένους ἀνθρώπους, ἀλλά ἐνισχύει καί τό ἀνοσολογικό σύστημα τοῦ ὀργανισμοῦ τῆς κοινωνίας μας, ὥστε νά μή ἀποδομηθῆ ἡ ἴδια ἡ κοινωνία.
Πάντως, τά προσφυγόπουλα εἶναι θύματα τῶν Μεγάλων Δυνάμεων καί χρειάζονται προστασία, ὥστε νά μή γίνωνται θύματα καί τῶν ὁμοεθνῶν τους, οὔτε νά ἐξελιχθοῦν σέ αὐριανούς θύτες τῶν δημοκρατικῶν κοινωνιῶν, γιατί ἔτσι ἀναπαράγεται ἡ βία.
Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου.
Πηγή: (Συνέντευξη στήν δημοσιογράφο Μαίρη Ὀρφανίδου γιά τήν Ἐφημερίδα «Ἡ Κιβωτός τῆς Ὀρθοδοξίας», Δεκέμβριος 2016), Εκκλησιαστική Παρέμβαση, Ακτίνες

Μετά τοῦ προσήκοντος σεβασμοῦ καί εἰλικρινοῦς ἀγάπης, Σᾶς ἀποστέλλουμε τήν παρούσα Ἐπισκοπική ἐπιστολή μας, ὁ σκοπός τῆς ὁποῖας δέν προέρχεται ἀπό κανένα ἄλλο ἰδιοτελές κίνητρο, παρά μόνο ἀπό καθαρή, ἄδολη καί ἀνιδιοτελῆ χριστιανική ἀγάπη, ἀπό χριστιανικό καθῆκον, ἀπό ἐντολή ἐπιβεβλημένη ἀπό τον Σωτῆρα μας Χριστό, ὁ ὁποῖος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»[1], καί τέλος ἀπό θερμή καί σφοδρή ἐπιθυμία γιά τήν σωτηρία Σας. Γι’αυτό θεωροῦμε καθῆκον μας ἱερό καί ἐπιβεβλημένο, ὡς ἔσχατο μέλος τοῦ Παναγίου καί Παναχράντου Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί δή ὡς Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ὑπαγόμαστε τόσο στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἁγιωτάτης καί Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία εἶναι ἡ Ἀνωτάτη Ἐκκλησιαστική μας Ἀρχή, ὅσο καί στήν καθόλου καί Ἀδιαίρετο Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, νά φροντίσουμε παντί σθένει νά Σᾶς ἐπαναφέρουμε στήν Μητέρα Καθολική Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποῖα ἀποχωρήσατε καί ἀποκοπήκατε, ἔργο τό ὁποῖο ἐλπίζουμε, συνεργούσης τῆς ἀκτίστου Θείας Χάριτος τοῦ Κυρίου, νά κατορθωθεῖ. Τό ἱερό αὐτό χρέος τῆς ἐπιστροφῆς τῶν αἱρετικῶν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει βεβαίως ἱεροκανονικό ἔρεισμα καί βάση καί στηρίζεται στούς 131ο, 132ο καί 133οἹερούς Κανόνες τῆς ἐν Καρθαγένῃ Τοπικῆς Συνόδου (418 ἤ 419 μ.Χ.)[2].
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Ἀκτὴ Θεμιστοκλέους 190, 185 39 ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ,
Τηλ. +30 210 4514833, Fax +30 210 4518476e-mail: impireos@hotmail.com
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν
Ἀκολουθεῖ ἡ ἐπιστολή τήν ὁποίαν ἀπέστειλε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ στόν Κόπτη Πατριάρχη Θεόδωρο τόν Β΄ μέ ἀφορμή τήν ἐπίσημη ἐπίσκεψι Του στήν Ἑλλάδα, πού μετεφράσθη εἰς τήν κοπτικήν καί ἀραβικήν γλῶσσαν.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
_____________________________
᾿Αριθμ. πρωτ.15᾿Εν Πειραιεῖ τῇ9ῃἸανουαρίου 2017
Τῶ ἐκλαμπροτάτω κ. Θεοδώρῳ Β΄,(Tawadros II)
ἀρχηγῷ τῆς Κοπτικῆς Κοινότητος
Εἰς ΚάϊρονΑἰγύπτου
Ἐκλαμπρότατε,
Μετά τοῦ προσήκοντος σεβασμοῦ καί εἰλικρινοῦς ἀγάπης, Σᾶς ἀποστέλλουμε τήν παρούσα Ἐπισκοπική ἐπιστολή μας, ὁ σκοπός τῆς ὁποῖας δέν προέρχεται ἀπό κανένα ἄλλο ἰδιοτελές κίνητρο, παρά μόνο ἀπό καθαρή, ἄδολη καί ἀνιδιοτελῆ χριστιανική ἀγάπη, ἀπό χριστιανικό καθῆκον, ἀπό ἐντολή ἐπιβεβλημένη ἀπό τον Σωτῆρα μας Χριστό, ὁ ὁποῖος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»[1], καί τέλος ἀπό θερμή καί σφοδρή ἐπιθυμία γιά τήν σωτηρία Σας. Γι’αυτό θεωροῦμε καθῆκον μας ἱερό καί ἐπιβεβλημένο, ὡς ἔσχατο μέλος τοῦ Παναγίου καί Παναχράντου Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί δή ὡς Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ὑπαγόμαστε τόσο στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἁγιωτάτης καί Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία εἶναι ἡ Ἀνωτάτη Ἐκκλησιαστική μας Ἀρχή, ὅσο καί στήν καθόλου καί Ἀδιαίρετο Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, νά φροντίσουμε παντί σθένει νά Σᾶς ἐπαναφέρουμε στήν Μητέρα Καθολική Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποῖα ἀποχωρήσατε καί ἀποκοπήκατε, ἔργο τό ὁποῖο ἐλπίζουμε, συνεργούσης τῆς ἀκτίστου Θείας Χάριτος τοῦ Κυρίου, νά κατορθωθεῖ. Τό ἱερό αὐτό χρέος τῆς ἐπιστροφῆς τῶν αἱρετικῶν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει βεβαίως ἱεροκανονικό ἔρεισμα καί βάση καί στηρίζεται στούς 131ο, 132ο καί 133οἹερούς Κανόνες τῆς ἐν Καρθαγένῃ Τοπικῆς Συνόδου (418 ἤ 419 μ.Χ.)[2].
Ἕνας ἐπιπρόσθετος λόγος, πού ἀναδεικνύει τήν ἐπικαιρότητα καί τήν σημαντικότητα τῆς παρούσης Ἐπισκοπικῆς ἐπιστολῆς μας, εἶναι τά τεκταινόμενα στα πλαίσια τῆς συγχρόνου αἱρετικῆς οἰκουμενι(στι)κῆς κινήσεως μέ τούς οἰκουμενι(στι)κούς θεολογικούς διμερεῖς διαλόγους μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Μονοφυσιτῶν, ὅπου οἱ ἐκπρόσωποι ἀπό πλευρᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐμφορούμενοι δυστυχῶς ἀπό τό παναιρετικό πνεῦμα τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί μεταχειριζόμενοι τήν ἀπάτη τῆς ψευδοῦς οἰκουμενιστικῆς ἀγάπης ἄνευ τῆς ἀληθείας καί τῆς ἑνότητος ἐν τῆ Ὀρθοδόξῳ πίστει, φενακίζουν, ἐξαπατοῦν καί κοροϊδεύουν Ὑμᾶς, Ἐκλαμπρότατε, ἰσχυριζόμενοι ὅτι ὁ Μονοφυσιτισμός εἶναι δῆθεν «ἀδελφή Ἐκκλησία», μέ ἔγκυρα μυστήρια, βάπτισμα, ἱερωσύνη καί Χάρι, ὅτι Ὑμεῖς, ὁ ἀρχηγός τῆς αἱρετικῆς μονοφυσιτικῆς Κοπτικῆς Κοινότητος, εἶστε κανονικός Ἐπίσκοπος καί διάδοχος τοῦ Ἀποστόλου Μάρκου, θεωρίες παντελῶς ἄγνωστες, ἀμαρτύρητες, ἀβάσιμες στήν ἐν γένει Παράδοση τῆς Καθολικῆς Ὁρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ξεκάθαρη βλασφημία πρός τό Πανάγιον Πνεῦμα καί ἀναδεικνύουν τήν θεολογική ἐκτροπή Ὑμῶν. Τρανή ἀπόδειξη τῆς ἐξαπατήσεως Ὑμῶν ἐκ μέρους τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἀποδίδουν τίτλους ἐκκλησιαστικότητας εἰςὙμᾶς, τούς πρόδηλα κακοδόξους αἱρετικούς, δέν τολμοῦν, συνεπεῖς πρός τίς διακηρύξεις τους, τήν μαζί Σας μυστηριακή διακοινωνία, γιατί γνωρίζουν ὅτι ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή θά ἀπωλέσουν ἄμεσα τήν ἐκκλησιαστική τους ἰδιότητα. Αὐτό δέν ἀποτελεῖ τήν πλέον κραυγαλέα ἀπόδειξη τῆς κακοδοξίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Ἄν πράγματι πιστεύουν τίς ἀπαράδεκτες καί προκλητικές τους διακηρύξεις, ἄς τό τολμήσουν, λοιπόν, γιατί ἀλλιώς ἀποδεικνύουν μέ τήν στάση τους αὐτή τήν ἀνυπαρξία τῶν τίτλων ἐκκλησιαστικότητος, πού ἀποδίδουν σ’ Ἐσᾶς, τούς ψευδεπισκόπους τῶν κακοδόξων.
Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς θά πρέπει νά διευκρινισθεῖ ὅτι τά ὅσα θά λεχθοῦν στή συνέχεια, γράφονται μέ πόνο καρδίας καί ὄχι ἀπό κάποια προσωπική ἐμπάθεια καί μίσος πρός τό σεβαστό πρόσωπό Σας. Σκοπός μας δέν εἶναι νά θιγεῖ τό πρόσωπό Σας, ἀλλά νά ἀποκαλύψει, στηλιτεύσει, ἐλέγξει καί ἀνασκευάσει πλανεμένες καί αἱρετικές ἀπόψεις, θεωρίες, πράξεις καί ἐνέργειές Σας. Βασικός κανόνας μας εἶναι ὅτι πρέπει νά ἀγαπᾶμε τά πρόσωπα τῶν αἱρετικῶν, ἀλλά νά ἐλέγχουμε καί νά ἀποστρεφόμαστε τήν πλάνη καί τήν αἵρεσή τους. Μοναδικό ἐνδιαφέρον μας εἶναι ἡ Ἁγία Ὀρθοδοξία μας, μόνο μέσα στήν ὁποῖα ἔχει ὁ ἄνθρωπος σωτηρία. Πάντοτε προσευχόμαστε ὅπως ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἐπισυναγάγη Ὑμᾶς, τόν πεπλανημένο ἀρχηγό τῆς Κοπτικῆς Κοινότητος καί τούς Κόπτες, διά τῆς μετανοίας καί τῆς ἀποκηρύξεως τῆς πλάνης καί αἱρέσεως Ὑμῶν, στήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική, Ὁρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ἐπικοινωνοῦντες, λοιπόν, μεθ’ Ὑμῶν, διά τοῦ παρόντος Ἐπισκοπικοῦ γράμματος, ἐπιθυμοῦμε νά Σᾶς καταστήσουμε γνωστό ὅτι, ἡ ἡμετέρα ἐλαχιστότης, παρ’ὅτι τυγχάνει μέλος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς τρεχούσης περιόδου, ἦταν ἀποῦσα κατά τήν ἐπίσημη ὑποδοχή τῆς Ὑμετέρας Ἐκλαμπρότητος στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς καθ’ἡμᾶς Ἐκκλησίας, πού πραγματοποιήθηκε περίπου πρό μηνός, στίς 9-12-2016[3], ὄχι βεβαίως γιά λόγους προσωπικούς, ἀλλά γιά λόγους καθαρά θεολογικούς, δογματικούς καί σωτηριολογικούς.
Ἀκραδάντως πιστεύουμε ὅτι, κατά τήν Ἁγιογραφική, Ἱεροκανονική καί Ἁγιοπατερική διαχρονική Ἱερά Παράδοση καί τήν ἀλάνθαστη συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας,ὁ Μονοφυσιτισμός, τοῦ ὁποίου ἡγεῖστε, Ἐκλαμπρότατε, δέν εἶναι «Ἐκκλησία», ἀλλά θρησκευτική κοινότης, αἱρετική παρασυναγωγή, αἵρεσις, ἀναίρεσις, καθαίρεσις καί πλήρης διαστροφή τῆς ἀληθείας, δηλ. τοῦ ἰδίου τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ἀρνούμαστε κάθε ὀνοματοδοσία τῶν αἱρέσεων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τήν δική σας αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, ὡς Ἐκκλησιῶν. Ὁ παραπάνω ὅρος, Ἐκλαμπρότατε, εἶναι ἀντιφατικός καί ἀπαράδεκτος, διότι, ἄν ὁμιλοῦμε περί Ἐκκλησίας, αὐτή δέν μπορεῖ νά εἶναι ἑτερόδοξος, καί, ἄν ὁμιλοῦμε περί ἑτεροδόξου, αὐτή δέν μπορεῖ νά εἶναι Ἐκκλησία, μέ τήν θεολογική ἔννοια τοῦ ὅρου. Ὁ ὁρισμός τῆς Ἐκκλησίας μᾶς δίδεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Δομήτορά Της, μέ τό ἀψευδέστατο στόμα Του, τόν οὐρανοβάμονα θεῖο Παῦλο, ὁ ὁποῖος στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή Του (1, 17-23) μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι : «ἵνα ὁ Θεὸς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ πατὴρ τῆς δόξης, δῴη ὑμῖν πνεῦμα σοφίας καὶ ἀποκαλύψεως ἐν ἐπιγνώσει αὐτοῦ, πεφωτισμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας ὑμῶν, εἰς τὸ εἰδέναι ὑμᾶς τίς ἐστιν ἡ ἐλπὶς τῆς κλήσεως αὐτοῦ, καὶ τίς ὁ πλοῦτος τῆς δόξης τῆς κληρονομίας αὐτοῦ ἐν τοῖς ἁγίοις, καὶ τί τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστεύοντας κατὰ τὴν ἐνέργειαν τοῦ κράτους τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ἥν ἐνήργησεν ἐν τῷ Χριστῷ ἐγείρας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν, καὶ ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας καὶ δυνάμεως καὶ κυριότητος καὶ παντὸς ὀνόματος ὀνομαζομένου οὐ μόνον ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ μέλλοντι· καὶ πάντα ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ, καὶ αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου». Συνεπῶς εἶναι ἀδύνατος ἡ ὕπαρξις ἑτεροδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως εἶναι ἀδύνατος ἡ ὕπαρξις ἑτεροδόξου Χριστοῦ. Εἶναι παραλογισμός νά ἔχεται ἀληθείας ταυτόχρονα ἡ πίστις, πού τό στόμα τοῦ Ἀπ. Παύλου, ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, μᾶς παραδίδει ὅτι «ἐν τῷ ἅδει οὐκ ἔστι μετάνοια», σχολιάζοντας τήν παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου, καί ἡ ὕπαρξις ἑνός ἄλλου σώματος Χριστοῦ μέ κεφαλή τόν Ἴδιο, πού διδάσκει ἀκριβῶς τά ἀντίθετα, ὅπως τῆς δικῆς Σας Μονοφυσιτικῆς Κοπτικῆς Κοινότητος ἤ τῆς Παπικῆς Κοινωνίας, ἡ ὁποία στήν κατήχησή της, ἐκδ. Βατικανοῦ-Κάκτου 1996, στήν σελ. 332, μέ τίτλο «Ὁ τελικός ἐξαγνισμός ἤ τό καθαρτήριο», μᾶς λέγει ὅτι «Ὅσοι πεθαίνουν χωρίς νά ἔχουν ἐξαγνιστεῖ ὑποβάλλονται μετά τόν θανατό τους σέ ἕναν ἐξαγνισμό, γιά νά εἰσέλθουν στήν χαρά τοῦ οὐρανοῦ. Αὐτόν τόν τελικό ἐξαγνισμό ἡ Ἐκκλησία τόν ὀνομάζει καθαρτήριο».
Ἐκλαμπρότατε,
Ἡ αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ ἔθεσε καί θέτει ἀκόμη καί σήμερα τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου σέ κίνδυνο. Ἐσεῖς, οἱ αἱρετικοί Μονοφυσίτες, πρεσβεύετε ὅτι ὁ Χριστός, μετά τήν ἐνανθρώπησή Του, δηλ. μετά τήν ἕνωση τῶν δύο τελείων φύσεών Του (θείας καί ἀνθρωπίνης) στό ἕνα πρόσωπό Του, εἶχε μόνο μία φύση, τήν θεία, ἡ ὁποία ἀπορρόφησε τήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ καί κυριάρχησε ἐπ'αὐτῆς.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅμως, τῆς Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Δ΄ Συνόδου, (ὅπως οἱ ἅγιοι Φλαβιανός Κων/λεως, Προτέριος Ἀλεξανδρείας, Ἀνατόλιος κ.ἄ.), ἡ ὁποία συνεκλήθη στή Χαλκηδόνα τῆς Βιθυνίας τό 451 μ.Χ. κατεδίκασαν τήν μεγάλη αἵρεσήσας τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ καί τούς μονοφυσίτες αἱρεσιάρχες σας Εὐτυχή, Διόσκορο καί Σεβήρο, καί δογμάτισαν ὅτι οἱ δύο τέλειες φύσεις τοῦ Χριστοῦ (θεία καί ἀνθρώπινη), μετά τήν ἕνωσή τους στό ἕνα πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου, παρέμειναν μεταξύ τους ἑνωμένες ἀσυγχύτως, ἀδιαιρέτως, ἀτρέπτως καί ἀχωρίστως. Δέν ὑπῆρξε καμμία ἀπορρόφηση ἤ προσχώρηση ἤ σύγχυση ἤ διαίρεση ἤ τροπή τῶν δύο φύσεων, ἀλλά παρέμειναν καί οἱ δύο ἀκέραιες, διατηρώντας ἡ κάθε μία τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα καί παραμένοντας στά ὅριά της. Δηλ. οἱ δύο τέλειες φύσεις ἑνώθηκαν στήν μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ἑπομένως, τό ὀρθόδοξο εἶναι νά κάνουμε λόγο γιά δυοφυσιτισμό, δηλ. γιά δύο τέλειες φύσεις μετά τήν ἕνωση, καί ὄχι γιά μονοφυσιτισμό, δηλ. γιά μία φύση, καί συγκεκριμένα τήν θεία, μετά τήν ἕνωση, ὅπως κάνετε ἐσεῖς[4].
Σύμφωνα μέ τόν Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, ΠανοσιολογιώτατοἈρχιμανδρίτη κυρό Γεώργιο Γρηγοριάτη (Καψάνη), «Ἀντιχαλκηδόνιοι Μονοφυσίτες ὀνομάζονται οἱ Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι δέν ἐδέχθησαν τήν Δ΄ καί τίς ἑπόμενες Οἰκουμενικές Συνόδους, ἀπεκόπησαν ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἐσχημάτισαν τίς μονοφυσιτικές «ἐκκλησίες» τῆς Ἀνατολῆς, δηλ. τῶν Κοπτῶν τῆς Αἰγύπτου, τῶν Αἰθιόπων, τῶν Ἀρμενίων, τῶν Συροϊακωβιτῶν καί τῶν Ἰνδῶν τοῦ Μαλαμπάρ»[5].
Ὁ Μονοφυσιτισμός σας δημιουργήθηκε ἀπό τήν λανθασμένη ἑρμηνεία τῆς Χριστολογίας τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας. Ἡ καθ'ὑπόστασιν ἕνωση τῶν δύο φύσεων στό πρόσωπο τοῦ Λόγου δηλώνεται, κατά τόν ἅγιο Κύριλλο, σαφέστατα μέ τή φράση «μία φύσις τοῦ Θεοῦ Λόγου σεσαρκωμένη». Ἡ φράση αὐτή τοῦ ἁγίου Κυρίλλου δέν νοεῖται μονοφυσιτικά, ὅπως τήν ἐννοεῖτε ἐσεῖς, διότι τό «μία φύσις» ἀναφέρεται στήν θεία φύση τοῦ Λόγου, ἐνῶ τό «σεσαρκωμένη» ἀναφέρεται στήν ἀνθρώπινη φύση Του. Ἔτσι, ἐνῶ μέ τήν φράση αὐτή δηλώνεται ἡ ἀκεραιότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς Του, τονίζεται παράλληλα ἡ πραγματικότητα καί ἡ ἑνότητα τοῦ προσώπου Του. Ἡ ἔμφαση μάλιστα αὐτή, πού δίνει ὁ ἅγιος Κύριλλος στήν ἑνότητα τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ καί τήν ταυτότητά του μέ τόν Θεό Λόγο («ἕνα καί τόν αὐτόν») μετά τήν ἕνωση τῶν δύο φύσεων, ἀποτελεῖ τό κυριότερο χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς χριστολογίας του[6].
Οἱ ἱδρυτές τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τούς ὁποίουςἐσεῖς τιμᾶτε ὡς «ἁγίους», ἑρμήνευσαν μονοφυσιτικῶς τήν παραπάνω φράση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου ὁ ὁποῖος τήν ἐχρησιμοποίησε ὡς φράσι τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου ἐνῶ ἀνῆκει εἰς τόν αἱρεσιάρχη Ἀπολλινάριο Λαοδικείας τόν καταδικασθέντα ὑπό τῆς Ἁγίας Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, γεγονός πού ἀπέδειξαν οἱ Λεόντιος Βυζάντιος καί Ἰωάννης Σκυθοπολίτης (Λεοντίου Ἱεροσολύμων PG 86,1865) στήν προσπάθεια ἀντιδράσεώς τους στήν αἵρεση τοῦ Νεστοριανισμοῦ. Ὁ δυστυχής ἀρχιμανδρίτης Εὐτυχής δίδασκε ὅτι στόν Χριστό δέν ὑπάρχουν πλέον, μετά τήν ἐνανθρώπηση, δύο φύσεις, ἀλλά μόνο ἡ θεία, πού προῆλθε οὐσιαστικά μετά ἀπό τή σύγκραση τῶν δύο φύσεων[7]. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ αἱρετική δήλωση τοῦ Εὐτυχοῦς «δύο φύσεις πρό τῆς ἑνώσεως, μία φύσις μετά τήν ἕνωσιν».Ὁ Διόσκορος πατριάρχης Ἀλεξανδρείας δέν εἶχε ὀρθόδοξη Χριστολογία, ἐπειδή ἡ ἔκφραση «ἐκ δύο φύσεων», πού ὑποστήριζε,δέν εἶναι δογματικῶς ἰσοδύναμη μέ τήν ἔκφραση «ἐν δύο φύσεσιν». Ἡ ἔκφραση «ἐκ δύο φύσεων», ἄν καί ὀρθόδοξη καθ'ἐαυτή, χωρίς τήν ἔκφραση «ἐν δύο φύσεσιν», δέν ἐξασφαλίζει ἀπό τήν ἐκτροπή τοῦ χριστολογικοῦ φρονήματος στή σεβηριανή Χριστολογία. Ὁ Διόσκορος ἀποκατέστησε τόν Εὐτυχή στή ληστρική σύνοδο τοῦ 449, ἐπειδή ἐμφοροῦνταν ἀπό τήν μονοφυσιτική Χριστολογία καί ὄχι τήν Χριστολογία τοῦ ἁγίου Κυρίλλου. Δικαίως καθαιρέθηκε ἀπό τήν Δ΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο, ἐπειδή κλήθηκε τρεῖς φορές καί δέν προσῆλθε. Ἀλλά, καί ἄν προσερχόταν, πάλι θά καταδικαζόταν ὡς αἱρετικός, ἐπειδή ἀρνοῦνταν τήν Ἔκθεση Πίστεως τῶν Διαλλαγῶν. Γι’αὐτό ἄλλωστε τόν ἀναθεμάτισαν ἡ Δ΄ καί ὅλες οἱ μεταγενέστερες Ἅγιες καί Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Ἡ μεταγενέστερη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τά ἱστορικοδογματικά δεδομένα τῆς ἐποχῆς του μαρτυροῦν γιά τό μονοφυσιτικό φρόνημα τοῦ Διοσκόρου καί τόν καταδικάζουν ὡς ὁμόφρονα καί ὑπερασπιστή τοῦ Εὐτυχοῦς[8]. Ὁ Σεβῆρος ὁμιλεῖ γιά μία σύνθετη φύση, ἡ ὁποία, μέ τήν φαντασία τοῦ νοῦ, μπορεῖ νά ἀναλυθεῖ σέ δύο φύσεις. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή ὁ λεγόμενος δυοφυσιτισμός τοῦ Σεβήρου εἶναι φανταστικός καί ἐπινόημα, καί δέν συνιστᾶ δύο πραγματικές φύσεις. Ἀπόδειξη τοῦ γεγονότος εἶναι ὁ ἰσχυρισμός τοῦ Σεβήρου ὅτι στόν Χριστό ὑπάρχει μία σύνθετη φυσική ἐνεργητική κίνηση (μονοενεργητισμός), ἀνάλογη πρός τήν σύνθετη φύση[9].
Ἑπομένως, «ἡ διαφορά ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων μ’ἐσᾶς τούς Ἀντιχαλκηδονίους ἀφορᾶ αὐτό τό Πανάγιο Πρόσωπο τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἅγιοι καί Θεοφόροι Πατέρες μας, ἀπό τήν Δ΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἐντεῦθεν ἐπεσήμαναν ὅτι, ὄχι μόνο ὁ Εὐτυχής, ἀλλά καί ὁ Σεβῆρος καί ὁ Διόσκορος, δέν εἶχαν ὀρθή πίστη περί τοῦ Προσώπου τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου καί τῶν δύο ἐν Αὐτῷ τελείωνφύσεων, τῆς θείας καί τῆς ἀνθρωπίνης. Καί ἀκόμη ὅτι συνέχεαν τίς φύσεις, πρεσβεύοντες ὅτι ὁ Θεάνθρωπος δέν εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Παναγίας Τριάδος, τό ὁποῖο προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν ἕνωσε ἐν τῇ ἀϊδίῳ Ὑποστάσει Του μέ τήν θεία φύση, ἀλλά κάποια ἄλλη θεανθρώπινη ὕπαρξις, ἡ ὁποία προῆλθε ἀπό τήν ἕνωση τῶν δύο φύσεων»[10].
Ὁ προκάτοχός Σας Σενούντα, πολλές αἱρέσεις ἀπωλείας εἰσήγαγε στήν Κοπτική Κοινότητα. Μελετώντας κανείς τό βιβλίο του «Ἡ φύσις τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Θεότητα τοῦ Χριστοῦ»[11], διαπιστώνει ὅτι υἱοθετεῖ τήν αἱρετική παπική θεωρία τοῦ μεσαίωνα περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης καί ἀρνεῖται κατηγορηματικῶς τήν πατερική διδασκαλία τῆς κατά χάριν θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὡς μία ἀπό τίς σωτηριολογικές συνέπειες τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Οἱ Κόπτες σήμερα μπορεῖ νά ἐκφράζεσθε μέ τρόπο, πού δίνει τήν ἐντύπωση ὅτι «ὀρθοδοξεῖτε», ὅτι ἔχετελεκτική«ὀρθοδοξία» (OrthodoxieVerbale), ἀλλά στήν ἐπίσημη διδασκαλία σας πολεμᾶτε μετά μανίας τά ὀρθόδοξα δόγματα. Τό βασικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, σύμφωνα μέ τό κήρυγμα Ὑμῶν τῶν Κοπτῶν, εἶναι ἁπλῶς νά ἀντιπροσωπεύει τήν ἀνθρωπότητα μπροστά στόν Θεό, καί ὄχι νά ἑνώσει τους ἀνθρώπους μέ τόν Θεό. Ὁ Χριστός, στά γραπτά Ὑμῶν τῶν Κοπτῶν, εἶναι ἕνας προφήτης, ὁ ὁποῖος μεσολαβεῖ στόν Θεό, ἀλλά δέν ἑνώνεται ὁ Ἴδιος στήν Θεία φύση ὑποστατικά. Αὐτό φαίνεται ἀπό τήν ἄρνηση τοῦ προκατόχου Σας Σενοῦντα νά ἀναγνωρίσει τήν πραγματικότητα τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἀπορρίπτει τήν «βυζαντινῆς κατασκευῆς καί προελεύσεως», ὅπως ἰσχυρίζεται, ἀντίληψη ὅτι κοινωνοῦμε τήν Θεότητα, καί δέν μπορεῖ νά διακρίνει τήν θεωμένη ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν θεία φύση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία (ἀνθρώπινη φύση) ἑνώθηκε μέ τήν θεία φύση. Αὐτό ἐξηγεῖ καί τό γιατίἐσεῖς οἱ Κόπτες, ἄνευ ἐξαιρέσεων, ἀρνεῖσθε τήν κατά χάριν θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί κάθε ἀπόπειρα ἁγιασμοῦ. Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ Ὀρθόδοξοι, στήν Θεία Εὐχαριστία δέν κοινωνοῦμε τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μεταλαμβάνουμε τό Τίμιο Σῶμα καί τό Τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα ἑνώθηκαν μέ τήν Θεία Φύση ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως, σύμφωνα μέ τον ὅρο τῆς Χαλκηδόνας.
Ὁ Κόπτης «μητροπολίτης» Δαμιέτας Bishoy, συμπρόεδρος τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων, δημοσίευσε στίς 30-1-2015, στό ἐπίσημο περιοδικό τοῦ «Πατριαρχείου» τῶν Κοπτῶν «Ἡ Ἱεραποστολή», ἄρθρο μέ τίτλο «Διατί ὁ πειρασμός»[12], τό ὁποῖο μετέφρασε ἀπό τά ἀραβικά στά ἑλληνικά ὁ ἐπί 15 χρόνια προϊστάμενος τῆς Κοπτικῆς Κοινότητος Ἀθηνῶν καί μεταφραστής τοῦ Bishoy, σήμερα, ὅμως, Ὀρθόδοξος ἱερεύς, Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Ἀθανάσιος Χενεΐν, ἐφημέριος τοῦ Παλαιοῦ Ναοῦ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Παλαιᾶς Κοκκινιᾶς τῆς καθ’ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Στό ἄρθρο αὐτό ὁ Bishoy ἀρνεῖται μέ τόν πιό κατηγορηματικό τρόπο τήν πραγματικότητα τῆς ὑπάρξεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως στό πρόσωπο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, καί κατ'ἐπέκτασιν ἀρνεῖται τό αὐτεξούσιο στόν ἄνθρωπο Ἰησοῦ. Πλέον συγκεκριμένα ἀναρωτιέται : «Ποίαν ὠφέλειαν δύναται νά φέρῃ ὁ πειρασμός εἰς τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν»; Καί ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος: «Διότι γνωρίζομεν ἐκ τῶν προτέρων ὅτι ὁ Χριστός ἦτο ἀπολύτως καί ἄνευ οὐδεμιᾶς συζητήσεως προορισμένος νά κριθῆ ἄξιος εἰς τήν ἐξέτασιν, νά ἐπιτύχῃ εἰς τήν δοκιμασίαν καί νά νικήσῃ τόν πειρασμόν». Ὁ Bishoy μιλᾶ γιά τόν πειρασμό τοῦ Χριστοῦ καί ἀφαιρεῖ τραγικῶς τήν προσωπική ἐλευθερία τοῦ Χριστοῦ ὡς τελείου ἀνθρώπου. Μιλᾶ μ' ἕνα προτεσταντικό τρόπο γιά τόν ἀπόλυτο προορισμό τοῦ Χριστοῦ καί μ' ἕνα κορανικό τρόπο γιά τό κισμέτ, τήν μοίρα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ κακόμοιρος Χριστός, στήν ἀντιλήψη τοῦ Bishoy, δέν ἔχει τήν ἐλευθερία νά δεχθεῖ ἐλευθέρως τόν πειρασμό, ἀλλά εἶναι καταδικασμένος, χωρίς καμμιά συζήτηση, νά νικήσει. Ἐσβήσε ὁBishoy ὅλα τά χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τά ὁποία μιλοῦν καί περιγράφουν τόν ἀγώνα, ἀλλά καί τήν ἀγωνία τοῦ Θεανθρώπου μπροστά στόν φρικτό θάνατο τοῦ Σταυροῦ. Κατήργησε τήν ἀνθρώπινη θέληση τοῦ Χριστοῦ.
Στό ἴδιο ἄρθρο ὁ Bishoy, ὅπως καί ὁ Σενούντα, υἱοθετεῖ τήν αἱρετική παπική θεωρία περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης. Λέει: «Τό δεύτερον σημεῖον εὑρίσκεται εἰς τό νά ἀποθνήσκῃ ἐπί τοῦ σταυροῦ, ἐκπροσωπῶν τούς πάντας, ἤ ὡς ἐκπρόσωπος ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, διά νά ἱκανοποιήσῃ ἀπολύτως τήν ἀπόλυτον θείαν δικαιοσύνην, οὗτος ὥστε νά δυνηθῇ νά ἐξιλεώσῃ τάς ἁμαρτίας πάντων τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι θά τόν δεχθοῦν ὡς λυτρωτήν καί σωτήρα». Τά παραπάνω σημεία μᾶς παρέχουν τήν δυνατότητα νά ὁμιλοῦμε γιά ἐκλατινισμό ἤ ἐξουνιτισμό τῶν Κοπτῶν, τύπου Μαρωνιτῶν τοῦ Λιβάνου.
Περίπου στό ἴδιο κλίμα κινήθηκαν καί οἱ δηλώσεις Σας, Ἐκλαμπρότατε, κατά τήν πρόσφατη ἐπίσκεψή Σας στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος (9-12-2016). Ἀναφερθήκατε ἐκτενῶς στίς σχέσεις τῶν δύο λαῶν καί κυρίως τῶν δύο «Ἐκκλησιῶν», τονίζοντας ὅτι «οἱ μεταξύ τῶν δύο Λαῶν, Ἑλλήνων καί Αἰγυπτίων Χριστιανῶν, θερμοί δεσμοί ἀδελφοσύνης ἀνανεώνονται στό διάβα τῶν αἰώνων, ἀφοῦ στήν Αἴγυπτο ὑπάρχει παλαιόθεν Ἑλληνική Κοινότητα, ἐνῷ καί ἡ Ἑλλάδα σήμερα φιλοξενεῖ ἀδελφικά καί μέ ἀγάπη Χριστοῦ Κόπτες Χριστιανούς στήν Ἀθήνα»[13]. Ἐπίσης, σημειώσατε μεταξύ ἄλλων καί τά ἑξῆς : «Ἔχομεν κοινήν Ἱστορίαν καί κληρονομίαν, καθώς ἐπίσης γενεάς καί γενεάς, αἱ ὁποῖαι ἔζησαν εἰς τάς δύο χώρας μας, ὥστε αἱ ὁμοιότητες καί τά κοινά μεταξύ μας νά εἶναι πλέον πολύ περισσότερα ἀπό τυχόν σημεῖα διαφορᾶς ἤ διαφωνίας. Ἐκ μέσης καρδίας εὐχαριστοῦμεν Ὑμᾶς, Μακαριώτατε, διά τήν πολύτιμον μεσολάβησίν Σας εἰς τό θέμα τῆς ἀναγνωρίσεως τῆς Κοπτικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁμοῦ μεθ' ἑτέρων ἕξι Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, ὑπό τοῦ ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου, κατά μήνα Ὀκτώβριον τοῦ ἔτους 2014. Ἐπίσης, εὐχαριστοῦμεν Ὑμᾶς διά τόν ἀνθρωπιστικόν σας ρόλον εἰς τήν παροχήν βοηθείας πρός πρόσφυγας, προερχομένους ἐκ χωρῶν πολέμου καί καταστροφῆς. Προσθέτομεν εἰς τό σημεῖον αὐτό ὅτι θά ἠδύνατο καί ἡ ἐν Ἑλλάδι Κοπτική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νά συμβάλει εἰς τήν παροχήν βοηθείας πρός τυχόν νέους πρόσφυγας». Τέλος, προσκαλέσατε στήν Αἴγυπτο τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο καί τοῦ προσφέρατε τήν αἱρετική μονοφυσιτική εἰκόνα τῆς Φυγῆς εἰς Αἴγυπτον[14].
Ὁ Θεολογικός Διάλογος μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων (1964-1971, 1971, 1979, 1985-1993),παραβλέποντας τήν σαφῶς αἱρετική Χριστολογία τῶν Μονοφυσιτῶν, τυπικά ὁλοκληρώθηκε μέ τήν δημοσίευση τῶν Α΄ καί Β΄ Κοινῶν Δηλώσεων (1989, 1990), μέ τίς ὁποῖες διακηρύσσεται ὅτι ἡ Χριστολογία Ὑμῶν τῶν Ἀντιχαλκηδονίων εἶναι οὐσιαστικά ὀρθόδοξη, παρά τήν λεκτική διαφοροποίησή της ἀπό ἐκείνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐπί τῇ βάσει αὐτῆς τῆς παραδοχῆς ἔχει προταθεῖ ἡ δυνατότητα νά ἀρθοῦν τά ἀναθέματα, πού οἱ ἅγιες Οἰκουμενικές Σύνοδοι ἐξεφώνησαν καθ’ Ὑμῶν τῶν Ἀντιχαλκηδονίων αἱρεσιαρχῶν, ἐφ' ὅσον ἀποδειχθεῖ ὅτι οἱ συγκεκριμένοι αἱρεσιάρχες ἔχουν καταδικασθεῖ, ὄχι ἐπί αἱρέσει, ἀλλά ἐπειδή προκάλεσαν τό ἀντιχαλκηδόνιο σχίσμα στήν Ἐκκλησία (δηλ. γιά κανονικούς λόγους). Ἀποτέλεσμα τοῦ διαλόγου ἦταν ἡ ὑπογραφή ἀπό πλευρᾶς Ὀρθοδόξων τῶν ἀπαραδέκτων καί ἐπαισχύντων θέσεων τῆς συμφωνίας τοῦ Σαμπεζύ τό 1990 μ’ Ἐσᾶς τούς Μονοφυσίτες[15].
Προωθώντας οἱ σημερινοί Ὀρθόδοξοι Οἰκουμενιστές Πατριάρχες, Ἀρχιεπίσκοποι, Μητροπολίτες, Ἐπίσκοποι καί ἀκαδημαϊκοί θεολόγοι τό σχέδιο τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ οἰκουμενισμοῦ γιά ψευδοένωση μέ τούς Μονοφυσίτες ἔχουν προβεῖ σέ ἀπαράδεκτες καί καταδικαστέες ἀπό ὀρθοδόξου πλευρᾶς οἰκουμενιστικές ἐνέργειες, ὅπως ἡ συγγραφή διδακτορικῶν διατριβῶν, μέ τίς ὁποῖες συμπεραίνεται ἐσφαλμένως ὅτι ἡ χριστολογία τῶν Διοσκόρου καί Σεβήρου εἶναι ὀρθόδοξη, ἡ ἀναγνώριση ἀποστολικῆς διαδοχῆς, ἱερωσύνης, ἐκκλησιαστικότητος καί μυστηρίων Ὑμῶν τῶν Μονοφυσιτῶν, οἱ συμπροσευχές μ’ἐσᾶς τούς Μονοφυσίτες, ἡ συμμετοχή σέ μονοφυσιτικές θρησκευτικές ἐκδηλώσεις σας, οἱ κοινές εὐλογίες, ἡ ἀνταλλαγή δώρων (ὅπως μίτρες, ποιμαντορικές ράβδοι, ἐγκόλπια, εἰκόνες), ἡ εἴσοδος Ὑμῶν τῶν Μονοφυσιτῶν σέ ὀρθοδόξους ναούς καί μάλιστα στό Ἱερό Βῆμα, ἡ τέλεση δοξολογίας πρός τιμήν σας, ἡ προσκύνηση ἀπό σᾶς λειψάνων ὀρθοδόξων ἁγίων, ἡ ἀναγόρευση Ὑμῶν τῶν Μονοφυσιτῶν σέ ἐπιτίμους διδάκτορες[16] καί τέλος ἡ μετάδοση τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων σ’ἐσᾶς Μονοφυσίτες[17].
Παραλλήλως, εἶναι τελείως ἀπαράδεκτο νά συμμετέχει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία στήν καρικατούρα τοῦ διαλόγου τοῦ παμπροτεσταντικοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν «ἐκκλησιῶν» (Π.Σ.Ε.), πού οὐσιαστικά εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Αἱρέσεων, καί ὄχι τῶν Ἐκκλησιῶν, καί Παγκόσμιο Συνονθύλευμα τῶν Αἱρέσεων, τήν στιγμή πού τό Π.Σ.Ε., ἀναγνωρίζει Ἐσᾶς τούς Μονοφυσίτες ὡς Ὀρθοδόξους, σᾶς ἀποκαλεῖ «Ἀρχαῖες Ἀνατολικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες», καί παρακάθεστε στό τραπέζι τοῦ διαλόγου μαζί μ’ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους ὡς «Ὀρθόδοξοι».
Τό πρόσφατο (11-12-2016) θλιβερό γεγονός τῆς τρομοκρατικῆς ἐπιθέσεως τοῦ ISIS στό Κάιρο, πού εἶχε σάν συνέπεια τόν θάνατο 25 ἀθώων πολιτῶν καί τόν τραυματισμό 49 ἀτόμων δίπλα στήν ἔδρα τῆς καθ’ἡμᾶς Κοπτικῆς Κοινότητος[18], φανερώνει ὅχι μόνο τήν ἀποτυχία τῶν διεξαγομένων διαθρησκειακῶν διαλόγων μέ τό Ἰσλάμ καί τήν φενάκη περί εἰρηνικῆς συνυπάρξεως Χριστιανισμοῦ καί Ἰσλάμ, ἀλλά καί τό πραγματικό καί εἰδεχθές πρόσωπο τοῦ Ἰσλάμ, τό ὁποῖο ἐφαρμόζει ἀπαρέγκλιτα, ἰδιαίτερα στίς ἡμέρες μας, τήν βασική καί κύρια Κορανική διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ πολέμου (τζιχάντ) ἐναντίον τῶν ἀπίστων, δηλ. τῶν μή μουσουλμάνων. Τό Ἰσλάμ εἶναι ἡ μοναδική θρησκεία στόν κόσμο, πού στοχοποιεῖ ἐγκληματικά τήν ἄρνησή της, πού ἐπιβάλλεται μέ τήν βία καί τό ἔγκλημα, πού δέν ἀναγνωρίζει τήν αὐτεξούσια καί ἐλευθέρα βούληση τῶν προσώπων, καί πού, πέραν τῆς ἱστορικῆς, ἔχει καί «θεολογική» ἑρμηνεία γιά τά τρομοκρατικά χτυπήματα και τούς ἀποκεφαλισμούς, πού διεξάγουν οἱ Ἰσλαμιστές-Τζιχαντιστές τοῦ ISIS ἀνά τόν κόσμο. Τά «ἱερά κίνητρα» τῶν ἐκτελεστῶν ἑδράζονται στό Ἰσλαμικό κοσμοείδωλο. Διότι, Ἰσλάμ σημαῖνει ὑποταγή.
Ὅμως, Ἐκλαμπρότατε, ἄν ἐξετάσει κανείς εἰς βάθος τά πράγματα, θά δεῖ οὐσιαστικά ὅτι, ἀνάμεσα στίς ἄλλες αἰτίες, καί ἡ αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, στήν ὁποία Ἐσεῖς καί οἱ πατέρες σας πιστεύετε, εὐθύνεται γιά τήν ἐξάπλωση τοῦ Ἰσλάμ καί γιά τά πολυώδυνα βάσανα τῶν πολυνέκρων ἐπιθέσεων. Διότι,ὡς γνωστόν, οἱ διδαχές τῆς λαοπλάνου θρησκείας τοῦ Ἰσλάμ ἀποτελοῦν ἕνα συμπίλημα διαφόρων ἀνθρωποπαθῶν αἱρετικῶν θρησκευτικῶν παραδοχῶν (π.χ. Εἰδωλολατρεία, Ζωροαστρισμός, Μανιχαϊσμός, Γνωστικισμός, Ἀρειανισμός, Νεστοριανισμός, Ἀφθαρτοδοκητισμός, Εἰκονομαχία) μεταξύ τῶν ὁποίων κύρια θέση κατέχει καί ἡ αἵρεσή σας, Ἐκλαμπρότατε, τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ. Ἄν, Ἐσεῖς καί οἱ πατέρες σας, Ἐκλαμπρότατε, δέν στρεβλώνατε τήν Χριστολογία τῆς Δ΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί δέν ἀναπτύσατε τήν αἵρεσή σας τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ δογματίζουσα τόν Θεόν ὡς ἀπρόσιτον καί μή οὐσιαστικῶς ἐνανθρωπίσαντα ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν εἶχε ἀνθρώπινη θέλησι καί ἐνέργεια τόν 5ο αἰῶνα, οὔτε καί ὁ ψευδοπροφήτης Μωάμεθ, δύο αἰῶνες μετά ἀπό Σᾶς, τόν 7ο δηλ. αἰῶνα, θά δανείζονταν τήν αἱρετική διδασκαλία σας, οὔτε θά καθιέρωνε τά «γέλωτος ἄξια» θεσπίσματα τοῦ ἀνιέρου Κορανίου, ὅπου παρουσιάζεται ὁ Θεός ὡς ἀμέθεκτος ἀπό τόν ἄνθρωπο κατά τίς ἐνέργειές του, ὁ ὁποῖος ὀφείλει μόνον νά ὑποταγεῖ σέ Αὐτόν καίτό ὁποῖο, μέ τίς ψευδολογίες του, ἐπιδιώκει νά ἀνατρέψει τό σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Θεοῦ Λόγου, τοῦ ἀληθινοῦ Μεσσία. Ἑπομένως, Ἐκλαμπρότατε, ἡ Χριστολογική Σας αἵρεση ἀποτελεῖ ἀπαρχή καί ρίζα τοῦ Ἰσλάμ, ὑποθάλπει τό Ἰσλάμ καί φέρει τεράστιες εὐθύνες γιά τήν ἐξάπλωσή του. Τό Ἰσλάμ εἶναι τέκνο καί συνέχεια τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ.
Πιστεύουμε, ἐπίσης, ὅτι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός χρησιμοποιεῖ τό ἀλλόθρησκο Ἰσλάμ ὡς ἔσχατο παιδαγωγικό μέσο τιμωρίας, ἐξαιτίας τῆς ἀποστασίας ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη, καί ὡς ἀφύπνιση γιά τόν ἐγκεντρισμό στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Του.
Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀντιθέτως μέ τήν ἐπικρατούσα παναιρετική συγκρητιστική οἰκουμενιστική τακτική, «μετά τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῶν Συνόδων ἀπορρίπτουμε καί ἀναθεματίζουμε ὅλες τίς αἱρέσεις, πού παρουσιάσθηκαν κατά τήν ἱστορική διαδρομή τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό τίς παλαιές αἱρέσεις, πού ἐπιβιώνουν μέχρι σήμερα, καταδικάζουμε τόν Μονοφυσιτισμό, τόν ἀκραῖο τοῦ Εὐτυχοῦς καί τόν μετριοπαθῆ τοῦ Σεβήρου καί Διοσκόρου, σύμφωνα μέ τίς ἀποφάσεις τῆς Δ' ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τήν χριστολογική διδασκαλία μεγάλων Ἁγίων Πατέρων καί Διδασκάλων, ὅπως τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, τοῦ Μεγάλου Φωτίου καί τῶν ὕμνων τῆς λατρείας»[19]. Ἐπίσης, «ἀποκηρύττουμε καὶ ἀπορρίπτουμε δημόσια τὴν συγκατάθεση τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸν διάλογο τοῦ Chambesy, βάσει τοῦ ὁποίου οἱ ἀντιχαλκηδόνιοι αἱρετικοί, οἱ μονοφυσίτες, οἱ λεγόμενοι μιαφυσίτες, διάδοχοι τῆς αἱρέσεως τοῦ Σεβήρου Ἀντιοχείας, ἀναγνωρίζονται ὡς ὀρθόδοξοι»[20].
Γιά νά γίνει μία συνεπής πρός τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία ἕνωση Ὑμῶν τῶν Ἀντιχαλκηδονίων μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, θά πρέπει Ἐσεῖς οἱ Μονοφυσίτες νά ἀποδεχθεῖτε τίς Δ΄, Ε΄, ΣΤ΄, Ζ΄, Η΄ καί Θ΄ Ἅγιες καί Οἰκουμενικές Συνόδους μέ ὅ,τι αὐτή ἡ ἀποδοχή συνεπάγεται˙ νά ἀποκηρύξετε δηλ. τήν σεβηριανή Χριστολογία σας, νά ἀποδεχθεῖτε τίς καταδίκες, πού ἔχουν ἐπιβληθεῖ στούς αἱρεσιάρχες Διόσκορο, Σεβήρο, Εὐτυχή, Ἰάκωβο Ἀρμένιο τόν Ζάνζαλο, καί νά διακόψετε τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅσους παραμένουν στά ἀντιχαλκηδόνια φρονήματά τους (Εὐτυχιανιστές, Ἰακωβίτες, Ἀρτζιβουρίτες). Αὐτή ἡ τακτική εἶναι σύμφωνη μέ τήν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τίς ἑνωτικές προσπάθειες, πού ἀπέτυχαν, καί ἀπό ἐκεῖνες, πού καρποφόρησαν τήν ἀληθινή ἑνότητα, ὅπως ἡ ἐπί ἁγίου Φωτίου. Ἡ μεθόδευση, πού θά παρακάμψει τίς ἀνωτέρω στοιχειώδεις ἀπαιτήσεις, δῆθεν ὡς οἰκονομία, θά ζημιώσει τήν Ἐκκλησία.
Ἐκλαμπρότατε,
Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι, θέλουμε τήν ἕνωση καί εὐχόμαστε διαρκῶς «ὑπέρ τῆς τῶν πάντων (ἀνθρώπων) ἑνώσεως» μέ τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Οὐσιαστικά τήν ἐμποδίζετε Ἐσεῖς, οἱ Κόπτες, καί οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστές. Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι, εἴμαστε οἱ κατ’ἐξοχήν ἑνωτικοί, ἐνῶ Ἐσεῖς, οἱ Κόπτες, οἱ ἀνθενωτικοί. Ἄν δέν μετανοήσετε ἐδῶ, στήν πρόσκαιρη ζωή, θά μετανοήσετε στόν Ἅδη, ὅπου, ὅμως, «οὐκ ἔστι μετάνοια»! Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, θέλουμε τήν ἕνωση, ὅπως τήν ὁρίζει ὁ Χριστός, ἐνῶ ἐσεῖς, οἱ Κόπτες, τήν θέλετε, ὅπως τήν ὁρίζετε, Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε. Ἐάν Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε, ἤσασταν σύμφωνος μέ τόν Χριστό, μήν ἀμφιβάλλετε ὅτι κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, πού κατέχουμε τήν ὀρθή πίστη τοῦ Χριστοῦ, θά δεχόμασταν τήν ἕνωση. Ἐφόσον, ὅμως, Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε, δέν συμφωνεῖτε μέ τόν Χριστό, δέν εἶναι ποτέ δυνατόν νά συμφωνήσουμε μ’ Ἐσᾶς. Πῶς εἶναι δυνατόν, Ἐκλαμπρότατε, νά δεχθοῦμε ἕνωση, ἐφόσον Ἐσεῖς καί οἱ Κόπτες εἶστε ἀσύμφωνοι καί ἀντίθετοι στή διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων Ἀποστόλων; Πῶς εἶναι δυνατόν νά δεχτοῦμε ἕνωση μ’ Ἐσᾶς, πού μιλᾶτε, φρονεῖτε καί ἐνεργεῖτε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἐναντίον τῶν Πατερικῶν Παραδόσεων;
Ἐφ’ὅσον, λοιπόν, Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε, παραμένετε ἀμετανόητος καί ἐμμένετε ἑωσφορικῶς στίς αἱρέσεις Σας, ὀφείλουμε νά διακόψουμε κάθε σχέση μαζί Σας καί ὁ καθένας νά πορευθεῖ τόν δρόμο του.
Ὁ θεοκήρυκας Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Νά εἶστε σταθεροί καί νά μένετε πιστοί στίς διδασκαλίες, πού σᾶς παραδώσαμε εἴτε προφορικά εἴτε μέ ἐπιστολή μας»[21]. Καί πάλι : «Ἀλλά κι ἄν ἐμεῖς ἤ ἀκόμη κι ἕνας ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό σᾶς κηρύξει ἕνα εὐαγγέλιο διαφορετικό ἀπό τό εὐαγγέλιο, πού σᾶς κηρύξαμε, νά εἶναι ἀνάθεμα»[22]! Τό ἴδιο λέει καί ὁ θεοφόρος Ἰγνάτιος: «Ὅποιος μιλάει ἤ κάνει ἐνάντια σ' αὐτά, πού διαταχτήκαμε, κι ἄν ἀκόμη εἶναι ἀξιόπιστος ἄνθρωπος, κι ἄν νηστεύει, κι ἄν ζεῖ στήν παρθενία, κι ἄν κάνει θαυμαστά σημεῖα, νά τόν βλέπεις σάν λύκο μέ προβειά προβάτου, πού ἑτοιμάζει μέ τά ἔργα του τή φθορά τῶν προβάτων». Ἀλλά καί ἡ Ζ' Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος ὁρίζει: «Τρεῖς φορές ἀναθεματίζουμε ὅλες τίς καινοτομίες, πού ἔγιναν, καί πού μέλλουν νά γίνουν, ἐνάντια στήν Ἐκκλησιαστική Παράδοση καί στή διδασκαλία καί στό παράδειγμα τῶν ἁγίων καί ἀειμνήστων Πατέρων»[23]. Ἐπίσης, ὁ σοφός Βρυέννιος λέει: «Ἄν κάποιος σαλεύει κάτι ἀπό τίς διδασκαλίες τῶν θεοφόρων Πατέρων, αὐτό νά μήν τό ποῦμε κατ' οἰκονομία παρέκκλιση, ἀλλά παράβαση καί προδοσία τῆς πίστης καί ἀσέβεια πρός τό Θεό».
Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τήν πρώτη ἐντολή τῆς ἀγάπης. Μᾶς δίδαξε, ὅμως, τήν ἀγάπη τήν ἀληθινή, ὄχι τήν ψεύτικη. Τήν ἀγάπη, ὄχι μέ τά χείλη καί τό στόμα, ἀλλά τήν ἀγάπη μέ ὅλη μας τήν ψυχή καί τήν καρδιά. Ὄχι τήν ἀγάπη τήν ἐπιφανειακή, ἀλλά τήν ἐσωτερική. Ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε τήν ἀληθινή ἀγάπη, ἀλλά συγχρόνως μᾶς δίδαξε καί μᾶς παρήγγειλε, γιά νά μᾶς προφυλάξει, νά προσέχουμε ἀπό τούς ψευδοπροφῆτες, τούς ψευδόχριστους, τούς ψευδοδιδασκάλους, τούς λυκοποιμένες, τούς λύκους, τούς σκύλους, τούς ὑποκριτές, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, γραμματεῖς καί φαρισαίους, μεταξύ τῶν ὁποίων εἶστε κι Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε. Αὐτούς ὁ Κύριος καυτηρίασε μέ τά φοβερά καί φριχτά ἐκεῖνα «οὐαί», χαρακτηρίζοντάς τους ὑποκριτές, ἀνοήτους, τυφλούς, ὁδηγούς τυφλῶν, ἅρπαγες, ἄδικους, τάφους ἀσβεστωμένους, φίδια, γεννήματα ἐχιδνῶν. Ἀπό τέτοιους ἀνθρώπους μᾶς παρήγγειλε ὁ Κύριος νά προσέχουμε, νά μήν τούς πλησιάζουμε, νά μήν ἔχουμε καμιά ἐπικοινωνία. Μόνο νά εὐχόμαστε νά σᾶς φωτίσει ὁ Κύριος νά μετανοήσετε. Πῶς φέρθηκαν ἀπέναντι σέ τέτοιους ἀνθρώπους σάν ἐσᾶς (λυκοποιμένες, ψευδοδιδασκάλους, ψευδοπροφῆτες, ψευδόχριστους αἱρετικούς) οἱ ἅγιοι Πατέρες; Αὐτοί, λοιπόν, οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ μιμητές τοῦ Ἀρχιποίμενος Χριστοῦ καί διάδοχοι τῶν Μαθητῶν του, οἱ θεῖοι ποιμένες, πού θυσίασαν τή ζωή τους γιά τά λογικά τους πρόβατα, πού συγκρότησαν τίς σεπτές καί ἅγιες Ἑννέα Οἰκουμενικές Συνόδους, ὅλους αὐτούς τούς αἱρετικούς, πού ἀναφέραμε, τούς ἐκσφενδόνισαν μέ τή σφενδόνη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μακρυά ἀπό τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Τούς ἐδίωξαν μακρυά καί τούς παρέδωσαν, ὡς ἀμετανοήτους, στό αἰώνιο ἀνάθεμα[24].
Μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ Μονοφυσιτισμοῦ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει κανενὸς εἴδους συμβιβασμός.Οὔτε ἑνότητα, οὔτε πολὺ περισσότερο ἕνωση. Ἐμεῖς λατρεύουμε τὸν αὐθεντικό Θεάνθρωπο Χριστό, ἐνῶ ἐσεῖς λατρεύετε ἕναν νοθευμένο καί ἀλλοιωμένο, ἀνύπαρκτο καί ἀνυπόστατο Χριστό, ὁ ὁποῖος δέν σώζει τόν ἄνθρωπο. Ἐμεῖς, οἱ πραγματικοὶ καὶ συνεπεῖς Ὀρθόδοξοι σὲ καμμία περίπτωση καὶ μὲ κανένα ἀντάλλαγμα δὲν κάνουμε μικτοὺς γάμους, δὲν συμπεθεριάζουμε μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀπίστους. Τὸ τέρμα καὶ ὁ σκοπός, ποὺ ἐπιδιώκουμε ἐμεῖς, εἶναι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ αἰώνια μακαριότητα, ἐνῶ για’ Σᾶς εἶναι ἡ γῆ καὶ ἡ εὐδαιμονία πάνω σ᾽ αὐτήν.
Προκειμένου νὰ πετύχει τὸ συνοικέσιο, σ᾽ ἕνα μικτὸ γάμο, εἶναι ἀνάγκη κάποιος νὰ ἀρνηθεῖ τὸ πιστεύω καὶ τὶς ἀρχές του, νὰ ἀρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του. Καὶ αὐτὸς γιὰ κανένα λόγο δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἴμαστε ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι.
Ἐμεῖς πειθαρχοῦμε στὴν θεόπνευστη παραγγελία τοῦ Ἀπ. Παύλου: «Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις... τίς κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων;... ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε»[25].
Ἐάν, Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε, θέλετε ἕνωση, νά ἀναγνωρίσετε καί νά ὁμολογήσετε ὅλες τίς πλάνες, αἱρέσεις καί καινοτομίες, τίς ὁποῖες εἰσήγαγαν, ἀπ' ἀρχῆς οἱ κατά καιρούς ἀρχηγοί σας, ἀποσχισθέντες ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, νά μετανοήσετε, νά κλάψετε πικρῶς, νά ταπεινωθεῖτε, νά κατηχηθεῖτε καί νά βαπτισθεῖτε ὀρθόδοξα καί τότε θά εἶστε ἀποδεκτός. Ἐάν δέν ἀποβάλλετε τήν ὑπερηφάνεια καί ἐάν δέν ταπεινωθεῖτε, μιμούμενος τόν Κύριο, ὄχι μόνο δέν θά πετύχετε, ἀλλά θά αὐξήσετε τήν διαίρεση καί θά προξενήσετε μεγάλα σκάνδαλα, ταραχές, συγχύσεις, μεγάλη βλάβη καί ζημιά στό ποίμνιο. Ἐάν μιμηθεῖτε τόν Κύριο καί ταπεινωθεῖτε, θά πετύχετε τήν ἕνωση, θά ὠφελήσετε τόν ἑαυτό Σας καί τό ποίμνιο καί θά δοξασθεῖ καί ἀπό’ Σας, ὅπως δοξάσθηκε καί ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους τό Ὄνομα τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ἐπειδή ὁ «Κύριος ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν», καί «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται, ὁ δέ ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται»[26].
Ἐπειδή, λοιπόν, Ἐκλαμπρότατε, ὁ θάνατος εἶναι ἄδηλος και ἐπειδή, σύμφωνα μέ τόν Ευαγγελικό λόγο, «οὐκ οἴδατε τήν ὥραν οὐδέ τήν στιγμήν τοῦ θανάτου», ἐξαιτίας αὐτοῦ Σᾶς προτρέπουμε, Σᾶς συμβουλεύουμε καί Σᾶς παρακαλοῦμε, ὡς ἔσχατο μέλος τοῦ Παναγίου καί Παναχράντου Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί δή ὡς Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος, νά σπεύσετε νά ἐπανέλθετε στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, προτοῦ ἔλθει τό τέλος. Ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός Σᾶς δέχεται μέ ἀνοικτές ἀγκάλες! Χαρά θά γίνει καί στή γῆ ἀπό τούς ὀρθῶς φρονοῦντας ἀδελφούς, χαρά θά γίνει καί στούς Οὐρανούς ἀπό τούς Ἀγγέλους γιά τήν ἐπιστροφή Σας! Δράμετε καί προφθάστε νά εἰσέλθετε στόν θεῖο νυμφῶνα πρίν κλείσει ἡ θύρα, ἐπειδή, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Κύριλλο, ὅσοι μιάνθηκαν μέ αἵρεση, θά στερηθοῦν τοῦ ἐνδύματος τῆς ἀφθαρσίας.
Εὐχόμαστε ἡ ἄκτιστος Θεία Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος νά φωτίσει τόν νοῦ Σας, νά Σᾶς ἐνισχύσει καί νά Σᾶς ἐνδυναμώσει, γιά νά ἀποτινάξετε καί νά ἀποσκορακίσετε τόν ὕπνο τῆς πλάνης, τῆς αἱρέσεως καί τῆς ραθυμίας καί νά προσέλθετε στίς ἀγκάλες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Μετά τιμῆς
† ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
_____________________________
1 Α΄ Τιμ. 2, 4.
2 ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 533-535.
3 Ο Κόπτης Πατριάρχης στην Ιερά Σύνοδο, 9-12-2016, http://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/11909-o-koptis-patriarxis-stin-iera-sunodo
4 ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 180-185.
5 Εἶναι οἱ Ἀντιχαλκηδόνοι ὀρθόδοξοι; Κείμενα τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἄλλων ἁγιορειτῶν Πατέρων περί τοῦ διαλόγου Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων (Μονοφυσιτῶν), ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 1995, σ. 9, βλ. καί ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Ἡ «Ὀρθοδοξία» τῶν Ἀντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτῶν, Θεσ/κη 1994.
6 ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΡΤΖΕΛΟΣ, Ἰστορία τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας καί πνευματικότητας, ἔκδ. Ὑπηρεσία Δημοσιευμάτων ΑΠΘ, Θεσ/κη 2000-2001, σσ. 74-75.
7 Ὅ.π., σσ. 84-85.
8 Διόσκορος και Σεβήρος˙ οἱ Ἀντιχαλκηδόνιοι αἱρεσιάρχαι. Κριτική δύο διδακτορικῶν διατριβῶν, ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σ. 94.
9 Ὅ.π., σ. 216.
10 Εἶναι οἱ Ἀντιχαλκηδόνοι ὀρθόδοξοι;…, σ. 10.
11 ΣΕΝΟΥΝΤΑ Γ΄, Πατριάρχης Κοπτοορθόδοξης Ἐκκλησίας Ἀλεξάνδρειας τῆς Αἰγύπτου, Ἡ φύσις τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἐκδ. Ἁρμός 1996.
12 www.alkerazamagazine.com
13 Ὁ Πατριάρχης τῶν Κοπτῶν τῆς Αἰγύπτου στόν Μ.Κ.Ο. ''Ἀποστολή'', 8-12-2016, http://www.romfea.gr/diafora/11895-o-patriarxis-ton-kopton-tis-aiguptou-stin-mko-apostoli
14 Ὁ Κόπτης Πατριάρχης στήν Ἱερά Σύνοδο, 9-12-2016, http://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/11909-o-koptis-patriarxis-stin-iera-sunodo
15 26-11-2013 Ἡ συμφωνία τῆς ντροπῆς στό Σαμπεζύ τῆς Ἐλβετίας Οἰκουμενιστῶν Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν, http://entoytwnika1.blogspot.gr/2013/11/blog-post_5337.html
16 Ἅγιον Ὄρος˙ Διαχρονική μαρτυρία στούς ἀγῶνες ὑπέρ τῆς Πίστεως, ἔκδ. Ἁγιορειτῶν Πατέρων, Ἅγιον Ὄρος 2014, σσ. 96-103.
17 Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Ware : Ὁ πρῶτος ἐπίσκοπος πού ἔδωσε τά Ἄχραντα Μυστήρια εἰς τούς αἱρετικωτάτους Κόπτας!!! 30-5-2015 http://katanixis.blogspot.gr/2015/05/ware.html
18 http://www.newsbomb.gr/kosmos/news/story/753403/epithesi-aigyptos-se-triimero-penthos-i-xora-meta-to-aimatiro-xtypima-se-xristianiko-nao , http://www.newsbomb.gr/kosmos/news/story/753411/aigyptos-martyria-sok-pantoy-ypirxan-ptomata-sklhres-eikones
19 ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ὁμολογία Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, Ἀπρίλιος 2009, http://www.impantokratoros.gr/B742476A.el.aspx
20 ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Νέα Ὁμολογία Πίστεως κατά τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, 23-5-2015, http://www.impantokratoros.gr/46A08503.el.aspx , http://www.impantokratoros.gr/dat/storage/dat/C5E5C0FD/nea_omologia_pisteos.pdf
21 Β΄ Θεσ. 2, 15.
22 Γαλ. 1, 8.
23 Συνοδικό τῆς Ζ' Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνό¬δου ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, Τριώδιο, Κυριακή Ὀρθοδοξίας.
24 ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ, Διδαχές πατρικές καί θαυμαστά γεγονότα τοῦ γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου, ἐκδ. Ὀρθόδοξη Κυψέλη, σσ. 103-111, http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=984.
25 Β´ Κορ. 6, 14-17, Ὀρθόδοξος Τύπος, 19-10-2012,http://aktines.blogspot.gr/2012/10/blog-post_282.html.
26 Λκ. 18, 14, http://www.impantokratoros.gr/C140A962.el.aspx
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

Ἡ ὑπό στοιχεῖα ΣΓ΄/23.9.2016 Ε.Δ.Ι.Σ. ἔκρινεν ὅτι
«δέον ὅπως τά ἐπίσημα τελικά κείμενα τῆς συνόδου μελετηθοῦν ἐν νηφαλιότητι καί ἀποτιμηθοῦν τά θετικά των στοιχεῖα, ἐπισημανθοῦν δ᾽ ἐν ταὐτῷ καί τυχόν ἐνυπάρχουσαι ἐν αὐτοῖς ἀσάφειαι αἱ ὁποῖαι χρήζουν διευκρινίσεων» ἀνετέθη ἡμῖν ἡ μελέτη καί ἀποτίμησις τῶν τελικῶν κειμένων τῆς ἐν Κρήτῃ Μεγάλης καί Ἁγίας Συνόδου (16-27 Ἰουνίου ἐ.ἔ.) διά συντάξεως εἰσηγήσεως ἐπ᾽ αὐτῶν.
ΙΕΡΟΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΕΠΙ ΤΩΝ ΤΕΛΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
ΤΗΣ ΕΝ ΚΡΗΤῌ
ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τῇ 13/26-11-16
Τῇ σεβαστῇ
Ἱερᾷ Κοινότητι
τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄθω
Ἐνταῦθα
Τήν Ὑμετέραν Πανοσιολογιότητα
ἀδελφικῶς ἐν Κυρίῳ προσαγορεύομεν
Ἡ ὑπό στοιχεῖα ΣΓ΄/23.9.2016 Ε.Δ.Ι.Σ. ἔκρινεν ὅτι
«δέον ὅπως τά ἐπίσημα τελικά κείμενα τῆς συνόδου μελετηθοῦν ἐν νηφαλιότητι καί ἀποτιμηθοῦν τά θετικά των στοιχεῖα, ἐπισημανθοῦν δ᾽ ἐν ταὐτῷ καί τυχόν ἐνυπάρχουσαι ἐν αὐτοῖς ἀσάφειαι αἱ ὁποῖαι χρήζουν διευκρινίσεων» ἀνετέθη ἡμῖν ἡ μελέτη καί ἀποτίμησις τῶν τελικῶν κειμένων τῆς ἐν Κρήτῃ Μεγάλης καί Ἁγίας Συνόδου (16-27 Ἰουνίου ἐ.ἔ.) διά συντάξεως εἰσηγήσεως ἐπ᾽ αὐτῶν.
Συναισθανόμενοι τήν ἀσθένειαν ἡμῶν, τήν δυσχέρειαν τοῦ ἀνατεθέντος ἡμῖν ἔργου, ἀλλά καί τό βάρος τῆς εὐθύνης ἡμῶν ἔναντι τῆς ὑπερχιλιοχρόνου, ἀλλά καί προσφάτου ἁγιορειτικῆς ὁμολογιακῆς παραδόσεως ἐπικαλούμεθα ἐμπόνως τάς πρεσβείας τῆς Ἐφόρου τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Τόπου Κυρίας Θεοτόκου καί τῶν Ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πατέρων, γνωρίζοντες ὅτι ἡ θεμελίωσις οἱασδήποτε θεολογικῆς θέσεως δέον νά ἀπορρέῃ ἐκ τῆς ἁγιοπνευματικῆς βιώσεως τῆς ἀποστολικῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν εἶχον οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι Πατέρες καί εἰς τήν ὁποίαν καί ἡμεῖς χάριτι Θεοῦ ἀγωνιζόμεθα νά μετέχωμεν.
Ὁ ἄρρηκτος σύνδεσμος ἁγιότητος καί αὐθεντικῆς ἐκφράσεως τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος ὑπάρχει μόνον εἰς τούς ἁγίους Πατέρας, εἶναι ἡ μοναδική ἐγγύησις διά τήν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι πορείαν τῆς ἐν τῷ κόσμῳ στρατευομένης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλά καί διά τήν ἐν Χριστῷ σωτηρίαν ἑνός ἑκάστου μέλους Αὐτῆς. Ὡς ἐκ τούτου, εἰς τήν παροῦσαν εἰσήγησιν δέν δυνάμεθα νά μή ἔχωμεν ὑπ᾽ ὄψιν ὅσα σχετικά ἔχουν εἴπει καί γράψει, Ἁγιορεῖται καί μή, νεώτεροι καί παλαιότεροι, ἀνεγνωρισμένοι Ἅγιοι καί ἡγιασμέναι μορφαί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Τά ὀκτὼ τελικά κείμενα τῆς ἐν Κρήτῃ Μεγάλης καί Ἁγίας Συνόδου, δημοσιευμένα εἰς τόν οἰκεῖον ἱστοχῶρον αὐτῆς1, ὀνομάζονται «ἐπίσημα ἔγγραφα» καί εἶναι κατά σειράν τά ἑξῆς:
1. Ἐγκύκλιος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
2. Μήνυμα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
3. Ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καί ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον
4. Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον
5. Τό Αὐτόνομον καί ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ
6. Ἡ Ὀρθόδοξος Διασπορά
7. Τό Μυστήριον τοῦ Γάμου καί τά κωλύματα αὐτοῦ
8. Ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ
Ἡ λεπτομερής παρουσίασις τούτων ἐκφεύγει τῆς ἐντολῆς, ἀλλά καί τῶν δυνατοτήτων τῆς ἡμετέρας ἐπιτροπῆς, διά τοῦτο καί θά ἀρκεσθῶμεν εἴς τινας ἐπί μέρους ἐπισημάνσεις ἐντός τοῦ πνεύματος τῆς ἀποφάσεως τῆς ΣΒ΄ Ε.Δ.Ι.Σ.
Α. Τό Ἅγιον Ὄρος παρακολουθεῖ ἐν ἀγάπῃ καί προσευχῇ τήν ἀνησυχίαν εὐσεβῶν Χριστιανῶν σχετικῶς μέ τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον καί τά συνοδικά κείμενα. Ἡ Ἱερά Κοινότης δέν θά ἤθελε νά κωφεύσῃ εἰς τάς παρακλήσεις τῶν ἀδελφῶν Ἀγιορειτῶν Μοναχῶν καί τῶν ἐν τῷ κόσμῳ πιστῶν. Μάλιστα προσπαθεῖ πρῶτα νά ἀληθεύῃ εἰς τό δόγμα καί τό ἦθος καί ἔπειτα νά ὁμιλῇ εὐθαρσῶς, ὅταν ἡ Πίστις ἤ αἱ εὐαγγελικαί ἐντολαί εἶναι τό κινδυνευόμενον. Ὁμιλεῖ ἤ σιωπᾷ μέ διάκρισιν, ὥστε νά οἰκοδομῆται ἡ Ἐκκλησία καί νά στηρίζεται ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ.
Ἀποβλέπουσα εἰς τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν κατανοεῖ ὡς ἑνότητα Πίστεως καί ἐν Χριστῷ ἁγιοπνευματικῆς ζωῆς, ἡ Ἱερά Κοινότης τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὡμίλησε μέ διάκρισιν καί παρρησίαν διά τήν ἀνάγκην τροποποιήσεως τῶν προσυνοδικῶν κειμένων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, δι᾽ ἐπιστολῆς της πρός τόν Παναγιώτατον Οἰκουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαῖον τήν 12ην/25ην Μαΐου ἐ.ἔ., κοινοποιηθείσης καί εἰς τούς Προκαθημένους τῶν λοιπῶν Πατριαρχείων καί Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν. Δι᾽ αὐτῆς ἐζήτησεν συγκεκριμένας τροποποιήσεις τῶν προσυνοδικῶν κειμένων, ὅπως ἄλλωστε ἔπραξε καί τό σύνολον σχεδόν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Εἷς αὐθεντικός συνοδικός λόγος «κατά τάς τῶν Ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας καί τό τῆς Ἐκκλησίας εὐσεβές φρόνημα»2 εἶναι λόγος σωτηρίας. Διακρίνει τό θεανθρωποκεντρικόν πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό ἀνθρωποκεντρικόν (οὑμανιστικόν) πνεῦμα τῶν ἐκτός Αὐτῆς ἀνθρώπων, θρησκειῶν καί χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν. Θεραπεύει τήν βαθυτέραν ἀνάγκην τοῦ ἀνθρώπου δι᾽ ἐπίγνωσιν τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί τοῦ προορισμοῦ τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος πελαγοδρομεῖ καί χάνεται εἰς τήν τύρβην, τάς μερίμνας καί τά ἀδιέξοδα, χρειάζεται πρωτίστως τήν «ἀλήθειαν τῆς θεανθρωπίνης καινῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς»3, ἡ ὁποία ὑπάρχει μόνον εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, καθώς μόνον Αὐτή εἶναι κοινωνία Ἁγίων καί προσφέρει τήν ἐν Χριστῷ ἁγιοπνευματικήν κοινωνίαν μετά τοῦ μόνου Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ἱερά Κοινότης ἐζήτησεν τάς τροποποιήσεις εἰς τά προσυνοδικά κείμενα, διά νά δοθῇ εἰς τόν κόσμον συνοδικός λόγος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καθαρός ἀπό στοιχεῖα πού δέν σώζουν, ἀλλά ἐγκλωβίζουν εἰς τόν παρόντα αἰῶνα. Κατά τοῦτο ἡ Ἱερά Κοινότης ἐστοιχήθη πρός μίαν μακράν παράδοσιν ὁμολογίας τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, αὐτοσυνειδησίας καί ἐκκλησιολογίας, ἀλλά καί στηρίξεως τοῦ ἐμπεριστάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἰς τήν ἄρσιν τοῦ σταυροῦ του.
1. Βασικόν αἴτημα τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος ἦτo νά μή ἀναγνωρισθοῦν οἱ ἑτερόδοξοι ὡς Ἐκκλησίαι, διότι μόνον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία4.
2. Ἐζήτησεν ἐπίσης νά τονισθῇ ὅτι οἱ διάλογοι μέ τούς ἑτεροδόξους σκοπεύουν εἰς τήν ἐπιστροφήν των εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν καί εἰς τήν ἁγιοπνευματικήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
3. Σύμφωνος πρός τό πνεῦμα καί τό γράμμα τῶν προγενεστέρων ὁμολογιακῶν της κειμένων ἡ Ἱερά Κοινότης εἶχε ζητήσει ἀπό τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον νά λάβῃ ὑπ’ ὄψιν τάς εὐλόγους ἀντιρρήσεις της διά τήν συμμετοχήν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τό «Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν» (Π.Σ.Ε.), καθώς καί τήν σαφῆ ἀντίθεσίν της εἰς τάς καταδικαζομένας ὑπό τῶν Ἱερῶν Κανόνων συμπροσευχάς, τούς λειτουργικούς ἀσπασμούς καί ὁτιδήποτε ἄλλο δίνει τήν ἐντύπωσιν «ὅτι εἴμεθα τό ἴδιο».
4. Θεμελιῶδες ἐπίσης αἴτημα τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος Ἁγίου Ὄρους ἦτο νά διατυπωθῇ μέ εὐκρίνειαν ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική παράδοσις ἀναγνωρίζει ὡς «ἔσχατον κριτήν» ἐπί θεμάτων πίστεως τήν συνείδησιν τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας5, ἐκφραζομένην ἐνίοτε καί διά μεμονωμένων μελῶν Αὐτῆς καί ἐπιβεβαιουμένην τελικῶς διά συνοδικῆς ἀπόφασεως Ὀρθοδόξων ἐπισκόπων.
5. Τήν ἀναφοράν εἰς τάς μεγάλας, μετά τήν ἁγίαν Ζʹ Οἰκουμενικήν, συνόδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπί Μεγάλου Φωτίου (879-880), ἐπί ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ (1341-1351) καί τάς ἐν Κωνσταντινουπόλει (1282-84 καί 1484), αἱ ὁποῖαι ἠκύρωσαν τάς ἐν Λυῶνι καί Φλωρεντίᾳ ἑνωτικάς ψευδοσυνόδους, ἐθεώρησεν ἀπαραίτητον ἡ Ἱερά Κοινότης, καθόσον διά τῆς διδασκαλίας αὐτῶν αἱ δογματικαί καί ἐκκλησιολογικαί διαφοραί μετά τῶν ἑτεροδόξων (περί τό Φιλιόκβε, τήν κτιστήν Χάριν, τό παπικόν πρωτεῖον κ.λπ.) ἀποσαφηνίζονται πλήρως καί τίθενται ὑγιεῖς βάσεις διά τούς διμερεῖς θεολογικούς διαλόγους.
6. Εἰς τό κείμενον «Ἡ Ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ» ἐπροτείναμεν, ὡς Ἁγιορεῖται καί κληρονόμοι τῆς ἡσυχαστικῆς ἀσκητικῆς παραδόσεως, μίαν πλέον ἀνεπτυγμένην ἀναφοράν εἰς τήν ὀρθόδοξον διδασκαλίαν περί τῆς ἐν Χριστῷ ἀσκήσεως, τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὡς αὕτη διετυπώθη κυρίως ὑπό τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί πραγματώνεται μόνον ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, μέ τήν Χάριν τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἀνεξαρτήτως αὐτῆς, ἤτοι κατ᾽ ἀντίθεσιν πρός τάς διαφόρους πεπλανημένας ψυχοσωματικάς τεχνικάς, συναντωμένας εἰς παλαιά καί σύγχρονα μυστικιστικά ρεύματα.
Β. Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος συνεκλήθη τελικῶς ὑπό τάς γνωστάς συνθήκας καί ὑπό τήν γνωστήν σύνθεσιν καί ἐπεράτωσε τάς ἐργασίας της μέ δυσκολίας καί πολλάς θεολογικάς συζητήσεις, συνήθεις εἰς τάς συνόδους τῆς Ἐκκλησίας.
Εἰς τά θετικά σημεῖα τῆς συνόδου πρέπει νά καταμετρηθῇ τό ὅτι ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης διηύθυνε ὑποδειγματικῶς τάς συζητήσεις καί ἐπέτρεπε τήν ἐντός τῶν πλαισίων τοῦ Κανονισμοῦ ἐλευθέραν ἔκφρασιν θεολογικῆς γνώμης.
Ἐπίσης εἶναι γεγονός ὅτι οἱ πλεῖστοι τῶν ἐπισκόπων, ἔστω καί μέ τό σχῆμα τῶν Ἀντιπροσωπειῶν, ἐπῆγαν εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον, διά νά βεβαιώσουν τήν αὐτοσυνειδησίαν τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι διά νά ἐπικροτήσουν κάποιαν οἰκουμενιστικήν γραμμήν.
Δέν δυνάμεθα ἐπίσης νά μή ἀναγνωρίσωμεν τήν λαμπράν προσπάθειαν Προκαθημένων καί συνοδικῶν ἀρχιερέων νά βελτιωθοῦν τά κείμενα. Ὀφείλομεν μάλιστα νά ἐξάρωμεν τάς θεολογικάς προσπαθείας ὡρισμένων ἐπισκόπων νά ἀπαλειφθοῦν ἀμφίσημοι θεολογικαί ἔννοιαι καί φράσεις καί νά προστεθοῦν ἀπαραίτητοι προτάσεις, προκειμένου νά ἀποφευχθῇ ἡ οἰκουμενιστική νοηματοδότησις τῶν κειμένων.
Χάριν ἀντικειμενικότητος καί ἀληθείας ἀναφέρομεν κάποιας βασικάς τινας τροποποιήσεις πού ἔγιναν πρός τήν ὀρθήν κατεύθυνσιν:
1. Εἰς ἀρκετά σημεῖα τῶν κειμένων προσετέθη περί τῶν μή Ὀρθοδόξων ὁ προσδιορισμός «ἑτερόδόξοι», ὥστε νά ἐμφαίνεται ἡ ἀπόκλισίς των ἀπό τήν Ὀρθόδοξον ἀποστολικήν Πίστιν καί ὅτι δέν εὑρίσκονται ἐν κοινωνίᾳ μετά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας6 Εἰς τήν παράγρ. 21 τοῦ κειμένου Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον λέγεται σαφῶς ὅτι «αἱ μή Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι παρεξέκλιναν ἐκ τῆς ἀληθοῦς πίστεως τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καί ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας». Εἰς τήν παράγρ. 9 τοῦ αὐτοῦ κειμένου προσετέθη ἡ διάταξις: «Οἱ διμερεῖς καί πολυμερεῖς θεολογικοί διάλογοι δέον ὅπως ὑπόκεινται εἰς πανορθοδόξους περιοδικάς ἀξιολογήσεις». Εἰς τήν παράγρ. 23 ἡ Οὐνία συμπεριελήφθη εἰς τάς «πράξεις προσηλυτισμοῦ» καί τάς «προκλητικάς ἐνεργείας ὁμολογιακοῦ ἀνταγωνισμου.
2. Ἀπό τήν πρώτην παράγρ. τοῦ κεφ. Βʹ τοῦ προσυνοδικοῦ κειμένου Ἡ Ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ, ἀπηλείφθη ἡ περσοναλιστική ἀναφορά εἰς τόν ἄνθρωπον «ὡς κοινωνίαν προσώπων ἀντανακλώντων κατά χάριν διά τῆς ἑνότητος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους τήν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι ζωήν καί κοινωνίαν τῶν θείων προσώπων»7.
3. Εἰς τό ζήτημα τῶν μικτῶν γάμων μεθ᾽ ἑτεροδόξων ἀνεφέρθη ὅτι «ὁ γάμος Ὀρθοδόξων μεθ’ ἑτεροδόξων κωλύεται κατά κανονικήν ἀκρίβειαν (κανών 72 τῆς Πενθέκτης ἐν Τρούλλῳ Συνόδου)»8, ἐδόθη ὅμως «ἡ δυνατότης ἐφαρμογῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας… ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἑκάστης αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»9.
Γ. Ὅμως, μετά παρέλευσιν ἱκανοῦ διαστήματος ἀπό τῆς συγκλήσεως τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, ὀφείλομεν νά ἐπισημάνωμεν μέ περίσκεψιν καί νηφαλιότητα σημεῖά τινα τοῦ συνοδικοῦ κειμένου Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον, τά ὁποῖα ὡς ἀμφίσημα ἀναμένουν τήν ὀρθοτέραν διατύπωσίν των, διά νά φανῇ πῶς ἔχει ἡ ἀλήθεια, διά νά ἀναπαυθοῦν οἱ πιστοί πού μέ ἀγάπην καί ἀγωνίαν περιμένουν τόν λόγον μας, καί διά νά ἀποσοβηθοῦν ἔριδες καί καταστάσεις πού βλάπτουν τήν Ἐκκλησίαν καί ἐμποδίζουν τήν οἰκοδομήν τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
1. Εἰς τήν παράγρ. 6, ὅπου γίνεται ἀναφορά εἰς ἑτεροδόξους χριστιανικάς Ἐκκλησίας, αἱ ὁποῖαι δέν εὑρίσκονται εἰς κοινωνίαν μετά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δέν πρέπει μόνον νά ἐννοῆται, ἀλλά καί ρητῶς νά ἀντιδιαστέλλεται ἡ ἑτεροδοξία των ἀπό τήν ἀποστολικήν ἀλήθειαν, πίστιν καί παράδοσιν τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἔτσι ὁριοθετεῖται ἡ Ἐκκλησία ἀπό τάς αἱρέσεις, αἱ ὁποῖαι σφετερίζονται τήν ἀποστολικήν ἀλήθειαν. Ἡ διατύπωσις «ἑτερόδοξοι χριστιανικαί Ἑκκλησίαι» δίδει χῶρον εἰς τήν ἀντορθόδοξον θεωρίαν ὅτι Ὀρθόδοξοι καί Ρωμαιοκαθολικοί «εὑρίσκονται πλέον ὑπό καθεστώς ὄχι τετελεσμένου σχίσματος, ἀλλά διακοπῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας (ἀκοινωνησία)»10. Ἡ θεωρία αὕτη συσκευάζει Ὀρθοδόξους καί Ρωμαιοκαθολικούς εἰς τήν Μίαν Ἐκκλησίαν καί ἀντιλαμβάνεται τήν ἑτεροδοξίαν ὡς διαφορετικήν διατύπωσιν τῆς ἰδίας ἀποστολικῆς πίστεως! Ἐξ ἄλλου εἶναι γνωστή ἡ σταθερά ἄρνησις τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν νά θεωρήσουν τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ὡς πλήρη καί πραγματικήν Ἐκκλησίαν, ἐπειδή δέν εἶναι ἡνωμένη μέ τόν Πάπαν καί ὡς ἐκ τούτου στερεῖται τῆς πληρότητος τῆς χάριτος (παπική Διακήρυξις Dominus Jesus, 2000).
2. Λείπουν διατάξεις αἱ ὁποῖαι θά ἀπέτρεπον πράξεις καί δηλώσεις πού ἐμφανίζουν τούς ἑτεροδόξους μέ αὐθεντικόν Βάπτισμα καί Ἱερωσύνην, καί τήν «ἐκκλησίαν» των μέ σῴζουσαν Χάριν. Συνεπῶς εἶναι ἐντελῶς ἐλλιπής ἡ παράγρ. 23, ἡ ὁποία λέγει ὅτι ὁ διάλογος πρέπει νά συνοδεύεται «διά πράξεων ἀμοιβαίας κατανοήσεως καί ἀγάπης». Ὅσον ἀφορᾶ δέ τήν παρουσίαν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τό Π.Σ.Ε. (διά τήν ὁποίαν τό Ἅγιον Ὄρος ἔχει δηλώσει τήν διαφωνίαν του), εἶναι μέν θετική ἡ δήλωσις τοῦ συνοδικοῦ κειμένου ὅτι αὗται «συμβάλλουν [σ.σ. ἐννοεῖται μόνον] εἰς τήν προώθησιν τῆς εἰρηνικῆς συνυπάρξεως καί συνεργασίας ἐπί τῶν μειζόνων κοινωνικοπολιτικῶν προκλήσεων» (παράγρ. 17), ὅμως ἡ συμμετοχή τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τό Π.Σ.Ε. θεμελιώνεται εἰς τήν «Δήλωσιν τοῦ Τορόντο» (1950), ἡ ὁποία εἶναι κείμενον θεολογικῶς μή ἀποδεκτόν. Εἶναι σοβαρόν ἐν προκειμένῳ τό ἐρώτημα, ἄν εἰς τό ἑξῆς ἡ «Δήλωσις τοῦ Τορόντο» ἐγκρίνεται συνοδικῶς ὡς ἔγκυρον καταστατικόν κείμενον ἀναφορᾶς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας! Ἐπιπλέον εἰς τό συνοδικόν κείμενον ἐπιβεβαιώνεται ἡ συμμετοχή τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τό Π.Σ.Ε., ἐνῶ λείπει ἀναγκαία ἐπισήμανσις ὅτι ἀπαγορεύονται αἱ «διομολογιακαί συμπροσευχαί» καί δέν ἀπορρίπτωνται ἀπόψεις τοῦ Π.Σ.Ε περί Ἐκκλησίας καί Βαπτίσματος, αἱ ὁποῖαι ἔχουν γίνει κοινῶς ἀποδεκταί (καί ἀπό τούς μετέχοντας Ὀρθοδόξους)11.
3. Συμφώνως πρός τό συνοδικόν κείμενον διάλογοι οἱ ὁποῖοι δέν ἐπιτυγχάνουν συμφωνίαν ἐπί ἑνός θέματος δέν διακόπτονται, ἀλλ᾽ ἀντίθετως, καταγραφομένης τῆς θεολογικῆς διαφωνίας, συνεχίζονται (παράγρ. 11). Ἀναμφιλέκτως εἶναι ὀρθόν νά ὁλοκληρώνεται ἕνας διάλογος παρά τάς δυσχερείας. Ὅμως ἡ συνέχισις ἤ ἡ διακοπή ἑνός διαλόγου δέν εἶναι μόνον πρακτικόν θέμα, ἀλλά ἔχει καί ἐκκλησιολογικήν καί σωτηριολογικήν σημασίαν. Οἱ ἄκαρποι διαλόγοι συντελοῦν εἰς τό νά ἀμβλύνεται ἡ δογματική εὐαισθησία τῶν Ὀρθοδόξων θεολόγων πού μετέχουν εἰς αὐτούς, καθώς καί τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος. Τί σημαίνει ἑπομένως ὅτι οἱ διάλογοι συνεχίζονται; Σχετικά μέ τό μεῖζον θέμα τῆς Οὐνίας π.χ.: Ἀρκεῖ ἡ ἁπλῆ καί ἐπαινετή παράθεσις τῆς λέξεως «οὐνία» (παράγρ. 23) μεταξύ τῶν μορφῶν ὁμολογιακοῦ ἀνταγωνισμοῦ, ὅταν ἡ Οὐνία εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν ἐκκλησιολογικόν πρόβλημα πού ἔπρεπε νά λυθῇ πρό τῆς ἐνάρξεως τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου τό 1980; Πῶς θά ἑρμηνεύεται πλέον τό πρόβλημα τῆς Οὐνίας, ὡς πρακτικός ἀνταγωνισμός ἤ ὡς ἐκκλησιολογική ἐκτροπή;
4. Aἱ παράγρ. 4, 5 καί 6 καθιερώνουν τήν συμμετοχήν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τούς διαχριστιανικούς διαλόγους καί εἰς τήν Οἰκουμενικήν Κίνησιν μέ τήν διαβεβαίωσιν ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος συμμετοχή εἰς τήν κίνησιν πρός ἀποκατάστασιν τῆς ἑνότητος μετά τῶν ἄλλων Χριστιανῶν ἐν τῇ Μιᾷ, Ἁγίᾳ, Καθολικῇ καί Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ... ἀποτελεῖ συνεπῆ ἔκφρασιν τῆς ἀποστολικῆς πίστεως καί παραδόσεως ἐντός νέων ἱστορικῶν συνθηκῶν» (παράγρ. 4). Ἡ ἀνωτέρω διατύπωσις σημαίνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν ἀναγνωρίζει τούς ἑτεροδόξους ὡς Ἐκκλησίας, παρά τήν ὀνομασίαν ταύτην «ὡς μέσον συνομιλίας καί ἐπικοινωνίας», ἀλλά μέ συνέπειαν εἰς τήν ἀποστολικήν της πίστιν καί παράδοσιν ἀναμένει τήν ἐπιστροφήν των εἰς τούς κόλπους της. Πάντως μία σαφής διατύπωσις, ἡ ὁποία θά ἐδήλωνε τήν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως πολλάκις ἐτονίσθη ἀπό Ὀρθοδόξους θεολόγους, ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος12 καί ἀπό τόν Παναγιώτατον Οἰκουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαῖον εἰς ὁμιλίαν του εἰς τόν πάνσεπτον Ναόν τοῦ Πρωτάτου13, θά ἀνέπαυε τήν ἁπανταχοῦ Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί τό Ὀρθόδοξον πλήρωμα.
5. Μετά τήν ὀρθήν διακήρυξιν εἰς τό τέταρτον συνοδικόν κείμενον «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, οὖσα ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία…»14, καί τήν ρητήν διαβεβαίωσιν τῆς Ἐγκυκλίου ὅτι οἱ «ὑπό τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας διεξαγόμενοι διάλογοι οὐδέποτε ἐσήμαιναν, οὔτε σημαίνουν καί δέν πρόκειται νά σημάνουν ποτέ οἱονδήποτε συμβιβασμόν εἰς ζητήματα πίστεως»15, θεολογικαί συμφωνίαι ὡς τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων ἐπί τῆς Χριστολογίας (1989, 1990) καί τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῆς ἐκκλησιολογίας μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν εἰς τό Μπαλαμάντ (1993) δέν δύνανται νά ἰσχύουν, καθόσον εἶναι προφανεῖς «συμβιβασμοί εἰς ζητήματα πίστεως».
Δ. Σήμερoν ἡ διατήρησις τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἕν ὀδυνηρόν αἴτημα. Ἐν Ἁγίῳ Ὄρει καί ἀλλαχοῦ ἀκούονται διαμαρτυρίαι καί δυστυχῶς ἀναπτύσσονται ἕως καί σχισματικαί τάσεις. Ἀναμφιβόλως εἰς αὐτό συμβάλλουν καί αἱ ἀμφισημίαι εἰς τά συνοδικά κείμενα, ἡ ἀσάφεια τῶν ὁποίων δημιουργεῖ προϋποθέσεις δι᾽ οἰκουμενιστικήν ἑρμηνείαν των καί ἑπομένως ὁδηγεῖ εἰς κρίσιν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, καθώς εἰς τούς ἐν ἐξελίξει θεολογικούς διαλόγους εἶναι δύσκολον νά παραμερισθοῦν τά «κεκτημένα» τῶν παρελθουσῶν δεκαετιῶν. Τά κείμενα τῆς Συνόδου πρέπει νά ὑπερβοῦν τήν μονομέρειαν, ἡ ὁποία ὀφείλεται εἰς τό ὅτι αὐτά ἠγνόησαν τήν ἰσχυράν θεολογικήν παράδοσιν πού ἐχάραξαν σύγχρονοι θεοφόροι Πατέρες καί ἔγκριτοι θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι διεῖδον τήν πορείαν τῶν οἰκουμενικῶν διαλόγων ὡς μίαν οἰκουμενιστικήν παρέκκλισιν. Ὄχι μόνον «ζηλωτικαί», ὡς λέγεται, ἀλλά καί ὑγιεῖς φωναί ἀναζητοῦν λόγον ἀληθείας διά νά πεισθοῦν καί νά ἀναπαυθοῦν.
Ὅμως ἡ τάσις διά «διακοπήν μνημοσύνου» δέν εἶναι ἐν προκειμένῳ δικαιολογημένη. Τά κείμενα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου ἔχουν τάς ἐλλείψεις καί ἀτελείας των. Δέν ὑπεγράφη ὅμως «ἑνωτικός ὅρος», ὅπως εἰς τήν Λυών καί τήν Φλωρεντίαν καί οὐδείς Ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος προσεχώρησεν εἰς κατεγνωσμένην ὑπό τῆς Ἐκκλησίας αἵρεσιν οὔτε ἐκήρυξεν «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» τάς αἱρετικάς διδασκαλίας τῶν ἑτεροδόξων. Μία ἄκριτος σπουδή πρός διακοπήν μνημοσύνου θά χαροποιήσῃ μόνον τούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας16.
Ἀναγνωρίζομεν ὅτι ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος ἔδειξεν ἀπεριόριστον ἐνδιαφέρον διά νά ἐκφρασθῇ ὑπό τῆς Συνόδου ἡ ἀκραιφνής Ὀρθόδοξος Ἐκκλησιολογία. Γνωρίζομεν τήν μαρτυρικήν θέσιν τῆς πρωτοθρόνου Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τό ἐμπερίστατον τῶν παλαιφάτων Πατριαρχείων. Ἐλπίζομεν ὅμως εἰς τήν πανσθενουργόν Χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Οἱ ἀρχιερεῖς μας, ὁ ἱερός κλῆρος καί ὁ εὐσεβής λαός δέν ἔχουν χάσει τόν κανόνα τῆς Πίστεως. Προσβλέπομεν μετ’ ἐλπίδος εἰς τήν περαιτέρω θεολογικήν ἐπεξεργασίαν καί πλέον αὐθεντικήν διατύπωσιν τῶν συνοδικῶν κειμένων, ὥστε αὐτά νά ἀνταποκρίνωνται εἰς τήν ἐκπλήρωσιν τῆς σωτηριώδους ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον, συμφώνως πρός τόν Ὅρον τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν· ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται...». Εἴθε ὅλοι, κλῆρος καί λαός, «οὕτω νά φρονῶμεν, οὕτω νά λαλῶμεν, οὕτω νά κηρύσσωμεν Χριστόν τόν ἀληθινόν Θεόν ἡμῶν».
Ταῦτα συνοπτικῶς θέτοντες ταπεινῶς ὑπ’ ὄψιν τῆς Ὑμετέρας Πανοσιολογιότητος καί προσευχόμενοι εἰς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν διά τόν ἄνωθεν φωτισμόν τῶν ἀρχιερέων μας, οἱ ὁποῖοι ἐπωμίζονται καί τό μεγαλύτερον βάρος τῆς εὐθύνης, διατελοῦμεν
Μετά πολλῆς τῆς ἐν Χριστῷ φιλαδελφίας καί ἀγάπης
Τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς
Ὁ τῆς Ἱ. Μονῆς Κουτλουμουσίου
|
Ἱερομ. Χρυσόστομος
|
|
|
Ὁ τῆς Ἱ. Μονῆς Ξηροποτάμου
|
Ἀρχιμ. Ἰωσήφ
|
|
|
Ὁ τῆς Ἱ. Μονῆς Σίμωνος Πέτρας
|
Ἀρχιμ. Ἐλισσαῖος
|
|
|
Ὁ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυρονικήτα
|
Ἀρχιμ. Τύχων
|
|
|
Ὁ τῆς Ἱ. Μονῆς Γρηγορίου
|
Ἱερομ. Λουκᾶς
|
https://www.holycouncil.org/official-documents
Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας, Τριῴδιον, Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἐγκύκλιος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, III–8
«Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι μόνο Μία, ἀλλά καί Μοναδική. Ἐν τῷ Κυρίῳ Ἰησοῦ δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξουν πολλά σώματα. Κατά τόν ἴδιον τρόπον δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχουν ἐν αὐτῷ πολλές Ἐκκλησίες. Ἐν τῷ θεανθρωπίνῳ αὐτοῦ σώματι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία καί Μοναδική, ὅπως ὁ Θεάνθρωπος, ὁ Χριστός, εἶναι ἕνας καί μοναδικός». Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀναδημοσίευσις ἐκ τῆς γαλλικῆς μεταφράσεως, Ὀρθόδοξος Τύπος, 29-6-2007.
«Ἔπειτα παρ’ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι, οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησάν ποτε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστής τῆς θρησκείας ἐστίν αὐτό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτός ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τό θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καί ὁμοειδές τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ». Ἐγκύκλιος τῶν τεσσάρων Πατριαρχείων τῆς Ἀνατολῆς (Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καί Ἰεροσολύμων, Μάϊος 1848).
Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον, §6.
«Ἡ̔ συνολική πρόταση τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ὀντολογία τοῦ προσώπου καί τήν κοινωνία τῶν προσώπων ἔγινε ἀποδεκτή ἀπό τήν «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο», διεγράφη ὁλόκληρη ἡ φράση πού ἀναφέρεται στήν κοινωνία τῶν προσώπων πού ἀντανακλοῦν κατά Χάρη διά τῆς ἑνότητος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους τήν ζωήν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι καί τήν κοινωνίαν τῶν θείων προσώπων, ἀλλά ἁπλῶς σέ κάποια σημεῖα παρέμεινε ὁ ὅρος ἀνθρώπινο πρόσωπο πρός περαιτέρω συζήτηση». Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Οἱ ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τήν «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο» καί ἡ κατάληξή τους, σελ. 20-21, Σεπτέμβριος 2016. https://aktines.blogspot.nl/2016/09/blog-post_197.html .
Τό Μυστήριον τοῦ Γάμου καί τά κωλύματα αὐτοῦ, 5.i.
ἔ.ἀ., 5.ii.
Ἐπίσκεψις, τ. 755 (31.10.2013).
Βλ. σχετικῶς, Ἐπί τῶν Δογματικῶν Ἐπιτροπή τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, Ὑπόμνημα περί τῆς συμμετοχῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν,18.2.2007.
«Μόνον ἡ καθ’ ἡμᾶς Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, αἱ δέ λοιπαί ἑτερόδοξοι ‟Ἐκκλησίαι” εὑρίσκονται ἐν τῇ αἱρέσει καί πλάνῃ» (Ἐπιστολή πρός τόν Παναγιώτατον Οἰκουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαῖον, 1η /14η Νοεμβρίου 1995).
«Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι αὐτή μόνη ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία» (21η Ὀκτωβρίου 2008).
Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον, §1
Ἐγκύκλιος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, VII-20
Πρβλ. Κανὼν ΙΕ΄ τῆς Α΄ και Β΄ λεγομένης Συνόδου, Πηδάλιον, σελ. 292.
Πηγή: Θρησκευτικά

Η λεξη πολιτική παράγεται ἀπὸ τὸ «πόλις», τὸ αὐστηρὸ προγονικὸ μας ἰδανικό. Ἀπὸ τὸ «πόλις» παράγεται καὶ ὁ πολιτισμὸς. Ἄρα, πολιτικὴ καὶ πολιτισμὸς εἶναι ἔννοιες ὁμόρριζες. Σήμερα ὅμως οὔτε τὸ ἕνα οὔτε τὸ ἄλλο παράγονται στὴν Ἑλλάδα. Ὁ λόγος εἶναι ἁπλὸς: δὲν κάνουμε πολιτικὴ, κάνουμε κομματισμό. Καὶ ἀφοῦ δὲν κάνουμε πολιτική, δὲν κάνουμε οὔτε πολιτισμό. Πρέπει κάποτε νὰ κατανοηθεῖ ὅτι ἡ δημοκρατία εἶναι πολίτευμα αἰσθητικό, πολίτευμα τοῦ γούστου καὶ ὄχι τοῦ «γουστάρω». Πολίτευμα τοῦ «πρέπει» καὶ ὄχι τοῦ «κάνω ὅ,τι θέλω». Τὸ «πρέπει» δὲν εἶναι δεσμός εἶναι σύν-δεσμός. Ὅπως παραλύει ἡ γλῶσσα χωρίς συνδέσμους, ὅμοια παραλύει καὶ ἡ δημοκρατία χωρὶς τὰ ἀναγκαῖα «πρέπει». Ἡ θάλασσα στὴν ὁποία πρέπει νὰ κολυμπᾶ ὁ δημοκρατικὸς πολίτης δὲν πρέπει νὰ εἶναι βρόμικη καὶ θολὴ, γιατὶ μοιραῖα κι αὐτὸς θὰ λερωθεῖ. Ἡ βρομιὰ τοῦ νεροῦ εὐνοεῖ τὴν ἀνάδειξη εὐτελῶν. Μιὰ λαϊκὴ παροιμία τὸ ἐκφράζει πολύ παραστατικὰ: «Ἐφύρασεν ἡ θάλασσα κι ἐπλεῦσαν κι οἱ κα(β)οῦροι». Δηλαδή, λερώθηκε ἡ θάλασσα καὶ ἐπιπλεῦσαν ἀκόμη καὶ τὰ καβούρια. Μιὰ ματιὰ στὴν πρωτεύουσα – ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ ἱερὰ της σημεῖα– προκαλεῖ πλέον ἀπέχθεια.
Ἡ Ἀθήνα ἐδῶ καὶ καιρὸ –ἰδίως τὸν τελευταῖο καιρὸ–ἔχει γίνει μιὰ πόλη-σκιάχτρο, γεμάτη ἀπὸ ξενοίκιαστα σπίτια καὶ μαγαζιὰ, ποὺ εἶναι τώρα κατάλληλα γιὰ λέσχη ἀρσενικῶν γάτων. Κι ὅμως ἡ Ἀθήνα, ἡ «ζαφειρόπετρα στῆς γῆς τὸ δαχτυλίδι», ὅπως τὴν εἶπε ὁ Παλαμᾶς, ἔπρεπε νὰ παραμένει χαρᾶς ἰδέα, παγκόσμιιο κόσμημα ὀμορφιᾶς γιατὶ ἦταν ἡ μήτρα τῆς πολιτικῆς καὶ τοῦ πολιτισμοῦ. Ὅποιος εὐαίσθητος κυκλοφορεῖ στοὺς δρόμους της αἰσθάνεται πνιγμό. Νιώθει ὅτι ἀναπνέει ἕνα νευροπαραλυτικό ἀέριο. Προσωπικὰ μοῦ προκαλεῖ ρίγος αὐτὴ ἡ κρύα ρουτίνα τῆς κακομοιριᾶς. Κι ὅλα αὐτὰ δὲν ὀφείλονται στὴν Κρίση. Τῆς οἰκονομικῆς κρίσης προϋπῆρχε ἡ κρίση τῆς ἠθικῆς. Δὲν μοῦ ἀρέσει νὰ ἠθικολογῶ, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸ πῶ: Δὲν οἰκοδομήσαμε δημοκρατία τῆς ἀρετῆς. Καὶ ἡ Ἑλλἀδα ἔγινε ξαφνικὰ μιὰ σκλαβωμένη νεράιδα. Κάποτε ὑπῆρχαν κάποιοι ποὺ τὴν εἶχαν βαθιὰ ἀγαπήσει καὶ θυσιαστικὰ ὑπηρετήσει. Ἀλλὰ τὸ κάποτε εἶναι πολύ διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ τώρα. Σήμερα τὸ κοινωνικὸ μας στίγμα δὲν τὸ καθορίζουν οἱ πολιτισμένοι ἄνθρωποι, τὸ καθορίζουν οἱ ἀπατεῶνες. Ἀλλ’ ὅλοι οἱ ἀπατεῶνες τῆς γῆς δὲν εἶναι τίποτα μπρὸς στὸν ἀπατεῶνα ποὺ ἐξαπατᾶ τὸν ἑαυτὸ του, ἔχει γράψει ὁ Ντίκενς στὶς «Μεγάλες Προσδοκίες». Κι ἐμεῖς ξεκινήσαμε μὲ μεγάλες προσδοκίες ποὺ ὅμως κατέληξαν σὲ μεγάλες προδοσίες. Ἤξερα δεκάδες ὁμηλίκους ἤ κατὰ τι νεώτερούς μου ποὺ ξεκίνησαν ἀπὸ τὴ «Νεολαία Λαμπράκη» καὶ κατέληξαν στὸ συγκρότημα Λαμπράκη! Θυμᾶμαι ἕναν πάνσοφο συμφοιτητὴ μου ποὺ κρατοῦσε σφικτὰ τὸ κεφάλι του σὰν νὰ φοβόταν μήπως ἐκραγεῖ ἀπὸ τὸ φορτίο τῶν γνώσεων ποὺ εἶχε μέσα. Οἱ ἰδέες ἔρχονταν στὸ μυαλό του, ὅπως ἔρχονται τὰ πουλιὰ στὸ δέντρο τῆς αὐλῆς μου. Κι ὅμως ἔγινε «παρακεντἐς» ἑνὸς φθηνοῦ πολιτικοῦ. Δὲν ἔδωσε στὴν πολιτικὴ καὶ στὸν πολιτισμὸ τίποτε. Στὸν ἑαυτὸ του μιὰ πανεπιστιμιακὴ θέση. Κι ὅταν κάποτε τὸν ἐπέπληξα, μοῦ ἀποκρίθηκε ὠμὰ: «Πολιτικὴ εἶναι ἡ ἔκφραση συγκεκριμένων καὶ συγκροτημένων συμφερόντων»! Κι ἐγὼ ἀφελῶς πἰστευα στὸ Ἀριστοτελικὸ ὅτι «πολιτικὴ ἐστι ἐπιστήμη τὰ καλὰ καὶ τὰ δίκαια σκοπουμένη». Καὶ ἐπειδὴ αὐτὸ πίστευα καὶ αὐτὸ δίδασκα καὶ διδάσκω κάποιος ρεαλιστὴς μοῦ εἶπε συμπονετικά: «Εἶσαι βαθιά νυχτωμένος». Ὁ ἄνθρωπος κάπνιζε κουβανέζικα ποῦρα Κοχίμπα σὰν νεόπλουτος... Ἀριστερὸς!
Ὅσοι παρακολουθοῦν τὰ κοινωνικὰ δρώμενα ὄχι γιὰ νὰ ἐπωφεληθοῦν ἀπὸ τὶς ἐξελίξεις διαπιστώνουν μὲ θλίψη ὅτι ὁ ὑπόκοσμος γίνεται... ἀφρόκοσμος. Ὅσο κι ἄν φαίνεται περίεργο, ὁ εὐτελισμὸς τῶν πραγμάτων ἄρχισε ἀπὸ τὸν εὐτελισμό τῶν λέξεων. Ἤ καὶ τὸ ἀντίστροφο: ὁ εὐτελισμὸς τῶν πραγμάτων ἔφερε καὶ τὸν εὐτελισμό τῶν λέξεων. Οἱ λέξεις εἶναι σὰν τὸν πηλό. Και ἄν τὶς πλάσει κάποιος καλὰ δημιουργεῖ ἀγάλματα. Ἡ λέξη ἄγαλμα παράγεται ἀπὸ τὸ ἀγάλλομαι ποὺ σημαίνει χαίρομαι, ἀπολαμβάνω, θαυμάζω. Άντίθετα οἱ Λατίνοι αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς ὀνομάζουμε ἄγαλμα τὸ ἔλεγαν statua ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ στέκεται. Στέκεται ὅμως κι ἕνα σκαμνί. Αὐτὸ δὲν τὸ κάνει ἄγαλμα. Τοῦτο δείχνει τὴ διαφορὰ ποὺ ὑπῆρχε ἀνάμεσα στὸν ἑλληνικὸ καὶ τὸν ρωμαϊκὸ πολιτισμό. Καὶ ἡ διαφορὰ αὐτὴ γεννοῦσε ἀνάλογη διαφορὰ καὶ στὴν πολιτικὴ. Ἡ Ρώμη ὅσο κι ἄν ὑπερτέρησε στρατιωτικὰ, δὲν μπόρεσε νὰ δώσει πολιτικὸ πολιτισμό. Αὐτὸ ἦταν προνόμιο μόνο τῶν Ἑλλήνων. Τοῦτο τὸ προνόμιο ἀτυχῶς κάνουμε πᾶν τὸ δυνατὸν νὰ τὸ ἀποβάλουμε ἐμεῖς.
Πηγή: Σαράντος Καργάκος, Ακτίνες

Αποσάθρωση. Αυτή είναι η λέξη που μου έρχεται στο μυαλό, όταν σκέφτομαι την συνεχιζόμενη κατάπτωση των ηθικών και εθνικών αξιών του οικοδομήματος που λέγεται Ελλάδα και ελληνικό έθνος. Το πολιτικό σύστημα, που εκπροσωπούσε και όφειλε να υπερασπιστεί τις ιερές έννοιες Πατρίδα, Έθνος, Ελληνισμός, Έλληνας, Ορθοδοξία, Σημαία, πάνω στις οποίες είναι χτισμένο το οικοδόμημα Ελλάδα, με την αδυναμία του να διαχειριστεί την οικονομική κρίση και να προασπίσει τα συμφέροντα της κοινωνίας και των πολιτών, άνοιξε την πόρτα του παραλογισμού.
Έτσι, περιθωριακά στοιχεία που είχαν εχθρική στάση στις παραπάνω έννοιες και γενικώς σε αυτό που η συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας αποκαλεί εθνικά ιδεώδη, επικράτησαν, ανέλαβαν την εξουσία και προσπαθούν να γίνουν σύστημα.
Με την ανάληψη της εξουσίας από τα στοιχεία αυτά, άρχισε συστηματικά η κατεδάφιση όλων αυτών των αξιών από τη λειτουργία του κράτους και από το δημόσιο λόγο –αν και η παρουσία του Πάνου Καμμένου έπαιξε έναν ανασχετικό ρόλο στην αντεθνική και ανθελληνική λαίλαπα των διαφόρων συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ. Φυσικά, πέραν του προηγούμενου πολιτικού συστήματος, που άφησε ανυπεράσπιστη μαζί με την πατρίδα και τα εθνικά ιδεώδη, το έργο των εθνοαποδομητών και των πατριδοκτόνων διευκόλυναν οι πατριδοκάπηλοι.
Όλοι εκείνοι δηλαδή, που χρησιμοποιούσαν κατά κόρον τους όρους που σχετίζονται με τα εθνικά ιδεώδη, για να εξυπηρετήσουν ιδιοτελείς και αλλότριους σκοπούς.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, φτάσαμε στα τέλη του 2016 να βλέπουμε τον προηγούμενο υπουργό Δικαιοσύνης κ. Νίκο Παρασκευόπουλο, να δηλώνει σε συνέντευξή του στη Βραδυνή της Κυριακής ότι πρέπει να αποποινικοποιηθεί το κάψιμο της ελληνικής σημαίας, σημειώνοντας ότι η πράξη αυτή πρέπει να αποδοκιμάζεται πολιτικά, κοινωνικά και ηθικά, κάτι που κατά την άποψή του, είναι και πιο αποτελεσματικός τρόπος!
Και για να δούμε σε ποια κατάσταση έχει φθάσει η αποσάθρωση και η εθνική κατάπτωση, για να το εμπεδώσουμε, δυο μέρες μετά, πηγαίνοντας να «διορθώσει» την κατάσταση, ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Γιάννης Τσιρώνης, από τη συχνότητα του ραδιοφωνικού σταθμό North 98, δήλωνε: «Ο κ. Παρασκευόπουλος ως βουλευτής πλέον και ως άριστος γνώστης της νομικής επιστήμης, έχει δίκιο θεωρητικά ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει μια διαφορά και μην λαϊκίζουμε ανάμεσα στη σημαία που είναι το σύμβολο που είναι οι σημαίες των δημοσίων κτηρίων, στις σημαίες που όλοι μας όσοι υπηρετήσαμε σε μάχιμες μονάδες και υπερασπιστήκαμε την πατρίδα μας όταν σηκώναμε αυτή τη σημαία ως σύμβολο. H σημαία που αγοράζει ένας ιδιώτης από τον Κοκκώνη, και την έχει ο ίδιος, αυτή η σημαία που δεν είναι δημόσια σημαία, δεν μπορούμε να λέμε ότι κάθε σημαία είναι σύμβολο γιατί εκθέτουμε το σύμβολο με αυτόν τον τρόπο, είναι μια νομική διαφορά. Άλλο πράγμα η σημαία που είναι αναρτημένη σε έναν ιστό δημόσιο και άλλο πράγμα η σημαία που αγοράζω από τον Κοκκώνη.»
Αν και στη συνέχεια ο κ. Υπουργός είπε ότι είναι αντίθετος, το δρόμο για το κάψιμο και τη βεβήλωση του εθνικού μας συμβόλου που άνοιξε ο κ. Παρασκευόπουλος, απλά τον… ασφαλτόστρωσε με πίσσα!
Για να γίνει αντιληπτό σε ποιων χέρια βρίσκεται η τύχη της Πατρίδας μας και των ιερών μας συμβόλων, αρκεί να αναφέρουμε τούτο.
Ο Γιάννης Αντετονκούμπο, αυτό το Ελληνόπουλο που σήκωσε ψηλά την ελληνική σημαία, μαζί με τον αδελφό του, στις σάλες του ΝΒΑ, όταν ένας Έλληνας ομογενής του ζήτησε να υπογράψει πάνω σε ελληνική σημαία αγορασμένη από κάποιον… Κοκκώνη κύριε Υπουργέ της ελληνικής κυβέρνησης, αρνήθηκε να υπογράψει από σεβασμό στο εθνικό μας σύμβολο! Αυτή η κατάσταση και αυτή η αντίθεση, από τη μια μας προβληματίζει και από την άλλη μας διδάσκει. Κάποιοι δάσκαλοι και οι γονείς του θα δίδαξαν στον Γιάννη Αντετονκούμπο, ότι πρέπει να σεβόμαστε το εθνικό μας σύμβολο.
Την Παιδεία μας, που κάποτε ήταν εθνική, την αποεθνικοποίησαν μια σειρά από υπουργούς, με τελευταίο τον κ. Φίλη.
Το τελευταίο κάστρο για την υπεράσπιση των εθνικών μας ιδεωδών, είναι το σπίτι και η οικογένεια. Να μην αφήσουμε να κατεδαφίσουν και αυτό το κάστρο.
Πηγή: Pontos-News