
Η ΠΕΘ, μαζί με τους παρακάτω γονείς και εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, 1) τον Δήμο Θανάσουλα, κάτοικο Τρικάλων, 2) την Δημητριάδου Ελένη, κάτοικο Τρικάλων, 3) τον Βασίλειο Μαγγίνα, κάτοικο Δραπετσώνας Αττικής, 4) την Λεμονιά Ραφαηλίδου, κάτοικο Δραπετσώνας Αττικής, 5)τον Παναγιώτη Χριστοδούλου, κάτοικο Παλλήνης Αττικής, 6) την Γεωργία Χριστοδούλου, κάτοικο Παλλήνης Αττικής, 7)τον Άγγελο Τσέρκα, κάτοικο Αιαντείου Σαλαμίνας, 8)την Πέρσα Λαζάρου, κάτοικο Αιαντείου Σαλαμίνας και 9)τον Ιωάννη Μπεϊνά, Θεολόγο, κάτοικο Κατερίνης, κατέθεσε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στις 10 Νοεμβρίου 2016, αιτήσεις ακυρώσεως των αποφάσεων υπ’ αρίθμ. Πρωτ. 143575/Δ2/7-9-2016 (Β 2920/13-9-2016 ΦΕΚ) και υπ’ αρίθμ. Πρωτ. 143579/Δ2/2016, (ΦΕΚ Β 2906/13-9-2016), του πρώην Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, κ. Νικολάου Φίλη που αφορούν στην εφαρμογή νέων Προγραμμάτων Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο.
Αθήνα, 21 Νοεμβρίου 2016
Αριθμ. Πρωτ. 120
Δελτίου τύπου
Η ΠΕΘ, μαζί με τους παρακάτω γονείς και εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,
1) τον Δήμο Θανάσουλα, κάτοικο Τρικάλων, 2) την Δημητριάδου Ελένη, κάτοικο Τρικάλων, 3) τον Βασίλειο Μαγγίνα, κάτοικο Δραπετσώνας Αττικής, 4) την Λεμονιά Ραφαηλίδου, κάτοικο Δραπετσώνας Αττικής, 5)τον Παναγιώτη Χριστοδούλου, κάτοικο Παλλήνης Αττικής, 6) την Γεωργία Χριστοδούλου, κάτοικο Παλλήνης Αττικής, 7)τον Άγγελο Τσέρκα, κάτοικο Αιαντείου Σαλαμίνας, 8)την Πέρσα Λαζάρου, κάτοικο Αιαντείου Σαλαμίνας και 9)τον Ιωάννη Μπεϊνά, Θεολόγο, κάτοικο Κατερίνης, κατέθεσε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στις 10 Νοεμβρίου 2016, αιτήσεις ακυρώσεως των αποφάσεων υπ’ αρίθμ. Πρωτ. 143575/Δ2/7-9-2016 (Β 2920/13-9-2016 ΦΕΚ) και υπ’ αρίθμ. Πρωτ. 143579/Δ2/2016, (ΦΕΚ Β 2906/13-9-2016), του πρώην Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, κ. Νικολάου Φίλη που αφορούν στην εφαρμογή νέων Προγραμμάτων Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο.
Η αποφάσεις αυτές του Υπουργού είναι παράνομες και ακυρωτέες για όλους τους νόμιμους και βάσιμους λόγους που αναφέρουν οι παρακάτω αιτήσεις ακυρώσεως που κατέθεσε στο ΣτΕ η ΠΕΘ και οι υπόλοιποι ενάγοντες.
Το ΔΣ της ΠΕΘ
****************
ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
***
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
(ΤΜΗΜΑ Γ' )
ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ
1)Του Δήμου Θανάσουλα, κατοίκου Τρικάλων…
2)Της Δημητριάδου Ελένης, κατοίκου Τρικάλων...
3) Του Βασιλείου Μαγγίνα, κατοίκου Δραπετσώνας Αττικής...
4) Της Λεμονιάς Ραφαηλίδου, κατοίκου Δραπετσώνας Αττικής…
5)Του σωματείου με την επωνυμία Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων(ΠΕΘ), νομίμως εκπροσωπουμένου, που εδρεύει στην Αθήνα…
ΚΑΤΑ
Του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής, όπως νόμιμα εκπροσωπείται.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ
Της υπ’ αρίθμ. Πρωτ. 143575/Δ2/7-9-2016 απόφασης του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ Β 2920/13-9-2016).
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Στο υπ’ αρ. φ. Β 2920/13-9-2016 ΦΕΚ, δημοσιεύθηκε η υπ’ αρ. πρωτ. 143575/Δ2/7-9-2016 απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων με θέμα «Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο».
Όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενο του μόνου άρθρου της προσβαλλομένης, με την ανωτέρω απόφαση πραγματοποιείται μία ριζική αλλαγή στο χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο, αλλοιώνοντας τον από ιδρύσεως του Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα χαρακτήρα του. Συγκεκριμένα, το μέχρι πρότινος διδασκόμενο μάθημα των θρησκευτικών, όπως αυτό ορίστηκε από τη Διεθνή Σύμβαση της Ρώμης της 4ης Νοεμβρίου 1950, το Σύνταγμα, το Νόμο και τις Δικαστικές Αποφάσεις, είχε χαρακτήρα ομολογιακό, ήτοι διδακτικό της θρησκείας των μαθητών, οι οποίοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία στην Ελλάδα, βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ενώ παράλληλα, υπήρχαν και στοιχεία θρησκειολογίας διδασκόμενα από την Στ’ Δημοτικού και μέχρι την Γ’ Λυκείου, και πάντως σε χωριστά κεφάλαια και όχι αναμεμιγμένα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Πίστης, την οποία δικαιωματικά διδάσκονταν οι Ορθόδοξοι μαθητές.
Παράλληλα, παρεχόταν η δυνατότητα απαλλαγής από το μάθημα για τους μη Ορθοδόξους μαθητές, ενώ υπάρχει και διδάσκεται εναλλακτικά, ομολογιακού περιεχομένου μάθημα των θρησκευτικών για τους Έλληνες Μουσουλμάνους, Εβραίους και Ρωμαιοκαθολικούς, με το οποίο οι ετερόθρησκοι και ετερόδοξοι αυτοί μαθητές, διδάσκονται, ως δικαιούνται, την πίστη των γονέων τους σύμφωνα με το ανωτέρω νομοθετικό πλαίσιο και το άρθρο 55 § 5 του ν. 4386/2016.
Με το νέο πρόγραμμα σπουδών που εισάγει η προσβαλλομένη, το μέχρι πρότινος Χριστιανικό Ορθόδοξο ομολογιακό μάθημα των Θρησκευτικών, μετατρέπεται σε ιδιότυπη θρησκειολογία, στην οποία αναμειγνύονται η Ορθόδοξη Πίστη με τα υπόλοιπα Δόγματα και Θρησκεύματα, δημιουργώντας σύγχυση στους μαθητές, ιδιαίτερα σε εκείνους των τάξεων του Δημοτικού και του Γυμνασίου, οι οποίοι κατά κανόνα λόγω του νεαρού της ηλικίας τους αγνοούν και τα βασικότερα σημεία της πίστης στην οποία ανήκουν, ως βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Η απόφαση αυτή του Υπουργού είναι παράνομη και ακυρωτέα για τους εξής νόμιμους και βάσιμους λόγους:
Α) ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΝΟΜΟΥ
Με την προσβαλλόμενη απόφαση του Υπουργού Παιδείας, η οποία εξεδόθη επί τη βάσει των διατάξεων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 7 του ν. 2525/1997, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 11 και εδαφ. ε' και 5 παρ.11 εδαφ. γ' του ν. 1566/1985, στις οποίες αυτή παραπέμπει και μετά από εισήγηση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, καθορίσθηκε το νέο πρόγραμμα σπουδών, στο οποίο, ως προείπαμε, διδάσκονται στις τάξεις του Δημοτικού και του Γυμνασίου, οι θρησκείες αναμεμιγμένες.
Νομικό πλαίσιο
Στη διάταξη του άρθρου 3 του ισχύοντος Συντάγματος, στην κεφαλίδα του οποίου γίνεται ρητή επίκληση της "Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος", ορίζεται ότι : "1. Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού ' τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου της κθ' [29] Ιουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928. 2. . . ". Εξ άλλου στη διάταξη του άρθρου 13 αυτού ορίζεται ότι : "1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός. 2. Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Ο προσηλυτισμός απαγορεύεται. 3...".
Εκ παραλλήλου, στη διάταξη του άρθρου 16 [παρ. 2] του Συντάγματος ορίζεται ότι : "Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησηςκαι τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες".
Από τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις και ιδίως τα όσα ειδικότερα για την προσβαλλόμενη απόφαση ισχύουν με το άρθρο 16 παρ. 2 Σ, προκύπτει σαφώς ότι ο συνταγματικός νομοθέτης απέκρουσε την αποσύνδεση της θρησκείας από την εκπαίδευση (κοσμικό πρότυπο ) και προτίμησε την οδό του "μέτρου αρίστου" που αξιώνει το σεβασμό της "επικρατούσας" θρησκείας και το συνυπολογισμό της ανάμεσα στους προσδιοριστικούς παράγοντες της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Αυτή η ρητή συνταγματική επιλογή συμπυκνώνει ιστορικές επιλογές, αντιδιαστολές σε σχέση με τα προϊσχύοντα συντάγματα αλλά και ισορροπίες που ο κοινός νομοθέτης οφείλει να σέβεται και να αναπαράγει.
Περαιτέρω η Διεθνής Σύμβαση της Ρώμης της 4ης Νοεμβρίου 1950 "περί προασπίσεως των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών", που κυρώθηκε το πρώτον με τον νόμο 2329/1953 [φ. 68, Α] και εκ νέου με το Ν.Δ. 53/1974 [φ. 256, Α] και έχει, ως εκ τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη τυπική ισχύ, με το μεν άρθρο 9 κατοχυρώνει το ατομικό δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας, με το άρθρο δε 2 του Α προσθέτου πρωτοκόλλου ορίζει ειδικότερα τα εξής : "Ουδείς δύναται να στερηθεί του δικαιώματος όπως εκπαιδευθή. Παν Κράτος εν τη ασκήσει των αναλαμβανομένων υπ' αυτού καθηκόντων επί του πεδίου της μορφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως εξασφαλίζωσιν της μόρφωσιν και εκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως προς τας ιδίας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις".
Σε υλοποίηση των ανωτέρω ο κοινός νομοθέτης προβλέπει στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1566/1985 [ΦΕΚ Α 167] ότι : "1. Σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι να συμβάλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε, ανεξάρτητα από φύλο και καταγωγή, να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν δημιουργικά. Ειδικότερα υποβοηθεί τους μαθητές : α] Να γίνονται ελεύθεροι, υπεύθυνοι, δημοκρατικοί πολίτες, να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και τη δημοκρατία, να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα καιτα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης είναι απαραβίαστη. β] Να καλλιεργούν και να αναπτύσσουν αρμονικά το πνεύμα και το σώμα τους, τις κλίσεις, τα ενδιαφέροντα και τις δεξιότητές τους. Να αποκτούν, μέσα από τη σχολική τους αγωγή, κοινωνική ταυτότητα και συνείδηση, να αντιλαμβάνονται και να συνειδητοποιούν την κοινωνική αξία και ισοτιμία της πνευματικής και της χειρωνακτικής εργασίας. Να ενημερώνονται και να ασκούνται πάνω στη σωστή και ωφέλιμη για το ανθρώπινο γένος χρήση και αξιοποίηση των αγαθών του σύγχρονου πολιτισμού, καθώς και των αξιών της λαϊκής μας παράδοσης. γ] Να αναπτύσσουν δημιουργική και κριτική σκέψη και αντίληψη συλλογικής προσπάθειας και συνεργασίας, ώστε να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και με την υπεύθυνη συμμετοχή τους να συντελούν αποφασιστικά στην πρόοδο του κοινωνικού συνόλου και στην ανάπτυξη της πατρίδας μας. δ] Να κατανοούν τη σημασία της τέχνης, της επιστήμης και της τεχνολογίας, να σέβονται τις ανθρώπινες αξίες και να διαφυλάσσουν και προάγουν τον πολιτισμό. ε] Να αναπτύσσουν πνεύμα φιλίας και συνεργασίας με όλους τους λαούς της γης, προσβλέποντας σε έναν κόσμο καλύτερο, δίκαιο και ειρηνικό. 2. Βασικοί συντελεστές για την επίτευξη των παραπάνω σκοπών είναι : α] . . . β] τα αναλυτικά προγράμματα, τα σχολικά βιβλία και τα λοιπά διδακτικά μέσα καθώς και η σωστή χρήση τους, γ] . . . 3. Τα αναλυτικά προγράμματα αποτελούν άρτιους οδηγούς του εκπαιδευτικού έργου και περιλαμβάνουν κυρίως : αα] . . . ββ] διδακτέα ύλη επιλεγμένη σύμφωνα με το σκοπό του μαθήματος ανάλογη και σύμμετρη προς το ωρολόγιο πρόγραμμα. . . ".
Ο ίδιος νόμος εξειδικεύοντας το σκοπό της παιδείας υπογραμμίζει, ότι το σχολείο βοηθά τους μαθητές να εξοικειώνονται «με τις ηθικές, θρησκευτικές, εθνικές, ανθρωπιστικές και άλλες αξίες» ώστε να δυνηθούν με αυτές «να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους», συνειδητοποιώντας «τη βαθύτερη σημασία του ορθόδοξου χριστιανικού ήθους και της σταθερής προσήλωσης στις πανανθρώπινες αξίες» (άρθρο 6 παρ. 2). Ενώ σε εφαρμοστικά του νόμου αυτού κείμενα και δη στο Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.) και τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (Α.Π.Σ.) επισημαίνεται, ότι «σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, με εμφανή τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής ρευστότητας, η κοινωνική ανάπτυξη του ατόμου και η πορεία του προς την αυτογνωσία απαιτούν ευρεία και διαρκή κοινωνική αλληλεπίδραση» και ότι για την επίτευξη μιας «αρμονικής κοινωνικής ένταξης και συμβίωσης είναι απαραίτητο κάθε άτομο να μάθει να συμβιώνει με τους άλλους σεβόμενο τον πολιτισμό και τη γλώσσα τους», διατηρώντας ωστόσο «την εθνική και πολιτισμική του ταυτότητα μέσα από την ανάπτυξη της εθνικής, πολιτισμικής, γλωσσικής και θρησκευτικής αγωγής».
Στο αυτό πνεύμα υφίσταται με συνέπεια σειρά ακυρωτικών δικαστικών αποφάσεων [μεταξύ άλλων ΣτΕ 3356/95, ΣτΕ 2176/1998, ΔΕΦΧαν. 115/2012], όπου κρίνεται ότι μεταξύ των σκοπών της παρεχομένης στα σχολεία παιδείας είναι και η "ανάπτυξη", σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό, της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών σύμφωνα προς τις αρχές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος, η διδασκαλία του οποίου είναι, ως εκ τούτου, υποχρεωτική, όπως είναι υποχρεωτική και η παρακολούθηση από τους μαθητές, οι οποίοι ανήκουν εις την Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία.
Σε τέτοια άλλωστε ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών αποβλέπουν και οι γονείς των μαθητών αντλούντες από τις προαναφερθείσες διατάξεις το δικαίωμα ώστε οι ίδιοι οι γονείς να δύνανται να καθορίζουν τη θρησκευτική αγωγή των τέκνων τους, επί τη βάσει των δικών των θρησκευτικών πεποιθήσεων [βλ. ΣτΕ 3356/1995, ΣτΕ 2176/1998]. Εξυπακούεται βεβαίως ότι της παρακολουθήσεως του ως άνω μαθήματος απαλλάσσονται και δη χωρίς καμία δυσμενή συνέπεια, οι μαθητές εκείνοι διά τους οποίους γίνεται αξιόπιστη δήλωση, είτε υπ' αυτών των ιδίων, είτε υπό των γονέων τους, ότι είναι άθεοι, ετερόδοξοι ή αλλόθρησκοι και έχουν, ως εκ τούτου, πρόβλημα θρησκευτικής συνειδήσεως [ΣτΕ 3356/95], δοθέντος μάλιστα ότι η δήλωση αυτή ουδόλως αντιβαίνει εις το άρθρον 13 του Συντάγματος διότι κατά τα επίσης ήδη κριθέντα [ΣτΕ 3356/95] δεν αποτελεί μέσον προς δίωξη του μαθητή λόγω των διαφόρων, ενδεχομένως, θρησκευτικών του πεποιθήσεων, οι οποίες πρέπει πάντως να είναι σεβαστές, αλλά, όλως αντιθέτως, αποβλέπει στο να διευκολύνει τον μαθητή να απολαύσει "ανεμπόδιστα" την ελευθερία της θρησκευτικής του συνειδήσεως και να διευκολύνει επίσης τους γονείς τους να ασκήσουν το αντίστοιχο, κατά τα εκτεθέντα, δικαίωμά τους.
Προκειμένου όμως να τύχουν εφαρμογής τα ανωτέρω και ιδίως η ρητή και αδιάστικτη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος ώστε να καταστεί δυνατή η "ανάπτυξη", σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό, της θρησκευτικής συνειδήσεως των προαναφερθέντων μαθητών και δη συμφώνως προς τις αρχές της ορθοδόξου χριστιανικής πίστεως, επιβάλλεται όπως η Πολιτεία, διά της λήψεως των καταλλήλων, κατά περίπτωσιν, νομοθετικών και κανονιστικών μέτρων, εξασφαλίζει τη διδασκαλία του κατά τα άνω μαθήματος των θρησκευτικών εις τους μαθητές και δη να την εξασφαλίζει [κατά τα ήδη κριθέντα ΣτΕ 3356/95 & ΣτΕ 2176/1998], μάλιστα με ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως.
Η επιχειρούμενη με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση μετατροπή του χαρακτήρα του μαθήματος, από ορθόδοξο ομολογιακό μάθημα, σε μάθημα γνώσεων των θρησκειών, ουσιαστικά ακυρώνει το αναμφισβήτητο δικαίωμα των γονέων και των μαθητών για παροχή θρησκευτικής εκπαίδευσης, σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Ο δε χώρος που δίνεται στη διδασκαλία της Ορθόδοξης Πίστης ανάμεσα στα άλλα θρησκεύματα, δεν είναι επαρκής – ούτε καν πρωτεύων - και δεν καλύπτει το δικαίωμα θρησκευτικής εκπαίδευσης κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και εν όψει του ειδικού σκοπού στον οποίον αποβλέπει το Σύνταγμα, οι Διεθνείς Συνθήκες και η κείμενη νομοθεσία.
Επιπλέον, η συνύπαρξη στα διδασκόμενα κεφάλαια στοιχείων από διαφορετικές θρησκείες, δημιουργεί σύγχυση στους μαθητές και όχι μόνο δεν καλύπτει το δικαίωμα στη θρησκευτική τους εκπαίδευση, αλλά αναμφισβήτητα καλλιεργούνται αμφιβολίες στους άπειρους και χωρίς επαρκή βαθμό για κρίση νεαρούς μαθητές, σχετικά με τη θρησκεία στην οποία ανήκουν.
Επιπρόσθετα, λόγω του ότι με την προσβαλλομένη εισάγεται η ταυτόχρονη διδασκαλία διαφορετικών προσεγγίσεων των επί μέρους θρησκειών σε διάφορα κοινωνικά θέματα που αφορούν τους μαθητές δημιουργείται ο άμεσος κίνδυνος οι μαθητές με τα νέα προγράμματα σπουδών να υιοθετούν άκριτα, πεποιθήσεις και παραδοχές, ξένες προς τη δική τους πίστη. Επιχειρείται, δηλαδή, με τα νέα προγράμματα σπουδών μία διείσδυση στη θρησκευτική τους συνείδηση, με σκοπό τη μεταβολή της, καθώς ακόμη και στην ίδια την εισηγητική έκθεση που περιέχεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, γίνεται λόγος για «αναστοχασμό» των μαθητών πάνω στα θέματα της θρησκείας.Στο δε οδηγό εκπαιδευτικού του «Προγράμματος σπουδών» σχετικά με τη νέα ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών που συνοδεύει την προσβαλλόμενη απόφαση, αναφέρεται επί λέξει ότι αυτό αποσκοπεί εις το:
«Να αφυπνίσει την αντίληψη του μαθητή, ώστε να συνειδητοποιήσει τις θρησκευτικές «προκατανοήσεις του, δηλαδή την λανθάνουσα μερικώς αρθρωμένη θρησκευτική του «παράδοση. Να τον βοηθήσει να μετακινηθεί από τις προκατανοήσεις του και να «διαλεχθεί με τις αφηγήσεις και τον λόγο βασικών θρησκευτικών αλλά και κοσμικών «παραδόσεων, που αρνούνται την θρησκευτική αλήθεια.
Έτερο απόσπασμα επεξηγεί, ότι:
«Οι μαθητές είναι ανάγκη, να μην διαποτίζονται σε μία θρησκευτική άποψη, οπότε το «προτεινόμενο πρόγραμμα σπουδών τους προσφέρει ευκαιρίες να μελετήσουν και να «στοχαστούν πάνω σε διαφορετικές θρησκευτικές και φιλοσοφικές θεωρήσεις
Όλα τα ανωτέρω πέραν των άλλων παραβιάζουν το δικαίωμά των τεσσάρων πρώτων από εμάς μας ως γονέων να λάβουμε για τα παιδιά μας από την πολιτεία θρησκευτική εκπαίδευση σύμφωνη με τις θρησκευτικές ημών και των τέκνων μας πεποιθήσεις ως χριστιανοί ορθόδοξοι. Επ' αυτού υφίσταται απολύτως ad hoc απόφαση του ΕΔΑΔ. Πρόκειται περί της 20.6.2009 υπόθεση Folgero και άλλοι κατά Νορβηγίας δημοσιευομένη εις ελλην. μετάφραση εις Επιθ. Δημ. & Διοικ. Δικ. 2009 σελ. 257 επ. η οποία καταδικάζει την Νορβηγία, διότι στα σχολεία της εισήγαγε ύλη μαθήματος των θρησκευτικών πολυθρησκευτικήν (ως η καθής η παρούσα αίτησή μας). Την καταδικάζει δε διά παράβαση του άρθρου 2 του Προσθ. Πρωτοκόλλου της Ευρωπ. Συμβ. Ανθρ. Δικαιωμάτων, το οποίο επιβάλλει εις τα ευρωπ. κράτη, να διδάσκουν ως ύλη μαθήματος θρησκευτικών την αντιστοιχούσαν στο θρήσκευμα της πλειοψηφίας των γονέων. Επεξηγεί δε, ότι η εισαγωγή ύλης μαθήματος θρησκευτικών πολυθρησκευτικής είναι απαράδεκτη, διότι δημιουργεί τεράστια προβλήματα εφαρμογής και παγιδεύει μαθητές και γονείς, τους οποίους εισάγει σε ακραία σύγχυση.
Κατ' απόλυτη αντιστοιχία η διδασκαλία του μαθήματος όπως επιβάλλεται δια της προσβαλλομένης καθίσταται μη λειτουργική και αναποτελεσματική για τους μαθητές, καθώς αυταπόδεικτα δεν παρέχονται οι απαιτούμενες γνώσεις πάνω στην πίστη τους, εν προκειμένω πάνω στην Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη, στην οποία κατά τεκμήριο ανήκουν οι περισσότεροι Έλληνες.
Η πολυθρησκειακή προσέγγιση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών στα Θρησκευτικά, όχι μόνο δεν λύνει τις απορίες τους, αλλά αντιθέτως τις αυξάνει, οδηγώντας τους σε σύγχυση και πιθανόν σε απόρριψη οποιασδήποτε θρησκευτικής παραδοχής, με το πρόσχημα της δήθεν απόλυτης ταύτισής τους.
Επειδή η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, συρρικνώνει το χρόνο διδασκαλίας της Ορθόδοξης Πίστης, ο οποίος απορροφάται από την παράλληλη διδασκαλία των άλλων θρησκειών, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να περιθωριοποιείται και να αποδυναμώνεται πλήρως το δικαίωμα της θρησκευτικής εκπαίδευσης, κατά παράβαση των συνταγματικών επιταγών και δικαστικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων.
Επειδή διά της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν είναι πλέον δυνατή η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών, συμφώνα προς τις αρχές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος.
Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα προαναφερθέντα η προσβαλλομένη απόφαση πάσχει παρανομίας, καθ' ο μέρος, με αυτή, περιορίζεται και αλλοιώνεται πράγματι εφ' εξής η διδασκαλία της ορθόδοξης πίστης μέσω του μαθήματος των θρησκευτικών στις Τάξεις του Δημοτικού και του Γυμνασίου και για το λόγο αυτό πρέπει ως προς αυτό να ακυρωθεί.
Β) ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΟΛΗΨΙΑΣ
Το άρθρο 7 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/99) επιβάλλει στην κρατική Διοίκηση, όπως και τα ατομικά και τα συλλογικά όργανα αυτής πληρούν «εις ύψιστον βαθμόν τα εχέγγυα της απολύτου αμεροληψίας»(Χ ι ώ λ ο υ, Η συγκρότησις και λειτουργία των συλλογικών οργάνων της Διοικήσεως, ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ, 44 σελ. 140 επ. Του Α υ τ ο ύ, Η αρχή της αμεροληψίας της Διοικήσεως, ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ 56 σελ. 1985 επ.), όπως δέχεται δε και η ad hoc νομολογία του Δικαστηρίου Σας, η εν λόγω αρχή της αμεροληψίας αποτελεί ειδικότερα έκφανση της γενικής αρχής του κράτους Δικαίου και επιβάλλεται ευθέως από το Σύνταγμα και από τις δι' αυτού καθιερούμενες εγγυήσεις υπέρ του πολίτη (ΣτΕ 664/2006 Επιθ. Δημ. & Διοικ. Δικ. 2009 σελ, 203 επ.).
Δι' άλλης δε αποφάσεως του Δικαστηρίου Σας (ΣτΕ 1447/2006) γίνεται δεκτό, ότι παραβιάζεται η εν λόγω αρχή της αμεροληψίας, όταν ο μετέχων σε συλλογικό όργανο της Διοικήσεως έχει διατυπώσει προειλημμένη γνώμη διά το θέμα που καλείται, να αποφανθεί (ΣτΕ 664/2006, ομοίως ΣτΕ 571/2011 ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ, 59 σλ. 624, ομοίως ΣτΕ 640/2011 ΔΙΚ. ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜ. 2011 σελ. 203 επ.). Ο δε Άρειος Πάγος δέχεται, ότι η αρχή της αμεροληψίας παραβιάζεται, ακόμη και αν υπάρχει λόγος ευπρέπειας (ΑΠ απόφαση 549/2009 ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, 12 σελ. 1201 επ.).
Σύμφωνα με την από 3-2-2016 και με αρ. πρωτ. 17741/Φ1 απάντηση του Υπουργού Παιδείας στην αναφορά του βουλευτή κ. Ν. Νικολόπουλου, αποφασίσθηκε η δημιουργία ειδικής επιτροπής από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) για την εξέταση του περιεχομένου και την αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η εξ ημών ΠΕΘ ζήτησε εγγράφως από το ΙΕΠ να γνωστοποιήσει τα μέλη της ειδικής αυτής επιτροπής, χωρίς, ωστόσο, να λάβει ουδέποτε καμία απάντηση. Η εν λόγω επιτροπή που αποφάσισε την αλλαγή του μαθήματος αποτελείτο από τα κάτωθι μέλη:
1. Γεράσιμος Κουζέλης, Καθηγητής Επιστημολογίας και Κοινωνιολογίας της Γνώσης του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης ΕΚΠΑ, Πρόεδρος του ΙΕΠ
2. Σταύρος Γιαγκάζογλου, Σύμβουλος ΥΠΠΕΘ, Προϊστάμενος Γραφείου Α του ΙΕΠ
3. Μάριος Μπέγζος, Καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας του Τμήματος Θεολογίας ΕΚΠΑ
4. Εμμανουήλ Περσελής, Καθηγητής της Θεωρίας και Πράξης της Xριστιανικής Aγωγής του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας ΕΚΠΑ
5. Αγγελική Ζιάκα,Επικ. Καθηγήτρια Θρησκειολογίας του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ
6. Άγγελος Βαλλιανάτος, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Β΄ Αθήνας, Αν. Αττικής, Εύβοιας
7. Γεώργιος Στριλιγκάς, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Κρήτης.
Από τα επτά (7) μέλη της ανωτέρω επιτροπής, τα τέσσερα (4) ανήκουν στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση νέου προγράμματος σπουδών στα θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου και ένα (1) ανήκει στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση του προγράμματος σπουδών στα θρησκευτικά του Γενικού Λυκείου.
Συγκεκριμένα οι:
1) Σταύρος Γιαγκάζογλου, Σύμβουλος ΥΠΠΕΘ, Προϊστάμενος Γραφείου Α του ΙΕΠ,
2) Εμμανουήλ Περσελής, Καθηγητής της Θεωρίας και Πράξης της Xριστιανικής Aγωγής του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας ΕΚΠΑ.
3) Αγγελική Ζιάκα,Επικ. Καθηγήτρια Θρησκειολογίας του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ
4) Άγγελος Βαλλιανάτος, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Β΄ Αθήνας, Αν. Αττικής, Εύβοιας και
5) Γεώργιος Στριλιγκάς, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Κρήτης, οι οποίοι κλήθηκαν να εξετάσουν και να αποφασίσουν το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών, ανήκουν στην ομάδα που συνέγραψε το ως άνω πρόγραμμα σπουδών.
Εκ των όσων αναφέραμε, συνάγεται ότι η συγκρότηση της 7μελούς επιτροπής του ΙΕΠ, η οποία εξέτασε το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών και σε γνωμοδότηση της οποίας (Την με αριθμ. 29/21072016 πράξη του Δ.Σ. του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής) παραπέμπει η προσβαλλόμενη ως μη έχουσα τα εχέγγυα της αμεροληψίας που απαιτεί ο νόμος, καθώς σε αυτή μετείχαν πρόσωπα που έχουν εκπονήσει το πρόγραμμα σπουδών που καλούνται οι ίδιοι να κρίνουν, είναι παράνομη.
Ως εκ τούτου, η προσβαλλομένη πρέπει να ακυρωθεί και γι’ αυτό το λόγο.
Γ) ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 4 ΚΑΙ 13 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Συντάγματος «Oι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου» (παρ. 1) και «Oι Έλληνες και οι Eλληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις» (παρ. 2), ενώ κατά το άρθρο 13 παρ. 1 του Συντάγματος «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός.»
Με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, τίθεται θρησκευτικός διαχωρισμός μεταξύ των μαθητών που ανήκουν στο Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα και σε εκείνους που ανήκουν σε άλλες θρησκευτικές παραδοχές και ομολογίες. Διότι οι μαθητές που ανήκουν στη Ρωμαιοκαθολική Ομολογία και την Ιουδαϊκή Θρησκεία, εξακολουθούν σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθ. 55 του Ν. 4316/2016 (ΦΕΚ 83/Α/11-5-2016), να διδάσκονται το ομολογιακό μάθημα των θρησκευτικών, διαμορφωμένο στη δική τους πίστη, μάλιστα από δασκάλους και καθηγητές τους οποίους προτείνουν η Ιερά Σύνοδος της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε.) και το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο αντίστοιχα.
Παρόμοιο προνόμιο δεν παρέχεται στους Ορθοδόξους μαθητές, οι οποίοι στερούνται του συνταγματικού δικαιώματος να διδαχθούν αυτούσια την πίστη τους από το σχολείο, δικαίωμα που απολαμβάνουν οι ετερόθρησκοι και ετερόδοξοι μαθητές.
ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ
Οι πρώτος και δεύτερη εξ ημών είμαστε γονείς δύο ανηλίκων τέκνων, της Άννας και του Παναγιώτη μαθητών αντίστοιχα της πέμπτης και της τρίτης τάξης του 5ου Δημοτικού Τρικάλων, οι οποίοι με την εφαρμογή της προσβαλλόμενης αποφάσεως θίγονται άμεσα. Και τα δύο τέκνα μας, όπως και εμείς οι γονείς τους, έχουν βαπτισθεί Χριστιανοί Ορθόδοξοι και μετέχουν με θέρμη μαζί μας στην εκκλησιαστική ζωή και λατρεία της Πίστεώς μας. Ομοίως οι τρίτος και τέταρτη εξ ημών είμαστε γονείς τριών ανηλίκων τέκνων, του Δημητρίου, της Ελένης και του Νικολάου μαθητών αντίστοιχα της τρίτης γυμνασίου, της δευτέρας γυμνασίου και της τρίτης Δημοτικού, οι οποίοι με την εφαρμογή της προσβαλλόμενης αποφάσεως θίγονται άμεσα. Και τα τρία τέκνα μας, όπως και εμείς οι γονείς τους, έχουν βαπτισθεί Χριστιανοί Ορθόδοξοι και μετέχουν με θέρμη μαζί μας στην εκκλησιαστική ζωή και λατρεία της Πίστεώς μας.
Σύμφωνα με όσα αναπτύξαμε παραπάνω, ο ρόλος του μαθήματος των Θρησκευτικών στην εκπαίδευση και ανάπτυξή της προσωπικότητάς τους σε αυτό το εύπλαστο στάδιο της ζωής τους είναι ζωτικός τόσο για αυτά τα ίδια όσο και για εμάς που ως γονείς τους επιθυμούμε τόσο τη μόρφωσή τους επί του γνωστικού αντικειμένου των Θρησκευτικών όσο και τη διάπλασή των χαρακτήρων τους ώστε αυτά να υιοθετήσουν τη χριστιανική ηθική της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Έχουμε λοιπόν προφανές και άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον να αιτηθούμε την ακύρωση της ως άνω υπουργικής αποφάσεως τόσο για λογαριασμό των τέκνων μας των οποίων ασκούμε τη γονική μέριμνα και επιμέλεια όσο και ατομικά για εμάς τους ιδίους ως γονείς τους.
Τέλος το πέμπτο εξ ημών σωματείο (ΠΕΘ), έχει προφανές έννομο συμφέρον για την ακύρωση της ως άνω υπουργικής απόφασης επειδή σύμφωνα με το ισχύον από 1977 καταστατικό του σωματείου μας (αρ. αποφ. 2059/1977 Μ. Πρ. Αθηνών), σκοποί του μεταξύ άλλων είναι:
- Η καλλιέργεια των θεολογικών Γραμμάτων και η ενημέρωση των μελών προς την σημειούμενη εκάστοτε εξέλιξη και πρόοδο της Επιστήμης
- Η κατανόηση της ουσίας του Ορθοδόξου Χριστιανισμού και η έξαρση αυτού
- Η διέγερση του ενδιαφέροντος και της αγάπης του λαού προς τη θρησκευτική γνώση και ζωή εντός του πλαισίου των πατρικών μας παραδόσεων.
- Ο ευρύς θρησκευτικός και ηθικός διαφωτισμός του λαού μας για να λάβει αυτός πλήρη επίγνωση της αξίας της εν Χριστώ απολυτρώσεως και ζωής, ως και ο πλήρης και ηθικός διαφωτισμός της νεότητας.
- Η προσήλωση στην Ορθοδοξία και άμυνα κατά πάσης αντιορθοδόξου και αντιχριστιανικής εκδηλώσεως παρ’ ημίν, ως και η εκλαΐκευση της Απολογητικής του Χριστιανισμού και ο διαφωτισμός του λαού και δη της νεότητας περί της υφισταμένης αρμονίας Επιστήμης και Χριστιανικής θρησκείας.
- Η έμπνευση σεβασμού και αφοσιώσεως προς τα θέσμια και τις παραδόσεις της Μητρός ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας
και κατά συνέπεια η προάσπιση του Ορθοδόξου χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών, που τόσο βάναυσα πλήττεται με την προσβαλλομένη απόφαση, αποτελεί μέρος του σκοπού μας ως σωματείου ώστε να έχουμε άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον για την άσκηση της παρούσας.
Επειδή η παρούσα είναι νόμιμη και βάσιμη, αρμοδίως δε εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου Σας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και για όσους επιφυλασσόμεθα να προσθέσουμε νόμιμα στο μέλλον
ΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ
1. Να γίνει δεκτή η παρούσα.
2. Να ακυρωθεί η υπ’ αρίθμ. Πρωτ. 143575/Δ2/7-9-2016 (Β 2920/13-9-2016 ΦΕΚ) απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, καθώς και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοίκησης, ρητή ή σιωπηρή, προγενέστερη ή μεταγενέστερη.
3. Να καταδικαστεί το αντίδικο στη δικαστική μας δαπάνη και να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος από εμάς δικαστικού παραβόλου.
Αθήνα, 9/11/2016
Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος
***************
ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ
***
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
(ΤΜΗΜΑ Γ' )
ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ
1)Του Παναγιώτη Χριστοδούλου, κατοίκου Παλλήνης Αττικής...
2)Της Γεωργίας Χριστοδούλου, κατοίκου Παλλήνης Αττικής...
3)Του Άγγελου Τσέρκα, κατοίκου Αιαντείου Σαλαμίνας...
4)Της Πέρσας Λαζάρου, κατοίκου Αιαντείου Σαλαμίνας...
5)Του Ιωάννη Μπεϊνά, Θεολόγου εκπαιδευτικού, κατοίκου Κατερίνης…
6)Του σωματείου με την επωνυμία Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων(ΠΕΘ), νομίμως εκπροσωπουμένου, που εδρεύει στην Αθήνα…
ΚΑΤΑ
Του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής, όπως νόμιμα εκπροσωπείται.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ
Της υπ’ αρίθμ. Πρωτ. 143579/Δ2/2016απόφασης του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ Β2906/13-9-2016).
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Στο υπ’ αριθμ.φ. Β2906/13-9-2016ΦΕΚ, δημοσιεύθηκεη υπ’ αρ. πρωτ. 143579/Δ2/2016απόφαση του Υπουργού Παιδείας,με θέμα«Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος Θρησκευτικά Γενικού Λυκείου».
Όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενο του μόνου άρθρου της προσβαλλομένης, με την ανωτέρω απόφαση πραγματοποιείται μία ριζική αλλαγή στο χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών στο Λύκειο, αλλοιώνοντας τον από ιδρύσεως του Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα ορθόδοξο χαρακτήρα του. Συγκεκριμένα, το μέχρι πρότινος διδασκόμενο μάθημα των θρησκευτικών,όπως αυτό ορίστηκε από τη Διεθνή Σύμβαση της Ρώμης της 4ης Νοεμβρίου 1950, το Σύνταγμα, το Νόμο και τις Δικαστικές Αποφάσεις, είχε χαρακτήρα ομολογιακό, ήτοι διδακτικό της θρησκείας των μαθητών, οι οποίοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία στην Ελλάδα, βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ενώ παράλληλα, υπήρχαν και στοιχεία θρησκειολογίας διδασκόμενα από την Στ’ Δημοτικού και μέχρι την Γ’ Λυκείου, και πάντως σε χωριστά κεφάλαια και όχι αναμεμιγμένα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Πίστης, την οποία δικαιωματικά διδάσκονταν οι Ορθόδοξοι μαθητές.
Παράλληλα, παρεχόταν η δυνατότητα απαλλαγής από το μάθημα για τους μη Ορθοδόξους μαθητές, ενώ υπάρχει και διδάσκεται εναλλακτικά, ομολογιακού περιεχομένου μάθημα των θρησκευτικών για τους Έλληνες Μουσουλμάνους, Εβραίους και Ρωμαιοκαθολικούς, με το οποίο οι μαθητές αυτοί, διδάσκονται, ως δικαιούνται, την πίστη των γονέων τους.
Με το νέο πρόγραμμα σπουδών που εισάγει η προσβαλλομένη, το μέχρι πρότινος ομολογιακό μάθημα, μετατρέπεται σε ιδιότυπη θρησκειολογία, στην οποία αναμειγνύονται η Ορθόδοξη Πίστη με τα υπόλοιπα Δόγματα και Θρησκεύματα, δημιουργώντας σύγχυση στους μαθητές, οι οποίοι λόγω του νεαρού της ηλικίας τους, κατά κανόνα αγνοούν και τα βασικότερα σημεία της πίστης στην οποία ανήκουν, ως βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Η απόφαση αυτή του Υπουργού είναι παράνομη και ακυρωτέα για τους εξής νόμιμους και βάσιμους λόγους:
ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΝΟΜΟΥ
Νομικό πλαίσιο
Στη διάταξη του άρθρου 3 του ισχύοντος Συντάγματος, στην κεφαλίδα του οποίου γίνεται ρητή επίκληση της "Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος", ορίζεται ότι : "1. Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού ' τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου της κθ' [29] Ιουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928. 2. . . ". Εξ άλλου στη διάταξη του άρθρου 13 αυτού ορίζεται ότι : "1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός. 2. Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Ο προσηλυτισμός απαγορεύεται. 3...".
Εκ παραλλήλου, στη διάταξη του άρθρου 16 [παρ. 2] του Συντάγματος ορίζεται ότι : "Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησηςκαι τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες".
Από τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις και ιδίως τα όσα ειδικότερα για την προσβαλλόμενη απόφαση ισχύουν με το άρθρο 16 παρ. 2 Σ, προκύπτει σαφώς ότι ο συνταγματικός νομοθέτης απέκρουσε την αποσύνδεση της θρησκείας από την εκπαίδευση (κοσμικό πρότυπο ) και προτίμησε την οδό του "μέτρου αρίστου" που αξιώνει το σεβασμό της "επικρατούσας" θρησκείας και το συνυπολογισμό της ανάμεσα στους προσδιοριστικούς παράγοντες της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Αυτή η ρητή συνταγματική επιλογή συμπυκνώνει ιστορικές επιλογές, αντιδιαστολές σε σχέση με τα προϊσχύοντα συντάγματα αλλά και ισορροπίες που ο κοινός νομοθέτης οφείλει να σέβεται και να αναπαράγει.
Περαιτέρω η Διεθνής Σύμβαση της Ρώμης της 4ης Νοεμβρίου 1950 "περί προασπίσεως των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών", που κυρώθηκε το πρώτον με τον νόμο 2329/1953 [φ. 68, Α] και εκ νέου με το Ν.Δ. 53/1974 [φ. 256, Α] και έχει, ως εκ τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη τυπική ισχύ, με το μεν άρθρο 9 κατοχυρώνει το ατομικό δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας, με το άρθρο δε 2 του Α προσθέτου πρωτοκόλλου ορίζει ειδικότερα τα εξής : "Ουδείς δύναται να στερηθεί του δικαιώματος όπως εκπαιδευθή. Παν Κράτος εν τη ασκήσει των αναλαμβανομένων υπ' αυτού καθηκόντων επί του πεδίου της μορφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως εξασφαλίζωσιν της μόρφωσιν και εκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως προς τας ιδίας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις".
Σε υλοποίηση των ανωτέρω ο κοινός νομοθέτης προβλέπει στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1566/1985 [ΦΕΚ Α 167] ότι : "1. Σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι να συμβάλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε, ανεξάρτητα από φύλο και καταγωγή, να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν δημιουργικά. Ειδικότερα υποβοηθεί τους μαθητές : α] Να γίνονται ελεύθεροι, υπεύθυνοι, δημοκρατικοί πολίτες, να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και τη δημοκρατία, να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα καιτα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης είναι απαραβίαστη. β] Να καλλιεργούν και να αναπτύσσουν αρμονικά το πνεύμα και το σώμα τους, τις κλίσεις, τα ενδιαφέροντα και τις δεξιότητές τους. Να αποκτούν, μέσα από τη σχολική τους αγωγή, κοινωνική ταυτότητα και συνείδηση, να αντιλαμβάνονται και να συνειδητοποιούν την κοινωνική αξία και ισοτιμία της πνευματικής και της χειρωνακτικής εργασίας. Να ενημερώνονται και να ασκούνται πάνω στη σωστή και ωφέλιμη για το ανθρώπινο γένος χρήση και αξιοποίηση των αγαθών του σύγχρονου πολιτισμού, καθώς και των αξιών της λαϊκής μας παράδοσης. γ] Να αναπτύσσουν δημιουργική και κριτική σκέψη και αντίληψη συλλογικής προσπάθειας και συνεργασίας, ώστε να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και με την υπεύθυνη συμμετοχή τους να συντελούν αποφασιστικά στην πρόοδο του κοινωνικού συνόλου και στην ανάπτυξη της πατρίδας μας. δ] Να κατανοούν τη σημασία της τέχνης, της επιστήμης και της τεχνολογίας, να σέβονται τις ανθρώπινες αξίες και να διαφυλάσσουν και προάγουν τον πολιτισμό. ε] Να αναπτύσσουν πνεύμα φιλίας και συνεργασίας με όλους τους λαούς της γης, προσβλέποντας σε έναν κόσμο καλύτερο, δίκαιο και ειρηνικό. 2. Βασικοί συντελεστές για την επίτευξη των παραπάνω σκοπών είναι : α] . . . β] τα αναλυτικά προγράμματα, τα σχολικά βιβλία και τα λοιπά διδακτικά μέσα καθώς και η σωστή χρήση τους, γ] . . . 3. Τα αναλυτικά προγράμματα αποτελούν άρτιους οδηγούς του εκπαιδευτικού έργου και περιλαμβάνουν κυρίως : αα] . . . ββ] διδακτέα ύλη επιλεγμένη σύμφωνα με το σκοπό του μαθήματος ανάλογη και σύμμετρη προς το ωρολόγιο πρόγραμμα. . . ".
Ο ίδιος νόμος εξειδικεύοντας το σκοπό της παιδείας υπογραμμίζει, ότι το σχολείο βοηθά τους μαθητές να εξοικειώνονται «με τις ηθικές, θρησκευτικές, εθνικές, ανθρωπιστικές και άλλες αξίες» ώστε να δυνηθούν με αυτές «να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους», συνειδητοποιώντας «τη βαθύτερη σημασία του ορθόδοξου χριστιανικού ήθους και της σταθερής προσήλωσης στις πανανθρώπινες αξίες» (άρθρο 6 παρ. 2). Ενώ σε εφαρμοστικά του νόμου αυτού κείμενα και δη στο Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.) και τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (Α.Π.Σ.) επισημαίνεται, ότι «σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, με εμφανή τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής ρευστότητας, η κοινωνική ανάπτυξη του ατόμου και η πορεία του προς την αυτογνωσία απαιτούν ευρεία και διαρκή κοινωνική αλληλεπίδραση» και ότι για την επίτευξη μιας «αρμονικής κοινωνικής ένταξης και συμβίωσης είναι απαραίτητο κάθε άτομο να μάθει να συμβιώνει με τους άλλους σεβόμενο τον πολιτισμό και τη γλώσσα τους», διατηρώντας ωστόσο «την εθνική και πολιτισμική του ταυτότητα μέσα από την ανάπτυξη της εθνικής, πολιτισμικής, γλωσσικής και θρησκευτικής αγωγής».
Στο αυτό πνεύμα υφίσταται με συνέπεια σειρά ακυρωτικών δικαστικών αποφάσεων [μεταξύ άλλων ΣτΕ 3356/95, ΣτΕ 2176/1998, ΔΕΦΧαν. 115/2012], όπου κρίνεται ότι μεταξύ των σκοπών της παρεχομένης στα σχολεία παιδείας είναι και η "ανάπτυξη", σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό, της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών σύμφωνα προς τις αρχές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος, η διδασκαλία του οποίου είναι, ως εκ τούτου, υποχρεωτική, όπως είναι υποχρεωτική και η παρακολούθηση από τους μαθητές, οι οποίοι ανήκουν εις την Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία.
Σε τέτοια άλλωστε ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών αποβλέπουν και οι γονείς των μαθητών αντλούντες από τις προαναφερθείσες διατάξεις το δικαίωμα ώστε οι ίδιοι οι γονείς να δύνανται να καθορίζουν την θρησκευτική αγωγή των τέκνων τους, επί τη βάσει των δικών των θρησκευτικών πεποιθήσεων [βλ. ΣτΕ 3356/1995, ΣτΕ 2176/1998]. Εξυπακούεται βεβαίως ότι της παρακολουθήσεως του ως άνω μαθήματος απαλλάσσονται και δη χωρίς καμία δυσμενή συνέπεια, οι μαθητές εκείνοι γιά τους οποίους γίνεται αξιόπιστη δήλωση, είτε υπ' αυτών των ιδίων, είτε υπό των γονέων τους, ότι είναι άθεοι, ετερόδοξοι ή αλλόθρησκοι και έχουν, ως εκ τούτου, πρόβλημα θρησκευτικής συνειδήσεως [ΣτΕ 3356/95], δοθέντος μάλιστα ότι η δήλωση αυτή ουδόλως αντιβαίνει εις το άρθρον 13 του Συντάγματος διότι κατά τα επίσης ήδη κριθέντα [ΣτΕ 3356/95] δεν αποτελεί μέσον προς δίωξη του μαθητή λόγω των διαφόρων, ενδεχομένως, θρησκευτικών του πεποιθήσεων, οι οποίες πρέπει πάντως να είναι σεβαστές, αλλά, όλως αντιθέτως, αποβλέπει στο να διευκολύνει τον μαθητή να απολαύσει "ανεμπόδιστα" την ελευθερία της θρησκευτικής του συνειδήσεως και να διευκολύνει επίσης τους γονείς τους να ασκήσουν το αντίστοιχο, κατά τα εκτεθέντα, δικαίωμά τους.
Προκειμένου όμως να τύχουν εφαρμογής τα ανωτέρω και ιδίως η ρητή και αδιάστικτη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος ώστε να καταστεί δυνατή η "ανάπτυξη", σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό, της θρησκευτικής συνειδήσεως των προαναφερθέντων μαθητών και δη συμφώνως προς τις αρχές της ορθοδόξου χριστιανικής πίστεως, επιβάλλεται όπως η Πολιτεία, διά της λήψεως των καταλλήλων, κατά περίπτωσιν, νομοθετικών και κανονιστικών μέτρων, εξασφαλίζει τη διδασκαλία του κατά τα άνω μαθήματος των θρησκευτικών εις τους μαθητές και δη να την εξασφαλίζει [κατά τα ήδη κριθέντα ΣτΕ 3356/95 & ΣτΕ 2176/1998], μάλιστα με ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως.
Η επιχειρούμενη με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση μετατροπή του χαρακτήρα του μαθήματος, από ορθόδοξο ομολογιακό μάθημα, σε μάθημα γνώσεων των θρησκειών, ουσιαστικά ακυρώνει το αναμφισβήτητο δικαίωμα των γονέων και των μαθητών για παροχή θρησκευτικής εκπαίδευσης, σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Ο δε χώρος που δίνεται στη διδασκαλία της Ορθόδοξης Πίστης ανάμεσα στα άλλα θρησκεύματα, δεν είναι επαρκής – ούτε καν πρωτεύων - και δεν καλύπτει το δικαίωμα θρησκευτικής εκπαίδευσης κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και εν όψει του ειδικού σκοπού στον οποίον αποβλέπει το Σύνταγμα, οι Διεθνείς Συνθήκες και η κείμενη νομοθεσία.
Επιπλέον, η συνύπαρξη στα διδασκόμενα κεφάλαια στοιχείων από διαφορετικές θρησκείες, δημιουργεί σύγχυση στους μαθητές και όχι μόνο δεν καλύπτει το δικαίωμα στη θρησκευτική τους εκπαίδευση, αλλά αδιαμφισβήτητα καλλιεργούνται αμφιβολίες στους άπειρους και χωρίς επαρκή βαθμό για κρίση μαθητές, σχετικά με τη θρησκεία στην οποία ανήκουν. Επιπρόσθετα, λόγω του ότι με την προσβαλλομένη εισάγεται η ταυτόχρονη διδασκαλία διαφορετικών προσεγγίσεων των επί μέρους θρησκειών σε διάφορα κοινωνικά θέματα που αφορούν τους μαθητές δημιουργείται ο άμεσος κίνδυνος οι μαθητές με τα νέα προγράμματα σπουδών να υιοθετούν άκριτα, πεποιθήσεις και παραδοχές, ξένες προς τη δική τους πίστη
Επιχειρείται, δηλαδή, με τα νέα προγράμματα σπουδών μία διείσδυση στη θρησκευτική τους συνείδηση, με σκοπό τη μεταβολή της, καθώς ακόμη και στην ίδια την εισηγητική έκθεση που περιέχεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, γίνεται λόγος για «αναστοχασμό» των μαθητών πάνω στα θέματα της θρησκείας.Στον δε οδηγό εκπαιδευτικού του «Προγράμματος σπουδών» σχετικά με τη νέα ύλη του μαθήματος των θρησκευτικών αναφέρεται επί λέξει ότι αυτό αποσκοπεί εις το:
«Να αφυπνίσει την αντίληψη του μαθητή, ώστε να συνειδητοποιήσει τις θρησκευτικές «προκατανοήσεις του, δηλαδή την λανθάνουσα μερικώς αρθρωμένη θρησκευτική του «παράδοση. Να τον βοηθήσει να μετακινηθεί από τις προκατανοήσεις του και να «διαλεχθεί με τις αφηγήσεις και τον λόγο βασικών θρησκευτικών αλλά και κοσμικών «παραδόσεων, που αρνούνται την θρησκευτική αλήθεια.
Έτερο απόσπασμα επεξηγεί, ότι:
«Οι μαθητές είναι ανάγκη, να μην διαποτίζονται σε μία θρησκευτική άποψη, οπότε το «προτεινόμενο πρόγραμμα σπουδών τους προσφέρει ευκαιρίες να μελετήσουν και να «στοχαστούν πάνω σε διαφορετικές θρησκευτικές και φιλοσοφικές θεωρήσεις
Όλα τα ανωτέρω πέραν των άλλων παραβιάζουν το δικαίωμά των τεσσάρων πρώτων από εμάς μας ως γονέων να λάβουμε για τα παιδιά μας από την πολιτεία θρησκευτική εκπαίδευση σύμφωνη με τις θρησκευτικές ημών και των τέκνων μας πεποιθήσεις ως χριστιανοί ορθόδοξοι. Επ' αυτού υφίσταται απολύτως adhocαπόφαση του ΕΔΑΔ. Πρόκειται περί της20.6.2009 υπόθεση Folgeroκαι άλλοι κατά Νορβηγίας δημοσιευομένη σε ελλην. μετάφραση στην Επιθ. Δημ. & Διοικ. Δικ. 2009 σελ. 257 επ. η οποία καταδικάζει την Νορβηγία, διότι στα σχολεία της εισήγαγε ύλη μαθήματος των θρησκευτικών πολυθρησκευτική (όπωςη καθής η παρούσα αίτησή μας). Την καταδικάζει δε για παράβαση του άρθρου 2 του Προσθ. Πρωτοκόλλου της Ευρωπ. Συμβ. Ανθρ. Δικαιωμάτων, το οποίο επιβάλλει στα ευρωπ. κράτη, να διδάσκουν ως ύλη μαθήματοςθρησκευτικών την αντιστοιχούσαν στο θρήσκευμα της πλειοψηφίας των γονέων. Επεξηγεί δε, ότι η εισαγωγή ύλης μαθήματος θρησκευτικών πολυθρησκευτικήςείναι απαράδεκτη, διότι δημιουργεί τεράστια προβλήματα εφαρμογής και παγιδεύει μαθητές και γονείς, τους οποίους εισάγει σε ακραία σύγχυση.
Κατ' απόλυτη αντιστοιχία η διδασκαλία του μαθήματος όπως επιβάλλεται δια της προσβαλλομένης καθίσταται μη λειτουργική και αναποτελεσματική για τους μαθητές, καθώς αυταπόδεικτα δεν παρέχονται οι απαιτούμενες γνώσεις πάνω στην πίστη τους, εν προκειμένω πάνω στην Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη, στην οποία κατά τεκμήριο ανήκουν οι περισσότεροι Έλληνες.
Η πολυθρησκειακή προσέγγιση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών στα Θρησκευτικά, όχι μόνο δεν λύνει τις απορίες τους, αλλά αντιθέτως τις αυξάνει, οδηγώντας τους σε σύγχυση και πιθανόν σε απόρριψη οποιασδήποτε θρησκευτικής παραδοχής, με το πρόσχημα της δήθεν απόλυτης ταύτισής τους.
Επειδή η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, συρρικνώνει το χρόνο διδασκαλίας της Ορθόδοξης Πίστης, ο οποίος απορροφάται από την παράλληλη διδασκαλία των άλλων θρησκειών, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να περιθωριοποιείται και να αποδυναμώνεται πλήρως το δικαίωμα της θρησκευτικής εκπαίδευσης, κατά παράβαση των συνταγματικών επιταγών και δικαστικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων.
Επειδή διά της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν είναι πλέον δυνατή η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων μαθητών, συμφώνα προς τις αρχές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος.
Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα προαναφερθέντα η προσβαλλομένη απόφαση πάσχει παρανομίας, καθ' ο μέρος, με αυτή, περιορίζεται και αλλοιώνεται πράγματι εφ' εξής η διδασκαλία της ορθόδοξης πίστης μέσω του μαθήματος των θρησκευτικών στις Τάξεις του Λυκείου και για το λόγο αυτό πρέπει ως προς αυτό να ακυρωθεί.
Β) ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΟΛΗΨΙΑΣ
Το άρθρο 7 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/99) επιβάλλει στην κρατική Διοίκηση, όπως και τα ατομικά και τα συλλογικά όργανα αυτής πληρούν «εις ύψιστον βαθμόν τα εχέγγυα της απολύτου αμεροληψίας»(Χ ι ώ λ ο υ, Η συγκρότησις και λειτουργία των συλλογικών οργάνων της Διοικήσεως, ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ, 44 σελ. 140 επ.ΤουΑ υ τ ο ύ, Η αρχή της αμεροληψίας της Διοικήσεως, ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ 56 σελ. 1985 επ.), όπως δέχεται δε και η adhocνομολογία του Δικαστηρίου Σας, η εν λόγω αρχή της αμεροληψίας αποτελεί ειδικότερα έκφανση της γενικής αρχής του κράτους Δικαίου και επιβάλλεται ευθέως από το Σύνταγμα και από τις δι' αυτού καθιερούμενες εγγυήσεις υπέρ του πολίτη (ΣτΕ 664/2006 Επιθ. Δημ. & Διοικ. Δικ. 2009 σελ, 203 επ.).
Δι' άλλης δε αποφάσεως του Δικαστηρίου Σας (ΣτΕ 1447/2006) γίνεται δεκτό, ότι παραβιάζεται η εν λόγω αρχή της αμεροληψίας, όταν ο μετέχων σε συλλογικό όργανο της Διοικήσεως έχει διατυπώσει προειλημμένη γνώμη διά το θέμα που καλείται, να αποφανθεί (ΣτΕ 664/2006, ομοίως ΣτΕ 571/2011 ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ, 59 σλ. 624, ομοίως ΣτΕ 640/2011 ΔΙΚ. ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜ. 2011 σελ. 203 επ.). Ο δε Άρειος Πάγος δέχεται, ότι η αρχή της αμεροληψίας παραβιάζεται, ακόμη και αν υπάρχει λόγος ευπρέπειας (ΑΠ απόφαση 549/2009 ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, 12 σελ. 1201 επ.).
Σύμφωνα με την από 3-2-2016 και με αρ. πρωτ. 17741/Φ1 απάντηση του Υπουργού Παιδείας στην αναφορά του βουλευτή κ. Ν. Νικολόπουλου, αποφασίσθηκε η δημιουργία ειδικής επιτροπής από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) για την εξέταση του περιεχομένου και την αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η εξ ημών ΠΕΘ ζήτησε εγγράφως από το ΙΕΠ να γνωστοποιήσει τα μέλη της ειδικής αυτής επιτροπής, χωρίς, ωστόσο, να λάβει ουδέποτε καμία απάντηση. Η εν λόγω επιτροπή που αποφάσισε την αλλαγή του μαθήματος αποτελείτο από τα κάτωθι μέλη:
1. Γεράσιμος Κουζέλης, Καθηγητής Επιστημολογίας και Κοινωνιολογίας της Γνώσης του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης ΕΚΠΑ, Πρόεδρος του ΙΕΠ
2. Σταύρος Γιαγκάζογλου, Σύμβουλος ΥΠΠΕΘ, Προϊστάμενος Γραφείου Α του ΙΕΠ
3. Μάριος Μπέγζος, Καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας του Τμήματος Θεολογίας ΕΚΠΑ
4. Εμμανουήλ Περσελής, Καθηγητής της Θεωρίας και Πράξης της Xριστιανικής Aγωγής του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας ΕΚΠΑ
5. Αγγελική Ζιάκα,Επικ. Καθηγήτρια Θρησκειολογίας του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ
6. Άγγελος Βαλλιανάτος, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Β΄ Αθήνας, Αν. Αττικής, Εύβοιας
7. Γεώργιος Στριλιγκάς, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Κρήτης.
Από τα επτά (7) μέλη της ανωτέρω επιτροπής, τα τέσσερα (4) ανήκουν στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση νέου προγράμματος σπουδών στα θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου και ένα (1) ανήκει στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση του προγράμματος σπουδών στα θρησκευτικά του Γενικού Λυκείου.
Συγκεκριμένα οι:
1) Σταύρος Γιαγκάζογλου, Σύμβουλος ΥΠΠΕΘ, Προϊστάμενος Γραφείου Α του ΙΕΠ,
2) Εμμανουήλ Περσελής, Καθηγητής της Θεωρίας και Πράξης της Xριστιανικής Aγωγής του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας ΕΚΠΑ.
3) Αγγελική Ζιάκα,Επικ. Καθηγήτρια Θρησκειολογίας του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ
4) Άγγελος Βαλλιανάτος, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Β΄ Αθήνας, Αν. Αττικής, Εύβοιας και
5) Γεώργιος Στριλιγκάς, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Κρήτης, οι οποίοι κλήθηκαν να εξετάσουν και να αποφασίσουν το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών, ανήκουν στην ομάδα που συνέγραψε το ως άνω πρόγραμμα σπουδών.
Εκ των όσων αναφέραμε, συνάγεται ότι η συγκρότηση της 7μελούς επιτροπής του ΙΕΠ, η οποία εξέτασε το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών και σε γνωμοδότηση της οποίας παραπέμπει η προσβαλλόμενη ως μη έχουσα τα εχέγγυα της αμεροληψίας που απαιτεί ο νόμος, καθώς σε αυτή μετείχαν πρόσωπα που έχουν εκπονήσει το πρόγραμμα σπουδών που καλούνται οι ίδιοι να κρίνουν, είναι παράνομη.
Ως εκ τούτου, η προσβαλλομένη πρέπει να ακυρωθεί και γι’ αυτό το λόγο.
Γ) ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 4 ΚΑΙ 13 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Συντάγματος «Oι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου» (παρ. 1) και «Oι Έλληνες και οι Eλληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις» (παρ. 2), ενώ κατά το άρθρο 13 παρ. 1 του Συντάγματος «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός.»
Με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, τίθεται θρησκευτικός διαχωρισμός μεταξύ των μαθητών που ανήκουν στο Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα και σε εκείνους που ανήκουν σε άλλες θρησκευτικές παραδοχές και ομολογίες. Διότι οι μαθητές που ανήκουν στη Ρωμαιοκαθολική Ομολογία και την Ιουδαϊκή Θρησκεία, εξακολουθούν σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθ. 55 του Ν. 4316/2016 (ΦΕΚ 83/Α/11-5-2016), να διδάσκονται το ομολογιακό μάθημα των θρησκευτικών, διαμορφωμένο στη δική τους πίστη, μάλιστα από δασκάλους και καθηγητές τους οποίους προτείνουν η Ιερά Σύνοδος της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε.) και το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο αντίστοιχα.
Παρόμοιο προνόμιο δεν παρέχεται στους Ορθοδόξους μαθητές, οι οποίοι στερούνται του συνταγματικού δικαιώματος να διδαχθούν αυτούσια την πίστη τους από το σχολείο, δικαίωμα που απολαμβάνουν οι ετερόθρησκοι και ετερόδοξοι μαθητές.
ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ
Ο πρώτος και η δεύτερη εξ ημών είμαστε γονείς δύο ανηλίκων τέκνων, του Ιουστινιανού και του Ελισσαίου μαθητών αντίστοιχα της τρίτης και της πρώτης τάξης του 1ου Λυκείου Παλλήνης, οι οποίοι με την εφαρμογή της προσβαλλόμενης αποφάσεωςθίγονται άμεσα. Και τα δύο τέκνα μας, όπως και εμείς οι γονείς τους, έχουν βαπτισθεί Χριστιανοί Ορθόδοξοι και μετέχουν με θέρμη μαζί μας στην εκκλησιαστική ζωή και λατρεία της Πίστεώς μας. Ομοίως και ο τρίτος και η τέταρτη εξ ημών είμαστε γονείς του ανηλίκων τέκνου μας Ματθαίου, μαθητή της δευτέρας τάξης του 1ου Λυκείου Σαλαμίνας, έχει βαπτισθεί Χριστιανός Ορθόδοξος και μετέχει με θέρμη μαζί μας στην εκκλησιαστική ζωή και λατρεία της Πίστεώς μας. Σύμφωνα με όσα αναπτύξαμε παραπάνω, ο ρόλος του μαθήματος των Θρησκευτικών στην εκπαίδευση και ανάπτυξή της προσωπικότητάς τους σε αυτό το εύπλαστο στάδιο της ζωής τους είναι ζωτικός τόσο για αυτά τα ίδια όσο και για εμάς που ως γονείς τους επιθυμούμε τόσο τη μόρφωσή τους επί του γνωστικού αντικειμένου των Θρησκευτικών όσο και τη διάπλασή των χαρακτήρων τους ώστε αυτά να υιοθετήσουν τη χριστιανική ηθική της Ανατολικής ΟρθοδόξουΕκκλησίας. Έχουμε λοιπόν προφανές και άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον να αιτηθούμε την ακύρωση της ως άνω υπουργικής αποφάσεως τόσο για λογαριασμό των τέκνων μας των οποίων ασκούμε τη γονική μέριμνα και επιμέλεια όσο και ατομικά για εμάς τους ιδίους ως γονείς τους.
Αντιστοίχως, ο εξ ημών πέμπτος των αιτούντων, έχωέννομο συμφέρον κατά την έννοια του άρθρου 47 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας» (Α' 8), το οποίο εφαρμόζεται στην παρούσα διαδικασία κατ' άρθρο 4 του Ν. 702/1977, και ασκώ την κρινόμενη αίτηση λόγω της ιδιότητας μου ως θεολόγος εκπαιδευτικός δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στο 5οΓ.Ε. Λύκειο Κατερίνης (Ολ. ΣτΕ 2411/2012, 1854/1990 βλ. και ΣτΕ 193/2012)
Τέλος το έκτο εξ ημών σωματείο (ΠΕΘ), έχει προφανές έννομο συμφέρον για την ακύρωση της ως άνω υπουργικής απόφασης επειδή σύμφωνα με το ισχύον από 1977 καταστατικό του σωματείου μας (αρ. αποφ. 2059/1977 Μ. Πρ. Αθηνών), σκοποί του μεταξύ άλλων είναι:
- Η καλλιέργεια των θεολογικών Γραμμάτων και η ενημέρωση των μελών προς την σημειούμενη εκάστοτε εξέλιξη και πρόοδο τηςΕπιστήμης
- Η κατανόηση της ουσίας του Ορθοδόξου Χριστιανισμού και η έξαρση αυτού
- Η διέγερση του ενδιαφέροντος και της αγάπης του λαού προς τη θρησκευτική γνώση και ζωή εντός του πλαισίου των πατρικών μας παραδόσεων.
- Ο ευρύς θρησκευτικός και ηθικός διαφωτισμός του λαού μας για να λάβει αυτός πλήρη επίγνωση της αξίας της εν Χριστώ απολυτρώσεωςκαι ζωής, ως και ο πλήρης και ηθικός διαφωτισμός της νεότητας.
- Η προσήλωση στην Ορθοδοξία και άμυνα κατά πάσης αντιορθοδόξου και αντιχριστιανικής εκδηλώσεως παρ’ ημίν, ως και η εκλαΐκευση της Απολογητικής του Χριστιανισμού και ο διαφωτισμός του λαού και δη της νεότητας περί της υφισταμένης αρμονίας Επιστήμης και Χριστιανικής θρησκείας.
- Η έμπνευση σεβασμού και αφοσιώσεως προς τα θέσμια και τις παραδόσεις της Μητρός ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας
και κατά συνέπεια η προάσπιση του Ορθοδόξου χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών, που τόσο βάναυσα πλήττεται με την προσβαλλομένη απόφαση, αποτελεί μέρος του σκοπού μας ως σωματείου ώστε να έχουμε άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον για την άσκηση της παρούσας.
Επειδή η παρούσα είναι νόμιμη και βάσιμη, αρμοδίως δε εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου Σας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και για όσους επιφυλασσόμεθα να προσθέσουμε νόμιμα στο μέλλον
ΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ
1.Να γίνει δεκτή η παρούσα.
2.Να ακυρωθεί η υπ’ αρ. πρωτ. 143.579/Δ2/2016(Β2906/13-9-2016ΦΕΚ) απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, καθώς και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοίκησης, ρητή ή σιωπηρή, προγενέστερη ή μεταγενέστερη.
3.Να καταδικαστεί το αντίδικο στη δικαστική μας δαπάνη και να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος από εμάς δικαστικού παραβόλου.
Αθήνα, 9/11/2016
Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος
Πηγή: Ακτίνες

Η πρόσκληση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) με ημερομηνία 4/11/2016 ήταν μια πραγματική τομή στην εκπαιδευτική πολιτική της πατρίδας μας. Μια τομή, όμως, που απειλεί να κόψει τον λαιμό της όποιας Παιδείας έχει απομείνει στα ελληνικά σχολεία. Αναφερόμαστε την πρόσκληση υποβολής εκπαιδευτικών προγραμμάτων ή / και εκπαιδευτικών υλικών που θα αφορούν γυμνασιόπαιδες και η οποία απευθύνεται, μεταξύ άλλων, και σε Μη Κυβερνητικούς φορείς.
Η πρόσκληση μιλάει για τον «κοινωνικό γραμματισμό» των παιδιών, αυτόν που θα τους προσφερθεί στο τέλος της σχολικής χρονιάς σύμφωνα με τις αρχές της Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη. Σε ποιούς άξονες λοιπόν θα κινηθεί η «ενημέρωση και ευαισθητοποίηση» των μαθητών; Σε ζητήματα διατροφής, εξαρτήσεων αλλά και …ἐμφυλων ταυτοτήτων! Ειδικά μάλιστα σ’ αυτόν τον τελευταίο ξεχωρίζει η θεματική «βιολογικό και κοινωνικό φύλο»!!! Προσπαθώ να φανταστώ το εκπαιδευτικό υλικό για την συγκεκριμένη θεματική (ταινίες, βιωματικές δράσεις κτλ) χωρίς να ξεράσω αλλά δεν τα καταφέρνω. Θα βάλουν δηλαδή στις σχολικές τάξεις άτομα που θα υπονομεύσουν την αυτοπεποίθηση των εφήβων, την βαθύτερη αυτοεικόνα τους, προκειμένου να παρουσιάσουν την νεοταξίτικη αρλουμπολογία περί κοινωνικής και πολιτισμικής κατασκευής του φύλου! Μάλιστα, στα σχολεία όπου επί χρόνια δεν μπορεί να μπει για μιαν ώρα ένας ποιητής, ένας ζωγράφος, ένας επίσκοπος, ένας επιστήμονας, χωρίς απίστευτη γραφειοκρατία και ειδική άδεια, τώρα θα μπει το τσίρκο της LGBTQMFB, το κακό συναπάντημα των ΜΚΟ και άλλα περίεργα όντα.
Η πρόσκληση μάλιστα του ΙΕΠ είχε αρχικά ημερομηνία λήξης την 15η Νοεμβρίου (δηλαδή σε 7 εργάσιμες!) και μετά, προφανώς επειδή κάποιοι τους έκραξαν, έδωσαν παράταση μέχρι τις 22/11/2016. Αν αυτό δεν είναι φωτογραφική μεθόδευση για κάποιους ημέτερους, τότε αναρωτιέμαι τι είναι… Θα βρεθεί άραγε κάποιος να βάλει ένα φρένο σε κάθε αισχρό σχέδιο και στην τελική διάλυση που μεθοδεύεται για την Εκπαίδευση εκεί στο Υπουργείο Παιδείας;
Πηγή: Αντιφωνητής, Αβέρωφ

Ο Γέρο-Ιάκωβος εγεννήθη το 1920 στα ματωμένα χώματα της Μικράς Ασίας, εις το Λιβίσι της Μάκρης, απέναντι από τη γειτονική μας νήσο Ρόδο-Καστελλόριζο.
Ένεκεν αυτής της γειτονίας, ένιωθε πάντοτε μια ιδιαίτερη αγάπη για την Κύπρο. Η μάνα του Θεοδώρα, όταν ήθελε να παρακαλέσει την Παναγία, εγύριζε κατά τα βουνά του Κύκκου και φώναζε: «Παναγία του Κύκκου μου. Φύλαγε τα παιδιά του κόσμου και τα δικά μου». Αυτή τη σχέση της μάνας του με την Παναγία του Κύκκου, με την Κύπρο, θα την κληρονομήσει ο Γέροντας μαζί με όλη τη μικρασιατική παράδοση και θα τη μεταφέρει πρόσφυγας το 1922 στη βόρεια Εύβοια.
Όταν τα καράβια της προσφυγιάς έφτασαν το 1922 στον Πειραιά, με τους πονεμένους πρόσφυγες να παρηγορούνται με τη σκέψη ότι θα τους αγκάλιαζε η μητέρα Ελλάδα, τότε άκουσαν τους ανθρώπους του λιμανιού να βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία: «Για τους δικούς μας ανθρώπους», έλεγε ο Γέροντας, «ήταν πρωτάκουστα ακούσματα, και όλοι φωνάξαμε·‘‘παρά να βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία μας, καλύτερα πίσω στους Τούρκους’’». Οι κυνηγημένοι πρόσφυγες ήταν φορείς μιας άλλης παράδοσης, αυστηρής, καλογερικής. Και ο Γέροντας ένιωθε πάντοτε, ότι ήταν απόγονος αγίων ανδρών, αφού άκουε από τη μάνα του ότι καταγόταν από εφτά γενεές ιερέων. Ένας από αυτούς ήτο ασκητής στα Ιεροσόλυμα, την ίδια δε τη μάνα του Θεοδώρα ο π. Ιάκωβος τη χαρακτήριζε ως ασκήτρια. Είχε τόση αρετή η ευλογημένη αυτή γυναίκα, που προείδε τον θάνατό της πολλές μέρες πριν και τον ανακοίνωσε στα παιδιά της, για να τα προετοιμάσει.
Την προσφυγική οικογένεια του Τσαλίκη τη δέχτηκαν τα φιλόξενα χώματα της βορείου Ευβοίας, συγκεκριμένα το χωριό Φαράκλα. Εκεί έμαθε τα πρώτα γράμματα στο δημοτικό σχολείο του χωριού, τα οποία ήσαν και τα τελευταία. Δεν συνέχισε ο Γέροντας στο γυμνάσιο. Ο πατέρας του, ένεκεν της φτώχειας, που είχαν τότε, τον έβγαλε από το σχολείο και τον έπαιρνε μαζί του στα κτίσματα, για να τον βοηθά.
Ο Γέροντας Ιάκωβος και η αγία Παρασκευή
Τα βράδια, όταν όλοι κοιμόντουσαν στο σπίτι, έβγαινε κρυφά και πήγαινε σε ένα ξωκκλήσι του χωριού, για να προσευχηθεί, στην Αγία Παρασκευή. Εκεί έκανε πολλές μετάνοιες, όπως τον συνήθισε η μάνα του Θεοδώρα, και προσευχόταν για ώρες πολλές. Μετά γύριζε στο σπίτι, χωρίς να καταλαβαίνει κανείς τίποτα.
Ένα βράδυ εκεί στο ξωκκλήσι, που γονατιστός ο μικρός Ιάκωβος προσευχόταν, είδε μια σκιά μέσα στο ιερό. Αυτός φοβήθηκε και το πρωί το είπε στη μάνα του. Η διακριτική κυρία Δωρούλα του λέει: «Μη φοβάσαι, Ιακωβάκο μου, το ράσο του παπά θα είναι και το φεγγάρι του κάνει σκιά.» Έτσι διασκέδασε το λογισμό του Ιακωβάκου της.Το βράδυ πήγε πάλι ο μικρός Ιάκωβος στο ξωκκλήσι για τον κανόνα του. Όταν τέλειωσε και εξερχόταν από το ταπεινό ξωκκλήσι, είδε κάτω από ένα μεγάλο δένδρο μια ψηλή μαυροφορεμένη γυναίκα να του κάνει νόημα να την πλησιάσει.
Πήγε κοντά της και τον ρωτά:
«Τι θέλεις, Ιάκωβέ μου, να σου χαρίσω για τις τόσες προσευχές, που κάνεις στο σπίτι μου;»
«Ποια είσαι εσύ, καλή μου κυρία;»
«Εγώ είμαι η αγία Παρασκευή και ό,τι μου ζητήσεις θα στο δώσω.»
«Εγώ είμαι μικρός και δεν ξέρω τι θέλω, θα ρωτήσω όμως τη μάνα μου και ό,τι μου πει θα στο ζητήσω.»
Το πρωί λέει στην ευλογημένη μάνα: «Μάνα, ψες έξω από το ξωκκλήσι είδα την αγία Παρασκευή και μου είπε, ό,τι της ζητήσω θα μου το δώσει. Τι να της ζητήσω, μάνα;» Άνοιξε τότε η μάνα τα δυο της χέρια διάπλατα, σαν να ’θελε να χωρέσουν όλον τον ουρανό, και έκραξε φωνή μεγάλη: «Την τύχη μου, αγία Παρασκευή, να μου δώσεις, την τύχη μου.»
Την επομένη ο μικρός Ιάκωβος επανέλαβε, σαν γνήσιος υποτακτικός, τα λόγια της γερόντισσάς του στην αγία. Η αγία Παρασκευή, στην απλοϊκή απάντηση της μάνας Θεοδώρας απάντησε προφητικά: «Θα σου δώσω εγώ τύχη, να τη ζηλέψουν πολλοί.»
Έλεγε αργότερα σ’ εμάς ο Γέροντας: «Και μήπως ψέματα μου είπε, παιδάκι μου, η αγία Παρασκευή; Μικρή τύχη μου έδωκε; Με έκαμε ιερέα των μυστηρίων του Θεού!» Και θυμόταν και μας διηγιόταν με το ιδιαίτερο γεροντικό του χιούμορ. «Όταν λειτουργούσε ο παπάς του χωριού, την ώρα, που οι ψάλτες έψαλλαν, ‘‘Οι τα Χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες’’, εγώ άκουα φτερουγίσματα γύρω από την Αγία Τράπεζα. Ο παπάς ενόμιζα ότι δεν έχει σώμα. Είναι άγγελος. Έλεγα έχει δυο κόκαλα στους ώμους, σαν κρεμάστρα, και κρέμονται τα ράσα απ’ εκεί.»
Έτσι έβλεπαν την ιερωσύνη τα παιδικά μάτια της ψυχής του, και έτσι στ’ αλήθεια τα θεία πράγματα είναι. Έβλεπε τον παπά, σαν επίγειο άγγελο, που λειτουργεί με τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ. Από μικρός απόκτησε χερουβικούς οφθαλμούς, να θεωρεί τα επουράνια μυστήρια.
Όταν μια μέρα ο παπάς του χωριού τον πήρε μαζί του στα μελίσσια, που είχε στο δάσος, κάπου πιάστηκαν τα ράσα του παπά και φάνηκε το παντελόνι από κάτω από το αντερί. Τότε για πρώτη φορά άρχισε να υποψιάζεται ότι και ο παπάς είναι άνθρωπος, «σάρκα φορών και τον κόσμο οικών».
Στο χωριό γιατρός τα χρόνια εκείνα δεν υπήρχε. Υπήρχε όμως ο πατήρ Ιάκωβος. Από τον καιρό, που ήτο δεκαπενταετής, όλοι οι κάτοικοι του χωριού έβλεπαν ότι ο Ιάκωβος του Τσαλίκη ήταν άνθρωπος του Θεού, σκεύος εκλογής, γι’ αυτό και τον φώναζαν, πάτερ Ιάκωβε. Όποιος αρρώσταινε, καλούσαν τον πατέρα Ιάκωβο, του διάβαζε μια ευχή και γινόταν καλά. Πολλές γυναίκες, που είχαν δυσκολίες στη γέννα, καλούσαν τον πατέρα Ιάκωβο να κάνει προσευχή, και αυτές αμέσως γεννούσαν. Έτσι μια μέρα ο παπάς του χωριού κάλεσε τον πατέρα Ιάκωβο, που ήτο τότε δώδεκα ή δεκατριών ετών, να διαβάσει την ετοιμόγεννη παπαδιά. «Επήρα και εγώ μια παλαιά εκκλησιαστική φυλλάδα προσευχών, που είχα, και με μεγάλη ντροπή γονάτισα σε μια γωνιά και έκανα την προσευχή για την παπαδιά.» Μόλις βγήκε ο Ιάκωβος από την πόρτα, η παπαδιὰ γέννησε το Βαγγελάκη.
Η μάνα του Γέροντα, Θεοδώρα
Η μητέρα του Θεοδώρα «διετήρει πάντα τα ρήματα ταύτα εν τη καρδία αυτής», και βλέποντας αυτά τα σημεία στον Ιάκωβό της, αντελήφθη ότι το παιδί αυτό έχει ιερά αποστολή να επιτελέσει. Η μάνα του Γέροντα δεν ήτο μια οποιαδήποτε συνηθισμένη γυναίκα του λαού. Ο ίδιος ο Γέροντας την αποκαλούσε ασκήτρια. Περνούσε τη ζωή της με υπομονή στις θλίψεις, συνεχή νηστεία, αδιάλειπτη προσευχή, χαμαικοιτία. Μικρασιάτισσα. Γυναίκα της Ανατολής. Για τον π. Ιάκωβο ήτο η Γερόντισσά του, κι υποτασσόταν σ’ αυτή μέχρι την κοίμησή της. Μια μέρα βροχερή της είπε: «Μάνα πάλι βρέχει!» Και η αυστηρή Γερόντισσα του απάντησε επιτιμητικά: «Παιδί μου, Θεός είναι, ό,τι θέλει κάνει.»
Η μάνα Θεοδώρα προείδε το θάνατό της πολλές μέρες πριν και προετοίμασε τα παιδιά της, για να μη λυπηθούν υπερβαλλόντως. Παρ’ όλα αυτά, ο ευαίσθητος π. Ιάκωβος κόντεψε να ξεψυχήσει και αυτός πάνω στον τάφο της αγίας μητέρας του. Ένεκεν αυτής του της στάσεως στον θάνατο της μάνας του, πάντα μας τόνιζε να είμεθα εγκρατείς στις θλίψεις και ότι η υπερβολική στενοχωρία ή λύπη είναι αμαρτία.
Το 1952, αφού υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία, ο Γέροντας πήγε στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ, όπου έμεινε επί τριάντα εννέα έτη, δηλαδή μέχρι της κοιμήσεώς του.Είχε ήδη περάσει το τριακοστό έτος της ηλικίας ο Γέροντας, όταν έφτασε στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ. Εδώ έμελλε να επιτελέσει την ιερά αποστολή του, κατά τα προφητικά λόγια της μάνας Θεοδώρας.
Στην είσοδο της μονής τον περίμενε ο ίδιος ο όσιος Δαβίδ. Όπως η αγία Παρασκευή υποσχέθηκε στο μικρό Ιακωβάκο μία ουράνια τύχη, έτσι και τώρα ο μέγας Γέροντας Δαβίδ υποδεχόταν τον αρτιγέννητο Γέρο-Ιάκωβο με την υπόσχεση: «Αν φυλάξεις ακτημοσύνη, παρθενία και υπακοή, παραμένοντας άχρι τέλους στη μονή, θα σε προσκυνήσουν αρχιερείς, οι πατριάρχες θα σε ευλαβούνται, πλούτος πολύς θα περάσει από μπροστά σου, αλλά δεν θα τον αγγίξεις.»
Αυτή η πρώτη συνομιλία με τον όσιο Δαβίδ έμοιαζε με ακολουθία κουράς, όπου ο Γέροντας εισάγει τον υποτακτικό στον μυστικό κήπο της βασιλείας του Θεού. Ο όσιος Δαβίδ θα είναι πλέον ο Γέροντας του πατρός Ιακώβου, όπως άλλοτε η μάνα του Θεοδώρα. Εξάλλου έτσι ήταν και είναι γνωστός ο όσιος σ’ όλη την Εύβοια: Ο Γέροντας. Και το μοναστήρι του, η μονή του Οσίου Δαβίδ του Γέροντος.
Η μονή είναι κτισμένη τον 16ο αιώνα, ένα αιώνα καρποφόρο για την Εκκλησία, παρόλα τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ο αιώνας αυτός προσέφερε πολλούς αγίους, τον άγιο Γεράσιμο, τον όσιο Διονύσιο τον εν Ολύμπω, τον άγιο Τιμόθεο, κτήτορα της μονής Πεντέλης, την οσιομάρτυρα Φιλοθέη την Αθηναία, τον όσιο Δαβίδ και άλλους, οι οποίοι έκτισαν μοναστήρια, απ’ όπου αντλούσε ο λαός του Θεού πίστη και ελπίδα.
Ο Γέροντας Ιάκωβος στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ
Το 1952, έτος, που ο π. Ιάκωβος εισήλθε στη μονή του Οσίου Δαβίδ του Γέροντος, το μοναστήρι ήτο ένα ετοιμόρροπο κτίριο, που επιζητούσε τον ανακαινιστή του. Έμεναν τότε στη μονή δύο τρεις αμόναχοι μοναχοί, ιδιορρυθμίτες, που δεν είδαν με καλό μάτι τον νέο μικρασιάτη καλόγερο. Του έδωσαν ένα ανώγειο κελί με τρύπιο πάτωμα, όπου στο ισόγειό του έβαζαν τα γίδια της μονής. Σ’ αυτό το περιβάλλον έζησε την αρχή της καλογερικής του ζωής, μόνος με το Μόνο Θεό, προσευχόμενος νυχθημερόν, ως επίγειος άγγελος, προσφέροντας τη λογική λατρεία, έχοντας τα άλογα ζώα στο ισόγειο. Τις καθημερινές Ακολουθίες στο καθολικό της μονής τις κάνει με τον ευλαβή και απλοϊκό μοναχό π. Ευθύμιο.
Στα νότια της μονής και σε απόσταση είκοσι λεπτών οδοιπορικώς, πλάι σε χαράδρα, μέσα σε βράχο, βρίσκεται ένα μικρό σπήλαιο, γνωστό ως ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ. Σ’ αυτό ο όσιος Δαβίδ παρέμενε όλη τη βδομάδα, και το Σάββατο ανέβαινε στη μονή να λειτουργηθεί και να δώσει τις σοφές συμβουλές του. Αυτό το ασκητήριο στην τωρινή εποχή μας, όπου εψυχράνθη ο ζήλος των πολλών, δεχόταν τα βράδια ένα νεαρό επισκέπτη, ένα νέο ευχέτη, να δέεται υπέρ της σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου. Ως γνήσιος υποτακτικός του Γέροντος οσίου Δαβίδ, ακολουθεί το παράδειγμά του, νηστεύων, αγρυπνών, προσευχόμενος «εν σπηλαίοις και όρεσι και ταις οπαίς της γης».
Ο Γέροντας προσεύχεται στο ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ
Όπως τότε ο μικρός Ιάκωβος πήγαινε κρυφά από τους δικούς του στο ταπεινό ξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, έτσι και τώρα μυστικά, όταν οι λίγοι της μονής κοιμόντουσαν, αυτός επήγαινε στο αγιασμένο ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ για τη νυχτερινή του προσευχή.
Έλεγε ο Γέροντας: «Τότε, παιδί μου, δεν υπήρχε δρόμος, ένα στενό μονοπάτι ήτο, και εμείς, μακριά από τον κόσμο, δεν είχαμε τον τρόπο μας να κινηθούμε τη νύχτα. Ούτε ένα φανάρι δεν είχαμε. Τόσο πόθο όμως είχα να πηγαίνω τα βράδια στο ασκητήριο του αγίου μας, και ας είμαι εκ φύσεως δειλός, που τολμούσα να πάω. Καθ’ οδόν όμως, αφού δεν έβλεπα, έπεφτα μέσα σε αυλάκια και χαράδρες και έτσι ήτο αδύνατο να φτάσω. Τότε παρακάλεσα: ‘‘Θεέ μου, φώτισέ μου τον δρόμο να φτάσω στο ασκητήριο.’’ Και ο καλός Θεός άκουσε το αίτημά μου. Από τα πολλά άστρα του ουρανού, μου έδωσε κι εμένα ένα. Αυτό πήγαινε μπροστά και μού ᾽φεγγε τον δρόμο. Εγώ, από πίσω του. Έτσι έφτανα στο ασκητήριο. Εκεί, ‘‘ελθών ο αστήρ, έστη επάνω του σπηλαίο’’· έκανα την προσευχή μου και μετά πάλιν μπροστά ο αστέρας μου φέγγει μέχρι την πόρτα της μονής. Οι πατέρες εκάθευδον και τίποτα δεν καταλάβαιναν από όλα αυτά.»
Ένα βράδυ εκεί στο ασκητήριο οι δαίμονες, στην προσπάθειά τους να εκφοβίσουν τον Γέροντα, για να εμποδίσουν τις πυρφόρες αναβάσεις του στον ουρανό, μετασχηματίσθηκαν σε ένα σμήνος από σκορπιούς. Τον περικύκλωσαν από όλες τις πλευρές, ακόμη κι από την οροφή του σπηλαίου κρεμόντουσαν, σαν τσαμπιά από σταφύλι. Ο Γέροντας, επικαλούμενος τις πρεσβείες του οσίου Δαβίδ και πιστεύοντας ακράδαντα στην αψευδή δωρεά του Κυρίου στους μαθητές του, που τους έδωσε την εξουσία «του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων», διέλυσε τις μηχανές και φαντασίες του νοερού εχθρού.
Αυτά είναι μερικά περιστατικά, ενδεικτικά των ασκητικών αγώνων του Γέροντα, που τον αναδεικνύουν εφάμιλλο συνεχιστή των παλαιών οσίων του Γεροντικού και της ερήμου.
Τα χρόνια περνούσαν, οι παλαιοί πατέρες της μονής απήρχοντο εκ του κόσμου τούτου, και δύο νέοι μοναχοί έρχονται βοηθοί του Γέροντος στην αναστήλωση της μονής, αναστήλωση πνευματική και κτιριακή. Το 1962 ήρθε στη μονή ο π. Κύριλλος και αργότερα, μετά τον θάνατο της συζύγου του, ο π. Σεραφείμ. Το 1975 ο Γέροντας χειροθετεῖται ηγούμενος και πνευματικός. Η πνευματική πατρότης στο πρόσωπο του π. Ιακώβου δεν ήτο ψιλός τίτλος, αλλά χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, που το γευόταν κάθε πονεμένη ψυχή, όταν τον πλησίαζε, και ξεδιψούσε τη δίψα της. Η μονή επί των ημερών του διπλασιάζεται κτιριακά με ξενώνες, τραπεζαρία για τους προσκυνητές, καμπαναριό κλπ., ενώ ταυτόχρονα ο ναός ευπρεπίστηκε έτσι, που να ξαναβρεί η μονή το αρχέγονο κάλλος της.
Το μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ
Η φήμη της μονής, για τα θαύματα του οσίου Δαβίδ, τον αγιασμένο ηγούμενό της, και την αβραμιαία φιλοξενία των πατέρων της ξεπερνά τα όρια της Εύβοιας. Γίνεται πανελλήνιο προσκύνημα, πανορθόδοξη αναφορά του αιώνα μας. Από όλα τα μέρη της Ελλάδας φτάνουν προσκυνητές, για να αποθέσουν στο πετραχήλι του Γέροντα τον πόνο και τις αμαρτίες τους. Πολλές φορές έκπληκτοι ακούαμε από τον διορατικό Γέροντα την αμαρτία ή το πρόβλημά μας, πριν ακόμα το εκφράσουμε. Ο προσεκτικός προσκυνητής θα έπρεπε να αντιληφθεί, ότι οι διάφορες διηγήσεις του Γέροντα – ιστορίες της μάνας του από τη Μικρά Ασία και της κατοπινής μοναχικής του ζωής – τον αφορούσαν προσωπικά. Ο Γέροντας, ως γνήσιος ανατολίτης, που ήτο, μιλούσε και φώτιζε τις πικραμένες ψυχές με ιστορίες και παραβολές, για να ακούγονται γλυκύτερα οι ιαματικές του συμβουλές. Στην τράπεζα, στην κουζίνα, στη μεγάλη αυλή της μονής, παντού και πάντοτε είχε κάτι να διηγηθεί από τη ζωή του. Και αυτό το κάτι συχνά αφορούσε τη δική μας ζωή. Όλα αυτά τα διηγιόταν με ιδιαίτερη χάρη, αφού τον χαρίτωνε το Άγιο Πνεύμα, με απαράμιλλη παραστατικότητα, με τις ανάλογες κινήσεις και φωνές, που απαιτούσε η κάθε διήγηση. Είχε μιμητική ικανότητα, που τον καθιστούσε χάρμα ακοής και οφθαλμών.
Ο φιλακόλουθος Γέροντας Ιάκωβος
Αυτός ήτο ο Γέρο-Ιάκωβος πριν την Ακολουθία, απλούς και χαριέστατος. Μέσα στον ναό, στη λατρεία, γινόταν άλλος άνθρωπος. Επίγειος άγγελος, «συλλειτουργών», όπως ο ίδιος έλεγε, «με Χερουβίμ και Σεραφίμ». Χωρίς να είναι ιδιαίτερα ψηλός, έδινε την αίσθηση ενός μεγαλοπρεπούς άρχοντα, που με ύφος υψηλού κηρύγματος κατά την ανάγνωση του εξάψαλμου και ευαγγελίου αναγγέλλει την παρουσία του Κυρίου στην κάθε Λειτουργία. Ήταν, όπως λέμε, μεγαλοπρεπής εν απλότητι.
Κατά τη διάρκεια των Ακολουθιών του συνέβαιναν πολλά πνευματικά γεγονότα, τα οποία μετά μας διηγείτο. Όταν εμνημόνευε στην προσκομιδή, έβλεπε πολλές φορές τις ψυχές των παλαιών πατέρων της μονής να ζητούν τις προσευχές του. Πόση θλίψη είχε, όταν μας περιέγραψε αργότερα τη μετά θάνατο κατάσταση μερικών εξ αυτών.
Όταν εκάλυπταν τα Τίμια Δώρα ευλαβείς ιερείς την ώρα, που έθεταν τον αστερίσκο επάνω του αμνού, έβλεπε ένα φωτοειδή αστέρα επάνω από το κεφάλι του ιερουργούντος ιερέως. Κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας την περισσότερη ώρα, όταν το επέτρεπε η στιγμή, ήτο γονυπετής.
Εντύπωση προκαλούσε η άμεση σχέση, που είχε με τον όσιο Δαβίδ. Όταν κάποτε οι κάτοικοι του χωριού Λιβανάτες ήρθαν, για να πάρουν την κάρα του οσίου στο χωριό τους με σκοπό να κάνουν παράκληση για να βρέξει εκείνη την άνυδρη χρονιά, ο Γέροντας πήγε μπροστά στην εικόνα του οσίου και του μίλησε, μάλλον τον διέταξε μετά παρρησίας: «Γέρο, ήρθαν οι χωριανοί σου να σε πάνε στους Λιβανάτες για την ανομβρία. Σε παρακαλώ τώρα, που θα πάμε, να μπουμπουνίσεις. Πρόσεξε, μη με προσβάλεις!» Και ο όσιος Δαβίδ τον άκουσε αμέσως. Μετά την παράκληση, άρχισαν δυνατές βροχές. Αυτή την άμεση σχέση, που είχε με τον όσιο Δαβίδ, την περιέγραφε σανμία τηλεφωνική κλήση: «Εγώ, παιδί, τα λέγω στο αυτί του αγίου, και αυτός ανοίγει γραμμή με τον Χριστό μας!»
Ο όσιος Δαβίδ εξεπλήρωσε στο ακέραιο τις υποσχέσεις, που έδωκε στον Γέροντα, όταν πρωτοεισερχόταν στη μονή. Πατριάρχες και αρχιερείς εξομολογήθηκαν κοντά του και ζητούσαν τις αποτελεσματικές ευχές του. Ο μακαριστός οικουμενικός πατριάρχης Δημήτριος του έστειλε επιστολές και ο νυν πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος τον επισκέφθηκε. Ο Αλεξανδρείας Νικόλαος επίσης. Οι ένδοξοι της γης μπροστά του εταπεινώθησαν, όπως ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας Ανδρέας Παπανδρέου, όταν συναντήθηκαν σε νοσοκομείο των Αθηνών. Ο ταπεινός Ιακωβάκος, που δεν πήγε γυμνάσιο, για να βοηθά τον φτωχό πατέρα του στα κτίσματα, έγινε διαχειριστής πολλών εκατομμυρίων δραχμών. Κατά το προφητικό λόγιο του οσίου Δαβίδ, δεν τα άγγιξε τα χρήματα. Τα πήρε, για να τα σκορπίσει, ως άλλος Ιωάννης Ελεήμων, σε φτωχούς και άπορους. Αυτό όμως, που πλούσια έδωσε σ’ εμάς τους φτωχούς τότε φοιτητές, είναι η ζωντανή πίστη ότι –όπως τακτικά ο ίδιος ομολογούσε– «ζει Κύριος ο Θεός μου», ποιών στις δύσκολες μέρες μας στο πρόσωπο του αγιασμένου θεράποντα Του ένδοξά τε και εξαίσια.
Ήταν τέτοιας θέρμης η ζέση της πίστεώς του, που το Πάσχα πήγαινε στο κοιμητήριο της μονής και έλεγε, «Χριστός Ανέστη» στους κεκοιμημένους πατέρες, τα δε Χριστούγεννα η ευαίσθητη καρδία του συνέχιζε τον εορτασμό και την πανήγυρη της ημέρας μέσα στο γειτονικό δάσος. Εκεί όλως τυχαία και ξαφνικά ακούσαμε φωνή να ψάλλει: «Χριστός γεννάται δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε… Άσατε τω Κυρίω πάσα η γη…». Ήταν η φωνή του Γέροντα, που έψαλλε με τα χέρια αναπεπταμένα στον εορτάζοντα ουρανό ανάμεσα στα γέρικα πλατάνια, ενώ σμήνος πουλιών συνεόρταζε τριγύρω του.
Αυτές τις καταβασίες έψαλλε την ημέρα των Εισοδίων της Παναγίας κατά το παρελθόν έτος 1991. Μετά εξομολόγησε τον αδελφό Γεννάδιο και τον παρεκάλεσε να μείνει, γιατί «το απόγευμα θα χρειαστεί», όπως είπε, «να τον αλλάξει». Πράγματι το απόγευμα εκοιμήθη, για να κάνει μαζί με τα Εισόδια της Θεοτόκου τη δική του είσοδο στον εορτάζοντα ουρανό.
Ο Γέροντας Πορφύριος, που ετοίμαζε εκείνες τις μέρες τη δική του έξοδο από αυτό τον κόσμο, είπε: «Εκοιμήθη ο Γέρο-Ιάκωβος, ένας από τους μεγαλύτερους αγίους του αιώνα μας. Είχε μέγα διορατικό και προορατικό χάρισμα, το οποίο έκρυβε επιμελώς, για να μη δοξάζεται.»
Κύριε Παντοκράτορ, ο Θεός των πατέρων ημών Ιακώβου και Πορφυρίου, «γένου ίλεως επί ταις αμαρτίας ημών, και ελέησον ημάς».
*Το παρόν κείμενο του Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου, πνευματικού τέκνου του οσιακής μνήμης Γέροντος Ιακώβου, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» του Συλλόγου «Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους» της Κύπρου. Το κείμενο συνέγραψε ο Μητροπολίτης Μόρφου, όταν ήταν ακόμη διάκονος στην ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου του Κοντού, στη Λάρνακα. Αποτελεί στην ουσία το πρώτο δημοσιευμένο κείμενο, που αναφέρεται στον βίο του Γέροντος Ιακώβου. Το κείμενο γράφτηκε τό 1992, λίγους μήνες μετά την κοίμηση του Γέροντος Ιακώβου.
Πηγή: Ακτίνες

Η μητρική οργάνωσις Μyochikai, της οποίας θυγατρικόν οργανισμόν αποτελεί το Ίδρυμα Arigatou, ανήκει εις τα νέα ιαπωνικά θρησκευτικά κινήματα βουδιστικής προελεύσεως, τα οποία ανεπτύχθησαν εις την Ιαπωνίαν τον 20όν αιώνα. Η ιδρύτρια αυτής Μiyamoto Μitsu υπήρξεν αρχικώς ηγετικόν στέλεχος άλλης βουδιστικής θρησκευτικής κινήσεως, της Reiyukai, εξ ης απεχώρησεν το 1950, μετά από σκάνδαλον φοροδιαφυγής και άλλων κατηγοριών και ίδρυσε την νέαν οργάνωσιν Μyochikai το ίδιον έτος, η οποία διδάσκει θέσεις και πρακτικάς της βουδιστικής ιαπωνικής αιρέσεως Νichiren.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Δ/νσις: Ιωάννου Γενναδίου 14 - 115 21,
Αθήναι
Τηλ. 210-7272.204,
FAΧ 210-7272.210,
e-mail: contact@ecclesia.gr
Αριθμ. Πρωτ. 5142
Αριθμ. Διεκπ. 2332
ΑΘΗΝΗΣΙ 27η Οκτωβρίου 2016
Προς
Την Πανελλήνιον Ένωσιν Θεολόγων
Ενταύθα
Εις απάντησιν της υπ' αριθμ. πρωτ. 38/14.4.2016 υμετέρας επιστολής, δι' ης διαπυνθάνεσθε περί της οργανώσεως Arigatou, γνωρίζομεν υμίν ότι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, εν τη Συνεδρία Αυτής της 18ης παρελθόντος μηνός Αυγούστου έ.έ., απεδέχθη την ανατεθείσαν Αυτή σχετικήν εισήγησιν της αρμοδίας Συνοδικής Επιτροπής επί των Αιρέσεων περί της εν λόγω οργανώσεως, συμφώνως προς την οποίαν:
«Η μητρική οργάνωσις Μyochikai, της οποίας θυγατρικόν οργανισμόν αποτελεί το Ίδρυμα Arigatou, ανήκει εις τα νέα ιαπωνικά θρησκευτικά κινήματα βουδιστικής προελεύσεως, τα οποία ανεπτύχθησαν εις την Ιαπωνίαν τον 20όν αιώνα.
Η ιδρύτρια αυτής Μiyamoto Μitsu υπήρξεν αρχικώς ηγετικόν στέλεχος άλλης βουδιστικής θρησκευτικής κινήσεως, της Reiyukai, εξ ης απεχώρησεν το 1950, μετά από σκάνδαλον φοροδιαφυγής και άλλων κατηγοριών και ίδρυσε την νέαν οργάνωσιν Μyochikai το ίδιον έτος, η οποία διδάσκει θέσεις και πρακτικάς της βουδιστικής ιαπωνικής αιρέσεως Νichiren.
Το Ίδρυμα Arigatou ιδρύθη υπό του Takejasu Μiyamoto το έτος 1990 με αφορμήν τα 40 έτη από της ιδρύσεως του βουδιστικού νέου θρησκευτικού κινήματος Μyochikai, ως θυγατρικός οργανισμός του, με σκοπόν ενισχυτικός και διαθρησκειακάς δραστηριότητας, ιδιαιτέρως μεταξύ των παιδιών. Το έτος 2000 το Ίδρυμα Arigatou, εν συνεργασία με την ιαπωνικήν επιτροπήν της UNISEF και την οργάνωσιν «Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για την θρησκεία και την ειρήνη της Ιαπωνίας», ίδρυσαν το «Παγκόσμιο Δίκτυο Θρησκειών για τα παιδιά»(GNCR), με σκοπόν να ενθαρρύνουν την διαθρησκειακήν εργασίαν και βοήθειαν των παιδιών. Εις το πλαίσιον αυτό εδημιουργήθη το εκπαιδευτικόν πρόγραμμα LTLT (Learning To Live Together – Αn Intercultural and Interfaith Programme for Ethics Education), περιέχον προγράμματα εντόνου θρησκευτικού συγκρητισμού.
Εις τα έντυπα της κινήσεως εντοπίζονται σαφή και έκδηλα στοιχεία θρησκευτικού συγκρητισμού με προμετωπίδα την «πνευματικότητα». Επιπλέον, μαρτυρείται δια προσεκτικώς διατυπωμένου λεξιλογίου, απόπειρα διαφημίσεως και διαδόσεως εξωχριστιανικών πρακτικών και δοξασιών, όπως ο διαλογισμός, εις τα σχολεία.
Εις την ιδίαν συνάφειαν, το 2004, ο Takejasu Μiyamoto ίδρυσε το «Συμβούλιο Διαθρησκειακής Ηθικής Εκπαίδευσης για Παιδιά» (Interfaith Council on Ethics Education for Children). Το Συμβούλιο αυτό καθιέρωσε, το 2008, επί ετησίας βάσεως, την «Παγκόσμια Ήμερα Προσευχής και Δράσης για τα παιδιά», κατά την οποίαν διοργανώνονται δια τα παιδιά από κοινού θρησκευτικαί συναντήσεις και συμπροσευχαί διαφόρων θρησκευτικών κλάδων, προτείνουσαι εν κοινόν κείμενον προσευχής με εξαιρετικώς νεφελώδες και προβληματικόν περιεχόμενον, εξ επόψεως της χριστιανικής πίστεως.
Τοιαύτη διαθρησκειακή συνάντησις επραγματοποιήθη εις το Santo Domingo την 19.11.2015, τη συμμετοχή Χριστιανών, Ιουδαίων, Ινδουιστών, Βουδιστών καθώς και οπαδών παραχριστιανικών και νεοεποχίτικων ομάδων.
Το Ίδρυμα Arigatou συνεργάζεται και μετ' άλλων ομάδων βουδιστικών αρχών, αι οποίαι ασκούν, κατά δήλωσιν αυτών, λατρείαν προς «την φύση τον Βούδα, πού βρίσκεται σε όλους τους ανθρώπους και τα πράγματα».
Δεν είναι εξ άλλου τυχαίον το γεγονός, ότι η μητρική οργάνωσις Μyochikai, εις την οποίαν ανήκει το Arigatou, όπως επισημαίνεται και εις την ειδικήν επιστημονικήν βιβλιογραφίαν, είναι λίαν ενεργή από την πρώτην στιγμήν της ιδρύσεως της εις θέματα ειρήνης και εις διαθρησκειακάς πρακτικάς.
Εις τα έντυπα και τους διαδικτυακούς τόπους της κινήσεως, χρησιμοποιείται προσεκτικόν λεξιλόγιον δια την διαφήμισιν ή και την υπαρκτήν συνεργασίαν της, κατά δήλωσιν αυτών, με ΜΚΟ και διεθνείς οργανισμούς εις τα πλαίσια ευρύτερων δράσεων διαθρησκειακών και πολιτιστικών πρωτοβουλιών, αι οποίαι αξιοποιούνται υπό της οργανώσεως καταλλήλως δια την επικοινωνιακήν προβολήν της.
Εις το πλαίσιον της στοχοθεσίας και των δράσεων του το Ίδρυμα Arigatou, όπως προκύπτει και εκ των δημοσιευμένων δραστηριοτήτων του, επιδιώκει να υπεισέρχεται εις εκπαιδευτικά προγράμματα και δράσεις. Εις την ιδίαν συνάφειαν επιδιώκεται η συνεργασία και με Εκκλησιαστικούς Φορείς, εις ους προτείνει δράσεις συνεργασίας και εκδηλώσεις δια θέματα ευρύτερου ενδιαφέροντος, όπως η ειρήνη, η εκπαίδευσις, η καταπολέμησις των διακρίσεων κ.ά.
Ως εκ τούτου έχοντες υπ' όψιν ότι:
α) συμφώνως προς την Ορθόδοξον δογματικήν διδασκαλίαν της Εκκλησίας ημών, το πάνσεπτον Πρόσωπον του Θεανθρώπου Κυρίου και η διδασκαλία Του, ως μοναδικά και αναντικατάστατα, δεν επιδέχονται σύνθεσιν ή συμπλήρωσιν δι' εξωχριστιανικών θρησκευτικών δοξασιών,
β) το Ίδρυμα Arigatou έχει εμφανώς βουδιστικών θρησκευτικόν υπόβαθρον εις την ιαπωνικήν εκδοχήν του, και
γ) καλλιεργεί και προβάλλει έντονα στοιχεία θρησκευτικού συγκρητισμού,
είναι αυτονόητον ότι η εν λόγω κίνησις τυγχάνει σαφώς ασυμβίβαστη προς την Ορθόδοξον Πίστιν».
Όθεν, συνιστάται η προσοχή των εκλεκτών λειτουργών του μαθήματος των Θρησκευτικών εις την Μέσην Εκπαίδευσιν, με το υψηλόν αίσθημα ευθύνης το οποίον διακρίνει αυτούς, όπως αποφεύγουν συνεργασίας μετά κινήσεων και σωματείων, τα οποία σχετίζονται με πρακτικάς θρησκευτικού συγκρητισμού.
Εντολή της Ιεράς Συνόδου
Ο Αρχιγραμματεύς
Ο Μεθώνης Κλήμης
***
Ήδη η Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού
[πρβλ. Συνημμένο Αρχείο(IERA-MHTROPOLH-KHFISIAS-GIA-DIS-KAI-ARIGATOU)]
και το Γραφείο Αιρέσεων της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων,
ενημέρωσαν το χριστεπώνυμο πλήρωμα των Μητροπόλεων τους,
για το Ίδρυμα ARIGATOU
Μητροπολίτου Ἰεζεκιὴλ 30 – Τ.Θ. 244 • Τ.Κ. 431 01
ΤΗΛ. 2441075010 • FAX 2441022968
www.imthf.gr • e-mail: info@imthf.gr
ΚΑΡΔΙΤΣΑ
ΙΔΡΥΜΑ ARIGATOU
(ΚΙΝΗΜΑ ΒΟΥΔΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΕΩΣ)
Ἡ Ἱερά μας Μητρόπολη θεωρεῖ καθῆκον της νὰ ἐνημερώσει τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα περὶ ἑνὸς νεοφανοῦς θρησκευτικοῦ κινήματος βουδιστικῆς προελεύσεως ποὺ ὀνομάζεται «Ἵδρυμα Arigatou».
Σύμφωνα μὲ τὴν Ἐπιτροπὴ ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τὸ «Ἵδρυμα Arigatou» ἀποτελεῖ θυγατρικὸ ὀργανισμὸ τῆς μητρικῆς ὀργανώσεως Myochikai. Ἡ ὀργάνωση αὐτὴ ἀνήκει στὰ νέα θρησκευτικὰ κινήματα βουδιστικῆς προελεύσεως, τὰ ὁποῖα ἀναπτύχθηκαν στὴν Ἰαπωνία κατὰ τὸν 20ο αἰῶνα. Ἡ ἱδρύτρια τῆς ὀργανώσεως Miyamoto Mitsu ὑπῆρξε ἀρχικὰ ἡγετικὸ στέλεχος ἄλλης βουδιστικῆς κινήσεως, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἀποχώρησε τὸ 1950, μετὰ ἀπὸ σκάνδαλο φοροδιαφυγῆς καὶ ἄλλες κατηγορίες.
Τὸ «Ἵδρυμα Arigatou» ἱδρύθηκε τὸ ἔτος 1990. Τὸ 2000 συνεργάσθηκε μὲ τὴν ἰαπωνικὴ ἐπιτροπὴ τῆς UNICEF καὶ τὴν ὀργάνωση «Παγκόσμια Συνδιάσκεψη γιὰ τὴν θρησκεία καὶ τὴν εἰρήνη τῆς Ἰαπωνίας» καὶ μαζὶ ἵδρυσαν τὸ «Παγκόσμιο Δίκτυο Θρησκειῶν γιὰ τὰ παιδιά» (GNRC). Στὸ πλαίσο αὐτὸ δημιουργήθηκε τὸ ἐκπαιδευτικὸ πρόγραμμα LTLT, μὲ ἔντονα στοιχεῖα θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ , ἐνῷ τὸ 2004 ἱδρύθηκε τὸ «Συμβούλιο Διαθρησκειακῆς Ἠθικῆς Ἐκπαίδευσης γιὰ Παιδιά». Τὸ Συμβούλιο αὐτὸ καθιέρωσε τὸ 2008 τὴν «Παγκόσμια Ἡμέρα Προσευχῆς καὶ Δράσης γιὰ τὰ παιδιά», κατὰ τὴν ὁποία διοργανώνονται συμπροσευχὲς διαφόρων θρησκευτικῶν κλάδων, μὲ κοινὸ κείμενο προσευχῆς, ἐξαιρετικὰ νεφελώδους καὶ προβληματικοῦ περιεχομένου ἀπὸ τὴν ἄποψη τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Γενικῶς ἡ ὀργάνωση ἐπιδιώκει νὰ ὑπεισέρχεται σὲ ἐκπαιδευτικὰ προγράμματα καὶ δράσεις, τὰ δὲ ἔντυπά της μαρτυροῦν ἀπόπειρα διαφημίσεως καὶ διαδόσεως στὰ σχολεῖα ἐξωχριστιανικῶν πρακτικῶν καὶ δοξασιῶν, ὅπως εἶναι, γιὰ παράδειγμα, ὁ διαλογισμός.
Τὸ «Ἵδρυμα Arigatou» συνεργάζεται καὶ μὲ ἄλλες ὁμάδες βουδιστικῶν ἀρχῶν, οἱ ὁποῖες ἀσκοῦν λατρεία πρὸς «τὴν φύση τοῦ Βούδα, ποὺ βρίσκεται σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ πράγματα».
Γιὰ τὴν ἐπικοινωνιακὴ προβολή της, ἡ κίνηση ἐπιδιώκει καὶ τὴν συνεργασία μὲ ΜΚΟ. Δὲν διστάζει ἀκόμη νὰ ἀπευθύνεται καὶ σὲ ἐκκλησιαστικοὺς φορεῖς, στοὺς ὁποίους προτείνει τὴν ἀπὸ κοινοῦ δράση καὶ τὴν ὀργάνωση ἐκδηλώσεων μὲ θέματα εὐρύτερου ἐνδιαφέροντος, ὅπως ἡ εἰρήνη, ἡ ἐκπαίδευση, ἡ καταπολέμηση τῶν διακρίσεων κ.ἄ. (Ύπουλο σχέδιο: Δούρειος ίππος.)
Ἀπὸ τὰ παραπάνω εὔκολα γίνεται κατανοητὸ ὅτι τὸ «Ἵδρυμα Arigatou» καὶ οἱ συναφεῖς πρὸς αὐτὸ ὀργανώσεις τυγχάνουν σαφῶς ἀσυμβίβαστες πρὸς τὴν Χριστιανικὴ Πίστη.
Γι’ αὐτὸ καὶ συνιστᾶται ἡ προσοχὴ ὅλων τῶν φορέων, ὅπως ἀποφεύγουν συνεργασίες μὲ παρόμοιες κινήσεις ἢ σωματεῖα. Γενικῶς, ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους ὅλων μας πολὺ μεγάλη προσοχὴ στὶς ὀργανώσεις ἐκεῖνες ἢ κινήσεις ποὺ σχετίζονται μὲ πρακτικὲς θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ.
------------
[1] Συγκρητισμὸς εἶναι ἡ ἀνάμειξη στοιχείων διαφορετικῆς προελεύσεως. Ἡ λέξη προέρχεται ἀπὸ τὸ σὺν καὶ Κρὴς (Κρητικὸς) καὶ ὀφείλει τὴν σημασία της στοὺς ἀρχαίους Κρῆτες, οἱ ὁποῖοι ἐνώπιον ἐξωτερικοῦ κινδύνου συνασπίζονταν, ὑπερβαίνοντας τὶς μεταξύ τους διαφορές. Ὁ θρησκευτικὸς συγκρητισμὸς συνίσταται στὴν προσπάθεια ἀναμείξεως στοιχείων ἐκ διαφόρων θρησκειῶν. Στηρίζεται στὴν ἀντίληψη ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες ὁδηγοῦν τελικὰ στὸν ἴδιο Θεό, ὁ ὁποῖος φυσικὰ εἶναι ἕνας. Ἀπὸ ἀπόψεως χριστιανικῆς, ὅπως καταλαβαίνει κανείς, αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ἀποδεκτό. Ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας φυσικά, ὅμως ἕνας εἶναι καὶ ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ σὲ αὐτόν, ὁ Κύριος καὶ Σωτὴρ ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός: «ἐγὼ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωὴ» (Ἰω. ιδ΄, 6).
ΕΚ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΤΗΣ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
Πηγή: Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων

Μεταφέρουμε την είδηση για προβληματισμό γύρω από ζητήματα βιοηθικής παρά τη διαφωνία μας με κάποιες εκφράσεις και κρίσεις του αρθρογράφου. Γιατί άραγε μπλοκάρεται ένα πείραμα επαναφοράς εγκεφαλικά νεκρών; Ποιοι δεν επιθυμούν την θεραπεία (έστω και τη μικρή βελτίωση) των εγκεφαλικά νεκρών;
Νέο Δελχί
Ο Λάζαρος θα πρέπει να περιμένει: ένα πρωτοφανές πείραμα νεκρανάστασης, στο οποίο οι γιατροί θα προσπαθούσαν να επαναφέρουν ανθρώπους που έμειναν εγκεφαλικά νεκροί σε ατυχήματα, συναντά ήδη το πρώτο μεγάλο εμπόδιο, καθώς η Ινδία αρνήθηκε να δώσει άδεια για τη διεξαγωγή του.
Στις 11 Νοεμβρίου, το Ινδικό Συμβούλιο Ιατρικής Έρευνας αφαίρεσε από το μητρώο κλινικών δοκιμών το πείραμα ReAnima, αναφέρει ο δικτυακός τόπος του περιοδικού Science.
Η κλινική δοκιμή αναμένεται τώρα να μπλοκαριστεί και επίσημα από τον Γενικό Ελεγκτή Φαρμάκων, ο οποίος όμως δεν απάντησε στα ερωτήματα του περιοδικού.
Οι εμπνευστές του πειράματος σχεδίαζαν να εφαρμόσουν σε εγκεφαλικά νεκρούς ασθενείς πειραματικές θεραπείες που θα τους επανέφεραν σε μια κατάσταση «ελάχιστης συνειδητότητας», με την ελπίδα ότι αργότερα θα επανέρχονταν πλήρως.
Όπως επισημαίνει το Science, στην επιστημονική βιβλιογραφία υπάρχουν όντως σποραδικές αναφορές για ασθενείς που κηρύχθηκαν εγκεφαλικά νεκροί αλλά αργότερα ανέκτησαν πλήρως τη συνείδησή τους. Άλλοι ερευνητές έχουν ωστόσο αμφισβητήσει το κατά πόσο οι ασθενείς αυτοί ήταν όντως εγκεφαλικά νεκροί, ειδικά αν δεν είχαν υποβληθεί σε τεστ άπνοιας, στο οποίο εξετάζεται το εάν λειτουργεί το εγκεφαλικό στέλεχος που ελέγχει την αναπνοή.
Λίγες εξάλλου είναι και οι αναφορές για ασθενείς που επανήλθαν από καταστάσεις μειωμένης συνείδησης, στις οποίες μπορούν για παράδειγμα να κουνούν μόνο τα μάτια και να αντιδρούν σε κάποιες εντολές.
Λέιζερ και πεπτίδια
Το αμφιλεγόμενο σχέδιο ανακοινώθηκε τον Μάιο από τον Χιμάνσου Μπάνσαλ, ορθοπεδικό χειρουργό στο Νοσοκομείο του Άνουπαμ στο βόρειο κρατίδιο του Ουταρακάντ. Στην κλινική δοκιμή θα εγγράφονταν περίπου 20 εγκεφαλικά νεκροί ασθενείς, στους οποίους θα εφαρμόζονταν τρεις πειραματικές θεραπείες.
Η πρώτη θα ήταν η «διακρανιακή διέγερση με λέιζερ», στην οποία παλμοί υπέρυθρου φωτός θα περνούσαν από το κρανίο για να φτάσουν στον εγκέφαλο. Η δεύτερη θα ήταν η διέγερση του μέσου νεύρου, κατά την οποία διοχετεύεται ηλεκτρικό ρεύμα στο νεύρο που κατεβαίνει από το λαιμό στον βραχίονα. Και η τρίτη θα ήταν η χορήγηση πεπτιδίων που αναπτύχθηκαν για την αναγέννηση των εγκεφαλικών κυττάρων από την αμερικανική εταιρεία Bioquark.
Στην περίπτωση των πρώτων δύο θεραπειών, αναφέρει το Science, υπάρχουν όντως ενδείξεις για βελτίωση των γνωσιακών ικανοτήτων σε ασθενείς με τραυματικές εγκεφαλικές βλάβες -όχι όμως σε εγκεφαλικά νεκρούς. Για τα πεπτίδια της Bioquark υπάρχουν ακόμα λιγότερα δεδομένα.
Ανησυχία
Επισήμως, το Ινδικό Συμβούλιο Ιατρικής Έρευνας μπλόκαρε τη δοκιμή ReAnima για γραφειοκρατικούς λόγους, μεταξύ άλλων επειδή οι σχεδιαστές της μελέτης δεν είχαν ζητήσει την απαιτούμενη άδεια από τον Γενικό Ελεγκτή Φαρμάκων.
Υπάρχουν όμως και άλλες επιφυλάξεις: «Δεν υπάρχουν ενδείξεις, δημοσιοποιημένες στον επιστημονικό τύπο, για οποιονδήποτε ασθενή που επανήλθε από τον εγκεφαλικό θάνατο» επισήμανε στο Scroll ο νευροχειρουργός Σούνιλ Πάντια, ιδρυτής και αρχισυντάκτης του
Indian Journal of Medical Ethics. «Δεν υπάρχει επιστημονική βάση στη διαδικασία που περιγράφεται» ξεκαθαρίζει.
Ο εγκεφαλικός θάνατος, εξάλλου, ορίζεται ως πλήρη και μη αναστρέψιμη απώλεια όλων των εγκεφαλικών λειτουργιών (αν και η αναπνοή μπορεί να συνεχίζεται με μηχανική υποστήριξη).
Μια δεύτερη ανησυχία είναι ότι η μέθοδος νεκρανάστασης του ReAnima δεν έχει καν δοκιμαστεί σε πειραματόζωα, αν και η Bioquark υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν κατάλληλα ζωικά μοντέλα.
Ακόμα και αν το πείραμα πετύχαινε, λέει ο Άμαρ Τζεσάνι, επίσης αρχισυντάκτης του
Indian Journal of Medical Ethics, η επαναφορά ενός εγκεφαλικά νεκρού ασθενή σε μια κατάσταση ελάχιστης συνειδητότητας θα προκαλούσε ψυχικό τραύμα στους συγγενείς.
Πράγματι, ο διευθύνων σύμβουλος της Bioquark Άιρα Πάστορ παραδέχεται ότι η ομάδα του ReAnima δυσκολεύεται να πείσει τους συγγενείς εγκεφαλικά νεκρών ασθενών να συμμετάσχουν.
Επιπλέον, ο εμπνευστής του πειράματος Χιμάνσου Μπάνσαλ παραδέχτηκε, μιλώντας τον Ιούνιο στο περιοδικό Wire, ότι «δεν είχε σκεφτεί» τι θα έκανε αν οι ασθενείς επανέρχονταν σε κατάσταση ελάχιστης συνειδητότητας αλλά δεν ανέρρωναν πλήρως. Έκτοτε πάντως εξασφάλισε ασφαλιστικό συμβόλαιο για την κάλυψη των εξόδων νοσηλείας σε τέτοιες περιπτώσεις.
Παρά τα εμπόδια και το οριστικό μπλόκο που αναμένεται από τον Γενικό Ελεγκτή Φαρμάκων, η ομάδα δείχνει αποφασισμένη να προχωρήσει στην κλινική δοκιμή.
Σύμφωνα με τον Άιρα Πάστορ της Bioquark, το πείραμα θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε άλλη χώρα. «Είναι σίγουρο ότι θα εμφανιστούν πολλά εμπόδια. Το σχέδιό μας όμως θα προχωρήσει» διαβεβαίωσε.
Πηγή: Newsroom ΔΟΛ, Θρησκευτικά

Φαίνεται, αν αληθεύουν όσα μεταδίδονται από την Ελβετία την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές και δεν ανατραπούν μέχρι το τέλος αυτών των απερίγραπτων "διαπραγματεύσεων", ότι οφείλουμε ως λαός ευγνωμοσύνη στον Ταγίπ Ερντογάν, γιατί, με την αδιαλλαξία του, απέτρεψε προς στιγμή την κατάλυση του κυπριακού κράτους. Βεβαίως πρέπει να περιμένουμε μέχρι την τελευταία στιγμή για να δούμε αν όντως επέλθει διαφωνία στην Ελβετία, ή αν δεν πρόκειται για το τελικό φόρσινγκ ώστε να αποσπασθούν και άλλες παραχωρήσεις από τον κ. Αναστασιάδη.
Χάρτης του Σχεδίου Ανάν
Φαίνεται, αν αληθεύουν όσα μεταδίδονται από την Ελβετία την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές και δεν ανατραπούν μέχρι το τέλος αυτών των απερίγραπτων "διαπραγματεύσεων", ότι οφείλουμε ως λαός ευγνωμοσύνη στον Ταγίπ Ερντογάν, γιατί, με την αδιαλλαξία του, απέτρεψε προς στιγμή την κατάλυση του κυπριακού κράτους. Βεβαίως πρέπει να περιμένουμε μέχρι την τελευταία στιγμή για να δούμε αν όντως επέλθει διαφωνία στην Ελβετία, ή αν δεν πρόκειται για το τελικό φόρσινγκ ώστε να αποσπασθούν και άλλες παραχωρήσεις από τον κ. Αναστασιάδη.
Από την Κοζάνη στη Λωζάννη!
Είναι άλλωστε απολύτως ακατανόητο γιατί δύο άνθρωποι που βρίσκονται σε απόσταση ενός χιλιομέτρου ο ένας από τον άλλο πήγαν στη Γενεύη να λύσουν το κυπριακό. Ο κ. Αναστασιάδης δεν πήρε καν μαζί του το Εθνικό Συμβούλιο, όπως γινόταν πάντα μέχρι τώρα, ενώ απαγορεύτηκε στους δημοσιογράφους η είσοδος στο ξενοδοχείο. Δεν θέλουμε να κάνουμε εικασίες γιατί ο διεθνής παράγων θέλει απομονωμένο τον κ. Αναστασιάδη, ούτε να αναφερθούμε στις "γελτσινικού τύπου" συνήθειές του, ή στα δημοσιεύματα διεθνώς για τα μέσα που έχουν να τον πιέσουν. 'Οχι γιατί αυτά δεν έχουν σημασία, ασφαλώς και έχουν, αλλά γιατί, σε τελικά ανάλυση, είναι η πολιτική φιλοσοφία και όχι τόσο η προσωπικότητα του Κυπρίου Προέδρου που απειλεί την επιβίωση του κράτους του.
Πήγαν εκεί, λένε, για να μη γίνονται διαρροές και χαλάσουν οι συνομιλίες. Μήπως δηλαδή πληροφορηθούν οι άμοιροι κάτοικοι του νησιού τι τους περιμένει! Η Κύπρος είναι το μόνο κράτος στον κόσμο του οποίου ο Πρόεδρος, που υποτίθεται έχει εκλεγεί για να κυβερνά το κράτος και όχι να το διαλύσει, έχει μόνος του οικειοποιηθεί καθήκοντα ... Συντακτικής Συνέλευσης!
'Ομως, ακόμα κι αν επιβεβαιωθεί η αποτυχία στη Γενεύη, κανένας εφησυχασμός δεν επιτρέπεται, αφού είναι περισσότερο από σαφές ότι ισχυρές διεθνείς δυνάμεις έχουν τώρα κινητοποιηθεί για να "λύσουν" άμεσα το κυπριακό, δηλαδή να αφαιρέσουν από τους 'Ελληνες της Κύπρου, συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού (82%) τον έλεγχο του νησιού.
Γιατί βιάζονται
Θέλουν να "εκμεταλλευθούν" το "παράθυρο ευκαιρίας" που συνιστά η παρουσία του κ. Αναστασιάδη στην προεδρία, η δραματική εξασθένηση της Ελλάδας και η σύγχυση των ηγετών της. Θέλουν να κλείσουν το θέμα του αγωγού Ισραήλ-Τουρκίας και να βάλουν όσα περισσότερα εμπόδια μπορούν σε δυνητική ανάμειξη της Ρωσίας στην περιοχή. Θέλουν να τα κάνουν όλα προτού πάμε στην αναπόφευκτη επανεξέταση της διεθνούς πολιτικής των ΗΠΑ και προτού το Μνημόνιο οδηγήσει την Ελλάδα σε νέες, ίσως και γεωπολιτικές περιπέτειες. Ο στόχος τους είναι ο ίδιος από τη δεκαετία του 1950 και τον διατύπωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων ο Υπουργός Αποικιών της Βρετανίας, προτού καν αρχίσει η επανάσταση της ΕΟΚΑ. Η Κύπρος ανήκει στις περιοχές της αυτοκρατορίας που δεν επιτρέπεται να διοικούνται από τους κατοίκους τους. Η ελληνοτουρκική σύγκρουση είναι το δευτερογενές αποτέλεσμα του αποικιακού ζητήματος που παραμένει πάντα το κυπριακό.
Ξανά το σχέδιο Ανάν
Αυτό ακριβώς ήταν το αντικείμενο των συνομιλιών στην Ελβετία, δηλαδή η εφαρμογή, σε χειρότερη μάλιστα εκδοχή, του απορριφθέντος το 2004 από τη συντριπτική πλειοψηφία του κυπριακού λαού σχεδίου Ανάν. Η Τουρκία όμως, έχοντας αντιληφθεί ότι Αθήνα και Λευκωσία δεν έχουν "σπονδυλική στήλη", επιμένει να ζητά όλο και περισσότερα, αποτρέποντας έτσι, προς το παρόν, την επίτευξη συμφωνίας.
Βιάστηκε να πανηγυρίσει η εφημερίδα Πολίτης, ναυαρχίδα των ξένων και του "Ναι", το 2004 όπως και σήμερα, δημοσιεύοντας χάρτη με τη Μόρφου και την Αμμόχωστο (μια σκιά της παλαιάς ελληνικής πόλης, που θα χρειαστεί πέντε προϋπολογισμούς για να οικοδομηθεί ξανά), να "επιστρέφουν" στους Ελληνοκύπριους.
Αλλά ο χάρτης είναι παραπλανητικός. Αν ήτανε σωστός δεν θάπρεπε να περιγράφει την "επιστροφή" της Μόρφου και της Αμμοχώστου, αλλά την υπαγωγή της Λάρνακας, της Λεμεσού και της Πάφου στην εξουσία ενός μετααποικιακού μορφώματος, που ο Καθηγητής Δημήτρης Τσάτσος είχε περιγράψει το 2004 το σύνταγμά του ως "έργο παράφρονος" και ο επίσης συνταγματολόγος Βαγγέλης Βενιζέλος είχε πει ότι μπορεί κανείς να το "ξετινάξει σε τρία λεπτά" από την άποψη του διεθνούς, του ευρωπαϊκού και του συνταγματικού δικαίου.
Φαίνεται όμως ότι οι ηγέτες των Ελλήνων της Κύπρου (από κοντά και της Ελλάδας) έχουν καταλήξει ότι είναι αρκετά ισχυροί για να μη χρειάζονται την προστασία του δικαίου, ή αρκετά έξυπνοι για να υπογράφουν ότι τους βάζουν μπροστά δήθεν για να μην τα εφαρμόσουν αύριο ή για να τα βελτιώσουν μεθαύριο.
'Ελληνες – το τελευταίο θύμα της παγκοσμιοποίησης
Μικρό παιδί, ένα μεσημέρι του 1974, άκουσα τα κλάξον και ανέβηκα στην ταράτσα του σπιτιού μου να δω τα αυτοκίνητα που κατέβαιναν κορνάροντας ασταμάτητα τη Βασιλίσσης Σοφίας. Η Χούντα των Συνταγματαρχών, που επέβαλαν στην Ελλάδα ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και άλλοι φίλοι, ακριβώς για να "λύσουν" το κυπριακό, εξαφανίζοντας την Κυπριακή Δημοκρατία και σκοτώνοντας τον Πρόεδρό της, κατέρρεε μπροστά στα μάτια μου. Εκατοντάδες χιλιάδες λαού γέμιζαν σιγά-σιγά την Πλατεία Συντάγματος, χωρίς ηγεσία και χωρίς οργανώσεις, πλην ελαχίστων πιστών του Καραμανλή που διέσχιζαν οργανωμένοι το μάλλον παραξενεμένο πλήθος. Κενό εξουσίας επικρατούσε προς στιγμήν στην Ελλάδα.
'Οχι όμως παντού. 'Ενας νεαρός που κατέβαινε την οδό Λάχητος (νυν Κόκκαλη) έσφιξε τη γροθιά του και κάτι φώναξε στους φρουρούς έξω από το ΕΑΤ-ΕΣΑ. Εκεί δεν είχε ακόμα καταρρεύσει η χούντα, βγήκαν οι ΕΣΑτζήδες από μέσα, τον μπαγλάρωσαν κι ένας Θεός ξέρει τι τούκαναν του ανθρώπου. 'Ηταν το τελευταίο θύμα της δικτατορίας.
Τη θυμήθηκα την ιστορία γιατί αυτό ακριβώς πάει να συμβεί και τώρα. 'Οχι με κάποιον εξεγερμένο νεαρό, αλλά με το ίδιο το κυπριακό κράτος (πάλι!), που κινδυνεύει να γίνει το τελευταίο θύμα της απερχόμενης διεθνούς τάξης πραγμάτων. Θάταν πολύ αστείο, αν δεν ήταν τόσο τραγικό, αλλά Ελλάδα και Κύπρος χάνονται και λόγω ... σαχλαμάρας των ηγετών τους.
Ανίκανες, ιδιοτελείς και εξαρτημένες, όπως δυστυχώς αποδεικνύουν και στον πιο δύσπιστο τα ίδια τους τα έργα, οι πολιτικές ηγεσίες Κύπρου και Ελλάδας μοιάζουν τώρα έτοιμες να δώσουν το κυπριακό κράτος και τους 'Ελληνες της Κύπρου βορρά στην κλονιζόμενη παγκοσμιοποίηση. Θα γίνουμε έτσι εμείς οι 'Ελληνες, πάντα σχεδόν καθυστερημένοι σε σχέση με την παγκόσμια ιστορία, το τελευταίο πιθανώς θύμα μιας παγκόσμιας τάξης που, αν δεν απέρχεται, πάντως κλονίζεται σοβαρά! Κι αν τελικά επέλθει, η καταστροφή της Κυπριακής Δημοκρατίας και των Ελλήνων της Κύπρου θα αποτελέσει και τη χαριστική βολή στην Ελλάδα. Μια Ελλάδα που, υποκείμενη σε αδυσώπητο οικονομικό πόλεμο και νεοαποικιακή κατάκτηση, πνέει τώρα τα λοίσθια. Είναι ζήτημα αν η χώρα, ως κράτος των Ελλήνων, έχει ακόμα μια πενταετία ζωής, αν τουλάχιστον ο ελληνικός λαός δεν ξανακάνει το 1821, εκεί που φτάσανε τα πράγματα.
Μερικοί, ξέρω, θα πουν τον συγγραφέα αυτών των γραμμών "ακραίο", υπερβολικό". Οι "αριστεροί" συνηθίζουν να τον αποκαλούν "εθνικιστή", οι δεξιοί "κομμουνιστή". Χρειάζονται ταμπέλες για να μην συζητάνε. Αλλά ας βρεθεί επιτέλους κάποιος που να περιγράψει με ελάχιστη πειστικότητα που βαδίζει η Ελλάδα στον έβδομο χρόνο του Μνημονίου και που θα πάει η Κύπρος με τις έξη βουλές και γερουσίες, με τα αναρίθμητα βέτο, με τους εναλλασσόμενους Προέδρους, με ξένους να παίρνουν τις τελικές αποφάσεις (ή εναλλακτικά να αποφασίζονται οι κρατικές υποθέσεις με ... κλήρωση. Ναι κι αυτό συζητείται σε αυτές τις διαπραγματεύσεις!!! Σπάσαμε όλα τα παγκόσμια ρεκόρ)
Δύο χώρες-"μπάχαλο" σε έναν επικίνδυνο κόσμο
Αστεία πρόσωπα, αν δεν ήταν οι χαρακτήρες μιας τραγωδίας, οι πολιτικοί μας σε Ελλάδα και Κύπρο, νομίζουν (ή κάνουν ότι νομίζουν) ότι έχουν απέναντί τους την Ευρώπη που είχε ο Καραμανλής το 1975 και ο Παπανδρέου το 1981. Νομίζουν (ή κάνουν ότι νομίζουν) ότι την Αμερική διοικεί ο Τζων Κέννεντι ή ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Δεν έχουν μάθει τίποτα από το γκρέμισμα καμιάς δεκαριάς χωρών της Μέσης Ανατολής κι από τη Γιουγκοσλαβία που προηγήθηκε. Ούτε καν από την καταστροφή της ίδιας τους της χώρας, αναμφισβήτητα τη μακράν σημαντικότερη που έχει σημειωθεί στην καπιταλιστική Ευρώπη μετά το 1945. Και σα να μην έφτανε αυτό, ήρθε τώρα κι ο Τραμπ, να τους προκαλέσει "σύγχυση νταβατζή", αφού δεν ξέρουν ποιός ακριβώς κάνει κουμάντο και τι ακριβώς θέλει από αυτούς να κάνουν.
Αν και εδώ που τα λέμε κακώς πονοκεφαλιάζουν. Αν κρίνουμε από τις επανειλημμένες, συνεχείς πράξεις και όχι από τα λόγια, δεν υπάρχει – δυστυχώς – σήμερα, μία δύναμη σε όλο το δυτικό σύστημα, απερχόμενη ή προσερχόμενη, που να μη δρα συστηματικά για την καταστροφή των Ελλήνων, της Ελλάδας και της Κύπρου (με την αξιοσημείωτη εξαίρεση ρευμάτων όπως αυτό που εξέφρασε ο Σάντερς στις ΗΠΑ ή ο Κόρμπιν στη Βρετανία, που ελάχιστα όμως ενδιαφέρουν τους πολιτικούς μας). Πρέπει να είναι (ή να θέλει κανείς να είναι) τυφλός για να μην το βλέπει.
Και δεν θα μπορούσε άλλωστε να υπάρξει τέτοια δύναμη, γιατί μόνο η αντίσταση ενός λαού/κράτους και η οικοδόμηση εναλλακτικών μπορεί να διαιρέσει τους εχθρούς του ή να τους κάνει πιο πρόθυμους για κάποιο συμβιβασμό. Οι δικοί μας υποχωρούν διαρκώς για να αποδείξουν πόσο "αξιόπιστοι", δηλαδή υποτελείς είναι. Οι άλλοι, όσο βλέπουν υποχώρηση, τόσο προχωράνε.
ΥΓ. Ωραία μας τάπε και ο κ. Ομπάμα στην Αθήνα. Ξέχασε όμως να μας πει, ο άνθρωπος της Goldman Sachs και των υπόλοιπων θηρίων, για τη δική του συμβολή, δια της κυβέρνησης ΓΑΠ και του ΔΝΤ, στα προγράμματα που κατέστρεψαν την Ελλάδα. Ευχαριστούμε για την (δυστυχώς άγονη) συνηγορία του στην ελάφρυνση του χρέους, αλλά η δική του κυβέρνηση συνέβαλε πολύ ουσιαστικά για να γίνει το χρέος προς ιδιώτες χρέος προς ευρωπαϊκά κράτη υποκείμενο στο αγγλικό δίκαιο και ξένα δικαστήρια, διαρκώς διογκούμενο εργαλείο υποδούλωσης της Ελλάδας! Αφήστε την επιμονή του στις "μεταρρυθμίσεις" που σκοτώνουν τους 'Ελληνες.
Πηγή: Defend Democracy Press, Ινφογνώμων Πολιτικά

Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 φώτισε το άστρο της Τανσού Τσιλέρ στο πολιτικό στερέωμα της Τουρκίας. Τότε η Τουρκάλα πρωθυπουργός, με προϋπηρεσία στην Παγκόσμια Τράπεζα και χωρίς συναίσθηση της τουρκικής πραγματικότητας, ακολούθησε μια ριζοσπαστική πολιτική για να αντιμετωπίσει το Κουρδικό.
Στο πλαίσιο της ριζοσπαστικής πολιτικής που ακολούθησε η Τσιλέρ, προχώρησε στη σύλληψη των Κούρδων βουλευτών του κουρδικού κόμματος DEP, ανάμεσα στους οποίους και η Λεϊλά Ζάνα. Ένα άλλο μέτρο που έλαβε η άλλοτε «σιδηρά κυρία» της Τουρκίας, ήταν η έγκριση από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας μακροσκελούς καταλόγου με επιχειρηματίες, διανοουμένους και πολιτικούς που υποστήριζαν το κουρδικό κίνημα, για εκτέλεσή τους από τους δολοφόνους του τουρκικού κράτους. Ακολούθησαν χιλιάδες δολοφονίες που έμειναν ανεξιχνίαστες, και το κάψιμο 4.000 κουρδικών χωριών από τον τουρκικό στρατό.
Τώρα ο Ερντογάν, αντιλαμβανόμενος ότι η διαδικασία που ξεκίνησε το 1991, με την Καταιγίδα της Ερήμου, θα ολοκληρωθεί τα επόμενα χρόνια με τη χειραφέτηση των Κούρδων και τη δημιουργία ομόσπονδων κρατιδίων σε Ιράκ, Συρία και Τουρκία, άρχισε να μεταμορφώνεται σε ένα αρσενικό υβρίδιο «Τσιλέρ», εξασφαλίζοντας τη στρατηγική συμμαχία σε πολιτικό επίπεδο του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) και σε «επιχειρησιακό» των Γκρίζων Λύκων, παρακλαδιού του ΜΗΡ και ενεργούμενου του βαθέος κράτους.
Η Τουρκία του Τσιλερντογάν, για να αποφύγει να πιει το «πικρόν ποτήριον» της αναγνώρισης της σκληρής κουρδικής πραγματικότητας, αποφάσισε να σχεδιάσει μια νέα πολιτική σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο.
Στο δεύτερο επίπεδο σχεδίασε την εισβολή στο Ιράκ, σε περίπτωση που οι Κούρδοι του PKK παραμείνουν στην Επαρχία Σιντζάρ, όπου οι ιεροί τόποι των Γεζίντι. Για το λόγο αυτόν, και για να γίνει πιστευτή, μετακίνησε πρόσφατα την 28η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία (η οποία παρεμπιπτόντως έχει κύρια αποστολή την απόβαση σε ελληνικό νησί) στα σύνορα με το Ιράκ, σε απόσταση μόνο 50 χλμ. από το Σιντζάρ.
Επίσης, στο ίδιο πλαίσιο, έχει εισβάλει στη Συρία με μεγάλες δυνάμεις τεθωρακισμένων και καταδρομέων, προσπαθώντας να αποτρέψει την ένωση των κουρδικών καντονιών και τη μετέπειτα έξοδο των Κούρδων στη Μεσόγειο.
Στο ίδιο επίπεδο, συγκρούεται σκληρά με τις ΗΠΑ για να αλλάξουν την πολιτική υποστήριξης των Κούρδων της Συρίας, τους οποίους η Ουάσινγκτον εξοπλίζει, την ίδια ώρα που η Άγκυρα τους θεωρεί τρομοκράτες.
Σε συνέχεια της ίδιας πολιτικής, η Άγκυρα τα δίνει ΟΛΑ στη Μόσχα, για να εξασφαλίζει την άδειά της να βομβαρδίζει αεροπορικώς την Αλ Μπαμπ, για να την καταλάβουν τα τουρκικά στρατεύματα και να φράξουν το δρόμο των Κούρδων προς τη Μεσόγειο.
Όσον αφορά το εσωτερικό μέτωπο, η Τουρκία έχει συλλάβει ήδη ένδεκα βουλευτές και τους περισσότερους δημάρχους που εκλέχτηκαν με τη σημαία κουρδικού κόμματος, ενώ έκλεισε και όλους τους συλλόγους που λειτουργούν στο τουρκοκρατούμενο Κουρδιστάν.
Την ίδια στιγμή τεντώνει στο σχοινί με την Ευρώπη, κατηγορώντας τις ευρωπαϊκές χώρες –κυρίως το Βέλγιο και τη Γερμανία– ότι επειδή δεν ακολουθούν τις «νόρμες» της Άγκυρας στο Κουρδικό, υποστηρίζουν την τρομοκρατία.
Αυτό σε γενικές γραμμές είναι το πλαίσιο στο οποίο κινείται η Τουρκία στο τεράστιας σημασίας ζήτημα αντιμετώπισης των εξελίξεων που κινούνται γύρω από το Κουρδικό Ζήτημα, ένα πλαίσιο που επηρεάζει όχι μόνο την εσωτερική αλλά και την εξωτερική πολιτική της.
Όλη αυτή η κατάσταση αποτελεί και την καρδιά του ζητήματος που θα πρέπει να απασχολήσει την ελληνική πολιτική ηγεσία αλλά και εκείνους που χαράσσουν την εθνική στρατηγική της Ελλάδας, γιατί όπως είπαμε στο άρθρο μας της Παρασκευής, βρισκόμαστε στο τέλος μιας εποχής και στην αρχή μια άλλης.
Με άλλα λόγια, βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, ριζοσπαστικοποίησης της Τουρκίας και ανακατατάξεων στο μαλακό της υπογάστριο – ανακατατάξεις που θα επηρεάσουν την ίδια και εξ αντανακλάσεως την Κύπρο και την Ελλάδα.
Για άλλη μια φορά καλούμε τους Έλληνες στρατηγιστές να πιάσουν τα μολύβια τους.
Για να είναι η Ελλάδα και η Κύπρος μπροστά από τις εξελίξεις, και όχι για άλλη μια φορά ασθμαίνοντες ουραγοί...
Πηγή: Pontos-News

Ἡ πανάθλια ξενοκρατία, πού κυβερνᾶ τόν τόπο ἀπό τή δημιουργία τοῦ νεοελληνικοῦ κρατιδίου καί μετέπειτα -μέ ἐλάχιστα φωτεινά διαλείμματα- ἀφοῦ ἐξαθλίωσε οἰκονομικά τούς Ἕλληνες, ἐντείνει ἔτι μᾶλλον τό σφυροκόπημα και τῶν πνευματικῶν μας ἀποθεμάτων (πίστη, φιλοπατρία, γλῶσσα, ἱστορία, οἰκογένειακ.ἄ.ὅ.), μέ στόχο νά μήν ἀφήσει τίποτε ὄρθιο!
Σ᾽ αὐτό τό πλαίσιο πρέπει νά δοῦμε ἐντεταγμένη καί τήν προσπάθεια μετάλλα ξης τῶν Θρησκευτικῶν σέ συγκρητιστική πανθρησκειακή «σούπα», ἐμπνευσμένη μάλιστα ἀπό τή νεοβουδδιστική ὀργάνωση Arigatou, τήν ὁποία χρηματοδοτοῦν οἱ Ροκφέλλερς(!) (βλ. ἀποσπάσματα ἀποκαλυπτικῆς εἰσηγήσεως τῆς Θεολόγου κ. ῾Ελένης Βασσάλου, πού δημοσιεύεται στις σσ. 9-10 τῆς Παρακαταθήκης).
Δυστυχῶς, στό καταστροφικό τους αὐτό ἔργο οἱ ἀποδομητές βρῆκαν πρόθυ- μους συνεργάτες ἀπό τόν ἐκκλησιαστικό χῶρο. Τούς λεγόμενους μεταπατερικούς θεολόγους. Μιά ἀσήμαντη ἀριθμητικά μειοψηφία πτυχιούχων τῆς Θεολογίας, ὀργανωμένων κυρίως στόν Σύνδεσμο «Καιρός», μέ σημαντικές ὅμως θέσεις-κλειδιά στήν Ἐκπαίδευση καί τά Πανεπιστήμια.
Ἀρκεῖ νά ἀναφερθεῖ, ὅτι ὁ ἰθύνων νοῦς τῆς μετάλλαξης τῶν Θρησκευτικῶν ἦταν μέχρι πρό τινος προστατευόμενος τοῦ ἴδιου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου! Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἐλέγχουν πλήρως καί τό Ραδιόφωνο τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο ἔχει ἀπαξιωθεῖ τελείως στή συνείδηση τῶν πιστῶν (βλ. σχετικό ἄρθρο στίς σσ. 13-14 τῆς Παρακαταθήκης). Εἶναι οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, πού πρωτοστατοῦν στά οἰκουμενιστικά ἀγκαλιάσματα καί τίς ἀγαπολογίες χωρίς ἀγάπη, αὐτοί οἱ ἴδιοι πού ἔχουν ἐδῶ και χρόνια ἐκπονήσει τά «νέα προγράμματα σπουδῶν» γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, τό ὁποῖο πρέπει νά γίνει, κατ᾽ αὐτούς, μιά «κατάφαση στή διαφορετικότητα».
Καί δυστυχῶς ὅλα τά κομματικά ἐπιτελεῖα, πού βούλιαξαν τόν δύσμοιρο τόπο μετά τή μεταπολίτευση, ἔβγαλαν, ἄλλος περισσότερα καί ἄλλος λιγότερα λιθάρια, γιά νά γκρεμισθεῖ τό πατρογονικό μας σπίτι, πού μέ αἵματα καί ἱδρῶτες ἔστη- σαν οἱ Πατροκοσμάδες, Κολοκοτρωναῖοι καί Μακρυγιάννηδες.
Φυσικά τό ἀσυγκρίτως μεγαλύτερο κακό τό κάνουν αὐτοί, πού σήμερα βρίσκονται στό τιμόνι τοῦ ἀκυβέρνητου σκάφους, πού λέγεται Ἑλλάδα. Καί ἄν αὐτό δέν ἔχει βουλιάξει -οὔτε καί θά τους κάνει τή χάρη νά βουλιάξει- εἶναι γιατί τήν Ἑλλάδα, ὅπως τό γράφει ὁ Κύπριος
ἐθνικός ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης- «σσιέπει την που τά ᾽ψη ὁ Θεός μου» [=τήν σκέπει ἀπό τά ὕψη ὁ Θεός μου]. Τό σκάφος μέν δέν θά βυθισθεῖ, ἀλλά καί ὅλο τό πλήρωμα καί οἱ ἐπιβάτες, ὅλοι οἱ Ἕλληνες, δηλαδή, πρέπει φιλότιμα να κάνουμε αὐτό πού ὑπαγορεύει ἡ συνεί δησή μας καί «νά μήν κοιμώμαστε μέ τά τσαρούχια», ὅπως ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης.
Δυστυχῶς ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, πολύ φοβούμεθα, ὅτι δέν ἔχει ἀξιολογήσει σωστά τήν κρισιμότητα τῆς καταστάσεως. Νομίζουν, ἴσως, ὅτι, με τό πού ἄλλαξε ὁ ὑπουργός Ν. Φίλης, θα ἀλλάξει καί ἡ πολιτική τῆς κυβέρνησης. Ὁ Ν. Φίλης τό εἶπε, ὅμως, σέ συνέντευξή του, πώς σέ ὅ,τι ἔκανε εἶχε τή σύμφωνη γνώμη τοῦ πρωθυπουργοῦ Ἀλέξη Τσίπρα. Συνεπῶς, ἡ ἴδια πολιτική θά συνεχισθεῖ καί μέ τόν νέο ὑπουργό. Ἐξ ἄλλου, οἱ ἄνθρωποι δέν σταματοῦν ἐδῶ. Ἀφοῦ κουρέλιασαν τό Σύνταγμα, θέλουν πλέον καί ἐπίσημα νά τό ἀλλάξουν, γιά να ἀπαλείψουν τό Προοίμιό του, πού εἶναι στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί ὅ,τι ἄλλο καλό ἔχει τό «Ἀγαπημένο μου Σύνταγμα», γιά νά θυμηθοῦμε τόν τίτλο τοῦ βιβλίου τοῦ Ὀρθοδόξου Ἕλληνα πατριώτη καί πρώην Προέδρου τοῦ Ἀρείου Πάγου κ. Βασιλείου Νικόπουλου, συμπατριώτη τοῦ Ἁγίου Παϊσίου (ἐκ Κονίτσης). Ἤδη παρουσιάσθηκε σχέδιο νέου «καινοτόμου Συντάγματος», μέ χρηματοδότηση τοῦ ἀμερικανικοῦ παγκοσμιοποιητικοῦ Ἱδρύματος «Global Citizen Foundation»(!) (βλ. σσ. 28 τῆς «Π»).
Στή διαπραγμάτευσή μας μέ τήν Πολιτεία πρέπει ὡς Ἐκκλησία νά εἴμαστε πολύ πιό διεκδικητικοί. Δέν εἶναι δυνα- τόν σέ ἑβραίους, μωαμεθανούς καί παπικούς τῆς Ἑλλάδος, σέ μικρές δηλαδή μειοψηφίες, νά ἀναγνωρίζεται μέ νόμο, πού ψήφισε ἡ συγκυβέρνηση τόν Μάϊο τοῦ 2016, τό δικαίωμα-προνόμιο νά διδάσκονται τά παιδιά τους στό σχολεῖο τη δική τους πίστη τό καθένα, καί μάλιστα ἀπό δασκάλους καί καθηγητές, πού θα προσλαμβάνονται ἀπό τό ψευδώνυμο Ὑπουργεῖο Παιδείας μετά ἀπό ὑπόδειξη τῶν ἀντίστοιχων θρησκευτικῶν κοινοτήτων, καί μόνο τά παιδιά τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων νά ὑποχρεοῦνται νά «φᾶνε» τήν πανθρησκειακή «σούπα», τήν ὁποία τούς σερβίρουν μέ τό νέο μεταλλαγμένο μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν.
Τή σκανδαλώδη καί παράνομη δυσμενῆ αὐτή μεταχείριση, πού ἐπιφυλάσσει το ὑπουργεῖο στά τέκνα τῆς συντριπτικῆς πλειονοψηφίας τῶν Ἑλλήνων, ἀποκαλύπτει μέ πλήρη νομική κατοχύρωση σέ ἐπιστολή του μέ ἡμερομηνία 20 Σεπτεμβρίου 2016 ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, καί προτείνει, ἄν ἡ κυβέρνηση δέν πάρει πίσω τά «ἀπαράδεκτα καί ἐπι- κίνδυνα», κατά τήν ὁμολογία τοῦ ἴδιου τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου κ. Ἱερωνύμου, «νέα προγράμματα σπουδῶν» γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἡ σεπτή Ἱεραρχία να κηρύξει τήν Ἐκκλησία ἐν διωγμῷ!
Μέχρις ὅμως νά τά ἀποσύρουν -πράγμα πού δυστυχῶς δέν φαίνεται στόν ὁρίζοντα- προτείνουμε: 1) Μαζικές προσφυγές δασκάλων, καθηγητῶν καί γονέων στό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας [ἤδη ἡ Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων (Π.Ε.Θ.), ὡς καλός μπροστάρης, τό ἔκανε]. Καί 2) Οἱ γονεῖς μαζικά νά ζητοῦν ἀπαλλαγή τῶν παιδιῶν τους ἀπό τό μεταλλαγμένο μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν γιά λόγους συνειδήσεως, μέχρι νά ἐπανέλθει τό μάθημα στήν προτέρα του κατάσταση, ἀφοῦ ἀποσυρθοῦν τά «νέα προγράμματα σπουδῶν».
Αὐτά ὅμως πρέπει νά γίνουν τώρα, γιατί ὁ διάλογος ἀπό τήν πλευρά τῆς Πολιτείας εἶναι προσχηματικός· τήν Ἄνοιξη τυπώνονται τά νέα βιβλία Θρησκευτικῶν καί μετά θά εἶναι πλέον ἀργά.
Η ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Πηγή: (Περιοδικό «Παρακαταθήκη», τεύχος 110, Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 2016)

Εἶναι ὀδυνηρὴ ἡ συνειδητοποίηση τοῦ γεγονότος ὅτι τὶς τελευταῖες δεκαετίες εἴχαμε βυθιστεῖ σὲ μιὰ τέτοια πνευματικὴ «ὕπνωση» ποὺ δὲν ἀντιληφτήκαμε τὶς φοβερὲς ἀντιπνευματικὲς διεργασίες –κατεδαφιστικὲς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως– ποὺ συνέβαιναν γύρω μας. Καὶ τώρα σὰν νὰ ξυπνᾶμε ἀπὸ ἕνα βαθὺ ὕπνο ἀποκαλύπτεται μπροστά μας ἡ τραγικὴ πραγματικότητα. Ὁ Οἰκουμενισμὸς ἦλθε, ἑδραιώθηκε πιὰ συνοδικά, οἱ αἱρέσεις ὀνομάσθηκαν «ἐκκλησίες» καὶ πολλοὶ ἀγουροξυπνημένοι ρωτοῦν ἀκόμα· μὰ ποῦ εἶναι τὸ κακό; Κι ἄλλοι· μὰ πῶς ἔγινε αὐτό; Ἂν δοῦμε ὅμως τὴν ἐξέλιξη τῆς πολιτικῆς τοῦ Βατικανοῦ, τὶς δόλιες μεθόδους μὲ τὶς ὁποῖες μᾶς ἀποκοίμησε –χρησιμοποιώντας ὡς ὄργανα ποιμένες ποὺ «ἐξ ἡμῶν ἐξῆλθον, ἀλλ’ οὐκ ἦσαν ἐξ ἡμῶν»– θὰ βροῦμε τὴν ἀπάντηση.
Τὸ Βατικανὸ αὐτοπροσδιοριζόταν (καὶ τὸ κάνει μέχρι σήμερα) ὡς ἡ «Μία Καθολικὴ Ἐκκλησία» καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι, καὶ κυρίως οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀποτελοῦσαν τὸ ὑπόλοιπο τοῦ κόσμου, ποὺ ἔπρεπε νὰ ὑποταχθεῖ στὴν ἐξουσία τοῦ «ἀντιπροσώπου» τοῦ Θεοῦ ἐπὶ γῆς Πάπα. Μετὰ ὅμως μία πλειάδα πανηγυρικῶν ἀποτυχιῶν τῆς παπικῆς ἐξουσιομανίας καὶ κατάδειξης τοῦ πραγματικοῦ χαρακτῆρα τοῦ Παπισμοῦ παρέμενε τὸ πρόβλημα, πῶς ἐπιτέλους θά ὑποταχθοῦν αὐτοὶ οἱ ἄλλοι καὶ μάλιστα ἀποκαταστῶντας τὸν «καλὸ» χαρακτῆρα τοῦ Παπισμοῦ, εἰρηνικὰ καὶ οἰκειοθελῶς. Μέχρι ποὺ ἐμφανίστηκε ἡ λερναία ὑδρα, ποὺ λέγεται Οἰκουμενισμός.
Στοὺς πρόδρομους τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀνήκει ὁ γερμανός Max Josef Metzger (ἐκτελέστηκε τὸ 1944 ἀπό τοὺς Ναζί καὶ ἀνακηρύχθηκε «ἅγιος» ἀπό τὸν Πάπα καὶ ἔπειτα «ὅσιος» ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες). Ὁ Μέτζγκερ ἵδρυσε τὴν κίνηση Una Sancta (”ἡ μία ἁγία (Ἐκκλησία)“), ἡ ὁποία ἄσκησε μεγάλη ἐπίδραση στὸν σχεδιασμὸ καὶ στὴν κατοχύρωση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀπὸ τὸν Παπισμό. Τὸ Βατικανὸ κατοχύρωσε τὸ 1964 μὲ τὸ διάταγμα Unitatis redintegratio τῆς 2ας Βατικανείου συνόδου τὶς ”καθολικὲς ἀρχὲς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ“ (Κεφ. Α) καὶ τὴν ”πρακτικὴ πραγματοποίηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ“. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ σημεῖο καὶ μετὰ ἀναγνωρίζει διαδοχικὰ τὸ Βατικανὸ μία ὁλοκληρωμένη ἢ μία μερικὴ συμμετοχὴ τῶν ἄλλων δογμάτων στὴν „Μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ“ καὶ ἀπὸ τὸ 2000 μὲ διατάγματα ὅπως τὸ Dominus Iesus χαρακτηρίζει αὐτὰ τὰ δόγματα πρῶτα σὰν „χριστιανικὲς κοινότητες“ καὶ μετὰ σὰν „Ἐκκλησίες“ (μήπως μᾶς θυμίζει κάτι; Βλέπε βιβλιογραφία στὸ τέλος). Ἐκτὸς αὐτοῦ ἀποφασίσθηκε ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ὅρου «Οἰκουμενισμός» μὲ τὸν ὅρο «Οἰκουμένη» καὶ ἀποφασίστηκε ἡ χρησιμοποίηση τοῦ ὅρου «Οἰκουμενικὸς διάλογος».
Αὐτὲς οἱ διαπιστώσεις μᾶς ὁδηγοῦν στὸ συμπέρασμα, ὅτι μόνο τυχαία δὲν εἶναι ἡ σύγχρονη ἐξέλιξη τῆς λέξης «αἵρεση»: Παράλληλα μὲ τὶς ἐξελίξεις στὸ Βατικανὸ ἐξελίχθηκε ἀπὸ τοὺς νεωτεριστές, στὴν Ἑσπερία σπουδαγμένους, μεταπατερικοὺς «Ὀρθοδόξους» καὶ στὴν Ὀρθοδοξία ὁ ὅρος «αἵρεση» σὲ «ὁμολογία ἢ κοινότητα» καὶ ἀπὸ «κοινότητα ἢ ὁμολογία» σὲ «ἐκκλησία» κατὰ κόρον δὲ χρησιμοποιήθηκε ὁ ὅρος ἑτερόδοξος.. Ὅλα προσχεδιασμένα καὶ συμφωνημένα ἐδῶ καὶ δεκαετίες, ὅπως τὸ εἶχε ἀποκαλύψει ὁ ἀείμνηστος π. Ἰ. Ρωμανίδης. Καὶ γιὰ νὰ μὴ ἔχει καμία ἀμφιβολία καὶ ὁ πλέον καχύποπτος ἢ ἀδαὴς πιστός, ὅτι οἱ Οἰκουμενιστὲς εἶναι προδότες τῆς Πίστεως καὶ προχωροῦν κατόπιν συγκεκριμένου σχεδίου καὶ χρονοδιαγραμμάτων (ἐλαστικῶν καὶ προσαρμοζομένων ἀνάλογα μὲ τὴν ἀντίδραση τῶν Ὀρθοδόξων), παραθέτουμε κάποια ξεχασμένα πειστήρια τῆς συνωμοσίας ἐναντίον τῆς Πίστεως:
Ὁ μητροπολίτης Ἀχαΐας Ἀθανάσιος, ἐκπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση, ἀπολογούμενος μάλιστα στὸ Βατικανό, ἐπειδή καθυστεροῦμε νὰ ἐφαρμόσουμε τὰ μυστικῶς συμπεφωνημένα μεταξὺ τῶν ἡγετῶν Φαναρίου καὶ Βατικανοῦ –ποὺ φυσικὰ ὁδηγοῦν στὴν ὑποταγή μας στὸν Πάπα– εἶπε τὸ 2002 τὰ ἑξῆς ἐξωφρενικά, ἀλλὰ διαφωτιστικά:
«Στην Ελλάδα βρισκόμαστε μπροστά σε πολύ λεπτή κατάσταση, γιατί, ενώ ο αρχιεπίσκοπος (σ.σ. Χριστόδουλος) και οι μητροπολίτες επιθυμούν να έχουν μια σημαντική συνεργασία με την Καθολική Εκκλησία, (σ.σ. ουδεμία αναφορά για επιστροφής τους στην Ευαγγελική Αλήθεια και αποκήρυξη την αιρέσεων) αυτοί έχουν και ευθύνες προς τον κόσμο, τους πιστούς, πολλοί από τους οποίους δεν είναι προετοιμασμένοι στην προοπτική του διαλόγου, ενώ άλλοι έχουν μια άποψη πιο φονταμενταλιστική για την Εκκλησία. Αυτό για μας είναι η μεγάλη πρόκληση να προετοιμάσουμε τον κόσμο, να τον διαπαιδαγωγήσουμε, για να μη αντιδράσει επηρεασμένος από τις προκαταλήψεις και πληροφορίες, που δεν ανταποκρίνονται στα γεγονότα… Είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι έχουμε ανάγκη χρόνου, ελπίζω όχι υπερβολικού, για να σχηματίσουμε τη συνείδηση του κόσμου»!!! («Ὀρθόδοξος Τύπος», 1444, 1/2/2002).
Αὐτὲς οἱ δηλώσεις τοῦ Ἀχαΐας Ἀθανασίου ἔχουν ἱστορία, καὶ ἡ ἀφετηρία τους βρίσκεται στὶς ἀποφάσεις τῆς Β΄ Συνόδου τοῦ Βατικανοῦ, οἱ ὁποῖες ἔγιναν ἀποδεκτές ἀπὸ τὸν τότε οἰκουμενιστὴ πατριάρχη Ἀθηναγόρα καὶ ὅσους μετὰ τὸν ἀκολουθοῦν. Τὴν ἀποκάλυψη, ὅσων προαποφασίστηκαν ἀπὸ τὰ οἰκουμενιστικὰ κέντρα καὶ προοδευτικὰ πραγματοποιοῦνται ἐρήμην τοῦ λαοῦ καὶ μὲ τὴν ἀνοχὴ τῶν «ὀρθοδοξούντων» ἐπισκόπων, μᾶς δίνει ἤδη ἀπὸ τὸ 1967 ὁ τότε ἀρχιμανδρίτης καὶ κατόπιν Μητροπολίτης Τυρολόης Παντελεήμων Ροδόπουλος, παρατηρητὴς τῆς Β΄ Συνόδου τοῦ Βατικανοῦ. Ἔγραφε:
«Διετυπώθη ὑπό τινων ΡΚαθολικῶν συνέδρων μία παράδοξος θεωρία περὶ ἐπιτεύξεως τῆς ἑνώσεως μεταξὺ τῆς ΡΚαθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Ὀρθοδόξου». Ἡ Ἕνωση θὰ «ἐπιτευχθῆ σταδιακῶς καὶ οὐχὶ διὰ διαπραγματεύσεων ἐκκλησιαστικο-θεολογικῶν» σὲ τρία στάδια:
«α) Φιλία καὶ ψυχολογικὴ προπαρασκευή,
β) μερικὴ μυστηριακὴ κοινωνία καὶ
γ) πλήρης μυστηριακὴ κοινωνία».
(Μπιλάλη Σπυρ., ἀρχιμ., Ὀρθοδοξία καὶ Παπισμός, τ. Β΄, σ. 413)
Ἀπὸ τὴν μία λοιπὸν ἡ πολιτικὴ καὶ κοσμικὴ προδοσία καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ θρησκευτικὴ ἀποστασία καὶ στὴ μέση ἕνα πνευματικὰ ζαλισμένο καὶ συγχυσμένο ποίμνιο.
Εἶναι πιὰ ἡλίου φαεινότερον, ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ μία ξαφνικὴ κρίση ἀγάπης, γιὰ μία ἡρωικὴ πρωτοβουλία εἰρήνης, μία ὑπερευαισθησία γιὰ τὴν παγκόσμια συμφιλίωση. Πρόκειται γιὰ τὴν πραγματοποίηση τοῦ βατικανίου σχεδίου γιὰ τὴν ἵδρυση μίας νέας παγκοσμίας «Ἐκκλησίας», ἔτσι ὅπως τὴν σχεδίασε ὁ Πάπας καὶ ὅπως τὴν προωθοῦν οἱ σύγχρονοι Ἄρειοι, Νεστόριοι, Βέκκοι και Καλέκες. Τὸ πραγματικὸ ἐρώτημα σὲ ὅλα αὐτὰ – ἀνεξαρτήτως τί θὰ ἀποφασίσει ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος- εἶναι: Εἶναι καὶ γιὰ ἐμᾶς, Κληρικούς, Μοναχούς καὶ λαϊκούς, οἱ αἱρέσεις «Ἐκκλησίες», εἶναι καὶ γιὰ ἐμᾶς ὁ Οἰκουμενισμὸς «ἕνα θεάρεστο ὅραμα», ὑπάρχουν καὶ γιὰ ἐμᾶς πολλὲς ὁδοὶ σωτηρίας;
Ἀπομένει πιὰ σὲ ἐμᾶς νὰ ἀποδείξουμε, ἂν θὰ τοὺς ἀκολουθήσουμε ἢ θὰ τοὺς πολεμήσουμε ἐμπράκτως ὁμολογώντας τὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἀληθινὴ Μία Ἐκκλησία του. Εἴμαστε σὰν Ὀρθόδοξοι ἔτοιμοι νὰ ὁμολογήσουμε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία μας:
«Ἐν σοὶ ἐγεννήθημεν, ἐν σοὶ ζῶμεν
καί ἐν σοὶ κοιμηθησόμεθα·
εἰ δὲ καλέσοι καιρός,
καὶ μυριάκις ὑπὲρ σοῦ τεθνηξόμεθα»;
Γιατὶ ἂς μὴν ξεχνᾶμε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ θα μείνει εἰς τὸν αἰῶνα, δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ ἡττηθεῖ. Ἐμᾶς ὅμως, ποῦ θὰ μᾶς κατατάξει ὁ Χριστός, ὅταν ἔρθει ἡ φοβερὴ καὶ τρομερὴ στιγμὴ τῆς ἀπονομῆς τῆς Θείας δικαιοσύνης;
________________________________________________
Leonard J. Swidler: The Ecumenical Vanguard – The History of the Una Sancta Movement. (Memento vom 17. Juli 2007 im Internet Archive)
Antonio Calisi: L’Ecumenismo, il Rinnovamento Carismatico Cattolico e la Comunità di Gesù. Chàrisma Edizioni, Bari 2015.
Wolfgang Thönissen: Aufbruch in ein neues Zeitalter der Kirche. Die Entwicklung des Ökumenismus nach dem Zweiten Vatikanischen Konzil. In: Theologische Revue 108 (2012), S. 267-282.
Fr. V. Potapov: XVI. Ecumenism.“ – Orthodoxy and Heterodoxy. Ecumenism. (Memento vom 27. Dezember 2004 im Internet Archive)

Ο Ελληνικός Στρατός για πολλές δεκαετίες μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον Οθωμανικό ζυγό, αποτέλεσε τον φτωχό συγγενή του Ελληνικού Κράτους. Μπορεί η Μεγάλη Ιδέα να είχε διακηρυχθεί και να έκαιγε στις καρδιές των Ελλήνων, αλλά η αναγκαία στρατιωτική δύναμη για να την υλοποιήσει δεν υπήρχε και μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα σπάνια εκφράστηκε από τις πολιτικές ηγεσίες που κυβέρνησαν την χώρα η απαιτούμενη πολιτική βούληση που θα μπορούσε να οδηγήσει στην οργάνωση και συγκρότηση ισχυρού Στρατού, τόσο σε επίπεδο ηγεσίας και οργάνωσης, όσο και σε επίπεδο εκπαίδευσης και εξοπλισμού.
Πόλεμος του 1897: Μάχη στο Ριζόμαλο Θεσσαλίας (Πίνακας Frank Dadd)
(Εισαγωγική Σημείωση: Οφείλω θερμές ευχαριστίες στον ιστορικό ερευνητή κύριο Κωνσταντίνο Βλάσση, εκ των συντελεστών του εξαιρετικής ύλης περιοδικού του ειδικού τύπου «ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ», του οποίου η αμέριστη βοήθεια στη συγγραφή του παρόντος κειμένου υπήρξε πολύτιμη.)
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος κειμένου είναι:
- να παρουσιάσει κατά τρόπο συνοπτικό τα διαδοχικά στάδια της ανάπτυξης του Ελληνικού Στρατού από μια ισχνή και ανίσχυρη στρατιωτική δύναμη που ήταν κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, στην δύναμη εκείνη που κατόρθωσε να υποστηρίξει με επάρκεια τις εθνικές διεκδικήσεις στην Μακεδονία και την Ήπειρο κατά την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, να βάλει την Ελλάδα στην παράταξη των νικητών του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και στη συνέχεια να διεκδικήσει με αξιώσεις την εθνική ολοκλήρωση στις περιοχές της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης όπου διαβιούσαν υπό συνθήκες καταπίεσης και διωγμού συμπαγείς Ελληνικοί πληθυσμοί.
- να αναδείξει την γενική οργάνωση των κύριων Μονάδων του Ελληνικού Στρατού που διεξήγαγαν την μάχη, δηλαδή των Ταγμάτων, Συνταγμάτων, Μεραρχιών και Σωμάτων Στρατού, κατά την περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
- να καταδείξει ότι ο Ελληνικός Στρατός κατά την περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας και ειδικότερα κατά την περίοδο που ανέλαβε την διεξαγωγή των μεγάλων επιθετικών επιχειρήσεων προς το Εσκή Σεχήρ, την Κιουτάχεια και το Αφιόν Καραχισάρ, διέθετε ικανοποιητική οργάνωση, ισχυρή συγκρότηση καθώς και τις απαιτούμενες μονάδες για την υποστήριξη των επιθετικών επιχειρήσεων από πλευράς μέσων μάχης και συντηρήσεως, όπως άλλωστε επιβεβαίωσε η έκβαση των επιχειρήσεων.
Ο Ελληνικός Στρατός μέχρι και το 1912
Ο Ελληνικός Στρατός για πολλές δεκαετίες μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον Οθωμανικό ζυγό, αποτέλεσε τον φτωχό συγγενή του Ελληνικού Κράτους. Μπορεί η Μεγάλη Ιδέα να είχε διακηρυχθεί και να έκαιγε στις καρδιές των Ελλήνων, αλλά η αναγκαία στρατιωτική δύναμη για να την υλοποιήσει δεν υπήρχε και μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα σπάνια εκφράστηκε από τις πολιτικές ηγεσίες που κυβέρνησαν την χώρα η απαιτούμενη πολιτική βούληση που θα μπορούσε να οδηγήσει στην οργάνωση και συγκρότηση ισχυρού Στρατού, τόσο σε επίπεδο ηγεσίας και οργάνωσης, όσο και σε επίπεδο εκπαίδευσης και εξοπλισμού. Κύρια ενασχόληση των τότε πολιτικών κομμάτων και των ηγεσιών τους, ήταν η διαιώνιση και γιγάντωση της πελατειακής μορφής του Κράτους, δηλαδή η μικροπολιτική, ο πολικαντισμός, η πολιτική διαπάλη δια ζητήματα ήσσονος σημασίας, ο πολιτικός βιοπορισμός, η κατάκτηση της εξουσία για λόγους εξουσιαστικούς και πολιτικής φιλοδοξίας , και όταν κάποια στιγμή αναλάμβαναν την κυβερνητική εξουσία η διατήρηση αυτής δια της τακτοποίησης των πολιτικών φίλων και πελατών. Η οργάνωση ενός ισχυρού, κανονικού και μη χρεωκοπημένου Κράτους που θα διαθέτει και έναν κανονικό Ευρωπαϊκό Στρατό, αποτελούσε ένα πολύ δευτερεύον ζήτημα. Άλλωστε την ελευθερία και την ανεξαρτησία της Χώρας την «είχαν εγγυηθεί οι Προστάτιδες Δυνάμεις»! Μέχρι και το 1912, μετρημένοι στα δάκτυλα της μιας χειρός θα παραμείνουν οι πολιτικοί ηγέτες (Ιωάννης Καποδίστριας, Χαρίλαος Τρικούπης, Γεώργιος Θεοτόκης και Ελευθέριος Βενιζέλος) που διέθεταν όραμα για την ανάπτυξη του Ελληνικού Στρατού σε μια σύγχρονη και αξιόμαχη δύναμη ικανή να εκπληρώσει τις προσδοκίες του έθνους και έλαβαν αποφασιστικά μέτρα για να το επιτύχουν.
Ιωάννης Καποδίστριας και Χαρίλαος Τρικούπης
Ο κατ’ όνομα Ελληνικός Στρατός της περιόδου 1832-1881 (τον οποίον ο Χαρίλαος Τρικούπης αποκάλεσε «αγέλη»), ήταν πολύ μικρός σε μέγεθος (κατά την περίοδο από το 1864 έως και το 1873 η προβλεπόμενη δύναμη του Στρατού ανερχόταν κατά μέσον όρο σε 12.000 άνδρες περίπου), ανεκπαίδευτος κατά το μάλλον, στερούμενος κεντρικής διοίκησης, επιτελικής υπηρεσίας, ενεργών μεγάλων μονάδων (Μεραρχιών) και ικανού αριθμού εκπαιδευμένων αξιωματικών, καθώς και των υλικών μέσων που θα του επέτρεπαν να αναλάβει την εκτέλεση ακόμη και στοιχειωδών επιχειρησιακών αποστολών. Κύρια ασχολία του ήταν η δίωξη της ληστείας και οι παράτες. Για πρώτη φορά συστήνεται με τον οργανισμό του 1877 Γενικό Επιτελείο και ιδρύονται δύο Μεραρχίες, η Μεραρχία Στερεάς Ελλάδος και η Μεραρχία Πελοποννήσου, που αποτελούνταν από δύο Ταξιαρχίες και αριθμό Συνταγμάτων Πεζικού και Ευζώνων εκάστη Ταξιαρχία. Όμως οι Μεραρχίες θα καταργηθούν το 1878 και στη θέση τους θα συσταθούν 4 Αρχηγεία, τα οποία και αυτά θα καταργηθούν το 1880. Το ίδιο έτος θα καταργηθεί και το Γενικό Επιτελείο και στη θέση του θα συσταθεί το Γραφείο της Επιτελικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Στρατιωτικών. Το 1881 η διοίκηση του Στρατού θα περάσει και πάλι σε τρία Αρχηγεία, των οποίων οι Αρχηγοί ήταν ταυτόχρονα και επιθεωρητές Στρατού. Η «Διεύθυνση της Επιτελικής Υπηρεσίας» του Υπουργείου Στρατιωτικών, όπως ήταν ο επίσημος τίτλος της το 1893, διέθετε ένδεκα τμήματα, αλλά κανένα εξ αυτών δεν φαίνεται να είχε ως αρμοδιότητα την εκπαίδευση, την οργάνωση, τα σχέδια και τις επιχειρήσεις. Τουλάχιστον δεν προκύπτει κάτι τέτοιο από τις ονομασίες τους.
Μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Χαρίλαο Τρικούπη αρχίζει μία περίοδος κατά την οποία αναλαμβάνονται σοβαρές πρωτοβουλίες και νομοθετούνται σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την οργάνωση αξιόμαχου Στρατού. Ο Τρικούπης αντιλαμβάνεται ότι για τη συγκρότηση αξιόμαχου Στρατού απαιτείται να διαθέτουν οι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί ικανοποιητική εκπαίδευση και κατάρτιση, και για αυτόν τον λόγο οι μεταρρυθμίσεις του έχουν σαν στόχο τη συγκρότηση μιας κρίσιμης μάζας επαρκώς εκπαιδευμένων επαγγελματιών αξιωματικών και υπαξιωματικών που θα μπορούσαν να στελεχώσουν έναν ευμεγέθη και αξιόμαχο στρατό. (Βλ. σχετικά: Το Σώμα των Ελλήνων Αξιωματικών έως το 1922 – Μέρος Α’ ). Έτσι:
- Το 1882 ιδρύθηκε η Στρατιωτική Σχολή Υπαξιωματικών – το περίφημο «Σχολείο Υπαξιωματικών» όπως ονομάστηκε στη συνέχεια – για την παραγωγή αξιωματικών για τα Όπλα του Πεζικού και του Ιππικού και το Οικονομικό Σώμα, δεδομένου ότι από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων εξερχόταν πολύ περιορισμένος αριθμός αξιωματικών, που κατευθυνόταν κυρίως στο Πυροβολικό και το Μηχανικό. Η σχολή δεχόταν κατόπιν εξετάσεων -σε στρατιωτικά και ακαδημαϊκά θέματα- υπαξιωματικούς που είχαν υπηρετήσει στον Στρατό επί ένα τουλάχιστο έτος και διέθεταν το βαθμό του λοχία, η φοίτηση ήταν τριετής και άνευ διδάκτρων (σε αντίθεση με τη Σχολή Ευελπίδων για την οποία καταβάλλονταν δίδακτρα), ενώ οι εξερχόμενοι ονομάζονταν ανθυπολοχαγοί και κατατάσσονταν στο Πεζικό στο Ιππικό και το Οικονομικό Σώμα. Ο ανώτατος αριθμός των προοριζομένων για το πεζικό και το ιππικό είχε καθοριστεί στους 100, όταν οι εξερχόμενοι από την Σχολή Ευελπίδων ήταν 40. Από τη Στρατιωτική Σχολή Υπαξιωματικών αποφοίτησαν οι περισσότεροι από τους γνωστούς πολέμαρχους του Μακεδονικού Αγώνα, των Βαλκανικών Πολέμων και της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
- Το 1888 ιδρύθηκε η «Προπαρασκευαστική Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών» για την εκπαίδευση των εφέδρων αξιωματικών. Σημαίνον στοιχείο της μεγάλης και σημαντικής αυτής μεταρρύθμισης, ήταν ότι η εκπαίδευση των υποψηφίων εφέδρων αξιωματικών διαρκούσε ένα έτος. Το 1911 καταργήθηκε η σχολή και στη θέση της ιδρύθηκαν οι «Ουλαμοί Υποψηφίων Εφέδρων Αξιωματικών», η δε εκπαίδευση περιορίστηκε στους 11 μήνες. Ο θεσμός των εφέδρων αξιωματικών, αποτέλεσε τη κύρια δεξαμενή από την οποία προήλθαν οι διοικητές των διμοιριών και των λόχων του στρατού κατά τη μακρά περίοδο των αγώνων του έθνους για την ελευθερία και την εθνική ολοκλήρωση. Η όποια σύγκριση με το σήμερα που η εκπαίδευση των εφέδρων αξιωματικών 4 μήνες, μόνο μελαγχολία μπορεί να προκαλέσει.
- Το 1884 ιδρύθηκε το «Προπαρασκευαστικό Υπαξιωματικών Σχολείο» για τη παραγωγή των Μόνιμων Υπαξιωματικών του στρατού το οποίο λειτούργησε στη Κέρκυρα μέχρι το 1889 οπότε και καταργήθηκε εξ αιτίας της ανωριμότητας του οργανισμού του στρατού να οργανώσει επί σταθερών και ισχυρών βάσεων την εισαγωγή στη σχολή των κατάλληλων υποψήφιων μόνιμων υπαξιωματικών. Η εισαγωγή γινόταν με εξετάσεις, η διάρκεια της εκπαίδευσης ήταν 2 χρόνια, ο αριθμός των μαθητών και των δύο τάξεων έφθανε τους 240 και οι εξερχόμενοι της σχολής ονομάζονταν δεκανείς ή λοχίες. Ήταν η πρώτη σχολή μονίμων υπαξιωματικών του στρατού, η οποία συνεχίζει να λειτουργεί μέχρι και σήμερα – αλλά με σημαντικής διάρκειας διακοπές – ως Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών (ΣΜΥ). Οι περίοδοι που διακόπηκε η λειτουργία της σχολής (1889-1924) και (1935-1949), φανερώνει και την απουσία ισχυρού οράματος από την πολιτεία για τη συγκρότηση ενός Σώματος μόνιμων επαγγελματιών υπαξιωματικών, που σε άλλους στρατούς αποτελεί τη ραχοκοκαλιά τους. Δυστυχώς η κατάσταση δεν έχει διορθωθεί μέχρι και σήμερα.
- Μετακλήθηκε Γαλλική Στρατιωτική Αποστολή για την οργάνωση και την εκπαίδευση του Στρατού.
- Έγινε προμήθεια νέου υλικού, καθιερώθηκε η υποχρεωτική θητεία και συνεστήθη Σώμα Επιμελητείας.
Ο Ελληνικός Στρατός το 1897
Η προσπάθεια που αναλήφθηκε από τον Χαρίλαο Τρικούπη για την δημιουργία αξιόμαχου Στρατού δεν είχε συνέχεια και ο πόλεμος του 1897 θα αποδείξει ότι ο βασιλιάς ήταν γυμνός. Ο Ελληνικός Στρατός συνέχιζε να στερείται κεντρικής διοίκησης (δηλαδή Αρχηγού Στρατού, ή Γενικού Διοικητή του Στρατού), επιτελικής υπηρεσίας, οργανωμένων από τον καιρό της ειρήνης μεγάλων Μονάδων (Μεραρχιών – Ταξιαρχιών), πολεμικών σχεδίων και οχύρωσης. Η Επιμελητεία δεν είχε οργανωθεί και η Υπηρεσία Μετόπισθεν ήταν ανύπαρκτη. Γυμνάσια δεν εκτελούνταν και η μεθόριος δεν είχε οχυρωθεί. Ο ενεργός Στρατός ήταν μικρής δύναμης λόγω των πολλών απαλλαγών από τη στράτευση που προβλέπονταν από τον νόμο περί στρατολογίας (όπως άλλωστε συμβαίνει και σήμερα), η δε εκπαίδευση του ήταν ελλιπής (τα λάθη που οδήγησαν σε συμφορές επαναλαμβάνονται και σήμερα). Υπήρχαν τρία Αρχηγεία, τα οποία συγκρότησαν τρεις Μεραρχίες και ενέταξαν σε αυτές τα υφιστάμενα 10 Συντάγματα Πεζικού, 8 Τάγματα Ευζώνων, 3 Συντάγματα Ιππικού των 4 Ιλών και τα 3 Συντάγματα Πυροβολικού. Ύστερα από έντονες πιέσεις της κυβέρνησης, Αρχηγός του Στρατού Θεσσαλίας θα αναλάβει στις 17/30 Μαρτίου 1897, δηλαδή ένα μήνα πριν την έναρξη του πολέμου, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος. Τα αποτελέσματα εκείνου του Πολέμου είναι γενικώς γνωστά. Ο Ελληνικός Στρατός θα υποστεί συντριπτική ήττα στη Μελούνα, θα εγκαταλείψει τη Θεσσαλία και θα υποχωρήσει στην τοποθεσία των Φαρσάλων όπου θα ηττηθεί και πάλι, με αποτέλεσμα να συμπτυχθεί στον Δομοκό, τον οποίο σύντομα θα εγκαταλείψει. Ο Τουρκικός Στρατός θα φθάσει 4 χιλμ βόρεια της Λαμίας, όπου στις 7 Μαΐου 1897 θα δοθεί και η τελευταία μάχη του πολέμου. Το εκεί υπάρχον σήμερα ταπεινό και παραμελημένο μνημείο (επί της ΕΟ Λαμίας – Δομοκού), θα έπρεπε να μας θυμίζει ποια μπορεί να είναι τα αποτελέσματα ενός πολέμου στον οποίο θα αναγκαστεί να εισέλθει η χώρα, με τον Στρατό της να μην διαθέτει την απαιτούμενη ενεργό δύναμη, επαρκώς εκπαιδευμένη εφεδρεία, υψηλό επίπεδο πειθαρχίας και ηθικού, άριστη εκπαίδευση, σύγχρονο εξοπλισμό και υψηλές διαθεσιμότητες των υπαρχόντων οπλικών συστημάτων. Προκειμένου τα Τουρκικά Στρατεύματα να αποχωρήσουν από την Θεσσαλία, η Ελλάδα θα καταβάλει στην Οθωμανική αυτοκρατορία ως αποζημίωση τέσσερα εκατομμύρια λίρες «Τουρκίας» -το οποίο ποσό επειδή δεν το διέθετε το εγγυήθηκαν οι «Δυνάμεις»- και θα εξαναγκαστεί να αποδεχθεί Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο επί των δημοσιονομικών της, ο οποίος θα διατηρηθεί επί ογδόντα και πλέον χρόνια.
Μνημείο μάχης Καμηλόβρυσης Λαμίας. – «Η Πατρίς τιμώσα τους υπέρ της ελευθερίας πεσόντας»
Ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος αναφερόμενος στον Ελληνικό Στρατό εκείνου του πολέμου, τον αποκαλεί «ένοπλο συρφετό» και γράφει σχετικά: «Η κατάστασις του στρατού μας ήτο οικτρά… Τα στελέχη του πεζικού, εκτός ολίγων, ήσαν τελείως αμαθή και ανίκανα. Η μεγίστη πλειοψηφία των ανωτέρων αξιωματικών απετελείτο από αγαθούς τύπους, των οποίων η στρατιωτική μόρφωσις περιωρίζετο εις την τακτικήν της καταδιώξεως, ληστών, φυγόδικων και ζωοκλεπτών…».
Τα αναφερόμενα από τον Θεόδωρο Πάγκαλο ήταν αληθή. Το κυρίαρχο πρόβλημα του Ελληνικού Στρατού καθ’ όλη την διάρκεια του 19ου αιώνα δεν ήταν το ότι δεν διέθετε μεγάλο μέγεθος και σύγχρονο οπλισμό, αλλά ότι στερούταν σοβαρής οργάνωσης και πειθαρχίας, η δε εκπαίδευση του ήταν άνευ οποιασδήποτε σοβαρής αξίας. Και αυτό που συνέβαινε τότε, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Ακόμη και σήμερα είναι αδύνατο να αντιληφθούν οι πολλοί, αλλά ειδικά αυτοί που έχουν την ευθύνη της ασφάλειας της Χώρας, ότι η οργάνωση η πειθαρχία και η εκπαίδευση του Στρατού αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που μεταμορφώνουν ένα σύνολο ενόπλων ανδρών σε αξιόμαχο στρατό, ή σε αγέλη.
Είναι προφανές ότι οι μέχρι το 1897 πολιτικές ηγεσίες δεν ήθελαν –ίσως δεν μπορούσαν και μάλλον αδιαφορούσαν- να συνειδητοποιήσουν και να αποδεχθούν ότι ένας στρατός για να μπορέσει να φέρει σε πέρας την αποστολή του σε ένα πόλεμο, θα πρέπει να διαθέτει από τον καιρό της ειρήνης την ηγεσία και το επιτελείο που θα διεξάγει τον πόλεμο, την οργάνωση την σύνθεση και την συγκρότηση με την οποία θα πολεμήσει, μεγάλες μονάδες (Σώματα Στρατού, Μεραρχίες) διά των οποίων θα διεξάγει τις επιχειρήσεις, τα απαιτούμενα οπλικά μέσα, σχέδια επιστράτευσης και επιχειρήσεων, εκπαίδευση, ικανή επάνδρωση, εκπαιδευμένη εφεδρεία και πάνω απ’ όλα πειθαρχία και άριστο ηθικό. Και ακόμη, ότι αυτός που θα είναι ο Αρχιστράτηγος στον πόλεμο δεν μπορεί στην ειρηνική περίοδο να μην διαθέτει εξουσίες και αρμοδιότητες για την προς πόλεμο γενική προετοιμασία του Στρατού. Και αν αυτά φαντάζουν περίεργα για το τότε και είναι αδύνατο να τα δικαιολογήσουμε, θα ήταν χρήσιμο να σκεφτούμε ότι δεν απέχουν και πολύ από το σήμερα, όταν μέχρι και πριν λίγα χρόνια ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (Α/ΓΕΕΘΑ) στερούταν αποφασιστικών αρμοδιοτήτων και εξουσιών, μολονότι υπό φυσιολογικές συνθήκες θα ήταν ο Αρχιστράτηγος των Ενόπλων Δυνάμεων σε περίοδο πολέμου. (Σ.σ.: Βεβαίως υπήρχε και ο νόμος περί Αρχιστρατήγου, σύμφωνα με τον οποίον η κυβέρνηση μπορούσε να αναθέσει την Αρχιστρατηγία σε κάποιος άλλον ανώτατο ε.ε. αξιωματικό, ή ε.α. που θα ανακαλούσε στην ενέργεια. Δηλαδή κάτι αντίστοιχο με ό,τι συνέβη το 1897 όταν ο Διάδοχος Κωνσταντίνος πιέστηκε από την κυβέρνηση να αναλάβει Αρχηγός του Στρατού Θεσσαλίας).
Και γιατί όλα αυτά; Επειδή η οργάνωση και η συγκρότηση ισχυρών Ένοπλων Δυνάμεων ποτέ δεν αποτέλεσαν άμεση και κύρια προτεραιότητα των τότε, αλλά και των σημερινών, πολιτικών ηγεσιών. Δεν ήταν ζήτημα χρημάτων η υστέρηση του στρατιωτικού οργανισμού της χώρας –σε όλη την διάρκεια του 19ου αιώνα- σε σύγκριση με των γειτονικών της χωρών μετά των οποίων τα συμφέροντά της συγκρούονταν, όπως θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος. Ποτέ τα χρήματα δεν ήταν αρκετά. Αλλά ο επανεξοπλισμός του Στρατού μετά την ντροπιαστική ήττα του 1897 και η μεγέθυνσή του, καθώς και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι που ακολούθησαν, έλαβαν χώρα υπό συνθήκες αυστηρής επιτροπείας των δημοσιονομικών της χώρας από τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο. Τότε, οι απαιτούμενες πιστώσεις εξευρέθησαν. Τα πάντα είναι δυνατά όταν προτάσσεται το εθνικό και πατριωτικό καθήκον, υπάρχει η συναίσθηση της ευθύνης για την ασφάλεια της Κράτους και επιβάλλεται ισχυρά η πολιτική βούληση της κυβερνητικής εξουσίας για την οργάνωση αξιόμαχων Ενόπλων Δυνάμεων που θα δύνανται να εξασφαλίσουν την εδαφική ακεραιότητα της Χώρας και να προστατεύσουν τα εθνικά δίκαια και συμφέροντα. (Σ.σ.: Δυστυχώς αυτά τα κριτήρια σπανίζουν στην Ελληνική πολιτική ιστορία και απουσιάζουν από την πλήρη εθνικών κινδύνων σημερινή πραγματικότητα).
Γεώργιος Θεοτόκης. Διετέλεσε τέσσερις φορές Πρωθυπουργός
Μετά την ατιμωτική και καταστρεπτική ήττα της Χώρας κατά τον Ε-Τ πόλεμο του 1897 (σ.σ.: ο εκφραστικός πλούτος την Ελληνικής γλώσσας επέτρεψε να τον αποκαλέσουν «ατυχή» λες και η ταπεινωτική ήττα ήταν αποτέλεσμα ατυχήματος και όχι προδιαγεγραμμένη) αποφασίστηκε από την κυβέρνηση του Γεωργίου Θεοτόκη να ληφθούν σημαντικά μέτρα για την δημιουργία αξιόμαχου Στρατού. Το 1900 δημιουργήθηκε ο θεσμός της Γενικής Διοικήσεως. Αυτή θα διέθετε το δικό της Γενικό Επιτελείο και θα είχε υπό τη διοίκησή της όλα τα στρατιωτικά σώματα και καταστήματα. Πρώτος Γενικός Διοικητής του Στρατού διορίστηκε ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, που ήταν ταυτόχρονα και Γενικός Επιθεωρητής του Στρατού, και στον οποίο και παραχωρήθηκε πλήρης και απόλυτη πρωτοβουλία για την εκπαίδευση, την οργάνωση και την προπαρασκευή αξιόμαχου στρατού. Αυτή η μεταρρύθμιση αποτέλεσε ένα τεράστιο άλμα προς τα εμπρός, επειδή για πρώτη φορά θεσπίστηκε Κεντρική Διοίκηση του Στρατού, που θα διέθετε ένα οργανωμένο επιτελικό όργανο –το Γενικό Επιτελείο της Γενικής Διοίκησης- και θα ήταν αρμόδια για την οργάνωση των πολεμικών δυνάμεων, την προπαρασκευή της επιστράτευσης και την προς πόλεμο γενική προετοιμασία του Στρατού. Με βάση τον νόμο ΒΧΜ’ της 15ης Ιουλίου 1899 είχε καθοριστεί ότι ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου της Γενικής Διοίκησης θα ήταν αλλοδαπός αξιωματικός.
Με τον Οργανισμό του 1904 η χώρα διαιρέθηκε σε τρεις στρατιωτικές περιφέρειες, κάθε μία εκ των οποίων περιελάμβανε τέσσερα διαμερίσματα. Οι υπόψη περιφέρειες αντιστοιχούσαν στις εξής τρεις Μεραρχίες: Την Ι Λάρισας, την ΙΙ Αθηνών και την ΙΙΙ Μεσολογγίου. Η κάθε Μεραρχία διέθετε δύο Ταξιαρχίες των δύο Συνταγμάτων Πεζικού εκάστη, δύο τάγματα Ευζώνων, ένα Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού και ένα Τάγμα Μηχανικού. Οι ΙΙ και ΙΙΙ Μεραρχίες διέθεταν τα 2ο και 3ο Συντάγματα Ιππικού αντίστοιχα.
Παράλληλα, από την κυβέρνηση Θεοτόκη έγιναν και οι πρώτες σημαντικές παραγγελίες για την προμήθεια σύγχρονου υλικού. Ως τυφέκιο του Ελληνικού Στρατού επιλέχθηκε το Μάνλιχερ (Mannlicher–Schönauer – «Μάνλιχερ-Σενάουερ») που κατασκευαζόταν από την Αυστριακή εταιρεία Steyr-Mannlicher. Όσον αφορά το πυροβολικό, επιλέχθηκαν για μεν το πεδινό πυροβολικό το πυροβόλο Σνάιντερ-Κανέ των 75 χλστ., διά δε το ορειβατικό, το πυροβόλο Σνάιντερ-Δαγκλή των 75 χλστ. Τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων ο Ελληνικός Στρατός διέθετε 115.000 τυφέκια Μάνλιχερ, 144 πεδινά πυροβόλα Σνάιντερ-Κανέ και 36 ορειβατικά πυροβόλα Σνάιντερ-Δαγκλή. Με βάση τον διατιθέμενο αριθμό πυροβόλων συγκροτήθηκαν 4 Συντάγματα Πεδινού Πυροβολικού των 3 Μοιρών των 3 Πυροβολαρχιών εκάστη και 3 Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού των 3 Πυροβολαρχιών.
Ως αποτέλεσμα του κινήματος του Στρατιωτικού Συνδέσμου καταργήθηκαν η Γενική Διοίκηση του Στρατού, το Γενικό Επιτελείο της Γενικής Διοίκησης και το Σώμα των Γενικών Επιτελών. Στη θέση τους ιδρύθηκε η Επιτελική Υπηρεσία Στρατού (ΕΥΣ) υπό το Υπουργείο Στρατιωτικών, οι δε στρατιωτικές δυνάμεις τέθηκαν υπό τη διοίκηση των διοικητών των Μεραρχιών. Ο νέος Οργανισμός του Στρατού που κυρώθηκε με τον υπ’ αριθμό 3556 Νόμο της 11ης Φεβρουαρίου του 1910, προέβλεπε και πάλι τρεις Μεραρχίες των τριών Ταξιαρχιών των τριών Συνταγμάτων Πεζικού εκάστη Ταξιαρχία. Η νέα οργάνωση προέβλεπε δεκαοκτώ Συντάγματα Πεζικού, εννέα Τάγματα Ευζώνων, τρία Συντάγματα Ιππικού, τρία Συντάγματα Πεδινού Πυροβολικού και τρία Τάγματα Ορειβατικού Πυροβολικού. Με τον ίδιο Νόμο προβλεπόταν ότι την αρχηγία του Στρατού και την διεύθυνση των επιχειρήσεων σε περίοδο επιστράτευσης, αναλάμβανε ο αντιστράτηγος πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. Όπως γίνεται αντιληπτό, οι σχετικές διατάξεις του Νόμου 3556 για την διοίκηση του Στρατού στην ειρήνη και τον πόλεμο αποτελούσαν μια πολύ σοβαρή οπισθοδρόμηση. Θα αναθεωρηθούν όμως το 1911 με την έκδοση Νόμου, ο οποίος προετοίμαζε την ανάθεση της Αρχηγίας στον Διάδοχο Κωνσταντίνο.
Ο Οργανισμός του 1912 αύξησε τον αριθμό των Στρατιωτικών Περιοχών σε τέσσερις, που αντιστοιχούσαν σε τέσσερις Μεραρχίες, τις Ιη έως IVη, οι οποίες διέθεταν από τρία Συντάγματα Πεζικού. Ο ενεργός Στρατός αποτελούνταν από δώδεκα Συντάγματα Πεζικού, έξι Τάγματα Ευζώνων, μία (1) Ταξιαρχία Ιππικού των δύο Συνταγμάτων των πέντε Ιλών έκαστο Σύνταγμα, τέσσερα Συντάγματα Πεδινού Πυροβολικού εκ των οποίων τα τρία διέθεταν έξι πυροβολαρχίες και το τέταρτο οκτώ, δύο Συντάγματα Ορειβατικού Πυροβολικού των τεσσάρων Πυροβολαρχιών έκαστο και ένα Σύνταγμα Βαρέως Πυροβολικού των τριών Πυροβολαρχιών. Με βάση το σχέδιο επιστρατεύσεως του 1912 προβλεπόταν να συγκροτηθούν σε περίπτωση επιστράτευσης τρεις ακόμη Μεραρχίες -οι V, VI, VII- και δέκα ακόμη Συντάγματα Πεζικού.
Είναι προφανές ότι η ανάπτυξη του Ελληνικού Στρατού σε σύγχρονη και ισχυρή δύναμη ικανή να υποστηρίξει τα εθνικά συμφέροντα καθυστέρησε πέραν κάθε λογικής. Ύστερα από ελεύθερο βίο 82 ετών το Ελληνικό Κράτος θα κατορθώσει να παρατάξει κατά την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων 115.000 άνδρες, οργανωμένους σε επτά Μεραρχίες Πεζικού, το αντίστοιχό μίας ακόμη Μεραρχίας στην Ήπειρό, μία Ταξιαρχία Ιππικού, 144 πεδινά και 36 ορειβατικά πυροβόλα. Σε πλήρη αντίθεση με την Ελλάδα, η Βουλγαρία που μετρούσε 30 χρόνια ελεύθερου βίου, παρέταξε μια στρατιωτική δύναμη που ανερχόταν σε 300.000 άνδρες -άρτια εξοπλισμένους και εκπαιδευμένους- οργανωμένους σε 11 Μεραρχίες, διπλάσιας και πλέον δύναμης από τις αντίστοιχες Ελληνικές, μία Μεραρχία Ιππικού, μία Ταξιαρχία Ιππικού και 720 πυροβόλα μάχης.
Ο Ελληνικός Στρατός την περίοδο 1912-1918
Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1912 – 1918
ΥΠΟΜΝΗΜΑ
- Πριν την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων ο Ελληνικός Στρατός διέθετε ως ενεργές τις Μεραρχίες Iη Λάρισας, IIη Αθηνών, IIIη Μεσολογγίου και IVη Ναυπλίου και ως επιστρατευόμενες τις Vη, VIη και VIIη Μεραρχίες. Το σχέδιο επιστρατεύσεως του 1912 προέβλεπε τη συγκρότηση δύο Στρατηγείων σε περίπτωση κινητοποίησης, το πρώτο με την επωνυμία Γενικό Στρατηγείο Στρατού Θεσσαλίας και το δεύτερο με την επωνυμία Στρατηγείο Στρατού Ηπείρου. Υπό το Γενικό Στρατηγείο του Στρατού Θεσσαλίας προβλεπόταν η συγκρότηση τριών Στρατηγείων Σωμάτων Στρατού, του Α’ Σώματος Στρατού με τις Μεραρχίες Ι και ΙΙ, του Β’ Σώματος Στρατού με τις Μεραρχίες ΙΙΙ και IV και του Γ’ Σώματος Στρατού με τις Μεραρχίες V και VI. Η VIIη Μεραρχία θα παρέμενε υπό το Γενικό Στρατηγείο. Τελικά και σε όλη την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, τα Στρατηγεία των Σωμάτων Στρατού δεν συγκροτήθηκαν και το Γενικό Στρατηγείο του Στρατού Θεσσαλίας διοίκησε απ’ ευθείας τις Μεραρχίες Ι-VII και την Ταξιαρχία Ιππικού. Για την εκτέλεση όμως συγκεκριμένων αποστολών συγκροτήθηκαν Τμήματα Στρατιάς διοικούμενα από το Γενικό Στρατηγείο. Υπό το Στρατηγείο Στρατού Ηπείρου διατέθηκαν το 15ο Σύνταγμα ΠΖ, 4 Τάγματα Ευζώνων, 1 Τάγμα Εθνοφρουρών, 3 Μοίρες Πυροβολικού και διάφορες μονάδες υποστηρίξεως μάχης και διοικητικής μέριμνας.
Αναχώρηση των επιστρατευμένων μονάδων της ΙΙας Μεραρχίας (Αθηνών) για το μέτωπο
- Το Στρατηγείο της Vης Μεραρχίας επιστρατεύθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1912 από την Ιη Μεραρχία στην Λάρισα, τα δε Συντάγματα της στην Πάτρα, Λαμία και Λάρισα.
- Το Στρατηγείο της VIης Μεραρχίας επιστρατεύθηκε στο Ναύπλιο από την IVη Μεραρχία, τα Συντάγματα ΠΖ στο Μεσολόγγι και την Λαμία και τα 8ο και 9ο Τάγματα Ευζώνων του 1ου Συντάγματος Ευζώνων στον Τύρναβο και στα Τρίκαλα αντίστοιχα.
- Το Στρατηγείο της VIIης Μεραρχίας επιστρατεύθηκε από την Ιη Μεραρχία στην Λάρισα και τα Συντάγματα ΠΖ στα Τρίκαλα και την Αθήνα.
- Στις 22 Δεκεμβρίου 1912 οι δυνάμεις που βρίσκονταν στην Ήπειρο, με διαταγή του Αρχηγού Στρατού Ηπείρου, οργανώθηκαν σε Μεραρχία υπό την επωνυμία Μεραρχία Ηπείρου. Στις 11 Ιανουαρίου 1913 η Μεραρχία Ηπείρου μετονομάστηκε σε VIIIη Μεραρχία.
- Η ΙΧη Μεραρχία συγκροτήθηκε στις 19 Μαρτίου 1913, από τμήματα των Αποσπασμάτων Μετσόβου, Αχέροντα και του Σώματος Χειμάρρας.
- Η Χη Μεραρχία συγκροτήθηκε τον Μάρτιο του 1913 και έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του Ε-Β πολέμου.
- Αμέσως μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, με Βασιλικό Διάταγμα που εκδόθηκε στις 16/29Αυγούστου 1913, αποφασίστηκε να διατηρηθούν ενεργές και στην ειρήνη όλες οι Μεραρχίες που συγκροτήθηκαν και έλαβαν μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους διαθέτοντας τα Συντάγματα που ήδη τις αποτελούσαν, να συγκροτηθεί η ΧΙ Μεραρχία από τα 27ο και 28ο Συντάγματα Πεζικού και τέλος να οργανωθούν –για πρώτη φορά στον Ελληνικό Στρατό- έξι (6) Σώματα Στρατού υπό τα οποία υπήχθησαν οι Μεραρχίες. Τα Σώματα αυτά ήταν τα ακόλουθα:
1ο ΣΣ με έδρα τη Λάρισα (Ι ΜΠ Λάρισα)
2ο ΣΣ με έδρα την Αθήνα (ΙΙ ΜΠ Αθήνα)
3ο ΣΣ με έδρα τα Ιωάννινα (ΙΙΙ ΜΠ Μεσολόγγι, VIII ΜΠ Κορυτσά, ΙΧ ΜΠ Ιωάννινα)
4ο ΣΣ με έδρα τη Θεσσαλονίκη (IV ΜΠ Θεσσαλονίκη, V ΜΠ Κιλκίς)
5ο ΣΣ με έδρα τη Δράμα (VI ΜΠ Σέρρες, VII Δράμα)
6ο ΣΣ με έδρα την Κοζάνη (Χ ΜΠ Βέροια, ΧΙ ΜΠ Κοζάνη)
- Στις 4/17 Δεκεμβρίου 1913 δημοσιεύτηκε ο Νόμος υπ’ αριθμόν 85, ο οποίος προέβλεπε ότι η συγκρότηση των αναγκαίων στρατιωτικών σχηματισμών θα γινόταν με την έκδοση Βασιλικών Διαταγμάτων και τη διαίρεση της χώρας σε στρατολογικές περιοχές. Επίσης, διά του ιδίου νόμου καταργήθηκε το Γενικό Στρατηγείο των Βαλκανικών Πολέμων και ανασυστάθηκε η Επιτελική Υπηρεσία Στρατού. Ανώτατος Αρχηγός του Στρατού κατά το Σύνταγμα ήταν ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος, του οποίου όμως η εξουσία δεν ήταν τυπική, αλλά ουσιαστική και δραστήρια λόγω της αίγλης που απολάμβανε ως ο νικητής Αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού στην διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων.
Ο Βασιλιάς – Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος
- Για την εκτέλεση του Νόμου υπ’ αριθμόν 85, εκδόθηκε στις 23 Δεκεμβρίου Βασιλικό Διάταγμα διά του οποίου η Χώρα διαιρέθηκε σε πέντε Στρατιωτικές Περιοχές, τις Α’, Β’, Γ’, Δ’ και Ε’, αντίστοιχες των Σωμάτων Στρατού τα οποία θα ήταν υπεύθυνα για την στρατολογία σε κάθε μία εξ αυτών. Με άλλο Βασιλικό Διάταγμα της ίδιας ημερομηνίας, ο Ελληνικός Στρατός συγκροτήθηκε σε πέντε Σώματα Στρατού, δέκα τέσσερις (14) Μεραρχίες ΠΖ και σαράντα δύο (42) Συντάγματα ΠΖ, εκ των οποίων πέντε Ευζώνων και τρία Κρητών. Το κάθε Σώμα Στρατού διέθετε τρεις Μεραρχίες Πεζικού, πλην του Ε’ που είχε δύο, ένα Σύνταγμα Ιππικού, ένα Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού -των τριών Μοιρών, των τριών Πυροβολαρχιών εκάστη- ένα Σύνταγμα Σκαπανέων, καθώς και άλλες μονάδες υποστηρίξεως μάχης και διοικητικής μέριμνας. Επίσης οργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη η Μεραρχία Ιππικού με μία μόνο Ταξιαρχία των δύο Συνταγμάτων Ιππικού. Οι Μεραρχίες ΠΖ θα διέθεταν τρία Συντάγματα ΠΖ, μία Μοίρα Ορειβατικού ΠΒ και λοιπές μονάδες υποστηρίξεως μάχης και διοικητικής μέριμνας.
- Ο υφιστάμενος οπλισμός ΠΖ ανερχόταν σε 166.000 τυφέκια και αραβίδες Μάνλιχερ, 44.000 τυφέκια Μάουζερ και Μάνλιχερ Βουλγαρικά προερχόμενα από λάφυρα, 77.000 Γκρα, 240 πολυβόλα Σβαρτζλόζε και 34 Μαξίμ.
- Η Επιτελική Υπηρεσία Στρατού (ΕΥΣ) εκτίμησε ότι με τον υπάρχοντα οπλισμό πεζικού μπορούσε να επιστρατεύσει εκατό σαράντα (140) Τάγματα ΠΖ, εκ των οποίων τα εκατό είκοσι έξι (126) για την συγκρότηση των δεκατεσσάρων (14) Μεραρχιών και πέντε (5) για την ασφάλεια των νησιών Λήμνου, Λέσβου, Χίου και Σάμου.
- Το πυροβολικό διέθετε 168 πεδινά πυροβόλα Σνάιντερ Κανέ των 75 χιλ. και 98 ορειβατικά πυροβόλα Σνάιντερ Δαγκλή των 75 χιλ. Με τα διατιθέμενα πυροβόλα συγκροτήθηκαν τα 5 Συντάγματα Πεδινού Πυροβολικού των Σ.Σ. και με τα 98 ορειβατικά πυροβόλα συγκροτήθηκαν οι 14 Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού, κάποιες όμως με 1 Πυροβολαρχία.
- Με βάση τα συμπεράσματα των Βαλκανικών Πολέμων και την ορεινή μορφολογία της χώρας, αποφασίστηκε ότι ο Στρατός θα έπρεπε να διαθέτει ορεινή συγκρότηση, πράγμα που απαιτούσε την ύπαρξη μεγάλου αριθμού κτηνών και ημιονηγών. Η απόφαση αυτή ήταν σημαντική και ο Ελληνικός Στρατός διεξήγαγε τους επόμενους πολέμους, μέχρι και το 1949, διαθέτοντας ορεινή σύνθεση.
- Κατά την επιστράτευση του Ελληνικού Στρατού στις 10/23 Σεπτεμβρίου 1915 -που κηρύχθηκε ως απάντηση στην επιστράτευση της Βουλγαρίας η οποία ήταν έτοιμη να προσχωρήσει στο στρατόπεδο των Κεντρικών Δυνάμεων- πέρα από τις προβλεπόμενες Μεραρχίες της αναδιοργάνωσης του 1913, συγκροτήθηκε επιστρατευτικά και η XV Μεραρχία διαθέτοντας τα 43ο, 44ο και 45ο Συντάγματα Πεζικού. Η διοίκηση και οι σχηματισμοί της Μεραρχίας επιστρατεύθηκαν στη Θεσσαλονίκη ενώ τα Συντάγματα ΠΖ στα νησιά του Αιγαίου. Το 43ο Σύνταγμα επιστρατεύθηκε με πυρήνα το Σύνταγμα Λέσβου στη Λέσβο (2 Τάγματα), το 44ο με πυρήνα το Τάγμα Χίου και 3 Λόχους της Λήμνου και το 45ο με πυρήνα το Τάγμα Σάμου. Η XV Μεραρχία μεταφέρθηκε ατμοπλοϊκώς μεταξύ 27-30 Σεπτεμβρίου στην περιοχή Ασβεστοχωρίου, έχοντας το 43ο Σύνταγμα στο χωριό Μπάλαφτσα (σήμερα Κολχικό) και τα 44ο και 45ο Συντάγματα στο Σαριγιάρ (σήμερα Χρυσαυγή). Στα τέλη Οκτωβρίου 1915 το Ε’ Σώμα Στρατού, με τις οργανικές του Μεραρχίες VIII και ΙΧ, μεταφέρθηκε στην Μακεδονία στην περιοχή Ασήρου – Λαγκαδά και η XV Μεραρχία τέθηκε υπό τη διοίκηση του Σώματος αυτού. Στο σχεδιάγραμμα της στρατηγικής συγκέντρωσης του Ελληνικού Στρατού του 1915, φαίνεται ότι οι Μεραρχίες του Ε΄ Σώματος Στρατού βρίσκονταν η μεν VIII στην περιοχή του χωριού Δρυμός, η ΙΧ στην Άσηρο και η XV Μεραρχία στην περιοχή του χωριού Κολχικό, ανατολικά του Λαγκαδά. Επίσης σε άλλη αναφορά καταγράφεται ότι το Ε’ Σ.Σ. τον Απρίλιο/Μάιο του 1916 είχε την XV Μεραρχία νοτιοδυτικά της λίμνης Αχινού στην περιοχή Κρουσόβου (Κερδυλίου) Αηδονοχωρίου Νιγρίτας. Παραμένει άγνωστη η τύχη της υπόψη Μεραρχίας μετά την αποστράτευση του Ελληνικού Στρατού στις 26 Μαΐου/8 Ιουνίου 1916.
- Τον Ιούνιο του 1916 καταγράφεται από την ΔΙΣ ή ύπαρξη μιας ακόμη Μεραρχίας, της XVI, στην Βόρειο Ήπειρο. Η Μεραρχία υπάγεται στο αποστρατευθέν Ε’ Σ.Σ., του οποίου η μεν VIII Μεραρχία βρίσκεται στην Κέρκυρα, ή δε ΙΧ στα Ιωάννινα. Παραμένει άγνωστο πότε συγκροτήθηκε η υπόψη Μεραρχία. Το πιθανότερο όμως είναι να συγκροτήθηκε αμέσως με την κήρυξη της επιστράτευσης προκειμένου να καταστεί δυνατή η μεταφορά του Ε’ Σ.Σ. στην Μακεδονία. Τον Ιούνιο του 1916 η XVI Μεραρχία είχε το στρατηγείο της στο Αργυρόκαστρο και τα 46ο, 47ο και 48ο Συντάγματα ΠΖ στην Κορυτσά, το Αργυρόκαστρο και την Πρεμετή αντίστοιχα. Τον Σεπτέμβριο του 1916, μετα την κατάληψη της Β. Ηπείρου από τον Ιταλικό Στρατό, η XVI Μεραρχία αποσύρεται από την Β. Ήπειρο και τον Απρίλιο του 1917 κατά την απόσυρση του Ελληνικού Στρατού στην Πελοπόννησο, το στρατηγείο της μεταφέρεται στον Πύργο.
- Η έναρξη του Μεγάλου Πολέμου βρήκε τον Στρατό στη διαδικασία της αφομοίωσης της νέας οργάνωσης και της ενσωμάτωσης των εκ των πολεμικών επιχειρήσεων συμπερασμάτων. Ο διχασμός όμως του Έθνους και του Κράτους ως αποτέλεσμα της διαφωνίας βασιλιά και πρωθυπουργού αναφορικά με την είσοδο της χώρας στον πόλεμο με το πλευρό της Εγκάρδιας Συνεννόησης, είχε ολέθρια αποτελέσματα στην ενότητα του Στρατού και ειδικότερα του Σώματος των Αξιωματικών, με αποτέλεσμα να επιβραδυνθεί η ανάπτυξή του σε σύγχρονες βάσεις, να πέσει το ηθικό και στο τέλος να υπάρξει σοβαρή οπισθοδρόμηση. Η απομάκρυνση του Βασιλιά Κωνσταντίνου από τον θρόνο και η ανάληψη της εξουσίας από τον Βενιζέλο στις 11 Ιουνίου 1917, ένωσε πολιτικά το Κράτος και έσωσε τη χώρα από ενδεχόμενη εδαφική συρρίκνωση και την εθνική απαξίωση.
Οι Διοικητές των Χ και ΧΙ Μεραρχιών, Υποστράτηγος Λ Παρασκευόπουλος και Συνταγματάρχης Εμ. Ζυμβρακάκης
- Η αρχική ονομασία του Σ.Σ Εθνικής Άμυνας ήταν Στρατός Εθνικής Άμυνας. Η συγκρότησή του άρχισε ουσιαστικά στις 17 Αυγούστου 1916, όταν εξερράγη στην Θεσσαλονίκη επαναστατικό στρατιωτικό κίνημα με σκοπό την συμμετοχή της χώρας στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων της ΑΝΤΑΝΤ. Επικεφαλής του κινήματος, που έλαβε την ονομασία «Επιτροπή Εθνικής Αμύνης», ήταν οι Υποστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, διοικητής της Χ Μεραρχίας, Συνταγματάρχης Εμμανουήλ Ζυμβρακάκης, διοικητής της ΧΙ Μεραρχίας και ο Αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Μαζαράκης, διοικητής της ΧΙ Μοίρας Ορειβατικού Πυροβολικού.
- Η Μεραρχία Σερρών οργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη μεταξύ Σεπτεμβρίου – Νοεμβρίου 1916. Τον αρχικό πυρήνα της Μεραρχίας αποτέλεσαν 2.500 περίπου αξιωματικοί και οπλίτες εκ των 17ου – 18ου Συνταγμάτων ΠΖ και της VI Μοίρας Ορειβατικού ΠΒ της VI Μεραρχίας Σερρών, του 2/21 Συντάγματος Κρητών της VII Μεραρχίας και του 7ου Συντάγματος Πεδινού ΠΒ του Δ’ Σώματος Στρατού. Οι υπόψη Μονάδες, υπό τον Συνταγματάρχη Νικόλαο Χριστοδούλου, διοικητή της VI Μεραρχίας Σερρών, είχαν διαφύγει της αιχμαλωσίας και της μεταφοράς τους στην Γερμανία (όπως συνέβη με το υπόλοιπο και μεγαλύτερο μέρος του Δ’ Σ.Σ.) και στις 27 Αυγούστου 1916 μεταφέρθηκαν από την Θάσο (όπου είχαν διαφύγει) στην Θεσσαλονίκη και εντάχθηκαν στον Στρατό της Εθνικής Άμυνας.
- Το 1ο Σύνταγμα Σερρών συγκροτήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1916 από άνδρες του 17ου Συντάγματος ΠΖ της VI Μεραρχίας και του 2/21 Συντάγματος Κρητών της VII Μεραρχίας.
Αριστερά η τελετή παράδοσης πολεμικής σημαίας στη Μεραρχία Σερρών. Δεξιά οι Συνταγματάρχες Κ. Μαζαράκης αριστερά και Ν. Χριστοδούλου δεξιά, επιθεωρούν το 1ο Σύνταγμα Σερρών
- Το 2ο Σύνταγμα Σερρών συγκροτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1916 από υπολείμματα του 18ου Συντάγματος ΠΖ της πρώην VI Μεραρχίας και από εθελοντές.
- Το 3ο Σύνταγμα Σερρών συγκροτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1916 από ένα Τάγμα του 2/21 Συντάγματος Κρητών, από ένα Τάγμα Κρητών και ένα Τάγμα από την Σάμο με Μικρασιάτες.
- Η Μεραρχία Αρχιπελάγους οργανώθηκε στη Μυτιλήνη μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 1916.
- Το 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους συγκροτήθηκε στη Χίο μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 1916.
- Το 5ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους συγκροτήθηκε στη Μυτιλήνη μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 1916.
- Το 6ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους συγκροτήθηκε στη Σάμο μεταξύ 24 Οκτωβρίου 1916 και 31 Μαρτίου 1917.
- Η Μεραρχία Κρήτης συγκροτήθηκε στη Κρήτη μεταξύ Οκτωβρίου 1916 και Απριλίου 1917.
- Τον Οκτώβριο του 1916 με τη κήρυξη της επανάστασης το 1ο Σύνταγμα Κρητών (1ο/14ο Κρητών) της XIV Μεραρχίας που εδρεύει στα Χανιά, μετονομάζεται σε 7ο Σύνταγμα Κρητών.
- Το 8ο Σύνταγμα Κρητών συγκροτήθηκε στο Ρέθυμνο μεταξύ Οκτωβρίου 1916 και Απριλίου 1917.
- Το 9ο Σύνταγμα Κρητών συγκροτήθηκε στο Ηράκλειο μεταξύ 24 Οκτωβρίου 1916 – Μαΐου 1917.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επιθεωρεί στρατιωτική τμήμα του Στρατού Εθνικής Άμυνας
- Η Ι Μεραρχία επιστρατεύθηκε στις 18 Νοεμβρίου 1917 και η συμπλήρωσή της στην εμπόλεμη σύνθεση έγινε με αξιωματικούς και οπλίτες του Γ’ Σ.Σ. και όχι με επιστράτευση από την στρατολογική περιφέρεια Θεσσαλίας. Η Μεραρχία εξοπλίστηκε με τυφέκια Μάνλιχερ και Λεμπέλ (40 κατά Λόχο για την εκτόξευση οπλοβομβίδων). Το πυροβολικό της αποτελέστηκε από πυροβόλα Σνάιντερ – Δαγκλή. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο Νάρες (παλαιά ονομασία της Φιλαδέλφειας Θεσσαλονίκης) για εκπαίδευση υπό την επίβλεψη της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής.
- Το Νοέμβριο του 1917 το 4ο Σύνταγμα ΠΖ συμπληρώθηκε στην πολεμική του σύνθεση από άνδρες της ΧΙ Μεραρχίας του Γ’ Σ.Σ.
- Το Νοέμβριο του 1917 το 5ο Σύνταγμα ΠΖ συμπληρώθηκε στην πολεμική του σύνθεση από άνδρες της ΧΙΙ Μεραρχίας του Γ’ Σ.Σ.
- Το Νοέμβριο του 1917 το 1/30 Σύνταγμα Ευζώνων συμπληρώθηκε στην πολεμική του σύνθεση από άνδρες του 4/41 Συντάγματος Ευζώνων της Χ Μεραρχίας του Γ’ Σ.Σ.
- Η ΙΙ Μεραρχία επιστρατεύθηκε στις 16 Μαρτίου 1918. Μεταφέρθηκε σιδηροδρομικά στην Λάρισα και από εκεί οδικώς μέσω Κοζάνης προς την Φιλαδέλφεια. Στα Πετρανά Κοζάνης τμήμα του 7ου Συντάγματος ΠΖ εκ 237 οπλιτών λιποτάκτησε. Οι λιποτάκτες καταδιώχθηκαν από άνδρες του ιδίου Συντάγματος και το έκτακτο στρατοδικείο καταδίκασε σε θάνατο 2 υπαξιωματικούς.
- Η ΧΙΙΙ Μεραρχία επιστρατεύθηκε στα μέσα Ιανουαρίου του 1918, αλλά η επιστράτευσή της παρακωλύθηκε εξ αιτίας φιλοβασιλικών στασιαστικών κινημάτων που κατεστάλησαν διά της βίας. Στην συνέχεια η επιστράτευση εξελίχθηκε ομαλά και η Μεραρχία μεταφέρθηκε σταδιακά, μεταξύ 21/2 και 11/5, στο στρατόπεδο της Φιλαδέλφειας για εκπαίδευση.
- Μέχρι το τέλος Μαΐου του 1918 είχε ολοκληρωθεί η επιστράτευση και η εκπαίδευση των Ι, ΙΙ και ΧΙΙΙ Μεραρχιών και κατόπιν τούτου το Α΄ Σώμα Στρατού προωθήθηκε σταδιακά στο μέτωπο του Στρυμόνα και τέθηκε υπό τις διαταγές του XVI Βρετανικού Σώματος Στρατού.
- Η ΙΙΙ Μεραρχία επιστρατεύθηκε πρώτη από τις μεραρχίες του Β’ Σ.Σ. και μεταφέρθηκε με πλοία στον Βόλο, από εκεί σιδηροδρομικά στην Λάρισα και στην συνέχεια οδικά προς την Κοζάνη. Στις 6 Ιουνίου εκδηλώθηκε στα Σέρβια στασιαστικό κίνημα στο ΙΙΙ/12 Τάγμα που εξαπλώθηκε σε όλο το Σύνταγμα. Η στάση κατεστάλη με την επέμβαση άλλων μονάδων. Οι πρωταίτιοι παραπέμφθηκαν σε έκτακτο στρατοδικείο στην Κοζάνη και μετά από συνοπτική διαδικασία καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν 5 αξιωματικοί μεταξύ των οποίων και ο διοικητής του Συντάγματος και 80 οπλίτες. Οι περισσότεροι των ανδρών που στασίασαν διατέθηκαν σε άλλες μονάδες. Η ΙΙΙ Μεραρχία παρέμεινε προσωρινά στα Πετρανά Κοζάνης για εκπαίδευση, την συμπλήρωσή της σε υλικά και την εμπέδωση της πειθαρχίας και στην συνέχεια προωθήθηκε βόρεια της Φλώρινας όπου τέθηκε υπό τις διαταγές της Γαλλικής Στρατιάς Ανατολής.
- Η IV Μεραρχία επιστρατεύθηκε στις 2 Μαΐου 1918 και στην συνέχεια μεταφέρθηκε σιδηροδρομικά στην Αθήνα, με πλοία στον Βόλο και σιδηροδρομικά στην Θεσσαλονίκη. Παρέμεινε για εκπαίδευση στην Φιλαδέλφεια περιορισμένο χρόνο και στην συνέχεια προωθήθηκε δυτικά του ποταμού Αξιού, στην διάθεση της 1ης Ομάδας Μεραρχιών.
- Η XIV Μεραρχία επιστρατεύθηκε στις 14 Ιουνίου 1918 και εκ των οργανικών της Συνταγμάτων επιστρατεύθηκαν τα 9ο και 36ο. Το 1/14 Σύνταγμα Κρητών είχε επιστρατευθεί από το 1916 υπό την Μεραρχία Κρήτης. Στην Μεραρχία διατέθηκε ως 3ο Σύνταγμα το 24ο Σύνταγμα της VIII Μεραρχίας που επιστρατεύθηκε στις 20 Ιουλίου. Η μεταφορά της Μεραρχίας στην Φιλαδέλφεια καθυστέρησε και ολοκληρώθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου. Στις 7 Σεπτεμβρίου η Μεραρχία αναχώρησε εσπευσμένα προς το μέτωπο στην διάθεση του XVI Βρετανικού Σ.Σ. χωρίς να παραλάβει καινούργιο οπλισμό. Η μετακίνηση των Μοιρών Ορειβατικού Πυροβολικού της Μεραρχίας προς το μέτωπο καθυστέρησε προκειμένου να ολοκληρωθεί η εκπαίδευσή τους στα πυροβόλα Σνάιντερ Ντυκρέτ 65 χιλ. (Σ.σ.: Είναι η πρώτη αναφορά περί εφοδιασμού Μεραρχίας με τα ορειβατικά πυροβόλα Σνάιντερ Ντυκρέτ 65 χιλ).
- Η ΙΧ Μεραρχία επιστρατεύθηκε στις 1 Φεβρουαρίου 1918. Παρέμεινε στην περιοχή Ιωαννίνων και ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή της υπό την επίβλεψη της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής.
- 24ο Σύνταγμα ΠΖ: Ανήκε στην VIII Μεραρχία (Πρεβέζης) και οργανώθηκε στην πολεμική σύνθεσή του στις 20 Ιουλίου/2 Αυγούστου 1918. Την 19η Αυγούστου/1η Σεπτεμβρίου 1918 μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη και τέθηκε υπό τη διοίκηση της XIV Μεραρχίας.
- 29Ο Σύνταγμα ΠΖ: Ανήκε στη Χ Μεραρχία και βρισκόταν στο Βόλο. Συγκροτήθηκε στην πολεμική σύνθεσή του στις 10 Νοεμβρίου 1917 από εφέδρους διαφόρων μονάδων του Γ’ Σ.Σ.
- Ο οπλισμός των Ελληνικών Μεραρχιών που συμμετείχαν στον 1ο Π.Π. το 1918
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
(α) Το 1915 παραγγέλθηκαν 160 πολυβόλα Colt από τις ΗΠΑ, αλλά παραλήφθηκε μέρος εξ αυτών.
(β) Πρόκειται μάλλον για πολυβόλα Saint Etienne.
(γ) Οι Μοίρες του Ορειβατικού Πυροβολικού διέθεταν 2 Πυροβολαρχίες των 4 πυροβόλων εκάστη.
- Οι επιστρατεύσεις του 1915 και 1917
Στην επιστράτευση του 1915, κλήθηκαν υπό τα όπλα 24 κλάσεις εφέδρων και συγκροτήθηκαν στην εμπόλεμη σύνθεσή τους οι υπό της αναδιοργανώσεως του Δεκεμβρίου του 1913 προβλεπόμενες 14 Μεραρχίες Πεζικού, καθώς και οι Μη Μεραρχιακές Μονάδες (Μ.Μ.Μ.) των Σωμάτων Στρατού. Επιπλέον συγκροτήθηκαν και οι Μεραρχίες XV και XVI, αποτελούμενες από τα Συντάγματα 43ο έως 48ο. Κατόπιν τούτου επιστρατεύθηκαν συνολικά 48 Συντάγματα ΠΖ, έναντι των 22 Συνταγμάτων που είχαν επιστρατευθεί κατά την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων.
Είναι προφανές ότι το άλμα που επιτελέστηκε σε μία τριετία –τουλάχιστον από αριθμητικής και οργανωτικής απόψεως- ήταν τεράστιο. Βεβαίως κατά την επιστράτευση της μεγάλης αυτής Στρατιάς παρατηρήθηκαν πολλά προβλήματα, τα σημαντικότερα των οποίων ήταν η βραδύτητα στην προσέλευση των κληθέντων εφέδρων, η έλλειψη αξιωματικών και οι δυσκολίες στην επίταξη των αναγκαιούντων κτηνών και λοιπών υλικών για την συγκρότηση των Μονάδων. Η κατάσταση της γενική επιστράτευσης διατηρήθηκε μέχρι και την 26/8 Ιουνίου 1916, οπότε με Βασιλικό Διάταγμα απολύθηκαν 12 ηλικίες.
Ο Εθνικός Διχασμός που ήδη είχε αρχίσει, η «εθελουσία» εγκατάλειψη και παράδοση από την κυβέρνηση στους Γερμανοβουλγάρους του οχυρού Ρούπελ (στις 14 Μαΐου 1916), η κατάληψη «άνευ βολής τυφεκίου» της Ανατολικής Μακεδονίας από τα Βουλγαρικά στρατεύματα και στη συνέχεια η «διατεταγμένη» από την κυβέρνηση της Αθήνας παράδοση των ανδρών και του οπλισμού του Δ’ Σώματος Στρατού στους Γερμανοβουλγάρους, η πολιτική διάσπαση του κράτους με την συγκρότηση επαναστατικής κυβέρνησης από τον Ελευθέριο Βενιζέλο στην Θεσσαλονίκη, οι φθορές και οι απώλειες του υλικού από την οκτάμηνη επιστράτευση και η μεταφορά –κατ’ απαίτηση της ΑΝΤΑΝΤ- του Στρατού και του οπλισμού στην Πελοπόννησο, είχαν τελικά δυσμενή επίδραση στο ηθικό του Στρατού και στην ενότητα του Σώματος των αξιωματικών. Ο εθνικός διχασμός διέκοψε την ανάπτυξη του Στρατού σε σύγχρονες βάσεις, διασάλευσε την πειθαρχία, έθεσε εκτός του στρατεύματος πολλά και εμπειροπόλεμα στελέχη, επέφερε γενική στασιμότητα και καταβαράθρωσε την μαχητική αξία του των μονάδων που δεν προσχώρησαν στον Στρατό της Εθνικής Αμύνης. Η μετά την επικράτηση του Βενιζέλου επιστράτευση έξι ακόμη Ελληνικών Μεραρχιών, πέραν των τριών του Στρατού της Εθνικής Άμυνας -προκειμένου να λάβουν μέρος στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου- βράδυνε χαρακτηριστικά και αντί να περατωθεί στο τέλος του 1917 -όπως είχε συμφωνηθεί με τους συμμάχους της ΑΝΤΑΝΤ- άρχισε τον Νοέμβριο του 1917 και ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 1918. Τελικά και κατόπιν τρομακτικών δυσχερειών, η Ελλάδα κατόρθωσε να παρατάξει στο Μακεδονικό Μέτωπο μόλις 10 Μεραρχίες και 31 Συντάγματα Πεζικού, έναντι των 16 Μεραρχιών και των 48 Συνταγμάτων που συγκρότησε κατά την επιστράτευση του 1915-1916.
Οι Ελληνικές Μεραρχίες που διατέθηκαν στο Μακεδονικό Μέτωπο τέθηκαν υπό την επιχειρησιακή διοίκηση Συμμαχικών δυνάμεων και ενήργησαν σε δευτερεύοντα μέτωπα. Ένα σημαντικό ζήτημα που χαρακτήριζε τον Ελληνικό Στρατό που έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου και δεν έχει διερευνηθεί ακόμη, είναι ότι αυτός διέθετε ανομοιογενή οπλισμό και ότι μόνο 6 Μεραρχίες εξοπλίστηκαν με Μάνλιχερ, δηλαδή χρησιμοποιήθηκαν 85.000 περίπου Μάνλιχερ. Κατόπιν τούτου δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα για την τύχη των υπολοίπων τυφεκίων Μάνλιχερ μέχρι τα 166.000 που υπήρχαν πριν την έναρξη του 1ου Π.Π. Ανάλογα ερωτήματα δημιουργούνται και για την τύχη των πεδινών πυροβόλων Σνάιντερ Κανέ, δεδομένου ότι τα 3 Συντάγματα Πεδινού Πυροβολικού που φαίνεται ότι συγκροτήθηκαν, θα διέθεταν 108 πεδινά πυροβόλα, έναντι των 168 που υπήρχαν στο τέλος των Βαλκανικών Πολέμων.
Το τέλος του Α’ Π.Π. βρίσκει την Ελλάδα στην πλευρά των νικητών
Ο Ελληνικός Στρατός την περίοδο 1919 -1921
Σημείωση: Η σύνθεση αναφέρεται στο τέλος εκάστης περιόδου
ΥΠΟΜΝΗΜΑ
- Στις 2 Μαΐου 1919 η Ιη Μεραρχία αποβιβάζεται στην Σμύρνη. Εντός του Μαΐου η Ιη Μεραρχία ενισχύεται στις 5 Μαΐου με το 6ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους που έρχεται από την Μυτιλήνη, στις 10 Μαΐου με το 8ο Σύνταγμα Κρητών από την Αθήνα, στις 18 Μαΐου με το 3ο Σύνταγμα Ιππικού και στις 28 Μαΐου με το 5ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους.
- Στις 2 Ιουνίου φθάνει στην Σμύρνη προερχόμενος από την Βεσσαραβία της Ρουμανίας, ο διοικητής του Α’ Σώματος Στρατού με τμήμα του επιτελείου του και αναλαμβάνει την διοίκηση των εν Μικρά Ασία Ελληνικών δυνάμεων.
- Στις 18 Ιουνίου το υπόλοιπο της Μεραρχίας Αρχιπελάγους αποβιβάζεται στο Ντικελί.
- Από τις 10 Ιουνίου έως τις 2 Ιουλίου μεταφέρεται στην Μικρά Ασία η ΧΙΙΙ Μεραρχία, προερχομένη εκ της Ρουμανίας.
- Μεταξύ 17 Ιουνίου και 19 Ιουλίου 1919 συγκροτείται η Μεραρχία Σμύρνης από το 8ο Σύνταγμα Κρητών και το 27ο Σύνταγμα Πεζικού που ήδη είχε συγκροτηθεί στην Σμύρνη από τα Ι και ΙΙ Τάγματα Ασφαλείας Θεσσαλονίκης. Στην Θεσσαλονίκη θα συγκροτούνταν επίσης το Στρατηγείο της Μεραρχίας και το 28ο Σύνταγμα ΠΖ. Στις 7 Ιουλίου αποβιβάζονται στην Σμύρνη το 28ο Σύνταγμα το πυροβολικό και οι λοιποί σχηματισμοί της Μεραρχίας Σμύρνης.
- Μεταξύ 25 Ιουνίου και 3 Ιουλίου μεταφέρεται από τη Ρουμανία στη Σμύρνη η ΙΙα Μεραρχία.
- Από 21-26 Νοεμβρίου ανασυγκροτείται στην Θεσσαλονίκη του 30ο Σύνταγμα ΠΖ, μεταφέρεται στην Σμύρνη και διατίθεται στην Μεραρχία Σμύρνης αντί του 8ου Συντάγματος Κρητών, το οποίο μεταφέρεται στην Αθήνα.
- Στις 27 Νοεμβρίου συγκροτείται το Σώμα Στρατού Σμύρνης από τις Μεραρχίες Αρχιπελάγους και Σμύρνης.
- Στις 5 Φεβρουαρίου 1920 αρχίζει η συγκρότηση στη Θεσσαλονίκη της Μεραρχίας Κυδωνιών από το 31ο Σύνταγμα ΠΖ που βρισκόταν σε προκάλυψη στη Δοϊράνη, το 32ο Σύνταγμα ΠΖ της VIII Μεραρχίας που θα μεταφερόταν από τα Ιωάννινα στη Σμύρνη και το Σύνταγμα Φρουράς Σμύρνης που θα μετονομαζόταν σε 33ο Σύνταγμα ΠΖ. Μεταξύ 12 Ιανουαρίου και 10 Φεβρουαρίου 1920, το 31ο Σύνταγμα ΠΖ ανασυγκροτείται στο Κιλκίς και στη Θεσσαλονίκη και μεταφέρεται στη Σμύρνη. Στις 7 Φεβρουαρίου το Σύνταγμα Φρουράς Σμύρνης μετονομάζεται σε 33ο Σύνταγμα ΠΖ.
- Στις 8 Ιουλίου 1920 η Μεραρχία Κρήτης που είχε συγκροτηθεί στη Μαγνησία (Σ.σ. : δεν υπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες για αυτή την συγκρότηση, δεδομένου ότι στην Αθήνα βρισκόταν η γνωστή από τον Α’ Π.Π. Μεραρχία Κρήτης που είχε συγκροτηθεί μετά το επαναστατικό κίνημα της Θεσσαλονίκης και είχε λάβει μέρος στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου υπό το Σ.Σ. Εθνικής Αμύνης), μετονομάστηκε σε Μεραρχία Μαγνησίας και αποτελέστηκε από το 9ο Σύνταγμα Κρητών, το 16ο Σύνταγμα ΠΖ που είχε συγκροτηθεί στις 20 Ιουνίου στο Παλαιόκαστρο και το 17ο Σύνταγμα ΠΖ, όπως είχε μετονομαστεί το Σύνταγμα Ασφαλείας Σμύρνης (συγκροτήθηκε από το Τάγμα Εθελοντών Ποντίων και τα 1ο – 5ο Μεραρχιακά Τάγματα).
- Από τις 1 έως τις 5 Αυγούστου 1920 μεταφέρεται από την Πάτρα στην Σμύρνη το στρατηγείο του Β’ Σώματος Στρατού.
- Μεταξύ 2-13 Αυγούστου 1920 μεταφέρεται από την Πάτρα στην Σμύρνη η ΙΙΙη Μεραρχία.
- Από τις 14 έως τις 20 Σεπτεμβρίου 1920, η Μεραρχία Κυδωνιών μεταφέρεται στην Παλαιά Ελλάδα για τις ανάγκες φρουράς των εκλογών που έχουν προκηρυχθεί.
- Στις 21 Σεπτεμβρίου αρχίζει η μεταφορά από τον Πειραιά στην Μικρά Ασία της Μεραρχίας Κρήτης, αποτελούμενης από 7ο και 8ο Συντάγματα Κρητών, συνολικής δυνάμεως 52 Αξιωματικών και 379 οπλιτών. Η Μεραρχία μεταφέρθηκε στο Σαλιχλή όπου ενσωματώθηκαν στην δύναμή της οι μονάδες και τα τμήματα της Μεραρχίας Κυδωνιών που είχαν παραμείνει στην Μικρά Ασία.
- Το Σώμα Στρατού Εθνικής Άμυνας (Μεραρχίες Σερρών, Κρήτης, Αρχιπελάγους και XIVη) μετά το τέλος του Α’ Π.Π. παρέμεινε στη Μακεδονία με τις Μεραρχίες Κρήτης και Αρχιπελάγους να αποσπώνται από αυτό και να μεταφέρονται αργότερα στην Μικρά Ασία. Στην δύναμή του εντάσσονται αρχικά η ΙΧ Μεραρχία και στην συνέχεια η Μεραρχία Ξάνθης. Είχε την τιμή να του ανατεθεί η αποστολή για την απελευθέρωση –αρχικά- της Δυτικής Θράκης και αργότερα της Ανατολικής. Κατόπιν τούτου: α) Στις 16 Οκτωβρίου 1919 κατέλαβε την Ξάνθη διά της ΙΧ Μεραρχίας. β) Στις 14 Μαΐου 1920 κατέλαβε τη Κομοτηνή διά της Μεραρχίας Σερρών και την Αλεξανδρούπολη μέχρι Διδυμοτείχου διά της Μεραρχίας Ξάνθης. γ) Στις 16 Μαΐου 1920 κατέλαβε διά της ΙΧ Μεραρχίας τη περιοχή της Ορεστιάδας μέχρι το Καρααγάτς. Στις 3 Ιουνίου 1920 μετονομάστηκε σε Στρατιά Θράκης και από 7-19 Ιουλίου 1920 κατέλαβε την Ανατολική Θράκη διά των Μεραρχιών Σμύρνης, ΙΧ και Ξάνθης.
- Στις 14 Μαρτίου 1920, η Μικτή Ταξιαρχία που είχε συγκροτηθεί στη Θεσσαλονίκη τον Φεβρουάριο του 1920 εκ των 13ου, 14ου, και 15ου Συνταγμάτων ΠΖ, μετονομάστηκε σε Μεραρχία Ξάνθης και συγκεντρώθηκε στη περιοχή Τοξοτών Ξάνθης, από όπου στις 14 Μαΐου του 1920 μεταφέρθηκε διά θαλάσσης στην Αλεξανδρούπολη και απελευθέρωσε τη περιοχή του σημερινού νομού Έβρου μέχρι το Διδυμότειχο. Στη συνέχεια, τον Ιούνιο του 1920, έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις για τη κατάληψη της Πανόρμου στη Μικρά Ασία. Αφού επανέκαμψε στη Δυτική Θράκη, από τη 1 Ιουλίου 1920 έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις για τη κατάληψη της Ανατολικής Θράκης. Παρέμεινε στην Ανατολική Θράκη μέχρι τον Απρίλιο του 1921.
- Η ΙΧη Μεραρχία κατά τον Α’ Π.Π. παρέμεινε στη περιοχή της Φλώρινας και δεν έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις για τη διάσπαση του Μακεδονικού Μετώπου. Τον Οκτώβριο του 1919 βρισκόταν στη περιοχή του Παρανεστίου και στις 16 Οκτωβρίου 1919 κατέλαβε τη Ξάνθη. Στις 14 Μαΐου 1920 απελευθέρωσε τη περιοχή του Έβρου βόρεια του Διδυμοτείχου. Στις 7 Ιουλίου 1920 έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις για τη κατάληψη της Ανατολικής Θράκης, καταλαμβάνοντας την Αδριανούπολη και τις Σαράντα Εκκλησίες. Τον Σεπτέμβριο του 1920 η Μεραρχία μεταφέρθηκε στην Παλαιά Ελλάδα για τις ανάγκες των εκλογών.
- Η XIVη Μεραρχία (οργανική του Β’ Σ.Σ.) μέχρι και τη 12η Απριλίου 1920 είχε την ευθύνη της προκάλυψης των Ελληνογιουγκοσλαυικών συνόρων, υπαγομένη στη Στρατιά Θράκης. Στη συνέχεια ανέλαβε και την προκάλυψη των Ελληνοβουλγαρικών συνόρων, επεκτείνοντας διαδοχικά την ευθύνη της μέχρι το ύψωμα Κούλα βόρεια της Ξάνθης. Στις 8 Μαΐου 1920 η Μεραρχία τέθηκε υπό τις άμεσες διαταγές του Υπουργείου Στρατιωτικών και υπό την επιχειρησιακή διοίκηση της Στρατιάς Θράκης.
- Η IVη Μεραρχία (οργανική του Β’ Σ.Σ.), μέχρι και τα τέλη Μαρτίου του 1921 παρέμενε στην έδρα της στο Ναύπλιο, διατηρώντας ειρηνική σύνθεση.
- Στις 9 Νοεμβρίου 1920 το εν Σμύρνη Γενικό Στρατηγείο του Ελληνικού Στρατού μετονομάστηκε σε Στρατιά Μικράς Ασίας. Από την ίδια ημέρα η Στρατιά Θράκης έπαυσε να υπάγεται στη Στρατιά Μικρά Ασίας και τέθηκε υπό τη διοίκηση του Υπουργείου Στρατιωτικών.
- Στις 24 Δεκεμβρίου 1920 το Σώμα Στρατού Σμύρνης μετονομάστηκε σε Γ’ Σώμα Στρατού.
- Στις 12 Δεκεμβρίου 1920 η Μεραρχία Σερρών μετονομάστηκε σε VIη Μεραρχία και τα 1ο, 2ο, 3ο Συντάγματα Σερρών μετονομάστηκαν σε 19ο, 20ο και 21ο Συντάγματα ΠΖ αντίστοιχα. Η VIη Μεραρχία μειωμένης δυνάμεως είχε την ευθύνη της προκάλυψης προς Βουλγαρία, από το ύψωμα Κούλα βόρεια της Ξάνθης μέχρι και βόρεια του ποταμού Άρδα.
- Το Δεκέμβριο του 1920 η Μεραρχία Ξάνθης μετονομάστηκε σε ΧΙΙ Μεραρχία.
- Στις 24 Δεκεμβρίου 1920 η Μεραρχία Αρχιπελάγους μετονομάστηκε σε VIIη Μεραρχία ΠΖ, τα δε οργανικά της 4ο, 5ο και 6ο Συντάγματα Αρχιπελάγους, μετονομάστηκαν σε 22ο, 23ο και 37ο Συντάγματα ΠΖ αντίστοιχα.
- Στις 24 Δεκεμβρίου 1920 η Μεραρχία Σμύρνης μετονομάστηκε σε Χη Μεραρχία ΠΖ.
- Την 1η Ιανουαρίου 1921 η Μεραρχία Κρήτης μετονομάστηκε σε Vη Μεραρχία.
- Τον Ιανουάριο του 1921 η Μεραρχία Μαγνησίας μετονομάστηκε σε ΧΙη Μεραρχία ΠΖ.
- Η Μεραρχία Κυδωνιών επανέκαμψε στη Μικρά Ασία μεταξύ 10 και 16 Δεκεμβρίου 1920 οπότε και καταργήθηκε, του στρατηγείου της συγχωνευθέντος με το στρατηγείο της Μεραρχίας Κρήτης. Τα 31ο και 32ο Συντάγματα ΠΖ διαλύθηκαν και οι άνδρες τους μετακινήθηκαν στο 33ο Σύνταγμα ΠΖ που μετονομάστηκε σε Σύνταγμα Κυδωνιών και αποτέλεσε το τρίτο Σύνταγμα της Μεραρχίας Κρήτης μετονομασθέν και πάλι σε 33ο Σύνταγμα ΠΖ.
- Την 1η Ιανουαρίου 1921 τα 7ο και 8ο Συντάγματα Κρητών μετονομάστηκαν σε 43ο και 44ο Συντάγματα ΠΖ, αντίστοιχα.
- Στις 24 Δεκεμβρίου 1920 το 9ο Σύνταγμα Κρητών μετονομάστηκε σε 45ο Σύνταγμα ΠΖ υπό την ΧΙη Μεραρχία.
- Στις 17 Μαρτίου 1921 το 3/40 ΣΕ της ΙΧης Μεραρχίας αποβιβάζεται στα Μουδανιά, προερχόμενο από τον Πειραιά. Το υπόλοιπο της ΙΧης Μεραρχίας θα μεταφερθεί από τις 8 έως 11 Μαΐου από τον Πειραιά στην Σμύρνη.
- Στις 31 Μαρτίου 1921 η IVη Μεραρχία προερχόμενη από το Ναύπλιο, θα αρχίσει να αποβιβάζεται στην Σμύρνη. Η μεταφορά της ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο.
- Από τις 29 Μαΐου μέχρι τις 6 Ιουνίου1921 μεταφέρθηκε στην Σμύρνη προερχόμενη από τις Σαράντα Εκκλησίες της Ανατολικής Θράκης η ΧΙΙη Μεραρχία.
Το Τάγμα Πεζικού
Από το 1912 ο Ελληνικός Στρατός καθιέρωσε από το επίπεδο του Τάγματος μέχρι και αυτό του Σώματος Στρατού την τριαδική σύνθεση. Το Σώμα Στρατού διέθετε ως οργανικές τρεις Μεραρχίες, η Μεραρχία τρία Συντάγματα και το Σύνταγμα τρία Τάγματα Πεζικού. Το Τάγμα Πεζικού διέθετε επιτελείο, τρεις Λόχους Πεζικού (τυφεκιοφόρων) και έναν Λόχο Πολυβόλων. Ο Λόχος Πεζικού διέθετε τέσσερις Διμοιρίες των δύο Ημιδιμοιριών εκάστη, των δύο Ενωμοτιών η κάθε Ημιδιμοιρία. Η Ενωμοτία ήταν το αντίστοιχο της σημερινής Ομάδας Πεζικού. Ο Λόχος πολυβόλων διέθετε τέσσερις Διμοιρίες, κάθε μία εκ των οποίων διέθετε δύο πολυβόλα. Κύριος οπλισμός των Ταγμάτων Πεζικού ήταν το τυφέκιο και η αραβίδα Μάνλιχερ. Κάποια Τάγματα αντί Μάνλιχερ έφεραν τυφέκια Μάουζερ, ή Λεμπέλ. Από το 1917, δηλαδή με την είσοδο της χώρας στον 1ο Π.Π., οι Λόχοι Πεζικού εφοδιάστηκαν με οπλοπολυβόλα και με τυφέκια Λεμπέλ με χοάνη για την εκτόξευση οπλοβομβίδων. Πλέον των παραπάνω, κάθε Τάγμα Πεζικού διέθετε Μεταγωγικά Μάχης, τμήματα αντίστοιχα των σημερινών Λόχων Διοικήσεως για το Τάγμα και Διμοιριών Διοικήσεως για τους Λόχους, δια των οποίων διεξαγόταν η Διοικητική Μέριμνα του Τάγματος και των Λόχων.
ΣΥΝΘΕΣΗ- ΔΥΝΑΜΗ ΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΠΕΖΙΚΟΥ ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ ΤΟΥ 19211
ΥΠΟΜΝΗΜΑ
- Ορισμένα στοιχεία του πίνακα πιθανόν να μην είναι απολύτως ακριβή, επειδή και οι πηγές δεν είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές. Τα προβλήματα εντοπίζονται κυρίως στην δύναμη οπλιτών και κτηνών των Μεταγωγικών Μάχης Επιτελείου Τάγματος και Μεταγωγικών Σώματος του Συντάγματος. Η γενική όμως εικόνα είναι η εξής: Η εκ των πινάκων συνθέσεως προβλεπομένη εμπόλεμη δύναμη των Λόχων ΠΖ ήταν 220 άνδρες, των πολυβολαρχιών 180 περίπου, των Ταγμάτων 970 περίπου και των Συνταγμάτων ΠΖ 3.300 άνδρες περίπου.
- Τα Μεταγωγικά Μάχης Επιτελείου Τάγματος μετέφεραν εφεδρικά πυρομαχικά, εφεδρικές τροφές, υγειονομικό υλικό, τηλεφωνικό υλικό, αποσκευές αξιωματικών και τα αρχεία της μονάδας. Η δύναμη προσωπικού και κτηνών αυτών έχει υπολογιστεί σε συνάρτηση με τις λοιπές γνωστές δυνάμεις.
Μεταγωγικά Μάχης και Σώματος
- Μετά τις τροποποιήσεις των πινάκων συνθέσεως τον Απρίλιο του 1921, η εμπόλεμη δύναμη οπλιτών των Λόχων ΠΖ προβλεπόταν να αποτελείται από 1 επιλοχία, 13 λοχίες, 17 δεκανείς και 185 στρατιώτες και υποδεκανείς. Σύνολο 216 οπλίτες. Επίσης με τις αναφερόμενες τροποποιήσεις καθορίστηκε ότι ο κάθε Λόχος Πεζικού θα διέθετε 184 τυφέκια Μάνλιχερ. Κατόπιν τούτου τα προβλεπόμενα πριν τις τροποποιήσεις του Απριλίου 40 Λεμπέλ σε κάθε Λόχο (10 κατά διμοιρία) για την εκτόξευση οπλοβομβίδων, μειώθηκαν σε 6 –το ανώτερο- κατά Διμοιρία και σε 24 κατά Λόχο.
Διμοιρία Πεζικού σε αμυντική τοποθεσία. Διακρίνονται οπλίτες που φέρουν οπλοπολυβόλο και τυφέκια Λεμπέλ
- Ο οπλισμός του Λόχου Πεζικού μετά τις τροποποιήσεις του Απριλίου αποτελούνταν από:
- 10 πιστόλια
- 5 Αραβίδες Μάνλιχερ
- 184 Τυφέκια Μάνλιχερ Σενάουερ (η VII Μεραρχία διέθετε μόνο τυφέκια Λεμπέλ και η ΙΧ κατά το ήμισυ Μάουζερ)
- 24 τυφέκια Λεμπέλ μετά χοάνης για την εκτόξευση οπλοβομβίδων.
- 8 αυτόματα τυφέκια G.S.R. 1915 (πρόκειται για τα οπλοπολυβόλα Chauchat υποδείγματος 1915).
- Χειροβομβίδες, οπλοβομβίδες. Φ.368/Α/3
- Οπλισμός Διμοιρίας Πεζικού
- Διμοιρίτης: Αραβίδα Μάνλιχερ
- Τυφεκιοφόροι: 39 Μάνλιχερ
- Τυφεκιοφόροι: 6 Λεμπέλ μετά χοάνης για την εκτόξευση οπλοβομβίδων
- Οπλοπολυβολητές: 2 οπλοπολυβόλα (1 ανά ενωμοτία)
Ενωμοτίες εγκατεστημένες αμυντικά. Διακρίνονται οπλοπολυβόλο και τυφέκιο Λεμπέλ
- Τα Μεταγωγικά Μάχης του Λόχου μετέφεραν πυρομαχικά οπλοπολυβόλων, φυσίγγια και γυλιούς οπλοπολυβολητών, εφεδρικές τροφές, αποσκευές, αρχεία, μαγειρικά σκεύη και εργαλεία όρχου.
- Τα στοιχεία δύναμης αναφέρονται σε Λόχο πολυβόλων St. Etienne και περιελάμβανε 1 επιλοχία, 6 λοχίες, 18 δεκανείς 147 οπλίτες και 6 μη μαχίμους. Σύνολο 178 οπλίτες. ΔΙΣ, Φ.368/Α/3 Υπήρχαν και πολυβολαρχίες με πολυβόλα Schwartloze των οποίων η δύναμη προσωπικού ήταν ελαφρά μικρότερη. Ο οπλισμός του Λόχου πολυβόλων αποτελούνταν από:
- 121 Αραβίδες Μάνλιχερ για Λόχο πολυβόλων St. Etienne και 89 για Λόχο Schwartloze.
- 49 πιστόλια
- 8 πολυβόλα Σαιντ Ετιέν ή Σβαρτζλόζε
- Η Διμοιρία πολυβόλων διέθετε 2 πολυβόλα (σύνολο πολυβολαρχίας 8).
Διμοιρία και Λόχος Πολυβόλων με πολυβόλα Σαιν Ετιέν
- Με τα κτήνη μεταφοράς των Β’ Κλιμακίων των Διμοιριών Βολής πολυβόλων μεταφέρονταν 24 φόρτοι πυρομαχικών για τα πολυβόλα St. Etienne και 16 για τα Schwartloze. Κάθε φόρτος μεταφερόταν από 1 ημίονο και αντιστοιχούσε:
- Για τα πολυβόλα St. Etienne: 1.800 φυσίγγια Λεμπέλ D(am) σε ταινίες ανά φόρτο. Ήτοι 43.200 φυσίγγια σε 24 φόρτους. Επομένως 5.400 φυσίγγια ανά πολυβόλο.
- Για δε τα πολυβόλα Schwartloze: 3.000 φυσίγγια ανά φόρτο. Ήτοι 48.000 φυσίγγια σε 16 φόρτους. Επομένως 6.000 φυσίγγια ανά πολυβόλο.
- Μάχιμη Δύναμη Τάγματος Πεζικού
Από τους πίνακες υπολογισμού της μάχιμης δύναμης στις επιχειρήσεις του Μαρτίου, του Ιουλίου και του Αυγούστου 1921, γίνεται φανερό ότι η συνολική δύναμη αξιωματικών και οπλιτών του Τάγματος ΠΖ υπολογιζόταν ως μάχιμη δύναμη και για τις προϊστάμενες των Ταγμάτων διοικήσεις –Συντάγματα, Μεραρχίες, Σώματα Στρατού, Στρατιά- ως μάχιμη δύναμη υπολογιζόταν η συνολική δύναμη αξιωματικών και οπλιτών των Ταγμάτων ΠΖ που διέθεταν.
Στις επιχειρήσεις του Μαρτίου και του Ιουλίου, η συνολική δύναμη των Ταγμάτων ΠΖ αναφέρεται και ως δύναμη τυφεκίων. Αλλά αυτό δεν ήταν απόλυτα ορθό. Το κάθε Τάγμα Πεζικού διέθετε 769 τυφέκια και 133 Αραβίδες περίπου.
Με βάση όμως τα στοιχεία που ήδη έχουν παρουσιαστεί, ως μάχιμη δύναμη θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτή που εμπλεκόταν με τον εχθρό διά πυρών, δηλαδή οι υπηρέτες των παρακάτω όπλων:
- 4 Αραβίδες Μάνλιχερ/Λόχο Χ 3 Λόχους = 12 Αραβίδες Μάνλιχερ (12 Διμοιρίτες)
- 39 τυφέκια Μάνλιχερ ή Λέμπελ/Διμοιρία Χ 4 Διμοιρίες Χ 3 Λόχους = 468 τυφέκια Μάνλιχερ ή Λέμπελ (468 τυφεκιοφόροι)
- 6 τυφέκια Λέμπελ κατά Διμοιρία Χ 4 Διμοιρίες Χ 3 Λόχους = 72 τυφέκια Λέμπελ (72 τυφεκιοφόροι)
- 2 οπλοπολυβόλα κατά Διμοιρία Χ 4 Διμοιρίες Χ 3 Λόχους = 24 οπλοπολυβόλα (24 οπλοπολυβολητές)
- 4 Διμοιρίες βολής πολυβόλων (2 πολυβόλα) Χ 14 άνδρες : 8 πολυβόλα (56 πολυβολητές)
- Σύνολο Τάγματος ΠΖ: 632 αξιωματικοί και οπλίτες μαχητές
- Τον Απρίλιο του 1921 η δύναμη του Μικρού Επιτελείου του Συντάγματος ΠΖ μειώθηκε και προσδιορίστηκε σε 1 επιλοχία, 11 λοχίες, 9 δεκανείς, 89 στρατιώτες, 7 μη μάχιμοι. Δηλαδή 117 οπλίτες.
- Τα Μεταγωγικά Σώματος του Συντάγματος, μετέφεραν τρόφιμα και νομή (συνήθως 2 ημερών), υλικά στρατοπεδείας, τα αρχεία και τις αποσκευές των αξιωματικών.
- Τον Απρίλιο του 1921 με τις επελθούσες τροποποιήσεις των πινάκων συνθέσεως, η δύναμη οπλιτών των Συνταγμάτων ΠΖ που διέθεταν πολυβόλα Etienne, προσδιορίστηκε σε 14 επιλοχίες, 161 λοχίες, 254 δεκανείς, 2654 οπλίτες και 132 μη μάχιμους. Σύνολο 3.215 οπλίτες.
- Με τις τροποποιήσεις των πινάκων συνθέσεως τον Απρίλιο του 1921, ο συνολικός αριθμός των κτηνών του Συντάγματος ΠΖ καθορίστηκε σε 584 κτήνη. Επειδή δεν μπορέσαμε να προσδιορίσουμε την νέα κατανομή των 584 κτηνών, θεωρήσαμε ότι ο αριθμός των κελήτων παρέμεινε ο ίδιος και προσδιορίσαμε –κάπως αυθαίρετα- την κατανομή των κτηνών μεταφοράς (ημίονοι) με βάση την προηγούμενη γνωστή κατανομή.
Η Μεραρχία Πεζικού – Χαρακτηριστικά των Ελληνικών Μεραρχιών
Ορεινή σύνθεση
Οι Ελληνικές Μεραρχίες κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία διέθεταν ορεινή σύνθεση, η οποία τις καθιστούσε ικανές να διεξάγουν παρατεταμένες επιχειρήσεις σε ορεινά εδάφη, ή σε εδάφη που στερούνταν παντελώς δρομολογίων. Η ορεινή σύνθεση απαιτούσε την ύπαρξη στην σύνθεση των μονάδων των Μεραρχιών μεγάλου αριθμού ορεινών σχηματισμών -Μεταγωγικών Μάχης και Σώματος- που διέθεταν μεγάλο αριθμό μεταφορικών κτηνών, κυρίως ημίονους και διά των οποίων μετέφεραν το σύνολο του βαρέως οπλισμού τους και όλα τα αναγκαία μέσα για την διεξαγωγή της μάχης (πυρομαχικά, υλικά Μηχανικού, Διαβιβάσεων κ.λ.π.) και συντηρήσεως (αρχεία, αποσκευές, τρόφιμα, νομή, υγειονομικό υλικό, εργαλεία όρχου, μαγειρικά σκεύη, κ.λ.π.). Σημαντικό μειονέκτημα της ορεινής σύνθεσης ήταν ότι απαιτούσε υπερβολικά μεγάλο αριθμό μεταφορικών κτηνών και απορροφούσε σημαντική δύναμη προσωπικού στα τμήματα των Μεταγωγικών Μάχης και Σώματος των διαφόρων μονάδων. Στο σημείο αυτό η σύγκριση μεταξύ πεδινής και ορεινής σύνθεσης απέβαινε σε βάρος της ορεινής. Η Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού των 3 Πυροβολαρχιών με πυροβόλα Σνάιντερ Κανέ των 75 χλστ. (συνολικά 12 πυροβόλα) διέθετε 20 αξιωματικούς, 666 οπλίτες και 575 κτήνη έλξης. Αντίστοιχα η Μοίρα Ορειβατικού Πυροβολικού των 2 Πυροβολαρχιών με πυροβόλα Σνάιντερ-Δαγκλή των 75 χλστ. (συνολικά 8 πυροβόλα) διέθετε 19 αξιωματικούς, 646 οπλίτες και 818 κτήνη. Όμως η ορεινή σύνθεση ήταν επιβαλλόμενη εκ των εδαφολογικών συνθηκών της Βαλκανικής και της Μικράς Ασίας, περιοχών που στερούνταν σοβαρών συγκοινωνιών και ως εκ τούτου ελάχιστα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν όσον αφορά την μείωση της δύναμης του προσωπικού που υπηρετούσε στα Μεταγωγικά Μάχης και Σώματος των Μονάδων και στις Μοίρες Συζυγαρχιών, καθώς και στον αριθμό των μεταφορικών κτηνών.
Ισχυρό πυροβολικό
Οι Μεραρχίες της Στρατιάς Μικράς Ασίας διέθεταν από δύο Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού των δύο Πυροβολαρχιών, των τεσσάρων πυροβόλων εκάστη, ήτοι στο σύνολο δεκαέξι (16) ορειβατικά πυροβόλα, πλην της ΧΙΙ που διέθετε δώδεκα πυροβόλα. Εκ των διατιθέμενων τον Ιούνιο του 1921 ένδεκα Μεραρχιών οι οκτώ διέθεταν ορειβατικά πυροβόλα Σνάιντερ-Ντυκρέτ των 65 χλστ., οι δε VII, ΙΧ και ΧΙ Μεραρχίες διέθεταν ορειβατικά πυροβόλα Σνάιντερ-Δαγκλής των 75 χλστ. Συνολικά οι ένδεκα Μεραρχίες της ΣΜΑ διέθεταν τον Ιούνιο του 1921 εκατό είκοσι τέσσερα (124) ορειβατικά πυροβόλα Σνάιντερ-Ντυκρέτ των 65 χλστ. και σαράντα οκτώ (48) ορειβατικά πυροβόλα Σνάιντερ-Δαγκλής των 75 χλστ.
Ορειβατικές Πυροβολαρχίες. Αριστερά Σνάιντερ – Δαγκλή 75 χλστ. και δεξιά Ντυκρέτ 65 χλστ.
Σχετική αδυναμία του Μεραρχιακού πυροβολικού να υποστηρίξει με επάρκεια επιχειρήσεις εναντίον οχυρωμένων τοποθεσιών
Το υπόψη μειονέκτημα ήταν αποτέλεσμα της αδυναμίας των ορειβατικών πυροβόλων του Ελληνικού Στρατού να εκτελέσουν βολή «λίαν καμπύλης τροχιάς» για την προσβολή εχθρικών τμημάτων εντός ορυγμάτων ή καλυμμένων όπισθεν προκαλυπτόντων ορεινών όγκων.
Μεγάλη ισχύ πυρός
Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού οπλοπολυβόλων και πολυβόλων στα Τάγματα ΠΖ και πυροβόλων στις μοίρες Ορειβατικού ΠΒ προσέδιδαν στις Ελληνικές Μεραρχίες μεγάλη ισχύ πυρός, σημαντικά υπέρτερη –σχεδόν διπλάσια- των Τουρκικών Μεραρχιών, οι οποίες διέθεταν 8-10 πυροβόλα και 40 πολυβόλα κατά Μεραρχία, στερούνταν δε παντελώς οπλοπολυβόλων.
Βαριά σύνθεση που περιόριζε την ευελιξία τους
Η βαριά σύνθεση οφειλόταν κυρίως στην βαριά σύνθεση των Ταγμάτων και Συνταγμάτων, δευτερευόντως στην ορεινή σύνθεση των Μεραρχιών και πολύ λιγότερο στην ύπαρξη στην σύνθεση των Μεραρχιών διαφόρων βοηθητικών μονάδων, οι οποίες και απαραίτητες ήταν και δεν διέθεταν και ιδιαίτερα σημαντική δύναμη προσωπικού. Η κυριότερη αιτία που καθιστούσε τις Ελληνικές Μεραρχίες βαριές και τους στερούσε ευελιξία κατά την διεξαγωγή των επιχειρήσεων, ήταν η υπερβολικά μεγάλη δύναμη των Λόχων ΠΖ. Οι 216 οπλίτες κατά Λόχο ήταν μια τεράστια δύναμη που καλούνταν να την διοικήσουν στην μάχη νεαροί αξιωματικοί, κατά τεκμήριο έφεδροι, που στερούνταν των ανάλογων προσόντων και εκπαίδευσης. Ένας Αντισυνταγματάρχης ή Ταγματάρχης, μπορεί να διαχειριστεί και να διοικήσει πέντε και έξι λόχους, αλλά ένας υπολοχαγός ή ανθυπολοχαγός είναι αδύνατο να διαχειριστεί και να διοικήσει στο πεδίο της μάχης 216 άνδρες. Με μια άλλη κατανομή της δύναμης, θα ήταν δυνατό οι Λόχοι να διαθέτουν 4 Διμοιρίες των 30-35 οπλιτών, με την συνολική τους δύναμη να περιορίζεται στους 135-155 οπλίτες, συμπεριλαμβανομένων και 15 ανδρών στα Μεταγωγικά Μάχης των Λόχων. Αυτό θα επέτρεπε την εξοικονόμηση 60-80 περίπου οπλιτών από κάθε Λόχο ΠΖ και επομένως εξοικονόμηση 180- 240 περίπου οπλιτών κατά Τάγμα, 540-720 οπλιτών κατά Σύνταγμα και 1620-2160 οπλιτών κατά Μεραρχία. Εννοείτε ότι θα μειωνόταν αντίστοιχα και η δύναμη (οπλιτών και κτηνών) των λοιπών τμημάτων των Ταγμάτων, καθώς και των Λόχων Πολυβόλων, των οποίων ο αριθμός των πολυβόλων θα μπορούσε να μειωθεί στα έξι (6). Αυτό σε τελική ανάλυση θα μεταφραζόταν σε ένα (1) επιπλέον Σύνταγμα κατά Μεραρχία και στο σύνολο της Στρατιάς Μικράς Ασίας σε ένδεκα (11) Συντάγματα. Είναι ευνόητο ότι θα μειωνόταν κατά ανάλογο μέτρο και η δύναμη (οπλιτών και κτηνών) του Μικρού Επιτελείου και των Μεταγωγικών Σώματος των διατιθέμενων Συνταγμάτων, προκειμένου να συγκροτηθούν τα αντίστοιχα τμήματα των επιπλέον ένδεκα Συνταγμάτων ΠΖ. Ασφαλώς θα ήταν δύσκολο έως αδύνατο να συγκροτηθούν διά των ένδεκα Συνταγμάτων τέσσερις (4) ακόμη Μεραρχίες, αφού μάλλον δεν υπήρχε το απαραίτητο υλικό για την συγκρότησή τους, όπως πυροβόλα, αν και αυτό είναι ένα ζήτημα που δεν έχει διερευνηθεί σε βάθος. Αλλά η συγκρότηση ενός ακόμη Συντάγματος κατά Μεραρχία ήταν δυνατή. Βεβαίως υπήρχε το ζήτημα της επάνδρωσης των επιπλέον ένδεκα Συνταγμάτων με αξιωματικούς, αλλά όπως θα αναφέρουμε σε επόμενο κείμενο, αξιωματικοί υπήρχαν και άλλωστε δεν είναι ανάγκη όλοι οι διμοιρίτες να είναι αξιωματικοί. Στον πόλεμο αναδεικνύονται πάντοτε ικανοί ηγήτορες μικρών κλιμακίων από το πουθενά. Επιπλέον ανάγκες σε οπλοπολυβόλα και πολυβόλα θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν με μια άλλη κατανομή των ήδη υπαρχόντων, ή διά εξεύρεσης των αναγκαιούντων από τα Συντάγματα Μετόπισθεν και των ευρισκομένων στο Εσωτερικό της Χώρας και την Θράκη. Η «μείωση του βάρους» των δυνάμεων που διεξήγαγαν την μάχη θα αύξανε τον επίπεδο ευκινησίας αυτών, η δε συγκρότηση ενός επιπλέον Συντάγματος κατά Μεραρχία θα προσέδιδε αναβαθμισμένες επιχειρησιακές δυνατότητες σε αυτές. Όμως τέτοιες σκέψεις δεν φαίνεται να παρουσιάστηκαν, ή να μελετήθηκαν. Άλλωστε, μάλλον δεν υπήρχε και ο αναγκαίος χρόνος για την υλοποίηση τέτοιων σημαντικών οργανωτικών μεταρρυθμίσεων. Ακόμη η ανωτάτη στρατιωτική ηγεσία και ειδικά αυτή της Στρατιάς Μικράς Ασίας, παρ’ όλο που επιτέλεσε ένα τεράστιο οργανωτικό άθλο στο διάστημα Απριλίου – Ιουνίου 1921, δεν επέδειξε ιδιαίτερη φαντασία για την αξιοποίηση της διαθέσιμης στρατιωτικής δύναμης κατ’ ανάλογο τρόπο με την σύνθεση του Τούρκο-Κεμαλικού στρατού, ο οποίος διέθετε ελαφριά σύνθεση που του προσέδιδε υψηλό βαθμό ευκινησίας στο πεδίο της μάχης, η οποία σε ένα σημαντικό βαθμό εξουδετέρωνε την υπέρτερη ισχύ πυρός των Ελληνικών Μεραρχιών.
Υψηλό βαθμό κινητικότητας και αυτονομίας, ειδικά σε ορεινά εδάφη
Τούτο επετυγχάνετο από την ύπαρξη σημαντικού αριθμού Μεταγωγικών Μάχης και Σώματος, Μοιρών Συζυγαρχιών, Μονάδων συντηρήσεως, καθώς και μεγάλου αριθμού κτηνών μεταφοράς διά των οποίων μεταφέρονταν όλα τα αναγκαιούντα μέσα, υλικά και εφόδια για την διεξαγωγή της μάχης και την συντήρηση των μονάδων, για ικανό ημερών αγώνα.
Αριστερά μονάδα μεταγωγικών και δεξιά διασταύρωση μονάδας μεταγωγικών με μοίρα φορτηγών αυτοκινήτων
Ο ατομικός οπλισμός των ανδρών
Οι Μεραρχίες της Στρατιάς Μικράς Ασίας μέχρι και τον Μάρτιο του 1921 ήταν οπλισμένες με μια πανσπερμία φορητού οπλισμού, αποτέλεσμα αφ’ ενός της δυσχερούς συγκρότησής τους στην εμπόλεμη σύνθεσή τους (μεταξύ Σεπτεμβρίου 1916 – Αυγούστου 1918) για να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου και αφ’ ετέρου του τρόπου που η αρχική δύναμη που αποβιβάστηκε στην Σμύρνη ενισχύθηκε με δυνάμεις από το Εσωτερικό της Ελλάδας και δυνάμεις που συγκροτήθηκαν στην Μικρά Ασία για να αναπτυχθεί τελικά σε Στρατιά οργανωμένη σε τρία Σώματα Στρατού και ένδεκα Μεραρχίες. Ο ατομικός οπλισμός μέχρι και τον Μάρτιο του 1921 αποτελούνταν από επτά τύπους τυφεκίων, ήτοι Μάνλιχερ, Λεμπέλ, Μάουζερ Γερμανίας, Μάουζερ Τουρκίας των 9 φυσιγγίων, Μάουζερ Τουρκίας των 7,65 χιλ., Μάουζερ Ρωσίας και Γκρα. Από τις αρχές Απριλίου του 1921 περισυνελλέγη και επισκευάστηκε ο υπάρχων σε όλη την χώρα οπλισμός Μάνλιχερ, ο οποίος μεταφέρθηκε στην Μικρά Ασία, ανταλλαγείς με άλλον οπλισμό. Κατόπιν τούτου η παρατακτή μάχιμη δύναμη των Μεραρχιών διέθετε τυφέκια και αραβίδες Μάνλιχερ, πλην της IVης που εφοδιάστηκε με Μάουζερ Γερμανίας και της VIIης με Λεμπέλ. Η ΙΧη Μεραρχία διέθετε κατά το ήμισυ Μάνλιχερ και το έτερο ήμισυ οπλισμό που εξοικονομήθηκε στην Μικρά Ασία (;). Αποτελεί ένα αναπάντητο αίνιγμα ο ακριβής αριθμός των τυφεκίων και αραβίδων Μάνλιχερ που διέθετε ο Ελληνικός Στρατός το 1921, ο οποίος σε κάθε περίπτωση ήταν κατά πολύ κατώτερος αυτού που διετίθετο πριν την έναρξη του Α’ Π.Π., ήτοι 166.000 τυφέκια και 23.980 αραβίδες.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ –ΣΥΝΘΕΣΗ – ΔΥΝΑΜΗ ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ ΠΕΖΙΚΟΥ
Παρατήρηση: H συνολική δύναμη της Μεραρχίας υπολογίστηκε με Μοίρα Συζυγαρχιών τύπου Α’.
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΠΙΝΑΚΑ
- Η Πυροβολαρχία Βολής Ορειβατικού Πυροβολικού 75 χιλ, διέθετε 2 ουλαμούς των 2 πυροβόλων Σνάιντερ Δαγκλή των 75 χλστ. Το κάθε πυροβόλο λυνόταν σε 6 τμήματα (6 φόρτοι) που μεταφέρονταν από 6 ημιόνους. Με τους ημιόνους της Πυροβολαρχίας Βολής και των Μεταγωγικών Μάχης, μεταφέρονταν:
- Τα πυροβόλα σε 24 φόρτους
- 720 βλήματα (144 κιβώτια των 5 βλημάτων), δηλαδή 180 βλήματα κατά πυροβόλο, εκ των οποίων το 1/5 ήταν βολιδοφόρα και τα 4/5 εκρηκτικά.
- Με τους 59 ημιόνους της Πυροβολαρχίας Βολής των 75 χιλ. μεταφέρονταν:
- 24 φόρτοι πυροβόλων.
- 24 φόρτοι πυρομαχικών (48 κιβώτια των 5 βλημάτων), δηλαδή 240 βλήματα και επομένως 60 βλήματα κατά πυροβόλο.
- 8 φόρτοι γυλιών, 1 φόρτος εργαλείων, 1 φόρτος τεχνίτη μηχανικού και 1 ημίονος εφεδρικός.
- Τα Μεταγωγικά Μάχης της Πυροβολαρχίας των 75 χιλ. μετέφεραν πυρομαχικά, τροφή μιας ημέρας, μαγειρικά σκεύη, υγειονομικό υλικό, εργαλεία.
Μεταγωγικά Μάχης Πυροβολαρχίας
- Με τους 66 ημιόνους των Μεταγωγικών Μάχης της Πυροβολαρχίας των 75 χιλ μεταφέρονταν:
- 48 φόρτοι πυρομαχικών (96 κιβώτια των 5 βλημάτων), δηλαδή 480 βλήματα και επομένως 120 βλήματα κατά πυροβόλο.
- 1 φόρτος σιδηρουργείου, 1 φόρτος εργαλείων όρχου, 1 φόρτος υγειονομικών εφοδίων, 4 φόρτοι μαγειρικών σκευών, 1 υδροφόρο, 1 φόρτος φυσιγγίων, 9 ημίονοι εφεδρικοί.
- Τα Μεταγωγικά Σώματος της Πυροβολαρχίας μετέφεραν τρόφιμα και νομή 2 ημερών.
- Τα Μεταγωγικά Μάχης και Σώματος των Πυροβολαρχιών, μπορούσαν να ενεργούν και συγκεντρωτικά υπό τη Μοίρα. Στην δύναμη προσωπικού και κτηνών των Μεταγωγικών Μάχης και Σώματος των Μοιρών έχει συμπεριληφθεί και η αντίστοιχη δύναμη των Πυροβολαρχιών.
- Η Πυροβολαρχία Βολής Ορειβατικού Πυροβολικού 65 χιλ. διέθετε 2 ουλαμούς των 2 πυροβόλων Schneider Ducrest των 65 χιλ. Το κάθε πυροβόλο λυνόταν σε 4 τμήματα (4 φόρτοι) που μεταφέρονταν από 4 ημιόνους. Με τους ημίονους της Πυροβολαρχίας Βολής και των Μεταγωγικών Μάχης, μεταφέρονταν:
- Τα πυροβόλα σε 16 φόρτους
- 728 βλήματα (σε 104 κιβώτια των 7 οβίδων), δηλαδή 182 βλήματα κατά πυροβόλο, εκ των οποίων το 1/5 ήταν βολιδοφόρα και τα 4/5 εκρηκτικά.
- Με τους 51 ημιόνους της Πυροβολαρχίας Βολής μεταφέρονταν:
- 16 φόρτοι πυροβόλων.
- 24 φόρτοι πυρομαχικών (48 κιβώτια των 7 βλημάτων), δηλαδή 336 βλήματα και επομένως 84 βλήματα κατά πυροβόλο.
- 8 φόρτοι γυλιών, 1 φόρτος εργαλείων, 1 φόρτος τεχνίτη μηχανικού και 1 ημίονος εφεδρικός
- Με τους 47 ημιόνους των Μεταγωγικών Μάχης της Πυροβολαρχίας μεταφέρονταν:
- 28 φόρτοι πυρομαχικών (56 κιβώτια των 7 βλημάτων), δηλαδή 392 βλήματα και επομένως 98 βλήματα κατά πυροβόλο.
- 1 φόρτος σιδηρουργείου, 1 φόρτος εργαλείων όρχου, 1 φόρτος υγειονομικών εφοδίων, 4 ημίονοι μαγειρικών σκευών, 1 υδροφόρος, 1 φόρτος φυσιγγίων και 9 ημίονοι εφεδρικοί.
- Η Μοίρα Συζυγαρχιών ήταν μονάδα της Μεραρχίας και έφερε τον αριθμό της Μεραρχίας στην οποία ανήκε. Ελεγχόταν από τον Αρχηγό Πυροβολικού εκάστης Μεραρχίας και μετέφερε εφεδρικά πυρομαχικά για τον ανεφοδιασμό με πυρομαχικά των Ταγμάτων και των Μοιρών Ορειβατικού Πυροβολικού. Διέθετε δύο Συζυγαρχίες, μία πεζικού και μία ορειβατικού πυροβολικού.
- Κάθε Συζυγαρχία ορειβατικού πυροβολικού διέθετε την κυρίως Συζυγαρχία, αποτελούμενη από 2 Ουλαμούς, η οποία μετέφερε 120 βλήματα κατά πυροβόλο και τα μεταγωγικά σώματος συζυγαρχίας που μετέφεραν αρχεία, αποσκευές, τροφές, μαγειρικά σκεύη και νομή.
- Η Συζυγαρχία Ορειβατικού ΠΒ 75 χιλ. μετέφερε με 96 φόρτους ημιόνων, (192 κιβώτια βλημάτων 75 χιλ. των 5 βλημάτων ανά κιβώτιο), ήτοι 960 βλήματα 75 χιλ., που αναλογούσαν σε 120 βλήματα/πυροβόλο για τα 8 πυροβόλα 1 Μοίρας Ορειβατικού ΠΒ των 75 χιλ. (Σ.σ. Σε αυτό το σημείο ο σχετικός πίνακας της ΔΙΣ δεν είναι και ιδιαίτερα κατατοπιστικός όσον αφορά τον αριθμό των διατιθέμενων ημιόνων από κάθε Συζυγαρχία. Από πάρα πολλές πηγές επιβεβαιώνεται ότι οι Συζυγαρχίες Ορειβατικού ΠΒ διέθεταν 2 Ουλαμούς και μετέφεραν 120 βλήματα κατά πυροβόλο. Είναι προφανές ότι οι 143 ημίονοι που φαίνεται να διαθέτει η Συζυγαρχία, επαρκούν μόνο για την συγκρότηση ενός εκ των δύο Ουλαμών (96 ημίονοι) και των Μεταγωγικών Σώματος της Συζυγαρχίας (47 ημίονοι). Επομένως η Συζυγαρχία θα πρέπει να διέθετε ακόμη 96 ημίονους για την συγκρότηση και του δεύτερου Ουλαμού, που δεν αναφέρονται όμως από την ΔΙΣ).
- Η Συζυγαρχία Ορειβατικού ΠΒ 65 χιλ. μετέφερε με 68 φόρτους ημιόνων, 136 κιβώτια βλημάτων των 7 βλημάτων ανά κιβώτιο, ήτοι 952 βλήματα 65 χιλ., που αναλογούσαν σε 118 βλήματα/πυροβόλο για τα 8 πυροβόλα 1 Μοίρας Ορειβατικού ΠΒ των 65 χιλ. (Σ.σ. Ισχύει αντίστοιχη σημείωση όπως και για την Συζυγαρχία Ορειβατικού ΠΒ 75 χιλ. Η Συζυγαρχία θα πρέπει να διέθετε 68 ακόμη ημιόνους για την συγκρότηση και του δευτέρου Ουλαμού).
- Η Συζυγαρχία Πεζικού περιελάμβανε τρεις Ουλαμούς και μετέφερε φυσίγγια όπλων πεζικού (πιστολιών, τυφεκίων, οπλοπολυβόλων και πολυβόλων). Υπήρχε και τέταρτος Ουλαμός που αποτελούσε τα Μεταγωγικά Σώματος της Συζυγαρχίας, που μετέφερε αρχεία, αποσκευές, εργαλεία, τροφές, μαγειρικά σκεύη και νομή. ΔΙΣ, «ΑΝΕΦΟΔΙΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ», ανατύπωση 1993, σελίδα 198 Τα πυρομαχικά που μεταφέρονταν αντιστοιχούσαν στα παρακάτω όπλα του πεζικού που κατά τεκμήριο ήταν αυτά που συμμετείχαν διά πυρών στην μάχη:
- 3.240 τυφέκια Μάνλιχερ ήτοι (30 τυφέκια/Διμοιρία Χ 4 Διμοιρίες Χ 3 Λόχους Χ 9 Τάγματα)
- 1.080 τυφέκια Λέμπελ ήτοι (10 τυφέκια/Διμοιρία Χ 4 Διμοιρίες Χ 3 Λόχους Χ 9 Τάγματα)
- 216 οπλοπολυβόλα G.S.R. 1915
- 72 πολυβόλα Σβάρτζλόζε
Είναι προφανές ότι ο αριθμός των τυφεκίων αντιστοιχούσε στην προ των τροποποιήσεων του Απριλίου δύναμη. Δεν είναι γνωστό αν αυτό οφείλεται σε παράβλεψη της ΔΙΣ, ή αν οι Συζυγαρχίες συνέχισαν (τότε) να μεταφέρουν τις ίδιες ποσότητες πυρομαχικών με αυτές προ των τροποποιήσεων του Απριλίου. Με τις επελθούσες τροποποιήσεις ο αριθμός των τυφεκίων, πρέπει να ήταν ο ακόλουθος:
- 4.212 τυφέκια Μάνλιχερ (39 τυφέκια/Διμοιρία Χ 4 Διμοιρίες Χ 3 Λόχους Χ 9 Τάγματα)
- 648 τυφέκια Λέμπελ ήτοι (6 τυφέκια/Διμοιρία Χ 4 Διμοιρίες Χ 3 Λόχους Χ 9 Τάγματα)
- Σύνολο: 4.860 τυφέκια
- Η Συζυγαρχία πεζικού τύπου Α μετέφερε τις παρακάτω ποσότητες εφεδρικών πυρομαχικών πεζικού για τις μεραρχίες που διέθεταν τυφέκια Μάνλιχερ και πολυβόλα Σβάρτζλόζε:
- 33 φόρτους φυσιγγίων τυφεκίων Μάνλιχερ (30 φυσίγγια ανά τυφέκιο)
- 66 φόρτους φυσιγγίων πολυβόλων (2.750 φυσίγγια ανά πολυβόλο)
- 6 φόρτους φυσιγγίων τυφεκίων Λέμπελ σε γεμιστήρες των 3 φυσιγγίων (10 φυσίγγια ανά τυφέκιο)
- 9 φόρτους φυσιγγίων Λέμπελ σε γεμιστήρες για τα οπλοπολυβόλα (66 φυσίγγια ανά οπλοπολυβόλο)
- 60 φόρτους φυσιγγίων Λέμπελ εκτός γεμιστήρων για τα οπλοπολυβόλα (640 φυσίγγια ανά οπλοπολυβόλο)
- 1 φόρτο φυσιγγίων περιστρόφου
- 6 ημίονοι εφεδρικοί.
- Σύνολο απαιτουμένων ημιόνων: 181. Οι υπόλοιποι ημίονοι μέχρι τους 239 ανήκαν στα μεταγωγικά σώματος της συζυγαρχίας.
- Η Συζυγαρχία πεζικού τύπου Β μετέφερε τις παρακάτω ποσότητες εφεδρικών πυρομαχικών πεζικού για τις μεραρχίες που διέθεταν τυφέκια Μάνλιχερ και πολυβόλα Σαιντ-Ετιέν:
- 33 φόρτους φυσιγγίων τυφεκίων Μάνλιχερ (30 φυσίγγια ανά τυφέκιο)
- 27 φόρτους φυσιγγίων πολυβόλων σε ταινίες (675 φυσίγγια Λέμπελ ανά πολυβόλο Σαιντ-Ετιέν)
- 74 φόρτους φυσιγγίων Λέμπελ σε κιβώτια για τα πολυβόλα Σαιντ-Ετιέν (2.550 φυσίγγια ανά πολυβόλο)
- 6 φόρτους φυσιγγίων τυφεκίων Λέμπελ σε γεμιστήρες των 3 φυσιγγίων
- 8 φόρτους φυσιγγίων Λέμπελ σε γεμιστήρες για τα οπλοπολυβόλα (60 φυσίγγια ανά οπλοπολυβόλο)
- 60 φόρτους φυσιγγίων Λέμπελ εκτός γεμιστήρων για τα οπλοπολυβόλα (690 φυσίγγια ανά οπλοπολυβόλο)
- 1 φόρτο φυσιγγίων περιστρόφου
- 6 ημίονοι εφεδρικοί
- Σύνολο απαιτουμένων ημιόνων: 215
- Η Συζυγαρχία πεζικού τύπου Γ, μετέφερε τις παρακάτω ποσότητες εφεδρικών πυρομαχικών πεζικού για τις μεραρχίες που διέθεταν τυφέκια Μάνλιχερ και πολυβόλα Σαιντ-Ετιέν υποδείγματος 1907:
- 60 φόρτους φυσιγγίων τυφεκίων Λέμπελ σε γεμιστήρες των 3 φυσιγγίων (30 φυσίγγια ανά τυφέκιο)
- 27 φόρτους φυσιγγίων πολυβόλων σε ταινίες (675 φυσίγγια Λέμπελ ανά πολυβόλο Σαιντ-Ετιέν )
- 74 φόρτους φυσιγγίων Λέμπελ σε κιβώτια για τα πολυβόλα Σαιντ-Ετιέν (2.550 φυσίγγια ανά πολυβόλο)
- 8 φόρτους φυσιγγίων Λέμπελ σε γεμιστήρες για τα οπλοπολυβόλα (60 φυσίγγια ανά οπλοπολυβόλο)
- 60 φόρτους φυσιγγίων Λέμπελ εκτός γεμιστήρων για τα οπλοπολυβόλα (690 φυσίγγια ανά οπλοπολυβόλο)
- 1 φόρτο φυσιγγίων περιστρόφου
- 6 ημίονοι εφεδρικοί
- Σύνολο απαιτουμένων ημιόνων: 236
- Μάχιμη δύναμη πεζικού Μεραρχίας
Με βάση τα όσα ήδη έχουν αναφερθεί για το Τάγμα ΠΖ, ως μάχιμη δύναμη της Μεραρχίας ΠΖ υπολογιζόταν η συνολική δύναμη των αξιωματικών και οπλιτών των 9 οργανικών Ταγμάτων της και όσων Ταγμάτων είχαν τεθεί υπό τη διοίκησή της προσωρινά για επιχειρησιακούς λόγους.
Με βάση τα όσα ήδη έχουν παρουσιαστεί για το Τάγμα ΠΖ, ως μάχιμη δύναμη θα μπορούσε να θεωρηθεί η δύναμη των Ταγμάτων της Μεραρχίας που εμπλεκόταν με τον εχθρό διά πυρών. Με βάση αυτή την συλλογιστική, η μάχιμη δύναμη των 9 Ταγμάτων της Μεραρχίας θα ήταν η ακόλουθη:
- 12 x 9= 108 Αραβίδες Μάνλιχερ (108 Διμοιρίτες)
- 468 x 9 = 4212 τυφέκια Μάνλιχερ ή Λέμπελ (4212 τυφεκιοφόροι Μάνλιχερ, ή Λεμπέλ, ή Μάουζερ)
- 72 x 9 = 648 τυφέκια Λέμπελ (648 τυφεκιοφόροι Λεμπέλ)
- 24 x 9 = 216 οπλοπολυβόλα (216 οπλοπολυβολητές)
- 8 x 9 = 72 πολυβόλα (504 πολυβολητές)
- Σύνολο Μεραρχίας ΠΖ: 632 x 9 = 5.688 αξιωματικοί και οπλίτες μαχητές
Δύναμη Τυφεκίων
Στις επιχειρήσεις του Αυγούστου του 1921 η μάχιμη δύναμη της Στρατιάς υπολογίζεται και πάλι ως η συνολική δύναμη των αξιωματικών και οπλιτών των Ταγμάτων ΠΖ που διατέθηκαν για την προς την Άγκυρα εκστρατεία -1860 αξιωματικοί και 75.200 οπλίτες- αλλά αμέσως στην συνέχεια σημειώνεται ότι αυτή η δύναμη διέθετε 50.000 τυφέκια. Αποτελεί μια ενδιαφέρουσα διαφορά από τους προηγούμενους υπολογισμούς, όταν η συνολική δύναμη των Ταγμάτων ΠΖ μετριόταν και ως δύναμη τυφεκίων. Τα 50.000 τυφέκια, αποτελούσαν το άθροισμα των τυφεκίων των Λόχων ΠΖ, υπολογιζόμενων 200 τυφεκίων κατά Λόχο.
Το Σώμα Στρατού
Διέθετε ως οργανικές τρεις Μεραρχίες. Κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας η δύναμη των Μεραρχιών των Σ.Σ. ήταν κυμαινόμενη και κατά βάση οι Μεραρχίες που εντάσσονταν σε ένα Σ.Σ. δεν ήταν πάντα οι οργανικές του και πάντα οι ίδιες. Οι Μονάδες που διέθετε ένα Σώμα Στρατού για την υποστήριξη των επιχειρήσεων και την λειτουργία του έφεραν την γενική ονομασία «Μη Μεραρχιακές Μονάδες» (Μ.Μ.Μ.). Σε αυτές εντάσσονταν κατά την εκτέλεση μιας επιχείρησης και αριθμός άλλων Μονάδων, όπως Μοίρες Πυροβολικού της Στρατιάς με τις αντίστοιχες Συζυγαρχίες που τις υποστήριζαν, Μονάδες Μηχανικού, Νοσοκομεία Εκστρατείας, Πεδινές και Ορεινές Εφοδιοπομπές καμηλών αραμπάδων και διτρόχων, Μοίρες αυτοκινήτων κ.ά..
Αριστερά πεδινή εφοδιοπομπή διτρόχων και αριστερά εφοδιοπομπή καμηλών
ΣΥΝΘΕΣΗ – ΔΥΝΑΜΗ ΜΗ ΜΕΡΑΡΧΙΑΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ ΣΩΜΑΤΟΣ ΣΤΡΑΤΟΥ
ΥΠΟΜΝΗΜΑ
- Το κάθε Σώμα Στρατού διέθετε ένα Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού των 3 Μοιρών, των 3 Πυροβολαρχιών εκάστη Μοίρα.
Αριστερά Πυροβολαρχία Πεδινού Πυροβολικού Σνάιντερ Κανέ των 75 χλστ. και δεξιά πεδινό πυροβόλο 75 χλστ. μετά του βλητοφόρου του εκτελεί βολή
- Η Πυροβολαρχία Βολής διέθετε:
- 4 πυροβόλα Schneider-Canet (Σνάϊδερ – Κανέ) των 75 χιλ.
- 6 βλητοφόρα
- Η Πυροβολαρχία Βολής μετέφερε 660 βλήματα (165 για κάθε πυροβόλο), εκ των οποίων τα 4/5 εκρηκτικά και το 1/5 βολιδοφόρα:
- 120 βλήματα μεταφέρονταν στα προλκαία των πυροβόλων (4 προλκαία πυροβόλων Χ 30 βλήματα)
- 360 βλήματα μεταφέρονταν στα 6 βλητοφόρα (6 βλητοφόρα Χ 60 βλήματα)
- 180 βλήματα μεταφέρονταν στα προλκαία των βλητοφόρων (6 προλκαία βλητοφόρων Χ 30 βλήματα)
- Τα Μεταγωγικά Μάχης κάθε Πυροβολαρχίας διέθεταν:
- 6 βλητοφόρα
- 1 σκευοφόρο, 1 σιδηρουργείο, 1 υδροφόρο, 1 δίτροχο
- Με τα Μεταγωγικά Μάχη της Πυροβολαρχίας μεταφέρονταν 540 βλήματα (135 για κάθε πυροβόλο), εκ των οποίων τα 4/5 εκρηκτικά και το 1/5 βολιδοφόρα:
- 360 με τα βλητοφόρα (6 βλητοφόρα Χ 60 βλήματα)
- 180 στα προλκαία των βλητοφόρων (6 προλκαία βλητοφόρων Χ 30 βλήματα)
- Τα Μεταγωγικά Σώματος της Πυροβολαρχίας μετέφεραν τρόφιμα και νομή και αποτελούνταν από:
- 1 κινητό μαγειρείο και
- 19 δίτροχα
- Στις περιπτώσεις που τα Μεταγωγικά Μάχης και Σώματος των Πυροβολαρχιών ενεργούσαν συγκεντρωμένα υπό τη Μοίρα, μαζί με τα αντίστοιχα της Διοικήσεως της Μοίρας.
- Η Μοίρα Συζυγαρχιών Πεδινού Πυροβολικού αποτελούνταν από 3 Συζυγαρχίες Πεδινού Πυροβολικού (2 με βλητοφόρα Σνάιντερ και 1 με βλητοφόρα Έρχαρτ) και μετέφερε 150 βλήματα για κάθε πυροβόλο, δηλαδή στο σύνολο 5.400 βλήματα (36 πυροβόλα Χ 150 βλήματα), εκ των οποίων τα 4/5 εκρηκτικά και το 1/5 βολιδοφόρα. Κάθε Συζυγαρχία μετέφερε τα εφεδρικά βλήματα 1 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού, ήτοι 1800 βλήματα (12 πυροβόλα Χ 150 βλήματα).
- Η Συζυγαρχία βλητοφόρων Σνάιντερ διέθετε 20 βλητοφόρα, έκαστο των οποίων μετέφερε 90 βλήματα (60 στο βλητοφόρο και 30 στο προλκαίο του βλητοφόρου).
- Η Συζυγαρχία βλητοφόρων Έρχαρτ διέθετε 22 βλητοφόρα, έκαστο των οποίων (πρέπει να) μετέφερε περίπου 82 βλήματα.
- Υπό το τίτλο οχήματα περιλαμβάνονται τα αυτοκίνητα και τα πάσης φύσεως ιππήλατα τροχοφόρα (πυροβόλα, βλητοφόρα, κοινά δίτροχα, μαγειρεία, σκευοφόροι κ.ά.).

Θα ήταν περιττό να τονίσει κάποιος, την οργανική θέση του γάμου και της απορρέουσας, από αυτόν, οικογένειας, μέσα στο σώμα της κοινωνίας και του πολιτισμού, και ειδικότερα, να τονίσει ότι οι ανωτέρω δύο θεσμοί, αποτελούν το θεμέλιο μιας κοινωνίας και του πολιτισμού της.
Και είναι περιττό, γιατί είναι αυτονόητο. Δεν έχουμε άλλωστε, παρά να φανταστούμε μια κοινωνία και έναν πολιτισμό, να ξεριζώνουν από το σώμα τους, τις αξίες του γάμου και της οικογένειας, για να καταλάβουμε ότι αυτό θα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία.
Παρά ταύτα, οι πιο πάνω θεσμοί, τα τελευταία χρόνια βάλλονται. Το δυστύχημα, όμως, είναι ότι ο γάμος και η οικογένεια, ως θεσμοί, δεν βάλλονται από τους εχθρούς του πολιτισμού, δηλαδή από τις δυνάμεις του σκότους, αλλά, εν ονόματι, δήθεν, του πολιτισμού. Και γίνεται προσπάθεια, εν ονόματι, δήθεν, του πολιτισμού και της «προόδου», να ξεπερασθεί ο θεσμός του γάμου, όχι μόνο ως θρησκευτικός θεσμός, με θεία προέλευση και αποστολή, αλλ’ αλλά ακόμη και ως πολιτιστικός θεσμός.
Συνιστά, δυστυχώς και αναμφιβόλως, τούτο, εκφυλιστικό φαινόμενο, που όμως, τελικώς και ευτυχώς, είναι αδύνατο να οδηγήσει στην κατάλυση αξιών και θεσμών, όπως ο γάμος και η οικογένεια. Γιατί, αν καταλυθούν οι αξίες αυτές, θα καταλυθεί συγχρόνως και η αξία που λέγεται άνθρωπος και η κοινωνία των ανθρώπων θα μεταβληθεί σε ζούγκλα.
Βεβαίως, οι βάλλοντες κατά των θεσμών του γάμου και της οικογένειας, δεν πρόκειται να παραιτηθούν της προσπάθειάς τους, καθ’ όσον θεωρούν ότι οι ως άνω θεσμοί είναι παρωχημένοι και αντιμάχονται την «πρόοδο».
Παραβλέπουν, όμως, ότι η διάκριση μεταξύ προόδου και συντήρησης, δεν μπορεί να έχει ως βάση το χρόνο. Ό,τι δηλαδή είναι παλαιό συνιστά συντήρηση και ό,τι είναι νέο αποτελεί πρόοδο.
Προοδευτικός είναι εκείνος, που αποδέχεται όσα ανυψώνουν τον άνθρωπο ως αξία, είτε αυτά έχουν τις ρίζες τους στο παρελθόν, ακόμη και στα βάθη της αιωνιότητας, είτε άρχισαν να κρατούν στο παρόν. Συνεπώς, ούτε όλα όσα ανάγονται στο παρελθόν, αποτελούν συντήρηση, ούτε όσα εμφανίζονται στο παρόν, αποτελούν πρόοδο.
Είναι, εξάλλου, αυτόδηλο, ότι οι θεσμοί του γάμου και της οικογένειας ανυψώνουν και καταξιώνουν τον άνθρωπο, ως αξία.
Το ερώτημα, βεβαίως, το οποίο τίθεται στη συνέχεια, είναι τι είναι γάμος και τι είναι οικογένεια, που αποτελούν το θεμέλιο μιας κοινωνίας και του πολιτισμού της.
Κατά την ελληνική νομολογία και επιστήμη (το Σύνταγμα και ο Αστικός Κώδικας δεν προσδιορίζουν την έννοια του γάμου αλλά και της οικογένειας) ως γάμος νοείται η νομική ένωση και συμβίωση ζευγαριού, δηλαδή η σύσταση οικογένειας μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας, επί χιλιετίες δε, ο ορισμός αυτός του γάμου, παραμένει, κατά τα βασικά στοιχεία, αναλλοίωτος.
Η σύζευξη άνδρα και γυναίκας, δηλαδή προσώπων διαφορετικού φύλου, αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση (εκ των ων ουκ άνευ) για την τέλεση εγκύρου γάμου. Αυτό το γάμο ευλόγησε ο Ιησούς Χριστός στην Κανά της Γαλιλαίας, σ’ αυτό το γάμο αναφέρεται ο Απόστολος των Εθνών, Παύλος, στην προς Εφεσίους επιστολή του, αυτός ο γάμος κράτησε επί αιώνες σ’ όλες τις πολιτισμένες αλλά ακόμη και μη πολιτισμένες κοινωνίες, προ και μετά τη γέννηση του Ιησού Χριστού, αυτό το γάμο εννοεί ο μέγιστος των φιλοσόφων, Αριστοτέλης, όταν λέγει ότι ο γάμος είναι «σύνοδος ανδρός και γυναικός επί τέκνων γενέσει και βίου κοινωνίαν», αυτόν το γάμο εννοεί ο ιερός Μοδεστίνος, όταν, ορίζοντάς τον, έλεγε ότι «είναι ανδρός και γυναικός συνάφεια και συγκλήρωση του βίου παντός, θείου τε και ανθρωπίνου δικαίου κοινωνία», ανάλογος δε, ήταν και ο ορισμός των Εισηγήσεων του Ιουστινιανού, δηλαδή του διδακτικού εγχειριδίου προς χρήση των φοιτητών της Νομικής Σχολής της Κωνσταντινουπόλεως, γι’ αυτόν το γάμο γίνεται αναφορά σε όλα τα λεξικά και σε όλες τις εγκυκλοπαίδειες, και τέλος αυτόν το γάμο, αφ’ ενός θέτει υπό την προστασία του Κράτους το Σύνταγμά μας και αφ’ ετέρου ρυθμίζει ο Αστικός Κώδικας.
Το ότι η διαφορετικότητα του φύλου αποτελεί βασική προϋπόθεση τελέσεως γάμου, προκύπτει με σαφήνεια, τόσο και από το άρθρο 12 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), όσο και από το άρθρο 23 παρ. 2 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του Ο.Η.Ε., που κυρώθηκε από τη Βουλή το 1997.
Με την πρώτη διάταξη ορίζεται: «Άμα τη συμπληρώσει ηλικίας γάμου, o ανήρ και η γυνή έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται εις γάμov και ιδρύωσιv oικoγέvειαv συμφώνως προς τους διέποντας το δικαίωμα τούτο, εθνικούς νόμους », και με τη δεύτερη (άρθρο 23 παρ. 2 του Διεθνούς Συμφώνου), ορίζεται ότι: «Αναγνωρίζεται το δικαίωμα ανδρών και γυναικών σε ηλικία γάμου να παντρεύονται και να δημιουργούν οικογένεια».
Γάμος μεταξύ προσώπων του αυτού φύλου είναι, κατά την ελληνική έννομη τάξη, τη νομολογία και την επιστήμη, ανυπόστατος.
Έτσι έκρινε, αρχικά το Πρωτοδικείο και στη συνέχεια και το Εφετείο Ρόδου, το 2011, σχετικά με τους γάμους ομοφυλοφίλων, που είχαν τελεσθεί ενώπιον του δημάρχου Τήλου, μετά την άσκηση αγωγής υπό του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Και αισθάνομαι εδώ, την ανάγκη να υπενθυμίσω τις ανοίκειες επιθέσεις που είχα δεχθεί το 2008, για τις παρεμβάσεις μου, προκειμένου να εφαρμοσθούν το Σύνταγμα και οι νόμοι, στο ζήτημα της τελέσεως «γάμων» μεταξύ ομοφύλων προσώπων, υπό του τότε δημάρχου Τήλου, από πολιτικούς, μεταξύ των οποίων, δυστυχώς, και ο αρχηγός της τότε αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, δημοσιογράφους και άλλους, πολλοί από τους οποίους έκαναν λόγο για «σκοταδισμό» και Μεσαίωνα. Και αγνοούσαν, εκουσίως η ακουσίως, όλοι οι υποστηρικτές του τότε δημάρχου Τήλου, ότι τα ατομικά δικαιώματα ασκούνται όπως το Σύνταγμα και οι νόμοι ορίζουν και ότι ούτε το Σύνταγμα ούτε κάποιος νόμος και ιδίως ο Αστικός Κώδικας, επέτρεπε και προέβλεπε τη δυνατότητα τελέσεως γάμου μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου.
Κλείνοντας τα αφορώντα στο γάμο, θα πω ότι η ιστορία έχει να αναφέρει μια μόνο περίπτωση τελέσεως γάμου μεταξύ ομοφύλων προσώπων. Αυτή είναι του παράφρονα αυτοκράτορα της Ρώμης, Νέρωνα, ο οποίος, αφού προηγουμένως είχε οδηγήσει στο θάνατο, διαδοχικά, δύο συζύγους του, τέλεσε δύο τέτοιου είδους γάμους. Στον ένα, είχε την ιδιότητα «της συζύγου», φορώντας νυφικό, με άνδρα κάποιον με το όνομα Πυθαγόρας και στον άλλο «του συζύγου» με «γυναίκα» κάποιον που έφερε το όνομα Σπόρος και τον ονόμασε Σαβίνα, ο οποίος έφερε βαρύτιμο νυφικό πέπλο και όλα τα κοσμήματα των προηγηθεισών αυτοκρατορικών συζύγων. Μάλιστα, ο δεύτερος αυτός γάμος, τελέσθηκε στην Ελλάδα, ερωτηθείς δε, ένας φιλόσοφος, από τον Νέρωνα, εάν του άρεσε αυτό το «συνοικέσιο», απάντησε με ειρωνεία «Έπραξες λαμπρά, ω Καίσαρ, που σύνηψες αυτόν το γάμο. Μακάρι και ο πατέρας σου να είχε τον ίδιο ζήλο και να ελάμβανε ως σύζυγον μια τέτοια νύφη», εννοών ότι, εάν είχε γίνει αυτό, δεν θα είχε γεννηθεί ο Νέρων, και η πολιτεία θα είχε γλυτώσει από τα τόσο μεγάλα δεινά.
Ως οικογένεια, εξ άλλου, νοείται ομάδα ανθρώπων, που συνδέονται μεταξύ τους με δεσμούς γάμου, αίματος ή υιοθεσίας, αποτελούμενη από τον πατέρα, τη μητέρα και τα παιδιά, και ζώσα, συνήθως, υπό την αυτή στέγη.
Η οικογένεια αποτελεί τη ζύμη, από την οποία ζυμώνεται ολόκληρο το κοινωνικό φύραμα των οργανωμένων σε κράτη, λαών.
Μέσα στην οικογένεια γεννώνται, αναπτύσσονται, σφυρηλατούνται και δοκιμάζονται τα υψηλά αισθήματα, της στοργής και της αφοσίωσης, της αυτοθυσίας και της αυταπάρνησης, της αγάπης και της αλληλεγγύης, χωρίς τα οποία δεν προάγεται ο κοινωνικός βίος των ανθρώπων. Χωρίς αυτά τα «οικογενειακά» αισθήματα, ο άνθρωπος θα εξακολουθούσε να είναι ανοργάνωτος σε κοινωνικό βίο, και συνεπώς, δεν θα μπορούσε να γίνεται λόγος για οργανωμένη Πολιτεία. Θα μπορούσε, λοιπόν, να υποστηριχθεί ότι η οικογένεια είναι το λίκνο της ανθρωπότητας. Για θεμέλιο της κοινωνίας, κάνει άλλωστε λόγο, στο άρθρο 23 παρ. 1 και το ρηθέν Διεθνές Σύμφωνο του ΟΗΕ, για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα.
Από τα αναφερθέντα, μέχρι τώρα, προκύπτει ότι ο γάμος και η οικογένεια, αποτελούν τη βάση της κοινωνικής οργάνωσης των ανθρώπων και γι’ αυτό, δεν θα αποβάλλουν ποτέ την κοινωνική τους σπουδαιότητα και αποστολή. Θα εξακολουθούν να παραμένουν ανά τους αιώνες, τα κύτταρα του κοινωνικού πυρήνα, χωρίς να μπορεί να τα αντικαταστήσει κάποιο υποκατάστατό τους.
Όλες οι πιο πάνω διαπιστώσεις έχουν γενική και καθολική ισχύ και καταλαμβάνουν τον κοινωνικό βίο όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπων. Ειδικότερα, όμως, όσον αφορά στην ελληνική κοινωνία, ο γάμος και η οικογένεια έχουν ιδιαίτερη σημασία. Χάρη στην οικογένεια διασώθηκε το υπόδουλο στους Οθωμανούς, Γένος μας. Η οικογένεια ανέθρεψε τις γενιές των σκλαβωμένων Ελλήνων, με τον εθνικό γάλα της πίστεως στην Ορθοδοξία, στις παραδόσεις του Γένους, στην ιστορία του και στη γλώσσα του.
Η οικογένεια είναι η μήτρα της ελληνικής φυλής
Όπως, όμως, ανέφερα και στην αρχή, οι θεσμοί του γάμου και της οικογένειας, όπως άλλωστε και άλλες, αιώνιες αξίες του Γένους μας, δέχονται σφοδρή επίθεση, τα τελευταία, κυρίως, 20 – 25 χρόνια, εν ονόματι, δήθεν της «προόδου».
Αιτία της σφοδρής αυτής επίθεσης κατά των ρηθέντων θεσμών, είναι ο ρόλος τους μέσα στην κοινωνία, στο Κράτος και στο Έθνος μας, ένας ρόλος ο οποίος είναι εμπόδιο στα ισοπεδωτικά σχέδια των οργάνων της παγκοσμιοποίησης και του διεθνισμού.
Σε επιβεβαίωση των ανωτέρω, δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε τα λόγια του Κίσινγκερ, για το πως μπορεί να καταστεί δυνατός ο αφανισμός των Ελλήνων. Ο Κίσινγκερ είχε πει, και αυτό είχε δημοσιευθεί και δεν έχει διαψευσθεί, ότι μπορούμε να αφανίσουμε τους Έλληνες, εάν τους πλήξουμε στη θρησκεία, στην ιστορία, στους θεσμούς, στις παραδόσεις, στη γλώσσα και στην εθνική συνείδηση.
Παρά, όμως, τις σφοδρές επιθέσεις είτε ευθέως είτε με τη μορφή λοιδορίας, οι θεσμοί του γάμου και της οικογένειας άντεξαν και αντέχουν στο χρόνο και εξακολουθούν να παίζουν σωστά το ρόλο τους, ως θεμελίου συντήρησης και προαγωγής του Έθνους.
Τούτο επιβεβαιώνεται και από τη συμπεριφορά των Ελλήνων, κατά την οικονομική κρίση που διέρχεται τα τελευταία χρόνια η πατρίδα μας. Η οικογένεια ενεργοποιήθηκε και πάλι, ως δύναμη οικονομικής στήριξης, όχι μόνο των μελών της, αλλά και όλων των πενομένων Ελλήνων. Οι γονείς, οι παππούδες, οι γιαγιάδες για τους οποίους η οικογένεια υπήρξε βίωμα, στηρίζουν τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, είτε με το καθημερινό «χαρτζιλίκι» είτε, εφ’ όσον υπάρχει δυνατότητα, με ακόμη μεγαλύτερη βοήθεια.
Προσωπικά πιστεύω, θα ήταν καλύτερο, πέραν από την παρεχόμενη κατά τα ως άνω, βοήθεια, να τα ωθούμε και να τα προτρέπουμε σε απασχόληση, όπου βεβαίως, τούτο είναι δυνατόν, για να αποφεύγεται ο εθισμός στην τεμπελιά και τη ραστώνη. Θα πρέπει να τα προτρέπουμε να ακολουθούν και βοηθούν τους γονείς τους στα επαγγέλματά τους και στις διάφορες εργασίες τους, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι γεωργικές εργασίες, προς τις οποίες αρχίζουν ήδη να στρέφονται ακόμη και πτυχιούχοι Πανεπιστημίων. Η εργασία καταξιώνει τον άνθρωπο. Με την περισσότερη εργασία και μόνο θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε την κρίση και θα επιβεβαιωθεί το γραφέν υπό του Σαράντου Καργάκου, ότι «θα είμαι αισιόδοξος για την πρόοδο και πάλι της πατρίδας μου, όταν δω ότι τα χέρια των νέων αρχίζουν και ροζιάζουν».
Απομένει, πλέον, μετά απ’ αυτά που εκθέσαμε για το γάμο και την οικογένεια, να απαντήσουμε εάν οι πιο πάνω θεσμοί προστατεύονται από το Σύνταγμά μας, ενδεχομένως δε, και από Διεθνή Σύμφωνα, και σε καταφατική περίπτωση, σε ποια έκταση προστατεύονται.
Πριν όμως, προχωρήσω στην απάντηση του πιο πάνω ερωτήματος, και προκειμένου να γίνουν ευχερέστερα αντιληπτά, όσα θα λεχθούν στη συνέχεια, θεωρώ χρήσιμο να σας πω τα ακόλουθα.
Είναι γνωστό ότι, σκοπός και αποστολή του Δικαίου αλλά και της εννόμου τάξεως, είναι η διατήρηση της αρμονίας των εν κοινωνία βιούντων ατόμων. Τούτο επιτυγχάνεται με τους κανόνες που θεσπίζει κάθε Πολιτεία.
Στην πατρίδα μας, οι κανόνες αυτοί περιέχονται σε Υπουργικές αποφάσεις, σε Προεδρικά Διατάγματα, σε απλούς τυπικούς Νόμους που ψηφίζει η Βουλή, σε Νόμους που ψηφίζει επίσης η Βουλή και έχουν αυξημένη τυπική δύναμη – ισχύ. Το τελευταίο συμβαίνει όταν με το Νόμο της Βουλής, κυρώνονταν διεθνή Σύμφωνα. Και τέλος, περιέχονται στο Νόμο των νόμων, δηλαδή στο Σύνταγμά μας, το οποίο πρέπει να είναι για όλους, Αρχές και πολίτες, ό,τι είναι το Ευαγγέλιο για τον κάθε Χριστιανό. Αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να το σεβόμαστε και να το τηρούμε με θρησκευτική ευλάβεια.
Προς τις διατάξεις του Συντάγματος πρέπει να συμφωνούν οι διατάξεις όλων των νόμων που ψηφίζει η Βουλή, τα Προεδρικά Διατάγματα και οι Υπουργικές αποφάσεις. Εάν δεν συμφωνούν, είναι ανίσχυρες ως αντισυνταγματικές, στοιχείο το οποίο, βεβαίως, κρίνεται, τελικώς από τα Δικαστήρια, μετά από προσφυγές των πολιτών.
Εξ άλλου, προς τις διατάξεις των νόμων που έχουν αυξημένη τυπική δύναμη, πρέπει να συμφωνούν τόσο οι απλοί τυπικοί νόμοι, όσο και τα Προεδρικά Διατάγματα και οι Υπουργικές αποφάσεις. Εάν δεν συμφωνούν, είναι ανίσχυρα, στοιχείο το οποίο, βεβαίως, κρίνεται τελικώς από τα Δικαστήρια.
Όμως, μια και έγινε αναφορά στο Σύνταγμά μας, θεωρώ αναγκαίο να αναφερθώ παρεμπιπτόντως και δι’ ολίγων, στο ζήτημα που ανέκυψε αυτές τις ημέρες, μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας, ζήτημα το οποίο άπτεται και του θέματος το οποίο αναπτύσσω.
Δεν γνωρίζω αν έχει γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος και οι συνέπειές του, από όλους τους υγιώς σκεπτόμενους Έλληνες.
Δεν είναι μόνο το μάθημα των θρησκευτικών, του οποίου επιδιώκεται η αντικατάσταση με τη θρησκειολογία.
Είναι η αφετηρία αυτής της αποφάσεως. Και η αφετηρία είναι ότι τα σχολεία μας θα πρέπει να είναι ουδετερόθρησκα, σύμφωνα με τις διαθέσεις και σκέψεις πολλών εκ των κυβερνώντων και άλλων.
Εάν γίνει αυτό, θα έχει ως συνέπεια όχι μόνο την κατάργηση των θρησκευτικών, αλλά και την κατάργηση της προσευχής και την αποκαθήλωση των εικόνων.
Η θέση μου, όπως και η θέση πολλών άλλων, είναι ότι με όλα αυτά, εφ’ όσον γίνουν νόμος, παραβιάζεται βαναύσως το Σύνταγμά μας, το οποίο πρέπει να σεβόμαστε όλοι, άρχοντες και πολίτες, και πολύ περισσότερο οι φορείς της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, αφού, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους, ορκίζονται ότι θα τηρούν το Σύνταγμα και τους νόμους του Κράτους.
Τούτο δε, οφείλουν να πράττουν, ανεξάρτητα από τις οποίες ιδεολογικές, κοινωνικές ή πολιτικές του πεποιθήσεις.
Πού, όμως, στηρίζεται η πιο πάνω προσωπική μου θέση;
-
Στο προοίμιο του Συντάγματος, η αύρα του οποίου διαπερνά ολόκληρο το Σύνταγμα. Στο προοίμιο αναγράφεται ότι το Σύνταγμα ψηφίζεται στο όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος.
Το προοίμιο αυτό υπάρχει σε όλα τα Συντάγματα, από το πρώτο Επαναστατικό της Επιδαύρου μέχρι και το σημερινό.
Άλλωστε, ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 έγινε για του Χριστού την πίστη την αγία και για της πατρίδος την ελευθερία. Το πρώτο από τα δύο αυτά, διακηρύσσεται με το προοίμιο του Συντάγματος.
-
Ναι μεν, με το άρθρο 13 του Συντάγματος, ορίζεται ότι κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη στον Ελλαδικό χώρο και ως εκ τούτου, καθιερώνεται μ’ αυτό η ανεξιθρησκεία, στοιχείο που επιβεβαιώνει ότι το Σύνταγμά μας είναι δημοκρατικό, όμως, στο άρθρο 3 του Συντάγματος, αναγράφεται ότι επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, και
-
Στο άρθρο 16 του Συντάγματος, που αφορά στην παιδεία, και ειδικότερα στην παράγραφο 2, αναγράφεται ότι η παιδεία έχει ως σκοπό, μεταξύ των άλλων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων.
Οι διατάξεις που ανέφερα, καθιστούν πρόδηλο ότι εάν οι σκέψεις περί ουδετερόθρησκου σχολείου και περί αντικαταστάσεως των θρησκευτικών με τη θρησκειολογία, υλοποιηθούν και γίνουν νόμος, αυτός θα είναι αντίθετος προς τις πιο πάνω επιταγές του Συντάγματος.
Και τούτο διότι, με τις ρυθμίσεις αυτές:
-
Θα παύσει η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης του Χριστού Εκκλησίας, να είναι η επικρατούσα, αφού θα είναι ισοδύναμη με τις άλλες.
-
Δεν θα είναι δυνατή και δεν θα επιτυγχάνεται η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων, που επιτάσσει το Σύνταγμα, με το άρθρο 16, και άρα θα υπάρχει βάναυση παραβίασή του.
Ολίγο είναι ανάγκη να επισημάνω, ότι το Σύνταγμά μας, με βάση τα ανωτέρω, δεν είναι θεοκρατικό, όπως υποστηρίζουν κάποιοι. Απλώς έχει θρησκευτικό χαρακτήρα, ο οποίος έχει αφετηρία και θεμέλιο, την Επανάσταση του Γένους το 1821.
Εν όψει των ανωτέρω, θα πρέπει να ευχαριστήσουμε τον Μακαριώτατο, που τιμά με την παρουσία του τη σημερινή εκδήλωση της Εστίας Μητέρας, και όλη την Ιεραρχία, για τη σθεναρή αλλά και σώφρονα στάση που τήρησαν στο ως άνω ζήτημα, και υποχρέωσαν την Πολιτεία, τουλάχιστον προς το παρόν, να υποχωρήσει.
Είναι όμως ώρα, να επιστρέψουμε στο ερώτημά μας, περί του εάν το Σύνταγμά μας προστατεύει το γάμο και την οικογένεια.
Για τους θεσμούς του γάμου και της οικογένειας, αλλ’ ακόμη και για τη μητρότητα και την παιδική ηλικία, το Σύνταγμά μας κάνει λόγο στο άρθρο 21 παρ. 1.
Ειδικότερα, στην ως άνω διάταξη αναφέρονται επί λέξει τα ακόλουθα: «Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους». Από τη διατύπωση και το περιεχόμενο της διατάξεως αυτής, προκύπτει, χωρίς αμφιβολία, ότι μ’ αυτή, δεν αναγνωρίζεται απλώς ένα δικαίωμα και δη το δικαίωμα συνάψεως γάμου, για την εγκυρότητα του οποίου, όπως είπαμε, απαιτείται άνδρας και γυναίκα και περαιτέρω, το δικαίωμα ιδρύσεως οικογένειας, αλλά τα δικαιώματα αυτά, τα οποία θεωρεί δεδομένα, τα θέτει υπό την προστασία του Κράτους.
Και γιατί τα θέτει υπό την προστασία του Κράτους;
Γιατί, όπως αιτιολογεί η ίδια η διάταξη «αποτελούν θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους». Τούτο το αναφέρει ρητώς για την οικογένεια, είναι όμως προφανές και αυτονόητο ότι ισχύει και για το γάμο, από τον οποίο γεννάται η οικογένεια.
Για να γίνει αντιληπτή η ένταση και η διαφορά της διατυπώσεως, σε σχέση προς άλλα δικαιώματα, θεωρώ χρήσιμο να μνημονεύσω, ενδεικτικά, άλλες διατάξεις του Συντάγματος, οι οποίες αναφέρονται σε άλλα ατομικά δικαιώματα. Έτσι, με τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 ορίζεται απλώς ότι «καθένας έχει το δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του». Με τη διάταξη του άρθρου 5Α, ορίζεται ότι «Καθένας έχει δικαίωμα στην πληροφόρηση». Με τη διάταξη του άρθρου 10, ορίζεται ότι «Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα να αναφέρονται εγγράφως στις Αρχές».
Με τη διάταξη του άρθρου 11, ορίζεται ότι «Οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα».
Ίδια περίπου, είναι η διατύπωση και των λοιπών διατάξεων, που αναφέρονται στην προστασία και άλλων ατομικών δικαιωμάτων .
Αυτά που ανέφερα, θεωρώ ότι καθιστούν έκδηλη τη διαφορά της βουλήσεως του Συνταγματικού νομοθέτη, ως προς την έκταση και τον τρόπο προστασίας της οικογένειας και του γάμου. Εξ άλλου, η θεσμική αυτή προστασία του άρθρου 21 του Συντάγματος, έχει και θετικό και αρνητικό περιεχόμενο. Το πρώτο σημαίνει ότι ο κοινός νομοθέτης οφείλει να θεσπίζει τις ρυθμίσεις εκείνες, που είναι κατάλληλες και αναγκαίες για τη διαφύλαξη του γάμου και της οικογένειας. Το δεύτερο σημαίνει ότι δεν είναι επιτρεπτή από το Συνταγματικό νομοθέτη η αναγνώριση – θέσπιση με απλό νόμο, οποιασδήποτε άλλης μορφής συμβιώσεως, κυρίως, όμως, και προεχόντως, συμβιώσεως που δεν μπορεί να είναι θεμέλιο συντήρησης και προαγωγής του Έθνους.
Με άλλα λόγια, το γεγονός ότι με το άρθρο 21 του Συντάγματος, έχουν τεθεί υπό την προστασία του Κράτους, η οικογένεια, ως θεμέλιο συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, ο γάμος μεταξύ ετεροφύλων προσώπων, από τον οποίο γεννάται η οικογένεια, η μητρότητα και η παιδική ηλικία, ο Συνταγματικός νομοθέτης δεν επιτρέπει στον κοινό νομοθέτη να θεσπίσει διατάξεις, οι οποίες να ρυθμίζουν μορφές συμβιώσεως, που δεν οδηγούν στη συντήρηση και προαγωγή του Έθνους, αλλά και στην αέναη ύπαρξη της κοινωνίας, τέτοιες δε, συμβιώσεις, των οποίων τη ρύθμιση με απλό νομό απαγορεύει ο Συνταγματικός νομοθέτης, δηλαδή το Σύνταγμα, είναι οι συμβιώσεις μεταξύ ομοφύλων προσώπων.
Εάν ήθελε γίνει δεκτό το αντίθετο, θα ματαιωνόταν η προβλεπομένη από το άρθρο 21 του Συντάγματος, προστασία του Κράτους για την οικογένεια, το γάμο, τη μητρότητα και την παιδική ηλικία, και θα αναιρείτο ο σκοπός της προστασίας αυτής, που είναι, όπως είπαμε, η συντήρηση και προαγωγή του Έθνους.
Άλλωστε, η έννοια της οικογένειας, όπως εξέθεσα πιο πάνω, απαιτεί ως προϋπόθεση, σύμφωνα με την ελληνική έννομη τάξη, την ύπαρξη παιδιού ή παιδιών, πράγμα που είναι apriori, δηλαδή από την αρχή ανέφικτο για τα ομόφυλα ζευγάρια.
Πέραν τούτων, και εν όψει του ότι, όπως είπα, το άρθρο 21 του Συντάγματος έχει το αναφερθέν, σε άλλη θέση, θετικό περιεχόμενο, είναι προφανές ότι, με τη θέσπιση διατάξεως, από τον κοινό νομοθέτη, που προβλέπει και ρυθμίζει τη συμβίωση ομόφυλων ζευγαριών υπό οποιαδήποτε μορφή (γάμος ή απλό σύμφωνο συμβίωσης), όχι μόνον δεν ενισχύονται ο γάμος και η οικογένεια, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα, αλλ’ αντιθέτως, ευτελίζονται.
Είναι εξάλλου προφανές, ότι αυτό επιδιώκουν τα ομόφυλα άτομα και οι υποστηρικτές τους.
Εκτός, όμως, από το άρθρο 21 του Συντάγματός μας, υπάρχει και η διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και κυρώθηκε από την Ελλάδα με το ν. 2462/1997.
Το Διεθνές αυτό Σύμφωνο έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των λοιπών απλών ελληνικών νόμων που ψηφίζει η Βουλή. Με την ως άνω διάταξη του Διεθνούς συμφώνου, ορίζονται τα εξής: «Η οικογένεια είναι φυσικό και θεμελιώδες στοιχείο της κοινωνίας, τα μέλη της δε απολαύουν την προστασία της κοινωνίας και του Κράτους ».
Όπως είναι προφανές, η διάταξη αυτή έχει ευρύτερο περιεχόμενο από τη διάταξη του άρθρου 21 του Συντάγματός μας, η οποία θέτει την οικογένεια υπό την προστασία του Κράτους, ως θεμελίου συντήρησης και προαγωγής του Έθνους.
Με τη διάταξη του Συμφώνου του ΟΗΕ, η οικογένεια δεν απολαμβάνει της προστασίας μόνον του Κράτους, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας, και τούτο γιατί είναι το φυσικό και θεμελιώδες στοιχείο της κοινωνίας.
Η διευρυμένη αυτή προστασία της οικογένειας, από το ως άνω, Διεθνές Σύμφωνο, είναι εύλογη, αφού το κείμενό του έχει ως αποδέκτη όλα τα κράτη του ΟΗΕ, ενώ, εξ άλλου, αιτιολογεί την προστασία αυτή, διότι θεωρεί ότι η, εκ του γάμου, μεταξύ ετεροφύλων προσώπων, δημιουργουμένη οικογένεια, αποτελεί το φυσικό (άρα κάθε τι άλλο είναι μη φυσικό) και θεμελιώδες στοιχείο της κοινωνίας, που σημαίνει με άλλα λόγια, ότι αποτελεί το θεμέλιο και τον πυρήνα των οργανωμένων κοινωνιών, αφού οδηγεί στην αέναη ύπαρξή τους.
Αυτά σημαίνουν ότι διάταξη απλού νόμου, που θα προέβλεπε μορφές συμβίωσης, άλλες, εκτός από τις αναφερόμενες στη διάταξη αυτή του Διεθνούς Συμφώνου (γάμος μεταξύ των ετεροφύλων και η εξ αυτού, γεννώμενη οικογένεια) θα ήταν ανίσχυρη, ως ερχόμενη σε αντίθεση προς την έχουσα αυξημένη τυπική ισχύ, ως άνω, διάταξη του Διεθνούς Συμφώνου του ΟΗΕ.
Όλα τα ανωτέρω σημαίνουν, περαιτέρω, ότι διάταξη νόμου που θα ψήφιζε η Βουλή των ελλήνων, με την οποία θα εθεσμοθετείτο η συμβίωση ομοφύλων προσώπων, είτε κατόπιν τελέσεως «γάμου» είτε κατόπιν συνάψεως «συμφώνου συμβιώσεως» θα ήταν ανίσχυρη, αφ’ ενός ως αντισυνταγματική, αφού θα ερχόταν σε αντίθεση με το άρθρο 21 του Συντάγματος, και αφ’ ετέρου, ως ερχομένη σε αντίθεση με το άρθρο 23 του Συμφώνου που ψηφίσθηκε από τον ΟΗΕ.
Και όλα αυτά, εν τέλει, σημαίνουν ότι ο ψηφισθείς, προσφάτως, από το Βουλή, νόμος 4356/2015, που προβλέπει τη δυνατότητα συνάψεως συμφώνου συμβίωσης και μεταξύ ομοφύλων προσώπων είναι ανίσχυρος, αφ’ ενός ως αντισυνταγματικός, αφού έρχεται σε αντίθεση προς το άρθρο 21 του Συντάγματος και αφ’ ετέρου, διότι έρχεται σε αντίθεση προς το άρθρο 23 του ως άνω Διεθνούς Συμφώνου που ψηφίσθηκε από τον ΟΗΕ.
Και λοιπόν, τα ομόφυλα άτομα απαγορεύεται και δεν μπορούν να συμβιώνουν στην Ελλάδα;
Η απάντηση είναι ότι, και έχουν τη δυνατότητα και μπορούν να συμβιώνουν, αρκεί να μην διαπράττουν αδικήματα και να μην προσβάλουν με απρέπειες και ασχήμιες τη δημόσια αιδώ. Ουδείς τους το απαγορεύει.
Η δυνατότητα, όμως, αυτή, απορρέει όχι από τις διατάξεις που ανέφερα πριν, δηλαδή το άρθρο 21 του Συντάγματος και το άρθρο 23 του Συμφώνου του ΟΗΕ, που αφορούν στο γάμο και την οικογένεια, αλλά από άλλες διατάξεις, και δη το άρθρο 9 του Συντάγματος, το άρθρο 17 του Διεθνούς Συμφώνου του ΟΗΕ και το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, που κατοχυρώνουν την προστασία της εν γένει ιδιωτικής σφαίρας ή άλλως, ιδιωτικότητας του ατόμου, έκφανση του οποίου αποτελεί και ο γενετήσιος προσανατολισμός, ή άλλως, η γενετήσια ζωή. Με άλλα λόγια, η δυνατότητα συμβίωσης ατόμων του ιδίου φύλου είναι απόρροια του ατομικού δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή, που είναι άσχετο με το δικαίωμα συνάψεως γάμου και ιδρύσεως οικογένειας. Άλλωστε, ο άνθρωπος, ως αξία, θα πρέπει να απολαμβάνει σεβασμού, έστω και με τις όποιες ιδιαιτερότητές του, ενώ, κάθε πρόσωπο δικαιούται σεβασμού στην ιδιωτική του ζωή, λόγοι για τους οποίους η συμβίωση ατόμων του ιδίου φύλου είναι δυνατή.
Αυτό όμως, είναι εντελώς διαφορετικό ζήτημα, από το ζήτημα της αξιώσεως των ομοφύλων ζευγαριών να αναχθεί τούτο σε δικαίωμα, από το οποίο γεννώνται μάλιστα, άλλα δικαιώματα, όπως πχ τα οικογενειακά και τα κληρονομικά δικαιώματα, αλλ’ ακόμη και τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, των οποίων η θέσπιση κατατείνει στη διασφάλιση λειτουργίας και προστασίας του γάμου και της οικογένειας, υπό την εκτεθείσα, στην αρχή, μορφή. Τούτο σημαίνει ότι τα ομόφυλα ζευγάρια, δεν δικαιούνται και δεν νομιμοποιούνται να αξιώνουν να θεσμοθετηθεί ή άλλως να τους αναγνωρισθεί με νόμο, δικαίωμα συμβιώσεως, αντίστοιχο με εκείνο των ετεροφύλων ζευγαριών, υπό οποιοδήποτε μορφή, δηλαδή γάμου ή συμφώνου συμβίωσης, αφού αυτό θα προσκρούει στα άρθρα 21 του Συντάγματος και 23 του Διεθνούς Συμφώνου του ΟΗΕ για τα Ατομικά και Πολιτικά δικαιώματα, αλλά και στο άρθρο 10 της ΕΣΔΑ.
Εξ άλλου, από τις ίδιες, ως άνω διατάξεις, δεν γεννάται δικαίωμα και πολύ περισσότερο υποχρέωση του ελληνικού κράτους να θεσμοθετήσει ή άλλως, να ρυθμίσει με νόμο, συμβιώσεις ατόμων του ιδίου φύλου, υπό οποιαδήποτε μορφή.
Από όλα όσα εξέθεσα μέχρι τώρα, προκύπτει ότι οι θεσμοί του θρησκευτικού κυρίως γάμου και της οικογένειας, παρά τη σφοδρή πολεμική που δέχονται, κυρίως τα τελευταία 20-25 χρόνια, από διάφορα κέντρα, εξακολουθούν να επιζούν και να λειτουργούν, όπως μας διδάσκει η καθημερινή πρακτική της ελληνικής πραγματικότητας, έστω και αν οι τελούμενοι γάμοι και οι δημιουργούμενες οικογένειες δεν έχουν την έκταση παλαιοτέρων δεκαετιών, λόγω, κυρίως, κατά την άποψή μου, της απροθυμίας των νέων μας, αγοριών και κοριτσιών, για την οποία και εμείς έχουμε ευθύνη, να υποβληθούν σε θυσίες και αυτοπεριορισμούς, τα οποία απαιτούνται για τη σύναψη γάμου και τη δημιουργία οικογένειας, που ως αντιστάθμισμά τους έχουν, όμως, και πολύ μεγάλες χαρές.
Και θα εξακολουθούν να επιζούν γιατί αποτελούν τη μήτρα του ελληνικού Γένους, αφού χάρις σ’ αυτούς, διατηρήθηκε και επέζησε ανά τους αιώνες και κυρίως στους αιώνες του τουρκικού ζυγού, και χάρις σ’ αυτούς, μαζί με τη χριστιανική πίστη, μπόρεσε να αποτινάξει με την Επανάσταση του 1821 τον τουρκικό ζυγό και να έλθει το γλυκοχάραμα της ελευθερίας, για το μαρτυρικό Ελληνικό Έθνος.
Και θα εξακολουθούν επίσης να επιζούν, σε πείσμα όλων των πολεμίων, γιατί αποτελούν αξίες και θεσμούς ακατάλυτους ανά τους αιώνες, γιατί ο γάμος, κυρίως ο θρησκευτικός και η οικογένεια, είναι βαθιά ριζωμένα στις καρδιές των Ελλήνων, και γιατί αποτελούν και θα αποτελούν το φυτώριο όλων των μεγάλων αξιών του Έθνους και της πατρίδος μας, και συνεπώς, το θεμέλιο συντηρήσεως και προαγωγής του Έθνους μας.
Πηγή: Ομιλία Γεωργίου Σανιδά, Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου ε.τ, στην Εστία Μητέρας, την 16.10.2016 στη Λιβαδειά