
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ο Κύριος βρισκόταν στην Καπερναούμ. Η Καπερναούμ ήταν η πόλη των ιεραποστολικών εξορμήσεων του Χριστού μας. Η πόλη αυτή είδε πολλά θαύματα, πλήν όμως δεν πίστεψε όσο θα έπρεπε, γι αυτό ενώ είχε ανεβεί τόσο ψηλά από τις δωρεές του Κυρίου, κατέβηκε μέχρι τον άδη και έγινε συντρίμμια και ερείπια. Επιβεβαιώθηκε η προφητεία του Κυρίου και σήμερα δεν έχουν απομείνει από την αρχαία Καπερναούμ παρά μόνο κάποιες μεμονωμένες πέτρες.
Αυτό είναι δίδαγμα και για μας. Τα χαρίσματα και τα θαύματα που δίνει ο Χριστός δεν πρέπει να τα ξεχνάμε και να γινόμαστε αχάριστοι. Πάντοτε να τα έχουμε μπροστά στα μάτια μας και με τη ζωή μας να ευγνωμονούμε τον Κύριο της Δόξης, τον Δωρεοδότη Κύριο. “Σ΄ αυτόν που δόθηκε πολύ, πολύ και ζητηθήσεται από αυτόν”. Διαφορετικά υπάρχει φόβος να ξαναγυρίσουμε στο μηδέν.
Εκεί λοιπόν πήγε ο Χριστός. Κι ένας ρωμαίος εκατόνταρχος, λοχαγός θα λέγαμε σήμερα, πήγε στο Χριστό να παρακαλέσει να κάνει καλά τον άρρωστο δούλο του. Παρακάλεσε θερμά τον Χριστό και ξεδίπλωσε μπροστά του τη βασανιστική ασθένεια του δούλου του, σε μια εποχή μάλιστα που οι δούλοι ήταν στο περιθώριο της ζωής και δεν διέφεραν από τα αντικείμενα και τα κατοικίδια του σπιτιού.
Ο εκατόνταρχος αν και ρωμαίος ειδωλολάτρης είχε μέσα του απέραντη καλοσύνη και καλή καρδιά, πονετική, και γνήσιο ενδιαφέρον για τον άλλον, όποιος κι αν ήταν. Τον απασχολούσε το θέμα της αρρώστιας του δούλου του και όταν άκουσε ότι ο Χριστός ήταν εκεί κοντά δεν θεώρησε προσβλητικό και ταπεινωτικό να πάει να παρακαλέσει ένα εβραίο διδάσκαλο, νέο στην ηλικία, να κάνει ένα θαύμα, μάλιστα χωρίς εξάρτηση και αναφορά στους ψευδοθεούς ή με φόβο από τον κίνδυνο αν το μάθαιναν οι ανώτεροί του. Έδειξε πίστη και και ταπείνωση και απευθύνθηκε στον Χριστό. Τονπαρεκάλεσε θερμά.
Ένα πρώτο που καταλαβαίνουμε και εισπράττουμε είναι ότι δεν πρέπει να κατακρίνουμε κανένα ξένο . Υπάρχουν παντού πολλοί και καλοί άνθρωποι με ευαισθησίες. Αυτοί για κάποιους λόγους δεν πίστεψαν ακόμη. Λόγω των συνθηκών που μεγάλωσαν και έζησαν βρίσκονται ακόμη μακριά από την αληθινή πίστη και το άγιο βάπτισμα. Ποτέ όμως δεν ξέρουμε τι θα κάνει ο Καλός Θεός και με αυτούς που έχουν καλή διάθεση.
Ασφαλώς όμως χωρίς την Εκκλησία και το βάπτισμα, χωρίς προσευχή, πίστη και καταφύγιο στο Χριστό, ο άνθρωπος όσο καλός κι άν είναι δεν βλέπει Θεού πρόσωπο και βασιλεία Ουρανών. Ο Χριστός είναι η Οδός η Αλήθεια και η Ζωή και η Θύρα των προβάτων. Τα όποια θαύματα γίνονται σε καλούς ανθρώπους, αβάπτιστους όμως, είναι τα δώρα του Θεού για να τους φέρουν στην αληθινή πίστη και αυτά τα θαύματα δεν τα κάνει ούτε ο Μωάμεθ ούτε ο Βούδας, αλλά μόνο ο Χριστός γιατί αυτός είναι ο αληθινός Θεός και τέλειος άνθρωπος.
Ακόμη πως αλήθεια προσεγγίζουμε τον Χριστό για κάποιο πρόβλημα που έχουμε εμείς ή κάποιοι άλλοι δικοί μας άνθρωποι; Αυτό μας το δείχνει πάλι ο Εκατόνταρχος. Ταπεινά, προσευχητικά, ικετευτικά, με πίστη, απόλυτα, χωρίς αμφιβολίες και κρατούμενα και χωρίς να μας νοιάζει τι θα πεί ο κόσμος, οι ανώτεροι ή οι κατώτεροι. Ακούμε την καρδιά μας και τρέχουμε στον Κύριο της δόξης, χωρίς να ελπίζουμε από πουθενά αλλού κάτι άλλο.
Ο Κύριος προθυμοποιήθηκε να πάει στο σπίτι του Εκατοντάρχου για να κάνει καλά το δούλο του. Και να φανταστεί κάποιος ότι όλα αυτά γίνονται για ένα δούλο, ο οποίος ήταν χρήσιμος άνθρωπος. Δεν ήταν τεμπέλης και αχαϊρευτος. Δηλαδή όλα προσμετρώνται στην επέμβαση του Κυρίου. Και στα θεϊκά και στα ανθρώπινα πράγματα. Δείχνεις ενδιαφέρον για τη δουλειά σου και είσαι εύχρηστος και όχι άχρηστος. Τότε και οι άλλοι σε υπολογίζουν, σε φροντίζουν και σε προάγουν.
Τότε όμως φάνηκε το μεγαλείο της Πίστεως του Εκατοντάρχου. Είπε πράγματα στο Χριστό πρωτάκουστα για τον Ισραήλ. Μετάφερε την πρακτική του στρατού στο λόγο του και ανάφερε πως υπακούουν ιεραρχικά οι στρατιώτες αλλά και ο ίδιος, όλοι δηλαδή, ο κατώτερος στον ανώτερο.
Ο εκατόνταρχος αναγνωρίζει την εξουσία που έχει ο Κύριος πάνω στο σύμπαν, στους υγιείς και τους αρρώστους, στους δούλους και τους ελευθέρους. Τον σέβεται και τον αναγνωρίζει σαν Κύριο, δηλ. Κυρίαρχο, Θεό. Μόνο ένας Θεός μπορεί να κάνει τέτοια θαύματα και μάλιστα από μακριά, με μόνη τη θέλησή του και την ενέργειά του. Ποίος μπορεί από απόσταση να θεραπεύσει έναν άρρωστο; Ο εκατόνταρχος πίστευε στην παντοδυναμία του Κυρίου και σε αυτή την πίστη βασίστηκε και πήγε στο Χριστό και από αυτή τη πίστη φωτίστηκε να πεί τόσο ωραία πράγματα. Η πίστη του του άνοιξε το μυαλόνα σκεφτεί πλατιά και σωστά για τον Χριστό και μάλιστα σε ένα περιβάλλον, όπου έδιναν και έπαιρναν οι κατηγορίες σε βάρος του Χριστού από μέρους των ομοεθνών του.
Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό που έκανε ο εκατόνταρχος, γι αυτό και απέσπασε τον θαυμασμό, τον δίκαιο έπαινο του Χριστού και των ανθρώπων και πήρε και το θαύμα της θεραπείας του δούλου του αυθωρεί και παραχρήμα εν τη ώρα εκείνη από μακριά βεβαίως.
Αλήθεια αν σκεφθούμε πως μεγάλωσε στη Ρώμη αυτός ο άνθρωπος, θα κατανοήσουμε το μεγαλείο της ψυχής του και την αξία της πίστεώς του.Μέσα στα είδωλα, με θυσίες στα αγάλματα, χωρίς καμμιά ανταπόκριση στις προσευχές τους, με συνήθειες συχνά υποτιμητικές και της νοημοσύνης των ανθρώπων, μέσα σε ένα σπίτι που τιμούσε προφανώς σα ημίθεο τον αυτοκράτορα, αυτό ήταν το περιβάλλον του. Κι από την άλλη μεριά μέσα στο στράτευμα είχε τις βωμολοχίες και βλασφημίες και την ένταση προς τον σκληρό και απείθαρχο λαό των Εβραίων.
Κι όμως διαμόρφωσε τέτοια καλή ψυχή και κράτησε σωστή τη συνείδησή του ανεπηρέαστη από το κακό περιβάλλον, με αποτέλεσμα να βρεί το δρόμο για τον Χριστό. Να τι σημαίνει καλή ψυχή, αγαθή συνείδηση, καλή προαίρεση, αγαθή διάθεση και όλα αυτά, όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και η ώρα της χάριτος, με κάποια αφορμή του Θεού, ήρθαν και βρήκαν το δρόμο του θαύματος.
Ο Άγιος Παΐσιος υπήρξε μια από τις πιο φωτισμένες αγίες μορφές της Εκκλησίας μας, των τελευταίων δεκαετιών.
Παιδική ηλικία
Ο Γέρων Παΐσιος γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία, στις 25 Ιουλίου του 1924. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των Φαράσων, ενώ η μητέρα του λεγόταν Ευλαμπία. Ο Γέροντας είχε ακόμα 8 αδέλφια. Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, ο Γέροντας βαφτίστηκε από τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη, ο οποίος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει.
Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά και στη συνέχεια πήγε στην Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο. Στην Κέρκυρα η οικογένειά του έμεινε ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε στην Κόνιτσα. Εκεί ο Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του «με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο». Από μικρός συνεχώς είχε μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε».
Εφηβικά χρόνια και ο στρατός
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στο στρατό ο Αρσένιος δούλεψε σαν ξυλουργός. Όταν του παραγγελνόταν να κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, ο ίδιος συμμεριζόμενος την θλίψη της οικογένειας, αλλά και τη φτώχεια της εποχής, δεν ζητούσε χρήματα.
Το 1945 ο Αρσένιος κατατάχτηκε στο στρατό και υπηρέτησε σαν ασυρματιστής κατά τον ελληνικό εμφύλιο. Όσο καιρό δεν ήταν ασυρματιστής, ζητούσε να πολεμεί στην πρώτη γραμμή, προκειμένου κάποιοι οικογενειάρχες, να μην βλαφτούν. Το μεγαλύτερο όμως διάστημα της θητείας του το υπηρέτησε με την ειδικότητα του ασυρματιστή. Απολύθηκε από το στρατό το 1949.
Μοναστικός Βίος
Ο πατέρας Παΐσιος πρώτη φορά εισήλθε στο Άγιο Όρος για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στα κοσμικά για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του. έτσι το 1950 πήγε στο Άγιο Όρος. Η πρώτη μονή στην οποία κατευθύνθηκε και παρέμεινε για ένα βράδυ ήταν Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στις Καρυές. Εν συνεχεία κατέλυσε στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί θα γνωρίσει τον πατέρα Κύριλλο που ήταν ηγούμενος στη μονή και θα τον ακολουθήσει πιστά.
Λίγο αργότερα αποχώρησε από τη μονή και κατευθύνθηκε στη Μονή Εσφιγμένου. Εκεί τελέσθηκε η τελετή της «ρασοευχής» και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν Αβέρκιος. Και εκεί αμέσως ξεχώρισε για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και κατανόηση που έδειχνε για τους «αδελφούς» του, την πιστή υπακοή στο γέροντά του, την ταπεινοφροσύνη του, αφού θεωρούσε εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην πράξη. Προσευχόταν έντονα και διάβαζε διαρκώς, ιδιαίτερα τον Αββά Ισαάκ.
Το 1954 έφυγε από τη μονή Εσφιγμένου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Φιλοθέου, που ήταν Ιδιόρυθμο μοναστήρι όπου μόναζε και ένας θείος του. Η συνάντησή του όμως με τον Γέροντα Συμεών θα είναι καταλυτική για την πορεία και διαμόρφωση του μοναχικού χαρακτήρα του Παϊσίου. Μετά από δύο χρόνια, το 1956, χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» και πήρε το «Μικρό Σχήμα». Τότε ήταν τελικά που ονομάστηκε και «Παΐσιος», χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον β΄, ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του. Ο Γέρων Αυγουστίνος αυτήν την περίοδο απέκτησε στενή σχέση με τον Παΐσιο.
Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση», πήγε στο Στόμιο Κονίτσης. Εκεί πραγματοποίησε έργο το οποίο αφορούσε στους ετερόδοξους αλλά περιελάμβανε και τη βοήθεια των βασανισμένων και φτωχών Ελλήνων, είτε με φιλανθρωπίες, είτε παρηγορώντας τους και στηρίζοντάς τους ψυχολογικά, με αιχμή το λόγο του Ευαγγελίου. Επί 4 έτη έμεινε στην Ιερά Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την προσφορά και τον μετριοπαθή χαρακτήρα του.
Από εκεί πήγε στο Όρος Σινά στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Ο Γέροντας εργαζόταν ως ξυλουργός και ό,τι κέρδιζε το έδινε σε φιλανθρωπίες στους Βεδουίνους, ιδίως τρόφιμα και φάρμακα.
Επιστροφή στο Άγιο Όρος
Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος, από όπου δεν ξαναέφυγε ποτέ. Η σκήτη η οποία τον φιλοξένησε ήταν η Ιβήρων. Στο διάστημα που παρέμεινε εκεί, και συγκεκριμένα το 1966, ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο Όρος φιλοξενήθηκε στην Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπάτου.
Από τότε άρχισε να δέχεται πολλές επισκέψεις. Ήδη το όνομά του έχει αρχίσει να γίνεται αρκετά γνωστό μακριά από το Όρος και κάθε λογής βασανισμένοι άνθρωποι οδηγούνταν σε αυτόν, μαθαίνοντας για ένα χαρισματικό μοναχό που ονομάζεται Παΐσιος. Το επόμενο έτος μεταφέρεται στη Μονή Σταυρονικήτα. Βοηθάει σημαντικά σε χειρονακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Συχνά μάλιστα βοηθάει ως ψάλτης στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου το Γέροντα Τύχωνα. Οι δύο γέροντες ανέπτυξαν δυνατή φιλία η οποία τερματίσθηκε με την κοίμηση του Γέρωντα Τύχωνα το 1968. Ο Παΐσιος έμεινε στο κελί του Γέροντα Τύχωνα για ένδεκα έτη μετά την κοίμησή του, πράγμα που ήταν επιθυμία του φίλου του λίγο πριν πεθάνει.
Στην Παναγούδα
Το 1979 αποχώρησε από την σκήτη του Τιμίου Προδρόμου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Κουτλουμουσίου. Εκεί εισχώρησε στή μοναχική αδελφότητα ως εξαρτηματικός μοναχός. Η Παναγούδα ήταν μια σκήτη εγκαταλελειμμένη και ο Παΐσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης δεχόταν πάρα πολλές επιστολές. Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.
Οι ασθένειες του Γέροντα
Το 1966 ο γέροντας νοσηλεύθηκε στο Νοσοκομείο Παπανικολάου λόγω βρογχεκτασιών. Μετά την επέμβαση για την αφαίρεσή τους και λόγω της χρήσης ισχυρών αντιβιοτικών ο γέροντας έπαθε ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, η οποία του άφησε μόνιμα δυσπεπτικά προβλήματα. Κάποια στιγμή, ενώ εργαζόταν στην πρέσσα που είχε στο κελί του, έπαθε βουβωνοκήλη. Αρνήθηκε να νοσηλευτεί και υπέμεινε καρτερικά την ασθένεια, η οποία του έδινε φοβερούς πόνους για τέσσερα ή πέντε χρόνια. Κάποια μέρα σε μια επίσκεψή του στη Σουρωτή, κάποιοι γνωστοί του γιατροί κυριολεκτικά τον απήγαγαν και τον οδήγησαν στο Θεαγένειο νοσοκομείο, όπου και χειρουργήθηκε. Παρά την αντίθεση των γιατρών, ο γέροντας συνέχισε τη σκληρή ασκητική ζωή και τις χειρωνακτικές εργασίες κάτι που επιδείνωσε και άλλο την κατάσταση της υγείας του.
Το τέλος της ζωής του
Μετά το 1993 άρχισε να παρουσιάζει αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Παΐσιος βγαίνει για τελευταία φορά από το Όρος και πηγαίνει στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί μένει για λίγες μέρες και ενώ ετοιμάζεται να φύγει ασθενεί και μεταφέρεται στο Θεαγένειο, όπου του γίνεται διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 ο γέροντας χειρουργείται.
Παρότι η ασθένεια δεν σταμάτησε (παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ), ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.
Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοινώνουν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) ο γέροντας κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του.
Τελικά την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 (με το νέο ημερολόγιο) και ώρα 11:30 το βράδυ την ησυχία τάραξε μια δυνατή βροντή! Κατόπιν με συνεχείς αστραπές φωτιζόταν όλο το Άγιον Όρος.
Το απόγευμα εγινε γνωστό ότι ο γέροντας είχε περάσει πιά στην αιωνιότητα.
Ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην επέτειο κοιμήσεως του Γέροντος, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.
Πνευματική Παρακαταθήκη του Γέροντα Παΐσιου
Γέρων Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης [Ρωσική Ταινία]
Φωτογραφίες
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Στην αγιοκατάταξη του Γέροντος Παϊσίου προχώρησε πριν από λίγο, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της Romfea.gr, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Επίσης στις 27 Νοεμβρίου 2013 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου είχε προβεί στην Αγιοκατάτταξη του Γέροντος Πορφυρίου.
Νεότερη ενημέρωση 15.10
Ακολουθεί το επίσημο ανακοινωθέν του Οικουμενικού Πατριαρχείου με το οποίο επιβεβαιώνεται το αποκλειστικό ρεπορτάζ του Πρακτορείου Εκκλησιαστικών Ειδήσεων Romfea.gr που πρώτο μετέδωσε το γεγονός της Αγιοκατάταξης.
Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν συνεδρίαν αὐτῆς σήμερον, Tρίτην, 13ην Ἰανουαρίου 2015, πρός ἐξέτασιν τῶν ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένων θεμάτων.
Κατ᾿ αὐτήν, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος: α) ὁμοφώνως ἀποδεχθεῖσα εἰσήγησιν τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς ἀνέγραψεν εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τόν μοναχόν Παΐσιον Ἁγιορείτην καί β) προτάσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, διά ψήφων κανονικῶν ἐξελέξατο παμψηφεί τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Εἰρηναῖον Ἀβραμίδην, διακονοῦντα ἐν Παρισίοις, Βοηθόν Ἐπίσκοπον παρά τῷ Σεβασμιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Γαλλίας κυρίῳ Ἐμμανουήλ, ὑπό τόν τίτλον τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Ρηγίου.
Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 13ῃ Ἰανουαρίου 2015
Πηγή: Ρομφαία
Εἶναι πέρα γιὰ πέρα ἀλήθεια αὐτὸ ποὺ ἔχει λεχθεῖ, ὅτι στὴν ἐποχή μας ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἀκριβοπληρωμένα ἀγαθὰ εἶναι ἡ πληροφορία. Γιὰ τὴν ἀνεύρεση τῶν εἰδήσεων, τὴ συλλογή τους, τὴ διαχείριση καὶ τὴ μετάδοσή τους ξοδεύονται τεράστια ποσά. Κι ὅσοι ὄχι ἁπλῶς ἔχουν πρόσβαση σ’ αὐτήν, ἀλλὰ μποροῦν μὲ τὸν ὁποιονδήποτε τρόπο νὰ τὴ διαχειρίζονται καὶ νὰ τὴ μεταδίδουν, δὲν βρίσκονται μόνο στὴν κορυφὴ τῆς κοινωνικῆς πυραμίδας, ἀλλὰ ἄρχουν καὶ κινοῦν τὰ νήματα τῆς σύγχρονης κοινωνίας. Ἡ διαχείριση τῶν πληροφοριῶν δὲν εἶναι μόνο μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ ἐπίκαιρες βιομηχανίες, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο εἶναι μιά – ἴσως ἡ πρώτη – ἀπὸ τὶς πιὸ ἰσχυρὲς ἐξουσίες. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ὁποιεσδήποτε «ἐξουσίες» φροντίζουν ὄχι μόνο νὰ ἔχουν ἐρείσματα στὸ χῶρο τῆς εἰδησιογραφίας, ἀλλὰ καὶ νὰ ἐλέγχουν σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴ μετάδοσή της.
Ὑπερπληθώρα πληροφοριῶν σήμερα. Γιὰ τὰ πάντα: τὴν πολιτική, τὴν οἰκονομία, τὸν πολιτισμό, τὸν ἀθλητισμό. Πανεύκολη πλέον ἡ πρόσβαση σ’ αὐτήν: Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης (Μ.Μ.Ε.) – Τηλεόραση, Ραδιόφωνο, Τύπος, Διαδίκτυο – καὶ πίσω ἀπ’ αὐτὰ τεράστια εἰδησιογραφικὰ πρακτορεῖα ποὺ συλλέγουν, συντάσσουν, φιλτράρουν, κάποτε ἴσως καὶ κατασκευάζουν τὴν εἴδηση ποὺ προωθοῦν. Αἰσθανόμαστε, ἀλήθεια, προνομιοῦχοι σὲ σχέση μὲ τοὺς ἀνθρώπους ἄλλων ἐποχῶν. Παλιὰ τὰ «νέα» διαδίδονταν ἀπὸ στόμα σὲ στόμα. Συχνὰ παραλλαγμένα – ὄχι πάντα ἀπὸ ἰδιοτελὴ πρόθεση – διογκωμένα, ἀλλοιωμένα, καὶ σίγουρα, σὲ σχέση πάντα μὲ τὸ σήμερα, καθυστερημένα. Σήμερα βρισκόμαστε στὴν καρδιὰ τῶν γεγονότων μὲ ἕνα ἁπλὸ «κλίκ». Μποροῦμε νὰ παρακολουθοῦμε καὶ μὲ κοντινὰ πλάνα τὶς ἐχθροπραξίες καὶ τὶς πολεμικὲς συγκρούσεις, ὅπου κι ἂν γίνονται αὐτὲς στὸν πλανήτη μας. Νὰ βρισκόμαστε στὸ τραπέζι τῶν συναντήσεων τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς καὶ στὶς αἴθουσες συνεδριάσεων καὶ διαβουλεύσεων τῶν προσώπων ποὺ ἀποφασίζουν γιὰ τὴν τύχη καὶ τὸ μέλλον τοῦ πλανήτη. Νὰ βλέπουμε ἀπὸ πολὺ κοντὰ τὴν ὁποιαδήποτε φάση τοῦ ὁποιουδήποτε ἀθλήματος, ἀπὸ διάφορες ὀπτικὲς γωνίες, σὲ πολλὲς ἐπαναλήψεις καὶ σὲ ἀργὴ κίνηση. Εἴμαστε σὲ πλεονεκτικότερη θέση ἀπὸ τὸν διαιτητὴ καὶ τοὺς κριτές. Ἐκεῖνοι ζοῦν μὲ τὴν ἔνταση τῆς συλλήψεως τῶν συμβάντων ποὺ ἐκτυλίσσονται σὲ κλάσματα δευτερολέπτων κάτω ἀπὸ δύσκολες συνθῆκες παρατηρήσεως τῶν γεγονότων. Ἐμεῖς ὄχι. Ἔχουμε τὸ προνόμιο, καθισμένοι στὸν καναπέ μας, νὰ ἔχουμε πολὺ κοντινὰ πλάνα ἀπὸ διάφορες πλευρές, καὶ μάλιστα μὲ τὴ δυνατότητα νὰ ξαναδοῦμε τὴν ὁποιαδήποτε φάση ὅσες φορὲς θέλουμε καρέ-καρέ, ὅπως λέγεται, ἢ σὲ πολὺ ἀργὴ κίνηση. Εἴμαστε προνομιοῦχοι σὲ σχέση μὲ τοὺς ἀνθρώπους ἄλλων ἐποχῶν! Δὲν ὑπάρχει κρυφὴ πτυχή, κάτι ἄγνωστο πλέον γιὰ μᾶς. Ὅλα ζωντανὰ ἐνώπιόν μας. Ἀνὰ πάσα στιγμή!
Εἴμαστε ὅμως;
Ἴσως ὄχι. Γιατὶ ὅλη αὐτὴ ἡ δυνατότητα πρόσβασης στὴν πληροφορία ἔχει καὶ τὰ ἀρνητικά της.
Ἡ ὑπερπληροφόρηση γεννᾶ ἄγχος. Τί θὰ γίνει; Πῶς θὰ ἐξελιχθοῦν τὰ πράγματα; Θὰ ὑπάρξει λύση στὸ πρόβλημα; Καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀνεπαίσθητα μπαίνει στὸ φαῦλο κύκλο μιᾶς διαδικασίας ποὺ μόνο δυσάρεστες καταστάσεις ἔχει νὰ τοῦ προσφέρει.
Ἄλλωστε εἶναι πολὺ κοινὴ ἡ ὁμολογία ὅλο καὶ περισσοτέρων ἀνθρώπων:
– Δὲν βλέπουμε πλέον εἰδήσεις. Δὲν ἀντέχουμε. Πιάνεται ἡ καρδιά μας μὲ τόσα δυσάρεστα ποὺ συμβαίνουν.
Ἡ διαρκὴς ἐνημέρωση πολὺ συχνὰ δημιουργεῖ ἄγχος. Τὸ ἄγχος αὐξάνει τὴν ἀγωνία στὸν ἄνθρωπο καὶ τοῦ δημιουργεῖ νέα ἀναπάντητα ἐρωτήματα ποὺ ἀπαιτοῦν περισσότερη ἐνημέρωση γιὰ νὰ ἀπαντηθοῦν. Νέες εἰδήσεις, λοιπόν, καὶ πιὸ σύγχρονη καὶ «ἀντικειμενικὴ» πληροφόρηση! Φθάνει ἔτσι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος νὰ χάνεται στὴν ἀδιάκοπη ἀνάγκη γιὰ ὅλο καὶ περισσότερη ἐνημέρωση.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ὑπερπληροφόρηση δημιουργεῖ ψευδαισθήσεις τῆς ἀλήθειας. Μιᾶς ἀλήθειας ποὺ ταυτίζεται μέσα μας μὲ τὸ «νέο», τὸ ἀναγκαῖο καὶ τὴ στείρα γνώση. Γι’ αὐτὸ καὶ πολὺ συχνὰ σὲ πάρα πολλοὺς ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ αὐτὸ ποὺ συμβαίνει, αὐτὸ ποὺ γίνεται. Ἐνῶ ὡς γνώση ἐκλαμβάνεται ἡ ἐνημέρωση ἐπὶ τῶν συμβάντων. Αὐτὸ ἔχει ὡς τραγικὴ συνέπεια τὴ μετατόπιση τῆς ἀλήθειας στὸ ἐδῶ καὶ τώρα. Δηλαδὴ τὴ μετατόπιση καὶ τὴν παραφθορὰ τῆς οὐσίας τῆς ζωῆς, τοῦ προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς του. Ὅλος αὐτὸς ὁ καταιγισμὸς τῆς πληροφορίας, ἐνῶ φαίνεται ὅτι ὑπηρετεῖ τὴν ἀλήθεια, ἀποβαίνει τελικὰ εἰς βάρος της.
Πόσο μεγάλη διαφορὰ στὴν ἀποτίμηση καὶ προσέγγιση τῆς ἀλήθειας! Πόσο ὄντως μακριὰ βρισκόμαστε ἀπὸ τὴν παρότρυνση τοῦ Κυρίου μας: «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω. η΄ 32)!
Καὶ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀβυσσαλέα ἀπόσταση ποὺ ἀλλοτριώνει τόσο πολὺ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο, σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε νὰ ταυτίζει κάποτε τὴν ὕπαρξή του μὲ τὴν ἐνημέρωση. «Ὑπάρχω» σημαίνει ἐνημερώνομαι - γνωρίζω.
Ἕνα ἄλλο ἀρνητικὸ τῆς ὑπερπληροφόρησης τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ὅτι αὐτὴ φωτίζει διεξοδικὰ καὶ ἀναλώνεται νὰ περιγράψει τὸ τί καὶ παραθεωρεῖ σημαντικὰ τὸ γιατί τῶν συμβάντων. Πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι παρέχει διαρκῶς πληροφορίες γιὰ τὸ τί συμβαίνει καὶ στὸ πιὸ ἀπόμακρο σημεῖο τοῦ πλανήτη μας, χωρὶς νὰ ἐμβαθύνει στὸ γιατί τῶν γεγονότων. Κι ἂν καμιὰ φορὰ δείχνει νὰ ἀναζητᾶ τὸ βάθος τῶν πραγμάτων, συνήθως τὸ κάνει πρὸς ἄγραν θεαματικότητας. Ἀποκλείει ἔτσι τὸ βάθος ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Προβάλλει διαρκῶς τὸ ἐφήμερο. Χωρὶς νὰ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐμβαθύνει. Νὰ ἀναζητήσει αἰτίες καὶ ἀφορμές. Χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ διδαχθεῖ ἀπὸ τὰ γεγονότα. Τὰ πάντα θυσιάζονται στὸ βωμὸ τῆς εἰδήσεως, τοῦ νέου, τοῦ ἐντυπωσιακοῦ καὶ τῆς ἀποκλειστικῆς μετάδοσης. Γι᾿ αὐτὸ καὶ καμία ἀξία δὲν ἔχει μὲ βάση αὐτὴ τὴ νοοτροπία μιὰ χθεσινὴ ἢ προχθεσινὴ εἴδηση, ὅσο σημαντικὴ κι ἂν ἐκτιμήθηκε τὴν ἡμέρα τῆς μετάδοσής της.
Μπορεῖ ἡ ἐποχή μας ὄντως νὰ καυχᾶται γιὰ τὸν ὄγκο τῶν πληροφοριῶν ποὺ παρέχει στὸ σύγχρονο ἄνθρωπο. Μπορεῖ νὰ ἐπαίρεται γιὰ τὴν ταχύτατη μετάδοση τῶν γεγονότων. Τὸ ἐρώτημα ὅμως παραμένει ἐξίσου καυτὸ καὶ ἐπίκαιρο: Βοηθάει πράγματι ἡ ἐνημέρωση στὴν ἐξάλειψη τῶν μεγάλων προβλημάτων τοῦ ἀνθρώπου;
Προσφέρει στὴν κοινωνία μας αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ ἔχει ἀνάγκη; Καὶ τελικὰ ποιὰ θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση τοῦ πιστοῦ στὴν καταιγιστικὴ ὑπερπληθώρα τόσων πληροφοριῶν;
Φυσικὰ ὁ πιστὸς ζεῖ στὴν ἐποχή του. Χρησιμοποιεῖ τὰ μέσα τῆς ἐποχῆς του. Δέχεται τὰ ἐρεθίσματα τῆς ἐποχῆς του. Δὲν ἀρνεῖται τὴν ἐποχή του, ἀλλὰ καλεῖται τροπικὰ νὰ τὴν ὑπερβεῖ. Ἐνημερώνεται. Ἀσχολεῖται μὲ τὴν τρέχουσα εἰδησιογραφία, ἀφοῦ αὐτὴ τοῦ παρέχει πληροφορίες πολύτιμες ποὺ ἀφοροῦν στὴ ζωή του. Δὲν ὑποδουλώνεται ὅμως στὴν εἴδηση. Ξέρει ὅτι οἱ εἰδήσεις μπορεῖ ν᾿ ἀλλάξουν. Δὲν καθορίζουν αὐτὲς τὴν πορεία καὶ τὶς ἐπιλογὲς στὴ ζωή του. Δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο γι᾿ αὐτὸν παρὰ τὸ ἀποτύπωμα τῆς στιγμῆς. Ὁ πιστὸς καλεῖται νὰ κρίνει καὶ νὰ ἀνακρίνει τὸν κόσμο καὶ τὰ συμβαίνοντα σ᾿ αὐτὸν μὲ ἄλλα, διαχρονικὰ καὶ αἰώνια κριτήρια. Μὲ τὸν ἀλάνθαστο λόγο τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιο.
Ὁ πιστὸς δὲν ἀφήνεται νὰ κυριευθεῖ ἀπὸ ἄγχος γιὰ τὰ τεκταινόμενα τοῦ κόσμου τούτου. Δὲν ἀπογοητεύεται. Ξέρει, αἰσθάνεται καὶ ζεῖ ὅτι ὁ Θεὸς κυβερνᾶ τὸν κόσμο. Τί κι ἂν συνεδριάζουν οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς; Τί κι ἂν ἀποφασίζουν οἱ μεγιστάνες τοῦ πλούτου; Τί κι ἂν τσακίζουν ὁλόκληρους λαοὺς οἱ ὑπερδυνάμεις τοῦ πλανήτη μας; Στὸ τέλος τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου πάντοτε γίνεται. Αὐτὸ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ ἀτενίζει στωικὰ τὰ συμβαίνοντα καὶ μὲ ἀδιαφορία τὶς εἰδήσεις. Πάσχει μὲ ὅ,τι θλιβερὸ πληροφορεῖται, ἀλλὰ δὲν ἀπελπίζεται. Δὲν ἀπογοητεύεται. Δὲν παραδίδεται ἁπλὸς θεατὴς στὴ ροὴ τῶν γεγονότων.
Γιατὶ γιὰ τὸν πιστὸ οἱ εἰδήσεις εἶναι μιὰ πρόκληση στὴν πίστη του• στὴν ἐν Χριστῷ ἐλπίδα του. Ἀναφέρεται σ᾿ ἕνα ἀρχαῖο κείμενο σχετικὰ μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὴν πολιτεία τῶν χριστιανῶν, στὴν «Πρὸς Διόγνητον» ἐπιστολή: «Χριστιανοί (...) πατρίδας οἰκοῦσιν ἰδίας, ἀλλ᾿ ὡς πάροικοι, μετέχουσι πάντων ὡς πολῖται καὶ πάνθ᾿ ὑπομένουσιν ὡς ξένοι (...) καὶ τοῖς ἰδίοις βίοις νικῶσι τοὺς νόμους»1. Οἱ χριστιανοὶ κατοικοῦν βεβαίως στὶς ἰδιαίτερες πατρίδες τους ἀλλὰ ὡς προσωρινοί• μετέχουν σὲ ὅλα ὡς πολίτες, ὅμως ὅλα τὰ ὑπομένουν ὡς ξένοι καὶ μὲ τὴ διαγωγή τους ὑπερνικοῦν τοὺς νόμους.
Ὁ πιστὸς δὲν δέχεται, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ παθητικὰ τὶς εἰδήσεις. Παρεμβαίνει δυναμικὰ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἁγιότητά του. Ἀνατρέπει τὰ δεδομένα. Ἀντιμάχεται τὴ νομοτέλεια. Νικᾶ αὐτὸ ποὺ οἱ πάντες ἐκλαμβάνουν ὡς αὐτονόητο, καὶ ἀλλάζει κατεύθυνση στὴ «συνεπακόλουθη» ἐξέλιξη τῶν γεγονότων. Κι ἔτσι ἡ εἰδησιογραφία, ὅπως καὶ κάθε ἀφορμὴ τῆς πραγματικότητας ποὺ τὸν περιβάλλει, δὲν εἶναι γι᾿ αὐτὸν τίποτε ἄλλο ἀπὸ στοιχεῖο ποὺ βαθαίνει τὴν πνευματικότητά του καὶ ἰσχυροποιεῖ τὴ σχέση του μὲ τὸν Θεό. Ἡ εἴδηση – ἡ ὅποια εἴδηση – γίνεται ἀφορμὴ γιὰ προσευχή. Γιὰ ἔμπρακτη ἀγάπη ὅπου καὶ ὅπως μπορεῖ. Γιὰ μετάνοια προσωπική. Γιὰ συναίσθηση προσωπικῆς εὐθύνης στὴν ἐξέλιξη καὶ ροὴ τῶν γεγονότων. Γιὰ προσπάθεια μεγαλύτερη προσωπικοῦ ἁγιασμοῦ, ὥστε νὰ ἔλθει ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀλλάξει τὴν πορεία τῶν γεγονότων.
Οἱ εἰδήσεις εἶναι, γι᾿ αὐτὸν ποὺ παρακολουθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ ἀγωνίζεται, καὶ θερμόμετρο πνευματικότητος. Εἶπε ὁ Κύριος: «Ὅπου ἐστὶν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν» (Ματθ. Ϛ΄ 21). Ὅταν ἔχουμε ἀνάγκη κάθε 15 λεπτὰ νὰ ἀκοῦμε εἰδήσεις• ὅταν μᾶς λείπει ἡ συνεχής, ἀδιάκοπη, διαρκὴς ἐνημέρωση, τότε ὁ θησαυρός μας εἶναι σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο. Στὴ γῆ. Δὲν ποθοῦμε καὶ δὲν παλεύουμε πραγματικὰ γιὰ τὸν οὐρανό. Δὲν μᾶς ἔχει γεμίσει τὸ μεγαλύτερο νέο ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ τῶν αἰώνων. Αὐτὸ ποὺ εἶναι τὸ «πάντων καινῶν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον»2• ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος• ὅτι σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε γιὰ νὰ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνει θεός.
Ὅταν αὐτὸ τὸ νέο καλύπτεται ἀπὸ τὶς τρέχουσες καθημερινὲς εἰδήσεις, τότε ἡ πίστη χάθηκε ἀπὸ τὴν καρδιὰ τῶν πιστῶν. Τότε ἡ ἐλπίδα μετατοπίστηκε διὰ τῆς εἰδησιογραφίας στὸ ἐδῶ καὶ στὸ τώρα. Τότε τὸ Εὐαγγέλιο ξεπεράστηκε καὶ πάλιωσε μπροστὰ στὶς πολύχρωμες καὶ πολυσέλιδες ἐφημερίδες τοῦ μάταιου κόσμου μας. Ὅμως τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ἕνα. Διαχρονικὸ καὶ αἰώνιο. Ἡ ἐφημερίδα ἔχει ἐνδιαφέρον μόνο γιὰ μία ἡμέρα.
Ἡ Ἁγία Γραφὴ τὰ λέει ὅλα. Μιλᾶ γιὰ τὴν ἀλαζονεία τοῦ ἀνθρώπου – ἴδια σὲ κάθε ἐποχή – μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου. Μιλᾶ μὲ τὸν πύργο τῆς Βαβὲλ γιὰ τὴν ἀσυνεννοησία καὶ τὴν ἔλλειψη συνεργασίας τῶν ἀνθρώπων. Γιὰ τὴν ἀχαριστία μὲ τὴ θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν. Γιὰ τὴ φιλοχρηματία ποὺ καθορίζει τὴ στάση τῶν ἀνθρώπων ποὺ γιὰ τριάκοντα ἀργύρια πρόδωσαν τὸν Χριστό. Γιὰ τὸ εὐμετάβολο τῶν συσχετισμῶν καὶ συμμαχιῶν μὲ τὴν παρότρυνση τοῦ Ψαλμωδοῦ: «Μὴ πεποίθατε ἐπ᾿ ἄρχοντας, ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων» (Ψαλ. ρμε΄ [145] 3). Γιὰ τὸ ἀνίσχυρο τῶν «ἰσχυρῶν» μὲ τὴν κατάληξη τοῦ Ἡρώδη καὶ τὴ στάση τοῦ Πιλάτου. Γιὰ ὅλα μιλάει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ πιστὸς πορεύεται μὲ πυξίδα τὴν πίστη του, τότε οὔτε τὸν κόσμο ἀρνεῖται οὔτε ἀνενημέρωτος καὶ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου εἶναι, ἀλλὰ οὔτε καὶ γίνεται ἕρμαιο τῆς εἰδησιογραφίας σὲ σημεῖο ὥστε αὐτὴ νὰ καθορίζει τὴν προσωπικότητά του, τὶς ἐπιλογὲς καὶ τὶς συνήθειές του, πολὺ περισσότερο τοὺς πόθους, τὰ ὄνειρα καὶ τὸ μέλλον του.
1. Πρὸς Διόγνητον, ΒΕΠΕΣ 2, V 5 καὶ 10.
2. Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, κεφ. Γ΄ (1) 45, ΕΠΕ 1, 282.
Πηγή: Ο Σωτήρ
Τα συνεχή αιματηρά γεγονότα στην Γάζα, που οδηγήθηκαν εκεί από το αδιέξοδο των συνομιλιών για την επίλυση του Παλαιστινιακού και για το οποίο την μεγαλύτερη ευθύνη φέρει ο ισχυρότερος, που είναι το Ισραήλ, καθώς επίσης και η δραματική δολοφονία των επιβατών της πτήσης MH117 πάνω από την Ουκρανία, έχουν κυριαρχήσει, αφήνοντας κατά μέρος την ανάδειξη του φαινομένου του ισλαμοφασισμού, ως κυρίαρχου ιδεολογήματος σε ένα μικρό αλλά ενδεχόμενα καθοριστικό μέρος του αραβικού και όχι μόνο, κόσμου.
Αποκορύφωμα της ισλαμοφασιστικής αυτής νοοτροπίας υπήρξε η πρόσφατη “ανασύσταση”του θεσμού του Χαλιφάτου από τον αυτοαποκαλούμενο Χαλίφη Ιμπραχίμ, διάδοχο δηλ. του Προφήτη Μωάμεθ, σε περιοχές της Συρίας και του Ιράκ που κατακτήθηκαν τους τελευταίους μήνες από τις δυνάμεις του επίδοξου Χαλίφη. Ως θεσμός διακυβέρνησης, η Χαλιφεία δεν προέκυψε από το Κοράνι. Εκεί δεν υπάρχει σχετική αναφορά. Προέκυψε μετά από τον θάνατο του Μωάμεθ και εκ των πραγμάτων.
Για το συγκεκριμένο θέμα αλλά και για όλα σχεδόν που συμβαίνουν σήμερα στην Αραβική Μέση Ανατολή, η σημειολογία και σημασία των λέξεων είναι καταλυτική.
Ο φερόμενος Χαλίφης, προτού αυτοανακηρυχθεί ως τέτοιος, ήταν γνωστός με το όνομα Abu Bakr Al Baghadi. Γεννήθηκε ως Ibrahim al Badri στο Ιράκ και σπούδασε ιεροδιδάσκαλος στην Βαγδάτη. Το όνομα του προέρχεται από το βιβλικό Αβραάμ. Ο Αβραάμ είναι ο γενάρχης (και) των Αράβων. Κατά την ισλαμική παράδοση ο Αβραάμ θεωρείται και ο πρώτος μουσουλμάνος διότι σε αυτόν αποκάλυψε πρώτα ο Θεός τον Λόγο του. Όμως για λόγους γνωστούς μόνο στον Θεό, ο Αβραάμ δεν μετέφερε πλήρως τη Αλήθεια στους πιστούς. Διαμεσολάβησαν και άλλοι Προφήτες με τελευταίο τον Μωάμεθ μέσω του οποίου μεταφέρθηκε, δια του Κορανίου, ολόκληρος ο “άκτιστος λόγος” του Θεού στους πιστούς. Το Κοράνιο είναι ιερό γιατί είναι θεόπνευστο και δεν μπορούν να το αλλάξουν άνθρωποι. Αυτό σε αντίθεση με την Παλαιά και Καινή Διαθήκη που τις έγραψαν άνθρωποι, και άνθρωποι όχι ορθά καθοδηγούμενοι, τις ερμηνεύουν.
Ως Αβραάμ, ο φερόμενος Χαλίφης διεκδικεί εκ καταβολών πρωτείο νομιμότητας. Ως δούλος του Θεού, αυτοαποκαλείται πλέον Ibrahim Ibn Awwad Ibn Ali Ibn Muhammad al Badrial-Hashemi al Husayin al Qurayshi. Quraysh είναι η Αραβική φυλή καταγωγής του Προφήτη ενώ Hashemi είναι οίκος της φυλής του. Μετά το Iμπραχίμ και Μωάμεθ, εάν προστεθούν στο όνομα, η φυλή και ο οίκος, κατοχυρώνεται πλήρως και αδιαμφισβήτητα η γενεαλογική νομιμότητα του Χαλίφη Ιμπραχίμ.
Κατά την παράδοση, ουδείς Χαλίφης δεν μπορεί να μην είναι Άραβας, να μην κατάγεται από την συγκεκριμένη φυλή και από τον συγκεκριμένο οίκο. Όλοι οι άλλοι, συμπεριλαμβανομένου και του τελευταίου Οθωμανού Χαλίφη, υπήρξαν σφετεριστές. Ο τελευταίος “νόμιμος” Χαλίφης είχε έδρα του το Κάϊρο μέχρι το 1517, όταν η πόλη κατελήφθη από τους Οθωμανούς που σφετερίστηκαν τον τίτλο μεταφέροντας την έδρα στη Πόλη. Κατά τον ιστορικό του Ισλάμ Μπέρναρντ Λούις, ο θεσμός του Χαλιφάτου είχε ήδη καταστραφεί από το 1258, όταν οι Μογγόλοι κατέλαβαν την Βαγδάτη των Αββασιδών και εκτέλεσαν τον Χαλίφη. Στο Κάϊρο απλά εγκαταστάθηκε ένα Χαλιφάτο- ανδρείκελο, που το εκμεταλλεύτηκαν στη συνέχεια οι Οθωμανοί για να προσδώσουν κύρος στην ανερχόμενη δύναμη και εξουσία τους.
Σήμερα, με τον “Χαλίφη” Ιμπραχίμ, αποκαθίσταται υποτίθεται η νομιμότητα και η τάξη και με πρώτο απαιτούμενο την εφαρμογή του ισλαμικού νόμου, της Σαρία, στην επικράτεια του Χαλιφάτου. Και αυτά που εφαρμόζονται σήμερα, όπως τα δολοφονικά αίσχη για τα οποία διαβάζουμε και βλέπουμε καθημερινά στις τηλεοράσεις συμπεριλαμβάνουν, πέραν των συμπεριφορών του Προφήτη, τις πράξεις και τα έργα των κατά σειρά τεσσάρων πατριαρχικών πρώτων Χαλίφηδων.
Οι τέσσερις πρώτοι, οι Abu Bakr, Omar, Othman και Ali είναι γνωστοί και ως οι “Ορθά Καθοδηγούμενοι-αλ Ρασιντούν-Χαλίφηδες” και ως εκ τούτου, οι πράξεις τους θεωρούνται ιερά παραδείγματα προς μίμηση. “Ενάρετοι”( σαλάφ) θεωρούνται και όλοι οι Σύντροφοι του Προφήτη μαζί με τις πρώτες τρεις γενιές των πιστών και ιερο-πολεμιστών που συνέβαλαν στην εξάπλωση και μεγαλουργία του Ισλάμ, όπως επιτάσσει ο Θεός στο Κοράνιο. Και αυτοί είναι προς μίμηση. Και είναι όλους αυτούς που σήμερα επικαλείται και μιμείται ο “Χαλίφης” Ιμπραχίμ με τις αποτρόπαιες σφαγές του, τις οποίες δημοσιοποιεί για να “παραδειγματίσει”. Μέχρι και τους δέκα περίπου σουνίτες χότζες της πόλης της Μοσούλης δολοφόνησε, διότι συνεργάζονταν με την κυβέρνηση της Βαγδάτης, συμπεριλαμβανομένου και του Χότζα του τεμένους από όπου ανακήρυξε το “Χαλιφάτο” του.
Αμέσως μετά τον θάνατο του Προφήτη, πολλές φυλές της Αραβίας “αποστάτησαν” και αποκήρυξαν το Ισλάμ. Ακολούθησε περίοδος εμφυλίων συγκρούσεων, στις οποίες κυριάρχησε η ορθόδοξη ή αλλιώς Σουνιτική εκδοχή του Ισλάμ. Στο μεσοδιάστημα, οι τρεις μετά τον Abu Bakr Χαλίφηδες δολοφονήθηκαν. Ο τελευταίος ήταν ο Άλι, συγγενής και αγαπημένος του Προφήτη, που δολοφονήθηκε επαν-διεκδικώντας την Χαλιφεία από ένα σφετεριστή. Η δολοφονία του Άλι, προστάτη των αδικημένων και καταδιωγμένων του Ισλάμ, δημιούργησε και το μεγάλο σχίσμα ανάμεσα στους οπαδούς του Άλι, τους Σιίτες ( αυτό σημαίνει η λέξη) και τους Σουνίτες. Για τους τελευταίους όλοι οι υπόλοιποι μουσουλμάνοι, Σιίτες, Αλεβίτες, Αλαουΐτες ( όπως είναι ο Άσσαντ της Συρίας) Σούφι, Δρούζοι, κλπ., είναι αποστάτες και πρέπει να θανατώνονται και οι ιεροί τους τόποι να καταστρέφονται.
Η περίοδος των εμφυλίων πολέμων είναι απαραίτητη υπόμνηση για να κατανοηθούν τα σημερινά, όπως οι δολοφονικές συμπεριφορές και πράξεις του φερόμενου Χαλίφη και των ιερο-πολεμιστών του, των τζιχατιστών. Η αποστασία θεωρείται η μεγαλύτερη αμαρτία. Οι αποστάτες θεωρούνται χειρότεροι από τους άπιστους διότι γνώρισαν και απέρριψαν την Αλήθεια. Είναι ο “κοντινότερος εχθρός” και πρέπει άμεσα να καταπολεμούνται. Μόνο ο Θεός μπορεί να τους συγχωρέσει. Όλοι συνεπώς πρέπει να θανατώνονται και οι περιουσίες τους να δημεύονται.
Αναφορικά με τους άπιστους, όσοι δεν αποδέχονται το Ισλάμ πρέπει και αυτοί να θανατώνονται. Από αυτούς, επιλογή έχουν μόνο οι “λαοί της Βίβλου”, χριστιανοί και Εβραίοι, όπως επίσης και οι Ζωροάστρες. Μπορούν να διατηρήσουν την πίστη τους και να γίνουν προστατευόμενοι (ντίμμηδες ή ραγιάδες) αλλά υπό συγκεκριμένους όρους. Πρέπει να αποδεχθούν τους λεγόμενους “όρους του Όμάρ”, του δεύτερου Χαλίφη, που ανέδειξε το Ισλάμ κυρίαρχο μέσω κατακτήσεων. Πρέπει να πληρώνουν κεφαλικό φόρο, να αποδέχονται ότι είναι παρακατιανοί έναντι των πιστών, να μην τους προσβάλουν με θρησκευτικές τελετές, κωδονοκρουσίες και άλλες επιδεικτικές συμπεριφορές. Κοντολογίς, να υπάρχουν αλλά να μην φαίνονται ή να ακούγονται. Εάν παραβούν την συμφωνία “προστασίας” πρέπει να θανατώνονται.
Τα παραπάνω, αποτελούν το “μέτρο” που εφαρμόζει σήμερα στο “Χαλιφάτο” του ο Ιμπραχίμ, και στο ιεροπολεμικό του έργο, την τζιχάντ, με στόχο πάντοτε την παγκόσμια κυριαρχία του Ισλάμ, όπως επιτάσσει ο Θεός. Διότι κανένας άνθρωπος δεν πρέπει, κατά το Κοράνιο, να πεθαίνει παρά μόνο ως μουσουλμάνος.
´Ομως προέχει πρώτα να καταπολεμηθούν οι αποστάτες, που είναι ο “κοντινότερος εχθρός”. Και γι’αυτό γινόμαστε όλοι μάρτυρες των ομαδικών σφαγών μουσουλμάνων αιχμαλώτων. Και γι’αυτό, όταν πρόσφατα και λόγω Γάζας, ο “Χαλίφης” Ιμπραχίμ ερωτήθηκε γιατί δεν πολεμά το Ισραήλ και τους Εβραίους, τους χειρότερους εχθρούς του Ισλάμ, απάντησε ότι πρέπει πρώτα να ηττηθούν οι “αποστάτες”, ο “κοντινότερος εχθρός”. Και δικαιολόγησε την θέση του, παραπέμποντας στον πρώτο Χαλίφη που κατέσφαξε τους αποστάτες, ενώ ήταν ο δεύτερος, ο Ομάρ, που εξάπλωσε το Ισλάμ με πολέμους.
Το τελευταίο δείγμα γραφής του ισλαμοφασισμού που έχει κυριαρχήσει στο “χαλιφάτο” του Ιμπραχίμ, είναι ο συστηματικός αφανισμός των χριστιανών της ιστορικής Μεσοποταμίας. Ως “Χαλίφης” τους επέβαλε τους “όρους του Ομάρ”. Από τη Μοσούλη καταγράφεται ήδη μαζική έξοδος χριστιανών, φέροντας μόνο τα ρούχα που φορούν, προς τις ελεγχόμενες από τους Κούρδους περιοχές του Ιράκ. Μερικές μόνο χιλιάδες απομένουν. Τέτοιος διωγμός χριστιανών στη περιοχή έχει να καταγραφεί από τις γενοκτονικές σφαγές των Νεοτούρκων και του Κεμάλ. Αν δεν ελεγχθεί θα είναι και ο τελευταίος.
Αν υπάρχει κάτι το σχετικά παρήγορο, είναι ότι ο Ιμπραχίμ και το “Χαλιφάτο” του δεν πρόκειται να διαρκέσουν. Θα έχει και αυτός την τύχη των προηγούμενων Χαλίφηδων. Αν δεν δολοφονηθεί από τους Σαλαφιστές ανταγωνιστές του, θα τον προλάβουν Σουνίτες του δυναστικού καθεστωτικού Ισλάμ, πιθανότατα αυτού της Σαουδικής Αραβίας, τους ηγέτες της οποίας, έχει ήδη προγράψει ως αποστάτες. Πιθανότατα να επιδιώκει και τον θάνατο, για να γίνει και αυτός μάρτυρας, και να πάει στον κήπο του Αλλάχ με τις 72 παρθένες, τα βουνά από ρύζι, μέλι και το άφθονο γάλα καμήλας που ρέει σαν ποτάμι.
Το επικίνδυνο, ανεξάρτητα από την τύχη του Ιμπραχίμ, είναι ότι οι ισλαμοφασιστικές νοοτροπίες κερδίζουν συνεχώς έδαφος στους χώρους του Ισλάμ. Ακόμη και το τελευταίο “οχυρό”, το κατά τους Δυτικούς τουρκολάγνους “μετριοπαθές” τουρκικό Ισλάμ, επιδεικνύει καθημερινά τις ισλαμοφασιστικές του τάσεις και νοοτροπίες και χαρακτηρίζεται ως τέτοιο από τους μέχρι πρόσφατα ατλαντιστές υμνητές του.
Όταν πριν χρόνια ο αείμνηστος Christopher Hitchens πρωτοχρησιμοποίησε τον όρο “ισλαμοφασισμός” για να χαρακτηρίσει νοοτροπίες ισλαμιστών που δολοφονούσαν και καταδίκαζαν σε θάνατο μουσουλμάνους και μη, για προσβολή δήθεν του Προφήτη και των Θείων, λοιδωρήθηκε όσο κανείς, από την “φιλελεύθερη” δυτική νομενκλατούρα. Σήμερα, ο εικονοκλάστης αυτός διανοητής δικαιώνεται, πανηγυρικά δυστυχώς, από τις εκατόμβες των θυμάτων ισλαμοφασιστών, όπως είναι ο φερόμενος “Χαλίφης” Ιμπραχίμ και το σινάφι του.
Πηγή: http://mignatiou.com/2014/07/chalifia-ke-islamofasismos-pagkosmios-kindinos/
Τα θλιβερά γεγονότα του Παρισιού με την επίθεση των Ισλαμιστών εναντίον του γαλλικού περιοδικού, Charlie Hebdo και την εν ψυχρώ εκτέλεση των Γάλλων εργαζομένων, «προσγείωσαν» με ανώμαλο τρόπο την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη σε μια σκληρή πραγματικότητα. Αλλά πως φτάσαμε ως εδώ ;
Την Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου του 2008, ο Γάλλος συγγραφέας Michel Verrier έγραψε ένα προφητικό ένα άρθρο στην Le monde diplomatique για τα πρόβλημα που είχαν ήδη δημιουργηθεί στην Γερμανία από την αυξανόμενη παρουσία των μουσουλμάνων και ιδιαίτερα των Τούρκων. Στο άρθρο αυτό για πρώτη ίσως φορά επισημαίνονταν με τόσο σαφή τρόπο ότι στην καρδιά της Ευρώπης φυτεύονταν μια πυριτιδαποθήκη που στο εγγύς μέλλον θα μπορούσε να ανατινάξει στο αέρα την ευρωπαϊκή ήπειρο και όλα αυτά εξ’ αιτίας μιας ανεύθυνης στάσης των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων απέναντι στην ισλαμική πλημμυρίδα που είχε αρχίσει να παίρνει ανησυχαστικές διαστάσεις. Το 2003, ο Γερμανός Udo Ulfkotte, καθηγητής πολιτικών επιστημών που ειδικεύεται στην counterespionage στο Πανεπιστήμιο του Lueneburg, ένας από τους σημαντικότερους εμπειρογνώμονας για την ισλαμική τρομοκρατία είχε γράψει ένα χαρακτηριστικό βιβλίο με τον τίτλο, «Der Krieg im Unseren Staedten», δηλαδή, «Ο Πόλεμος Στις Πόλεις Μας». Στο βιβλίο αυτό περιγράφεται με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ο ολοένα και αυξανόμενος κίνδυνος από την ισλαμική «λαίλαπα» που απειλεί να κατακυριεύσει τις ευρωπαϊκές πόλεις με φοβερές συνέπειες ακόμα και με εσωτερικό πόλεμο. Συγκεκριμένα ανέφερε με προφητικό τρόπο ότι μετά από λίγα χρόνια η συνεχής εισβολή μουσουλμάνων στις ευρωπαϊκές χώρες θα προκαλέσει έντονα εσωτερικά προβλήματα που θα οδηγήσουν ακόμα και σε πολεμικές συγκρούσεις μέσα στις ίδιες τις ευρωπαϊκές πόλεις. Για το βιβλίο αυτό απειλήθηκε επανειλημμένα η ίδια του η ζωή, γεγονός που για άλλη μια φορά απέδειξε με πιο τρόπο αντιλαμβάνονται την δημοκρατία και την ελευθερία των απόψεων οι μουσουλμάνοι που ήδη βρίσκονται και ζουν στην Ευρώπη.
Εκτός από αυτούς όμως υπήρξαν και άλλοι Ευρωπαίοι διανοούμενοι που είχαν προειδοποιήσει για τον ισλαμικό κίνδυνο. Ένας, ή καλύτερα μια από αυτούς ήταν η γνωστή Ιταλίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος, Οριάνα Φαλάτσι, (Oriana Fallaci 1929-2006), στο τελευταίο της βιβλίο της με τίτλο, «Η Δύναμη της Λογικής», «The Force of Reason, 2004». Η Φαλάτσι, που είχε γίνει γνωστή στην Ελλάδα από την σχέση της με τον Αλέκο Παναγούλη, είχε γράψει τότε ότι οι φανατικοί μουσουλμάνοι μετανάστες χρησιμοποιούν τα γόνιμα σώματα των γυναικών τους, προκειμένου να εξισλαμίσουν μακροπρόθεσμα την Ευρώπη. Σύμφωνα με την Ιταλίδα διανοούμενη, μέσα σε κάθε ευρωπαϊκή πόλη, από το Βλαδιβοστόκ μέχρι το Γιβραλτάρ, υπάρχει ήδη μια δεύτερη μουσουλμανική πόλη, όπου κυριαρχεί το Κοράνι. Ο στόχος των μουσουλμάνων μεταναστών είναι, σύμφωνα με τη Φαλάτσι, η κατάκτηση της χριστιανικής Ευρώπης εκ των έσω. Πρόκειται «για μια βαθμίδα της ισλαμικής επεκτατικής πολιτικής, για τη μοναδική τέχνη στην οποία οι γιοι του Αλλάχ ήταν πάντοτε αξεπέραστοι: η τέχνη να εισβάλουν, να κατακτούν και να υποτάσσουν». Αυτή τη φορά όμως, σύμφωνα με την Φαλάτσι, για την κατάκτηση της Ευρώπης θα χρησιμοποιηθούν τα γόνιμα σώματα των μουσουλμάνων γυναικών που γενούν με αξιοζήλευτο ρυθμό. «Τα νεογέννητα των μουσουλμάνων φθάνουν ήδη στο 30% των γεννήσεων στις Βρυξέλλες και στο 60% στη Μασσαλία. Μ’ αυτό τον τρόπο η Ευρώπη εξισλαμίζεται, μετατρέπεται σε Ευραμπία, δηλαδή σε μια επαρχία του ισλαμικού κόσμου». Για την Οριάνα Φαλάτσι αυτό που πρέπει να γίνει είναι να δοθεί επιτέλους το δικαίωμα στους Ευρω παίους να αμυνθούν, «αλλιώς είναι χαμένοι»!!! Αυτόν τον κίνδυνο εξισλαμισμού της Ευρώπης επεσήμανε και ο πρώην ο πρόεδρος της Γαλλίας, Νικόλα Σαρκοζύ, στις 19 Ιουνίου του 2009 όταν επίσημα παραδέχτηκε ότι ο εξισλαμισμός της Ευρώπης είναι προ των πυλών Ο Σαρκοζύ πρόβλεψε ότι στα επόμενα χρόνια θα δούμε πολλές μετατροπές εκκλησιών σε τζαμιά. Η μετατροπή της Ευρώπης σε Ευράμπια, όπως τόνισε χαρακτηριστικά, είναι πλέον μια ορατή και πολύ συγκεκριμένη απειλή.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της κατάστασης με την ισλαμική πλημμυρίδα στην Ευρώπη είναι πως στις 20 Απρίλιου 2014 στην έκθεσης της Komisyon για την Γαλλία, σχετικά με τους μουσουλμάνους αναφέρονταν ότι το… 80% των Γάλλων δεν θέλει να βλέπει μουσουλμανικές ενδυμασίες στους δρόμους των γαλλικών πόλεων και ότι το 63% επιθυμεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, να απομακρυνθούν οι μουσουλμάνοι από την Γαλλία. Η έκθεση αναφέρει ότι τα τελευταία χρόνια έχουν ανέβει κατακόρυφα τα αντίμουσουλμανικά αισθήματα των Γάλλων. Η βασική αιτία είναι ότι αυτοί οι μουσουλμάνοι της Γαλλίας θέλουν να επιβάλλουν τα πολιτιστικά τους πρότυπα στην γαλλική κοινωνία την ίδια ώρα που η εγκληματικότητα από τους διαφόρους λαθρομετανάστες μουσουλμάνους έχει χτυπήσει «κόκκινο», γεγονός που προκαλεί έντονες αντιδράσεις στον γαλλικό λαό. Σε γενικές γραμμές, όπως τονίζει η σχετική έκθεση, τα «ρατσιστικά» όπως χαρακτηρίζονται αισθήματα του γαλλικού λαού έχουν ανέβει τα τελευταία χρόνια κατά έξη ολόκληρες βαθμίδες και οι προοπτικές είναι να ανέβουν ακόμα περισσότερο καθώς το πρόβλημα παραμένει και η μουσουλμανική «πλημμυρίδα» αντί να μειώνεται αυξάνεται συνεχώς.
Όλα αυτά, το λιγότερο θα πρέπει να μας προβληματίσουν για την κατάσταση στην δική μας την χώρα και για την ανεξέλεγκτη και αυξανομένη εισβολή εκατοντάδων χιλιάδων μουσουλμάνων. Όσο είναι ακόμα καιρός ας μην επαναλάβουμε τα σφάλματα των Ευρωπαίων και τα πολυπολιτισμικά τους πειράματα τους, γιατί εμείς κινδυνεύουμε περισσότερο γιατί είμαστε η κεντρική πύλη εισόδου του Ισλάμ στην Ευρώπη.
Τότε «αντίο» για πάντα σε Ελληνισμό και Ορθοδοξία!
Νίκος Χειλαδάκης -Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
Πηγή: Νίκος Χειλαδάκης
Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΟΥΣΤΙΝΟ ΠΟΠΟΒΙΤΣ
† Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ ΙΕΡΕΜΙΑΣ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ 2015 ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ἱερώτατοι συμπρεσβύτεροι Πατέρες, ὁσιώτατοι Μοναχοί καί Μοναχές
καί εὐσεβεῖς ἀδελφοί χριστιανοί τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως.
1. Σᾶς εὔχομαι τό νέο ἔτος 2015 νά σᾶς εἶναι εὐλογημένο ἀπό τόν Θεό καί νά ἐκπληρωθοῦν οἱ πόθοι σας γιά τό συμφέρον τῶν οἰκογενειῶν σας καί τῆς πατρίδος μας γενικότερα.
Σάν Ἐπίσκοπός σας ἀγωνιῶ περισσότερο νά εἶναι ἡ πίστη σας στόν Θεό δυνατή καί στερεή, ὥστε καμμία αἱρετική ψευδοδιδασκαλία νά μή μπορεῖ νά σᾶς τήν κλονίσει. Ὅταν ἡ πίστη μας στόν Θεό εἶναι σωστή καί δυνατή, τότε θά νοιώθουμε μέσα μας τήν Χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού θά τήν παίρνουμε ἀπό τήν προσευχή σ᾽ Αὐτόν, καί θά ἀντιμετωπίζουμε νικηφόρα ὅλες τίς δυσκολίες καί ὅλους τούς πειρασμούς τῆς ζωῆς. Γι᾽ αὐτό, ἀγαπητοί μου, πάνω ἀπ᾽ ὅλα σᾶς εὔχομαι νά εἶναι δυνατή καί ἀκλόνητη ἡ πίστη σας στόν Θεό καί αὐτήν τήν πίστη, πού τήν πήρατε σάν ἱερή «προίκα» ἀπό τούς γονεῖς σας καί τούς παπποῦδες σας, νά τήν δώσετε καί ἐσεῖς σάν «προίκα» ἱερή στά δικά σας παιδιά καί ἐγγόνια.
2. Ποιά εἶναι ἡ πίστη μας στόν Θεό; Εἶναι ἡ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ, ἡ μόνη ἀληθινή πίστη. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅταν ἤμασταν κάτω ἀπό τήν Τουρκιά, μᾶς ἔλεγε στά κηρύγματά του: «Νά χαίρεστε καί νά εὐφραίνεστε, γιατί γεννηθήκατε Ὀρθόδοξοι. Ὅλες οἱ πίστες εἶναι ψεύτικες καί μόνον ἡ πίστη τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι ἀληθινή»! Μά αὐτήν τήν ἀληθινή πίστη, ἀδελφοί χριστιανοί, ὅπως παλαιότερα, ἔτσι καί σήμερα, βάλθηκαν μερικές σατανικές δυνάμεις, πού μᾶς ἔρχονται κυρίως ἀπό τήν Δύση, νά μᾶς τήν θολώσουν καί νά μᾶς τήν μπερδέψουν μέ τίς ἄλλες ψεύτικες πίστες, γιά ἀγάπη τάχα μέ ὅλους τούς λαούς. «Οἰκουμενισμός» λέγεται τό φαινόμενο αὐτό καί εἶναι ἡ μεγαλύτερη αἵρεση τῶν αἰώνων. Εἶναι «παναίρεση», γιατί μέσα της ἔχει ὅλες τίς ψεύτικες διδασκαλίες τῶν αἱρετικῶν.
Θά μέ ἔχετε ἀκούσει πολλές φορές ὅτι στά κηρύγματά μου, τά γραπτά καί τά προφορικά, ἐλέγχω τακτικά τόν Παπισμό καί τόν Οἰκουμενισμό, γιατί συγγενεύουν αὐτά τά δύο καί τό ἕνα τρέφει τό ἄλλο. Μάθετε, παρακαλῶ, τήν ἀλήθεια, πού σάν ποίημα θέλω νά τήν λέτε: «Ὁ παπισμός εἶναι αἵρεση καί ὁ οἰκουμενισμός παναίρεση»! Μακρυά ἀπό αὐτά τά δυό, γιατί κινδυνεύει ἀπό αὐτά ἡ πίστη μας.
Πολλοί ὅμως, κουρασμένοι ἀπό τίς διαμάχες τῶν λαῶν, σκέπτονται ὅτι καλό θά εἶναι νά παύσουν οἱ διχασμοί ὡς πρός τά «πιστεύω» τοῦ καθενός, καί ἔτσι λοιπόν αὐτοί βλέπουν μέ καλό μάτι τίς στενές ἐπικοινωνίες καί συμπροσευχές τῶν ἰδικῶν μας μέ τούς αἱρετικούς. Λυπούμεθα πραγματικά γιά τόν ἀκατήχητο λαό μας, πού δέν γνωρίζει τήν ἀλήθεια τῶν δογμάτων τῆς πίστης του, γιατί τότε μόνο θά νοοῦσε τά ψέματα τῶν αἱρέσεων· ἀλλά λυπούμεθα πολύ περισσότερο καί πονοῦμε γιά μερικούς δικούς μας μεγαλοσχήμονας κληρικούς, οἱ ὁποῖοι δέν θεωροῦν τόν Παπισμό καί τόν Οἰκουμενισμό ὡς αἱρέσεις καί συμπροσεύχονται λοιπόν ἐλεύθερα μέ τούς παπικούς ἐναγκαλιζόμενοι τόν Πάπα μέ περισσή ἀγάπη, προσφωνῶντας τον μάλιστα καί «ἁγιώτατο ἀδελφό». Ἀλλά ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι τό μοσχοβολητό λουλούδι πού λέγεται «ἁγιότητα» φύεται μόνο στά χώματα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί ποτέ ἔξω ἀπό αὐτήν.
3. Ἐπειδή τά ἀντιπαπικά καί ἀντιοικουμενιστικά κηρύγματά μας δέν ἀρέσουν στούς φιλοπαπικούς καί οἰκουμενιστές, θέλω, ἀδελφοί μου χριστιανοί, γιά στηριγμό καί γιά ὁπλισμό δικό σας, τό φετινό ἡμερολόγιο τῆς Μητροπόλεώς μας νά τό ἀφιερώσω σέ ἕναν ἅγιο καί σοφό στήν θεολογία πατέρα, τόν τελευταίως ἀνακηρυχθέντα ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν καθηγητή τῆς Δογματικῆς τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Σερβίας, τόν ὅσιο πατέρα Ἰουστῖνο Πόποβιτς, καί νά παραθέσω λοιπόν στό ἡμερολόγιο αὐτό, ὀλίγα ἀλλά δυνατά λόγια του γιά τά θέματα πού ἔθιξα: Γιά τόν Παπισμό καί τόν Οἰκουμενισμό. Ἔτσι θά φανεῖ καί ὅτι οἱ φιλοπαπικοί καί οἰκουμενιστές μέ ὅσα λέγουν καί πράττουν ἐναντιώνονται πρός τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.
4. Ὁ ὅσιος Πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς (1894 - †1979), ὁ ἀνακηρυχθείς περί τά τελευταῖα ἀπό τήν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Σερβικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς ἅγιος (29/4/2010), ἔγραψε πολλά βιβλία, βιβλία ποτισμένα ἀπό τήν βιβλική καί τήν πατερική θεολογία καί τά ὁποῖα μοσχοβολοῦν ἀπό τό ἄρωμα τῆς Ὀρθόδοξης πνευματικότητας. Μερικά, ὀλίγα μόνο, ἔχουν μεταφραστεῖ στήν ἑλληνική γλώσσα. Εὐχαριστοῦμε πολύ τούς μεταφραστές, εὐχόμαστε χρυσό στεφάνι νά τούς δώσει ὁ Χριστός στήν Βασιλεία Του γιά τόν κόπο τους, ἀλλά ἐκφράζουμε τήν θερμή παράκλησή μας νά μεταφράσουν στήν ἑλληνική γλώσσα καί τά ὑπόλοιπα βιβλία του, γιατί θά ὠφεληθοῦν πολύ ἀπό τήν ἀνάγνωσή τους οἱ ἑλληνόφωνες χριστιανοί. Ἰδιαίτερα παρακαλοῦμε νά μεταφραστοῦν στήν ἑλληνική γλώσσα τά δύο μεγάλα ὀγκώδη βιβλία του ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ καί Ο ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ, ἀπό τόν ὁποῖο θά μάθουμε καί ἁγίους τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, ἀγνώστους σέ ᾽μᾶς.
Συνιστῶ, ἀγαπητοί, νά ἀποκτήσετε τά δύο βιβλία τοῦ ἁγίου πατρός, τά μεταφρασθέντα στήν ἑλληνική, τό πρῶτο, «Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος», καί τό δεύτερο, «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός».
Α´ ΠΕΡΙ «ΔΙῌΡΗΜΕΝΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
(α) Στό βιβλίο του «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός» ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος ἀρχίζει τόν θεολογικό του λόγο μέ τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Μᾶς παραθέτει δέ ὡραία θεολογία ὁ ἱερός πατήρ σχετικά μέ τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία δέν εἶναι ἰδική του, ἀλλά τήν ρούφηξε ἀπό τήν μελέτη τῶν ἁγίων πατέρων μας. Ἀπό τά γραφόμενα τοῦ ἱεροῦ πατρός θέλω νά παραθέσω ἐδῶ μερικά σχετικά μέ τόν λόγο περί «διῃρημένης Ἐκκλησίας». Καί θέλω νά τό κάνω αὐτό, γιατί ὁ αἱρετικός αὐτός λόγος, ἀκουσθείς στόν χῶρο μας πρό ὀλίγων ἐτῶν ἀπό ἱερατικά χείλη, ἐσκανδάλισε ψυχές. Πρόκειται περί μεγάλης πλάνης καί αἱρέσεως, γιατί ἡ ἰδέα τῆς «διῃρημένης Ἐκκλησίας» προσβάλλει τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἀκοῦστε, ἀδελφοί: Κατά τόν πατέρα Ἰουστῖνο Πόποβιτς ἡ Ἐκκλησία ταυτίζεται μέ τόν Χριστό. Αὐτό πραγματικά εἶναι ἡ Ἐκκλησία: «Ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας», ὅπως τό εἶπε ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος.
«Τό πᾶν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ – λέγει ὁ πατήρ Ἰουστῖνος – προέρχεται ἀπό τόν Χριστόν καί ὑπάρχει ἐν τῷ Χριστῷ· ὅλος ὁ Χριστός εἶναι μέσα εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί ὁλόκληρος ἡ Ἐκκλησία εἶναι μέσα Του». «Εἰς ὅλην τήν καθολικότητά της ἡ Ἱερά Παράδοσις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι αὐτός οὗτος ὁ Θεάνθρωπος Χριστός».1
Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Χριστός ταυτίζεται μέ τήν Ἐκκλησία Του, ὅταν λέγει κάποιος γιά «διῃρημένη Ἐκκλησία» εἶναι ὡς νά διαιρεῖ τό Θεανδρικό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό Ὁποῖο εἶναι Ἕνα, γιατί μία εἶναι ἡ ὑπόστασή Του. Γι᾽ αὐτό:
«Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀδιαίρετος, ὅπως καί τό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου» , λέγει ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς.2
(β) Οἱ αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι πρῶτα ἀνῆκαν στήν Ἐκκλησία καί ἦταν μέλη αὐτῆς, ἀλλά ἔπειτα δέχθηκαν τήν πλάνη τῆς αἵρεσης, ἀποκόπηκαν πλέον ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δέν ἀνήκουν πιά σ᾽ αὐτήν. Προσοχή: Δέν διαιρέθηκε ἡ Ἐκκλησία μέ τήν προσχώρηση μερικῶν, λίγων ἤ πολλῶν, μελῶν της στήν πλάνη, καί δέν ἀποτέλεσαν αὐτοί οἱ πλανηθέντες πάλι Ἐκκλησία, ὁμοία πρός τήν ἀρχική. Γιατί, ὅταν μιλοῦμε γιά «διῃρημένη Ἐκκλησία», ὡς νά λέγουμε αὐτό ἀκριβῶς, ἐπειδή μέ τήν «διαίρεση» ἔχουμε δύο ὅμοια μέρη. Ἀλλ᾽ ἄς ἀκούσουμε τί λέγει ὁ ὅσιος Γέροντας πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς:
«Κατά τήν ἑνιαίαν στάσιν τῶν Πατέρων καί τῶν Συνόδων ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὄχι μόνον μία, ἀλλά καί μοναδική, διότι ὁ εἷς καί μοναδικός Θεάνθρωπος, ἡ Κεφαλή Της, δέν δύναται νά ἔχῃ πολλά σώματα. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καί μοναδική, διότι εἶναι τό Σῶμα τοῦ ἑνός καί μοναδικοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὀντολογικῶς ἀδύνατος ὁ χωρισμός τῆς Ἐκκλησίας, διά τοῦτο ποτέ δέν ὑπῆρχε διαίρεσις τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά μόνον χωρισμός ἀπό τήν Ἐκκλησίαν. Κατά τόν λόγον τοῦ Κυρίου δέν διαιρεῖται ἡ Ἄμπελος, ἀλλά μόνον τά ἑκουσίως ἄκαρπα κλήματα ἐκπίπτουν καί ξηραίνονται ἀπό τήν ἀείζωον Ἄμπελον (πρβλ. Ἰωάν. 15,1-6). Ἐκ τῆς μιᾶς ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἰς διαφόρους καιρούς ἀπεσχίσθησαν καί ἀπεκόπησαν οἱ αἱρετικοί καί οἱ σχισματικοί, οἱ ὁποῖοι κατά συνέπειαν ἔπαυσαν νά εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί σύσσωμοι τοῦ Θεανθρωπίνου Σώματός Της. Τοιοῦτοι ἦσαν πρῶτον οἱ Γνωστικοί, κατόπιν οἱ Ἀρειανοί καί Πνευματομάχοι, ἔπειτα οἱ Μονοφυσίται καί Εἰκονομάχοι καί τέλος οἱ Ρωμαιοκαθολικοί καί Προτεστάνται καί Οὐνίται καί ὅλη ἡ ἄλλη αἱρετική καί σχισματική λεγεών».3
Λοιπόν:
«Ἡ Ἐκκλησία πράγματι εἶναι ὁλόκληρος (ἄρα ὄχι διῃρημένη) πεπληρωμένη ἀπό τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, καθ᾽ ὅτι αὕτη εἶναι τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου” (Ἐφ. 1,23)».4
(γ) Ἀπό τά παραπάνω φαίνεται καθαρά ὅτι οἱ αἱρετικοί δέν ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία, δέν ἀποτελοῦν Ἐκκλησία καί ἑπομένως δέν ἔχουν Μυστήρια:
«Ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, διατυπωθεῖσα ὑπό τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ὑπό τῶν ἁγίων Πατέρων, ὑπό τῶν ἁγίων Συνόδων, περί τῶν αἱρετικῶν εἶναι ἡ ἑξῆς: αἱ αἱρέσεις δέν εἶναι Ἐκκλησία, οὔτε δύνανται νά εἶναι Ἐκκλησία. Διά τοῦτο δέν δύνανται αὗται νά ἔχουν ἅγια Μυστήρια».5
«Ἕνεκα τούτου, συμφώνως πρός τό φρόνημα τῆς Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί συμφώνως πρός ὁλόκληρον τήν ὀρθόδοξον Παράδοσιν, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν παραδέχεται τήν ὕπαρξιν ἄλλων μυστηρίων ἔξω ἀπ᾽ αὐτήν, οὔτε θεωρεῖ αὐτά ὡς μυστήρια, ἕως ὅτου προσέλθῃ τις διά τῆς μετανοίας ἐκ τῆς αἱρετικῆς “ἐκκλησίας”, δηλαδή ψευδοεκκλησίας, εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. Μέχρις ὅτου δέ μένει τις ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησίαν, μή ἡνωμένος μετ᾽ αὐτῆς διά τῆς μετανοίας, μέχρι τότε εἶναι οὗτος διά τήν Ἐκκλησίαν αἱρετικός καί ἀναποφεύκτως εὑρίσκεται ἐκτός τῆς σωτηριώδους Κοινωνίας = communio. Διότι “τίς μετοχή δικαιοσύνῃ καί ἀνομίᾳ; τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος;” (Β´Κορ.6,14)».6
Β´ ΤΟ ΑΛΑΘΗΤΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΕΙΟ ΤΟΥ ΠΑΠΑ
(α) Τό τί εἶναι τό δόγμα τῶν Καθολικῶν περί τοῦ «ἀλαθήτου» τοῦ Πάπα, τό λέγει καθαρά ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς ὁμολογῶντας ἀπό τήν ἀρχή ὅτι θά ὁμιλήσει μέ τήν γλώσσα τῆς εἰλικρινείας:
Τό 1870 μέ τήν Α´ Σύνοδο τοῦ Βατικανοῦ ἐθέσπισαν τό δόγμα τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα. «Ἔκτοτε τό δόγμα αὐτό ἀπέβη τό κεντρικόν δόγμα τοῦ παπισμοῦ. Διά τοῦτο ἐπί τῶν ἡμερῶν μας εἰς τήν Β´ Σύνοδον τοῦ Βατικανοῦ τόσον ἐπιμόνως καί ἐπιδεξίως συνεζητήθη καί ὑπεστηρίχθη τό ἀπαραβίαστον καί τό ἀναλλοίωτον αὐτοῦ τοῦ δόγματος. Τό δόγμα τοῦτο ἔχει κοσμοϊστορικήν σημασίαν δι᾽ ὅλην τήν τύχην τῆς Εὐρώπης, μάλιστα δέ διά τούς ἀποκαλυπτικούς καιρούς της, εἰς τούς ὁποίους ἔχει ἤδη εἰσέλθει. Διά τοῦ δόγματος αὐτοῦ ὅλοι οἱ εὐρωπαϊκοί ἀνθρωπισμοί ἀπέκτησαν τό ἰδεῶδες καί τό εἴδωλόν των: ὁ ἄνθρωπος ἀνεκηρύχθη ὑπερτάτη θεότης, πανθεότης. Τό εὐρωπαϊκόν οὑμανιστικόν πάνθεον ἀπέκτησε τόν Δία του. Ἡ εἰλικρίνεια εἶναι ἡ γλῶσσα τῆς Ἀληθείας: Τό δόγμα περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα τοῦ 20οῦ αἰῶνος, δέν εἶναι ἄλλο παρά ἡ ἀναγέννησις τῆς εἰδωλολατρίας καί τοῦ πολυθεϊσμοῦ».
«Διά τοῦ δόγματος περί τοῦ ἀλαθήτου, σφετερισθείς ὑπέρ ἑαυτοῦ, δηλαδή ὑπέρ τοῦ ἀνθρώπου, ὅλην τήν ἐξουσίαν καί τά δικαιώματα, πού ἀνήκουν μόνον εἰς τόν Θεάνθρωπον Κύριον, ὁ πάπας αὐτοανεκηρύχθη εἰς τήν πραγματικότητα Ἐκκλησία ἐν τῇ Παπικῇ ἐκκλησίᾳ, καί ἔγινεν ἐν αὐτῇ τά πάντα ἐν πᾶσι. Ἰδιόμορφος παντοκράτωρ. Διά τοῦτο τό δόγμα περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα ἀπέβη τό κεντρικόν δόγμα ( svedogmat) τοῦ παπισμοῦ. Καί ὁ πάπας δέν δύναται νά τό ἀποκηρύξῃ μέ κανένα τρόπον, ἕως ὅτου θά εἶναι πάπας τοῦ οὑμανιστικοῦ παπισμοῦ».7
(β) Μέ τό δόγμα τοῦ «ἀλαθήτου» τοῦ πάπα, καί μόνο μέ αὐτό, οἱ παπικοί θεωροῦνται κομμένοι ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἰδού πῶς ὁ ἅγιος Πόποβιτς στηρίζει ὡραῖα καί δυνατά τήν ἀλήθεια αὐτή:
Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός. «Ἐκεῖ ὅπου ἀντικαθιστοῦν Αὐτόν μέ ἄνθρωπον, ἔστω μέ τόν λεγόμενον ἀλάθητον, ἐκεῖ ἀποκόπτεται τό σῶμα ἀπό τήν Κεφαλήν καί ὡς ἐκ τούτου ἐκεῖ ἐξαφανίζεται ἡ Ἐκκλησία, καί ἑπομένως χάνεται καί ἡ ἀποστολική θεανθρωπίνη Ἱεραρχία καί ἡ ἀποστολική ἱερατική διαδοχή».8 Ὁ λόγος αὐτός τοῦ ἁγίου πατρός καί διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι τῷ ὄντι φοβερός. Οἱ παπικοί μέ τό ἀλάθητο τοῦ Πάπα τους ἀποκόπηκαν ἐντελῶς ἀπό τήν Ἐκκλησία, δέν ἔχουν ἀποστολική ἱερατική διαδοχή.
(γ) Μέ τό δόγμα τοῦ ἀλαθήτου ὁ Πάπας εἶχε τήν μεγάλη πτώση του. Κατά τόν ἅγιο πατέρα Ἰουστῖνο Πόποβιτς
«Εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς κυρίως πτώσεις: τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα, τοῦ πάπα. Ἡ οὐσία τῆς πτώσεως εἰς τήν ἁμαρτίαν εἶναι πάντοτε ἡ ἴδια: τό νά θέλῃ κανείς νά γίνῃ καλός διά τοῦ ἑαυτοῦ του· τό νά θέλῃ κανείς νά γίνῃ τέλειος διά τοῦ ἑαυτοῦ του· τό νά θέλῃ κανείς νά γίνῃ θεός διά τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἀλλά τοιουτοτρόπως ὁ ἄνθρωπος ἀσυναισθήτως ἐξισοῦται μέ τόν διάβολον».
«Ἡ πτῶσις τοῦ πάπα ἔγκειται εἰς τό νά θέλῃ νά ἀντικαστήσῃ τόν Θεάνθρωπον μέ τόν ἄνθρωπον».9
(δ) Ἡ πτώση ὅμως αὐτή τοῦ πάπα μέ τήν κήρυξη τοῦ ἀλαθήτου του ἔφερε τήν χρεωκοπία τοῦ παπισμοῦ. Λέγει ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος:
«Τί εἶναι ὁ πυρήν τοῦ δόγματος περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα = τοῦ ἀνθρώπου; Ἡ ἀποθεανθρωποποίησις τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό ἐπιδιώκουν ὅλοι οἱ οὑμανισμοί, ἀκόμη καί οἱ θρησκευτικοί. Ὅλοι ἐπαναφέρουν τόν ἄνθρωπον εἰς τήν εἰδωλολατρίαν, εἰς τήν πολυθεΐαν, εἰς τόν διπλοῦν θάνατον, τόν πνευματικόν καί τόν φυσικόν. Ἀπομακρυνόμενος ἀπό τόν Θεάνθρωπον, ὁ κάθε οὑμανισμός βαθμηδόν μετατρέπεται εἰς μηδενισμόν. Αὐτό δεικνύει ἡ σύγχρονος χρεωκοπία ὅλων τῶν οὑμανισμῶν, μέ ἐπί κεφαλῆς τόν παπισμόν, ἔμμεσον ἤ ἄμεσον, ἑκούσιον ἤ ἀκούσιον πατέρα ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὑμανισμῶν. Ἡ δέ χρεωκοπία, ἔγκειται εἰς τό δόγμα περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα. Καί εἶναι ἀκριβῶς τό δόγμα αὐτό τό κορύφωμα τοῦ μηδενισμοῦ. Διά τοῦ δόγματος αὐτοῦ ὁ ἄνθρωπος τῆς Εὐρώπης κατά δογματικῶς ἀποφασιστικόν τρόπον, ἐκήρυξε τό δόγμα τῆς αὐταρκείας τοῦ εὐρωπαίου ἀνθρώπου καί οὕτω τελικῶς ἐφανέρωσεν ὅτι δέν τοῦ χρειάζεται ὁ Θεάνθρωπος καί εἰς τήν γῆ δέν ὑπάρχει θέσις διά τόν Θεάνθρωπον. Ὁ τοποτηρητής τοῦ Χριστοῦ – Vicarius Christi – τόν ἀντικαθιστᾷ πλήρως. Εἰς τήν πραγματικότητα ἀπό αὐτό τό δόγμα ζῇ, τό ἀκολουθεῖ καί ἐπιμόνως τό ὁμολογεῖ, ὁ κάθε εὐρωπαϊκός οὑμανισμός.
Ὅλοι οἱ οὑμανισμοί τοῦ εὐρωπαίου ἀνθρώπου κατ᾽ οὐσίαν δέν εἶναι ἄλλο τι ἤ ἀδιάκοπος ἐπανάστασις κατά τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Καθ᾽ ὅλους τούς δυνατούς τρόπους συντελεῖται Umwertung aller Werte (ἡ ἀνατροπή ὅλων τῶν ἀξιῶν)· ὁ Θεάνθρωπος παντοῦ ἀντικαθίσταται ὑπό τοῦ ἀνθρώπου· εἰς ὅλους τούς εὐρωπαϊκούς θρόνους ἐνθρονίζεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ εὐρωπαϊκοῦ οὑμανισμοῦ. Ἐντεῦθεν καί δέν ὑπάρχει ἕνας vicarius Christi, ἀλλά ἀναρίθμητοι, μόνον μέ διαφορετικάς στολάς. Διότι, ἐν τελευταίᾳ ἀναλύσει, διά τοῦ δόγματος περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα, ἀνεκηρύχθη ἀλάθητος ὁ ἄνθρωπος γενικῶς. Ἐξ οὗ καί οἱ ἀναρίθμητοι πάπαι καθ᾽ ὅλην τήν Εὐρώπην, καί τοῦ Βατικανοῦ καί τοῦ προτεσταντισμοῦ. Μεταξύ αὐτῶν δέν ὑπάρχει οὐσιώδης διαφορά, διότι ὁ παπισμός εἶναι ὁ πρῶτος προτεσταντισμός, κατά τούς λόγους τοῦ ὁραματιστοῦ τῆς ἀληθείας Χομιάκωφ.
Τό ἀλάθητον εἶναι φυσικόν θεανθρώπινον ἰδίωμα καί φυσική θεανθρωπίνη λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας ὡς Θεανθρωπίνου Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου αἰωνία Κεφαλή εἶναι ἡ Ἀλήθεια, ἡ Παναλήθεια, ἡ Δευτέρα Ὑπόστασις τῆς Ὑπεραγίας Τριάδος, ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Διά τοῦ δόγματος περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα εἰς τήν πραγματικότητα ὁ πάπας ἀνεκηρύχθη εἰς Ἐκκλησίαν καί ὁ πάπας - ἄνθρωπος, κατέλαβε τήν θέσιν τοῦ Θεανθρώπου. Αὐτός εἶναι ὁ τελικός θρίαμβος τοῦ οὑμανισμοῦ, ἀλλά συγχρόνως καί «ὁ δεύτερος θάνατος» (Ἀποκ. 20,14· 21,8) τοῦ παπισμοῦ, μέσῳ δέ αὐτοῦ καί μετ᾽ αὐτοῦ καί τοῦ κάθε οὑμανισμοῦ. Ὅμως, κατά τήν Ἀληθινήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀπό τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ὑπάρχει εἰς τόν ἐπίγειον κόσμον μας ὡς θεανθρώπινον σῶμα, τό δόγμα περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα εἶναι ὄχι μόνον αἵρεσις, ἀλλά παναίρεσις. Διότι καμμία αἵρεσις δέν ἐξηγέρθη τόσον ριζοσπαστικῶς καί τόσον ὁλοκληρωτικῶς κατά τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, ὡς ἔπραξε τοῦτο ὁ παπισμός διά τοῦ δόγματος περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα-ἀνθρώπου. Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία· τό δόγμα αὐτό εἶναι ἡ αἵρεσις τῶν αἱρέσεων, μία ἄνευ προηγουμένου ἀνταρσία κατά τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Τό δόγμα αὐτό εἶναι φεῦ! ἡ πλέον φρικτή ἐξορία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν γῆν· νέα προδοσία τοῦ Χριστοῦ· νέα σταύρωσις τοῦ Κυρίου, μόνον οὐχί ἐπί τοῦ ξυλίνου, ἀλλ᾽ ἐπί τοῦ χρυσοῦ σταυροῦ τοῦ παπικοῦ οὑμανισμοῦ. Καί ταῦτα πάντα εἶναι κόλασις, κόλασις διά τό ἄθλιον γήϊνον ὄν, πού λέγεται ἄνθρωπος».10
(ε) Σχετικό μέ τό ἀλάθητο εἶναι καί τό πρωτεῖο τοῦ πάπα. Αὐτά τά δύο ἔγιναν «δόγμα», «πανδόγμα», πού εἶναι «παναίρεσις» (ὅπως τό λέγει ὁ πατήρ Πόποβιτς, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 224) τῶν παπικῶν. Λέγεται «παναίρεσις», γιατί ἀπετέλεσε τήν πηγή ὅλων τῶν αἱρέσεων τοῦ παπισμοῦ. Λέγει ὁ πατήρ Ἰουστῖνος:
«Ἐξ αὐτῆς δέ τῆς παναιρέσεως ἐγεννήθησαν καί γεννῶνται συνεχῶς ἄλλαι αἱρέσεις: τό Filioque, ἡ ἀποβολή τῆς Ἐπικλήσεως, τά ἄζυμα, ἡ εἰσαγωγή τῆς κτιστῆς χάριτος, τό καθαρτήριον πῦρ, τό θησαυροφυλάκιον τῶν περισσῶν ἔργων, ἡ μηχανοποιημένη διδασκαλία περί τῆς σωτηρίας καί ὡς ἐκ τούτου μηχανοποιημένη διδασκαλία περί τῆς ζωῆς, ὁ παποκαισαρισμός, ἡ Ἱερά Ἐξέτασις, τά συγχωροχάρτια, ὁ φόνος τοῦ ἁμαρτωλοῦ διά τήν ἁμαρτίαν, ὁ ἰησουητισμός, ἡ σχολαστική, ἡ καζουϊστική, ὁ μοναρχισμός, ὁ κοινωνικός ἀτομικισμός διαφόρων εἰδῶν...
Ὁ Προτεσταντισμός; Εἶναι τό πλέον πιστόν τέκνον τοῦ Παπισμοῦ, τό ὁποῖον διά τῆς ὀρθολογιστικῆς σχολαστικῆς του πίπτει διά μέσου τῶν αἰώνων ἀπό τήν μίαν αἵρεσιν εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν καί πνίγεται συνεχῶς εἰς τά διάφορα δηλητήρια τῶν αἱρετικῶν πλανῶν του. Πρός τούτοις, ἡ παπιστική ὑψηλοφροσύνη καί ἡ “ἀλάθητος” ἀφροσύνη βασιλεύει ἀπολυταρχικῶς καί ἐρημώνει τάς ψυχάς τῶν πιστῶν του. Κατ᾽ ἀρχήν ἕκαστος Προτεστάντης εἶναι ἕνας ἀνεξάρτητος πάπας εἰς ὅλα τά ζητήματα τῆς πίστεως. Τοῦτο δέ πάντοτε ὁδηγεῖ ἀπό τόν ἕνα πνευματικόν θάνατον εἰς τόν ἄλλον· τέλος αὐτοῦ τοῦ “ἀποθνήσκειν” δέν ὑπάρχει, καθ᾽ ὅτι ὁ ἀριθμός τῶν πνευματικῶν θανάτων τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀναρίθμητος.
Ἀφοῦ οὕτως ἔχουν τά πράγματα, τότε διά τόν παπιστικόν-προτεσταντικόν Οἰκουμενισμόν μέ τήν ψευδοεκκλησίαν του καί τόν ψευδοχριστιανισμόν του δέν ὑπάρχει διέξοδος ἀπό τό ἀδιέξοδόν του, ἄνευ ὁλοψύχου μετανοίας ἐνώπιον τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καί τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας Του. Ἡ μετάνοια εἶναι τό φάρμακον δι᾽ ἑκάστην ἁμαρτίαν, φάρμακον δοθέν εἰς τόν ἄνθρωπον ἀπό τόν μόνον Φιλάνθρωπον».11
Γ´ Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ
(α) Ἡ σχέση μας πρός τούς αἱρετικούς πρέπει νά κινεῖται ἀπό τήν ἀγάπη. Νά πονοῦμε γιατί βρίσκονται στήν πλάνη, νά προσευχόμεθα γι᾽ αὐτούς καί νά ἐργαζόμεθα μέ ἀγάπη γιά τήν ἐπιστροφή τους στήν Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποία ἡ πλάνη τῆς αἵρεσης τούς ἀπέκοψε. Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς γιά τό θέμα αὐτό ἀναφέρει περικοπή τοῦ ἁγίου Μαξίμου, στήν ὁποία αὐτός, ὁμιλῶν κατά τῶν αἱρετικῶν, λέγει ἔπειτα ὅτι δέν θά χαρεῖ νά τούς συμβεῖ κάτι κακό, ἀλλά ἐπιθυμεῖ τήν ἐπιστροφή τους, ἡ ὁποία θά τοῦ δώσει μεγάλη χαρά καί ἀγαλλίαση. Λέγει ἐπί λέξει ὁ ἅγιος Μάξιμος: «Οὐ θέλων δέ τούς αἱρετικούς θλίβεσθαι, οὐδέ χαίρων τῇ κακώσει αὐτῶν γράφω ταῦτα, μή γένοιτο, ἀλλά τῇ ἐπιστροφῇ μᾶλλον χαίρων καί συναγαλλόμενος». Εἶναι δέ πολύ ὡραῖο αὐτό πού γράφει στήν συνέχεια ὁ ἅγιος Μάξιμος, ὅτι τίποτε δέν εἶναι γλυκύτερο ἀπό τήν ἑνότητα ὅλων τῶν πιστευόντων στόν Θεό: «Τί γάρ τοῖς πιστοῖς τερπνότατον τοῦ θεᾶσθαι τά τέκνα τοῦ Θεοῦ τά διεσκορπισμένα συναγόμενα εἰς ἕν;»! Ὅμως, ἐνῶ πρέπει νά ἀγαποῦμε καί τούς αἱρετικούς, ὁ ἅγιος Μάξιμος μᾶς θέλει – καί εὔχεται νά γίνουμε ὅπως μᾶς θέλει – νά εἴμαστε δηλαδή (προσέξτε, παρακαλῶ, τίς ἐκφράσεις τοῦ ἁγίου πατρός) «σκληροί παντελῶς» καί «ἀμείλικτοι» πρός τήν «φρενοβλαβῆ» πλάνη τῶν αἱρετικῶν καί ἄν δέν μιλᾶμε σ᾽ αὐτούς γι᾽ αὐτήν, αὐτό δέν λέγεται ἀγάπη, ἀλλά «μισανθρωπία» καί «χωρισμός τῆς θείας ἀγάπης». Καί μέ τό νά μή μιλᾶμε στούς αἱρετικούς γιά τήν πλάνη τους, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο, εἶναι ὡς νά δίδουμε «ἰσχύ» καί ὑποστήριξη σ᾽ αὐτήν: «...Πρός μόνον τό καθοτιοῦν αἱρετικοῖς συνάρασθαι εἰς σύστασιν τῆς φρενοβλαβοῦς αὐτῶν δόξης, σκληρούς παντελῶς εἶναι ὑμᾶς καί ἀμειλίκτους βούλομαί τε καί εὔχομαι. Μισανθρωπίαν γάρ ὁρίζομαι ἔγωγε καί ἀγάπης θείας χωρισμόν τό τῇ πλάνῃ πειρᾶσθαι διδόναι ἰσχύν εἰς περισσοτέραν τῶν αὐτῇ προκατειλημμένων φθοράν» (αὐτ., Ἐπ. 12, PG 91, c. 465C).12
(β) Ἀπό ἀγάπη λοιπόν κινούμενοι λυπούμεθα τούς παπικούς γιά τίς αἱρέσεις καί πλάνες τους καί κάνουμε «διαλόγους ἀγάπης» μαζί τους, γιά νά μιλήσουμε στούς διαλόγους αὐτούς γιά τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης πίστης, ἀλλά, χρόνια τώρα, δέν βλέπουμε τήν μετάνοιά τους. Τί νόημα τότε ἔχουν οἱ διάλογοι; Ὁ ὅσιος πατήρ Ἰουστῖνος, γιά τόν ὁποῖο μιλᾶμε ἐδῶ, μᾶς λέγει σχετικά:
«Ὁ σύγχρονος “διάλογος τῆς ἀγάπης”, ὁ ὁποῖος τελεῖται ὑπό τήν μορφήν γυμνοῦ συναισθηματισμοῦ, εἶναι εἰς τήν πραγματικότητα ὀλιγόπιστος ἄρνησις τοῦ σωτηριώδους ἁγιασμοῦ τοῦ Πνεύματος καί τῆς πίστεως τῆς Ἀληθείας (Β´ Θεσ. 2,13), δηλαδή τῆς μοναδικῆς σωτηριώδους “ἀγάπης τῆς ἀληθείας” (αὐτόθι 2,10). Ἡ οὐσία τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἀλήθεια· ἡ ἀγάπη ζῇ καί ὑπάρχει ἀληθεύουσα». «Ἄς μή ἀπατώμεθα. Ὑπάρχει καί ὁ “διάλογος τοῦ ψεύδους”, ὅταν οἱ διαλεγόμενοι συνειδητῶς ἤ ἀσυνειδήτως ψεύδονται ὁ εἷς εἰς τόν ἄλλον. Τοιοῦτος διάλογος εἶναι οἰκεῖος εἰς τόν “πατέρα τοῦ ψεύδους”, τόν Διάβολον, “ὅτι ψεύστης ἐστίν καί ὁ πατήρ αὐτοῦ” (Ἰω. 8,44). Οἰκεῖος εἶναι καί εἰς ὅλους τούς ἑκουσίους ἤ ἀκουσίους συνεργάτας του, ὅταν αὐτοί θελήσουν νά πραγματοποιήσουν τό καλόν των διά τοῦ κακοῦ, νά φθάσουν εἰς τήν “ἀλήθειάν” των μέ τήν βοήθειαν τοῦ ψεύδους. Δέν ὑπάρχει “διάλογος τῆς ἀγάπης” ἄνευ τοῦ διαλόγου τῆς ἀληθείας. Ἄλλως τοιοῦτος διάλογος εἶναι ἀφύσικος καί ψευδής. Ὅθεν καί ἡ ἐντολή τοῦ Ἀποστόλου ζητεῖ νά εἶναι “ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος” (Ρωμ. 12,9)».13
«Ὁ πρωτοκορυφαῖος Ἀπόστολος, μέ τήν ἐξουσίαν τήν ὁποίαν ἔλαβεν ἀπό τόν Θεάνθρωπον, δίδει ἐντολήν: “Αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ” (Τίτ. 3,10)».14
(γ) Ἀφοῦ λοιπόν δέν ἔχουμε τήν ἴδια πίστη μέ τούς παπικούς δέν μποροῦμε νά ἐλπίζουμε τήν ἕνωσή μας, ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων, μαζί τους. Δέν μᾶς ἐπιτρέπεται νά κάνουμε κάτι τέτοιο. Ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς μᾶς προσφέρει γιά τό θέμα αὐτό τρία ὡραῖα καί δυνατά πατερικά χωρία, τά ὁποῖα παρακαλοῦμε νά ἔχουν ὑπ᾽ ὄψιν οἱ δικοί μας «ἑνωτικοί», γιά νά ἀκολουθοῦν τήν πατερική διδασκαλία, ὡς πρέπει στούς ὀρθοδόξους κληρικούς.
(1) Τό πρῶτο χωρίο εἶναι τοῦ Οἰκουμενίου, Ἐπισκόπου Τρίκκης:
«Ἑνότης πίστεως τό μή διαφωνεῖν περί τά δόγματα. Τοῦτο γάρ ἐπίγνωσις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τό μή διαφωνεῖν περί αὐτοῦ» (PG 118,1220).
Μέ τούς παπικούς διαφωνοῦμε περί τά δόγματα. Μέ τήν αἵρεση τοῦ Φιλιόκβε οἱ παπικοί ἔχουν ἄλλο Χριστό καί ὄχι τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού μᾶς παρέδωσαν οἱ ἅγιοι πατέρες μας στίς Οἰκουμενικές Συνόδους.
(2) Τό δεύτερο πατερικό χωρίο πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἅγιος Πόποβιτς εἶναι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος σαφῶς λέγει:
«Ὅταν δέ πάντες ὁμοίως πιστεύωμεν, τότε ἑνότης ἐστίν» (PG 62,83).
Ὅπως γνωρίζουμε, δέν εἶναι μία ἤ δυό ἤ δέκα μόνον οἱ δογματικές διαφορές μας μέ τούς παπικούς, ἀλλά εἶναι πάρα πολλές καί ἑπομένως δέν μποροῦμε νά ἔχουμε ἑνότητα μαζί τους, γιατί, κατά τόν χρυσορρήμονα ἅγιο πατέρα, μόνο ὅταν «πάντες ὁμοίως πιστεύωμεν, τότε ἑνότης ἐστίν».
(3) Τό τρίτο πατερικό χωρίο, πού προσφέρει ὁ ἅγιος πατέρας Ἰουστῖνος Πόποβιτς, χωρίο πολύ χρήσιμο γιά τούς ἑνωτικούς, εἶναι τοῦ Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, ἑρμηνευτοῦ τῶν ῾Αγίων Γραφῶν, ἐξαρτωμένου στενά ἀπό τόν Χρυσόστομο:
«Τότε ἡ ἀληθής ἑνότης τῆς πίστεως, ὅταν καί ἐν τοῖς δόγμασιν ὀρθοδοξῶμεν καί τῆς ἀγάπης σύνδεσμον συντηρῶμεν» (PG 124,1088Α).15
Μή ὀρθοδοξοῦντες οἱ παπικοί καί μή ἔχοντες λοιπόν ἑνότητα πίστεως μέ ἡμᾶς, δέν μποροῦμε νά ἔχουμε σύνδεσμο ἀγάπης μαζί τους, ἀγάπης ἐκφραζομένης μέ τήν συμμετοχή στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἀγάπη εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλά οἱ παπικοί ἔχουν αἱρετική πίστη περί τοῦ Χριστοῦ.
(δ) Ἡ ἕνωση ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς παπικούς, ἕνωση πραγματική μέ Χριστό, δηλαδή μέ τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, αὐτή ἡ ἕνωση θά γίνει μόνο μέ τήν μετάνοια τοῦ πάπα καί τῶν πιστῶν του. Λέγει ὁ ἅγιος πατέρας:
«Ἄνευ τῆς μετανοίας καί εἰσδοχῆς εἰς τήν Ἀληθινήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀφύσικον καί ἀδιανόητον νά ὁμιλῇ τις περί τῆς ἑνώσεως “τῶν Ἐκκλησιῶν”, περί τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης, περί τῆς intercommunio (δηλ. διακοινωνίας)».16
«Ιντερκομμούνιο, δηλαδή ἡ διακοινωνία μέ τούς αἱρετικούς ἐν τοῖς ἁγίοις Μυστηρίοις, ἰδιαιτέρως ἐν τῇ θείᾳ Εὐχαριστίᾳ, εἶναι ἡ πλέον ἀναίσχυντος προδοσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα. Πρόκειται μάλιστα περί προδοσίας ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεανθρώπου, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀποστολικῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγιοπατερικῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγιοπαραδοσιακῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Μιᾶς καί μοναδικῆς».17
Ἀπό τόν μεγάλο δογματολόγο πατέρα, τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, ἐλάβαμε ἐντολή:
«Πάσῃ δυνάμει τοίνυν φυλαξώμεθα μή λαμβάνειν μετάληψιν αἱρετικῶν μήτε διδόναι» (Ἔκδ. Ὀρθ. πίστεως 4,13. PG 94,1149).
«Ὁ ἀτρόμητος ὁμολογητής τῶν θεανθρωπίνων ὀρθοδόξων ἀληθειῶν ἀναγγέλλει εἰς ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν κόσμων: “Τό γάρ κοινωνεῖν παρά αἱρετικοῦ ἤ προφανῶς διαβεβλημένου κατά τόν βίον ἀλλοτριᾶ Θεοῦ καί προσοικειοῖ τῷ Διαβόλῳ” (Θεοδώρου Στουδίτου, PG 99, c. 1668C). Κατά τόν ἴδιον ὁ ἄρτος τῶν αἱρετικῶν δέν εἶναι “σῶμα Χριστοῦ” (αὐτόθι, c. 1597A). Διά τοῦτο, “Ὥς οὖν ὁ θεῖος ἄρτος ὑπό τῶν Ὀρθοδόξων μετεχόμενος, πάντας τούς μετόχους ἕν σῶμα ἀποτελεῖ· οὕτω δή καί ὁ αἱρετικός κοινωνούς τούς οὕτω αὐτοῦ μετέχοντας ἀλλήλων ἀπεργαζόμενος, ἕν σῶμα ἀντίθετον Χριστῷ παρίστησι” (αὐτόθι, c 1480CD). Ἐπί πλέον, “Ἡ παρά τῶν αἱρετικῶν κοινωνία οὐ κοινός ἄρτος ἀλλά φάρμακον (= δηλητήριον), οὐ σῶμα βλάπτον, ἀλλά ψυχήν μελαῖνον καί σκοτίζον”» (αὐτόθι, c 99,1189C).18
Δ´ ΟΧΙ ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΤΙΜΩΡΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΑΦΟΡΙΣΜΟ
Ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἀναφέρεται στό θέμα τῶν συμπροσευχῶν τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς αἱρετικούς (βλ. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 231) καί λέγει:
«Ὁ Κανών ΜΕ´ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων βροντοφωνεῖ·
“Ἐπίσκοπος, ἤ πρεσβύτερος, ἤ διάκονος, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω· εἰ δέ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω». Πρβλ. Κανόνα ΛΓ´τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου.
Σχολιάζοντας τόν Κανόνα αὐτόν ὁ πατήρ Ἰουστῖνος λέγει:
«Ἡ ἐντολή αὕτη εἶναι σαφής, ἀκόμη καί διά τήν συνείδησιν τοῦ κώνωπος. Δέν εἶναι ἔτσι;»!
«Ὁ Κανών ΞΔ´ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων διατάσσει:
“Εἴ τις κληρικός, ἤ λαϊκός, εἰσέλθῃ εἰς συναγωγήν Ἰουδαίων, ἤ αἱρετικῶν, προσεύξασθαι καί καθαιρείσθω καί ἀφοριζέσθω».
Καί ὁ πατήρ Ἰουστῖνος ὁμοίως σχολιάζει ἐπί τοῦ Κανόνος:
«Καί τοῦτο εἶναι σαφέστατον καί διά τήν πλέον πρωτόγονον συνείδησιν»!
Ἀλλά ἐμεῖς θέλουμε νά ἐκφράσουμε τήν ἀπορία μας καί νά ρωτήσουμε: Ἀλήθεια, ὅσοι ἱερωμένοι συμπροσεύχονται μέ τόν πάπα ἤ καί μέ ἄλλους αἱρετικούς, γιά τήν εἰρήνη τάχα τοῦ κόσμου, ἀλήθεια, εἶναι τόσο ἀπαίδευτοι στήν θεολογία καί τόσο ἄγευστοι στήν Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὥστε νά πιστεύουν ὅτι θά εἰσακουστεῖ αὐτή ἡ προσευχή τους; Ἐγώ πιστεύω ὅτι ἄν δυό-τρία ἰδικά μας παιδιά τῆς καφετέριας πᾶνε μόνα τους σέ ἕνα ἐξωκκλήσι καί προσευχηθοῦν γιά τήν εἰρήνη τοῦ κόσμου, θά εἰσακουστεῖ ἡ προσευχή τους. Ἀντίθετα, ἄν ὀρθόδοξοι κληρικοί κάνουν συμπροσευχή μέ αἱρετικούς (οἱ παπικοί εἶναι αἱρετικοί) ὄχι μόνο δέν εἰσακούεται ἡ δέησή τους αὐτή, ὅσο καί ἄν τήν πληθύνουν, ἀλλά, τό χειρότερο, παροργίζουν τόν Ἅγιο Σαβαώθ, διότι ἡ προσευχή τους αὐτή γίνεται μέ παράβαση τῶν ἱερῶν Κανόνων τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Κύριοι, κληρικοί καί λαϊκοί, ὅσοι κάνετε τίς προκλητικές συμπροσευχές μέ τούς παπικούς καί ἐπιθυμεῖτε τήν ἕνωση μαζί τους, χωρίς τήν μετάνοιά τους, ἐπιτρέψτε μας νά σᾶς μιλήσουμε ἐλεύθερα – γιατί ἐλεύθερα καί εἰλικρινά πρέπει νά μιλᾶμε στήν Ἐκκλησία – καί νά σᾶς ποῦμε:
Οἱ ἱεροί Κανόνες γράφουν καθαρότατα σχετικά μέ τίς συμπροσευχές μέ τούς αἱρετικούς καί τίς καταδικάζουν. Ἐπί τέλους! Πῶς ἀλλιῶς θά θέλατε νά σᾶς τό ποῦν οἱ Κανόνες γιά νά τό καταλάβετε; Ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς σᾶς εἶπε παραπάνω ὅτι καί «γιά τήν λογική τοῦ κώνωπος» ἀκόμη εἶναι καταληπτό, ὅτι οἱ ἱεροί Κανόνες, σαφῶς- σαφέστατα, ἀπαγορεύουν τίς συμπροσευχές σας μέ τούς αἱρετικούς. Αὐτή ἡ φράση τοῦ ἁγίου πατέρα «καί γιά τήν λογική τοῦ κώνωπος» δέν σᾶς προσβάλλει; Σκεφθεῖτε καί φοβηθεῖτε ὅτι ὁ Ὀρθόδοξος λαός, αὐτός ὁ λαός πού ἀνάπτει κανδήλας καί κτίζει ἱερούς Ναούς καί ἀγωνίζεται νά ζῆ συνειδητή πνευματική ζωή, ἀγανακτεῖ σφόδρα ἐναντίον σας. Εἴμεθα δέ βέβαιοι καί βεβαιότατοι ὅτι ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική ἱστορία, ὅπως ἔγραψε μέ μελανά γράμματα τά ὀνόματα τῶν προηγουμένων ἑνωτικῶν, ἔτσι θά μαυρίσει καί τά δικά σας ὀνόματα γιά τίς συμπροσευχές σας μέ τούς παπικούς καί τά τολμηρά σας βήματα πρός ἕνωση μαζί τους.
Ε´ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
Γιά τόν Οἰκουμενισμό ἀρκούμαστε στό νά ἀναφέρουμε τά λίγα ἀλλά κτυπητά καί ζουμερά πού γράφει ὁ ἅγιος Πατέρας Ἰουστῖνος Πόποβιτς στό βιβλίο πού παραπέμπουμε Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός. Παρακαλοῦμε νά προσεχθεῖ ἰδιαίτερα ἡ σύντομη αὐτή παρατιθέμενη περικοπή τοῦ ἁγίου πατέρα περί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί μάλιστα παρακαλοῦμε νά παρατηρηθεῖ ὅτι ὁ ὅσιος Πατήρ ὀνομάζει «ψευδοεκκλησία» τόν Παπισμό καί «παναίρεση» τόν Οἰκουμενισμό:
«Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανισμούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὑμανισμῶν, μέ ἐπί κεφαλῆς τόν Παπισμόν. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἱ ψευδοεκκλησίαι, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά των εἶναι ἡ παναίρεσις. Διατί; Διότι εἰς τό διάστημα τῆς ἱστορίας αἱ διάφοροι αἱρέσεις ἠρνοῦντο ἤ παρεμόρφωνον ἰδιώματα τινά τοῦ Θεανθρώπου καί Κυρίου Ἰησοῦ, αἱ δέ εὐρωπαϊκαί αὗται αἱρέσεις ἀπομακρύνουν ὁλόκληρον τόν Θεάνθρωπον καί εἰς τήν θέσιν του τοποθετοῦν τόν Εὐρωπαῖον ἄνθρωπον. Ἐδῶ δέν ὑπάρχει οὐσιαστική διαφορά μεταξύ τοῦ Παπισμοῦ, Προτεσταντισμοῦ, Οἰκουμενισμοῦ καί ἄλλων αἱρέσεων, ὧν τό ὄνομα “λεγεών”» .19
ΣΤ´ ΔΙΑ ΤΗΝ ΜΕΛΛΟΥΣΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟ
Ἀπό τότε πού οἱ Ρωμαιοκαθολικοί (παπικοί), μέ τήν ἐπικράτηση μάλιστα τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα, ἀποκόπηκαν ἀπό τόν κορμό τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ἀκολούθησαν δικό τους τρόπο στό Συνοδικό σύστημα. Οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἰδιαίτερα μετά τήν χειραφέτησή τους ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τήν Μητέρα τῶν Ἐκκλησιῶν, αἰσθάνονταν πάντοτε τήν ἀνάγκη νά συνέλθουν σέ μία κοινή Σύνοδο, γιατί πολλά ἀπό τά προβλήματά τους ἦταν κοινά.
Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, μέσα στίς πολλές προοπτικές πού εἶχε, συνέλαβε τό νόημα τῆς συγκλήσεως μιᾶς Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί γιά τόν σκοπό αὐτό, σέ προπαρασκευαστικό στάδιο, συνεκάλεσε τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τρίς στήν Ρόδο κατά τά ἔτη 1961, 1962, 1963. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι σ᾽ αὐτές τίς Πανορθόδοξες Διασκέψεις, οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, πού ζοῦσαν κεχωρισμένες μεταξύ τους, αἰσθάνθηκαν δυνατή τήν «ἑνότητα τῆς πίστεως» καί «τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», παρ᾽ ὅλες τίς μεταξύ τους ἐθνικές καί πολιτιστικές διαφορές καί ἀντιθέσεις.
Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ἰάκωβος ὁμιλῶν στήν Ἱερά Μονή Πεντέλης τήν 6η Φεβρουαρίου 1973 ἐπί τῇ μνήμῃ τοῦ Ἱεροῦ Φωτίου ἐκθέτει τίς δυσκολίες τῆς μελλούσης νά συνέλθει Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί θέτει δυσεπίλυτα ἐρωτήματα γιά τό θέμα αὐτό. Τελικά ἐπικαλεῖται τήν μαρτυρία τοῦ καθηγητοῦ τῆς Δογματικῆς, ζῶντος ἔτι τότε, τοῦ ἁγίου μας πατρός Ἰουστίνου Πόποβιτς, τοῦ ὁποίου τόν λόγον ἀκούσαμε ἐπί πολύ στό παρόν φυλλάδιο. Ὁ πατήρ Ἰουστῖνος δέν ἐφαίνετο εὐνοϊκός γιά τήν μελετωμένη σύγκληση τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, γιατί δέν ἔβλεπε πρόσφορο τόν καιρό γιά ἕνα μεγάλο τέτοιο ἔργο. Ἔγραψε δέ τότε, μέ τήν εὐκαιρία αὐτή, ὁ πατήρ Ἰουστῖνος εἰδική μελέτη ἐπιγραφομένη «Ἐπικίνδυνος ἡ σύγκλησις Οἰκουμενικῆς Συνόδου», Ἀθῆναι 1971. Ἀπό τήν μελέτη αὐτή θέλουμε νά παραθέσουμε ἐδῶ δύο περικοπές, τίς ὁποῖες ἐπικαλεῖται ὁ μακαριστός σοφός Μητροπολίτης στήν ὁμιλία του. Τίς νομίζουμε χρήσιμες καί γιά τίς ἡμέρες μας, γιατί, ἀπό τήν μελέτη αὐτῶν φρονοῦμε ὅτι οὔτε ἀκόμη καί σήμερα ἐπέστη ὁ καιρός γιά τήν σύγκληση Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀφοῦ συντρέχουν ἀκόμη καί σήμερα οἱ ἴδιες δυσκολίες πού ἔκαναν τόν ἅγιο πατέρα Ἰουστῖνο νά τάσσεται κατά τῆς συγκλήσεως τῆς Συνόδου.
Ἔγραφε λοιπόν τότε ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς:
«Προσωπικῶς δέν βλέπω ὅτι κατά τάς σημερινάς περιστάσεις ὑπάρχει πράγματι ἀναπόφευκτος ἀνάγκη διά τήν σύγκλησιν τῆς Οἰκ. Συνόδου. Ἐάν ὅμως ὑπάρχῃ, τότε ἡ παροῦσα στιγμή εἶναι ἡ πλέον ἀκατάλληλος εἰς τήν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας μας. Διότι διά νά πραγματοποιηθῇ ἕν τοιοῦτον ἔργον ἱστορικῆς σημασίας ἐπιτυχῶς εἶναι ἀναγκαῖον νά δημιουργηθοῦν αἱ κατάλληλοι συνθῆκαι δι᾽ αὐτό, καί νά γίνουν ἐγκαίρως αἱ θεμελιώδεις προετοιμασίαι. Σήμερον ὅμως, καθ᾽ ὅσον γνωρίζω, δέν ὑπάρχει οὔτε τό ἕν οὔτε τό ἄλλο. Ἰδού ὅτι ἐπί τόσα ἔτη ἡμεῖς δέν κατωρθώσαμεν νά προετοιμάσωμεν τά ἀναγκαῖα διά τήν ἐκτέλεσιν τῶν ἀποφάσεων τῆς Ρόδου, ἄν καί δι᾽ αὐτό ὑπῆρχον πολλαί δυνατότητες. Τί, λοιπόν, νά εἴπωμεν ὡς πρός τάς συνθήκας τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου; Αὗται εἶναι, ἁπλῶς εἰπεῖν, ἀπελπιστικαί εἰς ὅλας, ὀλίγον ἤ πολύ, τάς τοπικάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας».
Προχωρῶν ὁ π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἐπιλέγει: «Εἶναι γνωστόν εἰς τούς Ἀγγέλους καί τούς ἀνθρώπους, ἰδιαιτέρως εἰς τούς Ὀρθοδόξους ὅτι εἰς αὐτήν τήν ἀποκαλυπτικήν ἐποχήν εἶναι δύσκολον ἤ μᾶλλον ἀδύνατον εἰς πολλούς Ἱεράρχας τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, λόγῳ ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν, νά ὁμολογήσουν Ὀρθοδόξως καί ἁγιοπατερικῶς εἰς αὐτήν τήν ἐνδεχομένην μέλλουσαν νά συνέλθῃ Οἰκ. Σύνοδον, τά Ὀρθόδοξα Δόγματα καί τάς κανονικάς ἀληθείας. Ἕνεκα τούτου τό ᾽Ορθοδοξότερον θά ἦτο νά μή συγκληθῇ καθόλου ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος ἤ τοὐλάχιστον νά μή συμμετάσχῃ εἰς αὐτήν... διότι εἰς τό τέλος τί δύναται νά περιμένῃ κανείς ἀπό μίαν τοιαύτην Οἰκουμενικήν Σύνοδον; Ἕν καί μόνον ἕν: Σχίσματα καί αἱρέσεις καί διαφόρους ἄλλας συμφοράς. Αὐτό εἶναι ἡ βαθεῖα μου αἴσθησις καί ἡ πλήρης ὀδύνης ἐπίγνωσις...».20
Ὁ Ἐπίσκοπος Σάμπατς Ἰωάννης τῆς Σερβίας πού διεβίβασε τότε τό ὑπόμνημα τοῦ ἁγίου πατρός Ἰουστίνου Πόποβιτς στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Σερβίας, ἀναφερόμενος καί αὐτός στό ζήτημα τῆς προετοιμασίας τοῦ λαοῦ γιά τήν σύνοδο αὐτή, λέει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά:
«Εἶναι γνωστόν ἀπό τήν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας ὅτι αἱ Ἐκκλησιαστικαί Σύνοδοι, αἱ ὁποῖαι προηγουμένως δέν ἔτυχον τῆς δεούσης προετοιμασίας καί αἱ ὁποῖαι συνήρχοντο ἐν ἀτμοσφαίρᾳ διχονοίας καί πνευματικῆς διασπάσεως περισσότερον ἔβλαψαν παρά ὠφέλησαν τήν Ἐκκλησίαν. Αἱ τοιούτου εἴδους Σύνοδοι ἐβοήθησαν ἐν πολλοῖς εἰς τήν καταστροφήν τῆς κάποτε ἰσχυρᾶς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετηρίδος κατατεμαχίσασαι αὐτήν εἰς ἀναριθμήτους αἱρέσεις καί σχίσματα. Πνευματικῶς ἡνωμένη καί πολιτικῶς διῃρημένη ἡ Ὀρθόδοξος Ἀνατολή ἔγινε εὐκόλως λεία τοῦ Ἰσλάμ, πολιτικῶς καί θρησκευτικῶς, οὕτως ὥστε νά ἔχωμεν σήμερον μόνον ἀναμνήσεις ἐξ ἐκείνης τῆς ἰσχυρᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τῆς Ἀφρικῆς, ἡ ὁποία διέσωσε τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀνά πᾶσαν τήν Οἰκουμένην κατά τούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνας».21
ΤΕΛΟΣ
Στό φυλλάδιό μας αὐτό, ἀδελφοί χριστιανοί, εἴπαμε τί λέγει ἕνας ἅγιος πατέρας, ὁ πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς, γιά τόν Παπισμό καί τόν Οἰκουμενισμό. Θέλαμε μέ αὐτό νά φανεῖ ὅτι μέ τά ὅσα λέγουν καί κάνουν οἱ φιλοπαπικοί καί οἰκουμενιστές ἐναντιώνονται πρός τήν διδαχή τῶν ἁγίων Πατέρων καί νομίζουμε ὅτι φάνηκε αὐτό ἀπό τήν παρούσα μικρή μελέτη, ἔστω καί ἀπό ἕνα πατέρα. Ἀλλά στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχουμε ὁμοφωνία τῶν ἁγίων Πατέρων καί ὁ κάθε πατήρ ἐκφράζει τήν πίστη ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Ἀποροῦμε πάντως γιά τούς φιλοπαπικούς καί Οἰκουμενιστές πῶς τό τολμοῦν, πῶς τό ἀντέχουν καί προβαίνουν σέ ἐνέργειες, τίς ὁποῖες σαφῶς καταδικάζουν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας. Εἶναι δυνατόν νά εὐλογηθοῦν τά ἔργα τους, ἀφοῦ ἐναντιώνονται πρός τούς λόγους τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας; Ὄχι δέν εἶναι δυνατόν. Τούς συνιστοῦμε πάντως νά καθίσουν φρόνημα, γιατί ἔτσι ὅπως ἐνεργοῦν θά κάνουν τήν μεγάλη ζημιά νά διχάσουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Προσπαθοῦντες δηλαδή καί ἀγωνιζόμενοι γιά τήν ἕνωσή τους μέ τούς Παπικούς, χωρίς πρῶτα νά δείξουν αὐτοί τήν μετάνοιά τους, ὅπως τό ἀπαιτεῖ ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς, θά διχάσουν τούς Ὀρθοδόξους καί θά γίνουν αἰτία σχίσματος στήν Ἐκκλησία.
Ἐμεῖς πάντως, μέ τήν Χάρη τοῦ Κυρίου καί τήν Εὐλογία τῆς Κυρίας μας Θεοτόκου, θά μείνουμε σταθεροί στήν γραμμή τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Θά εὐχόμαστε βεβαίως συνεχῶς στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό γιά τήν ἕνωση τῶν παπικῶν καί τῶν ἄλλων αἱρετικῶν μαζί μας, ἀλλά αὐτό θά γίνει μέ τήν δική τους μετάνοια καί τήν ἐπίσημη ἀπάρνηση τῶν αἱρέσεών τους, πού τούς ἀπέκοψαν ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Εὐλογημένο τό νέο ἔτος 2015, ἀδελφοί χριστιανοί. Ἄς βαδίζουμε κατά τό Πανάγιο θέλημα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, σταθεροί στά δόγματα τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας. Ἔτσι θά ἔχουμε τήν εὐλογία Του καί θά ὀρθοποδήσει πάλι ἡ πατρίδα μας ἡ Ἑλλάδα, πού γιά τίς ἁμαρτίες ὅλων μας ἔφθασε ἐκεῖ πού τήν βλέπουμε. Ἄς μήν ξεχνᾶμε τήν ἱστορία. Ἡ μεγάλη Πόλη, ἡ ἕδρα τοῦ θρυλικοῦ Πατριαρχείου μας, ἡ Κωνσταντινούπολη, ἔπεσε καί θρηνοῦμε ἀκόμη τήν πτώση της, ἐπειδή ὁ Πατριάρχης Ἰωσήφ Β´ καί ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης Η´ κατέφυγαν στόν πάπα καί, γιά νά ἔχουν τήν βοήθειά του, ἔκαναν ψευδοένωση μαζί του μέ τήν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας τό 1439. Αὐτήν τήν προδοσία πίστεως τοῦ Πατριάρχου Ἰωσήφ τήν πληρώσαμε, ἀγαπητοί μου, πολύ ἀκριβά, μέ τόκο καί ἐπιτόκιο: Μέ τόν χαμό τῆς Πόλης τῶν ὀνείρων μας, μέ τήν δουλεία μας στούς Τούρκους. Ἄς μᾶς διδάξει ἡ ἱστορία, γιατί διαφορετικά, ἄν δέν εἴμαστε καλοί μαθητές της, θά μᾶς ἀπορρίψει καί θά μᾶς καταδικάσει.22
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 68. 147.
2. Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος,4 σελ. 55.
3. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 81.82.
4. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 86.
5. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 228.
6. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 230.
7. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 209-210. 211-212.
8. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 117.
9. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 212. 213.
10. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 218-220.
11. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 224-225.
12. Βλ. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 228.
13. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 226. 227.
14. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 230.
15. Βλ. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 44.
16. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 225.
17. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 229.
18. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 232. 233.
19. Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, σελ. 224.
20. ΣΥΝΟΔΙΚΑ Ι, Περιοδική ἔκδοσις τῆς Γραμματείας ἐπί τῆς προπαρασκευῆς τῆς ἁγίας καί μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ὀρθόδοξον Κέντρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου 1976, σελ. 22.23.
21. ΣΥΝΟΔΙΚΑ, ὅπ. παρ. σελ. 23.24.
22. Βλ. Βλ. Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Ἀθῆναι 1995, τόμ. Β´, σελ. 603 ἑξ.
Πηγή: Κατάνυξις
Η πιο τρυφερή και ευαίσθητη σχέση στη ζωή είναι η σχέση του ζευγαριού. Κι αυτή η σχέση έχει ένα στόχο που μπορεί κανείς να τον πει και προορισμό· ο προορισμός του είναι να γίνουν ένα σώμα με δύο πρόσωπα, δηλαδή να πραγματώσουν την τέλεια ψυχική και σωματική οντότητα “ασυγχύτως και αδιαιρέτως”, όπως λέμε για τα τρία πρόσωπα-υποστάσεις της Αγίας Τριάδας.
Και όσο τρυφερή, μεγαλειώδη, κεφαλαιώδους σημασίας για την πραγμάτωση του προορισμού για την ευτυχία του ανθρώπου είναι αυτή η σχέση, τόσο ευαίσθητη είναι σε εξωτερικούς αλλά και σε εσωτερικούς πειρασμούς. Βλέπομε άλλωστε πόσες αποτυχημένες απόπειρες κάνουν οι νέοι, για να πετύχουν μία καλή σχέση, πόσο βασανίζονται και πληγώνονται συχνά από τις αποτυχίες και διαψεύσεις· και η σχέση κινδυνεύει να διαφθαρεί και διαλύεται πολύ συχνά. Όλες αυτές τις δυσκολίες, εμπόδια, αντιπάλους του ζευγαριού στην πραγμάτωση του προορισμού του ας τα ονομάσουμε εχθρούς του ζευγαριού και πρώτα ας τους επισημάνουμε αυτούς τους εχθρούς.
Ο πρώτος εχθρός του ζευγαριού είναι η ίδια η σφοδρότητα του συναισθήματος που τους κυριεύει. Αυτή η σφοδρότητα τους κάνει τολμηρούς και συχνά καυχιώνται γι’ αυτό. Στην πράξη όμως αυτή η σφοδρότητα αποδεικνύεται συνήθως σεξουαλική και αυτό ξεστολίζει τον έρωτα από τα ψυχολογικά και ηθικά του στολίδια και κατεβάζει τον έρωτα στους τρόπους της πορνείας. Το μεγαλείο του έρωτα αντιμάχεται την πορνεία. Η επιτυχία του ζευγαριού να ελέγξει τις έντονες επιθυμίες είναι η δόξα και η αλληλοεκτίμησή τους.
Η ανεξέλεγκτη ερωτική ορμή πριν από τον γάμο κυρίως, αλλά και μετά τον γάμο αποτελεί ένδειξη τουλάχιστον της πορνικής εμπειρίας των νέων πριν να γνωριστούν. Έτσι με τον αγώνα να συντηρήσουν οι δυο νέοι το υψηλό επίπεδο της σχέσης τους τούς γεμίζει αξιοπρέπεια και βαθαίνει τον έρωτά τους.
Ο άλλος εχθρός του ζευγαριού μπορεί να είναι οι συγγενείς τους, κυρίως οι γονείς. Μπορεί να φέρνουν εμπόδια στη σχέση του ζευγαριού, επειδή φοβούνται για την ανωριμότητά τους, που δεν βοηθάει στη σωστή επιλογή. Οι γονείς συνήθως λογαριάζουν τη σχέση των παιδιών τους με κριτήρια οικονομικά και επαγγελματικά. Δεν μπορούν ή και δεν θέλουν να εκτιμήσουν τη δυναμική του έρωτα, επειδή πολύ συχνά ο δικός του νεανικός έρωτας έχει ήδη υποβιβαστεί σε μία πεζή συμβίωση.
Άλλοτε πάλι κάποιοι ενήλικοι συγγενείς φθονούν τη νεανικότητα του ζευγαριού, επειδή οι ίδιοι την έχουν χάσει. Ο επόμενος εχθρός του ζευγαριού είναι η ματαιοδοξία. Η ματαιοδοξία που χαρακτηρίζει κυρίως τη σχέση του ζευγαριού για τον γύρω κόσμο τους, συχνά όμως και μεταξύ τους. Προσπαθούν να δείξουν στους γύρω την αλαζονεία του πλούτου, την εξωτερική τους εμφάνιση και μεταξύ τους τα σωματικά και ψυχολογικά τους προτερήματα ή και την οικονομική τους επιφάνεια. Όλ’ αυτά γίνονται εις βάρος του έρωτα, αποτελούν έναν άλλον έρωτα, που τραβάει το ζευγάρι τον έναν μακριά από τον άλλον.
Ο άλλος εχθρός του ζευγαριού, ο πιο μεγάλος απ’ όλους, είναι η έλλειψη ερωτικής κατήχησης. Δεν έχουν κατηχηθεί οι νέοι μας ότι τον έρωτα και τη σχέση τους τα δημιούργησε ο Θεός κατά τη δημιουργία του κόσμου ή μάλλον κατά την πλάση του ανθρώπου. Άρα μόνο με την ευλογία του Δημιουργού τους λειτουργούν σωστά και συντηρούνται. Τότε μόνο δίνουν τη μέγιστη ευτυχία στο ζευγάρι (εκκλησιαστικά αυτό λέγεται ανάπαυση) και συγχρόνως συντηρεί και βελτιώνει τις σχέσεις του ζευγαριού με όλα τα άλλα κεφάλαια της ζωής. Τέτοια κεφάλαια είναι η στοργή προς τους γονείς και τα δικά τους τέκνα, η εκκλησιαστική ζωή, η φιλανθρωπία, ο πατριωτισμός, η καλλιέργεια του πολιτισμού και άλλα τέτοια.
Είναι βαθιά συγκινητικό το συχνά τότε επαναλαμβανόμενο γεγονός, που αναφέρει ο Σολτζενίτσιν στο μνημειώδες έργο του “Αρχιπέλαγος Γκουλάκ” με τις γυναίκες των φυλακισμένων στις Σταλινικές φυλακές της Σοβιετικής Ένωσης. Είχαν επισκεπτήριο μία φορά τον χρόνο για 15 λεπτά κι εμάζευαν οι γυναίκες με χίλια βάσανα καπίκι-καπίκι τα λεφτά για το εισιτήριο, για να πάνε χιλιάδες λεύγες μακριά, για να ιδούν τον άνθρωπό τους μία φορά τον χρόνο. Κι ετοίμαζαν τα λόγια που θα τους έλεγαν και τις πληροφορίες για τη ζωή της οικογένειάς τους. Κι όταν έφτανε η συνάντηση των 15 λεπτών και αντίκριζαν το πρόσωπο του αγαπημένου τους πίσω από μία χοντρή σίτα, δεν έβρισκαν τα λόγια που είχαν ετοιμάσει, για να πουν, και κοιτάζονταν οι αγαπημένοι σύζυγοι αμίλητοι για 15 λεπτά. Αυτή ήταν μία πολύ δυνατή ερωτική συνάντηση.
Η ιερότητα της συζυγικής σχέσης είναι αυτό που κάνει τη συζυγία εικονισμό της Αγίας Τριάδος. Στην εποχή μας με το σπάσιμο όλων των τρόπων της ιερότητας ο έρωτας και η συζυγία μοιάζουν πολύ με την πορνεία κι έτσι ατονούν οι άλλες ανθρώπινες οικογενειακές και κοινωνικές λειτουργίες και τότε η ζωή γίνεται μονοδιάστατη σεξουαλική και αφόρητα πληκτική. Οι άντρες κυρίως αλλά και πολλές γυναίκες βρίσκουν ανούσιο το νόημα του έρωτα και τη νομική έγγαμη σχέση και επιδίδονται στις μοιχείες και στις πορνείες, για να έχει η ερωτική σχέση κάτι το περίεργο και κάτι που να χρωματίζεται από την αίσθηση της αμαρτίας, γιατί έτσι λένε ότι πολεμείται η πληκτικότητα της νόμιμης σχέσης. Από μικρά παιδιά, βλέπετε, συνήθισαν οι άνθρωποι να συνδυάζουν τον έρωτα με την πορνεία και να αγνοούν την ευλογία του Θεού· και κουβαλούν ύστερα αυτήν την προκατάληψη στη ζωή τους.
Άλλο κακό που βλάπτει τη σχέση του ζευγαριού είναι η δικαιοσύνη,ενώ είναι το κυριότερο αίτιο που επικαλούνται στα διαζύγια οι άνθρωποι, δεν αφήνει υποψία πως είναι κακό πράγμα η δικαιοσύνη, όπως την κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας. Αυτή η κοσμικού τύπου δικαιοσύνη, που πρυτάνευε στους προ Χριστού προγόνους μας και πρυτανεύει στους χωρίς Χριστό συνανθρώπους μας, δεν διαφέρει από την εκδίκηση. Και το πρώτο που θυσιάζουμε μπροστά στο βωμό της “Θείας Δίκης” είναι η αγάπη.
Ο πολιτισμός με την αλαζονεία του φθείρει τις προσωπικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, ο καθένας στην προσπάθειά του να αποσπάσει όσο γίνεται μεγαλύτερο κομμάτι ωφέλειας από το προσόντα του πολιτισμού, βλέπει τους άλλους σαν άτομα και μάλιστα άτομα αντίπαλα και πολεμάει με οποιονδήποτε θα σταθεί μπροστά του, για να του στερήσει κάτι. Με αυτήν την αλαζονεία οι νέοι, που φτάνουν στο ζευγάρωμα, δεν μπορούν να ιδούν το πρόσωπο του άλλου. Έτσι επιδιώκουν απλώς και μόνο να αντλήσουν κάποια ηδονή από τη σχέση τους και ο “άλλος” μας ενδιαφέρει τόσο χρόνο, όσο διαρκεί η προσφερόμενη ηδονή. Πέραν απ’ αυτήν την ηδονή υπάρχουν μόνο οι δυναμικές σχέσεις, οι διαξιφισμοί των συμφερόντων.
Η εκδίκηση και η διεκδίκηση, όταν μπαίνουν στις σχέσεις του ζευγαριού, πράγματι σκοτώνουν τον έρωτα και κάνουν τη σχέση τους αβίωτη. Και πάλι το αίτιο είναι η απουσία κατήχησης και μάλιστα Ορθόδοξης κατήχησης. Μόνο η Ορθόδοξη κατήχηση ονομάζει τη δικαιοσύνη συγχώρηση και εναρμονίζει τη σχέση του ζευγαριού με την συγκατάβαση του Θεού στις αμαρτίες των ανθρώπων. Για να ζήσει το ζευγάρι μέσα στην ευτυχισμένη σχέση του γάμου, πρέπει να γίνει ο καθένας απέναντι τον άλλον ένα μηδέν. Τότε ο γάμος γίνεται άθλημα, μαρτυρικό άθλημα, και τότε καταλαβαίνουμε γιατί στον χορό του Ησαΐα ακούγεται εκείνο το ανεξήγητο: “Άγιοι Μάρτυρες οι καλώς αθλήσαντες και στεφανωθέντες…”.
Πολλές φορές μέσα στη ζωή του ζευγαριού κυριαρχεί η ιδέα της δικαιοσύνης όπως τη διαπίστωσαν με σαφήνεια οι αρχαίοι μας πρόγονοι, “ου αν κρατή τις άρχει” δηλαδή όπου υπερισχύει κανείς με τη δύναμή του, εκεί ασκεί εξουσία. Κι έλεγαν οι αρχαίοι Αθηναίοι, που έκαναν αυτό το λόγο, ότι αυτό είναι πανάρχαιος νόμος που κι αυτοί τον βρήκαν να ισχύει στις ανθρώπινες σχέσεις. Ήταν δηλαδή το φυσικό αυτονόητο. Βέβαια μέσα στον Παράδεισο πρωτοακούστηκε ο λόγος του Θεού προς τη γυναίκα “προς τον άνδρα σου η αποστροφή σου και αυτός σου κυριεύσει”, αυτό όμως ήταν η ποινή για την παρακοή της· δεν έπλασε ο Θεός τη γυναίκα εξαρτημένη από τον άντρα της, η αμαρτία έφερε αυτή τη συνέπεια και η Ορθόδοξη κατήχηση ξέρει ότι οδεύουμε με την τελική λύτρωση στην κατάργηση κάθε “αρχής” εκτός από την “αρχή” της αγάπης. Άρα και κάθε ζευγάρι οφείλει να κάνει τις “πρόβες” του για την τελική του κατάληξη στους λειμώνες της βασιλείας του Θεού.
Πολύ συχνά οι περιπτώσεις διαζυγίων που εμπλέκονται και παιδιά, οι μητέρες μαυρίζουν την εικόνα του πατέρα στις καρδιές τους και επικαλούνται γι’ αυτό βέβαια τη δικαιοσύνη, που αποδεικνύεται μάλιστα αυταπόδεικτη εις βάρος του πατέρα με την απουσία του. Έτσι τραυματίζεται βαριά η εικόνα του πατέρα στις καρδιές των παιδιών και οι μητέρες δεν ξέρουν ή δεν λογαριάζουν τι κακό τους κάνουν. Τα παιδιά αναζητούν πάντοτε τον πατέρα τους μέσα στα βάθη της ψυχής τους, όποιος κι αν είναι στη συμπεριφορά του. Παρόμοια βέβαια αναζητούν και την εικόνα της μάνας τους. Η δικαιοσύνη όμως κάνει αυτό το έγκλημα να γίνεται πραγματικότητα.
Ο διάβολος ζηλεύει τις γυναίκες, φοβάται τη χάρη που τους έδωσε ο Θεός να γεννούνε και μάλιστα από τότε που η μάνα έγινε Θεοτόκος, και γι’ αυτό ο διάβολος καλλιεργεί τα “άνθη” του κακού, που λέγονται εκτρώσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις πάνω στην απόφαση της έκτρωσης συμφωνεί το ζευγάρι -ίσως για πρώτη φορά στη σχέση τους- αλλά τι συμφωνία είναι αυτή! Συμφωνία μίας ισόβιας κόλασης. Από τότε οι χαρές του έρωτα είναι άχαρες και νευρωτικές. Όλα τα εφηβικά όνειρα για τον ποιητικό έρωτα τσαλακώνονται. Η διάλυση της σχέσης γίνεται εύκολη και ανακουφιστική. Φορτώνεται και ο ένας και ο άλλος τις ενοχές του, κρύβει την πίκρα του, μεγιστοποιεί την απαξίωση του άλλου και χωρίζουν τα βήματά τους. Αυτό κι αν είναι εμπόδιο στη σχέση του ζευγαριού! Και γι’ αυτό το δυστύχημα επιστρατεύει το ζευγάρι το επιχείρημα της δικαιοσύνης. Δικό μου το σώμα μαζί με το έμβρυο, δική μου υπόθεση, δικαίωμά μου.
Και η λογική είναι εχθρός του ζευγαριού, η λογική που μάχεται την πίστη στην πρόνοια του Θεού. Με το εισόδημά μας περνάμε ίσα-ίσα, λένε· με ένα παιδί πεθαίνουμε από την πείνα. Η απόδειξη έρχεται με την πρακτική αριθμητική λες; Απαντάει ο λογισμός της τετραγωνικής λογικής, που κάνει τον γάμο οικιακή πορνεία.
Όταν πρωταντικρίζονται ένας νέος με μία νέα κι αιχμαλωτίζονται ο ένας από τη φυσιογνωμία του άλλου, όλο το σύμπαν αναστατώνεται. Ο Θεός γεμίζει μπαούλα με προικιά και βάζει εκατομμύρια καταθέσεις στις Τράπεζες του μέλλοντος για την επιβίωσή τους στους αιώνες των αιώνων. Την ίδια ώρα ο διάβολος βγάζει περιπόλους στα μονοπάτια και ναρκοθετεί τα περάσματα. Οι ερωτευμένοι τρέχουν σαν χαζοί ανέμελοι στους δρόμους. Οι εχθροί παραμονεύουν. Ως καλοί οικονόμοι όμως πρέπει να φυλάξουν τα γαμήλια δώρα του Θεού και να οργανώσουν την άμυνά τους με σοφία.
Γι’ αυτό λέμε ότι η ευλογία της Εκκλησίας με τον γάμο γεννάει τον έρωτα στο ζευγάρι. Τον γεννάει και τον ασφαλίζει.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
VIDEO
ΕΙΔΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Σας ευχαριστώ για την τιμητική σας πρόσκληση να μιλήσω στη σημερινή σύναξη, που είναι τόσο σημαντική και για μάς, αλλά και για την ’Εκκλησία του Χριστού τη στρατευομένη στο μαρτυρικό νησί μας.
Κάθε έργο που τελείται στο χώρο της αγίας Εκκλησίας εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού, “τελειούται Πνεύματι Αγίω” και γι’ αυτό το λόγο η επιτυχία του σκοπού της όλης δραστηριότητάς σας είναι βεβαία ενώπιον του Κυρίου.
Πέρα από τους προσωπικούς δισταγμούς για την καταλληλότητά μου ως ομιλητού περί οικογενείας, η μικρή πείρα στο έργο της εξομολογήσεως και πνευματικής καθοδηγήσεως των αδελφών μας, που αγωνίζονται στον κόσμο, στον ευλογημένο χώρο και τρόπο της οικογενειακής ζωής, με έπεισε να περιοριστώ στην απάντηση του ερωτήματος και της απορίας, που συχνά ακούμε από τους αδελφούς μας, που μας λέγουν ότι “Πάτερ μου, εμείς είμαστε μέσα στον κόσμο, βρισκόμαστε στην κοινωνία, έχουμε οικογένεια, είναι δυνατό να σωθούμε; Είναι δυνατό να φθάσουμε στα μέτρα αυτών των αγίων, που διαβάζουμε τους βίους τους στα βιβλία;”
Νομίζω πάνω σ’ αυτό το θέμα μπορούμε για λίγο να σταθούμε, να δούμε πώς εκτυλίσσεται ο αγώνας της πνευματικής ζωής μέσα στην οικογένεια, πώς πολεμούν εκεί τα πάθη και πώς θεραπεύονται και αγιάζεται ο άνθρωπος.
Γνωρίζουμε από τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας μας, που διαφυλάττουν ανόθευτο το γνήσιο ήθος της Ορθοδοξίας, ότι “ει τις τον γάμον μέμφοιτο, και την καθεύδουσαν μετά του ανδρός αυτής, ουσαν πιστήν και ευλαβή βδελύσσοιτο ή μέμφοιτο, ως αν μη δυναμένην εις βασιλείαν Θεού εισελθείν, ανάθεμα έστω” (Α’ Κανών της εν Γάγγρα Συνόδου). Η άνευ συμβιβασμού αποτομία και αυστηρότητα του κανόνος, που έχει και άλλους πολλούς συμφώνους του, μας δίδει την ορθή βάση και λύση του θέματος και έτσι σε μας απομένει τώρα να δούμε πρακτικά τον πόλεμο τον πνευματικό μέσα στην οικογένεια.
Η χριστιανική ζωή, και ειδικά στο προκείμενο θέμα η οικογένεια, είναι εικόνα της ζωής του τρισυποστάτου της θεότητος. Η οικογένεια, ως κοινωνία προσώπων, εικονίζει την εν πλήρει αγάπη ενότητα της Αγίας Τριάδος, όπου τα τρία πρόσωπα διατηρούν τις υποστάσεις τους χωρίς να διαλύονται στην ένωσή τους, αλλά ζουν ως μία φύσις τριών προσώπων. Ο κλασσικός όρος “μονάς εν τριάδι και τριάς εν μονάδι” εκφράζει σαφώς τη λεπτότητα και ακρίβεια της τριαδικής θεϊκής σχέσεως και ταυτόχρονα το αρχέτυπο κάθε πραγματικής οικογένειας.
Εφ’ όσον το ήθος διαμορφώνεται από το δόγμα, άρα η ορθόδοξη θέση του ανθρώπου μέσα στην οικογένεια είναι η διάσωση, αλλά και η ολοκλήρωση του προσώπου του μέσα στην ένωση της αγαπητικής οικογενειακής ενότητας, όπου τα πολλά μέλη αποτελούν ένα σώμα αδιάσπαστο και αδιαίρετο.
Είναι κοινή θέση των αγίων Πατέρων ότι η διαίρεση και ο διχασμός οφείλεται στην προσωπική του κάθε ενός ανθρώπου διάσπαση και διαστροφή της “κατ’ εικόνα Θεού” δημιουργίας και φυσικής ωραιότητάς του, με αποτέλεσμα τον ατομισμό και την αποξένωση με όλα τα θλιβερά επόμενά τους. Σαν επακόλουθο της πτώσης έρχονται τα πάθη, που αποτελούν έκτοτε την αρρώστια της φύσης μας, τον μόνιμο και ύπουλο εχθρό της σωτηρίας μας.
Γι’ αυτό και κάθε ένας, όπου κι αν βρίσκεται, έχει μπροστά του αυτό το σκληρό τείχος των παθών, που πρέπει να υπερβεί, για να μπορέσει να κοινωνήσει εν αγάπη με το ζώντα αληθινό Θεό και δημιουργό του και με τους ανθρώπους, ως εικόνες Θεού και αδελφούς του. Πολύ δε περισσότερο μέσα στην οικογένειά του, όπου η σχέση πρέπει να είναι τόσο στενή, σαν ένα συμπαγές και αδιάλυτο σώμα, που βαστάζει όλα τα βάρη σαν ένας άνθρωπος.
Οι Άγιοί μας μέσα από τη δική τους πείρα και την εν Θεώ σοφία, κυρίως όμως από τον πανάρετο και αρχέτυπο βίο του Κυρίου μας, διαιρούν τα πάθη σε τρία γενικά, όπως τα ονομάζουν γίγαντες των παθών, και από αυτά σαν πηγή ξεχύνονται τα υπόλοιπα, που αποτελούν τον πολυποίκιλο δαίδαλο των εναντίων μας μηχανημάτων του εχθρού της σωτηρίας μας.
Και αυτά δεν είναι άλλα, απ’ εκείνα με τα οποία σαν όπλα “επείρασεν” ο σατανάς τον Κύριο, όταν ενήστευε στην έρημο, και γι’ αυτό δικαίως θεωρούνται τα κυριότερα, γιατί εάν αυτά δεν συμπλήρωναν όλο τον κύκλο της διαβολικής πανουργίας, δεν θα αφοπλίζετο κατά κράτος καθολικά ο διάβολος.
Αυτά λοιπόν είναι η κενοδοξία, η φιλαυτία και η φιληδονία, και εφόσον κτυπούν και μπαίνουν ως εμπόδια στην εν Χριστώ πορεία του κάθε ανθρώπου, ας εξετάσουμε τί γίνεται και μ’ αυτά μέσα στο χώρο της οικογένειας και πώς αντιμετωπίζονται, προκειμένου να μην επιτύχουν το σκοπό τους, που είναι η διάλυση των πάντων, που αρχίζει από τον εαυτό μας, προχωρεί στους γύρω μας, στην οικογένειά μας και καταλήγει στο Θεό Σωτήρα μας.
Πηγή: Πεμπτουσία
Σωματεῖον
«ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΤΑΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ»
Ἕδρα: MOYΣΩΝ 14, 15452 ΨΥΧΙΚΟΝ
Τηλ. 0030 2103254321-2, fax 210-3236978
e-mail: fot_gram@otenet.gr ἱστοσελίς: www.fotgrammi.gr
Ἀριθ. Ἀποφ. Πρωτοδικείου Ἀθηνῶν 3079/2008
ΑΦΜ 998406487 ΔΟΥ Ψυχικοῦ
ΕΚ ΝΕΟΥ ΑΝΑΡΤΗΣΙ ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΗ
ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΛΥΣΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΠΑΛΙΜΒΑΡΒΑΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΑΡΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ (ΚΥΡΙΩΣ ΤΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ) ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΙΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΩΝ
ΓΙΑ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΗ Η ΠΛΗΡΗΣ ΕΡΗΜΩΣΗ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ ΝΙΚΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΤΡΟΪΚΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ
ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΑΣΥΝΕΠΕΙΑ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΙΔΡΥΣΕΩΣ ΙΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΕΙΩΝ
ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
9. 1.2015
1. Τὰ χωριὰ μὲ τὸ κλείσιμο σχολείων καὶ τὴν ἔμμεση μὴ χειροτονία νέων κληρικῶν, δηλαδὴ χωρὶς ἱερέα καὶ δάσκαλο , ἀγριεύουν καὶ οἱ ἐλάχιστοι ἄνθρωποι ἐξωθοῦνται σὲ ἀπολίτιστες καὶ ἀντιχριστιανικὲς δράσεις...
ΠΑΛΑΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΙΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΩΝ ΑΠΟ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
2. Οἱ ἀνεγκέφαλοι ἰθύνοντες δικαιολογοῦν τὴν ἀντιχριστιανικὴ καὶ ἐγκληματική τους αὐτὴ συμπεριφορά, ὡς «ἀπαίτηση τῆς Τρόϊκα», γιὰ νὰ ἀποπροσανατολίσουν καὶ καλύψουν τὴν ἀθέτησι τῶν συμβάσεων Πολιτείας καὶ Ἐκκλησίας. Βάσει αὐτῶν τῶν συμβάσεων ἡ Ἐκκλησία παραχωροῦσε πανάκριβα «φιλέτα» ἀπὸ τὶς ἰδιοκτησίες της γιὰ νὰ κατασκευάζωνται εὐαγῆ Ἱδρύματα, ὡς π.χ. : Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη, τὸ Παν/μιο Ἀθηνῶν, ἡ Ἀκαδημία, τὸ Δημόσιο Ὀφθαλμιατρεῖο, τὸ Νοσοκομεῖο «Εὐαγγελισμός» τὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο, τὸ Πολεμικὸ Μουσεῖο, τὸ Ἐθνικὸ Ἵδρυμα Ἐρευνῶν, τὸ Ἀλσύλλιο Ριζαρείου, ἡ Λεωφόρος Βασ. Κων/νου, ἡ Μαράσλειος Σχολή, ἡ Σχολὴ Χωροφυλακῆς τὸ Ὑπουργεῖο Δικαιοσύνης, ἡ πρώην ΥΕΝΕΔ, τὸ Ὑπουργεῖο Προστασίας τοῦ Πολίτη, ἡ Παν/λις - Πολυτεχνειούπολις, τὸ 251 Γενικὸ Νοσοκομεῖο Ἀεροπορίας, τὸ 401 Στρατιωτικὸ Νοσοκομεῖο, τὸ Νοσοκομεῖο Σωτηρία, τὸ Γεν. Κρατικὸ Νοσοκομεῖο «Γεννηματάς» καὶ δεκάδες ἄλλα κοινωφελῆ ἔργα.
Ἔναντι αὐτῶν ἡ Πολιτεία ἀνελάμβανε τὴν μισθοδοσία καὶ συνταξιοδότησι τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἐὰν ἡ Πολιτεία ἀδιαφορήσῃ περαιτέρω γιὰ τὴν τήρησιν τῶν συμβάσεων, τότε ὑποχρεοῦται νὰ ἐπιστρέψῃ ὅλα αὐτὰ τὰ πανάκριβα «φιλέτα» καὶ μὲ τὴν ἀξιοποίησι ὅλων αὐτῶν θὰ ἠδύνατο ἡ Ἐκκλησία ὄχι μόνο νὰ μισθοδοτῇ καὶ συνταξιοδοτῇ τὸν Ἱερὸ Κλῆρο καὶ νὰ μὴ ὑπάρχῃ οὔτε ἕνα χωριὸ χωρὶς ἱερέα, ἀλλὰ καὶ νὰ κτίζῃ καὶ συντηρῇ «Βασιλειάδες» στὸ ἐσωτερικὸ καὶ τὸ ἐξωτερικό.
Μάλιστα δὲ μὲ τὸν πακτωλὸ τῶν ἐσόδων, ἀπὸ μία χρηστή, ἀνιδιοτελῆ διοίκησι μὲ πλήρη διαφάνει α, θὰ ἠδύνατο νὰ ἀναστηλώνῃ Ἱ. Ναοὺς καὶ Ἱ. Μονές, νὰ ἐπιδοτῇ τὸν ἐξοπλισμὸ νοικοκυριῶν καὶ νὰ χορηγῇ ἄτοκα δάνεια, ὥστε νὰ δύνανται οἱ νέοι ἄνθρωποι νὰ νυμφεύωνται ἐγκαίρως καὶ εὐκαίρως καὶ νὰ δημιουργοῦν χριστιανικὲς οἰκογένειες. Τοιουτοτρόπως θὰ μποροῦσε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νὰ ἀποκτᾶ αἴγλη, δόξα καὶ τιμὴ καὶ νὰ τὴν ὑπολογίζουν οἱ πάντες καὶ νὰ μὴ εἶναι θεραπενὶς καὶ τὰ δεκανίκια φαύλων καὶ κοσμικῶν κύκλων.
Τέτοια ριζοσπαστικὰ μέτρα θὰ μποροῦσαν νὰ τὰ πραγματοποιήσουν μόνον κληρικοὶ μὲ ἦθος, χαρακτῆρα, τόλμη, θάρρος καὶ παρρησία, ὅπως ὁ εἰς πάντα διαπρέψας θρυλικὸς Γέρων Αὐγουστίνος Καντιώτης . Ὅμως ὁ Αὐγουστίνος κατατρέχετο μία ζωὴ ὁλόκληρη ἀπὸ Πολιτεία καὶ ἰδίως Ἐκκλησία καὶ διεσύρετο βαναύσως ἀπὸ πειθήνια ὄργανα τῶν καταχθονίων σκοτεινῶν δυνάμεων.
Ἠθικὰ δὲ ἀναστήματα σὰν τὸν Αὐγουστῖνο ἀνατέλουν κάθε 100 ἤ 200 χρόνια.
Ἀλλὰ οἱ σημερινοὶ ταγοὶ τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας δὲν ἔχουν θέλησι καὶ θάρρος νὰ ἐπιστρατεύσουν οὔτε χίλιους ἀρχιμανδρίτες, οἱ ὁποῖοι ὑπηρετοῦν πολλαπλοὶ σὲ προσοδοφόρους Ναοὺς τῶν Ἀθηνῶν καὶ λοιπῶν πόλεων καὶ ἀδιαφοροῦν παντελῶς γιὰ τὰ χωριὰ τῆς ὑπαίθρου.
Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι ὅτι πρὸ τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως ἄνω τῶν χιλίων χωριῶν ἦσαν χωρὶς ἱερέα. Ποτέ, κανεὶς τρισάθλιος πολιτικὸς δὲν διαμαρτυρήθηκε πρὸς τοῦτο, διότι ἦταν ἐντολὴ τῆς στοᾶς Bildenberg καὶ τῶν ἄλλων σιωνιστικῶν κύκλων .
Δεκαετίες ὁλόκληρες προσπαθοῦσαν μὲ κάθε τρόπο, νὰ ἐκμαυλίσουν τοὺς Ἕλληνες , ἰδίως μὲ τὰ ἀφθονώτατα, αἴσχιστα θεάματα καὶ τὴν σπατάλη τῶν ἐθνικῶν πόρων καὶ μὲ τὰ «θαλασσοδάνεια» καὶ μὲ τὸ σύνθημα «Τσοβόλα δώστα ὅλα» καὶ ὡδηγοῦσαν τὸν λαό, ἰδίως τοὺς νέους, στὴ ὑπερκαταναλωτικὴ κοινωνία, γιὰ νὰ μὴ ἔχουν δυνάμεις ἀντιστάσεως.
Τώρα δὲ ἐδώρησαν καὶ τὸ ἐν μεγίστῃ ἀνεπαρκείᾳ ἀγαθό, δηλαδὴ τὶς ἐλάχιστες συχνότητες ραδιοφώνου καὶ τηλεοράσεως, στὰ μεγάλα ἐκδοτικὰ συγκροτήματα καὶ τοὺς πανίσχυρους μεγαλοεργολάβους δημοσίων ἔργων (ποὺ «ξεκοκκαλιάζουν» ὅλη τὴν Ἑλλάδα), χωρὶς νὰ ἀπαιτήσουν τὸ παραμικρὸ ἀντίτιμο, εἰ μὴ μόνο τὴν συστηματικὴ «πλύσι ἐγκεφάλων» ὑπὲρ τῶν παρατάξεών τους, γιὰ νὰ συνεχίζουν νὰ ἐκμαυλίζουν, νὰ παραπληροφοροῦν καὶ νὰ διαστρεβλώνουν τὴν ἀλήθεια.
Ταυτοχρόνως στεροῦν στὰ λαϊκὰ στρώματα καὶ τὸν ἄρτο τὸν ἐπιούσιο, ὁδηγώντας τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀδύνατους, ἰδιαιτέρως τοὺς νέους ἀνθρώπους, στὴν ἀνεργία καὶ νὰ σαπίζουν στὶς καφετέριες καὶ στὰ ξενυκτάδικα μὲ τὸ «κομπόδεμα» γονιῶν καὶ παππούδων ἢ μὲ τὶς ἐγκληματικὲς τους πράξεις καὶ τελικά, καταπογοητευμένοι, νὰ καταλήγουν στὶς αὐτοκτονίες...
Λοιπόν, πρὸ πολλοῦ ἐφαρμόζουν οἱ ἀνεγκέφαλοι ἰθύνοντες τῆς Ἑλλάδος τὶς ἐντολὲς τῶν καταχθονίων σκοτεινῶν δυνάμεων : ἄλλοτε μὲν νὰ ἐκμαυλίζουν τὸν ἑλληνικὸ λαὸ ἠθικῶς, ἄλλοτε δὲ νὰ ἐξακολουθοῦν νὰ τὸν ἐκμαυλίζουν ὄχι μόνο ἠθικῶς ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν ἐξουθενώνουν ὑλικῶς καὶ νὰ τὸν ἀναγκάζουν νὰ ὁδηγῆται στὶς αὐτοκτονίες.
3. Ὅ,τι δὲν μπόρεσαν νὰ ὁλοκληρώσουν μὲ τὸ σχέδιο «Καποδίστρια» τὸ ὡλοκλήρωσαν μὲ τὸ σχέδιο «Καλλικράτης».
4. Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ χιλιάδες χωριά, ποὺ ἦταν πρὸ δεκαετίες χωρὶς ἱερεῖς, ἐν τῷ μεταξὺ ἀπεβίωσαν ἑκατοντάδες ἱερεῖς καὶ χίλιοι θὰ συνταξιοδοτήθηκαν, ἀλλὰ δὲν θέλησαν οἱ ἰθύνοντες νὰ ἐννοήσουν καὶ ἀντιμετωπίσουν τὸ τεράστιο πρόβλημα.
Ἀντιθέτως, σχεδὸν ὅλοι οἱ πολιτικοὶ χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, ὅταν ἡ «Τρόϊκα » ἀπαιτεῖ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὶς δημόσιες ὑπηρεσίες μερικὲς χιλιάδες δημόσιοι ὑπάλληλοι, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τὸ ἔτος 1980 ἔχουν πολλαπλασιασθῆ. Ὅμως στὴ πραγματικότητα, ἀντὶ οἱ δημόσιοι ὑπάλληλοι νὰ ὑπηρετοῦν τοὺς πολίτες, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, τοὺς κατατυραννοῦν.
5. ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΑΥΤΟ διαθέτομε δωρεὰν τὶς ἐγκαταστάσεις τοῦ Ἱδρύματός μας στὰ ἔργα Ἁγίου Νέου Ὁσιομάρτυρος Παύλου εἰς Ἀροανία Καλαβρύτων.
6. Ὅμως ταυτόχρονα ζητοῦμε κατεπειγόντως νέες ἀδελφὲς μοναχές, δραστήριες, γιὰ τὴν παλαίφατη Ἱερὰ Μονὴ Φανερωμένης Ἀροανίας .
Μέχρι νὰ ἀναστηλωθῆ ἡ Μονὴ καὶ νὰ κτισθῆ καὶ νέα πτέρυγα, δύνανται νὰ φιλοξενοῦνται οἱ μοναχὲς στὸ πρῶτο ἐπίπεδο τοῦ μεγάλου κτιρίου τῶν ἐγκαταστάσεων καὶ νὰ φροντίζουν τὸν Ἅγιο Νέο Ὁσιομάρτυρα Παῦλο εἰς Ἀροανία Καλαβρύτων.
7. Προτείνομε νὰ συνδημιουργήσουμε Ἀκαδημία - Ἱεροδιδασκαλεῖο μὲ ἐθελοντὲς ἰδιῶτες χορηγούς, τράπεζες, ἑταιρεῖες καὶ πρόσωπα, μαζὶ μὲ τὴν Πολιτεία καὶ Ἐκκλησία.
8.Ἐμεῖς παρέχουμε τὶς ἐγκαταστάσεις τοῦ Ἁγίου Παύλου καὶ ὅ,τι ἄλλο μπορούμε, ὥστε οἱ ἀπόφοιτοι Διδάσκαλοι - Ἱερεῖς νὰ στηρίξουν ξανὰ Διθέσια καὶ Τριθέσια Σχολεῖα στὰ ὅμορα / διπλανὰ χωριά.
9.Ἔτσι νικοῦμε καὶ τὴν ΤΡΟΪΚΑ, ποὺ δὲν ἐγκρίνει πρόσληψι ἱερέων. Ἴσως ἔτσι ἐπιτύχουμε περισσότερα καὶ καλλίτερα Σχολεῖα καὶ περισσότερες λειτουργοῦσες Ἐκκλησίες σὲ περισσότερα χωριά.
Ἑλληνικὸ χωριό ;
Ἑλληνορθόδοξος Πολιτισμός.
Κατὰ τὸν Ὀδυσσέα Ἐλύτη Κάθε χωριὸ καὶ πολιτισμός
10. Γιὰ ἔμπρακτη πραγματοποίησι καὶ ἄμεση ἐπίλυσι τοῦ τεράστιου αὐτοῦ προβλήματος, διαθέτομε ἀπὸ τὸν μὲ ἀπερίγραπτες στερήσεις,σωματικὲς καὶ ψυχικὲς ἀλγηδόνες δημιουργηθέντα μόχθο τοῦ βίου μας (τὸν ὁποῖο κρατᾶμε, καὶ ὑπολογίζομε καὶ τὴν τελευταία δεκάρα ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ γιὰ τὴν πραγματοποίησι τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους), ἀρχικῶς πενήντα χιλιάδες (50.000) Εὐρώ.
11. Ἐὰν μᾶς μιμηθοῦν καὶ πολλὲς πλούσιες Ἱερὲς Μητροπόλεις, Ἱερὲς Μονές, πλουσιότατες ἐνορίες, σύλλογοι, τράπεζες, διάφοροι Ὀργανισμοὶ καὶ ἐπιχειρήσεις, τότε θὰ ἔχουμε ἀθρόα προσέλευσι ἰδεολόγων ὑποψήφιων ἱεροδιδασκάλων καὶ πολλῶν ἰδεολόγων ὁμοτίμων καὶ ἐν ἐνεργείᾳ καθηγητῶν, τόσο γιὰ τὸ Ἱεροδιδασκαλεῖο, ὅσον καὶ γιὰ τὸ Παγκόσμιο Σχολεῖο Ἑλληνικῆς Γλώσσης «ὁ Ἅγιος Νέος Ὁσιομάρτυς Παῦλος ὁ ἐξ Ἀροανίας Καλαβρύτων».
12. Εὐχόμαστε νὰ προωθηθῇ καὶ νὰ γίνῃ πραγματικότητα παντοῦ σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα ἡ ἵδρυσι Ἱεροδιδασκαλείων καὶ
ἡ Ἁγία Τριὰς ποὺ αὔριο θὰ ἐμφανισθῆ, ἐπ’εὐκαιρίᾳ τῶν Φώτων , νὰ φωτίσῃ ὅλους μας, ἰδιαιτέρως τοὺς ἰθύνοντες νὰ πετύχουμε καὶ αὐτὸ τὸ ποθούμενο γιὰ τὸ καλὸ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Ἑλλάδος μας..
Πηγή: Φωτεινή Γραμμή
Τό χρονικό τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στούς Τούρκους, ὅπως διασώζεται στίς ἐπιστολές του, δέν παρουσιάζει ὅλες τίς δυσκολίες πού συνάντησε ἐκεῖ. Νομίζω ὅτι πρέπει νά δοῦμε μερικά ἐνδιαφέροντα σημεῖα, ὅπως τά διηγεῖται ὁ ἴδιος, γιατί φανερώνουν καί τόν χαρακτήρα τῶν Τούρκων.
Τό πρῶτο σημεῖο εἶναι ὅτι ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἶχε σαφῆ συνείδηση ὅτι ἀνῆκε στό γένος τῶν Ρωμαίων. Κάνει λόγο γιά τήν ἐγκατάλειψη «τοῦ καθ᾿ ἡμᾶς γένους» ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ. Δέν πρόκειται ἁπλῶς γιά τό ἑλληνικό γένος, ἀλλά γιά τό ρωμαϊκό, πού ἔχει ἑλληνικό πολιτισμό καί ὀρθόδοξη πίστη. Πολλές φορές στό κείμενο τῆς ἐπιστολῆς του κάνει λόγο γιά τούς κατοίκους τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας καί τούς ἀποκαλεῖ Ρωμαίους. Γίνεται ἀντιδιαστολή μεταξύ τῶν Ρωμαίων καί τῶν βαρβάρων καί μέ αὐτήν τήν λέξη ἐννοοῦνται οἱ Τοῦρκοι.
Τό δεύτερο σημεῖο εἶναι ὅτι περιγράφει τήν φρικτή δοκιμασία τῶν Ρωμαίων κατοίκων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀπό τήν αἰχμαλωσία τους στούς Τούρκους. Κάπου λέγει ὅτι εἶδε νά ζοῦν μαζί Χριστιανοί καί Τοῦρκοι: «ἄγοντας, ἀγομένους ὁρῶν». Οἱ Χριστιανοί ἦταν ἀγόμενοι, ἐνῶ οἱ Τοῦρκοι ἄγοντες. Μέ τήν φράση αὐτή πολλά μπορεῖ κανείς νά ὑπονοήση. Πάντως εἶναι γεγονός ὅτι οἱ Τοῦρκοι χρησιμοποιοῦσαν τούς Χριστιανούς σκληρά. Σέ ἄλλο σημεῖο τῆς ἐπιστολῆς περιγράφεται ἡ προσέλευση τῶν Χριστιανῶν πρός αὐτόν πού τόν ρωτοῦσαν, ἐκτός τῶν ἄλλων, καί γιά τήν αἰτία τῆς ἐγκαταλείψεώς τους ἀπό τόν Θεό. Κατά τήν μεταφορά του «εἰς τάς Πηγάς», συνάντησε ἐκεῖ Ἐκκλησία, γύρω ἀπό τήν ὁποία ζοῦσαν μοναχοί καί κοσμικοί. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁμιλοῦσε στήν Ἐκκλησία καί παρηγοροῦσε, ἀφ᾿ ἑνός μέν τούς αὐτόχθονες, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ «τούς ἐκ τῆς αἰχμαλωσίας ἐκεῖ συναγομένους Χριστιανούς». Αὐτό σημαίνει ὅτι στόν τόπο ἐκεῖνο ἦταν συγκεντρωμένοι πολλοί αἰχμάλωτοι Χριστιανοί, ἐστερημένοι τῶν πάντων καί ἔχοντες ἀνάγκη παρηγοριᾶς.
Τό τρίτο σημεῖο εἶναι ὅτι τήν κατάληψη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπό τούς Τούρκους θεωρεῖ ὡς οἰκονομία καί παιδεία τοῦ Θεοῦ γιά τά ἁμαρτήματα τῶν Ρωμαίων. «Ἅμα δέ καί πρός μικράν ἔκτισιν τῶν πολλῶν εἰς Θεόν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων». Μάλιστα δέ καί ἄλλα γεγονότα, ὅπως τόν σεισμό, θεωρεῖ ὅτι εἶναι εἴτε παιδευτικές ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἴτε ἐγκαταλείψεις. Δέν τό δέχεται αὐτό μοιρολατρικά, ἀλλά πραγματικά, ἀφοῦ βλέπει τήν ἱστορία μέσα ἀπό τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἀδιαφοροῦσε γιά τήν ἐλευθέρωσή τους ἤ τήν ἐλευθερία τοῦ Γένους τους, ἀλλά ἤξερε νά ἑρμηνεύη τήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου νά ξεπεράση τούς πειρασμούς καί τά προβλήματα.
Τό τέταρτο σημεῖο πού βλέπουμε στίς ἐπιστολές του αὐτές εἶναι ὅτι περιγράφεται ὅλη ἡ ταλαιπωρία του κατά τήν φρικτή δοκιμασία τῆς αἰχμαλωσίας. Εἶχε ξεκινήσει ἀπό τήν Θεσσαλονίκη μέ ἐπισφαλῆ ὑγεία καί ἐξαναγκάστηκε νά περάση ὅλη αὐτή τήν πειρασμική δοκιμασία. Σέ πολλά σημεῖα τῶν ἐπιστολῶν του φαίνεται ἡ ταλαιπωρία πού πέρασε. Θά ἀναφέρω μερικές χαρακτηριστικές φράσεις.
Ὅλοι αὐτοί οἱ χαρακτηρισμοί δείχνουν τήν κατάσταση τῶν Τούρκων καί πῶς αἰσθανόταν ὁ καθαρότατος καί ὁ ἁγιότατος Γρηγόριος, εὑρισκόμενος μέσα στήν σαρκολατρική καί ἐμπαθῆ ἀτμόσφαιρα τῶν Ὀθωμανῶν.
Περιγράφοντας τά γεγονότα τῆς συλλήψεώς του λέγει: «Καί πολέμου συγκροτηθέντος... ἐλεεινῶς ἥλωμεν αἰχμάλωτοι γεγονότες». Ἔγινε μάχη μέσα στό πλοῖο καί συνελήφθησαν ἐλεεινῶς αἰχμάλωτοι. Ἀμέσως μετά τήν αἰχμαλωσία ἀντιμετώπισε ποικίλα προβλήματα. Ὁμιλεῖ γιά γύμνωση, γιά στέρηση τῶν ἀναγκαίων, γιά παντοδαπῆ κάκωση τοῦ σώματος πού προερχόταν ἀπό ἔξω, προφανῶς ἐδῶ ὑπονοεῖ μαστιγώσεις, καθώς ἐπίσης γιά καχεξία τῶν σπλάγχνων, γιά σύντηξη τῆς σαρκός καί παράλυση τμήματος τῶν μελῶν. Ἡ εἰκόνα τοῦ αἰχμαλώτου, ἄν προσαρμοσθῆ στήν περίπτωση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου μπορεῖ νά δείξη τήν δοκιμασία του. Ἐπίσης, οἱ πολλοί ἔπαινοι τῶν Ρωμαίων ἐνεργοῦσαν ἀρνητικά, γιατί οἱ Τοῦρκοι, ἀντιλαμβανόμενοι ὅτι αἰχμαλώτισαν ἕνα σημαντικό πρόσωπο τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ζητοῦσαν περισσότερα λύτρα γιά νά τόν ἀπελευθερώσουν.
Τόν περιέφεραν στίς πόλεις τῆς Μικρᾶς Ἀσίας μέ μεγάλη ταλαιπωρία, ὥστε ὁ ἴδιος νά γράψη ὅτι, ὅταν ἔφθασαν «εἰς τάς Πηγάς», ἦταν ταλαιπωρημένοι πολύ ἀπό τήν ὁδοιπορία καί ἀπό ὅσα συνέβησαν κατ᾿ αὐτήν, καί μάλιστα τότε τούς ἄφησαν νά διημερεύσουν στό ὕπαιθρο. Ὁπότε, ὅταν ὁ κοινοτάρχης τῆς πόλεως τούς φιλοξένησε, τότε «ὑπό στέγην ἤγαγε καί γυμνούς ὄντας ἐνέδυσε καί πεινῶντας ἔθρεψε καί διψῶντας ἐπότισε». Ὅταν διάβασα γιά πρώτη φορά αὐτό τό κείμενο συγκινήθηκα βαθειά. Ἔβλεπα ἕναν ὁμολογητή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἕνα μεγάλο κεφάλαιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἕναν θεούμενο πού ἔπλεε μέσα στό φῶς τοῦ Θεοῦ, νά γυμνώνεται καί νά ἐξευτελίζεται ἀπό τούς βαρβάρους Τούρκους. Καί στήν Προῦσα, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος, «περιστοιχοῦντες ἦσαν ἡμᾶς οἱ βάρβαροι».
Κατά τόν πρῶτο θεολογικό διάλογο πού εἶχε μέ τόν Ἰσμαήλ, ἐγγονό τοῦ Ὀρχάν, ἔβρεξε πάρα πολύ, ὥστε ὁ συνομιλητής του νά φύγη δρομαῖος, ἐνῶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος μέ τούς ἄλλους αἰχμαλώτους παρέμεινε κάτω ἀπό τήν βροχή. Λέγει «ἐγώ δέ... μετ᾿ ἐκείνων ὕπαιθρος· τόν ὑετόν ὑφιστάμενος».
Πρός τό τέλος τῆς ἐπιστολῆς του πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Θεσσαλονίκης ὑπάρχει καί μιά ἄλλη χαρακτηριστική φράση, πού δείχνει τήν τραγική κατάσταση στήν ὁποία βρισκόταν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Γράφει: «Τάδ᾿ ἐν ταῖς ἑξῆς γράφειν ὁ μέν λογισμός ἐθέλει, ἡ δέ χείρ οὐκ ἰσχύει». Αὐτή ἡ φράση εἶναι σημαντική, γιατί δείχνει ὅτι, παρά τήν ἐπιθυμία του νά γράφη, δέν ἀνταποκρινόταν τό χέρι του ἀπό τίς ταλαιπωρίες. Ἄν συνδέσουμε αὐτόν τόν λόγο μέ τόν ἄλλο πού γράφει γιά τήν πάρεση μικροῦ μέλους τοῦ σώματος, διαπιστώνουμε ὅτι μᾶλλον εἶχε ὑποστῆ μιά μικρή παραλυσία ἀπό τίς κακουχίες.
Ἕνα πέμπτο σημεῖο ἀπό τήν ἐπιστολή πού μελετᾶμε εἶναι ὅτι σέ αὐτήν χαρακτηρίζεται ἡ νοοτροπία καί ὁ χαρακτήρας τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι τόν κρατοῦσαν αἰχμάλωτο, ἀλλά καί τό ἦθος μέ τό ὁποῖο τούς ἐμπότιζε ἡ θρησκεία τους. Πολλές φορές στήν ἐπιστολή τούς ὀνομάζει βαρβάρους, καί μάλιστα «τοῖς πάντων βαρβάρων βαρβαρωτάτοις». Σέ ἀντιπαράθεση μέ τό εὐσεβές γένος τῶν Ρωμαίων αὐτοί ἀποτελοῦν «τό δυσεβές καί θεομισές καί παμμίαρον τοῦτο γένος». Οἱ Τοῦρκοι δέν ἀκολούθησαν τόν Χριστό, ἀλλά «ἀνθρώπῳ ψιλῷ τε καί θνητῷ καί τεθαμμένῳ, Μωάμεθ οὗτος». Γι᾿ αὐτό ὁ Θεός τούς παρέδωσε σέ ἀδόκιμο νοῦ καί πάθη ἀτιμίας «ὥστε βιοῦν αἰσχρῶς καί ἀπανθρώπως καί θεομισῶς». Καί παρά τούς φόνους καί τίς ἀκολασίες νομίζουν ὅτι ἔχουν τόν Θεό συνευδοκοῦντα. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος αἰσθάνεται ὅτι ὁδηγεῖται ἀπό χέρια ἄνομα. Ὅλοι αὐτοί οἱ χαρακτηρισμοί δείχνουν τήν κατάσταση τῶν Τούρκων καί πῶς αἰσθανόταν ὁ καθαρότατος καί ὁ ἁγιότατος Γρηγόριος, εὑρισκόμενος μέσα στήν σαρκολατρική καί ἐμπαθῆ ἀτμόσφαιρα τῶν Ὀθωμανῶν.
Μέ ὅλα αὐτά φαίνονται οἱ δυσκολίες τοῦ ἁγίου Γρηγορίου κατά τήν ἐνιαύσιο αἰχμαλωσία του στούς Τούρκους. Μετά ἀπό τόσους ἀγῶνες καθάρσεως πού ἔκανε στό Ἅγιον Ὄρος, μετά ἀπό τίς ἐμπειρίες τοῦ ἀκτίστου Φωτός, μετά ἀπό τούς ἀγῶνες γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη, περιέπεσε αἰχμάλωτος στούς Τούρκους. Καί ὅλα αὐτά ἦταν μέσα στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιά νά ἁγιασθῆ ἀκόμη περισσότερο ὁ ἴδιος, καί νά δοξασθῆ τό Ὄνομά Του.
Οἱ τρεῖς διάλογοι
Κατά τήν διάρκεια τῆς ἐνιαυσίου αἰχμαλωσίας του ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἶχε καί τρεῖς θεολογικούς διαλόγους. Θά κάνουμε μιά σύντομη ἀνάλυση τῶν διαλόγων αὐτῶν, παρουσιάζοντας τά κεντρικά τους σημεῖα, γιατί δέν εἶναι εὔκολο νά ἀναλυθοῦν ὅλες οἱ πλευρές τους.
Ὁ πρῶτος διάλογος ἔγινε στήν Προῦσα, ἡ ὁποία τότε ἦταν ἡ Πρωτεύουσα τῶν Ὀθωμανῶν, μέ τόν ἐγγονό τοῦ ἐμίρη Ὀρχάν, Ἰσμαήλ. Κάθησαν στό ἔδαφος καί παρευρίσκονταν μερικοί ἄρχοντες. Παρετέθησαν στόν Ἰσμαήλ κρέατα καί στόν ἅγιο Γρηγόριο φροῦτα, ἐπειδή ἦταν καλοκαίρι. Στήν ἀρχή ἡ συζήτηση περιστράφηκε στό γιατί δέν τρώγει κρέας ὁ ἅγιος. Στήν συνέχεια ὁ λόγος προχώρησε στήν ἐλεημοσύνη, ἐπειδή τήν ὥρα ἐκείνη κάποιος ἔφθασε καί ἀνήγγειλε ὅτι ἐξετέλεσε τήν ἐντολή τοῦ μεγάλου ἀμηρᾶ γιά τήν ἐλεημοσύνη τῆς Παρασκευῆς. Ὁ Ἰσμαήλ ρώτησε τόν ἅγιο ἄν καί οἱ Χριστιανοί ἐξασκοῦν τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀπήντησε ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι γέννημα καί καρπός τῆς ἀληθινῆς πρός τόν Θεό ἀγάπης, ὁπότε αὐτός πού ἀγαπᾶ πολύ τόν Θεό εἶναι ἐλεήμων.
Ἐπειδή ὁ Χριστός δέν μᾶς εἶπε νά δεχθοῦμε κανένα Μωάμεθ, γι᾿ αὐτό δέν ἀγαπᾶμε τόν Μωάμεθ. Μᾶς εἶπε δέ, ὅπως λέγουν καί οἱ Ἀπόστολοι, νά μή δεχθοῦμε κανέναν ἄλλο, γιατί Αὐτός θά ἔλθη νά κρίνη τόν κόσμο.
Ἴσως τό περιστατικό αὐτό νά ἦταν σκηνοθετημένο γιά νά συζητήσουν περί τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Μωάμεθ. Πράγματι, ὁ Ἰσμαήλ ρώτησε τόν ἅγιο Γρηγόριο ἄν οἱ Χριστιανοί ἀγαποῦν τόν Προφήτη τους Μωάμεθ. Ἡ ἀπάντηση τοῦ ἁγίου ἦταν ἀρνητική. Ἡ ἑπόμενη ἐρώτηση τοῦ Ἰσμαήλ ἦταν, γιατί ἀγαποῦν ἕναν ἐσταυρωμένο Θεό καί πῶς προσκυνοῦν τό ξύλο καί τόν σταυρό. Ὁ ἅγιος ἀνέλυσε καί τό ἑκούσιο καί τήν δόξα τοῦ πάθους, ἀλλά καί τό ἀπαθές τῆς θεότητος, καί ὅτι ὁ σταυρός εἶναι τό τρόπαιο καί σημεῖο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ ἄρχοντας ἔχει διάφορα διακριτικά ἐμβλήματα καί ἀπαιτεῖ τήν τιμή τῶν ἄλλων. Στήν συνέχεια, θέλοντας ὁ Ἰσμαήλ νά εἰρωνευθῆ τήν χριστιανική πίστη, εἶπε ὅτι, ἐπειδή οἱ Χριστιανοί διδάσκουν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ, σημαίνει ὅτι ὁ Θεός Πατήρ ἔχει καί γυναίκα, διά τῆς ὁποίας τόν ἐγέννησε. Ἡ ἀπάντηση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου ἦταν ἀποστομωτική. Χρησιμοποιώντας τήν διδασκαλία τῶν Μουσουλμάνων ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Λόγος τοῦ Θεοῦ καί ὅτι γεννήθηκε ἀπό τήν Παρθένο Μαρία, προχώρησε γιά νά πῆ ὅτι ἄν ἡ Μαρία γέννησε τόν Χριστό κατά σάρκα καί δέν εἶχε ἀνάγκη ἀνδρός, πόσο μᾶλλον ὁ Θεός πού εἶναι ἀσώματος γέννησε τόν Λόγο Του ἀσωμάτως καί θεοπρεπῶς καί ἑπομένως δέν εἶχε ἀνάγκη ὑπάρξεως γυναικός.
Ἡ συζήτηση σταμάτησε στό σημεῖο αὐτό, δέν εἶχε δέ ἄλλη ἐξέλιξη, οὔτε διατέθηκε ἄγρια ὁ Ἰσμαήλ πρός τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ. Μάλιστα σέ αὐτήν τήν φάση τῆς συζητήσεως ἔπεσε πολλή βροχή, ὁπότε ἔφυγε δρομαῖος ὁ Ἰσμαήλ ἀπό τόν χῶρο ἐκεῖνο. Ἐν τῷ μεταξύ εἶχε ἤδη βραδυάσει.
Ὁ δεύτερος διάλογος ἔγινε μέ τούς Χιόνας. Πρίν παρακολουθήσουμε τά κεντρικά σημεῖα τοῦ διαλόγου νομίζω πρέπει νά ποῦμε μερικά πράγματα γιά τό τί ἦταν αὐτοί οἱ Χιόναι, γιατί πολλά ἐλέχθησαν γιά τό πρόσωπό τους καί τήν ἀποστολή τους. Ἡ προέλευση τῶν προσώπων αὐτῶν εἶναι μυστηριώδης. Ὁ M.Jugie ἰσχυρίζεται ὅτι «εἶναι παλαιοί ἰουδαῖοι προσηλυτισθέντες εἰς τό Ἰσλάμ». Ὁ Meyendorff «φρονεῖ ὅτι ἦσαν Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι ἐδέχθησαν τόν Ἰουδαϊσμό, διά νά πλησιάσουν τούς Τούρκους κατακτητάς καί ἀποφύγουν διώξεις». Ὁ ἅγιος Φιλόθεος ἰσχυρίζεται ὅτι οἱ Χιόναι ἦταν Χριστιανοί καί ἔγιναν Μωαμεθανοί. Οἱ ἀπόψεις αὐτές παρουσιάζουν μιά ὁμάδα ἀνθρώπων «οἱ ὁποῖοι κινοῦνται μεταξύ Χριστιανισμοῦ, Ἰουδαϊσμοῦ καί Μωαμεθανισμοῦ, χωρίς νά διευκρινίσουν ποῦ εὑρίσκονται τώρα». Ὁ Παναγιώτης Χρήστου ἰσχυρίζεται ὅτι οἱ Χιόνες ἦταν Ἕλληνες. Τό ὄνομά τους (Χιόνες) εἶναι οἰκογενειακό καί ὄχι θρησκευτικό. Πρόκειται ἀσφαλῶς γιά μιά συγκρητιστική ὁμάδα ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι γιά νά ἀποφύγουν τίς διώξεις, λόγῳ τῶν σκληρῶν συνθηκῶν πού ἐπικρατοῦσαν στήν Μικρά Ἀσία ἀπό τήν εἰσβολή τῶν Τούρκων, ἀπέστησαν ἀπό τήν χριστιανική πίστη, μποροῦσαν νά ἐμφανίζωνται καί ὡς Τοῦρκοι καί ὡς Ἰουδαῖοι καί εἶχαν ἥσυχη τήν συνείδησή τους ὅτι διατηροῦσαν μέρος τῆς πίστεως, ὡς κρυπτοχριστιανοί. Ὁ Ὀρχάν χρησιμοποιοῦσε «τά ἐπίλεκτα μέλη τῆς οἰκογενείας αὐτῆς εἰς τό ὑπανάπτυκτον ἐκπαιδευτικόν σύστημά του». Οἱ ἴδιοι οἱ Χιόναι κατά τήν ἀρχή τοῦ διαλόγου ὁμολόγησαν: «Ἡμεῖς ἠκούσαμεν δέκα λόγους, οὕς γεγραμμένους κατήγαγεν ὁ Μωϋσῆς ἐν πλαξί λιθίναις, καί οἴδαμεν ὅτι ἐκείνους κρατοῦσιν οἱ Τοῦρκοι· καί ἀφήκαμεν ἅπερ ἐφρονοῦμεν πρότερον καί ἤλθομεν καί ἐγενόμεθα καί ἡμεῖς Τοῦρκοι». Ὁ ἅγιος, ὅμως, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀπό ὅσα ἄκουσε ἀπό αὐτούς ὁμολογεῖ ὅτι περισσότερο εἶναι Ἑβραῖοι καί ὄχι Τοῦρκοι. Καί ἀπό αὐτόν τόν λόγο φαίνεται ὅτι πρόκειται γιά συγκρητιστική ὁμάδα, ἡ ὁποία ἔδειχνε αὐτήν τήν διαγωγή γιά νά ἐπιζήση ἐκείνη τήν δύσκολη ἐποχή. Ἄλλωστε γι᾿ αὐτό καί ἀποκαλοῦνται «ἄθεοι».
Τό κεντρικό θέμα τῶν συζητήσεων ἦταν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί τό πρόσωπο τοῦ Μωάμεθ. Τό θεμέλιο τῆς ρθοδόξου διδασκαλίας εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Φαίνεται ὅτι ὁ ἅγιος ὁδηγοῦσε πρός τό σημεῖο αὐτό τήν συνομιλία.
Τήν συζήτηση διοργάνωσε ὁ ἴδιος ὁ Ὀρχάν. Ρώτησε τόν ἰατρό Ταρωνείτη «τίς ποτε καί οἷός ἐστιν ὁ καλόγηρος οὗτος;». Καί ὅταν ὁ ἰατρός τοῦ ἔδωσε τά στοιχεῖα τῆς προσωπικότητός του, ἐκεῖνος ἀπάντησε: «ἔχω σοφούς καί ἐλλογίμους κἀγώ, οἵτινες αὐτῷ διαλέξονται». Μετά ἀπό αὐτό ἔγινε ἡ συζήτηση τῶν Χιόνων μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ.
Ἀφοῦ οἱ Χιόναι στήν ἀρχή ὁμολόγησαν ὅτι ἔγιναν Τοῦρκοι, οἱ παρόντες ἄρχοντες εἶπαν στόν ἅγιο Γρηγόριο νά δώση τήν δική του ἀπολογία. Ὁ ἅγιος ἐκφράζει τόν δισταγμό του νά ἀπολογηθῆ, καί διότι αἰσθάνεται ὅτι εἶναι μηδέν πρός τό ὕψος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, καί διότι οἱ ἄρχοντες παρευρίσκονται καί ὡς κριταί καί συμμαχοῦν μέ τούς ἀντιδίκους –ἑπομένως δέν εἶναι καλό νά παρουσιασθοῦν τά δικαιώματα τῆς εὐσεβείας– ἀλλά καί διότι πρέπει νά μιμηθῆ τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος ὅταν παραδόθηκε δέν ἀποκρινόταν. Ὅμως στήν συνέχεια ὁμολογεῖ τήν πίστη καί δέν ἀπολογεῖται πρός τούς Χιόνας. Ἔτσι ἀναλύει τό δόγμα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, καταλήγοντας ὅτι «ὁ Θεός τρία, καί τά τρία ταῦτα εἷς ἐστί Θεός καί δημιουργός». Σέ αὐτήν τήν θέση συνεφώνησαν καί οἱ παρόντες Τοῦρκοι ἴσως ἀπό λόγους τακτικῆς.
Ἡ συζήτηση ἔπειτα περιστράφηκε στό ἐρώτημα τῶν Χιόνων, γιατί οἱ Χριστιανοί ὁμολογοῦν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός, ἀφοῦ εἶναι ἄνθρωπος καί γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀνέπτυξε τό θέμα τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ καί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ γιά νά σώση τόν ἄνθρωπο. Οἱ Τοῦρκοι ἔκαναν θόρυβο, λέγοντας, πῶς γεννήθηκε ὁ Θεός καί τόν ἐχώρεσε μήτρα γυναικός. Ὁ ἅγιος ἀπάντησε ὅτι ὁ Θεός, ἐπειδή εἶναι ἀσώματος, μπορεῖ νά εἶναι πανταχοῦ καί πάνω ἀπό τό πᾶν καί σ᾿ ἕναν τόπο. Οἱ Χιόναι πάλι τόν διέκοψαν γιά νά ποῦν: «εἶπεν ὁ Θεός καί ἐγένετο καί ὁ Χριστός». Μέ αὐτό ἤθελαν νά δείξουν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι κτίσμα καί ὄχι Θεός. Ὁ ἅγιος μεταξύ τῶν ἄλλων χρησιμοποίησε τήν διδασκαλία τοῦ Μωαμεθανισμοῦ, ὅτι ὁ Χριστός χαρακτηρίζεται Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μπορεῖ ὁ ἕνας Λόγος νά γίνη ἀπό τόν ἄλλο Λόγο καί νά μήν εἶναι συνάναρχος μέ τόν Θεό. Ἄλλο εἶναι ἡ δημιουργία τοῦ ὑλικοῦ κόσμου καί ἄλλο ἡ γέννηση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται καί Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι Θεός, ἀλλά γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση.
Ὁ Μωάμεθ, χρησιμοποιώντας τήν βία καί τήν ἡδονή, δέν προσεταιρίσθηκε οὔτε ἕνα μέρος τῆς οἰκουμένης, ἐνῶ ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, καίτοι συνιστᾶ σκληρό βίο καί ἄσκηση, ἐν τούτοις κυριαρχεῖ καί στούς πολεμίους της καί σέ ὅλη τήν οἰκουμένη, χωρίς βία.
Στό σημεῖο αὐτό παρενεβλήθη ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Ὀρχάν Παλαπᾶνος, πού προήδρευε καί ρώτησε τόν Παλαμᾶ, γιατί δέν δέχονται τόν δικό τους Προφήτη, τόν Μωάμεθ, ἐνῶ οἱ Μουσουλμάνοι δέχονται τόν Χριστό ὡς Λόγο τοῦ Θεοῦ καί τήν μητέρα του πλησίον τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀπήντησε ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά ἀγαπᾶ τόν διδάσκαλο, ἄν δέν πιστεύση στά λόγια του. Ἐπειδή ὁ Χριστός δέν μᾶς εἶπε νά δεχθοῦμε κανένα Μωάμεθ, γι᾿ αὐτό δέν ἀγαπᾶμε τόν Μωάμεθ. Μᾶς εἶπε δέ, ὅπως λέγουν καί οἱ Ἀπόστολοι, νά μή δεχθοῦμε κανέναν ἄλλο, γιατί Αὐτός θά ἔλθη νά κρίνη τόν κόσμο.
Στήν συνέχεια οἱ Χιόναι μαζί μέ τούς ἄλλους Τούρκους τόν ρώτησαν γιατί δέν περιτέμνονται οἱ Χριστιανοί, ἀφοῦ καί αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Χριστός περιτμήθηκε. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀπήντησε ὅτι στήν Παλαιά Διαθήκη ὁρίζονταν πολλά, ὅπως τό ἑβραϊκό Πάσχα, ὁ σαββατισμός, οἱ θυσίες, τό θυσιαστήριο μέσα στόν Ναό καί τό καταπέτασμα, τά ὁποῖα καί αὐτοί οἱ Τοῦρκοι δέν τά ἀκολουθοῦν. Ἤθελε ὅμως νά συνεχίση καί νά ἀναφέρη τούς Προφήτας οἱ ὁποῖοι ὁμιλοῦσαν γιά τήν μετάθεση τοῦ νόμου, πού θά γινόταν ἀπό τόν Χριστό, ἀλλά τόν διέκοψαν οἱ Χιόναι γιά νά τόν ρωτήσουν γιά τίς εἰκόνες, τίς ὁποῖες ἀπαγορεύει ἡ Παλαιά Διαθήκη. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀπάντησε ὅτι ἀπαγορεύθηκε ἡ προσκύνηση τῶν ὁμοιωμάτων στήν Παλαιά Διαθήκη γιά νά μήν λατρεύωνται ὡς Θεοί. Ἐπαινοῦμε καί ἐμεῖς τά κτίσματα, «ἀλλ᾿ ἀναγόμεθα δι᾿ αὐτῶν εἰς τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ». Δέν θεοποιοῦμε τά κτίσματα τοῦ Θεοῦ.
Κάπου στό σημεῖο αὐτό περατώθηκε ὁ διάλογος μεταξύ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καί τῶν Χιόνων – Τούρκων. Ἀλλά μέ τό τέλος τοῦ διαλόγου συνέβησαν δύο πράγματα. Τό ἕνα ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἄρχοντες σηκώθηκαν «καί ἀπεχαιρέτησαν μετ᾿ εὐλαβείας τόν Θεσσαλονίκης καί ἀπήρχοντο». Φαίνεται θαύμασαν τήν σοφία, διακριτικότητα, ἀλλά καί τά χαρίσματα πού εἶχε. Τό ἄλλο εἶναι ὅτι ἕνας ἀπό τούς Χιόνας παρέμεινε λίγο καί «ὕβρισε τόν μέγαν τοῦ Θεοῦ ἀρχιερέα αἰσχρῶς καί ὁρμήσας ἐπάνω αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτῷ πληγάς κατά κόρρης», δηλαδή τόν ὕβρισε καί τοῦ ἔδωσε γροθιές στό πρόσωπο. Ὅμως ἄλλοι Τοῦρκοι τόν ἐκράτησαν, τόν κατηγόρησαν καί τόν ὁδήγησαν πρός τόν Ὀρχάν.
Καί ὁ σεβασμός τῶν Τούρκων, ἀλλά καί ἡ ἀντίδραση τοῦ ἑνός συζητητοῦ δείχνουν τήν μεγάλη νίκη πού κατήγαγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος καί τά ἀτράνταχτα ἐπιχειρήματα πού χρησιμοποίησε. Ὅπως φαίνεται ἀπό τούς εἰσαγωγικούς του λόγους ὁμίλησε μέ ἔμπνευση ἀπό τόν Θεό, φωτιζόμενος ἀπό τήν ἄκτιστη Χάρη Του, ἀλλά ὅμως καί μέ θαυμαστή διάκριση καί σοφία.
Ἀρχίζει ἀπό τίς μαρτυρίες τοῦ Κορανίου γιά τόν Χριστό καί προχωρεῖ στήν ἀνάπτυξη τῆς σκέψεώς του. Δέν εἶναι ἀπό τήν ἀρχή ἐπιθετικός, οὔτε ἀλλοιώνει τήν πίστη. Χρησιμοποιεῖ δικές τους μαρτυρίες, χωρίς νά ἀλλοιώνη τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια, ἔχοντας μεγάλο θάρρος, καίτοι εἶναι αἰχμάλωτος.
Ὁ τρίτος θεολογικός διάλογος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου μέ τούς Μωαμεθανούς ἔγινε ὅταν βρισκόταν στά μέρη τῆς Νίκαιας. Ξεκίνησε ἀπό ἕνα περιστατικό πού εἶδε. Κάποια ἡμέρα βγῆκε ἔξω ἀπό τήν πόλη. Λίγο ἔξω ἀπό τήν ἀνατολική πύλη εἶδε ἕναν κύβο κατασκευασμένο ἀπό μάρμαρο καί εὐπρεπισμένο γιά κάποια χρήση. Ρώτησε σέ τί χρησίμευε ὁ κύβος αὐτός. Τήν ὥρα πού κάποιος τοῦ ἐξηγοῦσε, ἄκουσε φωνές καί κραυγές πού προέρχονταν ἀπό τήν ἔξοδο τῆς πόλεως. Διαπίστωσαν ὅτι ἔρχονταν Τοῦρκοι ἔχοντας νεκρό γιά νά τόν ἐνταφιάσουν. Τότε ἀπομακρύνθηκαν λίγο, ὥστε νά εἶναι δυνατόν νά δοῦν καί νά ἀκούσουν ὅσα θά λεχθοῦν καί θά γίνουν. Οἱ Τοῦρκοι τοποθέτησαν τόν νεκρό στόν κύβο καί ἔχοντας στό μέσον τόν τασιμάνη, τόν ὑπεύθυνο, δηλαδή, γιά τήν μουσουλμανική λατρεία, προσευχήθηκαν. Σήκωνε ὁ τασιμάνης τά χέρια του προσευχόμενος καί τό ἴδιο ἔκαναν καί οἱ παρόντες. Αὐτό ἔγινε τρεῖς φορές. Μετά τόν ἐνταφιασμό συνάντησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος τόν τασιμάνη καί εἶχε μαζί του μιά συζήτηση μέ τήν βοήθεια διερμηνέως.
Κατ᾿ ἀρχάς ὁ ἅγιος Γρηγόριος τόν ρώτησε νά μάθη τί ἔλεγαν κατά τήν προσευχή τους στόν Θεό. Ὅταν τοῦ ἐξήγησαν ὅτι τόν παρακαλοῦσαν νά συγχωρήση τά σφάλματα τῆς ψυχῆς τοῦ νεκροῦ, ὁ ἅγιος ἀποκρίθηκε ὅτι, ἐπειδή καί αὐτοί πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι κριτής τῶν ἀνθρώπων καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, σημαίνει ὅτι προσεύχονταν στόν Χριστό. Ἐπειδή ὁ τασιμάνης εἶπε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἅγιος ἀπάντησε ὅτι δέν μπορεῖ νά εἶναι δοῦλος αὐτός πού εἶναι Λόγος τοῦ Θεοῦ καί θά κρίνη τούς ἀνθρώπους, ὅπως τό ὁμολογοῦν ὅλοι οἱ Προφῆτες.
Ὁ τασιμάνης βρέθηκε σέ δυσκολία. Πολλοί Χριστιανοί καί Τοῦρκοι πλησίασαν γιά νά ἀκούσουν τόν διάλογο. Τότε ὁ Τοῦρκος ρώτησε τόν ἅγιο Γρηγόριο γιατί οἱ Χριστιανοί δέν δέχονται τόν Προφήτη Μωάμεθ καί τό εὐαγγέλιό του, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, ἐνῶ οἱ Τοῦρκοι δέχονται καί τούς Προφήτας καί τόν Χριστό καί τά τέσσερα εὐαγγέλια, ἕνα ἀπό τά ὁποῖα εἶναι καί τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀπάντησε ὅτι δέν παραδεχόμαστε τίποτε οὔτε τό θεωροῦμε ὡς ἀλήθεια, ἄν δέν ὑπάρχουν μαρτυρίες. Ἀπό ὅλους τούς Προφήτας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔχουμε μαρτυρίες γιά τόν Χριστό, γι᾿ αὐτό καί πιστεύουμε σέ αὐτόν καί τό εὐαγγέλιό Του. Ὅμως δέν πιστεύουμε στόν «Μεχούμετ», γιατί οὔτε μαρτυρεῖται ἀπό τούς Προφήτας, ἀλλά οὔτε καί ἔπραξε κάτι παράδοξο.
Τότε ὁ τασιμάνης κατηγόρησε τούς Χριστιανούς ὅτι ἀπέκοψαν τό ὄνομα τοῦ Μωάμεθ ἀπό τό εὐαγγέλιο, ὅπου ἦταν γραμμένο. Ἐπίσης εἶπε ὅτι καί ὁ Μωάμεθ ἔκανε μεγάλα πράγματα, ἀφοῦ μέ τήν δύναμη αὐτοῦ τοῦ Προφήτη κυριάρχησαν οἱ Τοῦρκοι ἀπό τήν ἀνατολή ἕως τήν δύση.
Ἀπαντώντας ὁ ἅγιος Γρηγόριος στό πρῶτο ἐπιχείρημα εἶπε ὅτι κανείς Χριστιανός δέν ἀπέκοψε τό ὄνομα τοῦ Μωάμεθ ἀπό τό εὐαγγέλιο, γιατί τιμωρεῖται ἐκεῖνος πού θά ἀφαιρέση κάτι ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Ἄλλωστε, ὅπου μεταφράστηκε τό εὐαγγέλιο πουθενά δέν ἀναφέρεται τό ὄνομα τοῦ Μωάμεθ. Ἀκόμη καί οἱ αἱρετικοί, πού χρησιμοποιοῦν τήν ἴδια Ἁγία Γραφή, δέν ἔχουν αὐτό τό ὄνομα. Ὅλοι ἀπέθαναν, ἀλλά μόνον ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε καί θά κρίνη τήν οἰκουμένη. Ὅσον ἀφορᾶ τό ἐπιχείρημα ὅτι μέ τήν δύναμη τοῦ Μωάμεθ κυρίευσαν ὅλο τόν κόσμο, ὁ ἅγιος Γρηγόριος μέ θάρρος εἶπε, ὅτι αὐτό ἔγινε μέ τήν δύναμη τοῦ διαβόλου, μέ πόλεμο καί μαχαίρι, μέ λεηλασίες, καί ἀνδραποδισμούς καί φόνους. Καί ὁ Ἀλέξανδρος ἀπό τήν δύση πορεύθηκε πρός τήν ἀνατολή καί τήν κυρίευσε, ἀλλά αὐτό δέν εἶναι ἀπόδειξη θεότητος, οὔτε σέ αὐτόν ἐμπιστεύθηκαν οἱ ἄνθρωποι τίς ψυχές τους. Ὁ Μωάμεθ, χρησιμοποιώντας τήν βία καί τήν ἡδονή, δέν προσεταιρίσθηκε οὔτε ἕνα μέρος τῆς οἰκουμένης, ἐνῶ ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, καίτοι συνιστᾶ σκληρό βίο καί ἄσκηση, ἐν τούτοις κυριαρχεῖ καί στούς πολεμίους της καί σέ ὅλη τήν οἰκουμένη, χωρίς βία.
Στό σημεῖο αὐτό οἱ παρευρισκόμενοι Τοῦρκοι κινήθηκαν μέ ὀργή. Βλέποντας οἱ Χριστιανοί τίς διαθέσεις τους, ἔκαναν νεῦμα στόν ἅγιο Γρηγόριο νά περατώση τόν λόγο. Τότε ὁ ἅγιος μέ ἱλαρότητα καί ὑπομειδίαμα τούς εἶπε: «εἴ γε κατά τούς λόγους συνεφωνοῦμεν ἑνός ἄν καί ἦμεν καί δόγματος». Ἦταν μιά ἔξυπνη ἀπάντηση γιά νά τούς καθησυχάση. Εἶπε, δηλαδή, ὅτι δικαιολογεῖται κάποια διαφορά, διότι ἀλλιῶς δέν θά ἀνῆκαν σέ διαφορετικά δόγματα.
Τότε κάποιος ἀπό τούς Τούρκους εἶπε: «ἔσται ποτε ὅτε συμφωνήσομεν ἀλλήλοις». Καί γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος: «καί ἐγώ συνεθέμην καί ἐπευξάμην τάχιον ἤκειν τόν καιρόν ἐκεῖνον», δηλαδή συμφώνησε καί εὐχήθηκε νά ἔλθη γρήγορα ὁ καιρός πού θά συμφωνήσουν μεταξύ τους. Ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, τό εἶπε αὐτό ἐνθυμηθείς τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψει καί πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός». Φυσικά αὐτό, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος, θά συμβῆ στήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ τρίτος αὐτός διάλογος ἔγινε τόν Ἰούλιο τοῦ 1354, λίγους μῆνες μετά τήν ἀρχή τῆς αἰχμαλωσίας του. Δεδομένου ὅτι ὁ ἅγιος Γρηγόριος παρέμεινε ἕνα χρόνο αἰχμάλωτος στούς Τούρκους, ὁπωσδήποτε θά εἶχε καί ἄλλες συνομιλίες μαζί τους. Ὅμως ἐδῶ τελειώνει ἡ ἐπιστολή καί δέν ἔχουμε ἄλλες μαρτυρίες. Τό γεγονός εἶναι ὅτι δόθηκε ἡ εὐκαιρία ἀπό τόν Θεό καί στούς Τούρκους νά μετανοήσουν τήν κρίσιμη ἐκείνη ἐποχή, πρίν καταλύσουν τό Ρωμαϊκό Κράτος.
Σχολιάζοντας καί τούς τρεῖς αὐτούς διαλόγους μποροῦμε νά καταλήξουμε σέ μερικά συμπεράσματα. Τό ἕνα ὅτι τό κεντρικό θέμα τῶν συζητήσεων ἦταν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί τό πρόσωπο τοῦ Μωάμεθ. Τό θεμέλιο τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Φαίνεται ὅτι ὁ ἅγιος ὁδηγοῦσε πρός τό σημεῖο αὐτό τήν συνομιλία. Τό ἄλλο ὅτι ὁ ἅγιος Γρηγόριος διακρίνεται γιά τήν μεθοδικότητα τῆς συζητήσεως. Ξέρει πῶς νά χειρισθῆ τό θέμα. Ἀρχίζει ἀπό τίς μαρτυρίες τοῦ Κορανίου γιά τόν Χριστό καί προχωρεῖ στήν ἀνάπτυξη τῆς σκέψεώς του. Δέν εἶναι ἀπό τήν ἀρχή ἐπιθετικός, οὔτε ἀλλοιώνει τήν πίστη. Χρησιμοποιεῖ δικές τους μαρτυρίες, χωρίς νά ἀλλοιώνη τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια, ἔχοντας μεγάλο θάρρος, καίτοι εἶναι αἰχμάλωτος. Τό τρίτο εἶναι ὅτι διακρίνεται γιά τήν σύνεσή του. Ξέρει πῶς νά ἀρχίση καί ποῦ νά σταματήση. Ὅταν αἰσθάνεται ὅτι δέν ὠφελεῖ τούς συνομιλητάς του, τότε σταματᾶ μέ τρόπο, σοφία καί ἐξυπνάδα. Μερικές φορές χρησιμοποιεῖ καί διφορούμενες ἐκφράσεις, σέ μή οὐσιώδη θέματα, γιά νά περατώση ἤρεμα καί ἥσυχα τήν συζήτηση. Ἔτσι συζητᾶ ἕνας θεούμενος, ἕνας ἅγιος.
Παροτρύνσεις περί τῆς πίστεως
Νομίζω ὅτι τό θέμα δέν θά εἶναι ὁλοκληρωμένο ἄν δέν δοῦμε καί πῶς καταλήγει αὐτή ἡ ἐπιστολή του, πού ἀπέστειλε στήν Ἐκκλησία τῆς Θεσσαλονίκης. Δέν ἐκθέτει μόνον τίς ταλαιπωρίες του ἀπό τήν ἐξορία, οὔτε τούς διαλόγους του πού εἶχε μέ τούς Τούρκους, ἀλλά προχωρεῖ καί στόν τονισμό τῶν ὑποχρεώσεων πού ἔχουν οἱ Χριστιανοί. Εἶναι μιά καταπληκτική ποιμαντική ἐπιστολή, καί ὄχι ἕνα χρονογράφημα, γιατί ὁ ἅγιος αἰσθανόταν Ποιμήν. Ὅπως ὅταν βρισκόταν στήν Θεσσαλονίκη δίδασκε μέ θυσία καί παρρησία τήν ὁδό τῆς σωτηρίας, ἔτσι κάνει καί τώρα πού βρίσκεται σέ μεγάλο πειρασμό.
Οἱ Χριστιανοί τοῦ ποιμνίου του δέν πρέπει νά ξεχνοῦν ποτέ ὅτι ἔχουν ζωντανό καί ἀληθινό Θεό, πού μαρτυρεῖται ἀπό τόν Πατέρα, τούς Προφῆτες καί ἀπό τά ἔργα τους. Αὐτός εἶναι ὁ Χριστός. Ἀλλά καί ὁ Χριστός ἀπαιτεῖ ζωντανή καί ἀληθινή πίστη πού νά μαρτυρῆται ἀπό τόν Θεό, τούς διδασκάλους τοῦ Θεοῦ καί τά ἔργα. Οὐσιαστικά πρόκειται γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Χρειάζεται ζωντανή πίστη. Ἄν δέν ὑπάρχουν τά ἔργα, ἡ πίστη εἶναι νεκρά. Αὐτός πού ἔχει νεκρά πίστη, «διά τῆς τῶν ἀγαθῶν ἀπραξίας», εἶναι νεκρός, ἀφοῦ δέν ζῆ ἐν τῷ Θεῷ. Ἡ πίστη πού δέν μαρτυρεῖται ἀπό τά ἔργα τῆς σωτηρίας δέν εἶναι πίστη καί ὁμολογία, ἀλλά ἀπιστία καί ἄρνηση.
Οἱ Χριστιανοί δέν πρέπει νά πάθουν κάτι παρόμοιο μέ τούς Μουσουλμάνους, στό θέμα τῆς πολιτείας καί ὄχι τῆς θεοσεβείας. Γιατί οἱ Μουσουλμάνοι, ἐνῶ πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Λόγος καί πνοή τοῦ Θεοῦ καί ὅτι γεννήθηκε ἀπό Παρθένο, ἐν τούτοις «ὡς μή Θεόν ὄντα τοῦτον φεύγουσι φρενοβλαβῶς καί ἀθετοῦσιν». Τό ἴδιο μποροῦν νά πάθουν καί οἱ Χριστιανοί, ὅταν ὁμολογοῦν ὅτι οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ εἶναι δίκαιες καί ἀγαθές, ἀλλά στήν συνέχεια τίς ἀθετοῦν διά τῶν ἔργων.
Εἶναι ἀδύνατον κάποιος ἄπιστος νά ἐμπιστευθῆ τόν Χριστιανό, ὅταν πιστεύη μέν στόν Χριστό πού γεννήθηκε ἀπό παρθένο Πατέρα ἀχρόνως καί ἀπό παρθένο Μητέρα ἐν χρόνῳ, ὅμως δέν ἀσκεῖ τήν παρθενία καί τήν σωφροσύνη, ἀλλά ζῆ τήν ἀκολασία. Εἶναι ἀδύνατον νά γίνη κανείς υἱός κατά Χάριν τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὁ μέν Χριστός νήστευε, νομοθέτησε τήν ἐγκράτεια, διέταξε νά κρίνουμε δίκαια, ταλάνιζε τούς πλουσίους, ἔδειχνε συμπάθεια πρός τούς πταίοντας, ἀλλά καί μακροθυμία, πραότητα, ἀνεξικακία καί ταπείνωση, ὁ δέ Χριστιανός κάνει ἐντελῶς τά ἀντίθετα.
Στό τέλος τούς προτρέπει νά κάνουν αὐτοί τήν ἀρχή καί τότε θά βοηθήση ὁ Θεός. «Δός σύ τήν ἀρχήν ταύτης, ὁ δέ Θεός παράσχηται τήν τελείωσιν». Οἱ Χριστιανοί πρέπει νά ζητοῦν ὄχι μόνο τήν ἀνθρώπινη ἀρετή, ἀλλά καί τήν θεϊκή. Αὐτό σημαίνει ὅτι πρέπει νά ἐπιτύχουν τήν θέωση. Ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τήν κακία, ἡ ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς, ἡ ἀνάληψη τῶν ἔργων τῆς μετανοίας καί ἡ ἀναμονή τοῦ Θεοῦ, ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν πρόσκτηση τῶν θεϊκῶν ἀρετῶν «διά τῆς τοῦ θείου πνεύματος ἐνοικήσεως». Ἐδῶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος συνιστᾶ τήν μέθοδο τῆς θεώσεως. Δέν ἀρκεῖται στόν τονισμό μόνον τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπό τήν κακία, ἀλλά τονίζει καί τήν πορεία πρός τήν θέωση, τήν ἔλευση τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά. Ἔτσι ἑρμηνεύεται ἡ ἐνοίκηση τοῦ θείου πνεύματος ἐντός μας. Μέ αὐτόν τό τρόπο «θεοποιεῖται ὁ ἄνθρωπος».
Οἱ Χριστιανοί πρέπει νά δείξουν τήν ἀληθινή πίστη ἀπό τά ἔργα τῆς προσωπικῆς τους ζωῆς. Καί καταλήγει αὐτήν τήν θαυμάσια ἐπιστολή ὁ θεῖος Γρηγόριος: «Οὕτω γάρ θεοποιεῖται ὁ ἄνθρωπος. Ὁ γάρ κολλώμενος διά τῶν ἔργων τῆς ἀρετῆς τῷ Θεῷ ἕν πνεῦμα μετά τοῦ Θεοῦ γίνεται διά τῆς τοῦ θείου πνεύματος χάριτος, ἥτις μετά πάντων ὑμῶν εἴη πάντοτε, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Ἡ ἐπιστολή αὐτή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου εἶναι ὑπόδειγμα ποιμαντικοῦ λόγου. Δέν ἐξαντλεῖται σέ μιά ἀπολογία καί μιά γνωσιολογική ἐνημέρωση, ἀλλά προχωρεῖ καί στήν ποιμαντική καθοδήγηση τῶν Χριστιανῶν πρός τήν θέωση, πού εἶναι ὁ τελικός σκοπός τοῦ ἀνθρώπου. Δείχνει πῶς καί ἐμεῖς πρέπει νά ἀντιμετωπίζουμε τίς αἱρέσεις. Πρέπει νά διαφωτίζουμε τούς Χριστιανούς, ἀλλά καί νά τούς κατηχοῦμε, καί κυρίως νά τούς ποιμαίνουμε πρός τήν κοινωνία τους μέ τόν Θεό.
Πηγή: Εκκλησιαστική Παρέμβαση Τεῦχος 221 - Δεκἐμβριος 2014 , Ακτίνες
Δεν αναφέρθηκε και πολύ στην Ελλάδα αυτός ο ιερέας. Ίσως επειδή δεν ήταν Έλληνας και μας ένοιαζαν μόνο οι Έλληνες; Ίσως επειδή θεωρούσαμε ότι κάθε ξένος ήταν κακός σε κείνο το πλοίο; (Οι Ιταλοί μάς άρπαζαν τα σωσίβια; Οι Τούρκοι χτυπούσαν τις σοπράνο μας;)
Για τον νεαρό ιερέα μου μίλησε ο guramios και έτσι διάβασα τις αναφορές στις ιταλικές εφημερίδες.
Πρόκειται για έναν νεαρό Γεωργιανό Αρχιμανδρίτη, που βρισκόταν στο Norman Atlantic: Όταν, αφού κατέφτασαν οι διασώστες, ήρθε η σειρά του να εγκαταλείψει το πλοίο για να σωθεί, αυτός παραχώρησε τη θέση του σε μια γυναίκα με το παιδί της.
«Κουβαλούσε ένα σακίδιο. Μέσα ήταν οι εικόνες, θρησκευτικές εικόνες τις οποίες σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να αποχωριστεί. Είπε ότι θα τις είχε πάντα μαζί του. Όταν κάποτε ήρθε η σειρά του, το σκοινί κόπηκε και κατέληξε στη θάλασσα.»
Και έπειτα όταν έπρεπε να εγκαταλείψει και αυτός το καράβι, σχίστηκε το σχοινί και έπεσε στη θάλασσα και δυστυχώς πνίγηκε... Τα Ιταλικά (και όχι μόνο) ΜΜΕ έγραψαν εκτενώς αποκαλώντας τον ήρωα. Αξίζει να υπάρχει μια αναφορά και στο σάιτ μας - αξίζει να σημειωθεί με δυο λόγια η καλή του πράξη...
Το όνομά του ήταν Αρχιμανδρίτης Ηλίας Καρτοζία (Ilia Kartozia).
Αρχιμανδρίτης Ηλίας Καρτοζία
*Στην εφημερίδα Repubblica μίλησε ένας επιζών, ο Γεωργιανός Iracli. Μεταφράζω πρόχειρα την αφήγησή του:
Τι συνέβη μετά την πυρκαγιά;
«Πήρα τον γιο μου στους ώμους μου και άρχισα να τρέχω. Υπήρξαν στιγμές που φοβόμουν ότι δεν θα τα καταφέρουμε. Ο Αρχιμανδρίτης Ilia με καθησύχαζε, και μου έλεγε πάνω απ' όλα να σκέφτομαι το Θεό. Έτσι μου έδωσε δύναμη.»
Και τότε ήρθε η ώρα να επιβιβαστείτε στη σωσίβια λέμβο...
«Ήταν πάντα κοντά μας και μας έδειχνε το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσουμε. Φτάσαμε στο σημείο, και μου έλεγε "Σκεφτείτε τον Θεό. Ο Θεός βοηθά."»
Δεν ανέβηκε στο σκάφος;
«Όχι: όταν ήρθε η σειρά του, είδε πίσω του μια γυναίκα με ένα μικρό κορίτσι, νομίζω ότι ήταν Ελληνίδες, και έδωσε τη θέση του, λέγοντάς της να πάνε αυτές μπροστά».
Τότε τον χάσατε απ' το οπτικό σας πεδίο;
«Όχι ακόμη. Κουβαλούσε ένα σακίδιο. Μέσα ήταν οι εικόνες, θρησκευτικές εικόνες τις οποίες σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να αποχωριστεί. Είπε ότι θα τις είχε πάντα μαζί του. Όταν κάποτε ήρθε η σειρά του, το σκοινί κόπηκε και κατέληξε στη θάλασσα.»
Και τι κάνατε;
«Κάποιος πέταξε ένα σωσίβιο, αλλά η θάλασσα ήταν πολύ άγρια, με μεγάλα κύματα και αυτός δεν μπορούσε να πιάσει το σωσίβιο. Μέχρι το τέλος ελπίζαμε μπορεί να είχε σωθεί, ελπίζαμε ότι θα είχε διασωθεί από άλλο πλοίο. Αλλά δυστυχώς δεν συνέβη αυτό τελικά...»
Πηγή: http://www.lifo.gr/team/bitsandpieces/54334
Ξεκινούσε η συνοδεία από τη Μητρόπολη. Μπροστά πηγαίνανε τα ξαφτέρουγα και τα μπαϊράκια, κ’ ύστερα πηγαίνανε οι παπάδες με τον δεσπότη, ντυμένοι με τα χρυσά τα άμφια, παπάδες πολλοί κι αρχιμαντρίτες, γιατί η πολιτεία είχε δώδεκα εκκλησίες, και κατά τις επίσημες μέρες στις μικρές ενορίες τελειώνανε γλήγορα τη Λειτουργία και πηγαίνανε οι παπάδες στη μητρόπολη, για να γίνεται η γιορτή πιο επίσημη.
Ὑπάρχει φανερὴ ὑπερηφάνεια, ὑπάρχει καὶ κρυφὴ ὑπερηφάνεια. Τὴν κρυφὴ ὑπερηφάνεια ἐννοεῖ ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος, λέγοντας: «Ἡ ὑπερηφάνεια ἀναγκάζει ἐπινοεῖν καινοτομίας μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον».
Αὐτὴ τὴν ὑποχθόνια ὑπερηφάνεια, ποὖναι κρυμμένη κάτω ἀπὸ τὴν ταπεινολογία καὶ τὴν ταπεινοφάνεια, ἔχουνε ὅσοι δὲν σέβουνται τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στὴ λατρεία καὶ στὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, καὶ θέλουνε νὰ εἰσάξουνε σ᾿ αὐτὴ κάποιους νέους τρόπους ποὺ εἶναι ὁλότελα ξένοι πρὸς τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Ὄχι μοναχὰ ξένοι πρὸς τὸν πνευματικὸν χαρακτήρα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ ὁλότελα ἀντιορθόδοξοι.
Εἶδες τί λέγει ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ γιὰ τὴν ὑπερηφάνεια ποὺ εἶναι ἡ αἰτία τῶν νεωτερισμῶν; Δὲν λέγει ἁπλῶς «κινεῖ» ἀλλὰ «ἀναγκάζει», βιάζει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει τὴν ὑπερηφάνεια. Καὶ ἔπειτα λέγει «ἐπινοεῖν», νὰ ἐφεύρει, νὰ φτιάξει κάποια ψεύτικα πράγματα. Τὸ «ἐπινοεῖν» ἔχει μέσα του τὴν πονηρία. Καὶ παρακάτω λέγει ὁ ἅγιος: «μὴ ἀνεχομένη». Ἡ περιφάνεια, λέγει δὲν ἀνέχεται, δὲν χωνεύει, δὲν ὑποφέρει «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ «τὴν παράδοση», ἀλλὰ τὴν πολεμᾶ μὲ λύσσα. Πῶς νὰ τὴν ἀνεχθεῖ ἀφοῦ τὴ μποδίζει στοὺς νεωτερισμοὺς ποὺ ἐπιθυμᾶ νὰ ἐπιδίδεται. Ἡ ὑπερηφάνεια, λοιπόν, μισεῖ «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ τὸ ἔργον τῶν εὐσεβῶν ψυχῶν ποὺ μᾶς παραδώσανε τὸν ἐξωτερικὸ χαρακτῆρα τῆς Ὀρθοδοξίας μαζὶ μὲ τὸν ἐσωτερικό, γιὰ νὰ τὰ φυλάξουμε μὲ δέος καὶ μὲ ἀγάπη. Τὸ νὰ μισεῖ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι φυσικὸ ἰδίωμά της. Ἀλλὰ τί μισεῖ; Μισεῖ «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ τὴν παράδοση. Μά, ἕνα πράγμα ποὺ τὸ μισεῖ ἡ ὑπερηφάνεια, τὸ σατανικὸ αὐτὸ πάθος, θὰ πεῖ πὼς αὐτὸ ποὺ μισεῖ πρέπει νὰ εἶναι κάποιο πράγμα ἁγιασμένο, ἱερώτατο, ποὺ κάνει τὴ διαβολικὴ ὑπερηφάνεια νὰ φρυάξει καταπάνω του.
Λοιπόν, ἐκεῖνοι ποὺ κάνουνε τοὺς νεωτερισμοὺς ὁποὺ παραμορφώνουνε τὸν χαρακτῆρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, εἴτε στὴν ἐσωτερικὴ πνευματικὴ οὐσία της, εἴτε στὴν ἐξωτερικὴ μορφή της, ἡ ὁποία ἐκφράζεται μὲ τὴν τελετουργία καὶ μὲ τὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, σπρώχνουνται σ᾿ αὐτὸ τὸ ἀνίερο ἔργο ἀπὸ τὸν σατανᾶ τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῆς ἀπιστίας. Ἀπ᾿ ἐναντίας, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουνε μέσα τους τὴ βλογημένη ταπείνωση, νοιώθουνε τέτοια ἀγάπη πρὸς τὴν παράδοση, ποὺ ἡ χαρά τους εἶναι νὰ τῆς ὑποτάσσονται προθυμερά, ὅπως ὁ καλὸς δόκιμος ὑποτάσσεται στὸν πνευματικὸν πατέρα του, κι ὁ πόθος τους εἶναι νὰ συντηρηθεῖ αὐτὴ ἡ πολύτιμη κληρονομιὰ τῆς παράδοσης, κι ὄχι νὰ παραμορφωθεῖ καὶ νὰ καταστραφεῖ, ὅπως εὔχουνται οἱ ἀσεβεῖς νεωτεριστές.
Καὶ μὅλα ταῦτα, κάποιοι τέτοιοι νεωτεριστὲς παρουσιάζονται, οἱ ἀθεόφοβοι, σὰν ἀνακαινιστὲς τῆς ὀρθοδοξίας, καὶ γιορτάζουνε τὴ μεγάλη γιορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ εἶναι ἡ νίκη τῆς Ἐκκλησίας καταπάνω στοὺς ἴδιους αὐτοὺς νεωτεριστές. Ναί, γιορτάζουν μαζὶ μὲ κείνους ποὺ κρατοῦνε τὶς παραδόσεις σὰν ἀτίμητο θησαυρό.
Ἀλλά, τοῦτοι οἱ καταργητές, αὐτοὶ ποὺ μισοῦν τὴν ἱερὴ παράδοση, (ποὺ ὁ θρίαμβός της εἶναι ἡ γιορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας), θέλουν νὰ διδάξουν τί ἐστὶ Ὀρθοδοξία στὰ τέκνα τὰ γνήσια τῆς Ὀρθοδοξίας. Καὶ τοῦτοι οἱ πονηροὶ καθηγηταὶ εἶναι χειροτονημένοι ἀπὸ τοὺς ὀρθοδοξώτατους Προτεστάντες δασκάλους τους! Ἀπ᾿ αὐτοὺς διδαχθήκανε ποιά εἶναι ἡ ἀληθινὴ Ὀρθοδοξία, κι ὄχι ἡ πεπαλαιωμένη κείνη Ὀρθοδοξία ποὺ διδάξανε οἱ Πατέρες ποὺ μᾶς τὴν παραδώσανε, καὶ ποὺ βεβαιώσανε τὴ διδασκαλία τους μὲ τὴν ἁγιωσύνη τῆς ζωῆς τους.
Ἀπὸ τέτοιους καθηγητὲς περιμένει νὰ φωτισθεῖ ἡ Ἑλλάδα, ποὺ πήγανε νὰ μάθουνε τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της, κι ἀπὸ κείνους ποὺ καταξεράνανε μὲ τὴν ἄπιστη σοφία τους τὸ δροσόφυλλο δέντρο τῆς θρησκείας τοῦ Χριστοῦ, ποὺ πήγανε στὸ ἔρεβος τοῦ Μέλανος θεολογικοῦ Δρυμοῦ, γιὰ νὰ φέρουνε τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου στὸν λαὸ ποὺ τὸ κήρυξε στὰ ἔθνη, αὐτοὶ ποὺ ἀφήσανε τὰ ἡφαίστεια τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ πυρπολήσανε τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, καὶ πήγανε στὰ παγόβουνα τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς ἀπιστίας, γιὰ νὰ φέρουνε σ᾿ ἐμᾶς, ποὺ μᾶς ἔθρεψε ἐπὶ αἰῶνες τὸ μάνα τῆς παράδοσης, τὴν ψύχρα τῆς πονηρῆς γνώσης. Αὐτοὶ μιλοῦν γιὰ Ὀρθοδοξία ἐν ὀνόματι τῶν ἁγίων Πατέρων Χάρνακ, Στράους, Ρενὰν καὶ τῶν σὺν αὐτοῖς ἁγιασάντων!!
Τόσο ἀφιονισθήκανε, λοιπόν, οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὸ ἀφιόνι τῆς Δύσης, ὥστε νὰ γίνουνται μαθητὲς κι ἀκροατὲς σὲ τέτοιους δασκάλους, ποὺ διαφημίζουνε πὼς τοὺς φέρνουνε μιὰ Εὐρωπαϊκὴ Ὀρθοδοξία, μαζὶ μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ σπίτια, μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ προϊόντα καὶ μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ πλυντήρια;
Αὐτοὶ οἱ ἐπιστημονικοὶ θεολόγοι καὶ νεορθόδοξοι δὲν θὰ εἶναι παράξενο νὰ ὑποστηρίζουνε κάποτε, ἐπιστημονικῶς, πὼς κατὰ λάθος γράφηκε ὅτι οἱ Πατέρες ποὺ διδάξανε στὸν κόσμο τὸν Χριστιανισμὸ γεννηθήκανε ἐδῶ στὴν Ἀνατολή, καὶ πὼς κατόπιν τῶν νέων ἐρευνῶν τῆς ἐπιστήμης ἐβεβαιώθη ὅτι ὁ μὲν Βασίλειος γεννήθηκε στὴν σεπτὴν Φραγκφούρτη, ὁ Χρυσόστομος στὴν ἁγίαν πόλιν τοῦ Μονάχου, τὴν νέαν Σιών, ὁ Γρηγόριος στὸ ἱερὸν Ἀμβοῦργον, ὁ Ἀντώνιος πὼς ἀσκήτεψε παρὰ τὴν Βαλτικὴν θάλασσαν, κ.λπ.
Ὅσον γιὰ τὸν Ἐφραὶμ τὸν Σῦρο, ποὺ εἴπαμε παραπάνω, ποῦ νὰ καταδεχτοῦνε νὰ τὸν γράψουνε στὰ σοφὰ συγγράμματά τους, ἕναν ἄξεστον καὶ ἀπαίδευτον τουρκοκαλόγηρον, καθὼς καὶ τοὺς ἄλλους, μὲ τὴν περιορισμένη διάνοια, ὅπως εἶναι ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, Βαρσανούφιος, Νεῖλος, Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος, Νικήτας Στηθᾶτος, Γρηγόριος Σιναΐτης, κι οἱ ἄλλοι φανατικοὶ καὶ μισαλλόδοξοι ἀνατολίτες.
Ἡ σημερινὴ «θεολογικὴ ἐπιστήμη», λένε οἱ ἐξ Ἑσπερίας φωτοδόται, ἐσυγχρονίσθη εἰς τὰς πολιτισμένας χώρας, καὶ ὁδηγεῖται εἰς τὴν ἔρευνάν της ὑπὸ τῶν πορισμάτων τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν, τῆς βιολογίας, γεωλογίας, τῆς ἀστρονομίας κ.λπ. Ζῶμεν εἰς τὸν αἰῶνα τῶν ἐπιστημονικῶν θαυμάτων, τῶν πυραύλων, τῶν σπούτνικ. Εἰς τὰ ἀγωνιώδη ἐρωτήματα τὰ ὁποῖα προβάλλουν οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι, τί εἶναι εἰς θέσιν ν᾿ ἀπαντήσουν οἱ ἀγαθοὶ καὶ ἁπλοϊκοὶ ἐκεῖνοι γέροντες τῆς ἐρήμου, οἱ ζήσαντες ἐν σπηλαίοις ὡς οἱ τρωγλοδῦται, καὶ εἰς μίαν ἐποχὴν καθ᾿ ἣν ἐβασίλευεν ἡ βαρβαρότης, ἡ ἀμάθεια καὶ ἡ νοσηρὰ δεισιδαιμονία;
Ποιὰ θρησκεία λοιπὸν παραμορφώθηκε σὲ τέτοιον ἀπίστευτον βαθμό; Ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς ἔφερε τὴν ἀλήθεια, ἁπλή, καθαρὴ σὰν κρύσταλλο, καὶ ποὺ γλύτωσε τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ ἀπὸ τὴν πολύπλοκη καὶ μπερδεμένη ψευτιὰ τῆς γνώσης, αὐτὴ ἡ θρησκεία ἔπεσε πάλι στὰ πονηρὰ συστήματα ἐκείνων γιὰ τοὺς ὁποίους εἶπε ὁ Χριστὸς πὼς εἶναι κλέφτες καὶ ληστὲς ποὺ ληστεύουνε τὶς ψυχές.
Αὐτοὶ δὲν μπαίνουνε στὴν αὐλὴ τῶν προβάτων ἀπὸ τὴ θύρα, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός, ἀλλὰ πηδᾶνε ἀπάνω ἀπὸ τὴ μάντρα, καὶ παρουσιάζουνται σὰν ποιμένες, ἐνῶ εἶναι ληστὲς καὶ κλέφτες.
Καὶ ποιοὶ εἶναι αὐτοί; Εἶναι τοῦτοι οἱ λαοπλάνοι, ποὺ ἔρχουνται ἀπὸ τὰ Πανεπιστήμια τῆς ἀπιστίας, βαστώντας στὰ χέρια τους διπλώματα καὶ πιστοποιητικὰ τῆς θεολογίας, σὰν νὰ εἶναι ἡ θεολογία γιατρικὴ ἢ χημεία, καὶ χαλᾶνε μὲ τὴν πονηρὴ διδασκαλία τους τὰ ἁπλοϊκὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντάς τους πὼς ἡ πίστη τους εἶναι δεισιδαιμονία καὶ τυπολατρεία, καὶ πὼς ἡ ἱερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τὴ μποδίζει νὰ συγχρονισθῆ, δηλαδὴ νὰ γίνει σὰν τὴ Χριστιανικὴ ἀθεΐα ποὺ λέγεται Προτεσταντισμός.
Ναί. Αὐτοὶ εἶναι οἱ κλέφτες κι οἱ ληστὲς ποὺ εἶπε ὁ Κύριος πὼς ἀνεβαίνουνε ἀπ᾿ ἀλλοῦ καὶ μπαίνουνε στὴν αὐλὴ τῶν προβάτων, δηλαδὴ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ δὲν μπαίνουνε ἀπὸ τὴ θύρα, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Καὶ θέλουνε νὰ ξεγελάσουνε τὰ ἀθῶα τὰ πρόβατα ποὺ ζοῦνε μὲ τὴν πατροπαράδοτη εὐσέβεια καὶ ποὺ γνωρίζουνε καλὰ τὸν Χριστό, καὶ Ἐκεῖνος τὰ γνωρίζει.
Μίλησα γιὰ τὶς ξένες χῶρες ποὺ σπουδάζουνε οἱ θεολόγοι μας. Αὐτοὶ οἱ λαοὶ εἶναι ἀγαθὴ γῆ καὶ καλοδεχτική, γιὰ νὰ φυτρώσει μέσα τους ὁ σπόρος τῆς ἀληθινῆς πίστης. Ἀλλὰ οἱ δικοί μας ποὺ πηγαίνουνε νὰ σπουδάσουνε ἐκεῖ ἀπὸ ματαιοδοξία, ἀντὶ νὰ μεταλαμπαδεύουνε τὴν Ὀρθοδοξία σὲ κεῖνες τὶς ψυχές, ποὺ τὶς ξέρανε ὁ λίβας τοῦ Προτεσταντικοῦ ὀρθολογισμοῦ, φέρνουν ἀπὸ κεῖ σὲ μᾶς, στὴ φυλὴ ποὺ κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο σ᾿ ὅλη τὴ γῆ, τὸν παραμορφωμένον ἐκεῖνον Χριστιανισμό, πιθηκίζοντας τὰ ξένα κι ἀποθεώνοντάς τα, ὅπως ὁ Παυσανίας ὁ Περιηγητὴς λέγει, πὼς κάνανε οἱ Ἕλληνες τῆς παρακμῆς στὸν καιρό του: «Ἕλληνες ἐν θαύματι τιθέασι τ᾿ ἀλλότρια, ἢ τὰ οἰκεῖα».
«Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· εἰς κρίμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσι καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται. Καὶ ἤκουσαν ἐκ τῶν Φαρισαίων ταῦτα οἱ ὅντες μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ εἶπον αὐτῷ· μὴ καὶ ἡμεῖς τυφλοί ἐσμεν; Εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· εἰ τυφλοὶ ἦτε, οὐκ ἂν εἴχετε ἁμαρτίαν· νῦν δὲ λέγετε ὅτι βλέπομεν· ἡ οὖν ἁμαρτία ὑμῶν μένει» (Ἰωάν. Θ´, 39).
«Ἦλθα σὲ τοῦτον τὸν κόσμο, λέγει ὁ Χριστός, γιὰ νὰ δοῦνε τὸ φῶς ἐκεῖνοι ποὺ δὲν βλέπουνε, καὶ γιὰ νὰ τυφλωθοῦνε ὅσοι βλέπουνε».
«Ἐκεῖνοι ποὺ δὲν βλέπουνε» εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἔχουνε τὴν ὑπερήφανη ἰδέα πὼς εἶναι σοφοὶ στὰ τῆς θρησκείας, ὅπως ἡμεῖς ποὺ πιστεύουμε μὲ ἁπλότητα καὶ μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ Εὐαγγέλιο καὶ σὲ ὅσα μᾶς παραδώσανε οἱ Πατέρες, διατηρώντας μὲ εὐλάβεια ὀλότελα ἀνάλλαχτον τὸν χαρακτήρα τῆς λατρείας, καὶ θεωρώντας πὼς εἶναι ἀσέβεια τὸ νὰ βάζουμε τὰ τῆς θρησκείας μας κάτω ἀπὸ τὴ δική μας κρίση. Ἤμαστε τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, κι ὅπως τὰ πρόβατα ἐμπιστεύουνται στὸν τσομπάνη, κι ἐμεῖς ἐμπιστευόμαστε στὸν ἀρχιποιμένα τὸν Χριστὸ καὶ στοὺς ποιμένας ποὺ διώρισε Ἐκεῖνος νὰ φροντίζουνε γιὰ τὴν αὐλὴ τῶν προβάτων, ἤγουν γιὰ τὴν Ἐκκλησία.
Καί «ἐκεῖνοι ποὺ βλέπουνε» εἶναι ὅσοι ἔχουνε τὴν περιφανῆ ἰδέα πὼς εἶναι σοφοὶ στὰ θρησκευτικὰ πράγματα, ἐπειδὴ σπουδάσανε σὲ κάποια μεγάλα σχολεῖα τῆς Εὐρώπης, ἐκεῖ ποὺ διδάσκουνε ἀνάμεσα στὶς ἄλλες ἐπιστῆμες καὶ τὴ θεολογία, σὰν νὰ εἶναι ἡ θεολογία μιὰ κοσμικὴ γνώση, ὅπως εἶναι ἡ γιατρική, ἡ μηχανικὴ κ.λπ.
Αὐτοὶ λοιπὸν «οἱ βλέποντες», ἐρευνοῦνε καὶ κρίνουνε τὰ τῆς θρησκείας, κι ἄλλα παραδέχουνται, ἄλλα δὲν τὰ παραδέχουνται, ἐπειδή, κατὰ τὴν κρίση τους, δὲν εἶναι σωστὰ ἀλλὰ εἶναι γεννήματα τῆς ἀμάθειας, κι ἔχουνε τὴν ἰδέα πὼς πρέπει ν᾿ ἀλλάξουνε, γιατὶ παληώσανε, μὴν πιστεύοντας πὼς εἶναι ἀνάλλαχτα κι αἰώνια, ἐπειδὴ δὲν πιστεύουνε πὼς προέρχουνται ἀπὸ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τοῦτοι λοιπὸν «οἱ βλέποντες», ἤγουν «οἱ οἰόμενοι βλέπειν», τυφλώνουνται, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, σὲ καιρὸ ποὺ κάνουνε τὸν καθηγητὴ καὶ τὸν ὁδηγό. Κι ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνειά τους, κοιτάζουνε «τοὺς μὴ βλέποντας», δηλαδὴ ἐκείνους ποὺ παραδίνουνται σὰν τὸν τυφλὸ νὰ τοὺς χειροκροτήσει ἡ ἀμετασάλευτη πίστη τους στὴν ἁγιασμένη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, τοὺς κοιτάζουνε λοιπὸν μὲ περιφρόνηση σὰν ἀμαθεῖς τυπολάτρες ποὺ ἔχουνε στενὴ ἀντίληψι τῆς θρησκείας.
Ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς ξενοσπουδασμένους θεολόγους, ἔβγαλε λόγο σὲ μιὰ ἐκκλησιά, κατὰ τὴ λειτουργία τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ γιορτὴ αὐτὴ γίνεται σὲ ἀνάμνησιν τῆς νίκης τῆς Ὀρθοδοξίας καταπάνω στοὺς νεωτεριστές. Φαντάσου λοιπόν, ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς νεωτεριστὲς νὰ γιορτάζει, πρῶτος καὶ καλίτερος, γιὰ τὴ νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας καταπάνω στοὺς ὁμοίους του, καὶ νὰ βγάζει καὶ λόγο, γεραίροντας αὐτὸν τὸν θρίαμβο.
Ὁ θρίαμβος τῆς Ὀρθοδοξίας ἤτανε τότε κατὰ τῶν εἰκονομάχων, ἀλλὰ ἀπ᾿ ἀφορμὴ τῶν εἰκονομάχων, καταδικαστήκανε ὅλοι μαζὶ οἱ ἀνίεροι νεωτεριστές, ποὺ ἐπιχειρήσανε κι ἐπιχειροῦνε νὰ ξεσχίσουν τὸν ἄρραφο κι ἀκομμάτιαστον χιτώνα τῆς Ἐκκλησίας.
Ὡστόσο, ὁ καλόβουλος αὐτὸς θεολόγος, ποὺ εἶναι κι ἱερωμένος, συμβίβασε τὴν Ὀρθοδοξία με τοὺς νεωτερισμούς. Στὴν ἐκκλησία ποὺ λειτούργησε καὶ κήρυξε ὁ νεωτεριστὴς Ὀρθόδοξος, οἱ εἰκόνες κι ἡ μουσικὴ ἤτανε εὐρωπαϊκές, ἀντιορθόδοξες. Κι ἡ λειτουργία, σὲ πολλὰ παραμορφωμένη ἐπὶ τὸ νεωτεριστικώτερο, τὸ ὕφος δυτικό, ἡ ἀτμόσφαιρα χωρὶς τίποτα σχεδὸν Ἑλληνικὸ καὶ Ὀρθόδοξο.
Ἀλλὰ κι ὁ ἴδιος, πρόθυμα, θὰ ἔβγαζε πολλὰ περιττὰ ἀπὸ τὴ λειτουργία, θὰ ἔκοβε τὰ γένειά του, θὰ ἄλλαζε τὰ ἄμφιά του μὲ πολιτικὰ ροῦχα, θὰ καταργοῦσε τὰ κεριά, τὸ λιβάνι, τὰ καντήλια, τὰ πάντα, «ὡς ἐπουσιώδη», ὅπως συμπεραίνει κανεὶς ἀπὸ τὸν λόγο του.
Κατὰ βάθος ἴσως νὰ ἐλεεινολογοῦσε μάλιστα καὶ τοὺς Πατέρας ποὺ θεσπίσανε τὴν ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ θὰ τὄλεγε, ἂν δὲν φοβότανε τὸν «ὄχλο». Γιατὶ, κατὰ τὴ γνώμη του, ἡ νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἤτανε ἡ νίκη τῆς τυπολατρείας καὶ τῆς δεισιδαιμονίας κατὰ τῆς ὑψηλῆς καὶ εὐρείας ἀντιλήψεως τῆς θρησκείας, ἡ ὁποία, κατ᾿ αὐτόν, εὑρίσκεται μέσα στὰ κεφάλια τῶν καθηγητῶν ποὺ εἶχε στὴν Εὐρώπη.
Γι᾿ αὐτὸν καὶ γιὰ τοὺς ὅμοιούς του δὲν ἔχει καμμιὰ σημασία τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς μακάριζε τὶς ἁπλὲς ψυχές, λέγοντας στοὺς Ἀποστόλους πὼς εἶναι μακάριοι γιατὶ ἀξιωθήκανε, αὐτοὶ οἱ ψαράδες, νὰ δοῦνε καὶ νὰ νοιώσουνε τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ ποὺ θελήσανε νὰ τὰ δοῦνε σοφοὶ καὶ σπουδαῖοι ἄνθρωποι, καὶ δὲν μπορέσανε γιατὶ τὰ ἔκρυψε ἀπ᾿ αὐτοὺς ὁ Θεός. Ναί, τὰ ἔκρυψε, γιατὶ δὲν ἤτανε ἄξιοι νὰ τὰ δοῦνε, τυφλωμένοι ἀπὸ τὴν ψεύτικη σοφία τους.
Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἐκκλησία τῶν ἁπλῶν ψυχῶν κι ὄχι τῶν σοφῶν καὶ τῶν ἐπιστημόνων, δηλ. ἐκκλησία ὅπως τὴ θέλησε ὁ Χριστός. Ὁ Ὀρθόδοξος λαός μας δὲν χρειάζεται σπουδασμένους θεολόγους, ἀλλὰ ἱερεῖς ποὺ νὰ ὑπηρετοῦνε τὸν Θεὸ «ἐν ἀφελότητι καρδίας». Πρὶν ἀπὸ χρόνια ἔγραφα σ᾿ ἕνα βιβλίο μου τὰ παρακάτω λόγια: «Τοῦτο τὸ γραΐδιο ποὺ κάνει τὸν σταυρό του καὶ στέκεται σὰν κουρούνα μπροστὰ στὰ εἰκονίσματα, εἶναι ψυχὴ χιλιάδων χρονῶν καὶ ξέρει ἀπὸ ποῦ βαστᾶ καὶ ποῦ πάει, καλίτερα ἀπὸ τὸν κάθε λιμοκοντόρο ποὺ σπουδάζει στὰ Παρίσια» (Ταξίδια, ΜΗΛΟΣ). Ὁ εὐσεβὴς λαός μας διψᾶ γιὰ ἁγιότητα, κι ὄχι γιὰ ἐπιστημονικὲς θεολογίες.
Ἡ Ὀρθοδοξία ἔζησε πάντα μέσα στὴν ἁπλότητα ποὺ δίδαξε ὁ Χριστός, ἐνῶ οἱ εὐρωπαϊκὲς ὀργανώσεις ποὺ λέγουνται Ἐκκλησίες, ξεπέσανε στὰ πολύπλοκα συστήματα τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς ἐπιστήμης. Ἰδοὺ τί ἔγραφε γιὰ τοὺς παπιστὲς ἕνας Πατριάρχης, ποὺ σκοτώθηκε ἀπὸ τοὺς κακούργους δυτικούς: «Ἂν δὲν ἔχομεν σοφίαν ἐξωτέραν (δηλαδὴ κοσμική, θύραθεν), ἔχομεν, χάριτι Χριστοῦ, σοφίαν ἐσωτέραν καὶ πνευματικήν, ἡ ὁποία στολίζει τὴν Ὀρθόδοξόν μας πίστιν, καὶ εἰς τοῦτο πάντοτε εἴμεσθεν ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς λατίνους, εἰς τοὺς κόπους, εἰς τὰς σκληραγωγίας καὶ εἰς τὸ νὰ σηκώνωμεν τὸν σταυρόν μας καὶ νὰ χύνωμεν τὸ αἷμα μας διὰ τὴν πίστιν καὶ ἀγάπην, τὴν πρὸς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.
Ἂν εἶχε βασιλεύση ὁ Τοῦρκος εἰς τὴν Φραγκίαν δέκα χρόνους, χριστιανοὺς ἐκεῖ δὲν εὕρισκες. Καὶ εἰς τὴν Ἑλλάδα τώρα τριακόσιους χρόνους εὑρίσκεται, καὶ κακοπαθοῦσιν οἱ ἄνθρωποι καὶ βασανίζονται διὰ νὰ στέκουν εἰς τὴν πίστιν των, καὶ λάμπει ἡ πίστις τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ μυστήριον τῆς εὐσεβείας, καὶ ἐσεῖς μοῦ λέγετε ὅτι δὲν ἔχομεν σοφίαν; Τὴν σοφίαν σου δὲν ἐθέλω ὀμπρὸς εἰς τὸν σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ».
Ἄκοῦς θεολόγε ξενοσπουδασμένε, τί λέγει ὁ Πατριάρχης στοὺς δασκάλους σου τοὺς πολύξερους; «Τὴν σοφία σου δὲν τὴν θέλω, ἐμπρὸς εἰς τὸν σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ».
Τέτοιοι εἶναι οἱ Ὀρθοδοξοι Χριστιανοί. Τέτοιοι εἶναι οἱ λέοντες τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔχουνε μέσα στὴν καρδιά τους τὴ μωρία τοῦ Εὐαγγελίου. Αὐτοὶ εἶναι ποὺ τοὺς ὀνομάζεις ἐσὺ κι οἱ ὅμοιοί σου τυπολάτρες καὶ στενοκέφαλους. Αὐτοὺς λοιπόν, ποὺ δὲν εἶναι σὰν κι ἐσένα «μαθόντες» στὰ Πανεπιστήμια, ἀλλὰ ποὺ εἶναι «παθόντες τὰ θεῖα», κατὰ τὸν θεωρητικότατον ἅγιον Διονύσιον, αὐτοὺς ποὺ δὲν χωρίζουνε τὸ πνεῦμα ἀπὸ τὸν τῦπο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ τὴν ζοῦνε σὰν ἕνα πράγμα ἀτόφιο, αὐτοὺς ἔρχεσαι νὰ διδάξεις, ἀντὶ νὰ διδαχθεῖς ἐσὺ ἀπ᾿ αὐτούς;
Πλέκεις ἕνα ρητορικὸ ἐγκώμιο τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ ἐκεῖνο τὸ τυποποιημένο ὕφος ποὺ ἔχουνε οἱ παρόμοιες ὁμιλίες, καὶ ἐξυμνεῖς «τὰ χρυσορρήμονα στόματα», «τὴν ζωοποιὸν δύναμιν τοῦ λαοῦ μας», «τὰ ἀμάραντα μνημεῖα τῆς θείας λατρείας». Ἀλλά, μαζὶ μ᾿ αὐτὰ ρίχνεις καὶ τὸ ὕπουλο καὶ φαρμακερὸ σύνθημα, λέγοντας: «Προσοχὴ ὅμως! Δὲν πρέπει νὰ παρεξηγήσωμεν τὸ περιεχόμενο τῆς Ὀρθοδοξίας οὔτε νὰ ὑποβαθμίσωμεν τὴν ἀξίαν Της. Ὁ θησαυρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας μας δὲν ταυτίζεται οὔτε μὲ συνδυασμοὺς χρωμάτων μιᾶς στενῆς καθορισμένης τεχνοτροπίας, οὔτε μὲ τὴν ποικιλίαν καὶ τὴν ποιότητα μουσικῶν ἤχων, μιᾶς εἰδικῆς ὡρισμένης ἐποχῆς».
Μὲ ἄλλα λόγια θέλεις νὰ πεῖς πὼς τὸ περιεχόμενο τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἄσχετο μὲ τὰ ἔργα τῆς λειτουργικῆς μουσικῆς καὶ τῆς ἁγιογραφίας, μὲ τὰ ὁποῖα ἐκφράζεται ἐπὶ αἰῶνες. Πὼς αὐτὰ εἶναι κάποια συμβατικὰ στολίδια τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ πρέπει νὰ τ᾿ ἀλλάξουμε, δηλαδὴ κάποιο φόρεμα ποὺ πάλιωσε, καὶ πὼς πρέπει νὰ τῆς φορέσουμε ἄλλο, καινούργιο.
Ἀληθινά, μοναχὰ ἕνας «ἐπιστημονικός» θεολόγος μπορεῖ νὰ ἔχει τόσο λίγη εὐαισθησία καὶ τόση ψυχικὴ ἀμορφοσιά, μ᾿ ὅλα τὰ πτυχία τῆς Εὐρώπης, γιὰ νὰ λέγει τέτοια ἀσύστατα πράγματα! Μοναχὰ μιὰ ψυχὴ ποὺ λείπει ἀπὸ μέσα της ἡ θερμὴ αἴσθηση τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ ποὺ τὴν ἔχει ξεράνει ὁ χιονιᾶς τοῦ ὀρθολογισμοῦ, ψυχὴ ποὺ τὴν στέγνωσε ἡ πρακτικὴ βορεινὴ μεθοδολογία, καὶ γιὰ νὰ πῶ μ᾿ ἕναν σύντομο λόγο, ποὺ λείπει ἀπὸ μέσα της ὁλότελα ἡ βλογημένη καὶ δροσερὴ πνοὴ ποὺ λέγεται ποίηση τῆς Ὀρθοδοξίας, κι ἡ κατάνυξη ποὺ τὴν μεθᾶ μὲ τὸν οὐράνιον οἶνον, μιὰ τέτοια ψυχὴ μοναχὰ μπορεῖ νὰ πεῖ καὶ νὰ γράψει παρόμοια λόγια.
Ἀλλά, πρῶτα-πρῶτα, τί γνωρίζεις Πανοσιολογιώτατε, ἀπὸ τέχνη, καὶ μιλᾶς μὲ τέτοια κατηγορηματικότητα γιὰ τὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ γιὰ τὰ ἔργα της; Ξέρουμε πὼς ἐσὺ καὶ οἱ ὅμοιοί σου δὲν ἤσαστε σὲ θέση νὰ νοιώσετε παραπάνω ἀπὸ τὶς λιθογραφίες ποὺ κρέμουνται στὰ κορνιζοπωλεῖα τῆς ὁδοῦ Ἑρμοῦ, κι ἀπὸ τὶς ἐλεεινὲς χαλκομανίες... Μὲ ἄλλα λόγια, πὼς βρισκόσαστε στὸ νηπιαγωγεῖο τῆς ζωγραφικῆς.
Τὸ ἴδιο καὶ στὴ μουσική. Μ᾿ ὅλο ποὺ κάνετε τοὺς μοντέρνους καὶ τοὺς συγχρονισμένους, δὲν ἤσαστε σὲ θέση νὰ νοιώσετε παραπάνω ἀπὸ τὶς ζακυνθινὲς βαρκαρόλες καὶ τὰ πρίμα-σεγκόντα τῆς Πλάκας. Τὸ πολὺ-πολύ, νὰ ἐνθουσιασθῆτε ἀπὸ τὴν αἰσθηματικὴ γεροντοκόρη Νόρμα τοῦ Μπελλίνι.
Μ᾿ αὐτὰ λοιπὸν τὰ σπουδαῖα ἐφόδια, δηλαδὴ μ᾿ αὐτὴ τὴν παιδαριώδη καὶ οἰκτρὴ αἰσθηματολογία, ἐπιχειρεῖς νὰ κρίνεις τὰ ἔργα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, ποὺ ἔχουνε καταπλήξει σήμερα τὸν κόσμο; Κι ἡ τεχνικὴ κατάρτισή σου εἶναι τόσο μεγάλη, ποὺ νὰ μιλᾶς τόσο ἄπρεπα γι᾿ αὐτά; λέγοντάς τα «συνδυασμοὺς χρωμάτων μιᾶς στενῶς καθορισμένης τεχνοτροπίας;».
Ὡστόσο, αὐτὰ τὰ εἰκονίσματα προσκυνούσανε ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Χρυσόστομος, ὁ Φώτιος, ὁ Παλαμᾶς, κι ἀπ᾿ αὐτὰ φούντωνε μέσα τους ἡ φλόγα τῆς πίστης. Αὐτὰ τὰ ἔργα κάνανε τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Νύσσης, τὸν ἄξιο ἀδελφὸ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, νὰ χύνει δάκρυα κατανύξεως, καὶ τὸν Χρυσόστομο νὰ μὴ μπορεῖ νὰ ζήσει καὶ νὰ προσευχηθῆ, χωρὶς νὰ ἔχει κρεμασμένο στὸ κελλί του τὸ εἰκόνισμα τοῦ Ἁγίου Παύλου, ποὺ τὸ ἀσπαζότανε κι ἔκλαιγε. Αὐτὰ τὰ ἔργα ἔβλεπε ὁ Μέγας Φώτιος νὰ καταστολίζουνε τὴν Ἁγία Σοφία, καὶ σκιρτοῦσε ἀπὸ θεῖον οἶστρο, καὶ τὰ ἐγκωμίαζε στὶς ὁμιλίες του. Ναί, αὐτὰ τὰ ἔργα μᾶς παραδώσανε, μαζὶ μὲ τὴν Ὀρθόδοξο πίστη, οἱ μεγάλοι Πατέρες, γιὰ νὰ τὰ προσκυνοῦμε στὸν αἰῶνα, ὅσο θὰ ἔχουμε τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Γιατὶ δὲν εἶναι ἕνα φόρεμα φθαρτό, ποὺ τῆς τὸ φορέσαμε μιὰ φορὰ καὶ ποὺ πάλιωσε, καὶ ποὺ θέλετε ἐσεῖς οἱ νεωτεριστὲς νὰ τ᾿ ἀλλάξετε, ἀλλὰ εἶναι στολὴ ἄφθαρτη, ποὺ μ᾿ αὐτὴ θὰ ὑπάρχει στολισμένη στὴν αἰωνιότητα. Εἶναι περισσότερο ἀπὸ στολὴ ἄφθαρτη. Εἶναι τὸ ἴδιο τὸ ἁγιασμένο σῶμα της, ποὺ τὸ φόρεσε, ὅπως ὁ Χριστὸς τὸ δικό του, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ τὴ δοῦμε «ὡς ἐν ἐσόπτρῳ» με τὰ σαρκικὰ μάτια μας, καὶ ν᾿ ἀκούσουμε τὴ φωνή της μὲ τὰ σαρκικὰ αὐτιά μας.
Κι ἐσύ, ὁ ἱερεύς, ἀντὶ νὰ σκύψεις καὶ νὰ προσκυνήσεις τὶς ἅγιες εἰκόνες τῆς Ὀρθοδοξίας, σήμερα ποὺ γιορτάζει ἡ Ἐκκλησία τὴν ἀναστήλωσή τους, καὶ νὰ παρακινήσεις καὶ τοὺς ἄλλους, σὰν ἱερωμένος, νὰ τὶς ἀσπασθοῦνε, σήμερα, αὐτὴ τὴ μέρα ποὺ σείσθηκε ὅλη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κι ἔκλαψε ἀπὸ χαρὰ γιατὶ οἱ περιπόθητες εἰκόνες ρίξανε πάλι τὴ λάμψη τους στὶς καρδιὲς τῶν Ὀρθοδοξων, σήμερα βρῆκες τὴν εὐκαιρία νὰ ρίξεις τὸ δηλητήριο, λέγοντας πὼς αὐτὰ περάσανε, πὼς αὐτὰ τὰ ἱερὰ ἔργα εἶναι «μιᾶς ὡρισμένης ἐποχῆς», πὼς πρέπει δηλ. νὰ τὰ κατεβάσουμε, (σήμερα, ποὺ γιορτάζουμε τὴν ἀναστήλωσή τους!), καὶ νὰ βάλουμε στὴ θέση τους ἄλλα, μοντέρνα, φράγκικα, τῆς ἀρεσκείας σου.
Ἀλλά, καλίτερα νὰ ἔλεγες νὰ μὴ βάλουμε τίποτα. Τουλάχιστον θὰ ἤσουνα ἕνας ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους, μ᾿ ὅλον ποὺ θὰ ἤσουνα ὁ χειρότερος, γιατὶ διάλεξες τὴν Κυριακή της Ἀναστηλώσεως τῶν εἰκόνων γιὰ νὰ κάνεις τὸ ὕπουλο κήρυγμα τῆς νέας εἰκονομαχίας. Αὐτὸ ποὺ κάνεις εἶναι χειρότερο ἀπὸ τὴν εἰκονομαχία. Εἶναι εἰκονομαχία κρυμμένη κάτω ἀπὸ τη ψεύτικη εἰκονολατρευτικὴ προσωπίδα.
Σ᾿ ἕνα ἐξαίσιο βιβλίο ποὺ ἔγραψε γιὰ τὴ σημασία τῆς Εἰκόνας ὁ ὀρθοδοξώτατος καὶ εὐσεβέστατος Λεωνίδας Οὐσπένσκης, καθηγητὴς τῆς εἰκονογραφίας στὸ Ὀρθόδοξο Ρωσσικὸ Ἰνστιτοῦτο τῆς Γαλλίας (τέτοιοι καθηγητὲς εἶναι σεβαστοί, γιατὶ εἶναι ἐχθροὶ τῶν ὑπόπτων νεωτεριστῶν), λέγει τὰ παρακάτω λόγια: «Τὸν καιρὸ τῶν εἰκονομάχων, κατὰ τὸν η´ καὶ θ´ αἰῶνα, μέσα στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἴδια τὴν ὕπαρξή της, ἡ Ἐκκλησία ὑπερασπίσθηκε τὸ δόγμα τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ «Θεὸς γέγονεν ἄνθρωπος». Σήμερα κινδυνεύει ὁ σκοπὸς τῆς Ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ «ἵνα ὁ ἄνθρωπος γένηται Θεός». Ἡ σημερινὴ εἰκονομαχία, ποὺ δὲν τὴν ὑποπτεύουνται οὔτε ἐκεῖνοι ποὺ τὴν κάνουν, δὲν εἶναι τόσο ἡ ἄρνηση τῆς Εἰκόνας, ἀλλὰ περισσότερο ἡ παραμόρφωσή της, μάλιστα ἡ παραφθορά της, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν καταλαβαίνουνε πιὰ τὴ δογματικὴ καὶ διδακτικὴ σημασία της. Ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, τὴν Εἰκόνα τὴν θεωροῦνε σὰν κάποιο πράγμα δευτερεῦον. Μοναχὰ ὁ λόγος, τὸ κήρυγμα, κρίνεται πὼς εἶναι ἀρκετὸ ὅπως κάνουνε οἱ Προτεστάντες. Ξεχνᾶνε πὼς ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι μοναχὰ ὁ Λόγος τοῦ Πατρός, ἀλλὰ ἐπίσης καὶ ἡ Εἰκὼν τοῦ Πατρός... Ἡ Εἰκόνα, γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους, δὲν εἶναι ἕνα ἀντικείμενο ποὺ μᾶς δίνει μιὰ αἰσθητικὴ ἀπόλαυση ἢ μᾶς κινεῖ τὴν ἐπιστημονικὴ περιέργεια, ἀλλὰ ἔχει μιὰ θεολογικὴ ἔννοια. Ὅπως ἡ κοσμικὴ τέχνη παριστάνει τὴν πραγματικότητα τοῦ κόσμου τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν αἰσθημάτων, κατὰ τὸν τρόπο ποὺ τὴν βλέπει κάθε τεχνίτης, ἡ Εἰκόνα παριστάνει τὴν πραγματικότητα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν».
Βλέπει λοιπὸν κανείς, ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος, πόσα πράγματα σχετικὰ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τέχνη γνωρίζουν ἐκεῖνοι ποὺ προσεγγίζουν μὲ βαθειὰ εὐλάβεια καὶ μὲ δέος τὰ ἔργα της, καὶ μὲ πόσον ζῆλο ἀγωνίζονται γιὰ τὴ συντήρηση τῆς ἱερῆς παράδοσης, κι ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος πόση ἀμάθεια, σ᾿ αὐτὰ τὰ πράγματα, ποὺ εἶναι τόσο σημαντικὰ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἔχουνε κάποιοι, ποὺ μὲ ἐλαφρὴ κι ἀνύποπτη συνείδηση, ἀποφθέγγονται γι᾿ αὐτά, ὡς ἀπὸ τρίποδος, καὶ μολονότι εἶναι θεόγυμνοι ἀπὸ κάθε ἰδέα τέχνης, καὶ βρίσκουνται σὲ πρωτόγονη κατάσταση, ἔχουνε τὸ θράσος, συνεργούσης καὶ τῆς ἀσέβειας καὶ τῆς πνευματικῆς ὑποταγῆς στὰ θεότυφλα Πανεπιστήμια ποὺ τοὺς δώσανε τὰ διπλώματα, ἔχουνε λοιπὸν τὸ θράσος νὰ δογματίζουν, αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, γιὰ τὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, ἐν ὀνόματι τῆς προόδου καὶ τῆς «ἐπιστημονικῆς θεολογίας», καὶ νὰ ὑποδεικνύουν μὲ τί ἔργα πρέπει νὰ στολισθοῦν οἱ ναοί μας, γιὰ νὰ εἶναι συγχρονισμένοι, γιὰ νὰ μοιάζουνε δηλαδὴ μὲ τὰ ἀρχοντοχωριάτικα σπίτια τους, ποὺ φανερώνουνε τὴν πιὸ φρικτὴ ἀκαλαισθησία. Ἀφοῦ δὲν ἔχουν, οἱ δυστυχεῖς, μήτε τὴν συνηθισμένη εὐαισθησία, στὰ σπίτια τους, στὰ γραφεῖα τους, στὰ βιβλία τους, σὲ ὅλα τους, ποὺ βασιλεύει ἐπιδεικτικὰ ἡ πιὸ ἀηδιαστικὴ ἀκαλαισθησία, θέλουνε νὰ γίνουνε οἱ ὁδηγοὶ στὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, ποὺ εἶναι ἄβυσσοι μυστηρίου κι οἱ πιὸ ἀποκαλυπτικοὶ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους ἀξιώθηκε ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐκφράσει τὸ ἀνέκφραστο. Καὶ μάλιστα, αὐτοὶ ποὺ ἰκανοποιοῦνται μὲ τὶς κοκκινοπράσινες λιθογραφίες καὶ μὲ τὰ ἰταλικὰ ναπολιτάνικα τραγούδια, ξεστομίζουν πὼς εἶναι ἄτεχνες καὶ κατώτερες ἀπὸ τὶς πνευματικὲς ἀπαιτήσεις των (!!) οἱ βυζαντινὲς εἰκόνες μὲ τὴν βαθύτατη ἱερατικότητα, καθὼς καὶ τὰ ἀριστουργήματα τῆς μυστικῆς μουσικῆς, ποὺ κάνουν ν᾿ ἀπορήσουν ὅσους ἔχουν πνευματικὲς κεραῖες γιὰ νὰ τ᾿ ἀντιληφθοῦν. Ἐπειδὴ ἐκεῖνοι, γιὰ τοὺς ὁποίους γράφουνται αὐτὰ ποὺ γράφω, ἐκτιμοῦν ὑπὲρ πᾶν ἄλλο τὴ γνώμη τῶν Εὐρωπαίων γιὰ τὰ δικά μας πράγματα, ἀναφέρω πὼς ὁ μέγας μουσικὸς SΑΙΝΤ SΑΕΝS κι ὁ διάσημος συγγραφεὺς Ἀλέξανδρος Δουμᾶς, ἐγκωμιάσανε τὴ βυζαντινὴ μουσική μας.
Ἀλλά, τί νὰ νοιώσει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει αὐτὲς τὶς κεραῖες, ποὺ δὲν ἔχει δηλαδὴ τὴν παντογνωστικὴ δύναμη ποὺ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο ἡ πνευματικὴ ἐγρήγορση, κι ἡ βλογημένη ταπείνωση, ἡ ὁποία δὲν θέλει νὰ στήσει τὸ θέλημά της ἀπάνω ἀπὸ τὴν τάξη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὴν παράδοση; Πῶς νὰ ὑψωθεῖ στὴν ὑπερούσια γνώση, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ταπεινώθηκε ἀληθινά; Πῶς νὰ ἀξιωθεῖ νὰ εἰσέλθει στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ νὰ ἰδεῖ τὰ μυστήρια της, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀρνήθηκε, μαζὶ μὲ τὰ αἰσθητὰ ἀγαθά, καὶ τὴν ἁμαρτωλὴ γνώση, «τὸν νοῦν τῆς σαρκὸς αὐτοῦ», μαζὶ μὲ τὴν οἴηση ποὺ φέρνει αὐτὴ ἡ γνώση, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβει ὁ ἄνθρωπος; «Τὰ γὰρ μυστήρια τοῖς ταπεινόφροσιν ἀποκαλύπτεται». Ἀλλά, ἂς κρίνουμε τὰ γραφόμενα τοῦ ἱερωμένου ποὺ ἔγραψε κι εἶπε αὐτὴ τὴν ὁμιλία μὲ τὸν παραπλανητικὸ τίτλο «Θεματοφύλακες τοῦ Θριάμβου», ἂς κρίνουμε λοιπὸν τὰ λεγόμενα αὐτοῦ τοῦ «θεματοφύλακος» ποὺ ἐκτιμᾶ τόσο λίγο αὐτὰ ποὺ λέγει πὼς φυλάγει, ἂς τὸν κρίνουμε μὲ κάποια μέτρα ποὺ εἶναι πιὸ χεροπιαστὰ καὶ ποὺ τὰ νοιώθει ὁ καθένας:
Ἐνῶ, ὅπως εἴπαμε, πλέκει τὸν ὕμνο τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἐγκωμιάζει «τὴν κληρονομίαν τὴν ἄφθαρτον καὶ ἀμίαντον καὶ ἀμάραντον» (Α´ Πέτρ. α´, 4), μὲ τὴν ὁποίαν «ἐγαλουχήθησαν αἱ γενεαὶ τῶν Πατέρων μας», καθὼς καὶ «τὰ ἀμάραντα μνημεῖα τῆς θείας λατρείας» (τῆς Ὀρθοδοξίας), μαζὶ μ᾿ αὐτά, τὴν ἴδια στιγμή, λέγει πὼς κάποια ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ ἀμάραντα μνημεῖα τῆς θείας λατρείας εἶναι μαραμένα καὶ ξερά, ἐννοώντας τὴ θεοδώρητη λειτουργικὴ εἰκονογραφία γιὰ τὴν ὁποία λέγει πὼς εἶναι «συνδυασμὸς χρωμάτων μιᾶς στενῶς καθορισμένης τεχνοτροπίας», καθὼς καὶ γιὰ τὰ ἐξαίσια ἔργα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς μας, ποὺ γι᾿ αὐτὸν καὶ γιὰ τοὺς ὁμοίους του ἄξεστους φραγκολάτρες εἶναι: «ποικιλία καὶ ποιότης μουσικῶν ἤχων μιᾶς εἰδικῆς ὡρισμένης ἐποχῆς». Μὲ ἄλλα λόγια, κατὰ τὴ γνώμη του, ἡ κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση εἰκονογραφία καὶ μουσικὴ δὲν τὸν ἱκανοποιοῦν, γιατὶ τὰ ἔργα τους εἶναι βάναυσα κι ἀνυπόφορα γιὰ ἀνθρώπους σοφοὺς κι εὐρωπαϊσμένους, ποὺ ἔχουνε γιὰ ἀριστουργήματα τὰ παιδιακίσια κάρτ-ποστάλ, ποὺ τὰ λένε οἱ Γάλλοι SAINT SULPICE, (ἐπειδὴ τὰ πουλᾶνε στὴν πλατεία αὐτῆς τῆς ἐκκλησίας), καθὼς καὶ τὰ ἀνάλατα μουσικὰ κατασκευάσματα, τύπου «Ἀνθισμένης ἀμυγδαλιᾶς», φτάνει νὰ λέγουνται μὲ πρίμο καὶ μὲ σεγκόντο! Ὤ! Ἀληθινά, μοναχὰ οἱ σοφοὶ κι οἱ ἐπιστήμονες μποροῦν νὰ ποῦν τέτοιες ἐπιστημονικὲς ἀνοησίες. Κι ἀντὶ νὰ κρύψουνε τὴν ἀμάθειά τους, οἱ τέτοιοι φωστῆρες, θέλουν νὰ κάνουνε καὶ τὸν προφέσορα!
Ἂς μᾶς ἐξηγήσει λοιπὸν ὁ προκείμενος δύσκολος κριτὴς τῆς βυζαντινῆς ἁγιογραφίας καὶ τῆς λειτουργικῆς μουσικῆς, ποὺ δὲν ἔχει κἂν ἰδέαν ἀπὸ τὸ τί θὰ πεῖ λειτουργικὴ καὶ τί μὴ λειτουργικὴ τέχνη, ἂς μᾶς ἐξηγήσει ποιὰ εἶναι γι᾿ αὐτὸν τὰ «ἀμάραντα μνημεῖα τῆς θείας λειτουργίας», καὶ ποιὰ εἶναι τὰ μαραμένα. Μήπως «τὰ ἀμάραντα» εἶναι, κατὰ τὴν ἐπιστημονικὴ γνώμη του, μοναχὰ οἱ ὁμιλίες τῶν Πατέρων, ποὺ θὰ τὶς ἐκτιμᾶ σὰν ρητορεῖες, καὶ ἡ ὑμνολογία, χωρὶς ὅμως τὴ μουσική, ἐπειδὴ τὸν θαμπώνει τὸ κλασικὸν κάλλος τῶν ἰάμβων, ἀπὸ προγονοπληξία; Γιατὶ, τί ἄλλο μποροῦνε νὰ εἶναι «τὰ ἀμάραντα μνημεῖα τῆς λατρείας»;
Ὥστε ἔχουμε μέν, κατὰ τὸν γλαφυρὸν ὁμιλητὴν τῶν κοινοτοπιῶν τοῦ ἄμβωνος, «ἀμάραντα μνημεῖα» τῆς ὑμνολογίας ἀλλὰ πρέπει νὰ τὰ κρατήσουμε γυμνὰ ἀπὸ τὴν μουσική τους, ἐπειδή, κατὰ τὴ γνώμη του αὐτὴ ἡ μουσικὴ εἶναι «μιᾶς εἰδικῆς ὡρισμένης ἐποχῆς». Σάμπως τὰ λόγια τῆς ὑμνολογίας δὲν εἶναι μιᾶς ὡρισμένης ἐποχῆς, καὶ γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ τὰ ντύσουμε, αὐτὰ «τὰ ἀμάραντα μνημεῖα» τῆς ὑμνολογίας, μὲ ἄλλο μουσικὸ φόρεμα τῆς ἐποχῆς μας, ἤγουν μὲ τὴν ἀνθισμένην ἀμυγδαλιά, μὲ βαρκαρόλες, καὶ τὰ παρόμοια. Δηλαδή, ἔχουμε κι ἐδῶ ἕναν ἄλλον Σοῦτσο ποὺ ἔλεγε γιὰ τὰ ποιήματα τοῦ Σολωμοῦ πὼς ἤτανε «ἰδέαι πλούσιαι, πτωχὰ ἐνδεδυμέναι», κι ἤθελε νὰ τὸν πάρει κοντά του ὁ Σολωμὸς νὰ ράβει αὐτὸς τὰ πλούσια ροῦχα γιὰ νὰ ντύνει τὶς ἰδέες τοῦ Σολωμοῦ. Ἐδῶ μάλιστα, ὁ προκείμενος ἐπιδιορθωτὴς τῆς ὑμνωδίας μας εἶναι χειρότερος ἀπὸ τὸν Σοῦτσο, γιατὶ θέλει νὰ ντύσει τὰ ἔργα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνολογίας μας, ὅπως εἶναι π.χ. τὸ «Ἀνοίξω τὸ στόμα μου» ἢ τὸ ἰαμβικὸ «Ἰμερτὸν ἐξέφηνε σὺν πανολβίῳ ἤχῳ Πατήρ, ὃν γαστρὶ ἐξηρεύξατο», μὲ μουσικὴν τῆς Νόρμας τοῦ Μπελλίνι ἢ τῆς Τραβιάτας τοῦ Βέρντι! Λοιπόν, βλέποντες πόσο ἀνώτερος εἶναι ὁ συγγραφεὺς τῶν «Θεματοφυλάκων τοῦ Θριάμβου» ἀπὸ τὸν ποιητὴν Σοῦτσον, μποροῦμε νὰ ἀναφωνήσουμε· «Ἰδού, πλεῖον Ἰωνᾶ ὧδε! Ἰδού, πλεῖον Σολομῶντος ὧδε!»
Ἂν ὁ συγγραφεὺς δὲν ἐννοεῖ τὴν ὑμνολογία, γράφοντας γιὰ «τὰ ἀμάραντα μνημεῖα τῆς θείας λατρείας», τότε τί ἄλλο μπορεῖ νὰ ἐννοεῖ; Μήπως τὴν τελετουργικὴ διάταξη; Μὰ καὶ κείνη θέλει ἀλλαγὴ καὶ διόρθωμα, κατὰ τὸν συγγραφέα καὶ τοὺς ὁμοίους του. Ἢ ἐννοεῖ τὰ συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων; Μὰ αὐτὰ δὰ εἶναι ποὺ δὲν τὰ φέρνει ποτὲ στὸ στόμα του ὁ συγγραφεὺς κι οἱ ὅμοιοί του, ὡς πεπαλαιωμένα, ἐνῶ μεταφράζει τὸν Χόλτσνερ καὶ κάποια ἄλλα ψυχολογικὰ δοκίμια, σὲ καιρὸ ποὺ ἡ φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καὶ τ᾿ ἄλλα Ὀρθόδοξα πατερικὰ συγγράμματα μεταφράζουνται στὶς ξένες γλῶσσες, καὶ γίνουνται πνευματικὴ τροφὴ τῶν λαῶν ποὺ προσκυνᾶνε οἱ δικοί μας νεωτεριστές, ὅπως συμβαίνει καὶ μὲ τὴ βυζαντινὴ εἰκονογραφία καὶ μὲ τὴ βυζαντινὴ μουσική. Μήπως ἀκόμα γιὰ «ἀμάραντα ἄνθη» ἐννοεῖ ὁ ὁμιλητὴς τὰ ἔργα ποὺ κάνουνε οἱ ἄλλες ἐκκλησιαστικὲς τέχνες τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ἀρχιτεκτονική, ἡ μικροτεχνία, ἡ ποικιλτική; Ἀλλὰ κι ἀπ᾿ αὐτὰ δὲν νοιώθει περισσότερο ἀπ᾿ ὅτι νοιώθει ἀπὸ εἰκονογραφία κι ἀπὸ ψαλμωδία, καὶ θὰ τὰ νομίζει κι αὐτὰ ὁλότελα συμβατικά, ἀσήμαντα γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ χρήζοντα ἀλλαγῆς.
Μὲ λίγα λόγια, τὸ συμπέρασμα ἀπ᾿ ὅλη τούτη τὴν ἀνιαρὴ ἀνάλυση τῆς ὁμιλίας τοῦ καθηγητοῦ, εἶναι, ἂν κατάλαβα καλά, πὼς χτυπᾶ μιὰ στὸ καρφὶ καὶ μιὰ στὸ πέταλο, χωρὶς νὰ γνοιασθεῖ καθόλου ἂν συμφωνοῦν μεταξύ τους αὐτὰ ποὺ λέγει. Ἐκτὸς ἂν παραλογίζεται ἄθελά του.
Ἔχω ὅμως τὴν ἰδέα ὅτι ἀπὸ τὰ λεγόμενά του φαίνεται πὼς ἐπιχειρεῖ πολὺ ἀδέξια νὰ κρύψει τὴν ἀντιπάθειά του πρὸς τὴν ὀρθόδοξη παράδοση, θέλοντας νὰ συμβιβάσει τὰ ἀσυμβίβαστα, τὴν Ὀρθοδοξία με τὶς ἀντιορθόδοξες καινοτομίες, παρουσιάζοντας ἔτσι ἕνα τερατῶδες κατασκεύασμα. Ἀλλά, δὲν ἀκούει τί λέγει ὁ θεόγλωσσος Παῦλος, ποὺ τὸν συχνοαναφέρει στὰ γραφόμενά του, ἀπὸ προτεσταντικὴ μίμηση, ὅπως φαίνεται: «Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες... Τίς γὰρ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τίς δὲ συμφώνησις Χριστοῦ πρὸς Βελίαλ;»
Δὲν πιστεύω πὼς ἀδικῶ τὸν πανοσιολογιώτατον καθηγητήν. Μακάρι νὰ ἤτανε ἄλλη ἡ ἀλήθεια. Θὰ χαιρόμουνα πολὺ νἄβγαινα ψεύτης. Μὰ τὰ ἔργα ποὺ κάνουνε αὐτοὶ οἱ νεωτεριστές, μαρτυροῦν ἀπὸ τὰ λόγια τους αὐτὸ τὸ ἀλλοπρόσαλλο κατάντημά τους: Οἱ ἐκκλησίες στὶς ὁποῖες εἶναι προϊστάμενοι δὲν ἔχουνε τίποτα ποὺ νὰ εἶναι ὀρθόδοξο. Εἶναι ἀπογυμνωμένες ἀπὸ τὸν θερμὸ ἑλληνικὸ χαρακτήρα τους. Ἡ ἁγιογραφία, ἡ μουσική, τὰ σκεύη, τὰ κηρύγματα, ἀκόμα, σὲ πολλά, κι ἡ ἀκολουθία, μυρίζουν προτεσταντικὴ μούχλα. Ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι ψυχροσχολαστική, ἀκατάνυκτη, χωρὶς ἐκείνη τὴ ζεστὴ μυστικοπάθεια ποὺ ἔχουνε οἱ γνήσιες ἐκκλησίες μας. Ἀκόμα καὶ τὰ κεριά, ποὺ εἶναι τὸ πιὸ ἁπλό, κι ἴσως τὸ πιὸ πνευματικὸ σύμβολο τῆς ψυχῆς ποὺ προσεύχεται μὲ ταπείνωση, ἀκόμα καὶ τὸ θυμίαμα ποὺ προσφέρνεται «εἰς ὀσμὴν εὐωδίας πνευματικῆς», κι αὐτὰ ἀκόμα ἔχουνε καταργηθεῖ σὲ κάποιες ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς ἐκκλησίες ποὺ εἶπα. Ἀλλὰ καὶ τὸν σταυρό τους, ἐκεῖ μέσα, τὸν κάνουνε πολὺ ἀραιά, μὲ πολλὴ οἰκονομία, ἢ καθόλου, παπάδες κι ἐκκλησιαζόμενοι. Ὅ,τι ποιητικὸ στοιχεῖο συντείνει στὸ νὰ νοιώσει κατάνυξη ὁ ὀρθόδοξος Χριστιανός, δὲν τὸ θέλουνε ἐκεῖνες οἱ παγωμένες καρδιές, ποὺ τὶς ξέρανε ὁ λίβας τῆς σχολαστικῆς καὶ τῆς στενόψυχης ἠθικῆς. Γιατὶ γι᾿ αὐτοὺς ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα κατάξερο ἠθικὸ σύστημα, κατάλληλο γιὰ πρακτικὲς καὶ μικρολόγες σκοπιμότητες. Οὔτε ἀποκάλυψη φρικτῶν μυστηρίων, οὔτε εὐωδία τοῦ καινοῦ ἀέρος τῆς μελλούσης ζωῆς καὶ εὐφροσύνη, οὔτε πυρπόλησις τῆς καρδίας, οὔτε μέθη ἀπὸ τὸν πνευματικὸν οἶνον, οὔτε χαρμολύπη, οὔτε δάκρυον κατανύξεως, οὔτε συντριβή, οὔτε κοινωνία τοῦ Παρακλήτου, οὔτε μυστικὴ ὅρασις καὶ ἀκοή, οὔτε ὑπὲρ αἴσθησιν αἴσθησις. Τίποτα!
Πῶς νὰ μὴν εἶναι λοιπὸν τόσο ψυχρὲς κι ἀκατάνυκτες οἱ ἐκκλησίες τους, ἀφοῦ ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, «ἡ καρδία ἔσωθεν ὁμοίως τοῖς ἐξωτέροις σχήμασιν ἐνδιατυποῦται»;
Τί σχέση μποροῦνε νὰ ἔχουν αὐτὰ τὰ ἀνέκφραστα τραγούδια ποὺ ἀκούονται ἐκεῖ μέσα, μὲ τὴν ὀρθόδοξη λατρεία, μὲ τὴν ἱερατικὴ γλώσσα τῆς ὑμνολογίας, μὲ τὸν σοβαρὸ χαρακτήρα τῆς προγονικῆς μας εὐσέβειας;
Ὤ! Τί βεβήλωση εἶναι αὐτή, νὰ μπαίνουνε οἱ μίμοι καὶ νὰ ἀσχημονοῦν μέσα στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ, μὲ κάποιες φωνὲς ποὺ γαργαλίζουν τὴ σάρκα τους; Ὥστε αὐτὴ εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία σας, νὰ μὴν ἔχει ὁ ναὸς τίποτα ὀρθόδοξο; Ἡ πνευματικὴ γεύση σας τόσο πολὺ χάλασε, ὥστε κάθε τί ποὺ στάθηκε γιὰ τοὺς Ἁγίους ὁ οὐράνιος ἄρτος κι ὁ ὑπερούσιος οἶνος, νὰ σᾶς φαίνεται στυφὸ καὶ πικρό; Τὰ ἁγιασμένα ὁράματα καὶ ἀκούσματα, ποὺ εὐφράνανε μυριάδες εὐλαβεῖς ψυχές, ἐσεῖς δὲν τὰ κρίνετε ἄξια νὰ τὰ διατηρήσουμε, ἀλλὰ θέλετε νὰ τὰ ἀλλάξετε, καὶ νὰ βάλετε στὴ θέση τους τὰ μουγκρίσματα τῶν ζώων, γιὰ νὰ εἶναι σύμφωνα μὲ τὴν ἐκφυλισμένη ἐποχή μας;
Λέτε πὼς σεβόσαστε καὶ τιμᾶτε τοὺς Ἁγίους. Ἀλλὰ ποιοί μᾶς παρέδωσαν, μαζὶ μὲ τὴν πίστη, τὸν τρόπο τῆς λατρείας καὶ τὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες; Δὲν μᾶς τὰ παραδώσανε οἱ Πατέρες; Γιατί λοιπὸν δὲν τὰ σεβόσαστε καὶ δὲν τὰ τιμᾶτε;
Ἰδιαίτερα δὲν σᾶς ἀρέσει ἡ μουσική της ἐκκλησίας μας, δηλαδὴ ἡ μόνη ἱερατικὴ χριστιανικὴ μουσική. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἔψελνε μαζὶ μὲ τοὺς Ἀποστόλους κι ὑμνοῦσε τὸν Θεό: «Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ Ὄρος τῶν ἐλαιῶν», γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος. Καὶ μὲ τί εἴδους μουσικῆς ἄραγε ὕμνησαν; Ρωτῶ νὰ μοῦ πεῖς. Μήπως μὲ τὴ θεατρικὴ μουσικὴ ποὺ εἰσάγεις στὶς ἐκκλησίες τοῦ Χριστοῦ, μ᾿ αὐτή, λέγω τὴν εὐρωπαϊκὴ τετραφωνία, ἢ μὲ τὴν ἱεροπρεπῆ ἀνατολικὴ μουσικὴ ποὺ δὲν τὴν θέλεις, ποὺ τὴν θεωρεῖς βάρβαρη, ἐσὺ ὁ βάρβαρος καὶ βλάσφημος;
Ναί! Ἐδῶ δὲν εἶναι θολὲς καὶ ὀμιχλώδεις θεωρίες, σὰν κι αὐτὲς ποὺ ἄκουσες στὰ μουχλιασμένα Πανεπιστήμια. Ἐδῶ εἶναι καθαρὰ καὶ ἁπλὰ πράγματα: Ὁ Χριστὸς γεννήθηκε σὰν ἄνθρωπος στὴν Ἀνατολή, καὶ δὲν γεννήθηκε, ὅπως θἄθελες, στὸ Παρίσι ἢ στὴ Στοκχόλμη ἢ στὴ Λόντρα. Γεννήθηκε σ᾿ ἕνα φτωχοχώρι τῆς Ἰουδαίας. Ἡ γλώσσα ποὺ μιλοῦσε ἤτανε Ἀνατολίτικη. Κι ἡ μουσική, ποὺ μ᾿ αὐτὴ ὑμνοῦσε τὸν Θεό, ἤτανε κι αὐτὴ Ἀνατολίτικη, ἢ τὸ θέλεις εἴτε δὲν τὸ θέλεις.
Λοιπόν, γιατί δὲν τὴ καταδέχεσαι αὐτὴ τὴ μουσική, ἐσὺ ὁ ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ, αὐτὴ τὴ μουσικὴ ποὺ τὴν ἁγίασε ὁ Χριστός; Ἐγὼ φρίττω, δακρύζω, καταπλήττομαι, μόνο ποὺ συλλογίζουμαι πὼς μ᾿ αὐτὴ τὴ μουσικὴ ἔψελνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, καὶ πὼς ἀξιονόμαστε κι ἐμεῖς νὰ τὴ ψέλνουμε ὅπως Ἐκεῖνος! Κι ἐσύ, ἀντὶ νὰ ἀγάλλεσαι, ἀντὶ νὰ νοιώθεις πνοὴ ἀθανασίας ἀπάνω σου ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ θεαγάπητη μουσική, ποὺ μᾶς κληροδοτήθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα οὐράνια δῶρα ὁποὺ βρίσκουνται φυλαγμένα μέσα στὸ θησαυροφυλάκιο τῆς γεραρᾶς παραδόσεώς μας, ἐσὺ δὲν τὴν θέλεις, τὴν ἀπεχθάνεσαι, τὴν λὲς τούρκικη, δὲν τὴ νομίζεις ἄξια γιὰ τὰ ἁμαρτωλὰ στόματά μας!
Τέτοια τύφλωση, λοιπόν, παθαίνει ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾶ τὴ ματαιότητα καὶ ζητᾶ τὸ ψεῦδος.
Ὁ Θεὸς ἂς μὲ συγχωρήσει γιὰ ὅσα ἀναγκάσθηκα νὰ πῶ γιὰ ἕναν ὑπηρέτη του.
Κύριε, νά, εἶμαι μπροστά σου, καὶ κρίνε με. Ἐσὺ εἶσαι καρδιογνώστης καὶ ξέρεις τὴν πίκρα τῆς καρδιᾶς μου γιὰ τὴ βεβήλωση ποὺ παθαίνουν οἱ ἅγιες ἐκκλησίες σου. Ὁ ζῆλος τοῦ οἴκου σου κατέφαγέ με. Ἐσὺ ποὺ ἐπέτρεψες στὸν Προφήτη Ἠλία, νὰ ἐξαγριωθεῖ ἀπὸ τὸν πύρινο ζῆλο ποὺ τὸν ἔκαιγε, Ἐσὺ ποὺ τὸν συγχώρεσες γιὰ τὴ φοβερὴ ἁμαρτία ποὺ ἔκανε νὰ σφάξει τοὺς ἱερεῖς τοῦ Βάαλ, ἐπειδὴ εἶδες πὼς ἤτανε ὁ μονώτατος δοῦλος σου ποὺ πίστευε σὲ Σένα, καὶ τὸν στεφάνωσες μὲ τὸν ἀμάραντον στέφανο, καὶ τὸν ἅρπαξες ἀπάνω σ᾿ ἕνα ἁμάξι πύρινο καὶ τὸν πῆρες κοντά Σου μὲ τὸ σάρκινο κορμί του, δίχως νὰ δοκιμάσει θάνατο, Ἐσύ, Κύριε, εὔσπλαχνε καὶ δίκαιε, συγχώρεσε κι ἐμένα τὸν ἁμαρτωλό. Γιατὶ Ἐσὺ ἄνοιξες τὸ στόμα μου, ὅπως ἄνοιξες τὸ στόμα τῆς ὄνου τοῦ Βαλαάμ, γιὰ νὰ μιλήσω γιὰ τὴ βεβήλωση τοῦ οἴκου σου, ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς ματαιότητας.
Φώτισε, Κύριε, τὶς σκοτισμένες διάνοιές μας. Ἐλευθέρωσέ τες ἀπὸ τὰ φιλόσαρκα φρονήματα. Γέμισε τὴν καρδιά μας μὲ τὴν πανευφρόσυνη λύπη σου. Γιατὶ μ᾿ αὐτὴ βρίσκουμε τὸν μυστικὸ δρόμο ποὺ μᾶς φέρνει σὲ Σένα, κι ὄχι μὲ τὶς ἀπατηλὲς σοφίες τοῦ κόσμου τούτου.
Ἡ λύπη τῆς διανοίας εἶναι θυμίαμα εὔοσμο, ποὺ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν θρόνο σου. Αὐτὴ ἀνοίγει τὴν κλεισμένη πύλη, γιὰ νὰ μπεῖ ἡ ψυχή μας στὴ χώρα τῶν μυστηρίων Σου. Γιὰ τοῦτο εἶπες· «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται. Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται».
(Ἀπάντησις σὲ ἀρχιμανδρίτην τῶν Ἀθηνῶν)
Φώτης Κόντογλου, Μεγάλη Παρασκευή, 1960
Πηγή: http://04varvara.files.wordpress.com/
Η φιληδονία έχει σαν πρωταρχικό σκοπό και νόημα του γάμου και της ζωής ολόκληρης την ηδονή και βάσει αυτής ρυθμίζει την όλη συμπεριφορά. Στερεί την προσωπική κοινωνία και σχέση και κατεβάζει τον άνθρωπο από πρόσωπο σε αντικείμενο, γιατί στέκεται στην εξωτερική όψη και όχι στο βάθος, γι’ αυτό και έχει έντονο το στοιχείο του ανικανοποίητου και της παροδικότητας. Εάν η φιληδονία κυριαρχήσει στον άνθρωπο, τότε πραγματικά τον κάνει δούλο και αιχμάλωτό της και τον σπρώχνει σε δρόμους έξω από την ελευθερία της Εκκλησίας, με αποτέλεσμα να κτυπά θανάσιμα τον οικογενειακό δεσμό της πραγματικής αγάπης και να διαλύει ό,τι καλό και ευγενές υπάρχει.
Αντίδοτο σ’ αυτή την ασθένεια είναι η φιλοπονία. Η προθυμία προς κάθε αγώνα και αρετή, εφ’ όσον πλέον είναι κανόνας ότι “τα καλά κόπω κτώνται και πόνω κατορθούνται”. Η ίδια η Εκκλησία μας, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για “την ορθήν κρίσιν των νοημάτων”, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή.
Η φιλοπονία, η άσκηση, αλλά προ πάντων η αγάπη και ο θείος έρωτας μεταμορφώνει τον εμπαθή άνθρωπο, αγιάζει τις ψυχικές και σωματικές κινήσεις και έτσι ελευθερώνεται ο ηγεμόνας νους, ώστε να κρίνει ορθά τα πράγματα, να οδηγεί το σώμα στον αγιασμό και στη σωφροσύνη και να κρατά τον άνθρωπο στο ύψος της “κατ’ εικόνα Θεού” δημιουργίας του και της “καθ’ ομοίωσιν” πορείας και σκοπού.
Αυτοί λοιπόν οι τρείς γίγαντες των παθών πολεμούν κάθε άνθρωπο τόσο μέσα στο χώρο του μοναχισμού όσο και μέσα στο χώρο του γάμου και της οικογενείας, με διαφορετικά όπλα και μεθόδους, αλλά με ένα και μοναδικό σκοπό, την αποτυχία του ανθρώπου να βρει μέσα από τον τρόπο και τόπο της ζωής του τον αγιασμό και τη σωτηρία του.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος προτρέπει: “Εκκλησίαν ποίησόν σου την οικίαν”. Εκκλησία σαν τόπο και ναό της λατρείας του Θεού , διά του καθημερινού προγράμματος της οικογενειακής προσευχής, όπου όλοι μαζί ενώπιον του ουρανίου Πατρός στέκονται και εκζητούν το θείον έλεος και τη συνεκτική και θεοποιό αγάπη, μετανοούντες για τα καθημερινά ανθρώπινα λάθη και δεχόμενοι τις ευεργετικές επιδράσεις της χάριτος του Αγίου Πνεύματος.
Εκκλησία ακόμη και σαν τόπο πνευματικής θεραπείας εκ των παθών, όπως ακριβώς λειτουργεί μέσα στην Ορθοδοξία ένα αληθινό κοινόβιο μοναστήρι. Η συμβίωση, η συγκατοίκηση, η συζυγία και η εν γένει κοινωνία της κατ’ οίκον εκκλησίας, δηλαδή της οικογενείας λειαίνει τις προεξοχές του χαρακτήρα, πλαταίνει το στενό της καρδιάς και διδάσκει ότι χωρίς την εν Χριστώ αγάπη και προκοπή και η οικογενειακή ζωή εύκολα κινδυνεύει να διαλυθεί από στιγμή σε στιγμή.
“Παλαίστρα και στάδιον και γυμναστήριον” ακόμη, υπό του ιδίου Πατρός, χαρακτηρίζεται η οικογένεια, γιατί πράγματι είναι πολύς και μακρύς ο δρόμος και τα εμπόδια, οι πειρασμοί και οι θλίψεις δυσβάστακτες στην πορεία της οικογενείας, γι’ αυτό και είναι αναγκαίο να στηρίζονται επί την ασάλευτον πέτραν του Χριστού και της Εκκλησίας Του, ώστε να μην την καταποντίσουν τα κύματα.
“Το μυστήριον τούτο μέγα εστί, εγώ δε λέγω εις Χριστόν και εις την εκκλησίαν”. Ο Κύριος εκένωσε εαυτόν και έγινε άνθρωπος και προσέλαβε την Εκκλησία και έκτοτε “τρέφει και θάλπει αυτήν” ως νυμφίος ουράνιος και παραμένει κεφαλή της Εκκλησίας. Ούτε Εκκλησία άνευ Χριστού είναι δυνατόν να υπάρξει, αλλά ούτε και ο Χριστός άνευ της Εκκλησίας δίδει τα θεουργικά μυστήριά Του στον άνθρωπο. Έτσι και στην οικογένεια κανένας δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον άλλο, ούτε σαν σώμα μπορεί να συγκροτηθεί, εάν κεφαλή της οικογενείας δεν είναι ο Χριστός.
Πρέπει να τονισθεί επίσης ότι το κατ’ ευδοκίαν θέλημα του Κυρίου για κάθε ένα ξεχωριστά, είναι η σωτηρία και θέωσή μας. Αυτός είναι και ο σκοπός και το τέρμα όλης της ζωής μας. Επομένως και η οικογένεια και ο μοναχισμός δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσα σωτηρίας. Η οικογένεια είναι ένας τρόπος σωτηρίας, που δεν πρέπει να απολυτοποιήσει τον εαυτόν της, αλλά να μας οδηγήσει στον Κύριο. Όλα τα σχήματα της ζωής είναι εφήμερα και παροδικά και αξιολογούνται με το κατά πόσον μας οδηγούν ή όχι στην αιώνια βασιλεία του Θεού. Εάν η οικογένεια δεν οδηγεί στο Χριστό, τότε τα αποτελέσματά της είναι πρόσκαιρα, είναι αδύνατα και καταδικασμένα σε θάνατο, όπως και η ίδια σαν τρόπος ζωής του παρόντος αιώνος.
Η οικογένεια τότε θεωρείται ότι και επέτυχε το σκοπό της, όχι με τις κοσμικές επιτυχίες των μελών της, όχι με τη μέχρι τέλους διατήρηση της συνοχής της έστω, αλλά με τον αγιασμό και τη θέωση των μελών της.
Κάθε άλλη αξιολόγηση της οικογένειας με κριτήρια ανθρώπινα και ενδοκοσμικά αδικεί και περιορίζει ασφυκτικά τις δυνάμεις και δυνατότητές της.
Τελειώνω με ένα λόγο ενός συγχρόνου οσίου αγιορείτου ασκητού: “Όταν μάθωμε να υπερβαίνουμε το εγώ μας, γινόμαστε αληθινά μέλη της οικογένειας μας. Όταν γίνομε αληθινά μέλη της οικογένειάς μας με την υπέρβαση του εγώ μας, τότε θα γίνωμε πραγματικά μέλη της οικογένειας ολοκλήρου της ανθρωπότητος, του Αδάμ, και τότε θα μπορούμε να προσευχώμαστε στον Θεόν υπέρ όλου του κόσμου. Αυτό όμως δεν είναι άλλο παρά η ενοίκηση του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά μας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι πίσω από τους τρεις μεγίστους Ιεράρχες της ’Εκκλησίας μας υπάρχουν αγίες μητέρες, άγιοι πατέρες και αγίες οικογένειες. Εάν θέλωμε να διορθωθεί ο κόσμος, ας διορθώσωμε τον εαυτό μας και τις οικογένειές μας”.
Μ’ αυτά τα πτωχά, ευχόμεθα ο πανάγαθος Κύριος να ευλογεί όλους και να συνέχει και συγκροτεί τις οικογένειές μας με τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Αμήν.
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία)
Πηγή: Πεμπτουσία
Γιὰ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Βαπτιστοῦ δὲν χρειάζεται νὰ ποῦμε πολλά· μιλᾶ τὸ τέμπλο κάθε Ὀρθόδοξου ναοῦ – στὰ δεξιὰ τῆς εἰκόνας τοῦ Δεσπότου βρίσκεται πάντοτε ἡ εἰκόνα του – καὶ ὁ ἔπαινος τοῦ Κυρίου γιὰ ἐκεῖνον, ὁ ἔπαινος τοῦ καρδιογνώστου Θεοῦ (βλ. Ματθ. ια´ [11] 7-15, Λουκ. ζ´ 24-30). Ἐμεῖς ἁπλῶς στὶς παρακάτω γραμμὲς θὰ προσπαθήσουμε νὰ ὑποψιασθοῦμε κάτι ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο τῆς ταπεινοφροσύνης του.
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἀπὸ παιδὶ ἔζησε στὴν ἔρημο ζωὴ ἄκρας ἀσκήσεως καὶ πλούτιζε συνεχῶς σὲ Πνεῦμα Ἅγιον. «Τὸ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι, καὶ ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ πρὸς τὸν Ἰσραήλ», σημειώνει ἡ Ἁγία Γραφή (Λουκ. α´ 80). Ἔζησε μὲ μοναδικὴ ἀκρίβεια τὴ ζωὴ τῆς παρθενίας, τὴ ζωὴ τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφιερώσεως στὸ Θεό, ἡ ὁποία ἦταν σχεδὸν τελείως ἄγνωστη στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἀργότερα, στὰ τριάντα του περίπου χρόνια, βγῆκε νὰ κηρύξει μετάνοια καὶ νὰ ἑτοιμάσει τὸν Ἰσραὴλ γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Μεσσία, ὄχι ἀπὸ μόνος του ἀλλὰ κατόπιν θείας ἀποκαλύψεως: «ἐγένετο ρῆμα Θεοῦ ἐπὶ Ἰωάννην… καὶ ἦλθεν… κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας» (Λουκ. γ´ 2-3). Ἦταν δηλαδὴ θεόκλητος.
Γνώριζε ἀκόμη ὅτι ἡ δράση του ἦταν προφητευμένη στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, πράγμα ποὺ δὲν ἀνέφερε ποτὲ παρὰ μόνο ὅταν τὸ ἐπέβαλε ἡ ἀνάγκη. Τὸν ρώτησαν οἱ ἀπεσταλμένοι τῆς θρησκευτικῆς ἡγεσίας τοῦ Ἰσραήλ: «Ποιὸς εἶσαι ἐσύ; ὁ Χριστός;». «Δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Χριστός», ἀπάντησε. «Τί λοιπόν; Ὁ Ἠλίας εἶσαι ἐσύ;». «Δὲν εἶμαι». «Ὁ προφήτης ποὺ προανήγγειλε ὁ Μωυσῆς;». «Ὄχι». «Ποιὸς εἶσαι τέλος πάντων; γιὰ νὰ δώσουμε ἀπάντηση σ᾿ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἔστειλαν». «Ἐγὼ “φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, εὐθύνατε τὴν ὁδὸν Κυρίου”, καθὼς εἶπεν Ἡσαΐας ὁ προφήτης» (βλ. Ἰω. α´ 19-23).
Τὸ κήρυγμά του καὶ ἡ ὅλη προσωπικότητά του εἶχε ἀπήχηση ὅσο κανενὸς ἄλλου προφήτη: «Ἐξεπορεύετο πρὸς αὐτὸν Ἱεροσόλυμα καὶ πᾶσα ἡ Ἰουδαία καὶ πᾶσα ἡ περίχωρος τοῦ Ἰορδάνου», «καὶ ἐβαπτίζοντο πάντες ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ποταμῷ ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Ματθ. γ´ 5, Μάρκ. α´ 5). Πήγαιναν σ᾿ αὐτὸν οἱ Ἱεροσολυμίτες καὶ ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς Ἰουδαίας καὶ τῶν περιχώρων τοῦ Ἰορδάνη! Δὲν ἦταν ὅτι ἐντυπωσίαζε καὶ σαγήνευε. Τὸ κήρυγμά του ἦταν αὐστηρό, καλοῦσε σὲ μετάνοια, ὑπενθύμιζε τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ: «ἤδη καὶ ἡ ἀξίνη πρὸς τὴν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται· πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται»· τώρα μάλιστα καὶ τὸ τσεκούρι τῆς θείας κρίσεως βρίσκεται κοντὰ στὴ ρίζα τῶν δένδρων. Κάθε δένδρο λοιπὸν ποὺ δὲν κάνει καλὸ καρπὸ κόβεται ἀπὸ τὴ ρίζα καὶ ρίχνεται στὴ φωτιά (Ματθ. γ´ 10). Ἀλλὰ ἀκριβῶς ἐπειδὴ ὁ λόγος καὶ τὸ παράδειγμά του ἦταν γεμάτα ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ἀπωθοῦσε οὔτε προκαλοῦσε ἀντιδράσεις. Ἀντίθετα συγκλόνιζε τὶς καρδιὲς καὶ προκαλοῦσε ριζικὴ ἀλλαγὴ ζωῆς· δέχονταν νὰ βαπτισθοῦν – «πάντες», ἀκόμη καὶ «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι», οἱ πιὸ διαβεβλημένοι ἄνθρωποι (βλ. Ματθ. κα´ [21] 32) – ἐξομολογούμενοι δημοσίως τὶς ἁμαρτίες τους!
Τὸν παραδέχονταν ὡς αὐθεντικὸ καθοδηγὸ τῆς ζωῆς τους: «Τί οὖν ποιήσομεν;». Θέλουμε ν᾿ ἀλλάξουμε ζωή. Τί πρέπει νὰ κάνουμε; ρωτοῦσαν οἱ ὄχλοι τὸν Ἰωάννη, παρὰ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του· ὄχι μόνο εὐσεβεῖς ἀλλὰ καὶ ἁμαρτωλοί: τελῶνες καὶ στρατιωτικοί (βλ. Λουκ. γ´ 10-14).
Τὸ ἀκόμη θαυμαστότερο εἶναι ὅτι ὁ Τίμιος Πρόδρομος εἶχε τέτοιο κύρος, ἐνῶ δὲν ἔκανε κανένα θαῦμα (βλ. Ἰω. ι´ 41)· τόσο μεγάλο κύρος, ὥστε ὅλοι εἶχαν λογισμό: «Μήπως αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός», ὁ Μεσσίας ποὺ περιμέναμε αἰῶνες; (Λουκ. γ´ 15).
Ἂς ἀναλογισθοῦμε ὅλα τὰ παραπάνω: ζωὴ πολὺ διαφορετικὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν πολλῶν, σχεδὸν ὅλων· ζωὴ ἀνώτερη, ἰσάγγελη· πνευματικὲς ἐπιδόσεις ἀσυνήθιστα ὑψηλές· προφητικὴ κλήση καὶ ἀποστολὴ σὲ νεαρὴ ἡλικία· καταπληκτικὴ ἐπιτυχία στὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο, μαζικὲς καὶ συγκλονιστικὲς μεταστροφές· κύρος τόσο μεγάλο, ὥστε νὰ ἀναρωτιοῦνται, μήπως εἶναι ὁ Χριστός; Ἡ Παλαιστίνη σείσθηκε ἀπὸ τὸ κήρυγμα καὶ τὴν παρουσία του, ἕνας ὁλόκληρος λαὸς κρεμόταν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ νεαροῦ λιπόσαρκου Ἰωάννη· κι ἐκεῖνος; ἀνέγγιχτος ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Δὲν ζήτησε τίποτε γιὰ τὸν ἑαυτό του ἀπὸ ὅλη ἐκείνη τὴ δόξα. Εἶπε: «Δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Χριστός. Ἔρχεται μετὰ ἀπὸ ἐμένα, καὶ δὲν εἶμαι ἄξιος ἐγὼ νὰ λύσω οὔτε τὰ κορδόνια ἀπὸ τὰ ὑποδήματά του» (Λουκ. γ´ 16).
Καὶ ὅταν, ἐνῶ μεσουρανοῦσε, ἄρχισε νὰ τὸν ἐπισκιάζει ὁ Μεσσίας μὲ τὴ δράση Του, καὶ παραπονέθηκαν γι᾿ αὐτὸ στὸν Πρόδρομο οἱ μαθητές του, ἐκεῖνος τοὺς εἶπε: «Κανεὶς δὲν ἔχει τίποτε ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Ὅλα εἶναι τοῦ Θεοῦ. Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι μαρτυρεῖτε πὼς εἶπα ὅτι δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Μεσσίας, ἀλλὰ πρόδρομός Του. Γι᾿ αὐτὸ ἐργάσθηκα, γιὰ νὰ ὁδηγήσω τὶς ψυχὲς στὸ Νυμφίο Χριστό. Καὶ ὄχι ἁπλῶς δὲν ζηλεύω ἢ δὲν ἐνοχλοῦμαι ποὺ ἐλαττώνεται ἡ φήμη μου, ἀλλὰ “χαρᾷ χαίρω”, χαίρομαι μὲ πολὺ μεγάλη χαρά· “αὕτη οὖν ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ πεπλήρωται”· αὐτὴ λοιπὸν ἡ χαρά μου εἶναι τέλεια. Αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸ ἀποδέχομαι ὁλόψυχα: Ἐκεῖνος νὰ αὐξάνει σὲ ἐπιρροὴ καὶ δόξα, κι ἐγὼ νὰ μικραίνω» (βλ. Ἰω. γ´ 26-30).
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος, μέγας καὶ στὴν ταπεινοφροσύνη, προκαλεῖ τὸν εὐλαβὴ θαυμασμό μας. Μπορεῖ ὅμως νὰ γίνει καὶ βοηθός, πρεσβευτής μας, ἂν τὸν ἐπικαλούμαστε, ὥστε νὰ καλλιεργοῦμε τέτοιο φρόνημα στὶς δικές μας ἀσήμαντες – σὲ σύγκριση μὲ τὶς δικές του – ἐπιδόσεις καὶ ἐπιτυχίες.
Πηγή: Ο Σωτήρ
«Γιατί να δίνωμε στα παιδιά πράγματα κακορίζικα, μικρά, στενά, ξέψυχα, μίζερα; Γιατί άψυχα, ανούσια, που προκαλούν ναυτία; Γιατί χωρισμένα, σχιζοφρενικά, αντιμαχόμενα, διαλυμένα σαν κομμένο γάλα;...
Τα παιδιά του λαού, τα βασανισμένα, τα λιμώττοντα, που γίνεται τόση προσπάθεια από τόσους, να ξεβαφτιστούν, να ξεμυρωθούν, να ξεχάσουν αυτό που είναι. Να καταστραφούν».
(«Το Άγιον Όρος και η Παιδεία του Γένους μας», κείμενο της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους, σελ. 45, Άγιον Όρος 1984).
Το προαναφερόμενο βιβλίο, απόσταγμα της αγιορείτικης σοφίας και της συναντίληψης των Πατέρων γιά την Παιδεία του Γένους, θα έπρεπε, αν το υπουργείο Παιδείας ανταποκρινόταν στην υψηλή αποστολή του, να διδάσκεται στα παιδαγωγικά τμήματα. (Είναι δυσεύρετο. Μου το χάρισε ο μακαριστός Γέρων Μωυσής ο Αγιορείτης-την ευχή του νά ‘χουμε-που με πολύ πόνο έβλεπε την περιρρέουσα κουφόνοια).
Και δεν δίνουμε στα παιδιά σήμερα, 30 χρόνια μετά την αγιορείτικη αγωνιώδη κωδωνοκρουσία, μόνο πράγματα που προκαλούν ναυτία, αλλά την διαστροφή, την νοσηρότητα, την σαπίλα.
«Με ζήλο στα σκολειά της προδοσίας/
του σάπιου αιώνα σέπεται η γενιά!»
έγραφε ο Βάρναλης, σε εποχές που μακαρίζονται συγκρινόμενες με την δική μας, «τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ».
Έχω πολλές αναφερθεί στα σχολικά βιβλία, κυρίως Γλώσσας, Δημοτικού και Γυμνασίου, τα οποία είναι «πανέρια με οχιές». Πολλοί, αντιλέγοντας, μου προσάπτουν επιλεκτική χρήση των κειμένων. «Υπάρχουν και ωραία κείμενα, ωφέλιμα αξίων και αναγνωρισμένων λογοτεχνών». Συμφωνώ και πολλοί συνάδελφοι εφαρμόζουν, ανεπιγνώστως, την προτροπή του Μεγάλου Βασιλείου, στην περίφημη πραγματεία του «προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων». Διαβάζω τα χρυσά του λόγια: «Καθάπερ της ροδωνιάς το άνθος δρεψάμενοι τας ακάνθας εκκλίνομεν, ούτω και επί των τοιούτων λόγων, όσον χρήσιμον καρπωσάμενοι, το βλαβερόν φυλαξώμεθα», δηλαδή, «και όπως κόβουμε το τριαντάφυλλο, αποφεύγουμε τα αγκάθια, ομοίως και από τα συγγράματα αυτά (σ.σ.: των αρχαίων Ελλήνων), θα παραλάβουμε ό,τι είναι ωφέλιμο, αλλά θα προφυλαχτούμε από τα βλαβερά».
Ο άγιος βέβαια δεν αναφερόταν σε σχολικά βιβλία, αλλά σε προσωπικά αναγνώσματα. Την παρότρυνση του αγίου, πρέπει να την ακολουθούν, όσοι είναι υπεύθυνοι για το τι φιλοξενείται στα σχολικά βιβλία: Το νυν Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής-πρώην Παιδαγωγικό Ινστιτούτο-το οποίο, μεταξύ των άλλων αρμοδιοτήτων του, εγκρίνει τα βιβλία για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς. Υποτίθεται ότι ελέγχονται τα βιβλία ενδελεχώς και με περισσή αυστηρότητα, πριν τυπωθούν και διανεμηθούν στα σχολεία. Παραλείψεις, αβλεψίες, παροράματα, αμέλειες, λάθη συντακτικά ή γραμματικά (σολοικισμοί και βαρβαρισμοί, όπως λέγονται) είναι ασυγχώρητα. «Τα βιβλία να είναι σαν κρίνα», έγραφε ο Παλαμάς, να μοσχοβολούν και να μην πνίγεσαι από αναθυμιάσεις, ωσάν τα τωρινά.
Εγκληματικό θεωρείται να διδάσκονται μαθητές χυδαιότητες και αισχροήθειες, σκουπιδοκείμενα, με «σεξουλιάρικα» υπονοούμενα, τα οποία συμπαρασύρουν στην απαξίωση και τον ευτελισμό-ό,τι απέμεινε-του σχολικού θεσμού.
Συγκεκριμένα. Αγαπητός φίλος, καθηγητής σε ΕΠΑΛ της Κατερίνης μου αποκάλυψε την εξής δυσωδία, που περιέχεται στο βιβλίο «Εισαγωγή στην Διαφήμιση», της Β’ Λυκείου. Στην σελίδα 60 διαβάζουμε την παρακάτω κρανιοκενή άσκηση:
«Υπάρχουν διαφημίσεις που χρησιμοποιούν τα αποκαλούμενα σύμβολα του sex, στις διαφημίσεις τους. Σε ποιές κατηγορίες οικιακών προϊόντων καθαρισμού για το σπίτι, θα χρησιμοποιούσατε αυτά τα πρόσωπα και με ποιό τρόπο;».
Φοβερό, ανήκουστο!! Προσκαλεί το υπουργείο τα παιδιά να ασχοληθούν με σύμβολα του sex. Θα περίμενε κανείς, στην δεύτερη πρόταση της περιόδου, να κληθούν οι μαθητές να σχολιάσουν τα νοσηρή και προσβλητική για άνθρωπο, διαφημιστική τακτική. Τι, ρωτώ, θα κάνει ένας μαθητής για να απαντήσει στην άσκηση; Θα μπει στο διαδίκτυο και θα περιηγηθεί σε ...σεξοσύμβολα. Και οι ανίδεοι γονείς θα νομίζουν ότι το βλαστάρι τους «μελετά για το σχολείο». «Δεν βλέπετε ότι αγρίεψαν τα παιδιά μας και εγίνανε ως τα θηρία», για να παραλλάξουμε κάπως τον αδυσώπητο λόγο του Πατροκοσμά; Και πώς να μην αγριέψουν τα παιδιά, αφού «μεγαλώνουν ανώμαλα, αποβάλλοντας απλώς την παιδικότητα και την αγνότητά τους, φυλάσσοντας όμως την ανωριμότητα ως κόρην οφθαλμού, “σαν να φοβούνται μήπως χάσουν το κακό”, όπως γράφει πολύ εκφραστικά ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης». («Ώσπερ δεδοικότες μη το κακόν απολέσωσιν»). (Η τελευταία παραπομπή από το θαυμάσιο βιβλίο «Η Παιδεία σε κρίση», του Γιάννη Τσέντου, από τις εκδόσεις «ΤΗΝΟΣ»).
Η εκπαίδευση, από το Γυμνάσιο κιόλας, αρχίζει αυτή την αποαθωοποίηση, ή καλύτερα, το μαγάρισμα των ψυχών τους, τον άκαιρο εθισμό με την, αγοραίας μορφής, σεξουαλικότητα. (Θυμίζω το κείμενο με τίτλο «οσάκις» σε βιβλίο της Α’ Γυμνασίου, στο οποίο «εξυμνείται» ο δεσμός 13χρονης μαθήτριας με 25χρονο άντρα , τον Σάκη τον ηλεκτρολόγο). Η σχολική τάξη δεν πρέπει να μετατρέπεται σε συνοικιακή καφετέρια, όπου μεταξύ «χαβαλέ» και χυδαίων υπονοουμένων «αναλύονται» θέματα σοβαρότατα για την υγιή ανάπτυξη των παιδιών και πολύ περισσότερο στο επίπεδο αυτό δεν πρέπει να ξεπέφτει το σχολικό βιβλίο, για να είναι, δήθεν, κοντά στα ενδιαφέροντα των παιδιών.
Ένας απλός ορθόδοξος έλεγε: Δεν προσπαθώ να κρατήσω τα παιδιά με την βία στο σπίτι. Αγωνίζομαι να τους δώσω τέτοια αγωγή, που και αν φύγουν να γυρίσουν μόνα τους. Αυτή είναι και η αποστολή της Παιδείας. Να προσφέρει, αβίαστα και με σεβασμό, μόρφωση αντλημένη από «τα αδαπάνητα κοιτάσματα της πνευματικής ενεργείας που κρύβει το υπέδαφος της Παράδοσής μας».
Και όταν με το καλό αποφοιτήσουν οι μαθητές, «να γυρίζουν» στις πολύτιμες διδαχές του σχολείου τους.
Το «ποιο σύμβολο του sexθα χρησιμοποιούσατε για διαφήμιση οικιακών προϊόντων καθαρισμού», δείχνει την βαθύτατη κρίση της Παιδείας, την οποία εγκαταλείψαμε σε ανθρώπους χωρίς ιερό και όσιο, απάτριδες, διεθνιστές της μιας πεντάρας. (Στο βιβλίο «Έκφραση-Έκθεση» της Α’ Λυκείου, σελ. 132, διαβάζουμε: «Ποια απάντηση σας εκφράζει, στην φράση ερωτεύομαι σημαίνει: Να είμαι αφηρημένη, να σκέφτομαι μόνο αυτόν. Να χτυπάει το κινητό και η καρδιά μου να πάει να σπάσει. Να αφοσιώνομαι ολοκληρωτικά. Ζω, υπάρχω, αναπνέω, χαίρομαι, λυπάμαι, φοβάμαι, ζηλεύω, ποθώ, πληγώνω και πληγώνομαι. Να έχουν όλες οι σκέψεις μου την μορφή του... Ζω γι’ αυτόν που αγαπώ, πεθαίνω γι’ αυτόν...». Αυτά σε 15χρονα παιδιά. «Να σκλαβωθείτε στα γράμματα» έλεγε ο Κολοκοτρώνης στην Πνύκα, αφοσιωθείτε ολοκληρωτικά στον έρωτα συμβουλεύουν οι τωρινοί παιδοκτόνοι).
Έρχονται εκλογές και σίγουρα τίποτε δεν θα ακουστεί για την Παιδεία, διότι οι πλειονότητα των υποψηφίων είναι άσχετοι, αγράμματοι και αδιάφοροι.
Αυτή είναι η τραγωδία της πατρίδας. Αν βγουν οι επαγγελματίες της αριστεράς, τα πράγματα στην Παιδεία θα εκτραχηλιστούν, γιατί έχουν τόση σχέση με την παράδοση του Γένους, όσο ο ΓΑΠ με την πολιτική. Εάν επανεκλεγούν οι προσκυνημένοι στα Μνημόνια, θα συνεχίσουν να αλωνίζουν οι ψευτοπροοδευτικοί το σύντριμμα της Παιδείας.
Πηγή: Ακτίνες
TIDEON: Ο Τομέας Επιστημόνων του Συλλόγου «Ο Μέγας Βασίλειος» σας προσκαλεί
να τιμήσετε με την παρουσία σας το 55ο Παιδαγωγικό Συνέδριο με θέμα:
«Αναζήτηση της ωραιώτητας σε καιρούς βαρβαρότητας»
το οποίο θα πραγματοποιηθεί:
στη Θεσσαλονίκη
το Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2015,
στο Αμφιθέατρο του Εκπαιδευτικού και Πολιτιστικού Ιδρύματος
της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης (Διακονία),
οδός Ν. Πλαστήρα 65, Χαριλάου, τηλ. 2310397700
Στους ενδιαφερομένους παρέχεται βεβαίωση παρακολουθήσεως του Συνεδρίου.
e-mail Συνεδρίου: paidsynedriomv@gmail.com
Μέσα από την Τράπεζα Ιδεών μπορείτε να παρακολουθήσετε τη ροή του Συνεδρίου
(βιντεοσκοπήσεις, εισηγήσεις, ανακοινώσεις, πορίσματα κλπ).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Πώς θα έρθετε στην εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ:
Χθὲς συνεκκλησιάζοντας καὶ συνεορτάζοντας μὲ σᾶς ποὺ προεωρτάζατε τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων σᾶς ἀνέπτυξα τὰ ἀπαραίτητα λέγοντας πρὸς τὴν ἀγάπη σας τὰ σχετικὰ μὲ τὸ βάπτισμα κατὰ Χριστόν, τὸ ὁποῖο ἀξιωθήκαμε ἐμεῖς· ὅτι δηλαδὴ εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεσις πρὸς τὸν Θεό· πίστις μὲν καὶ ἐπίγνωσις τῆς ἐν Θεῷ ἀλήθειας, συμφωνία δὲ καὶ ὑπόσχεσις ἔργων καὶ λόγων καὶ τρόπων ἀρεστῶν στὸν Θεὸ ποὺ τελοῦνται διὰ τῶν ἱερῶν συμβόλων. Ἀλλά διδάσκοντας προσθέσαμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἂν δὲν μετατρέψωμε σὲ ἔργο τὶς ὑποσχέσεις ἐκεῖνες, τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα σύμβολα καὶ οἱ δι' αὐτῶν καὶ μαζὶ μὲ αὐτά διὰ λόγου ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Θεό, ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καί δικαίως τὸν ὑποβάλλουν σὲ καταδίκη.
Ἔπειτα ἐξηγήσαμε τὴν πρὸς τοὺς ὄχλους διδασκαλία Ἰωάννη τοῦ Προφήτη καὶ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, ἡ ὁποία διαλαμβάνει καί αὐτή περὶ τοῦ ἰδίου βαπτίσματος· διότι τό μὲν βάπτισμα εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, ὁ δὲ πρόδρομος καὶ βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς ὁδηγεῖ διὰ τῆς διδασκαλίας του στὴν ἐπίγνωσι αὐτοῦ, ἀποδεικνύοντας τὸν προαιώνιο καὶ δεσπότη τοῦ παντός, κριτὴ ζωντανῶν καὶ νεκρῶν, ποὺ κατὰ τὴν ἐξουσία του τοὺς μὲν ἄξιους εἰσάγει στὶς ἀΐδιες μονές, τοὺς δὲ κατακρίτους ρίπτει στὴ γέεννα τοῦ πυρός· ἐνῶ μαρτυρεῖ ὅτι αὐτός εἶναι κύριος καί τῶν ἀγγέλων, τὸν ἑαυτό του τὸν συντάσσει στοὺς ἔσχατους δούλους.
Ἐπειδὴ δὲ τὸ βάπτισμα ὄχι μόνο ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἀλλὰ καὶ ὑπόσχεσις ἐπιστροφῆς καί θεαρέστων ἔργων, γι' αὐτό ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ καί βαπτιστής, ὄχι μόνο ὁδηγοῦσε στὴν ἐπίγνωσι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκήρυττε μετάνοια κι' ἐπιζητοῦσε καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, τὴν δικαιοσύνη, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν μετριοφροσύνη, τὴν ἀγὰπη, τὴν ἀλήθεια. Δεικνύοντας δὲ καὶ τοῦτο, ὅτι χωρὶς ἔργα δὲν ὠφελεῖ καθόλου ἡ πρὸς τὸν Θεὸ ὑπόσχεσις, ἀλλὰ καὶ καταδικάζει τὸν ἄνθρωπο, ἐπέσειε ἀξίνα κι' ἐπεδείκνυε πυρκαϊά ἄσβεστη κι' ἔλεγε ὅτι «κάθε δένδρο ποὺ δὲν κάμει καλὸ καρπὸ ἀποκόπτεται καί ρίπτεται στὴ φωτιὰ».
Ἐκτός ἀπὸ αὐτά ἐξηγήσαμε πρὸς τὴν ἀγάπη σας καὶ τοὺς πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Κύριο ποὺ ἦλθε νὰ βαπτισθῆ λόγους τοῦ Βαπτιστοῦ, ποὺ ἐδίσταζε καί ὑποχωροῦσε καὶ παραιτεῖτο ἀπὸ τὸ ἔργο, κι' ζητοῦσε μᾶλλον αὐτός νὰ λάβη ἀπὸ ἐκεῖνον τὸ βάπτισμα. Ἀλλ' ἐπίσης ἐξηγήσαμε καὶ τοῦ Κυρίου τοὺς λόγους πρὸς ἐκεῖνον, ὡς δεσπότη ποὺ προστάσσει δοῦλον, συγχρόνως δὲ καὶ φανερώνει τὸ μυστήριο σὰν σὲ φίλο καὶ συγγενῆ κατὰ σάρκα καὶ προβάλλει τὶς εὔλογες δικαιολογίες. Καὶ φθάσαμε τότε ὁμιλώντας πρὸς σᾶς ἕως τὸ σημεῖο ὅπου ὁ Ἰωάννης πεισθείς ἄφησε τὸν Κύριο νὰ βαπτισθῆ. Ἀπέμεινε δὲ ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο αὐτό ποὺ ἀναγνώσθηκε τώρα, ὅτι, «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδοὺ τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καὶ νὰ ἔρχεται ἐπάνω του. Καὶ ἀμέσως ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό ποὺ ἔλεγε, τοῦτος εἶναι ὁ ἀγαπητὸς Υἱός μου, ποὺ τὸν ἐξέλεξα».
Μέγα καὶ ὑψηλό, ἀδελφοί, εἶναι τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ ποὺ συμπεριλαμβάνεται στὰ λίγα τοῦτα λόγια, δυσθεώρητο καὶ δυσερμήνευτο καὶ ὄχι λιγώτερο δυσκατάληπτο· ἀλλ' ἐπειδὴ εἶναι ἐξαιρετικὰ σωτήριο, γι' αὐτό, ἀφοῦ πεισθοῦμε καὶ ἐλπίσωμε σ' αὐτόν ποὺ προέτρεψε νὰ ἐρευνοῦμε τὶς Γραφές, ἂς ἀνιχνεύσωμε ὅσο εἶναι ἐφικτό τὴ δύναμι τοῦ μυστηρίου. Ὅπως λοιπὸν κατὰ τὴ ἀρχὴ μετὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, «ἂς κατασκευάσωμε ἄνθρωπο κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσί μας», ἀφοῦ ἐπλάσθηκε ἡ φύσιςμας στὸν Ἀδάμ, τὸ ζωαρχικό Πνεῦμα, ἀφοῦ φανερώθηκε κι' ἐδόθηκε μὲ τὸ ἐμφύσημα πρὸς αὐτόν, συνεφανέρωσε καὶ τὸ τριαδικὸ τῶν ὑποστάσεων τῆς δημιουργοῦ θεότητος ἐπάνω στὰ ἀλλὰ κτίσματα, τὰ ὁποῖα παράγονταν μὲ μόνο τὸ ρῆμα τοῦ Λόγου καὶ τοῦ λέγοντος Πατρός· ἔτσι τώρα, ποὺ ἀναπλασσόταν στὸν Χριστὸ ἡ φύσις μας, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, φανερωθὲν διὰ τῆς πρὸς αὐτόν καθόδου ἀπὸ τὰ ὑπερουράνια, καθὼς βαπτιζόταν στὸν Ἰορδάνη, φανέρωσε τὸ μυστήριο τῆς ὕψιστης καὶ παντουργοῦ Τριάδος, τὸ σωστικὸ γιὰ τὰ λογικὰ κτίσματα.
Γιὰ ποιὸ λόγο φανερώνεται τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅταν πλάσσεται καὶ ἀναπλάσσετα ὁ ἄνθρωπος; Ὄχι μόνο διότι εἶναι μόνος ἐπίγειος μύστης καὶ προσκυνητής της, ἀλλὰ καὶ διότι εἶναι ὁ μόνος κατὰ τὴν εἰκόνα της. Πραγματικὰ τὰ μὲν αἰσθητικὰ καὶ ἄλογα ζῶα ἔχουν μόνο πνεῦμα ζωϊκό, ἀλλὰ κι' αὐτό μὴ δυνάμενο νὰ ὑφίσταται καθ' ἑαυτό, στεροῦνται ὅμως τελείως νοῦ καὶ λόγου· τὰ δὲ ἐντελῶς ὑπὲρ τὴν αἴσθησι, ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ὡς νοεροί καὶ λογικοί, ἔχουν νοῦ καὶ λόγο, ἀλλὰ ὄχι καὶ πνεῦμα ζωοποιό, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν οὔτε σῶμα ποὺ νὰ ζωοποιῆται ἀπὸ αὐτό. Ὁ δὲ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μόνος ποὺ κατ' εἰκόνα τῆς τρισυπόστατης φύσεως ἔχει νοῦ καὶ λόγο καὶ πνεῦμα ζωοποιὸ τοῦ σώματος, ἐπειδὴ ἔχει καὶ τὸ ζωοποιούμενο σώμα.
Ὅπως λοιπόν, ἀφοῦ φανερώθηκε ἡ ὕψιστη καὶ παντουργὸς Τριὰς τὴ στιγμὴ ποὺ ἀναπλασσόταν ἡ φύσις μας στὸν Ἰορδάνη, σὰν εἶδος ἀρχετύπου τῆς κατὰ τὴν ψυχὴ μας εἰκόνος, οἱ μὲν βαπτίζοντες κατὰ Χριστὸν μετὰ τὸν Χριστὸ βαπτίζουν μὲ τρεῖς καταδύσεις, ἐνῶ ὁ Ἰωάννης βάπτιζε μὲ μία κατάδυσι. Κι' αὐτό ἐπισημαίνοντας ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ.
«Καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ χωρὶς νὰ βγῆ ἀπὸ τὸ ὕδωρ ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ ἀναδυθῆ μόνο, «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Συγκεντρώσατε λοιπὸν τὴ διάνοιά σας, παρακαλῶ ἀδελφοί, καὶ προσέχετε μὲ ἀκρίβεια τοῦ νοῦ, ὥστε νὰ κατανοήσετε τήν δύναμι τοῦ μυστηρίου τοῦ κατὰ Χριστὸν βαπτίσματος. Διότι ἡ κατάδυσις τοῦ Χριστοῦ στὸ ὕδωρ καί ἡ κάτω ἀπὸ αὐτό τοποθέτησίς του, ὅταν βαπτιζόταν, προϋπεδείκνυε τὴν κατὰβασί του στὸν ἅδη.
Εὐλόγως καὶ συνεπῶς λοιπόν, ὅταν ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ, ἀμέσως τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί· ἐπειδὴ καὶ κατὰ τὴν κάθοδο στὸν ἅδη, ὅπου ἔγινε γιὰ χάρι μας ὑπόγειος, καθὼς ἐπανερχόταν ἀπὸ ἐκεῖ, ἄνοιξε ἀπὸ ἐκεῖ τὰ πάντα γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὄχι μόνο τὰ ἔγγεια καὶ τὰ περίγεια, ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἀνώτατο οὐρανό, στὸν ὁποῖο ἔπειτα, ὅταν ἀναλήφθηκε σωματικῶς, «εἰσῆλθε πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν». Ὅπως δηλαδὴ διὰ τοῦ μυστικοῦ ἄρτου καὶ τοῦ ποτηρίου προϋπέδειξε τὸ σωτήριο πάθος του καὶ ἔπειτα παρέδωκε τὸ μυστήριο τοῦτο στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία, ἔτσι προϋπέδειξε καὶ τὴν κάθοδό του στὸν ἅδη καὶ τὴν ἀνὰβασί του ἀπὸ ἐκεῖ μυστικῶς διὰ τοῦ βαπτίσματός του τούτου, καὶ ἔπειτα τὸ παρέδωσε στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία. Στὸν ἑαυτὸ του μὲν παρεῖχε ἔτσι τὰ ἐπώδυνα καὶ δύσκολα, σ' ἐμᾶς δὲ ἐχάριζε τὴν κοινωνία τῶν παθημάτων του εὐθὺς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ διὰ τῶν ἀνώδυνων τούτων μέσων καὶ μᾶς καθιστοῦσε κατὰ τὸν ἀπόστολο συμφύτους μὲ τὸ ὁμοίωμα τοῦ θανάτου του, ὥστε στὸν καιρὸ νὰ μᾶς καταξιώση καὶ τῆς ὑπεσχημένης ἀναστάσεως .
Ἔχοντας δηλαδὴ σὰν ἐμᾶς ψυχὴ καὶ σῶμα, ποὺ ἀνέλαβε ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ χάρι μας, διὰ μὲν τοῦ σώματος ὑπέστη τὸ θάνατο καὶ τὴν ταφὴ ὑπὲρ ἡμῶν, κι' ἀνέδειξε τὴν ἔγερσι ἀπὸ τὸν τάφο σὰν δύναμι ἀθανασίας καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, καὶ μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὴν ἀναίμακτη θυσία σὲ ἀνάμνησι τούτων καὶ δι' αὐτῆς νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· διὰ δὲ τῆς ψυχῆς κατῆλθε στὸν ἅδη καὶ ἐπανῆλθε ἀπὸ αὐτόν, μεταδίδοντας σὲ ὅλους φῶς ἀΐδιο καὶ ζωὴ καὶ γιὰ δεῖγμα τούτου μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὸ θεῖο βάπτισμα καὶ διὰ μέσου αὐτοῦ νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· καὶ μάλιστα νὰ τὴν καρπωνώμαστε μὲ τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο μυστήρια καὶ μὲ τὰ δύο στοιχεῖα, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, μυούμενα καὶ δεχόμενα σπέρματα ἀκήρατης ζωῆς. Πραγματικὰ ἀπὸ τὰ δύο αὐτά ἐξαρτᾶται ὅλη ἡ σωτηρία μας, ἀφοῦ ὅλη ἡ θεανδρικὴ οἰκονομία στὰ δύο αὐτά συγκεφαλαιώνεται.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Δὲν εἶπε ὁ οὐρανός, ἀλλὰ «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», δηλαδὴ ὅλοι, ὅλα τὰ ἐπάνω, γιὰ νὰ μὴ νομίσης, βλέποντας τὰ ἄνω κι' ἐπάνω ἀπὸ ἐμᾶς ἐπικείμενα, ὅτι ὑπάρχει κάτι ποὺ εἶναι ὑπερκείμενο καὶ ἀνώτερο. Πρέπει λοιπὸν νὰ ἐννοήσης καὶ ἐπιγνώσης ὅτι ὑπάρχει μία μόνο φύσις καὶ δεσποτεία ποὺ ἀπὸ τὴν ὑπὲρ τὸν οὐρανό γύρω ἀπειρία φθάνει μέχρι καὶ τῶν μέσων τοῦ σύμπαντος καὶ τῶν ἰδικῶν μας ὁρίων, δηλαδὴ γεμίζει τὰ πάντα καὶ δὲν ἀφήνει τίποτε ἔξω ἀπὸ ἑαυτὴν καὶ συγκρατεῖ καὶ περιέχει τὰ πάντα σωτηρίως καὶ ὑπερεκτείνεται πέρα ἀπὸ τὰ πάντα, ἀναγνωρίζεται ὅμως ἀπορρήτως σὲ τρεῖς συναφεῖς χαρακτῆρες.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν λοιπὸν οἱ οὐρανοί», γιὰ νὰ δειχθῆ φανερώτατα ὅτι αὐτός εἶναι ποὺ καὶ πρὸ τῶν οὐρανῶν ὑπάρχει, μᾶλλον δὲ ποὺ εἶναι καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα καὶ εἶναι πρὸς τὸν Θεὸ καὶ εἶναι Θεὸς καὶ εἶναι Θεοῦ Λόγος καὶ Υἱός καὶ οὔτε τὸν Πατέρα ἔχει προγενέστερό του καὶ ἔχει μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα ὄνομα τὸ ἐπάνω ἀπὸ κάθε ὄνομα καὶ ἀπὸ κάθε λόγο. Διότι, ὅταν ὅλα τὰ φαινόμενα μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Πατρὸς στὸν οὐρανό, ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια, ἐσχίσθηκαν καὶ ἦσαν πεταμένα τὰ πρῶτα δίπλα στὰ ἄλλα, μόνο αὐτός παρουσιαζόταν συνημμένος μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα, ἀφοῦ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ σύστασι τῶν ὄντων ὑπῆρχε μαζὶ μὲ αὐτούς.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ὅπως δὲ λέγει ὁ Μάρκος, ἐσχίσθηκαν. Διότι λέγει, «ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ, εἶδε τοὺς οὐρανούς νά σχίζωνται». Πῶς λοιπόν ὁ μὲν ἕνας εἶπε, ἀνοίχθηκαν, ὁ δὲ ἄλλος, ἐσχίσθηκαν; Γιὰ νὰ μὴ διαφύγη τὴν προσοχὴ τῶν συνετῶν ἀκροατῶν ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ μυστηρίου εἶναι διπλή. Πραγματικὰ μὲ τὴν ἔκφρασι ὅτι ἀνοίχθηκαν μᾶς ἔδειξε ὅτι οἱ οὐρανοί ἦσαν κλειστοὶ προηγουμένως λόγω τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς παρακοῆς μας πρὸς τὸ Θεό. Διότι ἔχει γραφῆ ὅτι ὁ οὐρανός ἀποκλείσθηκε γιὰ τὸν Ἀδάμ, ὅταν παρήκουσε στὸ Θεὸ καὶ ἄκουσε ἀπὸ αὐτόν ὅτι «γῆ εἶσαι καὶ στὴ γῆ θὰ μεταβῆς». Εὐλόγως λοιπὸν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί στὸν Χριστό, ποὺ παρουσιάσθηκε σὲ ὅλα ὑπήκοος καί, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε στὸν Ἴωαννη, ἐξεπλήρωσε ὅλη τὴ δικαιοσύνη καὶ προσφάτως διὰ τοῦ βαπτίσματος. Ἐπειδή δέ, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος ὁ πρόδρομος τοῦ Κυρίου, «δὲν δίδει μὲ μέτρο τὸ Πνεῦμα ὁ Θεός, ἀλλὰ ὁ Πατὴρ ἀγαπᾶ τὸν Υἱό καὶ δίδει τὰ πάντα στὸ χέρι του, φαίνεται ὅτι ὁ Χριστὸς κατὰ σάρκα ἔλαβε ὅλη τὴν ἀμέτρητη καὶ ἄπειρη δὺναμι καὶ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος. Οἱ οὐρανοί ἔδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ὅλη αὐτή ἡ δύναμις καὶ ἐνέργεια τοῦ θείου Πνεύματος εἶναι ἀχώρητος σὲ ὅλα τὰ κτιστά.
Γι' αὐτό καὶ ὅταν τούτη ἡ δύναμις φαινόταν καὶ ἦταν σὰν νὰ διάβαινε πρὸς τὴν θεοϋπόστατη ἐκείνη σάρκα, αὐτοί μὴ χωρώντας ἐσχίσθηκαν. Καλῶς λοιπὸν διεκήρυξε αὐτός ποὺ εἶπε πρὸς τὸν Θεό, «οὔτε ὁ οὐρανός δὲν εἶναι καθαρὸς ἐνώπιόν σου», ὡς οὐρανὸ ἐννoώντας τούς ἀγγέλους, τοὺς ἀρχαγγέλους, τὰ πολυόμματα Χερουβίμ, τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφίμ, ὅλη τὴν ἄλλη ὑπερκόσμια φύσι. Εὐλόγως λοιπὸν οὔτε οἱ οὐρανοί, δηλαδὴ οἱ ἄγγελοι σ' αὐτόν, εἶναι καθαροὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή, ἂν καὶ φωτίζεται διαπαντὸς ἀπὸ τὴν ὑψίστη καὶ δεσποτικὴ ἱεραρχία, ὑστεροῦν ὡς πρὸς τὴν ὑπερτέλεια καθαρότητα αὐτῆς. Μόνη δὲ ἡ δική μας ἐν Χριστῷ φύσις ὡς θεοϋπόστατη καὶ ὁμόθεη διαθέτει καθαρότητα ὑπερτελεία καὶ εἶναι, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, χωρητική κάθε λαμπρότητος καὶ ἀγλαΐας καὶ δυνάμεως καὶ ἐνέργειας τοῦ Θείου Πνεύματος. Ἑπομένως ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί ἀνοίχθηκαν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ ἄγγελοι ὑποχώρησαν ἐμπρὸς στὴν τοιαύτη κάθοδο τοῦ Θείου Πνεύματος σ' αὐτόν.
«Ἄφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδού, τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί»· ὁ δὲ Λουκᾶς λέγει ὅτι εἶχε ἀνοιχθῆ ὁ οὐρανός, ὅταν ἀκόμη προσευχόταν ὁ Χριστός· διότι, λέγει, «ὅταν βαπτίσθηκε καὶ προσευχόταν ὁ Ἰησοῦς, ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός». Πραγματικὰ καὶ βαπτιζόμενος καὶ κατεβαίνοντας καὶ ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ προσευχόταν, διδάσκοντας ἐμπράκτως ὅτι, ὄχι μόνο ὁ ἱερεὺς καὶ λειτουργός τῶν μυστηρίων πρέπει νὰ προσεύχεται, ἀλλὰ καὶ αὐτός πού δέχεται τό μυστήριο πρέπει νὰ κάμη τοῦτο σὲ κάθε θεία τελετὴ· καὶ ἂν μὲν ὁ λειτουργός εἶναι τελειότερος κατὰ τὴν ἀρετὴ καὶ ἀναπέμπει ἐκτενέστερη εὐχή, δι' αὐτοῦ ἀνεβαίνει ἡ χάρις πρὸς τὸν ἀποδέκτη τοῦ Μυστηρίου, ἂν δὲ ὁ ἀποδέκτης εἶναι ἀξιώτερος καὶ προσεύχεται ἐκτενέστερα, ὁ θελητής τοῦ ἐλέους (τί ἄφατη χρηστότης κι' αὐτή!) δὲν ἀρνεῖται νὰ μεταδώση δι' αὐτοῦ ἀπὸ τὴ χάρι καὶ στὸν λειτουργό· ὅπως καὶ τώρα ἔγινε φανερὰ στὴν περίπτωσι τοῦ Ἰωάννη, πράγμα ποὺ καὶ αὐτός μαρτυρεῖ ὕστερα δημόσια, λέγοντας, «ὅλοι ἐμεῖς ἐλάβαμε ἀπὸ τὸ πλήρωμά του».
Γιατί ὅμως μόνο στὸν Ἰησοῦ ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός, ὅταν προσευχόταν, σὲ κανένα δὲ ἀπό τούς πρὸ αὐτοῦ; Τί λέγεις; αὐτός ποὺ ἀντιλήφθηκε τή θεανδρικὴ οἰκονομία τοῦ ἐνυποστάτου Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη ἔμβρυο, καὶ ὄχι μόνο ἐπήδησε μαζί του μὲ ἀγαλλίασι θείου Πνεύματος ἀπὸ τὴν μητρικὴ κοιλιά, ἀλλὰ μετέδιδε χάρι καὶ στὴν κυοφοροῦσα μητέρα του, αὐτός ποὺ μόλις λύθηκε ἀπὸ ἐκεῖ ἔλυσε τὸ πατρικὸ στόμα ποὺ εἶχε δεθῆ γι' αὐτόν μὲ ἀφωνία κατόπιν προσταγῆς τοῦ ἀγγέλου, τὸ θρέμμα τῆς ἐρήμου, ὁ ὑψηλότερος ἀνάμεσα στὰ γεννήματα τῶν γυναικῶν καὶ ἀξιώτερος τῶν ἀπὸ ἀνέκαθεν προφητῶν, δὲν εἶναι ἱκανός νὰ λύση τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος (ὁ,τιδήποτε καὶ ἂν εἶναι αὐτός ὁ ἱμάς), καὶ θὰ ἦταν ἱκανός ν' ἀνοίξη τὸν οὐρανό, μᾶλλον δὲ τὰ ὑπερουράνια, κάποιος ἀπό τούς ὑστεροῦντας ἀπέναντι στὴν ἀξία του;
Γιὰ νὰ κατανοήσης δὲ τὸ ὕψος τῆς ὑπεροχῆς τοῦ τώρα βαπτιζομένου κατὰ σάρκα ἀπέναντι σὲ ὅλους, πρόσεξε κι' ἐκεῖνο· ὅτι «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ἔχει γραφῆ, δείχθηκε δὲ σ' ἐμᾶς μὲ ἔργα ὅτι ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ κόλπος τοῦ Ὑψίστου Πατρὸς τοῦ ἀνοίχθηκε· διότι ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ φωνὴ ποὺ μαρτυροῦσε τὴν γνησιότητα τῆς υἱότητος . Οἱ δὲ οὐρανοί εἶναι κήρυκες τούτου, ἀφοῦ ἀνοίχθηκαν σὰν παγκόσμια στόματα, καὶ διατρανώνοντας ὄχι μόνο πρὸς τοὺς ἀγγέλους τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἐπάνω στὴ γῆ ἀνθρώπους τὴν ὁμοτιμία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα καὶ πρὸς τὸ ἀπὸ αὐτόν προελθόν ἐκπορευτῶς Πνεῦμα, κατὰ τὴν οὐσία καὶ δύναμι καὶ δεσποτεία πρὸς τὸ σύμπαν.
Εὐλόγως λοιπὸν μόνο γι' αὐτόν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί ὅταν προσευχόταν ἐπειδὴ καὶ τὸ σφραγισμένο βιβλίο, τὸ ὁποῖο πιθανῶς ὑπαινίσσεται τὸν κλεισμένο προηγουμένως γιὰ μᾶς οὐρανό τοῦτον, κατὰ τὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννη, κανένας καὶ κάτω ἀπὸ τὴ γῆ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση· «κατώρθωσε δέ, λέγει, νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση μόνο ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα». Ποιὸς δὲ εἶναι ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα μᾶς τὸ ἐδίδαξε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ποὺ λέγει, «ἀνέβηκες ἀπὸ τὴ φυλή, υἱέ μου, σκύμνος τοῦ λέοντος Ἰούδα· ἀφοῦ ἐξάπλωσες, κοιμήθηκες σὰν λέων καὶ σὰν σκύμνος. Ποιὸς θὰ τὸν ξυπνήση; Δὲν θὰ λείψη ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα καί ἡγεμὼν ἀπό τοὺς μηρούς του, ἕως ὅτου ἔλθη αὐτός στὸν ὁποῖο ἀπόκειται ἡ ἀποστολή· καὶ αὐτός θὰ εἶναι προσδοκία τῶν ἐθνῶν», δηλαδὴ αὐτός ποὺ τώρα ἄνοιξε φανερὰ καὶ ὅλα τὰ ὑπερουράνια, ποὺ μόνος ἀνέγνωσε τούς ἀπό τούς αἰῶνες καὶ στοὺς αἰῶνες λόγους τῆς προνοίας, τοὺς ἀπόκρυφους στὸν πατρικὸ κόλπο θησαυροὺς τῆς σοφίας, τὰ ἀνεξερεύνητα βάθη καὶ τὰ μυστήρια τοῦ Πνεύματος.
«Ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀμέσως ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ καὶ ἰδοὺ ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί». Βλέπετε ὅτι τὸ ἅγιο βάπτισμα εἶναι πύλη τῶν οὐρανῶν πού εἰσάγει ἐκεῖ τούς βαπτιζομένους; Διότι δὲν εἶπε ἁπλῶς «ἀνοίχθηκαν», ἀλλὰ «ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί»· ὅλα δὲ ὅσα ἔγιναν σ' αὐτόν, γιὰ μᾶς ἔγιναν. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί, ποὺ ἔχοντας ἀνοικτὲς τὶς πύλες προσμένουν τὴν εἴσοδό μας. Καὶ πρὶν ἀπό τούς ἄλλους μαρτυρεῖ τοῦτο ὁ πρωταγωνιστὴς ἀνάμεσα στοὺς μάρτυρες Στέφανος. Ἀφοῦ γονάτισε, προσευχόταν καί ἀτενίζοντας εἶδε ὅ,τι κανεὶς δὲν εἶδε πρὶν ἀπὸ τὸ βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ· «διότι ἀτενίζοντας εἶδε τοὺς οὐρανούς ἀνοιγμένους καὶ τὸν Ἰησοῦ στὴ δόξα τοῦ Πατρός», εἶδε ὄχι μόνο ἄρρητη δόξα καὶ τόπο ὑπερουράνιο, ἀλλὰ κι' αὐτόν τόν ποθούμενο μέσα στὴ δόξα τοῦ Πατρός, διὰ τῆς ὁποίας πρῶτος αὐτός ἀπό τούς μετὰ Χριστὸν εἶδε μακαρίως ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα δὲν εἶδε κανεὶς ἀπό τούς πρὸ Χριστοῦ, στὰ ὁποῖα κι' αὐτά ἀκόμη τὰ τάγματα τῶν ἀγγέλων φοβοῦνται νὰ παρακύψουν. Διότι τὸν εἵλκυσε ὁ ποθούμενος Ἰησοῦς ποθώντας νὰ εἶναι τοῦτος πρῶτος διάκονος στοὺς οὐρανούς καὶ πολὺ προτιμότερος ἀπὸ τὰ λειτουργικὰ πνεύματα, καθὼς καὶ πρῶτος μάρτυρας τῆς ἀθλήσεως. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί κι' ἐμᾶς καθάρισε διὰ τοῦ Ἑαυτοῦ του διότι δὲν χρειαζόταν ὁ ἴδιος κάθαρσι ἡ ἄνοιγμα.
Καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ λέγη ὕστερα πρὸς τοὺς ἐρωτῶντες, «κι' ἐγώ εἶδα κι' ἐμαρτύρησα, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»· εἶδε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καί νά ἔρχεται σ' αὐτόν . Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τῆς περιστερᾶς τὸ εἶδος τὴν καθαρότητα αὐτοῦ πρὸς τὸν ὁποῖο κατέβηκε· διότι τοῦτο τὸ ζῶο δὲν πετᾶ ἐπάνω ἀπὸ ἀκαθάρτους καὶ δυσώδεις τόπους· συνεπιβεβαιώνει δὲ καὶ μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Πατρὸς ἀπὸ ἄνω· «καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ μαζί μὲ τὸ εἶδος τῆς περιστερᾶς, καὶ «φωνὴ ἀκούεται ἀπό τούς οὐρανούς ποὺ λέγει, τοῦτος εἶναι ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, τὸν ὁποῖο ἐξέλεξα» , τοῦτος ποὺ τώρα δεικνύει τὸ Πνεῦμα μου ποὺ κατῆλθε καὶ μένει ἐπάνω του σὰν στὸν συναΐδιον Υἱό μου. Πραγματικὰ ὁ Πατήρ, χρησιμοποιώντας σὰν δάκτυλο τὸ συναΐδιο καὶ ὁμοούσιο καὶ ὑπερουράνιο Πνεῦμα του, φωνάζοντας καὶ δακτυλοδεικτώντας μαζί, ἀπέδειξε δημόσια καὶ ἐκήρυξε σὲ ὅλους ὅτι ὁ βαπτιζόμενος τότε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη στὸν Ἰορδάνη εἶναι ὁ ἀγαπητὸς του Υἱός.
Τὸ Πνεῦμα δὲν ἐφάνηκε μόνο σὰν πατρικὸς δάκτυλος μὲ τὸν ὁποῖο δακτυλοδεικτοῦσε, ἀλλὰ κατέβηκε καὶ ἕως αὐτόν τὸν δεικνυόμενο μὲ τὸν πατρικὸ δάκτυλο σὰν γιὰ νὰ τὸν ψεύση, καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ διέμεινε ἐπάνω σ' αὐτὸν διότι, λέγει, «ἐμαρτύρησε ὁ Ἰωάννης ὅτι, εἶδα τὸ Πνεῦμα νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό καὶ ἔμεινε ἐπάνω σ' αὐτόν». Καὶ δὲν ἔμεινε μόνο ἐπάνω σ' αὐτόν (καὶ μάρτυς εἶναι πάλι ὁ ἴδιος ποὺ λέγει, «ἀπὸ τὸ πλήρωμά του ἐλάβαμε ὅλοι ἐμεῖς»), ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ φανερὰ κάθοδο ἦταν μέσα σ' αὐτόν ἀφανῶς· τοῦτο ἄλλωστε μαρτυρεῖται καὶ ἀπό τούς ἀσώματους καὶ οὐράνιους ἀγγέλους, ἀπό τούς ὁποίους ὁ μὲν ἕνας λέγει πρὸς τὴν γυναῖκα ποὺ τὸν συνελάμβανε μὲ παρθενία «ὅτι τὸ ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπέλθη σὲ σένα», ὁ δὲ ἄλλος πρὸς τὸν Ἰωσήφ γι' αὐτήν, «ὅτι τὸ παιδὶ ποὺ ἔχει γεννηθῆ μέσα της προέρχεται ἀπὸ ἅγιο Πνεῦμα».
Ἐπειδὴ λοιπὸν αὐτά δὲν κηρύττονται ὡς ἁπλῆ συνάφεια, ἀλλὰ εἶναι καὶ κάποια ἀλληλουχία ὑπερφυὴς καὶ διηνεκὴς συγχρόνως, τελεία καὶ ἀσύγχυτη, ἔτσι καὶ αὐτός ἀναδεικνύεται γιὰ μᾶς ἕνας Θεὸς μὲ τρισυπόστατη καὶ παντοδύναμη θεότητα, ποὺ φανερώνεται ὅποτε καὶ ὅπως εὐδόκησε μόνος του, Πατὴρ ὑπερουράνιος, Υἱός ὁμοούσιος, Πνεῦμα ἅγιο ἐκπορευόμενο ἀπὸ τὸν Πατέρα καί ἀναπαυόμενο στὸν Υἱό, ποὺ καὶ τὴν ἕνωσι ἔχει ἀσύγχυτη καὶ τὴ διαίρεσι ἀμέριστη. Διότι δύο εἶναι αὐτοί ποὺ μαρτυροῦν, ὁ δὲ μαρτυρούμενος ἕνας· μαρτυροῦν δὲ καὶ τὴν θεότητά τους καὶ τὴν συμφυΐα μεταξύ τους καὶ τὴ διακρισι· τὴν μὲν θεότητα ἀπὸ τὴν ὑπερβατικὴ δεσποτεία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐσχίσθηκαν ὅλοι οἱ οὐρανοί συγχρόνως, τὴν δὲ συμφυΐα ἀπὸ τὴν ἄκρα καὶ διηνεκῆ συνάφεια καὶ τὴν συμφωνία, τὴν δὲ διάκρισι διὰ τῆς διαφοροποιήσεως καὶ τῆς σχέσεως τῶν ὑποστατικῶν ὀνομάτων.
Ἀνεβάζεται μάλιστα καὶ τὸ ἀπό μᾶς πρόσλημμα πρὸς ἐκεῖνο τὸ ἀξίωμα, ἀφοῦ ὑπάρχει ἀχωρίστως μαζὶ μὲ τὸν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὥστε καὶ μετὰ τὴν ἐνανθρώπησί του οἱ προσκυνητὲς καὶ φωτιστικὲς ὑποστάσεις νὰ εἶναι τρεῖς, στὶς ὁποῖες ἐμεῖς πιστεύουμε καὶ βαπτιζόμαστε, τὸν μὲν παλαιὸ ἄνθρωπο ἐκδυόμενοι μὲ τὸ θεῖο βάπτισμα, ἐνδυόμενοι δὲ τὸν Χριστό, τὸν νέο Ἀδάμ, ὁ Ὁποῖος κατέστησε νέα τὴν ἔνοχη φύσι μας, ἀφοῦ τὴν παρέλαβε ἀπὸ παρθενικὰ αἵματα ὅπως εὐδόκησε, καὶ τὴν ἐδικαίωσε δι' Ἑαυτοῦ καὶ ἔπειτα ὅλους ὅσοι προῆλθαν κατὰ πνεῦμα ἀπὸ αὐτόν τούς ἐλευθέρωσε ἀπὸ ἐκείνη τὴν προγονικὴ κατάρα καὶ καταδίκη.
Τί λοιπόν; Ἐπειδὴ βέβαια ὁ μονογενὴς Υἱός τοῦ Θεοῦ δὲν ἔλαβε ἀπὸ ἐμᾶς ὑπόστασι, ἀλλὰ τὴν φύσι μας τὴν ὁποία ἀνεκαίνισε, ἀφοῦ ἑνώθηκε μὲ αὐτήν κατὰ τὴν ἰδικὴ του ὑπόστασι, δὲν μεταδίδει ἀπὸ τὴ χάρι του καὶ στὴν καθεμία ἀπό τίς ὑποστάσεις μας καὶ δὲν λαμβάνει ἀπὸ αὐτόν ὁ καθένας τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων του; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ κάμη ἀλλοιῶς αὐτός ποὺ «θέλει νὰ σωθοῦμε ὅλοι», αὐτός ποὺ «ἀφοῦ ἔκλινε τοὺς οὐρανούς κατῆλθε» ὑπὲρ ὅλων, καὶ πού, ἀφοῦ μὲ ἔργα καὶ λόγια καὶ παθήματα μᾶς ὑπέδειξε ὁδό σωτηρίας, ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς ἀπὸ ὅπου ἕλκει τοὺς πιστούς του; Ἀλλὰ τὴν μὲν φύσι, ποὺ τὴν ἀνακαίνισε ἀφοῦ τὴν προσέλαβε γιὰ μᾶς ἀπό μᾶς, τὴν ἔδειξε ἁγιασμένη καὶ δικαιωμένη, καὶ ὑπήκοο καθ' ὅλα στὸν Πατέρα, μὲ ὅσα αὐτός ἔπραξε κι' ἔπαθε κατὰ τὸ θέλημά του ἑνωμένος πρὸς αὐτήν κατὰ τὴν ὑπόστασι· ἀνακαίνισε δὲ τοῦ καθενὸς ἀπό μᾶς ποὺ πιστεύουμε σ’Αὐτόν, ὄχι μόνο τὴ φύσι, ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπόστασι, καὶ μᾶς ἐχάρισε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων διὰ τοῦ θείου βαπτίσματος, διὰ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν του, διὰ τῆς μετανοίας ποὺ ἐχάρισε στοὺς πταῖστες, καὶ διὰ τῆς μεταδόσεως τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματός του.
Μὲ τὸ νὰ εἴπη δὲ ὁ Πατὴρ ἀπὸ ἄνω περὶ τοῦ βαπτισθὲντος κατὰ σάρκα «αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο εὐαρεστοῦμαι», ἔδειξε ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἀλλὰ ποὺ ἐλέχθηκαν πρωτύτερα διὰ τῶν προφητῶν, οἱ νομοθεσίες, οἱ ἐπαγγελίες, οἱ υἱοθεσίες, ἦσαν ἀτελῆ καὶ δὲν ἐλέχθηκαν οὔτε ἐτελέσθηκαν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τούτου, ἀλλὰ ἀπέβλεπαν πρὸς τὸν τωρινὸ σκοπὸ καὶ διὰ τοῦ τελεσθέντος τώρα ἐτελειώθηκαν κι' ἐκεῖνα. Καὶ τί περιορίζομαι στὶς διὰ τῶν προφητῶν νομοθεσίες, τὶς ἐπαγγελίες, τὶς υἱοθεσίες; Διότι καὶ ἡ κατὰ τὴν ἀρχὴ θεμελίωσις τοῦ κόσμου πρὸς τοῦτον ἔβλεπε, τὸν κάτω μὲν βαπτιζόμενο ὡς υἱό ἀνθρώπου, ἀπὸ ἐπάνω δὲ μαρτυρούμενο ἀπὸ τὸ Θεὸ ὡς μόνο ἀγαπητὸ Υἱό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγιναν τὰ πάντα καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἔγιναν τὰ πάντα, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος.
Ἑπομένως καὶ ἡ ἐξ ἀρχῆς δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου γι' αὐτόν ἔγινε, ἀφοῦ ἐπλάσθηκε κατὰ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέση κάποτε νὰ χωρέση τὸ ἀρχέτυπο· καὶ ὁ νόμος στὸν παράδεισο γι' αὐτόν ἐδόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ· διότι δὲν θά τὸν ἔθετε ὁ νομοθέτης, ἂν ἐπρόκειτο νὰ μείνη ἀπραγματοποίητος διαπαντός. Καὶ τὰ ἔπειτα ἀπὸ αὐτόν λεχθέντα καὶ τελεσθέντα ὅλα σχεδὸν γι' αὐτόν ἔγιναν, ἂν δὲν εἴπη κανεὶς καλῶς ὅτι καὶ ὅλα τὰ ὑπερκόσμια, οἱ ἀγγελικὲς φύσεις καὶ τάξεις δηλαδὴ καὶ οἱ ἐκεῖ θεσμοθεσίες, πρὸς τοῦτον τὸ σκοπὸ τείνουν ἀπὸ τὴν ἀρχή, δηλαδὴ πρὸς τὴν θεανδρική οἰκονομία, τὴν ὁποία καὶ ὑπηρέτησαν, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἕως τὸ τέλος. Διότι εὐδοκία εἶναι τὸ κυριαρχικὸ καὶ ἀγαθὸ καὶ τέλειο θέλημα τοῦ Θεοῦ· αὐτός δὲ εἶναι ὁ μόνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἐπαναπαύεται καὶ ἀρέσκεται τελείως ὁ Πατήρ, «ὁ θαυμαστός του σύμβουλος, ὁ ἄγγελος τῆς μεγάλης βουλῆς του», αὐτός ποὺ ἀκούει καὶ ὁμιλεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα του καὶ παρέχει στοὺς εὐπειθεῖς ζωὴ αἰώνια.
Αὐτήν εἴθε νὰ ἐπιτύχωμε ὅλοι ἐμεῖς μέσα σ' αὐτόν τὸν βασιλέα τῶν αἰώνων Χριστό, στὸν Ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις μαζί μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.
Πηγή: Η Άλλη Όψη
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...