Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Τρία σημαντικότατα γεγονότα στην ιστορία του κόσμου εορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας.
To πρώτο είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, τον οποίο εορτάζουμε σήμερα με χαρά και αγάπη, αλλά και με δέος ενώπιον του μεγαλείου του γεγονότος αυτού, το οποίο ονομάζεται «κεφάλαιον» (δηλαδή αρχή) της σωτηρίας μας.
Εννέα μήνες μετά τον Ευαγγελισμό πραγματοποιήθηκε και το δεύτερο από τα σημαντικότερα γεγονότα, η κατά σάρκα Γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου. Κορυφή και ολοκλήρωση της σωτηρίας μας θα είναι η ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χρίστου μετά από ένα φρικτό θάνατο πάνω στο Σταυρό.
Όχι μόνο μια φορά αλλά πολλές φορές φανερώθηκαν στους αγίους άγγελοι. Έξι μήνες πριν τον Ευαγγελισμό της Παναγίας Παρθένου Μαρίας στάλθηκε ο αρχάγγελος Γαβριήλ στον ιερέα Ζαχαρία, ο οποίος υπηρετούσε στο ναό, για να του αναγγείλει, ότι απ' αυτόν θα γεννηθεί ο μεγαλύτερος μεταξύ των ανθρώπων, ο Πρόδρομος του Κυρίου ο Ιωάννης. Και σήμερα ο ίδιος φέρνει το χαρμόσυνο άγγελμα στην Υπεραγία και άχραντο Παρθένο Μαρία, η οποία ζούσε στο ταπεινό φτωχόσπιτο του ξυλουργού Ιωσήφ.
Ο διάλογος του με την Παναγία είναι τόσο άγιος και μεγαλειώδης που δεν τολμώ να τον περιγράψω με δικά μου λόγια αλλά πρέπει να τον επαναλάβω με Ευαγγελικά λόγια.
Όταν μπήκε ο αρχάγγελος στο υπερώο, είπε:
«Χαίρε, κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σου· ευλογημένη συ εν γυναιξίν.
Η δε ιδούσα διεταράχθη επί τω λόγω αυτού, και διελογίζετο ποταπός είη ο ασπασμός ούτος, και είπεν ο άγγελος αύτη· μη φοβού, Μαριάμ- εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ. και ιδού σύλληψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το άνομα αυτού Ιησούν. ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον αυτού του πατρός αυτού, και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος.
Είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω; και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αύτη· Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι· διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού...
Είπε δε Μαριάμ· ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου. και απήλθεν απ' αυτής ο άγγελος» (Λκ. 1, 28-38).
Σας έχω πει πολλά τα προηγούμενα χρόνια γι' αυτόν το μοναδικό στην Ιστορία του κόσμου διάλογο. Αλλά τώρα θα σταθώ στα λόγια του Αρχαγγέλου:
«Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού».
Κανείς ποτέ, από τη δημιουργία του κόσμου και μέχρι τη συντέλεια του, δεν γεννήθηκε και δεν θα γεννηθεί κατά τον τρόπο, κατά τον οποίο γεννήθηκε ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Κανείς ποτέ δε γεννήθηκε χωρίς άνδρα. Κανείς δε γεννήθηκε και δε θα γεννηθεί με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος. Σε κανέναν ποτέ δεν κατοίκησε το Άγιο Πνεύμα με τέτοια ολοκληρωμένη πληρότητα, με την οποία εγκατοίκησε στην Παναγία Παρθένο Μαρία. Κανέναν δεν επισκίασε η δύναμη του Υψίστου και τα μητρικά σπλάγχνα καμμίας γυναίκας δεν αγίασε, με τέτοια πληρότητα και δύναμη, όπως τα σπλάγχνα της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας.
Κρατήστε βαθειά στην καρδιά σας, αυτό που σας λέω για την πλήρη ενότητα του Πνεύματος του Θεού και της ανθρώπινης ουσίας της Μαρίας.
Η ψυχή και το πνεύμα του άνθρωπου έχουν την αρχή τους στο Πνεύμα του Θεού. To δεύτερο κεφάλαιο της Παλαιάς Διαθήκης λέει, ότι έπλασε ο Θεός τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ, «χουν από της γης και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής» (Γέν. 2, 7).
Με το Πνεύμα του Θεού μόνο το πνεύμα του άνθρωπου είναι δυνατόν να κοινωνεί, εφόσον από Εκείνον προέρχεται, όπως συμβαίνει και στην φύση, συγγενή δηλαδή μεταξύ τους πράγματα να έχουν πραγματική επικοινωνία.
Την δυνατότητα της αληθινής κοινωνίας με τον Θεό την διδαχθήκαμε από τον ίδιο τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, ο οποίος λέει:
«Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ' αύτω ποιήσομεν» (Ιω. 14, 23).
Αλλά και ο απόστολος Παύλος με κάποια έκπληξη ρωτάει τους χριστιανούς της Κορίνθου: «Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού έστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν;» (Α' Κορ. 3, 16).
Από τους βίους των αγίων γνωρίζουμε για μιά πραγματική κοινωνία με τον Θεό, που είχαν στη ζωή τους οι άγιοι του Θεού. Γνωρίζουμε ότι αυτοί υπήρξαν κατοικοιτήρια του Πνεύματος του Θεού. Αλλά ακόμα και αυτή η βαθειά κοινωνία τους με το Θεό δεν μπορεί να συγκριθεί μ' εκείνη την ευλογημένη κατάσταση, η οποία υπερβαίνει ακόμα και την κατάσταση των αγγέλων και των αρχαγγέλων, στην όποια βρέθηκε η Υπεραγία Παρθένος Μαρία μετά την επέλευση του Αγίου Πνεύματος.
Αυτό δεν μπόρεσε, η καλύτερα, δεν ήθελε να αντιληφθεί ο κακότυχος εκείνος αιρετικός Νεστόριος, ο οποίος ισχυριζόταν ότι η Υπεραγία Θεοτόκος γέννησε έναν κοινό άνθρωπο Ιησού Χριστό, με τον οποίο αργότερα ενώθηκε ο Θεός, γι' αυτό και την Υπεραγία Παρθένο Μαρία την ονόμαζε Χριστοτόκο και όχι Θεοτόκο.
Αν, έστω και ελάχιστο, δίκαιο είχε ο Νεστόριος, τότε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός θα ήταν όχι ο Υιός του Θεού και Θεάνθρωπος αλλά ένας από τους πολλούς μεγάλους αγίους, οι οποίοι ονομάζονται αληθινοί ναοί και μονές του Πατρός και του Υιού για την απέραντη αγάπη τους στον Θεό και την τέλεια εφαρμογή στη ζωή τους των εντολών του Χριστού. Όπως βλέπετε ο Νεστόριος δικαίως αναθεματίστηκε από την Τρίτη Οικουμενική Σύνοδο.
Σ' αυτό το σημείο θα μπορούσα να τελειώσω τον εγκωμιαστικό μου λόγο προς τιμήν της μεγάλης αυτής εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Όμως δεν θέλω να προσπεράσω τα λόγια εκείνα του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, τα όποια μπαίνουν σε κάθε καθαρή καρδιά:
«Χαίρε, κεχαριτωμένη· ο Κύριος μετά σου».
Όλοι εσείς, που είστε ομόψυχοι με μένα, πέστε μου, μπορεί να υπάρχει ανώτερη και καθαρότερη χαρά από αυτή, που δίνει η αίσθηση ότι μαζί μας είναι ο Κύριος! Ότι μας αγαπά, επειδή φυλάσσουμε τις εντολές Του και ότι θα έλθει μαζί με τον Άναρχο Πατέρα Του και θα κατοικήσει μαζί μας!
Της ανώτατης αυτής ευτυχίας και χαράς να μας αξιώσει ο Κύριος και Θεός μας Ιησούς Χριστός διά πρεσβειών της Υπεραγίας και Αχράντου Παρθένου Μαρίας! Αμήν.
ΠΗΓΗ: http://www.google.gr/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=14&ved=0CH0QFjAN&url=http%3A%2F%2Fwww.impantokratoros.gr%2Fagios_loukas_euaggelismos.el.aspx& ei=GK0wU6LbHuiJ0AXcyoCIBQ&usg=AFQjCNEGn6EIdOkAf_waU_2quHyj8imVaw&sig2=PUTG2yFd4QhQOpQVGvR1tQ&bvm=bv.62922401,d.d2k&cad=rja
(Πρός ἀσεβοῦντας στή μνήμη τῶν ἡρώων καί μαρτύρων τοῦ 1821)
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Καθώς γιορτάζομε σήμερα τήν μεγάλη διπλή καί λαμπρή γιορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, στεκόμαστε μέ δέος ἐνώπιον τῆς κενώσεως τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος σαρκώνεται, γίνεται δηλαδή ἂνθρωπος, «ἵνα τόν ἄνθρωπον θεόν ἀπεργάσηται».
Ἀλλά στεκόμαστε καί μέ συγκλονισμό ψυχῆς μπροστά στό μεγαλεῖο τοῦ Γένους μας καί τίς ἡρωικές θυσίες, τούς ἀγῶνες καί τά μαρτύρια ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν στόν βωμό τῆς ἐλευθερίας τῆς Ὀρθοδόξου Πατρίδος μας.
Μπορεῖ γιά τούς πολλούς οἱ ἐπέτειοι νά εἶναι ἁπλῶς κάποιες γιορτές, κάποια σημεῖα μέσα στό διάβα τοῦ χρόνου, χωρίς βαθύ καί οὐσιαστικό περιεχόμενο. Ἲσως γιά κάποιους τά γεγονότα νά ἔχασαν τήν πνευματική τους χροιά καί τό βαθύ τους νόημα, λόγῳ τῆς ἐκκοσμικεύσεως καί ἀπομακρύνσεως ἀπό τίς πνευματικές μας ρίζες. Ὅμως γιά μᾶς, αὐτές οἱ ἑορτές, σάν αὐτό τό χιλιοδοξασμένο πανηγύρι τῆς λευτεριᾶς, εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς ὑπάρξεώς μας, εἶναι τό μεδούλι τῆς ζωῆς μας καί τό ὀξυγόνο τῆς πνευματικῆς μας πορείας.
Ἀφοῦ ἀποτίσωμε φόρο τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης σέ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος καί ἔγιναν θυμίαμα πυρίκαυστο στό θυμιατήρι τοῦ Γένους, γιά νά τελεσθῇ τό ἱερό Τρισάγιο, θά ἀναφερθοῦμε σέ κάποια στοιχεῖα, τά ὁποῖα θεωροῦμε ὅτι ἀποτελοῦν τόν βασικό κορμό τῶν ἱερῶν ὑπέρ τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος ἀγώνων. Τοῦτο τό πράττομε ἀφ’ ἑνός μέν γιά τήν ἀνάγκη τῆς διδαχῆς καί ἐπιστηρίξεως τῶν ἡμετέρων, ἀφ’ ἑτέρου δέ ὡς ἀπάντηση σέ ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι καιροφυλακτοῦν ὡς ἰοβόλες ἔχιδνες νά χύσουν τό πικρό τους δηλητήριο, κάθε φορά πού βρισκόμαστε μπροστά ἀπό τίς ἐθνικές μας ἐπετείους, συκοφαντῶντας τήν μαρτυρική καί αἱματοβαμμένη πορεία τοῦ Ἔθνους μας. (Κάθε χρόνο ἐπαναλαμβάνουν τά ἴδια, γελοῖα καί ἐμετικά φληναφήματά τους. Πέρυσι κάποιοι μέσω τηλεοπτικῶν σταθμῶν. Ἐφέτος ἄλλοι μέσω κατάπτυστων ἐπιστολῶν πρός μαθητάς).
Καί δέν λογαριάζουν οἱ δύστυχοι, ὅτι ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ ἀγῶνες καί οἱ θυσίες τῶν Πανελλήνων ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, οὔτε ἐλεύθεροι θά ἦταν, σήμερα, οὔτε στά πόδια τους θά μποροῦσαν νά σταθοῦν, οὔτε λέξη νά ἀρθρώσουν, σάν αὐτές πού ἀσύστολα ἐκστομίζουν κάθε τόσο ἀπό τά ἰοβόλα χείλη τους.
Ἀρχίζομε λοιπόν τήν διδαχή, ἀφοῦ αὐτό ἐπιτάσσει τό ἱερό μας χρέος ἔναντι τοῦ ἱστορικοῦ παρελθόντος, τοῦ παρόντος, ἀλλά καί τοῦ μέλλοντος τῆς πατρίδος μας.
Οἱ Ἕλληνες ἀγωνίστηκαν:
1. Ὑπέρ τῆς ἀμωμήτου καί Ὀρθοδόξου ἡμῶν Πίστεως. Ποτέ δέν ἔβαλαν καί τίποτε πάνω ἀπό τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό. Αὐτή ἡ πίστη τούς κράτησε τετρακόσια ὁλόκληρα χρόνια —καί σέ ἄλλες περιοχές, ὅπως στήν Μακεδονία μας λ.χ., ἀκόμη περισσότερα— ὄρθιους, ἀγέρωχους, μέ φρόνημα γενναῖο, μαχητικό καί ἐνθουσιαστικό. Τούς ὅπλισε μέ ὑπομονή καί θάρρος, ὥστε νά μή δειλιάζουν ἐνώπιον παντός κινδύνου, ἀφοῦ ἐγνώριζαν πολύ καλά ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁδίτης, ὁδοιπόρος δηλ. πρός τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Στρατιές ὁλόκληρες Νεομαρτύρων παρελαύνουν ἐνώπιόν μας, σέ μιά μαρτυρική πορεία πρός τήν Ἀνάσταση καί τήν δόξα. Καί εἶναι ἄνθρωποι κάθε ἡλικίας καί κοινωνικῆς καταστάσεως. Ὅλοι τους ἀκολούθησαν τούς πρώτους Μάρτυρες τῆς ὀρθρινῆς περιόδου τῆς Ἐκκλησίας μας, ἑλκυσθέντες στόν ἱερό ἀγῶνα καί ἀπό τήν ἀγωνιστική φλόγα τοῦ μάρτυρα τελευταίου Αὐτοκράτορα καί γενναίου ὑπερασπιστοῦ τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων.
Εἶναι Πατριάρχες, Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Μοναχοί καί Μοναχές, νέοι καί νέες, παιδιά ἀμούστακα, γραμματισμένοι καί ἀγράμματοι. Ὅλοι τους σέρνουν τόν αἱματωμένο χορό ἐλευθερίας καί ἀνεβαίνουν στόν οὐρανό ὡς ἀκοίμητοι πρέσβεις πρός τόν Θεό ὑπέρ τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικής Πατρίδος.
Ποιός μπορεῖ νά ἀμφισβητήσῃ ὅτι σειρά ὁλόκληρη Πατριαρχῶν σφαγιάσθηκαν ἤ ἀπαγχονίσθηκαν, πλειάς Ἀρχιερέων καί χιλιάδες ἂλλων κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, ἔπεσαν ἀπό τά χέρια τῶν ἀπίστων τυράννων κατά τήν διάρκεια τῆς πικρῆς σκλαβιᾶς; Τό μαρτυρεῖ ἡ κλειστή πύλη τοῦ Πατριαρχείου, ὁ Ζαχαρίας ἀπό τήν Ἄρτα, πού μαρτύρησε στήν πόλη τῶν Πατρῶν, οἱ παιδομάρτυρες Χριστόδουλος καί Ἀναστασία, ὁ Παῦλος ἀπό τό Σοπωτό, γιά νά μνημονεύσω τούς δικούς μας μάρτυρες ἐνδεικτικά, ἀλλά καί τόσοι ἄλλοι.
Ποιός μπορεῖ νά μή γονατίσῃ μπροστά στόν ἡρωισμό τοῦ Ἀχαιοῦ (ἀπό τήν Ζουμπάτα Πατρῶν) Δέρκων Γρηγορίου καί τῶν ἄλλων Ἀρχιερέων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ἤ στό δρᾶμα τῶν ἱερῶν σφαγίων, Ἀρχιερέων καί Προκρίτων τῆς φοβερῆς εἰρκτῆς τῆς Τριπολιτσᾶς; Ποιός δέν συγκλονίζεται μπροστά στόν μαχητικό ἐνθουσιασμό τοῦ Παπαφλέσσα, τόν οἶστρο τοῦ Ἐθνεγέρτου Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανοῦ, τήν θυσία τοῦ Διάκου στήν Ἀλαμάνα, τοῦ Ἰωσήφ Ρωγῶν, τοῦ Σαλώνων Ἠσαΐα, τοῦ Σαμουήλ στό Κούγκι καί τόσων ἄλλων; Αὐτόν τόν ὑπέρ τῆς Πίστεως ἱερό ἀγώνα τόν μαρτυρεῖ τό Ἅγιο Ποτήριο στήν Ἐπάνω Χρέπα, ἀπό τό ὁποῖο ἐκοινώνησαν ὁ Κολοκοτρώνης καί τά παλληκάρια του, λίγο πρίν τήν ἀπελευθέρωση τῆς Τριπολιτσᾶς, ἀνήμερα τοῦ Σταυροῦ, τό 1821. Πόσα ἄλλα περιστατικά θά μπορούσαμε νά ἀναφέρομε...!
2. Ὑπέρ τῆς Πατρίδος, τήν ὁποίαν ἐθεώρησαν καί δικαίως «πατρός τε καί μητρός καί τῶν ἄλλων προγόνων ἁπάντων τιμιώτερον καί σεμνώτερον καί ἁγιώτερον», καί ὑπέρ τῆς ὁποίας ἔχυσαν ποταμούς αἱμάτων, ποτίζοντες τό δένδρο τῆς Ἐλευθερίας γιά νά βλαστήσῃ καί νά καρποφορήσῃ, ὥστε σήμερα ἐμεῖς, ἕνεκα τῶν ἡρωικῶν παλαισμάτων καί θυσιῶν ἐκείνων, νά ζοῦμε καί νά κινούμεθα ἐλεύθεροι, μέσα σέ μιά πολιτισμένη χώρα.
Ἡ στεριά καί ἡ θάλασσα, τά βουνά καί οἱ κάμποι, ὅ,τι μαρτυροῦσε Ἑλλάδα, ἦταν γιά τούς μαρτυρικούς προγόνους μας, πού ζοῦσαν ὑπό τόν τούρκικο ζυγό, ὑπόθεση ἀγώνων καί θυσιῶν.
Ἀγάπησαν τό Ἔθνος τους, ὑπερασπίστηκαν τά ἅγια χώματά του, ἐπρομάχησαν καί προκινδύνευσαν γιά κάθε σπιθαμή τῆς Ἑλληνικῆς γῆς, ἀφοῦ ἔβλεπαν τήν λαίλαπα τῶν ἀπίστων νά μολύνῃ ὄχι μόνο τά πατρῷα ἐδάφη, ἀλλά νά ἐπιθυμῇ τήν προέλαση καί πρός τήν ὑπόλοιπη Εὐρώπη. Ἴσως ἐλάχιστοι ἔχουν ἐκτιμήσει τήν μεγάλη αὐτή προσφορά τῆς Ἑλλάδος πρός τήν Δύση, ἀφοῦ ὕψωσε τεῖχος ἐπί ὁλόκληρους αἰῶνες, γιά νά σταματήσῃ τίς ὀρδές τῶν ἐξ ἀνατολῶν βαρβάρων, πρός τόν εὐρωπαϊκό χῶρο. Καί ὅμως, γιά νά εἴμαστε ἐπίκαιροι, ἀντί εὐγνωμοσύνης ἡ χώρα μας ἀπολαμβάνει τήν ἀχαριστία καί τήν καταφρόνια γιά μιά ἀκόμη φορά. Ἰσχύει δυστυχῶς καί στήν περίπτωση αὐτή τό, «ἀντί τοῦ μάννα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος».
3. Γιά τήν γλῶσσα τους καί τήν παράδοσή τους. Ἦταν τόση ἡ ζέση ψυχῆς, καμίνι φλεγόμενο ἡ καρδιά τους, πού κατόρθωσαν —παρά τήν ἀντίθετη ἄποψη ὅσων ἀσελγοῦν στό ὄνομα τῆς ἀληθείας καί ἐπί τῶν αἱμάτων τῶν ἡρωικῶν προγόνων μας— κατόρθωσαν λέγω, χωρίς σχολειά καί ὀργανωμένη παιδεία, παίζοντες στήν κυριολεξία τό κεφάλι τους, μέσα ἀπό τό Κρυφό Σχολειό, πού εἶναι μιά τρανή πραγματικότης, κάτω ἀπό τήν ἄγρυπνη μέριμνα καί πάλι τῆς στοργικῆς μάνας, τῆς Ἐκκλησίας, νά διατηρήσουν τήν Ἑλληνική γλῶσσα, τά ἤθη τους καί τήν παράδοσή τους. (Ἀνάλογα μέ τούς Τούρκους ἀγάδες καί τίς περιοχές, καθ’ ὅλο τό διάστημα τῆς πικρῆς σκλαβιᾶς ἀντιμετώπιζαν τά Ἑλληνόπουλα φρικτές δυσκολίες γιά νά μάθουν ἔστω καί λίγα γράμματα).
Κάθε φορά πού κάποιος λοξοδρομοῦσε πρός τούς ἀπίστους, ἐθεωρεῖτο νεκρός γιά τούς δικούς του, γιά τούς ἀγωνιστές τῆς πίστεως καί τῆς λευτεριᾶς. «Γιατί Ἀντώνα φόρεσες μαῦρα;» ρωτοῦσαν τήν μητέρα τοῦ μετά ταῦτα Νεομάρτυρος Παύλου στό Σοπωτό τῶν Καλαβρύτων. «Γιατί ὁ Παναγιώτης μου πέθανε», ἀπαντοῦσε ἐκείνη. Στήν πραγματικότητα ὁ Παναγιώτης εἶχε τουρκέψει.
Δυστυχῶς κάποιοι ἀνεγκέφαλοι, παραχαράκτες τῆς ἱστορίας, θέλησαν κατά καιρούς νά παρουσιάσουν τήν Ἐπανάσταση τοῦ ’21 ὡς ἕνα ταξικό κίνημα ἐναντίον τῆς «ἄρχουσας», κατ’ αὐτούς, τάξης. Κατέφυγαν δέ ὁρισμένοι στό ἔργο, ἀνωνύμου τινός, ἐπιγραφόμενο “Ἑλληνική Νομαρχία”, προκειμένου νά στηρίξουν τίς ἀστήρικτες πεποιθήσεις τους καί νά δώσουν ὑπόσταση στίς ὅποιες ἀνυπόστατες ἀπόψεις τους, πού εἶχαν ἤ ἔχουν ἰδεολογικό χρωματισμό καί προσανατολισμό.
Ὅμως ἔστω καί ἄν δέν θέλει ὁποιοσδήποτε νά πεισθῇ μέ ὅσα ἐμεῖς κηρύττομε, «τοῖς τῶν μαρτυρικῶν ἡρώων προγόνων μας ρήμασι καί ταῖς θυσίαις πειθόμενοι», καί ἄν τούς μεταγενεστέρους τῶν ἀγωνιστῶν ἱστορικούς ἤθελε νά διαψεύσῃ, ἄς ἀκούσῃ ἐκείνους πού ἔζησαν τά γεγονότα καί ἔχουν τό ἀδιαμφισβήτητο δικαίωμα νά ὁμιλοῦν πρῶτοι, στεντορείᾳ τῇ φωνῇ, διαψεύδοντες τούς ἀσεβοῦντας ἐπί τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητος.
Σωρείαν ὅλην θά ἠδυνάμεθα νά παραθέσωμε μαρτυριῶν τῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων κατά τούς ἡρωικούς ἀγῶνες τῆς Ἐθνικῆς μας Παλιγγενεσίας, ἀλλά μόνο δύο ἄς ἀκούσωμε σήμερα, τῆς λευτεριᾶς σταυραητούς καί μάρτυρες ἀδιάψευστους.
Ὁ πρῶτος ἀκούει στό ὄνομα Γερμανός. Εἶναι τό δικό μας καύχημα καί κλέος —ὁποία εὐλογία!— ὁ λεοντόκαρδος Δεσπότης τῆς Πάτρας, τοῦ ὁποίου ὁ ἀνδριάς κοσμεῖ τήν ὡραία καί Ἀποστολική μας πόλη, στήν Πλατεία τῶν Ὑψηλῶν Ἀλωνίων.
Ὁ μέγας αὐτός Ἱεράρχης, στήν διακήρυξή του πρός τόν Κλῆρο καί τούς Πιστούς τῆς Πελοποννλήσου, πού ἐκφωνήθηκε στό λίκνο τῆς ἐλευθερίας, στήν Ἱερά Μονή τῆς Ἁγίας Λαύρας Καλαβρύτων, λέγει μέ τήν γενναία πατριωτική φωνή του:
«Πολυαγαπημένοι μας ἀδελφοί, ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος ἐτιμώρησε (ἐνν. διά τῆς ὑποδουλώσεως στόν κατακτητή) τούς πατέρας μας καί τά τέκνα των, σᾶς ἀναγγέλλει διά τοῦ στόματός μου τό τέλος τῶν ἡμερῶν τῶν δακρύων καί τῶν δοκιμασιῶν. Ἡ φωνή Του εἶπε ὅτι θά εἶσθε ὁ στέφανος τοῦ κάλλους Του καί τό διάδημα τῆς Βασιλείας Του. Ἡ ἁγία Σιὼν δέν θά παραδοθῇ πλέον εἰς τήν ἐρήμωσιν. Ὁ ναός τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος ἐβεβηλώθη, ὡσάν ἔνας ἄθλιος χῶρος, τά σκεύη τῆς δόξης, τά ὁποῖα ἐσύρθηκαν εἰς τόν βοῦρκον, θά γίνουν καταιγίς! Ἡ ἄβυσσος τήν ἄβυσσον ἐπικαλεῖται, ἡ παλαιόθεν εὐσπλαγχνία τοῦ Κυρίου θὰ ἐπισκιάσῃ τόν Λαόν Του. Ἡ φυλή τῶν Τούρκων ὑπερέβη τό μέτρον τῶν ἀνομιῶν, ἡ ὥρα τοῦ καθαρμοῦ ἔφθασε, συμφώνως πρός τόν λόγον τοῦ Αἰωνίου: «νά πετάξῃς ἔξω, νά διώξῃς, τόν σκλάβον καί τόν υἱόν του» (Γενεσ. 21,10). Νὰ εἶσθε, λοιπόν, ἀγαπημένοι, ὦ γένος τῶν Ἑλλήνων, φυλὴ Ἑλληνική, δύο φορὲς δοξασμένοι ἀπό τούς Πατέρες σας, ὁπλισθῆτε μέ τόν ζῆλον τοῦ Θεοῦ, ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἄς ζωσθῇ τήν ῥομφαίαν του, διότι εἶναι προτιμώτερον νά ἀποθάνῃ τις μέ τά ὅπλα ἀνά χεῖρας, παρὰ νά καταισχύνῃ τά ἱερά τῆς Πίστεώς του καί τήν Πατρίδα του. Ἐμπρός λοιπόν «διαῤῥήξωμεν τούς δεσμούς αὐτῶν καί ἀποῤῥίψωμεν ἀφ᾿ ἡμῶν τόν ζυγόν αὐτῶν» (Ψαλμ. 2,3), διότι εἴμεθα οἱ κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ καί οἱ συγκληρονόμοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Οἱ ἄλλοι, καί ὄχι ἡμεῖς οἱ ἱερωμένοι, θά σᾶς ὁμιλήσουν διά τήν δόξαν τῶν προγόνων σας. Ἐγώ ὅμως θά σᾶς ἐπαναλάβω τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, πρός τόν Ὁποῖον ὀφείλομεν ἀγάπην ἰσχυροτέραν καί ἀπὸ τὸν θάνατον.
Αὔριον, ἀκολουθοῦντες τόν Σταυρόν, θά βαδίσωμεν πρός αὐτήν τήν πόλιν τῶν Πατρῶν, τῆς ὁποίας ἡ γῆ εἶναι ἡγιασμένη ἀπό τό αἷμα τοῦ ἐνδόξου Μάρτυρος Ἀποστόλου Ἁγίου Ἀνδρέου. Ὁ Κύριος θά ἑκατονταπλασιάσῃ τό θάῤῥος σας. Ἵνα δὲ προστεθοῦν εἰς ὑμᾶς αἱ ἀναγκαῖαι διὰ νά ἀναζωογονηθῆτε δυνάμεις, σᾶς ἀπαλλάσσω ἀπό τήν νηστείαν τῆς Τεσσαρακοστῆς, τήν ὁποίαν τηροῦμεν.
Στρατιῶται τοῦ Σταυροῦ, ὅ,τι καλεῖσθε νά ὑπερασπισθῆτε, εἶναι αὐτό τοῦτο τό θέλημα τοῦ Οὐρανοῦ. Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά εἶσθε εὐλογημένοι καί συγκεχωρημένοι ἀπά πάσας τάς ἁμαρτίας σας».
Ὁ δεύτερος εἶναι ὁ τεχνουργός καί πρωτεργάτης τῆς ἐλευθερίας τοῦ Γένους. Θά τόν πῶ ὅπως τόν τραγούδησε ἡ καρδιά τῶν Ἐλλήνων καί τόν ἀποθέωσε ἡ λαϊκή μοῦσα:
«Ὁ Θοδωράκης ὁ στρατηγός σ’ ὅλον τόν κόσμον ξακουστός».
Ἐκεῖνος λοιπόν ἐφρόντισε, λές καί γνώριζε τί θά συμβῇ μέ τούς ἐπιγενομένους, νά ἀφήσῃ ἱερά παρακαταθήκη καί βαριά κληρονομιά στά παιδιά του, στούς νεοέλληνες, στούς Ἕλληνες μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος:
«Παιδιά μου... Ὅταν ἀποφασίσαμε νά κάμωμε τήν Ἐπανάσταση, δέν ἐσυλλογιστήκαμε, οὔτε πόσοι εἴμεθα, οὔτε πῶς δέν ἔχομε ἅρματα, οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τά κάστρα καί τίς πόλεις, οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νά πολεμήσετε μέ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλά, ὡς μιά βροχή ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας,καί ὅλοι καί οἱ Κληρικοί, καί οἱ Προεστοί καί οἱ Καπεταναῖοι καί οἱ πεπαιδευμένοι καί οἱ ἔμποροι, μικροί καί μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτό τόν σκοπό καί ἐκάμαμε τήν Ἐπανάσταση.
Εἰς τόν πρῶτο χρόνο τῆς Ἐπαναστάσεως εἴχαμε μεγάλη ὁμόνοια καί ὅλοι ἐτρέχαμε σύμφωνοι. Ὁ ἕνας ἐπῆγεν εἰς τόν πόλεμο, ὁ ἀδελφός του ἔφερνε ξύλα, ἡ γυναίκα τοῦ ἐζύμωνε, τό παιδί του ἐκουβαλοῦσε ψωμί καί μπαρουτόβολα εἰς τό στρατόπεδον καί ἐάν αὐτή ἡ ὁμόνοια ἐβαστοῦσε ἀκόμη δύο χρόνους, ἠθέλαμε κυριεύσει καί τήν Θεσσαλία καί τήν Μακεδονία, καί ἴσως ἐφθάναμε καί ἕως τήν Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τούς Τούρκους, ὁπού ἄκουγαν Ἕλληνα καί ἔφευγαν χίλια μίλια μακριά. Ἑκατόν Ἕλληνες ἔβαζαν πέντε χιλιάδες ἐμπρός, καί ἕνα καράβι μίαν ἅρμαδα. Ἄλλα δέν ἐβάσταξε...!».
Ἀγαπητοί μου,
Τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἑνώνεται ἡ πίστη μέ τή λεβεντιά. Ἀγκαλιάζονται ὁ Χριστός καί ἡ Ἑλλάδα. Ἀσπάζεται ὁ οὐρανός τά ματωμένα χώματα τῆς πατρίδος μας. Οἱ Ἄγγελοι καταφιλοῦν τά κόκκαλα τά ἱερά. Οἱ ψυχές τῶν ἀγωνιστῶν νοερά μᾶς κατασπάζονται. Ἡ χαρά τῶν ἡρώων κάνει τήν ἑλληνική ἀτμόσφαιρα νά μοσχοβολάει.
Ἡ δυσχέρεια τῶν μαρτύρων προγόνων μας πού ἔζησαν τή σκλαβιά στό πετσί τους, δίνει δύναμη σέ μᾶς νά ξεπεράσωμε τίς δυσκολίες, τήν ἀνέχεια, τίς ταλαιπωρίες καί μᾶς βεβαιώνουν ὅτι «χαρές καί πλούτη νά χαθοῦν καί τά βασίλεια κι ὅλα, τίποτα δέν εἶναι σάν στητή, μένει ἡ ψυχή καί ὁλόρθη».
Ὅσο κι ἄν πολεμήθηκε ἡ ἱστορική ἀλήθεια γιά τό ’21, ὅσο καί ἄν οἱ ἰοβόλες γλῶσσες καί οἱ πληρωμένοι κονδυλοφόροι ἠθέλησαν κατά καιρούς ἤ θά θελήσουν, νά παραποιήσουν, νά ἀλλοιώσουν ἤ θά μειώσουν τήν ἀλήθεια γιά τήν λευτεριά τῆς πατρίδος μας, ποτέ δέν θά καταφέρουν τίποτε, γιατί σ’ αὐτό τόν τόπο, τά γεγονότα θά βοοῦν καί οἱ τόποι θά μαρτυροῦν ὅτι:
«Ραγιᾶς ὁ Ἕλληνας δέν ζεῖ καί ξέρει νά πεθαίνῃ».
(Ευαγγέλιο: Μαρκ. η' 34-38- θ' 1)
Μεγάλη η δύναμη της αλήθειας! Δεν υπάρχει τίποτα ικανό στον κόσμο που να μπορεί να της αφαιρέσει τη δύναμη αυτή.
Η θεραπευτική δύναμη της αλήθειας είναι πολύ μεγάλη! Δεν υπάρχει στον κόσμο αρρώστια ή νόσημα που δεν μπορεί να θεραπευτεί από την αλήθεια.
Οι άρρωστοι που υποφέρουν κι είναι αδύναμοι, αναζητούν γιατρό για να τους δώσει την ανάλογη θεραπεία. Κανένας τους δεν ψάχνει για κάποιο γιατρό που θα τους χορηγήσει φάρμακο γλυκό και γευστικό. Όλοι τους θ’ αναζητήσουν κάποιον που θα τους δώσει φάρμακο αποτελεσματικό, είτε γλυκό θά ’ναι αυτό είτε πικρό είτε κι εντελώς άγευστο. Όσο πιο πικρό είναι το φάρμακο που σύστησε ο γιατρός κι όσο πιο περίπλοκη είναι η εξέλιξη της θεραπείας, τόσο μεγαλύτερη εμπιστοσύνη αποκτά ο γιατρός στα μάτια του αρρώστου.
Γιατί οι άνθρωποι απορρίπτουν το πικρό φάρμακο μόνο όταν το προσφέρει το χέρι του Θεού; Γιατί αναζητούν μόνο γλυκίσματα από το χέρι του Θεού; Επειδή δεν αντιλαμβάνονται πόσο σοβαρή είναι η αρρώστια της αμαρτίας τους, επειδή νομίζουν πως μπορούν να θεραπευτούν μόνο με γλυκίσματα.
Αχ, να μπορούσαν ν’ αναρωτηθούν οι άνθρωποι γιατί όλα τα φάρμακα για τις σωματικές αρρώστιες είναι τόσο πικρά! Το Αγιο Πνεύμα θα τους απαντούσε: για να πάρουν μια ιδέα της πίκρας πού ’χουν τα πνευματικά φάρμακα. Όπως η σωματική αρρώστια δίνει κάποια ιδέα για την πνευματική, έτσι και τα φάρμακα για τις σωματικές αρρώστιες λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο, σε σχέση μ’ εκείνα για τις πνευματικές.
Οι πνευματικές αρρώστιες, οι σοβαρές και τυχαίες, δεν είναι πολύ πιο σοβαρές από τις σωματικές; Πώς τότε τα φάρμακα για τις πνευματικές αυτές αρρώστιες δεν μπορούν να είναι πιο πικρά από τ’ αντίστοιχα φάρμακα για τις σωματικές αρρώστιες;
Οι άνθρωποι φροντίζουν πολύ το σώμα τους. Κι όταν αυτό αρρωσταίνει, δε λυπούνται ούτε προσπάθειες ούτε χρόνο ή χρήμα για ν’ αποκαταστήσουν την υγεία του. Σ’ αυτήν την περίπτωση κανένας γιατρός δε φαίνεται πολύ ακριβός, καμιά ιαματική πηγή δε βρίσκεται μακριά και κανένα φάρμακο δε μοιάζει πικρό. Κι αυτό είναι ιδιαίτερα πιο έντονο όταν βεβαιωνόμαστε πως ο σωματικός θάνατος πλησιάζει.
Αχ, και να φρόντιζαν οι άνθρωποι αυτοί τόσο πολύ για την ψυχική τους υγεία! Αχ, και νά ’ταν τόσο επιμελείς στην αναζήτηση θεραπείας και θεραπευτή για την ψυχή τους!
Είναι δύσκολο κι οδυνηρό να περπατάς ξυπόλητος ανάμεσα στ’ αγκάθια. Όταν όμως ο ξυπόλητος άνθρωπος πεθαίνει της δίψας κι η πηγή με το νερό είναι μετά τ’ αγκάθια, δε θ’ αποφασίσει γρήγορα να βαδίσει πάνω σ’ αυτά, μ’ όλο που τα πόδια του θα πληγωθούν, για να πλησιάσει στο νερό; Ή μήπως θα προτιμήσει να καθήσει πάνω στο χλωρό γρασίδι που είναι πριν από τ’ αγκάθια και να πεθάνει από τη δίψα;
Κάποιοι άνθρωποι που είναι άρρωστοι από την αμαρτία λένε: «Δεν μπορούμε να πάρουμε τόσο πικρό φάρμακο». Κι έτσι ο γιατρός που αγαπά το ανθρώπινο γένος, πήρε πρώτος το φάρμακο, το πικρότερο φάρμακο, μ’ όλο που ήταν υγιής. Και τό ’κανε αυτό μόνο για να δείξει στους αρρώστους πως αυτό δεν είναι αδύνατο. Αλήθεια, πόσο πιο δύσκολο είναι στον υγιή άνθρωπο να πάρει και να καταπιεί το φάρμακο που είναι για τους αρρώστους! Εκείνος όμως το πήρε, ώστε οι θνητοί άρρωστοι να οδηγηθούν στην απόφαση να το πάρουν κι αυτοί.
«Δεν μπορούμε να περπατήσουμε ξυπόλητοι πάνω στ’ αγκάθια, λένε οι άνθρωποι που είναι άρρωστοι από την αμαρτία, όσο και να διψάμε κι όσο καθαρό και νά ’ναι το νερό από την άλλη μεριά». Κι έτσι ο Κύριος, που αγαπά το ανθρώπινο γένος, βάδισε ο ίδιος ξυπόλητος πάνω στ’ αγκάθια. Και τώρα καλεί από την άλλη μεριά τους διψασμένους στην πηγή με το δροσερό νερό. «Είναι δυνατό, μας λέει. Βάδισα μόνος μου πάνω στα πιο αιχμηρά αγκάθια και πατώντας τα τα άμβλυνα, τα μαλάκωσα. Ελάτε, λοιπόν».
«Αν το φάρμακο είναι ο σταυρός, δεν μπορούμε να το πάρουμε. Κι αν ο σταυρός είναι ο δρόμος, δεν μπορούμε να τον βαδίσουμε». Αυτό λένε όλοι εκείνοι που η αμαρτία τους έκανε άρρωστους. Κι έτσι ο Κύριος, που αγαπά το ανθρώπινο γένος, σήκωσε πάνω Του το βαρύτερο σταυρό, για να μας δείξει πως κι αυτό είναι δυνατό.
***
Στο σημερινό ευαγγέλιο ο Κύριος, σ’ όλους εκείνους που επιθυμούν να σωθούν από το θάνατο, προσφέρει το σταυρό, το πιο πικρό φάρμακο για τη θεραπεία τους.
Είπε ο Κύριος: «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι» (Μάρκ. η' 34). Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, πρέπει ν’ απαρνηθεί τον παλιό και αμαρτωλό εαυτό του, να πάρει πάνω του το σταυρό των θλίψεων και των δοκιμασιών και τότε ας με ακολουθήσει.
Ο Κύριος δεν οδηγεί τους ανθρώπους στο σταυρό πριν απ’ Αυτόν. Τους καλεί να τον ακολουθήσουν, αφού Εκείνος πρώτος κουβάλησε τον σταυρό. Προτού κάνει την κλήση αυτή τους είχε προειδοποιήσει για τα πάθη Του: «... δει τον υιόν του ανθρώπου πολλά παθείν ... και αποκτανθήναι, και μετά τρεις ημέρας αναστήναι» (Μάρκ. η' 31). Αυτός είναι ο λόγος που είπε πως είναι «η οδός». Έγινε ο πρώτος στα πάθη κι ο πρώτος στη δόξα. Ήρθε για ν’ αποδείξει πως όλ’ αυτά που οι άνθρωποι ισχυρίζονται ότι είναι αδύνατα, είναι δυνατά. Και τα έκανε δυνατά.
Ο Κύριος δεν πιέζει τους ανθρώπους, δεν τους ασκεί βία. Ο Κύριος συνιστά και προσφέρει. «Όστις θέλει...». Οι άνθρωποι έπεσαν στην αρρώστια της αμαρτίας με την ελεύθερη βούλησή τους. Και μόνο με την ελεύθερη βούλησή τους πρέπει να θεραπευτούν από την αμαρτία. Δεν κρύβει το γεγονός πως το φάρμακο είναι πικρό, πολύ πικρό. Εκείνος όμως, με το να πάρει πρώτος το πικρό φάρμακο, το έκανε πιο εύκολο στους ανθρώπους. Και πήρε το φάρμακο μ’ όλο που ο ίδιος ήταν υγιής, για να μας αποδείξει τη θαυμαστή πράξη Του.
Απαρνησάσθω εαυτόν. Ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, απαρνήθηκε τον εαυτό του όταν αμάρτησε, αλλά απαρνήθηκε τον αληθινό, τον πραγματικό του εαυτό. Όταν ο Κύριος ζητά από τους ανθρώπους ν’ απαρνηθούν τον εαυτό τους, εννοεί τον ψεύτικο, τον πλανεμένο εαυτό. Ας το κάνουμε πιο απλό.
Ο Αδάμ απαρνήθηκε την Αλήθεια και προσκολλήθηκε σ’ ένα ψέμμα. Τώρα ο Κύριος ζητά από τους απογόνους του Αδάμ ν’ απαρνηθούν το ψέμμα και να προσκολληθούν ξανά στην Αλήθεια, από την οποία είχαν απομακρυνθεί. Το ν’ απαρνηθείς τον εαυτό σου επομένως σημαίνει ν’ απαρνηθείς την απατηλή μη-ύπαρξη, που μας έχει επιβληθεί στη θέση της θεόσδοτης ύπαρξής μας. Πρέπει ν’ απαρνηθούμε την παγκοσμιότητα που έχει αντικαταστήσει την πνευματικότητά μας, τα πάθη που έχουν αντικαταστήσει τα καλά μας έργα, τον ταπεινό φόβο που έχει σκοτίσει μέσα μας τη θεϊκή υιοθεσία, το γογγυσμό μας εναντίον του Θεού που έχει αφανίσει μέσα μας το πνεύμα της υπακοής σ’ Εκείνον. Πρέπει ν’ απαρνηθούμε την ειδωλολατρική λατρεία της φύσης και του σώματός μας. Με λίγα λόγια, πρέπει ν’ απαρνηθούμε όλα εκείνα που παραπέμπουν στο «εγώ» μας, και που στην πραγματικότητα είναι ο πονηρός κι η αμαρτία, η φθορά, η απάτη κι ο θάνατος.
Αχ και να μπορούσαμε ν’ απαρνηθούμε τις πονηρές μας συνήθειες που έχουν γίνει μέσα μας δεύτερη φύση. Ν’ απαρνηθούμε αυτή τη «δεύτερη φύση», γιατί δεν είναι η δική μας φύση όπως τη δημιούργησε ο Θεός, αλλά μια σωρευμένη και σκληρυμένη φαντασία κι αυταπάτη μέσα μας - ένα υποκριτικό ψέμμα που βαδίζει με τ’ όνομά μας, και μεις μαζί του.
Τί σημαίνει ν’ αναλάβουμε το σταυρό μας; Σημαίνει την από μέρους μας ελεύθερη αποδοχή κάθε μέσου θεραπείας που μας προσφέρει η πρόνοια του Θεού, έστω κι αν είναι πικρό. Σου έτυχαν μεγάλες καταστροφές; Κάνε υπακοή στο θέλημα του Θεού, όπως έκανε κι ο Νώε. Χρειάζεται να κάνεις θυσία; Παραδώσου στα χέρια του Θεού με την ίδια πίστη που είχε ο Αβραάμ όταν πορευόταν για να θυσιάσει το γιο του. Καταστράφηκε η περιουσία σου; Πέθαναν ξαφνικά τα παιδιά σου; Να τα υπομένεις όλα με καρτερία, με την καρδιά σου προσκολλημένη στο Θεό, όπως έκανε ο Ιώβ. Σ’ εγκαταλείπουν οι φίλοι σου και βρίσκεσαι ξαφνικά περικυκλωμένος από εχθρούς; Να τα υπομείνεις όλα χωρίς γογγυσμό, όπως έκαναν κι οι απόστολοι, με πίστη στο Θεό πως η βοήθειά Του είναι άμεση. Καταδικάστηκες να πεθάνεις για το Χριστό; Δόξασε το Θεό που αξιώθηκες τέτοια τιμή, όπως χιλιάδες χριστιανοί μάρτυρες.
Τίποτα δε θα σου ζητηθεί που δεν έχει ξαναγίνει. Εσύ μάλλον θ’ ακολουθήσεις το παράδειγμα των πολλών - αποστόλων, αγίων, ομολογητών και μαρτύρων - που έμειναν πιστοί στο θέλημα του Χριστού. Πρέπει να γνωρίζουμε και κάτι ακόμα όμως, όταν επιζητούμε τη σταύρωσή μας. Πως ο Κύριος ζητά τη σταύρωση του παλαιού ανθρώπου, εκείνου με τις πονηρές συνήθειες, που υπηρετεί την αμαρτία. Με τη σταύρωση αυτή ο παλιός, ο ζωώδης άνθρωπος μέσα μας νεκρώνεται. Κι ο νέος άνθρωπος, που είναι φτιαγμένος κατ’ εικόνα Θεού και αθάνατος, αναγεννιέται. Λέει ο απόστολος: «Ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη... του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία» (Ρωμ. στ' 6).
Ο σταυρός είναι βαρύς για τον παλιό, το σαρκικό άνθρωπο. Είναι βαρύς για τον άνθρωπο «συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλ. ε' 24). Για τον πνευματικό άνθρωπο όμως δεν είναι βαρύς. Ο σταυρός είναι «τοις μεν απολλυμένοις μωρία... τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού» (Α' Κορ. α' 18). Εμείς καυχιόμαστε στο σταυρό του Χριστού, στο σταυρό που φέρουμε για χάρη Του. Ο Κύριος δε ζητά ν’ αναλάβουμε το δικό Του σταυρό, μα το δικό μας. Ο δικός Του σταυρός είναι ο βαρύτερος. Εκείνος δε σταυρώθηκε για τις δικές Του αμαρτίες αλλά για τις δικές μας, γι’ αυτό κι ο σταυρός Του είναι ο βαρύτερος. Εμείς σταυρωνόμαστε για τις δικές μας αμαρτίες, γι’ αυτό κι ο δικός μας σταυρός είναι ελαφρύτερος. Όταν τα βάσανά μας βρίσκονται στο αποκορύφωμά τους, δεν πρέπει να λέμε πως είναι πολύ μεγάλα, πέρα από κάθε όριο. Ζει Κύριος και γνωρίζει το μέτρο των πειρασμών μας, δε θα μας αφήσει να υποφέρουμε περισσότερο απ’ όσο μπορούμε. Το μέτρο των πειρασμών μας είναι υπολογισμένο τουλάχιστο όσο το μέτρο της μέρας και της νύχτας, ή όσο τα όρια των άστρων στην πορεία τους. Εντάθηκαν οι πειρασμοί μας; Έγινε βαρύτερος ο σταυρός μας; Η δύναμη του Θεού είναι μεγαλύτερη, όπως μας βεβαιώνει ο απόστολος: «Ότι καθώς περισσεύει τα παθήματα του Χριστού εις ημάς, ούτω διά Χριστού περισσεύει και η παράκλησις ημών» (Β' Κορ. α' 5).
Η παράκλησή μας όμως, πάνω απ’ όλα είναι μεγάλη επειδή μας καλεί ο Κύριος να τον ακολουθήσουμε. «Ακολουθήτω μοι», λέει. Γιατί ο Κύριος κάνει την κλήση αυτή σ’ εκείνους που αναλαμβάνουν το σταυρό τους; Πρώτα για να μην πέσουν και τσακιστούν κάτω από το βάρος του. Η ανθρώπινη ράτσα είναι τόσο οδυνηρά αδύναμη, που κι ο ελαφρύτερος σταυρός φαίνεται βαρύς στο δυνατότερο άνθρωπο, αν τον φέρει χωρίς τη βοήθεια του ουρανού. Βλέπουμε πως απελπίζονται οι άπιστοι στο ελαφρύτερο χτύπημα. Πως εναντιώνονται στον ουρανό και τη γη με το που θα τους κεντήσει μια καρφίτσα. Πως παραπατούν δεξιά κι αριστερά αβοήθητοι, αναζητώντας κάποια στήριξη και αρωγή στο κενό αυτού του κόσμου· κι όταν ο κόσμος αυτός δεν μπορεί να τους προσφέρει στήριξη και βοήθεια, τότε ισχυρίζονται πως ο κόσμος ολόκληρος δεν είναι παρά ένα κενό απόγνωσης.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Κύριος μας καλεί να τον ακολουθήσουμε. Μόνο αν ακολουθούμε πίσω Του θα μπορούμε να κουβαλάμε το σταυρό μας. Σ’ Εκείνον θα βρούμε δύναμη, θάρρος και παρηγοριά. Θα γίνει σ’ εμάς φως στο σκοτεινό δρόμο μας, υγεία στην αρρώστια, σύντροφος στη μοναξιά, χαρά στους πειρασμούς και πλούτος στην ένδεια. Το ανεξάντλητο φως του Χριστού μας χρειάζεται για να σβήσει τον πόνο μας και να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα μας στο χάραμα της μέρας.
Ο δεύτερος λόγος που ο Κύριος μας καλεί να τον ακολουθήσουμε είναι τόσο σπουδαίος όσο κι ο πρώτος κι έχει να κάνει με τη θεληματική απάρνηση του εαυτού μας και την ανάληψη του σταυρού. Πολλοί είναι εκείνοι που έκαναν επίδειξη κάποιας αυταπάρνησης για ν’ αποκτήσουν μεγαλύτερη φήμη σ’ αυτόν τον κόσμο. Πολλοί είναι αυτοί που έχουν σωρεύσει αμέτρητες δοκιμασίες και βάσανα μόνοι τους, μόνο για να κερδίσουν το θαυμασμό και τον έπαινο των ανθρώπων. Πολλοί, κυρίως ανάμεσα στους ειδωλολάτρες, το έχουν κάνει αυτό κι άλλοι το κάνουν μέχρι σήμερα, για ν’ αποκτήσουν μεγαλύτερες μαγικές δυνάμεις κι έτσι να επιβληθούν στους άλλους, να βλάψουν ή να ωφελήσουν αυτούς που θέλουν. Κι όλ’ αυτά από μια μάταιη πλεονεξία κι επιθυμία για κυριαρχία.
Τέτοια αυταπάρνηση δεν είναι αληθινή, είναι φιλαυτία. Τέτοιος σταυρός δεν οδηγεί στην ανάσταση και τη σωτηρία αλλά σε πλήρη όλεθρο. Είναι σα να παραδίδεται κάποιος στα χέρια του σατανά. Εκείνος όμως που αναλαμβάνει το σταυρό του κι ακολουθεί το Χριστό, ελευθερώνεται από την έπαρση και την αλαζονεία, από τη φιλαυτία κι από κάθε επιθυμία για εγκόσμια δόξα και κέρδος. Όπως ο άρρωστος άνθρωπος παίρνει πικρά φάρμακα, όχι για να δείξει στους άλλους πως μπορεί να τα καταπιεί, αλλά για την αποκατάσταση της υγείας του, έτσι κι ο αληθινός χριστιανός απαρνιέται τον εαυτό του, δηλαδή απαλλάσσεται από την άρρωστη ύπαρξή του, αναλαμβάνει το σταυρό του σαν πικρό και σωστικό φάρμακο κι ακολουθεί το Χριστό, το θεραπευτή και σωτήρα του. Κι αυτό όχι για ν’ αποσπάσει τον έπαινο και τη δόξα των ανθρώπων, αλλά για να σώσει την ψυχή του από τον παραλογισμό της ζωής αυτής κι από το σκουλήκι και το πυρ της μέλλουσας ζωής.
«Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν· ος δ’ άν απολέση την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν» (Μάρκ. η' 35). Όποιος θέλει να σώσει την επίγεια ζωή του, αυτός θα χάσει την αιώνια και μακαρία ζωή. Όποιος όμως αψηφήσει και θυσιάσει τη ζωή του αυτή για μένα και το ευαγγέλιο, αυτός θα σώσει τη μέλλουσα ζωή και μακαριότητά του.
Αυτά είναι σκληρά λόγια, αδυσώπητα. Αυτή είναι μια φωτιά που γυρεύει να κατακάψει τον παλιό άνθρωπο ως τις ρίζες του, ν’ αφανίσει τις ίδιες τις ρίζες. Ο Χριστός δεν ήρθε απλά για ν’ αναμορφώσει τον κόσμο, αλλά να τον ανακατασκευάσει, να φέρει καινούργια ζωή. Να ρίξει το παλιό σίδερο στη φωτιά και να το σφυρηλατήσει από την αρχή. Δεν είναι αναμορφωτής, αλλά ο Δημιουργός. Δεν είναι επιδιορθωτής, αλλά υφαντής. Όποιος θέλει να διατηρήσει ένα παλιό και σκουληκοφαγωμένο δέντρο, θα το χάσει. Μπορεί να κάνει ό,τι μπορεί για να το περιποιηθεί εξωτερικά, να το ποτίσει, να το περιφράξει και να του ρίξει λίπασμα, το σκουλήκι όμως θα το τρώει εσωτερικά. Το δέντρο θα σαπίσει σιγά σιγά και θα πέσει.
Εκείνος που κόβει ένα σκουληκοφαγωμένο δέντρο και το ρίχνει στη φωτιά μαζί με τα σκουλήκια και μετά φροντίζει τα μικρά κλαδάκια που ξεφυτρώνουν από τη ρίζα και τα προστατεύει από τα σκουλήκια, αυτός θα σώσει το καινούργιο δέντρο. Αυτός που προσπαθεί να διατηρήσει την παλιά ψυχή, που είναι φαγωμένη και φθαρμένη από την αμαρτία, θα τη χάσει, γιατί ο Θεός δεν επιτρέπει σε τέτοια ψυχή να παρουσιαστεί μπροστά Του. Κι ό,τι δεν παρουσιάζεται ενώπιον του Θεού, είναι σα να μην υπάρχει. Εκείνος λοιπόν που χάνει την παλιά ψυχή του, θα κερδίσει τη νέα ψυχή, την γεγεννημένην εκ του πνεύματος και νυμφευμένη με το Χριστό.
Η ψυχή στην ουσία είναι ταυτόσημη με τη ζωή. Διαβάζουμε στο ευαγγέλιο: Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι και ος δ’ αν απολέσει την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν. Και στις δύο περιπτώσεις η λέξη ψυχή σημαίνει τη ζωή. Εκείνος που θέλει να σώσει τη θνητή ζωή του με κάθε θυσία, αυτός θα χάσει και τις δύο ζωές, και τη θνητή και την αθάνατη. Τη θνητή επειδή, όσο κι αν κατορθώσει να επιμηκύνει τη ζωή του στη γη, τελικά θα τη χάσει με το θάνατο. Αλλά θα χάσει και την αιώνια ζωή, αφού δεν έκανε τίποτα γι’ αυτήν, δεν υπόφερε τίποτα. Εκείνος που αγωνίζεται να κερδίσει την αθάνατη ζωή με το Χριστό, αυτός θα τη λάβει και θα τη διατηρήσει στην αιωνιότητα, μ’ όλο που θα χάσει την πρόσκαιρη, τη θνητή ζωή.
Ο άνθρωπος ίσως χάσει την πρόσκαιρη θνητή ζωή του για το Χριστό και το ευαγγέλιο αν, σε περίπτωση ανάγκης, θυσιαστεί και πεθάνει ως μάρτυρας για το Χριστό και το άγιο ευαγγέλιό Του· ή αν περιφρονήσει την παρούσα ζωή ως αμαρτωλή κι ασήμαντη και προσφέρει τον εαυτό του με όλη του την ψυχή και τη δύναμη στο Χριστό, αν μπει στην υπηρεσία Του, παραδίδοντας τα πάντα σ’ Εκείνον και προσδοκώντας τα πάντα απ’ Αυτόν. Είναι πιθανό ο άνθρωπος να χάσει την ψυχή του, τη ζωή του, με την αυτοκτονία ή με τη θυσία του γι’ άσκοπα πράγματα, για παράδειγμα πάνω σε μια φιλονικία ή διαφωνία. Σ’ αυτόν δεν ισχύει η υπόσχεση ότι θα σώσει την ψυχή (ζωή) του, γιατί διευκρινίζεται: ένεκεν εμού και του ευαγγελίου. Ο Χριστός και το ευαγγέλιο είναι ασυγκρίτως ανώτερα από την ψυχή μας. Είναι ο μεγαλύτερος πλούτος τόσο στο χρόνο όσο και στην αιωνιότητα. Δεν υπάρχει άνθρωπος που θα δίσταζε να θυσιάσει τα πάντα για τα παντοτεινά αυτά αγαθά.
Γιατί ο Χριστός προσθέτει και του ευαγγελίου; Δεν είναι αρκετό αυτό το ένεκεν εμού; Όχι, δεν είναι. Ο Κύριος είπε ένεκεν εμού και του ευαγγελίου για να διευρύνει τους λόγους που έχει να θυσιαστεί κανείς και να ζήσει εν Θεώ. Για ν’ αυξήσει τον αριθμό των σεσωσμένων. Σώζεται εκείνος που χάνει τη ζωή του για τον ζώντα και αθάνατο Χριστό. Εκείνος επίσης σώζεται, που χάνει τη ζωή του για τα έργα του Χριστού στον κόσμο, για την αγία διδασκαλία Του. Τέλος σώζεται εκείνος που χάνει τη ζωή του για μια μόνο εντολή του Χριστού, για έναν απλό λόγο Του. Ο Κύριος είναι ο Νομοθέτης της ζωής. Όποιος θυσιάζεται για το Νομοθέτη, θυσιάζεται και για το νόμο Του. Και αντίστροφα, εκείνος που θυσιάζεται για τους νόμους Του, θυσιάζεται και για Εκείνον. Ταυτίζοντας τον Εαυτό Του με τα έργα και τη διδασκαλία Του, ο Κύριος διευρύνει τη δυνατότητα της σωτηρίας σε πολλούς.
«Τί γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τί δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (Μάρκ. η' 36 - 37). Τί θα ωφεληθεί ο άνθρωπος αν κερδίσει όλον τον κόσμο, αλλά χάσει την ψυχή του; Ή τί αντάλλαγμα μπορεί να δώσει ο άνθρωπος για την ψυχή του;
Τα λόγια αυτά ρίχνουν περισσότερο φως στα προηγούμενα. Από αυτά προκύπτει ότι ο Κύριος θεωρεί πως η ψυχή του ανθρώπου αξίζει περισσότερο από τον κόσμο ολόκληρο. Από αυτά προκύπτει επίσης τι είδους ψυχή πρέπει να χάσει ο άνθρωπος για να κερδίσει την ψυχή του: να χάσει την καταρρακωμένη ψυχή, εκείνην που είναι βουτηγμένη στον κόσμο, που την έχει γονατίσει ο κόσμος, που είναι δουλωμένη στον κόσμο. Όταν ο άνθρωπος χάσει τέτοια λεγόμενη «ψυχή», τότε θα σώσει την πραγματική ψυχή του. Αν απορρίψει την απατηλή ζωή, θα κερδίσει την αληθινή.
Ποιά η ωφέλεια αν κερδίσει κανείς τον κόσμο ολόκληρο, όταν ο κόσμος αυτός είναι προορισμένος για καταστροφή, και να βλάψει την ψυχή του, που είναι προορισμένη για την αιωνιότητα; Ο κόσμος πλησιάζει προς το τέλος του. Στο τέλος θ’ αποβληθεί σαν ένα σκωροφαγωμένο ρούχο. Οι αληθινές ψυχές, αυτές που αγαπούν το Χριστό, θα πετάξουν τότε στη βασιλεία της αιώνιας νεότητας. Το τέλος του κόσμου θα σημάνει την έναρξη μιας νέας ζωής για την ψυχή. Τί αξίζει τότε για τον άνθρωπο ολόκληρος ο κόσμος, όταν σύντομα θα χωριστεί απ’ αυτόν, όταν ο κόσμος ολόκληρος στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον θα αποσυντεθεί και θα εξαφανιστεί σαν όνειρο που πέρασε; Σε τί θα του χρησιμεύσει ένα αβοήθητο κουφάρι; Τί αντάλλαγμα αξίζει να δώσει για την ψυχή του;
Προσέξτε! Ακόμα κι αν ολόκληρος ο κόσμος ανήκε στον άνθρωπο, ο Κύριος δε θα τον δεχόταν ως αντάλλαγμα της ψυχής του. Μα ο κόσμος δεν ανήκει στον άνθρωπο, αλλά στο Θεό. Ο Θεός τον έφτιαξε και τον παρέδωσε στον άνθρωπο για χρήση, για χάρη ενός μεγαλύτερου αγαθού, μεγαλύτερου και πολυτιμότερου από τον κόσμο. Το μεγαλύτερο δώρο που ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο είναι η κατ’ εικόνα Του ψυχή. Και το μέγιστο αυτό δώρο θα το ζητήσει πίσω όταν ο ίδιος ευδοκήσει. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιστρέψει τίποτα στο Θεό στη θέση της ψυχής του. Η ψυχή είναι ο βασιλιάς, όλα τ’ άλλα είναι δούλοι. Ο Θεός δε θα δεχτεί ένα δούλο στη θέση του βασιλιά, ούτε κάτι θνητό στη θέση του αθάνατου.
Τί αντάλλαγμα μπορεί να δώσει ο αμαρτωλός για την ψυχή του; Εφόσον ο άνθρωπος εξακολουθεί να ζει σωματικά στον κόσμο γοητεύεται απ’ αυτόν, πιστεύει πως ο κόσμος είναι πολύτιμος. Όταν όμως χωρίζεται από το σώμα, συνειδητοποιεί πως χωρίς το Θεό και την ψυχή δεν υπάρχει τίποτα που ν’ αξίζει. Μα είναι πολύ αργά. Τότε δεν μπορεί να σκεφτεί να δώσει κάτι αντάλλαγμα για την ψυχή του. Πόσο δυσχερής είναι η θέση της αμαρτωλής ψυχής όταν ανακαλύπτει πως όλα όσα την έδεναν με το Θεό και τον κόσμο έχουν τώρα διαρραγεί, πως τώρα είναι γυμνή και άμοιρη στον πνευματικό κόσμο! Σε ποιόν μπορεί να κραυγάσει για βοήθεια; Ποιό όνομα μπορεί να επικαλεστεί; Από ποιό άκρο ιματίου μπορεί να πιαστεί καθώς πέφτει μέσα στην ατέλειωτη και αιώνια άβυσσο;
Ευλογημένοι είναι εκείνοι που σ’ αυτή τη ζωή αγάπησαν το Χριστό κι έμαθαν να επικαλούνται το όνομά Του μέρα και νύχτα, μαζί με την ανάσα και το χτύπο της καρδιάς τους. Πάνω από την άβυσσο θα γνωρίζουν ποιον πρέπει να καλέσουν για βοήθεια. Θα ξέρουν ποιο όνομα να επικαλεστούν. Θα ξέρουν από ποιο άκρο ιματίου να πιαστούν. Εκείνοι θα βρίσκονται πραγματικά εκτός κινδύνου, θα καλύπτονται κάτω από τις φτερούγες του αγαπημένου τους Κυρίου.
Εδώ τώρα έχουμε το σπουδαιότερο λόγο που πρέπει να φοβούνται εκείνοι που σ’ αυτή τη ζωή δεν έχουν επίγνωση του φόβου της αμαρτίας.
Είπε ο Κύριος: «Ος γαρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ, και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων» (Μάρκ. η' 38). Εκείνος που θα δειλιάσει, θα ντραπεί και θ’ αρνηθεί εμένα και τους λόγους μου σ’ αυτήν την αποστατημένη κι αμαρτωλή γενιά, αυτόν κι ο υιός του ανθρώπου δε θα τον λυπηθεί και θα τον αποκηρύξει όταν έρθει με τη δόξα του Πατέρα Του, συνοδευόμενος από τους αγίους αγγέλους Του.
Ακούστε τα αυτά όλοι οι πιστοί. Μην υπερεκτιμάτε την αγάπη του Θεού. Το έλεός Του θα το δώσει και στους αμετανόητους βλάσφημους μόνο σ’ αυτή τη ζωή. Στην τελική Κρίση, τη θέση του ελέους θα την καταλάβει η δικαιοσύνη. Ακούστε τα αυτά όλοι εσείς που πλησιάζετε καθημερινά τον αναπόφευκτο θάνατο. Ακούστε τα και τηρήστε τα στην καρδιά και την ψυχή σας. Τα λόγια αυτά δεν τα είπε εχθρός σας, αλλά ο μεγαλύτερος φίλος σας. Τα ίδια αυτά χείλη που πάνω στο σταυρό συχώρεσαν τους εχθρούς Του, διατύπωσαν κι αυτά τα φοβερά αλλά δίκαια λόγια. Εκείνον που ντρέπεται να ομολογήσει το Χριστό σ’ αυτόν τον κόσμο, θα τον ντρέπεται κι ο Χριστός στο τέλος του κόσμου. Αυτόν που ντρέπεται να ομολογήσει το Χριστό μπροστά στους αμαρτωλούς, θα τον αγνοήσει κι ο Χριστός μπροστά στους αγγέλους Του. Σε τί θα υπερηφανεύεσαι, άνθρωπε, αν ο Χριστός σε αγνοήσει; Αν ντρέπεσαι τη ζωή, σημαίνει πως υπερηφανεύεσαι στο θάνατο. Αν ντρέπεσαι στην αλήθεια, υπερηφανεύεσαι στα ψέμματα. Αν ντρέπεσαι στην αγάπη, υπερηφανεύεσαι στην κακία. Αν ντρέπεσαι στη δικαιοσύνη, υπερηφανεύεσαι στην αδικία. Αν ντρέπεσαι να υποφέρεις στο σταυρό, σημαίνει ότι υπερηφανεύεσαι στην ειδωλολατρική ανοσιότητα. Αν ντρέπεσαι την αθανασία, υπερηφανεύεσαι στη φθορά του θανάτου και του τάφου.
Μπροστά σε ποιόν ντρέπεσαι το Χριστό; Σε κάποιον καλλίτερο από το Χριστό; Όχι, καλλίτερος από το Χριστό δεν υπάρχει. Αυτό σημαίνει πως θα ντρέπεσαι μπροστά σε κάποιον που είναι κατώτερος από το Χριστό. Ντρέπεσαι τον πατέρα σου μπροστά σε μια αρκούδα; Μήπως κάποια κόρη ντρέπεται για τη μητέρα της μπροστά σε μιαν αλεπού; Γιατί τότε ντρέπεσαι τον πανάγαθο μπροστά στον κακό, τον Πάναγνο μπροστά στον αμαρτωλό, τον παντοδύναμο μπροστά στον ανίσχυρο, τον παντογνώστη μπροστά στον ανόητο; Γιατί ντρέπεσαι το μεγαλοδύναμο Κύριο μπροστά σε μια αισχρή κι αμαρτωλή γενεά; Μήπως επειδή η γενεά αυτή χορεύει διαρκώς μπροστά στα μάτια σου, ενώ ο Κύριος είναι αόρατος; Περίμενε λίγο, λίγο ακόμα, κι ο Κύριος θα εμφανιστεί ένδοξος ανάμεσα στα νέφη των αγγέλων, κι η γενεά αυτή θα εξαφανιστεί κάτω από τα πόδια Του, θα σκορπιστεί όπως η σκόνη μπροστά στο δυνατό άνεμο. Τότε θα ντραπείς πραγματικά, όχι για τον ένδοξο Κύριο, μα για σένα. Μα η ντροπή σου τότε δε θά ’χει καμιά αξία. Είναι καλύτερα να ντραπείς τώρα, όσο η ντροπή μπορεί ακόμα να βοηθήσει. Να ντραπείς για όλα μπροστά στο Χριστό, όχι για το Χριστό μπροστά σε όλα.
Γιατί είπε ο Χριστός εμέ και τους εμούς λόγους; Όποιος ντρέπεται Εμένα, σημαίνει όποιος αμφιβάλλει για τη θεότητά Μου, για τη θεία Μου ενσάρκωση από την αγία Παρθένο, για τα σταυρικά Μου πάθη και την Ανάστασή Μου, για την πτωχεία Μου σ’ αυτόν τον κόσμο και για την αγάπη μου προς τους αμαρτωλούς. Όποιος ντρέπεται για τους λόγους Μου, σημαίνει όποιος αμφιβάλλει για το ευαγγέλιο ή αρνιέται τη διδασκαλία Μου, όποιος διαστρέφει τους λόγους Μου και με την αίρεση προκαλεί σύγχυση ανάμεσα στους πιστούς, όποιος φέρεται αλαζονικά στην αποκάλυψη και τη διδασκαλία Μου και την αντικαθιστά με άλλες, δικές του διδαχές ή όποιος κρύβεται σκόπιμα και δεν ομολογεί τα λόγια Μου μπροστά στους ισχυρούς αυτού του κόσμου. Αυτός θα νιώσει και τη δική Μου ντροπή, και το δικό του φόβο.
Τα λόγια του Χριστού είναι μια ζωντανή διαθήκη στον κόσμο, όπως είναι και τα πάθη Του, το Σώμα και το Αίμα Του. Ο Κύριος δε διαχωρίζει τα λόγια Του από τον Εαυτό Του, δε δίνει μικρότερη αξία σ’ αυτά απ’ ό,τι στο Πρόσωπό Του. Ο λόγος Του είναι αχώριστος από τον Εαυτό του. Ο λόγος του έχει την ίδια δύναμη με το Πρόσωπό Του, γι’ αυτό και είπε στους αποστόλους Του: «Ήδη υμείς καθαροί έστε διά τον λόγον ον λελάληκα υμίν» (Ιωάν. ιε' 3). Με το λόγο Του καθάριζε τις ψυχές, θεράπευε τους αρρώστους, έδιωχνε τα πονηρά πνεύματα και ανάσταινε τους νεκρούς. Ο λόγος Του είναι δημιουργικός, καθαρτικός και ζωογόνος. Γιατί τότε να ηχεί περίεργο αυτό που ακούμε στο ευαγγέλιο, «και Θεός ην ο Λόγος» (Ιωάν. α' 1);
Ο Κύριος αποκαλεί τη γενεά αυτή μοιχαλίδα με την ευρύτερη έννοια του όρου. Έτσι είχαν αποκαλέσει κι οι παλιοί προφήτες τη λατρεία των ψεύτικων θεών (βλ. Ιεζ. κγ' 37). Όποιος αφήνει τη δική του σύζυγο και ακολουθεί άλλη γυναίκα είναι μοιχός. Όποιος ξεχνά τον ζώντα Θεό και προσκυνά τον κτιστό κόσμο, είναι κι αυτός μοιχός. Όποιος εγκαταλείπει την πίστη του στον Κύριο και πιστεύει σε ανθρώπους κι όποιος απαρνιέται την αγάπη του προς το Θεό και την μεταφέρει σε ανθρώπους και σε αντικείμενα, διαπράττει μοιχεία. Με λίγα λόγια, όλες οι αμαρτίες που χωρίζουν την ψυχή σου από το Θεό και την προσκολλούν σε κάτι ή σε κάποιον μακριά από το Θεό, μπορούν να χαρακτηριστούν με το γενικό όρο της μοιχείας, γιατί όλες φέρουν τα σημάδια του μοιχού άντρα ή της μοιχαλίδας γυναίκας. Όποιος επομένως ντρέπεται για το Χριστό, τον Κύριο, το Νυμφίο της ψυχής του ανθρώπου, μπροστά σε μια τέτοια μοιχαλίδα γενεά, μοιάζει πραγματικά με τη νύφη που ντρέπεται μπροστά σε ακόλαστους ανθρώπους για το μνηστήρα της. Ο Κύριος δε μιλάει μόνο για αμαρτωλή γενεά, αλλά για γενεά μοιχαλίδα και αμαρτωλή. Γιατί; Για να κάνει ειδική αναφορά και καταγγελία της μοιχείας. Με τη λέξη «μοιχεία» υπονοούνται εδώ οι σοβαρότερες, οι πιο απεχθείς και θανάσιμες αμαρτίες, που συχνά ξεστρατίζουν τον άνθρωπο από την πίστη του Χριστού, από την αυταπάρνηση, από το σταυρό του και την αναγέννησή του.
Προσέξτε τώρα πως τελειώνει το σημερινό ευαγγέλιο: «Αμήν λέγω υμίν, εισί τινες των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου, έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει» (Μάρκ. θ’ 1). Αλήθεια σας λέω, σας διαβεβαιώνω, πως μερικοί απ’ αυτούς που βρίσκονται εδώ τώρα, δε θα γνωρίσουν θάνατο, προτού δουν τη βασιλεία του Θεού νά ’ρχεται δυναμικά.
Από μια πρώτη άποψη θά ’λεγε κανείς πως τα λόγια αυτά δε συνδέονται με τα προηγούμενα. Η συνοχή τους όμως είναι σαφής. Αυτό είναι ένα θαυμάσιο τελείωμα. Ο Κύριος δε θ’ αφήσει τους πιστούς Του απαρηγόρητους. Αφού τους καλεί ν’ αναλάβουν το σταυρό τους, ν’ απαρνηθούν τον εαυτό τους και τη ζωή τους· κι αφού τους απειλεί με φοβερές τιμωρίες σε περίπτωση που ντραπούν να ομολογήσουν Εκείνον και τους λόγους Του, ο Κύριος τώρα κάνει να εμφανιστεί στον ουρανό ένα ουράνιο τόξο μετά την καταιγίδα. Σπεύδει να μιλήσει για ανταπόδοση σε κείνους που τον υπακούνε και τον ακολουθούν κουβαλώντας το σταυρό τους. Η ανταμοιβή θα δοθεί σε κάποιους πριν από το τέλος του κόσμου και την τελική κρίση, πριν ακόμα κι από το τέλος της ζωής τους στη γη. Αυτοί δε θα γευτούν το θάνατο έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυΐαν εν δυνάμει.
Πόσο σοφός είναι ο Κύριος στο κήρυγμά Του! Ποτέ δε μιλάει για καταδίκη χωρίς ταυτόχρονα ν’ αναφέρει και ανταμοιβή. Δεν κατακρίνει χωρίς να επαινέσει, δεν οδηγεί τον άνθρωπο σε δρόμο γεμάτο αγκάθια χωρίς να μνημονεύσει τη χαρά που τον περιμένει στο τέλος του δρόμου. Δεν απειλεί χωρίς να παρηγορήσει. Δεν αφήνει να καλυφθεί ο ουρανός από μαύρα σύννεφα χωρίς να δείξει ξανά το λαμπρό ήλιο και το κάλλος του ουράνιου τόξου.
Ποιοί είναι αυτοί που δε θα γευτούν θάνατο προτού δουν τη βασιλεία του Θεού νά ’ρχεται δυναμικά; Ο Κύριος, που μιλούσε στους μαθητές Του μα και σ’ ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων, είπε: «εισί τινες των ώδε εστηκότων». Είναι μερικοί απ’ αυτούς που τώρα βρίσκονται εδώ, ανάμεσά μας. Ποιούς εννοεί, επομένως;
Πρώτα εννοεί εκείνους που έχουν τηρήσει την εντολή Του ν’ απαρνηθούν τον εαυτό τους και ν’ αναλάβουν το σταυρό τους. Αυτοί, αν και ζουν σ’ αυτόν τον κόσμο, θα νιώσουν μέσα τους τη δύναμη της βασιλείας του Θεού. Το Πνεύμα του Θεού θα τους επισκιάσει, θα τους καθαρίσει και θα τους αγιάσει, θα τους ανοίξει τις πύλες των μυστηρίων του ουρανού, όπως έγινε αργότερα στον πρωτομάρτυρα Στέφανο και στους αποστόλους. Δεν είδαν τη βασιλεία του Θεού δυναμικά οι απόστολοι την ημέρα της Πεντηκοστής, τη στιγμή που έλαβον δύναμιν εξ ύψους; Κι ο Στέφανος «υπάρχων πλήρης Πνεύματος Αγίου, ατενίσας εις τον ουρανόν είδε δόξαν Θεού» (Πράξ. ζ' 55). Ο ευαγγελιστής Ιωάννης δεν είδε τη βασιλεία του Θεού πριν από το σωματικό του θάνατο; Ο απόστολος Παύλος δεν ανέβηκε ως τον τρίτο ουρανό προτού γευτεί θάνατο; Ας αφήσουμε όμως τους αποστόλους κατά μέρος. Ποιός ξέρει πόσοι από κείνους που παρακολουθούσαν και άκουγαν τον Κύριο ένιωσαν τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και είδαν τη βασιλεία του Θεού νά ’ρχεται προτού εγκαταλείψουν τον κόσμο αυτό;
Εκτός όμως από την ερμηνεία αυτή, κάποιοι ευαγγελικοί σχολιαστές δίνουν στα παραπάνω λόγια του Χριστού διαφορετική ερμηνεία. Εκτιμούν ότι τα λόγια αυτά του Σωτήρα μας αναφέρονται στους τρεις αποστόλους, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, που λίγο καιρό αργότερα είδαν τον Κύριο να μεταμορφώνεται στο όρος Θαβώρ και να συνομιλεί με τον Ηλία και το Μωυσή. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η ερμηνεία αυτή είναι σωστή, μα δεν αποκλείει και την άλλη. Οι τρεις απόστολοι σίγουρα είδαν τη βασιλεία του Θεού δυναμικά στο όρος Θαβώρ, όταν ο Κύριος Ιησούς εμφανίστηκε με την ουράνια δόξα Του, ενώ από τον άλλο κόσμο εμφανίστηκαν ο Μωυσής κι ο Ηλίας, ο ένας στα δεξιά κι ο άλλος αριστερά Του. Δεν πρέπει όμως να πιστεύουμε πως αυτή ήταν η μοναδική περίπτωση που άνθρωποι θνητοί είδαν τη βασιλεία του Θεού νά ’ρχεται δυναμικά. Το περιστατικό του όρους Θαβώρ ήταν πραγματικά εκθαμβωτικό, μα δεν αποκλείει τις αμέτρητες άλλες περιπτώσεις θνητών ανθρώπων που είδαν σ’ αυτή τη ζωή, αν και με διαφορετικό τρόπο, τη βασιλεία του Θεού δυναμικά και ένδοξα.
Αν το επιθυμούμε, μπορούμε κι εμείς να δούμε τη βασιλεία του Θεού νά ’ρχεται «εν δυνάμει και δόξη» προτού γευτούμε το σωματικό θάνατό μας. Οι συνθήκες με τις οποίες θα μας αποκαλυφτεί ξεκαθαρίζονται στο σημερινό ευαγγέλιο. Ας αγωνιστούμε να νεκρώσουμε την παλιά μας ψυχή, την αμαρτωλή ζωή μας. Ας μάθουμε πως είναι προτιμότερο και πιο σπουδαίο στον άνθρωπο να σώσει την ψυχή του παρά να κερδίσει τον κόσμο ολόκληρο. Έτσι θ’ αξιωθούμε με το έλεός Του να δούμε τη βασιλεία του Θεού, μεγάλη σε δύναμη κι ασύγκριτη σε δόξα, εκεί που οι άγγελοι μαζί με τους αγίους δοξολογούν μέρα και νύχτα τον Ζώντα Θεό, τον Πατέρα, τον Υιό και το Αγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Πηγή: («Καιρός Μετανοίας» Ομιλίες Β’, Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Επιμέλεια – Μετάφραση – Κεντρική διάθεση: Πέτρος Μπότσης), Η άλλη όψη
(Ευαγγέλιο: Μαρκ. β' 1-12)
Την περασμένη Κυριακή ακούσαμε το ευαγγέλιο που αναφέρεται στη θαυμαστή ισχύ που έχει η μεγάλη και δυναμική παρουσία του Χριστού. Ο Ναθαναήλ αμφισβητούσε τα λόγια του αποστόλου Φιλίππου πως είχε εμφανιστεί στον κόσμο ο από πολλού αναμενόμενος Μεσσίας, στο πρόσωπο του Ιησού του από Ναζαρέτ. Ο Ναθαναήλ όμως, με το που βρέθηκε κατά πρόσωπο με τον ίδιο τον Κύριο, αμέσως τον αναγνώρισε και τον ομολόγησε ως Υιό του Θεού και ως Βασιλιά του Ισραήλ. Το σημερινό ευαγγέλιο μας μιλάει για τις μεγάλες προσπάθειες και τον αγώνα που κατέβαλαν άνθρωποι με πραγματική πίστη για να παρουσιαστούν μπροστά στον Κύριο.
Τέσσερις άνθρωποι μετέφεραν έναν συνάνθρωπο ή φίλο τους που ήταν παραλυτικός. Τον μετέφεραν με το κρεβάτι του, αφού ήταν τόσο αδύνατος κι αβοήθητος, ώστε δε θα μπορούσε να μεταφερθεί διαφορετικά. Μάταια όμως προσπαθούσαν να περάσουν ανάμεσα από το πυκνό πλήθος και να πλησιάσουν τον Κύριο. Κι αφού αυτό δεν μπορούσαν να το κατορθώσουν, ανέβηκαν στην οροφή τής οικίας, την άνοιξαν, και με μεγάλη προσπάθεια κατέβασαν το κρεβάτι οπού κείτονταν ο άρρωστος και το ακούμπησαν μπροστά στα πόδια τού θαυματουργού Ιατρού. Τόσο μεγάλη ήταν η πίστη τους στο Χριστό.
«Ιδών δε Ιησούς την πίστιν αυτών λέγει τώ παραλυτικώ΄ τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» (Μάρκ. Β’ 5). Οι αμαρτίες σου συγχωρούνται, είπε ο Ιησούς στον παραλυτικό. Ο Χριστός δεν περίμενε ν’ ακούσει να εκφράζεται με λόγια η πίστη τους. Την είδε. Η πνευματική Του όραση εισχώρησε στα μύχια τής ανθρώπινης καρδιάς. Και κει, στα βάθη της, είδε τη μεγάλη τους πίστη. Με τα σωματικά Του μάτια είδε τις προσπάθειες και τον αγώνα τους να φέρουν τον άρρωστο άνθρωπο μπροστά Του. Η πίστη τους επομένως ήταν ολοφάνερη.
Η απιστία των γραμματέων που παρευρίσκονταν στο γεγονός αυτό ήταν επίσης ολοφάνερη στον Κύριο. «Τί ούτος ούτω λαλεί βλασφημίας; Τίς δύναται αφιέναι αμαρτίας ει μη εις ο Θεός;» (Μάρκ. Β’ 8). Αυτός βλασφημεί, έλεγαν μέσα τους. Ποιός άλλος, εκτός από το Θεό, μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες;
Ο Κύριος «επιγνούς τω πνεύματι αυτού ότι ούτως αυτοί διαλογίζονται εν εαυτοίς, είπεν αυτοίς΄ τί ταύτα διαλογίζεσθε εν ταις καρδίαις υμών;» (Μάρκ. Β’ 8). Ο Κύριος γνώριζε αυτά που σκέφτονταν κι άρχισε να τους επιτιμά με ήρεμο τρόπο. Γιατί σκέφτεστε τέτοια πράγματα; Ο Κύριος διαβάζει τις πονηρές καρδιές το ίδιο εύκολα που διαβάζει και τις αγνές. Όπως αναγνώρισε αμέσως την αγνή και καθαρή καρδιά τού Ναθαναήλ, που δεν είχε πονηριά και δόλο, έτσι αναγνώρισε αμέσως τις ακάθαρτες καρδιές των γραμματέων, που ήταν γεμάτες δόλο. Για να τους δείξει λοιπόν πως έχει εξουσία τόσο στα σώματα όσο και στις ψυχές των ανθρώπων, τόσο να συγχωρεί αμαρτίες όσο και να θεραπεύει τα άρρωστα σώματα, ο Κύριος λέει στον παραλυτικό: «σοι λέγω, έγειρε και άρον τον κράβαττόν σου και ύπαγε εις τον οίκον σου» (Μάρκ. β' 11). Και μπροστά σε τέτοιο εξουσιαστικό λόγο, ο άρρωστος άνθρωπος «ηγέρθη ευθέως, και άρας τον κράβαττον εξήλθεν εναντίον πάντων, ώστε εξίστασθαι πάντας και δοξάζειν τον Θεόν λέγοντας ότι ουδέποτε ούτως είδομεν» (Μάρκ. Β’ 12). Ο παράλυτος άνθρωπος σηκώθηκε αμέσως, έβαλε το κρεβάτι στον ώμο του και πέρασε μπροστά απ’ όλους. Κι όλοι θαύμασαν και δόξασαν το Θεό λέγοντας: τέτοια γεγονότα ποτέ μας δεν είδαμε.
Ας δούμε τώρα πόσες θαυμαστές δυνάμεις φανερώνει διά μιας ο Κύριος:
Διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων και σε μερικές διακρίνει την πίστη, ενώ σε άλλες το δόλο.
Συγχωρεί στην ψυχή τις αμαρτίες και την κάνει υγιή, καθαρή από την πηγή τής αρρώστιας και της αναπηρίας.
Αποκαθιστά την υγεία στο άρρωστο και παραλυτικό σώμα με τη δύναμη του λόγου Του.
Πόσο μεγάλη, πόσο φοβερή και πόσο θαυμαστή και ζωοδότρα είναι η παρουσία τού ζώντος Κυρίου!
Ας έρθουμε όμως κι ας σταθούμε μπροστά στην παρουσία του ζώντος Κυρίου. Το πιο σπουδαίο πράγμα στο δρόμο τής σωτηρίας είναι να προσεγγίσουμε με πίστη την παρουσία τού Κυρίου, να τη νιώσουμε. Μερικές φορές έρχεται και μας αποκαλύπτεται ο ίδιος ο Κύριος. Έτσι πήγε στη Μάρθα και τη Μαρία στη Βηθανία, έτσι ξαφνικά εμφανίστηκε στον απόστολο Παύλο στο δρόμο προς τη Δαμασκό, σε άλλους αποστόλους στη θάλασσα της Γαλιλαίας και στο δρόμο προς τους Εμμαούς, στην οικία όπου μπήκε «κεκλεισμένων των θυρών», στη Μαρία τη Μαγδαληνή στον κήπο και σε πολλούς αγίους σε όνειρα ή οράματα. Μερικές φορές παρουσίασαν οι απόστολοι ανθρώπους στον Κύριο, όπως ο Ανδρέας έφερε τον Πέτρο κι ο Φίλιππος το Ναθαναήλ. Οι διάδοχοι των αποστόλων κι οι ιεραπόστολοι έφεραν στο Χριστό χιλιάδες, εκατομμύρια ανθρώπους κι άλλες φορές ο ένας πιστός έφερνε τον άλλο. Αλλά και άγνωστοι άνθρωποι μερικές φορές προσπάθησαν πολύ μόνοι τους να πλησιάσουν τον Κύριο, όπως στην περίπτωση των τεσσάρων που άνοιξαν την οροφή τού σπιτιού για να φέρουν τον παραλυτικό φίλο τους μπροστά Του.
Αυτοί είναι οι τρεις τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι μπορούν να παρουσιαστούν στον Κύριο. Εκείνο που πρέπει να κάνουμε εμείς είναι να προσπαθήσουμε πολύ και ν’ αγωνιστούμε για να βρεθούμε μπροστά Του, ώστε να μας βοηθήσει κι Εκείνος να τον προσεγγίσουμε και να μας φωτίσει. Πρέπει ν’ ακολουθήσουμε τους τρείς αυτούς τρόπους σε αντίθετη πορεία. Αυτό σημαίνει πως πρέπει με πίστη και ζήλο να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βρεθούμε μπροστά στον Κύριο. Μετά ν’ ακολουθήσουμε την κλήση και τις εντολές τής αγίας αποστολικής Εκκλησίας, της Εκκλησίας των πατέρων και των διδασκάλων. Και τελικά, αφού θα έχουμε εκπληρώσει τους δύο πρώτους όρους, θα πρέπει να περιμένουμε με πίστη κι ελπίδα στο Θεό να μας παρουσιαστεί, κι η παρουσία Του να μας φωτίσει, να μας ενισχύσει, να μας θεραπεύσει και να μας σώσει.
Το μέγεθος των προσπαθειών που πρέπει να καταβάλουμε για ν’ ανοίξουμε το δρόμο που μας οδηγεί στην παρουσία του Θεού, φαίνεται από το παράδειγμα των τεσσάρων αυτών αντρών. Δε δίστασαν ν’ ανέβουν στην οροφή τού σπιτιού, για να κατεβάσουν και να παρουσιάσουν μπροστά στον Κύριο τον άρρωστο φίλο τους. Δεν έκαναν πίσω ούτε από ντροπή ούτε από φόβο. Το παράδειγμα αυτό του μεγάλου ζήλου τους είναι όμοιο με το παράδειγμα της χήρας που ζητούσε πιεστικά και φορτικά από τον άδικο κριτή να τη δικάσει και να την προστατέψει από τον αντίδικό της (βλ. Λουκ. ιη' 1 -5). Αυτό σημαίνει πως πρέπει να τηρούμε την εντολή τού Κυρίου και να κραυγάζουμε μέρα και νύχτα, ωσότου μας ακούσει. «κρούετε και ανοιγήσεται υμίν» (Ματθ. ζ' 7), είπε ο Κύριος. Αυτή είναι η εξήγηση που έχουν τα λόγια τού Χριστού: «Η βασιλεία τού Θεού βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. ια’ 12).
Ο Κύριος ζητά απ’ όλους τους πιστούς Του να καταβάλουν κάθε προσπάθεια, να εξαντλήσουν τη δύναμή τους, να εργαστούν όσο κρατά η ημέρα, να προσεύχονται αδιάλειπτα, να ζητήσουν, να κρούσουν, να νηστέψουν και να κάνουν αμέτρητα έργα ελέους. Κι όλ’ αυτά ώστε η βασιλεία των ουρανών - η μεγάλη, φοβερή και ζωοποιός παρουσία τού Θεού - ν’ ανοιχτεί γι’ αυτούς. «Αγρυπνείτε ουν εν παντί καιρώ, είπε ο Κύριος, ίνα καταξιωθήτε... σταθήναι έμπροσθεν του υιού τού ανθρώπου» (Λουκ. κα' 36). Νά ’χετε προσοχή και εγρήγορση στην καρδιά σας, για να μην προσκολληθεί στα γήινα. Νά ’χετε εγρήγορση στις σκέψεις σας, για να μη σας οδηγούν μακριά από το Θεό. Να προσέχετε τα έργα σας, να διπλασιάζετε τα τάλαντά σας, μην τ’ αφήσετε να λιγοστέψουν ή να εξαφανιστούν εντελώς. Ν’ αγρυπνείτε διαρκώς, ώστε ο θάνατος να μη σας βρει απροετοίμαστους και αμετανόητους στην αμαρτία σας. Η ορθόδοξη πίστη μας αυτή είναι: ενεργός, προσευχητική, γρηγορούσα. Αναλώνεται στα δάκρυα και τους αγώνες. Καμιά άλλη πίστη δε ζητάει τέτοιον αγώνα από τους πιστούς για ν’ αξιωθούν να σταθούν μπροστά στον Υιό τού Θεού. Ο Κύριος και Σωτήρας μας ζητάει τον αγώνα αυτόν από τους πιστούς. Η Εκκλησία επαναλαμβάνει τις εντολές Του από αιώνα σε αιώνα, από γενιά σε γενιά, φέρνοντας σαν παράδειγμα στους πιστούς τους απειράριθμους και μεγάλους πνευματικούς αγωνιστές που τήρησαν το νόμο του Χριστού κι αξιώθηκαν ν’ αποκτήσουν δόξα και ανέκφραστη δύναμη τόσο στον ουρανό όσο και στη γη.
Δεν πρέπει όμως από την άλλη μεριά να πέσουμε στην πλάνη και να νομίσουμε πως από μόνες τους όλες οι προσπάθειες του ανθρώπου κι όλοι οι αγώνες του μπορούν να τον σώσουν. Δεν πρέπει να πιστέψουμε πως ο άνθρωπος με τις προσπάθειες και τον αγώνα του θα μπορέσει μόνος του να παραστεί μπροστά στο ζώντα Θεό. Αν ο Θεός δεν το θελήσει, κανένας θνητός δεν μπορεί να δει το πρόσωπό Του. Ο ίδιος ο Κύριος που καθόρισε τον αγώνα και τις προσπάθειες του ανθρώπου, λέει: «Όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε ότι δούλοι αχρείοι εσμεν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. ιζ' 10). Και σε κάποιο άλλο σημείο λέει: «Ουδείς δύναται ελθείν πρός με, εάν μη ο πατήρ ο πέμψας με ελκύσει αυτόν» (Ιωάν. στ' 44). Κι αλλού πάλι: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιωάν. ιε' 5). Κι ο απόστολος Παύλος για το ίδιο θέμα: «Χάριτί εστε σεσωσμένοι» (Εφ. β' 5).
Μετά απ’ όλ’ αυτά τί μπορούμε να πούμε; Μήπως πρέπει να σκεφτούμε πως είναι μάταιοι όλοι οι αγώνες κι οι προσπάθειες που κάνουμε για τη σωτηρία μας; Μήπως πρέπει να τα εγκαταλείψουμε όλα και να περιμένουμε από τον ίδιο τον Κύριο, με τη δύναμη και την εξουσία που έχει, να μας παρουσιάσει ενώπιόν Του; Δε λέει ο προφήτης Ησαϊας πως «ως ράκος αποκαθημένης πάσα η δικαιοσύνη ημών» (ξδ' 6); Τί πρέπει να κάνουμε τότε; Να εγκαταλείψουμε κάθε προσπάθειά μας, όλους τους αγώνες μας; Μα τότε δε θα γίνουμε ίδιοι με τον οκνηρό δούλο, που έσκαψε και έκρυψε το τάλαντο που του εμπιστεύτηκε ο Κύριος στη γη, και τον οποίο επέπληξε ο Κύριος με τα λόγια, «πονηρέ δούλε και οκνηρέ!» (Ματθ. κε' 26);
Πρέπει να σοβαρευτούμε και ν’ ασκηθούμε στην τήρηση όλων των εντολών τού Κυρίου. Πρέπει να καταβάλλουμε ό,τι είναι δυνατό από την πλευρά μας, μα ανήκει στη δύναμη του Θεού να ευλογήσει τις προσπάθειές μας και να μας παρουσιάσει ενώπιόν Του. Ο απόστολος Παύλος έχει δώσει μια πολύ καλή εξήγηση πάνω σ’ αυτό το θέμα. Λέει: «Εγώ εφύτευσα, Απολλώς επότισεν, αλλ’ ο Θεός ηύξανεν ώστε ούτε ο φυτεύων εστί τι ούτε ο ποτίζων, αλλ ’ ο αυξάνων Θεός» (Α' Κορ. γ' 6-7). Όλα επομένως εξαρτιώνται από το Θεό, από τη δύναμη, τη σοφία και το έλεός Του. Εμείς πρέπει να φυτεύουμε και να ποτίζουμε. Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε τα καθήκοντά μας αυτά, γιατί διαφορετικά θα κινδυνεύσουμε να καταδικαστούμε στον αιώνιο θάνατο.
Το καθήκον τού γεωργού είναι να σπέρνει και να ποτίζει. Από το Θεό όμως, από τη δύναμη, τη σοφία και το έλεός Του, εξαρτάται αν ο σπόρος θα ριζώσει ή όχι, αν θ’ αναπτυχθεί και θα βγάλει καρπούς.
Είναι χρέος τού επιστήμονα να ερευνά και να ψάχνει, μα ανήκει στο Θεό, στη δύναμη, τη σοφία και το έλεός Του, αν η γνώση θα του αποκαλυφτεί ή όχι.
Είναι καθήκον των γονιών ν’ αναθρέψουν τα παιδιά τους και να τα μάθουν το φόβο τού Θεού, μα είναι στη δύναμη, τη σοφία και το έλεός Του ο χρόνος της ζωής τους.
Είναι χρέος των ιερέων να διδάσκουν, να παρακαλούν, να επιτιμούν και να καθοδηγούν τους πιστούς. Το αν οι προσπάθειές τους θα καρποφορήσουν όμως είναι στη δύναμη, τη σοφία και το έλεος τού Θεού.
Είναι καθήκον όλων μας να προσπαθήσουμε και ν’ αγωνιστούμε για ν’ αξιωθούμε να σταθούμε μπροστά στον Υιό του Θεού, ανήκει όμως στη δύναμη, τη σοφία και το έλεός Του αν θα μας επιτραπεί να τον πλησιάσουμε.
Δεν πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε χωρίς ελπίδα στο έλεος του Θεού. Εύχομαι όλες μας οι προσπάθειες να φωτίζονται από το φώς τής ελπίδας πως ο Κύριος είναι κοντά μας, δίπλα μας. Πως θα μας δεχτεί μπροστά στο φώς τού προσώπου Του. Δεν υπάρχει πιο βαθιά και πιο ανεξάντλητη πηγή από το έλεος τού Θεού. Όταν ο Ασωτος Υιός μετάνιωσε για την τρομερή πτώση του στο επίπεδο των χοίρων, ο εύσπλαχνος πατέρας έτρεξε να τον συναντήσει, τον αγκάλιασε και τον συχώρεσε. Ο Θεός δεν αποκάμει να τρέχει για να συναντήσει τα μετανιωμένα παιδιά Του. Απλώνει το χέρι Του σε όλους εκείνους που θέλουν να γυρίσουν κοντά Του. «Εξεπέτασα τας χείρας μου όλην την ημέραν προς λαόν απειθούντα και αντιλέγοντα», είπε ο Κύριος για τους Ιουδαίους (Ησ. ξε' 2). Αν ο Κύριος απλώνει το χέρι Του στους απειθούντες και τους αντιλέγοντες, δε θα το κάνει στον υπάκουο; Ο υπάκουος προφήτης Δαβίδ λέει: «Προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου διαπαντός, ότι εκ δεξιών μού εστιν, ίνα μη σαλευθώ» (Ψαλμ. ιε' 9). Σ’ εκείνους που αγωνίζονται για τη σωτηρία τους, ο Κύριος δεν αρνείται την παρουσία Του.
Δεν πρέπει να λογαριάζουμε μάταιες τις προσπάθειές μας, όπως κάνουν οι άθεοι κι οι απελπισμένοι άνθρωποι. Εμείς πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε, να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, και ταυτόχρονα να ελπίζουμε στο έλεος του Θεού. Ιδιαίτερα την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής πρέπει να διπλασιάζουμε τους αγώνες μας, όπως συνιστά και η αγία Εκκλησία μας. Μακάρι το δρόμο μας αυτόν να τον φωτίζει το παράδειγμα των τεσσάρων ανθρώπων που σκαρφάλωσαν στην οροφή και την άνοιξαν, για ν’ αποθέσουν μπροστά στα πόδια τού Κυρίου τον πέμπτο απ’ αυτούς, το φίλο τους που έπασχε από παραλυσία. Αν το ένα πέμπτο τής ψυχής μας είναι παράλυτο ή άρρωστο, ας σπεύσουμε με τα άλλα υγιή τέσσερα πέμπτα στον Κύριο. Εκείνος θα θεραπεύσει το άρρωστο κομμάτι που έχουμε μέσα μας. Αν κάποια από τις αισθήσεις μας έχει σκανδαλιστεί με τον κόσμο αυτόν κι αυτό την έκαμε αδύνατη κι άρρωστη, ας τρέξουμε στον Κύριο με τις άλλες τέσσερις υγιείς αισθήσεις. Εκείνος θα σπλαχνιστεί την άρρωστη αίσθησή μας και θα την θεραπεύσει.
Όταν ένα μέρος τού σώματος ασθενεί, ο γιατρός συνιστά δύο είδη θεραπείας: τη φροντίδα και την καλή σίτιση του υπόλοιπου σώματος, ώστε το υγιές μέρος να δυναμώσει περισσότερο, να γίνει πιο δυνατό, για να μπορέσει ν’ αντισταθεί στο άρρωστο. Το ίδιο γίνεται και με τις ψυχές μας. Αν μέσα μας, στο νου μας, έχουμε αμφιβολίες, ας προσπαθήσουμε με την καρδιά και την ψυχή να ενισχύσουμε την πίστη μας και με τη βοήθεια του Κυρίου να θεραπεύσουμε και να δυναμώσουμε τον άρρωστο νου μας. Αν αμαρτήσαμε επειδή ξεχάσαμε την προσευχή, ας σπεύσουμε να κάνουμε έργα ελέους για ν’ αποκαταστήσουμε την προσευχητική μας διάθεση.
Ο Κύριος θα δει την πίστη μας, τις προσπάθειες και τον αγώνα μας και θα μας ελεήσει. Εκείνος με το αμέτρητο έλεός Του θα μας επιτρέψει να παρουσιαστούμε ενώπιόν Του, μπροστά στην αθάνατη και ζωοδότρα παρουσία από την οποία παίρνουν ζωή, ενισχύονται και χαροποιούνται οι αναρίθμητες αγγελικές δυνάμεις κι ο στρατός των αγίων. Στον Κύριο και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό πρέπει ο αίνος κι η δόξα, μαζί με τον Πατέρα και το Αγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Πηγή: «Καιρός Μετανοίας» Ομιλίες Β’, Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Επιμέλεια – Μετάφραση – Κεντρική διάθεση: Πέτρος Μπότσης)
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2206
Τὸ ἀπόγευμα τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας πραγματοποιήθηκε στὸν Κοιμητηριακὸ Ἱερὸ Ναὸ Κοιμήσεως Θεοτόκου Μεγάλης Χώρας Ἀγρινίου τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο, χοροστατοῦντος τοῦ Μητροπολίτου Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας κ. Κοσμᾶ, ὁ ὁποῖος κήρυξε τὸν θεῖο λόγο σχετικό μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὸν ἀγώνα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
ΠΗΓΗ: http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2014/03/blog-post_5.html#more
Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀποτελεῖ τὴν περίοδο τῶν πνευματικῶν εὐκαιριῶν καὶ προσδοκιῶν ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Τὴν περιμένουμε ὅλο τὸν χρόνο μὲ αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ δίψα, αὐτὰ τὰ ἀπροσδιόριστα πολλὲς φορὲς ὄνειρα, ποὺ ὅμως εἶναι τόσο βαθειά, γιατί ὑπόσχεται ὁ Θεὸς μεγάλα καὶ γιὰ αὐτὴν τὴν περίοδο, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴ ζωή μας. Ὁ σκοπός μας εἶναι νὰ ἀνεβεῖ ἡ ψυχή μας στὸν οὐρανό, νὰ γίνουμε οὐράνιοι ἄνθρωποι. Οἱ μέρες αὐτὲς ποὺ ξανοίγονται μπροστά μας μᾶς παρέχουν αὐτὴ τὴν δυνατότητα μέσα ἀπὸ τὸν αγῶνα τῆς μετανοίας. Ἂς δοῦμε λοιπὸν μερικὰ ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχει αὐτὸς ὁ ἀγῶνας μας.
Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ συγχώρηση. Εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς ἀγάπης, ἡ αἴσθηση τῆς κοινωνίας, τὸ ὅτι εἴμαστε ὅλοι καὶ μαζί, ὁμονοοῦντες καὶ ὁμοφρονοῦντες σὲ αὐτὴν τὴν πορεία, σὲ αὐτὴν τὴν ἐπιδίωξη, σὲ αὐτὴν τὴν προσδοκία τῶν εὐλογιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἀφήνουμε τὸν δικό μας χῶρο καὶ μπαίνουμε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ ὅπου χωροῦν ὅλοι καὶ ὅπου δέν μᾶς ξεχωρίζει τίποτε.
Τὸ δεύτερο εἶναι ὄχι μόνο νὰ μποῦμε στὸν χῶρο του Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ μποῦμε στὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ποὺ ὁ Θεὸς πλέον κυριαρχεῖ, ἐκεῖ ποὺ δὲν παίζουν ρόλο τὰ κοσμικὰ γεγονότα, ἐκεῖ ποὺ καὶ ἡ δική μας προσωπικὴ ἱστορία ἔχει τὴν σημασία της ἀλλὰ ἐκφυλίζεται -ἂν μποροῦμε νὰ ποῦμε- μπροστὰ στὸ πῶς ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ.
Τὸ τρίτο χαρακτηριστικὸ εἶναι ἡ προθυμία στὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν, αὐτῶν τῶν ἀρετῶν ποὺ χρειάζεται στὴν παροῦσα κατάσταση ἡ δική μας ψυχή. Ἂς ἐπικεντρωθεῖ ὁ κάθε ἕνας στὴν ἐργασία τῶν δικῶν του ἀρετῶν, αὐτῶν οἱ ὁποῖες θὰ τὸν ἀπελευθερώσουν τὸν ἴδιο, αὐτῶν ποὺ ἀποτελοῦν τὰ δικά του παράθυρα ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ μποῦν οἱ ἀχτίδες τῆς θεϊκῆς παρουσίας.
Ὑπάρχει καὶ ἕνα τέταρτο. Εἶναι ἡ προσδοκία καὶ ἡ προετοιμασία γιὰ τοὺς πειρασμούς. Σὲ αὐτὴν τὴν περίοδο τῶν ὑψηλῶν στόχων, τῶν μεγάλων πόθων, τῶν σπανίων καὶ μοναδικῶν εὐλογιῶν δὲν θὰ ἦταν καθόλου παράξενο νὰ βρεθοῦμε μέσα σὲ πειρασμούς, ἀπροσδόκητους, ποὺ δὲν μπορούσαμε ἐκ τῶν προτέρων νὰ τοὺς φανταστοῦμε. Τί μεγάλη παρακαταθήκη εἶναι αὐτὴ ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ στὴν πάλη κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ τῶν ποικίλων πειρασμῶν, ὄχι μόνο κατὰ τῶν παθῶν, ποὺ ὁ κάθε ἕνας μας ἔχει νὰ διεξαγάγει!
Μπαίνουμε λοιπὸν στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ συγχωρούμεθα. Μπαίνουμε στὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ ἡσυχάζουμε. Ἐργαζόμαστε τὶς ἀρετὲς μὲ προθυμία καὶ φιλότιμο. Ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τοὺς πειρασμοὺς καὶ προσευχόμεθα καὶ ζοῦμε τὰ σημεῖα τῆς θεϊκῆς βοηθείας.
Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ μὲ αὐτὰ τὰ ὑπέρμετρα ἐσωτερικὰ αἰσθήματα, αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ ὑπερβολὴ καὶ στὴν ἀγάπη μας καὶ στὸν πόθο μας καὶ στὸ φιλότιμό μας καὶ στὴν προσδοκία τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουμε ὅλοι μαζὶ στὸ τέλος αὐτῆς τῆς περιόδου νὰ ἀπολαύσουμε ὑπερβολικὰ καὶ τὰ δῶρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου τὰ ὁποῖα δὲν φυλάσσονται γιὰ τοὺς ἀγγέλους, ἀλλὰ προσφέρονται μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὸν κάθε πιστὸ καὶ συνεπῶς στὸν κάθε ἕναν ἀπὸ ἐμᾶς.
Εὔχομαι σὲ ὅλους νὰ δώσει ὁ Θεὸς καλὴ καὶ εὐλογημένη καὶ παραγωγικὴ καὶ καρποφόρα καὶ χαρούμενη καὶ μὲ πλούσια συγκομιδὴ Μεγάλη πραγματικὰ Τεσσαρακοστή, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε μετὰ ἀπὸ ἑπτὰ ἑβδομάδες νὰ γίνουμε μέτοχοι και τῆς Ἀναστάσεώς Του. Ἀμήν.
Προδρομική της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής περίοδος είναι η του Τριωδίου, όπου στα Συναξάρια προτάσσονται οι εξής στίχοι: «Ο δημιουργός των άνω και των κάτω, τρισάγιον μεν ύμνον εκ των αγγέλων, τριώδιον δε παρ’ ανθρώπων δέχου».
Ο μέγιστος των Λειτουργιολόγων, αείμνηστος καθηγητής πανεπιστημίου Ιωάννης Μ. Φουντούλης γράφει χαρακτηριστικά ότι: «απ’ αυτούς τους τριωδίους ύμνους, τα τριώδια, έλαβε το όνομά της η μεγάλη περίοδος του λειτουργικού έτους, που κινείται μαζί με το Πάσχα και το περιβάλλει σαν προεόρτιος και μεθεόρτιος περίοδος. Γιατί όλο αυτό το τμήμα του εκκλησιαστικού έτους παλαιότερον εχαρακτηρίζετο μ’ αυτό το όνομα: Τριώδιον».
Ανάλογα δε με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του το διέκριναν σε «Τριώδιον Κατανυκτικόν», απ’ αρχής μέχρι το Πάσχα, και «Τριώδιον Χαρμόσυνον» ή «Τριώδιον των ανθέων», από του Πάσχα μέχρι της Κυριακής των Αγίων Πάντων, που κατακλείει τον κύκλο των κινητών εορτών. Τριώδιο δε λέγεται από την αρχαιοπρεπή συνήθεια, που διετηρείτο κατά την περίοδο αυτή, να μη ψάλλονται καθημερινώς κατά την ακολουθία και οι εννέα ωδές του Ψαλτηρίου και επομένως και ολόκληροι οι εννεαώδιοι κανόνες, αλλά μόνο τρεις ωδές, η 8η και η 9η και μία από τις προηγούμενες κατά τη σειρά των ημερών. Αυτός ο αρχαίος τρόπος της ψαλμωδίας διετηρήθη εν μέρει μόνον μέχρι σήμερα και μάλιστα μόνον για τις καθημερινές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής».
Το «σταυρώσιμο ή κατανυκτικό» Τριώδιο αποτελεί εξ ολοκλήρου προπαρασκευή πνευματική για το «αναστάσιμο και χαρμόσυνο» Πεντηκοστάριο. Σε όλη αυτή την περίοδο, καθώς λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, «ο μυσταγωγών» τις ψυχές των ανθρώπων είναι ο ίδιος ο Νυμφίος της Εκκλησίας Χριστός.
Στο ερώτημα: ποιος είναι ο σκοπός του Τριωδίου, η απάντηση δίδεται από την Εκκλησία, η οποία ευστόχως και προσφυώς διακηρύσσει σε πάντα άνθρωπο αγαθής προαιρέσεως: Ο σκοπός βέβαια του Τριωδίου, σύμφωνα με τους αγίους Πατέρες μας, σημειώνεται στον Συναξαριστή, δι’ ολοκλήρου της βίβλου του Τριωδίου, για να μας επανενθυμίσει με συντομία ολόκληρη την προς εμάς ευεργεσία του Θεού και να επανατοποθετήσει σε όλους μας την υπόμνηση ότι αφού πλαστήκαμε παρ’ αυτού (του Θεού) και αθετήσαμε την προς γυμνασία εντολή που μας δόθηκε, υποστήκαμε την έξωση από την τρυφή του Παραδείσου και απερρίφθημεν εξαιτίας του φθόνου του αρχέκακου όφεως και εχθρού, ο
οποίος κατεβλήθη εξαιτίας της επάρσεώς του, καθώς και ότι εμείναμε στερημένοι των αγαθών και καθοδηγούμενοι υπό του διαβόλου. Διά του Τριωδίου υπομνηματίζεται σ’ εμάς ότι ο Υιός του Θεού και Λόγος με τα φιλάνθρωπα σπλάχνα του αφού υπέστη το Θείο Πάθος και συνέκλινε τους Ουρανούς, κατέβη και ενοίκησε εντός της Παρθένου και έγινε άνθρωπος και διά της κατ’ αυτόν πολιτείας εφανέρωσε σ’ εμάς την εις ουρανούς άνοδο διά της ταπεινώσεως αφού προηγουμένως έθεσε την νηστεία και την αποχή από τις κακές και λοιπές πράξεις.
Ενθυμούμεθα επίσης ότι έπαθε και ανέστη και ανήλθε στους ουρανούς εξαποστείλας το Πανάγιο Πνεύμα στους Αγίους, αυτού μαθητές και Αποστόλους διά των οποίων κατά πάντα ενεκηρύχθη Υιός του Θεού και Θεός τέλειος, αλλά και τι ενήργησαν οι Θείοι Απόστολοι διά της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος, ο οποίοι τους εκ περάτων πάντες τους Αγίους συνένωσαν επί τω αυτώ διά του κηρύγματος αναπληρώσαντες τον άνω κόσμο. Αυτός λοιπόν ο σκοπός ετέθη εξ αρχής από τον κτίσαντα. Σε όλα αυτά ενυπάρχει ο σκοπός του Τριωδίου».
Η εκκλησία στο «κάθισμα» του όρθρου, κατά την Δευτέρα της Τυρινής, προσκαλεί το πλήρωμα αυτής με τους παρακάτω θεσπέσιους λόγους της: «Ηνέωκται της Θείας μετανοίας τα πρόθυρα / προσέλθωμεν προθύμως / αγνισθέντες τα σώματα / βρωμάτων και παθών την αποχήν ποιούντες / ως υπήκοοι Χριστού / του καλέσαντος τον κόσμον εις βασιλείαν την επουράνιον / δεκάτας του παντός ενιαυτού προσφέροντες / τω πάντων Βασιλεί / όπως και την Ανάστασιν Αυτού πόθω κατίδωμεν».
Οι παρούσες τρεις εορτές του Τριωδίου, του Τελώνου και Φαρισαίου, του Ασώτου και της Δευτέρας Παρουσίας επενοήθησαν από τους Αγίους Πατέρες ως ένα είδος προγυμνάσιο και παρακίνηση προκειμένου εμείς να προπαρασκευασθούμε και να είμαστε έτοιμοι για τους πνευματικούς αγώνες των νηστειών εγκαταλείποντας την εκ συνήθειας μισαρά έξι. Και πρώτη απ’ όλες την του Τελώνου και Φαρισαίου παραβολή σ’ εμάς εκθέτουν και ως προσφώνηση την εβδομάδα αυτή κατονομάζουν…
Οι Θείοι Πατέρες προσαλπίζουν «την εσομένην της νηστείας κατά των δαιμόνων παράταξη», προκειμένου να αποκαθάρουμε εάν υπάρχει κάποιο εγκαταλελειμμένο πάθος μέσα στις ψυχές μας, το οποίο από μακρού χρόνου εσωτερικά ενεργεί… και ακόμη να αποκτήσουμε με την επιμέλειά μας αυτό το οποίο δεν κατέχουμε.
Οι περικοπές του Τελώνου και Φαρισαίου και του Ασώτου σχετίζονται με την παρούσα ζωή, ενώ η περικοπή της Αποκρέω (ή Δευτέρας Παρουσίας) αναφέρεται στη μέλλουσα ζωή. Όλες δε κατατείνουν στο να προπαρασκευάσουν πνευματικά το πλήρωμα της Εκκλησίας για το «εκούσιον πάθος» και την «τριήμερον έγερσιν» του Θεανθρώπου Χριστού.
Ο Αρχιμ. Ναυκράτιος Τσουλκανάκης εύστοχα υπογραμμίζει ότι «Η περικοπή της Τυροφάγου ανοίγει το στάδιο των αρετών και προωθεί τους
πιστούς στον πνευματικό αγώνα που πρόκειται να διεξαχθεί κατά την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Έτσι, τοποθετώντας μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο την υπόθεση των τεσσάρων αυτών πρώτων Κυριακών του Τριωδίου, μπορούμε να κατανοήσουμε εύκολα και τη σημασία τους ως στάδιο προπαρασκευής για τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή».
Στην ευαγγελική περικοπή του Τελώνου και Φαρισαίου, όπου εντόνως υπογραμμίζεται η υψοποιός ταπείνωση, που οδηγεί στην κατά Θεό δικαίωση μέσω της μετάνοιας – μεταστροφής, σε αντίθεση προς την φαρισαϊκή έπαρση που οδηγεί στην κατά Θεόν κατάκριση, οι θεοφόροι πατέρες της Εκκλησίας με επιμονή αναφέρονται στις δύο αυτές πνευματικές καταστάσεις του ανθρώπου.
Ο Ιωάννης ο Σιναΐτης στο θεόπνευστο πνευματικό πόνημά του: « Η κλίμαξ των αρετών» (Λόγος ΚΓ΄) γράφει για την υπερηφάνεια: «Υπερηφανία εστί Θεού άρνησις, δαιμόνων εύρημα, εξουδένωσις ανθρώπων, κατακρίσεως μήτηρ, …πτωμάτων πρόξενος,… βλασφημίας ρίζα». Γι’ αυτό το λόγο ο Ιερός Χρυσόστομος με έμφαση μας προτρέπει: «Ας ανανήψουμε λοιπόν, αγαπητοί, και ας αποδυθούμε το πονηρό αυτό ιμάτιον και ας διαρρήξουμε και ας αποκόψουμε αυτό και ας γίνουμε κάποτε ελεύθεροι με την αληθινή ελευθερία, και ας λάβουμε αίσθηση ευγενείας που δίδεται σ’ εμάς από το Θεό… και ας καταφρονήσουμε την δόξα των πολλών, γιατί τίποτε δεν είναι τόσο καταγέλαστο και άτιμο, όπως αυτό το πάθος, και τίποτε τόσο γεμάτο από ντροπή και πολύ αδοξία… εάν λοιπόν επιθυμούμε να επιτύχουμε την (πνευματική) δόξα, ας την αποφύγουμε…».
Αντιθέτως, η «τελωνική ταπείνωση» της ευαγγελικής περικοπής καθίσταται πρότυπο προς μίμηση για τους πιστούς. Ο Αββάς Παχώμιος αναφερόμενος στην μέγιστη αρετή της ταπεινοφροσύνης γράφει χαρακτηριστικά: Μέγα δώρο η ταπεινοφροσύνη. Μεγάλη δόξα, μεγάλη προκοπή και τιμή σ’ αυτούς που την κατέχουν. Γιατί σ’ αυτήν υπάρχει άπτωτος δρόμος και σοφία ολόκληρη. Δια της υψηλοφροσύνης εταπεινώθη εκείνος ο Φαρισαίος και διά της ταπεινοφροσύνης υψώθη ο Τελώνης».
Η ταπείνωση και η προσευχή λοιπόν είναι ευάρεστες πνευματικές καταστάσεις και πράξεις ενώπιον του Θεού. Γι’ αυτές βαθυστοχάστως ο Αστέριος Απαμείας γράφει: «Είναι άριστο και λίαν επωφελές το να ασκεί κάποιος την προσευχή με ταπεινό φρόνημα… γιατί και ο Τελώνης και ο Φαρισαίος με την ίδια σπουδή ανέβηκαν στο Ιερό και με την ίδια σπουδή προσευχήθηκαν, αλλά οδηγήθηκαν σε διαφορετικής εκβάσεως τέλος, γιατί ο Φαρισαίος ήταν γεγαυρωμένος (υπερήφανος) ως δούλος αυθάδης, ο οποίος δεν παρεκάλεσε τον Δεσπότη Χριστό, ούτε έκλινε με ταπεινότητα το φρόνημά του ενώπιον της εξουσίας του Θεού, ούτε ζήτησε όσα δεν κατείχε, αλλά απαριθμούσε όσα εγωιστικά και τυπολατρικά είχε επιτύχει,
ούτε παρεκάλεσε να ελεηθεί αλλά πορεύθηκε στο Ιερό για να επαινεθεί…».
Κατά την δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου, γνωστή και ως Κυριακή του «Ασώτου» ή του «Ευσπλαχνικού Πατέρα», η σχετική περικοπή αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να επιχειρείται η μετάνοια του αμαρτωλού αλλά και η στάση, η όλη πνευματική διάκριση και συμπεριφορά με την οποία θα πρέπει να δέχεται την ειλικρινή μετάνοια ο άνθρωπος εκείνος στον οποίο εκδηλούται και εκφράζεται η μετάνοια αυτή από τον αμαρτωλό.
Εύστοχα ο Αρχιμ. Ναυκράτιος Τσουλκανάκης επισημαίνει ότι: «…η μετάνοια ως εκδήλωση ανάνηψης από τη ζωή της αμαρτίας και επιστροφής του αμαρτωλού ανθρώπου στη θεία ζωή, αποτελεί την κεντρική γραμμή του κηρύγματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθιερωμένο ακόμη από τον Πρόδρομο και βαπτιστή Ιωάννη και τον ίδιο τον Κύριο».
Στο σχετικό της συγκεκριμένης Κυριακής συναξάριο αναγράφονται τα κάτωθι: «Μόλις λοιπόν ανένηψε ο Άσωτος, ο οποίος απώλεσε εξαιτίας της πείνας του την αρετή, έρχεται προς τον πατέρα του λέγοντας «Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον σου και ουκ ειμί άξιος κληθήναι υιός σου». Ο Πατέρας εκείνος δέχεται τον μετανοούντα υιό χωρίς να τον ονειδίζει, αλλά περιπλέκεται μαζί του και τον αγκαλιάζει φανερώνοντας τα θεϊκά και πατρικά σπλάχνα του. Δίδει σ’ αυτόν ένδυμα, δηλαδή το άγιο βάπτισμα και ως σφραγίδα και αρραβώνα την χάρη του Παναγίου Πνεύματος.
Επιπλέον προς αυτά, του προσφέρει υποδήματα προκειμένου καθόλου να μην πλήττεται από τους όφεις και τους σκορπιούς κατά τα προς Θεό διαβήματά του, αλλά περισσότερο να τους συντρίβει. Μετέπειτα δε λόγω της υπερβάλλουσας χαράς του θυσιάζει τον μόσχο τον σιτευτό για τον Μονογενή του Υιό. Ο πατέρας ακόμη και την σάρκα και το αίμα του προσφέρει στον Υιό του. Και στον πρεσβύτερο υιό του που απορεί με την υπεράπειρη ευσπλαχνία του ο φιλάνθρωπος πατέρας προσπαθεί να τον ηρεμήσει με λόγους ήπιους και προσηνείς. Εσύ πάντοτε μαζί μου είσαι, του λέγει, και επιβάλλεται να χαρείς και να συναισθανθείς τον πατέρα σου, διότι ο υιός μου αυτός νεκρός ήταν μέσα στην αμαρτία προηγουμένως και ανέζησε μετανοήσας για όσα έπραττε παραλόγως και μέσα στην απώλεια καθώς βρισκόταν μακριά μου εξαιτίας της συνήθειας των ηδονών. Βρέθηκε από εμένα που με τα οικεία σπλάχνα και την της ψυχής μου συμπαθείας τον μετακάλεσα».
Η μόνη παραφωνία μέσα σε όλο αυτό το μυστήριο της μετανοίας του Ασώτου και της ευσπλαχνίας και συγχωρητικότητος του Πατέρα, αποτελεί ο πρεσβύτερος αδελφός, ο οποίος, όπως εύστοχα γράφει ο Αρχιμ. Ναυκράτιος: «είναι αλήθεια, πως στην παραβολή αυτή εμφανίζεται απλώς σαν ένας φύλακας και εργάτης της πατρικής
περιουσίας, όχι όμως και ως ένας σοφός διαχειριστής και καλός οικονόμος της, αφού δεν κατάλαβε πόσο άξιζε να διαθέσει και πάλι αυτήν που απένειμε πλέον, για την αποκατάσταση και αναψυχή του κατεστραμμένου αδελφού του, μιας ψυχής αντάλλαγμα της οποίας δεν υπάρχει τίποτε ισάξιο στον κόσμο αυτό… Ήταν ένας ψυχρός εκτελεστής των εντολών του πατέρα του, ένας ψυχρός διαχειριστής οικονομικών ποσών, που είχε χάσει τον ανθρωπισμό του, όπως και πολλοί άνθρωποι άλλωστε της εποχής μας. Λυπήθηκε για την σπατάλη που έκανε ο Άσωτος, ξοδεύοντας βέβαια το μερίδιό του από την πατρική περιουσία και όχι από εκείνο της δικής του. Οργίσθηκε επίσης για τα έξοδα που έγιναν και στην υποδοχή του ασώτου αδελφού του. Αυτό ήταν μάλλον ένα πολύ καλό πρόσχημα για την επίθεση εναντίον του πατέρα του. Ταυτόχρονα όμως αυτή η επίθεση τον ξεσκέπασε ψυχικά και του έδωσε την πραγματική του θέση μέσα στον κόσμο των συγγενικών και γενικότερα των διανθρωπίνων σχέσεων»
Την τρίτη Κυριακή του Τριωδίου, γνωστή ως Κυριακή της Απόκρεω ή Κυριακή της «μελλούσης κρίσεως και Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου», όπως αναγράφεται στο βιβλίο του «κατανυκτικού Τριωδίου», «αυτή (την παραβολή της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου) οι θειότατοι Πατέρες την έθεσαν μετά από δύο παραβολές προκειμένου κανείς αν διδαχθεί μέσα από τις παραβολές εκείνες την φιλανθρωπία του Θεού, να μη συνεχίσει να ζει αμελώς… Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και όταν απομακρυνθώ από την αμαρτία, μπορώ το παν να κατορθώσω. Οι Πατέρες, αυτή την φοβερά ημέρα την κατέταξαν στο σημείο αυτό, ώστε διά του θανάτου και της γνώσεως των επερχομένων δεινών να συνταράξει του αμελώς ζώντας προκειμένου να επανέλθουν στην ενάρετη ζωή μη αποβλέποντες μόνο στο φιλάνθρωπον του Κυρίου, αλλά και στο ότι είναι δίκαιος κριτής και αποδίδει στον καθένα κατά τα έργα του….
Κατά κάποιο τρόπο και η παρούσα εορτή ωσάν το τέλος των άλλων τίθεται τώρα, επειδή η εορτή αυτή θα είναι και η τελευταία για εμάς. Πρέπει βέβαια να εξετάσουμε έως την επόμενη Κυριακή την αρχή του κόσμου και την έκπτωση του Αδάμ από του παραδείσου… Η δε παρούσα (Κυριακή της Απόκρεω) είναι το τέλος όλων των δικών μας καταστάσεων καθώς και του κόσμου αυτού. Στην Κυριακή της Απόκρεω οι Πατέρες έθεσαν, νομίζω, την καταστολή της τρυφής και της αδηφαγίας ένεκα του σεβασμού προς την εορτή και μας καλούν να επιδείξουμε την προς τους πλησίον συμπάθεια. Και ορθώς, επειδή εξαιτίας της τρυφής εξορίσθημεν της Εδέμ και βρεθήκαμε κάτω από κρίση και κατάρα, που τώρα η παρούσα εορτή μας τα υπενθυμίζει, ενώ κατά την άλλη Κυριακή πρόκειται να εκβληθούμε όπως ο Αδάμ και η Εύα έως ότου όταν έλθει ο Χριστός, μας επανεισάγει στον Παράδεισο».
Οι πνευματικές προϋποθέσεις που τίθενται στο ευαγγελικό ανάγνωσμα για να γίνει ο κάθε άνθρωπος μέτοχος και συγκοινωνός της
Βασιλείας του Θεού, είναι οι: α) Η προς τον Θεόν αγάπη και β) Η αγάπη προς τον πλησίον.
Ο Χριστός συνδέει άνευ άλλης προϋποθέσεως την εισόδευση του ανθρώπου στην άκλητη και άφθαρτη Βασιλεία του με την στάση που επιδεικνύει απέναντι στον κάθε συνάνθρωπό του, που είναι ο πάσχων και ενδεής της ζωής. Λέγει Κύριος ο Θεός: «Τότε ερεί ο Βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού΄ Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Επείνασα γαρ και εδώκατέ μοι φαγείν΄ εδίψασα και εποτίσατέ με΄ ξένος ήμην και συνηγάγετέ με΄ γυμνός και περιεβάλετέ με΄ ησθένησα και επισκέψασθέ με΄ εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι, λέγοντες Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν; ή διψώντα και εποτίσαμεν; πότε δε σε είδομεν ασθενή, ή εν φυλακή και ήλθομεν προς σε; Και αποκριθείς ο Βασιλεύς, ερεί αυτοίς΄ Αμήν λέγω υμίν, εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε».
Στην μέλλουσα κρίση το «βιβλίο της ζωής» θα ανοίξει και τα κρύφια και λάθρα θα αποκαλυφθούν για τα πεπραγμένα εκάστου. Η κρίση του μέλλοντος είναι βεβαιότητα αναμφισβήτητη και υπό του Κυρίου διακηρυχθείσα. Γι’ αυτό ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος λέγει εμφατικώς προς κάθε ανθρώπινη ύπαρξη: «Ο καιρός της μετανοίας είναι ολίγος, ενώ της Βασιλείας των Ουρανών δεν υπάρχει τέλος… μετανόησε για να μην καταισχυνθείς (ντροπιασθείς) επί του φοβερού βήματος, όπου μετά φόβου παρίστανται χιλιάδες και μυριάδες αγγέλων και αρχαγγέλων, όταν τα κρυπτά γίνονται φανερά, όταν ανοίγονται βίβλοι των πράξεων, όταν διαχωρίζονται μεταξύ τους οι άνθρωποι, όπως τα πρόβατα από τα ερίφια. Όντως φοβερά ώρα και φρικτή, επειδή ο Δικαιοκρίτης φοβερός επιπλήττει… Ο Κριτής ισχυρός και το δικαστήριο αδυσώπητο και τα έργα μας προ των οφθαλμών όλων ίστανται και ο ποταμός του πυρός προ του βήματος και ο ύμνος των δικαίων μετά των αγγέλων ασίγητος και ο κοπετός των αμαρτωλών αβάστακτος και τα δάκρυα ανωφελή. Τότε και θησαυροί ανοίγονται και δίκαιοι απολαμβάνουν… Ταύτα πάντα κατανόησε και σπεύσε να σωθείς… τί προσδοκάς; τί ενθυμείσαι; Ποιος υπέρ σου θα απολογηθεί; Δεν γνωρίζεις ότι ο καθένας για τον εαυτό του θα δώσει λόγο στον Θεό; Δεν γνωρίζεις ότι ο καθένας θα θερίσει αυτό που έσπειρε και ο καθένας το δικό του φορτίο θα βαστάζει; Όσο καιρό έχεις, σκόρπισε το φορτίο των αμαρτιών σου. Σε προσκαλεί ο Θεός, λέγοντας «Δεύτε προς με πάντες οι πεφορτισμένοι. Όλους μας προτρέπει, κανείς να μη το αγνοήσει».
Κατά την τελευταία Κυριακή της περιόδου του Τριωδίου, γνωστή ως Κυριακή της Τυρινής ή Τυροφάγου, όπως αναγράφεται στο Συναξάριο «ανάμνησιν εξορίας του πρωτοπλάστου Αδάμ».
Η ονομασία της Κυριακής αυτής καθιερώθηκε από το είδος των τροφών που καταλύονται πριν από την έναρξη της νηστείας της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Σταδιακά από την Κυριακή της Απόκρεω ή κρεατοφάγου μεταβαίνουμε στην Κυριακή της Τυρινής απέχοντες από το κρέας έως ότου εισέλθουμε στην νηστεία της Αγίας Τεσσαρακοστής.
Η συγκεκριμένη Κυριακή φέρει και την ονομασία «Κυριακή της Συγχωρήσεως ή Συγνώμης» επειδή ακριβώς στο «Λυχνικό», το εσπέρας δηλαδή της Κυριακής αυτής, οι πιστοί στους ναούς αλληλοσυγχωρούμεθα λαμβάνοντας την ευχή των ιερέων ή του Επισκόπου της τοπικής Εκκλησίας.
Γεννάται λοιπόν το εύλογο ερώτημα: Γιατί αναμιμνησκόμεθα της εξορίας του πρωτόπλαστου Αδάμ από τον Παράδεισο; Την απάντηση δίδει ο Συναξαριστής όπου αναγράφεται: «την ανάμνηση αυτή οι Άγιοι Πατέρες μας προ της Αγίας Τεσσαρακοστής ενέταξαν για να μας αποδείξουν ορισμένα πράγματα, όπως το της νηστείας φάρμακο πόσο ωφέλιμο είναι για την ανθρώπινη φύση και πόσο αισχρό «της αδηφαγίας και ανηκοϊας»… και θέτουν ενώπιον μας τον Πρωτόπλαστο Αδάμ, για το πόσο κακό υπέστη καθώς ουδέ κατ’ ολίγον ενήστευσε… επειδή το πρώτο καλό παράγγελμα του Θεού στους ανθρώπους ήταν το της νηστείας, το οποίο εκείνος (ο Αδάμ) δεν εφύλαξε, αλλά υπετάχθη στη γαστέρα του και πολύ περισσότερο στον πλάνο όφι δια της Εύας και όχι μόνον δεν έγινε Θεός αλλά και τον θάνατο εγεύθη και την απώλεια στο γένος όλο μετέδωσε. Γι’ αυτό, εξαιτίας της του πρώτου Αδάμ τρυφής ο Κύριος ενήστευσε τεσσαράκοντα ημέρες και έγινε υπήκοος. Χάριν αυτού και η παρούσα Αγία Τεσσαρακοστή επενοήθη προκειμένου αυτό το οποίο υπέστη εκείνος που δεν εφύλαξε την εντολή απωλέσας την αφθαρσίαν εμείς αφού την φυλάξουμε, θα την απολαύσουμε δια της νηστείας. Επειδή λοιπόν αιτία όλων των σχετιζομένων με το ανθρώπινο γένος υπήρξε η παράβαση και η εκ της τρυφής έκπτωση του Αδάμ, για τον λόγο αυτό (οι Πατέρες) ενώπιον μας θέτουν το γεγονός αυτό, ώστε αναμιμνησκόμενοι της παραβάσεως εκείνης, να την αποφύγουμε με διάκριση…».
Έτσι, ανοίγει το στάδιο των αρετών και το πλήρωμα της Εκκλησίας ικετευτικώς αναβοά: «Της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλας Ζωοδότα».
enromiosini.gr
Νύχτα Τσικνοπέμπτης….!
«Πώς αγριεύουν έτσι οι άνθρωποι; Πώς μεμιάς αφήνονται έρμαια στις ροπές καί στίς τάσεις τής φθαρτής ανθρώπινης τους φύσης; Πώς κατάντησε απόψε αυτή η ήσυχη επαρχιακή πόλη; Θαρρείς καί δέν τήν κατοικούν άνθρωποι αλλά ανθρωπόμορφα τέρατα πού άλλος μέ κεφάλι γαιδάρου, άλλος λιονταριού, άλλος πιθήκου τρέχουν νά προλάβουν νά γλεντήσουν, νά μεθύσουν, νά άμαρτήσουν όσο γίνεται περισσότερο.
Γιατί απόψε είναι Τσικνοπέμπτη καί γέμισε ή πόλη μασκαράδες. Απόψε κάθε λογικός άνθρωπος δέν ξεμυτίζει από τό σπίτι του».Αυτά σκεφτότανε ό παπα-Θανάσης, καθώς έμπαινε ατό σπίτι του γυρνώντας από τό ναό.
- ’Α, παπαδιά μου, τό κακό παράγινε! Ο Θεός νά μας συγχωρέσει, είπε στή γυναίκα του, μόλις μπήκε μέσα.Εκείνη τόν κοίταξε μέ κατανόηση.
- Ο Θεός νά μας φυλάει, είπε καί άρχισε νά ετοιμάζει τό βραδινό φαγητό.
Στό σπίτι του παπα-Θανάση, περασμένα πιά τά μεσάνυχτα, επικρατεί ησυχία. Τά παιδιά καί ή παπαδιά είχαν ήδη κοιμηθεί κι ό παπα-Θανάσης ετοιμαζότανε καί κείνος νά πάει γιά ύπνο,όταν ακούστηκε τό κουδούνι τής πόρτας. Τινάχτηκε μέσα στόν ύπνο της η παπαδιά καί βρέθηκε δίπλα στόν παπα-Θανάση.
- Μην ανοίγεις τέτοια νύχτα, πάτερ μου! τόν παρακάλεσε φοβισμένη.
- Γιατί φοβάσαι; τήν καθησύχασε εκείνος. Είναι η πρώτη φορά πού μάς κτυποϋν τέτοια ώρα τήν πόρτα; Αφού τό ξέρεις τό σπίτι του Ιερέα διανυκτερεύει κάθε βράδυ.
- Ναι, μά απόψε…
Της χαμογέλασε ό παπα-Θανάσης καί άνοιξε τήν πόρτα.
- Πάτερ μου, μέ συγχωρείτε πού ήρθα τέτοια ώρα, όμως ή μάνα μου πεθαίνει καί ζητά νά έξομολογηθεί καί νά κοινωνήσει.
‘Ο άνθρωπος πού στεκόταν μπροστά του, παρόλο πού ήταν άντρας, έτρεμε ολόκληρος κι άφηνε τά δάκρυά του δίχως ντροπή νά τρέχουν.
- Πήγαινε εσύ κοντά της, παιδί μου, καί γώ πάω ώς τήν εκκλησία νά πάρω τή θεία Κοινωνία καί έρχομαι αμέσως.
’Έφυγε ό άντρας αφήνοντας στόν παπα-Θανάση τή διεύθυνσή του.
- Που θά πας, πάτερ μου, μόνος σου τέτοια ώρα, μιά τέτοια νύχτα; Δέ φοβάσαι; Γ ιατί δέν τόν κρατούσες νά πάτε συντροφιά;»
Ή παπαδιά μιλούσε καί κείνος τήν κοίταζε αυστηρά.
- Μόνος είπες, παπαδιά, μόνος; Κι ό Κύριος πού θά κουβαλάω στά χέρια μου;’Ά, παπαδιά μου, κάτι σ’ έχει πιάσει απόψε καί δέ μιλάς γνωστικά.
Ντύθηκε ό παπα-Θανάσης καί βγήκε στό δρόμο. Ξέχασε πώς ήταν νύχτα Τσικνοπέμπτης. Δέν τόν άπασχολούσαν καθόλου οί μασκαράδες πού έβλεπε γύρω του.Ένα μόνο τόν απασχολούσε, νά προλάβει νά δώσει τό «φάρμακο τής αθανασίας» στην ετοιμοθάνατη.
Πήρε με δέος στά χέρια του τό Σώμα καί τό Αίμα του Χρίστου καί ξαναβγήκε στό δρόμο. Δέν κοιτούσε ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Μόνο έτρεχε νά προλάβει.Σέ μιά στροφή του δρόμου ακούσε γέλια καί φωνές. Κάποιος φώναξε κοροϊδευτικά: «Τήν ευχή σου Δέσποτα!», μά δέν γύρισε νά κοιτάξει. Καί τότε, δέν κατάλαβε πως, βρέθηκε κυκλωμένος από μιά παρέα μασκαράδων, πού προσπαθούσαν νά τόν σταματήσουν.
- Συνάδελφε, που πάμε;
Ένας νεαρός μασκαρεμένος σέ παπά, μέ χνώτο πού μύριζε ποτό, στεκόταν μπροστά του κρατώντας στό χέρι ένα σταυρό. Τα’χασε ό παπα-Θανάσης καί πριν προλάβει νά πει τίποτα, δέχτηκε τήν επίθεση όλου του τσούρμου. Άλλος τόν τραβούσε άπό τά ράσα κι άλλος του έβγαζε τό καλυμμαύχι.
‘Ο παπα-Θανάσης έσφιξε στό στήθος του τ’ άχραντα Μυστήρια καί προσπάθησε νά τούς μιλήσει, μά κανένας δέν άκουγε. Κάποιος τότε του τράβηξε τή γενειάδα καί -σάν νά τόν κτύπησε ηλεκτρικό ρεϋμα- άρχισε νά φωνάζει;
- Είναι αληθινός, ρέ, είναι αληθινός!
Ή παρέα κοκκάλωσε στή θέση της κι ό παπα- Θανάσης, μέ τό πρόσωπο μουσκεμένο από τόν ιδρώτα της αγωνίας καί τά δάκρυα του, τούς κοίταξε χωρίς νά μιλα.
- Συγγνώμη, πάτερ! είπε εκείνος που του τράβηξε τή γενειάδα. Νομίζαμε πώς ήσασταν ψεύτικος σάν κι αύτόν καί…
- Σας είδαμε καί τέτοια ώρα έξω καί ήμασταν σίγουροι πώς ήσασταν μασκαρεμένος. Συγχωρέστε μας! είπε ένας άλλος.
- Πάω νά κοινωνήσω μιά ετοιμοθάνατη, παιδιά μου.’Ο θάνατος δέν έχει ώρες κατάλληλες καί ακατάλληλες κι εγώ τρέχω νά τόν προλάβω. Καί σύ, παιδί μου, βγάλε τά ράσα τά τιμημένα. Μην αμαρτάνεις άλλο ρεζιλεύοντάς τα. Είναι πολύ ιερό τό ράσο, γιά νά μασκαρεύεσαι μ’ αυτό. Τραβάτε στά σπίτια σας, παιδιά μου, κι ό Θεός νά σας συγχωρέσει.
Άνοιξε τό βήμα του ό παπα-Θανάσης, γιά νά κερδίσει τό χαμένο χρόνο.Ήταν πικραμένος ώς τά κατάβαθά του. Τόσο πολύ, λοιπόν, χάλασαν σι άνθρωποι, ώστε μασκαρεύονται καί Ιερείς;
- Πάτερ, Πάτερ!
Ή φωνή πού έφτασε στά αυτιά του ήταν γεμάτη αγωνία. Σταμάτησε καί περίμενε. Ένας νεαρός κατακόκκινος από τήν τρεχάλα καί τήν ντροπή έφτασε κοντά του λαχανιασμένος.
- Πάτερ! Είμαι κείνος πού ντύθηκε παπάς. Τό έκανα εντελώς απερίσκεπτα, πάτερ και… καί θέλω νά ’ρθω μαζί σας στό σπίτι της έτοιμοθάνατης. Δέν… δέν θέλω νά σας πάρουν κι άλλοι γιά ψεύτικο…
Ό παπα-Θανάσης του έκανε νόημα νά τόν ακολουθήσει. Στά χέρια του ό νεαρός κρατούσε τό σταυρό πού είχε μαζί του. Μπήκαν στό σπίτι τής ετοιμοθάνατης σιωπηλοί.
- Χαίρομαι, πάτερ, πού βρήκατε καί παπαδάκι καί δέν ήρθατε μόνος, είπε ό αντρας πού τόν είχε καλέσει.
Ό νεαρός ξανακοκκίνησε καί κοίταξε μέ αγωνία τόν παπα-Θανάση.
Ναι, ό Θεός μου τόν έστειλε, είπε εκείνος καί τά λόγια του καρφώθηκαν στήν καρδιά του νεαρού.
- Πάτερ, δέν θά σας εγκαταλείψω ποτέ, έλεγε ό νεαρός λίγη ώρα αργότερα, όταν ό παπα-Θανάσης κλείδωνε τό ναό, αφήνοντας ξανά μεσα τό Σώμα καί τό Αίμα του Χριστού, θά γίνω ό βοηθός σας, τό παπαδάκι σας.’Ίσως έτσι μέ συγχωρήσει ό θεός γιά τήν ιεροσυλία πού έκανα.
-’Αμποτε, παιδί μου, νά τό φορέσεις τό ράσο κι αληθινά, είπε ό παπα-Θανάσης καί τόν ευλόγησε με τά δυό του χέρια, εκείνα πού πριν από λίγο κρατούσαν τόν Ίδιο τόν Κύριο. Καί παράξενο ό παπα-Θανάσης είχε τή σιγουριά πώς αύτό θά γινόταν κάποια μέρα! Καί ακόμα πιό παράξενο τήν ίδια σιγουριά ένιωθε μέσα του κι ό νεαρός.
Τρεις μήνες συνεχίζεται τώρα στη Νυρεμβέργη η φοβερά δίκη στην οποία δικάζονται οι εγκληματίες που δεν έχει ξαναδεί ο κόσμος, δίκη φοβερά γι’ αυτούς, διότι ξέρουν ότι τους περιμένει η καταδίκη σε θάνατο. Την έσχατη ποινή γι’ αυτούς απαιτεί η συνείδηση όλων των λαών, όλης της ανθρωπότητος, διότι ο κόσμος έχει συνταραχθεί από τα αποτρόπαια εγκλήματά τους! Ποτέ πριν δεν ήταν τόσο συνταραγμένος από αυτά τα εγκλήματα, που δεν μπορεί να περιγράψει ο ανθρώπινος λόγος. Έχουν αφανιστεί δεκάδες εκατομμύρια αμάχου πληθυσμού – δεν αναφέρω αυτούς που σκοτώθηκαν στο μέτωπο – . Μόνο στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως Οσβέντσιμ έχουν σκοτωθεί 5.121.000 άνθρωποι. Όλος ο κόσμος είναι γεμάτος αγανάκτηση και περιμένει την ώρα όταν το δικαστήριο θα βγάλει την απόφασή του γι’ αυτούς τους εγκληματίες…. Η συνείδηση των ανθρώπων απαιτεί γι’ αυτούς καταδίκη σε θάνατο, η συνείδηση των ανθρώπων απαιτεί αυτά τα φοβερά εγκλήματα να μην μείνουν ατιμώρητα.
Και τί να πούμε για την δικαιοσύνη του Θεού; Πώς ο Κύριος αντέχει αυτό το κακό; Κι αν είναι τόσο τρομερό και μεγάλο αυτό το κακό, είναι όμως, μόνο μία σταγόνα στον ωκεανό της κακίας που βλέπει ο οφθαλμός του Θεού και γνωρίζει ο πάνσοφος νους του Κυρίου, διότι αμέτρητα ποτάμια κακίας πνίγουν το ανθρώπινο γένος από την αρχή μέχρι σήμερα. Από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος, μπροστά στα μάτια του Θεού γίνονταν αμέτρητα εγκλήματα, λέγονταν βλασφημίες και άσεμνοι λόγοι. Συνέχεια η ανθρώπινη αρετή, σ’ αυτό τον κόσμο τον άπιστο και αμαρτωλό, κατεπατείτο και διώκετο.
Γνωρίζετε πόσο συχνά οι εγκληματίες θριάμβευαν και ευδαιμονούσαν, την στιγμή που οι καλοί και καθαροί άνθρωποι καταστρέφονταν. Και πάντα, σε κάθε εποχή, η συνείδηση των ανθρώπων ταραζόταν μ’ αυτό το γεγονός, και παντού οι άνθρωποι αναρωτιόταν: «Έως πότε, Κύριε; Πότε θα θριαμβεύσει η δικαιοσύνη;» Γιατί η καρδιά του ανθρώπου δεν αντέχει την αδικία, δεν αντέχει να μένει το κακό ατιμώρητο και να μην τιμάται η αρετή. Είναι δυνατόν όλα στον κόσμο να είναι τόσο παράλογα, τόσο ανυπόφορα άδικα, να θριαμβεύει η κακία σ’ αυτόν μέχρι το τέλος; Αυτό είναι αδύνατον και δεν θα γίνει ποτέ, διότι πάνω από τον κόσμο υπάρχει ο Δίκαιος Θεός, ο οποίος πολύ καλύτερα από μας γνωρίζει πόση κακία υπάρχει στην καρδιά των ανθρώπων. Ο Θεός, όμως, είναι μακρόθυμος. Ο Θεός μακροθυμεί και υπομένει την ασέβεια των ανθρώπων χιλιάδες χρόνια τώρα. Υπομένει διότι περιμένει μέχρι να ωριμάσουν σ’ έναν κόσμο γεμάτο ασέβεια και κακία οι πολύτιμοι καρποί ευλάβειας και καλοσύνης. Γιατί μόνο για χάρη αυτών των καρπών δημιούργησε η αγάπη του Θεού όλο τον κόσμο, για να λάμψει στην καρδιά των εκλεκτών και καθαρών το φως του Χριστού, να λάμψει η αγάπη του Χριστού, να φανερωθεί η δικαιοσύνη του Χριστού.
Γνωρίζετε ότι, όπως υπάρχουν οι κακούργοι, υπάρχει και αμέτρητο πλήθος καλών και καθαρών ανθρώπων, μια μεγάλη στρατιά των Αγίων του Θεού. Αξίζει να υπάρχει ο κόσμος, για να λάμψουν ανάμεσα στους σκοτεινούς ανθρώπους εκατοντάδες χιλιάδες, δεκάδες εκατομμύρια υιών του Θεού, υιών της χάριτος. Γι’ αυτό υπομένει ο Κύριος. Περιμένει να ωριμάσουν τα στάχυα στο χωράφι του Χριστού. Όταν, όμως, έλθει αυτή η στιγμή, όταν τα στάχυα θα ωριμάσουν, τότε θ’ αρχίσει ο θερισμός. Τότε θα στείλει ο Κύριος τους αγγέλους του να μαζέψουν τα στάχυα, και τα ζιζάνια να τα πετάξουν στο πυρ το αιώνιο. Τότε θα έλθει η ώρα της Φοβεράς Κρίσεως του Θεού, δίκης πολύ πιο φοβερής από αυτή που πραγματοποιείται τώρα από ανθρώπους στη Νυρεμβέργη.
Η κρίση αυτή θα ξεχωρίζει και για τον αριθμό των υπόδικων, διότι με τον ήχο της σάλπιγγας του Αρχαγγέλου, με τον οποίο θα προηγηθεί η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, θα αναστηθούν όλοι οι νεκροί και θα παρουσιαστούν στην Φοβερά Κρίση του Θεού, κρίση αναπόφευκτη, κρίση για την οποία άκουσε ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο οποίος έλαβε Αποκάλυψη για όσα θα συμβούν στο τέλος του κόσμου. Είδε στο θρόνο του Θεού τους μάρτυρες, οι οποίοι μαρτύρησαν για το όνομα του Χριστού. Αυτοί έκραζαν προς τον Θεό: «έως πότε, ο δεσπότης… ου κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών;» (Απ. 6, 10).
Τώρα, δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι που έχουν σκοτωθεί απ’ αυτούς τους εγκληματίες, μωρά που αυτοί τα πετούσαν ζωντανά στους φούρνους, άνθρωποι που σκοτώθηκαν στους θαλάμους αερίων, γυναίκες, γέροι και παιδιά που τουφεκίστηκαν, όλοι αυτοί κράζουν προς τον Θεό: «Έως πότε, Κύριε, δεν εκδικείς το αίμα μας, έως πότε υπομένεις;» η φοβερά αυτή φωνή των ανθρώπων τόσο δυνατά κράζει προς τον Θεό, ώστε, όπως φαίνεται, πλησίασε η ώρα της Φοβεράς Κρίσεως.
Ο Κύριος έλεγε στους μαθητές του, ότι κανείς δεν γνωρίζει πότε θα έλθει το τέλος του κόσμου, το γνωρίζει μόνο ο Πατέρας. Ταυτόχρονα, όμως, ο Κύριος έδειξε τα σημεία που θα μαρτυρούν ότι η Φοβερά Κρίση πλησιάζει. Έλεγε ότι: «εγερθήσεται γαρ έθνος επί έθνος… και έσονται λιμοί και λοιμοί και σεισμοί κατά τόπους∙ πάντα δε ταύτα αρχή ωδίνων» (Μτ. 24, 78). Έλεγε ότι «έσται γαρ τότε θλίψις μεγάλη, οία ου γέγονεν απ’ αρχής κόσμου» (Μτ. 24, 21)…. «Και ει μη εκολοβώθησαν αι ημέραι εκείναι, ουκ αν εσώθη πάσα σαρξ∙ δια δε τους εκλεκτούς κολοβωθήσονται αι ημέραι εκείναι» (Μτ. 24, 22). Τότε, εκείνη την φοβερά ημέρα της Κρίσεως, την φοβερά ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, του Κριτού όλου του κόσμου «ο ήλιος σκοτισθήσεται και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής, και οι αστέρες πεσούνται από του ουρανού, και αι δυνάμεις των ουρανών σαλευθήσονται. Και τότε φανήσεται το σημείον του Υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ, και τότε κόψονται πάσαι αι φυλαί της γης και όψονται τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού, μετά δυνάμεως και δόξης πολλής, και αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος και φωνής μεγάλης, και επισυνάξουσι τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων απ’ άκρων ουρανών έως άκρων αυτών. Από δε της συκής μάθετε την παραβολήν: όταν ήδη ο κλάδος αυτής γένηται απαλός και τα φύλλα εκφύη, γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος» (Μτ. 24, 2932).
Απ’ αυτό το λόγο του Χριστού, απ’ αυτή την προειδοποίησή του για όσα θα προηγηθούν της Φοβεράς Κρίσεως, μπορούμε να συμπεράνουμε με κάποια πιθανότητα, ότι ο καιρός αυτός δεν είναι μακριά. Ίσως αναγκαστεί η ανθρωπότητα να ζήσει και έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, ο οποίος, πιθανώς, θα είναι τελευταίος και ο πιο φοβερός από όλους τους προηγούμενους πολέμους!
Περιμέναμε όλοι μας με λαχτάρα ότι μετά την νίκη επί των εγκληματιών φασιστών, θα υπάρξει απόλυτη ειρήνη και συμφωνία μεταξύ εκείνων των λαών, οι οποίοι με δικές τους συνδυασμένες προσπάθειες απέτρεψαν την φοβερή δουλεία, την οποία προετοίμαζε για όλο τον κόσμο η θηριωδία των φασιστών. Έτσι περιμέναμε. Αλλά όσο περνάει ο χρόνος, τόσο περισσότερο βεβαιωνόμαστε ότι η ειρήνη και η συμφωνία δεν υπάρχει, διότι σε διάφορες χώρες όλο και πιο συχνά ανάβει η έχθρα εναντίον του δικού μας λαού. Τον ορίζοντα σκεπάζουν τρομερά μαύρα σύννεφα και το φάντασμα της ατομικής βόμβας απειλεί όλο τον κόσμο.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός έλεγε: «πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών, άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;»(Λκ. 18,8). Γνωρίζετε πόσο σήμερα σε όλες τις χώρες και σε όλους τους λαούς δυναμώθηκε και μεγάλωσε η απιστία. Λίγοι μένουν αυτοί τους οποίους ο Κύριος αποκαλεί το δικό του μικρό ποίμνιο. Φοβερός είναι ο καιρός στον οποίον ζούμε, φοβερή είναι η ημέρα της μελλούσης Κρίσεως, για την οποία ακούσατε στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα. Δεν θα το επαναλάβω, έχετε ήδη αφομοιώσει καλά τα βασικότερα. Ακούσατε γιατί θα καταδικαστούν οι αμαρτωλοί, τους οποίους και ο Κύριος ακόμα τους ονομάζει καταραμένους. Και ακούσατε γιατί θα λάμψουν στην Βασιλεία του Επουρανίου Πατρός οι δίκαιοι. Γιατί; Μόνο για την αγάπη, για τα έργα ελεημοσύνης, διότι αγάπη είναι η ουσία του νόμου του Χριστού. Αυτοί που η καρδιά τους είναι γεμάτη αγάπη, αυτοί που η αγάπη τους φανερώνεται με τα έργα ελεημοσύνης για τον πλησίον, αυτοί έχουν δεχθεί μέσα τους το φως του Ευαγγελίου. Γι’ αυτούς ετοιμάστηκε η Βασιλεία των Ουρανών. Αυτοί θα ακούσουν από τον Κύριο στην Φοβερά Κρίση: «Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου» (Μτ. 25, 34).
Και θα εισέλθουν αυτοί στη Νέα Ιερουσαλήμ, εκείνη την Ιερουσαλήμ που είδε ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος να κατεβαίνει από τον ουρανό, και θα εισέλθουν αυτοί στην αιώνια ζωή και μακαριότητα. Και αυτοί που ο Κύριος τους ονομάζει καταραμένους, θα πάνε στην αιώνια φωτιά που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους υπηρέτες του.
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν δέχονται την Φοβερά Κρίση. Λένε: είναι δίκαιο ο άνθρωπος που έκανε αμαρτίες σ’ αυτόν τον σύντομο χρόνο της ζωής του, μετά, αιωνίως να βασανίζεται; Αυτή την ερώτηση την θέτουν όλοι όσοι δεν δέχονται το Ευαγγέλιο του Χριστού. Τί θα απαντήσουμε σ’ αυτό; Θα πούμε ότι ίσως υπάρχει κάποιο μέρος της αλήθειας σ’ αυτή την σκέψη τους; Ασφαλώς όχι.
Για ποιόν προορίζεται η αιώνια ζωή; Για το πνεύμα του ανθρώπου, για εκείνο το πνεύμα που δόθηκε στον άνθρωπο από τον ίδιο τον Θεό, όταν δημιούργησε τον Αδάμ. Τότε ο Θεός φύσηξε στο σώμα του την ζωντανή ψυχή. Όλοι μας είμαστε φορείς του πνεύματος αυτού. Ακριβώς αυτό το πνεύμα μας κάνει να διαφέρουμε από τα άλογα ζώα, τα οποία δεν έχουν τα ανώτερα χαρίσματα του Θείου Πνεύματος. Τί γίνεται λοιπόν κατά την διάρκεια της ζωής του ανθρώπου; Τελείται ακατάπαυστα, καθημερινά η διαμόρφωση του πνεύματός μας. Όλα τα έργα μας, τα αισθήματα, τα λόγια και οι σκέψεις μας αφήνουν ανεξίτηλη σφραγίδα στο πνεύμα μας και αφομοιώνονται απ’ αυτό. Το πνεύμα μας μεγαλώνει, αλλάζει και διαμορφώνεται κατά την διάρκεια της ζωής μας, επηρεαζόμενο από τις πράξεις, τα αισθήματα και τις σκέψεις μας. Μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα τελείται κάτι που μοιάζει πολύ με ό, τι γίνεται στο σταφύλι, το οποίο κάτω από τις ζωοποιές ακτίνες του ηλίου και με την πρωινή δροσιά, ωριμάζει και όλο και περισσότερο αφομοιώνει την ζωοποιό δύναμη, που ο Θεός χαρίζει σε όλα τα ζωντανά πλάσματα, και λάμπει με την ομορφιά του. Η ζωή του δόθηκε για να ωριμάζει και να δέχεται τα δώρα που του δίνει ο ήλιος και η φύση. Και όταν ωριμάσει, επέρχεται ο θάνατός του. Το κόβουν και το ρίχνουν μέσα σε καζάνια, το πατάνε, και το σταφύλι βγάζει το αίμα του, τον χυμό του, το οποίο μετά γίνεται κρασί. Αν το σταφύλι ήταν ωραίο, αν ήταν γεμάτο με τα πολυτιμότερα απ’ ό, τι μπορεί να μαζέψει, τότε στο κρασί που θα γίνει απ’ αυτό το σταφύλι, συνεχίζεται η ζωή του. Οι φλούδες σαπίζουν όπως σαπίζει το σώμα μας, και το κρασί διατηρείται στα βαρέλια για πάρα πολλά χρόνια. Και όσο περισσότερα χρόνια περνάνε, τόσο πολυτιμότερο γίνεται το κρασί. Αυτή λοιπόν η ζωή του σταφυλιού, μοιάζει με την δική μας γήινη ζωή, και η ζωή του κρασιού, μοιάζει με την αιώνια και αθάνατη ζωή του δικού μας πνεύματος, όταν αυτό ελευθερώνεται από τα δεσμά που έχει με το σώμα, το οποίο μετά το θάνατο αποσυντίθεται, όπως οι φλούδες του σταφυλιού.
Γνωρίζετε ότι υπάρχουν κάποια είδη του σταφυλιού που δεν είναι καλά. Υπάρχει δηλαδή σταφύλι ξινό που ο χυμός του δεν δίνει καλό κρασί. Το κρασί γίνεται ξινό, και με το πέρασμα του χρόνου όλο και πιο άσχημο.
Το ίδιο και στους ανθρώπους. Υπάρχουν άνθρωποι που το πνεύμα τους, κατά τη διάρκεια της ζωής τους, τελειοποιείται αδιάλειπτα προς το καλό και αληθινό. Τα καλά έργα αφήνουν ανεξίτηλη σφραγίδα πάνω στο ανθρώπινο πνεύμα, οπότε και το πνεύμα γίνεται όλο και πιο τέλειο, καθαρό και άγιο. Είναι το πνεύμα των δικαίων, αυτών για τους οποίους ετοιμάστηκε η Βασιλεία των Ουρανών. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι που η ζωή τους είναι γεμάτη εγκλήματα και απαίσιες αμαρτίες. Το πνεύμα τους καθημερινά φαρμακώνεται μ’ αυτό το δηλητήριο. Και έτσι χωρίς τέλος ωριμάζει το πνεύμα αυτών των ανθρώπων προς το κακό.
Το πνεύμα μας, όμως, είναι αθάνατο. Το πνεύμα μας θα ζήσει αιώνια και συνεπώς, η κατεύθυνση που του δίνουμε σ’ αυτή την ζωή, είτε προς το καλό είτε προς το κακό, θα είναι μετά η σταθερή του κατεύθυνση. Το πνεύμα των δικαίων ανθρώπων, που αγάπησαν τον Χριστό, που αγάπησαν το αληθινό καλό, θα τελειοποιείται ασταμάτητα, πλησιάζοντας την τελειότητα του Θεού στην συνεχή κοινωνία μαζί Του στην χώρα του παραδείσου. Ενώ το πνεύμα των αμαρτωλών, που κατά τη διάρκεια της ζωής τους βυθιζόταν όλο και περισσότερο στο κακό, είναι καταδικασμένο να συνεχίζει και στην αιωνιότητα αυτή την εξέλιξη του προς το κακό, είναι καταδικασμένο να έχει συνεχή κοινωνία με τον ίδιο τον σατανά, και στην άπειρη κακία του θα τον πλησιάζει όλο και περισσότερο. Αυτό θα είναι το αιώνιο βάσανο των αμαρτωλών. Θα αισθάνονται δηλαδή πως ο Θεός τους έχει αφήσει, πως είναι καταραμένοι, θα πνίγονται μέσα στην κακία και το μίσος τους κατά του Θεού και του αγαθού.
Μήπως ο Θεός «φταίει» γι’ αυτό; Μήπως Αυτός τους έχει καταδικάσει στην αιώνιο βάσανο; Αυτοί οι ίδιοι έχουν δυστυχώς καταδικάσει τον εαυτό τους, μόνοι τους διάλεξαν την οδό του κακού. Αυτός τους αφήνει ελεύθερους να ακολουθούν για πάντα αυτή την οδό.
(ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ, ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΕΣ, ΤΟΜΟΣ Γ’, Σελ. 309 – 318., ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», Η/Υ επιμέλεια: Μοναχής Θεοδοσίας, Κωνσταντίνας Κυριακούλη, Ιωάννου Τρίτου)
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=3046
«Θα γίνη κάποτε λιμός», είπε o προφήτης θρηνώντας την Ιερουσαλήμ, «όχι πείνα άρτου και ύδατος, αλλά πείνα για τον λόγο τού Κυρίου». Είναι δε ο λιμός στέρησις και συγχρόνως όρεξις της αναγκαίας τροφής. Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο και αθλιώτερο από αυτήν την πείνα· όταν δηλαδή κάποιος, ενώ στερείται τ' αναγκαία για την σωτηρία, δεν έχει συναίσθησι της συμφοράς, επειδή δεν έχει όρεξι για τη σωτηρία. Όποιος πεινά και δεν διαθέτει τ' αναγκαία, τριγυρίζει αναζητώντας ένα κομμάτι ψωμιού οπουδήποτε· κι' αν εύρει μουχλιασμένο ζυμάρι, ή του προσφέρει κάποιος άρτο από κεχρί ή από πίτουρα ή κάτι άλλο από τα ευτελέστατα είδη τροφής, χαίρεται τόσο πολύ, όσο επονούσε προηγουμένως που δεν εύρισκε. Όποιος επίσης έχει πνευματική πείνα, δηλαδή στέρηση και συγχρόνως όρεξη για πνευματικές τροφές, τριγυρίζει αναζητώντας αυτόν που έχει από τον Θεό το χάρισμα της διδασκαλίας· κι' αν εύρει, τρέφεται ευφρόσυνα με τον άρτο της ζωής της ψυχής, δηλαδή με τον σωτήριο λόγο, που όποιος τον αναζητεί έως το τέλος δεν πρόκειται να μη τον εύρει· «διότι όποιος αιτεί λαμβάνει και όποιος αναζητεί ευρίσκει, και στον κρούοντα θ' ανοιγεί η θύρα», είπε ο Χριστός.
2. Υπάρχουν όμως μερικοί που με την πολυήμερη ατροφία κατά νουν έχασαν και την όρεξη της τροφής· γι' αυτό δεν αντιλαμβάνονται τη ζημία. Και αν έχουν τον διδάσκαλο, δυσανασχετούν ακόμη και στην ακρόαση της διδασκαλίας, ενώ αν δεν έχουν, δεν ζητούν τον διδάσκαλο, διάγοντας ζωή αμαρτωλότερη από τον άσωτο. Διότι εκείνος, αν και με την απομάκρυνσή του εστερήθηκε του κοινού τροφέως και πατρός και κυρίου, περιέπεσε σε φοβερό λιμό και συναισθανόμενος την στέρηση μετενόησε και επανήλθε, επεζήτησε και επέτυχε την θεία και αθάνατη τροφή, και τόσο απήλαυσε δια της μετανοίας των χαρισμάτων του Πνεύματος, ώστε να προκαλέσει και τον φθόνο για τον πλούτο του.
3. Είναι όμως προτιμότερο να πάρωμε το θέμα από την αρχή, για να εξηγήσωμε προς την αγάπη σας την ευαγγελική αυτή παραβολή του Κυρίου, αφού και σήμερα είναι διατεταγμένο να διαβάζεται στην εκκλησία.
4. «Κάποιος άνθρωπος είχε δυό υιούς», λέγει. Ο Κύριος καλεί εδώ τον εαυτό του άνθρωπο παραβολικώς, κι' αυτό δεν έχει τίποτε το παράξενο. Διότι, αν έγινε πραγματικά άνθρωπος για τη σωτηρία μας, τί το παράδοξο να προβάλλει τον εαυτό του ως ένα άνθρωπο για την ωφέλειά μας, αυτός που είναι πάντοτε κηδεμών και της ψυχής και του σώματός μας, ως κύριος και δημιουργός και των δύο, αυτός που είναι ο μόνος που έδειξε σε μας έργα υπερβολικής αγάπης και κηδεμονίας, και πριν ακόμη εμφανισθούμε;
5. Διότι πριν από μας μάς ετοίμασε αιώνια κληρονομία βασιλείας, όπως λέγει ο ίδιος, από καταβολής κόσμου. Πριν από εμάς για χάρη μας έπλασε τους αγγέλους για ν' αποστέλλωνται ως διάκονοι, όπως λέγει ο Παύλος, στους μέλλοντας να κληρονομήσουν τη σωτηρία. Πριν από εμάς για χάρη μας άπλωσε τον ουρανό σ' όλον τον αισθητό τούτον κόσμο, σαν να έστησε κάποια κοινή και ομότιμη σκηνή σε όλους εμάς κατά την παροδική τούτη ζωή, τον ίδιο αεικίνητο καί πολυκίνητο και ακίνητο· ακίνητον, για να μη προκαλεί στους ενοικούντας φθορά με τις μεταπτώσεις του, πολυκίνητον, για να συγκρατείται στον χώρο του με τις αντίρροπες κινήσεις του, αεικίνητον δε καθ' εαυτόν και περιφέροντα μαζί του ευτάκτως το πλήθος των άστρων, ώστε εμείς αφ' ενός μεν να διδασκώμαστε το πρόσκαιρο της ζωής μας και ν' απολαύωμε όλων των σωμάτων του, που φθάνουν επάνω από την κεφαλή μας, κάθε φορά άλλα. Για μας πριν από εμάς κατασκεύασε τον μεγάλο φωστήρα για να κυριαρχεί στην ημέρα, και τον μικρό για να κυριαρχεί της νύκτας. Κι' ετοποθέτησε αυτούς και τα άλλα άστρα στο στερέωμα, για να κινούνται με αυτό, συνυπάρχοντα και παραλλάσσοντα πολυειδώς, για να είναι σημάδια των καιρών και των χρόνων. Από αυτά κανένα δεν χρειάζεται ούτε η νοερά φύσις, που είναι υπεραισθητή, ούτε η φύσις των άλογων ζώων, που ζει μόνο κατά αίσθηση. Για μας λοιπόν έγιναν, που με την αίσθησι μεν απολαύομε και τις άλλες δωρεές και το κάλλος των βλεπομένων, με τον νουν δε αντιλαμβανόμαστε τα σημεία αυτά.
6. Για μας πριν από εμάς εθεμελίωσε τη γη, άπλωσε τη θάλασσα, εξέχυσε αφθόνως επάνω από αυτά τον αέρα, κι' επάνω από αυτόν παραπέρα άναψε πανσόφως την φύσι του πυρός, ώστε και το υπερβολικό ψύχος των κάτω να μετριάζει περιγυρίζοντας και να μένει στον τόπο του συγκρατώντας τα άπλωμά του. Αν δε και τα άλογα ζώα τα χρειάζονται αυτά για τη συντήρησή τους, αλλά κι' αυτά εδημιουργήθηκαν πριν από μας για υπηρεσία προς τους ανθρώπους, όπως ψάλλει και ο προφήτης Δαβίδ.
7. Αυτόν λοιπόν τον σύμπαντα κόσμο παρήγαγε από το μηδέν ο πλάστης μας πριν από τη δική μας πλάση, για την σύσταση του σώματός μας. Για την βελτίωση δε των ηθών και την καθοδήγησι προς την αρετή τί δεν έκαμε ο φιλάγαθος δεσπότης; Τον ίδιον αυτόν αισθητό κόσμο επεξεργάσθηκε σαν κάτοπτρο των υπερκοσμίων, ώστε δια της πνευματικής θεωρίας γύρω από αυτόν, σαν δια μέσου μιας θαυμασίας κλίμακος, να φθάνωμε προς εκείνα. Ενέβαλε μέσα μας έμφυτο νόμο, σαν απαρέγκλιτη στάθμη, ανεξαπάτητο κριτή και αδιάψευστο διδάσκαλο, την ατομική στον καθένα συνείδηση. Έτσι, αν είμαστε με την διάνοια συγκεντρωμένοι στον εαυτό μας, δεν θα χρειασθούμε άλλον διδάσκαλο για την κατανόηση του αγαθού· αν με την αίσθηση διαπορθμεύσωμε καλώς τον νου προς τα έξω, τα αόρατα του Θεού καθορώνται νοούμενα δια των ποιημάτων, λέγει ο απόστολος.
8. Αφού λοιπόν δια της φύσεως και της κτίσεως άνοιξε το διδασκαλείο των αρετών, ο ίδιος ετοποθέτησε αγγέλους ως φύλακες, ανύψωσε πατέρες και προφήτες προς καθοδήγηση, έδειξε σημεία και τέρατα οδηγούντα προς την πίστη, μας έδωσε τον γραπτό νόμο, βοηθητικό στο νόμο της λογικής μας φύσεως και στη διδασκαλία από την κτίση. Τέλος, επειδή τα περιφρονήσαμε όλα (ω, τι ραθυμία δική μας και τι μακροθυμία και έγνοια του υπερβολικά αγαπώντος εμάς!), μας έδωσε τον εαυτό του για χάρη μας, και, κενώνοντας τον πλούτο της θεότητος στο έσχατο κατάντημά μας επήρε την φύση μας και, γενόμενος άνθρωπος σαν εμάς, διετέλεσε διδάσκαλος μας. Αυτός μας διδάσκει για το μέγεθος της φιλανθρωπίας του, επιδεικνύοντάς την με έργο και λόγο, συγχρόνως δε οδηγεί σε μίμηση της συμπαθείας του, ενώ αποτρέπει από την σκληροκαρδία τους οπαδούς του.
9. Επειδή δε η αγάπη γεννάται και μέσα στους επιμελητάς των πραγμάτων, όπως και στους ποιμένες των προβάτων, ενυπάρχει δε και στους κυρίους των κτημάτων, όχι όμως τόσο όσο στους συνδεόμενους με αίμα και συγγένεια, και από αυτούς πάλι περισσότερο στους πατέρες προς τα παιδιά τους, από αυτούς προσφέρει ένδειξη της φιλανθρωπίας του, λέγοντας τον εαυτό του άνθρωπο και πατέρα όλων μας· επειδή αφ' ενός μεν για μας έγινε πραγματικά άνθρωπος, αφ' ετέρου δε μας αναγέννησε δια του θείου βαπτίσματος και της σ' αυτό χάριτος του θείου Πνεύματος.
10. «Κάποιος άνθρωπος λοιπόν», λέγει,«είχε δύο υιούς». Διότι η διαφορά της γνώμης εχώρισε σε δύο την μία φύση και η διάκρισις μεταξύ αρετής και κακίας συνήγαγε τους πολλούς σε δύο. Κι' εμείς εξ άλλου μερικές φορές λέγομε διπλόν τον ένα κατά την υπόσταση, όταν έχει την διπλότητα του ήθους, και λέγομε επίσης τους πολλούς ένα, όταν συμφωνούν μεταξύ τους. «Προσελθών λοιπόν ο νεώτερος υιός είπε στον πατέρα»»· ευλόγως παρουσιάζεται νεώτερος· διότι προβάλλει αίτημα παιδαριώδες και γεμάτο αφροσύνη. Και η αμαρτία δε, την οποία είχε στο νου του σχεδιάζοντας την αποστασία, είναι νεωτέρα, εφ' όσον είναι υστερογενές εύρημα της κακής προαιρέσεώς μας· η δε αρετή είναι πρωτογενής, αφού στον Θεό μεν ήταν αϊδίως, στην ψυχή μας δε εμβλήθηκε από την αρχή από τον Θεό κατά χάρη.
11. Προσήλθε δε, λέγει, ο νεώτερος υιός και είπε στον πατέρα· «δος μου το ανάλογο μέρος της περιουσίας». Ω, ποια αφροσύνη! Δεν εγονάτισε, δεν ικέτευσε, αλλ' απλώς είπε· και όχι μόνο αυτό, αλλ' απαιτεί το μερίδιο και ως οφειλή από εκείνον που δίδει σε όλους κατά χάριν. Δος μου το ανάλογο μέρος της περιουσίας, που μου ανήκει κατά το νόμο, την μερίδα μου σύμφωνα με το δίκαιο. Και ποιος νόμος υπάρχει και από που προέρχεται αυτό το δίκαιο, να είναι οι πατέρες οφειλέτες στα παιδιά; Το αντίθετο μάλιστα συμβαίνει· τα παιδιά οφείλουν στους πατέρες, όπως η ίδια η φύσις δεικνύει, αφού έλαβαν από εκείνους την ύπαρξη. Αλλ' είναι και αυτό δείγμα του νεωτερικού φρονήματος.
12. Τί κάμνει λοιπόν αυτός που βρέχει σε δικαίους και αδίκους, που ανατέλλει τον ήλιο σε πονηρούς και αγαθούς; Τους διεμοίρασε την περιουσία, λέγει. Βλέπεις ότι αυτός ο «άνθρωπος» και πατέρας είναι ανενδεής; Αλλιώς δεν θα εμοίραζε την περιουσία στους δυό μόνους ούτε σε δυο μερίδια μόνο, αλλά θα εκρατούσε και για τον εαυτό του μια τρίτη μερίδα. Αυτός όμως, ως Θεός, όπως λέγει και ο προφήτης Δαβίδ, μη έχοντας ανάγκη των αγαθών του είδους αυτού, εμοίρασε, λέγει στα δυο αυτά παιδιά μόνο την περιουσία, δηλαδή τον κόσμο όλον. Διότι, όπως διαιρείται η μια φύσις λόγω της διαφορετικής γνώμης, έτσι διαιρείται και ο ένας κόσμος λόγω της διαφορετικής χρήσεως. Πραγματικά ο ένας λέγει προς τον Θεό, «όλη την ημέρα άπλωσα προς σε τα χέρια μου», και «σε ύμνησα επτά φορές την ημέρα», και «το μεσονύκτιο εξυπνούσα», και «έκραξα πάρωρα», και «ήλπισα στα λόγια σου», και «τα πρωινά εφόνευσα όλους τους αμαρτωλούς της γης», δηλαδή απέκοψα τις ορμές της σαρκός που κινούνται προς ηδυπάθεια· ο άλλος περνά τις ημέρες του στο κρασί και κυττάζει που γίνεται πότος, διέρχεται τις νύκτες με άσεμνες και άθεσμες πράξεις, και σπεύδει σε κρυφές δολοπλοκίες ή φανερές επιβουλές, σε αρπαγές χρημάτων και πονηρά σχέδια. Άρα δεν εμοίρασαν αυτοί την μια νύκτα και τον ένα ήλιο, και πριν από αυτά την ίδια τη φύση, αφού την κατεχράσθηκαν χωρίς συμφωνία μεταξύ τους; Ο δε Θεός διέθεσε όλη την κτίση αδιαιρέτως σε όλους, προθέτοντάς την σε χρήση κατά την βούληση του καθενός.
13. «Κι έπειτα από όχι πολλές ημέρες», λέγει, «αφού τα συγκέντρωσε όλα ο νεώτερος υιός, μετανάστευσε σε μακρινή χώρα». Πώς δεν μετανάστευσε αμέσως, αλλά έπειτα από όχι πολλές, δηλαδή μετά από λίγες ημέρες; Ο πονηρός υποβολεύς Διάβολος δεν υποβάλλει ταυτοχρόνως και την ιδιορρυθμία και την αμαρτία, αλλά με πανουργία υποκλέπτει βαθμιαίως την διάθεση, λέγοντάς μας ψιθυριστά· και συ ζώντας μόνος σου, χωρίς να παρακολουθείς την Εκκλησία του Θεού ούτε να προσέχεις τον διδάσκαλο της Εκκλησίας, μπορείς ν' αντιληφθείς το καθήκον και μόνος σου και να μη απομακρύνεσαι από το αγαθό. Όταν δε αποσπάσει κάποιον από την ιερά υμνωδία και από την υπακοή προς τους ιερούς διδασκάλους, τον απομακρύνει και από τη θεία επίβλεψη, παραδίνοντάς τον στα πονηρά έργα. Διότι ο Θεός ευρίσκεται παντού· ένα είναι που ευρίσκεται μακριά από τον Θεό, το κακό, στο οποίο φθάνοντας δια της αμαρτίας αποδημούμε μακριά από τον Θεό. Όπως λέγει ο Δαβίδ προς τον Θεό, «δεν θα διαμείνουν παράνομοι απέναντι στους οφθαλμούς σου».
14. Αφού λοιπόν, λέγει, ο νεώτερος υιός απομακρύνθηκε με αυτόν τον τρόπο και απεδήμησε σε μακρινή χώρα «εκεί διεσκόρπισε την περιουσία του ζώντας ασώτως». Πώς όμως διεσκόρπισε την περιουσία του; Υπεράνω όλων ουσία και περιουσία μας είναι ο έμφυτος νους μας. Έως ότου λοιπόν εμμένομε στους τρόπους της σωτηρίας, τον έχομε συνηγμένο στον εαυτό του και στον πρώτο και ανώτατο νου, τον Θεό· όταν όμως ανοίξωμε θύρα στα πάθη, αμέσως σκορπίζεται, περιπλανώμενος διαρκώς γύρω στα σαρκικά και τα γήινα, προς τις πολύμορφες ηδονές και τους εμπαθείς λογισμούς γι' αυτές. Του νου πλούτος είναι η φρόνησις, που παραμένει σ' αυτόν και διακρίνει το καλύτερο από το χειρότερο, όσον καιρό κι αυτός παραμένει πειθαρχικός στις εντολές και συμβουλές του ανωτάτου Πατρός· όταν όμως αφηνιάσει αυτός, κι η φρόνησις σκορπίζεται σε πορνεία και αφροσύνη, μοιραζόμενη τις κακίες των δύο μερών.
15. Θα ιδείς τούτο και σε όλες τις αρετές και δυνάμεις μας, που είναι πραγματικά πλούτος μας, ο οποίος, αφού η κακία είναι πολυσχεδής, όταν κλίνη προς αυτήν, σκορπίζεται. Διότι ο ίδιος ο νους στρέφει την επιθυμία προς τον ένα και πραγματικά όντως Θεό, τον μόνον αγαθό, τον μόνον εφετό, τον μόνον παρέχοντα την ηδονή απηλλαγμένη από κάθε οδύνη. Όταν όμως ο νους αποχαυνωθεί, η δύναμις της ψυχής προς την όντως αγάπη εκπίπτει από το όντως ορεκτό και, διασπωμένη προς τις ποικίλες ορέξεις της ηδυπαθείας, σκορπίζεται, ελκυσμένη από το ένα μέρος προς την επιθυμία τροφών μη αναγκαίων, από το άλλο προς την επιθυμία πραγμάτων αχρήστων, και από το τρίτο προς την επιθυμία της κενής και άδοξης δόξας. Κι έτσι κατακερματιζόμενος ο άθλιος άνθρωπος και συρόμενος από τις ποικίλες γι' αυτά φροντίδες, ούτε τον ήλιο ακόμη τον ίδιο ούτε τον αέρα, τον κοινό σε όλους πλούτο, δεν μπορεί να αναπνεύσει και να θεωρήσει ευχάριστα.
16. Αυτός ο ίδιος ο νους μας, αν δεν απομακρυνθεί από τον Θεό, διεγείρει τον θυμό που έχομε μέσα μας εναντίον μόνου του Διαβόλου και χρησιμοποιεί την ανδρεία της ψυχής κατά των πονηρών παθών, κατά των αρχόντων του σκότους, κατά των πνευμάτων της πονηρίας. Αν όμως δεν προσηλωθεί στις θείες εντολές του Κυρίου που τον εστρατολόγησε, μάχεται προς τους πλησίον του, μαίνεται κατά των ομοφύλων, αποθηριώνεται εναντίον εκείνων που δεν συναινούν στις παράλογες ορέξεις του και γίνεται, φευ, ανθρωποκτόνος άνθρωπος, (ομοιωμένος όχι μόνο με τα κτήνη τα άλογα, αλλά και με τα ερπετά και με τα ιοβόλα ζώα, γινόμενος σκορπιός, όφις, γέννημα εχιδνών, αυτός που ωρίσθηκε να είναι στην τάξη των υιών του Θεού. Είδες πώς διεσκόρπισε κι έχασε την περιουσία του; «Αφού τα εδαπάνησε όλα ο νεώτερος υιός, άρχισε να στερείται και έπεσε σε πείνα». Αλλά δεν εσκεπτόταν ακόμη να επιστρέψει, διότι ήταν άσωτος. Γι' αυτό, «επήγε και προσκολλήθηκε σ' ένα από τους πολίτες της χώρας εκείνης και εκείνος τον έστειλε στο αγρόκτημα να βόσκει χοίρους».
17. Ποιοί δε είναι οι πολίτες και πολιτάρχες της χώρας που είναι μακριά από τον Θεό; Φυσικά οι δαίμονες, από τους οποίους ο υιός του ουρανίου Πατρός κατέστη πορνοβοσκός και αρχιτελώνης και αρχιληστής και στασιάρχης. Διότι ο χοιρώδης βίος λόγω της άκρας ακαθαρσίας του υπονοεί κάθε πάθος, χοίροι δε είναι όσοι κυλίονται στον βόρβορο των παθών τούτων. Όταν εκείνος έγινε προϊστάμενος τούτων, ως πρώτος από όλους αυτούς στην ηδυπάθεια, δεν μπορούσε να χορτάσει από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, δηλαδή δεν ήταν δυνατό να λάβει κορεσμό της επιθυμίας του.
18. Πώς όμως δεν αρκεί η φύσις του σώματος να εξυπηρετήσει τις ορμές του ακολάστου; Ο χρυσός ή ο άργυρος, όταν περιέλθη στον φιλόχρυσο και φιλάργυρο, αυξάνει την στέρηση και όσο περισσότερος εισρεύσει, τόσο μεγαλύτερη επιθυμία προκαλεί· μόλις θ' αρκέσει σ' έναν πλεονέκτη και φίλαρχο όλος ο κόσμος, ίσως δε ούτε αυτός. Επειδή λοιπόν αυτοί μεν είναι πολλοί, ο κόσμος δε ένας, πώς τότε θα μπορέσει κανείς από αυτούς να εύρει κόρο της επιθυμίας του; Έτσι λοιπόν και εκείνος ο αποστάτης από τον Θεό δεν μπορούσε να χορτασθεί. Διότι άλλωστε, λέγει, δεν του προσέφερε κανείς τον κόρο. Ποιός θα του τον προσέφερε; Ο Θεός απουσίαζε, με του οποίου και τη θέα μόνο προκαλείται αβάρετος κόρος στον βλέποντα, σύμφωνα με εκείνον που είπε, «θα χορτάσω μόλις θεαθεί από εμένα η δόξα σου». Ο Διάβολος δεν θέλει να προσφέρει κόρο των αισχρών επιθυμιών, επειδή εκ φύσεως ο κόρος στα τρεπτά πράγματα προκαλεί μεταβολή της σχέσεως προς αυτά. Ευλόγως λοιπόν κανένας δεν του έδιδε τον κόρο.
19. Μόλις πάντως κάποτε εκείνος ο αποστάτης από τον πατέρα ήλθε στα λογικά του και αντιλήφθηκε σε ποιο κατάντημα έφθασε, έκλαυσε τον εαυτό του λέγοντας· «πόσοι μισθωτοί του πατρός μου έχουν αφθονία άρτων, ενώ εγώ χάνομαι από την πείνα!». Ποιοί είναι οι μισθωτοί; Εκείνοι που δια των ιδρώτων της μετανοίας και της ταπεινώσεως παίρνουν σαν μισθό τη σωτηρία. Υιοί δε είναι εκείνοι που λόγω της αγάπης προς αυτόν υποτάσσονται στις εντολές του, όπως είπε και ο Κύριος, «όποιος με αγαπά, θα τηρήσει τις εντολές μου».
20. Έτσι λοιπόν ο νεώτερος υιός αφού απέπεσε από την υιοθεσία και εξέπεσε από την ιερά πατρίδα και περιέπεσε σε πείνα, αντιλαμβάνεται τη θλιβερή κατάστασή του και ταπεινώνεται και μετανοεί λέγοντας «θα σηκωθώ να υπάγω και να γονατίσω στον πατέρα μου και θα του ειπώ, πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και σε σένα». Καλώς λοιπόν στην αρχή ελέγαμε ότι αυτός ο πατέρας είναι ο Θεός· διότι πώς θα αμάρτανε στον ουρανό ο νέος που απεστάτησε από τον πατέρα, αν ο πατέρας δεν ήταν ουράνιος; «Αμάρτησα λοιπόν», λέγει, «στον ουρανό», δηλαδή στους αγίους που ευρίσκονται στον ουρανό και είναι πολίτες του ουρανού, «και σε σένα», που κατοικείς μαζί με τους αγίους σου στους ουρανούς. «Και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομάζωμαι υιός σου· κάμε με σαν ένα από τους μισθωτούς σου». Καλώς λέγει, σωφρονισμένος από την τωρινή του ταπείνωση, «κάμε με»· διότι δεν λαμβάνει κανείς από τον εαυτό του τους βαθμούς της αρετής, αν και επίσης δεν τους λαμβάνει χωρίς την προαίρεσή του. «Αφού λοιπόν εσηκώθηκε, ήλθε στον πατέρα του. Ενώ δε απείχε ακόμη πολύ». Πώς και ήλθε και συγχρόνως απείχε πολύ, γι' αυτό και ο πατέρας του τον ευσπλαγχνίσθηκε και εξήλθε προς συνάντησή του; Ο άνθρωπος που μετανοεί με την ψυχή του δια μεν της αγαθής προθέσεως και της αποχής από την αμαρτία φθάνει προς τον Θεό· από την κακή όμως συνήθεια και τις προλήψεις τυραννούμενος νοερώς, απέχει ακόμη πολύ από τον Θεό, και αν πρόκειται να σωθεί, χρειάζεται μεγάλη από άνω ευσπλαγχνία και βοήθεια.
21. Γι' αυτό και ο πατέρας των οικτιρμών συγκαταβαίνοντας τον προϋπάντησε, τον αγκάλιασε και τον κατεφίλησε, παρήγγειλε δε στους δούλους του, δηλαδή στους ιερείς, να τον ενδύσουν την πρώτη στολή, δηλαδή την υιοθεσία, την οποία και πρωτύτερα είχε φορέσει δια του αγίου βαπτίσματος, και να του βάλουν δακτυλίδι στο χέρι του, δηλαδή στο πρακτικό μέρος της ψυχής που δηλώνεται με το χέρι, να τοποθετήσουν σφραγίδα θεωρητικής αρετής, ως αρραβώνα της μελλοντικής κληρονομιάς, αλλά και υποδήματα στα πόδια, θεία δηλαδή φρουρά και ασφάλεια που θα τον ενδυναμώνει να πατεί επάνω σε όφεις και σκορπιούς κι επάνω σε όλη τη δύναμη του εχθρού. Έπειτα παραγγέλλει να φέρουν και σφάξουν ένα σιτευτό μόσχο και να τον παραθέσουν σε τραπέζι. Ο δε μόσχος είναι ο ίδιος ο Κύριος, ο οποίος εξέρχεται μεν από τα κρύφια της θεότητος και από τον θρόνο που ευρίσκεται υπεράνω του παντός και όταν εφάνηκε σαν άνθρωπος επάνω στη γη θυσιάζεται ως μόσχος για χάρη ημών των αμαρτωλών και ως σιτευτός, δηλαδή ως άρτος, παρατίθεται σε μας προς βρώσιν.22. Κάμνει δε κοινή την μ' αυτή την ευκαιρία ευφροσύνη και ευωχία ο Θεός με τους αγίους του, αναλαμβάνοντας από άκρα φιλανθρωπία τις συνήθειές μας και λέγοντας· «έλθετε να φάγωμε κι ευφρανθούμε». Αλλά ο πρεσβύτερος υιός οργίζεται. Πρέπει να υπονοείς, παρακαλώ, πάλι τους Ιουδαίους που οργίζονται γι' αυτήν την πρόσκλησι, τους Γραμματείς και Φαρισαίους που σκανδαλίζονται, διότι ο Κύριος υποδέχεται αμαρτωλούς και συνεσθίει με αυτούς. Εάν δε θέλεις να εννοήσεις τούτο και επί των δικαίων, τι παράδοξο είναι, αν και ο δίκαιος αγνοεί τον ανώτερο κάθε συλλήψεως πλούτο της χρηστότητος του Θεού; Γι' αυτό και παρηγορείται από τον κοινό πατέρα και διδάσκεται τα κατάλληλα από αυτόν με τα λόγια, «εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου», μετέχοντας στην αναλλοίωτη ευφροσύνη· «έπρεπε λοιπόν να ευχαριστηθείς και να χαρείς διότι αυτός ο αδελφός σου ήταν νεκρός και ανέζησε, ήταν χαμένος και ευρέθηκε». Ήταν νεκρός από την αμαρτία και ανέζησε με την μετάνοια, ήταν δε και χαμένος, αφού δεν ήταν μαζί με τον Θεό. Αφού λοιπόν ευρέθηκε, γεμίζει τον ουρανό με χαρά, όπως έχει γραφεί, «χαρά γίνεται στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί».
23. Τί δε είναι αυτό για το οποίο λυπείται ο πρεσβύτερος υιός; «Ότι εμένα», λέγει, «δεν μου έδωσες ποτέ ένα κατσίκι, για να διασκεδάσω με τους φίλους μου, όταν δε ήλθε αυτός ο υιός σου, που κατέφαγε την περιουσία σου με τις πόρνες, του έσφαξες τον μόσχο τον σιτευτό». Τόσο εξαίρετα είναι τα προς εμάς χαρίσματα του Θεού, ώστε και οι άγγελοι επεθύμησαν να κυττάξουν τα χαρισθέντα σ' εμάς δια της ενανθρωπήσεώς του, όπως λέγει ο κορυφαίος των αποστόλων Πέτρος. Αλλά και οι δίκαιοι επεθύμησαν να έλθει γι' αυτά ο Χριστός και πριν από την ώρα του ακόμη, όπως και ο Αβραάμ επεθύμησε να ιδεί την ημέρα του. Αυτός βέβαια τότε δεν ήλθε, και όταν ήλθε, δεν ήλθε να καλέσει δικαίους αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια, και κυρίως υπέρ αυτών σταυρώνεται αυτός που απαλείφει την αμαρτία του κόσμου· διότι υπερεπερίσσευσε η χάρις, όπου επλεόνασε η αμαρτία.
24. Ότι δε δεν δίδει ούτε ένα κατσίκι στους δικαίους, όταν ζητούν, δηλαδή ούτε ένα αμαρτωλό, γίνεται σ' εμάς σαφές και από άλλα πολλά και ιδιαιτέρως από την οπτασία του ιερού και μακαρίου Κάρπου. Διότι αυτός όχι μόνο δεν εισακούσθηκε όταν καταράσθηκε μερικούς πονηρούς άνδρες και έλεγε ότι δεν είναι δίκαιο να ζουν άνδρες άθεοι που διαστρέφουν τους ευθείς δρόμους του Κυρίου, αλλά εδοκίμασε και την θεία αγανάκτησι και άκουσε φρικώδεις λόγους που ωδηγούσαν στην επίγνωση της αρρήτου και υπέρ νουν θείας ανοχής και έπειθαν όχι μόνο να μη καταράται, αλλά και να εύχεται υπέρ αυτών που ζουν στην πονηρία, διότι ο Θεός παρέχει σ' εκείνους ακόμη προθεσμία μετανοίας. Για να δείξει λοιπόν τούτο ο Θεός των μετανοούντων, ο εύσπλαγχνος πατήρ, και για να παραστήσει επί πλέον ότι δίδει μεγάλα και επίφθονα δώρα στους επιστρέφοντας με μετάνοια, συνέθεσε με αυτόν τον τρόπο την παραβολή.
25. Ας επιληφθούμε λοιπόν κι εμείς, αδελφοί, της μετανοίας με έργα, ας εγκαταλείψωμε τον πονηρό και τα βοσκήματά του· ας μείνωμε μακριά από τους χοίρους και από τα ξυλοκέρατα που τους τρέφουν, δηλαδή από τα βδελυρά πάθη και τους προσκολλημένους σ' αυτά· ας σταθούμε μακριά από την πονηρά νομή, δηλαδή την κακή συνήθεια ας αποφύγωμε την χώρα των παθών, δηλαδή την απιστία και απληστία και ακρασία, όπου συμβαίνει φοβερός λιμός αγαθών και επέρχονται πάθη χειρότερα από τον λιμό· ας τρέξωμε προς τον Πατέρα της αφθαρσίας, τον δότη της ζωής, βαδίζοντας την οδό της ζωής δια των αρετών. Εκεί θα τον εύρωμε να έχει εξέλθει από φιλανθρωπία για προϋπάντηση και να μας χαρίζει την άφεσι των αμαρτιών μας, το σύμβολο της αφθαρσίας, τον αρραβώνα της μελλοντικής κληρονομίας. Και ο άσωτος υιός άλλωστε, όπως εδιδαχθήκαμε από τον Σωτήρα, όσον καιρό ευρισκόταν στη χώρα των παθών, αν και εσκεπτόταν και έλεγε τα λόγια της μετανοίας, δεν επέτυχε τίποτε το καλό, έως ότου αφήνοντας όλα εκείνα τα έργα της αμαρτίας ήλθε τρέχοντας προς τον πατέρα κι αφού επέτυχε τα ανέλπιστα, έμεινε οπωσδήποτε στο εξής πλησίον του με ταπείνωση, σωφρονώντας, δικαιοπραγώντας και διατηρώντας ακέραια την ανανεωμένη από τον Θεό χάρη.
26. Αυτήν τη χάρη είθε να την επιτύχωμε όλοι μας και να την διατηρήσωμε αμείωτη, ώστε και στον μέλλοντα αιώνα να συνευφρανθούμε με τον σεσωσμένο άσωτο στην άνω Ιερουσαλήμ, την μητέρα των ζώντων, την Εκκλησία των πρωτοτόκων, εν Χριστώ τω Κυρίω ημών, στον οποίο πρέπει δόξα στους αιώνες. Γένοιτο.
(Ομιλία Γ', Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ τ. 9, ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ")
Πηγή: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=3036
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...