Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«Τότε παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας εἰς τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην, τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ’ αὐτοῦ».
Μαζί με τους δούλους ο Δεσπότης, μαζί με τους υπόδικους ο Κριτής έρχεται για να βαπτισθεί. Αλλά μη θορυβηθείς· μεταξύ των ταπεινών αυτών περισσότερο λάμπει το υψηλό μεγαλείο Του. Πραγματικά, Αυτός ο οποίος καταδέχθηκε να κυοφορηθεί για τόσο χρόνο σε μήτρα παρθενική και να γεννηθεί από εκεί, σύμφωνα με τους νόμους της ανθρώπινης φύσεως, και επιπλέον να ραπισθεί, να σταυρωθεί και να πάθει τα άλλα παθήματα, τα οποία υπέστη, γιατί παραξενεύεσαι, εάν καταδέχθηκε να βαπτισθεί και να έλθει μαζί με τους άλλους ανθρώπους προς τον δούλο του; Διότι εκείνο ήταν που προκαλούσε μεγάλη κατάπληξη, το ότι δηλαδή, ενώ ήταν Θεός, θέλησε να γίνει άνθρωπος· τα άλλα λοιπόν κατά λογική ακολουθία έπονται όλα γενικώς. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Ιωάννης πρόφθασε και έλεγε, εκείνα ακριβώς που είπε, ότι δηλαδή, δεν είναι άξιος να λύσει τα λουριά των υποδημάτων του Ιησού και όλα τα άλλα· για παράδειγμα είπε ότι ο Ιησούς είναι κριτής και θα αποδώσει δικαιοσύνη σύμφωνα με την αξία του καθενός και ότι θα χορηγήσει σε όλους ανεξαιρέτως το Άγιο Πνεύμα με αφθονία, ώστε όταν Τον δεις να έρχεται προς το βάπτισμα να μην υποψιαστείς τίποτε το ταπεινό.
Επίσης, για τον ίδιο λόγο, όταν Αυτός ήταν παρών εκεί, Του προβάλλει προσκόμματα, λέγοντας· «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από εσένα και Εσύ έρχεσαι σε μένα;». Επειδή δηλαδή, το βάπτισμα ήταν ενδεικτικό της μετανοίας και οδηγούσε σε κατηγορία για τα διαπραχθέντα αμαρτήματα, για να μη νομίσει κανείς ότι και ο Ιησούς με μια τέτοια διάθεση έρχεται στον Ιορδάνη, ο Ιωάννης διορθώνει την πιθανή αυτή εκτίμηση εκ των προτέρων, με το να Τον αποκαλέσει και «Αμνό»(Ιω. 1, 29: «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ»: ‘’ιδού ο αμνός του Θεού, που προφήτευσε ο Ησαΐας’’) και Λυτρωτή από όλη γενικά την αμαρτία που έχει διαπραχθεί στην οικουμένη («ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»: ο Μεσσίας και Λυτρωτής, ο οποίος θα θυσιαστεί για να πάρει επάνω Του και να εξαλείψει την αμαρτία και την ενοχή του κόσμου», Ιω. 1, 29). Πραγματικά, όποιος μπορεί να εξαλείψει τα αμαρτήματα ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους, πολύ περισσότερο Αυτός ο ίδιος είναι αναμάρτητος. Γι’ αυτό και δεν είπε· «Να ο αναμάρτητος», αλλά εκείνο το οποίο ήταν πολύ σπουδαιότερο, «ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου [:(Ιδού), Αυτός ο οποίος σηκώνει την αμαρτία του κόσμου] ώστε μαζί με αυτό να αποδεχθείς και εκείνο με κάθε βεβαιότητα και αφού πειστείς, να αντιληφθείς ότι έρχεται στο βάπτισμα, οικονομώντας και μερικά άλλα ζητήματα. Γι’ αυτό και ο Ιωάννης, όταν προσήλθε σε αυτόν ο Ιησούς, έλεγε· «ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; (:εγώ, ο ατελής και αδύνατος άνθρωπος, έχω ανάγκη να βαπτισθώ από Εσένα, και Εσύ, ο αναμάρτητος και τέλειος, έρχεσαι να βαπτισθείς από εμένα;)». Και δεν είπε: «και εσύ βαπτίζεσαι από εμένα;», επειδή και αυτό φοβήθηκε να το πει. Αλλά ,τι είπε; «Κι Εσύ έρχεσαι προς εμένα;».
Ποια απάντηση έδωσε όμως ο Χριστός; Ό,τι ακριβώς έκανε αργότερα στον Πέτρο, το ίδιο και τότε έπραξε. Πραγματικά και ο Πέτρος Τον εμπόδιζε να του πλύνει τα πόδια, αλλά όταν άκουσε ότι «ὃ ἐγὼ ποιῶ, σὺ οὐκ οἶδας ἄρτι, γνώσῃ δὲ μετὰ ταῦτα (:Εκείνο που εγώ κάνω, εσύ δεν το αντιλαμβάνεσαι τώρα, θα το αντιληφθείς όμως αργότερα)» (Ιωάν. 13, 7), και ότι· «ἐὰν μὴ νίψω σε, οὐκ ἔχεις μέρος μετ᾿ ἐμοῦ (:εάν δεν σου πλύνω τώρα τα πόδια, εάν με ταπεινοφροσύνη και εμπιστοσύνη σε εμένα δεν υπακούσεις, δεν είναι δυνατόν να έχεις πλέον μέρος μαζί μου» (Ιωάν. 13, 8), αμέσως άφησε την άρνηση και υπάκουσε. Το ίδιο και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, όταν άκουσε από τον Ιησού τα λόγια: «ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην (:έτσι είναι, αλλά άφησε τώρα τις αντιρρήσεις και μη φέρνεις δυσκολίες στο βάπτισμά μου, διότι έτσι πρέπει, και σε μένα και σε σένα, να εκπληρώσουμε κάθε εντολή του Θεού)» (Ματθ. 3, 15), αμέσως υπάκουσε. Διότι δεν ήταν υπερβολικά εριστικοί, αλλά τους διέκρινε η αγάπη και η υπακοή και φρόντιζαν να υπακούουν στον Κύριο σε όλες τις περιπτώσεις.
Πρόσεξε επίσης με ποιον τρόπο τον ενθαρρύνει από εκείνο το σημείο ακριβώς, για το οποίο δίσταζε κυρίως να τελέσει το βάπτισμα. Δεν είπε, δηλαδή, ότι ‘’έτσι είναι δίκαιο’’, αλλά «έτσι είναι το πρέπον». Διότι, επειδή αυτό προπάντων θεωρούσε ανάξιό Του, το να βαπτισθεί από τον δούλο, αυτό κυρίως προβάλλει, το οποίο έρχεται σε σύγκρουση με την αντίληψη αυτή, σαν να του έλεγε· «Δεν αποφεύγεις αυτό και με εμποδίζεις να βαπτισθώ, επειδή έχεις τη γνώμη ότι είναι απρεπές; Αλλά γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο άφησε την άρνηση, διότι αυτό επάνω από όλα πρέπει να γίνει». Και δεν είπε μόνο «άφησε τις αντιρρήσεις», αλλά πρόσθεσε και το «επί του παρόντος» («ἄφες ἄρτι», Ματθ. 3, 15). Διότι αυτά δε θα διαρκέσουν αιώνια, λέγει, αλλά θα με δεις και στην κατάσταση που επιθυμείς. Προς το παρόν όμως να το υπομείνεις αυτό.
Στη συνέχεια αποδεικνύει κατά ποια έννοια είναι πρέπον αυτό. Γιατί είναι πρέπον, λοιπόν; Διότι έτσι εκτελούμε κάθε εντολή του νόμου, πράγμα το οποίο φανέρωνε, όταν έλεγε τη φράση «πᾶσαν δικαιοσύνην» (Ματθ. 3, 15). Πραγματικά «δικαιοσύνη» είναι η εκπλήρωση των εντολών. Αφού λοιπόν εκπληρώσαμε, λέγει, όλες τις άλλες εντολές, αυτό υπολείπεται πλέον και πρέπει να το προσθέσουμε και αυτό. Διότι εγώ ήλθα για να καταργήσω την κατάρα, η οποία προήλθε από την παράβαση του νόμου. Συνεπώς, επιβάλλεται να εκπληρώσω προηγουμένως εγώ ο ίδιος τα πάντα και να σας απελευθερώσω από την καταδίκη και έτσι, να τελειώσω την αποστολή μου. Είναι ανάγκη λοιπόν προηγουμένως εγώ να εφαρμόσω αυτόν κατά πάντα, επειδή πρέπει να διαγράψω την κατάρα, η οποία έχει αναγραφεί εναντίον σας στον νόμο. Γι’ αυτό ακριβώς έλαβα σάρκα και ήλθα κοντά σας. «Τότε ἀφίησιν αὐτόν·καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν·[:Τότε ο Ιωάννης δεν Του έφερε αντίρρηση και Τον άφησε να βαπτισθεί. Και ο Ιησούς, όταν βαπτίστηκε, βγήκε αμέσως από το νερό (διότι δεν είχε καμία αμαρτία να εξομολογηθεί, ενώ οι άλλοι έμεναν σε αυτό, όσο χρόνο διαρκούσε η εξομολόγησή τους). Και ιδού ανοίχθηκαν χάριν Αυτού οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει υπό την μορφήν της περιστεράς και να έρχεται επάνω σε Αυτόν] (Ματθ. 3, 15-16).
Βέβαια, πολλοί άνθρωποι θεωρούσαν τον Ιωάννη πολύ ανώτερο από τον Ιησού, επειδή ανατράφηκε και έζησε όλη τη ζωή του στην έρημο, και επειδή ήταν υιός αρχιερέως, και επειδή ήταν ενδεδυμένος με μια τέτοια παράξενη αμφίεση, και επειδή προσκαλούσε τους πάντες στο βάπτισμα και επειδή είχε γεννηθεί από στείρα γυναίκα· τον Ιησού όμως, επειδή είχε γεννηθεί από μια άσημη κόρη (δεν ήταν βέβαια γνωστός ακόμη σε όλους ο παρθενικός τοκετός της), και επειδή ανατράφηκε σε σπίτι, και επειδή συναναστρεφόταν με όλους τους ανθρώπους και επειδή φορούσε τη συνηθισμένη ενδυμασία, Τον θεωρούσαν ότι ήταν κατώτερος από τον Ιωάννη, δεδομένου ότι δεν γνώριζαν τίποτε ακόμη από τα απόρρητα και θαυμαστά εκείνα γεγονότα. Συνέπεσε ακόμη να βαπτισθεί από τον Ιωάννη, πράγμα το οποίο ακριβώς ενίσχυε περισσότερο την εκτίμησή τους αυτή, ακόμη και αν δεν είχαν τίποτε κατά νου, από όσα είπα παραπάνω για τις μεταξύ των δύο διαφορές· Σκέπτονταν, δηλαδή, ότι ο Ιησούς ήταν ένας από τους πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι βαπτίζονταν από τον Ιωάννη, διότι, εάν δεν ήταν ένας από τους πολλούς και συνηθισμένους ανθρώπους, δε θα πήγαινε προς το βάπτισμα μαζί με τους άλλους. Έτσι ο Ιωάννης θεωρείτο πολύ ανώτερος και πιο αξιοθαύμαστος από τον Ιησού.
Για να μην επικρατήσει, όμως, η αντίληψη αυτή στο πλήθος, και οι ουρανοί ανοίγουν, τη στιγμή που βαπτιζόταν ο Ιησούς, και το Πνεύμα κατεβαίνει, και μαζί με το Πνεύμα ακούεται φωνή, η οποία διακηρύσσει την αξία του Μονογενούς Υιού. Επειδή, όμως, η φωνή, η οποία έλεγε· «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός» (Ματθ. 3, 17) φαινόταν ότι ταιριάζει περισσότερο στον Ιωάννη, (διότι δεν πρόσθεσε: «Αυτός ο βαπτιζόμενος», αλλά απλώς είπε: «Αυτός»), ήταν φυσικό ο καθένας από τους ακροατές να σκεφθεί ότι αυτό ειπώθηκε μάλλον για τον βαπτιστή παρά για τον βαπτιζόμενο, λόγω του αξιώματος του Βαπτιστού και για όσα ελέχθησαν παραπάνω, γι’ αυτόν τον λόγο κατήλθε το Πνεύμα με τη μορφή της περιστεράς και έλκυσε την φωνή επάνω από τον Ιησού και έτσι έκανε σε όλους φανερό ότι το «Ούτος» δεν ειπώθηκε για τον βαπτιστή Ιωάννη, αλλά για τον βαπτιζόμενο Ιησού.
Και γιατί, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, δεν πίστεψαν, αφού συνέβησαν αυτά τα θαυμαστά γεγονότα; Μα και κατά τα χρόνια του Μωυσή έγιναν πολλά θαύματα, έστω και όχι παρόμοια προς τα παρόντα, και όμως ύστερα από όλα εκείνα, τις φωνές, τις σάλπιγγες και τις αστραπές (Εξ. 19 κ.ε.), και μοσχάρι κατασκεύασαν, και προς λατρευτική προσκύνηση του Βεελφεγώρ έκαναν τελετές (Εξ. 32 κ.ε.). Αλλά και αυτοί οι ίδιοι, οι οποίοι παρευρίσκονταν τότε στην βάπτιση, και αργότερα είδαν τον Λάζαρο να ανασταίνεται, έδειξαν τόσο μεγάλη απιστία προς Εκείνον που επιτέλεσε τα θαύματα αυτά, ώστε αποπειράθηκαν πολλές φορές ακόμη και να Τον φονεύσουν. Εάν λοιπόν, μολονότι έβλεπαν μπροστά στα μάτια τους, νεκρούς να ανασταίνονται, εξακολουθούσαν ακόμη να κατέχονται από τόση κακία, για ποιο λόγο παραξενεύεσαι, επειδή δεν πίστεψαν στην φωνή, η οποία ακουγόταν από τον ουρανό; Πράγματι, όταν η ψυχή του ανθρώπου είναι αγνώμων και διεστραμμένη και την έχει κυριεύσει το πάθος του φθόνου, δεν υποχωρεί σε κανένα από τα θαύματα αυτά· όπως αντίστοιχα, όταν είναι ευγνώμων, δέχεται τα πάντα με πίστη, χωρίς να χρειάζεται και πολύ τα θαυμαστά γεγονότα.
Κατά συνέπεια, να μην απορείς γιατί δεν πίστεψαν, αλλά εκείνο να εξετάζεις, εάν δηλαδή δεν έγιναν όλα εκείνα διά των οποίων έπρεπε να πιστέψουν. Διότι, πραγματικά, ο Θεός διαμέσου του προφήτη, αυτό τον τρόπο της απολογίας χρησιμοποιεί για όλα τα θέματα που αναφέρονται σε Αυτόν. Όταν λοιπόν επρόκειτο να καταστραφούν οι Ιουδαίοι και να παραδοθούν στην έσχατη κόλαση, για να μη συκοφαντήσει κάποιος από αυτούς, κινούμενος από πονηρία, την Πρόνοια του Θεού, λέγει· «Τι έπρεπε να κάνω στον αμπελώνα αυτόν και δεν το έκανα;»(Ησ. 5, 4). Ώστε, και στην προκειμένη περίπτωση το ίδιο να εξετάζεις, τι έπρεπε, δηλαδή, να γίνει και δεν έγινε; Και κάθε φορά που γίνονται συζητήσεις για την πρόνοια του Θεού, με αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπίζεις εκείνους οι οποίοι, βασιζόμενοι στην κακία των πολλών, επιχειρούν να διαβάλλουν την Θεία Πρόνοια.
Πρόσεξε, λοιπόν, ποιου είδους παράδοξα γεγονότα συμβαίνουν, τα οποία αποτελούν προοίμια των μελλοντικών θαυμάτων. Δηλαδή, δεν ανοίγεται ο παράδεισος μόνο, αλλά ο ίδιος ο ουρανός. Ας αφήσουμε, όμως, τον λόγο για τη συμπεριφορά των Ιουδαίων, για μια άλλη φορά που θα μας δοθεί η ευκαιρία. Τώρα, με την βοήθεια του Θεού, ας επανέλθουμε στο θέμα μας. «καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί [:Όταν ο Ιησούς βαπτίσθηκε, αμέσως ανέβηκε από το νερό (διότι δεν είχε καμία αμαρτία να εξομολογηθεί, ενώ οι άλλοι έμεναν σε αυτό, όσο χρόνο διαρκούσε η εξομολόγησή τους) και ιδού άνοιξαν χάριν Αυτού οι ουρανοί]»(Ματθ. 3, 16).
Για ποιο λόγο άνοιξαν οι ουρανοί; Μα για να μάθεις ότι συμβαίνει το ίδιο, όταν βαπτίζεσαι κι εσύ, εφόσον ο Θεός σε προσκαλεί προς την ουράνια πατρίδα και προσπαθεί να σε πείσει να μη διατηρείς κανένα δεσμό με τα επίγεια πράγματα. Εάν όμως δεν βλέπεις το άνοιγμα του ουρανού, να μη φανείς δύσπιστος γι’ αυτό. Διότι πραγματικά στην αρχή των παραδόξων και πνευματικών πραγμάτων, έχουμε πάντοτε την παρουσία αισθητών εμφανίσεων και την πραγματοποίηση τέτοιων θαυμαστών γεγονότων, χάριν εκείνων, οι οποίοι δε διαθέτουν εύστροφο πνεύμα και έχουν ανάγκη αισθητής οράσεως και δεν μπορούν να αντιληφθούν τίποτε το μη αισθητό, αλλά μόνο μπροστά σε όσα βλέπουν με τα μάτια τους πτοούνται· με αποτέλεσμα, έστω και αν έπειτα δε συνεχίζονται τα θαύματα, να παραδέχεσαι διά της πίστεως, όσα πράγματα αποκαλύφθηκαν μία φορά στην αρχή διαμέσου των θαυμάτων. Ως γνωστόν, και στους αποστόλους κατά την Πεντηκοστή ακούστηκε ήχος βιαίου ανέμου και εμφανίστηκαν πύρινες γλώσσες, αλλά αυτό δεν έγινε για τους αποστόλους, αλλά για τους παρόντες τότε Ιουδαίους. Συνεπώς, μολονότι δεν λαμβάνουν χώρα αισθητά θαύματα, εντούτοις δεχόμαστε ό,τι αποκαλύφθηκε διαμέσου αυτών μια φορά στην αρχή. Διότι και η περιστερά γι’ αυτό τον σκοπό εμφανίστηκε, για να υποδείξει, δηλαδή, σαν να ήταν δάκτυλος, στους παρευρισκομένους εκεί καθώς και στον Ιωάννη, τον Υιό του Θεού. Αλλά δεν εμφανίστηκε μόνο γι’ αυτό τον σκοπό, μα συγχρόνως για να γνωρίζεις ότι όταν βαπτίζεσαι, και σε εσένα κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα. Συνεπώς, εμείς δε χρειαζόμαστε αισθητές εμφανίσεις, δεδομένου ότι η πίστη αντικαθιστά τα πάντα. Και επιπλέον, διότι τα θαύματα δε γίνονται για τους πιστούς, αλλά για τους απίστους.
Και για ποιο λόγο το άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε με την μορφή ενός περιστεριού; Ήμερο είναι το ζώο αυτό και καθαρό. Επειδή λοιπόν και το άγιο Πνεύμα είναι πνεύμα πραότητος, για τον λόγο αυτό εμφανίζεται με το σχήμα αυτό. Εξάλλου, έτσι μας υπενθυμίζει και κάποια παλαιά ιστορία. Δηλαδή, όταν κάποτε ολόκληρη η οικουμένη υπέστη καθολικό ναυάγιο και κινδύνευε να αφανισθεί το ανθρώπινο γένος με τον Κατακλυσμό, αυτό το πτηνό εμφανίσθηκε και υπέδειξε την κατάπαυση της καταιγίδας και εξήγγειλε το χαρμόσυνο μήνυμα της ολοκληρωτικής γαλήνευσης της οικουμένης, με το κλαδί της ελιάς, που κρατούσε στο ράμφος του (Γεν. 8, 10-11). Όλα αυτά, βέβαια, ήταν προτύπωση των μελλοντικών γεγονότων. Πραγματικά, και τότε η κατάσταση των ανθρώπων ήταν πολύ χειρότερη και ήσαν άξιοι πολύ μεγαλύτερης τιμωρίας. Για να μη σε κυριεύσει, λοιπόν, απογοήτευση, σου υπενθυμίζει το περιστατικό αυτό από την Παλαιά Διαθήκη. Δηλαδή, τότε, όταν τα πράγματα έφθασαν σε απελπιστικό σημείο, δόθηκε κάποια λύση και έγινε διόρθωση της κακής καταστάσεως. Αυτό όμως έγινε τότε με τιμωρία, ενώ τώρα γίνεται διαμέσου της ανέκφραστης χάριτος και της δωρεάς του Θεού. Για τον λόγο αυτόν εμφανίζεται και η περιστερά, όχι για να μας φέρει το κλαδί της ελιάς, αλλά για να μας αποκαλύψει τον Λυτρωτή από όλα τα κακά και να μας γεμίσει με αγαθές ελπίδες. Ούτε, βέβαια, βγάζει κανένα άνθρωπο από την κιβωτό, αλλά ανεβάζει ολόκληρη την οικουμένη στον ουρανό με την εμφάνισή της, και αντί για το κλαδί της ελιάς, προσφέρει σε όλο το ανθρώπινο γένος την υιοθεσία του από τον Θεό.
Αφού λοιπόν σκεφθείς και αντιληφθείς το μέγεθος της δωρεάς, να μη νομίσεις ότι η αξία του Αγίου Πνεύματος είναι μικρότερη, επειδή εμφανίστηκε με τη μορφή αυτή του περιστεριού. Επειδή ακούω μερικούς να υποστηρίζουν ότι όση διαφορά υπάρχει μεταξύ του ανθρώπου και της περιστεράς, τόση υπάρχει και μεταξύ του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος, εφόσον ο Ιησούς εμφανίστηκε με τη δική μας μορφή, ενώ το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή της περιστεράς. Λοιπόν, ποια απάντηση θα δώσουμε στις απόψεις αυτές; Ότι ο μεν Υιός του Θεού έγινε πραγματικά άνθρωπος, ενώ το άγιο Πνεύμα δεν έγινε περιστερά στην πραγματικότητα. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Ευαγγελιστής δεν είπε ότι εμφανίστηκε με τη φύση της περιστεράς, αλλά «ἐν εἴδει περιστερᾶς»(: με τη μορφή της περιστεράς), ούτε βέβαια, παρουσιάστηκε ύστερα από το γεγονός αυτό της Βαπτίσεως του Κυρίου με την μορφή αυτή, παρά μόνο τότε. Εάν λοιπόν εξαιτίας αυτού υποστηρίζεις ότι η αξία του Αγίου Πνεύματος είναι κατώτερη από την αξία του Ιησού, τότε, σύμφωνα με τη σκέψη αυτή και τα Χερουβίμ θα θεωρηθούν πολύ ανώτερα, όσο ανώτερος είναι ο αετός από την περιστερά, αφού τα Χερουβίμ εμφανίστηκαν με την μορφή του αετού (Ιεζ., κεφ.10 και 11). Ακόμη, και οι άλλοι άγγελοι θα ήσαν ανώτεροι, αφού πολλές φορές εμφανίστηκαν με τη μορφή του ανθρώπου. Αλλά δεν είναι ορθές οι σκέψεις αυτές, οπωσδήποτε δεν είναι ορθές. Διότι άλλο πράγμα είναι η αλήθεια της θείας οικονομίας και άλλο η ηθελημένη στιγμιαία εμφάνιση με ορισμένη μορφή.
Συνεπώς μη φέρεσαι με αχαριστία προς τον ευεργέτη σου, ούτε να ανταποδίδεις τα αντίθετα απ΄ό,τι πρέπει σε Εκείνον ο οποίος σου χάρισε την πηγή της ευτυχίας σου. Διότι όπου ισχύει η τιμή της υιοθεσίας, εκεί εξαφανίζονται τα κακά και όλα εν γένει τα αγαθά προσφέρονται. Για τον λόγο, αυτόν, λοιπόν, καταργείται και το ιουδαϊκό βάπτισμα και καθιερώνεται το Χριστιανικό. Δηλαδή, ό,τι έγινε με την εορτή του Πάσχα, το ίδιο συνέβη και με το βάπτισμα. Πραγματικά, και στην περίπτωση εκείνη, αφού εόρτασε και τα δύο Πάσχα, αφενός μεν κατήργησε το ιουδαϊκό, αφετέρου δε θέσπισε το δικό μας. Και στην προκειμένη περίπτωση, βαπτίζεται μεν το ιουδαϊκό βάπτισμα, αλλά συγχρόνως ιδρύει και το βάπτισμα, με το οποίο ανοίγει τις θύρες της Εκκλησίας· και όπως τότε σε ένα τραπέζι, έτσι και τώρα σε ένα ποτάμι, αφού υπηρέτησε τη σκιά, πρόσθεσε και την αλήθεια. Πραγματικά τη χάρη του Αγίου Πνεύματος μόνο το βάπτισμα αυτό την προσφέρει, ενώ το βάπτισμα του Ιωάννου ήταν έρημο από τη δωρεά αυτή.
Γι’ αυτό ακριβώς δε συνέβη τίποτε το παρόμοιο με τους άλλους ανθρώπους, τους οποίους βάπτιζε ο Ιωάννης παρά εμφανίστηκε το Άγιο Πνεύμα μόνο σε Εκείνον, ο οποίος επρόκειτο να το προσφέρει στους ανθρώπους, για να διδαχθείς και το ακόλουθο, μαζί με τα άλλα, ότι δηλαδή, όχι η καθαρότητα του βαπτιστή, αλλά η δύναμη του βαπτιζόμενου έκανε το θαύμα αυτό. Τότε, λοιπόν, και ο ουρανός άνοιξε και το άγιο Πνεύμα κατήλθε. Συνεπώς, μας οδηγεί από τον τρόπο ζωής, τον οποίο καθόριζε η Παλαιά Διαθήκη, σε έναν νέο τρόπο ζωής, τον οποίο καθορίζει η Καινή Διαθήκη, και μας ανοίγει τις πύλες του ουρανού και από εκεί στέλνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο μας προσκαλεί την ουράνια πατρίδα. Και όχι μόνο μας προσκαλεί, αλλά συγχρόνως μας προσφέρει και μεγάλο αξίωμα, διότι δεν μας έκανε αγγέλους ή αρχαγγέλους, αλλά μας κατέστησε αγαπητά παιδιά του Θεού και έτσι μας προσελκύει προς την κληρονομία εκείνη.[…] Για να την επιτύχουμε αυτή και εμείς, ας συντρίψουμε το βαρύ ζυγό των παθών και ας πτερώσουμε τον εαυτό μας για το ταξίδι προς τον ουρανό με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΗΓΕΣ:
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
• http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
• Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», ΕΠΕ, εκδ.οίκος «Το Βυζάντιον» ,Ομιλία ΙΒ΄, τομ. 9, σελ. 383-405, Θεσσαλονίκη 1978
• Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 63, σελ. 246 – 262 (https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLbUtJbURIc2hhZFE/view)
Πηγή: (Επιλεγμένα αποσπάσματα από την ομιλία ΙΒ΄ του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου σχετικά με τη Βάπτιση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. ), Η άλλη όψη
Ω γλυκυτάτη, και πράγμα και όνομα, Μαριάμ, τι πάθος είναι τούτο, όπου αισθάνομαι εις τον εαυτόν μου;
Εγώ δεν ημπορώ να χορτάσω τους επαίνους των μεγαλείων σου!
Όσον γαρ περισσότερον τα επαινώ, τόσον περισσότερον τα ορέγομαι, και ο πόθος μου επ' άπειρον προβαίνει, και η επιθυμία μου ακόρεστος γίνεται· διό και πάλιν επιθυμώ να τα επαινέσω.
Τοσούτον είναι θαυμαστά τα μεγαλεία σου Θεοτόκε, ώστε όπου όλοι, οι περί τας λογικάς τέχνας και επιστήμας καταγινόμενοι, θεωρούντες νοερώς ταύτα εφιλοτιμήθησαν, ο καθ' ένας εξ' αυτών να σε επαινέση με τα της τέχνης και επιστήμης του ίδια.
Και οι μεν Γραμματικοί σε ονομάζουν, μετά του Υιού σου, Άλφα και Ωμέγα· αρχήν των του Θεού θαυμάτων και τέλος των αυτού διδαγμάτων· οι δε λογικευόμενοι σε καλούν μέσον όρον των ιδικών τους συλλογισμών. Διότι, καθώς εν εκάστω συλλογισμώ αποδεικνύεται εν καθ' ετέρου δι ετέρου, τοιουτοτρόπως και δια μέσου σού απεδείχθη το εν, ήτοι ο υπερούσιος Λόγος και Θεός, καθ' ετέρου, ήτοι μετά της ανθρωπίνης φύσεως, και εν πρόσωπον και μία υπόστασις μετ' αυτής εχρημάτισεν.
Οι ρήτορες εσένα ονομάζουν πολυσύνδετον ζωντανόν και έμψυχον επίλογον και ανακεφαλαίωσιν όλων των αρετών και χαρισμάτων, όσα εμοιράσθησαν εις όλα τα κατά μέρος κτίσματα, ουράνια και επίγεια.
Οι Αριθμητικοί εσένα λέγουν ότι πλουτείς την κατ' αυτούς αναλογίαν· διότι, ον λόγον και σχέσιν έχει ο ουράνιος Πατήρ προς τον Χριστόν, τον αυτόν έχεις και συ, η επίγειος Μήτηρ, προς τον αυτόν Χριστόν.
Εσένα οι Γεωμέτραι νοούν κύκλον ευρυχωρότατον· επειδή εχώρησας εν τη αγιωτάτη κοιλία σου όλον το τρίγωνον, ήγουν αυτήν την υπερούσιον και αχώρητον Τριάδα, με το να έγινες Μήτηρ μιας των αυτής Αγίων Υποστάσεων· αλλά και κέντρον οι αυτοί σε ονομάζουν, εν ω στήσας τον διαβήτην του ο νοητός ευκλείδης και αριστοτέχνης Λόγος, εγύρισε παγκάλλιστα όλην την περιφέρειαν της ενσάρκου Οικονομίας του.
Εσένα καλούν οι Μουσικοί και Ιεροψάλται, τώρα άκρον και μέγα Μαθηματάριον και Οικηματάριον, τώρα δις δια πασών συμφωνίαν και πάγχορδον αρμονίαν τε και επταφωνίαν, και τώρα σε παρομοιάζουν με την εναρμόνιον λύραν· επειδή με το μέσον της μιας εκ των τριών θεϋπόστατων χορδών, την οποίαν εβάστασας εν τη κοιλία και ταις αχράντοις χερσί σου,
εμελώδησας ένα μέλος, όπου εγλύκανεν όλα τα ουράνια, άμα και τα επίγεια.
Εσένα οι Αστρονόμοι, τώρα μεν, σφαίραν πολύαστρον ονομάζουν· καθώς γαρ εκείνη είναι πεπυκνωμένη με τα αμέτρητα άστρα, έτσι και συ είσαι πεπυκνωμένη με τα αναρίθμητα φωταυγή χαρίσματα του αγίου Πνεύματος· τώρα δε, Σελήνην αργυροειδή και ολόφωτον· καθώς γαρ η Σελήνη, πανσέληνος ούσα, γεμίζει και πλουτίζει τα δεκτικά σώματα των εκείνης απορροιών, έτσι και συ γεμίζεις και πλουτίζεις τους Ορθοδόξους με τας ποικιλλοτρόπους απορροίας των θεομητορικών σου χαρίτων. Και τώρα, Πλειάδα σε ονομάζουν, ήτοι Πούλιαν, διότι, καθώς η Πούλια φυλάττει αχώριστον τον σύνδεσμον και την ένωσιν, είτε των επτά αστέρων της, κατά τους παλαιούς, είτε των τεσσαράκοντα κατά τους νεώτερους Αστρονόμους, και μάλιστα τον Γαλιλαίον, δια του τηλεσκοπίου θεωρήσαντα τούτους, έτσι και συ φυλάττεις συνδεδεμένους εν τη αγάπη πάντας τους προς σε ευλαβείς Ορθοδόξους και φαίνεσαι ωσάν μια φιλόστοργος όρνις, συναγμένα έχουσα τα νοσσία σου.
Και οι μεν Ηθικοί, εσένα φημίζουν άριστον μετά Θεόν αγαθόν και πληρεστάτην ευδαιμονίαν·
οι δε Οπτικοί, εσένα γνωματεύουν θαυμάσιον τηλεσκόπιον, δια μέσου του οποίου απεκαλύφθη η προαιώνιος και κεκρυμένη βουλή του Θεού και ημείς οι χριστιανοί, ακριβέστερον ορώμεν, δι' αυτού, τα πόρρω όντα και απόκρυφα του Θεού μυστήρια.
Εσένα οι Μηχανικοί υποθέτουν υπομόχλιον ενεργητικώτατον, επάνω εις το οποίον ο μηχανικώτατος Αρχιμήδης και μέγας αρχιτέκτων Θεός, επιστηρίξας τον ιδικόν του μοχλόν, εκίνησεν όχι μόνον όλην την γήν, αλλά και όλον τον ουρανόν και, ούτω, μετέστησεν αυτά από την φθορά εις την αφθαρσίαν και από την τροπήν εις την ατερψίαν.
Οι δε Φυσικοί θαύμα θαυμάτων υπερφυές σε ονομάζουν· ακολουθούντες γαρ εις τους φυσικούς των κανόνας και νόμους, δεν δύνανται να νοήσουν το ιδικόν σου Μυστήριον· πώς δηλαδή διέμεινας Παρθένος εν τω τόκω και μετά τόκον!
Πώς σώμα δια σώματος χωρεί, χωρίς καμμίαν διαφθοράν!
Πώς ο Θεός σαρξ γίνεται και πώς περατούται το άπειρον! Άπερ κατά φυσικόν λόγον πάντη υπάρχει αδύνατα.
Οι Μεταφυσικοί, εσένα νοούν αφηρημένην και θεωρητικήν αλήθειαν, θείον σκοπόν και τελειότητα τελειοτήτων.
Εσένα οι των θείων Γραφών έμπειροι αποκαλούν ακροστιχίδα πάντων των Προφητών· πίνακα των δύο διαθηκών· υπόθεσιν των Αποστόλων· ύλην των πατέρων και Διδασκάλων· στερέωμα των Μαρτύρων· παρηγορίαν των Οσίων· της νοεράς προσευχής διδάσκαλον, της ταπεινώσεως εισηγήτριαν, της αγάπης της διπλής παράδειγμα έμψυχον, ίνδαλμα παρόμοιον της αρχικής ωραιότητος· θαύμα των Αγγέλων, άγαλμα της φύσεως, ανδριάντα θεόγλυπτον· Θεού αμίμητον μίμημα, ύλην παναρμόνιον του λόγου της σωματώσεως, φανέρωσιν των της θείας ακαταληψίας βυθών· εργαστήριον της ενώσεως των συνελθουσών επί Χριστού φύσεων· και, δια να είπω το τελευταίον και έσχατον, εσένα Θεοτόκε οι θεολόγοι ονομάζουν Μεθόριον Κτίστου και κτίσεως, τιμιωτέρα των Χερουβείμ, ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, Θεόν μετά Θεόν και της Αγίας Τριάδος τα δευτερεία έχουσαν.
Πηγή: Προσκυνητής
Ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου εἶναι καὶ μεγάλη καὶ ὡραία γιορτή. Καὶ εἶναι μεγάλη γιορτή, διότι προεικονίζει τὸ γεγονὸς τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ ὑπογραμμίζει τὴν ἐλπίδα τῆς ἐκ Θεοῦ σωτηρίας. Καὶ εἶναι ὡραία γιορτή, διότι πολὺ διακριτικὰ κρύβει τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν ὀμορφιά της. Εἶναι μιὰ γιορτὴ ποὺ δὲν ἐμφανίζεται ὡς γεγονὸς μέσα στὴν Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία μας ἀντλεῖ τὶς πληροφορίες της γι΄αὐτὴν ἀπὸ τὰ λεγόμενα ἀπόκρυφα εὐαγγέλια. Εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς λίγες ἐξαιρέσεις ποὺ κάνει. Παρουσιάζεται ἡ Θεοτόκος νὰ προσφέρεται, νὰ ἀφιερώνεται, στὸν ναὸ σὲ ἡλικία τριῶν ἐτῶν.
Τί θὰ εἶχε νὰ πεῖ ἕνα τέτοιο γεγονὸς καὶ γιατί νὰ εἶναι τόσο σημαντικὸ στὴν ἀντίληψη τῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι τὸ καταθέτουν μέσα ἀπὸ τὴ δική τους γραφίδα καὶ τὸν δικό τους λόγο ὡς τροφὴ στοὺς πιστοὺς καὶ τὴν Ἐκκλησία; Εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἱστορία ἢ μήπως ἕνα θεολογικὸ γεγονὸς ποὺ ἔχει καὶ κάποια ἰδιαίτερη σημασία γιὰ τὸν κάθε ἕνα μας;
Στὰ λίγα λεπτὰ ποὺ θὰ ἀφιερώσουμε σκέφτηκα πὼς θὰ ἔπρεπε ὁπωσδήποτε, τώρα στὴν ἀρχὴ τοῦ Σαρανταημέρου, στὸ ξεκίνημα τῆς Σαρακοστῆς τῶν Χριστουγέννων, νὰ μείνουμε γιὰ λίγο στὸ μυστικὸ αὐτῆς τῆς θαυμάσιας ἑορτῆς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἔχει δυὸ ὑπέροχους ἀποκαλυπτικοὺς θεομητορικοὺς λόγους στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Τὴν ἀγαποῦσε πολὺ τὴν Παναγία. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸν θησαυρὸ καὶ τὴν περιουσία τῆς Θεοτόκου δὲν τὰ ἔχει μόνο γιὰ νὰ τὴν ἐπικαλούμαστε μηχανικά, ἀλλὰ τὰ ἔχει τοποθετημένα στὴν καρδιά τῆς θεολογίας της, δηλαδὴ στὴν καρδιά τοῦ μυστηρίου τῆς ἀληθείας της, τὸ ὁποῖο καὶ προσφέρει γιὰ οἰκοδομὴ ὅλων μας.
Ἔτσι τονίζει ἰδιαίτερα τὸ γεγονὸς τῆς ἐκ παρθένου γεννήσεως τοῦ Κυρίου ὅτι ὁ Κύριος δηλαδὴ δὲν ἦρθε σὲ αὐτὸν τὸν κὸσμο μὲ τὸν φυσιολογικὸ τρόπο, ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλους τοῦς ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὸ μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως συνέβη μὲ θαυματουργικὸ ὑπερφυσικὸ τρόπο. Ὁ Κύριος γεννήθηκε «ἀσπόρως», ἀπὸ παρθενικὴ μήτρα.
Ἡ ὑπογράμμιση τῆς παρθενικότητος τῆς Θεοτόκου καὶ συνεπῶς τῆς διὰ τῆς Παρθένου εἰσόδου τοῦ Κυρίου στὴν ἱστορία καὶ ἔχει δυὸ βασικὰ στοιχεῖα.
Τὸ ἕνα εἶναι ὅτι ἔπρεπε μὲ θαῦμα νὰ ἔρθει ὁ Κύριος, μὲ ὑπερφυσικὸ δηλαδὴ τρόπο -καὶ νομίζω αὐτὸ λίγο τὸ καταλαβαίνουμε ὅλοι μας- καὶ τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι ἔπρεπε νὰ ἔρθει μὲ πεντακάθαρο τρόπο, δηλαδὴ μὲ τρόπο ποὺ δὲν ἀφήνει ὑποψία μολυσμοῦ ἐξ ἀδυναμίας ἢ ἁμαρτίας ἢ ἐμπαθοῦς κινήσεως. Ἡ προαιώνιος βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου ἐκ παρθένου αὐτὰ τὰ δυὸ κρύβει: τὸν ὑπὲρ φύσιν χαρακτήρα της καὶ τὸ καθαρό, τὸ ἀμόλυντο στοιχεῖο της. Καὶ τὰ δυὸ αὐτὰ συναντῶνται στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία δὲν τὸ συζητᾶ. Εἶναι μυστήριο· δὲν τὸ διαπραγματεύεται. Τὸ δέχεται, τὸ ὁμολογεῖ, φρίττει ἐνώπιόν του καὶ τὸ μαρτυρεῖ.
Στὴν σημερινὴ ἐποχὴ μὲ ὅλον αὐτὸν τὸν ὀρθολογισμό, ὁ ὁποῖος ὅλα τὰ ἀμφισβητεῖ, ἡ Ἐκκλησία μὲ μεγάλη σταθερότητα, λιτότητα καὶ σαφήνεια προσφέρει αὐτὸ τὸ γεγονός σὲ ὅλους μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὡς ἀλήθεια, τὴν ὁποία καλούμαστε νὰ δεχθοῦμε στὴν ψυχή μας μετὰ πίστεως καὶ νὰ τὴν μεταμορφώσουμε σὲ ζωή. Λέγει ἡ γνωστὴ προσευχὴ πρὸς τὴν Παναγία: «ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνή, παρθένε, θεόνυμφε, ∆έσποινα». Ὅλες αὐτὲς οἱ λέξεις τὸ ἴδιο πράγμα ὑπογραμμίζουν, τὴν καθαρότητα. Ἄσπιλος εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει σπίλο, δὲν ἔχει λεκέ. Ἀμόλυντος, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μολυνθεῖ. Ἄφθορος, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει φθορά. Ἄχραντος, αὐτὸς ποὺ δὲν τὸν ἔχει ἀκουμπήσει μολυσμός. «Ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνή, παρθένε». Μιὰ ἁλυσσίδα συνωνύμων λέξεων ποὺ ἡ μία δίπλα στὴν ἄλλη στὴν οὐσία προσπαθοῦν νὰ περιγράψουν μετ’ ἐπιτάσεως τὴν ἀπόσταση τοῦ Κυρίου ἀπὸ κάθε ἴχνος ἁμαρτίας. Χαίρεται ἡ Ἐκκλησία, καὶ οἱ ὑμνογράφοι καὶ οἱ θεολόγοι καὶ οἱ Πατέρες νὰ ἔρχονται καὶ νὰ ἐπανέρχονται καὶ νὰ περιστρέφονται γύρω ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός τῆς παρθενικῆς καθαρότητος.
Ἂν ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τονίζει τὴν ὑπακοὴ τῆς Θεοτόκου στὸ θεῖο θέλημα καὶ τὴν ταπείνωσή της, ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων εἶναι ἀφιερωμένη στὴν καθαρότητα τῆς Θεοτόκου καὶ προκαλεῖ τὸν κάθε ἕναν μας σὲ μιὰ καθαρότητα βίου. Ἔλεγε τὸ κοντάκιο ποὺ ψάλαμε «ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ παρθένος». Τί θὰ πεῖ «πολυτίμητος παστὰς καὶ παρθένος»; «Πολυτίμητος» σημαίνει ὁ ἀκριβός, ὁ δαπανηρός, αὐτὸς ποὺ ἔχει μεγάλη τιμή καὶ ἀξία. Ἡ λέξη «παστάς» πάλι τὴν καθαρότητα ὑπογραμμίζει. «Παστάς» εἶναι ὁ νυμφώνας, τὸ νυφικὸ δωμάτιο, τὸ ὁποῖο ἦταν πεντακάθαρο μὲ τὰ πάντα καινούργια καὶ ἀχρησιμοποίητα. Ἔτσι πεντακάθαρη παρουσιάζεται στὴν διάλεκτο τῶν ὑμνογράφων καὶ τῆς Ἐκκλησίας μας ἡ Παναγία. «Τὸ ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ», ὁ ἱερὸς θησαυρὸς ποὺ ἀποκαλύπτει τὴν δόξα του Θεοῦ. ∆ὲν χωρεῖ λοιπὸν ἀμφιβολία ὅτι ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τιμᾶ καὶ ἀποκαλύπτει τὴν καθαρότητα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Τί ἀκριβῶς ὅμως εἶναι αὐτὴ ἡ πολυδιάστατη καθαρότητα τῆς Θεοτόκου;
Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ ἔχει ἡ Παναγία εἶναι ἡ καθαρότητα στὴν προέλευση. Καὶ ἡ δική της γέννηση ἦταν ἡ κατὰ τὸ δυνατὸν πιὸ καθαρὴ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει. Αὐτὸ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ γονεῖς της ἦταν στεῖροι καὶ «ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν» (Λουκ. α΄ 7), δηλαδὴ δὲν εἶχαν μπορέσει νὰ κάνουν παιδὶ καὶ εἶχαν γεράσει οἱ ἄνθρωποι. Ἡ γέννηση λοιπὸν τῆς Θεοτόκου ἐπισυμβαίνει καὶ αὐτὴ καθ’ ὑπέρβασιν τῶν ἐλπίδων ποὺ δίνουν οἱ φυσικοὶ νόμοι, διότι δὲν εἶναι οὔτε σύνηθες οὔτε φυσικὸ δυὸ γέροντες νὰ ἀποκτήσουν παιδί. Ἡ γέννησή της ὅμως ἀπὸ ἡλικιωμένους γονεῖς σημαίνει ὅτι δὲν ἀποτελεῖ ἀποτέλεσμα λογικῆς προσδοκίας ἢ ἐπιθυμίας πρὸς ἡδονή, ἀλλὰ καρπὸ πίστεως καὶ ἱερῆς ἐπιθυμίας πρὸς τεκνογονία. Αὐτὸ ὑποκρύπτει τὸ ὅτι οἱ γονεῖς της, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἦταν στεῖροι καὶ γέροντες ὅταν τὴν γέννησαν. Ἡ γέννηση τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ κατὰ τὸ δυνατὸν καθαροτέρα καὶ κατὰ Θεὸν ἱεροτέρα.
∆ὲν ἔχει ὅμως μόνο τὴν καθαρότητα στὴν προέλευσή της. Ἔχει τὴν καθαρότητα στὸν λόγο της. Ἂν ἀνοίξει κανεὶς τὰ εὐαγγέλια, δὲν θὰ δεῖ φλυαρίες ἀπὸ τὸ στόμα τῆς Παναγίας, δὲν θὰ συναντήσει διαλέξεις καὶ διδασκαλίες. Ἡ διδασκαλία ἀνήκει μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ὁμολογία στὰ χείλη τῶν ἀποστόλων. Αὐτὰ βρίσκουμε στὰ εὐαγγέλια· καὶ ἀπὸ τὴν Παναγία δυὸ τρεῖς μόνο φορὲς νὰ ἀνοίγει τὸ στόμα της. Ἡ μιὰ συνδέεται μὲ τὴν συνάντησή της μὲ τὴν Ἐλισάβετ ποὺ στὴν οὐσία εἶναι μιὰ ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ. Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ συνάντησή της μὲ τὸν Κύριο στὸν ναό, ὅταν ἦταν δωδεκαετὴς καὶ χάθηκε, καὶ ἐκεῖ ἐκφράζει τὴν ἀνησυχία της. Στὴν οὐσία προκαλεῖ τὸν δωδεκαετῆ τότε Κύριο νὰ τῆς ἀποκαλύψει ὁ Ἴδιος γιὰ πρώτη φορὰ τὴ θεότητά Του, ὑπαινισσόμενος ὅτι ὁ ἀληθινὸς πατέρας Του δὲν εἶναι ὁ κοινωνικός, ὁ Ἰωσήφ, ἀλλὰ ὁ ἐν οὐρανοῖς Πατήρ· καὶ μὴ ἀποφεύγοντας νὰ ἀναφερθεῖ στὴ μητέρα Του, ὅτι εἶναι «ἀμήτωρ ἐκ Πατρός» κατὰ τὴν θεότητα. Συνεπῶς, ὁ λόγος της προκαλεῖ τὴν πρώτη ὁμολογία τοῦ Κυρίου περὶ τῆς Θεοτητός Του. Ὑπάρχει καὶ μία Tρίτη περίπτωση ποὺ ἡ Παναγία σπάει τὴ σιωπή της. Εἶναι τὸ γεγονὸς τοῦ θαύματος στὴν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας. Λέει στὸν Υἱό της «οἶνον οὐκ ἔχουσι» (Ἰω. β΄ 3), δὲν ἔχουν κρασί, τέλειωσε τὸ κρασί· καὶ στοὺς διακονητές: «ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε» (στ. 5) καὶ ἀμέσως ὁ Κύριος ἐπιτελεῖ τὸ θαῦμα τῆς μεταβολῆς τοῦ ὕδατος σὲ οἶνο, σὲ κρασί. Πάλι ὁ λόγος της προκαλεῖ τὸ θαῦμα καὶ ὑποδεικνύει τὴν ὑπακοὴ στὸν Υἱὸ καὶ Θεό της. Τρεῖς καὶ μόνο φορές. Τρεῖς φορὲς ποὺ ὅλες ὁδηγοῦν σὲ μεγάλες ἀποκαλύψεις. Λόγος ἀργὸς ἢ συμβατικὸς δὲν ἐξέρχεται ἀπὸ τὸ στόμα της.
Ἂς προχωρήσουμε ἕνα βῆμα παραπέρα· ἡ Παναγία δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῆς θύραθεν κοσμικῆς γνώσεως. Ἐμεῖς ἂν τὸ παιδί μας πάει στὰ πανεπιστήμια, ἂν ἔχει πάρει μερικὰ διπλώματα, καμαρώνουμε καὶ φουσκώνουμε ἀπὸ κοσμικὴ ἔπαρση. Λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι ἡ Παναγία μὲ τὸ νὰ πάει τριῶν ἐτῶν στὸν ναὸ μεταμόρφωσε τὸν ναὸ σὲ σχολεῖο της, σὲ δικό της ἐκπαιδευτήριο. ∆ὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῆς ἐγκόσμιας, φυσικῆς, παχυλῆς γνώσεως. Νὰ τὸ πῶ ἁπλά· δὲν ἔμαθε νὰ λύνει ἐξισώσεις, δὲν ἐκτέθηκε στὴν μὴ ἀναγκαία γνώση αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀπέκτησε ὅμως τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ναό. Ἀνετράφη καὶ μεγάλωσε μὲ αὐτὴν τὴν ἀδολότητα καὶ ἀθωότητα. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι κακὸ νὰ μαθαίνουμε γράμματα, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ μόρφωση ἐνέχει τὴν παχύτητα τῶν φθειρομένων καὶ παρερχομένων. Αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου εἶναι ὅτι ἡ γνώση της, ὁ κόσμος της ὅλος, ἦταν ἀποκλειστικὰ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ ποὺ τὸ διδάχθηκε μέσα στὸν ναό.
Ἡ Παναγία, λοιπόν, δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῶν ἄχρηστων γνώσεων ποὺ ἐμεῖς κατ’ ἀνάγκην ἀποκτοῦμε, ἀλλὰ διακρίνεται γιὰ τὴν πλήρη καθαρότητα τῆς διανοίας καὶ τῆς σκέψεως.
Αὐτὴ ἡ καθαρὀτητα συνδέεται καὶ μὲ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς. ∆ὲν εἶχε καρδιὰ λερωμένη ἀπὸ ἐπιθυμίες, ἀπὸ ἀπαιτήσεις, ἀπὸ ἐσωτερικές, ψυχολογικὲς ἀνάγκες. Πῶς φαίνεται αὐτό; Στὸ γεγονὸς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Ἐνῶ τῆς προτείνει ὁ ἄγγελος τὸ μυστήριο τῆς ἐξ αὐτῆς παρθενικῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου καὶ αὐτὴ ἀρχικῶς συστέλλεται μετ’ ἐκπλήξεως καὶ φόβου, τελικὰ ὑποτάσσεται ταπεινὰ στὴν ἐπιμονή του λέγοντας: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου» (Λουκ. α΄ 38). ∆ὲν καταλαβαίνω γιατί σὲ ἐμένα καὶ δι᾿ ἐμοῦ τὸ μυστήριο, ἀλλὰ ἀφοῦ τὸ λές, κάτι παραπάνω ξέρεις ἀπὸ ἐμένα, ἂς γίνει σύμφωνα μὲ τὸν λόγο σου. Αὐτὸ δὲν λέγεται εὔκολα ἀπὸ καρδιὲς ποὺ ἔχουν ὀρθολογισμό. Αὐτὸ δὲν λέγεται εὔκολα ἀπὸ καρδιὲς ποὺ εἶναι μολυσμένες ἀπὸ φιλοδοξίες, ἀπὸ προσωπικὲς ἐπιθυμίες ἀπὸ ἄκρατα θελήματα. Ἡ Παναγία εἶναι ἐλεύθερη ἀπὸ αὐτά· μᾶς τὸ πιστοποιεῖ μὲ τὸν λόγο της καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς της.
Θὰ ἦταν παράλειψη ἂν δὲν ὑπογραμμίζαμε καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος, δηλαδὴ τὴν ἁγνότητα γιὰ τὴν ὁποία ὁμιλεῖ ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ ὁποία τελικῶς ἀπετέλεσε τὴ βασικὴ καὶ ἀπαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου νὰ μπορέσει ἀπὸ τὸ δικό της σῶμα νὰ δώσει τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση στὸν Κύριο.
Θὰ κλείσω καὶ μὲ μιὰ ἕκτη μορφὴ καθαρότητος, τὴν ὁποία δὲν εἶναι εὔκολο νὰ καταλάβουμε, πρέπει ὅμως νὰ τὴν ἀναφέρουμε. Ἡ Παναγία ὀνομάζεται «ἀειπάρθενος» ποὺ σημαίνει ὅτι τὴν παρθενικότητά της δὲν τὴν ἔχασε μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρὸνου, ἀλλὰ παρέμεινε καὶ «μετὰ τόκον παρθένος». Τὸ σῶμα της χρησιμοποιήθηκε μόνον γιὰ νὰ γεννηθεῖ ἐξ αὐτῆς ὁ Κύριος· κανένας ἄλλος! Αὐτὸ θὰ πεῖ ἀειπάρθενος· διὰ βίου παρθένος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶχε καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ χρόνου. ∆ὲν εἶχε τοὺς λεκέδες ποὺ ἀφήνει ὁ χρόνος πάνω στὴν πορεία ἑνὸς ἀνθρώπου. Πολλὲς φορὲς ζοῦμε μιὰ ἐμπειρία, ἔχουμε μιὰ ἔξαρση, ἡ καρδιά μας λειτουργεῖ σὲ κάποια χαρὰ πνευματικὴ καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο ἔρχονται τὰ γεγονότα, διαδέχονται οἱ καταστάσεις ἡ μία τὴν ἄλλη καὶ οἱ λεκέδες τοῦ χρόνου ἀποτυπώνονται πάνω στὴν ζωή μας σὰν σφραγίδες ἀνεξίτηλες.
Τί καθαρότητα λοιπὸν γενικευμένη δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ συναντήσει στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου! Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὴν ἀξιώνει ὁ Κύριος νὰ ἔχει ἄλλα τέσσερα χαρακτηριστικά. Ἔχει τέσσερα ὀνόματα ποὺ τὰ ἀκούσαμε στὴν ἀκολουθία αὐτῶν τῶν ἡμερῶν. Εἶναι πρῶτον ἡ πύλη του οὐρανοῦ· δεύτερον κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ· τρίτον σκηνὴ ἐπουράνιος καὶ τέταρτον ναός τοῦ Θεοῦ.
Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά; Πρῶτον ὅτι εἶναι πύλη, εἴσοδος, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία εἰσέρχεται κανεὶς στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. ∆ιαφορετικὰ δὲν μποροῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὴν οὐράνια κατάσταση. Σὲ ἕναν χῶρο δὲν μπαίνεις ἀπὸ τὸν τοῖχο. Χρειάζεται νὰ μπεῖς ἀπὸ μιὰ πόρτα. Καὶ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ σὰν κυρία εἴσοδό του ἔχει τὸ μυστήριο τῆς Θεοτόκου. Ὁ ὀρθολογισμός, ἡ κατανόηση, ἡ ἐμπαθὴς ζωή, ἡ οἴηση εἶναι ψηλὰ τείχη ποὺ παρεμποδίζουν τὴν μετοχὴ στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Ἡ πίστη, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑποταγὴ στὸ θεῖο θέλημα, ἡ κατὰ Θεὸν ἄσκηση, οἱ πρεσβεῖες τῶν ἁγίων, ἀποτελοῦν μικρὲς εἰσόδους σὲ αὐτό. Ἡ κεντρικὴ πύλη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ ὀνομάζεται Ὑπεραγία Θεοτόκος.
∆εύτερον· ἡ Παναγία ἔγινε κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, χώρα τοῦ Ἀχωρήτου, χῶρος ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός τὰ μυστικά του, χῶρος ὁ ὁποῖος γνωρίζει τὸν Θεὸ στοὺς ἀνθρώπους. Κάθε πιστὸς ποὺ ἀποκαθιστᾶ μιὰ πνευματικὴ σχέση καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου δὲν γνωρίζει μόνον τὴν Θεοτόκο· κυρίως γνωρίζει τὸν Κύριο.
Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ εἶναι καὶ σκηνή τοῦ Θεοῦ, τόπος ἀναπαύσεως τοῦ Θεοῦ. Ὄχι τόπος διαμονῆς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἀναπαύσεώς Του, τόπος ὅπου ὁ Θεὸς πραγματικὰ εὐηρεστήθη, τόπος ὅπου ὁ Θεὸς ἐκφράζει τέλεια τὴν προαιώνια βούλησή Του, ὅπου θεωρεῖ πὼς ὑπάρχει ἡ ἐπιθυμητὴ κοινωνία μαζί Του, ὅπου «ἁγιάζεται τὸ ὄνομά Του, ἐγκαθίσταται ἡ βασιλέια Του, ἐπιτελεῖται τὸ θέλημά Του». Αὐτὴ εἶναι ἡ Παναγία.
Τέλος, εἶναι καὶ ναός τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ τόπος ποὺ φανερώνει τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ, αὐτὰ ποὺ ξεπερνοῦν τὴν λογική μας, αὐτὰ ποὺ καταργοῦν τὴν παχύτητα καὶ τὴ μικρότητά μας, αὐτὰ ποὺ ἐξαφανίζουν τὴ λογική μας καὶ φανερώνουν τὴν ἄλλη λογικὴ καὶ ἀποκαλύπτουν τὴν ἄλλη ζωή, καταδεικνύουν ἕναν ἄλλον κόσμο, τὸν πραγματικὸ κόσμο, τὸν κόσμο στὸν ὁποῖον καλεῖται ὁ καθένας μας νὰ μπεῖ μέσα καὶ νὰ ζήσει. Ἔτσι εἶναι τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Εἶναι πεντακάθαρο, εἶναι πύλη στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, εἶναι κατοικητήριο, εἶναι σκηνὴ τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁδὸς γιὰ νὰ ζήσουμε ὡς Ἐκκλησία τὴ δόξα Του, εἶναι ὁ ναός Του.
Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν χαίρεται αὐτὴν τὴν γιορτή. Τὴν πανηγυρίζει καὶ θέλει σὲ αὐτὴν τὴν χαρά, σὲ αὐτό τὸ πανηγύρι νὰ συμμετέχει ὁ καθένας μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο μήνυμα ποὺ μποροῦμε νὰ πάρουμε ἀπὸ ὅσα εἴπαμε· τὸ νὰ χαροῦμε γιὰ αὐτὸν τὸν θησαυρὸ ποὺ ἀνήκει στὴν ἀνθρώπινη φύση, διότι ἡ Παναγία εἶναι ἄνθρωπος σὰν ἐμᾶς.
Τὸ δεύτερο εἶναι νὰ κάνουμε χρήση αὐτοῦ τοῦ θησαυροῦ. Ὄχι ἁπλῶς νὰ χαιρόμαστε καὶ νὰ πανηγυρίζουμε, νὰ ἀνάβουμε κεριὰ καὶ λαμπάδες καὶ ἀνταλλάσσουμε εὐχὲς καὶ «χρόνια πολλά» μεταξύ μας, ἀλλὰ νὰ κάνουμε χρήση αὐτῆς τῆς δυνατότητος πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Πρέπει νὰ γνωρίσουμε τὴν Παναγία. Κάτι νὰ διαβάσουμε, κάτι νὰ καταλάβουμε. Νὰ τὴν ἐπικαλεστοῦμε, νὰ ζητήσουμε τὶς πρεσβεῖες της. Εἶναι δυνατὴ ἡ προσευχή της. «Πολλὰ ἰσχύει δέησις μητρὸς πρὸς εὐμένεια ∆εσπότου», λέγει ἡ Ἐκκλησία. Ἔχει μεγάλη δύναμη ἡ προσευχή τῆς μητέρας, γιὰ νὰ ἐξευμενίσει ἀπέναντί μας τὸν ∆εσπότη, τὸν Κύριο καὶ Θεό μας. Ἂς μὴν ἀφήσουμε αὐτὸν τὸν θησαυρό, αὐτὴ τὴν δυνατότητα.
Καὶ ἕνα τρίτο· νὰ ἐμπνευστοῦμε ἀπὸ τὸ παράδειγμά της. ∆ὲν θὰ γίνει τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ πραγματικότητα, ἂν ἡ καθαρότητα ἡ δική της δὲν ἀποτελέσει πρότυπο γιὰ τὴν δική μας καθαρότητα. Καὶ ἡ δική μας ζωὴ πρέπει νὰ ἔχει τὴν καθαρότητα τῆς προελεύσεως. Αὐτὸ εἶναι τὸ βάπτισμα, αὐτὸ ποὺ τὸ ἔχουμε πάρει ὅλοι καὶ πρέπει νὰ τὸ ἐνεργοποιήσουμε.
Πρέπει νὰ ἔχει τὴν καθαρότητα τοῦ λόγου. Ἡ εἰλικρίνεια, γιὰ νὰ τὸ πῶ πρακτικά, στὴν καθημερινή μας σχέση εἶναι ἡ καθαρότητα τοῦ λόγου. Ἕνα στόμα ποὺ βρίζει, ποὺ καταρᾶται, ποὺ δημιουργεῖ ἔχθρες, ποὺ πληγώνει τοὺς συνανθρώπους του, ποὺ ψεύδεται, ἕνα τέτοιο στόμα δὲν εἶναι καθαρὸ στόμα.
Καθαρότητα τῆς σκέψης· πόσες φορὲς οἱ μολυσμοί τῶν λογισμῶν μας δὲν διαταράσσουν τὴν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας, δὲν μολύνουν τὴν εἰρήνη τῶν σχέσεών μας, δὲν ἀναστατώνουν τὴν εἰρήνη τῆς πίστεώς μας, δὲν καταστρέφουν τὴν εἰρήνη τῆς μετὰ τοῦ Θεοῦ κοινωνίας μας ἀποστερῶντας τὶς καρδιές μας ἀπὸ τὶς ἀνάσες τῆς θεϊκῆς παρουσίας!
Τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ τῶν αἰσθημάτων. ∆ὲν ἀγαπιόμαστε, δὲν μποροῦμε νὰ συγχωρεθοῦμε, ἀδυνατοῦμε νὰ συνυπάρχουμε, δυσκολευόμαστε νὰ ἀνεχθοῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε αὐτὸν τὸν θησαυρό τοῦ νὰ εἴμαστε μαζί, γιὰ νὰ τρεφόμαστε ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον, γιὰ νὰ μοιραζόμαστε τὰ δῶρα Του, γιὰ νὰ ἐξαγιαζόμαστε, γιὰ νὰ βλέπουμε στὸ πρόσωπο καὶ στὴ ζωή τοῦ ἄλλου ὁ καθένας μας τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐπιβεβαίωση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς παρουσίας Του.
Νὰ ποῦμε καὶ δυὸ λόγια γιὰ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος. Μιὰ ἀρρώστια ποὺ ὑπάρχει στὴν ἐποχή μας εἶναι οἱ μολυσμοὶ τῆς σαρκός. Ἔφτασε πλέον τὸ πράγμα στὸ ἀπροχώρητο. Ποιοί ἀπὸ ἐμᾶς διατηροῦν τὸ σῶμα τους κρυστάλλινο, καθαρὸ σὰν τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ δέχεται καὶ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Ἂν δὲν ζήσαμε ὣς τώρα ἔτσι, ἂς ζήσουμε ἀπὸ αὐτὴν τὴν στιγμὴ καὶ μετά, γιατί μόνον ἔτσι, ἂν εἶναι παρθενικὴ ἡ ὅλη μας ζωὴ καὶ ὑπόσταση, ἂν λάμπει ἀπὸ καθαρότητα ἢ τουλάχιστον ἂν ἔχει τὸν ἀγῶνα τῆς καθάρσεως, θὰ μπορέσει καὶ νὰ φωτιστεῖ καὶ νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ ναό· νὰ γίνει σκηνή τοῦ Θεοῦ· νὰ γίνει κατοικητήριό Του· νὰ γίνει ὁ χῶρος τῆς δικῆς Του ἀναπαύσεως· νὰ γίνει φάτνη στὴν ὁποία θὰ γεννηθεῖ. Νὰ μπορέσει ἡ ζωὴ τοῦ καθενός μας νὰ κάνει τὸ γεγονός τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου πραγματικότητα μέσα της.
Πράγματι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μπορεῖ ὁ κάθε ἕνας μας νὰ ἀνοίξει τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς του, νὰ κάνει τὴν ἀρχὴ τῆς μεταμορφώσεώς του, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ζήσει τὶς μέρες πού μᾶς ἔρχονται κάτι ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα, λίγο ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν γῆ, κάτι ἀπό τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου στὴν δική του τὴν ψυχή.
Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ μυστηρίου τῆς καθαρότητος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μέσα ἀπὸ τὴν δική της πύλη νὰ εἰσοδεύσουμε ὁ καθένας μας στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουμε ὕστερα ἀπὸ ἕναν μήνα, τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, ὅλοι μας ἀνεξαιρέτως νὰ τὸν συναντήσουμε «μεθ᾿ ἡμῶν», ἀνάμεσά μας, μαζί μας, μέσα στὴν καρδιά μας καὶ νὰ Τὸν κρατήσουμε διαρκῶς ὡς θησαυρὸ στὴν πορεία μας σὲ αὐτὴ τὴν ζωή, ἕως ὅτου ὄχι «δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, ἀλλὰ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον» (Α΄ Κορ. 12) θὰ Τὸν ἀντικρύσουμε στὴν Βασιλεία Του. Ἀμήν.
Πηγή: (ἀπομαγνητοφωνημένο κήρυγμα ποὺ ἐκφωνήθηκε στὸ Ἱ. Μετόχιον τῆς Ἀναλήψεως στὸν Βύρωνα στὶς 23 Νοεμβρίου 2003) Ιερά Μητρόπολις Μεσογαίας και Λαυρεωτικής
ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΑΠΟ ΣΚΟΠΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ
ΕΟΡΤΗ θεομητορικὴ καὶ πανήγυρις, ἀγαπητοί μου, σήμερα. Ὀνομάζεται εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Τί σημαίνει «εἰσόδια»; εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς εἰσόδου στὸ ναὸ τῆς παρθένου Μαρίας, ἐκείνης ποὺ προωριζόταν νὰ γίνῃ ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου. Σὰν σήμερα εἰσῆλθε στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ, στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου τὴν ὡδήγησαν οἱ γονεῖς της σὲ ἡλικία μόλις τριῶν ἐτῶν.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη δώδεκα χρόνια προτοῦ νὰ γεννηθῇ ὁ Χριστός. Τὴν ἡμέρα τῶν Είσοδίων μπορεῖ νὰ πῇ κανεὶς ὅτι ἔγινε ἡ ἐπίσημος ἔξοδος τῆς Παναγίας ἀπὸ τὸ πατρικό της σπίτι καὶ ἡ δημοσία ἐμφάνισί της στὴν κοινωνία. Γιὰ τὸν παλαιὸ Ἰσραήλ, τὸ λαὸ ποὺ ὅλη ἡ ζωή του εἶχε κέντρο τὴν πίστι στὸ Θεὸ καὶ συνδεόταν ἀρρήκτως μὲ τὸ ναὸ τῶν Ἰεροσολύμων, ἡ ἐπίσκεψις αὐτὴ ἦταν καὶ κάτι σὰν τὴν σημερινὴ δήλωσι τοῦ παιδιοῦ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του στὸ ληξιαρχεῖο. Οἱ γονεῖς τῆς Παναγίας τὴν ἡμέρα τῶν εἰσοδίων της ἐκπλήρωσαν τὴν ὑπόσχεσί τους, ν᾿ ἀφιερώσουν ἐκείνην ποὺ γέννησαν κατὰ θαυμαστὸ τρόπο· συγχρόνως ὅμως τὴν ἡμέρα αὐτὴ δήλωναν τὸ παιδί τους ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, καὶ ἔτσι βεβαίωναν ὅτι γεννήθηκε ἀπὸ αὐτοὺς καὶ αὐτοὶ εἶναι οἱ γονεῖς της.Ἑπομένως ἐκπλήρωσαν ἕνα διπλὸ καθῆκον· ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν ἀπὸ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Κύριο, ποὺ τοὺς χάρισε αὐτὴ τὴν θυγατέρα, πῆγαν στὸ ναὸ νὰ τοῦ ποῦν τὸ εὐχαριστῶ καὶ νὰ τὴν ἀφιερώσουν σ᾿ ἐκεῖνον, ὅπως εἶχαν ὑποσχεθῆ· καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου, ὡς γονεῖς, τακτοποίησαν τρόπον τινὰ ληξιαρχικῶς τὸ παιδί τους.
Ἐὰν θελήσουμε νὰ μιλήσουμε σὲ σύγχρονη παιδαγωγικὴ γλῶσσα, μποροῦμε νὰ ποῦμε, ὅτι ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων εἶναι ἡ ἑορτὴ ποὺ δείχνει τὸ γενεαλογικὸ δένδρο τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Κάνω ἐδῶ μία παρέκβασι. Θὰ ἦταν καλὸ στὰ σχολεῖα μας νὰ ὑπάρχῃ καὶ τὸ γενεαλογικὸ δένδρο κάθε παιδιοῦ. Σὲ ἄλλες προηγμένες χῶρες ὁ δάσκαλος ἔχει στὸ μητρῷο τοῦ σχολείου ὄχι μόνο τὸ ὄνομα, τὸ ἐπίθετο, τὸ πατρώνυμο καὶ τὸ ἔτος γεννήσεως, ἀλλὰ καὶ ὅλο τὸ γενεαλογικὸ δένδρο κάθε παιδιοῦ (τὸν πατέρα, τὴ μητέρα, τὸν παπποῦ…). Αὐτὸ χρειάζεται, διότι προσφέρει χρήσιμες πληφορίες στὸν παιδαγωγό. Κατὰ κανόνα ὅποιοι ἦταν οἱ γονεῖς καὶ οἱ πρόγονοι, τέτοιοι εἶναι καὶ οἱ ἀπόγονοι.
Ἂς ἐπανέλθουμε στὴν ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων καὶ ἂς προσπαθήσουμε τώρα νὰ τὴν δοῦμε ἐξ ἐπόψεως παιδαγωγικῆς.
* * *
Ἐχαρακτήρισα, ἀγαπητοί μου, τὰ Εἰσόδια ὡς τὴν ἑορτὴ τοῦ γενεαλογικοῦ δένδρου τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Διότι κανένας δὲ γεννήθηκε ἀπὸ βράχο· μιὰ μάνα κ᾿ ἕνας πατέρας μᾶς ἔφεραν στὸν κόσμο. Καὶ ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ ῎ Αννα, ἦταν τὸ εὐλογημένο ἀνδρόγυνο, τὸ σύμπλεγμα τῆς συζυγικῆς στοργῆς καὶ ἀγάπης. Ἀπὸ ἐκλεκτὴ ῥίζα ἄνθισε τὸ ῥόδον ποὺ λέγεται Παναγία, καὶ αὐτὸ διδάσκει, ὅτι καὶ ἡ ἀγαθὴ κληρονομικότης παίζει σπουδαῖο ῥόλο.
Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἀντιμετώπιζαν ἕνα ἄλυτο πρόβλημα· τὴν ἀτεκνία. Ἡ ἁγία Ἄννα πέρασε ὅλη σχεδὸν τὴ ζωή της στεῖρα. Πῶς βρῆκαν τὴ λύσι; Παρακαλοῦσαν τὸν Κύριο νὰ τοὺς δώσῃ παιδί· ἔκαναν θερμὲς προσευχὲς καὶ νηστεῖες. Καὶ ὁ Θεός, ἀφοῦ δοκίμασε τὴν πίστι τους, τοὺς ἄκουσε. Ὡς ἀπάντησι στὶς προσευχές τους καὶ ὡς δῶρο τοῦ οὐρανοῦ τοὺς δόθηκε τὸ παιδί, ἡ εὐλογημένη κόρη, ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Ἡ περίπτωσι τῶν γονέων τῆς Παναγίας παρηγορεῖ κάθε ἄτεκνο ἀνδρόγυνο ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ δῇ ἀπογόνους.
Οἱ πιστοὶ γονεῖς Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ἔδωσαν στὴ θυγατέρα τους τὸ ὄνομα Μαρία, ποὺ ἔμελλε νὰ γίνῃ τὸ γλυκύτερο ὄνομα. Σήμερα ὄντως, ὕστερα ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δὲν ὑπάρχει γλυκύτερο ὄνομα στὸν κόσμο ἀπὸ τὸ ὄνομα Μαρία, ποὺ δόθηκε στὴν Παναγία. Τί σημαίνει «Μαρία»; εἶναι ὄνομα τῆς ἑβραϊκῆς γλώσσης, γι᾿ αὐτὸ κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον δὲν γνωρίζουν τὴ σημασία του ἀκόμα καὶ μορφωμένοι. Τὸ ὄνομα Μαρία εἶναι λέξις μὲ πολλὲς σημασίες. Σημαίνει φῶς, σημαίνει χάρις, σημαίνει πηγή… εἶναι ἄστρο τῆς αὐγῆς, ἄνθος μυρίπνοο, ῥόδο ἀμάραντο. Κατὰ κυριολεξίαν τὸ ὄνομα Μαρία σημαίνει «κυρία» καὶ «δέσποινα». Ἐὰν κάθε γυναίκα ἀξία τῆς ἀποστολῆς της εἶναι οἰκοδέσποινα, κυρία μέσα στὸ σπίτι της καὶ ἀρχόντισσα μέσα στὸ περιβάλλον της, αὐτὸ ἰσχύει στὸν ὕψιστο βαθμὸ γιὰ τὴν παρθένο Μαρία τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. εἶναι ἡ «Κυρία τῶν ἀγγέλων» καὶ ἡ «Δέσποινα τοῦ κόσμου». Αὐτὸ σημαίνει τὸ ὄνομα Μαρία, ποὺ τῆς ἐδόθη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ κάθε Χριστιανὸς γονεὺς ἂς φροντίζῃ στὸ βάπτισμα νὰ δίδωνται στὰ παιδιά του χριστιανικὰ ὀνόματα, ποὺ ἡ σημασία τους θὰ τὰ φρονηματίζῃ.
Σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσι ποὺ εἶχαν δώσει καὶ τὸ τάμα ποὺ εἶχαν κάνει, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἔπρεπε νὰ παραδώσουν τὴ μικρὴ θυγατέρα τους, νὰ τὴν ἀφιερώσουν στὸ Θεό. Ἔπρεπε ἡ Παναγία νὰ βρεθῇ μέσα σὲ κατάλληλο περιβάλλον. Καὶ ποιό ἄλλο καλύτερο ἀπὸ περιβάλλον τοῦ ναοῦ; Ἐκεῖ ἡσυχία καὶ γαλήνη, ὄχι ταραχὴ καὶ κοσμικοὶ θόρυβοι· ἐκεῖ προσευχὲς καὶ ψαλμοὶ θεόπνευστοι, ὄχι φλυαρίες καὶ μάταια λόγια ἀνθρώπων· ἐκεῖ λατρεία καὶ ὕμνοι ὅλες τὶς ὧρες καθημερινῶς, ὄχι ἁμαρτωλὲς διασκεδάσεις καὶ ἀθλιότητες· ἐκεῖ ἑορτὲς καὶ ἀναμνήσεις ἀπὸ τὴν ἱερὰ ἱστορία, ὄχι ἄσωτα ξεφαντώματα, μέθη καὶ κραιπάλη. Αὐτὸ ἦταν τὸ ἰδανικὸ περιβάλλον. Ὅπως ἕνα λουλούδι γιὰ ν᾿ ἀνθίσῃ πρέπει νὰ βρεθῇ σὲ κατάλληλη γλάστρα, μὲ καθαρὸ κοσκινισμένο καστανόχωμα, διότι τὰ ὡραῖα ἄνθη δὲ φυτρώνουν μέσα σὲ ἄγονες πέτρες – καὶ σὲ τέτοιο χῶρο βρέθηκε ἡ Παναγία, τὸ ίδιο χρειάζεται κάθε παιδί. Δὲν θ᾿ ἀφιερωθοῦν βέβαια ὅλα τὰ παιδιὰ στὸ Θεὸ διὰ βίου μέσα στὸ ναό, ὅπως ἐκείνη· ὅλα ὅμως πρέπει ν᾿ ἀναπτυχθοῦν σὲ περιβάλλον εἰρηνικὸ καὶ γαλήνιο· γι᾿ αὐτὸ τὸ ἰδανικὸ σπίτι εἶναι ἡ «κατ᾿ οἶκον ἐκκλησία» (Ῥωμ. 16,5 κ.ἀ.).
Ἀξίζει τέλος νὰ σημειώσουμε καὶ τὴν ἡλικία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἡ Παναγία βρέθηκε στὸ περιβάλλον αὐτό· τριῶν ἐτῶν νήπιο. Ὅπως λοιπὸν ἐκείνη βρέθηκε στὸ κατάλληλο κλῖμα ἀπὸ τὴν τρυφερὰ νηπιακὴ ἡλικία, ἔτσι πρέπει καὶ κάθε παιδὶ ἀπὸ τὴ μικρὰ ἡλικία νὰ βρεθῇ σὲ προστατευμένο περιβάλλον. Οἱ παιδαγωγοὶ βεβαιώνουν, ὅτι τὰ σημαντικώτερα χρόνια εἶναι τὰ τρία πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ χρόνια αὐτά, τὸ νηπιαγωγεῖο, εἶναι τὸ ἄλφα καὶ τὸ ὠμέγα τῆς ὅλης διαμορφώσεως τοῦ χαρακτῆρος. Μεγάλη προσοχὴ λοιπὸν στὰ νήπια. Ἐὰν τεθοῦν καλὰ θεμέλια στὴ νηπιακὴ ἡλικία, τότε ἡ ἀνάπτυξις θὰ πάῃ καλά.
Δὲν ἄφησαν, ὅπως είδαμε, οἱ γονεῖς της τὴν Παναγία μέσ᾿ στὸ σπίτι. Ὅπως τώρα παίρνουν τὰ μικρὰ παιδιὰ – τὰ νήπια καὶ τὰ πηγαίνουν στὸ σχολεῖο, στὸ νηπιαγωγεῖο, στὸ νηπιοτροφεῖο ἢ στὸν παιδικὸ σταθμό, κατὰ παρόμοιο τρόπο κ᾿ ἐκεῖνοι πῆραν τὴν τριετῆ κορασίδα καὶ τὴν ὡδήγησαν στὸ ναό. Καὶ ἐκεῖ ἔμεινε καὶ ἀνετράφη, κατὰ τὴν παράδοσι τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, μέχρι τὸ δέκατο πέμπτο ἔτος της, ὅταν πλέον ἐμνηστεύθη καὶ ἐν συνεχείᾳ «ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε» (Ἀκάθ. ὕμν.).
Τὰ Εἰσόδια ἔχουν γίνει ἀντικείμενο, μὲ τὸ ὁποῖο ἀσχολήθηκαν ποιηταὶ καὶ ζωγράφοι. Ἔπλεξαν ὕμνους, ποὺ ψάλλονται σήμερα, καὶ ζωγράφισαν ὑπέροχες εἰκόνες. Ἐκεῖ φαίνεται ὅτι, ὅταν ἡ Παναγία ἀνέβαινε τὰ σκαλοπάτια τοῦ ναοῦ, τὴν συνώδευαν παρθένες νεάνιδες κρατώντας λαμπάδες καὶ μητέρες. Οἱ μητέρες, διότι ἦταν ἐκείνη ποὺ θὰ γινόταν ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἡ μοναδικὴ μητέρα, τὸ πρότυπο ὅλων τῶν μητέρων ὅλων τῶν αἰώνων. Καὶ οἱ παρθένες, διότι ἦταν ἐκείνη ποὺ ἐνσαρκώνει «τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας». Στὰ πρόθυρα τοῦ ναοῦ τὴν ὑποδέχθηκε ὁ ἀρχιερεὺς Ζαχαρίας. Τὴν ὑποδέχθηκαν ἀκόμη, ὅπως ζωγραφίζεται στὶς εἰκόνες, προφῆτες ποὺ προφήτευσαν γι᾿ αὐτήν· ὁ Δαυῒδ μὲ τὴν κιθάρα του καὶ ὁ Ἠσαΐας ποὺ προφήτευσε τὴ γέννησί της, ἐνῷ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἔψαλλαν ἄγγελοι.
* * *
Ἔχει λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ἡ ἑορτὴ τῶν εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου μεγάλη παιδαγωγικὴ σημασία· τὸ γενεαλογικὸ δένδρο καὶ ἡ κληρονομικότης, ἡ ἀτεκνία καὶ ἡ ὀρθὴ ἀντιμετώπισί της, ἡ σημασία τοῦ ὀνόματος ποὺ θὰ δοθῇ στὸ παιδί, ἡ μεγάλη ἐπίδρασι τοῦ ὑγιοῦς περιβάλλοντος, καὶ τέλος ἡ βαρύτης ποὺ πρέπει νὰ δοθῇ στὴ νηπιακὴ καὶ σχολικὴ ἡλικία, εἶναι μερικὰ ἀπὸ τὰ διδάγματα ποὺ λαμβάνουμε.
Εὔχομαι, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς νὰ ὁδηγῇ γονεῖς καὶ διδασκάλους στὴν ὀρθὴ διαπαιδαγώγησι τῶν παιδιῶν καὶ τῶν νέων μας, ποὺ ἀποτελοῦν τὴν αὐριανὴ ἐλπίδα τοῦ γένους καὶ τῆς Ἐκκλησίας μας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΣΠΟΥΔΑΣΤΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΑΣΧΟΛΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ
Ο ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
(Παιδαγωγικὰ ἢ ἐκπαιδευτικὰ)
Καὶ ταῦτα μὲν ὡς πρὸς τὴν ἑορτή. Ἀλλὰ θὰ πῆτε· Τί σχέσι ἔχει μ᾿ ἐμᾶς ἡ ἑορτή, ὡς πρὸς ἡμᾶς τοὺς σπουδαστὰς καὶ σπουδαστρίας τῆς παιδαγωγικῆς ἀκαδημίας; Ἐξελέξαμεν ἀγαπητά μας παιδιά, ἐξελέξαμε τὴν σημερινὴν ἡμέραν, τὰ εἰσόδια τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, διότι καὶ ἐσεῖς, οἱ σπουδασταὶ καὶ αἱ σπουδάστριαι τῆς ἀκαδημίας Φλωρίνης κάνατε τὰ εἰσόδιά σας. Ἰδίως οἱ πρῶτοι, οἱ σπουδασταὶ τοῦ πρώτου ἔτους ποιοῦνται – κάνουν τὰ εἰσόδια.
- Τὰ εἰσόδια; Μπᾶ! Ἡ Παναγία ἔκανε τὰ εἰσόδια εἰς τὸν ναόν· ἐμεῖς ποῦ κάναμε τὰ εἰσόδια; εἰς τὸν ναὸν ἐτοῦτον;…
Ὄχι· κάνατε τὰ εἰσόδια – δὲν εἶναι μόνο ναὸς αὐτός· εἶναι ναὸς καὶ κάποιος ἄλλος, καὶ σεῖς κάνατε τὰ εἰσόδια εἰς τὸ ναόν· σὲ ποιόν ναόν; εἰς τὸ ναὸν τῆς παιδείας. Ἡ παιδαγωγικὴ ἀκαδημία εἶναι ναὸς τῆς παιδείας, εἶναι ναὸς τῆς ἐκπαιδεύσεως τῶν μελλόντων νὰ γίνουν διδάσκαλοι καὶ παιδαγωγοὶ τῆς Ἑλληνικῆς νεότητος. Ναός εἶναι. Καὶ ὅπως στὸ ναὸ δὲν ἐπιτρέπεται οὐδεμία ἀταξία – (αὐτὴ τὴν ὥρα κανείς, οὔτε καπνίζει οὔτε παίζει… Μόνο κάποιος ἐκεῖ πέρα κοιτάζει τὰ μαλλιά του). Λοιπόν… Ὅπως, παιδιά μου, ἐδῶ στέκεστε, μ᾿ αὐτὴν τὴν εὐλάβειαν πρέπει νὰ στέκετε καὶ εἰς τὸ ναὸν τῆς παιδείας, εἰς τὴν Παιδαγωγική σας Ἀκαδημία. Ναὸς εἶναι.
Καὶ ὅπως εἰς τὸ ναὸν διακρίνομε προπύλαια, διακρίνομε κεντρικὸν κυρίως ναόν, καὶ διακρίνομεν ἱερὸ βῆμα καὶ ἅγια τῶν ἁγίων, ἔτσι καὶ εἰς τὴν Παιδαγωγική σας Ἀκαδημία καὶ εἰς πᾶσαν σχολὴν καὶ πᾶν ἐκπαιδευτικὸν ἵδρυμα διακρίνομεν τρία πράγματα.
Α΄. Προπύλαια – Στὰ προπύλαια τῆς ἀκαδημίας σας βλέπω – τί βλέπω; Βλέπω δύο ἐπιγράμματα, δύο προγονικὰ ῥητά.
Τὸ ἕνα, τὸ ἕνα· «Ἑκὰς πᾶς βέβηλος», δηλαδὴ «Μακριὰ κάθε βέβηλος». Μάλιστα. Ἕνας – ὅπως εἰς τοὺς ἀρχαίους ναοὺς δὲν ἐπέτρεπον νὰ εἰσέλθῃ (μᾶλλον ὁ πατὴρ θὰ ἤθελε νὰ πῇ, «νὰ εἰσέλθουν ἐντὸς τοῦ ναοῦ, τοῦ ναοῦ, τοῦ ἀρχαίου ναοῦ, ἀμύητοι, ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν εὐγενῆ αἰσθήματα καὶ ἰδέας καὶ πεποιθήσεις ἁγνάς, οὕτω πως καὶ εἰς τὸ ναὸν τῆς παιδείας, εἰς τὴν Παιδαγωγικὴν Ἀκαδημίαν, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ εἰσέλθουν βέβηλοι, ἄνθρωποι ἀκάθαρτοι, νέοι οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν τὰ ὑψηλὰ καὶ εὐγενῆ ἰδανικὰ τῆς Ἑλληνικῆς φυλῆς καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἡμῶν ἔθνους καὶ τοῦ Χριστοῦ.
«Ἑκὰς πᾶς βέβηλος»! Ἐάν τις δὲν ἔχῃ πόθον νὰ ὑπηρετήσῃ τὴν Ἑλληνικὴ νεότητα, ἐάν τις δὲν ἔχῃ ὑψηλὰ καὶ εὐγενῆ ἰδανικά, τότε προτιμότερον νὰ κάνῃ μεταβολὴν 180 μοιρῶν καὶ νὰ στραφῇ πρὸς ἄλλα ἐπαγγέλματα, εἰς τὰ ὁποῖα ὑπάρχει χρυσὸς καὶ ἄργυρος καὶ ἐξαιρετική τις ἐπιτυχία.
Γνωρίζω εἰς τὸν βίον μου διδασκάλους, οἱ ὁποῖοι ἐγκατέλειψαν τὰ σχολεῖα, διότι δὲν ᾐσθάνοντο κλῆσιν. Μοῦ ἔλεγε μάλιστα κάποιος, ὅτι ἦτο στὴν παιδαγωγικὴ ἀκαδημία τῶν Ἀθηνῶν· κ᾿ ἐνῷ ἕνας σοφὸς καθηγητής, παιδαγωγὸς ἄριστος, διευθυντὴς ἐδίδασκε, αὐτὸς καθ᾿ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ μαθήματος χασμουριούντανε, ζωγράφιζε κ.λπ.. Τὸν κάλεσε ὁ διευθυντὴς – σοφὸς διευθυντής· τὸν κατάλαβε. Λέει· Παιδί μου, κατὰ λάθος εἶσαι ἐδῶ. Ἐνῷ ὅλα τὰ παιδιὰ εἶναι προσηλωμένα στὸ μάθημα καὶ προσέχουν τὸ μάθημα, ἐσὺ ἀλλοῦ ἔχεις τὸ νοῦ σου. Κατὰ λάθος βρέθηκες ἐδῶ. Σοῦ συνιστῶ ν᾿ ἀλλάξῃς ἐπάγγελμα… ῎ Αλλαξε πράγματι ἐπάγγελμα κ᾿ ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς γενναιοτάτους ἀξιωματικούς.
Λέγω λοιπόν, ὅτι «Ἑκὰς πᾶς βέβηλος». Καὶ εἶναι εὔκολον ἕνας καθηγητὴς κ᾿ ἕνας διευθυντὴς τῆς ἀκαδημίας νὰ διακρίνῃ ἀπὸ τὸ πρόσωπον τοῦ σπουδαστοῦ καὶ τῆς σπουδαστρίας ἐὰν, ἐὰν ὑπάρχῃ πόθος ὑψηλὸς νὰ γίνῃ κανεὶς ὑπηρέτης τῆς παιδείας. Ἐὰν δὲν εἶναι, ν᾿ ἀλλάξῃ ἐπάγγελμα. Καὶ ἔξυπνα πρόσωπα εἶστε, θὰ διαπρέψετε εἰς ἄλλους κλάδους. Ὁ ναὸς τῆς παιδείας θέλει ἐξαιρετικὰ προσόντα, μᾶλλον ψυχικὰ ἢ νοητικά. Καὶ εἰς τὸν ναὸν αὐτόν, εἰς τὰ πρόπυλα λοιπόν, ὑπάρχει τὸ προγονικὸ ῥητὸ «Ἑκὰς πᾶς βέβηλος».
Ὑπάρχει καὶ κάποιο ἄλλο ῥητὸν εἰς τὰ προπύλαια τῆς Ἀκαδημίας σας. Ποιό ἄλλο· «Γνῶθι…», νὰ γνωρίσῃς· Τί νὰ γνωρίσῃς; Τὸ παιδί. Τὸ παιδί εἶναι κόσμος μέγας. εἶναι δυστύχημα, ὅτι ἐρευνῶμεν τὴν σελήνην καὶ τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ, καὶ ἡ ἐπιστήμη τοῦ παιδὸς εἶναι καθυστερημένη. Είμεθα πολὺ πίσω· 200, 300, 500 χρόνια. Είμεθα ἀκόμα μακριά, δὲν ἐγνωρίσαμε τὸ παιδί. Τὸ παιδὶ εἶναι κόσμος ὁλόκληρος· εἶναι μεῖγμα κόρακος καὶ περιστερᾶς· ἔχει μέσα του τὸ παιδὶ μεγαλεῖο, ἀλλὰ ἔχει καὶ ἀθλιότητα.
Πρέπει λοιπὸν νὰ γνωρίσῃς, νὰ σπουδάσῃς καλῶς. Τόμοι ὁλόκληροι, 4.000 σελίδες, πρέπει νὰ μελετήσῃς, ἀγαπητή μου σπουδάστρια καὶ ἀγαπητέ μου σπουδαστή· νὰ σπουδάσῃς τὴν σωματολογίαν τοῦ παιδός, νὰ σπουδάσῃς τὴν ψυχολογίαν τοῦ παιδός, νὰ σπουδάσῃς τὴν ψυχολογίαν τῶν ἀτομικῶν διαφορῶν ἑκάστου παιδός (ἐδῶ φαίνεται ὅτι χρησιμοποιεῖ γνώσεις ἀπὸ τὶς δικές του παιδαγωγικὲς σπουδές. Στὴ θεολογία διδάσκονται καὶ τὰ παιδαγωγικά), νὰ σπουδάσῃς ἐν γένει ὅλον τὸν κόσμο του παιδιοῦ – ὅλα τὰ μαθήματα τῆς παιδαγωγικῆς ἐπιστήμης. Νὰ γνωρίσῃς τὸ παιδί· «Γνῶθι…»! τί «γνῶθι»; Τὸ παιδὶ νὰ γνωρίσῃς.
Ἄαα! Μὴ σταματήσετε ὅμως αὐτοῦ· διότι τότε δὲ θὰ γίνετε καλοὶ παιδαγωγοί. Πρέπει ἀκόμα νὰ προχωρήσετε περισσότερο. «Γνῶθι…» – τὸν παῖδα; τὸ παιδί; Ὄχι· προηγουμένως νὰ γνωρίσετε ἀκόμη τὸν ἑαυτό σας, τὸν ἑαυτό σας. Δὲν ἀρκεῖ ἁπλῶς νὰ διαπαιδαγωγήσετε τὸ παιδί. Ἀλλὰ πρὶν διαπαιδαγωγήσετε τὸ παιδί, πρέπει νὰ διαπαιδαγωγήσετε τὸν ἑαυτό σας· νὰ ἐρευνήσετε τὸν ἑαυτόν σας, τί κακίες, τί ἐλαττώματα, τί ἐλλείψεις ἔχετε ὁ καθένας ἀπὸ ᾿σᾶς… Καὶ νὰ καταβάλλετε προσπάθεια νὰ διορθώσετε τὸν ἑαυτό σας.
Διότι ἐὰν δὲ᾿ διορθωθῆτε καὶ μεταβῆτε ὅπως εἶστε τώρα ―μὲ τὰς κακίας καὶ τὰ ἐλαττώματα―, τὰ δὲ παιδιά, τὰ μικρὰ παιδιά, εἶναι φωτογραφικοὶ φακοί, φωτογραφίζουν τὰ παιδιά· φωτογραφίζουν τὴ μητέρα καὶ τὴ δασκάλα καὶ τὴν καθηγήτρια καὶ τὸν δάσκαλο. Λοιπὸν χρειάζεται νὰ εἶστε ὑποδείγματα διδασκάλων, γιὰ νὰ μὴν ἀναγκαστοῦν τὰ παιδιὰ – γιὰ νὰ μὴν πραγματοποιηθῇ καὶ σ᾿ ἐσᾶς ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ λαός· «Δάσκαλος ποὺ δίδασκε, καὶ νόμον δὲν ἐκράτει».
Β΄. Λοιπόν, τὸ πρὸς – στὰ προπύλαια «Ἑκὰς πᾶς βέβηλος», στὰ προπύλαια «Γνῶθι σαυτόν». Καὶ κατόπιν θὰ εἰσέλθωμε εἰς τὸν κεντρικὸν κυρίως ναόν. Ὅπως ἐδῶ ὑπάρχει κεντρικὸς ναός, οὕτω καὶ εἰς τὸν ναὸν τῆς παιδείας ὑπάρχει κεντρικὸς κυρίως ναός. Ποιός εἶναι ὁ κεντρικὸς κυρίως ναός; εἶναι ὅλαι αἱ γνώσεις καὶ ὅλαι αἱ ἐπιστῆμαι, τὰς ὁποίας πρέπει νὰ γνωρίσετε. Ὁ διδάσκαλος πρέπει νὰ εἶναι σήμερα ὡς διδάσκων σὲ ἕνα μικρὸ γυμνάσιον, πρέπει ὁ διδάσκαλος νὰ εἶναι ἐγκυκλοπαιδικός, πρέπει ὁ διδάσκαλος νὰ εἶναι ἕνας μικρὸς Ἀριστοτέλης. Καὶ ὅπως ὁ Ἀριστοτέλης συνεκέντρωσε τὸ ἅπαντον τοῦ ἐπιστητοῦ, ὅλας τὰς γνώσεις, οὕτω πως κ ᾿ ἐσεῖς πρέπει νὰ εἶστε ἐγκυκλοπαιδικοί, γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ καλύψετε τὸν κύκλον ὅλων τῶν γνώσεων. Καὶ ὄχι μόνο ἐγκυκλοπαιδικοί· πρέπει νὰ γνωρίσετε τὸ ὑλικὸν ποὺ πρέπει νὰ διδάξετε. Καὶ ὄχι μόνο τὸ ὑλικόν, τί θὰ διδάξετε, ἀλλὰ ἀκόμα περισσότερον πρέπει νὰ γνωρίσετε τὸν τρόπον τῆς διδασκαλίας. Δὲν εἶναι τί, εἶναι τὸ πῶς θὰ διδάξετε.
Νὰ φέρω ἕνα παράδειγμα; Δῶστε τὰ ὑλικὰ σὲ δύο ἀνθρώπους νὰ μαγειρέψουν, σὲ δύο νοικοκυρὲς νὰ μαγειρέψουν. Λοιπόν, ἡ μιὰ εἶναι τεχνίτρα μαγείρισσα· μαγειρεύει ―τὸ ίδιο τὸ ίδιο― καὶ γίνεται ἐξαίσιο φαγητό. Τὰ δίνεις σὲ ἄλλη, ποὺ δὲν ξέρει· πάει χαμένο τὸ ὑλικό. Τὸ καλύτερο ὑλικὸ τοῦ φαγητοῦ, ἐὰν τὸ δώσῃς σὲ μία ποὺ δὲν ξέρει νὰ μαγειρέψῃ, εἶναι ἀδύνατον νὰ τὸ φάῃ κανείς.
Οὕτω πως. Παραπάνω λοιπὸν ἀπὸ τὸ ποσόν, τὸ ποσὸν τῆς γνώσεως εἶναι ὁ τρόπος τῆς προσφορᾶς, πῶς θὰ προσφέρεται. Ἐδῶ Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο. Ὑπάρχουν βέβαια διδάσκαλοι χαρισματοῦχοι, ποὺ χωρὶς πολὺ κόπο κάνουν κατανοητὸ τὸ μάθημα· ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶναι σπάνιον. Ξέρεις, τί κόπος χρειάζεται; Δὲν εἶναι ἁπλῶς νὰ μάθῃς ἕνα ποσὸν γνώσεως· αὐτὸ εἶναι τὸ εὐκολώτερον. Καὶ ἂν πρόκειται γι᾿ αὐτὸ οὔτε εἶναι ἀνάγκη νὰ πάῃ τὸ παιδὶ στὸ σχολεῖο· ἀνοίγει ἐγκυκλοπαιδείας, τηλεόρασι κ.λπ.. Τὸ μεγαλύτερο, ἡ δυσκολία ἡ μεγάλη, εἶναι πῶς θὰ προσφέρῃς τὴν διδακτέα ὕλη. Μέσα στοὺς ἑκατὸ δασκάλους, ἕνας ἔχει τὸ τάλαντον αὐτό, Ἕνας ἔχει τὸ τάλαντον αὐτό· τὸ τάλαντον ἐκ Θεοῦ, θεόθεν. Βλέπεις τὰ παιδιὰ ―ὅταν διδάσκῃ― καὶ κρεμιῶνται ἀπὸ τὸ στόμα του· διότι γνωρίζει, ἔχει τρόπους, γνωρίζει κατὰ ποῖον τρόπον θὰ δώσῃ τὶς γνώσεις. Ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἄλλους δασκάλους, ποὺ δὲν ἔχουν τὸ τάλαντον, αὐτὸ χρειάζεται κόπο… Πρέπει νὰ κοπιάσῃς δυὸ ὧρες γιὰ νὰ διδάξῃς παιδαγωγικῶς στὸ σχολεῖον σου.
Γ΄. Λοιπόν, στὰ προπύλαια τὸ «Ἑκὰς πᾶς βέβηλος» καὶ τὸ «Γνῶθι σαυτόν». Ἐντὸς τοῦ ναοῦ, ἐντὸς τοῦ ναοῦ εἶναι οἱ γνώσεις. Πᾶσαν γνῶσιν καὶ πᾶσαν ἐπιστήμην πρέπει νὰ γνωρίζῃ ὁ διδάσκαλος. Καὶ ἀκόμα δὲν πρέπει νὰ σταματήσῃ ἐκεῖ· πρέπει νὰ προχωρήσῃ. Ἀπὸ τὰ προπύλαια στὸ ναόν. Ἀλλ᾿ ἐὰν σταματήσετε ἐκεῖ, θὰ γίνετε ξεροὶ διδάσκαλοι. Πρέπει νὰ προχωρήσετε περισσότερο, νὰ μπῆτε εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων… Νὰ μπῆτε εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων!…
Ὅπως ἐδῶ (=στὸ ναὸ τοῦ Ἁγ. Παντελεήμονος) ὑπάρχουν τὰ ἅγια τῶν ἁγίων, καὶ εἰσέρχεται ὁ ἱερεὺς καὶ μεταβάλλει τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ εἰς σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ, καὶ κοινωνεῖ τῶν ἀχράντων μυστηρίων, οὕτω πως κ᾿ ἐσεῖς, ἀγαπητοί μου, πρέπει νὰ μπῆτε στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ νὰ γίνετε ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου. Διότι ὁ διδάσκαλος εἶναι ἱερεύς. Καὶ ὅπως ὁ παπᾶς παίρνει τὸ ἅγιον κοχλιάριον, καὶ μεταδίδει τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα – καὶ τὰ παιδάκια μ᾿ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα, ἀπ᾿ τὸν παπᾶ περιμένουν τὴ θεία κοινωνία, οὕτω καὶ ἀπὸ σᾶς περιμένουν τὴν γνῶσιν, τὴν θείαν γνῶσιν. Καὶ εἶναι θεία κοινωνία, καὶ μυσταγωγία, καὶ ἱεροτελεστία.
* * *
Εἰσέλθετε λοιπόν, ἀγαπητοί μου. Προχωρῆστε ἀπὸ τὰ προπύλαια στὸν κεντρικὸ ναό. Γνωρίσατε καλῶς τὸν παῖδα, γνωρίσατε τὸν παιδικὸ κόσμο, γνωρίσατε τὸν ἑαυτό σας. Καλλιεργήσατε τὰ εὐγενῆ καὶ ὑψηλὰ ἰδανικὰ τῆς φυλῆς. Μιμηθῆτε τοὺς ὑπερόχους διδασκάλους τοῦ γένους ἡμῶν καὶ προχωρῆστε εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Γίνετε ἱερεῖς – διδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι θὰ μεταλαμπαδεύσετε εἰς τὰς ψυχὰς τῶν παιδιῶν τὰ ἅγια καὶ τὰ ἱερά.
Καὶ πρὸ παντός, γνωρίσατε τὸ Διδάσκαλον – ποιόν; Τὸν Διδάσκαλον ὄχι μὲ μικρὸ δέλτα, τὸν Διδάσκαλον μὲ κεφαλαῖα. Καὶ ἕνας – συνδεθῆτε· γνωρίσατε τὸν Παιδαγωγόν, τὸν μοναδικὸν Παιδαγωγόν! Γνωρίσατε ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος εἶναι – εἶναι τὸ πρότυπον ὅλων τῶν διδασκάλων καὶ ὅλων τῶν παιδαγωγῶν. Γνωρίσατε ἐκεῖνον ποὺ εἶπε, ὅτι «Ὑμεῖς… μὴ κληθῆτε» διδάσκαλοι καὶ «καθηγηταί»· «εἷς… ὁ διδάσκαλος» καὶ «εἷς… ὁ καθηγητής» (Ματθ. 23,8,10).
Ὁ καλύτερος διδάσκαλος δὲν φτάνει τὴ μονάδα· εἶναι κλάσμα τῆς μονάδος. Τὸ ἕνα, ὁ ἀκέραιος, ποὺ δὲν ἔχει οὐδεμίαν ἔλλειψιν, ὁ καλύτερος διδάσκαλος θὰ εἶναι 40% – 44%· δὲ θὰ πλησιάσῃ ποτέ τὴ μονάδα. Ὁ τέλειος, τὸ ὑπόδειγμα ὅλων τῶν διδασκάλων, ὁ παιδαγωγὸς ὁ ἄριστος, τὸ ἄλφα (Α) καὶ τὸ ὠμέγα (Ω) τῆς παιδαγωγικῆς, ὁ αἰώνιος παιδαγωγὸς τοῦ κόσμου, εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· «ὅν», σπουδασταὶ καὶ σπουδάστριαι, «ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας»· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος; Φλωρίνης Τετάρτη 21-11-1973), Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης
Εἶναι πολλά ὅσα μπορεῖ κάποιος νά πεῖ γιά τήν Παναγία. Ταυτόχρονα ὅμως ὅσα καί νά πεῖς γιά τό τίμιο Πρόσωπό της εἶναι λίγα καί πενιχρά. Ἡ Ἐκκλησία τῆς προσέφερε τιμητικά ὅλον τόν μήνα Αὐγούστου γι’ αὐτό καί ὀνομάζεται «ὁ μήνας τῆς Παναγίας». Ἔτσι ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά καταθέτουμε σέ Αὐτή εὐχές καί ὕμνους στήν λατρεία, τραγούδια καί χορούς στίς παραδόσεις μας, πού μιλοῦν γιά ἐκείνη καί τά μεγαλεῖα πού μᾶς προσέφερε. Ποιός νά διηγηθεῖ ἀλήθεια ἐπαρκῶς καί ἐπάξια ὅλα αὐτά ποῦ μᾶς δώρισε μέ τήν καταφατική της ἀπάντηση στόν ἀρχαγγελικό χαιρετισμό; Εἶπε «γένοιτο» καί ὅλος ὁ κόσμος ἄλλαξε!
Ἅς ἀναφέρουμε ὅμως καί ἐφέτος δύο λόγια γιά τό πάνσεπτο πρόσωπό της.
Θά δανειστοῦμε καί θά διατυπώσουμε μέ ἁπλότητα ὅσα ἕνας ἁγιορείτης ἅγιος ἀναφέρει γιά Αὐτήν.
Τό πρῶτο ἀφορᾶ σέ αὐτό πού συχνά λέμε στούς ναούς μας, ὅταν ψάλλουμε. Δηλώνουμε ὅτι εἶναι «…τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ…». Γιατί ἡ Παναγία χαρακτηρίζεται μέ αὐτόν τόν τρόπο; Γιατί ἡ ἀγάπη τῆς Παναγίας γιά τό Χριστό ἦταν πιό ἰσχυρή καί «φλογωτέρα» τῆς ἀγάπης τῶν Σεραφείμ καί Χερουβείμ. Μάλιστα αὐτές οἱ ἐπουράνιες δυνάμεις «ἐκπλήττονται διά Αὐτήν». Δέν μποροῦμε νά συλλάβουμε τήν ἀγάπη αὐτή τῆς Παναγίας πρός τόν Υἱό της, ἀλλά καί πρός κάθε ἄνθρωπο. Ἀδύνατο νά κατανοήσουμε τήν ὀδύνη τῆς κατά τήν στιγμή τῆς Σταυρώσεως. Ἀδύνατο ὅμως ἐπίσης, νά ἐννοήσουμε καί τήν χαρά της μέ τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως. Γι’ αὐτά ἡ Παναγία εἶναι καί ὁμολογεῖται ὡς «τιμιωτέρα καί ἐνδοξοτέρα».
Τό δεύτερο σημαντικό γιά τήν Παναγία εἶναι αὐτό πού καί πάλι ἀναφέρει ὁ ἀθωνίτης ἅγιος. «Ἡ Παναγία εἶναι τό πολύτιμο δῶρο τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους». Αὐτήν πρόσφερε σέ ἐμᾶς ἤδη ἀπό τήν στιγμή τῆς Σταυρώσεώς Του. Εἶπε, ἀπευθυνόμενος στόν εὐαγγελιστή καί ἀγαπημένο μαθητή Τοῦ Ἰωάννη: «ἰδού ἡ μήτηρ σου…». Τήν στιγμή αὐτή, ὁ Ἰωάννης ἐκπροσωπεῖ ὅλο το ἀνθρώπινο γένος, τούς ἀνθρώπους ὅλων των ἐποχῶν, πού πλέον θά συνδεθοῦν «χριστολογικῶς» μέ τήν Θεοτόκο. Ὁ Χριστός μᾶς χάρισε τήν μητέρα του, ἡ ὁποία εἶναι χαρά καί παρηγοριά σέ πολλούς καί γιά πολλά, σέ ὅλους ὅσοι τήν ζητοῦν. Εἶναι μεγάλο δῶρο αὐτό, γιατί πλέον εἶναι πολύ κοντά μας, ἀφοῦ ὡς κατά φύσιν ἄνθρωπος γνωρίζει τήν ἀνθρώπινη φύση, μέ τήν σημείωση ὅτι ἡ ἴδια δέν ἁμάρτησε κατά τούς Πατέρες μᾶς ποτέ, οὔτε καί κατά τόν λογισμό.
Ἡ παρουσία τῆς ἀσφαλῶς καί ἔχει εὐεργετήσει τό γένος τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά μέ τήν προστασία τῆς ξεπερνᾶ κάθε ἀνθρώπινο ὅριο καί ἀγκαλιάζει ὅλους τους λαούς τῆς γῆς, κάθε ἄνθρωπο. Ζεῖ στόν οὐρανό, βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν λησμονεῖ κανέναν ἐπάνω ἐδῶ στήν δυσκολεμένη γῆ μας καί ἰδίως δέν ξεχνᾶ ὅσους τήν ἔχουν ἰδιαιτέρως ἀνάγκη.
Τέλος, ἅς ἀναφέρουμε αὐτήν τήν φοβερή ἐμπειρία πού ἔζησε ὁ ἅγιος Σιλουανός γιά νά διδαχθοῦμε. Ἅς ἀκούσουμε αὐτόν τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, πού ἀξιώθηκε νά ἀκούσει τήν φωνή της. Ἀναφέρει ὅτι τόν ἐπισκέφθηκε καί τόν νουθέτησε νά μήν ἁμαρτάνει. Εἶπε ἀκριβῶς: «Δέν εἶναι ἀρεστόν εἰς ἐμέ νά βλέπω τά ἔργα σου». Δέν μοῦ ἀρέσουν αὐτά πού κάνεις. Αὐτή ἡ χροιά τῆς φωνῆς τῆς Θεομήτορος τόν συνόδευε πάντα, σέ ὅλη του τήν ζωή. Πέρασαν λέει σαράντα χρόνια, ἀλλά δέν ξέχασα αὐτήν τήν ἐλεγκτική, ἀλλά συνάμα καί γλυκιά φωνή.
Ἔχει ρόλο καί λόγο ἡ Παναγία στήν ζωή μας. Ἡ ψυχή πού ὑγιαίνει πνευματικά νιώθει νά ἕλκεται πρός Αὐτήν διά τῆς ἀγάπης. Καί γιά ὅσους τήν ἀγαποῦν, μόνο ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός της γλυκαίνει τήν καρδιά!
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Έχουμε όλοι χαρά, διότι σήμερα είναι η πραγματική εορτή της μητέρας. Διότι μόνον η Κυρία Θεοτόκος είναι η όντως μητέρα μας, επειδή μας μεταδίδει την όντως Ζωή μας, που είναι ο Χριστός μας. Και σήμερα θα έπρεπε όλες οι μητέρες να εορτάζουν την εορτή της μητέρας Ορθοδόξως, διότι κάθε μητέρα καταξιώνεται ως μητέρα μόνον εάν αποβλέπει και εάν παίρνει την ευλογία και την χάρη της Μητέρας του Θεού, της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Αλλά ο κόσμος με το κοσμικό πνεύμα, με την εκκοσμίκευση, η οποία προχωρεί και διαβρώνει την ψυχή και την καρδιά και το φρόνημα του λαού μας, έχει αρχίσει να αντικαθιστά και να υποκαθιστά μάλλον τεχνηέντως τις εορτές της Ορθοδοξίας με εορτές κοσμικές, όπως είναι η εορτή της μητέρας, η εορτή του παιδιού και άλλες παρόμοιες, όπως τα γενέθλια, που εορτάζουν οι άνθρωποι, ενώ πρέπει να εορτάζουμε τις μνήμες των Αγίων, των οποίων φέρουμε τα ονόματα. Και όλα αυτά είναι μία προσπάθεια να αλλοιωθεί το Θεανθρωποκεντρικό φρόνημα του λαού μας, και ο λαός μας να γίνει ανθρωποκεντρικός και να μην έχει τον Χριστό ως κέντρο της ζωής του. Να μη ζει ζωή εκκλησιαστική, αλλά να ζει μία ζωή μακρυά από την Εκκλησία και από τον Θεάνθρωπο Χριστό μας.
Σήμερα λοιπόν είναι η εορτή της μητέρας, της μητέρας μας. Και γι’ αυτό έχουμε χαρά. Ό,τι γίνεται στην Παναγία μας γίνεται για όλους μας και γι’ αυτό η χαρά είναι όλων μας. Η Παναγία έκανε υπακοή στον Θεό. Τέλεια υπακοή. Η Εύα η Προμήτωρ έκανε ανυπακοή και στέρησε το ανθρώπινο γένος από την ευλογία της κοινωνίας με τον Θεό, της ενώσεως με τον Θεό, της μακαρίας ζωής του Παραδείσου. Η Παναγία μας διόρθωσε το λάθος της Εύας και έκανε τέλεια υπακοή στον Θεό. Και όταν έκανε τέλεια υπακοή στον Θεό και αγάπησε τον Θεό ολοκληρωτικά και δόθηκε στον Θεό ολοκληρωτικά, δεν μπορούσε παρά να γίνει αυτό το μέγα Μυστήριο που έγινε σ’ Αυτήν. Μία απλή και ταπεινή γυναίκα τού ισραηλιτικού λαού, μία χωριατοπούλα, μία αγράμματη δηλαδή, δεν μπορούσε παρά να ελκύσει τον Θεό και ο Θεός να σκηνώσει σ’ Αυτήν και να γίνει η «Χώρα του Αχωρήτου».
Έτσι μας έδειξε η Παναγία μας την οδό της υπακοής στον Θεό και για λογαριασμό όλων μας έκανε εκείνο που δεν έκανε ο Αδάμ και η Εύα· πρόσφερε στον Θεό την ελευθερία της. Γιατί ο Θεός θέλει να είναι ενωμένος με τον άνθρωπο, θέλει να κατοικεί μέσα στον άνθρωπο. Αλλά δεν μπορεί ο Θεός να κατοικεί μέσα στον άνθρωπο, εάν ο άνθρωπος δεν προσφερθεί ολοκληρωτικά στον Θεό, εάν δεν του προσφέρει την ελευθερία του, το θέλημά του, την ύπαρξή του όλη. Η Παναγία μας προσφέρθηκε. Είπε το «ναι» στον Θεό.
Ήθελε ο Θεός να έλθει στην γη, γιατί αγαπούσε τον άνθρωπο, αλλά περίμενε να βρεθεί ένα πλάσμα που θα απαντούσε στο ερώτημα που έθετε ο Ουρανός: «Θέλετε να έλθω στην γη; Θέλετε να γίνω άνθρωπος;» Περίμενε ο Θεός να βρεθεί ένας άνθρωπος που θα έλεγε το «ναι» στον Θεό με όλη του την ύπαρξη, με όλη του την καρδιά, ολοκληρωτικά. Και αυτός ο άνθρωπος που είπε το «ναι» στον Θεό ήταν η Παναγία μας. «Ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκ. α’ 38). Και όταν είπε αυτό το «ναι», ήλθε ο Θεός στην γη, ήλθε στην κοιλία της Υπεραγίας Θεοτόκου, σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος.
Και εμείς σήμερα, επειδή η Παναγία μας πρόσφερε στον Θεό την ελευθερία της, είπε το «ναι», έχουμε Σωτήρα και Λυτρωτή, το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, τον Δεσπότη Χριστό, ο οποίος μας ανέστησε από τον τάφο της αμαρτίας, από τον Άδη, από τον αιώνιο θάνατο, και μας χάρισε την αιώνια ζωή. Και σήμερα δεν είμαστε οι απελπισμένοι μελλοθάνατοι, όπως θα ήμασταν προ Χριστού, οι υπόδουλοι του διαβόλου και του θανάτου, οι χωρίς ελπίδα υπόδουλοι, αλλά είμαστε τα φωτόμορφα τέκνα της Εκκλησίας, οι υιοί της Αναστάσεως, τα τέκνα του Θεού τα αγαπημένα, οι κληρονόμοι της αιώνιας ζωής και μακαριότητας. Όλα αυτά τα αγαθά δια της Κυρίας Θεοτόκου, της μητέρας μας ήλθαν στον κόσμο.
Γι’ αυτό σήμερα την ευγνωμονούμε, την ευχαριστούμε. Σήμερα και πάντοτε την προσκυνούμε, την δοξάζουμε. «Εξαιρέτως της Παναγίας αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας». Γι’ αυτό και ο λαός μας ο Ορθόδοξος, ο πιστός, έχει τόσο μεγάλη ευλάβεια στην Υπεραγία Θεοτόκο. Διότι γνωρίζει ότι χωρίς Αυτήν δεν θα είχαμε τον Χριστό. Διότι γνωρίζει ότι Αυτή μας αντιπροσωπεύει. Αντιπροσωπεύει το ανθρώπινο γένος ενώπιον του θρόνου της θείας Μεγαλοσύνης.
Όπως όλα τα της Θεοτόκου μυστήρια ήσαν μυστήρια αγάπης τελείας, προσφοράς τελείας, υπακοής τελείας, ελευθερίας τελείας, προσφοράς της ελευθερίας της προς τον Θεό, έτσι και η μακαρία και σεπτή της Κοίμηση, «τελευταίον ούσα επ’ Αυτή μυστήριον», που λέγει και το τροπάριο (α’ τροπ. Λιτής). Ήταν και αυτή το τελευταίο μεν επίγειο μυστήριο της Παναγίας, όμως και αυτό μυστήριο αγάπης, ελευθερίας και υπακοής.
Όπως προσφέρθηκε ως τριετές νήπιο –οι γονείς της την πρόσφεραν στον Ναό του Σολομώντος, για να υπηρετεί στα Άγια των Αγίων– και προσφέρθηκε με όλη της την καρδιά και την θέληση, όπως όταν προσφέρθηκε κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού στο μήνυμα το αρχαγγελικό ότι θα γίνει η Μητέρα του Δεσπότου Χριστού, έτσι και τώρα που ήλθε η ώρα και Αυτή, ως άνθρωπος θνητός που ήταν, να φύγει εκ του κόσμου τούτου, πάλι προσφέρθηκε στον Θεό με εμπιστοσύνη.
Πρόσφερε με εμπιστοσύνη την μακαρία ψυχή της στον Δεσπότη Χριστό, ο οποίος ήλθε να την παραλάβει, αλλά πρόσφερε με εμπιστοσύνη και το σώμα της, το πανάχραντο και πανακήρατο, εκείνο το τρισένδοξο σώμα, το οποίο έδωσε Σώμα στον Υιό του Θεού, εκείνη την σάρκα, η οποία εσάρκωσε τον Θεό. Το πρόσφερε και αυτό με εμπιστοσύνη στον Θεό, για να μπει μέσα στην γη, χωρίς να φοβάται το σκοτεινό μυστήριο του θανάτου, χωρίς να φοβάται το χώμα που θα την κάλυπτε, διότι είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού.
Και όταν κανείς έτσι προσφέρεται στον Θεό, με τέλεια εμπιστοσύνη, και ο Θεός δεν αφήνει το πλάσμα του να χαθεί, αλλά προσφέρει και ο Θεός το παν στον άνθρωπο. Γι’ αυτό την μεν ψυχή τής Κυρίας Θεοτόκου, την φωτεινή και ολόφωτη, παρέλαβε ο Υιός της ο μονογενής, ο Κύριός μας, το δε σώμα της, αυτό το μακάριο και σεπτό και πανάχραντο σώμα –το οποίο δεν ήταν δυνατόν, αφού έτσι προσφέρθηκε στον Θεό με τέλεια ελευθερία και υπακοή και αγάπη, να γίνει βορά των σκωλήκων– Χάριτι του Παναγίου Πνεύματος και αποφάσει και επινεύσει της Παναγίας Τριάδος την τρίτη ημέρα ανεστήθη και μετέστη στους Ουρανούς και βρίσκεται δοξασμένο μαζί με την μακαρία ψυχή της και λυτρωμένο στους αιώνες.
Και έτσι η Κυρία Θεοτόκος «προΐσταται», όπως λέγουν οι Θεολόγοι της Εκκλησίας μας, «των σεσωσμένων». Είναι η προϊσταμένη της Εκκλησίας όλης. Όπως η Μαριάμ, η αδελφή του Μωϋσέως, προεξήρχε του χορού των λυτρωθέντων από τους Αιγυπτίους και εν τυμπάνω και χορώ εδόξαζε τον Θεό μετά την έξοδο εκ της Ερυθράς θαλάσσης, έτσι και τώρα η Κυρία Θεοτόκος, η αληθής Μαριάμ του ανθρωπίνου γένους, προΐσταται του χορού των σεσωσμένων και λελυτρωμένων και ψάλλει ωδή καινή ενώπιον του θρόνου του Αρνίου στους αιώνες.
(1981)
Πηγή: (Από το βιβλίο: Αρχιμανδρίτου Γεωργίου, Ομιλίες σε ακίνητες Δεσποτικές και Θεομητορικές Εορτές. Έκδ. Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2015, σελ. 189.), Κοινωνία Ορθοδοξίας
Μια σαφής ένδειξη του πόσο οικείο πρόσωπο είναι για τους Ελληνες η Παναγία είναι πως κάθε τόπος και σχεδόν κάθε εικόνα έχει μια επωνυμία. Ο Έλληνας δίνοντας Της την επωνυμία Την δείχνει ότι Τη θεωρεί δική του, ότι είναι κοντά του, ότι τον προστατεύει. Πριν από πέντε χρόνια έγραψα άρθρο με τις «300 επωνυμίες της Παναγίας». Όμως αναζητώντας έκτοτε περισσότερες επωνυμίες Της βρέθηκα προ ευχάριστης εκπλήξεως. σε όλη την Ορθοδοξία ξεπερνούν τις χίλιες που έχουν αποδοθεί στην Παναγία. Έλληνες, Ρώσοι, Ουκρανοί, Βούλγαροι, Σέρβοι, Πολωνοί, Ρουμάνοι, Αλβανοί, Τσέχοι, Σλοβάκοι, όλοι έχουν δώσει ονόματα στην Παναγία. Σε όλη την Ορθοδοξία κάθε ερευνητής όλο και νομίζει ότι ολοκλήρωσε τον κατάλογο και όλο κάποια νέα επωνυμία προκύπτει. Τόση είναι η αγάπη, η γόνιμη σκέψη και η εφευρετικότητα όχι μόνο των καλλιτεχνών και των λογίων, αλλά και του απλού πιστού λαού, που γεννά συνεχώς και νέα επίθετα στην Παναγία. Αυτά μπορούν να χωριστούν σε οκτώ κατηγορίες.
Πηγή: Ακτίνες
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
Δημητσάνα – Μεγαλόπολη, Αύγουστος 2011
Ἡ θεολογική ἔννοια τῆς Μεταστάσεως τῆς Θεοτόκου
Σήμερα, ἀδελφοί μου φιλέορτοι χριστιανοί, ἑορτάζει ἡ Παναγιά μας. Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει πολλές ἑορτές τῆς Παναγίας, μά ἡ σημερινή Ἑορτή, πού λέγεται Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, εἶναι μεγαλύτερη ἀπό ὅλες τίς Θεομητορικές Ἑορτές.
Ὁ λαός μας τό ξέρει αὐτό, γιατί ὁ καθένας τό ἔμαθε κατά παράδοση ἀπό τήν μάνα του καί τήν γιαγιά του, καί ὅλοι σήμερα, καί ὁ γέρος καί ὁ νιός καί τό μικρό παιδί, τρέχουν στήν Ἐκκλησία, γιατί γιορτάζει ἡ Παναγιά.
1. Τήν Παναγία ἡ Ἐκκλησία μας τήν ὀνομάζει «Θεοτόκο». Ἔτσι νά Τήν λέτε καί σεῖς, ἀδελφοί μου. Ἔτσι τό ἄκουσα καί ἐγώ νά τό λέει καί μιά εὐλογημένη γιαγιά, πού πῆγα στό σπίτι της νά τήν ἐξομολογήσω, γιατί ἦταν ἀνήμπορη.
› «Τί κάνεις, γιαγιά;», τῆς λέω.
›«Τί νά κάνω;», μοῦ λέει.
›«Παρακαλῶ τήν Θεοτόκο ἐδῶ στό κρεββάτι πού εἶμαι, γιά νά ἔρθει νά πάρει τήν ψυχή μου»!
Ἔτσι νά προσφωνοῦμε καί ἐμεῖς τήν Παναγία, ὡς «Θεοτόκο», γιατί τό ὄνομά Της αὐτό εἶναι τό ἀνώτερο ἀπό ὅλα τά ἄλλα, γιατί, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός , τό ὄνομα «Θεοτόκος» «ἅπαν τό μυστήριον τῆς οἰκονομίας συνίστησι».
Καί λέγεται Θεοτόκος ἡ Παναγία, γιατί γέννησε τόν Υἱόν καί Λόγον τοῦ Θεοῦ, πού σαρκώθηκε στήν ἁγιασμένη Της Κοιλία.
2. Ἀφοῦ ἡ Παναγία εἶναι πραγματικά «Θεοτόκος», ἐγέννησε «ἀδιαφθόρως» τόν σαρκωθέντα σ᾽ Αὐτήν Υἱόν τοῦ Θεοῦ· τόν ἐγέννησε δηλαδή χωρίς νά φθαρεῖ ἡ παρθενία Της.
Καί βεβαίως ἔτσι ἔπρεπε νά γίνει, διότι ἡ Παναγία μας συνέλαβε «ἀσπόρως» τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ στήν Κοιλία Της.
Τό «ἀσπόρως» , ἀγαπητοί μου, συνδέεται μέ τό «ἀδιαφθόρως». Ὁ ἀρχικός σκοπός τοῦ Θεοῦ ἦταν ὁ ἄνθρωπος νά αὐξάνεται παρθενικά, ἀλλά ἡ παράβαση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ἔφερε τόν γάμο, ὅπως τόν γνωρίζουμε στήν πεπτωκυΐα κατάσταση πού βρισκόμαστε.
Ἡ Παναγία μας ὅμως συνέλαβε παρθενικά τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ στήν Κοιλία Της, γιατί ἄν ὁ Ἰησοῦς Χριστός συλλαμβανόταν ἐκ σπέρματος, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, δέν θά ἦταν «καινός ἄνθρωπος», οὔτε θά ἦταν ἀναμάρτητος, ἀλλά οὔτε θά ἦταν καί ὁ Σωτήρας τῶν ἁμαρτωλῶν.
Ἐπειδή λοιπόν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ γεννήθηκε «ἀσπόρως», κατά θαυμαστό δηλαδή τρόπο, γι᾽ αὐτό καί ἡ γέννησή Του ἦταν θαυμαστή. Τόν ἐγέννησε «ἀδιαφθόρως» ἡ Θεοτόκος Μητέρα του.
3. Σᾶς εἶπα σήμερα ὅλα τά παραπάνω, ἀδελφοί χριστιανοί, γιατί αὐτά, τό «ἀσπόρως» καί τό «ἀδιαφθόρως» τῆς Θεοτόκου, πού ἀκοῦτε συχνά ἐδῶ στήν Ἐκκλησία νά λέγονται καί νά ψάλλονται, αὐτά λέγω, συνδέονται πολύ στενά μέ τήν σημερινή ἑορτή.
Σήμερα ἑορτάζουμε τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, δηλαδή τόν Θάνατό Της. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως τόν θάνατο τόν λέει «κοίμηση», γι᾽ αὐτό λέμε ὅτι ἑορτάζουμε τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου. Ἡ Παναγία πέθανε κανονικό θάνατο. Ἀπέθανε καί ἐτάφη.
Ὅμως, κατά τήν πίστη μας, τό Σῶμα τῆς Παναγίας μας δέν ἔμεινε στόν τάφο, ἀλλά μετέστη, δηλαδή μετατέθηκε στούς οὐρανούς. Καί γιατί μετατέθηκε τό Σῶμα τῆς Θεοτόκου στούς οὐρανούς;
Γιατί, ὅπως μᾶς ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἡ Παναγία γέννησε «ἀδιαφθόρως» τόν Κύριο. Τό ἀδιάφθορο δηλαδή τῆς παρθενίας τῆς Θεοτόκου κατά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, αὐτό εἶναι αἰτία τῆς μή διαφθορᾶς τοῦ σώματός Της κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου Της.
Ὅπως δηλαδή συνδέεται τό «ἀσπόρως» μέ τό «ἀδιαφθόρως» , γιά τά ὁποῖα μιλήσαμε παραπάνω, ἔτσι συνδέεται καί τό «ἀδιαφθόρως» μέ τήν Μετάσταση τῆς Θεοτόκου μετά τήν Κοίμησή Της.
Τό ἀδιάφθορο τῆς Θεοτόκου κατά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔφερε καί τό ἀδιάφθορο τοῦ Σώματός Της κατά τόν θάνατό Της.
4. Ἔτσι ἔπρεπε νά συμβεῖ, ἀδελφοί μου χριστιανοί. Ὅπως τό Σῶμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δέν ὑπέστη φθορά στόν τάφο, ἔτσι καί τό Σῶμα τῆς Παναγίας μετέστη στούς οὐρανούς.
Ἡ Μετάσταση αὐτή τοῦ Σώματος τῆς Θεοτόκου συνδέεται μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ Της, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἐτίμησε τό Πανάγιο Σῶμα τῆς Μητρός Του μέ τήν ἀφθαρσία καί τήν μετάθεσή του στούς οὐρανούς, πρίν ἀπό τήν κοινή καί καθολική ἀνάσταση ὅλων μας.
Ἀφοῦ μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τά σώματα πολλῶν ἁγίων δέν διαφθείρονται καί ἔχουμε ἔτσι τά ἅγια λείψανα, πολλῷ μᾶλλον ἦταν λογικό νά μήν φθαρεῖ τό «θεοδόχον σκήνωμα» τῆς Μητέρας τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μας, τῆς Θεοτόκου Μαρίας.
5. Εἶναι θαυμαστά καί θεόσδοτα τά Δόγματα τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης μας, ἀδελφοί μου χριστιανοί. Ἀλλά ὅλα τά Δόγματα τῆς Πίστης μας συγκεφαλαιώνονται στήν θεολογία τῶν ἁγίων Πατέρων περί τῆς Θεοτόκου Μαρίας, τῆς γλυκειᾶς μας Παναγίας· γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας λέει πρός Αὐτήν: «Χαῖρε τῶν δογμάτων Αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ) τό κεφάλαιον»!
Εὔχομαι ἡ Παναγία μας νά εἶναι γιά ὅλους μας βοήθεια, προστασία καί μεσίτρια πρός τόν Κύριο γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Χρόνια Σας πολλά!
Μέ πολλές εὐχές
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Αναβάσεις
Κανεὶς νομίζω δὲν ἀγνοεῖ ὅτι σπουδαιότερος ἀγώνας ρητορικῆς ἐγκωμιαστικοῦ λόγου δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξη ἀπὸ αὐτὸν ἐδῶ, ἐὰν βέβαια ἤθελε προσπαθήσει κανεὶς νὰ τηρήση τὰ καθιερωμένα καὶ πρέποντα. Ἐγὼ προσωπικὰ δυσκολεύομαι τόσο περισσότερο νὰ ἐπιδιώξω στὴν προκειμένη περίσταση τὸν πρέποντα λόγο, ὅσο νομίζω ὅτι ὅλοι μὲν οἱ ἄνθρωποι ὀφείλουν ἀσφαλῶς αὐτὸ τὸν ἄθλο τῶν ἐγκωμίων πρὸς τὴν Παρθένο, πλὴν ὅμως οὔτε εἶναι κἄν δυνατὸν νὰ ἐλπίζουν ὅτι θὰ ἀνταποκριθοῦν μὲ τὰ ἐγκώμιά τους στὸ μεγαλεῖο της πραγματικότητας. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μᾶς κατηγορήσουν γιὰ τόλμη. Γιατί ποῦ ὑπάρχει τόλμη; Τὸ νὰ καταπιάνεται βέβαια κανεὶς μὲ ὑψηλὰ θέματα καὶ νὰ ἐγκαταλείπη τὴν προσπάθεια ἐμπρὸς στὸ ἐνδεχόμενο μίας ἥττας δὲν θὰ ἦταν λογικό. Πράγματι, κανεὶς ἀπολύτως δὲν θὰ μποροῦσε νὰ κατηγορήση ὅσους ὑστέρησαν στὸν ἀγώνα τὸν ὁποῖο κανεὶς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κερδίση. Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν νὰ χαρακτηρισθῆ ὑποχώρηση ἢ ἥττα ὅ,τι εἶναι ἐκτός εὐθύνης καὶ κατηγορίας;
Ἀφοῦ λοιπὸν προσήρμοσα τὸ λόγο μὲ τὶς δυνάμεις μου, θὰ πλέξω τὸ ἐγκώμιο τῆς Παρθένου, προσθέτοντας ὅτι δὲν τὸ ἐπιχειρῶ αὐτὸ γιὰ νὰ κάμω γνωστὲς στοὺς ἀκροατὲς τὶς χάριτες τῆς Παρθένου ποὺ τυχὸν ἀγνοοῦν, γιατί δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ θὰ μποροῦσε ν’ ἀγνοῆ τὸ κοινὸ ἀγαθό, ἀλλὰ γιὰ νὰ κάμω, μὲ τὴν ἀνάμνηση τῆς αἰτίας τῆς σωτηρίας μου, καλύτερη τὴν ψυχή, σὲ ὅσους βέβαια εἶναι τοῦτο δυνατόν, ἀφοῦ θυμηθῶ καὶ τὴ δική μου σωτηρία. Γιατί γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο μοῦ φαίνεται ὅτι ὅλοι ὕμνησαν τὴν Παναγία καὶ δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ μὴν ἔκαμε αὐτὸν τὸν ἀγώνα, ἐπιτυγχάνοντας βέβαια ἄλλος λιγώτερο καὶ ἄλλος περισσότερο τὸ σκοπό του. Γιατί εἶναι πολυύμνητη ἡ Παρθένος ὄχι μόνο ἀφότου γεννήθηκε, ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀκόμη χαρισθῆ στοὺς ἀνθρώπους.
2. Γιατί βέβαια καὶ οἱ προφῆτες καὶ οἱ ὁραματισμοὶ καὶ οἱ προφητεῖες τους τὴ μακαρία Παρθένο ὑμνοῦσαν. Κι ἂν ὑπῆρχε κάτι πραγματικὰ σεβαστό, ὅπως ἡ Σκηνὴ καὶ ἡ Κιβωτὸς καὶ τὰ ἱερὰ στρατόπεδα τοῦ Μωυσῆ κι ὅλα ἐκεῖνα γιὰ τὰ ὁποία ὑπερηφανεύονταν οἱ Ἑβραῖοι, πέρα ἀπὸ τὴν ὀνομασία τους, τὸ θαῦμα τῆς Παρθένου συμβόλιζαν. Γιατί ὅλα αὐτὰ ὄχι μόνο ἤσαν σεβαστά, ἀλλὰ καὶ δημιουργήθηκαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἀκριβῶς γιὰ νὰ τὴν προεικονίσουν καὶ νὰ τὴν προαναγγείλουν στοὺς ἀνθρώπους. Ἀλλὰ τί λέγω; Ἀφοῦ τὰ ἐγκώμια ποὺ ψάλθηκαν στοὺς ἀνθρώπους, εἴτε σὲ ἔπαινο γενικά τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἴτε γιὰ ἰδιαίτερα ἀγαθά, πρέπει νὰ ἀποδοθοῦν ὅλα στὴν Παρθένο. Γιατί δὲν ὑπάρχει κι οὔτε εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρξη μικρὸ ἢ μεγάλο ἀγαθὸ ἄξιο νὰ τιμήση τὸ ἀνθρώπινο γένος, ποὺ νὰ μὴν τὸ ἔφερε στὸν κόσμο ἡ καινὴ μητέρα καὶ ὁ καινὸς τόκος της. Κι ὄχι μόνο ὅταν φανερώθηκε, ἀλλὰ ἀπὸ πολὺ πιὸ πρίν, μὲ μόνο τὸ γεγονὸς ὅτι ἐπρόκειτο νὰ φανερωθῆ.
Γιατί, ἂν ὅλα τὰ κάνουμε γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε τὸν Θεό, ἂν αὐτὴ εἶναι ἡ κατάληξη ὅλων τῶν ἀγαθῶν, ἡ ὁποία ὅμως δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ πραγματοποιηθῆ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους χωρὶς τὶς δωρεὲς τῆς Παρθένου, πῶς δὲν ἀναφέρονται τὰ πάντα σ’ αὐτήν; Αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ αἰτία νὰ ἐπαινῆται ὁ,τιδήποτε ἐπαινετὸ ὑπάρχει στοὺς ἀνθρώπους. Ἀλλὰ ἡ αἰτία πάλι ὅλων τῶν ἀγαθῶν ποὺ ἔχουμε εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸν Θεό. Κι αὐτὴ ὅμως ἡ ἕνωση στὴν Παρθένο ὀφείλεται. Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο ἡ πολυύμνητη πρέπει νὰ θεωρῆται ἡ αἰτία ὅλης της ὡραιότητας καὶ τῆς μεγαλοπρέπειας καὶ κάθε ἄλλου πράγματος ποὺ εἶναι ἄξιο νὰ ὑμνῆται μέσα στὸ ἀνθρώπινο γένος. Καὶ γι’ αὐτὸ ὅλα τὰ ἐγκώμια πρὸς αὐτὴ πρέπει νὰ ἀναφέρωνται μόνο. Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπάρχουμε κι εἴμαστε ἄνθρωποι, τὴ μακαρία Παρθένο πρέπει νὰ θεωροῦμε αἰτία. Ἀκόμη περισσότερο: ὅπως γιὰ χάρη τοῦ καρποῦ ὑπάρχει τὸ δένδρο, ἔτσι γιὰ χάρη τῆς Παρθένου δόθηκε καὶ ἡ ἁρμονία καὶ ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξη σ’ ὅλη τὴν κτίση, καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ καὶ στὸν ἥλιο καὶ σὲ καθετὶ ποὺ ὑπάρχει. Ἂν λοιπὸν γιὰ τὸν καρπὸ ἐπαινοῦμε τὸ δένδρο, ἂν τὸν καρπὸ ἐπιδοκιμάζη ὅποιος χαίρεται γιὰ τὸ δένδρο, ποιὸς δὲν γνωρίζει ὅτι ὅλη ἡ ἱερὴ μεγαλοπρέπεια τῆς κτίσεως καὶ ἡ χάρη καὶ ἡ ὡραιότης, «καθετὶ ποὺ εἶναι ἀγαθὸ καὶ ἄξιο ἐπαίνου», σύμφωνα μὲ τὸ ρητό του Παύλου, πρέπει ν’ ἀποδοθῆ ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὴν Παρθένο; Ὥστε μποροῦμε νὰ ποῦμε πὼς ἡ κρίση ποὺ διατύπωσε ὁ Θεὸς λέγοντας ὅτι τὰ δημιουργήματά Του εἶναι καλὰ καὶ «καλὰ λίαν», ἀποτελοῦσε ἐγκώμιο τῆς Παρθένου.
3. Ἀπὸ τόσο λοιπὸν παλαιὰ ἐγκωμιαζόταν. Ἀλλ’ ἐπὶ πλέον τὸ ὅτι ἡ Παρθένος εἶναι ὁ καρπὸς τῶν δημιουργημάτων καὶ ὅτι αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἀναφορὰ καὶ σχέση τῆς μακαρίας πρὸς τὸ ὑλικὸ σύμπαν, γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὰ παραπάνω. Ἐφόσον δηλαδὴ σὲ ὅλη τὴ φύση καρπὸς εἶναι ὅ,τι τὴν ἐπαναφέρει ἀπὸ τὴν ἐξαφάνιση πρὸς τὴν ὁποία βαδίζει καὶ τὴν καθιστᾶ καὶ πάλι νέα μὲ τὴ νέα ζωὴ τῆς καρποφορίας, ποιὸς (στὴν περίπτωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως) ἀνέπλασε καὶ ἀναγέννησε τοὺς ἀνθρώπους; Ἀπὸ ποῦ προῆλθε ἡ «καινὴ κτίση»; Ποιὸς ἄλλαξε ριζικὰ ὅλο τὸ σύμπαν; Γιατί βέβαια εἶναι γεγονὸς ὅτι ὁ οὐρανὸς δέχθηκε νέους ἀναγεννημένους πολίτες. Κι αὐτοὺς τοὺς μετέφερε ἀπὸ τὴ γῆ ἡ Παρθένος! Ἡ γῆ πάλι εἶχε σὰν κάτοικό της τὸν καινὸ ἄνθρωπο, τὸν ἴδιο τὸν Δεσπότη τοῦ οὐρανοῦ. Κι αὐτό, γιατί δὲν παρήγαγε πιὰ τὸν παλιὸ καρπὸ τῆς ἁμαρτίας, ἀγκάθια καὶ τριβόλια, ἀλλὰ τὸ νέο ἄνθος τῆς δικαιοσύνης, τὴν Παρθένο. Δὲν ἔδιωξε ἔτσι ἡ Παρθένος τὰ γηρατειὰ μόνο ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση, χαρίζοντας σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους τὴ δυνατότητα νὰ ξαναζήσουν, ἀλλὰ χάρη σ’ αὐτὴ θὰ γίνη καλύτερος, θὰ ἐλευθερωθῆ δηλαδὴ ἀπὸ τὴ φθορά, καὶ ὁ ἴδιος ὁ οὐρανός, καθὼς καὶ ἡ σελήνη καὶ ἡ γῆ καὶ τ’ ἀστέρια. Γιατί βέβαια δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ ἀναστηθῆ ἡ κτίση ἀπὸ τὴ φθορά, ἂν τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ δὲν εὕρισκαν τὴν ἐλευθερία τους. Καὶ τὸ λύτρο αὐτῆς τῆς ἐλευθερίας, τὸν πρωτότοκο τῶν νεκρῶν, τὸ ἔφερε ἀκριβῶς στὴ γῆ ἡ Παρθένος.
Θὰ ἀπαλλάξη λοιπὸν τὴ γῆ ἀπὸ τὴ φθορὰ καὶ θὰ ἐκπληρώση τὸ διακαῆ πόθο της ἀποδίδοντας τὴν ἀφθαρσία, ποὺ «περίμενε ἀναστενάζοντας», ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἔτσι εἶναι φανερὸ ὅτι αὐτὸ ποὺ ὁ προφήτης λέγει πρὸς τὸν Θεό: «θὰ χορτάση ἡ γῆ ἀπὸ τὸν καρπὸ τῶν ἔργων σου», ἀναφέρεται σ’ αὐτὸν τὸν καρπό, στὴν Παρθένο. Καὶ Αὐτὴν ἀκριβῶς ὑπονοεῖ σὰν πόθο τῆς γῆς, γιατί, σύμφωνα μὲ τὸ ψαλμικό, κι ἡ γῆ θὰ χορτάση, ὅταν φανερωθῆ ἡ «δόξα τοῦ Σωτῆρος».
Ἂν πάλι ἡ Γραφὴ ἀποκαλῆ γῆ καὶ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι φανερὸ ὅτι καὶ αὐτοὶ χάρις στὴν Παρθένο εἶδαν νὰ πραγματοποιοῦνται ὅλες οἱ ἐπιθυμίες τους κι ἔφθασαν στὴν ἡμέρα ἐκείνη, ποὺ εἶχαν ἐπιθυμήσει οἱ Προφῆτες νὰ φθάσουν. Γιατί βέβαια οἱ ἄνθρωποι, ἀφοῦ χάσαμε μὲ τὴ πτώση τὴν εὐτυχία, γιὰ τὴν ὁποία πλασθήκαμε, τὴν ποθούσαμε ἀπὸ τότε ἀδιάκοπα. Κανεὶς ὅμως οὔτε ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους οὔτε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν εἶχε τὴ δύναμη νὰ μᾶς τὴν ξαναπροσφέρη. Καὶ πέφταμε συνέχεια σὲ χειρότερα, ὥστε νὰ εἶναι ἔτσι ἀδύνατο νὰ ξαναγυρίσουμε στὴν πρώτη κατάστασή μας. Κι ὅμως αὐτὴ μόνο τὴν εὐτυχία ποθώντας στενάζαμε. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν εὐτυχία μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα νὰ τὴν ξαναβροῦμε μόνη ἡ Παρθένος. Αὐτὴ ξεπλήρωσε τὴν ἐπιθυμία μας ἑνώνοντας μὲ τοὺς ἀνθρώπους τὸν μόνον Ἐπιθυμητό, Αὐτὸν πού, ὅταν κανεὶς τὸν βρῆ, δὲν μπορεῖ νὰ ζήτηση τίποτε παραπέρα. Καὶ τὸν ἔνωσε τόσο στενά, ὥστε νὰ μετάσχη ὄχι μόνο στὸν τρόπο καὶ τὸν τόπο τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ καὶ στὴν ἴδια μας τὴ φύση.
Ἀλλ’ ὅμως δὲν περιορίσθηκε νὰ εὐεργετήση μόνο τοὺς ἀνθρώπους κι αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο, σὰν νὰ εἶχε βάλει ὅριο στὶς δωρεὲς της τὸν οὐρανό. Ἀντίθετα κι αὐτὸν τὸν οὐρανὸ τὸν ξεπέρασε, κι αὐτὸν τὸν «ἐκάλυψε» μὲ τὴν ἀρετή της. Γιατί φάνηκε χρήσιμη καὶ στοὺς Ἀγγέλους, στὶς ἴδιες τὶς «Ἀρχὲς» καὶ «Ἐξουσίες». Ἔκαμε νὰ ἀνατείλη καὶ γι’ αὐτοὺς τὸ φῶς, τοὺς ἔδωσε τὴ δυνατότητα νὰ γίνουν σοφώτεροι ἀπὸ πρὶν καὶ καθαρώτεροι, νὰ γνωρίσουν τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ καλύτερα. Γιατί ἡ «πολυποίκιλη σοφία τοῦ Θεοῦ διὰ μέσου αὐτῆς γνωρίσθηκε στὶς Ἀρχὲς καὶ στὶς Ἐξουσίες καὶ τὸ βάθος τοῦ πλούτου τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ» διὰ μέσου αὐτῆς, σὰν νὰ χρησιμοποιοῦσαν τὰ μάτια ἢ τὸ φῶς τὸ δικό της, τὸ εἶδαν καθαρὰ ὅλοι. Ἔτσι ἡ Παρθένος ὑπῆρξε ὁ μοναδικὸς ὁδηγὸς κάθε ψυχῆς καὶ κάθε νοῦ πρὸς τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ.
4. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο δημιούργησε ἡ Παρθένος καινὸ οὐρανὸ καὶ γῆ καινή. Ἢ καλύτερα ἀποτελεῖ αὐτὴ ἡ ἴδια τὴν καινὴ γῆ καὶ τὸν καινὸ οὐρανό. Καὶ εἶναι βέβαια γῆ, γιατί προῆλθε ἀπὸ τὴ γῆ. Εἶναι ὅμως γῆ καινή, γιατί σὲ τίποτε δὲν ταίριαζε μὲ τοὺς προγόνους της, οὔτε κληρονόμησε τὴν παλιὰ ζύμη, ἀλλὰ ἔγινε, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, αὐτὴ ἡ ἴδια «νέο φύραμα» κι ἔκαμε τὴν ἀρχὴ ἑνὸς γένους καινούργιου. Ἀλλὰ ποιὸς ἀγνοεῖ τὸ γιατί ἡ Παρθένος εἶναι οὐρανός; Εἶναι ὅμως πάλι οὐρανὸς καινός, γιατί βρίσκεται πέρα ἀπὸ κάθε εἴδους γηρατειὰ κι εἶναι ἀσύγκριτα ἀνώτερη ἀπὸ κάθε φθορὰ καὶ γιατί ἀκόμη μόλις τὸν τελευταῖο καιρό, σ’ αὐτὲς τὶς ἔσχατες ἡμέρες, χαρίσθηκε στοὺς ἀνθρώπους, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπαγγελία τοῦ Θεοῦ, ποὺ κήρυξε ὁ Ἠσαΐας: «οὐρανὸν καινὸν καὶ γῆν καινὴν δώσω ὑμῖν».
Κι ἂν θέλης νὰ προχωρήσουμε περισσότερο, ἡ Παρθένος εἶναι μία γῆ καὶ ἕνας οὐρανὸς θαυμαστὸς καὶ ὑπέροχος γιατί κι ἀπὸ τὴ γῆ ὑψώθηκε παραπάνω καὶ τὸν οὐρανὸ τὸν ξεπέρασε τόσο στὴν καθαρότητα, ὅσο καὶ στὴ μεγαλωσύνη. Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ βέβαια τὸ μέγεθος, ἡ Παρθένος εἶχε ἔνοικον Ἐκεῖνον, ποὺ ὁ οὐρανὸς δὲν μποροῦσε νὰ χωρέση. Ἀλλὰ ἦταν καὶ ἀφάνταστα καθαρώτερη ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἀφοῦ ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἤσαν δυνατὸ νὰ τὰ δοῦν οἱ ἄνθρωποι, χωρὶς αὐτὸς νὰ σχισθῆ ἢ νὰ ἀνοιχθῆ, τίποτε δὲν τοὺς ἐμποδίζει νὰ τὰ ἀπολαύσουν διὰ μέσου τῆς Παρθένου. Ἀκόμη περισσότερο, ἡ Παρθένος γίνεται ὁδηγὸς σ’ ὅσους ἀνυψώνονται πρὸς τὸν Θεό, ἐνῶ ὁ οὐρανὸς ἀντιστέκεται. Κι ἐνῶ ἐκεῖνος πρέπει νὰ φύγη ἀπὸ τὴ μέση, ἂν δὲν ἔμπαινε ἡ Παρθένος ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους, δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ λάβουν μέρος οἱ γήινοι στὰ ὑπερκόσμια.
Πραγματικά, κατὰ τὸ γραφικὸ λόγο, ὁ οὐρανὸς δὲν μπόρεσε νὰ ὑποφέρη τὴ θεία ἀκτίνα καὶ σχίσθηκε, μόλις αὐτὴ πέρασε. Γιατί, λέγει ἡ Γραφή, ὅταν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατέβηκε μὲ τὴ μορφὴ περιστεριοῦ πάνω στὸν Ἰησοῦ, ὁ μέγας Ἰωάννης «εἶδε τοὺς οὐρανοὺς νὰ σχίζωνται». Ἀντίθετα, ἡ μακαρία, ὅταν τὴν ἐπισκέφθηκε τὸ Πνεῦμα, ἀπήλαυσε ἀκόμη μεγαλύτερη μέσα της τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὁποία ὁ Παῦλος εἶπε ὅτι «ξεπερνᾶ κάθε ἀνθρώπινο νοῦ». Κι ἔγινε θαυμαστὸς τόπος τῆς ὑποστάσεως τοῦ ἴδιου τοῦ Σωτήρα, ποὺ εἶναι πέρα ἀπὸ κάθε τοπικὸ ὅριο. Καὶ Τὸν ἔφερε μέσα της μὲ τόσο μεγάλη ἄνεση, ὥστε νὰ κυοφορήση καὶ νὰ γεννήση ἀνώδυνα.
Ἑπομένως, εἶναι φανερὸ πὼς ἐκεῖνο ποὺ ὁ προφήτης ὀνομάζει «οὐρανὸν οὐρανοῦ» καὶ τονίζει ὅτι ἁρμόζει μόνο στὸν Θεό, λέγοντας τὸ γνωστὸ «ὁ γὰρ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ τῷ Κυρίω», εἶναι ἡ Παρθένος. Γιατί ἄλλωστε «οὔτε ὁ ἴδιος ὁ οὐρανός, λέγει ἀλλοῦ ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι καθαρὸς ἐνώπιόν σου». Ἐνῶ αὐτὴ ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὸν Θεό, δηλαδὴ ἡ Παρθένος, δὲν εἶναι ἁπλῶς καθαρὴ ἀπὸ κάθε κακία, ἀλλὰ καὶ θετικὰ «καλή»; Κι ὄχι πάλι σ’ ἕνα μόνο σημεῖο, ἀλλὰ ἐξ ὁλοκλήρου καλή: «ὅλη γὰρ εἰ καλή», λέγει. Καὶ δὲν πρόκειται ἐδῶ γιὰ ἀνθρώπινη κρίση, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἀνακηρύσσει «καλὴ» τὴ μακαρία. Κι αὐτὸ ὄχι κατὰ τρόπο συνηθισμένο, ἀλλὰ μὲ θαυμασμὸ καὶ μὲ ἔκπληξη: «Τί γὰρ εἰ καλή, ἡ πλησίον μου;» λέγει.
Κι ὅλα αὐτά, μολονότι μπροστὰ στὸν Θεὸ «κάθε ἀνθρώπινη δικαιοσύνη εἶναι, κατὰ τὴ Ἁγία Γραφή, σιχαμερώτερη ἀπὸ ὁποιοδήποτε βδέλυγμα» κι ἀποκαλεῖται πονηρία. Ὅπως λοιπόν, γίνεται φανερό, ἡ δικαιοσύνη τῆς Παρθένου δὲν βρισκόταν μέσα στὰ ἀνθρώπινα ὅρια. Ἡ Παρθένος ξεπέρασε τὴν ὑπόλοιπη ἀνθρώπινη φύση ὄχι ἁπλῶς λίγο ἢ πολύ, τόσο δηλαδὴ ποὺ νὰ ὑπάρχη ἀντιστοιχία, ἀλλὰ σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε νὰ εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατο νὰ μετρηθῆ ἡ μεταξύ τους ἀπόσταση.
5. Γι’ αὐτὸ καὶ συγκάλυψε κάθε ἀνθρώπινη κακία κι ἀπέδειξε τοὺς ἀνθρώπους ἄξιους νὰ ἑνωθοῦν καὶ νὰ ζήσουν μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴ γῆ ἀξία νὰ γίνη διαμονὴ τοῦ Σωτήρα. «Ὅλοι ξέφυγαν ἀπὸ τὸ σκοπό τους καὶ ταυτόχρονα ἀχρηστεύθηκαν». Κανεὶς δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ βοηθήση τὸ γένος ποὺ κινδύνευε οὔτε νὰ ἀναχαίτιση τὴν ἁμαρτία, ποὺ εἶχε ξεχυθῆ σὰν ποτάμι. Γιατί καὶ οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ κριτὲς καὶ ὅλοι οἱ προφῆτες κι ὅσοι γενικώτερα ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους ἤσαν θεοσεβεῖς —ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἦταν βέβαια δυνατὸν νὰ ἐλπίζη κανεὶς πὼς θὰ ἔλθη κάποια καλυτέρευση στὸ γένος—κανείς ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς δὲν μποροῦσε νὰ βοηθήση στὸ παραμικρὸ τὴν ἀνθρωπότητα. Ἀφοῦ οὔτε τοὺς ἴδιους τούς ἑαυτούς τους δὲν μπόρεσαν νὰ ἀναδείξουν καθαροὺς ἀπὸ κατηγορίες καὶ τιμωρίες, ἀλλ’ ὅταν ἔφευγαν ἀπὸ ἐδῶ, τοὺς ὑποδεχόταν ὅλους ὁ Ἅδης. Κι ἦταν ἔτσι ἀδύνατο νὰ ξανάρθη σὲ μᾶς ἡ προηγούμενη ζωή μας, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲν μποροῦσαν οἱ ἴδιοι νὰ ἐπαρκέσουν στοὺς ἑαυτούς τους, οἱ δὲ ἀγαθοὶ Ἄγγελοι, μολονότι ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν καλυτέρευσή μας καὶ προσπαθοῦσαν ν’ ἀγωνισθοῦν μαζί μας, νικιόνταν μπρὸς στὸ μέγεθος τῶν ἀνθρωπίνων κακῶν, κι ἐνῶ, ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, ἐκεῖνος τοῦ ὁποίου ἡ πληγὴ ἦταν ἀπαραίτητη, ἦταν ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας στοὺς ἀνθρώπους μισητός. «Ἔσκυψε, πράγματι, καὶ κοίταξε πάνω στὴ γῆ καὶ δὲν βρῆκε κανέναν ποὺ νὰ σκέπτεται στὰ σοβαρὰ καὶ νὰ ζητῆ τὸν Θεό».
Ἀλλὰ συνέβηκε μὲ τὴν ἀνθρωπότητα ὅ,τι συμβαίνει μὲ ἕνα σῶμα, ποὺ ἔχει καταστραφῆ ὁλόκληρο ἀπὸ τὴν ἀρρώστια καὶ δὲν τοῦ ἀπομένει κανένα σημεῖο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ τὸ θεραπεύση νὰ ἀνακαλέση τὴν ὑγεία. Γιατί ἤθελε βέβαια ὁ Θεὸς τὴ σωτηρία μας, σὰν φιλάνθρωπος ποὺ εἶναι, ἀλλὰ δὲν εὕρισκε τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ μποροῦσε ν’ ἄρχιση τὴν προσφορὰ τῶν δωρεῶν του κατὰ τρόπο δίκαιο. Γιατί ἀποτελεῖ νόμο τῆς θείας δικαιοσύνης τὸ νὰ προσφέρη μερικὲς φορὲς τὶς εὐεργεσίες ἐκεῖνες ποὺ κάνουν τὴν ἀνθρώπινη φύση καλύτερη καὶ χωρὶς οἱ ἄνθρωποι νὰ τὸ θέλουν. Ἀλλ’ ἀποτελεῖ ἐξ ἴσου νόμο οἱ εὐεργεσίες, ποὺ ἐπανορθώνουν τὴ θέληση καὶ τὴν διάθεση τοῦ ἀνθρώπου καὶ φέρνουν μέσα μας τὸν Θεὸ καὶ μᾶς δίνουν τὸν ἀρραβώνα τῆς οὐράνιας εἰρήνης, νὰ εἶναι βέβαια μεγάλες καὶ νὰ ξεπερνοῦν κάθε ἀνθρώπινη ἐλπίδα, νὰ μὴ χορηγοῦνται ὅμως σὲ ὅλους, ἀλλὰ μόνο σὲ ὅσους συμβαίνει νὰ ἔχουν προηγουμένως συνεισφέρει ἀπὸ τὴν πλευρὰ τους ὅ,τι συντελεῖ στὴν προσέλκυση καὶ διατήρησή τους.
Γι’ αὐτό, πρὶν κατέβη ὁ Σωτήρας στὴ γῆ καὶ πρὶν ὑπάρξουν τὰ μυστήρια τῆς θείας του οἰκονομίας, τὰ ὁποία ἐπανέφεραν μεμιᾶς τὴ θέλησή μας, ποὺ εἶχε ξεπέσει ἀπὸ τὴ θεία ἀγάπη, χρειαζόταν μία ἀνθρώπινη δικαιοσύνη ἱκανὴ ὄχι μόνο νὰ ἀντισταθμίση τὴν τόσο μεγάλη ἀνθρώπινη κακία, ἀλλὰ μὲ πολὺ μεγαλύτερη δύναμη. Αὐτὴ ἔπρεπε νὰ συντελέση ἀποφασιστικὰ στὸ νὰ ξεπλυθῆ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀπὸ τὸ μίασμα, νὰ ἐξαλειφθῆ ἡ αἰσχύνη ποὺ τῆς προκαλοῦσε ἡ ἁμαρτία, νὰ καταργηθῆ ἡ ὕβρις τοῦ ἐχθροῦ Διαβόλου καί, ἀφοῦ συμφιλιωθῆ, νὰ προσφέρη ὁ Θεὸς τὸ χέρι του στοὺς ἀνθρώπους.
6. Καὶ νὰ ποὺ πρόσφερε ἡ Παρθένος γιὰ χάρη ὅλου τοῦ κόσμου αὐτὴ τὴν ὑπέροχη δικαιοσύνη κι ἔγινε σ’ ἐμᾶς ἡ κάθαρση κι ὁ ἱλασμὸς κι ἐξάγνισε ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Κι ὅπως ἡ φλόγα ἢ ἡ φωτοχυσία μεταδίδεται σ’ ὅποιο σῶμα συναντήση, ἔτσι καὶ ἡ Παρθένος μετέδωκε σ’ ὅλους τὸ λαμπρὸ φῶς της.
Ὑπάρχει μία ἀναλογία ἀνάμεσα στὴν Παρθένο καὶ τὸν ἥλιο: τὸ φυσικὸ φῶς παρουσιάζεται σὰν ἡ ὡραιότης τῶν ὁρατῶν πραγμάτων, χωρὶς νὰ ἀνήκη στὴ φύση ὅλων, γιατί τὸ ἔδωσε ὁ Θεὸς μόνο στὸ δίσκο τοῦ ἡλίου, παρόμοια ἀκριβῶς καὶ ἡ ὡραιότης τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅλο τὸ σεμνὸ μεγαλεῖο τῆς φύσεως καὶ ὅλη ἡ χάρη, ὅπως ἀνθοῦσε πρὶν νὰ χάση ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεὸ καὶ τὴν ὁποία θὰ εἶχε, ἂν εἶχε τηρήσει τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνη ποὺ εἶχε καὶ κείνη ποὺ ἔπρεπε νὰ ἔχη, ἀλλὰ δὲν εἶχε, ὅλα αὐτὰ βρέθηκαν συγκεντρωμένα μόνο στὴν Παρθένο καὶ ἐδικαίωσαν ὅλους τούς ἀνθρώπους, πράγμα ποὺ ὁ Παῦλος εἶπε γιὰ τὸ Σωτήρα. Ὑπῆρξε ἔτσι ἡ Παρθένος θησαυρὸς ἢ περιουσία ἢ πηγὴ ἢ δὲν ξέρω πῶς ἀλλοιῶς νὰ τὸ πῶ τῆς ἁγιότητος ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Γι’ αὐτὸ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν αὐτὴ μόνη κατοίκησε στὸ θυσιαστήριο. Καὶ προσφέρθηκε σὰν μία προπαρασκευαστικὴ καὶ καθαρτήρια θυσία πρὶν ἀπὸ τὸ μεγάλο θύμα γιὰ τὸ καλὸ ὅλου τοῦ γένους. Ἔτσι «πρόδρομος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἰσῆλθεν εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ὁ Ἰησοῦς». Σὰν πρόδρομος δὲ τοῦ Σωτήρα εἰσῆλθε στὰ ἐνδότερά τοῦ καταπετάσματος ἡ μακαρία Παρθένος καὶ προσέφερε τὸν ἑαυτό της στὸν Πατέρα. Καὶ ὁ Ἰησοῦς βέβαια συμφιλίωσε ἀπόλυτα τούς ἀνθρώπους μὲ τὸν Πατέρα πεθαίνοντας πάνω στὸ σταυρό. Ἐνῶ ἡ μακαρία, μὲ τὸ νὰ προσφερθῆ στὸν Θεό, τόσο μπόρεσε νὰ συμβάλη στὴν καταλλαγή, ὅσο χρειαζόταν γιὰ νὰ φέρη τὸν κυβερνήτη ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, νὰ κάνη ἀδελφό τους τὸν πρεσβευτή, αὐτὸν ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἔλθη γιὰ χάρη τους μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ νὰ διεκδίκηση τὴ σωτηρία γι’ αὐτοὺς ποὺ ἤσαν πλέον δικοί του, ποὺ εἶχαν τὴν ἴδια μὲ αὐτὸν φύση. Γιατί ὄφειλε νὰ ὁμοιωθῆ κατὰ πάντα μὲ τοὺς ἀδελφούς του, «ἵνα ἐλεήμων γένηται καὶ πιστὸς ἀρχιερεὺς τὰ πρὸς τὸν Θεόν». Καὶ αὐτὸς βέβαια, ὄντας μέσα στὴ μία του ὑπόσταση καὶ τὰ δύο: καὶ αὐτὸ ποὺ εἴμαστε ἐμεῖς ,ἀλλά καὶ Θεός· ἔγινε τὸ κοινὸ ὅριο καθεμιᾶς ἀπὸ τὶς δύο φύσεις. Εἶναι γι’ αὐτὸ καὶ ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ καταλλαγὴ καὶ εἰρήνη καὶ ἔρως καὶ ὁ,τιδήποτε ἄλλο ὁδηγεῖ πρὸς αὐτά. Ἐνῶ ἡ μακαρία μὲ τὸ νὰ εἶναι ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ἄνθρωπος, ἐφ’ ὅσον καταγόταν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ νὰ ταιριάζη ἀπὸ τὸ ἄλλο σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ὑπέροχη ἀρετὴ της μόνο μὲ τὸν Θεό, αὐτὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους μεγαλύνει καὶ τὸν Θεὸ κινεῖ σὲ ἔρωτα πρὸς τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἑλκύοντάς Τον μὲ τὸ κάλλος της. Καὶ ὁ Σωτήρας βέβαια ἐξόφλησε ὅλα ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἐμεῖς χρωστούσαμε. Γιατί δὲν ἔνοιωθε ὁ ἴδιος νὰ εἶχε κάμει κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο νὰ εἶναι ὑπεύθυνος, ἀφοῦ «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν», ἀλλὰ πῆρε πάνω Του τὶς δικές μας ἁμαρτίες καὶ βασανίσθηκε γιὰ χάρη μας. Ἔτσι ἡ πληγὴ ἑνός, ποὺ δὲν εἶχε ἀδικήσει σὲ τίποτα, μὲ τὸ νὰ πάρη τὴ θέση τῆς ποινῆς ποὺ ἄξιζε σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους ποὺ ἔσφαλαν τὰ μέγιστα, ἦταν ἀρκετὴ νὰ διαλύση τὶς κατηγορίες ἐναντίον ὅλων. Ἡ δὲ Παρθένος μὲ τὸ νὰ παρουσιάση μόνη αὐτὴ ἀνάμεσα σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους τὴν ψυχὴ της ἀξία τοῦ Θεοῦ μπόρεσε νὰ ὑπερασπισθῆ καὶ τοὺς ἄλλους.
Γι’ αὐτό, ἐνῶ πολλοὶ καὶ πολλὲς φορὲς δέχθηκαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μηνύματα, μόνο σ’ αὐτὴ ὁ Θεὸς εἶπε τὸ «χαῖρε». Γιατί δὲν ὑπῆρξε πρὶν ἀπὸ αὐτὴ κανεὶς πού, ἀπαλλαγμένος ἀπὸ κατηγορίες, νὰ μπορῆ νὰ εἶναι ἀπαλλαγμένος καὶ ἀπὸ τὴ σχετικὴ ποινή. Ὅλους πράγματι τοὺς ἔκρινε ὁ Θεὸς ἄξιους νὰ πονοῦν καὶ νὰ βασανίζωνται. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἦταν ἡ τιμωρία τῶν ἀνθρώπων γιὰ τὸ ὅτι καταπάτησαν τὸ νόμο τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς καὶ εἰρήνης. Μὲ τὸ νὰ θεωρήση λοιπὸν τὴ μακαρία Παρθένο ἀξία νὰ χαίρεται καὶ μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι τὴν ἀποκάλεσε «εὐλογημένη» καὶ «κεχαριτωμένη», φανέρωσε ὅτι δὲν εἶχε νὰ τῆς καταλογίση τίποτε ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα γιὰ τὰ ὁποία ἡ ἀνθρώπινη φύση ἦταν ὑπεύθυνη.
7. Γιατί ἔπρεπε τὸ καινούργιο θύμα, ποὺ προσφέρθηκε γιά μᾶς, οἱ ὁποῖοι εἴχαμε ἀνάγκη ἀπὸ πολλοὺς ἐξαγνισμούς, νὰ εἶναι ἄμωμο καὶ ἅγιο. Ἐὰν βέβαια τὸ θυσιαστήριο, τὸ ὁποῖο ἦταν σχεδίασμα καὶ εἰκόνα τῶν χαρίτων τῆς Παρθένου, ἔπρεπε νὰ εἶναι τὸ πιὸ ἅγιο ἀπὸ ὅλα τὰ ἅγια πράγματα, τί γνώμη θὰ ἔπρεπε νὰ διατυπώσουμε γιὰ τὴν ἴδια τὴν ἀλήθεια; Γιατί τὸ θυσιαστήριο δὲν ὑστεροῦσε ἀπὸ τὴν Παρθένο μόνο ὅσο ὑπολείπεται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια ἡ σκιὰ καὶ τὸ ἀποτύπωμα τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ ὑπάρχει ἀνάμεσά τους πολὺ μεγαλύτερη, ἄπειρη ἀπόσταση. Γιατί τὸ θυσιαστήριο τὸ ἐπισκιάζουν, ὅπως εἶπε ὁ Παῦλος, τὰ Χερουβίμ. Ἐνῶ τὴν πολυύμνητη δὲν τὴν ἐπισκιάζουν ἁπλῶς τὰ Χερουβὶμ ἢ κάτι σπουδαιότερο ἀπὸ αὐτά, ἀλλὰ ὁ ἴδιος Ἐκεῖνος, τὸν ὅποιο ὑπηρετοῦν τὰ Χερουβίμ, ἡ δύναμις τοῦ Ὑψίστου, ὅπως ἀνήγγειλε ὁ θειότατος Γαβριήλ. Ἐξ ἄλλου ἡ θυσία εἶναι ἁγιώτερη ἀπὸ τὸ ἱερό, γιατί αὐτὴ ἀκριβῶς τὸ κάνει ἱερό. Τὸ χρίσμα τοῦ αἵματος εἶναι ἐκεῖνο ποὺ τὸ ἁγιάζει. Ἀλλὰ ἡ μακαρία Παρθένος τόσο πολὺ εἶναι ἁγιώτερη ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη θυσία, ὥστε νὰ μὴν μπορῆ κανεὶς οὔτε νὰ περιγράψη τὴ διαφορά. Γιατί τὸ αἷμα τῆς καινούργιας αὐτῆς θυσίας δὲν τὸ δέχθηκε ἁπλῶς τὸ θυσιαστήριο οὔτε τὸ κατέφαγε ἡ φωτιά, ἀλλὰ τὸ πῆρε πάνω του ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς καὶ τὸ φόρεσε σὰν «ἱμάτιον σωτηρίου καὶ χιτώνα εὐφροσύνης», ξαναχαρίζοντάς το στοὺς ἀνθρώπους σὰν ὅπλο ἐναντίον κάθε κακοῦ καὶ κάθε πόνου. Καὶ δὲν ντράπηκε γι’ αὐτὴ τὴν περιβολή, ἀλλὰ τὴν ὀνομάζει ἀντίθετα δόξα καὶ βασιλεία του. Καὶ σωστά, γιατί ὅταν φορώντας αὐτὸ τὸ «ἱμάτιο» πῆρε μέρος στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων λέγει ἡ Γραφὴ ὅτι «ἔφθασε στὴ γῆ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Γι’ αὐτὴ τὴ βασιλικὴ ἐνδυμασία ρωτοῦσαν οἱ Ἄγγελοι τὸ Σωτήρα: «γιατί εἶναι κόκκινη ἡ στολή σου;» Κι αὐτὴ τὴ βασιλεία «ὁ Κύριος ἐβασίλευσε», σύμφωνα μ’ αὐτὸ ποὺ λέει ἡ Γραφή. Αὐτὴ τὴ δύναμη κι αὐτὴ τὴ δόξα φόρεσε. Μ’ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν περιβολὴ καὶ μ’ αὐτὴ τὴ ζώνη νίκησε τὸ Διάβολο, ἅρπαξε ἀπὸ τὰ χέρια του κι ἐλευθέρωσε τοὺς δεμένους, ἁλυσοδένοντας τὸν ἴδιο. Κι ἔγινε σ’ ἐμᾶς τοὺς σωσμένους ἡ σάρκα τοῦ Σωτήρα «δύναμις Θεοῦ», ὅπως γράφει ὁ Παῦλος.
Ὢ πόσο πρωτοφανῆ καὶ ὑπέροχα εἶναι αὐτὰ τὰ μυστήρια! Πόσο θαυμαστὴ αὐτὴ ἡ δικαιοσύνη! Ὢ μεγαλεῖο ψυχῆς, ποὺ μὲ τέτοια ἁγνότητα στόλισε τὸ σῶμα της! Ὢ σῶμα ποὺ ξεπερνώντας τὴ φύση του τόσο πολὺ ὑψώθηκε μαζὶ μὲ τὴν ψυχή! Ὢ φῶς λαμπρὸ ποὺ καταύγασε ἐκεῖνο τὸ νοῦ! «Τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ διαλαλήσω»; ρωτάει ἔκπληκτος ὁ προφήτης. Τὸν Θεό, ποὺ κανένας ποτὲ δὲν περιέλαβε τόπος, ποὺ ἡ κτίση ὅλη, κι ἂν ἀκόμα γίνη μύριες φορὲς μεγαλύτερη, δὲν τὸν χωρεῖ, Αὐτὸν τὸν περιέβαλε μὲ τὸ αἷμα της ἡ Παρθένος. Κι ὄχι ἁπλῶς τὸν περιέβαλε, ἀλλὰ τοῦ ὕφανε μὲ τὸ αἷμα της τέτοιο χιτώνα, ποὺ ἀπὸ κάθε ἄποψη νὰ ταιριάζη στὸ βασιλιά. Ἂν καὶ βέβαια δὲν ἑνώθηκε ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἀνθρώπινη σάρκα ἁπλῶς ὅσο τὸ σῶμα ἑνώνεται μὲ τὸ ἔνδυμα οὔτε ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔλαβε μέρος στὴ θεία ἀκτίνα ὅσο ἡ στολὴ στὴ βασιλικὴ εὐτυχία. Ἀλλὰ τόσο μόνο ἐπιτρέπεται νὰ ὀνομάσουμε τὸ μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Σωτήρα περιβολὴ καὶ ἐνδυμασία, ὅσο χρειάζεται γιὰ νὰ ἐκφρασθῆ ὅτι δὲν ἔχει γίνει σύγχυση ἀνάμεσα στὶς δύο φύσεις, ἀλλὰ ὅτι ἡ κάθε μία μένει ἀκέραιη καὶ διατηρεῖ ὅλα τὰ ἰδιώματά της. Ἐνῶ σ’ ὅ,τι ἀφορᾶ τὰ ὑπόλοιπα, τόσο πολὺ ξεπερνᾶ ἡ πραγματικότης αὐτὴ τὴν εἰκόνα, ὅσο ἡ τελεία ἕνωση τὴν πλήρη διαίρεση. Γιατί αὐτὴ ἡ ἕνωση οὔτε μπορεῖ νὰ γίνη παράδειγμα σὲ τίποτε ἄλλο οὔτε ἀπὸ κανένα ἄλλο παράδειγμα μπορεῖ νὰ ἐκφρασθῆ. Ἀλλὰ εἶναι μία ἕνωση μοναδική, πρωτοφανὴς καὶ ἀνεπανάληπτη. Γιατί τὸ αἷμα τῆς μακαρίας ἔγινε αἷμα Θεοῦ —πῶς νὰ τὸ ἐκφράσω;— καί, συμμετέχοντας τόσο στενὰ σὲ καθετὶ ποὺ Αὐτὸς εἶχε, ἀναδείχθηκε ὁμότιμο καὶ ὁμόθρονο καὶ ὁμόθεο μὲ τὴ θεία φύση. Σὲ τέτοιο ὕψος ἁγιότητος ἔφθασε ἡ Παρθένος, τόσο ἡ ἀρετὴ τῆς ξεπερνᾶ κάθε ἀνθρώπινο νοῦ!
8. Ἄνθρωπος ἦταν. Ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐβλάστησε. Κι ἦταν μέτοχος σὲ κάθε κοινὸ χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Δὲν κληρονόμησε ὅμως τὴν ἴδια νοοτροπία οὔτε παρασύρθηκε ἀπὸ τὴν τόσο μεγάλη κακία ποὺ ἐπικρατεῖ σ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Ἀλλὰ νίκησε τὴν ἁμαρτία κι ἀντιστάθηκε στὴ φθορὰ τῆς φύσεώς μας κι ἔδωσε τέλος στὴν κακία. Ἔγινε ἔτσι αὐτὴ ἡ ἴδια ἁγία ἀπαρχὴ καὶ βάδισε πρώτη καὶ ὑπῆρξε ὁδηγὸς τῶν ἀνθρώπων στὸ δρόμο πρὸς τὸν Θεό. Γιατί διατήρησε τὴ θέλησή της τόσο καθαρή, σὰν νὰ ἦταν μόνη της σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, σὰν νὰ μὴν ὑπῆρχε κανεὶς ἄλλος ἄνθρωπος οὔτε κανένα ἄλλο πλάσμα νὰ εἶχε ποτὲ δημιουργηθῆ, σὰν νὰ βρισκόταν μόνη μπροστὰ στὸ μόνο Θεό. Δὲν συγκέντρωσε τὴν προσοχή της σὲ κανένα ἀπὸ τὰ κτίσματα οὔτε προσηλώθηκε σὲ τίποτε ἀπολύτως ἀπὸ ὅ,τι ὑπάρχει στὸν κόσμο. Ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πρώτη κιόλας στιγμὴ ποὺ ἦρθε ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους τοὺς ἀποχωρίσθηκε κατὰ τὸ καλύτερο μέρος. Κι ἔτσι, ἔχοντας ξεπεράσει ὅλη τὴν κτίση, τὴ γῆ, τὸν οὐρανό, τὸν ἥλιο, τὰ ἀστέρια, τὸν ἴδιο τὸ χορὸ τῶν Ἀγγέλων, ποὺ περιβάλλει τὸ Θεό, δὲν σταμάτησε παρὰ ἀφοῦ ἑνώθηκε μὲ τὸν καθαρὸ Θεό, ἡ καθαρή. Κι ἀναδείχθηκε ἱερώτερη ἀπὸ τὶς θυσίες, τιμιώτερη ἀπὸ τὰ θυσιαστήρια γιὰ τὸ Θεό, τόσο πιὸ ἅγια ἀπὸ τοὺς δικαίους καὶ τοὺς προφῆτες καὶ τοὺς ἱερεῖς, ὅσο ἁγιώτερος ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἁγιάζονται εἶναι ἐκεῖνος ποὺ τοὺς ἁγιάζει. Γιατί βέβαια κανεὶς δὲν ἦταν ἅγιος πρὶν γεννηθῆ ἡ μακαρία. Αὐτὴ πρώτη καὶ μοναδική, ἀπαλλαγμένη ἐντελῶς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, παρουσιάσθηκε νὰ εἶναι πραγματικὰ ἁγία, καὶ ἁγία ἁγίων κι ὅ,τι ἀκόμη περισσότερο θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ πῆ. Κι ἄνοιξε καὶ στοὺς ἄλλους τὴν πόρτα τῆς ἁγιωσύνης μὲ τὸ νὰ ἔχη προετοιμασθῆ κατάλληλα γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Σωτήρα, ἀπὸ ὅπου ἦλθε ἡ ἁγιότης καὶ στοὺς προφῆτες καὶ στοὺς ἱερεῖς καὶ σὲ ὁποιονδήποτε ἄλλον ἀξιώθηκε νὰ συμμετάσχη στὰ θεία μυστήρια.
Γιατί ὁ καρπὸς τῆς Παρθένου εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πρῶτος καὶ μόνος ἔφερε τὴν ἁγιότητα στὸν κόσμο. Αὐτὸ ἀκριβῶς σημαίνει ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ μακάριος Παῦλος: «πρόδρομος γιὰ χάρη μας εἰσῆλθε ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ ἅγια». Γιατί, ἂν συμβαίνη νὰ λέγεται ὅτι καὶ πρὶν νὰ ἔρθη ὁ Σωτήρας πολλοὶ ἄνθρωποι ἀξιώθηκαν νὰ ἔχουν αὐτὴ τὴν ἐπωνυμία, αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι ἔλαβαν μέρος στὰ μυστήρια τῆς θείας Οἰκονομίας, συμμετέχοντας στὶς προτυπώσεις τους. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο λέγει ὁ Παῦλος ὅτι καὶ πρὶν ἀκόμη «ὀνειδισθῆ» ὁ Χριστός, ὁ Μωυσῆς προτίμησε «ἀπὸ τοὺς θησαυροὺς τῆς Αἰγύπτου τὸν ὀνειδισμὸ τοῦ Χριστοῦ». Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο καὶ πρὶν ἀκόμη νὰ ἔλθη στὴ γῆ ὁ ἄρτος «ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς», πρὶν νὰ δοθῆ στοὺς ἀνθρώπους τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον —ἀφοῦ «ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε ἀκόμη δοξασθῆ»—ἦταν δυνατὸν στοὺς Ἑβραίους τὸ βάπτισμα καὶ ἡ πνευματικὴ μετάδοση ψωμιοῦ καὶ νεροῦ. Καὶ ἀκόμη, γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ εἶναι καλὰ παρασκευασμένοι γιὰ τὴν ἀληθινὴ ἁγιότητα κι ἕτοιμοι νὰ ὑποδεχθοῦν, τὴν ἀκτίνα ἐκείνη ἀπὸ τὴν ὁποία ἀνέτειλε ἡ σωτηρία. Μὲ αὐτὰ συμφωνεῖ ἀκριβῶς ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας: «ὑπὲρ αὐτῶν ἐγὼ ἁγιάζω ἐμαυτὸν ἵνα καὶ αὐτοὶ ὦσιν ἠγιασμένοι ἐν ἀληθεία». Ἔτσι καταλαβαίνουμε πὼς οἱ παλιοὶ ἐκεῖνοι ἅγιοι, μιά καὶ ὁ Σωτήρας δὲν εἶχε ἀκόμη φανερωθῆ, δέχθηκαν τὸν ἁγιασμὸ διά· μέσου σκιῶν καὶ συμβόλων. Εἶναι αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ Παῦλος, ὅτι δηλαδὴ «ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἅγιοι ἄνδρες, καίτοι ἔλαβαν ἐγκωμιαστικὴ μαρτυρία γιὰ τὴν πίστη τους, δὲν ἀπήλαυσαν τὴν ὑπόσχεση τῆς οὐράνιας κληρονομιᾶς…γιὰ νὰ μὴν τελειωθοῦν χωρὶς ἐμᾶς»!
9. Καὶ γιατί ἀναφέρω τοὺς προφῆτες, οἱ ὁποῖοι δὲν ἦταν δυνατὸν οὔτε ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ Ἅδη νὰ ἐλευθερωθοῦν, πρὶν νὰ λάβουν τὶς δωρεὲς τῆς Παρθένου, ἀφοῦ καὶ ἀπὸ τοὺς ἴδιους τούς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἀρχαγγέλους, τὰ Χερουβὶμ καὶ τὰ Σεραφίμ, εἶναι ἁγιώτερη ἡ μακαρία; Ἂν πάλι προσφέρεται σὰν βραβεῖο τῆς ἁγιότητος κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο σὲ ὅλους ὁ Θεός, τὸν κερδίζει ὅμως περισσότερο ἐκεῖνος ποὺ ἔχει καλύτερα προπαρασκευασθῆ, πῶς δὲν εἶναι ἀναγκαῖο νὰ κρίνουμε τὴν ἁγιότητα ἀπὸ τὰ βραβεῖα καὶ νὰ χρησιμοποιοῦμε σὰν βέβαιο μέτρο της τὸ πόσο ὁ καθένας βρίσκεται κοντὰ στὸ Θεό; Ἀλλὰ ἡ Ἁγία Γραφὴ λέγει ὅτι τὰ Χερουβὶμ στέκονται γύρω ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δέχονται τὶς θεῖες ἀκτίνες Του, χωρὶς οὔτε νὰ τολμοῦν νὰ Τὸν ἀτενίσουν. Ἐνῶ ἡ Παρθένος, κατὰ ἕνα πρωτοφανῆ κι ἀπερίγραπτο τρόπο, περιέλαβε μέσα της Αὐτὸν ποὺ δὲν μπόρεσε νὰ χωρέση κανένας τόπος. Καὶ δὲν δέχθηκε μέσα της ἁπλῶς κάποια θεία λαμπρότητα καὶ δόξα, ἀλλὰ τὴν ἴδια τὴν ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ. Ὅσο λοιπὸν φανερώτερα ἑνώθηκε ὁ Θεὸς μὲ τὴν Παρθένο, παρὰ μὲ τὰ Χερουβὶμ —κι ἡ διαφορὰ εἶναι τόσο μεγάλη, ὥστε νὰ μὴ μπορῆ οὔτε νὰ περιγραφή—τόσο ἁγιώτερη κι ἱερώτερη εἶναι ἡ Παρθένος.
Ὅλες πράγματι τὶς ὑπάρξεις, διὰ μέσου τῶν ὁποίων φανερώνεται ἰδιαίτερα ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ Παρθένος τὶς ξεπερνᾶ στὴν καθαρότητα καὶ τὴν ἁγιότητα, ὅπως ἀκριβῶς ἀπὸ ὅλα τὰ σώματα εἶναι φυσικὸ νὰ εἶναι καθαρώτερα ἐκεῖνα ποὺ βρίσκονται πιὸ κοντὰ στὸ φῶς. Γιατί, ἀφοῦ ὁ Θεὸς βρίσκεται κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο παντοῦ, ἡ διαφορετικὴ φανέρωσή Του πρέπει νὰ συμπεράνουμε ὅτι ὀφείλεται στὰ κτίσματα. Κι ἂν αὐτὸ εἶναι σωστό, ποιὸς τότε δὲν ἀναγνωρίζει ὅτι ἡ Παρθένος εἶναι ἀπὸ ὅλους τούς ἀνθρώπους καὶ ἀπὸ ὅλους τούς Ἀγγέλους πιὸ ἱερή; Γιατί βέβαια διὰ μέσου τῶν Ἀγγέλων δόθηκαν στοὺς ἀνθρώπους οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ὁ παλαιὸς νόμος, ὁ «δι’ Ἀγγέλων λαληθείς λόγος», ὅπως εἶπε ὁ Παῦλος, καὶ τὰ ἄλλα σημεῖα ποὺ φανέρωναν τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ἡ Παρθένος δὲν ἀνήγγειλε τὸν Θεὸ ὡς αὐτὸ μόνο τὸ σημεῖο, ἀλλὰ ἀποκάλυψε στοὺς ἀνθρώπους τὴν ἴδια τὴν ἐνυπόστατη Σοφία τοῦ Θεοῦ. Κι ὄχι ἁπλῶς μὲ σημεῖα καὶ εἰκόνες, ἀλλὰ μὲ τρόπο ἄμεσο, φανέρωσε δηλαδὴ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, τὸ Σωτήρα, κι αὐτὸ ὄχι μόνο στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ στὶς ἀγγελικὲς Ἀρχὲς καὶ Ἐξουσίες, γιατί «ἔπρεπε νὰ γίνη γνωστή, λέγει ὁ Παῦλος, καὶ στὶς Ἀρχὲς καὶ στὶς Ἐξουσίες ἡ πολυποίκιλη σοφία τοῦ Θεοῦ». Καὶ δὲν εἶπε: «γιὰ νὰ γίνη περισσότερο γνωστή», σὰν νὰ εἶχε καὶ προηγουμένως ὡς ἕνα σημεῖο γίνει γνωστή, ἀλλὰ ἁπλῶς: «γιὰ νὰ γίνη γνωστή». Γιατί θέλει ἔτσι, νομίζω, νὰ ὑποδηλώση ὅτι ἡ πρὶν ἀπὸ τὴν Παρθένο γνώση τοῦ Θεοῦ ἦταν τόσο ἀμυδρή, ὥστε νὰ μὴν μπορῆ νὰ γίνη καμμιὰ σύγκριση μὲ τὴ δεύτερη, αὐτὴ ποὺ μᾶς ἔφερε ἡ Παρθένος. Γίνεται λοιπὸν φανερὸ ὅτι ὄχι μόνο στοὺς ἀνθρώπους, τοὺς δικαίους καὶ τοὺς ἀδίκους, τοὺς πονηροὺς καὶ τοὺς ἀγαθούς, ἀλλὰ καὶ σ’ αὐτὲς τὶς ὑπερκόσμιες δυνάμεις φανέρωσε τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης.
Ἡ Παρθένος εἶναι ἑπομένως τόσο ἀνώτερη ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα, ὅσο αὐτὰ ποὺ πραγματοποίησε γιὰ τὴ σωτηρία μας ὁ Σωτήρας εἶναι ἀδύνατο νὰ συγκριθοῦν μὲ ὁ,τιδήποτε ἄλλο. Καὶ πράγματι, ἐὰν τόσο πολὺ καλύτερους ἀπὸ τοὺς ἴδιους ἑαυτοὺς τους ἔκαμε τοὺς Ἀγγέλους, ὥστε νὰ ὑποστηρίζη ὁ Ἀπόστολος ὅτι εἶναι ἀδύνατη ἡ ὁποιαδήποτε σύγκριση ἀνάμεσα στὴ δεύτερη καὶ στὴν πρώτη τους εὐτυχία, ἂς ἐξετάσουμε πόσο μεγάλη εἶναι αὐτὴ ἡ ὑπεροχή. Γιατί, ἂν «τὸ μικρότερο εὐλογῆται ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο», ὅπως λέγει ἡ Γραφή, ποιὰ σύγκριση μπορεῖ νὰ ὑπάρξη ἀνάμεσα στὸ νὰ εὐεργετῆ κανεὶς καὶ στὸ νὰ εὐεργετῆται; Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ὁ προφήτης ἔβλεπε τὴν Παρθένο νὰ εἶναι ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ καὶ μάλιστα ἕνας θρόνος «ὑψηλὸς καὶ ἐπηρμένος», ἐνῶ τὰ Χερουβὶμ τὰ ἔβλεπε γύρω ἀπὸ τὸ θρόνο. Κι ὄχι ἁπλῶς γύρω ἀπὸ τὸ θρόνο, ἀλλὰ καὶ νὰ στέκωνται μὲ συστολὴ καὶ μὲ φόβο, χωρὶς νὰ τολμοῦν οὔτε νὰ τὸν ἀντικρύσουν. Ἡ παράδοση λέγει, ἐπὶ πλέον, ὅτι οἱ Ἄγγελοι ἀγρυπνοῦν πάντοτε κι ὅτι δὲν ὑπάρχει τέρμα στὶς πρὸς τὸν Θεὸ ὑμνωδίες τους. Ἀλλὰ τόσο πιὸ πολὺ πρέπει νὰ θεωρήσουμε ὅτι ἰσχύει καὶ αὐτὸ γιὰ τὴν Παρθένο —καὶ δὲν ἐννοῶ μόνο μετὰ τὴν ἐκδημία της ἀπὸ τὴ γῆ, ἀλλὰ κι ὅταν ἀκόμη ἦταν σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωὴ— ὅσο περισσότερο αἰσθάνθηκε αὐτὴ τὴ θεία ἀκτίνα. Γιατί καὶ στὶς Δυνάμεις, ποὺ κυκλώνουν τὸν Θεό, περισσότερο ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο ξυπνᾶ τὸ ζῆλο καὶ τὶς κάνει νὰ ἀγρυπνοῦν τὸ ὅτι ἔχουν γευθῆ τὶς θεῖες εὐεργεσίες. Ὥστε ἐκεῖνο ποὺ στοὺς ἄλλους ἁγίους συμβαίνει ἀφοῦ ἀποχωρισθοῦν τὸ σῶμα, τὸ νὰ εἶναι δηλαδὴ ἀμετακίνητοι στὸ ἀγαθὸ καὶ στὴν ἀρετή, στὴν Παρθένο συνέβη καὶ πρὶν ἀκόμη ἀποθέση τὸ σῶμα Της.
10. Καὶ αὐτὸ ἦταν φυσικὸ ἐπακόλουθο. Γιατί βέβαια τὸ σῶμα τῆς Παρθένου, τὸ ὁποῖο θὰ ἔπρεπε κανονικὰ νὰ παραμερισθῆ, εἶχε ξεπεράσει τὴν ὀνομασία του. Καὶ ἦταν σῶμα ὄχι ψυχικό, οὔτε τίποτε ἄλλο, ἀλλά, ὅπως λέγει ὁ Παῦλος, «σῶμα πνευματικό», ἀφοῦ τὸ Πνεῦμα εἶχε σκηνώσει μέσα του καὶ εἶχε μεταθέσει ὅλους τούς νόμους τῆς φύσεως. Ἀλλά, ἀνεξάρτητα ἀπὸ αὐτά, τὸ σῶμα τὸ ὁποῖο, ὅταν ὑπῆρχε σ’ ἐκείνους (τοὺς ἁγίους), δὲν τοὺς ἐπέτρεπε νὰ στραφοῦν καὶ νὰ προσκολληθοῦν στὸ Θεό, βοηθοῦσε ὑπερβολικὰ τὴ μακαρία Παρθένο. Γιατί σ’ ἐκείνους, καὶ ὅταν ἀκόμη εἶχαν πληρωθῆ ἀπὸ κάθε ἐπιθυμία νὰ βρίσκωνται κοντὰ στὸ ἀκρότατο ἐπιθυμητὸ καὶ ὅταν εἶχαν ὅλη τὴ νοερὴ δύναμη γιὰ τὴ θεωρία τοῦ ἀληθινὰ Ὄντος, δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ προχωρήσουν πρὸς κάτι ἄλλο, πολὺ λιγώτερο δὲ νὰ στρέψουν ἐξ ὁλοκλήρου τὸ νοῦ τους, ὅπως στρέφουμε τὸ βλέμμα, ἐπειδὴ ὅλα τὰ ὁρατὰ πράγματα ἔμπαιναν μεταξύ τους. Ποιὸς ὅμως δὲν γνωρίζει ὅτι ὅλα αὐτὰ ἔλαβαν χώρα στὴν Παρθένο πέρα ἀπὸ κάθε λογικὴ κατανόηση καὶ ὅτι αὐτὴ μόνη δέχθηκε μέσα της τὸ Θεὸ μὲ τρόπο πού δὲν μπορεῖ νὰ περιγραφεῖ;
Γίνεται ἑπομένως φανερὸ ὅτι καὶ πρὶν πέραση στὴν ἄλλη ζωή, εἶχε μέσα της ἀμετακίνητο τὸ ὑπέροχο ἐκεῖνο ἀγαθὸ καὶ τὴ θαυμαστὴ ἀρετή της. Εἶχε ἀπὸ τώρα τὰ μέλλοντα ἀγαθὰ κι ἐβασίλευσε ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ μὲ τὴ βασιλεία ποὺ προορίζεται γιὰ τοὺς δικαίους. Κι ἔζησε μέσα στὸ ρεῦμα αὐτῆς ἐδῶ τῆς ζωῆς τὴ μόνιμη, αὐτὴ ποὺ εἶναι κρυμμένη «ἐν τῷ Χριστῷ» καὶ ποὺ γι’ Αὐτὴ φανερώθηκε ἀπὸ τώρα. Γιατί ἔπρεπε βέβαια νὰ ὑπάρξουν ὅλα τὰ πράγματα μὲ ἕναν καινούργιο τρόπο γιὰ τὴν μακαρία, μπρὸς στὴν ὁποία ὑποχώρησαν καὶ τῆς φύσεως οἱ νόμοι. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἤθελε καὶ ἡ ἴδια νὰ δείξη ἀνυμνώντας τὶς θεῖες εὐεργεσίες πού ἀξιώθηκε νὰ λάβη καὶ εἶπε: «ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατός».
11. Τί πρωτοφανῆ τὰ κατορθώματα! Τί ὑπέροχοι οἱ ἀγῶνες! Καὶ ὅμως μετὰ τὰ βραβεῖα καὶ τὰ στεφάνια ποὺ ἔλαβε, μετὰ δηλαδὴ τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης ποὺ δέχθηκε μέσα της καὶ μὲ τὸν ὁποῖον ἑνώθηκε, δοκίμασε γιὰ χάρη μας θλίψεις καὶ ὀδύνες, «ἀντὶ τῆς χαρᾶς ποὺ βρισκόταν μπροστά της». Καὶ συμμετεῖχε μὲ τὸν Υἱό της στὴν αἰσχύνη καὶ στὶς ὕβρεις καὶ σὲ ὅλα ὅσα ἀποκάλυπταν τὴ φτώχεια, στὴν ὁποία ἦρθε γιὰ χάρη μας. Καὶ ἀνεχόταν τὸ ἐπάγγελμα τοῦ φαινομενικοῦ πατέρα του (τοῦ Ἰωσήφ), καὶ μακροθυμοῦσε, παίρνοντας τὸ μέρος τοῦ Υἱοῦ της γιὰ τὴ δική μου σωτηρία. Κι ὅταν Ἐκεῖνος ἔκανε τὰ θαύματά του κι ἐπανόρθωνε τὴ φύση, ἦταν πάντα κοντά του. Κι ὅταν ἐκεῖνοι τοὺς ὁποίους εὐεργετοῦσε τὸν φθονοῦσαν καὶ τὸν μισοῦσαν, ἡ Παρθένος πονοῦσε μαζί του κι ἐδεχόταν τὰ βέλη τοῦ μίσους των. Ἀφοῦ, κινούμενη ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ φιλανθρωπία της, πρώτη αὐτὴ παρότρυνε τὸν Υἱό της πρὸς αὐτὲς τὶς εὐεργεσίες, κι αὐτὸ πρὶν ἀκόμη νὰ ἔλθη ἡ ὥρα τοῦ —«οὔπω ἤκει ἡ ὥρα μου», εἶπε ὁ ἴδιος—· πράγμα ποὺ φανερώνει καθαρὰ πόση παρρησία ἔδωκε στὴ μητέρα του, ὥστε νὰ μπορῆ νὰ ἀλλάξη ἀκόμη καὶ τὰ χρονικὰ ὅρια, ποὺ αὐτὸς εἶχε καθορίσει.
Ὅταν πάλι χρειάσθηκε νὰ ὑποφέρη γιὰ μᾶς ὁ Σωτήρας καὶ νὰ πεθάνη, πόσο μεγάλες ἤσαν οἱ ὀδύνες, μὲ τὶς ὁποῖες τοῦ συμπαραστάθηκε ἡ Παρθένος! Τί βέλη τὴν διαπέρασαν! Γιατί κι ἂν ὁ Υἱὸς της ἦταν μόνο ἄνθρωπος καὶ τίποτε ἄλλο, τίποτε ὀδυνηρότερο δὲν θὰ μποροῦσε νὰ πρόσθεση κανεὶς σὲ μία μητέρα. Ἀλλὰ τώρα εἶναι ὁ μόνος Υἱός της, ποὺ τὸν ἔφερε στὸν κόσμο μόνη της, κατὰ τρόπο παράδοξο, ποὺ δὲν λύπησε ποτὲ οὔτε τὴν ἴδια οὔτε κανέναν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τοὺς εὐεργέτησε, ἀντίθετα, ὅλους τόσο, ὥστε νὰ ξεπεράση ὅλες τὶς προσδοκίες τους.
Τί λοιπὸν συναισθήματα εἶναι φυσικὸ νὰ εἶχε ἡ Παρθένος, ὅταν ἔβλεπε τὸν Υἱό της σὲ τόσο φοβερὲς ὀδύνες, αὐτὸν ποὺ ἦταν ὁ εὐεργέτης τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, «τὸν πρᾶον, τὸν ταπεινὸν τῇ καρδίᾳ», αὐτὸν ποὺ δὲν ὑπῆρξε ποτὲ «ἐρίζων οὐδὲ κραυγάζων», τὸν ὁποῖον κανεὶς ποτὲ δὲν μποροῦσε νὰ κατηγορήση γιὰ τὸ παραμικρό, ὅταν τὸν ἔβλεπε νὰ σέρνεται ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ ἄγρια θηρία, νὰ γυμνώνεται, νὰ δέρνεται, νὰ κρίνεται ἄξιος τῆς χειρότερης καταδίκης, νὰ πεθαίνη τὸν ἐξευτελιστικώτερο θάνατο μαζὶ μὲ τοὺς ἁμαρτωλότερους ἀνθρώπους, ἔξω ἀπὸ κάθε ἔννοια δικαιοσύνης καὶ νόμου, ὅπως συμβαίνει σὲ τυραννικὰ καθεστῶτα; Προσωπικὰ πιστεύω ὅτι τέτοια ὀδύνη ποτὲ σὲ κανέναν ἄνθρωπο δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξη. Γιατί, ἂν εἶναι ἀνάγκη νὰ κλαῖμε γι’ αὐτοὺς ποὺ ἀδικοῦνται, τίποτε δὲν εἶναι τόσο ἄδικο, ὅσο ὁ θάνατος μὲ τὸν ὁποῖο πέθανε ὁ Σωτήρας. Μολονότι κανένας βέβαια δὲν ἀδικήθηκε ἐξ ὁλοκλήρου ξεπληρώνοντας τὴν ποινή, μὲ τὴν ὁποία καταδικάσθηκε, ἔστω κι ἂν ὁ ἴδιος δὲν ἔνοιωθε ἐνοχὴ γιὰ τίποτε ἀπὸ αὐτά, γιὰ τὰ ὁποῖα καταδικάστηκε, γιατί ἀσφαλῶς ἔπραξε ἐκεῖνα γιὰ τὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσε δίκαια νὰ κατηγορηθῆ. Ἐνῶ γιὰ τὸν Σωτήρα, λέγει ὁ προφήτης ὅτι «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν».
Ἂν πάλι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ μὴ βασανιζώμαστε γιὰ τὶς συμφορές, ποὺ τυχαίνουν στοὺς δικούς μας, εἶναι φανερὸ ὅτι κανεὶς ποτὲ δὲν εἶχε τόσο στενὸ δεσμὸ μὲ ἄλλον ἄνθρωπο, ὅσο ἡ Παρθένος μὲ τὸν Σωτήρα. Γι’ αὐτὸ τὴν ὥρα τῶν Παθῶν κατέλαβε τὴν Παρθένο θλίψη ὑπερβολικὴ καὶ ἀπερίγραπτη, τέτοια ποὺ παραπλήσια ποτὲ δὲν ἔνοιωσε ἄνθρωπος. Γιατί αὐτὴ εἶδε τὴ Σταύρωση σὰν μητέρα, ἀλλὰ καὶ σὰν ἄνθρωπος μὲ σωστὴ κρίση, σὰν κάποιος ποὺ μπορεῖ νὰ διακρίνη καθαρὰ τὴν ἀδικία.
12. Ἔπρεπε βέβαια νὰ λάβη μέρος σὲ καθετὶ ποὺ ἔκανε ὁ Υἱός της γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ὅπως τοῦ μετέδωκε τὸ αἷμα καὶ τὴ σάρκα της κι ἔλαβε ἀμοιβαία μέρος στὶς δικές του χάριτες, κατὰ τὸν ἴδιον τρόπο ἔλαβε μέρος καὶ σὲ ὅλους τους πόνους καὶ τὴν ὀδύνη του. Κι Αὐτὸς βέβαια καρφωμένος στὸ σταυρὸ δέχθηκε στὴν πλευρὰ τὴν λόγχη, ἐνῶ διαπέρασε τὴν καρδιὰ τῆς Παρθένου ρομφαία, ὅπως ἀνήγγειλε ὁ ἁγιώτατος Συμεών. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ὅλα τὰ ἄλλα μαρτύρια τὰ προξενοῦσαν οἱ «κύνες» ἐκεῖνοι ἀπὸ κοινοῦ στὸν Υἱὸ καὶ στὴ μητέρα. Τὸ ἴδιο κι ὅταν χρησιμοποιώντας παλαιοτέρους λόγους του τὸν κατηγοροῦσαν σὰν ἀλαζόνα κι ὅταν τὸν ὀνόμαζαν πλάνο κι ἀγωνίζονταν ν’ ἀποδείξουν τὴν πλάνη του.
Ἔτσι, χάρις σ’ αὐτὲς τὶς ὁμοιότητες αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη ποὺ ἔγινε «σύμμορφος» μὲ τὸ θάνατο τοῦ Σωτήρα καὶ γι’ αὐτὸ ἔλαβε πρὶν ἀπὸ ὅλους μέρος καὶ στὴν ἀνάστασή Του. Γιατί, ὅταν ὁ Υἱὸς της διέλυσε τὴν τυραννία τοῦ Ἅδη κι ἀναστήθηκε, τὸν εἶδε βέβαια καὶ τὸν ἄκουσε καὶ τὸν προέπεμψε, ὅσο ἦταν δυνατόν, καθὼς ἔφευγε γιὰ τὸν οὐρανὸ καὶ πῆρε, μετὰ τὴν Ἀνάληψη, τὴ θέση του ἀνάμεσα στοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς ἄλλους συντρόφους του, αὐξάνοντας ἔτσι τὶς εὐεργεσίες μὲ τὶς ὁποῖες Ἐκεῖνος εὐεργέτησε τὴν ἀνθρώπινη φύση, «ἀναπληρώνοντας», δηλαδή, πιὸ ἄξια ἀπὸ ὅλους «τὰ ὑστερήματα τοῦ Χριστοῦ». Γιατί σὲ ποιὸν ἄλλο μποροῦσε ὅλα αὐτὰ νὰ ταιριάζουν παρὰ στὴ μητέρα;
Ἦταν ὅμως ἀνάγκη ἡ παναγία ἐκείνη ψυχὴ νὰ χωρισθῆ ἀπὸ τὸ ὑπεράγιο ἐκεῖνο σῶμα. Καὶ χωρίζεται βέβαια καὶ ἑνώνεται μὲ τὴν ψυχὴ τοῦ Υἱοῦ της, μὲ τὸ πρῶτο φῶς ἑνώνεται τὸ δεύτερο. Καὶ τὸ σῶμα, ἀφοῦ ἔμεινε γιὰ λίγο στὴ γῆ, ἀναχώρησε κι αὐτὸ μαζὶ μὲ τὴν ψυχή. Γιατί ἔπρεπε νὰ πέραση ἀπὸ ὅλους τούς δρόμους ἀπὸ τοὺς ὁποίους πέρασε ὁ Σωτήρας, νὰ λάμψη καὶ στοὺς ζωντανοὺς καὶ στοὺς νεκρούς, νὰ ἁγιάση διὰ μέσου ὅλων τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ νὰ λάβη ἀμέσως μετὰ τὸν ἁρμόζοντα τόπο. Τὸ δέχθηκε ἔτσι γιὰ λίγο ὁ τάφος, τὸ παρέλαβε δὲ καὶ ὁ οὐρανός, αὐτὸ τὸ πνευματικὸ σῶμα, τὴν καινὴ γῆ, τὸ θησαυρὸ τῆς δικῆς μας ζωῆς, τὸ τιμιώτερο ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, τὸ ἁγιώτερο ἀπὸ τοὺς Ἀρχαγγέλους. Ξαναδόθηκε ἔτσι ὁ θρόνος στὸν βασιλιά, ὁ παράδεισος στὸ ξύλο τῆς ζωῆς, ὁ δίσκος στὸ φῶς, στὸν καρπὸ τὸ δένδρο, ἡ μητέρα στὸν Υἱό, ἀξία καθόλα ἀντιπρόσωπος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
13. Ποιὸς λόγος εἶναι ἀρκετὸς γιὰ νὰ ὑμνήση, ὢ μακαρία, τὴν ἀρετή σου, τὶς χάριτες πού σοῦ δώρισε ὁ Σωτήρας, αὐτὲς πού Σὺ δώρισες στὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων; Κανείς, ἔστω κι ἂν «λαλῆ τὶς γλῶσσες τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ἀγγέλων», ὅπως θάλεγε ὁ Παῦλος. Προσωπικά μοῦ φαίνεται ὅτι τὸ νὰ καταλαβαίνη κανεὶς καὶ νὰ διακηρύσση σωστὰ καὶ ὅπως πρέπει τὰ μεγαλεῖα Σου ἀποτελεῖ τμῆμα τῆς αἰώνιας μακαριότητας, ποὺ ἀπόκειται στοὺς δικαίους. Γιατί κι αὐτὰ «ὀφθαλμὸς δὲν τὰ εἶδε καὶ αὐτὶ ἀνθρώπινο δὲν τὰ ἄκουσε» κι «ὁ κόσμος ὁλόκληρος δὲν μπορεῖ νὰ τὰ χωρέση», σύμφωνα μὲ τὸν περιώνυμο Ἰωάννη. Τὰ δικά Σου μεγαλεῖα ἀνήκουν μόνο στὸ χῶρο ἐκεῖνο ὅπου ὁ οὐρανὸς εἶναι καινὸς καὶ ἡ γῆ καινή, τὸ χῶρο ποὺ φωτίζεται ἀπὸ τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, ὁ ὁποῖος Ἥλιος οὔτε προηγεῖται οὔτε ἕπεται ἀπὸ τὸ σκοτάδι, ἐκεῖ ὅπου ὑμνητὴς τῶν μεγαλείων Σου εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας καὶ Ἄγγελοι αὐτοὶ ποὺ χειροκροτοῦν. Σ’ αὐτὸν μόνο πράγματι τὸ χῶρο μπορεῖ νὰ Σοῦ προσφερθῆ ἡ ὑμνωδία πού Σοῦ ἀξίζει. Οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀδύνατον νὰ ὁλοκληρώσουμε τὴν ὕμνησή Σου. Τόσο μόνο μποροῦμε νὰ Σὲ ὑμνήσουμε, ὅσο χρειάζεται γιὰ νὰ ἁγιάσουμε τὴ γλώσσα καὶ τὴν ψυχή μας. Γιατί καὶ μόνο ἕνας λόγος καὶ μία ἀνάμνηση, ποὺ ἀναφέρεται σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ δικά Σου μεγαλεῖα, ἀνυψώνει τὴν ψυχὴ καὶ κάνει καλύτερο τὸ νοῦ καὶ μᾶς μετατρέπει ὅλους ἀπὸ σαρκικοὺς σὲ πνευματικοὺς καὶ ἀπὸ βέβηλους σὲ ἁγίους.
Ἀλλ’, ὢ Παρθένε, Σὺ ποὺ εἶσαι κάθε ἀγαθό, καθετὶ ποὺ ξέρουμε σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ κι ὅ,τι θὰ μάθουμε, ὅταν ἀφήσουμε τὸν κόσμο! Ὢ Σύ, ποὺ ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου ὁδήγησες καὶ τοὺς ἄλλους πρὸς τὴ μακαριότητα καὶ τὴν ἁγιωσύνη! Ὢ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καὶ φῶς τοῦ κόσμου καὶ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Σωτήρα καὶ θύρα καὶ ζωή, Σὺ ποὺ εἶσαι ἀξία νὰ ὀνομάζεσαι μὲ ὅλα ἐκεῖνα τὰ ὀνόματα μὲ τὰ ὁποῖα προσφωνήθηκε γιὰ τὴ σωτηρία ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Σωτήρας. Γιατί αὐτὸς εἶναι ὁ αἴτιος καὶ Σὺ ἡ «συναίτιος» τοῦ δικοῦ μου ἁγιασμοῦ καὶ ὅλων ἐκείνων τὰ ὁποῖα ἀπὸ τὸ Σωτήρα διὰ μέσου Σου καὶ τῶν δικῶν Σου ἀπήλαυσα μόνο. Αἷμα δικό Σου εἶναι τὸ αἷμα ποὺ καθαρίζει τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Δικό Σου μέλος εἶναι τὸ σῶμα μέσα στὸ ὁποῖο ἁγιάστηκα, μέσα στὸ ὁποῖο βρίσκεται ἡ Καινὴ Διαθήκη καὶ κάθε ἐλπίδα σωτηρίας. Δικό Σου σπλάχνο εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὢ Σὺ Παρθένε, ποὺ εἶσαι ἀνώτερη ἀπὸ κάθε ἔπαινο κι ἀπὸ κάθε ὄνομα, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ σὲ χαρακτηρίση, δέξου αὐτὸν τὸν ὕμνο μας καὶ μὴν παραβλέψης τὴν προθυμία. Καὶ δῶσε νὰ μπορέσουμε νὰ κατανοήσουμε καὶ νὰ ψάλλουμε κάπως καλύτερα τὰ μεγαλεῖα Σου καὶ τώρα, σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν, στὴν αἰωνία. Ἀμήν.
ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΣ - Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Στην Εκκλησία ο θάνατος γίνεται πανηγύρι. Δεν λέγεται θάνατος ή τελευτή. Αποκαλείται «Κοίμηση». Δεν εξαντλούνται τα πάντα στο εδώ και τώρα. Υπάρχει το γεγονός της μετά του τάφου η αιώνια ζωή. Ὁ Χριστιανός πιστεύει ότι κοιμάται προσωρινώς, για να ξυπνήσει στην αιωνιότητα. Ὁ θάνατος, με την Ανάσταση του Χριστού, γίνεται ένας μεγάλος ύπνος. Αυτό το πανηγύρι, την ελπίδα της αιώνιας βασιλείας, την αγάπη μας στην Παναγία Μητέρα όλων μας, θα δούμε και μέσα από αυτή την παρουσίαση μας, τιμώντας την Κοίμηση της Θεοτόκου . Η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι μια Θεομητορική εορτή των Χριστιανικών Εκκλησιών, η οποία εορτάζεται στις 15 Αυγούστου. Στην Ελλάδα γιορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα σε πολλά μέρη της χώρας, ονομάζεται δε και «Πάσχα του καλοκαιριού». Κατά την παράδοση, όταν η Παναγία πληροφορήθηκε άνωθεν τον επικείμενο θάνατό της, προσευχήθηκε στο όρος των Ελαιών, ετοιμάστηκε και ανέφερε το γεγονός στους Αποστόλους. Επειδή κατά την ημέρα της κοίμησης δεν ήταν όλοι οι Απόστολοι στα Ιεροσόλυμα, μια νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε κοντά της. Την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανής. Μετά από τρεις μέρες ο τάφος ήταν άδειος. Η Παναγία ανελήφθη στους ουρανούς.
Κατά την παράδοση, είθισται περίοδος νηστείας για τη συγκεκριμένη εορτή, που καθιερώθηκε τον 7ο αιώνα. Αρχικά ήταν χωρισμένη σε δύο περιόδους, εκείνη πριν την γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα και εκείνη πριν της γιορτής της Κοίμησης της Θεοτόκου. Το 10ο αιώνα, συνενώθηκαν σε μια νηστεία που περιλαμβάνει 14 ημέρες και ξεκινά την 1η Αυγούστου. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης νηστείας, νηστεύεται το λάδι εκτός του Σαββάτου και της Κυριακής, ενώ στη γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα καταλύεται το ψάρι. Κατά τη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου καταλύονται τα πάντα, εκτός κι αν η γιορτή πέσει σε ημέρα Τετάρτη ή Παρασκευή, οπότε καταλύεται μόνο το ψάρι.
Στις 15 Αυγούστου χιλιάδες πιστών με την ψυχή γεμάτη ελπίδα και κατάνυξη, προστρέχουν στα αμέτρητα προσκυνήματα, όπου λιτανεύονται οι θαυματουργές εικόνες της Παναγίας για να μαρτυρήσουν τη πίστη τους στο πρόσωπο της Μητέρας του Θεανθρώπου και να την ικετέψουν να μεσολαβήσει στον Υιό της για τη σωτηρία της ψυχής τους, αφού, σύμφωνα με τη θρησκευτική παράδοση η Παναγία λίγο πριν τη μετάστασή της στους Ουρανούς υποσχέθηκε ότι δεν θα σταματήσει να φροντίζει για όλον τον κόσμο και θα γίνει η μεσίτρια στον Υιό της για τη σωτηρία της ανθρωπότητας.
Η Παναγία, όμως, δεν έχει μόνο θρησκευτική σημασία για τους Έλληνες αλλά και εθνική, αφού πολλές φορές το πρόσωπό της έχει συνδεθεί με τους αγώνες του έθνους και έτσι ο ελληνικός λαός την τιμά και τη σέβεται περισσότερο από κάθε άλλο ιερό πρόσωπο.
Ο Αύγουστος είναι η εποχή διακοπών και ξεγνοιασιάς για τους σύγχρονους Έλληνες. Μήνας «προσκυνήματος» των Ελλήνων και των Αποδήμων αδελφών μας στα άγια χώματα των περήφανων πλην ερημωμένων χωριών της Ελληνικής υπαίθρου που κάθε χρόνο αυτές τις μέρες ξαναπαίρνουν ζωή και κουράγια. Επίσης είναι ο Μήνας της Παναγιάς η γιορτή της μετάστασής της ισοδυναμεί με Πάσχα. Άρρηκτα δεμένα η πίστη και η παράδοση, σ' ένα μείγμα που χαρακτηρίζεται ως Ελληνική ταυτότητα, μια και παίρνει τις εκφράσεις όλων των αισθημάτων και συναισθημάτων κάθε τόπου κάθε περιοχής, κάθε τοπικής κοινωνίας.
Ο Δεκαπενταύγουστος είναι μια μέρα κατά την οποία η ορθόδοξη Ελληνική ψυχή στρέφει τα μάτια της με βαθειά κατάνυξη και προσμονή προς την υπεραγία Θεοτόκο. Η ψυχή του λαού μας είναι στενά συνδεδεμένη με το μυστήριο το οποίο δημιουργούν για την Παναγιά οι θρύλοι και οι ιστορίες γύρω από το όνομά της. Η μεγάλη πίστη που τρέφει ο λαός μας προς την Παναγία είναι ο φάρος που φωτίζει την πολυκύμαντη ζωή του και των εθνικών του αγώνων. Η Παναγιά είναι παρούσα σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του λαού και του έθνους μας γιατί μόνο κοντά της ο μικρός και αδύναμος άνθρωπος κλυδωνισμένος από τα ισχυρά κύματα των δοκιμασιών, των πόνων και δακρύων, των θλίψεων και κακιών, βρίσκει καταφυγή και παρηγοριά. Μόνο κοντά στην Παναγιά κατευνάζεται η ορμή της δοκιμασίας, διαλύονται τα μαύρα σύννεφα της θλίψης, λησμονείται ο πόνος, σταματούν τα δάκρυα και ο άνθρωπος ζει εν ειρήνη και αγαλλίαση. Οδηγήτρια και υπέρμαχος του έθνους μας η Παναγιά στάθηκε στις δύσκολες στιγμές αρωγός στους αγώνες του.
Η Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της χριστιανοσύνης, ενώ η προετοιμασία των πιστών αρχίζει από την 1η Αυγούστου με τη νηστεία που διαρκεί μέχρι τον Δεκαπενταύγουστο, αποτελώντας για τους Ορθόδοξους χριστιανούς το «Πάσχα του καλοκαιριού» όπως αανφερθήκαμε και πιο πάνω.
Ορισμένα από τα Ονόματα που έχουν δοθεί στην Παναγιά
Τα ονόματα της Παναγίας που ο λαός έχει δώσει στην είναι πολλά. Ο ευσεβής λαός μας αποδίδει στην Παναγιά και διάφορες επωνυμίες δια των οποίων εκδηλώνει τον σεβασμό και ευλάβειά του. Το όνομα της «Παρθένου Μαρίας», το ιερότερο ίσως πρόσωπο της Ορθοδοξίας, συνοδεύεται από ένα μεγάλο αριθμό προσωνυμιών που της έχουν δοθεί, λόγω των ιδιοτήτων της, του χρόνου που γιορτάζει, της θέσης που βρέθηκε η εικόνα της, της τοποθεσίας που βρίσκεται η εκκλησία της. Οι λαϊκές αυτές επωνυμίες αποδίδονται στην Παναγιά από διάφορες αιτίες. Έτσι: Από τον εικονογραφικό τύπο της Παράστασής της έχουμε την Παναγιά βρεφοκρατούσα, γλυκοφυλούσα, ρόδον το αμάραντο, τριχερούσα, θρυηνωδούσα... Από τις Ιδιότητες της Παναγιάς έχουμε την Παναγιά Βαγγελίστρα, Ελεούσα, Μεγαλόχαρη, Ορφανή, Παρηγορήτρια, Οδηγήτρια... Από την Παλαιότητα της εικόνας της έχουμε Παναγιά Μαχαιρωμένη, Παλαιοπαναγιά, Μαυριώτισσα... Από τον τρόπο Εύρεσης της εικόνας της έχουμε την Παναγιά Θεοσκέπαστη, Μυρτιδιώτισσα, Σπυλαιώτισσα, Κρεμαστή, Πλατανιώτισσα... Από τον Τόπο Προέλευσης έχουμε την Παναγιά την Ατταλιώτισσα, Καναλιώτισσα, Ξενιά, Πολίτισσα, Παναγιά Σουμελά...
Λόγω τη Τοποθεσίας που βρέθηκε η Εικόνα της ή όπου υπάρχει ο Ναός της, της δίδονται επίθετα όπως, Παναγία η Σουμελά (στο όρος Μελά), Παναγία η Μελικαρού (στη Σκύρο), Παναγία η Φοδελιώτισσα (στο Φόδελε Ηρακλείου), Παναγία η Λιθινιώτισσα (Λιθίνες Σητείας), Παναγία η Θαλασσινή, (στην Ανδρο, σε βράχο μέσα στη θάλασσα), Παναγία η Ανέμη, (στη Σαμοθράκη επειδή φυσά δυνατός άνεμος σε ξωκλήσι της). Στη Μάνη, την ονομάζουν Παναγία η Γιάτρισσα για τις θεραπευτικές της ικανότητες, στη Σαμοθράκη, Παναγία η Κουφή γιατί θεραπεύει προβλήματα ακοής, στις Σέρρες Παναγία η Λεχούσα γιατί προστατεύει τις λεχώνες. Προσωνυμίες της δίδονται επίσης, λόγω της ημερομηνίας που γιορτάζει. Έτσι στην Σίφνο, βρίσκεται η Παναγιά η Δεκαπεντούσα, (γιορτάζει τον Δεκαπενταύγουστο), στη Σαντορίνη Παναγιά η Τριτιανή (γιορτάζει την τρίτη μέρα του Πάσχα), στη Σαμοθράκη Παναγιά η Εικοσπενταρούσσα (γιορτάζει της Μεσοπεντηκοστή).
Ιδιαίτερα γνωστά είναι επίσης τα επίθετα Μεγαλόχαρη και Φανερωμένη. Η δεύτερη προσωνυμία, αποδίδεται σε εικόνες που φανέρωσαν την ύπαρξη τους με κάποιο θαύμα. Πολλές φορές, αυτό γίνεται μέσω κάποιου οράματος, όπως η εμφάνιση της Παναγίας, στη μοναχή Πελαγία και η εν συνεχεία ανεύρεση της εικόνας της στις 30 Ιανουαρίου του 1823.
Ορισμένες περιοχές που είναι ιδιαίτερα ονομαστές για την Γιορτή της Παναγιάς του Δεκαπενταγουστου
Με επίκεντρο την Παναγία της Τήνου και την Παναγία Σουμελά εορτάζεται σε ολόκληρη τη χώρα η Κοίμηση της Θεοτόκου. Η Παναγία, το ιερότερο από τα πρόσωπα της Ορθοδοξίας, δοξάζεται σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, αλλά και στις χώρες τις Διασποράς, όπου διαμένουν οι Απόδημοι Έλληνες. Πιο κάτω θα σας περιγράψουμε μια χαρακτηριστική εικόνα της Κοίμησης της Θεοτόκου.
Στην εικόνα αυτή με το ελλειψοειδές σχήμα παριστάνονται η Κοίμηση της Θεοτόκου, η Μετάσταση και το επεισόδιο του Ιεφωνία. Η Κοίμηση της Θεοτόκου με τη μεγάλη νεκρική κλίνη, τον Χριστό που παραλαμβάνει την ψυχή της Παναγίας, τους αποστόλους και τους δύο υμνογράφους, Ιωάννη Δαμασκηνό και Κοσμά Μελωδό, αναπτύσσεται στο κεντρικό τμήμα της επιφάνειας. Οι απόστολοι έρχονται από τα πέρατα του κόσμου επάνω σε δύο νεφελώματα. Όπως συνηθίζεται, το επεισόδιο με τον αρχάγγελο Μιχαήλ που κόβει τα χέρια του Ιεφωνία, παριστάνεται σε μικρότερη κλίμακα μπροστά από την κλίνη και στον ουρανό βρίσκεται η Μετάσταση της Θεοτόκου. Στο τελευταίο επεισόδιο η Παναγία μεταφέρεται επάνω σε νεφέλωμα από δύο αγγέλους στον ουρανό. Δύο άλλοι άγγελοι έχουν ανοίξει τις πύλες του ουρανού για να την υποδεχτούν. Η κορνίζα είναι ξυλόγλυπτη με διάτρητη διακόσμηση σε στυλ μπαρόκ, που περιλαμβάνει την αετωματική επίστεψη, αγγέλους, γιρλάντες και ερωτιδείς. Αλλά ας μελετήσουμε περιλιπτικά τις Παναγιές των Περιοχών.
Η Παναγία της Τήνου
Η εικόνα της Παναγίας της Τήνου βρέθηκε στις 30 Ιανουαρίου του 1823, έπειτα από πολλές προσπάθειες και με την υπόδειξη της Παναγίας στη μοναχή Πελαγία, στην ιστορική Μονή της «Κυράς των Αγγέλων», στο Κεχροβούνι. Η αξίνα χτύπησε σε ξύλο και η εικόνα κόπηκε στα δύο. Αλλά κόπηκε στη μέση, χωρίς να χαλάσουν οι μορφές της Παρθένου και του αρχαγγέλου Γαβριήλ. Με Βασιλικό Διάταγμα του 1836, καθιερώθηκε ο εορτασμός της Παναγίας στην Τήνου να είναι οκταήμερος και διαρκεί έως τα «εννιάμερα της Θεοτόκου», στις 23 Αυγούστου, όπου μέσα σε ατμόσφαιρα συγκίνησης, κατάνυξης και σεβασμού, ψάλλονται ύμνοι και εγκώμια, μπροστά στον επιτάφιο και την εικόνα.
Παναγία Σουμελά
Η Παναγία Σουμελά αποτελεί το σύμβολο της ποντιακής πίστης, αν και η πρώτη ονομασία της θαυματουργής εικόνας ήταν Αθηνιώτισσα. Την εικόνα της Παναγίας Σουμελά αγιογράφησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς και μετά το θάνατό του τη μετέφερε στην Αθήνα ο μαθητής του Ανανίας και την τοποθέτησαν σε περικαλλή ναό της Θεοτόκου. Έτσι αρχικά ονομάστηκε ως Παναγία η Αθηνιώτισσα. Στο τέλος του 4ου αιώνα (380-386 μ.Χ.), η Παναγία η Αθηνιώτισσα εμφανίστηκε ως όραμα στους μοναχούς Σωφρόνιο και Βαρνάβα, στη Αθήνα και τους κάλεσε στην εκκλησία. Εκεί είδαν την εικόνα να σηκώνεται από το προσκυνητάρι, να βγαίνει από το παράθυρο και να πετάει προς τα ουράνια. Συγχρόνως, άκουσαν την Θεοτόκο να λέει: «Πηγαίνω στην Ανατολή. Προπορεύομαι στο όρος Μελά. Ακολουθήστε με...». Οι μοναχοί την ακολούθησαν και στο όρος Μελά, στον Πόντο, όπου στάθηκε, κτίστηκε μεγάλος Ναός και Μονή. Έτσι η εικόνα πήρε την ονομασία Σουμελά από τη φράση «στου Μελά».
Η Παναγία στο Μικρόκαστρο Κοζάνης
Ιδιαίτερος είναι ο εορτασμός του Δεκαπενταύγουστου στο ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας στο Μικρόκαστρο του δήμου Σιάτιστας. Κάθε χρόνο χιλιάδες πιστοί προσκυνούν την εικόνα της Παναγίας που χρονολογείται από το 1603, ενώ εντύπωση προκαλεί η αναβίωση του εθίμου των προσκυνητών καβαλάρηδων από τη Σιάτιστα. Το έθιμο των καβαλάρηδων προσκυνητών έρχεται από την τουρκοκρατία, όταν αποτελούσε μια ευκαιρία στους σκλαβωμένους να δείξουν τη λεβεντιά και τον πόθο τους για λευτεριά. Στις 14 και 15 Αυγούστου όλη η Σιάτιστα δονείται στους ρυθμούς των χάλκινων και του ασταμάτητου γλεντιού.
Παναγία της Εκατονταπυλιανής
Ο ναός της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής βρίσκεται στην Παροικία, της Πάρου. Για το ναό αυτό υπάρχουν δύο ονομασίες: «Καταπολιανή» και «Εκατονταπυλιανή». Σύμφωνα με την παράδοση η Κατοπολιανή έχει ενενήντα εννέα φανερές πόρτες, ενώ η εκατοστή είναι κλειστή και δεν φαίνεται. Η πόρτα αυτή θα φανεί και θα ανοίξει, όταν οι Έλληνες πάρουν την Πόλη. Πολλές παραδόσεις αναφέρονται στην ίδρυση της Εκατονταπυλιανής. Η πρώτη μας πληροφορεί ότι, όταν η Αγία Ελένη μητέρα πήγαινε στην Παλαιστίνη για να βρει τον Τίμιο Σταυρό, έφτασε στην Πάρο και προσευχήθηκε σε έναν μικρό ναό που βρίσκονταν στη θέση της Εκατονταπυλιανής. Κατά την προσευχή της έκανε τάμα ότι αν βρει τον Τίμιο Σταυρό, να χτίσει στη θέση αυτή έναν μεγάλο ναό. Η προσευχή της εισακούστηκε, βρήκε τον Τίμιο Σταυρό και, πραγματοποιώντας το τάμα της, ανήγειρε τον μεγαλόπρεπο ναό της Εκατονταπυλιανής. Μια δεύτερη παράδοση αναφέρει ότι το τάμα της Αγίας Ελένης ολοκλήρωσε ο γιος της Άγιος Κωνσταντίνος, αυτοκράτορας του Βυζαντίου, καθώς η ίδια δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή της.
Παναγία στην Κεφαλονιά
Στη νότια Κεφαλονιά, κοντά στο χωριό Μαρκόπουλο, βρίσκεται ο ναός της Κοιμήσεως. Εκεί από την εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (6 Αυγούστου) εμφανίζονται μέσα κι έξω από τον ναό φίδια. Είναι τα λεγόμενα «φίδια της Παναγίας». Στο μέρος αυτό, όπως λέει η παράδοση, υπήρχε ένα παλιό μοναστήρι της Παναγιάς, μεγάλο και πλούσιο. Όταν το μοναστήρι δέχτηκε επίθεση από πειρατές οι καλόγριες για να μην πέσουν στα χέρια τους παρακάλεσαν την Παναγία να τις κάνει πουλιά ή φίδια. Έτσι σαν φίδια Ιερά πλέον γυρίζουν κάθε χρόνο στις αρχές του Αυγούστου και όσο περνούν οι μέρες πληθαίνουν και την παραμονή της Κοιμήσεως αυξάνονται υπερβολικά. Τα φίδια είναι γκρίζα, λεπτά, και δεν περνούν το μέτρο. Στο πλατύ τους κεφάλι σχηματίζεται ένας μικρός σταυρός, καθώς επίσης και στην άκρη της λεπτής γλώσσας τους. Σύμφωνα με την παράδοση αν κάποια χρονιά τα φίδια δεν παρουσιασθούν, είναι κακό σημάδι. Αυτό συνέβη το 1940, καθώς και το 1953, οπότε δοκιμάσθηκε το νησί από τους σεισμούς.
Η Παναγία στην περιοχή Καλαμπάκας
Η περιοχή της Καλαμπάκας, όπως και ολόκληρη η Ελλάδα, τιμά ιδιαίτερα την Παναγία κάτι που αποδεικνύεται από το πλήθος των εκκλησιών και μοναστηριών που αναφέρονται στο πρόσωπό της. Πολλές είναι και οι εικόνες που δίνουν, η κάθε μία με ξεχωριστό και ιδιαίτερο τρόπο, αυτό το στοιχείο που ο λαός αντιλαμβάνεται και θέλει να προσδώσει στο πρόσωπο της Παναγίας. Κατ' αρχήν υπάρχει η ανεκτίμητης αξίας αμφιπρόσωπη εικόνα του Αρχαίου Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλαμπάκας όπου από τη μια πλευρά εικονίζεται η κοίμησή της και από την άλλη η σταύρωση του κυρίου. Είναι η Παναγιά της Καλαμπάκας (Παναγιά η Καλαμπακιώτισσα) αφού έτσι αντιμετωπίζεται από τους Καλαμπακιώτες. Η εικόνα λόγω των περιπετειών που είχε στο παρελθόν (εκλάπη δυο φορές) φυλάσσεται, για λόγους ασφαλείας, στην Ι. Μονή Βαρλαάμ απ' όπου και μεταφέρεται τον δεκαπενταύγουστο για προσκύνημα στον ναό της. Η εικόνα σύμφωνα με απόψεις ειδικών είναι της Παλαιολογείων χρόνων ΙΔ΄ αιων. δώρο Ιωάννου Καντακουζινού και Θεοδώρας Καντακουζινής ενώ κατ' άλλους (καθ. Ευθ. Τσιγαρίδας) είναι έργο του μεγάλου κρητικού ζωγράφου Θεοφάνη Στρελίτζα Μπάθα (1527) χρόνια που αγιογράφησε το καθολικό της Μονής Αγίου Νικολάου αναπαυσά Μετεώρων.
Στην Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου υπάρχουν δυο εικόνες της Παναγιάς. Στη μια (δεσποτική εικόνα τέμπλου) εμφανίζεται με βασιλική περιβολή κρατώντας στο αριστερό χέρι τον Ιησού Χριστό και στο δεξί άνθος. Πρόκειται για την Παναγιά «Ρόδον το αμάραντον» έργο, σύμφωνα με επιγραφή στο αριστερό τμήμα της εικόνας, κάποιου αναγνώστου οικονόμου Καπετσοβίτου εκ Ζαγορίου (12 Μαρτίου 1790). Η δεύτερη (επαργυρωμένη) είναι η Παναγιά Γλυκοφιλούσα της Καναλιώτισσας. Πρόκειται για έργα παλαιολογείας περιόδου 14ου αιώνα (1388 – 1393) και πιθανόν προέρχονται από το τέμπλο του αρχικού καθολικού της Μονής. Φέρει το όνομα Καναλιώτισσα γιατί προέρχεται κατά την παράδοση, από την γυναικεία Μονή Λοξάδας ή Λυκουσάδας της Λοξάδας Καρδίτσας κοντά στα Κανάλια Καρδίτσας η οποία κατά την Τουρκοκρατία ήταν μετόχι του Μεγ. Μετεώρου.
Η μονή είχε ιδρυθεί από τη Βασίλισσα – Μοναχή Υπομονή Δούκαινα Κομνηνή σαν παραλαύριο του Μοναστηριού Αγίας Τριάδας Μετεώρων η δε εικόνα αποτελεί το μόνο σωζόμενο κειμήλιο μετά την πυρπόλησή της από τους Τούρκους. Η εικόνα, σύμφωνα με το έθιμο μεταφέρεται από την Μονή του Μεγ. Μετεώρου και εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα ένα μήνα κάθε χρόνο (6 Αυγούστου – 6 Σεπτεμβρίου) στη Λοξάδα και τα Κανάλια Καρδίτσας. Η Θεοτόκος Υψηλοτέρας ήταν το ομώνυμο μοναστήρι των Μετεώρων που αποκαλούνταν και Μονή των Καλλιγράφων όπου στο τέλος του 14ου και αρχή του 15ου αιώνα, ήκμασε σχολή βιβλιογράφων και τιμώνταν τα εισόδεια της Θεοτόκου.
Στην διαλυμένη Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου (τοποθεσία «Νέγκρι» δίπλα στον ομώνυμο παραπόταμο Ασπροποτάμου), υπήρχε πριν την πυρπόληση της από τους Γερμανούς, εικόνα της Παναγίας Γαλακτοτροφούσας με εγχάρακτη αφιέρωση που μεταξύ άλλων ανέφερε: «...Η παρούσα εικών, γαλακτοτροφούσα επικαλουμένη, από Βενετίας ηνέχθη εν έτεσιν 1761... ήτις εστίν παλαιοτάτη των Γότθων ιστορία...». Ανάλογες είναι και οι εικόνες της Παναγιάς Βυτουμά και Σταγιάδων.
Λαογραφικά του Δεκαπενταυγούστου
Η Καθηγ. Μιχ. Μερακλή χαρίζει τις γνώσεις σε όλους τους Έλληνες , Κυπρίους Ομογενείς και Απόδημους αδελφούς μας όσον αφορά τον Δεκαπενταυγουστο. Και αναφέρει:
"... Ο Γεώργιος Μέγας, στό βιβλίο του γιά τά λατρευτικά έθιμα (βασικό γιά ζητήματα τού θρησκευτικού εορτολογίου στή λαϊκή εκδοχή τους), αφού σημειώσει ότι οι μεγαλύτερες γιορτές τού Αυγούστου είναι τής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (στίς 6 τού μηνός) καί της Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, κάνει στή συνέχεια τήν εξής παρατήρηση: «Αλλά οι μεγάλες θρησκευτικές γιορτές δέν παρουσιάζουν πάντοτε τό μεγαλύτερο λαογραφικό ενδιαφέρον». Καί ειδικά γιά τή γιορτή τού Δεκαπενταύγουστου γράφει: «Αν εξαιρέσουμε τόν Επιτάφιο τής Παναγίας, όπου σέ μερικούς τόπους, όπως στήν Πάτμο, τήν Κασσιόπη τής Κέρκυρας κ.ά., στολίζεται μέ λουλούδια καί περιφέρεται, ενώ οι πιστοί ακολουθούν μέ αναμμένα κεριά, καί τά κατά τόπους πανηγύρια καί τίς λιτανείες τής 15ης Αυγούστου, δέν έχουμε ν' αναφέρουμε άλλα ιδιαίτερα τής ημέρας αυτής». Προσθέτει ωστόσο κάτι, που πρέπει νά δεχθούμε ότι ανάγεται πλέον στό παρελθόν, παρά τη χρήση του παροντικού χρόνου (η πρώτη έκδοση τού βιβλίου έγινε το 1956, πρίν, λοιπόν, από μισόν αιώνα σχεδόν): «Σε μερικούς μόνο τόπους συνηθίζουν νά κάνουν τότε τά συμβόλαια οι τσελιγκάδες μέ τούς πιστικούς (βοσκούς), ν' απαλλάσσονται οι υπηρέτες από κάθε εργασία καί νά παρέχεται απολυσιό, δηλαδή ελευθερία νά μπαίνουν στ' αμπέλια καί τούς κήπους»".
Ο Στίλπων Κυριακίδης δημοσιεύοντας, γιά νά διευκολύνει τούς συλλογείς λαογραφικού υλικού, τα «Ερωτήματα διά τήν λαϊκήν λατρείαν», σημείωνε για τον Δεκαπενταύγουστο: «1. Πανηγύρεις καί τά κατ' αυτάς. Απαρχαί μέλιτος. 2. Παραδόσεις σχετικαί περί ευρέσεως εικόνων τής Παναγίας (εντός θάμνων, επί δένδρων, τοποθέτησις επί αμάξης συρομένης υπό αδαμάστων βοών, ίνα ευρεθή ο τόπος πρός ίδρυσιν τής εικόνος κ.τ.λ.) 3. Εναρξις σφαγής χοίρων».
Πανηγύρια - Θυσίες - Προσφορές
Τελικά συγκροτείται λοιπόν ένα σύνολο εκδηλώσεων. Αναμφισβήτητα η πιο διαδεδομένη - και ενεργότατη, έως σήμερα - είναι αυτή των πανηγυριών, τα οποία άλλωστε συνιστούν μιαν από τις πιο αυθεντικές μαρτυρίες τής ελληνικής (και νεοελληνικής) νοοτροπίας, γιατί συνδυάζουν με τρόπον ιδιάζοντα το θρησκευτικό με το κοσμικό βίωμα.
Τα θρησκευτικά πανηγύρια είναι καθαρές λαϊκές εκδηλώσεις μίας διπλής χαράς, τροφοδοτούμενης απ' τη θρησκευτική πίστη και μιαν ενδοκοσμική αγαλλίαση, όπως αυτή εκπηγάζει από τη δεδομένη ελληνική εξωστρέφεια. Αυτό τον ιδιάζοντα συγκερασμό τής μιας και τής άλλης χαράς, του sacrum και του profanum, εκφράζει με τρόπο σχεδόν συμβολικό και η θυσία, που αποτελεί στοιχείο (και μάλιστα κεντρικό) της γιορτής του Δεκαπενταύγουστου σε πολλά μέρη.
Ο Γεώργιος Αικατερινίδης αναφέρει τουλάχιστον είκοσι παραδείγματα (απ' την Καππαδοκία και την 'Ίμβρο παλιότερα, από τη Θράκη, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, την Εύβοια και τις Σποράδες, την Πελοπόννησο, τα Δωδεκάνησα) ήδη αυτή η διάχυση υποδηλώνει τη μεγάλη διάδοση που πρέπει να είχε - και εξακολουθεί να έχει ως ένα σημαντικό βαθμό - η τέλεση ζωοθυσίας. Μία κατά βάση μεταφυσική ενέργεια, όπως είναι η θυσία, με μυστικιστικό βάθος, εξελίσσεται στις πλείστες από τις περιπτώσεις εν προκειμένω σε αφορμή και πρόκληση για μιαν ευφρόσυνη ξεφάντωση.
Ο Δημήτριος Λουκάτος μιλάει για «τα μεγάλα πανηγύρια» της ημέρας, «τα χαρούμενα και καλοκαιρινά, με τα ελεύθερα φαγοπότια». Εντυπωσιάζει το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις θυσιάζονταν μεγάλα ζώα (βόδια κατεξοχήν) κάποτε μάλιστα και σε μεγάλο αριθμό, δέκα ή δεκαπέντε, όπως στην Ίμβρο ή την Κύμη (όπου τα έβραζαν σε 101 καζάνια!).
Για την περιφορά του επιταφίου της Παναγίας (ανάλογα προς τη νεκρική πομπή, που αναφέρει το συναξάρι της) δίνω ένα παλαιότερο παράδειγμα από την Ικαρία: «Στον Καμαρόκαμπο είναι ένα ξωκκλήσι, η Κοίμηση τής Παναγίας. Εκεί είναι ο επιτάφιος τής Παναγίας, μικρός, μικρότερος από μέτρο. Κάθε χρόνο, την παραμονή της Κοίμησης τής Παναγίας, το δεκαπενταύγουστο, ο ψάλτης τού καταφυγιού παίρνει τον επιτάφιο και τον πηγαίνει στην εκκλησία, στην Αγία Τριάδα. Το βράδυ από νωρίς χτυπούνε οι καμπάνες, γυναίκες και κορίτσια στολίζουνε τον επιτάφιο με λουλούδια, τον ραίνε με λεβάντες, κι όλη τη νύχτα γίνεται αγρυπνία, ψέλνουνε της Παναγίας τα γράμματα και διαβάζουνε προσευχές. Ξημερώματα, τις αυγές, χτυπούνε οι καμπάνες και με ψαλμουδιές κι όλοι με τα αναμμένα κεριά πάνε τον επιτάφιο στον Κακαρόκαμπο και αφού διαβάσουνε την λειτουργία, τον αφήνουνε στο ξωκκλήσι τής Παναγίας ως το χρόνο».
Η προσφορά των απαρχών (ο όρος δηλώνει ότι πρωτοβγαίνει από κάθε προϊόν) στις ανώτερες εκείνες δυνάμεις, που επιτηρούν και ρυθμίζουν τα ανθρώπινα, είναι μία πανάρχαια και καθολική συνήθεια βασισμένη προφανώς στην πρωτογενή αρχή τού dontoles που διέπει και αυτές τις σχέσεις λατρείας τού ανθρώπου προς την υπέρτερη δύναμη ή το θείο. Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι πολλές φορές αυτή η και δεισιδαιμονικά προσδιοριζόμενη αρχή (αν δεν ανταποδώσω στο θείο το καλό που μού έκανε ή θα μού κάνει, αυτό θα με τιμωρήσει) παραβλέπεται ως προς τον ειδικό ντετερμινισμό της, αντ' αυτού γνωρίζει ένα άπλωμα φιλάνθρωπης φροντίδας, η οποία έτσι στρέφεται προς τα εδώ, προς τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους. Πολύ όμορφα το εκφράζει αυτό μία μαρτυρία από τη Θράκη: «Όταν πρωτόβγαινε οπωρικό, δροσιές (αγγουράκια), κουκιά φρέσκα ή άλλο τι, πριν να 'τρωγαν οι ίδιοι, τα 'βρέχανε, γι να δροσισθούνε οι ψυχές, κι ύστερα τα μοίραζαν στη γειτονιά». Κι ακόμα: «Την πρώτη ζυμωσιά απ' το νέο στάρι η νοικοκυρά ζύμωνε δέκα, είκοσι μικρές πίτες, την μία πήγαινε στη βρύση, την έβρεχε και την μοίραζε σ' όσους βρίσκουνταν εκεί ή την έριχναν στο πηγάδι, τις άλλες έδινε στη γειτονιά και στα συγγενικά σπίτια». Ειδικότερα ως προς τις απαρχές του μελιού, που το «τρυγούσαν» κατά κανόνα τον Αύγουστο, έχουμε π.χ. την ακόλουθη μαρτυρία, για ανάλογα ανθρωπιστικά - κοινωνικά μεταπλασμένη χειρονομία: Όταν μετά τον τρυγητό γυρίζουν στα σπίτια τους, οι μελισσουργοί αφήνουν σε μία πέτρα μιαν πίτα, που παίρνει ο πρώτος διαβάτης που θα περάσει από κει. Σαν συναντήσουν κανένα άνθρωπο στο δρόμο τους οι μελισσουργοί, όταν γυρίζουν στα σπίτια τους μετά τον τρυγητό, τού προσφέρουν μέλι και ο δεχόμενος το δώρον αυτό εύχεται: «Και του χρόνου, να τες χιλιάσεις» (εννοείται τις κυψέλες).
Η Κοίμηση της Θεοτόκου
Αλλά η γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, επειδή ακριβώς είναι μεγάλη γιορτή, ασκεί και μιαν ακτινοβολία γύρω της, ώστε να σχηματίζεται ένας «εορταστικός κύκλος», όπως τονίζει ο Δημήτρης Λουκάτος, μάλιστα «καθαρά ελληνικός και ορθόδοξος». Αρχίζει με τις καθημερινές «Παρακλήσεις» από την πρώτη του μηνός, κορυφώνεται ασφαλώς στις δεκαπέντε και εκτείνεται ως τις 23, με την Απόδοση ή τα «Αντίμερα – Εννιάμερα» της Παναγίας. Σ' αυτό το συνεχές παρεμβάλλεται η Μεταμόρφωση τού Σωτήρος, ημέρα, βέβαια, όχι της Παναγίας αλλά του Γυιού της, με τον οποίο ωστόσο έχει καλλιεργηθεί, στη λαϊκή ευσέβεια και φαντασία, μία τρυφερή σχέση. Αλλά είναι η έκτη του Αυγούστου και μία αντίστιξη στην περισυλλογή και σοβαρότητα τουλάχιστον εκείνων των χριστιανών, που νηστεύουν κιόλας ολόκληρο το πρώτο δεκαπενθήμερο (και αν η νηστεία είναι ένα είδος καθαρμού, τότε εννοούμε, γιατί ο Μέγας ονομάζει «νηστευτικό έθιμο» και τον καθαρισμό των χάλκινων αγγείων, με τον οποίον ασχολούνται οι γυναίκες τις ημέρες εκείνες// ο καθαρμός έπρεπε να επεκτείνεται και στα πράγματα, αφού όλα όσα καταλαμβάνουν χώρο μέσα στον χρόνο, υπόκεινται στη μοίρα του να ρυπαίνονται και να μιαίνονται): η Μεταμόρφωση τού Σωτήρος είναι μία «μέρα χαρούμενη, που επιτρέπει και τη διακοπή τής νηστείας τού Δεκαπενταύγουστου, με ψάρι και σκορδαλιά». Είναι και η κατ' εξοχήν ημέρα προσφοράς απαρχών των σταφυλιών// προσφοράς απαρχών των σταφυλιών// την κράτηση στη μνήμη τους και οι ποιητές: Τής Μεταμορφώσεως. «Ένα πανέρι με μαύρα σταφύλια έξω απ' την εκκλησιά, πώς μοσχοβολούσαν!».
Ο εκκλησιαστικός όρος «απόδοσις» της Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, που σημαίνει τη μετά οκτώ ημέρες κανονικήν επανάληψη μίας γιορτής, για το λαϊκό γλωσσικό αίσθημα σχεδόν δεν σημαίνει τίποτα// έτσι, όπως εύστοχα παρατηρήθηκε, «ο λαός θυμήθηκε το εννιάμερο μνημόσυνο που κάνει στους δικούς του τούς νεκρούς, και θεώρησε την Απόδοση ένα ανθρώπινο μνημόσυνο ("τής Παναγίας τα νιάμερα")».
Αυτή η quasi εξανθρώπιση της Παναγίας (ιδιαίτερα, αλλά όχι και αποκλειστικά) παραπέμπει με τον τρόπο της στην ιδιαίτερη προσέγγιση που πραγματοποιεί συνήθως ο «Έλληνας στα θεϊκά και μεταφυσικά, μικραίνοντας ως το βαθμό μίας στενής οικειότητας την (αβυσσαλέα σε άλλους) απόσταση που χωρίζει το εδώ απ' το επέκεινα. 'Έτσι δεν είναι ο θεός κάποιος Deus absconditus// αυτός ο κόσμος με το συναίσθημά του, την εξωστρέφεια και την κοινωνικοποιητική φορά του έχει σχεδόν καταργήσει το «μη μού άπτου» - αγγίζει τον Θεό». Αυτό ισχύει, όπως είπα, σε υπέρτερο βαθμό για την Παναγία. Γι' αυτό και η γιορτή της και το σχεδόν παντού αξεχώριστο απ' αυτή πανηγύρι της τελούνται σε μέγα πλήθος τόπων, στις «αναρρίθμητες σε βουνά και σε νησιά εκκλησίες τής "Παναγίας τού Δεκαπενταύγουστου"».
Συντέλεσε σ' αυτή την εξοικείωση και η βαθύτερη ανάγκη παραδοχής τής γυναικείας οντότητας ως πηγής γονιμότητας και μητρότητας (και η παρθένος Μαρία γέννησε παιδί) αλλά και του κόσμου των συναισθημάτων, ιδίως εκείνων που συσχετίζονται με τη μητρότητα και δένουν με τη μοναδικότητα τής σχέσης μητέρας - παιδιού. Εδώ φαίνεται πως έδωσε έμφαση και η χριστιανική διδασκαλία και πράξη. Η Παναγία δεν είναι η Μεγάλη Θεά τής γονιμότητας, αλλά το καταφύγιο των οδυνωμένων, η Μεγάλη Δύναμη τού ελέους, η Μητέρα των παιδιών που επιζητεί την απαλλαγή τους, χωρίς να εξετάζει τον βαθμό τής ενοχής τους.
Οπωσδήποτε είναι ανθρωπολογικά κατανοητό ότι, παρά την ιστορική αλληλοδιαδοχή θρησκειών, μία νοητή αλλά και ρεαλιστικά υπαρκτή γραμμή συνδέει τις μορφές αυτής τής γυναικείας οντότητας. Από την εξαιρετικά πλούσια βιβλιογραφία αναφέρω μία πρόσφατη εργασία, που εξετάζει «την επίδραση των θρησκειών της Μητέρας Θεάς στη διαμόρφωση της Μαριαλογίας, η οποία αφενός διατήρησε και αφετέρου ανέπτυξε ορισμένες από τις ευγενέστερες ιδέες της αρχαίας θρησκείας».
Η ποίηση του Δεκαπενταύγουστου
Η λαογραφία είναι από τις επιστήμες εκείνες (τουλάχιστον όταν, εκτός από κοινωνιολογική επιστήμη Sozialwissenschaft, παραμένει, συνδυαστικά, και επιστήμη τού πνεύματος Geisteswissenschaft), που μπορούν να συνδιαπλέκουν στις θεωρήσεις τους λ.χ. το θρησκευτικό φαινόμενο με την ανθρωπολογία αλλά και με την ποίηση. Στην περίπτωση της Κοιμήσεως τής Θεοτόκου η συνδιαπλοκή με την τελευταία γίνεται αφ' εαυτής, αφού επί δεκατέσσαρες ημέρες ψάλλονται στις εκκλησίες κείμενα (τού Μεγάλου και τού Μικρού Παρακλητικού Κανονός) «εκ των καλλίστων της Εκκλησίας», όπως τα αξιολογούσε ο Παπαδιαμάντης. Τη Μεγάλη Παράκληση έγραψε ο βασιλιάς Θεόδωρος Λάσκαρης, εξόριστος από τη Βασιλεύουσα απ' τούς Λατίνους. «Ο ατυχής εκείνος βασιλεύς, γράφει ο Παπαδιαμάντης, ευγλώττως εκχέει τα παραπονά του προς την μόνην πολιούχον αυτής και προστάτιδα». Αλλά η ατομική περίπτωση μπορεί πολύ εύκολα να γενικευθεί, φράσεις όπως αυτές τού ποιητή βασιλιά μπαίνουν στο στόμα κάθε «απηλπισμένου» που ζητάει κάποιαν ελπίδα: «Προς τσινά καταφύγω άλλην, Αγνή; Πού προσδράμω λοιπόν και σωθήσομαι; Πού πορευθώ; (...) Εις σε μόνην ελπίζω, εις σε μόνην καυχώμαι και επί σε θαρρών κατέφυγον...». Απόδειξη ότι ο Παπαδιαμάντης ενέταξε τα στοιχεία αυτά στον έξοχο «Ρεμβασμόν τού Δεκαπευνταύγουστου», όπου ο «πάντοθεν πολεμούμενος» (από χωρισμούς, θανάτους αδίστακτους τοκογλύφους) Φραγκούλας ζητεί ενδυνάμωση μέσα από τα κείμενα αυτά. Άλλωστε η μικρή παράκληση ψάλλεται «εν πάση περιστάσει, καί ψυχής θλίψει». Σύμφωνα με μία λαϊκή παράδοση, που τη μνημονεύει και ο Παπαδιαμάντης, στην έσχατη κρίση, και «πρό τής φρικτής αποφάσεως τού αδεκάστου δικαστού», η γεμάτη από ευσπλαγχνία Μητέρα και Παρθένος θα υψώσει την τελευταία στιγμή τα χέρια σε ικεσία προς τον γιό της, επικαλούμενη τη συγκατάβασή Του για τούς αμαρτωλούς. Η καθαρότητα και η αγνότητα του είναι της, θα μπορούσαμε να πούμε, αδυνατεί να εννοήσει την αμαρτία// το μόνο που η Παναγία μπορεί να εννοήσει είναι ο πόνος των αμαρτωλών. 'Έτσι συμβαίνει με κάθε αθώο. Η αθωότητα, που φύσει αδυνατεί να συμμετέχει στο κακό, αδυνατεί να μη συμμετέχει στη θλίψη όσων πληρώνουν, έστω, για την κακότητά τους. Η Παναγία δεν είναι μόνο εκείνη, όπου «παρθενεύει ο τόκος» (στό κάτω κάτω παρθένες μητέρες γνωρίζουν καί άλλες λατρείες), αλλά και αυτή που φύλαξε και στην ωριμότητά της μία παρεθνική παιδικότητα. Θα έλεγα ότι η παρθενία εδώ μεταβάλλεται σε σύμβολο τής παιδικής αθωότητας, που παραμένει άφθαρτη και μετά την παιδικότητα. Εύστοχα πρόσεξε ο καθηγητής Λουκάτος στην ορθόδοξη εικονογραφία τής Κοιμήσεως το θέμα της «φασκιωμένης βρεφικής ψυχής τής Παναγίας», που την κρατάει μάλιστα, - μέσα σε μία βαθιά υποβλητική νοηματική σύλληψη, - ο γιός της, ο Ιησούς!
Καθηγ. Μιχ. Μερακλή
Η Θεοτόκος Μαρία
Κορυφαία εορτή για ολόκληρη την Ορθοδοξία και ιδιαίτερα για μας του Έλληνες, που ευλαβούμαστε τη Θεοτόκο κατά τρόπο ξεχωριστό. Ευκαιρία ολόθυμης έκφρασης τιμής και σεβασμού στο ιερό Της πρόσωπο, αφού η προσωπική και εθνική μας ζωή είναι συνυφασμένη με την υψηλή σκέπη και προστασία της Μεγάλης Μάνας, του κόσμου.
Στην εικόνα παριστάνεται σε χρυσό βάθος μετάλλιο με την Παναγία εν δόξη, καθισμένη σε χερουβείμ και περιβαλλόμενη από τα σύμβολα των ευαγγελιστών. Στο κάτω μέρος βρίσκονται δώδεκα προφήτες, ολόσωμοι και σε δύο ομάδες. Είναι ελαφρά στραμμένοι προς το κέντρο και κρατούν τα σύμβολα των προεικονίσεων της Παναγίας και ειλητά με τις προφητείες τους. Στις δύο άκρες εικονίζονται ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο αφιερωτής της εικόνας, που φοράει το τυπικό βενετικό μαύρο ένδυμα και σκούφο. Από τα δύο επιγράμματα που είναι γραμμένα στην εικόνα, φαίνεται ότι ο αφιερωτής της εικόνας είναι ο Ιωάννης Μούρμουρης, ο οποίος παρακαλεί τον ομώνυμό του άγιο και τους Προφήτες να μεσιτεύσουν στην Παναγία για τη σωτηρία του. Στην παράσταση αυτή συνδυάζεται το θέμα «Άνωθεν οι Προφήται» με την Δέηση.
Το ιερό πρόσωπο της Θεοτόκου αποτελεί, σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία μας, μέρος του απερινοήτου μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Μετά τον Τριαδικό Θεό, Αυτή κατέστη το κύριο πρόσωπο, το οποίο συνέβαλε ουσιαστικά στην υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Εκλέχτηκε από το Θεό ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα κορίτσια, αμέτρητων γενεών, ως η καθαρότερη και αγιότερη ανθρώπινη ύπαρξη, προκειμένου να γίνει Θεοτόκος. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως για την υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, ο Θεός έδωσε τον Υιό του τον μονογενή και η ανθρωπότητα έδωσε την Παναγία. Στο ιερό πρόσωπο Εκείνης έγινε η μεγάλη συνάντηση Θεού και ανθρώπου. Μέσα στο πάναγνο σώμα Εκείνης έγινε η μεγάλη καταλλαγή (Εφεσ.2:16) και από αυτό ξεκίνησε η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, η αναδημιουργία και η θέωση του πεπτωκότος ανθρώπου. Το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα, στο οποίο αποκαταστάθηκε η ανθρώπινη φύση στην αρχαία προπτωτική της μορφή και ωραιότητα, υπήρξε η Θεοτόκος. Με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος κατά τον Ευαγγελισμό (Λουκ.1: 35), καθαρίστηκε από τον ρύπο του προπατορικού αμαρτήματος, τον οποίο έφερε και Αυτή εκούσα, ως μέτοχος της ανθρώπινης φύσεως, καθιστώντας Την πλέον άμωμη κηλίδος ώστε, να δεχτεί στα αγνά σπλάχνα Της το «πυρ της θεότητος » και να μην καεί. Από τότε έγινε η «Κεχαριτωμένη», η αγιοτέρα ύπαρξη μετά τον Τριαδικό Θεό. Στο πρόσωπό Της έγινε η απαρχή της λυτρώσεως του κόσμου και της θεώσεως του ανθρώπου.
Η συμβολή της Παναγίας μας κατά τη διάρκεια του επί γης απολυτρωτικού έργου του Χριστού υπήρξε τεράστιο. Βρισκόταν συνεχώς πλάι στον Λυτρωτή μας, από τη Γέννηση ως το Πάθος, την Ανάσταση και την Ανάληψη. Δοκίμασε, ως μητέρα, τις πίκρες των παθημάτων του Θείου Γιου της, με αποκορύφωμα εκείνη του σταυρικού θανάτου Του. Ένοιωσε κοντά Του την αγωνία Εκείνου για την υλοποίηση του θείου σχεδίου της σωτηρίας του κόσμου . Σύμφωνα επίσης με την αρχέγονη παράδοση της Εκκλησία μας Αυτή ήταν που εμψύχωνε τους διωκόμενους πρώτους χριστιανούς της νεαράς Εκκλησίας των Ιεροσολύμων.
Ο Αύγουστος και ιδιαίτερα το πρώτο δεκαπενθήμερο του, είναι αφιερωμένο στην Παναγία μας. Οι Ορθόδοξοι πιστοί, συμμετέχουμε καθημερινά στις ακολουθίες των υπέροχων Παρακλητικών Κανόνων, νηστεύουμε, εξομολογούμαστε, κοινωνούμε.
Τρέχουμε με δάκρυα στα μάτια να εναποθέσουμε σε Αυτή τις δυσκολίες και τα βάσανα της ζωής μας, Την παρακαλούμε με ζέση ψυχής να ελαφρώσει τον βαρύ ζυγό μας, διότι πιστεύουμε ακράδαντα πως η γλυκιά Θεομάνα και μετά την σεπτή Της Κοίμηση συνεχίζει να αγαπά και να νοιάζεται για μας τους ανθρώπους. Μέσα στη μεγάλη καρδιά Της υπάρχει χώρος για τον κάθε άνθρωπο, όχι μόνο για τους πιστούς, αλλά και για τους αμαρτωλούς και ασεβείς , ακόμα και για τους υβριστές Της! Η μακάρια θέση Της κοντά στον Υιό Της και Θεό μας Ιησού Χριστό, της δίνει την ευχέρεια να προσεύχεται για τον καθένα μας, για κάθε μας πρόβλημα. Τα αποτελέσματα των βοηθειών Της είναι απτά. Γι' αυτό ψάλλουμε στον περίφημο Μικρό Παρακλητικό Κανόνα προς Αυτήν: «Ουδείς προστρέχων επί σοι κατησχυμένος από σου εκπορεύεται, αγνή Παρθένε Θεοτόκε, αλλ' αιτείται την χάριν και λαμβάνει το δώρημα, προς το συμφέρον της αιτήσεως».
Πηγή: Άγια Μετέωρα
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...