Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Τώρα αναγνωρίζω το κοπάδι μου, σήμερα βλέπω τη συνηθισμένη εκκλησία, σήμερα που, μισώντας και την απασχόληση με τις σαρκικές φροντίδες, τρέξατε όλο το πλήρωμα για να λατρεύσετε το Θεό. Και γεμίζει ο λαός ασφυκτικά μέσα το ναό φτάνοντας ως τα ιερά άδυτα, αλλά γεμίζει και τον εξωτερικό χώρο στα προαύλια, όσος δεν μπορεί να χωρέσει μέσα σύμφωνα με την εικόνα των μελισσών, που άλλες δουλεύουν μέσα κι άλλες βομβούν απ’ έξω απ’ την κυψέλη. Έτσι λοιπόν, παιδιά μου, να κάνετε και μη χάνετε ποτέ το ζήλο σας αυτόν.
Mε αφορμή δημοσιεύματα, με φωτογραφικά στιγμιότυπα, που αναρτήθηκαν στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης από την εορτή των Θεοφανίων σε διάφορα μέρη της Ελλάδος και την τέλεση του Μεγάλου Αγιασμού των Υδάτων (ακολουθία συναρπαστική και αποκαλυπτική των κοσμολογικών διαστάσεων της σωτηρίας) διαπιστώνεται ότι αρκετοί από τους τελούντες τον Αγιασμό της εορτής, υπερβαίνουν τις υποστατικές διατάξεις της Εκκλησίας με πολλές προχειρότητες και αυτοσχεδιασμούς. Καταγράφοντας τις διάφορες παρεκτροπές δεν αποσκοπούμε στον έλεγχο αλλά στην υπενθύμιση, στον προβληματισμό και στον επανατροχιασμό στην Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας.
Α. Καινοφανής συνήθεια που εισήλθε στην Εκκλησία είναι η τέλεση του Αγιασμού προς δυσμάς, ενώ η αρχαιότατη παράδοση της Εκκλησίας, που βασίζεται στην Αγία Γραφή, στους Αγίους Αποστόλους και τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας επιβάλλει να προσευχόμαστε προς «ανατολάς». Αυτό έπραττε όλος ο χριστιανικός κόσμος μέχρι την Β’ Βατικάνειο Σύνοδο.(1962). Η ξαφνική εμφάνιση της τελέσεως των ιερών ακολουθιών προς δυσμάς, τυγχάνει αθεολόγητη και έξω από την ιερά παράδοση, άρα πρέπει να εξαφανιστεί από την πράξη της Εκκλησίας.
Αλλ’ ας εκθέσουμε εν συντομία το γιατί η Εκκλησία έχει αυτή την πρακτική.
Ο Θεός δεν ονομάζεται μόνον αγάπη, ελπίς, δικαιοσύνη, ειρήνη, αλλά και φως, ήλιος της δικαιοσύνης και «Ανατολή». Μας το αναφέρουν οι προφήτες Ιερεμίας και Ζαχαρίας. Στο βιβλίο της Γενέσεως διαβάζουμε πως ο Θεός «εφύτευσεν τον Παράδεισον εν Εδέμ κατά ανατολάς και έθετο εκεί τον άνθρωπον ον έπλασε» [Γεν., Β΄ 8]).
Και όχι τυχαία επειδή Ανατολή, φως και ήλιος τυγχάνουν σύμβολα του Θεού, του φωτός και της ζωής, ενώ η Δύση τυγχάνει σύμβολο του Διαβόλου, του σκότους, του θανάτου.
«Ο της Καισαρείας φωστήρ Βασίλειος ο Μέγας», στον λόγο του περί Αγίου Πνεύματος γράφει:, «τούτου χάριν πάντες μεν ορώμεν κατ’ ανατολάς επί των προσευχών ολίγοι δε ίσμεν, ότι την αρχαίαν επιζητούμεν πατρίδα, τον Παράδεισον, ον εφύτευσεν ο Θεός εν Εδέμ κατά ανατολάς»(P.G., T 138,σ.839-841). ). Αλλά και εξ Ανατολών θα γίνει και η Β΄ παρουσία του Χριστού όπως τονίζει η Αγία Γραφή: «Ώσπερ γαρ η αστραπή εξέρχεται από ανατολών και φαίνεται έως δυσμάς, ούτως έσται και η παρουσία του υιού του ανθρώπου». (Ματθ., ΚΔ΄ 27). Και προλέγει και ο προφήτης Ζαχαρίας σχετικώς: «Και στήσονται οι πόδες αυτού εν τη ημέρα εκείνη επί το όρος των ελαιών το κατέναντι Ιερουσαλήμ εξ ανατολών». (Ζαχ., ΙΔ΄ 4).
Στην ακολουθία της κατήχησης, πριν τελεστεί το Βάπτισμα «ο μέλλων βαπτισθήναι, προς δυσμάς στρεφόμενος αποτάσσεται τω σατανά. Κατ’ ανατολάς δε μεταστρεφόμενος, συντάσσεται τω Χριστώ».
Β. Η τυπική διάταξη της Εκκλησίας προβλέπει καθαγιασμό του ύδατος με εμβαπτισμό της δεξιάς χειρός του ιερέα εντός αυτού και μάλιστα στην Ακολουθία του Μ. Αγιασμού «δύο φοράς, εκ τριών καθ’ εκάστην¨». Με έκπληξη όμως παρατηρήσαμε, ότι μερικοί ιερείς καθαγιάζουν «άνευ εμβαπτισμού της χειρός των εντός αυτού αλλά εξ αποστάσεως»
Γ. Η τυπική διάταξη , σαφώς αποφαίνεται περί του εμβαπτισμού του Τιμίου Σταυρού εντός του ύδατος κατά την ψαλμωδία του απολυτικίου, ότι ο ιερεύς «βαπτίζει τον Τίμιον Σταυρόν, όρθιον αυτόν κατάγων εν τω ύδατι και ανάγων» (Μ. Ευχολόγιον). Τα γινόμενα στην πράξη όμως προκαλούν πέραν της θλίψεως και θυμηδία. Είδαμε πολιούς αρχιερείς και ιερείς να εμβαπτίζουν τον Τίμιο Σταυρό αντίστροφα και μάλιστα κρατούντες Αυτόν με το ένα χέρι μαζί με τους κλάδους των φυτών, για τον ραντισμό. Αλήθεια σε ποια τυπική διάταξη προβλέπεται ο εμβαπτισμός του Τιμίου Σταυρού μαζί με τους κλάδους των φυτών;.
Οι κλάδοι έχουν σκοπό τον ραντισμό του λαού. Και η συνήθεια αυτή το μόνο που κατορθώνει να κάνει είναι να ενισχύει τις αμφιβολίες των ολιγοπίστων και απίστων ότι ο αγιασμός παραμένει αναλλοίωτος εξ αιτίας των αντισηπτικών ιδιοτήτων του βασιλικού ή του δενδρολίβανου που χρησιμοποιεί ο λειτουργός για τον ραντισμό του λαού.
Δ. Η εκκοσμικευμένη και αποϊεροποιημένη κατάδυση του Τιμίου Σταυρού σε κολυμβητήρια και πισίνες κ.α. Εκκλησιαστικός αρθρογράφος ως εξής περιγράφει το γεγονός αυτό. «. … μορφήν επιδημίας έχει λάβει και η πλήρως εκκοσμικευμένη και αποιεροποιημένη κατάδυσις του Τιμίου Σταυρού εική και ως έτυχεν, εις κολυμβητήρια, πισίνας, υποτυπώδη και κακόγουστα συντριβάνια, χάριν εντυπωσιασμού και θεάματος, εν μέσω χριστιανών(;), οίτινες δεν ησθάνθησαν την ανάγκην να εκκλησιαστούν την Δεσποτικήν αυτήν ημέραν, να μεταλάβουν αγιασμού, να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό, να φωτιστούν. Τουναντίον, αισθάνονται αδήριτον την ανάγκην να συμμετάσχουν εις την φολκλορικήν αυτήν τελετήν, καπνίζοντες, χαριεντιζόμενοι, χειροκροτούντες και ασεβούντες. Και ταύτα πάντα να ευρίσκουν υποστηρικτήν εμμέσως ή αμέσως τους έχοντας διακονίαν εν τη Εκκλησία. Όντως, η εξ αποκαλύψεως πίστις, ΘΡΗΣΚΕΙΑ…!
Είδομεν αυτοσχεδιασμούς, αυθορμητισμούς, απροσεξίας, προχειρότητας, λαικισμούς, άτινα εγγίζουν την ασέβειαν.
…Μέγιστον προβληματισμόν φέρει και ο τρόπος ρίψεως του Τιμίου Σταυρού εις τα ύδατα θαλασσών, ποταμών, λιμνών κ.λπ….. Και όντως είναι γεγονός ότι και σε αυτήν την πράξιν κυριαρχεί η προχειρότης και ο αυτοσχεδιασμός. Δύναται ο Τίμιος Σταυρός να ρίπτεται εκ του λειτουργού εις τα ύδατα δίκην δίσκου, σφαίρας ή λίθου, καταβάλλων δύναμιν διά την όσον το δυνατόν μακρύτερον εκ της ξηράς κατάδυσίν Του; Είδομεν εις το διαδίκτυον (youtube) κατάδυσιν του Τιμίου Σταυρού εις θαλάσσας, λίμνας και ποταμούς και όντως εντυπωσιάζεταί τις αρνητικότατα εκ του τρόπου, της εφευρετικότητος και προχειρότητος της καταδύσεως ».
π. Δημήτριος Αθανασίου
Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
1. ΣΥΝΑΞΑΡΙΟΝ ΤΗΣ 8ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
Αυτή τη μέρα γιορτάζουμε τη γέννηση της Υπεραγίας Δέσποινάς μας Θεοτόκου. Ο πατέρας της ονομαζόταν Ιωακείμ και καταγόταν από βασιλική γενιά. Καταγόταν από το γένος του Νάθαν, του γιου του Δαβίδ. Ο Νάθαν απέκτησε τον Λευί, αυτός απέκτησε τον Μελχί και τον Πάνθηρα, ο Πάνθηρας απέκτησε τον Βαπάνθηρα και αυτός τον Ιωακείμ. Η μητέρα της Θεοτόκου, η οποία παντρεύτηκε τον Ιωακείμ, ονομαζόταν Άννα κι αυτή καταγόταν από βασιλική γενιά. Υπήρξε εγγονή του Ματθάν, που είναι τρίτος από το τέλος της γενιάς του Δαβίδ και Σολομώντα. Αυτός ο Ματθάν νυμφεύθηκε κάποια Μαρία από τη φυλή Ιούδα και απέκτησε τον Ιακώβ, που ήταν πατέρας του μαραγκού Ιωσήφ, και τρεις ακόμη θυγατέρες, τη Μαρία, τη Σοβή και την Άννα. Η Μαρία γέννησε τη Σαλώμη τη μαία, η Σοβή γέννησε την Ελισάβετ, τέλος η Άννα γέννησε τη Θεοτόκο, η οποία ονομάσθηκε Μαρία σύμφωνα με το όνομα της γιαγιάς και της θείας της. Έτσι έχουμε τη Θεοτόκο να είναι θυγατέρα της Άννας, εγγονή του Ματθάν και της γυναίκας του Μαρίας, ενώ η Ελισάβετ και η Σαλώμη, που ήταν ανιψιές της Άννας, να είναι εξαδέλφες της Θεοτόκου.
Αυτός λοιπόν ο Ιωακείμ αγαπούσε τον Θεό, ήταν πλούσιος και παρόλο που πρόσφερε στον Θεό διπλά δώρα, τον ονείδιζαν για την ατεκνία του. Σε κάποια γιορτή, που πρόσφερε δώρα όπως πάντα, τον κορόιδεψε κάποιος Ιουδαίος, επειδή δεν είχε παιδιά, και του είπε· «Δεν επιτρέπεται να προσφέρεις μαζί μας δώρα, γιατί είσαι άτεκνος». Αυτός, επειδή πληγώθηκε η καρδιά του, δεν επέστρεψε στο σπίτι του, αλλά αμέσως εγκαταστάθηκε στο βουνό σ’ ένα έρημο μέρος, ενώ η γυναίκα του έμεινε στον κήπο του σπιτιού της. Και οι δύο ικέτευαν τον Θεό με δάκρυα και προσευχές να τους δώσει παιδί. Ο Θεός άκουσε την προσευχή τους και τους έδωσε παιδί, άγιο, την υπεράμωμη Θεοτόκο Μαρία, της οποίας σήμερα γιορτάζουμε τη σεβαστή και ουράνια γέννηση.
2. ΠΡΩΤΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΙΑΚΩΒΟΥ
(Απόσπασμα από τα Κεφ. Ε΄ και Στ΄)
Συμπληρώθηκαν οι μήνες της Άννας και τον ένατο μήνα γέννησε. Ρώτησε τη μαία·
«Τι γέννησα;»
Αυτή απάντησε:
«Κορίτσι»
Είπε η Άννα·
«Δοξάσθηκε η ψυχή μου αυτή τη μέρα» (πρβλ. Λουκ. 1:46) και ξάπλωσε το μωρό.
Όταν πέρασαν οι μέρες που έπρεπε, πλύθηκε και καθαρίσθηκε η Άννα, θήλασε τη μικρή και την ονόμασε Μαριάμ.
Με το πέρασμα του χρόνου μεγάλωνε το κοριτσάκι (πρβλ. Λουκ. 2:40). Όταν έγινε έξι μηνών, την έβαλε η μητέρα της στο πάτωμα για να ιδεί αν μπορεί να σταθεί. Αυτή έκανε εφτά βήματα και έπεσε στην αγκαλιά της μητέρας της, που την άρπαξε λέγοντας·
«Υπόσχομαι στον Θεό μου, δεν θα περπατήσεις σ’ αυτή τη γη, μέχρι να σε οδηγήσω στον ναό του Κυρίου.»
Έκανε αγιασμό στο δωμάτιό της και κάθε τι κοινό και ακάθαρτο δεν άφηνε να την αγγίζει και προσκάλεσε τις αμόλυντες θυγατέρες των Εβραίων να την διακονούν.
Πέρασε ο πρώτος χρόνος της μικρής και έκανε ο Ιωακείμ «μεγάλο τραπέζι» και προσκάλεσε τους ιερείς, τους γραμματείς, τους γέροντες και όλον τον λαό του Ισραήλ. Έφερε ο Ιωακείμ το κορίτσι στους ιερείς κι αυτοί το ευλόγησαν λέγοντας·
«Θεέ των Πατέρων μας, ευλόγησε αυτό το κορίτσι και κάνε το όνομά του να γίνει ξακουστό σ’ όλους τους αιώνες, σ’ όλες τις γεννιές.»
Όλος ο λαός απάντησε·
«Γένοιτο, γένοιτο, αμήν.»
Την έφερε και στους αρχιερείς και την ευλόγησαν λέγοντας·
«Θεέ, που κατοικείς στα ύψη, ρίξε το μάτι Σου σ’ αυτήν την κόρη και ευλόγησέ την, με την πιο μεγάλη ευλογία, που παρόμοια δεν υπάρχει.»
Την πήγε η μητέρα της στο άδυτο του δωματίου της και έβαλε να θηλάσει. Τότε η Άννα ύμνησε τον Κύριο, τον Θεό της, λέγοντας·
«Θα δοξολογήσω τον Κύριο και Θεό μου, γιατί με επισκέφθηκε και αφήρεσε από πάνω μου τη ντροπή (Γεν. 30:23· Λουκ. 1:25), που μου κόλλησαν οι εχθροί μου, και μου έδωσε ο Κύριος τον καρπό της δικαιοσύνης Του (Παροιμ. 11:30· Αμ. 6:12), που θεωρείται μοναδικός και πάρα πολύ πλούσιος. Ποιος λοιπόν θα πληροφορήσει τα παιδιά του Ρουβίμ ότι η Άννα θηλάζει; (πρβλ. Γεν. 21:7· (Τίς ἀναγγελεῖ τῷ Ἀβραὰμ ὅτι θηλάζει παιδίον Σάῤῥα;). Ακούστε, ακούστε οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ, η Άννα θηλάζει!»
Έβαλε την κόρη της στο άδυτο του δωματίου της να αναπαυθεί και η ίδια διακονούσε τους καλεσμένους της. Όταν τελείωσε το δείπνο, έφυγαν όλοι ευχαριστημένοι δοξάζοντας τον Θεό του Ισραήλ.
3. ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΠΑΤΟΡΕΣ
Ας εξετάσουμε καλά τα πράγματα: Υπάρχει η Πεντηκοστή, γιατί υπάρχει Ανάληψη. Και η Ανάληψη, γιατί υπάρχει Ανάσταση. Η Ανάσταση, γιατί υπάρχει Σταύρωση. Κι αυτή γιατί υπάρχουν θαύματα, αυτά υπάρχουν γιατί υπάρχει Βάπτιση κι εκείνη γιατί υπάρχει Υπαπαντή κι αυτή επειδή υπάρχει Γέννηση κι αυτή επειδή προϋποθέτει τον Ευαγγελισμό κι αυτός υπάρχει επειδή προηγήθηκε η Είσοδος της Θεοτόκου στα Άγια των αγίων κι αυτή υπάρχει επειδή προηγήθηκε η Γέννηση της Δέσποινάς μας Κυρίας Θεοτόκου. Πρέπει να επισημάνουμε και το εξής αξιόλογο, ότι, θα μπορούσε να ειπωθεί βέβαια πως η αρχή όλων των εορτών είναι η Γέννηση της Κυρίας του κόσμου· και έτσι είναι στ’ αλήθεια, γιατί αυτή η εορτή είναι η πρώτη μετά τις τυπικές και σκοτεινές εορτές της Παλαιάς Διαθήκης και η είσοδος όλων των εορτών και των μικρών και των μεγάλων προς τη χάρη και την αλήθεια. Άλλωστε, εορτάζεται όχι χωρίς λόγο στην αρχή, γιατί είναι η πρώτη μας εορτή του χρόνου και εορτάζεται τον πρώτο μήνα (το Σεπτέμβριο), όπως η Κοίμησή της εορτάζεται τον τελευταίο μήνα (τον Αύγουστο) και είναι η τελευταία όλων των δεσποτικών εορτών. Μαζί με τη Γέννηση της Δέσποινας, όπως είναι φυσικό, αρχίζει ο καινούργιος χρόνος και τελειώνει με τη Μετάστασή της, ώστε και αυτός να εκπληρώσει την κατάλληλη συνοδεία, υπακούοντας στις κινήσεις της Βασίλισσας και ακολουθώντας.
Προσέξτε σ’ αυτό το σημείο, μια θαυμαστή και υπέρλογη διευθέτηση, όπως συμβαίνει σ’ όλα τα θεία πράγματα. Όταν λοιπόν επρόκειτο σε κάποια χρονική στιγμή να γεννηθεί από Παρθένο ο αίτιος των πάντων Λόγος, αυτό, ως εκείνη τη στιγμή, φαινόταν αδύνατο. Για να κάνει λοιπόν να πιστέψουν αυτοί που επρόκειτο να απιστήσουν, ευδόκησε η Μητέρα Του να γεννηθεί πριν απ’ Αυτόν, από άκαρπη ρίζα, από στείρα και άγονη, σαν να λέγαμε, από μια σκληρή πέτρα. Αυτό, και παράδοξο ήταν και προάγγελος του δευτέρου. Το να καρποφορήσει άγονη μήτρα μιας γριάς που ήταν σε προχωρημένη ηλικία και ενώ ήταν νεκρωμένα τα φυσικά της όργανα, αυτό βρίσκεται πολύ κοντά στο να γεννήσει μία παρθένος, για να αποδείξει ότι ήλθε να ανακαινίσει τα παλιά. Και τη φύση μας, η οποία προηγουμένως ήταν στείρα, την οδήγησε να κάνει καρπούς και ανάπλασε με την καινή κτίση τον γερασμένο κόσμο και μαζί του τον παλιό Αδάμ. Βέβαια, Αυτός που κάποτε την άνυδρη πέτρα την έκανε να βγάλει νερό, Αυτός τώρα και τη στείρα Άννα πρόσταξε, ενώ (ανθρωπίνως) δεν είχε καμιά ελπίδα να γίνει γόνιμη μητέρα. Κι αυτό που δεν κατάφερε να κάνει η ακμή της νεότητας και η δύναμη της φύσης, αυτό το πέτυχαν τα γηρατειά, που πήραν, με υπερφυσικό τρόπο δύναμη από το Πνεύμα, «γιατί, για τον Θεό τίποτε δεν είναι ακατόρθωτο» (Λουκ. 1:37). Όλα βέβαια εργάζονται και υποχωρούν στη θεϊκή προσταγή και δεν θα ήταν θεϊκά τα πράγματα, αν δεν φαινόταν παράδοξα και υπερφυσικά.
Διάλεξε ο Θεός η Θεοτόκος να προέρχεται ύστερα από υπόσχεσή Του από το έθνος των Εβραίων και από το ζευγάρι Ιωακείμ και Άννα, γιατί απ’ όλα τα έθνη, τότε, οι μόνοι θεοσεβείς ήταν οι Εβραίοι. Από όλες τις εβραϊκές φυλές, ιερατική ήταν μόνο του Λευί και βασιλική μόνο του Ιούδα. Ο Δεσπότης, που επρόκειτο να λάβει σάρκα από τη Θεοτόκο, ήταν ο μόνος Αρχιερέας των αρχιερέων και ο μόνος Βασιλιάς των βασιλέων. Η καταγωγή του Ιωακείμ ήταν από τη φυλή του Ιούδα και της Άννας από τη φυλή Λευί. Αυτοί, ξεπερνούσαν στην αρετή όλους τους συγχρόνους τους. Γι’ αυτό ευδόκησε κι ο Θεός να γεννηθεί η Μητέρα Του απ’ αυτό το ευσεβές και συγχρόνως ιερατικό και βασιλικό και άγιο γένος. Έπρεπε η παρθενία να βλαστήσει από τη σωφροσύνη· μάλλον έπρεπε να είναι το καύχημα των συνετών παρθένων, η προφήτης των προφητών και να προέρχεται από τους πιστούς αυτή που θα γινόταν η αιτία της πίστης. Το ίδιο έπρεπε να κατάγεται η Βασίλισσα από βασιλικό αίμα και από ιερατικό τάγμα, σαν ιερότατη που ήταν και να προέρχεται σαν υπεραγία και ανύμφευτη που ήταν από άγιο ζευγάρι.
Ακόμη, το όνομα Ιωακείμ σημαίνει «Θεός ιατρός», το όνομα Άννα σημαίνει «Χάρη» και το όνομα Μαριάμ σημαίνει «Κυρία» στην εβραϊκή γλώσσα. Επειδή λοιπόν το ανθρώπινο γένος αρρώστησε, ο Κύριος των όλων παρενέβη για να το θεραπεύσει, αφού ονομαζόταν «Θεός ιατρός» ο Ιωακείμ και η σύζυγός του Άννα «Χάρη», δημιουργώντας (διά μέσω αυτών) αυτήν την Κυρία όλων. Επειδή επρόκειτο αυτή σύντομα να λυτρώσει όλους τους ανθρώπους από το φαρμάκι του διαβόλου, αποφάσισε να την ονομάσει «Μαριάμ» κι όχι με κάποιο άλλο όνομα. […]
Αυτά όμως τ’ αφήνω άλλοι να τα ερευνήσουν, εμείς ας μακαρίσουμε τους γονείς της Παρθένου. Μακάριοι σύζυγοι, ιερό ζευγάρι, άγιο αντρόγυνο, Ιωακείμ και Άννα! Συ, Ιωακείμ, επειδή έφερες στον κόσμο στους τελευταίους καιρούς αυτή που μεγάλυνε όλους τους προπάτορες· συ, Άννα, επειδή ξεπέρασες όλες τις μητέρες, εκτός από τη θυγατέρα σου, αφού εσύ έγινες μητέρα μονογενούς θυγατέρας και δεν θα μείνεις ούτε θα ονομάζεσαι (πλέον) στείρα· ενώ, η κόρη σου, που γέννησε χωρίς άνδρα τον μονογενή Λόγο του Θεού, θα είναι αειπάρθενος σ’ όλους τους αιώνες. Μακάρια λοιπόν ας είναι η κοιλιά σου, που κράτησε αυτήν που γέννησε μυστηριωδώς τον έμψυχο και λογικό Ουρανό (=τον Χριστό), που είναι πλατύτερος από την ευρυχωρία (όλων) των ουρανών!
Ας τιμήσουμε κι εμείς έμπρακτα αυτή τη μέρα· ας μη παραλείψουμε τίποτα απ’ αυτά που πρέπει· καλύτερα δε, ας γίνει ο καθένας για τον εαυτό του γιορτή· ας αποδώσουμε όπως πρέπει όσα απαιτεί η σημερινή πανήγυρη. Πώς θα γίνει αυτό; Ψυχή, ήσουν στείρα και άκαρπη και δεν μπορούσες να γεννήσεις τέκνο άξιο να δει το φως της ζωής; Απ’ αυτή τη στιγμή βάλε αμέσως μέσα στην «κοιλιά» σου (=την καρδιά σου) τον δεσποτικό φόβο και γέννησε πνεύμα σωτηρίας για τον εαυτό σου κι ανάθρεψε το τέκνο σου και μεγάλωσέ το με την ορθή άποψη της Τριάδας, με πράξη και θεωρία, και αυτό πρόσφερέ το αφιέρωμα στον Κύριο, όπως ακριβώς έκαναν ο Ιωακείμ και η Άννα, που πρόσφεραν στον Θεό την κόρη που απέκτησαν.
Εσύ, Θεοτόκε, είσαι παρθένα και μητέρα, θυγατέρα του Αδάμ και μητέρα του Θεού με παρθενική μήτρα, συ γεννήθηκες με παράδοξο τρόπο και γέννησες με υπερφυσικό τρόπο, είσαι η ράβδος του Ααρών (Αρ. 17:25), η ρίζα του Ιεσσαί (Ησ. 11:1), το σκήπτρο του Δαβίδ (Γ΄ Βασ. 8:16· 11:13), γέννημα της αρετής, βλάστησες από τη νηστεία του Ιωακείμ και είσαι το ιερό άνθος της προσευχής της Άννας (βλ. Πρωτοευαγγέλιον 1:4)· είσαι το θαύμα των αγγέλων, η δύναμη των ανθρώπων, η ευγενική γενιά. Εσένα αγάπησε ο Θεός των όλων, επειδή γνώριζε προαιώνια την αξία σου. Εσένα που αγάπησε, σε προόρισε (πρβλ. Ρωμ. 8:29) και σ’ έκανε Θεοτόκο Μητέρα και σ’ ανέδειξε Τροφό του Ίδιου του Λόγου τα τελευταία χρόνια. Τη στρεβλωμένη και πωρωμένη μας καρδιά διόρθωσε και κάν’ την χαρούμενη και οδήγησέ την σε κάθε σωστό και σωτήριο. Τη ψυχική μας στείρωση μετέτρεψέ την σε αγαθή καρποφορία και λάμπρυνε τη ψυχή μας με το τριπλό Φως της κατάφωτης Τριάδας και αξίωσέ μας να γίνουμε μέτοχοι σ’ αυτό το Φως, τώρα και σ’ όλους τους αιώνες στο μέλλον, στο όνομα αυτής της Αγίας Τριάδας, στο οποίο ανήκει η δόξα, η δύναμη, η τιμή και η προσκύνηση, σ’ όλους τους αιώνες.
Αμήν.
ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΝΙΟΣ (1350–1431)
4. Η ΑΠΑΘΕΙΑ ΤΩΝ ΘΕΟΠΑΤΟΡΩΝ
Ο Άγιος Γέροντας Παΐσιος (1924–1994), όταν ασκήτευε ο ίδιος στην έρημο του Σινά (Οκτώβριος 1962–Απρίλιος 1964), ζώντας εκεί ανώτερη πνευματική ζωή, βίωσε ανώτερες πνευματικές καταστάσεις. Ανάμεσα στα κρυπτά μυστήρια που «ἐλαλήθησαν εἰς τὰ ὦτα τῆς διανοίας αὐτοῦ» (Όσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας), είναι το ότι εβίωσε εν Αγίω Πνεύματι ένα υπερφυσικό γεγονός· την σώφρονα και οσία σχέση των αγίων Θεοπατόρων, από την οποία συνελήφθη και εγεννήθη η Θεοτόκος. Από αυτό το γεγονός πληροφορήθηκε ότι:
«Οι Άγιοι Θεοπάτορες Ιωακείμ και Άννα ήταν τελείως πνευματικοί, χωρίς καθόλου σαρκικό φρόνημα. Ήταν το απαθέστερο ανδρόγυνο που υπήρξε ποτέ. Πρώτα προσευχήθηκαν στον Θεό με δάκρυα ο καθένας χωριστά να τους χαρίσει παιδί και μετά συνήλθαν από υπακοή στον Θεό· όχι από σαρκική επιθυμία. Επειδή η σύλληψη έγινε χωρίς ηδονή, η Παναγία ήταν Πάναγνη. Δεν ήταν βέβαια απαλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα, όπως πλανεμένα πιστεύουν οι παπικοί, διότι συνελήφθη με φυσικό τρόπο (όχι ασπόρως), αλλά τελείως απαθώς, όπως ήθελε ο Θεός να γεννιούνται οι άνθρωποι. Μόλις βρέθηκε ένα απαθές ανδρόγυνο, όπως έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο και όπως ήθελε να γεννιούνται οι άνθρωποι, γεννήθηκε η Παναγία.»
Κάποτε ο Άγιος Παΐσιος τόνιζε και πάλι τις αλήθειες αυτές σε μια συζήτησή του. Βλέποντας κάποια επιφύλαξη από τον συνομιλητή του, ανασηκώθηκε και είπε με έντονο ύφος:
«Το έζησα το γεγονός!»
Ήθελε να καταστήσει σαφές ότι αυτά που έλεγε δεν ήταν απλώς δικοί του ευλαβείς λογισμοί, αλλά θεία αποκάλυψη.
«Μόνο ο Ιωακείμ και η Άννα ήταν τελείως πνευματικοί άνθρωποι και γεννήθηκε μετά από προσευχή αυτό το απαθέστατο πλασματάκι, η Παναγία. Ο λογισμός μού λέει ότι ήταν έτσι πνευματικοί εξ αρχής. Αυτό το έζησα όταν ήμουν στο Σινά.»
Κάποια άλλη φορά, ο Άγιος Παΐσιος ανέφερε πως του παρουσιάσθηκε η Παναγία μας –μέρα μεσημέρι– και τον βοήθησε σε μια ανάγκη που είχε. Συνομίλησαν μαζί για λίγα λεπτά. Και όταν ρωτήθηκε πώς αισθάνθηκε, αυτός απάντησε:
«Μεγάλη χαρά!... Όμως, αισθανόμουν και ντροπή· δυσκολεύομαι… Μητέρα του Θεού, είναι!... Με τον Άγιο Ιωακείμ και την Αγία Άννα κινούμαι πιο άνετα!...»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
[1] Δημητρίου Γ. Τσάμη: «Θεομητορικόν», Τόμ. α΄, σελ. 252–261, και §9–13, §15–16, σελ. 323–331, έκδοσις Αδελφότητας «Λυδίας», Θεσσαλονίκη, Απρίλιος 1998.
[1α] Το «Υπόμνημα» του Ιωσήφ Βρυέννιου (BHG 1099i, τόμ. 3, σ. 149), εκδόθηκε από τον Ευγένιο Βούλγαρη (Lipsiae 1784, σ. 1–13) και β΄ εκδ., τόμ. 3, σ. 33–42, Θεσσαλονίκη 1991.
[2] Ιερομονάχου Ισαάκ: «Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, μέρος α΄, κεφ. η΄, §η΄, σελ. 176, Άγιον Όρος 2008.
[3] Αθανασίου Ρακοβαλή: «Ο Πατήρ Παΐσιος μού είπε…», κεφ. α΄, σελ. 12 και 17, Θεσσαλονίκη, Μάιος 1998.
[4] «Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης», κεφ. 8ο, §8, σελ. 247, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Βασιλικά Θεσσαλονίκης, Ιούνιος 2015.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος δ’.
Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οικουμένῃ, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὀνειδισμοῦ ἀτεκνίας, καὶ Ἀδὰμ καὶ Εὔα, ἐκ τῆς φθορᾶς τοῦ θανάτου, ἠλευθερώθησαν, Ἄχραντε, ἐν τῇ ἁγίᾳ γεννήσει σου, αὐτὴν ἑορτάζει καὶ ὁ λαός σου, ἐνοχῆς τῶν πταισμάτων, λυτρωθεὶς ἐν τῷ κράζειν σοι· Ἡ Στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Κάθισμα. Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἀναβόησον Δαυΐδ, τὶ ὤμοσέ σοι ὁ Θεός; Ἅ μοι ὤμοσε φησί, καὶ ἐκπεπλήρωκεν ἰδού, ἐκ τοῦ καρποῦ τῆς κοιλίας μου δοὺς τὴν Παρθένον· ἐξ ἧς ὁ πλαστουργός, Χριστός ὁ νέος Ἀδάμ, ἐτέχθη βασιλεύς, ἐπὶ τοῦ θρόνου μου· καὶ βασιλεύει σήμερον, ὁ ἔχων τὴν βασιλείαν ἀσάλευτον. Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Ἕτερον Κάθισμα. Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἐξ ὀσφύος τοῦ Δαυΐδ, ἡ θεόπαις Μαριάμ, τίκτεται σήμερον ἡμῖν, καὶ νεουργεῖται, ἡ σύμπασα καὶ θεουργεῖται. Συγχάρητε ὁμοῦ, ὁ οὐρανός καὶ ἡ γῆ· αἰνέσατε αὐτήν, αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν, Ἰωακεὶμ εὐφραίνεται, καὶ Ἄννα πανηγυρίζει κραυγάζουσα· Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Ἕτερον Κάθισμα. Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς.
Ἀγαλλιάσθω οὐρανός, γῆ εὐφραινέσθω· ὁ τοῦ Θεοῦ γὰρ οὐρανός, ἐν γῇ ἐτέχθη, ἡ Θεόνυμφος αὕτη ἐξ ἐπαγγελίας. Ἡ στεῖρα βρέφος θηλάζει τὴν Μαριὰμ· καὶ χαίρει ἐπὶ τῷ τόκῳ Ἰωακείμ. Ῥάβδος λέγων ἐτέχθη μοι, ἐξ ἧς τὸ ἄνθος Χριστός, ἐβλάστησεν ἐκ ῥίζης Δαυΐδ. Ὄντως θαῦμα παράδοξον!
Ἕτερον Κάθισμα. Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἡ Παρθένος Μαριάμ, καὶ Θεοτόκος ἀληθῶς, ὡς νεφέλη τοῦ φωτός, σήμερον ἔλαμψεν ἡμῖν, καὶ ἐκ Δικαίων προέρχεται εἰς δόξαν ἡμῶν. Οὐκ ἔτι ὁ Ἀδὰμ κατακρίνεται· ἡ Εὔα τῷν δεσμῶν ἠλευθέρωται· καὶ διὰ τοῦτο κράζομεν βοῶντες, ἐν παρρησίᾳ τῇ μόνῃ Ἁγνῇ· Χαρὰν μηνύει, ἡ γέννησίς σου, πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ.
Ὁ Οἶκος
Ἡ προσευχὴ ὁμοῦ καὶ στεναγμός, τῆς στειρώσεως καὶ ἀτεκνώσεως Ἰωακείμ τε καὶ Ἄννης, εὐπρόσδεκτος, καὶ εἰς τὰ ὦτα Κυρίου ἐλήλυθε, καὶ ἐβλάστησαν καρπὸν ζωηφόρον τῷ κόσμῳ· ὁ μὲν γὰρ προσευχὴν ἐν τῷ ὄρει ἐτέλει, ἡ δὲ ἐν παραδείσῳ ὄνειδος φέρει· ἀλλὰ μετὰ χαράς, ἡ στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Ο λαός του Θεού είναι έτοιμος να εισέλθει στη γη της Επαγγελίας. Αρχηγός του τώρα, μετά τον πρόσφατο θάνατο του Μωυσή, είναι ο Ιησούς του Ναυή. Μπροστά τους κυλάει ο Ιορδάνης ποταμός. Την εποχή εκείνη ήταν αδιάβατος. «Επληρούτο καθ’ όλην την κρηπίδα αυτού». Η κοίτη του ήταν πλημμυρισμένη από άκρη σε άκρη. Με εντολή του Θεού ο Ιησούς του Ναυή έδωσε οδηγίες στον λαό για τη διάβαση. Μπροστά βάδισαν οι ιερείς σηκώνοντας στους ώμους τους την Κιβωτό της Διαθήκης, τη δόξα του Ισραήλ, όπου φυλάσσονταν οι πλάκες του Νόμου και άλλα ιερά αφιερώματα.
Όταν οι ιερείς μπήκαν στον Ιορδάνη και βράχηκαν λίγο τα πόδια τους στο νερό, στάθηκαν, κρατώντας πάντα υψωμένη την Κιβωτό. Επαναλήφθηκε τότε το θαύμα της θαυμαστής διάβασης της Ερυθράς θάλασσας. Τα ορμητικά νερά του Ιορδάνη κόπηκαν απότομα στη μέση. Αυτά που κατέβαιναν από το πάνω μέρος του ποταμού, σταμάτησαν. Ένα υδάτινο τείχος σαν ένας μακρύς εκτεταμένος πάγος απλώθηκε σε τεράστια απόσταση, όσο έβλεπε το μάτι. Έφτανε ως την πόλη Καριαθιαρίμ. Αντιθέτως, στο κάτω μέρος του ποταμού, τα κατερχόμενα νερά συνέχισαν να τρέχουν ορμητικά, ώσπου άδειασαν όλα στην αλμυρή Νεκρά θάλασσα. Ο Ιορδάνης έγινε στεριά. Ο λαός γεμάτος δέος και κατάπληξη παρακολουθούσε απέναντι ακριβώς από την Ιεριχώ.
Αφού στέγνωσε ο Ιορδάνης, οι ιερείς με την Κιβωτό προχώρησαν και στάθηκαν στο μέσον. Ο λαός πήρε τότε εντολή να διαβεί τον ποταμό. Κανένας δεν έπρεπε να πλησιάσει την Κιβωτό. Την έβλεπαν μόνο ευλαβικά από απόσταση δύο χιλιάδων πήχεων (χιλίων περίπου μέτρων). Μαζί τους έλαβαν δώδεκα μεγάλους λίθους από την κοίτη του Ιορδάνη, ένα για κάθε φυλή του Ισραήλ, και τους έστησαν στον τόπο όπου στρατοπέδευσαν, σε ανάμνηση του μεγάλου θαύματος. Αφού πέρασε όλος ο λαός, προχώρησαν τελευταίοι και οι ιερείς, εισάγοντας την Κιβωτό στη γη της Επαγγελίας. Με την έξοδό τους από τον Ιορδάνη, τα σταματημένα νερά του άρχισαν και πάλι να κυλούν κανονικά (Ιησ. Ν., κεφ. 3-4).
Την εικόνα αυτή αντιστοιχίζει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός με την Κοίμηση της Θεοτόκου. Οι Απόστολοι τότε συνάχθηκαν με θεία δύναμη, «θεαρχίω νεύματι», από τα πέρατα της οικουμένης, για να προπέμψουν στον τάφο το «πανάχραντον και ζωαρχικόν σκήνος» της, δηλαδή «το ζωοδόχον σώμα» της.
Με πρώτο τον Απόστολο Πέτρο σήκωσαν όλοι στους ώμους τους την αληθινή Κιβωτό του Θεού, όπως τότε οι ιερείς στον Ιορδάνη ύψωσαν την Κιβωτό της Διαθήκης, τον τύπο της έμψυχης Κιβωτού του Θεού (της Παναγίας). Και όπως δια μέσου του Ιορδάνη οι ιερείς εισήγαγαν την Κιβωτό στη γη της Επαγγελίας, έτσι και τώρα οι Απόστολοι, χρησιμοποιώντας τον τάφο σαν άλλον Ιορδάνη, παραπέμπουν στην αληθινή γη της Επαγγελίας, δηλαδή στην Άνω Ιερουσαλήμ, «την πάντων των πιστών Μητέρα». Και Άνω Ιερουσαλήμ βέβαια λέγεται η πόλη με τα ασάλευτα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. Η Βασιλεία των Ουρανών (Εβρ. 11, 10).
Ο Θεός μάς τίμησε ιδιαιτέρως κάνοντας και δική μας μητέρα την έμψυχη Κιβωτό του, τη μητέρα του. Ας ατενίζουμε ευλαβικά και εμείς την πανάχραντη μορφή της, για να διαπεράσουμε υπό τη μητρική της προστασία τον πολυκύμαντο Ιορδάνη της ζωής μας και να φτάσουμε όλοι ασφαλείς στην ακύμαντη γαλήνη της Βασιλείας του Θεού.
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 421, Αύγ. 2018)
Α ν τ ι ύ λ η
Ι. Ναός Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ. 26820-25861/23075/6980.898.504
e–mail: antiyli.gr@gmail.com
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Θαυμαστές παρεμβάσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου σέ περιπτώσεις ἀπόπειρας αἱρετικῶν νά μολύνουν τήν Πίστη τῶν Ὀρθοδόξων.
Στίς ἡμέρες μας, ὁ ἀντίχριστος κάνει τήν δουλειά του μέ πρωτοφανή δόλο καί μάλιστα ἐντελῶς ἀνεπαίσθητα. Μᾶς ξεγελάει πανεύκολα μέ διάφορες προφάσεις καί ψευτοδικαιολογίες καί χωρίς νά τό καταλάβουμε, μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἄρνηση καί τήν περιφρόνηση τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας.
Μᾶς λένε, ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ὁδοί σωτηρίας. Μᾶς λένε, ὅτι οἱ αἱρετικοί εἶναι ''ἐκκλησίες''. Μᾶς λένε, ὅτι οἱ παπικοί καί οἱ προτεστάντες ἔχουν ἱερωσύνη καί μυστήρια ἔγκυρα. Μᾶς λένε, νά κρατήσουμε καθαρή μονάχα τήν ἀγάπη καί τήν Ἀλήθεια νά τήν στρογγυλέψουμε. Μᾶς λένε, ὅτι μποροῦμε νά συμπροσευχόμαστε δημοσίως μέ τόν ὁποιοδήποτε αἱρετικό, ἀκόμη καί μέ ἀλλόθρησκο.
Δέν μᾶς λένε, ὅμως, γιά ὅλα τά παραπάνω, πρῶτον, τί λέει τό Εἀγγέλιο. Δεύτερον, τί μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Τρίτον, τί προβλέπεται, γιά ὅλες τίς παραπάνω δογματικές καί ἐκκλησιολογικές παρεκτροπές, τόσον ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες, ὅσον καί ἀπό τίς Ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν μας Συνόδων.
Ὁ ἐχθρός, γιά ὅσους προσέχουν καί ἐνδιαφέρονται γιά τήν σωτηρία τους, εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι δέν βρίσκεται ἁπλά ἐντός τῶν τειχῶν, ἀλλά ἔχει πλέον θρονιαστεῖ στό κέντρο τῆς Ἐκκλησίας: στίς καρδιές τῶν περισσοτέρων ἀξιωματούχων της. Γι' αὐτό καί δέν τόν ὑποψιαζόμαστε, γι' αὐτό καί παρασυρόμαστε χωρίς τήν παραμικρή ἀντίσταση. Ἔλεγε ὁ ἀγαπημένος μας Ἅγιος Γέροντας Παΐσιος: Ζοῦμε στά χρόνια τοῦ ἀντιχρίστου καί κοιμόμαστε μέ τά τσαρούχια.
Ἡ ἀνθρωποκτόνος παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ (Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς) ἔχει διεισδύσει γιά τά καλά στίς περισσότερες ἐνορίες μας καί ἐμεῖς συνεχίζουμε νά ζοῦμε, σάν νά μή συμβαίνει ἁπολύτως τίποτε!
Κλῆρος καί λαός ἔχουμε πέσει σέ ὕπνο βαθύ, ὕπνο θανατηφόρο. Τό δηλητήριο τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ ἔχει δηλητηριάσει καί νοῦν καί καρδίαν. Μᾶς ἔχει ὑπνωτίσει καί μᾶς σπρώχνει κατευθεῖαν πρός τήν ὀλέθρια ἀθεΐα, τοὐτέστιν πρός τήν ἀπώλεια.
Ἐμεῖς, σήμερα, ἐν ὀνόματι μιᾶς νοθευμένης καί ψεύτικης ἀγάπης, ὀνομάζουμε τούς αἱρετικούς ''ἀδελφές ἐκκλησίες''. Τούς προκαθημένους τους, τούς προσφωνοῦμε ''ἁγιώτατους'' καί τούς πολυχρονίζουμε ψαλμωδικῶς ἐντός τῶν Ἱερῶν μας Ναῶν. Τούς καλοῦμε καί συμπροσευχόμαστε μαζί τους μέσα στίς ἐκκλησιές μας, λειτουργούμαστε παρέα μαζί τους κ.α.π.
Ρωτήσαμε τήν Παναγιά μας, πού λέμε ὅτι θά τήν τιμήσουμε στίς δεκαπέντε τοῦ μηνός, ἐάν συμφωνεῖ μέ ὅλα αὐτά τά ὑβριστικά καί ἐπαίσχυντα ’’κατορθώματά μας’’; Διότι ἡ Παναγιά μας ἔχει φανερώσει τήν στάση Της ἀπέναντι στούς αἱρετικούς καί ἡ στάση Της εἶναι ἐντελῶς διαφορετική ἀπό τήν δική μας: Ὑπάρχουν θαυμαστές ἱστορικές μαρτυρίες, πού βεβαιώνουν, ὅτι ἡ Δέσποινά μας, ἡ Κυρία Θεοτόκος, ὅλους τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς ’’ἡμέτερους’’ λατινόφρονες, τούς ἀποκαλεῖ ''ἐχθρούς δικούς Της καί τοῦ Κυρίου, ὑποκριτές καί ἀσεβέστατους’’.
Στίς 15 Αὐγούστου ἑορτάζομε τήν πάνσεπτο Κοίμησή Της.
Πόσοι ἀπό ἐμᾶς, τούς βαπτισμένους στήν κολυμβήθρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, θά βροντοφωνάξουμε τήν ἡμέρα αὐτή ὁμολογιακῶς, ὅπως καί Ἐκείνη τό ἔπραξε, τό ὄχι στήν παρουσία αἱρετικῶν καί λατινοφρόνων μέσα στούς ἱερούς μας ναούς; (Γερμανία, Σμύρνη, Φανάρι κ.α.)
Πόσοι ἀπό ἐμᾶς, τούς βαπτισμένους στό ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ἡμέρα τῆς Παναγίας, θά μιμηθοῦμε τήν Κυρία μας Θεοτόκο καί, ἀγαπῶντες ἐν ἀληθείᾳ, θά διαμηνύσουμε φωναχτά στούς σύγχρονους Χριστομάχους καί Πνευματομάχους (ὀπαδούς τοῦ Κολυμπαρίου), ὅτι εἶναι ἐχθροί τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγιᾶς μας, ἀσεβέστατοι καί ὑποκριτές;
Γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές καί γιά ὅσους ἔχουν λίγο παραπάνω ὑπομονή στό διάβασμα, παρατίθενται στήν συνέχεια καί οἱ προαναφερθεῖσες σχετικές μαρτυρίες.
Ἡ θαυματουργή εἰκόνα τοῦ ’’ΧΑΙΡΟΒΟ’’
Βρισκόμαστε στά 1274. Αὐτοκράτορας στήν Πόλη εἶναι ὁ Μιχαήλ Παλαιολόγος καί πατριάρχης ὁ ἀμείλικτος διώκτης τῶν Ὀρθοδόξων Ἁγιορειτῶν πατέρων, ὁ λατινόφρων Ἰωάννης Βέκκος. Μόλις ἔχει ὑπογραφεῖ στήν Λυών ἡ ψευδοένωση Ὀρθοδόξων καί παπικῶν, καί ἀπεσταλμένοι τοῦ πάπα μαζί μέ ’’δικούς μας’’ ἑνωτικούς καταφθάνουν στό Ἅγιον Ὄρος, γιά νά ἐπιβάλλουν τήν ἐφαρμογή τῆς προδοτικῆς συμφωνίας.
Σέ ἔνα κελλί, πού βρίσκεται σέ ἀπόσταση ἀπό τήν Ἱερά Μονή Ζωγράφου, ἀσκήτευε τότε ἕνας γέροντας πολύ μεγάλης ἀρετῆς. Ὁ ἐνάρετος αὐτός γέροντας εὐλαβεῖτο βαθύτατα τήν Κυρία Θεοτόκο καί εἶχε καθημερινό κανόνα τήν ἐπαναλαμβανόμενη ἀνάγνωση τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Παναγίας, σέ ὄρθια μάλιστα στάση μπροστά στήν Εἰκόνα της.
Κάποια ἡμέρα καί ἐνῷ βίωνε ὑψηλές πνευματικές καταστάσεις λέγοντας μέ λαχτάρα τό ’’Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε’’, ἄκουσε τήν Παναγία ἀπό τήν ἱερή Της εἰκόνα νά τοῦ λέει: ’’Χαῖρε καί σύ, Γέρων τοῦ Θεοῦ. Μή φοβοῦ, ἀλλά ἀπελθών ταχέως εἰς τήν Μονήν, ἀνάγγειλον τοῖς ἀδελφοῖς καί τῷ Καθηγουμένῳ, ὅτι οἱ ἐχθροί ἐμοῦ τε καί τοῦ Υἱοῦ μου ἐπλησίασαν. Ὅστις οὖν ὑπάρχει ἀσθενής τῷ πνεύματι, ἐν ὑπομονῇ κρυβήτω, ἕως παρελθεῖν τόν πειρασμόν. Οἱ δέ στεφάνων μαρτυρικῶν ἐφιέμενοι, παραμενέτωσαν ἐν τῇ Μονῇ. Ἄπελθε οὖν ταχέως...’’.
Ὁ γέροντας, μετά ἀπό αὐτό, δέν στάθηκε οὔτε λεπτό. Ἀμέσως ξεκίνησε γιά τό μοναστήρι, τήν ἱερά Μονή Ζωγράφου, γιά νά ἐνημερώσει τούς πατέρες καί νά τούς μεταφέρει τίς ὁδηγίες τῆς Παναγίας. Φτάνοντας στήν Ἱερά Μονή, ὁ εὐλαβής καί ἐνάρετος γέροντας ζεῖ τό θαῦμα γιά δεύτερη φορά: Μπροστά στήν πύλη τοῦ Μοναστηριοῦ βλέπει ὄρθια τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ κελλιοῦ του, ἀπό τήν ὁποία καί ἄκουσε τήν φωνή τῆς Θεοτόκου!
Κρατῶντας, τώρα, στήν ἀγκαλιά του τήν θαυματουργή εἰκόνα τῆς Παναγίας, παρουσιάζεται ἐνώπιον τοῦ Ἡγουμένου καί τῶν πατέρων καί τούς λέει: Σεβαστοί μου πατέρες, ἡ Κυρία Θεοτόκος μοῦ ἀποκάλυψε, ὅτι οἱ ἐχθροί Της καί ἐχθροί τοῦ Υἱοῦ Της σέ λίγο καταφθάνουν στό Μοναστήρι. Ὅποιοι ἀπό τούς πατέρες καταλαβαίνουν, ὅτι δέν θά ἀντέξουν στό μαρτύριο, μέχρι νά ἡσυχάσουν τά πράγματα, ἄς κρυφτοῦν κάπου μακριά. Ὅσοι, ὅμως, πατέρες εἶναι ἕτοιμοι νά μιμηθοῦν τούς Μάρτυρες καί νά στεφανωθοῦν, ἄς παραμείνουν στό Μοναστήρι.
Οἱ πατέρες ἔπραξαν, ὅπως άκριβῶς ὥρισε ἡ Παναγία. Οἱ ἀσθενέστεροι κρύφθηκαν μέσα στό δάσος. Οἱ πιό δυνατοί, ὁ ἡγούμενος καί ἄλλοι 25 μοναχοί, παίρνοντας μαζί τους τήν θαυματουργό εἰκόνα τῆς Παναγίας κλείστηκαν στόν πύργο τῆς Μονῆς, περιμένοντας τούς ἐχθρούς Της.
Πράγματι, σέ λίγο κατέφθασαν οἱ ἀπεσταλμένοι τοῦ ἑνωτικοῦ αὐτοκράτορα καί τοῦ λατινόφρονα πατριάρχη Βέκκου, συνοδευόμενοι καί ἀπό ὁμάδα ἀπεσταλμένων τοῦ πάπα. Οἱ 26 ὁμολογητές τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως πατέρες δέν κάμφθηκαν οὔτε στιγμή ἀπό τίς ὑποσχέσεις καί τά καλοπιάσματα τῶν αἱρετικῶν. Ἀρνήθηκαν ἐξ ἀρχῆς νά συλλειτουργήσουν μέ τούς παπικούς καί τούς λατινόφρονες ’’δικούς μας’’. Ἐπέκριναν ἐντονώτατα τίς ἑνωτικές ἀπόπειρες καί κατεδίκασαν εὐθέως τίς πλάνες τῶν παπικῶν.
Σέ λίγο, ὁ πύργος τῆς Μονῆς παραδόθηκε στήν πυρά. Ἡ ὀργή τῶν ἑνωτικῶν καί τῶν παπικῶν ἀπεσταλμένων, διά τῆς πυρᾶς, ὁδήγησε τούς Ὁμολογητές πατέρες κατευθεῖαν στήν ἀγκαλιά τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ. Ἀπό τόν πύργο τόν κατακαμένο σώθηκε μονάχα ἡ θαυματουργός εἰκόνα τῆς Παναγίας, πού ἀπό τότε τήν ἀποκαλοῦν ’’Χαίροβο’’ (στά Βουλγαρικά σημαίνει τό Χαῖρε τό Ἀρχαγγελικό). Αυτά συνέβησαν στίς 10 Ὀκτωβρίου 1274.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τούς Ὁμολογητές Ἱερομάρτυρες κάθε χρόνο στίς 10 Ὀκτωβρίου, τήν ἡμέρα, δηλαδή, τοῦ μαρτυρίου τους.
Ἡ θαυματουργός εἰκόνα τῆς Παναγίας μας, ἡ Παναγία τοῦ Χαίροβο, φυλάσσεται στήν Ι.Μ. Ζωγράφου, γιά νά μᾶς θυμίζει τήν στάση Της ἀπέναντι στούς αἱρετικούς καί τούς ’’δικούς μας’’ λατινόφρονες.
***
Θαυμαστή διήγηση
γιά τόν μοναχό, πού εἶχε στό κελλί του
αἱρετικά κείμενα τοῦ Νεστορίου
Στήν Λαύρα τοῦ Καλαμῶνος κοντά στόν Ἰορδάνη, ὁ ἀβᾶς Κυριακός ὁ πρεσβύτερος διηγήθηκε στούς προσκυνητές τό παρακάτω συμβάν: ’’Ἕνα βράδυ εἶδα σάν ζωντανό ὄραμα στόν ὕπνο μου μιά γυναῖκα πολύ σεμνή, ντυμένη στά πορφυρά, ἔχοντας κοντά Της δύο τίμιους καί ἱεροπρεπεῖς ἄνδρες. Στέκονταν καί οἱ τρεῖς ἔξω ἀπό τό κελλί μου. Καθώς ἔβλεπα τήν σεμνοπρεπή γυναῖκα, τήν πῆρα γιά τήν Δέσποινά μας, τήν Κυρία Θεοτόκο. Καί τούς δυό ἄνδρες πού ἦταν μαζί της, γιά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο καί τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο.
Βγῆκα ἔξω καί παρακαλοῦσα τήν Παναγία νά μπεῖ στό κελλί μου καί νά μοῦ δώσει τήν εὐχή καί τήν εὐλογία Της, μά Ἐκείνη δέν ἤθελε νά περάσει μέσα. Ἐγώ ἐπέμενα καί κάποια στιγμή ἀκούω τήν Θεοτόκο νά μοῦ λέει:
Μέσα στό κελλί σου ἔχεις τόν ἐχθρό μου καί ἔρχεσαι νά μέ καλέσεις νά μπῶ καί ἐγώ ἐκεῖ; Καί λέγοντας αὐτά στράφηκε ἀλλοῦ καί ἔφυγε.
Ξύπνησα τρομαγμένος καί προβληματισμένος, προσπαθῶντας νά βρῶ τί ἔδιωξε τήν Παναγία ἀπό τό κελλί μου. Πέρασε πολλή ὥρα ἐρευνῶντας τόν ἑαυτό μου, τίς πράξεις, τίς σκέψεις μου, ἀλλά, δέν ἔβρισκα νά ἔχω κάνει κάτι, νά ἔχω πεῖ κάτι βλάσφημο γιά τήν Παναγία ἤ πού νά εἶναι φταίξιμο καί προσβολή γιά Ἐκείνην.
Προκειμένου νά διώξω τήν λύπη καί τούς στενάχωρους λογισμούς, πού μέ κατέλαβαν, πῆρα στά χέρια μου ἕνα βιβλίο τοῦ μακαρίου Ἡσυχίου τοῦ πρεσβυτέρου νά διαβάσω. Ἀνοίγοντας, ὅμως, τό βιβλίο ἐκεῖνο, βρίσκω, μέ πολλή μεγάλη μου ἔκπληξη, στίς τελευταῖες σελίδες, δύο λόγους τοῦ ὑβριστοῦ τῆς Θεοτόκου, τοῦ αἱρετικοῦ πατριάρχη Νεστορίου. Τότε κατάλαβα, ὅτι ὁ ἐχθρός τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου ἦταν αὐτοί οἱ λόγοι.
Σηκώθηκα καί τό ἐπέστρεψα τό βιβλίο σέ ἐκεῖνον, πού μοῦ τό εἶχε δανείσει. Τοῦ ἐξήγησα τό τί συνέβη καί ἐκεῖνος ὁ εὐλογημένος ἀδελφός, χωρίς νά χάσει καιρό, ἔκοψε ἀπό τό βιβλίο τά φύλλα μέ τούς λόγους τοῦ αἱρετικοῦ Νεστορίου, τά ἔριξε στήν φωτιά καί εἶπε: Δέν θά ἀφήσω νά παραμείνει οὔτε μιά στιγμή μέσα στό κελλί μου ὁ ἑχθρός τῆς Ὑπεραγίας ἡμῶν Θεοτόκου.
***
Παναγία τοῦ Πόπσκαγια
(Παναγία παπαδική -Ἱερά Μονή Χιλανδαρίου)
Στό Ἅγιον Ὄρος, στήν Ἱερά Μονή Χιλανδαρίου, ὑπάρχει ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας μέ τήν ὀνομασία ’’Πόπσκαγια’’, πού σημαίνει ’’Παναγία τῶν παπάδων’’.
Κάποτε, παρουσιάστηκε στήν Μονή ἕνας ἄγνωστος παπάς, ὁ ὁποῖος αὐτοσυστήθηκε μέ τό ὄνομα Ἱερώνυμος. Ἦταν, ὅμως, αἰρετικός καί στόχος του ἦταν νά παρασύρει τούς πατέρες τοῦ μοναστηριοῦ στήν κακοδοξία του.
Σέ μιά λιτανεία, ἐνῷ κρατοῦσε ὁ ἴδιος στά χέρια του τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ἀκούστηκε φωνή ἀπό τό Θεῖο Βρέφος νά τόν ἀποκαλεῖ ὑποκριτή, ἀσεβέστατο καί αἱρετικό. Ἀμέσως ὁ αἱρετικός ἱερέας ἔπεσε κάτω νεκρός. Ἔτσι ἡ εἰκόνα ἔλαβε τήν ὀνομασία ’’Παναγία τῶν παπάδων’’ καί οἱ πατέρες τῆς Μονῆς τήν τιμοῦν ἀπό τότε μέχρι καί σήμερα, διότι τούς προστάτεψε ἀπό τόν παπά τόν αἱρετικό.
ΠΗΓΕΣ:
Τά κείμενα μέ τά θαυμαστά γεγονότα ἁλιεύθηκαν ἀπό τήν ἠλ. δ/νση:
http://alavastron.blogspot.com/2016/08/Panagia-Theotokos-1.html
Ἔγινε μετατροπή τῶν κειμένων στό πολυτονικό καί παρουσιάστηκαν τό μέν πρῶτο διασκευασμένο, ἐνῷ τά ἄλλα δύο αὐτούσια.
Η μεγάλη γιορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας δίνει την αφορμή να θυμηθούμε τα λόγια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού:
«Ου πιστεύεις ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί εστι; τα ρήματα α εγώ λαλώ υμίν, απ' εμαυτού ου λαλώ. ο δε πατήρ ο εν εμοί μένων αυτός ποιεί τα έργα. Πιστεύετέ μοι ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί. ει δε μη, διά τα έργα αυτά πιστεύετέ μοι» (Ιωάν. 14, 10-11).
Μεγάλα και αμέτρητα ήταν τα θαύματα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: με ένα μόνο λόγο του ανέστησε την κόρη του Ιαείρου, του αρχισυναγώγου, τον γιο της χήρας της Ναΐν, ακόμα και τον Λάζαρο, ο οποίος ήταν στον τάφο τέσσερεις ολόκληρες ημέρες. Με ένα λόγο του μόνο επιτίμησε τους ανέμους και τα κύματα της λίμνης Γεννησαρέτ και έγινε απόλυτη γαλήνη. Με πέντε ψωμιά και δύο ψάρια χόρτασε πέντε χιλιάδες ανθρώπους, χωρίς γυναίκες και παιδιά, και με τέσσερα ψωμιά τέσσερεις χιλιάδες.
Ας θυμηθούμε πως κάθε μέρα θεράπευε τους ασθενείς, γιατρεύοντας κάθε είδους ασθένεια, έδιωχνε τα πονηρά πνεύματα από τους δαιμονιζομένους. Πως ξαναέδινε την όραση στους τυφλούς και την ακοή στους κουφούς με ένα μόνο άγγιγμά του. Δεν φτάνουν αυτά;
Όλα αυτά όμως δεν ήταν αρκετά για τους ανθρώπους οι οποίοι τον ζήλευαν, για τους ανθρώπους
για τους οποίους ο μέγας προφήτης Ησαΐας είπε:
«Ακοή ακούσετε και ου συνήτε, και βλέποντες βλέψετε και ου μη ίδητε. επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου, και τοις ωσί βαρέως ήκουσαν, και τους οφθαλμούς αυτών εκάμμυσαν, μήποτε ίδωσι τοις οφθαλμοίς και τοις ωσίν ακούσωσι και τη καρδία συνώσι και επιστρέψωσι, και ιάσομαι αυτούς» (Ματθ. 13, 14-15).
Σε όλα αυτά, τα οποία όμως δεν ήταν αρκετά για τους βαρήκοους ανθρώπους και με τα συσκοτισμένα μάτια, πρόσθεσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός το μέγα θαύμα της Μεταμορφώσεώς Του στο όρος Θαβώρ. Σ' αυτόν, που έλαμψε με ένα εκθαμβωτικό θείο φως, εμφανίστηκαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Μωυσής και ο Ηλίας και προσκύνησαν τον δημιουργό του νόμου. Με φόβο και τρόμο έβλεπαν το θαυμαστό αυτό θέαμα οι εκλεκτοί απόστολοι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης. Και μετά από τη νεφέλη, που τους σκέπασε, ακούστηκε η φωνή του Θεού:
«Ούτος εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα. αυτού ακούετε» (Ματθ. 17, 5).
Οι άγιοι απόστολοι κήρυξαν σ' όλο τον κόσμο, ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι «αληθώς, του Πατρός το απαύγασμα».
Ο κόσμος ολόκληρος, όταν το άκουσε, θα έπρεπε να γονατίσει μπροστά στον Κύριο Ιησού Χριστό και να προσκυνήσει τον Αληθινό Υιό του Θεού.
Θα έπρεπε η εμφάνιση στο Θαβώρ των δύο πιο μεγάλων προφητών της Παλαιάς Διαθήκης και η προσκύνηση του Κυρίου Ιησού Χριστού κατά την μεταμόρφωσή του, να κλείσει για πάντα τα βδελυρά χείλη των γραμματέων και των φαρισαίων, οι οποίοι μισούσαν τον Κύριο Ιησού και τον θεωρούσαν παραβάτη του νόμου του Μωυσή. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν πιστεύουν οι Εβραίοι ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας.
Όχι μόνο οι Εβραίοι δεν τον πιστεύουν, αλλά και για πολλούς χριστιανούς όλο και περισσότερο θαμπώνει το θείο φως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ακόμα μικρότερο γίνεται το μικρό ποίμνιο του Χριστού για το οποίο το θείο φως του Χριστού λάμπει με την ίδια δύναμη με την οποίαν έλαμψε στους αποστόλους Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη τότε στο όρος Θαβώρ.
Όμως να μην απελπιζόμαστε, επειδή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε:
«Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον. ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν» (Λκ. 12, 32).
Η απιστία μεταξύ των λαών έλαβε ανησυχητικές διαστάσεις και το φως του Χριστού επισκιάστηκε από το σκοτεινό νέφος της αθεΐας. Σήμερα πιο συχνά από ποτέ ενθυμούμαστε το φοβερό λόγο του Χριστού:
«Πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» (Λκ. 18, 8).
Να μην απελπιζόμαστε όμως, επειδή Εκείνος, λέγοντας για τα σημεία της δευτέρας παρουσίας του, είπε:
«Αρχομένων δε τούτων γίνεσθαι ανακύψατε και επάρατε τας κεφάλας υμών, διότι εγγίζει η απολύτρωσις υμών» (Λκ. 21, 28).
Να είναι, λοιπόν, η ζωή σας τέτοια ώστε την φοβερή ημέρα της Κρίσεως να μπορέσουμε να σηκώσουμε το κεφάλι μας και όχι να το σκύψουμε βαθειά απελπισμένοι. Αμήν.
1956
Απολυτίκιον.
Μετεμορφώθης εν τω Όρει, Χριστέ ο Θεός, δείξας τοις Μαθηταίς σου την δόξαν σου, καθώς ηδύναντο. Λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς, το φως σου το αΐδιον, πρεσβείαις της Θεοτόκου. Φωτοδότα, δόξα σοι.
Πηγή: («Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ, Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980)», Τεύχος 2. ΜΑΪΟΣ- ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2001. Θεσ/νίκη, Έκδοσις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»), Αναβάσεις
Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε, εσύ που κυοφόρησες τον Σωτήρα Χριστό και Θεό μας, σ’ εσένα αναθέτω όλη την ελπίδα μου, και σ’ εσένα, την υψηλότερη από όλες τις ουράνιες αγγελικές Δυνάμεις, έχω την εμπιστοσύνη μου.
Εσύ, Πανάχραντη, φρούρησέ με με τη θεία χάρη σου. Κυβέρνησε τη ζωή μου και οδήγησέ με στο άγιο θέλημα του Υιού σου και Θεού μας. Εσύ δώρισέ μου τη συγχώρηση των αμαρτιών μου. Γίνε για μένα καταφύγιο, προστασία και βοήθεια και οδηγός, που με μεταφέρει στην αιώνια ζωή. Τη φοβερή μάλιστα ώρα του θανάτου μου, Δέσποινά μου, μη με εγκαταλείψεις, αλλά σπεύσε να με βοηθήσεις, και άρπαξέ με και σώσε με από την πικρή εξουσία των δαιμόνων· διότι έχεις στη θέλησή σου τη δυνατότητα, ως αληθινή Μητέρα του Θεού και Κυρία όλων.
Δέξου, πανευμενέστατη Παναγία Δέσποινα Θεομήτωρ, από μας τους ανάξιους δούλους σου, δώρα πολύτιμα και πρέποντα σ’ εσένα μόνο, εσύ που είσαι διαλεγμένη από όλες τις γενεές, εσύ που φάνηκες ανώτερη από κάθε δημιουργία των ουρανίων και των επιγείων, επειδή με τη μεσολάβησή σου γνωρίσαμε τον Υιό του Θεού, και με τη μεσολάβησή σου ο Κύριος των ουρανίων Δυνάμεων παρουσιάσθηκε ανάμεσά μας, και γίναμε άξιοι να λάβουμε το άγιο σώμα και αίμα του. Είσαι μακάρια εσύ στις γενεές των γενεών, Θεομακάριστη, εσύ που είσαι λαμπρότερη από τα Χερουβείμ, και ενδοξότερη από τα Σεραφείμ.
Και τώρα, πανύμνητη Παναγία Θεοτόκε, μην παύσεις να μεσιτεύεις για μας τους ανάξιους δούλους σου, για να σωθούμε από κάθε επιβουλή του Πονηρού και από κάθε δυσκολία, και να φυλαχθούμε άτρωτοι από κάθε επίθεση προερχόμενη από τα φαρμακερά βέλη του· αλλά και ως το τέλος φύλαξέ μας, με τις ικεσίες σου ακατάκριτους, ώστε σωζόμενοι με τη δική σου βοήθεια και αρωγή να αναπέμπουμε δοξολογία και αίνεση και ευχαριστία και προσκύνηση πάντοτε στον μόνο Τριαδικό Θεό και Δημιουργό όλων των δημιουργημάτων.
Αγαθή Δέσποινα και πανευγενέστατη Μητέρα του αγαθού και πανάγαθου και υπεράγαθου Θεού, ρίξε το βλέμμα σου στην προσευχή του ανάξιου και αχρείου δούλου σου με το σπλαχνικό σου μάτι, και πρόσφερε τη βοήθειά σου σ’ εμένα σύμφωνα με το πολύ έλεος της ανέκφραστης ευσπλαχνίας σου, και παράβλεψε τα αμαρτήματά μου, αυτά που έπραξα με λόγια και αυτά που έπραξα με έργα, αυτά που έπραξα με κάθε αίσθηση, τα εκούσια και τα ακούσια, αυτά που έπραξα συνειδητά και από άγνοια, και κάνε με όλον καινούριο άνθρωπο, με το να με καταστήσεις ναό του παναγίου και ζωοποιού και εξουσιαστικού Πνεύματος, που κατοίκησε και έριξε τη σκιά του στην πανάχραντη μήτρα σου, και που είναι η δύναμη του ύψιστου Θεού· διότι εσύ είσαι βοηθός εκείνων που εξαντλήθηκαν από τους κόπους, προστάτης εκείνων που κινδυνεύουν, σωτήρας εκείνων που βρέθηκαν σε κακοκαιρία, λιμάνι εκείνων που έπεσαν σε τρικυμία, ενίσχυση και βοηθός εκείνων που περικυκλώθηκαν από δυσκολίες.
Δώρισε στο δούλο σου κατάνυξη, γαλήνη των λογισμών, σταθερότητα του νου, συνετό νου, προσοχή της ψυχής, ταπεινό φρόνημα, αγιοπρεπή και ήρεμη κατάσταση, συνετό και συγκρατημένο ήθος, που φανερώνει ως αποδείξεις της εσωτερικής κατάστασης την τάξη της ψυχής και την ειρήνη, την οποία ο Κύριός μας χάρισε στους μαθητές του. Ας φθάσει η δέησή μου στον άγιο ναό σου και στο κατοικητήριο της δόξας σου. Ας χύσουν τα μάτια μου άφθονα δάκρυα, για να με καθαρίσεις από το ρύπο με τα δάκρυά μου, και να με σφουγγίσεις με τα νάματα των δακρύων, καθαρίζοντάς με από το ρύπο των παθών.
Διάγραψε το χρεόγραφο των αμαρτημάτων μου. Διασκόρπισε τα σύννεφα της λύπης μου, την ομίχλη και την ταραχή των λογισμών. Απομάκρυνε από μένα την καταιγίδα και τη θύελλα των παθών, και φύλαξέ με μέσα σε αταραξία και γαλήνη. Πλάτυνε την καρδιά μου με πνευματικό πλατυσμό. Εύφρανε και χαροποίησέ με με ανέκφραστη χαρά και με παντοτινή ευφροσύνη, ώστε να διανύσω σωστά τους ίσιους δρόμους των εντολών του Υιού σου, και να βαδίσω με ακατάκριτη συνείδηση και με άμεμπτη συμπεριφορά.
Χάρισε επίσης και καθαρή προσευχή σ’ εμένα που προσεύχομαι σ’ εσένα, ώστε με αθόλωτο νου και απερίσπαστο λογισμό να μελετώ αδιάκοπα με αχόρταγη ψυχή, νύχτα και μέρα, τα λόγια των θείων Γραφών, και να ψάλλω με ευχαριστία, και να προσεύχομαι με αγαλλίαση της καρδιάς μου, για να δοξάσω και να τιμήσω και να επαινέσω τον μονογενή σου Υιό και Κύριό μας Ιησού Χριστό, στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Πηγή: (Από το βιβλίο: Οσίου Εφραίμ του Σύρου Έργα, τ. ΣΤ’, «Προσευχές». Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 358), Κοινωνία Ορθοδοξίας, Η άλλη όψη
Τὸ γεγονὸς τῆς Ὑπαπαντῆς, ποὺ ἐξιστορεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ β’ κεφάλαιο τὸ Εὐαγγελίου του, συνέβη σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν γέννηση τοῦ Ἰησοῦ. Σύμφωνα μὲ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, ἂν τὸ πρῶτο παιδὶ τῆς οἰκογένειας ἦταν ἀγόρι, ἀφιερωνόταν στὸν Θεὸ καὶ συγχρόνως προσφερόταν γιὰ θυσία ἕνας ἀμνὸς ἢ ἕνα ζευγάρι τρυγόνια ἢ δυὸ μικρὰ περιστέρια. Τὸ γράμμα τῶν ἐντολῶν αὐτῶν πληροῦντες ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Παρθένος Μαρία, ἀνῆλθαν τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα ἀπὸ τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ στὸ ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων, γιὰ νὰ προσφέρουν τὸν Ἰησοῦ στὸν Θεὸ καὶ νὰ δώσουν τὴν θυσία περὶ καθαρισμοῦ. Τὸ ζευγάρι ὑποδέχθηκε στὸ ναὸ ὁ ὑπερήλικας Προφήτης Συμεών, ὁ ὁποῖος δέχθηκε τὸν Ἰησοῦ στὴν ἀγκαλιά του φωτισμένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἔχοντας λάβει ἀποκάλυψη ἀπὸ Αὐτὸ ὅτι δὲν θὰ ἀπέθνησκε πρωτοῦ δεῖ Ἐκεῖνον, τὸν ὁποῖο ὁ Κύριος καὶ Θεὸς ἔχρισε Βασιλέα καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου.
(Πηγή: Μέγας Συναξαριστής)
* * *
Ὁμιλία στήν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου,
Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
Του οσίου πατρός ημών Γρηγορίου του Παλαμά, ομιλία 5, στην Υπαπαντή Του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού όπου γίνεται λόγος και περί σωφροσύνης και της αντίθετης με αυτήν κακίας.
Εκείνη την προγονική κατάρα και καταδίκη προ Χριστού την είχαμε όλοι κοινή και ίδια, εκχυμένη σε όλους από έναν προπάτορα, σαν να αναπτυσσόταν από τη ρίζα του γένους και να ήταν συνημμένη με τη φύσι. Ο καθένας επέσυρε από τον Θεό στην υπόστασί του με όσα έπραττε προσωπικώς ή την μομφή ή τον έπαινο, ενώ δεν μπορούσε να κάμη τίποτε απέναντι σ’ εκείνη την κοινή κατάρα και καταδίκη και απέναντι στον πονηρό κλήρο που κατεβαίνει από επάνω σ’ αυτόν και δι’ αυτού στους απογόνους του.
Άλλ’ ήλθε ο Χριστός ελευθερωτής της φύσεως, που μετέβαλε την κοινή κατάρα σε κοινή ευλογία˙ αφού ανέλαβε την ένοχη φύσι μας από την ακήρατη Παρθένο και την ήνωσε στην υπόστασί του, νέαν, χωρίς να έχη μετάσχει σε παλαιό σπέρμα, την κατέστησε αθώα και δικαιωμένη, ώστε και οι γεννώμενοι από αυτόν έπειτα κατά πνεύμα να μένουν όλοι έξω από την προγονική εκείνη κατάρα και καταδίκη. Τί λοιπόν; Δεν μεταδίδει τη χάρι του σε καθεμιά από τις υποστάσεις μας και δεν λαμβάνει ο καθένας μας άφεσι των πλημμελημάτων του από αυτόν, επειδή αυτός δεν ανέλαβε υπόστασι από εμάς, αλλά την φύσι μας, την οποία ανανέωσε ενωθείς με αυτήν κατά την ιδιαίτερη υπόστασί του; Πώς όμως θα ενεργούσε έτσι, αυτός που θέλει να σωθούν όλοι τελείως και κατήλθε κλίνοντας τους ουρανούς για χάρι όλων και, αφού δι΄ έργων και λόγων και παθημάτων του υπέδειξε κάθε δρόμο σωτηρίας, επανήλθε στους ουρανούς, ελκύοντας προς τα εκεί τους πιστούς τους; Επομένως για να παράσχη τελεία απολύτρωσι όχι μόνο στη φύσι την οποία έλαβε ο ίδιος από εμάς σε αδιάσπαστη ένωση, αλλά και στον καθένα από τους πιστεύοντας σ’ αυτόν; Τούτο λοιπόν έπραξε και δεν έπαυσε να πράττη, συνδιαλλάσσοντας τον καθένα μας δι’ εαυτού προς τον Πατέρα και επαναφέροντας τον καθένα στην υπακοή και θεραπεύοντας κάθε παρακοή.
Γι’ αυτό λοιπόν καθώρισε και θείο βάπτισμα κι’ έθεσε σωτηρίους νόμους, εκήρυξε μετάνοια σε όλους και μετέδωσε δεν μεταδίδει τη χάρι του σε καθεμιά από τις υποστάσεις μας από το σώμα και αίμα του. Διότι δεν είναι γενικώς η φύσις αλλά η υπόστασις του καθενός από τους πιστεύοντας που δέχεται το βάπτισμα και πολιτεύεται κατά τις θείες εντολές και γίνεται μέτοχος του θεουργού άρτου και του ποτηρίου. Δια των μέσων τούτων βέβαια ο Χριστός μας εδικαίωσε υποστατικώς και μας επανέφερε στην υπακοή του ουρανίου Πατρός˙ την ίδια δε τη φύσι που προσέλαβε από εμάς και ανανέωσε, την έδειξε αγιασμένη και διαιωμένη και σε όλα υπήκοο στον Πατέρα, δι’ εκείνων που έπραξε και έπαθε αυτός κατ’ αυτήν ενωμένος με αυτήν υποστατικώς. Ανάμεσα σε αυτά είναι και η εορταζομένη σήμερα από εμάς ανάβασις ή αναβίβασίς του στον παλαιό εκείνο ναό προς καθαρισμό, η προϋπάντησις από τον θεόληπτο Συμεών και η ευχαριστία της Άννας, η οποία παρέμενε στον ναό όλη τη ζωή της.1
Πραγματικά μετά την γέννησι του Σωτήρος από την Παρθένο και την κατά τον μωσαϊκό νόμο περιτομή την ογδόη ημέρα, όπως λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς, «όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού αυτών κατά τον νόμο του Μωϋσέως, τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο». Περιτέμνεται κατά τον νόμο, ανεβάζεται κατά το γεγραμμένο, προσφέρεται θυσία κατά τα λεγόμενα στον νόμο Κυρίου. Βλέπετε ότι ο ποιητής και δεσπότης του νόμου γίνεται καθ’ όλα υπήκοος στον νόμο; Επιτελώντας τί με αυτά; Καθιστώντας καθ’ όλα υπήκοο την φύσι μας στον Πατέρα και θεραπεύοντας την κατ’ αυτήν παρακοή μας και μετατρέποντας την γι’ αυτήν κατάρα σ’ ευλογία. Όπως δηλαδή όλη η φύσις μας ήταν στον Αδάμ, έτσι και στον Χριστό˙ και όπως δια του από την γη Αδάμ όλοι όσοι ελάβαμε από εκείνον την ύπαρξι εστραφήκαμε προς την γη και καταρριφθήκαμε, φεύ, στον Άδη, έτσι δια του από τον ουρανό Αδάμ, κατά τον απόστολο, όλοι ανακληθήκαμε στον ουρανό και αξιωθήκαμε την εκεί δόξα και χάρι. Τώρα όμως αξιωθήκαμε μυστικώς, διότι, λέγει «η ζωή σας μαζί με τον Χριστό είναι στον Θεό όταν δε ο Χριστός φανερωθή κατά την δευτέρα επιφάνεια και παρουσία, τότε και σεις όλοι θα φανερωθήτε σε δόξα».2 Ποιοί «όλοι»; Όσοι υιοποιήθηκαν κατά τον Χριστό δια του Πνεύματος αποδείχθηκαν και δια των έργων πνευματικά τέκνα τούτου.
Όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού αυτών, τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο. Ποιών «αυτών»; Ο λόγος του νόμου είναι περί των γεννητόρων, καθώς επίσης και των γεννωμένων από την ένωσί τους, που έχουν ανάγκη καθάρσεως. Διότι και ο ψαλμωδός λέγει «συνελήφθηκα σε ανομίες και η μητέρα μου μ’ εκυοφόρησε σε αμαρτίες».3 Εδώ δε που δεν υπάρχουν γεννήτορες, αλλά ήταν μόνο μητέρα, και αυτή Παρθένος, που υπάρχει επίσης γέννησις παιδιού συλληφθέντος ασπόρως, οπωσδήποτε δεν υπήρχε χρεία καθαρισμού, άλλ’ ήταν έργο υπακοής και τούτο, που επανέφερε την παρακούσασα φύσι και απήλειφε την ευθύνη εξ αιτίας της παρακοής. Όταν λοιπόν συμπληρώθηκαν οι ημερες του καθαρισμού των, τον ανέβασαν για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο, να τον αφιερώσουν, να καταστήσουν φανερό ότι είναι πρωτότοκος, όπως έχει γραφή στον νόμο του Κυρίου, ότι «κάθε αρσενικό παιδί που διανοίγει την μήτρα, θα αποκληθή αφιερωμένο στον Κύριο».4
Και όμως αυτός είναι ο μόνος που διάνοιξε μήτρα, αφού εκυοφορήθηκε χωρίς γεννετήσια ένωσι με μόνο το προσφώνημα και το μήνυμα του Θεού, που εδέχθηκε στις ακοές της η Παρθένος δι’ αγγέλου˙ πώς λοιπόν ο νόμος λέγει «κάθε αρσενικό παιδί που διανοίγει μήτρα»; Όπως πολλοί λέγονται προφήτες και πολλοί χρισμένοι, καθώς λέγει ο Θεός δια του ψαλμωδού, «μη εγγίζετε τους χρισμένους μου και μη κακοποιήτε τους προφήτες μου»,5 ενώ ένας είναι ο Χριστός και ένας μόνο ο Προφήτης αυτός, έτσι λέγεται ότι και κάθε πρωτότοκο διανοίγει μήτρα, άλλ’ ο αληθώς διανοίξας είναι αυτός ο μόνος άγιος του Ισραήλ. Λέγει δε ότι τον ανέβασαν για να δώσουν θυσία κατά το λεγόμενο στον νόμο του Κυρίου, ένα ζεύγος τρυγονιών ή δύο νεοσσούς περιστεριών». Το μεν ζεύγος των τρυγονιών λοιπών, δηλώνοντας την σωφροσύνη των γονέων, είχε κάποια σχέσι προς τους συνεζευγμένους κατά τον νόμο του γάμου, προεδήλωναν σαφώς την Παρθένο και τον γεννηθέντα από την Παρθένο αυτή που είναι έως το τέλος Παρθένος. Και πρόσεξε την ακρίβεια του νόμου. Πραγματικά για τα τρυγόνια είπε ζεύγος διότι υπαινίσσονται τους συνεζευγμένους σε γάμο, ενώ για τα περιστεράκια το απέφυγε τούτο˙ διότι άπειροι γάμου ήσαν και η μητέρα και ο υιός. Αλλά ο μεν νόμος, προμηνύοντας από παλαιά την παρθενική γέννησι, τέτοια χρησμοδοτεί και με τέτοια την προτυπώνει˙ τώρα δε που ωδηγήθηκε στον ναό ο ίδιος ο παραδόξως γεννηθείς, το άγιο Πνεύμα ετοίμασε άλλα τρυγόνια και άλλους νεοσσούς περιστεριών περισσότερο ταιριαστούς. Ποιούς λοιπόν; Τον Συμεών και την Άννα, τους οποίους είτε νεοσσούς περιστεριών τους ειπή κανείς, λόγω της τελείως νηπιακής διαθέσεως προς την κακία, είτε τρυγόνια για το άκρο ύψος της σωφροσύνης, σωστά αθ ειπή.
Αλλά ο μεν Συμεών, για να διέλθωμε σύντομα τα ευαγγελικά λόγια, δίκαιος και ευλαβής και προεμπνευσμένος από άγιο Πνεύμα, ήλθε στον ναό κινημένος και τώρα από αυτό, προϋπάντησε και ασπάσθηκε τούτο το ουράνιο και επίγειο βρέφος, προφέροντας σ’ αυτό ως Θεόν τον ύμνο και την ικεσία, παρακαλώντας ν’ απαλλαγή ειρηνικά από το σώμα και διακηρύσσοντας σε όλους ότι αυτό είναι το σωτήριο φως, ισχυριζόμενος δε ότι τούτο έχει τεθή σε πτώσι των απιστούντων και σε ανάστασι των πιστευόντων σ’ αυτό.
Έπειτα συνωμίλησε με την Παρθένο και Μητέρα του βρέφους, δεικνύοντας από την οδύνη για τον μελλοντικό σταυρό του παιδιού ότι θα φανερωθή κατά φύσι μητέρα του τώρα θεανθρώπου βρέφους και ό,τι αφού αποκαλύψη τους αμφιβόλους γι’ αυτό λογισμούς θα τους απαλείψη από τις καρδιές˙ διότι και ο Συμεών την γνησία μητέρα του αμφιβόλου παιδιού 6 προσδιώρισε από την σχετική με το πάθος οδύνη και από την γι’ αυτό το πάθος σφοδρά λύπη και συμπάθεια.
Η δε προφήτις Άννα, χήρα του Φανουήλ ηλικίας ογδόντα τεσσάρων ετών, επιδιδομένη σε νηστείες και δεήσεις και μη απομακρυνομένη καθόλου από τον ναό, καταληφθείσα τότε περισσότερο από θείο Πνεύμα ευχαρίστησε τον Θεό και ευαγγελίσθηκε ότι θα έλθη η λύτρωσις σ’ όσους την προσδέχονται, δεικνύοντας ότι αυτή είναι το βρέφος τούτο. Τέτοια λογικά τρυγόνια προέπεμψε το άγιο Πνεύμα προς προϋπάντησι του Χριστού, καθώς ανέβαινε στον ναό και μας έδειξε οποίοι πρέπει να είναι οι δεχόμενοι μέσα τους τον Χριστό, και οποίοι και οποίες πρέπει να είναι αυτές που έχασαν τους άνδρες των και αυτοί που έχασαν τις συζύγους των. Διότι η Άννα αυτή ήταν χήρα του Φανουήλ αλλά και προφήτις. Πώς; Διότι, αφού άφησε τις κοσμικές και βιωτικές φροντίδες, δεν εγκατέλειψε τον ναό˙ διότι είχε άμωμο τον βίο διημερεύοντας και διανυκτερεύοντας με νηστείες και αγρυπνίες, με προσευχές και ψαλμωδίες. Γι’ αυτό και η γυναίκα αυτή τον Κύριο, που ελάτρευε με έργα, ευλόγως τον ανεγνώρισε όταν ήλθε, όπως λέγει προς αυτόν ο ψαλμωδός προφήτης, «θα ψάλω και θα προσέξω στην τελεία οδό, πότε θα έλθης προς εμένα».7
Τέτοιες και τέτοιοι πρέπει να είναι όσοι από τον γάμο δια της έντιμης χηρείας αποφασίζουν να προσέλθουν προς τον παρθενικό βίο ή στην συμβίωσι. Εάν λοιπόν καταφρονήσης τελείως την δευτέρα συζυγία ως χαμερπή, κράτησε σταθερά την πρόθεσί σου, βάδιζε στα ίχνη των από την αρχή έως το τέλος αγάμων. Κάποτε είχε και ο Πέτρος πεθερά, αλλά δεν υστέρησε του παρθένου Ιωάννου, όταν έτρεξε προς το ζωαρχικό μνήμα˙ σε μερικά σημεία μάλιστα και υπερτέρησε, γι’ αυτό και από τον κοινό δεσπότη κατέστη κορυφαίος των κορυφαίων. Προς τόσο ύψος αναβιβάζει ο πόθος που μεταφέρεται από την σάρκα προς το πνεύμα.
Εσύ δε πρόσεχε, μη τυχόν από μεν την συζυγία απόσχης ως πάνδημη, την δε αγαμία δεν επιτύχης ως δυσέφικτη, οπότε θα εκτραπής και χωρίς να το καταλάβης θα καταπέσης, διότι θ’ ακολουθής όχι τα κατά νόμο ούτε τα υπέρ νόμο, αλλά τα παρά νόμο. Αν εμείς τους ευρισκομένους σε χηρεία, εφ’ όσον δεν σωφρονούν, τους θεωρούμε κατακρίτους, ενώ, και αν συνέλθουν νομίμως σε δεύτερο γάμο, δεν τους θεωρούμε εντελώς αμέμπτους (ο Παύλος έλεγε ότι αθέτησαν την πρώτη πίστι), πόσο μεγαλυτέρας καταδίκης άξιοι είναι εκείνοι που, ενώ συζούν με γυναίκες, δεν απέχουν της πορνείας; Πορνεία, η οποία επέφερε τον παγκόσμιο εκείνο κατακλυσμό σε αυτούς που ωνομάσθηκαν αρχικώς υιοί Θεού και προεκάλεσε τον από τον ουρανό εμπρησμό στους Σοδομίτες και έφερε στους Ισραηλίτες την ήττα από τους Μωαβίτες και τον πολυάνθρωπο εκείνο φόνο, τώρα δε, νομίζω, φέρει σ’ εμάς τις από τα αλλόφυλα έθνη ήττες και τις πολυειδείς από μέσα και έξω κακώσεις και συμφορές; Υιούς δε Θεού εκάλεσε η Γραφή πρώτους τους απογόνους του Ενώς, ο οποίος πρώτος ήλπισε ότι θα καλήται με το όνομα του Κυρίου.8 Ήταν δε αυτός υιός του Σήθ, του οποίου το γένος ήταν διαφορετικό από το καταραμένο γένος του Κάϊν και εζούσε σωφρόνως. Εξ αιτίας αυτών εστεκόταν ακόμη τότε ο κόσμος, έως ότου κατά το γεγραμμένο είδαν ότι οι θυγατέρες των ανθρώπων, δηλαδή οι κόρες από την γενεά του Κάϊν, ήσαν ωραίες και γοητευμένοι από την πορνική ομορφιά τους επήραν όσες εδιάλεξαν από όλες αυτές και έμαθαν τα έργα τους. Τότε αυξήθηκε η κακία επάνω στη γη, ήλθε ο κατακλυσμός και τους εξαφάνισε όλους˙ και αν τότε δεν ευρίσκονταν επάνω στη γη σώφρονες, ο Νώε και οι υιοί του Νώε (τούτο δε φανερώνεται από το γεγονός ότι ο καθένας ήταν σύζυγος μιας γυναικός με την οποία εισήλθε στην κιβωτό), δεν θα υπολειπόταν καμμιά ρίζα και αρχή για τη γένεσι δευτέρου κόσμου.
Βλέπετε ότι εξ αιτίας των πορνευόντων θα καταστρεφόταν παλαιά ο κόσμος αυτός, αν δεν διατηρείτο από τους σωφρονούντας; Αυτοί δε που δεν είναι άξιοι ούτε του παρόντος κόσμου, αφού τον μεταβάλλουν σε ακοσμία, πώς δεν θα εξωσθούν και από τον μέλλοντα αιώνα, παραδιδόμενοι στο πυρ της γεέννης, διότι δεν άνθεξαν στο πύρ των σαρκικών ηδονών, αν δεν σπεύσουν τώρα να το αποσβέσουν δια της μετανοίας και να ξεπλύνουν με τα δάκρυα τούς από αυτό γενομένους ήδη μολυσμούς; Ας μη αγνοούν δε και τούτο, ότι αν δεν σπεύσουν ν’ αντισταθούν στο πάθος δια της μετανοίας, με τον καιρό θα παραδοθούν σε χειρότερα παρά φύσι πάθη, τα οποία είναι γεννήματα πορνικής επιθυμίας, ελκύει δε εδώ το πυρ της γεέννης, για να συναρπάση από εδώ τους ακολάστους σ’ αιώνια κόλασι.
Ποιός δεν γνωρίζει τους Σοδομίτες και την παρανομωτέρα από πορνεία έξαψί τους και την παραδοξοτέρα βροχή του πυρός επάνω σ’ αυτούς και την απώλεια; Πολλές φορές μάλιστα ολόκληρη πόλις υπέστη τις συνέπειες της διαγωγής ενός μόνο ασελγούς ανδρός, όπως συνέβηκε στην πόλι των Σικίμων, οι οποίοι αφανίσθηκαν τελείως από τα παιδιά του Ιακώβ, επειδή ο Συχέμ άρπαξε την θυγατέρα του Ιακώβ Δείνα.9 Αλλά για ν’ αφήσωμε τώρα τους προ του νόμου, ο ίδιος ο μωσαϊκός νόμος δεν παραγγέλλει να λιθοβολήται η νύφη, αν δεν ευρεθή παρθένος, η δε πορνευομένη κόρη ιερέως να καίεται στο πύρ; Δεν απαγορεύει δε να προσφέρεται στον ναό του Κυρίου ο μισθός πόρνης; Όταν δε οι Ισραηλίτες συνήλθαν πορνικώς με τις Μωαβίτιδες, έπεσαν με μάχαιρα σε μια ημέρα είκοσι τρεις χιλιάδες άνδρες. Γι’ αυτό και ο μέγας Παύλος μας λέγει˙ «μη πορνεύετε, όπως επόρνευσαν μερικοί από αυτούς και έπεσαν σε μια ημέρα είκοσι τρεις χιλιάδες».10 Τέτοια είναι τα επιτίμια της πορνείας και προ του μωσαϊκού νόμου και στο νόμο και δια του νόμου. Τί πρέπει λοιπόν ν αισθανώμαστε εμείς που, ενώ έχομε διαταχθή να σταυρώσωμε τη σάρκα μαζί με τις επιθυμίες, περιπίπτομε πάλι στα ίδια, εξ αιτίας των οποίων έρχεται η οργή του Θεού προς τους υιούς της απειθείας; Που, ενώ διαταχθήκαμε να νεκρώσωμε τα μέλη τα επί της γης, πορνεία, ακαθαρσία, πάθος κακό και την επιθυμία, δεν εφαρμόζομε την παραίνεσι;11 δεν θα φοβηθούμε λοιπόν κάποτε, αν όχι τίποτε άλλο, τουλάχιστο τις θεομηνίες, τις από κάτω, τις από επάνω, τις περασμένες, τις μελλοντικές εκείνες και αιώνιες που μας απειλούν; Δεν θα σεβασθούμε την κατά σάρκα επιφάνεια του ηλίου της δικαιοσύνης Χριστού, ώστε να περιπατήσωμε προσεκτικά σαν σε ημέρα; Δεν θα φρίξωμε τις αποστολικές προειδοποιήσεις και αποφάσεις και παραινέσεις, που λέγουν, «δεν γνωρίζετε ότι είσθε ναοί Θεού και μέσα σας κατοικεί το Πνεύμα του Θεού; Όποιος φθείρει το ναό του Θεού, θα τον φθείρη ο Θεός»12 ˙ και πάλι, «φανερά είναι τα έργα της σαρκός, που είναι πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια και τα όμοια, για τα οποία προλέγω, όπως και ήδη προείπα, ότι όσοι πράττουν τέτοια δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού»13˙ και πάλι, «τούτο να γνωρίζετε, ότι κάθε πόρνος ή ακάθαρτος ή πλεονέκτης, δηλαδή ειδωλολάτρης, δεν έχει κληρονομία στη βασιλεία του Χριστού και Θεού»14˙ και πάλι, «τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός μας, η αποχή από την πορνεία˙ διότι δεν μας εκάλεσε ο Θεός για ακαθαρσία, αλλά για αγιασμό˙ επομένως όποιος το αθετεί, δεν αθετεί άνθρωπο, αλλά τον Θεό που δίδει το άγιο Πνεύμα του σ’ εμάς».15
Ποιός θα μπορούσε να συλλέξη όλες τις παραγγελίες των Αποστόλων και των προφητών για το θέμα τούτο; Σ’ αυτούς ακριβώς που σωφρονούν και γι΄ αυτό ευρίσκονται ανάμεσα στα μέλη του Χριστού, τί παραγγέλλει ο απόστολος; «Σας έγραψα στην επιστολή, μη συναναστρέφεσθε πόρνους».16 Πραγματικά επειδή εκείνοι δεν εντρέπονται οι ίδιοι, συμβουλεύει τους άλλους να τους αποφεύγουν και να τους εντροπιάζουν, λέγοντας προς αυτούς, «εάν κάποιος κατ’ όνομα αδελφός είναι πόρνος, με αυτόν˙ ούτε να συντρώγετε».17 Βλέπεις ότι όποιος κυλίεται στην πορνεία είναι κοινό μόλυσμα της Εκκλησίας, και γι’ αυτό πρέπει όλοι να τον αποφεύγουν και να τον απομακρύνουν; Ο ίδιος δε ο Παύλος παρέδωσε στον Σατανά τον πορνεύοντα στην Κόρινθο και δεν συνέστησε προς αυτόν αγάπη ούτε τον προσέλαβε, έως ότου επέδειξε την μετάνοια ικανοποιητικώς.
Σώζε οπωσδήποτε την ψυχή σου από τα τόσα κακά, ώ άνθρωπε, των παρόντων και των μελλόντων, των τελευταίων διττών μάλιστα, και στον μέλλοντα και στον παρόντα αιώνα. Το γένος του Ησαύ ήταν απόβλητο, διότι εκείνος ήταν πόρνος και βέβηλος, και ο Ροβοάμ έχασε το μεγαλύτερο μέρος της βασιλείας, επειδή ο πατέρας του Σολομών, γυναικομανής περισσότερο από κάθε άλλον, επέθανε χωρίς να πάθη τούτο ο ίδιος λόγω του Δαβίδ, ο οποίος το προσαφθέν κάποτε σε βάρος του άγος εκαθάρισε με ροές δακρύων και με τα άλλα έργα της μετανοίας. Αποφεύγετε την πορνεία, αδελφοί, παραγγέλλει πάλι ο απόστολος.18 Αν την απέφευγε ο Σαμψών, δεν θα έπιπτε στα χέρια της Δαλιδάς, ώστε μαζί με τα μαλλιά του να χάση και την δύναμί του, δεν θα ετυφλωνόταν, δεν θα έχανε αδόξως τη ζωή του μαζί με τους αλλοφύλους. Αν την απέφευγαν οι οδηγούμενοι από τον Μωϋσή ως στρατηγό και νομοθέτη Ιουδαίοι δεν θα εθυσίαζαν στον Βεελφεγώρ, δεν θα έτρωγαν θυσίες, δεν θα έπιπταν όσο έπεσαν. Αν την απέφευγε ο Σολομών, δεν θ’ απομακρυνόταν από τον Θεό που τον κατέστησε βασιλέα και σοφό ούτε θα ανήγειρε ναούς και είδωλα.
Βλέπετε ότι το πάθος της πορνείας ωθεί τον άνθρωπο και προς ασέβεια; Ούτε το κάλλος της Σωσάννης, που εξαπάτησε στη Βαβυλώνα τους πρεσβυτέρους, θα εθριάμβευε έπειτα και θα συνεκάλυπτε τον λιθοβολισμό, αν αυτοί απέφευγαν από την αρχή το βδέλυγμα και δεν την παρατηρούσαν κάθε μέρα ακολάστως πρωτύτερα. Ούτε ο Ολοφέρνης θα εκοιτόταν με κομμένον τον λαιμό ο άθλιος, αν προηγουμένως, όπως έχει γραφή, δεν είλκυε τον οφθαλμό του το σανδάλιο της Ιουδίθ και δεν αιχμαλώτιζε την ψυχή του η ομορφιά της. Γι’ αυτό λέγει ο Ιώβ˙ «έβαλα κανόνα στους οφθαλμούς μου, και δεν θα προσέξω παρθένο»,19 πόσο μάλλον άσεμνο γύναιο, άγαμο ή έγγαμο.
Ή αγαμία θεοφιλή να τηρής, αγαπητέ, ή συζυγία θεόδοτη. Πίνε ύδατα απ΄οτα πηγάδια σου, κι αυτό με σωφροσύνη, άπεχε δε τελείως από νοθευμένο ποτό, διότι είναι ύδωρ Στυγός, ρεύμα του ποταμού Αχέροντος, είναι γεμάτο θανατηφόρο ιό, έχει τη δύναμι δηλητηρίου˙ διότι έχει την ιδιότητα να ρίπτη τους μυχούς του Άδη. Απόφευγε το μέλι από πορνικά χείλη, διότι έχουν την ιδιότητα να επαλείφουν πορνικό θάνατο, που είναι ο χωρισμός από το Θεό. Προς αυτόν λέγει ο Δαβίδ, «εξωλόθρευσε όλους όσοι πορνεύουν».20 Είναι λοιπόν ανάγκη να καθαρεύη ή να καθαίρεται κι έτσι να μένη διαρκώς αμίαντος αρκούμενος στις επιτρεπτόμενες ηδονές, αυτός του οποίου το σώμα έγινε ναός του Θεού δια του Πνεύματος και το Πνεύμα του Θεού κατοικεί σ’ αυτό, να σπεύδη προς απόκτησι αγνείας και σωφροσύνης και προς αποφυγή πορνείας και κάθε ακαθαρσίας, για να παραμείνωμε αιωνίως ευφραινόμενοι μαζί με τον άφθαρτο νυμφίο στις αγνές παστάδες, με τις πρεσβείες της αειπαρθένου και παναμώμου και υπερδοξασμένης Μητέρας που τον εγέννησε παρθενικώς για την σωτηρία μας˙ τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Λουκά 2, 22 – 38.
2. Κολ. 3, 3.
3. Ψαλμ. 50, 7.
4. Έξ. 13, 2. 12.15. Λουκά 2.23.
5. Ψαλμ. 104, 15.
6. Αμφίβολο παιδί είναι ο Χριστός λόγω της διπλής ιδιότητός του, θείας και ανθρωπίνης.
7. Ψαλμ. 100,1.
8. Γεν. 4, 26.
9. Γεν. 34, 1 έ έ.
10. Α’ Κορ. 10, 8.
11. Κολ. 3, 5.
12. Α’ Κορ. 3, 16.
13. Γαλ. 5, 19.
14. Εφ. 5, 5.
15. Α’ Θεσσ. 4, 3.
16. Α’ Κορ. 5, 9.
17. Α’ Κορ. 5, 11.
18. Α’ Κορ. 6, 18.
19. Ιώβ 31, 1.
20. Ψαλμ. 72, 27.
(Πηγή: Ορθόδοξη Πορεία, Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου )
Λόγος εἰς τὴν ὑπαπάντην τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ εἰς τὸν Συμεῶνα τὸν Θεοδόχον,
Ἁγίου Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων
Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών.
Κήρυττε χαράν, θύγατερ Ἱερουσαλήμ.
Χόρευε λαὸς πόλεως τῆς τοῦ Θεοῦ.
Σκιρτήσατε πύλαι καὶ τείχη Σιὼν καὶ πᾶσα ἡ γῆ.
Βοήσατε τὰ ὄρη, καὶ οἱ βουνοὶ μεγάλα σκιρτήσατε.
Ποταμοὶ κροτήσατε χεῖρας, καὶ ὄχλοι Σιὼν περιλάβετε, Θεοῦ παρουσίαν ἐν αὐτῇ βλέποντες.
Συμφωνείτω σήμερον τὰ οὐράνια τοῖς ἐπιγείοις, καὶ ἀνυμνείτω ἡ ἄνω μετὰ τῆς κάτω Ἱερουσαλήμ, διὰ Χριστὸν τὸν ἐν αὐτῇ, Οὐράνιον καὶ Ἐπίγειον.
Οὐράνιον νοεραὶ δυνάμεις περιχορεύσατε, Ἐπίγειον οἱ ἐπὶ τῆς γῆς σὺν ἀγγέλοις ὑμνήσατε.
Σήμερον γὰρ ὤφθη ὁ Θεὸς τῶν θεῶν ἐν Σιών.
Σήμερον δεδοξασμένα ἐλαλήθη περὶ σοῦ, ἡ πόλις τοῦ Θεοῦ Ἱερουσαλήμ, ἡ πόλις τοῦ Βασιλέως τοῦ Μεγάλου ἄνοιγε τὰς πύλας τῷ ἀνοίξαντι πᾶσι τὰς οὐρανίους πύλας καὶ ἀνοίξαντι πᾶσι τὰς παραδείσου πύλας καὶ ἀνοίξαντι τῶν τάφων ἐπὶ σταυροῦ τὰς πύλας καὶ συντρίψαντι ᾅδου τὰς ἀπ' αἰῶνος πύλας καὶ συγκλείσαντι παραδόξως τῆς παρθενίας τὰς πύλας.
Σήμερον ὁ πάλαι τῷ Μωσῇ χρηματίσας ἐπὶ τοῦ ὄρους Σινᾶ θεοπρεπῶς πληροῖ τὸν νόμον ὑπὸ νόμον γενόμενος δουλοπρεπῶς.
Σήμερον ὁ Θεὸς ἀπὸ Θαιμὰν ἐν Σιὼν ἔρχεται.
Σήμερον ὁ Οὐράνιος νυμφίος μετὰ Θεομήτορος παστάδος ἐν τῷ ναῷ παραγίνεται.
Θυγατέρες Ἱερουσαλὴμ ἐξέλθετε εἰς ἀπάντησιν Αὐτοῦ.
Τὰς λαμπάδας φαιδρῶς τῷ φωτὶ τῷ ἀληθινῷ ἐξάψατε, τοὺς χιτῶνας τῶν ψυχῶν τῷ νυμφίῳ Χριστῷ εὐτρεπίσατε.
Μετὰ τῆς Σιὼν οἱ τῶν ἐθνῶν λαοὶ φωτοφοροῦντες ὑπαντήσωμεν.
Ἐν τῷ ναῷ σὺν τῷ ναῷ καὶ Θεῷ καὶ Χριστῷ συνεισέλθωμεν.
Μετὰ ἀγγέλων τὸν τῶν ἀγγέλων ὕμνον βοήσωμεν Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Kύριος Σαβαώθ, πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης Aὐτοῦ.
Πλήρη τὰ πέρατα τοῦ κόσμου τῆς ἀγαθότητος Aὐτοῦ.
Πλήρης πᾶσα ἡ κτίσις τῆς αἰνέσεως Αὐτοῦ.
Πλήρης πᾶσα ἡ ἀνθρωπότης τῆς συγκαταβάσεως Αὐτοῦ.
Τὰ οὐράνια, τὰ ἐπίγεια, τὰ καταχθόνια πλήρη τῆς εὐσπλαγχνίας Αὐτοῦ, πλήρη τοῦ ἐλέους Αὐτοῦ, πλήρη τῶν οἰκτιρμῶν, πλήρη τῶν δωρεῶν, πλήρη τῶν εὐεργεσιῶν Αὐτοῦ.
Τοιγαροῦν πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χεῖρας.
Πάντα τὰ πέρατα τῆς γῆς δεῦτε καὶ ἴδετε τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ.
Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον.
Πᾶσα ἡ γῆ προσκυνησάτω, πᾶσα γλῶσσα ᾀσάτω, πᾶσα ψαλλέτω, πᾶσα δοξολογησάτω Παιδίον Θεόν, τεσσαρακονθήμερον καὶ προαιώνιον, Παιδίον μικρὸν καὶ Παλαιὸν τῶν ἡμερῶν, Παιδίον θηλάζον καὶ τῶν αἰώνων Ποιητήν.
Βρέφος βλέπω καὶ Θεόν μου γνωρίζω, Βρέφος θηλάζον καὶ τὸν κόσμον διατρέφον, Βρέφος κλαυθμυρίζον καὶ κόσμῳ ζωὴν καὶ χαρὰν χαριζόμενον, Βρέφος σπαργανούμενον καὶ τῶν σπαργάνων με τῆς ἁμαρτίας λυτρούμενον, Βρέφος ἐν ἀγκάλαις Μητρὸς μετὰ σαρκὸς ἀληθῶς ἀνελλιπῶς ἐπὶ γῆς, καὶ Αὐτὸν καὶ ἐν κόλποις τοῦ Πατρὸς ἀληθῶς καὶ ἀνελλιπῶς ἐν οὐρανοῖς.
Βρέφος βλέπω ἐκ Βηθλεὲμ εἰς Ἱερουσαλὴμ εἰσερχόμενον καὶ τῆς ἄνω Ἱερουσαλὴμ οὐδαμῶς χωριζόμενον.
Βρέφος βλέπω νομικῶς τῷ ναῷ θυσίαν προσάγων ἐπὶ γῆς, ἀλλ' Αὐτὸ τὰς πάντων εὐσεβεῖς θυσίας δεχόμενον ἐν οὐρανοῖς, Αὐτὸν ἐν ἀγκάλαις τοῦ πρεσβύτου οἰκονομικῶς καὶ Αὐτὸν ἐν θρόνοις χερουβικοῖς θεοπρεπῶς, Αὐτὸν προσφερόμενον καὶ ἁγνιζόμενον καὶ Αὐτὸν τὰ πάντα ἁγνίζοντα καὶ καθαίροντα.
Αὐτὸς τὸ δῶρον καὶ Αὐτὸς ὁ ναὸς ὤν.
Αὐτὸς ὁ ἀρχιερεὺς καὶ Αὐτὸς τὸ θυσιαστήριον, Αὐτὸς τὸ ἱλαστήριον [καὶ Αὐτὸς ὁ πρεσβεύων].
Καὶ Aὐτὸς ὁ προσφέρων καὶ Αὐτὸς ὁ ὑπὲρ κόσμου θυσία προσφερόμενος, καὶ Αὐτὸς τὰ ξύλα τῆς ζωῆς καὶ τῆς γνώσεως, Αὐτὸς ὁ ἀμνὸς καὶ Αὐτὸς τὸ πῦρ ὑπάρχων.
Αὐτὸς ἡ ὁλοκαύτωσις καὶ Αὐτὸς ἡ μάχαιρα τοῦ πνεύματος.
Αὐτὸς ὁ ποιμὴν καὶ Αὐτὸς τὸ ἀρνίον.
Αὐτὸς ὁ θύτης καὶ Αὐτὸς ὁ θυόμενος.
Αὐτὸς ὁ ἀναφερόμενος καὶ Αὐτὸς ὁ τὴν θυσίαν δεχόμενος.
Αὐτὸς ὁ νόμος καὶ Αὐτὸς ὁ νῦν ὑπὸ νόμον γινόμενος.
Ἀλλὰ γὰρ φέρε λοιπὸν τὰ περὶ τῆς ἡμέρας ἐκ τῶν ἱερῶν εὐαγγελίων ἀκούσωμεν.
Φησὶ γὰρ περὶ Χριστοῦ ὁ θαυμάσιος Λουκᾶς, ὅτι, ὅτε ἐπληρώθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωυσέως, ἀνήγαγον τὸν Ἰησοῦν εἰς Ἱερουσαλήμ, τοῦ παραστῆσαι Αὐτὸν τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου, ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν Ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται.
Σαμουὴλ μὲν οὖν καὶ Ἰσαὰκ ὁμοῦ τε καὶ Ἰακὼβ Ἰωσήφ τε καὶ ἕτεροι οἱ ἐκ στειρώσεως παρ' ἐλπίδα τεχθέντες καὶ διανοίξαντες ἀκάρπους μήτρας μητέρων ἅγιοι τῷ Κυρίῳ ἐκλήθησαν, Χριστὸς δὲ ὁ μόνος ἐκ μόνης, τοῦ μόνου μονογενής, Παρθένου τεχθεὶς καὶ μὴ διανοίξας πύλας παρθενικὰς οὐχ Ἅγιος τῷ Κυρίῳ, ἀλλ' Ἅγιος τῶν ἁγίων καὶ Κύριος τῶν κυρίων καὶ Θεὸς τῶν θεῶν καὶ Πρωτότοκος τῶν πρωτοτόκων ἀρχόντων ἄρχων τε καὶ Βασιλεὺς βασιλευόντων καὶ κληθήσεται καὶ πιστευθήσεται καὶ προσκυνηθήσεται καὶ νῦν ἐν τῷ ναῷ ὑπὸ Συμεὼν κηρυχθήσεται.
Ἦν γάρ, φησίν, ἄνθρωπος ἐν Ἱερουσαλήμ, ᾧ ὄνομα Συμεών.
Καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος, καὶ πνεῦμα Ἅγιον ἦν ἐν αὐτῷ.
Καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἰδεῖν τὸν Χριστὸν Κυρίου.
Καὶ ἦλθεν ἐν τῷ πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν.
Καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον Ἰησοῦν, τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ Αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ὁ Συμεὼν ἐδέξατο Αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ ηὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν Σου, Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά Σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν Σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ Σου Ἰσραήλ.
Τίς λαλήσει τὰς δυναστείας τοῦ Κυρίου, ἀκουστὰς ποιήσει πάσας τὰς αἰνέσεις Αὐτοῦ;
Ὁ κατέχων τὴν γῆν πᾶσαν δρακὶ ἀγκάλαις πρεσβύτου χωρεῖται, καὶ βαστάζεται ὁ φέρων τὰ πάντα τῷ ῥήματι τῆς δυνάμεως Αὐτοῦ.
Ἀγαλλιάσθω ὁ Ἀδὰμ διὰ Συμεὼν πρὸς Χριστὸν λέγων· Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν Σου, Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά Σου ἐν εἰρήνῃ.
Νῦν ἀπολύεις με τῶν αἰωνίων δεσμῶν νῦν ἀπολύεις με τῆς φθορᾶς.
Νῦν ἀπολύεις με τοῦ θανάτου.
Νῦν ἀπολύεις με τῆς λύπης, ὁ ἐμὸς Υἱὸς καὶ Θεός.
Ὃν ἐν τῷ ναῷ Συμεὼν ἐναγκαλιζόμενος καὶ τὸ ξένον τῆς οἰκονομίας μυστήριον πᾶσι τοῖς ἔθνεσι καὶ Ἰουδαίοις εὐαγγελιζόμενος σκιρτᾷ καὶ ἀγαλλιᾷ, καὶ λαμπρᾷ καὶ διαπρυσίῳ φωνῇ περὶ Αὐτοῦ ἀνακέκραγε λέγων· Οὗτός ἐστιν ὁ ὢν καὶ προὼν καὶ ἀεὶ τῷ Πατρὶ συμπαρών, ὁμοούσιος, ὁμόθρονος, ὁμόδοξος, ὁμοδύναμος, ἰσοδύναμος, παντοδύναμος, ἄναρχος, ἄκτιστος, ἀναλλοίωτος, ἀπερίγραπτος, ἀόρατος, ἄῤῥητος, ἀκατάληπτος, ἀψηλάφητος, ἀκατανόητος, ἀτέκμαρτος.
Οὗτός ἐστι τῆς πατρικῆς δόξης τὸ ἀπαύγασμα.
Οὗτός ἐστιν ὁ χαρακτὴρ τῆς πάντων συστάσεως.
Τοῦτο τὸ φῶς τῶν φώτων, ἐκ πατρικῶν ἀνατέλλον τῶν κόλπων.
Οὗτος ὁ Θεὸς τῶν θεῶν, καὶ ἐκ Θεοῦ Θεὸς γνωριζόμενος.
Οὗτος ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ἐκ πηγῆς τῆς τοῦ Πατρὸς ζωῆς προερχόμενος.
Οὗτος ὁ ποταμὸς τοῦ Θεοῦ, ἐξ ἀβύσσου θείας ἐκπορευόμενος, ἀλλ' οὐ χωριζόμενος.
Οὗτος ὁ θησαυρὸς τῆς ἀγαθότητος τῆς πατρικῆς καὶ ἀεννάου μακαριότητος.
Τοῦτο τὸ ὕδωρ τῆς ζωῆς καὶ τὸ ζωὴν τῷ κόσμῳ χαριζόμενον.
Οὗτος ἡ ἀκτὶς ἡ ἄκτιστος, ἐκ προφώτου ἡλίου γεννώμενος, ἀλλ' οὐ τεμνόμενος.
Οὗτός ἐστιν ὁ ἐκ μὴ ὄντων εἰς τὸ εἶναι Θεὸς λόγος λόγῳ μόνῳ τὰ πάντα συστησάμενος.
Oὗτός ἐστιν ὁ ἑωσφόρος πρὸ ἑωσφόρου τὰς ἀσωμάτους διακοσμήσας δυνάμεις τῶν οὐρανίων, ἀσωμάτων, ἀοράτων στρατευμάτων καὶ ταγμάτων.
Οὗτός ἐστιν ὁ τανύσας τὸν οὐρανὸν μόνος καὶ περιπατῶν ἐπὶ θαλάσσης ὡς ἐπὶ ἐδάφους.
Οὗτός ἐστιν ὁ ὀμίχλῃ σπαργανώσας τὴν ἄβυσσον.
Οὗτός ἐστιν ὁ στερεώσας τὴν γῆν ἐπὶ τῶν ὑδάτων.
Οὗτός ἐστιν ὁ ψάμμῳ περιτειχίσας τὴν θάλασσαν.
Οὗτός ἐστιν ὁ διορίσας τὸ φῶς ἀπὸ τοῦ σκότους.
Οὗτός ἐστιν ὁ τὴν κυκλικὴν τῶν ἀστέρων συντάξας διακόσμησιν.
Οὗτός ἐστιν ὁ πάντα τὸν ὁρώμενον καὶ νοούμενον κόσμον ἐν σοφίᾳ συστησάμενος.
Οὗτος ὁ χερσὶν ἀχειροπλάστοις ἐκ πηλοῦ διαπλάσας καὶ μορφώσας τὸν ἄνθρωπον.
Οὗτός ἐστιν ὁ κατ' εἰκόνα Θεοῦ δημιουργήσας ἡμᾶς, καὶ νῦν Aὐτὸς κατ' εἰκόνα τὴν ἡμετέραν γενόμενος ἄνθρωπος.
Ἄνθρωπος, ἀλλὰ μὴν καὶ Θεὸς ὁ Αὐτός.
Ἄνθρωπος τὸ ὁρώμενον, ὅλως ὡς κἀγὼ αὐτὸς μετὰ τῶν ἐμῶν, ἵνα με καθαρίσας σώσῃ, Θεὸς τὸ νοούμενον, τέλειος ἐκ τελείου Πατρὸς τὴν οὐσίαν ἔχων.
Ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων δεσποτικῇ νῦν τὴν ἐμὴν μορφὴν ἔλαβε τὴν δουλικήν, οὐ μειώσας τῆς θεότητος τὸ ἀξίωμα, ἀλλ' ἁγιάσας τῆς ἐμῆς φύσεως τὸ φύραμα.
Ἄνω ὅλος καὶ κάτω ὅλος ὁ Αὐτὸς γνωριζόμενος, ἄνω γεννηθεὶς ἀχρόνως καὶ κάτω ἀσπόρως, τῶν ἄνω ποιητὴς ὡς Θεὸς καὶ κάτω ποίημα ὡς ἄνθρωπος.
Ἀκούσατε ταῦτα, πάντα τὰ ἔθνη, ἄκουε, Ἰσραήλ.
Κύριος ὁ Θεός σου οὗτός ἐστιν ὃν ἐγὼ ὁ σὸς ἱερεὺς Συμεὼν ἐν ἀγκάλαις βαστάζων μεγάλῃ κηρύττω τῇ φωνῇ τῷ λαῷ ἐν τῷ ναῷ διαμαρτυρόμενος.
Διὸ προσέχετε λαός μου τὸν λόγον μου, κλίνατε τὸ οὖς ὑμῶν εἰς τὰ ῥήματα τοῦ στόματός μου.
Τοῦτο τὸ παιδίον ἐστί, περὶ οὗ Ἰσαΐας προεκήρυξε λέγων, ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν, Υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν, καὶ καλεῖται τὸ ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς (τῆς τοῦ Πατρός) ἄγγελος, θαυμαστός, σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ὦ Ἰσραήλ, ἄρχων εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
Εἰ οὖν Θεὸς ἰσχυρὸς τοῦτο τὸ Παιδίον, περὶ Αὐτοῦ δῆλον ὅτι εἴρηκε ∆αβίδ· Ὀφθήσεται ὁ Θεὸς τῶν θεῶν ἐν Σιών.
Περὶ τούτου παιδίου Ἱερεμίας βοᾷ· Ὅτι ὁ Θεὸς ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη.
Τοῦτο τὸ Παιδίον ἐστὶν ὁ πάλαι τῷ Ἰσραὴλ τὴν θάλασσαν διαῤῥήξας καὶ τὸν φαραὼ βυθίσας καὶ τὸν νόμον δοὺς τοῖς Ἰσραηλίταις καὶ τὸ μάννα ἐπομβρίσας καὶ στύλῳ πυρὸς τὸ γένος τῶν Ἑβραίων ὁδηγήσας καὶ πέτραν ῥήξας καὶ βάτον πυροδρόσου φλογὸς ἄφλεκτον φυλάξας.
Τοῦτο τὸ Παιδίον τεσσαρακονταετῆ φονευτὴν Μωσέα τοῦ αἰγυπτιακοῦ λαοῦ πεποίηκε καὶ τεσσαράκοντα ἔτη ποιμένα προβάτων ἀνέδειξε καὶ τεσσαράκοντα ἔτη ὁδηγὸν τῷ Ἰσραὴλ κατέστησε, καὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας νηστεῦσαι ἐδυνάμωσεν, ὡς καὶ αὐτὸ τὸ Παιδίον μετὰ τὸ βάπτισμα τεσσαράκοντα ἡμέρας ἐνήστευσε καὶ μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως εἰς τὴν ἄνω Ἱερουσαλὴμ ἀνελήλυθε καὶ μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας τῆς ἐκ Παρθένου γεννήσεως νῦν εἰς τὴν ἐπίγειον Ἱερουσαλὴμ εἰσελήλυθε.
Περὶ τούτου τοῦ Παιδίου Ἀμβακοὺμ προεκήρυξε λέγων· ὁ Θεὸς ἀπὸ Θαιμὰν ἥξει, τουτέστιν ἐκ τοῦ νότου.
Ἐκ νότου γὰρ τῆς Ἱερουσαλήμ, ἐκ Βηθλεέμ, νῦν ἐν Σιὼν εἰσελήλυθε.
Διὰ τοῦτο τὸ Παιδίον Μωυσῆς ὑμῖν διεμαρτύρετο λέγων ὅτι προφήτην ὑμῖν ἀναστήσει Κύριος ὁ Θεὸς ἐκ τῶν ἀδελφῶν ὑμῶν, καὶ πᾶς ὁ μὴ ἀκούων Αὐτοῦ ἐξολοθρευθήσεται ἡ ψυχὴ αὐτοῦ.
Περὶ τούτου τοῦ παιδίου ὁ προφήτης ∆αβὶδ ηὔχετο λέγων· Ὁ καθήμενος ἐπὶ τῶν χερουβὶμ ἐμφάνηθι, ἐξέγειρον τὴν δυναστείαν Σου καὶ ἐλθὲ εἰς τὸ σῶσαι ἡμᾶς.
Καὶ πάλιν· Ταχὺ προκαταλαμβανέτωσαν ἡμᾶς οἱ οἰκτιρμοί Σου Κύριε.
Καὶ πάλιν· Κύριε κλῖνον τοὺς οὐρανούς Σου καὶ κατάβηθι.
Καὶ ἄλλως· Σὺ κύριε ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων πρόσσχες τοῦ ἐπισκέψασθαι πάντα τὰ ἔθνη.
Διὸ γνῶτε ἔθνη καὶ ἡττᾶσθε.
Ἴδετε Ἰουδαῖοι καὶ πείσθητε ὅτι τοῦτο τὸ Παιδίον ὑμνοῦσιν ἄγγελοι, Τούτῳ προσκυνοῦσιν ἀρχάγγελοι, Τοῦτο τρέμουσιν ἐξουσίαι, Τοῦτο δοξάζουσι δυνάμεις, Τούτῳ δουλεύουσι τὰ Χερουβίμ, Τοῦτο θεολογεῖ τὰ Σεραφείμ.
Τούτῳ δουλεύει ὁ ἥλιος, Τούτῳ λειτουργεῖ σελήνη, Τούτῳ ὑπακούει τὰ στοιχεῖα, Τούτῳ ὑποτάσσονται αἱ πηγαί.
Τοῦτο τὸ παιδίον ἰδοῦσαι πύλαι ᾅδου συνετρίβησαν, πύλαι δὲ οὐράνιοι ἀνεπετάσθησαν, καὶ ᾅδης ἰδὼν ἐτρόμαξε.
Τοῦτο τὸ παιδίον θάνατον κατήργησε, τὸν διάβολον ᾔσχυνε, τὴν κατάραν ἔλυσε, τὴν λύπην κατέπαυσε, τὸν ὄφιν συνέτριψε, τὸ μεσότοιχον διέκοψε, τὸ πονηρὸν χειρόγραφον τῶν ἁμαρτιῶν διέῤῥηξε, τὴν ἁμαρτίαν ἐπάτησε, τὴν πλάνην κατέλυσε, τὴν κτίσιν ἀνέστησε.
Τοῦτο τὸ παιδίον τὸν Ἀδὰμ διέσωσε, τὴν Εὔαν ἀνέπλασε, τὰ ἔθνη ἐκάλεσε, τὸν κόσμον ἐφώτισε.
∆ιὸ δεῦτε καὶ ὑμεῖς φιλόχριστοι καὶ φιλόθεοι.
Τῇ τοῦ Κυρίου καὶ Δεσπότου ὑπαντῇ φαιδροὶ πάντες καὶ καθαροὶ ὑπαντήσωμεν, μὴ νομικῶς, ἀλλὰ πνευματικῶς, μὴ γαστρὶ τρυφῶντες, ἀλλὰ πνεύματι σκιρτῶντες, μὴ οἴνῳ μεθύοντες, ἀλλὰ τῷ πνεύματι ζέοντες.
Οὕτως σήμερον φαιδροὶ φαιδρῶς τὰς λαμπάδας κοσμήσωμεν.
Οὕτως ὡς υἱοὶ φωτὸς τοὺς κηροὺς τῷ φωτὶ τῷ ἀληθινῷ Χριστῷ προσαγάγωμεν, διότι φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν τῷ κόσμῳ ἐπέφανε.
Διὸ ὡς φῶτα ἐκ φωτὸς ὑπὲρ χιόνα ἀναλάμψωμεν, ὑπὲρ γάλα τυρωθέντες, ὑπὲρ λίθον σάπφειρον αὐγασθέντες, ὑπὲρ περιστερὰς ἀσπίλους εἰς οὐρανοὺς ἀναπτάντες, οὕτως ἐν νεφέλαις εἰς Θεοῦ ὑπάντησιν ἐξέλθωμεν.
Ἅπαντες σήμερον καὶ διὰ παντὸς τὰ τῆς ἑορτῆς βοήσωμεν.
Μετὰ ἀγγέλων χορεύσωμεν.
Μετὰ ποιμένων καταυγασθῶμεν.
Μετὰ μάγων προσκυνήσωμεν.
Μετὰ τῆς Βηθλεὲμ ἑορτάσωμεν.
Μετὰ τῆς Σιὼν ὑπαντήσωμεν.
Μετὰ τοῦ ναοῦ ἁγιασθῶμεν.
Μετὰ τῆς Παρθένου μεγαλύνοντες ἀγαλλιασθῶμεν.
Μετὰ Ἰωσὴφ προσενέγκωμεν ὡς δύο τρυγόνας τὴν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα.
Μετὰ Συμεὼν Χριστὸν ἐναγκαλισώμεθα, καὶ μετὰ Ἄννης ἀνθομολογησώμεθα.
Ὅπως τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν ἐντὸς γενώμεθα χάριτι καὶ οἰκτιρμοῖς καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
(Πηγή: Orthodox Fathers )
Ομιλία στην Υπαπαντή του Χριστού,
Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά
῾Η σημερινή ἑορτή, ἡ ῾Υπαπαντή τοῦ Χριστοῦ, σημαίνει προαπάντηση, ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ. ῎Ας μελετήσομε τό νόημά της γιά νά διδαχθοῦμε.
῾Ο Χριστός γεννήθηκε σ᾿ ἕνα σπήλαιο. Δέν ἦταν ἡ φυσική του θέληση νά γεννηθεῖ ὁ Θεός, ὁ κυρίαρχος τοῦ κόσμου, στό σπήλαιο. Ἦταν δεῖγμα τῆς ταπεινώσεώς του γιά νά μᾶς διδάξει τήν αὐταπάρνηση καί τήν ταπείνωση. Κατοίκησε σέ ἕνα χωριό καί αὐτό δέν εἶχε καμμιά σχέση μέ τό Χριστό. ῾Η Ναζαρέτ ἤ ἡ Βηθλεέμ ἤ κάποιο ἄλλο χωριό τί σχέση ἔχει μέ τό Χριστό; Ποιός ἦταν ὁ τόπος του;
᾿Απάντηση: ᾿Αφοῦ ὁ Χριστός εἶναι ὁ Θεός, δικός του πάνω στή γῆ εἶναι μόνο ὁ ναός του, ὁ τόπος τῆς λατρείας του. Οἶκος Θεοῦ, οἶκος Χριστοῦ, σπίτι τοῦ Χριστοῦ εἶναι μόνο ὁ ναός, ἡ ἐκκλησία.
῏Ηρθε καί ἡ ἡμέρα πού ὁ Χριστός θά πήγαινε στόν οἶκο του, στό σπίτι του γιά πρώτη φορά. Πότε; ῾Ο νόμος, ὅπως καί σήμερα ἔτσι καί τότε, ὅριζε ὅτι πρίν νά πάει τό παιδί σαράντα ἡμερῶν δέν τό πηγαίνουν στό Ναό. Στίς σαράντα ἡμέρες τό πᾶνε νά πάρει τήν πρώτη εὐλογία. Καί ἐκεῖνο καί ἡ μητέρα πού τό γέννησε καί μαζί καί ὁ πατέρας. ῎Ετσι λοιπόν ὅταν ὁ Κύριος ἔγινε σαράντα ἡμερῶν ἐπῆρε ὁ δίκαιος ᾿Ιωσήφ τήν ῾Υπεραγία Θεοτόκο καί τό Χριστό βρέφος καί ἀνέβηκαν ἀπό τήν Βηθλεέμ στήν ῾Ιερουσαλήμ νά πᾶνε στό ναό. Τί θά πήγαιναν νά κάνουν; ῾Η ἀπάντηση εἶναι, ὅπως σήμερα, πού μία γυναίκα φεύγει ἀπό τό σπίτι της νά πάει νά σαραντίσει στήν Ἐκκλησία. Τότε, ὅταν μία γυναίκα μέ τό βρέφος ἐπήγαινε στό ναό εὑρισκόταν κάποιος ἀπό τούς πολλούς ἱερεῖς, πού ἦταν στό ναό τοῦ Σολομῶντος, καί ἔκανε τήν προβλεπόμενη θυσία.
῎Επαιρνε τά δύο τρυγόνια ἤ περιστεράκια πού ἐπήγαινε στό ναό σά θυσία, σά προσφορά -αὐτό προσφέραν οἱ φτωχότεροι- τῆς διάβαζε μία εὐχή καί ἔφευγε. Περίπου ὅπως καί σήμερα. Πόσα παιδιά ἐπήγαιναν στό ναό τοῦ Σολομῶντος γιά νά πάρουν εὐχές; Πολλά παιδιά, γιατί ἡ ῾Ιερουσαλήμ ἦταν μεγάλη πόλη. Τί προσοχή ἔδινε ὁ Ἱερέας ὅταν ἔβλεπε ἕνα παιδάκι νά πηγαίνει νά τοῦ διαβάσει τήν εὐχή; Καμμία σημασία. «Ἄ! κι ἄλλο ἦρθε, νά σᾶς ζήσει». Τίποτα ἄλλο.
᾿Επῆγε λοιπόν ἡ ῾Υπεραγία Θεοτόκος στόν ναό μαζί μέ τόν ᾿Ιωσήφ. Ποιός τῆς ἔδωσε σημασία; ῾Η ἀπάντηση εἶναι: κανένας. Τίποτα δέν ἔγινε. Κανένας δέν κατάλαβε τίποτε. Καί πολύ περισσότερο δέν κατάλαβε τίποτε ὁ ἱερεύς πού πῆρε τά δύο περιστέρια πού τοῦ πρόσφεραν σά δῶρο καί πού διάβασε τήν εὐχή. Τίποτα δέν κατάλαβε. Φαντασθῆτε, περνάει ὁ Χριστός ἀπαρατήρητος ἀπό ὅλους. Οὔτε ὁ ἀρχιερέας τῶν ῾Εβραίων ἦταν παρών, οὔτε οἱ ἱερεῖς, οὔτε οἱ ψαλτάδες, οὔτε τό λαό μαζέψανε, οὔτε βάγια στρώσανε, οὔτε χαλιά. Τίποτε ἀπολύτως. Οἱ μόνοι πού τόν προϋπάντησαν, οἱ μόνοι πού πῆγαν ἐπίτηδες νά τόν προϋπαντήσουν ἦταν δύο γεροντάκια. ῾Ο ἕνας ἦταν ὁ δίκαιος Συμεών καί ἡ ἄλλη ἦταν ἡ ἁγία καί δικαία προφήτις ῎Αννα. ῎Ας σταθοῦμε στό παράδειγμα τους γιά νά διδαχθοῦμε.
῾Ο δίκαιος Συμεών ἦταν ἱερεύς, ἀλλά ὄχι ἐν ἐνεργείᾳ. ῏Ηταν πιά συνταξιοῦχος ἀπό πολλά χρόνια. ῾Ο νόμος τῶν ῾Εβραίων ἔλεγε ὅτι ὁ ἱερεύς ὅταν φθάσει στά ἑξήντα πέντε ἀποσύρεται ὑποχρεωτικά. Πάνω ἀπό τήν ἡλικία αὐτή δέν ἐπιτρεπόταν νά πηγαίνει πιά νά λειτουργεῖ. ῾Ο Συμεών εἶχε περάσει τά ἑκατό. ῏Ηταν πολύ γέρος. Σερνόταν. Καί τί ἔκανε αὐτός ὁ ἄνθρωπος; ᾿Απ᾿ ὅτι καταλαβαίνει κανείς, σ᾿ ὅλη του τή ζωή ἦταν εὐλαβής. Τό γράφει τό εὐαγγέλιο. ῏Ηταν πολύ εὐλαβής καί δίκαιος ἄνθρωπος. Τί σημαίνει εὐλαβής; Εὐλαβής ἄνθρωπος σημαίνει σέβεται τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Μπαίνοντας μέσα στήν ἐκκλησία φοβᾶται... Αὐτό σημαίνει εὐλαβής.
Τί σημαίνει «μπαίνοντας μέσα στήν ἐκκλησία φοβᾶμαι»; Φοβᾶμαι πῶς θά περπατήσω. Φοβᾶμαι πῶς θά σταθῶ. Φοβᾶμαι πῶς θά κουνήσω τό χέρι μου. Γιατί; Γιατί καταλαβαίνω ὅτι δέν εἶναι οὔτε τό σπίτι μου, οὔτε τό μαγαζί μου. ᾿Αλλά τί εἶναι; Οἶκος τοῦ Θεοῦ. Καί πρέπει μέσα στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ νά συμπεριφέρομαι ὅπως ἁρμόζει στό σπίτι τοῦ Θεοῦ. ῾Ο δίκαιος Συμεών ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱερωσύνης του, ἴσως καί τῆς ζωῆς του, πρόσεξε αὐτό τό νόμο. Καί παρακολουθοῦσε αὐστηρά τόν ἑαυτό του, τίς κινήσεις του νά ἰδεῖ τί κάνει μέσα στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ.
Τό ἀποτέλεσμα τί ἦταν; Αὐτή ἡ μικρή σκέψη, αὐτό τό ἐλάχιστο τόν ἔκανε κάθε ἡμέρα νά προοδεύει πνευματικά. Γιατί; Εἶναι πολύ ἁπλό:
῞Οταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά παρακολουθεῖ τόν ἑαυτό του σέ κάθε ἀρετή, ἄν δέν φθάσει σέ τελειότητα δέν ἡσυχάζει. Καί γιά νά φθάσει σέ τελειότητα σέ μιά ἀρετή πρέπει σιγά-σιγά νά τίς ἀποκτήσει ὅλες. Νά γιά ποιό λόγο: ῎Ερχεται κάποιος μπαίνει μέσα στήν ἐκκλησία στέκει μέ προσοχή, κάνει τό σταυρό του μέ εὐλάβεια μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ ἁγίου τοῦ ναοῦ καί τοῦ λέει ἀπό μέσα ἡ συνείδησή του. Τό σταυρό ξέρεις καί τόν κάνεις μεγάλο, δέν ἀφήνεις καί ἐκεῖνες τίς ἁμαρτίες πού κάνεις γιά νά ἔχεις καί τή συνείδησή σου πιό καθαρή;
Καί θέλωντας καί τήν ἄλλη μέρα πού θά ρθεῖ νά κάνει τό σταυρό του σωστά, καί νά ἀσπασθεῖ τόν ἅγιο, καί νά ἐλπίζει ὅτι ὁ ἅγιος θά εὐχαριστηθεῖ πού βλέπει τό πνεῦμα του καί θά αἰσθανθεῖ ὅτι τιμᾶται μέ τόν ἀσπασμό πού θά τοῦ κάνει, σκέπτεται καί λέγει στόν ἑαυτό του: φρόντισε καί διορθώσου λιγάκι γιά νά εὐχαριστηθεῖ καί νά σέ εὐλογήσει ὁ ἅγιος, τήν ὥρα πού τόν ἀσπάζεσαι.
Καί ἔτσι τί γίνεται; Αὐτή ἡ ἁπλή διάθεση νά εἶναι σωστός μέσα στήν ἐκκλησία γιατί εἶναι οἶκος Θεοῦ καί τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ παρακολουθεῖ καί βλέπει, αὐτό τό τόσο ἁπλό βοηθᾶ νά διορθωθεῖ σέ ὅλα.
῎Ετσι λοιπόν ὁ ἅγιος καί δίκαιος προφήτης Συμεών ἡμέρα μέ τήν ἡμέρα προόδευε πνευματικά. Καί ὅταν ἕνας ἄνθρωπος προοδεύει πνευματικά τί συμβαίνει; ᾿Αποκτᾶ μεγάλη καί βαθειά ἀγάπη. Γιά ποιούς; Γιά ὅλους. Δέν ξέρει πιά φίλους καί ἐχθρούς. ῎Ετσι καί ὁ ἅγιος καί δίκαιος Συμεών ἀπόκτησε ἀπό τήν προσευχή καί ἀπό τή ζωή μέσα στό ναό πολύ μεγάλη ἀγάπη. Καί μᾶς λέει τό εὐαγγέλιο προσευχόταν συνεχῶς παρακαλώντας τό Θεό νά δώσει λύτρωση στόν ᾿Ισραήλ, νά σώσει τό λαό του.
Φαντασθῆτε πόσο καθαρός πρέπει νά ἔχει γίνει ἕνας ἄνθρωπος γιά νά μή λέει «Θεέ μου δόσ’ μου ἐκεῖνο» ὅπως κάνουμε ἐμεῖς συνήθως, κάνε μου ἐκεῖνο... κάνε μου ἐκεῖνο... πού προσευχόμαστε γιά τόν ἑαυτό μας καί μόνο γιά τόν ἑαυτό μας.
Πῶς πρέπει νά προσευχόμαστε ἅμα ἔχομε ἀληθινή ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ; Γιά ὅλο τόν κόσμο! ῾Ο Συμεών προσευχόταν γιά ὅλο τόν κόσμο, νά τόν σώσει ὁ Θεός. ῞Οταν ἕνας ἄνθρωπος προσεύχεται, παρ᾿ ὅτι εἴμαστε ἁπλοί ἄνθρωποι, χωρίς τήν πνευματική πρόοδο καί τήν ἁγιωσύνη τοῦ Συμεών, ξέρομε ὅτι: ῾Ο Θεός ἀπαντάει. ῞Οταν τοῦ μιλᾶς ὁ Θεός σοῦ ἀπαντάει. ῎Εχει τόν τρόπο του ὁ Θεός καί ἀπαντάει. Σέ ἄλλους ἔμπρακτα καί σέ ἄλλους μιλάει καί πραγματικά μέ τό στόμα του καί ἀκοῦνε τή φωνή του. Στόν Συμεών ἀπάντησε μέ τή φωνή του. Τό πνεῦμα τό ἅγιο τοῦ εἶπε: Μήν ἀνησυχεῖς δέν θά πεθάνεις μέχρι πού αὐτό πού ζητᾶς θά τό ἰδεῖς. Θέλεις τή σωτηρία τοῦ ᾿Ισραήλ, τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ; Θά τήν δεῖς. Δέν θά πεθάνεις. Θά ἰδεῖς τή σωτηρία τοῦ ᾿Ισραήλ.
Καί ὅσο προόδευε ὁ Συμεών τόσο πιό πολύ τό πνεῦμα τό ἅγιο τοῦ ἀπεκάλυπτε καί τόν ἔπειθε, τοῦ ἔδινε τήν πληροφορία ὅτι θά ἰδεῖ τή σωτηρία τοῦ ᾿Ισραήλ. Ποιά ἦταν ἡ σωτηρία τοῦ ᾿Ισραήλ; Οἱ προφῆτες εἶχαν προαναγγείλει ὅτι τή σωτηρία θά τή φέρει ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ὁ Μεσσίας, ὁ Χριστός. Καί γι᾿ αὐτό ὁ Συμεών ὅταν τό ἅγιο Πνεῦμα τοῦ εἶπε ὅτι θά ἰδεῖ τή σωτηρία τοῦ ᾿Ισραήλ κατάλαβε ὅτι θά ἀξιωθεῖ νά ἰδεῖ τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, τό Χριστό.
Καί ἐπερίμενε. Πόσα χρόνια περίμενε; ῾Ο Θεός ξέρει...Ποῦ περίμενε; Στό ναό. Γιατί; Γιατί ἐκεῖ εἶναι ἡ φυσική θέση τοῦ Θεοῦ. Τί μᾶς λέγει αὐτό; Ποῦ πρέπει νά περιμένουμε νά βροῦμε τό Χριστό; Μπορεῖ νά τόν συναντήσεις καί στό σπήλαιο, μπορεῖ νά τόν συναντήσεις καί στή Ναζαρέτ, στή Βηθλεέμ, στό χωράφι, στήν κορφή τοῦ βουνοῦ, ἀλλά ὁπωσδήποτε θά τόν βρεῖς στό ναό, στόν οἶκο του, ὁπωδήποτε. ᾿Εκεῖ μπορεῖ, ἐδῶ ὁπωσδήποτε.
Καί τί ἔγινε; Ὅταν ἐπρόκειτο νά μποῦν ὁ ᾿Ιωσήφ μαζί μέ τήν Παναγία καί τό Χριστό στήν ἀγκαλιά στό ναό τό ἅγιο Πνεῦμα τοῦ εἶπε «ἦρθε ἡ ὥρα ἔλα στό ναό». Καί «ἦλθε ἐν τῷ πνεύματι εἰς τό ἱερόν». ῎Οχι μόνος του, ὄχι τυχαῖα.
«῏Ηλθε ἐν τῷ πνεύματι». Γιά φαντασθῆτε ἐμεῖς γιά νά πᾶμε σέ μιά ὑποδοχή θέλομε νά μᾶς δώσουν πρόσκληση. Νά μᾶς εἰδοποιήσουν. Νά ἔρθει κάποιος νά μᾶς πάρει ἀπό τό χέρι... Τόν Συμεών τόν ἐπῆρε ἀπό τό χέρι τό Πνεῦμα τό ἅγιο. ῾Ο ἴδιος ὁ Θεός τόν ἐκάλεσε καί τοῦ εἶπε «ἔλα τώρα νά ἰδεῖς ἐκεῖνο πού περιμένεις. ῎Ελα νά ἰδεῖς τή σωτηρία τοῦ ᾿Ισραήλ».
«῏Ηλθε ἐν τῷ πνεύματι εἰς τό ἱερόν». Καί ὅταν ἔμπαινε ὁ ᾿Ιωσήφ, ἡ Παναγία καί τό Βρέφος ἅπλωσε τά χέρια του τό πῆρε στήν ἀγκαλιά του καί κατάλαβε ποιός εἶναι. Τό Πνεῦμα τό ῞Αγιο τοῦ ἔδειξε, ὅπως ἔδειξε στόν ᾿Ιωάννη τόν Πρόδρομο, πού τοῦ εἶπε: «Σ’ ἐκεῖνον πού θά δεῖς νά κατεβαίνει πάνω του τό ἅγιο Πνεῦμα σάν περιστέρι ἐκεῖνος εἶναι ὁ ἀναμενόμενος».
Ἔτσι καί στόν Συμεών τοῦ εἶπε νά αὐτός εἶναι. Καί πῆγε ὁ γέρων Συμεών καί ἅπλωσε τήν ἀγκαλιά του καί ἐζήτησε νά πιάσει στά χέρια του τόν Κύριο ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστό. Καί συνέβη τό ἑξῆς συγκινητικό. ῏Ηταν ὁ πρῶτος ἄνθρωπος μετά τήν Παναγία, πού ἔπιασε τό Χριστό στήν ἀγκαλιά του ξέρωντας ὅτι εἶναι ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτό καί τόν ὀνομάζομε θεοδόχο. Εἶχε τή μεγάλη τιμή, τή μεγάλη εὐλογία, τή μεγάλη ἀμοιβή, τό μεγάλο μισθό ἀπό τό Θεό γιά ὅλη του τήν ἀρετή, γιά ὅλη του τή ζωή, γιά ὅλη τήν καλή του πολιτεία νά κρατήσει στά χέρια του τό Θεό ξέροντας ὅτι εἶναι ὁ Θεός.
Καί τί ἔκανε ἀφοῦ τόν ἐκράτησε στά χέρια του; Εὐλόγησε τό Θεό, δοξολόγησε τό Θεό καί εἶπε· «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον σου Δέσποτα ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου». Τώρα Θεέ μου ἄς πεθάνω. Διότι εἶδα τόν Σωτήρα τόν ὁποῖο ἑτοίμασες καί τόν ἔστειλες γιά ὅλο τόν κόσμο. «Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καί δόξαν λαοῦ σου ᾿Ισραήλ». Γιά νά φωτισθοῦν τά μάτια ὅλων τῶν ἐθνῶν καί νά δοξαστεῖ ὁ λαός του, ὁ ἐκλεκτός λαός του ὁ ᾿Ισραήλ, ὅπως καί ἐδοξάσθη μόνο ἀπό τό γεγονός ὅτι ἐγεννήθη ὁ Χριστός ἀπό ἕναν ᾿Ισραηλίτη καί ἀπό μιά ᾿Ισραηλίτισσα. Καί ἀπό τό γεγονός ὅτι οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι ἦσαν ᾿Ισραηλῖτες.
Ποιός ὑπεδέχθη τό Χριστό; ῎Οχι ὁ ᾿Ηρώδης, ὁ βασιλιάς. ῎Οχι ὁ ἀρχιερέας. ῎Οχι οἱ γραμματεῖς καί φαρισαῖοι, οἱ μεγάλοι θεολόγοι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καί οἱ ἱεροκήρυκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. ῎Οχι οἱ ἐπίσημοι, ὄχι οἱ ἄνθρωποι πού ἀποτελοῦσαν τούς ζηλωτές καί τούς ἀγωνιστές πού φαινόνταστε, ἀλλά ποιός; ῞Ενας ταπεινός ἄνθρωπος πού τό Θεό δέν τόν ἐλάτρευε μέ λόγια, ἀλλά μέ ἔργα βαθειά μέσα στή καρδιά του.
Τί ἦταν ὁ Συμεών; ῞Ενα γεροντάκι. Πόσης ἡλικίας; ᾿Εσχάτης, βαθύτατου γήρατος. Ποιό ἦταν τό προσόν τοῦ Συμεών; Τό ὅτι ἦταν εὐλαβής καί δίκαιος καί ὅτι ἀγαποῦσε τό λαό τόσο πολύ ὥστε προσευχόταν συνεχῶς παρακαλώντας τόν Θεό νά στείλει τή σωτηρία του. Πῶς τόν παρακαλοῦσε τό Θεό; Ἄς τό προσέξομε.
Οἱ δίκαιοι ἄνθρωποι ἀσκοῦν βία στό Θεό. Οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ τόν πιέζουν τόν Θεό. ῾Ο Θεός ντρέπεται τούς φίλους του. Τούς ντρέπεται καί τούς σέβεται περισσότερο ἀπ᾿ ὅτι ντρέπονται οἱ καλοί ἄνθρωποι τούς φίλους τους καί τούς ἀγαπητούς τους. ᾿Από ποῦ τό καταλαβαίνουμε αὐτό; Λέει σ᾿ ἕνα μέρος στή Παλαιά Διαθήκη ὅτι ὁ Θεός εἶχε πάρει τήν ἀπόφαση ἐξ᾿ αἰτίας τῶν πολλῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ᾿Ισραήλ ὅταν ἦταν στήν ἔρημο μετά πού ἔφυγαν ἀπό τήν Αἴγυπτο καί περάσανε τήν ᾿Ερυθρά θάλασσα, ἀπό τίς πολλές ἁμαρτίες πού ἔκαναν ὀργίσθηκε τόσο πολύ ὥστε πῆρε τήν ἀπόφαση νά τούς ἐξολοθρεύσει.
Καί τότε τί ἔγινε; Στάθηκε ὁ προφήτης Μωϋσῆς καί προσευχόταν. Νά συγχωρέσει τό λαό ὁ Θεός. Καί τί ἔλεγε ὁ Θεός; ῎Αφησέ με... ἄφησέ με νά τούς ἐξολοθρέψω. Πάψε νά προσεύχεσαι γιά νά μπορέσω νά κάνω ἐκεῖνο πού θέλω.
Ποιός τόν ἐμπόδιζε τό Θεό; ῾Ο Μωϋσῆς. Μέ τί; Μέ τήν προσευχή του. Μά καλά τί ἦταν ὁ Μωϋσῆς; Καί τί ἦταν ὁ Θεός; Δέσμευε ἡ προσευχή τοῦ Μωϋσῆ τό Θεό; Ναί, τόν ἐδέσμευε. Ποιός μᾶς τό λέει; ῾Ο Θεός. Γιατί τόν ἐδέσμευε; Ντρεπόταν τήν ἀρετή του. Ποῦ ἀλλοῦ τό βλέπομε αὐτό; Στό παράδειγμα τοῦ ἁγίου προφήτου ᾿Αβραάμ. ῞Οταν ἐπρόκειτο νά καταστρέψει ὁ Θεός τά Σόδομα καί τά Γόμορα παρουσιάσθηκε στόν ᾿Αβραάμ καί τοῦ ἀπεκάλυψε τό σχέδιο του καί ὁ ᾿Αβραάμ τοῦ εἶπε:
Θεέ μου, θά καταστρέψεις δικαίους καί ἀσεβεῖς, ὅποιον πάρει ἡ μπόρα; ῎Ετσι τό κάνεις ἐσύ ὁ Θεός;
Καί ὁ Θεός ἀπάντησε· Μή γένοιτο. Ποτέ δέν θά ἐπιτρέψω νά γίνει αὐτό τό πρᾶγμα. ᾿Αλλά τί λές ἐσύ;
Λέει ὁ ᾿Αβραάμ: ἄν εἶναι πενήντα δίκαιοι μέσα στό Σόδομα καί τά Γόμορα θά ἀφήσεις νά καταστραφοῦν πενήντα δίκαιοι, ἐξ᾿ αἰτίας τῶν ἄλλων. Δέν τούς χαρίζεις καλύτερα καί τούς ἄλλους; Δέν τούς ντρέπεσαι τούς πενήντα δικαίους; Θά τούς ἐξολοθρέψεις ἔτσι ἐπειδή τούς πῆρε καί αὐτούς ἡ μπόρα ἀπό τούς πολλούς ἀσεβεῖς;
Τοῦ ἀπαντάει ὁ Θεός: Ποτέ. ῎Αν εἶναι πενήντα θά τούς συγχωρήσω ὅλους.
Γυρίζει ὁ ᾿Αβραάμ καί λέει καί ἄν εἶναι σαράντα;
Καί γιά τούς σαράντα θά τούς συγχωρήσω.
῎Αν εἶναι εἴκοσι;
Καί γιά τούς εἴκοσι τούς συγχωρῶ.
Προσθέτει ὁ ᾿Αβραάμ καί λέει: Θεέ μου, ἐγώ εἶμαι γῆ καί σποδός . Τί εἶμαι ἐγώ μπροστά σου Θεέ μου; Χῶμα εἶμαι, στάκτη εἶμαι. Νά μιλήσω μιά φορά ἀκόμα; Σέ ποιόν τολμάω καί μιλάω; ᾿Αλλά μιά καί μοῦ ἔδωσες ἐσύ τό θάρρος τολμάω γιά μιά ἀκόμα φορά καί λέω: ἄν εἶναι δέκα;
Τοῦ ἀπάντησε ὁ Θεός: γιά τούς δέκα θά συγχωρήσω ὅλους ἀνεξαιρέτως ὅλους τούς ἀνθρωπους τόσο πολύ τούς σέβομαι ἐγώ.
Καί τί ἔγινε; Ντράπηκε ὁ ᾿Αβραάμ νά προσθέσει κάτι καί νά κατέβει, νά τοῦ εἰπεῖ: ᾿Αλλά καί ἄν εἶναι δύο-τρεῖς, ἕνας τί θά κάνεις; Δέν τόν σέβεσαι αὐτόν τόν ἕνα;
Δέν ξέρομε ἄν μίλαγε ἀκόμη ὁ Ἀβραάμ μήπως ὁ Θεός τόν ντρεπόταν καί τοῦ ἔλεγε: Δέν πειράζει ᾿Αβραάμ, ἀλλά δέν ἐσιώπησε ὁ Θεός καί τοῦ λέει: κοίταξε ἐκεῖ εἶναι ὁ Λώτ. ῞Ενας εἶναι... ἐγώ τόν ντρέπομαι. ῾Ο Θεός λέει ἕνας δίκαιος εἶναι ἐγώ τόν ντρέπομαι. ᾿Από μόνος του ὁ Θεός τό λέει ἐγώ τόν ντρέπομαι καί τόν σέβομαι.
Δέν θά πάει καί αὐτός μαζί μέ τούς ἀσεβεῖς.
Τό ἅγιο εὐαγγέλιο μᾶς λέγει ὅτι ὁ προφήτης Συμεών παρακαλοῦσε τό Θεό νά μήν ἰδεῖ θάνατον, μέχρι πού νά δεῖ τό Χριστό, νά ἰδεῖ νά σώζεται ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ Θεός ντράπηκε, ντράπηκε τίς ἀρετές τοῦ Συμεών καί τοῦ ἔκανε τό χατήρι. Νά μήν πεθάνει, νά ζεῖ νά ἔχει πάει σέ γηρατειά πολύ βαθειά γιά νά φθάσει νά ἀξιωθεῖ νά ἰδεῖ τό Χριστό. Τί μᾶς λέει αὐτό; Μᾶς λέγει ὅτι ὅ,τι κάνεις πρός δόξα καί τιμή τοῦ Θεοῦ, ὅσο κουραστεῖς νά ἀποκτήσεις ἀρετές πνευματικές νά τηρήσεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι παρακαταθήκη, κατάθεση στό ταμεῖο πού θά σοῦ δώσει τό μεγαλύτερο τόκο. ῎Οχι τά 100, 110 δηλαδή 10% τόκο, ἀλλά τό 1 θά σοῦ δώσει τόκο 100. Ἤ τό 1 τόκο θά σοῦ δώσει 1000. ᾿Αλλά καί αὐτό πού λέμε τό 1 τόκο 100 καί τό 1 τόκο 1000 εἶναι γελοιότητα. Γιατί εἶναι γελοιότητα; Γιατί τί ἀξία ἔχει, ὁ κόπος τόν ὁποῖο κάνεις σέ σύγκριση μέ τήν ἀξία ἐκείνου πού θά σοῦ δώσει ὁ Θεός;
Μόνο τό γεγονός ὅτι ὁ δίκαιος Συμεών ἀξιώθηκε νά κρατήσει στήν ἀγκαλιά του τό Χριστό τί ἀμοιβή εἶναι γιά ὅλους τούς κόπους πού ἔκανε στή ζωή του ἑκατό χρόνια; Χιλιοπλάσια. Γιατί; Ποιό θησαυρό ἐκράτησε; Θά εἰπεῖτε: Μά κράτησε τόν Χριστό μόνο γιά ἕνα λεπτό. Ναί, γιά ἕνα λεπτό, αὐτό τό ἕνα λεπτό τί εὐλογία ἐπῆρε; Τί ἔκανε τήν ῾Υπεραγία Θεοτόκο ὑπερτέρα τῶν Χερουβείμ καί τῶν Σεραφείμ; ῞Οτι κράτησε στήν ἀγκαλιά της καί στήν κοιλιά της τό Χριστό. Αὐτό τήν ἔκανε ἀνωτέρα ἀπό τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ.
Πρίν νά ἔλθει ὁ Χριστός στόν κόσμο αὐτή τήν εὐλογία οἱ ἄνθρωποι τήν ἀκούγανε, τήν φανταζόντουσαν καί κλαίγανε. Τόν προφήτη ᾿Αβραάμ, τόν ἔπιανε συγκίνηση καί θλίψη ὅταν σκεπτόταν, σάν προφήτης, ὅτι μιάν ἡμέρα θά σαρκωθεῖ ὁ Θεός, θά ἔρθει στόν κόσμο καί αὐτός δέν θά ἔχει τήν χαρά, τήν εὐλογία, τό πλοῦτο νά τόν ἰδεῖ. Ποιός τό λέει αὐτό; ῾Ο Χριστός. Λέει «πολλοί προφῆται καί δίκαιοι ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἅ βλέπετε, καί οὐκ εἶδον καί ἀκοῦσαι ἅ ἀκούετε, καί οὐκ ἤκουσαν» .
Τί ἦταν αὐτοί; Προφῆτες. ῾Ο Θεός μίλαγε μέ τό στόμα τους. Καί αὐτοί κλαίγανε. Καί λέγανε σέ τί καταραμένη ἐποχή ζοῦμε καί τί εὐκαιρία χάσαμε μέ τό νά γεννηθοῦμε τόσα χρόνια μπροστά. Νά προφητεύομε καί νά μήν ἀξιωθοῦμε νά τόν δοῦμε.
Ὁ ᾿Αβραάμ «ἠγαλιάσατο ἴνα ἴδει τήν ἡμέρα τήν ἐμήν» λέει ὁ Χριστός. Καί ὁ ᾿Αβραάμ εἶχε μία μεγάλη χαρά. Ποιά ἦταν ἡ χαρά; ῎Οχι νά τόν κρατήσει ἁπλῶς νά ἰδεῖ. ῾Απλῶς νά ἰδεῖ «τήν ἡμέραν τήν ἐμήν». Νά τήν προβλέψει. Καί φαντασθῆτε ὁ Συμεών ἀξιώθηκε νά πάρει πολύ μεγαλύτερη εὐλογία καί ἀπό τόν ᾿Αβραάμ καί ἀπό τόν Μωϋσῆ. Τί εἶναι ὁ ᾿Αβραάμ; ῾Ο Χριστός ὅταν θέλει νά εἰπεῖ παράδεισος λέει ἡ ἀγκαλιά τοῦ ᾿Αβραάμ. Τί εἶναι ὁ ᾿Αβραάμ; ῾Ο συμβολισμός τοῦ παραδείσου. Ποιός εἶναι ὁ ἐκλεκτώτερος ἄνθρωπος στόν κόσμο; Πρίν ἀπό τήν Παναγία καί ἀπό τόν Πρόδρομο καί ἀπό τούς ῾Αγίους ᾿Αποστόλους μόνον ὁ ᾿Αβραάμ. Μόνο ὁ ᾿Αβραάμ ἦταν ὁ ἐκλεκτότερος ἄνθρωπος στόν κόσμο. Γι᾿ αὐτό καί ὅταν θέλανε νά εἰποῦνε παράδεισο λέγανε κοντά στόν ᾿Αβραάμ, στήν ἀγκαλιά τοῦ ᾿Αβραάμ. Μακάρι νά σέ πάρει ὁ Θεός ἐκεῖ πού εἶναι ὁ ᾿Αβραάμ. ᾿Εμεῖς λέμε:᾿Εκεῖ πού εἶναι ἡ Παναγία νά βρεθοῦμε.
Ὁ Συμεών ἀξιώθηκε νά πάρει εὐλογία μεγαλύτερη ἀπό τόν ᾿Αβραάμ. Μπορείτε νά καταλάβετε γιατί; ῾Ο Θεός δέν εἶναι ἄδικος. ῾Ο Θεός εἶναι δίκαιος καί ἀμοίβει τόν καθένα, ὅπως τοῦ ἀξίζει. Καί τόν Συμεών τόν ἄμειψε μέ αὐτό τόν τρόπο ἐπειδή τοῦ ἄξιζε, ἦταν καλύτερος ἀπό τόν ᾿Αβραάμ. Εἶχε πιό καλή ψυχή, ἀγαποῦσε καί φοβόταν τό Θεό περισσότερο.
Ταυτόχρονα, λέει, παρουσιάστηκε καί μία γυναίκα, ἡ ὁποία ὀνομαζόταν ῎Αννα. καί αὐτή, δέν ἐτόλμησε νά πάει νά πιάσει τό Χριστό στά χέρια τής, ἀλλά ἐστάθηκε δίπλα καί διεκήρυττε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Διεκήρυττε ὅτι τώρα ἦρθε ἡ λύτρωση, ἦρθε ἡ σωτηρία. προφήτευε, δοξολογοῦσε τό Θεό.
῎Ας ἰδοῦμε ποιά ἦταν αὐτή ἡ γυναίκα. Αὐτή ἦταν μία γυναίκα ἡ ὁποία ὅταν ἦταν νέα ἔζησε παρθένος, ἔζησε ὅπως πρέπει νά ζεῖ κάθε σεμνός ἄνθρωπος πού σέβεται τό νόμο τοῦ Θεοῦ. Καί ἀφοῦ παντρεύτηκε ἔζησε μέ τόν ἄνδρα της ἑπτά χρόνια. Καί ὁ ἄνδρας της πέθανε. Καί μετά;
Ἡ ἁγία καί δικαία γυναίκα, ἡ ῎Αννα, ὅταν ἐχήρεψε μετά ἀπό ἑπτά χρόνια συζυγικῆς ζωῆς λέει τό ἅγιο εὐαγγέλιο ἔκανε τή ζωή της ἐκκλησία-σπίτι, σπίτι-ἐκκλησία καί πήγαινε συνεχῶς στήν ἐκκλησία καί προσευχόταν.
Τότε ἡ ῾Αγία ῎Αννα ἦταν 84 χρονῶν. Πόσα χρόνια ἔζησε χήρα; Περίπου πενήντα. Πενήντα χρόνια ἐκκλησία, σπίτι καί προσευχή. Καί αὐτή ἡ γυναίκα τῆς ὁποίας ἐφανέρωσε τόν Χριστό τό Πνεῦμα τό ἅγιο τήν ἔκανε προφήτη, καί πῆγε νά ὑποδεχθεῖ τό Χριστό.
῾Ο Συμεών καί ἡ ῾Αγία ῎Αννα. Τί ἦταν καί οἱ δυό; Δυό ἄνθρωποι πού εἶχαν ξεχάσει ὅλο τόν κόσμο εἶχαν κάνει ζωή τους τήν προσευχή. Τί μᾶς δείχνει αὐτό; ῞Οτι πάνω ἀπ᾿ ὅλα στή ζωή τό πιό εὐάρεστο περισσότερο ἀπό ὅλα εἶναι ἡ ἀγάπη τῆς ἐκκλησίας καί τῆς προσευχῆς. Ἄς δοῦμε τόν ἑαυτό μας. ᾿Εμεῖς δέν ζοῦμε πρό Χριστοῦ, πού ἦταν ἡ κυριαρχία τῆς ἁμαρτίας, τῆς διαφθορᾶς. Ζοῦμε μετά Χριστόν.
᾿Εμεῖς ἔχομε τή διδασκαλία καί τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου. ῎Εχομε τή διδασκαλία τοῦ παραδείγματος τῆς Παναγίας, τοῦ Προδρόμου, τοῦ Συμεών, τῆς ῎Αννης, τῶν ἁγίων ᾿Αποστόλων. Καί ἐμεῖς οἱ χριστιανοί προσπαθοῦμε νά ξεμπλέξομε μέ τό θέμα τῆς προσευχῆς κάνοντας τό βράδυ τό σταυρό μας, καί λέγοντας δυό λόγια. Τί λόγια; Λέμε στό Θεό τά θέματά μας, τά προβληματά μας. Θεέ μου θέλω ἐκεῖνο καί ἐκεῖνο.
Τί εἶναι ὀ Θεός καί τοῦ δίνεις τά θέματά σου; ῾Υπάλληλός σου; ᾿Εντολοδόχος σου; Ὑπηρέτης σου;
Ὁ Θεός σοῦ ἔδωσε εἴκοσι τέσσερις ὥρες, τόν τιμᾶς μόνο ἕνα λεπτό γιά νά κάνεις ἕνα σταυρό; ᾿Αφιερώνεις στόν ἑαυτό σου, στόν κόσμο, νά μήν ποῦμε στόν πονηρό ὥρες πολλές, ἀφιερώνεις στό διάβολο ὥρες πολλές καί ἀφιερώνεις στό Θεό ἕνα μόνο λεπτό τό βράδυ κάνοντας τό σταυρό σου; Πόσο πρέπει νά ἀφιερώσει κανείς στό Θεό; ῾Η ἀπάντηση εἶναι «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» ὅλη τήν ὥρα. ῞Αμα καταλάβομε τί εἶναι ἡ ψυχή μας, πρέπει νά προσευχόμαστε ὅλη τήν ὥρα. ᾿Ακατάπαυστα.
Τί πρέπει νά τοῦ λέμε τοῦ Θεοῦ;
Στό Θεό δέν πρέπει νά λέμε τίποτα. Γιατί; Γιατί τά ξέρει ὅλα. Νά τοῦ εἰπεῖς ποιός εἶσαι; Σέ ξέρει. ᾿Εσύ δέν τόν ξέρεις τόν ἑαυτό σου. ῾Ο Θεός τόν ξέρει ἄριστα. ᾿Εσύ δέν ξέρεις τί ἔχει ἡ καρδιά σου μέσα, τί ἐπιθυμεῖς. ῾Ο Θεός ξέρει τί ἔχει ἡ καρδιά σου. ᾿Εσύ δέν ξέρεις τί θά φέρει ἡ αὔριο. ῾Ο Θεός τό ξέρει.
Τί χρειάζεται νά κάνεις; Νά τοῦ εἰπεῖς Θεέ μου σέ εὐχαριστῶ. Πού δέν κάνουμε οὐσιαστικά ποτέ. Γιατί;
Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα γιατί μέ ἔπλασες.
Δεύτερο γιατί μέ ἀξίωσες νά ξέρω τό ὄνομά σου.
Τρίτο, μέ ἀξίωσες νά γνωρίσω τό Χριστό. Νά ξέρω τίς ἀρετές τῆς Παναγίας. Μέ ἀξίωσες ἔστω καί μιά φορά στή ζωή μου νά μπῶ μέσα στήν ἐκκλησία καί νά κάνω τό σταυρό μου. Τί εἶναι ἡ ἐκκλησία; Παράδεισος. ῾Ο τόπος πού ζοῦσε ὁ ᾿Αδάμ καί ἡ Εὔα πρίν νά ἁμαρτήσουν. Αὐτό εἶναι ἡ ἐκκλησία. Καί μᾶς ἀξιώνει καί μᾶς ὁ Κύριοςκαί μπαίνουμε μέσα.
῞Ενας ἅγιος προσευχόταν καί ἔλεγε στό Θεό. Ἐγώ Θεέ μου, δέν ξέρω οὔτε τί εἶναι καλό οὔτε τί μέ συμφέρει οὔτε τί θέλεις νά μοῦ δώσεις. Σοῦ λέω λοιπόν μόνο τήν ἀλφαβῆτα. Εἰκοσιτέσσερα εἶναι τά γράμματα. Πάρε ὅσα θέλεις, φτιάξε ὅτι θέλεις καί πές ὅτι... εἶναι προσευχή μου. ῞Οτι θέλεις γιά δοξολογία, ὅτι θέλεις γιά δικά μου αἰτήματα... Ἔτσι ἔκανε τήν καλύτερη ἀπ᾿ ὅλες τίς προσευχές.
Τό ἀλφάβητο πού μᾶς παρέδωσαν οἱ πατέρες μας, εἶναι ἡ προσευχή :«Κύριε, ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό». Τί εἴμαστε; ῾Αμαρτωλοί. Τί σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ μεγάλη δόξα τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἁμαρτία; ᾿Απάντηση. Καμμία. Νά τό ὁμολογοῦμε καί λέμε καμμία σχέση δέν μπορῶ νά ἔχω ἐγώ μέ ἐσένα Χριστέ μου, παρά μόνο ἐάν ἐσύ μέ ἀγαπᾶς, μέ εὐσπλαγχνισθεῖς καί σύ θέλεις νά μέ πάρεις στά χέρια σου καί νά μέ σηκώσεις στήν ἀγκαλιά σου νά μέ κάνεις παιδί σου. Γι᾿ αὐτό, ἡ πιό βαθειά καί πνευματική προσευχή πού μποροῦμε νά κάνουμε καί πρέπει νά τή λέμε ἀπό τό πρωΐ μέχρι τό βράδυ καί ἀπό τό βράδυ μέχρι τό πρωΐ, εἰ δυνατόν, καί ὅταν θά εἴμαστε κοιμισμένοι εἶναι τό Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν.
Κάνοντας αὐτό, ὁπωσδήποτε ὁ Θεός μᾶς δίνει χάρη. Πόση χάρη; Μᾶς ἔχει δώσει τή μεγάλη χάρη νά μεταλαμβάνουμε τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος του. ῎Ετσι λοιπόν προσευχόμενοι καί προετοιμαζόμενοι κοινωνοῦμε ἀξίως τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του.
ΑΜΗΝ.
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου.
(Πηγή: Ζωηφόρος )
Η Υπαπαντή του Χριστού,
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.κ. Ιεροθέου Βλάχου
Σαράντα ήμερες από την κατά σάρκα Γέννηση Του ό Χριστός προσφέρθηκε στον Ναό, σύμφωνα με τα καθιερωμένα από τον νόμο. Και επειδή εκεί στον Ναό του έγινε υποδοχή από πνευματοκίνητους ανθρώπους, και μάλιστα επειδή ό Συμεών τον πήρε στην αγκαλιά του, γι' αυτό και λέγεται Υπαπαντή. Ή λέξη προέρχεται από το ρήμα υπαντάω και σημαίνει έρχομαι σε συνάντηση κάποιου.
Ή Εκκλησία καθόρισε ή μεγάλη αυτή Δεσποτικοθεομητορική εορτή να εορτάζεται την 2α Φεβρουαρίου, γιατί αυτή ή ήμερα είναι ή τεσσαρακοστή από την 25η Δεκεμβρίου, πού εορτάζεται ή Γέννηση του Χριστού κατά σάρκα. Με αυτόν τον τρόπο διαιρεί τον ετήσιο χρόνο με τους σταθμούς της θείας οικονομίας και τον ευλογεί. Ταυτόχρονα δίνει στον άνθρωπο την δυνατότητα να μυηθή στο μεγάλο μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του θεού.
Το περιστατικό της προσφοράς του Χριστού στον Ναό, κατά την. τεσσαρακοστή ήμερα από την Γέννηση Του περιγράφεται μόνον από τον Ευαγγελιστή Λουκά (Λουκ. 6', 22-39).
α'
Ό ίδιος ό Θεός, δηλαδή ό άσαρκος Λόγος του θεού, έδωσε την εντολή του καθαρισμού κατά την τεσσαρακοστή ήμερα στον Μωϋσή και είχε καθιερωθή για όλους τους Ισραηλίτας. Και μάλιστα ή εντολή αυτή δόθηκε στον Μωϋσή πριν ακόμη γίνη ή έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, δηλαδή πριν την διάβαση τους από την Ερυθρά θάλασσα.
Ή σχετική εντολή είναι ή εξής: «Είπε δε Κύριος προς Μωϋσήν λέγων αγίασόν μοι πάν πρωτότοκον πρωτογενές διανοϊγον πάσαν μήτραν εν τοις υιοίς Ισραήλ από ανθρώπου έως κτήνους, εμοί εστίν» (Εξ, ιγ', 1-2). Αυτή ή εντολή αναφερόταν και στα πρωτότοκα αρσενικά των ζώων, τα όποια έπρεπε να ξεχωρίζωνται και να προσφέρωνται στον Θεό. Ή εντολή του Θεού ήταν σαφής: «και αφελείς πάν διανοίγον μήτραν, τα αρσενικά, τω Κυρίω» (Εξ. ιγ', 12).
Αυτή ή αφιέρωση ήταν σημείο αναγνωρίσεως της ευεργεσίας του Θεού, και απόδειξη ότι ανήκουν σε Αυτόν. Είναι γνωστόν ότι ή εντολή της αφιερώσεως του πρωτοτόκου αρσενικού παιδιού δόθηκε στον Ισραηλιτικό λαό, δια του Μωϋσέως, αμέσως μετά την πάταξη των πρωτοτόκων παιδιών των Αιγυπτίων, οπότε ό Φαραώ αμέσως έδωσε την άδεια της εξόδου, και βέβαια πριν ακόμη περάσουν την Ερυθρά θάλασσα. Είναι χαρακτηριστική ή αιτιολογία της πράξεως αυτής: «εν γαρ χειρί κραταιά εξήγαγε σε Κύριος ό Θεός εξ Αιγύπτου» (Εξ. ιγ', 9).
Σε άλλο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, στο Λευιτικό, φαίνεται ότι ό Θεός δίνει περισσότερες λεπτομέρειες για την τελετή της αφιερώσεως και της ευγνωμοσύνης. Ή γυναίκα πού θα γέννηση αρσενικό παιδί θα του κάνη την περιτομή την ογδόη ήμερα και κατά την τεσσαρακοστή ήμερα θα το προσφέρη στον Ναό. Και μαζί με την προσφορά του γεννηθέντος «προσοίσει αμνόν ενιαύσιον άμωμον εις ολοκαύτωμα, και νεοσσόν περιστεράς ή τρυγόνα περί αμαρτίας επί την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου προς τον ιερέα» (Λευιτ. ιβ', 1-6).
Αφού Αυτός ό ίδιος ό Λόγος του Θεού έδωσε τον νόμο στον Μωϋσή, όταν προσέλαβε την ανθρωπινή σάρκα έπρεπε να τον εφαρμόση, για να μη φανή παραβάτης του νόμου. Ό άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει ότι όταν βλέπη κανείς τον Χριστό να τηρή τον νόμο αυτόν δεν πρέπει να σκανδαλισθή, ούτε Αυτόν πού είναι ελεύθερος να τον θεώρηση δούλο, αλλά να εννοήση περισσότερο «της οικονομίας το βάθος».
Και ή τήρηση του νόμου της προσφοράς στον Ναό υπάγεται στο μυστήριο της θείας κενώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.
Επίσης, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ό Χριστός δεν είχε ανάγκη καθαρισμού, αφού ό καθαρμός νομοθετήθηκε στην Παλαιά Διαθήκη και για τους γεννήτορας και για τα γεννώμενα, αλλά το έκανε χάριν υπακοής στον Νόμο πού Αυτός ό Ίδιος έδωσε. Δεν είχε ανάγκη καθαρμού ό Χριστός, γιατί συνελήφθη ασπόρως και γεννήθηκε αφθόρως. «Πάντως ουκ ην χρεία καθαρισμού, άλλ' υπακοής ην έργον». Βέβαια, ή υπακοή έχει την έννοια της υπακοής στον νόμο του Θεού, αλλά και της υπακοής του νέου Αδάμ, εν αντιθέσει με την ανυπακοή του παλαιού Αδάμ. Και εάν ή ανυπακοή του πρώτου Αδάμ είχε συνέπεια την πτώση και την φθορά, ή υπακοή του νέου Αδάμ, του Χριστού, επανέφερε την παρακούσασα ανθρώπινη φύση στον Θεό και θεράπευσε τον άνθρωπο από την ευθύνη της παρακοής.
β'
Ή προσαγωγή των παιδιών στον Ναό την τεσσαρακοστή ήμερα ήταν εορτή καθαρισμού. Ή μητέρα και το παιδί έπρεπε να καθαρισθούν από τις συνέπειες της γεννήσεως.
Βεβαίως, ή γέννηση των παιδιών είναι ευλογία του Θεού, αλλά δεν πρέπει να αγνοήται ότι ό τρόπος με τον όποιο γεννάται ό άνθρωπος είναι καρπός και αποτέλεσμα της πτώσεως, είναι οι λεγόμενοι δερμάτινοι χιτώνες, πού φόρεσε ό Αδάμ μετά την πτώση και την απώλεια της Χάριτος του Θεού. Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να δούμε το ψαλμικό: «Ιδού γαρ εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με ή μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50, 7). Τελικά, ό Θεός ευλόγησε αυτόν τον τρόπο γεννήσεως του ανθρώπου, κατά παραχώρηση, αλλά όμως είναι καρπός της πτώσεως. Τόσο οι γονείς όσο και τα παιδιά πρέπει να ενθυμούνται αυτήν την πραγματικότητα. Μέσα στα θεολογικά αυτά πλαίσια πρέπει να ερμηνευθή ή τελετή του καθαρισμού.
Όταν σκεφθούμε αυτές τις θεολογικές αλήθειες μπορούμε να δούμε ότι ούτε ό Χριστός ούτε ή Παναγία είχαν ανάγκη καθαρισμού. Ή άσπορη σύλληψη και ή άφθορη γέννηση δεν συνιστούν ακαθαρσία.
γ΄
Ή εντολή του Θεού πού δόθηκε στον Μωϋσή έλεγε: «Γυνή, ήτις εάν σπερματισθή και τέκη άρσεν, και ακάθαρτος έσται επτά ημέρας» (Λεατ. ι6', 2). Αυτό το χωρίο εμμέσως δείχνει την καθαρότητα της Παναγίας, γιατί ακάθαρτος είναι ή γυναίκα πού θα γέννηση αφού σπερματωθή από άνδρα. Ή Παναγία, όμως, συνέλαβε εκ Πνεύματος Αγίου και όχι σπερματικώς, και γι' αυτό δεν ήταν ακάθαρτη. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπαγόταν στην περίπτωση αυτή, αλλά πήγε στον Ναό για να τήρηση τον νόμο.
Ή εντολή του Θεού ήταν σαφής: «αγίασόν μοι πάν πρωτότοκον πρωτογενές διανοίγον πάσαν μήτραν» (Εξ. γι', 2). Αυτή ή εντολή ταυτόχρονα είναι προφητεία, πού αναφέρεται στην σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού και δεν έχει απόλυτη εφαρμογή σε κάθε πρωτότοκο αρσενικό παιδί.
Το χωρίο αυτό δεν έχει απόλυτη σχέση με τις γεννήσεις των άλλων πρωτοτόκων, γιατί κανείς άνθρωπος, ούτε ό πρωτότοκος, ανοίγει την μήτρα της μητέρας του. Ό Μ. Αθανάσιος σε σχετική ομιλία του λέγει ότι δεν ανοίγουν τα βρέφη την μήτρα της μητέρας τους, «άλλ' ή του ανδρός προς την γυναίκα συνέλευσις». Ή μήτρα ανοίγει κατά την συνέλευση του ανδρογύνου και την σύλληψη του παιδιού. Μόνον ό Χριστός άνοιξε την μήτρα της μητέρας Του, χωρίς βεβαίως να καταστρέψη την παρθενία, αφού την άφησε και πάλιν κεκλεισμένη. «Όταν μηδενός έξωθεν κρούσαντος, αυτό το βρέφος έσωθεν διανοίγει».
Ό άγιος Νικόδημος ό αγιορείτης, αφού αναφέρει ότι αυτό πού γινόταν στην Παλαιά Διαθήκη ήταν τύπος της Γεννήσεως του Χριστού, στην συνέχεια λέγει ότι μόνο ό Χριστός άνοιξε την παρθενική μήτρα «θεοπρεπώς και υπέρ κατάληψιν ανοίξας γαρ αυτήν εν τω γεννάσθαι, κεκλεισμένην πάλιν διεφύλαξεν, ώσπερ ην προ του συλληφθήναι και γεννήσαι».
Ό Χριστός είναι πρωτότοκος, και έτσι χαρακτηρίζεται στην Αγία Γραφή. Βέβαια, αυτός ό χαρακτηρισμός δεν δηλώνει ότι υπάρχει και δευτερότοκος και τριτότοκος, αλλά ότι γεννήθηκε πρώτος, ανεξάρτητα αν υπάρχη δεύτερος ή τρίτος. Ό ορός «πρωτότοκος» πρέπει να συνδεθή με το «μονογενής», όπως και πάλι χαρακτηρίζεται ό Χριστός στην Αγία Γραφή.
Ό όρος πρωτότοκος αναφέρεται και στις δύο γεννήσεις του Χριστού, δηλαδή στην προαιώνια από Παρθένο Πατέρα, χωρίς μητέρα, και την εν χρόνω γέννηση από Παρθένο Μητέρα, χωρίς πατέρα (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Ό Χριστός λέγεται πρωτότοκος κατά τρεις τρόπους. Πρώτον, γιατί γεννήθηκε από τον Πατέρα προ πάντων των αιώνων. Ό "Απόστολος Παύλος λέγει: «ος εστίν εικών του θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως» (Κολ. α', 15). Και όπως είδαμε προηγουμένως το «πρωτότοκος» ταυτίζεται με το «μονογενής». Δεύτερον, λέγεται πρωτότοκος κατά την ανθρώπινη γέννηση, και ανεξάρτητα αν γεννήθηκε άλλος από την Παναγία. «Και έτεκεν τον Υιόν αυτής τον πρωτότοκον» (Λουκ. β', 7). Και τρίτον, λέγεται πρωτότοκος εκ των νεκρών, γιατί πρώτος Αυτός αναστήθηκε, και έτσι έδωσε την δυνατότητα σε κάθε άνθρωπο να αναστηθή στον κατάλληλο καιρό. Ό χαρακτηρισμός «γέννηση» λέγεται και για την ανάσταση, γιατί ή ανάσταση θεωρείται γέννηση. Ό "Απόστολος Παύλος λέγει: «ος εστίν αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών» (Κολ. α', 18). Ή πρώτη έννοια του πρωτότοκου συνδέεται με την κατά φύση του Υιού του Θεού γέννηση, ό όρος, δηλαδή, αναφέρεται στην θεολογία, και οι άλλες δύο συνδέονται με την ενανθρώπηση του Λόγου και αναφέρονται στην οικονομία.
Κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης ό Χριστός για να ζωοποιήση την δική μας ανθρώπινη φύση έγινε πρωτότοκος κατά τρεις τρόπους. Φυσικά, με αυτό πού λέγει, δεν εννοεί την προ πάντων των αιώνων γέννηση Του από τον Πατέρα. Έτσι, όπως ή δική μας ανθρώπινη φύση ζωοποιειται με τρεις γεννήσεις, ήτοι την από την μητέρα μας, την από του Βαπτίσματος και την από τους νεκρούς πού ελπίζουμε να γίνη στο μέλλον, το ίδιο και ό Χριστός έγινε πρωτότοκος για μας με τρεις τρόπους, ώστε να ζωοποιηθή και να θεοποιηθή ή δική μας ανθρώπινη φύση. Διότι, εκτός από την σωματική γέννηση πρέπει οπωσδήποτε να ακολουθήση και ή πνευματική.
δ'
Είναι συγκινητική ή σκηνή πού ό Χριστός προσφέρεται ως νήπιο, ως βρέφος στον Ναό. Ό προαιώνιος Θεός, πού ταυτόχρονα ως Λόγος του Θεού ήταν πάντοτε ενωμένος με τον Πατέρα Του και το Άγιον Πνεύμα, και διηύθυνε τον κόσμο, όλα τα σύμπαντα, παρουσιάζεται ως δρέφος στον Ναό, ευρισκόμενος στην αγκαλιά της μητέρας Του.
Καιτοι ό Χριστός ήταν νήπιο, ταυτόχρονα ήταν «προ αιώνων Θεός», και γι' αυτό ήταν σοφώτερος από κάθε άλλον. Γνωρίζουμε ότι από την ένωση θείας και ανθρωπινής φύσεως στην υπόσταση του Λόγου, μέσα στην κοιλία της Θεοτόκου, ή ανθρώπινη φύση θεώθηκε, και γι' αυτό ή ψυχή του Χριστού ήταν πλουτισμένη με το πλήρωμα της σοφίας και της γνώσεως. Μόνο πού ή σοφία αυτή εκφραζόταν ανάλογα με την ηλικία Του, γιατί αν γινόταν διαφορετικά θα φαινόταν ότι ήταν τέρας (άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός). Πάντως, καιτοι ό Χριστός ήταν νήπιος, εν τούτοις ήταν Θεός, έχοντας όλο το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς και όλη την ανθρώπινη σοφία και γνώση, δυνάμει της υποστατικής ενώσεως θείας και ανθρωπινής φύσεως.
Με την νηπιότητα αυτή θεράπευσε το «νηπιώδες φρόνημα» του Αδάμ. Όταν ό Θεός έπλασε τον Αδάμ στον Παράδεισο, ό Αδάμ ήταν νήπιος ως προς την Χάρη και τον αγιασμό. Είχε, βέβαια, φωτισμό νοός, αλλά έπρεπε να δοκιμαοθή και να φθάση στην θέωση. Επειδή ήταν άπλαστος και νήπιος πνευματικά, επειδή είχε νηπιώδες φρόνημα, γι' αυτό εύκολα απατήθηκε από τον πονηρό δαίμονα, πού εγήρασε στην αμαρτία και την πονηρία. Γι' αυτό ό Χριστός, έχοντας την σωματική νηπιακή ηλικία, θεράπευσε όχι μόνον το νηπιώδες φρόνημα του Αδάμ, αλλά και την ανθρωπινή φύση, και έκανε αυτό πού δεν κατόρθωσε να κάνη ό πρώτος Αδάμ. Έτσι, με την ενανθρώπηση του Υιού Του, ό Θεός Πατήρ έκανε πιο σίγουρη και αποτελεσματική την θέωση του ανθρώπου. Δεν μπορούσε πια ό διάβολος να πλανήση την εν Χριστώ ανθρώπινη φύση, όπως το έκανε με ευχέρεια στον πρώτο Αδάμ.
Ή κένωση του Υιού και Λόγου του Θεοί, όπως φαίνεται και στην περίπτωση της προσφοράς Του στον Ναό, υπερέβη και την αντίληψη των αγγέλων, αφού και αυτοί εξεπλάγησαν από την άπειρη συγκατάβαση του Θεού. Ό Προφήτης Άββακούμ προφητεύει την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού: «ό Θεός από Θαιμάν ήξει, και ό άγιος εξ όρους κατασκίου δασέος. εκάλυψεν ουρανούς ή αρετή αυτού, και αινέσεως αυτού πλήρης ή γη» (Άββακ. γ', 3). Με την λέξη αρετή εννοείται ή ενανθρώπηση και ή θεία κένωση του Λόγου του Θεού. Το «εκάλυψε τους ουρανούς» δηλώνει ότι εκάλυψε, σκέπασε και το ύψος των αγγέλων, αφού και οι άγγελοι εξεπλάγησαν, βλέποντας την άπειρη και ανέκφραστη συγκατάβαση του Λόγου του Θεού.
ε΄
Ό Θεός είχε καθορίσει ώστε ή προσφορά του αρσενικού πρωτοτόκου να συνοδεύεται με προσφορά αμνού άμωμου ή ζεύγους τρυγόνων ή δύο νεοσσών περιστερών. Στο Λευιτικό γράφεται: «προσοίσει άμνόν ενιαύσιον άμωμον εις ολοκαύτωμα και νεοσσόν περιστεράς ή τρυγόνα περί αμαρτίας επί την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου προς τον ιερέα» (Λευτ. ιβ', 1-6). Ό Ευαγγελιστής Λουκάς λέγει ότι οι γονείς του Χριστού τον οδήγησαν στον Ναό «του δούναι θυσίαν κατά το ειρημένον εν νόμω Κυρίου, ζεύγος τρυγόνων ή δύο νεοσσούς περιστερών» (Λουκ. β', 24).
Οι γονείς του Χριστού δεν πρόσφεραν αμνό, όπως έδινε την δυνατότητα ό νόμος, επειδή ήταν πτωχοί. ΟΊ πλούσιες τάξεις προσέφεραν αμνό ενιαύσιο και άμωμο, ενώ οι πτωχότερες τάξεις ένα ζευγάρι τρυγόνων ή δύο νεοσσούς περιστερών (Προκόπιος). Πραγματικά, ό Χριστός γεννήθηκε σε πτωχική οικογένεια και μεγάλωσε ως πτωχός. Τελικά, όμως, ή πτώχεια του Χριστού δεν έγκειται μόνο στο ότι γεννήθηκε και έζησε πτωχός, αλλά κυρίως στο ότι ενανθρώπησε και προσέλαβε την ανθρώπινη φύση. Όπως λέγει ό άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος, ενώ ήταν πλούσιος, επτώχευσε για να πλουτίσουμε εμείς με την θεότητα Του.
Ό νόμος προέβλεπε να προσφέρεται ζεύγος τρυγόνων ή δύο νεοσσοί περιστερών, γιατί με το πρώτο (ζεύγος τρυγόνων) δηλωνόταν ή σωφροσύνη των γονέων, πού είχε σχέση με τους συνεζευγμένους κατά τον νόμο του γάμου, ενώ το δεύτε-ρο (νεοσσοί περιστερών) αναφερόταν στην Παναγία και τον Χριστό, αφού ό Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο και Αυτός παρέμεινε ως το τέλος Παρθένος. Έτσι, ενώ το πρώτο δήλωνε τον τίμιο και ευλογημένο γάμο, το δεύτερο προτύπωνε την παρθενία της Παναγίας και του Χριστού (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Ή προβλεπομένη από τον νόμο του Κυρίου προσφορά ήταν τύπος του Χριστού. Όπως σημειώνει ό άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, «ή τρύγων λαλίστατον εστίν εν στρουθίοις αγρού, ή δε περιστερά, ήπιόν τε και πράον». Αυτό συμβόλιζε τον Χριστό, αφού ό Χριστός σαν τρυγόνι κατακελάϊδησε σε όλη την γη και γέμισε με την καλλιφωνία του τον δικό Του αμπελώνα, δηλαδή εμάς πού πιστεύουμε σε Αυτόν, και σαν περιστέρι είχε την πραότητα στον τέλειο βαθμό. Σαφώς, λοιπόν, αυτή ή προσφορά αναφερόταν στην ενανθρώπηση του ελεήμονος Θεού.
στ'
Ένα από τα σημαντικά και κεντρικά πρόσωπα της Υπαπαντής, εκτός βέβαια, από τον Χριστό και την Παναγία, ήταν και ό Συμεών, «ό δίκαιος και ευλαβής», πού αξιώθηκε να προϋπάντηση τον Χριστό, να τον λαβή στα χέρια του και να τον αναγνώριση με την δύναμη και ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος. Πραγματικά, πρόκειται για μια μεγάλη προσωπικότητα, τόσο για το ότι είδε τον Χριστό, όσο και για τα όσα είπε την στιγμή εκείνη.
Το όνομα Συμεών ανταποκρίνεται στην ζωή και την προσδοκία του, αλλά και την αποκάλυψη του Θεού σε αυτόν, γιατί στην εβραϊκή γλώσσα ή λέξη Συμεών ερμηνεύεται υπακοή (όσιος Νικήτας) ή «ου ήκουοε Κύριος» (άγ. Ιωάννης Χρυσόστομος).
Ό Ευαγγελιστής Λουκάς τον χαρακτηρίζει άνθρωπο πού κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ και ήταν δίκαιος και ευλαβής, «προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ». Συγχρόνως λέγεται ότι είχε το Πνεύμα το Άγιο και του δόθηκε πληροφορία ότι δεν θα πεθάνη πριν δη τον Χριστό Κυρίου (Λουκ. β', 25-26). Όλα αυτά τα γνωρίσματα είναι χαρακτηριστικά ενός πνευματεμφόρου ανθρώπου. Γι' αυτό και ή Αγία Γραφή δεν ενδιαφέρεται για την κατ' άνθρωπον καταγωγή και τα στοιχεία της ανθρωπινής συγκροτήσεως του, αφού είχε μια άλλη ζωή, ζωή πνεύματος.
Ό άγιος Νικόδημος ό αγιορείτης συνέλεξε απόψεις των ερμηνευτών για το τί ακριβώς ήταν ό Συμεών. Και αυτό γιατί στο Ευαγγέλιο δεν αναφέρεται ρητώς αν ήταν Ιερεύς ή όχι, αφού αποκαλείται άνθρωπος. Έτσι, λοιπόν, ό Ιωσήφ ό υμνογράφος τον αποκαλεί «Ιερουργόν, Ιερώτατον», ό Ιερομάρτυς Μεθόδιος «ιερέα άριστον», ό Ιερός Φώτιος και ό Ιερός Θεοφύλακτος λέγουν ότι δεν ήταν Ιερεύς, αλλά ανώτερος του Ιερέως, άλλοι λέγουν ότι ήταν ένας από τους εβδομήκοντα ερμηνευτές της Παλαιάς Διαθήκης, ό όποιος απίστησε, όταν ερμήνευε την προφητεία του Προφήτου Ησαΐου «ιδού ή παρθένος εν γαστρί έξει...». Τότε ακριβώς έλαβε πληροφορία ότι θα ζήση έως ότου λαβή τον Χριστό στις αγκάλες του. Άλλοι ισχυρίζονται ότι ήταν υιός του Πατριάρχου των Εβραίων Χιλλέλ και πατέρας του νομοδιδασκάλου Γαμαλιήλ, και άλλοι ότι ήταν Πρόεδρος του Συνεδρίου των Εδραίων. Επίσης λέγεται ότι ήταν πάνω από διακοσίων εβδομήκοντα (270) χρονών. Αναφέροντας αυτά ό άγιος Νικόδημος γράφει ότι όσοι θέλουν ασφαλώς να ακολουθούν το Ευαγγέλιο γεραίρουν τον Συμεών τον Θεοδόχον «ως άνδρα απλώς πνευματοκίνητον».
Πραγματικά, ό άγιος Συμεών ό Θεοδόχος ήλθε στο ιερό με την δύναμη και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Είχε το Αγιον Πνεύμα, εν Αγίω Πνεύματι έλαβε την πληροφορία ότι θα δη τον Χριστό πριν πεθάνη, και δια του Αγίου Πνεύματος ήλθε στο ιερό (Λουκ. β', 25-27). Αυτό εκφράζει την αλήθεια ότι πρέπει να έχη κανείς το Άγιο Πνεύμα και να διδάσκεται από Αυτό. Το Άγιο Πνεύμα δεν αποκαλύπτει τα μυστήρια σε ανθρώπους πού είναι ακάθαρτοι και δεν το είχαν προηγουμένως.
Ό Προφήτης Ησαΐας προφητεύει: «ισχύσατε, χείρες αάνειμέναι, και γόνατα παραλελυμένα... ισχύσατε, μη φοβείσθε» (Ήσ. λε', 3-4). Αυτό συνέβη κυρίως στον άγιο Συμεών τον Θεοδόχο, αφού, όπως λέγει ό Ευαγγελιστής Λουκάς, «ήλθεν εν τω πνεύματι εις το Ιερόν». Όχι μόνο τον καθοδηγούσε το Άγιο Πνεύμα, αλλά και τον ενίσχυε. Κανείς δεν μπορεί να δη τον θεό, αν δεν έχη δυνάμεις πνευματικές, δηλαδή αν δεν ενισχύεται από την δύναμη και ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος. Έτσι, λοιπόν, το Άγιον Πνεύμα ενίσχυσε τα πόδια του για να πορευθούν στο ιερό, αλλά και τα χέρια του για να κρατήσουν τον Χριστό. Ό Γεώργιος Νικομήδειας λέγει ότι δεν χρησιμοποίησε τα δικά του πόδια για να προσέλθη στην διακονία του μυστηρίου, αφού το Άγιον Πνεύμα έγινε σε αυτόν άρμα, πού τον μετέφερε.
Ερχόμενος στο Ιερό ό δίκαιος Συμεών, με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος αναγνώρισε τον σαρκωθέντα Υιό και Λόγο του Θεού. Όποτε αξιώθηκε να δη την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, πού προφητικώς έβλεπαν όλοι οι Προφήτες. Όπως λέγει ό Μ. Βασίλειος, ό Συμεών και ή Άννα είδαν την θεία δύναμη πού υπήρχε στον Χριστό «ώσπερ φως δι' υαλίνων υμένων δια του ανθρωπίνου σώματος». Όπως εμείς μέσα από τα παράθυρα βλέπουμε το φως πού υπάρχει στο σπίτι ή όπως από τις γυάλινες λάμπες βλέπουμε το φως πού υπάρχει εκεί, έτσι και οι καθαροί στην καρδιά βλέπουν δια του Σώματος του Χριστού το φως της θεότητος, αυτό πού για τους άλλους είναι άγνωστο και αθέατο.
Ό Μ. Αθανάσιος πλέκει το εγκώμιο του αγίου Συμεών του θεοδόχου, επειδή εκινείτο από το Άγιο Πνεύμα και αξιώθηκε αυτής της μεγάλης τιμής. Λέγει ότι ό Συμεών καιτοι ήταν άνθρωπος κατά το φαινόμενο, εν τούτοις ήταν υπέρ άνθρωπος κατά το νοούμενο. Κατ' ουσίαν ήταν άνθρωπος, αλλά κατά την αξία υπερκείμενος, πολύ πάνω από τους συνανθρώπους του. Ως προς την φύση άνθρωπος, άλλ' ως προς την αρετή άγγελος. Είχε ως ενδιαίτημα την αισθητή Ιερουσαλήμ, άλλ' ως μητρόπολη είχε την άνω Ιερουσαλήμ. Όχι μόνο ήταν ανώτερος από τους ανθρώπους, αλλά «και των αγγέλων ό Συμεών υπέρτερος».
ζ'
Έκτος από τον άγιο Συμεών τον Θεοδόχο, στον Ναό παρευρέθηκε και ή Άννα, ή Προφήτις, πού αξιώθηκε να αναγνώριση τον Θεό και να διακήρυξη ότι Αυτός είναι ό λυτρωτής της. Ή Άννα βρισκόταν στην ηλικία των ογδόντα τεσσάρων ετών, και ήταν χήρα, αφού είχε ζήση με τον άνδρα της επτά χρόνια (Λουκ. β', 36^0).
Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της Άννας ήταν ότι βρισκόταν μέρα νύκτα στον Ναό και δεν απομακρυνόταν από αυτόν. Έτσι, ενώ ό Συμεών οδηγήθηκε από το Άγιον Πνεύμα στον ναό, αύτη έμενε εκεί και εν Αγίω Πνεύματι αναγνώρισε τον Θεό.
Ό Ευαγγελιστής Λουκάς την αποκαλεί Προφήτιν, διότι είχε το Άγιον Πνεύμα. Ό Ιερός Κοσμάς ό υμνογράφος λέγει ότι ή Άννα «ιερώς ανθωμολογείτο υποφητεύουσα». Υπάρχει δε διαφορά μεταξύ προφήτου και υποφήτου, κατά τον άγιο Νικόδημο τον αγιορείτη. Ό Προφήτης αναγγέλλει αυτά πού πρόκειται να γίνουν μετά από αρκετό καιρό, ενώ ό υποφήτης εξηγεί τα παρόντα ή τα παρελθόντα ή ακόμη και εκείνα τα όποια πρόκειται να γίνουν μετά από λίγο καιρό. Φαίνεται δε ότι ό Ευαγγελιστής Λουκάς χρησιμοποιεί την λέξη προφήτης με την έννοια του υποφήτου, αφού ή Άννα αναγνώρισε με το Άγιον Πνεύμα την έλευση του Λόγου του Θεού.
Άλλωστε, ή προφητεία στην Καινή Διαθήκη έχει και την έννοια της εξηγήσεως, εν Αγίω Πνεύματι, του βαθύτερου νοήματος του νόμου και γενικότερα της Αγίας Γραφής. Γι' αυτό, Προφήτες στην γλώσσα της Αγίας Γραφής είναι οι θεολόγοι, πού διακρίνουν τα πνεύματα.
Ή ανθομολόγηση της Άννης είναι ή ευχαριστία και ή δοξολογία για την αποστολή της λυτρώσεως του Ισραήλ. Ή ενέργεια της συνδυάζει ευχαριστία και διακήρυξη, αφού «ελάλει περί αυτού».
η΄
Ή παρουσία του δικαίου Συμεών και της Προφήτιδος Άννης φανερώνει και μια άλλη πραγματικότητα, ότι, δηλαδή, αυτοί ήταν το λογικό ζεύγος τρυγόνων πού υποδέχθηκε τον Χριστό, όταν ανέβηκε στον Ναό. Έτσι μαζί με το άλογο ζεύγος τρυγόνων, το Άγιον Πνεύμα έστειλε και πνευματικό και πνευματέμφορο ζεύγος τρυγόνων, τον Συμεών και την Άννα.
Αυτό φανερώνει, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ποιοί και πώς πρέπει να είναι αυτοί πού πρόκειται να δεχθούν τον Χριστό. Ή ένωση με τον Χριστό προϋποθέτει ανάλογο βίο. Ό Συμεών ήταν δίκαιος και δεν μνημονεύεται αν είχε δεχθή προηγουμένως την έγγαμη ζωή, ενώ ή Άννα μετά τον θάνατο του συζύγου της, ζούσε την ευλογία της χηρείας, είχε άμωμο και καθαρό βίο.
Εν Χριστώ ζωή είναι ή παρθενία κατά Χριστόν ή η συζυγία ή θεόσδοτη, όπως λέγει ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς. Μάλιστα σε ομιλία του στην εορτή της Υπαπαντής κάνει μεγάλη αναφορά στο τί κακό προξενεί ή πορνεία, και ότι δεν μπορεί ό άνθρωπος να έχη σχέση με τον Χριστό, όταν πορνεύη. Χρειάζεται σταύρωση της σάρκας μαζί με τις επιθυμίες της.
Ή σωτηρία του ανθρώπου δεν εξαρτάται από το είδος του βίου πού εκλέγει κανείς, δηλαδή γάμο ή παρθενία, αλλά από τον τρόπο της ζωής, από την σχέση πού έχει με τον Χριστό. Και στην μία και στην άλλη περίπτωση απαιτείται παρθενία και σωφροσύνη. Σέ αυτό κατευθύνει ή μυστηριακή και ή ασκητική ζωή, σε αυτόν τον τρόπο ζωής οδηγεί τον άνθρωπο ό Θεάνθρωπος Χριστός.
θ'
Όταν ό δίκαιος Συμεών συνάντησε την Παναγία πού κρατούσε τον Χριστό, έλαβε το θείο βρέφος στην αγκαλιά του. «Και αυτός εδέξατο αυτό εις τάς άγκάλας αυτού και ευλόγησε τον Θεόν» (Λουκ. 6', 28). Αυτή ή σκηνή είναι συγκλονιστική. Και, βέβαια, δεν μπορούσε να γίνη αυτό, αν οι βραχίονες του δεν ενισχύονταν από το Άγιον Πνεύμα.
Ή σκηνή αυτή μας υπενθυμίζει το όραμα του Προφήτου Ησαΐου. Αφού ό Προφήτης είδε «τον καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου» και τα Σεραφείμ να ευρίσκωνται γύρω από Αυτόν, και ομολόγησε την ακαθαρσία των χειλέων του, συνέβη το εξής καταπληκτικό. «Και απεστάλη προς με εν των Σεραφείμ και εν τη χειρί είχεν άνθρακα, όν τη λαβίδι έλαβεν από του θυσιαστηρίου και ήψατο του στόματος μου και είπεν ιδού ήψατο τούτο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί» (Ήα στ', 6-7).
Ή όραση αύτη αναφέρεται στην ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, αφού, άλλωστε, ό Προφήτης Ησαΐας εκλήθη να κήρυξη στον Ισραηλιτικό λαό την έλευση της παρακλήσεως, δηλαδή την έλευση του Χριστού, γι' αυτό και θεωρείται ως ό μεγαλοφωνότατος των Προφητών και πέμπτος Ευαγγελιστής. Με μεγάλη καθαρότητα και ακρίβεια περιέγραψε σκηνές της θείας ενανθρωπήσεως.
Το ότι ή όραση αυτή συνδέεται με την ενανθρώπηση φαίνεται από την εκκλησιαστική ερμηνευτική παράδοση. Σέ ένα τροπάριο των μεγαλυναρίων της εορτής λέγεται: «Ή λαβίς ή μυστική ή τον άνθρακα Χριστόν, συλλαβούσα εν γαστρί συ υπάρχεις Μαριάμ». "Ολες οι αποκαλύψεις στην Παλαιά Διαθήκη είναι αποκαλύψεις του άσαρκου Λόγου, στίς περισσότερες από τις όποιες φανέρωνε την ενανθρώπηση Του, την έλευση Του εν σαρκί. Έτσι, λοιπόν, εδώ λέγεται ότι ό άνθρακας είναι ό Χριστός. Ή μυστική λαβίδα πού κρατεί τον ανθράκα είναι ή Παναγία, πού τον συνέλαβε στην κοιλία της. Και ή Παναγία δίνει τον άνθρακα αυτόν στον δίκαιο Συμεών. Ουράνιο θυσιαστήριο είναι ή δόξα του Θεού, ό ουρανός. Γι' αυτό ψάλλουμε: «Κατελθόντ' εξ ουρανού τον Δεσπότην του παντός, υπεδέξατο αυτόν Συμεών ό Ιερεύς».
Όπως ό Προφήτης Ησαΐας δέχθηκε τον άνθρακα και δεν κατακάηκε, αλλά καθαρίστηκε και έγινε Προφήτης, έτσι και ό δίκαιος Συμεών δέχθηκε τον άνθρακα Χριστό από την Παναγία και δεν κατακάηκε, αλλά καθαρίστηκε κατά τον λόγο: «ιδού ήψατο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί».
Ή τελευταία αυτή φράση είναι δείγμα ότι το όραμα του Προφήτου Ησαΐου αναφερόταν στην ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού. Και αυτό φαίνεται από το ότι ή Εκκλησία καθόρισε ώστε ή φράση αυτή να λέγεται από τον λειτουργούντα Ιερέα, μετά την θεία Κοινωνία του Σώματος και Αίματος του Χρίστου. Συνδεδεμένη αυτή ή προφητική εικόνα με τον δίκαιο Συμεών, αναφορικά με την θεία Κοινωνία, δείχνει ότι για να μη κατακαύση τον άνθρωπο ή θεία Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χρίστου πρέπει να έχη Πνεύμα Άγιον, όπως ακριβώς ό δίκαιος Συμεών.
Έτσι, λοιπόν, ό φλεγόμενος άνθρακας είναι ό ενανθρωπήσας Χριστός, θυσιαστήριο ή κοιλία της Παναγίας, τα Σεραφείμ είναι ή ίδια ή Θεοτόκος, λαβίς μυστική τα χέρια της Παναγίας, πού δίνουν τον άνθρακα στον δίκαιο Συμεών.
ι΄
Μόλις ό δίκαιος Συμεών έλαβε στην αγκαλιά του τον Χριστό άνεφώνησε: «νυν απολύεις τον δούλον σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ό ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λάου σου Ισραήλ» (Λουκ. β', 29-31). Πρόκειται για μια μεγαλειώδη φράση, την οποία ή Εκκλησία παρέλαβε και έθεσε στο τέλος της ακολουθίας του εσπερινού, αλλά και σε άλλες ακολουθίες, όπως την ευχαριστία μετά την μετάληψη των Τιμίων Δώρων. Θα επιχειρήσουμε μια μικρή ερμηνευτική ανάλυση αυτού του λόγου.
Ό δίκαιος Συμεών ήταν πληροφορημένος από το Άγιον Πνεύμα ότι θα δη οπωσδήποτε τον ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού πριν πεθάνη, και αυτό πραγματοποιήθηκε, αφού ήταν «προφητική χάριτι τετιμημένος» (άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας). Όταν είδε τον Χριστό, ζητά λύση της ψυχής από το σώμα, οπότε γίνεται αντιληπτό ότι οι άγιοι «δεσμόν λογίζονται το σώμα» (Ιερός Θεοφύλακτος), και γι' αυτό δεν φοβούνται τον θάνατο.
Το «κατά το ρήμα σου εν ειρήνη» δηλώνει ότι ζητά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, «δια τον χρησμόν όν έλαβεν» και μάλιστα αυτό θεωρεί ανάπαυση, γιατί το «εν ειρήνη» ισούται με το «εν αναπαύσει» (Ιερός Θεοφύλακτος). Ή ανάπαυση έχει σχέση και με την ειρήνη των λογισμών, γιατί όσο περνούσαν οι ήμερες ό δίκαιος Συμεών το ανέμενε «αεί φροντίζων πότε ελεύσεται» (Ιερός Θεοφύλακτος). Και, βέβαια, το σωτήριο του Θεού είναι ή ενανθρώπηση, την οποία ετοίμαζε ό Θεός προ πάντων των αιώνων. Πραγματικά, προετοιμαζόταν το μυστήριο του Χριστού «και προ αυτής της του κόσμου καταβολής» (άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας).
Ή ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού ήταν και είναι φως στα έθνη, επειδή οι Εθνικοί, οι ειδωλολάτρες ήταν πεπλανημένοι, βρίσκονταν ατά σκοτάδια και είχαν πέσει στα χέρια των δαιμόνων (άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας), αλλά και δόξα του Ισραήλ, γιατί ό Χριστός ανέτειλε και προήλθε από τους Ισραηλίτες. Όσοι, λοιπόν, είναι ευγνώμονες το αισθάνονται αυτό (Ιερός Θεοφύλακτος).
Ό λόγος αυτός του αγίου Συμεών είναι ένας επινίκιος ύμνος μετά την αποκάλυψη σε αυτόν του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου του Θεού. Οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης έβλεπαν τα οπίσθια του Θεού, την έλευση Του, πού θα γινόταν στο μέλλον, αυτός την βλέπει κατά πρόσωπον. Πραγματικά, ό Χριστός είναι το φως του κόσμου, όχι το αισθητό και ηθικό, όχι το συμβολικό, αλλά το πραγματικό, πού εκδιώκει το σκότος της αγνοίας και του νου, αλλά είναι και ή δόξα όχι μόνο των Ισραηλιτών, αλλά ολόκληρης της ανθρω-πινής φύσεως. Χωρίς και έξω από τον Χριστό ή ανθρώπινη φύση είναι άδοξη, άνείδεη, αόριστη και ανώνυμη. Με τον Χριστό αποκτά «είδος και όρο» (ιερός Νικόλαος Καδάσιλας).
Το ότι ό Συμεών μόλις είδε τον ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού ζήτησε την απόλυα/), τον θάνατο, ερμηνεύεται από την μεγάλη χαρά γι' αυτό το όποιο στην συνέχεια έπρεπε να επιτέλεση. Ήθελε να πορευθή στον Άδη και να αναγγείλη την χαρμόσυνη αγγελία ότι ήλθε ό Μεσσίας, ό λυτρωτής του κόσμου, και αυτών των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης, πού βρίσκονταν στον Άδη. Μάλιστα, λέγει ό Μ. Αθανάσιος ότι ό Συμεών βιαζόταν για να μη προλάβουν να αναγγείλουν το γεγονός τα νήπια, τα όποια επρόκειτο να σφαγούν από τον Ηρώδη. Και αυτό το ζητά, γιατί τα νήπια είναι γοργά και ευκίνητα, αυτός δε «γέρων και βραδύς και δυσκίνητος». Ό Χριστός ικανοποιεί το αίτημα του, γιατί, όπως λέγει ό Μ. Αθανάσιος, φαίνεται σαν να του είπε να πάη να εμφανισθή φαιδροπρεπώς στον Αδάμ πού ζούσε στον Άδη σκυθρωπώς, και να αναγγείλη την χαρά στις ωδίνες της Εύας, λέγοντας: «ήκει ή λύτρωσις, ήκει ό ρύστης, ήκει ή άφεσις, ήκει ό ελευθερωτής. Μηκέτι θρηνεί, φύσις ή ανθρωπεία, ήκει γαρ ό αντιληψόμενος υμών, ήξει και ου χρονιεί».
Επομένως, ό δίκαιος Συμεών είναι ό πρώτος πού ανήγγειλε στους δέσμιους του Άδου, σε όλους τους δικαιους της Παλαιάς Διαθήκης, πού βρίσκονταν στον Άδη, επειδή δεν είχε καταργηθή οντολογικά ό θάνατος, ότι ήλθε ό Χριστός τον Όποιο εκείνοι περίμεναν, και ότι γρήγορα θα έλθη και στον Άδη για να τους απελευθέρωση.
ία'
Ό δίκαιος Συμεών ευλόγησε την Θεοτόκο και τον Ιωσήφ, πού παρακολουθούσαν τα γεγονότα αυτά με θαυμασμό και έκπληξη. Και τότε στράφηκε στην Θεοτόκο για να της πή δύο θαυμαστές Προφητείες.
Ή πρώτη αναφερόταν στο Πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. «Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ. β', 34). Αύτη ή προφητεία πραγματοποιήθηκε κατά την διάρκεια της ζωής του Χριστού, αλλά εξακολουθεί να πραγματοποιήται στην ιστορία της ανθρωπότητας και στην προσωπική ζωή κάθε ανθρώπου.
Ό Θεάνθρωπος Χριστός είναι πτώση των απίστων, των μη πιστευόντων σε Αυτόν, και ανάσταση αυτών πού πιστεύουν σε Αυτόν. Ένα παράδειγμα είναι ό Γολγοθάς. Ό ένας ληστής πιστεύει και σώζεται, ό άλλος αμφισβητεί και καταδικάζεται. Συμβαίνει αυτό και στην εσωτερική μας ζωή, αφού ό Χριστός πίπτει όταν εμείς οι βαπτισμένοι πέφτουμε με την πορνεία, και ανίσταται με την σωφροσύνη. Επίσης, αυτό μπορεί να εννοηθή ότι πρόκειται ό Χριστός να πάθη και να πέση στον θάνατο, αλλά και να αναστηθούν πολλοί με την δική του πτώση, και τον δικό του θάνατο (ιερός Θεοφύλακτος).
Ό Χριστός είναι και «σημείον αντιλεγόμενον». Ή λέξη «σημείον» μπορεί να εννοηθή με πολλούς τρόπους και πολλές έννοιες. Κατ' αρχάς σημείο είναι ή σάρκωση του Χρίστου, ή ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού. Κατά την ενανθρώπηση έγιναν πολλά παράδοξα και παράξενα πράγματα. Ό Θεός έγινε άνθρωπος, ή Παρθένος μητέρα. Ακριβώς δε αυτό το σημείο αντιλέγεται και αμφισβητείται από πολλούς ανθρώπους. Άλλοι υποστηρίζουν ότι έλαβε πραγματικό σώμα, και άλλοι ότι έλαβε φανταστικό, ότι δηλαδή το σώμα Του ήταν φανταστικό και όλα τα έκανε φανταστικά. Άλλοι θεωρούν ότι είναι χοϊκό σώμα, άλλοι επουράνιο. Άλλοι θεωρούν ότι ό Χριστός ως Θεός έχει προαιώνια ύπαρξη και άλλοι νομίζουν ότι έλαβε αρχή της υπάρξεως του από την παρθένο και άχραντη Μαρία (άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας).
Ό άγιος Νικόδημος ό αγιορείτης, αναλύοντας την ερμηνεία του ιερού Θεοφύλακτου, ότι ως σημείο αντιλεγόμενο εννοείται ή σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού, λέγει ότι ό αιρετικός πού βλέπει τα έργα του Χριστού, ό Όποιος έχει διπλές ενέργειες, την θεία και την ανθρώπινη, και άλλοτε ως άνθρωπος πεινά, διψά, δέχεται το μαρτύριο, σταυρώνεται, πάσχει κλπ., και άλλοτε ως Θεός κάνει θαύματα, εκδιώκει δαίμονες και ανίσταται κλπ., αμφιταλαντεύεται αν ό Χριστός είναι Θεός ή άνθρωπος. Όμως ό Χριστιανός δεν έχει τέτοιες αμφιβολίες, γιατί γνωρίζει από την εμπειρία των θεουμένων αγίων ότι καιτοι ό Χριστός είχε δύο φύσεις, θεία και ανθρώπινη, εν τούτοις είναι ένας κατά την υπόσταση και το πρόσωπο, και έτσι ό ένας και Αυτός Χριστός ενεργεί άλλοτε τα θεοπρεπή και άλλοτε τα άνθρωποπρεπή. Και βέβαια, όταν ενεργεί κάθε φύση, ενεργεί «μετά της θάτέρου κοινωνίας».
Έπειτα, σημείο αντιλεγόμενο είναι και ό Σταυρός του Χριστού. Κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, «αντιλεγόμενον σημείον τον τίμιον ονομάζει σταυρόν». Άλλοι δέχονται τον Σταυρό και την σταύρωση του Χριστού θεωρούντες αυτήν ως σωτηρία, ότι στον Σταυρό νίκησε τις αρχές και εξουσίες του σκότους, και άλλοι αρνούνται τον Σταυρό. Δεν μπορούν να αντιληφθούν πώς ό Χριστός σταυρώθηκε. Γι' αυτό, όπως είπε ό "Απόστολος Παύλος, ό Σταυρός είναι για τους Ιουδαίους σκάνδαλο, για τους Έλληνες μωρία. Για μας όμως τους πιστούς ό Σταυρός είναι «Θεού δύναμις και θεού σοφία» (Α' Κορ. α1, 23-24).
ιβ'
Ή δεύτερη προφητεία του αγίου Συμεών, πού αναφερόταν στην Παναγία, είναι ή έξης: «και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί» (Λουκ. β', 35).
Προφανώς ή προφητεία αυτή αναφέρεται στον πόνο και την θλίψη της Θεοτόκου πάνω στον Σταυρό, όταν θα έβλεπε τον Υιό της, πού είναι ταυτόχρονα Υιός του Θεού, να πάσχη και να υποφέρη. Ή Παναγία δεν υπέφερε ούτε πόνεσε κατά την γέννηση του Χριστού, ακριβώς γιατί τον συνέλαβε ασπόρως και τον γέννησε αφθόρως. Έπρεπε, λοιπόν, να πόνεση πολύ κατά τον καιρό της εξόδου.
Ακριβώς αυτή ή ρομφαία, πού θα διέλθη την ψυχή της Θεοτόκου κατά τον σταυρικό θάνατο του Χριστού, θα αποκάλυψη τους διαλογισμούς πολλών ανθρώπων, πού βρίσκονταν κεκρυμένοι στην καρδιά τους. Αυτοί αμφιβάλλουν αν είναι γνήσια και αληθινή μητέρα. Αλλά από τον πόνο πού αισθάνθηκε καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για την φυσική του μητέρα.
Αυτό μας υπενθυμίζει την περίπτωση των δύο γυναικών της Παλαιάς Διαθήκης πού διεκδικούσαν ένα βρέφος και παρουσιάσθηκαν στον Σολομώντα για να τους λύση την δια-φορά. Ό Σολομών ζήτησε μαχαίρι για να το τεμαχίση και να δώση από ένα μέρος σε κάθε μία γυναίκα. Τότε ή μία ζήτησε να μη το σφάξη, αλλά να το δώση ολόκληρο στην άλλη. Και ή άλλη ζήτησε να το σφάξη, ώστε να μη το πάρη καμμιά από αυτές. Ό βασιλεύς έδωσε το παιδί σε αυτήν πού προτίμησε να ζήση το παιδί, έστω κι αν το πάρη ή άλλη γυναίκα. Αυτό ήταν δείγμα ότι ήταν ή φυσική του μητέρα. (Γ Βασιλ γ', 16-28).
Έτσι και ό πόνος της Παναγίας στον Σταυρό έδειξε ότι αυτή είναι ή πραγματική μητέρα, ότι από αυτήν ό Κύριος παρέλαβε την σάρκα. Γιατί, αφού ή Παναγία είναι ή πραγματική μητέρα, σημαίνει ότι και ό Χριστός έχει πραγματικό σώμα και δεν είναι άνθρωπος κατά φαντασία.
Ό Μ. Ἀθανάσιος λέγει ότι ή φράση «όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί» σημαίνει ότι ό Σταυρός του Χριστού, το Πάθος Του, θα αποκάλυψη όλες τίς εσωτερικές διαθέσεις των ανθρώπων, αφού ό Πέτρος από θερμός και ζηλωτής, θα τον αρνηθή, οι Μαθητές θα τον εγκαταλείψουν, ό Πιλάτος θα μεταμεληθή με την νίψη των χεριών, ή γυναίκα του θα πιστεύση με το νυκτερινό όνειρο, ό εκατόνταρχος θα ομολογήση από τα σημεία, ό Ιωσήφ και ό Νικόδημος θα ασχοληθούν με τα της κηδείας, ό Ἰούδας θα πνίγη, οι Ιουδαίοι θα δώσουν αργύρια στους φρουρούς για να αποκρύψουν την Ανάσταση. Και, πραγματικά, «μάχη τις έσται και στάσις λογισμών τε και διαλογισμών εναντίων».
Ή προφητεία αυτή δεν αναφέρεται μόνο στην σάρκωση και την σταύρωση, αλλά και στην όλη ζωή της "Εκκλησίας, πού είναι το πραγματικό Σώμα του Χριστού. Άλλοι σώζονται παραμένοντας στην Εκκλησία και άλλοι καταδικάζονται, αρνούμενοι το σωτηριώδες έργο της. Επίσης, επειδή με το Βάπτισμα δεχθήκαμε την Χάρη του Θεού μέσα στην καρδιά και δεν φεύγει ποτέ, αλλά απλώς με τα πάθη καλύπτεται, γι' αυτό όταν άμαρτάνουμε, πίπτουμε, και όταν αγωνιζόμαστε και μετανοούμε, ανασταινόμαστε.
Ό Χριστός θα είναι «εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών» και στην άλλη ζωή, αφού όλοι θα δουν τον Χριστό, αλλά για άλλους θα είναι Παράδεισος και για άλλους Κόλαση.
ιγ'
Αυτό ακριβώς το τελευταίο δείχνει ότι ή εορτή της Υπαπαντής δεν είναι απλώς μια εορτή πού αναφέρεται απλώς στον Δεσπότη Χριστό και υποδηλώνει έναν από τους σταθμούς της θείας Οικονομίας, αλλά και μια εορτή του άνθρωπου πού ζή με τον Χριστό.
Ή Εκκλησία την εορτή του σαραντισμού του Χρίστου την έκανε και τελετή, ακολουθία σαραντισμού κάθε άνθρωπου, μετά την γέννηση του. Την τεσσαρακοστή ήμερα από την γέννηση προσφέρεται το βρέφος στον Ναό από την μητέρα του. Αυτή ή προσφορά έχει διπλή σημασία και έννοια. Πρώτον, ευλογείται ή μητέρα για το τέλος του καθαρισμού της από τα αίματα της λοχείας. Ή Εκκλησία, όπως εύχεται για κάθε ασθένεια, έτσι και εύχεται για την γυναίκα πού γέννησε και είναι φυσικό να αισθάνεται κόπο και σωματική αδυναμία. Προσεύχεται να την καθαρίση και για τον λόγο ότι ό τρόπος γεννήσεως του ανθρώπου, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, είναι μεταπτωτικός. Δεύτερον, είναι τελετή ευχαριστήρια για την γέννηση ενός παιδιού. Επειδή ή σύλληψη και ή γέννηση ενός άνθρωπου δεν είναι απλώς έργο της φύσεως, αλλά της ενεργείας του Θεού, γι' αυτό αισθανόμαστε ότι ανήκει στον Θεό. Έτσι, το προσφέρουμε στον Θεό και Εκείνος δια του Ιερέως μας το παραχωρεί εκ νέου για να το μεγαλώσουμε. Όμως στην πραγματικότητα ανήκει στον Θεό.
Πρέπει όμως να προσφέρουμε στον Θεό, στο άνω θυσιαστήριο, κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, αντί του ζεύγους τρυγόνων την καθαρότητα της ψυχής και του σώματος, και αντί των δύο νεοσσών περιστερών να προσέχουμε πολύ όχι μόνο ενώπιον του Θεού, αλλά και ενώπιον των ανθρώπων. Και, όπως ό Χριστός ετέλεσε όλα τα του νόμου και επέστρεψε στην πατρίδα Του, πληρούμενος και προκύπτοντας στην σοφία, έτσι και εμείς να επιστρέψουμε στην αληθινή μας πατρίδα, πού είναι ή επουράνιος Ιερουσαλήμ, αφού ζήσουμε πνευματικώς κατά τον θείο νόμο και προκόψουμε στην σοφία και την χάρη και φθάσουμε στο μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χρίστου, τελειούμενοι κατά τον έσω άνθρωπο και γενόμενοι ενδιαίτημα του Αγίου Πνεύματος.
Είναι καθήκον μας, κατά τον Μ. Αθανάσιο, να ομοιάσουμε με τον δίκαιο Συμεών και την Προφήτιδα Άννα. Πρέπει και εμείς να συναντήσουμε τον Χριστό με σωφροσύνη, καθαρότητα, ακακία, αμνηστία, και γενικώς με φιλοθεΐα και φιλανθρωπία. Δεν μπορεί κανείς με άλλο τρόπο να συνάντηση τον Χριστό, την αληθινή ζωή.
Ή Υπαπαντή του Χρίστου δείχνει ότι ό Χριστός είναι ή ζωή και το φως των ανθρώπων και ότι ό άνθρωπος πρέπει να αποβλέπη στην απόκτηση αυτού του ενυποστάτου φωτός και της ενυποστάτου ζωής. Ή Εκκλησία ψάλλει παρακλητικά: «Λάμπρυναν μου την ψυχήν και το φως το αισθητόν, όπως ίδω καθαρώς και κηρύξω σε Θεόν». Για να κήρυξη κανείς τον Θεό πρέπει να τον δη καθαρά. Μόνον οι ορώντες τον Θεό ή τουλάχιστον εκείνοι πού δέχονται την πείρα των ορώντων, μπορούν να γίνωνται διδάσκαλοι. Αλλά, για να δη κανείς τον Θεό πρέπει προηγουμένως να λαμπρυνθή, να φωτισθή ως προς την ψυχή και τις σωματικές αισθήσεις. Τότε ή εορτή της Υπαπαντής του Χριστού γίνεται και εορτή της υπαπαντής του κάθε πιστού.
Σεπτέμβριος 1994
(Πηγή: από το βιβλίο του «Οι Δεσποτικές εορτές», Έκδοση Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 1995, Ζωηφόρος )
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος α’.
Χαῖρε Κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἠμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβῦτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἠμῶν, χαριζόμενον ἠμὶν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.
Κοντάκιον Ἦχος α’.
Ὁ μήτραν παρθενικὴν ἁγιάσας τῷ τόκῳ σου, καὶ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε, προφθάσας καὶ νῦν ἔσωσας ἠμᾶς Χριστὲ ὁ Θεός. Ἀλλ' εἰρήνευσον ἐν πολέμοις τὸ πολίτευμα, καὶ κραταίωσον Βασιλεῖς οὖς ἠγάπησας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.
Ὁ Οἶκος.
Τῇ Θεοτόκῳ προσδράμωμεν, οἱ βουλόμενοι κατιδεῖν τὸν Υἱὸν αὐτῆς, πρὸς Συμεὼν ἀπαγόμενον, ὃν περ οὐρανόθεν οἱ Ἀσώματοι βλέποντες, ἐξεπλήττοντο λέγοντες· θαυμαστὰ θεωροῦμεν νυνὶ καὶ παράδοξα, ἀκατάληπτα, ἄφραστα, ὁ τὸν Ἀδὰμ δημιουργήσας βαστάζεται ὡς βρέφος, ὁ ἀχώρητος χωρεῖται ἐν ἀγκάλαις τοῦ Πρεσβύτου, ὁ ἐπὶ τῶν κόλπων ἀπεριγράπτως ὑπάρχων τοῦ Πατρὸς αὐτοῦ, ἑκὼν περιγράφεται σαρκί, οὐ Θεότητι, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.
Μεγαλυνάριον.
Σήμερον ἡ Πάναγνος Μαριάμ, τῷ Ναῷ προσάγει, ὥσπερ βρέφος τὸν Ποιητήν, ὃν ἐν ταῖς ἀγκάλαις, ὁ Πρέσβυς δεδεγμένος, Θεὸν αὐτὸν κηρύττει, κἂν σάρκα εἴληφε.
Πηγή: Μέγας Συναξαριστής, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου, Orthodox Fathers, Ζωηφόρος
Tήν Ἁγία ἡμέρα τῶν Φώτων
Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ,
Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς Χθὲς συνεκκλησιάζοντας καὶ συνεορτάζοντας μὲ σᾶς ποὺ προεωρτάζατε τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων σᾶς ἀνέπτυξα τὰ ἀπαραίτητα λέγοντας πρὸς τὴν ἀγάπη σας τὰ σχετικὰ μὲ τὸ βάπτισμα κατὰ Χριστόν, τὸ ὁποῖο ἀξιωθήκαμε ἐμεῖς· ὅτι δηλαδὴ εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεσις πρὸς τὸν Θεό· πίστις μὲν καὶ ἐπίγνωσις τῆς ἐν Θεῷ ἀλήθειας, συμφωνία δὲ καὶ ὑπόσχεσις ἔργων καὶ λόγων καὶ τρόπων ἀρεστῶν στὸν Θεὸ ποὺ τελοῦνται διὰ τῶν ἱερῶν συμβόλων. Ἀλλά διδάσκοντας προσθέσαμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἂν δὲν μετατρέψωμε σὲ ἔργο τὶς ὑποσχέσεις ἐκεῖνες, τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα σύμβολα καὶ οἱ δι' αὐτῶν καὶ μαζὶ μὲ αὐτά διὰ λόγου ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Θεό, ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καί δικαίως τὸν ὑποβάλλουν σὲ καταδίκη.
Ἔπειτα ἐξηγήσαμε τὴν πρὸς τοὺς ὄχλους διδασκαλία Ἰωάννη τοῦ Προφήτη καὶ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, ἡ ὁποία διαλαμβάνει καί αὐτή περὶ τοῦ ἰδίου βαπτίσματος· διότι τό μὲν βάπτισμα εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, ὁ δὲ πρόδρομος καὶ βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς ὁδηγεῖ διὰ τῆς διδασκαλίας του στὴν ἐπίγνωσι αὐτοῦ, ἀποδεικνύοντας τὸν προαιώνιο καὶ δεσπότη τοῦ παντός, κριτὴ ζωντανῶν καὶ νεκρῶν, ποὺ κατὰ τὴν ἐξουσία του τοὺς μὲν ἄξιους εἰσάγει στὶς ἀΐδιες μονές, τοὺς δὲ κατακρίτους ρίπτει στὴ γέεννα τοῦ πυρός· ἐνῶ μαρτυρεῖ ὅτι αὐτός εἶναι κύριος καί τῶν ἀγγέλων, τὸν ἑαυτό του τὸν συντάσσει στοὺς ἔσχατους δούλους.
Ἐπειδὴ δὲ τὸ βάπτισμα ὄχι μόνο ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἀλλὰ καὶ ὑπόσχεσις ἐπιστροφῆς καί θεαρέστων ἔργων, γι' αὐτό ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ καί βαπτιστής, ὄχι μόνο ὁδηγοῦσε στὴν ἐπίγνωσι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκήρυττε μετάνοια κι' ἐπιζητοῦσε καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, τὴν δικαιοσύνη, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν μετριοφροσύνη, τὴν ἀγὰπη, τὴν ἀλήθεια. Δεικνύοντας δὲ καὶ τοῦτο, ὅτι χωρὶς ἔργα δὲν ὠφελεῖ καθόλου ἡ πρὸς τὸν Θεὸ ὑπόσχεσις, ἀλλὰ καὶ καταδικάζει τὸν ἄνθρωπο, ἐπέσειε ἀξίνα κι' ἐπεδείκνυε πυρκαϊά ἄσβεστη κι' ἔλεγε ὅτι «κάθε δένδρο ποὺ δὲν κάμει καλὸ καρπὸ ἀποκόπτεται καί ρίπτεται στὴ φωτιὰ».
Ἐκτός ἀπὸ αὐτά ἐξηγήσαμε πρὸς τὴν ἀγάπη σας καὶ τοὺς πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Κύριο ποὺ ἦλθε νὰ βαπτισθῆ λόγους τοῦ Βαπτιστοῦ, ποὺ ἐδίσταζε καί ὑποχωροῦσε καὶ παραιτεῖτο ἀπὸ τὸ ἔργο, κι' ζητοῦσε μᾶλλον αὐτός νὰ λάβη ἀπὸ ἐκεῖνον τὸ βάπτισμα. Ἀλλ' ἐπίσης ἐξηγήσαμε καὶ τοῦ Κυρίου τοὺς λόγους πρὸς ἐκεῖνον, ὡς δεσπότη ποὺ προστάσσει δοῦλον, συγχρόνως δὲ καὶ φανερώνει τὸ μυστήριο σὰν σὲ φίλο καὶ συγγενῆ κατὰ σάρκα καὶ προβάλλει τὶς εὔλογες δικαιολογίες. Καὶ φθάσαμε τότε ὁμιλώντας πρὸς σᾶς ἕως τὸ σημεῖο ὅπου ὁ Ἰωάννης πεισθείς ἄφησε τὸν Κύριο νὰ βαπτισθῆ. Ἀπέμεινε δὲ ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο αὐτό ποὺ ἀναγνώσθηκε τώρα, ὅτι, «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδοὺ τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καὶ νὰ ἔρχεται ἐπάνω του. Καὶ ἀμέσως ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό ποὺ ἔλεγε, τοῦτος εἶναι ὁ ἀγαπητὸς Υἱός μου, ποὺ τὸν ἐξέλεξα».
Μέγα καὶ ὑψηλό, ἀδελφοί, εἶναι τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ ποὺ συμπεριλαμβάνεται στὰ λίγα τοῦτα λόγια, δυσθεώρητο καὶ δυσερμήνευτο καὶ ὄχι λιγώτερο δυσκατάληπτο· ἀλλ' ἐπειδὴ εἶναι ἐξαιρετικὰ σωτήριο, γι' αὐτό, ἀφοῦ πεισθοῦμε καὶ ἐλπίσωμε σ' αὐτόν ποὺ προέτρεψε νὰ ἐρευνοῦμε τὶς Γραφές, ἂς ἀνιχνεύσωμε ὅσο εἶναι ἐφικτό τὴ δύναμι τοῦ μυστηρίου. Ὅπως λοιπὸν κατὰ τὴ ἀρχὴ μετὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, «ἂς κατασκευάσωμε ἄνθρωπο κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσί μας», ἀφοῦ ἐπλάσθηκε ἡ φύσιςμας στὸν Ἀδάμ, τὸ ζωαρχικό Πνεῦμα, ἀφοῦ φανερώθηκε κι' ἐδόθηκε μὲ τὸ ἐμφύσημα πρὸς αὐτόν, συνεφανέρωσε καὶ τὸ τριαδικὸ τῶν ὑποστάσεων τῆς δημιουργοῦ θεότητος ἐπάνω στὰ ἀλλὰ κτίσματα, τὰ ὁποῖα παράγονταν μὲ μόνο τὸ ρῆμα τοῦ Λόγου καὶ τοῦ λέγοντος Πατρός· ἔτσι τώρα, ποὺ ἀναπλασσόταν στὸν Χριστὸ ἡ φύσις μας, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, φανερωθὲν διὰ τῆς πρὸς αὐτόν καθόδου ἀπὸ τὰ ὑπερουράνια, καθὼς βαπτιζόταν στὸν Ἰορδάνη, φανέρωσε τὸ μυστήριο τῆς ὕψιστης καὶ παντουργοῦ Τριάδος, τὸ σωστικὸ γιὰ τὰ λογικὰ κτίσματα.
Γιὰ ποιὸ λόγο φανερώνεται τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅταν πλάσσεται καὶ ἀναπλάσσετα ὁ ἄνθρωπος; Ὄχι μόνο διότι εἶναι μόνος ἐπίγειος μύστης καὶ προσκυνητής της, ἀλλὰ καὶ διότι εἶναι ὁ μόνος κατὰ τὴν εἰκόνα της. Πραγματικὰ τὰ μὲν αἰσθητικὰ καὶ ἄλογα ζῶα ἔχουν μόνο πνεῦμα ζωϊκό, ἀλλὰ κι' αὐτό μὴ δυνάμενο νὰ ὑφίσταται καθ' ἑαυτό, στεροῦνται ὅμως τελείως νοῦ καὶ λόγου· τὰ δὲ ἐντελῶς ὑπὲρ τὴν αἴσθησι, ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ὡς νοεροί καὶ λογικοί, ἔχουν νοῦ καὶ λόγο, ἀλλὰ ὄχι καὶ πνεῦμα ζωοποιό, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν οὔτε σῶμα ποὺ νὰ ζωοποιῆται ἀπὸ αὐτό. Ὁ δὲ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μόνος ποὺ κατ' εἰκόνα τῆς τρισυπόστατης φύσεως ἔχει νοῦ καὶ λόγο καὶ πνεῦμα ζωοποιὸ τοῦ σώματος, ἐπειδὴ ἔχει καὶ τὸ ζωοποιούμενο σώμα.
Ὅπως λοιπόν, ἀφοῦ φανερώθηκε ἡ ὕψιστη καὶ παντουργὸς Τριὰς τὴ στιγμὴ ποὺ ἀναπλασσόταν ἡ φύσις μας στὸν Ἰορδάνη, σὰν εἶδος ἀρχετύπου τῆς κατὰ τὴν ψυχὴ μας εἰκόνος, οἱ μὲν βαπτίζοντες κατὰ Χριστὸν μετὰ τὸν Χριστὸ βαπτίζουν μὲ τρεῖς καταδύσεις, ἐνῶ ὁ Ἰωάννης βάπτιζε μὲ μία κατάδυσι. Κι' αὐτό ἐπισημαίνοντας ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ.
«Καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ χωρὶς νὰ βγῆ ἀπὸ τὸ ὕδωρ ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ ἀναδυθῆ μόνο, «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Συγκεντρώσατε λοιπὸν τὴ διάνοιά σας, παρακαλῶ ἀδελφοί, καὶ προσέχετε μὲ ἀκρίβεια τοῦ νοῦ, ὥστε νὰ κατανοήσετε τήν δύναμι τοῦ μυστηρίου τοῦ κατὰ Χριστὸν βαπτίσματος. Διότι ἡ κατάδυσις τοῦ Χριστοῦ στὸ ὕδωρ καί ἡ κάτω ἀπὸ αὐτό τοποθέτησίς του, ὅταν βαπτιζόταν, προϋπεδείκνυε τὴν κατὰβασί του στὸν ἅδη.
Εὐλόγως καὶ συνεπῶς λοιπόν, ὅταν ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ, ἀμέσως τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί·ἐπειδὴ καὶ κατὰ τὴν κάθοδο στὸν ἅδη, ὅπου ἔγινε γιὰ χάρι μας ὑπόγειος, καθὼς ἐπανερχόταν ἀπὸ ἐκεῖ, ἄνοιξε ἀπὸ ἐκεῖ τὰ πάντα γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὄχι μόνο τὰ ἔγγεια καὶ τὰ περίγεια, ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἀνώτατο οὐρανό, στὸν ὁποῖο ἔπειτα, ὅταν ἀναλήφθηκε σωματικῶς, «εἰσῆλθε πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν». Ὅπως δηλαδὴ διὰ τοῦ μυστικοῦ ἄρτου καὶ τοῦ ποτηρίου προϋπέδειξε τὸ σωτήριο πάθος του καὶ ἔπειτα παρέδωκε τὸ μυστήριο τοῦτο στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία, ἔτσι προϋπέδειξε καὶ τὴν κάθοδό του στὸν ἅδη καὶ τὴν ἀνὰβασί του ἀπὸ ἐκεῖ μυστικῶς διὰ τοῦ βαπτίσματός του τούτου, καὶ ἔπειτα τὸ παρέδωσε στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία. Στὸν ἑαυτὸ του μὲν παρεῖχε ἔτσι τὰ ἐπώδυνα καὶ δύσκολα, σ' ἐμᾶς δὲ ἐχάριζε τὴν κοινωνία τῶν παθημάτων του εὐθὺς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ διὰ τῶν ἀνώδυνων τούτων μέσων καὶ μᾶς καθιστοῦσε κατὰ τὸν ἀπόστολο συμφύτους μὲ τὸ ὁμοίωμα τοῦ θανάτου του, ὥστε στὸν καιρὸ νὰ μᾶς καταξιώση καὶ τῆς ὑπεσχημένης ἀναστάσεως.
Ἔχοντας δηλαδὴ σὰν ἐμᾶς ψυχὴ καὶ σῶμα, ποὺ ἀνέλαβε ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ χάρι μας, διὰ μὲν τοῦ σώματος ὑπέστη τὸ θάνατο καὶ τὴν ταφὴ ὑπὲρ ἡμῶν, κι' ἀνέδειξε τὴν ἔγερσι ἀπὸ τὸν τάφο σὰν δύναμι ἀθανασίας καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, καὶ μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὴν ἀναίμακτη θυσία σὲ ἀνάμνησι τούτων καὶ δι' αὐτῆς νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· διὰ δὲ τῆς ψυχῆς κατῆλθε στὸν ἅδη καὶ ἐπανῆλθε ἀπὸ αὐτόν, μεταδίδοντας σὲ ὅλους φῶς ἀΐδιο καὶ ζωὴ καὶ γιὰ δεῖγμα τούτου μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὸ θεῖο βάπτισμα καὶ διὰ μέσου αὐτοῦ νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· καὶ μάλιστα νὰ τὴν καρπωνώμαστε μὲ τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο μυστήρια καὶ μὲ τὰ δύο στοιχεῖα, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, μυούμενα καὶ δεχόμενα σπέρματα ἀκήρατης ζωῆς. Πραγματικὰ ἀπὸ τὰ δύο αὐτά ἐξαρτᾶται ὅλη ἡ σωτηρία μας, ἀφοῦ ὅλη ἡ θεανδρικὴ οἰκονομία στὰ δύο αὐτά συγκεφαλαιώνεται.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Δὲν εἶπε ὁ οὐρανός, ἀλλὰ «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», δηλαδὴ ὅλοι, ὅλα τὰ ἐπάνω, γιὰ νὰ μὴ νομίσης, βλέποντας τὰ ἄνω κι' ἐπάνω ἀπὸ ἐμᾶς ἐπικείμενα, ὅτι ὑπάρχει κάτι ποὺ εἶναι ὑπερκείμενο καὶ ἀνώτερο. Πρέπει λοιπὸν νὰ ἐννοήσης καὶ ἐπιγνώσης ὅτι ὑπάρχει μία μόνο φύσις καὶ δεσποτεία ποὺ ἀπὸ τὴν ὑπὲρ τὸν οὐρανό γύρω ἀπειρία φθάνει μέχρι καὶ τῶν μέσων τοῦ σύμπαντος καὶ τῶν ἰδικῶν μας ὁρίων, δηλαδὴ γεμίζει τὰ πάντα καὶ δὲν ἀφήνει τίποτε ἔξω ἀπὸ ἑαυτὴν καὶ συγκρατεῖ καὶ περιέχει τὰ πάντα σωτηρίως καὶ ὑπερεκτείνεται πέρα ἀπὸ τὰ πάντα, ἀναγνωρίζεται ὅμως ἀπορρήτως σὲ τρεῖς συναφεῖς χαρακτῆρες.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν λοιπὸν οἱ οὐρανοί», γιὰ νὰ δειχθῆ φανερώτατα ὅτι αὐτός εἶναι ποὺ καὶ πρὸ τῶν οὐρανῶν ὑπάρχει, μᾶλλον δὲ ποὺ εἶναι καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα καὶ εἶναι πρὸς τὸν Θεὸ καὶ εἶναι Θεὸς καὶ εἶναι Θεοῦ Λόγος καὶ Υἱός καὶ οὔτε τὸν Πατέρα ἔχει προγενέστερό του καὶ ἔχει μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα ὄνομα τὸ ἐπάνω ἀπὸ κάθε ὄνομα καὶ ἀπὸ κάθε λόγο. Διότι, ὅταν ὅλα τὰ φαινόμενα μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Πατρὸς στὸν οὐρανό, ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια, ἐσχίσθηκαν καὶ ἦσαν πεταμένα τὰ πρῶτα δίπλα στὰ ἄλλα, μόνο αὐτός παρουσιαζόταν συνημμένος μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα, ἀφοῦ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ σύστασι τῶν ὄντων ὑπῆρχε μαζὶ μὲ αὐτούς.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ὅπως δὲ λέγει ὁ Μάρκος, ἐσχίσθηκαν. Διότι λέγει, «ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ, εἶδε τοὺς οὐρανούς νά σχίζωνται». Πῶς λοιπόν ὁ μὲν ἕνας εἶπε, ἀνοίχθηκαν, ὁ δὲ ἄλλος, ἐσχίσθηκαν; Γιὰ νὰ μὴ διαφύγη τὴν προσοχὴ τῶν συνετῶν ἀκροατῶν ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ μυστηρίου εἶναι διπλή. Πραγματικὰ μὲ τὴν ἔκφρασι ὅτι ἀνοίχθηκαν μᾶς ἔδειξε ὅτι οἱ οὐρανοί ἦσαν κλειστοὶ προηγουμένως λόγω τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς παρακοῆς μας πρὸς τὸ Θεό. Διότι ἔχει γραφῆ ὅτι ὁ οὐρανός ἀποκλείσθηκε γιὰ τὸν Ἀδάμ, ὅταν παρήκουσε στὸ Θεὸ καὶ ἄκουσε ἀπὸ αὐτόν ὅτι «γῆ εἶσαι καὶ στὴ γῆ θὰ μεταβῆς». Εὐλόγως λοιπὸν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί στὸν Χριστό, ποὺ παρουσιάσθηκε σὲ ὅλα ὑπήκοος καί, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε στὸν Ἴωαννη, ἐξεπλήρωσε ὅλη τὴ δικαιοσύνη καὶ προσφάτως διὰ τοῦ βαπτίσματος. Ἐπειδή δέ, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος ὁ πρόδρομος τοῦ Κυρίου, «δὲν δίδει μὲ μέτρο τὸ Πνεῦμα ὁ Θεός, ἀλλὰ ὁ Πατὴρ ἀγαπᾶ τὸν Υἱό καὶ δίδει τὰ πάντα στὸ χέρι του, φαίνεται ὅτι ὁ Χριστὸς κατὰ σάρκα ἔλαβε ὅλη τὴν ἀμέτρητη καὶ ἄπειρη δὺ-ναμι καὶ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος. Οἱ οὐρανοί ἔδειξαν ἐμπρά κτως ὅτι ὅλη αὐτή ἡ δύναμις καὶ ἐνέργεια τοῦ θείου Πνεύματος εἶναι ἀχώρητος σὲ ὅλα τὰ κτιστά.
Γι' αὐτό καὶ ὅταν τούτη ἡ δύναμις φαινόταν καὶ ἦταν σὰν νὰ διάβαινε πρὸς τὴν θεοϋπόστατη ἐκείνη σάρκα, αὐτοί μὴ χωρώντας ἐσχίσθηκαν. Καλῶς λοιπὸν διεκήρυξε αὐτός ποὺ εἶπε πρὸς τὸν Θεό, «οὔτε ὁ οὐρανός δὲν εἶναι καθαρὸς ἐνώπιόν σου», ὡς οὐρανὸ ἐννoώντας τούς ἀγγέλους, τοὺς ἀρχαγγέλους, τὰ πολυόμματα Χερουβίμ, τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφίμ, ὅλη τὴν ἄλλη ὑπερκόσμια φύσι. Εὐλόγως λοιπὸν οὔτε οἱ οὐρανοί, δηλαδὴ οἱ ἄγγελοι σ' αὐτόν, εἶναι καθαροὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή, ἂν καὶ φωτίζεται διαπαντὸς ἀπὸ τὴν ὑψίστη καὶ δεσποτικὴ ἱεραρχία, ὑστεροῦν ὡς πρὸς τὴν ὑπερτέλεια καθαρότητα αὐτῆς. Μόνη δὲ ἡ δική μας ἐν Χριστῷ φύσις ὡς θεοϋπόστατη καὶ ὁμόθεη διαθέτει καθαρότητα ὑπερτελεία καὶ εἶναι, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, χωρητική κάθε λαμπρότητος καὶ ἀγλαΐας καὶ δυνάμεως καὶ ἐνέργειας τοῦ Θείου Πνεύματος. Ἑπομένως ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί ἀνοίχθηκαν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ ἄγγελοι ὑποχώρησαν ἐμπρὸς στὴν τοιαύτη κάθοδο τοῦ Θείου Πνεύματος σ' αὐτόν.
«Ἄφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδού, τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί»· ὁ δὲ Λουκᾶς λέγει ὅτι εἶχε ἀνοιχθῆ ὁ οὐρανός, ὅταν ἀκόμη προσευχόταν ὁ Χριστός· διότι, λέγει, «ὅταν βαπτίσθηκε καὶ προσευχόταν ὁ Ἰησοῦς, ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός». Πραγματικὰ καὶ βαπτιζόμενος καὶ κατεβαίνοντας καὶ ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ προσευχόταν, διδάσκοντας ἐμπράκτως ὅτι, ὄχι μόνο ὁ ἱερεὺς καὶ λειτουργός τῶν μυστηρίων πρέπει νὰ προσεύχεται, ἀλλὰ καὶ αὐτός πού δέχεται τό μυστήριο πρέπει νὰ κάμη τοῦτο σὲ κάθε θεία τελετὴ· καὶ ἂν μὲν ὁ λειτουργός εἶναι τελειότερος κατὰ τὴν ἀρετὴ καὶ ἀναπέμπει ἐκτενέστερη εὐχή, δι' αὐτοῦ ἀνεβαίνει ἡ χάρις πρὸς τὸν ἀποδέκτη τοῦ Μυστηρίου, ἂν δὲ ὁ ἀποδέκτης εἶναι ἀξιώτερος καὶ προσεύχεται ἐκτενέστερα, ὁ θελητής τοῦ ἐλέους (τί ἄφατη χρηστότης κι' αὐτή!) δὲν ἀρνεῖται νὰ μεταδώση δι' αὐτοῦ ἀπὸ τὴ χάρι καὶ στὸν λειτουργό· ὅπως καὶ τώρα ἔγινε φανερὰ στὴν περίπτωσι τοῦ Ἰωάννη, πράγμα ποὺ καὶ αὐτός μαρτυρεῖ ὕστερα δημόσια, λέγοντας, «ὅλοι ἐμεῖς ἐλάβαμε ἀπὸ τὸ πλήρωμά του».
Γιατί ὅμως μόνο στὸν Ἰησοῦ ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός, ὅταν προσευχόταν, σὲ κανένα δὲ ἀπό τούς πρὸ αὐτοῦ; Τί λέγεις; αὐτός ποὺ ἀντιλήφθηκε τή θεανδρικὴ οἰκονομία τοῦ ἐνυποστάτου Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη ἔμβρυο, καὶ ὄχι μόνο ἐπήδησε μαζί του μὲ ἀγαλλίασι θείου Πνεύματος ἀπὸ τὴν μητρικὴ κοιλιά, ἀλλὰ μετέδιδε χάρι καὶ στὴν κυοφοροῦσα μητέρα του, αὐτός ποὺ μόλις λύθηκε ἀπὸ ἐκεῖ ἔλυσε τὸ πατρικὸ στόμα ποὺ εἶχε δεθῆ γι' αὐτόν μὲ ἀφωνία κατόπιν προσταγῆς τοῦ ἀγγέλου, τὸ θρέμμα τῆς ἐρήμου, ὁ ὑψηλότερος ἀνάμεσα στὰ γεννήματα τῶν γυναικῶν καὶ ἀξιώτερος τῶν ἀπὸ ἀνέκαθεν προφητῶν, δὲν εἶναι ἱκανός νὰ λύση τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος (ὁ,τιδήποτε καὶ ἂν εἶναι αὐτός ὁ ἱμάς), καὶ θὰ ἦταν ἱκανός ν' ἀνοίξη τὸν οὐρανό, μᾶλλον δὲ τὰ ὑπερουράνια, κάποιος ἀπό τούς ὑστεροῦντας ἀπέναντι στὴν ἀξία του;
Γιὰ νὰ κατανοήσης δὲ τὸ ὕψος τῆς ὑπεροχῆς τοῦ τώρα βαπτιζομένου κατὰ σάρκα ἀπέναντι σὲ ὅλους, πρόσεξε κι' ἐκεῖνο· ὅτι «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ἔχει γραφῆ, δείχθηκε δὲ σ' ἐμᾶς μὲ ἔργα ὅτι ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ κόλπος τοῦ Ὑψίστου Πατρὸς τοῦ ἀνοίχθηκε· διότι ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ φωνὴ ποὺ μαρτυροῦσε τὴν γνησιότητα τῆς υἱότητος . Οἱ δὲ οὐρανοί εἶναι κήρυκες τούτου, ἀφοῦ ἀνοίχθηκαν σὰν παγκόσμια στόματα, καὶ διατρανώνοντας ὄχι μόνο πρὸς τοὺς ἀγγέλους τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἐπάνω στὴ γῆ ἀνθρώπους τὴν ὁμοτιμία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα καὶ πρὸς τὸ ἀπὸ αὐτόν προελθόν ἐκπορευτῶς Πνεῦμα, κατὰ τὴν οὐσία καὶ δύναμι καὶ δεσποτεία πρὸς τὸ σύμπαν.
Εὐλόγως λοιπὸν μόνο γι' αὐτόν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί ὅταν προσευχόταν ἐπειδὴ καὶ τὸ σφραγισμένο βιβλίο, τὸ ὁποῖο πιθανῶς ὑπαινίσσεται τὸν κλεισμένο προηγουμένως γιὰ μᾶς οὐρανό τοῦτον, κατὰ τὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννη, κανένας καὶ κάτω ἀπὸ τὴ γῆ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση· «κατώρθωσε δέ, λέγει, νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση μόνο ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα». Ποιὸς δὲ εἶναι ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα μᾶς τὸ ἐδίδαξε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ποὺ λέγει, «ἀνέβηκες ἀπὸ τὴ φυλή, υἱέ μου, σκύμνος τοῦ λέοντος Ἰούδα· ἀφοῦ ἐξάπλωσες, κοιμήθηκες σὰν λέων καὶ σὰν σκύμνος. Ποιὸς θὰ τὸν ξυπνήση; Δὲν θὰ λείψη ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα καί ἡγεμὼν ἀπό τοὺς μηρούς του, ἕως ὅτου ἔλθη αὐτός στὸν ὁποῖο ἀπόκειται ἡ ἀποστολή· καὶ αὐτός θὰ εἶναι προσδοκία τῶν ἐθνῶν», δηλαδὴ αὐτός ποὺ τώρα ἄνοιξε φανερὰ καὶ ὅλα τὰ ὑπερουράνια, ποὺ μόνος ἀνέγνωσε τούς ἀπό τούς αἰῶνες καὶ στοὺς αἰῶνες λόγους τῆς προνοίας, τοὺς ἀπόκρυφους στὸν πατρικὸ κόλπο θησαυροὺς τῆς σοφίας, τὰ ἀνεξερεύνητα βάθη καὶ τὰ μυστήρια τοῦ Πνεύματος.
«Ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀμέσως ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ καὶ ἰδοὺ ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί». Βλέπετε ὅτι τὸ ἅγιο βάπτισμα εἶναι πύλη τῶν οὐρανῶν πού εἰσάγει ἐκεῖ τούς βαπτιζομένους; Διότι δὲν εἶπε ἁπλῶς «ἀνοίχθηκαν», ἀλλὰ «ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί»· ὅλα δὲ ὅσα ἔγιναν σ' αὐτόν, γιὰ μᾶς ἔγιναν. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί, ποὺ ἔχοντας ἀνοικτὲς τὶς πύλες προσμένουν τὴν εἴσοδό μας. Καὶ πρὶν ἀπό τούς ἄλλους μαρτυρεῖ τοῦτο ὁ πρωταγωνιστὴς ἀνάμεσα στοὺς μάρτυρες Στέφανος. Ἀφοῦ γονάτισε, προσευχόταν καί ἀτενίζοντας εἶδε ὅ,τι κανεὶς δὲν εἶδε πρὶν ἀπὸ τὸ βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ· «διότι ἀτενίζοντας εἶδε τοὺς οὐρανούς ἀνοιγμένους καὶ τὸν Ἰησοῦ στὴ δόξα τοῦ Πατρός», εἶδε ὄχι μόνο ἄρρητη δόξα καὶ τόπο ὑπερουράνιο, ἀλλὰ κι' αὐτόν τόν ποθούμενο μέσα στὴ δόξα τοῦ Πατρός, διὰ τῆς ὁποίας πρῶτος αὐτός ἀπό τούς μετὰ Χριστὸν εἶδε μακαρίως ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα δὲν εἶδε κανεὶς ἀπό τούς πρὸ Χριστοῦ, στὰ ὁποῖα κι' αὐτά ἀκόμη τὰ τάγματα τῶν ἀγγέλων φοβοῦνται νὰ παρακύψουν. Διότι τὸν εἵλκυσε ὁ ποθούμενος Ἰησοῦς ποθώντας νὰ εἶναι τοῦτος πρῶτος διάκονος στοὺς οὐρανούς καὶ πολὺ προτιμότερος ἀπὸ τὰ λειτουργικὰ πνεύματα, καθὼς καὶ πρῶτος μάρτυρας τῆς ἀθλήσεως. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί κι' ἐμᾶς καθάρισε διὰ τοῦ Ἑαυτοῦ του διότι δὲν χρειαζόταν ὁ ἴδιος κάθαρσι ἡ ἄνοιγμα.
Καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ λέγη ὕστερα πρὸς τοὺς ἐρωτῶντες, «κι' ἐγώ εἶδα κι' ἐμαρτύρησα, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»· εἶδε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καί νά ἔρχεται σ' αὐτόν . Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τῆς περιστερᾶς τὸ εἶδος τὴν καθαρότητα αὐτοῦ πρὸς τὸν ὁποῖο κατέβηκε· διότι τοῦτο τὸ ζῶο δὲν πετᾶ ἐπάνω ἀπὸ ἀκαθάρτους καὶ δυσώδεις τόπους· συνεπιβεβαιώνει δὲ καὶ μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Πατρὸς ἀπὸ ἄνω· «καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ μαζί μὲ τὸ εἶδος τῆς περιστερᾶς, καὶ «φωνὴ ἀκούεται ἀπό τούς οὐρανούς ποὺ λέγει, τοῦτος εἶναι ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, τὸν ὁποῖο ἐξέλεξα» , τοῦτος ποὺ τώρα δεικνύει τὸ Πνεῦμα μου ποὺ κατῆλθε καὶ μένει ἐπάνω του σὰν στὸν συναΐδιον Υἱό μου. Πραγματικὰ ὁ Πατήρ, χρησιμοποιώντας σὰν δάκτυλο τὸ συναΐδιο καὶ ὁμοούσιο καὶ ὑπερουράνιο Πνεῦμα του, φωνάζοντας καὶ δακτυλοδεικτώντας μαζί, ἀπέδειξε δημόσια καὶ ἐκήρυξε σὲ ὅλους ὅτι ὁ βαπτιζόμενος τότε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη στὸν Ἰορδάνη εἶναι ὁ ἀγαπητὸς του Υἱός.
Τὸ Πνεῦμα δὲν ἐφάνηκε μόνο σὰν πατρικὸς δάκτυλος μὲ τὸν ὁποῖο δακτυλοδεικτοῦσε, ἀλλὰ κατέβηκε καὶ ἕως αὐτόν τὸν δεικνυόμενο μὲ τὸν πατρικὸ δάκτυλο σὰν γιὰ νὰ τὸν ψεύση, καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ διέμεινε ἐπάνω σ' αὐτὸν διότι, λέγει, «ἐμαρτύρησε ὁ Ἰωάννης ὅτι, εἶδα τὸ Πνεῦμα νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό καὶ ἔμεινε ἐπάνω σ' αὐτόν». Καὶ δὲν ἔμεινε μόνο ἐπάνω σ' αὐτόν (καὶ μάρτυς εἶναι πάλι ὁ ἴδιος ποὺ λέγει, «ἀπὸ τὸ πλήρωμά του ἐλάβαμε ὅλοι ἐμεῖς»), ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ φανερὰ κάθοδο ἦταν μέσα σ' αὐτόν ἀφανῶς· τοῦτο ἄλλωστε μαρτυρεῖται καὶ ἀπό τούς ἀσώματους καὶ οὐράνιους ἀγγέλους, ἀπό τούς ὁποίους ὁ μὲν ἕνας λέγει πρὸς τὴν γυναῖκα ποὺ τὸν συνελάμβανε μὲ παρθενία «ὅτι τὸ ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπέλθη σὲ σένα», ὁ δὲ ἄλλος πρὸς τὸν Ἰωσήφ γι' αὐτήν, «ὅτι τὸ παιδὶ ποὺ ἔχει γεννηθῆ μέσα της προέρχεται ἀπὸ ἅγιο Πνεῦμα».
Ἐπειδὴ λοιπὸν αὐτά δὲν κηρύττονται ὡς ἁπλῆ συνάφεια, ἀλλὰ εἶναι καὶ κάποια ἀλληλουχία ὑπερφυὴς καὶ διηνεκὴς συγχρόνως, τελεία καὶ ἀσύγχυτη, ἔτσι καὶ αὐτός ἀναδεικνύεται γιὰ μᾶς ἕνας Θεὸς μὲ τρισυπόστατη καὶ παντοδύναμη θεότητα, ποὺ φανερώνεται ὅποτε καὶ ὅπως εὐδόκησε μόνος του, Πατὴρ ὑπερουράνιος, Υἱός ὁμοούσιος, Πνεῦμα ἅγιο ἐκπορευόμενο ἀπὸ τὸν Πατέρα καί ἀναπαυόμενο στὸν Υἱό, ποὺ καὶ τὴν ἕνωσι ἔχει ἀσύγχυτη καὶ τὴ διαίρεσι ἀμέριστη. Διότι δύο εἶναι αὐτοί ποὺ μαρτυροῦν, ὁ δὲ μαρτυρούμενος ἕνας· μαρτυροῦν δὲ καὶ τὴν θεότητά τους καὶ τὴν συμφυΐα μεταξύ τους καὶ τὴ διακρισι· τὴν μὲν θεότητα ἀπὸ τὴν ὑπερβατικὴ δεσποτεία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐσχίσθηκαν ὅλοι οἱ οὐρανοί συγχρόνως, τὴν δὲ συμφυΐα ἀπὸ τὴν ἄκρα καὶ διηνεκῆ συνάφεια καὶ τὴν συμφωνία, τὴν δὲ διάκρισι διὰ τῆς διαφοροποιήσεως καὶ τῆς σχέσεως τῶν ὑποστατικῶν ὀνομάτων.
Ἀνεβάζεται μάλιστα καὶ τὸ ἀπό μᾶς πρόσλημμα πρὸς ἐκεῖνο τὸ ἀξίωμα, ἀφοῦ ὑπάρχει ἀχωρίστως μαζὶ μὲ τὸν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὥστε καὶ μετὰ τὴν ἐνανθρώπησί του οἱ προσκυνητὲς καὶ φωτιστικὲς ὑποστάσεις νὰ εἶναι τρεῖς, στὶς ὁποῖες ἐμεῖς πιστεύουμε καὶ βαπτιζόμαστε, τὸν μὲν παλαιὸ ἄνθρωπο ἐκδυόμενοι μὲ τὸ θεῖο βάπτισμα, ἐνδυόμενοι δὲ τὸν Χριστό, τὸν νέο Ἀδάμ, ὁ Ὁποῖος κατέστησε νέα τὴν ἔνοχη φύσι μας, ἀφοῦ τὴν παρέλαβε ἀπὸ παρθενικὰ αἵματα ὅπως εὐδόκησε, καὶ τὴν ἐδικαίωσε δι' Ἑαυτοῦ καὶ ἔπειτα ὅλους ὅσοι προῆλθαν κατὰ πνεῦμα ἀπὸ αὐτόν τούς ἐλευθέρωσε ἀπὸ ἐκείνη τὴν προγονικὴ κατάρα καὶ καταδίκη.
Τί λοιπόν; Ἐπειδὴ βέβαια ὁ μονογενὴς Υἱός τοῦ Θεοῦ δὲν ἔλαβε ἀπὸ ἐμᾶς ὑπόστασι, ἀλλὰ τὴν φύσι μας τὴν ὁποία ἀνεκαίνισε, ἀφοῦ ἑνώθηκε μὲ αὐτήν κατὰ τὴν ἰδικὴ του ὑπόστασι, δὲν μεταδίδει ἀπὸ τὴ χάρι του καὶ στὴν καθεμία ἀπό τίς ὑποστάσεις μας καὶ δὲν λαμβάνει ἀπὸ αὐτόν ὁ καθένας τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων του; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ κάμη ἀλλοιῶς αὐτός ποὺ «θέλει νὰ σωθοῦμε ὅλοι», αὐτός ποὺ «ἀφοῦ ἔκλινε τοὺς οὐρανούς κατῆλθε» ὑπὲρ ὅλων, καὶ πού, ἀφοῦ μὲ ἔργα καὶ λόγια καὶ παθήματα μᾶς ὑπέδειξε ὁδό σωτηρίας, ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς ἀπὸ ὅπου ἕλκει τοὺς πιστούς του; Ἀλλὰ τὴν μὲν φύσι, ποὺ τὴν ἀνακαίνισε ἀφοῦ τὴν προσέλαβε γιὰ μᾶς ἀπό μᾶς, τὴν ἔδειξε ἁγιασμένη καὶ δικαιωμένη, καὶ ὑπήκοο καθ' ὅλα στὸν Πατέρα, μὲ ὅσα αὐτός ἔπραξε κι' ἔπαθε κατὰ τὸ θέλημά του ἑνωμένος πρὸς αὐτήν κατὰ τὴν ὑπόστασι· ἀνακαίνισε δὲ τοῦ καθενὸς ἀπό μᾶς ποὺ πιστεύουμε σ’Αὐτόν, ὄχι μόνο τὴ φύσι, ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπόστασι, καὶ μᾶς ἐχάρισε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων διὰ τοῦ θείου βαπτίσματος, διὰ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν του, διὰ τῆς μετανοίας ποὺ ἐχάρισε στοὺς πταῖστες, καὶ διὰ τῆς μεταδόσεως τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματός του.
Μὲ τὸ νὰ εἴπη δὲ ὁ Πατὴρ ἀπὸ ἄνω περὶ τοῦ βαπτισθὲντος κατὰ σάρκα «αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο εὐαρεστοῦμαι», ἔδειξε ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἀλλὰ ποὺ ἐλέχθηκαν πρωτύτερα διὰ τῶν προφητῶν, οἱ νομοθεσίες, οἱ ἐπαγγελίες, οἱ υἱοθεσίες, ἦσαν ἀτελῆ καὶ δὲν ἐλέχθηκαν οὔτε ἐτελέσθηκαν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τούτου, ἀλλὰ ἀπέβλεπαν πρὸς τὸν τωρινὸ σκοπὸ καὶ διὰ τοῦ τελεσθέντος τώρα ἐτελειώθηκαν κι' ἐκεῖνα. Καὶ τί περιορίζομαι στὶς διὰ τῶν προφητῶν νομοθεσίες, τὶς ἐπαγγελίες, τὶς υἱοθεσίες; Διότι καὶ ἡ κατὰ τὴν ἀρχὴ θεμελίωσις τοῦ κόσμου πρὸς τοῦτον ἔβλεπε, τὸν κάτω μὲν βαπτιζόμενο ὡς υἱό ἀνθρώπου, ἀπὸ ἐπάνω δὲ μαρτυρούμενο ἀπὸ τὸ Θεὸ ὡς μόνο ἀγαπητὸ Υἱό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγιναν τὰ πάντα καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἔγιναν τὰ πάντα, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος.
Ἑπομένως καὶ ἡ ἐξ ἀρχῆς δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου γι' αὐτόν ἔγινε, ἀφοῦ ἐπλάσθηκε κατὰ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέση κάποτε νὰ χωρέση τὸ ἀρχέτυπο· καὶ ὁ νόμος στὸν παράδεισο γι' αὐτόν ἐδόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ· διότι δὲν θά τὸν ἔθετε ὁ νομοθέτης, ἂν ἐπρόκειτο νὰ μείνη ἀπραγματοποίητος διαπαντός. Καὶ τὰ ἔπειτα ἀπὸ αὐτόν λεχθέντα καὶ τελεσθέντα ὅλα σχεδὸν γι' αὐτόν ἔγιναν, ἂν δὲν εἴπη κανεὶς καλῶς ὅτι καὶ ὅλα τὰ ὑπερκόσμια, οἱ ἀγγελικὲς φύσεις καὶ τάξεις δηλαδὴ καὶ οἱ ἐκεῖ θεσμοθεσίες, πρὸς τοῦτον τὸ σκοπὸ τείνουν ἀπὸ τὴν ἀρχή, δηλαδὴ πρὸς τὴν θεανδρική οἰκονομία, τὴν ὁποία καὶ ὑπηρέτησαν, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἕως τὸ τέλος. Διότι εὐδοκία εἶναι τὸ κυριαρχικὸ καὶ ἀγαθὸ καὶ τέλειο θέλημα τοῦ Θεοῦ· αὐτός δὲ εἶναι ὁ μόνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἐπαναπαύεται καὶ ἀρέσκεται τελείως ὁ Πατήρ, «ὁ θαυμαστός του σύμβουλος, ὁ ἄγγελος τῆς μεγάλης βουλῆς του», αὐτός ποὺ ἀκούει καὶ ὁμιλεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα του καὶ παρέχει στοὺς εὐπειθεῖς ζωὴ αἰώνια.
Αὐτήν εἴθε νὰ ἐπιτύχωμε ὅλοι ἐμεῖς μέσα σ' αὐτόν τὸν βασιλέα τῶν αἰώνων Χριστό, στὸν Ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις μαζί μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Γένοιτο.
Λόγος στήν Κυριακὴ τῶν Φώτων
Ἁγίου Λουκᾶ,
Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῶν Θεοφανίων περιέχει ἕναν λόγο τοῦ Χριστοῦ μεγάλης σπουδαιότητας. Σ’ αὐτὸν τώρα θέλω λίγο νά στρέψω τὴν προσοχὴ σας.
Τοῦ μεγάλου αὐτοῦ γεγονότος τῆς Θεοφάνειας τοῦ Κυρίου προηγεῖται κήρυγμα στίς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, τοῦ Ἰωάννου, τοῦ Προδρόμου τοῦ Κυρίου, τοῦ μείζονος μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων πού γέννησαν ποτέ οἱ γυναῖκες. Τὸ φλογερὸ του κήρυγμα τῆς μετανοίας γιά τὸ ὁποῖο προετοιμαζόταν εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας τραβοῦσε πρὸς αὐτὸν μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων. Ὁ πύρινος λόγος τοῦ κηρύγματός του ἔκαιγε τίς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους βάπτιζε στά νερὰ τοῦ Ἰορδάνη καθαρίζοντας τίς ἁμαρτίες τους.
Τὴν μεγάλη ἐκείνη ἡμέρα μὲ πολλὴ ἔκπληξη παρατήρησε ὅτι μεταξὺ τῶν ἄλλων πού ἔρχονται γιά νά βαπτιστοῦν βρίσκεται καὶ Ἐκεῖνος τὸν ὁποῖον μέχρι τότε δέν εἶχε γνωρίσει ἀλλὰ περὶ τοῦ ὁποίου τοῦ εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ὅτι θὰ βαπτίζει μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Καὶ ἀφοῦ ἔπεσε στά πόδια του, τοῦ εἶπε μὲ δέος: «ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ Σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχη πρὸς μέ;» (Μτ. 3, 14).
Ἐμεῖς, ποὺ ἤδη εἴμαστε βαπτισμένοι ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρί, δέν θὰ μπορούσαμε νά καταλάβουμε γιατὶ ὁ ἀναμάρτητος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ πῆγε στό δοῦλο του τὸν Ἰωάννη καὶ ζήτησε νά βαπτιστεῖ ἀπὸ αὐτὸν μὲ τὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας γιά νά Τοῦ ἀφεθοῦν οἱ ἁμαρτίες του, τὶς ὁποῖες δέν εἶχε, ἂν ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς δέν μᾶς τὸ ἔλεγε ἀπαντώντας στήν ἐρώτησῃ τοῦ Προδρόμου τὸ ἑξῆς: «ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην» (Μτ. 3, 15).
Ὤ, Κύριε μας! Σὲ προσκυνοῦμε ἐσένα καὶ τὸν Πρόδρομό Σου καὶ Σὲ εὐχαριστοῦμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας γιά τὸ ὅτι μας ἔμαθες νά σεβόμαστε καὶ νά τιμᾶμε «πᾶσαν δικαιοσύνην» καὶ νά μισοῦμε τὴν ὁποιαδήποτε ἀδικία, διότι ἐκείνη προέρχεται ἀπὸ τὸν διάβολο. Κάθε δικαιοσύνη, ἄκομα καὶ ἡ πιὸ ἀσήμαντη δίκαιη πράξη, εἶναι εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔλαβες τὸ βάπτισμα ἀπὸ τὸν Ἰωάννη στόν Ἰορδάνη ποταμὸ γιά τὴν ἄφεση ἁμαρτιῶν διότι ἤθελες νά ἐκπληρώσεις ὅ,τι προβλέπει τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ἡ κατάδυση στά νερὰ τοῦ Ἰορδάνη ἀποτελοῦσε σφράγισμα τῆς μετανοίας γι’ αὐτούς πού ἔρχονταν νά βαπτιστοῦν. Διότι γιά τὴν ὁλόκαρδη μετάνοια, αὐτός πού δεχόταν τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη, λάμβανε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του.
Τὸ βάπτισμα ὅμως αὐτὸ δέν ἀνακαίνιζε τὸν ἀνθρωπο καὶ δέν ἦταν γι’ αὐτὸν μία δεύτερη γέννηση, ὅπως αὐτὸ γίνεται στό μεγάλο μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, μὲ τὸ ὁποῖο βαπτιζόμαστε ἐμεὶς οἱ χριστιανοί. Ἦταν λοιπὸν δίκαιο τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου. Δέν μίλησε ὅμως μόνο γι’ αὐτὴν τὴν δικαιοσύνη, ὁ Σωτῆρας μας στόν Ἰωάννη γιά νά τὸν καθησυχάσει καὶ νά λύσει τὴν ἀπορία του, ἀλλὰ γιά τὴν πᾶσα δικαιοσύνη, δηλαδή γιά τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὸν Θεῖο λόγο του ἁγίασε καὶ εὐλόγησε τὴν κάθε ἀλήθεια καὶ συνεπῶς κατέκρινε τὴν ὁποιαδήποτε ἀδικία.
Σκεφτεῖτε, ἀγαπητοί μου, ἄνθρωποι τοῦ ἰδίου μὲ μένα πνεύματος, κοινωνοί τοῦ μικροῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ, πόση ἀδικία ὑπάρχει στόν κόσμο! Πόσο μεγάλη ἁμαρτία εἶναι ὁ πόλεμος, ὅταν οἱ λαοί, ἀκόμα καὶ οἱ χριστιανικοὶ λαοί, ἐξοντώνουν ὁ ἔνας τὸν ἄλλον! Ἂν ὁ φόνος ἑνὸς μόνο ἀνθρώπου σὲ πολλοὺς λαοὺς τιμωρεῖται μὲ θάνατο, τότε πῶς ὁ Κύριος θὰ τιμωρήσει αὐτοὺς πού εὐθύνονται γιά τὸ φόνο δεκάδων ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων; Ἡ ὁποιαδήποτε ἁμαρτία εἶναι ἀδικία καὶ ὁ πόλεμος εἶναι ἡ ἐσχάτη ἀδικία τὴν ὁποία ὅλοι μας πρέπει νά τὴν μισοῦμε.
Μεγάλη ἀδικία ὑπάρχει στά κράτη ἐκεῖνα ὅπου ἡ γῆ, ποὺ δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἰδιαίτερα σ’ αὐτούς πού τὴν καλλιεργοῦν, δέν ἀνήκει στόν λαὸ καὶ στό κράτος ἀλλὰ σ’ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἐξουσία, ποὺ τοὺς τὴν δίνει τὸ χρῆμα. Καὶ πόση ἀκόμα ἀδικία ὑπάρχει στίς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμα καὶ μεταξὺ τῶν συγγενῶν καὶ μελῶν τῆς ἴδιας οἰκογένειας. Ἡ ἀδικία αὐτὴ χαροποιεῖ παρὰ πολὺ τὸ διαβολο. Δέν ἦταν ἔτσι τὰ πράγματα στήν ἐποχὴ τῶν ἀποστόλων, μεταξὺ τῶν πρώτων χριστιανῶν. «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά. καὶ μεγάλῃ δυνάμει ἀπεδίδουν τὸ μαρτύριον οἱ ἀπόστολοι τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ, χάρις τε μεγάλη ἦν ἐπὶ πάντας αὐτούς. οὐδὲ γὰρ ἐνδεής τις ὑπῆρχεν ἐν αὐτοῖς· ὅσοι γὰρ κτήτορες χωρίων ἢ οἰκιῶν ὑπῆρχον, πωλοῦντες ἔφερον τὰς τιμὰς τῶν πιπρασκομένων καὶ ἐτίθουν παρὰ τοὺς πόδας τῶν ἀποστόλων· διεδίδετο δὲ ἑκάστῳ καθότι ἄν τις χρείαν εἶχεν» (Πράξ. 4, 32-35).
Δέν εἶναι μόνο ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ μεγαλεῖο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς. Ἡ Βάπτιση τοῦ Κυρίου μας ἔχει γιά μᾶς ἐπίσης ὕψιστη σημασία διότι ἔχουμε τὴν φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὴν στιγμή πού ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινε ἀπὸ τὸ νερὸ πάνω, ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατέρα πού μαρτυροῦσε γιά τὸν Υἱὸ του λέγοντας: «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.» (Μτ. 3, 17). Καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο «ἐν εἴδει περιστερᾶς» κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πάνω στό κεφάλι τοῦ προαιωνίου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἔχει μεγάλη σημασία αὐτὴ ἡ Θεοφάνεια, ὅπως ἀλλιῶς ὀνομάζεται ἡ ἑορτὴ τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου. Ὁ Ἴδιος, ὁ τρισυπόστατος Θεὸς, φανέρωσε τὴν θεότητα τοῦ Δευτέρου Προσώπου του, τοῦ ἐνσαρκωμένου Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς-Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὰν νά παρουσίασαν στήν ἀνθρωπότητα τὸν Σωτήρα τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων.
Δέν ἀρκοῦν αὐτὰ σ’ ἐκείνους πού δέν πιστεύουν στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Δέν τοὺς συγκινεῖ ἡ Θεία του διδασκαλία, μὲ τὴν ὁποία δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ καμμία ἀνθρώπινη; Δέν τοὺς ἀρκοῦν τὰ θαύματά του μὲ τὰ ὁποῖα ὁ Χριστὸς ἐπιβεβαίωνε τὸ κήρυγμά του; Δέν τοὺς φτάνει τὸ ὅτι τὸ κήρυγμά του τὸ σφράγισε μὲ τὸ Τίμιο Αἷμα του πάνω στόν φοβερὸ σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ; Καὶ τὸ ὅτι ἀναστήθηκε τὴν τρίτη ἡμέρα μετὰ τὸ θάνατό του, καί πού γιά σαράντα ἡμέρες, μετὰ τὴν ἀνάστασή του, φανερώθηκε πολλὲς φορὲς στούς μαθητὲς του, καὶ ὁλοκλήρωσε τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου μὲ τὴν ἔνδοξη ἀναλήψή του στούς οὐρανοὺς ἀπὸ τὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν;
Ὤ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ! Ὤ, Σωτήρα μας, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ! Στά ἔργα τῆς ἀγάπης σου, στά ἀμέτρητα θαύματά σου, πρόσθεσε καὶ ἕνα ἄλλο θαῦμα: ἄγγιξε μὲ τὴν δεξιὰ σου τή λίθινη καρδιά τους καὶ δῶσε σ’ αὐτοὺς «καρδίᾳ σαρκίνῃ».
Ἀμήν.
«Λόγοι καὶ Ὁμιλίες», τ. Β΄, ἐκδ. ὈρθόδοξοςΚυψέλη
Βαπτίζεται ὁ Ἀναμάρτητος
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου,
«Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16)
Μεγάλη, ἀγαπητοί μου, καὶ ἐπίσημη ἑορτὴ σήμερα, ἑορτὴ ποὺ παλαιὰ ἦταν συνδεδεμένη μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων. Εἶνε μακρὰ ἡ σημερινὴ ἀκολουθία, ἐν τούτοις εἶνε ἀνάγκη νὰ μιλήσουμε - ἐγὼ τοὐλάχιστον δὲν ἐννοῶ θεία λειτουργία χωρὶς κήρυγμα.
Τὴ νύχτα τῶν Χριστουγέννων ἀκούσαμε τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14). Μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες τὸ Θεῖο Βρέφος πῆρε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς. Κατόπιν ὁ Ἰησοῦς ἀναγκάστηκε νὰ φύγῃ στὴν Αἴγυπτο· εἶνε ὁ πρῶτος πρόσφυγας. Ὅταν πέθανε ὁ Ἡρῴδης ἐπέστρεψε στὴν ἱερὰ Γῆ, ἀλλὰ ἐγκαταστάθηκε στὴ Ναζαρὲτ καὶ γι᾽ αὐτὸ ἐπωνομάστηκε Ναζωραῖος (Ματθ. 2,23· 26,71 κ.ἀ.). Ὕστερα βλέπουμε τὸ Χριστὸ σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν μαζὶ μὲ τὴν Παναγία Μητέρα του στὰ Ἰεροσόλυμα στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος. Καὶ μετά, μὲ ἕνα χρονικὸ ἅλμα, τὸν βλέπουμε ἀπότομα σὲ ἡλικία 30 ἐτῶν στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Καὶ ἔρχεται ἡ ἀπιστία καὶ μᾶς ἀπευθύνει τὸ ἐρώτημα·
Ποῦ ἦταν ὁ Χριστὸς ἀπὸ 12 μέχρι 30 ἐτῶν; πῆγε στὶς Ἰνδίες· ἐκεῖ ἔμαθε αὐτὰ ποὺ δίδαξε.
Τί ἀπαντοῦμε; Αὐτὸ εἶνε ψέμα, ἀπ᾽ τὰ χοντρὰ ἐκεῖνα ψέματα τῆς ἀπιστίας. Τὸ διαψεύδουν οἱ ἴδιοι οἱ συμπατριῶτες τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Χριστός, ὅπως εἴπαμε, βρισκόταν στὴ Ναζαρέτ. Τὸ χωριὸ ἦταν μικρὸ καὶ τίποτα δὲν ἔμενε ἄγνωστο. Ἀναφέρω ὡς παράδειγμα, ὅτι κ᾽ ἐγὼ κατάγομαι ἀπὸ ἕνα μικρὸ χωριό, ἔφυγα ἀπὸ ᾽κεῖ νέος, καὶ στὸ μεγάλο διάστημα τῆς μετέπειτα περιπετειώδους ζωῆς μου μόνο μία ἢ δύο φορὲς ἐπισκέφθηκα τὸ χωριό. Καὶ ὅμως· ἂν πᾶτε ἐκεῖ, ποὺ μὲ γνώρισαν ὡς παιδί, καὶ ρωτήσετε ὁποιονδήποτε, θὰ σᾶς πῇ καταλεπτῶς ποῦ βρισκόμουν καὶ τί ἔκανα. Δὲν λησμονοῦν στὰ μικρὰ χωριὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ φεύγουν, ἀλλὰ μ᾽ ἕνα στοργικὸ βλέμμα παρακολουθοῦν τὰ βήματα ὅλων καὶ ξέρουν ποῦ βρίσκονται. Ἔτσι καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Ναζαρὲτ γνώριζαν πολὺ καλὰ ποῦ ἦταν ὁ Ἰησοῦς. Γι᾽ αὐτό, ὅταν ὕστερα πῆγε ὁ ἴδιος ἐκεῖ καὶ δίδασκε, οἱ Ναζαρηνοὶ τὸν κοίταζαν, τὸν ἄκουγαν κ᾽ ἔλεγαν ὅλοι μ᾽ ἕνα στόμα· Πῶς αὐτὸς ξέρει γράμματα, ἀφοῦ δὲν πῆγε σχολεῖο; (βλ. Ἰω. 7,15). Οἱ συγχωριανοί του λοιπὸν βεβαιώνουν μ᾽ αὐτὰ ποὺ λένε, ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν ἔφυγε ἀπ᾽ τὴ Ναζαρέτ.
Καὶ ποῦ ἦταν λοιπόν; Ὅπως ὑπῆρξε πρῶτος πρόσφυγας, ἔτσι ἔγινε καὶ πρῶτος ἐργάτης. Τὸν ἤξεραν ὅλοι ὡς «τέκτονα», μαραγκό (Μᾶρκ. 6,3), καὶ «υἱὸν τοῦ τέκτονος» (Ματθ. 13,55). Δούλευε στὸ ξυλουργεῖο τοῦ δικαίου Ἰωσήφ· κατασκεύαζε ἄροτρα καὶ ἔπιπλα, γιὰ νὰ ζήσῃ αὐτὸς καὶ ἡ ἁγία του Μητέρα. Ἐκεῖ ἐργάστηκε ἀπὸ 12 ἐτῶν, ἀφ᾽ ὅτου τὸν εἶδαν στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος.
Ὕστερα ἀπὸ 18 χρόνια, στὸ τριακοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του, τὸν βλέπουμε τώρα στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Ἔρχεται νὰ βαπτισθῇ.
᾽Εδῶ ὅμως γεννᾶται ἄλλη ἀπορία· Βαπτίζονται οἱ ἁμαρτωλοί, μὰ ὁ Χριστὸς ἦταν ἀναμάρτητος· γιατί νὰ βαπτισθῇ; Ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ μικρὰ παιδιά· γιατί βαπτίζονται; τί ἁμαρτίες ἔχουν;
Τὰ μικρὰ παιδιὰ βαπτίζονται ὄχι γιατὶ ἔχουν προσωπικὲς ἁμαρτίες, ἀλλὰ γιατὶ σύμφωνα μὲ τὴν πίστι μας κάθε παιδάκι ποὺ γεννιέται δὲν εἶνε ἄγγελος, φέρει τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, καὶ βαπτίζεται γιὰ ν᾽ ἀπαλλαγῇ ἀπὸ αὐτό.
Καλὰ τὰ ἄλλα βρέφη, ἀλλὰ τὸ Θεῖο Βρέφος δὲν γεννήθηκε μὲ φυσικὸ τρόπο· γεννήθηκε μὲ τρόπο ὑπερφυσικό, ἄρα εἶνε ἀπηλλαγμένο ὄχι μόνο ἀπὸ προσωπικὰ ἁμαρτήματα ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ προπατορικό. Τότε γιατί βαπτίσθηκε;
Γιὰ πολλοὺς λόγους, καὶ κυρίως γιὰ νὰ ἀποκαλυφθῇ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ νὰ δοθῇ ἡ μαρτυρία ὅτι ὁ Ἰησοῦς, ποὺ τώρα ἄρχιζε τὸ δημόσιο ἔργο του, εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Πατρὸς ὁ ἀπεσταλμένος νὰ σώσῃ τὸν κόσμο.
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο βεβαιώνει ὄντως, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε ἁμαρτίες·«Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16). Τὸ λέει μὲ μία λέξι, τὴ λέξι «εὐθύς»· ὅταν δηλαδὴ βαπτίσθηκε ὁ Χριστός, βγῆκε ἀμέσως ἀπ᾽ τὸ νερό. Γιατί βγῆκε ἀμέσως; Γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε πρέπει νὰ γνωρίζουμε τὰ ἑξῆς.
Ὅταν παρουσιάστηκε ὁ Πρόδρομος καὶ ἔστησε τὸ βῆμα του στὶς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνου, λόγῳ τῆς ἀσκητικῆς του φυσιογνωμίας καὶ τοῦ ζωηροῦ καὶ ἐπαναστατικοῦ του κηρύγματος, ἔγινε μαγνήτης ποὺ εἵλκυσε κοντά του πλήθη· μικροὶ – μεγάλοι, πλούσιοι – φτωχοί, ἄντρες – γυναῖκες, ἐπίσημοι – ἄσημοι. Ὁ Ἰωάννης βάπτιζε συνεχῶς. Ὁ καθένας ἔβγαζε τὰ ροῦχα του, ἔμπαινε μέσα στὸ νερὸ γυμνὸς κατάγυμνος, ἐκεῖ ἔμενε καί, βουτημένος μέχρι τὸν ὦμο ὅπως ἦταν, ἔλεγε τ᾽ ἁμαρτήματά του στὸν ὑπέροχο ἐκεῖνο πνευματικὸ πατέρα. Ἂν εἶχε νὰ πῇ πολλά, ἔμενε περισσότερη ὥρα· ἄλλος δέκα λεπτά, ἄλλος μισὴ ὥρα, ἄλλος μία ὥρα· οἱ μεγάλοι ἁμαρτωλοί, γυναῖκες καὶ ἄντρες, περισσότερο. Ἐξωμολογοῦντο κλαίγοντας καὶ ἔσμιγαν τὰ δάκρυα μὲ τὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου.
Πέρασαν ἔτσι χιλιάδες ἄνθρωποι. Ἕνας μόνο, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, μόλις μπῆκε βγῆκε· «ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος», λέει. Γιατί βγῆκε; Ἦταν ἀναμάρτητος, δὲν εἶχε τίποτα νὰ πῇ· τί νὰ πῇ;
Τότε λοιπὸν γιατί βαπτίσθηκε;
Ὁ Χριστὸς μέχρι τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἦταν ἕνας ἄγνωστος ἐργάτης. Ποιός τοῦ ἔδινε σημασία; Κανείς. Δὲν ἦταν φαρισαῖος, δὲν ἦταν ἐσσαῖος, δὲν ἦταν ἀρχιερεὺς μὲ λαμπρὴ στολή, δὲν ἦταν ἀξιωματοῦχος. Καὶ ὅμως· ὅταν πῆγε ἐκεῖ στὸν Ἰορδάνη, τότε –ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι– «ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» (Ψαλμ. 113,3). Ἄστραψε φῶς, ἄνοιξαν τὰ οὐράνια, ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ οὐρανίου Πατρὸς νὰ λέῃ «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. 3,17). Τὸ δὲ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἀφοῦ κατέβηκε ἐπάνω στὸν Ἰησοῦ «ἐν εἴδει περιστερᾶς ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές» (ἀπολυτ.). Τώρα ὁ Οὐρανὸς τὸν συνιστᾷ ἐν θριάμβῳ πανηγυρικῶς, κι ἀκοῦνε ὅλοι.
Τὴν ἡμέρα αὐτή, ἀγαπητοί μου, κατὰ τὴ βάπτισι τοῦ Χριστοῦ φανερώθηκε στὸν κόσμο τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος· ὁ Πατὴρ μαρτυρεῖ, ὁ Υἱὸς βαπτίζεται, τὸ Πνεῦμα κατέρχεται καὶ μένει ἐπάνω σ᾽ αὐτόν (βλ. Ἰω. 1,32-33).
Ἐδῶ διαφέρουμε οἱ ὀρθόδοξοι ἀπ᾽ ὅλα τὰ θρησκεύματα· οἱ Τοῦρκοι ἔχουν θεὸ τὸν Ἀλλάχ, οἱ Ἰνδοὶ ἄλλον, οἱ Ἰάπωνες ἄλλον καὶ οὕτω καθεξῆς. Ὁ ὀρθόδοξος Χριστιανὸς πιστεύει εἰς Πατέρα Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα, εἰς μίαν Θεότητα ἐν τρισὶ Προσώποις. Ὤ μυστήριο!
Ἐδῶ ὅμως ἔρχεται ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ λέει· Πῶς τὸ ἕνα εἶνε τρία; εἶνε ποτὲ δυνατόν;… Πόσες φορὲς τὸ ἄκουσα αὐτὸ καὶ στὴν Ἀθήνα καὶ ἀλλοῦ! Κ᾽ ἐσεῖς θὰ τό ᾽χετε ἀκούσει. «Μπόσικα πράγματα», ὅπως εἶπε κάποιος στὸ Μακρυγιάννη χλευάζοντας.
Ὁ ἁγνὸς αὐτὸς ἥρωας δέχτηκε στὸ σπίτι του κάποιον ξένο. Πρὶν καθίσουν στὸ τραπέζι ὁ Μακρυγιάννης ἔκανε τὸ σταυρό του καὶ εὐχήθηκε «ἡ ἁγία Τριὰς νὰ μᾶς σώσῃ». Ὁ Εὐρωπαῖος γέλασε εἰρωνικά. Τότε ὁ Μακρυγιάννης τοῦ λέει· Ὅλα τὰ ἀνέχομαι, μὰ ἀσέβεια στὴν ἁγία Τριάδα δὲν ἐπιτρέπω· σήκω καὶ φύγε ἀπ᾽ τὸ σπίτι μου, μὴ μοῦ μαγαρίζεις τὸ τραπέζι.
Τέτοιοι ἦταν οἱ ἥρωες τῆς φυλῆς, πίστευαν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὸ Σύνταγμά μας –μοναδικὸ στὸν κόσμο– ἀρχίζει μὲ τὴν ἐπικεφαλίδα «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος». Λὲς καὶ εἶνε θεία Λειτουργία.
Ἁγία Τριάς, τὸ μέγα μυστήριο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο διακρίνεσαι ἂν πιστεύῃς στὴν Ὀρθόδοξο πίστι. Μὰ οἱ ἄπιστοι ἐπιμένουν· Πῶς τὸ ἕνα εἶνε τρία;
Τοὺς ἀπαντᾷ ἡ ψυχολογία. Ὁ ἄνθρωπος, λέει, κυρίως εἶνε ψυχή. Καὶ ἡ ψυχὴ σκέπτεται, αἰσθάνεται, ἐνεργεῖ. Σκέπτομαι ἐνεργῶ, ἰδού ἡ τρίφωτη λαμπάδα. Σκέψις – αἴσθημα – ἐνέργεια εἶνε τὸ τριπλὸ βάθρο τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Καὶ τὰ τρία αὐτὰ εἶνε μέσα στὴν μία καὶ ἀδιαίρετη ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ γι᾽ αὐτὸ ἡ ψυχὴ λέγεται εἰκόνα τοῦ Θεοῦ· κάθε ψυχὴ ἔχει στὸ βάθος της ἐντυπωμένη τὴ σφραγῖδα τῆς ἁγίας Τριάδος.
Ἀπαντᾷ καὶ ἡ φυσικὴ μὲ ἕνα καταπληκτικὸ παράδειγμα. Τὸ ἄτομο εἶνε ἕνα. Ἐὰν ὅμως γίνῃ σχάσις τοῦ ἀτόμου, τότε κατὰ ἕνα περίεργο τρόπο ἐκλύονται τρεῖς λάμψεις· τὰ τρία γίνονται ἐννέα, τὰ ἐννέα γίνονται εἰκοσιεπτά, καὶ οὕτω καθεξῆς. Καὶ στὰ ἄψυχα λοιπὸν ἄτομα ὑπάρχει μέσα ἡ σφραγίδα τῆς ἁγίας Τριάδος.
Καὶ τελειώνω, ἀγαπητοί μου, ὑπενθυμίζοντας τὸ γνωστὸ ἐκεῖνο ἀνέκδοτο τοῦ ὁμωνύμου μου ἁγίου, τοῦ ὁποίου ἀναξίως φέρω τὸ ὄνομα. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ἐρευνώντας τὸ μυστήριο τῆς Θεότητος ζαλίστηκε καὶ σταμάτησε. Διδάχθηκε δὲ τότε στὴν ἀκροθαλασσιὰ ἀπὸ ἕνα παιδάκι, ποὺ ἦταν ἄγγελος, ὅτι ὁ ἀνθρώπινος νοῦς εἶνε πολὺ μικρὸς γιὰ νὰ συλλάβῃ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος.
Καὶ τελειώνω, ἀγαπητοί μου, ὑπενθυμίζοντας τὸ γνωστὸ ἐκεῖνο ἀνέκδοτο τοῦ ὁμωνύμου μου ἁγίου, τοῦ ὁποίου ἀναξίως φέρω τὸ ὄνομα. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ἐρευνώντας τὸ μυστήριο τῆς Θεότητος ζαλίστηκε καὶ σταμάτησε. Διδάχθηκε δὲ τότε στὴν ἀκροθαλασσιὰ ἀπὸ ἕνα παιδάκι, ποὺ ἦταν ἄγγελος, ὅτι ὁ ἀνθρώπινος νοῦς εἶνε πολὺ μικρὸς γιὰ νὰ συλλάβῃ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος.
Δόξα Θεῷ τῷ ἐν Τριάδι.
Δόξα Θεῷ τῷ ἐν Τριάδι,
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος [παλαιός] Φλωρίνης, Σάββατο 6-1-1968 πρωί)
Τα δύο βαπτίσματα
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου,
ΕΟΡΤΗ μεγάλη σήμερα, αγαπητοί μου, για όλους τους ορθοδόξους λαούς. Ιδιαιτέρως την εορτάζει ή Ελλάς, χώρα ναυτική. Οι ναυτικοί μας, όπου και να πλέουν, εϊτε στον Ατλαντικό εϊτε στον Ειρηνικό ωκεανό, την τιμούν χαρμοσύνως· σήμερα αγιάζονται τα νερά και οί θάλασσες με τον τίμιο σταυρό.
Ή εορτή των Φώτων είναι το τέλος μιας εκκλησιαστικής περιόδου πού ονομάζεται Δωδεκαήμερο. Τελειώνει σήμερα το Δωδεκαήμερο, πού άρχισε με τη γέννηση του Χριστού. Να μιλήσουμε για την εορτή των Φώτων; Μικρά ή διάνοια μας, ασθενής ή γλώσσα μας, και το μυστήριο πού αποκαλύπτεται σήμερα με τη βάπτιση του Κυρίου απέραντο όπως ό ωκεανός. Μάλλον πρέπει να σιωπήσουμε. Άλλα για να μη μείνη ό άμβωνας άφωνος τέτοια μέρα, τολμώ, επικαλούμενος τη χάρι του αγίου Πνεύματος, κάτι να πω.
Ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός παρουσιάστηκε στη γη ως άνθρωπος υπό τις πλέον ταπεινές συνθήκες· ήλθε ως νήπιο, γεννήθηκε από πάμπτωχη κόρη σε μια κωμόπολη της Ιουδαίας μέσα σ' ένα σπήλαιο. Ποιος, βλέποντας το βρέφος εκείνο, ήταν δυνατόν να φανταστή, ότι κάτω από αυτό το σχήμα κρυβόταν ή Θεό- της; Μετά από οκτώ ήμερες δέχθηκε την περιτομή και έλαβε το όνομα Ιησούς Χριστός, «το υπέρ πάν όνομα» (Φιλ. 2,9). Δώδεκα ετών τον βλέπουμε πάλι στο ναό του Σολομώντος, όπου κατέπληξε τους σοφούς πρεσβυτέρους με τις ερωτήσεις και απαντήσεις του. Μετά, για το διάστημα από δώδεκα ετών έως τριάντα, ορισμένοι λένε πολλά φανταστικά, άσχετα με το Ευαγγέλιο. Άλλ' ένα είναι το βέβαιο· ότι ό Ιησούς Χριστός έζησε αφανής. Αφάνεια. Ωραία είναι ή αφάνεια! Που ήταν; Έμενε και εργαζόταν στη Ναζαρέτ ως ξυλουργός. Κρατούσε σκεπάρνια, πριόνια, σφυριά και καρφιά. Είναι ό πρώτος εργάτης! Τίμησε την εργασία εκεί στο- εργαστήριο του νομιζομένου πατρός του. Έτσι έμεινε άγνωστος. Ποιος φανταζόταν, ότι αυτός ό ξυλουργός είναι ό προφητευμένος από αιώνων «υιός ανθρώπου» (Δαν. 7,13);
Άλλ' ήρθε ή ώρα να εμφανιστεί. Και τότε παρουσιάστηκε ό Ιωάννης ό Πρόδρομος. Κήρυττε μετάνοια και είλκυε κόσμο πολύ. Όλοι έσπευδαν στα ρείθρα του Ιορδανού, μετανοούσαν και έβαπτίζοντο. Μέσα στο πλήθος ήρθε και ό Χριστός. Ήταν απέριττος, χωρίς κάποιο εξωτερικό διακριτικό· δέ φορούσε διάδημα. Ό Ιωάννης όμως διέκρινε, ότι κάτω από το φτωχικό του παρουσιαστικό υπήρχε ή Θεότης. Τον αντελήφθη, γι' αυτό ακριβώς ήταν εκεί. Ό Χριστός του λέει: «Βάπτισε με». Ό Ιωάννης: «Δεν είμαι άξιος· εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα». Ό Χριστός επιμένει και στο τέλος ό Ιωάννης πειθαρχεί. Κι όταν τον βάπτισε, τότε άνοιξαν οι ουρανοί, είδε το Πνεύμα το άγιο σαν περιστερά λευκή να κατεβαίνει επάνω στην κεφαλή του Χριστού μας, και ακούστηκε ή φωνή του ουρανίου Πατρός να μαρτυρεί γι' αυτόν. Έτσι απεκαλύφθη το μέγα μυστήριο.
Ένας ασεβέστατος «λογοτέχνης» τόλμησε να διακωμώδηση το μυστήριο αυτό. Μα τί θα πή «λογοτέχνης »; Άν σου βρίσει τον πατέρα, θα το δεχτής επειδή είναι λογοτέχνης; Ό ένας βρίζει χυδαίως κι ό άλλος βρίζει λογοτεχνικώς· τί σημασία έχει; είτε σε χυδαία γλώσσα εϊτε σε λογοτεχνική, ϋβρις είναι. Το ύβρισαν λοιπόν οι άπιστοι το μυστήριο· τους φαίνεται σκάνδαλο. Εμείς το βλέπουμε διαφορετικά.
Υπάρχει μία λέξη του ευαγγελίου πολύ χαρακτηριστική. Τί λέγει. Στόν Ιορδάνη έμπαιναν γυμνοί στο νερό και, όπως ήταν, έξωμολογοΰντο τις αμαρτίες τους. Και άλλοι μεν έμεναν περισσότερο, άλλοι λιγώτερο, αναλόγως των αμαρτημάτων πού είχαν να πουν. Όλοι πάντως έμεναν ένα διάστημα βυθισμένοι. Ένας μόνο δεν έμεινε καθόλου· ό Χριστός. Το λέει το ευαγγέλιο· «Και βαπτισθείς ό Ιησούς ανέβει ευθύς από του ύδατος» (Ματθ. 3,16). Είδες μια λέξι τί σημασία έχει; «Ευθύς», λέει. Μόλις μπήκε, βγήκε. Γιατί; Διότι δεν είχε τίνα πή, δεν είχε αμαρτήματα! Το «ευθύς» είναι μαρτυρία της αγίας Γραφής, οτι ό Κύριος ήταν λευκός όχι μόνο από το προπατορικό αμάρτημα, αλλά και από προσωπικά αμαρτήματα. Ήταν ό μόνος πού απηύθυνε εκείνο το αναπάντητο ερώτημα· «Τίς εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ίωάν. 8, 46).
Άλλ' αφού είναι αναμάρτητος, τότε γιατί βαπτίσθηκε; Ή βάπτισις του Χρίστου έχει πολλούς λόγους. Έβαπτίσθη, για ν' άκουσθή ή μαρτυρία του Πατρός, να φανή ή συμφωνία του αγίου Πνεύματος, και να βεβαιωθεί έτσι ή θεότης του Υΐοϋ. Έβαπτίσθη, για να φανερωθή το μέγα μυστήριο της αγίας Τριάδος. Έβαπτίσθη, για να αγιάσει τα ύδατα. Έβαπτίσθη ακόμα, για να είναι το βάπτισμα του υπόδειγμα σ' εμάς· αν βαπτίσθηκε εκείνος πού δεν είχε ανάγκη βαπτίσεως, πολύ περισσότερο έχουμε εμείς ανάγκη να βαπτισθούμε.
Στο βάπτισμα γίνεται μυστήριο. Ποιος όμως το νιώθει; Γελούν τώρα οι καλεσμένοι θεομπαίχτες καταντήσαμε... Άλλα και στο βαπτιζόμενο, λόγω τής ηλικίας, δεν υπάρχει συνείδησις του μυστηρίου. Το μυστήριο θέλει πίστη' «... ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών» (Σύμβ. πίστ.). Αν πιστεύαμε, αν είχαμε μάτια αγγέλων, θα βλέπαμε ότι ή ψυχή εκείνου πού βαπτίζεται, προτού να μπη στην κολυμβήθρα είναι μαύρη σαν τα φτερά του κόρακα· άλλ' όταν βγαίνει από την κολυμβήθρα, μετά την τρίτη κατάδυση «εις το όνομα του Πατρός και του Υιοϋ και του αγίου Πνεύματος» —αύτη είναι ή πίστις μας—, βγαίνει πιο λευκή κι άπ' το χιόνι πού καλύπτει τώρα τα βουνά της πατρίδος μας. Για αυτό βλέπεις, το παιδί πού βαπτίζεται είναι υποχρεωτικό να το ντύνουν στα λευκά, σύμβολο ότι καθαρίστηκε. Σά' να λέη· Πλϋνε με, Κύριε, «και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι» (Ψαλμ. 50,9).
Γεννάται όμως το ερώτημα" μετά το βάπτισμα τί γίνεται; Όλοι λερώνουμε το χιτώνα του βαπτίσματος, δεν τον κρατούμε καθαρό και αμόλυντο, όπως λέει σήμερα ή Εκκλησία «Όσοι εις Χριστόν έβαπτίσθητε, Χριστόν ένεδύσασθε» (Γαλ. 3,27). Και το ερώτημα, πού συνεκλόνισε αιώνα ολόκληρο την Εκκλησία είναι· Τα αμαρτήματα προ του βαπτίσματος, είτε κληρονομικά είτε προσωπικά, συγχωρούνται τα αμαρτήματα μετά το βάπτισμα συγχωρούνται; Διχάστηκαν στην πρώτη Εκκλησία. Άλλοι είπαν, ότι δεν συγχωρούνται. Άλλα ή Εκκλησία είπε ότι, κατά το πνεύμα του Ευαγγελίου, συγχωρούνται. Πώς συγχωρούνται; Έχει ή Εκκλησία ένα άλλο μυστήριο, πού είναι ένα δεύτερο βάπτισμα. Βαπτισθήκαμε στην κολυμβήθρα, πρέπει να βαπτισθούμε και σ' αυτό. Όπως αυτός πού δέ' βαπτίζεται δέ' θεωρείται Χριστιανός, έτσι και αυτός πού αμάρτησε δέ' συγχωρείται αν δεν πέραση από αυτό. Ποιο είναι το δεύτερο βάπτισμα; Είναι ή μετάνοια και εξομολόγησης. Πολλά άχρηστα δάκρυα χύνουν οί άνθρωποι· ένα δάκρυ έχει αξία· δώστε μου ένα τέτοιο δάκρυ! είναι το δάκρυ για τις αμαρτίες, το δάκρυ της μετανοίας. Αυτό γίνεται Ιορδάνης ποταμός, δεύτερο βάπτισμα. Πού τελείται; "Οταν πας στον πνευματικό πατέρα και ομολογήσεις είλικρινώς τα αμαρτήματα σου, εκείνα πού δεν ξέρει ούτε ή γυναίκα σου ούτε ό είσαγγελεύς ούτε ό κόσμος (πού μπορεί να σε θεωρεί καλό και έντιμο άνθρωπο, αλλά ή συνείδησι βοά μέσα σου...).
Σπεύσε λοιπόν σ' αυτό το δεύτερο βάπτισμα το συνιστώ έπ' ευκαιρία σήμερα. Οί περισσότεροι δυστυχώς είναι ακόμη άνεξομολόγητοι. Το τονίζω· ή εξομολόγησης είναι ή κάθαρσις του αγίου Πνεύματος. Το είπαν και μεγάλοι ψυχολόγοι ή έξομολόγησις σε έμπειρο πνευματικό πατέρα απαλλάσσει τον άνθρωπο από το άγχος. Λίγοι δοκίμασαν την έξομολόγησι. Μεταξύ αυτών είναι και ένας 'Ρώσος συγγραφεύς, προφήτης του 'Ρωσικού λαού, ό Ντοστογιέφσκυ. Ήταν κατάδικος επί τσάρου μέσα στις φυλακές της Σιβηρίας, και εκεί γνώρισε τον Κύριο. Εκεί διάβασε και θαύμασε το Ευαγγέλιο, πίστεψε στο Χριστό. Βρήκε λοιπόν ένα πνευματικό πατέρα και εξομολογήθηκε όλα τα αμαρτήματα πού έκανε ως άνθρωπος. Τότε είπε· «Όταν εξομολογήθηκα, παράδεισος φύτρωσε στην ψυχή μου».
Αγαπητοί μου, χωρίς εξομολόγηση παράδεισο δέ' θα δούμε. Γι' αυτό μικροί και μεγάλοι, όλοι στην έξομολόγησι. Ας πέσει από το μάτι μας ένα δάκρυ ενώπιον του πνευματικού. Και το δάκρυ αυτό θα γίνει Ιορδάνης. Και ή αγία Τριάς θα κάνη ν' ανοίξουν και για μας οί ουρανοί των ουρανών. Και τότε θα αισθανθούμε, ότι μέσα στην καρδιά μας ήλθε αυτή ή αγία Τριάς, Πατήρ Υιός και άγιον Πνεύμα· ω ή δόξα εις τους αιώνας των αιώνων αμήν.
Επίσκοπος Αυγουστίνος,
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, ή οποία έγινε στον ί. ναό Αγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης την 6-1-1990 με άλλο τίτλο. Καταγραφή και σύντμησις 6-1-2005)
Το Ευαγγέλιο Κατά Ματθαίον (γ΄ 13 – 17).
Εὐαγγέλιο
«Τῷ καιρῷ εκείνω, παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ᾿ αὐτοῦ. Ὁ δὲ ᾿Ιωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων· ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με;
Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην· τότε ἀφίησιν αὐτόν· καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.»
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος α’.
Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γάρ Γεννήτορος ἡ φωνή προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱόν ὀνομάζουσα· καί τό Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανείς Χριστέ ὁ Θεός, καί τόν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Ὅτε τῇ ἐπιφανείᾳ σου ἐφώτισας τὰ σύμπαντα, τότε ἡ ἀλμυρὰ τῆς ἀπιστίας θάλασσα ἔφυγε, καὶ Ἰορδάνης κάτω ῥέων ἐστράφη, πρὸς οὐρανὸν ἀνυψῶν ἡμᾶς. Ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου, συντήρησον Χριστὲ ὁ Θεός, πρεσβείες τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἐπεφάνης σήμερον τῇ οἰκουμένῃ, καί τὸ φῶς σου Κύριε, ἐσημειώθη ἐφ᾽ ἡμᾶς, ἐν ἐπιγνώσει ὑμνούντάς σε· Ἦλθες, ἐφάνης, τό Φῶς τὸ ἀπρόσιτον.
Μεγαλυνάριον
Ἄφεσιν πηγάζων τοῖς ἐξ Ἀδάμ, ὁ τῆς ἀφθαρσίας, ἀνεξάντλητος ποταμὸς, ἐν τῷ Ἰορδάνῃ, βαπτίζεται θελήσει· ἀντλήσωμεν οὖν πάντες, ὕδωρ σωτήριον.
Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Μόρφου , Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης, Πηγή Ζωής, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Με τη ευκαιρία της μεγάλης δεσποτικής εορτής των Θεοφανείων και της κατ’ αυτήν τελέσεως του Μεγάλου Αγιασμού, επιθυμούμε ν’ αναφερθούμε στη σχέση αυτή του Μεγάλου, ως λέγεται, Αγιασμού, προς τον αποκαλούμενο Μικρό Αγιασμό, ο οποίος τελείται σε κάθε άλλη περίπτωση π.χ. Πρωτομηνιά, εγκαινισμούς οίκων, καταστημάτων κ. ά., με σκοπό να συμβάλλουμε στη αποφυγή των πολλών παρανοήσεων, αλλά και στην εξάλειψη των λανθασμένων απόψεων και εθιμικών διατάξεων σχετικά με τη σύγκριση των δύο Αγιασμών και την χρήση τους. Οδηγό σ’ αυτήν την προσπάθεια θα έχομε έναν από τους κυριώτερους εκπροσώπους της Φιλοκαλικής αναγέννησης του 18ου αιώνος, του κινήματος δηλ. των Κολλυβάδων, των Άγιο Αθανάσιο τον Πάριο, ο οποίος είχε ασχοληθεί με το θέμα εκτενώς.
Στην «Έκθεσή» του ο Άγιος Αθανάσιος, τονίζει ότι ο Μεγάλος Αγιασμός έχει:
α) Δύναμη λουτρού παλιγγενεσίας και
β) τελείται μία φορά το χρόνο, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ως συμβολική ανάμνηση της δωρεάς της Θείας αναγεννήσεως από τον Χριστό. (Εδώ πρέπει να σημειώσουμε, ότι και την παραμονή των Θεοφανείων επεκράτησε από πολύ νωρίς να τελείται ο Μεγάλος Αγιασμός για πρακτικούς κυρίως λόγους, αλλά και αυτή η τέλεση εντάσσεται στην εορτή των Θεοφανείων και κατά συνέπεια δεν θεωρείται ως δεύτερη και ανεξάρτητη).
Από την άλλη πλευρά ο λεγόμενος Μικρός Αγιασμός:
α) τελείται στις νουμηνίες (αρχή του μήνα), αλλά και κάθε φορά που κρίνεται απαραίτητο, χωρίς ιδιαίτερα αυστηρές ρυθμίσεις,
β) παρέχει πλούτο ιαματικής δύναμης για κάθε ασθένεια, σωματική ή ψυχική και γ) φαίνεται ότι αρχίζει να εξαπλώνεται, ως αγιασματική ακολουθία, από το θαύμα το οποίον συνέβη στο Ναό της Θεοτόκου Ζωοδόχου Πηγής, όπως ο Άγιος Αθανάσιος αναφέρει.
Επομένως, όπως γίνεται αντιληπτό, η διάκριση η οποία παρατηρείται, έχει καθαρά συμβολικό χαρακτήρα και δεν υπονοεί, αλλ’ ούτε σε καμιά περίπτωση συνιστά ουσιαστική διάκριση ή διαφοροποίησή τους. Αν επιχειρήσουμε μάλιστα μια ερευνητική μελέτη στις ακολουθίες του Μικρού και του Μεγάλου Αγιασμού, θα διαπιστώσουμε, ότι όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, επιβεβαιώνονται πλήρως. Κατ’ αρχάς πρέπει να σημειώσουμε, ότι υπάρχει εμφανής ομοιότητα στις δύο Ακολουθίες αφού και στις δύο τελείται Αγιασμός ύδατος.
Στον Μεγάλο Αγιασμό παρατηρούμε, πως τόσο τα τροπάρια, που τον συνοδεύουν («Φωνή Κυρίου επί των υδάτων…» ), όσο και τα αναγνώσματα από τις Προφητείες του Ησαΐου, έχουν έντονο συμβολικό χαρακτήρα της τέλεσής του σε ανάμνηση του Βαπτίσματος του Χριστού και εξ αυτού παρουσιάζουν έντονο τον χαρακτήρα της Δεσποτικής εορτής. Σε αντίθεση ο Μικρός Αγιασμός διαφέρει σ’ αυτό το σημείο, αφού η συνοδευτική υμνογραφία, περιέχει τροπάρια αφιερωμένα στη Θεομήτορα.
Στην μεγάλη εκτενή Δέηση και των δύο ακολουθιών δίδεται η πνευματική έννοια του λουτρού της παλιγγενεσίας («υπέρ του αγιασθήναι το ύδωρ τούτο τη επιφοιτήσει και δυνάμει και ενεργεία του Αγίου Πνεύματος …, του καταφοιτήσαι εν τοις ύδασι τούτοις την καθαρτικήν της υπερουσίου Τριάδος ενέργεια, …, του δωρηθήναι αυτοίς την χάριν της απολυτρώσεως, την ευλογίαν του Ιορδάνου, …., του γενηθήναι το ύδωρ τούτο αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, εις ίασιν ψυχής τε και σώματος και προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον…» κ. α.), αλλά από τη ιστορία της λατρείας μας είναι γνωστό ότι ο Αγιασμός των Θεοφανείων επηρέασε μορφολογικά, την ακολουθία του Μικρού Αγιασμού και κατά συνέπειαν θεωρούμε αυτές τις ομοιότητες αυθεντικά στοιχεία της ακολουθίας του Μεγάλου Αγιασμού, τα οποία συμπλήρωσαν, αργότερα την ακολουθία που επιβλήθηκε από την ανάγκη τελέσεως Αγιασμού εκτός της εορτής των Θεοφανείων.
Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούμαστε και από το περιεχόμενο των ευχών του καθαγιασμού του ύδατος, που ακολουθούν.
Στο μεγάλο Αγιασμό έχομε μια νοηματική συνέχεια με την εκτενή Δέηση, που προηγείται, αφού ο Ιερεύς αιτείται επευχόμενος τον καθαγιασμόν του ύδατος, ώστε αυτό να γίνει: «Αφθαρσίας πηγή, αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον, δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίαις δυνάμεσιν απρόσητον, αγγελικής ισχύος πεπληρωμένον. Ίνα απάντες οι αρυόμενοι και μεταλαμβάνοντες έχοιεν αυτό προς καθαρισμόν ψυχών και σωμάτων, προς ιατρείαν παθών, προς αγιασμόν οίκων, προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον». Και μετά τη δεύτερη επίκληση το αγιασμένο ύδωρ, θα παρέχει «τοις τε απτομένοις, τοις τε χριομένοις, τοις τε μεταλαμβάνουσιν τον αγιασμόν, την ευλογίαν, την κάθαρσιν, την υγείαν».
Στις καθαγιαστικές ευχές του Μικρού Αγιασμού, η Θεία Χάρη δια της μεταλήψεως και του ραντισμού του αγιασμένου ύδατος χορηγεί την ευλογία που αποσμήχει τους ρύπους των παθών και θεραπεύει τις ασθένειες της ψυχής και του σώματος και καταπέμπεται σ’ αυτό η ευλογία και η χάρη των ιαμάτων, ώστε να καταξιωνόμαστε να δεχόμαστε την απολύτρωση των ψυχικών και σωματικών πόνων.
Κατά συνέπειαν, αντιλαμβανόμαστε ότι ενώ στο Μικρό Αγιασμό δίδεται έμφαση στην ίαση των ψυχικών και σωματικών ασθενειών, στον Μεγάλο Αγιασμό, καίτοι υπάρχει και αυτό το αίτημα με παρόμοια άλλα, κυριαρχεί πλήρως η ευλογία της φύσεως των υδάτων με το βάπτισμα του Κυρίου, με όλο το βάρος και τις συνέπειες που έχει αυτή η αναμνηστική λειτουργική παρουσία ενός τέτοιου πραγματικού και σωτηριώδους γεγονότος για τη ζωή του όλου σώματος της Εκκλησίας, αλλά και του κάθε πιστού χωριστά. Αποτελεί την αναδημιουργία της ύλης και δι’ αυτής του κόσμου εν Χριστώ. Γι’ αυτό και επαξίως ονομάζεται λουτρόν παλιγγενεσίας. Γιατί το αγιασμένο ύδωρ των Θεοφανίων δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το αγιασμένο νερό του βαπτίσματος, στο οποίο βαπτίζεται ο Τίμιος Σταυρός σε αναπαράσταση του βαπτίσματος του Χριστού και το οποίο αντλούσαν οι πιστοί πριν το βάπτισμα των κατηχουμένων, ως ευλογία, λόγος για τον οποίον θεσπίστηκε η τέλεση του Μεγάλου Αγιασμού. Μάλιστα ο Μεγάλος Αγιασμός διατήρησε την τέλεσή του μέσα στη Θεία λειτουργία, όπως τελούνταν τόσο το Βάπτισμα, όσο και τα άλλα μυστήρια στους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες, ενώ ο Μικρός Αγιασμός τελείται καθ’ οιανδήποτε στιγμή και περίσταση, χωρίς ιδιαίτερους περιορισμούς.
Η σύντομη αυτή αναδρομή στο περιεχόμενο των δύο Ακολουθιών, κάνει εμφανή μια τιμητική και καθαρά και μόνον συμβολικήν υπεροχή του Μεγάλου Αγιασμού έναντι του Μικρού, αφού υπερέχει η συμβολική ανάμνηση του αγιασμού της υλικής κτίσεως από τον Κύριο και θεωρείται ως αφετηρία αγιασμού των πάντων σε τέτοιο βαθμό, ώστε να δικαιολογείται ο παραδοσιακός χαρακτηρισμός του μεν ως Μεγάλου του δε ως Μικρού Αγιασμού. Εξ άλλου, όπως παρατηρήσαμε, η ακολουθία του Μικρού Αγιασμού είναι φανερά επηρεασμένη από την ακολουθία του Μεγάλου και ως μεταγενέστερη αυτής, χωρίς να υπονοείται σε καμία περίπτωση διαφοροποίηση της αγιαστικής χάριτος των δύο Αγιασμών ή της μετοχής τους από τους πιστούς.
—————————————————–
Βλ. Ι Μ. Φουντούλη,, Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας Δ΄, Αθήναι 1994, σ.200 Του ιδίου Κείμενα Λειτουργικής, τ. Β΄Θέματα Ευχολογίου, Θεσσαλονίκη 1984, σσ. 92, 105-106. Του ιδίου, Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας Δ΄, Αθήναι 1994, σ. 203
Πηγή: Η άλλη όψη
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...