Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΤΟ ΜΕΝΟΣ ΤΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥ Μ. ΦΩΤΙΟΥ
Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς
Εν Πειραιεί 6-2-2013,
«Τοιούτος γαρ ημίν έπρεπεν αρχιερεύς, όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος»[1].
Στη Θεία Λειτουργία, που τελείται στους Ιερούς Ναούς επί τη μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Φωτίου πατριάρχου Κων/λεως του Μεγάλου, του Ισαποστόλου και Ομολογητού, ακούμε το αποστολικό ανάγνωσμα από την προς Εβραίους επιστολή του Απ. Παύλου να μας δίνει μια εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού ως Αρχιερέως. Λέει ο Απ. Παύλος ότι τέτοιος μας ταίριαζε αρχιερεύς. Αρκετές φορές απογοητευόμαστε από τα παραδείγματα των ανθρώπων αρχιερέων. Πάθη, κακίες, μίση, ομαδοποιήσεις, μέσα, συμφέροντα, θρόνοι, δόξες, φιλαργυρία, φιλοδοξία, φιλαρχία, σκάνδαλα οικονομικά και ηθικά κ.ά. Αλλά, πάνω απ’όλους, Μέγας Αρχιερεύς της Εκκλησίας είναι ο Χριστός. Όσες κακίες και πάθη κι αν έχουν οι άνθρωποι αρχιερείς, αυτά δεν βλάπτουν σε τίποτε την Εκκλησία του Χριστού, η οποία επικεφαλή έχει τον ουράνιο, τον Μέγα Αρχιερέα Χριστό, ο οποίος, όπως μας λέει ο Απ. Παύλος, μας ταίριαζε, ταίριαζε στην Εκκλησία να είναι Αρχιερεύς. Οι άνθρωποι αρχιερείς και ιερείς, με τα ανθρώπινα πάθη και τις αδυναμίες, συμβαίνει πολλές φορές να μην είμαστε όσιοι, άκακοι, αμίαντοι, κεχωρισμένοι από των αμαρτωλών. Μερικές φορές, μάλιστα, συμφρόμαστε με τους αμαρτωλούς και είμαστε χειρότεροι κι απ’τους χειρότερους αμαρτωλούς. Ο Χριστός, όμως, είναι ο όσιος, ο άκακος, ο αμίαντος, ο κεχωρισμένος από των αμαρτωλών. Και όχι μόνο αυτό, αλλά «και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος». Είναι Αυτός, ο Οποίος έχει τόση δόξα και τόση καθαρότητα εις τρόπον ώστε να είναι πιο ψηλά, ακόμη, κι απ’τους ουρανούς.
Αλλά, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι αρχιερείς αμαρτωλοί, κακοί και εμπαθείς, που απογοητεύουν τους ποιμενομένους και το ποίμνιο και μερικές φορές τους σκανδαλίζουν. Στην ιστορία της Εκκλησίας μας φάνηκαν παραδείγματα ανθρώπων αρχιερέων, που ακολούθησαν πιστά και αντέγραψαν το πρότυπο του ουρανίου Αρχιερέως, το πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ενός τέτοιου αρχιερέως την μνήμη εορτάζει στις 6 Φεβρουαρίου η Εκκλησία μας. Την μνήμη του εν αγίοις Πατρός ημών Φωτίου πατριάρχου Κων/λεως του Μεγάλου, του Ισαποστόλου και Ομολογητού.
Ο Μ. Φώτιος, ο οποίος μαζί με τον άγιο Μάρκο Εφέσου τον Ευγενικό και τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά αποτελούν τους Νέους Τρεις Ιεράρχες, τους ονομαζομένους αντίπαπες και παπομάστιγες, ήλεγξε σφοδρότατα και αυστηρότατα, τον 9ο αιώ., στο πρόσωπο του πάπα Νικολάου την τότε πρωτοαναφυόμενη και πρωτοεμφανιζόμενη αίρεση του Παπισμού και ιδίως την παράνομη προσθήκη του Filioque, δηλ. την δογματική διδασκαλία των παπικών ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται όχι εκ μόνου του Πατρός, αλλά και εκ του Υιού, η οποία ήταν η πρώτη αιτία του σχίσματος Με τους αντιαιρετικούς και αντιπαπικούς αγώνες του Μ. Φωτίου αποφεύχθηκε ο εκλατινισμός, ο εκπαπισμός, η φραγκοποίηση της Ορθοδοξίας. Παραλλήλως αντιμετώπισε κι άλλες αιρέσεις, όπως τον μανιχαϊσμό, την εικονομαχία και τον μονοφυσιτισμό. Ιδίως, όμως, για την σθεναρή και σκληρή του στάση έναντι της αιρέσεως του παπισμού, ο Μ. Φώτιος έχει γίνει αποστρεπτέος και μισητός ακόμη μέχρι και σήμερα από τους αιρετικούς Λατίνους. Οι παπικοί δεν θεωρούν τον Μ. Φώτιο άγιο, αλλά αντιθέτως «αιρετικό»!!! Φρίττουν και τρέμουν μόνο στο άκουσμα του αγίου ονόματός του!
Πού οφείλεται, όμως, αυτό το μένος, το μίσος των παπικών έναντι του Μ. Φωτίου; Ποιοί είναι οι λόγοι της μήνιδος των Δυτικών κατά του Μ. Φωτίου;
Την διαλεύκανση και απάντηση του ανωτέρω ζητήματος μάς την δίνει ένας άλλος αντιαιρετικός και αντιπαπικός θεολόγος και άγιος της Εκκλησίας μας, ο γνωστός σε όλους μας και δημοφιλής, άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως[2].
Σύμφωνα με τον άγιο Νεκτάριο, δύο είναι οι λόγοι, που εξήγειραν το μίσος των παπικών έναντι του Μ. Φωτίου: α) Τα αποτελέσματα της Εγκυκλίου, που έστειλε ο Μ. Φώτιος, και β) οι αποφάσεις της Η΄ Οικουμενικής Συνόδου, που συνεκλήθη επί Μ. Φωτίου το 879 μ.Χ. στην αγία Σοφία.
Α) Η εγκύκλιος εκείνη του Μ. Φωτίου, κατά την πρώτη ανάρρησή του στον θρόνο της Κων/λεως, α) ανέκοψε το έργο του πάπα Νικολάου στη Βουλγαρία, επειδή γνωστοποίησε στους Βουλγάρους ποιός είναι αυτός, που διδάσκει την αρτία, αληθή και ορθή πίστη, β) επέστησε την προσοχή της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά των καινοτομιών της τότε πρώην Δυτικής Εκκλησίας, την οποία πρώτος ο Μ. Φώτιος τόλμησε να καταγγείλλει, επειδή απέκλινε στην αίρεση και την κατεδίκασε, και γ) περιφρούρησε την ανεξαρτησία της Ελληνικής Εκκλησίας, την οποία οι πάπες ζητούσαν να υποδουλώσουν.
Β) Κατά την δεύτερη ανάρρησή του, κατάφερε το μέγα πλήγμα κατά της Δυτικής οφρύος, επειδή συνεκάλεσε την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο και αναθεμάτισε αυτούς, που τολμούν να προσθέσουν κάτι στο Σύμβολο της Πίστεως. Η Σύνοδος αυτή υπέδειξε στον πάπα και σε κάθε επίσκοπο ότι οφείλει να σέβεται το Σύμβολο της Πίστεως της εν Νικαία Συνόδου, το οποίο και οι υπόλοιπες Σύνοδοι επεκύρωσαν και επιβεβαίωσαν. Δεν αρκέσθηκε μόνο στο να επικυρώσει την εκλογή του Μ. Φωτίου, αλλά και τον «θεοποίησε», επειδή τον ανέδειξε υπέρτερο του Αρχιερέως της Ρώμης. Όταν στην τελευταία συνεδρία, μετά από άπειρα εγκώμια υπέρ του ιερού Φωτίου, ο Καισαρείας Προκόπιος ανέκραξε «τοιούτον έπρεπεν επ’αληθείας είναι τον του σύμπαντος κόσμου την επιστασίαν λαχόντα, εις τύπον του αρχιποίμενος Χριστού του Θεού ημών», οι τοποτηρητές του πάπα επεκύρωσαν τον λόγο, λέγοντας˙ «και ημείς οι τα έσχατα της γης κατοικούντες, ταύτα ακούομεν», δηλ. ανεβίβασαν τον ιερό Φώτιο σε ομολογουμένως ανωτέρα περιωπή από αυτήν του Αρχιερέως της Ρώμης. Στην τέταρτη συνεδρία οι τοποτηρητές του πάπα οίκοθεν απένειμαν στον Μ. Φώτιο την υπεροχική εκείνη τάξη στον κόσμο. Διότι, αφού η Σύνοδος ανεβόησε «ότι Θεός οικεί εν αυτώ ουδείς αγνοεί», οι τοποτηρητές του πάπα πρόσθεσαν επί λέξει τα εξής:
«Το έλεος του Θεού και η έμπνευσις αυτού τοιούτον φως διέδωκαν εις την καθαράν ψυχήν του αγιωτάτου Πατριάρχου, ότι λαμπρύνει και φωτίζει πάσαν την κτίσιν˙ ώσπερ γαρ ο ήλιος καν εις μόνον τον Ουρανόν περιέχεται, όμως όλον τον περίγειον κόσμον φωτίζει, ούτω και ο δεσπότης ημών, ο κύριος Φώτιος καθέζεται εις Κων/λιν, αλλά και την σύμπασαν κτίσιν δαδουχεί και καταλάμπει.»
Στις 13-8-880 ο πάπας Ιωάννης Η΄, με απαντήσεις του προς τον αυτοκράτορα Βασίλειο και τον ιερό Φώτιο, επεκύρωσε τα αποφασισθέντα υπό της Συνόδου.
Να, κυρίως, ο λόγος, για τον οποίο οι παπικοί πνέουν μένεα κατά του Μ. Φωτίου ακόμη και σήμερα˙ και δικαίως˙ πρώτον, διότι η στάση του Μ. Φωτίου απέκρουσε την δυτική επιδρομή στην Ανατολή και την έσωσε από την παπική πλάνη και καταδυναστεία, και δεύτερον, διότι κατεδίκασε με συνοδική απόφαση την προσθήκη του Filioque, την οποία έκαναν στο Σύμβολο της Πίστεως και έθεσε υπό αφορισμό τους δράστες. Εξαιτίας αυτού συναισθάνονται τους εαυτούς τους βεβαρημένους κάτω από το ανάθεμα αυτής της Συνόδου, της οποίας το κύρος μάτην αγωνίζονται να καταρρίψουν. Όσα κι αν πουν περί της αναγνωρίσεως ή μη του Ιωάννου και των λοιπών παπών ή περί του κύρους της χειροτονίας του ιερού Φωτίου είναι λόγοι στερημένοι νομικού κύρους και αυθαίρετοι.
Όλες οι επιθέσεις κατά του Μ. Φωτίου έχουν σκοπό να αποδείξουν άκυρη την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο, επειδή προεδρεύθηκε από άνδρα, που ήταν στερημένος ιερωσύνης, και επειδή συγκροτήθηκε από επισκόπους, που κι αυτοί ήταν στερημένοι αξιώματος, επειδή οι περισσότεροι απ’αυτούς είχαν χειροτονηθεί από τον Μ. Φώτιο. Αυτό εξηγεί και τον λόγο, για τον οποίο ο πάπας Μαρτίνος, που διαδέχθηκε τον Ιωάννη στα τέλη του 882, αναθεμάτισε τον ιερό Φώτιο και ο Στέφανος Ε΄, που διαδέχθηκε τον Αδριανό Γ΄, τον διάδοχο του Μαρτίνου, μαζί με τον Φορμόζο, τον διάδοχο του Στεφάνου, έλεγαν ότι οι χειροτονηθέντες υπό του Μ. Φωτίου δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί στους κόλπους της Εκκλησίας, παρά μόνο ως απλοί λαϊκοί!
Φοβεροί αληθώς άνθρωποι! Σ’αυτούς αληθώς αρμόζει ο έλεγχος του Σωτήρος προς τους Φαρισαίους ότι την μεν κάμηλο καταπίνουν, τον δε κώνωπα διϋλίζουν. Ενώ δεν σέβονται κανένα νόμο, θείο και ανθρώπινο, επαναστατούν ακάθεκτοι κατά της νομιμωτάτης εκλογής του Μ. Φωτίου. Αλλά, όπως είπαμε, έχουν τον ιδιαίτερό τους λόγο. Η στάση του ιερού Φωτίου και τα προπύργια του Μ. Φωτίου υπέρ της ανεξαρτησίας και της ορθοδοξίας της Ανατολικής Εκκλησίας εξασφάλισαν την Εκκλησία και αργότερα. Οι κατά καιρούς πρόμαχοί της οχυρώνονταν πίσω από αυτούς τους προμαχώνες και λάμβαναν τους αγώνες του Μ. Φωτίου ως αξιομίμητο παράδειγμα. Εάν η Ανατολή δεν υποτάχθηκε στη Δύση, οφείλεται στον Μ. Φώτιο. Διότι, εάν ο ιερός Φώτιος μιμούνταν τον Ιγνάτιο, δεν θα συγκροτούσε την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο και όλη η Ανατολή θα υποτάσσονταν στον πάπα. Ο Μ. Φώτιος όχι μόνο ανέτρεψε όσα έγιναν επί Ιγνατίου και έστησε το ορθόδοξό του ίδρυμα, αλλά έσωσε και την Βουλγαρία από την ετεροδοξία˙ εάν οι Βούλγαροι διέσωσαν την ορθή πίστη, αυτή την οφείλουν στον Μ. Φώτιο. Να, οι λόγοι για τους οποίους οι παπιστές πνέουν τα μένεα κατά του ιερού Φωτίου. Έχουν δίκαιο˙ διότι, εάν δεν υπήρχε ο Μ. Φώτιος, αληθώς δεν θα υπήρχε σχίσμα, αλλά δεν θα υπήρχε και Ελληνισμός και Ορθοδοξία˙ θα υπήρχε πνευματική δουλεία και πλανεμένο θρησκευτικό και εθνικό φρόνημα. Ο Μ. Φώτιος περιέσωσε αμφότερα, καταπολεμώντας την Δυτική επιδρομή.
Τονίσαμε προηγουμένως ότι το πρώτο αίτιο του σχίσματος ήταν η αίρεση του Filioque. Το Filioque, δηλ. η δογματική διδασκαλία του παπισμού ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Υιού, είναι φοβερή αίρεση. Και είναι φοβερή αίρεση, επειδή είναι α) αντίθετο προς τα αψευδέστατα λόγια του Ιδίου του Χριστού, που είπε ότι «το Πνεύμα της αληθείας, ο εκ του Πατρός εκπορεύεται»[3], έχουμε δηλ. κατάφορη αθέτηση του Ιδίου του Θεού, του Χριστού, β) είναι αντίθετο προς το Σύμβολο της Πίστεως Νικαίας-Κων/λεως, σύμφωνα με το οποίο «(πιστεύω) και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον», έχουμε δηλ. αθέτηση και των δύο Οικουμενικών Συνόδων της Α΄ και της Β΄, γ) είναι αντίθετο προς τον 7ο Ιερό Κανόνα της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος απαγορεύει οποιαδήποτε πρόσθεση ή αφαίρεση στο Σύμβολο της Πίστεως, έχουμε δηλ. αθέτηση και της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, δ) καταστρέφει τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων της Αγίας Τριάδος και συγχέει τα ακοινώνητα υποστατικά ιδιώματα των τριών προσώπων, ε) υποβιβάζει το Άγιον Πνεύμα στο επίπεδο του κτίσματος, και στ) εισάγει δυαρχία στην Αγία Τριάδα, εφόσον και ο Υιός είναι πηγή του Αγίου Πνεύματος, άρα έχουμε δύο πηγές, δύο αρχές, τον Θεό Πατέρα και τον Υιό. Βέβαια, πίσω από το Filioque δεν κρύβεται τίποτε άλλο παρά η οφρύ του πάπα, η αλαζονεία του, το αλάθητο και το πρωτείο του να νομοθετεί αυτός μόνο πάνω από τα παραδεδομένα υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Παρακολουθώντας τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από το θέμα του Filioque, βλέπουμε ότι ο πάπας χρησιμοποιεί μια πολύ πονηρή τακτική, σύμφωνα με την οποία, όταν βρίσκεται στο Βατικανό απαγγέλλει το Σύμβολο της Πίστεως με το Filioque, ενώ όταν βρίσκεται σε Ορθόδοξες χώρες το απαγγέλλει χωρίς το Filioque. Παράλληλα και οι Ουνίτες στη «λειτουργία» τους το απαγγέλλουν χωρίς το Filioque. Βεβαίως αυτό είναι διπροσωπεία και παγίδα για τους ανυποψίαστους, επειδή, αν είχε πραγματική μετάνοια, θα έπρεπε να εξαλείψει την αίρεση του Filioque από την δογματική διδασκαλία του παπισμού. Αυτό, όμως, όπως καταλαβαίνουμε, είναι αδύνατον.
Το πλέον χειρότερο είναι ότι και ο πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄, όπως έχει αποκαλύψει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.κ. Ιερόθεος, έχει δημιουργήσει ένα δικό του «σύμβολο πίστεως», στο οποίο επικρατεί ο δογματικός μινιμαλισμός καί μαξιμαλισμός, δηλ. έχουν αφαιρεθεί πολλά και έχουν προστεθεί άλλα, και το οποίο πλασάρει ως το «σύμβολο πίστεως» του παπισμού.
Για να έλθουμε στα δικά μας, στα του οίκου μας, οι οικουμενιστές κληρικοί και θεολόγοι, συνεπείς προς τις επιταγές της αντίχριστης «Νέας Εποχής», της «Νέας Τάξεως Πραγμάτων» και της παναιρέσεως του Οικουμενισμού για επίσπευση της ψευδοενώσεως των δήθεν λεγομένων «εκκλησιών», δεν θεωρούν το Filioque ως αίρεση, αλλά ως ένα τοπικό έθιμο των παπικών, που δεν εμποδίζει τον «θεολογικό διάλογο» μεταξύ των «εκκλησιών». Σχετικά με τους αγίους Πατέρες ανερυθριάστως και μεταπατερικώς δηλώνουν ότι «οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών, υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως, και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλ’ οφείλομεν ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων...»[4].
Εκτός, βέβαια, από την αίρεση του Filioque, ο παπισμός μετρά αναρίθμητες άλλες αιρέσεις. Αναφέρουμε τις πιο βασικές. α) το εκκοσμικευμένο κράτος του Βατικανού˙ ο παπισμός και ο πάπας είναι κράτος και όχι Εκκλησία, β) η κτιστή θεία Χάρις, γ) τα άζυμα ή όστια, δ) το καθαρτήριο πυρ, ε) το πρωτείο εξουσίας, στ) το αλάθητο, ζ) το βάπτισμα δι’επιχύσεως ή με ραντισμό, η) η διαστρέβλωση του Μυστηρίου της θείας Κοινωνίας, θ) η επίκληση με τα ιδρυτικά λόγια, ι) η υποχρεωτική αγαμία του κλήρου, ια) η Μαριολογία και η άσπιλος σύλληψη της Θεοτόκου, ιβ) η περίσσεια των έργων του Χριστού και των Αγίων, ιγ) η «πάσχουσα» Εκκλησία, ιδ) η ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης, ιε) τα αγάλματα και η θρησκευτική ζωγραφική, ιστ) το σχήμα του σταυρού και τέλος ιζ) η επάρατη ουνία, ο δούρειος ίππος του παπισμού.
Ενώ θα περίμενε κανείς οι διοικητικοί και εκκλησιαστικοί ταγοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας να εκμεταλλευθούν τον αντιαιρετικό πατερικό θησαυρό και να αποδοθούν σε παρομοίους αγώνες, ακολουθώντας ταπεινά τα βήματα, που χάραξαν οι άγιοι Πατέρες, όπως ο Μ. Φώτιος, και να οδηγήσουν τους αιρετικούς σε μετάνοια, επιστροφή και εγκεντρισμό στην αγία Ορθοδοξία, δυστυχώς μία ομάδα οικουμενιστών κληρικών και θεολόγων πράττει τα εκ διαμέτρου αντίθετα προς όσα εντέλλεται ο Κύριός μας, το Ευαγγέλιο, η Αγία Γραφή, οι άγιοι Πατέρες, οι Ιεροί Κανόνες και γενικά η ιερά παράδοση της Εκκλησίας μας.
Όλοι έχουμε καταστεί μάρτυρες αυτής της αποστασίας των εσχάτων χρόνων, παρακολουθώντας τις συνεχώς πυκνούμενες επισκέψεις μεταξύ αιρετικών και Ορθοδόξων, τους εναγκαλισμούς, τις συμπροσευχές, τα θυμιατίσματα, τα «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», την πρόταση χειρών πάπα και πατριάρχου ως σύμβολο ενότητος και νίκης, την αναγνώριση των αιρέσεων ως ισοτίμων και ισαξίων «Εκκλησιών» με την Ορθόδοξη Εκκλησία, την αναγνώριση της εγκυρότητος των μυστηρίων των αιρετικών. Δείγματα αυτής της αποστασίας υπήρξαν η για πρώτη φορά έλευση του αιρεσιάρχου πάπα στην Αθήνα τον Μάϊο του 2001, η σύγκληση πάλι για πρώτη φορά του παμπροτεσταντικού Παγκοσμίου Συμβουλίου των λεγομένων «εκκλησιών» ή μαλλον των αιρέσεων (Π.Σ.Ε). στην Αθήνα τον Μάϊο του 2005 και στην Κρήτη το 2012, η επίσκεψη του πάπα στο Φανάρι τον Νοέμβριο του 2006, η υπογραφή των επαίσχυντων κειμένων της Ραβέννας τον Οκτώβριο του 2008 και του Potro Alegre της Βραζιλίας, η διαθρησκειακές συναντήσεις στην Ελούντα της Κρήτης, στην Κύπρο τον Νοέμβριο του 2008, η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριάρχου στη σύνοδο των καρδιναλίων, η επίσκεψη του πάπα στη Κύπρο τον Ιούνιο του 2010, οι τελευταίες συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής διαλόγου Ορθοδόξων και Παπικών στη Κύπρο και τη Βιέννη, η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριάρχου στην διαθρησκειακή της Ασίζης τον Οκτώβριο του 2011 και στους εορτασμούς για τα πενήντα χρόνια από τη σύγκληση της Β΄ Βατικάνειας Συνόδου τον Οκτώβριο του 2012, η δωρεά Κορανίων από Ορθοδόξους Πατριάρχες και επισκόπους σε Μουσουλμάνους, η χρίση και ευλόγηση Ορθοδόξων αρχιερέων από τους καρδιναλίους και ιέρειες, η αναγνώριση των αιρετικών Μονοφυσιτών ως «Εκκλησίας» με έγκυρα μυστήρια, η απόδοση μίτρας σε Μονοφυσίτη πατριάρχη ως αναγνώριση της ιερωσύνης και της αποστολικής διαδοχής, η σχεδιαζομένη ανέγερση πανθρησκειακού ναού για Χριστιανούς, Μουσουλμάνους και Εβραίους, η ανάπτυξη της κατάπτυστης μεταπατερικής ή νεοπατερικής ή συναφειακής αιρέσεως, η διοργάνωση ετησίως οικουμενιστικής εβδομάδος συμπροσευχών κ.ά.
Ο Μ. Φώτιος κατάλαβε τον κίνδυνο των παπικών και συνεκάλεσε την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο, αναθεματίζοντας τον παπισμό και διακόπτοντας κάθε σχέση μαζί του. Σήμερα ποιός αντιλαμβάνεται αυτόν τον κίνδυνο από τις αιρέσεις και ιδιαίτερα από την αίρεση του παπισμού και την παναίρεση του οικουμενισμού; Ποιά Σύνοδος θα συγκληθεί για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους; Θεωρούμε αδήριτη ανάγκη την σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου με την συμμετοχή απάντων των Ορθοδόξων Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Μητροπολιτών, Επισκόπων, Καθηγουμένων, Αρχιμανδριτών, Ιερέων, Μοναχών και λαϊκών θεολόγων, η οποία θα ασχοληθεί συνοδικώς και με βάση την πατερική παράδοση τόσο με το θέμα της παναιρέσεως του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητιστικού οικουμενισμού, όσο και με το θέμα της αναγνωρίσεως των Συνόδων επί Μ. Φωτίου και επί αγίου Γρηγορίου Παλαμά ως της Η΄ και Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου.
Σχετικά με το τελευταίο θέμα είναι αξιοπρόσεκτη η πρόταση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ. κ. Σεραφείμ. Ο Σεβασμιώτατος προτείνει την:
«ὑποβολή προτάσεως εἰς τήν Γραμματείαν τῆς μελλούσης Πανορθοδόξου Συνόδου διά τήν ἐπίσημον ἀναγνώρισιν ὑπό τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας ὡς Η΄ καί Θ΄ Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς ὄντως Οἰκουμενικῆς Συνόδου τοῦ ἔτους 880 ἐν Κωνσταντινουπόλει συνελθούσης ἐπί τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Ἰσαποστόλου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μεγάλου Φωτίου, προστάτου καί ἐφόρου τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Συνόδου καί τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει ὡσαύτως συνελθούσης Συνόδου τοῦ ἔτους 1351 ἐπί τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Γρηγορίου Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ, δι’ ἧς ὡλοκληρώθη ἡ Θεόσδοτος θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας διά τῆς θεοπρεποῦς διακρίσεως ἀμεθέκτου θείας οὐσίας καί μεθεκτῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ.
Ἐνταῦθα δέον ὅπως ἐπισημειωθῇ ὅτι οἱ ἀξιολογώτατοι καί ἁρμόδιοι καθ’ ὕλην ὁρισθέντες εἰσηγηταί Σεβ. Μητροπολίται Ναυπάκτου καί Ἁγ. Βλασίου κ.κ. Ἱερόθεος καί Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ.κ. Ἱερεμίας ὀτρηρῶς ἠργάσθησαν ἐπί τῶν ἐν λόγῳ θεμάτων καί σαφῶς ἀπέδειξαν τήν ἀξίαν καί περιωπήν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῶν ὡς εἴρηται Συνόδων διότι τόσον ἡ ἐν Κων/πόλει συνελθοῦσα τό ἔτος 880 Σύνοδος ἐπί μεγάλου Φωτίου, συνεκλήθη ὑπό τοῦ Βασιλέως ὡς καί αἱ λοιπαί 7 Οἰκουμενικαί Σύνοδοι, μετεῖχεν αὐτῆς ὁ Ὀρθόδοξος Πάπας Ρώμης Ἰωάννης Η΄ διά τῶν ἀντιπροσώπων του, διεκήρυξεν τήν Οἰκουμενικότητα Αὐτῆς, ἀνεγνώρισεν τήν Ζ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον ὡς τοιαύτην, ἀπεκήρυξεν τήν μεταβολήν τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως (Νικαίας-Κων/πόλεως), ἐδικαίωσεν τόν Μ. Φώτιον ἐκ τῆς ληστρικῆς Συνόδου τοῦ ἔτους 870 καί ἐπανεβεβαίωσεν τά κανονικά ὅρια δικαιοδοσίας τῶν Θρόνων πρεσβυτέρας καί Ν. Ρώμης, καθώς καί ἡ ἐν Κων/πόλει συνελθοῦσα τό ἔτος 1351 κατεδίκασεν τάς κακοδοξίας τῶν Βαρλαάμ καί Ἀκινδύνου, ἐδικαίωσεν τόν ἱερόν Γρηγόριον τόν Παλαμᾶν καί διετύπωσεν τήν ὀρθόδοξον θεολογίαν περί τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν ἐπιλύουσα οὕτως τάς ἡσυχαστικάς ἔριδας.
Τυγχάνει δέ ἐξόχως ἀπαράδεκτον τό γεγονός ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Σύνοδος ἀφ’ ἑνός νά θεωρῇ ὡς προστάτην καί ἔφορον Αὐτῆς τόν Ἰσαπόστολον Μ. Φώτιον, νά μήν χωρῇ εἰς τήν διαδικασίαν ὑποβολῆς προτάσεως ἀνακηρύξεως ὡς Η΄ Οἰκουμενικῆς τῆς δικαιωσάσης αὐτόν Συνόδου τοῦ ἔτους 880 καί ἀφ’ ἑτέρου νά συνομιλῇ καί νά συναγελάζεται μετά τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θρησκευτικῆς κοινωνίας, ἡ ὁποία διά προφανεῖς ἰδιοτελεῖς λόγους ἀποδέχεται ὡς Η΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον τήν ληστρικήν Σύνοδον τοῦ ἔτους 870, ἡ ὁποία καθυβρίζει τόν Μ. Φώτιον ὡς δῆθεν «αἱρεσιάρχην».
Παρέλκει ὅπως ἀναφέρωμεν Ὑμῖν ὅτι ἐκ τῶν θεμάτων τούτων ἀσφαλῶς ὀχλεῖται ὁ δαίμων τοῦ συγκρητιστικοῦ οἰκουμενισμοῦ καί οἱ συνοδοιποροῦντες αὐτῷ.[5]»
Εν κατακλείδι, ωφείλουμε να τονίσουμε ότι η Εκκλησία πάντα αντιμετώπιζε προβλήματα. Αλλά, πάντοτε ο Άγιος Τριαδικός Θεός – να μην φοβόμαστε – ανεδείκνυε, αναδεικνύει και θ’αναδεικνύει άνδρες με παρρησία, με τόλμη, με αγιότητα, με οσιότητα για να κρατούν το σκάφος της Εκκλησίας σε ευθύ πορεία και να μιμούνται το αιώνιο παράδειγμα του αγίου Αρχιερέως Χριστού και του ομολογητού Αυτού Μ. Φωτίου.
* * *
[1]Εβρ. 7, 26.
[2] ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ, «Τίνες οι λόγοι της μήνιδος των δυτικών κατά του Φωτίου», Θεοδρομία Γ2 (Απρίλιος-Ιούνιος 2001) 29-32.
[3] Ιω. 15, 26.
[4] Επίσκεψις 563 (30.11.1998) και Μοναχός Νικόλαος Αγιορείτης, «Στον καύσωνα του οικουμενισμού ήταν όαση η «Ομολογία Πίστεως» », Θεοδρομία ΙΒ2 (Απρίλιος-Ιούνιος 2010) 311-312.
[5] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ, Επιστολή στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, http://www.imp.gr/index.php/home-4/anakoino8enta-deltia-typoy/anakoino8enta-deltia-typoy-2012/22-anakoino8enta-deltia-typoy-2012/64-2012-07-16-02-52-28.
Προσφάτως ὁ Πάπας διώρισε ἐπίσκοπο καὶ ἀποστολικὸ Ἔξαρχο γιὰ τοὺς ἓν Ἀθήναις ἐλαχίστους Οὐνίτας τὸν χειροτονηθέντα εἰς ἐπίσκοπον Καρκαβίας τὴν 24η Μαΐου 2008 οὐνίτη κληρικὸ κ. Δημήτριο Σαλάχα, καθηγητὴ στὸ Ἰνστιτοῦτο Ἀνατολικῶν Σπουδῶν τῆς Ρώμης καὶ μέλος τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς γιὰ τὸν Διάλογο Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν. Γιὰ τὴν οὐνιτικὴ κοινότητα τῶν Ἀθηνῶν τὸ γεγονὸς ὑπῆρξε βαρυσήμαντο, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀνακοίνωση τῆς κοινότητος στὴν ἰστοσελίδα της καὶ κυρίως ἀπὸ τὸν χειροτονητήριο λόγο τοῦ κ. Σαλάχα (Ἑλληνικὴ Καθολικὴ Ἐξαρχία). Γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους ὅμως τὸ ἴδιο αὐτὸ γεγονὸς ὑπῆρξε λυπηρὸ καὶ προκλητικό, καθὼς ἔφερε πάλι στὴν ἐπικαιρότητα τὸ πρόβλημα τῆς Οὐνίας, ἀπεκάλυψε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ τὶς διαθέσεις τοῦ Βατικανοῦ ἐναντίον τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ φανέρωσε πόσο ἐπικίνδυνη εἶναι γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ἡ προοπτικὴ τῶν λεγομένων Θεολογικῶν Διαλόγων. Οἱ κατωτέρω διαπιστώσεις εἶναι ἀρκούντως πειστικὲς περὶ τούτου.
α) Ἡ ἐκκλησιολογία τῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων
Ἡ ἐκκλησιολογία τῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων συνεχίζει νὰ εἶναι ἴδια μὲ ἐκείνη τὴν ἐκκλησιολογία, στὴν ὁποία θεμελιώθηκε ἡ Οὐνία τὸν 16ον αἰώνα. Τὸ βεβαιώνουν οἱ σχετικὲς ἀναφορὲς τοῦ ἐπισκόπου Δημητρίου Σαλάχα κατὰ τὸν χειροτονητήριο λόγο του.
Λέγει κατ᾿ ἀρχήν: «Ἡ κοινότητά μας ἀποτελεῖ μικρὸ τμῆμα τῶν κατ᾿ Ἀνατολὰς Καθολικῶν Ἐκκλησιῶν». Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀληθινό. Ὅλες οἱ οὐνιτικὲς κοινότητες προέρχονται ἀπὸ τὰ σπλάγχνα τῶν Ὀρθοδόξων Ἀνατολικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ἔγιναν «Καθολικές», ἐπειδὴ ἀποδέχθηκαν τὸ παπικὸ Πρωτεῖον καὶ τὰ παπικὰ δόγματα. Αὐτοχαρακτηρίζονται ὡς «αἱ κατ᾿ Ἀνατολὰς Καθολικαὶ Ἐκκλησίαι», ἐπειδὴ πιστεύουν ὅτι ἡ κοινωνία τους μὲ τὸν Πάπα τὶς ἔχει καταστήσει «καθολικές», πλήρεις ἐκκλησίες, ἐξασφαλίζοντάς τους τὴν «καθολικότητα», ἐνῷ οἱ ὑπόλοιπες κατ᾿ ἀνατολὰς ἐκκλησίες ποὺ δὲν ἔχουν κοινωνία μὲ τὸν Πάπα (οἱ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ οἱ ἀντιχαλκηδόνιες μονοφυσιτικὲς καὶ νεστοριανικὲς ἐκκλησίες ποὺ δὲν προσχώρησαν στὴν Οὐνία), δὲν εἶναι «Καθολικὲς» ἢ ὅπως τὶς χαρακτήρισε ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος εἶναι «ἐπὶ μέρους ἢ τοπικὲς Ἐκκλησίες, μεταξὺ τῶν ὁποίων τὴν πρώτη θέση κατέχουν οἱ Πατριαρχικὲς Ἐκκλησίες» (Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοῦ, 14).
Συνεχίζεται ὁ χειροτονητήριος λόγος μὲ τὴν διαβεβαίωσι: «ἑνωτικὸ εἶναι τὸ ὅραμά μας καὶ ὄχι ῾οὐνιτικό᾿. Ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι οἱ ἰσχύουσες κανονικὲς δομὲς λειτουργίας τῶν κατ᾿ Ἀνατολὰς Καθολικῶν Ἐκκλησιῶν θεσπίσθηκαν ῾ἄχρι καιροῦ᾿, δηλαδὴ μέχρις ὅτου οἱ ῾Ἐκκλησίες Καθολικὴ καὶ Ὀρθόδοξη ἀποκαταστήσουν τὴν πλήρη κοινωνία τους (Διάταγμα γιὰ τὶς Ἀνατολικὲς Ἐκκλησίες, ἀριθ. 30) κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ἀρχαίας ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετίας». Καὶ ἐμεῖς διερωτώμεθα: τί διαφέρει τὸ ῾ἑνωτικὸ᾿ ἀπὸ τὸ ῾οὐνιτικὸ᾿ ὅραμα; Μήπως τὸ οὐνιτικὸ δὲν ἦταν ἀνέκαθεν ἀπὸ ἐκκλησιολογικῆς ἀπόψεως ἑνωτικὸ (ψευδενωτικό), δὲν στόχευε δηλαδὴ στὴν ἐπίτευξι ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ὑπὸ τὴν προϋπόθεσι ὅμως τῆς ἀναγνωρίσεως τῆς παπικῆς αὐθεντίας καὶ τῶν παπικῶν δογμάτων, τὰ ὁποῖα θεσπίσθηκαν στὶς παπικὲς συνόδους τῆς Λυών, τῆς Φλωρεντίας-Φερράρας, τοῦ Τριδέντου καὶ τῶν λοιπῶν; Μήπως τὸ «ἑνωτικὸ» ὅραμα τῆς Β´ Βατικανῆς καὶ τοῦ παποκεντρικοῦ οἰκουμενισμοῦ προβλέπει κατάργησι τῶν δογμάτων ποὺ θεσπίσθηκαν ἀπὸ δεκατρεῖς «οἰκουμενικὲς» συνόδους τοῦ παπισμοῦ (Περὶ τοῦ ἀντιθέτου βλ. Ἀρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, Ἀνησυχία γιὰ τὴν προετοιμαζομένη ἀπὸ τὸ Βατικανὸ ἕνωσι Ὀρθοδόξων-Ρωμαιοκαθολικῶν, περιοδ. Παρακαταθήκη, τ. 54 (2007)); Καὶ ἐν τέλει πῶς χωρὶς τὴν ἀπόρριψι ὅλων τῶν ἐτεροδιδασκαλιῶν (αἱρέσεων) ὁ ἐπίσημος Θεολογικὸς Διάλογος θὰ ἐπιτύχῃ τὸ ἑνωτικό του ὅραμα χωρὶς νὰ εἶναι «οὐνιτικό», δεδομένου ὅτι μέχρι σήμερα δὲν ἔχει ἐπιτύχει τὴν κατάργησι κανενὸς ἀπὸ αὐτά;
Κατόπιν ὁ ἐπίσκοπος Σαλάχας διαβεβαιώνει τοὺς Ὀρθοδόξους: «ἡ Ἑλληνικὴ Καθολικὴ Ἐξαρχία [σσ. ἐννοεῖ τὴν οὐνιτικὴ κοινότητα τῆς Ἀχαρνῶν, τῆς ὁποίας προΐσταται] ἀπορρίπτει καὶ θὰ ἀπορρίπτει κατηγορηματικὰ κάθε ἐνέργεια προσηλυτισμοῦ» καὶ προσθέτει: «ἀλλὰ τοὺς παρακαλῶ [τοὺς Ὀρθοδόξους] νὰ μὴ μᾶς ἀρνηθοῦν τὸ δικαίωμα νὰ ὑπάρχουμε». Ἀναμφίβολα ἀπορρίπτει ρητῶς τὶς εἰδεχθεῖς μεθόδους τοῦ παρελθόντος, καὶ θέλουμε νὰ πιστεύουμε ὅτι εἶναι εἰλικρινὴς ὅταν ἀπαιτῇ νὰ ὑπάρχουν ὡς κοινότης ποὺ θέλει νὰ αὐτοπροσδιορίζεται. Ἐν τούτοις πρέπει νὰ γίνῃ σαφὲς ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι, παρ᾿ ὅτι δὲν ἔχουμε ἀντίρρησι γιὰ τὸ δικαίωμα κάθε ἀνθρώπου καὶ κάθε κοινότητος νὰ αὐτοπροσδιορίζωνται, τονίζουμε ὅτι ἡ ὕπαρξις τῶν οὐνιτικῶν ἐκκλησιῶν εἶναι ἡ ἁπτὴ ἀπόδειξις ὅτι ὑφίσταται ἡ Οὐνία καὶ ἑπομένως κάθε ἐνέργεια τοῦ Βατικανοῦ ποὺ ἐπιβεβαιώνει τὴν ὕπαρξί τους ἀποτελεῖ ἐπιβεβαίωσι τῆς Οὐνίας, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἂν γίνεται ἀθέμιτος προσηλυτισμὸς ἢ ὄχι. Ἡ Οὐνία εἶναι πρωτίστως ἐκκλησιολογικὸ πρόβλημα. Ὡς τέτοιο κυρίως μᾶς ἀπασχολεῖ. Ἑπομένως, ἐφ᾿ ὅσον τὸ Βατικανὸ ἐπιβεβαιώνει τὴν Οὐνία ἐξασφαλίζοντας στὶς οὐνιτικὲς ἐκκλησίες τὸ δικαίωμα νὰ ὑπάρχουν ὑπὸ τὸ παρὸν ἐκκλησιολογικὸ τοὺς καθεστώς, ὁ θεολογικὸς Διάλογος ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Βατικανοῦ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχῃ ὡς προοπτικὴ τὴν ἀποκατάστασι τῆς ἑνότητος τῶν Ἐκκλησιῶν «κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ἀρχαίας ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετίας» ἀλλὰ τῆς Οὐνίας!
β) Τὸ Βατικανὸ ὑποστηρίζει τὴν Οὐνία
Παρ᾿ ὅτι ὑποκριτικὰ «καταδικάζει» τὴν Οὐνία ὡς μέθοδο ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν (κείμενο τοῦ Balamand §1), τὴν ἐπιβεβαιώνει ἀναγνωρίζοντας τὴν ὕπαρξι τῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων (§31), καὶ ἐνισχύοντας ποικιλοτρόπως τὴν παρουσία καὶ δραστηριοποίησί τους μέσα στὰ κανονικὰ ὅρια τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Διερωτώμεθα: Μέχρι πότε οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ διαιωνίζουμε τὸν Θεολογικὸ Διάλογο ἀνεχόμενοι αὐτὴ τὴν τραγελαφικὴ κατάστασι; Οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ (ἐκτὸς ἐπαινετῶν ἐξαιρέσεων, ποὺ ἀντίθετα μὲ τὸ Βατικανὸ δὲν συμφωνοῦν μὲ τὴν Οὐνία) εἶναι ἀνακόλουθοι καταδικάζοντες τὴν Οὐνία ὡς μέθοδο ἑνώσεως τοῦ παρελθόντος καὶ ἀναγνωρίζοντες τὶς οὐνιτικὲς κοινότητες. Πῶς ἐννοεῖται καταδίκη τῆς Οὐνίας καὶ ταυτόχρονος ἐνίσχυσις τῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων ποὺ κάνουν πραγματικότητα τὴν Οὐνία στὴν σκηνὴ τῆς Ἱστορίας;
Οἱ παλαιὲς ἀποτρόπαιες ἐνέργειες τῆς παπικῆς Οὐνίας εἶναι γνωστές. Ὑπενθυμίζουμε ὅτι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν πολιτικὴ καὶ στρατιωτικὴ ἀδυναμία τῆς ἀνατολικῆς αὐτοκρατορίας μετὰ τὴν φρικτὴ Φραγκοκρατία, οἱ παπικοὶ ἔθεσαν τὸ πρῶτο θεμέλιο τῆς Οὐνίας μὲ τὴν ὑποταγὴ τῶν Ὀρθοδόξων στὶς ἀποφάσεις τῆς παπικῆς Συνόδου τῆς Λυὼν (1274) ἐπὶ Μιχαὴλ Παλαιολόγου καὶ πατριάρχου Ἰωάννου Βέκκου. Τὸ δεύτερο καὶ καθοριστικὸ θεμέλιο τῆς Οὐνίας τέθηκε μὲ τὴν γνωστὴ τυραννικὴ ἀπαίτησι τοῦ πάπα Εὐγενίου Δ´ γιὰ πλήρη ὑποταγὴ τῶν ἐμπεριστάτων Ἀνατολικῶν στὴν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1439). Μὲ τὴν παροιμιώδη γιὰ τὴν δολιότητά της δράσι τους οἱ Ἰησουῖται ἀπὸ τὴν σύνοδο τῆς Βρέστης (1596) καὶ ἐντεῦθεν κατέστησαν τὴν Οὐνία τὸν μεγάλο πειρασμὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἐστοίχισε τὴν ζωὴ τοῦ πατριάρχου Κυρίλλου Λουκάρεως καὶ τὴν ἐκθρόνισι πολλῶν πατριαρχῶν, ὡδήγησε στὴν ἀποσκίρτησι ἀπὸ τοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας μεγάλων κοινοτήτων στὴν Οὐκρανία, τὴν Τρανσυλβανία, τὴν Δαλματία, τὴν Ἀντιόχεια, καὶ προεκάλεσε τοὺς ἀπηνεῖς διωγμοὺς κατὰ τῶν Ὀρθοδόξων σε αὐτὲς καὶ ἄλλες τουρκοκρατούμενες περιοχὲς [Ἡ οὐνία χθὲς καὶ σήμερα (συλλογικὸς τόμος π. Γ. Δ. Μεταλληνοῦ, Δ. Γόνη, δ. Ἠ. Φρατσέα, δ. Εὐγ. Μοράρου, καὶ Ἐπισκόπου Βανάτου Ἀθανασίου Γιέβτιτς), ἔκδ. Ἁρμός, 1992. Ἀμβροσίου ἐπισκόπου Giorgiou, Ἱστορικὴ θεώρηση τῶν αἰτίων καὶ τῶν συνεπειῶν τῆς Ἕνωσης τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Τρανσυλβανία μὲ τὴ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία (Ἡ Οὐνία στὴν Τρανσυλβανία ἀπὸ τὸν 18ο μέχρι τὸν 21ο μ.Χ. αἰ.), ἔκδ. Πουρναρᾶ, Θεσ/νίκη 2006. Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, Ἡ Ἐκκλησιολογικὴ Αὐτοσυνειδησία τῶν Ὀρθοδόξων ἀπὸ τῆς Ἁλώσεως μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος, στὸν συλλογικὸ τόμο Εἰκοσιπενταετηρικὸν (ἀφιέρωμα στὸν Μητροπολίτη Νεαπόλεως καὶ Σταυρουπόλεως κ. Διονύσιο), Θεσσαλονίκη 1999. Τιμοθέου Ἰ. Τιμοθεάδη, Ἡ Οὐνία Γιαννιτσῶν καὶ ἡ πολιτικὴ τοῦ Βατικανοῦ χθὲς καὶ σήμερα, Γιαννιτσὰ 1992]. Τὴν ἴδια περίοδο ἡ παποκινούμενη οὐνιτικὴ προπαγάνδα κλιμακώνεται μὲ τὴν δράσι τῆς Propaganda Fidei καὶ μὲ τὰ σχολεῖα (κορυφαῖα θέσι μεταξύ τους κατεῖχε τὸ Κολλέγιο τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου στὴν Ρώμη) [Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλῆ, Οἱ Μακεδόνες σπουδαστὲς τοῦ Ἑλληνικοῦ Κολλεγίου Ρώμης καὶ ἡ δράση τους στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴν Ἰταλία, ἔκδ. Ἑταιρεία Μακεδονικῶν Σπουδῶν, Θεσ/νίκη 1971], καθοδηγούμενα ἀπὸ παπικοὺς ἱεραποστόλους μὲ σκοπὸ ὄχι μόνο τὸν ἐξουνιτισμὸ μεμονωμένων προσώπων ἀλλὰ κυρίως τὴν ἀλλοίωσι τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος τῶν Ὀρθοδόξων με τὴν φιλολατινικὴ δραστηριότητα πολλῶν ἐκ τῶν ἀποφοίτων τους.
Ἀλλὰ καὶ στοὺς καθ᾿ ἡμᾶς χρόνους τὸ Βατικανὸ ὑποστηρίζει ἀνεπιφύλακτα καὶ ἐνισχύει ποικιλοτρόπως τὴν Οὐνία. Ἀπὸ τῆς ἐνάρξεως τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων-Ρωμαιοκαθολικῶν οὐνίται θεολόγοι συμμετέχουν στὴν Μικτὴ Θεολογικὴ Ἐπιτροπή, παρὰ τὴν ἔντονη καὶ σθεναρὰ ἀπαίτησι τῆς Γ´ Πανορθοδόξου Διασκέψεως γιὰ μὴ συμμετοχή τους (Ἰω. Καρμίρη, Ὀρθοδοξία καὶ Ρωμαιοκαθολικισμός, τόμ. II, Ἀθῆναι 1965, σελ. 38). Ὁ Πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β´ συμβάλλει καθοριστικὰ στὴν ἀναβίωσι τῆς Οὐνίας στὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη. Μὲ τὴν συμφωνία τοῦ Balamand (1993), ἐκτὸς τῶν ἄλλων σοβαροτάτων θεολογικῶν ἀτοπημάτων, ἀναγνωρίζεται καὶ δικαιώνεται ἡ ὕπαρξις τῶν οὐνιτικῶν ἐκκλησιῶν, καὶ μάλιστα μὲ τὴν ὑπογραφὴ ὡρισμένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Ὁ Πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β´ μὲ ἐμπιστευτική του ἐπιστολὴ στὸν ρωμαιοκαθολικὸ συμπρόεδρο τοῦ Διαλόγου Καρδινάλιο Edward Cassidy ἀνατρέπει τὴν γραμμὴ (τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς στὴν Βαλτιμόρη (2000) καὶ ὁδηγεῖ χάριν τῶν Οὐνιτῶν τὸν Διάλογο σὲ ναυάγιο. Ἔγραφε σὲ αὐτήν: «Πρέπει (στὴν διάσκεψιν τῆς Βαλτιμόρης), νὰ δηλωθῇ εἰς τοὺς Ὀρθοδόξους ὅτι οἱ Ἀνατολικὲς Καθολικὲς (=οὐνιτικὲς) Ἐκκλησίες μέσα στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης χαίρουν τῆς αὐτῆς ἐκτιμήσεως ὡς καὶ πάσα ἄλλη Ἐκκλησία, ποὺ τελεῖ εἰς κοινωνίαν πρὸς τὴν Ρώμην» (Εὐαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Πρόσφατες ἐπισημάνσεις τοῦ Καρδιναλίου Walter Kasper τὶς ἐπαφὲς μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν, περιοδ. ΕΚΚΛΗΣΙΑ, τ. 4/Ἀπρίλιος 2008, σελ. 287), καὶ ἐπέφερε τὴν δικαία ἀγανάκτησι καὶ παραίτησι ἀπὸ τὴν συμπροεδρία τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Στυλιανοῦ. Ὁ νῦν Πάπας Βενέδικτος ὁ ΙΣΤ´ στοιχῶν στὴν ἴδια τακτικὴ εὐλογεῖ καὶ συγχαίρει τὴν οὐνιτικὴ ἐκκλησία στὴν Οὐκρανία (Ἐφημ. Καθολική, φ. 3046/18-4-2006), φέρει στὴν συνοδεία του οὐνίτη ἐπίσκοπο ἐπισκεπτόμενος τὸ Φανάρι τὸν Νοέμβριο τοῦ 2006, δηλώνει ἀπὸ τὴν Ἔφεσο ὅτι «κατ᾿ αὐτὸν ὁ καλύτερος τρόπος διὰ τὴν ἑνότητα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν εἶναι αὐτὸς τῆς Οὐνίας» (Ἐφημ. Ὀρθόδοξος Τύπος, 8/12/2006) καὶ τώρα ἀποστέλλει νέον ἀποστολικὸ ἔξαρχο στὴν Ἀθήνα!
γ) Ἡ οἰκουμενιστικὴ ἀνοχὴ ἔναντι τῆς Οὐνίας
Ἡ οἰκουμενιστικὴ ἀνοχὴ ἔναντι τῆς Οὐνίας εἶναι ἐκκλησιολογικῶς ἄκρως προβληματική. Γιὰ νὰ μὴ διακοπῇ δῆθεν ὁ Θεολογικὸς Διάλογος, ἔγιναν καὶ γίνονται ἐκ μέρους Ὀρθοδόξων προκαθημένων καὶ θεολόγων ἀπαράδεκτες ὑποχωρήσεις. Ἡ θαρραλέα καὶ ὀρθοδοξοτάτη θεολογικὴ γλώσσα τῶν ἀοιδίμων Πατριαρχῶν τῆς Κων/πόλεως, μὲ τὴν ὁποία ἐστηλίτευαν τὴν ἐπάρατη Οὐνία, ἐσίγησε χάριν τοῦ ἀθεολογήτου «διαλόγου τῆς ἀγάπης» τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου (κλασικὸ κείμενο πλέον ἀποτελεῖ ἡ αὐστηρὴ Ἐγκύκλιος κατὰ τῆς Οὐνίας [Ἐφημ. Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια (Κων/πόλεως), 31ης Μαρτίου 1907] τοῦ ἀοιδίμου Πατριάρχου Ἰωακεὶμ τοῦ Γ´). Οἱ συνοδικὲς ἀποφάνσεις καὶ οἱ ἐγκύκλιοι τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς κατὰ τῆς Οὐνίας (Ἀ. Παπαδοπούλου-Κεραμέως, Ἀνάλεκτα Ἱεροσολυμιτικῆς Σταχυολογίας, τόμ. 2ος, Βρυξέλλες 1963, σ. 314, 389, 395-396. Καὶ Ἰω. Καρμίρη, Τὰ δογματικὰ καὶ συμβολικὰ μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. II, Graz-Austria 1968, σελ. 821-859 [901-939] καὶ 860-870 [940-950]) πέρασαν στὴν λήθη τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας ὡς πολεμικὴ τακτική, ἐπειδὴ δῆθεν δὲν προσιδιάζει στὴν σημερινὴ ἐποχὴ τῆς «καταλλαγῆς»!
Διερωτᾶται ἡ Ὀρθόδοξος συνείδησις: Σὲ ποιὰ θεολογικὴ βάσι στηρίζεται ἡ οἰκουμενιστικὴ ἀνοχὴ ἔναντι τῆς Οὐνίας; Τί ἄλλαξε στὴν ἐκκλησιολογία καὶ τὴν θεολογία τῶν οὐνιτικῶν ἐκκλησιῶν, ὥστε οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ κληρικοί της νὰ γίνωνται φιλοφρόνως δεκτοὶ καὶ ἀποδεκτοί; Πότε οἱ Οὐνίται ἔδειξαν ὅτι διορθώνονται ἐκκλησιολογικῶς, εἴτε γινόμενοι πλήρως ρωμαιοκαθολικοὶ εἴτε ἐπιστρέφοντες στοὺς κόλπους τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας; Ὑπὸ ποίαν ἔννοια τὸ δικαίωμά τους νὰ ὑπάρχουν ὡς ξεχωριστὲς κοινότητες τοὺς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν ὑποχρέωσι νὰ ἀποκατασταθοῦν ἐκκλησιολογικῶς; Μήπως καταργήσαμε τὰ ἐκκλησιολογικά μας κριτήρια;
Ἀναμφίβολα ἡ μόνη δυνατὴ ἑρμηνεία τῆς οἰκουμενιστικῆς ἀνοχῆς ἔναντι τῆς Οὐνίας εἶναι ἡ διολίσθησις σὲ μία ἐκκλησιολογία ἄγνωστη μέχρι σήμερα, ἀνατρέπουσα τὴν Ἐκκλησιολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ συντασσομένη στὴν ἐκκοσμικευμένη νοοτροπία τῶν ἡμερῶν μας.
δ) Τὸ Βατικανὸ παραπλανᾷ τοὺς Ὀρθοδόξους
Τὸ Βατικανὸ ἀναδεικνύει τὸν Θεολογικὸ Διάλογο μέσον παραπλανήσεως τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος καὶ ἀλλοιώσεως τοῦ ἐκκλησιολογικοῦ τοῦ φρονήματος. Ἐνῷ ἡ Οὐνία ἐνισχύεται ἀπὸ τὸ Βατικανὸ καὶ οἱ Οὐνίται χαίρουν τῆς ἀποδοχῆς Ὀρθοδόξων προκαθημένων, ὁ Θεολογικὸς Διάλογος συνεχίζεται, ἀναβαλλομένης γιὰ τὸ μέλλον τῆς συζητήσεως ἐπὶ τοῦ ἀκανθώδους προβλήματος τῆς Οὐνίας (Συνέλευσις Βελιγραδίου, 2006). Οἱ συνειδήσεις τῶν Ὀρθοδόξων ἀμβλύνονται καὶ μετακινεῖται τὸ πρόβλημα ἀπὸ τὴν ἐκκλησιολογία στὴν κοινωνιολογία. Ἡ κρυστάλλινη Ὀρθόδοξος Ἐκκλησιολογία ὁσημέραι ὑποχωρεῖ καὶ παραχωρεῖ τὴν θέσι της στὴν θολὴ καὶ γέμουσα συγκρητισμοῦ ἐκκλησιολογία τῶν «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν». Οἱ οἰκουμενισταὶ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι εἶναι πρόθυμοι νὰ ὑποστηρίξουν καινοφανεῖς ἀπόψεις γιὰ θεολογικὰ ζητήματα ποὺ ἔχουν ἀπὸ αἰώνων ἀπαντηθῆ ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρας κατὰ ἀδιαμφισβήτητο τρόπο. Ἐπίκαιρα χαρακτηριστικὰ παραδείγματα τέτοιων ἀπόψεων εἶναι μεταξὺ ἄλλων: ἡ μετονομασία τῆς αἱρέσεως τοῦ Filioque σὲ «διαφορετικὴ θεολογικὴ προσέγγισι ποὺ δὲν θίγει τὴν οὐσία τοῦ δόγματος», ὁ χαρακτηρισμὸς τῶν δογματικῶν, ἠθικῶν καὶ λειτουργικῶν παραμορφώσεων τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ ὡς «νόμιμης ποικιλομορφίας», ἡ προβολὴ τοῦ παπικοῦ Πρωτείου ἐξουσίας ὡς Πρωτείου δῆθεν διακονίας.
Πέραν τούτου ὁ εὐσεβὴς Ὀρθόδοξος λαὸς βομβαρδίζεται ἀπὸ τὰ μέσα ἐνημερώσεως μὲ μηνύματα «καταλλαγῆς» καὶ μὲ εἰκόνες «ἀμοιβαίας ἀναγνωρίσεως», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀμβλύνεται τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα τοῦ λαοῦ ποὺ μέχρι τώρα λειτουργοῦσε ὡς ἰσχυρὸ ἀνάχωμα στὶς κοσμοκρατορικὲς ἐπιδιώξεις τοῦ παπισμοῦ. Ἐν ὀνόματι τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου γίνονται ἀνεπίτρεπτες καὶ κατὰ παράβασιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων συμπροσευχὲς καὶ λατρευτικὲς ἐκδηλώσεις, μέχρι τοῦ ἀπαραδέκτου λειτουργικοῦ ἀσπασμοῦ ἐν μέσῃ Ὀρθοδόξῳ Λειτουργία καὶ τῆς «εὐλογίας» τοῦ Ὀρθοδόξου ποιμνίου ὑπὸ τοῦ Πάπα.
Ἐπιστέγασμα καὶ κορύφωσι τῶν κανονικῶν παραβάσεων ἀπετέλεσε ἡ κατὰ τὸν παρελθόντα μήνα Μάϊον, Κυριακὴν τῆς Σαμαρείτιδος, ἀναπάντεχος μυστηριακὴ διακοινωνία (intercommunion) τοῦ ρουμάνου ἐπισκόπου Βανάτου κ. Νικολάου μετὰ τῶν ἐν Ῥουμανίᾳ Οὐνιτῶν, γεγονὸς ποὺ προεκάλεσε τὴν ἔντονη διαμαρτυρία τῶν ἐν Ῥουμανίᾳ καὶ Ἁγίῳ Ὄρει ῥουμάνων μοναχῶν πρὸς τὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ῥουμανίας καὶ τὴν σοβαρότατη ἀνησυχία ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων γιὰ τὸν στόχο, στὸν ὁποῖο ἀπέβλεπε ἡ σκανδαλώδης αὐτὴ πράξις.
Ἐν τέλει μὲ κείμενα ὅπως τῆς Ῥαβέννας (2007), γεμάτα με σκόπιμες ἀσάφειες καὶ θεολογικὲς σοφιστεῖες, ὁ Θεολογικὸς Διάλογος Ὀρθοδόξων καὶ Ῥωμαιοκαθολικῶν κινεῖται ἤδη πρὸς μία οὐνιτικοῦ τύπου ἀναγνώρισι τοῦ παπικοῦ Πρωτείου. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ συνέντευξις τοῦ Καρδιναλίου Walter Kasper, προέδρου τοῦ παπικοῦ Συμβουλίου γιὰ τὴν προώθησι τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν, τὴν ὁποία σχολιάζει τὸ γαλλόφωνο περιοδικὸ S.O.P.: «Στὴν Δύσι γνωρίσαμε τὴν ἀνάπτυξι ποὺ κατέληξε στὴν Β´ Βατικάνειο σύνοδο μὲ τὸν καθορισμὸ τοῦ πρωτείου ἐξουσίας καὶ τοῦ ἀλαθήτου του πάπα, μία ἀνάπτυξι τὴν ὁποία οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν δέχθηκαν ποτέ. Χρειάζεται συζήτησις πῶς νὰ ἑρμηνεύσουμε αὐτὲς τὶς διαφορετικὲς ἐξελίξεις (ποὺ ἐπῆλθαν) πάνω στὰ θεμέλια της πρώτης χιλιετίας. Θὰ πρέπει ἀκόμη νὰ σκεφθοῦμε, εἶπε (ὁ Kasper), γιὰ τὸ πῶς θὰ λειτουργήσῃ τὸ πρωτεῖον τοῦ Ρώμης, ἐνῷ πρέπει νὰ γίνῃ σαφὲς ὅτι ὑπάρχουν ἤδη ῾δυὸ Κώδικες τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου᾿ στὸ ἐσωτερικὸ τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας: ἕνας γιὰ τὴν λατινικὴ Ἐκκλησία, καὶ ἄλλος γιὰ τὶς ἀνατολικὲς Ἐκκλησίες ποὺ βρίσκονται σὲ πλήρη κοινωνία μὲ τὴν Ρώμη. Συμφώνως πρὸς τοὺς κώδικες αὐτούς, τὸ πρωτεῖο ἀσκεῖται μὲ διαφορετικὸ τρόπο στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία ἀπὸ αὐτὸν (ποὺ ἰσχύει) γιὰ τὶς ἀνατολικὲς Ἐκκλησίες. Δὲν θέλουμε νὰ ἐπιβάλουμε στοὺς Ὀρθοδόξους τὸ σύστημα ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία. Στὴν περίπτωση τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς πλήρους κοινωνίας, πρέπει νὰ βρεθῆ ἕνας νέος τύπος πρωτείου γιὰ τὶς ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, πρόσθεσε».
Εἶναι βεβαίως ἀξιομνημόνευτη καὶ ἡ ἀπάντησις τοῦ ρώσου ἐπισκόπου Ἱλαρίωνος Ἀλφέγιεφ ἐπὶ τῶν δηλώσεων αὐτῶν, ὅπως τὴν δημοσιεύει στὸ σχόλιό του τὸ ἴδιο περιοδικὸ S.O.P.: «῾Σὲ ποιὸ νέο τύπο, ἀναφέρεται;᾿, διερωτήθηκε ὁ ρῶσος θεολόγος, καὶ ὑπενόησε ὅτι θὰ μποροῦσε βεβαίως νὰ ἀναφέρεται σὲ ῾αὐτὸ ποὺ ἤδη ὑπάρχει στὶς ἀνατολικὲς Ἐκκλησίες ποὺ βρίσκονται σὲ κοινωνία μὲ τὴν Ρώμη᾿, δηλαδὴ στὴν Οὐνία. «Μὲ ἄλλα λόγια, μία ἀκόμη φορὰ μᾶς προτείνεται τὸ ἐνδεχόμενο νὰ δεχθοῦμε μία οὐνιτικὴ θέασι τοῦ πρωτείου τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης», θεωρεῖ ὁ ἐπίσκοπος Ἱλαρίων. «Ἐὰν αὐτὸ εἶναι τὸ ῾βήμα προόδου᾿, πολὺ φοβοῦμαι ὅτι μία παρόμοια πρόοδος δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ ἐμπνεύσῃ τοὺς Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι βλέπουν τὴν Οὐνία ὡς ἀντίφασι τῆς ἑρμηνείας τους γιὰ τὴν ἐκκλησιολογία καὶ ὡς προδοσία τῆς Ὀρθοδοξίας». «Τὸ 1993, στὸ Balamand, Καθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι εἶχαν καταλήξει στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ Οὐνία δὲν μπορεῖ νὰ ἀποτελῇ τύπο ἑνότητος καὶ τώρα, δεκαπέντε χρόνια ἀργότερα, ὁ πρόεδρος τοῦ Ποντιφικικοῦ Συμβουλίου γιὰ τὴν Ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν μᾶς προκαλεῖ νὰ δεχθοῦμε τὴν οὐνιτικὴ ἑρμηνεία τοῦ ρωμαϊκοῦ πρωτείου», πρόσθεσε, καὶ συνεπέρανε: «Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ μία νέα Οὐνία. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ μία στρατηγικὴ συνεργασία ποὺ θὰ ἀποκλείῃ κάθε μορφὴ προσηλυτισμοῦ. Ἔχουμε ἀκόμη ἀνάγκη νὰ συνεχίσουμε τὸν θεολογικὸ διάλογο, ὄχι γιὰ νὰ μεταμορφώσουμε τοὺς Ὀρθοδόξους σε οὐνίτες, ἀλλὰ γιὰ νὰ ξεκαθαρίσουμε τὰ ἐκκλησιολογικὰ σημεῖα ἀσυμφωνίας μεταξὺ Καθολικῶν καὶ Ὀρθοδόξων᾿» [Περιοδικὸ S.O.P., τεῦχ. 327 (Ἀπρίλιος 2008), σελ. 7-9. βλ. καὶ τὶς παρόμοιες δηλώσεις τοῦ Walter Kasper στὸ ἄρθρο τοῦ Εὐαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Πρόσφατες ἐπισημάνσεις τοῦ Καρδιναλίου Walter Kasper..., ἔνθ᾿ ἀνωτ. σελ. 281-289, διότι δείχνουν τὴν σταθερὴ πολιτικὴ τοῦ Βατικανοῦ].
Εἶναι παρήγορο ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος συνείδησις ἀντιδρᾶ σὲ κίβδηλες ἑρμηνεῖες τοῦ Πρωτείου, τὸ ὁποῖο ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ ἀσκεῖται ὑπὸ τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπως ἐδήλωσε τὸ 1973 μὲ κάθε σαφήνεια καὶ ἐπισημότητα ὁ μακαριστὸς Πατριάρχης Δημήτριος καὶ σχολιάζει ἐπιτυχῶς ὁ καθηγητὴς Εὐάγγελος Θεοδώρου (Εὐαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Πρόσφατες ἐπισημάνσεις τοῦ Καρδιναλίου Walter Kasper..., ἔνθ᾿ ἀνωτ. σελ. 287-288).
Ἡ χειροτονία τοῦ νέου οὐνίτου ἐπισκόπου στὴν Ἀθήνα ἀποτελεῖ ἕνα ἐπιπλέον ἰσχυρὸ κόλαφο τοῦ Βατικανοῦ κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ συγκεκριμένα ἐδῶ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη συλλογικὴ ἀντίδρασις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (μνημονεύουμε ἰδιαιτέρως τὸ Μήνυμα τῶν Προκαθημένων τῶν Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν) [Πρωτοπρ. Θεοδώρου Ζήση, Οὐνία: ἡ καταδίκη της, ἔκδ. Βρυέννιος, Θεσ/νίκη 1993. Κων/νου Κωτσιοπούλου, Ἡ Οὐνία στὴν ἑλληνικὴ θεολογικὴ βιβλιογραφία, ἔκδ. Βρυέννιος 1993. Στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ἔχουν καταγραφῆ ὡς κλασικὰ πλέον κείμενα ἡ Ἐγκύκλιος κατὰ τῆς Οὐνίας καὶ οἱ τρεῖς ἐπιστολὲς πρὸς τὸν οὐνίτη ἐπίσκοπο Θεοδωρουπόλεως Γεώργιο Χαλαβατζῆ, τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου (βλ. Φύσις καὶ χαρακτὴρ τῆς Οὐνίας, ἔκδ. Φοίνικος (ἀνατύπωσις ἐκ τῆς Ἀναπλάσεως), Ἀθήνησι 1928))] γιὰ τὶς δραστηριότητες τῶν οὐνιτῶν, συνάντησε τὴν τυπικὴ ἀπαξιωτικὴ ἀπάντησι τοῦ Βατικανοῦ: τὴν ἀνεπιφύλακτη ὑποστήριξι τῆς Οὐνίας. Τίθεται ἑπομένως ὀξύτερα τὸ ἐρώτημα: Τί νόημα ἔχει ὁ Θεολογικὸς Διάλογος, ὅταν ἡ Οὐνία ἐπικροτεῖται, ἐπευλογεῖται καὶ ἐνισχύεται ἀπὸ τὸ Βατικανό;
Οἱ Ὀρθόδοξοι ποιμένες, οἱ ὁποῖοι διαθέτουν εὐαίσθητο δογματικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ κριτήριο, ἀντιλαμβάνονται ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐμπαίζεται καὶ τὸ Ὀρθόδοξο πλήρωμα κινδυνεύει, ὅταν οἱ Θεολογικοὶ Διάλογοι γίνωνται κάτω ἀπὸ τέτοιες προϋποθέσεις. Ὁ εὐσεβὴς Ὀρθόδοξος λαὸς ἐπίσης ἀνησυχεῖ, ὅταν διαπιστώνη ὅτι μετὰ ἀπὸ ἐκατονταετία ἐπαφῶν καὶ τριακονταετία σχεδὸν ἐπισήμων Διαλόγων ἡ προοπτικὴ δὲν εἶναι νὰ ἐπανεύρουν οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι καὶ νὰ ἐπανέλθουν στὴν κοινωνία τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τῆς Ὀρθοδόξου, ἀλλὰ μᾶλλον νὰ τοὺς προσφέρωνται διαβεβαιώσεις ὀρθοδοξίας.
Εἶναι κατανοητὸ ὅτι δὲν πρόκειται ὁ εὐσεβὴς λαὸς νὰ συμφωνήσῃ μὲ τὴν προοπτικὴ αὐτή. Ὑπομένει ἄχρι καιροῦ, γιὰ νὰ μὴ γίνουν πρόωρα σχίσματα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ δεχθῇ συνοδικὴ ἐπιβεβαίωσι τῶν ἀντικανονικῶς γινομένων. Πολλῶ μᾶλλον δὲν προτίθεται νὰ ἀνεχθῇ ὑποχωρήσεις σὲ δογματικὰ ζητήματα καὶ συνοδικὴ ἐπισφράγισί τους. Κριτήριο ἀπαρασάλευτο Ὀρθοδοξίας διακρατεῖ τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τὴν κανονικὴ τάξι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁσάκις βλέπει νὰ προσβάλλωνται οἱ δυὸ αὐτοὶ στύλοι τῆς Ὀρθοδοξίας του, στενοχωρεῖται, ὀδυνᾶται καὶ ἱκετεύει τὸν Κύριο νὰ διαφυλάξῃ τὴν Ἐκκλησία Του, νὰ ἀναδείξῃ τοὺς ἐπισκόπους του φύλακας τῶν θείων δογμάτων καὶ τῶν ἱερῶν κανόνων καὶ ἀπεύχεται νὰ φθάσῃ ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία θὰ χρειασθῇ νὰ τεθοῦν ἐκτὸς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας οἱ ἀθετοῦντες τὴν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις πίστιν». Διότι, κατὰ τὴν ἀπόφανσιν τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, ἔχει τὴν συνείδησιν ὅτι «παρ᾿ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν πότε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοιειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ» (Ἰω. Καρμίρη, Τὰ δογματικὰ καὶ συμβολικὰ μνημεῖα…, ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 920 [1000]).
Ἅγιον Ὄρος, 16/29 Ἰουνίου 2008, Κυριακὴ Β´ Ματθαίου
Μνήμη τῶν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει διαλαμψάντων Πατέρων ἡμῶν, Ἱεραρχῶν, Ὁσίων, Μαρτύρων καὶ Ὁμολογητῶν
Πηγή: (Περιοδικὸ «Παρακαταθήκη» τ. 60) uoa.gr/~nektar
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος μᾶς ἄφησε ἕνα μοναδικό ἀντιαιρετικό ἔργο πού περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή εἶναι λίαν χρήσιμο καί ἄκρως ἀπαραίτητο ἐγχειρίδιο ὀρθοδόξου ποιμαντικῆς καί ἀπολογητικῆς γιά κάθε ὀρθόδοξο πιστό καί ὄχι μόνο.
Προέβλεπε ἀσφαλῶς ὁ ἐν Ἁγίοις θαυματουργός μας Ἅγιος Νεκτάριος ὅτι στίς ἔσχατες ἡμέρες μας «τό βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως» θά ἔρχεται ὕπουλα νά ἐγκαθίσταται «ἐν τόπω ἁγίω» μέσα στίς οἰκογενειακές μας ἑστίες, μέσα στίς ἐκκλησίες μας, στή θεία Λατρεία μας, μέ τή μορφή τῆς «λειτουργικῆς ἀνανέωσης ἤ ἀναγέννησης» μέ τή μορφή τῆς ἀγαπητικῆς διακοινωνίας μέ παπικούς ἀντιπροσώπους, μέ τελικό στόχο τήν ὑποταγή στό πρωτεῖο τοῦ Πάπα.
Δεκαεπτά χρόνια ἀφιέρωσε ὁ σύγχρονός μας Ἅγιος ἀπό τήν ζωή του, γιά νά συγκεντρώσει ἄφθονο ἱστορικό ἁγιογραφικό καί θεολογικό ὑλικό, γιά νά ἀποδείξει ἀδιαμφισβήτητα τήν παπική πλάνη σ’ ὅλο τό εὗρος, μῆκος καί βάθος της. Ὁλοφώτεινο μυαλό, καλοκάγαθος, ἀφανάτιστος, χωρίς ἴχνη ἐμπαθείας ὁ ἅγιος Νεκτάριος κατανοεῖ τό μέγεθος τοῦ παναιρετικοῦ παπικοῦ κινδύνου καί θέλει μέ τήν μελέτη του αὐτή νά προστατεύσει τό ποίμνιό του ἀπό ὅλες τίς πλάνες καί τίς αἱρέσεις πού ἐμπεριέχονται στόν παπικό σκοταδισμό.
Ξεκινάει ἀπό τόν 2ο μ.Χ. αἰῶνα γιά νά ἀποδείξει μέ ἀδιάσειστα ντοκουμέντα ἁγιογραφικά καί ἱστορικά ὅτι ἡ πλάνη ἀρχίζει ἀπό τή ρίζα παπισμοῦ, ἀπό τότε πού κάποιοι φιλόδοξοι ἐπίσκοποι τῆς Ρώμης θέλησαν νά κατοχυρώσουν τήν ἐξουσιαστική τους βούληση πάνω σ’ ὅλη τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἀπ. Πέτρος δέν ὑπῆρξε ποτέ ἐπίσκοπος Ρώμης οὔτε κάν πάτησε τό ἅγιο πόδι του στήν Ἰταλία, καί δέν εἶχε τό πρωτεῖο ἔναντι τῶν ἄλλων Ἀποστόλων. Ὁλόκληρο τό παπικό πρωτεῖο βασίζεται στό μῦθο, στήν αὐθαίρετη καί ἀναπόδεικτη ὑπόθεση, ὅτι ὁ πάπας εἶναι διάδοχος τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, στόν ὁποῖο κατά τήν ἐξουσιαστική κοσμική ἀντίληψη τῶν παπῶν πρέπει νά ὑποταχθεῖ καί νά ὑπακούει ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Τό ἀλάνθαστο τοῦ πάπα τό βασίζουν στόν ἑξῆς συλλογισμό: Ὁ Θεός εἶναι ἀναμάρτητος, ὁ πάπας εἶναι μοναδικός ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ, ἄρα ὁ πάπας εἶναι ἀναμάρτητος (Τόμ. Α΄σελ. 169).
Σέ μία παράγραφο ὁ Ἅγιος Νεκτάριος γράφει τά ἑξῆς:
«Ἡ ἱστορική ἀνάπτυξη τοῦ ζητήματος ἐφανέρωσε καί μᾶς γνώρισε ὅλα τά μέσα καί τίς ποικίλες ἐνέργειες τῶν Παπῶν τῆς Ρωμαϊκῆς ἐπισκοπικῆς ἕδρας πρός ὑποδούλωση καί καταδυναστεία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀκάθεκτη φιλαρχία καί φιλοδοξία τά πάντα μηχανεύθηκαν, τά πάντα σοφίσθηκαν, τά πάντα ἔκαναν γιά νά ἀναδείξουν τούς Πάπες ἡγέτες τῆς Ἐκκλησίας καί τυράννους τῆς οἰκουμένης. Ἡ φιλαρχία τους ὑπερπήδησε κάθε ὅριο. Τό πρόγραμμα καταστρώθηκε καί ἡ ἐφαρμογή του ἐπεζητεῖτο πάση δυνάμει. Κάθε τι πού ἦταν ἀντίθετο τοῦ προγράμματος, καταδικάσθηκε ὡς θανάσιμη ἁμαρτία καί οἱ ἠθικές ἀρχές περί ἁμαρτίας καί δικαιοσύνης ἀνατράπηκαν. Οἱ εὐαγγελικές ἀρετές μποροῦσαν νά χαρακτηρισθοῦν ὡς θανάσιμα ἁμαρτήματα ἄν προσέκρουαν στό πρόγραμμα, καί τά θανάσιμα κατά τό Εὐαγγέλιο ἁμαρτήματα ὡς μέγιστες ἀρετές, ἄν ὑπηρετοῦσαν τό πρόγραμμα. Τήν εὐλάβεια πρός τό Θεό τήν ἀντικατέστησε ἡ εὐλάβεια πρός τόν Πάπα. Ὅποιος δέν εὐλαβεῖτο τόν Πάπα ἀρνιόταν τό Θεό.
Ὅποιος ἀναγνώριζε τόν Πάπα ἐδικαιοῦτο νά σωθεῖ. Ἡ ἀναγνώριση τοῦ Πάπα ὑπερεῖχε τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ. Τί χρειάζεται ἡ γνώση τῶν θείων ἐντολῶν, ὅταν ἡ ἁπλῆ γνωριμία τοῦ ἀντιπροσώπου μᾶς εἰσάγει εἰς τόν Παράδεισο; Ὅταν ὁ ἀντιπρόσωπος κρατάει τά κλειδιά τοῦ Παραδείσου καί εἰσάγει τόν θεράποντά του; (σελ 210)»
Στόν 21ο παρόντα αἰῶνα οἱ ἀποκλίσεις τῶν παπικῶν ἀπό τήν ὀρθόδοξη πίστη, σέ ὅλα τά θεολογικά ζητήματα ἔχουν φθάσει σέ μέγιστο βαθμό. Ἡ παπική παναιρετική λύμη θέλει νά μολύνει ὅλο τό σῶμα τῶν πιστῶν καί νά τό μετατρέψει σ’ ἕναν ἐγκόσμιο ὀργανισμό ἰδιοτελῶν δρατηριοτήτων.
Παπικό πρωτεῖο καί ἀλάθητο, ράντισμα καί ὄχι βάπτισμα, filioque, χρήση ἀζύμων στή θεία Κοινωνία, καθαγιασμός μόνο μέ τά Κυριακά λόγια, καθαρτήριο πῦρ, ἄφεση ἁμαρτιῶν ἀπό τίς περισσεύουσες ἀξιομισθίες τῶν Ἁγίων, ἄσπιλη σύλληψη τῆς Θεοτόκου, ἀποδοχή κτιστῆς θείας Χάριτος, θρησκευτική καί πολιτική ἐξουσία τοῦ Πάπα, κατάργηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς Λατρευτικῆς Παράδοσης, κλπ, ἀποτελοῦν τίς παπικές κακοδοξίες, πού οἱ Ὀρθόδοξοι δέν μποροῦν νά παραθεωρήσουν.
Ἔτσι μιλᾶμε γιά μία ἄλλη Πίστη, ἄλλη Θρησκεία, πού πολεμάει τό Χριστό καί τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία Του, τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Οἱ Οἰκουμενικές καί τοπικές Σύνοδοι ἤδη ἀπό τούς πρώτους αἰῶνες καταδικάζουν τό filioque καί τά δόγματα τῶν παπικῶν. Οἱ Παπικοί ὅπως καί οἱ ἄλλοι αἱρετικοί, ἐμπίπτουν στήν καθαίρεση καί τόν ἀναθεματισμό (ΣΤ΄Οἰκουμενική Σύνοδος 680 μ.Χ, Πενθέκτη Οἰκ. Σύνοδος, Ζ΄Οἰκ. Σύνοδος, κλπ.).
Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής Μέγας Φώτιος, Γερμανός Πατριάρχης Κων/πόλεως, Μάρκος ὁ Εὐγενικός, Εὐγένιος ὁ Αἰτωλός (1597-1682), Μακάριος ὁ Πάτμιος (1688-1737), Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, μᾶς βεβαιώνουν ὅτι οἱ Παπικοί εἶναι παμπάλαιοι αἱρετικοί.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μᾶς λέει ὅτι τό σχίσμα, ἡ πτῶσις τοῦ παπισμοῦ εἶναι ἔργο τοῦ δεινοῦ καί ἀρχεκάκου ὄφεως. Εἶναι τά βαθέα τοῦ σατανᾶ, τά τοῦ πονηροῦ μυστήρια. Οἱ Λατίνοι ἐθελοντικῶς παραμένουν στήν πλάνη τους καί καμμία δύναμις δέν εἶναι ἱκανή νά τούς μετακινήσει ἔστω καί ἐάν παρέμβουν Ἄγγελοι. Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος στήν μελέτη του αὐτή μιλάει περί τοῦ ἀδυνάτου τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν.
Ὑπάρχουν ὅμως καί ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας οἱ ὁποῖοι ἁγίασαν, ἐπειδή ἀντιστάθηκαν στούς αἱρετικούς παπικούς καί τούς φιλοπαπικούς ὀρθοδόξους ὅπως ὁ Πατριάρχης Βέκκος καί ὁ αὐτοκράτορας Μιχαήλ Παλαιολόγος. Νά τί γράφει τό Συναξάριον τῆς Ἐκκλησίας, τῆς 22ας Σεπτεμβρίου: «Τῆ αὐτῆ ἡμέρα μνήμη τῶν ἁγίων εἴκοσι ἕξι Ὁσιομαρτύρων, τῶν ἐλεγξάντων τούς λατινόφρονας Μιχαήλ... καί Πατριάρχην, πυρί τελειωθέντων» Παρόμοιο τραγικό θάνατο βρῆκαν καί οἱ Ἰβηρῖτες Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἐπνίγησαν, ἀπό τούς ἰδίους αἱρετικούς καί ἑορτάζονται τή 13η Μαϊου, ὅπως καί οἱ Πατέρες τῶν Καρυῶν καί τοῦ Βατοπεδίου.
Ὁ Γέροντας Παϊσιος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε: Μερικοί ἀπό τούς Ὀρθοδόξους πού ἔχουν ἐλαφρότητα καί θέλουν νά κάνουν προβολή «Ἱεραποστολή», συγκαλοῦν συνέδρια μέ ἑτεροδόξους, γιά νά γίνεται ντόρος καί νομίζουν ὅτι θά προβάλουν ἔτσι τήν Ὀρθοδοξία, μέ τό νά γίνουν δηλαδή ταραμοσαλάτα μέ τούς κακοδόξους... Ὁ Κύριος ὅμως, ὅταν θά πρέπει, θά παρουσιάσει τούς Μάρκους τούς Εὐγενικούς καί τούς Γρηγορίους Παλαμάδες, πού θά συγκεντρώσουν ὅλα τά κατασκανδαλισμένα ἀδέλφια μας, γιά νά ὁμολογήσουν τήν ὀρθόδοξη πίστη καί νά στερεώσουν τήν παράδοση καί νά δώσουν χαρά στήν Μητέρα μας Ἐκκλησία (Λόγοι,τ.Α΄).
Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Νεκταρίου πρεσβείαις Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν διά τῆς Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς Ἀμήν.
Πηγή: (ΜΕΛΕΤΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ ΤΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ, Α΄ ἔκδοση 1911, Β΄ ἔκδοση 1998, και ἐπανέκδοση 2006, Βιβλιοπωλεῖον Νεκτάριος Παναγόπουλος), Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν
Ἡ ἀλήθεια περὶ τοῦ Ἁγίου Φωτὸς γιὰ κάθε πιστὸ Ὀρθόδοξο εἶναι κάτι τόσο φυσιολογικὸ καὶ αὐτονόητο ὅσο καὶ ἡ ἀναπνοή του. Δὲν χρειάζεται οὔτε νὰ τοῦ τὸ ἀποδείξουν, οὔτε νὰ τοῦ τὸ δικαιολογήσουν, οὔτε καν νὰ τὸ δεῖ- ἀφοῦ πρόκειται γιὰ γεγονὸς καταφανέστατο. Ὅμως ἐπειδὴ κάποιοι κλονίζονται ἢ δὲν ἔχουν πιστέψει μὲ τόση θέρμη- πειραζόμενοι καὶ ἀπὸ τὸν διάβολο καὶ ἀπὸ τοὺς «διαβόλους»- τοὺς προσφέρουμε μία ἱστορικὴ μαρτυρία γιὰ τὸ Ἅγιο Φῶς. Ἐπίσης εἶναι σημαντικὰ τὰ κείμενα αὐτὰ διότι ἀποδεικνύουν τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς μόνης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ μόνον στοὺς Ὀρθοδόξους δίδεται ἄνωθεν τὸ Ἅγιο Φῶς. Ἂς μὴν λησμονοῦμε πὼς τὸ ὅτι δέχονται οἱ αἱρετικοὶ νὰ προσκυνήσουν καὶ νὰ λάβουν τὸ Ἅγιο Φῶς ἀπὸ τὰ χέρια...
τοῦ Ὀρθοδόξου Πατριάρχη δὲν εἶναι ἁπλὸ πράγμα. Ὑπογραμμίζουμε πὼς πιστοποίηση τῆς ἀξιοπιστίας τῆς μαρτυρίας εἶναι τὸ ὅτι προέρχεται ἀπὸ Λατίνο (Ρωμαιοκαθολικὸ) κληρικὸ καὶ αὐτόπτη μάρτυρα. Τέλος τονίζουμε πὼς αὐτὰ τὰ δημοσιεύουμε πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ ἀναζωπύρωση τῆς φλόγας τῆς Πίστεως, ὄχι ὡς ἀπόδειξη σὲ ἀπίστους. Αὐτοὶ μὲ ἐκπομπές, βιβλία καὶ ἀστεία πειράματα ὑπογράφουν πὼς «ἐρευνοῦν» ἐντὸς λαγουμιῶν καὶ μάλιστα φορώντας κουκοῦλες καὶ ὠτοασπίδες...
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΓΡΙΝΙΟΥ
Ἱερεὺς Κωνσταντῖνος Καντάνης, Ὑπεύθυνος τῆς ἐπιτροπῆς γιὰ θέματα Αἱρέσεων Ι. Μ. Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας
Ἐντεταλμένος στὶς Πανορθόδοξες Συνδιασκέψεις τῆς Ι. Συνόδου γιὰ θέματα αἱρέσεων καὶ παραθρησκείας
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
μὲ σκοπὸ νὰ ἐνημερωθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, στὶς κατηγορίες τοῦ «Νικόλαου, Καθολικοῦ Ἀρχιεπισκόπου Νάξου - Τήνου - Ἀνδρου - Μυκόνου καὶ μητροπολίτη παντὸς Αἰγαίου», σὲ ἐπιστολὴ του κατὰ τοῦ Μητροπολίτη Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας κ. κ. Κοσμᾶ.
Σὲ πολλὰ sites κυκλοφόρησε ἡ ἀπὸ 6 Μαρτίου 2017 ἐπιστολὴ τοῦ κ. Νικολάου, ποὺ ὑπογράφει ὡς ὁ «Καθολικὸς Ἀρχιεπίσκοπος Νάξου - Τήνου - Ἀνδρου - Μυκόνου καὶ Μητροπολίτης παντὸς Αἰγαίου», μὲ τὴν ὁποία δηλώνει τὴν ἀντίδρασή του σὲ πρόσφατη ποιμαντικὴ ἐγκύκλιο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας κ. Κοσμᾶ, ποὺ διαβάστηκε στοὺς Ναοὺς τῆς Αἰτωλοακαρνανίας τὴν Κυριακή, 5 Μαρτίου 2017.
Συγκεκριμένα ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ.κ. Κοσμᾶς, ὅπως συνηθίζει κάθε χρόνο, ἀποστέλλει ποιμαντικὲς ἐγκυκλίους στοὺς Ναοὺς τῆς Μητροπόλεώς μας, ὅπως πράττουν ὅλοι οἱ εὐλογημένοι Μητροπολίτες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἔτσι, τὴν Κυριακὴ 26 Φεβρουαρίου 2017, ἀναγνώσθηκε στοὺς Ναοὺς τῆς Μητροπόλεώς μας ἐγκύκλιος γιὰ τὴν ἀξία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τὴν Κυριακὴ 5 Μαρτίου 2017, ἐγκύκλιος γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ τὴν νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τῶν εἰκονομάχων καὶ ἄλλων αἱρετικῶν.
Αὐτὲς οἱ ἐγκύκλιοι εἶναι ἕνας τρόπος ἐπικοινωνίας τοῦ τοπικοῦ Ἐπισκόπου μὲ τὰ πνευματικά του παιδιά, τὰ πιστὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ ταυτόχρονα ἀποτελοῦν ποιμαντικὸ καθῆκον τοῦ ἑκάστου Μητροπολίτη πρὸς ἐνημέρωση ἢ γιὰ τὴν κατήχηση τῶν πιστῶν ποὺ ἀνήκουν στὴν τοπικὴ Ἐκκλησία, ὅπου ὁ Μητροπολίτης εἶναι ὑπεύθυνος.
Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ πὼς ἡ ἐγκύκλιος τῆς Κυριακῆς τς Ὀρθοδοξίας ἔγινε δεκτὴ μὲ ἐνθουσιασμὸ ἀπὸ τοὺς πιστούς της Αἰτωλοακαρνανίας, ὅπως ἀποδεικνύουν καὶ βίντεο ποὺ ὑπάρχουν στὸ διαδίκτυο, ἀπὸ ἀναρτήσεις ποὺ ἔκαναν ἐκκλησιαζόμενοι σὲ πολλοὺς Ναοὺς πόλεων καὶ χωριῶν τῆς περιοχῆς μας.
Κι ἐνῶ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ ἐνθουσιάστηκε μὲ τὴν ἐγκύκλιο τοῦ πνευματικοῦ του Πατέρα, ἕνας πολίτης καὶ κάτοικος νησιοῦ μεγάλης ἀπόστασης ἀπὸ ἐμᾶς, ἄγευστός της Ὀρθοδόξου παραδόσεως, ἀφοῦ δὲν εἶναι μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλὰ «Ἀρχιεπίσκοπος» παπικός, μὲ ἀνοιχτῆ ἐπιστολὴ στὸ διαδίκτυο σχολιάζει λέξη πρὸς λέξη τὸ κείμενο τοῦ Μητροπολίτη μας καὶ προχωρᾶ σὲ χαρακτηρισμοὺς ἀπαξιωτικούς, ἀποκαλύπτοντας τὴν κουλτούρα τοῦ παπικοῦ ἱερατείου καὶ τὴν ἀμετανοησία του. Σημειώνει ὅτι τὸ περιεχόμενο τῆς ἐγκυκλίου τοῦ Σεβασμιωτάτου κ.κ. Κοσμᾶ δῆθεν «προσβάλλει τὸν Χριστιανισμό, ἀγνοεῖ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἴδια τὴν πραγματικὴ θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ μᾶς συμβουλεύει νὰ μὴν βαδίζουμε πρὸς τὰ ἐμπρὸς ἀλλὰ πρὸς τὰ πίσω καὶ μάλιστα μὲ τὸ πρὸ Χριστοῦ πνεῦμα». Μάλιστα φθάνει στὸ σημεῖο νὰ κατηγορήσει τὸ Μητροπολίτη Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας ὅτι δῆθεν διασπείρει τὴ μισαλλοδοξία καὶ ὅτι δῆθεν διαψεύδει τὴ Θεία Ἀλήθεια, ἐνῶ ἐπίσης ἐναντιώνεται καὶ μὲ τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ γιὰ θέσεις ποὺ ψευδῶς ἀποδίδονται στὸν Ἅγιο, καθὼς καὶ ὁμολογεῖ καὶ ὑπεραμύνεται τοῦ δόγματος τοῦ ἀλάθητού του πάπα, ὁ ὁποῖος τοποθετεῖται στὴν θέση τοῦ Χριστοῦ ὡς κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας («…ὅμως τὸ ἀλάθητο αὐτὸ δὲν εἶναι θεωρητικό, ἀλλὰ πραγματικό. Κάποιος πρέπει νὰ τὸ ἐκφράζει. Ἐμεῖς λοιπὸν οἱ καθολικοὶ Χριστιανοὶ λέμε ὅτι τὸ ἀλάθητό το ἐκφράζει ἡ οἰκουμενικὴ σύνοδος, ἑνωμένη μὲ τὴν ὁρατὴ κεφαλή της ποὺ εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης καὶ σὲ συγκεκριμένες ἔκτακτες περιπτώσεις ἀπὸ μόνος ὁ ἴδιος ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας»).
Μὲ τὰ ἀνωτέρω, ὁ παπικὸς «ἀρχιεπίσκοπος παντὸς Αἰγαίου» ἐκφράζει τὴ σύγχυση, τὴν ἀλαζονεία καὶ τὴν ἀδιαλλαξία τῶν παπικῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν ἄλλαξαν σὲ τίποτα ἀπὸ τὸ 1054 ποὺ ἀποσχίστηκαν ἀπὸ τὴν Μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ μετάλλαξαν τὴν πίστη τους σὲ κοσμικὴ ἐξουσία, ὀδηγώντας σὲ ἀποστασία ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ σὲ ἀλλοτρίωση τὸν δυτικὸ κόσμο.
Ὁμολογουμένως προβληματίζει ἡ χωρὶς προηγούμενο προσπάθεια σπίλωσης Ὀρθοδόξου Ἱεράρχη κατὰ τὴν ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων του στὴν Μητρόπολή του. Ἐξάλλου δὲν ἔγιναν δηλώσεις ἀπὸ τὸ Σεβασμιωτάτο κ.κ. Κοσμᾶ, σὲ χῶρο ποὺ ἐνδεχομένως νὰ ἦταν παπικοὶ καὶ κατόπιν ὁ «ἀρχιεπίσκοπος Αἰγαίου» νὰ ἐνδιαφέρθηκε γιὰ τὸ ποίμνιό του. Ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ Σεβασμιωτάτου κ.κ. Κοσμᾶ διαβάστηκε σὲ Ναοὺς καὶ ἀπευθύνθηκε σὲ Ὀρθοδόξους. Ἡ παρέμβαση τοῦ παπικοῦ «ἀρχιεπισκόπου» καὶ ἡ προσπάθεια νὰ παταχθεῖ κάτι ποὺ ἀντιβαίνει τὴν κοσμοθεωρία του, μπορεῖ νὰ χαρακτηριστεῖ ὡς ἀπολυταρχικὴ στάση.
Ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ καὶ ΒΙΩΜΑ. Αὐτὰ εἶναι ξένα στὴν παπικὴ κουλτούρα. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἔχουμε ὅλο καὶ περισσότερους παπικοὺς ποὺ προσέρχονται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ποὺ βαπτίζονται. Ἀρκετοὶ χειροτονοῦνται καὶ Ὀρθόδοξοι κληρικοί. Τὰ τελευταῖα δύο χρόνια, φιλοξενήσαμε στὸν Ἀγρίνιο Ὀρθοδόξους κληρικοὺς ποὺ ἦταν πρώην οὐνίτες ἱερεῖς καὶ παπικοί. Διαφώτισαν τὸν λαό μας γιὰ τὴν «ἀγάπη» καὶ τὴν ἐμπειρία τους στὴν πλάνη τοῦ παπισμοῦ. Ἰσχυρίστηκαν ὅτι στὴν Ὀρθοδοξία βιώνουν τὸ μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ ποὺ λέγεται ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.
Ἐπειδὴ ὁ παπικὸς «ἀρχιεπίσκοπος» προσπάθησε νὰ «διδάξει» τὸν Ὀρθόδοξο Ἱεράρχη γιὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἄποψή τους γιὰ τὸν παπισμό, παραθέτουμε γνῶμες Ἁγίων καὶ φωτισμένων Πατέρων καὶ ἀποφάσεις συνόδων ποὺ ἐναρμονίζονται μὲ τὴν ἐγκύκλιο τοῦ Σεβασμιωτάτου κ.κ. Κοσμᾶ.
Α. Οἱ Ἅγιοί της Ἐκκλησίας μας:
- Μ. Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (866): «Ποιὸς δὲ θὰ κλείσει τὰ αὐτιά του στὸ ἄκουσμα τῆς ὑπερβολικῆς αὐτῆς βλασφημίας (τοῦ filioque) ἡ ὁποία ἐναντιώνεται στὰ Εὐαγγέλια, ἀντιτάσσεται στὶς ἁγίες Συνόδους, ἀπορρίπτει τοὺς μακαρίους καὶ Ἄγ. Πατέρες… Ἐναντίον ὅλων μαζί των προφητῶν, ἀποστόλων, ἱεραρχῶν, μαρτύρων καὶ αὐτῶν ἴδιων των Δεσποτικῶν λόγων ἡ βλάσφημη αὐτὴ καὶ θεομάχος φωνὴ ἐξοπλίζεται… αὐτοὺς τοὺς ἀπατεῶνες καὶ θεομάχους καταδικάσαμε μὲ συνοδικὴ καὶ θεία ψῆφο. Καὶ δὲν ἀποφανθήκαμε στηριζόμενοι στὶς δικές μας κρίσεις. Φέραμε στὸ φῶς καὶ ἐκθέσαμε πάλι σὲ ὅλους τὴν ὁρισμένη ἀπὸ τὶς μέχρι τώρα Συνόδους καὶ τοὺς ἀποστολικοὺς θεσμοὺς καταδίκη… Ἔτσι καὶ αὐτούς, ἀφοῦ ἐμμένουν στὴν πολύμορφη πλάνη τους, τοὺς ἀποκλείσαμε ἀπὸ κάθε χριστιανικὴ κοινότητα… μόνη ἡ κατὰ τοῦ Πνεύματος βλασφημία … ἀρκεῖ νὰ τοὺς ὑποβάλλει σὲ μύρια ἀναθέματα … νὰ ἀποκόψουμε ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τὴν γάγγραινα τῆς βλασφημίας … νὰ ξεριζώσουμε τὰ φύτρα τῆς πονηρίας».
- Ἄγ. Μάρκος Εὐγενικὸς (1440): «οὐκοῦν ὡς αἱρετικοὺς αὐτοὺς ἀπεστράφημεν καὶ διὰ τοῦτο αὐτῶν ἐχωρίσθημεν … αἱρετικοὶ εἰσὶ ἄρα καὶ ὡς αἱρετικοὺς αὐτοὺς ἀπεκόψαμεν … πόθεν οὒν ἠμὶν ἀνεφάνησαν ἐξαίφνης ὄντες Ὀρθόδοξοι οἱ διὰ τοσούτων χρόνων καὶ ὑπὸ τοσούτων Πατέρων καὶ διδασκάλων κριθέντες αἱρετικοί; … φευκτέον αὐτούς, ὡς φεύγει τὶς ἀπὸ ὄφεως … τοὺς χριστοκάπηλους καὶ χριστεμπόρους». «Ἠμεῖς δὶ’ οὐδὲν ἄλλο ἀπεσχίσθημεν τῶν Λατίνων, ἀλλ’ ἢ ὅτι εἰσίν, οὐ μόνον σχισματικοί, ἀλλὰ καὶ αἱρετικοί».
- Ἄγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς (14ος αἰώνας): «Ὀνίνησι τὸ παράπαν οὐδὲν καὶ παρ’ αὐτῶν τῶν οὐρανίων νόων σκευάζηται καὶ προσάγεται τὸ τῆς ψευδοδοξίας ἴαμα».
- Ἄγ. Συμεών, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (15ος αἰώνας): στὸ ἔργο τοῦ «κατὰ πασῶν των αἱρέσεων» χαρακτηρίζει τοὺς Δυτικοὺς ὡς αἵρεση ποὺ «ἀνεβλάστησεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν ὕστερον ἀπὸ τὴν Ζ΄ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον».
- Ἄγ. Νικόδημος Ἁγιορείτης (18ος αἰώνας): «Οἱ Λατίνοι εἶναι αἱρετικοὶ» (σχόλια στὸν ΜΖ΄ Κανόνα τῶν Ἄγ. Ἀποστόλων», Πηδάλιον, ἔκδ. Ρηγόπουλου, 1991, σέλ. 55)
- Ἄγ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς (1779): «Ὁ ἕνας Ἀντίχριστος εἶναι ὁ Πάπας» (Διδαχὴ Ἡ΄), «τὸν Πάπα νὰ καταράσθε, γιατί αὐτὸς θὰ εἶναι ἡ αἰτία» (Προφητεία).
- Ἄγ. Νεκτάριος, Ἐπίσκοπος Πενταπόλεως (1920): «Λέγοντας ὁ Πάπας πὼς εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἐξόρισε ἀπὸ τὴ Δυτικὴ Ἐκκλησία τὸν Χριστὸ … Αὐτὸς ὁ ὑπερβολικὸς τύφος τοῦ Πάπα, αὐτὴ ἡ μοναρχομανία τοῦ γέννησε τόσες αἱρέσεις».
Β. Ἔγκριτοι Θεολόγοι, Κανονολόγοι καὶ Κληρικοί:
- Θεόδωρος Βαλσαμῶν (12ος αἰώνας): Ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία «ἀπεσχοινίσθη πρὸς ἔθη καὶ δόγματα τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ὀρθοδόξων ἀλλότρια … ἀπέχεσθε τῶν Λατινικῶν δογμάτων τὲ καὶ συνηθειῶν».
- Ἰωσὴφ Βρυέννιος (1431): «τοῦτο (τὸ filioque) παρασυναγωγὴν πάσαν ἔτεκεν. Τοῦτο πάσαν αἵρεσιν εἰσήγαγεν … τῆς παραδόσεως πάντων των ἁγίων ἐναντιότης ἐστι καὶ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἀνατροπή».
- Ἰωσήφ, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1430): «Οὐκ ἔχουσι τοίνυν ἀπολογίαν οἱ Ἰταλοὶ εὔλογον περὶ τῆς ἑαυτῶν πλάνης. Αὐτοὶ γὰρ ἐαυτοῖς πλάνη καὶ ἀπώλεια γεγόνασι. Καὶ οὐ μόνον εἰς τὸ Πνεῦμα βλασφημούσι τὸ Ἅγιον, ἀλλὰ καὶ πάσαν ἀσέβειαν κατεργάζονται … μὴ οὒν συμπεριενεχθῶμεν τούτοις … ἴνα μὴ καὶ ἠμεῖς τῷ διαβόλω προστεθησόμεθα… Πῶς γὰρ ἕνωσις ἔσται ἠμὶν μυρίων μεσεμβελούντων δογμάτων μεταξὺ ἠμῶν ;».
- Γεννάδιος Σχολάριος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (15ος αἰώνας): «Εἰ μετὰ τῶν Λατίνων ἐνωθήσεσθε οὕτως, καὶ τοῦ Θεοῦ χωρισθήσεσθε καὶ ἀδοξίαν ἀΐδιον ὑποστήσεσθε».
- Σίλβεστρος Συρόπουλος, Μ. Ἐκκλησιάρχης Κωνσταντινουπόλεως (15ος αἰώνας): « Ἥ των Λατίνων διαφορὰ αἵρεσίς ἐστι καὶ οὕτως εἶχον αὐτὴν οἱ πρὸ ἠμῶν».
- π. Ἰουστίνος Πόποβιτς, Καθηγητὴς Δογματικῆς (1979): «Εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς κυρίως πτώσεις : τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα, τοῦ Πάπα … Ὁ παπισμὸς μὲ τὴν ἠθική του εἶναι κατὰ πολὺ ἀρειανισμὸς … τὸ δόγμα περὶ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα εἶναι ὄχι μόνο αἵρεσις ἀλλὰ παναίρεσις. Διότι καμία αἵρεσις δὲν ἐξηγέρθη τόσο ριζοσπαστικῶς καὶ τόσον ὁλοκληρωτικῶς κατὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, ὡς ἔπραξε τοῦτο ὁ παπισμὸς διὰ τοῦ ἀλαθήτου του Πάπα-ἀνθρώπου. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Τὸ δόγμα αὐτὸ εἶναι αἵρεσις τῶν αἱρέσεων, μία ἄνευ προηγουμένου ἀνταρσία κατὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ».
- π. Φιλόθεος Ζερβάκος (1980): «Οἱ Λατίνοι ἐναντιούμενοι εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον … προσέθεσαν, σκοτισθέντες ὑπὸ τοῦ πονηροῦ, καὶ τὸ «ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Ἀκολούθως οἱ Παπολάτραι ὑπέπεσαν εἰς μυρίους κακοδοξίας καὶ αἱρέσεις …εὔχομαι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νὰ σὲ φυλάξει ἀπὸ τοὺς λύκους, τοὺς αἱρετικούς».
- π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, Καθηγητὴς Δογματικῆς (2001): «τὸ filioque εἶναι αἵρεσις ἀσχέτως οἱασδήποτε μεμονωμένης γνώμης ἢ ἐκφράσεως καὶ Ἕλληνος συγγραφέως, ἂν καὶ δὲν ὑπάρχει οὔτε εἷς Ἕλλην».
Γ. Ἀλλὰ καὶ συνοδικῶς ἔχει καταδικαστεῖ ὡς αἵρεση ὁ Παπισμὸς (ἐνδεικτικὴ ἡ ἀναφορά):
- Σύνοδος 879, ἐν Κωνσταντινουπόλει (χαρακτηρίζεται ὡς Ἡ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος): αἱρετικὴ πλάνη ἡ προσθήκη τοῦ filioque στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως.
- Σύνοδος 1170, ἐν Κωνσταντινουπόλει: «βουλὴν κατεβάλοντο, ἴνα τελείως ἀποκόψωσι τελείω χωρισμῶ τὸν Πάπα καὶ πάντας τους σὺν αὐτῶ … οὔτε αὐτοὺς τελείω ἀναθεματισμῶ παρέδωσαν, καθὼς καὶ τὰς λοιπᾶς αἱρέσεις … φήσαντες τὸ Ἀποστολικὸν «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, εἰδῶς ὅτι ἐξέστραπτε ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὧν αὐτοκατάκρητος».
- Σύνοδος 1450, ἐν Κωνσταντινουπόλει (τελευταία Σύνοδος στὸν Ι. Ν. Ἄγ. Σοφίας): καταδίκη τῆς ἑνωτικῆς Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας καὶ τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν τῶν Λατίνων.
- Σύνοδος 1722, ἐν Κωνσταντινουπόλει: «νὰ ἀποδιώχνετε τὸ ψεῦδος … νὰ ἀπέχετε μακριὰ ἀπὸ τὶς καινοτομίες καὶ τοὺς νεωτερισμοὺς τῶν Λατίνων, οἱ ὁποῖοι δὲν ἄφησαν κανένα δόγμα καὶ μυστήριο καὶ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ποὺ νὰ μὴν τὸ φθείρουν καὶ τὸ νοθεύσουν».
- Σύνοδος 1838 ἐν Κωνσταντινουπόλει: «νὰ προφυλάξωμεν τὰ γνήσια τέκνα τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὰς βλασφημίας τοῦ Παπισμοῦ … τὰ βάραθρα τῶν αἱρέσεων καὶ τοὺς ψυχοφθόρους κρημνοὺς τῆς παπικῆς πλάνης τῶν … ἴνα γνωρίσητε ὅσον τὸ διάφορον ἠμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἀπὸ τῶν Κατόλικων, ἴνα μὴ ἀπατάσθε ἀπὸ τοῦ λοιποῦ ἀπὸ τὰ σοφίσματα καὶ καινοφωνίας τῶν ψυχοφθόρων τούτων αἱρετικῶν … της ματαιόφρονος καὶ σατανικῆς τούτων αἱρέσεως».
- Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἱεροσολύμων, 1848: «ἀπὸ αὐτὲς τὶς αἱρέσεις ποὺ διαδόθηκαν σὲ μεγάλο μέρος τῆς οἰκουμένης, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ γνωρίζει ὁ Κύριος, ἦταν κάποτε ὁ Ἀρειανισμός. Σήμερα εἶναι καὶ ὁ Παπισμός … (τὸ filioque) εἶναι αἵρεση καὶ αὐτὴ ποὺ τὴν πιστεύουν αἱρετικοὶ … γι’ αὐτὸ καὶ ἡ μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία ἀκολουθώντας τὰ ἴχνη τῶν ἁγίων Πατέρων, ἀνατολικῶν καὶ δυτικῶν, κήρυξε καὶ παλαιὰ ἐπὶ τῶν Πατέρων μας, καὶ ἀποφαίνεται πάλι σήμερα συνοδικῶς … ὅτι εἶναι αἵρεση καὶ οἱ ὀπαδοὶ τοῦ αἱρετικοὶ … Ἐπίσης οἱ συνάξεις ποὺ συγκροτοῦνται ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι αἱρετικὲς καὶ κάθε κοινωνία πνευματική των Ὀρθοδόξων τέκνων … μὲ αὐτοὺς εἶναι ἀντικανονική, ὅπως ὁρίζει ὁ ζ΄ κανόνας τῆς Γ΄ Οικ. Συνόδου».
- Σύνοδος 1895, ἐν Κωνσταντινουπόλει: «ὑπάρχουν οὐσιώδεις διαφορὲς ποὺ ἀφοροῦν στὰ θεοπαράδοτα δόγματα τῆς πίστεώς μας καὶ στὸ θεοσύστατο κανονικὸ πολίτευμα τῆς διοικήσεως τῶν Ἐκκλησιῶν … Ἡ Παπικὴ Ἐκκλησία …ὄχι μόνο ἀρνεῖται νὰ ἐπανέλθει στοὺς Κανόνες καὶ τοὺς ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλὰ στὸ τέλος τοῦ 19ου αἵ. εὐρύνοντας τὸ ὑφιστάμενο χάσμα, ἐπισήμως ἀνακήρυξε καὶ ἀλάθητο … Ἡ σημερινὴ Ρωμαϊκὴ εἶναι Ἐκκλησία τῶν καινοτομιῶν, τῆς νοθεύσεως τῶν συγγραμμάτων τῶν Πατέρων, τῆς παρερμηνείας τῆς Γραφῆς καὶ τῶν ὅρων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Γι’ αὐτὸ εὐλόγως καὶ δικαίως ἀποκηρύχθηκε καὶ ἀποκηρύσσεται ἐφ’ ὅσον μένει στὴν πλάνη της».
Ἐκτός των Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ σὲ πληθώρα ἄλλη Τοπικῶν Συνόδων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας μετὰ τὸ Σχίσμα ποὺ καταδικάζουν τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες τοῦ Παπισμοῦ (1089, 1233, 1273, 1274, 1282, 1285, 1341, 1351, 1441, 1443, 1484, 1642, 1672, 1722, 1727, 1755, 1838, 1848, 1895).
Αὐτὰ λοιπὸν μᾶς παραδόθηκαν ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, αὐτὰ μας δίδαξε ὁ Μητροπολίτης μας κ.κ Κοσμᾶς, αὐτὰ θὰ ἀκολουθήσουμε καὶ ἐμεῖς. Ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὴν Ἱερὰ Συνοδό, στοὺς Ἱεράρχες μας, στὸ Ἅγιο Ὅρος, στὶς θεολογικές μας σχολὲς καὶ τοὺς ζητᾶμε νὰ εἶναι θεματοφύλακες τῆς Ἀλήθειας ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἀποκάλυψε.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Παρακολουθώντας τις έντονες συζητήσεις που, όπως και πέρυσι έτσι και φέτος, γίνονται στην Λεσβιακή κοινωνία σχετικά με την εορτή του «Αγίου Βαλεντίνου», τα λεσβιακά «Βαλεντίνια» τα οποία διοργανώνει ο Δήμος Λέσβου και μετρώντας τις αντιδράσεις που προέρχονται «ένθεν κακείθεν», από «φίλους και εχθρούς», λαϊκούς, δημοσιογράφους, πολιτικούς, Θεολόγους και ιερωμένους, κρίνω σκόπιμο να καταθέσω μία πρόταση που θέλω να πιστεύω θα θέσει το θέμα σε μια άλλη βάση.
Παρακολουθώ πολλούς αρθογράφους που κόπτονται για την τιμή του «Αγίου Βαλεντίνου», να διατυμπανίζουν Urbi et orbi (ούρμπι ετ όρμπι)1, τις πολύ καλές σχέσεις που διατηρεί, στα πλαίσια ενός διαλόγου καταλλαγής και ειρήνης με το κράτος του Βατικανού, ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, υπονοώντας μάλλον έτσι, ότι τα όσα διαπράττονται έχουν, υποτίθεται, τις ευλογίες ή έστω την ανοχή του Παναγιωτάτου.
Θα πρότεινα λοιπόν, σε όλους αυτούς τους καλοθελητές, να πάρουν την πρωτοβουλία και με μπροστάρη τον Δήμαρχο Λέσβου που πρωτοστατεί στις εν λόγω εκδηλώσεις, να ζητήσουν επίσημα, από τις αρμόδιες εκκλησιαστικές αρχές, δηλαδή, τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μυτιλήνης κ.κ. Ιάκωβο, τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ.κ. Ιερώνυμο και τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης κ.κ. Βαρθολομαίο, να κινήσουν τις διαδικασίες για την Αγιοκατάταξη και την αναγραφή στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας του επονομαζόμενου «Αγίου Βαλεντίνου», ως ακόμη μία ένδειξη καλής θέλησης προς το Βατικανό. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο Ορθόδοξοι και Παπικοί θα συνεορτάζουν(κοινή ημέρα εορτασμού, κοινό Απολυτίκιον κ.λπ), τη μεγάλη αυτή εορτή της Χριστιανοσύνης, κάνοντας έτσι, όχι απλώς ένα μικρό βήμα, αλλά ένα μεγάλο άλμα προς την ποθητή και περιλάλητη ενότητα των Χριστιανών.
Μια τέτοια μεγαλειώδης θεσμική - πρωτοποριακή κίνηση που προφανώς αντανακλά και το λαϊκό αίσθημα, πιθανολογώ ότι θα εξαλείψει τις όποιες ενστάσεις και προστριβές αναφύονται, σχετικά με τις προειρημένες εκδηλώσεις. Παράλληλα έτσι, θα φιμωθούν και όλοι όσοι είναι αρνητικά διακείμενοι απέναντι σε αυτές τις εκδηλώσεις.
Μάλιστα, πολλοί από αυτούς που αντιτίθενται στον ιερό θεσμό των «Βαλεντινίων», αναίσχυντα τολμούν να υποστηρίζουν ότι με τα λεσβιακά «Βαλεντίνια» και τον υποτιθέμενο ερωτικό τουρισμό που αυτά θα φέρουν στο νησί μας, κινδυνεύει η πόλη της Μυτιλήνης και η Λέσβος γενικότερα, πέρα από ένα απέραντο hot spot που είναι σήμερα, να μεταβληθεί και σ΄ έναν ανεξέλεγκτο οίκο ανοχής από τον οποίον το μόνο που θα λείπει θα είναι η σήμανσή του ως τέτοιου.
Εν κατακλείδι, προτρέπω τους προαναφερόμενους αρμοδίους και όλους τους ενασχολούμενους με το θέμα, να ενσκήψουν τάχιστα και με τη δέουσα προσοχή, επί της προοδευτικής αυτής προτάσεως, για την οριστική διευθέτηση του ανακύψαντος προβλήματος.
***
Επειδή όμως, πιθανόν κάποιοι, διαβάζοντας το παραπάνω κείμενο, να μην αντιλήφθηκαν την ειρωνεία και τη διακωμώδηση που αυτό χρησιμοποιεί για να περιγράψει τα απερίγραπτα γεγονότα τα σχετικά με τα λεσβιακά «Βαλεντίνια», οφείλω να ξεκαθαρίσω ευθαρσώς ότι αυτή η ιστορία αποτελεί κατά την ταπεινή μου κρίση, ένα σύγχρονο όνειδος για τους Μυτιληνιούς και εμένα προσωπικά με κάνει να αισθάνομαι ντροπή που κατάγομαι από τη Λέσβο.
Διότι είναι ντροπή ένα νησί που ευεργετήθηκε πνευματικά και οικονομικά από τα τόσα ιερά προσκυνήματα των Ορθοδόξων Χριστιανών Αγίων του και ευλογήθηκε τόσο από το Θεό, ώστε να αποκαλείται αγιοτόκος νήσος από το πλήθος των Αγίων που ανέδειξε, τώρα, να αναζητάει τη σωτηρία του σε άλλους σωτήρες, σε ψεύτικα «είδωλα», σε θνησιγενή κατασκευάσματα και όχι στο Θεό τον Σωτήρα του, στην Υπεραγία Θεοτόκο και στους Αγίους του.
Η εκκλησιαστική, πνευματική και πολιτική ηγεσία της Λέσβου όφειλαν να ασχολούνται και να ενδιαφέρονται πώς θα ευχαριστήσουν και θα δοξολογήσουν τους αληθινούς ευεργέτες τους και όχι πώς θα κατασκευάσουν αναποτελεσματικά «είδωλα» ντροπής, «άρτον και αισχρά θεάματα» που ωραιοποιούν την ασωτία, για να «ξεχνιέται» το «πόπολο», να αδειάζει την τσέπη του και να τα οικονομούν οι «ξύπνιοι».
1. Η φράση Urbi et orbi (ούρμπι ετ όρμπι) σημαίνει «στην πόλη (εννοείται της Ρώμης) και στην οικουμένη», προκειμένου έτσι να δειχθεί ότι η ευλογία αυτή απευθύνεται προς όλο τον κόσμο της οικουμένης.
Ο Άγιος Φώτιος ανασκευάζοντας την αιρετική προσθήκη του Filioque, μεταξύ άλλων αναφέρει τα εξής : «Η μεν πρόοδος, ω βέλτιστε, άμα τε και αδιασπάστως εκ του Πατρός τω τε Υιώ και Πνεύματι θεολογείται, ουδείς δ’ αναγκάσει λόγος εις την του Υιού μεταπεσείν το Πνεύμα προσηγορίαν, ή την αδελφικήν αναδέξασθαι σχέσιν, ή την εκείνου σχέσιν εξιδιώσατο.
Αλλά ταύτα μεν έκαστος των νουν έχειν ηξιωμένων Χριστού και φρονείν και διδάσκειν άλλους έτοιμον παρέχεται την χάριν. Ου γαρ, διότι εκ του αυτού θεολογούνται προϊέναι, ή εις υιότητα το Πνεύμα συνδιαστήσεται της ιδίας εξιστάμενον ιδιότητος, ή ο Υιός, της χαρακτηριζούσης αυτόν αποστάς γεννήσεως, εις το του Πνεύματος ιδίωμα συγχήσεται∙ εκ του αυτού γαρ άμφω, αλλ’ ουχ ωσαύτως ουδέ κατά την ιδιότητα την αυτήν η εκατέρου πρόοδος. Και γαρ ο μεν Υιός του Πατρός προήλθεν δια γεννήσεως, το Πνεύμα δε δι’ εκπορεύσεως»*.
Ο θεολογικός τρόπος ανασκευής του Αγίου Φωτίου, καταδεικνύει ότι αιρετική πλάνη ανασκευάζει, και δεν μπορεί να παρουσιάζεται η αιρετική προσθήκη του Filioque, σαν αποτέλεσμα μεταφραστικού λάθους ή σαν λεκτική παρεξήγηση, ούτε φυσικά μπορεί κάποιος να παρουσιάζει την κακόδοξη αυτή προσθήκη σαν ‘’αδυναμία’’ της λατινικής γλώσσας να αποδώσει τον ρηματικό τύπο ‘’εκπορεύεται’’.
Ο Άγιος Φώτιος που σημείωνε στην επιστολή προς τον Μιχαήλ το άρχοντα της Βουλγαρίας ότι «η του πλησίον στοργή και τελεία αγάπη των των άλλων εντολών ενεαυταίς περιέχουσι τας πράξεις» και ότι «ουδέν αγάπης, ως έοικε, κραταιότερον», υπεδείκνυε και τα ακόλουθα που φανερώνουν το μεγαλείο της χριστιανικής αγάπης : «...ων η τιμιωτάτη και των άλλων πρωτεύουσα χάρις προς το θείον εστίν απλανής και σωτήριος χειραγωγία, ην πρώτη και μόνη χαρίζεται της καθαράς και αμωμήτου πίστεως ημών των Χριστιανών η μάθησις και μυσταγωγία, αύτη γαρ της πολυμόρφου πλάνης τον άνθρωπον απαλλάττουσα και τα της καρδίας όμματα της εκείθεν αχλύος αποκαθαίρουσα, καθαρά ψυχής θεωρία τω καθαρωτάτω κάλλει της λατρείας καθαρώς ενατενίζειν παρέχεται· δι’ ης εις την υπέρ νουν ουσίαν και πάντων αιτίαν και δημιουργόν αναγόμενοι την ενοειδή και υπέρθεον της τριάδος θεότητα, καθ’ όσον εστίν ανθρώπω δυνατόν, ενοπτριζόμεθα».
Η εκτροπή από τη δογματική αλήθεια αποτελεί αιρετική πλάνη. Ο πόλεμος κατά των αιρέσεων, τόσο την τέλεια αγάπη προς τον Θεό φανερώνει, όσο και την τέλεια αγάπη προς τον πλανηθέντα αδελφό. Και στην προκειμένη περίπτωση η προσθήκη του Filioque, αποτελεί αιρετική πλάνη και συνεπώς ο έλεγχος της αίρεσης αποτελεί υποχρέωση προς τον πλανηθέντα αδελφό.
Η προσθήκη του Filioque αποτελεί αιρετική πλάνη. «Ο μεν γαρ Πατήρ αναίτιος και αγέννητος· ου γαρ εκ τινος, εξ εαυτού γαρ το είναι έχει. Ο δε Υιός εκ του Πατρός γεννητώς. Το δε Πνεύμα το Άγιον και αυτό μεν εκ του Πατρός, αλλ’ ου γεννητώς, αλλ’ εκπορευτώς», αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. «Και γαρ ο μεν Υιός του Πατρός προήλθεν δια γεννήσεως, το Πνεύμα δε δι’ εκπορεύσεως», τόνιζε ο Άγιος Φώτιος. Αυτά παραλάβαμε από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, αυτά διαφυλάσσομε, γι’ αυτό τονίζομε ότι ο Παπισμός είναι αίρεση και όχι ‘’ετερόδοξη εκκλησία’’.
*Αγίου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ‘’Αμφιλόχια’’ (Απόκρισις εις ερώτησιν κη΄)
Πηγή: Ακτίνες
Ὁ Χριστός ἐν δόξῃ καί οἱ δώδεκα Ἀπόστολοι, Κωνσταντινούπολη, μέσα 14ου αἰ.
Μοῦ ἐζητήθη νά γράψω ὀλίγα λόγια γιά τό «πρωτεῖο» τοῦ πάπα, γιά τό ὅτι, δηλαδή, ὁ πάπας θέλει νά ἄρχει ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν. Τό κάνω αὐτό μέ τό παρόν σύντομο καί ἁπλό ἄρθρο.
1. Ἀρχικά θά ἔλεγα ὅτι Χριστός καί πρωτεῖα εἶναι ἄκρως ἀντίθετα. Ὅποιος πιστεύει στόν Ἰησοῦ Χριστό καί μάλιστα θέλει νά Τόν ὑπηρετήσει καί νά εἶναι ἀντιπρόσωπός Του, πρέπει νά ἔχει τό ἴδιο φρόνημα μέ Αὐτόν, φρόνημα ἀνιδιοτελείας καί αὐτοθυσίας. Γιατί ὁ Χριστός μας, ἄν καί ἦταν Θεός, ὅμως «ἐκένωσεν ἑαυτόν μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος… Ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου», καί τί θανάτου; «Θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλιπ. 2,6- 8)! Ὁ Ἰησοῦς Χριστός πάλι εἶπε καθαρά στούς μαθητές Του ὅτι, «ἐκεῖνος πού θέλει νά εἶναι μεγάλος μεταξύ σας, νά εἶναι ὑπηρέτης σας, καί ἐκεῖνος πού θέλει νά εἶναι μεταξύ σας πρῶτος («πρωτεῖο») θά εἶναι δοῦλος ὅλων»! Καί τό παράδειγμα αὐτό μᾶς τό ἔδωσε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι καί δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν» (Μάρκ. 10,42-45)! Ἀλλά καί ἄλλοτε ὁ Χριστός εἶπε καθαρά πάλι στού μαθητές Του: «Ἐάν κανείς θέλει νά εἶναι πρῶτος – ὁ πάπας θέλει νά εἶναι πρῶτος καί ζητάει «πρωτεῖο»! – πρέπει νά εἶναι ὁ τελευταῖος ὅλων καί ὑπηρέτης ὅλων» (Μάρκ. 9,35)!
Ὕστερα ἀπό αὐτούς τούς λόγους τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τό δικό Του μάλιστα ταπεινό καί δουλικό παράδειγμα, εἶναι πραγματικά ἐντροπή γιά ἕναν ἱερέα καί ἀρχιερέα καί ἀντιπρόσωπο Χριστοῦ νά ζητάει «πρωτεῖα». Ναί, εἶναι ἐντροπή του!… Δέν εἶναι ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ αὐτός.
2. Θά γράψω τώρα ἁπλᾶ πάλι, πῶς «κατήντησε» ὁ πάπας καί ζητάει «πρωτεῖο». Εἶναι γνωστόν, ὅτι μέ τούς παπικούς πρῶτα εἴμεθα ἑνωμένοι, ἀποτελούσαμε μέ αὐτούς μία Ἐκκλησία. Καί ἦταν πολύ καλή τότε ἡ Ρωμαϊκή Ἐκκλησία. Ἔδινε καλό παράδειγμα σέ ὅλες τίς Ἐκκλησίες· παράδειγμα ὀρθῆς πίστεως καί καλῶν ἔργων, ἔργων ἀγάπης. Ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος προβάλλει τήν τότε Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ὡς πρότυπο πίστεως καί ἐμμονῆς στήν παράδοση περισσότερο ἀπό ὅλες τίς ἀποστολικές Ἐκκλησίες. Καί ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ θεοφόρος καλεῖ τήν Ἐκκλησία αὐτή «προκαθημένη τῆς ἀγάπης», «προκαθημένη» σέ χριστιανικά ἔργα. Ἔχουμε ἁγίους πᾶπες τήν ἐποχή αὐτή, ὁ δέ λαός, ἀλλά καί οἱ ἱερεῖς καί ὅλοι, ἑλκύονται πολύ ἀπό τήν ἁγιότητα καί τρέχουν πρός τόν ἅγιο. Ἔτσι, λοιπόν, τήν παλαιά αὐτή ἐποχή κατέφευγαν ὅλοι στήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, στούς πᾶπες, καί ζητοῦσαν συμβουλή καί προστασία καί διευθέτηση διαφόρων ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων (γιά τήν ἔριδα περί τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, γιά παράδειγμα). Ὅπως βλέπουμε, ὅλη ἡ Ἐκκλησία ἀπέδιδε στήν ἀρχή «πρωτεῖο» στήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ἀλλά τό πρωτεῖο αὐτό ἦταν πρωτεῖο τιμῆς καί ἀληθείας καί ὄχι πρωτεῖο ἐξουσίας. Μάλιστα καί ἐκ πολιτικῶν λόγων, γιά τό ὅτι δηλαδή πρόκειται γιά τήν Ἐκκλησία τῆς παλαιᾶς Ρώμης, ἡ Β´ Οἰκουμενική Σύνοδος (381 μ.Χ.), μέ τόν 3ο Κανόνα της, ἔδωσε στήν Ἐκκλησία αὐτή τήν πρώτη θέση μεταξύ ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν.
Ἐκεῖνο ὅμως πού κάνει μεγάλη ζημιά, καί ἰδιαίτερα στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, εἶναι ὁ ἐγωϊσμός. Οἱ πᾶπες, λοιπόν, ἄρχισαν νά ὑπερηφανεύονται γιά τήν τιμή τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν πρός αὐτούς, γιά τό «πρωτεῖο» τιμῆς, ὅπως τό εἴπαμε, πού ἀπελάμβαναν, καί τό ζητοῦσαν στήν συνέχεια νά τούς γίνει «πρωτεῖο» ἐξουσίας καί δυνάμεως καί δικαιωμάτων. Ἐδῶ ἔχουμε σειρά παπῶν (Στέφανος, Δάμασος, Ἰννοκέντιος Α´, Βονιφάτιος Α´, Λέων Α´, Κελεστῖνος Α´ κ.ἄ.), οἱ ὁποῖοι ἀπαιτοῦν ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης νά ἀναγνωρίζεται ὡς «κεφαλή» ὅλων τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν καί τῆς καθόλου Ἐκκλησίας. Φθάνουν μάλιστα μέχρι τό σημεῖο νά ποῦν ὅτι ὅποιος δέν ἔχει κοινωνία μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης εἶναι αἱρετικός· καί ὅτι ἡ γνώμη καί ἡ κρίση τοῦ πάπα εἶναι ἀπόλυτη καί ἐκφράζει τό θέλημα τοῦ Ἰδίου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐδῶ πᾶμε γιά τό «ἀλάθητο» τοῦ πάπα!…
Τώρα ἀρχίζει καί ὁ ἀγώνας τῶν παπικῶν νά κατοχυρώσουν καί ἁγιογραφικῶς τό «πρωτεῖο» τους. Ἄς προσέξουμε: Πρῶτα γεννήθηκε τό παπικό πρωτεῖο ὡς ἐπιθυμία δόξης καί ἐπιβουλῆς καί μετά ζητήθηκαν στηρίγματα καί μαρτυρίες τάχα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή γιά τήν κατοχύρωσή του. Τώρα οἱ παπικοί ζητοῦν νά ἀποδείξουν ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἱδρύθηκε ἀπό τόν ἀπόστολο Πέτρο, ὁ ὁποῖος γι᾽ αὐτούς εἶναι ἡ κορυφή ὅλων τῶν Ἀποστόλων, καί ἐπί τοῦ ὁποίου ὁ Χριστός ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία. Ἄρα αὐτοί, οἱ διάδοχοι τοῦ Πέτρου ἔχουν ἐξουσία ἐφ᾽ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Τούς ἁρμόζει δηλαδή τό «πρωτεῖο». Αὐτά ὅμως πού θέλουν οἱ παπικοί δέν τούς τά προσφέρει ἡ Ἁγία Γραφή μέ τήν σωστή ὁμαλή ἑρμηνεία της. Παρά ταῦτα ὅμως αὐτοί ἐκβιάζουν τό ἱερό κείμενο, καί τό καταθλίβουν γιά νά «ἀποδείξει» τό «πρωτεῖο» τους. Σαφῶς ὅμως λέγουμε ὅτι ἀπό τήν Καινή Διαθήκη δέν κατοχυρώνεται τό «πρωτεῖο» τοῦ παπισμοῦ.
Οἱ ἀπαιτήσεις τῶν παπῶν προχώρησαν στήν συνέχεια μέ μεγαλύτερη ἑωσφορική ὁρμή. Ὁ πάπας θέλει νά γίνει ὄχι μόνο ἡ ἀνωτάτη ἐκκλησιαστική ἐξουσία, ἀλλά καί ἡ ἀνωτάτη ἐξουσία στόν κόσμο. Ὁ πάπας Νικόλαος ὁ Α´ (858-867) θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ὡς τήν ὑψίστη νομοθετική καί δικαστική ἀρχή καί ὅτι μόνος αὐτός δικαιοῦται νά ἐκδίδει κανόνες στήν Ἐκκλησία. Ὁ δέ πάπας Γρηγόριος ὁ Ζ´ (1073-1085) εἶπε τό χειρότερο, ὅτι μόνο ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἱδρύθη ἀπό τόν Κύριο καί ὅτι εἶναι ἀδύνατο νά σωθεῖ κάποιος ἄν δέν ὑπακούει στόν πάπα! Ἡ κορύφωση δέ τῆς τρέλας τοῦ «πρωτείου» τοῦ παπισμοῦ εἶναι ἡ ἀνακήρυξη τοῦ «ἀλαθήτου» στήν 20η «οἰκουμενική» σύνοδό τους (!…) τό 1870 ἀπό τόν πάπα Πίο Θ´. Κατά τήν σύνοδο αὐτή τῶν παπικῶν ὑπῆρξαν πολλές ἀντιδράσεις γιά τό νέο αὐτό «δόγμα» καί πολλοί «ἐπίσκοποί» τους εἶπαν στόν πάπα ὅτι αὐτό δέν φέρεται στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά ὁ πάπας ἀπήντησε: «Ἡ παράδοση εἶμαι ἐγώ» (La traditio sono io)!…
6. Ἐπειδή δέν ὑπάρχουν πολλά περιθώρια χώρου στό περιοδικό μας ἀποκρούοντες μέ πολύ ἀποτροπιασμό τό «πρωτεῖο» τῶν παπικῶν ἀναφέρουμε τέλος τά παρακάτω δύο μόνο ἐπιχειρήματα ἐναντίον του:
(α) Δογματικῶς πιστεύουμε ὅτι ΜΙΑ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά ἡ ΜΙΑ αὐτή Ἐκκλησία ἐκφράζεται σέ πολλές κατά τόπους Ἐκκλησίες. Οἱ τοπικές αὐτές Ἐκκλησίες δέν μπορεῖ νά ἐπιβληθοῦν στήν ΜΙΑ, τήν καθ᾽ ὅλου Ἐκκλησία, ἀλλά, ἀντίθετα, ἡ καθ᾽ ὅλου (Καθολική) Ἐκκλησία ἐπεμβαίνει καί ἐπιβάλλεται στίς τοπικές Ἐκκλησίες. Αὐτό εἶναι μία γενική ἐκκλησιολογική ἀρχή, ἡ ὁποία τηρεῖται διά παντός στήν Ἐκκλησία μας. Στή περίπτωση τοῦ πρωτείου τῶν παπικῶν ἀνατρέπεται ἡ χρυσή αὐτή βάση τῆς ἐκκλησιολογίας μας καί μία τοπική Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης θέλει νά ἄρχει ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν, δηλαδή θέλει νά ἐπιβληθεῖ στήν καθ᾽ ὅλου Ἐκκλησία!…
(β) Τό «πρωτεῖο» τοῦ πάπα ἔρχεται ἀντίθετα πρός αὐτήν τήν πίστη μας, τήν πίστη στόν Θεό μας. Ὁ Θεός μας λέγεται «Ἁγία Τριάδα»: Πιστεύουμε τρία Πρόσωπα, τόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί τά τρία αὐτά Πρόσωπα εἶναι ἰσότιμα. Τρία Πρόσωπα, ἀλλά μία θεία οὐσία. Ἔτσι ἔχουμε Τριάδα στήν Μονάδα καί Μονάδα στήν Τριάδα. Τά τρία Πρόσωπα ἔχουν κοινωνία ἀγάπης μεταξύ τους καί «περιχωροῦν» τό ἕνα τό ἄλλο. Ὁ Πατέρας μέσα στόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στόν Πατέρα καί τόν Υἱό κ.λπ. Αὑτό σημαίνει «περιχώρηση». Γιά τήν Ἁγία Τριάδα, τόν Θεό μας, πιστεύουμε ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι «πρῶτος» ἔναντι τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι «πρῶτος» ὄχι κατά τήν δύναμη ἤ τήν ἐξουσία, ἀλλά μόνο κατά τήν αἰτία, γιατί ἀπό τόν Πατέρα γεννᾶται ὁ Υἱός καί ἀπό τόν Πατέρα πάλι ἐκπορεύεται τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τήν «ὑποταγή» τοῦ ἑνός προσώπου στό ἄλλο τήν ἀπέρριψε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς αἵρεση.
Ἡ πίστη μας αὐτή στήν Ἁγία Τριάδα, ἡ «Τριαδολογία», ὅπως λέγεται, ρυθμίζει καί τήν «᾽Εκκλησιολογία», τήν ζωή μας, δηλαδή, μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅλοι μας στήν Ἐκκλησία εἴμαστε ἰσότιμοι καί ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ καί μεταξύ μας. Στήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει – δέν πρέπει νά ὑπάρχει – ὑποταγή μερικῶν μελῶν σέ ἄλλα, ἀλλά πρέπει νά ὑπάρχει κοινωνία καί περιχώρηση μεταξύ μας, μέ ἔργα ἀγάπης, γιατί ἔχουμε τήν ἴδια πίστη. Καί ὅσοι ἔχουμε ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα, ὅσοι, δηλαδή, εἴμαστε ἱερεῖς ἤ ἐπίσκοποι, πρέπει νά γνωρίζουμε καλά ὅτι τά ἀξιώματά μας στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι κυριαρχικά καί ὑπεροπτικά, ἀλλά διακονικά καί ὑπηρετικά γιά τήν σωτηρία τῶν ἀδελφῶν μας χριστιανῶν.
Ὁ πάπας μέ τό «πρωτεῖο», μέ τό ὁποῖο θέλει νά κυριαρχεῖ καί νά ἐξουσιάζει ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν, φέρνει ἄνω-κάτω αὐτή τήν ὡραία ἐκκλησιολογία, πού φτιάχνει μία τέλεια κοινωνία, βασιζόμενη στήν ἀγαπητική σχέση τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Θεοῦ μας. Τό «πρωτεῖο» λοιπόν τῶν Καθολικῶν προσβάλλει τήν ὀρθόδοξη Τριαδολογία καί Ἐκκλησιολογία καί κατασκευάζει μία στυγνή δικτατορία, στήν ὁποία κυβερνᾶ ὁ ρωμαῖος ποντίφηκας, ὁ πάπας.
7. Τέλος, θέλουμε νά γράφουμε μία ἀλήθεια, ἡ ὁποία παρακαλοῦμε νά προσεχθεῖ, γιατί εἶναι πολύ σοβαρή: Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ὑπάρχει πρωτεῖο! Ὄχι ὅμως πρωτεῖο ἐξουσίας, ἀλλά «πρωτεῖο ΑΛΗΘΕΙΑΣ». Καί βεβαίως ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἐπειδή ἔχει – μόνη αὐτή – τήν ὅλη ἀλήθεια δικαιοῦται αὐτή καί μόνο νά ἔχει τό «πρωτεῖον τιμῆς», διότι ἔχει τό «πρωτεῖον ἀληθείας». Πέρα ὅμως ἀπό αὐτήν τήν γενική ἔννοια περί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, λέγουμε ὅτι καί ἕνας ἁπλός μοναχός στήν Ἐκκλησία μας, ἀλλά ἅγιος, σάν τόν ἅγιο Νικόδημο τόν ἁγιορείτη γιά παράδειγμα, ἤ σάν τόν ἅγιο Παΐσιο τόν ἁγιορείτη πάλι, ἔχουν καί αὐτοί, σάν ἰδιαίτερα πρόσωπα ὁ καθένας, ἔχουν «πρωτεῖον ἀληθείας». Αὐτό τό παρατηροῦμε ἤδη στόν ἅγιο Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο καί στόν ἅγιο Διονύσιο, ἐπίσκοπο Κορίνθου, ἔπειτα ἤ στόν ἅγιο Εἰρηναῖο, ἐπίσκοπο Λουγδούνου, ἀκόμη μετέπειτα. Στόν ἅγιο Διονύσιο Κορίνθου τό αἴσθημα τοῦ πρωτείου τῆς ἀληθείας, πού ἔχει γιά τόν ἑαυτό του, τοῦ δημιουργεῖ αἴσθημα γενικῆς εὐθύνης καί τόν κάνει ὄχι νά συμβουλεύει ἁπλῶς, ἀλλά νά «προστάττῃ» (βλ. Εὐσεβίου Ἐκκλησιαστική ἱστορ. Δ´ 23,6) νά δεχθοῦν καί νά ἐφαρμόσουν οἱ παραλῆπτες του τά παραγγελλόμενα. Καί σ᾽ αὐτό (στήν ὑπακοή στά λεγόμενά του) δέν ἐξαιρεῖται οὔτε ὁ ἰσχυρός ἐπίσκοπος τῆς Ρώμης Σωτήρ, ὁ ὁποῖος, ἐνῷ διαφωνοῦσε ἀρχικά μέ τόν Διονύσιο, ὑπεχώρησε ἔπειτα καί συνεφώνησε μέ τίς ἀπόψεις του. Ὅποιος στήν Ἐκκλησία μας ἐπίσκοπος ἤ καί ἁπλός ἱερεύς (σάν τόν πατέρα Ἐπιφάνιο τόν Θεοδωρόπουλο) ἤ καί λαϊκός (σάν τόν Καθηγητή Παναγιώτη Τρεμπέλα), λόγῳ ἁγιότητος καί γνώσεως τῆς θεολογίας, ἔχει – νοιώθει μέσα του αὐτό τό αἴσθημα τοῦ «πρωτείου ἀληθείας», αὐτός ἐκφράζει γνησιώτερα καί βαθύτερα καί ζωηρότερα ἀπό ὅσο οἱ ἄλλοι ἐπίσκοποι, ἱερεῖς ἤ λαϊκοί, τήν θεία ἀλήθεια σχετικά μέ τά προβλήματα πού ἀφοροῦν τήν σωτηρία καί τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό ὅμως τό αἴσθημα τοῦ ἔχοντος τό «πρωτεῖο ἀληθείας», πού τόν κάνει νά «προστάττῃ», ὅπως εἴπαμε γιά τόν ἅγιο Διονύσιο Κορίνθου, τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τό «πρωτεῖο ἐξουσίας» τοῦ πάπα, ἀλλά «οὐσιαστικά καί τό ἀναιρεῖ», ὅπως λέγει ὡραῖα ὁ μακαριστός πατρολόγος Καθηγητής, μακαριστός μοναχός Γεράσιμος (Στυλιανός) Παπαδόπουλος (βλ. Πατρολογία του, τόμ. Α´, σ. 268. 269).
Ἀπό αὐτό τό αἴσθημα, τοῦ πρωτείου ἀληθείας κινήθηκε καί ὁ ἅγιος Κλήμης ὁ Ρώμης νά γράψει ἐπιστολή πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου συμβουλεύοντας γιά τήν εἰρήνευσή της, καί ὄχι ἀπό τό πρωτεῖο ἐξουσίας ὡς Ρώμης, ὅπως ἐσφαλμένως ἰσχρυρίζονται καθολικοί συγγραφεῖς πατρολογικῶν ἐγχειριδίων.
Πηγή: (Περιοδικὸ «Ἐρῶ», τεύχος 25ο), Ἑνωμένη Ρωμηοσύνη
Κάθε φορὰ ποὺ βλέπω ἢ ἀκούω τὸν πάπα σὲ κάποια λατρευτικὴ ἡ κοινωνικὴ ἐκδήλωση, διαπιστώνω μὲ λύπη ὅτι μέγα χάσμα ἐστήρικται μεταξὺ ὀρθοδόξων καὶ παπικῶν. Ἡ ἀπόσταση ποὺ μᾶς χωρίζει εἶναι μεγάλη καὶ ἡ ὅποια προσέγγιση ἀδύνατη.
Καὶ ἀπορῶ μὲ τοὺς δικούς μας οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι λαχταροῦν πότε νὰ πλησιάσουν τὸν πάπα, νὰ τοῦ φιλήσουν τὸ χέρι, νὰ βρεθοῦν ἔστω καὶ λίγα λεπτὰ κοντά του, νὰ πάρουν δύναμη ἀπὸ τὴ δύναμή του, νὰ γίνουν μέτοχοι τῆς «πνευματικότητάς του» καὶ νὰ ἀξιωθοῦν τῆς πολύτιμης εὐλογίας του. Δὲν μποροῦν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ νὰ δοῦν ὅτι τὸ κοσμικὸ φρόνημα καὶ οἱ πολιτικές του ἐπιδιώξεις τὸν ἔχουν ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸ ὀρθόδοξο βίωμα καὶ ἔχει πιὰ μετατραπεῖ σὲ ἕνα ἄδειο δοχεῖο. Κινεῖται καὶ ἐμφανίζεται μὲ τρόπο κοσμικὸ καὶ θέλει νὰ δημιουργεῖ ἐντυπώσεις πὼς τάχα αὐτὸς καὶ μόνο ἐκπροσωπεῖ τὸν χριστιανισμὸ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ αὔριο θὰ εἶναι καὶ ὁ ἀρχηγὸς τῆς πανθρησκείας, γιὰ τὴν ὁποία ἐργάζονται ὅλα τὰ ὄργανα τοῦ διαβόλου.
Ὁ πάπας ἔχει ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔχει διαμορφώσει τὸν δικό του κόσμο, ποὺ εἶναι παντελῶς ἀλλοτριωμένος.Ἐργάζεται ἀδιάκοπα νὰ στηρίζει τὸ σαθρὸ οἰκοδόμημα τῆς «ἐκκλησίας» του καὶ νὰ διαφυλάσσει τὸ πρωτεῖο καὶ τὸ ἀλάθητο, παράλληλα δὲ νὰ ὑλοποιεῖ τὸ σχέδιό του νὰ ὑποτάξει ὅλους τοὺς χριστιανούς. Ὁ πάπας δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ποὺ διακονεῖ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ εἶναι ὁ πολιτικὸς καὶ ἐγκόσμιος ἡγέτης τῆς «Ἐκκλησίας», ποὺ ὑπηρετεῖ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ὁ Χριστὸς ἔχει καταδικάσει στὴν ἐποχή του ἢ ποὺ τὸν εἶχαν ἀφήσει ἀδιάφορο, γιατί τὸ ἔργο Του ἦταν νὰ προσφέρει στὸ λαὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὴ διδασκαλία καὶ τὶς ἐντολὲς ποὺ ὁδηγοῦν στὴ σωτηρία. Νὰ εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἐπὶ τῆς γῆς καὶ νὰ πολιτεύονται ὡς ἄγγελoι τοῦ οὐρανοῦ. Ὁ πάπας ἔχει ξεχάσει πρὸ πολλοῦ τὸν οὐρανό. Εἶναι ἡγέτης, εἶναι ἀρχηγὸς κρατιδίου, ἐπιλέγει τὴν κοσμικὴ ἐξουσία καὶ θεατρινίζει μὲ θρασύτητα τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Ὅλα αὐτὰ εἶναι φυσικὰ ἐπακόλουθα, γιατί μακριὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν μπορεῖς νὰ κατανοήσεις τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Οἱ παπικοὶ συνεχῶς μεταρρυθμίζονται καὶ προσαρμόζονται, ὅπως οἱ κοσμικοὶ ἄρχοντες ποὺ δὲν πιστεύουν στὴ σταθερότητα. Τοὺς λείπει τὸ ἐκκλησιαστικὸ βίωμα, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Πρέπει νὰ εἴμαστε πολὺ προσεκτικοὶ ἀπέναντί τους. Οἱ σχέσεις μας τυπικὲς καὶ συγκρατημένες, χωρὶς ὑποχωρήσεις καὶ συμπροσευχές, χωρὶς «συνοδοιπορίες ἀγάπης», χωρὶς κατὰ συνθήκην μεγάλα καὶ κούφια λόγια, χωρὶς ἐναγκαλισμοὺς καὶ χειροκροτήματα καὶ χωρὶς ἐμπιστοσύνη στὶς ὑποσχέσεις καὶ διαβεβαιώσεις τους. Καὶ τὰ λέω αὐτά, γιατί οἱ οἰκουμενιστὲς ἔχουν ξεφύγει ἀπὸ κάθε ὅριο. Ἐπιδιώκουν τὶς καλὲς σχέσεις μὲ τοὺς παπικούς, ζητοῦν ἀκόμα καὶ ἱερὰ λείψανα ἀπ᾽ αὐτούς! Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ βοηθοῦν τοὺς παπικοὺς νὰ πετύχουν τὸ δόλιο σκοπό τους, δηλαδὴ τὴν ὑποταγὴ τῶν ὀρθοδόξων! Ἀλλὰ ποῦ νὰ καταλάβουν οἱ σοφοί τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Ἔχουν ὑποστεῖ τόση πνευματικὴ διάβρωση, ποὺ θεωροῦν τὸ λύκο στoργικὸ ποιμένα καὶ τρέχουν ἀπὸ κοντά του χωρὶς νὰ συναισθάνονται ὅτι ὁ συγχρωτισμὸς μὲ τοὺς αἱρετικοὺς εἶναι ἐπικίνδυνος καὶ καταδικασμένος ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 09.12.16), Θρησκευτικά
Η γέννησις του Φραγκικού Πολιτισμού περιγράφεται εις επιστολήν του Αγίου Βονιφατίου προς τον Πάπα της Ρώμης Ζαχαρίαν (natione Graecus) το 1741. Οι Φράγκοι είχον διώξει όλους τους Ρωμαίους επισκόπους από την Εκκλησίαν της Φραγκίας και είχαν διορίσει τον εαυτόν τους ως τους επισκόπους και ηγουμένους της Γαλλίας. Ήρπασαν την περιουσίαν της Εκκλησίας και την εχώρισαν εις τιμάρια, των οποίων την επικαρπίαν διένειμαν ως Φέουδα, συμφώνως προς τον βαθμόν που κετείχε έκαστος εις την πυραμίδα της στρατιωτικής ιεραρχίας. Αυτοί οι Φράγκοι επίσκοποι δεν είχον Αρχιεπίσκοπον και δεν είχον συνέλθει εις σύνοδον στα 80 χρόνια από τότε που κατέλαβαν την ιεραρχίαν. Συνήρχοντο δια τα εθνικοεκκλησιαστικά θέματα μαζί με τους βασιλείς και λοιπούς οπλαρχηγούς συναδέλφους τους. Κατά τον Άγιον Βονιφάτιον, ήσαν «αδηφάγοι λαϊκοί, μοιχοί καί μέθυσοι κληρικοί, οι οποίοι μάχονται εις τον στρατόν με πλήρη πολεμικήν εξάρτησιν και με τας χείρας των σφάζουν χριστιανούς και ειδωλολάτρας».
Οι Φράγκοι καταδίκασαν τους Ανατολικούς Ρωμαίους ως «αιρετικούς» και «Γραικούς» ήδη το 794 και το 809, δηλαδή 260 χρόνια ενωρίτερα από το λεγόμενο σχίσμα το 1054. Οι Φράγκοι είχαν αρχίσει από το 794 να αποκαλούν τους ελευθέρους Ρωμαίους με τα ονόματα «Γραικοί» και «αιρετικοί» με σκοπό οι υπόδουλοι Δυτικοί Ρωμαίοι να ξεχάσουν βαδμηδόν τους συναδέλφους τους εις την Ανατολήν.
Οι Φράγκοι διήρεσαν συγχρόνως τους Ρωμαίους Πατέρες σε λεγομένους Λατίνους και Γραικούς και εταύτισαν τον εαυτόν τους με τους λεγομένους Λατίνους Πατέρες. Έτσι εδημιούργησαν την ψευδαίσδησιν ότι η Φραγκο-Λατινική τους παράδοσις είναι ένα συνεχόμενον μέρος της παραδόσεως των Λατινοφώνων Ρωμαίων Πατέρων. Γενόμενοι οι Δυτικοί Ρωμαίοι δουλοπάροικοι του Φραγκο-Λατινικού Φεουδαλισμού έπαυσαν να παράγουν επισκόπους και ηγουμένους και ολίγους γνωστούς αγίους.
Κατά την διάρκειαν των ετών 1009 με 1046 οι Φραγκο-Λατίνοι αυτοκράτορες της Φραγκίας ίδρυσαν τον σημερινό Παπισμό σε δύο στάδια. πρώτα εγκατέστησαν δια πρώτη φορά αιρετικούς Ρωμαίους πάπες της Ρώμης. Δηλαδή οι εν λόγω πάπες απέκτησαν τους θρόνους τους υπό τον όρον ότι αποδέχονται την προσθήκην του Filioque στο Σύμβολον της Πίστεως. Το δεύτερον στάδιον άρχισε το 1046 όταν ο Φράγκος Αυτοκράτωρ Ερρίκος Γ' (1049-1056) αντικατέστησε τον Ρωμαίον πάπα Γρηγόριον ΣΤ' (1045-1046) με τον Φραγκο-Λατίνον πάπα Κλήμεντα Β' (1046-1047). Από τότε μέχρι σήμερον οι πάπες είναι σχεδόν όλοι Τεύτονες ανήκοντες στην τάξιν των Φραγκο-Λατίνων ευγενών κατακτητών της Δυτικής Ρωμαιοσύνης.
Επομένως το λεγόμενο σχίσμα μεταξύ Εκκλησιών Δύσεως και Ανατολής δεν έγινε μεταξύ Δυτικών και Ανατολικών Ρωμαίων, αλλά μεταξύ των Φράγκων κατακτητών των Δυτικών Ρωμαίων και των ελευθέρων Ρωμαίων της Δύσεως και της Ανατολής. Μάλιστα το 1054 οι Κέλτες και οι Σάξωνες της Αγγλίας και οι Ρωμαίοι της Αραβοκρατουμένης Ισπανίας και Πορτογαλίας ήταν Ορθόδοξοι.
Ήδη από τον 8ον αιώνα άρχισαν οι Φράγκοι να κατηγορούν τους ελευθέρους Ρωμαίους της Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης ως «αιρετικούς» και «Γραικούς» στα θέματα των εικόνων και του Filioque. Οι Φράγκοι ήταν τότε τελείως βάρβαροι και αγράμματοι, όπως είδαμεν. Οι τότε Ρωμαίοι πάπες απλώς διεμαρτυρήθησαν, αλλά ακόμη δεν κατεδίκασαν τους Φράγκους από φόβον αντιποίνων με σφαγές μάλιστα, όπως μας πληροφορεί ο άγιος Βονιφάτιος το 741. Ίσως ήλπιζαν οι Ρωμαίοι ότι θα ημπορούσαν εν καιρώ να επιβληθούν στους Φράγκους όπως κάμνει κανείς επάνω σε πείσμονα παιδιά. Αλλά οι Ρωμαίοι της Πρεσβυτέρας Ρώμης, αλλά ούτε και οι Ρωμαίοι τής Νέας Ρώμης, ούτε καν υποπτεύθηκαν ότι οι Φράγκοι από σκοπού προκαλούσαν μόνιμον σχίσμα ως μέρος της αμυντικής τους στρατηγικής κατά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και των σχεδίων τους δια παγκόσμιον κυριαρχίαν.
Οι Ρωμαίοι πάπες δεν είχαν άλλην εκλογήν από το να ανεχθούν την Φραγκικήν κυριαρχίαν με σκοπόν να βοηθήσουν με την σύνεσίν τους τους υποδούλους αδελφούς τους και να εξασφαλίσουν την σχετικήν ελευθερίαν του Πατριαρχείου τους και αυτήν των Ρωμαίων πολιτών της Παπικής Ρωμανίας, δηλαδή του Παπικού Κράτους.
Με την εμφάνισιν των Ψευδο-Ισιδωρείων Διατάξεων περί το 850 οι Ρωμαίοι Πάπες άρχισαν να αισθάνωνται αρκετά ισχυροί. Απαίτησαν δυναμικά πλέον από την Φραγκικήν ηγεσίαν να δεχθούν 1) πιο πολιτισμένους κανόνες καλής συμπεριφοράς έναντι της υποδούλου Ρωμαιοσύνης και 2) την απαλλαγήν της Φραγκικής ιεραρχίας από τους Φράγκους ηγεμόνες και την υποταγήν της εις τον Ρωμαίον Πάπα της Ρώμης.
Μέσα στα πλαίσια αυτά ο Ρωμαίος Πάπας Ιωάννης Η' έλαβε μέρος στην Η' ΟΙκουμενικήν Σύνοδον του Μεγάλου Φωτίου το 879 στην Κων/πολιν Νέαν Ρώμην, η οποία κατεδίκασε τας Φραγκικάς αιρέσεις περί εικόνων και του Filioque, χωρίς να κατονομάση τους εν λόγω αιρετικούς από φόβον να μη κινδυνεύη το έργον που άρχισε το 850.
Αλλά αι προσπάθειαι βάσει των εν λόγω Διατάξεων έφεραν τελικά το αντίθετον αποτέλεσμα. Οι Φραγκο-Λατίνοι αντέδρασαν δυναμικά στην δημοφιλίαν των Διατάξεων αυτών. Άρχισαν να σχεδιάζουν και να εφαρμόζουν τα σχέδια τους δια την εκδίωξιν των Ρωμαίων από την εκκλησιαστικήν και την πολιτικήν εξουσίαν της Παπικής Ρωμανίας και την αντικατάστασιν των Ρωμαίων Παπών από Φραγκο-Λατίνους Πάπες.
Οι Φραγκο-Λατίνοι άρχισαν την τελικήν τους επίθεσιν κατά της ελευθερίας, της Ορθοδοξίας και της Ρωμαϊκότητος του Πατριαρχείου της Πρεσβυτέρας Ρώμης κατά το 973 μέχρι το 1003. Ολοκλήρωσαν την εκδίωξιν του Ορθοδόξου δόγματος το 1009-1012 μέχρι το 1046. Τελικά αφάνισαν πλήρως την Ρωμαϊκότητα του Πατριαρχείου της Ρώμης το 1046 αφού την κατέλαβαν οι Φραγκο-Λατίνοι πάπες.
Δια τούτο από την εποχήν αυτήν οι Ορθόδοξοι Ρωμαίοι ονομάζουν τον πάπα αιρετικόν, Φράγκον καί Λατίνον καί την εκκλησίαν του Φραγκικήν καί Λατινικήν. Παραταύτα οι καθηγηταί των Θεολογικών Σχολών της Χάλκης, Αθηνών και της Θεσσαλονίκης βάπτισαν τον Φραγκο-Λατίνον πάπα με το όνομα «Ρωμαίον» και την εκκλησίαν του «Ρωμαϊκήν». Τούτο διότι οι Φραγκο-Λατίνοι Πάπες συνέχισαν να χρησιμοποιούν τα Ρωμαϊκά ονόματα των Ρωμαίων παπών γενόμενοι πάπες, ως και ονόματα Ρωμαίος πάπας και Ρωμαϊκή Εκκλησία, δια να συνεχίζουν οι υπόδουλοι Δυτικοί Ρωμαίοι να νομίζουν ότι έχουν ακόμη τον εθνάρχην τους στην Ρώμην. Γενόμενοι οι Νεο-Έλληνες και αυτοί υπόδουλοι στην Φραγκο-Λατινικήν παράδοσιν ονομάζουν και αυτοί τον πάπα με Ρωμαϊκά ονόματα.
Από όλα τα ανωτέρω σημειωθέντα φαίνεται σαφώς ότι ο καθορισμός του σχίσματος το 1054, εντός της πλαστογραφημένης διακρίσεως μεταξύ «Ανατολικών Γραικών» και «Δυτικών Λατίνων», δεν είναι σωστός. Το σχίσμα άρχισε το 794 ως καλά σχεδιασμένο αμυντικό και επιθετικό κατασκεύασμα των βαρβάρων και αγραμμάτων Φράγκων. Το 1054 ήτο μόνον μία από τας μετέπειτα εκδηλώσεις ενός σχίσματος, το οποίον ήδη υπήρχε από την εποχή που οι Φράγκοι απεφάσισαν το 794 να προκαλέσουν σχίσμα με τους ελευθέρους Ρωμαίους που δια πρώτην φοράν ονόμασαν «Γραικούς» και «αιρετικούς» δια λόγους πολιτικούς και στρατιωτικούς. Η Εκκλησία της Πρεσβυτέρας Ρώμης ηγωνίσθηκε ηρωικά να παραμείνη ηνωμένη με την Νέαν Ρώμην μέχρι το 1009.
Από το 794 μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνος οι Φράγκοι, οι Φραγκο-Λατίνοι και το Βατικανό, ουδέποτε παρεξέκλιναν από την γραμμήν τους ότι οι Ανατολικοί Ρωμαίοι είναι «Γραικοί» και «αιρετικοί». Τούτο ήτο τόσον έκδηλον στην νεανική ηλικία του γράφοντος όταν εσπούδαζε στο γυμνάσιον της Νέας Υόρκης. Στα παπικά βιβλία Απολογητικής οι Ορθόδοξοι περιεγράφοντο ως αιρετικοί και χωρίς αγίους και θαύματα. Έτσι ισχυρίζοντο ότι οι τελευταίοι Πατέρες της Εκκλησίας των Ορδοδόξων ήταν οι Άγιοι Ιωάννης Δαμασκηνός (περίπου 675-749) και Θεόδωρος Στουδίτης (759-826).
Επίσης οι Φραγκο-Λατίνοι και ο Παπισμός τους συνέχισαν τας κατακτήσεις τους που πάντοτε συνοδεύοντο από την εξόντωσιν ή εκδίωξιν των Ορθοδόξων επισκόπων και την υποδούλωσιν των πιστών δια της μεταβολής τους στην κατάστασιν δουλοπαροίκων με την πλήρη αφαίρεσιν της γεωκτησίας τους. Αυτό δεν το έκαναν ποτέ ούτε οι Άραβες και ούτε οι Τούρκοι Μουσουλμάνοι.
Αλλά ακόμη μέχρι αρχάς του 20ου αιώνος το Βατικανό ενεργούσε κατά τον ίδιον τρόπον. Το 1923 η Ιταλία απέκτησε από την Τουρκίαν τα Δωδεκάνησα με την Συνθήκην της Λωζάνης. Το Βατικανό έδιωξε όλους τους Ορθοδόξους επισκόπους και τους αντικατέστησε με Φραγκο-Τοσκάνους και Λογγοβάρδους που από το 1870 είχαν υποδυθεί την ταυτότητα του μέχρι τότε ανυπάρκτου Ιταλικού έθνους. Ήλπιζε το Βατικανό ότι οι Ορθόδοξοι πιστοί θα αποδεχθούν τελικά κληρικούς χειροτονημένους απ' αυτούς τους επισκόπους του δια να μη μείνουν χωρίς κληρικούς και μυστήρια. Η κατάστασις άλλαξε όταν τα Δωδεκάνησα ενώθηκαν με την Ελλάδα το 1947 και επανήλθαν εις τας θέσεις τους οι επίσκοποι του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Νέας Ρώμης Κων/πόλεως.
Αλλά κατά τα μέσα του 20ου αιώνος τούτου το Βατικανό εγκαινίασε μίαν πρωτότυπον τακτικήν. Περιέργως ανεγνώρισε τα μυστήρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Όταν έγινε η Βατικάνειος πράξις αυτή μέσω της Συνόδου του Βατικανού Β' (1962-1965) ορισμένοι Ορθόδοξοι κατάλαβαν ότι πρόκειται δια παγίδα. Άλλοι εχάρηκαν. Μερικοί μάλιστα «Ορθόδοξοι» στο εξωτερικό ενόμισαν ότι η χειρονομία αυτή έδωσε κύρος όχι μόνον στα μυστήρια, αλλά και στην ταυτότητά τους ως θρησκευτική ηγεσία. Εν συνεχεία το Φανάρι και το Βατικανό προέβησαν την 7η Δεκεμβρίου 1965 σε κοινήν άρσιν των αναθεμάτων του 1054. Δια το Βατικανό τούτο απετέλεσε πράξιν μυστηριακής κοινωνίας βάσει της υπ' αυτού αναγνωρίσεως των Ορθοδόξων μυστηρίων. Εξ' επόψεως Ορθοδόξου ήταν μία πράξις του Φαναρίου δια την οποίαν κινδυνεύει να χάση το εντός της Ορθοδοξίας προεδρείον του αν αποδειχθή ότι με την πράξιν αυτήν αναγνώρισε ή ανέχεται ή συμφωνεί με τας αιρέσεις των 13 Φραγκο-Λατινικών «Οικουμενικών Συνόδων». Αν ήτο μία απλή πράξις καλής θελήσεως δια να διευκολυνθή ο διάλογος που επρόκειτο τότε να αρχίση, έχει καλώς.
Πάντως όσον άφορα στο Βατικανό το θέμα έχει ως εξής. η μεταβολή της τακτικής του Βατικανού από «πόλεμο» και «διάλογο» σε τακτική «αναγνωρίσεως των Ορθοδόξων μυστηρίων» είναι μία πραγματικότης. Αλλά το ότι το Φανάρι αμέσως ανταπέδωσε με την από κοινού μετά του Βατικανού σύγχρονον άρσιν των αναθεμάτων του 1054 την 7.12.65 σημαίνει ότι η κοινή πράξις αυτή ήτο αποτέλεσμα μυστικών συνεννοήσεων μεταξύ των δύο. Δηλαδή η πράξις ήτο μονόπλευρος μόνον με την έννοιαν ότι δεν συμμετείχε ολόκληρος η Ορθοδοξία, αλλά μόνον το Φανάρι. Το ότι σχεδόν σύσσωμα χαιρέτησαν την πράξιν οι υπόλοιποι Ορθόδοξοι ως πράξιν καλής θελήσεως, δεν έχει καμμίαν δογματικήν σημασίαν. Αι αιρέσεις του Βατικανού παραμένουν.
Τι επιδιώκει το Βατικανό θα εξαρτηθή από τι θα κάνη με τας (13) Φραγκο-Λατινικάς Οικουμενικάς του Συνόδους που προσέθεσε στας 7 Ρωμαϊκάς Οικουμενικάς Συνόδους μαζί με την Σύνοδον του 869 που καθήρεσε τον Μέγαν Φώτιον. Μάλιστα θεωρεί την Σύνοδον του 869 κατά του Μεγάλου Φωτίου ως την Η' Οικουμενικήν της Σύνοδον.
Πηγή: (Εκ της μελέτης του π. Ιωάννου Ρωμανίδου "Ορθόδοξος και Βατικάνειος Συμφωνία περί Ουνιτισμού" δημοσιευθείσης εις τον τόμον "Καιρός", αφιέρωμα στον καθηγητή Δαμιανό Δόικο, Θεσσαλονίκη 1995), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...